.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Η μετάνοια.

ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟΝ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ


Ἡ μετάνοια, τὸ μυστήριον τῆς μετανοίας εἶναι σωτήριον, εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ 7 μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας ἀλλὰ τὸ δεύτερον μετὰ τὸ Ἅγιον Βάπτισμα. Τὸ ἅγιον Βάπτισμα ἔχει τὴν χάριν εἰς τοὺς βαπτιζομένους εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος νὰ δίδῃ ἄφεσιν εἰς τὴν προπατορικὴν ἁμαρτίαν τὴν ὁποίαν ὡς κληρονομίαν ἔλαβον ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἐγεννήθησαν ἀπὸ τὸν Ἀδὰμ καὶ ἔπειτα. Βαπτιζόμενοι ὅμως εἰς τὸ μυστήριον τῆς Ἁγίας Τριάδος ἐξαλείφονται αἱ ἁμαρτίαι των, καθὼς καὶ ὅσας ἁμαρτίας ἔχουν διαπράξη. Τὸ ἴδιον γίνεται καὶ μὲ τὴν μετάνοιαν.
Διὰ τῆς μετανοίας ὁ ἄνθρωπος λαμβάνει δεύτερον βάπτισμα καὶ καθαρίζεται ἀπὸ τὰς μετὰ τὸ βάπτισμα ἁμαρτίας του. Ὅταν μετανοήση ὁ ἄνθρωπος, ἐξωμολογηθῆ τὰ ἀνομήματά του καὶ ἀποφασίση νὰ μὴ πράξη πλέον ἁμαρτίας, νὰ μισήση αὐτάς, αὐτοστιγμὴ λαμβάνει τὴν ἄφεσιν τῶν πταισμάτων του καὶ ἀπὸ ἁμαρτωλὸς σὲ μιὰ στιγμὴ γίνεται δίκαιος, ὅπως ὁ ληστὴς ὁ ὁποῖος γιὰ μιὰ στιγμὴ ἐκέρδισε τὸν Παράδεισον, διότι μετενόησε. Ὁ Κύριος ποὺ ἐγνώρισε τὴν μετάνοιάν του, ὅτι δὲν ἦτο ὅπως πολλῶν ἀνθρώπων καὶ μάλιστα τῶν σημερινῶν, οἱ ὁποῖοι μετανοοῦν ὄχι ὅμως ἀληθῶς, ἀλλὰ ὑποκριτικῶς καὶ δολίως. Μετανοοῦν ὄχι μὲ τὴν καρδιά τους ἀλλὰ μὲ τὰ χείλη, τὸ στόμα καὶ τὴν γλῶσσαν. Μὲ τὴν καρδιάν τους ὅμως δὲν μετανοοῦν. Ἡ πόρνη ποὺ μετενόησε ἔλαβε τὴν ἄφεσιν καὶ κάθε ἕνας ἄνθρωπος, ποὺ ἀληθινὰ μετανοεῖ καὶ ἐξομολογεῖται, λαμβάνει τὴν συγχώρησιν τῶν ἁμαρτιῶν του παρὰ Θεοῦ διὰ τοῦ ἱερέως πνευματικοῦ καὶ ἀναγεννιέται. «Καὶ δάκρυον στάξαν, λέγει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, ἰσοδυναμεῖ τῷ λουτρῷ τοῦ βαπτίσματος καὶ στεναγμὸς ἐπίμοχθος ἐπανάγει τὴν πρὸς ὀλίγον ἐπαναχωρήσασαν χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος».
Ἡ ἁμαρτία διώκει τὴν χάριν τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὸν ἄνθρωπον. Ὁ ἁμαρτωλὸς ἁμαρτάνοντας φεύγει ἀπὸ τὸν Θεὸν καὶ πηγαίνει πρὸς τὸν διάβολον ὁ ὁποῖος τὸν δέχεται μὲ ἀνοιχτὰς ἀγκάλας καὶ τὸν κάνει φίλον του, καὶ δὲν εἶναι πλέον φίλος οὔτε μαθητὴς τοῦ Κυρίου καὶ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀλλ’ εἶναι μαθητὴς καὶ φίλος καὶ δοῦλος καὶ ὑποχείριος τοῦ διαβόλου. Ὅταν ὅμως αὐτὸς ὁ ὁποῖος ἀναιρεῖ τὰς ὑποσχέσεις, ποὺ ἔδωσε εἰς τὸ βάπτισμα, ὅτι θὰ εἶναι πάντοτε ἑνωμένος μὲ τὸν Χριστὸν καὶ ἔγινε φίλος τοῦ διαβόλου εἰς τὸν ὁποῖον ὑπεσχέθη ὅτι μισεῖ τὰ ἔργα του καὶ ἐμπτύει αὐτόν, ὅταν, λέγω, αὐτὸς ὁ ἁμαρτωλὸς καταφρονεῖ τὸν Θεόν, τὰς εὐεργεσίας Του, καὶ ἐνῶ ἐξηγοράσθη διὰ τοῦ τιμίου αἵματος τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὴν αἰώνιον κατάρα καὶ ἔγινε παιδὶ τοῦ Θεοῦ, ὅταν, λέγω, αὐτὸς ὁ ἁμαρτωλὸς ὅσες καὶ ἂν ἔχη ἁμαρτίες διαπράξει, μετανοήση καὶ ἐξωμολογηθῆ καὶ στενάξη καὶ δακρύση, γίνεται ἅγιος, σώζεται. Γίνεται κληρονόμος τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Ὁ θεῖος Χρυσόστομος, ὁ δεύτερος κῆρυξ τῆς μετανοίας, μετὰ τὸν Βαπτιστὴν Πρόδρομον, ἡ παρηγορία τῶν ἁμαρτωλῶν, θαυμάζων καὶ ἐκπληττόμενος πῶς ὁ Θεὸς τὸν ἁμαρτωλὸν γιὰ μιὰ στιγμή, ποὺ θὰ ὁμολογήση τὰς ἁμαρτίας του καὶ ἀποφασίση νὰ μὴ ἁμαρτάνη, ἀπὸ ἁμαρτωλὸν τὸν κάνει δίκαιον, λέγει: «Ὢ φιλανθρωπίας μέγεθος! Ὢ ἀγαθότητος ὑπερβολή! Τὸν ἡμαρτηκότα ἐπὰν τὰ ἡμαρτημένα ἐξείπει καὶ τὴν ἑξῆς ἀσφάλειαν ἐπιδείξητε, ἀθρόον ὁ Θεὸς δίκαιον ἀποφαίνει». Αὐτοστιγμή, γιὰ μιὰ στιγμή, ἀπὸ ἁμαρτωλὸν τὸν κάνει δίκαιον, ἀρκεῖ νὰ μετανοήση πραγματικά…

Από το βιβλίο, Πύλη Σωτηρίας, Μετάνοια, Εκδόσεις Ορθόδοξος Κυψέλη


Μετάνοια

Η ΕΛΛΕΙΨΗ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ



Είναι μεγάλος κίνδυνος να επαναπαυόμαστε στην ευσέβειά μας. Κάτι τέτοιο εκτρέφει το φαρισαϊσμό. «Ουκ ειμί ώσπερ οι λοιποί των ανθρώπων» ( Λκ. ιη΄,11 ) . Αυτή η πεποίθηση μας κάνει εγωιστές και σκληρούς προς τους άλλους.Η έλλειψη της μετάνοιας ως βιώματος διάρκειας δημιουργεί τη θρησκευτική ισχυρογνωμοσύνη και το φανατισμό. Προωθεί την τάση να ελέγχουμε εύκολα τους άλλους και να δείχνουμε σκληρότητα. Μας κάνει να ταμπουρωνόμαστε στις ιδέες, τις γνώμες και τις αντιλήψεις μας. Μας δημιουργεί μία ζωή υποκειμενικής ευσέβειας με τις θλιβερές της συνέπειες. Μας καλλιεργεί μία ζωή ευσέβειας του γούστου μας, συνυφασμένης με τον εαυτούλη μας και τις προσωπικές μας προτιμήσεις.Υποφέρει πολύ η Εκκλησία σήμερα από παρόμοιες αρρωστημένες μορφές ευσέβειας, από μονόχνωτους και μονοκόμματους αυτοτιτλοφορούμενους ζηλωτές «ορθοδόξους». Λείπει από πολλούς θρησκευτικούς το βίωμα της συνεχούς μετάνοιας. Πρόκειται γι’ αυτούς που εύκολα πιστεύουν τους εαυτούς των ως αγίους και τιμητές των άλλων. Όποιον τολμήσει να αντιταχτεί στην «αλάθητη» γνώμη τους , τον θεωρούν και τον βρίζουν ως προδότη της ορθοδοξίας. Είναι φοβερό πράγμα η πνευματική αρτηριοσκλήρωση. Φάρμακο είναι η μετάνοια ως βίωμα , που ανοίγει τα μάτια, μαλακώνει την καρδιά, εκδιώκει τη σκληρότητα και τη δήθεν ευσέβεια.Η αληθινή αυτογνωσία και η εσωτερική συναίσθηση των δικών μας ελλείψεων είναι η πιο ευπρόσδεκτη θυσία στον Θεό. «Θυσία τω Θεώ πνεύμα συντετριμμένον ∙ καρδία συντετριμμένην και τεταπεινωμένην ο Θεός ουκ εξουδενώσει» ( Ψαλμ. Ν΄,19 ), ψάλλει ο πολύπειρος Δαβίδ. Η συναίσθηση των σφαλμάτων μας και η καλλιέργεια του βιώματος της διαρκούς μετανοίας καλλιεργεί μέσα μας το πνεύμα της ταπεινοφροσύνης , που είναι σωτήριο για την πνευματική ζωή. Δε μας αφήνει να σηκώνουμε πολύ το κεφάλι και να βλέπουμε τους άλλους ως αμαρτωλούς . Μας κάνει συγκαταβατικούς και επιεικείς προς τους αδελφούς μας. Έπεσε ο άλλος; Μπορεί κι εγώ να πέσω. Έχω κι εγώ ανάγκη του ελέους του Θεού , όπως έχει κι εκείνος.Είναι φάρμακο για την ορθή πορεία στην «εν Χριστώ» ζωή η βίωση του βιώματος της διαρκούς μετανοίας . Αυτή μαλακώνει την καρδιά και την κάνει πιο επιδεκτική της Θείας Χάριτος. Η μετάνοια κάνει τον άνθρωπο καλοσυνάτο και καταδεκτικό. Τον κάνει αληθινά χαριτωμένο και αξιαγάπητο. Οι Άγιοι , καθώς ως τώρα σημειώσαμε, ζούσαν με συνεχή μετάνοια και ταπείνωση. Λέγουν ότι, όταν πέθαινε ο Μέγας Αντώνιος, παρουσιάστηκε ο σατανάς και του είπε: «Αντώνιε, ό,τι κάνεις εσύ το κάνω κι εγώ: νηστεύεις εσύ; Και εγώ δεν τρώω. Παρθενεύεις εσύ; Και εγώ τα ίδια. Ένα δεν μπορώ να κάνω που κάνεις εσύ. Δεν μπορώ να ταπεινωθώ». Δεν μπορεί να υπάρξει αληθινή πνευματική ζωή χωρίς ταπείνωση χωρίς εσωτερική συναίσθηση των σφαλμάτων μας και συνεχή μετάνοια.Αυτός που καλλιεργεί τη μετάνοια συνεχώς, είναι αυστηρός στον εαυτό του και επιεικής στους άλλους. Μισεί την αμαρτία, όχι τον αμαρτωλό. Τον αμαρτωλό τον λυπάται, θέλει τη μετάνοιά του και δεν τον κεραυνοβολεί.Η βίωση της διαρκούς μετάνοιας είναι φάρμακο που ειρηνεύει την καρδιά. Κάθε παράπτωμα, έστω και μικρό, δημιουργεί για τον πνευματικό άνθρωπο μία εσωτερική αναταραχή. Τότε η συνείδησή του διαμαρτύρεται και τον κάνει να χάνει την καλή του διάθεση. Φάρμακο ειρήνευσης για τις στιγμές αυτές είναι να μετανοήσουμε, να ζητήσουμε με ταπείνωση και συντριβή το έλεος του Θεού και να Τον παρακαλέσουμε να μας συγχωρήσει για να ειρηνεύσει η καρδιά μας. Έτσι επιτυγχάνουμε μία διαρκή ειρήνη στηριζόμενη στη Χάρη και το έλεος του Θεού. Τα καθημερινά μικροσφάλματα , που φαρμακώνουν τη ζωή και αναστατώνουν τη συνείδηση, είτε πολύ είτε ολίγο, με τη συνεχή και άμεση μετάνοια τα διορθώνουμε και ειρηνεύουμε στην καρδιά. Είναι ένα ξεσκόνισμα της ψυχής μετά από κάθε σκόνισμα. Είναι μία αποτοξίνωση από τα δηλητήρια των καθημερινών μικροπτώσεων. Έσφαλες αδελφέ σε κάτι; Αμέσως μετανόησε και ζήτησε συγνώμη από το Θεό και ειρήνευσε. Τα μικροσφάλματα τα καθημερινά, που δυστυχώς είναι αναπόφευκτα στη ζωή και των πιο πνευματικά προηγμένων ,συγχωρούνται με τη μετάνοια και την εκζήτηση του ελέους του Θεού. Μόνο εάν το σφάλμα είναι βαρύ, τότε τρέξε αμέσως στον πνευματικό και εξομολογήσου. Για τα μικροσφάλματα φτάνει η μετάνοια, η συντριβή κι η ταπεινή προσευχή προς τον Θεό. Γι’ αυτό μας δίδαξε ο Κύριος στο «Πάτερ ημών» να λέμε: «Και άφες ημίν τα οφειλήματα ημών» ( Ματθ. στ΄ 12 ) .Βέβαια στον πνευματικό του ο πιστός –γιατί δε νοείται πνευματική ζωή εάν δεν έχει κανείς τον πνευματικό του-θα αναφέρει συγκεντρωτικά τα καθημερινά μικροσφάλματά του στην κατά 3-4 φορές τον χρόνο εξομολόγησή του.

Από το βιβλίο: “Μητροπολίτου πρ. Πειραιώς, Καλλινίκου Καρούσου, 
Η «εν Χριστώ» Πνευματική ζωή Εκδόσεις Χρυσοπηγή Αθήνα 2010.

http://sinodiporos.blogspot.gr

Προσευχή Μετανοίας είς τήν Ύπεραγίαν Θεοτόκον

Εγώ οίδα και πέπεισμαι ακριβώς, άχραντε Θεοτόκε, ότι ούκ ειμί άξιος ατενίσαι όλως, ούτε ικανός ιδείν είς τό ύψος του ουρανού από του βάρους των εμών κατακαμπτόμενος αμαρτιών. Και δίκαιον έστιν εμέ τόν άσωτον, εμέ τόν βέβηλον, τόν υπέρ πάντα άνθρωπον άμαρτήσαντα, μισείσθαι ώς βέβηλον, υπό σου της καθαράς, υπό σου της άμωμου, υπό σου της ασπίλου και ψυχήν καί σώμα. Αλλ' επειδή Μήτηρ εδείχθης του μή δικαίους ελθόντος καλέσαι, αλλά αμαρτωλούς είς μετάνοιαν, ιδού φόβω προσέρχομαι σοι, συγχώρησιν αιτούμενος λαβείν διά σου των εμών αμύθητων πταισμάτων.

Μή ουν παρίδης με, Δέσποινα Θεοτόκε, τόν αμελή, τόν άκάθαρτον, τόν ανάξιον του ουρανού και της γής και άξιον πάσης κολάσεως καί τιμωρίας, τόν υπέρ πάσαν τήν των ανθρώπων φύσιν αμαρτήσαντα, αλλά την του αγαθού Υιού καί Θεού σου μιμησαμένη ευσπλαγχνίαν τε καί φιλανθρωπίαν, έπιδε έπ'εμέ ιλέω σου όμματι καί δέξαι μου τήν ευτελή καί ράθυμον ταύτην δέησιν, καί ταύτην τω σω Υιώ καί Θεώ προσάγουσα, περιποίησόν μοι συγχώρησιν, Πάναγνε, ων άφρόνως έν τω βίω ετέλεσα, ενδυναμούσά με ταίς προς τόν Υιόν σου ευπροσδέκτοις δεήσεσι, προθύμως φθάσαι και προς τάς μεσημβρινάς και νυκτερινάς, μεσονύκτιους τε και εωθινάς λειτουργίας. 

Ναί, Δέσποινα Θεοτόκε, μή απώση μου τους εγκαρδίους στεναγμούς, μή παρίδης μου τους οδυρμούς, μή παραβλέψης μου τόν διάπυρον προς σέ πόθον, μή σβέσης μου τήν προς σέ προσδοκίαν, μή άποβάλης τήν οικτράν μου δέησιν, μή απορρίψης με από του προσώπου σου, ίνα μή ό πονηρός εχθρός της σης σκέπης και αντιλήψεως έρημον και γυμνόν με εύρων, εις τέλος ταπεινώση και καταπίη με. Διά τούτο πρόφθασον και αντιλαβού μου, Πανάμωμε, τού αμαρτωλού και ταπεινού, και λύτρωσαί με της πικράς τυραννίδος του διαβόλου, ρύσαι με τής των πονηρών δαιμόνων ενέδρας και επιβουλής, και αξίωσόν με απροσκόπτως βιώσαι και τής ουρανίου τυχείν βασιλείας. Έχεις γάρ τό δύνασθαι, ώς Μήτηρ ούσα Θεού, όπως κάγώ διά σου σωτηρίας επιτυχών, μεγαλύνω διά παντός και δοξάζω σου τήν βεβαίαν αντίληψιν. Ότι ευλογημένη υπάρχεις είς τους αιώνας των αιώνων. 
Αμήν.

Λόγος περί μετανοίας


ΤΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΩΝ ΚΑΙΡΩΝ, ΤΟ ΝΤΙΜΠΕΪΤ ΚΑΙ ΛΟΓΟΣ ΠΕΡΙ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ


«… καὶ ἐρημώσει πᾶσαν τὴν γῆν ἀνομία, …»[1]
Τὸ Ἅγιον Πνεῦμα ὀνομάζει ἄνομον τὸν Ἀντίχριστον, ὁ ὁποῖος θὰ παρουσιασθεῖ ὅταν, μὲ τὴν παραχώρηση τοῦ Θεοῦ, φύγει ἀπὸ τὴ μέση Ἐκεῖνος ποὺ ἐμποδίζει ἄχρι καιροῦ τὴν παρουσία του, ὥστε νὰ φανεῖ ἡ ἀποστασία τῶν ἀνθρώπων καί  νά ἐκπληρωθοῦν οἱ Προφητεῖες περὶ τοῦ πυρηνικοῦ ὀλέθρου πρὸ τῆς Δευτέρας Παρουσίας τοῦ Κυρίου.
Γιὰ τὸν πυρηνικὸ ὄλεθρο ὁμιλεῖ καὶ ὁ Προφήτης Ἡσαΐας τὸ 700 π.Χ. στὸ 24ο κεφάλαιο. Ἡ Θεία Ἀποκάλυψη τὸν ὄλεθρο τὸν ὀνομάζει Ἁρμαγεδῶνα.
Πρὶν ἀπ’ ὅλα αὐτὰ θὰ προσπαθήσουν τὰ ὄργανα τοῦ ἀντιχρίστου νὰ σφραγίσουν τὸν κόσμο, τὰ ζῶα, τὰ τρόφιμα μὲ τὸν ἐπάρατο ἀριθμὸ 666. Αὐτὸν τὸν ἀριθμὸ οἱ πρόδρομοι τοῦ ἀντιχρίστου δὲ διστάζουν νά τὸν προβάλλουν ξεδιάντροπα παντοῦ ἑτοιμάζοντας ἔτσι τὸν ἐρχομὸ τοῦ ἀνόμου. Δὲν ἀγνοοῦν τὶς συνέπειες, ἀπεναντίας ὁδηγοῦν μὲ μῖσος τὸν κόσμο, τοὺς ἀνθρώπους πρὸς τὰ ἐκεῖ. Ὀνόμασαν  ἀκόμη καὶ καφενεῖα καὶ θέατρα «Σόδομα καὶ Γόμορρα» καὶ τὸ πιὸ ἐκπληκτικὸ ἀπ’ ὅλα συνέβη στὴν τηλεόραση στὸ debate τῶν ἀρχηγῶν.
Ἐκεῖ ὑπῆρχαν:
·         6 ἀρχηγοί,
·         6 δημοσιογράφοι,
·         6 ἐρωτήσεις στὶς 6 τοῦ μηνός.
Γιὰ ὅσους ἐργάζονται τὴν καλὴν ἀνησυχία τὸ μήνυμα ξεκάθαρο.
Δηλαδὴ μᾶς λένε οἱ ξένοι κατακτητές:
·         Ἡ πατρίδα σας, ἡ Ὀρθόδοξη Ἑλλάδα, μᾶς ἔχει παραδοθεῖ. Τὴν ἐλέγχουμε.
·         Ἡ Ὀρθοδοξία ἡττήθηκε.
·         Ὁ Ἀντίχριστος νίκησε τοὺς Ἁγίους (Ἀποκάλυψη).
·         Οἱ ἑορτὲς (τῶν Ἁγίων) καταργήθηκαν.
·         Ἡ Ὀρθόδοξη Παράδοση ἔπαψε, δὲν ἔχει συνέχεια.
Οἱ ἀργίες, ἀκόμη καὶ ἡ Κυριακή, μεταλλάχθηκαν. Εἴτε ἔγιναν ἐργάσιμες ἡμέρες, εἴτε κατήντησαν παγανιστικὲς καὶ σατανιστικὲς φιέστες μὲ φαγοπότια καὶ σαρκικὸ σοδομιτισμό. Ἄλλες δῆθεν παγκόσμιες γιορτὲς ἔκαναν τὴν ἐμφάνισή τους, ὅπως αὐτὲς τοῦ κρασιοῦ (Βάκχος), τῆς σαρδέλας, τῆς μελιτζάνας, τοῦ καρκίνου, τοῦ AIDS, τοῦ περιβάλλοντος.
Εἴπαμε ὅμως ὅτι οἱ Προφητεῖες εἶναι σαφεῖς («καὶ ἐρημώσει πᾶσαν τὴν γῆν ἀνομία»).
Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς κήρυξε πρὶν 200 χρόνια σὺν τοῖς ἄλλοις καὶ τὰ ἑξῆς: «Θὰ βαδίζεις 100 χλμ. ἀπὸ τὴ Φλώρινα ἕως τὴν Κοζάνη, καὶ δὲν θὰ συναντᾷς ἄνθρωπο».
Ἀπὸ τὴν Θεία Ἀποκάλυψη γνωρίζουμε ὅτι θὰ μείνουν καὶ θὰ ἀγωνιστοῦν ἕως θανάτου πολλοί, οἱ περισσότεροι ὅμως τῶν ἀνθρώπων θὰ ἀπολεσθοῦν λόγῳ τῆς ἀποστασίας τους. Ὁ Τριαδικὸς Θεὸς θὰ φυλάξει τοὺς δικούς Του καὶ ἀπὸ τὸ σφράγισμα τοῦ ἀντιχρίστου καὶ ἀπὸ τὸ πυρηνικὸ ὁλοκαύτωμα (Ἁρμαγεδῶνα).
Τὸ ὅπλο τῶν Ὀρθοδόξων ἀνίκητο: Μυστήριον μετανοίας καὶ ἐξομολογήσεως, πού φυσικὰ οἱ ἀνόητοι ποὺ χαίρονται τώρα δὲν τὸ γνωρίζουν. Ἀντιγράφουμε τὰ χωρία ἐκεῖνα τῆς Καινῆς Διαθήκης, μὲ τὰ ὁποῖα ὁ Παράκλητος καλεῖ ὅλους εἰς μετάνοιαν:
« Ἐν δὲ ταῖς ἡμέραις ἐκείναις παραγίνεται Ἰωάννης ὁ βαπτιστὴς κηρύσσων ἐν τῇ ἐρήμῳ τῆς Ἰουδαίας καὶ λέγων· Μετανοεῖτε· ἤγγικεν γὰρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν.»[2]
 «… καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· Δοκεῖτε ὅτι οἱ Γαλιλαῖοι οὗτοι ἁμαρτωλοὶ παρὰ πάντας τοὺς Γαλιλαίους ἐγένοντο, ὅτι τοιαῦτα πεπόνθασιν; οὐχί, λέγω ὑμῖν, ἀλλ' ἐὰν μὴ μετανοῆτε, πάντες ὡσαύτως ἀπολεῖσθε. ἢ ἐκεῖνοι οἱ δέκα καὶ ὀκτὼ, ἐφ' οὓς ἔπεσεν ὁ πύργος ἐν τῷ Σιλωὰμ καὶ ἀπέκτεινεν αὐτούς, δοκεῖτε ὅτι οὗτοι ὀφειλέται ἐγένοντο παρὰ πάντας τοὺς ἀνθρώπους τοὺς κατοικοῦντας ἐν Ἱερουσαλήμ; οὐχί, λέγω ὑμῖν, ἀλλ' ἐὰν μὴ μετανοήσητε, πάντες ὁμοίως ἀπολεῖσθε.»[3]
 «… λέγω ὑμῖν ὅτι οὕτω χαρὰ ἔσται ἐν τῷ οὐρανῷ ἐπὶ ἑνὶ ἁμαρτωλῷ μετανοοῦντι ἢ ἐπὶ ἐνενήκοντα ἐννέα δικαίοις, οἵτινες οὐ χρείαν ἔχουσιν μετανοίας.»[4]
« πορευθέντες δὲ μάθετε τί ἐστιν, Ἔλεον θέλω καὶ οὐ θυσίαν· οὐ γὰρ ἦλθον καλέσαι δικαίους, ἀλλὰ ἁμαρτωλούς εἰς μετάνοιαν.»[5]
«Ἀκούσαντες δὲ κατενύγησαν τῇ καρδίᾳ, εἶπόν τε πρὸς τὸν Πέτρον καὶ τοὺς λοιποὺς ἀποστόλους· Τί ποιήσομεν, ἄνδρες ἀδελφοί; Πέτρος δὲ ἔφη πρὸς αὐτούς· Μετανοήσατε, καὶ βαπτισθήτω ἕκαστος ὑμῶν ἐπὶ τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ Χριστοῦ εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν, καὶ λήψεσθε τὴν δωρεὰν τοῦ ἁγίου Πνεύματος.»[6]
«… γένος οὖν ὑπάρχοντες τοῦ Θεοῦ οὐκ ὀφείλομεν νομίζειν χρυσῷ ἢ ἀργύρῳ ἢ λίθῳ, χαράγματι τέχνης καὶ ἐνθυμήσεως ἀνθρώπου, τὸ θεῖον εἶναι ὅμοιον. τοὺς μὲν οὖν χρόνους τῆς ἀγνοίας ὑπεριδὼν ὁ Θεὸς τὰ νῦν παραγγέλλει τοῖς ἀνθρώποις πᾶσι πανταχοῦ μετανοεῖν, διότι ἔστησεν ἡμέραν ἐν ᾗ μέλλει κρίνειν τὴν οἰκουμένην ἐν δικαιοσύνῃ ἐν ἀνδρὶ ᾧ ὥρισε, πίστιν παρασχὼν πᾶσιν ἀναστήσας αὐτὸν ἐκ νεκρῶν.»[7]
«… εἰ οὖν τὴν ἴσην δωρεὰν ἔδωκεν αὐτοῖς ὁ Θεὸς ὡς καὶ ἡμῖν πιστεύσασιν ἐπὶ τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, ἐγὼ δὲ τίς ἤμην δυνατὸς κωλῦσαι τὸν Θεόν; ἀκούσαντες δὲ ταῦτα ἡσύχασαν καὶ ἐδόξαζον τὸν Θεὸν λέγοντες· Ἄρα γε καὶ τοῖς ἔθνεσιν ὁ Θεὸς τὴν μετάνοιαν ἔδωκεν εἰς ζωὴν.»[8]
«… οὐ βραδύνει ὁ Κύριος τῆς ἐπαγγελίας, ὥς τινες βραδύτητα ἡγοῦνται, ἀλλὰ μακροθυμεῖ εἰς ἡμᾶς, μὴ βουλόμενός τινας ἀπολέσθαι, ἀλλὰ πάντας εἰς μετάνοιαν χωρῆσαι.»[9]
«… ἀλλὰ ἔχω κατὰ σοῦ, ὅτι τὴν ἀγάπην σου τὴν πρώτην ἀφῆκας. μνημόνευε οὖν πόθεν πέπτωκας, καὶ μετανόησον καὶ τὰ πρῶτα ἔργα ποίησον· εἰ δὲ μή, ἔρχομαί σοι ταχὺ καὶ κινήσω τὴν λυχνίαν σου ἐκ τοῦ τόπου αὐτῆς, ἐὰν μὴ μετανοήσῃς.»[10]
«… μνημόνευε οὖν πῶς εἴληφας καὶ ἤκουσας, καὶ τήρει καὶ μετανόησον. ἐὰν οὖν μὴ γρηγορήσῃς, ἥξω ἐπὶ σὲ ὡς κλέπτης, καὶ οὐ μὴ γνῷς ποίαν ὥραν ἥξω ἐπὶ σέ.»[11]
«… ἐγὼ ὅσους ἐὰν φιλῶ, ἐλέγχω καὶ παιδεύω· ζήλευε οὖν καὶ μετανόησον.»[12]
«… καὶ οἱ λοιποὶ τῶν ἀνθρώπων, οἳ οὐκ ἀπεκτάνθησαν ἐν ταῖς πληγαῖς ταύταις, οὐ μετενόησαν ἐκ τῶν ἔργων τῶν χειρῶν αὐτῶν, ἵνα μὴ προσκυνήσωσι τὰ δαιμόνια καὶ τὰ εἴδωλα τὰ χρυσᾶ καὶ τὰ ἀργυρᾶ καὶ τὰ χαλκᾶ καὶ τὰ λίθινα καὶ τὰ ξύλινα, ἃ οὔτε βλέπειν δύναται οὔτε ἀκούειν οὔτε περιπατεῖν, καὶ οὐ μετενόησαν ἐκ τῶν φόνων αὐτῶν οὔτε ἐκ τῶν φαρμακειῶν αὐτῶν οὔτε ἐκ τῆς πορνείας αὐτῶν οὔτε ἐκ τῶν κλεμμάτων αὐτῶν.»[13]
Τὸ φοβερὸ στὴν περίπτωση αὐτὴ εἶναι ὅτι ἡ Καινὴ Διαθήκη ἀρχίζει καὶ τελειώνει μὲ προτροπὴ γιὰ μετάνοια[14]. Ὁ Σωτήρας μας Χριστὸς εἶπε: «Ἐγώ εἰμι τὸ Α καὶ τὸ Ω»[15], «ἀρχὴ καὶ τέλος.»[16] Ἀποκαλύπτεται λοιπὸν στὸν κόσμο ὅτι τὸ μυστήριο τῆς μετανοίας καὶ ἐξομολογήσεως ὡς ἀρχὴ καὶ τέλος τῆς τῶν ὀρθοδόξων πνευματικῆς βιοτῆς εἶναι ὄντως τὸ κλειδὶ τοῦ Παραδείσου ποὺ ὁ Θεὸς ἄφησε παρακαταθήκη στὴν Ἁγία Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία Του, ὥστε οἱ ἄνθρωποι νὰ πορεύονται ἀπλανῶς καὶ διὰ τῆς Πύλης ποὺ εἶναι ὁ Μεσσίας καὶ Σωτήρας μας Χριστὸς νὰ εἰσέρχονται εἰς τὸν Παράδεισον.


[1] Σοφ. Σολ. ε΄, 23.
[2] Ματθ. 3, 1-2. Πρβλ. ἐπίσης Μαρκ. 1, 14-15.
[3] Λουκ. 13, 2-5.
[4] Αὐτόθι. 15, 7.
[5] Ματθ. 9, 13. Πρβλ. ἐπίσης Μάρκ. 2, 17, Λουκ. 5, 32.
[6] Πράξ. 2, 37-38. Πρβλ. ἐπίσης αὐτόθι 3, 12-20.
[7] Αὐτόθι, 17, 29-31. Πρβλ. ἐπίσης αὐτόθι 26, 19-20.
[8]  Αὐτόθι 11, 17-18. Πρβλ. ἐπίσης αὐτόθι 20, 18-21.
[9] Β΄ Πέτρ. 3, 9.
[10] Ἀποκ. 2, 4-6. Πρβλ. ἐπίσης αὐτόθι 2, 16-23.
[11] Αὐτόθι 3, 3.
[12] Αὐτόθι 3, 19.
[13] Αὐτόθι θ΄, 20-21. Πρβλ. ἐπίσης αὐτόθι ιστ΄, 9-11.
[14] Ἐκτὸς τῶν ἀνωτέρω παραπέμπουμε καὶ σὲ ἄλλα χωρία, στὰ ὁποῖα ἡ Καινὴ Διαθήκη κάνει λόγο περὶ μετανοίας, τὰ ἑξῆς: Ματθ. γ΄, 8-9· γ΄, 11· ια΄, 20-24· ιβ΄, 41, Μάρκ. α΄, 4· στ΄, 7-12, Λουκ. γ΄, 3· ι΄, 13-14· ια΄, 32· ιστ΄, 30-31· ιζ΄, 3-4· κδ΄, 45-48, Πράξ. ε΄, 31· η΄, 18-23· ιγ΄, 16-24· ιθ΄, 4· κστ΄, 20, Ῥωμ., β΄, 4, Β΄ Κορ. ζ΄, 9-10· κβ΄, 20-21, Β΄ Τιμ., β΄, 24-25, Ἑβρ., στ΄, 1-6· ιβ΄, 16-17.
[15] Ἀποκ. α΄, 8.
[16] Αὐτόθι κβ΄, 13.

Πρεσβυτέρου Αθανασίου Μηνᾶ.

Εξομολόγηση και Μετάνοια

ΣΥΝΕΧΕΙΣ ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΟΙΑ

Ἡ ἁμαρτία καί τά πάθη ἀπενεργοποιοῦν τήν Βαπτισματική Θεία Χάρη. Μέ τήν μετάνοια-ἐξομολόγηση, ὁ ἄνθρωπος ἐξαλείφει τήν ἁμαρτία καί ἀπαλάσσεται ἀπό τά πάθη. Μπορεῖ, ἔτσι, νά «ἀδειάσει» τό ἐσωτερικό τῆς καρδιᾶς του ἀπό ὅλην αὐτήν τήν δυσωδία καί νά δημιουργήσει χῶρο γιά τόν Θεό καί τόν πλησίον. Ἄν ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἀνεξομολόγητες ἀμετανόητες ἁμαρτίες, αὐτές λειτουργοῦν ὡς ἐμπόδιο στό ν’ ἀγαπήσει τόν Θεό καί τόν πλησίον. Αὐτό συμβαίνει, διότι ὅλος ὁ ὑπαρξιακός του χῶρος (ὅλη του ἡ καρδιά) εἶναι κατειλημμένος ἀπό τά πάθη καί μάλιστα ἀπό τό κυρίαρχο πάθος τοῦ ἐγωισμοῦ ὑπερηφάνειας, δηλαδή ἀπό τήν ἄρρωστη ἀγάπη γιά τό Ἐγώ του. Ἡ ψυχή εἶναι μολυσμένη καί «στραπατσαρισμένη», ἀνάξια τοῦ Ὑπέρλαμπρου νυμφίου της τοῦ Χριστοῦ.
«Ἐμεῖς», ἀναρωτιέται ὁ π. Πορφύριος, «ἔχομε φλόγα γιὰ τὸν Χριστό;
Τρέχουμε, ὅταν εἴμαστε κατάκοποι, νὰ ξεκουρασθοῦμε στὴν προσευχή, στὸν Ἀγαπημένο ἢ τὸ κάνουμε ἀγγάρια καὶ λέμε: «Ώ, τώρα ἔχω νὰ κάνω καὶ προσευχὴ καὶ κανόνα...»; Τί λείπει καὶ νιώθουμε ἔτσι; Λείπει ὁ θεῖος ἔρως. Δὲν ἔχει ἀξία νὰ γίνεται μία τέτοια προσευχή. Ἴσως, μάλιστα, κάνει καὶ κακό.
Ἂν στραπατσαρισθεῖ ἡ ψυχὴ καὶ γίνει ἀνάξια τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ, διακόπτει ὁ Χριστὸς τὶς σχέσεις, διότι ὁ Χριστὸς «χοντρὲς» ψυχὲς δὲν θέλει κοντά Του. Ἡ ψυχὴ πρέπει νὰ συνέλθει πάλι, γιὰ νὰ γίνει ἄξια του Χριστοῦ, νὰ μετανοήσει «ἕως ἐβδομηκοντάκις ἑπτά». Ἡ μετάνοια ἡ ἀληθινὴ θὰ φέρει τὸν ἁγιασμό. Ὄχι νὰ λέεις, «πᾶνε τὰ χρόνιά μου χαμένα, δὲν εἶμαι ἄξιος» κ.λ.π., ἀλλὰ μπορεῖς νὰ λέεις, «θυμᾶμαι κι ἐγὼ τὶς μέρες τὶς ἀργές, ποὺ δὲν ζοῦσα κοντὰ στὸν Θεό...». Καὶ στὴ δική μου ζωὴ κάπου θὰ ὑπάρχουν ἄδειες μέρες. Ἤμουν δώδεκα χρονῶν, ποὺ ἔφυγα γιὰ τὸ Ἅγιον Ὅρος. Δὲν ἦταν αὐτὰ χρόνια; Μπορεῖ βέβαια νὰ ἤμουν μικρὸ παιδί, ἀλλὰ ἔζησα δώδεκα χρόνια μακράν του Θεοῦ· τόσα πολλὰ χρόνια!...». Ὁ Γέροντας θεωρεῖ χαμένα τά χρόνια πού δέν εἶχε τήν μετάνοια, τόν Θεῖο Ἔρωτα, τήν ἀδιάλειπτη προσευχή, ἀλλά καί τόν σωματικό κόπο γιά τόν Χριστό.
Μέ τήν μετάνοια, τήν ἐξομολόγηση, ἀλλά καί τήν ἄσκηση (τόν σωματικό κόπο γιά τόν Κύριο), ἡ ψυχή τοῦ Χριστιανοῦ ἐλευθερώνεται ἀπό τά δεσμά τῶν παθῶν, πού διαστρέφουν ἀποπροσανατολίζουν τίς τρεῖς δυνάμεις τῆς ψυχῆς (λογιστικό, θυμικό, ἐπιθυμητικό). Διά μέσου τῆς ἐξομολόγησης «κόβονται τά δικαιώματα τοῦ διαβόλου», ὁ ὁποῖος καί ἐμποδίζει τίς σκέψεις, τά συναισθήματα καί τίς ἐπιθυμίες τοῦ ἀνθρώπου νά κινηθοῦν ὁλοκληρωτικά καί ἀποτελεσματικά πρός τόν Δημιουργό Του. Μέ τήν μετάνοια ἡ ψυχή καθαρίζεται, ἡμερεύει, ἐλαφρώνει ἀπό τά ὑπαρξιακά βάρη τῶν ἁμαρτιῶν, λεπτύνεται, γίνεται κατάλληλη καί ἱκανή, ὥστε νά ἑνωθεῖ μέ τόν «ὑπέρ πᾶσαν καθαρότητα» Θεόν.
«Ἡ ψυχὴ τοῦ Χριστιανοῦ», παρατηρεῖ ὁ π. Πορφύριος, «πρέπει νὰ εἶναι λεπτή, νὰ εἶναι εὐαίσθητη, νὰ εἶναι αἰσθηματική, νὰ πετάει, ὅλο νὰ πετάει, νὰ ζεῖ μὲς στὰ ὄνειρα. Νὰ πετάει μὲς στ΄ ἄπειρο, μὲς στ΄ ἄστρα, μὲς στὰ μεγαλεῖα του Θεοῦ, μὲς στὴ σιωπή.
Ὅποιος θέλει νὰ γίνει χριστιανός, πρέπει πρῶτα νὰ γίνει ποιητής».
Ἡ μετάνοια συντρίβει τήν καρδιά καί τήν ταπεινώνει.
Ὁ μετανοών ἀρχίζει νά ἐπικαλεῖται ἀδιάλειπτα τήν Θεία Βοήθεια καί ἔτσι ἐπανανακαλύπτει τήν κρυμμένη Βαπτισματική Θεία Χάρη

Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης


Εξομολόγηση

ΠΕΡΙ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΕΩΣ


Κατά τήν τελευταία ἐπίσκεψή μου στό ἁγιώνυμο Ὄρος ἄκουσα ἀπό τούς μοναχούς μιά πολύ σημαντική ἐμπειρία ἀπό τήν ἁγιορείτικη ζωή τους.

Μιλοῦσαν γιά τόν ἱερομόναχο Ἀθανάσιο πού ἔζησε στήν Ἱερά Μονή τοῦ Ὁσίου Γρηγορίου πολύ ἀσκητικά καί πνευματικά. Ἡ ποιμαντική του προσφορά στούς συγχρόνους του μοναχούς καί λαϊκούς ἦταν ποιοτικά ἀνάλογη τοῦ θεανθρωπίνου τρόπου τῆς προσωπικῆς του ζωῆς. Τελείωσε ὁσιακά τή ζωή του. Ὁ Γέροντάς του παρακαλοῦσε τό Θεό νά τοῦ ἀποκαλύψει κάτι ἀπό τή νέα μετά θάνατο ζωή του. Πράγματι, ὅταν τελείωνε τό σαρανταλείτουργο πού ἔκανε ὁ γέροντας «ὑπέρ ἀναπαύσεως τῆς ψυχῆς» τοῦ ὑποτακτικοῦ ἱερομονάχου, παρουσιάστηκε ὁ ὑποτακτικός στόν ὕπνο τοῦ Γέροντα καί μέ τρόπο ἀποκαλυπτικό ἔδωσε ἀναφορά στό Γέροντά του. Ὁ Θεός, Γέροντα, μοῦ ζήτησε λόγο, εἶπε. Καί γιά μέν τά μοναχικά μου καθήκοντα ἰσοφάρισα μέ τό Θεό. Σχετικά μέ τίς ποιμαντικές μου ὅμως ὑποχρεώσεις ἦταν ἀδέκαστος, ἀνυποχώρητος καί ἀσυγκατάβατος.

Μέ καθαρό ὀρθολογικό κριτήριο δέν μποροῦμε βέβαια νά βασιστοῦμε σ’ ἕνα ὄνειρο γιά ἐξαγωγή συμπερασμάτων. Οἱ Ἁγιορεῖτες Πατέρες πάντως θεωροῦν τό ὄνειρο αὐτό «σημεῖο», γι’ αὐτό καί τό ἀναφέρουν. Σημάδια σχετικά μέ τό παραπάνω βρίσκουμε σκορπισμένα σ’ ὅλη τήν ἀσκητική φιλολογία, πού ἐκφράζουν τή γρηγοροῦσα ποιμαντική συνείδηση.

Ἄν σ’ ἄλλες ἐποχές καί σ’ ἄλλες γενιές ἡ ποιμαντική προσφορά ἀντιμετώπιζε δυσκολίες, πολύ περισσότερο σήμερα προσπαθοῦν νά τήν ἀδρανοποιήσουν καί νά τήν ἐξουδετερώσουν.

Τό κοσμικό φρόνημα καί ὁ διάχυτος θεωρητικός καί πρακτικός ὑλισμός ἐπηρεάζουν βαθιά καί ὅλο βαθύτερα τά ἀστικά περιβάλλοντα καί τούς «ποιμένες» πού ζοῦν μέσα σ’ αὐτό. Ποικίλες εἶναι οἱ δαιμονικές μεθοδεῖες πού ἀποσκοποῦν στήν ἐκμηδένιση τοῦ ποιμαντικοῦ λειτουργήματος μέσα στό σύγχρονο κόσμο.

Ὡστόσο μέ ἔκπληξη καί θαυμασμό παρατηροῦμε ὅτι ἀναδεικνύει ὁ ἴδιος ὁ Κύριος στίς χαλεπές ἡμέρες μας, ὀρθόδοξα ποιμαντικά ἀναστήματα προικισμένα μέ τά ἀνάλογα χαρίσματα, γιά τή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων.

Σήμερα αὐτή ἡ παρουσία χαρισματούχων ποιμένων συμπίπτει μέ τήν κορυφούμενη πολεμική κατά τοῦ σωτηριώδους ἔργου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας, ἡ ὁποία θέλει νά διαφυλάξει σῷο καί ἀκέραιο τό ἀνθρώπινο πρόσωπο.

Σήμερα «δόξα τῷ ἐν Τριάδι Θεῷ» βρίσκονται πνευματικοί πατέρες πού ἀνταποκρίνονται πραγματικά στίς ἀδυσώπητες ὑπαρξιακές ἀνάγκες τῶν ἀλλοτριωμένων ἀπό τήν ἁμαρτία, ἀλλά ἐπιστρεφόντων στή Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία μας, ἀνθρώπων. Σήμερα ὅλη ἡ ποιμαντική ἐργασία ἑστιάζεται στό μεγάλο Μυστήριο τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσεως, πού κατά τρόπο μοναδικό τελεῖται μέσα στούς κόλπους τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας.

Ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος καθημερινά πληροφορεῖται μέ φανερές καί μυστικές ὑποδείξεις τούς ἀληθινούς ποιμένες, στούς ὁποίους καί ἀνεπιφύλακτα παραδίδεται ἀφοῦ ἔχει πάθει τά πάνδεινα ἀπό ξένα ψευτοπατροναρίσματα.

Τό Ὀρθόδοξο βάπτισμα, ὅσο κι ἄν ἔχει καταχωνιασθεῖ ἀπό τά κοσμικά καί ἁμαρτωλά ἐπικαλύμματα, κάποτε ἀναζωοπυρώνεται μέ τήν ἀκοίμητη καί προσωπική πρόνοια τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ καί κατευθύνει τόν ἄνθρωπο ἄδηλα καί κρύφια στόν «πνευματικό πατέρα» πού θά τόν ὁδηγήσει «εἰς νομάς σωτηρίους». Ἔχει ἀφάνταστη θεοδυναμικότητα τό ὀρθόδοξο βάπτισμα! Δεμένο (αὐτό τό θεῖο Βάπτισμα) μέ τό ἅγιο Μῦρο σπρώχνει ἀόρατα, μά ἐντελῶς ἐλεύθερα, τόν «ξενιτεμένο» ἄνθρωπο στό χῶρο τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσεως γιά νά ἀνταμώσει κατά πρόσωπο καί νά ἐπικοινωνήσει ἄμεσα μέ τόν «ἐν Τριάδι» Θεό.

Ὁ πνευματικός δέν εἶναι ὁ ἀπόμακρος ἀντιπρόσωπος ἑνός ἐντολοδόχου καί αὐστηροῦ Θεοῦ. Ὁ ὀρθόδοξος «πνευματικός πατήρ» δέν εἶναι ὁ δικανικός τηρητής διατάξεων ἤ νόμων ἤ ἀρχῶν πού ἔχει σπουδάσει καί προσπαθεῖ νά ἐφαρμόσει στή ζωή τῶν ἀνθρώπων. Οἱ κανόνες, οἱ ἐντολές, οἱ συμβουλές, ὁ διάλογος, ἡ ἐνθάρρυνση, ἡ ἐπιτίμηση, ἡ σιωπή, ἡ μακροθυμία, ἡ ὑπομονή καί μύρια ἄλλα ποιμαντικά τεχνάσματα εἶναι οἱ ἀλοιφές, τά ἔμπλαστρα καί τά φάρμακα, πού λέγει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναῒτης γιά νά ἀναταχθεῖ ἡ ἀσταμάτηττη ἁμαρτωλή ροπή καί νά ἀνοιχθοῦν στόν πεπτωκότα οἱ ὁρίζοντες τῆς θείας εὐσπλαγχνίας.

Τήν ὥρα τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσεως τελεσιουργεῖται τό παμμυστήριο τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου. Ἐξαιρετικά μέσα σ’ αὐτό καταλαβαίνει, ὁ ἁμαρτωλός ὅτι ἀξίζει ἀνυπολόγιστα. Ἀρχίζει νά αὐτοεκτιμᾶται σωστά. Γι’ αὐτό ὅλα τά κομμάτια τῆς ζωῆς του τά θεωρεῖ ἀξιόλογα. Γι’ αὐτό καί ἀρχίζει νά θέλει νά τά ἀξιοποιήσει, νά τά καθαρίσει ἀπό τούς μολυσμούς καί νά τά θεανθρωποποιήσει.

Ὁ ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σῦρος γράφει στά Ἀσκητικά του: «Ἄν ἕνας ἄνθρωπος δέν ἔχει ἀρετές, πές του πώς τίς ἔχει. Μέ τήν ἐνθάρρυνση σπέρνεις στήν ψυχή του τίς ἀρετές πού δέν ἔχει». Ὁ σύγχρονος ἀρρωστημένος καί ἀπογοητευμένος ἄνθρωπος βρίσκει μέσα στήν «ἐν πνεύματι Ἁγίῳ» θεανθρώπινη ἐπικοινωνία μέ τόν πνευματικό του ὄχι ἁπλῶς τίς ἀρετές, ἀλλά τόν κτήτορά τους, τόν ἴδιο τόν Κύριο. Ἔτσι ἡ ψυχή, καίτοι πολύ ἁμαρτωλή καί ἀποστασιοποιημένη ἀπό τόν Κύριο, βρίσκει τά θεόσωστα μέσα, βρίσκει τό μονοπάτι, βρίσκει τήν κλίμακα τῆς ἐπιστροφῆς «ἵνα μορφωθῇ ὁ Χριστός ἐν αὐτῇ».

Μέσα στό μυστήριο τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσεως ὁ σημερινός καταταλαιπωρημένος ἄνθρωπος ξεφεύγοντας ἀπό τοῖς ἀνθρωπομάζες νιώθει, ὅτι κάτι εἶναι, ὅτι κάποιος εἶναι καί ἀρχίζει νά ἀναδύεται ἀπό τά χάη τῆς ἀνυπαρξίας πού τόν ὁδήγησε ἡ ψυχοκτόνος ἁμαρτία.

Γίνεται, ναί πραγματικά γίνεται ἕνα παρατεινόμενο θαῦμα καί στήν ἐποχή μας. Γίνεται αὐτό πού περιγράφει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναῒτης: Ὁ πνευματικός πατήρ μέ τήν ἀκακία του, τήν ἱερή ἀπάθεια, τίς εὐχές του πρός τόν Ὕψιστο ἀνασπᾶ ἀπό τήν ἄβυσσο τό ναυαγημένο καράβι καί τό κάνει ἱκανό νά πλέει πάνω στά κύματα Χάριτι καί μόνο Θεοῦ. Καθημερινά γινόμαστε ἄμεσοι αὐτόπτες καί αὐτήκοοι μάρτυρες τέτοιων θαυμαστῶν μεταστροφῶν, πού ὁ ἴδιος ὁ Ἰησοῦς Χριστός πραγματοποιεῖ μέσῳ τῶν ταπεινῶν, ἀλλά ζωντανῶν εἰκόνων του, «τῶν πνευματικῶν».

Μέσα στήν ἁγιασμένη ἀτμόσφαιρα τῆς ἱ. ἐξομολογήσεως συνειδητά ἤ ἀσυνείδητα, μέ τήν πνοή τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πέφτουν τά προσωπεῖα πού ἡ λανθασμένη κοσμική ἀγωγή κάρφωσε στό πολυτίμητο ἀνθρώπινο πρόσωπο. Ξεκολλοῦν οἱ μάσκες πού οἱ διάφορες ἑκούσιες ἤ ἀκούσιες σκοπιμότητες κόλλησαν ἀσφυκτικά γύρω ἀπό τήν ἁπλῆ καί ἀνεπανάληπτη ἀνθρώπινη προσωπικότητα.

Μπροστά στό πετραχήλι τοῦ πνευματικοῦ ἀνοίγεται μέ ἱερό ἄφοβο φόβο ἡ ἁμαρτωλή ψυχή. Ἁμαρτωλοί λογισμοί, ἁμαρτωλά συναισθήματα, αἰσχρές καί κακές πράξεις πού ἔρχονται στό φῶς τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσεως, πού ἀνακοινώνονται δηλαδή μέ μετάνοια, νεκρώνονται λέγουν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας. Αὐτή εἶναι καί ἡ ταπεινή προσωπική μας ἐμπειρία ἀπό τίς ἐξομολογήσεις τῶν πολλῶν ἐνοριτῶν μας καί ὅσων ἄλλων ἔρχονται στό ἱερό ἐξομολογητήριο.

Δόξα τῷ ἐν Τράδι Θεῷ πού θεσμοθέτησε αὐτόν τόν τρόπο συγχωρήσεως τῶν ἀνθρώπων καί ἐντάξεώς τους στήν ἁγία Ποίμνη τῆς Ἐκκλησίας μας. Δόξα τῷ ἐν Τριάδι Θεῷ πού ἔδειξε καί ἀδιάκοπα δείχνει τό ἄμετρο ἔλεός Του καί προετοιμάζει τό φθαρτό πλάσμα του στήν αἰώνια προσωπική ἐπικοινωνία μαζί Του, ξεκινώντας ἀπό τό λυτρωτικό διάλογο τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσεως.

Ἄνθρωποι στιγματισμένοι μέ ἠθικά, ψυχολογικά, νευρολογικά, κοινωνικά, συζυγικά καί οἰκογενειακά ἤ ἄλλα προσωπικά προβλήματα θεραπεύονται καί προοδευτικά ἑτοιμάζονται γιά νά συμμετάσχουν στή νέα ἀπέραντη οἰκογένεια τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν.

Δέν ὑπάρχει τρανότερη ἀπόδειξη τῆς ἀνεκτίμητης ἀξίας, πού δείχνει ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ στόν ἄνθρωπο, ἀπό τήν ἀπόδειξη τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσως. Ὑπάρχει κάποια ἄλλη χριστιανική ὁμολογία (ἤ κάποια ἄλλη θρησκεία!) πού νά ἔχει θεσμοθετημένο, ἀλλά καί νά ἔχει σέ λειτουργία ἕνα τέτοιο μυστήριο πού μοναδικά καί ἀνεπανάληπτα καταξιώνει τή διαπροσωπική ἀνθρώπινη σχέση; Ποῦ ἀλλοῦ ἡ ἀνθρώπινη προσωπικότητα διασφαλίζεται,καλύπτεται καί σκεπάζεται μέ τό ἀπόρρητο, πού καί θεωρητικά καί στήν πράξη τηρεῖται ἀπό τούς Ὀρθοδόξους πνευματικούς;

Δικαιολογημένα ὁ ὀρθόδοξος εὐσεβής λαός μας ἀποκαλεῖ τούς πνευματικούς, Πατέρες. Τούς αἰσθάνεται πολύ κοντά του σάν στοργικούς πατέρες πού ψυχικά καί πνευματικά μοιράζονται τόν πνευματικό ἀγώνα τους καί συναγωνίζονται στόν ἴδιο στίβο τῆς ἐν Χριστῷ πνευματικῆς τελειώσεως. Τούς αἰσθάνεται ὁ λαός μας σάν πατέρες καρτερικούς πού ἔχουν μάθει νά περιμένουν καί νά ὑπομένουν τίς δοκιμασίες, τίς θλίψεις, τούς πειρασμούς καί τούς κανόνες πού ὁ Θεός ὁρίζει στούς δικούς του. Καί ἀφοῦ ἔμαθαν, ἔπαθαν τά θεῖα καί ἔφθασαν στήν καθαρή ἀγάπη πού εἶναι ἱερά μέθη ψυχῆς, κατά τόν ἅγιο Ἰσαάκ τό Σῦρο.

Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας γεννάει «ἀενάως» τέτοιους ἄνδρες «τελείους» πού δοκιμάστηκαν σκληρά στήν Ὀρθόδοξη ἄσκηση μέσα στό ἱερό Κοινόβιο τοῦ Μοναστηριοῦ πού ἀνδρώθηκαν μέσα στήν ὑπακοή καί ἀφοῦ ταπεινώθηκαν, ἀπόκτησαν «νοῦν Χριστοῦ» καί συνεπῶς θεοδιακριτικότητα, γιά νά «οἰκονομοῦν» θεοφιλάνθρωπα κάθε ἄνθρωπο, χωρίς νά ἀπορρίπτουν κανένα, μά κανένα ἁμαρτωλό.

Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας μέ θεσπέσιους ὄντως τρόπους χαριτώνει οἰκογενειάρχες πνευματικούς, πού ἀκάματα ἀθλοῦνται θεανθρώπινα μέ τίς παντοῖες οἰκογενειακές δοκιμασίες, μέ τήν ὑπακοή στό θέλημα τοῦ Θεοῦ μέσα στήν οἰκογένεια καί τήν ἀσίγαστη τροφοδοσία ἀπό τό ἱερό θυσιαστήριο. Μέ διαφορετικό τρόπο ἀποκτοῦν τήν ἴδια ταπείνωση, τήν ἴδια θεολογική μόρφωση καί τήν ἴδια διακριτικότητα γιά νά συμμερίζονται τά προβλήματα τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ καί νά ἐξαντλοῦν μέ διακριτικότητα τήν οἰκονομία τοῦ Σωτῆρος μας Ἰησοῦ Χριστοῦ.

Αὐτοί οἱ ἄνδρες ἀγωνίζονται πνευματικά νά φθάσουν «εἰς ἄνδρα τέλειον, εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ». Ἀναγνωρίζονται λοιπόν σάν πνευματικοί πατέρες ἄν καί ἐσωτερικά ἐλεεινολογοῦν οἱ ἴδιοι τούς ἑαυτούς τους καί δέν τολμοῦν νά βάλουν τήν «αὐθεντία» τῆς λογικῆς τους καί τῶν ἀτομικῶν τους ἐκτιμήσεων πάνω ἀπό τά ἱερά δόγματα καί τούς ἱερούς θεσμούς πού «εὐσχημόνως καί κατά τάξιν» ἔχουν θεσμοθετηθεῖ ἀπό τό Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας.

Γι’ αὐτό καί καταξιώνονται νά γίνουν ζωντανοί φορεῖς τῶν ζωντανῶν δογμάτων τῆς Μίας, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας μας καί στή συνέχεια ὅλης τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως καί τῆς Ὀρθοδόξου Εὐχαριστίας καί ἰσόβια λειτουργοῦν σύν πᾶσι τοῖς Ἁγίοις. Γι’ αὐτό καί γνωρίζουν «ὡς διδακτοί Θεοῦ» νά οἰκονομοῦν, ἀλλά καί νά μήν δίνουν «τά ἅγια τοῖς κυσί».

Εἶναι αὐτοί πού ἔχουν ἀποκτήσει τό χάρισμα νά κατέρχονται στά βάθη καί στίς ἀβύσσους τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς, πού (ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ) ἔχουν ἀκριβῶς δίπλα τους. Δέν ἔχουν πραγματικά διαπράξει τίς ἀκατονόμαστες ἐγκληματικές πράξεις πού συχνά ἀκοῦνε στήν ἐξομολόγηση. Γιατί πῶς θά εἶχαν χειροτονηθεῖ κληρικοί, ἀφοῦ οἱ ἱεροί κανόνες ἀπαγορεύουν ρητά τήν ἱερωσύνη σ’ αὐτούς πού ἔχουν πέσει σέ σαρκικά ἁμαρτήματα καί σ’ αὐτούς πού ἔστω καί ἀκούσια ἔχουν διαπράξει φόνο; Ἐκπλήσσεται, λοιπόν, ὁ πνευματικός πατήρ γιά τήν κατάντια τοῦ ἐξομολογουμένου. Ἀπορεῖ καί ἐξίσταται γιά τά εἴδη καί τούς τρόπους τῶν ἁμαρτημάτων. Δέν μπορεῖ νά χωρέσει ἡ σκέψη του τό ποιόν τῶν ὀλισθημάτων, γιατί ὁ ἴδιος «ἐξ ὁρισμοῦ», «ἐκ τῆς χειροτονίας» εἶναι ἄπειρος τῶν ἁμαρτημάτων.

Ὅμως κρίνοντας ἀπό τόν αἱματηρό προσωπικό του ἀγώνα γιά τήν κατάκτηση τῶν ἀρετῶν, γίνεται συγκαταβατικός καί γιά τόν ἁμαρτωλό. Στοχάζεται τά στάδια πού πέρασε καί ὁ ἴδιος μέχρι νά κόψει τά συγγνωστά πάθη του καί γίνεται ἐπιεικής στόν παρόμοια μετανοοῦντα ἁμαρτωλό. Ξέρει πολύ καλά ὁ πνευματικός τό σκληρό πνευματικό ἀγώνα στό ὑπαρξιακό πεδίο. Ἔχει ἱδρώσει καί ἔχει πονέσει γιά νά ἀπαρνηθεῖ τό ἴδιο θέλημα. Γι’ αὐτό συμπονεῖ, λυπᾶται, «πάσχει καί συνωδίνει» μέ τό πνευματικό παιδί πού τοῦ στέλνει ὁ Θεός γιά νά οἰκονομήσει κατάλληλα.

Τό ἴδιο κάνει καί ὁ ἐξομολογούμενος. Προσπαθεῖ νά καταλάβει τόν πνευματικό του πατέρα. Νά ἐννοήσει τί ἀκριβῶς τοῦ λέγει. Παρεμβάλλεται τό σκληρό κάλυμμα τῆς ἁμαρτίας πού δυσχεραίνει τή συννενόηση. Τό πνεῦμα τό Ἅγιο ὅλο καί βοηθάει αὐτή τή συνεννόηση. Ὅλο καί τελειοποιεῖ αὐτή τήν ἐπικοινωνία. Ὁ πνευματικός πατήρ μάχεται γιά νά «προσλάβει» ὅλο τόν πνευματικό υἱό ἤ τήν πνευματική θυγατέρα. Γίνεται μιά ἀληθινή «ἀλληλοπεριχώρηση», ἀλληλοκατανόηση, ἀλληλοεπικοινωνία ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος νύκτα καί ἡμέρα ἀγωνιζόταν μέ ὠδῖνες σάν τῆς ἑτοιμόγεννης μητέρας καί μέ πολλά δάκρυα μέχρι νά ἀναγεννηθεῖ «ἐν Χριστῷ» ὁ νέος ἄνθρωπος. Τό ἴδιο συμβαίνει, σέ προσωπικές ἀναλογίες πάντοτε, καί μέ τούς σημερινούς πνευματικούς πατέρες καί τά πνευματικά τέκνα μέσα στόν ἱερό στίβο τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσεως.

Ὅλην αὐτή τή μυσταγωγία τῆς μετανοίας τοῦ πνευματικοῦ πατρός καί τοῦ πνευματικοῦ παιδιοῦ τήν κατεργάζεται τό Πνεῦμα τό Ἅγιο σ’ αὐτούς πού ἐπιθυμοῦν τήν κάθαρσή τους καί τήν ἐν Χριστῷ τελείωση.

Δέν ὑπάρχει μεγαλύτερη χαρά στή μετανοοοῦσα ψυχή ἀλλά καί στόν πνευματικό πατέρα, ὅταν σχίζεται ὁ δερμάτινος χιτώνας τῆς πωρώσεως καί τῆς ἀναισθησίας καί ἀρχίζει νά ἀνθεῖ καί νά μεταλαμπαδεύεται ἡ νέα «ἐν Χριστῷ» ζωή.

Ὅλα τά παραπάνω, παρακαλῶ πολύ, νά μή θεωρηθεῖ ἀπό κανένα ἀδελφό ἀναγνώστη, ὅτι ἔχουν κάποια ἔμμεση ἔστω σχέση μέ τό δικό μου πρόσωπο ὡς πνευματικοῦ.

Ὅ,τι εὐτελές ἔχω ἀποτυπώσει σ’ αὐτές τίς σελίδες ἀποτελεῖ προσωπική ἐμπειρία μου ὡς ἐξομολογουμένου. Ἑπομένως τά γραφόμενα ἀπότελοῦν ἀδέξια ἀπόπειρα φόρου τιμῆς στούς ἀξίους πνευματικούς πατέρες πού στό τέλος τοῦ εἰκοστοῦ αἰώνα ἀφιερώνουν τή ζωή τους στήν Ὕψιστη αὐτή ποιμαντική θεανθρώπινη λειτουργία, σ’ αὐτό τό ὑπέρλαμπρο ἔργο παραδοσιακῆς Ἀγωγῆς.

Τέλος τά γραφόμενα συνιστοῦν ἔμμεση περιγραφή τοῦ «εἰς τύπον καί τόπον Χριστοῦ» πολιοῦ πνευματικοῦ μου πατρός, μέ τήν εὐλογία τοῦ ὁποίου «τάς εὐχάς ἐξαιτοῦμαι» γιά κάθε «ἐν Χριστῷ» ἀδελφό ἀναγνώστη.



Ἀρχιμ. Σαράντη Σαράντου,
ἐφημερίου Ἱ. Ν. Κοιμήσεως Θεοτόκου Ἀμαρουσίου


Σε κατηγορώ, γιατί δεν εξομολογείσαι.

ΣΤΟΝ ΠΝΕΥΜΑΤΚΟ ΟΛΑ, ΟΛΑ ΣΤΟΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ...


Δεν σε κατηγορώ ότι έκανες αμαρτίες πολλές και σοβαρές, όχι, άνθρωπος είσαι. Σε κατηγορώ, γιατί δεν εξομολογείσαι. Αυτό σε κατηγορώ. Έπεσες; Στον πνευματικό. Έπεσες; Στον πνευματικό, όλα στον πνευματικό. Και η οσία Μαρία, πρώτα εξομολογήθηκε.
Γέρων Εφραίμ, Κατουνακιώτης.



Μετανοείτε...

ΕΝΑΣ ΕΝΣΑΡΚΟΣ ΑΓΓΕΛΟΣ



«Ἰδού ἐγὼ ἀποστέλλω τὸν ἄγγελόν μου…» (Ματθ. 11,10)
 ΣΗΜΕΡΑ ἑορτάζει ἕνας ἄγγελος. Ποιός ἄγγελος, ὁ Μιχαὴλ ἢ ὁ Γαβριὴλ ὁ ἀρχάγγελος; Οὔτε ὁ ἕνας οὔτε ὁ ἄλλος. Ὁ ἄγγελος ποὺ ἑορτάζει εἶνε… ἄνθρωπος. Μὰ ὑπάρχει ἄνθρωπος ποὺ νὰ εἶνε ἄγγελος; Ναί, ὑπάρχει. Ἄνθρωπος ἦταν, καὶ ἔγινε ἄγγελος. Ποιός εἶνε αὐτός; Ἂν κοιτάξουμε στὶς εἰκόνες, θὰ δοῦμε ἕναν ἅγιο ποὺ τὸν ζωγραφίζουν μὲ φτερά. Ποιός εἶνε; Εἶνε ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος. Τὸν ζωγραφίζουν μὲ φτερά, γιατὶ ἦταν ἄνθρωπος σὰν κ᾿ ἐμᾶς, ἀλλὰ ἔζησε σὰν ἄγγελος.
Μικρὸ παιδί, ἔζησε κοντὰ στὸν πατέρα του, ποὺ λεγόταν Ζαχαρίας, καὶ στὴ μητέρα του, ποὺ λεγόταν Ἐλισάβετ. Ἅγιοι ἄνθρωποι ἤτανε, καὶ τὸ παιδὶ αὐτὸ ἦταν ἀπὸ τὸ Θεό.

Μόλις μεγάλωσε ἔφυγε ἀπὸ τὸ χωριό του, ὄχι νὰ πάῃ νὰ μαζέψῃ λεφτά, ἀλλὰ γιὰ ἕνα μεγάλο σκοπό. Ποῦ πῆγε; Πέρα ἀπὸ τὸν Ἰορδάνη, ἐκεῖ ποὺ ἦταν ἡ ἔρημος. Εἶχε ἐκεῖ φαγητὸ καὶ κουζίνα; Ὄχι. Εἶχε στρῶμα καὶ κρεβάτι; Ὄχι. Εἶχε σπίτι; Ὄχι. Ὡς ἄγγελος ζοῦσε. Τὸ ῥοῦχο του ἦταν φτειαγμένο ἀπὸ τρίχες καμήλου. Τὸ ποτό του δὲν ἦταν κρασί, οὖζο, καὶ μπίρες. Τέτοια πράγματα δὲν ἔβαζε στὸ στόμα του. Πήγαινε στὸ ποτάμι καὶ μὲ τὶς χοῦφτες του ἔπινε ἀπὸ τὸ νερὸ τοῦ Ἰορδάνου. Τροφή του, λέει τὸ Εὐαγγέλιο, ἦταν «ἀκρίδες καὶ μέλι ἄγριον» (Ματθ. 3,4). Τί ἦταν αὐτὲς οἱ «ἀκρίδες»; Δύο ἑρμηνεῖες ὑπάρχουν. Κάτω στὴν Ἀραπιά, ποὺ ὑπάρχουν ἀκρίδες, τὶς πιάνουν, τὶς ξηραίνουν στὸν ἥλιο καὶ τὶς παστώνουν μὲ ἁλάτι. Καὶ ὅπως ἄλλοι τρῶνε τὶς γαρίδες καὶ τοὺς ἀστακούς, ἔτσι ἐκεῖ τρῶνε καὶ τὶς ἀκρίδες. Ἀλλὰ καὶ δεύτερη ἑρμηνεία ὑπάρχει, ποὺ λέει ὅτι «ἀκρίδες» εἶνε οἱ ἄκρες ἀπὸ τὰ ἄγρια χόρτα. Είτε τὸ ἕνα εἶνε ετε τὸ ἄλλο, ἡ τροφή του ἦταν πολὺ ἁπλῆ. Συντροφιὰ εἶχε ὄχι ἀνθρώπους ἀλλὰ τὰ ἄγρια θηρία, τὰ λιοντάρια καὶ τοὺς λύκους, ποὺ στέκονταν σὰν ἀρνάκια κοντά του.

Μετὰ ἦρθε στὸν Ἰορδάνη ποταμὸ καὶ κήρυξε στὸν κόσμο μετάνοια. Νὰ μετανοήσουν οἱ φτωχοί, οἱ πλούσιοι, οἱ βασιλιᾶδες, οἱ γέροι μὲ τ᾿ ἄσπρα μαλλιά, οἱ γυναῖκες καὶ οἱ ἄντρες, νὰ μετανοήσουν ὅλοι, ἀφοῦ ὅλοι ἔχουμε ἀνάγκη μετανοίας. Καὶ ὁ κόσμος ἐρχόταν. Ὅπως τὸ μελίσσι τρέχει στὰ λουλούδια, ἔτσι ἔτρεχαν στὸν Ἰωάννη, αὐτὸ τὸν ἔνσαρκο ἄγγελο. Καὶ τί κάνανε κοντά του; Ἐξωμολογοῦντο «τὰς ἁμαρτίας αὐτῶν» (Ματθ. 3,6).
Ὅπως ἔκαναν αὐτοὶ ποὺ πήγαιναν στὸν Ἰωάννη, ἔτσι νὰ κάνουμε κ᾿ ἐμεῖς. Κάθε ἄνθρωπος ποὺ αἰσθάνεται τὸν ἑαυτό του, πρέπει νὰ πάῃ νὰ ἐξομολογηθῇ. Καὶ ἀφοῦ ὁ Ἰωάννης ἔζησε σὰν ἄγγελος, ἔτσι νὰ ζοῦμε κ᾿ ἐμεῖς· σὰν ἄγγελοι.

Ἔχει ὁ ἄνθρωπος ἕνα μεγάλο προορισμό. Τὸ ἀκοῦμε κάθε φορὰ ποὺ λέμε τὸ «Πάτερ ἡμῶν»· «Γενηθήτω τὸ θέλημά σου, ὡς ἐν οὐρανῷ, καὶ ἐπὶ τῆς γῆς» (Ματθ. 6,10). Παρακαλοῦμε τὸ Θεό, ὅπως οἱ ἄγγελοι πάνω στὰ οὐράνια κάνουν τὸ θέλημά του, ἔτσι κ᾿ ἐμεῖς κάτω στὴ γῆ· νὰ κάνουμε ὄχι τὸ κέφι τοῦ διαβόλου ἀλλὰ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Καὶ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ τὸ ξέρουμε. Εἶνε γραμμένο στὸ Εὐαγγέλιο. Καὶ ὅταν κάνουμε τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, τὰ χωριά μας, οἱ πολιτεῖες, ἡ ἀνθρωπότης ὅλη θὰ γίνῃ παράδεισος. Δὲν θὰ ὑπάρχουν κλέφτες, φονιᾶδες, ψευδομάρτυρες, πόρνοι, μοιχοί, πλεονέκτες καὶ ἅρπαγες, ἀλλὰ θὰ ὑπάρχῃ ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τῆς γῆς.

Δυστυχῶς οἱ ἄνθρωποι δὲν ἀκοῦνε τὸ Εὐαγγέλιο καὶ δὲν ζοῦν ἀγγελικῶς, σὰν τὸν Ἰωάννη. Ζοῦν σὰν τὰ ζῷα καὶ χειρότερα ἀπὸ τὰ ζῷα. Τὸ λέει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος. Οἱ ἄνθρωποι ποὺ δὲν κάνουν τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ γίνονται σὰν τὰ τετράποδα. Μιὰ ζούγκλα ἔγινε ὁ κόσμος. Ὁ ἄνθρωπος ἔγινε θηρίο. Τί λέω; Τίποτε δὲν εἶνε τὸ θηρίο μπροστὰ στὸν κακὸ ἄνθρωπο.
Ὤ ὁ ἄνθρωπος! Ἔγινε ἕνα ἐπιστημονικὸ θηρίο. Ξέρεις πόσα ἀεροπλάνα εἶνε ἕτοιμα νὰ πετάξουν ἐπάνω στὸν οὐρανό; Γλέντα καὶ διασκέδαζε, ἄνθρωπε· ἔννοια σου ὅταν θὰ παρουσιαστοῦν τὰ μαυροπούλια, τ᾿ ἀεροπλάνα. Καὶ πάνω στ᾿ ἀεροπλάνα θὰ εἶνε ἄνθρωποι, ἐπιστήμονες. Αὐτοὶ θὰ πατήσουν τὰ κουμπιά. Καὶ μετά…, Θεέ μου Θεέ μου! Μιὰ βόμβα νὰ πέσῃ στὴ Θεσσαλονίκη, μία στὴν Ἀθήνα, μία στὴ Σόφια, μία στὸ Βελιγράδι, μία στὴ Μόσχα, μία στὸ Λονδῖνο, μία στὴ Νέα Ὑόρκη, μία στὸ Σικάγο…, καὶ τίποτα δὲν θὰ μείνῃ. Κάρβουνο θὰ γίνῃ ἡ γῆ.
Νά, λοιπόν, ποὺ ὁ ἄνθρωπος εἶνε χειρότερος ἀπὸ θηρίο. Χίλιες φορὲς νὰ μὴν εχαμε σχολειὰ καὶ πανεπιστήμια, καὶ οἱ ἄνθρωποι νὰ ἦταν ἀγράμματοι. Τέτοια γράμματα, ποὺ θὰ καταστρέψουν τὸν κόσμο, τί νὰ τὰ κάνῃς; Θὰ ποῦμε σὲ λίγο αὐτὸ ποὺ λέει μιὰ προφητεία· Ἀνοῖξτε, βουνὰ καὶ σπηλιές, νὰ μᾶς κρύψετε (πρβλ. Λουκ. 23,30). Γιατὶ ἔφθασε ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ ἐπάνω σ᾿ αὐτὸ τὸν ἁμαρτωλὸ κόσμο.
―Πολὺ ἀπελπιστικὰ μᾶς τὰ λές.
Ἀπὸ μᾶς ἐξαρτᾶται νὰ μὴν εἶνε ἀπελπιστικά, ἀλλὰ νὰ εἶνε γεμᾶτα ἐλπίδα καὶ χαρά. Πῶς; Ποιός μπορεῖ νὰ μᾶς ἀλλάξῃ; Ποιός μπορεῖ ν᾿ ἀλλάξῃ τὸν κόσμο; Πῶς θὰ πᾶμε μπροστὰ καὶ πῶς θὰ δοῦμε καλὲς ἡμέρες; Μὲ τὸ νὰ χτυπᾷ ἡ καμπάνα τὴν Κυριακὴ καὶ οἱ Χριστιανοὶ νὰ μὴν πατᾶνε στὴν ἐκκλησία; ἔτσι θὰ πᾶμε καλά; Πῶς θ᾿ ἀλλάξουμε; Ἅμα ἀκούσουμε τὸ Εὐαγγέλιο καὶ τὸ ἐφαρμόσουμε, ἅμα ἀκούσουμε τὸν Ἰωάννη ποὺ μᾶς φωνάζει· «Μετανοεῖτε» (Ματθ. 3,2). Ἂν ἀνοίξουμε τὰ φυλλοκάρδια μας καὶ γίνουμε ἄνθρωποι.
Ἕνας ἀρχαῖος φιλόσοφος, ὅταν ἔγινε μεσημέρι κι ὁ ἥλιος ἔκαιγε τὶς πέτρες, αὐτὸς ἄναψε ἕνα φανάρι καὶ γύριζε μέσα στοὺς δρόμους καὶ τὶς πλατεῖες. Ὅλοι ἔλεγαν, ὅτι παλάβωσε. Ἀλλ᾿ αὐτὸς δὲν εἶχε παλαβώσει. Τὸ ρωτοῦσαν· Τί ἔπαθες, τί ζητᾷς; Κι αὐτὸς ἀπαντοῦσε· «Ἄνθρωπον ζητῶ».
Καὶ σήμερα, ποῦ εἶνε οἱ ἄνθρωποι; Δὲ᾿ ρωτᾷς, τί τραβᾶνε οἱ γυναῖκες ἀπὸ τοὺς ἄνδρες τους, καὶ οἱ ἄνδρες ἀπὸ τὶς γυναῖκες τους; τί τραβᾶνε οἱ μανάδες ἀπὸ τὰ παιδιὰ ποὺ γέννησαν, καὶ οἱ πατεράδες ἀπὸ τὰ παιδιὰ ποὺ κοπίασαν νὰ τὰ θρέψουν; Θηρία γινήκαμε, δαίμονες καὶ χειρότεροι ἀπὸ τοὺς δαίμονες.
Τί νὰ κάνουμε; Νὰ μετανοήσουμε ὅλοι· ἄσπροι, μαῦροι, κόκκινοι, κίτρινοι. Αὐτὸ φωνάζει τὸ Εὐαγγέλιο, αὐτὸ μᾶς φωνάζει ὁ ἅγιος Ἰωάννης.
Θὰ μετανοήσουμε; Ποιός μπορεῖ νὰ μᾶς ἀλλάξῃ; Οὔτε ὁ βούρδουλας τοῦ χωροφύλακα, οὔτε τὰ δικαστήρια… Ὅλα τὰ δοκιμάσαμε, δὲν ἀλλάζει ἔτσι ὁ ἄνθρωπος. Ἕνας μπορεῖ νὰ ἀλλάξῃ τὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου, νὰ πάρῃ τὸ κοράκι καὶ νὰ τὸ κάνῃ περιστέρι, νὰ πάρῃ τὸ λύκο καὶ τὸν κάνῃ πρόβατο. Καὶ αὐτὸς ὁ ἕνας καὶ μοναδικὸς εἶνε ὁ μεγαλοδύναμος Χριστός.
―Μὰ ποῦ εἶνε ὁ Χριστός;
Ἐδῶ μέσα στὴν Ἐκκλησιὰ εἶνε, κύριε, καὶ ἂν ἔχῃς μάτια, καρδιὰ καὶ μυαλό, ἔλα καὶ θὰ τὸν δῇς. Βλέπεις τὸν παπᾶ; Νά ὁ Χριστός. Αὐτὸ τὸν παπᾶ, ποὺ βλέπεις μπροστά σου, ἄγγελος εἶνε. Μπορεῖ ἔξω νὰ εἶνε σὰν τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους. Μπῆκε στὴν ἐκκλησία, φόρεσε τὸ πετραχήλι, εἶπε τὸ «Εὐλογημένη ἡ βασιλεία…»; Ἀπὸ τὴν ὥρα ἐκείνη μὴ τὸν βλέπεις σὰν ἄνθρωπο, ἀλλὰ σὰν ἄγγελο. Κρατάει τὰ ἅγια στὰ χέρια του. Καὶ ὅπως ὁ στρατηγός, ὅταν φορέσῃ τὴ στολή του, δὲν εἶνε ἕνας ἁπλὸς πολίτης ἀλλὰ στρατηγός, ἔτσι καὶ ὁ παπᾶς, ὅταν βάλῃ τὸ πετραχήλι, δὲν εἶνε ὁ ἄλφα ἢ ὁ βῆτα· δὲν εἶνε ὁ Νικόλας, ὁ Ἀναστάσης, ὁ Παῦλος ἢ ὁ Πέτρος, δὲν εἶνε ὁ Μιχάλης ἢ ὁ Παντελῆς, ἀλλὰ εἶνε ἄγγελος Κυρίου. Εἶνε σὰν τὸν Ἰωάννη τὸν Πρόδρομο, ποὺ βάπτιζε στὸν Ἰορδάνη.
Τὸν παπᾶ νὰ τὸν βλέπῃς ὡς φορέα τῆς ὑψηλοτέρας ἐξουσίας. Τὸ λέει ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός· «Ὁ παπᾶς ἔχει ἐξουσία παραπάνω ἀπὸ τοὺς βασιλεῖς, τοὺς ἀγγέλους καὶ τοὺς ἀρχαγγέλους». Ὁ παπᾶς μᾶς συνδέει μὲ τὸν οὐρανό, καὶ πρέπει νὰ τὸν σεβώμεθα ὅλοι. Κι ὅταν σεβώμεθα τὸν παπᾶ, εἶνε σὰν νὰ σεβώμεθα τὸ Χριστό.

Ἄγγελος είπαμε ὅτι ἦταν ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος. Ἄγγελοι εἶνε στὸν κόσμο οἱ ἱερεῖς, οἱ ὁποῖοι ἐκτελοῦν τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἄγγελοι πρέπει νὰ γίνουμε κ᾿ ἐμεῖς. Αὐτὸς εἶνε ὁ προορισμός μας.
ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
(Απομαγνητοφωνημένη ομιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου στον ιερό ναὸ του Ἁγίου Ἀθανασίου Σιταριᾶς – Φλωρίνης, 4-1-1976)

Καὶ ὅπως λέω συχνά, δὲν θὰ μᾶς δικάσῃ ὁ Θεὸς γιατὶ ἁμαρτάνουμε, ἀλλὰ γιατὶ δὲν μετανοοῦμε.

Ο ΙΟΡΔΑΝΗΣ ΠΟΤΑΜΟΣ


«Ἡ θάλασσα εἶδε καὶ ἔφυγεν, ὁ Ἰορδάνης ἐστράφη εἰς τὰ ὀπίσω»

(Ψαλμ.  113,3)


ΣΗΜΕΡΑ, ἀγαπητοί μου, εἶνε ἑορτὴ μεγάλη. Εἶνε ἡ ἑορτὴ τῶν Θεοφανείων. Εἶνε ἡ ἑορτὴ τῆς φανερώσεως τοῦ μεγάλου μυστηρίου τῆς ἁγίας Τριάδος.

Σήμερα ἁγιάζονται τὰ ὕδατα. Κατ᾿ ἐξοχὴν δὲ ἁγιάσθηκαν τὰ ὕδατα τοῦ Ἰορδάνου ποταμοῦ. Γιὰ τὸν Ἰορδάνη μιλάει σήμερα τὸ Εὐαγγέλιο, γιὰ τὸν Ἰορδάνη μιλάει καὶ ἡ ὑμνολογία τῆς Ἐκκλησίας ὅταν λέγῃ· «Ἡ θάλασσα εἶδε καὶ ἔφυγεν, ὁ Ἰορδάνης ἐστράφη εἰς τὰ ὀπίσω» (Ψαλμ.  113,3).

Στὰ λίγα λεπτά, ποὺ ἔχω στὴ διάθεσί μου, θὰ σᾶς πῶ λίγα λόγια γιὰ τὸν Ἰορδάνη.

* * *
Ἰορδάνης εἶνε ἕνας ποταμὸς ὄχι ὅπως ὁ Δούναβις καὶ ὁ Βόλγας καὶ ὁ Μισσισιπής. Εἶνε ἕνας ποταμὸς σχετικὰ μικρός. Πηγὲς ἔχει στὶς χιονοσκεπεῖς κορυφὲς τοῦ Λιβάνου. Ἡ ῥοή του δὲν εἶνε ίσια· ἔχει πολλὲς στροφές, καὶ ἀπὸ τὸ ἀεροπλάνο ὁ Ἰορδάνης φαίνεται ὡς ἕνας πελώριος συστρεφόμενος ὄφις. Τὰ ῥεύματά του πέφτουν στὴ λίμνη Γεννησαρέτ. Ἀπὸ ἐκεῖ ξεχειλίζουν, συνεχίζουν νέα πορεία, καὶ πέφτουν μέσα στὴ Νεκρὰ Θάλασσα, ὅπου ἦταν ἄλλοτε οἱ περιώνυμες πόλεις Σόδομα καὶ Γόμορρα, τὶς ὁποῖες κατέστρεψε ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν ἀκολασία τους.

Ὁ Ἰορδάνης εἶνε ἱστορικὸς ποταμὸς καὶ συνδέεται μὲ πολλὲς ἀναμνήσεις ἀπὸ τὸν ἀρχαῖο κόσμο. Δύο – τρεῖς θὰ σᾶς ἀναφέρω καὶ θὰ τελειώσω τὸν λόγο.

α΄. Ἡ διάβασις τοῦ Ἰορδάνου ποταμοῦ ἀπὸ τὴν στρατιὰ τοῦ Ἰησοῦ τοῦ Ναυῆ «ἀβρόχοις ποσί». Ὅπως ὁ Ἑλληνικὸς λαὸς ἦταν σκλαβωμένος τετρακόσια χρόνια στοὺς Τούρκους, ἔτσι καὶ ὁ Ἰσραηλιτικὸς λαὸς ἦταν σκλαβωμένος στοὺς φαραὼ τῆς Αἰγύπτου. Ὕστερα ἀπὸ τετρακόσια χρόνια ἀνέτειλε τὸ ἄστρο τῆς ἐλευθερίας. Ὁ Μωϋσῆς ὡδήγησε τὸ λαό. Βγῆκαν ἀπὸ τὴν Αίγυπτο, πέρασαν τὸ ὄρος Σινά. Ἔπειτα μὲ ἀρχηγὸ τὸν Ἰησοῦ τοῦ Ναυῆ πλησίασαν τὴ Γῆ τῆς ἐπαγγελίας. Ὅταν ἔφτασαν στὸν Ἰορδάνη ἦταν καλοκαίρι καὶ τὰ χιόνια τοῦ Λιβάνου εἶχαν λειώσει. Ὁ ποταμὸς εἶχε πλημμυρίσει καὶ ἦταν ἀδιάβατος. Τὸν πέρασαν ὅμως οἱ Ἑβραῖοι – πῶς; Μὲ βάρκες, μὲ μέσα ποὺ διαθέτει σήμερα τὸ μηχανικό; Ὄχι. Τὸν πέρασαν διὰ θαύματος· καὶ εἶνε ἱστορικὸ γεγονός, ποὺ τὸ μαρτυροῦν καὶ τὰ εὑρήματα τῆς ἀρχαιολογίας. Κατόπιν ἐντολῆς τοῦ Θεοῦ στὸν Ἰησοῦ τοῦ Ναυῆ, μόλις πάτησαν τὰ πόδια τῶν ἱερέων μὲ τὴν Κιβωτὸ τῆς διαθήκης στὸν Ἰορδάνη, ὁ ποταμὸς κόπηκε στὰ δύο. Τὸ ἕνα μέρος κύλησε πρὸς τὰ κάτω καὶ τὸ ἄλλο ἔγινε πελώριο φράγμα, σὰν τὸ φράγμα τοῦ Ἁλιάκμονος. Ἔτσι πέρασαν οἱ Ἰσραηλῖτες «ἀβρόχοις ποσίν» (Ἰησ. κεφ. 3-4).

β΄. Ἄλλη ἱστορικὴ ἀνάμνησι, ποὺ συνδέεται μὲ τὸν Ἰορδάνη ποταμό, εἶνε ἡ θεραπεία τοῦ Νεεμάν. Κοντὰ στὸν Ἰορδάνη εἶνε ἡ Συρία. Ἐκεῖ ἦταν ἕνας ἀρχιστράτηγος ἔνδοξος, ποὺ ὠνομάζετο Νεεμάν. Αὐτὸς προσεβλήθη, ἀπὸ κορυφῆς μέχρις ὀνύχων, ἀπὸ μία κατηραμένη ἀρρώστια, τὴ λέπρα, ποὺ τότε ἦταν ἀθεράπευτη. Πῆγε σὲ γιατρούς, πῆρε φάρμακα, ἀλλὰ δὲν βρῆκε θεραπεία. Τότε κάποια Ἰσραηλίτισσα ὑπηρέτρια τῆς γυναίκας του εἶπε· Ἀφέντη, θὰ γίνῃς καλά, ἐὰν πᾷς νὰ δῇς τὸν Ἐλισαῖο τὸν προφήτη, τὸν μαθητὴ τοῦ Ἠλία· ἐκεῖνος θὰ σοῦ πῇ τί θὰ κάνῃς. Ἐδίσταζε, ἀμφέβαλλε, ἀλλὰ ἐπὶ τέλους πῆγε. Καὶ ὁ Ἐλισαῖος τοῦ εἶπε· Μὴ φοβᾶσαι, θὰ θεραπευθῇς, ἐὰν ἑπτὰ φορὲς λουσθῇς στὸν Ἰορδάνη ποταμό. Τὸ θεώρησε γελοῖο αὐτὸ ὁ Νεεμάν. Νὰ πάῃ αὐτός, ἀρχιστράτηγος ἔνδοξος, νὰ βγάλῃ τὴ στολή του, νὰ ξεγυμνωθῇ καὶ νὰ πέσῃ στὰ ῥεῖθρα τοῦ Ἰορδάνου ἑπτὰ φορές. Στὴν ἀρχὴ ἐδίσταζε. Κατόπιν ὅμως πῆγε, ἐλούσθη ἑπτὰ φορὲς στὸν ποταμό, καὶ ἐθεραπεύθη τελείως ἀπὸ τὴν ἀρρώστια του (Δ΄ Βασ. κεφ. 5).

γ΄. Καὶ τρίτη ἱστορικὴ ἀνάμνησις εἶνε ὅτι στὸν Ἰορδάνη ἔστησε τὸ βῆμα του, τὸν ἄμβωνά του, ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος, ὁ ὁποῖος καλοῦσε τὸν κόσμο σὲ μετάνοια. Ὅσοι μετανοοῦσαν ἔμπαιναν μέσα στὸν ποταμὸ καὶ ἐξωμολογοῦντο τὰ ἁμαρτήματά τους. Ἔμεναν στὸ νερὸ λίγο ἢ πολύ, ἀνάλογα μὲ τὴ διάρκεια τῆς ἐξαγορεύσεως τῶν ἁμαρτιῶν τους.
Ἐδοξάσθη, λοιπόν, ὁ Ἰορδάνης ὅταν ἡ στρατιὰ τοῦ Ἰησοῦ τοῦ Ναυῆ πέρασε «ἀβρόχοις ποσὶ» τὸ ῥεῦμα του. Ἐδοξάσθη ὅταν ὁ Νεεμὰν ὁ Σύρος ἐθεραπεύθη ἀπὸ τὰ νερά του. Ἐδοξάσθη ὅταν στὶς ὄχθες του ἔστησε τὸ βῆμα τῆς ἀληθείας ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος.
Ἐδοξάσθη ὅμως πολὺ περισσότερο καὶ ἔγινε παγκόσμιος ὁ Ἰορδάνης ἀπὸ τὴ βάπτισι τοῦ Χριστοῦ. Ἀγνοοῦν οἱ ἄνθρωποι τοὺς ποταμοὺς τῆς γῆς. Ἀλλ᾿ ἕνας ποταμὸς εἶνε γνωστὸς σὲ ὅλη τὴν χριστιανοσύνη, γιατὶ σ᾿ αὐτὸν ἔγινε τὸ μέγα γεγονὸς τῆς ἱστορίας, ὅτι στὰ νερά του ἐβαπτίσθη ὁ Χριστός, ποὺ δὲν εἶχε ἀνάγκη, ὡς ἀναμάρτητος. Ἂν προσέξατε, μιὰ λέξι τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου ἀποδεικνύει τὴν ἀναμαρτησία τοῦ Χριστοῦ. Καὶ ἡ λέξις αὐτὴ εἶνε τὸ «εὐθύς». «Καὶ βαπτισθεὶς ὁ Ἰησοῦς ἀνέβη εὐθὺς ἀπὸ τοῦ ὕδατος» (Ματθ. 3,16). Είπαμε ὅτι αὐτοὶ ποὺ ἐβαπτίζοντο ἔμεναν μέσα στὰ νερὰ τοῦ Ἰορδάνου ὅσο ἐξωμολογοῦνταν τὶς ἁμαρτίες τους. Ἄλλος ἔμενε ἕνα τέταρτο, ἄλλος μισὴ ὥρα, ἄλλος μία ὥρα καὶ ἄλλος περισσότερο. Ἀλλὰ ὁ Χριστός, λέει τὸ Εὐαγγέλιο, μόλις μπῆκε βγῆκε. «Ἀνέβη εὐθὺς ἀπὸ τοῦ ὕδατος». Δὲν ἔμεινε καθόλου, οὔτε ἕνα δευτερόλεπτο, γιατὶ δὲν εἶχε νὰ πῇ καμμιά ἁμαρτία.

* * *
Ἐγὼ ὅμως, ἀγαπητοί μου, δὲν εἶχα σκοπὸ νὰ σᾶς μιλήσω γι᾿ αὐτὸ τὸν Ἰορδάνη, ἀλλὰ γιὰ ἕναν ἄλλο Ἰορδάνη, ποὺ εἶνε πολὺ κοντά μας καὶ θὰ πρέπῃ ὅλοι νὰ τὸν περάσουμε· καὶ ἀλλοίμονό μας, ἂν δὲν τὸν περάσουμε.

Ἂν σᾶς πῶ νὰ πᾶτε κάτω στὸν Ἰορδάνη, θὰ μοῦ πῆτε ὅτι δὲν ἔχετε καιρό, ὅτι εἶνε δύσκολο καὶ ὅτι δὲν ἔχετε λεφτά. Ἐγὼ ὅμως δὲν θὰ σᾶς πῶ νὰ πᾶτε σ᾿ ἐκεῖνο τὸν Ἰορδάνη, ἀλλὰ σ᾿ ἕναν ἄλλον Ἰορδάνη, ποὺ εἶνε ἀπείρως ἀνώτερος ἀπὸ τὸν φυσικὸ Ἰορδάνη ποταμό. Καὶ ποιός εἶνε αὐτὸς ὁ ποταμός; Τὸ λέει ὁ ἀπόστολος σήμερα. Ὁ ποταμὸς αὐτός, ποὺ ῥέει ἀκαταπαύστως διὰ μέσου ὅλων τῶν αἰώνων καὶ τῶν γενεῶν, εἶνε ἡ χάρις τοῦ παναγίου Πνεύματος. Εἶνε ἡ «ἐπιφάνεια» (Τίτ. 2,13), δηλαδὴ ἡ φανέρωσις, τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Εἶνε τὰ μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας, πρὸ παντὸς δὲ τὸ μυστήριο τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσεως.

Σταματῶ ἐδῶ, γιὰ νὰ σᾶς πῶ κάτι μεγάλο· ὄχι δικό μου, ἀλλὰ τῆς Ἐκκλησίας. Ὅλοι ἔχετε κλάψει. Ἄλλος ἔκλαψε τὸν πατέρα του, ἄλλος τὴ μητέρα του, ἄλλος τὸ παιδί του, ἄλλος κάποιον συγγενῆ του· εἶνε γεμάτη ἀπὸ δάκρυα ἡ ἀνθρωπότης. Κοιλὰς κλαυθμῶνος ἔγινε ὁ κόσμος. Ἂν ἕνας ἄγγελος μαζέψῃ τὰ δάκρυα ποὺ χύνουν οἱ ἄνθρωποι, θὰ κάνῃ μιὰ λίμνη μεγαλύτερη ἀπὸ τὴν Πρέσπα. Ἀλλ᾿ αὐτὰ τὰ δάκρυα εἶνε ἄχρηστα. Ὑπάρχουν κάποια ἄλλα δάκρυα πολύτιμα. Εἶνε τὰ δάκρυα τῆς μετανοίας. Ποιός ἀπὸ ἐσᾶς ἔκλαυσε γιὰ τ᾿ ἁμαρτήματά του;

Μάτια, ποὺ κλαῖτε γιὰ ἄλλα πράγματα, δῶστε μου ἕνα δάκρυ μετανοίας! Τὸ δάκρυ ποὺ ἔχυσε ἡ πόρνη, τὰ δάκρυα ποὺ χύνουν οἱ ἁμαρτωλοὶ στὰ ἐξομολογητήρια, ἕνα τέτοιο δάκρυ, λένε οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, τὸ παίρνουν οἱ ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ, τὸ πᾶνε στὸ θρόνο Του, καὶ γίνεται Ἰορδάνης ποταμός.

Ὅλοι μας πρέπει νὰ περάσουμε ἀπ᾿ αὐτὸ τὸν Ἰορδάνη. Καὶ ὅπως λέω συχνά, δὲν θὰ μᾶς δικάσῃ ὁ Θεὸς γιατὶ ἁμαρτάνουμε, ἀλλὰ γιατὶ δὲν μετανοοῦμε. Τὸ ἁμαρτάνειν εἶνε ἀνθρώπινο, ἀλλὰ τὸ ἐμμένειν ἐν τῇ ἁμαρτίᾳ εἶνε σατανικό. Ἕνας μόνο δὲν μετανοεῖ, ὁ σατανᾶς.
Είθε λοιπὸν τὴν ἁγία αὐτὴ ἡμέρα, ἀπὸ τὰ μάτια τὰ δικά μου καὶ ἀπὸ τὰ μάτια τὰ δικά σας καὶ ἀπὸ τὰ μάτια ὅλων, μικρῶν καὶ μεγάλων, παιδιῶν καὶ γερόντων, ἀρχόντων καὶ ἀρχομένων, νὰ φύγῃ ἕνα δάκρυ μετανοίας γιὰ ὅ,τι ἁμαρτωλὸ ἔχουμε πράξει. Γιὰ τὰ λόγια τὰ ἄπρεπα ποὺ είπαμε, γιὰ τὶς σκέψεις τὶς ἁμαρτωλὲς ποὺ κάναμε, καὶ γιὰ τ᾿ ἁμαρτωλά μας ἔργα ποὺ ἐπράξαμε, νὰ χύσουμε ἕνα δάκρυ.
Νὰ κλαύσωμε, ἀδελφοί μου, γιὰ ὅλα τ᾿ ἁμαρτήματά μας καὶ νὰ θρηνήσουμε, γιὰ νὰ περάσουμε ἔτσι τὸν πνευματικὸ Ἰορδάνη. Καὶ ὁ Ἰορδάνης τῶν δακρύων εἶνε ἀπείρως ἀνώτερος ἀπὸ τὸν Ἰορδάνη στὸν ὁποῖον σήμερα ἁγιάζονται τὰ ὕδατα.

                                                                                                            † Ὁ Φλωρίνης, Πρεσπῶν & Ἑορδαίας 
Αὐγουστῖνος

Απομαγνητοφωνημένη ομιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου 
στον ιερό ναὸ του Ἁγίου Παντελεήμονος Φλωρίνης 6-1-1979

Μετάνοια, Αγίου Θεοφάνους του Εγκλείστου.

«ΜΕΤΑΝΟΙΑ»


Ἀπό τό βιβλίο «ΑΠΑΝΘΙΣΜΑ ΕΠΙΣΤΟΛΩΝ»
Ὁσίου Θεοφάνους τοῦ Ἐγκλείστου

Τά ἁμαρτήματά σας εἶναι μεγάλα καί φοβερά. Τίποτε ὅμως δέν ὑπερβαίνει τήν ἄπειρη εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἄφεσις τῶν ἁμαρτιῶν δέν δίνεται σύμφωνα μέ τήν ἀξία μας, ἀλλά σύμφωνα μέ τό ἔλεος τοῦ φιλανθρώπου Θεοῦ. Ὁ Θεός εἶναι ἕτοιμος νά συγχωρήση, ὅταν ὑπάρχη εἰλικρινής μετάνοια. Αὐτό πού κάνει τόν ἄνθρωπο ἀνάξιο νά συγχωρηθῆ δέν εἶναι τό μέγεθος καί τό πλῆθος τῶν ἁμαρτιῶν, ἀλλά ἡ ἀμετανοησία του.
Μόλις μετανοήσατε μέ συντριβή καί ἐξομολογηθήκατε σᾶς δόθηκε ἡ ἄφεσις στόν οὐρανό. Κατά τήν ἐκφώνησι τῆς συγχωρητικῆς εὐχῆς, αὐτή ἡ οὐρανία ἀπόφασις σᾶς γνωστοποιήθηκε.
Τό χειρόγραφο τῶν ἁμαρτιῶν ὅλων τῶν ἀνθρώπων τό ἔφερε ὁ Κύριος πάνω στόν Σταυρό καί ἐκεῖ μέ τήν θυσία Του τό ἔσχισε. Στό μυστήριο τῆς ἐξομολογήσεως ἔχουμε τήν ἐφαρμογή στόν κάθε ἐξομολογούμενο αὐτῆς τῆς θεϊκῆς ἐνεργείας. Μετά τήν ἐξομολόγησι ὁ πιστός στέκεται ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ ἀκατάκριτος.
Ἡ ἀδυναμία τῆς πίστεως σ᾿ αὐτό καί ἡ ἔλλειψις ἐμπιστοσύνης στό ἔλεος τοῦ Θεοῦ προέρχονται ἀπό τόν ἐχθρό μας. Αὐτός κτίζει φράκτη ἀνάμεσα σέ μᾶς καί στόν Θεό. Ἡ μετάνοια καί ἡ ἐξομολόγησις καταστρέφουν αὐτόν τόν φράκτη. Γνωρίζοντας λοιπόν ὁ διάβολος ὅτι τό μυστήριο αὐτό καταστρέφει τούς κόπους του γιά τήν ὁριστική ἀπώλεια τῶν ἁμαρτωλῶν, προσπαθεῖ μέ κάθε τρόπο ν᾿ ἀνακόψη τήν καρποφορία του, εἴτε ἀπομακρύνοντάς μας τελείως ἀπ᾿ αὐτό εἴτε σπείροντας ἀμφιβολίες γιά τήν δύναμί του καί ἀπελπισία γιά τήν ἄφεσι τῶν ἁμαρτιῶν. Ἡ ὀλιγοπιστία καί ἡ ἀπελπισία εἶναι παγίδες τοῦ διαβόλου. Ὁπλισθῆτε ἐναντίον του καί ἀποκροῦστε τά δόλια βέλη του.
Ὁ Κύριος θέλει τήν σωτηρία ὅλων, ἄρα καί τήν δική σας. Ὁ Κύριος προσκαλεῖ ὅλους, ἄρα καί σᾶς. Τό ἐνδιαφέρον πού τώρα ἐκδηλώνετε γιά τήν σωτηρία τῆς ψυχῆς σας τί σημαίνει; Σημαίνει τήν πρόσκλησι τοῦ Κυρίου: «Δεῦτε πρός με … κἀγώ ἀναπαύσω ὑμᾶς» (Ματθ. 11, 28). Τό ἐνδιαφέρον αὐτό εἶναι ἔργο δικό σας; Ὄχι! Ὁ Κύριος τό ἔσπειρε. Καί ἐφ᾿ ὅσον Αὐτός τό ἔσπειρε, ὑπάρχει περίπτωσις ν᾿ ἀμφιβάλλουμε ἄν θά μᾶς χαρίση καί τήν σωτηρία; Αὐτός πού σᾶς ἐνθαρρύνει νά ζητᾶτε τήν συγχώρησι, ἀσφαλῶς καί θά σᾶς τήν χαρίσει. Πλησιάστε Τον λοιπόν μέ πίστι καί μήν ἐπιτρέπετε στόν ἐχθρό νά σπέρνη ζιζάνια ἀμφιβολίας καί ἀπογνώσεως.
Ὁ διάβολος, λένε οἱ Πατέρες, μᾶς διαβεβαιώνει πρίν ἀπό τήν ἁμαρτία ὅτι ὁ Θεός εἶναι εὔσπλαχνος καί συγχωρητικός. «Ὅμως μετά τήν ἁμαρτία μᾶς ταράζει καί μᾶς συγχύζει λέγοντας: «Δέν ὑπάρχει γιά σένα σωτηρία».
Προσπαθῆστε νά στερεώνετε τήν πίστι σας καί τήν ἐλπίδα τῆς σωτηρίας. Συχνά νά ἐνθυμῆσθε τήν παραβολή τοῦ ἀσώτου υἱοῦ. Δέν περίμενε ὁ πατέρας νά πλησιάση ὁ ἄσωτος κοντά του, ἀλλά ἔτρεξε ὁ ἴδιος νά τόν συναντήση καί νά τόν σφίξη στήν ἀγκαλιά του.
Ὁ οὐράνιος Πατήρ μᾶς βεβαιώνει ὅτι δέν θέλει τόν θάνατο τοῦ ἁμαρτωλοῦ. Ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ πού βρίσκεται στά δεξιά τοῦ Πατρός, τί κάνει; Διαρκῶς πρεσβεύει γιά μᾶς. Καί τό Πνεῦμα τό Ἅγιο; Καί Αὐτό ἐπίσης πρεσβεύει γιά μᾶς μέ στεναγμούς ἀλαλήτους. Νά τί συμβαίνει στόν οὐρανό. Ἐνῶ, ἀντίθετα, ὁ ἐχθρός θέλει νά σᾶς πείση ὅτι δέν ὑπάρχει γιά σᾶς σωτηρία ἀπό τόν Θεό πού παρωργίσατε. Καί σεῖς πιστεύετε σ᾿ αὐτόν τόν πλάνο καί τόν ψεύτη, ξεχνώντας ὅτι ὁ Θεός μιά σκέψι καί μιά ἐπιθυμία ἔχει: Νά ἐλεῆ, νά ἐλεῆ, νά ἐλεῆ…».
«Λέτε ὅτι ὁ Θεός ἀποτελεῖ γιά σᾶς τήν μόνη ἐλπίδα. Σωστό εἶναι αὐτό καί ἔτσι πρέπει πάντοτε νά σκέπτεσθε. Χωρίς τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, χίλιες ἀνθρώπινες εὐεργεσίες δέν θά σᾶς βοηθήσουν. Ὅμως ἡ σκέψις σας ὅτι ἐφ᾿ ὅσον εἶσθε ἁμαρτωλή, δέν πρέπει νά προσεύχεσθε, εἶναι ὁλότελα λανθασμένη. Ὁ Κύριος ἀποστρέφεται τούς ἁμαρτωλούς ὅταν παραμένουν ἀμετανόητοι. Ὅταν ὅμως μετανοοῦν, τότε ἀφήνει ὅλους τούς δικαίους, ὅπως ὁ καλός βοσκός τά ἐνενηνταεννέα πρόβατα, καί στρέφεται πρός αὐτούς μέ ἀγάπη καί εὐσπλαχνία».
***
«Πέσατε σέ παράπτωμα; Σηκωθῆτε. Ὁ Κύριος ἐκδηλώνει πλούσιο τό ἔλεος Του σέ ὅποιον εἰλικρινά μετανοεῖ. Ἀντίθετα ὁ ἐχθρός σᾶς προτρέπει ὕπουλα σέ νέες πτώσεις ὑποβάλλοντας τήν σκέψι ὅτι καί χωρίς μετάνοια συγχωρεῖ ὁ Θεός: Αὐτό ἀποτελεῖ θανάσιμη πλάνη. Εἶναι φοβερό ν᾿ ἁμαρτάνη κανείς ἐλπίζοντας στό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Βέβαια τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀπέραντο, ἐμεῖς ὅμως εἴμαστε περιωρισμένοι καί ὅταν φθάσουμε στό σημεῖο νά παύσουμε νά μετανοοῦμε γιά τίς συχνές πτώσεις μας, τότε δέν ἀποτελοῦμε κατάλληλο δοχεῖο γιά νά δεχθῆ τήν χάρι καί τήν εὐσπλαγχνία τοῦ Κυρίου. Νά ἐνθυμῆσθε αὐτές τίς σκέψεις καί νά ἀγωνίζεσθε γιά τήν σωτηρία σας μέ φόβο καί τρόμο.
***
Ἐφ᾿ ὅσον σᾶς ἐπισκέπτονται ἀρκετοί καί ἀναγκάζεσθε νά συζητᾶτε μαζί τους λέγοντας πολλά, αὐτό ἔχω νά σᾶς πῶ: Ὅταν μένετε μόνος καθαρίστε τήν ψυχή σας, ὅπως σκουπίζουν ἕνα δωμάτιο. Ταπεινωθῆτε καί θυμηθῆτε τίς θλιβερές πτώσεις τοῦ παρελθόντος σας. Ἔτσι θ᾿ ἀπαλλαγῆτε ἀπό τόν λογισμό ὅτι κάτι ἀξίζετε καί ὅτι κάνετε καλή ἐντύπωσι στούς ἄλλους.
***
Ἡ ἐγκράτεια ἀπό τά πάθη εἶναι τό καλύτερο φάρμακο καί συντελεῖ στήν μακροημέρευσι».

Τέλος καί τῷ Θεῷ δόξα!

ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗ


Εὐχαριστοῦμε θερμά τόν Ἡγούμενο τῆς Ἱ.Μ. Παρακλήτου γιά τήν ἄδεια δημοσίευσης ἀποσπασμάτων ἀπό τά βιβλία πού ἐκδίδει ἡ Ἱερά  Μονή.
Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης

Κανείς ποτέ δεν πρέπει ν' απελπίζεται, όσες αμαρτίες κι αν έκανε!

ΑΠΟ ΤΟΝ ΒΙΟ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΣΥΓΚΛΗΤΙΚΗΣ


ΚΑΝΕΙΣ ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΠΕΛΠΙΖΕΤΑΙ ΟΣΕΣ ΑΜΑΡΤΙΕΣ ΚΙ ΑΝ ΕΚΑΝΕ, 
ΑΛΛΑ ΝΑ ΕΠΛΙΖΕΙ ΟΤΙ ΘΑ ΣΩΘΕΙ ΜΕ ΤΗΝ ΜΕΤΑΝΟΙΑ

Τις αμελείς και ράθυμες ψυχές έλεγε η μακαρία Συγκλητική κι εκείνες που από νωθρότητα δεν καταφέρνουν να προκόψουν στην αρετή, καθώς και όσες κυριεύονται εύκολα από την απόγνωση, πρέπει να τις ενθαρρύνουμε. Αν μάλιστα παρουσιάσουν ακόμα κι ένα μικρό καλό, να το θαυμάζουμε και να το μεγαλοποιούμε. Απεναντίας, και τα πιο σοβαρά και μεγάλα σφάλματά τους, να τα χαρακτηρίζουμε μπροστά τους σαν πολύ μικρά κι ασήμαντα. Γιατί ο διάβολος, που θέλει όλα να τα διαστρέφει για να μας κολάσει, προσπαθεί να κρύβει από τούς αγωνιστές και τους επιμελείς στην άσκηση τις αμαρτίες τους, κάνοντάς τους να τις ξεχνούν, για να τούς ρίξει έτσι στην υπερηφάνεια. Ενώ, αντίθετα, στις αρχάριες και αστερέωτες ψυχές παρουσιάζει εξογκωμένα τα αμαρτήματά τους, για να τις ρίξει σε απελπισία.

Να πώς πρέπει λοιπόν να παρηγορούμε τις ψυχές αυτές πού κλονίζονται:
Να τούς θυμίζουμε την απέραντη συμπάθεια και αγαθότητα του Θεού. Να τούς βεβαιώνουμε πως ο Κύριός μας είναι πολυέλεος και σπλαχνικός και μακρόθυμος (πρβλ. Ίωήλ 2:13). Σ' αυτές τις ψυχές να φέρνουμε και μαρτυρίες από τις αγίες Γραφές, που να φανερώνουν την απροσμέτρητη συμπάθεια του Θεού σ' εκείνους που αμάρτησαν και μετανόησαν. Να τούς λέμε, για παράδειγμα, πως η Ραάβ ήταν πόρνη, αλλά σώθηκε χάρη στην πίστη της (Ίησ. Ναυή 2:1 κ.έ.' <Εβρ. 11:31). Πως ο Παύλος ήταν διώκτης, έγινε όμως σκεύος εκλογής (Πραξ. 9:1 κ.έ.), και πως ο ληστής λεηλατούσε και σκότωνε, αλλά μ' έναν του μόνο λόγο άνοιξε πρώτος τη θύρα του παραδείσου (Λουκ. 23:39-43). Να τούς λέμε ακόμα για τον ευαγγελιστή Ματθαίο (Ματθ. 9:9-13) και τον τελώνη (Λουκ. 18:9-14) και τον άσωτο (Λουκ. 15:11-32) και κάθε άλλη παρόμοια περίπτωση. Και με όλα αυτά να στηρίζουμε τις αδύνατες ψυχές, γλιτώνοντας τες από την απόγνωση.

Τις ψυχές πάλι που κυριεύονται από την υπερηφάνεια, να τις διορθώνουμε με πιο εντυπωσιακά παραδείγματα.
Να ενεργούμε δηλαδή σαν τους πολύ έμπειρους κηπουρούς, που, όταν δουν ένα φυτό καχεκτικό και ασθενικό, το ποτίζουν με άφθονο νερό και το περιποιούνται με πολλή φροντίδα, για ν' αναπτυχθεί και να δυναμώσει. Ενώ, αντίθετα, όταν δουν σ' ένα φυτό πρόωρα βλαστάρια, κλαδεύουν τα περιττά, για να μην ξεραθούν σύντομα. Αλλά και οι γιατροί, σ' άλλους αρρώστους συνιστούν πολυφαγία και κινητικότητα, ενώ σ' άλλους επιβάλλουν μακρόχρονη δίαιτα και ακινησία.

Από το γεροντικό.

Προσευχή μετά την εξομολόγηση.

Ευχαριστώ Σοι κατά πολλά, ω γλυκύτατε Ιησού, Λυτρωτά μου φιλανθρωπότατε, και ιατρέ πολυέλεε του ανθρωπίνου Γένους, διατί με το πολυτίμιτον Βάλσαμον του ζωοποιού σου Αίματος ιάτρευσες ταις πληγαίς της Ψυχής μου, και με εκαθάρισες από την λέπραν των αμαρτιών μου. 
Γνωρίζω την θείαν Σου Ευσπλαχνίαν, με την οποίαν ανέμεινες να έλθω εις μετάνοιαν, εγώ ο τρισάθλιος αμαρτωλός, εις καιρόν όπου τόσοι άλλοι δοκιμάζουν τώρα την οργήν της δικαιοσύνης Σου εις τον Άδην. Δέξαι, λοιπόν, σε παρακαλώ, Κύριέ μου, δια πρεσβειών της αειπαρθένου Σου Μητρός, και Θεοτόκου Μαρίας, και πάντων Σου των Αγίων ταύτην μου την Εξομολόγησιν και αν εστάθη ελλειπής, η ατελής εις κανένα της περιστατικόν, ας αναπληρώση εις τούτο η θεία Ευσπλαχνία Σου και φιλανθρωπία, δια μέσου της οποίας κάμε, σε παρακαλώ να είμαι τελείως συγχωρημένος, να διορθώσω τα ήθη μου, κάμνωντας καρπούς αξίους της μετανοίας, και τοιουτοτρόπως μένωντας στερεός εις το καλόν εις την παρούσαν ζωήν με την θείαν Σου χάριν, να αξιωθώ εις την άλλην να απολαύσω την Ουράνιον δόξαν Σου.

Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης