.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗ ΘΕΙΑ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑ

Ἕνας ἀπὸ τοὺς μεγαλύτερους προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ὁ Ἡσαΐας, περιγράφει στὸ βιβλίο του μίαν ἐκπληκτικὴ ἐμπειρία του, ἕνα ἀποκαλυπτικὸ ὅραμα. Εἶδε, μᾶς λέει, τὸν Θεὸ νὰ κάθεται σ᾿ ἕνα θρόνο ψηλό, πλημμυρισμένο ἀπὸ δόξα. Γύρω ἀπὸ τὸν θεϊκὸ αὐτὸ θρόνο, στέκονταν ἄγγελοι καὶ ἔψαλλαν τὸν γνωστὸ ὕμνο: «Ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος Κύριος Σαβαώθ, πλήρης πᾶσα ἡ γῆ τῆς δόξης αὐτοῦ». Ὁ Ἡσαΐας παρακολουθοῦσε μὲ ἔκπληξη καὶ θαυμασμό. Σὲ κάποια στιγμὴ εἶπε: «Ὢ ταλαίπωρος ἐγώ! Ἔχω συγκλονιστεῖ ὁλόκληρος! Γιατὶ ἐνῶ εἶμαι ἄνθρωπος ἁμαρτωλὸς καὶ ἔχω ἀκάθαρτα χείλη καὶ κατοικῶ μέσα σὲ λαὸ ποὺ ἔχει ἐπίσης ἀκάθαρτα χείλη, ἀξιώθηκα νὰ δῶ τὸν βασιλιὰ Κύριο Σαβαώθ». Μόλις εἶπε αὐτὰ τὰ λόγια, ἕνας ἄγγελος πῆρε μὲ μιὰ λαβίδα ἕνα ἀναμμένο κάρβουνο, τὸ ἔβαλε στὸ στόμα τοῦ Ἡσαΐα καὶ τοῦ εἶπε: « Νὰ αὐτὸ τὸ ἀναμμένο κάρβουνο ἄγγιξε τὰ χείλη σου καὶ θὰ ἀφαιρέσει τὶς ἀνομίες σου καὶ θὰ καθαρίσει τὶς ἁμαρτίες σου». Ὁ Ἡσαΐας πῆρε μεγάλη δύναμη ἀπὸ τὴ φωτιὰ αὐτὴ ποὺ τὸν ἄγγιξε καὶ ξεκίνησε τὴν μεγάλη ἀποστολή του.
Αὐτὸ τὸ ἐκπληκτικὸ γεγονὸς συμβολίζει τὸ μυστήριο τῆς θείας εὐχαριστίας, ποὺ μεταγγίζει στὸν ἄνθρωπο τὸ πῦρ τῆς θεότητος. Εἶναι ὁ ἀνεκτίμητος θησαυρὸς ποὺ κατέχουν οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, ἀλλὰ ποὺ δυστυχῶς τὸν ἀγνοοῦν ἢ τὸν περιφρονοῦν.

Γιατί ἦλθε ὁ Χριστὸς στὴ γῆ;

Ἦλθε μήπως νὰ φέρει μιὰ καινούργια θρησκεία; Μιὰ διαφορετικὴ φιλοσοφία; Μίαν ἄλλη θεωρία; Τίποτα ἀπ᾿ ὅλα αὐτά. Ἦλθε, ὅπως λέει ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης, γιὰ νὰ καταλύσει τὰ ἔργα τοῦ διαβόλου καὶ νὰ ἑνώσει τὰ διασκορπισμένα παιδιά Του, δίνοντάς τους τὴν δυνατότητα νὰ θεωθοῦν. Ὁ Χριστὸς δὲν πέρασε ἀπὸ τὴν γῆ σὰν κομήτης. Ἦλθε καὶ ἔμεινε. Χάρισε καὶ ἄφησε στὸν κόσμο τὸ θεανθρώπινο σῶμα Του. Κι ἔτσι μᾶς ἔδωσε τὴ δυνατότητα ὄχι μόνο νὰ τὸν σκεφτόμαστε, ὄχι μόνο νὰ τὸν θυμόμαστε, ἀλλὰ νὰ τὸν αἰσθανόμαστε, νὰ τὸν ζοῦμε καὶ ἀκόμη περισσότερο νὰ ἑνωνόμαστε μαζί του: «Ὁ τρώγων μου τὴν σάρκα καὶ πίνων μου τὸ αἷμα ἐν ἐμοὶ μένει κἀγὼ ἐν αὐτῷ».

Ἕνωση μὲ τὸν Χριστό

Αὐτὴ τὴ δυνατότητα μᾶς προσφέρει ἡ θεία λειτουργία. Στὴ θεία λειτουργία δὲν πᾶμε μόνον γιὰ νὰ προσευχηθοῦμε. Τὸ κεντρικὸ γεγονὸς καὶ ὁ σκοπὸς τῆς θείας λειτουργίας εἶναι ἡ θεία μετάληψη. Ὅταν μεταλαμβάνουμε, ἑνωνόμαστε μὲ τὸν Χριστό. Τὸ ἀδύναμο, πήλινο, ἁμαρτωλό, ἀνθρώπινο σῶμα μας, ἑνώνεται μὲ τὸ Θεανθρώπινο σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Τὸ φτωχὸ ἀνθρώπινο αἷμα μας, ποτίζεται μὲ τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Στὶς φλέβες μας κυκλοφορεῖ πλέον τὸ αἷμα τοῦ Θεανθρώπου. Ὄχι συμβολικά, ἀλλὰ πραγματικά. Παράλληλα, ἐφόσον ἑνωνόμαστε μὲ τὸν Χριστό, ἑνωνόμαστε καὶ μὲ τοὺς ἀδελφούς μας. Ὅλοι ἔχουμε πλέον τὸ ἴδιο σῶμα καὶ στὶς φλέβες μας ρέει τὸ ἴδιο αἷμα. Γινόμαστε συγγενεῖς ἐξ αἵματος. Ἀδελφοὶ ἐν Χριστῷ. Ἀποτελοῦμε πλέον ἕναν ὀργανισμό, ἐμποτισμένο μὲ τὸ αἷμα τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸς ὁ ὀργανισμὸς εἶναι ἡ ἐκκλησία, ἢ ὅπως τὸν ὀνομάζουμε, ἡ θεία - θεϊκὴ κοινωνία.

Ἐκκλησία: Σῶμα Χριστοῦ

Ὁ Ἀπ. Παῦλος χρησιμοποιεῖ καὶ ἀναλύει θαυμάσια τὴν εἰκόνα τοῦ σώματος, γιὰ νὰ ἐκφράσει τὸ γεγονὸς τῆς ἐκκλησίας. Μὲ τὸ βάπτισμα, λέει, γίναμε ἕνα μὲ τὸν Κύριο. Εἴμαστε μέλη τοῦ σώματός Του. Ἀνήκουμε στὴν οἰκογένειά του. «Ὑμεῖς δὲ ἐστὲ σῶμα Χριστοῦ καὶ μέλη ἐκ μέρους». Στὸ σῶμα μας τὸ κάθε μέλος εἶναι τόσο στενὰ - ὀργανικὰ ἑνωμένο μὲ τὸ σύνολο, ποὺ δὲν μπορεῖς νὰ τὸ ξεχωρίσεις καὶ νὰ τὸ ἀποσπάσεις. Καὶ πρὸ παντὸς εἶναι ἑνωμένο μὲ τὸ κέντρο, τὴν κεφαλή, ποὺ δίνει σ᾿ ὅλο τὸ σῶμα τὶς ἐντολές.
Στὸ βάπτισμα, λοιπόν, ἐνωθήκαμε μὲ τὸ ἱερὸ σῶμα ποὺ λέγεται ἐκκλησία καὶ μὲ τὴν κεφαλὴ αὐτοῦ του σώματος, ποὺ εἶναι ὁ Χριστός. Τὸν σύνδεσμο καὶ τὴν ἑνότητα ποὺ ἀποκτήσαμε μὲ τὸν Χριστὸ κατὰ τὴν ἡμέρα τοῦ βαπτίσματος, τὴ ζοῦμε καὶ τὴν ἀνανεώνουμε τὴν ὥρα τῆς θείας λειτουργίας. Συγκεντρωνόμαστε ὅλα τα παιδιὰ τοῦ Θεοῦ, ὁλόκληρη ἡ ἐκκλησία, γιὰ νὰ ὁμολογήσουμε καὶ νὰ διακηρύξουμε, πὼς εἴμαστε ἑνωμένοι μαζί Του, συνδεδεμένοι μεταξύ μας.

Κατάργηση διαφορῶν καὶ ἀνισοτήτων

Ὁπωσδήποτε, μέσα σ᾿ αὐτὴ τὴ μοναδικὴ θεανθρώπινη κοινωνία, δὲν μποροῦν νὰ ὑπάρξουν διαφορές. Τὰ πάντα, ὅπως στὸ σῶμα, δουλεύουν ἁρμονικά, μὲ ἀλληλοσεβασμό. Δὲν μποροῦμε νὰ ἀδικήσουμε, νὰ ὑπονομεύσουμε, νὰ περιφρονήσουμε τὸν ἀδελφό μας. Γιατὶ ὅ,τι κάνουμε ἔχει ἀντίκτυπο στὸν ἑαυτό μας. Προσβάλλουμε τὸ δικό μας σῶμα. Ἀλλοίμονο ἂν τὰ μέλη τοῦ σώματος μᾶς εἶχαν διαφορὲς καὶ συγκρούσεις.
Ἐπίσης σ᾿ αὐτὴ τὴ θεία κοινωνία δὲν μποροῦν νὰ ὑπάρξουν ἀνισότητες, μικροὶ - μεγάλοι, μορφωμένοι - ἀγράμματοι, πλούσιοι - φτωχοί. Μᾶς τὸ λέει καθαρὰ ὁ Ἀπ. Παῦλος: «Οὐκ ἔνι Ἰουδαῖος, οὐδὲ Ἕλλην, οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδὲ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ. Πάντες γὰρ εἰς ἐσμὲν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ».

Στῶμεν καλῶς, στῶμεν μετὰ φόβου

Καὶ κάτι ἀκόμη πολὺ βασικό. Μέσα στὴν ἐκκλησία δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ ὑπάρξουν ἡ ἀσυνέπεια καὶ ἡ ἀδιαφορία. Εἶναι ἀδιανόητο νὰ ἀπουσιάζει κανεὶς ἀπ᾿ τὴ σύναξη τῆς ἐκκλησίας καὶ νὰ μὴν μετέχει στὴν θεία κοινωνία. Εἶναι σὰ νὰ ἀρνεῖται τὴν οἰκογένειά του. Καὶ τὸ πιὸ φοβερό: Εἶναι σὰ νὰ ἀκρωτηριάζει τὸ ἱερὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Ποιὸς ἀπὸ μᾶς τολμάει νὰ κόψει τὸ χέρι του ἢ νὰ βγάλει τὸ μάτι του καὶ νὰ τὸ πετάξει; Καὶ μόνη αὐτὴ ἡ σκέψη προκαλεῖ φρίκη.
Πῶς ὅμως τολμᾶμε νὰ ἀποκόπτουμε τὸν ἑαυτό μας ἀπὸ τὸ ἱερὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ καὶ νὰ ἀκρωτηριάζουμε τὴν ἐκκλησία; Βεβαίως ἔχουμε ἕτοιμες πολλὲς δικαιολογίες καὶ προφάσεις: Οἱ δουλειές, οἱ ἀπασχολήσεις, τὰ μαθήματα, ὁ χρόνος... Τὰ δευτερεύοντα ἔγιναν πρωτεύοντα! Τί θὰ γινόταν ὅμως ἂν ἔλεγαν τὰ χέρια μας ἢ τὰ πόδια μας: «δὲν εὐκαιροῦμε νὰ κρατήσουμε τὴν ἑνότητά μας μὲ τὴν κεφαλὴ καὶ μὲ τὴν καρδιὰ καὶ νὰ πάρουμε τὸ αἷμα ποῦ αὐτὴ μας στέλνει;» Κάτι τέτοιο θὰ ἦταν αὐτοκτονία. Πῶς θὰ κάνουμε τὸ ἴδιο ἐδῶ; Θὰ ἀποκόψουμε τὸν ἑαυτό μας ἀπὸ τὴν κοινωνία καὶ τὴν ἑνότητα μὲ τὸν Χριστὸ καὶ θὰ ἀρνηθοῦμε τὸ αἷμα ποὺ μᾶς δίνει Ἐκεῖνος;
Γι᾿ αὐτὸ καὶ οἱ κανόνες τῆς ἐκκλησίας ἦσαν ἰδιαίτερα αὐστηροί. «Πάντας τους εἰσιόντας πιστοὺς καὶ τῶν γραφῶν ἀκούοντας, μὴ παραμένοντας δὲ τῇ προσευχῇ καὶ τὴ ἁγία μεταλήψει, ὡς ἀταξίαν ἐμποιοῦντας τῇ ἐκκλησίᾳ, ἀφορίζεσθη χρή». Ἦταν αὐτονόητο ὅτι ἂν κάποιος ἀδιαφοροῦσε καὶ δὲν κοινωνοῦσε γιὰ μερικὲς ἑβδομάδες ἀπεκόπτετο ἀπὸ τὸ σῶμα τῆς ἐκκλησίας.

Συχνὴ συμμετοχὴ στὴν θεία Κοινωνία

Στὴν Ἀποκάλυψη τοῦ Ἰωάννη ὁ Χριστὸς παρουσιάζει μιὰ πολὺ ὡραία εἰκόνα: «Ἰδοὺ ἔστηκα ἐπὶ τὴν θύραν καὶ κρούω· ἐάν τις ἀκούσῃ τῆς φωνῆς μου καὶ ἀνοίξῃ τὴν θύραν καὶ εἰσελεύσομαι πρὸς αὐτὸν καὶ δειπνήσω μετ᾿ αὐτοῦ καὶ αὐτὸς μετ᾿ ἐμοῦ». Ὁ Χριστὸς χτυπάει τὴν πόρτα τῆς καρδιᾶς μας μὲ πολὺ σεβασμὸ καὶ διακριτικότητα. Δὲν κραυγάζει, δὲν σπάει τὴν πόρτα, γιατὶ σέβεται τὴν ἐλευθερία μας. Δείχνει μὲ τὴν εἰκόνα αὐτὴ πόσο μᾶς σέβεται, ἀλλὰ καὶ πόσο μᾶς ἀγαπάει. Λαχταράει νὰ τοῦ ἀνοίξουμε, νὰ μπεῖ καὶ νὰ δειπνήσει μαζί μας. «Ἐπιθυμία ἐπεθύμησα τοῦτο τὸ Πάσχα φαγεῖν μεθ᾿ ὑμῶν». Θέλει, ἂν εἶναι δυνατόν, νὰ βρίσκεται κάθε μέρα στὸ σπίτι τοῦ καθενός μας κι ἐμεῖς τὸν περιφρονοῦμε. Μὲ δυσκολία τοῦ ἀνοίγουμε τὴν πόρτα μας, ἐλάχιστες φορὲς τὸν χρόνο, σὰν σὲ ἀδιάφορο ἐπισκέπτη, ἴσως καὶ βαρετό.
Καὶ πόσο βιαζόμαστε νὰ τελειώνουμε μαζί του!
Ἐδῶ αὐθόρμητα προβάλλει τὸ ἐρώτημα: Κάθε πότε πρέπει νὰ κοινωνοῦμε; Ἂς ἀφήσουμε νὰ μιλήσει ὁ Ἅγ. Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος: «Πές μου, ρωτάει, ἂν κληθεῖ κάποιος σὲ δεῖπνο καὶ προσέλθει, καὶ ἀφοῦ πλύνει τὰ χέρια του καὶ καθίσει στὸ τραπέζι, χωρὶς κἂν νὰ ἀγγίξει τὰ ἐδέσματα ποὺ ὁ οἰκοδεσπότης προσφέρει, δὲν προσβάλλει αὐτὸν ποὺ τὸν κάλεσε;»
Κάτι παρόμοιο συμβαίνει κι ἐδῶ. Ὅταν προσέρχεσαι σὲ κάποιο τραπέζι, προσέρχεσαι γιὰ νὰ φᾶς. Καὶ ἡ θεία λειτουργία εἶναι τραπέζι, εἶναι τροφή. Κι ἐρχόμαστε σ᾿ αὐτὸ τὸ πνευματικὸ τραπέζι, ὄχι γιὰ νὰ κάτσουμε στὴν ἄκρη, ὄχι γιὰ νὰ παρακολουθήσουμε, ἀλλὰ γιὰ νὰ συμμετάσχουμε. Φέρνουμε τὶς προσφορές μας, τοὺς καρποὺς τοῦ μόχθου μας, τὸ ψωμὶ καὶ τὸ κρασὶ καὶ ἱκετεύουμε τὸν Κύριο νὰ ἁγιάσει τὰ δῶρα μας. Γιὰ ποιὸ λόγο; Μὰ γιὰ νὰ κοινωνήσουμε.
Δυστυχῶς, ὅμως. Αὐτὴ τὴν ἀλήθεια τὴν ξεχνᾶμε. Ὁ διάβολος μᾶς ρίχνει πολλὲς φορὲς στὴν ἁμαρτία. Ἀλλὰ δὲν εἶναι αὐτὴ ἡ μεγαλύτερη νίκη του. Ἡ μεγαλύτερη νίκη καὶ ἐπιτυχία τοῦ εἶναι ποὺ μᾶς ἔχει πείσει νὰ μὴν κοινωνοῦμε συχνά. Γράφει ὁ Ἅγ. Κύριλλος Ἀλεξανδρείας: «Ὅσοι ἀπομακρύνονται ἀπὸ τὴν ἐκκλησία καὶ τὴν θεία κοινωνία, γίνονται ἐχθροί του Θεοῦ καὶ φίλοι των δαιμόνων.

Μιὰ ἔνσταση

Κι ἐδῶ προβάλλουν κάποιες ἐνστάσεις. Πολλοὶ φέρουν ὡς ἐπιχείρημα τὸ λόγο τοῦ Ἀπ. Παύλου: «Ὅποιος τρώει τὸν ἄρτο καὶ πίνει τὸ ποτήριο τοῦ Κυρίου μὲ τρόπο ἀνάξιο, γίνεται ἔνοχος ἁμαρτήματος ἀπέναντι στὸ σῶμα καὶ στὸ αἷμα τοῦ Κυρίου. Γι᾿ αὐτὸ πρέπει νὰ ἐξετάζει κανεὶς προσεκτικὰ τὸν ἑαυτό του, καὶ τότε νὰ τρώει ἀπὸ τὸν ἄρτο καὶ νὰ πίνει ἀπὸ τὸ ποτήριο. Γιατὶ ὅποιος τρώει τὸν ἄρτο καὶ πίνει τὸν οἶνο μὲ τρόπο ἀνάξιο, χωρὶς νὰ ἀναγνωρίζει σ᾿ αὐτὰ τὸ σῶμα τοῦ Κυρίου, αὐτὸ ποὺ τρώει κι αὐτὸ ποὺ πίνει φέρνει πάνω του καταδίκη» (Α´ Κορ. ια´ 27-29). Ἀλλὰ τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ ὅταν δὲν κοινωνοῦμε. Λέει ὁ Χριστός: «Σᾶς βεβαιώνω πὼς ἂν δὲν φᾶτε τὴ σάρκα τοῦ Υἱοῦ τοῦ Ἀνθρώπου καὶ δὲν πιεῖτε τὸ αἷμα του, δὲν ἔχετε μετοχὴ στὴ ζωή». Ἑπομένως ἐὰν τὸ νὰ πλησιάζει κανεὶς ὅπως τύχει εἶναι κίνδυνος, ἔτσι καὶ τὸ νὰ μὴν κοινωνεῖ κανεὶς εἶναι θάνατος. Ὁ Ἀπ. Παῦλος ἐφιστᾶ τὴν προσοχή μας στὸν τρόπο προσέλευσης. Ἀνάξιος σὲ τελευταία ἀνάλυση εἶναι αὐτὸς ποὺ θεωρεῖ τὸν ἑαυτό του ἄξιο νὰ κοινωνήσει. Αὐτὸς ποὺ στηρίζεται στὴν (ἀνύπαρκτη) ἀρετή του καὶ ὄχι στὴ χάρη τοῦ Θεοῦ. Ἀνάξιος εἶναι ὁ ἀμετανόητος. Καὶ σίγουρα ὁ Ἀπ. Παῦλος ὑπονοεῖ τὸν ἀπροετοίμαστο, αὐτὸν ποὺ πλησιάζει χωρὶς κάποια συναίσθηση.
Ρώτησαν ἕναν εὐσεβῆ ἱερέα: Πῶς πρέπει νὰ ζεῖ κανεὶς τὴν χριστιανικὴ ζωὴ στὸν κόσμο; Κι ἐκεῖνος ἀπήντησε: Ἁπλούστατα, ἔχοντας στὸ νοῦ του συνέχεια ὅτι αὔριο, μεθαύριο ἢ ὕστερα ἀπὸ λίγες μέρες θὰ κοινωνήσει.

Ἐξομολόγηση καὶ νηστεία

Οἱ περισσότεροι χριστιανοὶ πιστεύουν πὼς δὲν μπορεῖ νὰ κοινωνήσει κανεὶς ἂν δὲν ἐξομολογηθεῖ πρῶτα καὶ δὲν νηστέψει ἀρκετὲς μέρες. Αὐτὸ εἶναι τραγικὸ λάθος. Οἱ παλαιοὶ χριστιανοί, ὅπως λέει ὁ Μ. Βασίλειος κοινωνοῦσαν τουλάχιστον τέσσερις φορὲς τὴν ἑβδομάδα! Δὲν ἦταν δυνατὸ οὔτε νὰ ἐξομολογοῦνται οὔτε νὰ νηστεύουν κάθε μέρα. Τὸ ἴδιο κι ἐμεῖς. Ἂν θελήσουμε νὰ μεταλαμβάνουμε συχνά, δὲν εἶναι ἀπαραίτητη ἡ ἐξομολόγηση. Στὸν πνευματικὸ θὰ προστρέξουμε ὅταν ὑπάρχει κάτι σοβαρό. Ὅπως καὶ στὸν γιατρὸ δὲν θὰ πᾶμε γιὰ τὰ μικρο-τραύματά μας.
Τὸ θέμα τῆς νηστείας εἶναι γιὰ τοὺς περισσότερους τὸ μεγαλύτερο ἐμπόδιο ἢ πρόφαση. «Ἐγὼ δὲν κοινωνῶ ἂν δὲν νηστέψω μιὰ ἑβδομάδα, 15 μέρες ἢ 40 ἡμέρες!» Ὀφείλουμε ὅμως νὰ τονίσουμε μὲ ἔμφαση, ὅτι πουθενὰ δὲν ἀναφέρεται νηστεία πρὶν τὴν θεία κοινωνία. Ἐμεῖς βάζουμε τὴ νηστεία πάνω ἀπὸ τὴν θεία κοινωνία. Ἔτσι, τὸ μέσο τὸ κάναμε σκοπὸ καὶ βρήκαμε ἕνα ἄλλοθι γιὰ νὰ δικαιολογήσουμε τὴν ἀμέλειά μας καὶ τὴν ἀδιαφορία μας γιὰ τὴ συχνὴ συμμετοχή μας στὴ θεία εὐχαριστία.
Βεβαίως καὶ ὑπάρχουν ἐμπόδια γιὰ τὴν θεία κοινωνία, τὰ ὁποῖα τὰ ξεχνοῦμε. Ὁ Χριστὸς ἐπιμένει ἰδιαίτερα στὴν ἔχθρα, στὴ μνησικακία. Καὶ ὁ Ἅγ. Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος τονίζει: «Κανένας, μὰ κανένας, δὲν ἀτιμάζει τόσο τὴν ἱερὴ αὐτὴ πανήγυρι, ὅσο ἐκεῖνος ποὺ τὴν γιορτάζει ἐνῶ ἔχει μέσα του μνησικακία. Ἀκόμη περισσότερο, οὔτε κὰν νὰ μὴν γιορτάσει μπορεῖ, ἔστω κι ἂν μείνει δέκα μέρες τελείως νηστικός... Σᾶς τὸ λέω, λοιπόν, προκαταβολικὰ καὶ διαμαρτύρομαι καὶ τὸ φωνάζω δυνατά. Κανένας ἀπ᾿ αὐτοὺς ποὺ ἔχουν ἐχθρὸ ἂς μὴν πλησιάζει στὴν ἱερὴ τράπεζα καὶ ἂς μὴ δέχεται τὸ Σῶμα τοῦ Κυρίου. Ὅποιος πλησιάζει νὰ μὴν ἔχει ἐχθρό. Ἔχεις ἐχθρό; Νὰ μὴν προσέλθεις. Θέλεις νὰ προσέλθεις; Συμφιλιώσου καὶ τότε νὰ προσέλθεις».

«Προσέλθετε»

Ἂς προσερχόμαστε, λοιπόν, συχνὰ στὴ θεία κοινωνία μὲ τὴν κατάλληλη προετοιμασία, σ᾿ ἕνα κλίμα ἡσυχίας, σιωπῆς, περισυλλογῆς, προσευχῆς, ἐποικοδομητικῆς μελέτης. Μὲ συντριβὴ καὶ εὐλάβεια. Ἔχοντας συμφιλιωθεῖ μὲ ὅλους. Ἂς προσευχηθοῦμε μὲ θέρμη (πολὺ θὰ μᾶς βοηθήσει ἡ ἀκολουθία τῆς θείας μεταλήψεως τὴν ὁποία ἀπαραιτήτως πρέπει νὰ διαβάζουμε). Ἂς ἀναλογιστοῦμε τὴν ἀγάπη καὶ τὴν δωρεὰ τοῦ Θεοῦ. Κι ἂς πλησιάσουμε «μετὰ φόβου Θεοῦ πίστεως καὶ ἀγάπης».

«Καλόν ἐστιν ἡμᾶς ὧδε εἶναι»

Μὲ τὴν θεία κοινωνία ἀνεβαίνουμε μαζὶ μὲ τὸν Χριστὸ καὶ τοὺς μαθητές Του στὸ Ὄρος Θαβώρ. Ἀπολαμβάνουμε τὸ κάλλος τοῦ προσώπου Του, θεωροῦμε τὴν δόξα Του. Ἂς μὴν βιαστοῦμε νὰ κατέβουμε. «Καλόν ἐστιν ἡμᾶς ὧδε εἶναι». Ἂς μείνουμε στὸ κλίμα τῆς προσευχῆς, περισυλλογῆς, σιωπῆς, μελέτης κι εὐχαριστίας. Ἔτσι, θὰ διατηρήσουμε περισσότερο χρόνο μέσα μας τὴν παρουσία τοῦ Κυρίου καὶ ἡ ζωή μας θὰ εἶναι ἕνα συνεχὲς Πάσχα, ἕνα μόνιμο πανηγύρι.

ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΣΑΓΜΑΤΑ 2008

http://users.uoa.gr

ΑΛΛΟΙΜΟΝΟΝ ΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟΝ


Η γέννηση του αντίχριστου - Codex Baroccianus Oracula.

... Αλλοίμονον! Αλλοίμονον εις τον κόσμον, ποία θλίψις πρόκειται να έλθει εις τους κατοίκους της γης, όταν πολλοί από τους άρχοντας της γης, και της πολιτείας και της εκκλησίας, είναι υπηρέται και δούλοι του Αντιχρίστου !.. 
Οι άρχοντες της εκκλησίας και της πολιτείας εις τας πονηράς ημέρας μας κοιμώνται τον βαρύτατον ύπνον της αμελείας και της ραθυμίας. Εάν δεν εξυπνήσουν και δεν εξυπνήσουν τον κλήρον και το λαόν εις μετάνοιαν, εις εργασίαν των εντολών του Θεού, των αρετών και των καλών έργων, θα δώσουν λόγον κατά την ημέραν της κρίσεως, και θα τιμωρηθούν.


ΠΗΓΗ: ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΦΙΛΟΘΕΟΥ ΖΕΡΒΑΚΟΥ,
ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ ΚΑΙ ΥΠΟΘΗΚΕΣ, 
τευχ. Α΄, εκδ. «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ», 
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 1997, σελ. 16.

Ὅταν ἀντικρύζεις τό φῶς τῆς ἡμέρας, σκέψου τήν ἀνέσπερη μέρα, τήν αἰώνια



10 απλά καθημερινά πράγματα που μπορούμε να κάνουμε 
ώστε να ευαρεστούμε τον Χριστό. 

Προσπάθησε νά εὐαρεστεῖς στόν Θεό σέ ὅλα καί πάντοτε καί νά σκέπτεσαι τή σωτηρία τῆς ψυχῆς σου ἀπό τήν ἁμαρτία καί τό διάβολο καί τήν υἱοθεσία της ἀπό τόν Θεό.

Ὅταν σηκώνεσαι ἀπό τό κρεβάτι: κάνε τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ καί λέγε: «Εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος». Ἐπίσης:«Καταξίωσον, Κύριε, ἐν τῇ ἡμέρᾳ ταύτῃ ἀναμαρτήτους φυλαχθῆναι ἡμᾶς· καί, δίδαξόν με τοῦ ποιεῖν τό θέλημά σου».

Ὅταν πλένεσαι, εἴτε στό σπίτι σου εἴτε στά λουτρά, λέγε: «Ραντιεῖς μέ ὑσσώπῳ καί καθαρισθήσομαι· πλυνεῖς με καί ὑπέρ χιόνα λευκανθήσομαι».

Ὅταν ντύνεσαι, σκέψου τήν καθαρότητα τῆς καρδιᾶς καί ζήτησε ἀπό τόν Θεό καθαρή καρδιά: «Καρδίαν καθαράν κτίσον ἐν ἐμοί ὁ Θεός». Καί: «Πνεῦμα εὐθές ἐγκαίνισον ἐν τοῖς ἐγκάτοις μου».

Ὅταν βγάζεις τά παλιά ροῦχα καί τά παρατᾶς μέ περιφρόνηση, θυμήσου μέ μεγαλύτερη περιφρόνηση τήν παραίτηση τοῦ παλαιοῦ, τοῦ ἁμαρτωλοῦ, τοῦ ἐμπαθοῦς, τοῦ σαρκικοῦ ἀνθρώπου.

Ὅταν γεύεσαι τή γλυκύτητα τοῦ ψωμιοῦ, θυμήσου τόν ἀληθινό Ἄρτο, ὁ ὁποῖος δίνει στήν ψυχή τήν αἰώνια ζωή, τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ, καί νά αἰσθάνεσαι πεῖνα γι᾽ αὐτόν τόν Ἄρτο -δηλαδή, νά ἐπιθυμεῖς νά κοινωνεῖς ἀπ᾽ Αὐτόν συχνότερα. Πίνοντας νερό, τσάϊ, γλυκό κρασί ἤ ἄλλο ποτό, θυμήσου τό ἀληθινό ποτό, τό ὁποῖο σβήνει τή δίψα τῆς ψυχῆς πού φλέγεται ἀπό τά πάθη- τό πανάχραντο καί ζωοποιό Αἷμα τοῦ Σωτῆρος.

Ὅταν ἀναπαύεσαι τήν ἡμέρα, θυμήσου τήν αἰώνια ἀνάπαυση, τήν ἑτοιμασμένη γιά ἐκείνους οἱ ὁποῖοι ἀγωνίζονται καί παλεύουν κατά τῆς ἁμαρτίας, κατά τῶν ἀερίων πνευμάτων τοῦ κακοῦ, κατά τῆς ἀνθρωπίνης ἀδικίας ἤ τραχύτητας καί ἀμάθειας. και Ὅταν ξαπλώνεις γιά νά κοιμηθεῖς τή νύχτα, σκέψου τόν ὕπνο τοῦ θανάτου, ὁ ὁποῖος ἀργά ἤ γρήγορα ὁπωσδήποτε θά ἔρθει σέ ὅλους μας, καί τή σκοτεινή ἐκείνη, αἰώνια, φοβερή νύκτα, στήν ὁποία θά ριχθοῦν ὅλοι οἱ ἀμετανόητοι ἁμαρτωλοί.

Ὅταν ἀντικρύζεις τό φῶς τῆς ἡμέρας, σκέψου τήν ἀνέσπερη μέρα, τήν αἰώνια, τή λαμπρότατη -τή λαμπρότερη κι ἀπό τήν πιό λαμπρή γήινη μέρα- τήν ἡμέρα τῆς βασιλείας τῶν Οὐρανῶν, κατά τήν ὁποία θά χαροῦν ὅλοι ὅσοι προσπάθησαν νά εὐαρεστήσουν στόν Θεό ἤ μετανόησαν ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ γιά ὅλα ὅσα ἔκαναν κατά τή διάρκεια τῆς πρόσκαιρης αὐτῆς ζωῆς.

Ὅταν πηγαίνεις κάπου, θυμήσου τή δίκαιη πνευματική πορεία ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καί λέγε: «Τά διαβήματά μου κατεύθυνον κατά τό λόγιόν Σου καί μή κατακυριευσάτω μου πᾶσα ἀνομία».

Ὅταν κάνεις κάτι, προσπάθησε νά τό κάνεις μέ τή σκέψη τοῦ Θεοῦ, τοῦ Δημιουργοῦ, ὁ ὁποῖος ἔκανε τά πάντα μέ τήν ἄπειρη σοφία, χάρη καί παντοδυναμία Του καί σέ δημιούργησε κατ᾽ εἰκόνα καί ὁμοίωσή Του.

Ὅταν παίρνεις ἤ ἔχεις χρήματα ἤ θησαυρό, θυμήσου ὅτι ὁ ἀκένωτος θησαυρός μας, ἀπό τόν ὁποῖο ἀντλοῦμε ὅλους τούς θησαυρούς τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματός μας, ἡ ἀνεξάντλητη πηγή κάθε εὐλογίας, εἶναι ὁ Θεός. Εὐχαρίστησέ Τον μέ ὅλη τήν καρδιά σου, καί μήν κλείνεις τούς θησαυρούς σου μέσα σου, μήπως ἔτσι κλείσεις τήν εἴσοδο τῆς καρδιᾶς σου στόν ἀνεκτίμητο καί ζωντανό θησαυρό, τόν Θεό· ἀλλά μοίρασε μέρος τῆς περιουσίας σου σ᾽ αὐτούς πού ἔχουν ἀνάγκη, στούς ἄπορους, στούς φτωχούς ἀδελφούς σου, οἱ ὁποῖοι ἔχουν μείνει σ᾽ αὐτήν τή ζωή γιά νά φανερώσεις σ᾽ αὐτούς τήν ἀγάπη καί τήν εὐγνωμοσύνη σου στόν Θεό, καί νά ἀμειφθεῖς γι᾽ αὐτό στήν αἰωνιότητα ἀπό τόν Θεό.

Ὅταν βλέπεις τή λευκή λάμψη τοῦ ἀργύρου, μή δελεασθεῖς ἀπό αὐτήν ἀλλά σκέψου ὅτι ἡ ψυχή σου ὀφείλει νά εἶναι λευκή καί νά λάμπει μέ τίς ἀρετές τοῦ Χριστοῦ. Ὅταν βλέπεις τή λάμψη τοῦ χρυσοῦ, μή σαγηνεύεσαι ἀπό αὐτήν ἀλλά θυμήσου ὅτι ἡ ψυχή σου πρέπει νά καθαρίζεται μέ τή φωτιά ὅπως ὁ χρυσός, καί ὅτι ὁ Κύριος ἐπιθυμεῖ νά σέ κάνει νά λάμπεις κι ἐσύ ὅπως ὁ ἥλιος, στήν αἰώνια, λαμπρή βασιλεία τοῦ Πατέρα Του. Θυμήσου ὅτι θά δεῖς τόν Ἥλιο τῆς Δικαιοσύνης, τόν Θεό, τήν Ἁγία Τριάδα, τήν Ὑπεραγία Παρθένο καί Μητέρα τοῦ Θεοῦ καί ὅλες τίς ἐπουράνιες δυνάμεις καί τούς ἁγίους νά λάμπουν πλημμυρισμένοι ἀπό τό ἀνέκφραστο φῶς τό ὁποῖο ξεχύθηκε ἐπάνω τους».

«Η συνεχής προσπάθεια για εκκοπή του μετεωρισμού και καθαρά προσευχή»
Άγιος Ιωάννης της Κροστάνδης

ΓΙΑΤΙ Ο ΘΕΟΣ ΕΠΙΤΡΕΠΕΙ ΣΤΟΝ ΔΙΑΒΟΛΟ ΝΑ ΜΑΣ ΠΕΙΡΑΖΕΙ



- Γέροντα, γιατί ο Θεός επιτρέπει στον διάβολο να μας πειράζη ;

- Για να διαλέξει τα παιδιά Του. “Κάνε, διάβολε, ό,τι θέλεις”, λέει ο Θεός, γιατί, ό,τι και αν κάνη, τελικά θα σπάση τα μούτρα του στον ακρογωνιαίο λίθο που είναι ο Χριστός. Εάν πιστεύουμε ότι ο Χριστός είναι ο ακρογωνιαίος λίθος, τότε τίποτε δεν μας φοβίζει.

Ο Θεός δεν επιτρέπει μια δοκιμασία, αν δεν βγη κάτι καλό. Όταν ο Θεός βλέπη ότι θα γίνη ένα μεγαλύτερο καλό, αφήνει τον διάβολο να κάνη την δουλειά του. 
Είδατε τι έκανε ο Ηρώδης; Σκότωσε δεκατέσσερις χιλιάδες νήπια, αλλά έκανε δεκατέσσερις χιλιάδες Μάρτυρες Αγγέλους. Πού είδες εσύ Μάρτυρες Αγγέλους; Έσπασε τα μούτρα του ο διάβολος! Ο Διοκλητιανός έγινε συνεργάτης του διαβόλου βασανίζοντας τους Χριστιανούς σκληρά. Αλλά, χωρίς να το θέλη, έκανε καλό στην Εκκλησία του Χριστού, γιατί την πλούτισε με Αγίους. Νόμιζε ότι θα εξαφάνιζε όλους τους Χριστιανούς, αλλά δεν έκανε τίποτε. Άφησε πλήθος άγια Λείψανα να τα προσκυνούμε και πλούτισε την Εκκλησία του Χριστού.

Μπορούσε να τον είχε ξεκάνει τον διάβολο ο Θεός, Θεός είναι! Εάν θέλη, και τώρα τον μαζεύει κουβάρι στην κόλαση, αλλά τον αφήνει πάλι για το καλό μας. Θα τον άφηνε να ταλαιπωρή και να βασανίζη το πλάσμα Του; τον άφησε όμως μέχρις ενός σημείου και έως καιρού, για να μας βοηθάη με την κακία του, να μας πειράζη, για να τρέχουμε σ' Αυτόν. Μόνον αν πρόκειται να βγη καλό, επιτρέπει στο ταγκαλάκι να μας πειράξη. Αν δεν βγη καλό, δεν επιτρέπει. Όλα τα επιτρέπει ο Θεός για το καλό μας. Να το πιστέψουμε αυτό. Αφήνει τον διάβολο ο Θεός, για να παλαίψη ο άνθρωπος. Χωρίς πάλη δεν γίνεται χωριό. Αν δεν μας πείραζε ο διάβολος, μπορεί να νομίζαμε ότι είμαστε και άγιοι. Επιτρέπει λοιπόν ο Θεός στον διάβολο να μας χτυπάη με κακία, γιατί με το χτύπημα που μας κάνει, διώχνει όλες τις σκόνες μας και ξεσκονίζεται η σκονισμένη ψυχή μας. Ή τον αφήνη να ορμάη να μας δαγκώση, για να καταφεύγουμε σ' Αυτόν. Ο Θεός μας καλεί συνέχεια, αλλά εμείς συνήθως απομακρυνόμαστε από τον Θεό και, μόνον αν παρουσιασθή κανένας κίνδυνος, τρέχουμε κοντά Του. Όταν ο άνθρωπος ενωθή με τον Θεό, δεν υπάρχει περιθώριο να εισχωρήση ο πονηρός, αλλά ούτε υπάρχει και λόγος να επιτρέψη ο Θεός στον πονηρό να τον πειράξη, για να αναγκασθή ο άνθρωπος να καταφύγη στον Θεό. Πάντως, όπως και αν είναι, ο πονηρός μας κάνει καλό, μας βοηθάει να αγιάσουμε. Γι' αυτό και ο Θεός τον ανέχεται.

Ο Θεός έχει αφήσει ελεύθερους, εκτός από τους ανθρώπους, και τους δαίμονες, μια που την ψυχή του ανθρώπου δεν την βλάπτουν, γιατί δεν μπορούν. Εκτός εάν θέλη ο ίδιος ο άνθρωπος να βλάψη την ψυχή του. Αντίθετα, μισθό προξενούν στις ψυχές μας είτε κακοί άνθρωποι είτε απρόσεκτοι που άθελά τους κάνουν κακό στην ζωή μας. Γιατί, νομίζετε, λέει εκείνος ο Αββάς: “Έπαρον τους πειρασμούς και ουδείς ο σωζόμενος” (Το Γεροντικόν, Αββάς Ευάγριος ε', σ. 34); 
Γιατί οι πειρασμοί ωφελούν πολύ. Όχι ότι ο διάβολος μπορεί να κάνη ποτέ καλό - γιατί είναι κακός - αλλά ο Καλός Θεός εμποδίζει την πέτρα που μας πετάει, για να σπάση το κεφάλι μας, και μας την δίνει στο ένα χέρι, και στο άλλο χέρι μας δίνει αμύγδαλα, για να σπάζουμε και να τρώμε! Επιτρέπει δηλαδή ο Θεός τους πειρασμούς, όχι για να μας τυραννά ο διάβολος, αλλά για να δίνουμε με αυτόν τον τρόπο “εξετάσεις” για την άλλη ζωή και να μην έχουμε παράλογες απαιτήσεις στην Δευτέρα Παρουσία. Πρέπει να το καταλάβουμε καλά ότι πολεμούμε - και έχουμε να πολεμήσουμε, έως ότου βρισκόμαστε σ' ετούτη την ζωή - με τον ίδιο τον διάβολο. Όσο ζη ο άνθρωπος, έχει πολλή δουλειά να κάνη για την καλυτέρευση της ψυχής του και έχει δικαίωμα να δίνη εξετάσεις πνευματικές. Εάν πεθάνη και δεν περάση, κόβεται πια. Μετεξεταστέος δεν υπάρχει.


ΠΗΓΗ : ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΛΟΓΟΙ Α΄, 
ΜΕ ΠΟΝΟ ΚΑΙ ΑΓΑΠΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΑΝΘΡΩΠΟ, 
εκδ. ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ», 
ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ 2003 σ. 62 κ.ε.

Για τους υπολογιστές



Αγαπητοί Ι και Α.!
Χρησιμοποιείτε διάφορα τεχνολογικά προϊόντα, τα οποία έχει εφεύρει ο άνθρωπος όχι χωρίς τον Θεό. Διότι ο Κύριος είπε ρητά: «Χωρίς εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν».
Ο υπολογιστής είναι κι αυτός μια εφεύρεση όπως οι υπόλοιπες. 
Στη Γραφή λέει: «πάντα μοι έξεστιν άλλ' ουκ εγώ έξουσιασθήσομαι υπό τίνος». Αν με τον υπολογιστή ο άνθρωπος κάνει το έργο του Θεού και προς δόξαν Θεού, για παράδειγμα, εκδίδει λειτουργικά βιβλία ή γραμματεία των αγίων Πατέρων, τότε ο άνθρωπος σώζεται με αυτό. Αν χρησιμοποιεί την τεχνολογία για κάθε ασχημία και βίαια παιχνίδια, τότε είναι φανερό ότι χάνεται. Η ίδια τεχνολογία για τον ένα είναι προς σωτηρία και για τον άλλο προς απώλεια.
Ο Θεός να σας δίνει σοφία!


Πατήρ Ιωάννης της Μονής των Σπηλαίων Πσκώβ

Όταν χτυπάς στον τοίχο



Κάποιες στιγμές έρχονται έτσι τα πράγματα και καταλαβαίνεις πολλά για τον εαυτό σου που δεν τα ήξερες ή μπορεί και να μην ήθελες να τα ξέρεις. Πάντα αυτές οι στιγμές πονάνε. Πάντα αυτές οι στιγμές σου κλονίζουν πολλά πράγματα “σταθερά” που είχες μέσα σου.

Πόσες και πόσες φορές, εκτεθήκαμε και βρεθήκαμε να έχουμε κάνει βήματα στο κενό. Ας μην μιλώ για τους άλλους. Πόσες φορές βρήκα αδιέξοδο εκεί που ήμουν σίγουρος για τον εαυτό μου και ήθελα να τρέξω.

Πολύ συχνά θεωρώ υπαίτιο τον εαυτό μου για αυτά που συμβαίνουν γύρω μου. Πάρα πολύ συχνά με κατηγορώ, πιστεύοντας ότι έτσι θα αλλάξω, νιώθοντας ότι έτσι θα είμαι αρεστός, θεωρώντας ότι αυτό με κάνει καλύτερο.

Όμως διαπιστώνω ότι αυτό που κάνω δεν είναι σωστό. Κι αυτό γιατί πολύ απλά κανένα από τα παραπάνω δεν ισχύει κάθε φορά που θα “ψευτο”-κατηγορήσω τον εαυτό μου. Νομίζω ότι έμαθα από μικρός να λειτουργώ με κάποιους κανόνες τους οποίους ουδέποτε δεν τους κατάφερα να τους βγάλω από την καρδιά μου αλλά τους τηρούσα από μια ορθολογιστική συνείδηση… του τι είναι σωστό και τι λάθος.

Διαπίστωσα λοιπόν ότι έχω μάθει χίλια μεν πράγματα αλλά ακόμα και τώρα ίσως δεν έχω ιδέα τι κρύβεται μέσα μου και πως θα καταφέρω να δώσω φωνή στην καρδιά μου. 
Αλήθεια πόσο μπερδεμένος είμαι; Πηγαίνουμε. Κάθε μέρα ξυπνάμε και πηγαίνουμε… 
Και γιορτάζουμε το πέρασμα του χρόνου (τα γενέθλια κτλ…) . Χαμογελάμε!!! 
Κι ενώ το χαμόγελο που πηγάζει απ την αγνή καρδιά είναι ζωή για κείνη αλλά και για όλους, το ψεύτικο χαμόγελο, που γελάμε για να μην πλησιάσει ο άλλος πιο κοντά από όσο τον θέλουμε, το χαμόγελο που πηγάζει από χίλιες σκέψεις, είναι σκέτο δηλητήριο.

Δεν είμαι απαισιόδοξος, ούτε στο ελάχιστο. Αλλά δεν μπορώ και να χαμογελώ στα ψεύτικα. Αυτό είναι που με γεμίζει με θλίψη, όταν βλέπω ψεύτικα χαμόγελα, απομακρυσμένες καρδιές. Υπάρχουν λόγοι να χαμογελάς, αν χαμογελάς χωρίς λόγο, μου δίνεις λόγο να κλάψω.

Μην ανησυχείτε, χτύπησα σ’ ένα τοίχο. Θα μου περάσει…

Ο επίσκοπος και η χαρισματική προσευχή μιας απλής γυναίκας



Ὁ μακαριστός Μητροπολίτης Χαλκίδος Νικόλαος Σελέντης ἀνέφερε: 
«Μ’ ἔμαθε νά προσεύχωμαι κατανυκτικά καί μέ δάκρυα μία ἁπλῆ γυναικούλα, πού κατοικοῦσε στό Πέραμα Πειραιῶς καί τήν ἀποκαλοῦσαν περιφρονητικά ὄχι μέ τ’ ὄνομά της, ἀλλά μέ τό παρατσούκλι “ἡ Αὐγουλοῦ”, γιατί πούλαγε φρέσκα αὐγά, νά ἐξοικονομήση τόν “ἄρτον τόν ἐπιούσιον”.
Ὡς περιοδεύων πέρασα μιά μέρα ἀπ’ τό φτωχικό της σπίτι, γιά νά εἰσπράξω μιά συνδρομή γιά τό περιοδικό ΖΩΗ. Ἡ ἴδια ἀπουσίαζε καί βρισκόταν ἐκεῖ τό παιδί της, πού διήρχετο τήν ἐφηβεία. Ἔκαιγε τό καντήλι στό εἰκονοστάσι κι ἔκανα στό παιδί τήν πρότασι ἄν ἤθελε μέχρι νά ᾽λθη ἡ μητέρα του νά προσευχηθοῦμε λιγάκι. Κάπως ἀδιάφορα κούνησε καταφατικά τό κεφάλι του καί εἶπε ἄς προσευχηθοῦμε. Ὅταν τελειώσαμε τήν προσευχή, μοῦ λέει κάπως χαριτολογώντας: Α, ἐσύ δέν ξέρεις νά προσευχηθῆς! Ἐγώ κατεπλάγην ἀπ’ τήν τολμηρή αὐτή παρατήρησι καί τόν ρώτησα νά μοῦ ἐξηγήση, πῶς κατά τή γνώμη του πρέπει νά προσεύχεται ἕνας Ὀρθόδοξος Χριστιανός; Ἐγώ, κύριε, μοῦ λέει δέν ξέρω Θεολογία, ἀλλά βλέπω τό παράδειγμα τῆς μητέρας μου, πού ὅταν προσεύχεται κραυγάζει συνεχῶς “Κύριε Ἐλέησον”, πέφτει συνεχῶς σέ μετάνοιες, κτυπάει τό στῆθος της καί τρέχουν ποτάμι τά δάκρυά της!
Μετά ἀπ’ αὐτή τήν ἀφήγησι, μεγάλωσε ἡ ἐπιθυμία μου νά γνωρίσω αὐτή τήν ὑπέροχη γυναῖκα καί νά διδαχθῶ κάτι ἀπ’ τή χαρισματική προσευχή της.
Ἐκείνη τή μέρα δέν ἦλθε κι ἀποχώρησα. Μιά ἄλλη μέρα πέρασα νά τή συναντήσω καί βρέθηκα μπροστά σέ μιά συγκλονιστική σκηνή προσευχομένου ἀνθρώπου. Ὁ ἄνδρας της, ὅπως ἔμαθα, ἦταν ἕνας μέθυσος κι ἀχαΐρευτος, πού τῆς ἔπαιρνε ὅ,τι οἰκονομοῦσε ἀπ’ τά αὐγά καί μπεκρόπινε. Ἐκείνη τή μέρα κατά τήν ὁποία πῆγα, ἀπ’ τό μεθύσι του τήν εἶχε ξυλοκοπήσει, τῆς εἶχε πάρει τά χρήματα καί τῆς εἶχε πετάξει τήν Καινή Διαθήκη μέσα στό πηγάδι! Ἐγώ δέ, τή βρῆκα γονατιστή στό πηγάδι νά προσεύχεται καί νά λέη: Χριστέ μου καί Παναγία μου Μεγαλόχαρη, τό βιβλίο μέ τά ἱερά γράμματα, τό ὁποῖο ἔρριξε ὁ ἄνδρας μου στό πηγάδι δέν τό ἔκανε ἀπό ἀσέβεια, ἀλλά ἦταν μεθυσμένος. Κάνε Παναγία μου τά ἱερά αὐτά Γράμματα, πού θά λειώσουν καί θά γίνουν ἕνα μέ τό νερό, νά τά πιῆ ὁ ἄνδρας μου, νά μετανοήση, νά ἐξομολογηθῆ καί νά σωθῆ, νά μήν πάη στήν κόλασι, Χριστουλάκη μου, γιατί ὁ κόσμος μέ ἔχει γιά καλή, ἐνῶ ἐγώ ἡ τρισάθλια ἔχω πολλά ἀθεράπευτα πάθη κι ἁμαρτίες!

ΟΙ ΑΠΡΟΣΕΞΙΕΣ ΜΑΣ ΓΕΝΝΟΥΝ ΤΗΝ ΕΠΕΜΒΑΣΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΩΤΗΡΙΑ ΜΑΣ



Η παιδεία του Κυρίου μου δίνει οφέλη, η παιδεία Κυρίου με συνετίζει, η παιδεία Κυρίου με φέρνει στο λογαριασμό. Το θέλει και το επιτρέπει, γιατί λόγο της ασθενείας σου, της απροσεξίας σου, σου χρειάζεται αυτό το πράγμα.
- Άρα λοιπόν ό,τι κακό έρχεται, είναι από την αμαρτία μας.
- Ναι, οι απροσεξίες μας γεννούν την επέμβαση και η επέμβασις είναι σωτήριος.Σωτήριος η επέμβασις. Η αμαρτία δεν είναι αυτή που κίνησε τον Θεό να οδηγήσει την Οσία Μαρία ; Η επέμβαση του Θεού την εμπόδισε να μην μπορεί να μπει στον ναό του Θεού να προσκυνήσει το Τίμιο Ξύλο. Γι΄ αυτό η προσπάθεια να μπει και η αόρατος εκείνη δύναμις να μην την αφήνει να μπει στην εκκλησία, την ανάγκασε να δεηθεί του Θεού, να μετανιώσει και μετά να Τον ακολουθήσει. Αν δεν την εμπόδιζε, θα πήγαινε, θα χαιρετούσε και δεν θα ήταν κάτι, που ίσως την βοηθούσε να μετανιώσει. Με τον να την εμποδίζει την ήλεγχε ο Θεός, είσαι αμαρτωλή, πού πας ; Και καταλαβαίνοντας το θέλημα του Θεού, ότι την ελέγχει για την αμαρτωλότητα, τότε φοβήθηκε το Θεό, και ζήτησε τη βοήθεια του Θεού με μετάνοια, και της άνοιξε η αόρατος δύναμη την πόρτα και μπήκε και χαιρέτησε το Τίμιο Ξύλο.
Οι επεμβάσεις είναι ποικίλες………. Βλέπουμε καμιά φορά παιδάκι να πεθαίνει από καρδιά. Αυτό πού την βρήκε την αμαρτία ; Το παίρνει ο Θεός για να το καταστήσει άγγελο, το παίρνει γιατί προγνωρίζει, ότι αυτό θα καταλήξει ληστής, φονιάς και το παίρνει. Κλαίμε και λέμε ότι είναι άδικος ο Θεός που το πήρε. Άδικος είναι ο Θεός ; Αν ξέρεις γιατί το πήρε θα βάλεις χίλιες μετάνοιες στο Θεό. Τα κρίματα του Θεού είναι πάντα προς ωφέλεια της ψυχής του ανθρώπου.
Είναι προς το συμφέρον μας να δεχόμεθα ως από τον Πατέρα, ως από την αγάπη του Πατέρα και ας μην εξετάζουμε από πού ξεκινάει και γιατί το κάνει, αλλά να ξέρουμε ότι είναι από την αγάπη του Πατέρα του Ουράνιου. Ούτε φύλλο πέφτει, ούτε τρίχα πέφτει χωρίς το θέλημα του Θεού. Πολύ περισσότερο παθήματα, δυστυχίες, θάνατοι.
Πώς θα γίνει θάνατος ; Ποιός θά΄ρθει να τον πάρει ; Δέν θά΄ρθει ο άγγελος να τον πάρει ; Ο άγγελος νομίζετε ότι κάνει παρακοή στον Θεό κι έρχεται και παίρνει τον άνθρωπο ; Ο άγγελος θα πάρει διαταγή για να πάρει τον άνθρωπο. Επομένως τί έχουμε εδώ ; Θέλημα Θεού.
Και από πού τον παίρνει ; Τον παίρνει από την κοιλάδα του κλαυθμώνος και τον πάει στην άλλη ζωή, κι όποιος πεθαίνει εν Κυρίω δεν θέλει να γυρίσει πίσω. Εμείς τον κλαίμε εδώ και θέλουμε να γυρίσει πίσω. Ούτε στην φαντασία του κανείς να μην σκεφθεί ότι ο πεθαμένος θέλει να γυρίσει πίσω.Μηδαμώς δεν θέλει να γυρίσει. Σε καμία περίπτωση δεν θέλει να γυρίσει πίσω, είναι τόσο όμορφα εκεί ! Να γυρίσει πίσω στο βρώμικο το σώμα του να τυραννιέται ;
- Άπαξ και έφυγε, ξανά πάλι αντιμετώπιση θανάτου θα΄ χουμε ; Πάλι εγχείρηση ; Κι αφού είναι τώρα σε ωραίο τόπο, γιατί να γυρίσει πίσω ;
Ιδίως όταν είναι παιδάκια τα οποία υποφέρουν κλπ. εφ΄ όρου ζωής, αυτά είναι άγγελοι στην άλλη ζωή. Μεγάλη δόξα, μεγάλη αγάπη του Θεού, αλλά εμείς το βλέπουμε και λέμε : άχ τα κακόμοιρα, και δεν λέμε κακόμοιρο τον εαυτό μας που είμαστε υγιείς και κάνουμε χίλιες αμαρτίες και λέμε γι΄ αυτά που υποφέρουν, που είναι αγιασμένα. Αλλά επειδή δεν έχουμε θεογνωσία έχουμε μωρογνωσία και σαν μωροί λέμε πράγματα έξω της αλήθειας, και της πραγματικότητας.
Σε ασθένεια ήταν ένας άγιος, και θεράπευε άλλους, τους σταύρωνε, και γινόντουσαν καλά κι αυτός ήταν άρρωστος. Γιατί πάνω από όλα ο Θεός φρόντιζε για την ψυχή του. Όπως και ο Απ. Παύλος είπε : Μου εδόθη άγγελος σατάν να με κολαφίζει, να μην υπερηφανεύομαι. Μου δόθηκε κάποιος πειρασμός λέει από τον Θεό, να μην υπερηφανεύομαι για τις πολλές οπτασίες, για τις πολλές χάριτες που ένιωθα από το Θεό και για τις επιτυχίες του αποστολικού του έργου που είχε ο Απ. Παύλος………. Λέει ο Αββάς Ισαάκ ο Σύρος, ότι προτιμούσε ο Θεός την ψυχή του Παύλου να διασφαλίσει με τον πειρασμό της ασθένειας και να μειώσει το κήρυγμα λόγω της ασθένειας. Προτιμούσε την ελάττωση τοθ αποστολικού έργου, προκειμένου να διασφαλίσει με την ταπείνωση της ασθένειας την ψυχή του……………


ΠΗΓΗ : ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΕΦΡΑΙΜ ΦΙΛΟΘΕΪΤΟΥ, 
ΠΑΡΑΙΝΕΣΕΙΣ ΠΑΤΡΙΚΕΣ, 
εκδ. «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ», 
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, σσ. 11 - 15.

Να ευχαριστείς τον Θεό για τον πειρασμό σου



Μόνο ἕνα νὰ προσέξεις, μὲ συμβούλεψε ὁ Ὅσιος Πορφύριος. Νὰ ξεκαθαρίζεις τὶς σκέψεις σου, ποὺ ἀπὸ τὴν πολλή σου εὐαισθησία πιέζεσαι καὶ θλίβεσαι. Νὰ τὶς διώχνεις, νὰ μὴν παραμένουν. Νὰ ἀγαπᾶς τοὺς πειρασμοὺς ποὺ ἔρχονται καὶ δὲν θὰ ταράζεσαι, οὔτε θὰ θλίβεσαι. Νὰ ἀγαπᾶς πολὺ ὅλους τοὺς ἀδελφοὺς τὸ ἴδιο. Νὰ ἀγαπᾶς πολὺ τὸν Γέροντα.Ἕνας Γέροντας, ἕνας Χριστός.
- Πῶς θὰ ἀγαπήσω τοὺς πειρασμοὺς καὶ τὶς δυσκολίες;
- Εἶναι μεγάλη ἱστορία αὐτή. Ἔχει τοὺς τρόπους της. Ἅμα μπεῖ ὁ Χριστὸς στὴν καρδιά, τὴ γεμίζει μὲ τὴν ἀγάπη Του. Τότε δὲν ὑπάρχει «μὴ τοῦτο, μὴ ἐκεῖνο, μή, μή…». Μόνο ἀγάπη… Πάνω ἀπ’ ὅλα ἡ Ἀγάπη.
Τὰ μὴ ἦσαν πρὸ Χριστοῦ. Τὰ κατήργησε ὁ Χριστός. Ἔφερε τὴν Ἀγάπη. Παράδεισος εἶναι ἡ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὑπακοή, ἡ ταπείνωση.
Νὰ εὐχαριστεῖς τὸν Θεὸ γιὰ τὸν πειρασμό σου.
Καὶ κάποιος ἄλλος ποὺ εἶχε πρόβλημα ἀρκετὰ σοβαρὸ καὶ πῆγε καὶ τὸ εἶπε στὸν Ὅσιο Πορφύριο, τοῦ λέει, ἀφοῦ ἦταν ἀνθρωπίνως ἄλυτο: 
«Ἄκου, παιδί μου, σοῦ ἐμπιστεύθηκε ὁ Θεὸς ἕνα μικρὸ πειρασμό, μιὰ μικρὴ δυσκολία, ἕνα προβληματάκι… Κι ἐσὺ ἀντὶ νὰ χαρεῖς γι’ αὐτὸ ποὺ σοῦ ἐμπιστεύτηκε, κάθεσαι καὶ στενοχωριέσαι; Πές, Χριστέ μου, νὰ εἶναι εὐλογημένο! Ἀφοῦ ἐπέλεξες ἐσὺ αὐτό, ἢ ἡ ἀδυναμία μου ὅρισε αὐτὸ καὶ ἐσὺ τὸ ἀνέχεσαι, νὰ εἶναι εὐλογημένο… Καὶ εὐχαριστῶ, Θεέ μου».
Ξεχνᾶμε νὰ λέμε εὐχαριστῶ στὴν θλίψη καὶ στὸν πόνο.
Κάποτε ἦταν ἕνα παιδάκι ποὺ τὸ πείραζαν τὰ ἄλλα παιδιά, γιατὶ ἤτανε λίγο ἀδύνατο, λίγο ντροπαλὸ κ.λπ. Καὶ στενοχωριότανε καὶ πονοῦσε. Πήγαινε στὸ σπίτι κι ἔκλαιγε. Παραπονιότανε στὴ γιαγιά -ἡ μητέρα του εἶχε πεθάνει-. Ἡ γιαγιὰ ἤτανε πιστή. Μὴ στενοχωριέσαι, παιδί μου, τοῦ ἔλεε, νὰ εὐχαριστεῖς τὸν Θεὸ καὶ γι’ αὐτὸ καὶ γιὰ ὅλα.
Πέρασε καιρός, κατάλαβε. Τὰ καλὰ λογάκια ὅταν πέφτουν στὴν ψυχή, μένουν, νὰ ξέρετε. Σιγὰ-σιγὰ καλλιεργοῦνται, καρποφοροῦν καὶ βγαίνουν.

Ἀπὸ τὸ βιβλίο «Ἀνθολόγιο Συμβουλῶν Γέροντος Πορφυρίου», 
σσ. 207-208

ΑΛΛΟΙΜΟΝΟΝ ΕΙΣ ΤΗΝ ΣΗΜΕΡΙΝΗΝ ΠΟΝΗΡΑΝ ΓΕΝΕΑΝ !



….. Η Σημερινή γενεά είναι γενεά πονηρά και διεστραμμένη και δυσκόλως οι ακολουθήσαντες και οι εναρξάμενοι της οδού της απωλείας να επιστρέψουν αμέσως και ευκόλως εις την οδόν της σωτηρίας. Αρέσει και είναι προτιμητέα εις τους πολλούς η οδός της απωλείας, η πλατεία και ευρύχωρος. Επλάτυνεν ο ακόρεστος Άδης το στόμα αυτού, δια να κορέσει και να χωρέσει το πλήθος το άπειρον των ανθρώπων, οι οποίοι όχι βραδέως, αλλά ολοταχώς και καλπάζοντες βαδίζουν εις την οδόν της απωλείας, δια να δρέψουν τους καρπούς της πικράς αμαρτίας. 
Αλλοίμονον, αλλοίμονον, αλλοίμονον εις την σημερινήν πονηράν γενεάν !!!
Πώς εσκοτίσθη !
Πώς δεν βλέπει τον κρημνόν της απωλείας ! 
Πώς δεν τρέμει την φοβεράν του Κυρίου απειλήν ! 
Την φοβεράν ημέραν της Κρίσεως ! 
Πώς δεν βλέπει τον πέλεκυν της θείας δικαιοσύνης και τας καθεκάστην τιμωρίας των ασεβών και απειθών αμαρτωλών, τους πολέμους, τους σεισμούς, τους καταποντισμούς, τας πλημμύρας, τας καταιγίδας !
Όντως ως Σόδομα και Γόμορρα ωμοιώθημεν και δι΄ αυτό πυρ ετοιμάζεται παρά Κυρίου του καταφθείραι τους καταφθείροντας και καταμιάνοντας την γην και ουκ έστιν ο σβέσων. Μία μόνη απόκειται ελπίς σωτηρίας, η μετάνοια. Μετάνοια ειλικρινής και αληθινή. Αλλά πού μετάνοια ! Πού δάκρυα και αναστεναγμοί, δια να συγκρατήσουν τον θυμόν, την δικαίαν κατά των αμαρτωλόν αγανάκτησιν του Κυρίου !............


ΠΗΓΗ : ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΦΙΛΟΘΕΟΥ ΖΕΡΒΑΚΟΥ,
ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ ΚΑΙ ΥΠΟΘΗΚΕΣ, 
τευχ. Α΄, εκδ. «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ», 
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 1997, σελ. 7.