.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Ἕνα πονηματάκι θά γράψω εἰς τόν υἱόν μου...



Ὦ μεγαλεῖον οὐράνιον! Ὦ δόξα καί τιμή τοῦ ἀνθρώπου! Εἶναι πηλός ταπεινός, μά εἶναι καί πνοή θεϊκή! Θά ἔλθῃ στιγμή ὅπου θά ἀλλοιωθῇ. "Γῆ εἶ καί εἰς γῆν ἀπελεύσῃ". Θά πληρωθῇ τοῦ Δημιουργοῦ μας ὁ λόγος. Ἀλλά τό θεῖον ἐμφύσημα, ἡ θεία πνοή, τί θά γίνῃ; Ὅπως τό χῶμα θά πάῃ στό χῶμα, ἔτσι καί ἡ ψυχή, ὅπου εἶναι τό ἐμφύσημα τοῦ Θεοῦ, θά ἐπιστρέψῃ εἰς τόν Θεόν. Ναί, ἀλλά πῶς;Ὅταν ἐβγῆκε ἀπό τόν Θεόν ἦτον εὐώδης θεία πνοή, ἀλλά τώρα εἶναι αὐτή; Ὄχι, δέν εἶναι. Λοιπόν, τί θά γίνῃ; Χρεία καθαρισμοῦ. Τό δάκρυ, τό πένθος, ὁ πόνος, διότι ἐλύπησες τόν τόσο καλόν καί εὐεργέτην πατέρα Θεόν-ὅπου σέ ἐδόξασε τόσον ἐσέ τόν πηλόν, σοῦ ἐχάρισε τήν θεϊκήν Του πνοήν-αὐτά τῆς μετανοίας τά ἔργα μέ τήν χάριν Του θά σέ ἐξαγνίσουν. Λοιπόν κλαῦσον καί πένθησον νά σέ φέρῃ καί πάλιν εἰς τήν πρώτην κατάστασιν.

Καί ὅταν ἐσύ κλαίῃς μέ πόνον δριμύν τῆς ψυχῆς, διότη ἡμάρτηκας, διότι ἐλύπησες τόν Θεόν, μετά τόν κλαυθμόν σέ ἐπισκιάζει παράκλησις καί παρηγορία. Καί τότε ἀνοίγεται θύρα τῆς προσευχῆς.

Εἶδα ἐγώ ἄνθρωπον κλαίοντα ὅπου ἠθέλησε νά κρατήσῃ τά δάκρυα, ἐπειδή κάποιος ἔτυχε νά περάσῃ, καί δέν ἐδυνήθη νά τά κρατήσῃ. Διότι τρέχουν μέ τόσην ὁρμήν, ὡσάν νά τόν ἔχῃ πληγώσῃ κανείς θανασίμως.

Ἡ εὐχή μετά πόνου γεννάει τό πένθος. Τό πένθος φέρει τά δάκρυα. Τά δάκρυα πάλιν γεννοῦν καθαρωτέραν εὐχήν. Διότι τό δάκρυ ὡσάν μύρον εὐῶδες ἀποπλύνει τόν ρύπον καί καθαρίζεται ἡ πνοή τοῦ Θεοῦ· ὅπου ὡς εἶδος περιστερᾶς εἶναι κλεισμένη εἰς τά τέσσερα τείχη, ὡς ἐκ τῶν τεσσάρρων στοιχείων...Καί τότε, μόλις διαλυθοῦν καί πέσουν τά τείχη, εὐθύς πέταται ἡ περιστερά είς τόν Πατέρα ὅθεν ἐξῆλθεν.


ΕΚΔΟΣΙΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΦΙΛΟΘΕΟΥ 
ΕΚΦΡΑΣΙΣ ΜΟΝΑΧΙΚΗΣ ΕΜΠΕΙΡΙΑΣ
Ἀνθολόγιο ἀποσπασμάτων ἐκ τοῦ βιβλίου 
Γέρων Ἰωσήφ ὁ Ἡσυχαστής
ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΞΒ΄