.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Η Ορθοδοξία και οι Θησαυροί της!



... Εάν ο άνθρωπος απελπισθεί από κάθε άλλη βοή­θεια και δέσει σφιχτά την ελπίδα του στον Θεό μοναχά, και ταπεινωθεί και δεν λογαριάζει για τίποτα τον εαυτό του, τότε θα νοιώσει να τον σκεπάζει η θεϊκή ευσπλα­χνία και να του δίνει κάποια δύναμη ώστε να μην υπάρ­χει τίποτα πια για να τον φοβερίζει, κι' ούτε καμμιά ανά­γκη για να τον κάνει να τη συλλογισθεί.
Όλα του φαί­νονται σαν να μην υπάρχουνε, κι' αυτός ελαφρός
σαν πνοή γεμάτη δύναμη, χαρά, ελπίδα και αγάπη (γιατί η αληθινή αγάπη βγαίνει από την πίστη κι' από την ελπί­δα), πετά υψηλά, γλυτωμένος από το βάρος της σαρκός κι' από τις μάταιες φροντίδες τις σαρκικής διάνοιας, ή­γουν τη φιλοδοξία, τον μωρό ζήλο να ερευνήσει το μυ­στήριο του κόσμου, κι' όλες τις άλλες μικρολογίες με τις οποίες είναι δεμένη η ζωή μας. 
Αυτή είναι μια κατά­σταση αλλόκοτη κι' απίστευτη, είναι η είσοδος εις την βασιλείαν του Θεού, που λέγει ο Κύριος, και που δεν λέ­γεται με λόγια, γιατί, δεν είναι ένας σαρκικός ενθουσια­σμός της διάνοιας, αλλά μια λύτρωση που γίνεται με τη χάρη του αγίου Πνεύματος, γι' αυτό και δεν υπάρχουνε και λόγια σε τούτον τον κόσμο με τα οποία να ειπωθεί. Γι' αυτό ο Κύριος, λέγοντας «βασιλεία του Θεού» ή «βασιλεία των ουρανών», δεν εξήγησε ποτέ τί είναι αυτή η «βασιλεία», αλλά μας δίδαξε μοναχά με τί τρόπο θα την αξιωθούμε. 
Για να γεννηθεί ο άνθρωπος ο πνευματικός και για να βγει στο φως από το σκοτάδι, είναι ανάγκη να βασα­νισθεί, όπως γίνεται με τη γέννα του σαρκικού ανθρώ­που. Γι' αυτό λέγει ο Χριστός:
«Στενή και τεθλιμμένη η οδός η απάγουσα εις την ζωήν». Και στις Πράξεις των Αποστόλων διαβάζει κανένας πως ο Παύλος και ο Βαρνά­βας επήγαν στο Ικόνιον και στην Αντιόχεια «επιστηρίζοντες τας ψυχάς των μαθητών, παρακαλούντες εμμένειν τη πίστει και ότι δια πολλών θλίψεων δει ημάς εισελθείν εις την βασιλείαν του Θεού». Το πνευματικό νήπιο πρέ­πει να κλάψει σαν το σαρκικό, για να βρει γάλα για να θραφεί. Ο άνθρωπος που δεν ελπίζει σε καμμιά βοήθεια εκτός από τον Θεό, και σε καμμιά ζωή εκτός από αυτόν, και σε καμμιά άλλη χαρά εκτός από αυτόν, και σε καμ­μιά δικαιοσύνη εκτός από αυτόν, και κρεμιέται με δά­κρυα μονάχα σ' Εκείνον, έχοντας «μονογενή ελπίδα», αυτός βρίσκει έλεος και αναπαύεται από «τα της ματαιότητος και πολυμόχθου σαρκός». Γι' αυτόν «η αγάπη η εν Χριστώ ισχυροτέρα εστί της ενταύθα ζωής», κατά τον ά­γιο Ισαάκ. Και δεν θέλει να χωρισθεί από τον Θεό, και προτιμά τον θάνατο από τούτον τον χωρισμό, γιατί νοιώ­θει καλά πως σωστά λέγει ο άγιος Κύριλλος ότι «θάνα­τος αληθής είναι ο χωρισμός της ψυχής από τον Θεόν και όχι ο χωρισμός της ψυχής από το σώμα». 
Σ' αυτή τη μακάρια κατάσταση βρίσκονται οι άγιοι, όχι λίγες ώρες της ζωής τους, αλλά παντοτεινά. Και για τούτο νοιώθουνε πως από τούτον τον κόσμο απογευθήκανε σαν ένα αρραβώνα τη μακαριότητα της αιωνίου ζω­ής. Και αγαπούνε κάθε άνθρωπο και κάθε πλάσμα, επειδή η τέλεια αγάπη προέρχεται από τη χαρά της πίστεως κι' από τη βεβαιότητα κι' από τη στερεή ελπίδα που έ­χουνε μέσα στην ψυχή τους.Οι άλλοι άνθρωποι, οι α­μαρτωλοί, μπορεί να ελεηθούνε και να αξιωθούνε για λί­γο αυτή την απελευθέρωση από τη δουλεία της φθοράς, ν' απογευθούνε λίγο από τον ουράνιον άρτον. Μα ύστε­ρα πάλι, σαν αδύνατοι άνθρωποι που είναι, από αμέλεια ξαναπέφτουνε στις μέριμνες του βίου, και χάνουνε εκεί­νη την ευωδία του μυστικού κόσμου στον οποίον ζήσανε εκείνον τον σύντομον καιρό. Και ποθούνε θερμά να ξα­ναμπούνε πάλι στην ουράνια εκείνη πολιτεία, και την αναθυμιούνται με δάκρυα, κι' ολοένα ελπίζουνε να την ξαναδούνε. Κι' απορούνε πώς την χάσανε και πώς καταντήσανε πάλι δούλοι της σαρκός, και θρηνούνε σαν τους πρωτόπλαστους που καθήσανε έξω από τον Παρά­δεισο, μη μπορώντας να ξαναμπούνε μέσα. 
Ξέρω πως πολλοί, διαβάζοντας αυτά που γράφω, θα πούνε πως η ζωή μας σήμερα δεν σηκώνει τέτοια καλο­γερίστικα πράγματα. Μα δεν έχουνε δίκιο. Οι σημερινοί άνθρωποι, όπως έγραψα κι' άλλη φορά, δεν είναι όλοι ευχαριστημένοι από τη ζωή που ζούνε, ας έχουνε κάθε λογής υλικές αναπαύσεις και ασχολίες. Ίσια-ίσια σήμε­ρα η ανθρώπινη ψυχή βρίσκεται σε παραζάλη και σε α­γωνία, γιατί είδε καλά πως, ενώ ήλπιζε να πιάσει την ευ­τυχία με την επιστήμη και με την υλική και διανοητική δραστηριότητα, δεν επέτυχε αυτό που ήλπιζε. 
Υπάρχουνε λοιπόν πολλοί άνθρωποι που διψάνε για αληθινή τροφή της ψυχής, και γι' αυτούς γράφω. Κ' ε­κτός από την Ελλάδα, μια τέτοια δίψα κατατρώγει εκα­τομμύρια κόσμο, κατά τα λόγια του Προφήτη που λέγει: «Να, έρχονται ημέρες, λέγει Κύριος, και θα στείλω επά­νω στη γη όχι πείνα για ψωμί, ούτε δίψα για νερό, αλλά πείνα του ν' ακούσετε λόγον Κυρίου»... 
Η Ορθοδοξία είναι η πηγή απ' όπου τρέχουνε να ξεδιψάσουνε άνθρωποι που δεν ευρήκανε την αλήθεια ούτε στον Καθολικισμό, ούτε στον Προτεσταντισμό, ού­τε σε καμμιά άλλη από τις μυριάδες αιρέσεις που υπάρ­χουνε σήμερα. Έτσι αποδείχνεται πως η Ορθοδοξία εί­ναι η πρώτη κι' ανάλλακτη Εκκλησία, που δεν παρα­μορφώθηκε από κοσμικούς νεωτερισμούς, η κιβωτός που κλείνει μέσα της την αληθινή αποκάλυψη της χριστιανι­κής αλήθειας. Κ' η αυστηρή παράδοσή της είναι το μέ­σον που διατηρήθηκε αυτή η αλήθεια, όχι σαν αφηρημέ­νη έννοια, αλλά σαν ζωντανή πραγματικότητα. Στον πρόλογο της «Φιλοκαλίας», που τυπώθηκε στα Εγγλέζι­κα ο Ρώσσος Νίκων γράφει ανάμεσα στα άλλα: «Οι βά­σεις της Ορθοδοξίας είναι η Αγία Γραφή και οι Παραδόσεις, άλλες προφορικές κι' άλλες γραμμένες στα έργα των Πατέρων». Αλλού γράφει: «Επειδή στις ημέρες μας δεν έχουμε πνευματικούς οδηγούς, γίνεται απαραίτητη η συνεχής μελέτη των ιερών αυτών έργων, ώστε ν' ακο­λουθήσει κανένας ακίνδυνα αυτόν τον θαυμάσιον δρόμο που ανοίγει η τέχνη των τεχνών, η επιστήμη των επι­στημών της πνευματικής τελειοποιήσεως. Για να επιτύ­χουμε σε τούτο, είναι ανάγκη να έχουμε γνήσια ταπείνω­ση, ειλικρίνεια, εγκαρτέρηση και αγνότητα». 
Και όμως, εμείς οι Έλληνες, που έχουμε αυτόν τον θησαυρό της Ορθοδοξίας, θέλουμε να θραφούμε θρη­σκευτικά με λογής-λογής ξένα άχερα. Ο πατήρ Νίκων, σε κάποιον δικό μας που πήγε στ' Άγιον Όρος, είπε: «Πρέπει να θεωρείς τον εαυτό σου πολύ ευτυχισμένον που είσαι ορθόδοξος. Γιατί πολυτιμότερο πράγμα από την Ορθοδοξία δεν υπάρχει στον κόσμο». 

Φώτης Κόντογλου

«Να… ψηφίσεις τον Θεό»!...

Διάλογος ανάμεσα σε μια γιαγιούλα κι έναν ιερέα… 


Μας το διηγήθηκε ιερέας το περιστατικό, που ακολουθεί, και το μεταφέρουμε: 
Είχε τελειώσει η Θεία Λειτουργία σ’ ένα χωριό της Ηπείρου και ο ιερέας ετοιμαζόταν να φύγει από το ναό. Κλείνοντας την πόρτα, βλέπει μια πολύ συμπαθητική γριούλα να τον περιμένει στηνείσοδο. 
–Παπούλη, μπορώ να σε ρωτήσω κάτι, του λέει… 
-Ευχαρίστως, της απαντά εκείνος. 
Και εκείνη του λέει αυθόρμητα: -Επειδή με έχουν μπερδέψει και μου λένε: Ο ένας ψήφισε ετούτον, ο άλλος ψήφισε εκείνον, δεν ξέρω τι να κάνω… 
Της χαμογελά με καλοσύνη και της λέει:
–Να… ψηφίσεις τον Θεό, δηλαδή να του δώσεις ακόμη περισσότερο την καρδιά σου… 
Φεύγοντας η γιαγιούλα, και αφού έσκυψε να φιλήσει το χέρι του παπά, μονολογεί: 
-Αμ, καλά λες παπούλη, τι θέλω εγώ να μπλέκομαι με τα καμώματα του κόσμου.

Γιατί ο Θεός επιτρέπει οι "ελέω Θεού" άρχοντές μας, να είναι συχνά ΑΝΑΞΙΟΙ;

Γιατί ο Θεός επιτρέπει οι "ελέω Θεού" άρχοντές μας, να είναι συχνά ΑΝΑΞΙΟΙ; Και αν είναι "ελέω Θεού", και "τεταγμένοι από τον Θεό" κατά την Αγία Γραφή, πώς γίνεται να είναι συχνά ανάξιοι; Ο άγιος Αναστάσιος ο Σιναϊτης, μας εξηγεί...

Ερώτησις: Ο Απόστολος Παύλος λέει ότι οι εξουσίες τού κόσμου έχουν ταχθή από τον Θεό2.Πρέπει λοιπόν να δεχθούμε ότι κάθε άρχοντας η βασιλεύς ή Επίσκοπος προχειρίζεται στο αξίωμα αυτό από τον Θεό;

Απόκρισις: Ο Θεός λέει στον Νόμο: «Θα σας δώσω άρχοντας σύμφωνα με τις καρδιές σας»3. Είναι λοιπόν φανερό ότι οι μεν άρχοντες και οι βασιλείς που είναι άξιοι αυτής της τιμής προχειρίζονται στο αξίωμα αυτό από τον Θεό. Οι άλλοι πάλι που είναι ανάξιοι προχειρίζονται κατά παραχώρησιν η και βούλησιν τού Θεού σε ανάξιο λαό εξ αιτίας αυτής ακριβώς της αναξιότητός των. Και άκουσε σχετικά μερικές διηγήσεις.

Όταν είχε γίνει βασιλεύς ο Φωκάς ο τύραννος4και άρχισε εκείνες τις αιματοχυσίες με τον Βονόσο5 τον δήμιο, υπήρχε κάποιος μοναχός στην Κωνσταντινούπολη, άγιος άνθρωπος, που έχοντας πολλή παρρησία προς τον Θεό, σαν να δικαζόταν με τον Θεό και έλεγε με απλότητα: 
«Κύριε, γιατί έκανες τέτοιον βασιλέα;» Και τότε, αφού το έλεγε αυτό για αρκετές ημέρες, τού ήλθε φωνή εκ Θεού που έλεγε: «Διότι δεν βρήκα άλλον χειρότερο»

Υπήρχε και κάποια άλλη πόλις στην περιοχή της Θηβαΐδος που ήταν γεμάτη παρανομία, της οποίας οι πολίτες διέπρατταν πολλά μιαρά και άτοπα πράγματα. Σ' αυτήν λοιπόν κάποιος άνθρωπος του ιπποδρόμου διεφθαρμένος στο έπακρον απόκτησε ξαφνικά κάποια ψευδοκατάνυξη και πήγε και κουρεύτηκε μοναχός και ντύθηκε το μοναχικό σχήμα. Αλλ’ όμως καθόλου δεν σταμάτησε τις πονηρές πράξεις του. 
Συνέβη λοιπόν να πεθάνη ο Επίσκοπος της πόλεως αυτής. Τότε παρουσιάσθηκε σε κάποιον άγιο άνθρωπο άγγελος Κυρίου και του λέει: «Πήγαινε και προετοίμασε την πόλη, για να χειροτονήσουν Επίσκοπο τον πρώην άνθρωπο τού Ιπποδρόμου». Πήγε λοιπόν αυτός και έκανε ό,τι του παρηγγέλθη. Αφού λοιπόν χειροτονήθηκε ο προαναφερθείς πρώην η μάλλον έτι φαυλόβιος, άρχισε με τον νου του να φαντάζεται ότι κάτι είναι και να υψηλοφρονή. Τότε τού παρουσιάσθηκε άγγελος Κυρίου και τού λέει: «Γιατί υψηλοφρονείς, άθλιε; Σου λέω αλήθεια ότι δεν έγινες Επίσκοπος, επειδή ήσουν άξιος για ιερωσύνη, αλλά γιατί αυτής της πόλεως τέτοιος Επίσκοπος της άξιζε».
Γι’ αυτό λοιπόν, αν ποτέ δης κάποιον ανάξιο και πονηρό βασιλέα η άρχοντα η Επίσκοπο, μην απορήσης, μήτε να κατηγορήσης την πρόνοια τού Θεού. Αλλά μάλλον μάθε απ’ αυτό και πίστευε ότι παραδιδόμεθα σε τέτοιους τυράννους εξ αιτίας των ανομιών μας, κι όμως πάλι δεν αφήνουμε τα κακά μας έργα.

TOY EN ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ ΣΙΝΑΪΤΟΥ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΑΝΤΙΟΧΕΙΑΣ

1. Ερωτήσεις και αποκρίσεις περί διαφόρων κεφαλαίων εκ διαφόρων προσώπων, Ερώτησις ις', PG 89, 476Β - 477Α.
2. Ρωμ. ιγ' 1.
3. Παράβαλλε Ιερεμ. γ' 15.
4. Φλάβιος Φωκάς: αυτοκράτωρ του Βυζαντίου (602-610), περιβόητος για την σκληρότητα και ακολασία του.
5. Βονόσος ή Βόνωσος: λογοθέτης (υπουργός) επί Φλαβίου Φωκά।

Περιοδικό «Αγιορείτικη Μαρτυρία» τεύχος 7। Μάρτιος – Μάιος 1990. 

H καταγωγή μας εκ του ουρανού



Ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι θεός, εἶναι ἐκ τοῦ Θεοῦ!
Ἀκριβῶς, "οἱ Βίοι τῶν Ἁγίων" ἀποτελοῦν ἀπόδειξιν καί μαρτυρίαν ὅτι ἡ καταγωγή μας εἶναι ἐκ τοῦ οὐρανοῦ (ὁ οὑμανισμός καί ἠ προέκτασή του ὁ οἰκουμενισμός εἶναι ἀνθρωποκεντρικοί, γειώνουν τόν ἄνθρωπο καί τόν ἀποκόπτουν ἀπό τήν οὐράνια πατρίδα του καί τούς Θεϊκούς νόμους της…) ὅτι ἡμεῖς δέν εἴμεθα ἐκ τοῦ κόσμου αὐτοῦ, ἀλλά ἐκ τοῦ ἄλλου· ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἀληθινός ἄνθρωπος μόνο ἐν τῷ Θεῷ·
ὅτι ζῶμεν ἐπί γῆς διά τοῦ οὐρανοῦ· ὅτι "ἡμῶν τό πολίτευμα ἐν οὐρανοῖς ὑπάρχει" (Φιλ. 3, 20) 
καί ὅτι ὁ σκοπός μας εἶναι νά οὐρανώσωμεν τόν ἑαυτόν μας, τρεφόμενοι μέ τον "οὐράνιον ἄρτον", τόν καταβάντα ἐκ τοῦ οὐρανοῦ εἰς τήν γῆςν (πρβλ. Ἰωάνν. 6, 33, 35, 51).

(Ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι θεός, εἶναι ἐκ τοῦ Θεοῦ!)
Ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς
Σταχυολογήματα περί Οὑμανισμοῦ καί Οἰκουμενισμοῦ (γ΄)

http://katanixis.blogspot.gr

Ή προφητική, αποστολική και πατερική συνείδηση του Οσίου Γέροντα Φιλόθεου Ζερβάκου



Ή προφητική, αποστολική και πατερική συνείδηση του Οσίου Γέροντα Φιλόθεου Ζερβάκου
Και έρχόμεθα τώρα, στην παρουσίαση σέ αδρές γραμμές των στοιχείων πού τον παρουσιάζουν, πέραν των άλλων πλευρών της πολυμερούς του προσωπικότητος και της πολυποίκιλης δράσης του, ως αγωνιστή και ομολογητή της Ορθοδοξίας. Βάσει αυτών τών στοιχείων, ιδιαίτερα της αυστηρής αλλά δίκαιης κριτικής πού ασκεί στις έκ της Δύσεως επιρροές και στο χώρο τού ήθους, της ηθικής ζωής, αλλά και στο χώρο τού δόγματος, στις έκτροπές από την ορθόδοξη πίστη, ό Γέροντας όσιος Φιλόθεος υπερτερεί όλων τών άλλων οσίων Γερόντων τού περασμένου αιώνος και αναδεικνύεται σέ εφάμιλλη τών Αγίων Πατέρων και Διδασκάλων μορφή. Συντάσσει θαρραλέα υπομνήματα προς πολιτικούς και εκκλησιαστικούς άρχοντες αλλά και προς τον λαό, και ως προφήτης της μετανοίας διαβλέπει ότι, αν συνεχιστεί αυτή ή ηθική διάβρωση και ή αποστασία από την πίστη, ό Θεός θα αποσύρει την Χάρη και την ευλογία Του παιδαγωγικά από το ελληνικό έθνος, όπως το έπραξε και στο παρελθόν. 

Σέ πολλά γραπτά του κείμενα είναι ολοφάνερη αυτή ή συνείδηση πού συναντά κανείς στους προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης. Δεν έχει γι' αυτό άδικο ό π. Θεόκλητος Διονυσιάτης στο μνημονευθέν βιβλίο του, πού αρχίζει τά «Προλεγόμενα» με το αναφερόμενο στον προφήτη και Πρόδρομο Ιωάννη χωρίο τού ευαγγελιστή Ιωάννη ως έφαρμοσθέν κατ’ άναλογίαν και εις τον Όσιο Γέροντα Φιλόθεο Ζερβάκο: «Έγένετο άνθρωπος απεσταλμένος παρά Θεού, όνομα αυτώ Ιωάννης- ούτος ήλθεν εις μαρτυρίαν, ίνα μαρτυρήση περί τού φωτός, ίνα πάντες πιστεύσωσι δι’ αυτού».
Απεσταλμένος από τον Θεό προφήτης και διδάσκαλος δείχθηκε ό όσιος Φιλόθεος κατά τον 20ό αιώνα, κατά τον όποιο σπάνιζαν οι προφητικές φωνές, ενώ αντίθετα ακούονταν ηχηρές φωνές ψευδοπροφητών, ψευδοποιμένων και ψευδοδιδασκάλων πού κήρυτταν καινοτομίες και πλάνες. Ό ίδιος αμφιταλαντεύτηκε στο αν θα έπρεπε να άκολουθήσει την ησυχαστική μοναστική ζωή, μακριά από τούς θορύβους και τά προβλήματα του κόσμου, όπως επιθυμούσε, ή θα έπρεπε να συνδυάσει την μοναστική ζωή με ιεραποστολική δράση μέσα στον κόσμο, όπως του συνιστούσε ό πνευματικός του πατήρ και διδάσκαλος, ό Άγιος Νεκτάριος, πού έπραξε και αυτός το ίδιο, άκολουθώντας το παράδειγμα μεγάλων Άγιων Πατέρων, ιδιαίτερα τών Τριών Ιεραρχών.
Ή αμφιταλάντευση του αυτή έπαυσε, όταν με θεοσημία προφητική έστάλη να κηρύξει στον κόσμο. Διηγείται ό ίδιος ότι κατά το προσκυνηματικό του ταξίδι στους Άγιους Τόπους βρέθηκε στο θεοβάδιστο όρος Σινά. Εκεί κατά την κάθοδό του από το όρος Χωρήβ είσήλθε στο σπήλαιο του προφήτου Ήλιου και προσευχόμενος παρακαλούσε θερμά τον Θεό με δάκρυα να του αποκαλύψει αν είναι θέλημά Του να μείνει εκεί στο σπήλαιο, μακριά από τον μάταιο κόσμο, χωρίς περισπασμούς και φροντίδες, για να έχει διαρκώς ενωμένο τον νου του με τον Θεό, να σκέπτεται μόνον τά ουράνια. Και ενώ έλεγε αυτές τις σκέψεις, άκουσε τρεις φορές αόρατη φωνή να λέγει: «Ποίμαινε τά πρόβατά μου». Κατενόησε τότε ότι αυτό ήταν το θέλημα τού Θεού και επέστρεψε στην Λογγοβάρδα.
Περί του ότι σπάνιζαν τον 20ό αιώνα οι τολμηροί και ανδρείοι Όμολογηταί της πίστεως, ενώ έπλήθαιναν οι πολέμιοι της Εκκλησίας και μέσα στο σώμα τών έπισκόπων και ποιμένων, υπάρχει ένα συγκλονιστικό κείμενο προσευχής του προς τον Κύριο Ημών Ιησού Χριστό πού έκυκλοφορήθη και σέ ιδιαίτερο φυλλάδιο το 1973. Αφού επισημαίνει κατ’ αρχήν ότι οι Άγιοι Απόστολοι και οι διάδοχοί τους, οι Άγιοι Θεοφόροι Πατέρες και διδάσκαλοι της Εκκλησίας, νίκησαν κατά την διάρκεια τών αιώνων τούς ορατούς και αοράτους εχθρούς, διέσωσαν την Αγία Εκκλησία και οδήγησαν πολλούς στην αληθινή πίστη, την Ορθόδοξη, προσθέτει: «Στις προηγούμενες γενεές υπήρξαν άνδρες Άγιοι, άνδρες σοφοί, δίκαιοι, τίμιοι, συνετοί, πνευματοφόροι, θεοφόροι, ανδρείοι στην ψυχή, οι όποιοι άγωνίσθηκαν υπέρ της Εκκλησίας, υπέρ τών Αποστολικών και Πατρικών Παραδόσεων και με την δική Σου συμμαχία και βοήθεια, Κύριε, νίκησαν τις παρατάξεις τών εχθρών και διέσωσαν την Εκκλησία.
Σήμερον τέτοιοι άνδρες, υπάρχουν ολίγοι, σπάνιοι, δυσεύρετοι και όχι ανδρείοι, σοφοί και "Άγιοι, ως οι παλαιοί Πατέρες ημών. Οι δέ πολεμούντες την Αγίαν Εκκλησίαν είναι πολλοί και κινδυνεύει το σκάφος της Εκκλησίας να καταποντισθεί, διά το μή έχειν καλούς ποιμένας και φύλακας. Μερικοί τών ποιμένων και επισκόπων, τούς όποιους έταξαν ποιμαίνειν και φυλάττειν την λογική Σου ποίμνη, την Αγία Εκκλησία, έγιναν προβατόσχημοι λύκοι, τέλειοι καταφρονηταί και παραβάται τών Ιερών Κανόνων και Αποστολικών Παραδόσεων, ζητούντες αποβολή αυτών και άντικατάστασι. Άλλοι άνοιξαν τις πόρτες και καλούν και δέχονται τούς λύκους Παπιστάς, Διαμαρτυρομένους και πάντας τούς αιρετικούς για να είσέλθουν άκωλύτως και θύσουν, άπολέσουν και κατασπαράξουν τά λογικά πρόβατα... Και άντί να άγωνίζωνται και να φροντίζουν να ένώσουν την Εκκλησία, άγωνίζονται να την διαιρέσουν ακόμη σέ περισσότερες και την καταστήσουν παναιρετική...»
Μπροστά σ’ αυτήν την εικόνα της αύξήσεως τών εχθρών και πολεμίων της Εκκλησίας, της αδιαφορίας τών ποιμένων ή και της μεταβολής τους σέ εχθρούς, ή οποία σημειωτέον σήμερα είναι πολύ χειρότερη, ό όσιος Φιλόθεος αισθάνεται μεγαλύτερο το χρέος και την ευθύνη του ως πνευματικού πατρός και κληρικού να αγωνιστεί και να αντιδράσει. Διαβάζει τις συστάσεις τού Θεού προς τούς προφήτες να αναγγείλουν στον λαό τις αμαρτίες του με φωνή δυνατή σαν της σάλπιγγος, διαφορετικά θα τιμωρηθούν και αυτοί, και γράφει: «Ταύτα αναγνώσας εγώ, ό αμαρτωλός και ανάξιος, και φοβηθείς μήπως ως πνευματικός πατήρ και 'ιερεύς του Υψίστου, εάν σιωπήσω βλέπων την έρχομένην ρομφαίαν, μοί εκ ζητήση ό Κύριος λόγον, άναγγέλλω το αμαρτήματα του ελληνικού λαού και του κλήρου, καλών πάντας και πρώτον τον εαυτόν μου (επειδή κάγώ άμαρτωλότερος πάντων τυγχάνω) εις μετάνοιαν και έπιστροφήν». Γράφοντας προς τον πατριάρχη Αθηναγόρα επικριτικά για τά ανοίγματα του προς τον Πάπα εκφράζει τον ίδιο φόβο σέ περίπτωση πού θα σιωπήσει «Αναγκάζομαι να σάς γράψω, φοβούμενος ότι θα αμαρτήσω, εάν φιμωθώ και δεν ομολογήσω την άλήθειαν». Την ίδια συνείδηση ευθύνης εκφράζει και όταν εκδίδει το 1957 ειδικό φυλλάδιο εναντίον της βλασφημίας τών θείων, πού είχε προσλάβει τότε μεγάλη έκταση: «Συναισθανόμενος αφ' ενός το ιερόν καθήκον ως Πνευματικού Πατρός και Ιερέως, ότι δεν πρέπει να σιωπώ, αλλά να κηρύττω την άλήθειαν, να ελέγχω, να επιτιμώ, να νουθετώ και παρακαλώ τούς αμαρτάνοντας... έκρινα σκόπιμο να εκδώσω το παρόν βιβλιάριον».
Δεν έλειψαν βέβαια και οι έπικριταί αυτής της προφητικής και ομολογητικής στάσεως του οσίου Φιλοθέου, ί όποιοι του συνιστούσαν να κάνει υπακοή στον οικείο επίσκοπο και στις αποφάσεις των συνόδων. Γράφοντας απαντητικά το 1930 προς τον επίσκοπό του, πού του συνιστούσε υπακοή, έλεγε: «Εάν αυτήν την γνώμην ήκολούθουν πάντες οι Χριστιανοί κατά γράμμα, να ακολουθούν δηλαδή τούς επισκόπους εις πάντα, αλλοίμονο τότε, ούτε Ορθοδοξία, ούτε Εκκλησία, ούτε Ορθόδοξος Χριστιανός θα υπήρχε σήμερον. Εάν οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί ήκολούθουν τούς πατριάρχας και επισκόπους, Άπολιναρίους, Μακεδονίους, Εύτυχέας, Διοσκόρους, Σαβελλιο-Σεβήρους, Εύσεβίους και πολλούς άλλους, και έδέχοντο και ήσπάζοντο τά φρονήματά των, πού τότε Ορθοδοξία; Πού χριστιανός ευσεβής και ορθόδοξος;!! Και τί λέγω ανθρώπους, πατριάρχας και μητροπολίτας; Και δεν λέγω συνόδους, όχι από πέντε ή δέκα και είκοσι τοιούτους, αλλά από 100, 200 και 348 μητροπολίτας και επισκόπους, άποτελουμένας; Διότι 348 τον αριθμό συνήλθον εν έτει 754 εν Κωνσταντινουπόλει και έξέδωκαν τον όρον» εναντίον των άγιων εικόνων. Συμπληρώνοντας την επιχειρηματολογία του, γράφει ότι «υπάρχουν και εξαιρέσεις, καθ’ ας άκριματίστως δύναταί τις να παρακούη, καθώς και άνωτέρω είπομεν και ως οι Άγιοι Πατέρες και Απόστολοι, μάς παραγγέλλουν», δίνει δέ στη συνέχεια και σχετικά χωρία από την Αγία Γραφή και τούς Αγίους Πατέρες.
Σέ ελεγκτική επιστολή πού στέλνει το 1976 «Προς την σεπτήν Ιεραρχίαν» της Εκκλησίας της Ελλάδος γράφει: «Ας μή είπωσι: Ποιος είσαι εσύ πού θέλεις να διδάξεις ημάς τούς αρχιερείς, σύ ό κατώτερος ημάς τούς ανωτέρους σου; Ότι είμαι κατώτερος και άμαθής το γνωρίζω, ότι είμαι μηδέν έκ τού μηδενός. Αλλά είμαι και άνθρωπος Χριστιανός Ορθόδοξος και Πνευματικός και οφείλω, όταν υβρίζεται ή πίστις μου να μή κλείω το στόμα μου και να σιωπώ. Ό Πρόδρομος Ιωάννης εν έρήμω διέτριβεν, άλλ' όταν έπληροφορήθη ότι ό βασιλεύς Ηρώδης παρηνόμησεν, άφήκε την έρημον και μετέβη εις την πόλιν και ήλεγξε τον παρανομήσαντα βασιλέα. Και πάς άνθρωπος οίος και αν ή, οφείλει να μή κλείη το στόμα του, όταν άκούη την πίστιν του να υβρίζεται, αλλά να διαμαρτύρεται, να συμβουλεύει και εν ανάγκη να ελέγχει».
Ακόμη και τούς Αγιορείτες Πατέρες ελέγχει με πειστική επιχειρηματολογία, γιατί δέχθηκαν να οργανώσουν στο Αγιον Όρος το 1963 τίς τελετές γιά την χιλιετηρίδα του Αγίου Όρους, γιατί θεωρεί ότι είναι κοσμικές εκδηλώσεις ξένες προς τά μοναστικά ήθη και την ιστορία τού Μοναχισμού, τελικώς δέ βλάβη θα προκαλέσουν παρά όφελος. 
Αναιρώντας δέ πιθανή ένσταση για την ανάμειξη του σέ ξένη δικαιοδοσία γράφει: «Άλλ' ίσως μοί εϊπουν τινές- ημείς γνωρίζομεν να φυλάξωμεν τον εαυτόν μας από τας παγίδας τού Διαβόλου, σύ πάτερ Φιλόθεε τί ενδιαφέρεσαι; Σύ είσαι ξένος, κοίταξε το μοναστήρι σου. Ενδιαφέρομαι ως Χριστιανός, ως όμόσχημος αδελφός, αλλά και διότι ή Λογγοβάρδα έχει ίδρυθή από Άγιορείτας, τούς λεγομένους Κολλυβάδες, φίλους, όμαίμονας και όμόφρονας τών Αγίων εκείνων Πατέρων Νικοδήμου Ναξίου του Αγιορείτου, Αθανασίου του διδασκάλου του Παρίου, Μακαρίου Νοταρά κ.λπ. ... Λοιπόν, όπως ένδιαφέρομαι και διά την μονήν μου, ένδιαφέρομαι και διά το Αγιον Όρος... έχω δέ καθήκον ιερόν και έπιβεβλημένον ως μοναχός και δή ως Πνευματικός, να ένδιαφέρωμαι όχι μόνον διά την μονήν μου και τας μονάς του Αγίου Ορους, αλλά και
δι’ όλας τας μονάς και δι’ όλους τούς μοναχούς της πατρίδος και της Εκκλησίας μου».
Απεύθυνε τούς προφητικούς και πατερικούς ελέγχους του κατά διαφόρους καιρούς χωρίς να φοβείται, σέ βασιλείς, πρωθυπουργούς, υπουργούς, πατριάρχας, αρχιεπισκόπους, επισκόπους και άλλους αξιωματούχους, όταν πληροφορείτο ότι προσέβαλαν τά δόγματα και την διδασκαλία της Εκκλησίας. Συνοψίζοντας την σχετική δραστηριότητά του, γράφει: «Άλλ’ ημείς, και εάν πολλοί είναι οι κωφεύοντες και τυφλώττοντες, όφείλομεν να κηρύττωμεν και να όμολογώμεν την άλήθειαν. Από την στιγμήν πού έγινα ιερεύς και πνευματικός από το έτος 1912 έως σήμερον έστειλα πολλά υπομνήματα εις βασιλείς, πρωθυπουργούς, την Ίεράν Σύνοδον, εις μητροπολίτας και άλλαχού. Εστειλα και 4 έγερτήρια σαλπίσματα, άλλ’όμως δεν ήκουσαν.
Είπα και λάλησα, αμαρτία ουκ έχω. Άλλ’ εφ’ όσον οι άνθρωποι και μαζί με αυτούς και εγώ δεν άκούουν τον Θεόν, πώς θα άκούσουν εμέ τον αμαρτωλό; Δεν έπαυσα όμως να όμιλώ, αλλά μάχομαι εναντίον τών καταφρονητών τών Άποστολικών και Πατερικών παραδόσεων, τών έχθρών της Ορθοδοξίας και φίλων τών σχισματοαιρετικών Παπιστών και Διαμαρτυρομένων, οι όποιοι προσπαθούν δολερώς να πλανήσουν τούς Ορθοδόξους Χριστιανούς, διά να τούς άκολουθήσουν εις την πλάνην των... Τώρα όμως θα παύσω να γράφω, διότι αναχωρώ της πρόσκαιρου ζωής διά την αιώνιον και ούράνιον πατρίδα».
Ήταν τόσος ό προφητικός και αποστολικός ζήλος του με συνακόλουθα την τόλμη και την ανδρεία του, ώστε κατά μία επίσκεψη του στην Κωνσταντινούπολη (1934) είχε προγραμματίσει να συναντήσει τον Κεμάλ Ατατούρκ, πρόεδρο της Τουρκικής Δημοκρατίας, και να τον προτρέψει να σπασθεί τον Χριστιανισμό. Τον απέτρεψε όμως από το εγχείρημα αυτό ό τότε πατριάρχης Φώτιος, διότι υπήρχε όξυνση στις σχέσεις μεταξύ Κεμάλ και Οικουμενικού Πατριαρχείου. Όταν επέστρεψε στην Λογγοβάρδα, έγραψε σχετική επιστολή πού έχει διασωθεί. Πληροφορηθείς ότι ό Κεμάλ ήτο άρρωστος, αποφάσισε να τον επισκεφτεί στην Άγκυρα• αλλά όταν έφθασε στην Αθήνα έμαθε ότι πέθανε, και έτσι ματαιώθηκε οριστικά το εγχείρημα, το όποιο πάντως δείχνει ότι ό ιεραποστολικός του ζήλος έφθανε μέχρι του να οραματίζεται να προσελκύσει στον Χριστιανισμό ολόκληρα έθνη.
Επειδή μάλιστα ομιλούμε για συνείδηση προφητική, δεν είναι περιττό να μνημονεύσουμε ότι μεταξύ των εχθρών και πολεμίων του Χριστιανισμού έβλεπε τον Κομμουνισμό και συχνά αναφερόταν στους διωγμούς, πού ύφίσταντο οι Χριστιανοί, εκεί όπου είχαν επικρατήσει τά κομμουνιστικά καθεστώτα, αλλά και προέλεγε ότι σύντομα θα εκριζωθούν, όπως και έγινε: «Οι μπολσεβίκοι της Ρωσίας και οι ερυθροί της Ισπανίας, διότι στερούνται των όπλων της Αγάπης, της πίστεως και της ελπίδος, κατέστησαν άθλιας και δυστυχείς τας πατρίδας των. Βεβήλωσαν και μόλυναν τους ιερούς ναούς και τά άγια θυσιαστήρια, κατάσφαξαν αγρίως και ποικιλοτρόπως βασάνισαν και θανάτωσαν μυριάδας ανεύθυνων κληρικών και λαϊκών. Έχυσαν ποταμούς αιμάτων αθώων και θα αφήσουν εις τας μετά ταύτα γενεάς στίγμα και αιώνιον ανάθεμα της φαυλότητος, της κακίας και μοχθηρίας των. Αλλά "πάσα φυτεία ην ουκ έφύτευσεν ό Ουράνιος Πατήρ έκριζωθήσεται”. Ό μπολσεβικισμός και ό κομμουνισμός είναι φυτεία τού σατανά, διότι στερείται της Αγάπης, της πίστεως, της ελπίδος, επομένως ταχέως θα έκριζωθή. 
Οι ερυθροί της Ισπανίας ήρχισαν να ξεκλωνίζονται και να έκριζοΰνται - την όμοίαν τύχην θα υποστούν συντόμως και οι τούτων αδελφοί άθεοι μπολσεβίκοι της Ρωσίας».
Μέχρι το τέλος της μακράς ζωής του αγωνιούσε για την προσωπική πνευματική του πορεία, γι’ αυτό και ευχαριστούσε τον Θεό ό Όποιος τον διεφύλαξε από τις παγίδες και πλάνες του Διαβόλου, αλλά και έστενοχωρείτο για την αξιοθρήνητη κατάσταση της Εκκλησίας και τών ποιμένων της. Παραθέτουμε ένα μικρό σχετικό απόσπασμα τών λεγομένων του: «Έφθασε το τέλος μου και ευχαριστώ τον θεόν, διότι με διεφύλαξεν από πολλούς κινδύνους, σωματικούς και ψυχικούς από πολλάς πλάνας και παγίδας τού δολίου δράκοντος και Τον παρακαλώ να με διαφυλάξη άχρι της τελευταίας στιγμής του θανάτου μου και είσαγάγη με εις τας ούρανίους σκηνάς, ένθα τών εύφραινομένων ή κατοικία. Άλλ’ ή ψυχή μου εις τας τελευταίας στιγμάς του βίου μου είναι περίλυπος και κατώδυνος, βλέπων την αξιοθρήνητο κατάστασιν της Εκκλησίας και τών ποιμένων 
Αυτής, οι όποιοι, εκτός ολίγων εξαιρέσεων, αντί να γίνουν φώς με τά καλά των έργα, έγένοντο σκότος και αιτία να βλασφημήται εις τά έθνη το όνομα του Ουρανίου Πατρός ημών. Πιστεύω και ελπίζω ότι ό ιδρυτής της Εκκλησίας και άρχων της ειρήνης, τούτους μεν θα συντρίψη ως σκεύη κεραμέως, την δέ Εκκλησίαν Αυτού, την οποίαν ήγίασε διά του παναχράντου Αυτού αίματος, θα διασώση έκ του κινδύνου του καταποντισμού. Εγώ μεν άπέρχομαι εν ειρήνη, εσείς δέ σώθητε, ως σοφοί και φρόνιμοι, από την παρούσαν πονηράν γενεάν και διεφθαρμένην».

Πρωτοπρ. Θεόδωρος Ζήσης

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΜΝΗΜΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΓΕΡΟΝΤΑ ΦΙΛΟΘΕΟ ΖΕΡΒΑΚΟ.

apantaortodoxias

«ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΟΥΤΕ ΚΑΝ ΚΑΤΑΛΑΒΑΙΝΟΥΝ ΟΤΙ ΖΟΥΜΕ ΣΤΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΩΝ ΚΑΙΡΩΝ»



"Δεῦρο δείξω σοι τὸ κρῖμα τῆς πόρνης τῆς μεγάλης" (Αποκάλυψη 17,1)
τοιχογραφία στον νάρθηκα της Ιεράς Μονής Καρακάλλου. 

«Θα συμβούν γεγονότα πολλά. Ίσως προλάβετε να ζήσετε και εσείς πολλά από τα σημεία, που γράφει η Αποκάλυψη. 
Σιγά – σιγά αρκετά αρχίζουν και βγαίνουν. Φωνάζω ο ταλαίπωρος πριν από τόσα χρόνια. Είναι φοβερή, εξωφρενική η κατάσταση. Η παλαβομάρα έχει ξεπεράσει τα όρια. Ήρθε η αποστασία και μένει τώρα να έρθει «ὁ υἱὸς τῆς ἀπωλείας» (Β΄ Θεσσαλονικείς 2, 3). 
Θα γίνει τρελοκομείο. 
Μέσα στην αναμπουμπούλα που θα επικρατεί, θα ξεσηκωθεί κάθε κράτος να κάνει ό,τι του λέγει ο λογισμός. Ο Θεός να βάλει το χέρι του, τα συμφέροντα των μεγάλων να είναι τέτοια που θα μας βοηθήσουν. Κάθε λίγο θα ακούμε κάτι καινούργιο. Θα βλέπουμε να γίνονται τα πιο απίθανα, τα πιο παράλογα πράγματα. 
Μόνον, που τα γεγονότα θα περνάνε τάκα – τάκα (γρήγορα). Οικουμενισμός, κοινή αγορά, ένα κράτος μεγάλο, μια θρησκεία στα μέτρα τους. Αυτά είναι σχέδια διαβόλων. Οι Σιωνιστές ετοιμάζουν κάποιον Μεσσία. Γι΄ αυτούς ο Μεσσίας είναι βασιλιάς, δηλαδή θα κυβερνήσει εδώ στη γη. Οι Ιεχωβάδες, και αυτοί αποβλέπουν σε έναν βασιλιά επίγειο. Θα παρουσιάσουν οι Σιωνιστές έναν, και οι Ιεχωβάδες θα τον δεχθούν. Θα πουν «αυτός είναι». Θα γίνει μεγάλη σύγχυση. Μέσα στην σύγχυση αυτή όλοι θα ζητούν έναν Μεσσία, για να τους σώσει. Και τότε θα παρουσιάσουν κάποιον που θα πει : «Εγώ είμαι ο Ιμάμης, εγώ είμαι ο πέμπτος Βούδας, εγώ είμαι ο Χριστός, που περιμένουν οι Χριστιανοί, εγώ είμαι αυτός, που περιμένουν οι Ιεχωβάδες, εγώ είμαι ο Μεσσίας των Εβραίων. Πέντε «εγώ» θα έχει……. 
Ο αντίχριστος θα είναι ο αναμενόμενος, κατά κάποιον τρόπον, ενσαρκωμένος διάβολος, που θα παρουσιασθεί στον ισραηλιτικό λαό ως Μεσσίας και θα πλανήσει τον κόσμο. Έρχονται δύσκολα χρόνια. Θα έχουμε δοκιμασίες μεγάλες. Θα έχουν μεγάλο διωγμό οι χριστιανοί. Και βλέπεις, οι άνθρωποι ούτε καν καταλαβαίνουν ότι ζούμε στα σημεία των καιρών, ότι προχωρεί το σφράγισμα. Είναι σαν να μη συμβαίνει τίποτε. Γι΄ αυτό λέγει η Γραφή ότι θα πλανηθούν και οι εκλεκτοί (Ματθαίος 24, 24 και Μάρκος 13, 22). Όσοι δεν έχουν καλή διάθεση δεν θα φωτισθούν και θα πλανηθούν στα χρόνια της αποστασίας. Γιατί, όποιος δεν έχει Θεία Χάρη, δεν έχει πνευματική διαύγεια, όπως και ο διάβολος».

ΣΩΤΗΡΧΟΣ Μ.Π., ΓΕΡΩΝ ΠΑΪΣΙΟΣ ΕΝΑΣ ΣΥΓΧΡΟΝΟΣ ΑΓΙΟΣ, 
εκδ. ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ, ΑΘΗΝΑ 2009, σ. 56 κ.ε.

Η ΑΛΗΘΙΝΗ ΖΩΗ ΕΙΝΑΙ ΜΟΝΟ Η ΑΓΑΠΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ


Αυτή η αγάπη παρακινούσε τους Αγίους να κάνουν τους υπερφυσικούς αγώνες. Αυτήν την αγάπη είχαν οι Μάρτυρες και δια τας πληγάς και τα αίματα εχαίροντο και επιθυμούσαν τον θάνατον. Δια την αγάπην του Χριστού οι όσιοι Πατέρες εκακοπαθούσαν εις τας ερήμους και δια την αγάπην αυτήν επροτιμούσαν καθ΄ ημέραν να αποθνήσκουν. Αλλά πώς να ομιλήσωμεν και δια την ανέκφραστον αγάπην του Χριστού δια τον άνθρωπον; 
Αγωνιούσε και ίδρωνε προσευχόμενος εις την Γεσθημανή. Το σώμα του εμαστιγώθη και το φραγγέλιον επλήγωσε όλο το Άχραντο Σώμα του. Το αίμα του έσβησε τον ήλιον και τους βράχους έσχισε και τον αέρα ηγίασε και το χειρόγραφον των αμαρτιών μας διέρρηξε. 
Πώς αυτήν την αγάπην να αμελήσωμεν; 
Πώς αυτήν την υπέρτατην θυσίαν να καταφρονήσωμεν; 
Και πώς να εκφράσωμεν την ευγνωμοσύνην μας δια τις άπειρες δωρεές που μας δίδει; Γνωρίζομεν την αλήθειαν του Ευαγγελίου και πορευόμεθα κατά το Άγιον θέλημά του, αν και είμεθα ανάξιοι. Πόσοι άνθρωποι από άγνοιαν ή από ραθυμίαν και αμέλειαν ζουν μέσα εις το σκότος της αμαρτίας και δεν γνωρίζουν που πηγαίνουν και τί κάνουν. Δια τις άπειρες δωρεές του και την πολλήν του αγάπην πρέπει να τον ευχαριστούμεν και να τον δοξάζωμεν συνεχώς και να υπομένωμεν τας θλίψεις και τις ασθένειες, όπου παραχωρεί δια την σωτηρίαν μας. Είναι άγνοια μεγάλη να δυσφορούμε εις το θείον θέλημα και να ερωτούμεν διατί να συμβεί αυτό ή εκείνο. Η ευγνωμοσύνη και η ευχαριστία μας εις όσα μας δίδει, ευαρεστεί τον Άγιον Θεόν και παρακινεί αυτόν να αυξάνει τις δωρεές Του. 
Η χαρά και η αγάπη του Χριστού είναι το πλήρωμα της ζωής του Χριστού, δια την οποίαν τα πάντα πρέπει να υπομένωμεν και να ευχαριστούμεν τον γλυκύτατόν μας Ιησούν Χριστόν, δια να δοξάζωμεν το Άγιον Όνομα Του εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.

ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΕΦΡΑΙΜ ΦΙΛΟΘΕΪΤΟΥ, 
ΠΑΡΑΙΝΕΣΕΙΣ ΠΑΤΡΙΚΕΣ, 
εκδ. «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ», 
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, σσ. 53-54.

ΦΡΟΝΤΙΣΤΕ ΛΙΓΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΨΥΧΗ ΣΑΣ



…Όλα όσα κάνουμε πρέπει να κατ κάνουμε με τις δυνάμεις που έχουμε, και να μην κάνουμε αυτό που είναι πάνω από τις δυνάμεις μας. Εσείς όμως όλες τις δυνάμεις σας σπαταλάτε για τις σωματικές ανάγκες και για την ψυχή μένουν μόνο λίγα νυσταγμένα λεπτά… Είναι ποτέ δυνατόν αυτό! Πρέπει να θυμόμαστε τα λόγια του Σωτήρα μας: 
«ζητεῖτε πρῶτον τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ…» (Ματθαίος 6, 33). 
Και αυτή είναι μια εντολή του Θεού όπως και άλλες. Η παραβίαση αυτής της εντολής βλάπτει πιο πολύ την ψυχή παρά μια τυχαία πτώση. Εξασθενεί την ψυχή, την κάνει αναίσθητη και πολύ συχνά οδηγεί στον πνευματικό θάνατο: «ἄφες τοὺς νεκροὺς θάψαι τοὺς ἑαυτῶν νεκρούς» (Ματθαίος 8, 22). 
Η ψυχή αυτών των ανθρώπων είναι νεκρή, αυτοί δεν έχουν την πνευματική αίσθηση, δεν εκτελούν θερμά τις εντολές. Αυτοί οι άνθρωποι δεν είναι ούτε θερμοί ούτε κρύοι και αυτούς ο Κύριος απειλεί να τους απορρίψει. Χρειάζεται τουλάχιστον μια φορά την ημέρα, για λίγα λεπτά, να σταθούμε στην θεϊκή κρίση σαν να είχαμε πεθάνει και βρισκόμαστε μπροστά στον Κύριο περιμένοντας την καταδίκη μας, που θα μας στείλει. Συμβουλεύω σε όλους να κάνετε αυτό συνεχώς μέχρι το τέλος της ζωής σας. Καλύτερα το βράδυ ή όποτε θέλουμε να συγκεντρωθούμε και με όλη την ψυχή μας να ικετεύσουμε τον Κύριο να μας συγχωρήσει…
Φροντίστε λίγο για την ψυχή σας. Όλα περνούν, ο θάνατος είναι κοντά μας και εμείς δεν σκεπτόμαστε καθόλου τί θα μπορέσουμε να απαντήσουμε στην κρίση και τη καταδίκη που θα μας βγάλει ο Δίκαιος Κριτής, ο οποίος ξέρει καλά την κάθε κίνηση της ψυχής μας και του σώματος από τα παιδικά μας χρόνια μέχρι το θάνατο. Τι θα απαντήσουμε τότε; 
Οι Άγιοι Πατέρες εδώ, στην γη, έκλαιγαν και ικέτευαν τον Κύριος να τους συγχωρέσει για να μην κλαίνε στην Κρίση και στην αιωνιότητα. Αν αυτοί είχαν ανάγκη να κλαίνε, τότε γιατί εμείς, αμαρτωλοί άνθρωποι, βλέπουμε τον εαυτό μας καλό και ζούμε τόσο αφρόντιστα και σκεφτόμαστε μόνο για τα καθημερινά πράγματα...


ΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΝΙΚΩΝΟΣ ΒΑΡΟΜΠΙΩΦ, 
Η ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΣΩΤΗΡΙΑΣ ΜΑΣ, 
εκδ. «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ», ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, σελ. 14 κ.ε.

ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗ ΘΕΙΑ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑ

Ἕνας ἀπὸ τοὺς μεγαλύτερους προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ὁ Ἡσαΐας, περιγράφει στὸ βιβλίο του μίαν ἐκπληκτικὴ ἐμπειρία του, ἕνα ἀποκαλυπτικὸ ὅραμα. Εἶδε, μᾶς λέει, τὸν Θεὸ νὰ κάθεται σ᾿ ἕνα θρόνο ψηλό, πλημμυρισμένο ἀπὸ δόξα. Γύρω ἀπὸ τὸν θεϊκὸ αὐτὸ θρόνο, στέκονταν ἄγγελοι καὶ ἔψαλλαν τὸν γνωστὸ ὕμνο: «Ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος Κύριος Σαβαώθ, πλήρης πᾶσα ἡ γῆ τῆς δόξης αὐτοῦ». Ὁ Ἡσαΐας παρακολουθοῦσε μὲ ἔκπληξη καὶ θαυμασμό. Σὲ κάποια στιγμὴ εἶπε: «Ὢ ταλαίπωρος ἐγώ! Ἔχω συγκλονιστεῖ ὁλόκληρος! Γιατὶ ἐνῶ εἶμαι ἄνθρωπος ἁμαρτωλὸς καὶ ἔχω ἀκάθαρτα χείλη καὶ κατοικῶ μέσα σὲ λαὸ ποὺ ἔχει ἐπίσης ἀκάθαρτα χείλη, ἀξιώθηκα νὰ δῶ τὸν βασιλιὰ Κύριο Σαβαώθ». Μόλις εἶπε αὐτὰ τὰ λόγια, ἕνας ἄγγελος πῆρε μὲ μιὰ λαβίδα ἕνα ἀναμμένο κάρβουνο, τὸ ἔβαλε στὸ στόμα τοῦ Ἡσαΐα καὶ τοῦ εἶπε: « Νὰ αὐτὸ τὸ ἀναμμένο κάρβουνο ἄγγιξε τὰ χείλη σου καὶ θὰ ἀφαιρέσει τὶς ἀνομίες σου καὶ θὰ καθαρίσει τὶς ἁμαρτίες σου». Ὁ Ἡσαΐας πῆρε μεγάλη δύναμη ἀπὸ τὴ φωτιὰ αὐτὴ ποὺ τὸν ἄγγιξε καὶ ξεκίνησε τὴν μεγάλη ἀποστολή του.
Αὐτὸ τὸ ἐκπληκτικὸ γεγονὸς συμβολίζει τὸ μυστήριο τῆς θείας εὐχαριστίας, ποὺ μεταγγίζει στὸν ἄνθρωπο τὸ πῦρ τῆς θεότητος. Εἶναι ὁ ἀνεκτίμητος θησαυρὸς ποὺ κατέχουν οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, ἀλλὰ ποὺ δυστυχῶς τὸν ἀγνοοῦν ἢ τὸν περιφρονοῦν.

Γιατί ἦλθε ὁ Χριστὸς στὴ γῆ;

Ἦλθε μήπως νὰ φέρει μιὰ καινούργια θρησκεία; Μιὰ διαφορετικὴ φιλοσοφία; Μίαν ἄλλη θεωρία; Τίποτα ἀπ᾿ ὅλα αὐτά. Ἦλθε, ὅπως λέει ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης, γιὰ νὰ καταλύσει τὰ ἔργα τοῦ διαβόλου καὶ νὰ ἑνώσει τὰ διασκορπισμένα παιδιά Του, δίνοντάς τους τὴν δυνατότητα νὰ θεωθοῦν. Ὁ Χριστὸς δὲν πέρασε ἀπὸ τὴν γῆ σὰν κομήτης. Ἦλθε καὶ ἔμεινε. Χάρισε καὶ ἄφησε στὸν κόσμο τὸ θεανθρώπινο σῶμα Του. Κι ἔτσι μᾶς ἔδωσε τὴ δυνατότητα ὄχι μόνο νὰ τὸν σκεφτόμαστε, ὄχι μόνο νὰ τὸν θυμόμαστε, ἀλλὰ νὰ τὸν αἰσθανόμαστε, νὰ τὸν ζοῦμε καὶ ἀκόμη περισσότερο νὰ ἑνωνόμαστε μαζί του: «Ὁ τρώγων μου τὴν σάρκα καὶ πίνων μου τὸ αἷμα ἐν ἐμοὶ μένει κἀγὼ ἐν αὐτῷ».

Ἕνωση μὲ τὸν Χριστό

Αὐτὴ τὴ δυνατότητα μᾶς προσφέρει ἡ θεία λειτουργία. Στὴ θεία λειτουργία δὲν πᾶμε μόνον γιὰ νὰ προσευχηθοῦμε. Τὸ κεντρικὸ γεγονὸς καὶ ὁ σκοπὸς τῆς θείας λειτουργίας εἶναι ἡ θεία μετάληψη. Ὅταν μεταλαμβάνουμε, ἑνωνόμαστε μὲ τὸν Χριστό. Τὸ ἀδύναμο, πήλινο, ἁμαρτωλό, ἀνθρώπινο σῶμα μας, ἑνώνεται μὲ τὸ Θεανθρώπινο σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Τὸ φτωχὸ ἀνθρώπινο αἷμα μας, ποτίζεται μὲ τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Στὶς φλέβες μας κυκλοφορεῖ πλέον τὸ αἷμα τοῦ Θεανθρώπου. Ὄχι συμβολικά, ἀλλὰ πραγματικά. Παράλληλα, ἐφόσον ἑνωνόμαστε μὲ τὸν Χριστό, ἑνωνόμαστε καὶ μὲ τοὺς ἀδελφούς μας. Ὅλοι ἔχουμε πλέον τὸ ἴδιο σῶμα καὶ στὶς φλέβες μας ρέει τὸ ἴδιο αἷμα. Γινόμαστε συγγενεῖς ἐξ αἵματος. Ἀδελφοὶ ἐν Χριστῷ. Ἀποτελοῦμε πλέον ἕναν ὀργανισμό, ἐμποτισμένο μὲ τὸ αἷμα τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸς ὁ ὀργανισμὸς εἶναι ἡ ἐκκλησία, ἢ ὅπως τὸν ὀνομάζουμε, ἡ θεία - θεϊκὴ κοινωνία.

Ἐκκλησία: Σῶμα Χριστοῦ

Ὁ Ἀπ. Παῦλος χρησιμοποιεῖ καὶ ἀναλύει θαυμάσια τὴν εἰκόνα τοῦ σώματος, γιὰ νὰ ἐκφράσει τὸ γεγονὸς τῆς ἐκκλησίας. Μὲ τὸ βάπτισμα, λέει, γίναμε ἕνα μὲ τὸν Κύριο. Εἴμαστε μέλη τοῦ σώματός Του. Ἀνήκουμε στὴν οἰκογένειά του. «Ὑμεῖς δὲ ἐστὲ σῶμα Χριστοῦ καὶ μέλη ἐκ μέρους». Στὸ σῶμα μας τὸ κάθε μέλος εἶναι τόσο στενὰ - ὀργανικὰ ἑνωμένο μὲ τὸ σύνολο, ποὺ δὲν μπορεῖς νὰ τὸ ξεχωρίσεις καὶ νὰ τὸ ἀποσπάσεις. Καὶ πρὸ παντὸς εἶναι ἑνωμένο μὲ τὸ κέντρο, τὴν κεφαλή, ποὺ δίνει σ᾿ ὅλο τὸ σῶμα τὶς ἐντολές.
Στὸ βάπτισμα, λοιπόν, ἐνωθήκαμε μὲ τὸ ἱερὸ σῶμα ποὺ λέγεται ἐκκλησία καὶ μὲ τὴν κεφαλὴ αὐτοῦ του σώματος, ποὺ εἶναι ὁ Χριστός. Τὸν σύνδεσμο καὶ τὴν ἑνότητα ποὺ ἀποκτήσαμε μὲ τὸν Χριστὸ κατὰ τὴν ἡμέρα τοῦ βαπτίσματος, τὴ ζοῦμε καὶ τὴν ἀνανεώνουμε τὴν ὥρα τῆς θείας λειτουργίας. Συγκεντρωνόμαστε ὅλα τα παιδιὰ τοῦ Θεοῦ, ὁλόκληρη ἡ ἐκκλησία, γιὰ νὰ ὁμολογήσουμε καὶ νὰ διακηρύξουμε, πὼς εἴμαστε ἑνωμένοι μαζί Του, συνδεδεμένοι μεταξύ μας.

Κατάργηση διαφορῶν καὶ ἀνισοτήτων

Ὁπωσδήποτε, μέσα σ᾿ αὐτὴ τὴ μοναδικὴ θεανθρώπινη κοινωνία, δὲν μποροῦν νὰ ὑπάρξουν διαφορές. Τὰ πάντα, ὅπως στὸ σῶμα, δουλεύουν ἁρμονικά, μὲ ἀλληλοσεβασμό. Δὲν μποροῦμε νὰ ἀδικήσουμε, νὰ ὑπονομεύσουμε, νὰ περιφρονήσουμε τὸν ἀδελφό μας. Γιατὶ ὅ,τι κάνουμε ἔχει ἀντίκτυπο στὸν ἑαυτό μας. Προσβάλλουμε τὸ δικό μας σῶμα. Ἀλλοίμονο ἂν τὰ μέλη τοῦ σώματος μᾶς εἶχαν διαφορὲς καὶ συγκρούσεις.
Ἐπίσης σ᾿ αὐτὴ τὴ θεία κοινωνία δὲν μποροῦν νὰ ὑπάρξουν ἀνισότητες, μικροὶ - μεγάλοι, μορφωμένοι - ἀγράμματοι, πλούσιοι - φτωχοί. Μᾶς τὸ λέει καθαρὰ ὁ Ἀπ. Παῦλος: «Οὐκ ἔνι Ἰουδαῖος, οὐδὲ Ἕλλην, οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδὲ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ. Πάντες γὰρ εἰς ἐσμὲν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ».

Στῶμεν καλῶς, στῶμεν μετὰ φόβου

Καὶ κάτι ἀκόμη πολὺ βασικό. Μέσα στὴν ἐκκλησία δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ ὑπάρξουν ἡ ἀσυνέπεια καὶ ἡ ἀδιαφορία. Εἶναι ἀδιανόητο νὰ ἀπουσιάζει κανεὶς ἀπ᾿ τὴ σύναξη τῆς ἐκκλησίας καὶ νὰ μὴν μετέχει στὴν θεία κοινωνία. Εἶναι σὰ νὰ ἀρνεῖται τὴν οἰκογένειά του. Καὶ τὸ πιὸ φοβερό: Εἶναι σὰ νὰ ἀκρωτηριάζει τὸ ἱερὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Ποιὸς ἀπὸ μᾶς τολμάει νὰ κόψει τὸ χέρι του ἢ νὰ βγάλει τὸ μάτι του καὶ νὰ τὸ πετάξει; Καὶ μόνη αὐτὴ ἡ σκέψη προκαλεῖ φρίκη.
Πῶς ὅμως τολμᾶμε νὰ ἀποκόπτουμε τὸν ἑαυτό μας ἀπὸ τὸ ἱερὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ καὶ νὰ ἀκρωτηριάζουμε τὴν ἐκκλησία; Βεβαίως ἔχουμε ἕτοιμες πολλὲς δικαιολογίες καὶ προφάσεις: Οἱ δουλειές, οἱ ἀπασχολήσεις, τὰ μαθήματα, ὁ χρόνος... Τὰ δευτερεύοντα ἔγιναν πρωτεύοντα! Τί θὰ γινόταν ὅμως ἂν ἔλεγαν τὰ χέρια μας ἢ τὰ πόδια μας: «δὲν εὐκαιροῦμε νὰ κρατήσουμε τὴν ἑνότητά μας μὲ τὴν κεφαλὴ καὶ μὲ τὴν καρδιὰ καὶ νὰ πάρουμε τὸ αἷμα ποῦ αὐτὴ μας στέλνει;» Κάτι τέτοιο θὰ ἦταν αὐτοκτονία. Πῶς θὰ κάνουμε τὸ ἴδιο ἐδῶ; Θὰ ἀποκόψουμε τὸν ἑαυτό μας ἀπὸ τὴν κοινωνία καὶ τὴν ἑνότητα μὲ τὸν Χριστὸ καὶ θὰ ἀρνηθοῦμε τὸ αἷμα ποὺ μᾶς δίνει Ἐκεῖνος;
Γι᾿ αὐτὸ καὶ οἱ κανόνες τῆς ἐκκλησίας ἦσαν ἰδιαίτερα αὐστηροί. «Πάντας τους εἰσιόντας πιστοὺς καὶ τῶν γραφῶν ἀκούοντας, μὴ παραμένοντας δὲ τῇ προσευχῇ καὶ τὴ ἁγία μεταλήψει, ὡς ἀταξίαν ἐμποιοῦντας τῇ ἐκκλησίᾳ, ἀφορίζεσθη χρή». Ἦταν αὐτονόητο ὅτι ἂν κάποιος ἀδιαφοροῦσε καὶ δὲν κοινωνοῦσε γιὰ μερικὲς ἑβδομάδες ἀπεκόπτετο ἀπὸ τὸ σῶμα τῆς ἐκκλησίας.

Συχνὴ συμμετοχὴ στὴν θεία Κοινωνία

Στὴν Ἀποκάλυψη τοῦ Ἰωάννη ὁ Χριστὸς παρουσιάζει μιὰ πολὺ ὡραία εἰκόνα: «Ἰδοὺ ἔστηκα ἐπὶ τὴν θύραν καὶ κρούω· ἐάν τις ἀκούσῃ τῆς φωνῆς μου καὶ ἀνοίξῃ τὴν θύραν καὶ εἰσελεύσομαι πρὸς αὐτὸν καὶ δειπνήσω μετ᾿ αὐτοῦ καὶ αὐτὸς μετ᾿ ἐμοῦ». Ὁ Χριστὸς χτυπάει τὴν πόρτα τῆς καρδιᾶς μας μὲ πολὺ σεβασμὸ καὶ διακριτικότητα. Δὲν κραυγάζει, δὲν σπάει τὴν πόρτα, γιατὶ σέβεται τὴν ἐλευθερία μας. Δείχνει μὲ τὴν εἰκόνα αὐτὴ πόσο μᾶς σέβεται, ἀλλὰ καὶ πόσο μᾶς ἀγαπάει. Λαχταράει νὰ τοῦ ἀνοίξουμε, νὰ μπεῖ καὶ νὰ δειπνήσει μαζί μας. «Ἐπιθυμία ἐπεθύμησα τοῦτο τὸ Πάσχα φαγεῖν μεθ᾿ ὑμῶν». Θέλει, ἂν εἶναι δυνατόν, νὰ βρίσκεται κάθε μέρα στὸ σπίτι τοῦ καθενός μας κι ἐμεῖς τὸν περιφρονοῦμε. Μὲ δυσκολία τοῦ ἀνοίγουμε τὴν πόρτα μας, ἐλάχιστες φορὲς τὸν χρόνο, σὰν σὲ ἀδιάφορο ἐπισκέπτη, ἴσως καὶ βαρετό.
Καὶ πόσο βιαζόμαστε νὰ τελειώνουμε μαζί του!
Ἐδῶ αὐθόρμητα προβάλλει τὸ ἐρώτημα: Κάθε πότε πρέπει νὰ κοινωνοῦμε; Ἂς ἀφήσουμε νὰ μιλήσει ὁ Ἅγ. Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος: «Πές μου, ρωτάει, ἂν κληθεῖ κάποιος σὲ δεῖπνο καὶ προσέλθει, καὶ ἀφοῦ πλύνει τὰ χέρια του καὶ καθίσει στὸ τραπέζι, χωρὶς κἂν νὰ ἀγγίξει τὰ ἐδέσματα ποὺ ὁ οἰκοδεσπότης προσφέρει, δὲν προσβάλλει αὐτὸν ποὺ τὸν κάλεσε;»
Κάτι παρόμοιο συμβαίνει κι ἐδῶ. Ὅταν προσέρχεσαι σὲ κάποιο τραπέζι, προσέρχεσαι γιὰ νὰ φᾶς. Καὶ ἡ θεία λειτουργία εἶναι τραπέζι, εἶναι τροφή. Κι ἐρχόμαστε σ᾿ αὐτὸ τὸ πνευματικὸ τραπέζι, ὄχι γιὰ νὰ κάτσουμε στὴν ἄκρη, ὄχι γιὰ νὰ παρακολουθήσουμε, ἀλλὰ γιὰ νὰ συμμετάσχουμε. Φέρνουμε τὶς προσφορές μας, τοὺς καρποὺς τοῦ μόχθου μας, τὸ ψωμὶ καὶ τὸ κρασὶ καὶ ἱκετεύουμε τὸν Κύριο νὰ ἁγιάσει τὰ δῶρα μας. Γιὰ ποιὸ λόγο; Μὰ γιὰ νὰ κοινωνήσουμε.
Δυστυχῶς, ὅμως. Αὐτὴ τὴν ἀλήθεια τὴν ξεχνᾶμε. Ὁ διάβολος μᾶς ρίχνει πολλὲς φορὲς στὴν ἁμαρτία. Ἀλλὰ δὲν εἶναι αὐτὴ ἡ μεγαλύτερη νίκη του. Ἡ μεγαλύτερη νίκη καὶ ἐπιτυχία τοῦ εἶναι ποὺ μᾶς ἔχει πείσει νὰ μὴν κοινωνοῦμε συχνά. Γράφει ὁ Ἅγ. Κύριλλος Ἀλεξανδρείας: «Ὅσοι ἀπομακρύνονται ἀπὸ τὴν ἐκκλησία καὶ τὴν θεία κοινωνία, γίνονται ἐχθροί του Θεοῦ καὶ φίλοι των δαιμόνων.

Μιὰ ἔνσταση

Κι ἐδῶ προβάλλουν κάποιες ἐνστάσεις. Πολλοὶ φέρουν ὡς ἐπιχείρημα τὸ λόγο τοῦ Ἀπ. Παύλου: «Ὅποιος τρώει τὸν ἄρτο καὶ πίνει τὸ ποτήριο τοῦ Κυρίου μὲ τρόπο ἀνάξιο, γίνεται ἔνοχος ἁμαρτήματος ἀπέναντι στὸ σῶμα καὶ στὸ αἷμα τοῦ Κυρίου. Γι᾿ αὐτὸ πρέπει νὰ ἐξετάζει κανεὶς προσεκτικὰ τὸν ἑαυτό του, καὶ τότε νὰ τρώει ἀπὸ τὸν ἄρτο καὶ νὰ πίνει ἀπὸ τὸ ποτήριο. Γιατὶ ὅποιος τρώει τὸν ἄρτο καὶ πίνει τὸν οἶνο μὲ τρόπο ἀνάξιο, χωρὶς νὰ ἀναγνωρίζει σ᾿ αὐτὰ τὸ σῶμα τοῦ Κυρίου, αὐτὸ ποὺ τρώει κι αὐτὸ ποὺ πίνει φέρνει πάνω του καταδίκη» (Α´ Κορ. ια´ 27-29). Ἀλλὰ τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ ὅταν δὲν κοινωνοῦμε. Λέει ὁ Χριστός: «Σᾶς βεβαιώνω πὼς ἂν δὲν φᾶτε τὴ σάρκα τοῦ Υἱοῦ τοῦ Ἀνθρώπου καὶ δὲν πιεῖτε τὸ αἷμα του, δὲν ἔχετε μετοχὴ στὴ ζωή». Ἑπομένως ἐὰν τὸ νὰ πλησιάζει κανεὶς ὅπως τύχει εἶναι κίνδυνος, ἔτσι καὶ τὸ νὰ μὴν κοινωνεῖ κανεὶς εἶναι θάνατος. Ὁ Ἀπ. Παῦλος ἐφιστᾶ τὴν προσοχή μας στὸν τρόπο προσέλευσης. Ἀνάξιος σὲ τελευταία ἀνάλυση εἶναι αὐτὸς ποὺ θεωρεῖ τὸν ἑαυτό του ἄξιο νὰ κοινωνήσει. Αὐτὸς ποὺ στηρίζεται στὴν (ἀνύπαρκτη) ἀρετή του καὶ ὄχι στὴ χάρη τοῦ Θεοῦ. Ἀνάξιος εἶναι ὁ ἀμετανόητος. Καὶ σίγουρα ὁ Ἀπ. Παῦλος ὑπονοεῖ τὸν ἀπροετοίμαστο, αὐτὸν ποὺ πλησιάζει χωρὶς κάποια συναίσθηση.
Ρώτησαν ἕναν εὐσεβῆ ἱερέα: Πῶς πρέπει νὰ ζεῖ κανεὶς τὴν χριστιανικὴ ζωὴ στὸν κόσμο; Κι ἐκεῖνος ἀπήντησε: Ἁπλούστατα, ἔχοντας στὸ νοῦ του συνέχεια ὅτι αὔριο, μεθαύριο ἢ ὕστερα ἀπὸ λίγες μέρες θὰ κοινωνήσει.

Ἐξομολόγηση καὶ νηστεία

Οἱ περισσότεροι χριστιανοὶ πιστεύουν πὼς δὲν μπορεῖ νὰ κοινωνήσει κανεὶς ἂν δὲν ἐξομολογηθεῖ πρῶτα καὶ δὲν νηστέψει ἀρκετὲς μέρες. Αὐτὸ εἶναι τραγικὸ λάθος. Οἱ παλαιοὶ χριστιανοί, ὅπως λέει ὁ Μ. Βασίλειος κοινωνοῦσαν τουλάχιστον τέσσερις φορὲς τὴν ἑβδομάδα! Δὲν ἦταν δυνατὸ οὔτε νὰ ἐξομολογοῦνται οὔτε νὰ νηστεύουν κάθε μέρα. Τὸ ἴδιο κι ἐμεῖς. Ἂν θελήσουμε νὰ μεταλαμβάνουμε συχνά, δὲν εἶναι ἀπαραίτητη ἡ ἐξομολόγηση. Στὸν πνευματικὸ θὰ προστρέξουμε ὅταν ὑπάρχει κάτι σοβαρό. Ὅπως καὶ στὸν γιατρὸ δὲν θὰ πᾶμε γιὰ τὰ μικρο-τραύματά μας.
Τὸ θέμα τῆς νηστείας εἶναι γιὰ τοὺς περισσότερους τὸ μεγαλύτερο ἐμπόδιο ἢ πρόφαση. «Ἐγὼ δὲν κοινωνῶ ἂν δὲν νηστέψω μιὰ ἑβδομάδα, 15 μέρες ἢ 40 ἡμέρες!» Ὀφείλουμε ὅμως νὰ τονίσουμε μὲ ἔμφαση, ὅτι πουθενὰ δὲν ἀναφέρεται νηστεία πρὶν τὴν θεία κοινωνία. Ἐμεῖς βάζουμε τὴ νηστεία πάνω ἀπὸ τὴν θεία κοινωνία. Ἔτσι, τὸ μέσο τὸ κάναμε σκοπὸ καὶ βρήκαμε ἕνα ἄλλοθι γιὰ νὰ δικαιολογήσουμε τὴν ἀμέλειά μας καὶ τὴν ἀδιαφορία μας γιὰ τὴ συχνὴ συμμετοχή μας στὴ θεία εὐχαριστία.
Βεβαίως καὶ ὑπάρχουν ἐμπόδια γιὰ τὴν θεία κοινωνία, τὰ ὁποῖα τὰ ξεχνοῦμε. Ὁ Χριστὸς ἐπιμένει ἰδιαίτερα στὴν ἔχθρα, στὴ μνησικακία. Καὶ ὁ Ἅγ. Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος τονίζει: «Κανένας, μὰ κανένας, δὲν ἀτιμάζει τόσο τὴν ἱερὴ αὐτὴ πανήγυρι, ὅσο ἐκεῖνος ποὺ τὴν γιορτάζει ἐνῶ ἔχει μέσα του μνησικακία. Ἀκόμη περισσότερο, οὔτε κὰν νὰ μὴν γιορτάσει μπορεῖ, ἔστω κι ἂν μείνει δέκα μέρες τελείως νηστικός... Σᾶς τὸ λέω, λοιπόν, προκαταβολικὰ καὶ διαμαρτύρομαι καὶ τὸ φωνάζω δυνατά. Κανένας ἀπ᾿ αὐτοὺς ποὺ ἔχουν ἐχθρὸ ἂς μὴν πλησιάζει στὴν ἱερὴ τράπεζα καὶ ἂς μὴ δέχεται τὸ Σῶμα τοῦ Κυρίου. Ὅποιος πλησιάζει νὰ μὴν ἔχει ἐχθρό. Ἔχεις ἐχθρό; Νὰ μὴν προσέλθεις. Θέλεις νὰ προσέλθεις; Συμφιλιώσου καὶ τότε νὰ προσέλθεις».

«Προσέλθετε»

Ἂς προσερχόμαστε, λοιπόν, συχνὰ στὴ θεία κοινωνία μὲ τὴν κατάλληλη προετοιμασία, σ᾿ ἕνα κλίμα ἡσυχίας, σιωπῆς, περισυλλογῆς, προσευχῆς, ἐποικοδομητικῆς μελέτης. Μὲ συντριβὴ καὶ εὐλάβεια. Ἔχοντας συμφιλιωθεῖ μὲ ὅλους. Ἂς προσευχηθοῦμε μὲ θέρμη (πολὺ θὰ μᾶς βοηθήσει ἡ ἀκολουθία τῆς θείας μεταλήψεως τὴν ὁποία ἀπαραιτήτως πρέπει νὰ διαβάζουμε). Ἂς ἀναλογιστοῦμε τὴν ἀγάπη καὶ τὴν δωρεὰ τοῦ Θεοῦ. Κι ἂς πλησιάσουμε «μετὰ φόβου Θεοῦ πίστεως καὶ ἀγάπης».

«Καλόν ἐστιν ἡμᾶς ὧδε εἶναι»

Μὲ τὴν θεία κοινωνία ἀνεβαίνουμε μαζὶ μὲ τὸν Χριστὸ καὶ τοὺς μαθητές Του στὸ Ὄρος Θαβώρ. Ἀπολαμβάνουμε τὸ κάλλος τοῦ προσώπου Του, θεωροῦμε τὴν δόξα Του. Ἂς μὴν βιαστοῦμε νὰ κατέβουμε. «Καλόν ἐστιν ἡμᾶς ὧδε εἶναι». Ἂς μείνουμε στὸ κλίμα τῆς προσευχῆς, περισυλλογῆς, σιωπῆς, μελέτης κι εὐχαριστίας. Ἔτσι, θὰ διατηρήσουμε περισσότερο χρόνο μέσα μας τὴν παρουσία τοῦ Κυρίου καὶ ἡ ζωή μας θὰ εἶναι ἕνα συνεχὲς Πάσχα, ἕνα μόνιμο πανηγύρι.

ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΣΑΓΜΑΤΑ 2008

http://users.uoa.gr

ΑΛΛΟΙΜΟΝΟΝ ΕΙΣ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟΝ


Η γέννηση του αντίχριστου - Codex Baroccianus Oracula.

... Αλλοίμονον! Αλλοίμονον εις τον κόσμον, ποία θλίψις πρόκειται να έλθει εις τους κατοίκους της γης, όταν πολλοί από τους άρχοντας της γης, και της πολιτείας και της εκκλησίας, είναι υπηρέται και δούλοι του Αντιχρίστου !.. 
Οι άρχοντες της εκκλησίας και της πολιτείας εις τας πονηράς ημέρας μας κοιμώνται τον βαρύτατον ύπνον της αμελείας και της ραθυμίας. Εάν δεν εξυπνήσουν και δεν εξυπνήσουν τον κλήρον και το λαόν εις μετάνοιαν, εις εργασίαν των εντολών του Θεού, των αρετών και των καλών έργων, θα δώσουν λόγον κατά την ημέραν της κρίσεως, και θα τιμωρηθούν.


ΠΗΓΗ: ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΦΙΛΟΘΕΟΥ ΖΕΡΒΑΚΟΥ,
ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ ΚΑΙ ΥΠΟΘΗΚΕΣ, 
τευχ. Α΄, εκδ. «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ», 
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 1997, σελ. 16.

Ὅταν ἀντικρύζεις τό φῶς τῆς ἡμέρας, σκέψου τήν ἀνέσπερη μέρα, τήν αἰώνια



10 απλά καθημερινά πράγματα που μπορούμε να κάνουμε 
ώστε να ευαρεστούμε τον Χριστό. 

Προσπάθησε νά εὐαρεστεῖς στόν Θεό σέ ὅλα καί πάντοτε καί νά σκέπτεσαι τή σωτηρία τῆς ψυχῆς σου ἀπό τήν ἁμαρτία καί τό διάβολο καί τήν υἱοθεσία της ἀπό τόν Θεό.

Ὅταν σηκώνεσαι ἀπό τό κρεβάτι: κάνε τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ καί λέγε: «Εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος». Ἐπίσης:«Καταξίωσον, Κύριε, ἐν τῇ ἡμέρᾳ ταύτῃ ἀναμαρτήτους φυλαχθῆναι ἡμᾶς· καί, δίδαξόν με τοῦ ποιεῖν τό θέλημά σου».

Ὅταν πλένεσαι, εἴτε στό σπίτι σου εἴτε στά λουτρά, λέγε: «Ραντιεῖς μέ ὑσσώπῳ καί καθαρισθήσομαι· πλυνεῖς με καί ὑπέρ χιόνα λευκανθήσομαι».

Ὅταν ντύνεσαι, σκέψου τήν καθαρότητα τῆς καρδιᾶς καί ζήτησε ἀπό τόν Θεό καθαρή καρδιά: «Καρδίαν καθαράν κτίσον ἐν ἐμοί ὁ Θεός». Καί: «Πνεῦμα εὐθές ἐγκαίνισον ἐν τοῖς ἐγκάτοις μου».

Ὅταν βγάζεις τά παλιά ροῦχα καί τά παρατᾶς μέ περιφρόνηση, θυμήσου μέ μεγαλύτερη περιφρόνηση τήν παραίτηση τοῦ παλαιοῦ, τοῦ ἁμαρτωλοῦ, τοῦ ἐμπαθοῦς, τοῦ σαρκικοῦ ἀνθρώπου.

Ὅταν γεύεσαι τή γλυκύτητα τοῦ ψωμιοῦ, θυμήσου τόν ἀληθινό Ἄρτο, ὁ ὁποῖος δίνει στήν ψυχή τήν αἰώνια ζωή, τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ, καί νά αἰσθάνεσαι πεῖνα γι᾽ αὐτόν τόν Ἄρτο -δηλαδή, νά ἐπιθυμεῖς νά κοινωνεῖς ἀπ᾽ Αὐτόν συχνότερα. Πίνοντας νερό, τσάϊ, γλυκό κρασί ἤ ἄλλο ποτό, θυμήσου τό ἀληθινό ποτό, τό ὁποῖο σβήνει τή δίψα τῆς ψυχῆς πού φλέγεται ἀπό τά πάθη- τό πανάχραντο καί ζωοποιό Αἷμα τοῦ Σωτῆρος.

Ὅταν ἀναπαύεσαι τήν ἡμέρα, θυμήσου τήν αἰώνια ἀνάπαυση, τήν ἑτοιμασμένη γιά ἐκείνους οἱ ὁποῖοι ἀγωνίζονται καί παλεύουν κατά τῆς ἁμαρτίας, κατά τῶν ἀερίων πνευμάτων τοῦ κακοῦ, κατά τῆς ἀνθρωπίνης ἀδικίας ἤ τραχύτητας καί ἀμάθειας. και Ὅταν ξαπλώνεις γιά νά κοιμηθεῖς τή νύχτα, σκέψου τόν ὕπνο τοῦ θανάτου, ὁ ὁποῖος ἀργά ἤ γρήγορα ὁπωσδήποτε θά ἔρθει σέ ὅλους μας, καί τή σκοτεινή ἐκείνη, αἰώνια, φοβερή νύκτα, στήν ὁποία θά ριχθοῦν ὅλοι οἱ ἀμετανόητοι ἁμαρτωλοί.

Ὅταν ἀντικρύζεις τό φῶς τῆς ἡμέρας, σκέψου τήν ἀνέσπερη μέρα, τήν αἰώνια, τή λαμπρότατη -τή λαμπρότερη κι ἀπό τήν πιό λαμπρή γήινη μέρα- τήν ἡμέρα τῆς βασιλείας τῶν Οὐρανῶν, κατά τήν ὁποία θά χαροῦν ὅλοι ὅσοι προσπάθησαν νά εὐαρεστήσουν στόν Θεό ἤ μετανόησαν ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ γιά ὅλα ὅσα ἔκαναν κατά τή διάρκεια τῆς πρόσκαιρης αὐτῆς ζωῆς.

Ὅταν πηγαίνεις κάπου, θυμήσου τή δίκαιη πνευματική πορεία ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καί λέγε: «Τά διαβήματά μου κατεύθυνον κατά τό λόγιόν Σου καί μή κατακυριευσάτω μου πᾶσα ἀνομία».

Ὅταν κάνεις κάτι, προσπάθησε νά τό κάνεις μέ τή σκέψη τοῦ Θεοῦ, τοῦ Δημιουργοῦ, ὁ ὁποῖος ἔκανε τά πάντα μέ τήν ἄπειρη σοφία, χάρη καί παντοδυναμία Του καί σέ δημιούργησε κατ᾽ εἰκόνα καί ὁμοίωσή Του.

Ὅταν παίρνεις ἤ ἔχεις χρήματα ἤ θησαυρό, θυμήσου ὅτι ὁ ἀκένωτος θησαυρός μας, ἀπό τόν ὁποῖο ἀντλοῦμε ὅλους τούς θησαυρούς τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματός μας, ἡ ἀνεξάντλητη πηγή κάθε εὐλογίας, εἶναι ὁ Θεός. Εὐχαρίστησέ Τον μέ ὅλη τήν καρδιά σου, καί μήν κλείνεις τούς θησαυρούς σου μέσα σου, μήπως ἔτσι κλείσεις τήν εἴσοδο τῆς καρδιᾶς σου στόν ἀνεκτίμητο καί ζωντανό θησαυρό, τόν Θεό· ἀλλά μοίρασε μέρος τῆς περιουσίας σου σ᾽ αὐτούς πού ἔχουν ἀνάγκη, στούς ἄπορους, στούς φτωχούς ἀδελφούς σου, οἱ ὁποῖοι ἔχουν μείνει σ᾽ αὐτήν τή ζωή γιά νά φανερώσεις σ᾽ αὐτούς τήν ἀγάπη καί τήν εὐγνωμοσύνη σου στόν Θεό, καί νά ἀμειφθεῖς γι᾽ αὐτό στήν αἰωνιότητα ἀπό τόν Θεό.

Ὅταν βλέπεις τή λευκή λάμψη τοῦ ἀργύρου, μή δελεασθεῖς ἀπό αὐτήν ἀλλά σκέψου ὅτι ἡ ψυχή σου ὀφείλει νά εἶναι λευκή καί νά λάμπει μέ τίς ἀρετές τοῦ Χριστοῦ. Ὅταν βλέπεις τή λάμψη τοῦ χρυσοῦ, μή σαγηνεύεσαι ἀπό αὐτήν ἀλλά θυμήσου ὅτι ἡ ψυχή σου πρέπει νά καθαρίζεται μέ τή φωτιά ὅπως ὁ χρυσός, καί ὅτι ὁ Κύριος ἐπιθυμεῖ νά σέ κάνει νά λάμπεις κι ἐσύ ὅπως ὁ ἥλιος, στήν αἰώνια, λαμπρή βασιλεία τοῦ Πατέρα Του. Θυμήσου ὅτι θά δεῖς τόν Ἥλιο τῆς Δικαιοσύνης, τόν Θεό, τήν Ἁγία Τριάδα, τήν Ὑπεραγία Παρθένο καί Μητέρα τοῦ Θεοῦ καί ὅλες τίς ἐπουράνιες δυνάμεις καί τούς ἁγίους νά λάμπουν πλημμυρισμένοι ἀπό τό ἀνέκφραστο φῶς τό ὁποῖο ξεχύθηκε ἐπάνω τους».

«Η συνεχής προσπάθεια για εκκοπή του μετεωρισμού και καθαρά προσευχή»
Άγιος Ιωάννης της Κροστάνδης

ΓΙΑΤΙ Ο ΘΕΟΣ ΕΠΙΤΡΕΠΕΙ ΣΤΟΝ ΔΙΑΒΟΛΟ ΝΑ ΜΑΣ ΠΕΙΡΑΖΕΙ



- Γέροντα, γιατί ο Θεός επιτρέπει στον διάβολο να μας πειράζη ;

- Για να διαλέξει τα παιδιά Του. “Κάνε, διάβολε, ό,τι θέλεις”, λέει ο Θεός, γιατί, ό,τι και αν κάνη, τελικά θα σπάση τα μούτρα του στον ακρογωνιαίο λίθο που είναι ο Χριστός. Εάν πιστεύουμε ότι ο Χριστός είναι ο ακρογωνιαίος λίθος, τότε τίποτε δεν μας φοβίζει.

Ο Θεός δεν επιτρέπει μια δοκιμασία, αν δεν βγη κάτι καλό. Όταν ο Θεός βλέπη ότι θα γίνη ένα μεγαλύτερο καλό, αφήνει τον διάβολο να κάνη την δουλειά του. 
Είδατε τι έκανε ο Ηρώδης; Σκότωσε δεκατέσσερις χιλιάδες νήπια, αλλά έκανε δεκατέσσερις χιλιάδες Μάρτυρες Αγγέλους. Πού είδες εσύ Μάρτυρες Αγγέλους; Έσπασε τα μούτρα του ο διάβολος! Ο Διοκλητιανός έγινε συνεργάτης του διαβόλου βασανίζοντας τους Χριστιανούς σκληρά. Αλλά, χωρίς να το θέλη, έκανε καλό στην Εκκλησία του Χριστού, γιατί την πλούτισε με Αγίους. Νόμιζε ότι θα εξαφάνιζε όλους τους Χριστιανούς, αλλά δεν έκανε τίποτε. Άφησε πλήθος άγια Λείψανα να τα προσκυνούμε και πλούτισε την Εκκλησία του Χριστού.

Μπορούσε να τον είχε ξεκάνει τον διάβολο ο Θεός, Θεός είναι! Εάν θέλη, και τώρα τον μαζεύει κουβάρι στην κόλαση, αλλά τον αφήνει πάλι για το καλό μας. Θα τον άφηνε να ταλαιπωρή και να βασανίζη το πλάσμα Του; τον άφησε όμως μέχρις ενός σημείου και έως καιρού, για να μας βοηθάη με την κακία του, να μας πειράζη, για να τρέχουμε σ' Αυτόν. Μόνον αν πρόκειται να βγη καλό, επιτρέπει στο ταγκαλάκι να μας πειράξη. Αν δεν βγη καλό, δεν επιτρέπει. Όλα τα επιτρέπει ο Θεός για το καλό μας. Να το πιστέψουμε αυτό. Αφήνει τον διάβολο ο Θεός, για να παλαίψη ο άνθρωπος. Χωρίς πάλη δεν γίνεται χωριό. Αν δεν μας πείραζε ο διάβολος, μπορεί να νομίζαμε ότι είμαστε και άγιοι. Επιτρέπει λοιπόν ο Θεός στον διάβολο να μας χτυπάη με κακία, γιατί με το χτύπημα που μας κάνει, διώχνει όλες τις σκόνες μας και ξεσκονίζεται η σκονισμένη ψυχή μας. Ή τον αφήνη να ορμάη να μας δαγκώση, για να καταφεύγουμε σ' Αυτόν. Ο Θεός μας καλεί συνέχεια, αλλά εμείς συνήθως απομακρυνόμαστε από τον Θεό και, μόνον αν παρουσιασθή κανένας κίνδυνος, τρέχουμε κοντά Του. Όταν ο άνθρωπος ενωθή με τον Θεό, δεν υπάρχει περιθώριο να εισχωρήση ο πονηρός, αλλά ούτε υπάρχει και λόγος να επιτρέψη ο Θεός στον πονηρό να τον πειράξη, για να αναγκασθή ο άνθρωπος να καταφύγη στον Θεό. Πάντως, όπως και αν είναι, ο πονηρός μας κάνει καλό, μας βοηθάει να αγιάσουμε. Γι' αυτό και ο Θεός τον ανέχεται.

Ο Θεός έχει αφήσει ελεύθερους, εκτός από τους ανθρώπους, και τους δαίμονες, μια που την ψυχή του ανθρώπου δεν την βλάπτουν, γιατί δεν μπορούν. Εκτός εάν θέλη ο ίδιος ο άνθρωπος να βλάψη την ψυχή του. Αντίθετα, μισθό προξενούν στις ψυχές μας είτε κακοί άνθρωποι είτε απρόσεκτοι που άθελά τους κάνουν κακό στην ζωή μας. Γιατί, νομίζετε, λέει εκείνος ο Αββάς: “Έπαρον τους πειρασμούς και ουδείς ο σωζόμενος” (Το Γεροντικόν, Αββάς Ευάγριος ε', σ. 34); 
Γιατί οι πειρασμοί ωφελούν πολύ. Όχι ότι ο διάβολος μπορεί να κάνη ποτέ καλό - γιατί είναι κακός - αλλά ο Καλός Θεός εμποδίζει την πέτρα που μας πετάει, για να σπάση το κεφάλι μας, και μας την δίνει στο ένα χέρι, και στο άλλο χέρι μας δίνει αμύγδαλα, για να σπάζουμε και να τρώμε! Επιτρέπει δηλαδή ο Θεός τους πειρασμούς, όχι για να μας τυραννά ο διάβολος, αλλά για να δίνουμε με αυτόν τον τρόπο “εξετάσεις” για την άλλη ζωή και να μην έχουμε παράλογες απαιτήσεις στην Δευτέρα Παρουσία. Πρέπει να το καταλάβουμε καλά ότι πολεμούμε - και έχουμε να πολεμήσουμε, έως ότου βρισκόμαστε σ' ετούτη την ζωή - με τον ίδιο τον διάβολο. Όσο ζη ο άνθρωπος, έχει πολλή δουλειά να κάνη για την καλυτέρευση της ψυχής του και έχει δικαίωμα να δίνη εξετάσεις πνευματικές. Εάν πεθάνη και δεν περάση, κόβεται πια. Μετεξεταστέος δεν υπάρχει.


ΠΗΓΗ : ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΛΟΓΟΙ Α΄, 
ΜΕ ΠΟΝΟ ΚΑΙ ΑΓΑΠΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΑΝΘΡΩΠΟ, 
εκδ. ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ», 
ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ 2003 σ. 62 κ.ε.

Για τους υπολογιστές



Αγαπητοί Ι και Α.!
Χρησιμοποιείτε διάφορα τεχνολογικά προϊόντα, τα οποία έχει εφεύρει ο άνθρωπος όχι χωρίς τον Θεό. Διότι ο Κύριος είπε ρητά: «Χωρίς εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν».
Ο υπολογιστής είναι κι αυτός μια εφεύρεση όπως οι υπόλοιπες. 
Στη Γραφή λέει: «πάντα μοι έξεστιν άλλ' ουκ εγώ έξουσιασθήσομαι υπό τίνος». Αν με τον υπολογιστή ο άνθρωπος κάνει το έργο του Θεού και προς δόξαν Θεού, για παράδειγμα, εκδίδει λειτουργικά βιβλία ή γραμματεία των αγίων Πατέρων, τότε ο άνθρωπος σώζεται με αυτό. Αν χρησιμοποιεί την τεχνολογία για κάθε ασχημία και βίαια παιχνίδια, τότε είναι φανερό ότι χάνεται. Η ίδια τεχνολογία για τον ένα είναι προς σωτηρία και για τον άλλο προς απώλεια.
Ο Θεός να σας δίνει σοφία!


Πατήρ Ιωάννης της Μονής των Σπηλαίων Πσκώβ

Όταν χτυπάς στον τοίχο



Κάποιες στιγμές έρχονται έτσι τα πράγματα και καταλαβαίνεις πολλά για τον εαυτό σου που δεν τα ήξερες ή μπορεί και να μην ήθελες να τα ξέρεις. Πάντα αυτές οι στιγμές πονάνε. Πάντα αυτές οι στιγμές σου κλονίζουν πολλά πράγματα “σταθερά” που είχες μέσα σου.

Πόσες και πόσες φορές, εκτεθήκαμε και βρεθήκαμε να έχουμε κάνει βήματα στο κενό. Ας μην μιλώ για τους άλλους. Πόσες φορές βρήκα αδιέξοδο εκεί που ήμουν σίγουρος για τον εαυτό μου και ήθελα να τρέξω.

Πολύ συχνά θεωρώ υπαίτιο τον εαυτό μου για αυτά που συμβαίνουν γύρω μου. Πάρα πολύ συχνά με κατηγορώ, πιστεύοντας ότι έτσι θα αλλάξω, νιώθοντας ότι έτσι θα είμαι αρεστός, θεωρώντας ότι αυτό με κάνει καλύτερο.

Όμως διαπιστώνω ότι αυτό που κάνω δεν είναι σωστό. Κι αυτό γιατί πολύ απλά κανένα από τα παραπάνω δεν ισχύει κάθε φορά που θα “ψευτο”-κατηγορήσω τον εαυτό μου. Νομίζω ότι έμαθα από μικρός να λειτουργώ με κάποιους κανόνες τους οποίους ουδέποτε δεν τους κατάφερα να τους βγάλω από την καρδιά μου αλλά τους τηρούσα από μια ορθολογιστική συνείδηση… του τι είναι σωστό και τι λάθος.

Διαπίστωσα λοιπόν ότι έχω μάθει χίλια μεν πράγματα αλλά ακόμα και τώρα ίσως δεν έχω ιδέα τι κρύβεται μέσα μου και πως θα καταφέρω να δώσω φωνή στην καρδιά μου. 
Αλήθεια πόσο μπερδεμένος είμαι; Πηγαίνουμε. Κάθε μέρα ξυπνάμε και πηγαίνουμε… 
Και γιορτάζουμε το πέρασμα του χρόνου (τα γενέθλια κτλ…) . Χαμογελάμε!!! 
Κι ενώ το χαμόγελο που πηγάζει απ την αγνή καρδιά είναι ζωή για κείνη αλλά και για όλους, το ψεύτικο χαμόγελο, που γελάμε για να μην πλησιάσει ο άλλος πιο κοντά από όσο τον θέλουμε, το χαμόγελο που πηγάζει από χίλιες σκέψεις, είναι σκέτο δηλητήριο.

Δεν είμαι απαισιόδοξος, ούτε στο ελάχιστο. Αλλά δεν μπορώ και να χαμογελώ στα ψεύτικα. Αυτό είναι που με γεμίζει με θλίψη, όταν βλέπω ψεύτικα χαμόγελα, απομακρυσμένες καρδιές. Υπάρχουν λόγοι να χαμογελάς, αν χαμογελάς χωρίς λόγο, μου δίνεις λόγο να κλάψω.

Μην ανησυχείτε, χτύπησα σ’ ένα τοίχο. Θα μου περάσει…

Ο επίσκοπος και η χαρισματική προσευχή μιας απλής γυναίκας



Ὁ μακαριστός Μητροπολίτης Χαλκίδος Νικόλαος Σελέντης ἀνέφερε: 
«Μ’ ἔμαθε νά προσεύχωμαι κατανυκτικά καί μέ δάκρυα μία ἁπλῆ γυναικούλα, πού κατοικοῦσε στό Πέραμα Πειραιῶς καί τήν ἀποκαλοῦσαν περιφρονητικά ὄχι μέ τ’ ὄνομά της, ἀλλά μέ τό παρατσούκλι “ἡ Αὐγουλοῦ”, γιατί πούλαγε φρέσκα αὐγά, νά ἐξοικονομήση τόν “ἄρτον τόν ἐπιούσιον”.
Ὡς περιοδεύων πέρασα μιά μέρα ἀπ’ τό φτωχικό της σπίτι, γιά νά εἰσπράξω μιά συνδρομή γιά τό περιοδικό ΖΩΗ. Ἡ ἴδια ἀπουσίαζε καί βρισκόταν ἐκεῖ τό παιδί της, πού διήρχετο τήν ἐφηβεία. Ἔκαιγε τό καντήλι στό εἰκονοστάσι κι ἔκανα στό παιδί τήν πρότασι ἄν ἤθελε μέχρι νά ᾽λθη ἡ μητέρα του νά προσευχηθοῦμε λιγάκι. Κάπως ἀδιάφορα κούνησε καταφατικά τό κεφάλι του καί εἶπε ἄς προσευχηθοῦμε. Ὅταν τελειώσαμε τήν προσευχή, μοῦ λέει κάπως χαριτολογώντας: Α, ἐσύ δέν ξέρεις νά προσευχηθῆς! Ἐγώ κατεπλάγην ἀπ’ τήν τολμηρή αὐτή παρατήρησι καί τόν ρώτησα νά μοῦ ἐξηγήση, πῶς κατά τή γνώμη του πρέπει νά προσεύχεται ἕνας Ὀρθόδοξος Χριστιανός; Ἐγώ, κύριε, μοῦ λέει δέν ξέρω Θεολογία, ἀλλά βλέπω τό παράδειγμα τῆς μητέρας μου, πού ὅταν προσεύχεται κραυγάζει συνεχῶς “Κύριε Ἐλέησον”, πέφτει συνεχῶς σέ μετάνοιες, κτυπάει τό στῆθος της καί τρέχουν ποτάμι τά δάκρυά της!
Μετά ἀπ’ αὐτή τήν ἀφήγησι, μεγάλωσε ἡ ἐπιθυμία μου νά γνωρίσω αὐτή τήν ὑπέροχη γυναῖκα καί νά διδαχθῶ κάτι ἀπ’ τή χαρισματική προσευχή της.
Ἐκείνη τή μέρα δέν ἦλθε κι ἀποχώρησα. Μιά ἄλλη μέρα πέρασα νά τή συναντήσω καί βρέθηκα μπροστά σέ μιά συγκλονιστική σκηνή προσευχομένου ἀνθρώπου. Ὁ ἄνδρας της, ὅπως ἔμαθα, ἦταν ἕνας μέθυσος κι ἀχαΐρευτος, πού τῆς ἔπαιρνε ὅ,τι οἰκονομοῦσε ἀπ’ τά αὐγά καί μπεκρόπινε. Ἐκείνη τή μέρα κατά τήν ὁποία πῆγα, ἀπ’ τό μεθύσι του τήν εἶχε ξυλοκοπήσει, τῆς εἶχε πάρει τά χρήματα καί τῆς εἶχε πετάξει τήν Καινή Διαθήκη μέσα στό πηγάδι! Ἐγώ δέ, τή βρῆκα γονατιστή στό πηγάδι νά προσεύχεται καί νά λέη: Χριστέ μου καί Παναγία μου Μεγαλόχαρη, τό βιβλίο μέ τά ἱερά γράμματα, τό ὁποῖο ἔρριξε ὁ ἄνδρας μου στό πηγάδι δέν τό ἔκανε ἀπό ἀσέβεια, ἀλλά ἦταν μεθυσμένος. Κάνε Παναγία μου τά ἱερά αὐτά Γράμματα, πού θά λειώσουν καί θά γίνουν ἕνα μέ τό νερό, νά τά πιῆ ὁ ἄνδρας μου, νά μετανοήση, νά ἐξομολογηθῆ καί νά σωθῆ, νά μήν πάη στήν κόλασι, Χριστουλάκη μου, γιατί ὁ κόσμος μέ ἔχει γιά καλή, ἐνῶ ἐγώ ἡ τρισάθλια ἔχω πολλά ἀθεράπευτα πάθη κι ἁμαρτίες!