.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

ΜΝΗΜΗ ΤΗΣ ΑΠΟΤΟΜΗΣ ΤΗΣ ΤΙΜΙΑΣ ΚΕΦΑΛΗΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΕΝΔΟΞΟΥ ΠΡΟΦΗΤΟΥ ΚΑΙ ΒΑΠΤΙΣΤΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ



῾Για τον άγιο Ιωάννη έχει μαρτυρηθεί από τον ίδιο τον Κύριο ότι υπήρξε ο μεγαλύτερος από όλους τους ανθρώπους και περισσότερο από προφήτης. Είναι αυτός που σκίρτησε ήδη μέσα από τη γαστέρα της μητέρας του και κήρυξε και στους ανθρώπους εδώ, αλλά και στον Άδη. Ήταν υιός του αρχιερέα Ζαχαρία και της Ελισάβετ, γεννημένος από υπόσχεση του αρχαγγέλου Γαβριήλ. Η αποτομή της τιμίας κεφαλής του έγινε από τον Ηρώδη, λόγω της παράνομης σχέσης που είχε αυτός με την Ηρωδιάδα. 
Ο άγιος Ιωάννης ήταν αυτός που είχε αγιωσύνη ήδη από την κοιλία της μητέρας του, που είχε ως κατοικία του την αγνότητα, που ακολούθησε τη σωφροσύνη, που άσκησε τη νηστεία, που απομακρύνθηκε από κάθε ανθρώπινη συναναστροφή και έκανε πόλη του την έρημο, που ζούσε με τα θηρία, έχοντας ως ένδυμα τρίχες καμήλου και δερμάτινη ζώνη στη μέση του, που έτρωγε σαν πουλάκι του ουρανού, ενώ μελετούσε διαρκώς τον νόμο του Θεού, χάριν του οποίου και φυλακίστηκε, θεωρώντας τη φυλάκισή του ως κάτι δεύτερο και μηδαμινό. Ήταν αυτός που ξεπέρασε τους όρους της φύσεως και βάπτισε τον απόλυτα καθαρό και αμόλυντο και πέραν από κάθε φύση Χριστό. Λοιπόν ο πολύ ακόλαστος Ηρώδης, τετράρχης του Ιουδαϊκού εδάφους, ήθελε να έλθει σε γάμο με τη γυναίκα του αδελφού του Φιλίππου. Από θείο ζήλο λοιπόν κινούμενος ο Προφήτης και με όπλο την αλήθεια, έλεγε προς τον τύραννο: ῾Δεν σου επιτρέπεται να έχεις τη γυναίκα του αδελφού σου Φιλίππου᾽. Γι᾽ αυτόν τον λόγο, η μανιώδης γυναίκα παρέσυρε τον εραστή της, ώστε να φυλακίσει τον άγιο. Λοιπόν: όταν τελούνταν τα γενέθλια του Ηρώδη και το πολύ και παρωθητικό προς φιληδονία κρασί τον είχαν οδηγήσει σε παραφροσύνη, γίνεται χορός ενός πορνιδίου, με τίμημα τον φόνο του Προφήτη. 
Αμέσως λοιπόν έφεραν σε πιάτο την κεφαλή του Δικαίου, η οποία και παραδόθηκε στη μοιχαλίδα γυναίκα, ενώ ακόμη έσταζε το αίμα, και η οποία δεν έπαυε, έστω και έτσι, να κηρύσσει τα ίδια. Αυτά πραγματοποιήθηκαν στη Σεβαστή, μία πόλη που απείχε από τα Ιεροσόλυμα δρόμο μίας ημέρας. Εκεί και ο τετράρχης που ηγεμόνευσε μετά από εκείνον, έφτιαξε τα ανάκτορα, εκεί έγινε και η γιορτή, που οδήγησε στο θάνατο του προφήτη. 
Εκεί αποκρύφθηκε και το άγιο σώμα του προφήτη, το οποίο μάζεψαν οι δικοί του μαθητές᾽.

Αν δεν υπάρχει κάποιος συγκεκριμένος ιστορικός λόγος, τον οποίο αγνοούμε, συνιστά κατά πρώτον παραδοξότητα το γεγονός ότι η σημερινή ημέρα είναι ημέρα αυστηρής νηστείας: δεν επιτρέπεται η κατάλυση ούτε ελαίου ούτε οίνου. Και τούτο διότι το μαρτυρικό τέλος ενός αγίου θεωρείται η δόξα και η τιμή του, αφού τότε εισάγεται θριαμβευτικά στη Βασιλεία του Θεού και τότε, θα λέγαμε, με τη χάρη του Θεού, ῾κατακτά᾽ τον Παράδεισο. 
Πώς λοιπόν η ημέρα της δόξας και του θριάμβου για τον άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο, η οποία προκαλεί ύμνους και πανηγυρισμούς για τους αγγέλους και όλη την Εκκλησία, είναι συνδεδεμένη με κάτι πένθιμο, όπως είναι η νηστεία; Μία εξήγηση ίσως είναι ότι η Εκκλησία μας, ναι μεν τονίζει τον θρίαμβο εισόδου του αγίου Ιωάννου στη Βασιλεία του Θεού, διά του μαρτυρίου του που επιβεβαιώνει την απόλυτη πιστότητά του στον νόμο του Θεού, από την άλλη όμως θέλει να προβάλει την πολλαπλάσια, σε σχέση με τους άλλους αγίους, αγιότητά του, σχετίζοντας το τέλος του με το τέλος του ίδιου του Κυρίου πάνω στο Σταυρό. Θέλουμε να πούμε ότι όπως η σταυρική θυσία του Χριστού, παρόλο ότι τότε ουσιαστικά σωθήκαμε – αφού εκεί ο Κύριος ῾κατήργησε το σώμα της αμαρτίας᾽, οπότε έπειτα ήλθε η Ανάστασή Του ως ανάσταση και των ανθρώπων – δεν παύει να είναι ημέρα πένθους με αυστηρότατη νηστεία, κατά τον ίδιο τρόπο, τηρουμένων βεβαίως των αναλογιών, και με τον Ιωάννη: ναι μεν εισέρχεται μετά δόξης στη Βασιλεία του Θεού, η ημέρα όμως του μαρτυρίου του είναι ημέρα πένθους. Κι ίσως συνηγορεί σ᾽ αυτήν την εξήγηση και αυτό που η Εκκλησία μας εξαγγέλλει για την ημέρα, μέσα ιδίως από το κοντάκιο, ότι δηλαδή ῾η του Προδρόμου ένδοξος αποτομή οικονομία γέγονέ τι θεϊκή, ίνα και τοις εν Άδη του Σωτήρος κηρύξη την έλευσιν᾽. 
Ήταν σχέδιο του Θεού η αποτομή της κεφαλής του, ώστε να προλάβει με το κήρυγμα στον Άδη, την εκεί έλευση του Σωτήρος Χριστού, όταν τέθηκε στον τάφο και μέχρις ότου έλθει η Ανάστασή Του εκ των νεκρών.

Με την αποτομή της κεφαλής του αγίου Ιωάννου η Εκκλησία μας εξαγγέλλει δύο κυρίως πράγματα: 
Πρώτον, όπως συμβαίνει σε κάθε βεβαίως εορτή του αγίου Ιωάννου, τη μεγάλη αγιότητά του. Δεν προσφέρουμε κάτι καινούργιο, αν υπενθυμίσουμε ότι ο άγιος Ιωάννης υπερακοντίζει κατά πολύ τα μέτρα και των μεγάλων αγίων ακόμη της Εκκλησίας μας. Μόνον η Παναγία Μητέρα του Κυρίου θεωρείται από αυτήν, την Εκκλησία, ως μεγαλύτερη ακόμη και από εκείνον. Διότι πρόκειται για ῾την τιμιωτέραν των Χερουβίμ και την ενδοξοτέραν ασυγκρίτως των Σεραφίμ᾽. Και δικαιολογημένα: υπήρξε το καλύτερο άνθος της ανθρωπότητας, αφού δι᾽ αυτής εισήλθε στον κόσμο ως άνθρωπος ο ίδιος ο Θεός. Αλλά τα περί αγιότητας του αγίου Ιωάννου συνιστούν περίσσια λόγων, όταν έχουμε εκφρασμένη, όπως ήδη αναφέραμε, τη γνώμη του ίδιου του Θεού μας, του Κυρίου Ιησού Χριστού. 
Κι αυτό σημαίνει ότι ο άγιος Ιωάννης έχει τεράστια παρρησία ενώπιον του Θεού, ώστε να πρεσβεύει υπέρ ημών, είναι λοιπόν συμφέρον μας να τον επικαλούμαστε συχνά-πυκνά, αλλά και λόγω της μεγάλης χάρης του Θεού που έχει, έχει και τεράστια αγάπη προς τον λαό του Θεού. Άλλωστε ο βαθμός αγιότητας ενός αγίου από αυτό φαίνεται: από το πόσο αγαπά τον άνθρωπο και συμπάσχει στα διάφορα και ποικίλα προβλήματά του.

Δεύτερον, με τη μνήμη της αποτομής του αγίου, η Εκκλησία μας τονίζει το μέγεθος της ανθρώπινης άνοιας και φρενοβλάβειας, καθώς το βλέπουμε στα πρόσωπα του Ηρώδη, κυρίως όμως της Ηρωδιάδας και της κόρης της Σαλώμης. Ο υμνογράφος πράγματι αδυνατεί να κατανοήσει λογικά αυτό που συνέβη: ο πλέον αξιοσέβαστος σε όλον τον Ισραήλ, αυτός τον οποίο φοβούνταν και οι άρχοντες, αυτός στον οποίο έκλιναν ευλαβικό γόνυ και οι άγγελοι, πεθαίνει μαρτυρικά, από το ῾καπρίτσιο᾽ ενός πορνιδίου και του εγωισμού μίας εξίσου πόρνης γυναίκας, η οποία δεν άντεχε τον λόγο της αλήθειας: τον έλεγχό της, με βάση τον νόμο του Θεού, για τις παρανομίες και τις αμαρτίες της. Στις διάφορες μάχες που διεξάγονται, θεωρείται τιμή για έναν μαχητή να πέσει ηρωικά από το όπλο ενός εξίσου σπουδαίου μαχητή. Υπάρχει εκεί πράγματι ένας ηρωισμός και μία δόξα. 
Ο Έκτορας, για παράδειγμα, που φονεύθηκε σε μάχη με τον Αχιλλέα. Και η ήττα εκεί ισοδυναμεί σχεδόν με νίκη, γιατί είναι σπουδαίος ο αντίπαλος. Εδώ όμως στον άγιο Ιωάννη; Ο μεγαλύτερος και αγιότερος άνθρωπος ῾πέφτει᾽ από μία πόρνη, που ῾εκβιάζει᾽ τον θάνατό του. Αλλά ίσως και αυτό αναδεικνύει ακόμη περισσότερο τον άγιο Ιωάννη, λόγω της ταπείνωσης που περικλείει. Σημασία πάντως έχει ότι ο υμνογράφος δεν μπορεί να κατανοήσει τα γενόμενα: ῾ώ, του παραδόξου θαύματος! Την ιεράν κεφαλήν και αγγέλοις αιδέσιμον, ασελγές ακόλαστον περιέφερε κόριον᾽. ῾Ώ, της υπέρ νουν εκπλήξεως! Των προφητών η σφραγίς, ο επίγειος Άγγελος, πορνικής ορχήσεως αναδείκνυται έπαθλον!᾽ Όντως πρόκειται περί ανοίας και φρενοβλαβείας, μάλλον όμως περί δαιμονοπληξίας. 
Όταν ο άνθρωπος έχει χάσει τον Θεό από τη ζωή του, τα πάντα τότε μπορεί να τα επιτελέσει. Γίνεται ένας δεύτερος σατανάς.


Τρία θαυμαστά γεγονότα που συνοδεύουν το γενέθλιο του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου (24 Ιουνίου)


Τα τρία θαυμαστά γεγονότα που συνοδεύουν το γενέθλιο 
του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου (24 Ιουνίου).

Το πρώτο θαυμαστό γεγονός, είναι ότι ο Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος είναι ο μοναδικός άγιος που πρώτα τον γνώρισε ο κόσμος ως Άγιο και έπειτα ως βρέφος. Πρώτα τον γνώρισε ως Προφήτη και έπειτα τον είδε ως άνθρωπο!

Και αυτό γιατί πριν ακόμα βγει από την κοιλιά της μητέρας του, έδειξε την Χάρη που έλαβε από τον Θεό και προφήτευσε προσκυνώντας τον Δεσπότη των απάντων. Σκίρτησε στην κοιλιά της Ελισάβετ όταν η Παναγία την ασπάστηκε. Το σκίρτημα αυτό ήταν ένα προσκύνημα που γέμισε την καρδιά της Ελισάβετ με πνευματική χαρά και ανεφώνησε: ἰδοὺ γὰρ ὡς ἐγένετο ἡ φωνὴ τοῦ ἀσπασμοῦ σου εἰς τὰ ὦτά μου, ἐσκίρτησεν ἐν ἀγαλλιάσει τὸ βρέφος ἐν τῇ κοιλίᾳ μου. (Λκ 1,44)
Αμέσως δηλαδή μεταδόθηκε η χάρη που έλαβε ο Ιωάννης στην Ελισάβετ, η οποία άρχισε να κηρύττει εκείνα που ο Ιωάννης ως αγέννητος δεν μπορούσε να πει: καὶ ἐπλήσθη Πνεύματος Ἁγίου ἡ Ἐλισάβετ καὶ ἀνεφώνησε φωνῇ μεγάλῃ καὶ εἶπεν· εὐλογημένη σὺ ἐν γυναιξὶ καὶ εὐλογημένος ὁ καρπὸς τῆς κοιλίας σου. Καὶ πόθεν μοι τοῦτο ἵνα ἔλθῃ ἡ μήτηρ τοῦ Κυρίου μου πρός με; Ἰδοὺ γὰρ ὡς ἐγένετο ἡ φωνὴ τοῦ ἀσπασμοῦ σου εἰς τὰ ὦτά μου, ἐσκίρτησε τὸ βρέφος ἐν ἀγαλλιάσει ἐν τῇ κοιλίᾳ μου. (Λκ 1,41-42)

Μητέρα του Θεού, ονομάζει την Παρθένο, σαν να ήξερε ποιον κυοφορούσε μέσα στην κοιλιά της. Γίνεται Προφήτης λοιπόν η Ελισάβετ και αυτό βεβαίως είναι δόξα του υιού της, του Ιωάννη.

Είναι πράγματι ασύλληπτη η χάρη που δόθηκε στον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο.
Αρκεί να αναλογιστεί κανείς ότι:
Οι Μάρτυρες, πρώτα βαπτίζονται στο αίμα του Μαρτυρίου τους, οι ασκητές πρώτα πλένονται στον ιδρώτα της άσκησης, οι Απόστολοι πρώτα ευωδίασαν τον εαυτό τους με την οσμή του κηρύγματος, όλοι οι Άγιοι βάφτηκαν πρώτα με τους αγώνες τους και έπειτα έλαβαν την Χάρη του Αγίου Πνεύματος.
Ο κόσμος γενικά, γνώρισε τον κάθε άνθρωπο που αγίασε, από τα κατορθώματα των αρετών του. Όλοι οι Προφήτες, από την πολλή τους αρετή έγιναν σκεύη δεικτικά των χαρισμάτων του Αγίου Πνεύματος και έτσι έλαβαν και το χάρισμα να προφητεύουν.
Τότε ο κόσμος κατάλαβε πως ήταν Προφήτες.

Όμως, τον Άγιο Ιωάννη, τον κατάλαβε ο κόσμος, πριν να γεννηθεί στον κόσμο. Όταν ήταν βρέφος αγέννητο!

Ένα δεύτερο θαυμαστό γεγονός, είναι το γεγονός πως για να καταλάβουν οι άνθρωποι ότι ο Άγιος Ιωάννης είναι Πρόδρομος του Μονογενούς Υιου του Θεού, ο Θεός θέλησε η γέννησή του Προδρόμου, να έχει παρόμοια προτερήματα με εκείνα του Ιησού:

– Στην γέννηση του Ιησού Χριστού ο Γαβριήλ ευαγγελίζει στην Παρθένο το Χαίρε. Στην γέννηση του Ιωάννη ο Άγγελος, λέει στον πατέρα του τον Ζαχαρία «Και έσται χαρά σοι και αγαλλίασις». (Λκ 1,14)

– Ο Άγγελος λέει στην Παρθένο: Εκείνος που θα γεννήσεις, είναι ο Υιός του Υψίστου. (Λκ. 1,32)
Ο Άγγελος προλέγει στον Ζαχαρία, ότι ο υιός σου θα είναι Μεγας ενώπιον του Κυρίου. (Λκ 1,15)

– Στην γέννηση του Χριστού έχουμε παρθενία και τόκο. Στην γέννηση του Ιωάννη έχουμε στείρωση και γηρατειά.

– Εκεί Άγγελοι δοξαζουν, εδώ άνθρωποι θαυμάζουν.

– Εκεί ανοίγουν οι ουρανοί και κατεβάζουν τον αστέρα, εδώ λυνεται η γλώσσα του πατέρα και εκφωνει τις προφητείες.

– Γεννήθηκε ο Ιησούς και έπαψε του διαβόλου η εξουσία. Γεννήθηκε ο Ιωάννης και άρχισε το κήρυγμα της Σωτηρίας.

Μια τρίτη μικρή αλλά πολύ σημαντική λεπτομέρεια: Ο Ζαχαρίας δεν προσευχόταν να του χαρίσει ο Θεός έναν υιό. Αν ζητούσε κάτι τέτοιο, τότε σίγουρα δεν θα απιστούσε τόσο, όταν ο Άγγελος του είπε ότι θα γεννήσει υιό η Ελισάβετ. Αυτός, όταν προσέφερε στον Θεό θυμίαμα παρακαλούσε για την Σωτηρία του λαού και κατά την ώρα που έκανε δέηση για την Σωτηρία του κόσμου, τον επισκέφτηκε ο Άγγελος και του είπε, ότι ακούστηκε η δέησή σου και η γυναίκα σου η Ελισάβετ θα γεννήσει τον υιόν σου. Σαν να του έλεγε ότι η Σωτηρία του κόσμου, θα αρχίσει από την γέννηση του υιού σου. Σαν να του έλεγε ότι ήταν η γέννηση του Ιωάννη η Σωτηρία όλου του κόσμου.

Λέει ο Άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης πως καθένας από τους υπόλοιπους αγίους εγκωμιάσθηκε από κάποιον άλλον, ο υψηλός στην αρετή από κάποιον επίσης υψηλό, και ο μετριώτερος από κάποιον μέτριο.
Γι’ αυτόν, όμως, που τώρα ευφημείται κατ’ εξοχήν, το εγκώμιο προέρχεται από τον ίδιο τον Χριστό τον Θεό, που είναι η αλήθεια. Γιατί αναφέρει: «Κανείς μεταξύ των ανθρώπων δεν έχει αναφανεί ανώτερος από τον Ιωάννη τον Βαπτιστή».

Άπολυτίκιον. Ήχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.

Προφήτα και Πρόδρομε, της παρουσίας Χριστού, άξίως ευφημήσαί σε, ουκ εύπορούμεν ημείς, οι πόθω τιμώντές σε· στείρωσις γαρ τεκούσης, και πατρός αφωνία, λέλυται τη ενδόξω, και σεπτή σου γεννήσει, και σάρκωσις Υιού του Θεού, κόσμω κηρύττεται.
Κοντάκιον Ήχος γ’. Η Παρθένος

Η πριν στείρα σήμερον, Χριστού τον Πρόδρομον τίκτει, και αυτός το πλήρωμα, πάσης της προφητείας, όνπερ γάρ, προανεκήρυξαν οι Προφήται, τούτον δη, εν Ιορδάνη χειροθετήσας, ανεδείχθη Θεού Λόγου, Προφήτης Κήρυξ ομού και Πρόδρομος.

Επεξεργασία: Ορθόδοξες Απαντήσεις, Ιούνιος 2014

Τότε ακούω, αδελφέ μου, τον Τίμιο Πρόδρομο με γλυκιά και ήρεμη φωνή να μου λέει…



Θαυμαστό περιστατικό, το οποίο διηγείται ο μακαριστός Γέρο-Βησσαρίων της Ι.Μ.Οσίου Γρηγορίου!

-Γέρο-Βησσαρίων, αν αγαπάς μου λέγεις και κάποιο άλλο θαύμα που έγινε σ’ αυτή την εκκλησία, και πως είδες τον Τίμιο Πρόδρομο ζωντανό και μίλησες μαζί του;
Ο γερο-Βησσαρίων μειδίασε λίγο, και άρχισε με την συνηθισμένη του απλότητα να λέει: 
-Αυτό που μου λες έγινε ύστερα από δύο χρόνια (1918) και άκουσέ το αφού το θέλεις.
Εσύ μυλωνάς έκανες και ξέρεις ότι πολλές φορές μαζεύονται πολλοί στο μύλο. Μια ημέρα λοιπόν δύο χωρικοί ήλθαν στα παζάρια και ο ένας αγόρασε τη φοράδα του άλλου.
Εκείνος που την αγόρασε, πήγε στην εκκλησία και προσκύνησε (σ. ο γ. Βησσαρίωνας ήταν τότε οικονόμος στο Μετόχι αγιορείτικης μονής στα Μαριανά Χαλκιδικής). Άφησε, μάλιστα, μπροστά στην εικόνα του Τιμίου Προδρόμου και μερικά χρήματα και μου είπε να ανάψω ένα κερί. Εγώ άναψα το κερί, είδα και τα χρήματα που ήταν αρκετά, δεν τα πήρα, τα άφησα μπροστά στην εικόνα. Κατά το βράδυ πήγα να ανάψω τα καντήλια και βλέπω να λείπουν τα χρήματα. Μα δεν το ξέρεις πόση στενοχώρια μου ήλθε. Ο πειρασμός με σκλήρυνε και εμένα και, όπως κουβεντιάζουμε μαζί, πήγα μπροστά στην εικόνα του αγίου και του λέω:
– Άγιε Πρόδρομε, δεν είσαι εδώ; Γιατί αφήνεις και σου παίρνουν τα χρήματα μπροστά από την εικόνα σου;
Ααααα, δεν σου ανάβω καντήλι. Έτσι γερο-Λάζαρε, άναψα μόνο της Παναγίας το καντήλι και έφυγα. Ναι αλλά μέσα μου όμως η καρδιά μου χτυπούσε λιγάκι. Επήγα στον μύλο, ανέβηκα επάνω στο σπίτι, έφαγα λίγο ψωμί, αλλά συγχυσμένος. Θυμόμουνα ότι το καντήλι του αγίου το είχα σβηστό, αλλά ο κοτσονούρης δεν με άφηνε, πολύ με εσκλήρυνε. Έλεγα μέσα μου: «Αϊ να δούμε τι θα γίνει. Δεν το ανάβω το καντήλι απόψε».
Εκοιμήθηκα, λοιπόν, αδελφέ μου, με τη σύγχυση που είχα, όμως επέμεινα στη γνώμη μου. Έτυχε να είναι πανσέληνος, το φεγγάρι σαν ήλιος και από το παράθυρο του κελλιού μου έμπαινε μέσα το φως. Καθώς λοιπόν κοιμόμουνα μόνος μου-διότι άλλον συνοδεία τότε δεν είχα- κατά τα μεσάνυχτα αισθάνομαι μια σκουντιά. Ξυπνώ και βλέπω έναν γίγαντα μπροστά μου, με τα μαλλιά ξέπλεκα. Από τον φόβο μου άρχισα να τρέμω και μόλις μπόρεσα να του πω:
-Πως ήλθες εδώ;
Σε απάντησή μου, μου λέει σε ύφος σοβαρό:
– Το πώς ήρθα μη ρωτάς, αλλά πες μου γιατί δεν ανάβεις το καντήλι;
Και αμέσως με πολύ φόβο, με φωνή που έτρεμε, με δάκρυα στα μάτια, λέω:
-Να με σχωρέσεις , άγιε. Έσφαλα.
Τότε του έβαλα τρεις μετάνοιες κλαίγοντας στα ποδάρια του και τον παρακαλούσα να με συγχωρέσει.
Ενώ μου τα διηγούνταν αυτά ο γερο-Βησσαρίων, άρχισε από την κατάνυξη να κλαίει μπροστά μου. Αφού του πέρασε, εξακολούθησε:
-Τότε ακούω, αδελφέ μου, τον Τίμιο Πρόδρομο με γλυκιά και ήρεμη φωνή να μου λέει:
-Παιδί μου Βησσαρίων, λες ότι δεν είμαι εδώ; Και αν εγώ δεν είμαι εδώ, τότε ποιος σε φυλάγει εδώ τόσα χρόνια, σ’ αυτή την ερημιά από τους ληστές και τα άλλα κακοποιά στοιχεία; (Και πάλι άρχισε να κλαίει ο π.Βησσαρίων από τη συγκίνηση και την ευλάβειά του προς τον Τίμιο Πρόδρομο).
-Άγιέ μου, του λέω, σε παρακαλώ να με συγχωρέσεις, δεν το ξανακάμω.
-Πήγαινε ν’ ανάψεις το καντήλι στην εικόνα μου, και να το κηρύττεις και στους άλλους ότι κάνουν θαύματα οι εικόνες, διότι πολλοί εδώ άρχισαν να λένε ότι δεν θαυματουργούν οι εικόνες.
Αυτά μου είπε και έγινε άφαντος. Εγώ εκείνη την ώρα πήγα στην εκκλησία κα ω του θαύματος! Βλέπω όλα τα χρήματα στον ίδιο τόπο, όπως ήταν, μπροστά στην εικόνα του Αγίου! Ποιος να ξέρει τι λαχτάρα να τράβηξε εκείνος ο κλέπτης και τα έφερε αυτήν την ίδια νύχτα τα χρήματα στην Εικόνα.
Τέλος τον ρώτησα:
-Τι ενδύματα φορούσε ο Τίμιος Πρόδρομος;
-Να, όπως τον βλέπεις στην εικόνα με την προβειά. Αλλά τέτοιο ψηλό άνθρωπο δεν είδα άλλον στη ζωή μου.
Μα τι να σου πω! Άνδρας πελώριος, γίγαντας.
-Σε πιστεύω, του λέω, διότι και ο Χριστός μας λέει στο Ευαγγέλιο «ουκ εγήγερται εν γεννητοίς γυναικών μείζων Ιωάννου του Βαπτιστού», πρωτίστως αυτό το είπε ο Κύριος για το πλήθος των αρετών του και τη μεγάλη αγιοσύνη του. Όμως αυτό ισχύει και για τη σωματική του διάπλαση, γιατί τα λόγια του Κυρίου και τα δύο περιλαμβάνουν.

από το βιβλίο: «ΟΣΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ» – ΕΤΗΣΙΑ ΕΚΔΟΣΙΣ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΚΟΙΝΟΒΙΑΚΗΣ ΜΟΝΗΣ ΟΣΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ.

Παρακλητικὸς Κανὼν εἰς τὸν Τίμιον Πρόδρομον τοῦ Χριστοῦ


῾Ο ἱερεύς:
Εὐλογητὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν πάντοτε, νῦν καὶ ἀεί, καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
῾Ο ᾿Αναγνώστης:
Κύριε, εἰσάκουσον τῆς προσευχῆς μου, ἐνώτισαι τὴν δέησίν μου ἐν τῇ ἀληθείᾳ σου, εἰσάκουσόν μου ἐν τῇ δικαιοσύνῃ σου· καὶ μὴ εἰσέλθῃς εἰς κρίσιν μετὰ τοῦ δούλου σου ὅτι οὐ δικαιωθήσεται ἐνώπιόν σου πᾶς ζῶν. ῞Οτι κατεδίωξεν ὁ ἐχθρὸς τὴν ψυχήν μου ἐταπείνωσεν εἰς γῆν τὴν ζωήν μου. ᾿Εκάθισέ με ἐν σκοτεινοῖς ὡς νεκροὺς αἰῶνος καὶ ἠκηδίασεν ἐπ’ ἐμὲ τὸ πνεῦμά μου, ἐν ἐμοὶ ἐταράχθη ἡ καρδία μου. ᾿Εμνήσθην ἡμερῶν ἀρχαίων, ἐμελέτησα ἐν πᾶσι τοῖς ἔργοις σου, ἐν ποιήμασι τῶν χειρῶν σου ἐμελέτων. Διεπέτασα πρὸς σὲ τὰς χεῖράς μου, ἡ ψυχὴ μου ὡς γῆ ἄνυδρός σοι. Ταχὺ εἰσάκουσόν μου Κύριε, ἐξέλιπε τὸ πνεῦμά μου. Μὴ ἀποστρέψῃς τὸ πρόσωπόν σου ἀπ’ ἐμοῦ καὶ ὁμοιωθήσομαι τοῖς καταβαίνουσιν εἰς λάκκον. ᾿Ακουστὸν ποίησόν μοι τὸ πρωὶ τὸ ἔλεός σου, ὅτι ἐπὶ σοὶ ἤλπισα. Γνώρισόν μοι, Κύριε, ὁδὸν ἐν ᾗ πορεύσομαι ὅτι πρὸς Σὲ ἦρα τὴν ψυχήν μου. ᾿Εξελοῦ με ἐκ τῶν ἐχθρῶν μου, Κύριε, πρὸς σὲ κατέφυγον. Δίδαξόν με τοῦ ποιεῖν τὸ θέλημά σου ὅτι σὺ εἶ ὁ Θεός μου. Τὸ Πνεῦμά σου τὸ ἀγαθὸν ὁδηγήσει με ἐν γῇ εὐθείᾳ. ῞Ενεκεν τοῦ ὀνόματός Σου, Κύριε, ζήσεις με, ἐν τῇ δικαιοσύνῃ σου ἐξάξεις ἐκ θλίψεως τὴν ψυχήν μου· καὶ ἐν τῷ ἐλέει σου ἐξολοθρεύσεις τοὺς ἐχθρούς μου. Καὶ ἀπολεῖς πάντας τοὺς θλίβοντας τὴν ψυχήν μου, ὅτι ἐγὼ δοῦλός σού εἰμι....

Εὐθὺς εἰς ῏Ηχον δ´.
Θεὸς Κύριος καὶ ἐπέφανεν ἡμῖν, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου (τετράκις).

Καὶ τὸ Τροπάριον. ῏Ηχος δ´.
῾Ο ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῶ…
῾Ο τοῦ Κυρίου μεγαλώνυμος Κήρυξ καὶ ᾿Αποστόλων ἡ κρηπὶς ᾿Ιωάννη, θεομιμήτως πάριδε Πανάγιε, ἅπαντα τὰ πταίσματα, τῆς ἀθλίας ψυχῆς μου· ρῦσαι ἐκ παντοίων με καὶ ποικίλων κινδύνων, καὶ τὸν κοινὸν ἱλέωσαι Θεόν, ἵνα ἐν κρίσει παράσχῃ μοι ἄφεσιν.

Δόξα Πατρὶ καὶ Υἱῷ καὶ ῾Αγίῳ Πνεύματι.
Μνήμη δικαίου μετ’ ἐγκωμίων, σοὶ δὲ ἀρκέσει ἡ μαρτυρία τοῦ Κυρίου Πρόδρομε· ἀνεδείχθης γὰρ ὄντως καὶ προφητῶν σεβασμιώτερος, ὅτι καὶ ἐν ρείθροις βαπτίσαι κατηξιώθης τὸν κηρυττόμενον. ῞Οθεν τῆς ἀληθείας ὑπεραθλήσας χαίρων, εὐηγγελίσω καὶ τοῖς ἐν ῞ᾼδῃ, Θεὸν φανερωθέντα ἐν σαρκί, τὸν αἴροντα τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου, καὶ παρέχοντα ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Καὶ νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰώνας τῶν αἰώνων. ᾿Αμήν.
Οὐ σιωπήσωμεν ποτὲ Θεοτόκε τὰς δυναστείας σου λαλεῖν οἱ ἀνάξιοι· εἰ μὴ γὰρ σὺ προΐστασο πρεσβεύουσα, τίς ἡμᾶς ἐρρύσατο ἐκ τοσούτων κινδύνων; τίς δὲ διεφύλαξεν ἕως νῦν ἐλευθέρους; οὐκ ἀποστῶμεν Δέσποινα ἐκ σοῦ· σοὺς γὰρ δούλους σώζεις ἀεὶ ἐκ παντοίων δεινῶν.

Ψαλμὸς Ν´
’Ελέησόν με ὁ Θεός κατὰ τὸ μέγα ἔλεός σου καὶ κατὰ τὸ πλῆθος τῶν οἰκτιρμῶν σου ἐξάλειψον τὸ ἀνόμημά μου. ᾿Επὶ πλεῖον πλῦνόν με ἀπὸ τῆς ἀνομίας μου καὶ ἀπὸ τῆς ἁμαρτίας μου καθάρισόν με, ὅτι τὴν ἀνομίαν μου ἐγὼ γινώσκω καὶ ἡ ἁμαρτία μου ἐνώπιόν μού ἐστι διὰ παντός. Σοὶ μόνῳ ἥμαρτον καὶ τὸ πονηρὸν ἐνώπιόν σου ἐποίησα, ὅπως ἂν δικαιωθῇς ἐν τοῖς λόγοις σου καὶ νικήσῃς ἐν τῷ κρίνεσθαί σε. ᾿Ιδοὺ γὰρ ἐν ἀνομίαις συνελήφθην καὶ ἐν ἁμαρτίαις ἐκίσσησέ με ἡ μήτηρ μου. ᾿Ιδοὺ γὰρ ἀλήθειαν ἠγάπησας, τὰ ἄδηλα καὶ τὰ κρύφια τῆς σοφίας σου ἐδήλωσάς μοι. Ραντιεῖς με ὑσσώπῳ καὶ καθαρισθήσομαι, πλυνεῖς με καὶ ὑπὲρ χιόνα λευκανθήσομαι. ᾿Ακουτιεῖς μοι ἀγαλλίασιν καὶ εὐφροσύνην ἀγαλλιάσονται ὀστέα τεταπεινωμένα. ᾿Απόστρεψον τὸ πρόσωπόν σου ἀπὸ τῶν ἁμαρτιῶν μου καὶ πάσας τὰς ἀνομίας μου ἐξάλειψον. Καρδίαν καθαρὰν κτίσον ἐν ἐμοὶ ὁ Θεὸς καὶ Πνεῦμα εὐθὲς ἐγκαίνισον ἐν τοῖς ἐγκάτοις μου. Μὴ ἀπορρίψῃς με ἀπὸ τοῦ προσώπου σου καὶ τὸ Πνεῦμά σου τὸ ῞Αγιον μὴ ἀντανέλῃς ἀπ’ ἐμοῦ. ᾿Απόδος μοι τὴν ἀγαλλίασιν τοῦ σωτηρίου σου καὶ Πνεύματι ἡγεμονικῷ στήριξόν με. Διδάξω ἀνόμους τὰς ὁδούς σου καὶ ἀσεβεῖς ἐπὶ σὲ ἐπιστρέψουσιν. Ρῦσαί με ἐξ αἱμάτων ὁ Θεός, ὁ Θεὸς τῆς σωτηρίας μου, ἀγαλλιάσεται ἡ γλῶσσά μου τὴν δικαιοσύνην σου. Κύριε τὰ χείλη μου ἀνοίξεις καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου. ῞Οτι εἰ ἠθέλησας θυσίαν ἔδωκα ἄν· ὁλοκαυτώματα οὐκ εὐδοκήσεις. Θυσία τῷ Θεῷ πνεῦμα συντετριμμένον, καρδίαν συντετριμμένην καὶ τεταπεινωμένην ὁ Θεὸς οὐκ ἐξουδενώσει. ᾿Αγάθυνον, Κύριε, ἐν τῇ εὐδοκίᾳ σου τὴν Σιών καὶ οἰκοδομηθήτω τὰ τείχη ῾Ιερουσαλήμ. Τότε εὐδοκήσεις θυσίαν δικαιοσύνης, ἀναφορὰν καὶ ὁλοκαυτώματα. Τότε ἀνοίσουσιν ἐπὶ τὸ θυσιαστήριόν σου μόσχους.

῾Ο Κανών.
῏Ηχος πλ. δ´.
᾿Ωδὴ Α´. ῾Υγρὰν διοδεύσας…
Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν.
Δεινῶν με χειμάζουσι λογισμοί, πρὸς σὲ καταφεύγω, σωτηρίαν ἐπιζητῶν, Προφῆτα καὶ Πρόδρομε, Κυρίου, ἐκ πάσης νόσου καὶ βλάβης με λύτρωσαι.

Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν.
Παθῶν με ταράττουσι προσβολαί, πολλῆς ἀθυμίας ἐμπιμπλῶσαί μου τὴν ψυχήν, εἰρήνευσον, Μάκαρ, ταῖς πρεσβείαις, ταῖς πρὸς Θεόν σου, Προφῆτα καὶ σῶσόν με.

Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν.
Τὸν γῆς καὶ θαλάσσης καὶ οὐρανοῦ, Ποιητὴν ἁπάντων ἀοράτων καὶ ὁρατῶν ὡς Αὐτὸν βαπτίσας ἐκδυσώπει, ἐκ πάσης νόσου καὶ βλάβης ρυσθῆναί με.

῾Υπεραγία Θεοτόκε, σῶσον ἡμᾶς.
Νοσοῦντα τὸ σῶμα καὶ τὴν ψυχήν, ἐπισκοπῆς θείας καὶ προνοίας τῆς παρὰ σοῦ, ἀξίωσον μόνη Θεομῆτορ, ὡς ἀγαθὴ ἀγαθοῦ τε λοχεύτρια.

᾿Ωδὴ Γ´. Οὐρανίας ἁψίδος.
Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν.
Προστασίαν καὶ σκέπην, τὴν σὴν ἀεὶ δίδου μοι, ἐπικαλουμένῳ Προφῆτα, σὺ με κυβέρνησον, ταῖς ἱκεσίαις σου, τὸν ἀσφαλῆ πρὸς λιμένα, καὶ δεσμῶν με λύτρωσαι τοῦ πολεμήτορος.

Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν.
῾Ικετεύω, Προφῆτα, τὸν ψυχικὸν τάραχον, καὶ τὰς προσβολὰς τῶν δεινῶν νόσων πάντοτε ἐπερχομένας μοι, ἐξ ἐμοῦ, Πρόδρομε, τάχει, μακρὰν ἀποδίωξον ταῖς ἱκεσίαις σου.

Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν.
Χαλεπαῖς ἁμαρτίαις, καὶ νοσεροῖς πάθεσι, περικλυζομένῳ, Προφῆτα, σύ μοι βοήθησον, ὑπὸ τὴν σκέπην σου, ὁλοτελῶς προσφυγόντι, καὶ θερμῶς κραυγάζοντι, σῶσόν με Πρόδρομε.

῾Υπεραγία Θεοτόκε, σῶσον ἡμᾶς.
Εὐεργέτην τεκοῦσα, τὸν τῶν καλῶν αἴτιον, τῆς εὐεργεσίας τὸν πλοῦτον, πᾶσιν ἀνάβλυσον· πάντα γὰρ δύνασαι, ὡς δυνατὸν ἐν ἰσχύι τὸν Χριστὸν κυήσασα, Θεομακάριστε.

Διάσωσον ἐκ πάσης νόσου Πρόδρομε τοῦ Σωτῆρος, τοὺς ὑπὸ τὴν σκέπην σου καταφεύγοντας, καὶ λύτρωσαι αἰωνίων βασάνων.

’Επίβλεψον ἐν εὐμενείᾳ πανύμνητε Θεοτόκε, ἐπὶ τὴν ἐμὴν χαλεπὴν τοῦ σώματος κάκωσιν, καὶ ἴασαι τῆς ψυχῆς μου τὸ ἄλγος.

Αἴτησις καὶ τὸ Κάθισμα.
῏Ηχος δ´. Ταχὺ προκατάλαβε.
῾Ως θεῖον θησαύρισμα, ἐγκεκρυμμένον τῇ γῇ, Χριστὸς ἀπεκάλυψε, τὴν κεφαλήν σου ἡμῖν, Προφῆτα καὶ Πρόδρομε. Πάντες οὖν συνελθόντες, ἐν τῇ ταύτης εὑρέσει, ἄσμασι θεηγόροις, τὸν Σωτῆρα ὑμνοῦμεν, τὸν σώζοντα ἡμᾶς ἐκ φθορᾶς, ταῖς ἱκεσίαις σου.

᾿Ωδὴ Δ´. Εἰσακήκοα Κύριε.
Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν.
Τῶν παθῶν μου τὸν τάραχον, ὁ τὸν εἰρηνάρχην βαπτίσας Κύριον, ταῖς πρεσβείαις σου κατεύνασον, καὶ εἰς γῆν πραέων με ἐνόρμισον.

Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν.
Εὐσπλαγχνίας τὸ πέλαγος, ὁ ἀνυποστόλως κηρύξας ἅπασι, καθικέτευε σοῦ δέομαι, τῶν βασάνων ὅπως λυτρωθείημεν.

Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν.
’Απολαύοντες, Πρόδρομε, τῶν σῶν δωρημάτων σοὶ χαριστήριον, ἀναμέλπομεν ἐφύμνιον, οἱ τῆς σῆς τρυφῶντες ἀντιλήψεως.

῾Υπεραγία Θεοτόκε, σῶσον ἡμᾶς.
Οἱ ἐλπίδα καὶ στήριγμα, καὶ τῆς σωτηρίας τεῖχος ἀκράδαντον, κεκτημένοι σε, Πανύμνητε, δυσχερείας πάσης ἐκλυτρούμεθα.

᾿Ωδὴ Ε´. Φώτισον ἡμᾶς.
Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν.
Πλήρωσον ἡμῶν, τὰς αἰτήσεις τῶν τιμώντων σε, ὁ τοῦ ἀδύτου τὴν ὑφήλιον φωτὸς πληρώσας τῷ κηρύγματί σου, Πρόδρομε.

Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν.
Λύτρωσον ἡμᾶς, ἐκ κινδύνων Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ, ὁ αἰωνίαν κηρύξας, λύτρωσιν, καὶ τὴν εἰρήνην τὴν πάντα νοῦν ὑπερέχουσαν.

Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν.
Λῦσον τῶν δεινῶν νοσημάτων τὴν ἀσθένειαν, τῶν πρεσβειῶν τῶν σῶν τῇ θερμότητι, ὁ τὸν Σωτῆρα βαπτίσαι φανεὶς ἐπάξιος.

῾Υπεραγία Θεοτόκε, σῶσον ἡμᾶς.
῎Ιασαι ῾Αγνή, τῶν παθῶν μου τὴν ἀσθένειαν, ἐπισκοπῆς σου ἀξιώσασα, καὶ τὴν ὑγείαν ταῖς πρεσβείαις σου παράσχου μοι.

᾿Ωδὴ Στ´. Τὴν δέησιν ἐκχεῶ.
Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν.
Θανάτου καὶ τῆς φθορᾶς ἐξάρπασον, ἀφθαρσίαν μοι διδοὺς ἀπολαύειν, ἐκ πειρασμῶν καὶ κινδύνων παντοίων, καὶ ἐξ ἐφόδου τῶν νόσων ἐξαίρων με· δεήσεσι σαῖς, Βαπτιστά, ἐν Κυρίῳ καὶ σῶσόν με δέομαι.

Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν.
Προστάτην σε τῆς ζωῆς ἐπίσταμαι, καὶ θερμὸν ἐν περιστάσεσι πρέσβυν, καὶ πειρασμῶν διαλύοντα νέφος, καὶ πᾶσαν νόσον καὶ βλάβην ἐλαύνοντα· καὶ δέομαι ὁ δυσμενής, ἐκ φθορᾶς τῶν παθῶν μου ρυσθῆναι με.

Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν.
’Εν λάκκῳ ἁμαρτιῶν ἐμπέπτωκα, καὶ αὐτοῦ ἀναδραμεῖν οὐκ ἰσχύω· ἀλλ’ ὁ Θεὸν τὸν ἐκ λάκκου λεόντων, βαπτίσας πάλαι προφήτην ῥυσάμενον, λιτάνευε ἵν’ ἐξ αὐτοῦ, ἀναγάγῃ με Τίμιε Πρόδρομε.

῾Υπεραγία Θεοτόκε, σῶσον ἡμᾶς.
῾Ως τεῖχος καταφυγῆς κεκτήμεθα, καὶ ψυχῶν σε παντελῆ σωτηρίαν, καὶ πλατυσμὸν ἐν ταῖς θλίψεσι, Κόρη, καὶ τῷ φωτί σου ἀεὶ ἀγαλλώμεθα· ὦ Δέσποινα καὶ νῦν ἡμᾶς τῶν παθῶν καὶ κινδύνων διάσωσον.

Διάσωσον ἐκ πάσης νόσου, Πρόδρομε τοῦ Σωτῆρος, τοὺς ὑπὸ τὴν σκέπην σου καταφεύγοντας, καὶ λύτρωσαι αἰωνίων βασάνων.

῎Αχραντε ἡ διὰ λόγου τὸν Λόγον ἀνερμηνεύτως, ἐπ’ ἐσχάτων τῶν ἡμερῶν τεκοῦσα δυσώπησον, ὡς ἔχουσα μητρικὴν παρρησίαν.

῾Ο ῾Ιερεὺς μνημονεύει ὡς ἔθος.
Εἶτα τὸ Κοντάκιον.
῏Ηχος β´. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Προφῆτα Θεοῦ καὶ Πρόδρομε τῆς χάριτος, τὴν Κάραν τὴν σήν, ὡς ρόδον ἱερώτατον, ἐκ τῆς γῆς εὑράμενοι, τὰς ἰάσεις πάντοτε λαμβάνομεν· καὶ γὰρ πάλιν ὡς πρότερον, ἐν κόσμῳ κηρύττεις τὴν μετάνοιαν.

Προκείμενον. ῏Ηχος δ´.
Δίκαιος ὡς φοῖνιξ ἀνθήσει καὶ ὡσεὶ κέδρος ἡ ἐν τῷ Λιβάνῳ πληθυνθήσεται.
Στίχος. Πεφυτευμένος ἐν τῷ οἴκῳ Κυρίου, ἐν ταῖς αὐλαῖς τοῦ Θεοῦ ἡμῶν ἐξανθήσει.
Δίκαιος ὡς φοῖνιξ ἀνθήσει καὶ ὡσεὶ κέδρος ἡ ἐν τῷ Λιβάνῳ πληθυνθήσεται.

Εὐαγγέλιον
᾿Εκ τοῦ κατὰ ᾿Ιωάννην (Α´ 29-34).
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ βλέπει ὁ ᾿Ιωάννης τὸν ᾿Ιησοῦν ἐρχόμενον πρὸς αὐτόν, καὶ λέγει· ῎Ιδε ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου. Οὗτός ἐστι περὶ οὗ ἐγὼ εἶπον· ᾿Οπίσω μου ἔρχεται ἀνήρ, ὃς ἔμπροσθέν μου γέγονεν, ὅτι πρῶτός μου ἦν· κἀγὼ οὐκ ᾔδειν αὐτόν· ἀλλ’ ἵνα φανερωθῇ τῷ ᾿Ισραήλ, διὰ τοῦτο ἦλθον ἐγὼ ἐν τῷ ὕδατι βαπτίζων. Καὶ ἐμαρτύρησεν ᾿Ιωάννης λέγων. ῞Οτι τεθέαμαι τὸ Πνεῦμα καταβαῖνον ὡς περιστερὰν ἐξ οὐρανοῦ, καὶ ἔμεινεν ἐπ’ αὐτόν· Κἀγὼ οὐκ ᾔδειν αὐτόν, ἀλλ’ ὁ πέμψας με βαπτίζειν ἐν ὕδατι, ἐκεῖνός μοι εἶπεν· ᾿Εφ’ ὂν ἂν ἴδῃς τὸ Πνεῦμα καταβαῖνον καὶ μένον ἐπ’ αὐτόν, οὗτός ἐστιν ὁ βαπτίζων ἐν Πνεύματι ῾Αγίῳ. Κἀγὼ ἑώρακα καὶ μεμαρτύρηκα, ὅτι οὗτός ἐστιν ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ.

Δόξα Πατρὶ καὶ Υἱῷ καὶ ῾Αγίῳ Πνεύματι.
Ταῖς τοῦ Σοῦ Προδρόμου πρεσβείαις, ᾿Ελεῆμον, ἐξάλειψον τὰ πλήθη τῶν ἐμῶν ἐγκλημάτων.

Καὶ νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰώνας τῶν αἰώνων.᾿Αμήν.
Ταῖς τῆς Θεοτόκου πρεσβείαις, ᾿Ελεῆμον, ἐξάλειψον τὰ πλήθη τῶν ἐμῶν ἐγκλημάτων.

’Ελεῆμον ἐλέησόν με ὁ Θεὸς κατὰ τὸ μέγα ἔλεός Σου καὶ κατὰ τὸ πλῆθος τῶν οἰκτιρμῶν Σου ἐξάλειψον τὸ ἀνόμημά μου.
Προσόμοιον. ῏Ηχος πλ. β´
῞Ολην ἀποθέμενοι.
Προφῆτα καὶ Πρόδρομε, ψυχῆς ἐμῆς θυμηδία, δέξαι Πανακήρατε, τὴν προσφερομένην σοι ἱκεσίαν μου, θλῖψις γὰρ ἔχει με καὶ δεινὰ παντοῖα, ᾿Ιωάννη μεγαλώνυμε, σῶσον τὸν δοῦλόν σου, καὶ χειρὸς τοῦ δράκοντός με ἐξάρπασον, καὶ τούτου τῶν παγίδων νῦν, ὡς εὐσυμπαθὴς ἐλευθέρωσον, πρεσβείαν προσάγων, καθὸ κοινὸς μεσίτης πρὸς Θεόν, καὶ πάσης νόσου ἐκλύτρωσαι τὸν αὐτοκατάκριτον.

῾Ο ἱερεύς·
Σῶσον ὁ Θεὸς τὸν λαόν σου…

᾿Ωδὴ Ζ´ . Οἱ ἐκ τῆς ᾿Ιουδαίας.
Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν.
Τῆς ᾿Αδὰμ ἁμαρτίας τὸ χειρόγραφον, Λόγον τὸν διαῤῥήξαντα, ἐν ρείθροις ᾿Ιορδάνου κραυγάζων ὑπεδέξω, ᾿Ιωάννη Πανεύφημε· ὁ τῶν πατέρων ἡμῶν Θεὸς εὐλογητὸς εἶ.

Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν.
Θελητὴν τοῦ ἐλέους, τὸν φιλάνθρωπον, Μάκαρ, ὑπὲρ τῶν δούλων σου, δυσώπει τῶν πταισμάτων καὶ νόσων ἰοβόλων, λυτρωθῆναι τοὺς ψάλλοντας· ὁ τῶν πατέρων ἡμῶν Θεὸς εὐλογητὸς εἶ.

Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν.
Θησαυρὸν σωτηρίας καὶ γαλήνιον ὅρμον, καὶ ἐν κινδύνοις ταχὺν προστάτην τοῖς καλοῦσιν, εἰδότες σε βοῶμεν, τὸ κλυδώνιον στόρεσον, ἀσθενειῶν, Βαπτιστά, ταῖς ἱκεσίαις σου.

῾Υπεραγία Θεοτόκε, σῶσον ἡμᾶς.
Σωμάτων μαλακίας καὶ ψυχῶν ἀρρωστίας, Θεογενήτρια, τῶν πόθῳ προσιόντων τῇ σκέπῃ σου τῇ θείᾳ, θεραπεύειν ἀξίωσον, ἡ τὸν Σωτῆρα Χριστὸν ἡμῖν ἀποτεκοῦσα.

᾿Ωδὴ Η´. Τὸν Βασιλέα.
Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν.
Τοὺς βοηθείας τῆς παρὰ σοῦ δεομένους, μὴ παρίδῃς, Προφῆτα, βοῶντας καὶ ἐξαιτουμένους τὴν σὴν ἐπιστασίαν.

Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν.
Τῶν ἰαμάτων τὸ δαψιλὲς ἐπιχέεις, τοῖς πιστῶς ὑμνοῦσί σε, Προφῆτα, καὶ ἀνευφημοῦσι, Παμμάκαρ ᾿Ιωάννη.

Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν.
Τῆς σωτηρίας τὸν ἀρχηγὸν ἱκετεύων, τὸν Χριστόν, Προφῆτα, μὴ ἐλλίπῃς ὅπως ἐκ βασάνων ῥυσθῶμεν αἰωνίων.

῾Υπεραγία Θεοτόκε, σῶσον ἡμᾶς.
Τῶν πειρασμῶν σὺ τὰς προσβολὰς ἐκδιώκεις, καὶ παθῶν τὰς ἐφόδους, Παρθένε, ὅθεν σὲ ὑμνοῦμεν εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας.

᾿Ωδὴ Θ´. Κυρίως Θεοτόκον.
Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν.
Ροήν μου τῶν δακρύων μὴ ἀποποιήσῃς, ὁ ἐν ροαῖς ᾿Ιορδάνου τὸν πάντων Θεόν, συγκαταβάντα βαπτίσας, ὃν μεγαλύνομεν.

Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν.
Κακώσεως δαιμόνων, τῆς ἀδιαλείπτως ἐκπιεζούσης Προφῆτά με λύτρωσαι, καὶ ἐπηρείας τῆς τούτων δεῖξον ἀνώτερον.

Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν.
’Ισχὺς καὶ θεραπεία, τῇ ἐξ ἀκρασίας καὶ χαλεπῆς ἁμαρτίας, Προφῆτα γενοῦ, κεκακωμένῃ ψυχῇ μου, ἵνα γεραίρω σε.

῾Υπεραγία Θεοτόκε, σῶσον ἡμᾶς.
Χαρᾶς μου τὴν καρδίαν, πλήρωσον, Παρθένε, ἡ τῆς χαρᾶς δεξαμένη τὸ πλήρωμα, τῆς ἁμαρτίας τὴν λύπην ἐξαφανίσασα.

Καὶ τὰ παρόντα Μεγαλυνάρια.

῎Αξιόν ἐστιν ὡς ἀληθῶς, μακαρίζειν σε τὴν Θεοτόκον, τὴν ἀειμακάριστον καὶ παναμώμητον καὶ μητέρα τοῦ Θεοῦ ἡμῶν. Τὴν τιμιωτέραν τῶν Χερουβεὶμ καὶ ἐνδοξοτέραν ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφείμ, τὴν ἀδιαφθόρως Θεὸν Λόγον τεκοῦσαν, τὴν ὄντως Θεοτόκον σὲ μεγαλύνομεν.

῎Αγονον καὶ ἄκαρπον τὴν ψυχήν, κέκτημαι, Παμμάκαρ, φύλλα μόνον ἄνευ καρπῶν, ἔρημον ἁπάσης ἀγαθῆς ἐργασίας, Προφῆτα, ἀρετῶν με δεῖξον καρπούμενον.

Βαπτιστὰ καὶ Πρόδρομε τοῦ Χριστοῦ, λύχνε φαεσφόρε, ἱκετεύω σε ἐκτενῶς, λύχνον ἄναψόν μου ψυχῆς τῆς ταλαιπώρου· ἐσκοτισμένην οὖσαν σὺ καταλάμπρυνον.

Δέομαι, Προφῆτα καὶ Βαπτιστά, μὴ μὲ ὑπερίδῃς, τὸν ἀνάξιον πρεσβευτήν, καταβαπτισθέντα τοῖς πάθεσι τοῦ βίου, καὶ ἐν βορβόρῳ ὄντα σὺ ἐξανάστησον.

Πρέσβευε Προφῆτα πρὸς τὸν Θεόν, ὑπὲρ τοῦ λαοῦ σου καὶ ἡμῶν τῶν ἁμαρτωλῶν, τῶν καταφευγόντων τῇ σκέπῃ σου τῇ θείᾳ, καὶ ῥῦσαι πάσης νόσου καὶ περιστάσεως.

Δέσποινα καὶ Μήτηρ τοῦ Λυτρωτοῦ, δέξαι παρακλήσεις ἀναξίων σῶν ἱκετῶν, ἵνα μεσιτεύσῃς πρὸς τὸν ἐκ σοῦ τεχθέντα· ὦ Δέσποινα τοῦ κόσμου, γενοῦ μεσίτρια.

῾Ο ᾿Αναγνώστης·
῞Αγιος ὁ Θεός. ῞Αγιος ἰσχυρός. ῞Αγιος ἀθάνατος. ᾿Ελέησον ἡμᾶς.

Δόξα Πατρὶ καὶ Υἱῷ καὶ ῾Αγίῳ Πνεύματι. Καὶ νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. ᾿Αμήν.
Παναγία Τριὰς ἐλέησον ἡμᾶς. Κύριε, ἱλάσθητι ταῖς ἁμαρτίαις ἡμῶν, Δέσποτα συγχώρησον τὰς ἀνομίας ἡμῖν. ῞Αγιε, ἐπίσκεψαι καὶ ἴασαι τὰς ἀσθενείας ἡμῶν, ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός σου.
Κύριε, ἐλέησον. Κύριε, ἐλέησον. Κύριε, ἐλέησον.

Δόξα Πατρὶ καὶ Υἱῷ καὶ ῾Αγίῳ Πνεύματι. Καὶ νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων.᾿Αμήν.
Πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς, ἁγιασθήτω τὸ ὄνομά Σου. ᾿Ελθέτω ἡ Βασιλεία Σου. Γενηθήτω τὸ θέλημά Σου, ὡς ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπὶ τῆς γῆς. Τὸν ἄρτον ἡμῶν τὸν ἐπιούσιον δὸς ἡμῖν σήμερον καὶ ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν. Καὶ μὴ εἰσενέγκῃς ἡμᾶς εἰς πειρασμόν, ἀλλὰ ῥῦσαι ἡμᾶς ἀπὸ τοῦ πονηροῦ.

῾Ο ἱερεύς· ῞Οτι Σοῦ ἐστιν…

῾Ο ῾Ιερεὺς μνημονεύει ὡς ἔθος.

᾿Εν τῇ ᾿Απολύσει, προσκυνοῦντες τὴν ἁγίαν Εἰκόνα,
ψάλλομεν τὸ παρὸν Προσόμοιον
῏Ηχος β´. ῞Οτε ἐκ τοῦ ξύλου σε νεκρόν…
Σπεῦσον ἐξελοῦ με πειρασμῶν, Πρόδρομε Κυρίου Παμμάκαρ, καθικετεύω σε, μάτην γὰρ κεκίνηνται οἱ πολεμοῦντές με, κατ’ ἐμοῦ πικροὶ δαίμονες, ζητοῦντες ἁρπάσαι τὴν ψυχὴν τοῦ δούλου σου, ὥσπερ στρουθίον οἰκτρόν. Μή με καταλίπῃς εἰς τέλος, γνώτωσαν δὲ μᾶλλον, Προφῆτα, ὅτι σύ μου πέλεις καταφύγιον.

Δέσποινα, πρόσδεξαι, τὰς δεήσεις τῶν δούλων σου, καὶ λύτρωσαι ἡμᾶς, ἀπὸ πάσης ἀνάγκης καὶ θλίψεως.

Τὴν πᾶσαν ἐλπίδα μου εἰς Σὲ ἀνατίθημι, Μῆτερ τοῦ Θεοῦ, φύλαξόν με ὑπὸ τὴν σκέπην σου.

῾Ο ἱερεύς:
Δι᾿ εὐχῶν τῶν ῾Αγίων Πατέρων ἡμῶν, Κύριε ᾿Ιησοῦ Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, ἐλέησον καὶ σῶσον ἡμᾶς.

ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΒΑΠΤΙΣΤΗΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ



Ο άγιος Ιωάννης ο πρόδρομος και βαπτιστής του Χριστού είναι λαϊκός άγιος, γι’ αυτό και πολύ διαδεδομένη η ονοματοδοσία, ώστε να υπάρχει και λαϊκή παροιμία, ασφαλώς άστοχη, «σπίτι δίχως Γιάννη προκοπή δεν κάνει»! Ο τρόπος, με τον οποίο προσεγγίζουμε τα προβαλλόμενα από την Εκκλησία μηνύματα, μέσω των ακολουθιών, κατά το δωδεκαήμερο από τα Χριστούγεννα ως τα Θεοφάνεια, δεν μας επιτρέπουν να σταθούμε στο πρόσωπο, το οποίο αποτελεί τον συνδετικό κρίκο μεταξύ Παλαιάς και Καινής Διαθήκης του Θεού προς τους ανθρώπους.

Ο άγιος Ιωάννης υπήρξε καρπός προσευχών επί μακρόν ατέκνου ζεύγους. Όσοι δεν ζήσαμε τη λαχτάρα να αποκτήσουμε τέκνα, δεν είμαστε σε θέση να κατανοήσουμε αυτή. Σήμερα ο άκρατος ατομισμός οδηγεί στη θανάτωση πλήθους εμβρύων! Παράλληλα τα άτεκνα ζεύγη, παρά την επιστημονική πρόοδο που επέτυχε την τεχνητή γονιμοποίηση, αυξάνουν διαρκώς και αντιμετωπίζουν δυσχερέστατα στην επίλυσή τους προβλήματα στην προσπάθεια να υιοθετήσουν τέκνο. Και η κοινωνία, η άκρως υποκριτική, σπεύδει να καυτηριάσει επιδερμικά κάθε σκάνδαλο κυκλώματος παράνομης υιοθεσίας, στο οποίο εμπλέκονται φτωχοί γονείς, συνήθως πολύτεκνοι και περιθωριακοί, γιατροί, νοσηλευτές, νομικοί και συμβολαιογράφοι!
Για τον άγιο προφήτευσε κατά τη γέννησή του ο πατέρας του, ο αρχιερέας Ζαχαρίας, τονίζοντας πως θα διήγε άκρως ασκητικό βίο χωρίς να γευθεί ποτέ οινοπνευματώδη. Στα Ευαγγέλια τον συναντούμε μετά παρέλευση 30 περίπου ετών, στην περιοχή του Ιορδάνη, να διάγει βίο ασκητικότατο. Αν κάποιος απομακρυνθεί λίγο από τις όχθες του εισέρχεται σε αφιλόξενη ερημική περιοχή χωρίς παρηγοριά. Ένδυμά του ήταν τεμάχιο από δέρμα καμήλας, το οποίο συγκρατούσε στο σώμα του δερμάτινη ζώνη. Τροφή του ήταν ακρίδες και μέλι άγριο. Για το πρώτο διίστανται οι ερμηνευτές. Άλλοι δέχονται ότι τροφή του ήταν αποξηραμένα έντομα, ενώ άλλοι τρυφερές άκρες φυτών της περιοχής. Ό,τι από τα δύο δεχθούμε, δεν αποκλίνουμε από την άκρα ασκητικότητα του Προδρόμου.
Ποιο το χαρακτηριστικό του Ιωάννου, που προσήλκυε πλήθος κατοίκων των Ιεροσολύμων αλλά και άλλων οικισμών; Προφανώς η αγνότητα και η αγιότητα του βίου. Ακόμη και σήμερα, που επιχειρείται άνευ προηγουμένου αποϊεροποίηση των πάντων, ο άγιος συγκινεί με τον συνεπέστατο βίο του. Ο απλός λαός, που πίστεψε ότι ο Ιωάννης ήταν απεσταλμένος από τον Θεό προφήτης βαπτίζονταν στα νερά του Ιορδάνη και ζητούσαν συμβουλές για την εναρμόνιση του βίου τους. Στους καλοκάγαθους, που ίσως βίωναν τη βεβαιότητα της σωτηρίας τους, μέσω της εφαρμογής όλων των διατάξεων του μωσαϊκού νόμου, ζητούσε κάτι, που εμείς οι χριστιανοί θέλουμε να αγνοούμε: «Ο έχων δύο χιτώνας μεταδότω τω μη έχοντι και ο έχων βρώματα ομοίως ποιείτω». Αυτό συνιστά σαφώς υπέρβαση του χρέους απόδοσης της δεκάτης, που όριζε ο μωσαϊκός νόμος, τόσο για τις τροφές, όσο και για τα ενδύματα. Σήμερα οι χριστιανοί, πονηρά σκεπτόμενοι, αρκούμαστε στην εφαρμογή του μη ισχύοντος πλέον μωσαϊκού νόμου, αν δεν παραβαίνουμε και εκείνου τις διατάξεις. Στην προσπάθειά μας προς αυτοδικαίωση μουρμουρίζουμε: Πώς είναι δυνατόν να συμβεί αυτό; Ο άγιος Ιωάννης δίνει αποστομωτική απόκριση: Με τη μίμηση του τρόπου βιοτής μου. Τότε εμείς στρέφουμε την πλάτη, όπως και κάποιοι μαθητές την έστρεψαν στον Χριστό, τονίζοντας: Σκληρός ο λόγος, ποιος μπορεί να τον ακούσει (για να τον εφαρμόσει);
Εκκοσμικευόμενοι, με την πάροδο του χρόνου, οι μαθητές του Χριστού άρχισαν να αποδέχονται επιλεκτικά μέρος των ευαγγελικών εντολών, προκειμένου να απολαμβάνουν τα του βίου «αγαθά» και προκάλεσαν την ακραία κοινωνική αδικία (ναι οι «χριστιανοί»!), με συνέπεια τρομακτικό πλήθος συνανθρώπων μας να υποφέρει εξ αιτίας της πλεονεξίας μας. Και είναι τόση η κατάπτωσή μας, ώστε, τώρα πλέον που δοκιμαζόμαστε ως λαός από τους άρπαγες, με τους οποίους συνοδοιπορούσαμε επί δεκαετίες, να έχει το θράσος να μας συμβουλεύει τη λιτότητα κάποιος υπουργός, που στον βίο του δεν τη γεύθηκε στο ελάχιστο! Τον θυμόμαστε; Δεν πέρασε παρά ένα μόνον έτος από τότε! Ο Απόστολος Παύλος είχε προφητεύσει ότι μετά πάροδο καιρού «γόητες προκόψουσιν επί τα χείρω πλανώντες και πλανώμενοι»!
Στον Ιωάννη όμως προσέτρεχαν και άλλοι υπό το βάρος των ενοχών, όπως τελώνες εκμεταλλευτές και στρατιωτικοί καταπιεστές. Ζητούσαν και αυτοί συμβουλές. Και ο άγιος του Θεού χωρίς χρήση σκληρής γλώσσας, και αυτό είναι το άκρως εντυπωσιακό, αφού τους βάπτιζε, τους συμβούλευσε να μην είναι πλεονέκτες και άρπαγες. Θα επισημάνει ειρωνικά κάποιος: Και τον άκουγαν εκείνοι; Ασφαλώς όχι όλοι. Κάποιους όμως καθώς και πόρνες προετοίμασε, ώστε να συντρώγουν με τον Χριστό ακούγοντας και εφαρμόζοντας την απαράμιλλη διδασκαλία του. Ένας από αυτούς, ο Ματθαίος, έγινε στη συνέχεια μαθητής του Χριστού. Κάποιος άλλος, ο Ζακχαίος, ταπεινώθηκε σκαρφαλώνοντας σε δένδρο, για να αντικρίσει τον Χριστό. Και οι δύο έλαβαν σημαντικότατες αποφάσεις. Η μετάνοια, η ακατανόητη με το «πνεύμα» του κόσμου, είναι η πεμπτουσία της διδασκαλίας του Χριστού! 
Επισκέπτονταν και οι Φαρισαίοι τον Ιωάννη. Όχι βέβαια επειδή αισθάνονταν την ανάγκη να ακούσουν λόγο παρηγοριάς και, προπάντων, φώτισης αυτοί που ζούσαν με την καύχηση της γνώσης και τήρησης του νόμου. Τους είλκυε η ζήλεια από τη συρροή του πλήθους, του πλήθους που ποτέ δεν είχαν καταφέρει οι ίδιοι να ελκύσουν παρά την εξουσία τους και τις κατά καιρούς απειλές για τιμωρία του Θεού! Ο άγιος γι’ αυτούς χρησιμοποιούσε εντελώς διαφορετική γλώσσα. Έφθασε να τους αποκαλέσει γεννήματα από οχιές, που ζούσαν με την ψευδαίσθηση ότι αναπαύουν με τα πλήρη υποκρισίας έργα τους τον Θεό. Αν και τους κάλεσε σε μετάνοια αυτοί παρέμειναν αμετανόητοι, ακόμη και όταν ο ίδιος ο Χριστός επανέλαβε τις επικρίσεις εναντίον τους, με συνέπεια το πάθος τους να τους οδηγήσει να τον παραδώσουν στους Ρωμαίους, που τόσο οι ίδιοι μισούσαν, με την κατηγορία της αντιποίησης αρχής!
Επισκέφθηκε τον Ιωάννη και ζήτησε να βαπτιστεί από αυτόν και ό ίδιος ο Λόγος του Θεού! Αυτό το μεγαλειώδες συμβάν ευτελίζεται στην «αναπαράστασή» του κατά τον αγιασμό των υδάτων παρουσία πλήθους αρχόντων, που εκτελούν αγγαρεία και οι οποίοι, αν και ψηφίζουν νόμους ενάντιους προς το θέλημα του Θεού, δεν ακούν το «ουκ εξεστί σοι»!
Ο Ιωάννης δεν δίστασε να στραφεί και κατά της κοσμικής εξουσίας, όταν αυτή προκλητικά παρέβη τον νόμο του Θεού. Το «ουκ εξεστί σοι» από την έρημο του Ιορδάνη έφθανε στα ανάκτορα του Ηρώδη και τάραζε τόσο τον ίδιο, όσο και την Ηρωδιάδα. Παρά την απόλυτη εξουσία, που ασκούσε, ως εντολοδόχος του αυτοκράτορα της Ρώμης, ο Ηρώδης δίσταζε να εκτελέσει τον φυλακισμένο Ιωάννη, που ο λαός θεωρούσε προφήτη. Στην έκβαση του δράματος προχώρησε η Ηρωδιάδα. Γι’ αυτήν η κεφαλή του προφήτη άξιζε περισσότερο από το μισό της επικράτειας του Ηρώδη. Πόσοι από τους ερμηνεύοντες τις ενέργειες των ανθρώπων με βάση τα οικονομικά κίνητρα στάθηκαν στο συμβάν της αποκεφάλισης του, για να συνειδητοποιήσουν ότι τα κίνητρα των ενεργειών των ανθρώπων απορρέουν από τις αρετές ή τα πάθη τους;
Αχ και να γέμιζαν και σήμερα οι φυλακές από εγκλείστους, επειδή ασκούν έλεγχο στην πάσης φύσεως εξουσία, η οποία αντιστρατεύεται το θέλημα του Θεού! Πόσο θα άλλαζε ο κόσμος!

«ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ»

Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος: Ο καλύτερος φίλος του Ηρώδη!


Έχουμε συνηθίσει να φανταζόμαστε τον άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο σαν ένα οργισμένο, φωνακλά προφήτη, μόνιμα δυσαρεστημένο και κατσούφη, που φωνάζει με σκληρότητα στους ανθρώπους να μετανοήσουν για τις αμαρτίες τους για να μην τους θερίσει η οργή του Θεού και να μην καούν στην κόλαση.
Μπορεί να ήταν και έτσι… Βέβαια η «οργή του Θεού» είναι μια εικόνα που συμβολίζει την εχθρότητα του ανθρώπου απέναντι στο Θεό και η κόλαση είναι η θέα του θείου φωτός ως φωτιάς λόγω του ανθρώπινου εγωισμού.
Όμως η αλήθεια είναι πως ο άγιος Ιωάννης, όπως και όλοι οι προφήτες και οι άγιοι όλων των εποχών, εμπνευσμένοι από τη θεία χάρη, είχαν μεγάλη αγάπη για τους ανθρώπους και ακριβώς αυτή η αγάπη (κι όχι κάποιο σκληρό «αίσθημα δικαιοσύνης» ή κάποια δήθεν «προσβολή του Θεού» και τέτοια άσχετα) είναι που τους κάνει να ζητούν απ’ τους ανθρώπους να μετανοήσουν. Η μετάνοια είναι που θα βοηθήσει τους ανθρώπους να σωθούν και η σωτηρία των ανθρώπων είναι η αληθινή έγνοια των προφητών και των αγίων, δηλ. η αληθινή έγνοια του Θεού που τους εμπνέει.

Στην περίπτωση του Ηρώδη, καταλαβαίνουμε πως ο άγ. Ιωάννης δεν ήταν καθόλου εχθρός του, αλλά, αντίθετα, ήταν ο καλύτερος φίλος του – ή μάλλον ο μοναδικός του φίλος, αφού ο Ηρώδης, που ήταν πολύ κακός, μάλλον δε θα ’χε άλλους αληθινούς φίλους…

Είναι γνωστό σε όλους πως ο Πρόδρομος έκανε αυστηρή κριτική στον Ηρώδη, επειδή είχε κλέψει τη γυναίκα του αδερφού του, την Ηρωδιάδα, και την είχε κάνει επίσημη ερωμένη ή ίσως σύζυγό του. Ο Ηρώδης τον έβαλε φυλακή και με τη γνωστή ραδιουργία της Ηρωδιάδας, στο χορό της κόρης της, της Σαλώμης (που γοήτευσε σεξουαλικά, προφανώς, τον Ηρώδη και όλους τους «υψηλούς» καλεσμένους στα γενέθλιά του), η κεφαλή του αγ. Ιωάννη τοποθετήθηκε σ’ ένα πιάτο και προσφέρθηκε στην έφηβη Σαλώμη, η οποία την πρόσφερε στην πανούργα μητέρα της (ο Θεός να τους συγχωρέσει όλους και όλες).

Να πούμε εδώ πως αυτός ο Ηρώδης ήταν ο Ηρώδης ο 2ος (Ηρώδης Αντύπας), γιος του παλιού Ηρώδη που είχε κάνει τη σφαγή των νηπίων, δηλ. του Ηρώδη του Τετράρχη, του λεγόμενου «Μεγάλου» (και καλά) Ηρώδη.

Γιατί όμως ο άγιος έκανε κριτική στον Ηρώδη; Για να του κάνει πολιτική ζημιά; Για να δώσει αφορμή σε επαναστάτες να τον πολεμήσουν; Για κοινωνικούς και πολιτικούς λόγους, τέλος πάντων; Δεν έχουμε λόγους να πιστεύουμε πως ο άγιος είχε τέτοια κίνητρα. Ξέροντας την παράδοση των αγίων, καταλαβαίνουμε κάτι άλλο: ο άγιος Ιωάννης έκανε κριτική στον Ηρώδη για να τον σώσει! Και, μαζί μ’ αυτόν, να σώσει και την Ηρωδιάδα, τη γυναίκα που τελικά τον σκότωσε. Πώς να τον σώσει; Βοηθώντας τον, με την κριτική του, να σταματήσει την αμαρτία διαρκείας που διέπραττε, τη μοιχεία.

Άρα ο Ιωάννης ήταν ο καλύτερος, ή ο μόνος, φίλος του βασιλικού ζεύγους, γιατί ήταν ο μόνος που τολμούσε –με τόσο θετικά γι’ αυτούς κίνητρα– να τους πει ξεκάθαρα πως είναι αμαρτωλοί και να τους καλέσει στη σωτήρια μετάνοια.

Αλλά το ότι ο άγιος αγαπούσε τον Ηρώδη φαίνεται κι από κάτι άλλο. Στο κατά Μάρκον ευαγγέλιο, κεφ. 6, στίχοι 19-20, γράφει για το διάστημα που ο άγιος ήταν στη φυλακή: «η δε Ηρωδιάς ενείχεν αυτω και ήθελεν αυτόν αποκτείναι, και ουκ ηδύνατο· ο γαρ Ηρώδης εφοβείτο τον Ιωάννην, ειδώς αυτόν άνδρα δίκαιον και άγιον, και συνετήρει αυτόν, και ακούσας αυτού πολλά εποίει και ηδέως αυτού ήκουε».

Δηλαδή: «η Ηρωδιάδα κατηγορούσε τον Ιωάννη και ήθελε να τον σκοτώσει, αλλά δε μπορούσε, γιατί ο Ηρώδης σεβόταν τον Ιωάννη, ξέροντας πως είναι άνθρωπος δίκαιος και άγιος, και τον κρατούσε ζωντανό, και έκανε πολλά ακούγοντας τις συμβουλές του και τον άκουγε με ευχαρίστηση» (να μια ακόμη περίπτωση που η λέξη «φοβάμαι» θα πει «σέβομαι», όπως στο γνωστό «η δε γυνή ίνα φοβείται τον άνδρα»).

Το ότι ο Ιωάννης δεχόταν να συζητάει με τον Ηρώδη μέσα στη φυλακή και μάλιστα τον συμβούλευε σε μερικά πράγματα -προφανώς για να είναι σωστός και δίκαιος- φανερώνει πως ο άγιος δεν του κρατούσε κακία, δεν τον μισούσε, αλλά, αντίθετα, τον αγαπούσε!

Η στάση αυτή δίνει ένα πολύ σημαντικό παράδειγμα του πώς ένας άγιος γίνεται επαναστάτης απέναντι στη διεφθαρμένη εξουσία. Την ελέγχει με θάρρος, αλλά όχι με μίσος. Μισεί τη διαφθορά, την κατάχρηση εξουσίας και την αμαρτία, αλλά συνεχίζει ν’ αγαπάει τους ανθρώπους, ακόμη κι όταν είναι διεφθαρμένοι & αμαρτωλοί, και να προσπαθεί για τη σωτηρία τους, αν φυσικά το θέλουν. Τη στάση του αυτή δεν την αλλάζει, δίνοντας γι’ αυτούς ακόμα και τη ζωή του.

Σημ: Η εικόνα στην αρχή του post είναι από το μπλογκ «Η ζωή είναι ωραία» (anatash.pblogs), όπου συνοδεύεται με αυτή την όμορφη προσευχή προς τον άγιο:

ΑΓΙΕ ΜΟΥ ΓΙΑΝΝΗ
Εσύ που υπήρξες τόσο μεγάλος νηστευτής, 
πρότυπο εγκράτειας,
εσύ που είχες βρει το δρόμο
για να τρέφεις το πνεύμα σου,
για να εξυψώνεσαι σε ουράνια μήκη και πλάτη (διαθέσιμα για όλους μας),
βοήθησέ με να κόβω έστω και μια μπουκίτσα
από τα πλούσια εδέσματά μου 
-δείγμα τού λιμού της ψυχής μου!

Από: pemptousia.gr

Η ΦΩΝΗ ΠΟΥ ΚΡΑΖΕΙ ΣΤΗΝ ΕΡΗΜΟ



Δύσκολα, μέσα στο χριστιανικό Αγιολόγιο θα βρούμε μια μορφή τόσο μυστηριακή και θαυμαστή όσο ο Ιωάννης! Είναι Πρόδρομος! Και δεν υπάρχει μεγαλύτερο βάρος από την προδρομική αποστολή. Κείνος που ακολουθά είναι ο δυνατότερος, είναι ο Θεός. Η Πρόνοια όρισε την αποστολή του να ισιώσει και να ομαλύνει τα περάσματα Εκείνου. Έπρεπε να ομαλύνει τους δρόμους, ώστε όλοι οι δρόμοι να συγκλίνουν σ’ έναν και μοναδικό. Σ’ αυτόν που διακηρύττει ο Ίδιος ο Ιησούς όταν λέει: «Εγώ είμαι η Οδός» (Ιωάν. 14, 6).

Κι ο Ιωάννης κράζει στην έρημο. Γιατί δεν υπάρχει έρημο πιο καταθλιπτική από την ακοή των ανθρώπων που δε θέλουν ν’ ακούσουν, κι από τα μάτια του κόσμου που δε θέλει να δει. Όμως αυτός ανοίγει και ισιώνει τους δρόμους σ’ αυτή την έρημο κι αυτήν αρδεύει με τα νερά του Ιορδάνη. Αυτό το βάφτισμα ξαναγεννά την ανθρώπινη έρημο, ξεριζώνοντάς της όλα τα θανατερά στοιχεία της αμαρτίας, καθώς το ποτάμι μεταπλάθει την άκαρπη γη σε καρπερή. Ο μεγάλος πειρασμός που αντικρίζει ο Ιωάννης είναι όταν τον συγχέουν με τον Μεσσία. Κι ο πειρασμός αυτός γίνεται ακόμα πιο επικίνδυνος, όταν οι άσοφοι σοφοί του νόμου τον ρωτούν ποιος είναι. Στις αποκρίσεις που δίνει ο Ιωάννης (Λουκ. 3, 15-16· Ιωάν. 3, 25–28), ακτινοβολεί όλο το μεγαλείο της αγιοσύνης.

–Δεν είμαι ούτε Χριστός (Ιωάν. 3, 28), τους λέει, ούτε ο Ηλίας. Αλλά είμαι η φωνή κείνου που κράζει στην έρημο: «Ισιώσατε τους δρόμους του Κυρίου», καθώς είπε ο Προφήτης Ησαΐας (Ησ. 40, 3–4· Μαλ. 3, 1).

Κι όταν οι βαλτοί των Φαρισαίων τον ρωτούν πώς βαφτίζει, αφού δεν είναι ο Μεσσίας (Ιωάν. 1, 25), κείνος τους αποκρίνεται, πως αυτός, που ζητάνε είναι κοντά κι ανάμεσά τους, και πως ο ίδιος δεν είναι άξιος να σκύψει και να λύσει ούτε τα δεσίματα απ’ τα ποδέματά του (Ματθ. 3, 11· Μάρκ. 1, 7· Λουκ. 3, 16· Ιωάν. 1, 27).

Κι η τροχιά της Αγιότητας συνεχίζει την ανιούσα της, όταν έρχεται ο Ίδιος ο Ιησούς Χριστός, ταπεινότατα, να βαφτιστεί από τον Ιωάννη. Κατάπληξη και δέος ταράζουν τον Ιωάννη. Ποια σχέση είχε η πηγή της ζωής με την έρημο; Αυτός βάφτιζε αμαρτωλούς και καλούσε τους κριματισμένους να μετανοήσουν (Ματθ. 3, 2 και 8· Λουκ. 3, 8· Μάρκ. 1, 4). Και Κείνος που ερχόταν να βαφτιστεί ήταν ο Αμνός του Θεού, ο ακριμάτιστος. Η αντίδραση του Ιωάννη είναι ανθρώπινη, δηλαδή λογική. Ο Ιησούς έπρεπε να βαφτίσει τον Ιωάννη κι όχι ο Ιωάννης τον Ιησού (Ματθ. 3, 14).


Ο Ιησούς όμως επιμένει και ζητά το βάφτισμα (Ματθ. 3, 15), για να ολοκληρωθούν τα σχέδια της Θείας Δικαιοσύνης (Ματθ. 3, 16). Και ποια ήταν αυτά τα σχέδια; Η πραγματική, η ουσιαστική ενανθρώπιση του Θείου. Σ’ αυτό το διάλογο, ανάμεσα Ιησού και Ιωάννη, υπάρχει όλο το μυστήριο της ταπείνωσης.
Κι ο Ιωάννης Τον βαφτίζει.

Αλλά το πιο θαυμαστό μέσα στον πίνακα της βάφτισης είναι αυτό το άνοιγμα του ουρανού και το φανέρωμα του Πνεύματος (βλ. Ματθ. 3, 16· Μάρκ. 1, 10· Λουκ. 3, 21–22). Μέσα σ’ αυτή την ταπείνωση της σάρκας, το πνεύμα στέκεται ψηλά, αδέσμευτο κι ακτινοβόλο. Μπορεί ο Κύριος νά ’γινε υπηρέτης, μπορεί η σάρκα να ταπεινώθηκε, αλλά αυτή η ταπείνωση διάπλατα ανοίγει τα παραπετάσματα του ουρανού για ν’ αχτινοβολήσει η παρουσία του Πνεύματος και να βεβαιώσει την αλήθεια του Λόγου.

ΚΩΣΤΗΣ ΜΠΑΣΤΙΑΣ
(1901–1972)



[Κωστή Μπαστιά:
«Νέον Κυριακοδρόμιον»,
–Κυριακή πριν από τα Φώτα–,
σελ. 26–27,
Εκδοτικός Οίκος «Αστήρ»,
Αθήναι, Φεβρουάριος 1972.]

Γιατί δεν θέλουν να σωθούν παιδί μου...



Φύγαμε από τα χριστούγεννα και με μία στάση στην γιορτή του αγίου Βασιλείου, τρέχουμε προς τα άγια Θεοφάνεια.

Εκεί δεσπόζει το πρόσωπο του Ιωάννη του Προδρόμου, πού βροντοφωνάζει: Μετάνοια! Μετάνοια, φωνάζει και ο ίδιος ο Χριστός όταν πρωτοβγαίνει στην Γαλιλαία για το κήρυγμα της βασιλείας του Θεού! ...

Εμείς δεν θέλουμε μετάνοια. Δεν θέλουμε επιστροφή στον Θεό και τις πνευματικές μας καταβολές. Δεν διψάμε για την σωτηρία μας. Ακούμε μετάνοια και ο νούς μας πάει, σε δυσάρεστες καταθλιπτικές καταστάσεις, σε αδιακρισίες ιεροκηρύκων, φόβητρα και ηθικολογίες. Δεν μπορούμε να συλλάβουμε το μέγεθος και την χαρά αυτής της επιλογής, της μόνης επιλογής πού μας έμεινε. Να ξαναγυρίσουμε στον αιώνιο Πατέρα μας και στον τρόπο ύπαρξης πού Αυτός ετοιμάζει για μας.

Είναι τόσο αποπνικτική και ασφυκτική και αυτή η φιλολογία της μεταμέλειας όπως κατάντησε, πού δεν γνωρίζουμε πλέον τί σημαίνει Μετάνοια και ποιά τα οφέλη της.

Όλοι μιλάνε για εναλλακτικό τρόπο ζωής, ψάχνουνε σημεία και αποκούμπια, ανιχνεύουν τον δρόμο τον ορθό πού βγάζει στην λύτρωση της ύπαρξης τους, μέσα σε έναν σκοτεινό κόσμο πού παντού αδιέξοδα, ψέμα, ασφυξία. Και κανείς δεν αποφασίζει να κάνει το μεγάλο βήμα να παραδοθεί στην άβυσσο του Θεού. 

Φοβόμαστε τον Θεό, δεν θέλουμε την σωτηρία. Σήμερα ο άνθρωπος υποκλίνεται με σεβασμό και με μια αγάπη βδελυρή στην θεοποίηση των παθών, σε ανθρώπους πού καθοδηγούνται από τις ορμές τους, από τα αρχαία βδελυρά ένστιχτα πού πλασάρονται σαν καινά και νέα και όλοι βδελύσσονται Αυτόν πού είναι η μόνη οδός και αλήθεια. Εξαχρείωση. Εξαχρείωση όχι στο ήθος και στους θεσμούς απλά. Ποτέ οι κοινωνίες άλλωστε δεν ήταν κοινωνίες αγίων. Εξαχρείωση της ύπαρξης. Κατάντια. Δολοφονικές στάσεις και τάσεις.Υποβάθμιση πιό κάτω από το ζώο.

Κάποτε ένας χριστιανός, με τραγική θλίψη, φόβο και καημό ρώτησε έναν γέροντα: 
Μα γιατί , γιατί πάτερ μου δεν σώζονται όλοι αυτοί οι άνθρωποι; Γιατί δεν θέλουν τον Θεό; Για να λάβει την απάντηση: Γιατί δεν θέλουν να σωθούν παιδί μου…

Γιατί η Ορθοδοξία επιλέγει την έρημο;

Η έρημος είναι συνήθως ο σκηνικός χώρος της απουσίας της ζωής. Είναι μια περιοχή υπαρξιακής σιωπής. Μια διάσταση σιωπηλού μυστηρίου.

Αλλά το γεγονός τούτο δεν σημαίνει πως η έρημος, σαν υπαρξιακή βίωση, είναι πάντοτε μια έννοια αντίθετη προς την έννοια της ζωής. Κάθε άλλο!

Η έρημος, μέσα στα πλαίσια της ζωής της Εκκλησίας, είναι μια διάσταση αυθεντικής ευαγγελικής ζωής. Μέσα στην ιστορία, αλλά και στο όλο έργο της σωτηρίας του ανθρώπου, η έρημος, σαν περιοχή πνευματικής εμπειρίας, είναι η πλέον αυθεντική ευαγγελική παρουσία ζωής. Το Ευαγγέλιον, σαν μήνυμα σωτηρίας, εξαγγέλλεται πρώτα – πρώτα από την έρημο.

Ο Άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής κηρύσσει προδρομικά μέσα στην έρημο το μήνυμα του Ευαγγελίου του Χριστού. Ό,τι έπειτα θα διδάξη ο Κύριος, το κηρύσσει ο Ιωάννης με πέντε βαρυσήμαντες λέξεις. «Εν δε ταις ημέραις εκείναις παραγίνεται Ιωάννης ο Βαπτιστής κηρύσσων εν τη ερήμω της Ιουδαίας και λέγων. μετανοείτε ήγγικε γαρ η βασιλεία των ουρανών. Ούτος γαρ έστιν ο ρηθείς υπό Ησαΐου του προφήτου λέγοντος. φωνή βοώντος εν τη ερήμω, ετοιμάσατε την οδόν Κυρίου, ευθείας ποιείτε τας τρίβους αυτού»(Ματθ. 3,1-3).

Ο Ιωάννης προετοιμάζει τον ερχομό του Κυρίου και κηρύσσει συνοπτικά τις διαστάσεις του λυτρωτικού του έργου. «Εγώ μεν βαπτίζω υμάς εν ύδατι εις μετάνοιαν. ο δε οπίσω μου ερχόμενος ισχυρότερός μου ε­στίν, ου ουκ ειμή ικανός τα υποδήματα βαστάσαι. αυτός υμάς βαπτίσει εν Πνεύματι Αγίω και πυρί» (Ματθ. 3,11). Το προδρομικό αυτό έργο του Ιωάννου καθαγιάζεται και επικυρώνεται από τον εν Τριάδι Θεόν στο γεγονός της βαπτίσεως του Κυρίου. Η έρημος καταξιώνεται, σαν χώρος της ευαγγελικής ζωής, με τη ζωντανή παρουσία του Τριαδικού Θεού. Στην έρημο για πρώτη φορά παρουσιάζεται και αποκαλύπτεται ο Θεός με τα τρία πρόσωπα. Αυτό δεν είναι μόνο μια ιδιαίτερη τιμή στον πνευματικό χώρο της ερήμου αλλά και μια τυπολογική προαγγελία του υπαρξιακού μυστηρίου του θείου Έρωτος μέσα στην ασκητική πατερική έρημο.

Ο Ιωάννης ο Βαπτιστής ήτο αναμφίβολα μια ασκητική φυσιογνωμία. «Αυτός δε ο Ιωάννης είχε το ένδυμα αυτού από τριχών καμήλου και ζώνην δερματίνην περί την οσφύν αυτού, η δε τροφή αυτού ην ακρίδες και μέλι άγριον» (Ματθ. 3,4). Αυτό σημαίνει πως ο Ιωάννης ήτο συγχρόνως και πρόδρομος αλλά και «υπόσχεσις» όλων των αγίων ασκητών της χριστιανικής πατερικής ερήμου. Όλη η εμπειρία της χριστιανικής πατερικής ερήμου, οι ματωμένοι ιδρώτες της, τα καυστικά δάκρυά της, οι ακοίμητες προσευχές της και όλα τα άλλα ασκητικά αγωνίσματα συμπυκνώνονται προκαταβολικά μέσα σε όλο το πνευματικό βάθος της ασκητικής φυσιογνωμίας του Ιωάννου του Βαπτιστού. Ο Ιωάννης είναι υπόσχεση του ασκητικού μεγαλείου της Εκκλησίας του Χριστού, που θα ακτινοβολήση σε λίγο στην έρημο.

Κι έπειτα, όταν ο Κύριος δίδη εις τον Ιωάννην τον τίτλον του «μείζονος εν γεννητοίς», δίδει τα πνευματικά πρωτεία στις μεγάλες μορφές της ασκητικής ερήμου, που με την πνευματική τους ακτινοβολία θα καταυγάζουν έως της συντελείας του αιώνος το πνεύμα του πληρώματος της Εκκλησίας.

Είναι πολύ χαρακτηριστικό ότι το βασικό έργο του Ιωάννου ήτο να αφυπνίση τις συνειδήσεις των ακουόντων το κήρυγμά του. Το κήρυγμα αυτό, κήρυγμα μετανοίας, εσκόπευε κατ’ ευθείαν στη συνειδητοποίηση και εξαγόρευση της ενοχής τους. «Τότε εξεπορεύετο προς αυτόν Ιεροσόλυμα και πάσα Ιουδαία και πάσα η περίχωρος του Ιορδάνου, και εβαπτίζοντο εν τω Ιορδάνη υπ’ αυτού εξομολογούμενοι τας αμαρτίας αυτών» (Ματθ. 3,5-6). Το έργο της ασκήσεως, σε πρώτο πλάνο, είναι ακριβώς έργο πνευματικής αφυπνίσεως και συγκλονιστικού και εξουθενωτικού διαλόγου με την προσωπική ενοχή.

Πράγματι! Μόνο μέσα στην έρημο και μόνο από το στόμα μιας τόσο γιγαντιαίας ασκητικής φυσιογνωμίας θα ήτο δυνατόν να ακουσθή το λυτρωτικό μήνυμα «μετανοείτε». Έτσι το ασκητικό πλαίσιο της ερήμου γίνεται ο πνευματικός χώρος που συντελείται προδρομικά η εξαγόρευση της προσωπικής ενοχής.

Εξ άλλου η έρημος παρουσιάζεται μέσα στο Ευαγγέλιο σαν ένας πνευματικός χώρος με εσχατολογικές διαστάσεις που πλαισιώνουν τον θρίαμβο του Κυρίου επί του Σατανά. «Τότε ο Ιησούς ανήχθη εις την έρημον υπό του Πνεύματος πειρασθήναι υπό του διαβόλου» (Ματθ. 4,1). Ο μελλοντικός θρίαμβος του αποκαλυπτικού Ιησού επί του «πλανώντος την οικουμένην» προδιατυπούται στον «ασκητικό» θρίαμβό Του επί του Σατανά μέσα στο σκηνικό χώρο της ερήμου. «Τότε αφίησιν αυτόν ο διάβολος, και ιδού άγγελοι προσήλθον και διηκόνουν αυτώ» (Ματθ. 4,11). Με τον θρίαμβο αυτόν αποδεικνύεται πράγματι ο Κύριος «ισχυρότερος» του Ιωάννου, αφού συντρίβει τις προσβολές του Σατανά και εξουδετερώνει και εδώ τυπολογικά τις μεθοδείες του. Άλλωστε ο θρίαμβος αυτός του Κυρίου είναι συγχρόνως η «σπερματική δύναμη» του ερημικού ασκητικού θριάμβου. Χάρη και στην προϋπόθεση αυτή ο ερημικός ασκητισμός θα συν­τρίψη πανηγυρικά τους «δαιμονιώδεις λογισμούς» και θα εξουδετερώση αποτελεσματικά τα τεχνάσματα «των αιγυπτίων, ήγουν των δαιμόνων».

Η περίοπτη αυτή θέση της ερήμου μεταξύ των βασικών και ανεπαναλήπτων ιστορικά σταθμών του λυτρωτικού έργου του Κυρίου πρέπει να εκτιμηθή ιδιαίτερα από τον «κοινωνικό» ή «εγκόσμιο» χριστιανό. Γιατί ασφαλώς η δυναμική αυτή παρουσία της ερήμου στους αφετηριακούς σταθμούς της λυτρωτικής παρουσίας του Κυρίου ούτε τυχαία ημπορεί να είναι ούτε χωρίς ιδιαίτερο νόημα. Αντίθετα. πρέπει να παραδεχθούμε πως η πολυδύναμη αυτή συνεργία του σκηνικού χώρου της ερήμου, μέσα στην «καρδιά» του «πληρώματος του χρόνου» (Γαλ. 4,4), με τη προαγγελτική λυτρωτική δράση του Ιωάννου και την «εισαγωγική» δυναμική παρουσία του Κυρίου, πρέπει να κρύβη ένα δυνατό αλλά και «υποχρεωτικό» νόημα. Ίσως μάλιστα θα ημπορούσε κανείς να ισχυριστή πως χωρίς μια πνευματική «ανακεφαλαίωση» όλων αυτών των δραματικών λυτρωτικών γεγονότων της ερήμου, μέσα στο βάθος της προσωπικότητος του «κοινωνικού» χριστιανού, ο τελευταίος δεν θα ημπορούσε να επιδείξη αυθεντικά διαπιστευτήρια αληθινού πνευματικού αγωνιστού.

Η εμπειρία της ασκητικής ερήμου πρέπει να είναι εξάπαντος μια μυστική εσωτερική διάσταση του αυθεντικού χριστιανού. Αυτό το συμπέρασμα προκύπτει αβίαστα ύστερα από μια προσεκτική εμβάθυνση στο νόημα της δυναμικής παρουσίας της ερήμου στις πρώτες σελίδες του λυτρωτικού έργου του Κυρίου.

ΙΩΑΝΝΟΥ ΚΟΡΝΑΡΑΚΗ – ΦΙΛΟΚΑΛΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΕΡΗΜΙΚΗΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΤΗΤΟΣ

OI ANΘΡΩΠΟΙ ΘΑΝΑΤΩΝΟΝΤΑΙ, ΟΙ ΙΔΕΕΣ ΟΧΙ

Ἀποτομὴ κεφαλῆς τοῦ Προδρόμου
29 Αὐγούστου
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου
OI ANΘΡΩΠΟΙ ΘΑΝΑΤΩΝΟΝΤΑΙ, ΟΙ ΙΔΕΕΣ ΟΧΙ

«Ἔλεγε γὰρ ὁ Ἰωάννης τῷ Ἡρῴδῃ· 
Οὐκ ἔξεστί σοι ἔχειν γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ σου» (Μᾶρκ. 6,18)



ΣΗΜΕΡΑ, ἀγαπητοί μου, εἶνε ἡμέρα πένθους καὶ αὐστηρᾶς νηστείας, σὰν τὴ Μεγάλη Παρασκευή. Τὴ Μεγάλη Παρασκευὴ ἄγγελοι καὶ ἄνθρωποι κι αὐτὰ ἀκόμη τὰ ἄψυχα θρηνοῦν τὴν ἄδικο σφαγὴ τοῦ Υἱοῦ τῆς Παρθένου· καὶ σήμερα 29 Αὐγούστου θρηνοῦν οἱ Χριστιανοὶ τὴν ἄδικο σφαγὴ τοῦ υἱοῦ τοῦ Ζαχαρίου καὶ τῆς Ἐλισάβετ, τοῦ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου, ὁ ὁποῖος κατὰ τὴ μαρτυρία τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ὑπῆρξε ἡ ὑψηλοτέρα φυσιογνωμία τοῦ ἀρχαίου κόσμου (βλ. Ματθ. 11,11· Λουκ. 7,28).
Τὸ ἱστορικὸ τῆς ἑορτῆς εἶνε γνωστό. Τὸ ἀκούσατε στὸ εὐαγγέλιο. Ἐδῶ θὰ πῶ τοῦτο μόνο.

Ὁ Πρόδρομος ἔζησε σὲ δύσκολη ἐποχή. Ἡ πολιτικὴ καὶ ἡ θρησκευτικὴ ἡγεσία τοῦ Ἰσραὴλ εἶχαν διαφθαρῆ. Κολακεία, ἰδιοτέλεια, συμφέρον, ψέμα, ἀπάτη, ἀσέβεια, ὑποκρισία, αὐτὰ τὴ χαρακτήριζαν. Εἶχαν στὰ χείλη τὸ Θεὸ καὶ στὴν καρδιὰ τὸ διάβολο. Κέντρο δὲ τῆς διαφθορᾶς ἦταν τὰ ἀνάκτορα. Ἐκεῖ ἦταν ὁ βασιλεὺς Ἡρῴδης· ὄχι ἐκεῖνος ποὺ ἔσφαξε τὰ 14.000 νήπια τῆς Βηθλεέμ, ἀλλ᾿ ἕνας υἱὸς ἐκείνου μὲ τὸ διο ὄνομα, ὁ Ἡρῴδης Ἀντίπας. Ἦταν λύκος γεννημένος ἀπὸ λύκο, παιδὶ πιὸ ἄγριο καὶ πιὸ ἀκόλαστο ἀπ᾿ τὸν πατέρα του. Αὐτὸς ἔδιωξε τὴ νόμιμη γυναῖκα του καὶ πῆρε ὡς σύζυγο τὴ γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ του, τὴν Ἡρῳδιάδα. Αἱμομειξία, δημόσιο σκάνδαλο! Καὶ «τὰ δημοσίως πραττόμενα πρέπει καὶ δημοσίως νὰ ἐλέγχωνται».
Ποιοί ἦταν ἁρμόδιοι νὰ ἐλέγξουν τὸ ἔγκλημα αὐτό; Οἱ φύλακες τοῦ δικαίου, οἱ διδάσκαλοι τοῦ μωσαϊκοῦ νόμου, οἱ ἀρχιερεῖς καὶ ἱερεῖς, οἱ γραμματεῖς καὶ φαρισαῖοι. Ἀλλ᾿ αὐτοὶ ἦταν οἱ «διυλίζοντες τὸν κώνωπα, τὴν δὲ κάμηλον καταπίνοντες» (Ματθ. 23,24). Αὐτοί ἔπρεπε νὰ διαμαρτυρηθοῦν, κανείς ὅμως ἀπ᾿ αὐτοὺς δὲ᾿ μίλησε. Σιγὴ νεκροταφείου.
Ἕνας μόνο βρέθηκε στὸ δικτατορικὸ ἐκεῖνο καθεστὼς νὰ ἐλέγξῃ τὸν αἱμομείκτη βασιλέα· ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος. Τί εἶχε νὰ φοβηθῇ; Μήπως τοῦ πάρουν τὴν περιουσία; Ὅλα του τὰ ὑπάρχοντα ἦταν μιὰ κάππα ἀπὸ τρίχες καμήλου· φαγητό του ἦταν ἀκρίδες καὶ μέλι ἄγριο, ποτό του νερὸ ἀπὸ τὸν Ἰορδάνη, στρῶμα του ἡ ἄμμος, κατοικία του τὰ σπήλαια, συντροφιά του τὰ ἄγρια θηρία. Αὐτὸς ἦταν ὁ Ἰωάννης· ἕνας ἄγγελος στὴν ἔρημο. Ὅταν λοιπὸν ἔμαθε τὸ δημόσιο σκάνδαλο, ἄφησε τὴν ἔρημο καὶ σὰν ἀετὸς κατέφθασε στὰ ἀνάκτορα. Ἀνέβηκε τὰ σκαλιά, παρουσιάστηκε στὸ βασιλιᾶ, καὶ ὁ ἐρημίτης ἀσκητὴς ἔῤῥιξε τὸν κεραυνό· «Οὐκ ἔξεστί σοι ἔχειν τὴν γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ σου», δὲν σοῦ ἐπιτρέπεται νὰ διώξῃς τὴ νόμιμη γυναῖκα σου καὶ νὰ πάρῃς ξένη, καὶ μάλιστα τὴ γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ σου (Μᾶρκ. 6,18).
Ἐννέα λέξεις εἶπε, τὸ πιὸ σύντομο κήρυμα. Σπανίως μικρὸ κήρυγμα εἶχε τόσο μεγάλη δύναμι. Ἡ ἀξία ἑνὸς κηρύγματος ἐξαρτᾶται ὄχι ἀπὸ τὸ μῆκος τοῦ λόγου, ἀλλ᾿ ἀπὸ τὶς ἀλήθειες ποὺ περιέχει. Τὸ κήρυγμα τοῦ Ἰωάννου ἦταν κεραυνός. Λόγοι ἱεροκηρύκων καὶ ῥητόρων ἔχουν λησμονηθῆ. Ποιός θυμᾶται σήμερα λόγους τοῦ Δημοσθένους, τοῦ Κικέρωνος, τῶν φιλοσόφων; Οἱ ἐννέα ὅμως αὐτὲς λέξεις ἔμειναν ἀλησμόνητες· «Οὐκ ἔξεστί σοι ἔχειν τὴν γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ σου».
Πῶς ἄκουσε τὸν ἔλεγχο ὁ Ἡρῴδης, ποὺ ἦταν συνηθισμένος ν᾿ ἀκούῃ κολακεῖες; Σκληρὸς ὁ λόγος, πικρὰ ἡ ἀλήθεια. Ἐν τούτοις ὁ βασιλεὺς στάθηκε κατὰ κάποιο τρόπο πειθήνιος· ἤθελε ν᾿ ἀκούσῃ τὸν Ἰωάννη. Δίπλα του ὅμως ἦταν δυστυχῶς ἡ διεφθαρμένη ἀνδροχωρίστρα, καὶ δὲν τὸν ἄφηνε ἥσυχο. Ἔτσι ὁ Ἡρῴδης ἀναγκάστηκε, μὲ λύπη πολλή, νὰ ὑπογράψῃ διαταγή, νὰ φυλακιστῇ ὁ Ἰωάννης στὶς φυλακὲς τοῦ φρουρίου τῆς Μαχαιροῦντος, ποὺ ἐρείπιά τους σῴζονται πέρα ἀπὸ τὴ Νεκρὰ θάλασσα. Σιώπησε τότε ἆραγε; Ὄχι. Καὶ μέσα ἀπὸ τὰ κάγκελλα τῆς φυλακῆς ἐρχόταν δυνατὴ ἡ φωνὴ τοῦ προφήτου «Οὐκ ἔξεστί σοι ἔχειν τὴν γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ σου» καὶ δὲν ἄφηνε τὴν Ἡρῳδιάδα νὰ κοιμηθῇ. Γι᾿ αὐτὸ ζητοῦσε εὐκαιρία νὰ ἐξοντώσῃ τὸν Πρόδρομο.
Καὶ ἡ εὐκαιρία δόθηκε. Γιὰ τὰ γενέθλια τοῦ Ἡρῴδου ἔγινε στὰ ἀνάκτορα χορός. Χορὸς ἀνήθικος, λάγνος, ἀπὸ ἐκείνους ποὺ μέχρι σήμερα χορεύουν οἱ λαοὶ τῆς Ἀνατολῆς. 
Ὁ Ἡρῴδης διασκέδαζε καὶ εἶχε καλέσει ὅλους τοὺς ἀξιωματούχους τῶν Ἰεροσολύμων. Κι ὅταν παρουσιάστηκε ἡ Σαλώμη ―ἀντάξια κόρη τῆς Ἡρῳδιάδος!― καὶ χόρεψε, τότε πλέον τοὺς κατέλαβε ντελίριο, δὲν ἤξεραν τί κάνουν. Τέτοιες ὧρες χάνεται πλέον ἡ ἀξιοπρέπεια. Στρατηγοί, κυβερνῆται, βασιλεῖς γίνονται μηδέν, σκουλήκια. Καὶ πάνω στὴ μέθη καὶ τὴν ἀπώλεια τῶν φρενῶν, ὁ Ἡρῴδης ὑποσχέθηκε μεγάλο βραβεῖο στὴν αἰσχρὰ χορεύτρια. ―Σοῦ δίνω, λέει, «ἕως ἡμίσους τῆς βασιλείας μου» (ἔ.ἀ. 6,23), μέχρι καὶ τὸ μισὸ βασίλειό μου… Ἰδοὺ εὐκαιρία. Μποροῦσε πολλὰ νὰ ζητήσῃ· χρήματα, ροῦχα, κοσμήματα, διαμάντια, κτήματα, πεδιάδες, σπίτια, ἀνάκτορα… Δὲ᾿ ζήτησε τίποτε ἀπ᾿ αὐτά. Τί ζήτησε; ―Θέλω, εἶπε, τὸ κεφάλι Ἰωάννου τοῦ βαπτιστοῦ!… Ὤ κακία καὶ μοχθηρία γυναικός! Πρὸς στιγμὴν ὁ Ἡρῴδης κλονίστηκε· δὲν ἤθελε νὰ ἐκπληρώσῃ τὴν ἀπαίτησί της, ποὺ ἦταν ἔξω ἀπὸ ὅσα τῆς ὑποσχέθηκε. Ἀλλ᾿ ἕνα αὐστηρὸ βλέμμα τῆς Ἡρῳδιάδος τὸν ἔκανε ἀμέσως νὰ ὑποχωρήσῃ. Καὶ νά τον, μὲ τρεμάμενο χέρι ὑπογράφει διάταγμα, νὰ ἐκτελεσθῇ ὁ Ἰωάννης. Στρατιωτικὸ ἀπόσπασμα πηγαίνει στὶς φυλακές, καὶ ἐκεῖ σπεκουλάτωρ, δήμιος, κόβει τὴν τιμία κεφαλὴ τοῦ Ἰωάννου.
Ἡσύχασε ἆραγε τὸ ἄνομο ζεῦγος; Ὄχι. Ὁ Ἰωάννης δὲν ὑπῆρχε πλέον στὸν κόσμο· ἀλλὰ ἡ φωνή του, καὶ μετὰ θάνατον, ἀκούστηκε ἀκόμη ἠχηροτέρα. Ὁ Ἡρῴδης δὲν εἶχε ὕπνο, λὲς καὶ τὸ προσκέφαλό του εἶχε καρφίτσες καὶ τὸ στρῶμα του ἀγκάθια. Πήγαινε νὰ κοιμηθῇ, καὶ ξαφνικὰ τί ἀκούει; Ἀκούγεται μιὰ φωνὴ ἀκόμη ἰσχυροτέρα· ἦταν ἡ φωνὴ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὅταν τό ᾿μαθε εἶπε· ―Ἡρῳδιάδα, χαθήκαμε· ὁ Ἰωάννης ἀναστήθηκε ἐκ νεκρῶν! (βλ. ἔ.ἀ. 6,16)… Τὸ πίστευε καὶ ἔτρεμε.

Μεγάλο δίδαγμα μᾶς δίνει ἡ σημερινὴ ἡμέρα· οἱ ἄνθρωποι θανατώνονται, ἀλλ᾿ οἱ ἰδέες δὲ᾿ θανατώνονται. Κήρυκες τῆς ἀληθείας, τοῦ δικαίου καὶ τῆς ἠθικῆς φυλακίζονται καὶ ἐκτελοῦνται, ἀλλ᾿ οἱ ἰδέες ὄχι. Συνέλαβαν οἱ Αὐστριακοὶ στὸ Βελιγράδι τὸ Ῥήγα Φεραῖο καὶ τὸν ἔπνιξαν στὸ Δούναβι, ἀλλὰ ἡ φωνή του ἔσεισε τὰ Βαλκάνια. Ἐπαναλαμβάνω ἐκ πείρας ὁμιλῶν· οἱ ἄνθρωποι ἐκτοπίζονται ἢ κλείνονται σὲ τρελλοκομεῖα, ἀλλ᾿ οἱ ἰδέες ὄχι. Ἡ ἰδέα εἶνε σεισμός, εἶνε κεραυνός, κι ἀλλοίμονο σ᾿ ἐκείνους ποὺ πέφτουν οἱ κεραυνοὶ τῆς θείας ἀληθείας.
Τέτοια εἶνε ἡ μοῖρα τῶν κακούργων καὶ δολοφόνων. Ὁ Κάϊν φόνευσε τὸν ἀδελφό του· ἀλλ᾿ ἀπὸ τότε δὲν ἡσύχασε. Κάϊν Κάϊν, ἄκουγε, ποῦ εἶνε ὁ ἀδελφός σου; (βλ. Γέν. 4,9), κ᾿ ἔτρεμε σὰν φύλλο στὸν ἄνεμο. Ὁ Ἰούδας πρόδωσε τὸ Χριστό· ἀλλ᾿ ὅταν ἔμαθε ὅτι σταυρώθηκε, «ἀπελθὼν ἀπήγξατο» (Ματθ. 27,5). Στὴν ἱστορία τοῦ Βυζαντίου ἀναφέρεται, ὅτι κάποιος σκότωσε τὸν ἀδελφό του γιὰ νὰ γίνῃ αὐτὸς βασιλιᾶς, καὶ ἔγινε. Ὅταν τὴ νύχτα πῆγε νὰ κοιμηθῇ στὰ ἀνάκτορα, βλέπει μέσα στὸ δωμάτιό του τὴ μορφὴ τοῦ ἀδελφοῦ του νὰ κρατάῃ ἕνα ποτήρι μὲ αἷμα ποὺ ἄχνιζε καὶ νὰ τοῦ λέῃ· Ἀδελφέ, πίε τὸ αἷμα τοῦ ἀδελφοῦ σου!… Τὸν ἔπιασε φόβος. Ἄλλαξε δωμάτιο, ἔφυγε ἀπὸ τὸ Βυζάντιο, πῆγε σὲ ἄλλα μέρη, ἀλλὰ ἡ σκιὰ ἐκείνη παρουσιαζόταν καὶ τοῦ ἔλεγε· Ἀδελφέ, πίε τὸ αἷμα τοῦ ἀδελφοῦ σου…
Ἀλλὰ καὶ σήμερα νέα αἵματα ἀθῴων ἔρχονται νὰ προστεθοῦν στὰ παλαιὰ καὶ στὸ αἷμα τοῦ Προδρόμου. Στὸν Πόντο οἱ Τοῦρκοι ἐνεργοῦν γενοκτονία, στὴ Σμύρνη καῖνε καὶ καταστρέφουν, στὴ μεγαλόνησο Κύπρο ὁ Ἀττίλας σφάζει καὶ ἀτιμάζει… Νέοι πρόσφυγες, νέοι αἰχμάλωτοι, νέοι ὅμηροι, νέοι ἀγνοούμενοι βαδίζουν δρόμο αἱματοβαμμένο. Καὶ μὲ τὰ μάτια τῆς φαντασίας βλέπω ἄγγελο Κυρίου μὲ λευκὰ φτερὰ νὰ πετᾷ πάνω ἀπὸ τὰ μαρτυρικὰ μέρη. Κρατεῖ ποτήριο καὶ συλλέγει σταλαγματιὰ – σταλαγματιὰ τὸ αἷμα ὅλων τῶν ἀθῴων θυμάτων. Ἐν συνεχείᾳ τὸ παίρνει καὶ πετᾷ ὑπεράνω τῆς Εὐρώπης, τῆς Ἀγγλίας καὶ τῆς Ἀμερικῆς, σείει τὸ ποτήριο αὐτὸ καὶ φωνάζει· Δολοφόνοι διπλωμάται, πίετε τὸ αἷμα τῶν λαῶν…
Θὰ πῆτε· Δὲν ὑπάρχουν πλέον αὐτιὰ τιμίων ἀνθρώπων ν᾿ ἀκούσουν· Σόδομα καὶ Γόμοῤῥα ἔγινε ἡ ἀνθρωπότης… Ἀλλ᾿ ἂς εἶνε βουλωμένα ὅλα τ᾿ αὐτιὰ μὲ βουλοκέρι τοῦ σατανᾶ· ἕνα αὐτί, τὸ αὐτὶ τοῦ Θεοῦ, μένει πάντοτε ἀνοιχτό. Ὁ Θεὸς τῶν δυνάμεων καὶ τοῦ δικαίου ἀκούει τὰ θύματα ποὺ κλαῖνε καὶ προσεύχονται. Ἡ φωνή τους φθάνει μέχρι τὸ θρόνο του. Μὲ ὑπομονή, λοιπόν, ἐγκαρτέρησι καὶ πίστι στὴν αἰωνιότητα ἂς ἀντλήσουμε δύναμι ἀπὸ τὸ μαρτύριο τοῦ τιμίου Προδρόμου γιὰ νὰ προχωροῦμε, καὶ ὁ Θεὸς τῆς δικαιοσύνης καὶ τῆς ἀγάπης θὰ εἶνε μετὰ πάντων ἡμῶν· ἀμήν.

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
(ἱ. ναὸς Ἁγίου Ἰωάννου Πτολεμαΐδος 29-8-1974)

Αποτομή της τιμίας κεφαλής του Προδρόμου (29 Αυγούστου)



Δεν έχουμε συνειδητοποιήσει όσο θα έπρεπε την σημασία της αποτομής, του μαρτυρίου δηλ. του Τιμίου Προδρόμου.

Βεβαίως η Εκκλησία μας, με τη συγκεκριμένη εορτή και τα αναγνώσματα, τόσο το Ευαγγελικό (Μαρκ. ΣΤ ΄ 14 – 30), όσο και το Αποστολικό (Πραξ. Αποστ. ΙΓ ΄ 25 – 32), μας δίνει να κατανοήσουμε μέσα στο ιστορικό πλαίσιο, την μεγάλη μορφή του Βαπτιστού. Το γεγονός της αποτομής είναι συγκλονιστικό και γι’ αυτό, παρά το ότι το γνωρίζουμε, είναι ανάγκη για ακόμα μία φορά να το μελετήσουμε.

Ας εμβαθύνουμε όμως για λίγο στο καθαυτό γεγονός του σφοδρού Προδρομικού ελέγχου, σε σχέση με εμάς τους ίδιους και την εποχή μας.

Οπωσδήποτε η ενέργεια του Προδρόμου, με τα σημερινά κοσμικά δεδομένα και τα «νεοπατερικά» φληναφήματα, δεν μπορεί παρά να χαρακτηριστεί ως ακραία, ίσως γραφική, οπωσδήποτε φανατική και τελικώς ως παράδειγμα προς αποφυγήν.

Ας δούμε το γιατί.

Α) Το τι έκανε ο Ηρώδης στην προσωπική του ζωή, αυτό εντάσσεται στα «απόρρητα προσωπικά δεδομένα» και ως εκ τούτου, όχι μόνο δεν είχε δικαίωμα ο Βαπτιστής να ελέγξει, αλλά με την πράξη του αυτή, θέτει τον εαυτόν του στην παρανομία και προσκρούει στο νόμο περί της «ελεύθερης επιλογής της προσωπικής ζωής»…

Β) Με τον έλεγχό του ξεπέφτει από το υψηλό του έργο. Αυτός δεν είναι παρά ένας ασκητής ο οποίος αρνήθηκε τον κόσμο και ως εκ τούτου δεν του επιτρέπεται να αφήνει τα «δυσθεώρητα ύψη της θεώσεως» και να κατεβαίνει στα κοσμικά και μάλιστα σ’ αυτού του είδους το επίπεδο που μπορεί να χαρακτηριστεί ως «κοσμικό κουτσομπολιό ή κοινωνικό σχόλιο», έστω και αν φαίνεται ότι στηρίζεται στον Νόμο των Εντολών.

Γ) Κάνει υπέρβαση καθήκοντος, και μάλιστα με την αδιακρισία του θίγει την «Ιερά Σύνοδο» των Εβραίων ή άλλως, το «Μέγα Συνέδριον», αφού δεν έχει εξουσιοδοτηθεί από τους Αρχιερείς για μια τέτοια πράξη. Δηλαδή, λειτουργεί αντιδεοντολογικά και εντελώς αυθαίρετα. Επιτέλους, ποιος είναι αυτός ο ασκητής που ελέγχει, καθ’ ην στιγμήν, ολόκληρο το σώμα των υπευθύνων αρχιερέων και των υπεροχικών προσώπων του Συνεδρίου που, έστω και από «διάκριση», ανέχεται αυτήν την κατάσταση, δηλ. την παρανομία του Ηρώδη;

Δ) Δημιουργεί με τον πύρινο λόγο του «κοινωνική αναταραχή», ό, τι δηλ. χειρότερο για μια «ευνομούμενη πολιτεία» και μάλιστα για έναν τόπο που βρίσκεται κάτω από το σιδερένιο πέλμα της Pax Romana. Είναι δυνατόν οι ειρηνικοί «ησυχαστές» και «ερημίτες» να γίνονται αιτία συγχύσεων και ταραχών, και μάλιστα να προσβάλλουν τους ταγούς της πολιτείας, αφού αυτοί έχουν «ταχθεί παρά Θεού» στο έργο τούτο;

Ε) Λησμονούσε ο Ζηλωτής και Βαπτιστής του Ιορδάνου ότι ο Ηρώδης, παρά τα προσωπικά του πάθη και τις ιδιορρυθμίες, έκανε δημόσια έργα, ανέπτυσσε την «πολιτισμική παράδοση» και «ιουδαϊκή κουλτούρα», κρατούσε τις «λεπτές ισορροπίες», με την Ρώμη, και το σημαντικότερο, είχε προσφέρει πολλά χρήματα από τον δημόσιο κορβανά για το κτίριο του Ναού. Ο Ιωάννης μπορεί βέβαια να είχε φτάσει στο επίπεδο να βλέπει ολόκληρο τον κόσμο ως Ναό του Θεού, πλην όμως θα έπρεπε να αισθάνεται την ανάγκη που είχαν οι άνθρωποι για ένα Ναό (και μάλιστα τι Ναό!), ώστε να εκτελούν τα θρησκευτικά τους καθήκοντα! Κυρίως όμως με τον έλεγχό του, διατάρασσε την «αγαστή συνεργασία» μεταξύ «ιουδαϊκής θρησκείας και πολιτείας».

ΣΤ) Αποδεικνύει τον εαυτόν του ακραίο, μονοκόμματο και αδιάκριτο, αφού με την ενέργειά του αυτή, αφήνει το έργο του βαπτίσματος και του κηρύγματος και εγκαταλείπει όλον αυτόν τον κόσμο που προσέτρεχε στην έρημο για να τον ακούσει και να ωφεληθεί.

Θα μπορούσαμε βέβαια να σημειώσουμε και άλλα πολλά, τα οποία βγαίνουν ως συμπεράσματα από την σύγχρονη «θεολογική» ψευτοκουλτούρα.

Όμως, δόξα τω Θεώ, ο Τίμιος του Κυρίου Πρόδρομος, ο μέγιστος των Προφητών, ο Κήρυκας της Χάριτος, ο ασυμβίβαστος, ζούσε για την αγάπη και τη δόξα του Χριστού. Και υπέγραψε αυτήν την αγάπη του με την ίδια του την κεφαλή. Ο Πρόδρομος είναι ο γνήσιος Προφήτης που παραμένει ασυμβίβαστος και που αρνείται να καλύψει την οποιαδήποτε δειλία με ένα διάτρητο «θεολογικό» μανδύα και με επιχειρήματα «νεοπατερικής εποχής».

Αρνείται την διαστροφή της αμαρτίας που αποκτηνώνει τον άνθρωπο και συνάμα επικυρώνει την αλήθεια, του ότι οι πολιτικοί άρχοντες, πόσω δε μάλλον οι εκκλησιαστικοί, πρέπει να μένουν σε γυάλινα σπίτια, ώστε η προσωπική τους ζωή να αποτελεί παράδειγμα προς μίμησιν («το της πόλεως όλης ήθος, ομοιούται τοις άρχουσιν»). Το δε αίμα του, είναι η τρανότερη μαρτυρία της συνέπειας στο πανάγιο και παντοκρατορικό θέλημα του Θεού.

Ας πρεσβεύει ο Μάρτυρας της αληθείας και του Ευαγγελικού ήθους, ώστε τουλάχιστον, αφού συνειδητοποιήσουμε την ρηχότητά μας, όλοι από κοινού, κλήρος, μοναχισμός και λαός, να δεχθούμε την χάρη και την ευλογία, για μια επιτέλους, συνειδητή Ορθόδοξη Χριστιανική ζωή. Αμήν.

Αρχιμ. Ιωήλ Κωνστάνταρος