.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Η Θεοτόκος είναι ταχεία βοηθός μας



Γέροντος Κλεόπα Ηλιέ - Η Θεοτόκος είναι ταχεία βοηθός μας
Μετάφρασις: Μοναχοῦ Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου

Ἔχω νά σᾶς εἰπῶ μιά ἱστοριούλα γιά νά ξέρετε πόσο γρήγορα ἔρχεται νά βοηθῆ ἡ Κυρία Θεοτόκος αὐτούς πού τήν ἔχουν σάν Μητέρα τους, πιστεύουν σ᾿ αὐτήν καί τήν καλοῦν πάντοτε σέ βοήθειά τους.

Μία πολύ πιστή καί εὐσεβής γυναῖκα, ἡ ὁποία ἔμεινε χήρα ἀπό νέα, μέ δύο παιδιά-δεδομένου ὅτι ὁ ἄνδρας της εἶχε πεθάνει στόν πόλεμο-, εἶχε μεγάλη εὐλάβεια στήν Κυρία Θεοτόκο, τήν ὁποία τιμοῦσε ὅλες τίς ἡμέρες τῆς ζωῆς της διαβάζοντας τούς Χαιρετισμούς της μέ δάκρυα ἐνώπιον τῆς σεπτῆς Εἱκόνος της ὅπου προσευχόταν πολύ. Ἐδίδασκε καί τά παιδιά της ἀπό μικρά νά τήν προσκυνοῦν, νά λέγουν τό «Πάτερ ἡμῶν…», τό Σύμβολο τῆς Πίστεως καί κάθε φορά συχνά εὐχές καί προσευχές πρός τήν Παναγία μας.
Καί τά παιδιά, σάν μικρά πού ἦταν, τήν ἐρωτοῦσαν:

-Μητέρα ποιά εἶναι αὐτή πού εἶναι στήν εἰκόνα;
Καί ἐκείνη τούς ἀπαντοῦσε:
-Αὐτή εἶναι ἡ ἀληθινή σας Μητέρα.
-Ἀλλά ἐσύ δέν εἶσαι ἡ ἀληθινή μας μητέρα;
-Κι αὐτή τούς ἔλεγε: -Ὄχι, ἡ ἀληθινή σας μητέρα εἶναι στούς οὐρανούς καί ὀνομάζεται Μητέρα Παναγία.

-Ποιό εἶναι ἐκεῖνο τό παιδάκι πού τό κρατεῖ στήν ἀγκαλιά της; Τήν ἐρωτοῦσαν.

-Εἶναι ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός, τόν Ὁποῖον ἐγέννησε μέ τήν δύναμι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί εἶναι τέλειος Θεός καί τέλειος Ἄνθρωπος. Ἔτσι ἐδίδασκε ἡ δυστυχισμένη αὐτή μητέρα τά παιδάκια της μέσα ἀπό τήν καρδιά της ποιά εἶναι ἡ Μητέρα τοῦ Κυρίου μας καί ὅτι Αὐτή εἶναι ἡ ἀληθινή τους Μητέρα. Γι᾿ αὐτό τά παιδιά, ὅταν ἐσηκώνοντο κάθε πρωΐ ἀπό τό κρεββάτι, πρῶτα ἐπήγαιναν νά μιλήσουν μέ τήν Μητέρα τους. Ἔκαναν μπροστά της μερικές μετάνοιες, ἔλεγαν τό «Πάτερ ἡμῶν…» καί μετά ἔλεγαν προσευχές πρός τήν Μητέρα τους, τήν Παναγία τιμώντας την, ἄν καί ἦταν τόσο μικρά, ἀνάλογα μέ τό μυαλό πού εἶχαν στήν ἡλικία τους αὐτή.

Κάποτε ἡ πονεμένη αὐτή γυναῖκα ἔπρεπε νά πάη νά θερίση στό χωράφι καί δέν εἶχε σέ ποιόν ν᾿ἀφήση τά παιδιά της. Συνήθως τά ἄφηνε μόνα τους κλειδωμένα μέσα στό σπίτι της. Ἔτσι καί τώρα, τά ἐκάλεσε, τούς ἄφησε φαγητό καί τούς εἶπε:
-Θά μείνετε μόνα σας στό σπίτι. Ἐγώ πηγαίνω στό χωράφι, διότι ἔχω πολλή δουλειά νά θερίσω.
-Καί τά παιδιά της, τήν ἐρώτησαν:
-Καί ἐμεῖς μέ ποιόν θά μείνουμε;
-Νά, νά μείνετε μέ τήν Μητέρα σας-καί τούς ἔδειξε τήν Εἰκόνα τῆς Παναγίας- μπροστά στήν ὁποία ἦταν ἀναμμένο καντήλι. Ἀκόμη τούς εἶπε: Ἡ Μητέρα σας παραμένει μαζί σας καί σᾶς προστατεύει, ἀλλά νά εἶσθε προσεκτικοί. Νά προσεύχεσθε, ὅταν ἔχετε ἀνάγκη στήν ψυχή σας, νά τήν παρακαλῆτε κι Αὐτή θά σᾶς προστατεύη.

Ἔκανε καί ἡ ἴδια τρεῖς μετάνοιες στήν Παναγία, λέγοντας:

-Κυρά μου Παναγία, σκέπασε τά παιδιά μου, διότι δέν εἶναι δικά μου, ἀλλά δικά σου.
Τά παιδιά ἐπίστευσαν ἀκράδαντα ἀπό τήν μητέρα τους ὅτι δέν θά μείνουν μόνα τους, ἀλλά θά μείνουν μέ τήν Μητέρα τους τήν Παναγία, πού μένει στούς οὐρανούς. Καί ἔφυγε γρήγορα γιά τό χωράφι, ἀφοῦ ἐκλείδωσε τό σπίτι της, ἀφήνοντας μέσα τά παιδιά της. Τά παιδιά, ὅταν προσηύχοντο, ὁ νοῦς τους ἐπήγαινε στό παιγνίδι. Ἔτσι ἐξέχασαν τίς συμβουλές τῆς μάννας τους. Προσευχήθηκαν λίγο καί κατόπιν παρασύρθηκαν ἀπό τό παιγνίδι καί ἄρχισαν νά παίζουν μέ τήν φωτιά. Ἡ μητέρα τους, ὅπως εἴπαμε, τά ἐκλείδωσε μέσα στό σπίτι γιά νά μή τριγυρνοῦν ἔξω, γνωρίζοντας ὅτι μετά ἀπό μισή ἡμέρα θά ἐγύρζε στό σπίτι.
Παίζοντας τά παιδιά μέ τήν φωτιά, ἄναψε τό σπίτι ὁλόκληρο καί καιγόταν. Πρῶτα εἶδαν ὅτι ἐπῆραν φωτιά τά ροῦχα τοῦ σπιτιοῦ, τά χαλιά καί ὅ,τι ὑπῆρχε ἐπάνω σ᾿ αὐτά. Κατέφυγαν πρός τήν Εἰκόνα τῆς Παναγίας. Πιάσθηκαν μέ τά χέρια τους ἀπό τήν Εἰκόνα της καί ἐκραύγαζαν: 

«Μητέρα, Μητέρα, μή μᾶς ἀφήνης! Φωτιά!
Ἦταν μεσημέρι καί ἔκανε πολλή ζέστη ἔξω. Τό σπίτι εἶχε ἀπό παντοῦ κυριευθῆ στίς φλόγες. Οἱ γείτονες ἔτρεξαν καί μέ ὅ,τι μποροῦσαν, προσπαθοῦσαν νά σβήσουν τήν φωτιά.
Ἡ γυναῖκα αὐτή ἄκουσε στό χωράφι γιά τήν φωτιά στό σπίτι της, διότι κάποιος τήν εἰδοποίησε. Ὁπότε ἔτρεχε ἀλαφιασμένη κλαίγοντας καί φωνάζοντας:
-Ἀλλοίμονο σέ μένα, γιατί ἄφησα τά παιδιά μου μοναχά τους στό σπίτι!
Ὅταν ἔφθασε στά σύνορα τοῦ χωριοῦ, ἐρώτησε ἄλλους:
-Κάηκε ὁλόκληρο τό σπίτι μου;
-Ναί, τῆς εἶπαν, κάηκε τό σπίτι σου. Ἔτρεξαν ἄνθρωποι νά τήν σβήσουν, ἀλλά δέν ἐπρόλαβαν.

Τότε ἐκείνη ἔκραζε πρός τήν Κυρία Θεοτόκο, ἀπελπισμένη:

-Κυρά μου Παναγία, πῶς ἄφησες τά παιδιά μου νά καοῦν; Ἐγώ τά ἐμπιστεύθηκα σέ Σένα!
Κλαίοντας καί ἀναστενάζοντας πλησίασε στό καμμένο σπίτι της καί ἔκανε σάν τρελλή. Οἱ ἄνθρωποι ἔτρεξαν νά τήν συναντήσουν καί τῆς εἶπαν:
-Μή φοβᾶσαι, γυναῖκα, καί μήν ὀργίζεσαι ὑπέρμετρα, διότι ἡ Κυρία Θεοτόκος ἐπροστάτευσε τά παιδιά σου. Ἔλα νά ἰδῆς τό θαῦμα της.
Ὅταν ἔφθασε στό σπίτι της, εἶδε ὅλο τόν κόσμο νά βλέπουν ἕνα μεγάλο θαῦμα. Τό σπίτι εἶχε καεῖ ὅλο, ἀλλά ἡ πλευρά τοῦ σπιτιοῦ στήν ὁποία ἦταν ἡ Εἰκόνα τῆς Παναγίας ἦταν ἀπείραχτη καί τά παιδιά της κρατοῦσαν ἀπό δεξιά κι ἀριστερά τήν Εἰκόνα καί ἔκραζαν:

-Μητέρα μας, Μητέρα μας!

Βλέποντας τό θαῦμα αὐτό ἡ χαροκαμμένη ἐκείνη γυναῖκα, κατέβασε τήν εἰκόνα καί μέ μεγάλη εὐγνωμοσύνη τήν εὐχαριστοῦσε τήν Θεοτόκο, διότι ἔσωσε τά παιδιά της ἀπό βέβαιο θάνατο. Αὐτό τό θαῦμα σᾶς τό εἶπα γιά νά σᾶς δείξω ὅτι ἡ Μητέρα Παναγία προστατεύει ἀπό κάθε κινδύνους, αὐτούς οἱ ὁποῖοι τήν πιστεύουν σάν Μητέρα τους καί σάν μεγάλη Προστάτιδα τῆς ζωῆς τους.

Νά ἔχετε αὐτή τήν πίστι πάντοτε καί νά μή περάση οὔτε μία ἡμέρα χωρίς νά διαβάσετε τούς Χαιρετισμούς ἤ τήν Παράκλησίν της.

Μπροστά σέ κάθε δυσκολία καί στενοχώρια πού θά ἔλθη στήν ζωή σας νά καλῆτε τήν Κυρία Θεοτόκο μέ ὅλη τήν καρδιά σας καί χωρίς ἀμφιβολία θά εἶναι κοντά σας νά σᾶς βοηθήση μέ τίς δυνατές της προσευχές πρός τόν Υἱόν της, τόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό.

Νά ξέρετε ὅτι δέν ὑπάρχει ἄνθρωπος, κάτω ἀπό τόν οὐρανό, πού νά ἔθεσε στήν ζωή του ὅλη τήν ἐλπίδα του στήν Κυρία Θεοτόκο καί νά ἐπέστρεψε ἐντροπιασμένος. Χάρις στήν γρήγορη βοήθειά της καί στίς προσευχές της ζοῦμε σ᾿ αὐτή τήν ζωή μέ εἰρήνη, προστασία, ἀνακούφισι ἀπό τούς πόνους καί ἰδιαίτερα στήν ὥρα τοῦ θανάτου μας δέν θά μᾶς ἀφήση ἀβοήθητους ἡ Κυρία Θεοτόκος.

Τήν ἡμέρα τῆς Μελλούσης Κρίσεως θά παρακαλέση τόν Γλυκύτατον Υἱόν της καί θά τοῦ εἰπῆ: «Κύριε Θεέ καί Υἱέ μου, αὐτή ἡ ψυχή εἶναι ταλαιπωρημένη, ἔστω καί νά ἔσφαλε, ἀλλά πάντοτε μέ παρακαλοῦσε καί μοῦ ζητοῦσε νά πρεσβεύω σέ Σένα γι᾿ αὐτήν. Συγχώρησέ την καί ἐλέησέ την».

Ἔτσι μέ τίς προσευχές τῆς Μητέρας μας Παναγίας θά κερδίσουμε τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ ἀπό τώρα καί στήν ὥρα τοῦ θανάτου μας καί στήν ἡμέρα τῆς Κρίσεως. Ἀμήν.