.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Ἁγια Σοφιά, λίκνο ἱερό τῆς ρωμιοσύνης!



Ὅταν τά χείλη μου προφέρουν τ’ ὄνομά σου,
μνῆμες ξυπνοῦν ἀπό τή δόξα τήν παλιά σου.
Ἁγια Σοφιά, λίκνο ἱερό τῆς ρωμιοσύνης,
σύμβολο ἁγνό φιλοπατρίας κι ἁγιοσύνης.
Τό φῶς σου σκόρπισες λαμπρό στήν οἰκουμένη,
σ’ ὅλα τά πέρατα ἡ φήμη σου ἁπλωμένη.
Αἰῶνες, τώρα, μέ παράπονο κοιτάζεις,
τό μεγαλεῖο σου ποθεῖς κι ἀναστενάζεις.
Πότε τά σήμαντρα θά ἠxήσουνε καί πάλι
πότε στόν τροῦλλο σου ὁ Σταυρός θά ξεπροβάλει,
πότε θά ὑψώσουν τή φωνή στόματα μύρια,
«Τῇ Ὑπερμάχῳ Στρατηγῷ τά νικητήρια»;
Νά δῶ τήν Πύλη τήν κλειστή νά ξανανοίγει
καί τό Ἱερό σου Ἅγιο Φῶς νά τό τυλίγει
κι ἀπ’ τό βυθό ἡ Ἅγια Τράπεζα νά βγαίνει,
’κεῖ πού αἰῶνες καρτερεῖ καί περιμένει.
Κι ἀπ’ τοῦ Παράδεισου τό χῶρο περιμένω
τ’ Ἅγιο Ποτήρι, πού Ἀγγέλοι ἔχουν κρυμμένο,
στ’ ἄξια χέρια τοῦ Ἱεράρχη ν’ ἀκουμπήσει
κι ὅσους δέν πρόλαβε πιστούς νά κοινωνήσει.
Νἄρθει ὁ Χρυσόστομος στόν θρόνο νά καθήσει
κι ὁ Κωνσταντῖνος, ἀπ’ τόν ὕπνο νά ξυπνήσει.
Κι ἄν τώρα στέκεται βουβός, μαρμαρωμένος,
νά ξαναμπεῖ μές στό Ναό σου δοξασμένος.
Νἄρθει πομπή Πατριαρχῶν ἀπό τήν Πύλη
καί τήν Ἀνάσταση τοῦ Γένους ν’ ἀναγγείλει,
καί τῶν Ἁγίων οἱ μορφές νά λάμψουν πάλι,
στήν Ἀναστάσιμη ἡμέρα, τή μεγάλη.
Ἄσβεστη φλόγα, πού θερμαίνεις τήν Πατρίδα,
Ἁγια-Σοφιά, τῶν Ἐκκλησιῶν ἡ κορωνίδα,
ντύσου ξανά μέ τά ἱερά σου μεγαλεῖα,
νά ξαναγράψεις τή λαμπρή σου ἱστορία.


Ἀντιγραφή γιὰ τὸ «σπιτὰκι τὴς Μέλιας»
ΑΜΒΩΝ ΠΑΓΓΑΙΟΥ
Διμηνιαῖο περιοδικό τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως
ΕΤΟΣ 3ο ΤΕΥΧΟΣ 15ο.