.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Μετὰ παρρησίας καὶ ἀκατακρίτως

ΣΤΗΝ ΕΠΟΧΗ µας εἶναι λίγοι ἐκεῖνοι πού µέ παρρησία διατυπώνουν τήν ἄποψή τους γιά διάφορα ἐκκλησιαστικά θέµατα καί εἰδικότερα, γιά τήν παναίρεση τοῦ οἰκουµενισµοῦ. ∆υστυχῶς, στόν οἰκουµενισµό πρωτοστατοῦν µεγαλόσχηµοι κληρικοί, οἱ ὁποῖοι συχνά κραδαίνουν τό σπαθί τῆς τιµωρίας, γιά νά ἐπιβάλουν στούς πιστούς τήν ὑπακοή στίς ἀπαράδεκτες ἐπιλογές τους καί νά «καλλιεργήσουν» στούς ζηλωτές τήν εὐσέβεια πού οἱ ἴδιοι στεροῦνται!
Μέ δεδοµένη τήν τακτική τῶν ἐκκλησιαστικῶν ἀρχόντων καί τήν ἔλλειψη στοιχειώδους δηµοκρατικῆς εὐαισθησίας καί ὁµολογιακοῦ φρονήµατος, τί πρέπει νά κάνει ὁ συνειδητός χριστιανός; Τό ἐρώτηµα εἶναι εὔλογο καί καίριο. Καί ἡ ἀπάντηση εὔκολη. Ἐκεῖνος πού ὄντως πιστεύει καί ἀγωνίζεται κατά Θεόν, δέν ὑπολογίζει τίς ἀπειλές τῶν ἐνόχων. Ὁ ἴδιος δέν ζητάει ἀπό κανένα καµιά προσωπική βοήθεια, δέν ἐπιζητεῖ τήν ἀναγνώριση ἀπό τούς ἄλλους, δέν ἐπιδιώκει τήν προώθησή του κάπου, ἀλλά ἁπλά ἀνησυχεῖ γιά τήν πορεία τῶν ἐκκλησιαστικῶν πραγµάτων καί ἐπιθυµεῖ τή βελτίωσή τους.
Τό ἴδιο ἰσχύει καί γιά τούς κληρικούς, οἱ ὁποῖοι συνήθως ἀντιµετωπίζουν τήν ἐνόχληση ἤ καί τήν ὀργή τῶν ἐπισκόπων τους, οἱ ὁποῖοι θέλουν νά τούς φιµώσουν γιά νά µή ἀκούγονται φωνές διαφορετικές ἀπό τή…. σιωπή τους! Ἀλλά καί γιά νά µή χαλάει ἡ εἰκόνα, νά µή δηµιουργεῖται ἡ ἐντύπωση στούς ἄλλους ἐν Χριστῷ ἀδελφούς ὅτι δέν ἐλέγχουν τήν κατάσταση καί ἀφήνουν τούς ζηλωτές νά διαφοροποιοῦνται καί νά παρακινοῦν τούς ἁπλούς ἀνθρώπους σέ «ἀσεβεῖς» ἐνέργειες.
Γιά τούς περισσότερους ἀρχιµανδρίτες βέβαια δέν χρειάζεται νά πῶ κάτι, ἁπλούστατα δέν ὑπάρχει παρρησία, ἀφοῦ περιµένουν ἀνυπόµονα πότε θά γίνουν ἐπίσκοποι, γιά νά πραγµατοποιηθεῖ τό ὄνειρό τους, πού εἶναι καί ὁ µοναδικός σκοπός τῆς ζωῆς τους. Ἡ ὁµολογία πίστεως καί ἡ ἀντίδρασή τους στούς οἰκουµενιστές γι᾿ αὐτούς δέν ἔχουν ἰδιαίτερη ἀξία. Ἀλήθεια, ἔχουν φωνή αὐτοί οἱ ἄνθρωποι; Ἔχουν εὐαισθησία καί θάρρος νά µιλήσουν γιά τήν παν- αίρεση τοῦ οἰκουµενισµοῦ καί νά διαφωνήσουν µέ τούς πρωτεργάτες του; Κατά τά ἄλλα εἶναι θεοφοβούµενοι καί πνευµατικοί καί ὁδηγοῦν τά πνευµατικά τους τέκνα στήν κατά Χριστόν ζωή! Ἔχουν ὅµως ἕτοιµο καί τόν περιφρονητικό τους λόγο γιά τούς διαφορετικούς κληρικούς, πού τούς διακρίνει ἡ παρρησία καί ἐλέγχουν τίς αἱρετικές ἀποκλίσεις καί τήν περιφρόνηση τῶν ἱερῶν κανόνων καί τῆς παράδοσης τῆς Ἐκκλησίας ἐκ µέρους τῶν οἰκουµενιστῶν.
Αὐτά πού γράφω τώρα –τά ἔχω ξαναγράψει πολλές φορές- ἐνοχλοῦν µερικούς ἀδελφούς, ὄχι γιατί δέν περιγράφουν µέ ἀκρίβεια τήν πραγµατικότητα, ἀλλά γιατί ἀποκαλύπτουν εὐρύτερα τή θλιβερή πραγµατικότητα, ἐνῶ θά ἔπρεπε, κατ᾿ αὐτούς, νά εἶναι γνωστή µόνο ἐν οἴκῳ. Καί αὐτό γιά νά µή χαλάσει ἡ ὡραία εἰκόνα, πού προβάλλεται µέ περισσή ὑποκρισία. ∆ηλαδή, τά δυσάρεστα καί σκανδαλώδη νά σκεπάζονται καί τά ὑποκριτικά καί παραπλανητικά νά προβάλλονται πρός ὠφέλειαν τῶν πιστῶν! Σηµειώνω ἕνα σχετικό περιστατικό. Μιά φορά εἶχα στείλει µερικά βιβλία µου σέ µιά ἡγουµένη, µετά ἀπό παραγγελία της καί σέ λίγες µέρες µοῦ ἐπέστρεψε τά µισά, γιατί εἶχε διαπιστώσει ὅτι σέ ἐκεῖνα ἤλεγχα ἐπισκόπους καί κληρικούς, κάτι πού γιά τήν ὁσιωτάτη ἦταν ἀπαράδεκτο. Καί µέ παρακαλοῦσε νά τίς στείλω ἄλλα βιβλία, ἀκίνδυνα. Φυσικά ἀνταποκρίθηκα ἀµέσως, ἀλλά µέ ἀρνητικό τρόπο. Τίς ἐπέστρεψα τά χρήµατα, γιά νά ἠρεµήσει ἡ συνείδησή της. ∆υστυχῶς, ἔτσι σκέφτονται πολλοί ἄνθρωποι τῆς Ἐκκλησίας. ∆ηµοσίως δέν λένε τίποτα, ψιθυρίζουν ὅµως πολλά καί κάνουν περισσότερα πού εἶναι ἀπαράδεκτα καί τά ὁποῖα, ἐάν περιέγραφε κάποιος, θά ἐξόργιζε τούς ἀναγνῶστες ὄχι γιατί τά ἔγραψε, ἀλλά γιατί συµβαίνουν. Ἀλλά ἄς µή δώσω συνέχεια. Ἐπιστρέφω στό θέµα µου.
Ὁ ἀείµνηστος Φώτης Κόντογλου σέ ἐπιστολή του πρός λατινίζοντα µητροπολίτη τό 1965, ἔγραψε καί κάτι προσωπικό πού ἔχει σχέση µέ τά ὅσα ἀναφέρω ἐδῶ καί εἶναι ἐξόχως διδακτικό: «Αἱ ἀντιλήψεις µου δύναµαι νά βεβαιώσω ὅτι δέν ὀφείλονται εἰς ἐλατήρια µισαλλοδοξίας ἤ ἀγνοίας, ἀλλ᾿ εἰς βαθεῖαν πίστιν καί γνῶσιν τοῦ µυστηρίου τῆς Ὀρθοδοξίας, τήν ὁποίαν ἔσχον, χάριτι Θεοῦ, παιδιόθεν, ἐξ ἧς ἀναβρύει ἡ πρός αὐτήν βαθυτάτη ἀγάπη καί σεβασµός, πιστούµενος διά µιᾶς ζωῆς θυσιῶν καί ἀγώνων, καταδικασάντων µε εἰς ἀκτηµοσύνην ἑκουσίαν, καθ᾿ ὅν χρόνον θά µοί ἦτο εὐχερές νά ἀποκτήσω πολλά χρήµατα, δεδοµένου ὅτι ὁ πλουσιοδότης Κύριος ἐπροίκισε ἐµέ, τόν ἀνάξιον, διά πολλῶν προσόντων, ἐξ ἐκείνων ἅτινα ἐξασφαλίζουν ἐπιτυχίαν ὑλικήν, καί φήµην, ἐν τῷ αἰῶνι τούτῳ τῷ ἀπατεῶνι» (Φωτίου Κόντογλου, Ἀντιπαπικά, 1993, σελ. 19). Μακάρι κάποτε νά ἀποκτήσουµε τήν ἀρετή τῆς παρρσίας καί νά ἐγκαταλείψουµε τή δειλία τοῦ ψιθύρου καί τήν ἐνοχή τῆς κατάκρισης.

Πρωτοπρ. Διονύσιος Τάσης
Ορθόδοξος Τύπος, 24/7/2015

Ἡ αἰτία τῶν συμφορῶν


ΜΑΣ ΑΦΟΡΑ ΑΜΕΣΑ 
ΓΙΑΤΙ ΤΗΝ ΚΡΙΣΗ ΠΟΥ ΠΕΡΝΑΜΕ. 
ΠΡΟΣΕΞΤΕ ΤΟ!

Ἐκεῖνο τόν καιρό ἔπεσε φοβερό θανατικό στή γῆ. Οἱ ἄνθρωποι πέθαιναν ξαφνικά καί μέ φρικτό τρόπο.
Ἕνας φίλος τοῦ Ὁσίου, πού λεγόταν Γρηγόριος, ἦρθε στό κελλί του καί τόν ρώτησε:
-Σέ παρακαλῶ, πάτερ, πές μου, πῶς ἔγινε καί μᾶς βρῆκε τοῦτο τό κακό;
-Ἦταν φυσικό, παιδί μου, ἀποκρίθηκε ὁ δίκαιος χωρίς δισταγμό. Πικραίνομαι τόσο πολύ τόν ἀθάνατο Θεό, παραβαίνοντας συνέχεια τό νόμο Του. Γι' αὐτό μᾶς ἔστειλε τοῦτο δερπάνι, πού μᾶς θερίζει. Εἶναι γραμμένο ὅτι "ἁμαρτία θάνατον κατεργάζεται". Νά, χθές εἶδα ἕναν ἄνδρα φοβερό, πού ἀπειλοῦσε τῆ γῆ καί τῆς ἔλεγε: "Ὅλους τούς ἀκόλαστους πού ζοῦνε πάνω σου, ὄλους τούς μέθυσους καί τούς κοιλιόδουλους, ὅλους τούς φιλάργυρους καί τούς τοκογλύφους, ὅλους τούς ψεῦτες καί τούς συκοφάντες, μά προπαντός ὅλους τούς σοδομίτες, που δέν μετανοοῦν, ἐγώ θά τούς ἐξολοθρεύσω!...
"Ἄν λοιπόν, παιδάκι μου, δέν εἴχαμε παροργίσει τόν Πλάστη καί προστάτη μας, δέν θά παθαίναμε ὅ,τι πάθαμε". Ἀλλά ποῦ ν' ἀκούσεις καί πόσα ἄλλα χειρότερα εἶπε! Δέν θά τ' ἀντέξεις...Ἀπείλησε πώς θά μᾶς θερίσει μέ δρεπάνι καί θά μᾶς περάσει ἀπό λεπίδι, γιατί δέν βλέπει νά ἔχουμε καθόλου μετάνοια, οὔτε τήν παραμικρή διόρθωση. Ἡ δοξασμένη Του Μητέρα στεκόταν δίπλα Του περίλυπη καί Τόν ἱκέτευε ν' ἀναβάλει τήν τιμωρία. Τό ἴδιο κι ἕνας ἱεράρχης-δέν μπόρεσα νά καταλάβω ποιός, μόνο θυμᾶμαι πώς ἦταν λευκότριχος καί λίγο φαλακρός. Ἀλλά μάταια. "Μήπως ἐσεῖς εἶστε πιό σπλαχνικοί ἀπό μένα;", τούς ἔλεγε. "Μήπως πονᾶτε περισσότερο;...Δέν βλέπετε τί κακό γίνεται; Ὅλοι σχεδόν περιφρονοῦν τόν ἅγιο νόμο μου! Κανείς δέν μέ σέβεται"....
-Πραγματικά, πάτερ, εἶπε ὀ Γρηγόριος, ὀ λαός ἀποδεκατίστηκε. Οἱ πιό πολλοί βασανίζονται στό κρεβάτι τοῦ πόνου...Πές μου ὅμως, ποιά εἶναι ἡ κύρια αἰτία τοῦ θανατικοῦ αὐτοῦ, ἀλλά καί ὅλων γενικά τῶν ἀσθενειῶν;
-Παιδί μου Γρηγόριε, ἀποκρίθηκε ὁ γέροντας, γι' αὐτούς πού ἀρρωσταίνουν βαριά εἶναι γραμμένο τό"κατέβαλες αὐτούς ἐν τῷ ἐπαρθῆναι", ἐνῶ γιά τούς ὑγιεῖς ἐναρέτους τό "ὁ ἰώμενος τους συντετριμμένους τήν καρδίαν". Ἀκοῦς; "...τούς συντετριμμένους τήν καρδίαν"! Τούς ταπεινούς δηλαδή! Σκέψου, λοιπόν: Ἄν ὁ Θεός δέν λυπήθηκε οὔτε τόν ἀπόστολο
Παῦλο, τόν μεγάλο φωστῆρα, ἀλλά τοῦ ἔδωσε ἀρρώστια ἁγιαστική, "ἄγγελον σατᾶν, ἵνα αὐτόν κολαφίζῃ", κι ἔτσι νά μήν ὑπερηφανεύεται γιά τό πλῆθος τῶν ἀποκαλύψεων πού τοῦ ἔγιναν, πῶς δέν θά δώσει ἐξουσία στό σατανᾶ νά χτυπήσει μέ τήν ἀρρώστια κι ἐμᾶς τούς ἁμαρτωλούς, ὥσπου νά γίνουμε ταπεινοί; Γιατί δέν φτάνει πού εἴμαστε ἁμαρτωλοί, ἀλλά τό παίρνουμε καί πάνω μας! Ἀλλά τί λέει ἡ Γραφή; Ὅτι "τό ἐν ἀνθρώποις ὑψηλόν βδέλυγμα ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ". 

ΕΝΑΣ ΑΣΚΗΤΗΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
Ὅσιος Νήφων Επίσκοπος Κωνσταντιανῆς
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ

Και «ΣΧΟΛΙΟ» π. Αθανάσιου Μυτιληναίου: Η ΕΙΡΗΝΗ ΔΕΝ ΘΑ ΕΛΘΕΙ ΠΟΤΕ! Παρά τις ψεύτικες ελπίδες και τις παρερμηνείες κάποιων! Ας μη γινόμαστε κυνηγοί μιας ουτοπίας!

«Ἡ μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς εἶναι ἀναπόσπαστο μέρος τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Ὅσα ἀναφέρει τό ἱερό αὐτό βιβλίο τῆς Πίστης μας εἶναι ὅλα ὅσα παρέδωσε ὁ Χριστός στούς Ἀποστόλους καί ἐκείνοι μέ τήν σειρά τους σέ ὅλους μας. Τά κείμενά της εἶναι θεόπνευστα καί ὡς τέτοια ἀπαντοῦν στίς ἀπορίες, στίς ἀγωνίες, στά ἐρωτηματικά τῶν ἀνθρώπων. Ὁ καθένας μας προσεύχεται στό Θεό καί ὁ Θεός τοῦ ἀπαντᾶ καί τόν κατευθύνει μέσα ἀπό τά ἱερά κείμενα τῆς Βίβλου, ὅπως καί μέσα ἀπό γεγονότα τῆς καθημερινότητάς του.
Διαβάζοντας τά ἀναφερόμενα ἀπό τούς ἱερούς συγγραφεῖς παρατηρεῖται ὅτι ὁ θεῖος λόγος εἶναι πάντοτε ζωντανός καί ἐπίκαιρος. Αὐτό πού ζεῖς, ὅταν πλησίαζεις τά ἁγιογραφικά κείμενα, δέν μοιάζει μέ κανένα βίωμα ἄλλου ἀναγνώσματος. Ὅταν μέ ἀγαθή διάθεση τά προσεγγίζεις σοῦ ἀποκαλύπτεται Αὐτός πού βρίσκεται πίσω ἀπό τίς λέξεις.
Δέν εἶναι ἁπλό συντακτικό ἤ ποιητικό σχῆμα λόγου αὐτό μέ τό ὁποῖο οἱ προφῆτες ξεκινοῦν τά λεγόμενά τους. Τό «Τάδε λέγει Κύριος…» δηλώνει ὅτι πράγματι ὁ Θεός εἶναι αὐτός πού μιλᾶ διά τοῦ στόματός τους. Αὐτόν καλούμαστε νά ἀναγνωρίσουμε καί σέ Αὐτόν νά ἐντρυφύσουμε. Ὅμως, ἡ μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς μᾶς ἀποκαλύπτει ὄχι μόνον τόν Χριστό πού φανερώνεται στήν Παλαιά καί τήν Καινή Διαθήκη, ἀλλά καί τήν σωστή ἑρμηνεία τῶν γεγονότων τῆς ζωῆς μας.

Στό βιβλίο προφήτης Ἠσαΐας γίνεται ἀναφορά στήν κοινωνική κατάσταση πού βίωνε ὁ προφήτης τόν 8ο αἰώνα π.Χ. Εἶναι ὁ χρόνος πού ἔζησε καί ἔδρασε. Ξαφνιαζόμαστε ὅμως ἀπό τήν ὁμοιότητα! Ἡ ἱστορία ἐπαναλαμβάνεται μέ διαφορετικά πρόσωπα. Λέει ὁ προφήτης:
«Ἡ γῆ ὑμῶν ἔρημος, αἱ πόλεις ὑμῶν πυρίκαυστοι· τήν χώραν ὑμῶν ἐνώπιον ὑμῶν ἀλλότριοι κατεσθίουσιν αὐτή, καί ἠρήμωται κατεστραμμένη ὑπό λαῶν ἀλλοτρίων».[1] «Ἡ γῆ σας ἔγινεν ἔρημος, αἱ πόλεις σας ἔχουν κατακαῆ ἀπό πυρκαϊάς· τήν καλλιεργημένην χώραν σας καί τούς καρπούς μπροστά στά μάτια σας τά κατατρώγουν ξένοι καί ἔχει ἐρημωθῆ καταστρεμμένη ἀπό ξένους λαούς».[2]
Πόσο ποιό ἐπίκαιρος θά μποροῦσε νά εἶναι ὁ προφητικός αὐτός λόγος γιά τήν πατρίδα μας; Μιά πλούσια χώρα πού θέλουν νά τήν παρουσιάζουν ὁπωσδήποτε πτωχή! Μιά χώρα πού δέν ἔχει τούς ἄρχοντες αὐτούς γιά νά τήν ὑπερασπίσουν καί νά τήν ἀναδείξουν. Μιά ὄντως πλούσια χώρα σέ φῶς, χρῶμα, πολιτισμό, τέχνες, φιλότιμο, λεβεντιά, ἀρχοντιά παρουσιάζουν ὡς ζητιάνα ἄν –καί αὐτό εἶναι τό παράδοξο– αὐτή τούς δίδαξε τίς μεγάλες καί πανανθρώπινες ἀξίες καί ἀλήθειες. Μά δέν γίνεται αὐτό μόνο γιά τήν Ἑλλάδα ἀλλά καί γιά τήν οἰκουμένη ὁλόκληρη. Ὑπάρχει ἡ βούληση γιά προγραμματισμένη καί ὀργανωμένη πορεία στό σκότος.
Ὁ προφήτης μας διδάσκει πολλά ἀπό τά κείμενά του. Κάνει καί κάτι ἰδιαιτέρως σπουδαῖο· ψυχογραφεῖ τίς παθογένειες τῆς ἀνθρώπινης καρδιᾶς καταγράφοντας τήν σημερινή πραγματικότητα περίπου δύο χιλιάδες καί ὀκτακόσια χρόνια π.Χ. Ἄς δοῦμε πῶς κυβερνοῦσαν οἱ ἡγεμόνες στήν ἐποχή του; Πῶς φέρονταν οἱ δικαστές;
«Οἱ ἄρχοντες σου ἀπειθοῦσι, κοινωνοί κλεπτῶν, ἀγαπῶντες δῶρα, διώκοντες ἀνταπόδομα, ὀρφανοῖς οὐ κρίνοντες καί κρίσιν χηρῶν οὐ προσέχοντες».[3]
«Ἀλλοίμονον εἰς ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι λέγουν καί παριστάνουν τό κακόν ὡς καλόν καί τό καλόν ὡς κακόν καί οἱ ὁποῖοι διά τῶν πράξεών των παρουσιάζουν τό σκότος ὡς φῶς καί τό φῶς ὡς σκότος, οἱ ὁποῖοι πείθουν μέ τό παράδειγμά των καί τούς ἄλλους, ὅτι τό πικρόν εἶναι γλυκύ καί τό γλυκύ εἶναι πικρόν».[4]
Θά ἔλεγε κάποιος ὅτι μέ τίς δύο αὐτές περικοπές τοῦ βιβλίου του καταγράφει τήν σημερινή πραγματικότητα.

Ἐκτός τῶν προαναφερομένων, ὁ προφητικός λόγος ἔχοντας καί ἄλλες ἐκφάνσεις προσφέρει σημαντικά μηνύματα. Γίνεται προτρεπτικός ὅταν διαβάζουμε:
«Λούσασθε, καθαροί γένεσθε, ἀφέλετε τάς πονηρίας ἀπό τῶν ψυχῶν ὑμῶν, ἀπέναντι τῶν ὀφθαλμῶν μου, παύσασθε ἀπό τῶν πονηριῶν ὑμῶν».[5]
Γίνεται ὅμως καί προειδοποιητικός:
«Ἐάν δέ μή θέλητε, μηδέ εἰσακούσητέ μου, μάχαιρα ὑμᾶς κατέδεται×τό γάρ στόμα Κυρίου ἐλάλησε ταῦτα».[6]

Κορυφαῖο ὅμως γεγονός στήν προφητική του διδασκαλία εἶναι ὁ πόθος μιᾶς κοινωνίας πραγματικῶν ἀνθρώπων μέ κοινό τήν ἀγάπη, τήν συναδέλφωση καί τήν εἰρήνη τῶν λαῶν.
«Καί θά κρίνη μεταξύ τῶν ἐθνῶν ἀναγνωριζόμενος ὑπ᾽ αὐτῶν ἀνώτατος νομοθέτης καί κριτής καί θά ἐλέγξῃ ὡς κυρίαρχος πολύν λαόν. Καί ὅλοι αὐτοί θά μετατρέψουν τάς μαχαίρας των εἰς ἀλέτρια καί τά δόρατά των εἰς δρεπάνια καί δέν θά πάρη ἔθνος ἐναντίον ἔθνους μάχαιραν διά νά πολεμήσῃ κατ᾽αὐτοῦ καί δέν θά μάθουν πλέον τήν τέχνην νά πολεμοῦν ὁ εἷς κατά τοῦ ἄλλου».
Τάδε λέγει Κύριος».

Ἀρχιμ. Ἰάκωβος Κανάκης


Καὶ μὲ ἀφορμὴ τὴν παράθεση τοῦ τελευταίου χωρίου ἀπὸ τὸν προφήτη Ἡσαΐα προσθέτουμε —ἀντὶ σχολίου— ἀπόσπασμα ἀπὸ ὁμιλία τοῦ ἀείμνηστου π. Ἀθανασίου Μυτιληναίου στὸν προφήτη.

«Πότε, ὅμως, θὰ ἔρθει αὐτὴ ἡ εἰρήνη, ποὺ οἱ λαοὶ δὲν θὰ κάνουν πόλεμο μεταξύ των;
Ὅταν πιστέψουν καὶ ὑποδεχθοῦν τὸν ἀρχηγὸ τῆς εἰρήνης.
Ἡ εἰρήνη, λοιπόν, εἶναι ἡ συνέπεια καὶ ὁ καρπὸς τῆς χριστιανικῆς Πίστεως· τῆς Πίστεως εἰς τὸ πρόσωπό Του.
Ἔγινε ὅμως ἀποδεκτὴ αὐτὴ ἡ πίστις;
Μερικῶς ἔγινε ἀποδεκτή. Τί σημαίνει αὐτό; Σημαίνει ὅτι δὲν μπορεῖ νὰ ἔλθει ὁ καρπός, ἀπὸ τὴν παρουσία τοῦ ἀρχηγοῦ τῆς εἰρήνης, ἐπειδὴ δὲν ἐπίστευσαν οἱ ἄνθρωποι. Ὁ Ἡσαΐας τὸ λέγει αὐτό, γιὰ νὰ δείξει ὅτι, ἂν θὰ πίστευαν καὶ θὰ ἀπεδέχοντο, σίγουρα θὰ εἶχαν τὸν καρπὸν αὐτὸν τῆς καταπαύσεως τῶν πολέμων· ἐφ’ ὅσον, ὅμως, δὲν θὰ ἐγίνετο δεκτόν, ὤ τότε, ἀντίθετα, ὁ πόλεμος θὰ τρώει τοὺς ἀνθρώπους.
Καὶ μᾶς τὸ ἐβεβαίωσε ὁ Χριστὸςμὲ προφητεία δική του, ὅτι δὲν θὰ γίνει δεκτός, καὶ τότε θὰ ξεσπάσουν παγκόσμιοι πόλεμοι (Ματθ. 24, 7): «ἐγερθήσεται γὰρ ἔθνος ἐπὶ ἔθνος καὶ βασιλεία ἐπὶ βασιλείαν». Παγκοσμίου διαστάσεως ὁ πόλεμος. Εἴδατε; Κοιτάξτε δὲ τὶς ἴδιες λέξεις, εἶναι ἐκπληκτικόν! Τί λέει ὁ Ἡσαΐας: «Ἔθνος ἐπ’ ἔθνος δὲν θὰ σηκώσει μαχαῖρι». Ὁ Χριστὸς λέγει «ἔθνος ἐπὶ ἔθνος θὰ ξεσηκωθοῦν γιὰ νὰ κάνουν πόλεμο».
Ἄρα, εἶναι ὁλοφάνερο πιά, ὅτι ἡ ὡραία εἰκόνα τῆς εἰρήνης, ποὺ μᾶς προαναγγέλει ὁ Ἡσαΐας, θὰ ἤρχετο μόνον, ἐὰν ἐγίνετο ὁ Χριστὸς δεκτὸς σὰν ὁ ἀρχηγὸς τῆς εἰρήνης.
Δυστυχῶς ἡ ἀνθρωπότητα ποτὲ δὲν θὰ γνωρίσει παγκόσμιον εἰρήνην, ὅπως τὴν διαγράφει ἐδῶ ὁ προφήτης, ἐπειδὴ δὲν ἀπεδέχθη, οὔτε θὰ ἀποδεχθεῖ—προσέξτε, οὔτε θὰ ἀποδεχθεῖ, κατὰ τὶς Εὐαγγελικὲς προφητεῖες τοῦ Χριστοῦ—τὸν Χριστόν· δὲν θὰ ἀποδεχθεῖ.
Αὐτὸ, λοιπόν, ποὺ διαβάσαμε, ὅτι θὰ ὑπάρχει αὐτὴ ἡ βαθειὰ εἰρήνη ἐπάνω στὴν γῆ, ἀναφέρεται στὸν καρπὸ ποὺ δὲν θὰ ἔλθει ποτέ.
Τὸ ὑπογραμμίζω: Αὐτὴ ἡ βαθειὰ εἰρήνη μεταφέρεταιπλέον, εἰς τὴν οὐράνιον βασιλείαν τοῦ Θεοῦ. Ἐκεῖ ποὺ θὰ μαζευτοῦν, ὅσοι θὰ ἔχουν πιστέψει στὸν Χριστὸν σὰν τὸν ἀρχηγὸ τῆς εἰρήνης. Ἂν ἐπιμένουμε, ἐδῶ στὴ γῆ νὰ τὴν δοῦμε αὐτὴν τὴν εἰρήνη, τότε γινόμαστε κυνηγοὶ μιᾶς οὐτοπίας, ἢ φθάνουμε εἰς τὴν αἵρεση τῶν Χιλιαστῶν ποὺ περιμένουν μίαν παγκοσμίαν εἰρήνην! Πέφτουμε στὸν χῶρο τῆς αἱρέσεως.
Τὴν εἰρήνην, ἀγαπητοί μου, μόνο σὲ διαστάσεις προσωπικῆς ὑπάρξεως μπορεῖ νὰ τὴν συναντήσουμε, ἢ σὲ μικρὲς ὁμάδες χριστιανῶν. Γιατί; Γιατὶ ἡ σωτηρία σὲ τελευταία ἀνάλυση, εἶναι προσωπικὴ ὑπόθεση. Γι’ αύτὸ ὁ καθένας ἂς ἀγωνίζεται τὸν προσωπικό του ἀγώνα, καὶ τότε θὰ ἔχει τὴν εἰρήνη τοῦ ἀρχηγοῦ τῆς εἰρήνης!».

† Ἀρχιμ. Ἀθανάσιου Μυτιληναίου
____________________
[1] Ἠσ.1,7.
[2] Ἡ μετάφραση εἶναι τοῦ καθηγητοῦ Παναγιώτου Τρεμπέλα βλ. Ὑπόμνημα εἰς τόν Προφήτην Ἠσαΐαν, Ἀθῆναι 1990, σ.22.
[3] Ἠσ.1,23.
[4] Τρεμπέλα Παν., Ὑπόμνημα εἰς τόν Προφήτην Ἠσαΐαν, Ἀθῆναι 1990, σ.80.
[5] Ἠσ.1,16[6] Ἠσ.1.19.

ΟΧΙ ΕΛΛΗΝ ΑΛΛΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΣ!!! ΝΑ ΤΟ ΙΔΑΝΙΚΟ ΤΩΝ ΑΝΟΗΤΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ!

ΚΙΝΔΥΝΕΥΕΙ Η ΕΛΛΑΔΑ ΝΑ ΓΙΝΗ ΑΓΝΩΡΙΣΤΗ
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΑΞΗ ΣΤΗΝ Ε.Ε.

ΠΩΣ ΘΑ ΕΠΙΤΡΕΨΟΥΜΕ Η ΜΙΚΡΗ ΜΑΣ ΠΑΤΡΙΔΑ Η ΟΠΟΙΑ ΕΘΕΜΕΛΙΩΘΗ ΜΕ ΤΑ ΑΙΜΑΤΑ ΤΩΝ ΠΡΟΓΟΝΩΝ ΜΑΣ ΝΑ ΓΙΝΗ ΔΙΕΘΝΗΣ ΟΙΚΟΣ ΑΝΟΧΗΣ ΤΗΣ ΕΟΚ;

Απόσπασμα «ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΣΠΙΘΑΣ»φυλ. 386, Ιουνίου-Ιουλίου 1977
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου

«…Αντιληφθήκατε, παρακαλώ τον κίνδυνο; Είναι κίνδυνος που απειλεί αυτήν τούτην την υπόστασιν του Ελληνικού Έθνους, το οποίο διακρίνεται εν μέσω λαών δια τα ιδιάζοντα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της εθνικής ταυτότητος του. Εκδιώκεται το θρησκευτικόν μάθημα από τα σχολεία των άλλων κρατών της Ε.Ο.Κ; Πρέπει να εκδιωχθεί και από το ιδικόν μας εκπαιδευτικό πρόγραμμα. Εισάγεται εκεί ως μάθημα αναγκαίον η σεξουαλική διαπαιδαγώγηση της νεολαίας; Πρέπει να εισαχθεί και εδώ. Εγκρίνεται εκεί το αυτόματο διαζύγιο; Και εδώ πρέπει να εγκριθεί. Εψηφίσθη εκεί ως νόμιμος πράξη η αμβλωση; Και εδώ πρέπει να ψηφισθεί. Απαλλάσσονται πάσης ποινικής και ηθικής ευθύνης οι ομοφυλόφιλοι; Και εδώ πρέπει να γίνει το ίδιο. Εις όλα πρέπει να συμπορευώμεθα με την Ε.Ο.Κ. Η νομοθεσία πρέπει να εκσυγχρονισθεί συμφώνως προς τα πρότυπα της Ε.Ο.Κ.Έτσι η Ελλάς, δεμένη πλέον εις το άρμα της Ε.Ο.Κ., κινδυνεύει να χάσει την ηθική και θρησκευτική της ταυτότητα και να γίνει αγνώριστος. Όχι Έλλην, αλλὰ Ευρωπαίος, αυτό εἶναι το ιδανικό των νεωτέρων Ελλήνων, οι οποίοι έχουν θαμβωθεί από τα «κάλλη» της Ε.Ο.Κ.
Και μόνο δια τον κίνδυνο αυτό της αλλοιώσεως του χαρακτήρα της Ελλάδος έπρεπε ν᾽ αποκρουσθεί η ένταξις. Με την ἐλεύθερη είσοδο αισχρών εραστών του μαμωνά, ανθρώπων τυχοδιωκτών, αμοραλιστών, υλιστών και αθέων, η Ελλάς, η προσφιλής μας Πατρίς, κινδυνεύει να γίνει «Γαλιλαία των εθνών». Και να ομιλήσωμε σαφέστερα, θα γίνει ἡ Ελλάς διεθνές πορνείον Ποιός τίμιος άνθρωπος ενοικιάζει, και με υπέρογκα ακόμη μισθώματα, το πτωχικόν του σπίτι, δια να γίνει οίκος ανοχής; Και πως θα επιτρέψουμε, αυτός ο μικρός οίκος, ο οποίος εθεμελιώθη με τα αίματα των προγόνων μας, να γίνει διεθνής οίκος ανοχής; Και αν ακόμη η Ε.Ο.Κ. επρόκειτο να στρώσει τους δρόμους μας με χρυσόν και να ικανοποιήσει όλας τας υλικάς επιθυμίας και ανάγκας μας, και πάλι δεν θα επιτρέπετο να δεχθώμεν την ηθικήν κατάπτωση και το “ξεπούλημα”».
Προτιμότερο πτωχοί με τον Χριστό, παρά εκατομμυριούχοι με τον διάβολο!

Οι ανησυχίες του γέροντος αγωνιστού ακρίτα ιεράρχου, που φύλαγε άγρυπνος τις Θερμοπύλες του Βορρά, επαληθεύονται σήμερα. Όλα αυτά τα ηθικά κακά, που αναφέρει ο Γέροντας το 1977, ήλθαν στην Ελλάδα και έγιναν νόμοι του κράτους. Και τρώγοντας ανοίγει η όρεξη των μεγάλων· Οι ισχυροί της γης ζητούν παράλογα πράγματα από την Ελλάδα και επειδή δεν βρίσκουν καμμία αντίσταση, την οδηγούν στο χείλος του ηθικού και οικονομικού γκρεμού. Μια ματιά στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων σήμερα, αρκεί για να μας το βεβαιώσει.

ΔΥΣΤΥΧΩΣ, ΔΕΝ ΕΧΟΥΜΕ ΕΛΛΗΝΑΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥΣ ΠΟΥ ΝΑ ΤΙΜΟΥΝ ΤΗΝ ΨΗΦΟ ΠΟΥ ΤΟΥΣ ΔΙΝΕΙ Ο ΛΑΟΣ ΚΑΙ ΝΑ ΑΓΑΠΟΥΝ ΤΗΝ ΕΝΔΟΞΗ ΑΥΤΗ ΠΑΤΡΙΔΑ!
ΜΟΛΙΣ ΕΚΛΕΓΟΥΝ ΑΡΝΟΥΝΤΑΙ ΤΑ ΠΑΝΤΑ ΚΑΙ ΚΑΝΟΥΝ ΚΟΛΟΤΟΥΜΠΑ ΣΤΑ ΚΑΘΑΡΜΑΤΑ ΤΗΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗΣ.

Ή περιεκτική μετάνοια

Αδελφοί και πατέρες, σάς καλώ και πάλι νά σκε­φτούμε τόν καθολικό μας σκοπό, πού είναι ή συνεχής μετάνοια. Έάν αναλογισθούμε την πρώτη κατασκευή τοΰ ανθρώπου κατά τή δημιουργία, τήν ανάπλαση μας από τό Θεό Λόγο, τό ύψιστο τέρμα των θείων επαγγε­λιών,, πού μας χάρισε ή θεία παναγάπη, καί ότι όλα αυ­τά τά στερούμαστε —καί μάλιστα μέ ποινή αιώνιας καταδίκης— εξαιτίας της απροσεξίας καί αμέλειας μας, πραγματικά μας καταπνίγει ή απόγνωση.Εύλογητός όμως ό Θεός πάντοτε, νϋν καί στην αιωνιότητα, ό όποιος μας λυπήθηκε καί μας χάρισε τή μετάνοια, μέ τήν οποία ανακαλούμε αυτά πού χάσαμε, επανακτούμε τή θέση μας καί κληρονομούμε όσα ή πα­ναγάπη καί ή Χάρη του μας 
υπόσχεται.

Μετάνοια* τό απόλυτο καθήκον της μοναστικής μας ζωής καί ιδιότητας. Μετάνοια- ή ανεύρεση αυτών πού χάσαμε. Μετάνοια- ή εξυγίανση αυτών πού έχουν διαφθαρεί. Μετάνοια- ή εξόφληση τών χρεών. Μετά­νοια- ή ανάσταση τών νεκρών μελών, πού παραμόρφωσε ή αμαρτία, ή προδοσία καί ή άρνηση. Μετάνοια- τό βέβαιο σωσίβιο αυτών πού βυθίστηκαν στό πέλαγος της μάταιης αυτής ζωής. Μετάνοια- ό κύριος καί πραγ­ματικός στόχος καί προορισμός τοΰ«πεπτωκότος άν­θρωπου».
Μέ βάση τούς βίους, διδαχές καί υποδείξεις των Πατέρων μας βαδίζουμε απρόσκοπτα, όσοι θέλουμε νά πετύχουμε τούς ίδιους μέ αυτούς σκοπούς. Καί σχο­λιάζουμε τώρα τά συστήματα τής πρακτικής.
Μέ καλή αρχή τά ιερά λόγια: «Αρχή σοφίας φό­βος Κυρίου» (Παρ. θ', 10) καί «τω φόβω Κυρίου έκκλίνει πάς από κακοϋ» (Παρ. ιε', 27) ξεκινούμε τήν πορεία τής ανάστασης μας. Ή περιεκτική μετάνοια χαρακτηρί­ζεται ως «κλϊμαξ», πού ανεβάζει —όσους είναι πεσμέ­νοι στή γή— στόν ουρανό, όπου βρίσκεται ή πραγματι­κή μας πατρίδα.
Ό φόβος γέννα τή νήψη καί τήν προσοχή. Ή νήψη τηρεί τίς εντολές. "Οταν τηρούνται οί εντολές γεν­νούν τό ζήλο, πού σηκώνει τό βάρος τής πρακτικής φι­λοπονίας. Έάν ό ζήλος δέν σκορπιστεί από αμέλεια ή από κάποια άλλη απροσεξία, συσφίγγει τά μέλη σε ακριβέστερη φιλοπονία. "Ετσι προκαλείται ή παρου­σία τής Χάρης —όχι περιστασιακά— αλλά υπό μορφή ενδημική, ή οποία μυστικά παρηγορεί καί ενθαρρύνει τό νου στήν ακρίβεια τής εκλογής καί τής επιμονής πρός τή μάχη καί πάλη κατά τής χαύνωσης.
Σέ όσους άθλοΰν νόμιμα στό πολύπονο στάδιο τής φιλοπονίας, χρήσιμη βοηθός και συμπαραστάτρια είναι ή εγκράτεια καί ή ακρίβεια τής τήρησης τοΰ προ­γράμματος. Καί. τά δύο θεωροΰνται απαραίτητα μέσα προαγωγής. Ίο τοΰ Άποοτόλου «ό άγωνιζόμενος πάν­τα έγκρατενεται» (Α' Κορ. θ', 25), θεωρείται επιβεβλη­μένη άρχή, πού συναντούμε επίμονα στους βίους των Πατέρων μας. Μόνο ή εγκράτεια —ως αποτελεσματικό μέσο— καθαιρεί τή μητέρα του θανάτου ηδονή.
Ή επιμονή στό πρόγραμμα, πού είναι σωτήριο μέσο στόν πνευματικό μας αγώνα, διευκολύνει τήν παράτα­ση της εγκράτειας.Μή λησμονούμε ότι οι ακατονόμα­στοι λόγοι καί προφάσεις, χάριν δήθεν τής βιολογικής μας σύστασης, αλλοιώνουν τήν επιμονή τής εγκράτει­ας. Τό παράδειγμα τοϋ Κυρίου μας —ως καθηγητή τής εγκράτειας (νηστείας)— στήν έρημο, πείθει γιά τήν α­ναγκαιότητα τής επιμονής στό πρόγραμμα ολόκληρης τής αγωνιστικότητας. "Αν καί ή Γραφή λέγει ότι ό Κύ­ριος μας «έπείνασε» (Ματ. δ', 2), εν τούτοις δέν υποχώ­ρησε στό γαργαλισμό των αισθήσεων τής δήθεν βιολο­γικής αναγκαιότητας, αλλά παρέμεινε τηρητής τοϋ προγράμματος τής ασκητικής αγωνιστικότητας. Μέ τήν πίστη στή θεία Πρόνοια έλυσε τό πρόβλημα τής ανάγκης τής πείνας, πού φαινόταν ότι πίεζε. Αυτό τό παράδειγμα νά μή λείψει ποτέ από τό οπλοστάσιο τής πνευματικής μας άμυνας.
"Οπως αντιμετωπίζουμε τόν πόλεμο τής αμαρτίας στόν αισθητό κόσμο των πραγμάτων, έτσι νά τόν αντι­μετωπίζουμε καί στό νοητό κόσμο των νοημάτων, πού είναι καί δυσκολώτερος καί ταχύτερος στήν προσβολή καί επίθεση του. Σ'αυτό πολύ μας ωφελεί ή μελέτη καί πείρα των Γραφών καί των πατερικών διηγημάτων, α­πό τά όποια παίρνει δύναμη ό νους καί αμύνεται στό νοητό καί αόρατο πόλεμο. 'Από αυτά ξυπνά ή μνήμη τοΰ Θεοΰ καί ενεργοποιείται ή δλη του παναγαθότητα, πού συνεχώς μας περιβάλλει.Άπ' εδώ αρχίζει καί τό πανίσχυρο μας όπλο, ή προσευχή, χωρίς την όποια δεν μπορεί νά επιτευχθεί τί­ποτα. Ερμηνεύοντας οί Πατέρες αυτό πού λέει ό Δαυ­ίδ, «εί'ς τάς πρωίας άπέκτεινον πάντας τους αμαρτω­λούς της γης» (Ψαλμ. ρ', 8), υποδεικνύουν μέ επαινετή επιμονή τή σημασία τοΰ αγώνα. Ό αγώνας πρέπει νά γίνεται μέ βία άπό τήν αρχή, πριν ό νους σκορπιστεί στις μνήμες τοΰ παρελθόντος, λόγω τοΰ μετεωρισμοΰ. Πρώτο καθήκον στό πνευματικό στάδιο τοΰ αόρατου καί πολύμορφου πολέμου είναι ή εργασία στό νοΰ άπ' όπου τά ακατονόμαστα νοήματα ξεκινούν άπό «πρωί­ας», δηλαδή άπό τήν αρχή. Καί αυτό κατορθώνεται μέ τή μνήμη τοΰ Θεοΰ «άπό φυλακής πρωίας» (Ψαλμ. ρκθ', 6) καί μέ τήν επίμονη επίκληση τοΰ πανάγιου ονό­ματος του, μέ τήν οποία φανερώνεται ή πρόθεση γιά υ­ποταγή στό θείο του θέλημα.
Στή νοητή "Ιερουσαλήμ, πού είναι ή προσοχή τοΰ νοΰ, πριν ακόμη αποκτήσει τήν ησυχία, εισερχόμαστε μέ τήν «έν γνώσει» σιωπή τοΰ στόματος. Δεύτερο βήμα είναι ή εγκράτεια στή δίαιτα μας. Επιδιώκεται ή κατά δύναμη λιτότητα καί ή αποφυγή τοΰ κορεσμού. Τρίτη προσπάθεια προβάλλουμε τή μελέτη των ιερών κειμέ­νων, της θείας Γραφής καί των συγγραμμάτων τών όσι­ων Πατέρων μας, μέ τή μνήμη τοΰ θανάτου πού ακο­λουθεί.
"Ω! Πόσο ωφέλιμη είναι αυτή ή εργασία τής μνή­μης τοΰ θανάτου. Είναι εξάλλου τόσο αισθητή, γιατί καθημερινά εγκαταλείπουν τή ζωή συνάνθρωποι μας, άλλά και αυτοί οί προγονοί, μας! Μακάριος είναι εκεί­νος, πού κατόρθωσε και πήρε ώς σύζυγο του ισόβια αυτήν τή σκέψη και μνήμη. Άπ' τήν αρχή πρόκοψε και ξέφυγε τις πολυποίκιλες παγίδες του θανάτου.
Επειδή αποκτήσαμε μεταπτωτικά τήν τρεπτότητα και εύκολα αλλάζουμε ανάλογα μέ τό περιβάλλον μας, είναι ωφέλιμη ή προσπάθεια νά αποκτήσουμε κα­λές συνήθειες, πού μας συγκρατούν στις πιέσεις των ποικίλων αντιθέσεων του άντιστρατευόμενου νόμου, μέ τόν όποιο ή αμαρτία μας παραμόρφωσε. "Οταν μας γί­νουν συνήθεια οί πρακτικές αρετές γιά τις όποιες προ­σπαθούμε —ή εγκράτεια, ή σιωπή και όσες έχουν σχέ­ση μέ τήν αντίσταση κατά των αισθήσεων και κατά τοΰ νόμου της διαστροφής—, τότε γίνεται σέ μας εύκολος ό τρόπος νά κρατούμε τό νού μέ τήν επίμονη ευχή.Συνιστούμε τήν επιμονή στό πρόγραμμα. Μέ αυ­τήν αποφεύγεται ό μαρασμός τοΰ θείου ζήλου και ή ε­πίδραση τοϋ αρνητικού περιβάλλοντος, πού μας εμπο­δίζει νά κατορθώσουμε τό δικό μας στόχο και σκοπό. Ή προσοχή στήν τήρηση τοΰ προγράμματος, όχι μόνο δέν παραδέχεται τήν έλλειψη (παράλειψη), άλλά απο­φεύγει και τήν υπερβολή· γιατί και τά δύο ταράζουν τήν ισορροπία. Τότε σβήνει ό ζήλος και ή θέρμη, πού είναι οί κινητήριες δυνάμεις. Ή πατερική εμπειρία μαρτυρεί ότι τήν προσεκτι­κή και μέ ακρίβεια πρακτική ζωή ακολουθούν οί πει­ρασμοί. Είναι, κατά κάποιο τρόπο, ό έλεγχος της γνη­σιότητας του αγώνα και της«κατά Θεόν» άσκησης. Δέν προκαλούν όμως οί δοκιμασίες —μέσω των ποικίλων πειρασμών— ούτε αποθάρρυνση, ούτε φόβο, ούτε ύπο­χώρηση. Χρειάζεται επιμονή μέ προσοχή, ώστε οΰτε νά ξεθαρρεύει κάποιος, άλλά και οΰτε νά φοβάται· κρατώ­ντας τήν πίστη —μέ τήν όποια ή θεία Χάρη τόν οδήγησε μέχρι τό σημείο αυτό της νόμιμης πάλης— νά τά αφήνει όλα στήν υπακοή καί τήν εξάρτηση του από τους πνευματικούς πατέρες.
"Αν καί πάντοτε γιά τόν αγωνιζόμενο θεωρείται απαραίτητο στοιχείο ή προσευχή, ειδικά τήν ώρα των πειρασμών επιβάλλεται επιτακτικά. Κανένας άλλος τρόπος —όσο ή ευχή μέ αύτομεμψία καί ταπείνωση— δέν απομακρύνει τήν παρουσία των πειρασμών στους οποίους υπάρχει αισθητά ή σατανική ενέργεια.«Επι-κάλευαίμε εν ημέρα θλίψεώς σον, καί έξελοϋμαί σε καί δοξάσεις με» (Ψαλμ. μθ', 15), λέγει ό ψαλμωδός.
"Οπως άπό τήν είσοδο των αισθήσεων ανεβαίνει ό θάνατος, κατά τή Γραφή, κατά τόν ϊδιο τρόπο καί ή Χάρη απωθείται καί αποσύρεται. "Ενα σαφέστατο δείγμα αυτής της φθοράς είναι ή ακράτεια τοΰ στόμα­τος μέ τήν πολυλογία. Τί κερδίσαμε μέ τή φλυαρία σ" όλη μας τή ζωή; Ποιος δέν γνωρίζει τή ζημιά, πού προ­καλούν τά απρόσεκτα λόγια, άπό τά όποια δημιουρ­γούνται οί παρεξηγήσεις, τά μίση, οί κατηγορίες, οί χωρισμοί τών φίλων ή καί τών συγγενών; Τό σπου­δαιότερο όμως, είναι ή πρόκληση λύπης στό Πνεύμα τό "Αγιο, πού αποστρέφεται τήν πολυλογία. Δίκαια λέγε­ται ότι «εκ πολυλογίας ουκ έκφεύξη άμαρτίαν» (Παρ. ι', 19) καί πάλι, κατά τό ρητό, «κρεϊσσον πεσεϊν άπό ύψους η πεσεϊν άπό γλώσσης».
Σύ, ό φιλόθεος καί φιλόπονος, στήν ψυχή τοΰ οποίου μίλησε ή Χάρη, καί ήδη ασχολείσαι μέ τή σωτη­ρία σου, πώς θέλεις νά δουλεύεις σε δυό κυρίους;<<Ακούσομαι τί λαλήσει έν έμοί Κύριος» (Ψαλμ. πδ', 8), λέ­γει ό Δαυΐδ. Άλλα πώς θά λαλήσει καί σε μας ό Κύριος, δταν ή γλώσσα καί ό νους ταξιδεύει στους ορίζοντες καί ανακρίνει τίς πράξεις τών ανθρώπων;
Ω μακάρια σιωπή, ή πύλη της σοφίας καί της θε­ϊκής γνώσης· τό φως τοΰ νου καί ή φωτιά του θείου ζή­λου καί ή ακούραστη φιλοπονία, πού προέρχεται άπ' αυτόν.
Δώσε μας, πανάγαθε Κύριε, τή μακάρια σιωπή· τή στάθμη της προόδου, τήν οποία καί σύ κράτησες μπροστά στους άρχοντες αύτοΰ τοΰ αιώνα καί έδωσες σέ μας τή σωτηρία καί ανάσταση, ως ό πρώτος καί μό­νος νικητής τοϋ ψεύδους, της υποκρισίας, της φθοράς καί του θανάτου. 



ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ "ΒΑΤΟΠΑΙΔΙΝΕΣ ΚΑΤΗΧΗΣΕΙΣ"του ΓΕΡΟΝΤΑ ΙΩΣΗΦ ΒΑΤΟΠΑΙΔΙΝΟΥ.


Ο άγιος Κοσμάς, είχε μεγάλη και θερμή αγάπη στην Παναγία, είχε Θεοτοκοφιλία

Σκέφθηκα, λοιπόν, επειδή διερχόμεθα ακόμη τον μήνα Αύγουστο, που τον έχουμε ολόκληρο αφιερωμένο στην Κυρία Θεοτόκο και τον ονομάζουμε «θεομητορικό» μήνα, να μιλήσω για την Παναγία μας κατά την διδασκαλία όμως του αγίου Κοσμά του Αιτωλού.
Ο άγιος Κοσμάς, είχε μεγάλη και θερμή αγάπη στην Παναγία. είχε θεοτοκοφιλία. Και φυσικό ήταν αυτό γιατί ήταν αγιορείτης και γιατί βγήκε από Μοναστήρι, που είχε την θαυματουργό Εικόνα, την Παναγία Γλυκοφιλούσα. Σ’ αυτή την Εικόνα προσευχόταν, απ’ αυτή την Εικόνα έλαβε την ευχή για την ιεραποστολική του περιπέτεια και για την Παναγία, λοιπόν, μιλούσε πάντοτε ο άγιος στο ακροατήριο του.

Θα σας αναφέρω δύο – τρία σημεία από το κήρυγμα του για την Παναγία, στα οποία φαίνεται η ορθόδοξη πατερική θεολογία του.
(α) Πρώτα-πρώτα ο άγιος μιλούσε για το όνομα της Παναγίας. Το όνομά Της είναι ΜΑΡΙΑ. Εξήντα δύο ερμηνείες έχουν δοθεί για το όνομα «Μαρία», αλλά η καλύτερα ερμηνεία είναι του αγίου Κοσμά του Αιτωλού. 
Όπως το όνομα «Νικόλαος» για τον άγιο σημαίνει αυτόν που νικάει τα πάθη και τους δαίμονες, όπως το όνομα «Γεώργιος» σημαίνει αυτόν που είναι γεωργημένο φυτό και έχει λοιπόν καρπούς και αρετές και όπως πάλι το όνομα «Παρασκευή» σημαίνει αυτή που παρασκευάζεται, που προετοιμάζεται για τα αιώνια αγαθά, έτσι και το όνομα της Παναγίας έχει κάποια ιδιαίτερη σημασία.
Ο άγιος Κοσμάς το όνομα της Παναγίας ΜΑΡΙΑ το παράγει από το εβραϊκό ρήμα «χαγιά», που σημαίνει «υπάρχω», «ζω», «κυριεύω». Και το παράγει ο άγιος το θεομητορικό όνομα από το ρήμα «χαγιά», γιατί αρέσκεται στην ονομασία της Παναγίας από τον ευαγγελιστή Λουκά, που Την καλεί «ΜΑΡΙΑΜ». Μαριάμ – Μαριγιάμ είναι από το «χαγιά». Και όπως από το ίδιο ρήμα στην Παλαιά Διαθήκη καλούμε τον Θεό «Γιαχβέ», που σημαίνει «Κύριος», έτσι η Παναγία μας, που καλείται «Μαριάμ – Μαριγιάμ», από το ίδιο πάλι ρήμα, που ονομάζουμε τον Θεό, σημαίνει «Κυρία». «Κύριος» ο Θεός, «Γιαχβέ». «Κυρία» η Παναγία. «Μαριγιάμ» η «Μαρία», συντετμημένο το όνομά Της. «Κυρία»! Ωραίο όνομα! Βασίλισσα όλου του κόσμου! 

Έλεγε, λοιπόν, ο άγιος στα κηρύγματά του: «”Μαρία” θέλει να ειπή “κυρία”, ωσάν όπου* εμελλεν η Θεοτόκος να γίνη βασίλισσα του ουρανού και της γης και πάσης νοητής και αισθητής κτίσεως, να παρακαλη διά τας αμαρτίας μας». Δεν σας κάνει εντύπωση, αδελφοί μου, ο άγιος να θέλει να ερμηνεύει καλά τα ονόματα και να εξάγει από τις ερμηνείες πού δίνει αυτά τα ωραία πνευματικά νοήματα για την ωφέλεια των ακροατών του; 
«Κυρία», λοιπόν, σημαίνει το όνομα της Παναγίας μας «Μαρία», κατά τον άγιο Κοσμά τον Αιτωλό. Έτσι, «Κυρία», αρεσκόταν να ονομάζει και ο άγιος Νεκτάριος στην προσευχή του την Παναγία. Της μιλούσε μάλιστα και στον πληθυντικό αριθμό. Και όταν Αυτή του εμφανιζόταν στην προσευχή του — συχνή αύτη η θεοπτία στον άγιο Νεκτάριο — αυτός Της έλεγε: «Σεις, Κυρία»!


(β) Άλλο θέμα που έθιγε ο άγιος Κοσμάς για την Παναγία ήταν η μνηστεία Της. Γιατί εμνηστεύθη η Παναγία, αφού δεν είχε σκοπό τον γάμο με τον Ιωσήφ; Γιατί ο λόγος Της προς τον αρχάγγελο Γαβριήλ, «πώς έσται μοι τούτο, επεί άνδρα ου γινώσκω;», σημαίνει ότι δεν είχε σκοπό τον γάμο, γιατί διαφορετικά δεν στέκει το ερώτημα Της αυτό. Είναι μια ολόκληρη θεολογία αυτό, η μνηστεία της Παρθένου. Γιατί εμνηστεύη η Παρ­θένος; 
Ο άγιος Κοσμάς, μη θέλοντας φαίνεται να αναπτύξει όλη την θεολογία περί της μνηστείας της Παρθένου και να κουράσει το ακροατήριο του, που ήταν ακατήχητο, το ξεπερνούσε αυτό με αυτη την περίεργη έκφραση: 
«Αρραβώνιασαν την Παρθένο — έλεγε, «διά πολλάς οικονομίας». Από αυτή όμως την έκφραση φαίνεται καθαρά ότι ο άγιος είχε μελετήσει τους αγίους Πατέρες τι ακριβώς λέγουν για το θέμα αυτό, γιατί οι Πατέρες θεωρούν πράγματι ως «οικονομία Θεού» την μνηστεία της Παρθένου. 
Να πως ερμηνεύουν οι άγιοι Πατέρες το θέμα: 
“Ο προφήτης Ησαΐς είχε πει ότι ο Μεσσίας θα γεννηθεί από παρθένο. Ο διάβολος τώρα, που δεν είχε συμφέρον να γεννηθεί ο Μεσσίας, γιατί θα του έσπαγε το κεφάλι, θα του κατέλυε, δηλαδή, το έργο του, «έβαλε πείσμα», που το λέμε, όλες οι γυναίκες να έλθουν σε γάμου κοινωνία, για να μη υπάρξει παρθένος και να μη γεννηθεί ο Μεσσίας. Ο Θεός, όμως, είχε εκλέξει την Παρθένο Μαρία της Να­ζαρέτ για να γίνει η Μητέρα του Μεσσία. Και για να διαφύγει την προσοχή του διαβόλου η παρθενία Της και να νομίσει ο απατεώνας ότι και Αυτή θα πανδρευτεί. οικονόμησε ο Θεός να μνηστευθεί τον Ιωσήφ, ακριβώς γι’ αυτό τον λόγο: Για την εξαπάτηση τού διαβόλου. Και λέγει από παλαιά ο άγιος Ιγνάτιος ο θεοφόρος: 
« Έλαθον τον άρχο­ντα του αιώνος τούτου η παρθενία Μαρίας, ο τοκετός αυτής και ο θάνατος του Κυρίου. Τρία μυστήρια κραυγής, άτινα εν ησυχία Θεού επράχθη». Και μετά από αυτόν οι άγιοι Πατέρες ομιλούν για οικονομία Θεού, όταν μιλούν για την μνηστεία της Παρθένου. Όλους αυτούς τους αγίους Πατέρες διάβασε ο αγιορείτης ιερομόναχος άγιος Κοσμάς και όταν μιλούσε για την μνηστεία της Παρθένου έλεγε την πατερική έκφραση ότι Αυτή εμνηστεύθη τον Ιωσήφ «διά πολλάς οικονομίας του Θεού».

(γ) Και ένα άλλο θεολογικό πατερικό λόγο θα πω περί της Θεοτόκου, που έλεγε ο άγιος Κοσμάς, δείγμα και απόδειξη αυτό ότι ο άγιος μελετούσε τους αγίους Πατέρες και την δική τους διδασκαλία, απλοποιημένη όμως και μασημένη, έλεγε στα κηρύγματά του. 
Ο άγιος μιλούσε για την δημιουργία της γυναίκας. Και έλεγε αυτό που λέγει η Αγία Γραφή, ότι η γυναίκα έγινε από την πλευρά τού άνδρα. Αλλά αφού η γυναίκα έγινε από τον άνδρα, άρα χρεωστούσε στον άνδρα την πλευρά που έλαβε απ’ αυτόν για να δημιουργηθεί. Έπρεπε να την εξοφλήσει! Δηλαδή, όπως ο Αδάμ έκανε γυναίκα χωρίς γυναίκα, έτσι έπρεπε να βρεθεί γυναίκα να κάνει άνδρα χωρίς άνδρα. Πέρασαν εκατομμύρια γυναικών στο πέρασμα των αιώνων, αλλά δεν βρέθηκε καμμία γυναίκα τόσο αξία, για να εξοφλήσει αυτό το χρέος στο ανδρώο γένος. Μόνο η Μαρία Παναγία βρέθηκε αξία για να εξοφλήσει το χρέος αυτό, γιατί γέννησε παρθενικά τον Χριστόν. 
Λέγει επί λέξει ο άγιος: «Ο άνδρας, αδελφοί μου. εγέννησε την γυναίκα από την πλευράν του χωρίς γυναίκα, και πάλιν έγινε γερός. Εδανείσθη εκείνη την πλευράν από τον άνδρα και την εχρεωστούσε. Εγεννήθησαν ωσάν τα άστρα του ουρανού γυναίκες εις τον κόσμον, αλλά δεν εφάνη καμμία αξία να γεννήση άνδρα, να πληρώση την πλευράν όπου εχρεωστούσε, παρά η Δέσποινα Θεοτόκος, οπού ηξιώθη διά την καθαρότητά της και εγέννησε τον γλυκύτατον Χριστόν εκ Πνεύματος Αγίου, χωρίς άνδρα, παρθένος, και πάλιν έμεινε παρθένος, και επλήρωσεν εκείνην την πλευράν». Αυτήν όμως την ιδέα την διάβασε ο άγιος Κοσμάς στα βιβλία των Πατέρων. Την λέγει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος στην ομιλία του στο Γενέθλιο του Σωτήρας ημών Ιησού Χριστου. «Επειδή — λέγει ο ιερός Πατήρ — εχρεώστει το γυναικείον γένος τοις ανδράσι το χρέος, ως του Άδάμ άνευ γυναικός γυναίκα βλαστύσαντος, διά τούτο έτεκε σήμερον η Παρθένος υπέρ της Εύας εκτινύουσα τοις ανδράσι το χρέος».


Περιοδικό Ι. Μητροπόλεως Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως, «Απλή κατήχηση»

Ένα κείμενο που πρέπει να διαβάσουμε όλοι μας. Ιδιαίτερα όσοι αυτόν τον καιρό πιέζονται από θλίψεις, όσοι απελπίζονται και νιώθουν απόγνωση



Ο άγιος Γρηγόριος ερμηνεύει και αυτή τη διήγηση με την αναγωγική μέθοδο. Ιστορικά αυτή αποτελεί έκθεση του θαύματος της ηρέμησης των κυμάτων, ηθικά όμως υποδηλώνει την μέσω των πειρασμών τελειοποίηση της πίστεως, ενώ αναγωγικά παριστάνει τη δυσκολία του έργου των Αποστόλων στον εθνικό κόσμο.
Ο Ιησούς Χριστός ανάγκασε τους μαθητές να μπουν στο πλοίο και να μεταβούν στην απέναντι όχθη πριν από αυτόν. Αφού έθρεψε προηγουμένως σωματικά τις πέντε χιλιάδες, αποστέλλει τώρα τους μαθητές στην τρικυμιώδη θάλασσα των Εθνικών, για να κηρύξουν το Ευαγγέλιο, αντιμετωπίζοντας παντός είδους πειρασμούς.
Η γνησιότητα της πίστεως στον Θεό χαρίζει υπομονή στους πειρασμούς, και αυτή πάλι τελειοποιεί την πίστη. Οι άνθρωποι βέβαια λυπούνται για τους πειρασμούς, που έπρεπε να χαίρονται, και «παρ’ εμού», λέγει ο ομιλητής, «ταύτην μάλιστα ζητείτε την άνεσιν των σωματικών πειρασμών, ης εγώ μάλλον καταφρονήσας προς ύμας ήλθον συμπάσχειν υμίν αιρούμενος». Ήταν περίοδος θλίψεως των Θεσσαλονικέων, πιθανώς λόγω πολιορκίας».

«Η Άλλη Όψις»


1. Ο αδελφόθεος Ιάκωβος λέγει, «να το θεωρείτε ως τη μεγαλύτερη χαρά εάν περιπέσετε σε διάφορους πειρασμούς». Δεν είπε απλώς να "χαίρεσθε", αλλά «να το θεωρήσετε μεγάλη χαρά», παραινώντας όχι να είναι κανείς αναίσθητος προς τα οδυνηρά πράγματα, γιατί αυτό είναι αδύνατο, αλλά εισηγείται να θεωρεί επικρατέστερο τον θεάρεστο λογισμό. Είπε, «κάθε χαρά», δηλαδή τέλεια, μέγιστη, ανελλιπή, και μάλιστα όταν οι πειρασμοί είναι ποικίλοι. Γιατί; Επειδή με την υπομονή των πειρασμών γυμναζόμαστε και γινόμαστε και δοκιμώτεροι στα σχετικά με τον Θεό. Και όχι μόνο αυτό, αλλά και αναγνωριζόμαστε ως ευδόκιμοι. Γιατί αυτό λέγει και η Σοφία Σολομώντος για τους αγίους· «ότι υπέβαλε ο Θεός αυτούς σε δοκιμασίες και τους βρήκε άξιους του εαυτού του».
Αρα λοιπόν δεν είναι γι' αυτούς ο πειρασμός αυτός άξιος κάθε χαράς; Αυτό αφού είπε και ο Θεός προς τον Ιώβ, τον απάλλαξε από τη λύπη για τον πειρασμό, λέγοντας· «νομίζεις ότι για άλλο λόγο σε μεταχειρίσθηκα έτσι, και όχι για να αποδειχθείς δίκαιος;». Τί ήθελε να του πει με αυτό; Σε μεταχειρίσθηκα έτσι, για να δοκιμάσω την πίστη σου προς εμένα, σε ευεξία, σε καλή φήμη και ευπορία, και φάνηκες δίκαιος, συμπεριφερόμενος ως προς αυτά σύμφωνα με το θέλημά μου, προς εμένα που σου τα πρόσφερα, διαχειριζόμενος και διοικώντας αυτά όπως εγώ ήθελα· σε μεταχειρίσθηκα έτσι, για να δοκιμάσω την πίστη σου σε μένα, σε καχεξία, σε αδοξία, σε απορία, και φάνηκες δίκαιος, λέγοντας· «αν δεχθήκαμε τα αγαθά από τα χέρια τού Κυρίου, τα κακά δεν θα τα υπομείναμε;».

2. Από πού λοιπόν προέρχεται η υπομονή στους πειρασμούς; Από τη γνησιότητα της πίστεως στον Θεό. Ώστε οι πειρασμοί είναι μέσα δοκιμασίας των πιστών. Γι' αυτό ο αδελφός τού Κυ­ρίου Ιάκωβος, αφού μας παρήγγειλε να χαιρόμαστε όταν περιπέσομε σε πειρασμούς, πρόσθεσε· «η δοκιμασία της πίστεώς σας επεξεργάζεται υπομονή, και η υπομονή», λέγει, «ας έχει έργο τέλειο». Κανένα, λέγει, από τα έργα της αρετής να μη κολοβώ­σεις, περιερχόμενος σε μαλθακότητα από την επίθεση των πειρα­σμών, αλλά μαζί με την υπομονή ας υπάρχει σε σένα και η τελειό­τητα της αρετής. Επειδή όμως ο άνθρωπος δεν πετυχαίνει την τελείωσή του μόνο με τα ακούσια, αλλά πρέπει να συνυπάρχουν και τα εκούσια, που είναι η σωφροσύνη, η δικαιοσύνη, η αγάπη προς τον Θεό και αναμεταξύ μας, και τα όσα ακολουθούν αυτήν, γιατί και αυτά μας χρειάζονται για την τελείωση, γι' αυτό ο θείος αυτός απόστολος γράφοντας προς εμάς προσθέτει· «και η υπο­μονή ας έχει τέλειο έργο, για να είσθε τέλειοι και ολόκληροι, χω­ρίς να υστερείτε σε τίποτε», εννοώντας αυτό ακριβώς, ότι, αν θέλετε να δείχνετε τέλεια την προς τον Θεό πίστη σας, όχι μόνο να υποφέρετε γενναία πάσχοντας εξωτερικά, αλλά και οι ίδιοι από μόνοι σας να πράττετε τα θεάρεστα, έστω και αν είναι επίπονα· γιατί η πράξη και το πάθος, όταν συνεργάζονται μεταξύ τους για το αγαθό, παρέχουν στον άνθρωπο την κατά Θεόν τελείωση.

3. Πώς όμως δεν είπε, "να χαίρεσθε όταν πράττετε την αρετή", αλλά «όταν είσθε σε πειρασμούς»; Γιατί το να ασκούμε την αρετή εξαρτάται από μας και βρίσκεται στην εξουσία μας, το να περιπέσομε όμως στους πειρασμούς δεν εξαρτάται από μας. Επειδή όμως χωρίς αυτούς δεν υπάρχει τελείωση ή φανέρωση τής προς τον Θεό πίστεως, εκείνος που τρέχει προς την τελείωση τής πίστεως, όταν περιπέσει σε πειρασμούς, θα χαρεί που βρήκε το μέσο με το οποίο θα επιπετύχει την τελείωση. Γιατί στους τέλειους ως προς την πίστη για τη φανέρωση της τελειότητάς τους συμβάλλουν ωφέλιμα οι πειρασμοί, το πλέον θαυμαστό όμως είναι ότι όταν συμβεί να ρθουν τελειοποιούν και τους ατελείς, πράγμα που γίνεται φανερό και από τα λόγια τού ευαγ­γελίου που αναγνώσθηκε σήμερα.

4. Ας τα παρουσιάσομε όμως αυτά από την αρχή στην αγάπη σας. «Τον καιρό εκείνο ανάγκαζε ο Ιησούς τους μαθητές του να μπουν στο πλοίο και να τον μεταφέρουν στην απέναντι όχθη, μέχρις ότου απολύσει τα πλήθη, και αφού απέλυσε τα πλήθη, ανέβηκε στο όρος για να προσευχηθεί ιδιαιτέρως». Και ερω­τούμε· ποιόν «εκείνον τον καιρό»; Όταν έθρεψε πέντε χιλιάδες ανθρώπους, μαζί με τις γυναίκες και τα παιδιά, με πέντε άρτους και δύο ψάρια, και χόρτασαν τόσο πολύ, ώστε να γεμίσουν και δώδεκα κοφίνια με τα περισσεύματα των κλασμάτων, όπως ακούσαμε στις εκκλησίες την περασμένη Κυριακή (Την ογδόη Κυριακή Ματθαίου 14, 14-22).

5. Θα μπορούσε ίσως να απορήσει κανείς, για ποιο λόγο ανά­γκαζε τους μαθητές να μπουν στο πλοίο. Μπορούμε βέβαια να πούμε, ότι προγραμμάτιζε και τα στη συνέχεια, σπεύδοντας προς τα έργα τα οποία ήρθε να τελέσει πάνω στη γη. Εγώ όμως, γι' αυτό θα απορούσα, αν δεν τους ανάγκαζε. Επειδή δηλαδή εκεί­νος ήθελε να προβάλει σε όλους τον εαυτό του με τα έργα υπό­δειγμα κάθε καλού, έδειξε βέβαια πως πρέπει κανείς να συνανα­στρέφεται τα πλήθη προς ωφέλεια των ψυχών και των σωμάτων, υπολειπόταν όμως να δείξει και πως πρέπει συνευρίσκεται με τον Θεό, το να προσηλώνει δηλαδή το νου του σ’ αυτόν απαλ­λαγμένο από όλα τα επίγεια· πολύ βέβαια συμβάλλει σ’ αυτό η μόνωση και ερημία και η κατ’ αυτήν ησυχία. Επειδή λοιπόν ήταν καιρός να διδάξει και αυτό, ότι είναι καλό η ερημία και ηρεμία, η προσευχή και η μόνωση, και γι' αυτό έπρεπε να ανεβεί στο όρος, ώστε να προσευχηθεί μόνος, και οι μαθητές επιθυ­μούσαν να είναι μαζί τους αδιάκοπα, και δύσκολα δέχονταν ν’ αποσπασθούν από εκείνον, πώς θα ανέβαινε μόνος στο όρος αν δεν τους ανάγκαζε να μπουν στο πλοίο και να το οδηγήσουν στην απέναντι όχθη;

6. Πρέπει όμως να προσέξομε εδώ και κάτι άλλο· όπως δηλαδή τώρα, αφού θεράπευσε και δίδαξε και έθρεψε το πλήθος με θαυ­μαστό τρόπο, απολύοντάς τους και ανεβαίνοντας στο όρος, ανά­γκασε τους μαθητές να παραδώσουν τους εαυτούς τους στη θά­λασσα και στα κύματα, έτσι ύστερα, αφού με την ενανθρώπησή του θεράπευσε τη φύση μας, τη δίδαξε και την έθρεψε με τον εαυ­τό του, αφήνοντάς μας σωματικά και ανεβαίνοντας στον ουρανό, έστειλε τους μαθητές σ’ όλο τον κόσμο, με άλλα λόγια στην αλμυ­ρή, επειδή είναι γεμάτη από πειρασμούς, θάλασσα των εθνικών, σαν με σκάφος, με το ευαγγέλιο και την κατ’ αυτό Εκκλησία, με το οποίο παραδόθηκαν στους πειρασμούς. Και όχι μόνο τους έστειλε, αλλά και τους ανάγκασε. Εάν κάποιος γνωρίζει τα σχετικά με τον Ιωάννη τον αγαπημένο από τον Χριστό θεολόγο, εάν κάποιος γνωρίζει γιατί επιτράπηκε η σχετικά με τον θάνατο του Στεφάνου θλίψη και ο διωγμός που ακολούθησε εκείνην, θα καταλάβει τί εννοώ· πράγματι δεν ήθελαν οι Απόστολοι να βγουν από τα Ιε­ροσόλυμα, αλλ' επειδή αναγκάσθηκαν από τον διωγμό, διασπάρθηκαν στον κόσμο, και έτσι εκπλήρωσαν την αποστολή.

7. Και δεν αναγκάσθηκαν απλώς να διαπλεύσουν την κοσμική θάλασσα, μέσα στην οποία υπάρχει κάθε θλίψη και κάθε είδος πειρασμού, αλλά και να προχωρήσουν πέρα από αυτήν, δηλαδή να νικήσουν και να βρεθούν πέρα από τους πειρασμούς με τη νίκη. Όμως δεν το κατόρθωσαν χωρίς τον Ιησού· γιατί λέγει· «το πλοίο ήδη βρισκόταν στο μέσο της θάλασσας βασανιζόμενο από τα κύματα· γιατί ήταν αντίθετος ο άνεμος». Δεν ήταν τότε περισ­σότερο αντίθετος σ’ αυτούς ο άψυχος άνεμος, όσο ήταν ο Δομετιανός και ο Τραϊανός και ο Νέρων αργότερα· ή καλύτερα αυτοί βέβαια και οι παρόμοιοι είναι άγρια κύματα εγειρόμενα φοβερά εναντίον τής Εκκλησίας, ενώ ο αντίθετος άνεμος που τους τα­ρακουνά και τους αναστατώνει είναι το πνεύμα της πονηρίας, ο αντικείμενος για πάντα στην Εκκλησία του Χριστού διάβολος. «Κατά την τέταρτη όμως», λέγει «φυλακή της νύχτας πήγε προς αυτούς ο Ιησούς περπατώντας πάνω στη θάλασσα», δηλαδή μετά την ένατη ώρα της νύχτας· γιατί οι νυχτοφύλακες συνήθιζαν να διαιρούν το διάστημα της νύχτας σε τέσσερα διαδοχικά τμή­ματα, ώστε, σύμφωνα με τις ισημερίες, η αρχή της τέταρτης φυ­λακής να είναι αρχή της δέκατης ώρας της νύχτας.

8. Τους αφήνει βέβαια τόση ώρα να βασανίζονται από την τρικυμία, για να τους ασκήσει στην υπομονή και να τους κατα­στήσει καρτερικούς. Αλλά και μετά από αυτό αφού εμφανίσθη­κε σ’ αυτούς, τους επιτρέπει να τον νομίσουν φάντασμα και να φοβηθούν τόσο, ώστε από φόβο να κραυγάσουν, αν και πήγε για να τους σώσει. Αυτό βέβαια θα μπορούσες να δεις και στην περίπτωση του παλαιού εκείνου λαού· όταν δηλαδή επρόκειτο να σχισθεί κατά τρόπο παράδοξο η θάλασσα στη μέση και να τους προσφέρει δρόμο σωτηρίας, τότε νόμιζαν ότι διατρέχουν τον έσχατο κίνδυνο, γιατί με την κατοπινή κύκλωση των εχθρών περισφίχθηκαν από άφευκτα κακά. Και τώρα κατά την παρουσία του πριν από την απαλλαγή από τα δαιμόνια που τους κατείχαν έκανε την εμφάνιση ο σφοδρός συνταραγμός των ελευθερουμένων· γιατί έτσι οι ευεργεσίες γίνονται όχι μόνο αγα­πητές, αλλά και μόνιμες στη μνήμη εκείνων που ευεργετήθη­καν. Και εμφανίζεται σ’ αυτούς τη στιγμή βέβαια που στην τρι­κυμία εκείνη επικαλούνταν τον Θεό των όλων, για να δείξει ότι αυτός είναι ο υπεράνω όλων Θεός που δίνει χέρι βοήθειας σ’ αυτούς που τον επικαλούνται. Περπατά επίσης πάνω στα κύμα­τα, ενώ η θάλασσα ήταν αγριεμένη, για να δείξει ολοκάθαρα, ότι αυτός είναι σύμφωνα με την προφητεία που βαδίζει πάνω στη θάλασσα σαν πάνω στο έδαφος, προς τον οποίο λέγει και ο Δαβίδ προφητικά· «οι δρόμοι σου είναι στη θάλασσα και τα μονοπάτια σου στα άφθονα ύδατα», και, «συ εξουσιάζεις τη δύναμη της θάλασσας, και συ καταπραΰνεις τον σάλο των κυ­μάτων της», πράγμα βέβαια που έκαμε αργότερα· γιατί μόλις τότε τους είδε φοβισμένους, επειδή δεν τον γνώρισαν, άλλωστε ήταν και νύχτα, μίλησε αμέσως προς αυτούς, γνωστοποιώντας τον εαυτό του από τη φωνή και λέγοντας· «εγώ είμαι, μη φο­βάσθε». Εγώ είμαι, εγώ που είμαι Θεός πάντοτε και τελευταία έγινα άνθρωπος για χάρη σας, βλεπόμενος και ακουόμενος και έχοντας τη δύναμη να κάνω τα πάντα· γι’ αυτό και βαδίζω με το σώμα πάνω στα κύματα και μπορώ να δώσω και στους άλλους τη δυνατότητα αυτή. Πράγματι όταν ο Πέτρος είπε προς αυτόν, «Κύριε, αν είσαι συ, δώσε εντολή να ρθω προς εσένα περπατώ­ντας πάνω στα ύδατα», πρόσταξε και έγινε.

9. Αλλά ας επαναφέρομε τον λόγο στην προηγούμενη σειρά του, σύμφωνα με την οποία λέγαμε μεταφορικά, ότι οι μαθητές στάλθηκαν στην κοσμική θάλασσα των εθνών, καθώς ο Κύριος ανέβαινε στο ουράνιο ύψος σαν σε όρος και εκεί πρόσφερνε ασφαλώς τις ευχές για χάρη μας, σαν αρχιερέας που έγινε και εισήλθε στα ενδότερα του παραπετάσματος, «για να εξιλεώνει», σύμφωνα με τον απόστολο, «τις αμαρτίες του λαού». Οι μαθητές λοιπόν που στάλθηκαν στην απέναντι όχθη, δηλαδή να νι­κήσουν και να ξεπεράσουν τους πειρατές, δεν νίκησαν ολο­κληρωτικά· γιατί ο αντικείμενος είναι ενεργής ακόμη και τα έθνη επιτίθενται με μανία εναντίον της Εκκλησίας του Χριστού. Κατά την τέταρτη όμως φυλακή της νύχτας, δηλαδή μετά τον φυσικό νόμο, μετά τον γραπτό νόμο, μετά την πρώτη παρουσία του Κυρίου και τον νόμο της χάριτος που δόθηκε κατ’ αυτήν, θα έρθει οπωσδήποτε ο καιρός τής δευτέρας παρουσίας του Χριστού, που αναλογεί ακριβώς στην τέταρτη φυλακή της νύχτας. Τότε θα έρθει ο Κύριος καταπατώντας και καταργώντας και υποδουλώνοντας κάθε αρχή και εξουσία και δύναμη· γιατί πρό­κειται να καταργήσει περίλαμπρα και να καταπατήσει τα κύμα­τα που ξεσηκώνονται άγρια εναντίον της Εκκλησίας του.

10. Γιατί θυμόσαστε, ότι ο λόγος υποδήλωνε μεταφορικά με τα κύματα που κινούνται και ξεσηκώνονται από το αντικείμενο πνεύμα, τους άρχοντες του κόσμου· και για να παραλείψω την εξέταση των ενδιάμεσων λεπτομερειών, όταν ανέβηκαν αυτοί στο πλοίο και ο Ιησούς και ο Πέτρος που είχε μεταβεί προς αυτόν από το πλοίο, κόπασε ο άνεμος και αφού πέρασαν απέναντι, έφτασαν στην ξηρά. Και πράγματι, όταν ο Κύριος και όλοι οι άγιοι που θα φύγουν από κοντά μας, τους οποίους υποδήλωσε ο Πέτρος, παραβρεθούν μαζί με μας κατά τη δευτέρα παρουσία του Χριστού, τότε το νοητό αντικείμενο πνεύμα θα καταργηθεί τελείως και εμείς, αφού περάσομε την πολυκύμαντη θάλασσα του βίου, θα εισέλθομε στη γη των πράων, απ’ όπου έχει δραπετεύσει κάθε πόνος, λύπη και στεναγμός. «Οι ευρισκόμενοι τότε στο πλοίο», λέγει, πήγαν και προσκύνησαν τον Ιησού, λέγοντας· Αληθινά είσαι Υιός του Θεού». Και τότε βέβαια «κάθε γόνατο θα λυγίσει των επουρανίων και των επιγείων και καταχθονίων και κάθε γλώσσα θα ομολογήσει, ότι είναι Κύριος ο Ιησούς Χρι­στός προς δόξα τού Θεού Πατέρα».

11. Αλλά αφήνοντας την αλληγορική ερμηνεία, ας θυμηθούμε την αρχή των λόγων μας. Και αυτή ήταν, ότι οι πειρασμοί όταν έρχονται δεν ωφελούν μόνο τους τέλειους στην πίστη, όπως τον Ιώβ και τον Πέτρο και τον Παύλο και τους ομοίους, αλλά και τελειοποιούν τους ατελείς. Γιατί εδώ όχι μόνο ο Πέτρος, ούτε μόνο οι άλλοι μαθητές, που ήταν και αυτοί ατελείς ακόμη, αλλά και όλοι που ήταν πάνω στο πλοίο, τόσο πολύ ωφελήθηκαν στην πίστη από εκείνον τον πειρασμό, ώστε προσήλθαν και προσκύνη­σαν τον Ιησού και είπαν προς αυτόν· «αληθινά είσαι Υιός τού Θεού». Αρα λοιπόν καλώς λέγει ο απόστολος που αναφέραμε στην αρχή· «μακάριος είναι ο άνθρωπος που υπομένει πειρασμό, γιατί, αφού αποδειχθεί άξιος, θα λάβει το στεφάνι της ζωής».

12. Δεν θέλω όμως, αδελφοί, να αγνοείτε ότι το είδος των πειρασμών είναι διπλό. Αλλά δεν εννοώ τώρα αυτό, ότι οι πειρασμοί δίνονται στους ανθρώπους λόγω ηδονής και οδύνης λόγω υγείας και νόσου, λόγω δόξας και αδοξίας, λόγω ευπορίας και απορίας, από τους οποίους πολύ χειρότεροι είναι οι διδόμενοι λόγω ηδονής και υγείας λόγω δόξας και ευπορίας· συμβαίνει βέβαια και αυτό, αλλά τώρα δεν σας ομιλώ γι’ αυτό το είδος των πειρασμών. Αλλά ποιά θέλω τώρα να γνωρίσετε; Προσέξτε και θα μάθετε. Αυτός ο μέγας Ιάκωβος, ο κατά σάρκα καλούμενος αδελφός του Κυρίου, εξαιτίας τής κατά θεία οικονομία μνηστείας του Ιωσήφ με την Παρθενομήτορα Μαρία, αφού είπε, «να χαίρεσθε όταν περιπέσετε σε ποικίλους πειρασμούς», και ότι «είναι μακάριος ο άνθρωπος που υπομένει πειρασμό, γιατί θα λάβει το στεφάνι της ζωής», έπει­τα, όπως αν έλεγε κάποιος σ’ αυτόν, και όμως υπάρχουν κάποιοι που βλασφημούν στους πειρασμούς, άλλοι που απελπίζονται τε­λείως, άλλοι που περνούν και θηλειά στον εαυτό τους, και αν ο πειρασμός είναι από τους έμφυτους και σαρκικούς, από θυμό ίσως ή επιθυμία, άλλοι πολλές φορές περιέπεσαν σε φόνους, και άλλοι παρέδοσαν τους εαυτούς τους στην ακολασία· πώς λοιπόν ο πει­ρασμός προέρχεται από τον Θεό και είναι πρόξενος στεφάνων; Σα να απολογείται προς αυτούς που τα λέγουν αυτά ο Ιάκωβος προσθέτει· «κανένας που δέχεται πειρασμό να μη λέγει, πειράζο­μαι από τον Θεό· γιατί αυτός δεν πειράζει κανένα· γιατί ο Θεός είναι απείραστος από τα κακά». Πειρασμό εδώ λέγει το κακό, δηλαδή την αμαρτία, και το να περιπέσει κανείς σ’ αυτήν, από την οποία έμεινε απείραστος και ο Χριστός, αν και βέβαια πειράσθηκε αλλιώς· γιατί λέγει· «από όσα έπαθε με τον πειρασμό που υπέμεινε, μπορεί να βοηθήσει αυτούς που πειράζονται»· αλλά και μετά τη βάπτισή του στον Ιορδάνη ανέβηκε στο όρος για να πειρασθεί σύμφωνα με τούς λόγους του ευαγγελίου.

13. Ώστε πειρασμοί λέγονται και τα λυπηρά που επέρχονται στους ανθρώπους απ’ έξω και προσβάλλουν το σώμα, και η ίδια η προσβολή του εχθρού, αν και είναι ανεύθυνος, αφού και τον Κύριο τον πρόσβαλε πειράζοντάς τον. Πειρασμοί λέγονται και οι αμαρτίες, κατά τις οποίες, όπως λέγει ο ίδιος ο Ιάκωβος, «καθέ­νας μας πειράζεται παρασυρόμενος και δελεαζόμενος από τη δική του επιθυμία· γιατί η επιθυμία», λέγει, «όταν συλλάβει το θύμα γεννά την αμαρτία, και η αμαρτία όταν πραγματοποιηθεί γεννά τον θάνατο». Ποιόν θάνατο; Τον αιώνιο, που είναι ο εξαι­τίας της αμαρτίας χωρισμός του Θεού από την ψυχή. Αυτόν βέ­βαια τώρα από τον Αδάμ μέχρι τη συντέλεια τον ακολούθησε και ο θάνατος του σώματος, τότε όμως, στον μέλλοντα αιώνα, για εκείνους που δεν μετανόησαν εδώ θα ακολουθήσει η αφόρητη και χωρίς τέλος κόλαση της ψυχής και του σώματος, αφού κατα­δικασθούν δίκαια από εκείνον που μπορεί να καταστρέψει στη γέεννα του πυρός και ψυχή και σώμα.

14. Αυτόν τον πειρασμό ας τον αποφύγομε με όση δύναμη έχομε, αδελφοί· γιατί το να τον αποφύγομαι βρίσκεται στη δική μας εξουσία. Γι’ αυτό να λυπηθούμε, όταν δούμε τους εαυτούς μας να έχουν περιπέσει σ’ αυτόν. Εάν λυπηθούμε γι’ αυτό όσο χρειάζεται, θα προετοιμάσομε τον εαυτό μας για μετάνοια αμεταμέλητη προς σωτηρία. Αυτόν τον πειρασμό έρχομαι και εγώ τώρα να αφαιρέσω από σάς, όχι αυτόν που πρόσκαιρα μόνο ζημιώνει και βλάπτει, αλλά εκείνον που βλάπτει αιώνια. Γιατί ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός, του οποίου εμείς είμαστε διάκονοι με τη χάρη του, είναι αρχιερέας των μελλοντικών αγαθών, όχι των πρόσκαιρων, και εισήλθε με το αίμα του στα αληθινά άγια, αφού πέτυχε για μας λύτρωση όχι πρόσκαιρη, αλλά αιώνια· αυτήν ερχόμαστε και εμείς να σας προσφέρομε, αν πείθεσθε, την αιώνια απολύτρωση, των ψυχικών πειρασμών, και όχι των σω­ματικών γιατί σύμφωνα με τον απόστολο, τα όπλα μας δεν είναι σαρκικά, αλλά δυνατά με τη χάρη του Θεού προς καθαίρεση οχυρωμάτων, όχι των αισθητών, αλλά των κατασκευασμένων ενα­ντίον μας από τον νοητό εχθρό.

15. Σεις όμως μου φαίνεσθε ότι ούτε αντιλαμβάνεσθε ούτε ζη­τείτε την απολύτρωση των ψυχικών πειρασμών γιατί λυπείσθε για εκείνους τους πειρασμούς κυρίως, για τους οποίους έπρεπε να χαίρεσθε, καθόσον, αν θέλομε, μας προξενούν την αιώνια απολύτρωση, και από μένα αυτήν κυρίως ζητείτε, την εξάλειψη των σωματικών πειρασμών την οποία καταφρονώντας εγώ οπωσδή­ποτε, ήρθα προς εσάς, προτιμώντας να πάσχω μαζί με σας. Και βέβαια, αν λυπούμαστε περισσότερο για τις αμαρτίες μας, παρά για τα βλαβερά που μας συμβαίνουν, όχι μόνο η σωτηρία της ψυχής και η αιώνια απολύτρωση θα είναι μαζί μας, αλλά και η απολύτρωση των πρόσκαιρων πειρασμών. Γιατί από πού άραγε έγινε οδυνηρός και γεμάτος από στεναγμούς, φιλοπόλεμος και γεμάτος από συμφορές για μας ο βίος; Δεν έγινε από το ότι με την παράβαση της εντολής ρίξαμε τον εαυτό μας στον απαγορευμένο πειρασμό, δηλαδή την αμαρτία; Αν λοιπόν καθαρίσομε τώρα τον εαυτό μας από κάθε αμαρτία με τη μετάνοια, και εδώ θα υποστούμε μετριώτερους πειρασμούς, και στον κατάλληλο καιρό θα επιστρέψομε στον απαλλαγμένο από τη λύπη και τους πειρα­σμούς βίο.

16. Αφού λοιπόν επαναφέρομε τον εαυτό μας προς τον σωτήριο αυτό λογισμό, να μη λυπούμαστε και στενοχωρούμαστε για τις σωματικές μάλλον προσβολές, αλλά για τις ψυχικές ζημίες, που είναι πραγματικά πειρασμοί και άξιοι αληθινά λύπης, ώστε να λέμε και προς τον Θεό όπως ακριβώς μας δίδαξε, «μη μας βάλεις σε πειρασμό», τον απαγορευμένο και υπεύθυνο οπωσδήποτε πει­ρασμό, «αλλά απάλλαξέ μας από τον πονηρό, γιατί δική σου είναι η βασιλεία και η δύναμη και η δόξα στους αιώνες των αιώνων». Γένοιτο.


(Πηγή: Γρηγορίου Παλαμά Έργα, ΕΠΕ, τόμος 10, Πατερικαί Εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»)

Γιατὶ ὁ ἄνθρωπος φεύγει ἀπὸ τὸν Θεό;

Καταπληκτικό κείμενο που εξηγεί με πολύ ωραίο και απλό τρόπο, τις αιτίες της απομάκρυνσης του ανθρώπου από τον Θεό. Αξίζει οπωσδήποτε να το διαβάσετε.
Fulton Sheen 
(Καθηγητής Ψυχολογίας)


Κανένας, ποτέ, δέν ἀπομακρύνθηκε ἀπό τόν Θεό ἐπειδή θέλησε νά γίνει καλύτερος!

Κανένας, ποτέ, δέν ἔφυγε ἀπό τήν ἐκκλησία, ἐπειδή δυσκολευόταν νά κατανοήσει τό πιστεύω της!

Μέ ἄλλα λόγια, ὁ ἄνθρωπος ποτέ δέν ξεκόβει ἀπό τήν ἐκκλησία καί ἀπό τόν Θεό γιά κάποια λογική αἰτία· γιά κάτι τό καλύτερο, τό πνευματικότερο, τό ἁγιώτερο.

Τότε, γιατί φεύγει; γιατί ξεκόβει; γιατί ἀπομακρύνεται; Ἁπλά γιατί ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ τόν «στενεύει». Καί ἔτσι προτιμάει κάτι «ἄλλο»!

Ὁ Χριστός στήν παραβολή τοῦ μεγάλου Δείπνου ἀναφέρει τρεῖς αἰτίες, τρεῖς λόγους πού κάνουν τόν ἄνθρωπο νά γυρίζει τήν πλάτη του στόν Θεό: τόν ἐγωισμό, τά ἐγκόσμια, τό sex.

Στήν παραβολή τοῦ μεγάλου Δείπνου:

• ὁ πρῶτος προσκεκλημένος ἀρνήθηκε τήν πρόσκληση τοῦ Ἄρχοντα γιά τό Βασιλικό Δεῖπνο, γιατί, λέει, εἶχε ἀγοράσει χωράφι·

• ὁ δεύτερος, γιατί ἤθελε νά δοκιμάσει τά πέντε ζευγάρια βόδια· καί

• ὁ τρίτος, ἐπειδή παντρεύτηκε.

Σέ πρώτη ματιά, ἄν τά ἰδεῖ κανείς αὐτά (τίς δικαιολογίες) δέν βρίσκει σ᾽ αὐτές κάτι τό μεμπτό. Τότε γιατί ὁ Κύριος εἶπε: «κανένας ἀπό αὐτούς δέν θά γευθῆ τό Δεῖπνο μου» (Λουκᾶ 14, 24); Ποῦ ἦταν τό λάθος τους; Σέ τί ἔσφαλαν; Ἁπλούστατα ἔκαμαν λάθος ἀξιολόγηγη· λάθος ἱεράρχηση· λάθος ἐκτίμηση. Ἔδωσαν προτεραιότητα σέ ὑλικά καί δευτερεύοντα· καί ὄχι στήν βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί στήν σωτηρία τῆς ψυχῆς τους.

Ἡ πρώτη αἰτία, πού ὁδηγεῖ τήν ψυχή μακριά ἀπό τόν Θεό εἶναι ἡ ὑπερηφάνεια. Ὅταν τό ἐγώ τοῦ ἀνθρώπου γεμίζει ἀπό αὐτάρκεια καί αὐταρέσκεια καί πιστεύει ὅτι τά ξέρει ὅλα· καί ὅτι δέν ἔχει ἀνάγκη διδασκαλίας ἀπό κανένα· οὔτε ἀπό τόν Θεό! Ἡ ὑπερηφάνεια συνήθως εἶναι ἕνα φαινόμενο πού παρατηρεῖται ἀνάμεσα σέ ἀνθρώπους, πού ἡ λίγη γνώση πού ἀπέκτησαν, μπαίνει σέ ἄδειο κεφάλι, καί ἐνεργεῖ ὅπως τό κρασί σέ ἄδειο στομάχι!

Δεύτερη αἰτία εἶναι τά ἐγκόσμια-τά ὑλικά. Ἡ ψυχή ἀπορροφᾶται τόσο πολύ μέ τίς δραστηριότητες, τίς ἡδονές, τήν προσωρινή ἀσφάλεια… πού ὁ Θεός θεωρεῖται πιά σάν μιά περιττή, παραπανίσια, εὐλάβεια. Ἡ ζωή τέτοιων ἀνθρώπων καταντάει τόσο ἐξωστρεφής πού ἡ πνευματική ζωή (ἡ ζωή τοῦ ἔσω ἀνθρώπου) πιά ἀφανίζεται καί οὐσιαστικά ἐκμηδενίζεται! Σ᾽ αὐτήν τήν κατηγορία ἀνήκουν οἱ πολιτικοί· οἱ κοινωνικά ἀναρριχώμενοι (ἐκεῖνοι πού κυνηγᾶνε τά ἀξιώματα)· καί φεύγουν ἀπό τήν ἐκκλησία γιατί τάχα μέ τόν σταυρό δέν μπορεῖς νά πᾶς μπροστά.

Καί τρίτη αἰτία εἶναι ἡ σάρκα· τό sex· ὅταν ἡ αἰσθησιακή ἐμπειρία ἔχει προβάδισμα ἔναντι τοῦ πνεύματος. Τότε ἡ θυσία γίνεται ὅλο καί πιό ἐνοχλητική· καί τό σῶμα καταντάει ἀντικείμενο λατρείας. Καί ἡ ἄσχημη ζωή ὁδηγεῖ σέ ἄρνηση τοῦ Θεοῦ.

Ὅμως τό κακό δέν σταματάει ἐδῶ! Συνεχίζεται!

Καί ἔρχεται τό ἑπόμενο βῆμα…

Γιά νά δικαιολογήσει τήν ἀπομάκρυνσή του ἀπό τόν Θεό, ὁ ἄνθρωπος, στρέφεται ἐναντίον τῆς διδασκαλίας τῆς ἐκκλησίας! Θά τόν ἀκούσεις νά λέει: Ἐγώ δέν πιστεύω στήν ἐξομολόγηση! Καί θέλει νά πεῖ: Ναί, τό παραδέχομαι ζῶ στήν ἁμαρτία, μά ἐπειδή δέν θέλω νά τήν διακόψω, θά καλύψω τήν ἐνοχή μου μέ ἕνα λογικοφανές κάλυμμα πολεμώντας τό φάρμακο! Καί ὅταν εἰρωνεύεται ἐκείνους πού πιστεύουν στήν ὕπαρξη τῆς κόλασης καί τούς χαρακτηρίζει ἠλίθιους, στήν πραγματικότητα εἶναι σάν νά λέει: γνωρίζω πολύ καλά πώς ὅ,τι σπείρω θά θερίσω· καί ἐπειδή θερίζω γιά τόν ἑαυτό μου κακό, κλῆρος μου θά εἶναι ἡ κόλαση. Μά, ἡ σκέψη αὐτή, ἐπειδή μέ τρομάζει, ὁ μόνος τρόπος γιά νά ἔχω «ἥσυχη» τήν συνείδησή μου εἶναι νά ἀρνηθῶ τήν ὕπαρξή της (τῆς κόλασης)!

Γι᾽ αὐτό, ἀδελφοί:

Ἄς προσέχωμε:

• Ἐκεῖνος πού δέν ἔχει τό θάρρος νά ἰδεῖ τήν πραγματικότητα – τίς ἀληθινές αἰτίες πού τόν ἀπομακρύνουν ἀπό τόν Θεό – θά καταφεύγει συνεχῶς στό καμουφλάρισμά τους καί στήν δικαίωσή του!

Ἄς μή ξεχνᾶμε:

• Ἡ μόνη διαφορά ἀνάμεσα σέ ἕνα ὀρθολογιστή καθηγητή πανεπιστημίου καί ἕνα πνευματικά καθυστερημένο, εἶναι ὅτι, ἀπό τόν πρῶτο θά ἀκούσεις πιό «παράλογες» δικαιολογίες!

Το νόημα της ζωής

Μερικοί λένε πως η ζωή μας είναι αρκετά σύντομη. Νομίζουμε όμως πως από μόνοι μας συντομεύουμε το χρόνο της ζωής μας από την κατάχρηση, την παράχρηση και την ηθοφθορία.
Αν τη ζωή τη χρησιμοποιήσουμε με σεβασμό, περίσκεψη και φειδώ είναι σίγουρα αρκετά μεγάλη. Ο άνθρωπος γενικά δεν εκτιμά το χρόνο, τον αφήνει να κυλά ανεκμετάλλευτα, το σπαταλά εύκολα, δεν τον αξιοποιεί, δεν τον χρησιμοποιεί χρήσιμα. Οι άνθρωποι ζουν συχνά ως επιγείως αθάνατοι. Δεν εξαγοράζουν τον καιρό, παρά το ότι οι ημέρες είναι αρκετά πονηρές. Ο χρόνος μακραίνει όσο ο άνθρωπος αυξάνεται πνευματικά, όσο πλησιάζει το βάθος και την ιερότητα του νοήματος της ζωής...
Μερικοί γέρασαν χωρίς να ζήσουν όντας γέροι και νέοι γέρασαν προτού να μεγαλώσουν. Φοβούνται το θάνατο, παρότι δε γνωρίζουν να ζήσουν. Χάνουν τη ζωή μέσα από τα χέρια τους δίχως να τη ζήσουν. Δεν ξέρουν ούτε τι είναι ζωή, ούτε τι είναι θάνατος, ούτε πιο είναι το ουσιαστικό νόημα της ζωής του ανθρώπου. Το θάνατο πιο πολύ το φοβούνται όσοι ελέγχονται από τη συνείδησή τους, όσοι δεν βελτίωσαν την πνευματική τους ταυτότητα, όσοι παρασύρθηκαν από τις ηδονές του βίου. Η πνευματικότητα του ανθρώπου αντιστέκεται ισχυρά στη φθορά και στη βλαπτικότητα που μπορεί να προκαλέσει ο χρόνος. Η γαλήνη στην ψυχή του ανθρώπου μπορεί να σκηνώσει μόνιμα μόνο κατόπιν σκληρού διωγμού της κακίας. Η εμπιστοσύνη στη θεία πρόνοια θα συνδράμει σημαντικά σ’ αυτή την επίτευξη.
Ο φιλόσοφος Σενέκας λέγει πως «το θέμα όμως δεν είναι ότι έχουμε λίγο χρόνο ζωής, αλλά ότι σπαταλάμε μεγάλο μέρος του». Αν ο άνθρωπος παρασυρθεί στο κυνηγητό της ηδονής, της πολυτέλειας, της δόξας και της ευδαιμονίας δεν θα καταλάβει πώς πέρασε μια ολόκληρη ζωή. Η ακόρεστη φιλοχρηματία, η μέθη, η οκνηρία, η φιλοδοξία, η απληστία, η ραδιουργία ταλαιπωρούν πολύ τον εραστή τους. Τα πάθη δεν αφήνουν τον εργάτη τους να δει την αλήθεια. Οι απολαύσεις καθηλώνουν τον άνθρωπο χαμηλά και δεν τον αφήνουν να ανυψωθεί από τα γήινα. Πολλοί θαυμάζουν τους πλούσιους, δεν γνωρίζουν όμως τι φουρτουνιασμένες θάλασσες κουβαλούν μέσα τους. Πολλοί λίγοι θα μπορούσαν άνετα να πουν πως είναι ευχαριστημένοι με τον εαυτό τους αρκετά. Δεν του έδωσαν τον χρόνο που δίκαια ήθελε, δεν τον άκουσαν προσεκτικά, δεν τον είδαν κατάματα, δεν τον ανέκριναν αυστηρά, δεν τον γνώρισαν ποτέ καλά. Για αυτό δεν ήσουν ήρεμος, ατάραχος, άφοβος και υπομονετικός. Λησμονήσαμε για τα καλά ότι είμαστε θνητοί και περαστικοί από εδώ.
Όσο και αν ξεγελά με διάφορους τρόπους ο άνθρωπος τον εαυτό του, πάντα κατά βάθος θα ζητά την πραγματική ανάπαυση. Ένας σοφός ρωμαίος αυτοκράτορας χαιρόταν και μόνο στη σκέψη του πότε θα απαλλαγεί του μεγαλείου του θρόνου του για να αναπαυθεί αληθινά. Όταν ο άνθρωπος ασχολείται με πολλά, μεριμνά και τυρβάζει, δεν μπορεί να συγκεντρωθεί κάπου και να αποδώσει, δεν έχει καιρό να ζήσει ελεύθερα. Πολύ συχνά οι άνθρωποι είναι κουρασμένοι από το παρελθό και το παρό. Προσπαθούν να ζήσουν ένα καλύτερο μέλλο, δίχως να κάνουν όμως τίποτε το σημαντικό γι’ αυτό. Η ζωή κυλά και ο άνθρωπος βυθισμένος στις πολλές ασχολίες του δεν τον παρατηρεί. Απορεί πώς πέρασαν τόσο γρήγορα τόσα χρόνια. Πιο σύντομη βρίσκουν τη ζωή σίγουρα οι πολυάσχολοι άνθρωποι.
Στη ζωή δίνουμε εξετάσεις. Αν νικήσαμε τα πάθη μας, αν αγαπήσαμε την αγάπη, αν μισήσαμε την κακία, αν γνωρίσαμε τον εαυτό μας, αν συναντήσαμε το Θεό. Τότε έχουμε βρει το σκοπό, το στόχο, το νόημα της ζωής. Έχουμε κερδίσει τις εξετάσεις. Αισθανόμεθα μύρο αιωνιότητος. Δε φοβόμαστε το θάνατο. Δε μας κουράζει η ζωή. Μετανοούμε. Ελπίζουμε. Χαιρόμαστε.

Μοναχού Μωυσή, Αγιορείτου