.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Για το πώς να υπερνικούμε το κακό

Στην ράφτρα Τζ.
Υπάρχει ένας τρόπος να νικούμε το κακό, που εσείς δοκιμάσατε με επιτυχία. Με τον τίμιο μόχθο σας συντηρείτε τον εαυτό σας και τέσσερα παιδιά, φτωχή χήρα. Όμως για το απλήρωτο ενοίκιο ήρθε ο σπιτονοικοκύρης να κάνει απογραφή στα πράγματα. Εσείς τρέματε, τα παιδιά έκλαιγαν.
Όταν ο σπιτονοικοκύρης είδε, ότι όλο το νοικοκυριό δεν θα καλύψει τα οφειλόμενα ενοίκια, θυμωμένος άρχισε να φωνάζει. Τότε βγάλατε το περιδέραιο από τον λαιμό -συζυγική ανάμνηση από τον γάμο- και το ρολόι, που ο πατέρας όρισε ως διαθήκη στον πιο μεγάλο γιο, όταν τελειώσει το σχολείο. «Πάρτε το κι αυτό!». Είπατε στον σπιτονοικοκύρη. Τούτο άγγιξε την καρδιά του -αφού και αυτός είναι άνθρωπος- και απομακρύνθηκε μουρμουρίζοντας: «Καθίστε, και όταν μπορέσετε με πληρώνετε»! Συμπεριφερθήκατε κατά τον λόγο του Χριστού: «Μὴ ἀντιστῆναι τῷ πονηρῷ» (Ματθ. 5, 39)...

Κάτι παρόμοιο έγινε στο χωριό Σίμπνιτσα στην εποχή της αυστριακής κατοχής. Εξαιτίας κάποιας υποψίας ήρθαν οι στρατιώτες και άρχισαν να καίνε το χωριό. Στο χωριό ζούσε ο κυρ-Τόδια, γνωστός άνθρωπος του Θεού. Οι στρατιώτες τον διέταξαν να βγάλει από το σπίτι ό,τι επιθυμεί, αφού θέλουν να το κάψουν. Ο κυρ-Τόδια δεν μπήκε στο σπίτι, αλλά πήγε στην ξυλαποθήκη και έφερε μία αγκαλιά ξύλα. Όταν τον ρώτησαν τί είναι αυτό που κάνει, αυτός απάντησε με πραότητα στους στρατιώτες: Μα να σας βοηθήσω να κάψετε το σπίτι! Τούτο άγγιξε την καρδιά των στρατιωτών -αφού και εκείνοι ήταν άνθρωποι- γύρισαν και έφυγαν. Το σπίτι του κυρ- Τόδια δεν το έκαψαν.
Η ευλογία του Θεού σε σας και στα παιδιά. 

(ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ “Δεν φτάνει μόνο η πίστη… 
ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ Β΄”, Εκδόσεις «Εν πλώ»)