.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Αν ένα ξεραμένο φθινοπωρινό φύλλο…κήρυττε πόλεμο εναντίον του ανέμου!



Ο φόβος, η σύγχυση, η αδυναμία, η ασθένεια και ο σκοτισμός του νου γεννώνται από την αμαρτία. Με την αμαρτία ο άνθρωπος προκαλεί άλλους εναντίον του, προξενεί σύγχυση στη συνείδηση του, έλκει επάνω του τους δαίμονες και τους δίνει όπλα να στραφούν εναντίον του. Με την αμαρτία ο άνθρωπος διαχωρίζει τον εαυτό του από τον Θεό, υψώνει τείχος ανάμεσα σ' αυτόν και την πηγή κάθε καλού, αποξενώνεται απ' τον φύλακα άγγελό του.

Η διάπραξη της αμαρτίας σηματοδοτεί μια κήρυξη πολέμου εναντίον του Θεού και όλων των θεϊκών δυνάμεων. Αυτό είναι πιο παράλογο και απ' το αν ένα ξεραμένο φθινοπωρινό φύλλο κήρυττε πόλεμο εναντίον του ανέμου!
Πράγματι, εδώ συμβαίνει το πιο παράλογο απ' όλα: ένας άνθρωπος κηρύσσει πόλεμο στο Θεό! 
Η κίνηση αυτή από μόνη της εγγυάται την καταστροφή και τη διάλυση του ανθρώπου, εάν αυτός δεν συνέλθει γρήγορα κι αν δεν μετανοήσει εγκαίρως και δεν προστρέξει στο Θεό για βοήθεια.

Ο μέγας προφητάναξ Δαβίδ είχε πλήρη επίγνωση της δεινής καταστάσεως του αμαρτωλού ανθρώπου. Άλλωστε και ο ίδιος είχε προσωπική εμπειρία. Ένιωθε απερίγραπτο φόβο, σύγχυση, αδυναμία και μοναξιά. Αισθανόταν τα βέλη των ανθρώπων αλλά και τα βέλη των δαιμόνων. Μολαταύτα, συνειδητοποιώντας την οικτρή κατάστασή του, ομολόγησε την αμαρτία του και συντετριμμένος έβαλε μετάνοια ενώπιον του Θεού, πότισε τη γη με δάκρυα μετανοίας και λόγους βαθιάς οδύνης που έκαιγαν σαν φωτιά· και προσευχήθηκε στον ελεήμονα Θεό να τον συγχωρήσει. Όταν όλες οι αμαρτίες του είχαν συγχωρεθεί, ένιωσε να τον κατακλύζει άρρητη ευλογία.

Τη μακαριότητα της ψυχής που έχει συγχωρηθεί αδυνατούσε ο Δαβίδ να την εκφράσει με λόγια.Μπορούσε μόνο να μας δηλώσει και να μας βεβαιώσει, από τη μία πλευρά, για την κατάσταση αμαρτωλότητας και, από την άλλη, για την κατάσταση της συγχώρησης από τον Θεό, βασισμένος στην άμεση εμπειρία του και των δύο καταστάσεων. Είπε: Μακάριοι, ων αφέθησαν αι ανομίαι και ων επεκαλύφθησαν αι αμαρτίαι. (Ψαλ μοί 31,1).

Ποιά είναι αυτή η ευλογία που μακαρίζει ο Δαβίδ; Ελευθερία, ανδρεία, χαρά απερίγραπτη, δύναμη, θάρρος, διαύγεια σκέψεως, ειρήνη της συνειδήσεως, ελπίδα στον Θεό, υμνωδία στον Θεό, αγάπη για τους πλησίον και νόημα στη ζωή του ανθρώπου! Με άλλα λόγια: φως, χαρά και δύναμη - αυτή είναι η ευλογία.
Αυτή είναι η μακαριότητα που αισθάνεται εδώ στη γη κάποιος του οποίου οι αμαρτίες έχουν συγχωρηθεί. Αν εδώ είναι έτσι, τότε ποιά ευλογία τον αναμένει εκεί στους ουρανούς;

Κύριε και Θεέ, συγχώρησε τις ανομίες μας με το άπειρο έλεός Σου και κάλυψε τις αμαρτίες μας.


Αγ. Νικολάου Βελιμίροβιτς, 
«Ο Πρόλογος της Αχρίδος»-Οκτώβριος, εκδ. Άθως

«ΗΝΟΙΧΘΗΣΑΝ ΟΙ ΟΥΡΑΝΟΙ ΚΑΙ ΚΑΤΕΒΗ ΦΟΒΕΡΟΣ ΝΕΑΝΙΑΣ ΚΡΑΤΩΝ ΣΠΑΘΗΝ ΜΕΓΑΛΗΝ ΕΙΣ ΤΗΝ ΔΕΞΙΑΝ»



O Άρχων Μιχαήλ - τοιχογραφία στην είσοδο της
Ιεράς Μεγίστης Μονής Βατοπαιδίου.

Δεν θέλω, αγαπητέ μοι, να σας υστερήσω οπτασίαν φοβεράν, ην είδον εις τας αρχάς του Βαλκανικού πολέμου. Νύκτα τινά, μοι εφάνη ότι εσκοτίσθη ο ορίζων. εσείετο η γη, έφευγον οι άνθρωποι να κρυφθώσιν εις οπάς και εις σπήλαια. Έτρεμον δε και έπιπτον εις την γην ως φύλλα και απέθνησκον πολλοί εκ της φοβεράς εκείνης οργής. Ιστάμενος καγώ εις τι μέρος και φεύγων από προσώπου της οργής Κυρίου, είδον αίφνης τείχος πολύ υψηλόν από την γην και επί του τείχους εξέδραν. Είτα ηνοίχθησαν οι ουρανοί και κατέβη φοβερός νεανίας κρατών σπάθην μεγάλην εις την δεξιάν (ως εικάζω ο Άρχων Μιχαήλ θα ήτο ή έτερος Άγγελος). Κατήρχετο δε με απειλήν και θυμόν. Εις την θέαν του νεανίου έπεσον πρηνής και παρ΄ ολίγον να εκπνεύσω εκ του φόβου και τρόμου. Σταθείς δε επί της εξέδρας με πρόσωπον θυμωμένον και με φωνήν ώσπερ μεγάλην βροντήν, ηπείλει το ανθρώπινον γένος, ότι θα το εξολοθρεύσει δια την απείθειαν, δια την αχαριστίαν προς τον Πλάστην και ευεργέτην του, δια τας ασεβείας, ασελγείας και παρανομίας. Δεν ενθυμούμαι καλώς τους λόγους, διότι με τον ήχον της βροντώδους και ηχηράς εκείνης φωνής η ψυχή μου παρ΄ ολίγον εχωρίζετο του σώματος. Αφ΄ ου ήλεγξε τους ανθρώπους, ήρχισεν ολίγον κατ΄ ολίγον να μαλακώνει ο θυμός του. Ότε δε ηνόησα ότι παρήλθεν ο θυμός του, ενώ εκοιτόμην πρηνής, ύψωσα την κεφαλήν μου ολίγον, αλλά με φόβον, και είδον το πρόσωπον αυτού όχι άγριον ως πρότερον, αλλά ήμερον και ιλαρόν, το δε σκότος εκείνο το φοβερόν απηλάθη. και λαβών εκ τούτου θάρρος και ατενίσας εις τον φαινόμενον τω έδειξα με την χείρα μου τον ουρανόν και με τρέμουσαν φωνήν τω είπον : Θα έλθω και εγώ επάνω εις τους ουρανούς ; Ναι, μοι είπεν, θα έλθεις, εάν κάμνεις καλά έργα και φυλάττεις τας εντολάς του Κυρίου. Και πάντες οι φυλάττοντες τας εντολάς του Κυρίου θα γίνωσιν μέτοχοι της ουρανών Βασιλείας, ης γένοιτο ημάς επιτυχείν εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών.


Ο ΓΕΡΩΝ ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΖΕΡΒΑΚΟΣ 
(Ο ΟΥΡΑΝΟΔΡΟΜΟΣ ΟΔΟΙΠΟΡΟΣ 1884 – 1980), ΤΟΜΟΣ ΠΡΩΤΟΣ, 
εκδ. «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ», 
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 1980, σ. 596 κ.ε.

Το νόημα της ζωής



Μερικοί λένε πως η ζωή μας είναι αρκετά σύντομη. Νομίζουμε όμως πως από μόνοι μας συντομεύουμε το χρόνο της ζωής μας από την κατάχρηση, την παράχρηση και την ηθοφθορία.
Αν τη ζωή τη χρησιμοποιήσουμε με σεβασμό, περίσκεψη και φειδώ είναι σίγουρα αρκετά μεγάλη. Ο άνθρωπος γενικά δεν εκτιμά τον χρόνο, τον αφήνει να κυλά ανεκμετάλλευτα, τον σπαταλά εύκολα, δεν τον αξιοποιεί, δεν τον χρησιμοποιεί χρήσιμα. Οι άνθρωποι ζουν συχνά ως επιγείως αθάνατοι. Δεν εξαγοράζουν τον καιρό, παρά το ότι οι ημέρες είναι αρκετά πονηρές. Ο χρόνος μακραίνει όσο ο άνθρωπος αυξάνεται πνευματικά, όσο πλησιάζει το βάθος και την ιερότητα του νοήματος της ζωής.
Μερικοί γέρασαν χωρίς να ζήσουν όντας γέροι και νέοι γέρασαν προτού να μεγαλώσουν. Φοβούνται τον θάνατο, παρότι δε γνωρίζουν να ζήσουν. Χάνουν τη ζωή μέσα από τα χέρια τους δίχως να τη ζήσουν. Δεν ξέρουν ούτε τι είναι ζωή, ούτε τι είναι θάνατος, ούτε πιο είναι το ουσιαστικό νόημα της ζωής του ανθρώπου. Τον θάνατο πιο πολύ τον φοβούνται όσοι ελέγχονται από τη συνείδησή τους, όσοι δεν βελτίωσαν την πνευματική τους ταυτότητα, όσοι παρασύρθηκαν από τις ηδονές του βίου. Η πνευματικότητα του ανθρώπου αντιστέκεται ισχυρά στη φθορά και στη βλαπτικότητα που μπορεί να προκαλέσει ο χρόνος. Η γαλήνη στην ψυχή του ανθρώπου μπορεί να σκηνώσει μόνιμα μόνον κατόπιν σκληρού διωγμού της κακίας. Η εμπιστοσύνη στη θεία πρόνοια θα συνδράμει σημαντικά σ’ αυτή την επίτευξη.
Ο φιλόσοφος Σενέκας λέγει πως «το θέμα όμως δεν είναι ότι έχουμε λίγο χρόνο ζωής, αλλά ότι σπαταλάμε μεγάλο μέρος του». Αν ο άνθρωπος παρασυρθεί στο κυνηγητό της ηδονής, της πολυτέλειας, της δόξας και της ευδαιμονίας δεν θα καταλάβει πώς πέρασε μια ολόκληρη ζωή. Η ακόρεστη φιλοχρηματία, η μέθη, η οκνηρία, η φιλοδοξία, η απληστία, η ραδιουργία ταλαιπωρούν πολύ τον εραστή τους. Τα πάθη δεν αφήνουν τον εργάτη τους να δει την αλήθεια.
Οι απολαύσεις καθηλώνουν τον άνθρωπο χαμηλά και δεν τον αφήνουν να ανυψωθεί από τα γήινα. Πολλοί θαυμάζουν τους πλούσιους, δεν γνωρίζουν όμως τι φουρτουνιασμένες θάλασσες κουβαλούν μέσα τους. Πολλοί λίγοι θα μπορούσαν άνετα να πουν πως είναι ευχαριστημένοι με τον εαυτό τους αρκετά. Δεν του έδωσαν τον χρόνο που δίκαια ήθελε, δεν τον άκουσαν προσεκτικά, δεν τον είδαν κατάματα, δεν τον ανέκριναν αυστηρά, δεν τον γνώρισαν ποτέ καλά. Για αυτό δεν ήσουν ήρεμος, ατάραχος, άφοβος και υπομονετικός. Λησμονήσαμε για τα καλά ότι είμαστε θνητοί και περαστικοί από εδώ.
Όσο και αν ξεγελά με διάφορους τρόπους ο άνθρωπος τον εαυτό του, πάντα κατά βάθος θα ζητά την πραγματική ανάπαυση. Ένας σοφός ρωμαίος αυτοκράτορας χαιρόταν και μόνο στη σκέψη του πότε θα απαλλαγεί του μεγαλείου του θρόνου του για να αναπαυθεί αληθινά. Όταν ο άνθρωπος ασχολείται με πολλά, μεριμνά και τυρβάζει, δεν μπορεί να συγκεντρωθεί κάπου και να αποδώσει, δεν έχει καιρό να ζήσει ελεύθερα. Πολύ συχνά οι άνθρωποι είναι κουρασμένοι από το παρελθόν και το παρόν. Προσπαθούν να ζήσουν ένα καλύτερο μέλλον, δίχως να κάνουν όμως τίποτε το σημαντικό γι’ αυτό. Η ζωή κυλά και ο άνθρωπος βυθισμένος στις πολλές ασχολίες του δεν τον παρατηρεί. Απορεί πώς πέρασαν τόσο γρήγορα τόσα χρόνια. Πιο σύντομη βρίσκουν τη ζωή σίγουρα οι πολυάσχολοι άνθρωποι.
Στη ζωή δίνουμε εξετάσεις. Αν νικήσαμε τα πάθη μας, αν αγαπήσαμε την αγάπη, αν μισήσαμε την κακία, αν γνωρίσαμε τον εαυτό μας, αν συναντήσαμε τον Θεό. Τότε έχουμε βρει τον σκοπό, τον στόχο, το νόημα της ζωής. Έχουμε κερδίσει τις εξετάσεις. Αισθανόμεθα μύρο αιωνιότητος. Δε φοβόμαστε τον θάνατο. Δε μας κουράζει η ζωή. Μετανοούμε. Ελπίζουμε. Χαιρόμαστε.

Γέροντας Μωυσής Αγιορείτης

Πηγή: ΕΦΗΜ. «ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ», 28 Αυγούστου 2011

Η διαφορά της ταπείνωσης από την ταπεινολογία

Ὁ σεσοφισμένος ὑπό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος π. Πορφύριος, ἐγνώριζε τήν πλάνη τῆς ψευτοταπείνωσης· διά τοῦτο ἔλεγε ὅτι δέν πρέπει νά ταπεινολογοῦμε, 
ἀλλά νά ταπεινοφρονοῦμε.

Μπορεῖ, παρατηροῦσε ὁ Γέροντας, κάποιος νά μιλάει γιά τίς ἁμαρτίες του καί νά εἶναι ὑπερήφανος· κι’ ἄλλος νά μιλάει γιά τίς ἀρετές του καί νά εἶναι ταπεινός. Νά εἴμαστε ταπεινοί, ἀλλά νά μήν ταπεινολογοῦμε. Ἡ ταπεινολογία εἶναι παγίδα τοῦ διαβόλου, πού φέρνει τήν ἀπελπισία καί τήν ἀδράνεια, ἐνῶ ἡ ἀληθινή ταπείνωση φέρνει τήν ἐλπίδα καί τήν ἐργασία τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ.

Σ’ ἕνα πνευματικό του τέκνο εἶπε ὁ Γέροντας: «Σοῦ ἔχει δώσει πολλά χαρίσματα ὁ Θέος. Σέ προίκισε μέ δῶρα σπάνια. Τό νιώθεις;
Νά Τόν εὐχαριστεῖς συνεχῶς καί νά ταπεινώνεσαι στήν Ἀγάπη Του. Παρακάλει τόν Θεό, νά σοῦ στείλει τήν ἁγία ταπείνωση. Ὄχι αὐτή πού λέει, εἶμαι τελευταῖος, εἶμαι τιποτένιος. Αὐτή εἶναι σατανική ταπείνωση. Ἡ ἁγία ταπείνωση εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ».

«Η θεραπεία της ψυχής κατά τον Γέροντα Πορφύριο»

πηγή: 

xristianos.gr

ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΜΕΤΑΝΟΟΥΣΑΝ ΜΕ ΔΑΚΡΥΑ ΣΤΗΝ ΦΥΛΑΚΗ

«Σε μια πόλη κάποιος μου έκανε μήνυση, με συνέλαβαν και βρέθηκα στο αστυνομικό τμήμα και μετά στη φυλακή. Στο θάλαμό μας υπήρχαν αρκετοί άνθρωποι, μεταξύ τους ήταν και ένας που τιμωρήθηκε με είκοσι πέντε χρόνια φυλάκισης για ληστεία και φόνο. Το κελί ήταν γεμάτο καπνούς απ΄ τα τσιγάρα. Οι φυλακισμένοι άρχισαν να με χτυπάνε με τα χέρια και με τα πόδια και δεν θυμάμαι πως βρέθηκα κάτω απ΄ το κρεβάτι. Όμως ο πολυεύσπλαχνος Κύριος με παρηγόρησε με την χάρη του. Ήμουν ξαπλωμένος πάνω στο κρύο πάτωμα και προσευχόμουν. Οι καπνοί απ΄ τα τσιγάρα έγιναν σαν θυμίαμα. Σε λίγο με φώναξαν : «Άντε, πάτερ, βγές από κει, πές μας κάτι». Βγήκα και άρχισα να τους μιλάω. Μιλούσαμε όλη τη νύχτα. Και τί ήταν αυτή η συζήτηση ! Άνθρωποι μετανοούσαν με δάκρυα.Καθ΄ όλη τη διάρκεια της νύχτας απ΄ το παραθυράκι μας παρακολουθούσε ο δεσμοφύλακας. Και το πρωί πάλι με χτύπησαν, αυτή τη φορά οι δεσμοφύλακες γιατί έκανα κήρυγμα στους φυλακισμένους».


Σημ. Ο Μακαριστός Γέρων κατήγετο απ΄το Κρασνοντάρ της Γεωργίας.

Ο ΘΑΥΜΑΣΤΟΣ ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΒΙΤΑΛΙΟΣ, 
ΒΙΟΣ-ΑΓΩΝΕΣ ΚΑΙ ΧΑΡΙΣΜΑΤΑ, 
εκδ. «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ», 
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2008, σ. 52.

Το μήνυμα του ''διαγωνισμού''...

Δευτέρα 12 Μαΐου 2014 σήμερα καί ὅλοι σχολιάζουν τά ἀποτελέσματα τοῦ διαγωνισμοῦ τῆς Eurovision!
Ἡ Αὐστρία, μέ τή συμμετοχή της κατάφερε νά στρέψει τά φῶτα τῆς δημοσιότητας ἐπάνω της καί νά προβάλει, ἀνοιχτά καί χωρίς ἴχνος ντροπῆς, τό νέο ἦθος τῆς "ἀπελευθερωμένης" Εὐρώπης! Ἡ"γυναῖκα μέ τά μούσια"
ψηφίστηκε ἀπό ὅλες τίς Εὐρωπαϊκές χῶρες ὡς ἡ καλλίτερη παρουσία τοῦ φετινοῦ διαγωνισμοῦ! Ὁ ὑπουργός Πολιτισμοῦ τῆς Αὐστρίας μάλιστα, Τζόσεφ Ὀστεμάγιερ, δήλωσε μέ καμάρι ὅτι ἡ νίκη τῆς Αὐστρίας «εἶναι ἐπίσης μιά νίκη τῆς Εὐρώπης γιά τήν ἀνεκτικότητα καί τό σεβασμό» ἐνῷ ἡ Conchita Wurst (ἡ γυναῖκα μέ τά μούσια) ἀφιέρωσε τή νύχτα σέ ὅλους ὅσοι πιστεύουν σέ ἕναν κόσμο εἰρήνης καί ἐλευθερίας, σέ ὅλους ὅσοι θέλουν νά προχωροῦν μπροστά χωρίς νά μένουν προσκολλημένοι στό παρελθόν!
Ἀκοῦτε; Ἡ νίκη τῆς Εὐρώπης γιά τήν ἀνεκτικότητα καί τό σεβασμό, εἶπε ὁ κ. Ὑπουργός! Ἡ ἀνεκτικότητα δηλαδή πού δείχνουν οἱ κοινωνίες σέ κάθε εἴδους διαστροφή καί ἡ ἀναγνώριση τοῦ δικαιώματος στόν κάθε "διαφορετικό" να κάνει τίς ἐπιλογές του στήν προσωπική του ζωή, ἔγινε σήμερα σημαία νίκης και προβολῆς ὅλων ὅσοι ἀποτελοῦν ντροπή γιά τό ἀνθρώπινο εἶδος! Ἐν ὀνόματι τοῦ δικαιώματος τοῦ κάθε ἀνθρώπου νά κάνει τίς ἐπιλογές του χωρίς νά τον κατακρίνει δημόσια κανείς, διακηρύσσεται σήμερα ἀπό ὅλη τήν Εὐρώπη ὅτι αὐτά πού μέχρι χθές ξέραμε ὡς φυσιολογικά καί ἀνθρώπινα δέν εἶναι ἀπόλυτα!
Αὐτά πού μέχρι χθές ὁρίζαμε σάν φυσιολογικά, σήμερα ἀνατρέπονται! Ἕνα νέο φῦλο ἀνθρώπου ἀνακαλύφθηκε τόν 21ο αἰῶνα! Ἕνα φῦλο πού δέν εἶναι οὔτε ἄνδρας οὔτε γυναῖκα! Αὐτό εἶναι τό νέο ἐπίτευγμα τῆς ἀνθρωπότητος και κάθε ἀντίδραση στήν ἀποδοχή του συνεπάγεται "λιθοβολισμό" καί τιμωρία!!
Ποιός προβληματίζεται μέ τά ἀθῷα ἐρωτήματα τῶν μικρῶν παιδιῶν: "μαμά, πῶς γίνεται αὐτή ἡ κυρία νά ἔχει μούσια;" Ποιός ἀσχολεῖται μέ τις ἀπαντήσεις πού πρέπει νά δοθοῦν; Ἡ ἀπάντηση, σοῦ λένε, εἶναι μιά: ὁ καθένας ἔχει δικαίωμα νά εἶναι ὅπως θέλει!
Γιατί λοιπόν καί ὁ κλέφτης νά μπαίνει φυλακή; Γιατί ὁ παιδεραστής να διώκεται; Γιατί νά μήν θεωρήσουμε, μέ τήν ἴδια λογική, ὅτι ἔχουν κι αὐτοί "ἰδιαιτερότητες"; Ὅλες οἱ ἰδιαιτερότητες εἶναι ἴσες ἀλλά μερικές εἶναι πιό ἴσες ἀπό τίς ἄλλες; (γιά νά παραφράσουμε τήν περίφημη φράση τοῦ Ὄργουελ).
Μήπως εἶναι ἡ ἐποχή μας, αὐτό πού χαρακτήριζε κάποτε ὁ Παπαδιαμάντης: "τά ὕστερα τοῦ κόσμου;"Τό πιό λυπηρό ἀπό ὅλα εἶναι ὅτι ἡ Ἑλλάδα ἔδωσε σέ αὐτήν τήν συμμετοχή τούς περισσότερους βαθμούς! Αὐτό εἶναι τό νέο ἦθος πού ἀποδέχεται ἡ Πατρίδα μας; Σέ αὐτήν τήν κοινωνία θέλουμε νά μεγαλώνουν τά παιδιά μας; Μᾶς ἐκφράζει τό ἦθος αὐτό τῆς Εὐρώπης;
Δυσκολεύομαι πολύ νά ἀποδεχθῶ ὅτι αὐτή ἡ ψηφοφορία προῆλθε ἀπό τον ἑλληνικό λαό. Κι ὅμως: τό 50% τῆς βαθμολογίας προέρχεται ἀπό τό κοινό
καί τό ὑπόλοιπο 50% ἀπό τήν Κριτική Ἐπιτροπή. Ποιά εἶναι αὐτή ἡ Κριτική Ἐπιτροπή πού ἔχει ἀναλάβει τήν ἐκπροσώπηση ἀλλά καί τή διαπαιδαγώγηση τῆς Ἑλλάδος; Ποιός τήν ὅρισε ὡς ἁρμόδια; Ποιά πρόσωπα τήν ἀποτελοῦν και ποιά ἡ ἱστορία καθενός ἀπό αὐτά; Μᾶς ἀπασχόλησε καθόλου τό θέμα αὐτό;
Διεκδικήσαμε τό δικαίωμα λόγου στήν ἀπόφαση αὐτή; Τί περιμένουμε ὡς λαός; Νά διαλυθοῦν τά πάντα στήν Πατρίδα μας, νά γίνουν ὅλα στάχτη καί νά ἔρθει τότε ἕνας ἄλλος Καποδίστριας νά τήν ἀνοικοδομήσει; Γιατί δέν ἀντιδροῦμε ὅσο εἶναι καιρός;

Μαρίνα Διαμαντῆ

«Ενοριακή Ευλογία», τεύχος 142, Ιούνιος – Ιούλιος 2014

Η ΓΝΩΣΗ ΤΟΥ ΘΕΛΗΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ



Κατουνάκια, καλύβη "Ευαγγελισμού της Θεοτόκου", 
του μακαριστού Γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστού.

Μας έλεγε ότι : «όταν θέλει κανείς να πληροφορηθεί το θέλημα του Θεού (στην περίπτωση που δεν μπορεί να επικοινωνήσει με τον Πνευματικό του), να αφήσει τελείως τις δικές του σκέψεις και να προσευχηθεί τρεις φορές, και όπου κλείνει η καρδιά του, εκείνο να κάνει και θα είναι κατά Θεόν. Αλλά εκείνοι, που έχουν περισσότερη πρόοδο και παρρησία στην προσευχή τους, ακούουν ευκρινέστερα την πληροφορία και ενίοτε η πληροφορία σχηματίζεται με φωνή ή οπτασία». Συνήθως έτσι πληροφορείται ο Γέροντας.


ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΕΦΡΑΙΜ ΦΙΛΟΘΕΪΤΟΥ, 
Ο ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΜΟΥ ΙΩΣΗΦ Ο ΗΣΥΧΑΣΤΗΣ ΚΑΙ ΣΠΗΛΑΙΩΤΗΣ (1897-1959), 
εκδ. Ι.Μ.ΑΓ. ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΑΡΙΖΟΝΑΣ USA 2008, 
σελ. 247 κ.ε.



Ναι, Κύριε, άκουσε την προσευχή της γης



Μη θλίβεστε, λαοί, που είναι δύσκολη η ζωή. Αγωνίζεστε μόνον εναντίον της αμαρτίας και ζητάτε βοήθεια από τον Κύριο κι Αυτός θα σας χαρίσει ότι είναι ωφέλιμο, γιατί είναι σπλαγχνικός και μας αγαπά...

Αλήθεια σας λέω: Δεν ξέρω νάχω κανένα καλό κι έχω πολλές αμαρτίες. Η χάρη του Αγίου Πνεύματος όμως εξάλειψε τις αμαρτίες μου και ξέρω πως σ' όσους παλεύουν εναντίον της αμαρτίας ο Κύριος τους χαρίζει όχι μόνο την άφεση αλλά και τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, η οποία δίνει χαρά στην ψυχή και την γεμίζει με βαθιά και γλυκιά ειρήνη!

Ναι, Κύριε, άκουσε την προσευχή της γης. Όλοι οι λαοί αδημονούν. Όλοι χάθηκαν μέσα στις αμαρτίες. Όλοι στερήθηκαν τη χάρη Σου και ζουν στο σκοτάδι...

Ας είναι δοξασμένος ο Κύριος, που μας έδωσε τη μετάνοια και με τη μετάνοια σωζόμαστε όλοι μας χωρίς εξαίρεση. Δεν θα σωθούν μόνον όσοι δεν μετανοούν κι εδώ βλέπω την απόγνωσή τους και κλαίω από συμπόνια γι' αυτούς. Αν κάθε ψυχή εγνώριζε τον Κύριο, θα ήξερε πόσο μας αγαπά Αυτός και κανένας δεν θ' απελπιζόταν για την σωτηρία του, ούτε καν θα εγόγγυζε.

Μάθε να έχεις εμπιστοσύνη στο Θεό



1:30 ώρα το μεσημέρι. Η βροχή έπεφτε, άλλες φορές με ορμή, άλλες φορές χαλάρωνε. Παρ` όλο που έβρεχε είπαμε να πάμε με τα πόδια στην γειτονική μονή Φιλοθέου. Μισή ώρα απόσταση, μέσα από ένα γοητευτικό ανηφορικό μονοπάτι μέσα στις καστανιές. Τόσο πυκνό που η βροχή δεν έφτανε. Ψιχάλες μόνο μας ενοχλούσαν. Ένα καλυβάκι εγκαταλελειμμένο. Ένα ρυάκι. Ευτυχώς δεν είχε φουσκώσει και πατώντας προσεχτικά στις πέτρες το περάσαμε αβρόχοις ποσί.


Ύστερα από 20 λεπτά σταμάτησε και μπήκαμε σε αμαξωτό δρόμο. εδώ δεν είχαμε την κάλυψη των δέντρων και γίναμε παπιά. Σε 10 λεπτά φτάσαμε. Το κόκκινο χρώμα, τόσο στην εκκλησία, όσο και στους τοίχους μας έκανε εντύπωση. Προσκυνήσαμε στην εκκλησία. Πριν φύγουμε πετύχαμε τον γέροντα Ισίδωρο τον τυφλό. Του είπα για τις δυσκολίες που αντιμετωπίζω.
Πήρε το μπαστούνι του και με χτύπησε ελαφρά στα πόδια.
“Τι πράγματα είναι αυτά. Για κοίτα με στο πρόσωπο. Πως με βλέπεις εμένα. Με βλέπεις δυστυχισμένο, λυπημένο; Χαρούμενο δεν με βλέπεις. Εγώ είμαι εκ γενετής τυφλός. Και δοξάζω την Παναγία γιατί έτσι κάνω λιγότερες αμαρτίες.Πριν γίνω μοναχός, στην Πάτρα από όπου είμαι, μια μέρα ενώ πουλούσα λαχεία για να ζήσω, στην πλατεία Γεωργίου άρχισα να βλέπω θολά. Ξεχώριζα κάποια πράγματα. Έτσι ξαφνικά. Οπότε λέω στην Παναγία. Παναγία μου, μην επιτρέψεις να δω το φως μου, γιατί αν το δω δεν θα γίνω μοναχός. Και εκείνη τη στιγμή ξανατυφλώθηκα“

Μα, επέμενα εγώ, δύσκολο είναι να μην στενοχωριέσαι στις θλίψεις, στις δυσκολίες;
“Α, δεν με ακούς εσύ. Εγώ βαράω. Μάθε να έχεις εμπιστοσύνη στο Θεό. Δεν ξέρει ο Θεός και ξέρεις εσύ. Αν ο Θεός στο επιτρέπει αυτό είναι επειδή είναι προς όφελος της σωτηρίας της ψυχής σου. Άντε μη βαρέσω“

Ο τυφλός γέροντας Ισίδωρος της Μονής Φιλόθεου

Νηφάλιος μέθη



ΔΕΝ ΕΙΜΑΙ Ο ΑΓΙΟΣ ΣΥΜΕΩΝ Ο ΝΕΟΣ ΘΕΟΛΟΓΟΣ, οὔτε ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης, οὔτε ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, ὥστε να μιλήσω γιὰ τὴ Θεία καὶ Νηφάλιο Μέθη. Εἶμαι μόνο ἕνας «ὀγδοήτης» μοναχός, δηλαδὴ ἕνας μοναχὸς τῶν τελευταίων καιρῶν ποὺ μοιάζει περισσότερο με κοσμικὸ παρὰ μὲ μοναχό. Αὐτὰ ποὺ θὰ πῶ εἶναι πράγματα πολὺ ὑψηλά, ἀλλὰ πτωχὰ σὲ προσωπικὸ βίωμα. Παρακαλῶ τὴν ἀγάπη σας νὰ τὰ δεχθεῖτε μὲ ἀνοχή. 

Ξέρω ὅτι ὁ ἄνθρωπος ποὺ δὲν ἔχει δεῖ τὸ θεῖο φῶς δὲν ἔχει δικαίωμα νὰ διδάσκει τὰ θεῖα στοὺς ἄλλους. Δὲν θὰ μιλοῦσα, ἂν δὲν πίστευα ὅτι ὀφείλω ὑπακοὴ στὸν Πατέρα καὶ Ἡγούμενο τῆς Μονῆς ὅπου ἀνήκω. Γιὰ νὰ φανερώσει ἡ ὁμιλία αὐτὴ τὸν Λόγο τοῦ Θεοῦ, ἂς μεσιτεύσουν οἱ Ἅγιοι καὶ ἂς βοηθήσουν οἱ εὐχὲς τοῦ Γέροντα καὶ τῶν Πατέρων τῆς Μονῆς. Πιστεύω, χάρη στὴν υπακοή, ὁ Χριστὸς νὰ χορηγήσει σὲ μένα τὸν σκοτισμένο στὴ διάνοια τὴν εὐσεβὴ σκέψη καὶ τὸν ἁρμόζοντα λόγο. Τὰ μόνα πράγματα στὰ ὁποῖα στηρίζομαι γιὰ νὰ πραγματώνω τὴν ὑπνοῦσα ὁδοιπορία στὴν ὁποία διαπλάθομαι «ὡς μοναχὸς εἶναι ἡ χαρὰ καὶ εὐλογία τῆς προσευχῆς, ἡ παρουσία τῶν Ἁγίων καὶ προπάντων τὸ γεγονὸς ὅτι εἶμαι ὑποτακτικὸς σὲ Γέροντα, χάρη στὸν ὁποῖο ὑπάρχω καὶ λαλῶ — ἂν καὶ δέρνομαι ἀκόμα ἀπὸ τὶς τρικυμίες τῶν παθῶν.
Μὲ δέος στέκομαι ἐνώπιόν σας. Οἱ περισσότεροι εἶστε φοιτητές. Μπροστά σας αἰσθάνομαι πολὺ πτωχός, πτωχὸς σὲ ἐνθουσιασμὸ καὶ ἐπαναστατικὴ δύναμη ἐνάντια στὴ μουντὴ ἀνοστιὰ ποὺ ἔχει ἐνθρονισθεῖ σήμερα στὴν κοινωνία ποὺ ζοῦμε. Δὲν ἀναγνωρίζω στὴ γενεά μου κανένα δικαίωμα πάνω στὴ δική σας. Θά ῾τανε ἔλλειψη κοσμιότητας ἀπὸ μέρους μου νὰ σᾶς μιλήσω σὰν τὸν πατέρα, πού, πολλές φορές, νομίζοντας ὅτι τὸ παιδί εἶναι «δικό του», καὶ ὅχι τοῦ Θεοῦ, μὲ τραχύτητα τοῦ λέει «κάνε αὐτὸ καὶ μήν κάνεις τὸ ἄλλο». «Ὁ Θεὸς ἐξ ἀρχῆς ἔκανε τὸν ἄνθρωπο ἐλεύθερο», γράφει ὁ πνευματικός μου Πατήρ, στὸν ὁποῖο μὲ κόπο καὶ πολλὴ ὑπομονὴ μαθαίνω νὰ ὑπακούω σὲ πλαίσια πλήρους ἐλευθερίας, τὴν ὁποία αὐτὸς μοῦ παρέχει γιὰ νὰ προχωρῶ στὸν ἔρωτα τῆς ἀγάπης, τοῦ Θεοῦ. Ὑποδειγματικά, ὅσον ἀφορᾶ ἐσᾶς, καὶ συμβουλευτικά, ὅσον ἀφορᾶ ἐμένα, θά ῾θελα νὰ μιλήσω μὲ τὸ πνεῦμα τοῦ Πατέρα τῆς Ἐκκλησίας ὁ ὁποῖος ἔλεγε: «Ἀγάπα καὶ κάνε ὅ,τι θέλεις». Ναί, πρῶτα ἂς ἀγαπᾶμε. Ἂς μᾶς μεθύσει ἡ ἀγάπη.
Ἀλλὰ ἡ ἀγάπη τοῦ ἑαυτοῦ μας καὶ ὁ ἔρωτας γιὰ τὰ φαινόμενα μᾶς προσφέρουν ἕνα εἶδος ψεύτικης αἰωνιότητας. Προσφορὰ ποτοῦ ποὺ μεθᾶ μὲ ἀλόγιστη μέθη. Γεμίζει μὲ ταραχὴ καὶ σύγχυση. Στὸ τέλος ἀφήνει ἀπογοήτευση γιὰ τὸν ἑαυτό μας καὶ γιὰ ὅ,τι ἡδονικὰ ἀπολαύσαμε μὲ τὶς αἰσθήσεις.
Τὰ αἰσθητὰ ἔχουν μονάχα ἕνα σταθερὸ καὶ ἑδραῖο, τὴν ἀστάθεια καὶ τὴ ροή. Ἀκαταστασία, πρόθυμη φορὰ καὶ εὐκολία στὴν ἀλλοίωση χαρακτηρίζουν τὰ φαινόμενα τῆς κατ᾿ αἴσθησιν ἀναζήτησης. Μὲ φθορὰ τὰ αἰσθητὰ παρέχουν στὴν ἐπιθυμία, ποὺ μὲ τὴν αἴσθηση δένεται, μία ἐρωτικὴ μέθη ποὺ δὲ γνωρίζει γαλήνη, οὔτε ὑγεία.
Σήμερα ὅλα εἶναι ἀόριστα καὶ συγκεχυμένα. Ἡ ἀτμόσφαιρα εἶναι φορτωμένη δάκρυα. Δίχως Σταυρὸ ὁ ἄνθρωπος, μεθυσμένος, κατακρημνίζεται στὴ γοητεία τῆς ἀβύσσου ποὺ ξεχύνει τὴ δυσωδία τῆς ἀποσύνθεσης. Παθήματα καὶ κάκωση θὰ φέρουν ἴσως τὸν ζαλισμένο ἄνθρωπο σὲ συναίσθηση τοῦ ἑαυτοῦ του, σὲ νηφαλιότητα. Ταραχὴ καὶ σύγχυση ἐπαναφέρουν στὸ φυσικὸ τὸν ἀλόγιστο ἔρωτα γιὰ τὰ παρόντα. Μέσα στὶς στάχτες κρυμμένη παραμένει ἡ ἐλπίδα.
Μὲ ἀρρωστημένο τὸ νοῦ ἀπὸ λαγνεία, σπαταλᾶ ὁ ἄνθρωπος τὴν ἐπιθυμητική του δύναμη στὴν ἡδονὴ ποὺ τὰ φαινόμενα καὶ τὰ νοούμενα προσφέρουν στὸ σαρκικὸ πόθο. Τὰ φαινόμενα ὅμως ἔχουν ἀνάγκη ἀπὸ τὸ Σταυρό, δηλαδὴ ἀπὸ τὴ νέκρωση τῆς σάρκας μας. Καὶ τὰ νοούμενα χρειάζονται ταφή: τὴν τέλεια ἀκινησία τῶν ἐνεργειῶν τοῦ νοῦ. Ὅσο τὸ σαρκικὸ φρόνημα πεθαίνει, τόσο τὰ φαινόμενα καὶ τὰ νοούμενα ἀποκαλύπτονται στὶς πραγματικές τους διαστάσεις, ἔχοντας πάνω τους τὴν αἴγλη τῆς Θεότητας. Ὁ ὄντως ἔρως ἐνδυναμώνεται. «Ἐκ τάφου ὀμβρήσαντος Χριστοῦ» χύνεται ὁ οἶνος τῆς Νηφάλιας Μέθης στὸ στόμα τῆς καρδιᾶς. Καὶ ἡ δίψα δὲν παύει...
Ἀλλὰ πρὶν προχωρήσουμε στὴ Νηφάλιο Μέθη, ἂς μιλήσουμε λίγο γιὰ τὴν Ἑλλάδα καὶ γιὰ τὴ Δύση σὲ σχέση μὲ αὐτὴν τὴν Μέθη.
Ἡ Ἑλλάδα ἔχει μιὰ τραγικότητα διαφορετικὴ ἀπὸ ἐκείνη τῆς Δύσης. Ὁ Ἕλληνας ἀνέκαθεν ζητᾶ, μέσα στὸ χῶρο καὶ στὸ χρόνο, τὴν Παραμυθία, τὴν ὑπέρβαση τοῦ χώρου καὶ τοῦ χρόνου, τοῦ ἴδιου τοῦ ἑαυτοῦ του. Ὁ Δυτικὸς ἀντίθετα, ἀρνιέται τὴν Παραμυθία μὲ τὴν κατακτητική του στάση ἀπέναντι σὲ ὅλα. Μὲ τὴ λογικὴ καὶ τὸ συναίσθημα τὰ ἀντικειμενοποιεῖ. Θέλει νὰ κατακτᾶ τὸ μυστήριο, ἀντὶ νὰ ταπεινώνεται μπροστά του, γιὰ νὰ μετέχει σ᾿ αὐτὸ μὲ τὴν ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα... Τὸν τελευταῖο ἑνάμιση αἰώνα στὸν -οὐσιαστικὰ δίχως ἀστικὴ παράδοση- ἑλλαδικὸ χῶρο, οἱ διαρκῶς ἐκκοσμικευόμενοι Ἕλληνες καλλιεργοῦν αὐτὰ ποὺ συνήθως οἱ διανοούμενοι καὶ καλλιτέχνες στὴ Δύση πολεμοῦν τὴν ἴδια περίοδο: τὴ λογικότητα, τὸ συναίσθημα, τὸ φαινομενικὰ ὡραῖο. Οἱ Δυτικοί, κληρονόμοι μεγάλης ἀστικῆς παράδοσης, ἔχουν καὶ μιὰ παράδοση ἀντίστασης στὸ βαρβαρικὸ πολιτισμό τους. Αὐτή, ἂν καὶ ἀποτελεῖ ἔλεγχο, δὲν μπορεῖ νὰ προσφέρει στὸ Δυτικὸ ἄνθρωπο τὴ λύτρωση. Παραμένει στὰ πλαίσια τοῦ Οὑμανισμοῦ. Ἐμμένει στὴ φιλαυτία ποὺ χαρακτηρίζει αὐτὸν τὸν πολιτισμό. Σήμερα ἡ Δύση καὶ ἡ Ἑλλάδα βρίσκονται σὲ διαφορετικὰ στάδια. Οἱ Δυτικοὶ ζοῦνε τὴ χρεωκοπία τοῦ οὑμανιστικοῦ πολιτισμοῦ. Οἱ Ἕλληνες ἀκόμα δὲν τὴ δοκίμασαν.
Οἱ Δυτικοὶ βιώνουν τὴ διάλυση καὶ τὸ μηδέν. Μερικοί, ἀποβάλλοντας τὴ φιλαυτία, ὁδηγήτρια στὸ μηδέν, ἀνακαλύπτουν τὸ μηδὲν ὡς ἀνθισμένο στεφάνι τοῦ Γάμου καὶ στέφονται τὴν Ὀρθοδοξία. Οἱ Νεοέλληνες, περιφρονώντας τὴν Ὀρθοδοξία καὶ ἀσπαζόμενοι τὶς ἀξίες ἑνὸς οὑμανιστικοῦ πολιτισμοῦ στὸν ὁποῖο κατὰ βάθος δὲν πιστεύουν, ντύνονται τὸ χιτώνα τῆς φιλαυτίας ποὺ μισεῖ τὰ πάντα, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ βρίσκονται στὰ πρόθυρα τῆς βαρβαρότητας.
Οἱ Νεοέλληνες, μαγεμένοι ἀπὸ τὴν πλανερὴ αἴγλη τοῦ δυτικοῦ πολιτισμοῦ, πολεμᾶνε τὴν Ὀρθόδοξη Παράδοση, ἀλλὰ δὲν μποροῦν νὰ ξεφύγουν εὔκολα ἀπὸ αὐτή. Φαινομενικά, ἡ στάση τους ἀπέναντι στὴ ζωὴ δηλώνει περιφρόνηση, ἄρνηση, ἀπεμπόληση τῆς Παράδοσης. Μὰ εἶναι αὐτὸ πρόσωπο ἢ προσωπεῖα ἑνὸς λαοῦ ποὺ δοκιμάζεται; Στὸ βάθος παραμένει ἐν σπέρματι, συχνὰ ἐρήμην αὐτῶν, ἡ Ἑλληνορθόδοξη Παράδοση, ἡ αἰώνιά τους τροφή, τὸ ὕδωρ τὸ ζῶν, τὸ πόμα τὸ λευκολαμπές. Καινὸς χρόνος πού, ἐκ τῶν ἔνδον, ἄρδευε τὰ σώματά τους...
Ἡ τραγικότητα τῶν Νεοελλήνων ἔγκειται στὸ γεγονὸς ὅτι παραπαίουν ἀνάμεσα σ᾿ ἕνα δυτικὸ πολιτισμὸ ποὺ δὲν εἶναι δικός τους καὶ στὴν Παράδοσή τους ποὺ δὲν ξέρουν πιὰ πῶς νὰ τὴν ἀκούσουν· ὡστόσο ἐκείνη τοὺς καλεῖ. Ἴσως ἀρκεῖ μιὰ στιγμὴ προσοχῆς ἐκ βαθέων γιὰ νὰ βροῦν τὴν ψυχή τους. Τότε πιθανῶς θὰ μπορέσουν νὰ προσλάβουν τὸν δυτικὸ πολιτισμό, δίχως ἀπελπισία γιὰ τὴ διάλυση ποὺ πρέπει νὰ ὑποστοῦν...
Δὲν εἶναι ὁ ἐναγκαλισμὸς τοῦ Δυτικοῦ Οὑμανισμοῦ ποὺ θὰ μᾶς κάνει πολιτισμένους, ἀλλὰ μᾶλλον ὁ ἐναγκαλισμὸς τῆς θριαμβευτικῆς χρεοκοπίας του. Καὶ αὐτὸ μὲ τὴ δύναμη τῆς Πίστης...
Ὁ Δυτικὸς ἥρωας, ποὺ ἔχει τόση πέραση στὴν Ἑλλάδα σήμερα, διαλύεται ἀπὸ τὴ φιλαυτία καὶ τὴν κατ᾿ αἴσθησιν μεθυστικὴ ἡδονὴ μέσα στὴ φυλακὴ τοῦ σαρκικοῦ φρονήματος. Βλέπει τὸν ἑαυτό του στὸν καθρέφτη τῆς συνείδησής του καὶ ἐνεργεῖ τὴν «κάθαρση», τινάζοντας μὲ μιὰ σφαίρα τὰ μυαλά του στὸν ἀέρα, ἐπιχειρώντας τὴ δολοφονία τοῦ «Πατρός».
Οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ ἔχουν προνομιακὰ ἕνα Θεὸ πόσιμο καὶ βρώσιμο.
Οἱ Ὀρθόδοξοι Ἕλληνες εἶναι κληρονόμοι τῆς ἀληθινῆς μορφῆς τοῦ Χριστιανισμοῦ ποὺ οἱ πρόγονοί τους, προσκολλημένοι στὴν Ἀλήθεια, μὲ θυσίες συντήρησαν γιὰ νὰ μὴν τοὺς ἀφαιρεθεῖ ἡ οὐράνια υἱοθεσία.
Ὁ Πατήρ μας εἶναι οὐράνιος: Πατήρ, Υἱός, καὶ Ἅγιον Πνεῦμα. Τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, φῶς καὶ ζωή, καὶ ζῶσα πηγὴ νοερά, ἐκ τοῦ Πατρὸς ἐκπορευόμενον, χαρίζει τὴν οὐράνια υἱοθεσία διὰ τοῦ Μονογενοῦς Υἱοῦ καὶ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ποὺ μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Πνεῦμα ἀποτελοῦν Ἕνα, «ἐν τῷ ἑνὶ τὰ τρία δέ, ἐν τοῖς τρισὶ τὸ ἕν δέ». Τὸ Ἕνα ποὺ λάμπει, φωτίζει, ἀποκαλύπτεται, ἀπολαμβάνεται μέσα μας, ἀποτελώντας ὅλα τὰ καλὰ μαζὶ καὶ φέρει οὕτως ὀνόματα πολλά: φῶς, εἰρήνη, χαρά, ζωή, τροφή, πόσις, ἔνδυμα, περιβόλαιο, σκηνή, θεῖος οἶκος, πέτρα, νεφέλη, αὔρα, ἀνατολή, ἀνάσταση, ἀνάπαυση, λουτρό, πῦρ, δρόσος, ὕδωρ, ποταμός, πηγή, γάλα, ἄρτος, οἶνος τῆς θείας καὶ Νηφάλιας Μέθης. Καινὸν νέκταρ, πανδαισία, τρυφή, ἀπόλαυση μυστική, ἥλιος ἄδυτος, ἀστὴρ ἀειλαμπής, ἀναμμένος στὸν οἶκο τῆς ψυχῆς λαμπτήρ. Τοῦτο τὸ Ἕν ἡ Κάθαρση, ἡ Παραμυθία, ὁ Εἷς καὶ ἡ Τριάς· ὁ Πατὴρ ἐν τοῖς οὐρανοῖς. Ἡ Βασιλεία τῶν οὐρανῶν ἐπὶ γῆς. Ὁ Μονογενὴς Υἱὸς τοῦ Θεοῦ Πατρός, ἄνθρωπος διὰ τὴν σωτηρίαν τοῦ ἀνθρώπου· ἵνα ὁ ἄνθρωπος ὁμοιωθῇ τῷ Θεῷ...
Ἡ μίμηση τοῦ Χριστοῦ δὲν εἶναι ἁπλῶς ἐξωτερική, ἀλλὰ ἐσωτερική, δι᾿ ἐρωτικῆς περιχωρήσεως καὶ ἀντιδόσεως ἰδιωμάτων δι᾿ ἀσυγχύτου ἐνυπάρξεως Θεοῦ καὶ ἀνθρώπου ἐν ἀλλήλοις καὶ ἀλληλομεταδόσεως τῶν ἰδιωμάτων ἀμφοτέρων. Ἔτσι συντελεῖται ἡ μακαρία καὶ ἱερὰ ἀλλοίωση, μεταβολὴ ὄχι τοῦ λόγου τῆς φύσεως, ἀλλὰ τοῦ τρόπου ὑπάρξεως...
Ὁ Θεὸς καὶ ὁ ἄνθρωπος ἀποτελοῦν παραδείγματα ὁ ἕνας τοῦ ἄλλου.
Ὁ Θεὸς ποὺ ἐνσαρκώθηκε καὶ ἐπὶ Ποντίου Πιλάτου σταυρώθηκε, ἐπιθυμεῖ ἀεὶ νὰ ἐνανθρωπίζεται διὰ τὴς ἀρετῆς καὶ τῆς γνώσεως στὸ πρόσωπο τοῦ πιστοῦ. Ὅσο ὁ ἄνθρωπος γίνεται Θεός, τόσο ὁ Θεὸς γίνεται ἄνθρωπος. Αὐτὴ εἶναι ἡ μίμηση. Ἡ θέωση τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἡ ἐνσάρκωση τοῦ Θεοῦ εἶναι δύο ὄψεις τοῦ αὐτοῦ μυστηρίου.
Ὁ ἄνθρωπος νοερὰ ἁρπάζεται ἀπὸ τὸν Θεό, ὅσο ὁ ἄνθρωπος φανερώνει μὲ τὶς ἀρετὲς τὸν ἐκ φύσεως ἀόρατο Θεό.
Ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητὴς στὰ Φιλοσοφικὰ καὶ Θεολογικὰ Ἐρωτήματα θεολογεῖ: «Φασὶ γὰρ ἀλλήλων εἶναι παραδείγματα τὸν Θεὸν καὶ τὸν ἄνθρωπον, καὶ τοσοῦτον τῷ ἀνθρώπῳ τὸν Θεόν, διὰ φιλανθρωπίαν ἀνθρωπίζεσθαι, ὅσον ὁ ἄνθρωπος ἑαυτὸν τῷ Θεῷ δι᾿ ἀγάπης δυνηθεὶς ἀπεθέωσε, καὶ τοσοῦτον ὑπὸ Θεοῦ τὸν ἄνθρωπον κατὰ νοῦν ἁρπάζεσθαι πρὸς τὸ γνωστόν, ὅσον ὁ ἄνθρωπος τὸν ἀόρατον φύσει Θεὸν διὰ τῶν ἀρετῶν ἐφανέρωσεν».
Ὅσο ὁ ἄνθρωπος συστέλλεται, τόσο ὁ Θεὸς διαστέλλεται καὶ τοῦ προκαλεῖ τὴ θεία καὶ Νηφάλιο Μέθη. Ὁ γλυκύτατος Θεὸς ποὺ φανερώνεται ἀπαστράπτοντας, εἶναι ὁ οἶνος ὁ μυστικὸς ὅπου παραμένουν κρυμμένοι ὅλοι οἱ θησαυροὶ τῆς σοφίας καὶ τῆς γνώσεως: ὁ πέρα ἀπὸ κάθε γνώση λευκολαμπὴς οἶνος τῆς μυστικῆς γνώσως.
Ἀρετὴ σημαίνει φανέρωση τοῦ φωτός· τῆς μοσχοβολιᾶς καὶ εὐωδίας τοῦ οἴνου τοῦ μυστικοῦ· θεία ἀποκάλυψη.
Χριστὸς ἡ οὐσία τῆς ἀρετῆς...
Ἦρθε ἡ στιγμὴ νὰ σᾶς μιλήσω γιὰ τὸν ἔρωτα καὶ τὴ Νηφάλιο Μέθη. Ὄντας μιὰ κατ᾿ ἐξοχὴν ἐρωτικὴ φύση, ὁμολογῶν πὼς πιὸ δύσκολο πρᾶγμα γιὰ μένα δὲν ὑπάρχει. Ἀλλὰ εἶμαι στὰ μαῦρα ντυμένος, νεκρὸς γιὰ τὰ παρόντα. Ἐπειδὴ ἔβαλα φραγμὸ στὸν ἄμεσο ἔρωτα, μόνο διὰ τῆς τελείας μετατροπῆς του ἀναζητῶ τὴν εὐτυχία. Τοῦτο ὅμως δὲν ἀποκλείει τυχὸν μικρορωγμές: ὀδυνηρὲς παρηγοριὲς γιὰ τὶς πίκρες τῆς ζωῆς, ποὺ ἀποτελοῦν πολλὲς φορὲς ἀφορμὴ γιὰ ἐνδυνάμωση τοῦ φραγμοῦ.
Ὁ ἔρως δῶρο τοῦ Θεοῦ. Γιὰ τὸν ἔρωτα πλάστηκε ὁ ἄνθρωπος, τὴ μέθη καὶ τὴν ἔλλαμψη. Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης λέγει:«Ἐπιτεταμένη γὰρ ἀγάπη, ἔρως λέγεται· ᾧ οὐδείς ἐπαισχύνεται, ὅταν μὴ κατὰ σαρκὸς γένηται παρ᾿ αὐτοῦ ἡ τοξεία». Ὁ ἔρωτας ποὺ ἔχει γιὰ στόχο τὴ σάρκα κορέννυται καὶ γι᾿ αὐτὸ πεθαίνει. Ὅταν ὁ στόχος του εἶναι ὁ Θεός, δὲν βρίσκει ποτὲ κορεσμό. Τὸ ἀντικείμενο τῆς ἐπιθυμίας του εἶναι ἄπειρο καὶ ἀσύλληπτο, γι᾿ αὐτὸ ὁ θεῖος ἔρως δὲν πεθαίνει, ἀλλὰ συνέχεια ἐνδυναμώνεται.
Σοφότατα λέγει ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος Παῦλος ὅταν γράφει: «Μὴ σκοπούντων ἡμῶν τὰ βλεπόμενα, ἀλλὰ τὰ μὴ βλεπόμενα· τὰ γὰρ βλεπόμενα πρόσκαιρα· τὰ δὲ μὴ βλεπόμενα, αἰώνια». Γιὰ τὸν ἔρωτα τῆς ὄντως ἀγάπης μιλῶ· γιὰ τὸν ἔρωτα τοῦ Θεοῦ· τοῦ Μὴ Ὁρώμενου. Ὁ μόνος ἀληθινὰ γλυκύς, ἐπιθυμητός, ἐράσμιος. Ἔρως ποὺ ἐπεκτείνει τὸν πόθο πρὸς τὶς θεῖες ἡδονές· συνεύρεση χωρὶς τέλος.
Ὅπως ὁ ὀφθαλμὸς κατασκευάστηκε μὲ γνώμονα τὸ φῶς, τὸ δὲ αὐτὶ τὸν ἦχο, ἔτσι ὁ ἀνθρώπινος ἔρως ἔχει γιὰ μέτρο του τὸν Θεό. Ὁ Χριστὸς εἶναι «τὸ κατάλυμμα τῶν ἀνθρωπίνων ἐρώτων». Αὐτός, ὁ «μανικὸς ἐραστής», δι᾿ ἔρωτος μᾶς ἑλκύει κι ἐμεῖς δι᾿ ἔρωτος Τὸν ἑλκύομε. Ὁ μανικός Του ἔρως μᾶς παρέχει τὸ βακχευτικὸ φίλτρο τῆς Νηφάλιας Μέθης. Ὁ ἔρως διὰ τοῦ ἔρωτος νικᾶται. Μόνο ὁ εὔτοξος καὶ φτερωτὸς ἔρως τοῦ νοητοῦ κάλλους μᾶς φέρνει στὴ χώρα τοῦ φωτός, στὸν οἶκο τοῦ οἴνου, ὅπου οἱ δρόμοι τῆς αἰσθητῆς ἡδονῆς καὶ τῆς κατὰ σάρκα γνώσεως δὲν ὁδηγοῦν ποτέ.
Ὁ ἔρως σταυροῦται. Δὲν πρόκειται περὶ σωματικῆς φιλίας, ἀλλὰ περὶ νοητῆς. «Ὁ ἐμὸς ἔρως ἐσταύρωται, καὶ οὐκ ἔστιν ἐν ἐμοῖ πῦρ φιλόϋλον», γράφει ὁ θεῖος Ἰγνάτιος.
Χαρακτηρίζω τὸν σαρκικὸ ἔρωτα ὡς ἀφροδισιασμό, ἀλλὰ ὁ ἀφροδισιασμὸς ἀποαφροδισιοποιεῖ, ἐνῶ μαζὶ φραγμὸς καὶ μετατροπὴ τοῦ ἔρωτα πρὸς τὴν ὄντως καὶ ἀόρατη ἀγάπη ἐνδυναμώνει τὸν ἔρωτα καὶ προκαλεῖ τὴν ἔλλαμψη. Αὐτὴ ἡ ἀόρατη ἀγάπη εἶναι ὁ Δημιουργός, ποὺ τὸ κάλλος Του εἶναι ἀοράτως παρὸν στὴ Δημιουργία Του. Αὐτὴ ἡ ὄντως ἀγάπη ἔχει γιὰ σῶμα τὴν ὄντως ὕλη, ποὺ περνοῦσε τοὺς τοίχους δίχως ἐμπόδιο καὶ σήμερα κάθεται στὰ δεξιὰ τοῦ Θεοῦ Πατρός - γιατὶ ἡ ὄντως ὕλη εἶναι πνεῦμα, καὶ γιὰ τὴ φιλία καὶ ἀπόλαυση αὐτοῦ τοῦ θείου σώματος καλούμεθα. «Φάγετε καὶ πίετε» ὁ Λόγος λέγει. Ὁ δὲ Ἅγιος Συμεὼν ὁ Νέος Θεολόγος: «Τί δὲ ἐστιν ὃ κατανοοῦντες ὁρῶσι; Τὸ ἁπλοῦν τῆς θεότητος αὐτὸ φῶς τοῖς νοεροῖς ὀφθαλμοῖς ὁρῶσι πλουσίως, ὃ καὶ ψηλαφῶντες ἀΰλοις χερσὶν ἀκατασχέτῳ τῷ ἔρωτι, ἀνεστίως ἐσθίουσιν ἐν πνευματικῷ τῷ τοῦ νοὸς καὶ τῆς ψυχῆς αὐτῶν στόματι, οὗ τῆς θεωρίας τοῦ κάλλους καὶ τῆς γλυκύτητος ὅλως κορεσθῆναι οὐδέποτε δύνανται»...
Κατὰ τὴν προσευχὴ ὁ ἄνθρωπος πίνει τὸν καλὸ οἶνο τοῦ Γάμου, τὸν πλέον ἡδονικὸ καὶ μεθυστικό, ποὺ ὅσο τὸν γεύεται, τόσο καὶ περισσότερο διψᾶ. «Ὅτε πίνω, καὶ διψῶ», λέει ὁ Ἅγιος Συμεών.
Ὁ ἔρως φέρνει τὴ μέθη, ἡ μέθη φέρνει τὸν ἔρωτα, ὁ ἔρως εἶναι μέθη, ἡ μέθη εἶναι ἔρως.
Τὰ μοναστήρια τοῦ Ἁγίου Ὄρους εἶναι θεῖα καὶ ἱερὰ οἰνοπωλεῖα Νηφάλιας Μέθης. Οἰνοπώλης ἡ Παναγία. «Ἀνυμνοῦμέν σε, βοῶντες Χαῖρε ὄχημα, Ἡλίου τοῦ νοητοῦ, ἄμπελος ἀληθινή, τὸν βότρυν τὸ πέπειρον, ἡ γεωργήσασα, οἶνον στάζοντα, τὸν τὰς ψυχὰς εὐφραίνοντα, τῶν πιστῶς σε δοξαζόντων». Οἱ καλόγεροι οἰνοπότες ποὺ νικᾶνε τὸν χρόνο ξεκοκκίζοντας τὸ κομποσκοίνι ἀντὶ γιὰ τὸ κοινὸ κομπολόγι.
Ἐκεῖ οἱ συμπότες διδάσκονται τὴν καλὴ ὀρθόδοξη συμπεριφορά, ποὺ τὸ μυστικό της εἶναι νὰ ξέρει κανεὶς νὰ ἀγαπᾶ.
Οἱ καλόγεροι διψᾶνε γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ τὴ Μέθη Του. Γιὰ τὴν Ἀγάπη, γιὰ τὴν πόση τοῦ Φωτός. Γιὰ τὴ γεύση, κατέναντι τοῦ Ἡλίου, τοῦ οἴνου τοῦ λευκολαμποῦς τῆς Νηφάλιας Μέθης, τελικῆς τοῦ Θεοῦ ἀεὶ ἐπεκτεινομένης ἀπολαύσεως.
Οἱ μοναχοί, γιὰ νὰ μετέχουν κατ᾿ ἔφεσιν τῶν θεοποιῶν ἀκτίστων τοῦ Θεοῦ ἐνεργειῶν, ἐπικαλοῦνται τὶς πρεσβεῖες τῆς Θεοτόκου, τῶν Ἁγίων, καὶ τῶν ἰδίων Γεροντάδων τους.
Χαρακτηριστικὴ ἡ προσήλωση τῶν μοναχῶν στὴν Παναγία. Οἱ Ἁγιορεῖτες νιώθουν ὅτι ζοῦν στὸ Περιβόλι της.
Σχετικὰ ὁ Ἅγιος Γέροντάς μου, Ἡγούμενος τῆς Μονῆς, ἔχει γράψει: «Ἡ ἐξαιρετικὴ ἀγάπη τῶν Ἁγιορειτῶν Μοναχῶν στὴν Κυρία Θεοτόκο πηγάζει ἀπὸ τὴν ἀγάπη τους στὸν Λόγο Χριστὸ ποὺ Τὸν οἰκειοῦνται διὰ μέσου τῆς ἐν μετανοίᾳ καρδιακῆς ἐπικλήσεως τοῦ Ὀνόματός Του. Αὐτὴ ἡ ἀγάπη πάλι πρὸς τὴν Παναγία αὐξάνει τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν Μονογενὴ Υἱόν της καὶ τὸν πόθο γιὰ περισσότερη κοινωνία μαζί Του, διὰ μέσου τῆς ἀδιαλείπτου προσευχῆς».
Μὲ ὅσα ἑλληνικὰ ξέρω, ἐκ δανείων, αὐτὰ ἤθελα νὰ πῶ, ἐκ βάθους ψυχῆς ἐγὼ ὁ μηδαμινός.
Παρακαλῶ προσεύχεσθε ὑπὲρ ἐμοῦ νὰ συντύχω κωπηλάτες τοὺς Νόας καὶ μὲ τὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ νὰ τιμονεύω μὲ νοῦ καὶ λόγο, σοφά, τὴν ψυχή μου, ἀκάτιον στὸν γλυκὺ οἴνοπα πόντο, ἔχοντας στὸ κατάρτι ὑψηλὰ τὸν Σταυρὸ καὶ τὸ λευκὸ ἱστίο ἀναπεπταμένο καὶ πλῆρες βοτρύων τῆς ἀμπέλου, ὥστε «θείῳ βακχευόμενος πνεύματι» νὰ διεξέλθω τὴν ἀτρύγετο τοῦ βίου θάλασσα.

Ἱερομόναχος Συμεών
(Ἐπεξεργασμένο κείμενο ὁμιλίας ποὺ παρουσιάσθηκε σὲ Βόλο, Ἰωάννινα, Ἀθήνα καὶ Λειβαδιά, κυρίως σὲ φοιτητές, κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ 1984)

Μακρυά από αυτούς που κατηγορούν και κατακρινουν!



Όταν βλέπεις έναν άνθρωπο να αγαπάει τα γέλια και να θέλει να γελοιοποιεί τους άλλους, να μην πιάνεις φιλία. Γιατί θα σε κάνει να συνηθίσεις στην ψυχική ατονία. Σε κείνο πού ή ζωή του είναι διεφθαρμένη, μη δείχνεις ιλαρό πρόσωπο φυλάξου όμως καλά μήπως τον μισήσεις. 
Και αν θελήσει να μετανοήσει, βοήθησε τον και φρόντισε τον, θυσιάζοντας ακόμη και τη ζωή σου, να σωθεί.
Εάν όμως είσαι πνευματικά ασθενής, μην τολμήσεις να γίνεις γιατρός του.
Μπροστά σε άνθρωπο πού έχει μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του και έχει την αρρώστια να προσέχεις πολύ πώς θα μιλήσεις. Γιατί ενόσω μιλάς, αυτός εξηγεί μέσα του τα λόγια σου όπως αγαπά και από τα αγαθά σου λόγια παίρνει αφορμή και σκανδαλίζει τους άλλους. Και αλλάζει το νόημα των λόγων σου μέσα στο μυαλό του σύμφωνα με την πνευματική του αρρώστια.
Αν δεις κάποιον να έρχεται και να κατηγορεί τον αδελφό του μπροστά σου, κάνε το πρόσωπο σου σκυθρωπό. Έτσι και το έλεος του Θεού θα έχεις και απ' αυτόν θα φυλαχτείς. Και πού είναι η κόλαση πού μας εκφοβίζει από παντού και υπερνικά την αγάπη του Θεού; Ποια κόλαση και ποια γέεννα του πυρός μπορεί να σταθεί μπροστά στη χάρη της Ανάστασης, όταν ο Θεός μας αναστήσει εν δόξη από τον άδη και κάνει τούτο το φθαρτό σώμα μας να ντυθεί την αφθαρσία;
Όσοι έχετε διάκριση, θαυμάστε τα μεγαλεία του Θεού. Ποιος όμως έχει τόσο σοφή και αξιοθαύμαστη διάνοια, πού θα μπορέσει να θαυμάσει, όσο αξίζει, τη χάρη του Δημιουργού μας; 
Η ανταπόδοση των αμετανόητων αμαρτωλών είναι βέβαιη, όμως αντί της δίκαιης ανταπόδοσης ο Κύριος ανταποδίδει την ανάσταση σ' αυτούς πού μετανοούν και, αντί να τιμωρήσει αυτούς πού καταπάτησαν το νόμο του, τους ντύνει με την τέλεια δόξα της αφθαρσίας. Αυτή η χάρη, πού μας ανασταίνει από την αμαρτία, είναι μεγαλύτερη από εκείνη πού μας δόθηκε, όταν από την ανυπαρξία μας έφερε στην κτιστή ύπαρξη. Δόξα στην άμετρη σου χάρη, Κύριε.
Άγιος Ισαάκ ο Σύρος

ΑΠΟΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΑΠΕΛΠΙΣΙΑ



Όπως ακριβώς ο Κύριος επιθυμεί τη σωτηρία μας, έτσι και ο εχθρός του ανθρώπου, ο διάβολος, αγωνίζεται να οδηγήσει τον άνθρωπο στην απελπισία.

Μια υγιής ψυχή δεν απελπίζεται στις δυστυχίες, όποιες και νάναι αυτές. Η ζωή μας μοιάζει με ένα σπίτι που είναι γεμάτο με πειρασμούς και δοκιμασίες. Δεν πρέπει όμως ν΄ απαρνηθούμε τον Κύριο γιατί όσο χρόνο Εκείνος επιτρέπει στον πειρασμό να παραμείνει μαζί μας, εμείς θα πρέπει να περιμένουμε ν΄ αναζωογονηθούμε με την υπομονή και την ασφαλή απάθεια.

Ο Ιούδας ο προδότης ήταν λιπόψυχος και αδόκιμος στον πόλεμο και ο εχθρός εκμεταλλεύτηκε την απελπισία του, τον πολέμησε και τον εξανάγκασε να κρεμαστεί. 
Ο Πέτρος όμως, όταν έπεσε στην μεγάλη αμαρτία της άρνησης, σαν σταθερή πέτρα και δόκιμος στον πόλεμο δεν απελπίστηκε, ούτε λιποψύχησε, αλλά έχυσε πικρά δάκρυα μετανοίας από φλεγόμενη καρδιά και ο εχθρός, βλέποντας τα δάκρυα αυτά, απομακρύνθηκε από κοντά του με κραυγές πόνου και με μάτια που πετούσαν φωτιές.

«Αδελφοί, διδάσκει ο Άγιος Αντίοχος, όταν η απελπισία μας πολεμά ας μην υποχωρήσουμε, αλλά, ενδυναμούμενοι και προστατευόμενοι από το φως της Πίστης, ας πούμε στο πονηρό πνεύμα με μεγάλο θάρρος: 

“Τί κοινό υπάρχει ανάμεσα σε μας και σε σένα, αποξενωμένο από το Θεό, έκπτωτε του ουρανού, πονηρέ υπηρέτη; 
Δεν τολμάς να μας κάνεις τίποτα. Ο Χριστός, ο Υιός του Θεού, έχει εξουσία τόσο σε μας όσο και σ΄ όλα τα κτίσματα. Εμείς αμαρτήσαμε εναντίον Του και μπροστά σ΄ Αυτόν θα δικαιωθούμε. Και συ, φθοροποιέ, άφησέ μας. Ενδυναμούμενοι από τον Τίμιο Σταυρό Του θα πατήσουμε κάτω απ΄ τα πόδια μας την κεφαλή σου, πονηρέ όφη !»

Ας μην ακολουθούμε το δρόμο της απόγνωσης. Ο Χριστός τα νίκησε όλα, ανάστησε τον Αδάμ, αποκατέστησε την Εύα, θανάτωσε τον θάνατο.


ΠΕΤΡΟΥ ΑΘ. ΜΠΟΤΣΗ, 
ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ ΤΩΝ ΡΩΣΩΝ ΝΗΠΤΙΚΩΝ, 
ΔΙΔΑΧΕΣ ΟΣΙΟΥ ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΤΟΥ ΣΑΡΩΦ, 
ΑΘΗΝΑ 1983, σ. 54.

Τι να κάνω με τον αιρετικό γνωστό μου; Να τον νουθετήσω;



Ἀφιερωμένο στούς συγχρωτισθέντες μετά τῶν ἀνόμων (οἰκουμενιστές, "μεταπατερικούς", αἱρετίζοντες, ἀγαπολογοῦντες) πού ἀντί νά νουθετοῦν στήν ὀρθή πίστι τούς κακοδόξους καί ἀλλοθρήσκους καί νά τούς ἐγείρουν ἀπό τόν πνευματικόν θάνατόν των ὠς ἔχουν χρέος ἀγάπης, δηλητηριάζονται καί οἱ ἴδιοι ὑπό τῶν μιαρῶν κακοδοξασιῶν των καί πίπτουν καί αὐτοί νεκροί μαζί τους, ἀπό τήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν!
Τό πρόβλημα νουθετήσεως τῶν αἱρετικῶν ἔθεσε κάποιος ἀδελφός στόν μαθητήν τοῦ Μεγάλου Βαρσανουφίου Ἅγιον Ἰωάννην τόν Προφήτην καί ἐκεῖνος ἀπήντησε:
Ἐρώτησις:
-Κάποιο ἀγαπητόν μου πρόσωπον διεπιστώθη ὅτι εἶναι αἱρετικός. Νά τόν νουθετήσω στήν ὀρθόδοξη πίστι;
Ἀπόκρισις:
-Νουθέτησέ τον, ὥστε νά ἔλθη σέ ἐπίγνωσιν τῆς ὀρθῆς πίστεως. Ἀλλά μή φιλονικήσης μαζί του, μήτε νά θελήσης νά μάθης τί φρονεῖ, γιά νά μή εἰσαγάγης στόν ἐαυτόν σου τό δηλητήριόν του τό πνευματικόν, ἀλλά ἐάν θελήση πραγμαιικά νά ὠφεληθῆ καί νά ἀκούση τήν ἀλήθεια τῆς πίστεως τοῦ Θεοῦ, πήγαινέ τον σέ Ἁγίους Πατέρες, σ' αὐτούς, πού μποροῦν νά τόν ὠφελήσουν κατά Χριστόν καί ἔτσι ξαναβρίσκει τόν ἑαυτόν του συνερχόμενος κατά Θεόν. Ἐάν ὅμως δέν ἀποδεχθῆ τήν πνευματικήν του διόρθωσιν, μετά τήν πρώτην καί τήν δευτέραν νουθεσίαν, παράτησέ τον, κατά τήν ὑπόδειξιν τοῦ Ἀποστόλου (Παύλου). Διότι δέν θέλει ὁ Θεός να πράξη κανείς κάτι περισσότερον ἀπό ὅσον μπορεῖ, καθώς λένε οἱ Ἅγιοι Πατέρες. 

Διότι, λένε, ἄν δῆς κάποιον νά πνίγεται στόν ποταμόν, μή τοῦ δώσης τό χέρι σου, γιά νά μή σέ συμπαρασύρη καί πεθάνης κι ἐσύ μαζί του, ἀλλά δῶσε του τό ραβδί σου. Καί ἄν μέν μπορέσης νά τόν τραβήξης, ἰδού καλῶς ἔπραξες, ἐάν ὄχι, θά τοῦ ἀφήσης τό ραβδί σου κι ἐσύ θά σωθῆς.

Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Προφήτης

ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΜΑΡΤΥΡΙΑ
Ἔκδοσις: "ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ"
Θεσσαλονίκη

ΕΥΧΗ ΓΙΑ ΖΩΝΤΕΣ ΚΑΙ ΚΕΚΟΙΜΗΜΕΝΟΥΣ

Ἀφοῦ εὐχηθοῦμε ''καλό ὑπόλοιπο τῆς Ἁγίας Τεσσαρακοστῆς, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, νά ὑπενθυμίσωμε, ὅτι κατά τήν προηγούμενή μας σύναξι, εἴχαμε ὁλοκληρώσει τήν προσευχή τοῦ Ἰησοῦ γιά ὅλους τούς ζῶντας, λέγοντας ''Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον ἡμᾶς''.
Σήμερα σκόπιμα ξανατονίζομε, ὅτι γιά νά προσευχηθοῦμε γιά κάποιους λέγοντας τήν εὐχή, δέν χρειάζεται νά κουραζώμαστε καί νά ζαλιζώμαστε ἀναφέροντες συνεχῶς τά ὀνόματά τους. Ἀρκεῖ τήν πρώτη μόνο φορά νά ἀναφέρωμε τά ὀνόματα τῶν ἀνθρώπων αὐτῶν καί μετά νά λέμε μόνο καί συνεχῶς τό ''Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον ἡμᾶς''. Χωρίς δηλαδή μετά νά ἐπαναλαμβάνωμε τά ὀνόματα αὐτά, διότι στό ''ἡμᾶς'' συμπεριλαμβάνονται, καί ὁλόκληρη ἡ ἀνθρωπότητα, καί κατά ἕναν ἐντελῶς ξεχωριστό καί ἰδιαίτερο τρόπο, τά ὀνόματα πού προαναφέραμε τήν πρώτη μόνο φορά εἰς τήν ἀρχή.
Καί στό σημεῖο αὐτό ἐνθυμούμεθα, ὅτι ὅταν ἤμαστε ἀκόμη λαϊκοί καί κάποια ἡμέρα εἰσερχόμεθα στό Ἅγιον Ὄρος, συναντήσαμε ἐκεῖ στό καράβι, κάποιον κύριο, ὁ ὁποῖος μεταξύ τῶν ἄλλων μᾶς εἶπε τά ἑξῆς: «Ἔ, ἀφοῦ θά πᾶς στόν Γέροντα Παΐσιο, πές του νά κάμη προσευχή γιά μένα. Εἶμαι ὁ Νάρκισσος. Θά καταλάβη ὁ Γέροντας. Ξέρει τήν περίπτωσί μου». Ἐγώ μετά μία-δυό ἡμέρες πῆγα στόν Γέροντα. Ἀλλά τήν στιγμή πού ἔφθασα στόν Γέροντα εἶχα ξεχάσει τό ὄνομα τοῦ κυρίου πού μοῦ εἶχε πῆ νά διαβιβάσω στόν Γέροντα τήν ἱκεσία του γιά προσευχή. Καί εἶπα στόν π. Παΐσιο:
- «Γέροντα, μοῦ εἶπε κάποιος νά κάνετε προσευχή. Σᾶς ξέρει καί τόν ξέρετε. Συγγνώμη, ἀλλά ξέχασα τώρα τό ὄνομά του, γιατί εἶναι λίγο σπάνιο».
Καί μοῦ ἀπήντησε ὁ π. Παΐσιος:
- «Ἔ, καί; Ἄς τό ξέχασες. Τό ὄνομα τό ξέρει ὁ Θεός. Ξέρει ὁ Θεός ποιός εἶναι ὁ ἄνθρωπος αὐτός. Ἐγώ θά κάνω προσευχή γιά τό ἄτομο αὐτό καί ξέρει ὁ Θεός τί πρόβλημα ἔχει».
Πρίν ὅμως προχωρήσωμε καί μιλήσωμε γιά τήν προσευχή τοῦ Ἰησοῦ ἡ ὁποία ἀναφέρεται στούς κεκοιμημένους, ἄς ποῦμε λίγα λόγια, σέ πρώτη βέβαια φάσι, γιά τό κομβοσχοίνι, μιᾶς καί ἐρωτηθήκαμε δημόσια περί αὐτοῦ.
Τό κομβοσχοίνι δέν εἶναι μέν ὑποχρεωτικό νά χρησιμοποιῆται κατά τήν προσευχή τοῦ Ἰησοῦ. Ὅμως, τελικά, στήν πρᾶξι, εἶναι πολύ πρακτικό, πολύ χρήσιμο, καί ἄρα ἐπιβεβλημένο, πέρα γιά πέρα. Δηλαδή εἶναι πιό ἀποτελεσματική ἡ εὐχή, ὅταν λέγεται μέ τό κομβοσχοίνι, ὅταν εἴμαστε ἀπερίσπαστοι.
Κατ᾽ ἀρχάς, αὐτό καθ᾽ ἑαυτό τό κομβοσχοίνι εἶναι εὐλογημένο, ἐφ᾽ ὅσον ἔχη στήν ἄκρη τό σημεῖο τοῦ Σταυροῦ. Ὁ κάθε κόμπος ἔχει 7 ἤ 9, νομίζω, σταυρούς - ἄς μή μποῦμε, τώρα, σέ λεπτομέρειες τέτοιου εἴδους. Ἡ παράδοσις λέγει, ὅτι βρέθηκε αὐτός ὁ σταυροειδής κόμπος γιά νά μή μπορῆ νά πλησιάση ὁ διάβολος. Διότι φρίττει ὁ διάβολος, ὅταν βλέπη τό σημεῖο τοῦ Σταυροῦ. Ὅπως ἐπί παραδείγματι συνέβη σέ κάποιον μοναχό, ὅπου εἶχε φτιάξει κόμπους γιά νά μετράη τίς εὐχές του καί ὁ διάβολος ἔλυνε αὐτούς τούς κόμπους.
Ἡ πρώτη τώρα χρησιμότητα τοῦ κομποσχοινιοῦ εἶναι νά μᾶς δείχνη, νά μᾶς δίνη ἕναν σταθερό καί αὐτόματο ρυθμό, μία σταθερή συχνότητα ὅταν λέμε τήν εὐχή. Νά ἀναφέρωμε ἐπ᾽ αὐτοῦ ὅτι ἡ ἀντιστοιχία εἶναι: Ἕνας κόμπος πού μετρᾶμε, μία εὐχή νά λέμε. Ὄχι δηλαδή νά λέμε μία εὐχή καί νά προσπερνοῦμε πολλούς κόμπους. Γιατί δυστυχῶς ἀπό κακή ἴσως συνήθεια, παρατηρεῖται κάποιες φορές αὐτό τό φαινόμενο. Νά λέγη δηλαδή κάποιος μιά εὐχή καί νά περνάη τούς κόμπους δυό-δυό, τρεῖς-τρεῖς, δέκα-δέκα. Δέν εἶναι σωστό αὐτό. Ἅλλωστε δέν ἔχει κανένα νόημα.
Δέν πρέπει, τό ξανατονίζομε, νά λέμε τήν εὐχή μηχανικά καί βεβιασμένα, ἀλλά νά χωνεύωμε καλά τό νόημα τῶν λέξεων πού προφέρομε. Ὅπως συμβαίνει ὅταν παρακαλοῦμε ἕνα ὑψηλά ἱστάμενο πρόσωπο γιά ἕνα αἴτημά μας, προσέχομε ὄχι μόνο τί θά ποῦμε, ἀλλά καί πῶς θά τό ποῦμε. Ἔ, αὐτό ἰσχύει, κατά μείζονα λόγο γιά τόν οὐράνιο Βασιλέα, τόν Βασιλέα τῶν βασιλευόντων, τόν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό.
Ἀπό τήν μία λοιπόν πρέπει νά χωνεύωμε καλά τά λόγια τῆς προσευχῆς, καί ἔτσι ὄχι μόνο δέν θά κουραζώμαστε, ἀλλά θά ξεκουραζώμαστε ἀπό τά λόγια τῆς προσευχῆς. Ἐπί πλέον θά μεγιστοποιοῦμε τήν προσωπική μας ὠφέλεια, ἡ ὁποία ἀπορρέει ἀπό τήν εὐχή. Ἀπό τήν ἄλλη ὅμως νά μήν ἀφήνωμε χρονικά κενά ἀπό εὐχή σέ εὐχή, γιά νά μή προλαβαίνη ὁ νοῦς μας νά μετεωρίζεται καί νά σκέφτεται ἄλλα πράγματα καί νά διαχέεται, ἰδιαίτερα, ὅταν εἴμαστε στήν ἀρχή αὐτῆς τῆς πνευματικῆς ἐργασίας τῆς προσευχῆς.
Ἐπί πλέον τώρα ὅσον ἀφορᾶ στίς εἰσπνοές - ἐκπνοές κατά τήν διάρκεια τῆς εὐχῆς, ἤ ἀπό εὐχή σέ εὐχή, καί γενικώτερα στίς διάφορες τεχνικές μεθόδους αὐτοσυγκεντρώσεως, ὅπως τό νά καθώμαστε σέ κάποιο σκαμνάκι, νά ἔχωμε ὡρισμένη στάσι, νά στρέφωμε τό κεφάλι πρός τό στῆθος, κλπ. - χωρίς ὅλα αὐτά νά τά περιφρονοῦμε, κάθε ἄλλο -, ὅμως θεωροῦμε σκόπιμο, στήν φάσι αὐτή τοὐλάχιστον, νά μή τά ἀναφέρωμε σέ γενικό ἐπίπεδο. Καί τοῦτο, ἐπειδή φοβόμαστε νά μήν ὑπάρξουν παρανοήσεις καί γίνουν ὅλα αὐτά αὐτοσκοπός. Διότι ὁ τελικός στόχος καί καρπός τῆς προσευχῆς μας πρέπει νά εἶναι ἡ διά βίου ἀπέκδυσις τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου καί ἡ ἔνθεη ταπείνωσις.
Διότι, αὐτές οἱ τεχνικές μέθοδοι, ἰδιαίτερα ἡ τεχνική τῆς ἀναπνοῆς, ἀπαιτοῦν σωστό ὁδηγό, ἐπειδή ὑπάρχουν διάφοροι κίνδυνοι, ὄχι μόνο πνευματικοί, ἀλλά καί ὀργανικοί. Δηλαδή μπορεῖ νά νομίση ὁ προσευχόμενος ὅτι δῆθεν εἶναι σέ μέτρα, προχωρημένος, κλπ., σέ βαθμό μάλιστα νά φθάση καί σέ αὐτήν τούτην τήν πλάνη. Διότι οἱ πλᾶνες στήν προσευχή, ὅταν λείπη τό ἐσωτερικό ὑγιές πνευματικό προσωπικό ὑπόβαθρο, δέν εἶναι λίγες, οὔτε εὐκολοδιάκριτες.
Ἕνα ἁπλό παράδειγμα ἄς ἀναφέρωμε: Σκεφθεῖτε κάποιον ἀρχάριο νά ἔχη πέσει ''μέ τά μοῦτρα'' - συγγνώμη γιά τήν ἔκφρασι - στήν ἐργασία τῆς εὐχῆς καί νά λέγη τήν εὐχή ἀδιάλειπτα καί ἀπό τόν πολύ ζῆλο νά μή λέγη ''καλημέρα'' στόν ὁποιονδήποτε περαστικό δίπλα του γιά νά μή χάση, δῆθεν, τόν εἱρμό τῆς προσευχῆς. Ἄν αὐτός δέν συνετισθῆ, ἀλλά συνεχίση μέ τό ἴδιο φρόνημα νά περιφρονῆ τόν ἕναν καί τόν ἄλλον πού περνάει δίπλα του καί νά λέγη τήν εὐχή, κανείς δέν μπορεῖ νά προβλέψη πόσο σοβαρά προβλήματα, πνευματικῆς καί ὀργανικῆς φύσεως, μπορεῖ νά ἀποκτήση.
Ἀλλά, πέρα ἀπό τούς προαναφερθέντας κινδύνους, ὁ κυριώτερος λόγος πού δέν ἀναφερόμεθα στίς διάφορες τεχνικές εἶναι ὅτι πιστεύομε ἀκράδαντα, ὅτι οἱ τεχνικές αὐτές τελικά πολύ μικρό ρόλο παίζουν στήν καρποφορία τῆς προσευχῆς. Διότι, ὅλο σχεδόν τό βάρος πέφτει στόν ἐν γένει σωστό μας πνευματικό ἀγῶνα. Γιατί, ὅποιος ἐπί παραδείγματι, λέγει τήν εὐχή τοῦ Ἰησοῦ καί κάνει ''συμβόλαιο'' μέ τόν Χριστό, ὄχι νά συγχωρηθῆ, νά διορθωθῆ, νά ταπεινωθῆ καί νά φωτισθῆ, ἀλλά λέγει τήν εὐχή γιά νά ἀποκτήση κάποια πνευματικά χαρίσματα, ὅπως νά καυχιέται ὅτι ''ἔχει τήν εὐχή'', ἔ τότε ὁ Θεός, καί πάλι ἀπό ἀγάπη, δέν θά τοῦ δώση τά ἀναμενόμενα χαρίσματα γιά νά μήν ἀλαζονευθῆ.
Ἄς διαβάσωμε τί λέγει σχετικά κάποιος Ρῶσος στάρετς ἐπί τοῦ θέματος αὐτοῦ. Λέγει: «Ἄς ἀφήσωμε στόν ἴδιο τόν Κύριό μας τήν μεταμόρφωσι τῆς συγκεντρωμένης προφορικῆς προσευχῆς μας σέ νοερά προσευχή καί σέ καρδιακή προσευχή. Θά τήν μεταμορφώση, δίχως ἄλλο, σάν μᾶς ἰδῆ ἔστω καί λίγο ὡριμασμένους, καθαρισμένους, μέ τήν ἐφαρμογή τῶν ἐντολῶν». Καί συνεχίζει λέγοντας παρακάτω: «Ὅποιος εἶναι νήπιος σέ πνευματική ἀνάπτυξι, δέν εἶναι κατάλληλος γιά πνευματικές δωρεές. Δέν θά τίς χρησιμοποιήση γιά τήν δόξα τοῦ Θεοῦ, οὔτε γιά ὠφέλεια δική του, ἤ γιά ὠφέλεια τοῦ πλησίον».
Καί συνεχίζει λέγοντας: «Θά τίς χρησιμοποιήση, τοὐναντίον, γιά νά πλήξη τόν ἑαυτό του. Θά γίνη ἀλαζόνας καί θά φουσκώση μέ τήν μοιραία ἔπαρσι καί τήν καταστρεπτική περιφρόνησι τοῦ πλησίον. Καί ὅταν, ἐνῶ δέν ἔχωμε χαρίσματα καί ἔχομε ἕνα σωρό ἀδυναμίες, συνεχῶς κομπάζωμε καί ταπεινώνωμε τόν ἄλλον, τί θά συνέβαινε, ἄν μᾶς εἶχαν ἐμπιστευθῆ κάποιον θησαυρό πνευματικό, κάποια εἰδικά χαρίσματα; Δέν θά γινόταν αὐτό αἰτία μιᾶς ἀκόμη πιό τρομερῆς καταστροφῆς μας;»
Ὅπως μᾶς ἔλεγε ὁ π. Παΐσιος: «Θέλει ὁ Θεός νά μᾶς δώση λίγη Χάρι, καί πρίν καλά-καλά μᾶς τήν δώση, ὑπερηφανευόμαστε, νομίζομε ὅτι κάτι εἴμαστε, καί ἔτσι, γιά καλό δικό μας, δέν μᾶς τήν δίνει καθόλου».
Μά, ἄνθρωπέ μου, ὑπερηφανεύεσαι γιά τήν Χάρι; Μά τό λέγει ἐτυμολογικά καί ἡ ἴδια ἡ λέξις ὅτι εἶναι ''χάρις''. Τό ὅτι θέλει δηλαδή ὁ Θεός καί σοῦ τήν δίνει, δέν σημαίνει ὅτι εἶναι ὁ Θεός δεσμευμένος νά σοῦ τήν δώση ὁπωσδήποτε, ἄνθρωπέ μου».
Καί σέ κάποια ἄλλη συνάφεια ἔλεγε σχετικά, γιά τό ἴδιο θέμα, ὁ π. Παΐσιος, ὅτι πολλές φορές μοιάζει ὁ ἄνθρωπος σάν ἕνα μικρό παιδάκι, ἕνα βρέφος, πού προσπαθεῖ νά ἀνεβῆ μία μεγάλη σκάλα. Καί ἐνῶ βρίσκεται στό πρῶτο σκαλί, προσπαθεῖ νά πάη στό δεύτερο. Δέν τά καταφέρνει. Προσπαθεῖ, πέφτει, σηκώνεται, ξαναπέφτει... Αὐτό γίνεται πολλές φορές, ὥσπου τό πιάνει ἡ μάνα του, γιατί τό λυπᾶται, καί μέ μιᾶς τό τοποθετεῖ στό τελευταῖο σκαλί. Καί μετά λέει τό παιδάκι στόν ἑαυτό του: ''Μπράβο μου, ποῦ ἀνέβηκα!'' Ἔ, ὁ ἄνθρωπος, ἄν σκέφτεται ὅπως εἴπαμε πρίν, σκέφτεται ἀκόμη πιό ἀνώριμα καί ἀπό αὐτό τό βρέφος.
Ἔτσι λοιπόν γιά νά ἐπανέλθωμε, τό πρῶτο πλεονέκτημα τοῦ κομβοσχοινιοῦ εἶναι ὁ σταθερός ρυθμός. Βέβαια, ἄν θέλωμε ἀκόμη πιό πολύ νά ἐμβαθύνωμε στό θέμα τῆς συχνότητας, πού γιά μᾶς εἶναι πάρα πολύ σοβαρό θέμα, καλό εἶναι νά ἀναφέρωμε τό ἑξῆς: Ὁ κάθε ἄνθρωπος, ἄν ἀγωνισθῆ γιά κάποιο διάστημα εἰς τό πνευματικό ἀγώνισμα τῆς προσευχῆς τοῦ Ἰησοῦ, κάποια στιγμή ἀποκτᾶ μία δική του, ἄς τήν ὀνομάσωμε ἔτσι, στιγμιαία ''ἰδιοσυχνότητα'' εὐχῆς (δηλαδή τῆς περιόδου ἐκείνης). Αὐτή συμβαίνει νά εἶναι καί ἡ συχνότητα μέ τήν ὁποία λέγει ὁ ἄνθρωπος τήν προσευχή, ὅταν ἡ εὐχή λέγεται ἀπό μόνη της αὐτενέργητα, ἀβίαστα, νοερά, καρδιακά. Ἐπί παραδείγματι, ὅταν ὁ προσευχόμενος κοιμᾶται, ἤ ὅταν ξυπνάη καί ἀντιλαμβάνεται νά λέγεται ἡ εὐχή ἀπό μόνη της μέσα του, ἔ, αὐτή ἀκριβῶς ἡ ἰδιοσυχνότητα εἶναι καί ἡ πιό ἐνδεικνυομένη συχνότητα γιά νά ἐκφέρεται ἡ εὐχή ἀπό τόν ἄνθρωπο αὐτό ἀνά πᾶσα ὥρα καί στιγμή. Ἔτσι, κατά τόν ταπεινό μας λογισμό, νομίζομε ὅτι ἔχομε ἐσωτερικό πνευματικό συντονισμό κατά τόν ὁποῖο μεγιστοποιοῦνται τά ὀφέλη τῆς εὐχῆς.
Ἐπίσης δεύτερη μεγάλη βοήθεια πού μᾶς παρέχει τό κομβοσχοίνι, εἶναι ὅτι μᾶς ὑπενθυμίζει νά λέμε τήν εὐχή ὅταν ὁ νοῦς μας ταξειδεύη τῇδε-κακεῖσε, πέρα-δῶθε, κλπ. Εἶναι δηλαδή τρόπον τινά ἕνας τέλειος ὑπομνηματιστής. Διότι μᾶς ὑπενθυμίζει συνεχῶς νά λέμε τήν εὐχή. Διότι, ὅπως καταλαβαίνετε, ἐάν κρατᾶς στό χέρι σου τό κομβοσχοίνι, καί νά ξεφύγης λίγο - πού σίγουρα θά ξεφεύγωμε κάπου-κάπου - ἔ, ὅταν κοιτᾶς τό κομβοσχοίνι, αὐτό θά σοῦ ὑπενθυμίζη τό ἱερό καί ἀδιάκοπο χρέος σου. Ἔτσι εἶναι πάρα πολύ καλό νά κρατᾶμε τό κομβοσχοίνι στό χέρι - ὅταν βέβαια εἶναι ἐφικτό - καί νά μή τό ἀποχωριζώμεθα. Καί ἐάν τό ἀποχωρισθοῦμε - αὐτό εἶναι εὐχή βέβαια - νά εἶναι μόνον ἀπό πολλή ἀνεξέλεγκτη πνευματική χαρά-ἡδονή.
Ὅπως συνέβαινε σέ κάποια ψυχή, πού σταματοῦσε τήν εὐχή καί ἄφηνε τό κομβοσχοίνι, ἐπειδή ἐγοητεύετο. Καί ὅταν ἐπυρπολῆτο ἀπό τήν πολλή θεία ἡδονή καί ἀπό τήν ὑπερφυσική θεία λάμψι, τῆς φαινόταν ὁ πολύς χρόνος πού προσευχόταν σ᾽ αὐτήν τήν κατάστασι γιά πολύ λίγος. Ἤ καλύτερα, τῆς φαινόταν ὅτι σταματοῦσε ὁ χρόνος, καθ᾽ ὅσον τότε ὑπῆρχε ἐμπειρικά ἄϋλη αἴσθησις τοῦ ἄϋλου Θεοῦ. Ἀλλά γιά νά γίνωνται αὐτά καί ἄλλα ἀνώτερα, ὡραιότερα, γοητευτικώτερα, χρειάζεται πολύς καί σωστός ἀγῶνας. 
Καί στό σημεῖο αὐτό, ἐπειδή ὅλοι μας ἀπογοητευόμεθα, λίγο-πολύ ἀπό τήν μή συγκέντρωσι τοῦ νοός μας, θά σᾶς διαβάσω, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἀποσπασματικά, ἕνα κομμάτι ἀπό τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο. Λέγει ὁ ἱερός Πατήρ:
«Ἡ θύμησις τοῦ ὀνόματος τοῦ Ἰησοῦ διεγείρει τόν ἐχθρό γιά μάχη. Γιατί μία ψυχή πού πιέζει τόν ἑαυτό της νά λέη τήν προσευχή τοῦ Ἰησοῦ, μπορεῖ μέ αὐτήν τήν ἴδια τήν προσευχή νά βρῆ ὁ,τιδήποτε. Καί ἀγαθό, καί πονηρό. Πρῶτα ἡ ψυχή μπορεῖ νά δῆ τό πονηρό στά μύχια τῆς καρδιᾶς της, νά τό ἐντοπίση δηλαδή, καί ὕστερα μπορεῖ νά δῆ τό ἀγαθό. Ἡ προσευχή αὐτή μπορεῖ νά ὑποκινήση τόν ὄφι σέ δρᾶσι. Καί ἡ ἴδια αὐτή μπορεῖ νά τόν συντρίψη μετά. Ἡ προσευχή αὐτή μπορεῖ νά ξεχώση τήν ἁμαρτία πού ζεῖ μέσα μας φωλιασμένη καί ἡ ἴδια αὐτή προσευχή μπορεῖ νά τήν ξερριζώση καί νά τήν ἐξοστρακίση». Καί καταλήγει ὁ ἱερός Χρυσόστομος λέγοντας: «Χρειάζεται πολύς χρόνος καί μόχθος γιά νά διωχθῆ ὁ ἐχθρός καί νά ἐγκατασταθῆ μέσα μας ὁ Χριστός».
Γιά τό θέμα τώρα τῶν δυσκολιῶν κατά τήν προσευχή, πάνω ἀπ᾽ ὅλα ὁ Θεός βλέπει τήν διάθεσι στόν ἄνθρωπο. Εἶναι ἀνθρώπινο κάποιες φορές, ἀπό κούρασι καί ἀπό ἀκηδία, ἄν τό θέλετε, ἀπό κάποια ψυχική ταραχή, ἀπό κάποια ἄλλα αἴτια, νά ἔχωμε κάποιες παρενέργειες πού βέβαια δέν εἶναι ἐπαινετές. Ἀλλά καί τότε εἶναι πολύ καλύτερα νά λέμε τήν εὐχή, ἀπό τό νά μή προσπαθοῦμε καθόλου τήν νά λέμε.
Μᾶς ἔλεγε ὁ π. Παΐσιος σχετικά: «Νά, σήμερα μοῦ ἦλθε ἕνας κοσμικός μέ φόρα καί σκανδαλίσθηκε γιατί πῆγε σέ κάποιο μοναστήρι καί εἶδε νά γελάη, στήν ἐκκλησία μέσα, ἕνας μοναχός. Καί τόν ἄρχισα καί τοῦ εἶπα: ''Βρέ, αὐτός ὁ μοναχός κατ᾽ ἀρχάς, εἶναι ὁ ἐκκλησιαστικός τῆς Μονῆς - τόν ἤξερε ὁ Γέροντας. Δηλαδή σχεδόν ὅλη μέρα εἶναι μέσα στήν ἐκκλησία. Ἕνα ὀκτάωρο, πάνω-κάτω, εἶναι οἱ ἀκολουθίες μιᾶς ἡμέρας, τό εἰκοσιτετράωρο. Ἐπί πλέον ἀπό τό ὀκτάωρο, ὁ ἐκκλησιαστικός χρειάζεται τρεῖς-τέσσερις ὧρες γιά νά ἑτοιμάση, καντήλια, πολυελαίους καί ὅλα τά σχετικά γιά τίς προβλεπόμενες καθημερινές ἀκολουθίες. Ἔ, εἶναι φυσικό νά μή κάθεται ὅλες αὐτές τίς ὧρες πάντα κολώνα μέσα στήν ἐκκλησία''. Καί τοῦ εἶπα: ''Ξέρεις τί ἀγῶνα κάνει αὐτός; Καί σύ σκανδαλίσθηκες, καϋμένε; Ἐσύ τί κάνεις; Πᾶς ἕνα τέταρτο, μισή ὥρα, τήν Κυριακή στήν ἐκκλησία. Καί ἄν πᾶς, καί πῶς πᾶς, καίγιατί πᾶς.... Καί μετά, τήν ὑπόλοιπη ἑβδομάδα, ποῦ πηγαίνεις, ποῦ συχνάζεις, τί κάνεις; Ἄς μή τό προχωρήσωμε.... Καί σκανδαλίζεσαι, γιατί αὐτός γέλασε λιγάκι, ἤ γιατί κουράσθηκε λίγο καί λαγοκοιμήθηκε στήν ἐκκλησία καί τά παρόμοια; Αὐτός εἶναι εὐλογημένος ὕπνος, ὁ ἐντός τῆς Κιβωτοῦ, μέσα στήν ἐκκλησία. Ὁ Θεός δέν τά μετράει ἔτσι. Ἄς μή κάνωμε σάν τούς Καθολικούς, πού πᾶνε λίγο στήν ἐκκλησία καί κάθονται σάν βρεγμένες γάτες, σάν παγόβουνα. Ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι τήν ἐκκλησία τήν αἰσθανόμαστε σπίτι μας καί καθόμαστε πιό ἄνετα, πιό φυσικά καί πιό ἀνθρώπινα''».
Τό τρίτο ἐπί πλέον στοιχεῖο πού ἔχει τό κομβοσχοίνι, εἶναι ὅτι εἶναι ἕνας πολύ καλός μετρητής. Μποροῦμε δηλαδή μέ αὐτό νά μετρᾶμε τίς εὐχές τοῦ κανόνα μας, τίς εὐχές πού λέμε. Καί ὡς γνωστόν ὑπάρχουν κομβοσχοίνια τριαντατριάρια, πενηντάρια, κατοστάρια, τριακοσάρια καί δωδεκάρια. Βέβαια τά δωδεκάρια καί τά τριαντατριάρια εἶναι πιό εὔχρηστα νά τά ἔχη κανείς καί ὅταν εἶναι σέ χῶρο δημόσιο, γιά νά μή γίνεται δηλαδή ἀντιληπτός, ὥστε νά μή προκαλῆ...
Ἐπίσης ὑπάρχουν οἱ σταυρωτές εὐχές πού γίνονται μέ τό κομβοσχοίνι. Σέ αὐτές τίς περιπτώσεις, κρατᾶμε, ἄν θέλωμε, τό κομποσχοίνι μέ τό ἀριστερό χέρι καί μέ τό ἴδιο αὐτό χέρι, τό ἀριστερό δηλαδή, μετρᾶμε τίς εὐχές πού λέμε. Τώρα, μέ τό δεξί χέρι, παράλληλα μέ τήν κάθε εὐχή πού λέμε τοῦ Ἰησοῦ, κάνομε τό σημεῖο τοῦ Σταυροῦ, τό ὁποῖο αὐτό σημεῖο συνοδεύεται μέ μία μικρή μας ταυτόχρονη ὑπόκλισι, μέ μία δηλαδή ἐλαφρυά μικρή μετάνοια, ὅπως λέγεται. Ἀλλά πρέπει αὐτή ἡ κίνησις νά εἶναι χαλαρή, γιά νά μή γίνεται διάσπασις στήν εὐχή. Ἐννοιολογικά βέβαια ταιριάζει σέ κάθε εὐχή πού κάνομε μαζί μέ τόν σταυρό μας, ὅταν φθάσωμε στό ''ἐλέησόν με'', τότε ἀκριβῶς τό δεξί μας χέρι νά βρίσκεται στό κατώτερο σημεῖο τῆς ὑποκλίσεώς μας. Βέβαια αὐτά τά κομβοσχοίνια γίνονται, εἴτε εἴμαστε ὄρθιοι, εἴτε εἴμαστε γονατιστοί.
Αὐτοῦ τοῦ εἴδους τά κομβοσχοίνια, μαζί μέ τίς ἐδαφιαῖες μετάνοιες, ἀπαρτίζουν τόν λεγόμενο ''πνευματικό προσωπικό κανόνα'' τῶν μοναχῶν καί ὄχι μόνο τῶν μοναχῶν, ἀλλά καί κάποιων λαϊκῶν. Θεωροῦνται πιό δραστικά ἀπό τά ἁπλᾶ κομβοσχοίνια, τά ὁποῖα γίνονται ἐλεύθερα χωρίς ταυτόχρονες σταυρωτές ὑποκλίσεις. Αὐτά τά ἐλεύθερα λεγόμενα κομβοσχοίνια μποροῦμε νά τά κάνωμε, εἴτε ὅταν εἴμαστε ὄρθιοι, εἴτε περπατῶντας, εἴτε γονατιστοί, εἴτε καθιστοί, εἴτε ὅταν εἴμαστε ἀκόμη καί στό κρεββάτι, ἀνάλογα βέβαια μέ τήν περίπτωσι. Ἐνῶ, ὅπως ἤδη εἴπαμε, τά σταυρωτά κομβοσχοίνια γίνωνται ὅταν εἴμαστε κυρίως ὄρθιοι. Καί ὅταν ὑπάρχη κάποιος λόγος, κάποιο πρόβλημα ὑγείας, κάποια ὑπερβολική κόπωσις, τότε τά κάνομε γονατιστοί.
Ἐπίσης μέ τό κομβοσχοίνι γίνονται καί οἱ ''ἐδαφιαῖες'' στρωτές μετάνοιες. Δηλαδή, ἀπό ὄρθιοι πού εἴμαστε, πέφτομε κάτω στό δάπεδο, στηριζόμενοι στά χέρια μας, καί σκύβομε ὥσπου ἡ κεφαλή μας νά ἀκουμπήση σχεδόν τό δάπεδο. Παράλληλα μέ ὅλην αὐτήν τήν κίνησι, κάνομε τό σημεῖο τοῦ Σταυροῦ, μέ τό δεξί μας χέρι, καί κρατῶντας τό κομβοσχοίνι μέ τό ἀριστερό, μετρᾶμε τίς μετάνοιες πού κάνομε.
Στίς μετάνοιες ἐνδείκνυται, χωρίς βέβαια νά εἶναι ἀπαραίτητο, νά λέμε τήν εὐχή πιό ἀναλυτικά, δηλαδή νά λέμε ''Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ Υἱέ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με τόν ἁμαρτωλόν''. Βέβαια, αὐτό εἶναι θέμα καθαρά προσωπικό. Κατά τήν γνώμη μας εἶναι καλύτερα νά λέμε ὁλόκληρο τόν στίχο αὐτόν τῆς προσευχῆς γιά νά προλαβαίνωμε νά κάνωμε, ὅπως ἤδη εἴπαμε, τήν πλήρη μετάνοια, δηλαδή ἀπό ὄρθιοι νά πέφτωμε γονατιστοί καί ἐν συνεχείᾳ ἡ κεφαλή μας να βρίσκεται σχεδόν μπρούμυτα κάτω, καί κατόπιν ἀντίστροφα νά σηκωνώμεθα πάλι ὄρθιοι. Ἑπομένως χρειάζεται κάποιος χρόνος. Ὁπότε, ἄν λέμε πιό πολλές λέξεις στήν κάθε εὐχή, προλαβαίνομε νά κάνωμε ὅλην αὐτήν τήν κίνησι πιό φυσιολογικά, πιό ἄνετα, πιό ἁρμονικά. Βέβαια, καί στήν περίπτωσι αὐτή, πρέπει νά φροντίζωμε, γιατί ἔτσι ταιριάζει ἐννοιολογικά, ὅταν λέμε τό ''ἐλέησόν με τόν ἁμαρτωλό'', κατά τήν στιγμή ἐκείνη πού λέμε τήν λέξι ''τόν ἁμαρτωλό'', νά εὑρίσκεται ἡ κεφαλή μας στήν πιό χαμηλή θέσι, σχεδόν δηλαδή στό ἔδαφος. Γιατί ἔτσι, μέ τήν στρωτή μετάνοια, παραστατικά ἐκδηλώνομε, δείχνομε τήν πτῶσι μας, λόγῳ τῆς προσωπικῆς μας ἁμαρτίας ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Αὐτά ὡς πρός τά κομβοσχοίνια.
Βέβαια ξανατονίζομε ὅτι ἐμεῖς πού εἴμαστε στόν κόσμο, μέ ἕνα σωρό ὑποχρεώσεις, πρέπει νά ἐξασκηθοῦμε νά λέμε τήν εὐχή ψιθυριστά ἤ νοερά καί χωρίς κομβοσχοίνι. Παράλληλα δηλαδή μέ ἄλλες ἀσχολίες πού ἔχομε, κατά τίς ὁποῖες τίς περισσότερες ἴσως φορές, δέν εἶναι δυνατόν, οὔτε ἄλλωστε ἁρμόζει, νά κρατᾶμε παράλληλα μέ τήν εὐχή μας καί τό κομβοσχοίνι. Ὅπως καί νἄχη βέβαια τό πρᾶγμα ὡς πρός τό κομβοσχοίνι, ἐκεῖνο πού ἔχει σημασία εἶναι ὅτι δέν πρέπει νά προκαλοῦμε τούς ἄλλους. Δέν πρέπει νά ἐπιδεικνυώμεθα δημόσια. Ταυτόχρονα ὅμως πρέπει νά ἔχωμε ἔνθεο ζῆλο γιά ὁμολογία πίστεως, εὐχῆς, κλπ. Ὅλα αὐτά βέβαια εἶναι θέμα διακρίσεως καί ποτέ δέν μπαίνουν σέ καλούπια.
Στό σημεῖο αὐτό, ἄς ἀναφερθοῦμε καί στούς κεκοιμημένους, πῶς γίνεται δηλαδή ἡ εὐχή τοῦ Ἰησοῦ γιά τούς ἀπ᾽ αἰῶνος κεκοιμημένους ἀδελφούς μας.
Μᾶς εἶχε ρωτήσει, φοιτητές ὄντες ἐκείνη τήν ἐποχή, ὁ π. Παΐσιος τό ἐξῆς: «Τί εἶναι πιό χρήσιμο, πιό ἀναγκαῖο, νά προσευχώμαστε γιά τούς ζωντανούς ἤ γιά τούς κεκοιμημένους;» Καί ἐμεῖς ἀπαντήσαμε, συναισθηματικά ἴσως: «Γιά τούς ζωντανούς, γιά νά μετανοήσουν». Καί μᾶς εἶπε ὁ σοφός Γέροντας: «Εἶναι προτιμώτερο νά προσευχώμαστε γιά τούς κεκοιμημένους, γιατί αὐτοί δέν μποροῦν πλέον νά αὐτοβοηθηθοῦν, ὅπως οἱ ζῶντες οἱ ὁποῖοι μποροῦν ἀπό μόνοι τους νά μετανοήσουν».
Ἔτσι λοιπόν ἐπιβάλλεται μέ τό παραπάνω νά προσευχώμαστε μέ τήν μέθοδο αὐτή τῆς προσευχῆς τοῦ Ἰησοῦ γιά τούς κεκοιμημένους λέγοντας, στήν περίπτωσι αὐτή: ''Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἀνάπαυσον τούς δούλους Σου''. Παρακαλῶ νά προσέξωμε, ποτέ νά μή γράφωμε τήν λέξι ''πεθαμένοι'' στά ψυχοχάρτια ἤ νά τήν ἀναφέρωμε στίς κουβέντες μας, γιατί ἁπλούστατα στήν Ὀρθοδοξία δέν ὑπάρχουν πεθαμένοι, ἐπειδή ἀναμένεται ἡ Κοινή Ἀνάστασις τῶν νεκρῶν. Οἱ κεκοιμημένοι δέν μποροῦν πλέον νά βοηθήσουν τόν ἑαυτό τους, διότι ἔληξε γι ᾽αὐτούς ἡ προθεσμία. Ὁ πανάγαθος ὅμως Θεός καί ὁ δικαιότατος Κριτής, ἔστω καί τήν τελευταία στιγμή, θέλει ὅλους νά τούς σώση, ''πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι''. Γι᾽ αὐτό περιμένει ἀπό ἐμᾶς κάτι, στήν περίπτωσι αὐτή.
Ἐδῶ εἶναι ἕνα πάρα πολύ λεπτό σημεῖο, στό ὁποῖο φαίνεται ἡ ἀρχοντιά τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά δυστυχῶς αὐτή ἡ ἀρχοντιά τοῦ Θεοῦ, ἀντί νά μᾶς συγκινῆ, νά μᾶς φιλοτιμῆ καί νά μᾶς γοητεύη, πολλές φορές μᾶς σκανδαλίζει καί μᾶς ἀποπροσανατολίζει. Ἐν προκειμένῳ, στό θέμα μας, ἐάν ἐπενέβαινε ἀπό μόνος του ὁ Θεός γιά νά σώση τίς ψυχές αὐτές τῶν κεκοιμημένων, οὐσιαστικά θά παραβίαζε τήν ἐλευθερία τους, τήν ἐλευθερία μας δηλαδή γενικώτερα, τό αὐτεξούσιό μας, πού εἶναι τό μεγαλύτερο ἀγαθό μας. Διότι δέν ὑπάρχει λογικό δημιούργημα ἄνευ ἐλευθερίας. Καί ἀντίστροφα, κάθε ἐλεύθερο δημιούργημα εἶναι, ἐκ κατασκευῆς, ἐξ ὁρισμοῦ, λογικό. Καί ἡ μεγαλύτερη διαφορά πού ἔχομε ἀπό τά ἄλογα ζῶα, δέν εἶναι ἡ δύναμις - ἐπί παραδείγματι ὑπάρχουν ζῶα πολύ πιό δυνατά καί πολύ πιό ἀδύνατα, ἄν τό θέλετε, ἀπό ἐμᾶς -, οὔτε τόσο ἡ νοημοσύνη. Ἀλλά, ἄς μήν ἐπεκταθοῦμε. Ἡ μεγαλυτέρα διαφορά μας εἶναι ἡ ἐλευθερία καί ἡ λογική. 
Γιά νά γίνωμε πιό σαφεῖς: Κανένα ζῶο, ὅσο δυνατό κι ἄν εἶναι, δέν διανοεῖται νά ἀλλάξη τό φυσικό περιβάλλον στό ὁποῖο ζεῖ. Ἐνῶ ὁ ἄνθρωπος ὡς γνωστόν, εἶναι ἱκανός νά φέρη τά πάνω κάτω, νά τά κάνη ὅλα ἀγνώριστα. Ἀλλά, καί αὐτὀς ἀκόμα ὁ Θεός, στό ὅλο σχέδιο τῆς σωτηριολογίας Του ἔναντι τοῦ ἀνθρώπου, σεβάσθηκε καί ἐνήργησε ἔτσι ὥστε νά μή παραβιασθῆ ἡ ἀνθρωπίνη ἐλευθερία, ἔστω καί ἐλάχιστα. Γιατί εἴμαστε ἐκ κατασκευῆς ἐλεύθεροι καί ἐπιμένει νά μᾶς θέλη ἐλευθέρους. Ἄλλο θέμα βέβαια, ὅτι ὑφιστάμεθα τίς συνέπειες τῆς ἐλευθερίας μας.
Μία φορά ἐρωτήσαμε τόν μακαριστό Γέροντα Παΐσιο: «Γιατί δέν σαρκώθηκε πιό πρίν ὁ Χριστός, ὥστε νά ὑπάρχη ἡ βεβαιότητα τῆς σωτηρίας γιά περισσοτέρους ἀνθρώπους;» Καί μᾶς ἀπήντησε: «Τό ἤθελε, ἀλλά δέν εὕρισκε τόν κατάλληλο ἄνθρωπο. Βρῆκε τήν Παναγία ἄμεμπτη, πού δέχθηκε ἐλεύθερα τόν Εὐαγγελισμό Της ἀπό τόν ἀρχάγγελο Γαβριήλ». Ὡς γνωστόν, ἡ Παναγία μετά τόν σεσοφισμένο δισταγμό της εἶπε τό περίφημο ''ἰδού ἡ δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά τό ρῆμα σου''. Καί μετά ἀπό αὐτές τίς λέξεις τῆς Παναγίας Μητέρας μας, ὁ Θεός ἔγινε ἄνθρωπος γιά νά κάνη ἐμᾶς τούς ἀνθρώπους θεούς κατά Χάριν.
Ἤ, ἄς τό γενικεύσωμε κάπως. Γιατί δέν κάνει στήν ἐπόχή μας προκλητικά θαύματα ὁ Χριστός; Γιατί δηλαδή στά πρῶτα χρόνια τοῦ Χριστιανισμοῦ ἐγίνοντο πάρα-πάρα πολλά θαύματα, ἐνῶ μετέπειτα ὑπεχώρησε ἡ ποσότης αὐτῶν τῶν θαυμάτων; Πολλά τά αἴτια: Ἡ πίστις, ἡ ἀγωνιστική διάθεσις καί πολλά ἄλλα. Ἀλλά, ἡ κυριωτέρα αἰτία εἶναι ἐπειδή πλέον σέβεται ὁ Θεός τήν ἐλευθερία μας. Τότε, στήν ἀρχή δηλαδή τῆς διαδόσεως τοῦ Χριστιανισμοῦ, ὑπῆρχε ἀνάγκη νά γίνουν πολλά θαύματα. Ὑπῆρχε ἀνάγκη νά ὑπάρχη γιά παράδειγμα τό ἔκτακτο χάρισμα τῆς γλωσσολαλιᾶς κατά τήν Πεντηκοστή. Καί τοῦτο, ὄχι γιατί τό θαῦμα εἶχε καί ἔχει καμμία ἰδιαίτερη ἀξία, ἀλλά ἐπειδή, μέ ἀφορμή καί αἰτία τό θαῦμα, ἦταν εὐκολώτερο νά πιστέψουν οἱ ἄνθρωποι στήν διδασκαλία τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καί ὅλων τῶν τότε ἐργατῶν τοῦ Εὐαγγελίου, οἱ ὁποῖοι μέ τά θαύματα τά ὁποῖα ἔκαναν, ἐγίνοντο, ὅλοι αὐτοί, πιό πιστευτοί καί πιό ἀποδεκτοί στό ἀκροατήριό τους. Ἀλλά, ἐάν τά τότε θαύματα, τά ὁποῖα ἐγίνοντο σωρηδόν, ἐάν ἐσυνεχίζοντο μέ τήν ἴδια συχνότητα καί ἀργότερα, τότε οὐσιαστικά θά ἐκαταργεῖτο ἡ ἀνθρωπίνη ἐλευθερία, διότι τό συνεχές προκλητικό θαῦμα οὐσιαστικά καταργεῖ τήν πίστι καί δημιουργεῖ μιά μορφή καταναγκασμοῦ.
Ὁπότε ἐν προκειμένῳ τώρα γιά τούς κεκοιμημένους περιμένει ἀπό μᾶς ὁ καλός Θεός νά προσφέρωμε ἐλεύθερα τό δικό μας αὐτεξούσιο, τήν δική μας ἐλευθερία, ἀβίαστα, ἀπό φιλότιμο, ὑπέρ τῶν ψυχῶν αὐτῶν τῶν κεκοιμημένων γιά νά βρῆ, ἄς μᾶς ἐπιτραπῆ ἡ ἔκφρασις, γιά νά βρῆ ἀφορμή ὁ Θεός νά βοηθήση καί ὅλες αὐτές τίς ψυχές τῶν κεκοιμημένων. Καί ἔτσι οἱ πάντες ὠφελοῦνται. Καί οἱ σεσωσμένοι, καί οἱ κολασμένοι, ἐφ᾽ ὅσον καί στίς δύο καταστάσεις ὑπάρχουν ἄπειρες, ἀτελείωτες, διαβαθμίσεις. Στόν μέν Παράδεισο, ''εἰς τήν οἰκία δηλαδή τοῦ Πατρός'', ὅπως λέγει καί ἡ Γραφή, ''πολλαί μοναί εἰσί''. Ὑπάρχουν πολλές καταστάσεις σεσωσμένων, ἀνάλογα μέ τό πόσο ἀγῶνα ἔκαναν ἐπί τῆς γῆς. Ὅπως ἀκριβῶς στόν Παράδεισο, τό ἴδιο καί στήν κόλασι ὑπάρχουν διάφορες διαβαθμίσεις. Βλέπετε, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, καί στόν Παράδεισο ὑπάρχουν τά λεγόμενα πνευματικά ''πηγαδάκια''. Ἐκεῖνο πού θέλω νά συνειδητοποιήσωμε στό σημεῖο αὐτό εἶναι ὅτι, ὅταν ὁ ἄνθρωπος πεθαίνη χωρίζεται ἡ ψυχή του ἀπό τό σῶμα του. Ἡ ψυχή πηγαίνει στόν οἰκεῖο τόπο ὅπου ἐκεῖ προγεύεται, ἤ τήν Κόλασι, ἤ τόν Παράδεισο.
Ἀλλά καί στόν Παράδεισο δέν ὑπάρχει πλήρης, τετελεσμένη κατάστασις, ἐφ᾽ ὅσον δέν ὑπάρχουν τά ἀναστημένα σώματα τῶν σεσωσμένων ἀνθρώπων. Δέν ἔχει γίνει ἡ Κοινή Ἀνάστασις τῶν κεκοιμημένων. Ἀκόμη καί οἱ Ἅγιοι, ἐκτός φυσικά τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καί τοῦ Θεανθρώπου πρωτοτόκου ἀδελφοῦ μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὅλοι οἱ Ἅγιοι, εὑρίσκονται στόν Παράδεισο μόνον ὡς ψυχές. Καί ὅταν εἶπε ὁ Κύριος, ὅτι ἡ βλασφημία κατά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος - πού ὅπως ἔχομε ἐξηγήσει σέ ἄλλη σύναξι εἶναι ἡ ἀμετανοησία - δέν θά συγχωρηθῆ, οὔτε τώρα, οὔτε εἰς τόν μέλλοντα αἰῶνα, ἐξηγοῦν, οἱ θεόσοφοι ἑρμηνευτές, ὅτι ὁ Χριστός ἐννοοῦσε ἐν προκειμένῳ ὅτι ὁ μέλλων αἰών εἶναι ἡ χρονική περίοδος ἡ ὁποία ξεκινᾶ ἀπό τόν προσωπικό θάνατο τοῦ καθενός ἀνθρώπου καί φθάνει μέχρι τήν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ. Τότε θά ἔλθη ὁριστικά καί ὁλοκληρωμένα ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ὁπότε, σύμφωνα μέ τά προαναφερθέντα λόγια τοῦ Χριστοῦ συμπεραίνεται ὅτι μέχρι τήν Δευτέρα Παρουσία οἱ ἄλλες ἁμαρτίες μποροῦν νά συγχωρηθοῦν, ἀνάλογα βέβαια μέ τήν βαρύτητα τῶν ἁμαρτιῶν, μέ τήν προσευχή τῆς στρατευομένης Ἐκκλησίας, δηλαδή μέ τίς προσευχές ὅλων ἡμῶν γιά τούς κεκοιμημένους ἀδελφούς μας.
Ἔτσι λοιπόν, παράλληλα μέ τά τρισάγια, τά μνημόσυνα, μαζί μέ τά ὀνόματα πού δίνομε στήν Προσκομιδή γιά μνημόνευσι, μαζί μέ τά Σαρανταλείτουργα καί τίς ἐλεημοσύνες ὑπέρ τῶν ψυχῶν τῶν κεκοιμημένων, παράλληλα μέ ὅλα αὐτά πού ἔχει θεσπίσει θεοπνεύστως ἡ ἁγία μας Μητέρα Ἐκκλησία, ἐνδείκνυται καί ἐπιβάλλεται νά λέμε, εὐκαίρως-ἀκαίρως, τό ''Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἀνάπαυσον τούς δούλους σου''.
Ἀλλά γιά τά ὑπόλοιπα πού ἀφοροῦν τούς κεκοιμημένους, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, πρῶτα ὁ Θεός, θά συνεχίσωμε μέ περαιτέρω ἀνάλυσι στήν ἑπόμενή μας σύναξι.

(Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία - 
-Ἡ ὁμιλία παρατίθεται καί ἠχητικά σέ μορφή ΜΡ3 στό τέλος τοῦ παρόντος κειμένου, καθώς καί στα ἠχητικά ἀρχεῖα ΜΡ3 τῶν ὁμιλιῶν τοῦ Ἀρχιμ. Ἀρσενίου Κατερέλου πού εὑρίσκονται ἀριστερά στήν πλευρική στήλη τοῦ ἱστολογίου)

Πρόθεση τῆς Νέας Ἐποχῆς «δὲν εἶναι νὰ ἀδειάσουν οἱ ἐκκλησίες, ἀλλά νὰ γεμίσουν μὲ ἀνθρώπους ποὺ θὰ ἔχουν ἀλλοιωμένο φρόνημα»



Ὁ οἰκουμενιστικὸς σχετικισμός, τὸ ἀπόσταγμα τῶν οἰκουμενιστικῶν διδασκαλιῶν, εἰσάγεται καὶ ἐντὸς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μὲ ὅ,τι μπορεῖ αὐτὸ νὰ σημαίνει γιὰ μιὰ «ὀρθόδοξη» ζωὴ στὴν ὁποία ὁ καθεὶς θὰ δύναται κατὰ βούληση νὰ εἰσάγει ἑτερόδοξα καὶ νὰ ἀφαιρεῖ ὀρθόδοξα στοιχεῖα, γι αὐτὸ καὶ ἐπικρίθηκε αὐστηρῶς ἀπ’ ὅλους τοὺς συγχρόνους ἁγίους Γέροντες. Ὅπως προειδοποίησε ὁ μακαριστὸς π. Ἀντώνιος Ἀλεβιζόπουλος, ἡ μεγάλη ἀντι-αιρετικὴ ἰδιοφυΐα τῆς ἐποχῆς μας, πρόθεση τῆς Νέας Ἐποχῆς «δὲν εἶναι νὰ ἀδειάσουν οἱ ἐκκλησίες, ἀλλά νὰ γεμίσουν μὲ ἀνθρώπους ποὺ θὰ ἔχουν ἀλλοιωμένο φρόνημα».

Στὸ σύνθημα τῆς Νέας Ἐποχῆς καὶ Τάξεως Πραγμάτων «ἕνας Θεός, πολλὲς θρησκεῖες» ὁ Οἰκουμενισμός καταφάσκει, μὲ ἀνυπακοὴ πρὸς τὴν Καινὴ Διαθήκη: «ναί· ἕνας Χριστός, πολλὲς πίστεις, πολλὰ βαπτίσματα»