.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Κομποσχοίνι: Είναι ένα αριθμητήρι στο χέρι του προσευχόμενου και τίποτα περισσότερο



Εργόχειρο για κάποιους, φυλαχτό για άλλους. Από μέσο αρίθμησης προσευχών έγινε αντικαταστάτης τους. Για εξυπηρέτηση το πλέκουν λίγοι, λόγω μόδας το έχουν πολλοί.Αντιφάσεις που ακουμπούν την πλάνη και απέχουν από τον σκοπό ύπαρξής του.
Αυτό σημειώνεται σε άρθρο που φιλοξενείται στο πρακτορείο εκκλησιαστικών ειδήσεων, dogma.grαναφορικά με την ιστορία και τη χρήση του κομποσχοινιού.
Ο συγγραφέας του κειμένου διερωτάται αν πρόκειται πράγματι για εργαλείο προσευχής ή φετίχ μόδας.
Διαβάστε το σχετικό κείμενο που υπογράφει ο Αρχιμανδρίτης Χρυσόστομος Χρυσόπουλος:
«Η κατασκευή του, το πλέξιμο δηλαδή, ήταν και είναι διακόνημα για τους μοναχούς. Άρα ώρα και καρπός προσευχής. Στις ημέρες μας βιομηχανοποιήθηκε, έγινε προϊόν ακόμα και εισαγωγής. Η ζήτηση έφερε τις λύσεις ανάγκης, όχι πάντως πατροπαράδοτες και ορθόδοξες.
Φαινόμενο των καιρών μας είναι ότι, το βλέπουμε ως στοιχείο διακοσμητικό σε αρχιερατικές ράβδους, χρωματιστό και ανάλογο των αμφίων, στολισμένο με χάντρες πολύχρωμες. Αντί για ευκολία σε ώρα προσευχής, έγινε ευκαιρία επίδειξης δήθεν πνευματικότητας.
Οι (τυχαίες;) φωτογραφίες προσευχομένων επιφανών κληρικών με μεγάλο κομποσχοίνι φιλοξενούνται συχνά στις σελίδες εκκλησιαστικών εντύπων. Το έχουν μερικοί φαίνεται ανάγκη για να δείξουν το αυτονόητο, ότι προσεύχονται. Αφορμή για να διαφημίσουν τον γεροντισμό τους και να γεμίσουν τον κούφιο εσωτερικό τους κόσμο με στοιχεία στην ουσία απλά.
Για τους σωστά προσευχόμενους είναι ένα τυπικό μέσο προσευχής.
Έγινε όμως θέατρο για να βοηθήσει την αποδοχή τους από τον περίγυρο ως πνευματικών προσώπων. Τα πάντα αλλάζουν εμπρός στον φακό φωτογραφικής μηχανής ή κάμερας.
Ηδονίζονται όλοι στην θέα αυτή και ας είναι προσποιητή και ψεύτικη. 
Αποδείξεις όλα, αφ’ ενος μεν της εκμετάλλευσης της πίστης και αφ’ ετέρου της φαιδρότητάς τους.
Παρανοήθηκε εκούσια ή ακούσια ο σκοπός του κομποσχοινιού. Πρώτη φορά γίνεται άλλωστε στα εκκλησιαστικά πράγματα τέτοια παρεξήγηση; Είναι υπερβολή όπου και όποτε βλέπουμε να ζητούν οι χριστιανοί ένα κομποσχοίνι, να είναι “διαβασμένο” σαν ευλογία.
Είναι ευχάριστο και εύοιωνο που υπάρχουν πνευματικές αναζητήσεις από τους ανθρώπους, ιδίως στους καιρούς μας τους τόσο υλιστικούς και ξερούς. Δεν πρέπει όμως να χαϊδεύουμε αυτιά και συνειδήσεις. Μόνο και μόνο επειδή το αγόρασαν και το ακούμπησαν σε εικόνα ή λείψανο αγίου, δεν σημαίνει ότι έχει και χάρη διαφορετικη. Μόνο φετιχιστική είναι η σχέση αυτή που έχουν με τα θέματα της πίστης μας.
Ρασοφόροι υποκινούν τέτοιες πρακτικές και αποπροσανατολίζουν, χωρίς να διδάσκουν την χρησιμότητά του. Θέλουν μόνο να το επιδεικνύουν.
Έγκαιρα και έγκυρα πρέπει διευκρινίζουμε, όχι το πού και πώς αποκτήσαμε το κομποσχοίνι, αλλά το γιατί. Να εξηγήσουμε σ’ όλους ότι το χρειαζόμαστε στην νοερές προσευχές μας, μ’ εκείνο τις μετράμε βάσει των οδηγιών που έχουμε από τον πνευματικό μας.
Δεν είναι ποτέ διακοσμητικό, ούτε φέρει μαγικές δυνάμεις, ή ευλογία Θεού ξεχωριστή. Είναι ένα αριθμητήρι στο χέρι του προσευχόμενου. Δεν έχει λόγο ύπαρξης μάλιστα σε ώρα κοινής Λατρείας, όπως στην Θ. Λειτουργία ή τις ακολουθίες· εκεί μιλά το αναλόγιο και ο λειτουργός Ιερέας.
Είναι σκληρή η πραγματικότητα για όσους έχουν επενδύσει σ’ αντίθετες ερμηνείες, για εξωραϊσμό της εξωτερικής εικόνας τους ως χριστιανοί -κληρικοί και λαϊκοί- και για άγρα οπαδών.
Πρέπει να επαναπροσδιορίσουμε (και μέσα από τα κηρύγματά μας) τον λόγο ύπαρξης και τον τρόπο χρήσης του κομποσχοινιού. Οι παρανοήσεις είναι επιζήμιες παντού και πάντα. Θα είμαστε αναπολόγητοι αν δεν το κάνουμε. Μην αφήνουμε τον λαό έρμαιο προσωπολατρικών επιλογών, εξαιτίας αντικειμένων, που οδηγούν ακόμα και σε δυσειδαιμονικές αντιλήψεις.
Πρέπει να μιμηθούμε όλους αυτούς που έχουν και ξέρουν για το κομποσχοίνι και που σωστά το χρησιμοποιούν, υπάρχουν ως μεγάλη εξαίρεση στα προαναφερθέντα. Να το έχουμε λοιπόν ως εργαλείο στην προσευχή μας και όχι ως φετίχ.
Έχει την αξία του στην ώρα του και μόνο. Να είναι μαύρου χρώματος και απλό στην εμφάνιση.Δεν είναι στολίδι χεριών ή συνεισφορά στον εγωισμό μας. Εκτός αν αυτό επιδιώκουμε».