.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

«Νὰ μὴν ἀργολογοῦμε, νὰ κυνηγοῦμε τὴν "Εὐχὴ", αὐτὴ θὰ μᾶς μάθει νὰ ἀγαποῦμε τὸν Χριστό»



Τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ πρέπει νὰ τὸ λέμε ἀδιαλείπτως καὶ νὰ δῆτε πώς θὰ μᾶς σκεπάσει ὁ Θεός. Νὰ μὴν ἀργολογοῦμε, νὰ κυνηγοῦμε τὴν «Εὐχὴ» (Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον με). Αὐτὴ θὰ μᾶς μάθει νὰ ἀγαποῦμε τὸν Χριστό. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἔχει τὸν νοῦ του στὸν Θεὸ καὶ στὸν Παράδεισο καὶ δὲν τὸν ἔχει στὰ γήϊνα καὶ λατρεύει τὸν Δεσπότη Χριστό, οἱ πειρασμοὶ καὶ λογισμοὶ παραμερίζονται καὶ λαμβάνει χαρά, ἀγαλλίαση καὶ ὑπομονή. Μέχρι νὰ πεθάνουμε, θὰ ἔχουμε ἀγώνα, ἐπειδὴ τὰ πάθη εἶναι ζυμωμένα μὲ τὸ αἷμα μας καὶ πρέπει νὰ ξερριζωθοῦν. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἔχει διαρκῶς τὸν νοῦ του στὸν Θεὸ λέει: «Γιατί νὰ συζητῶ καὶ νὰ μὴν ἔχω τὸν νοῦ μου στὸν Θεό;». Ὅταν ὁ ἄνθρωπος κυνηγάει τὸν Θεό, τὴν «εὐχή», δὲν ἀγαπάει τὰ λόγια, τὶς συζητήσεις. Τότε ἔρχεται ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ, ἡ μακαριότητα καὶ ὅτι καὶ νὰ ἀκούει, φωνὲς κλπ, εἶναι σὰν νὰ μὴ ἀκούει καὶ νομίζει ὅτι βρίσκεται σὲ ἄλλο τόπο. Ὅταν λέμε τὴν «εὐχή», ὁ Χριστὸς γίνεται χειραγωγὸς καὶ μᾶς λέει πῶς νὰ βαδίζουμε, πῶς νὰ τρῶμε, πῶς νὰ καθώμαστε. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος δὲν πιστεύει τὸν λογισμό του καὶ ταπεινώνεται, ἔχει εἰρήνη στὴν ψυχή του. Τὰ πάθη δὲν θὰ παύσουν νὰ μᾶς πολεμοῦν, ἀλλὰ καὶ ἐμεῖς νὰ τὰ πολεμοῦμε...

Ἀπὸ τὸ βιβλίο: «Γερόντισσα Μακρίνα, Λόγια Καρδιᾶς, Ι.Μονὴ Παναγίας Ὁδηγήτριας, Πορταριὰ Βόλου».

«Ἡ Εὐρώπη φησὶν, ἐπικράνθη, ποῦ σου μασσῶνε τὸ κέντρον; Ποῦ σου ἀντίχριστε τὸ νίκος; Ἀνέστη Ἑλλὰς καὶ σὺ καταβέβλησαι. Ἀνέστη Ἑλλὰς καὶ ζωὴ πολιτεύεται»!



Ἔχουμε διανύσει παραπάνω ἀπὸ τρία χρόνια σκλαβιᾶς. Μία σκλαβιὰ ἡ ὁποία ξεκινάει ἀπὸ οἰκονομικὴ καὶ ἐπεκτείνεται σὲ κάθε ἐπίπεδο. 
Οἱ εὐρωπαῖοι ἡγέτες σὲ συνεργασία μὲ τοὺς ἐντολοδόχους, προδότες καὶ μασσώνους ἑβραϊκῶν συμφερόντων πολιτικοὺς “μας”, ἔχουν βαλθεῖ νὰ μᾶς ξεζουμίσουν.
Καθημερινὰ φέρνουν στὸ προσκήνιο γιὰ «διαβουλεύσεις», νόμους - ἐκτρώματα οἱ ὁποῖοι πλήττουν βάναυσα τὸν Ἑλληνικὸ λαό.
Θὰ ἦταν παράλειψη ἐὰν δὲν ἀναφέραμε τὸ γεγονὸς ὅτι πλέον δὲν κρύβονται καθόλου. Μὲ περισσὴ ἀναίδεια καὶ ἀπίστευτο θράσος προσπαθοῦν νὰ ὑλοποιήσουν ἀντιχριστιανικοὺς καὶ ἀνθελληνικοὺς νόμους, γιὰ τοὺς ὁποίους ἔχουμε μιλήσει πολλάκις.
Βεβαίως, ὡς λαὸς ἔχουμε εὐθύνη γιὰ τὴν ἐκλογὴ τῶν «ἀρχόντων», ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ἀδράνειά μας. Κοιμᾶται ὁ λαός, ἀλλὰ μήπως κοιμᾶται καὶ ἡ Ἐκκλησία;
Τέλος πάντων, εἶναι γεγονὸς ὅτι ἡ σύγχρονη σκλαβιὰ ποὺ βιώνουμε δὲν θὰ συνεχιστεῖ γιὰ πολύ. 
Σὲ λίγο καιρὸ ἡ Ἑλλάδα ἀλλάζει, ὅπως εἴχαμε ἀναφέρει παλαιότερα. Βρίσκεται στὸν τάφο ἡ Ἑλλάδα μας, ἀποκομμένη ἀπὸ τὶς ρίζες της τὶς ἀξίες τῆς Ρωμηοσύνης καὶ τὰ σωστά πρότυπα.
Ὅμως, ἡ περίοδος αὐτὴ εἶναι θὰ λέγαμε κατὰ κάποιο τρόπο...
«ἀναγκαστική», καθὼς μέσω τῶν λανθασμένων ἐπιλογῶν μας, περιφρονήσαμε τὰ διδάγματα καὶ τὰ βιώματα τῶν Ἁγίων Πατέρων καὶ Μητέρων, καὶ ὁδηγηθήκαμε δέσμιοι «εἰς συναγωγὰς καὶ φυλακάς ἀγομένους ἐπὶ βασιλεῖς καὶ ἡγεμόνας ἕνεκεν τῆς ἁμαρτίας» καθότι δὲν θέλαμε τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ.
Ἡ ἀποστροφὴ τοῦ ἐκοσμικευμένου σύγχρονου πνεύματος καὶ ἡ μετάνοια θὰ ἀποτελέσουν τὸ σχέδιο διάσωσης τῆς πατρίδος μας. Μόνο ποὺ αὐτὴ τὴ φορά, αὐτὸ τὸ σχέδιο δὲν θὰ εἶναι σὰν τὰ «σχέδια» ποὺ διατυμπανίζουν καθημερινῶς τὰ Μέσα Μαζικῆς Ἐξαχρειώσεως, ἀλλὰ θὰ εἶναι ἀληθινὰ καὶ πραγματικὰ βιώσιμο. 

Θαρσεῖτε ἀδέλφια ἔρχεται ἡ λύτρωση καὶ εἶναι στὸ χέρι μας!
Τότε θὰ φωνάξουμε καὶ θὰ ψάλλουμε γιά τήν Ἀνάστασή μας:
Χριστὸς Ἀνέστη καὶ ἡ Ρωμηοσύνη Ἀνέστη!

«ΚΛΑΙΩ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ...

 ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΜΕΙΝΕΙ ΤΙΠΟΤΑ ΟΡΘΙΟ»!



«(…) Αγαπώ πολύ την πατρίδα μου και λυπούμαι πολύ που σήμερα τα Ελληνόπουλα ντρέπονται να πουν πως είναι Έλληνες. Η λέξη “Έλληνας” δεν αποδίδει φυλετισμό. Η λέξη “Έλληνας” αποτελεί φυλετισμό για κάθε άλλον πλην των Ελλήνων.

Τώρα όμως δεν είμεθα Έλληνες, είμεθα Ρωμαίοι, είμεθα Βυζαντινοί, είμεθα Θεανθρωπιστές. Ανεβήκαμε πιο ψηλά.

Είναι κρίμα, γιατί σήμερα κατόρθωσε o διάβολος κι αιχμαλώτισε τις ηγεσίες.

Κλαίω την Ελλάδα. Δεν έχει μείνει τίποτα όρθιο σήμερα.

Η Ελλάδα για να σωθεί, πρέπει όλοι οι ηγέτες της όπου και αν βρίσκονται, να πάνε εξορία. Να φύγουν, γιατί παρόντες μολύνουν.

Σήμερα πουλήθηκαν όλα.

Έχει κατορθώσει ο “Διεθνής Σιωνισμός” με τα προγράμματα που κάνει εδώ και 180 χρόνια, να εφαρμόσει σήμερα τα σχέδιά του.

Σήμερα όμως που όλοι γονατίσαμε και δεν υπάρχει ελπίς, θα επέμβει ο Θεός των Πατέρων μας για τα αίματα των Μαρτύρων μας και τα λείψανα των Αγίων μας. Το αίμα το Ελληνικό που χύθηκε για την Ορθοδοξία, εάν ενωθεί σήμερα θα γίνει πλωτό ποτάμι, να πνίξει τους κανίβαλους που λέγονται “μεγάλοι”…

Oι ελπίδες μας είναι μόνο στον Θεό. Κι εσείς να ζείτε χριστιανικά, γιατί σας λέω υπεύθυνα 
– και θα το δείτε – ότι δεν έχουμε μέρες. Αυτό που ανάβει τώρα στα Βαλκάνια θα συνεχίσει.

Αυτό θα είναι η αφετηρία μέσω της οποίας ο Θεός, με το δικό Του τρόπο, θα ελευθερώσει τους χριστιανούς και θα τους υψώσει πάλι στη γραμμή τους. Και θα επανέλθει το Βυζάντιο. Και ξέρετε γιατί; Διότι οι Ευρωπαίοι λαοί θα ξαναενωθούν. Ποιός θα τους καθοδηγεί; Δεν κρατάει κανείς. Μόνο εμείς κρατάμε την Ορθόδοξη πίστη (…)».

Και ο από εικοσαετίας εις τους ουρανούς, μεταστάς, προφήτης γέροντας, κάθε μέρα που περνά επιβεβαιώνεται… Μιας και τα τελευταία δύο χρόνια, η Ελλάδα, βρίσκεται σε ένα κομβικό σταυροδρόμι και παρ’ όλο που η έξωθεν πολεμική έναντίον της εντείνεται, εν μέσω πυρκαϊών, αναταραχών, σχέδια δολοφονίας αντιρρησιών πολιτικών και οικονομικών στραγγαλισμών, το ενδιαφέρον ημών των νεοελλήνων για την συκοφαντημένη και εν πολλοίς άγνωστη Ρωμανία και την ορθόδοξη ησυχαστική πνευματικότητα, αυξάνεται, με τα ποσοστά επισκεψιμότητας στον Ιερό Άθωνα να ανεβαίνουν, κατ’ έτος, με ραγδαίους ρυθμούς, έχοντας καταστήσει την «Ακρόπολη της Χριστιανοσύνης» τον απήνεμο πνευματικό λιμένα στον οποίον χιλιάδες ψυχές απ’ όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης, βρίσκουν την ενδυναμωτική πνευματική τροφή και την εσωτερική ανάπαυση που τόσο χρειάζονται στα δύσκολα και θεομάχα χρόνια που διανύουμε.

Το θαύμα της αφύπνισής μας λοιπόν ήδη συντελείται! Και αυτό, εν πολλοίς, ΟΦΕΙΛΕΤΑΙ ΣΤΗΝ ΑΝΑΛΓΗΣΙΑ ΤΗΣ «ΤΡΟΙΚΑ»! Μιας και οι κατά κόρον τουρκικές και σκοπιανές προκλήσεις, οι «ασύμμετρες απειλές», τα δυσβάσταχτα φοροληστρικά μέτρα και η απειλή πτώχευσης, η παραχάραξη και συκοφαντία της ιστορίας και των Ηρώων μας από τους Γερμανούς, από την κατοχική Κυβέρνηση καθώς και από μερίδα των Μ.Μ.Ε., ο πόλεμος εναντίον της Ορθοδόξου Εκκλησίας, η αύξηση της εγκληματικότητας, η θεοποίηση της γυμνής σάρκας και της φιληδονίας και όλη αυτή η διεθνιστική προπαγάνδα που προσπαθεί να μας απογαλακτίσει από τις παραδόσεις του μαρτυρικού και ενδόξου γένους μας, αποβαίνει εις βάρος των σχεδιαστών της αλώσεως της εθνικής μας μνήμης, μιας και αντί να αποκοιμίζει, μάς αφυπνίζει την ψυχή και μ’ έναν μυστικό και ακατάληπτο για τους αλαζόνες παγκοσμιοποιητές μας «τρόπο», μάς «σπρώχνει» ολοένα και ταχύτερα πίσω στις ρίζες μας, όχι μόνον στην σεβάσμια «γιαγιά» Αρχαία Ελλάδα, μα στην αγκαλιά της Μάνας Ρωμηοσύνης…

Αυτή η θαυμαστή στροφή στον υγιή πατριωτισμό ήδη κατακτά μικρές νίκες! Τα βροντερά ΟΧΙ στην κατάργηση του θρησκεύματος στις αστυνομικές ταυτότητες, στο σχέδιο Ανάν, στο βιβλίο της Ιστορίας της Στ΄ Δημοτικού, στον Οικουμενισμό, στην τηλεοπτική σειρά για το «1821», στην «Κάρτα του Πολίτη» και σε πολλά πολλά άλλα. Όλες αυτές οι σθεναρές μας αντιδράσεις, μπορούν να γίνουν οδηγοί στην άρνηση των επαχθών «Μνημονίων» και «Πολυνομοσχεδίων», ακριβώς όπως το έπραξε ο λαός μας την 3η Σεπτεμβρίου του 1843, αλλά και το 1893, διά στόματος του πρωθυπουργού Χαριλάου Τρικούπη – στο τότε Δ.Ν.Τ. – στον «Διεθνή Οικονομικό Έλεγχο» (Δ.Ο.Ε.). Μόνον που εμείς, οφείλουμε στους εαυτούς μας και προπάντων στις μέλλουσες γενεές κι ένα άλλο ισχυρότερο ΟΧΙ, το «ΩΣ ΕΔΩ ΚΑΙ ΜΗ ΠΑΡΕΚΕΙ» στα νεοφιλελευθεριστικά και κομμουνιστικά μασονικά μοντέλα διακυβέρνησης της “New World Order” και στην δαιμονική μεταφυσική όψη, αυτής, την “New Age”.

Ας βαστάμε λοιπόν, στρέφοντας και πάλι την ελπίδα μας στον Θεάνθρωπο Δημιουργό και Αδελφό μας και στην Θεοτόκο προστάτιδα του Γένους μας, «εν προσευχή και νηστεία» (Μάρκ., θ΄29). Έχοντας κατά νουν, το: «Μη φοβείσθε από των αποκτεινόντων το σώμα την δε ψυχήν υμών μη δυναμένων αποκτενείν» (Ματθ., ι΄28), μαζί και την ρήση του τελευταίου μας μαρτυρικού αυτοκράτορα: «Το δε την Πόλιν σοι δούναι, ούτ’ εμόν εστί ούτε άλλου των κατοικούντων εν αυτή… Κοινή γαρ γνώμη πάντες αυτοπροαιρέτως αποθανούμεν και ου φεισόμεθα της ζωής ημών…».

Γιατί όπως επιμένουν και κάποιοι, σημερινοί, ακροβολισμένοι «ασυρματιστές» τ΄ Ουρανού: «(…) δεν θα τους περάσει, γιατί όπου σπέρνει ο Διάβολος εκεί θερίζει ο Θεός. Θα περάσουμε δύσκολα, αλλά εμείς θα είμαστε η αιτία που θα καταπέσει η λυόμενη δικτατορική Αυτοκρατορία. Ας κτίσουν πρώτα το “Παγκόσμιο Οικοδόμημα”, αλλά ας ξέρουν, ότι δεν θα προλάβουν να το κατοικήσουν ούτε και να το χαρούν, επειδή συνεχίζουν να πλήττουν την αγιοτόκο Ελλάδα και να βυθίζουν στο χάος και στην απόγνωση ολάκερη την οικουμένη. Γι’ αυτόν τον λόγο και θα καταρρεύσουν εκ των έσω, επειδή ο Θεός των Πατέρων μας θα επιτρέψει να “φουντώσουν”, περαιτέρω και ο “ιερός πόλεμος” μεταξύ των νατοϊκών “χριστιανοδημοκρατών” και των μουσουλμάνων λόγω αυτής της μακραίωνης ενδομασονικής έχθρας που δημιούργησε στο παρελθόν τις Αμερικανικές και Γαλλικές Επαναστάσεις, αλλά και τους Παγκόσμιους Πολέμους του 20ου αιώνα… Μια διαμάχη μυστική και λυσσαλέα που δεν έχει σβήσει, μα ούτε και θα σβήσει ποτέ παρ’ όλες τις πρόσκαιρες ανακωχές που επιτυγχάνονται κατά καιρούς, γιατί με την διχόνοια και το μίσος τρέφεται ο θεός τους. Και τότε είναι που θα ξανα-κληθεί ο ολόφωτος Φάρος της Οικουμένης, η Αγία Ορθοδοξία, αυτή η ευλογημένη συνέχεια της ακαινοτόμητης Εκκλησίας των Αγίων Αποστόλων και Πατέρων, η οποία ‘περιέλαβε όλα τα πέρατα με την απλότητα του λόγου και τη μωρία του κηρύγματος, το οποίο νίκησε σοφούς και κατήργησε δαίμονες και ξεπέρασε τον χρόνο’ (Ε.Π.Ε. Γ΄, 88 – 90)  για να αναστήσει την Οικουμένη”(…)».

Ρωμανού Ξενοφάνουc Ανδρούτσου

*Από το υπό έκδοση βιβλίο του:
ΦΡΑΓΚΟCΥΝΗ←«ΜΝΗΜΟΝΙΟ»→ΡΩΜΗΟCΥΝΗ

Αν δεν μετανοήσουν, ούτε η Κόλαση θα τους δεχθεί...


Ο Θεός είναι πολύ λυπημένος με τους Έλληνες, διότι Τον αρνηθήκαμε. Καταργήσαμε τον Νόμο Του και θεσπίσαμε δικούς μας νόμους.
Κάποτε ο Μέγας Αλέξανδρος σε μια μάχη έπιασε έναν στρατιώτη, που κρυβόταν. Τρέχει και του λέει:
- Πώς σε λένε;
- Αλέξανδρο με λένε.
Του λέει:
- Αλέξανδρο σε λένε; Ή θ’ αλλάξεις διαγωγή ή θ’ αλλάξεις όνομα! Με βλέπεις εμένα στις μάχες να κρύβομαι;
Κι η Ελληνική Βουλή ή πρέπει ν’ αλλάξει διαγωγή ή πρέπει ν’ αλλάξει όνομα. Μ’ αυτά που έκανε, δεν της αρμόζει να λέγεται Βουλή. Εκείνο το όνομα που της αρμόζει να λέγεται, είναι δεόντως και πρεπόντως άβουλη και ασύνετη και απερίσκεπτη. Γιατί κατήργησε τον Νόμο του Θεού και ψήφισε δικούς της νόμους.
Ο Θεός λέει στον Δεκάλογο: «ου φονεύσεις». Οι Έλληνες Βουλευτές λένε: «Κάτω ο νόμος του Θεού· σκοτώστε». Νομιμοποίησαν τις εκτρώσεις. Δεν είναι αλήθεια αυτό; Μήπως τους συκοφαντούμε;
Ο Θεός λέει: «ου μοιχεύσεις». Αυτοί λένε: «Κάτω ο νόμος του Θεού». Νομιμοποίησαν τις μοιχείες, τις πορνείες, την ομοφυλοφιλία, την καύση των νεκρών, τον πολιτικό γάμο, βγάζουν τα Θρησκευτικά απ’ τα σχολεία, πετούν τον Σταυρό απ’ τη σημαία, τις εικόνες απ’ τις δημόσιες υπηρεσίες, θέλουν ν’ αναβιώσουν τον δωδεκαθεϊσμό και τόσα άλλα.
Ενδιαφέρονται οι Έλληνες Βουλευτές για την Ελλάδα μας; Θέλουν την πρόοδό της; Υποστηρίζουν τα Χριστιανικά μας ιδεώδη; Είναι Εθνοπατέρες και Εθνοσωτήρες; Ή είναι εθνοολετήρες και εθνοκαταστροφείς; Μ’ αυτό που κάνουν και θεσπίζουν, αποδεικνύουν ότι δεν πιστεύουν στον Θεό, σε αόρατο κόσμο, στην αθανασία της ψυχής, στην κόλαση, στον Παράδεισο, στη Μέλλουσα Κρίση κι ανταπόδοση. Όλ’ αυτά τα θεωρούν πλάνες επικίνδυνες και όπιον του λαού.
Αν δεν μετανοήσουν, ούτε η κόλαση θα τους δεχθεί. Ο Θεός θα κάνει ειδική κόλαση για να τους βάλει. Και με τα πολιτικά τους αξιώματα θα κοσμούν τα βαθύτερα και φριχτώτερα μέρη της κολάσεως!
Ο Ελευθέριος Βενιζέλος έλεγε: Ο πολιτικάντης σκέφτεται τις επόμενες εκλογές. Ο πολιτικός σκέφτεται τις επόμενες γενεές.
Οι πολιτικοί μας σήμερα σκέπτονται τις επόμενες γενιές;
Ο Καποδίστριας, ο Κουμουνδούρος, ο Τρικούπης, ο Πλαστήρας, ζούσαν για την Ελλάδα και δεν ζούσαν απ’ την Ελλάδα.
Σήμερα οι βουλευτές μας ζουν για την Ελλάδα;
Πολλοί αντίχριστοι διαμέσου των αιώνων πολέμησαν τον Αρχηγό της Πίστεώς μας λυσσωδώς. Κανένας όμως απ’ αυτούς τους αντιχρίστους δεν τόλμησε να προσβάλει την ηθική υπόσταση του Κυρίου μας. Οι αντίχριστοι του αιώνος μας προσβάλουν την ηθική υπόσταση του Αρχηγού της Πίστεώς μας και παρουσιάζουν, συγγνώμην που το λέω, τον Κύριό μας ως ανήθικο, αμαρτωλό, πόρνο, ομοφυλόφιλο, ως διεστραμμένο κι ανισόρροπο, ως τεμπέλη κι αχαΐρευτο. Λένε ότι ξεστράτισε την Αγία Μαρία την Μαγδαληνή μικρό κοριτσάκι κι έκανε έρωτα μαζί της και ότι ήθελε να κάνει μαζί της ένα παιδί, που το ονόμασε Παράκλητο. Αίσχος! Και ντροπή! Βαπτισμένοι Χριστιανοί Ορθόδοξοι, να λένε και να πιστεύουν αυτά για τον Κύριό μας! Ξεπερνούν στη διαστροφή κι αυτόν τον ίδιο τον Σατανά!


Τμήμα απομαγνητοφωνημένης συνεντεύξεως με τον Γέροντα Γαβριήλ,
 από το Ιερόν Κελλίον του Οσίου Χριστοδούλου, Καρυές Αγίου Όρους. 
Η συνέντευξη στο σύνολό της κυκλοφορήθηκε από τις 
εκδ. «Ορθόδοξος Κυψέλη» τον Ιανουάριο του 2013.
Περιοδικό ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΗ,
Ιανουάριος-Φεβρουάριος 2013, τεύχος 88


Αν έχεις αμαρτίες, να μην απελπιστείς...


«Αν έχεις αμαρτίες, να μην απελπιστείς, αυτά δεν παύω να σας τα λέω συνεχώς, και αν κάθε μέρα αμαρτάνεις, να μετανοείς καθημερινά. Γιατί η μετάνοια είναι το φάρμακο κατά των αμαρτημάτων είναι η προς τον Θεόν παρρησία, είναι όπλο κατά του διαβόλου, είναι η μάχαιρα πού του κόβει το κεφάλι, είναι η ελπίδα της σωτηρίας, είναι η αναίρεση της απογνώσεως.

Η μετάνοια μάς ανοίγει τον ουρανό και μάς εισάγει στον Παράδεισο. Γι' αυτό (σου λέω), είσαι αμαρτωλός; μην απελπίζεσαι. Ίσως βέβαια αναλογιστείς. Μα τόσα έχω ακούσει στην Εκκλησία και δεν τα ετήρησα. Πώς να εισέλθω και πάλι και πώς και πάλι να ακούσω; Μα γι' αυτό ακριβώς πρέπει να εισέλθεις επειδή, όσα άκουσες δεν τα ετήρησες. Να τα ξανακούσεις, λοιπόν, και να τα τηρήσεις.

Εάν ο ιατρός σου βάλει φάρμακο στην πληγή σου και παρά ταύτα δεν καθαρίσει, την επομένη ημέρα δεν θα σου ξαναβάλει πάλι; Μη ντρέπεσαι, λοιπόν, να ξαναέλθεις στην Εκκλησία. Να ντρέπεσαι όταν πράττεις την αμαρτία. Η αμαρτία είναι το τραύμα και η μετάνοια το φάρμακο. Αν, λοιπόν, έχεις παλιώσει σήμερα από την αμαρτία, να ανακαινίσεις τον εαυτό σου με τη μετάνοια. Και είναι δυνατό, μπορεί να πει κανείς να σωθώ, αφού μετανοήσω; Και βέβαια είναι. Μα, όλη τη ζωή μου την πέρασα μέσα στις αμαρτίες, και εάν μετανοήσω θα βρω τη σωτηρία; Και βέβαια. Από που γίνεται αυτό φανερό; Από τη φιλανθρωπία του Κυρίου σου... Γιατί η φιλανθρωπία του Θεού δεν έχει μέτρο. Και ούτε μπορεί να ερμηνευτεί με λόγια η πατρική Του αγαθότητα. Σκέψου μια σπίθα πού έπεσε μέσα στη θάλασσα, μήπως μπορεί να σταθεί εκεί ή να φανεί;

Όση σχέση έχει, λοιπόν, μια σπίθα με το πέλαγος, τόση σχέση έχει η αμαρτία σου σε σύγκριση με τη φιλανθρωπία του Θεού. Και καλύτερα, θα έλεγα, όχι τόση, άλλα πιο πολλή. Γιατί το πέλαγος, ακόμη και αν είναι απέραντο, έχει όριο, μέτρο και σύνορα. Η φιλανθρωπία όμως του Θεού είναι απεριόριστη. Γι' αυτό σου επαναλαμβάνω. Είσαι αμαρτωλός; Μην απελπίζεσαι» 

Αγιος Ιωάννης ο χρυσόστομος 

Γιατί ἔχει ὁ σατανᾶς τόση δύναμι νά πολεμᾶ τόν ἄνθρωπο



Γιατί έχει ο σατανάς τόση δύναμι να πολεμά τον άνθρωπο και γιατί παραχωρεί ο Θεός να πειράζεται και να εξαπατάται από την αμαρτία το πλάσμα Του;

— Ο σατανάς δεν έχει την δύναμι και την άδεια να κυριεύη, να ξεγελά ή να εξαναγκάζη την θέλησι του άνθρωπου για την αμαρτία. Αυτός μόνο τον πειράζει με κάθε είδους τεχνάσματα, φαντασίες, εν­θυμήσεις, με τις αισθήσεις, με τις φυσικές αδυναμίες, με την ηδονή του κόσμου, με τους λογισμούς κ.λ.π. Ο σατανάς ουδέποτε φανε­ρώνει στον άνθρωπο το πρόσωπό του, δεν αποκαλύπτεται κατευ­θείαν σαν εχθρός στον άνθρωπο.

Αλλά τον πολεμά κρυφά ή φανερά ή με τους κακούς ανθρώπους, χρησιμοποιώντας κάθε είδους τεχνά­σματα πονηρά, ώστε να μην αποκαλυφθή ο ίδιος, διότι ο σκοπός του είναι η πτώσις μας στην αμαρτία και η απώλειά μας. Αυτός ονο­μάζεται πειρασμός και πατήρ του ψεύδους διότι με τους πειρασμούς και τις ψεύτικες παγίδες του θέλει να μας οδηγήση στην αμαρτία. 
Ο σατανάς ακόμη εκβιάζει την θέλησί μας, υποδαυλίζει τα πάθη και τις σαρκικές ορέξεις της ψυχής και του σώματος, δημιουργεί αφορμές για την εκτέλεσι αμαρτιών, μας στριφογυρίζει πάντοτε τον νου στις πτώσεις μας, αλλά δεν έχει την θέλησι και άδεια από τον Θεό να μας πιέση για την διάπραξι της αμαρτίας, διότι τότε δεν θα είχαμε καμμιά ένοχη, ούτε τιμωρία και κανείς δεν θα λυτρωνόταν από τις παγίδες του.

Όμως, εάν ο άνθρωπος εξασθενή κατά την θέ­λησί του και την προσευχή, εάν γλυκαίνεται από τα δελεάσματα του διαβόλου και συγκατατίθεται στην αμαρτία, τότε δεν είναι γι” αυτό ένοχος ο διάβολος, αλλά ο άνθρωπος. Γι” αυτό του δόθηκε φύλαξ άγγελος για να τον βοηθή, να του χαρίζη την Χάρι του Αγίου Πνεύ­ματος, να τον ενισχύη, να τον οδηγή στην εκκλησία, στην εξομολόγησι, δηλαδή στην κάθαρσι των αμαρτιών του και ο Πνευματικός να τον συμβουλεύη και να τον συγχωρή. Γι” αυτό του υπόσχεται και μισθό, εάν νικήση, ή τιμωρία, εάν νικηθή. Ο Θεός επιτρέπει στον διάβολο να πειράζη τον άνθρωπο, για να τον κάνη δυνατώτερο στην πίστι και ο άνθρωπος να έχη όλη την φροντίδα της σωτηρίας του μόνο στον Θεό, και όχι στις δυνάμεις του. Επίσης ο πιστός άνθρω­πος, όταν αγωνίζεται περισσότερο, θα έχη περισσότερο μισθό από τον Θεό. Ο Θεός αφήνει τον σατανά να πειράζη τον άνθρωπο αλλά δεν επιτρέπει στον διάβολο να τον πειράξη παραπάνω από τις δυνά­μεις του (Α” Κορ. 10,13). Μόνο ο υπερήφανος και άπιστος αφήνεται από τον Θεό να πειράζεται από τον διάβολο μέχρις ότου ταπεινωθή και ζητήση την βοήθεια του Θεού και των λειτουργών Του. Στον άνθρωπο όμως του προσφέρεται η δύναμις να νικήση και απομακρύνη τον διάβολο (Εφ. 6,11 Πέτρου 5,9).


Ποια είναι τα σπουδαιότερα όπλα με τα οποία νικούμε τουςπειρασμούς του διαβόλου;

— Δύο είναι τα μεγαλύτερα όπλα με τα οποία νικούμε όλες τις διαβολικές παγίδες. Πρώτα είναι η αγία προσευχή και μετά η ταπείνωσις. Προσευχόμεθα πάντοτε στον Ουράνιο Πατέρα μας, λέγον­τας:-«Και μη εισενέγκης ημάς εις πειρασμόν, αλλά ρύσαι ημάς από του πονηρού» (Ματθ. 6,13). Δηλαδή ζητάμε από τον Θεό να μη επιτρέψη να πειρασθούμε υπεράνω των δυνάμεών μας και να μας λύ­τρωση απ” όλες τις παγίδες του πονηρού. Οπότε λοιπόν, σε κάθε πειρασμική περίστασι πρέπει να προσευχώμεθα με επιμονή, με δά­κρυα, με νηστεία και με συντετριμμένη καρδιά. Οι Πατέρες μάς συ­νιστούν να λέγωμεν πάντοτε την ευχή του Ιησού, ιδιαίτερα σε καιρό του πειρασμού, διότι το όνομα του Κυρίου βγαίνει σαν ένα σπαθί από την καρδιά μας και φονεύει τους νοητούς εχθρούς.

Το δεύτερο όπλο κατά των διαβολικών επιθέσεων είναι η ταπείνωσις. Άκουσε τι λέγει ο Δαβίδ: «Εταπεινώθην και έσωσέ με ο Κύ­ριος» (Ψαλμ. 114,6). Όταν είμεθα περικυκλωμένοι από πάθη και πειρασμούς να ταπεινούμεθα από τα βάθη της καρδίας μας, δηλα­δή, να θεωρούμε τους εαυτούς μας τους πιο αμαρτωλούς, λέγοντας ότι για τις αμαρτίες μας και την υπερηφάνειά μας πειραζώμεθα και τότε θα φύγη ο διάβολος από κοντά μας, διότι το ισχυρότερο πυρ, που κατακαίει τον διάβολο είναι η ταπείνωσις, η προσευχή, τα δά­κρυα και η νηστεία. Άλλα όπλα σε περίοδο πειρασμών είναι: Η καρτερική στους πειρασμούς υπομονή, η συχνή εξομολόγησις των λογισμών, η ανάγνωσις των ιερών βιβλίων, η αποφυγή αφορμών για αμαρτίες, η Θεία Κοινωνία, η σιωπή, η αποδέσμευσις από τα εγκό­σμια έργα και άλλα.

Ιερομονάχου Κλεόπα Ηλιέ 

«Πνευματικοί Λόγοι» 
Εκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη» 
Θεσσαλονίκη 1992

http://www.impantokratoros.gr

ΠΟΙΟΙ ΘΑ ΜΑΣ ΣΥΝΟΔΕΥΣΟΥΝ;


Οἱ πονηροί λογισμοί χωρίζουν τόν ἄνθρωπο ἀπό τόν Θεό· τόν χωρίζουν καί ἀπό τόν πλησίον. Τόν ἀπομονώνουν ἀπό ὅλους διότι τόν φυλακίζουν στόν ἑαυτό του ἐμποδίζοντας τήν προσευχή καί τήν ἀγάπη. 
Αὐτός πού τρέφει κακούς λογισμούς παύει νά προσεύχεται, ἄρα παύει νά κοινωνεῖ μέ τόν Θεό.
Παύοντας νά κοινωνῇ μέ τόν Θεό ἀδυνατεῖ νά κοινωνήσῃ ἀληθινά καί μέ τόν ὁποιοδήποτε ἄνθρωπο. Αὐτό συμβαίνει διότι χωρίς τόν Θεό ὁ ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά νικήσῃ τόν ἐγωκεντρισμό του, τήν ἰδιοτέλειά του. Ἡ ἀληθινή ἀγάπη καί κοινωνικότητα εἶναι ἔξοδος ἀπό τή φιλαυτία ἀπό τό «ἴδιον τέλος», ἀπό τό «ἴδιον συμφέρον».
Ὁ ἄνθρωπος πού καλλιεργεῖ τούς κακούς λογισμούς ἀντί νά εἶναι φιλόθεος καί φιλάνθρωπος γίνεται φίλαυτος.
Ἀναζητεῖ τήν εὐτυχία στόν ἑαυτό του. Γίνεται φιλήδονος, ὑλιστής, ματαιόδοξος. Χωρίζεται ἀπό τόν Θεό καί τόν πλησίον του λειτουργώντας ἐγωκεντρικά, ἀναρχικά, αὐτόνομα, ὑπερήφανα.
Ἡ φιλήδονη ψυχή δέν θέλει νά κοπιάσῃ, νά κουραστῇ, νά πονέσῃ, νά βγῇ ἀπό ὅ,τι θεωρεῖ «καλό», «βόλεμα», «εὐτυχία».
Ἡ φιλήδονη ψυχή ἔχει «σαρκοποιηθῇ», ἔχει συσσωματωθῇ μέ τήν γῆ, τό χῶμα, τήν ὕλη, τήν ματαιότητα, τήν προσωρινότητα, τό «σχῆμα τοῦ κόσμου τούτου».
Ἡ φιλήδονη καρδιά λειτουργεῖ ὡς εἱρκτή-φυλακή, ὡς ἁλυσίδα γιά τήν ψυχή. Ἐμποδίζει τήν ψυχή κατά τήν ὥρα τοῦ θανάτου. Κατά τήν ἔξοδό της ἀπό τό σῶμα, ἡ ψυχή δέν δύναται νά πορευθῇ στήν ἀληθινή ἐλευθερία, πού εἶναι ὁ Θεός. «Φιλήδονος καρδίᾳ εἱρκτή καί ἅλυσις ἐν καιρῷ ἐξόδου»1. Ἡ προσκόλλησι τῆς ψυχῆς στίς σαρκικές ἡδονές δέν τῆς ἐπιτρέπει νά πτερωθεῖ καί νά πορευθεῖ στήν οὐράνια πατρίδα τήν Ἐκκλησία τήν θριαμβεύουσα, πού εἶναι ἕνα μέ τήν στρατευομένη. Τά πάθη δέν ἐπιτρέπουν στήν ψυχή νά πτεροφυήσῃ γιά νά μεταστῇ στά οὐράνια σκηνώματα. Ἡ φιλαυτία καί τά τέκνα της ἡ φιληδονία, ἡ φιλαργυρία καί ἡ φιλοδοξία δυσκολεύουν ἤ πιό σωστά ἀπαγορεύουν τήν κίνησι τῆς ψυχῆς πρός τόν Θεό.
-Τί μπορεῖ νά τήν θεραπεύσῃ;
-Ἡ μετάνοια… ἡ ἔμπρακτη μετάνοια, ἡ προσευχή, ἡ ἄσκησι.
Πράγματι: Ἡ μετάνοια πού ἐκφράζεται μέ τήν φιλοπονία, τήν ἄσκησι, τήν ἀγάπη τοῦ ἑκούσιου κόπου-πόνου γιά τόν Χριστό ἀπαλλάσσει τήν ψυχή ἀπό τήν σκουριά τῆς φιλαυτίας.
Ἡ φιλόθεη καί φιλάνθρωπη ψυχή καθαρίζεται ἀπό τούς αἰσχρούς καί πονηρούς καί βλάσφημους λογισμούς διά τῆς προσευχῆς, τῆς ἀντίστασης στά πάθη καί τῆς ἀποφυγῆς κάθε πράγματος πού τά ἐξάπτει καί τά τρέφει.
Ἡ μετανοημένη ψυχή καλλιεργεῖ τούς καλούς φωταγωγικούς, φωτοφόρους καί φωτόμορφους λογισμούς. «Ἐνθυμήσεων πονηρῶν ἡ ψυχή σου καθαρευέτω καί ἀρίσταις ἐννοίαις φωταγωγείσθω»2 μᾶς προτρέπει ὁ Ἅγιος Θεόδωρος Ἐδέσσης στή Φιλοκαλία.
Ἡ ψυχή πού ἀντικαθιστᾶ τούς κακούς μέ καλούς λογισμούς τελικά φθάνει νά μήν ἔχει κανένα λογισμό παρά μόνο τό Φῶς, μόνο τόν Χριστό. Εἶναι ἡ ψυχή πού ἔχει ἐγκάτοικον Αὐτόν πού εἶναι ἡ ὑποστατική Ζωή, τό ὑποστατικό Φῶς, ἡ ὑποστατική Εἰρήνη.
Ἡ ψυχή αὐτή πού ἀγαπάει τόν πόνο γιά τόν Χριστό εἶναι πόρτα ἀνοιχτή στόν οὐρανό. «Ἡ δέ φιλόπονος, θύρα ἠνεῳγμένη»3.
Ἡ καθαρή ψυχή κατά τήν ὥρα τῆς ἐξόδου της ἀπό τό σῶμα ὁδηγεῖται ἀπό τούς Ἀγγέλους στήν οὐράνια Ἐκκλησία, ἐνῶ ἡ βρώμικη καί ἀμετανόητη παραλαμβάνεται ἀπό τούς δαίμονες. «Τῷ ὄντι γάρ ψυχάς καθαράς ἐξερχομένας τοῦ σώματος, Ἄγγελοι ὁδηγοῦσι, πρός τήν μακαρίαν χειραγωγοῦντες ζωήν· τάς δέ ῥερυπωμένας καί ἀμετανοήτους, δαίμονες, οἴμοι, παραλήψονται»4.
Ἄς ἀντιστεκώμαστε στούς πονηρούς καί αἰσχρούς καί βλάσφημους λογισμούς γιά νά ἀξιωθοῦμε τῆς συνοδείας Ἀγγέλων κατά τήν ὥρα τῆς ἐξόδου μας. 

ΤΕΛΟΣ ΚΑΙ ΤΩ ΘΕΩ ΔΟΞΑ!

Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης

1 Ἁγίων Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου & Μακαρίου Κορίνθου, Φιλοκαλία τῶν Ἱερῶν Νηπτικῶν,Ἐπιμέλεια ἀδελφῶν Ἱεροῦ Κοινοβίου Μονῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου Μπούρα – Λεοντάρι Ἀρκαδίας, Ἔκδοσις Α΄ 2011, τομ. Β΄, Ἁγίου Θεοδώρου Ἐδέσσης, Κεφάλαια ψυχωφελῆ, κη΄, σελ. 553.
2 Ὅ.π.
3 Ὅ.π.
4 Ὅ.π.

Είναι προδοσία της σωτηρίας μας αυτά τα δύο...


Ασκώντας την αρετή να φοβόμαστε μήπως πέσουμε στηριζόμενοι στο θάρρος μας.
Και όταν αμαρτάνουμε να μετανοούμε.
Είναι προδοσία της σωτηρίας μας αυτά τα δύο.
Δηλαδή και το να έχουμε θάρρος όταν είμαστε ενάρετοι και το να απελπιζόμαστε όταν είμαστε πεσμένοι στην κακία.
Γι' αυτό ο Παύλος, για ν' ασφαλίσει εκείνους που ασκούν την αρετή, έλεγε:
"Εκείνος που νομίζει ότι στέκεται, ας προσέχει μήπως πέσει"
Και πάλι:
"Φοβάμαι μήπως, ενώ κήρυξα σε άλλους, εγώ ο ίδιος βρεθώ ανάξιος".
Ανορθώνοντας πάλι τους πεσμένους και διεγείροντάς τους
Σε μεγαλύτερη προθυμία διακήρυττε έντονα στους Κορινθίους γράφοντας τα εξής:
"Μήπως πενθήσω πολλούς που αμάρτησαν προηγουμένως και δεν μετανόησαν".
Για να δείξει ότι είναι άξιοι θρήνων όχι τόσο εκείνοι που αμαρτάνουν όσο εκείνοι που δεν μετανοούν για τα αμαρτήματά τους.
Και ο προφήτης πάλι λέγει:
"Μήπως εκείνος που πέφτει δεν σηκώνεται, η εκείνος που παίρνει στραβό δρόμο δεν επιστρέφει";
Γι αυτό και ο Δαυίδ παρακαλεί αυτούς ακριβώς, λέγοντας:
"Σήμερα, εάν ακούσετε τη φωνή Αυτού, μη σκληρύνετε τις καρδιές σας όπως τότε που Τον παραπίκραναν οι πατέρες σας" (Ψαλμ. 94, 8)
Όσο λοιπόν θα υπάρχει το σήμερα, ας μη απελπιζόμαστε, αλλ' έχοντας ελπίδα προς τον Κύριο.
Και έχοντας κατά νουν το πέλαγος της φιλανθρωπίας Του.
Αφού αποτινάξουμε κάθε τι το πονηρό από τη σκέψη μας άς ασκούμε με πολλή προθυμία και ελπίδα την αρετή και ας επιδείξουμε μετάνοια με όλη τη δύναμή μας.

Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

Ποίος είναι έτοιμος;


Η Εκκλησία κάθε βράδυ κλίνει με μια ωραία προ­σευχή, «εν μετανοία και εξομολογήσει παράλαβε». Έτσι δέεται ο ιερεύς για την εκκλησία και ο άνθρωπος ο οποίος δεν είναι εις θέση ανά πάσαν στιγμήν να σταθή εις κρίση δεν μπορεί να πη ότι θρησκεύει απόλυτα. 
Θέ­τω το ερώτημα στον εαυτό μου πρώτον και έπειτα σε ε­σάς. Αν αυτή την στιγμή πει ο Κύριος STOP, μέχρι ε­δώ, ελάτε για λογαριασμό. Ερωτώ αυτούς που θρησκεύουν, δεν λέγω τους άλλους που δεν ξεκίνησαν ακό­μη ή που παρακολουθούν από μακρυά το γεγονός. Είναι εις θέση να σταθούν ενώπιον του φοβερού βήματος, που θα κρίνει απροσωπόληπτα, που θα κρίνει χωρίς συναι­σθήματα και χωρίς ψευδομαρτυρίες; 
Είμεθα εις θέση να σταθούμε; 
Θα πούμε οι περισσότεροι από ταπεινολογία, όχι, και οι υπόλοιποι από ταπείνωση, όχι.
Ποιος είναι αυτός που μπορεί να σταθεί, και γιατί δεν μπορούμε να σταθούμε; 
Είμεθα αμαρτωλοί, θα δοθή η απάντησις, και τι κάνεις έναντι της αμαρτίας; 
Και πο­νοκέφαλο έχεις αλλά παίρνεις ασπιρίνη, και πυρετό κά­νεις και παίρνεις αντιβιοτικά, και ασθενής είσαι και πηγαίνεις στο νοσοκομείο. Αναφορικώς, όμως, με την α­μαρτία, τι κάνεις; 
Ποιο είναι το φάρμακο της αμαρτίας; 
Έπαθες μια ζημιά από ένα φαγητό, ξανά το τρως; 
Όχι. Ημάρτησες άπαξ, γιατί ξαναμαρτάνεις; 
Πού είναι η λογική, η απλή λογική; 
Άσε την Θεολογία στην άκρη, πού είναι η απλή λογική; 
Θέλω, λοιπόν, απόψε το βράδυ να μιλήσω για αυτό το θέμα.

Ποιος νομίζει ότι είναι εις θέση απόψε να κριθή; 
Δεν νομίζω να μπορή κανένας να μου παρουσίαση συμ­βόλαιο από τον Χριστόν ότι αυτός έχει περιθώριο να μετανοήση, ότι έχει περιθώριο να ζήση και να τακτοποίη­ση τα θέματά του, εφόσον αναβάλει σήμερον και δεν ενδιαφέρεται. Δεν νομίζω να έχη κανείς να μου επιδείξη, να μου πη, Κύριε εγώ έχω 20 χρόνια μπροστά μου. Δεν ξέρω τι του λέει ο διάβολος στο κεφάλι. Ο Χριστός τι του λέει. τον ρώτησες τον Χριστό; 
Ο Χριστός δεν υπόσχεται ζωή εδώ, εκεί υπόσχεται. Υπάρχει ψευδαίσθηση σε πολλούς ανθρώπους ότι έχουν καιρόν. Αυτό είναι ένα μεγάλο τέχνασμα του σατανά, του εμπείρου αυτού προ­σώπου των 8.000 ετών ο οποίος γνωρίζει να κλέβη το παρόν και να υπόσχεται το μέλλον. Να κλέβη το σήμε­ρον και να υπόσχεται την αύριον, και όταν η αύριον γίνη σήμερον, να του την κλέβη και αυτήν και να του υπόσχεται την πάρα κάτω.
Αναφέρεται εις το Γεροντικόν, ότι κάποτε πήγε ένας σατανάς και ηπείλησε έναν μοναχόν και του είπε, πού θα μου πας, δεν σ' έβαλα στο χέρι μέχρι τώρα, αλλά στα 40 χρόνια που θα ζήσης ακόμα, θα σε βάλω, δεν θα μου γλυτώσης, και έφυγε. Ο μοναχός επήρε στο νου του τα 40 χρόνια. 40 χρόνια ακόμη, τότε έχω περιθώριο. Έχω 40 χρόνια, είναι αρκετά, δεν πάω μέχρι το χωριό να ιδώ, υπάρχει κανένας από τους δικούς μου; Και έρχομαι; 40 χρόνια ακόμη, πόσο θα κάμω, 5 μέρες, 10 μέρες. Έχω 40 εδώ και 40 ακόμη 80, δεν χάθηκε ο κόσμος για 5-10 μέρες. Ας πάω να δω, μήπως υπάρχει η μητέρα μου, υ­πάρχει κανένας από τους συγγενείς μου, άνθρωποι του Θεού και αυτοί, να τους πω και δυο λόγια, άλλωστε. Δικαιολογία όμορφη του σατανά, να τον βγάλει από τον τόπον του, βέβαιος ότι θα τον βγάλει και από τον τρό­πον του. και δεν έβλεπε πότε να ξημερώση ο γέροντας. Το πρωί επήρε το σακουλάκι του και το ραβδί του και άρχισε να κατηφορίζη. Ο Θεός τον λυπήθηκε και τον έστειλε έναν άγγελο μπροστά και τον λέγει. «για πού με το καλό;». «Να, πηγαίνω κάτω». «Γύρισε πίσω, σε λυπή­θηκε ο Θεός και μ' έστειλε να σου πω ότι σ' εξηπάτησε ο σατανάς». Ήρθε στον εαυτό του αυτός και επέστρεψε κλαίγοντας για το πάθημα. και την τρίτην ημέραν απέ­θανε. Τα 40 χρόνια του σατανά ήσαν 3 ημέρες στου Θε­ού τον λογαριασμό.
Σου είπε ο γιατρός ότι στέκεσαι καλά. Έκανες τσεκ-απ και είσαι εντάξει, και είσαι τακτοποιημένος κ.τ.λ. και αύριο είσαι για τα κυπαρισάκια. Σου 'πε κανείς; 
Ένα αυτοκίνητο ήρθε στο πεζοδρόμιο και σε παρέσυρε και ε­σένα και το παιδί σου. 
Ο θάνατος είναι κλέφτης, εν νυκτί μάλιστα, που δεν ξέρεις πότε θα έρθη, πούθε θα έρθη και πώς θα έρθη. Ουδείς γνωρίζει, είναι δαμόκλειος σπάθη η οποία κρέμεται σε κάθε κεφαλή, πού η λογική αυτή του ανθρώπου, αν απόψε φύγω, εάν με καλέσει μ' ένα δυ­στύχημα, ή με μίαν ασθένειαν εγώ πάω, σε ποια κατά­σταση θα είμαι; 
Αυτή, λοιπόν, η αμέλεια γύρω από την ετοιμασία της αναχωρήσεως ανά πάσαν στιγμήν όλων των ηλικιών, είναι θανάσιμο αμάρτημα. Αυτή η αδιαφο­ρία, που δεν είμεθα ανά πάσαν στιγμήν με το εισητήριο στο χέρι, είναι θανάσιμος κίνδυνος. Διότι ο άνθρωπος πρέπει να είναι σαν τον άνθρωπον που μέλει να ταξιδέψει για το εξωτερικόν και περιμένει το τηλεφώνημα από το πρακτορείο, ότι το καράβι περνάει την τάδε ημέρα, και δεν μπορεί ο άνθρωπος αυτός να πάει εξοχή, και δεν μπορεί να πάει κρουαζιέρα, και δεν μπορεί να πάει πουθενά, ούτε αναλαμβάνει καμία επιχείρηση αναμένοντας ανά πάσαν στιγμήν την ειδοποίηση από το πρακτορείο, ότι το καράβι φεύγει, περνάει την τάδε ημέρα.
Υπάρχουν θρησκεύοντες Χριστιανοί που, εάν αυτή την στιγμή, εκεί που είναι στο υπερώο αυτό και στο επά­νω υπερώο και κάτω, θελήσει ο Κύριος να τους εξομο­λόγηση στην πόρτα, καράβια αμαρτίες θα φορτωθούνε, που πιστεύουν στον Χριστό, που πιστεύουν στην ορθό­δοξο πίστη, που πιστεύουν στα μυστήρια, που πιστεύουν εις τον κλήρον, που ανάπτουν κεριά, που νηστεύουν, που κάνουν, θα φορτώσουν καράβια αμαρτίες. Είναι ανεξομολόγητοι, είναι άνευ θείας κοινωνίας. Εκκλησιάζο­νται χωρίς να κοινωνούν. Θρησκεύουν με τον τρόπο τους. Έχουν φτιάξει θρησκεία των μέτρων τους. Έχουν φτιάξει τον Χριστό τόσον, που να χωρούν όπως είναι, φορτωμένοι σαν τον σκαντζόχοιρο με τις σταφυλόρογες στην πλάτη. διότι έτσι είμεθα οι περισσότεροι με τις α­μαρτίες μας.
Έχετε ιδεί σκαντζόχοιρο να μεταφέρη σταφυλόρο­γες στα παιδιά του; Τις ρίχνει κάτω και κυλιέται επάνω, και πηγαίνει σαν πολυέλαιος. Καταλαβαίνετε τώρα τι μέρος πρέπει να είναι ανοιχτό να τις περάσει αυτές. Έ­τσι είμεθα οι περισσότεροι, δεν χωράμε στην στενή και τεθλιμμένη πύλη, που έχει ο Χριστός, για τους πιστούς. Είναι πλαδαρή η ζωή μας, δεν βιάζεται η ζωή μας, δεν αγωνιζόμεθα έναντι των αισθήσεών μας που είναι φορείς και καταστρέφουν την ψυχή μας. Δεν προσέχουμε την γλώσσα μας, δεν προσέχουμε τα μάτια μας, τα αυτιά μας, την αφή μας. Βομολοχούμε πολλάκις και αστειαζόμεθα πολλάκις, αλλά και βλασφημούμε ακόμη, καταρώμεθα. Είναι δυνατόν να λέγεται ποτέ αυτός Χριστιανός, και εί­ναι δυνατόν να συγκαταριθμηθή στην εκλεκτή ποίμνη του Κυρίου, εφ' όσον αυτός ο άνθρωπος δεν είναι έτοι­μος ανά πάσαν στιγμήν για να φύγη; 
Θα ετοιμαστώ. Ε­γώ πιστεύω. Θα έχης τον χρόνο να ετοιμαστής; Είθε να σου προσθέσει τον χρόνον, αλλά μήπως εξαντληθεί το όριον, μήπως μέχρι τώρα ο χρόνος που προσθέτει δεν εί­ναι στην μακροθυμία του και στην χρηστότητά του; 
Τον εδικαιούσο τον χρόνο μέχρι σήμερα. Μήπως η χρηστό­τητά Του και η μακροθυμία Του δεν σου τα προσέθεσε; 
Ποιος είσαι εσύ και ποιος είμαι εγώ, που θα με περιμένη, και Αυτός είναι υποχρεωμένος να με περιμένη να κά­νω εγώ τη ζωή μου με τον τρόπο μου; 
Ποιος είσαι εσύ, ποιος είμαι εγώ; Δεν το έχουμε λάβει σοβαρώς υπόψι. Για πηγαίνετε στα κοιμητήρια να δείτε πόσα αρνιά είναι εκεί. Για διαβάστε εφημερίδες να δείτε, πόσα ατυχήμα­τα, πόσα συμβάντα καθημερινώς στέλνουν τους ανθρώ­πους στην άλλη ζωή απροετοίμαστους.

Ενθυμείστε τι σας έλεγα προχθές πως είδανε το κοι­μητήριο της Αναστάσεως του Πειραιώς κατάμεστον από μαύρες σημαίες. Γιατί; αμετανόητοι και ανεξομολόγητοι, ακοινώνητοι, απροετοίμαστοι αυτοί οι ίδιοι και οι ι­δικοί των, τους αμπαλάρισαν εν τη απιστία των, δεν τους πήγαν παπά, δεν τους έκαμαν μυστήριο, δεν τους εκάλεσαν για εξομολόγηση, για θεία κοινωνία, έστω και την τελευταία στιγμή, και είναι με μαύρη σημαία, και θ' αναστηθούν βέβαια, διότι θα ανοίξουν οι τάφοι και οι μεν και οι δε, να αποδώσουν ότι τους εμπιστεύθη να φυ­λάξουν, αλλά θα αποδώσουν κόρακας ως αντιλαμβάνε­σθε, διότι κόρακα τους εδόθη να φυλάξουν. Ο άνθρωπος να φοβάται, να φοβάται όταν ζει, διότι δεν ξέρει αν πίσω του είναι ο θάνατός του, δεν ξέρει αν η ημέρα αυτή είναι η τελευταία ή η βραδυά αυτή είναι η τελευταία.
Διάβαζα κάποτε έναν που έγραφε περί της ζωής του ανθρώπου και του θανάτου ως εξής: «ο άνθρωπος όταν γεννάται βρίσκεται μπροστά σ' έναν δρόμο ο οποίος εί­ναι γεμάτος από κεράκια αναμμένα. Κάθε μέρα παίρνει και ένα κερί και μειώνονται ως είναι φυσικό τα κεριά». Πού ξέρεις άνθρωπε τώρα αν ήταν το τελευταίο κερί που πήρες εσύ σήμερα το πρωί και δεν υπάρχει άλλο; 
Πού ξέρεις αν το κρεββατι σου το αναπαυτικό γίνει νεκροκρέββατό σου; 
Ποιος είναι αυτός που θα σου το πει; 
Εδώ ένας αδελφός πήγε να πλήρωση στην τράπεζα ένα γραμμάτιο και του λέγει ο υπάλληλος. να έρθης την Δευ­τέρα, επειδή έκλεισαν το μεσημέρι. «καλά, του λέει, πρώτα ο Θεός, θα έλθω τη Δευτέρα». «Πρώτα ο άνθρω­πος τον λέει αυτός, όχι ο Θεός», και έγινε μία συζήτηση και κοίταξε να τον πείσει, αλλά «πρώτα ο άνθρωπος, όχι ο Θεός». Δηλαδή εγώ πρώτα, εγώ θα κανονίσω πότε θα πεθάνω, εγώ θα κανονίσω αν ζήσω, τι μου λες «πρώτα ο Θεός;». Τέλος πάντων έφυγε, γιατί είδε ότι δεν έβγαινε τίποτε απ' τη συζήτηση εκείνη την ώρα. Αποτέλεσμα ο κύριος αυτός, που έλεγε πρώτα ο άνθρωπος, την άλλη μέρα το πρωί είχαν συνενοηθεί με την σύζυγον να κά­νουν μίαν επίσκεψη και είπε στην σύζυγο. «δεν ετοιμά­σθηκες ακόμη;», και κάθησε στο χώλ και πήρε την Κα­θημερινή και διάβαζε. Καλά θα ετοιμαστώ γρήγορα, λέ­ει. Όπως εκάθησε εκεί σε λίγο είχε πάρει ρόγχο. Ο ρόγχος αυτός ενόμισε η γυναίκα του ότι ήταν του ύπνου και είπε μονολογώντας, ενώ εκτενιζόταν εις τον καθρέ­φτη. «ακόμη δεν εκάθησες και αποκοιμήθηκες και βιάζε­σαι κι όλα;». Το αποτέλεσμα ήταν ότι αυτός απέθανε κά­τω από την Καθημερινή την εφημερίδα. Και την άλλη Δευτέρα δεν βρήκε αυτόν, αλλά βρήκε την αφίσα, ότι κηδεύεται. Αυτός είναι ο άνθρωπος. 
Πού η λογική λοι­πόν;
Έχουν την γνώμη, διότι είναι νέοι, ότι θα ζήσουν, αλλά και οι μεγάλοι έχουν την γνώμη ότι θα ζήσουν, ο σατανάς είναι τεχνίτης. Το μεγαλύτερο τέχνασμα του σατανά, του εμπείρου αυτού προσώπου των 8.000 ετών είναι αυτό. Λέγεται ότι κάποτε έγινε μια συνεδρία μεγά­λη εκ μέρους του Βεελζεβούλ με όλο το επιτελείο του, να αποφανθούν ο καθένας από την πείρα του τι μπορούν να κάνουν για να κολάζουν τους ανθρώπους, και ερωτήθησαν πολλοί σατανάδες που εθεωρούντο με πνεύμα. Ο ένας είπε θα κάνουμε αυτό, ο άλλος είπε θα κάνουμε πο­λέμους να σκοτωθούν οι άνθρωποι, να χωρίζουν τα αν­δρόγυνα, άλλος θα τους κάνουμε να βλασφημήσουν το Θεό, άλλος θα τους κάνουμε αιρετικούς. Δεν ικανοποιείτο όμως και τόσο ο μεγάλος από όλα αυτά τα οποία ήκουε. Ένας μικρός διαολάκος καθόταν σε μία άκρη και τον ερώτησε ο μεγάλος με τη σειρά του. «εσύ έχεις να μας πης τίποτα;». Λέει. «έχω και εγώ μία γνώμη, αλλά ε­δώ μίλησαν τόσοι μεγάλοι, εγώ τι να πω». Καλά, πες την να την ακούσουμε και την δική σου. «Εγώ έχω τη γνώμη, να μην κάνουμε τίποτε από αυτά που είπαν οι προγενέστεροι αλλά να πούμε στον κόσμο, ότι υπάρχει Θεός, ότι υπάρχει κόλαση και παράδεισος, ότι ο Χρι­στός σώζει. Όλα αυτά να τα πούμε στον κόσμο, αλλά μπορούμε να τους πούμε στο τέλος, πως έχουνε καιρό, μη βιάζονται». Αυτό θα γίνη, ενέκρινε ο μεγάλος. Αυτό είναι, και αυτό γίνεται και θα γίνεται. Ας μου πη μια μά­να που μίλησε στο παιδί της, ότι θα πεθάνει, και ας μου πη μια μάνα ότι ετοιμάζει το παιδί της, ότι θα πεθάνει. Αλλοίμονό της αν δεν του λέει ή αν δεν το ετοιμάζει, αλλά το βλέπει σαν αντικείμενο, το βλέπει εξωτερικώς, δεν το βλέπει εσωτερικώς.
Εζήτησε τίποτε ο Χριστός από τον άνθρωπο όταν ήρθε στον κόσμο; 
Του ζήτησε κεριά, του ζήτησε λιβά­νια, του ζήτησε λαμπάδες σαν το μπόι του, ζήτησε τέ­τοια πράγματα; 
Αμαρτίες εζήτησε, μετανοείτε είπε, τό­σον δια του προφήτου του όσον και ο Ίδιος. Δια μεν του προφήτου του, είπε: «μετανοείτε ήγγικε γαρ η βασι­λεία των ουρανών». 
Ο Ίδιος δε είπε, όταν εξήλθε στον δημόσιο βίο: «μετανοείτε ήγγικε γάρ η βασιλεία των ου­ρανών και πιστεύσατε εις το ευαγγέλιον». Ευαγγέλιο εί­ναι ο Ίδιος. Η επαγγελία, ότι «ο υιός του Θεού έγινε υι­ός της Παρθένου», για να πάρη τις αμαρτίες του κόσμου. «ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου».
Αυτό είναι το θέμα το σοβαρό, αν αυτό επιτευχθεί και ο άνθρωπος είναι συνεπής, ανά πάσαν στιγμήν μετα­νοημένος, εξομολογημένος και κοινωνημένος, έχει κλεί­σει το περισσότερο μέρος έξω, έχει πιθανότητες να σωθή. 
Ο Άγιος Αρσένιος 94 ετών άνθρωπος, με θαύματα και νεκραναστάσεις, έλεγε: «πρόσθες ημίν χρόνον, Κύ­ριε, ίνα βάλω αρχήν μετανοίας». 
Διότι σε κάθε αμαρτία, σε κάθε πτώση, χρειάζεται η μετάνοια, χρειάζεται η ανόρθωση. Έστω και μία αμαρτία να έχης, μετάνοια χρειάζεσαι και 100 αν εχης, μετάνοια χρειάζεσαι. 
Φάρ­μακο δωρεάν προσφερθέν και εύκολον δια τον καθέναν, αλλά είναι το εγώ και η σαρξ. Αυτά τα δύο εμποδίζουν τον άνθρωπο να ταπεινωθή και να ζητήση την χάρη του Θεού και την άφεση των αμαρτιών. Είναι ένα θέμα μέσα από τον παράδεισο αυτό. Τι λέτε, εάν ο Αδάμ και η Εύα δεν μετεβίβαζον την ευθύνη και έπαιρναν επάνω τους την αμαρτία δεν θα τακτοποιήτο το θέμα εκεί; 
Θα ετακτοποιήτο εκεί. Δεν υπήρχε λόγος αυτός ο Θεός να γίνη άνθρωπος και να υποστή όσα υπέστη και να φτάση μέ­χρι κοιλίας άδου. Θα ετακτοποιήτο εκεί. Αλλά δυστυ­χώς μετεβίβασαν την ευθύνη ο Αδάμ εις την Εύα, η Εύα εις τον όφιν και οι δύο εις τον Θεόν, διότι ο Θεός έφτια­ξε την Εύα, και ο Θεός έφτιαξε τον όφι. Πράγμα το οποίο κάνουμε και εμείς σήμερα. Όλοι μας πταίουν πλην του εαυτού μας. Φταίει ο κλήρος. Φταίει ο πατέρας, φταίει η μητέρα, φταίει ο διδάσκαλος, φταίει ο γείτονας, φταίει η κοινωνία, λένε ορισμένοι. Έγινες εσύ καλός μέσα και σε χάλασε η κοινωνία! Τι είναι η κοινωνία; Δεν είναι σύνολο ατόμων, οικογενειών; 
Τι είναι η οικο­γένεια; 
Δεν είναι σύνολο προσώπων; 
Εφόσον εσύ και ε­γώ που απαρτίζουμε την οικογένεια είμεθα πονηροί, τι θα είναι η οικογένεια και κατ' επέκτασιν η κοινωνία; 
Φτιάξε, λοιπόν, τον εαυτό σου εσύ και εγώ, να δης πώς η οικογένεια θα είναι χρηστή και πώς η κοινωνία παρά­δεισος. Εφ' όσον όμως εγώ είμαι πονηρός, τι θα είναι η οικογένεια, τι θα είναι η κοινωνία; 
Ζούγκλα ολόκληρος θα είναι, εφ' όσον απαρτίζεται από τέτοιους που βγαί­νουν έξω από την πόρτα, γιατί να μην βγαίνουν άγγελοι; 
Η κοινωνία είναι ικανή να αφομοίωση το καλό. Το κα­κό ουδέποτε είναι δυνατότερο του καλού, αν εμείς δεν το υποδουλώσουμε. Γιατί ο κακός να με κάνει εμένα κακόν, και εγώ ο καλός να μην κάνω αυτόν καλόν, ή να μένω στην θέση μου, εάν δεν θέλει να με ακολουθήσει; 
Γιατί; 
Διότι ουδέποτε ήμουνα σωστός, καλός, ουδέποτε ήμουν. Ήμουν έτοιμος να πέσω και γίνομαι αιτία να βλασφημήται ο Χριστός μας και βγάζω αδύνατο τον Χριστό μας. Και βλέπετε καθημερινώς πόσοι άνθρωποι φεύγουν από την ορθόδοξον πίστιν, πόσοι άνθρωποι εγκαταλεί­πουν τον Χριστιανισμό, διότι ουδέποτε υπήρξαν σωστοί και εμβολιασμένοι Χριστιανοί, ώστε να μη μπορούν ό­λοι οι πονηροί του κόσμου να τον μεταθέσουν. Και γνωρίζετε όσοι ηγίασαν, όσοι εμαρτύρησαν, ότι είχαν συλ­λάβει σωστά το θέμα και το ζούσαν. Ζούσε μέσα τους Χριστός, έφταναν μέχρι μαρτύριον. Έδωσαν και το σώ­μα τους, έδωσαν τα πάντα για να μη χάσουν την ψυχή τους, και δεν την έχασαν στην αιωνιότητα.
Αυτό, λοιπόν, θάθελα απόψε το βράδυ, λέγω, να εί­ναι το σύνθημα. 
Τι γίνομαι; 
Πώς συμβαίνει σ' εμένα, στην οικογένειά μου, πώς στέκονται; 
Γιατί εμείς μετρά­με με μια μεζούρα και μια ζυγαριά δική μας ανθρώπινη, που πολλές φορές του Χριστού το μέτρο και του Χριστού το ζύγι, όπως θα λέγαμε, δεν συμφωνεί. Βλέπεις μια μητέρα που έχει ένα γιο, που είναι καταστροφή όπου πά­ει. Μακάρι νάχανε και άλλοι παιδί σαν κι εμένα, λέει η μάνα. 
Ξέρεις τι καλή καρδιά έχει; 
Μα είναι βέβηλος, μα είναι μοιχός. Χώρισε την άλλη, είναι πόρνος, δεν εκ­κλησιάζεται, δεν εξομολογείται, δεν κοινωνεί, βλασφη­μεί, τι να την κάνεις την χρυσή καρδιά! Και με ποιο μέ­τρο, ποια λυδία λίθο έχεις που βγάζεις την χρυσή καρ­διά, ενώ είναι βρώμικη! 
Δεν είναι βόθρος, πες μου, πού το βρήκες το μέτρο αυτό; 
Κάτω από το φίλτρο της μητρότητος επήρες μέτρο το συναίσθημα. Για ρώτησε, ό­μως, το Χριστό που έχυσε το Αίμα Του και πάρε τα μέ­τρα τα δικά του να δούμε πώς θα τον βγάλει αυτός τον γιο, πώς θα την βγάλει αυτός την κόρη, πώς θα βγάλει τον εαυτό σου, τον εαυτόν μου, πώς τον σύζυγο, πώς την σύζυγο. Γι' αυτό πρέπει ο άνθρωπος να φοβείται, αυτό να τον συνέχη. Όχι τι λένε οι άλλοι για μένα αυτήν την ώρα, αλλά τι λέει ο Χριστός για μένα αυτήν την ώρα. Αυτό είναι το θέμα. 
Οι άλλοι λένει ναι, ο Χριστός λέγει ναι; 
Οι άλλοι λένε όχι, υπάρχει εκδοχή να είναι απειλή το όχι των άλλων, αν εγώ είμαι στο ναι; ΟΧΙ. Πολλοί λοιπόν, λέγω, εκ των θρησκευομένων δεν είμεθα εντάξει, δεν είμεθα έτοιμοι ανά πάσαν στιγμήν να αποθάνωμεν. Διότι δεν πιστεύομε ότι θα αποθάνουμε, αναβάλουμε, και η αναβολή αυτή πολλάκις μας βρίσκει με αμαρτίες.
Τι να κάνη, λοιπόν, ο Θεός, όταν ο χρόνος της χρηστότητος και της μακροθυμίας, που κατά τον Παύλον «Το χρηστόν του Χριστού εις μετάνοιαν σε άγει», που γράφει στους Ρωμαίους στο δεύτερο κεφάλαιο, δεν χρη­σιμοποιείται επ' αγαθώ για μετάνοια, για επιστροφή; 
Εύ­κολο πράγμα είναι ο άνθρωπος να σωθή και δύσκολο να κολαστή. Εάν κανείς δει την εις άδου κάθοδο του Χρι­στού, που έχει κατέβει και πατάει τον δράκοντα, τον σα­τανά και του παίρνει τον Αδάμ και την Εύα και ζωοποιεί όλους αυτούς που τον εδέχθησαν κατόπιν του κη­ρύγματος του Ιωάννου, του κηρύγματος του ιδικού Του, κατά την εις άδου κάθοδό Του τις 33 ώρες στον άδη. Ό­ταν δει, τίνι τρόπω έχει καταντήσει τον άδη, τους μοχλούς τους αιωνίους τους συνέτριψε. Θα δει ότι είναι πολύ κουραστικό για να πάη ο άνθρωπος στην κόλαση, εφ' όσον δεν υπάρχει πόρτα, εφ' όσον δεν υπάρχει κλει­δαριά, εφ' όσον δεν υπάρχει τίποτα να τον κλείσει μέσα. Πρέπει ο άνθρωπος νάναι τόσο αντίθετος, που θεληματι­κά να αναλάβη να φτιάξη πόρτες στην κόλαση, να βάλη κλειδαριά, να βάλη ρεζέδες και λοιπά, να μπη μέσα και να κλειδωθή. Χαλάλι του, αξίζει να πάη στην κόλαση, έχει δημιουργήσει τόσες ευκολίες. Δεν έχετε ακούσει τον σατανά που παραπονείται και λέει: «Εμείς μια αμαρτία κάναμε και μας έστειλε στα τάρταρα, εσείς κάθε μέρα τον βλασφημείτε κατά πρόσωπο και σας συγχωρεί ο ξυλοκαρφωμένος». Έτσι λέει ο σατανάς, και λέει αλήθεια και παραπονείται πως εμείς μία αμαρτία κάμαμε και μας έστειλε στα τάρτατα, εσείς κάθε μέρα τον βλασφημείτε και σας συγχωρεί. Μάλιστα έτσι εκφράζεται ο διάβολος και σήμερα. 
Το λαμβάνει, λοιπόν, αυτό υπ' όψιν του ο άνθρωπος; 
Μήπως αυτή η μέρα, μήπως αυτή η ώρα, αυ­τή η στιγμή είναι η τελευταία του και πού θα πάει; 
Αξί­ζει να χαθεί; 
Δεν έκαμε τίποτε στη ζωή του; 
Μα και τί­ποτα αν δεν έκανε αυτή η εγγύηση την οποία του δίδει ο Χριστός, αυτή η υπόσχεση τον περιμένει, εφ' όσον πάλ­λει ακόμη το στήθος του και αναπνέει. Τίποτε δεν αξίζει ο κόσμος μπροστά σ' αυτήν την ψυχή. αλλά, δυστυχώς εμείς, με την αμαρτία συνδεδεμένοι και προς την αμαρ­τία ρέποντες, αδιαφορούμε για τα καλά του παραδείσου και του Χριστού και γι' αυτή τη θυσία ακόμη και γινόμεθα, καθώς αντιλαμβάνεσθε, δις βλάσφημοι, αφ' ενός ε­ναντίον της ψυχής μας και αφ' ετέρου εναντίον της θυ­σίας που έκανε ο Θεός για μας τους ανθρώπους. Έχει το ωραίο εκείνο στα ευλογητάρια της νεκρωσίμου ακολου­θίας, που λέγει η Εκκλησία μας. «εικών ειμί, της αρρή­του δόξης σου, ει και στίγματα φέρω πταισμάτων. οικτείρησον, το σον πλάσμα, Δέσποτα...». Λόγια να του λυπήσουν την ψυχή του Θεού, την καρδιά Του και να ε­πιβλέψει. 
Ναι, να το κάμω, αλλά τόσα χρόνια που ήσουν; 
Τι ήταν αυτό που σε ανάγκαζε να μου το ζητάς τώ­ρα κεκοιμημένος δια του ψάλτου και δε μου το ζήτησες εσύ, όταν ήσουν ζωντανός; 
Γιατί τώρα; 
Αμφιβάλλω αν θα το εδέχεσο αν ήσουν ζωντανός. Ναι, αμφιβάλλω. Δεν μας δίδει καθημερινώς διάφορα περιστατικά για τα οποία μας ομιλεί να είμεθα εις ετοιμότητα;

Διαβάζετε στις εφημερίδες να λένε οι διάφοροι και εμείς εδώ, έγινε, λέγει, επιθεώρηση στο στρατό και ευ­ρέθη ότι είναι άξιος της αποστολής του, έχει ετοιμότη­τα, ότι είναι ανά πάσαν στιγμήν έτοιμος ν' αντιμετωπίση εχθρόν. Αυτό τούτο δια την αεροπορίαν, αυτό τούτο δια το ναυτικόν. δια τον άνθρωπον τι; Όλα ωραία και καλά είναι αυτά, αλλά δια τον άνθρωπον τι; Ενθυμείστε μια βραδυά που σας έλεγα, πώς κρίνουν οι άνθρωποι και πώς κρίνει ο Χριστός; Έχετε υπ' όψιν σας κάποια εται­ρία πετρελαιοειδών, δεν ξέρω τι έχει ανακαλύψει το οποίο βοηθάει τη μηχανή, και λέγει. βάλτε ένα τίγρη στη μηχανή σας. 
Έλαιον είναι; 
Βενζίνη είναι; 
Δεν ξέρω τι είναι; 
Να βάλω ένα τίγρη στην μηχανή, τι να τον κάνω να βάλω τίγρη στη μηχανή και έχω και τίγρη στο τιμό­νι; Πρέπει νάχω άνθρωπο στο τιμόνι. Άμα δεν έχω άν­θρωπο στο τιμόνι, τι να σε κάνω, λοιπόν, αν εσύ έφυγες και έγινες τίγρης δυνατός και σε φοβείται ο κόσμος, αλ­λά ταυτοχρόνως εσύ δεν είσαι άνθρωπος; Είσαι και εσύ τίγρης, τι γίνεται τότε; Αυτά είναι που πρέπει να συνέ­χουν τον άνθρωπο, όλους. Πλησιάστε, σας επαναλαμβά­νω, ανθρώπους αναγεγεννημένους, στους 100, πέντε θα βρείτε να φοβούνται τον θάνατο και την αμαρτία, οι υ­πόλοιποι τρέφονται με το αίσθημα της αναβολής, έχω καιρό. και στο έχω καιρό κτίζει ο σατανάς.
Όπως η σκιά ακολουθεί το σώμα, και όπου πηγαίνει ο άνθρωπος πηγαίνει και αυτή κοντά ή πηγαίνει προς τα εδώ και είναι συσχετισμένη, έτσι και οι αμαρτίες είναι συνδεδεμένες με τον άνθρωπο, τις έχουμε όπως την σκιά μας, που δεν μπορούμε να την αποχωριστούμε. Έτσι α­κριβώς είναι και οι αμαρτίες γύρω από τον άνθρωπο ποι­κίλες, αδιαφόρως αν εμείς δεν έχουμε την λυδίαν λίθον, όπως προείπα, για να δούμε το μέγεθος της αμαρτίας που είναι κάθε μία, που εμείς λέμε δεν είναι τίποτα. «Εναρ­γείς τας πράξεις εξεικονίζουσαι, ως γαρ τας μέλισσας καπνός φυγαδεύει και τας περιστεράς εξελαύνει δυσωδία ούτω και τον φύλακα της ψυχής ημών άγγελον και την χάριν του Πνεύματος του Αγίου η πολύδακρυς και δυσώδης αφίστησι αμαρτία». Αυτή η αμαρτία, που έρχεται κοντά σου και είναι συνδεδεμένη σαν τον ίσκιο σου, εί­ναι που φυγαδεύει τον άγγελο της ψυχής και την χάριν του Πνεύματος του Αγίου από πάνω σου, και θα βρεθής σκέτος σε στιγμή θανάτου, εάν σε πάρη ο φωτογραφικός φακός του θανάτου και είσαι αποχωρισμένος, εφ' όσον η μετάνοια τον άνθρωπο τον επανασυνδέει με τον Θεόν, τον ξανακάνει υιόν, τον ενδύει με το ένδυμα του γάμου, για να παρακαθήση στους γάμους και να μην φοβήται τον έλεγχο, ώστε να μην ακούση το. εταίρε πώς εισήλ­θες ώδε μη έχων ένδυμα γάμου;
Ο πρώτος άνθρωπος, ο οποίος ημάρτησε, παρουσιά­ζεται γυμνός. έχασε το θεοΰφαντο αυτό χάρισμα της εν­δυμασίας του Πνεύματος του Αγίου εν τη αμαρτία. Κάθε άνθρωπος απόγονος του Αδάμ έρχεται γυμνός εις το εί­ναι, καθ' ο «εξ ενός αίματος παν έθνος ανθρώπων», πά­ντες, κατά το δόγμα του Αποστόλου Παύλου εις την Πνύκα εδώ στας Αθήνας, που διαβάζουμε στο 17 κεφά­λαιο των Πράξεων. Έρχεται ο Χριστός εις τον κόσμον και ενδύει πάλιν τον άνθρωπο δια της χάριτος εν τω βαπτίσματι. «Όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθητε, Χριστόν ενεδύσασθε». «Χιτώνα μοι παράσχου φωτεινόν, ο αναβαλλό­μενος...», έτσι λέγει η ευχή που δίδεται στα λευκά ρούχα, που συμβολίζουν ότι ξαναενδύεται αυτός ο απότοκος του Αδάμ την χάριν του Πνεύματος του Αγίου. Αλλά όταν ο άνθρωπος μεγαλώνει, ξανά βγάζει το ρούχο αυτό της χά­ριτος και αν, ποτέ, μετανοήσει, ως ο άσωτος υιός, η πρώ­τη παραγγελία που θα δοθεί είναι δώστε του την στολή την πρώτη, για την οποία η Ορθόδοξος Εκκλησία κατά την μεγάλη εβδομάδα δέεται, παρακαλεί, παραπονείται και λέγει. «τον νυμφώνα σου βλέπω, Σωτήρ μου, κεκοσμημένον και ένδυμα ουκ έχω, ίνα εισέλθω εν αύτω, λά­μπρυνόν μου την στολήν της ψυχής...», ώστε να μπορέ­σω και εγώ να παρακαθήσω, και ακόμη επεκτείνεται μέ­χρι αυτού του σκηνώματος, μέχρι αυτού του λειψάνου, διότι και αυτό το σάβανο, που μας βάζουν μπρος-πίσω το λευκό, δεν είναι τίποτε άλλο παρά μόνο μία ομολογία, ό­τι πράγματι είμεθα ενδεδυμένοι, πιστέψαμε στον Χριστό και μας ενέδυσε την χάριν και μπορούμε να παρουσια­στούμε μετά του ενδύματος αυτού, κρυμένοι πάντοτε πί­σω από τον σταυρό του Χριστού και το αίμα του Χριστού, να παρουσιαστούμε εις τον παράδεισο.
Ερωτώ, λοιπόν, πολλούς εξ υμών, εφ' όσον η αμαρτία διώχνει το ρούχο αυτό, βγάζει το ρούχο αυτό, πώς θα βρεθούν εν τη ημέρα του θανάτου ή εν τη στιγμή του θανάτου, αν δεν φορούν αυτό το ρούχο; 
Λέγεται για την Κλυτεμνήστρα ότι την ετιμώρησαν κόβοντάς της τα μαλλιά της και την ενετείχισαν, την έθαψαν ζωντανή και αυτή εφώναζε και έλεγε: «δώστε μου τα μαλλιά μου, πώς να παρουσιαστώ εις τον άδη», διότι της έλειπαν τα μαλλιά. πώς να παρουσιαστώ στον άδη, και εκούρεψαν μία των δούλων που είχαν και της επήγαν τα μαλλιά ε­κεί και έπειτα εσταμάτησε να διαμαρτύρεται και να φωνάζη. Μαλλιά της έλειπαν και δεν είχε πώς να παρου­σιαστή στον άδη, όχι στον θρόνο της Κρίσεως. Στον ά­δη δεν μπορούσε να παρουσιαστή, έτσι το ένιωθε. Εμείς γυμνοί και τετραχειλισμένοι, εργαζόμενοι τον σατανά από το πρωί μέχρι το βράδυ και από το βράδυ μέχρι το πρωί, υπακούοντας στα κελεύσματα αυτού και εξωτερικώς και εσωτερικώς συμμορφούμενοι κατά το πνεύμα αυτού, πώς είναι δυνατόν να λεγόμεθα Χριστιανοί; 
Πώς είναι δυνατόν να σταθούμε μπροστά Του; 
Λυπούμαι, να χαθούν Χριστιανοί. Να χαθούν αδιάφοροι είναι άξιοι της τύχης των, αλλά άνθρωποι που λέγουν ότι θρησκεύουν και άνθρωποι που λέγουν ότι στέκονται καλά και κατά κάποιον τρόπον επιδεικνύουν τον εαυτό τους εμμέσως ή αμέσως σαν μοντέλο στους άλλους, να κολα­στούν είναι κακό πράγμα και άσχημο.
Όταν ο Χριστός μας παρεπονέθη δια τον Ιούδα, του λέει: αν αυτό μου το 'κανε ένας άλλος, θα μπορούσα να το αναγνωρίσω, αλλά μου το κάνεις εσύ, αυτό δεν μπο­ρεί. Ναι και θα κολαστούμε εμείς πιο πολύ διότι η ζωή μας είναι τελείως αντίθετος από εκείνο που επαγγελόμεθα. 
Έχομεν έξω επιγραφήν Χριστιανού και ζωήν διαβό­λου, πώς είναι δυνατόν; 
Θέλεις τώρα να πας σ' ένα κατά­στημα που λέει απ' έξω κηροπωλείον και να βρης μέσα να πουλάη τούβλα. Βρε, εγώ ήρθα για κεριά εδώ πέρα. Ναι, τούβλα έχουμε. Μα τι γράφεις απ' έξω. Πού θα δού­με τώρα, την ταμπέλα θα κοιτάξω, ή τι έχει μέσα; 
Αυτό είναι, πολλοί από μας, δεν έχουμε τίποτα από τα γνωρί­σματα του Χριστιανού παρ' ότι λεγόμεθα Χριστιανοί και σεμνηνόμεθα στο επίθετο αυτό του Χριστιανού. Δεν ξέρω. Ίσως να είμαι υπερβολικός και εύχομαι να είμαι, και ψεύτης να είμαι αυτήν την ώρα, αλλά αν είμαι αλη­θής και πατώ επάνω σε πληγές ανοιχτές, που είναι και υ­πάρχουν, ας το προσέξουμε. Δεν είναι τυχαία τα λόγια, δεν είναι τυχαίο το μάθημα, δεν είναι τυχαίος ο ερχομός σας, δεν είναι τυχαία η ανοχή του Θεού η οποία μας πε­ριμένει ακόμη. Δεν μας έχει ανάγκη, τον έχουμε ανάγκη, αλλά από αγάπη κάνει έκκληση προς τους πάντας. Ά­κουσε τουλάχιστον εσύ που επαγγέλεσαι ότι είσαι δικός μου, μην έχεις τέτοιες αδυναμίες, σταμάτησε, τακτοποιήσου, διώξε την αμαρτία από κοντά σου, ασφαλίσου, πρό­σεξε την ψυχή σου, μην ακούς τόσο πολύ στο σώμα το οποίο σου λέει πράγματα αντίθετα από την ψυχή.
Είναι πολύ αστείο ο άνθρωπος να κάνη τόσες φρο­ντίδες για το σώμα και καμία σχεδόν για την ψυχή. Τι μέσα δεν έχει πάρει για την περιποίηση αυτού του σώ­ματος, από τα νοσοκομεία μέχρι κάτω-κάτω. 
Γιατί είσαι εσύ στιλβωτήριον; 
Είμαι να καθαρίζω τα υποδήματα του Κυρίου. Γιατί είσαι εσύ στεγνωτήριον ή καθαριστήριον; 
Είμαι για να καθαρίζω τα ενδύματα. 
Γιατί είσαι εσύ χαμάμ-λουτρό; 
Για να καθαρίζω αυτόν. Γιατί είσαι εσύ κουρείον, για να περιποιούμαι εκείνον. Γιατί είσαι εσύ ράφτη; 
Για να περιποιούμαι το σώμα. 
Γιατί είσαι εσύ μανάβη; 
Για να τρέφω το σώμα. Γιατί είσαι εσύ μπακά­λη; 
Γιατί είσαι εσύ ψαρά, γιατί, γιατί, γιατί όλα αυτά; 
Για το σώμα, με ιδρώτα, με πληρωμή. 
Εσύ γιατί είσαι Εκκλησία, εσύ γιατί είσαι παππά, εσύ γιατί είσαι εξομο­λόγηση; 
Εσύ γιατί είσαι Θεία Κοινωνία; 
Για την ψυχήν σου. Θέλεις χρήματα, όχι. Δεν έρχομαι σ' εσένα. Λογι­κός άνθρωπος, ανώτερος, έφτασε στη σελήνη. 
Τι κι' αν έφτασε στη σελήνη; 
Η σελήνη γι' αυτόν έγινε, και αν την καταπατήση δεν έκανε καμιά παλληκαριά. Αλλά αν αυτός ο οποίος προσεληνώθη δεν προσγειωθή να καταλάβη ποιος είναι, απέτυχε. καθ' ότι. «χους ει και εις χουν απελεύσεται». Ο άνθρωπος που δεν κατώρθωσε να αντιληφθή τι έχει εκεί, που το χέρι του Χριστού επήρε του τελώνου και χτυπούσε εδώ, στην καρδιά, διότι η αι­τία είναι η καρδιά του ανθρώπου. «εκ γαρ των καρδιών εξέρχονται διαλογισμοί πονηροί, διχοστασίαι, μοιχείαι, πορνείαι» κ.τ.λ. Εκ των καρδιών, ο νους είναι αργυρόνητος της καρδίας και όσο εξυπνότερος είναι ο άνθρω­πος και πονηρότερος εις την καρδίαν, τόσο είναι επίφοβος. Γι' αυτό βλέπουμε και τους εγγραμμάτους μακρυά από τον Θεόν, που έχουν επιστήμην την αμαρτίαν, με μέθοδον. Εις την καρδίαν πρέπει να ανατρέξη ο άνθρω­πος να βρη αυτή την σφηκοφωλιά, τι έχει μέσα.
Την καρδιά του ο κάθε άνθρωπος θα πρέπει να την φανταστή σαν μία κυψέλη, σαν ένα σφουγγάρι που 'χει πολλές κυψέλες που, σε μία κυψέλη εδώ κρύπτεται η πορνεία, εκεί κρύπτεται η μοιχεία, εκεί κρύπτεται η βλα­σφημία, εκεί κρύπτεται η γαστριμαργία, εκεί κρύπτεται το μίσος, εκεί κρύπτεται η πολυλογία, εκεί κρύπτεται το ψεύδος, εκεί, εκεί και πρέπει να ανατρέξης μέσα σε κάθε σπηλιά να τα βγάλης από εκεί μέσα. Ποιος έχει κάνει αυτές τις λεπτομέρειες μέσα, την προσοχή επάνω στην αθάνατη ψυχή του, ποιος έχει καθαρίσει όλες τις σπη­λιές αυτές και δεν έχει αφήσει πουθενά να εμφολεύη ο διάβολος; 
Το έχουμε κάνει;

Δημήτριος Παναγόπουλος



Ποιος με...

ΚΑΤΑΔΙΩΚΕΙ;


Ρώτησαν πρόσφατα γνωστό ἡλικιωμένο ἠθοποιό, ἄν ἔνιωσε ποτέ στήν ζωή του ἰδιαίτερες ἐνοχές. Καί αὐτός - ἐξομολογούμενος δημόσια - ἀπάντησε:

- Εἶχα κλέψει κάτι ἀσήμαντο στήν διάρκεια τῆς Κατοχῆς. Καταλόγισαν τήν κλοπή σέ ἕναν ἄνθρωπο μειωμένης νοημοσύνης καί τοῦ ἔδωσαν δυό χαστούκια. Δέν εἶπα ὅτι τό ἔκανα ἐγώ. Φοβήθηκα... Αὐτό μέ κυνηγάει σέ ὅλη μου τήν ζωή...

Τήν Μεγάλη Ἑβδομάδα προσκυνοῦμε τά Πάθη τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. 

Ὁ Χριστός:

• δέν δέχθηκε μόνο δύο χαστούκια, χωρίς νά φταίει. Δέχθηκε «ἐμπτυσμούς, ραπίσματα, κολαφίσματα, ὕβρεις, γέλωτας, πορφυρᾶν χλαῖναν, κάλαμον, σπόγγον, ὄξος, ἥλους, λόγχην καί πρό πάντων τόν Σταυρόν καί τόν θάνατον»! 
• δέν ἦταν ἁπλῶς ἕνας ἄνθρωπος, καί μάλιστα ... μειωμένης νοημοσύνης. Ἦταν ἡ ἔνσαρκη Σοφία τοῦ Θεοῦ. Ἦταν τέλειος Θεός, ὁ Ὁποῖος «ὡς πρόβατον ἐπί σφαγήν ἤχθη»! Ἤξερε ὅμως ποῦ πηγαίνει! Καί ἤξερε γιατί πηγαίνει νά σταυρωθῆ! 
• δέν δέχθηκε τήν τρομερή ἀδικία τοῦ Σταυροῦ ἀκούσια καί χωρίς νά τό περιμένει. Οὔτε – πολύ περισσότερο – τήν δέχθηκε σάν ... ἀγγαρεία. Ἦλθε στόν Σταυρό ἑκούσια! Ὄχι ἐπειδή δέν μποροῦσε νά Τόν ἀποφύγει! Ὁ ἴδιος διάλεξε νά πιῆ τό Ποτήρι τοῦ Πάθους μέχρι τήν τελευταία σταγόνα, γιά νά ὑπακούσει στό θέλημα τοῦ Πατέρα Του. 
• δέν «ἐβάστασε» τό βάρος μόνο ...μιᾶς μικροκλοπῆς. Ἐσήκωσε τό βάρος τῶν ἁμαρτιῶν ὅλου τοῦ κόσμου. Εἶναι «ὁ αἴρων τάς ἁμαρτίας τοῦ κόσμου»! 
• δέν τά ὑπέφερε ὅλα αὐτά, γιά νά μᾶς γεμίσει ... ἐνοχές, πού θά μᾶς κυνηγᾶνε σέ ὅλη μας τήν ζωή! Ἴσα-ἴσα μέ τό Τίμιο Αἷμα Του μᾶς ἐξαγόρασε ἀπό τήν «κατάρα τοῦ Νόμου» καί μᾶς χάρισε τήν ἐλευθερία τῆς δόξης τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ! Τό μόνο πού μᾶς «καταδιώκει» σέ ὅλη μας τήν ζωή εἶναι τό Μέγα Ἔλεός Του· τό Ἔλεός Του καί ἡ Εὐσπαλγχνία Του, πού πηγάζουν ἀπό τόν Τίμιο Σταυρό Του!

* * *

Αὐτή ὅμως ἡ «καταδίωξη» δέν καταργεῖ τήν ἐλευθερία μας. Ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ δέν μᾶς σώζει ... μαγικά. Δέν μᾶς σώζει χωρίς ἐμεῖς νά τό θέλουμε! 
Δύο ἦταν οἱ ληστές, πού σταυρώθηκαν μαζί μέ τόν Χριστό. Καί οἱ δυό «καταδιώχθηκαν» ἀπό τό Ἔλεος τοῦ Χριστοῦ. Καί τούς δυό τούς «κυνήγησε» ἡ Ἐσταυρωμένη Ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ! 
Μόνον ὁ ἕνας ὅμως σώθηκε. Μόνον ὁ ἕνας θέλησε νά σωθῆ. Διότι: 
• ἀναγνώρισε στό πρόσωπο τοῦ Σταυρωμένου Χριστοῦ, ὄχι κάποιον κατάδικο, ἀλλά τόν Κύριο τῆς Δόξης· 
• κατηγόρησε τόν ἑαυτό του ὅτι δίκαια τιμωρήθηκε καί ὅτι πράγματι τοῦ ἄξιζε τέτοια ποινή· 
• ἐξομολογήθηκε, ἔτσι, μέ «τέλεια» ἐξομολόγηση τήν ἁμαρτία του (ὅπως παρατηρεῖ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος)· καί 
• ζήτησε μέ ταπείνωση τό ἔλεος τοῦ Χριστοῦ μέ τήν κραυγή «Μνήσθητί μου, Κύριε, ἐν τῇ βασιλείᾳ Σου!».

* * *

Μακάριος εἶναι, ὅποιος δέχεται ἐλεύθερα, ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ νά τόν ...«καταδιώκει» σέ ὅλη του τήν ζωή, καί ἀνταποκρίνεται σ’ αὐτή τήν «καταδίωξη» μέ σωστή μετάνοια, τέλεια ἐξομολόγηση καί συνεχῆ ἐκζήτηση τοῦ Ἐλέους τοῦ Θεοῦ.

Βαρνάβας Λαμπρόπουλος (Ἀρχιμανδρίτης)

Πλησιάζοντας την Θεία Κοινωνία.



«Ανοίξτε, πύλες της καρδιάς μου, για να εισέλθει ο Χριστός, ο Βασιλεύς της Δόξης. 
Είσελθε, Φως μου, και φώτισε το σκότος μου. 
Είσελθε Ζωή μου, και ανάστησέ με. 
Είσελθε γιατρέ μου και ίασε τις πληγές μου. 
Είσεθλε, θείο πυρ, και κάψε τ’ αγκάθια των αμαρτιών μου. 
Άναψε την καρδιά και την ψυχή με την φλόγα της θείας Σου αγάπης. 
Είσελθε, βασιλιά μου, και κατάργησε μέσα μου το βασίλειο της αμαρτίας. 
Κάθισε στο θρόνο της καρδιάς μου και βασίλεψε σε μένα μόνο Εσύ, που είσαι ο βασιλιάς μου και ο Κύριος μου.»

Προσευχή Αγίου Δημητρίου του Ροστώβ

Ευχαριστούμε την αγαπητή εν Χριστώ αδελφή και φίλη του ιστολογίου Ν.Κ, για την αποστολή του κειμένου.

Ευχή είς τήν Ύπεραγίαν Θεοτόκον.


Άχραντε Δέσποινα Θεοτόκε, ή τόν Θεόν Λόγον κατά σάρκα γεννήσασα, ή πάσης κτίσεως ορατής τε καί αοράτου υπέρτερα, Αγγέλων καί πάσης νοερός φύσεως η προνοουμένη του ανθρωπίνου γένους, η προστασία των θλιβομένων, η ελπίς των απηλπισμένων, η βοήθεια των αβοήθητων, ο των χειμαζόμενων λιμήν, η Μήτηρ φύσει του Χριστού καί θέσει Μήτηρ των Χριστιανών. 
Σοι προσπίπτω καί σέ παρακαλώ, Παρθένε Δέσποινα Θεοτόκε, ελέησόν με τόν άνάξιον του ουρανού και της γης. 
Ελέησόν με, πανάχραντε, και μή εάσης με γενέσθαι δαιμόνων επίχαρμα. 
Ελέησόν με και μή βδελύξη με τόν άμαρτωλόν καί ρυπαρόν και ακάθαρτον σπλαγχνίθητι επ' εμοί τω αθλίω. Επίβλεψον επί τόν δούλόν σου, και συνεργός μοι φάνηθι τω απεγνωσμένω καί ηπορημένω• και ικέτευσον τόν φιλάνθρωπον Υίόν σου και Θεόν μου ρυσθήναί με των πονηρών μου πράξεων καί της αιωνίου κολάσεως. 
Έπίμεινον πρεσβεύουσα υπέρ εμού του αχρείου δούλου σου. Πολλά γάρ ισχύει δέησις Μητρός προς εύμένειαν Δεσπότου. Οίδα μέν, οίδα, ώς ούκ έστιν ευπρεπές ουδέ ευλογον, τόν ούτω ρυπαρόν, τόν ούτως άσωτον, σέ την πάναγνον καί πανάμωμον, χείλεσι ρυπαροίς καί μεμολυσμένοις ονομάζειν καί επικαλείσθαι• άλλ' επειδή συ ει μετά Θεόν ελπιίς μου μόνη καί άλλην καταφυγήν ού γινώσκω, δέομαι καί ικετεύω τήν σήν άπειρον αγαθότητα. 
Άνοιξόν μοι τω αναξίω, Δέσποινα, τήν θύραν του ελέους σου καί της ευσπλαγχνίας του σου Υίού και Θεού μου• και αξίωσόν με τη μεσιτεία σου τυχείν της αφέσεως των πολλών μου πλημμελημάτων, καί μεταλαβείν των αχράντων καί φρικτών καί ζωοποιών αυτού Μυστηρίων. 
Ναί, Δέσποινα μου, Παναγία Θεοτόκε, εισάκουσαν μου του ταλαίπωρου και αναξίου δούλου σου, ίνα διά παντός ευλογώ καί δοξάζω τό πανάγιον όνομα σου, εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.

Ο ΚΑΛΟΣ ΘΕΟΣ ΜΑΣ ΑΝΕΧΕΤΑΙ !



ΜΕΓΑΛΗ ἀγωνία βιώνουν οἱ συνειδητοί χριστιανοί καθώς βλέπουν τήν ἀποστασία τῶν ἀνθρώπων ἀπό τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί διερωτῶνται: Ποῦ θά μᾶς ὁδηγήσει ἡ περιφρόνηση τῶν θείων ἐντολῶν; Πόσο θά ἐξαχρειωθοῦν ἀκόμα οἱ ἄνθρωποι; Ἆραγε θά ξεσπάσει ἡ ὀργή τοῦ Θεοῦ; Θά ὑπάρξει περιορισμός τοῦ κακοῦ;
Δέν θά βρεθοῦν ἐκεῖνοι πού θά ἀνακόψουν τήν καταστροφική πορεία; Ποιός θά διαλύσει τή μαυρίλα, πού ὑπάρχει στήν κοινωνία; Ποιός θά ἀνάψει φῶς στό σκοτάδι; Ποιοί θά ὑποδείξουν διεξόδους καί θά πείσουν τούς ἀνθρώπους νά ἐπιστρέψουν στόν Θεό;
Τά καθημερινά γεγονότα, τά ὄργια, ἡ περιφρόνηση τοῦ Θεοῦ, ὁ οἶστρος ἀκολασίας, ἡ φιληδονία καί πολλά ἄλλα ἁμαρτωλά ὁδηγοῦν σέ ἀπογοητευτικά συμπεράσματα. Πολλοί εἶναι ἐκεῖνοι, πού δέν ἐλπίζουν ὅτι οἱ ἄνθρωποι θά μετανοήσουν καί θά ἀναζητήσουν τήν κιβωτό τῆς σωτηρίας, δηλ. τήν Ἐκκλησία. Ἔτσι θά πηγαίνει τό ἀνθρώπινο γένος μέχρι τό τέλος, ὑποστηρίζουν. Γι᾽ αὐτούς ἡ στροφή πρός τό Θεό εἶναι ἀδύνατη. Οἱ ἴδιοι ὅμως εἶναι ἁπλοί παρατηρητές καί δέν κουνοῦν τό δαχτυλάκι τους γιά τό παραμικρό.
Ὑπάρχουν, ὡστόσο, καί ἄλλοι, λίγοι στόν ἀριθμό, πού βλέπουν τά πράγματα μέ αἰσιοδοξία. Ἀναφέρονται στό Θεό καί ζητοῦν τή βοήθειά του. Διατυπώνουν καί τό αἴτημα νά μή ἐπιτρέψει τήν ὁλοκληρωτική καταστροφή, ἀλλά νά προστατέψει τούς ἀνθρώπους μέ ὅποιον τρόπο Ἐκεῖνος θά κρίνει.
Ὁ Γέροντας Παΐσιος πάντα εἶχε τήν ἐλπίδα ὅτι δέν θά φτάσουμε στήν ὁλοκληρωτική καταστροφή. Ἔλεγε: «Μπορεῖ νά ξεράθηκε ἡ ἐλιά, ἀλλά θά πετάξει νέα βλαστάρια. Ὑπάρχει μία μερίδα χριστιανῶν, στούς ὁποίους ἀναπαύεται ὁ Θεός. Ὑπάρχουν ἀκόμη οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ, οἱ ἄνθρωποι τῆς προσευχῆς, καί ὁ καλός Θεός μᾶς ἀνέχεται, καί πάλι θά οἰκονομήσει πράγματα. Αὐτοί οἱ ἄνθρωποι τῆς προσευχῆς μᾶς δίνουν ἐλπίδα. Μή φοβᾶσθε». Ὁ ἴδιος ὁ Γέροντας σέ ὅλη του τή ζωή αὐτό τό ἔργο τῆς σωτηρίας ὑπηρέτησε μέ ἀξιοθαύμαστη ἀντοχή. Χιλιάδες ἄνθρωποι πέρασαν ἀπό τό κελί του καί δέχτηκαν τό ἀφυπνιστικό μήνυμά του. Κινούμενος ἀπό ἀγάπη, ἔβαζε στούς προσκυνητές τήν καλή ἀνησυχία καί τούς διαβεβαίωνε ὅτι ὁ καλός Θεός ἀνέχεται τούς ἁμαρτωλούς καί περιμένει τήν ἐπιστροφή τους. Ἀναβάλλει συνεχῶς τήν ἐκδήλωση τῆς ὀργῆς του, δίνοντας στούς ἀνθρώπους τό περιθώριο νά μετανοήσουν.
Τό παράδειγμα τοῦ μεγάλου Γέροντα πρέπει νά ἐμπνεύσει ὅλους τούς συνειδητούς χριστιανούς, γιά νά ἀκολουθήσουν τά βήματά του καί νά προκύψει πνευματική καρποφορία στούς ἐν ἀγνοίᾳ εὑρισκομένους ἀδελφούς.

Τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου π. Διονυσίου Τάτση
Ορθόδοξος Τύπος,12/04/2013