.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Η θεολογία της αγάπης, της ταπείνωσης και της απλότητας



Το φυσικό του ανθρώπου είναι να αγαπά, τον συνάνθρωπο και την κτίση. Έτσι πλάστηκε από τον Θεό.

Σε αυτήν την μακαρία κατάσταση έχει τέλεια επικοινωνία με το περιβάλλον του, δηλαδή μια άνετη και απλή εγκατάλειψη και παράδοση του εαυτού του στον συνάνθρωπο και την κτίση. [1] Αυτή είναι η φυσική συνύπαρξη. Έτσι βιώνεται ο άλλος ως οικείο μέλος και όχι σαν κάτι το αλλότριο. Δηλαδή το να βλέπουμε τον εαυτό μας στον συνάνθρωπο, σαν το είδωλό μας στον καθρέπτη. Αυτό όταν γίνετε ανεμπόδιστα, χωρίς καμία δεύτερη σκέψη, αποτελεί την πραγματική κατά Θεόν αγάπη προς τον συνάνθρωπο. «Αγάπα τον πλησίον σου ως σε αυτόν». (Γαλ. 5, 14) Οτιδήποτε παρεκκλίνει από αυτό είναι απλά αφύσικο και οδηγεί στον σκοτισμό και κατ’ επέκταση τον κλονισμό της σχέσης μας με τον Θεό. Γι’ αυτό και η αγάπη αποτελεί πρωταρχική Θεία Εντολή.

Στην σημερινή μεταπτωτική πραγματικότητα του ανθρώπου, έχουμε κληρονομήσει το Αδαμιαίο πάθος του εγωισμού· «αντί να έχω φυσική σχέση με τον άλλον, να τον βάζω στην καρδιά μου, έχω το μίσος, που είναι μία έξοδος του άλλου από την καρδιά μου και από την ζωή μου[…] Αντί να δω ότι ο άλλος είμαι εγώ, βλέπω ότι είναι κάτι διαφορετικό. Αυτό μπορεί να είναι φυσικό για τους ανθρώπους του κόσμου, αλλά για μας, που είμαστε σώμα Χριστού, είναι αφύσικο.» [1]

Το άμεσο αποτέλεσμα του εγωισμού είναι και άρνηση του ανθρώπου να ζει ευχαριστιακά σε σχέση με τον συνάνθρωπο αλλά και την κτίση.Προπτωτικά ο Αδάμ στην φυσική Παραδείσια κατάστασή του, δοξολογούσε ευχαριστιακά τον Θεό για όλα τα αγαθά που του προσέφερε αλλά και τον συνάνθρωπό του, την Ευά. Κατανοούσε δηλαδή την δωρεά του Θεού σε οτιδήποτε του παρείχε ο Θεός όμοια με τους Αγγέλους.

«Η μη ευχαριστιακή θεώρηση του εαυτού μας, των συνανθρώπων μας και των αγαθών του κόσμου ως δώρων του Θεού, έχει ως αποτέλεσμα την ιδιοτελή και εγωκεντρική χρήση τους. Ιδιαίτερα στην κοινωνική ζωή ο άνθρωπος έπαυσε να είναι για τον συνάνθρωπο δώρο Θεού και έγινε αντικείμενο εκμεταλλεύσεως. Έπαυσε να είναι αδελφός, έγινε δούλος. Έπαυσε να είναι φίλος, έγινε αντίπαλος και εχθρός.» [2]

Επιπλέον ο Αδάμ προπτωτικά, κατανοώντας και βιώνοντας την παρουσία του Θεού στην κτίση γύρω του, διακατεχόταν από βαθιά αίσθηση ταπείνωσης έναντι στο μεγαλείο του Θεού. Η ταπείνωση είναι και αυτή άλλη μια φυσική κατάσταση του προπτωτικού ανθρώπου. Τέτοια ώστε ακόμη και τα άλογα ζώα να υποτάσσονται σε αυτόν αναγνωρίζοντας την φυσική ανωτερότητά του έναντι της υπόλοιπης κτίσης. Και τι σημαίνει ταπείνωση; Σημαίνει να αναγνωρίζουμε και να νιώθουμε την ασημαντότητα και ευτέλειά μας έναντι της ύπαρξης του Υπερτέλειου και Υπεράγαθου Τριαδικού Θεού εντός του οποίου υπάρχουμε και ζούμε, αλλά και έναντι της κτίσεώς Του που μας περιβάλλει.

Συνδυάζοντας τις δύο φυσικές καταστάσεις του ανθρώπου, δηλαδή την αγάπη και την ταπείνωση, έναντι του Κτίστη και κατ’ επέκταση της κτίσης, κατανοείται και η ευχαριστιακή σχέση προς τον Θεό αλλά και η απλότητα της συνύπαρξης του ανθρώπου με τον συνάνθρωπο, την κτίση αλλά και τον Δημιουργό. Αυτό είναι ο Θείος Έρως που οδηγεί τον άνθρωπο μακριά από τα εγκόσμια και τον εντάσσει στα υπερκόσμια. Όταν κατανοούμε ότι όλα γύρω μας μιλούν για τον Θεό και ακούμε τις μυστικές φωνές τους, τότε αυθόρμητα και φυσικά ξεσπάμε σε ευχαριστιακές δοξολογίες· τότε όλα γίνονται μια αδιάλειπτη προσευχή. Ο Αγ. Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης ομολογούσε ότι η πλάση δοξολογεί ακατάπαυστα τον Πλάστη· ακόμη και τα βράχια συνομιλούσαν με τον Άγιο. [3] Εκεί είναι που βασιλεύει η ειρήνη του Θεού και η ανεκλάλητη χαρά. Εκεί ζει ο άνθρωπος τον Παράδεισο επί γης. Αυτή είναι η μακαρία προπτωτική κατάσταση που οφείλουμε να εγγίζουμε με την Χάρη του Θεού στην κατά Θεόν τελείωσή μας ως άνθρωποι επί γης, ως στρατευομένη εκκλησία του Χριστού. Το πρωτόκτιστο κάλλος, της αγάπης, της ταπείνωσης και της απλότητας οφείλουμε ως χριστιανοί να έχουμε σαν πυξίδα στην πνευματική μας ζωή.

Είναι αυτό που πόθησαν και πέτυχαν οι Άγιοι της εκκλησίας μας. Αυτό που η άψυχη και αναιμική θεολογία και “ευσέβεια” του σύγχρονου ανθρώπου, αδυνατεί να κατανοήσει και να γευτεί. Ο Θεός δεν μας ζητά να γίνουμε κάτι αλλότριο στην φύση μας, αλλά αντιθέτως επιθυμεί διακαώς να μας επαναφέρει στο φυσικό μας κάλλος. Να κερδίσουμε την αιώνια Βασιλεία των Ουρανών για να ευφραινόμαστε αιώνια μαζί Του. Ας μην του στερήσουμε αυτήν την χαρά…

Άρθρο από τον Κ.Ι.Κ.