.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Περί Προσευχής. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Περί Προσευχής. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Ο Θεός απαιτεί από μας να του προσφέρουμε την καρδιά μας



Όταν προσευχόμαστε, πρέπει την καρδιά μας να την υποτάσσουμε ολοσχερώς στη θέλησή μας, να τη στρέφουμε στο Θεό. Δεν πρέπει να ’ναι ψυχρή, πονηρή, ανειλικρινής, διπρόσωπη. Αλλιώς τί αξία θα ’χουν οι προσευχές μας ή η προετοιμασία μας για τη θεία μετάληψη; Μας είναι χρήσιμο κι ωφέλιμο ν’ ακούσουμε τη φωνή της οργής του Θεού:

«Εγγίζει μοι ο λαός ούτος τω στόματι αυτών και τοις χείλεσί με τιμά, η δε καρδία αυτών πόρρω απέχει απ’ εμού» (Ματθ. ιε’ 8). Γι’ αυτό ας μη στεκόμαστε στην εκκλησία σε κατάσταση πνευματικής αδράνειας, αλλά να κάνουμε το πνεύμα μας ζωντανό, να καίει μέσα μας, ν’ ασχολείται με τη νοερά εργασία. Ακόμα κι οι άνθρωποι δεν εκτιμούν τις υπηρεσίες που τους προσφέρουμε ψυχρά, βαρετά, από συνήθεια. Κι ο Θεός απαιτεί από μας να του προσφέρουμε την καρδιά μας. «Δος μοι, υιέ, σην καρδίαν» (Παρ. κγ’26).

Η καρδιά είναι το πιο βασικό όργανο του ανθρώπου, είναι η ζωή του. Είναι κάτι παραπάνω από τη ζωή του, είναι ο ίδιος ο άνθρωπος. Γι’ αυτό εκείνος που δεν προσεύχεται και δεν υπηρετεί το Θεό με την καρδιά του, είναι σα να μην προσεύχεται καθόλου. Σ’ αυτή την περίπτωση μόνο το σώμα του προσεύχεται. Και το σώμα χωρίς το νου δεν είναι τίποτα παραπάνω από χώμα, πηλός. Να θυμάσαι, πως όταν στέκεσαι στην προσευχή, είναι σα να στέκεσαι μπροστά στον ίδιο το Θεό, τον Πάνσοφο. Γι’ αυτό κι η προσευχή σου πρέπει να γίνεται με το πνεύμα, να κατανοεί ο νους αυτά που λένε τα χείλη.

(Αγίου Ιωάννου Κρονστάνδης, Η εν Χριστώ ζωή μου, τ. Α΄)

Ρωτήστε τον Παντοδύναμο, μην τον ξεχνάτε μέρα και νύχτα.....



Θα έρθουν οι καιροί, που όλα θα δηλητηριαστούν. Αλλά εάν πορεύεστε με πίστη, θα ζήσετε.
«Ρωτήστε τον Παντοδύναμο, μην τον ξεχνάτε μέρα και νύχτα.» Είναι καλύτερο να προσεύχεστε νωρίς το πρωί και τη νύχτα. Η πιο ήσυχη ώρα. Ξυπνήστε, σηκωθείτε πλυθείτε και μιλήστε με το Θεό, πείτε Του τα πάντα. 

Ο Κύριος αγαπάει να του μιλάμε. Και θα βρει τρόπους, θα σας σώσει και θα σας βοηθήσει. Δώστε όλες τις αμαρτίες σας στον Θεό. Όλες τις ασθένειες, όλες τις θλίψεις, όλες τις φροντίδες να τις αναθέτετε στον Θεό, ελευθερώσετε τον εαυτό σας. «Κύριε, διαφώτισε το μυαλό μου, ηρέμησε την καρδιά μου, βοήθησε με στη ζωή, γλίτωσε με από το κακό» …

Ἡ προσευχὴ εἶναι φύλακας τῆς σωφροσύνης, χαλιναγωγεῖ τὸν θυμό, καταστέλλει τὴν ὑπερηφάνεια, καθαρίζει ἀπὸ τὴ μνησικακία, διώχνει τὸ φθόνο, καταργεῖ τὴν ἀδικία, ἐπανορθώνει τὴν ἀσέβεια



Λόγος εἰς τήν Προσευχήν

«…Ἡ προσευχὴ εἶναι φύλακας τῆς σωφροσύνης, χαλιναγωγεῖ τὸν θυμό, καταστέλλει τὴν ὑπερηφάνεια, καθαρίζει ἀπὸ τὴ μνησικακία, διώχνει τὸ φθόνο, καταργεῖ τὴν ἀδικία, ἐπανορθώνει τὴν ἀσέβεια.

Ἡ προσευχὴ εἶναι δύναμη τῶν σωμάτων, φέρνει χαρὰ στὸ σπίτι, χορηγεῖ εὐνομία στὴν πόλη, παρέχει ἰσχὺ στὴν ἐξουσία, δίνει νίκη κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ πολέμου, ἐξασφαλίζει τὴν εἰρήνη, ξαναενώνει τοὺς χωρισμένους, διατηρεῖ στὴ θέση τους ἑνωμένους.

Ἡ προσευχὴ εἶναι τὸ ἐπισφράγισμα τῆς παρθενίας, ἡ πιστότητα τοῦ γάμου, ὅπλο στοὺς ὁδοιπόρους, φύλακας ὅσων κοιμοῦνται, θάρρος τῶν ξύπνιων, στοὺς γεωργοὺς φέρνει τὴν εὐφορία, στοὺς ναυτιλόμενους χαρίζει τὴ σωτηρία.

Ἡ προσευχὴ γίνεται συνήγορος τῶν δικαζομένων, ἐλευθερία τῶν φυλακισμένων, παρηγοριὰ τῶν λυπημένων, χαρὰ γιὰ τοὺς χαρούμενους, παρηγοριὰ στοὺς πενθοῦντες, δόξα γι᾿ αὐτοὺς ποὺ ἔρχονται σὲ γάμο, γιορτὴ στὰ γενέθλια, σάβανο σ᾿ αὐτοὺς ποὺ πεθαίνουν.

Ἡ προσευχὴ εἶναι συνομιλία μὲ τὸν Θεό, θεωρία τῶν ἀοράτων, πληροφόρηση γιὰ ὅσα ἐπιθυμοῦμε, ὁμοτιμία μὲ τοὺς ἀγγέλους, προκοπὴ στὰ καλὰ ἔργα, ἀποτροπὴ ἀπὸ τὰ κακά, διόρθωση γιὰ κείνους ποὺ ἁμαρτάνουν, ἀπόλαυση τῶν παρόντων ἀγαθῶν, ὑπόσταση τῶν ἀγαθῶν τοῦ μέλλοντος.

Ἡ προσευχὴ μετέβαλε γιὰ τὸν Ἰωνᾶ σὲ σπίτι τὸ κῆτος, ἐπανέφερε στὴ ζωὴ τὸν Ἐζεκία ἀπὸ αὐτὲς τὶς πύλες τοῦ θανάτου. Γιὰ χάρη τῶν τριῶν νέων μετέστρεψε τὴ φλόγα τῆς καμίνου σὲ δροσερὴ αὔρα καὶ γιὰ τοὺς Ἰσραηλῖτες κέρδισε νίκη κατὰ τῶν Ἀμαληκιτῶν, ἐνῷ τὶς ἑκατὸν ὀγδόντα πέντε χιλιάδες τοῦ Ἀσσυριακοῦ στρατοῦ μὲ ἀόρατη ῥομφαία κατανίκησε σὲ μιὰ νύχτα.

Καὶ κοντὰ σ᾿ αὐτὰ μπορεῖς νὰ βρεῖς ἀμέτρητα παραδείγματα ἀπὸ ἐκεῖνα ποὺ ἔχουν γίνει κι ἀπὸ τὰ ὁποῖα φαίνεται καθαρὰ ὅτι κανένα ἀπὸ ὅσα θεωροῦνται πολύτιμα στὴ ζωὴ δὲν εἶναι ἀνώτερο ἀπὸ τὴν προσευχή.

Ἐπειδὴ εἶναι πολλὰ καὶ κάθε εἴδους τὰ ἀγαθὰ ποὺ μᾶς ἔδωκε ἡ θεία χάρη, αὐτὸ τὸ ἕνα ἔχουμε νὰ ἀνταποδώσουμε γιὰ ὅσα λάβαμε, δηλαδὴ νὰ πληρώνουμε τὸν Εὐεργέτη μὲ τὴν προσευχὴ καὶ μὲ τὴν εὐχαριστία…».

Ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης

Αν κάποιος προσεύχεται στον Κύριο...



Αν κάποιος προσεύχεται στον Κύριο και σκέφτεται άλλα πράγματα, τότε ο Κύριος δεν εισακούει αυτού του είδους την προσευχή.

Όσιος Σιλουανός ο Αθωνίτης

Πῶς νὰ προσευχόμαστε στὴν Παναγία



Νὰ φανταστεῖς ὅτι στέκεσαι μπροστὰ στὴ βασίλισσα καὶ τὴν παρακαλεῖς νὰ πραγματοποιήσει κάποιες δικές σου ἐπιθυμίες. 

Μὲ τί δέος καὶ τί σεβασμὸ θὰ τὸ ἔκανες!

Σκέψου τώρα ὅτι και αὐτή εἶναι ἄνθρωπος, ὅπως καί ἐσύ. 
Σκέψου τώρα πῶς πρέπει νὰ στέκεσαι μπροστὰ στὴ Βασίλισσα τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς, στὴ Μητέρα τοῦ Θεοῦ τοῦ Ὑψίστου, μὲ τί δέος καὶ τί εἰλικρίνεια! 

Ἀνέκφραστη εἶναι ἡ μεγαλωσύνη της καὶ ἀπερίγραπτη ἡ τελειότητα. 

«Πᾶσα ἡ δόξα τῆς θυγατρὸς τοῦ βασιλέως ἔσωθεν» (Ψαλ. 44, 14). 

Αὐτὴ εἶναι τόσο κοντὰ στὸ Θεό. 

Πρόσεχε, νὰ προσεύχεσαι σ’ Αὐτὴν μὲ ἀνάλογο δέος, μὲ καθαρή καὶ συντετριμμένη καρδιά.

Αγίου Ιωάννου της Κροστάνδης
Από το βιβλίο : «ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΕΣ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ ΚΑΙ ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ».
Εκδόσεις: Ορθόδοξος Κυψέλη.



Ρώτησε ένας μοναχός κάποιον προσκυνητή: Πόσα κινητά έχεις;

Ρώτησε ένας μοναχός κάποιον προσκυνητή: Πόσα κινητά έχεις; Και το τέταρτο που είναι; Το ξέχασες στο σπίτι μου; Όμως, ας είναι, μια που μιλάμε για κινητά, να σε ρωτήσω κάτι ακόμη: Πως ανοίγει το τηλέφωνό σου;

-Με τον ανάλογο κωδικό, το ΡΙΝ.

–Έτσι και η προσευχή. ’Αν θέλεις να εισακουστεί, τότε χρειάζεται και το ανάλογο κλειδί, ο ανάλογος κωδικός, αλλιώς όλος ο κόπος και ο χρόνος της προσευχής σου θα πάει χαμένος. Λέγε, λοιπόν, απαραιτήτως πριν από την κύρια προσευχή σου στον Κύριό μας:

Ο Θεός ιλάσθητί μοι τον αμαρτωλόν και ελέησόν με.

Ο Θεός ιλάσθητί μοι τον χειρότερο αμαρτωλό του κόσμου, τον πιο πονηρό, κακόβουλο, αμετανόητο, προβληματικό, άθλιο, φίλαυτο και κακότροπο άνθρωπο και πλάσμα της Γης, που υπήρξε υπάρχει και θα υπάρξει, και ελέησόν με.

Παντοδύναμον όπλο στα χέρια του πιστού είναι η προσευχή



Το μεγάλο δώρο του Θεού στον άνθρωπο είναι η Προσευχή 

Παντοδύναμον όπλο στα χέρια του πιστού είναι η προσευχή. Είναι η συνομιλία του δημιουργήματος με τον Δημιουργό του. Του μικρού ανθρώπου με τον Παντοδύναμον Θεόν. 

Είναι «Αγγέλων έργον», λέγουν οι Άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας. 

Είναι μέγα προνόμιον του ανθρώπου. Είναι η αναπνοή της ψυχής μας. Είναι το ιερότερον και ευγενέστερον έργον μας. Η αγιότερη ανθρώπινη κίνηση και πράξη. Είναι η συνάντηση του πεπερασμένου ανθρώπου με τον άπειρον Θεόν… 

Είναι μεγάλο δώρο του Θεού στον άνθρωπο η προσευχή. Δώρον ανυπολογίστου αξίας, τιμή μεγάλη και ωφέλεια ανυπολόγιστη. Είναι αδύνατη η πνευματική ζωή χωρίς την χάριν και την δύναμη της προσευχής. 

Είναι αδύνατη η άσκηση της ευσεβείας χωρίς την προσευχή. 

Είναι αδύνατη η σωτηρία της ψυχής μας χωρίς την ζωογόνον επίδραση της προσευχής. 

Άγιοι Κύριλλος και Μεθόδιος

Να προσεύχεσθε για τους συγγενείς σας.. .



Να προσεύχεσθε για τους συγγενείς σας χωρίς να αγχώνεσθε για τη σωτηρία τους, γιατί έτσι χάνετε την επικοινωνία σας με τον Χριστό και δείχνετε ολιγοπιστία. Να τα αναθέτετε όλα με εμπιστοσύνη στην αγάπη και την πρόνοια του Θεού.

Άγιος Πορφύριος

Τριών τρόπων της προσευχής



Τρεις είναι οι τρόποι της προσοχής και της προσευχής, με τους οποίους η ψυχή ή υψώνεται ή γκρεμίζεται· υψώνεται όταν τους μεταχειρίζεται σε κατάλληλο καιρό, γκρεμίζεται όταν τους κατέχει παράκαιρα και ανόητα. Η νήψη λοιπόν και η προσευχή είναι δεμένες όπως η ψυχή με το σώμα και η μία χωρίς την άλλη δεν μπορεί να σταθεί. Αυτά τα δύο συνδέονται μεταξύ τους με δύο τρόπους. Πρώτα η νήψη αντιστέκεται στην αμαρτία, σαν εμπροσθοφυλακή, και κατόπιν ακολουθεί η προσευχή, η οποία θανατώνει παρευθύς και αφανίζει όλους εκείνους τους αισχρούς λογισμούς που εξουδετέρωσε πρωτύτερα η προσοχή· γιατί αυτή μόνη της δεν μπορεί να κάνει κάτι τέτοιο. Αυτή η δυάδα, δηλαδή η προσοχή και η προσευχή, είναι η πύλη της ζωής και του θανάτου, κι όταν με τη νήψη φυλάγομε καθαρή την προσευχή, βελτιωνόμαστε, ενώ όταν δεν προσέχομε και τη μολύνομε και τη διαφθείρομε, αυξανόμαστε στην κακία. Επειδή λοιπόν, όπως είπαμε, οι τρόποι της προσοχής και προσευχής είναι τρεις, πρέπει να πούμε και τα ιδιώματα του κάθε τρόπου ώστε, όποιος θέλει να βρει τη ζωή και να εργαστεί, να βεβαιωθεί από αυτές τις τρεις ξεχωριστές καταστάσεις και να διαλέξει το καλύτερο, και όχι από άγνοια να κρατήσει το χειρότερο και να διωχθεί έτσι από το καλύτερο.

Περί της πρώτης προσευχής

Της πρώτης προσευχής τα ιδιώματα είναι τα εξής. Όταν κανείς στέκεται σε προσευχή και σηκώνει στον ουρανό τα χέρια και τα μάτια και το νου του και σχηματίζει ο νους του θεία νοήματα και ουράνια κάλλη, ταξιαρχίες Αγγέλων και κατοικητήρια Αγίων και γενικά, όλα όσα άκουσε από τις Γραφές, αυτά στον καιρό της προσευχής τα συναθροίζει στο νου του και παρακινεί την ψυχή του σε θείο πόθο, ατενίζοντας σταθερά στον ουρανό, και μερικές φορές χύνοντας και δάκρυα από τα μάτια του, με αυτό τον τρόπο λίγο-λίγο υπερηφανεύεται η καρδιά του και επαίρεται, και του φαίνεται πως αυτά που γίνονται είναι από χάρη θεϊκή προς παρηγοριά του, κι εύχεται να βρίσκεται πάντοτε σε τέτοια εργασία.

Όλα αυτά είναι σημάδια της πλάνης, γιατί το καλό δεν είναι καλό, όταν δε γίνει με τρόπο καλό. Αν λοιπόν ένας τέτοιος άνθρωπος αποσυρθεί σε άκρα ησυχία, είναι αδύνατο να μην τρελαθεί· κι αν τύχει να μην πάθει κάτι τέτοιο, όμως είναι αδύνατο να αποκτήσει τις αρετές ή να φτάσει στην απάθεια. Με τούτο τον τρόπο πλανήθηκαν κι εκείνοι που βλέπουν φως αισθητά και νιώθουν κάποιες ευωδίες με την όσφρησή τους κι ακούνε φωνές κι άλλα πολλά παρόμοια. Και άλλοι από αυτούς δαιμονίστηκαν και γυρίζουν έξαλλοι από τόπο σε τόπο και από χώρα σε χώρα· άλλοι πάλι δεν κατάλαβαν αυτόν που μετασχηματίζεται σε άγγελο φωτός και πλανήθηκαν με το να τον δεχτούν κι έμειναν στο εξής αδιόρθωτοι ως το τέλος, χωρίς να δέχονται καμία συμβουλή από ανθρώπους. Άλλοι από αυτούς παρακινήθηκαν από το διάβολο που τους απάτησε και σκοτώθηκαν μόνοι τους, άλλοι δηλαδή γκρεμίστηκαν κι άλλοι κρεμάστηκαν. Και ποιος μπορεί να διηγηθεί όλες τις διάφορες μορφές της απάτης του διαβόλου; Πλην από αυτά που είπαμε, κάθε φρόνιμος άνθρωπος μπορεί να καταλάβει ποιο είναι το κέρδος από τον πρώτο τρόπο της προσοχής. Κι αν τύχει κανείς να μην πάθει αυτά που είπαμε, επειδή βρίσκεται μαζί με άλλους (γιατί αυτά τα παθαίνουν οι αναχωρητές που είναι μόνοι τους), όμως περνά όλη του τη ζωή απρόκοπος. 

Περί της δεύτερης προσευχής

Η δεύτερη προσευχή είναι η εξής. Όταν ο νους συνάγει τον εαυτό του από όλα τα αισθητά και φυλάγεται από τις εξωτερικές αισθήσεις και συνάγει όλους τους λογισμούς, αλλά χωρίς να το καταλαβαίνει πορεύεται μάταια· και πότε εξετάζει τους λογισμούς του, πότε προσέχει στα λόγια της ικεσίας που λέει προς το Θεό· κι άλλοτε επαναφέρει στον εαυτό του τους λογισμούς που αιχμαλωτίστηκαν, ενώ άλλοτε, αφού κυριεύθηκε ο ίδιος από κάποιο πάθος, αρχίζει πάλι με βία να επιστρέφει στον εαυτό του. Έχοντας τούτο τον πόλεμο, δεν είναι δυνατό να ειρηνέψει αυτός ποτέ ή να λάβει το στέφανο της νίκης.

Γιατί ο τέτοιος άνθρωπος μοιάζει μ' εκείνον που κάνει πόλεμο μέσα στη νύχτα, ο οποίος ακούει τις φωνές των εχθρών και δέχεται πληγές από αυτούς, μα δεν μπορεί να δει καθαρά ποιοι είναι και από πού ήρθαν και πώς και γιατί τον πληγώνουν, επειδή το σκότος που έχει στο νου του προξενεί αυτή τη ζημία, και δεν είναι δυνατό ποτέ να γλυτώσει όποιος κάνει αυτόν τον πόλεμο από τους νοητούς εχθρούς του που τον συντρίβουν. Και υπομένει τον κόπο, αλλά χάνει το μισθό. Αλλά και εξαπατάται από την κενοδοξία, χωρίς να το καταλαβαίνει, και του φαίνεται πως είναι τάχα προσεκτικός· και καθώς κυριεύεται και εμπαίζεται από αυτή, συχνά καταφρονεί από υπερηφάνεια τους άλλους και τους κατηγορεί ως απρόσεκτους και συστήνει τον εαυτό του ως ποιμένα προβάτων, μοιάζοντας με τυφλό που υπόσχεται να οδηγεί άλλους τυφλούς. 

Τούτος είναι ο δεύτερος τρόπος της προσευχής κι από αυτά μπορεί ο φιλόπονος να μάθει τη ζημία που προξενεί. Όμως η δεύτερη προσευχή είναι καλύτερη από την πρώτη, όπως η νύχτα με πανσέληνο από τη νύχτα χωρίς άστρα και φεγγάρι.

Περί της τρίτης προσευχής

Ιδού αρχίζομε να μιλάμε περί της τρίτης προσευχής. Αυτή είναι πράγμα παράδοξο και δυσκολοερμήνευτο· και σ' εκείνους που την αγνοούν, όχι μόνο είναι δυσκολοκατάληπτη, αλλά σχεδόν και απίστευτη, επειδή δεν συναντάται στους πολλούς· και καθώς νομίζω, αυτό το καλό έφυγε από μας μαζί με την υπακοή. Γιατί η υπακοή απαλλάσσει τον εραστή της από τις επιδράσεις του παρόντος πονηρού κόσμου και τον ελευθερώνει από μέριμνες και εμπαθείς προσκολλήσεις και τον κάνει πρόθυμο και άοκνο στον ζητούμενο σκοπό του, αν βέβαια αυτός έχει βρει απλανή οδηγό. Από ποια πρόσκαιρα δηλαδή θα νικηθεί ο νους εκείνου που με την υπακοή νεκρώθηκε για κάθε εμπαθή προσκόλληση στον κόσμο ή το σώμα του; Η, από ποια μέριμνα μπορεί να δεσμευθεί εκείνος που ανέθεσε κάθε μέριμνα της ψυχής και του σώματός του στο Θεό και στον πνευματικό του πατέρα και δε ζει πλέον για τον εαυτό του, ούτε επιθυμεί να είναι αρεστός σε ανθρώπους; Από αυτά, οι νοητές περικυκλώσεις των αποστατών δαιμόνων, οι οποίες σαν σχοινιά σύρουν το νου σε πολλούς και διάφορους λογισμούς, διαλύονται· και τότε ο νους μένει ελεύθερος και πολεμά με εξουσία και ερευνώντας τους λογισμούς των δαιμόνων τους αποδιώχνει με επιτηδειότητα και προσφέρει με καθαρή καρδιά τις προσευχές του στο Θεό. Αυτή είναι η αρχή της μοναχικής πολιτείας, κι όσοι δεν κάνουν τέτοια αρχή μάταια κοπιάζουν.

Η αρχή τώρα της τρίτης προσευχής δεν είναι να κοιτάζει κανείς στον ουρανό και να σηκώνει τα χέρια του και να συνάγει τους λογισμούς και να ζητά βοήθεια από τον ουρανό· αυτά, καθώς είπαμε, είναι ιδιώματα του πρώτου τρόπου της πλάνης. Μήτε πάλι, όπως στη δεύτερη προσευχή, ο νους αρχίζει να φυλάγεται από τις έξω αισθήσεις του και να μη βλέπει τους εσωτερικούς εχθρούς. Γιατί ένας τέτοιος βάλλεται από τους δαίμονες, μα δε βάλλει εναντίον τους· πληγώνεται, και δεν το ξέρει· πιάνεται αιχμάλωτος, και δεν μπορεί να αμυνθεί σ' αυτούς που τον αιχμαλωτίζουν πάντοτε οι αμαρτωλοί (δαίμονες) σχεδιάζουν κακά πίσω από την πλάτη του ή μάλλον μπροστά στα μάτια του και τον κάνουν κενόδοξο και υπερήφανο.

Αλλά αν συ θέλεις να κάνεις αρχή αυτής της φωτογεννήτρας και τερπνής εργασίας, βάλε πρόθυμα αρχή ως εξής. Ύστερα από την τέλεια υπακοή που ο λόγος περιέγραψε πρωτύτερα, χρειάζεται να κάνεις και όλα σου τα έργα με συνείδηση καθαρή, γιατί χωρίς υπακοή ούτε καθαρή συνείδηση υπάρχει. Και τη συνείδησή σου πρέπει να τη φυλάγεις πρώτον απέναντι στο Θεό· δεύτερον, απέναντι στον πνευματικό σου πατέρα· και τρίτον, απέναντι στους ανθρώπους και τα πράγματα του κόσμου. Απέναντι στο Θεό οφείλεις να φυλάξεις τη συνείδησή σου έτσι ώστε να μην κάνεις εκείνα πού ξέρεις πως δεν αναπαύουν το Θεό, μήτε του αρέσουν. Απέναντι στον πνευματικό σου πατέρα, ώστε να κάνεις όλα εκείνα που σου λέει σύμφωνα με το σκοπό του, χωρίς να προσθέτεις ή να παραλείπεις. Απέναντι στους ανθρώπους πρέπει να φυλάγεις τη συνείδηση ώστε να μην κάνεις στον άλλο εκείνα που εσύ μισείς, και στα πράγματα του κόσμου πάλι οφείλεις να φυλάγεσαι από την μη ορθή χρήση σε κάθε περίπτωση, και στο φαγητό και στο ποτό και στην ενδυμασία· και γενικά, όλα πρέπει να τα κάνεις σαν να ήσουν μπροστά στο Θεό, χωρίς να σε ελέγχει σε κάτι η συνείδησή σου.

Αφού λοιπόν προλειάναμε και προετοιμάσαμε το δρόμο της αληθινής προσοχής, ας πούμε, αν θέλετε, μερικά σύντομα και σαφή περί των ιδιωμάτων της. Η αληθινή και απλανής προσοχή και προσευχή είναι αυτή· να φυλάγει ο νους την καρδιά όταν προσεύχεται και να περιστρέφεται πάντοτε μέσα σ' αυτή και από εκείνο το βάθος να αναπέμπει τις δεήσεις προς τον Κύριο. Και αφού εκεί μέσα γευθεί ότι είναι χρηστός ο Κύριος, δε βγαίνει πλέον από τον τόπο της καρδιάς, γιατί λέει κι αυτός σαν τον Απόστολο: «Είναι ωραία να είμαστε εδώ». Και παρατηρώντας συνεχώς τους εκεί τόπους, χτυπά και διώχνει τα νοήματα που σπέρνει ο εχθρός. Σ' εκείνους όμως που έχουν άγνοια, αυτό το σωτήριο έργο φαίνεται πολύ σκληρό και δύσκολο· και είναι αληθινά εξαντλητικό το πράγμα και επίπονο, όχι μόνο για τους αμύητους, αλλά και για εκείνους που έλαβαν χωρίς πλάνη την πείρα του μα δε δέχτηκαν και δεν έστειλαν την ηδονή του στο βάθος της καρδιάς. Εκείνοι όμως που απόλαυσαν την ηδονή που έχει και γεύθηκαν τη γλυκύτητά της με το φάρυγγα της καρδιάς τους, μπορούν να αναφωνούν μαζί με τον Παύλο: «Ποιος θα μας χωρίσει από την αγάπη του Χριστού; κλπ.».

Γιατί οι άγιοι Πατέρες μας, ακούγοντας τον Κύριο πού λέει πως από την καρδιά μας βγαίνουν πονηροί λογισμοί, φόνοι, μοιχείες, κλεψιές, ψευδομαρτυρίες, και πως αυτά είναι που μολύνουν τον άνθρωπο, και που συμβουλεύει να έχομε καθαρό το εσωτερικό του ποτηριού για να γίνει και το απέξω καθαρό, άφησαν κάθε άλλο τρόπο εργασίας των αρετών και αγωνίστηκαν γι' αυτή τη φύλαξη της καρδιάς, ξέροντας πολύ καλά πως μαζί με αυτή θα μπορέσουν χωρίς κόπο να ασκήσουν και κάθε άλλη πνευματική εργασία, ενώ χωρίς αυτή δεν είναι δυνατό να παραμείνει καμία αρετή. Αυτήν, μερικοί από τους Πατέρες την ονόμασαν καρδιακή ησυχία· άλλοι, προσοχή· άλλοι, φύλαξη της καρδιάς· άλλοι, νήψη και αντίρρηση· άλλοι, έρευνα των λογισμών και φύλαξη του νου· όλοι όμως με αυτή καλλιέργησαν τη γη της καρδιάς τους και με αυτή αξιώθηκαν να τραφούν με το θείο μάννα. Γι' αυτή λέει ο Εκκλησιαστής: «Ευφραίνου, νέε, στη νεότητά σου και περπάτα στους δρόμους της καρδιάς σου άμωμος και διώξε από την καρδιά σου τον παροργισμό. Αν το πνεύμα αυτού που εξουσιάζει έρθει καταπάνω σου, μην αφήσεις τον τόπο σου»· λέγοντας τόπο εννοεί την καρδιά, όπως λέει και ο Κύριος: «Από την καρδιά βγαίνουν πονηροί διαλογισμοί». Λέει ακόμη: «Μη σκορπίζετε το νου σας εδώ κι εκεί», και: «Τί στενή είναι η πύλη και δύσκολη η οδός που οδηγεί στη ζωή!», και πάλι: «Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι», εκείνοι δηλαδή που δεν απέκτησαν μέσα τους καμία έννοια τούτου του κόσμου. Λέει και ο Απόστολος Πέτρος: «Να είστε νηφάλιοι και άγρυπνοι· ο αντίπαλος σας διάβολος περιφέρεται σαν το λιοντάρι που ουρλιάζει ζητώντας ποιον να καταπιεί κλπ.».

Και ο Παύλος αναφέρεται ολοφάνερα στη φύλαξη της καρδιάς όταν γράφει προς τους Εφεσίους: «Η πάλη μας δεν είναι εναντίον όντων από αίμα και σάρκα». Και οι θείοι Πατέρες μας έγραψαν πολλά για τη φυλακή της καρδιάς, κι όποιος θέλει ας διαβάσει τα συγγράμματά τους να δει όσα δηλαδή έγραψε ο ασκητής Μάρκος και όσα λέει ο Ιωάννης της Κλίμακας και ο Ησύχιος και ο Φιλόθεος Σιναΐτης και ο Ησαΐας και ο Βαρσανούφιος και το βιβλίο «Παράδεισος Πατέρων» (Γεροντικό). Και τι λέω πολλά; Κανείς δεν μπόρεσε, αν δε φύλαξε το νου του, να φτάσει στην καθαρότητα της καρδιάς, για να γίνει άξιος να δει το Θεό. Γιατί χωρίς την προσοχή κανείς δεν μπορεί να γίνει "πτωχός τω πνεύματι", μήτε μπορεί να πενθήσει ή να πεινάσει και να διψάσει τη δικαιοσύνη, και χωρίς νήψη κανείς δεν μπορεί να είναι αληθινά ελεήμων ή καθαρός στην καρδιά ή ειρηνοποιός ή διωγμένος για χάρη της δικαιοσύνης· και για να πω γενικά, με κανένα τρόπο δεν μπορεί κανείς ν' αποκτήσει όλες τις θεόπνευστες αρετές, παρά με τη νήψη. Για τούτο περισσότερο απ' όλα αυτή πρέπει να επιμεληθείς, για να καταλάβεις με τη δοκιμή τα λεγόμενά μου, που είναι άγνωστα σε όλους τους ανθρώπους. Και αν θέλεις να μάθεις και τον τρόπο της προσευχής, θα σου πω με τη δύναμη του Θεού και περί τούτου όσο μπορώ.

Πριν απ' όλα, τρία πράγματα πρέπει να αποκτήσεις κι έπειτα να κάνεις αρχή στην αναζήτησή σου. Αυτά είναι: αμεριμνία από κάθε πράγμα, είτε παράλογο, είτε εύλογο, δηλαδή νέκρωση απ' όλα· συνείδηση καθαρή, δηλαδή να φυλάγεις τον εαυτό σου ακατηγόρητο από τη συνείδησή σου· και απροσπάθεια, δηλαδή να μην κλίνεις σε κανένα πράγμα του κόσμου τούτου, ούτε αυτού του σώματός σου. Έπειτα κάθισε σε κελί ήσυχο και σε μία μοναχική γωνιά και πρόσεξε να κάνεις ό,τι σου λέω· κλείσε τη θύρα και μάζεψε το νου σου από κάθε μάταιο και πρόσκαιρο πράγμα, και τότε ακούμπησε στο στήθος το πηγούνι σου, στρέφοντας τα αισθητά μάτια μαζί με όλο το νου στο κέντρο της κοιλιάς, δηλαδή στον ομφαλό, και κράτησε και την αναπνοή από τη μύτη για να μην αναπνέεις ανεμπόδιστα, και ερεύνησε νοητά στα έγκατα σου να βρεις τον τόπο της καρδιάς όπου είναι στη φύση τους να συνδιατρίβουν όλες οι ψυχικές δυνάμεις.

Στην αρχή έχεις να βρεις σκότος κι ανυποχώρητη σκληρότητα· αν όμως επιμείνεις κι εργαστείς αυτό το έργο νύχτα και μέρα, θα βρεις, ω του θαύματος, ατέλειωτη ευφροσύνη. Γιατί όταν ο νους βρει τον τόπο της καρδιάς, βλέπει παρευθύς εκεί μέσα εκείνα που δεν ήξερε ποτέ του. Βλέπει δηλαδή τον αέρα που βρίσκεται μέσα στην καρδιά και τον εαυτό του φωτεινό και γεμάτο διάκριση. Και στο εξής, από όποιο μέρος εμφανιστεί κανένας λογισμός, πριν ακόμη να σχηματιστεί ή να ειδωλοποιηθεί, τον διώχνει και τον αφανίζει με την επίκληση του Ιησού Χριστού. Και από εδώ ό νους, μνησικακώντας κατά των δαιμόνων, σηκώνει καταπάνω τους τη φυσική οργή και κυνηγά και χτυπά τους νοητούς εχθρούς. Τα υπόλοιπα θα τα μάθεις με τη βοήθεια του Θεού μόνος σου, με τη φύλαξη του νου σου και κρατώντας στην καρδιά τον Ιησού· γιατί λέει κάποιος: «Να κάθεσαι στο κελί σου και αυτό θα σε διδάξει τα πάντα».

Ερώτηση - Απόκριση

Ερώτηση: Και γιατί η πρώτη και η δεύτερη φύλαξη δεν μπορούν να οδηγήσουν στην τελείωση τον μοναχό;

Απόκριση: Γιατί δεν τις μεταχειριζόμαστε με τη σειρά που πρέπει. Ο Ιωάννης της Κλίμακος αυτά τα παρομοιάζει με μία κλίμακα, λέγοντας: «Άλλοι περιορίζουν τα πάθη· άλλοι ασχολούνται με την ψαλμωδία και αφιερώνουν σε αυτή τον περισσότερο χρόνο· άλλοι καταγίνονται με τη νοερά προσευχή· και άλλοι ενατενίζουν στη θεωρία και ζούνε στο βυθό. Στο πρόβλημα αυτό ας χρησιμοποιηθεί το παράδειγμα της κλίμακας.» Όσοι λοιπόν θέλουν να ανεβούν μία κλίμακα, δεν αρχίζουν από επάνω προς τα κάτω, αλλά από κάτω επάνω, και ανεβαίνουν το πρώτο σκαλί κι έπειτα το επόμενο κι όλα τα πιο πάνω· κι έτσι μπορεί κανείς να σηκωθεί από τη γη και ν' ανεβεί στον ουρανό. Αν λοιπόν θέλομε να γίνομε τέλειοι άνδρες με την πληρότητα του Χριστού, ας αρχίσομε σαν βρέφη την κλίμακα που είπαμε, ώστε με τις διάφορες μεθηλικιώσεις να φτάσομε διαδοχικά τα μέτρα του παιδιού, του άνδρα και του πρεσβυτέρου.

Πρώτη ηλικία της μοναχικής ζωής είναι ο περιορισμός των παθών, που είναι έργο των αρχαρίων.

Δεύτερη βαθμίδα και μεθηλικίωση, που από έφηβο τον κάνει νέο πνευματικά, είναι η απασχόληση με την ψαλμωδία. Γιατί μετά τον κατευνασμό και τη μείωση των παθών, η ψαλμωδία προξενεί γλυκύτητα στη γλώσσα και λογίζεται ευάρεστη στο Θεό, αφού δεν είναι δυνατό να ψάλλομε στο Θεό σε γη ξένη, δηλαδή σε εμπαθή καρδιά. Τούτο είναι το σημάδι αυτών που προκόβουν.

Τρίτη βαθμίδα και μεθηλικίωση αυτού που από νέος γίνεται πνευματικά άνδρας, είναι η επιμονή στην προσευχή, που είναι σημάδι αυτών που έχουν προκόψει. Και διαφέρει η προσευχή από την ψαλμωδία όσο ο ώριμος άνδρας από το νέο και από τον έφηβο, ανάλογα με το βαθμό πού έχομε.

Εκτός από αυτές, τέταρτη βαθμίδα και μεθηλικίωση πνευματική είναι του πρεσβυτέρου και ασπρομάλλη· η αταλάντευτη δηλαδή ενατένιση της θεωρίας, η οποία είναι των τελείων. Ιδού, συμπληρώθηκε η οδός και πήρε τέλος η κλίμακα. Αυτά λοιπόν έτσι είναι κι έτσι θεσπίστηκαν από το Πνεύμα, και δεν είναι δυνατό να ανδρωθεί το νήπιο και να γίνει ασπρομάλλης γέροντας, παρά με το να αρχίσει όπως είπαμε από την πρώτη βαθμίδα και περνώντας ορθά από τις τέσσερις ν' ανεβεί στην τελειότητα.

Ξεκίνημα για να έρθει στο φως αυτός που θέλει να αναγεννηθεί πνευματικά, είναι η μείωση των παθών, δηλαδή η φύλαξη της καρδιάς· διαφορετικά είναι αδύνατο να μειωθούν τα πάθη, γιατί από την καρδιά προέρχονται, καθώς λέει ο Σωτήρας, οι πονηροί διαλογισμοί που μολύνουν τον άνθρωπο. Δεύτερη μετά από αυτά είναι η επίταση της ψαλμωδίας. Γιατί αφού κατευναστούν και λιγοστέψουν τα πάθη με την εναντίωση σ' αυτά της καρδιάς, η επιθυμία της συμφιλιώσεως με το Θεό φλογίζει το νου. Και από αυτό δυναμώνει ο νους και χτυπά και διώχνει τους λογισμούς που περιτριγυρίζουν την επιφάνεια της καρδιάς. Και έπειτα πάλι ασχολείται το πιο πολύ με τη δεύτερη προσοχή και προσευχή. Και τότε προβάλλει η αντεπίθεση των πονηρών πνευμάτων και τα πνεύματα των παθών αναταράζουν σφοδρά την άβυσσο της καρδιάς. Όμως με την επίκληση του Κυρίου Ιησού Χριστού αφανίζονται και λιώνουν σαν το κερί. Και πάλι αφού διωχτούν από εκεί, αναταράζουν μέσω των αισθήσεων την επιφάνεια του νου. Και για τούτο γρήγορα αισθάνεται ο νους τη γαλήνη σ' αυτόν, πλην να γλυτώσει τελείως από αυτά και να μην τα πολεμά, είναι αδύνατο. Τούτο έχει δοθεί μόνο σ' εκείνον που έφτασε στη βαθμίδα του τέλειου άνδρα, που έχει αναχωρήσει από όλα τα ορατά και παραμένει συνεχώς στην προσοχή της καρδιάς.

Από αυτά ο προσεκτικός υψώνεται σιγά-σιγά στη σύνεση του ασπρομάλλη γέροντα, δηλαδή στην άνοδο της θεωρίας, πράγμα που είναι των τελείων.
Όποιος λοιπόν τα μεταχειρίζεται αυτά ορθά και στον καιρό του το καθένα, αυτός μπορεί, μετά την αποβολή των παθών από την καρδιά του, και στην ψαλμωδία να επιδοθεί και ν' αντιπολεμήσει τους λογισμούς που ξεσηκώνονται μέσω των αισθήσεων και ταράζουν την επιφάνεια του νου, και στον ουρανό να υψώνει τα αισθητά μαζί με τα νοητά μάτια όταν χρειαστεί, και να προσεύχεται αληθινά και καθαρά· τούτο όμως να το κάνει σπάνια, για το φόβο των δαιμόνων που ενεδρεύουν στον αέρα. Γιατί τούτο μόνο ζητά ο Θεός από μας, να είναι καθαρμένη η καρδιά μας με τη φύλαξη· κι αν η ρίζα είναι αγία, καθώς λέει ο Απόστολος, φανερό είναι πως και οι κλάδοι είναι άγιοι κι ο καρπός. Χωρίς όμως τον τρόπο που είπαμε, όποιος σηκώνει τα μάτια και το νου του στον ουρανό και θέλει να φαντάζεται κάποια νοητά, αυτός σχηματίζει μέσα του είδωλα και όχι την αλήθεια· γιατί με το να είναι ακάθαρτη η καρδιά του δεν προκόβει ούτε η πρώτη ούτε η δεύτερη προσοχή. Όταν δηλαδή θέλομε να κτίσομε ένα σπίτι, δε βάζομε πρώτα τη σκεπή κι υστέρα το θεμέλιο, γιατί τούτο είναι αδύνατο· αλλά πρώτα βάζομε το θεμέλιο κι ύστερα κτίζομε το σπίτι και τότε βάζομε και τη σκεπή. Έτσι πρέπει να κάνομε και σ' αυτά που λέμε. Πρώτα να βάλομε πνευματικό θεμέλιο, δηλαδή να φυλάξομε την καρδιά και να λιγοστέψομε σε αυτή τα πάθη· κι ύστερα να κτίσομε τους τοίχους του πνευματικού σπιτιού, δηλαδή να αποκρούομε με τη δεύτερη προσοχή τη θύελλα των πονηρών πνευμάτων που ξεσηκώνουν οι εξωτερικές αισθήσεις και να ξεφεύγομε το γρηγορότερο από αυτόν τον πόλεμο. Και τότε να στήσομε και τη σκεπή με την τέλεια στροφή προς το Θεό και την αναχώρηση, οπότε ολοκληρώνομε το πνευματικό μας σπίτι με τη δύναμη του Ιησού Χριστού του Κυρίου μας. Σε Αυτόν ανήκει η δόξα στους αιώνες των αιώνων.
Αμήν.

Άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος 

Τα κάμνετε αυτά; Αν όχι, νοερά προσευχή γιόκ! ~ Γέρων Αρσένιος ο Σπηλαιώτης



Ειδικά για τους ανθρώπους που ζουν στον κόσμο ο Γέρων Αρσένιος συμβουλεύει: 

«Όταν οι επισκέπτες ενδιαφέρονταν να μάθουν για την νοεράν προσευχήν, ερωτούσε:

- Έχετε πνευματικόν; 
Είσαστε εξομολογημένοι; 
Προσεύχεσθε; 
Εκκλησιάζεστε; 
Νηστεύετε Τετάρτην και Παρασκευήν; 
Κοινωνάτε τακτικά;

Αν οι επισκέπτες ήσαν έγγαμοι, πρόσθετε:

- Φυλάγετε εγκράτειαν με την γυναίκα σας κατά τις νηστείες, Κυριακές, γιορτές; 
Κάμνετε παιδιά, όσα δώσει ο Θεός; 
Έχετε αγάπην με εχθρούς και φίλους;

Αν κάμνετε αυτά, 
τότε να μιλήσουμε για την νοεράν προσευχήν.
Αν όχι, νοερά προσευχή γιόκ. 
Να μή χάνουμε και τα λόγια μας».

(Ιωσήφ Μονάχου Διονυσιάτου: «Ο Γέρων Αρσένιος ο Σπηλαιώτης» Β’ Έκδοση, σελ. 91.)

Σε πολλούς από εμάς ίσως φαίνονται δύσκολα τα λόγια αυτά του π. Αρσενίου. 

Είναι όμως αληθινά και εγκυρότατα...

Η ευχή μας εξυψώνει και μας ενώνει με τον Χριστό, τον ιατρό των ψυχών και σωμάτων υμών.

Μας βοηθά αποτελεσματικά στο να ξεπεράσουμε όλα τα προβλήματά μας. Μας ενισχύει να αντέχουμε τους πειρασμούς για να κερδίσουμε μέσα από αυτούς την αιώνια σωτηρία μας. Εμποδίζει τον πονηρό να δημιουργεί δυσκολίες στις σχέσεις με τους συνανθρώπους μας και να διαταράσσει έτσι την γαλήνη της ψυχής μας.

Ασκώντας την νοερά προσευχή και ο ίδιος ο άνθρωπος μένει έκπληκτος από τις αλλαγές που παρατηρεί μέσα του.

Ο φλύαρος γίνεται σιωπηλός και εσωστρεφής, δεν επιθυμεί πιά τις συζητήσεις, έχει μία ιερά ενασχόληση, ο δειλός γίνεται ανδρείος, ο αγχώδης γαλήνιος, ο νωθρός και αμελής βιαστής, και ο απαισιόδοξος αισιόδοξος. Πλημμυρίζει από αγαθούς λογισμούς, βλέπει τους άλλους ανθρώπους καλούς, δικαιολογεί τις πτώσεις τους, γεμίζει από ευσπλαχνία, κατάνυξη και ταπείνωση.

Η νοερά προσευχή είναι ένας λειμώνας όπου σκηνώνει η Χάρις του Θεού, γι’αυτό είναι μακάριοι όσοι ασχολούνται με αυτήν. Ο Όσιος Γέρων Ιωσήφ μας προτρέπει: «όποιος θέλει ας δοκιμάζη αυτό το μέλι και γίνεται μέσα του πηγή χαράς και ευφρόσυνης». 

Έχουμε μία ανεκτίμητη πνευματική κληρονομιά, τα συγγράμματα των Αγίων Νηπτικών Πατέρων και τις Επιστολές του τελευταίου Νηπτικού του καιρού μας, Οσίου Ιωσήφ. Ας την αξιοποιήσουμε...

«Σεις δε, εάν αγαπάτε την νοεράν προσευχήν, πενθείτε και κλαίετε ζητώντας τον Ιησούν. Και Αυτός θα αποκαλυφθή ως εν εμπύρω αγάπη, όπου καταφλέγει όλα τα πάθη».

Πρωτ. Γεωργίου Τριανταφύλλου, Ο Άγιος Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής, Ο Νηπτικός Πατήρ και Διδάσκαλος (Ταπεινή αναφορά στη ζωή και στο έργο του), εκδόσεις Ιερού Ησυχαστηρίου Παναγίας Μυρτιδιωτίσσης Θαψάνων Πάρου.

Οι μακάριοι Γέροντες Αρσένιος (αριστερά), και Ιωσήφ (δεξιά), 
οι Σπηλαιώτες και Ησυχαστές, οι για σαράντα χρόνια αχώριστοι συνασκητές.

Χερουβείμ και Σεραφείμ,αφήστε λίγο τον Παράδεισο και ελάτε λίγο κοντά μου



Είπε ό Γέροντας σε κάποιον:
- Νά μή στενοχωριέσαι. Θά κάνεις τις προσευχές σου, θά λες γλυκόλογα του Χριστού. 
Θά ζητάς άνυψώσεις μέσω των άγιων άγγέλων («τίς δώσει μοι πτέρυγας ώσεί περιστεράς και πετασθήσομαι καί καταπαύσω;» Ψαλμ. 54, 7).

Μεταφέρουν τον άγιασμό οί άγγελοι. Μόνο αυτοί μπορούν νά δοξάζουν τόσο τον Θεό.
Είναι ειδικά φώτα, του πρώτου φωτός δεύτερα, πού ανακλούν τό πρώτο φώς. 

Έχουν:
α'. ιδιότητα να υμνούν τον Θεό.
β’. ιδιότητα να υπηρετούν τούς ανθρώπους («ό ποιών τούς άγγέλους αυτού πνεύματα καί τούς λειτουργούς αυτού πυρός φλόγα», Ψαλμός 103,4.

«Ούχί πάντες είσί λειτουργικά πνεύματα εις διακονίαν άποστελλόμενα διά τούς μέλλοντας κληρονομειν σωτηρίαν;»,Έβρ. 1, 14»).

Αυτά να σκεφτείς καί να τά επικαλείσαι. Όταν τα καλείς θα έρχονται. Είναι ή φύσις τους να μάς άγαπάνε.

Γιατί χαίρονται όταν τά καλούμε.Έχουν τέτοια λεπτότητα πού καί στην προστασία τους θέλουν να κάνουν μόνο οτι θέλει ό άνθρωπος. 

Απαντούν στον διάβολο:
«Μέ επικαλέστηκε» καί τρέχουν όλο χαρά. Να τά επικαλείσαι, γιατί είναι πολύ άγιο πράγμα. Ή αγάπη τους είναι και θεραπευτική.
Όταν κάνεις τό βράδυ την προσευχή σου θα βάλεις καί ψαλμωδία κι όταν ή καρδιά σου γίνει άγαπητική να επικαλείσαι τίς μεγάλες δυνάμεις, Πανάγια Χερουβείμ -να δονείται ή καρδιά σου- αφήστε λίγο τον Παράδεισο και ελάτε λίγο κοντά μου.
Μιμούνται τον Δεσπότη στήν άγαθοδωρία.Ή παρουσία τους εκπέμπει τέτοια ανάλαφρη μακαριότητα καί χαρά. 

Από το ''Σημειωματάριο ενός υποτακτικού''

Η Προσευχή για τον συνάνθρωπό μας…



Μια φορά κι έναν καιρό…
Ένα κρουαζιερόπλοιο κατά τη διάρκεια μιας σφοδρότατης καταιγίδας βυθίστηκε και μόνο δύο από τους επιβάτες του κατάφεραν να κολυμπήσουν μέχρι ένα μικρό ερημονήσι.

Οι δυο ναυαγοί μη ξέροντας τι άλλο να κάνουν, συμφώνησαν ότι δεν είχαν άλλη διέξοδο από το να προσευχηθούν στο Θεό.
Ωστόσο για να εξακριβώσουν ποιανού η προσευχή είναι ισχυρότερη αποφάσισαν να χωρίσουν την περιοχή στα δύο και να μείνουν στις αντίθετες πλευρές του νησιού.

Το πρώτο πράγμα για το οποίο προσευχήθηκαν ήταν τροφή.
Το επόμενο πρωινό, ο πρώτος άνδρας είδε ένα δέντρο γεμάτο φρούτα στην πλευρά του και ικανοποίησε την πείνα του.
Η άλλη πλευρά του νησιού παρέμεινε άγονη.

Μετά από μια εβδομάδα, ο πρώτος άνδρας ένοιωθε μοναξιά και αποφάσισε να προσευχηθεί για μια σύζυγο. Την επόμενη μέρα, μια γυναίκα βγήκε κολυμπώντας στη δική του πλευρά του νησιού. Στην άλλη πλευρά δεν έγινε τίποτα.

Σύντομα ο πρώτος άνδρας προσευχήθηκε για ένα σπίτι, ρούχα, περισσότερη τροφή. Την επόμενη μέρα έγινε το θαύμα !
Ότι προσευχήθηκε του δόθηκε !
Ωστόσο ο δεύτερος άνδρας ακόμη δεν κατάφερε να αποκτήσει τίποτα.

Τελικά, ο πρώτος άνδρας προσευχήθηκε για ένα πλοίο ώστε αυτός και η σύζυγος του να μπορέσουν να φύγουν από το ερημονήσι.
Το πρωί, βρήκε ένα πλοίο αραγμένο στη δική του πλευρά του νησιού.

Ο πρώτος άνδρας και η σύζυγος του επιβιβάστηκαν στο πλοίο και αποφάσισαν να αφήσουν τον δεύτερο άνδρα μόνο του στο νησί.

Θεώρησαν ότι ο δεύτερος άνδρας ήταν ανάξιος να λάβει τις ευλογίες του Θεού καθώς καμιά από τις προσευχές του δεν εισακούστηκαν.
Καθώς το καράβι ήταν έτοιμο να σαλπάρει, ο πρώτος άνδρας άκουσε μια φωνή από τον παράδεισο να δονεί τον αέρα :
«Γιατί παρατάς τον σύντροφό σου στο νησί ;»

«Οι ευλογίες είναι μόνο δικές μου, καθώς εγώ ήμουν αυτός που προσευχήθηκε για να τις λάβει.
Από τις δικές του προσευχές δεν εισακούστηκε καμία και έτσι δεν του αξίζει τίποτα» απάντησε ο πρώτος άνδρας

«Κάνεις πολύ μεγάλο λάθος» τον επίπληξε η φωνή.

«Ο άνδρας αυτός προσευχόταν μόνο για ένα πράγμα το οποίο και εισακούστηκε.
Αν δεν γινόταν αυτό εσύ δεν θα λάμβανες καμιά από τις ευλογίες μου»

«Πες μου» ρώτησε ο πρώτος άνδρας, «ποια ήταν η προσευχή του για την οποία του είμαι υποχρεωμένος ;

Προσευχόταν να εισακουστούν όλες οι προσευχές σου…

Μεταμόρφωση του Σωτήρος: Ο δρόμος προς το φως



Ο Ευαγγελιστής, όταν είναι να μας περιγράψει την ένδοξη Μεταμόρφωση του Κυρίου, πρώτα απ’ όλα κατευ­θύνει την προσοχή του, και την δική μας, στην προσευχή. «Και ανέβη εις το όρος προσεύξασθαι». Και επα­ναλαμβάνει ξανά ότι η Μεταμόρφωση του Κυρίου έλαβε χώρα κατά τη διάρκεια της προσευχής.

«Και εγένετο εν τω προσεύχεσθαι». Θέλει να μας υπο­δείξει την προσευχή, ως την οδό προς το φως του Θαβώρ, ως το κλειδί των πνευματικών μυστηρίων, την δύναμη της θείας αποκαλύψεως. Εάν ο θεϊκά εμπνευσμένος Ευαγγε­λιστής βρήκε τόσο απαραίτητο να συνδέσει την ιδέα της προσευχής με την περιγραφή της δόξας του Θαβώρ, τότε ασφαλώς δεν θα σφάλουμε κι εμείς από την μεριά μας, αν συνδέσουμε έναν οσοδήποτε σύντομο διαλογι­σμό για την δύναμη και την αποτελεσματικότητα της προσ­ευχής, με την ανάμνηση της ενδόξου Μεταμορφώσεως του Κυρίου μας.

Έχει η προσευχή κάποιο αποτέλεσμα; Η ερώτηση αυτή απαντάται από τον κοινό νου των ανθρώπων. Από τον χριστιανό που τον φωτίζει το καθαρό φως της πίστεως μέχρι τον ειδωλολάτρη που τον σκοτίζει η πιο βαθειά δεισιδαιμονία, όλοι αναγνωρίζουν την υποχρέωση της προσευχής. Και το μεγαλύτερο και καλύτερο μέρος της ανθρωπότητας πράγματι εκπληρώνει αυτή την υποχρέωση, αν και όχι ακριβώς με τον ίδιο τρόπο ούτε και με την ίδια επιτυχία. Όμως, γιατί συνιστούμε ή προσφεύγουμε στην προσευχή, αν δεν αναγνωρίζεται σ’ αυτήν κάποια δύ­ναμη, ή δεν αναμένεται να την συνοδεύει κάποιο αποτέλεσμα;

Με όποιον τρόπο ζητήσουμε να εξηγήσουμε μια εκδήλωση προσευχής οσοδήποτε ατελή, η πηγή της προέλευσής της θα βρεθεί πάντοτε στη δύναμή της. Και οι εθνικοί προσεύχονται, είτε επειδή ο Θεός, αν και εγκαταλειμμένος από τα πλάσματά Του, δεν τα εγκαταλείπει, αλλά αφήνει ακόμη και στις σκοτεινιασμένες καρδιές τους μερικές ακτίνες του φωτός Του. Ένα φως που ξυπνά, ακόμη και στη σάρκα, ένα συγκεκριμένο αίσθημα πνευματικής στερήσεως, παρέχει ένα ορισμένο προαίσθημα πιθανής ικανοποιήσεώς του, και έτσι διεγείρει μια επιθυμία να επικαλεστούν έναν άγνωστο Θεό για μια άγνωστη βοήθεια, είτε προσεύχονται επειδή, έστω και έξω από το βούρκο της φιληδονίας, στον οποίο βυθίστηκε ο παγανισμός, μερικές φορές αναδύονται κάποιες φτερωμένες ψυχές, που έχοντας συνείδηση της αχρειότητας και της ακαθαρσίας της καταστάσεώς τους, μέσω μιας ειλικρινούς επιθυμίας και προσπάθειας να γνωρίσουν τις δυνάμεις του πνευματικού κόσμου κατόρθωσαν κάποια επικοινωνία μαζί τους, και εν συνεχεία δίδαξαν άλλους να κατορθώσουν το ίδιο, μέσω μιας ειλικρινούς και ισχυρής επι­θυμίας, δηλαδή μέσω της προσευχής. Προσεύχονται πάλι διότι από τις εποχές εκείνες που η αληθινή λατρεία του Θεού επικρατούσε ακόμη σε ολόκληρη την ανθρωπότητα, και γι’ αυτό το λόγο η δύναμη και η αποτελεσματικότητα της αληθινής προσευχής της ήταν πολύ γνωστή, παρέμεινε ακόμη, παρά τη φθορά της θείας λατρείας που επακολούθησε, ανεξίτηλη η γενική πεποίθηση για την αναγκαιότητα της λατρείας και για τα πλεονεκτήματα της προσευχής, δηλαδή για την δύναμη και την αποτελεσματικότητά της.

Υπάρχουν μερικοί χριστιανοί, πού καταλαβαίνουν και εκτελούν την πράξη της προσευχής μάλλον με έναν εξω­τερικό τελετουργικό τρόπο, παρά με έναν τρόπο εσωτερικό και πνευματικό, οι οποίοι, ενώ καθόλου δεν αμφιβάλλουν κατά την γενική πεποίθηση ότι η προσευχή είναι ισχυρή και αποτελεσματική, σφάλλουν, ή κάνουν πέρα για πέρα λάθος στην εφαρμογή αυτής της αλήθειας στον εαυτό τους και στην προσευχή τους.

Προσευχόμενοι επανειλημμένα, και μη βλέποντας καν­ένα αποτέλεσμα από τις προσευχές τους, είτε στον εαυτό τους είτε γύρω τους, αντί να αμφιβάλλουν για την ειλικρί­νεια και την αξία των δικών τους προσευχών, τείνουν να εμποτιστούν με την ιδέα που διαπνέεται από ένα πνεύμα νωθρότητας και αυταπάτης, ότι η ισχυρή και ωφέλιμη προσ­ευχή πρέπει κατ’ ανάγκην να είναι κάποιο περίεργο δώρο της χάριτος, προορισμένο για κάποιους εκλεκτούς του Θεού, και μόνο για ορισμένες εξαιρετικές περιπτώσεις… Σ’ αυτούς λέμε χωρίς δισταγμό, ότι δεν υπάρχει άνθρωπος του οποίου η προσευχή να μην μπορεί να γίνει αποτελεσματική, αν το επιθυμεί σταθερά και με καθαρή καρδιά, με πίστη και ελπίδα στο Θεό, και δεν υπάρχει περίπτωση η προσευχή του να μην γίνει δεκτή, αν το αντικείμενό της δεν είναι αντίθετο στη σοφία και στο έλεος του Θεού, ή στην πραγματική ευζωία του ικέτη. Αυτό λέγει πολλά. Πιστεύουμε, ωστόσο, ότι δεν εξαπατούμε τους αληθινούς εραστές της προσευχής.

Ο άγιος Ιάκωβος, παροτρύνοντάς μας να προσευχόμαστε «υπέρ αλλήλων», και επιθυμώντας να μας υποκινήσει προς τούτο, λέγει ότι «πολύ ισχύει δέησις… δικαίου ενεργουμένη», και επιβεβαιώνει αυτή την γενική αρχή κι αυτό το πειστικό κίνητρο με το παράδειγμα εκείνου του εξαιρετικού ανθρώπου, τον οποίο πα­ρουσιάζει σαν έναν άνθρωπο όμοιο με μας: «Ηλίας άνθρω­πος ην ομοιοπαθής ημίν, και προσευχή προσηύξατο του μη βρέξαι, και ουκ έβρεξεν επί της γης ενιαυτούς τρεις και μήνας εξ. Και πάλιν προσηύξατο, και ο ουρανός υετόν έδωκε και η γη εβλάστησε τον καρπόν αυτής». Γιατί μας λέ­γει εδώ, ότι ο εργάτης των θαυμάτων Ηλίας «άνθρωπος ην ομοιοπαθής ημίν»; Ακριβώς για να μην αποθαρρυνθούμε, νομίζοντάς τον εξαιρετικό άνθρωπο, από το να τον μιμηθούμε και από το να αποκτήσουμε δύναμη στην προσευχή.

Για να μπορέσουμε και πάλι να καταλάβουμε με πόση ευκολία το κλειδί της προσευχής ανοίγει πνευματικούς και θεϊκούς θησαυρούς, ας κοιτάξουμε ακόμη μια φορά προς το Όρος Θαβώρ, το οποίο προσπαθήσαμε να πλησιάσουμε με τους παρόντες στοχασμούς μας. Ας θεωρήσουμε σο­βαρά ακόμη μια φορά την Μεταμόρφωση του Κυρίου όπως μας δίνεται από τον Ευαγγελιστή: «Και ανέβη εις το όρος προσεύξασθαι. Και εγένετο εν τω προσεύχεσθαι αυτόν το είδος του προσώπου αυτού έτερον». Αν τολμήσουμε απ’ αυτά τα λίγα γνωρίσματα να μαντεύσουμε τους καρδια­κούς λογισμούς του Θείου Ιησού, τότε φαίνεται ότι κατευθυνόμενος προς το Όρος Θαβώρ, ο άμεσος και αποκλειστικός σκοπός Του ήταν όχι η Μεταμόρφωση, αλλά απλώς η προσευχή: «Και ανέβη εις το όρος προσεύξα­σθαι». Φαίνεται ωσάν σε εκείνο το βουνό, ακόμη και τη στιγμή της Μεταμορφώσεως, μοναδικός του σκοπός ήταν η προσευχή: «Και εγένετο εν τω προσεύχεσθαι». Κανέ­νας που στοχάζεται πάνω σε αυτό δεν μπορεί να υποθέσει ως απίθανη την εικασία ότι ο σκοπός της προσευχής του Σωτήρα μας πρέπει να ήταν η προετοιμασία του Ίδιου και των μαθητών Του για το επερχόμενο Πάθος Του και τον Θάνατό Του στο Σταυρό, που δεν είχε παρά πρόσφατα αποκαλύψει, και για τα οποία, στη διάρκεια της ίδιας της Μεταμορφώσεως, ο Μωυσής και ο Ηλίας του μίλησαν. Πώς λοιπόν, μέσα σε αυτή την προσευχή της οδύνης, αποκαλύφτηκε η δόξα; Αυθόρμητα, μπορούμε να πούμε, σαν το άνθος και τον καρπό της προσευχής της πεπληρωμένης ζωντανής δυνάμεως.

Το πνεύμα της προσευχής, ενω­μένο με το Πνεύμα του Θεού, γέμισε την ψυχή του Ιησού με φως. Η υπεραφθονία αυτού του φωτός, που δεν μπορούσε πλέον να περικλείεται μέσα στην ψυχή Του, διαχύθηκε σε ολόκληρο το σώμα Του, έλαμψε στη μορφή Του, και μη βρίσκοντας επαρκή χώρο για να το περικλείσει, φώτισε και μεταμόρφωσε ακόμη και τα ίδια του τα ενδύματα. Εκτεινόμενο ακόμη μακρύτερα, απλώθηκε στις ψυχές των Αποστόλων, αντανακλώμενο στο επιφώνημα του Πέτρου: «Επιστάτα, καλόν έστιν ημάς ώδε είναι!» Υπεισέρχεται στο βασίλειο του αόρατου κόσμου, και τραβά από εκεί τον Μωυσή και τον Ηλία, φτάνει στο ίδιο το στήθος του ουράνιου Πατρός, και κινεί την αγάπη Του σε μια επίσημη μαρτυρία για τον αγαπημένο Του: «Ούτος έστιν ο υιός μου ο αγαπητός!» Ω θαύμα της προσευχής, που αγκαλιάζει με μια πράξη τον ουρανό, τη γη, και τη θεότητα την ίδια! Κανείς να μην πει ότι αυτό το παρά­δειγμα προσευχής δεν μας αφορά, όταν μια πράξη του Θε­ανθρώπου μας αφορά κι εμάς. Διότι σε μας, μολονότι όχι στον ίδιο βαθμό, πρέπει να υπάρξει ό,τι υπήρξε και στον Χριστό: «Τούτο γαρ φρονείσθω εν υμίν», λέγει ο Απόστολος, «ο και εν Χριστώ Ιησού».

Προσευχήσου, θερμά και με όλη τη δύναμη της ψυχής σου, προσευχήσου σταθερά και επίμονα, προσ­ευχήσου σωστά και καθαρά. Και αν δεν θεωρείς τον εαυτό σου άξιο γι’ αυτό, προσευχήσου για την προσευχή την ίδια, και διά της προσευχής θα αποκτήσεις πρώτα την αληθινή και αποτελεσματική προσευχή, και κατόπιν η προσευχή αυτή θα καταβάλει όλα τα πράγματα μέσα σου και θα τα αποκτήσει όλα για σένα· θα σε οδηγήσει στο Όρος Θαβώρ ή θα δημιουργήσει ένα Θαβώρ εντός σου· θα κατεβάσει τον ουρανό στην ψυχή σου και θα ανεβάσει την ψυχή σου στον ουρανό. Αμήν.


(Αγίου Φιλαρέτου Μόσχας, Η Θεολογία της Καρδιάς, εκδ. Ίνδικτος 2008, σσ. 173-185, αποσπάσματα)

http://www.vimaorthodoxias.gr/

Όταν ο νους σου έχει πάει σε οτιδήποτε άλλο πέρα από την προσευχή

«Πάλευε συνεχώς να συγκεντρώνεις τον νου σου που σκορπίζεται σε ρεμβασμούς. Ο Θεός δεν ζητεί από τους υποτακτικούς του Κοινοβίου (όπως από τους ησυχαστές) προσευχή αρρέμβαστη. Γι’ αυτό να μην αθυμείς, επειδή κλέπτεται ο νους σου. Αντίθετα να ευθυμείς που πάντοτε τον επαναφέρεις. Άλλωστε μόνο στους αγγέλους παρατηρείται το «άσυλον», το να μην κλέπτεται δηλαδή ο νους τους» (λόγ. δ΄, 88).

Παραπονιέσαι συχνά ότι είτε στις ακολουθίες του ναού είτε και στην προσωπική σου προσευχή το μυαλό σου φεύγει. Φαίνεσαι προσηλωμένος, μπορεί και να κρατάς στα χέρια σου βιβλίο προσευχών που να τις ψελλίζεις μάλιστα, και όμως με πόνο διαπιστώνεις ότι πολλές φορές μόνο το σώμα σου είναι εκεί. Ο νους σου έχει πάει σε οτιδήποτε άλλο πέρα από την προσευχή: σε εργασίες ανολοκλήρωτες, σε προβλήματα οικογενειακά, σε κάτι προσωπικό που σε ταλαιπωρεί, στη συμπεριφορά και την ενδυμασία κάποιου ακόμη και μέσα στον ναό. Και θορυβείσαι, και μελαγχολείς κι ίσως και απελπίζεσαι. Γιατί υπάρχουν φορές που έχεις συλλάβει τον εαυτό σου να σκέπτεται ακόμη και αμαρτίες.

Ο άγιος Ιωάννης σε παρηγορεί και σε στηρίζει φιλάνθρωπα. Δεν συμβαίνει μόνο σε σένα ο ρεμβασμός αυτός, το κλέψιμο του νου. Η εμπειρία και ο φωτισμός του τού έχουν δείξει ότι όχι μόνο και στους καλόγερους συμβαίνει ο διασκορπισμός του νου, αλλά και στους μεγάλους και προχωρημένους στην αγιότητα. Στους ίδιους τους αγίους. Σπάνια, αν μη ποτέ, θα υπάρξει άνθρωπος που θα έχει προσηλωμένο τον νου του στον Κύριο εκατό τοις εκατό, ακόμη και την ώρα της προσευχής. Κάποιος λογισμός, ίσως και καλός, θα κλέψει τη διάνοιά του και θα τον αποπροσανατολίσει. Και σου λέει: «μόνο στους αγγέλους παρατηρείται το άσυλο».
Μην επαναπαυτείς όμως με τη διαπίστωση αυτή. Ο ρεμβασμός αποκαλύπτει πόσο δρόμο έχουμε ακόμη μπροστά μας. Πόσο ελλειμματικοί στην πνευματική ζωή είμαστε. 
Γι’ αυτό και αφενός πάλευε να επαναφέρεις τον νου σου στα λόγια της προσευχής κάθε φορά που χάνεται: είναι ο καθημερινός πνευματικός σου αγώνας. Και αφετέρου, να χαίρεσαι, να ευθυμείς, γιατί ακριβώς κάνοντας τον αγώνα αυτόν χαίρεται ο Κύριος και Θεός σου. Μη ξεχνάς: άγιος τελικά δεν είναι ο (ανύπαρκτος ανθρωπίνως) αναμάρτητος, αλλά ο αγωνιστής. Δεν χρειάζεται λοιπόν στενοχώρια, εκεί που υπάρχει εσωτερική πάλη και χαρά του Θεού. Κι ακόμη: γνώριζε ότι με τον αγώνα αυτό που επισύρει τη χάρη του Θεού θα φτάσεις στο πιο χαρισματικό σημείο: να μην κλέπτεται ο νους σου σ’ έναν βαθμό και πέρα από τις ώρες της προσευχής.

Μικρές στάσεις στην Κλίμακα του Αγ.Ιωάννου του Σιναίτη

Άγιος Πορφύριος: «Το μυστικό για να σού δίνει ο Θεός αυτό που επιθυμείς»



Ο Άγιος Πορφύριος, όταν τον ρωτούσαν κάποιοι για τις επιθυμίες τους, έλεγε μεταξύ των άλλων: Μας δίδεται ο,τι επιθυμούμε, όταν δεν το ζητάμε· μας δίδεται όταν δεν το σκεφτόμαστε αλλά ζητάμε μόνο την Βασιλεία Του.

«Να ζητάμε στην προσευχή μόνο τη σωτηρία της ψυχής μας». Δεν είπε ο Κύριος: «Ζητείτε δε πρώτον την Βασιλείαν του Θεού…και ταύτα πάντα προστεθήσεται υμίν;» (Ματθ. 6, 33· Λουκ. 12, 31). Εύκολα, ευκολότατα ο Χριστός μπορεί να μας δώσει ο,τι επιθυμούμε. 
Και κοιτάξτε το μυστικό. Το μυστικό είναι να μην το έχετε στο νού σας καθόλου να ζητήσετε το συγκεκριμένο πράγμα...

Το μυστικό είναι να ζητάτε την ένωση σας με τον Χριστό ανιδιοτελώς, χωρίς να λέτε, «δωσ’ μου τούτο, εκείνο…». Είναι αρκετό να λέμε, «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με». 
Δεν χρειάζεται ο Θεός ενημέρωση από μας για τις διάφορες ανάγκες μας. Εκείνος τα γνωρίζει όλα ασυγκρίτως καλύτερα από μας και μας παρέχει την αγάπη Του. Το θέμα είναι ν’ ανταποκριθούμε σ’ αυτή την αγάπη με την προσευχή και την τήρηση των εντολών Του.
Να ζητάμε να γίνει το θέλημα του Θεού· αυτό είναι το πιο συμφέρον, το πιο ασφαλές για μας και για όσους προσευχόμαστε. Ο Χριστός θα μας τα δώσει όλα πλούσια. 
Όταν υπάρχει έστω και λίγος εγωισμός, δεν γίνεται τίποτα.

Πηγή: «ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΛΟΓΟΙ» του ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΥ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΤΟΥ. Εκδ.: Ι.Μ. Χρυσοπηγής, Χανιά.

Ποιος φταίει για τα δεινά;

Εδώ έγκειται η τραγωδία της εποχής μας: από τη μια μεριά η ανθρωπότητα καταλογίζει ευθύνες στον Θεό για τα κακά που μαστίζουν τον κόσμο και από την άλλη ο χριστιανός ξεκινά να γνωρίσει τον Θεό, θέλοντας να βγάλει ο ίδιος απόφαση για το αν τελικά το φταίξιμο ανήκει σ’ Εκείνον ή στην καρδιά των ανθρώπων….

ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΣΩΦΡΟΝΙΟΣ ΣΑΧΑΡΩΦ

Δεν φτάνει μόνο να βγαίνει η προσευχή από τα χείλη μας. Έχει πολύ μεγάλη σημασία να αγαπάμε Εκείνον που επικαλούμαστε...

Όμως την αγάπη αυτή δεν μπορούμε να την νοιώσουμε, αν επαναλαμβάνουμε μηχανικά την προσευχή ή έστω αν αυτοσυγκεντρωνόμαστε. Αν δεν αγωνιζόμαστε με όλες μας τις δυνάμεις να φυλάσσουμε τις εντολές του Κυρίου, τότε επικαλούμαστε το όνομά Του επί ματαίω. Όμως ο Θεός μας λέει ξεκάθαρα ότι δεν πρέπει να προφέρουμε το όνομά Του χωρίς να υπάρχει σοβαρός λόγος (Εξ. 20,7). Γι’ αυτό όταν επικαλούμαστε το όνομα του Κυρίου, πρέπει να έχουμε επίγνωση όχι μόνο της παρουσίας του ζώντος Θεού, αλλά και της αληθινής σοφίας Του.

Τώρα, όταν ακούμε να κατηγορούν τον Θεό για όλους τους πολέμους, τις αδικίες και όλα τα προβλήματα που υπάρχουν στον κόσμο, με ερωτήσεις του τύπου «πώς το επέτρεψε αυτό ο Θεός», και πάλι ακριβώς το αντίθετο συμβαίνει: αντί να σταυρώνει ο άνθρωπος τον εαυτό του, μαζί με όλες τις αμαρτίες του, ξανασταυρώνει τον Χριστό.

Και όμως, χάρη στον πολυεύσπλαχνο Κύριο ο άνθρωπος μπορεί να ελευθερωθεί από το αίσθημα ενοχής που του δημιουργούν οι αμαρτίες του. Εδώ έγκειται η τραγωδία της εποχής μας: από τη μια μεριά η ανθρωπότητα καταλογίζει ευθύνες στον Θεό για τα κακά που μαστίζουν τον κόσμο και από την άλλη ο χριστιανός ξεκινά να γνωρίσει τον Θεό, θέλοντας να βγάλει ο ίδιος απόφαση για το αν τελικά το φταίξιμο ανήκει σ’ Εκείνον ή στην καρδιά των ανθρώπων.

Μην προσεύχεσαι να γίνουν τα δικά σου θελήματα, γιατί χωρίς άλλοδε συμφωνούν με του Θεού το θέλημα



Όταν προσεύχεσαι όπως πρέπει, θα συναντήσεις τέτοια πράγματα, που να σου φαίνεται πως μ'όλο σου το δίκαιο πρέπει να εξοργιστείς.
Δεν υπάρχει όμως δικαιολογημένος θυμός εις βάρος του διπλανού μας. 

Γιατί αν καλοεξετάσεις, θα βρείς πως είναι δυνατό και δίχως θυμό να τακτοποιηθεί μια χαρά το ζήτημα. Κάνε λοιπόν ό,τι περνάει από το χέρι σου για να μην ξεσπάσεις σε θυμό.Κοίτα μήπως νομίζοντας ότι γιατρεύεις τον άλλο, αποδειχτείς εσύ ο ίδιοςαγιάτρευτος και βάζεις εμπόδια στην προσευχή σου.Αν αποφεύγεις το θυμό, θα βρείς κα συ έλεος και θα φανείς φρόνιμοςκαι θα λογαριαστείς κι εσύ ανάμεσα σ'εκείνους που προσεύχονται.ν αρματώνεσαι ενάντια στο θυμό, δεν πρέπει να ανέχεσαι καμιά επιθυμία. 

Γιατί αυτή δίνει υλικό στο θυμό κι αυτός με τη σειρά του ταράζει το νοητό (νοερό) μάτι, βλάφτοντας πολύ την πνευματική κατάσταση,που μέσα μας δημιουργεί η προσευχή.Μην προσεύχεσαι μόνο με την εξωτερική στάση, αλλά παρακίνα το νού σουνα έρχεται σε συναίσθηση της πνευματικής προσευχής με πολύ φόβο.

Μερικές φορές ευθύς ως πας για προσευχή, θα προσευχηθείς καλά. Κι άλλοτε πάλι, κι αν ακόμα κουραστείς πολύ, δε θα πετύχεις το σκοπό αυτό. Και τούτο για να ζητήσεις ακόμη πιο πολύ προσευχή και, αφού τη λάβεις να μη φοβάσαι μη τυχόν και σου αρπάξουν το κατόρθωμα. 

Όταν έρθει άγγελος, μονομιάς φεύγουν όλοι όσοι μας ενοχλούν και βρίσκεταιο νούς σε πολλή άνεση καθώς προσεύχεται σωστά. Άλλοτε όμως, όταν μας έρχεται ο συνηθισμένος πόλεμος, χτυπιέται και αγωνίζεται ο νούς και δεν του επιτρέπεται κεφάλι να σηκώσει, γατί έχει πιά αποκτήσει την ποιότητα λογής λογής παθών. Όμως ζητώντας πιο πολύ θα βρεί.Κι αν χτυπάει την πόρτα, θα του ανοίξουν (πρβλ. Ματθ. ζ΄8). 

Μην προσεύχεσαι να γίνουν τα δικά σου θελήματα, γιατί χωρίς άλλοδε συμφωνούν με του Θεού το θέλημα. Να προσεύχεσαι μάλλον καθώς διδάχτηκες λέγοντας «γενηθήτω το θέλημα σου εν εμοί» (πρβλ. Λουκ.κβ΄42).Και για κάθε πράγμα με τον ίδιο τρόπο να ζητάς να γίνεται το δικό του θέλημα.Γιατί θέλει ο Θεός το αγαθό κι αυτό, που συμφέρει στην ψυχή σου.Εσύ οπωσδήποτε δεν θα το ζητάς αυτό. Πολλές φορές στην προσευχή μου ζήτησα να γίνει αυτό, που εγώ νόμιζα καλό. 

Και επέμεινα στο αίτημα εκβιάζοντας ασυλλόγιστα το θέλημα του Θεού μη αναθέτοντας σ'αυτόν να οικονομήσει ό,τι εκείνος ξέρει για συμφέρον μου. Και όμως, όταν έλαβα ό,τι ζητούσα δυσανασχέτησα πολύ,επειδή δε ζήτησα να γίνει μάλλον το θέλημα του Θεού.Δεν ανταποκρίθηκε δηλαδή στις προσδοκίες μου ό,τι του ζήτησα. 

Αγιος Νείλος ο ασκητής

«Κύριε Ιησού Χριστέ Ελέησόν με..»: ο υψηλότερος τρόπος νοεράς προσευχής

Όταν θα τον εξασκήσουμε αυτόν στην αρχή θα βρούμε κάποια δυσκολία, αλλά μετά θα βρούμε πλάτος, φάρδος, ύψος, βάθος. Θα δημιουργηθή πρώτον μια χαρά μεμιγμένη με πόνο, μετά σιγά – σιγά χαρά, ειρήνη, γαλήνη. Αλλά και ο νους αφού γλυκανθή δεν θα μπορέσουμε να τον ξεκολλήσουμε από την προσευχή στην καρδιά και στην ευχή.
Θα δημιουργηθή τέτοια κατάστασις, που δεν θα θέλουμε να ξεκολλήσουμε. Θα καθήσουμε σε μια γωνιά, είτε όρθιοι, είτε καθισμένοι, θα σκύψουμε το κεφάλι και δεν θα θέλουμε να ξεκολλήσουμε από εκεί ώρες ολόκληρες. Μπορούμε να καθήσουμε μια, δυο, τρεις, τέσσερες, πέντε, έξη ώρες κόκκαλο, και να μή μας κάνη καρδιά να σηκωθούμε, ούτε ο νούς να πάη πουθενά άλλου. Τον βλέπουμε μόλις πάει πουθενά άλλου, αμέσως τραβάει κάτω το κεφάλι. Γίνεται δηλαδή μια αιχμαλωσία στο θέμα της προσευχής. Ο τρόπος αυτός της προσευχής είναι λίαν αποτελεσματικός. Πρώτον θα φέρη την αμετεώριστον προσευχήν, θα φέρη χαρά, ειρήνη· συνάμα θα φέρη δάκρυα χαράς, διαύγεια του νού. 
Ο νούς θα γίνη δεκτικός θεωριών, θα δημιουργηθή μετά η απόλυτος καρδιακή ησυχία. 
Δεν θα θέλη ο άνθρωπος να ακούη τίποτε απολύτως. Θα νομίζη ότι βρίσκεται σε μια Σαχάρα έρημο. Συνάμα θα γίνεται η ευχή και πιο σύντομα. Θέλω να την έχω σύντομα, θέλω αργά, όπως αναπαύεται η ψυχή, όπως της αρέσει εκείνη την ώρα.
Θα λέμε λοιπόν: «Κύριε – Ιησού – Χριστέ – ελέησόν με – Κύριε – Ιησού –…» και ο νούς θα παρακολουθή την ευχή όπως ένας μηχανικός παρακολουθεί το μηχάνημα που δουλεύει. Ύστερα αφού δεν θα μπορούμε να πάρουμε άλλη αναπνοή θα εκπνέουμε σιγά – σιγά «Κύριε – Ιησού – Χριστέ – ελέησόν με, Κύριε – Ιησού –…», ώστε να φθάσουμε στο τέρμα. Άντε πάλι μια αναπνοή σιγά – σιγά. Όχι βιαστικά· απαλά, ήρεμα, ήσυχα, χωρίς βία. «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με» και να δήτε ύστερα από λίγο στις δουλειές σας επάνω, μόλις παίρνετε αναπνοή θα λέτε: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με», υστέρα στην εκπνοή πάλι την ευχή.Μόνη της η καρδιά τόσο θα αναπαυθή και ο νούς όπου και να βρίσκεται θα παίρνετε αναπνοή και ο νους θα λέγη την ευχή. Βέβαια μπορεί να μη λέτε τρεις ευχές, πάντως μία θα λέτε τουλάχιστον. Και ύστερα θα αποκτηθή ένας ρυθμός, ένας μηχανισμός ρυθμισμένος μαστορικά, και θα δήτε κατόπιν τα αποτελέσματα που θα έχη αυτή η προσευχή. 
Θα τραβάη όλο και πιο πολύ. Θα λέτε: πέρασε ένα τέταρτο, και θάχουν περάσει δύο ώρες. Τόσο δεν θα θέλη ο άνθρωπος να ξεκολλήση ο νούς του από την καρδιά και από το να ακούη την προσευχή. Τί τα θέλεις τα ψαλσίματα, τι θέλεις εκείνο; Γι’ αυτό οι Πατέρες στάς ερήμους δεν χρειάζονταν τέτοια πράγματα. Βέβαια αυτά επικυρώνονται από την εκκλησίαν. Αλλά οι άνθρωποι που βρήκαν αυτόν τον τρόπον της νοεράς προσευχής, που είναι λίαν υψηλότερος των τυπικών, άφησαν τους τύπους και πιάσαν την ουσίαν. Εμείς επειδή χάσαμε την ουσίαν, γιατί ίσως δεν έχουμε διδασκάλους να μας πουν, ή ότι δεν έχουμε την προαίρεσιν και την θέλησιν, πιάσαμε τα τυπικά. Έτσι οι σημερινοί μοναχοί κάνουν τον Εσπερινό τους, την ακολουθία τους, πέραν τούτου τίποτε. Κάνουν και την εργασίαν τους και λένε ότι κάνουν το καθήκον. Μα δεν έγινε το καθήκον.
Ο Άγιος Ιωάννης ο Ελεήμων δημιούργησε μοναστήρι και είπε:
—«Πατέρες, κάντε τα καθήκοντά σας τα πνευματικά, κι εγώ θα σας τρέφω, για να μην έχετε μέριμνα για τα υλικά και υστερείτε από την προσευχή. Εγώ θα σας δίνω τα χρειαζούμενα κι εσείς προσεύχεσθε». Απαντάει ο ηγούμενος:
—Μακαριώτατε Δέσποτα, εκτελούμε τα καθήκοντά μας. Διαβάζουμε την Πρώτη ώρα, την Τρίτη, την Έκτη και την Ενάτη, το Απόδειπνο, τον Εσπερινό, την Λειτουργία.
—Ά! λέει, φανερό είναι ότι είσαστε αμελείς. Και τις άλλες ώρες τι κάνετε;
Τί ήθελε να πή ο Άγιος Ιωάννης μ’ αυτά; Ότι δεν εκπλήρωναν το καθήκον τους, διότι δεν προσηύχοντο αδιάλειπτα.
Όταν σηκωθούμε για την ακολουθία μας, αφού αρχίσουμε το· «Βασιλεύ Ουράνιε», το Τρισάγιο, «Ελέησόν με ο Θεός», θα σκύψουμε το κεφάλι λίγο μπροστά στο στήθος, θα προσπαθήσουμε τον νου να τον ξεκολλήσουμε από κάθε τι και να τον βάλλουμε μέσα στο στήθος, μέσα στην καρδιά μας. Με το σκύψιμο θα βιάσουμε το νου μας να μπή εκεί μέσα. Αφού μπή εκεί μέσα, θα αρχίσουμε με την εισπνοή «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με» και το κομποσχοίνι θα δουλεύη. Και να δήτε. Βέβαια στις αρχές μπορεί να γίνη λίγο δυσκολία, αλλά λίγο επιμονή και υπομονή και θα φέρη το αποτέλεσμα. Μετά σαν πάρη φωτιά και γλυκανθή λιγάκι και μπή στο νόημα δεν τον πιάνει κανένας, όλη νύχτα να καθήση. 
Και τότε θα δήτε, θα περνάη η ώρα και θα λέτε: Μα τώρα άρχισα την προσευχή. Και θα βρήτε μεγαλυτέρα ωφέλεια στον τρόπο αυτό της προσευχής. Και ποιός βέβαια είναι ο σκοπός μας που ήρθαμε εδώ; Δεν ήρθαμε να βρούμε τον Θεόν; Δεν ήρθαμε να βρούμε την ειρήνη; να απαλλαγούμε από τα πάθη;

www.pemptousia.gr

«Γεννηθήτω το θέλημά Σου»



«Ὁ μεγάλος ρῶσος λογοτέχνης L. Tolstoy στό βιβλίο του Παιδικά, Ἐφηβικά καί Νεανικά χρόνια περιγράφει μιά ἐμπειρία του ἀπό τά παιδικά του χρόνια, πού ἔμεινε βαθειά χαραγμένη στην ψυχή του. Φιλοξενοῦσαν συχνά στό σπίτι τους ἕναν ἄνθρωπο πολύ πονεμένο, πού ἐλάχιστες «ἄσπρες» μέρες εἶχε δεῖ στή ζωή του. Σέ μιά ἀπό αὐτές τίς ἐπισκέψεις, ὁ Tolstoy μαζί μέ τά μικρά του ἀδέλφια, παρακολούθησαν κρυφά τό γέροντα πού προσευχόταν στό δωμάτιο τό ὁποῖο τοῦ εἶχαν παραχωρήσει. Καί περιγράφει ὡς ἑξῆς τήν ἀνεξίτηλη σφραγίδα τήν ὁποία ἄφησε πάνω του αὐτή ἡ ἐμπειρία: «Σταυρώνοντας τά μεγάλα του χέρια στό στῆθος, ὁ Γκρίσα, στεκόταν πρῶτα σιωπηλός μέ σκυμμένο τό κεφάλι μπροστά στίς εἰκόνες. Μετά ἔπεσε στά γόνατα καί ἄρχισε νά προσεύχεται. Στήν ἀρχή ἀπάγγειλε σιγαλά γνωστές προσευχές· μετά τίς ἐπανελάμβανε δυνατότερα. Μετά ἄρχισε νά προσεύχεται μέ δικά του λόγια. Προσευχήθηκε γιά ὅλους τούς εὐεργέτες του (ἔτσι ἀποκαλοῦσε αὐτούς πού τόν φιλοξενοῦσαν)· ἀνάμεσα σ᾽ αὐτούς καί γιά τήν μητέρα μας καί γιά μᾶς.

Προσευχήθηκε γιά τόν ἑαυτό του, ζητώντας ἀπό τό Θεό νά συγχωρήση τίς προηγούμενες ἁμαρτίες του· καί μετά συνέχισε νά ἐπαναλαμβάνη: Θεέ μου, συγχώρεσε τούς ἐχθρούς μου. Μετά συνέχισε νά ἐπαναλαμβάνη πολλές φορές: Κύριε, ἐλέησέ με· ἀλλά κάθε φορά μέ ἀνανεωμένη δύναμι καί μέ θέρμη. Μετά εἶπε: Συγχώρεσέ με, Κύριε, καί δίδαξέ με, πῶς νά ζῶ. Καί τό εἶπε μέ τόση ἁπλότητα καί πίστι σάν νά περίμενε μιά ἄμεση ἀπάντησι στό αἴτημά του. Καί ἔπειτα τό μόνο τό ὁποῖο μπορούσαμε νά ἀκούσουμε, ἦταν λυπητερά ἀναφυλλητά. Σέ λίγο σηκώθηκε στά γόνατά του, σταύρωσε τά χέρια του στό στῆθος καί ἔμεινε σιωπηλός...

Καί ξαφνικά ἀναφώνησε: Γενηθήτω Κύριε, τό θέλημά Σου! Καί πέφτοντας μέ τό μέτωπο στό πάτωμα ἄρχισε πάλι νά κλαίη μέ λυγμούς σάν παιδί...».

Καί συνεχίζει ὁ Tolstoy: «Πολλές ἀναμνήσεις τοῦ παρελθόντος ἔχουν χάσει τή σημασία τους γιά μένα· ἀκόμη καί ὁ Γκρίσα ὁ προσκυνητής ἔχει ἀπό καιρό τελειώσει τό τελευταῖο του ταξίδι. Ἀλλά ἡ ἐντύπωσι, τήν ὁποία μοῦ ἔκανε ἐκείνη ἡ βραδυνή προσευχή του, δέν θά ξεθωριάση ποτέ!

Ὠ ἀληθινέ Χριστιανέ Γκρίσα! Ἡ πίστι σου ἦταν τόσο δυνατή πού ἔνοιωθες ζωντανή τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἀγάπη σου γιά τό Θεό ἦταν τόσο μεγάλη, πού οἱ λέξεις ξεχύνονταν ἀπό τά χείλη σου ἀπό μόνες τους, χωρίς νά τίς μετρᾶς μέ τή λογική σου. Καί τί ὑπέροχη δοξολογία πρόσφερες, γιά νά δοξάσης τό μεγαλεῖο τοῦ Θεοῦ, ὅταν -μή βρίσκοντας λέξεις μέσα στόν πόνο σου- ἔπεσες κλαίγοντας στό πάτωμα καί φώναξες: Γενηθήτω, Κύριε τό θέλημά σου!».

Εἴμασθε εὐγνώμονες στό μεγάλο Tolstoy γιά τήν “μαγνητοσκόπηση» αὐτῆς τῆς συγκλονιστικῆς προσευχῆς τοῦ ἁπλοϊκοῦ γέροντα προσκυνητῆ. Καί εἶναι κρίμα, πού ὁ τραγικός συγγραφέας, φυλακισμένος στόν ἑωσφορικό ἐγωϊσμό του, δέν φρόντισε ποτέ νά ἀξιοποιήση σωστά τό μάθημα τῆς προσευχῆς, τό ὁποῖο πῆρε ἀπό τόν ἀγράμματο χωρικό. Τουλάχιστον ἔκανε τήν πολύ σωστή διαπίστωση ὅτι οἱ λέξεις «Γενηθήτω τό θέλημά Σου», εἶναι ἡ πιό ὑπέροχη δοξολογία τοῦ Θεοῦ». 

Αρχιμ. Ιωάννου Κοστώφ
«Η Προσευχή Κομποσχοίνι»

ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΥ ΚΑΤΡΑΚΟΥΛΗ-Ένα βράδυ, στην προσευχή μου ώμίλησα πολύ προσωπικά με τον Θεό...



Ώμίλησα στον Πρόσωπο του Χριστού και είδα άμεσα τα αποτελέσματα τής πλήρους εμπιστοσύνης προς Εκείνον.

Όταν προσευχώμεθα τελωνικώς, μας λούζει το έλεος του Θεού και το σκοτεινό καταγώγιο της ψυχής μας καταγαύζεται απο το θείο Φως. Εάν προσεύχεσαι με πνεύμα συντριβής και μετανοίας, έχοντας επίγνωση της αμαρτωλότητός σου και της απείρου θείας ευσπλαχνίας, ευρίσκεσαι αίφνης να φορής βασιλικήν αλουργίδα θείας δόξης. Χωρίς μετάνοια, πένθος και συντριβή δεν είναι δυνατόν να ελκύσουμε το θείο Φως στην ψυχή μας.

Όταν προσεύχεσαι αντιλαμβάνεσαι ότι ο Θεός σε ακούει, σου ομιλεί, σε σκέπτεται – εσένα ξεχωριστά - , και μάλιστα πολύ αγαπητικά. Μας ομιλεί ό Θεός και πρέπει κι εμείς να Του ομιλούμε από πολύ κοντά, με εμπιστοσύνη, αγαπητικά, λατρευτικά. Όταν λέμε "ομιλώ στον Θεό", σημαίνει πάω κοντά ως αγαπητός στον Θεό -ό Θεός να με ελεήσει- και πιστεύω ότι δεν θα μου χαλάσει το χατήρι.

Πρώτα Του λέω να με συγχώρηση που τολμώ να Του ομιλήσω. Τον παρακαλώ να με ελεήση να με ακούση, να με προσέξη και να με κοιτάξη... Τί είναι το κοίταγμα; Ή παροχή του θείου ελέους, ή αίσθησις της επισκέψεως του θείου ελέους.

Πρέπει να έχωμε βεβαιότητα κατά την θεία συνομιλία ότι ό Θεός θα μας απαντήση. Αυτό δεν είναι πλάνη ούτε εγωισμός ούτε μύθος ούτε φαντασία, είναι πίστις, πραγματικότης. Έτσι μας θέλει ό Θεός! Να Του ομιλούμε ως φίλος προς Φίλον και να ιστάμεθα ως ενώπιος Ένωπίω. Πώς αλλιώς ημπορεί να είναι παρά μόνον έτσι; Άς είμαστε τομαράκια, μας έχει φίλους ό Θεός... και κάνει μεγάλη υπακοή εις ημάς. Δεν μας αρνείται τίποτε ό Θεός, εκτός και αν ζητούμε πράγματα ανώφελα για την σωτηρία μας.
Όταν προσευχώμεθα απευθυνόμεθα στον Παντογνώστη και Παντοδύναμο, που ημπορεί να ενεργή τα πάντα αμέσως. Και όταν ή αίσθησης της παρουσίας του Θεού αναπαύη τον είναι μας και έχωμε την πεποίθηση ότι ό Κύριος τα πάντα δύναται, τότε ό Θεός θαυματουργεί.

Ένα βράδυ, στην προσευχή μου ώμίλησα πολύ προσωπικά με τον Θεό. Ώμίλησα στον Πρόσωπο του Χριστού και είδα άμεσα τα αποτελέσματα τής πλήρους εμπιστοσύνης προς Εκείνον. Όταν ικετεύωμε χωρίς ενδοιασμούς, χωρίς κανένα παραπέτασμα, ανοικτά -και τηρούμε βεβαίως τις εντολές- τότε ό Θεός δεν μας χαλάει χατίρι. Αμέσως μας ακούει. Τόσο πολύ μας αγαπάει! Και όταν ό Θεός, ή αύτοαγάπη, γίνη ή αγάπη μου, ε .... από κει και πέρα αρχίζει ή μακαριότης και ή απόλαυσις τής συνομιλίας πρόσωπο προς Πρόσωπο.
Όταν προσευχώμεθα με αληθινή αγάπη για τον συνάνθρωπο ο Θεός αναπαύει πρώτα εμάς, στερεώνοντας την πίστι μας. Μόλις παγιωθή μέσα μας η πίστις εις Χριστόν, αμέσως δρα η προσευχή και εις εκείνον, για τον οποίον προσευχόμεθα. Διότι ο θεός συγκινείται αφάνταστα, όταν κάποιος Τον παρακαλή να ελεήση την “αγάπη” Του, την εικόνα Του, δηλαδή τον συνάνθρωπο· και τότε Εκείνος επεμβαίνει και θαυματουργεί, παρακαλώ.

Πρέπει να έχωμε προσευχή μουσκεμένη στα δάκρυα για όλο τον κόσμο, τον πάσχοντα κόσμο. Αν μας λείψη η προσευχή, εσβήσαμε. Γιατί από την δύναμι της προσευχής εξαρτάται η δύναμις της αγάπης. Βεβαίως, χωρίς αγάπη δεν υπάρχει προσευχή· αλλά και χωρίς προσευχή δεν ζη η αγάπη. Ο Θεός, επειδή είναι Αγάπη, αγαπά πολύ την αγάπη Του, τον άνθρωπο. Ανταποκρίνεται αμέσως με θεϊκή ευσπλαχνία στην φιλάνθρωπη προσευχή μας και σπεύδει να μας αναπαύση με το πλήρωμα του ελέους Του. Τότε η ύπαρξις μας πλατύνεται και ενώνεται εν Πνεύματι με όλη την ανθρωπότητα. Αλλά και ο άνθρωπος που υποστηρίζεται με την προσευχή των συνανθρώπων του, αποκτά μεγάλη δύναμι και θωρακίζεται έναντι του εχθρού. Όταν με συντριβή και μετά πολλών δακρύων παρακαλούμε τον θεό για τον διπλανό μας, έχοντας βαθειά συναίσθησι της αναξιότητός μας, τότε γινόμαστε παγκόσμιοι, επειδή ενούμεθα με τον Χριστό, που περικλείει μέσα Του το σύμπαν.

Ο Θεός θέλει να Τον παρακαλούμε, και μάλιστα για τους εχθρούς μας. Μόλις προσευχηθούμε για τον πλησίον, αμέσως επισκέπτεται την ψυχή μας ολόκληρη η Αγία Τριάς! Διότι η αγάπη προς τον συνάνθρωπο είναι η επισφράγισις της αγάπης μας προς τον Θεό.

Μη σας φανή παράξενο αυτό που θα σας πω. Και εμείς μπορούμε να θεραπεύσουμε τους συνανθρώπους μας. Όχι ότι θα κάνωμε εμείς το θαύμα. Όχι τέτοια πράγματα! Εμείς θα προσευχηθούμε να ελεήση ο Θεός τον κόσμο. Να πιστεύωμε ακράδαντα ότι ο Θεός μας ακούει· αρκεί το αίτημά μας να είναι σύμφωνο με το θέλημά Του. Αλλά και πάλι ο Θεός, επειδή μας θέλει φίλους, πολλές φορές αλλάζει και γνώμη, παρακαλώ, μόλις Τον παρακαλέσωμε· αναιρεί και την απόφασί Του ο Θεός. Αρκεί να προσευχώμεθα με πίστι.

Ακόμη είναι δυνατό να βοηθήσωμε – και πάρα πολύ μάλιστα – να εύρη την σωτηρία κάθε άνθρωπος, όσο αμαρτωλός κι αν φαίνεται. Ημπορούμε, παρ’ όλη την αμαρτωλότητά μας, να γίνωμε τρόπον τινά οι φορείς αυτών των ανθρώπων και να τους οδηγήσωμε με την προσευχή μας στον Χριστό, όπως ωδήγησαν τον παράλυτο οι ιδικοί του, όταν τον κατέβασαν από την στέγη.

Έχομε νικήσει τον Θεό! Το πρώτο μας καθήκον είναι η προσευχή και μετά έρχονται όλα τα άλλα.

Έχετε προσέξει κάτι; Πολλές φορές μας έρχονται ξαφνικά στην μνήμη άνθρωποι, που τους έχουμε λησμονήσει χρόνια. Μας τους υπενθυμίζει ο Θεός, για να προσευχηθούμε γι’ αυτούς· και τότε η προσευχή μας είναι πιο δυνατή και πιο φλογερή, καθώς γινόμαστε όργανα του Θεού για την σωτηρία των ψυχών.

Εμένα δεν με ενδιαφέρει αν ο Θεός μου δώση αυτό που Του ζητώ, όταν του κραυγάζω. Εμένα με ευφραίνει και μόνο να Του φωνάζω! Τι θα κάνη ο Θεός, είναι άλλο θέμα. Αυτό που με ενδιαφέρει εμένα είναι να Του φωνάζω! Κατάλαβες; Φωνάζοντας εγώ, απολαμβάνω τον ίδιο τον Χριστό. Γι’ Αυτόν φωνάζω. Του φωνάζω… λειώνω από την αγάπη Του και δεν θα παύσω να λειώνω ολονέν και περισσότερο… Θέλω Αυτός να εμφανισθή στην ψυχή μου και Αυτός να με ελεήση. Θέλω να Τον ιδώ… πως το λένε! Αυτή είναι η λαχτάρα μου. Και φωνάζω, για να Τον ιδώ!... Και δεν με ενδιαφέρει τι θα μου απαντήση. Του φωνάζω, γιατί θέλω να Του φωνάζω! Όταν Του φωνάζης, νοιώθεις άμεση κοινωνία μαζί Του, νοιώθεις ότι είναι ιδικός σου…

apantaortodoxias.blogspot.ca