.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Μέ τό βλέμμα στήν αἰωνιότητα

Οἱ ψυχές πού ἀγάπησαν τόν Χριστό καί γεύθηκαν ὅτι «χρηστός ὁ Κύριος», ποθοῦν καί λαχταροῦν τήν τέλεια ἕνωση μαζί του. Ἀπό τήν κοιλάδα αὐτή τοῦ κλαυθμῶνος συχνά στρέφουν γεμᾶτο νοσταλγία τό βλέμμα πρός τήν οὐράνια χώρα τῆς αἰωνιότητος, ὅπου θά γίνει ἡ ποθητή συνάντηση. 
Ἡ ἐνατένιση αὐτή τούς δίνει δύναμη καί κουράγιο γιά τούς ἀγῶνες τῆς ζωῆς ἀλλά καί θερμαίνει τήν ἐπιθυμία νά βρεθοῦν γρήγορα στήν αἰωνιότητα. Τά αἰσθήματα αὐτά ἐξομολογεῖται ὁ ἅγιος Αὐγουστῖνος σέ μιά προσευχή του, ἀπόσπασμα τῆς ὁποίας παραθέτουμε σέ ἐλεύθερη ἀπόδοση. 

Ἔλα Σωτήρα μας, ποθητέ σέ ὅλους. Φανέρωσε τό πρόσωπό σου καί θά σωθοῦμε. Ἔλα φῶς μου, λυτρωτή μου. Βγάλε με ἀπό τή φυλακή γιά νά δοξολογήσω τ’ ὄνομά Σου. Μέχρι πότε ὁ δυστυχής θά ρίχνομαι στά κύματα αὐτῆς τῆς θνητῆς ζωῆς; 
Σοῦ κραυγάζω, Κύριε, δέν θά μ’ ἀκούσεις; 
Ἄκουσέ με πού σέ κράζω ἀπό τήν μεγάλη αὐτή θάλασσα καί βγάλε με στό λιμάνι τῆς αἰωνίου μακαριότητος.
Εὐτυχεῖς ἐκεῖνοι πού ἀπαλλάχθηκαν ἀπό τούς κινδύνους αὐτῆς τῆς θάλασσας καί ἀξιώθηκαν νά φθάσουν σέ σένα, τό ἀσφαλέστατο λιμάνι. Ὤ, πράγματι, εἶναι εὐτυχεῖς ὅσοι ἔφθασαν ἀπ’ τό πέλαγος στό γιαλό, ἀπό τήν ξενιτιά στήν πατρίδα, ἀπό τήν φυλακή στά ἀνάκτορα!… 
Μακάριοι ἐκεῖνοι, πού ἀπό αὐτή τή ζωή, τή γεμάτη ναυάγια, ἀξιώθηκαν νά φθάσουν σέ τέτοια εὐφροσύνη, καί δυστυχισμένοι ἐμεῖς, πού σέρνουμε τό σκάφος μας ἀνάμεσα στά κύματα, στήν καταιγίδα καί τή φουρτούνα αὐτῆς τῆς μεγάλης θάλασσας. Δέν ξέρουμε ἄν μπορέσουμε νά φθάσουμε στό λιμάνι τῆς σωτηρίας. Δυστυχισμένοι, γιατί ἡ ζωή μας περνᾶ στήν ξενιτιά, σέ κίνδυνο κι ἔχει ἀμφίβολο τό τέλος της. Δέν ξέρουμε ποῦ θά καταλήξουμε, γιατί ὅλα τά μελλοντικά εἶναι ἄγνωστα, ἀλλά ἐνῶ ταλαιπωρούμαστε ἀπό τά κύματα μέσα στό πέλαγος, ἀγκαλιάζουμε μέ τή σκέψη μας τό λιμάνι. Ὦ πατρίδα μας, γεμάτη ἀσφάλεια, ἀπό μακριά σέ βλέπουμε, σέ χαιρετοῦμε ἀπό τή θάλασσα αὐτή· ἀπ’ αὐτή τήν κοιλάδα τοῦ κλαυθμῶνος ὑψώνουμε σέ σένα τό πνεῦμα μας καί ἀγωνιζόμαστε μέ δάκρυα, μήπως μπορέσουμε ν’ ἀράξουμε σέ σένα, ἐλπίδα τοῦ ἀνθρωπίνου γένους.
Χριστέ, Θεέ μας, δύναμη καί καταφύγιό μας, πού τό φῶς σου στέλνει τίς ἀκτῖνες του στά μάτια μας σάν ἄστρο μέσα στά σκοτεινά σύννεφα τῆς θαλασσοταραχῆς, ὁδήγησέ μας στό λιμάνι, κυβέρνησε τό πλοῖο μας μέ τό δεξί σου χέρι καί μέ τά καρφιά τοῦ σταυροῦ σου, γιά νά μή χαθοῦμε στά κύματα, γιά νά μή μᾶς βυθίσει ἡ ταραχή τοῦ νεροῦ καί νά μή μᾶς καταπιεῖ ὁ βυθός. Ἀλλά μέ τό ἀγκίστρι τοῦ σταυροῦ σου τράβηξέ μας ἀπ’ αὐτό τό πέλαγος. Σέ σένα, τή μόνη μας παρηγοριά, πού σάν ἄστρο τῆς αὐγῆς καί ἥλιος δικαιοσύνης στέκεσαι στό γιαλό τῆς πατρίδας μας καί μᾶς περιμένεις, ὑψώνουμε τά δακρυσμένα μάτια μας.
Δῶσ’ μας, Κύριε, ἔτσι νά περάσουμε ἀνάμεσα ἀπό τή σκύλλα καί τή χάρυβδη, ὥστε ξεφεύγοντας καί τούς δύο κινδύνους, μαζί μέ τό σκάφος καί τήν πραμάτεια του, νά φθάσουμε μέ ἀσφάλεια στό λιμάνι. 

Αγίου Αυγουστίνου




Γιατί θλιβόμαστε μέ τούς ἐχθρούς μας καί τί νά κάνουμε γιά νά τό ἀντιμετωπίζουμε;



Στεφάνια καθημερινῶς παίρνει καί ἐπισωρεύει ὀ ἄνθρωπος, ὅταν προσεύχεται γι' αὐτόν πού τόν βλάπτει. Κάθε φορά πού κάποιος μᾶς βλάπτει, ἔρχεται ὀ σατανᾶς καί μᾶς βάλλει, μέ λογισμούς, ἐναντίον αὐτοῦ τοῦ ἀνθρώπου.
Ὅταν ἐμεῖς, ὅμως, δέν παρασυρόμαστε σέ αὐτό πού μᾶς ὑποδεικνύει ὁ σατανᾶς καί διώχνουμε τούς λογισμούς αὐτούς, ἀπό τήν μία διώχνουμε τούς διαβόλους καί ἀπό τήν ἄλλη παίρνουμε ἕνα στεφάνι, τό ὁποῖο ἀποταμιεύουμε στήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. 

Πολλή γλαφυρή εἶναι ἡ σκέψη κάποιου σοφοῦ γέροντα, πάνω στήν ἀνεξικακία, ὁ ὁποῖος λέει:Αὐτόν ποῦ μᾶς ἔβλαψε, νά τόν θεωροῦμε εὐεργέτη, νά τόν βλέπουμε σάν ἰατρό, ὁ ὁποῖος εἶναι σταλμένος ἀπό τόν Χριστό, γιά νά μᾶς θεραπεύσει τίς ἀμέτρητες πληγές μας. 

Ὅταν θλιβόμαστε, ἐνθυμούμενοι ἐκεῖνον πού μᾶς ἔκανε κακό, τότε νά γνωρίζουμε ὅτι αὐτό εἶναι σημάδι τῆς ψυχικῆς μας ἀρρώστιας. Γιατί ἄν ἡ ψυχή μας δέν ἀσθενοῦσε, δέν θά θλιβόμασταν. 

Πρέπει νά προσευχόμαστε καί νά εὐχαριστοῦμε αὐτούς τούς ἀνθρώπους, γιατί γίνονται ἡ αἰτία, νά ἀντιλαμβανόμαστε τήν ἀσθένειά μας.


Δημήτριος Παναγόπουλος-Ἱεροκήρυξ
Γιά τήν προσευχή
(ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ ΔΙΑΜΑΝΤΙΑ)
Ἐκδόσεις: "ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ"

Γέροντας Εφραίμ: Πρέπει να τρέξουμε πριν είναι αργά!

Το εμπόδιο για να φθάσουμε στο εξομολογητήρι, είναι η υπερηφάνεια και ο εγωισμός. Πώς θα πω τα αμαρτήματά μου; Πιάνει τον άνθρωπο μια ντροπή, αλλά την ντροπή αυτή πρέπει να την έχουμε όταν πρόκειται να αμαρτήσουμε.
Τότε θα μας φυλάξη για να μην κάνουμε αμαρτίες.
Όταν όμως πρόκειται να φθάσουμε στην μεγάλη αυτή σωτηρία, πρέπει να τρέξουμε αμέσως.
Όταν αντιληφθούμε ότι έχουμε την αρρώστια του καρκίνου και μάθουμε ότι κάποιος γιατρός είναι στον Βόρειο Πόλο, αμέσως θα δώσουμε τα πάντα, θα εξοικονομήσουμε τα χρειώδη και θα σηκωθούμε να πάμε, να θεραπευθούμε από τη νόσο αυτή του σώματος. Δεν φειδόμεθα μήτε κόπους, μήτε μόχθους, μήτε οικονομικά, μήτε τίποτα. τα αφήνουμε όλα και τρέχουμε. Ταπεινώνεται η ψυχή μας, προκειμένου να γίνουμε καλά.
Όταν έχουμε όμως τον καρκίνο της αμαρτίας και μας απειλεί με θάνατον της ψυχής, πόσο πρέπει να εγκαταλείψουμε τα πάντα, και δουλειά και μεροκάματο και απόσταση και να τρέξουμε!
Να φθάσουμε εκεί, να γονατίσουμε, να αναποθέσουμε την πληγή μας εκεί κάτω, να πάρουμε το φάρμακο, να γίνουμε καλά, κι έτσι να γλυτώσουμε από τον φοβερό θάνατο της ψυχής!
Σαν άνθρωποι που είμεθα, δεν γνωρίζουμε την ώρα που θα έρθη ο Κύριος. Μας το είπε: «Γρηγορείτε, ότι ουκ οίδατε την ημέραν, ουδέ την ώραν, εν η ο Υιός του ανθρώπου έρχεται» (Ματθ.25.13). Τρέξτε, λέει, μην κάθεστε καθόλου. Δεν γνωρίζετε την στιγμή, που θα αποφασίση ο Κύριος να φύγετε από τον μάταιο αυτό κόσμο.
Δεν έχουμε συλλάβει την έννοια του πράγματος, τόσον της Ιεράς Εξομολογήσεως όσον και της ίδιας μας της ζωής. Πόσον είναι επισφαλής η ζωή μας!


από το βιβλίο: Η τέχνη της Σωτηρίας, τόμος Α'
εκδ.: Ιερά Μονή Φιλοθέου, Άγιον Όρος 2005


http://imverias.blogspot.gr

Ο χρόνος της παρούσης ζωής είναι σταγόνα στον ωκεανό μπροστά στο ατελεύτητο της αιωνιότητας



Κι, όμως, εμείς οι άνθρωποι αντιμετωπίζουμε το γεγονός εντελώς διαστρεβλωμένο. Δεν καταλαβαίνουμε ότι είμαστε «πάροικοι και παρεπίδημοι» στην γήινη πραγματικότητα, είμαστε περαστικοί, ανέστιοι διαβάτες που πορεύονται προς την πραγματικότητα της αιωνιότητας, γι’ αυτό και κάνουμε το παν για να χτίσουμε και να δημιουργήσουμε σ’ αυτή τη ζωή με τα καλύτερα υλικά, ξοδεύουμε τις δυνάμεις μας στα ευτελή και πεπερασμένα, αγνοώντας τις ανάγκες του έσω ανθρώπου που θα ζήσει αιώνια όταν το φθαρτό του σαρκίο πεθάνει. 
«Δεν είμεθα πλασμένοι για τη λίγη ζωή. Είμεθα πλασμένοι για την αιωνιότητα. Δεν είμεθα πλασμένοι για τη γη. Είμεθα πλασμένοι για τον ουρανό. Η γη είναι το φυτώριο.
Κάποτε θα μεταφυτευτούμε από το φυτώριο στον κήπο του παραδείσου. Όσοι είναι πιστοί, όσοι έχουν το δένδρο της ζωής τους γεμάτο καρπούς, θα μεταφυτευτούν στον ουρανό. 
‘"Επειγόμεθα, ίνα έγκαρποι και πλήρεις έργων αγαθών φυτευθέντες εν τω οίκω Κυρίου, εν ταις αυλαίς του Θεού ημών εξανθήσωμεν".

"ΕΙΣ ΤΗΝ ΕΞΑΗΜΕΡΟΝ" ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

Ας αφήσουμε τον εαυτό μας στα χέρια του Θεού


«…Δεν είναι δουλειά δική μας να σκεπτόμαστε τον εαυτό μας
και να βρίσκουμε λύσεις στα άλυτα προβλήματα μας
και πόρους στα άπορα μας.

Δουλειά δική μας είναι να σκεπτόμαστε τον Θεό
και δουλειά του Θεού είναι να σκέπτεται εμάς
και να μας βγάζει από τα άπορα, τα αμήχανα και τα αδιέξοδα.

Ας αφήσουμε τον εαυτό μας στα χέρια του Θεού
και η άπειρη αγάπη του και η Πανάγαθη Πρόνοια Του
θα μας οδηγήσουν εις οδούς Σωτηρίας».

ΕΝΑ ΧΕΛΙΔΟΝΙ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΘΩΝΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ «ΔΥΣΚΟΛΟ ΝΑ ΖΕΙΣ ΜΕ ΕΝΑΝ ΑΓΙΟ»
της ΑΝΝΑΣ ΜΑΡΙΝΗ.
ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΕΠΤΑΛΟΦΟΣ ΑΒΕΕ.

www.diakonima.gr

Μνήσθητι Κύριε..!



Κύριε ημών Ιησού Χριστέ,
Μην εγκαταλείπεις τους δούλους Σου που ζουν μακριά από την Εκκλησία, η αγάπη Σου να ενεργήσει και να τους φέρει όλους κοντά Σου.
- Μνήσθητι, Κύριε, των δούλων Σου που υποφέρουν από τον καρκίνο.
- Των δούλων Σου που υποφέρουν από μικρά ή μεγάλα νοσήματα.
- Των δούλων Σου που υποφέρουν από σωματικές αναπηρίες.
- Των δούλων Σου που υποφέρουν από ψυχικές αναπηρίες.
- Μνήσθητι των αρχόντων και βοήθησέ τους να κυβερνούν χριστιανικά.
- Μνήσθητι, Κύριε, των παιδιών που προέρχονται από προβληματικές οικογένειες,
των προβληματικών οικογενειών και των διαζευγμένων.
- Μνήσθητι, Κύριε, των ορφανών όλου του κόσμου, όλων των πονεμένων και των αδικημένων στη ζωή, όσων έχουν χάσει τους συζύγους τους.
- Μνήσθητι, Κύριε, όλων των φυλακισμένων, των αναρχικών, των ναρκομανών, των φονέων, των κακοποιών, των κλεφτών, φώτισε και βοήθησέ τους να διορθωθούν.
- Μνήσθητι όλων των ξενιτεμένων. Όλων όσων ταξιδεύουν στη θάλασσα, στη ξηρά, στον αέρα και φύλαξέ τους.
- Μνήσθητι της Εκκλησίας μας, των πατέρων (κληρικών) της Εκκλησίας και των πιστών.
- Μνήσθητι, Κύριε, όλων των μοναστικών αδελφοτήτων, ανδρικών και γυναικείων, των γερόντων και των γεροντισσών και όλων των αδελφοτήτων και των αγιορειτών πατέρων.
- Μνήσθητι, Κύριε, των δούλων Σου που είναι σε καιρό πολέμου.
- Όσων καταδιώκονται στα βουνά και στους κάμπους.
- Όσων είναι σαν κυνηγημένα πουλάκια.
- Μνήσθητι των δούλων Σου που άφησαν τα σπίτια τους και τις δουλειές τους και ταλαιπωρούνται.
- Μνήσθητι, Κύριε, των φτωχών, αστέγων και προσφύγων.
- Μνήσθητι, Κύριε, όλων των εθνών, να τα έχεις στην αγκαλιά σου, να τα σκεπάζεις με την αγία Σου Σκέπη, να τα φυλάγεις από κάθε κακό και από τον πόλεμο. 
Και την αγαπημένη μας Ελλάδα μέρα και νύκτα να την έχεις στην αγκαλιά σου, να την σκεπάζεις με την αγία Σου Σκέπη, να την φυλάγεις από κάθε κακό και από τον πόλεμο.
- Μνήσθητι, Κύριε, των ταλαιπωρημένων εγκαταλελειμμένων, αδικημένων, δοκιμασμένων οικογενειών και δώσε πλούσια τα ελέη σου σ' αυτές.
- Μνήσθητι των δούλων σου που υποφέρουν από ψυχικά και σωματικά προβλήματα πάσης φύσεως.
- Μνήσθητι όσων βρίσκονται σε απόγνωση, βοήθησε και γαλήνευσε τους.
-Μνήσθητι, Κύριε, των δούλων Σου που ζήτησαν τις προσευχές μας.
-Μνήσθητι και πάντων των απ' αιώνος κεκοιμημένων και ανάπαυσον αυτούς.


Οσίου Παϊσίου Αγιορείτου
Ο Θεός είναι μαζί μας,εμείς είμαστε μαζί Του;
Εκδ.''Ορθόδοξος Κυψέλη''

«ὁ μὴ ὢν μετ' ἐμοῦ κατ' ἐμοῦ ἐστι, καὶ ὁ μὴ συνάγων μετ' ἐμοῦ σκορπίζει» (Ματθ., 12:30) ...Μεγάλη ἡ μετάνοια!...



«Χριστοῦ προφήτης τε καὶ Ἀπόστολος, Ἄγγελός τε καὶ Πρόδρομος τῆς θείας σαρκώσεως, Βαπτιστὴς καὶ Ἱερεὺς καὶ Μάρτυς πιστός, κήρυξ τε τοῖς ἐν ᾅδου, σὺ ἐχρημάτισας, καὶ τοῖς παρθενεύουσι κανών, καὶ τῆς ἐρήμου βλαστός.» (Τροπάριο θ’ὠδῆς, ΚΔ’Φεβρ.) «Ἀπεστάλη βοῶντος φωνὴ ὁ Πρόδρομος, ταῖς ἐρήμοις καρδίαις, τὴν τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, πίστιν εὐσεβῆ, ἐγκεντρίζων τοῦ ὄντως Θεοῦ, ὅν ὑπερυψοῦμεν εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας».
Μεγάλη ὄντως ἡ μετάνοια! Ἀρχή καί τέλος τῆς κατά Χριστόν διαγωγῆς εἶναι ἡ μετάνοια, γι’αὐτό καί ὁ Πρόδρομος τοῦ Κυρίου καί Βαπτιστής, ὡς ἀρχή τῆς κατά τόν Χριστό διαγωγῆς «κήρυττε μὲ τοὺς λόγους, μετανοεῖτε· γιατί πλησίασε ἡ Βασιλεία τῶν οὐρανῶν» (Ματθ.,’κεφ.γ’,στ.2). Ἀλλά καί 
ὁ ἴδιος ὁ Κύριος, ἡ τελειότητα κάθε καλοῦ, ἔλεγε τό ἴδιο στό κήρυγμά Του (Ματθ., κεφ.θ’,στ.13). Μετάνοια δέ, εἶναι τό νά μισήσῃ κάποιος τήν ἁμαρτία καί ν’ἀγαπήσῃ τήν ἀρετή(τίς ἐντολές), νά ἐκκλίνῃ ἀπό τό κακό καί νά ἐκτελέσῃ τό ἀγαθό.
Προηγεῖται δέ αὐτῶν τό νά γνωρίσῃ κανείς τόν ἑαυτό του, νά μεταμελῆται ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, καί νά καταφεύγει στό πέλαγος τῆς εὐσπλαχνίας Του. Διά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, νά ἐπιστρέψει μέ συντετριμμένη καρδιά ὅπως ὁ ἄσωτος στήν Πατρική ἀγκαλιά καί οἰκία. Λέγω δέ νά ἐπιστρέψει διά τοῦ Μεσσίου στόν Πατέρα τῶν οἰκτιρμῶν, ἐπειδή ἐν ὅσον παραμένει μακράν “βόσκοντας χοίρους καί τρώγοντας ξυλοκέρατα”, παρ’ὅτι πονᾶ καί ὑποφέρει, δέν ὑπάρχει καμιά δυνατότητα κάθαρσης, ἀνάπλασης, Σωτηρίας.
Ὁ Τίμιος Πρόδρομος ζητοῦσε καρπούς μετανοίας, ἤτοι συντετριμμένη καρδία, ἐξομολόγηση, δικαιοσύνη, ἐλεημοσύνη, μετριοφροσύνη, ἀγάπη. Οὕτως σιγά σιγά, σύμφωνα μέ τούς Πατέρες, χαρίζεται καί ἀποκτιέται ἡ Νήψη, ἡ προσοχή, δηλαδή προσοχή στούς λογισμούς, στίς πράξεις, στίς κινήσεις. Ὁ Νοῦς φθάνει στήν κατάσταση νά ἔχει συνέχεια ἐνώπιόν του τήν Ἁγία Τριάδα (προωρώμην τὸν Κύριον ἐνώπιόν μου διὰ παντός, ὅτι ἐκ δεξιῶν μού ἐστιν ἵνα μὴ σαλευθῶ), τόν Θεάνθρωπο Ἰησοῦ, τήν Ἀειπάρθενον Θεοτόκον Μαρίαν, τούς Ἁγίους, τούς Ἀγγέλους καί ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι ἀποκτᾶ τό φρόνημα τοῦ Χριστοῦ. Γράφει ὁ Ἅγιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης:
«Ἡ μεγάλη δύναμη τοῦ νοῦ, ὁ ὁποῖος τρέχει μὲ ταχύτητα μεγαλύτερη τοῦ φωτός, πρέπει νὰ ἀξιοποιηθῆ καὶ νὰ κατευθυνθῆ ὁλόκληρη πρὸς τὸν Θεό, τὸν Δημιουργὸ τοῦ φωτός. Ἐὰν αὐτὴ ἡ δύναμη εἶναι σκορπισμἐνη, πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ ἔχη δύναμη ὁ νοῦς; Καί, ἐὰν δὲν ἔχη δύναμη ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου, τότε ὁ ἄνθρωπος μένει μόνο μὲ τὸ μυαλό· κάνει ἐργασία ἐγκεφαλικὴ καὶ ἀπὸ εἰκόνα Θεοῦ καταντάει ἐγκέφαλος, μηχανή. Σὲ μερικοὺς πάλι συμβαίνει τὸ ἑξῆς: Ἐπειδὴ δὲν ἀξιοποιοῦν τὴν δύναμη αὐτὴν τοῦ νοῦ εἰς τὰ ἄνω, τοὺς τὴν ἀξιοποιεῖ, ἢ μᾶλλον τὴν ἐκμεταλλεύεται , ὁ ἐχθρὸς πρὸς τὰ κάτω· στὴν ἀρχὴ στὰ γήινα καὶ μετὰ πιὸ κάτω, στὴν ἁμαρτία, γιὰ νὰ τοὺς ρίξη στὴν κόλαση. Ὅταν ὅμως κατορθώση ὁ νοῦς νὰ ἀνέβη ψηλά, τότε καὶ ὅλα τὰ πράγματα τὰ βλέπει ἀπὸ ψηλὰ μὲ τὰ μάτια τῆς ψυχῆς, μὲ τὸ θεϊκὸ μάτι, τὸν θεῖο φωτισμό.»(Περὶ προσευχῆς, ΕΥΧΗ ΚΑΙ ΝΗΨΗ, κεφ.γ’, σελ.178).
Στό κείμενο αὐτό ὁ Ἅγιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης συμφωνεῖ μέ ὅλους τούς πρό αὐτοῦ Ὀρθοδόξους Πατέρες. Ἰδοῦ τί διδάσκει γιά τό ἴδιο θέμα ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς:
“Ἐκεῖνος ὅμως ποὺ ἀπέκοψε κάθε σχέσι τῆς ψυχῆς του πρὸς τὰ κάτω, καὶ ἐλευθερώθηκε ἀπὸ ὅλα μὲ τὴν τήρησι τῶν ἐντολῶν καὶ τὴν ἀπάθεια ποὺ ἀπέκτησε ἀπὸ αὐτήν, καὶ ὑπερέβη κάθε γνωστικὴ ἐνέργεια μὲ ἐκτενῆ καὶ εἰλικρινῆ καὶ ἄυλη προσευχή, καὶ ἔχει ἐκεῖ περιλαμφθῇ μὲ τὴν ἀπρόσιτη λαμπρότητα μέσῳ τῆς ἄγνωστης ὑπεροχικῆς ἑνώσεως, μόνος αὐτός, ἔχοντας γίνει φῶς καὶ ἔχοντας θεωθῇ μέ τό φῶς καὶ βλέποντας φῶς μέσα στὴν θέα καὶ ἀπόλαυσι ἐκείνη τοῦ φωτός, γνωρίζει τὸ ὑπέρλαμπρο καὶ πράγματι ἀκατανόητο τοῦ Θεοῦ, θεωρῶντας αὐτὸν ὄχι μόνο πάνω ἀπὸ τὴν νοητικὴ δύναμι τοῦ νοῦ, αὐτὴν τὴν ἀνθρώπινη..., ἀλλὰ καὶ πάνω ἀπὸ τὴν ὑπερφυσικὴ ἐκείνη ἕνωσι μέσῳ τῆς ὁποίας μόνον ἑνώνεται ὁ νοῦς μ’ἐκεῖνα ποὺ βρίσκονται πέρα ἀπὸ τὰ νοητὰ «μέ μία θειότερη μίμησι τῶν ὑπερουρανίων νοερῶν δυνάμεων»(PG 3,592C)”. 
“Ὁ νοῦς μας λοιπὸν βγαίνει ἔξω ἀπὸ τὸν ἑαυτὸ του καὶ ἔτσι ἑνώνεται μὲ τὸν Θεό, ἀλλ’ἀφοῦ ἀνεβῇ πάνω ἀπὸ τὸν ἑαυτὸ του. Ὁ Θεὸς πάλι καὶ αὐτὸς βγαίνει ἀπὸ τὸν ἑαυτὸ του καὶ ἔτσι συνενώνεται μὲ τὸν νοῦ μας, ἀλλὰ δείχνοντας συγκατάβασι(PG 48,722)· σὰν δηλαδὴ νὰ θέλγεται ἀπὸ ἔρωτα καὶ ἀγάπη, ἐξ αἰτίας τῆς ὑπερβολικῆς ἀγαθότητάς του, βγαίνοντας κατὰ τρόπο ἀκοινώνητο ἀπὸ τὸν ἑαυτὸ του ποὺ βρίσκεται πάνω ἀπὸ ὅλα καὶ ἀπὸ ὅλους(PG 3, 776AB), ἑνώνεται μὲ ἑμᾶς κατὰ μία ἕνωσι ἀσύλληπτη ἀπὸ τὸ νοῦ. Ὅτι ὅμως ὁ Θεὸς δὲν ἑνώνεται μόνο μὲ ἑμᾶς δείχνοντας συγκατάβασι, ἀλλὰ καὶ μὲ τοὺς ἐπουρανίους ἀγγέλους, πάλι μᾶς διδάσκει ὁ Ἅγιος Μακάριος λέγοντας· «ὁ μέγας καὶ ὑπερούσιος ἀπὸ ἄπειρη ἀγαθότητα μικραίνει τὸν ἑαυτὸ του, γιὰ νὰ μπορέσῃ νὰ ἀναμιχθῇ μαζὶ μὲ τὰ νοερὰ κτίσματά του, ἐννοῶ μὲ τὶς ἅγιες ψυχὲς καὶ τοὺς ἀγγέλους, ὥστε νὰ μπορέσουν καὶ αὐτὰ νὰ γίνουν μέτοχα τῆς ἀθάνατης ζωῆς μὲ τὴν θεότητά του»(PG3,776AB)”.
Ἔτσι, ὁ πρῶτος μετά τόν Ἕνα πού ἔφθασε ἕως τρίτου οὐρανοῦ, προτρέπει: «Μιμηταί μου γίνεσθε, καθὼς κἀγὼ Χριστοῦ»(Α’Κορ.,κεφ.ια’,στ.1). Ἑρμηνεύοντας ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς γράφει γι’ αὐτήν τήν ἐν Χριστῷ μίμησιν τά ἑξῆς: 
“Αὐτῆς δὲ τῆς μιμήσεως ἀρχὴ μὲν εἶναι γιὰ μᾶς τὸ ἅγιο βάπτισμα, ποὺ εἶναι τύπος τῆς ταφῆς καὶ ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου, μεσότης ὁ βίος στὴν ἀρετὴ καὶ ἡ διαγωγὴ κατὰ τὸ εὐαγγέλιο, καὶ τέλος ἡ διὰ τῶν πνευματικῶν ἀγώνων νίκη κατὰ τῶν παθῶν, ποὺ προξενεῖ τὴν ἀνώδυνη καὶ ἀνώλεθρη καὶ οὐράνια ζωή, ὅπως μᾶς λέγει καὶ ὁ ἀπόστολος, «ἂν ζῆτε κατὰ τὴν σάρκα, πρόκειται νὰ ἀποθάνετε· ἂν ὅμως θανατώνετε τὶς πράξεις τοῦ σώματος διὰ τοῦ πνεύματος, θὰ ζήσετε»(Ρωμ.,8:13). Μιμοῦνται ὅσοι ζοῦν σύμφωνα μὲ τὸν Χριστό, τὸν τρόπο τῆς ζωῆς του οἱ ζῶντες μὲ τὴν σάρκα· ἀποθνήσκουν δηλαδὴ ὁ καθένας στὸν καιρὸ του, ἀφοῦ καὶ ἐκεῖνος πέθανε κατὰ τὴν σάρκα, κατὰ τὴν ὁποία καὶ θ’ἀναστηθοῦν, ὅπως ἐκεῖνος, δοξασμένοι καὶ ἄφθαρτοι, ἂν ὄχι τώρα, ἀλλὰ ὅταν θὰ εἶναι ὁ καιρός· ὁπότε θ’ἀναληφθοῦν, ὅπως ὁ Παῦλος τὸ λέγει καὶ αὐτό, «θ’ἁρπαγοῦμε σὲ σύννεφα γιὰ συνάντησι τοῦ Κυρίου στὸν ἀέρα καὶ ἔτσι θὰ εἴμαστε πάντοτε μαζὶ μὲ τὸν Κύριο»(Α’Θεσ.,κεφ.δ’, στ.17)”.
Ἐν τούτοις, ἀδελφοί μου, ἐμεῖς ἄς φιλοτιμούμεθα ἀγωνιζόμενοι τόν καλόν ἀγῶνα στά σπλάχνα τῆς Ἁγίας μας Ὀρθοδοξίας, τῆς μόνης καί μοναδικῆς Ἀλήθειας ὑπό τόν ἥλιον. Τό σχῆμα τοῦ κόσμου φεύγει παρέρχεται, ὅπως καί οἱ ὑποσχέσεις τῶν ἀνθρώπων τῆς «Νέας Τάξης» πού μέ τήν ἀταξία τους μᾶς βοηθοῦν, ὥστε νά γνωρίσουμε σέ βάθος καί πλάτος καί ὕψος τόν πλοῦτον τῆς Χρηστότητος τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ(Ἅγ. Παΐσιος Ἁγιορείτης). Ὁ Θεός ἐργάζεται μυστικά καί σιγά σιγά, ἐξ αἰτίας τῆς ὁλοένα ἐξαπλουμένης ἀκολασίας, παραχωρεῖ καί ὁδηγούμαστε σέ ἀδιέξοδο, πολύ δέ σύντομα θά ἀνανήψουμε σύν Θεῷ καί κατά τόν Ἅγιο Γέροντα Πορφύριο, θά φωνάξουμε: «Χανόμαστε! Ὅλοι πίσω! Ὅλοι πίσω στήν παράδοση!». 
Τό πρόβλημα εἶναι καθαρά πνευματικό. Ἐκεῖνο πού μᾶς χρειάζεται τώρα εἶναι μία εἰλικρινής μετάνοια, γνωρίζοντες ὅτι τό σκοπούμενον τέλος τῆς διδασκαλίας τοῦ Χριστοῦ εἶναι: «γίνεσθε ἅγιοι, γίνεσθε τέλειοι, κληρονόμοι Θεοῦ, συγκληρονόμοι Χριστοῦ». Ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος Παῦλος, πού ὡς ἀνεφέρθη ἀνωτέρω ζήτησε νά τόν μιμηθοῦμε, βρῆκε αὐτόν τόν στόχο, τόν κατάλαβε, ζυμώθηκε μ’αὐτόν, πορεύτηκε πρός τήν Βασιλεία καί γεμάτος Ἀγάπη, Θεῖο Φῶς καί Ἄκτιστον Χάριν γράφει πρός τούς Κορινθίους: 
«Οἴδαμεν γὰρ ὅτι ἐὰν ἡ ἐπίγειος ἡμῶν οἰκία τοῦ σκήνους καταλυθῇ, οἰκοδομὴν ἐκ Θεοῦ ἔχομεν, οἰκίαν ἀχειροποίητον αἰώνιον ἐν τοῖς οὐρανοῖς... Ὥστε ἡμεῖς ἀπὸ τοῦ νῦν οὐδένα οἴδαμεν κατὰ σάρκα· εἰ δὲ καὶ ἐγνώκαμεν κατὰ σάρκα Χριστόν, ἀλλὰ νῦν οὐκέτι γινώσκομεν. ὥστε εἴ τις ἐν Χριστῷ καινὴ κτίσις· τὰ ἀρχαῖα παρῆλθεν, ἰδοὺ γέγονε καινὰ τὰ πάντα... Ὑπὲρ Χριστοῦ οὖν πρεσβεύομεν ὡς τοῦ Θεοῦ παρακαλοῦντος δι' ἡμῶν· δεόμεθα ὑπὲρ Χριστοῦ, καταλλάγητε τῷ Θεῷ· τὸν γὰρ μὴ γνόντα ἁμαρτίαν ὑπὲρ ἡμῶν ἁμαρτίαν ἐποίησεν, ἵνα ἡμεῖς γενώμεθα δικαιοσύνη Θεοῦ ἐν αὐτῷ.»(Β’Κορ., κεφ.ε’, στ.1,16,17,20,21).
Ἀδελφοί μου, ὡς ἐλάχιστος ἐν τοῖς Πρεσβυτέροις εὔχομαι, προσεύχομαι καί παρακαλῶ «καταλλάγητε τῷ Θεῷ». Καλή κι’εὐλογημένη Τεσσαρακοστή, καλόν ἀγῶνα, εὐλογημένη καί λαμπροφόρος ἡ Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου μας. 
Σ’Αὐτόν, τόν Θεάνθρωπον Ἰησοῦν Χριστόν, τόν Μεσσίαν καί Βασιλέα, ἀνήκει τό Κράτος καί ἡ Δύναμις εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΜΗΝΑ

Ο ΑΠΛΟΪΚΟΣ ΠΟΙΜΗΝ ΤΩΝ ΑΠΛΩΝ ΠΡΟΒΑΤΩΝ



Το πανάγιο και γλυκύτατο στόμα, που ο,τι είπε είναι αλήθεια, λάλησε και τούτα τα λόγια που αναπαύουν την καρδιά κάθε ανθρώπου: Μακάριοι οι καθαροί τη καρδία, ότι αυτοί τον Θεόν όψονται. Μακάριοι οι ειρηνοποιώνει, ότι αυτοί υιοί Θεού κληθήσονται.
Όσο κουραστικός είναι ο κακός και πονηρός άνθρω­πος, άλλο τόσο ξεκουραστικός είναι ο καλός και ευλαβής. Ο προφήτης Δαυίδ λέγει για τον κακόν: υπό την γλώσσαν αυτού κόπος και πόνος. Κ' οι αρχαίοι Έλληνες τον κακό τον άνθρωπο πολύ σωστά τον λέγανε μοχθηρόν, που θα πη κουραστικός. Κι αυτός ο δυστυχής άνθρωπος δεν είναι μοναχά κουραστικός για τους άλλους, αλλά κι ο ίδιος είναι κουρασμένος από τις πονηρές έγνοιες του, ενώ ο καλόψυχος και απλός είναι ξεκούραστος. Γι' αυτό ο Κύριος είπε: Ελάτε σε μένα οι κουρασμένοι κ' οι φορτωμένοι, κ' εγώ θα σάς ξε­κουράσω. Με αυτά τα λόγια δεν κάλεσε κοντά του μοναχά όσους είναι κουρασμένοι από τις θλίψεις και τις δυστυχίες της ζωής, αλλά κάλεσε κ' εκείνους που είναι κουρασμένοι και φορ­τωμένοι με τις μάταιες γνώσεις, με τις μάταιες φροντίδες και με τις πολύπλοκες πονηριές που ρίχνουν τον άνθρωπο στη απελπισία της απιστίας.
Η ομιλία του καλού ανθρώπου ξεκουράζει και ειρηνεύει, γιατί είναι ίσια, απλή κ' ειλικρι­νής, κ' η ψυχή μας ευχαριστιέ­ται να τον ακούη, σαν τον στρατοκόπο που ξεδιψά από το δροσερό νεράκι της ερημικής βρυσούλας.
Ο κόσμος ας πορεύεται στον δρόμο του, εις την ευρύχωρο οδόν την απάγουσαν εις την απώλειαν (Ματθ. ζ 13). Οι λίγοι που ξεστρατίζουνε άπ' αυτόν τον δρόμο, ζούνε μεν κρυφά από τον κόσμο, περιφρονημένοι και περιπαιγμένοι, μα αυτοί έχουνε τη μακάρια ελπίδα, που είναι αθανασία πλήρης. Οι άλλοι είναι, κατά τον απόστολο Παύλο, οι μη έχοντες ελπίδα.
Για τούτο κι ο μακάριος και αθώος γέροντας, ο παπα-Νικόλας ο Πλανάς, έζησε χαρούμενος σαν νάτανε παιδάκι, εν ιλαρότητι, μ' όλες τις πίκρες που πέρασε, επειδή είχε μέσα του το Πνεύμα το Άγιο, που λέγεται Παράκλητος, δηλαδή Παρηγορητής, γιατί όποιος είναι φωτισμένος άπ' αυτό, έχει την παρηγοριά που νικά όλες τις πίκρες, κι αχτινοβολά το πρόσωπό του. Σ' αυτόν η περιφρόνηση γίνεται ευπρόσδεκτη με χαρά, η φτώχεια κ' η στέρηση γίνεται πλούτος, η κακομεταχείριση αλλάζει σε τιμή, το μίσος σε αγάπη, η απελπισία σε μακάρια ελπίδα, η θλίψη σε χαρά.
Αληθινά, είναι βλογημένοι και καλότυχοι όσοι καταλάβανε γρήγορα την πίκρα που βρίσκεται μέσα στις χαρές του κόσμου και πήγανε κοντά στον Χριστό που μακάρισε τους πτωχούς τω πνεύματι, τούς πενθούντες, τους πραείς, τους ελεήμονας, τους καθαρούς τη καρδία, τους ειρηνοποιούς.
Οι άνθρωποι με το σαρκικό φρόνημα ας τους νομίζουν δυστυχισμένους, παραπετα­μένους, περιφρονημένους, ακοινώνητους, άχαρους, στε­ρημένους, πικραμένους. Αυτοί οι καλότυχοι έχουν πάρει δώρο από τον Κύριο να αλλάζουν θαυμαστά το πένθος σε χαρά, το δάκρυο σε αγαλλίαση, και σε όσα είπαμε παραπάνω. Σ' αυτούς γίνεται το μυστήριο εκείνης της θαυμαστής καταστάσε­ως που λέγεται από τους Πατέ­ρας χαρμολύπη ή χαροποιό πένθος. Τούτα είναι τα δώρα του αγίου Πνεύματος, που είναι ακατανόητα στους σαρκικούς ανθρώπους, και που για να τα πη κανένας μεταχειρίζεται και καινούργιες λέξεις, όπως είναι η χαρμολύπη. Αυτή είναι η καινούργια γλώσσα που είπε ο Χριστός πως θα λαλήσουν όσοι θα πιστέψουν σ' αυτόν: Γλώσσαις λαλήσουσι καιναίς (Μαρκ. ιστ 17).
Για τον χριστιανό, δεν υπάρχει δραστικώτερο δίδαγμα από το να διαβάζη τη ζωή ενός αγίου, προ πάντων ενός ανθρώπου που έζησε στον καιρό του, και που φάνηκε πως ήτανε άγιος από μόνος του, χωρίς να συντελέση σ' αυτό μήτε κανένας θόρυβος γι' αυτόν, μήτε κανένα εγκώμιο ειπωμένο από κάποιο επίσημο άνθρωπο. Μάλιστα, εκείνος που τον πιστέψανε για άγιο, φαινό­τανε από κάθε τι που έκανε και που έλεγε, πως δεν είχε καμμιά ιδέα για την αγιωσύνη του, αλλά το δάκρυο για τις αμαρτίες του δεν έλειπε από τα μάτια του, ενώ προσπαθούσε να ζη κρυμμένος και μοναχιασμένος, ως στρουθίον μονάζον επί δώματος. Η χαρά του κ' η ζωή του ήτανε να λατρεύη τον Θεό ημέρας και νυκτός, να κάνη Λειτουργίες, αγρυπνίες, εσπε­ρινούς, παρακλήσεις, αγιασμούς, ευχέλαια, μνημόσυνα. Έξω από αυτά, ζωή και ευτυχία δεν υπήρχε για τον γέροντα, για τον παππού, για τον παπα-Νικόλα, κατά τον προφήτη Δαυίδ που λέγει: Μία ητησάμην παρά Κυρίου, ταύτην ζητήσω, το κατοικείν με εν οίκω Κυρίου πάσας τας ημέρας της ζωής μου. Τού θεωρείν με την τερπνότητα Κυρίου, τού επισκέπτεσθαι τον ναόν τον άγιο αυτού (Ψαλμ. κστ' 4). Και με την άσβεστη δίψα που είχε να ιερουργή, μαζι με την απλοϊκή συνοδεία του παράσερνε και τους αδιάφορους και τους ακατάνυκτους, και τους έκανε χριστιανούς. Η συνοδεία του ήτανε τα τέκνα του, υιοί και θυγατέρες τού Χριστού, ευλογημένη συντροφιά, που στη μέση είχανε τον αθώο γέροντα για οδηγό, τον καλό ποιμένα, που οδηγούσε τα πρόβατα του στα καλά και δροσερά λειβάδια της Ορθοδόξου πίστεως. Όλη η έγνοια κ' η φροντίδα τού γέροντα ήτανε η σωτηρία των προβάτων. Τα πονούσε, επειδή δεν ήτανε ο μισθωτός, που αφήνει τα πρόβατα και φεύγει.
Και πως δεν ήτανε μι­σθωτός το φανερώνει όλη η ζωή του, που την πέρασε χωρίς να αποκτήση τίποτα. Με τα χρήματα δεν είχε καμμιά συνάφεια, όπως είπαμε πρωτύτερα. Ο,τι τού δίνανε για να λειτουργήση και για να μνημονέψη, από το ένα χέρι τα έπαιρνε κι από τ' άλλο τα έδινε. Τα πρόβατά του ήθελε ν' ανακουφίση, κ' εκείνος ας ήτανε πεινασμένος, διψασμέ­νος, κουρασμένος, με στεγνό λαρύγγι, ύστερ' από χιλιάδες ονόματα που είχε μνημονέψει. Επί χρόνια έσερνε μαζί του δέματα από χαρτιά κιτρινισμένα, που απάνω σ' αυτά ήτανε γραμμένα ένα πλήθος ακαταμέτρητο ονόματα κεκοιμημένων. Ω! Τι απίστευτη απλότητα και αγαθότητα! Και πόσο μακάριοι θα είναι όσοι τεθνεώτες μνημονευθήκανε από έναν τέτοιο ιερέα!
Μεγάλο και ψυχοσωτήριο παράδειγμα για μας είναι η ζωή ενός τέτοιου ανθρώπου στον σημερινό καιρό που φούντωσε η αμαρτία, και που την κάθε λογής ακολασία την έχουν συνηθίσει τόσο οι άνθρωποι, ώστε να έχουν γίνει αναίσθητοι. Στους πλέον σκοτεινούς καιρούς, που κρύβεται το λαμπερό πρόσωπο τού Θεού από τα μάτια των ανθρώπων, η φιλανθρωπία του φανερώνει ανάμεσά μας κάποιο απεσταλμένο του, για να μας στερεώση στη πίστη με την
πολιτεία του, κι ας μη λέγη πολλά λόγια. Τέτοιος απεσταλμένος ήτανε ο παπα-Πλανάς, που μήτε γράμματα γνώριζε, μήτε είχε την ευκολία στα λόγια που έχουν εκείνοι όπου συνηθίζει ο κόσμος να τους λέγη θεολόγους, και που σπου­δάζουν στα πανεπιστήμια και στ' άλλα σχολειά και παίρνουν διπλώματα.
Γνώρισμα της Ορθοδοξίας είναι η απλότητα της καρδιάς που φέρνει την πίστη. Κι όπου υπάρχει αληθινή κι αμετασάλευτη πίστη, φανερώνουνται όλα τα πνευματικά χαρίσματα και δώρα τού Θεού.
Όλ' αυτά τα ουράνια χαρίσματα τα είχε λάβει από τον Κύριο ο παπα-Νικόλας. Όλα αυτά τα άφθαρτα διαμάντια στολίζανε εκείνο το φτωχοντυμένο γεροντάκι, που στάθηκε ο πιο ταπεινός από τους ταπεινούς. Για τούτο η θεία χάρη σκήνωσε μέσα του, κατά τον λόγο της Γραφής που λέγει:
Επί τίνα επιβλέψω, άλλ' η επί τον ταπεινό και ησύχιο και τρέμοντά μου τους λόγους; (Ης. ξστ' 2).
Ποιος άρχοντας, ποιος βαθύπλουτος έζησε σαν τον παπα-Πλανά, που δεν είχε που την κεφαλή κλίνη; Ποιος δοξασμένος αγαπήθηκε όσο αγαπήθηκε εκείνος που κρυβότανε για να μη τον δη κανένας; Ποιος ρήτορας στάθηκε πιο εκφραστικός από τον παπα-Νικόλα, που ψεύδιζε σαν νάτανε κανένα νήπιο;
Κι αληθινά, ποιος ήτα­νε πιο πλούσιος από τον αγιασμένο αυτόν γέρο­ντα, αφού τα είχε όλα στη ζωή του, χωρίς να κρατά μία δραχμή στη τσέπη του; Αυτός ζούσε σαν εκείνους τους βλογημένους που λέγει ο απόστολος Παύλος πως ήτανε μηδέν έχοντες και τα πάντα κατέχοντες. Ζητούσε πρώτα τη βασιλεία τού Θεού, κι όλα τα άλλα προσετίθεντο αυτώ (Μαρκ. δ' 24). Το πιο μικρό νόμισμα δεν βραδυαζότανε στη τσέπη του. Γιατί, όπως λέγει ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολό­γος, εκείνος όπου έχει φυλαγμένα χρήματα, είναι αδύνατο να πιστεύη και να ελπίζη στον Θεό. Και τούτο είναι φανερό από εκείνα όπου είπε ο Χριστός και Θεός μας: Όπου ο θησαυρός υμών, εκεί έσται και η καρδία υμών (Ματθ. στ' 21).


Φώτη Κόντογλου
Από το βιβλίο Ο παπα-Νικόλας Πλανάς, ο απλοϊκός ποιμήν των απλών προβάτων, εκδ. Αστήρ

Ο Θεός μας στέλνει ανθρώπους



Το λάθος μας πάντα είναι ότι δεν παίρνουμε στα σοβαρά αυτό που είναι η δεδομένη, η παρεχομένη σημερινή ημέρα της ζωής μας, το ότι ζούμε στο παρελθόν ή στο μέλλον και το ότι όλο και περιμένουμε κάποιαν ιδαίτερη μέρα, οπότε η ζωή μας θα ξεδιπλωθεί και θα αποκτήσει όλη την σημασία και σπουδαιότητά της και δεν προσέχουμε ότι η ζωή μας κυλάει και φεύγει σα νερό, που διαρρέει μέσα από τα δάκτυλα του χεριού, ή όπως τον πολύτιμο σπόρο, που διαπερνά και πέφτει από μη σφιχτοδεμένο σακκί.
Συνεχώς, την κάθε μέρα και την κάθε ώρα, ο Θεός μας στέλνει ανθρώπους είτε περιστάσεις είτε καθήκοντα, που πρέπει να χρησιμεύσουν σαν αφετηρία στην αναγέννησή μας, αλλά εμείς δεν του δίνουμε προσοχή, με αποτέλεσμα την κάθε ώρα να εναντιωνόμαστε στο θέλημα Του Θεού για μας. Και πράγματι, πως μπορεί ο Θεός να μας βοηθήσει; 
Μόνο στέλλοντάς μας στην καθημερινή μας ζωή συγκεκριμένους ανθρώπους και συγκεκριμένες συγκυρίες περιστάσεων. Αν δε την ώρα της ζωής μας την δεχόμαστε σαν την ώρα, όπου εκδηλώνεται του Θεού το θέλημα για μας και σαν την αποφασιστική, την σπουδαιότατη και μοναδική ώρα της ζωής μας, οποίες ως την ώρα εκείνη κρυμμένες πηγές χαράς, αγάπης και δύναμης θα ξεπηδούσαν και θα ανέβλυζαν από τα βάθη της ψυχής μας!
Να δεχόμαστε, λοιπόν, με σοβαρότητα κάθε άνθρωπο, που συναπαντούμε στον δρόμο της ζωής μας και να παίρνουμε στα σοβαρά κάθε ευκαρία και δυνατότητα να κάνουμε έργο καλό και νάστε βέβαιοι ότι μ’ αυτό τον τρόπο κάνετε αυτό, που θέλει ο Θεός για σας στις συγκεκριμένες εκείνες περιστάσεις, την δεδομένη εκείνη ημέρα και ώρα.
Αν αγαπούσαμε τον Θεό περισσότερο, πόσο εύκολα θα Του εμπιστευόμαστε τον εαυτό μας και τον κόσμο ολόκληρο με όλες τις αντινομίες του και τις ακατανόητες πλευρές του! 
Όλες οι δυσκολίες οφείλονται στο ότι οι άνθρωποι δεν αγαπούν ο ένας τον άλλον αρκετά. Εκεί όπου υπάρχει αγάπη δεν μπορούν να υπάρχουν δυσκολίες.
Πολλή από την σύγχυση, που υπάρχει ανάμεσα στους σύγχρονους Χριστιανούς, θα διαλύοταν, αν είμαστε πραγματικά Χριστιανοί με την κυριολεκτική, Ευαγγελική σημασία της λέξης, θα λυόταν, ανάμεσα σ’ άλλα, και το θέμα της σημασίας του πόνου στη ζωή, του να υποφέρουμε “όπως ο Κύριος υποφέρει”… και άλλα πολλά. 
Λαμβάνοντας υπόψη την ακόρεστη και άπληστη προσκόλλησή μας στα αγαθά του κόσμου τούτου – όταν η ίδια η προσκόλληση στα αγαθά του κόσμου τούτου – όταν αυτή η ίδια η προσκόλληση γίνεται πρόξενος πολλού πόνου – για ποιο θρησκευτικό και πνευματικό νόημα της ζωής μας, περιλαμβανομένου και του δικού μας πόνου, μπορούμε να μιλούμε;

πρεσβ. Αλεξάνδρου Ελτσιανίνωφ
Αποδελτίωση: Ορθόδοξο Ιστολόγιο Επαρχίας Αμμοχώστου (11/8/2009)

«Ἀνάστα», Θεέ μου! Ἕως πότε δάκρυα, Κύριε;



Θα επικρατήσει η Δικαιοσύνη.

«Ἀνάστα, ὁ Θεός, κρῖνον τὴν γῆν, ὅτι σὺ κατακληρονομήσεις
ἐν πᾶσι τοῖς ἔθνεσιν» 
(Ψαλμ. 81,8)

Μεγάλος ὁ πόνος, ποταμὸς τὸ δάκρυ καὶ τὸ αἷμα στὸν κόσμο τοῦτο. Γι᾿ αὐτό, ἀκούγοντας τοὺς θρήνους καὶ βλέποντας τὰ δάκρυα καὶ τὰ αἵματα ὅλων τῶν ἀνθρώπων, φωνάζουμε κ᾿ ἐμεῖς μαζὶ μὲ τὸ Δαυῒδ στὸ Θεό· «Ἀνάστα», Θεέ μου! Ἕως πότε δάκρυα, Κύριε; Ἕως πότε πόλεμοι, ἕως πότε ἀδικία, ἕως πότε ἐκμετάλλευσι, ἕως πότε διαζύγια, ἕως πότε μοιχεῖες, ἕως πότε πορνεῖες, ἕως πότε βλαστήμιες…, ἕως πότε ὁ σατανᾶς θὰ βασιλεύῃ πάνω στὴ γῆ;

Τὴν ἀπάντησι, ἀγαπητοί μου, δίδει σήμερα ἡ Ἐκκλησία, καθὼς ψάλλει γιὰ τὴν ἀνάστασι τοῦ Χριστοῦ· «Ἀνάστα, ὁ Θεός, κρῖνον τὴν γῆν». Ἦρθε ἡ ἁγία Ἀνάστασις. Καὶ θὰ ἔρθῃ, ναὶ θὰ ἔρθῃ, ἡ ἡμέρα ποὺ ὅσα στόματα ἀφρίζουν σὰν σκυλιὰ λυσσασμένα καὶ βλαστημᾶνε τὸ Θεό, θὰ φραγοῦν. Θὰ γονατίσουν κι αὐτοὶ μπροστὰ στὸ Νικητὴ τοῦ θανάτου. Καὶ τότε κάθε στόμα καὶ κάθε γλῶσσα καὶ κάθε πέτρα καὶ κάθε βουνὸ καὶ κάθε λαγκάδι θὰ φωνάξῃ καὶ θὰ τὸν κηρύξῃ.

Δὲν θὰ ἐπικρατήσῃ διὰ παντὸς ἡ ἀδικία καὶ ἡ ἀποστασία. Θὰ ἐπικρατήσῃ ἡ δικαιοσύνη. Δὲν κοιμᾶται ὁ Θεὸς καὶ δὲν ἀμελεῖ. Καὶ δὲν θ᾿ ἀργήσῃ νὰ κρίνῃ τὴ γῆ καὶ νὰ φέρῃ τὴ δικαιοσύνη του. Νὰ τὸ πιστεύετε, ἀδέρφια μου, καὶ νὰ μὴ κλονίζεσθε – γιατὶ εἶστε κλονισμένοι. Μὴν ἀκοῦτε τοὺς ψευτοδιανοουμένους πού, ἐνῷ δὲν ἄνοιξαν ποτέ τους τὸ Εὐαγγέλιο καὶ δὲν ἔσκυψαν στὴ μελέτη του, χλευάζουν καὶ δηλητηριάζουν καὶ φαρμακώνουν ὅσους κάθονται καὶ τοὺς προσέχουν. Κλεῖστε τ᾿ αὐτιά σας σ᾿ αὐτούς. Ἀκοῦστε τὸ Θεό, ἀκοῦστε τὴν Ἐκκλησία μας, τὴ μόνη ἀληθινὴ πίστι στὸν κόσμο. 

Γιατὶ μιὰ μέρα ὅλοι θὰ πέσουν νὰ προσκυνήσουν κι ὅλα τὰ στόματα θὰ ποῦν· «Εἷς ἅγιος, εἷς Κύριος, Ἰησοῦς Χριστός, εἰς δόξαν Θεοῦ Πατρός. Ἀμήν» (Φιλ. 2,11 καὶ θ. Λειτ.).


† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Ομιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου
ἱ. ναὸς Ἁγίου Παντελεήμονος Φλωρίνης 25-4-1970 Μ. Σάββατο πρωΐ

Η συνταρακτική εμπειρία του Eugene Ionesco στο Άγιο Όρος

Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΘΕΑΤΡΙΚΟΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ ΣΥΝΑΝΤΑ ΕΝΑΝ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗ ΠΟΥ ΤΟΥ ΑΛΛΑΖΕΙ ΤΗΝ ΖΩΗ! 


Πριν από μερικές δεκαετίες ο μετέπειτα διάσημος γαλλο-ρουμάνος θεατρικός συγγραφέας Ευγένιος Ιονέσκο επισκέφθηκε για πρώτη φορά το Άγιον Όρος.

Εκεί συνέβη το εξής περιστατικό, όπως ο ίδιος το διηγήθηκε σε συνέντευξή του στο περιοδικό Paris match πριν από αρκετά χρόνια:

«Είχα γεννηθεί σε ορθόδοξη οικογένεια και ζούσα στο Παρίσι. Είκοσι πέντε χρονών, γνήσιος νέος της κοσμικής εποχής του τότε Παρισιού. Μου ήρθε η ιδέα να επισκεφθώ το Άγιον Όρος λόγω της θέσης που είχε -και έχει βέβαια- ως τόπος ασκήσεως στην ορθόδοξη Εκκλησία. Και εκεί, μου ήρθε ακόμη μία σκέψη στο μυαλό: να εξομολογηθώ. Επήγα λοιπόν και βρήκα ένα ιερομόναχο -πνευματικό. Τί του είπα; Τα συνηθισμένα αμαρτήματα ενός κοσμικού νέου πού ζει χωρίς γνώση Θεού. Ο Ιερομόναχος, αφού με άκουσε, μου είπε:

-Στον Χριστό πιστεύεις παιδί μου;

-Ναι, ναι, λέει ο Ίονέσκο. Πιστεύω πάτερ. Άλλωστε είμαι βαπτισμένος χριστιανός ορθόδοξος.

-Βρε παιδάκι μου, του λέει εκείνος ο διακριτικός πνευματικός, πιστεύεις, το αποδέχεσαι πλήρως, ότι ο Χριστός είναι ο Θεός και δημιουργός του κόσμου και δικός μας;

Τα έχασα, λέει ο συγγραφέας. Γιατί πρώτη φορά με έβαζε ένας άνθρωπος μπροστά σ' αυτό το ερώτημα, στο οποίο έπρεπε να απαντήσω με ειλικρίνεια και να πάρω θέση. Όχι απλώς αν πιστεύω ότι κάποιος έφτιαξε τον κόσμο. Αλλά ότι αυτός ο Θεός, ο δημιουργός του κόσμου, έχει να κάνει με μένα. Και εγώ έχω προσωπική σχέση μαζί του! Του απάντησα:

-Πιστεύω πάτερ, αλλά βοηθήστε με να το καταλάβω καλά αυτό το γεγονός.

-Αν πραγματικά πιστεύεις, τότε όλα διορθώνονται».

Το περιστατικό αυτό υπήρξε η αιτία της μεταστροφής του Ιονέσκο, ο οποίος μέχρι τα βαθειά του γεράματα, όντας διάσημος και περιβόητος, έζησε ως ευλαβής και βαθειά πιστός ορθόδοξος χριστιανός.


Τα λόγια του αγιορείτη γέροντα «αν πραγματικά πιστεύεις, τότε όλα διορθώνονται» σημαίνουν ότι: η πίστη στο Χριστό δεν είναι μια αφηρημένη θεωρία ούτε «λόγια του αέρα».

-Πίστη στο Χριστό σημαίνει απόλυτη εμπιστοσύνη και υπακοή σε ένα συγκεκριμένο Πρόσωπο, που είναι ο Δημιουργός και ο Σωτήρας μου!

-Άρα πίστη στο Χριστό δεν είναι μόνο λόγια αλλά κυρίως είναι έργα συνειδητής μετανοίας και συνεχούς επιστροφής στο θέλημα του Χριστού και στην αγκαλιά του Χριστού, που είναι η Εκκλησία Του.

(Αρχιμ. Νίκων Κουτσίδης, «Μαρτυρίες φωτός», Ι.Μ. Προφήτου Ηλιού-Πρέβεζα)

Πώς ένας φιλόθεος φιλομόναχος «κοσμικός» θανατώνει την οικονομική κρίση.



θα δουλέψουν οι πνευματικοί νόμοι». Εάν όμως η αγάπη του Θεού θέλει να μας περάσει από επώδυνες δοκιμασίες, πιθανή πτώχευση ή και …πείνα στο τέλος θα υπερισχύσει η θεία φιλανθρωπία Του και θα μας οδηγήσει σε βέβαιη αναψυχή.

Στον καταιγισμό ειδήσεων του σύγχρονου οίστρου περί πιθανής πτώχευσης και πείνας, στον παραλογισμό μιας ψυχοσωματικής εξαθλίωσης με αποκορύφωμα την θρηνητική κραυγή «απωλέσαμε το πάν εστερήθημεν του παντός». Mπορούμε και πρέπει να στυλώσουμε στις καρδιές των συνανθρώπων μας, τις όποιες χαμένες ελπίδες και να αντιστρέψουμε τις ζοφερές καταστάσεις με όπλα την δυναμική ορθόδοξη πίστη και την ανιδιοτελή θυσιαστική μας αγάπη.
Το κείμενο-παράδειγμα που παραθέτουμε -σε απλουστευμένη μορφή- από τη λαυσαϊκή ιστορία του Παλλαδίου, έχει διαχρονικά μηνύματα με πολλούς σύγχρονους αποδέκτες. Η υπόθεση, που αποτελεί και για μας έξοχο παράδειγμα, είναι πώς ένας φιλόθεος και συγχρόνως φιλομόναχος «κοσμικός», οικογενειάρχης δηλαδή, θανατώνει την οικονομική κρίση και όχι μόνο.
«Ένας κοσμικός (έζη κατά τους χρόνους εκείνους), ονομαζόμενος Σαβάς, ούτος κατήγετο από την Ιεριχώ. Αν και είχε δε και γυναίκα (εν τούτοις) ανεδείχθη τόσον πολύ φιλομόναχος, ώστε να περιτριγυρίζει τας νύκτας, τα διάφορα κελλιά των (μοναχών) και την έρημον και να αφίνη έξω από κάθε μοναχικόν (κατάλυμα) ένα μόδιον φοίνικας και την απαιτουμένην ποσότητα λαχάνων, επειδή οι ασκηταί της περιοχής του Ιορδάνου δεν έτρωγον άρτον. Μίαν ημέραν συνήντησεν ένα λιοντάρι (εις τον δρόμον του) και μόλις το αντελήφθη από ένα μίλλιον (μακρυά) το εκυνήγησε και το εφόνευσε, (εν συνεχεία δε) επήρε το γαίδουράκι του και απεμακρύνθη».
Ο φιλομόναχος Σαβάς είναι οικογενειάρχης. Έχει υποχρεώσεις. Έχει τα αναπόφευκτα καθημερινά πιεστικά προβλήματα και τις πολυποίκιλες μέριμνες για την επιβίωσή του με ό,τι αυτό συνεπάγεται… Όμως τα «αγκάθια» της βιοπάλης δεν τον έπνιξαν, δεν του στένεψαν τους ορίζοντές του. Δεν έκαμε κέντρο του ενδιαφέροντος μόνο τον εαυτό του και γι’ αυτό δεν συμβιβάζεται να ζει «στον κόσμο» του. Εξακτινώνει αδιάκριτα, καθημερινά και πληθωρικά την αγάπη του στα φιλέρημα πτηνά, τους μοναχούς, που εξασκούνται στον Ιορδάνη.
Στον οικονομικό οικογενειακό του εξορθολογισμό δεν αρκείται απλώς στην «δεκάτη», δεν έχει τον πειρασμό της ποσότητας, δεν σκέφτεται ένα πιθανό «κούρεμα» του μισθού και της περιουσίας του, σε μια διαφαινόμενη ή και επερχόμενη πτώχευση. Ο Σαβάς ελεεί «ανελέητα». Δεν τον κυριαρχεί η λογική της άλογης αποθήκευσης για κάποια τυχόν οικονομική χρεωκοπία. Η καρδιά του είναι ένας απέραντος μπαχτσές στολισμένη με τις πανέμορφες αρετές της φιλαδελφίας, αλλά και της φιλανθρωπίας. Και έτσι, τόσο απλά με τα φοινικόφυλλα, αλλά και τα πλούσια λαχανικά του κήπου του τροφοδοτεί τους πτωχούς αδελφούς της ερήμου. Προκαλεί ιδιαίτερη εντύπωση πως η εξόρμηση της αγάπης του γίνεται «εν ταις νυξί», στα σκοτάδια και προπάντων στην αφάνεια. Χωρίς το προφίλ της επίδειξης του κοινωνικού (!) του έργου και το θόρυβο της αγάπης του. Αποκορύφωμα αυτής της θυσιαστικής του διακονίας, η εκτός ωραρίου και η επί καθημερινής νυχτερινής βάσεως διανομή των πρώτων υλών των εργοχείρων, αλλά και της υλικής συντήρησής των.
H συγκλονιστική συνέχεια της ιστορίας του απλού και άσημου φιλομόναχου οικογενειάρχη έρχεται να υπενθυμίσει στην καταθλιπτική μιζέρια και την απερίγραπτη γκρίνια μας, πως η αδιάκριτη αγάπη όχι μόνο «έξω βάλλει τον φόβο», αλλά τιθασσεύει και τα αγριότερα των θηρίων. Ο Σαβάς λόγω της παράλογης λογικής μιας ασύμμετρης αγάπης έφθασε στην προπτωτική αθωότητα και η αντίστοιχη επιβράβευσή του είναι να γίνει όχι απλά ένας θηριοδαμαστής αλλά ένας αδίστακτος δολοφόνος λεονταριού!
Και στις ημέρες μας έχουμε ανάλογα παραδείγματα όπως ο φιλόθεος γέροντας Παϊσιος που είχε στο κελλί του αχώριστους φίλους δύο τεράστια φίδια, η τελευταία δε ανακηρυχθείσα αγία, η οσία Σοφία της Κλεισούρας τάϊζε καθημερινά την… φίλη της την αρκούδα. Και τέλος σύγχρονος Σέρβος ασκητής έχει φύλακα άγγελο έναν τεράστιο…λύκο!
Αναπόφευκτα, έπειτα από όσα καταθέσαμε, υπάρχει ένα καυτό ερώτημα. Προς τί όλα αυτά που γράφτηκαν και τι έχει να προσφέρει ο Σαβάς εμάς που ταλανιζόμαστε στον οικονομικό ανεμοστρόβιλο και δεν προλαβαίνουμε να συμμαζέψουμε τα ασυμμάζευτα; Εμάς που καθημερινά και εναγώνια παρακαλούμε για κάποιο έστω και αμυδρό φώς στο κατασκότεινο τούνελ; Εμάς που σε πολλές περιπτώσεις η ίδια η ζωή μας έχει φτάσει στα όρια ζωής και θανάτου; Και το απελπιστικό μας ερώτημα, που προηγήθηκε χιλιάδες χρόνια πριν, στον Παντοδύναμο Θεό μας: «ινατί, Κύριε, αφέστηκας μακρόθεν, υπεροράς εν ευκαιρίαις, εν θλίψεσιν;». Γιατί μας αφήνεις Κύριε στα χέρια τόσων «κυρίων» των ανελέητων δανειστών, των εξαχρειωμένων τραπεζιτών, των ανοικονόμητων οικονομολόγων, των αργυρώνητων πολιτικών, των κριτών αδίκων, των βρωμερών κυκλωμάτων βίας και εκβιασμού, που λυμαίνονται χρήματα, περιουσίες αλλά και όλων των άλλων σκοτεινών δυνάμεων ων το όνομα «λεγεών»;
Μήπως όμως, στον αντίποδα της αγάπης του φτωχού διανομέα οικογενειάρχη, όλοι εμείς προκλητικά και εξακολουθητικά αγνοήσαμε τον άνθρωπο της διπλανής πόρτας, τον «ελάχιστο αδελφό του Χριστού», που ικετευτικά παρακαλεί την όποια οικονομική μας προσφορά, ίσως πολλές φορές να περιμένει μόνο ένα ζεστό λόγο, την εκούσια παραίτηση από την προσωπική ευχαρίστηση και το αγαπητό μας θέλημα και βόλεμα, για λίγη συντροφιά και κατανόηση, κάποτε μόνο για ένα χαμόγελο!
Και όμως διέξοδος υπάρχει (!), επειδή ο ορθόδοξος χριστιανός «δεν απογοητεύεται τόσο από την κακία των ανθρώπων, όσο συγκινείται και ενθουσιάζεται από τη φιλανθρωπία του Θεού…την έξαρση του κακού θα ακολουθήσει η τελική συντριβή του. Όσο πιο πυκνό γίνεται το σκοτάδι γύρω μας, τόσο πιο σύντομα θα έλθει το φώς». Ο Γέροντας Παϊσιος συχνά επαναλάμβανε πως και στις χειρότερες των περιστάσεων « θα δουλέψουν οι πνευματικοί νόμοι». Εάν όμως η αγάπη του Θεού θέλει να μας περάσει από επώδυνες δοκιμασίες, πιθανή πτώχευση ή και …πείνα στο τέλος θα υπερισχύσει η θεία φιλανθρωπία Του και θα μας οδηγήσει σε βέβαιη αναψυχή. Όμως, μέχρι τότε να δούμε και τις δικές μας υποχρεώσεις, με οδηγό τον φιλομόναχο οικογενειάρχη Σαβά, για την προσωπική θανάτωση της οικονομικής μας κρίσης.
Κάπου εδώ βρήκαμε τη λυδία λίθο της υπέρβασης. Ξεκινάμε από το άλφα της ορθόδοξης διδασκαλίας μας, την Αγάπη. Σωστά ειπώθηκε πως κυρίως σήμερα οι άνθρωποι υποφέρουν και πεθαίνουν από την έλλειψη Θεού και μπορούμε να βοηθήσουμε προσφέροντάς τους τον Θεό, τον Θεό του απείρου ελέους και της αβυθομέτρητης ευσπλαχνίας. Άρα «όταν αγαπάς, όταν προσφέρεσαι στον άλλον, ζής! Χωρίς αγάπη δεν υπάρχει ζωή, υπάρχει μόνο στην προσφορά στον άγνωστο αδελφό! Στην αγάπη και βοήθεια εκείνων, που υποφέρουν υπομονετικά και σηκώνουν αγόγγυστα τον «σταυρό» τους. Στη συμπόνια για τους πονεμένους. Στη συμπαράσταση των φτωχών, η οποία ομορφαίνει τις άχαρες ώρες μας…».
Και με το χρήμα τι γίνεται; Θα το καταργήσουμε; Όχι βέβαια, αλλά είναι νομίζω καιρός «να ξαναβάλουμε και στο χρήμα πνεύμα»! Στην υπερκαταναλωτική εποχή μας να αντιτάξουμε την «ολιγοδεϊα» (=ολιγάρκεια). Να έχουμε καθημερινά στο τραπέζι μας « την λιτή αφθονία». Ο Μ. Βασίλειος μιλάει για «την λιτότητα και το εν πάσιν ευτελές και ολιγοδάπανον». Ο Γέρων Σωφρόνιος του Έσσεξ εύστοχα επισημαίνει: «η συνετή άσκησης συνίσταται εις το να περιορίσωμεν εαυτούς εις εκείνο το αναγκαίον ελάχιστον των πραγμάτων και της ύλης, άνευ του οποίου η ζωή θα καθίστατο αδύνατος…η αγάπη προς τας κτήσεις εκδιώκει την αγάπην προς τον Θεόν και τον πλησίον. Και οι άνθρωποι δεν αντιλαμβάνονται τούτο και δεν θέλουν να εννοήσουν ότι εκ της απληστίας των επιθυμιών αυτών, αι οποίαι κυριεύουν τα πνεύματα και τας καρδίας αυτών εκπηγάζουν τα αναρίθμητα παθήματα ολοκλήρου του κόσμου». Με τον τρόπο αυτό γίνεται οικονομία από το υστέρημά μας για την κατάθεση της υλικής μας αγάπης στα χέρια «των επιδεομένων αδελφών μας» αλλά ξεπερνιέται και θανατώνεται το άγχος της οικονομικής κρίσης, έτσι τόσο απλά.
Ένας σίγουρος αντίλογος: Με τις τόσες οικογενειακές και πολύ ρεαλιστικές υποχρεώσεις, πώς τιθασσεύεται το τέρας ενός πιθανού οικονομικού καταποντισμού;
Μόνον με τα δύο προστακτικά ρήματα από τα αιώνια «ρήματα ζωής αιωνίου» του Θεανθρώπου. Το πρώτον: «Εμβλέψατε εις τα πετεινά του ουρανού» και το δεύτερον : «Καταμάθετε τα κρίνα του αγρού». (Ματθ. Στ’ 26, 28). Ο πολύβουος κόσμος των πτηνών με το ανέμελο κελάδημά τους φανερώνουν την ακατάπαυστη δοξολογική τους διάθεση διότι έχουν τροφέα, συντηρητή, προνοητή, στη φύση τους δεν υπάρχει οικονομική κρίση, άγχος και ανελέητο κυνηγητό. Ο πολύχρωμος στολισμός των λουλουδιών, που εμείς πολλές φορές τραγικά παραβλέπουμε και βάναυσα τα καταπατούμε, δηλώνουν απερίφραστα πως δεν θα παύουν να μας ομορφαίνουν, να μας ευωδιάζουν και να στολίζουν τις λιγοστές έστω ευαισθησίες μας τα κάλλη της φύσεως.
Και ο «θεοειδής» άνθρωπος θα βρίσκεται στο περιθώριο, στην ανυποληψία και την ασημαντότητα; Όχι. Γιατί ο ουράνιος Τροφέας «κελεύει μη δεί φροντίζειν», όχι βασανιστική μέριμνα, όχι υστερική κρίση στην κρίση, την κουραστική μεμψιμοιρία, την ανυπόφορη γκρίνια και του προσώπου το σκοτείνιασμα.
Ο ορθόδοξος χριστιανός μπορεί και πρέπει να κάνει την υπέρβαση. Λίγα δάκρυα ειλικρινής μετάνοιας, αρχή επιστροφής στην στοργική Πατρική αγκαλιά, περισσότερο υψωμένα δεόμενα χέρια, ενώ τα λυγισμένα, ματωμένα γόνατα σίγουρα θα «κάμψουν» την φιλανθρωπία και την χρηστότητα του Κυρίου. Έτσι θα έρθει η πολυπόθητη αναψυχή μας στο πυκνό, αδιαπέραστο ζοφερό σκοτάδι!
Και με τους «φίλους» εχθρούς μας τι θα γίνει; «Δίκαιος Κύριος και δικαιοσύνας ηγάπησε». Θα γίνει, και μάλιστα σύντομα, αυτό που στους ψαλμούς, τόσο πανηγυρικά ψέλνουμε: «Ανάστα ο Θεός κρίνον την γήν» και ότι «απωλούνται οι αμαρτωλοί… από προσώπου του Θεού»…

Παύλος Σαββίδης,
Θεολόγος καθηγητής 5ου Γυμνασίου Βέροιας

«Μόνο η μετάνοια παιδί μου θα σώσει το έθνος μας...»



«Μόνο η μετάνοια παιδί μου θα σώσει το έθνος μας. Και μετάνοια σημαίνει σταματάμε την αμαρτία και εμπιστευόμαστε την πορεία μας στα χέρια του Θεού. Νομίζεις τώρα, έτσι όπως είναι τα πράγματα αν βγει όλος ο Ελληνικός λαός στους δρόμους ότι θα καταφέρει τίποτε ; Και αυτή η κυβέρνηση να φύγει θα έρθει άλλη χειρότερη. Είναι θολωμένη η διάνοιά μας και δεν ξέρουμε τι πρέπει ή ποιόν πρέπει να διαλέξουμε. Και εκλογές να γίνουν στα ίδια χάλια θα πέσουμε γιατί «Κατά την καρδία του λαού και οι άρχοντες αυτού».»

Λόγια γέροντος

Η εκκλησία μας έχει έναν άγιο που ονομάζεται Νικόλαος ο στρατιωτικός. 
Αυτός έζησε κοντά στο 800 μ.Χ. και ήταν στρατιωτικός την εποχή που βασίλευε ο Νικηφόρος Πατρίκιος. 
Είχαν μαζευτεί τα στρατεύματα του Νικηφόρου και κατευθύνονταν για να πολεμήσουν ενάντια στους Βούλγαρους. Σε κάποιο σημείο της διαδρομής ο άγιος Νικόλας κατέλυσε σε ένα πανδοχείο (πρέπει να είχε αξιωματική θέση). Όταν ο άγιος πήγε στο δωμάτιο του να κοιμηθεί, εμφανίστηκε η κόρη του πανδοχέα με σκοπό να αμαρτήσει μαζί του. Αλλά ο άνθρωπος που έχει συνείδηση, του τι πρέπει να πράξει στη ζωή του, ξέρει και να χειριστεί τις περιστάσεις ανάλογα. Όπως θα κατάλαβες την απέτρεψε από τον κακό σκοπό που είχε στο νου της. Και μάλιστα αυτό έγινε 3 φορές εκείνη την βραδιά. 
Αργότερα είδε στο όνειρό του ότι βρισκόταν ψηλά σε λόφο, από κάτω γινόταν μεγάλη μάχη με τους Βούλγαρους. Εκεί δίπλα του σε ένα θρόνο καθόταν ο Κύριος Ιησούς Χριστός και είχε το δεξί του πόδι επάνω από το αριστερό. Του λέει. 
«Κοίτα το πεδίο και πες μου τι βλέπεις» 
«Βλέπω τους Ρωμαίους να νικάνε» αλλάζει θέση τα πόδια του και βάζει το αριστερό πάνω από το δεξί και του λέει «Κοίτα τώρα τι βλέπεις» «Βλέπω τους Βούλγαρους να νικάνε» 
και νικήσανε και όλη η πεδιάδα ήταν σπαρμένη με πτώματα εκτός από ένα πολύ μικρό κομμάτι όσο χωράει για να ξαπλώσει ένα άτομο. 
Και του λέει ο Ιησούς «Αυτό το κομμάτι ήταν το δικό σου, επρόκειτο να σκοτωθείς στην μάχη αυτή, αλλά επειδή στάθηκες αγνός θα αξιωθείς να ζήσεις» 
Όπως και έγινε. 
Αργότερα ο Νικόλας έγινε μοναχός και ευαρέστησε πολύ τον Θεό. 
Και τώρα σε ρωτάω υπάρχουν σήμερα άνθρωποι που αν τους τύχει κάτι τέτοιο θα αντιδράσουν παρόμοια; Ναι παιδί μου υπάρχουν, αλλά είναι πολύ λίγοι. Μετρημένοι στα δάχτυλα. 
Οι περισσότεροι δεν σκέφτονται και κάνουν πράξεις άλογες, ικανοποιούν την σάρκα τους και μετά όταν έρχεται η συμφορά του Θεού τότε τα βάζουν και μαζί του. Γιατί σε μένα λένε, τι έκανα ; 
Σκέψου καταστάσεις στη ζωή μας και θα δεις ότι για όλα τα άσχημα και κακά που μας έρχονται φταίμε αποκλειστικά και μόνο εμείς. Πηγαίνουμε σε διάφορα εστιατόρια, πίνουμε και μετά πιάνουμε το τιμόνι στα χέρια μας για να οδηγήσουμε και είμαστε κινούμενη μηχανή θανάτου. 
Ερχόμαστε σε επαφή με το άλλο φύλλο ενώ είμαστε σε μέθη ή υπό την επήρεια ναρκωτικών και το παιδί μας έρχεται στον κόσμο προβληματικό. Ταλαιπωρούμαστε μια ζωή εμείς και ταλαιπωρούμε και το παιδί μας για τη δική μας την αμαρτία. 
Ακόμη οι άνθρωποι μετέχουν της ομοφυλοφιλίας, κολάνε ασθένειες φοβερές και μετά...; πάλι φταίει ο Θεός που έδωσε αυτή την αρρώστια στους ανθρώπους. 
Σκοτώνουμε, κλέβουμε, λέμε ψέματα με το παραμικρό και η ψυχή μας γίνεται ένας βούρκος. 
Για ότι μας τυχαίνει στη ζωή μας κατηγορούμε τον Θεό. Αλλά δεν ξέρουμε να επιρρίψουμε και στον Θεό ότι καλό μας τυχαίνει ή για ότι μας έχει προστατέψει. 
Προχθές μια κυρία με πήρε τηλέφωνο και έκλαιγε γιατί συγκρούστηκε το αυτοκίνητό της με ένα φορτηγό και...; Του έλεγε του Θεού...; «τι έχω κάνει και τα παθαίνω αυτά;».
Δεν μπορούσε να δει το θαύμα που έκανε ο Κύριος επάνω της, ότι δηλαδή βγήκε ακέραια από το αμάξι. Και συνέχιζε και είχε την απαίτηση από τον Θεό ότι έπρεπε να την προφυλάξει να μην τρακάρει καθόλου. Αλλά ο Θεός ξέρει τι κάνει και οι βουλές του είναι άγνωστες σε εμάς. Το πώς κατεργάζεται την σωτηρία μας είναι κρυφό και μέγα μυστήριο. Είμαστε αχάριστοι και βιαστικοί στη ζωή μας. Τα θέλουμε ΟΛΑ και ΤΩΡΑ. 
Ένα ελαφρυντικό που έχουμε είναι ότι δεν έχουμε εκκλησιαστική παιδεία. Δεν ξέρουν πλέον οι γονείς να διδάξουν στα παιδιά τους τι είναι σωστό και τι όχι. Αλλά αυτό δεν τα απαλλάσσει τελείως από το βάρος της αμαρτίας. Όλοι οι άνθρωποι έχουμε μέσα μας αυτό το κρυφό ρολογάκι που χτυπάει και μας λέει «αυτό πρέπει, το άλλο όχι». 
Κοίτα στον βίο του αγίου Νικολάου που σου είπα. Είχε παιδεία χριστιανική, ήξερε πώς να φερθεί, δεν αμάρτησε, την επόμενη μέρα η ζωή του θα παιζόταν κορώνα γράμματα. Θα άφηνε τον εαυτό του ανοχύρωτο για την απόλαυση μιας στιγμής; 
Κοίτα τώρα και τι έπαθε ο Ελληνικός στρατός επί Βενιζέλου. Προχωρήσαμε βαθειά μέσα στην Τουρκία αλλά από πολλούς Έλληνες η συμπεριφορά τους δεν ήταν η πρέπουσα. Γίνανε καταστροφές και λεηλασίες. Την κατάληξη την γνωρίζουμε, αλλά να ξέρεις, όσοι δεν φερθήκανε σωστά κανείς δεν γύρισε σπίτι του. Και συνεχίζουμε και βλέπουμε τον Ελληνισμό στη Σμύρνη (λίγο πριν την μεγάλη καταστροφή) να ζει μέσα στην πολυτέλεια έχοντας ξεχάσει τον Θεό και ήρθε η συμφορά κατακέφαλα. 
Τα ίδια γίνανε και στην Κύπρο. Έτσι ζούσε ο κόσμος αμαρτωλά και τους πήρε ο Θεός το μισό νησί. 
Βλέπεις τι τους πήρε; Μόνο το μισό νησί. Άνετα μπορούσαν οι Τούρκοι να την πάρουν ολόκληρη την Κύπρο. Αλλά δεν τους έδωσε ο Θεός τέτοιο πνεύμα. Αντίθετα έδωσε στους Κυπρίους μια τελευταία ευκαιρία. Να βλέπουν τη μισή πατρίδα τους σκλαβωμένη. Και τώρα πρέπει να αποφασίσουν αν θα την ξαναπάρουν πίσω με την μετάνοια ή αν όχι η Δαμόκλειος σπάθη θα πέσει ολοκληρωτικά πάνω τους. 
Όταν οι αμαρτίες οι προσωπικές γίνουν μαζικές σε ένα έθνος τότε η τιμωρία έρχεται σε όλο το έθνος. Και το αντίθετο φυσικά, όταν οι άνθρωποι ζουν με σύνεση τότε τους προστατεύει ο Θεός και δεν έχουν να φοβηθούν κανέναν. Όσο μικρό και αν είναι το κράτος και όσο και δυνατός και αν είναι ο εχθρός. Κοίτα στην παλαιά διαθήκη τον Δαυίδ, έκανε καταμέτρηση στα στρατεύματά του και οργίστηκε ο Θεός με αυτή του την πράξη. Δεν ήταν φυσικό να κάνει καταμέτρηση; Για τον Θεό δεν ήταν. Γιατί έδινε βάση στον αριθμό της δύναμής του και όχι στη δύναμη του Θεού. Είναι απαίτηση Του να δίνουμε βάση στη δύναμή Του και όχι στις δικές μας δυνάμεις. 
Μόνο η μετάνοια παιδί μου θα σώσει το έθνος μας. Και μετάνοια σημαίνει σταματάμε την αμαρτία και εμπιστευόμαστε την πορεία μας στα χέρια του Θεού. 
Νομίζεις τώρα, έτσι όπως είναι τα πράγματα αν βγει όλος ο Ελληνικός λαός στους δρόμους ότι θα καταφέρει τίποτε; Και αυτή η κυβέρνηση να φύγει θα έρθει άλλη χειρότερη. Είναι θολωμένη η διάνοιά μας και δεν ξέρουμε τι πρέπει ή ποιόν πρέπει να διαλέξουμε. Και εκλογές να γίνουν στα ίδια χάλια θα πέσουμε γιατί «Κατά την καρδία του λαού και οι άρχοντες αυτού». Δεν έχουμε ηγέτη να μας οδηγήσει. Το καταλαβαίνεις πόσο φοβερό είναι αυτό που σου λέω. Δέκα εκατομμύρια Έλληνες και δεν υπάρχει ένας σωστός άντρας να μπορέσει να οδηγήσει την Ελλάδα. Δεν αξίζουμε να έχουμε σωστό ηγέτη και έτσι δεν μας εμφανίζει ο Θεός τον άνθρωπο που χρειαζόμαστε. Όταν καταλάβουμε τα λάθη μας και αρχίσουμε να μετανοούμε τότε θα ξεχειλίσει η οργή από μέσα μας. Τότε θα δει ο Θεός την θέλησή μας για το καλό και θα γίνει το «ΟΡΓΗ ΛΑΟΥ ΦΩΝΗ ΘΕΟΥ» 
Και τώρα είμαστε οργισμένοι. Ξέρεις γιατί; Γιατί μας χαλάσανε τη ζωούλα μας, τη βόλεψή μας, δεν είναι η μορφή της οργής που πρέπει να αισθανόμαστε. 
Βλέπουμε ότι πάνε να μας κάνουν μια μπουκιά οι μεγάλες δυνάμεις των Σιωνιστών και σίγουρα θα το καταφέρουν αν δεν μετανοήσουμε. 

Ορίστε πλησιάζουν Χριστούγεννα, πόσοι έχουν ξεκινήσει τη νηστεία; πόσοι θα πάνε να εξομολογηθούν; 
Λένε...; εγώ νομίζω ότι η νηστεία...; να δεν είπε πουθενά ο Θεός να νηστεύουμε...; τα βγάλανε οι παπάδες αυτά...; και άλλες γελοιότητες. Ή λένε...; εξομολογούμαι...; ναι...; τα λέω μπροστά στην εικόνα και ξέρει ο Θεός. 
Τα Χριστούγεννα για τον κόσμο γίνανε γαλοπούλα, στολισμένο δένδρο, δώρα, ένας χοντρός άι Βασίλης που κάνει χου χου χου και κάπου εκεί στην άκρη βλέπουν και τον Χριστούλη (έτσι τον ονομάζουν)...; ε...; μπράβο, Χριστούλης...; ωραία, και φτάνει τόσο με τον Χριστούλη λένε. 
Δεν έχει ιδέα ο κόσμος τι σημαίνει η ενανθρώπηση του Θεού Λόγου. Το πόσο μεγάλο μυστήριο είναι. Αν το καταλαβαίναμε θα μέναμε με το στόμα ανοικτό. Παιδεία εκκλησιαστική και ιστορία χρειαζόμαστε. Αλλά ποιος θα την μάθει στον κόσμο; Σήμερα οι άνθρωποι είναι σαν ένα χωράφι που περιμένει να το σπείρεις αλλά δεν υπάρχουν σπορείς. Γι αυτό θα ξεχειλίσει η οργή του Θεού επάνω μας και η εκκαθάριση θα ξεκινήσει από το ιερατείο. Ο κόσμος ομοιάζει με μια μπάλα χιονιού που όσο κατρακυλάει στον γκρεμό τόσο περισσότερο χιόνι μαζεύει και τόσο πιο ασταμάτητη είναι η πορεία της. 
Έναν Άγγελο χρειαζόμαστε να φωνάξει το «ΣΤΩΜΕΝ ΚΑΛΩΣ»

ΤO ΘΑΥΜΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

«Λέγει αὐτῷ Φίλιππος· Ἔρχου καὶ ἴδε» 
(᾿Ιωάν. 1,47)

ΣΗΜΕΡΑ, ἀγαπητοί μου, εἶνε ἑορτὴ μεγάλη καὶ ἔνδοξος. Δὲν ἑορτάζει ἕνας ἢ δύο ἅ­γιοι, ὅπως τὶς ἄλλες ἡμέρες· ἑορτάζει ὅλη ἡ Ἐκκλησία, ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μας.
Ποιός μπορεῖ νὰ ἐκφωνήσῃ λόγο ἀν­τάξιο τῆς μεγάλης ἑορτῆς; Θὰ ἔπρεπε νὰ βρίσκεται ἐδῶ ἕνας ἀπὸ τοὺς ἁγίους ἀγγέλους ἢ τοὺς πατέρας καὶ διδασκάλους τῆς Ἐκκλησί­ας ἢ τοὺς μάρτυρες ποὺ ἔχυσαν τὸ αἷμα τους γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία. Ἐμεῖς λίγες σκέψεις θὰ διατυπώσουμε ἐπὶ τοῦ ἱεροῦ εὐαγγελίου.
Ὁμιλεῖ τὸ εὐαγγέλιο γιὰ κάποιο Ναθανα­ήλ, ποὺ εἶχε μικρὰ ἰδέα γιὰ τὸ Χριστό. Ἐπειδὴ ὁ Ἰ­ησοῦς καταγόταν ἀπὸ ἄσημο χωριὸ (τὴ Ναζαρέτ), ἐπειδὴ γεννήθηκε ἀπὸ πτωχὴ μητέρα καὶ ὑπὸ ταπεινὲς συνθῆκες, κρίνοντας ἀπ’ αὐ­τὰ εἶπε· «Ἐκ Ναζαρὲτ δύναταί τι ἀγαθὸν εἶ­ναι;» (᾿Ιωάν. 1,47), εἶνε δυνατὸν ἀπ’ τὸ χωριὸ αὐτὸ νὰ βγῇ κάτι καλό, νὰ βγῇ ὁ Σωτήρας τοῦ κόσμου;
Ἀλλ’ ὅπως τότε ὁ Ναθαναὴλ εἶπε τὸν περι­φρονητικὸ αὐτὸ λόγο, ἔτσι καὶ σήμερα ὑπάρ­χουν «Ναθαναήλ», ποὺ μιλοῦν περιφρονη­τικὰ γιὰ τὸ Χριστὸ καὶ γιὰ τὸ ἔργο του. Λένε κι αὐ­τοί, κατ᾿ ἄλλο τρόπο βέβαια· «Ἐκ Ναζαρὲτ δύ­ναταί τι ἀγαθὸν εἶναι;», καὶ θεωροῦν ὅτι ἡ Ἐκ­­­­κλησία μας εἶνε πλέον κάτι ξεπερασμένο, ἕ­νας θεσμὸς χρεωκοπημένος, ἀνάξιος λόγου, ποὺ πρέπει νὰ μπῇ στὸ μουσεῖο. Τί ἔχουμε νὰ ποῦμε σ’ αὐτοὺς τοὺς «Ναθαναήλ»; Θ’ ἀπαν­τήσουμε μὲ τὰ λόγια τοῦ Φιλίππου· «Ἔρχου καὶ ἴδε» (ἔ.ἀ.). Ἄπιστοι καὶ ἄθεοι, ἐλᾶτε νὰ θαυ­μάσετε σήμερα, τὴν ἅγια αὐτὴ ἡμέρα, τὴν Ἐκ­κλησία τοῦ Χριστοῦ.

* * *

Ὑπάρχουν, ἀγαπητοί μου, πολλὰ ἀξιοθαύμαστα. Γιὰ παράδειγμα, στὸν ἀρχαῖο κόσμο ἦ­ταν οἱ κρεμα­­στοὶ κῆποι τῆς Βαβυλῶνος, οἱ πυ­ραμίδες τοῦ Χέοπος, ὁ Κολοσσὸς τῆς ῾Ρό­δου, ἡ Ἀκρόπολις τῶν Ἀθηνῶν· καὶ σήμερα πολλὰ ἐ­πιτεύγματα τῆς ἐπιστήμης καὶ τῆς τεχνικῆς εἶνε θαυμαστά. Ἀλλὰ τὸ ἀνώτερο ἀπὸ ὅλα, ἐκεῖνο ποὺ προκαλεῖ τὸ θάμβος τῶν αἰώνων, εἶνε ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία.
Ἑορτάζει σήμερα ἡ Ἐκκλησία. Ἀλλὰ τί εἶνε Ἐκκλησία; Ἡ Ἐκκλησία, ἀγαπητοί μου, δὲν εἶ­νε τὸ κτήριο τοῦ ναοῦ· ὄχι. Τοὺς ναοὺς μπορεῖ μιὰ μέρα ἕνα ἄθεο καθεστὼς νὰ τοὺς γκρε­μί­σῃ, ὅπως ἔγινε στὴ Βόρειο Ἤπειρο ἐπὶ Ἐμβὲρ Χότζα. Ὁ ναὸς γκρεμίζεται, ἡ Ἐκκλη­σία δὲ γκρεμίζεται· ἐδῶ εἶνε ἡ μεγάλη διαφο­ρά. Για­τὶ ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶνε τὰ ντουβάρια· ἡ Ἐκ­κλησία εἶνε κάτι βαθύτερο καὶ ὑψηλότε­ρο, κά­τι ἅγιο καὶ πνευματικὸ καὶ ἀθάνατο. Ἡ Ἐκ­κλησία εἶνε τὸ σύνολο τῶν ψυχῶν ποὺ πιστεύ­ουν. Τί πιστεύουν· ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν εἶ­­νε ἁπλῶς ἕνας ἄνθρωπος, ἕνας φιλόσοφος ἢ κοινωνιολόγος, ἕνας ἀπὸ τοὺς μεγάλους ἄν­δρες τῆς ἱστορίας· ὁ Χριστὸς εἶνε παραπά­νω ἀπὸ ἀγγέλους, ἀρχαγγέλους, ἁγίους, παραπάνω ἀπ’ ὅλο τὸν οὐράνιο κόσμο· εἶνε αὐ­­­τὸς ὁ Θεός. Αὐτὴ εἶνε ἡ πίστι μας, τὴν ὁποία διακηρύττει σήμερα ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία. Καὶ ὅσοι πιστεύουν στὸ Χριστὸ ὡς Θεό, αὐτοὶ ἀ­ποτελοῦν τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας του. 
Ἡ Ἐκκλησία εἶνε τὸ βασίλειο – ἡ βασιλεία τοῦ Χριστοῦ, τῆς ὁποίας «οὐκ ἔσται τέλος» (Λουκ. 1,33 καὶ Σύμβ. πίστ.).
Ποιά ἦταν ἡ ἀρχή της; Ξεκίνησε ἀπὸ δώδε­κα ψαρᾶδες. Σ’ αὐτοὺς εἶπε ὁ Χριστός· Σᾶς στέλνω νὰ σαλπίσετε τὸ κήρυγμά μου σὲ ὅλο τὸν κόσμο· ἕνα κήρυγμα ἀντίθετο μὲ τὶς ἐπιθυμίες τοῦ ὄχλου, συγ­κρουόμενο μὲ ὅλο τὸν ἀρχαῖο εἰ­δω­λολατρικὸ κόσμο, ἀνατρεπτικὸ τοῦ κατεστημένου.
Πῶς ἔγινε ἡ ἐξάπλωσι τῆς Ἐκκλησίας; Ἐὰν ῥίξουμε μιὰ ματιὰ στὴν ἱ­στορία, θὰ δοῦ­με ὅτι ὡρισμένοι ἵδρυσαν βασιλεῖες καὶ αὐτοκρατο­ρίες μεγάλες, ὅπως εἶνε λό­γου χάριν τὸ Μα­­κε­δονικὸ κράτος τοῦ Μ. Ἀλεξάνδρου, ἡ ῾Ρωμαϊκὴ αὐτοκρατορία, τὸ κράτος τοῦ Μ. Ναπολέον­τος, ποὺ ἔφθασαν ὣς τὰ πέρατα τῆς γῆς. Ἔ­φθα­σαν· ἀλλὰ πῶς ἔφθασαν; Ὁ μὲν Ἀ­λέ­ξαν­δρος μὲ τὶς περίφημες φάλαγγες ποὺ ἐξ­ώπλισε, ὁ Καῖσαρ μὲ τὶς λεγεῶνες του, ὁ Να­πολέων μὲ τὶς στρατιές του. Ἡ βασιλεία ὅ­μως τοῦ Χριστοῦ δὲν ἐπεβλήθη μὲ ὅπλα. Πῶς ἁπλώθηκε; Ἐδῶ εἶνε τὸ θαυμαστό. Ποῦ εἶνε οἱ φάλαγγες, οἱ λεγεῶνες, τὰ στρατεύματά της; Ποῦ εἶνε τὰ ὅπλα καὶ τὰ πυροβόλα της;
Τί μέσα μεταχειρίστηκε λοιπόν; Χρῆμα; Οἱ ἀπόστο­­λοι δὲν εἶχαν στὶς τσέπες τους τίποτα. Ὅ­πλα; Ἕνα σουγιᾶ εἶχε ὁ Πέτρος, καὶ ὁ Χρι­στὸς τοῦ ἀπηγόρευσε νὰ τὸν ἔχῃ κι αὐτόν. Σοφία καὶ γνῶσι; Ἀγράμματοι ἦταν. Καὶ ὅμως, χω­ρὶς λεφτά, χωρὶς ὅπλα, χωρὶς γνώσεις καὶ ἐπιστῆ­μες, ξεκίνησαν οἱ δώδεκα ψαρᾶδες καὶ ἐξέτειναν στὸν κόσμο τὴν μεγαλυτέρα βασιλεία, τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ μας.
Τὶς δυσκολίες αὐτὲς τὶς γνώριζε ὁ Χριστός, γι᾿ αὐτὸ τοὺς εἶπε· «Ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω ὑ­μᾶς ὡς πρόβατα ἐν μέσῳ λύκων»· σᾶς στέλ­νω σὰν πρόβατα ἀνάμεσα σὲ λύκους (Ματθ. 10,16). Πρό­βατα οἱ ἀπόστολοι, λύκοι ὁ κόσμος τῶν αὐ­τοκρατόρων, τῶν διωκτῶν, τῶν Νε­ρώ­νων. Γιά φαν­τα­στῆτε τώρα τὸ χειμῶνα νὰ πά­ρῃς δώ­δεκα πρόβατα καὶ νὰ τὰ σπρώξῃς μέ­σα σ’ ἕνα ἄγριο δάσος γεμᾶτο λύκους. Τί περι­μένετε, ποιό θὰ εἶνε τὸ ἀποτέλεσμα; Ἑ­κατὸ τοῖς ἑ­κατὸ τὰ πρόβατα θὰ γίνουν βο­ρὰ τῶν λύκων. Καὶ ὅμως ἐδῶ τὰ πρόβατα δὲν ἐξω­λοθρεύθηκαν, ἀλλὰ καὶ νίκησαν τοὺς λύκους! Καὶ μόνο αὐτό; ἔκαναν καὶ τοὺς λύ­κους πρό­βατα! Εἶνε ποτὲ δυνατὸν ὁ λύκος νὰ γίνῃ πρόβατο; Ἐν τούτοις ἔγινε· οἱ ἀπόστολοι κατώρθωσαν νὰ κά­νουν Χριστι­ανοὺς καὶ πολλοὺς ἀπὸ τοὺς δι­ῶκτες των.
Ποιά ἡ δύναμι τῆς Ἐκκλησίας; Φαίνεται, ὅ­τι παραπάνω ἀπὸ τὰ ὅπλα, τὰ χρήματα, τὴ σο­φία, ὑπάρχει μιὰ ἄλλη δύναμι, ἀόρατη. Ἂς μὴ πιστεύουν οἱ ἄπιστοι· δὲ νι­κοῦν τὰ ὑλικὰ μέ­σα. Μιὰ χούφτα ἀνθρώπων κατώρθωσε νὰ νι­κήσῃ ὁλόκληρο τὸν κόσμο. «Αὕτη ἡ ἀλλοίω­σις τῆς δεξιᾶς τοῦ Ὑψίστου» (Ψαλμ. 76,11). Ἀπὸ τὸν Ἐσταυρωμένο ἐκπορεύεται μία ἀήττητος δύ­ναμις, ποὺ νικᾷ τὰ πάντα.
Ἐὰν λοιπὸν ἀποβλέψουμε στὴν ἀρχὴ τῆς Ἐκκλησίας, ἐὰν ἀ­ποβλέ­ψουμε στὴν ἐξάπλωσί της, ἐὰν δοῦμε τοὺς ἐχθροὺς ποὺ ἀντιμε­τώ­­πι­σε, παντοῦ βλέπουμε τὸ θαῦμα. Ἀξιοθαύμαστη ἡ Ἐκκλησία μας, ἀήττητη. Κανείς δὲν μπό­ρεσε νὰ τὴν καταβάλῃ. Ἡ ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας εἶνε ἱστορία ἀλ­λεπαλλήλων θαυ­μάτων. Ἀναφέρω δύο μόνο.
Τί ἑορτάζουμε στὶς 25 Μαρτίου; Πῶς σώ­θηκε ἕνας λαὸς ποὺ ἦταν 400 χρόνια σκλάβος. Πῶς σώθηκε; Ἐρώτημα μεγάλο. Ἄλλα ἔθνη, μέσα σὲ 50 – 60 χρό­νια δουλείας, ἀφωμοιώ­θη­­καν καὶ ἔσβησαν. Πῶς ἐδῶ τέσσερις ὁλό­κλη­­ροι αἰῶνες δὲν κατώρθωσαν νὰ διακόψουν τὴν ἱστορία τοῦ ἔθνους μας; Τί ἀπαντᾷ ἡ ἱστορία; ὄχι οἱ πλαστογράφοι τῆς ἱστορίας, ἀλλὰ ἡ πραγματικὴ ἱστορία; Καὶ οἱ λίθοι ἀκόμα καὶ οἱ πέτρες φωνάζουν, ὅτι τὸ γένος τῶν Ἑλλήνων ἀνωρθώθηκε καὶ σώθηκε ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία. Αὐτὴ στάθηκε ἡ κιβωτός, μέσα στὴν ὁποία δι­ατηρήθηκε. Αὐτὴ τὸ κράτησε στὶς ἀγ­κάλες της ὅπως ἡ μάνα τὸ νήπιο. Αὐτὸ ἔκανε τὸν ποιητὴ Κώστα Κρυστάλλη νὰ γράψῃ·
Ὦ Ἐκκλησία – «Θρησκεία! γλυκειὰ μάνα,
τί ὄμορφη δίνεις ἐσὺ λαλιὰ καὶ στὴν καμπάνα,
καὶ πόσο ἐκείνη ἡ λαλιὰ σαλεύει τὴν καρδιά μας!
Πόσες, ἐκεῖνος ὁ σταυρὸς ἀπ’ τὰ καμπαναριά μας,
στὴν ἀντηλιάδα χύνοντας τόσες χρυσὲς ἀχτῖδες,
χύνει βαθειά μας, στὴν ψυχή, γλυκὲς χρυσὲς ἐλπίδες!».
Θέλετε ἄλλο θαῦμα; ῾Ρίξτε ἕνα βλέμμα στὴ ῾Ρωσία. Τὸ 1917 ἔγινε τὸ πείραμα. Ἄθεο καθε­στὼς ἔβαλε μπροστὰ νὰ ξεῤῥιζώσῃ τὴν πίστι τοῦ Χριστοῦ. Κάψανε, γκρεμίσανε, καταστρέ­ψανε· ἔστειλαν σὲ στρατόπεδα, βασάνισαν, θανάτωσαν. Τελικὰ τί κατώρθωσαν; Στὸ Στάλινγκραντ καὶ στὴ Μόσχα λαὸς πολύς, καὶ ἄντρες καὶ παιδιὰ καὶ γέροντες, καὶ ἐπιστή­μονες καὶ ἄνθρωποι τῶν γραμμάτων, πηγαί­νουν στὶς ἐκκλησίες καὶ πιστεύουν περισσό­τερο ἀπὸ ὅ,τι πιστεύουμε ἐμεῖς. Ὦ Ἐκκλη­σία ἀήττητος! κανείς μὰ κανείς δὲ θὰ μπο­ρέσῃ ποτὲ νὰ σὲ κλονίσῃ.

* * *

Ἀγαπητοί μου!
Εἴμεθα παιδιὰ τῆς Ἐκκλησίας, τῆς Ὀρθοδο­ξίας. Δὲν εἴμεθα χιλιασταί, δὲν εἴμεθα μασό­­νοι, δὲν εἴμεθα ῥοταριανοί, δὲν εἴμεθα ὀ­­πα­δοὶ τοῦ ἀθέου ὑλισμοῦ, δὲ λατρεύουμε τὰ εἴδω­λα. Ἀνήκουμε στὴν μία, ἁγία, καθολικὴ καὶ ἀ­ποστολικὴ Ἐκκλησία, στὴ μητέρα Ἐκκλησία.
Τὸ συμπέρασμα ποιό εἶνε; Γράψατέ το· Ὅ­ποιος τὰ βάζει μὲ τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, θὰ γίνῃ στάχτη. Θὰ ὁμολογήσῃ καὶ αὐτός· «Νε­­νίκηκάς με, Ναζωραῖε». Τὸ εἶπε ὁ Χριστὸς καὶ ὁ λόγος του εἶνε ἀληθινός· «Πύλαι ᾅ­δου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς» (Ματθ. 16,18). Ὅ­λοι οἱ δαί­μονες δὲ μποροῦν νὰ κλονίσουν τὴν Ἐκκλησία.
Σ᾿ αὐτὴν ἀνήκουμε, καὶ εἴθε ὁ Κύριος νὰ μᾶς ἀναδεικνύῃ πάντοτε πιστὰ καὶ ἀφωσιω­μένα τέκνα της, διὰ πρεσβειῶν τῆς ὑπεραγί­ας Θεοτόκου καὶ πάντων τῶν ἁγίων· ἀμήν.

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ ῾Αγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης τὴν 18-3-1973
Α΄ Κυρ. Νηστ. – Ὀρθοδοξίας (Ἰω. 1,44-52)

Η ΑΠΟΚΟΠΗ ΤΩΝ ΠΑΠΙΚΩΝ ΑΠΟ ΤΗ ΜΙΑ ΑΓΙΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑ, ΣΗΜΑΝΕ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΚΤΡΟΠΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΑΓΙΟΓΡΑΦΙΑ

Κατά την πρώτη Κυριακή των νηστειών, «ανάμνησιν ποιούμεθα της αναστηλώσεως των αγίων και σεπτών Εικόνων». Την Κυριακή της Ορθοδοξίας, εορτάζομε την «των σεπτών Εικόνων ανόρθωσιν». «Ιερογραφίαις Εικόνων, κεκοσμημένην καθορώντες, πάλιν την σεπτήν Εκκλησίαν», ψάλλομε στην Εκκλησία μας.
Ένα ακόμα θέμα που πιστεύω έπρεπε να συζητείται στους διαλόγους με τους Παπικούς, είναι και η εκτροπή τους από την Αγιογραφία της Μίας Αγίας Εκκλησίας. «Η λειτουργική Εικών έχει θεολογικήν έννοιαν» λέγει ο Φώτης Κόντογλου. «Προς το πρωτότυπον φέρει, φησί Βασίλειος, τιμή η της εικόνος»,ψάλλομε στην Ακουλουθία της Εορτής της Κυριακής της Ορθοδοξίας.
Τόσες συναντήσεις άτυπες, τυπικές και…άτοπες, Ορθοδόξων και Παπικών έγιναν, και έχουν αρκεστεί δυστυχώς στα ελάσσονα. Αντί να συζητούν περί οικολογικών ανέμων και υδάτων, ας συζητούν την ουσία των διαφορών και των αιτίων που είναι αποκομμένοι οι Παπικοί από την Εκκλησία. Γιατί όχι μαζί με τις δογματικές και άλλες διαφορές, να συζητούν και τις “εικαστικές” εκτροπές των Παπικών; Οι εκτροπές της θρησκευτικής τέχνης των Παπικών, γίνονται αντιληπτές και από Παπικούς ακόμα. 
«Δεν έχει καμμίαν ομοιότητα με τας ζωγραφίας όπου παριστάνουν με υλικόν τρόπον κάποια πρόσωπα, ακόμα και Αγίους, όπως γίνεται εις την θρησκευτικήν τέχνην ντης Δύσεως. Εις την λειτουργικήν εικόνα τα άγια πρόσωπα εικονίζονται εν αφθαρσία», αναφέρει σχετικά ο Φώτης Κόντογλου.
Την Παπική εκτροπή, από την Ορθόδοξη Αγιογραφία, είχε αναγνωρίσει και ο Πάπας Ιωάννης Παύλος ο Β΄. Για τούτο σε εγκύκλιο του, εξ αφορμής των δώδεκα αιώνων από τη σύγκληση της 7ης Οικουμενικής Συνόδου, είχε μιλήσει για το «ενδιαφέρον για τη θεολογία και την πνευματικότητα των εικόνων της Ανατολής».
Οι Παπικοί μετά την αποκοπή τους από τη Μία Αγία Εκκλησία, στράφηκαν στην εξωτερική διακόσμηση των ναών τους με αγάλματα. Ακολούθως, μετά την εκτροπή τους αυτή, προχώρησαν και στην εσωτερική διακόσμηση των ναών τους με αγάλματα. Ιδιαιτέρως κατά την περίοδο του Μεσαίωνα και μετά, η εικαστική αυτή εκτροπή από την Ορθόδοξη εικονολογία, είχε εξαπλωθεί σε όλη τη βατικάνειο επικράτεια. Ο καθηγητής κ. Δημήτριος Τσελεγγίδης, μίλησε για«παρεκτροπή της Δυτικής Θεολογίας». Η «παχυλότητα» στην παρουσίαση των μορφών «δήλον» εστί της εκκοσμίκευσης που ταλαιπωρεί τους Παπικούς.
Η αποκοπή των Παπικών από τη Μία Αγία Εκκλησία, σήμανε και την ενασχόλησή τους απλά με την εικαστική αισθητική που απλά η θεματολογία της αφορά“θρησκευτικά”γεγονότα. Οι λεγόμενοι “δυτικοί” ζωγράφοι, προσπάθησαν να προσδώσουν το καλλιτεχνικόν κάλλος στη ζωγραφική τους. Βλέποντας μια“δυτική”νωπογραφία, απλά θαυμάζεις το μεγαλείο της άριστης καλλιτεχνικής δημιουργίας αλλά δεν σου προκαλεί κατάνυξη όπως η Ορθόδοξη Εικόνα. 
Η παχυλότητα των σωμάτων και η νατουραλιστική απεικόνιση προκαλεί θαυμασμό. Και μόνο το γεγονός ότι ουδείς των μεγάλων “δυτικών” ζωγράφων δεν καλείται αγιογράφος, καταδεικνύει τον καρπό της καλλιτεχνικής προσπάθειας. Σε ένα Ορθόδοξο όμως Ναό «ιεροπρεπώς αγαλλόμεθα», «θεώμενοι ιεροτύποις μορφώσεσι των εικόνων». 
Για την Ορθόδοξη Αγιογραφία λέγει ο Φώτης Κόντογλου: «Αι άγιαι αυταί τέχναι δεν θέλουν να στολίσουν μόνον τον ναόν με ζωγραφικήν διά να είναι ευχάριστος και τερπνός εις τους εκκλησιαζομένους…αλλά να τους ανεβάσουν εις τον μυστικόν κόσμον της πίστεως με την πνευματικήν κλίμακα…».
Ο Γέροντας Βασίλειος (Γοντικάκης) αναφέρει σχετικά: «Αν η εικόνα μας έκλεινε στην ίδια την εικόνα, το σχήμα, το χρώμα την αισθητική, την ιστορία, τον κτιστό κόσμο, θα ήταν είδωλο και δεν θα άξιζε να χυθεί τόσο αίμα για την αναστήλωσή της. Δεν συμβαίνει όμως αυτό. Η λειτουργική εικόνα είναι συνέπεια και καρπός της σαρκώσεως του Θεού Λόγου και μαρτυρία, οδηγός της θεώσεως του ανθρώπου».
Αν παρατηρήσει κανείς τις νωπογραφίες του Τζιότο στην Πάδοβα, αντιλαμβάνεται την εκτροπή από την Ορθόδοξη Θεολογία της Εικόνας. Η νατουραλιστική αρχιτεκτονική απεικόνιση του χώρου, η νατουραλιστική απεικόνιση των κινήσεων, καθώς και των εκφράσεων των μορφών, κάνουν τελικά τον θεατή να ομιλήσει για θρησκευτική τέχνη και όχι για Αγιογραφία.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα το άγαλμα του Απόλλωνα, το γνωστό (L’ Apollo del Bel Vedere), που ο Μιχαήλ Άγγελος αντέγραψε, για να απεικονίσει τον Χριστό Κριτή στην Cappella Sistina.
Ένα σοβαρό πρόβλημα της νατουραλιστικής απεικόνισης, είναι και η ζωγραφική παρουσίαση των γυμνών μερών του ανθρωπίνου σώματος. Αυτό και οι ίδιοι οι Παπικοί το αντιλήφθηκαν, γι’ αυτό η Παπική Σύνοδος του Τριδέντου που πραγματοποιήθηκε το έτος 1564, είχε αποφασίσει την κάλυψη των μερών στη νωπογραφία Δευτέρας Παρουσίας, που βρίσκεται στην Cappella Sistina και που είχε ανατεθεί στον Μιχαήλ Άγγελο, από τον Πάπα Κλήμη Ζ΄. Η κάλυψη των μερών της Δευτέρας Παρουσίας είχε ανατεθεί στον μαθητή του Μιχαήλ Άγγελου, Ντανιέλε ντα Βολτέρα. Ο Άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης λέγει: «Παντός εικονιζομένου, ουχ η φύσις, αλλ’ η υπόστασις εικονίζεται», καταδεικνύοντας τοιουτοτρόπως το πνευματικό κάλλος της Ορθόδοξης Εικόνας. Η μόνη“επιτρεπτή”γυμνότητα για την Εκκλησία μας, είναι η γυμνότητα από «κατηφείας και σκότους αιρέσεως».
Επιλογικά ας αναφέρομε αυτό που γράφει ο Φώτης Κόντογλου εις το βιβλίο του«Έκφρασις»: «Η πάντιμος τέχνη της Εικονογραφίας της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας, είναι μία ιερά τέχνη και λειτουργική, όπως είναι όλαι αι εκκλησιαστικαί τέχναι, όπου έχουν σκοπόν πνευματικόν».


*Οι εντός εισαγωγικών φράσεις, είναι παρμένες από την Ακουλουθία της Εορτής της Κυριακής της Ορθοδοξίας.


Του θεολόγου κ. Β. Χαραλάμπους