.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Σωτηρία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Σωτηρία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δεν μπορει ο διαβολος να πιασει οσους αγωνιζονται σ’ αυτες τις τεσσερις επαλξεις

Κάποτε εμφανίστηκε ο διάβολος μπροστά στον αιγύπτιο ασκητή Μακάριο και για να τον κάνει να λιποψυχήσει, του είπε:

-Ό,τι κάνεις εσύ, το κάνω κι εγώ.
Εσύ νηστεύεις και εγώ δεν τρώω ποτέ σαν άυλο πνεύμα που είμαι.

Κάνεις ολονυχτίες, αλλά κι εγώ επίσης δεν κλείνω μάτι.
Σκέπτεσαι ολοένα το Θεό αλλά κι εγώ Αυτόν έχω στο νου μου, πολεμώντας τα τέκνα Του.

Ο Μακάριος του απάντησε:... 

-Όλα μπορεί να τα κάνεις που κάνω, αλλά ένα μονάχα δεν μπορείς: να μετανοήσεις!
Θα πρόσθετα επίσης ότι:
δεν μπορείς να πεις την αλήθεια
δεν μπορείς να ταπεινωθείς και
δεν μπορείς να αγαπήσεις.
Κι όσο αγωνίζομαι σ’ αυτές τις τέσσερις επάλξεις (να μετανοώ, να αληθεύω, να ταπεινώνομαι, να αγαπώ), δεν μπορείς να με κατακτήσεις!

ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ

Πάτερ, δεν θέλω να εξομολογηθώ, η μητέρα μου, που περιμένει έξω, με έφερε σχεδόν με το ζόρ



Πάτερ, δεν θέλω να εξομολογηθώ, η μητέρα μου, που περιμένει έξω, με έφερε σχεδόν με το ζόρι.

Ο ιερέας περίμενε όρθιος τον επόμενο για την εξομολόγηση. Είδε ένα νεαρό παιδί, γύρω στα δεκαπέντε, να προχωρά διστακτικό. Τον καλωσόρισε και του υπέδειξε να καθίσει στην καρέκλα απέναντί του. 

Ο Εσταυρωμένος πάνω στο μικρό τραπεζάκι με το μικρό καντήλι τούς κοίταζε στοργικά και προστατευτικά. Η ατμόσφαιρα μύριζε λιβάνι από τον εσπερινό που μόλις είχε προηγηθεί. 

Ο νεαρός με κατεβασμένο το κεφάλι δεν μιλούσε. Ο ιερέας περίμενε κι αυτός κάνοντας μία σύντομη προσευχή, όπως συνήθιζε να κάνει και για όλους τους πιστούς που έβρισκαν το κουράγιο να έλθουν στο μυστήριο της μετανοίας. 

«Πάτερ», είπε κάποια στιγμή το παλληκαράκι. «Δεν θέλω να εξομολογηθώ. Η μητέρα μου που περιμένει έξω με έφερε σχεδόν με το ζόρι. Είναι της Εκκλησίας άνθρωπος και με «πρήζει» κάθε φορά με την εξομολόγηση. Είναι καλή γυναίκα και γι’ αυτό δεν θέλω να τη στενοχωρήσω. Υπάκουσα λοιπόν για χάρη της και γι’ αυτό βρίσκομαι εδώ. Αλλά εγώ δεν νιώθω έτοιμος για κάτι τέτοιο». 

Ο ιερέας δεν έσπευσε να απαντήσει. Ύψωσε νοερά το βλέμμα του στον Εσταυρωμένο και προσευχήθηκε πιο έντονα για το νεαρό παιδί. 

«Παιδί μου», είπε στοργικά. «Όπως ξέρεις η εξομολόγηση είναι μυστήριο της Εκκλησίας μας και προϋποθέτει την ελεύθερη βούληση του ανθρώπου. Μόνον όποιος έρχεται ελεύθερα, μόνον όποιος έχει νιώσει την ανάγκη να ανοίξει την καρδιά του στον Χριστό, μπορεί και να εξομολογηθεί. Αν ο ίδιος ο Κύριος είπε «όστις θέλει οπίσω μου ελθείν», τότε κανείς με καταναγκασμό δεν μπορεί να Τον ακολουθήσει ή να επιτελέσει οποιοδήποτε λόγο Του. Η ελευθερία, παιδί μου, είναι το οξυγόνο της Εκκλησίας. Χωρίς αυτήν, οτιδήποτε κι αν γίνεται, έστω κι αν φαίνεται καλό, δεν είναι τελικά καλό. Δεν το δέχεται ο Θεός». 

«Ναι, πάτερ», είπε το παιδί και ύψωσε λίγο το κεφάλι του αναθαρρημένο. «Χαίρομαι που ακούω να λέτε αυτά τα λόγια, και μακάρι και η μάνα μου να το καταλάβαινε. Αλλά, σας είπα, είναι καλή γυναίκα, μόνη στη ζωή –ο πατέρας μου έχει πεθάνει– και γι’ αυτό όσο μπορώ δεν θέλω να την κακοκαρδίζω». 

«Λοιπόν», είπε ο παπάς, νιώθοντας μια απέραντη τρυφερότητα για το καλόκαρδο αυτό νεαρό παλληκάρι που έδειχνε μία μεγάλη ωριμότητα με τη στάση του, «δεν χρειάζεται να εξομολογηθείς τώρα. Κάτσε λίγα λεπτά ακόμη, ώστε η μητέρα σου να πιστέψει ότι εξομολογείσαι, κι έπειτα φύγε και πήγαινε στην ευχή του Θεού. Μέχρι τότε όμως, πες μου το όνομά σου, την τάξη στο σχολείο που φοιτάς, ό,τι άλλο νομίζεις ότι μπορούμε να πούμε για να καλυφθεί η ώρα». 

Μετά από λίγο το παιδί σηκώθηκε να φύγει. Ο ιερέας το αγκάλιασε και του ευχήθηκε τα καλύτερα για τη ζωή του. Η μητέρα του ήταν έξω και φαινόταν ευχαριστημένη για τον «εξομολογημένο» γιο της. Ο ιερέας όμως ήταν βέβαιος ότι ήταν θέμα χρόνου το παιδί να έλθει και πάλι, αλλά αυτήν τη φορά μόνο του. «Τέτοια παιδιά, με τόσο καλή καρδιά, δεν χάνονται ποτέ», μουρμούρισε ο ιερέας, την ώρα που παραμέριζε για να περάσει ο επόμενος πιστός. «Δεν τα αφήνει ποτέ ο Κύριος, και μάλλον φαίνεται να είναι από τα αγαπημένα Του». 

Πάτερ. Γεωργίου Δορμπαράκη.

Η ΠΡΟΣΦΩΝΗΣΗ «ΠΑΤΕΡ» ΑΝΟΙΓΕΙ ΤΗΝ ΠΑΤΡΙΚΗ ΑΓΚΑΛΙΑ

Στὸν Θεὸ Πατέρα καταφεύγουμε πάντοτε στὶς δυσκολίες καὶ στὶς θλίψεις μας, ὅπως καταφεύγουμε στὸν ἐπίγειο πατέρα μας σὲ κάθε στιγμὴ ποὺ μόνοι μας δὲν μποροῦμε νὰ δώσουμε λύσεις στὰ προβλήματα ποὺ μᾶς ἀνακύπτουν. Οἱ ἐγωϊστὲς ἄνθρωποι δὲν καταφεύγουν στὸν πατέρα νομίζοντας ὅτι θὰ τὰ καταφέρουν μόνοι τους. Ὁ πατέρας μας, ὅμως, γνωρίζοντας καλὰ τὰ παιδιά του καὶ ὡς φιλόστοργος, ποὺ εἶναι, περιμένει νὰ τοῦ ζητήσουμε τὴ βοήθειά του, τὴν ὁποίαν ἄλλωστε οὐδέποτε μᾶς ἀρνεῖται. Καὶ ὄχι μόνο περιμένει πάντοτε πρόθυμος, ἀλλὰ εἶναι διατεθειμένος νὰ κάνει καὶ κάθε ἀβαρεία, κάθε ὑποχώρηση, κάθε προσπάθεια, κάθε θυσία, γιὰ νὰ ἱκανοποιήσει τὶς ἐπιθυμίες μας. Εἶναι πατέρας ἀγάπης καί, ἐνῶ μᾶς ἀφήνει ἐλεύθερους νὰ δράσουμε, ὅταν τὸν ἐπικαλεσθοῦμε τρέχει νὰ μᾶς βοηθήσει. Ἡ πατρότητά Του μᾶς δέχεται, ὅπως εἴμαστε καὶ ἔχει πάντοτε ἀνοιχτὴ ἀγκαλιά, ἕτοιμο λουτρὸ καθαρισμοῦ μας καὶ ἕτοιμα μουσικὰ ὄργανα πανηγυρισμοῦ γιὰ τὴν ἐπιστροφή μας καὶ τὴν ἐκζήτηση τῆς πατρικῆς βοηθείας. Κάμπτεται ὁ πατέρας ἀπὸ τὴν ταπείνωσή μας, αὐτὴ ποὺ δείχνει ὅτι τὸν ὑπολογίζουμε, ἄσχετα ἂν προηγουμένως πολιτευθήκαμε σὰν ἄσωτοι καὶ κατασπαταλίσαμε τὴν περιουσία του. Ὅταν τὸ ζητήσουμε Ἐκεῖνος πρόθυμα σπεύδει νὰ μᾶς ἀγκαλιάσει, νὰ μᾶς χαρίσει πλούσια τὰ ἀγαθά Του. 
Ἡ λέξη «πάτερ», ποὺ τοῦ ἀπευθύνουμε, ξεκλειδώνει τὴν πόρτα τοῦ θεϊκοῦ ἐλέους.

Στὸν ἄσωτο τῆς παραβολῆς τί ἐπέφερε τὴν καλὴ ἀλλοίωση καὶ τί τὸν ὁδήγησε στὴ μετάνοια καὶ τὴν ἐπιστροφὴ στὴν πατρικὴ στέγη; Μά, ἡ λέξη «πάτερ». Ὁ ἄσωτος γιὸς μόνο ποὺ σκέφθηκε νὰ ἐπιστρέψει στὸν πατέρα του καὶ μὲ τὰ χείλη του πρόφερε τὸ ὄνομά Του ἀμέσως δέχθηκε τὴ δύναμη τῆς ἀπαρνήσεως τῆς ἁμαρτωλῆς ζωῆς καὶ τῆς ἐπιστροφῆς στὸ σπίτι του, τὸ ὁποῖο εἶχε ἀρνηθεῖ ὠθούμενος ἀπὸ τὴν ἁμαρτία. Μὲ δάκρυα στὰ μάτια ὁ Πατέρας μᾶς δέχεται πίσω, ὅταν μᾶς ἀκούει νὰ τοῦ λέμε, ὅπως ὁ ἄσωτος τῆς παραβολῆς: «Πάτερ, ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου»! «Πατέρα μου, ἁμάρτησα. Σὲ πίκρανα μὲ τὴ συμπεριφορά μου. Ἔσφαλα. Θέλω ὅμως νὰ συνεχίσω νὰ σὲ ὀνομάζω πατέρα μου. Συγχώρεσέ μου τὸ ὅτι ἀτιμάζω τὸ γλυκύτατο ὀνομά Σου μὲ τὰ βδελυρὰ μὲ βέβηλα χείλη μου. Ὁμολογῶ τὰ σφάλματά μου καὶ τὶς ἀνθρώπινες ἀδυναμίες μου. Γεύθηκα, ἀλλοίμονο, τοὺ καρποὺς τῆς ἁμαρτίας ποὺ εἶναι ἡδονικοί, ἀλλὰ σύντομα ἡ ἡδονὴ ποὺ αὐτοὶ προκαλοῦν μεταποιεῖται σὲ ὀδύνη. Ὁ ἀδελφός μου, πατέρα μου, δούλευε σὲ ὅλη του τὴ ζωὴ κοντά Σου. Ἦταν ὑπάκουος, ἀλλὰ ποτὲ δὲν σὲ ὀνόμασε «πατέρα». Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ καρδιά του ἔγινε σκληρή, ἔγινε πέτρινη. Δὲν τὴν μαλάκωσαν τὰ δάκρυα τῆς μετανοίας καὶ τῆς ταπεινώσεως. Κοντά Σου ἔμεινε, ναί, ἀλλὰ μακρυὰ ἀπὸ τὴν ταπείνωση τῆς ἀγαθότητός Σου. Γι’ αὐτὸ καὶ δὲν ἔσφαξες γιὰ χατίρι του σιτευτὸ μοσχάρι. Τὸ βαστοῦσες γιὰ μένα, γιὰ τὸ πανηγύρι τῆς ἐπιστροφῆς μου. Σὲ εὐχαριστῶ, Πατέρα, γιατὶ μέσα ἀπὸ τὴν ἁμαρτία γνώρισα τὴ στοργικότητά Σου, γνώρισα τὰ ἀληθινά Σου αἰσθήματά, γνώρισα τὴν πατρότητά Σου»!

Ἡ λέξη «πάτερ» μᾶς ταπεινώνει ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ μας καὶ μᾶς ἀνοίγει τὴν πόρτα τῆς μετανοίας, τῆς ἐπιστροφῆς στὴν πατρικὴ στέγη, τῆς σωτηρίας.

Ἂς ἀναλογισθοῦμε: Στὶς σχέσεις τῶν ἀνθρώπων μὲ τὸν Θεό μας ποιός ἔφταιξε καὶ ποιὸς ταπεινώθηκε; Ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι φταίξαμε στὸ Θεό μας μὲ τὴν ἀπρόσεκτη ζωή, τὶς ἐμπάθειες καὶ τὶς πτώσεις μας. Καὶ ὅμως ὁ Θεὸς ἔκανε τὸ πρῶτο βῆμα καὶ σαρκώθηκε, ἔγινε ἄνθρωπος, γεύθηκε τὴν κακότητά μας καὶ σταυρώθηκε, γιὰ νὰ μᾶς πλύνει μὲ τὸ πανάχραντο αἷμα Του, ἀπὸ τὸ βόρβορο τῆς ἁμαρτίας καὶ νὰ μᾶς χαρίσει ξανὰ τὸν ποθεινότατο Παράδεισο. Ὁ ἄνθρωπος ἔφταιξε, ὁ Θεὸς πρῶτος ἔκανε τὸ βῆμα τῆς προσεγγίσεως, τῆς καταλλαγῆς, τῆς συγχωρήσεώς μας. Ἐμεῖς, τὰ παιδία, πολλὲς φορὲς φερόμαστε μὲ ἀπρέπεια στὸν πατέρα μας, μὲ αὐθάδεια, μὲ ἀπείθεια, μὲ σκληροκαρδία. 
Ποιὰ ὅμως εἶναι ἡ ἀπάντηση τοῦ πατέρα, τοῦ κάθε πατέρα καὶ φυσικὰ τοῦ εὔσπλαχνου πατέρα, τοῦ Θεοῦ μας; Καλωσύνη, ὑπομονή, μακροθυμία, ἀγκαλιὰ ἀνοιχτή, ἕτοιμη νὰ μᾶς χωρέσει, μάτια ποὺ δακρύζουν ἀπὸ θλίψη γιὰ τὶς πτώσεις μας καὶ ἀπὸ χαρὰ γιὰ τὴν ἀνόρθωση καὶ ἐπιστροφή μας. Ὁ πατέρας εἶναι πάντοτε ἕτοιμος νὰ μᾶς συγχωρήσει, ὅ,τιδήποτε καὶ ἂν ἔχουμε κάνει. Ἡ μετάνοια, τὸ «Πάτερ, ἥμαρτον» (Λουκ. ιε´ 18) δὲν τὸν ἀφήνει ἀσυγκίνητο. Τὸ περιμένει, γιατὶ γνωρίζει τὴν ἐφάμαρτη ἀνθρώπινη φύση. 
Γνωρίζει τὰ θελήματα τῆς σάρκας, τὴν ἐπιθυμία τῶν ἡδονῶν. Ἀλήθεια, ποιὸς εἶναι ἄμεμπτος ἀπέναντι στὸν Κύριο; Ποιὸς εἶναι τόσο καθαρὸς ποὺ νὰ μπορεῖ νὰ ἀντικρύσει τὸ Θεὸ Πατέρα στὰ μάτια; Κανεὶς ἀπὸ τὸ ἀνθρώπινο γένος καὶ φυσικὰ οὔτε ἐγώ. 
Καὶ ὅμως ὅσο ἀκάθαρτος καὶ ἂν εἶμαι, εἶμαι παιδὶ τοῦ Θεοῦ. Μὲ καταλαβαίνει καὶ μόνο στὸ ἀντίκρυσμα τῆς μορφῆς Του, μόνο στὴν ἐπίκληση τοῦ ὀνόματός Του τρέχει νὰ μὲ συναντήσει, νὰ μὲ ἀγκαλιάσει, νὰ μὲ πλύνει, νὰ μὲ πάρει πάλι κοντά Του. Εἶναι πραγματικὸς πατέρας, ἐνῶ ἐγὼ ἕνας ἄσωτος γιός. Ὅσο ζῶ αὐτονομούμενος στὴν ἁμαρτία καταστρέφομαι. Ὅταν ταπεινωθῶ ἐνώπιόν Του καὶ τὸν ὀνομάσω πατέρα μου ἀπὸ τὴν καταστροφὴ ὁδεύω πρὸς τὴ σωτηρία, πρὸς τὴν αἰώνια χαρὰ καὶ ἀγαλλίαση. Πατέρα μου οὐράνιε, μὴ μὲ παραδειγματίσεις γιὰ τὴν ἀσωτία μου, ἀλλὰ δέξαι με σὰν ἕνα ἀπὸ τοὺς ὑπηρέτες Σου στὴ Βασιλεία Σου. «Πάτερ, ἥμαρτον» σῶσαι με.

Ὅπως ἐμεῖς δὲν θέλουμε τὸ κακὸ τῶν παιδιῶν μας καὶ τοὺς συγχωροῦμε ὅλα τὰ λάθη, γιατὶ τὸ πατρικό μας φίλτρο ὑπερισχύει τῆς αὐστηρότητος καὶ τῆς δικαιοσύνης μας, ἔτσι καὶ ὁ Θεός μας μὲ τὴ μοναδικὴ πατρότητα ποὺ ἐπιδεικνύει μᾶς συγχωρεῖ κάθε μας ἁμαρτία καὶ «κατακαυχᾶται τὸ ἔλεος τῆς κρίσεώς Του» (Ἰακ. β´ 13), δηλαδὴ ἡ ἐλεήμων καρδιά Του ὑπερνικᾶ τὴν δίκαιη Κρίση Του. Αὐτὸς εἶναι ὁ Θεὸς Πατέρας μας. 
Ἐμεῖς πῶς συγχωροῦμε τὰ παιδιά μας, ὅταν κλαίοντας ἔρχονται σὲ μᾶς καὶ μᾶς ζητοῦν στοργὴ καὶ ἐπιείκεια! Καὶ νὰ σκεφθεῖτε ὅτι ἡ συμπάθειά μας εἶναι περιορισμένη. Καμία σχέση δὲν ἔχει μὲ τὴν ἄπειρη συμπάθεια τοῦ Θεοῦ Πατέρα. Καὶ μόνο ποὺ στὴν καθημερινή μας προσευχὴ τοῦ λέμε: «Πάτερ ἡμῶν», Ἐκεῖνος σκύβει καὶ μᾶς ἀγκαλιάζει, μᾶς χαρίζει τὴν εἰρήνη Του, μᾶς χαρίζει ὅλα τὰ ἀγαθά Του, ἀλλὰ καὶ μᾶς ἑτοιμάζει γιὰ τὸ πανηγυρικὸ Δεῖπνο τοῦ οὐρανοῦ. Στὴ λέξη «πάτερ» δακρύζει ὁ κάθε πατέρας καὶ φυσικὰ ὁ οὐράνιός μας. Καὶ μὲ τὸ δάκρυ ξεπλένει κάθε ἀτότημα τοῦ προτέρου βίου μας. Τὸ μυστικὸ ποὺ κρύβει ἡ λέξη «Πάτερ» εἶναι τὸ μυστικὸ τῆς μετανοίας καὶ τῆς σωτηρίας. 
Τὸ περιμένει νὰ τὸ ἀκούσει ὁ Θεὸς Πατέρας μας. Ἂς τοῦ τὸ φωνάξουμε!

Δρ Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας,
Μέγας Ὑμνογράφος τῆς τῶν Ἀλεξανδρέων Ἐκκλησίας

Αγίου Ανδρέα Κρήτης: "Ο Λώτ, αν και κατοικούσε στα Σόδομα, κανέναν δὲν κατέκρινε"!



Δύο πράγματα ἀπαιτοῦνται ἀπὸ ὅλους τούς ἀνθρώπους, νὰ κατακρίνουμε τὰ ἰδικὰ μας ἁμαρτήματα καὶ νὰ συγχωροῦμε τὰ ἁμαρτήματα τῶν ἄλλων. Διότι ἐκεῖνος πού βλέπει τὰ ἰδικὰ του ἁμαρτήματα, συγχωρεῖ πιὸ εὔκολα τούς ἄλλους· ἐνῶ ἐκεῖνος πού κατακρίνει τοὺς ἄλλους, τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό του κατακρίνει καὶ καταδικάζει, ἔστω καὶ ἂν ἔχη πολλὲς ἀρετές. Ἀληθῶς μεγάλο πράγμα εἶναι τὸ νὰ μὴ κατακρίνουμε τοὺς ἄλλους, ἀλλά τούς ἑαυτούς μας, ἀδελφοί. Ἐμεῖς ὅμως, ἀφήνοντας τὶς δικὲς μας ἁμαρτίες, τοὺς ἄλλους ἰδίως κατακρίνουμε, τοὺς ἄλλους ἐξετάζουμε, μὴ γνωρίζοντας ὅτι ἀκόμη καὶ ἂν εἴμεθα δικαιότεροι ἀπὸ ὅλους, ἐὰν κατακρίνουμε τοὺς ἄλλους, γινόμεθα ἔνοχοι καὶ εἴμεθα ἄξιοι τῆς ἰδίας τιμωρίας καὶ τῶν ἰδίων βασάνων τῶν ὁποίων εἶναι ἄξιος καὶ αὐτός τὸν ὁποῖον κρίνουμε·«Ὧ γὰρ κρίματι κρίνετε» λέγει «τούτῳ καὶ κριθήσεσθε». Διότι αὐτός πού πορνεύει, παραβαίνει ἐντολή, ὅπως καὶ ἐκεῖνος πού τὸν κρίνει. Ὥστε καὶ οἱ δύο παραβαίνουν θείαν ἐντολή, καὶ αὐτός πού πορνεύει καὶ ἐκεῖνος πού κρίνει.
Ἀλλὰ ἂς μεταφέρουμε μᾶλλον τὴν ἐξέτασι τῶν ἄλλων καὶ τὴνλεπτομερῆ ἐνασχόλησι στοὺς ἑαυτούς μας, ἀγαπητοί. Καὶ ἐὰν δοῦμε κάποιους νὰ ἁμαρτάνουν, ἐμεῖς ἂς ἔχουμε τὶς δικὲς μας ἁμαρτίες ἐνώπιον τῶν ὀφθαλμῶν μας καὶ ἂς θεωροῦμε τὰ δικὰ μας χειρότερα ἀπὸ τῶν ἄλλων. Διότι ἐκεῖνος πού ἁμάρτησε, ἴσως καὶ τὴν ὥρα τῆς ἁμαρτίας νὰ μετενόησε, ἐνῶ ἐμεῖς μένουμε πάντοτε ἀδιόρθωτοι κατακρίνοντας καὶ ἐξετάζοντας ἄλλους. Ἐκεῖνος ὁ Λώτ, ἂν καὶ κατοικοῦσε στὰ Σόδομα, κανέναν δὲν κατέκρινε, κανέναν δὲν κατηγόρησε. Γιʼ αὐτό ἐδικαιώθη καὶ διεσώθη ἀπὸ τὴν φωτιὰ καὶ τὴν πανωλεθρία, στὰ ὁποῖα κατεδικάστησαν οἱ Σοδομίτες. Ἂς ταπεινωθοῦμε λοιπὸν καὶ ἐμεῖς κατακρίνοντας τοὺς ἑαυτούς μας, τοὺς ἑαυτούς μας νὰ ὀνειδίζωμε γιὰ νὰ ὑψωθοῦμε, νὰ γίνουμε ἀκατάκριτοι.

Ἂς ἀγαπήσουμε τὴν ταπεινοφροσύνη. Μὲ αὐτή ἐδικαιώθη ὁ Τελώνης καὶ ἀπέβαλε τὸ φορτίον τῶν ἁμαρτημάτων του. Ἂς μισήσουμε τὴν ὑψηλοφροσύνη, ἐπειδὴ ὁ Φαρισαῖος ἀπὸ αὐτή κατεκρίθη καὶ ἔχασε τὶς ἀρετές πού εἶχε. Ὁ Φαρισαῖος, ἐπειδὴ διέπραξε τὰ καλὰ μὲ ὄχι καλὸ τρόπο, κατεκρίθη. Ὁ Τελώνης ἀπορρίπτοντας μὲ καλὸ τρόπο τὰ μὴ καλὰ ἔργα, ἐδικαιώθη. Διότι ὁ Θεὸς εἶδε μὲ συμπάθεια τὸν στεναγμὸ τοῦ Τελώνου καὶ τὴν συντριβή του καὶ τὰ κτυπήματα τοῦ στήθους του καὶ ἀφοῦ ἐδέχθη τὸ «ἱλάσθητι» τὸν δικαίωσε μαζὶ μὲ τὸν Ἄβελ. Τὶς δὲ θυσίες καὶ τὶς ἀρετές καὶ τὰ κατορθώματα τοῦ καυχησιολόγου καὶ ὑπερήφανου Φαρισαίου τὶς ἐσιχάθη καὶ τὶς ἀπεστράφη καὶ τὸν κατεδίκασε, ὅπως τὸν ἀδελφοκτόνο Κάϊν, γιὰ τὴν ἴδια αἰτία. Νὰ μάθουμε, ἀδελφοί, καὶ νὰ διδαχθοῦμε νὰ κάνουμε μεγάλα κατορθώματα. Νὰ μὴν ὑψηλοφρονοῦμε ὅμως γιʼ αὐτά καὶ ἂν γίνουμε καλοί, δίκαιοι καὶ ἐπιεικεῖς καὶ πονόψυχοι καὶ ἐλεήμονες, καὶ ἔτσι νὰ εἶναι, ἐμεῖς νὰ ταπεινωνώμεθα καὶ νὰ μὴν ἔχουμε ὑπεροψία καὶ ἀλαζονεία, μήπως χάσουμε τοὺς κόπους καὶ τοὺς πόνους μας. Διότι λέγει ὁ Κύριος «ὅταν ταῦτα πάντα ποιήσητε, λέγετε ὅτι ἀχρεῖοι δοῦλοι ἐσμεν, ὅτι ὅ ὠφείλομεν ποιῆσαι, πεποιήκαμεν».

Εἶναι ἀναγκαῖο καὶ ἀπαραίτητο χρέος νὰ προσφέρουμε στὸν Θεὸ τῶν ὅλων τὴν δουλικὴ ταπείνωσι, τὴν ὑπομονή, τὴν ὑποταγή, τὴν ὑπακοή, τὴν εὐγνωμοσύνη, τὴν εὐχαριστία, καὶ νὰ μεγαλύνουμε καὶ νὰ προσκυνοῦμε τὸ πανάγιο θέλημά του, καὶ νὰ μὴν αἰσθανώμεθα σὰν δαγκώματα τοὺς ἐλέγχους καὶ τὶς ὕβρεις τῶν ἄλλων, οὔτε νὰ καταβαλλώμεθα στοὺς πειρασμούς, οὔτε νὰ δυσανασχετοῦμε, ὅταν μᾶς κατηγοροῦν, διότι καὶ ἀπὸ αὐτά καρπωνόμεθα πολλὴ ὠφέλεια.

Ἂς μάθουμε καὶ ἂς γνωρίσουμε, ἀδελφοί μου, τὴν δύναμι καὶ τὴν ἐνίσχυσι καὶ τὴν βοήθεια τῆς ταπεινώσεως. Ἂς μὰθουμε τὴν καταδίκη καὶ τὴν ζημία καὶ τὴν ἀπώλεια πού προξενεῖ ἡ ὑψηλοφροσύνη: ἡ σκιὰ τοῦ Βεεμώθ, κατὰ τὸν Ἰώβ, στοὺς ὑγρούς τόπους καὶ στὶς καλαμιὲς καὶ ἡ ἐκτροπή ἀπὸ τὴν ὁδὸ τῆς ἀλήθειας καὶ τοῦ φωτὸς τῆς δικαιοσύνης.

Καὶ ἐπειδὴ εἶναι μεγάλο ἀγαθό ἡ μετάνοια καὶ ἡ ἐξομολόγησις καὶ ἡ συντριβὴ καὶ τὰ δάκρυα καὶ οἱ ἀπὸ τὸ βάθος τῆς καρδίας μας στεναγμοὶ καὶ ἡ κατάνυξι, γιʼ αὐτό παρακαλῶ νὰ ἐξομολογῆσθε στὸν Θεὸ συνεχῶς καὶ νὰ τοῦ φανερώνετε τὰ ἁμαρτήματά σας. Διότι ἐὰν τοῦ παρουσιάζουμε γυμνὴ τὴν συνείδησί μας καὶ τοῦ δείχνουμε τὰ τραύματα τῶν ψυχῶν μας καὶ δὲν κρίνουμε τοὺς ἄλλους, οὔτε ἀποθηριωνόμεθα μὲ τὶς ὕβρεις τῶν συνανθρώπων μας, οὔτε λυπούμεθα γιὰ τὶς κατηγορίες καὶ τὶς ἀδικίες τους, θὰ μᾶς λυπηθῆ ὁ φιλάνθρωπος Κύριος καὶ θὰ μᾶς κεράση τὰ φάρμακα τῆς συμπαθείας καὶ τῆς εὐσπλαγχνίας του· θὰ τὰ βάλη στὰ τραύματά μας καὶ θὰ μᾶς θεραπεύση. Ἂς δείξουμε τὰ ἁμαρτήματά μας στὸν Κύριο πού δὲν ντροπιάζει, ἀλλά θεραπεύει· διότι καὶ ἂν ἐμεῖς σιωπήσουμε, ἐκεῖνος τὰ γνωρίζει ὅλα.

Ἂς εἰποῦμε λοιπὸν τὰ ἁμαρτήματά μας, ἀδελφοί, καὶ ἂς ἐξομολογοηθοῦμε καθαρὰ στὸν Κύριο, γιὰ νὰ κερδίσουμε τὴν συμπάθειά του. Ἂς ἀφησουμε τὶς ἁμαρτίες μας ἐδῶ γιὰ νὰ πᾶμε ἐκεῖ καθαροὶ καὶ ἕτοιμοι καὶ νὰ εἰσαχθοῦμε ἀπὸ τὸν δίκαιο Κριτὴ στὴν Βασιλεία του τὴν ἀτελεύτητο καὶ αἰωνία καὶ νὰ κληρονομήσουμε τὶς μελλοντικὲς ἐκεῖνες καὶ ἀγέραστες διαμονὲς καὶ τὴν ἀπέραντη χαρὰ καὶ ἀπόλαυσι…

Ἅγιος Ἀνδρέας Κρήτης

Πηγή: http://www.imaik.gr/

«ΠΟΡΕΥΟΜΕΝΟΙ…»

Ὁ ἄνθρωπος πορεύεται. Αὐτὴ εἶναι ἡ ζωή του. Πορεία. «Ἐξ ὠδίνων μέχρι ταφῆς» (Θεοδωρήτου, Ἑρμηνεία τοῦ ριη´ Ψαλμοῦ, PG 80, 1824)· ἀπὸ τὸν ἐπώδυνο τοκετὸ μέχρι τὸν ἐνταφιασμό του. Ποῦ πορεύεται; Μυστήριο. Πῶς πορεύεται; Τὸ μεγάλο πρόβλημα.

Στὸ πρῶτο ἐρώτημα, στὸ «ποῦ πορεύεται;», ἡ σύγχυση εἶναι ἀμέτρητη. Στὸ δεύτερο, τὸ «πῶς πορεύεται;», ἡ ἀπάντηση εἶναι ἐπώδυνη.
Ποῦ πορεύεται;

Γιὰ τὸν ἐκτὸς Χριστοῦ κόσμο οἱ ἀπαν­τήσεις εἶναι ἀναρίθμητες. Ἀπὸ τὸν σκοτεινὸ κάτω κόσμο τῆς ἀρχαιοελληνικῆς μυθολογίας, τὸ βουδιστικὸ «νιρβάνα», τὴν ἰνδουιστικὴ μετενσάρκωση καὶ τὸν σαρκολατρικὸ μωαμεθανικὸ παράδεισο, μέχρι τὸ μηδέν, ἢ ἄλλως πως ὀνομαζόμενο ὑπὸ τῶν ἄθεων φιλοσόφων «ὁλικὴ συνείδηση τοῦ εἶναι». Τὴν ἀντίληψη αὐτὴ ὁ ὑπερβαλλόντως προβαλλόμενος συγγραφέας Νίκος Καζαντζάκης τὴ συνοψίζει στὴν ἑξῆς πασίγνωστη φράση του: «Ἐρχόμαστε ἀπὸ μιὰ σκοτεινὴ ἄβυσσο· καταλήγουμε σὲ μιὰ σκοτεινὴ ἄβυσσο· τὸ μεταξὺ φωτεινὸ διάστημα τὸ λέμε Ζωή» (Νικ. Καζαντζάκη, Ἀσκητική). Καὶ ὅλη αὐτὴ τὴν αὐτοκτονικὴ ἀντίληψη πῶς τὴ λέμε; Ἀπελπισία; Ἢ μήπως σωστότερα: Μαύρη, κατάμαυρη ἀπελπισία;

Ἔξω ἀπὸ τὸ φῶς τοῦ Εὐαγγελίου ἡ ζωὴ εἶναι πράγματι ἀπελπισία, πορεία χωρὶς ἐλπίδα. Ἀπὸ τὸ πουθενὰ στὸ τίποτα. Καὶ γίνεται τραγικὴ ἡ προσπάθεια τοῦ ἀνθρώπου νὰ δώσει νόημα σὲ μιὰ ζωὴ ἀνόητη· νὰ βρεῖ σκοπὸ σὲ μιὰ πορεία πρὸς τὸ τίποτα, τὸ μηδέν, τὴν «ἄβυσσο».

Μέσα στὸ φῶς ὅμως τοῦ Εὐαγγελίου ὅλα ἀλλάζουν. Τώρα ὁ ἄνθρωπος γνωρίζει ἀπὸ ποῦ ἔρχεται καὶ ποῦ πηγαίνει. Ἔρχεται πράγματι ἀπὸ μία «ἄβυσσο», τὴν ἄβυσσο τῆς θείας ἀγάπης. Καὶ πορεύεται πρὸς μία ἄλλη «ἄβυσσο», τὴν ἄβυσσο τῆς αἰώνιας θείας Ζωῆς. Ἔρχεται ἀπὸ τὸ μηδὲν μὲ μόνη τὴν ἀγαπητικὴ θέληση τοῦ ἐν Τριάδι Θεοῦ. Καὶ κατευθύνεται πρὸς τὸ ἄπειρο, πρὸς τὴν αἰώνια δόξα τῆς Βασιλείας τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Αὐτὸς εἶναι ὁ δρόμος του. Θεοποιός!

Εἶναι ὅμως δρόμος σταυρικός. Πορεύεται ὁ ἄνθρωπος πρὸς τὴ Βασιλεία μέσα ἀπὸ θλίψεις, δοκιμασίες, προβλήματα καὶ τόσους κινδύνους τῆς ζωῆς. Ἀλλὰ θὰ φτάσει στὸ ἔνδοξο τέλος αὐτοῦ τοῦ σταυρικοῦ δρόμου. Θὰ φτάσει! Ἀρκεῖ νὰ τὸν βαδίζει σωστά. Λοιπόν;
Πῶς πορεύεται;

Πῶς μπορεῖ νὰ πορεύεται σωστὰ ὁ ἄνθρωπος στὸ δρόμο τῆς ζωῆς του;
Ἀπάντηση στὸ καίριο αὐτὸ ἐρώτημα ἔδωσε τρεῖς χιλιάδες χρόνια πρὶν ὁ θεόπνευστος συγγραφέας τοῦ 118ου Ψαλμοῦ, ποὺ εἶναι ὁ μεγαλύτερος ἀπ᾿ ὅλους τοὺς Ψαλμοὺς καὶ εἶναι γνωστὸς μὲ τὴν ὀνομασία «Ἄμωμος». Ὁ πρῶτος στίχος αὐτοῦ τοῦ ἐκπληκτικοῦ Ψαλμοῦ, ποὺ μὲ τοὺς 176 στίχους του ἀποτελεῖ ἐξαίσιο ὕμνο τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, δίνει τὴν ἀπάν­τηση ποὺ ἀναζητοῦμε. Λέει: «Μακάριοι οἱ ἄμωμοι ἐν ὀδῷ οἱ πορευόμενοι ἐν νόμῳ Κυρίου»· εἶναι τρισευτυχισμένοι αὐτοὶ ποὺ βαδίζουν ἄμεμπτοι τὸν δρόμο τους, ὅσοι πορεύονται σύμφωνα μὲ τὸ νόμο τοῦ Κυρίου. «Ὁδὸν καὶ στράταν ὀνομάζει ὁ Δαβὶδ τὴν παροδικὴν καὶ περαστικὴν ταύτην ζωήν», σημειώνει ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης. Ὁ δρόμος, ποὺ ὅσοι τὸν βαδίζουν ἄμεμπτοι εἶναι τρισευτυχισμένοι, εἶναι ἡ παροδικὴ καὶ περαστικὴ τούτη ζωή.

Ὅμως ἐδῶ ἀκριβῶς βρίσκεται καὶ τὸ πρόβλημα, ἡ μεγάλη δυσκολία. Ποῦ; Στὴ μία αὐτὴ λέξη, τὴ λέξη «ἄμωμοι». Λέξη ἐπώδυνη. Διότι «ἄμωμος» σημαίνει ἀψεγάδιαστος, ἀκατηγόρητος. Κι ἐμεῖς γνωρίζουμε ἀπὸ τὴ Γραφὴ ἀλλὰ καὶ τὴν ἴδια τὴν πείρα μας ὅτι κανένας δὲν μπορεῖ αὐτὸ νὰ τὸ πετύχει. «Τίς γὰρ καθαρὸς ἔσται ἀπὸ ρύπου; ἀλλ᾿ οὐθείς. ἐὰν καὶ μία ἡμέρα ὁ βίος αὐτοῦ ἐπὶ τῆς γῆς» (Ἰὼβ ιδ´ [14] 4, 5)· ποιός εἶναι καθαρὸς ἀπὸ τὸν μολυσμὸ τῆς ἁμαρτίας; Κανένας! Ἀκόμα κι ἂν ὅλη ἡ ζωή του πάνω στὴ γῆ εἶναι μόνο μία μέρα.

Ὡστόσο ὁ Ψαλμωδὸς δὲν μᾶς ἀφήνει ἀβοήθητους. Δείχνει καὶ τὸν τρόπο, μὲ τὸν ὁποῖο μποροῦμε νὰ βαδίσουμε τὸν δρόμο τῆς ζωῆς μας «ἄμωμοι». Θὰ τὸ κατορθώσουμε, μᾶς λέει, ἂν εἴμαστε «οἱ πορευόμενοι ἐν νόμῳ Κυρίου», ἂν πορευόμαστε στὴ ζωή μας σύμφωνα μὲ τὸ νόμο τοῦ Θεοῦ. Διότι ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ δὲν μᾶς δείχνει μόνο ποιὸ εἶναι τὸ σωστό, ἀλλὰ καὶ τὸ πῶς μποροῦμε νὰ διορθώσουμε τὰ λάθη ποὺ τυχὸν κάναμε.

Μᾶς λέει, λοιπόν, ὅτι μποροῦμε νὰ εἴμαστε «ἄμωμοι», ἀκόμη κι ἂν ἁμαρτάνουμε! Πῶς; Μὲ τὴ μετάνοια! Αὐτὴ εἶναι ἡ πορεία τῆς ζωῆς «ἐν νόμῳ Κυρίου». Πορεία μετανοίας. Ἄμωμη πορεία. Ἀρκεῖ νὰ εἶναι «ἐν νόμῳ Κυρίου».

Τότε καμία δύναμη δὲν θὰ μπορέσει νὰ νικήσει τὸν ἄνθρωπο. Κανένας πειρασμὸς δὲν θὰ κατορθώσει νὰ τὸν λυγίσει. Διότι πορεύεται «ἄμωμος… ἐν νόμῳ Κυρίου». Καὶ γνωρίζει ὅτι ἀκόμη κι ἂν πέσει, ὅσο χαμηλὰ κι ἂν πέσει, εἶναι «ἄμωμος», ἐφόσον μετανοεῖ.

Μακάριοι λοιπὸν «οἱ ἄμωμοι ἐν ὁδῷ».

Μακάριοι καὶ τρισευτυχισμένοι «οἱ πορευόμενοι ἐν νόμῳ Κυρίου».

«Πορευόμενοι…»
τοῦ περιοδ. «Ο ΣΩΤΗΡ»

ΛΟΓΟΣ ΜΟΝΑΧΟΥ ΒΟΡ. ΔΥΤΙΚΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΠΕΡΙ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ



Σύμφωνα με τον Άγιο Ισαάκ τον Σύρο η μετάνοια είναι η υψηλότερη αρετή όλων των αρετών και δεν δύναται να τελειώσει παρά μόνο την ώρα της εξόδου μας απ΄αυτήν τη ζωή.

Η μετάνοια αποκατέστησε τον Προφήτη Δαυίδ, τον Απόστολο Πέτρο, την Αγία Μαρία την Αιγυπτία, τον Άγιο Μωυσή τον Αιθίοπα και τόσους επώνυμους και ανώνυμους Αγίους της Εκκλησίας μας.

Και ο Χριστός και ο Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος ήταν κήρυκες της μετανοίας και της προσευχής.

Με την μετάνοια θεραπεύεται ο άνθρωπος, λυτρώνεται, βιώνει την αγάπη του Θεού, αποκτά πείρα της παρουσίας Του, αγαπά τον εχθρό του, αγαπά όλο τον κόσμο, πονάει στον πόνο του άλλου και κλαίει την αμετανοησία του συνανθρώπου του.

Η σωτηρία μας ή η απώλεια μας δεν εξαρτάται από το πόσο αμαρτήσαμε, αλλά από το αν μετανοήσαμε. Όλα τα προβλήματα λύνονται, μόλις αναλάβει ο καθένας μας το μερίδιο της ευθύνης του, μόλις ο καθένας μας δει πόσο έφταιξε.

Μετάνοια σημαίνει συμφιλίωση με τον Κύριο, με έργα αρετής αντίθετα προς τα παραπτώματα μας. Μετάνοια σημαίνει θεληματική υπομονή όλων των θλιβερών πραγμάτων που μας συμβαίνουν, ως αίτια, λόγω των αμαρτιών μας.

Η μετάνοια έσωσε τους Νινευίτες και απελευθέρωσε τους Ισραηλίτες από την αιχμαλωσία των Βαβυλωνίων. Έσωσε τον Βασιλιά του Ισραήλ Μανασσή από τον Άδη, που επί 55 χρόνια είχε οδηγήσει τον λαό του στην μεγαλύτερη αμαρτία σύμφωνα με τον νόμο της Π. Διαθήκης, την ειδωλολατρία. Έσωσε τον ληστή τον εκ΄δεξιών του Χριστού χωρίς καν έργα μετανοίας. Ήταν αρκετή για τον εύσπλαχνο Κύριο η επίγνωση ότι «δίκαια πάσχει».

Αιτία της συμφοράς που υφιστάμεθα ως έθνος είμαι «εγώ». Δεν υπάρχει άλλος τρόπος για να αντιμετωπίσω την οποιαδήποτε μεγαλύτερη συμφορά παρά μόνο η βαθιά συναίσθηση ότι δίκαια πάσχω. Το να πιστέψω ότι ανέβηκα στο σταυρό και δεν με ανέβασαν άλλοι. 
Η αναγνώριση της κακής χρήσης της ελευθερίας που μας χάρισε ο αγαθός Θεός, της θεληματικής μας απομάκρυνσης από την πηγή της ζωής.

Όσα καταχθόνια και μοχθηρά να επιβουλεύονται αυτοί, οι εχθροί της πίστεως και του έθνους, δεν θα μπορέσουν να τα ολοκληρώσουν, εάν εμείς αλλάξουμε στάση ζωής. 
 Η δική τους ασχημοσύνη υποδηλώνει την δική μου αποστασία. Ο ανθελληνισμός τους και η αθεΐα τους, είναι αποτέλεσμα της αμετανόητης αμαρτίας μας. Δεν είναι δυνατόν να αποφύγουμε το ποτήρι των θλίψεων που όλο και θα ξεχειλίζει παρά με την επιστροφή μας στον Χριστό.

Γυρίστε σ΄αυτόν που μας αγάπησε περισσότερο απ΄τον εαυτό του. Προδώσατε αυτήν την αγάπη, μοιχεύοντάς την με τα ξυλοκέρατα και την σαπίλα της ύλης που τρέφει μόνο το σώμα που αχόρταγο είναι και στο χώμα θα καταλήξει. Επιστρέψτε στο Πατέρα όπως ο άσωτος υιός, που η αγκαλιά του είναι πάντα ανοικτή και για τον χειρότερο αμαρτωλό. Ξεχάσατε ότι έχετε ψυχή αθάνατη, ως δώρο άνωθεν κατεβαίνων, που δεν σας ανήκει, γιατί το δώρο είναι άλλου. Δεν ανήκουμε στον εαυτό μας αδερφοί μου αλλά σ΄αυτόν που μας χάρισε την ζωή και σταυρώθηκε για μας. Γιατί περιφρονείτε τον ευεργέτη σας; 
Γιατί τον ξανασταυρώνετε με τις βλασφημίες σας, τις πορνείες, τις μοιχείες, τις εκτρώσεις, την ομοφυλοφιλία, την μνησικακία και τόσα άλλα.

Ο μεγαλύτερος πόνος του Χριστού δεν ήταν πάνω στο σταυρό, αλλά στον κήπο της Γεσθημανής, σε εκείνη την προσευχή που ο ιδρώτας του έτρεχε ως κόκκοι πηχτού αίματος, πράγμα παράδοξο. Και ήταν αυτό η αβάστακτη θλίψη του επειδή έβλεπε ως Θεός, ότι τα παιδιά του δεν θα αναγνώριζαν τη θυσία Του πάνω στο σταυρό και θεληματικά θα χανόντουσαν. Η αχαριστία μας συνέτριψε την τρυφερή Του ψυχή.

Ποιος πατέρας και ποια μάνα δεν πονάει και δεν κλαίει όταν τα παιδιά τους δεν τους αγαπάνε.

Σας ξεγέλασαν, ότι μπορεί η ύλη να θρέψει το πνεύμα. Η ύλη παιδιά μου τρέφει μόνο την ύλη και το πνεύμα το πνεύμα, δηλαδή την ψυχή. Πιστέψατε στα ψέματα ότι μπορεί να σας κάνει ευτυχισμένους το χαρτί, δηλαδή το χρήμα. Πιστέψατε ότι η ευτυχία βρίσκεται στην ηδονή που κρατάει μια στιγμή και μετά φέρνει οδύνη γιατί τρέφει μόνο την σάρκα και όχι την ψυχή που είναι ανώτερη από το σώμα. Την σάρκα την πήρατε από τους γονείς σας, την αθάνατη ψυχή από τον Ουράνιο Πατέρα. Παρά ταύτα ο Θεός δεν σας έγινε εμπόδιο στην ελευθερία που σας χάρισε. Εσείς αυτή την ελευθερία την καταχραστήκατε, σε λάθους δρόμους προς ικανοποίηση των σαρκικών σας επιθυμιών που δεν χορταίνουν ποτέ μα ποτέ. Ο άνθρωπος είναι πάνω απ΄όλα ψυχή και η ψυχή έχει ανάγκη από τον Λόγο του Θεού, τον Κύριο μας.

Επιστρέψτε σ΄αυτόν που πονάει περισσότερο για σας απ΄ότι εσείς για τον εαυτό σας. 
Σ΄ Αυτόν που θέλει να ακούσει δυο λόγια μετανοίας μέσα από την καρδιά σας. «Κύριε συγχωρέσε με». Και τότε θα αλλάξει τη ζωή σας. Αν το κάνετε όλοι αυτό, ή έστω οι περισσότεροι, τότε θα πέσουν όλες οι αντίχριστες δυνάμεις που καταδυναστεύουν την πατρίδα και τη ζωή μας. Η ιστορία, αλλά και η γνώση του Θεού, μάς έχει διδάξει για του λόγου το αληθές. Ο Λόγος του Θεού που θα αγγίξει τις καρδιές σας προς μετάνοια είναι ανώτερος από τα όπλα και την επανάσταση. Όχι ότι δεν πρέπει να γίνετε και αυτό στην ώρα του. Χωρίς όμως μετάνοια και αγάπη μεταξύ μας, είναι αποτυχημένη κάθε ανθρώπινη εξέγερση.

Ο Κύριος σας ικετεύει να επιστρέψετε στον εαυτό σας μέσω της προσευχής, της μετάνοιας, της αγάπης στον συνάνθρωπο σας. Γιατί Αυτός είναι μέσα σας, περιμένει να του ανοίξετε, και εσείς δεν το κάνετε. Κλάψτε για τις αμαρτίες σας που είναι η αιτία των συμφορών που περνάτε και όχι οι άλλοι και τότε θα σας αποκαλυφθεί ο Θεός. Ακόμα και όταν δεν φταίμε ή επίγνωση ότι στο παρελθόν έχουμε λυπήσει πολλούς και πολύ τον Θεό μας λυτρώνει από νέες πτώσεις και μας οδηγεί σε κατανυκτική προσευχή. Θα πρέπει σ΄αυτή τη ζωή να πληρώσουμε το 1|10 του αντιτίμου των αμαρτιών μας. Το άλλο υπόλοιπο μας χαρίζεται.

Πιστέψτε με, όσο μετανοούμε, τόσο καθαριζόμαστε και τότε μπορούμε να δούμε καθαρά ότι πριν δεν μπορούσαμε να διανοηθούμε, ότι ο γλυκύτατος Χριστός είναι μέσα μας. 
Όσο μετανοώ, τόσο τον βλέπω, όσο μετανοώ, τόσο ομολογώ την αμαρτία μου, ενώπιον Του, και όσο την ομολογώ, τόσο την καταργώ! Μου την καταργεί ο Χριστός!

Αν μπορώ να κάνω κάτι για σας είναι να κλάψω την αμαρτία μου. Αν θέλετε να κάνετε κάτι για τον πάσχοντα και καταδιωκόμενο Έλληνα είναι να κλάψετε τον εαυτό σας. Χρόνος δεν υπάρχει πλέον πολύς για να πούμε ότι δεν πειράζει, είμαστε ακόμη καλά, όσοι νομίζετε ότι είστε. Το αύριο δεν σας ανήκει. Αν σας βρει μετανοημένους θα σας οδηγήσει στην επόμενη ημέρα, αν όχι τότε τι άλλο να σας πω, παρά μόνο, μετανοήστε και ο Χριστός θα τα αλλάξει όλα.

Η έμπρακτη αυτή μετάνοια εκδηλώνετε με την νηστεία, τις εδαφιαίες μετάνοιες, την αποχή απ΄αυτά που σας αρέσουν και είναι εφ΄άμαρτα, με την προσευχή, τις αγρυπνίες και το κάθε καλό έργο για τον έχοντα ανάγκη σήμερα αδερφός μας.

Με την εξομολόγηση συγχωρούνται αμαρτίες με την έμπρακτη μετάνοια και το πένθος καθαρίζει η ψυχή μας.

Και θα γίνει αυτή η μετάνοια ασπίδα και σκέπη σε όλα τα δεινά που θα επακολουθήσουν. Έχει δε και την δύναμη όταν είναι βαθιά και από ένα μεγάλο μέρος του λαού να αναστείλει ή να μετριάσει ή και να καταργήσει αποφάσεις του Θεού.

Ο Κύριος μακάρισε τους πενθούν τες και υποσχέθηκε ότι θα τους παρηγορήσει. 
Αντίθετα στους χορτασμένους από υλικά αγαθά και αμαρτίες ξεφώνισε το «αλλοίμονο».

Δεν είμαι Χριστιανός αλλά θα γίνω όταν βαπτιστώ, μυρωθώ και πάρω την Θεία Κοινωνία

Ένας Μουσουλμάνος
που έγινε Χριστιανός

Alipios Kapsala

Γεννήθηκε το 1926 σ΄ ένα νησί της Δωδεκανήσου. Όλη την παιδική ηλικία την έζησε παίζοντας με τα χριστιανόπαιδα, ενώ ο ίδιος ήταν Μουσουλμάνος. Τις παραμονές των χριστιανικών γιορτών μαζί με τα παιδιά του χωριού έτρεχε στα κάλαντα παίζοντας με την φλογέρα του. Το σπίτι πού έμεναν ήταν ένας στάβλος.
 Εκεί τη νύχτα της παραμονής των Χριστουγέννων -μετά τα κάλαντα- και αφού είχε ξαπλώσει για να κοιμηθεί, αισθάνεται να ανοίγει η πόρτα και μπροστά του να εμφανίζεται ο Χριστός. Φορούσε άσπρο χιτώνα, το πρόσωπο του ήταν χαμογελαστό και του είπε:
«Ήρθα για σένα, είσαι δικό μου παιδί» και εξαφανίστηκε.
Το ίδιο επαναλήφθηκε τις επόμενες δυο νύχτες. Ο μικρός ήταν τότε περίπου δεκατριών χρόνων. Βρέθηκε μπροστά στο δίλημμα, αν θα το πει ή όχι και σε ποιόν. Ύστερα από σκέψη αποφάσισε να το 
πει στον πρόεδρο του χωριού, ένα σεβάσμιο ηλικιωμένο άνδρα, τον μπάρμπα-Νικόλα. 
Πήγε στο σπίτι του, του διηγήθηκε όλη την ιστορία και αμέσως ζήτησε να τον βαφτίσουν.
Ο πρόεδρος με χαμόγελο του απάντησε: «Το σκέφτηκες, παιδί μου, καλά;».
Ο μικρός του απάντησε: «Ναι, το σκέφτηκα, θέλω να με βαφτίσετε».
Ο πρόεδρος τότε του εξήγησε ότι αυτό θα ήταν δύσκολο λόγω του ότι ήταν ανήλικος και οι γονείς του θα μπορούσαν να αντιδράσουν. Στο τέλος του είπε: «Αν, παιδί μου, σε έχει φωτίσει τόσο ο Χριστός και το επιθυμείς τόσο πολύ, κάνε υπομονή να φτάσεις στη νόμιμη ηλικία. Τότε να το ζήτησης και θα το απολαύσεις».
Δούλευε κυρίως στις ψαρόβαρκες, οι όποιες εκείνα τα χρόνια ήταν με κουπιά και πανιά. Συχνά τότε πήγαιναν στις απέναντι ακτές ιδιαίτερα στον κόλπο ανατολικά της Κώ.
Κάποια φορά καθώς έρχονταν προς το νησί από τον κόλπο γεμάτοι ψάρια, ήταν τρεις στην βάρκα, έρχεται ξαφνικά μία φοβερή κακοκαιρία. Η βάρκα πλημμύρισε και εκείνος με ενα τενεκέ προσπαθούσε να αδειάζει τα νερά. Καθώς έβγαζε τα νερά βρέθηκε ένα μικρό εικονισματάκι του Αγίου Νικολάου μέσα στον τενεκέ. Αμέσως μία φωνή μέσα του φωνάζει: «Μη με πετάξεις!». Πιάνει το Εικόνισμα, το σηκώνει ψηλά και λέει: «Άγιε μου Νικόλα, σώσε μας και αν έρθει η ώρα να βαφτιστώ θα πάρω το όνομά Σου». Σε λίγη ώρα βρέθηκαν σε κάποια ακτή της Κω.
Αργότερα πήγε στην Μικρασία. Ένα χρονικό διάστημα δούλευε σε εργοστάσιο-υφαντουργείο. Κάποια στιγμή με άλλους Κώους πηγαίνει για να γνωρίσει την Σμύρνη και τον Τσεσμέ. Εκεί του άρεσε και έμεινε για να δούλεψη στα καπνά. Το βράδυ κοιμήθηκαν σε μία αποθήκη, η όποια όμως ήταν παλιά Εκκλησία του Χριστού. Οι άλλοι δύο, αδελφή και αδελφός -μουσουλμάνοι- δεν μπορούσαν να ησυχάσουν μέχρι πού αποφάσισαν να βγουν από την Εκκλησία και να κοιμηθούν στο χωράφι. Έτσι εκείνος έμεινε μόνος μέσα στο σκοτάδι. Αφού κοιμήθηκε για λίγη ώρα, ανοίγει τα μάτια του και βλέπει ένα φως να βγαίνει μέσα από το Ιερό. Κοιτάζει έξω, ήταν σκοτεινά, η Εκκλησία όμως έλαμπε. Την επόμενη βραδιά το ίδιο. Την τρίτη βραδιά μαζί με το φως ακούει μία φωνή:
«Μη ξεχάσεις την υπόσχεση σου. Είσαι δικό Μου παιδί».
Μετά από αυτό μέχρι το πρωί σκεφτόταν πώς θα γίνει Χριστιανός μέσα στην Τουρκία. 
Όταν ξημέρωσε είδε ότι η φωνή έβγαινε από μία σκαλιστή μαρμάρινη εικόνα του Κυρίου, η οποία ήταν και η μόνη πού είχε μείνει, χτισμένη πάνω από το Ιερό.
Την ίδια μέρα μετά από μία – δυό ώρες ήρθε διαταγή να επιστρέψουν όλοι οι πρόσφυγες στις πατρίδες τους. Ήταν τότε το έτος 1945. Έτσι επέστρεψε στην Κω σκεπτόμενος μέσα του ότι τώρα θα μπορέσει να βαπτιστεί.
Μέχρι τότε δεν είχε πει σε κανέναν από τους δικούς του τίποτε. Τα Δωδεκάνησα τότε μετά την Ιταλική κατοχή τα κατείχαν οι Άγγλοι. Εκείνος δούλεψε στην Αγγλική Χωροφυλακή μέχρι την απελευθέρωση το 1947. Αργότερα το 1949-1950, την ημέρα μάλιστα που οι Μουσουλμάνοι γιόρταζαν το Μπαϊράμι, του λέει η μητέρα του: «Σήκω και συ να πας κάτω. Έγινες πια σκέτος Χριστιανός». Τότε εκείνος πήρε την αφορμή και απήντησε:
«Δεν είμαι Χριστιανός αλλά θα γίνω όταν βαπτιστώ, μυρωθώ και πάρω την Θεία Κοινωνία».
Το ίδιο βράδυ βλέπει στον ύπνο του ότι ανοίγει η στέγη του σπιτιού του, τρεις Άγγελοι κατεβαίνουν στο δωμάτιό του και τού λένε πώς θέλουν να τον πάρουν μαζί τους. Εκείνος τους ρώτησε αν μπορεί να πετάξει μαζί τους και τότε είδε ότι άρχισε να πετάει ανάμεσα στους Αγγέλους μέχρι την ακρογιαλιά. Στην συνέχεια ο μπροστινός Άγγελος, μετά ο δεξιός και τέλος ο αριστερός του, τον βούτηξαν από μία φορά στην θάλασσα και επέστρεψαν όλοι στο σπίτι. Το πρωί κατάλαβε πλέον ότι είχε έρθει η ώρα για να βαφτιστεί.
Κατέβηκε στο λιμάνι, βρήκε ενα γνωστό του ναυτικό και αφού του εξήγησε τον σκοπό του, εκείνος τον πήρε σαν βοηθό του στο καράβι και έφτασαν στην Κάλυμνο, στην Μητρόπολη. Ύστερα έρχεται στην Ι.Μ. Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου στην Πάτμο αναζητώντας τον γέροντα Αμφιλόχιο Μακρή. Μαζί του ήρθε και ο Νικόλαος Νικολαΐδης ο οποίος και έγινε στην συνέχεια νονός του.
Μετά την πρώτη επαφή με τον π. Αμφιλόχιο και τον π. Μελέτιο, ορίστηκε να γίνει η βάπτιση στο ιερό Σπήλαιο της Αποκαλύψεως. Πράγματι την επομένη το πρωί έγινε η βάπτιση από τον π. Ιερεμία κάτω από το τριπλό σχίσιμο του βράχου εντός του Ι. Σπηλαίου και πήρε το όνομα Νικόλαος. Όταν επανήλθε στην Ι.Μ. Αγίου Ιωάννου πήγε να προσκύνηση το ιερό Λείψανο του Οσίου Χριστοδούλου, το οποίο ευωδίαζε, ενώ την προηγούμενη ημέρα, πριν βαπτιστή, δεν ένιωσε τίποτε όταν το είχε προσκυνήσει.
Αφού πήραν την ευλογία του π. Αμφιλοχίου, του π. Μελετίου και του π. Ιερεμία, επέστρεψαν στην Κάλυμνο. Εκεί έμεινε στο σπίτι του π. Κυρίλλου, όπου την τρίτη νύχτα αφότου βαπτίστηκε συνέβη το εξής: Ο νεαρός Νικόλαος φορούσε ακόμη τον βαπτιστικό χιτώνα και είχε ξαπλώσει για να κοιμηθεί σ’ ένα δωμάτιο πού χρησιμοποιούσε ο π. Κύριλλος για να αγιογραφεί, δίπλα στην θάλασσα. Η πόρτα του δωματίου πού έβλεπε στην θάλασσα ήταν λίγο ανοιχτή. Ξαφνικά άκουσε την φωνή της μάνας του, άνοιξε τα μάτια του και της λέει στα Τούρκικα:
«Μητέρα, πώς βρέθηκες εδώ, τί θέλεις;»
Και εκείνη άπαντα: «Ήρθα να σε πάρω μαζί μου».
«Μητέρα, είμαι βαφτισμένος και μυρωμένος, φύγε δεν μπορώ να έρθω μαζί σου», της λέει ο Νικόλαος.
Όμως εκείνη με δυνατή φωνή του λέει: «Σήκω, θα σε πάρω» και πέφτει αμέσως πάνω του, τον πιάνει από τους ώμους για να τον σηκώσει.
Εκείνος την σπρώχνει φωνάζοντας: «Μάνα, μη με λερώσεις», και το βλέμμα του πέφτει σε μία εικόνα του Χριστού. Τότε φωνάζει κάνοντας το σημείο του Σταυρού: «Χριστέ μου, σώσε με».
Εκείνη τότε σηκώθηκε όρθια, και του είπε: «Με νίκησες» και βγαίνοντας από την πόρτα πέφτει στην θάλασσα, βρέχοντας μάλιστα την πόρτα. Καθώς όμως έβγαινε η μητέρα του, βλέπει πίσω της μία ουρά ζώου και όταν εξαφανίστηκε στην θάλασσα, τότε κατάλαβε ότι δεν ήταν η μητέρα του.
Το πρωί ο π. Κύριλλος πού είχε ακούσει τις φωνές, ρώτησε και έμαθε τί του συνέβη. 
Τότε του λέει: «Μη στενοχωριέσαι, Νικόλα παιδί μου. Ήταν ο διάβολος και ήρθε να σε πειράξει».
Ο νεοφώτιστος Νικόλαος παρέμεινε για ένα διάστημα στην Κάλυμνο όπου νυμφεύθηκε και αργότερα επέστρεψε στην Κω. Ο Νικόλαος είχε πολλές επεμβάσεις του Θεού στην ζωή του και αντιλήψεις από την θεία Χάρι. Με απλότητα και πίστη στις δυσκολίες του ζητούσε βοήθεια από τον Θεό και την λάμβανε.
Στην Κω του συνέβη το εξής: Ήταν Μεγάλη Τρίτη, είχε κακοκαιρία τις προηγούμενες μέρες και ο Νικόλαος που τότε ασχολιόταν με το πλέξιμο καλαθιών, αλλά και την χρήση δυναμιτών για το ψάρεμα, είχε έρθει σε δύσκολη οικονομική κατάσταση. Δεν μπορούσε να αγοράσει ούτε το πασχαλινό αρνί και εναγωνίως ήθελε να πιάσει λίγα ψάρια για να περάσουν το Πάσχα. Αποβραδίς στην προσευχή του παρακάλεσε τον Κύριο:
«Χριστέ μου, δεν έχω κανέναν άλλο να πω τον πόνο μου, μόνο Εσύ θα με βοηθήσεις, Χριστέ μου», και κοιμήθηκε.
Τότε είδε ότι βρισκόταν σε μία περιοχή με θάμνους και ένα Φως ερχόταν προς το μέρος του. Εμφανίζεται ο Χριστός φορώντας Χιτώνα και ένα Ακάνθινο Στεφάνι, ενώ έσταζε Αίμα στο Πρόσωπό Του. Ο Νικόλαος τρέχει προς το μέρος Του έτοιμος να πέσει να Τον προσκύνηση και ο Χριστός τον ευλογεί. Εκείνος αμέσως γονατίζει κάνοντας τον σταυρό του και του λέει:
«Χριστέ μου, βοήθησε με να πιάσω μερικά ψάρια να περάσω το Πάσχα», και τότε ακούει τον Χριστό με μία γλυκεία φωνή να του λέει: «Να πας, παιδί μου, στο Καρτέρι» και εξαφανίσθηκε.
Ξαφνικά αισθάνθηκε να τον ξυπνά η γυναίκα του λέγοντας του: «Τι έχεις; Κοιμάσαι και κάνεις τον σταυρό σου;»
«Δεν ξέρω, όνειρο έβλεπα», της απαντά εκείνος, χωρίς να πη τίποτε άλλο.
Ξημέρωσε η Μεγάλη Τετάρτη και μέσα σε δυνατή βροχή πήρε δυο δυναμίτες και προχωρούσε προς το σημείο που του υπέδειξε ο Κύριος, περισσότερο από μία ώρα πορεία. Στον δρόμο συχνά μονολογούσε, κάνοντας τον σταυρό του, «Χριστέ μου, έρχομαι, βοήθησέ με». Περίπου 200 μέτρα προτού φτάσει στο Καρτέρι είδε τρία ψάρια να γυαλίζουν. Ο Νικόλαος έτρεξε εκεί φωνάζοντας: «Ευχαριστώ, Χριστέ μου», έριξε τους δύο μικρούς δυναμίτες και η θάλασσα γέμισε ψάρια. Εκείνος συνέχισε να ευχαριστεί τον Κύριο γεμίζοντας επανειλημμένα το μοναδικό του τσουβαλάκι και με την βοήθεια δυο ζώων πού του έδωσαν, τα μετέφερε και τα πούλησε.
Αρκετά χρόνια αργότερα συνέβη και το εξής: Ο πατέρας του ήταν βαριά άρρωστος στο νοσοκομείο της Κω και κατά την διαπίστωση των γιατρών ετοιμοθάνατος. 
Ο Νικόλαος στενοχωρημένος κατεβαίνοντας τα σκαλιά αντίκρισε την Εικόνα του Αγίου Παντελεήμονος, σταμάτησε και από την καρδιά του τον παρακάλεσε:
«Άγιέ μου Παντελεήμονα, δώσε του δύο – τρία χρόνια ζωής ακόμα».
Την επόμενη, πρωί-πρωί, πριν πάει στην δουλειά -εργαζόταν τότε στον Δήμο- πήγε στο Νοσοκομείο και είδε τον πατέρα του να κάθεται και να του λέει: «Ευχαριστώ, παιδί μου, που έστειλες το γιατρό. Ήρθε σε μένα ένας νέος γιατρός και με ρώτησε: – Πώς πάς;
– Δεν είμαι καλά του λέω.
Τότε εκείνος έπιασε το κεφάλι μου και μου λέει:
– Άνοιξε καλά το στόμα σου και βγάλε την γλώσσα σου.
Αμέσως την άγγιξε και μου λέει:
– Δεν έχεις τίποτα, είσαι καλά.
Φεύγοντας μού λέει:
-Με έστειλε ο γιός σου ο Νικόλαος να σε δω. Μετά από λίγο ήμουν καλά, παιδί μου».
Ο Νικόλαος κατάλαβε ότι ήταν ο Άγιος και τον ρώτησε: «Θα τον αναγνωρίσεις αν τον δεις;» Έφερε, λοιπόν, την Εικόνα μπροστά στον πατέρα του και εκείνος αναγνώρισε τον γιατρό στο πρόσωπο του Αγίου Παντελεήμονος.


Bαρύς ο σταυρός της δοκιμασίας



«Όσο βαρύς κι αν είναι ο σταυρός της δοκιμασίας, το ξύλο από το οποίο κατασκευάσθηκε, πάντοτε φυτρώνει στο έδαφος της καρδιάς. 
Μη φοβάστε...
Κι αν γκρεμίζονται όλα γύρω σας, κι αν ισοπεδώνονται οι ναοί και τα μοναστήρια, μην αποκαρδιώνεστε!
Μένει και θα μένει όρθιος ο ναός της ψυχής μας, τον οποίο κανείς δεν μπορεί να καταστρέψει, παρά μόνο εμείς οι ίδιοι...
Θυσιαστήριο είναι η καρδιά μας. Πάνω της, με δάκρυα προσφέρουμε το μέγα μυστήριο της μετανοίας...»

Ιερομάρτυς Σέργιος Μετσώφ 

“…είδα μια λάμψη να ξεπετάγεται μέσα από την εικόνα της Παναγίας…να ζωντανεύει σαν πρόσωπο…και να βγαίνει μπροστά μου, έξω από τα εικόνισμα…”



Ή πλέον συνηθισμένη τέχνη καί παγίδα πού χρησιμοποιεί ό διάβολος, ώστε νά αποτρέψει τόν άνθρωπο νά πάει γιά εξομολόγηση, είναι ή ντροπή!

Μέ έντεχνες σκέψεις, βάζει στόν άνθρωπο τήν αίσθηση τής ντροπής, ώστε νά σκέπτεται νά ξεστομίσει στόν πνευματικό καί κάποιες εξευτελιστικές αμαρτίες του…

Κρύβοντας όμως τίς αμαρτίες του ό εξομολογούμενος, προσθέτει ένα ακόμη βαρύτατο καί θανάσιμο αμάρτημα πάνω στά ήδη υπάρχοντα…

Γιατί όπως λένε οί παλαιοί Άγιοι Πατέρες τής Εκκλησίας μας, άν από τίς 100 αμαρτίες εξομολογηθούμε τίς 99 καί κρύψουμε μία, τότε καί οί 99 πού εξομολογηθήκαμε, παραμένουν ασυγχώρητες!

Ούτε δάκρυα, ούτε νηστείες, ούτε αγρυπνίες, μετάνοιες, κομποσχοίνια, ελεημοσύνες, αρετές, καί άλλες αγαθοεργίες, είναι ικανές νά σβήσουν έστω καί μία αποκρυπτόμενη στήν εξομολόγηση αμαρτία.

Στό σημείο αυτό θά παραθέσουμε τά λόγια ενός σεβάσμιου Αρχιερέως, παρμένα από μία πραγματική ιστορία…

(Λόγω τού απορρήτου τής εξομολογήσεως δέν ειπώθηκαν ονόματα)

Διηγείται ό ίδιος…

 “Ένα απόγευμα, πρίν από μερικά χρόνια, μέ ειδοποίησαν τηλεφωνικώς νά πάω επειγόντως σέ ένα γυναικείο Μοναστήρι, έξω από τήν Αθήνα. Τό μοναστήρι αυτό, τό είχα επισκεφθεί καί παλαιότερα, καί ήταν γνωστό γιά τήν τάξη, τήν σοβαρότητα, καί τήν φιλανθρωπία του. 

Όταν μέ τήν βοήθεια τής Παναγίας μας έφθασα εκεί, ή σεβαστή Γερόντισσα καί ηγουμένη τής μονής μέ υποδέχθηκε μέ μεγάλη χαρά αλλά καί ανησυχία. Αφού προσκύνησα στόν ναό, μέ πήρε ιδιαιτέρως καί μού είπε κλαίγοντας.

–Σεβασμιώτατε, γνωρίζετε, ότι βρίσκομαι στόν χώρο αυτό, από μικρής σχεδόν ηλικίας, γιά 50 περίπου χρόνια.

–Τό γνωρίζω Γερόντισσα, τής είπα.

–Μού συνέβη κάτι συγκλονιστικό, συνέχισε, θά ήμουν πεθαμένη τώρα αλλά μέ λυπήθηκε ή Παναγία καί μέ γύρισε πίσω!

–Τί λέτε Γερόντισσα…Πώς έγινε αυτό;

Ή αγωνία μου είχε πιά κορυφωθεί.

–Γιά πολλές μέρες οί αδελφές, μέ περίμεναν νά ξεψυχίσω… Οί γιατροί μού έδιναν ώρες ζωής, γιατί βρισκόμουν πιά σέ βαρύ κώμα…

Παραδόξως όμως, ούτε πέθαινα αλλά ούτε καί καλυτέρευα. 

Καί ξαφνικά, στόν μήνα επάνω, γίνομαι τελείως καλά καί σηκώνουμε όρθια πρός γενική κατάπληξη όλων εδώ, καί ιδιαιτέρως δική μου…Πόσο πικράθηκα όμως γι΄ αυτή τήν “επιστροφή ” μου…

–Πικραθήκατε αντί νά χαρείτε;

–Ναί Σεβασμιώτατε, καί ακούστε τό “γιατί” . Κατέβηκα λοιπόν μετά τήν “ανάστασή ” μου, λυπημένη στήν Εκκλησία, καί κλαίγοντας γονατιστή έλεγα στήν Θεοτόκο…

— Γιατί Παναγία μου τό έκανες αυτό; Γιατί δέν μέ πήρες κοντά σου; Μόνο βάρος μπορώ νά προσφέρω πιά στήν αδελφότητα, σ΄ αυτή τήν ηλικία πού είμαι;

Αλλά, καθώς τά έλεγα αυτά, είδα μιά λάμψη νά ξεπετάγεται μέσα από τήν εικόνα τής Παναγίας…νά ζωντανεύει σάν πρόσωπο…καί νά βγαίνει μπροστά μου, έξω από τό εικόνισμα…

Ταράχτηκα ολόκληρη, λίγο καί θά πέθαινα!

Μού μίλησε ήρεμα, μέ αγάπη…

–Γιατί κόρη μου, γιατί παιδί μου παραπονείσαι καί απορείς πού σέ γύρισα πίσω; Εγώ παρακάλεσα τόν Υιόν μου νά σέ επιστρέψει στήν ζωή, νά σού χαρίσει ακόμη κάποιο διάστημα…

Είσαι γιά χρόνια στόν ιερό αυτό χώρο καί μέ έχεις υπηρετήσει σωστά, αλλά ένα αμάρτημα πού έχεις επάνω σου, από τά νεανικά σου χρόνια καί παραμένει ακόμη ανεξομολόγητο, θά σέ οδηγούσε στήν αιώνια Κόλαση!

Γι΄ αυτό σέ γύρισα πίσω, γιά νά μή χάσεις τούς κόπους σου καί γιά νά σώσεις τήν ψυχή σου… Νά καλέσεις αύριο κι΄ όλας τόν τάδε Αρχιερέα, καί νά εξομολογηθείς τό αμάρτημά σου πού τόχεις βάρος, τόσα χρόνια, στήν ψυχή σου… 

–Τί λέτε Γερόντισσα; Αυτό είναι φοβερό!…

–Μάλιστα, Σεβασμιώτατε. Άς είναι δοξασμένο τό Όνομά Της!…Μόλις μού είπε αυτά, τήν έχασα από μπροστά μου. Τότε, μέ τήν Χάρι Της, θυμήθηκα μία αμαρτία τών νεανικών μου χρόνων, τήν οποία πάντοτε ήθελα νά τήν εξομολογηθώ, αλλά πάντοτε από ντροπή δέν τήν έλεγα. 

Τελικά, ανάμεσα στίς αρρώστιες τής ηλικίας μου, από ζάχαρο, ουρία, αρτηριοσκλήρωση, καί ένα ελαφρό εγκεφαλικό, ξέχασα καί τήν αμαρτία, όπως παθαίνουν οί περισσότεροι σήμερα…

Ή αμαρτία όμως έμενε πάνω μου, καί ασφαλώς θά μέ κόλαζε!…

Έν τώ μεταξύ, διηγείται ό Αρχιερέας, έβαλα τό Ωμοφόριο καί τό Επιτραχήλιο μπαίνοντας στό κυρίως στάδιο τού μυστηρίου τής Εξομολογήσεως, περιμένοντας νά αναφερθεί στήν αμαρτία της, γιά νά διαβασθεί καί ή ευχή τής συγχωρήσεως.

Ξαφνικά ή Γερόντισσα, έβγαλε μία σπαρακτική φωνή απογνώσεως, σάν “κάποιος” νά μή τήν άφηνε νά εξομολογηθεί…

–Τί πάθατε, Γερόντισσα; Τί έχετε;…

–Άχ, παιδί μου…νά ήξερες…Δυσκολεύομαι νά πώ αυτή τήν αμαρτία μου. Βοήθησέ με! Κάντε προσευχή, σάς παρακαλώ!…

Πραγματικά τήν συμπόνεσα, τήν λυπήθηκα, έκλαψα γι΄ αυτήν , έλεγε ό Αρχιερέας αργότερα, διατηρώντας πάντοτε τήν ανωνυμία τής Γερόντισσας όπως καί οί κανόνες τής Εκκλησίας παραγγέλνουν.

Τήν είχε κυριεύσει τό δαιμόνιο τής ντροπής, έλεγε, μία ειδική τάξη πονηρών πνευμάτων, πού βάζει ντροπή στόν άνθρωπο προσπαθώντας νά τόν κολάσει… 

Μέ προσευχή όμως καί θάρρος από τόν εξομολογούμενο, φεύγει !

Τελικά όμως εξομολογήθηκε!

Είναι αδύνατον νά σάς περιγράψω, κατέληξε ό Σεβασμιώτατος, τήν χαρά πού είχε ή ψυχή αυτή, σάν εξομολογήθηκε. 

Μέσα σέ 3 μόλις λεπτά, είχε πετάξει από πάνω της ένα ψυχικό δαιμονικό βάρος, μία δουλεία πού τήν κρατούσε, γιά 65 περίπου χρόνια…

Έζησε, γιά λίγο καιρό ακόμη, καί μετά έμαθα πώς πέθανε. 

Την είχε γλιτώσει ή Παναγία μας, τήν τελευταία μόλις στιγμή!…

“Όταν σημάνει η σάλπιγγα της αναστάσεως, ο παράδεισος θα παρουσιάσει τίς ψυχές τών πολιτών τού ουρανού, ώστε αυτές να ενωθούν ένδοξα με τα σώματά τους…”



Όταν σημάνει ή σάλπιγγα της αναστάσεως, ό παράδεισος θα παρουσιάσει τίς ψυχές τών πολιτών τού ουρανού, ώστε αυτές να ενωθούν ένδοξα μέ τά σώματά τους, τά όποια θα ζωοποιηθούν μόλις ακούσουν τή φωνή τού Υιού τού Θεού. Τότε καί ό άδης θα παρουσιάσει τούς νεκρούς, πού κρατά δέσμιους, γιά τήν τελική φοβερή Κρίση καί καταδίκη τους. Μετά την αναγγελία της αποφάσεως τού Κριτή, ή μακαριότητα τών δικαίων θα πολλαπλασιαστές καθώς επίσης καί ό κολασμός τών αμαρτωλών, πού θα επιστρέψουν στον άδη.

Οι δίκαιοι, μετά την ανάσταση, «θα είναι όπως οι άγγελοι στον ουρανό», σύμφωνα μέ τή μαρτυρία τού Κυρίου. Ό Ίδιος, προαναγγέλλοντας τή δευτέρα παρουσία Του καί την τελική Κρίση τού κόσμου, γνωστοποίησε ότι στούς δικαίους, πού θα τοποθετηθούν στα δεξιά Του, θα πει: «Ελάτε, οι ευλογημένοι άπ’ τόν Πατέρα μου, κληρονομήστε τή βασιλεία πού σάς έχει ετοιμαστεί απ’ την αρχή του κόσμου». Απεναντίας, στους άμαρτωλούς, πού θα τοποθετηθούν στ’ αριστερά Του, θα πει: «Φύγετε από μπροστά μου, καταραμένοι! Πηγαίνετε στην αιώνια φωτιά, πού έχει ετοιμαστεί γιά τόν διάβολο καί τούς δικούς του». Ή ανταμοιβή, δηλαδή, των αμαρτωλών θα είναι εντελώς διαφορετική από την ανταμοιβή των δικαίων. Ό Θεός, κρίνοντας δίκαια, θ’ ανταποδώσει στον καθένα «ανάλογα μέ τά έργα του». 

Ό ουρανός έχει πολλούς καί διάφορους τόπους διαμονής, σύμφωνα μέ τή μαρτυρία τού Σωτήρα μας, αλλά καί ό αδης έχει πολλά καί διάφορα κολαστήρια. Όποιος αμάρτησε γνωρίζοντας τό θέλημα τού Κυρίου, «θα τιμωρηθεί αυστηρά», ένώ οποίος αμάρτησε αγνοώντας τό θέλημα τού Κυρίου, «θα τιμωρηθεί ελαφρότερα».

Οι χριστιανοί, μόνο οι ορθόδοξοι χριστιανοί, κι αυτοί αν έζησαν στη γή μέ ευσέβεια, καθαρίζοντας τόν εαυτό τους από τίς αμαρτίες μέ ειλικρινή μετάνοια, μέ Εξομολόγηση σε πνευματικό πατέρα καί μέ διόρθωση, θα κληρονομήσουν την αιώνια μακαριότητα καί θα βρίσκονται μαζί μέ τούς φωτεινούς Αγγέλους.

Απεναντίας, οι ασεβείς, όσοι δηλαδή δεν πίστευαν στον Χριστό, οι αιρετικοί, όσοι δηλαδή δεν είχαν ορθή πίστη, καθώς καί εκείνοι από τούς ορθοδόξους πού πέρασαν τή ζωή τους μέσα σε αμαρτίες ή διέπραξαν κάποιο θανάσιμο παράπτωμα καί δεν καθαρίστηκαν μέ τή μετάνοια, θα κληρονομήσουν την αιώνια κόλαση καί θα βρίσκονται μαζί μέ τούς σκοτεινούς δαίμονες.

Οι πατριάρχες της Ανατολικής Εκκλησίας γράφουν

σχετικά: «Των ανθρώπων πού έπεσαν σε θανάσιμα αμαρτήματα καί πού πριν από την άποβίωσή τους δεν απελπίστηκαν, αλλά, μολονότι μετανόησαν όσο ακόμα βρίσκονταν στήν παρούσα ζωή, δεν έφεραν κανέναν καρπό μετανοίας —όπως είναι τά δάκρυα καί οι γονυκλισίες, οι προσευχές καί οι αγρυπνίες, ή συντριβή, ή παρηγόρηση των φτωχών καί ή έμπρακτη επίδειξη αγάπης προς τόν Θεό καί τόν πλησίον, έργα πού ορθά παραδέχθηκε εξαρχής ή Καθολική Εκκλησία ως θεάρεστα καί ευεργετικά—, τούτων (των ανθρώπων) οι ψυχές πηγαίνουν στον αδη καί υπομένουν τιμωρία ανάλογη τών αμαρτημάτων πού διέπραξαν. Από την τιμωρία αυτή, ωστόσο, αισθάνονται ότι θ’ απαλλαγούν. Καί, πράγματι, χάρη στήν υπέρτατη αγαθότητα (του Θεού), λυτρώνονται μέ τίς δεήσεις τών ιερέων καί μέ τίς αγαθοεργίες τών συγγενών τους, προπάντων όμως μέ τή δύναμη της αναίμακτης Θυσίας. Τούτη ή Θυσία τελείται καθημερινά γιά όλους από την Καθολική Αποστολική Εκκλησία, τελείται, όμως, καί μέ την ιδιαίτερη μέριμνα κάθε χριστιανού γιά τούς κεκοιμημένους συγγενείς του».

ΑΓΙΟΥ ΙΓΝΑΤΙΟΥ ΜΠΡΙΑΝΤΣΑΝΙΝΩΦ

Περί Μετάνοιας

(Κατά Ματθαίον Εὐαγγέλιον Κεφ.4, στ.17)

"…μετανοεῖτε· ἤγγικε γὰρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν"

δηλαδή: "…μετανοείτε, διότι έχει πλησιάσει πλέον η Βασιλεία των Ουρανών"

(Κατά Λουκάν Εὐαγγέλιον)
(Κεφ.5, στ.31-32 και Κεφ.13, στ.2-3 και Κεφ.15, στ.7)

"…οὐ χρείαν ἔχουσιν οἱ ὑγιαίνοντες ἰατροῦ, ἀλλ᾿ οἱ κακῶς ἔχοντες· οὐκ ἐλήλυθα καλέσαι δικαίους, ἀλλὰ ἁμαρτωλοὺς εἰς μετάνοιαν"

δηλαδή: "…δεν έχουν ανάγκη από ιατρό οι υγιείς, αλλά οι πάσχοντες από ασθένεια· δεν έχω έλθει να καλέσω δίκαιους, ή εκείνους που θεωρούν τον εαυτό τους δίκαιο, αλλά αμαρτωλούς σε μετάνοια"

"…δοκεῖτε ὅτι οἱ Γαλιλαῖοι οὗτοι ἁμαρτωλοὶ παρὰ πάντας τοὺς Γαλιλαίους ἐγένοντο, ὅτι τοιαῦτα πεπόνθασιν; οὐχί, λέγω ὑμῖν, ἀλλ᾿ ἐὰν μὴ μετανοῆτε, πάντες ὡσαύτως ἀπολεῖσθε"

δηλαδή: "...εκ του γεγονότος ότι έπαθαν αυτά, βγάζετε το συμπέρασμα ότι οι Γαλιλαίοι αυτοί υπήρξαν αμαρτωλοί περισσότερο από όλους τους Γαλιλαίους; Οχι σας λέγω, διότι και οι άλλοι Γαλιλαίοι είναι επίσης αμαρτωλοί. Εάν δε δεν μετανοήσετε και σεις όλοι, κατά τον ίδιο τρόπο θα χαθείτε"

"λέγω ὑμῖν ὅτι οὕτω χαρὰ ἔσται ἐν τῷ οὐρανῷ ἐπὶ ἑνὶ ἁμαρτωλῷ μετανοοῦντι ἢ ἐπὶ ἐνενήκοντα ἐννέα δικαίοις, οἵτινες οὐ χρείαν ἔχουσι μετανοίας"

δηλαδή: "σας διαβεβαιώνω, ότι έτσι μεγάλη χαρά θα είναι στον Ουρανό για έναν αμαρτωλό που μετανοεί, περισσότερο κτυπητή από όσο είναι η χαρά για τους ενενήντα εννέα δίκαιους, οι οποίοι δεν έχουν ανάγκη από μετάνοια"

Από τη μεταμέλεια στη μετάνοια

Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση του Ιούδα όπου «μεταμεληθείς απέστρεψε τα τριάκοντα αργύρια τοις αρχιερεύσι και τοις πρεσβυτέροις λέγων: ήμαρτον παραδούς αίμα αθώον» (Μτθ. 27, 3-4). Γιατί ενώ θα περίμενε κανείς μετά τη μεταμέλεια του να επιστρέψει στο Διδάσκαλό του, εν τούτοις «απελθών απήγξατο».
Ασφαλώς είναι σημαντικό να κατανοήσουμε το λάθος μας, να αναγνωρίσουμε ότι δεν συμπεριφερθήκαμε σωστά, ότι πληγώσαμε τον άλλο, τον αδικήσαμε, τον υποτιμήσαμε. Ανθρώπινες αδυναμίες που πηγάζουν από την ανθρώπινη ατέλειά μας. Ποιος μπορεί να καυχηθεί ότι δεν κάνει λάθη και παραπατήματα;
Η μετάνοια, όπως και η λέξη το λέει, είναι η εσωτερική αλλαγή στο πώς βλέπουμε τον εαυτό μας και τη συμπεριφορά μας, τη ζωή μας. Είναι η νέα αντίληψη των πραγμάτων με βάση τη λογική του Θεού. Μια αλλαγή που εκφράζεται με έργα, με κινήσεις αγάπης και ταπείνωσης προς το Θεό και τον πλησίον μας.
Με τα πιο πάνω κατανοούμε πως δεν είναι αρκετό να καταλάβουμε τα αμαρτήματά μας. Χρειάζεται να θέλουμε να τα αρνηθούμε και ν’ αγωνιστούμε γι’ αυτό, με τη χάρη του Θεού μας που ’ναι «Θεός των μετανοούντων».
Η μεταμέλεια, η συνειδητοποίηση δηλαδή των λαθών, αν μείνει χωρίς τη μετάνοια, μπορεί να οδηγήσει στην απόγνωση. Γιατί τα λάθη είναι εκεί ως γεγονότα, αδυνατώντας να εξαλειφτούν από την προσωπική μας ιστορία. Η μετάνοια όμως, ως κάθοδος στον Άδη του εαυτού μας και ανάσταση σε νέα ζωή, τη ζωή του Χριστού, φέρνει όντως εξάλειψη των αμαρτημάτων και βεβαιότητα ότι αρχίζει κάτι αλλιώτικο από πριν. Να γιατί η μεταμέλεια φέρνει λύπη ενώ η μετάνοια χαρά.
Η συνεχής μεταμέλεια μπορεί να φέρει εσωτερική μιζέρια και μελαγχολία, ενώ η συνεχής μετάνοια φέρνει εσωτερική ειρήνη και βεβαιότητα ότι η αγάπη του Θεού συγκρατεί και κινεί το σύμπαν και αγιάζει «πάντα άνθρωπο ερχόμενο εις τον κόσμο». Γίνεται συνεχής πορεία προς το αύριο κι όχι, όπως η μεταμέλεια, στροφή στο παρελθόν.
Η Εκκλησία, αν θεωρηθεί σωστά, δεν δημιουργεί ενοχές, δεν κρατά τους ανθρώπους δεμένους στο πριν της ζωής τους, αλλά καλεί προς το ωραίο αύριο, με την ελπίδα και την προσμονή της ημέρας του Κυρίου, που καλύπτει «πλήθος αμαρτιών» και κυριαρχεί η συγχώρεση, η ευσπλαχνία, η κατανόηση, η αγάπη.
Οι άγιοι, έχοντας τη μετάνοια ως καθημερινό βίωμα, πέρα από τις όποιες δυσκολίες που αντιμετώπιζαν, είχαν χαρά και ειρήνη, την οποία μετέδιδαν «στους εγγύς και στους μακράν». Η Εκκλησία, ως το σώμα του Χριστού εις τους αιώνας, μεταδίδει σε όποιους θέλουν και μετανοούν, τη χαρά και την ειρήνη της καρδίας, βεβαιώνοντάς τους για την εγγύτητα της Βασιλείας του Μεγάλου Θεού. 

π. Ανδρέα Αγαθοκλέους

Τεθλιμένη Οδός



(Κατά Ματθαίον Εὐαγγέλιον Κεφ.7, στ.13-14)

"εἰσέλθετε διὰ τῆς στενῆς πύλης· ὅτι πλατεῖα ἡ πύλη καὶ εὐρύχωρος ἡ ὁδὸς ἡ ἀπάγουσα εἰς τὴν ἀπώλειαν, καὶ πολλοί εἰσιν οἱ εἰσερχόμενοι δι᾿ αὐτῆς."

δηλαδή: "αγωνισθείτε και προσπαθείτε να μπείτε στο δρόμο της αρετής από τη στενή πύλη. Διότι πλατιά μόνο είναι η θύρα και ευρύχωρος ο δρόμος, που εκτρέπει και οδηγεί τον άνθρωπο στην απώλεια και πολλοί είναι εκείνοι, που με μεγάλη ευκολία εισέρχονται σε αυτήν.

"τί στενὴ ἡ πύλη καὶ τεθλιμμένη ἡ ὁδὸς ἡ ἀπάγουσα εἰς τὴν ζωήν, καὶ ὀλίγοι εἰσὶν οἱ εὑρίσκοντες αὐτήν!"

δηλαδή: "Εξ αντιθέτου είναι στενή η θύρα και γεμάτος δυσκολίες και ταλαιπωρίες ο δρόμος, που οδηγεί στην αιώνια ζωή και απαιτείται αγώνας κατά της αμαρτίας, για να τον ακολουθήσει κανείς. Γι αυτό και λίγοι είναι αυτοί, που τον βρίσκουν και τον ακολουθούν μέχρι τέλους."

Δὲν ὠφελούμεθα ἀπὸ τὴν καθαρότητα τοῦ σώματος ἐὰν δὲν συνυπάρχουν καὶ οἱ ὑπόλοιπες ἀρετὲς



Ἀδελφοὶ καὶ πατέρες. Εἶναι καλὸν πράγμα ἡ μετάνοια καὶ ἡ ὠφέλεια ποὺ προέρχεται ἀπὸ αὐτήν. Αὐτὸ γνωρίζοντας καὶ ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Θεός μας, ὁ ὁποῖος ὅλα τὰ γνωρίζει ἐκ τῶν προτέρων, εἶπε: «Μετανοεῖτε, ἤγγικε γὰρ ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν». Θέλετε δὲ νὰ μάθετε ὅτι χωρὶς μετάνοια, καὶ μάλιστα μετάνοιαν ἀπὸ τὸ βάθος τῆς ψυχῆς καὶ τοιαύτην ὅπως ὁ Λόγος τὴν ζητεῖ ἀπὸ ἐμᾶς, εἶναι ἀδύνατον νὰ σωθοῦμε; 
Ἀκοῦστε τὸν ἴδιον τὸν Ἀπόστολο ποὺ λέγει «…πάσα ἁμαρτία ἐκτός τοῦ σώματος ἐστίν. Ὁ δὲ πορνεύων εἰς το ἴδιον σῶμα ἁμαρτάνει…». Καὶ πάλιν. «Παραστῆναι δεῖ ἠμᾶς ἔμπροσθέν τοῦ βήματος τοῦ Χριστοῦ, ἴνα ἀπολήψεται ἕκαστος τὰ διὰ τοῦ σώματος πρὸς εἰ ἔπραξε, εἴτε ἀγαθὰ εἴτε φαῦλα». Ἠμπορεῖ λοιπὸν πολλὲς φορὲς λαμβάνοντας κάποιος ἀφορμὴν ἀπὸ αὐτὰ νὰ εἰπῆ: «εὐχαριστῶ τὸν Θεόν, διότι δὲν ἐμόλυνα κανένα μέλος τοῦ σώματός μου μὲ κάποιαν πονηρὰ πράξη», καὶ ἔχει δῆθεν παρηγορία ἀπὸ αὐτό, ἐπειδὴ εἶναι....
ξένος ἀπὸ σωματικὴν ἁμαρτία. Ἀλλὰ ἀποκρίνεται ὁ Δεσπότης λέγοντας Δεσποτης λέγοντας τὴν παραβολὴν περὶ τῶν δέκα παρθένων, καὶ δεικνύει σὲ ὅλους μας καὶ μᾶς βεβαιώνει ὅτι καθόλου δὲν ὠφελούμεθα ἀπὸ τὴν καθαρότητα τοῦ σώματος, ἐὰν δὲν συνυπάρχουν σ’ ἐμᾶς καὶ οἱ ὑπόλοιπες ἀρετές.

Καὶ ὄχι μόνον αὐτό, ἀλλὰ ὁ ἴδιος πάλιν ὁ Παῦλος μαζὶ μὲ τὸν Δεσπότην φωνάζει: «Εἰρήνην διώκετε μετὰ πάντων καὶ τoν ἁγιασμόν, οὐ χωρὶς οὐδεὶς ὄψεται τoν Κύριον». Γιατί ὅμως εἶπε «διώκετε»; Διότι δὲν εἶναι δυνατὸν σὲ μίαν ὥρα νὰ γίνωμε καὶ νὰ εἴμεθα ἅγιοι, ἀλλὰ πρέπει ἀρχίζοντας ἀπὸ τὰ μικρά, νὰ φθάσωμε προοδευτικῶς στὸν ἁγιασμὸν καὶ τὴν καθαρότητα, καὶ διότι ἀκόμη καὶ χίλια χρόνια ἐὰν ζήσωμε στὴν ζωὴν αὐτήν, οὐδέποτε θὰ ἠμπορέσωμε νὰ τὰ ἀποκτήσωμε αὐτὰ σὲ τέλειον βαθμό, ἀλλὰ βάζοντας ἀρχὴν καθημερινῶς, ὀφείλουμε νὰ ἀγωνιζώμεθα συνεχῶς. 

Αὐτὸ ἐφανέρωσε πάλιν ὁ ἴδιος λέγοντας, «Διώκω δὲ εἰ καὶ καταλάβω (μήπως κατορθώσω δηλαδὴ) ἐφ’ ὢ καὶ κατελήφθην (ἐκεῖνο δηλαδὴ γιὰ τὸ ὁποῖον καὶ ὁ Χριστὸς μὲ ἔφερε κοντά του)». Διότι κάθε ἄνθρωπος ποὺ ἔχει ἁμαρτήσει, ὅπως ἐγὼ ὁ κατακεκριμένος, καὶ ἔκλεισε μὲ τoν βόρβορο τῶν ἡδονῶν τὶς αἰσθήσεις τῆς ψυχῆς του, ἀκόμη καὶ ἂν ὅλην τὴν περιουσία του τὴν διεμοίρασε στοὺς πτωχούς, καὶ ἐγκατέλειψε ὅλην τὴν δόξα καὶ λαμπρότητα τῶν ἀξιωμάτων καὶ πολυτέλειαν οἴκου καὶ ἵππων, ποιμνίων καὶ δούλων, καὶ αὐτοὺς τοὺς ἴδιούς του φίλους καὶ τοὺς συγγενεῖς του ὅλους, καὶ ἦλθε πτωχὸς καὶ ἀκτήμων καὶ ἔγινε μοναχός, παρ’ ὅλα αὐτὰ χρειάζεται τὰ δάκρυα τῆς μετανοίας, ὡς ἀναγκαία γιὰ τὴν ζωήν του. Καὶ αὐτὸ γιὰ νὰ ἀποπλύνη τὸν βόρβορο τῶν ἁμαρτημάτων του, καὶ ἀκόμη περισσότερον ἐὰν εἶναι καλυμμένος, ὅπως ἐγώ, μὲ τὴν αἰθάλη καὶ τὸν βόρβορο τῶν πολλῶν του κακῶν, ὄχι μόνον στὸ πρόσωπο καὶ στὰ χέρια, ἀλλὰ σὲ ὅλον γενικῶς τὸ σῶμα του. 

Πράγματι, δὲν ἀρκεῖ γιὰ τὴν κάθαρσιν τῆς ψυχῆς μας ἡ διανομὴ τῶν ὑπαρχόντων, ἀδελφοί, ἐὰν παραλλήλως δὲν κλαύσωμε καὶ δὲν θρηνήσωμε ἀπὸ τὰ βάθη τῆς ψυχῆς μας. Διότι νομίζω ὅτι ἐὰν δὲν καθαρίσω ὁ ἴδιος τὸν ἑαυτόν μου μὲ κάθε δυνατὴν προσπάθεια καὶ μὲ τὰ δάκρυα ἀπὸ τὸν μολυσμὸν τῶν ἁμαρτημάτων μου, ἀλλὰ ἐξέλθω ἀπὸ τoν βίον μολυσμένος, δικαίως θὰ γελάση καὶ ὁ Θεὸς εἰς βάρος μου καὶ οἱ ἄγγελοί του, καὶ θὰ ἐκβληθῶ στὸ πῦρ τὸ αἰώνιον μὲ τοὺς δαίμονες. Ναί, πράγματι, ἔτσι εἶναι ἀδελφοί. Διότι τίποτε δὲν ἐφέραμε μαζί μας στὸν κόσμο, γιὰ νὰ τὸ δώσωμε στoν Θεὸν ὡς ἀντιλυτρον γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας.

Εἶναι λοιπὸν δυνατὸν ἀδελφοί, σὲ ὅλους, ὄχι μόνον στοὺς μοναχοὺς ἀλλὰ καὶ στοὺς λαϊκούς, τὸ νὰ μετανοοῦν πάντοτε καὶ διαρκῶς, καὶ νὰ κλαίουν καὶ νὰ παρακαλοῦν τον Θεόν, καὶ δὶ’ αὐτῶν τῶν πράξεων νὰ ἀποκτήσουν καὶ ὅλες τὶς ὑπόλοιπες ἀρετές.

Ἁγίου Συμεὼν τοῦ Νέου Θεολόγου

Χωρίς ἐξομολόγηση καί Θεία Κοινωνία δέν μποροῦμε νά σωθοῦμε

Γέρων Ἀθανάσιος Χαμακιώτης (1891-1967)



Μήν παραμελεῖς τήν Ἐξομολόγηση καί τή Θεία Κοινωνία.
Μόνο μέσῳ τῶν Μυστηρίων παίρνουμε θεία δύναμη. 




Ο φύλακας άγγελος του ανθρώπου



«Ο ρόλος όμως του φύλακα αγγέλου κάθε ανθρώπινης ψυχής είναι και ο πιο σημαντικός.

Στο μυστήριο του βαπτίσματος, δωρίζεται στον κάθε νεοφώτιστο και αναβαπτισμένο άνθρωπο, ένας προσωπικός άγγελος, φύλακας της ψυχής αλλά και του σώματος, ώστε να γίνεται γι’ αυτόν όχι μόνο ο προστάτης του, αλλά και ο οδηγός του για μια αγγελική ζωή.

Μια ζωή που θα επιφέρει τους καρπούς της απόλυτης αγγελικής αφοσίωσης, υπακοής και λατρείας προς τον Θεό και δημιουργό μας. Μόνο οι άνθρωποι που θα αποκτήσουν αυτές τις αγγελικές ιδιότητες θα μπορέσουν να συμπληρώσουν το δέκατο τάγμα. Οι υπόλοιποι δυστυχώς δεν θα απολαύσουν το βασίλειο του Θεού.

Κύριο έργο του φύλακα αγγέλου, είναι η είσοδος της ψυχής που προστατεύουν στην καρδιά του Θεού, από όπου και προήλθε. Μυστικά διδάσκει τον άνθρωπο μέσα από τη συνείδησή του, πώς να δοξάζει με την ζωή του ακατάπαυστα τον Θεό και πώς να Τον λατρεύει. Μυστικά κατευθύνει επίσης και τα βήματά του σε καθετί καλό και τον απομακρύνει όσο του είναι επιτρεπτό, από το κακό και την αμαρτία. Δεν στέκεται όμως απλά σαν προστάτης της ψυχής και του σώματος του ανθρώπου, αλλά γίνεται ένα εν Πνεύματι Αγίω με την ψυχή αυτή, γι’ αυτό πονάει και αγωνιά για την ψυχή που του δόθηκε.

Ο ίδιος ο Θεός έχει βάλει στην αγγελική του οντότητα λατρεία και έρωτα για την ψυχή που προστατεύει. Λατρεία όμως όχι για τον άνθρωπο, αλλά για την εικόνα του Θεού. Στο πρόσωπο του ανθρώπου που προστατεύει, ο άγγελος βλέπει τον ίδιο τον Υιό Του Θεού, τον αγαπημένο του Κύριο Ιησού, αφού η ψυχή είναι βαπτισμένη στο άγιο Του Όνομα και σαν νυμφία Του ψυχή Του ανήκει. Γι’ αυτό και δεν τον εγκαταλείπει ποτέ, πάντα τον πονάει και τον προστατεύει. Όμως όσο και αν λατρεύει την ψυχή με την οποία είναι ενωμένος εν Αγίω Πνεύματι, δεν επιθυμεί η ψυχή να λατρεύει εκείνον, αλλά τον ίδιο τους τον Δημιουργό.

Γι’ αυτό και ενώνει τα μάτια του με τα ανθρώπινα μάτια παρακινώντας τον άνθρωπο να ατενίζει μόνο τον Ουρανό και τον Θεό του. Ενώνει το αγγελικό του στόμα, με το στόμα του ανθρώπου, για να υμνολογούν και να ευχαριστούν τον Θεό. Ενώνει την όσφρησή του, με την όσφρηση του ανθρώπου, για να γεύονται μαζί την ευωδία του Παναγίου Πνεύματος και να χαίρονται από τη γη την ουράνια τέρψη και ευωδία του παραδείσου. Ενώνει τα αγγελικά του αυτιά, με τα αυτιά του ανθρώπου, για να ακούν μόνο το θέλημα του Ουράνιου Βασιλιά τους, ώστε μόνο αυτό να υπακούν και να υπηρετούν. Και τέλος ενώνει τα αγγελικά του χέρια, με τα ανθρώπινα, για να αγκαλιάζουν με αγάπη τις εικόνες του Θεού που θα βρεθούν κοντά τους και ενώνει και τα βήματά του με τα βήματα της ψυχής του για να βαδίζουν μόνο στην οδό του Θεού που έχει σαν τέρμα την θεϊκή καρδιά Του.

Όλα αυτά, τα ζει μυστικά κάθε βρέφος, λόγω της αγνότητας και της καθαρότητάς του, γι’ αυτό και εμείς οι άγγελοι είμαστε ορατοί στα μάτια των μωρών. Καθώς όμως αυτά μεγαλώνουν, είναι στο χέρι των επίγειων γονιών τους, που δεν είναι άλλοι από απλές παραμάνες του Θεού, να κρατηθούν αγνά και ταπεινά για να μην χάσουν ποτέ την θέα των αγγέλων. Έτσι αγγελικά μεγάλωσαν πολλά διαλεκτά παιδιά του Θεού, όπως ήταν η βασίλισσα Ουρανού και γης, η κόρη του Θεού Μαριάμ, ο ίδιος Του ο μονογενής Ιησούς και πολλοί προφήτες και άγιοι του Θεού που όχι μόνο εμάς έβλεπαν, αλλά τους υπηρετούσαμε και φροντίζαμε να έχουν τα απαραίτητα για την ανθρώπινη διαβίωσή τους.

Όσο λοιπόν η ψυχή είναι αγνή και καθαρή, διατηρεί και την ένωσή της με τον άγγελο προστάτη της. Όταν όμως κάνει την οποιαδήποτε θεληματική αμαρτία, τότε αυτή η ένωση χάνεται, αφού ο άγγελος από τότε που ζήτησε από τον Θεό να τον απαλλάξει από την ελεύθερη βούλησή του, δεν μπορεί να κάνει κάτι που είναι αντίθετο στους νόμους και το θέλημα του Θεού. Ποτέ όμως δεν εγκαταλείπει την ψυχή που προστατεύει, αλλά στέκεται πάντα δίπλα της θλιμμένος για την ανθρώπινη αδυναμία της ψυχής που στέκεται εμπόδιο ανάμεσά τους αλλά και ανάμεσα στη σχέση της με τον Θεό.

Αν μπορούσαν τα ανθρώπινα μάτια σας να δουν με πόση λατρεία και αφοσίωση στέκεται δίπλα στην προστατευόμενη του ψυχή, ο φύλακας άγγελος, τότε θα δοξάζατε πραγματικά τον Θεό μας
για το πολυτιμότερο δώρο που σας χάρισε. Όταν εσείς κοιμάστε ο φύλακας σας, ταπεινά σας κρατάει στην αγκαλιά του και σας σκεπάζει με τις αγγελικές του φτερούγες. Σας φιλάει στοργικά στο κεφάλι, ικετεύοντας τον Θεό να καθαρίζει τους λογισμούς σας. Σας χαϊδεύει στοργικά διώχνοντας κάθε μολυσμό του σώματος που προήλθε από απρόσεχτη συμπεριφορά, δίχως να γνωρίζετε ότι πράξατε κάτι κακό. Όμως αυτό δεν μπορεί να το κάνει σε κάθε θεληματική αμαρτία, είτε σε λάθος που κάνατε γνωρίζοντας πως δεν είναι αρεστό στο Θεό.

Αφού περιποιηθεί το σώμα και την ψυχή σας όσο του είναι επιτρεπτό, σας σταυρώνει στο όνομα του Τριαδικού Θεού και ανεβαίνει μπροστά στο θρόνο Του για να Τον πληροφορήσει για όσα έπραξε η ψυχή που προστατεύει κατά τη διάρκεια της ημέρας.Με χαρά παρουσιάζει όλες τις θυσιαστικές πράξεις λατρείας και αγάπης που διέπραξε ο άνθρωπος για τον Θεό Πατέρα του, αλλά και για τους συνανθρώπους του, καθώς επίσης και τις ευχαριστίες και τα τρυφερά λόγια αγάπης προς τον Θεό.

Με λύπη του όμως πρέπει να ομολογήσει και όσες άσεμνες πράξεις διέπραξε, είτε από αδυναμία του σώματος, είτε από αδιαφορία και απροσεξία. Για όλα αυτά όμως ζητάει έλεος από τον Θεό, ικετεύοντας να συγχωρήσει τα αμαρτήματα αυτά της ψυχής που διεπράχθησαν από αδυναμία. Για όσα αμαρτήματα όμως έχουν σχέση με φθόνο, ζήλια και κακία, ο άγγελος στέκεται αναπολόγητος μπροστά στον θρόνο του Θεού, κλαίγοντας για την σκληρότητα της ψυχής, επειδή ξέρει πόσο αυτά τα αμαρτήματα είναι ασυγχώρητα από τον Θεό, αν η ίδια η ψυχή δεν ταπεινωθεί για να ζητήσει ειλικρινή συγγνώμη.

Πάντα η αγωνία του φύλακα αγγέλου για την ψυχή είναι μεγάλη, μα όσο και αν πονάει για την ψυχή που προστατεύει, όταν αυτή βασανίζεται από πονηρούς λογισμούς και ανθρώπινες αδυναμίες, δεν του επιτρέπεται να επέμβει, αν ο ίδιος ο άνθρωπος δεν τον επικαλεστεί. Θα είναι πολύ ευλογημένη, κάθε ψυχή που θα πιστέψει στην ύπαρξη του αγγέλου της και δεν θα θέλει να κάνει τίποτα αν πρώτα δεν ρωτήσει τον προστάτη της, αν αυτό που επιθυμεί είναι αρεστό στο Θεό.

Ακόμη και αν μια ψυχή απέχει από τη μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας και πράττει από αδυναμία πράξεις ενάντια στους νόμους του Θεού, πιστέψει με απλότητα πως δίπλα της στέκεται ένας άγγελος φωτεινός και αγνός και τον παρακαλεί καθημερινά να οδηγεί τα βήματά του στο καλό, τότε πολύ σύντομα θα δει να συμβαίνουν θαυμαστά πράγματα στη ζωή του, αφού ενεργοποιώντας την δύναμη του πιο πιστού του φίλου, εκείνος θα τον οδηγεί όλο και πιο κοντά στο Θεό και θα τον βοηθάει να γνωρίζει τον Δημιουργό του.

Και τότε, όσο ο άνθρωπος θα γίνεται δέκτης του θεϊκού έρωτα και της άπειρης ευσπλαχνίας του Θεού, τόσο πιο πολύ θα σαγηνεύεται η καρδιά του και θα ενώνεται με τον Πατέρα Του. Και δεν θα μπορεί με την βοήθεια του προστάτη του να πράξει κάτι που δεν θα έπραττε ένα πιστό παιδί του Θεού. Η ευγένεια που θα τον κατακλύζει δεν θα του επιτρέπει να κρίνει τους συνανθρώπους του, να τους πληγώνει με την άσεμνη συμπεριφορά του και η αγάπη δεν θα αφήνει περιθώρια στη ζήλια. Αρκεί η ψυχή να πιστέψει πως ο φύλακας άγγελος είναι δίπλα του και του ζητήσει να τον κατευθύνει. Και αυτό θα συμβαίνει έντονα στα δύσκολα χρόνια της Αποκάλυψης.

Κάθε ψυχή που θα αγαπά και θα σέβεται τον φύλακα άγγελό της και πιστά θα τον εκλιπαρεί να οδηγεί τα βήματά του και να φωτίζει το νου του, ο άγγελος θα καθαρίζει τα μάτια του για να μπορεί να διακρίνει το καλό από το κακό, το θεϊκό από το σατανικό, που θα κυριαρχεί στον κόσμο και θα προσπαθεί να παραπλανήσει τους ανθρώπους. Ο άγγελος, θα του αποκαλύπτει τις παγίδες του Εωσφόρου και θα τον βοηθά να επιβιώνει στα χρόνια της σατανικής σκλαβιάς. Ο ίδιος ο Θεός θα επικοινωνεί μυστικά με το σπλάχνο Του, μέσω του αγγέλου Του και θα το δυναμώνει για να κρατηθεί στον αγώνα του κατά του Εωσφόρου που διεκδικεί την ψυχή του.

Και τότε ο φύλακας άγγελος θα σκεπάζει τον άνθρωπο για να μην μπορούν τα πονηρά πνεύματα να ακούσουν τα προστατευτικά και προειδοποιητικά λόγια του Θεού στο παιδί Του. Τα πνεύματα του σκότους απλά θα καταλαβαίνουν πως κάτι το θαυμαστό ενεργείτε πάνω σ’ αυτή την ψυχή και γι’ αυτό θα προσπαθούν να την πειράξουν. Γι’ αυτό, μόνο η προστασία και η βοήθεια του φύλακα αγγέλου σας, δεν θα είναι αρκετή για να κρατηθείτε πιστοί στα χρόνια του Αντίχριστου, γιατί η δύναμη και η επιρροή του κακού στις ψυχές των ανθρώπων θα είναι πολύ δυνατή. Με την βοήθεια του αγγέλου σας θα μπορείτε να διακρίνεται το κακό, μα χωρίς την Θεία Κοινωνία και το όνομα του Ιησού στα χείλη και στην καρδιά σας, δεν θα έχετε την δύναμη να εναντιωθείτε και να προστατευθείτε από τα σατανικά πνεύματα που θα σας πολιορκούν.

Προσπαθήστε να ζείτε όσο πιο απλά και προσεχτικά μπορείτε. Ακόμη και ένα φαινομενικά απλό αντικείμενο που απεικονίζει κάτι το σατανικό, όσο καμουφλαρισμένα αθώο και αν παριστάνεται, έχει φοβερή δύναμη και εξουσία πάνω στην ψυχή σας, αν το φέρεται επάνω σας. Η ύπουλη δύναμη που εκπέμπεται από αυτό, απομακρύνει τη χάρη του Παναγίου Πνεύματος καθώς και τον πιστά αφοσιωμένο στο Θεό άγγελό σας, που δεν μπορεί να πλησιάσει κάτι το Εωσφορικό. Ακόμη και η θέα κάποιων σατανικών μηνυμάτων ή σκηνών τρόμου, δίνει εξουσία στον σατανά να περάσει υποσυνείδητα στα βάθη της ψυχής σας και να της σπείρει ταραχή και φόβο, στοιχεία που δηλώνουν την ύπαρξη του Εωσφόρου στην ζωή σας.

Εάν πιστεύετε στη δύναμη του τιμίου σταυρού και τον φέρεται με σεβασμό επάνω σας σαν ευλογία και προστασία, γιατί δεν πιστεύετε και στο κακό που σας περιβάλει, χρησιμοποιώντας αντικείμενα που απεικονίζουν το κακό;

Εάν πιστεύετε στη δύναμη και την ευλογία που μπορεί να προέρχεται από τις εικόνες των αγαπημένων σας αγίων, των αγγέλων και της Θεοτόκου, γιατί δεν πιστεύετε και στην εξουσία του σατανά στην ψυχή σας όταν αφήνεται στο σπίτι σας εικόνες σύγχρονων ειδώλων;

Εάν πιστεύετε στο σύμβολο του τιμίου σταυρού και σταυρώνεται το σώμα σας σαν ευλογία, γιατί δεν πιστεύετε και στη δύναμη του σατανά επάνω σας, όταν μικρά παιδιά χειρονομώντας παριστάνουν σατανικά σχήματα;

Ο σατανάς περιμένει με λαχτάρα να του δώσετε την παραμικρή αφορμή για να σας πειράξει και όταν το κάνετε, τότε επωφελείται από την ευκαιρία και κυριαρχεί ύπουλα στην ψυχή σας, προσπαθώντας να σας παρακινήσει σε μεγαλύτερα σφάλματα. Ο κόσμος των σατανικών πνευμάτων υπάρχει και έχει μεγάλη δύναμη και εξουσία.

Προστατέψτε τις ψυχές σας!

Να ξέρετε πως οι άγγελοι προκειμένου να βοηθήσουν τις ψυχές σας λειτουργούν και ομαδικά, όπως
κάνετε εσείς οι άνθρωποι όταν θέλετε να βοηθήσετε κάποιους. Έτσι, όταν ένας άνθρωπος έχει συκοφαντηθεί άδικα, είτε νιώθει πως έχει ενοχλήσει κάποιον συνάνθρωπό του, μπορεί να παρακαλέσει τον άγγελο προστάτη του να ζητήσει από τον φύλακα της άλλης ψυχής να μεσολαβήσει ώστε να επέλθει το δίκαιο, ή η συμφιλίωση μεταξύ τους. Τότε ο άγγελος της προσευχόμενης ψυχής, μεταφέρει τα ικετευτικά λόγια στον συνάγγελό του και κείνος με χαρά ανοίγει τα μάτια της ψυχής που προστατεύει για να δει το σωστό, είτε επαναφέρει στη μνήμη του ανθρώπου που προστατεύει όλες τις αρετές της άλλης ψυχής καθώς επίσης και τις ευεργεσίες που μπορεί να έλαβε από κείνον, προκειμένου να υπερνικήσει μέσα του ο καλός λογισμός για τον άλλο και να επέλθει η συμφιλίωσή τους.

Το ίδιο μπορεί να γίνει όταν μια ψυχή προσεύχεται στον Θεό, την Παναγία, ή στους Αγίους μας για ένα αγαπημένο του πρόσωπο, ή κάποιον που υποφέρει. Τότε έχει δοθεί εντολή από τον Θεό, να ακούει την προσευχή αυτή ο φύλακας άγγελος της ψυχής για τον οποίο προσεύχονται και να ενεργοποιείται η δύναμή του για να προστατέψει την ψυχή όσο μπορεί. Είναι τόσο μεγάλο το έλεος και η ευσπλαχνία του Θεού, που επιτρέπει σε μια ευγενική και ευσπλαχνική ψυχή να ενεργοποιεί την δύναμη του αγγέλου άλλης ψυχής προκειμένου να βοηθηθεί και να σώνονται έτσι τα παιδιά Του. Και σεις οι γονείς να ικετεύετε τους φύλακες αγγέλους των παιδιών σας, να τα σκεπάζουν και να οδηγούν τα βήματά τους σε θεάρεστες πράξεις, σύμφωνες με τους νόμους του Θεού. Οι ικεσίες σας γίνονται με χαρά εισακουστές από τους αγγέλους τους, που περιμένουν με αγωνία να ενεργοποιήσει κάποιος την προστασία τους.

Κάθε φορά που ένας καλός λογισμός περνάει από το μυαλό σας και επιθυμείτε να πράξετε κάτι που είναι αρεστό στο Θεό και σκοπεύετε να το κάνετε με ταπεινό φρόνημα, έχει δοθεί από τον Θεό εντολή και εξουσία στον άγγελό σας, να σας βοηθάει για να το πετύχετε. Ακόμη και το φοβερότερο ελάττωμα που είναι η ζήλια μπορεί να διορθωθεί, αν με ταπεινό φρόνημα ικετέψετε τον Θεό να σας απαλλάξει απ’ αυτό. Ο εγωισμός ποτέ δεν βοηθάει. Αν νομίζετε ότι είστε αδικημένοι και οι άλλοι οφείλουν να αλλάξουν απέναντί σας, τότε όσο και αν προσεύχεστε για να απαλλαγείτε από το φοβερό αυτό πάθος, η προσευχή σας δεν θα εισακουστεί.

Αν όμως βάλετε την ταπείνωση μπροστά και σκεφτείτε πως δεν είστε τίποτα για κανένα, συνειδητοποιήσετε όμως πως για τον Θεό είστε το πολυτιμότερο διαμάντι, τότε δεν θα σας νοιάζει τίποτα άλλο εκτός από το να μπείτε στην καρδιά του Θεού. Και τότε ο φύλακας άγγελος σας, θα μεταφέρει αυτές τις ταπεινές σκέψεις στον Θεό και Κείνος θα στείλει πλούσια τη χάρη Του για να δυναμώσει το νου σας, μέσα στον οποίο γίνεται ο πόλεμος από τον ζηλόφθονο Εωσφόρο και με την βοήθεια του αγγέλου σας, θα επαναφέρονται στη μνήμη σας οι καλοί λογισμοί για όσους ζηλότυπα αποστρέφεστε, ώστε να θεραπευθεί η ψυχή σας.

Να θυμάστε πάντα πως η ταπείνωση είναι η πιο πολύτιμη αρετή και σύμμαχός σας, γιατί αυτή κάνει τον άγγελό σας να σας αγκαλιάζει πιο σφιχτά και να γίνεστε ένα για να πολεμάτε τον σατανά με περισσότερη δύναμη. Τότε και η χάρις του Παναγίου Πνεύματος είναι πλούσια επάνω σας.

Αντίθετα ο εγωισμός διώχνει τον άγγελό σας και δίνει εξουσία στον σατανά να προσβάλει τις πέντε σας αισθήσεις, ώστε μέσα από αυτές να κυριαρχεί στο σώμα σας με απώτερο σκοπό να κατακτήσει πιο εύκολα το νου για να καταλήξει στην καρδιά σας. Αφού αυτή διεκδικεί ο Θεός και δεν θέλει ο Εωσφόρος να Του την χαρίσει.

Αν μπορούσαν τα σαρκικά σας μάτια να δουν τι γίνεται κάθε φορά που δίνετε δικαίωμα στον σατανά να σας εξουσιάζει, θα τρομάζατε! Κάθε φορά που πονηροί λογισμοί κατακλύζουν το νου σας και σεις δεν κλείνετε αμέσως την πόρτα στον δαίμονα που προσπαθεί να σας πειράξει, με την θύμηση του γλυκού Ιησού που θυσιάστηκε για σας, τότε το δαιμονικό πνεύμα που σας έσπειρε τον πονηρό λογισμό, αγκαλιάζει το νου σας τόσο σφιχτά που η ταραχή και το κακό που κουβαλάει περνάει αυτόματα στην καρδιά σας, επηρεάζοντας όχι μόνο το σώμα σας, αλλά και την ψυχή σας.

Τότε ο φύλακας άγγελος σας στέκεται πιο μακριά θρηνώντας και ικετεύοντας τον Θεό για την ψυχή σας. Και αναλόγως την δύναμη και εξουσία που του έχετε δώσει στη ζωή σας, με το να τον θυμάστε καθημερινά και να τον επικαλείστε, επαναφέρει τη θύμηση του Θεού που διώχνει καθετί κακό ξαναφέρνοντας έτσι τη γαλήνη. Αν όμως ο φύλακας άγγελος σας είναι ξεχασμένος από σας, τότε δεν μπορεί να βοηθήσει και ο ανθρώπινος νους μένει εγκλωβισμένος και συνεχώς τυραννιέται.

Βάλτε λοιπόν συνειδητά τους αγγέλους στη ζωή σας. Ενεργοποιήστε την δύναμή μας, ενάντια στις σατανικές δυνάμεις που σας κατακλύζουν. Τοποθετήστε την εικόνα των αγγέλων στο εικονοστάσι σας για να θυμάστε την ύπαρξή μας και ζητήστε από τον προσωπικό σας φύλακα άγγελο να κατευθύνει καθημερινά τα βήματά σας. Είναι ο πιο αφοσιωμένος και ο πιο πιστός σας φίλος, που πραγματικά νοιάζεται για σας, αφού ο Θεός έχει βάλει λατρεία για την ψυχή που προστατεύει στην αγγελική του οντότητα. Ζητήστε την βοήθειά του για καθετί που σας απασχολεί και κείνος θα μεταφέρει την αγωνία σας στον Θεό ζητώντας Του να σας κατευθύνει. Και τότε η πίστη σας θα ενεργοποιεί την ευλογία και μυστικά θα σας αποκαλύπτεται το θεϊκό Του θέλημα».