.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Ευχή είς τήν Άγίαν Τριάδα



Κύριε ο Θεός ό Παντοκράτωρ, ό έν Τριάδι αγία προσκυνούμενος, ό μέγας και θαυμαστός, ό φυλάσσων τήν διαθήκην σου και τό έλεος σου τοις αγαπώσί σε και φυλάττουσι τάς έντολάς σου. Μνήσθητι των οικτιρμών σου, ότι τα ελέη σου από του αιώνος είσιν. Άρον, Δέσποτα αγαθέ, τάς αμαρτίας μου, ό οικτίρμων και μακρόθυμος. Ότι σοι Κυρίω τω Θεώ ημών ή δικαιοσύνη, εμοί δέ ή αισχύνη του προσώπου, ώς ήμερα αύτη. 
Ότι ημάρτηκα εναντίον σου, Κύριε, και ούκ εισήκουσα της φωνής σου του πορεύεσθαι έν τοις προστάγμασί σου, οίς έδωκας κατά πρόσωπον ημών άλλ' ήθέτησά σε, Κύριε ό θεός μου, και εκολλήθη μοι πάντα τά μεγάλα κακά άλλ' ούδ' ούτως επέστρεψα φυλάξαι τά προστάγματα σου άλλ' εχόμενος έκ της πονηράς μου συνήθειας ποιώ τά πονηρά κατ' οφθαλμών σου. Κύριε, όντως δίκαιος ει επί πάσιν οίς εποίησας ημίν οίδα γάρ ότι αί αμαρτίαι μου αντέστησάν μοι• ότι πολλαί αί άνομίαι μου σφόδρα εναντίον σου, Κύριε, άλλ' ή ελεημοσύνη σου, Κύριε, φθασάτω με, ότι σύ έν ημίν, Κύριε, και τό όνομα σου τό άγιον επικέκληται έφ' ημάς. 
Κόπασον τήν όργήν του θυμου σου, και μή καταισχύνης με είς τέλος, μηδέ μνησθής ανομιών μου αρχαίων μηδέ προσφάτων, μηδέ ανάξιον κρίνης με τών σών οικτιρμών. 
Ήμαρτον, ιλάσθητι, Κύριε ήνόμησα, συγχώρησον, Δέσποτα• προσέκρουσα, διαλλάγηθι, Άγιε. 
Και έπίφανον τό πρόσωπον σου, Κύριε, επί τόν έν επαγωγή δούλόν σου, και τήν παρά σου βοήθειαν εξαπόστειλον, Δυνατέ, και έξελού με έκ πάσης ταλαιπωρίας και πάσης παρανομίας και διασκέδασον, Δέσποτα, πάντα κίνδυνον διά τήν εύσπλαγχνίαν σου και μή είς τέλος παραδώς είς άπώλειαν διά τάς ανομίας μου άλλα ταχύ προκαταλαβέτωσάν με οι οικτιρμοί σου, Κύριε ό Θεός μου, ότι τά ελέη σου άπ' αιώνος επί την κτίσιν σου. 
Γενού μοι, Κύριε, πύργος ισχύος από προσώπου των εχθρών μου, και μή συγχώρησης απολέσθαι εις χείρας αυτών ψυχήν εξομολογουμένην σοι άλλα κλίνον, Κύριε, τό ους σου, και επάκουσον, και επίδε έξ ουρανού αγίου σου επί τόν αφανισμόν της ψυχής μου. Εισάκουσον, Κύριε, της προσευχής του δούλου σου, και της δεήσεώς μου ενώτισαι, και επίφανόν μοι τό πρόσωπον σου και σωθήσομαι, δτι ουκ επι τη δικαιοσύνη σου θαρρών, προσφέρω σοι τήν ικεσίαν ταύτην (αεί γάρ παροξύνω σε) άλλ' επί τους οικτιρμούς σου, Κύριε, τους πολλούς. Εισάκουσον, Κύριε ίλάσθητι, Δέσποτα πρόσχες και φείσαι μου, Άγιε σκληροτράχηλος γάρ είμι. 
Ει αλλάξει αιθίωψ τό δέρμα αυτού, κάγώ τήν κακίστην μου προαίρεσιν πάντα τά κακά ήλθεν έπ' έμέ. Εγώ δέ ούκ ενετράπην του μετανοήσαι, άλλα και προσέθηκα αμαρτίας έφ' αμαρτίαις μου. Σύ, Κύριε, Πατήρ ημών, ημείς δέ πηλός• έργα χειρών σου. Μή οργίζου ημιν σφόδρα, μηδέ μνησθής ανομιών ημών άλλ' επίβλεψον, Κύριε, ότι λαός σου πάντες ημείς. Μνήσθητί μου, ω Δέσποτα, και κατάπεμψόν μοι τους οικτιρμούς σου. Ότι πρέπει σοι πάσα δόξα, τιμή και προσκύνησις, τω Πατρί και τώ Υίώ και τώ άγίω Πνεύματι, νύν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.

Αντιόχου του Πανδέκτου