.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Να προσεύχεσθε στην Υπεραγία Θεοτόκο, πάντοτε να παίρνετε την ευλογία Της για κάθε έργο σας


Ο Στάρετς έτρεφε ιδιαίτερη, μπορεί να πει κανείς, τρυφερή αγάπη και αφοσίωση στη Μητέρα του Θεού και δεν έβρισκε λόγια για να εκφράσει και τη δική Της αγάπη στους ανθρώπους και τη δική του προς Αυτήν.
Κάποιος χριστιανός είδε ένα θαυμαστό όραμα των μονών του παραδείσου που είχαν μια ασυνήθιστη ομορφιά .Ιδιαιτέρως διακρινόταν για την ομορφιά του ένα ανάκτορο.
Ρώτησε:
- Ποιός κατοικεί εκεί;
- Η Μητέρα του Θεού, του απάντησαν.
- Και που είναι τώρα; Γιατί δεν είναι εδώ;

- Βρίσκεται στη γη… βοηθάει τους ανθρώπους.

Ο Πατήρ Σάββας συχνά προσέφευγε κατά την προσευχή στη Μητέρα του Θεού και την ονόμαζε «Βροντή κατά των δαιμόνων», γιατί δεν υπάρχει τίποτε φοβερώτερο για τους δαίμονες από την παρουσία της Παναγίας. Αυτοί δεν μπορούν να βλάψουν τον άνθρωπο, αν εκείνος δεν εγκαταλείψει την Υπεραγία Θεοτόκο.
Όλη η ζωή του στάρετς πέρασε κάτω από την προστασία της Παναγίας. Ο στάρετς μέσα στο ιερό πολλές φορές, όταν είχε ελεύθερο χρόνο, συνομιλούσε φωναχτά μ’ αυτήν, ξεχνώντας ότι κοντά του βρίσκονταν άνθρωποι. Διηγόταν πώς προσευχόταν ο ηγούμενος Αλέξιος στη Μητέρα του Θεού. Συχνά μιλούσε μαζί Της σαν με κάποιο κοντινό του άνθρωπο!
- Κι εγώ σας ζητώ αγαπημένα μου τέκνα, έλεγε, με ζήλο να προσεύχεσθε στην Υπεραγία Θεοτόκο, πάντοτε να παίρνετε την ευλογία Της για κάθε έργο σας. Και μην λησμονείτε να την ευχαριστείτε μετά το τέλος του έργου σας για τη βοήθεια που σας έστειλε. Σας ζητώ ιδιαιτέρως να κάμετε τον Θεομητορικό Κανόνα -150 φορές το «Θεοτόκε Παρθένε» - και να διαβάζετε το «ακοίμητο Ψαλτήρι». Το θεόπνευστο βιβλίο του ψαλτηρίου είναι γραμμένο από τον Προφήτη Δαϋίδ με την έμπνευση του Αγίου Πνεύματος. Από την ανάγνωση του Ψαλτηρίου υπάρχει μεγάλη ωφέλεια. Ένας ευσεβής χριστιανός είχε θερμή επιθυμία να διαβάζει το «Ψαλτήριον» αλλά μετά από κάθε αμέλεια ο ζήλος του ψυχράνθηκε. Τότε εμφανίστηκε στον ύπνο του η Παναγία και του είπε τρυφερά: «Πρέπει , τέκνο μου, να διαβάζεις το Ψαλτήρι. Αυτό είναι η ζωή σου».
Κάποτε ο π.Σάββας ,στη βιογραφία του ιερομονάχου Παρθενίου, βρήκε ένα σημείο όπου λεγόταν ότι είχε δεχθεί ένα λογισμό αμφιβολίας για το αν η Υπεραγία Παρθένος ήταν η πρώτη μοναχή στη γη. Κοιμήθηκε ελαφρά και βλέπει μέσα από την Πύλη της Λαύρας του Κιέβου να έρχεται με τη συνοδεία μεγάλου πλήθους Αγγέλων μια μεγαλόπρεπη Μοναχή με μοναχικό μανδύα και ράβδο στα χέρια. Πλησιάζοντας σ’ αυτόν, του λέει: «Παρθένιε, εγώ είμαι μοναχή». Εκείνος ξύπνησε και από τότε ονόμαζε την Παναγία Ηγουμένη της Λαύρας.

Στάρετς Σάββας ο παρηγορητής

"μηδὲ συνεσθίειν, βδέλυγμά ἐστι, ἀπόσχηται ταύτης''

Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας διδάσκουν ὅτι τὰ θέματα τῆς Πίστεως ἔχουν τὸν πρῶτο λόγο στὴν ζωή μας, γιατὶ κατ’ ἐξοχὴν ἡ αἵρεση μᾶςἀπομακρύνει ἀπὸ τὸν Θεό. Ἐκτὸς αὐτοῦ, μᾶς διδάσκουν ὅτι ὅποιος πίπτει σὲ θέματα Πίστεως, στὴ συνέχεια πίπτει καὶ ἠθικῶς, ἀλλὰ καὶ ἀντίθετα, ὅποιος ξεπέφτει ἠθικά, ἀστοχεῖ καὶ στὴν Πίστη. Καὶ γιὰ τὸ ἕνα, καὶ γιὰ τὸ ἄλλο, ἂν καὶ παρατηρεῖται στοὺς κόλπους τους, ἀδιαφοροῦν σήμερα οἱ κυρίως ὐπεύθυνοι!
Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ἐπίσης, διδάσκουν ὅτι ἡ ἐπαφὴ καὶ κοινωνία μὲ τοὺς αἱρετικοὺς μολύνει τοὺς ἐπικοινωνοῦντας, ὅπως μᾶς μολύνει καὶ ἡ ἐπαφὴ μὲ τοὺς ἠθικὰ ἁμαρτάνοντας. Τοῦτο τὸ ἐπιβεβαιώνουν καὶ σύγχρονοι καθηγητὲς καὶ ἀντι-Οἰκουμενιστὲς κληρικοί, ὅπως ὁ π. Θεόδωρος Ζήσης: «Ἐν πρώτοις νὰ φροντίσουμε νὰ μὴ μιανθοῦμε κι ἐμεῖςἀπὸ τὶς αἱρέσεις τοῦ Παπισμοῦ καὶ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Νὰ μὴν ἔχουμεκαμία μαζί τους ἐπικοινωνία, ὅπως συνιστοῦν ἡ Ἁγία Γραφὴ καὶ οἱΠατέρες».
Παραθέτοντας ἕνα ἀπόσπασμα ἀπὸ τὴν «Ἐξήγησιν» τῆς «Πρὸς Κορινθίους Πρώτης Ἐπιστολῆς» Παύλου, τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Βουλγαρίας Θεοφύλακτου, ἐκφράζουμε καὶ πάλι τὴν ἀπορία μας πρὸς τοὺς ἀδελφούς μας χριστιανούς, ποὺ ἐπικοινωνοῦν μὲ τοὺς Οἰκουμενιστές: Ἂν ἀποτελεῖ Ἐντολὴ τῆς Ἁγίας Γραφῆς (ὅπως κι ἐδῶ βλέπουμε) ἡ ἀπομάκρυνση ἀπὸ τοὺς ἠθικὰ ἁμαρτάνοντας, πόσο μᾶλλον ἀπὸ τοὺς παναιρετικοὺς Οἰκουμενιστές.




Θεοφύλακτος Βουλγαρίας

Ζητούνται Προφήτες μόλις χθές!



Είναι απόλυτα μεγάλο, αλλά και εξόχως επικίνδυνο το προφητικό έργο. Το έργο των Προφητών της Π. Διαθήκης, αλλά και κάθε εποχής. Για αν δούμε σε αδρές γραμμές ποιο ήταν το έργο τους και η αποστολή τους:
Να ελέγξουν τα κακώς κείμενα και να φανερώσουν τις παραβάσεις και παρεκκλίσεις ενός λαού από το θείο νόμο.
Να καλέσουν σε μετάνοια έμπρακτη και να υποδείξουν τους τρόπους αυτής.
Να ελέγξουν την παραβατική συμπεριφορά των βασιλέων, την ειδωλολατρία τους και την κατάχρηση εξουσίας και να τους επαναφέρουν στην πατροπαράδοτη πίστη.
Να σημάνουν τον κίνδυνο από τα επερχόμενα δεινά ένεκα της αμετανοησίας του λαού και να φανερώσουν τον καιρό και τον τρόπο της εκδήλωσης της θείας οργής.
Να διδάξουν το θείο θέλημα και να καλέσουν σε μετάνοια τους ανθρώπους πριν είναι αργά.
Να μιλήσουν για την πρώτη, αλλά και τη δεύτερη έλευση του παμβασιλέως Χριστού που θα κάνει απέραντο καλό στον κόσμο, αλλά και θα αποδώσει δικαιοσύνη.
Να προαναγγείλουν το μέλλον του λαού συγκεκριμένα.
Δεν ήταν απλό πράγμα η κλήση στο προφητικό αξίωμα. Ήταν ζήτημα ζωής ή θανάτου. Ζωή με ακραία ρίσκα και σε οριακές καταστάσεις. Ο προφήτης έπαιζε κορώνα –γράμματα το κεφάλι του.
Όπως ακριβώς λέγει ο ιερός συγγραφέας στην προς Εβραίους επιστολή του για τους αρχαίους αριστείς και μάρτυρες. Αλήθεια, τι έπαθε ο Ιωνάς, πως πέθανε ο Ησαϊας, τι πέρασε ο Πρόδρομος; …
Ο προφητικός λόγος ερχόμενος κατευθείαν από το άγιο Πνεύμα ράγιζε τις καρδιές και τίναζε το επικάλυμμα των παθών στον αέρα. Η αλήθεια στοίχιζε πολύ. Κόστιζε σε όλους και πρώτα στον προφήτη. Μεγάλη φωτιά η πίστη και η αλήθεια!
Το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο δεν είναι τίποτε μπροστά στην απειλή και τον εξευτελισμό που δοκίμαζε τότε κάθε προφήτης… Εμείς σήμερα φοβόμαστε και ντρεπόμαστε να μιλήσουμε για αμαρτία και για κόλαση…
Το αντίθετο όμως έκαναν οι Προφήτες του Θεού. Για παράδειγμα ο προφήτης Ιωήλ. Δεν εξαιρείται κι αυτός από τη βαριά αποστολή των προφητών, να σημάνουν την οργή του Θεού για την αμαρτία του λαού.
«Σαλπίσατε σάλπιγγι εν Σιών, κηρύξατ’ εν όρει αγίω μου, και συγχυθήτωσαν πάντες οι κατοικούντες την γην, διότι πάρεστιν ημέρα Κυρίου, ότι εγγύς…» (Ιωήλ. β΄1).
Ο άγιος του Θεού απεσταλμένος σημαίνει το συναγερμό εμπρός στη θεομηνία, αλλά και με τη νηφαλιότητα τού φωτισμού του Θεού υποδεικνύει τη θεραπεία.
Να τί λέει περί μετανοίας: «Και νυν λέγει Κύριος ο Θεός υμών επιστράφητε προς με εξ όλης της καρδίας υμών και εν νηστεία και εν κλαυθμώ και εν κοπετώ και διαρρήξατε τας καρδίας υμών και μη τα ιμάτια υμών και επιστράφητε προς Κύριον τον Θεόν υμών, ότι ελεήμων και οικτίρμων εστί, μακρόθυμος και πολυέλεος».
(Μετάφραση: Και τώρα, λέει ο Κύριος και Θεός σας: Επιστρέψτε με μετάνοια σ” εμένα με όλη σας την καρδιά, με νηστεία και με δάκρυα μετανοίας. Σχίστε τις καρδιές σας από πόνο μετανοίας και συναίσθηση της ένοχης σας, και όχι τα ενδύματα σας. Επιστρέψτε στον Κύριο και Θεό σας, διότι αυτός είναι ελεήμων και οικτίρμων, μακρόθυμος και πολυέλεος).
Πρόκληση ήταν και θα είναι για την ανθρώπινη λογική η συμπεριφορά των προφητών, το θάρρος της υπάρξεώς τους και η δυναμική του λόγου τους.Γι αυτό και δεν έχει πολλούς μιμητές ο πύρινος προφητικός λόγος. Πολλοί προτιμούν να ψαρεύουν σε ήσυχα νερά και να κολυμπούν σε γνωστές παραλίες. Έτσι όμως φτάσαμε εδώ που καταντήσαμε, δηλ. να λέγει φωναχτά ή μέσα του ο καθένας: «Θεόν δεν φοβούμαι και άνθρωπον δεν εντρέπομαι. Εδώ είναι ο παράδεισος και η κόλαση είναι εδώ».
Πρόκληση ήταν και θα είναι επίσης για την ανθρώπινη λογική και η γνώση του μέλλοντος, του εγγύτερου και του απώτερου. Ο τεχνοκράτης και αποστάτης από τη γνώση του Θεού ανθρώπινος νους αγωνιά και ωχριά μπροστά στο αύριο και αποτολμά με θρασύτητα να συμβουλεύεται το σκοτιστή διάβολο, τη μαγεία και την αστρολογία, για να διεισδύσει στο σκοτάδι πέραν του τώρα.
« Οι προφήτες όμως, στόματα και όμματα του Θεού, διασπούν ριζοσπαστικά το φράγμα του χρόνου, γιατί απλά και ταπεινά είναι ταγμένοι υπηρέτες του Παντογνώστη Θεού που δημιουργεί, καλλιεργεί, αναπλάθει τον ιστορικό χρόνο και τον αναβιβάζει στο θρόνο της αιωνιότητας», γράφει σύγχρονος θεολόγος.
Ο διάβολος δεν γνωρίζει ποτέ το μέλλον, ούτε λέγει ποτέ την αλήθεια ούτε θέλει ποτέ το καλό μας. Ο διάβολος δεν αναιρεί τον διάβολος ούτε ο μάγος τον άλλο μάγο. Απλά μπορεί κάποτε κάποτε να τον αντικαθιστά, να του παραχωρεί τη θέση του.
Το μεγάλο επιχείρημα της επαληθεύσεως των προφητειών κάλλιστα μπορεί να αποτελέσει απολογητικό όπλο στα χέρια των χριστιανών. Αποδεικνύει περίτρανα τη θεοπνευστία της Βίβλου και οπωσδήποτε την ύπαρξη του Θεού. Κείμενα που γράφτηκαν αποδεδειγμένα πριν από αιώνες επαληθεύονται κατά γράμμα σε άλλους καιρούς ώστε να ονομάζεται επί παραδείγματι ο μεγαλοφωνότατος Ησαϊας, Πέμπτος Ευαγγελιστής. Το προφητικό μάλιστα χάρισμα ως εξαγγελία του μέλλοντος δεν έλειψε ποτέ από την Εκκλησία μας και στους σημερινούς καιρούς.
Ασφαλώς δεν έλειψε, αλλά δυστυχώς λιγόστεψε πολύ, το προφητικό χάρισμα ως ελεγκτικός λόγος κατά της κοινωνικής αδικίας και της αποστασίας « από τας οδούς του Κυρίου».
Είπαμε ότι αυτή η αποστολή «τσακίζει κόκκαλα». Χαρακτηριστικά επιβεβαιωτική της αλήθειας αυτής θα είναι και η περίπτωση των δύο τελευταίων προφητών της ιστορίας του κόσμου Ενώχ και Ηλία, οι οποίοι θα αποσταλούν στη γη, για να αποκαλύψουν τον υποκριτικό ρόλο του αντιχρίστου και οι οποίοι θα σφαγιασθούν και θα εκτεθούν τα πτώματά τους για τρείς ημέρες σε κοινή θέα ( μέσω τηλεοράσεως προφανώς) στην αγία Πόλη της Ιερουσαλήμ, όπως λέγει και η Αποκάλυψη.
Ασφαλώς η προφητική αποστολή είναι πρωτίστως κλήση Θεού. Αλλά όπως και κάθε κλήση δεν λειτουργεί μηχανικά και αυτοτελώς. Ο Θεός μας ψάχνει ποιόν αποστείλει στον κόσμο για να εξαγγείλει το θέλημά Του. Ζητεί ζηλωτές και χτυπημένους από την αλμύρα της ζωής. Σαν τους ψαράδες της Γαλιλαίας. Έτοιμους να πεθάνουν, παρά να προδώσουν την αλήθεια του Θεού. 

Χριστιανική Εστία Λαμίας

Αξίζει να προσπαθήσεις…



Πολλές φορές οι άνθρωποι θέλουν να κατανοήσουν τον Θεό για να πιστεύσουν. 
Όμως σκέπτονται λάθος και αντίστροφα.

Γιατί; 
Διότι θα πρέπει να πιστεύσεις για να κατανοήσεις και όχι το ανάποδο. Χρειάζεται να αποδεχθείς το ότι ο Θεός είναι κάτι το πολύ ανώτερο από σένα για να μπορείς να Τον εξηγήσεις, να Τον βάλεις σε καλούπια.

Είναι λάθος να προσπαθούμε να φέρουμε τον Θεό στα μέτρα μας ώστε να Τον αποδεχτούμε. Ο Θεός δεν πρέπει να γίνει η θεία δικαιολογία για τα λάθη μας, δεν πρέπει να γίνει μια αόριστη δύναμη που ευλογεί τις άρρωστες επιθυμίες μας, ούτε ο μεγάλος κακός και άδικος του σύμπαντος, αλλά ο Πατέρας μας που θέλει να ολοκληρωθούμε σαν άνθρωποι. Γιατί αυτό τελικά είναι η σωτηρία, η ολοκλήρωση του ανθρώπου εν Χριστώ. Αυτό θέλει ο Θεός. Ο Απαθής Θεός μας «ποθεί» όχι γιατί πρέπει, όχι από ανάγκη αλλά γιατί θέλει, γιατί μας αγαπά.

Η αδυναμία του ανθρώπου να πλησιάσει τον Θεό έγκειται στο ότι συνήθως προσπαθούμε να Τον εγγίσουμε νοησιαρχικά και όχι καρδιακά. Ο κτιστός μας νους είναι πολύ αδύναμος για να συνηδειτοποιήσει και να επεξεργαστεί τον Άκτιστο, Άναρχο και Άπειρο Θεό. Μόνο η ανθρώπινη ταπεινή καρδιά έχει την δυνατότητα όχι να κατανοήσει απόλυτα τον Θεό αλλά να γευτεί το κάλλος της παρουσίας Του και να ειρηνεύση μέσα στην προσμονή της Βασιλείας Του.

Ο Θεός έχει κάνει την «κίνησή Του» προς εμάς, ώστε να Τον πλησιάσουμε. Όχι όμως να μείνουμε μέχρι εκεί, σε μία γνωριμία, αλλά να κάνουμε το αδιανόητο. Να γίνουμε κοινωνοί Του, να γίνουμε ένα σώμα με το Σώμα Του, να γίνουμε θεάνθρωποι με την χάρη του Θεανθρώπου.

Ο απ. Παύλος μας το επιβεβαιώνει λέγοντας: «…πιστὸς ὁ Θεὸς δι᾿ οὗ ἐκλήθητε εἰς κοινωνίαν τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Κυρίου ἡμῶν…» (Α Κορ. 1,9).

Ο Θεός μας έστειλε την πρόσκληση για να εισέλθουμε και εμείς μαζί με τον Νυμφίο Χριστό μέσα στην Βασιλεία Του. Όμως για να μπορέσεις να αντιληφθείς περί τίνος πρόκειται θα πρέπει να μπορείς να αναγνώσεις αυτήν την θεία πρόσκληση. Και μπορεί κάποιος να διαβάσει αυτήν την πρόσκληση του Θεού όταν πάει στο σχολείο. Όχι σε κάποιο ανθρώπινο σχολείο, αλλά στο σχολείο της Εκκλησίας, στο Θεανθρώπινο Σώμα του Χριστού παρατεινόμενο εις τους αιώνας. Στο σχολείο αυτό στο οποίο ο κάθε άνθρωπος δια της μετάνοιας, της ταπείνωσης, της μυστηριακής ζωής μαθαίνει να διαβάζει και να κατανοεί την πρόσκληση του Θεού.

Ο άνθρωπος μέσα στην Εκκλησία δεν μαθαίνει απλά να ζει όπως θέλει ο Θεός μέσα στον κόσμο. Ο άνθρωπος μέσα στην Εκκλησία μαθαίνει να πεθαίνει χάριν του κόσμου, χάριν της Αγάπης.

Δεν είναι εύκολο κανείς να ζει χριστομίμητα, δεν είναι εύκολο να λαβώνεσαι και να θέλεις να συνεχίσεις έναντι σε όλους και όλα, έναντι ακόμα και σε φίλους και σε οικείους οι οποίοι ίσως εδώ και καιρό παραιτήθηκαν.

Όμως τελικά αξίζει να προσπαθήσεις, αξίζει να μην αφεθείς και αποκάμεις, γιατί εκεί ψηλά που φοβάσαι να πας και λιγοψυχείς, βρίσκεται ότι ψάχνει η ανήσυχη ψυχή σου. Βρίσκεται η παύση των «γιατί», το πανηγύρι της καρδιάς, η Αναστάσιμη συντροφιά Του.


Είμαι το άλογο του Ιησού Χριστού!

Ο ιερεύς δεν είναι άνθρωπος, αλλά η θυσία ενός ανθρώπου, που προστίθεται στη θυσία του Θεού. Κι αυτό είναι η ιεροσύνη.
Κάθε φορά, που φαντάζομαι τον πατέρα μου, τον βλέπω με τον ζυγό γύρω από το λαιμό του, ζευγμένον με το επιτραχήλι. Τον βλέπω ζευγμένον, σαν ένα άλογο του Ιησού Χριστού. Ποδεμένον με τις πεταλωμένες μπότες του, να τρέχει από τη μια στην άλλη άκρη της ενορίας, τριάντα ορεινά χιλιόμετρα, που έπρεπε να διατρέξει δύο φορές τη μέρα μερικές φορές. 
Γι’ αυτό ήταν πάντα αποκαμωμένος. Έτοιμος να σωριαστεί απ’ την κούραση.Όπως κάθε ζευγμένο πλάσμα. 
Κι όμως δε σταματούσε ποτέ. Ο πατέρας μου λοιπόν αναχωρούσε, χωρίς καμιά καθυστέρηση, μαζί με τον χριστιανό που ερχόταν να τον ζητήσει. Έβγαινε από το πρεσβυτέριο, πριν ακόμη ο άνθρωπος χτυπήσει την πόρτα.
Διότι πάντα ήταν κάτι το επείγον: κάπου ένα ανθρώπινο πλάσμα περίμενε τον Θεό.Και ο πατέρας μου βιαζόταν. Ο πατέρας μου βάδιζε δίπλα στον άνθρωπο μέχρι την πόρτα. Βγαίνοντας απ’ τον περίβολο, τον ιερό χώρο, ο άνθρωπος που είχε έλθει να ζητήσει τον πατέρα μου ανέβαινε στο άλογο. Και ο πατέρας μου βάδιζε πίσω απ’ το άλογο.Ένας ιερεύς ποτέ δεν ανεβαίνει στο άλογο. Αυτή είναι η παράδοση στα ορεινά μέρη μας. Ο πατέρας μου λοιπόν μεταφέροντας τον σάκο, μέσα στον οποίο βρίσκονταν το Σώμα και το Αίμα του Ιησού Χριστού, ο σταυρός και ο «ζυγός», οδοιπορούσε πίσω από τον άνθρωπο, που πήγαινε καβάλα.
Οδοιπορούσε ο φτωχός μου πατέρας, αν και ήταν τόσο εύθραυστος, τόσο αδύνατος, βάδιζε σαν ένα άλογο, πίσω από τον έφιππο άνθρωπο. Ακολουθώντας τις οπλές του αλόγου με τις πεταλωμένες μπότες του, χωρίς να μένει πίσω καθόλου. Μερικές φορές, πολύ σπάνια, έλεγε σε μας τα παιδιά, χαμογελώντας:
- Είμαι το άλογο του Ιησού Χριστού. Ο Θεός καβαλικεύει πάνω μου, σαν σε άλογο…
Κι έλεγε την αλήθεια. Γιατί αυτό δεν ήταν ένα αστείο, όπως εμείς το παίρναμε, όταν ήμασταν μικροί. Ο πατέρας μου μετέφερε το Αίμα και το Σώμα του Θεού, όπως ένα άλογο μεταφέρει τον καβαλάρη του. Παντού. Μέρα και νύχτα. Ο Θεός καβαλίκευε πάνω στους ώμους του πατέρα μου, κάθε στιγμή και πήγαινε μέχρι τα βάθη των σκοτεινών δασών με τα έλατα και μέχρι τη σιωπηλή καρδιά των άγριων βουνών.
- Δεν σ’ αγαπούν οι γυιοι και οι θυγατέρες σου εν Χριστώ, έλεγαν στον πατέρα μου, βλέποντάς τον τσακισμένο απ’ την κούραση. Μόλις επέστρεψες στο πρεσβυτέριο κι ήλθαν ξανά να σε φωνάξουν. Μόλις ξάπλωσες και έφτασαν. Σε ξυπνούν. Σε αναγκάζουν να βγαίνεις έξω οποιαδήποτε στιγμή, με οποιονδήποτε καιρό και σε κάνουν να περπατάς ώρες και ώρες με τα πόδια πίσω τους, ενώ εκείνοι προχωρούν καβάλα. Σε σέρνουν έξω χωρίς σταματημό, μέσα στη νύχτα, μέσα στη βροχή, μέσα στη λάσπη και το χιόνι. Οι πιστοί σου σ’ αγαπούν λιγότερο απ’ τα ζώα τους. Διότι ποτέ δε ζητούν απ’ τα κτήνη τους αυτό που ζητούν απ’ τον πατέρα τους, τον ιερέα τους. Γιατί δε σε λυπήθηκαν ποτέ; Γιατί δε σε ευσπλαχνίσθηκαν ποτέ;
- Η ευσπλαχνία ταιριάζει συνήθως στους ανθρώπους, τα ζώα, τα πράγματα, μα όχι στον «ιερέα», απάντησε ο πατέρας μου.
Θα ’ταν κουτό,παράλογο και ασεβές μαζί να τον λυπούνται οι άνθρωποι.Κάθε χριστιανός χτυπώντας την πόρτα του ιερέως, χτυπά στην πραγματικότητα, την πόρτα του Θεού. Διότι ο ιερεύς είναι «αφομοιωμένος τω υιω του Θεού» (Εβρ. ζ΄ 3). Δεν μπορεί να έλθει στη σκέψη ενός χριστιανού αυτή η ασεβής ιδέα πως ο Θεός κουράστηκε, πως ο Θεός νυστάζει, πεινάει ή του πονούν τα πόδια. Απ’ τον Θεό μπορεί κανείς να ζητάει τα πάντα οποιαδήποτε ώρα και χωρίςνα χτυπά την πόρτα.
- Όμως ο ιερεύς είναι κι αυτός άνθρωπος, είπα.
- Όχι, απάντησε ο πατέρας μου. Ο ιερεύς δεν είναι άνθρωπος, αλλά η θυσία ενός ανθρώπου, που προστίθεται στη θυσία του Θεού. Κι αυτό είναι η ιεροσύνη. Η απάντηση ήταν ωραία. Έξοχη. Κοκκίνισα απ’ την ευχαρίστηση. Αλλά πρόσθεσα:
- Ωστόσο, πρέπει να ’χεις μερικές ώρες τουλάχιστον για ανάπαυση.
- Όχι, απάντησε ο πατέρας μου. Ο ιερεύς δεν είναι όπως είναι κανείς γεωργός, υπάλληλος ή τεχνίτης. Δε γίνεται κανείς ιερεύς για να έχει ώρες γραφείου με διαλείμματα και μέρες αδείας. Είναι κανείς ιερεύς μόνιμα. Χωρίς διακοπή. Χωρίς ρεπό. Χωρίς καμιά ανάπαυλα. Μέρα και νύχτα. Και,όπως μπορεί κανείς να απευθύνεται στον Θεό οποτεδήποτε, οποιαδήποτε ώρα της μέρας ή της νύχτας και για οποιοδήποτε αίτημα, χωρίς φόβο να τον ενοχλήσει, έτσι μπορεί να ’ρθει στο σπίτι του ιερέως οποτεδήποτε και για οποιοδήποτε λόγο.
Βέβαια δεν φθάνομε στο σημείο να έχουμε ιερείς που να μην κοιμούνται, να μην τρώνε και να μην τους πονούν τα πόδια.

π. Βιρτζίλ Γκεοργκίου

Αλλά αυτό είναι μια ατέλεια,που οφείλομε να τη δεχθούμε όπως είναι, διότι η λατρεία δεν είναι παρά μια εικόνα, μια σκιά των ουρανίων πραγματικοτήτων, όπως αποκαλύφθηκε και στον Μωυσή, όταν επρόκειτο να κατασκευάσει τη Σκηνή. Κοίταξε, του ελέχθηκε, θα φτιάξεις τα πάντα σύμφωνα με το υπόδειγμα που σου φανερώθηκε πάνω στο βουνό (Εβρ. η΄ 5).
Η ιεροσύνη, μίμηση της ιεροσύνης του Χριστού, αποκλείει τις διακοπές. Ισχύει μόνιμα και για την αιωνιότητα (Εβρ. στ΄ 7). Ούτε και ο φυσικός θάνατος του ιερέως δεν μπορεί να τη διακόψει. Και αφού η ιεροσύνη δεν μπορεί, να διακοπεί με τον θάνατο, πώς θέλεις να τη διακόψει η πείνα, ο κόπος ή ο ύπνος;
- Είναι κανείς ιερεύς κι ύστερα απ’ τον θάνατο; ρώτησα την πρώτη φορά που το άκουσα αυτό.
- Είναι κανείς ιερεύς για την αιωνιότητα, Αφομοιωμένος τω υιω του Θεού, μένει ιερεύς εις το διηνεκές. (Εβρ. ζ΄ 3).
Επειδή λοιπόν ο ιερεύς είναι αφομοιωμένος με τον Θεό, δεν μπορεί να πεθάνει. Μένει ιερεύς και μέσα στο θάνατο και παρά τον θάνατο. Στην αιωνιότητα. Γι’ αυτό ακριβώς και ενταφιάζουν τον ιερέα ντυμένο με όλα τα ιερατικά του άμφια, που φορεί όταν τελεί την θεία Λειτουργία. Ο ιερεύς ενταφιάζεται με τον Σταυρό, με το Επιτραχήλι, το Φελόνι, το Στιχάρι, τα Επιμανίκια… 
Όλα και ολόκληρη τη στολή, όπως γίνεται για την πιο επίσημη ακολουθία. Διότι ο νεκρός ιερεύς θα πάει να λειτουργήσει στην αληθινή ουράνια Εκκλησία, με τον επίσκοπό του, τον Χριστό. 
Για κάθε ιερέα ο θάνατος είναι μια προαγωγή. Περνάει απ’ τη μικρή του επίγεια εκκλησία στον καθεδρικό ναό του ουρανού, για να τελεί την παγκόσμια λειτουργία γύρω απ’ τον Χριστό. Ποτέ λοιπόν δεν πρέπει να θρηνείται ο θάνατος ενός ιερέως. Διότι δεν πεθαίνει ποτέ. Ο θάνατος είναι ο προβιβασμός του. Και επειδή ο ιερεύς μένει ιερεύς παρά τον φυσικό θάνατο, όταν τον βάζουν στον τάφο, ντυμένο με τα άμφια που φοράει για την τέλεση της Λειτουργίας, καλύπτουν το πρόσωπό του με τα ιερά Καλύμματα ή τον Αέρα, το πανί εκείνο με το οποίο καλύπτουν κατά τη λειτουργία το Άγιο Ποτήριο, που περιέχει το Σώμα και το Αίμα του Θεού. Ο Αήρ συμβολίζει τον λίθο, που έκλεινε τον τάφο του Ιησού Χριστού. 
Η πέτρα αυτή που έκλεισε τον τάφο του Χριστού, σφραγίζει επίσης και τον τάφο κάθε ιερέως. Διότι κάθε ιερεύς είναι αφομοιωμένος με τον Υιό του Θεού. Ακούγοντάς τον, άφησα τα δάκρυα να κυλήσουν πάνω στο άγιο χέρι του πατέρα μου, που έσκυψα και το φίλησα ευλαβικά. 
Έτσι λοιπόν κατάλαβα,γιατί ένας άγιος διηγείται, πως αν συναντούσε στο δρόμο έναν άγγελο ή έναν ιερέα, να βαδίζουν ο ένας πλάι στον άλλον, θα γονάτιζε πρώρα εμπρός στον ιερέα, φιλώντας του το χέρι και μόνον ύστερα θα γονάτιζε εμπρός στον άγγελο, για να τον χαιρετίσει. Διότι οι άγγελοι είναι κατώτεροι απ’ τους ιερείς σε τούτο, στο ότι δεν μπορούν να μεταμορφώσουν το ψωμί και το κρασί σε σάρκα και αίμα του Θεού. Τα χέρια όμως του ιερέως το μπορούν…
Παρά την ασύγκριτη ευτυχία να είναι υπηρέτης στον ουρανό, ο πατέρας μου ζούσε την επίγεια ζωή του μέσα σε αφάνταστη σκληρότητα και οδύνη. Κάθε χρόνο ο πατέρας μου γινόταν πιο αδύνατος. Πιο άσαρκος. Πιο άυλος. Στα τριάντα του χρόνια τα μαλλιά του πατέρα μου είχαν ασπρίσει. Στα τριάντα χρόνια ο πατέρας μου είχε γεράσει. Τα δόντια του έπεφταν. Εξ αιτίας της αθλιότητας, εξ αιτίας του υποσιτισμού, εξ αιτίας του κόπου και του μόχθου. Αντίθετα όμως το βλέμμα του γινόταν κάθε χρόνο πιο όμορφο, πιο φωτεινό, πιο ακτινοβόλο και τόσο έντονο ώστε το κεφάλι του έμοιαζε να φωτίζεται μ’ ένα φωτοστέφανο. Παρακολουθούσα ένα ασυνήθιστο γεγονός: όταν ο πατέρας μου παρατηρούσε κάτι τι, το φώτιζε με το βλέμμα του, σαν με κάποιους μυστικούς προβολείς. Βλέποντας αυτό ένοιωσα για πρώτη φορά το γεγονός ότι οι άγιοι, παρατηρώντας τον κόσμο, τον φωτίζουν και τον αγιάζουν.
- Τι κοιτάζεις, ρώτησε ο πατέρας μου, βλέποντάς με βυθισμένο στις σκέψεις.
- Είσαι φωτεινός σαν μια εικόνα, του είπα, κοκκινίζοντας. Ο πατέρας μου γέλασε. Δεν ήταν ούτε υπερήφανος ούτε ταπεινός. Για να ’σαι υπερήφανος ή ταπεινός πρέπει πρώτα να ’σαι ένα γήινο πλάσμα. Και εκείνος ήταν όλο και λιγότερο γήινος. Γέλασε, γιατί η φωνή μου έφθασε στα αυτιά του κι αυτό τον είχε ευχαριστήσει. Ο πατέρας μου σπάνια γελούσε. 
Όταν κανείς είναι κουρασμένος δεν μπορεί να γελάσει. Μα τώρα είχε χαμογελάσει. Κι’ όταν ο πατέρας μου χαμογελούσε έβλεπε κανείς πως είχε χάσει σχεδόν όλα του τα δόντια. Η καρδιά μου σφιγγόταν.
Λυπόμουνα τόσο πολύ για την αθλιότητά του, που μόλις μπορούσα,να κρατήσω τα δάκρυά μου. Και έλεγα, πως αν ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός αποφάσιζε μια μέρα να προσφέρει στον ιερέα του, που ήταν και άλογό του μαζί, τον π. Κωνσταντίνο Gheorghiu, που υπέφερε σ’ όλη του τη ζωή απ’ την πείνα, την δυνατότητα να έχει ξαφνικά ψωμί πάνω στο τραπέζι του, ο προλετάριος πατέρας, ο σεβαστός μου πατέρας θα συνέχιζε – παρά το θαύμα-να πεινάει, όπως και στο παρελθόν. 
Διότι κι αν είχε κάτι δε θα μπορούσε να το φάει, γιατί δεν είχε πια δόντια… Και ούτε σκέψη, πως θα μπορούσε, να βάλει ξένα. Ήμαστε τόσο φτωχοί που ούτε στο όνειρό μας δεν θα τολμούσαμε να πάμε στον οδοντογιατρό...


Βιργκίλ Γκεωργκίου, 
«Από την 25η ώρα στην αιώνια ώρα»,
Εκδόσεις Έλαφος σ. 93-95

Μετάνοια...

Καταπληκτικό κείμενο-ποίημα
γιά νά ἔλθουμε στήν κατάσταση 
τοῦ κατά Θεόν πένθους,
γιά μετάνοια καί ἐξομολόγηση.
Θά ἀνατρέψει τον διασκορπισμό
 τοῦ πολύτιμου χρόνου σου 
εἰς ἄχρηστα καί ἄτοπα
καί κάθε λανθασμένη 
ἰδέα γιά τόν ἑαυτό σου!







Περί της ψυχικής καλλιέργειας για την προσέλκυση της Θείας Χάριτος



Ακολουθεί ολόκληρη η επιστολή του αββά Αμμωνά, περί της ψυχικής καλλιέργειας για την προσέλκυση της Θείας Χάριτος. 

Η θεία χάρη, δεν έρχεται στον άνθρωπο με μια απλή εγκεφαλική παραδοχή ή πίστη. Ούτε «μαγικά». Δωρίζεται στον άνθρωπο αφού ενεργοποιηθεί η ενδιάθετη πίστη μέσω της άσκησης και της απόφασης για έναν –κατά το δυνατό- πνευματικό αγώνα μαζί με τον Κύριο. Είναι ένα δώρο μεν, που όμως «αποκτάται» με κόπο και δια των Μυστηρίων της Εκκλησίας, ακριβώς για να βιώσει εμπειρικά ο πιστός την ανεκτίμητη αξία της.

«Χαίρετε εν Κυρίω, αγαπητοί.

Εάν κανείς αγαπήσει τον Θεό εν όλη τη καρδία και εν όλη τη ψυχή και κάνει το παν για να ζήσει με φόβο Θεού, ο φόβος αυτός θα του προξενήσει κλαυθμό, ο κλαυθμός χαρά και η χαρά δύναμη με τη βοήθεια της οποίας η ψυχή θα καρποφορήσει σε όλα.

Και όταν ο Θεός δει τον καρπό της ωραίο, θα τον δεχτεί σαν ευωδία και θα χαρεί μαζί με τους αγγέλους του για όλα τα καλά της έργα. Θα της δώσει ακόμη φύλακα, ο οποίος θα την προστατεύει σε κάθε της βήμα, για να την οδηγήσει στον τόπο της αναπαύσεως χωρίς κίνδυνο να την υποδουλώσει ο σατανάς. Διότι όσο βλέπει ο διάβολος τον φύλακα, δηλαδή τη θεϊκή δύναμη, να περιβάλλει την ψυχή, απομακρύνεται. Φοβάται να πλησιάσει τον άνθρωπο και την δύναμη που τον περιβάλλει.

Αγαπητοί εν Κυρίω, εσείς, που τόσο σας συμπαθώ, γνωρίζω ότι είσθε φίλοι του Θεού. Εγκολπωθείτε λοιπόν αυτή τη δύναμη, για να σας φοβάται ο σατανάς και να εργάζεστε πάντοτε με σοφία. Όσο αυξάνει η γλυκύτης της θείας χάριτος, τόσο θα πληθαίνει μέσα σας τους πνευματικούς καρπούς. Η γλυκύτις αυτή γλυκαίνει υπέρ μέλι και κηρίον.

Οι περισσότεροι από τους μοναχούς και τις μοναχές, εκτός από ορισμένους σε διάφορα μέρη, δεν δοκίμασαν την μεγάλη αυτή γλυκύτητα, διότι δεν απέκτησαν την θεϊκή δύναμη. Δεν τους την έδωσε ο Κύριος, διότι δεν καλλιέργησαν κατάλληλα την ψυχή τους για να την δεχτούν. Ουκ εστί προσωπολήπτης ο Θεός. Για αυτό προσφέρει την θεϊκή δύναμη σε κάθε εποχή σε αυτούς που εργάζονται για να την αποκτήσουν. Μόνο σε αυτούς την χαρίζει.

Αγαπητοί, γνωρίζω ότι σας αγαπά ο Θεός και ότι και εσείς αγαπάτε τον Θεό με όλη σας την καρδιά από τότε που αρχίσατε τον πνευματικό αγώνα. Αλλά και εγώ σας αγάπησα με όλη μου την καρδιά, βλέποντας την ψυχική σας ευθύτητα. Εγκολπωθείτε λοιπόν την θεϊκή δύναμη για να περάσετε όλα σας τα χρόνια με πνευματική ελευθερία και να εργάζεσθε εύκολα τις εντολές του Θεού.

Η δύναμις που προσφέρεται στον άνθρωπο εδώ στη γη, αυτή πάλι τον συνοδεύει στην ανάπαυση του ουρανού μέχρις ότου περάσει όλες τις εξουσίες του αέρος. Υπάρχουν πράγματι δαιμονικές δυνάμεις στον αέρα, οι οποίες εμποδίζουν τους ανθρώπους και δεν τους αφήνουν να φτάσουν στον Θεό. Ας παρακαλέσουμε λοιπόν τώρα τον Θεό με επιμονή, να μη μας εμποδίσουν να φτάσουμε κοντά του. Όσο οι δίκαιοι έχουν την θεϊκή δύναμη, κανείς δεν μπορεί να τους εμποδίσει την άνοδο.

Μέχρις ότου κατοικήσει η θεία χάρις στον άνθρωπο, η ψυχή αγωνίζεται να την αποκτήσει με την καταφρόνηση όλων των ύβρεων και όλων των επαίνων των ανθρώπων, με μίσος όλων των κοσμικών απασχολήσεων που θεωρούνται έντιμες, με το μίσος κάθε σωματικής αναπαύσεως, με την κάθαρση της καρδιάς από κάθε ρυπαρό λογισμό ή κοσμικό μάταιο φρόνημα, με νυχθημερές προσευχές που συνοδεύονται με νηστείες και δάκρυα. Τότε ο αγαθός Θεός δεν θα αργήσει να σας δώσει την θεία χάρη, οπότε θα ζήσετε πλέον με ανάπαυση και άνεση, θα αποκτήσετε μεγάλη παρρησία ενώπιον του και θα σας ικανοποιήσει όλα τα αιτήματα, καθώς έχει γραφτεί.

Εάν όμως μετά την απόκτησή της σας εγκαταλείψει η θεϊκή θέρμη, αναζητήστε την πάλι και θα επιστρέψει. Η θέρμη αυτή μοιάζει με φωτιά που μεταβάλλει το ψυχρό σε θερμό. Όταν λοιπόν νοιώθετε βαριά την καρδιά σας, στραφείτε προς αυτή και εξετάστε την με φόβο Θεού. Έτσι θα αναγκαστεί πάλι να θερμανθεί και να πυρωθεί με την θεϊκή φλόγα. Αυτό άλλωστε έκανε και ο προφήτης Δαβίδ. Όταν ένοιωσε την καρδιά του βαριά, είπε: ‘’Και εξέχεα επ’ εμέ την ψυχήν μου’’. ‘’Εμνήσθην ημερών αρχαίων, εμελέτησα εν πάσι τοις έργοις σου’’. 
Με τον τρόπο αυτό κατόρθωσε να ξαναθερμάνει την καρδιά του και να δεχτεί την γλυκύτητα του Παναγίου Πνεύματος».

(«Αββάς Αμμωνάς», Ι. Μ. Παρακλήτου, σελ. 29- 33)

Το νόημα της ζωής



Μερικοί λένε πως η ζωή μας είναι αρκετά σύντομη. Νομίζουμε όμως πως από μόνοι μας συντομεύουμε το χρόνο της ζωής μας από την κατάχρηση, την παράχρηση και την ηθοφθορία.
Αν τη ζωή τη χρησιμοποιήσουμε με σεβασμό, περίσκεψη και φειδώ είναι σίγουρα αρκετά μεγάλη. Ο άνθρωπος γενικά δεν εκτιμά το χρόνο, τον αφήνει να κυλά ανεκμετάλλευτα, το σπαταλά εύκολα, δεν τον αξιοποιεί, δεν τον χρησιμοποιεί χρήσιμα. Οι άνθρωποι ζουν συχνά ως επιγείως αθάνατοι. Δεν εξαγοράζουν τον καιρό, παρά το ότι οι ημέρες είναι αρκετά πονηρές. Ο χρόνος μακραίνει όσο ο άνθρωπος αυξάνεται πνευματικά, όσο πλησιάζει το βάθος και την ιερότητα του νοήματος της ζωής...
Μερικοί γέρασαν χωρίς να ζήσουν όντας γέροι και νέοι γέρασαν προτού να μεγαλώσουν. Φοβούνται το θάνατο, παρότι δε γνωρίζουν να ζήσουν. Χάνουν τη ζωή μέσα από τα χέρια τους δίχως να τη ζήσουν. Δεν ξέρουν ούτε τι είναι ζωή, ούτε τι είναι θάνατος, ούτε πιο είναι το ουσιαστικό νόημα της ζωής του ανθρώπου. Το θάνατο πιο πολύ το φοβούνται όσοι ελέγχονται από τη συνείδησή τους, όσοι δεν βελτίωσαν την πνευματική τους ταυτότητα, όσοι παρασύρθηκαν από τις ηδονές του βίου. Η πνευματικότητα του ανθρώπου αντιστέκεται ισχυρά στη φθορά και στη βλαπτικότητα που μπορεί να προκαλέσει ο χρόνος. Η γαλήνη στην ψυχή του ανθρώπου μπορεί να σκηνώσει μόνιμα μόνο κατόπιν σκληρού διωγμού της κακίας. Η εμπιστοσύνη στη θεία πρόνοια θα συνδράμει σημαντικά σ’ αυτή την επίτευξη.
Ο φιλόσοφος Σενέκας λέγει πως «το θέμα όμως δεν είναι ότι έχουμε λίγο χρόνο ζωής, αλλά ότι σπαταλάμε μεγάλο μέρος του». Αν ο άνθρωπος παρασυρθεί στο κυνηγητό της ηδονής, της πολυτέλειας, της δόξας και της ευδαιμονίας δεν θα καταλάβει πώς πέρασε μια ολόκληρη ζωή. Η ακόρεστη φιλοχρηματία, η μέθη, η οκνηρία, η φιλοδοξία, η απληστία, η ραδιουργία ταλαιπωρούν πολύ τον εραστή τους. Τα πάθη δεν αφήνουν τον εργάτη τους να δει την αλήθεια. Οι απολαύσεις καθηλώνουν τον άνθρωπο χαμηλά και δεν τον αφήνουν να ανυψωθεί από τα γήινα. Πολλοί θαυμάζουν τους πλούσιους, δεν γνωρίζουν όμως τι φουρτουνιασμένες θάλασσες κουβαλούν μέσα τους. Πολλοί λίγοι θα μπορούσαν άνετα να πουν πως είναι ευχαριστημένοι με τον εαυτό τους αρκετά. Δεν του έδωσαν τον χρόνο που δίκαια ήθελε, δεν τον άκουσαν προσεκτικά, δεν τον είδαν κατάματα, δεν τον ανέκριναν αυστηρά, δεν τον γνώρισαν ποτέ καλά. Για αυτό δεν ήσουν ήρεμος, ατάραχος, άφοβος και υπομονετικός. Λησμονήσαμε για τα καλά ότι είμαστε θνητοί και περαστικοί από εδώ.
Όσο και αν ξεγελά με διάφορους τρόπους ο άνθρωπος τον εαυτό του, πάντα κατά βάθος θα ζητά την πραγματική ανάπαυση. Ένας σοφός ρωμαίος αυτοκράτορας χαιρόταν και μόνο στη σκέψη του πότε θα απαλλαγεί του μεγαλείου του θρόνου του για να αναπαυθεί αληθινά. Όταν ο άνθρωπος ασχολείται με πολλά, μεριμνά και τυρβάζει, δεν μπορεί να συγκεντρωθεί κάπου και να αποδώσει, δεν έχει καιρό να ζήσει ελεύθερα. Πολύ συχνά οι άνθρωποι είναι κουρασμένοι από το παρελθό και το παρό. Προσπαθούν να ζήσουν ένα καλύτερο μέλλο, δίχως να κάνουν όμως τίποτε το σημαντικό γι’ αυτό. Η ζωή κυλά και ο άνθρωπος βυθισμένος στις πολλές ασχολίες του δεν τον παρατηρεί. Απορεί πώς πέρασαν τόσο γρήγορα τόσα χρόνια. Πιο σύντομη βρίσκουν τη ζωή σίγουρα οι πολυάσχολοι άνθρωποι.
Στη ζωή δίνουμε εξετάσεις. Αν νικήσαμε τα πάθη μας, αν αγαπήσαμε την αγάπη, αν μισήσαμε την κακία, αν γνωρίσαμε τον εαυτό μας, αν συναντήσαμε το Θεό. Τότε έχουμε βρει το σκοπό, το στόχο, το νόημα της ζωής. Έχουμε κερδίσει τις εξετάσεις. Αισθανόμεθα μύρο αιωνιότητος. Δε φοβόμαστε το θάνατο. Δε μας κουράζει η ζωή. Μετανοούμε. Ελπίζουμε. Χαιρόμαστε.

Μοναχού Μωϋσή Αγιορείτου

Ὅσοι μὲ τρῶνε θὰ πεινάσουν κι' ἄλλο, καὶ ὅσοι μὲ πίνουν θὰ διψάσουν κι' ἄλλο

Οἱ ψυχὲς ποὺ ἀγαποῦν τὸν Θεὸ καὶ τὴν ἀλήθεια, δὲν ὑποφέρουν οὔτε τὴν παραμικρὴ ἐλάττωση τοῦ ἔρωτά τους πρὸς τὸν Κύριο. Ἀλλὰ καρφωμένες ὁλοκληρωτικὰ στὸ σταυρό Του αἰσθάνονται μέσα τους τὴν Πνευματικὴ προκοπή. Πληγωμένες λοιπὸν ἀπὸ τὸν πόθο Του, κι ἄν ἀκόμη ἀξιωθοῦν Θεία μυστήρια καὶ μετάσχουν εὐφροσύνης καὶ Χάριτος, δὲν ἔχουν πεποίθηση στὸν ἑαυτό τους, οὔτε νομίζουν ὅτι εἶναι τίποτε. Ἀλλὰ ὅσο ἀξιώνονται πνευματικὰ χαρίσματα τόσο ἐπιζητοῦν τὰ οὐράνια. Καὶ ὅσο περισσότερη προκοπὴ αἰσθάνονται, τόσο πιὸ λαίμαργες γίνονται γιὰ τὰ θεῖα. Καὶ ἐνῶ εἶναι πνευματικὰ πλούσιες, κάνουν σὰν νὰ εἶναι φτωχές. «Ὅσοι μὲ τρῶνε θὰ πεινάσουν κι' ἄλλο, καὶ ὅσοι μὲ πίνουν θὰ διψάσουν κι' ἄλλο», λέει ἡ Θεία Γραφή.

Αὐτοῦ τοῦ εἴδους οἱ ψυχὲς ἀξιώνονται νὰ λάβουν τὴν τέλεια ἐλευθερία ἀπὸ τὰ πάθη καὶ ν' ἀποκομίσουν τὴν ἔλλαμψη καὶ τὴν κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μὲ τὴν πληρότητα τῆς Χάρης. Ὅσες ὅμως εἶναι ὀκνηρές καὶ ἀποφεύγουν τοὺς κόπους καὶ δὲν ἐπιζητοῦν τὸν ἁγιασμὸ τῆς καρδιᾶς ἀπὸ αὐτὴ ἐδῶ τὴ ζωή, ὄχι ἐν μέρει, ἀλλὰ ὁλοκληρωτικά. Αὐτὲς ἄς μὴ ἐλπίζουν νὰ κοινωνήσουν τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ ν' ἀπαλλαγοῦν ἀπὸ τὰ πάθη τῆς κακίας• αὐτὲς κι' ἄν ἀξιωθοῦν τὴ Θεία Χάρη, ἐπειδὴ ξεγελιοῦνται ἀπὸ τὴν κακία, ἀφήνουν κάθε πνευματικὴ φροντίδα, διότι ἀπολαμβάνουν ὀλίγη πνευματικὴ γλυκύτητα. Ἔτσι οἱ ψυχὲς αὐτὲς εἶναι εὔκολο νὰ πέσουν σὲ ἔπαρση, διότι δὲν ἀγωνίζονται νὰ φτάσουν τὴν τέλεια ἀπάθεια. Καὶ καθὼς ἀρκοῦνται στὴ λίγη αὐτὴ ἐνίσχυση τῆς Χάρης καὶ προκόβουν ὄχι στὴν ταπείνωση, ἀλλὰ στὴν ἔπαρση, ἀπογυμνώνονται κάποτε κι' ἀπὸ τὸ χάρισμα ποὺ ἔλαβαν. Γιατὶ ἡ ψυχή, ποὺ ἀγαπάει ἀληθινὰ τὸν Θεό, κι' ἄν ἀκόμη μυριάδες ἀρετὲς κατορθώσει, ἔχει τέτοια μετριοφροσύνη, σὰν νὰ μήν ἔχει ἀρχίσει ἀκόμη νὰ ζεῖ κατὰ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ νοιώθει ἀπληστία καὶ ἔρωτα γιὰ τὴ Θεία ἀγάπη ποὺ ἐμπνέει ὁ Δεσπότης Χριστός.

Στὰ πνευματικὰ αὐτὰ μέτρα οὔτε μονομιᾶς οὔτε εὔκολα μπορεῖ νὰ φτάσει κανείς, ἀλλὰ ἀφοῦ προηγηθοῦν πολλοὶ κόποι καὶ ἀγῶνες καὶ περάσουν χρόνια μὲ δοκιμασίες καὶ ποικίλους πειρασμούς, μέχρι τὸ τέλειο μέτρο τῆς ἀπάθειας. Ἔτσι, ἀφοῦ δοκιμασθεῖ μὲ πόνους καὶ κόπους καὶ ὑποφέρει μὲ γενναιοψυχία ὅλους τοὺς πειρασμούς ποὺ προξενεῖ ἡ κακία, ἀξιώνεται νὰ λάβει τὶς μεγάλες τιμές καὶ τὰ χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ τὸν Θεϊκὸ πλοῦτο. Ἔπειτα γίνεται καὶ κληρονόμος τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν.


Να γιατί οι οικουμενιστές τρέχουν να… προλάβουν!

Η ΑΓΓΛΙΑ ΠΡΟΩΘΕΙ ΚΑΙ ΕΠΙΣΗΜΑ ΤΗΝ ΠΑΝΘΡΗΣΚΕΙΑ ΣΤΑ ΣΧΟΛΕΙΑ ΩΣ ΜΑΘΗΜΑ,
ΑΠΕΙΛΩΝΤΑΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΜΕ ΚΛΕΙΣΙΜΟ ΑΝ ΔΕΝ ΒΑΛΕΙ ΜΕΣΑ ΚΑΙ ΙΜΑΜΗ!!!

Το νέο νομοσχέδιο της κυβέρνησης της Αγγλίας, φέρνει την αναστάτωση σε χριστιανούς που στέλναν τα παιδιά τους σε χριστιανικά ιδιωτικά σχολεία γιατί επιθυμούσαν να λάβουν την Χριστιανική αγωγή!

Σύμφωνα με το νέο νόμο καλούνται όλα τα σχολεία,ακομη και τα ιδιωτικά, αν θέλουν να συνεχίσουν να υπάρχουν, να αποδείξουν εμπράκτως ότι σέβονται όλες τις θρησκείες και δεν διαχωρίζουν τους ανθρώπους βάση της θρησκείας τους!

ΠΡΟΣΟΧΗ !!!!!!! ΜΙΑ ΑΠΛΗ ΔΗΛΩΣΗ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΡΚΕΤΗ !!!!
ΠΡΕΠΕΙ ΕΜΠΡΑΚΤΑ ΝΑ ΥΠΑΡΧΕΙ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΣ ΑΛΛΗΣ ΘΡΗΣΚΕΙΑΣ ΠΟΥ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΥΕΤΑΙ ΑΠΟ ΙΚΑΝΟ ΑΡΙΘΜΟ ΠΙΣΤΩΝ ΣΤΗ ΧΩΡΑ , ΟΠΩΣ ΙΜΑΜΗΣ !!!!!

ΕΙΠΑΤΕ ΤΙΠΟΤΑ;;;;;

ΜΗΝ ΑΠΟΡΕΙΤΕ ΛΟΙΠΟΝ ΠΟΥ ΘΕΛΟΥΝ ΝΑ ΠΕΡΑΣΟΥΝ ΚΑΙ ΙΜΑΜΗ ΣΤΗ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ...

ΥΠΑΡΧΕΙ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΣΧΕΔΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΔΙΑΔΩΣΗ - ΕΜΠΕΔΩΣΗ ΤΗΣ ΠΑΝΘΡΗΣΚΕΙΑΣ ΞΕΚΙΝΩΝΤΑΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΜΙΚΡΕΣ ΗΛΙΚΙΕΣ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ, ΩΣΤΕ ΝΑ ΓΑΛΟΥΧΗΣΟΥΝ ΝΕΕΣ ΓΕΝΝΙΕΣ ΑΝΘΡΩΠΩΝ ΕΞΟΙΚΕΙΩΜΕΝΕΣ ΕΙΣ ΤΑ ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΑ ΣΧΕΔΙΑ ΤΟΥΣ!!!

ΝΑ ΛΟΙΠΟΝ ΠΩΣ ΘΑ ΕΠΙΒΑΛΛΟΥΝ ΤΗΝ ΠΑΝΘΡΗΣΚΕΙΑ ΣΕ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΚΑΙ ΟΠΟΙΟΣ ΘΑ ΑΡΝΕΙΤΑΙ ΝΑ ΣΥΜΜΟΡΦΩΘΕΙ, ΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΦΑΣΗ ΑΠΛΩΣ ΔΕΝ ΘΑ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΣΥΝΕΧΙΣΕΙ ΝΑ ΥΦΙΣΤΑΤΑΙ ΚΑΙ ΣΕ ΔΕΥΤΕΡΗ ΘΑ ΕΚΔΙΩΧΘΕΙ ΑΠΗΝΩΣ!!!

ΠΡΟΣΟΧΗ!!! ΦΙΛΟΙ ΜΟΥ ΔΕΝ ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ ΓΙΑ ΕΙΚΑΣΙΕΣ Ή ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ, ΕΙΝΑΙ Η ΣΤΥΓΝΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΠΟΥ ΑΥΡΙΟ ΘΑ ΧΤΥΠΗΣΕΙ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ ΜΑΣ...

ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΑΝΤΕΠΙΘΕΣΗ


Οι ψυχές που αγαπούν τον Θεό όσο προκόβουν στην αρετή, τόσο πιο λαίμαργες νιώθουν για τα θεία



Οι ψυχές που αγαπούν τον Θεό και την αλήθεια, δεν υποφέρουν ούτε την παραμικρή ελάττωση του έρωτά τους προς τον Κύριο.
Αλλά καρφωμένες ολοκληρωτικά στο σταυρό Του αισθάνονται μέσα τους την Πνευματική προκοπή.
Πληγωμένες λοιπόν από τον πόθο Του, κι αν ακόμη αξιωθούν Θεία μυστήρια και μετάσχουν ευφροσύνης και Χάριτος, δεν έχουν πεποίθηση στον εαυτό τους, ούτε νομίζουν ότι είναι τίποτε. Αλλά όσο αξιώνονται πνευματικά χαρίσματα τόσο επιζητούν τα ουράνια. Καί όσο περισσότερη προκοπή αισθάνονται, τόσο πιο λαίμαργες γίνονται για τα θεία.
Καί ενώ είναι πνευματικά πλούσιες, κάνουν σαν να είναι φτωχές. «Όσοι με τρώνε θα πεινάσουν κι' άλλο, και όσοι με πίνουν θα διψάσουν κι' άλλο», λέει η Θεία Γραφή.
Αυτού του είδους οι ψυχές αξιώνονται να λάβουν την τέλεια ελευθερία από τα πάθη και ν' αποκομίσουν την έλλαμψη και την κοινωνία του Αγίου Πνεύματος με την πληρότητα της Χάρης. Όσες όμως είναι οκνηρές και αποφεύγουν τους κόπους και δεν επιζητούν τον αγιασμό της καρδιάς από αυτή εδώ τη ζωή, όχι εν μέρει, αλλά ολοκληρωτικά. Αυτές ας μη ελπίζουν να κοινωνήσουν το Άγιο Πνεύμα και ν' απαλλαγούν από τα πάθη της κακίας• αυτές κι' αν αξιωθούν τη Θεία Χάρη, επειδή ξεγελιούνται από την κακία, αφήνουν κάθε πνευματική φροντίδα, διότι απολαμβάνουν ολίγη πνευματική γλυκύτητα.
Έτσι οι ψυχές αυτές είναι εύκολο να πέσουν σε έπαρση, διότι δεν αγωνίζονται να φτάσουν την τέλεια απάθεια.
Καί καθώς αρκούνται στη λίγη αυτή ενίσχυση της Χάρης και προκόβουν όχι στην ταπείνωση, αλλά στην έπαρση, απογυμνώνονται κάποτε κι' από το χάρισμα που έλαβαν. Γιατί η ψυχή, που αγαπάει αληθινά τον Θεό, κι' αν ακόμη μυριάδες αρετές κατορθώσει, έχει τέτοια μετριοφροσύνη, σαν να μην έχει αρχίσει ακόμη να ζεί κατά το θέλημα του Θεού και νοιώθει απληστία και έρωτα για τη Θεία αγάπη που εμπνέει ο Δεσπότης Χριστός.
Στα πνευματικά αυτά μέτρα ούτε μονομιάς ούτε εύκολα μπορεί να φτάσει κανείς, αλλά αφού προηγηθούν πολλοί κόποι και αγώνες και περάσουν χρόνια με δοκιμασίες και ποικίλους πειρασμούς, μέχρι το τέλειο μέτρο της απάθειας.
Έτσι, αφού δοκιμασθεί με πόνους και κόπους και υποφέρει με γενναιοψυχία όλους τους πειρασμούς που προξενεί η κακία, αξιώνεται να λάβει τις μεγάλες τιμές και τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος και τον Θεικό πλούτο. Έπειτα γίνεται και κληρονόμος της Βασιλείας των Ουρανών.

Άγιος Μακάριος ο Αιγύπτιος

Ο Θεός ποτίζει τη δίψα για αγάπη



Κάθε διψασμένο για αγάπη ποτίζει ο Θεός.
Κάθε διψασμένο για απάτη ποτίζει ο πονηρός.

Με τον ερχομό μας σ’ αυτή τη ζωή ξεκινάμε μια εξαντλητική πορεία προς το άγνωστο. Καθημερινά διψάμε και αποκάμνουμε από την κόπωση και τον ιδρώτα του ανηφορικού μας Γολγοθά. Και η δίψα μας είναι διπλή, σωματική και ψυχική, αφού ως άνθρωποι έχουμε σώμα και ψυχή. Και όπως διψάει το σώμα και δεν μπορεί να ζήσει χωρίς νερό, έτσι διψάει και η ψυχή. Ποιά, όμως, είναι η δίψα της; Μα οι ευγενείς πόθοι, οι επιθυμίες και τα όνειρα. Αν στα ζώα πετάξεις λίγο σανό μένουν ευχαριστημένα, τον άνθρωπο, όμως, μπορεί να τον βάλεις μέσα σε παλάτι, μπορεί να του δώσεις όλα τα υλικά αγαθά, μπορεί να τον ντύσεις με μετάξια και πορφύρες και να παραμένει ανικανοποίητος. Τούτο συμβαίνει γιατί αυτός ζητάει κάτι ανώτερο, κάτι υψηλότερο...

Ο Δημιουργός και Θεός μας έχει μεριμνήσει τόσο για το ξεδίψασμα του σώματός μας όσο και της ψυχής μας. Στην πορεία μας έχει δημιουργήσει πηγές με ολόδροσο νερό, που ευφραίνει και δυναμώνει σωματικά τους οδοιπόρους της ζωής. Δεν φτάνουν, όμως, μόνο λίγες πηγές, γιατί το ξεδίψασμά μας είναι προσωρινό. Μετά από λίγο θα θελήσουμε πάλι να πιούμε νερό και μέχρι το τέλος της πορείας μας θα χρειασθούμε αμέτρητες πηγές, για να μην πεθάνουμε από τη δίψα. Για το ξεδίψασμα των ψυχών χρειάζεται νερό άϋλο, νερό τονωτικό μεγάλης διάρκειας, και γι’ αυτό μας προσφέρεται ο ίδιος ο Θεάνθρωπος, ο γλυκύτατος Ιησούς μας, ο οποίος είναι η πηγή της ζωής και μας φωνάζει: «Ο διψών ερχέσθω προς με και πινέτω» (Ιωάν. ζ 37). Όποιος διψάει ας έρθει σ’ Εμένα και ας πιεί. Και όποιος πιεί από το νερό, που Εγώ θα του δώσω «ου μη διψήση εις τον αιώνα» (Ιωάν. δ 14), δεν πρόκειται να ξαναδιψάσει μέχρι το τέλος της ζωής του, που θα τον φέρει κοντά Μου, στην ουράνια Βασιλεία Μου.

Δεν είναι τραγικό να έχουμε δίπλα μας ολόδροσα, τρεχούμενα νερά, να μας περιβάλλουν καταρράκτες χάριτος, και εμείς να καιγόμαστε από δίψα; Να βλέπουμε τα νερά και να μην τα πλησιάζουμε; Να διψούμε μέχρι θανάτου και να μην σκύβουμε να πιούμε από το νερό που μας προσφέρεται πλούσια από το Χριστό μας, τον μόνο που μας αγαπά ειλικρινά και θέλει τη σωτηρία μας;
Δυστυχώς για εμάς τους ανθρώπους κυριαρχεί το αναπάντητο ερώτημα: Αλήθεια, διψάμε για το «ύδωρ το ζων» (Ιωάν. δ 11), διψάμε για αλήθεια, για δικαιοσύνη, για αγάπη, για ειλικρίνεια, για ειρήνη; Διψούμε για ζωή, μιας άλλης ποιότητας; Αν ναι, τότε διψάμε για Χριστό και Εκείνος μας ποτίζει με το το νερό της χάριτός Του, της παντοτινής χαράς, της θεϊκής Του δυνάμεως, της υγείας, της επιζητήσεως της αιωνιότητος. Αν όχι τότε προσπαθούμε να σβήσουμε τη δίψα μας με διάφορες φιλοσοφικές θεωρίες, με διασκεδάσεις, με ξέφρενο κυνήγι χρημάτων, φήμης και δόξας που δεν μας συνοδεύει μετά το θάνατό μας, αφού είναι δόξα πρόσκαιρη, δόξα που την παρασύρει σαν ατμό ο αέρας του θανάτου. Και τότε η καρδιά μας παραμένει ανικανοποίητη, στεγνή.

Διψάμε για αγάπη; Θέλουμε να μας αγαπούν ανυπόκριτα οι άλλοι και να αγαπάμε πραγματικά; Να, ο Χριστός μας, η αυταγάπη, που μας καλεί κοντά Του λέγοντάς μας: «Ελάτε κοντά μου, να μάθετε να αγαπάτε άδολα όλους,«καθώς εγώ ηγάπησα υμάς». Ελάτε κοντά μου και προσπαθείστε να βρίσκεσθε σε συνεχή εγρήγορση και αγώνα. Αλλά μην ελπίζετε ότι θα ξεδιψάσετε με τα έργα σας η με την αξία και τα προσόντα σας, αυτά που Εγώ σας έδωσα. Μόνο το έλεος Μου ξεδιψάει και σώζει. Η βασιλεία των ουρανών δεν λαμβάνεται ως αντιμίσθιο των έργων σας, αλλά χάρη των οικτιρμών Μου, γι’ αυτό με ταπεινό φρόνημα, αυτό που Με συγκινεί,να λέτε: «Όταν ποιήσητε πάντα τα διαταχθέντα υμίν, λέγετε ότι δούλοι αχρείοί εσμεν, ότι ο ωφείλομεν ποιήσαι πεποιήκαμεν» (Λουκ. 17. 10).
Όταν διψάμε για αγάπη μας ποτίζει με το νερό της αγάπης Του ο ίδιος ο Θεός μας. Όταν, όμως, διψάμε για κακία και απάτη, τότε μας ποτίζει με το φαρμακερό νερό του ο πονηρός, και φαρμακωμένους μας οδηγεί κοντά του, στο «σκότος το εξώτερον» (Ματθ. κε 30).
Διψάμε για ελευθερία; Οι ηγέτες μιλούν για ελευθερία, ενώ φτιάχνουν θηλιές για τις ψυχές των λαών τους. Μόνον ο Υιός του Θεού της Αγάπης μπορεί να μας ελευθερώσει από τα πάθη που μας πνίγουν και να είμαστε αληθινά ελεύθεροι.
Το νερό δεν μας ξεδιψάει, όταν το κοιτάμε, αλλ’ όταν το πίνουμε. Και πρέπει να πιούμε πολύ. Ο Χριστός να μπει μέχρι το βάθος των σκέψεων, των αισθημάτων, της υπάρξεώς μας με τη διαρκή επιζήτησή Του, με την ασίγητη προσευχή μας και με τη μετάληψη του Σώματος και Αίματός Του.
Σκεφθείτε ένα ζωγράφο να έχει πάρει όλα τα σύνεργά του μαζί με ραδιόφωνα, καπέλλα, φωτογραφικές μηχανές και ο,τι ο τεχνικός πολιτισμός προστάζει και να έχει πάει σε μια έρημο να ζωγραφίσει έχοντας όμως ξεχάσει το πιο απαραίτητο, το παγούρι με το νερό. Μπορεί να ανοίγει το ραδιόφωνο και να ακούει απατηλά λόγια και τραγούδια. Όταν, όμως, θα διψάσει, τι να τα κάνει όλα αυτά που προσφέρει ο μηχανικός πολιτισμός; Μένει διψασμένος στην έρημο. Αυτή την εικόνα παρουσιάζει ο προφήτης Δαυίδ λέγοντας· Δίψασε η ψυχή μου, Κύριε, μέσα σε τούτη την έρημο· «Εδίψησέ σε η ψυχή μου, ποσαπλώς σοι η σαρξ μου εν γη ερήμω και αβάτω και ανύδρω» (Ψαλ. 62,1).

Εμείς οι πιστοί διψασμένοι οδοιπόροι στην έρημο της ζωής δεν χρειάζεται παρά να σκύψουμε και να πιούμε. Η πίστη μας είναι πηγή ύδατος ζώντος. Το λέει και ο Προφήτης Ιεζεκιήλ στην Παλαιά Διαθήκη. Είδε αυτός ένα όραμα. Είδε να βγαίνει νερό από το Ναό και να γίνεται ρυάκι.Για χίλια μέτρα μήκος το νερό έφτανε μέχρι τον αστράγαλο. Στα επόμενα χίλια μέτρα ανέβηκε ως τα γόνατα, στα επόμενα χίλια έφτασε μέχρι τη ζώνη, και στα επόμενα χίλια έγινε πλέον ποταμός αδιαπέραστος. Στις όχθες του αναπτύχθηκε πλουσία βλάστηση και καρποφόρα δέντρα, ενώ στα ζωογόνα νερά του κατοικούσαν άφθονα ψάρια. Ο ποταμός αυτός εικονίζει την πίστη μας και την αύξησή της μέσα στους αιώνες. Είναι το ρυάκι, που πήγασε από τις πληγές του Εσταυρωμένου. Σιγά – σιγά μεγάλωσε και έγινε αείρροος ποταμός που αρδεύει συνεχώς με τα νάματά του το πρόσωπο όλης της γης. Αυτή είνε η Εκκλησία που ίδρυσε ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, ο ευλογούμενος και υπερυψούμενος εις τους αιώνας.


Πώς να αγαπάμε έναν κακό άνθρωπο;

— Γέροντα, πώς να αγαπάμε έναν κακό άνθρωπο;
— Κατανοώ την ερώτηση σας. Να μισείτε την κακία και την αμαρτία, όμως τον άνθρωπο πρέπει να τον λυπάστε και να τον αγαπάτε. Μόνον ο Θεός ξέρει. Μπορεί αυτός που εμείς μισούμε σήμερα, αύριο, με προσευχή, με δάκρυα, με νηστεία, με μετάνοια, να καθαριστεί και ο Κύριος να τον συμπεριλάβει στους Αγγέλους. Υπήρξαν πολλοί τέτοιοι άνθρωποι στην ιστορία.
Όταν έβριζαν ή κατηγορούσαν τον άγιο, τον ρωτούσαν με ειλικρινή απορία:

— Στ' αλήθεια, Γέροντα, ακόμη τους αγαπάς;
— Τώρα πιο πολύ τους αγαπώ και τους λυπάμαι, απαντούσε μελαγχολικά.


Όταν δεν έβλεπε στον άνθρωπο αγάπη, η καρδιά του πονούσε και παραπονιόταν:
— Εκεί που δεν υπάρχει η αγάπη βρίσκεται η κόλαση. Ο Κύριος σου δείχνει τη δυστυχία του άλλου για να δει πώς θα αντιδράσεις. Θα προσευχηθείς για τον πλησίον σου; Θα τον βοηθήσεις; Και με αυτό τον τρόπο σε καλεί να εκπαιδεύεσαι στην αγάπη και να την καλλιεργείς.
Ο π. Γαβριήλ κατέβαινε στο ναό, γονάτιζε στον άμβωνα και κήρυττε να περνούμε τις ημέρες μας με αγάπη. Αν είχε μαλώσει κάποιον για τυχόν λάθη που διέπραξε και περνούσε η μέρα χωρίς να έρθει να του ζητήσει συγχώρεση, τον έβρισκε Γέροντας κι έλεγε:
— Συγγνώμη αν σε στενοχώρησα.

Από το βιβλίο της Νάνα Μερκβιλάτζε: ''
Ο Άγιος Γαβριήλ ο δια Χριστόν Σαλός και Ομολογητής''

Να φοβάσαι δύο λογισμούς...



Να θυμάσαι και να φοβάσαι δύο λογισμούς.

Ο ένας λέει:
"Είσαι άγιος" και ο άλλος:
"Δεν θα σωθείς".

Κι οι δύο αυτοί λογισμοί προέρχονται από τον εχθρό και δεν έχουν αλήθεια μέσα τους.
Εσύ, όμως, να σκέφτεσαι:
Εγώ είμαι μεγάλος αμαρτωλός, αλλά ο Ελεήμων Κύριος αγαπά πολύ τους ανθρώπους και θα συγχωρέσει και σ' εμένα τις αμαρτίες μου.

Άγιος Σιλουανός Αθωνίτης 

Ἡ θλίψη καί τό νυστέρι (Μέ μία μόνο εἰκόνα...)




Χωρίς νυστέρι δέν γίνεται ἐγχείρηση.
Χωρίς θλίψη δέν γίνεται κάθαρση.
Χωρίς ἀδικία δέν γίνεται συγχώρεση κι ἀγάπη.
Χωρίς δοκιμασία δέν γίνεται ἐνδυνάμωση τῆς ψυχῆς καί νίκη!


Ὅλοι καί ὅλα πού μᾶς πονοῦν "δικαίως" καί "ἀδίκως",
εἶναι σωτήρια νυστέρια στά ἰαματικά χέρια τοῦ Πανάγαθου Θεοῦ!
Κι ὅπως εὐχαριστοῦμε τόν γιατρό πού κάποτε μᾶς πονᾶ, ἀλλά μᾶς θεραπεύει,
ἄς εὐχαριστοῦμε γιά τούς πόνους μας καί τόν Ἰατρό τῶν Ἰατρῶν Θεόν,
πού μᾶς θεραπεύει καί μᾶς σώζει!

Ἄς μή φεύγουμε ἀπό τό "χειρουργεῖο" τῶν θλίψεων,
οὔτε ἀπό τό "νοσοκομεῖο" τῆς Ἐκκλησίας μέ τά θεουργά Μυστήρια.
Ἄς μήν βαρυγγομοῦμε καί γογγύζουμε μέ τίς θλίψεις.
Εἶναι τά φάρμακα τῆς κακῆς πνευματικῆς μας ὑγείας!