.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Το μυστικό λουλούδι...



Ήθελα να φυτέψω ένα λουλούδι στης ψυχής σου την αυλή , και να’ ρχομαι να το ποτίζω το εσπέρας, την αυγή Ήθελα να θέσω ένα λουλούδι στης ψυχής σου την ανθοδόχη, τώρα που μαλάκωσε το χώμα του Φθινοπώρου το πρωτοβρόχι. 
Ήθελα να σου δείξω ένα δρόμο κουραστικό και ανηφορικό, που την ψυχή ανεβάζει σ ένα παλάτι φωτεινό. Ήθελα να σου δείξω ένα μονοπάτι καθαρό και μυστικό, και εκεί στο τέλος σ’ αναμένει ζωή αιώνιος στον ουρανό. Ήθελα να πιείς νερό από μια μοναδική πηγή, που πάντα αυτή χαρίζει αθανασία στην ψυχή. Ήθελα να οσφρανθεί η ψυχή σου μια ακατάληπτη ευωδία, και τότε θα πληροφορηθεί τι είναι ζωή η αιωνία. 
Ήθελα να ιδής και το φώς που το σκότος της ψυχής φωτίζει, και ταπείνωση αληθινή και μετάνοια ειλικρινή χαρίζει. Εσύ ψυχή μου τι θα ήθελες από όλα αυτά να σου χαρίσω; Λέγε μου τον κρυφό σου λογισμό και δεν θ’ αργοπορήσω. Χάριζέ μου ένα άνθος άφθαρτο και ευωδιαστό … Πιστέ μου φίλε ένα μόνο λαχταρώ. Δεν θέλω εγώ πολλά μόνο ένα άνθος αγαπώ που η μυστική του χάρη δίδει τον ουράνιο θησαυρό. Εάν θέλεις τέτοια χάρη ψυχή μου ευγενική στα βάθη σ αναμένει η νοερά η προσευχή. 
Αυτή γίνεται για σένα λουλούδι, πηγή και οδός Ευωδία παρηγορία και φώς και ο απλανής σου οδηγός. Ένα λουλούδι γίνεται η ψυχή και πάντοτε ανθοφορεί, όταν στα βάθη ενεργεί η αδιάλειπτος ευχή. Εφύτευσα ένα λουλούδι στης ψυχής σου την αυλή, και σύντομα θα αισθανθείς μια ευωδιαστή οσμή. Η Βασιλεία του Θεού εντός ημών εστί, αδιάψευστα πληροφορεί η αδιάλειπτος ευχή. Ταύτην ψυχή μου φύλλατε και θα λείψει κάθε λογισμός και εντός θα μορφωθεί ο Ιησούς Χριστός . 

χείρ αμαρτωλού μοναχού +Μοναχού Μαρκέλλου Καρακαλληνού 
Από το βιβλίο Αίσθησις ζωής αιωνίου Χ.Φ.Δ

Ἐσύ νά μήν κοιτᾶς τί κάνουν οἱ ἄλλοι, οὔτε νά ἐξετάζεις πῶς καί γιατί τό κάνουν.

Σκοπός δικός σου νά εἶναι ὁ ἐξαγνισμός τῆς ψυχῆς σου καί ἡ τελεία ὑποταγή τοῦ νοῦ σου στή Θεία Χάρη. 
Γιά χάρη αὐτοῦ τοῦ σκοποῦ νά κάνεις τά πάντα, νά προσεύχεσαι, νά μελετᾶς, νά λές τήν εὐχή τοῦ Χριστοῦ μας ταπεινά,συναισθανόμενος ὅτι ἔχεις ἀπόλυτη ἀνάγκη ἀπό το ἔλεος τοῦ Θεοῦ, καί μέ λίγα λόγια, νά κοιτᾶς τά πνευματικά σου.

Ἅγιος Παΐσιος 

Δεν εμποδίζεται ο Κύριος να μας βοηθήσει από τη δυσκολία των πραγμάτων...



Τέτοια είναι πάντοτε τα οικο­νομούμενα από το Θεό, θαυμαστά και παράδοξα.

Όταν τα ανθρώπινα πράγματα φθάσουν στο απροχώρη­το, τότε Αυτός φανερώνει την ακα­τανίκητη σε όλα δύναμή Του. . . 

Γιατί ο Θεός ήταν εκείνος που εδημιούργησε και έκαμε τα πάντα, και στο αδιέξοδο έδωσε διέξοδο και ο Ίδιος είναι Εκείνος που μπορεί από την απελπισία να οδηγήσει τα πρά­γματα σε αγαθή ελπίδα. . . 

Τόσο επι­νοητικός είναι ο Κύριος μας.

Όταν επιτρέψει να κορυφωθούν τα δεινά, τότε πάλι, αφού σταματήσει την τρι­κυμία, ξαναφέρνει τη γαλήνη και μεγάλη μεταβολή στα πράγματα, διδάσκοντας σ' εμάς το μέγεθος της δυνάμεώς Του.

Δεν εμποδίζεται ο Κύριος να μας βοηθήσει από τη δυσκολία των πραγμάτων, ακόμη κι' αν όλα φθά­σουν στη χειρότερη καταστροφή. Του είναι δυνατό και τους πεσμένους να σηκώσει και τους πλανεμέ­νους να επαναφέρει και τους σκαν­δαλισμένους να διορθώσει και τους γεμάτους από άπειρα αμαρτήματα να απαλλάξει και να κάμει δικαίους και τους νεκρούς να ζωογονήσει και τα κατασκαμμένα να τα κάμει λαμ­πρότερα και τα παλιωμένα να ανα­νεώσει. Γιατί, εφόσον δημιουργεί τα ανύπαρκτα και χαρίζει την ύπαρξη σ' εκείνα που δεν φαίνονται καθό­λου πουθενά, πολύ περισσότερο θα διορθώσει τα υπάρχοντα και όσα έ­χουν γίνει.

Όταν απολαμβάνουμε την πρόνοια του Θεού, όχι μόνο των πονηρών ανθρώπων τα εχθρικά σχέ­δια μπορούμε να αποφύγουμε, αλλά και σε ανήμερα και άγρια θηρία αν περιπέσουμε, δεν θα πάθουμε κανέ­να κακό. Γιατί ο Κύριος των όλων δείχνοντας τη μεγάλη και περίσσεια δύναμή Του, και των θηρίων μετα­βάλλει τη φύση και τη μετατρέπει σε ημερότητα προβάτων, χωρίς να τα κινεί από τη θηριωδία τους, αλλά α­φήνοντάς τα στην ίδια φύση, τα κά­νει να συμπεριφέρονται σαν πρόβα­τα. Κι' αυτό μπορεί να το δει κανείς όχι μόνο στα θηρία, αλλά και στα ί­δια τα στοιχεία της φύσεως. Γιατί, όταν Αυτός θέλει, και τα στοιχεία της φύσεως ξεχνούν τη δική τους ι­διότητα και ούτε η φωτιά δείχνει την ενέργεια της φωτιάς.

Όταν θέλει ο Κύριος των πάντων να δείξει τη φροντίδα Του για μας, ακόμη κι' εκείνους που έχουν άγριες διαθέσεις απέναντι μας, τους κάνει πιο ήμερους και από τα πρόβατα.

Όπως ακριβώς το ποτάμι διακλαδιζόμενο σε αμέτρητα μέρη, ποτίζει την εκτεταμένη γη πάνω στην οποία απλώνεται, έτσι η πρό­νοια του Θεού παντού ξεχύνεται, σκορπίζεται με αφθονία, έρχεται με ορμή και όλα τα γεμίζει. Δεν μας χαρίζει δε μόνο ασφάλεια, ούτε βο­ήθεια παντοδύναμη, αλλά και πνευ­ματική χαρά.

Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου



Αυτός που σε έπλασε ενδιαφέρεται για τη σωτηρία σου



Υπάρχουν, αγαπητέ, δύο τρόποι προσευχής: ο ένας είναι της με ταπεινοφροσύνη δοξολογίας και ο δεύτερος, που ακολουθεί, της αιτήσεως.
Όταν λοιπόν προσεύχεσαι, μην αρχίζεις αμέσως με αίτηση αλλιώς γίνεται ύποπτη η προαίρεσή σου, ότι δηλαδή προσεύχεσαι στο Θεό πιεζόμενος από ανάγκη.

Όταν λοιπόν αρχίσεις την προσευχή, άφησε τον εαυτό σου κατά μέρος, τη γυναίκα, τα παιδιά σου· άφησε τη γη, πέρασε πάνω από τον ουρανό, άφησε όλη την κτίση, ορατή και αόρατη, και άρχισε από τη δοξολογία του Ποιητή των όλων.

Και όταν τον δοξολογείς, να μην περιπλανάται ο νους σου εδώ κι εκεί, ούτε να μυθολογείς όπως οι εθνικοί, αλλά διαλέγοντας από τις άγιες Γραφές να λέγεις: «Σε ευλογώ, Κύριε, τον μακρόθυμο, τον ανεξίκακο που μακροθυμείς κάθε μέρα για τα πλημμελήματά μου και που έδωσες σε όλους μας το δικαίωμα της μετανοίας.

Γι’ αυτό σιωπάς και μας ανέχεσαι, Κύριε, για να Σε δοξολογούμε που οικονομείς τη σωτηρία του γένους μας, άλλοτε με το φόβο, άλλοτε με συμβουλές, άλλοτε με τους προφήτες, και τελευταία με την επίσκεψή Σου, την παρουσία του Χριστού Σου. Διότι «Συ μας έπλασες και όχι εμείς . Συ είσαι ο Θεός μας» (Ψαλμ. 99, 3).

Και όταν δοξολογήσεις από τις Γραφές, όπως μπορείς, και αναπέμψεις αίνο στο Θεό, τότε άρχισε με ταπεινοφροσύνη να λες: «Εγώ, Κύριε, δεν είμαι άξιος να μιλήσω μαζί Σου, διότι είμαι πολύ αμαρτωλός». Και αν ακόμη δεν σε ελέγχει η συνείδησή σου για κάτι κακό, έτσι πρέπει να λες· διότι κανείς δεν είναι αναμάρτητος, παρά μόνο ο Θεός- και διότι ενώ κάνουμε πολλές αμαρτίες, τις περισσότερες ούτε καν τις συνειδητοποιούμε.

Όταν λοιπόν απευθύνεις λόγο ταπεινοφροσύνης και πεις: «Σε ευχαριστώ, Κύριε, που μακροθύμησες για τα παραπτώματά μου και μέχρι τώρα με άφησες ατιμώρητο, διότι εγώ ήμουν άξιος να πάθω πολλά δεινά και να απορριφθώ από το πρόσωπό σου, αλλά η ανεξίκακη φιλανθρωπία σου μακροθύμησε σε μένα·

Σε ευχαριστώ, αν και δεν επαρκώ να ευχαριστήσω την ανεξικακία σου…». Και τότε, όταν συμπληρώσεις τα δύο αυτά μέρη, της δοξολογίας και της ταπεινοφροσύνης, ζήτησε ό,τι οφείλεις να ζητήσεις: όχι πλούτο, όπως είπα πριν, όχι επίγεια δόξα, όχι σωματική υγεία. Διότι αυτός που σε έπλασε ενδιαφέρεται για τη σωτηρία σου και γνωρίζει τί συμφέρει στον καθένα, να υγιαίνει ή να ασθενεί -αλλά ζήτησε, όπως προστάχθηκες, τη βασιλεία του Θεού.

Διότι, όπως είπα, αυτός θα φροντίσει για την υγεία του σώματος. Επειδή ο βασιλιάς μας έχει πολλές αξιώσεις από εμάς και αγανακτεί εάν κάποιος του ζητήσει κάτι μικρό, εάν του ζητήσει πράγματα που δεν του αρμόζουν. Μη λοιπόν προκαλέσεις με την προσευχή σου την αγανάκτηση του Θεού, αλλά ζήτησε για τον εαυτό σου πράγματα αντάξια του βασιλέως Θεού. Όταν δε ζητάς πράγματα αντάξια του Θεού, μη σταματήσεις μέχρι να τα λάβεις.

Διότι αυτό εννοούσε ο Κύριος στο Ευαγγέλιο λέγοντας: «Ποιός από σας θα είχε φίλο και πηγαίνοντας σ’ αυτόν μεσάνυκτα θα του έλεγε: φίλε, δάνεισέ μου τρία ψωμιά, επειδή με επισκέφθηκε φίλος από ταξίδι και δεν έχω τί να του δώσω να φάει, κι εκείνος θα αποκρινόταν από μέσα: μη με ενοχλείς, επειδή η πόρτα έχει ήδη κλείσει και τα παιδιά μου είναι μαζί μου στο κρεβάτι, δεν μπορώ να σηκωθώ να σου δώσω; Σας λέω, ακόμη και εάν δεν σηκωθεί να του δώσει επειδή είναι φίλος του, έστω για την αναίδειά του θα σηκωθεί και θα του δώσει όσα χρειάζεται» (Λουκ. 11, 5-8). Μην πεις λοιπόν είμαι αμαρτωλός και δεν θα εισακουστώ. Διότι ακριβώς για να μην απελπίζεσαι, είπε «και αν δεν του δώσει επειδή είναι φίλος του, έστω για την αναίδειά του…».

Του Αγίου και Μεγάλου Βασιλείου, «Ο κόσμος της Προσευχής», εκδ. Κάλαμος

Ο Κύριος βρίσκεται κρυμμένος μέσα στις εντολές, τις οποίες ο Ίδιος παρέδωσε! 18 Δεκεμβρίου 2015 2:38 π.μ.



«Ο Κύριος βρίσκεται κρυμμένος μέσα στις εντολές, τις οποίες ο Ίδιος παρέδωσε, και αποκαλύπτεται σ’ αυτούς που Τον ζητούν. Ο,τι είναι ακριβώς ένα αισθητό σπίτι, εν σχέσει προς τον κοινό ατμοσφαιρικό αέρα, είναι ο λογικός νους αναφορικά με την θεία χάρη.
Όσο αφαιρείς ύλη από τον χώρο της οικίας επί τοσούτον πληρούται από τον ατμοσφαιρικό αέρα. Και αντιθέτως, όσον προσθέτεις ύλη στο χώρο της οικίας τόσο περισσότερο ο ατμοσφαιρικός αέρας υποχωρεί.
Κάτω από την λέξη ύλη οίκου εννοούμε τα οικιακά σκεύη και τις τροφές, και με τις λέξεις ύλη του νου εννοούμε την κενοδοξία και την ηδονή.
Όσο, λοιπόν αποβάλλεται η κενοδοξία και η ηδονή, τόσο περισσότερο πληρούται η καρδιά μας από την χάρη του Αγίου Πνεύματος με την εργασία των εντολών Του»

Του Αγίου Ισαάκ του Σύρου

Ἀνάγκη ἐπιστροφῆς εἰς τὸν Θεόν



ΟΙ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟΙ σύγχρονοι ἄνθρωποι ἔχουν κάνει ἐπανάσταση ἐναντίον τοῦ Θεοῦ. Ἀρνοῦνται τίς ἐντολές τοῦ Εὐαγγελίου καί ἀκολουθοῦν πιστά τά ὅσα τούς ὑπαγορεύει ὁ διάβολος. Καυχῶνται γιά τήν ἀπελευθέρωσή τους ἀπό τήν ἠθική καί ἱκανοποιοῦν τά ἁμαρτωλά τουςπάθη. Εἶναι φιλήδονοι, φιλόδοξοι καί φιλάργυροι. Ἀδικοῦν, ἁρπάζουν καί βιαιοπραγοῦν.Μέ τόν τρόπο αὐτό νομίζουν ὅτι θά διαμορφώσουν τήν ἰδανική κοινωνία!Ξεχνοῦνὡστόσο ὅτι ὁ Θεός μέ ποικίλους τρόπους παρεμβαίνει καί ἀνακόπτει τήν καταστροφική πορεία τους. Ἰδιαίτερα ὅταν ξεπερνοῦν ἀναιδῶς τά ὅρια ἀνοχῆς του. Τό ἀποτέλεσμα εἶναι ἡ ἐπώδυνη δυστυχία. Ὅμως αὐτό δέν τό συνειδητοποιοῦν. Ἐξηγοῦν τίς παρεμβάσεις τοῦ Θεοῦ μέ τή δική τους κοντόφθαλμη σκέψη, ἡ ὁποία εἶναι παράλογη.
Ὁ ἅγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς περιγράφει τήν θλιβερή κατάσταση πού ἐπικρατεῖ στήν κοινωνία μας μέ ἕνα παράδειγμα: «Οἱ λαοί στήν ἐποχή μας ἔβαλαν τό Χριστό, τόΘεό, στήν τελευταία θέση τοῦ δείπνου αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Τόν ἄφησαν σάν κακόμοιρο, γιά νά βάλουν στίς πρῶτες θέσεις τοῦ τραπεζιοῦ τούς δικούς τους “μεγάλους” ἀνθρώπους, τούςπολιτικούς, τούς λογοτέχνες, τούςφιλοσόφους, τούς παραμυθάδες, τούς οἰκονομολόγους, ἀκόμη καί τούς τουρίστες καί ἀθλητές. Ὅλα τά βλέμματα αὐτῶν τῶν λαῶν στράφηκαν σ᾿ αὐτούς τούς φαινομενικά μεγαλειώδεις καί μοντέρνους θεούς, ἐνῶστόν ἀναστημένο Χριστό ἔδωσαν πολύ λίγη σημασία. Τότε καταστράφηκαν πολλοί λαοί τῆς γῆς μπροστά στά μάτια μας.Ὄχι μόνο ὅλες οἱ εἰδωλολατρικές ἀνθρώπινες μεγαλειότητες ἔσβησαν, ἀλλά καί κανείς δέν σκέφθηκε πλέον νά τίς λατρέψει» (Μέσα ἀπό τό παράθυρο τῆς φυλακῆς. Μηνύματα στό λαό, Θεσ/νίκη 2012, σελ. 61-62).
Εἶναι ἀνάγκη οἱ ἄνθρωποι νά ἐπιστρέψουν στόΘεό, ἀρνούμενοι κάθε δεσμό μέ τό διάβολο. Νά ἀποκτήσουν προορισμό, νά ἔχουν πνευματική ζωή καί νά ἐργάζονται, τό κατά δύναμη ὁ καθένας, γιά τό κοινό καλό. Μέ τόν τρόπο αὐτό ἡ ζωή τους θά πάρει ἀξία καί μέ τήν βοήθεια τοῦ Θεοῦ θά ξεπερνᾶνε κάθε πειρασμό καί δυσκολία. Χωρίς τήν ἐπιστροφή τῶν ἀνθρώπων στό Θεό, εἶναι μάταιο νά ἐλπίζει κανείς ὅτι ἡ κοινωνία θά ἀλλάξει καί ἡ δυστυχία θά περιοριστεῖ ἤ καί θά ἐξαλειφθεῖ. Τό ἔργο τοῦ Θεοῦ δέν μποροῦν νά τό ἀντικαταστήσουν οἱ πολιτικές ἐπιλογές καί οἱ κοινωνιολογικές ἀναλύσεις τῶν ἐπιστημόνων. Οὔτε φυσικά ἡ λεγόμενη τέχνη καί ὁ πολιτισμός μποροῦν νά συμβάλουν θετικά καί νά ἄρουν τίς αἰτίες τῆς κακοδαιμονίας καί ἀναταραχῆς πού παρατηροῦνται στίς κοινωνίες τῶν σύγχρονων ἀνθρώπων. Ὅμως ὁ λαός βρίσκεται σέ πλήρη σύγχυση καί ἡ καθημερινή παραπληροφόρηση ἐπιδεινώνει τήν τραγική κατάσταση, γεγονός θλιβερό, γιατί τό σκοτάδι γίνεται πυκνότερο καί τό φῶς μειώνεται ἀνησυχητικά. Ἡ ἐλπίδα πιά γιά βελτίωση τῆς κοινωνίας εἶναι ἀνύπαρκτη, ἐκτός καί ἄν ὁ Θεός βάλει τό χέρι του καί ἀνατρέψει τά σχέδια τῶν ἀνθρώπων, πού ἐν ἐπιγνώσει ὑπηρετοῦν τό διάβολο.

Τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου π. Διονυσίου Τάτση
Ορθόδοξος Τύπος, 18/12/2015

ΣΤΟ ΚΑΤΩΦΛΙ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΕΤΟΥΣ



Καθώς ο ένας χρόνος διαδέχεται τον άλλον σας μιλούσα για την νέα χρονιά που ερχόταν παρομοιάζοντάς την με μια πεδιάδα που, ακηλίδωτη, αγνή, είναι σκεπασμένη από χιόνι, και ζητούσα να δώσετε προσοχή στο γεγονός ότι πρέπει να βαδίζουμε με υπευθυνότητα εκεί που απλώνεται το λευκό τοπίο που είναι ακόμα παρθένο, επειδή σύμφωνα με τον τρόπο που βαδίζουμε, θα υπάρχει μια οδός που θα το διασχίζει, όταν ακολουθούμε το θέλημα του Θεού, η βήματα πλανεμένα που μοναχά θα λερώνουν την λευκότητα του χιονιού.
Αλλά ένα πράγμα δεν μπορούμε, ούτε πρέπει να ξεχάσουμε τούτη τη χρονιά περισσότερο από τις προηγούμενες φορές, είναι ότι υπάρχει σκοτάδι που περιβάλλει, καλύπτει τούτη τη λευκότητα και αυτό το άγνωστο τοπίο, όπως ένας τρούλος, ένα σκοτάδι με λίγα η πολλά αστέρια, πλην όμως ένα σκοτάδι θολό, επικίνδυνο και τρομακτικό.
Βγαίνουμε από μία χρονιά, όπου όλοι μας έχουμε αντιληφθεί το σκοτάδι όπου είναι ακόμαδιαδεδομένη η βία και η σκληρότητα.
Πως θα συναντήσουμε τη νέα χρονιά;
Θα ήταν αφελές και πολύ αντιχριστιανικό, να ζητήσουμε από τον Θεό να μας προστατέψει, να κάνει τη γη έναν παράδεισο ειρήνης, ενώ γύρω μας δεν υπάρχει ειρήνη.
Υπάρχει διαμάχη, ένταση, αποθάρρυνση, φόβοι, βία, φονικό. Δεν μπορούμε να ζητάμε για μας ειρήνη, όταν αυτή η ειρήνη δεν μπορεί να απλωθεί πέρα από την Εκκλησία, όταν δεν έρχεται σαν ακτίνες φωτός να διαλύσουν το σκοτάδι.
Ένας πνευματικός συγγραφέας της Δύσης είχε γράψει ότι ο Χριστιανός είναι αυτός στον οποίο ο Θεός έχει εμπιστευθεί την ευθύνη όλων των άλλων ανθρώπων και αυτήν την ευθύνη πρέπει να προετοιμαστούμε να φέρουμε εις πέρας.
Σε λίγο θα ικετεύσουμε τον Θεό για την άγνωστη νέα χρονιά και το σκοτάδι που την καλύπτει, με την μεγαλύτερη ευχή που προφέρεται στις λειτουργικές ακολουθίες, «Ευλογημένη η Βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος» ας είναι ευλογημένη η βασιλεία του Θεού.
Τούτα τα λόγια προφέρονται σπάνια: στην αρχή της λειτουργίας, σαν ευχή για τον νέο χρόνο και σε στιγμές όπου ενώνεται χρόνος και αιωνιότητα, όταν με τα μάτια της πίστης μπορούμε να δούμε την αιωνιότητα συνυφασμένη με τον χρόνο.
Ο χριστιανός είναι ο μόνος που πρέπει να είναι ικανός να βλέπει την ιστορία, όπως την βλέπει ο Θεός, σαν ένα μυστήριο της σωτηρίας, αλλά επίσης σαν μια τραγωδία της ανθρώπινης αμαρτίας και πτώσης. Καί σε σχέση με αυτά τα τελευταία, πρέπει να πάρουμε θέση.
Ο Χριστός λέει στο Ευαγγέλιο: «Όταν ακούσετε ότι γίνονται πόλεμοι η φήμες που μιλούν για πολέμους, μην πανικοβληθήτε»· σηκώστε ψηλά τα κεφάλια, δεν υπάρχει χώρος στην καρδιά και την ζωή του Χριστιανού για διστακτικότητα, δειλία και φόβο, που είναι όλα γεννήματα του εγωισμού, της μέριμνας για τον εαυτό μας, ακόμα και αν αυτή η μέριμνα αγγίζει αυτούς που αγαπάμε.
Ο Θεός είναι Θεός της ιστορίας, αλλά πρέπει να γίνουμε συνεργάτες Του και μας στέλνει σ’ αυτόν τον κόσμο που είναι δικός Του για να μεταβάλλει την παράφωνη Πολιτεία των ανθρώπων σε αρμονία που θα ονομάζεται Πολιτεία του Θεού.
Στον σημερινό κόσμο, πρέπει να είμαστε έτοιμοι να δικαστούμε και έτοιμοι να υπομείνουμε, ίσως με το φόβο στην καρδιά μήπως χάσουμε την πίστη μας, αλλά θα πρέπει να μείνουμε ακλόνητοι στην υπηρεσία του Θεού και των ανθρώπων. Καί όταν κοιτάξουμε πίσω την προηγούμενη χρονιά, τα λόγια της λιτανείας μας χτυπούν και μας κατηγορούν. Ζητάμε από τον Θεό να μας συγχωρέσει όσα έχουμε κάνει η όσα έμειναν ατέλειωτα την χρονιά που πέρασε. Ισχυριζόμαστε ότι είμαστε Ορθόδοξοι· είμαστε Ορθόδοξοι δεν σημαίνει μόνο να ομολογούμε το Ευαγγέλιο στην ολότητά του και να το διακηρύττουμε στην αγνότητά του, αλλά συνίσταται, ακόμα περισσότερο από αυτό, στο να ζούμε σύμφωνα με αυτό. Καί γνωρίζουμε ότι ο Χριστός εν συμβιβάζεται με τίποτα παρά με το μεγαλείο του ανθρώπου και το μήνυμα της αγάπης και της λατρείας.
Μπορούμε πράγματι να μετανοήσουμε επειδή ποιός θα έλεγε, βλέποντάς μας, καθώς έλεγαν οι άνθρωποι για τους πρώτους Χριστιανούς, «Δείτε πως αγαπούν ο ένας τον άλλον!». Ποιός, βλέποντάς μας, θα έλεγε ότι κατέχουμε το νόημα της ζωής, της αγάπης που μας πηγαίνει πέρα από κάθε σύγκριση, που προκαλεί τον καθένα να αναρωτηθεί από που προέρχεται αυτό; Ποιός τους το έδωσε; Πως μπορούν να υπομείνουν την δοκιμασία; Καί αν θέλουμε τούτη τη χρονιά να γίνουμε άξιοι του Θεού, της Χριστιανικής μας κλήσης, του αγίου ονόματος της Ορθοδοξίας, πρέπει χωριστά και σαν ένα σώμα να γίνουμε για όλους, για το κάθε πρόσωπο που ίσως να μας χρειάζεται, ένα όραμα για το τι μπορεί να είναι ο άνθρωπος και για το τι μια κοινότητα ανθρώπων μπορεί να είναι κάτω από τον Χάρη του Θεού.
Ας προσευχηθούμε για συγχώρεση, εμείς που είμαστε μέχρι τώρα μακρυά από την κλήση μας, ας προσευχηθούμε να μας δίνει ο Κύριος γενναιότητα, κουράγιο, θέληση να δικαιώσουμε τον εαυτό μας, να σηκώσουμε τον σταυρό μας, να ακολουθήσουμε τα βήματα του Χριστού εκεί όπου μας καλεί.
Ας ξεκινήσουμε την Νέα Χρονιά με κουράγιο. Αμήν.

Μητροπολίτης Σουρόζ, Anthony Bloom

Ο Mέγας Bασίλειος κι’ ο Παραμορφωμένος Xριστιανισμός



Θέλω να μιλήσω για τον άγιο Bασίλειο, αλλά να μην πω τα συνηθισμένα που λένε όσοι γράφουνε γι' αυτόν τον αληθινά Mέγαν άγιο. Προπάντων κάποιοι θεολόγοι φραγκοδιαβασμένοι, που δεν τους ενδιαφέρει σχεδόν καθόλου η αγιότητά του κ' η κατά Θεόν σοφία του, αλλά η "θύραθεν" σοφία του, η γνώση που είχε στα ελληνικά γράμματα, στη ρητορική και στάλλα εφήμερα και εξωτερικά στολίδια αυτής της βαθειάς ψυχής, λησμονώντας τι γράφει ο απόστολος Παύλος για την κοσμική σοφία, που τη λέγει "μωρίαν παρά τω Θεώ".
Για τους τέτοιους, η φιλοσοφία είναι σεβαστή, μάλιστα περισσότερο από τη θρησκεία κι' ας θέλουνε να το κρύψουνε, η επιστήμη πιο πειστική από την πίστη, η αρχαιότης πιο σπουδαίο οικόσημο από τον Xριστιανισμό. Γι' αυτό, όλα τα μετράνε μ' αυτά τα μέτρα. H αξία των αγίων Πατέρων δεν έγκειται στην αγιότητά τους, αλλά στο κατά πόσον είναι δεινοί ρήτορες, δεινοί συζητηταί, δυνατοί στο μυαλό, μ' ένα σύντομον λόγο, κατά πόσον έχουνε όσα εκτιμούσε και εκτιμά η αμαρτωλή ανθρωπότητα κι' όσα είναι ή περιττά για το χριστιανό, ή βλαβερά, κατά το Eυαγγέλιο. Mα δεν πάει να λέγη το Eυαγγέλιο! Aυτοί οι διδάσκαλοι του λαού δεν ρωτάνε τίποτα, αυτοί τραβάνε το χαβά τους. Tον Παύλο, που είχε πη χίλιες φορές και κατά χίλιους τρόπους πως η γλωσσική επιτηδειότητα δηλ. η ρητορεία, είναι ψεύτικη και δεν τη θέλει ο Xριστός, αυτοί, σώνει και καλά, με το ζόρι, τον ανακηρύξανε "μέγαν ρήτορα", αυτόν που είπε λ.χ. "ου γαρ απέστειλέ με ο Xριστός βαπτίζειν, αλλ' ευαγγελίζεσθαι, ουκ εν σοφία λόγου, ίνα μη κενωθή ο σταυρός του Xριστού", και που γράφει στους Kολοσσαείς: "Bλέπετε (προσέξετε) μη τις υμάς έσται ο συλαγωγών δια της φιλοσοφίας και κενής απάτης, κατά την παράδοσιν των ανθρώπων, κατά τα στοιχεία του κόσμου, και ου κατά Xριστόν". Aυτοί όμως που εξηγούνε στο λαό την Aγία Γραφή, είναι κουφοί και τυφλοί, ή κάνουνε πως δεν ακούνε και δεν βλέπουνε, κι' αυτόν που είπε πως η φιλοσοφία είναι "κενή απάτη", τον ανακηρύξανε μέγαν φιλόσοφον, στοχαστήν, τετραπέρατον εγκέφαλον "κατά την παράδοσιν των ανθρώπων, κατά τα στοιχεία του κόσμου, και ου κατά Xριστόν". Θέλουνε να τον κάνουνε "εφάμιλλον των αρχαίων φιλοσόφων οίτινες εδόξασαν την ανθρωπότητα", ώστε να έχη κι' ο Xριστιανισμός κάποιους μεγάλους νόας κι' όχι μοναχά τους πτωχούς τω πνεύματι, τα φτωχαδάκια, τους αγράμματους Aποστόλους, τους απλοϊκούς ασκητάδες, τους ευκολόπιστους μάρτυρες και αγίους. Tους τέτοιους ψευτοχριστιανούς τούς τρώγει η περηφάνια, η κοσμική ματαιοδοξία, επειδή είναι αυτοί που λέγει ο ίδιος ο Παύλος "εική φυσιούμενοι υπό του νοός της σαρκός αυτών", και "εν σαρκί όντες" και τα σαρκικά τιμώντες, θέλουν "Θεώ αρέσει". Tον Παύλο που είπε τον φοβερό τούτον λόγο "παν ό ουκ εκ πίστεως, αμαρτία εστίν" δηλ. "ό,τι δεν προέρχεται από την πίστη, είναι αμαρτία", με τη μικρόλογη διάνοιά τους, τον κατεβάσανε στα μέτρα τους, κάνοντάς τον λογοκόπο ρήτορα, φιλόσοφο, κοινωνιολόγο, πολιτικό, διοργανωτή, ψυχολόγο, παιδαγωγό, καιροσκόπο, επειδή αυτά καταλαβαίνουνε, κι' αυτά είναι οι πιο μεγάλοι τίτλοι που μπορούνε να φαντασθούνε. Mε πιο γερά λόγια και πιο καθαρά, ζωηρά και τρανταχτά, δεν μπορούσε να τους πη αυτά τα πράγματα κανένα στόμα, παρεκτός από τον Παύλο, και όμως δεν πήρανε χαμπάρι οι καινούριοι γραμματείς. Aς είναι τα λόγια του σαν σφυριά που κοπανάνε τα ξερά καύκαλά τους, εκείνοι: το γουδί το γουδοχέρι. Άκουσε πώς μιλά ο Παύλος για την αρχαία σοφία: "Eπειδή (γαρ) εν τη σοφία του Θεού ουκ έγνω ο κόσμος δια της σοφίας (φιλοσοφίας) τον Θεόν, ευδόκησεν ο Θεός δια της μωρίας του κηρύγματος σώσαι τους πιστεύοντας. Eπειδή και Iουδαίοι σημείον αιτούσι, και Έλληνες σοφίαν ζητούσιν, ημείς δε κηρύσσομεν Xριστόν εσταυρωμένον, Iουδαίοις μεν σκάνδαλον, Έλλησι δε μωρίαν...". Λοιπόν, ιδού τι λέγει ο Παύλος και τι διδάσκουνε οι εξηγητές του Eυαγγελίου και του ίδιου του Παύλου, δηλαδή τη μεμωραμένη σοφία, που θεωρεί τη διδασκαλία του Xριστού μωρία.
Δείχνω μεγάλη επιμονή σ' αυτό το ζήτημα, γιατί αυτοί που θέλουνε να νοθέψουνε το κατακάθαρο νερό του Eυαγγελίου, "το ύδωρ το ζων το αλλόμενον εις ζωήν αιώνιον", με τα βαλτόνερα της γνώσης και της αρχαίας φιλοσοφίας που πίνανε κείνον τον καιρό οι ταλαίπωροι άνθρωποι, "οι μη έχοντες ελπίδα", χωρίς να ξεδιψάσουνε, αυτοί λοιπόν οι τυφλοί οδηγοί στραβώνουνε τον κόσμο, και γίνουνται αιτία με τις θεωρίες τους να πέφτουνε οι νέοι στην απιστία, γιατί ψυχές που θρέφονται με την "κενή απάτη", πού θα καταντήσουνε παρά στην απιστία, ομολογημένη ή ανομολόγητη;
Όλα αυτά προέρχονται από τον παραμορφωμένο Xριστιανισμό που μαθαίνουν όσοι δασκαλεύονται στα πανεπιστήμια της Δύσης, που είναι η πατρίδα του ορθολογισμού και του ουμανισμού, κ' ύστερα τον φέρνουνε αυτό τον ορθολογιστικό Xριστιανισμό σ' εμάς. Γιατί έχουμε την κατάρα να μαθαίνουνε όλα τα δικά μας από τους ξένους, ακόμα και την αρχαία γλώσσα.
Γυρίζω πάλι στον Παύλο, για να πάρω απ' αυτόν κι' άλλα θεόπνευστα λόγια που βγάζουνε ψεύτες αυτούς τους φραγκοσπουδασμένους ουμανίστες ψευτοχριστιανούς. Kαι παίρνω όλο λόγια του Παύλου, γιατί σ' αυτόν τον άγιο φανερώνουνε την περισσότερη εκτίμησή τους, επειδή, με τα μέτρα που τον κρίνουνε, βρίσκουνε σ' αυτόν περισσότερη εγκόσμια γνώση, κοινωνική δραστηριότητα, ρητορική δεινότητα, μεθοδικότητα, ψυχολογική cξύτητα, κι' ένα σωρό άλλα τέτοια που τα εκτιμούνε πολύ, χωρίς να μπορούνε να δούνε οι θεότυφλοι πως ο Παύλος είναι ο μεγαλύτερος και σφοδρότερος εχθρός και κατακριτής της στραβής αντίληψης που έχουνε για τη χριστιανική θρησκεία.
Γράφει λοιπόν ο θεόγλωσσος Παύλος και ρωτά: "Πού σοφός; Πού γραμματεύς; Πού συζητητής του αιώνος τούτου; (δηλ. της κοσμικής σοφίας). Oυχί εμώρανεν ο Θεός την σοφίαν του κόσμου τούτου;" Σαν να λέγη: "Ποιος από τους σοφούς του κόσμου τούτου, από τους φιλοσόφους και τους δεινούς συζητητάς, με τη διαλεκτική τους, θα μπορέση να συζητήση, ή καν να καταλάβη αυτά που λέμε εμείς οι μωροί, εμείς που δεν γνωρίζουμε τα μαστορικά γυρίσματα της διαλεκτικής, εμείς οι απαίδευτοι ανατολίτες, κι' όχι κατά βάθος εμείς, αλλά αυτά που λέγει το Πνεύμα το Άγιον με το στόμα μας;"
Kαι παρακάτω γράφει: "Σοφίαν δε λαλούμεν εν τοις τελείοις, σοφίαν δε ου του αιώνος τούτου, ουδέ των αρχόντων του αιώνος τούτου, των καταργουμένων". Ποιοι είναι οι άρχοντες του αιώνος τούτου, οι καταργούμενοι, παρά οι φιλόσοφοι κ' οι ρήτορες κ' οι άλλοι λογής-λογής μαστόροι της κοσμικής λογοτεχνίας, που τα σκοτεινά φώτα τους, λένε οι τυφλοί διδάσκαλοι του λαού πως χρειάζονται στο χριστιανό, σαν να μην τους φθάνη το φως του Eυαγγελίου, που λέγει "αν το φως που έχουνε μέσα τους (οι τέτοιοι) είναι σκοτάδι, το σκοτάδι τους πόσο πρέπει να είναι;"
Λοιπόν, κατά το πνεύμα "του αιώνος τούτου του καταργουμένου" εορτάζουνε και δοξάζουνε και τον άγιον Bασίλειον, όχι σαν άγιον και αγωνιστή της αληθινής θρησκείας, αλλά σαν συγγραφέα "καλλιεπών συγγραμμάτων", "σοφόν ηθικολόγον και παιδαγωγόν, λάτρην της ελληνικής σοφίας".
Aλλά πόσο σύμφωνος είναι ο άγιος με κείνους που τον δοξάζουνε για την ελληνομάθειά του και για την εκτίμηση που είχε στην αρχαία σοφία, το φανερώνουνε τα παρακάτω λόγια από μια επιστολή που έγραψε στον Eυστάθιο επίσκοπο Σεβαστείας:
"Eγώ, γράφει, αφού ξόδεψα πολύν καιρόν στα μάταια πράγματα, κι' αφού όλη σχεδόν τη νεότητά μου τη χάλασα με το να κοπιάζω για πράγματα ανώφελα (αδιαφόρετα), καταγινόμενος να μελετώ τα μαθήματα της "παρά του Θεού μωρανθείσης σοφίας", επειδή κάποτε ξύπνησα σαν να κοιμόμουνα σε βαθύν ύπνο, και άνοιξα τα μάτια μου στο θαυμαστό φως της αληθείας του Eυαγγελίου κ' είδα καλά πως ήτανε άχρηστη "η σοφία των αρχόντων του αιώνος τούτου των καταργουμένων", αφού έκλαψα πολύ για την ελεεινή ζωή μου, παρακαλούσα το Θεό να με χειροκρατήση για να φωτισθώ στα δόγματα της ευσέβειας. Kαι πριν απ' όλα προσπάθησα να αποκτήσω κάποια ηθική διόρθωση, επειδή είχε πάθει μεγάλη διαστροφή η ψυχή μου από τη συναναστροφή μου με τους κακούς ανθρώπους. Διάβασα λοιπόν το Eυαγγέλιο, και σαν είδα πως εκεί μέσα είναι γραμμένο πως συντείνει πολύ στη σωτηρία του ανθρώπου το να πουλήση τα υπάρχοντά του και να τα μοιράση στους φτωχούς αδελφούς του και να ζη χωρίς να φροντίζη καθόλου για τούτη τη ζωή, και να μην προσηλώνεται η ψυχή στα επίγεια από καμμιά συμπάθεια, παρακαλούσα να εύρω κάποιον από τους αδελφούς που να διάλεξε αυτόν το δρόμο στη ζωή του, ώστε, μαζί μ' αυτόν, να ταξιδέψω και να περάσω τούτη την περαστική φουρτούνα της ζωής".
Aλλά ποιος δίνει σημασία σ' αυτά που λέγει ο Mέγας Bασίλειος; Hμείς κάναμε ένα δικό μας Xριστιανισμό, ένα βολικό, έναν ανθρωπινό και λογικό Xριστιανισμό, όπως λέγει ο μεγάλος Iεροεξεταστής του Nτοστογιέφσκη, γιατί ο Xριστιανισμός που δίδαξε ο Xριστός είναι ανεφάρμοστος, απάνθρωπος. Eμείς, αντί ν' ανέβουμε προς τον Xριστό, που λέγει "εγώ σαν υψωθώ, θα σας τραβήξω όλους προς εμένα", τον κατεβάσαμε εκεί που βρισκόμαστε εμείς, και κάναμε ένα Xριστιανισμό σύμφωνο με τις αδυναμίες μας, με τα πάθη μας, με τις κοσμικές φιλοδοξίες μας, και δώσαμε και στους αγίους τα προσόντα που εκτιμούμε και που θαυμάζει η υλοφροσύνη μας, τους κάναμε φιλοσόφους, ρήτορας, πολιτικούς, ψυχολόγους, κοινωνιολόγους, παιδαγωγούς, επιστήμονες κ.λπ. O μεγάλος Iεροεξεταστής, σαν πήγανε μπροστά του τον Xριστό (που πρόσταξε να τον πιάσουνε, επειδή ξανακατέβηκε στη γη και τον ακολουθούσε ο κόσμος), του είπε: "Tον καιρό που ήρθες στον κόσμο έφερες στους ανθρώπους μια θρησκεία σκληρή, ανεφάρμοστη, απάνθρωπη. Eμείς την κάναμε βολική, ανθρωπινή. Tι ξαναήρθες να κάνης πάλι στον κόσμο; Nα μας τη χαλάσης, μόλις τη βάλαμε στο δρόμο; Γι' αυτό, θα διατάξω να σε κάψουνε εν ονόματί σου, σαν αιρετικόν".
O βολικός, ο ανθρωπινός Xριστιανισμός, αυτό το ανθρώπινο κατασκεύασμα, είναι η συχαμερή παραμόρφωση που έπαθε το Eυαγγέλιο από την πονηρή υλοφροσύνη της σαρκός.

Κόντογλου Φώτης

Τό Ψαλτήρι θά σέ παρηγορεῖ σέ κάθε θλίψη


 
Ποιός δέν ἔχει βάσανα σέ τοῦτον τόν κόσμο;
Ἄν ὑπάρχει κανένας χωρίς βάσανα, 
αὐτός μονάχα δέν θά κλάψει διαβάζοντας τό Ψαλτήρι.
Καί ὅποιος τό διαβάζει, βρίσκει παρηγοριά. 

Φώτης Κόντογλου

Άγιος Βασίλειος: Τον Χριστιανό τον δοκιμάζει και τον φανερώνει ο πειρασμός με την υπομονή που θα δείξει!



Πολλές φορές συμβαίνουν ατυχίες και θλίψεις στη ζωή του ανθρώπου, ώστε και μ” αυτές να απο­δειχθεί ποιοί, πλούσιοι ή φτωχοί, είναι στερεωμένοι στην πίστη και δυνατοί.

Γιατί και οι δυο αυτές κατηγορίες των ανθρώπων δοκιμάζονται στην υπο­μονή.

Στον καιρό μάλιστα των πειρασμών και των θλίψεων, μπορεί να γίνει φανερό κατά πόσο, ο πλούσιος συμπάσχει με τους άλλους. Κατά πόσο δηλαδή ελεεί και αγαπά τους αδελφούς.

Ο φτωχός επίσης κατά πόσο δέχεται τις θλίψεις, ευχαριστώντας τον Θεό και όχι βλασφη­μώντας και αλλάζοντας εύκολα, ανάλογα με τις περιστάσεις, τα φρονήματά του. Ο κυβερνήτης φαίνεται το χειμώνα στις δυσκολίες που συναντά μέσα στα κύματα. Ο αθλητής δείχνει την αντοχή και την τέχνη του στο στάδιο. Ο στρατηγός φαίνε­ται στον πόλεμο. Και ο μεγαλόψυχος φαίνεται στη συμφορά.

Τον χριστιανό όμως τον δοκιμάζει και τον φανερώνει ο πειρασμός. Και όπως οι κόποι των αγώνων χαρίζουν τα στεφάνια στους αθλητές, έτσι και τους χριστιανούς τους πλουτίζει και τους οδη­γεί στην τελείωση η δοκιμασία των πειρασμών. Αυτό βέβαια συμβαίνει όταν κανείς δέχεται με την πρέπουσα υπομονή και την ευχαριστία ό,τι ο Θεός οικονομεί για τη σωτηρία τους, πράγμα που τον οδηγεί στην τελείωση.

Είσαι φτωχός; Μη λυπάσαι αλλά να έχεις την ελπίδα σου στον Θεό. Μήπως δεν βλέπει Εκείνος τη δυσκολία σου; Στα χέρια Του κρατάει την τροφή που σου χρειάζεται. Μειώνει απλά τη μερίδα, για να δοκιμάσει τη σταθερότητά σου και για να επι­βεβαιώσει την πίστη σου. Μήπως δηλαδή αυτή αποδειχθεί όμοια με εκείνη που έχουν οι ακόλα­στοι και οι αγνώμονες. Γιατί και αυτοί, όσο τους τρέφουν, τόσο και κολακεύουν λέγοντας χίλια γλυκόλογα, εξυμνώντας τους τροφοδότες τους. Μόλις όμως χορτάσουν και απομακρυνθούν λίγο από το τραπέζι, αρχίζουν να πετροβολούν με τα κακόλογά τους εκείνους που πριν από λίγο -και για χάρη της ευχαρίστησης του φαγητού- τους προσκυνούσαν.

Και συ λοιπόν τώρα, αδελφέ μου, έχε υπομο­νή στις συμφορές που σε βρήκαν. Πρόσεξε μήπως από τη φουρτούνα χάσεις την ειρήνη σου. Φρόντισε να μην πετάξεις το σταυρό σου, ο οποίος θα σε οδηγήσει στην απόκτηση της αρετής. Σαν βαρύτιμο θησαυρό κράτησε μέσα σου την ευχαριστία. Και τότε θα δεχθείς και συ διπλάσιο καρπό γι” αυτή την ευχαριστία σου. Θα σου χαρισθεί η απόλαυση των αγαθών και η ανάπαυση. Καρτερικός δεν είναι εκείνος που στερείται τα απαραίτητα και κατ” ανάγκη υπομένει, αλλά εκείνος που, ενώ τα έχει όλα με αφθονία, τον βρίσκουν ξαφνικά πολλές συμφορές και τις σηκώνει αδιαμαρτύρητα.

Είσαι άρρωστος; Να είσαι χαρούμενος. Γιατί «εκείνον που αγαπά ο Κύριος, τον παιδαγωγεί» (Εβρ. 12, 6). Είσαι φτωχός; Να ευφραίνεται η ψυχή σου, γιατί σε περιμένουν τα αγαθά του φτω­χού Λαζάρου. Σε συκοφαντούν και σε κακομε­ταχειρίζονται για το Όνομα του Χριστού; Είσαι μακάριος, γιατί η καταισχύνη σου θα μετατραπεί σε δόξα αγγελική. Είσαι δούλος; Ευχαρίστησε τον Θεό και έτσι θα έχεις μαζί σου πάντα Εκείνον που ταπεινώθηκε περισσότερο από όλους τους ανθρώπους. Ευχαρίστησέ Τον, γιατί είσαι σε κα­λύτερη κατάσταση από κάποιον άλλο, γιατί ούτε σε καταναγκαστικά έργα σε έστειλαν, ούτε σε μαστιγώνουν.

Αν θελήσεις, θα βρεις αμέτρητους λόγους για τους οποίους πρέπει να ευχαριστείς τον Θεό. Σε ξυλοδέρνουν άδικα; Να χαίρεσαι με τη σκέψη της μέλλουσας ελπίδας. Δίκαια καταδικάσθηκες; Και πάλι να ευχαριστείς.

Αν θα φέρναμε στο νου μας τα κατορθώματα ανθρώπων της αρχαίας εποχής, όπως ορισμένων ποιητών ή συγγραφέων —παρόλο που αυτοί δεν ήταν χριστιανοί- και αν ακολουθούσαμε το παράδειγμα και τους λόγους τους, ακόμα κι απ” αυτούς θα είχαμε μεγάλο κέρδος.

Κάποτε, για παράδειγμα, έβριζε ένας άνθρω­πος της αγοράς τον Περικλή. Αυτός όμως δεν του έδινε καμιά σημασία. Αυτό κράτησε μια ολόκληρη ημέρα. Ο ένας έβριζε ασταμάτητα και τον βύθιζε σε πλήθος από κατηγορίες και ο άλλος δεν έδινε καμιά σημασία σε τίποτε από αυτά. Τελικά, όταν βράδιασε και έπεσε το σκοτάδι, τότε αποφάσισε και ο υβριστής να σταματήσει. Τότε λοιπόν, σαν να μην είχε συμβεί τίποτα, ο Περικλής τον ξε­προβόδισε φωτίζοντας το δρόμο του. Έτσι δεν έχασε, με κάποια αντεκδίκηση, το μισθό της υπο­μονής του.

Κάποτε άλλοτε, κάποιος έπεσε πάνω στον Σωκράτη και τον χτύπησε αλύπητα. Αυτός όμως δεν αντέδρασε, αλλά άφηνε να τον χτυπά, μέχρι που να ξεσπάσει όλη η οργή του. Τον χτύπησε μάλιστα σε τέτοιο σημείο, ώστε πρήσθηκε από τις πληγές ολόκληρο το πρόσωπό του. Μόλις εκείνος σταμάτησε να τον χτυπά, ο Σωκράτης, καθώς λένε, δεν του είπε τίποτα περισσότερο, παρά μονάχα έγραψε στο μέτωπό του -όπως συνήθιζαν τότε να γράφουν πάνω στα αγάλματα- το όνομα εκείνου που τον είχε φέρει σ” αυτή την κατάσταση: Ο τάδε με έκανε έτσι. Και αυτή ήταν μονάχα η αντίδραση και η άμυνά του.

Τον Ευκλείδη επίσης, κάποιος από τα Μέ­γαρα που θύμωσε μαζί του, τον απειλούσε με όρκο ότι θα τον σκότωνε. Τότε και εκείνος έκανε έναν άλλο όρκο. Ορκίσθηκε να τον κάνει να χάσει αυτή την οργή που είχε εναντίον του και να ξαναγίνουν φίλοι.

Σ” έναν γνωστό του Πυθαγόρα επίσης, τον Κλείνιο -ο οποίος βέβαια τον είχε μιμηθεί με κόπους και θυσίες— συνέβη κάτι που ακόμα και σήμερα στους χριστιανούς δύσκολα θα το συνα­ντούσαμε. Τί συνέβη λοιπόν σ’ αυτό τον άνθρωπο; Επειδή του ζητούσαν να ορκισθεί ότι θα δώσει οπωσδήποτε τρία τάλαντα, για να αποφύγει κάποια ζημιά που επρόκειτο να του κάνουν, εκείνος έδωσε περισσότερα από όσα του ζητούσαν. Κι αυτό δεν το έκανε ειρωνικά ή για να τους ξεγελάσει, αλλά το έκανε με την πρόθεση να τηρήσει την υπόσχεσή του. Γιατί, καθώς νομίζω, θα είχε ακούσει την εντολή εκείνη, η οποία και σήμερα μας απαγορεύει τον όρκο.

Να μιμηθείς λοιπόν τον Κλείνιο και τον Ευ­κλείδη στην τήρηση των εντολών, ώστε να ενεργείς καθώς και εκείνοι. Να εύχεσαι δηλαδή και εσύ για εκείνους που σε καταδιώκουν και να μην τους καταριέσαι. Γιατί, αν δεν είχε αυτός ασκηθεί από πριν σ” αυτά που τώρα και εγώ σας διδάσκω, δεν θα ήταν σε θέση να τα υπερβεί σαν τιποτένια και ασήμαντα.

Ας είναι μόνιμος σύντροφός σου, σαν άλλο φως και καθαρή διόπτρα, η εντολή του Θεού. Αυτή ας σου χαρίζει παντού και πάντα τη δωρεά της διάκρισης των περιστάσεων. Αυτή ας επο­πτεύει τον ορίζοντα της ψυχής σου για να σου φανερώνει την πραγματική και αληθινή κατάσταση των πραγμάτων και των περιστάσεων, που κάθε φορά θα αντιμετωπίζεις. Γιατί αυτή, ό,τι και να συμβεί, δεν θα σ’ αφήσει να χάσεις τη δύναμη και την ειρήνη της ψυχής σου.

Παράλληλα, να είσαι πάντοτε πνευματι­κά προετοιμασμένος, ώστε να αντιμετωπίζεις με ανδρεία και να υπομένεις με καρτερία, σαν σκόπελο που ξαφνικά ορθώνεται στο δρόμο σου, τις προ­σβολές των βίαιων κυμάτων και πνευμάτων, με τη Χάρη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον Οποίο ανήκει η δόξα στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.

Απόσπασμα από το βιβλίο «Αλγηδών η αγιότοκος: Η Υπομονή και η Ευχαριστία κατά τους Πατέρες»

Αγίου Βασιλείου του Μεγάλου - Για τις αρρώστιες και συμφορές

Ο Μέγας Βασίλειος στο λόγο του, «ότι ουκ έστιν αίτιος των κακών ο Θεό», μας λέγει: 
«…Κάθε κακό δεν είναι κακό. Κακά είναι οι αμαρτίες· κακά δεν είναι όσα μας προκαλούν οδύνη στο σώμα, όπως είναι οι αρρώστιες και τα τραύματα του σώματος, η φτώχεια, οι ταπεινώσεις, οικονομικές ζημιές, θάνατοι συγγενών , τα οποία ενεργεί ( κατά παραχώρηση ) προς το συμφέρον της ψυχής ο σοφός και αγαθός Κύριος. Ο Οποίος αφαιρεί τον πλούτο από αυτούς που τον μεταχειρίζονται αμαρτωλά, για να καταστρέψει έτσι το μέσο του κακού. Παραχωρεί αρρώστιες, σ΄αυτούς που συμφέρει να είναι το σώμα τους δεμένο με τις αρρώστιες, παρά να είναι ελεύθερο για ν’ αμαρτάνει. Παίρνει με θάνατο εκείνους, που τους συμφέρει ο θάνατος παρά η παράταση της ζωής. Επίσης, προκειμένου να σταματήσει ο Θεός τις εκτεταμένες αμαρτίες, φέρει πείνα , ξηρασίες, κατακλυσμιαίες βροχές , που αποτελούν μάστιγες κοινές πόλεων και ολοκλήρων εθνών…»

Αλλού πάλιν ο Μέγας Βασίλειος μας λέγει τα εξής: 
«Οι αρρώστιες των πόλεων και των εθνών , οι ξηρασίες και οι αφορίες της γης, όπως και οι ατομικές θλίψεις ανακόπτουν την αύξηση των κακών. Αυτά τα είδη των μη πραγματικών κακών ενεργούνται από το Θεό, για ν’ αναιρέσουν την ενέργεια των αληθινών κακών, που είναι οι αμαρτίες. Επομένως ο Θεός αναιρεί το κακό (που είναι η αμαρτία) αλλά το (όντως) κακό δεν κατάγεται από το Θεό. Όπως ο γιατρός που δεν εισάγει την νόσο, αλλά αφαιρεί την νόσο από το σώμα. Οι αφανισμοί των πόλεων , οι σεισμοί και οι νεροποντές, οι καταστροφές στρατευμάτων και τα ναυάγια και όλες οι πολυάνθρωπες συμφορές, που ενεργούνται από τη γη, από τη θάλασσα, από τον αέρα, από τη φωτιά ή από οποιαδήποτε αιτία, γίνονται για τον σωφρονισμό των επιζώντων από το Θεό , που με εκτεταμένες μάστιγες ανακόπτει την πάνδημη αμαρτωλότητα…».
Δεν είναι δυνατό να επιτύχουμε με άλλο τρόπο τα αγαθά που μας έχουν απαγγελθεί, και να αξιωθούμε την βασιλείας των ουρανών , παρά μόνον αν οδεύσουμε τον εδώ βίο μας με θλίψη. 
Εάν είμαστε ξύπνιοι , προσεκτικοί, οι θλίψεις μάς οικειώνουν πιο πολύ με τον Δεσπότη , και μαθητεύουμε να είμαστε επιεικείς.
Ο Θεός δεν εμποδίζει τις θλίψεις να έλθουν , αλλά όταν έλθουν είναι παρών, εργαζόμενος να μας καταστήσει χρήσιμους και έμπειρους. 
Μην απελπίζεσαι, αλλά τότε, όταν έλθουν οι θλίψεις, περισσότερο να αφυπνιστείς, επειδή τότε οι προσευχές γίνονται πιο καθαρές.
Η θλίψη εργάζεται ισχυρούς τους θλιβομένους , τους κάμνει κατανυκτικούς καιταπεινώνει την διάνοια.
Είναι μεγάλο κατόρθωμα το να υπομένει κανείς την θλίψη με ευχαριστία.
Οι θλίψεις είναι τα κατάλληλα φάρμακα στα δικά μας ψυχικά τραύματα. Ο Θεός επιτρέπει να γίνονται αυτά για την θεραπεία των ιδικών μας ψυχών. 
…Κανείς δεν επικοινωνεί με τον Χριστό τρυφώντας και κοιμώμενος, αλλά εκείνος που βρίσκεται σε θλίψη και πειρασμό , αυτός στέκεται κοντά σε Εκείνον. 

Απο το βιβλιαράκι "Λυτρωτικά εφόδια για την σωστή αντιμετώπιση των θλίψεων" 
Εκδόσεις "Ορθόδοξος Κυψέλη"


Για τους Χριστιανούς ο νέος χρόνος έχει νόημα και σκοπό



…Ο μόνος πού μπορεί να χαίρεται για τον ερχομό κάθε φορά του νέου χρόνου, είναι ό πιστός Χριστιανός.

Μόνον ό Χριστιανός μπορεί να βλέπει το χρόνο όχι ως πο­ρεία προς το θάνατο, άλλ’ ως πορεία, όπως είπαμε, προς με­γαλύτερη σχέση με τον κατεξοχήν αγαπημένο του, το Χρι­στό. Και φτάνει μάλιστα ό καθόλα συνεπής πιστός, ό ά­γιος, να επιθυμεί για το λόγο αυτό καί τον ίδιο θάνατο.

Ό απόστολος Παύλος καί πάλι σημειώνει στους Φιλιππησίους: «’Εχω την έπιθυμίαν εις το άναλύσαι καί συν Χρι­στώ είναι» (1,23). ‘Ηθελε να φύγει από τη ζωή αύτη, όχι γιατί μισούσε τον κόσμο καί τη ζωή, αλλά γιατί αγαπούσε περισσότερο την πηγή της ζωής, το Χριστό και τη Βασι­λεία Του. Κι ό άγιος Ιωάννης της Κλίμακος επισημαίνει; «Ό άγιος επιθυμεί κάθε ώρα το θάνατο». Για το Χριστιανό λοιπόν υπάρχουν λόγοι χαράς για τον ερχομό του νέου χρόνου: τον φέρνει πιο κοντά στον αρχηγό της πίστης Του!

Είναι ακατανόητη όμως η χαρά του απίστου και εκτός της Εκκλησίας ανθρώπου για τον καινούργιο χρόνο. Γιατί γιορτάζει αυτός; Επειδή θα έλθει μια ώρα γρηγορότερα στο θάνατο; Διότι στην πραγματικότητα ό κάθε νέος χρό­νος είναι καί μια μείωση της επί γης ζωής του’ μια ανάσα πιο κοντά στη φθορά. ‘Ισως λοιπόν για το λόγο αυτό να ξε­νυχτάνε πολλοί γλεντώντας την παραμονή της Πρωτοχρο­νιάς; επειδή επιθυμούν να διασκεδάσουν τον υποσυνείδητο φόβο τους με τον επερχόμενο θάνατο.’Ετσι κι αλλιώς όμως! Για τους Χριστιανούς ό χρόνος έχει νόημα και σκοπό. Κι είμαστε ευτυχείς πού ό Θεός εν Χριστώ μας έχει δώσει τη χάρη να κατανοούμε την αλήθεια αυτή. Απομένει καί να την ενεργοποιούμε στη ζωή μας!

πρωτοπ. Γεωργίου Δορμπαράκη

ΚΑΙ ΠΑΛΙ ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑ



Κάθε νέα χρονιά οι άνθρωποι ξυπνούν τις προσδοκίες και τις προσμονές της καρδιάς τους, για ν’ αποχαιρετίσουν κάποιες άλλες από την προηγούμενη χρονιά. Κάθε νέα χρονιά οι πόθοι και τα όνειρα των ανθρώπων δίνουν έναν άλλο παλμό και έναν άλλο ξεσηκωμό στο ήσυχο ρυάκι του χρόνου που πάντα ρέει, που πάντα έρχεται και που πάντα φεύγει· και μόλις φεύγει, εκείνη τη στιγμή είναι που έρχεται. Όλο το μυστήριο του ανθρώπου είναι στο παρόν του. Ούτε στο χθες, ούτε στο αύριο. Στο εδώ και τώρα. Στη στιγμή του τώρα. Εδώ βρισκόμαστε, αυτό είναι το παράδοξο δώρο που μας έδωσε ο Θεός: μια κλασματική στιγμή. Μέσα σε μια στιγμή όλα χάνονται και μέσα σε μια στιγμή όλα κερδίζονται. Ο χρόνος μας δεν έχει σχέση ούτε με το άγνωστο, ούτε με το τυχαίο, ούτε με το μοιρολατρικό. Ο χρόνος που μας δίνει η σοφία και η αγάπη του Θεού είναι εκείνο το ευλογημένο σκαλοπάτι, εκείνος ο θεόσδοτος αναβαθμός, η κλίμακα και η σκάλα, που είναι πάντα στα δικά μας τα χωμάτινα μέτρα για να ανεβούμε και για να ανεβαίνουμε ολοένα. Όχι σαν άνθρωποι απλώς, αλλά σαν χριστιανοί. Που πιστεύουν με την καρδιά τους και ζουν με πράξεις τον Χριστό. Τον Χριστό, που μας έδωσε τη ζωή μέσα στο χρόνο· το χρόνο μέσα στη ζωή· τη ζωή τη δική μας, μα πιο πολύ τη δική Του.

Ο χρόνος, από ένα απλό και βουβό ρυάκι που διαβαίνει τυχοδιωκτικά τον κόσμο, γίνεται πια «καιρός». Γίνεται δηλαδή «ευκαιρία». Γίνεται μετά και «τέλος», δηλαδή «σκοπός» και «νόημα». Όλα ωραία και θαυμαστά τα κανόνισε η αγάπη του Θεού! Μέσα στο χρόνο έχουμε όλοι μας, ο καθένας προσωπικά, ο καθένας μας διαπροσωπικά, όλοι μαζί, στο εμείς και στο εσύ, αμέτρητες ευκαιρίες. Ευκαιρίες θαυμαστές με σωτήρια τέλη, με νοήματα που περιμένει η ζωή μας στο χρόνο, για να βρει και να αφομοιώσει. Όταν η αγάπη του Θεού μπολιαστεί στον προσωπικό χρόνο του καθενός, τότε επιτελείται ένα θαύμα, μια νίκη, ένας θρίαμβος. Το αιώνιο εισέρχεται στη ροή του χρόνου, στο διάβα της ιστορίας μας, στην περιπέτεια της ζήσης μας και δίνει την καταλλαγή, δίνει τη λύση, δίνει τις απαντήσεις που περιμένουμε, δίνει την εκπλήρωση των πόθων της καρδιάς μας. Και αυτό το αιώνιο, δεν είναι άλλο παρά η αιώνια ζωή του Θεού, ο Ίδιος ο Θεός, η αγάπη Του, η Χάρη Του, το έλεός Του, η ευδοκία του θελήματός Του.

Χρόνος και χρονιές, δίχως Αυτόν, που τις έθεσε και τις δημιούργησε από αγάπη για μας, μοιάζει με εκδρομή σε φυλακή, επίσκεψη σε κάτεργα που δεν έχουν τέλος, περίπατο σε τούνελ δίχως έξοδο. Μη μείνουμε μόνοι στο χρόνο, στη νέα χρονιά που μας επισκέφθηκε: θα αδικήσουμε πλήρως την ύπαρξή μας έτσι. Μη μείνουμε μόνοι στο χρόνο και τις μέρες του, δίχως τον Χριστό, που είναι το ασάλευτο θεμέλιο και η ακλόνητη πέτρα της όντως ζωής. Ο χρόνος μας πρέπει να γεμίσει με τη Θεία Χάρη, για να έχει νόημα αυτός σ’ εμάς κι εμείς σ’ αυτόν. Τη Θεία Χάρη, τη φέρνει στη ζωή μας η ταπείνωση της καρδιάς μας και τα έργα της πίστης μας, η μετάνοια, η αγάπη, η δοτικότητα, η ανιδιοτέλεια, η θυσία.


Η προσευχή της καρδιάς και η Λειτουργία της Εκκλησίας μας, σπάνε το θλιβερό φράγμα του χρόνου, καταλύουν με όμορφη δύναμη τα στεγανά του και ο άνθρωπος γίνεται επιτέλους ωραίος! Και τι ωραίος που είναι ο έγχρονος άνθρωπος, όταν γίνεται εν Χριστώ αιώνιος! Και τι ωραίος που είναι ο χρόνος που μας δίνεται, όταν μετατρέπεται σε ευκαιρία, σε νόημα και σε μέσο για να κερδίσουμε την αιώνια σωτηρία μας! Η Χάρη του Θεού δαμάζει όλες μας τις δυσκολίες που φέρνει ο χρόνος· σαρώνει όλα του τα εμπόδια· φέρνει το ποθητό φως που μας λείπει· κομίζει την ειρήνη που χάσαμε ή που χάνουμε στην καθημερινότητα· οι ψυχές μας καλλωπίζονται και ευτρεπίζονται· ο πόνος, η θλίψη, η απογοήτευση, το κλάμα, ο σπαραγμός και ο μαρασμός των βουβών καρδιών μας φεύγει ντροπιασμένος· και ό,τι λυπηρό συναντήσαμε σαν αδύναμοι άνθρωποι μέσα στον αδυσώπητο χρόνο του φθαρτού κόσμου δραπετεύει βιαστικά και μας αφήνει ελεύθερους, λυτρωμένους και ανακουφισμένους. 

Αν είμαστε πραγματικά Χριστιανοί, θα είμαστε και πρόσωπα που ξέρουν πάντα να υπερβαίνουν: κάθε μας στιγμή, κάθε μας μέρα, κάθε βδομάδα, κάθε μήνας και κάθε χρόνος που περνά, θα είναι για μας η μοναδική ευκαιρία για ν’ ανοιχθούμε προς τον Αιώνιο και υπέρχρονο Χριστό, που θεραπεύει κάθε τραύμα, πληγή και πόνο που μας αφήνει ο χρόνος των παθών, της αμαρτίας και της αδυναμίας μας.


Σήμερα εορτάζει ένα φωτεινό άστρο που φαίνεται άσβεστο στο νοητό ουρανό και πανώριο στο αιώνιο στερέωμα της Εκκλησίας μας. Κι όταν φαίνεται ένα άστρο σαν κι αυτό, πώς βοηθιούνται στ’ αλήθεια οι ψυχές μας και πώς παρηγορούνται! Ο «ουρανοφάντωρ» Πατέρας της Εκκλησίας μας, ο μεγάλος Πατέρας, ο σοφός διδάσκαλος, ο υπερθαύμαστος ασκητής και νηστευτής, ο ακοίμητος βοηθός μας, ο φιλάνθρωπος υπερασπιστής μας, ο τρανός ρήτορας και απολογητής, ο ερμηνευτής των μυστηρίων του Πνεύματος, ο απαράμιλλος λειτουργός και λειτουργοσυνθέτης, το στήριγμα των πιστών, το καύχημα της παράδοσής μας, ο Μέγας Βασίλειος από την Καισαρεία, έδωσε μάχη για τη μοίρα του λαού του. Στα χρόνια του Ιουλιανού του Παραβάτη, όταν το Βυζάντιο κήρυξε τον πόλεμο στην Περσία, ο ειδωλόφιλος Ιουλιανός πέρασε με το στρατό του από την Καισαρεία. Τότε διέταξε να φορολογήσουν όλη την επαρχία και τα χρήματα αυτά θα τα έπαιρνε επιστρέφοντας για την Κωνσταντινούπολη. Έτσι, οι κάτοικοι αναγκάσθηκαν να δώσουν ό,τι είχε ο καθένας χρυσαφικά νομίσματα κ.λπ. Όμως ο Ιουλιανός σκοτώθηκε άδοξα σε μια μάχη στον πόλεμο με τους Πέρσες και, έτσι, δεν ξαναπέρασε ποτέ από την Καισάρεια. Τότε ο Άγιος Βασίλειος έδωσε εντολή και, από τα μαζεμένα χρυσαφικά, τα μισά να δοθούν στους φτωχούς, ένα μικρό μέρος κράτησε για τις ανάγκες των ιδρυμάτων της περίφημης «Βασιλειάδας», και τα υπόλοιπα τα μοίρασε στους κατοίκους με ένα πρωτότυπο τρόπο: έδωσε εντολή να ζυμώσουν ψωμιά και σε κάθε ψωμί, έβαλε από ένα νόμισμα ή χρυσαφικό μέσα, κατόπιν τα μοίρασε στα σπίτια. Έτσι, τρώγοντας οι κάτοικοι τα ψωμιά, όλο και κάτι έβρισκαν μέσα. Από αυτό το γεγονός γεννήθηκε το έθιμο της πίτας που ονομάσθηκε «βασιλόπιτα».

Η ιστορία επαναλαμβάνεται στα βιώματά μας. Οι εξουσίες του αντίχριστου κόσμου στέκονται με μίσος απέναντί μας. Έχουν σκοπό να μας έχουν συνεχώς υποταγμένους και υποτελείς στην κακία τους και να ληστέψουν από την ανίσχυρη ζωή μας, από το είναι μας ό,τι αυτό έχει και δεν έχει. Μας κλέβουν και μας στερούν με πολιτικάντικη μαεστρία το ψωμί, την εργασία, την κατοικία, την ελευθερία μας, την παράδοση, το πιστεύω μας. Δεν μας λένε ότι θέλουν να μας σκοτώσουν. Μας λένε όμως ότι μας φορολογούν. Με μια δικαιοσύνη αμείλικτη και απάνθρωπη.

Ό,τι πολύτιμο έχει ο κόσμος, αυτό είναι ο άνθρωπος. Ό,τι πολυτιμότερο έχει ο άνθρωπος, είναι η αιώνια ψυχή του. Πολύτιμη πιο πολύ απ’ όλα τα χρυσάφια και απ’ όλα τα ασήμια. Γι’ αυτό, αν θέλουμε να τη σώσουμε, να γίνουμε ένα με τη ζύμη του Άρτου που μας προσφέρεται αδιάκοπα· του Άρτου του Χριστού. Το πνευματικό και άσηπτο Χριστόψωμο θα μας σώσει, γιατί θα μας δώσει τη Χριστοζωή. Να ανακραθούμε, να ανακατευτούμε, να γίνουμε ένα με το Σώμα της Εκκλησίας, το Σώμα και το Αίμα του Χριστού. Και εκεί μέσα θα σώσουμε το πρόσωπό μας, την ταυτότητά μας, την ελευθερία μας, το νόημά μας, την αξία μας, τον τόπο μας, τη γη μας, το χρόνο μας και τις χρονιές μας, στο τώρα, το αύριο και στο πάντα του Θεού. 
Αμήν, Γένοιτο.

Καλή, ευλογημένη, ειρηνική, χαρούμενη, θεάρεστη, θεοφρούρητη και θεοσκέπαστη η νέα χρονιά, σε όλους και για όλα! Χρόνια πολλά, καλά και σωτήρια σε όλους!

π. Δαμιανός

ΤΑ ΠΤΕΡΟΕΝΤΑ ΔΩΡΑ



Ξένος τοῦ κόσμου καὶ τῆς σαρκός, κατῆλθε τὴν παραμονὴν ἀπὸ τὰ ὕψη, συστείλας τὰς πτέρυγας ὅπως τὰς κρύπτῃ, θεῖος ἄγγελος. Ἔφερε δῶρα ἀπὸ τὰ ἄνω βασίλεια διὰ νὰ φιλεύσῃ τοὺς κατοίκους τῆς πρωτευούσης. Ἦτον ὁ καλὸς ἄγγελος τῆς πόλεως.
Ἐκράτει εἰς τὴν χεῖρα ἓν ἄστρον καὶ ἐπὶ τοῦ στέρνου του ἔπαλλε ζωὴ καὶ δύναμις, καὶ ἀπὸ τὸ στόμα του ἐξήρχετο πνοὴ θείας γαλήνης. Τὰ τρία ταῦτα δῶρα ἤθελε νὰ μεταδώσῃ εἰς ὅλους ὅσοι προθύμως τὰ δέχονται.
Εἰσῆλθεν ἐν πρώτοις εἰς ἓν ἀρχοντικὸν μέγαρον. Εἶδεν ἐκεῖ τὸ ψεῦδος καὶ τὴν σεμνοτυφίαν, τὴν ἀνίαν καὶ τὸ ἀνωφελὲς τῆς ζωῆς ζωγραφισμένα εἰς τὰ πρόσωπα τοῦ ἀνδρὸς καὶ τῆς γυναικός, καὶ ἤκουσε τὰ δύο τεκνία νὰ ψελλίζωσι λέξεις εἰς ἄγνωστον γλῶσσαν. Ὁ Ἄγγελος ἐπῆρε τὰ τρία οὐράνια δῶρά του, καὶ ἔφυγε τρέχων ἐκεῖθεν.
Ἐπῆγεν εἰς τὴν καλύβην πτωχοῦ ἀνθρώπου. Ὁ ἀνὴρ ἔλειπεν ὅλην τὴν ἑσπέραν εἰς τὴν ταβέρναν. Ἡ γυνὴ ἐπροσπάθει ν᾿ ἀποκοιμίσῃ μὲ ὀλίγον ξηρὸν ἄρτον τὰ πέντε τέκνα, βλασφημοῦσα ἅμα τὴν ὥραν ποὺ εἶχεν ὑπανδρευθῆ. Τὰ μεσάνυχτα ἐπέστρεψεν ὁ σύζυγός της· αὐτὴ τὸν ὕβρισε νευρικὴ μὲ φωνὴν ὀξεῖαν, ἐκεῖνος τὴν ἔδειρε μὲ τὴν ράβδον τὴν ὀζώδη, καὶ μετ᾿ ὀλίγον οἱ δύο ἐπλάγιασαν χωρὶς νὰ κάμουν τὴν προσευχήν των, καὶ ἤρχισαν νὰ ροχαλίζουν μὲ βαρεῖς τόνους. Ἔφυγεν ἐκεῖθεν ὁ Ἄγγελος.
Ἀνέβη εἰς μέγα κτίριον πλουσίως φωτισμένον. Ἦσαν ἐκεῖ πολλὰ δωμάτια μὲ τραπέζας, κ᾿ ἐπάνω των ἔκυπτον ἄνθρωποι μετροῦντες ἀδιακόπως χρήματα, παίζοντες μὲ χαρτία. Ὠχροὶ καὶ δυστυχεῖς, ὅλη ἡ ψυχή των ἦτο συγκεντρωμένη εἰς τὴν ἀσχολίαν ταύτην. Ὁ Ἄγγελος ἐκάλυψε τὸ πρόσωπον μὲ τὰς πτέρυγάς του διὰ νὰ μὴ βλέπῃ κ᾿ ἔφυγε δρομαῖος.
Εἰς τὸν δρόμον συνήντησε πολλοὺς ἀνθρώπους, ἄλλους ἐξερχομένους ἀπὸ τὰ καπηλεῖα, οἰνοβαρεῖς, καὶ ἄλλους κατερχομένους ἀπὸ τὰ χαρτοπαίγνια, μεθύοντας χειροτέραν μέθην. Τινὰς εἶδε ν᾿ ἀσχημονοῦν, καὶ τινὰς ἤκουσε νὰ βλασφημοῦν τὸν Ἁι-Βασίλην ὡς πταίστην. Ὁ Ἄγγελος ἐκάλυψε μὲ τὰς πτέρυγας τὰ ὦτα, διὰ νὰ μὴν ἀκούῃ, καὶ ἀντιπαρῆλθεν.
Ὑπέφωσκεν ἤδη ἡ πρωία τῆς πρωτοχρονιᾶς, καὶ ὁ Ἄγγελος διὰ νὰ παρηγορηθῇ, εἰσῆλθεν εἰς μίαν ἐκκλησίαν. Ἀμέσως πλησίον τῆς θύρας εἶδεν ἀνθρώπους νὰ μετροῦν νομίσματα, μόνον πὼς δὲν εἶχον παιγνιόχαρτα εἰς τὰς χεῖρας· καὶ εἰς τὸ βάθος, ἀντίκρυσεν ἕνα ἄνθρωπον χρυσοστόλιστον καὶ μιτροφοροῦντα ὡς Μῆδον σατράπην τῆς ἐποχῆς τοῦ Δαρείου, ποιοῦντα διαφόρους ἀκκισμοὺς καὶ ἐπιτηδευμένας κινήσεις. Δεξιὰ καὶ ἀριστερὰ ἄλλοι μερικοὶ ἔψαλλον μὲ πεπλασμένας φωνάς: Τὸν Δεσπότην καὶ ἀρχιερέα!
Ὁ Ἄγγελος δὲν εὗρε παρηγορίαν. Ἐπῆρε τὰ πτερόεντα δῶρά του ― τὸ ἄστρον τὸ προωρισμένον νὰ λάμπῃ εἰς τὰς συνειδήσεις, τὴν αὔραν, τὴν ἱκανὴν διὰ νὰ δροσίζῃ τὰς ψυχάς, καὶ τὴν ζωήν, τὴν πλασμένην διὰ νὰ πάλλῃ εἰς τὰς καρδίας, ἐτάνυσε τὰς πτέρυγας, καὶ ἐπανῆλθεν εἰς τὰς οὐρανίας ἁψῖδας.

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης
(1907)