.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Όταν ζητάμε... ο Θεός μας ακούει;



Ὅταν ὁ Θεὸς δὲν μᾶς δίνει κάτι ποὺ ἐπίμονα τοῦ ζητοῦμε, τότε δύο πράγματα μπορεῖ νὰ συμβαίνουν:

Ἢ δὲν μᾶς τὸ δίνει γιὰ τὸ καλό μας, ἢ ἐμεῖς δὲν ξέρουμε πῶς καὶ πότε νὰ τοῦ τὸ ζητήσουμε, χωρὶς νὰ ἀποκλείεται νὰ συμβαίνουν καὶ τὰ δύο μαζί. Ὅσον ἀφορᾶ τὴν πρώτη περίπτωση, κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ γνωρίζει τὸ «γιατί». Καὶ τοῦτο, διότι εἶναι ἀνεξερεύνητες οἱ βουλὲς τοῦ Κυρίου!

Γι' αὐτὸ σιωπῶ. Γιὰ τὴν δεύτερη, ὅμως, περίπτωση, θὰ μποροῦσα νὰ σοῦ πῶ πάρα πολλά. Πρῶτα-πρῶτα, ὅταν ζητᾶμε κάτι ἀπὸ τὸν Θεὸ δὲν πρέπει νὰ στυλώνουμε τὰ πόδια μας καὶ νὰ τοῦ λέμε: «Τώρα θέλω αὐτό». Διότι, κάτι τέτοιο, δὲν εἶναι μόνον ἀπαράδεκτον, ἀλλὰ ἀποτελεῖ καὶ μεγάλη ἀσέβεια πρὸς τὸν Δημιουργό μας.

Ποιὸς εἶσαι ἐσύ, ἢ ἂν θέλεις, ποιὸς εἶμαι ἐγώ, ποὺ μπορῶ νὰ ζητήσω ἀπαιτητικὰ κάτι ἀπὸ τὸν Θεό μας καὶ μάλιστα νὰ τοῦ προσδιορίσω καὶ τὸν χρόνο χορηγήσεώς του;

Μά, Παπούλη μου, ἐγὼ οὔτε ἀπαιτητικὰ τὸ ζήτησα, οὔτε χρονικὰ ὅρια ἔθεσα. Αὐτὸ τὸ γνωρίζετε πολὺ καλά. Γιατὶ τὸ θέμα μου χρονίζει Ἀκριβῶς αὐτὸ σοῦ ἐξηγῶ καὶ ἐγώ. Τὴν αἰτία ποὺ χρονίζει. Ὅταν ζητᾶμε κάτι ἀπὸ τὸν Θεό, τὸ ζητᾶμε παρακλητικὰ καὶ εὐγενικά, γιὰ ἕνα ὁρισμένο χρονικὸ διάστημα.

Ἐὰν δοῦμε ὅτι ὁ Θεὸς μᾶς τὸ ἀρνεῖται, τότε σταματοῦμε καὶ ἐμεῖς νὰ τὸν ἐνοχλοῦμε. Διότι, ὅσο ἐπιζητοῦμε κάτι, τόσο ἀπομακρύνεται. Γι' αὐτὸ παύουμε νὰ τὸ ζητᾶμε. Καὶ ὅταν πλέον ἐμεῖς θὰ τὸ ἔχουμε ξεχάσει, αὐτὸ θὰ ἔλθει, χωρὶς νὰ τὸ καταλάβουμε. Γιατὶ ὁ Θεὸς δὲν ξεχνᾶ.

Ἔλαβε τὸ μήνυμά μας! Τὸ συγκρατεῖ καὶ ὅταν Ἐκεῖνος κρίνει, ὅτι ἐπέστη ὁ καιρός, μᾶς τὸ χορηγεῖ! Γι' αὐτό, δὲν πρέπει νὰ ἐπιμένουμε στὸν Θεό, ντὲ καὶ καλά, νὰ μᾶς κάνει αὐτὸ ποὺ θέλουμε ἐμεῖς καὶ μάλιστα, ὅποτε ἐμεῖς τὸ θέλουμε. Ἡ ἐπιμονὴ σὲ αὐτὲς τὶς περιπτώσεις ἀντενδείκνυται.

Γιατὶ κάνει κακό, ἀντὶ γιὰ καλό. Καὶ ὅταν μάλιστα ἡ ἐπιμονὴ εἶναι ἔντονη καὶ προέρχεται ἀπὸ ἄτομο ἀνυποχώρητο, ὅπως λ.χ. εἶσαι ἐσύ, τότε μόνο καλὸ δὲν φέρνει.

Γενικά, παιδί μου, θέλω νὰ καταλάβεις ὅτι δὲν πρέπει νὰ ἐπιμένουμε νὰ ἀλλάξουμε τὴν θέληση τοῦ Θεοῦ, γιατὶ ἔτσι μᾶς ἀρέσει ἐμᾶς καὶ μάλιστα, ὅποτε θέλουμε ἐμεῖς ἀφ' ἑνός, καὶ ἀφ' ἑτέρου, ὅταν θέλουμε κάτι νὰ ἀποκτήσουμε, δὲν πρέπει νὰ τὸ κυνηγᾶμε, ἀλλὰ νὰ τὸ ἀφήνουμε στὴ θέληση τοῦ Θεοῦ.

Διαφορετικά, ὅσο κυνηγᾶμε κάτι, τόσο ἀπομακρύνεται! Αὐτὸ τὸ κάτι, νὰ τὸ παρομοιάσεις μὲ τὴν σκιά σου. Ὅσο καὶ νὰ τρέξεις, δὲν πρόκειται νὰ τὴν πιάσεις ποτέ. Γιατὶ ὅσο τρέχεις ἐσύ, τρέχει καὶ αὐτή!

Ἀπὸ τὸ βιβλίο "Ὁ πατὴρ Πορφύριος. Ο διορατικός, ο προορατικός, ο ιαματικός"