.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Άγιος Αλέξανδρος: “... δέν εἶναι σωστό ἔτσι ἁπλά νά δεχθοῦμε σέ κοινωνία «τόν τῆς αἱρέσεως εὑρετήν… »



Τόν ἅγιο Ἀλέξανδρο, πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, τόν συναντοῦμε πρώτη φορά στίς ἱστορικές πηγές κατά τήν Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδο, ἡ ὁποία συγκλήθηκε ἀπό τόν Μέγα Κωνσταντίνο στή Νίκαια τῆς Βιθυνίας τό 325. Ὁ ἅγιος Ἀλέξανδρος, «ἀνήρ θεοφιλής», ἦταν τότε πρεσβύτερος στό ἀξίωμα καί εἶχε ἡλικία ὁπωσδήποτε μεγαλύτερη τῶν 70 ἄν ὄχι τῶν 80, ἐτῶν. 

Τόν ἐπισκοπικό θρόνο τοῦ Βυζαντίου κατεῖχε ὁ ἅγιος Μητροφάνης, ὁ ὁποῖος ἐπειδή ἦταν ὑπέργηρος καί ἀσθενής δέν ἔλαβε μέρος στή Σύνοδο, ἀλλά ἔστειλε ἀντιπρόσωπο τόν «συμπρεσβύτερό του» ἅγιο Ἀλέξανδρο, πού εἶχε ἀπό πολλῶν ἐτῶν βοηθό καί συνεργάτη στό ἔργο του.

Τά πρῶτα χρόνια
Ὁ ἅγιος Ἀλέξανδρος γεννήθηκε περί τό 240. Ὡς ἐκ τούτου, ἔζησε σέ παιδική ἤ νεανική ἡλικία τούς τελευταίους μεγάλους διωγμούς κατά τῆς Ἐκκλησίας ἀπό τούς αὐτοκράτορες Δέκιο (250) καί Βαλεριανό (257-260) καί σέ ὥριμη ἡλικία τούς διωγμούς τοῦ Διοκλητιανοῦ (303-305) καί τοῦ Γαλέριου Μαξιμιανοῦ (305-311).

Ἡ ἀρειανική αἵρεση καί ἡ ἀντιπαράθεσή του μέ τόν Ἄρειο
Ἡ ἀρειανική αἵρεση, παρά τήν ἀπόφαση τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου καί παρ' ὅλες τίς προσπάθειες γιά τή διάδοση τῆς ἀποφάσεως αὐτῆς, δέν εἶχε ἐξαλειφθεῖ καί ἔμελε νά ταλαιπωρήσει τήν Ἐκκλησία γιά πολύ καιρό ἀκόμη. Ἡ ὁμάδα τῶν ἐπισκοπῶν, πού ὑπεστήριξαν τόν Ἄρειο στή Σύνοδο, παρ' ὅλο πού προσυπέγραψαν τίς ἀποφάσεις της, δέν ἡσύχασαν πότε. 

Ἡ ὁμάδα αὐτή εἶχε ἐν τῷ μεταξύ διευρυνθεῖ, ἡγέτης της ἦταν ὁ φιλόδοξος Εὐσέβιος Νικομηδείας, ὁ ὁποῖος εἶχε μεγάλη ἐπιρροή στόν αὐτοκράτορα. Ἀκόμη πολλοί κρατικοί λειτουργοί καθώς καί πρόσωπα ἀπό τό οἰκογενειακό περιβάλλον τοῦ αὐτοκράτορα εἶχαν προσχωρήσει στήν αἵρεση, μεταξύ τῶν ὁποίων καί ἡ Βασιλίνα, μητέρα τοῦ τελευταίου εἰδωλολάτρη αὐτοκράτορα Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτου.

Κατά τό τριακοστό ἔτος τῆς βασιλείας τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου (τό 335) καί κατόπιν πιέσεων ἀπό τόν κύκλο αὐτῶν πού ὑπεστήριζαν τόν αἱρεσιάρχη, κλήθηκε ὁ Ἄρειος ἀπό τόν αὐτοκράτορα στήν Κωνσταντινούπολη, γιά νά ἐρωτηθεῖ καί νά ὁμολογήσει «εἰ τήν πίστιν τῆς καθολικῆς ἐκκλησίας ἔχοι», ἄν ἔχει τήν πίστη, δηλαδή ὅλης τῆς Ἐκκλησίας, τήν ὀρθή πίστη. 

Ὁ ἐρχομός τοῦ αἱρεσιάρχη στήν πρωτεύουσα ἀνα­ζωπύρωσε τή διαμάχη τῶν δύο μερίδων τοῦ λαοῦ, τῶν ὀρθοδόξων καί τῶν αἱρετικῶν, καί πάλι ἐπαναλήφθηκαν ταραχές στήν Πόλη. Ὁ Ἄρειος, χωρίς πότε νά ἔχει μετανοήσει ἤ νά ἔχει ἀλλά­ξει κάτι στίς αἱρετικές του δοξασίες, βασιζόμενος μόνον στή μεγάλη δύναμη πού εἶχαν οἱ ὑποστηρικτές του, ὡμολογησε μπροστά στόν βασιλιά ὅτι πιστεύει τήν κοινή πίστη τῆς Ἐκκλησίας, ἔδωσε μάλιστα γραπτή ὁμολογία τῆς πίστεώς του. Ἡ ὁμολογία αὐτή ἦταν διατυπωμένη μέ τέτοιο τρόπο, ὥστε, παίζοντας μέ τίς λέξεις, χρησιμοποιώντας χωρία τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί παραλείποντας ὅ,τι δέν τόν ἐξυπηρετοῦσε, τίς ἐνδεικτικές φράσεις δηλαδή τῆς ὀρθοδόξου πίστεως, ὅπως τήν εἶχε διατυπώσει ἡ Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδος, καί αὐτές τῆς αἱρετικῆς του διδασκαλίας, νά κρύβεται ἡ κακοδοξία του, γιά τήν ὁποία εἶχε καταδικασθεῖ ἀπό τή Σύνοδο. 

Ἔτσι παρουσίασε ὅτι ἡ πίστη τοῦ ἦταν ἴδια μέ τήν πίστη τῆς Ἐκκλησίας «ὑποκρινόμενος καί αὐτός, ὡς ὁ διάβολος τά τῶν Γραφῶν ρήματα», ὅπως σχολιάζει ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος. Ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος δέχθηκε τήν ὁμολογία του καί τόν ἔστειλε στόν πατριάρχη Ἀλέξανδρο λέγοντας του ὅμως: «Εἰ ὀρθή σου ἡ πίστις ἐστί, καλῶς ὤμοσας, εἰ δέ ἀσεβής ἐστιν ἡ πίστις σου καί ὤμοσας, ὁ Θεός ἐκ τοῦ οὐρανοῦ κρῖναι τά κατά σέ», θέλοντας ἔτσι νά ἐκδηλώσει τήν ἐπιφυλακτικότητά του γιά τήν εἰλικρίνεια τοῦ Ἀρείου καί νά τόν καταστήσει ὑπεύθυνο τῶν πράξεών του. 

Μέ τό δόλιο αὐτό τρόπο καί διά τῶν συνηθισμένων σ' αὐτούς πιέσεων οἱ φιλικά προσκείμενοι στόν Ἄρειο ἐπίσκοποι καί κοσμικοί ἄρχοντες θέλησαν νά εἰσαγάγουν τόν Ἄρειο στήν ἐκκλησιαστική κοινωνία. Ἡ δολιότητα καί ὁ ἐκβιασμός ἔγκειται στό γεγονός ὅτι ἐφ' ὅσον ὁ Ἄρειος εἶχε κριθεῖ ἀπό Οἰκουμενική Σύνοδο καί εἶχε ἀποκοπεῖ ἀπό τήν κοινωνία τῆς μιᾶς καθολικῆς Ἐκκλησίας θά ἔπρεπε πάλι ἀπό Οἰκουμενική Σύνοδο νά κριθεῖ, ὥστε νά ἐλεγχθεῖ λεπτομερῶς ἡ πίστη του καί ἡ μετάνοιά του δέν ἦταν δυνατόν μία βασιλική ἀπόφαση ἡ μία ἁπλή ὁμολογία πίστεως τοῦ αἱρεσιάρχη ν' ἀνατρέψει ἀπόφαση τῆς Οἰκουμενικῆς Συνοδοῦ.

Ὁ ἅγιος Ἀλέξανδρος στίς μεθοδεύσεις αὐτές μέ παρρησία ἀντέτασσε ὅτι δέν εἶναι σωστό ἔτσι ἁπλά νά δεχθοῦμε σέ κοινωνία «τόν τῆς αἱρέσεως εὑρετήν». 

Ὁ Εὐσέβιος Νικομηδείας ὡς ἀπάντηση στήν ἄρνηση τοῦ πατριάρχη μεταξύ ἄλλων τόν ἀπειλοῦσε ὅτι θά προκαλοῦσε τήν καθαιρεσή του καί τήν ἐξορία του, ἄν δέν δεχόταν τόν Ἄρειο σέ κοινωνία, ὅποτε οὕτως ἤ ἄλλως ὁ διάδοχός του θά δεχόταν τόν Ἀρειο. Τόν ἅγιο Ἀλέξανδρο βέβαια δέν τόν ἀπασχολοῦσε τόσο ἡ ἀπειλή τῆς καθαιρέσεως, ὅσο ἡ ἀνάγκη νά τηρηθεῖ ἀπαρασάλευτη ἡ πίστη πού διακήρυξε ἡ Οἰκουμενική Σύνοδος τῆς Νικαίας. 

Βλέποντας λοιπόν ὅτι στή φάση αὐτή τοῦ ἀγώνα ἡ θεολογική συζήτηση καί ἡ ἀπροκάλυπτη ἔρευνα τῆς ἀλήθειας δέν εἶχαν καμία δύναμη, ἄφησε κατά μέρος τήν προσπάθεια νά πείσει τούς αἱρετικούς γιά τό λάθος τους καί κατέφυγε στόν παντεπόπτη Θεό. Μέ νηστεῖες καί προσευχές, νύκτα καί ἡμέ­ρα παρακαλοῦσε τόν Θεό. Σύχναζε μάλιστα στήν ἐκκλησία τήν ἀφιερωμένη στήν Ἁγία Εἰρήνη τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία εὑρίσκεται πολύ κοντά στή Μεγάλη Ἐκκλησία τῆς Ἁγίας Σοφίας (πού τότε χτιζόταν), ὅπου μόνος «ὑπό τήν ἱεράν τράπεζαν ἑαυτόν ἐπί στόμα ἐκτείνας ηὔχετο δακρύων»: ἄν μέν οἱ πεποιθήσεις καί τά σχεδία τοῦ Ἀρείου εὐοδωθοῦν, νά μήν εὑρεθεῖ στήν ἀνάγκη νά τόν συναντήσει κατά πρόσωπον, ἄν ὅμως ἡ πίστη τῆς ἐκκλησίας εἶναι ὀρθή, τότε ὁ Θεός ἄς ἀποδώσει τό δίκαιο καί ἄς μήν ἐπιτρέψει ἡ αἵρεση νά νομι­σθεῖ ὡς εὐσέβεια. Στήν ἀγωνία του ὁ ἅγιος εἶχε συμπαραστάτη τόν πρεσβύτερο Μακάριο, γνωστό τοῦ Μεγάλου Ἀθανασίου, ὁ ὁποῖος καί τόν ἐνημέρωσε γιά τά συμβάντα στήν Κωνσταντινούπολη.

Ὁ θάνατος τοῦ Ἀρείου
Ἡ ἀπάντηση τοῦ Θεοῦ ἦρθε πράγματι ἄμεση. Τήν παραμονή τῆς ἡμέρας, κατά τήν ὁποία ὁ Ἄρειος ἐπρόκειτο νά γίνει δεκτός στήν ἐκκλησιαστικη κοινωνία καί ἐνῶ περιεφέρετο στήν ἀγορά τῆς Κωνσταντινουπόλεως συνοδευόμενος, ὡς συνήθως, ἀπό πλῆθος ὀπαδῶν του, πέρασε ἀπό τά δημόσια ἀποχωρητήρια γιά κάποια σωματική ἀνάγκη. Ἐκεῖ μέσα βρῆκε οἰκτρό θάνατο «τοῖς σκυβάλοις μέν τά ἔντερα, τοῖς ἐντέροις δέ τήν ψυχήν ὁ δείλαιος συναποβάλλει». 

Τό γεγονός αὐτό, ὅπως εἶναι φυσικό, προεκάλεσε ἰδιαίτερη αἴσθηση σέ ὅλους. Τό μέρος αὐτό γιά πολλά χρόνια δείχνονταν ἀπό τούς κατοίκους τῆς Κωνσταντινουπόλεως καί ἀποφεύγονταν ἡ χρήση του, μέχρις ὅτου κάποιος ἀρειανόφρων ἀγόρασε τό χῶρο, γκρέμισε τά δημόσια ἀποχωρητήρια καί ἔκτισε μιά οἰκία ὥστε νά ξεχαστεῖ τό γεγονός. 

Ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος σχολιάζοντας τόν ἀπροσδόκητο θάνατο τοῦ Ἀρείου μᾶς θυμίζει ὅτι ὁ θάνατος εἶναι τό κοινό τέλος ὅλων μας καί δέν εἶναι συνετό νά εὐχόμαστε τό θάνατο κανενός, ἀκόμη κι ἄν εἶναι ἐχθρός, ἀφοῦ δέν γνωρίζουμε πότε, ἄν θά μᾶς βρεῖ τό βράδυ ζωντανούς ὁ θάνατος ὅπως τοῦ Ἀρείου ἔγινε κάτω ἀπό τέτοιες συνθῆκες πού προκαλεῖ τήν ἔκπληξη καί τόν θαυμασμό μας. 

Ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος, ὅταν ἔμαθε γιά τό θάνατο τοῦ Ἀρείου, ἔμεινε ἐκπληκτος καί αὐτός γιά τό πῶς ἐλέγχθηκε ὁ αἱρεσιαρχής ὡς ἐπίορκος καί, ὅπως ἦταν ἑπόμενο, μετά τό γεγονός αὐτό ἐξασθένησε κατά πολύ ἡ ἐπιρροή τῶν ἀρειανῶν ἐπισκοπῶν καί κοσμικῶν ἀρχόντων στόν αὐτοκράτορα. 

Τήν ἑπομένη ὁ ἅγιος Ἀλέξανδρος καί ὁ ὀρθόδοξος λαός τῆς Κωνσταντινουπόλεως συνάχθηκαν στήν Ἁγία Εἰρήνη καί εὐχαρίστησαν τόν Θεό, ὄχι διότι χάρηκαν γιά τό θάνατο τοῦ αἱρεσιάρχη, ἀλλά διότι ὁ Θεός δέν ἐγκαταλείπει τό λαό του καί ἀποδίδει τό δίκαιο, παρά τά ἄδικα σχέδια καί τίς ἄδικες κρίσεις τῶν ἀνθρώπων. Στήν Κωνσταντινούπολη ἐπανῆλθε ἡ εἰρήνη. Οἱ αἱρετικοί ντροπιάστηαν καί περιορίστηκαν. Ἡ Ἐκκλησία τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ὅσο ζοῦσε ὁ ἅγιος Ἀλέξανδρος, ἀπολάμβανε τήν εἰρήνη πού οἱ εὐχές καί οἱ ἀρετές τοῦ ἁγίου τῆς χαριζαν.

Ἡ μαρτυρία τοῦ ἁγίου Γρηγορίου Θεολόγου
Τή θαυματουργική ἐπέμβαση τοῦ Θεοῦ, μετά τίς προσευχές τοῦ ἁγίου Ἀλεξάνδρου, θυμᾶται πενήντα χρόνια ἀργότερα καί ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, τό 381, ὅταν ἦταν καί αὐτός πατριάρχης τῆς Κωνσταντινουπόλεως σέ ἐποχή ταραγμένη πάλι ἀπό τήν αἵρεση τῶν πνευματομάχων καί προετοίμαζε τήν Ἐκκλησία γιά τή Β΄ Οἰκουμενική Σύνοδο. Ἀπευθύνεται στό λαό τῆς Κωνσταντινουπόλεως καί τούς λέγει ὅτι «ἔχουν παράδοση ὀρθοδοξίας ἀκολουθώντας ὡς μαθητές τόν πρῶτο ἐπίσκοπο τῆς Νέας Πόλεώς τους, τόν Ἀλέξανδρο (τόν πολύ τόν ξακουστό), μεγάλο ὑπέρμαχο καί κήρυκα τῆς ἁγίας Τριάδος, ὁ ὁποῖος μέ λόγους καί μέ ἔργα ἐξαφάνισε τήν ἀσέβεια ἀπό τήν Ἐκκλησία» καί τούς θυμίζει τή δύναμη τῆς προσευχῆς του, πού κατά τά ἀποστολικά πρότυπα «κατέλυσε τόν ἀρχηγό τῆς ἀσέβει­ας σέ χῶρο ἀντάξιο τοῦ βορβόρου πού ἔρρεε ἀπό τό στόμα του καί ἔτσι ἡ ὕβρις ἀντιστάθηκε στήν ὕβρι καί ὁ δίκαιος θάνατος (τοῦ Ἀρείου) στηλίτευσε τόν ἄδικο θάνατο πολλῶν ψυχῶν», πού παρασύρονταν ἀπό τίς αἱρετικές διδασκαλίες του

Ἡ κοίμηση τοῦ Ἁγίου
Ὁ ἅγιος Ἀλέξανδρος ἀπεβίωσε ἐν εἰρήνῃ τό 337 (ἕνα ἔτος μετά τόν Μέγα Κωνσταντῖνο) σέ ἡλικία 98 ἐτῶν, ἐνῶ εἶχε συμπληρώσει εἰκοσιτρία χρόνια στή διοίκηση τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως.

Προσοχη… Προσοχη!!!



Έλληνα και Ελληνίδα 
Ορθόδοξοι Χριστιανοί

Όποιον δεσπότη ή παπά (της πόλης ή του χωριού σου) δεν τον ακούς να μιλάει εναντίον της κρυφής και Ύπουλης και Καταστροφικής ΠΑΝΑΙΡΕΣΗΣ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ ΠΑΝΘΡΗΣΚΕΙΑΣΜΟΥ
να ξέρεις οτι ή είναι Οικουμενιστής, ή Κρυπτοοικουμενιστής.

Να φεύγεις ΜΑΚΡΥΑ ΤΟΥ 
όπως φεύγουμε από το φίδι 
που θα συναντήσουμε.

ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ 2006 - ΔΑΙΜΟΝΙΣΜΕΝΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΕΓΑΛΗ ΑΠΟΣΤΑΣΙΑ ΚΛΗΡΟΥ ΚΑΙ ΛΑΟΥ ΚΑΙ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ....

«ΣΑΘΡΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΑ» του αειμνηστου Αγιου ΟΜΟΛΟΓΗΤΟΥ Θεολογου Νικολαου Σωτηροπουλου απο το ΥΠΕΡΠΕΡΑΝ, τον θρονον του ΘΕΟΥ

Τὸ κακὸ μὲ τοὺς οἰκουμενιστὲς ἐκκλησιαστικοὺς ἡγέτες παράγινε. Καὶ ἀπὸ τὶς διαμαρτυρίες τῶν εὐσεβῶν δὲν ἱδρώνουν τὰ αὐτιά τους. Ὅλο τὸν ἱδρῶτα τους ἔχυσαν κατὰ τὸν ἀγῶνα καὶ τὴνἀγωνία τους ν΄ ἀναρριχηθοῦν στοὺς ὑψηλοὺς ἐκκλησιαστικοὺς θρόνους. Καὶ γιὰ ἄλλη περίπτωση δὲν ἄφησαν οὔτε μιὰ σταγόναἱδρῶτος. Γι’ αὐτὸ οἱ εὐσεβεῖς ζητοῦν νὰ γίνη κατὰ τῶν οἰκουμενιστῶν ἐκκλησιαστικῶν ἡγετῶν κάτι ἰσχυρότερο ἀπὸ τὶς διαμαρτυρίες. Καὶ ἰσχυρότερο ἀπὸτὶς διαμαρτυρίες εἶνε τὸ νὰπαύσουν κληρικοὶ τὸμνημόσυνοπροϊσταμένων, ἰδίως δὲ τοῦἀρχιοικουμενιστοῦ Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαίου. Ἡ παῦσι τοῦ μνημοσύνου θὰ στοιχίση στοὺςἐνόχους. Καὶ ἴσως σκεφθοῦν τὶς εὐθῦνες καὶ τὴν ἐνοχή τους, καὶἀλλάξουν μυαλὸ καὶ τακτική.


Ἀλλ' ἐκτὸς τῆς Ἱ. Μονῆς Ἐσφιγμένου τοῦ Ἁγίου Ὄρους, τοῦπ. Εὐθυμίου Τρικαμηνᾶ καὶ ἑνὸς ἢ δύο ἀκόμη κληρικῶν, θὰ εὑρεθοῦν ἄλλοι ἥρωες κληρικοί, γιὰνὰ παύσουν καὶαὐτοὶ τὸ μνημόσυνο ἐνόχων στὸ ὕψιστο ζήτημα τῆς Πίστεως; Ἡ παῦσι τοῦ μνημοσύνου δὲν στοιχίζει μόνο στοὺς ἐνόχους· στοιχίζει καὶ σ’ αὐτοὺς ποὺ παύουν τὸ μνημόσυνο, στοιχίζει ἀπηνεῖς διωγμούς.
Γι’ αὐτὸ καὶ κληρικοί, οἱ ὁποῖοι προηγουμένως ἦταν ὑπὲρ τῆς παύσεως τοῦ μνημοσύνου, τώρα, κατόπιν, ὅπως φαίνεται, καταθλιπτικῶν πιέσεων, καὶ ὑπολογισμοῦ συνεπειῶν, κόστους δηλαδὴσ’ αὐτούς, λέγουν, ὅτι δὲν πρέπει νὰ παυθῆ τὸ μνημόσυνο τοῦ Πατριάρχου καὶ ἄλλων. Καὶ γιὰ νὰ δικαιολογήσουν τὴν παλινῳδίατους φέρουν δύο ἐπιχειρήματα.
Δὲν πρέπει, λέγουν, νὰ γίνη παῦσι τοῦ μνημοσύνου χάριν τῆς ἑνότητος τῆς ἐκκλησίας, καὶ γιὰ νὰ μὴ καθαιρεθοῦν οἱ παύοντες τὸ μνημόσυνο καὶ βρεθοῦν ἐκτὸς Ἐκκλησίας.
Σαθρὰ τὰ ἐπιχειρήματα καὶ ἀντίθετα πρὸς τοὺς Ι. Κανόνες, τὸν ΛΑ΄ Ἀποστολικὸ καὶ τὸν ΙΕ' τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου, ἐπὶ τῇ βάσει τῶν ὁποίων δύναται κληρικὸς νὰ παύση τὸ μνημόσυνο προϊσταμένου γιὰ θέμα πίστεως καὶ δικαιοσύνης.
Κατὰ τὸν ΙΕ' Κανόνα τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου οἱ παύοντες τὸ μνημόσυνο δὲν προσβάλλουν τὴν Ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλ'ἐνεργοῦν ὑπὲρ τῆς ἑνότητας· δὲν δημιουργοῦν σχίσμα, ἀλλ'ἐνεργοῦν κατὰ τοῦ σχίσματος. Ἐπὶ λεξει ὁ Κανὼν λέγει: «Οὐκ ἐπισκόπων, ἀλλὰ ψευδεπισκόπων καὶ ψευδοδιδασκάλων κατέγνωσαν, καὶ οὐ σχίσματι τὴν ἕνωση τῆς Ἐκκλησίας κατέτεμαν, ἀλλὰ σχισμάτων καὶ μερισμῶν τὴν Ἐκκλησίαν ἐσπούδασαν ρύσασθαι».
Ἐπίσης ὁ Κανὼν γι' αὐτοὺς τοὺς κληρικοὺς λέγει, ὅτι, ὄχι μόνο δὲν ὑπόκεινται σὲ ἐπιτίμιο, ἄλλα καὶ εἶνε ἄξιοι τιμῆς. Καὶ συνεπῶς, ἂν ἀδίκως καθαιρεθοῦν, δὲν εἶνε ἐκτὸς Ἐκκλησίας, ἀλλ' ἀξιώτερα μέλη τῆς Ἐκκλησίας. Καθαιρέθηκαν ἀδίκως καὶ μεγάλοι Πατέρες καὶ εἶνε οἱ ἀκαθαίρετοι πύργοι τῆς ἐκκλησίας.
Ἂς παυθῆ λοιτὸν τὸ μνημόσυνο τῶν προδοτῶν τῆς Πίστεως, μήπως μετανοήσουν καὶ σωθοῦν. Αὐτὸ ἐπιβάλλει ἡ ἀγάπη πρὸς τὴνὈρθοδοξία, ἀλλὰ καὶ πρὸς αὐτούς.


Ας διδαχθούν από τον ιερό Χρυσόστομο, όσοι παραποιούν την διδασκαλία της Εκκλησίας και πορεύονται σύμφωνα με μετα-πατερικές εφευρεύσεις συγχρόνων θεολογούντων


Ἐπειδὴ τὸ ἱστολόγιό μας ἔχει συγκεκριμένο σκοπό, νὰ παρουσιάζει τὴν Πατερικὴ διδασκαλία κυρίως ὡς πρὸς τὴν στάση μας κατὰ τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, θὰ παραθέσουμε τμῆμα ἀπὸ βιβλίο τοῦ π. Εὐθύμιου Τρικαμηνᾶ, τὸ ὁποῖο παρουσιάζει κάποιες ἀπὸ τὶς σχετικὲς θέσεις τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου.
Εἶναι σαφὲς ὅτι ὁ Ἅγιος δὲν ἀπαιτεῖ ἀπὸ τὸν καθένα μας νὰ ἐξετάσει πρῶτα μιὰ αἵρεση λεπτομερῶς, φιλοσοφικῶς καὶ θεολογικῶς καὶ μετὰ ἀπὸ δεκάδες χρόνια μελέτης τῆς αἱρέσεως (ἂν δὲν τὸν προλάβει ὁ θάνατος) νὰ ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ τοὺς πρωτάρχους τῆς αἱρέσεως. Ἡ ἐξέταση καὶ ἀναίρεση εἶναι λεπτὸ θέμα καὶ ἔργο πρωτίστως ἐκείνων ποὺ λαμβάνουν ἕνα τέτοιο χάρισμα καὶ δευτερευόντως ὅσων τοὺς χρησιμοποιοῦν ὀρθοδόξως.
Γιὰ τὸν κάθε πιστὸ εἶναι ἀρκετὸ τὸ γεγονός, πὼς κάποιοι Ἅγιοι Πατέρες παλαιότερα -ἢ κάποιοι σύγχρονοι- διακρίβωσαν τὴν αἵρεση, ὥστε νὰ ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ αὐτή.

 Ὅ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος


Θά ἀναφερθοῦμε ἐν συνεχείᾳ δεικνύοντας τήν Παράδοσι τῆς Ἐκκλησίας διά τήν σχέσι τῶν Ὀρθοδόξων μέ τούςαἱρετικούς, οἱ ὁποῖοι δέν ἔχουν καταδικασθῆ ἀπό Σύνοδο, στόν ἅγ. Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο. Παρ’ ὅτι ὁ Χρυσορρήμων ἅγιος ἔζησε σέ περίοδο πού εἶχαν εἰρηνεύσει τά πράγματα ἀπό τούς Ἀρειανούς καί Πνευματομάχους, ἡ διδασκαλία του εἶναι ἡ ἴδια σχετικά μέ τήν ἐπικοινωνία τῶν Ὀρθοδόξων μέ τούς αἱρετικούς πρό συνοδικῆς κρίσεως (σ.σ. τῶν συγκεκριμένων αἱρετικῶν. Δες σχόλιο στὸ τέλος*).

Στήν ἑρμηνεία λοιπόν τοῦ ρητοῦ «πείθεσθε τοῖς ἡγουμένοις ὑμῶν καί ὑπείκετε...» (Ἑβρ. 13,17) ὁ ἅγιος ἀναφέρει:
«Κακόν μέν ἡ ἀναρχία πανταχοῦ, καὶ πολλῶν ὑπόθεσις συμφορῶν, καὶ ἀρχὴ ἀταξίας καὶ συγχύσεως· μάλιστα δὲ ἐν Ἐκκλησίᾳ τοσοῦτον ἐπισφαλεστέρα ἐστίν, ὅσον καὶ τὸ τῆς ἀρχῆς μεῖζον καὶ ὑψηλότερον... κρεῖττον γὰρ ὑπὸ μηδενὸς ἄγεσθαι ἢ ὑπὸ κακοῦ ἄγεσθαι. Ὁ μὲν γὰρ πολλάκις μὲν ἐσώθη, πολλάκις δὲ ἐκινδύνευσεν· οὗτος δὲ πάντως κινδυνεύσει, εἰς βάραθρα ἀγόμενος. Πῶς οὖν ὁ Παῦλός φησι· Πείθεσθε τοῖς ἡγουμένοις ὑμῶν, καὶ ὑπείκετε; Ἀνωτέρω εἰπών, Ὧν ἀναθεωροῦντες τὴν ἔκβασιν τῆς ἀναστροφῆς μιμεῖσθε τὴν πίστιν, τότε εἶπε, Πείθεσθε τοῖς ἡγουμένοις ὑμῶν, καὶ ὑπείκετε. Τί οὖν, φησίν, ὅταν πονηρὸς ᾖ, καὶ μὴ πειθώμεθα; Πονηρός, πῶς λέγεις; εἰ μὲν πίστεως ἕνεκεν, φεῦγε αὐτὸν καὶ παραίτησαι, μὴ μόνον ἂν ἄνθρωπος ᾖ, ἀλλὰ κἂν ἄγγελος ἐξ οὐρανοῦ κατιών· εἰ δὲ βίου ἕνεκεν, μὴ περιεργάζου. Καὶ τοῦτο οὐκ οἴκοθεν λέγω τὸ ὑπόδειγμα, ἀλλ' ἀπὸ τῆς θείας Γραφῆς...» (ΕΠΕ 25,370 –P.G. 63,231).


Πολύ ὡραῖα ἐδῶ ὁ ἅγιος ξεκαθαρίζει τά πράγματα, ἀναφέροντας καί θαυμάσια παραδείγματα. Ἡ διδασκαλία του συνοψίζεται εἰς ὅτι «εἰ μέν πίστεως ἕνεκεν(ἐάν δηλαδή ὁ προεστώς ἔχει αἱρετική πίστι) φεῦγε αὐτόν καί παραίτησαι, μή μόνον ἄν ἄνθρωπος ᾖ, ἀλλά κἄν ἄγγελος ἐξ οὐρανοῦ κατιών· εἰ δέ βίου ἕνεκεν μή περιεργάζου».
Ἐδῶ θαυμάζομε τήν ἀπόλυτον ταύτησι τοῦ ἁγίου μέ τήν ἁγ. Γραφή καί τήν Παράδοσι τῆς Ἐκκλησίας. Δηλαδή διά τά θέματα τῆς πίστεως δέν περιμένομε ἀποφάσεις Συνόδων, ἀλλ’ ἀπομακρυνόμεθα πάραυτα, ἐφ’ ὅσον βεβαιωθήκαμε ὅτι ὁ προεστώς ἔχει αἱρετικά φρονήματα. Δεδομένου δέ ὅτι ὁ ἅγιος ἀπευθύνετο ὄχι σέ κληρικούς καί μοναχούς, ἀλλά στό ποίμνιό του, ἐξυπακούεται ὅτι ἡ ἀσφαλής ὁδός διά τά θέματα τῆς πίστεως εἶναι ἡ ἄμεσος ἐκκλησιαστική ἀπομάκρυνσις ἀπό τόν αἱρετικό προεστῶτα καί ὄχι ἡ ἀναμονή συνοδικῆς ἀποφάσεως.
Διά νά γίνη αὐτό πλέον κατανοητό θά ἀναφέρωμε ἕνα ἄλλο χωρίο ἀπό τήν διδασκαλία τοῦ ἁγίου, εἰς τό ὁποῖο ὁ ἅγιοςπροτρέπει ὑπακοή στούς προεστῶτες, ὅταν αὐτοί σφάλλουν, ὄχι σέ θέματα πίστεως, ἀλλά σέ ἄλλα προσωπικά καί καθημερινά πράγματα. Λέγει λοιπόν ὁ ἅγιος ἑρμηνεύοντας τήν β΄ πρός Τιμόθεον ἐπιστολή τοῦ ἀπ. Παύλου καί ἐξηγώντας, πῶς ὁ Θεός ἐνεργεῖ καί ἁγιάζει τά μυστήρια τά ὁποῖα τελοῦνται ἀπό ἀναξίους ἱερεῖς:


«Τί οὖν; φησί· πάντας ὁ Θεὸς χειροτονεῖ, καὶ τοὺς ἀναξίους;Πάντας μὲν ὁ Θεὸς οὐ χειροτονεῖ,διὰ πάντων δὲ αὐτὸς ἐνεργεῖ, εἰ καὶ αὐτοὶ εἶεν ἀνάξιοι, διὰ τὸ σωθῆναι τὸν λαόν... Ἐπεὶ εἰ μέλλοιμεν τοὺς βίους ἐρευνᾷν τῶν ἀρχόντων, αὐτοὶ μέλλομεν εἶναι χειροτονηταὶ τῶν διδασκάλων, καὶ τὰ ἄνω κάτω γίνεται, ἄνω οἱ πόδες, καὶ κάτω ἡ κεφαλή... Ἕκαστος τὰ ἑαυτοῦ μεριμνάτω. Εἰ μὲν γὰρ δόγμα ἔχει διεστραμμένον, κἂν ἄγγελος ᾖ, μὴ πείθου· εἰ δὲ ὀρθὰ διδάσκει, μὴ τῷ βίῳ πρόσεχε, ἀλλὰ τοῖς ρήμασιν... Εἰ δὲ κατέμαθες καὶ ἐξήτασας καὶ εἶδες, ἀνάμενε τὸν κριτήν· μὴ προαρπάσῃς τοῦ Χριστοῦ τὴν τάξιν· ἐκείνου ταῦτά ἐστιν ἐξετάζειν, οὐ σοῦ· σὺ δοῦλος εἶ ἔσχατος, οὐ δεσπότης· σὺ πρόβατον εἶ· μὴ τοίνυν περιεργάζου τὸν ποιμένα, ἵνα μὴ καὶ ἐφ' οἷς ἐκείνου κατηγορεῖς, εὐθύνας δῷς» (ΕΠΕ 23, 492-494).
Ἐδῶ μέ σαφήνεια ὁ ἅγιος ἐξηγεῖ ὅτι μόνο διά τά θέματα τῆς πίστεως ἐλέγχομε τόν προεστῶτα, ἐνῶ ὅλα τά ἄλλα τά ἀφήνομε στήν κρίσι τοῦ Θεοῦ. Χαρακτηριστικά 
καί στό σημεῖο αὐτό ἀναφέρει: «εἰ μὲν γάρ δόγμα ἔχει διεστραμμένον, κἄν ἄγγελος ᾖ, μή πείθου». Τό «μή πείθου» δέν ἔχει φυσικά τήν ἔννοια νά μήν πεισθῆς στό διεστραμμένο δόγμα τοῦ προεστῶτος, ἀλλά νά μήν ὑποταχθῆς εἰς αὐτόν.
Στήν ἑρμηνεία τοῦ ΡΜΓ΄(143) ψαλμοῦ ὁ ἅγιος μᾶς δίδει παραστατικά τό μέτρο τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας στά θέματα τῆς πίστεως. Λέγει δέ τά ἑξῆς:


«Ὅταν οὖν εὐ ποιεῖν δέῃ, πᾶς ἄνθρωπός σοι ἐγγὺς ἔστω· ὅταν δὲ ὁ τῆς ἀληθείας γυμνάζηται λόγος, ἐπιγίνωσκε τὸν οἰκεῖον καὶ τὸν ἀλλότριον. Κἂν ἀδελφὸν ἔχῃς ὁμοπάτριον καὶ ὁμομήτριον, καὶ μὴ κοινωνήσῃ σοι κατὰ τὸν τῆς ἀληθείας νόμον, ἔστω σοι τοῦ Σκύθου βαρβαρικώτερος· κἂν Σκύθης, κἂν Σαυρομάτης ᾖ, τῶν δογμάτων δὲ εἰδῇ τὴν ἀκρίβειαν, καὶ πιστεύῃ τοῦτο ὃ καὶ αὐτὸς σύ, αὐτοῦ τοῦ τὰς αὐτὰς ὠδῖνας σοὶ λύσαντος οἰκειότερος ἔστω καὶ ἐγγύτερος· καὶ τὸν βάρβαρον καὶ τὸν οὐ τοιοῦτον ἐντεῦθεν διακρίνωμεν, μὴ ἀπὸ τῆς γλώττης, μηδὲ ἀπὸ τοῦ γένους, ἀλλ' ἀπὸ τῆς γνώμης καὶ τῆς ψυχῆς. Τοῦτο γὰρ μάλιστα ἄνθρωπος, ὅταν δογμάτων ἀκρίβειαν ἔχῃ καὶ πολιτείαν φιλόσοφον...» (ΕΠΕ 7,400 καί P.G. 55, 461).
Kαί εἰς αὐτό τό σημεῖο μέ πολύ σαφήνεια ὁ ἅγιος ξεχωρίζει τήν ἐκκλησιαστική κοινωνία μέ τήν οἱανδήποτε ἄλλη βοήθεια καί συμπαράστασι. Τά παραδείγματα πού ἀναφέρει, τῶν βαρβάρων καί πολεμικῶν λαῶν, δεικνύουν καθαρά ὅτι ἡ ἀληθινή πίστις μᾶς ἑνώνει μέ τόν πλέον βάρβαρο καί ἀπολίτιστο, ἐνῶ ἡ πλάνη καί ἡ αἵρεσις καί τόν πλέον οἰκεῖο τόν καθιστᾶ ἐκκλησιαστικά τόν μεγαλύτερο ξένο καί ἐχθρό. Καί ὅλα αὐτά βεβαίως, χωρίς νά περιμένωμε συνοδικές ἀποφάσεις, ἰσχύουν δι’ ὅλους.
Παρ’ ὅτι λοιπόν, ὅπως βλέπομε, ὁ ἅγ. Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος διδάσκει σαφῶς τήν ἀπομάκρυνσι ἀπό τούς αἱρετικά φρονοῦντας προεστῶτας, ἄν ἐξετάσωμε τήν στάσι του καί τήν διδασκαλία του κατά τήν περίοδο τῆς ἐξορίας του, θά διαπιστώσωμε ἀβίαστα ὅτι ὑπερέβη ὅλους τούς ἄλλους ἁγίους εἰς τό θέμα τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἐπικοινωνίας μέ τόν Ἐπίσκοπο, διότι κατά τήν περίοδο τῆς ἐξορίας του ἐδίδασκε σαφῶς καί ἀπροκάλυπτα τήν ἐκκλησιαστική ἀποτείχισι ἀπό τούς Ἐπισκόπους ὄχι μόνο διά θέματα πίστεως, ἀλλά καί διά θέματα δικαιοσύνης.
Αὐτός δηλαδή, ὁ ὁποῖος ἔλεγε ὅτι τό σχίσμα δέν τό συγχωρεῖ οὔτε τό αἷμα τοῦ μαρτυρίου, προέτρεπε, ἐνεθάρρυνε καί ἐγκωμίαζε ὅσους διέκοψαν τήν ἐκκλησιαστική κοινωνία μέ τούς διαδόχους του Ἀρσάκιο καί Ἀττικό καί ὅσους ἐπικοινωνοῦσαν μετ’ αὐτῶν, καί μάλιστα ὑφιστάμενοι διωγμούς, κινδύνους καί μαρτύρια. Ὅλοι αὐτοί δέ «οἱ δεδιωγμένοι ἕνεκεν δικαιοσύνης» (ὄχι πίστεως), κληρικοί καί λαϊκοί παρέτειναν τό σχίσμα, διά τῆς ἀποτειχίσεως ἀπό τόν Πατριάρχη καί τούς κοινωνοῦντας μέ αὐτόν, μέχρι τῆς ἐπαναφορᾶς τῶν λειψάνων του ἀπό τά Κόμανα στήν Κων/πολι ἐπί Πατριάρχου Πρόκλου, δηλαδή διάστημα περισσότερο ἀπό τριάντα χρόνια. Θά ἀναφέρωμε λοιπόν κάποια κείμενα τοῦ ἁγίου ἀπό τήν ἐξορία διά νά γίνη κατανοητό τό θέμα καί θά τό τοποθετήσωμε ἐν συνεχείᾳ μέσα στήν Παράδοσι τῆς Ἐκκλησίας καί στά δικαιώματα τῶν Ὀρθοδόξων.
Κατ’ ἀρχάς θά ἀναφέρωμε ἕνα θαυμάσιο κείμενο ἀπό ἐπιστολή τοῦ ἁγίου πρός τόν ἐξόριστο Ἐπίσκοπο Κυριακό. Ὁ Κυριακός, μετά τήν ἐξορία τοῦ ἁγίου, δέν ἤθελε νά ἐπικοινωνήση ἐκκλησιαστικά μέ τόν διάδοχό του Ἀρσάκιο καί δι’ αὐτό ἐξορίσθη. Ὁ ἅγιος μέ ἐπιστολές του τόν παρηγορεῖ καί τόν ἐνισχύει διά νά ὑπομείνη τά δεινά τῆς ἐξορίας, ἐνῶ δέν ἀφήνει οὔτε ἴχνος ὑποψίας ὅτι ὁ Κυριακός δέν ἔπραξε σωστά, ἀπεναντίας δέ ἀναφέρει ὅτι ὅλα αὐτά πού ὑποφέρει θά γίνουν αἰτία νά ἀποκομίση πολύ μισθό ἀπό τόν Θεό.
Σέ μία λοιπόν ἀπό τίς ἐπιστολές πρός αὐτόν ἀναφέρει τά ἑξῆς:


«Ἤκουσα γὰρ κἀγὼ περὶ τοῦ λήρου ἐκείνου τοῦ Ἀρσακίου, ὃν ἐκάθισεν ἡ βασίλισσα ἐν τῷ θρόνῳ, ὅτι ἔθλιψε τοὺς ἀδελφοὺς καὶ τὰς παρθένους μὴ θέλοντας αὐτῷ κοινωνῆσαι. Πολλοὶ δὲ αὐτῶν δι' ἐμὲ καὶ ἐν φυλακῇ ἀπέθανον. Ὁ γὰρ προβατόσχημος ἐκεῖνος λύκος, ὁ σχῆμα μὲν ἔχων ἐπισκόπου, μοιχὸς δὲ ὑπάρχων –ὡς γὰρ ἡ γυνὴ μοιχαλὶς χρηματίζει ἡ ζῶντος τοῦ ἀνδρὸς ἑτέρῳ συναφθεῖσα οὕτω καὶ οὗτος μοιχός ἐστιν– οὐ σαρκός, ἀλλὰ πνεύματος· ζῶντος γὰρ ἐμοῦ ἥρπασέ μου τὸν θρόνον τῆς ἐκκλησίας» (ΕΠΕ 38, 240).
Ἐδῶ ὁ ἅγιος ...συντάσσεται μέ τούς ἀποτειχισμένους καί κατηγορεῖ τόν Ἀρσάκιο μέ βαριές ἐκφράσεις, λέγοντας ὅτι εἶναι μοιχός καί προβατόσχημος λύκος. Ἡ ἔκφρασις μάλιστα «πολλοί δέ αὐτῶν δι’ ἐμέ καί ἐν τῇ φυλακῇ ἀπέθανον» δηλώνει ἀπερίφραστα ὅτι δέν ὑπῆρχε θέμα πίστεως διά τήν ἀποτείχισι, ἀλλά θέμα δικαιοσύνης. Ἔχομε δηλαδή ἐφαρμογή τοῦ ΛΑ΄ (31ου) ἀποστολικοῦ Κανόνος. Τό ὅτι τά θέματα τῆς δικαιοσύνης εἶναι πολύ κατώτερα ἀπό τά θέματα τῆς πίστεως, μόλις εἶναι ἀνάγκη νά τό ἀναφέρωμε. Ἀπό αὐτό λοιπόν γίνεται ἀντιληπτό πόσο αὐστηρότερος θά ἦτο ὁ ἅγιος διά τά θέματα τῆς πίστεως.
Στούς φυλακισμένους ἐπίσης Ἐπισκόπους καί κληρικούς, οἱ ὁποῖοι ἦσαν ἀποτειχισμένοι ἀπό τόν Πατριάρχη, ἐξ αἰτίας τῆς ἐξορίας του, ὁ ἅγιος ἔγραφε:
«Μακάριοι τοῦ δεσμωτηρίου, καὶ τῆς ἁλύσεως, καὶ τῆς τῶν δεσμῶν ὑποθέσεως ὑμεῖς· μακάριοι καὶ τρισμακάριοι, καὶ πολλάκις τοῦτο, οἳ πᾶσαν ἀνηρτήσασθε τὴν οἰκουμένην τῷ περὶ ὑμᾶς φίλτρῳ, ἐραστὰς ὑμῶν καὶ τοὺς πόρρωθεν ὄντας πεποιήκατε. Πανταχοῦ γῆς καὶ θαλάττης ᾄδεται ὑμῶν τὰ κατορθώματα, ἡ ἀνδρεία, ἡ ἀπερίτρεπτος γνώμη, τὸ ἀδούλωτον φρόνημα. Οὐδὲν ὑμᾶς κατέπληξε τῶν δοκούντων εἶναι δεινῶν, οὐ δικαστήριον, οὐ δήμιος, οὐ βασάνων νιφάδες, οὐκ ἀπειλαὶ μυρίων γέμουσαι θανάτων, οὐ δικαστὴς πῦρ ἀπὸ τοῦ στόματος ἀφιείς.....Ἐγγέγραπται ὑμῶν τὰ ὀνόματα ἐν βίβλῳ ζωῆς, μετὰ τῶν ἁγίων κατηριθμήθητε μαρτύρων. ...Ὑμεῖς οἱ νόμοις πατέρων καὶ θεσμοῖς παραβαθεῖσι, καὶ ἱερωσύνῃ ἐπηρεαζομένῃ καὶ παρανομουμένῃ παραστάντες, καὶ τοσαῦτα παθόντες ὑπὲρ ἀληθείας, καὶ τοῦ λῦσαι συκοφαντίας ἀναισχύντους οὕτως, ἐννοήσατε ἡλίκην λήψεσθε τὴν ἀμοιβήν» (ΕΠΕ 38,48).
Ὁ ἅγιος λοιπόν ὅλους τούς ἀποτειχισμένους καί μή κοινωνοῦντας ἐκκλησιαστικῶς μετά τοῦ παρανόμου Πατριάρχου τούς συγκαταριθμοῦσε μετά τῶν μαρτύρων, ἐφ’ ὅσον ἔλεγε «ἐγγέγραπται τά ὀνόματα ὑμῶν ἐν βίβλῳ ζωῆς, μετά τῶν ἁγίων κατηριθμήθητε μαρτύρων».
Ἡ ἀποτείχισις κληρικῶν καί λαϊκῶν τήν περίοδο αὐτή τῆς ἐξορίας τοῦ ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου δέν συνέβαινε μόνο στήν Κων/πολι ἀλλά καί στήν Ἀντιόχεια, τήν Καισάρεια καί σχεδόν σέ ὅλη τήν αὐτοκρατορία. Θά ἀναφέρωμε ἕνα χαρακτηριστικό τμῆμα ἀπό ἐπιστολή τοῦ ἁγίου πρός τήν ὁσία Ὀλυμπιάδα, τήν διακόνισσα, διά νά κατανοήσωμε τήν στάσι τῶν κληρικῶν ἔναντι τῶν Ἐπισκόπων των στήν Καισάρεια τῆς Καπαδοκίας:
«Ἐδήλωσε γάρ μοι ὁ κύριός μου Παιάνιος ὅτι οἱ πρεσβύτεροι αὐτοῦ τοῦ Φαρετρίου πάρεισιν αὐτόθι οἳ ἔφησαν ἡμῖν κοινωνεῖν καὶ μηδὲν κοινὸν ἔχειν πρὸς τοὺς ἐναντίους, μηδὲ συγγίνεσθαι αὐτοῖς, μηδὲ κοινωνῆσαι» (ΕΠΕ, 37,430).
Οἱ πρεσβύτεροι λοιπόν τοῦ Ἐπισκόπου Καισαρείας Φαρετρίου, διέκοψαν τήν ἐκκλησιαστική ἐπικοινωνία μέ τόν Φαρέτριον διά θέματα δικαιοσύνης, καί δέν ἤθελαν καμμία ἐκκλησιαστική κοινωνία μέ ὅλους ὅσοι παρηνόμησαν ἤ συμφωνοῦσαν μέ αὐτούς, ἀλλά μόνο μέ τόν ἅγιο καί ὅσους συμφωνοῦσαν μέ αὐτόν.
Εἶναι πολλές οἱ ἐπιστολές σέ κληρικούς καί λαϊκούς, στίς ὁποῖες ὁ ἅγιος δηλώνει ἀπερίφραστα ὅτι συντάσσεται μέ τούς ἀποτειχισμένους, τούς ὁποίους ἐπαινεῖ καί ἐνθαρρύνει στόν ἀγῶνα των. Φυσικά ὁ ἅγιος δέν θεωροῦσε ὅτι οἱ ἀποτειχισμένοι ἔκαναν σχίσμα στήν Ἐκκλησία, ἀλλά ὅτι αὐτοί μέ τήν ἔνστασί των εὑρίσκοντο εἰς τήν Ἐκκλησία καί οἱ συμβιβασμένοι ἦσαν ἐκτός αὐτῆς. Διότι δέν θά ἠδύνατο διαφορετικά ὄχι νά ἐπαινέση αὐτήν τήν πρᾶξι τῆς ἀποτειχίσεως, ἀλλά οὔτε νά τήν θεωρήση νόμιμη.
Θά ἀναφέρωμε ἐν κατακλεῖδι καί ἕνα ὑπέροχο τμῆμα ἀπό ἐπιστολή πάλι τοῦ ἁγίου πρός τήν ὁσία Ὀλυμπιάδα, τό ὁποῖο δεικνύει τήν γνώμη τήν ὁποία εἶχε ὁ ἅγιος διά τούς Ἐπισκόπους τῆς ἐποχῆς του καί τό ὁποῖο βεβαίως ἔχει πολλά νά πῆ καί σέ μᾶς σήμερα:


«Οὐδένα γὰρ λοιπὸν δέδοικα
ὡς τοὺς ἐπισκόπους
πλὴν ὀλίγων» 

(ΕΠΕ 37, 440).

Ὁ ἅγιος δηλώνει ἐδῶ ὅτι δέν ἐφοβήθηκε τίποτε περισσότερο ἀπό τούς Ἐπισκόπους. Ἀναφέρει δέ ὅτι ὀλίγοι ἦσαν ἐκεῖνοι πού συμπεριφέροντο ἀναλόγως εἰς τό ἀξίωμά των. Εἶναι βεβαίως φυσικό ὁ ἅγιος νά ἔχη αὐτή τή γνώμη, καθ’ ὅσον ὅλα τά δεινά τά ὑπέστη ἀπό τούς Ἐπισκόπους, μέ πρῶτο τόν Πατριάρχη Ἀλεξανδρείας Θεόφιλο. Αὐτό καί σήμερα θά πρέπει πολύ νά μᾶς προβληματίση ὡς πρός τούς λόγους πού ἡ Ἐκκλησία εὑρίσκεται εἰς αὐτήν τήν κατάστασι καί ἡ αἵρεσις τοῦ Οἰκουμενισμοῦ διαρκῶς προοδεύει.

(π. Εὐθυμίου Τρικαμηνᾶ, Ἱερομονάχου, Ἡ διαχρονικὴ συμφωνία τῶν ἁγ. Πατέρων γιὰ τὸ ὑποχρεωτικὸ τοῦ ΙΕ΄ Κανόνος τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου περὶ διακοπῆς μνημονεύσεως τοῦ Ἐπισκόπου).

(*) «Αἱρετικοὶ πρὸ συνοδικῆς κρίσεως»: Στὴν ἴδια κατηγορία ὑπάγονται σήμερα καὶ οἱ Οἰκουμενιστές, οἱ ὁποῖοι –δὲν ἔχουν κριθεῖ ἕως τώρα ἀπὸ Σύνοδο– ἀλλά, π.χ.:
α) καταλύουν τὸ 8ο, 9ο και 10ο ἄρθρο τοῦ Σύμβόλου περὶ Πίστεως «Μίαν Ἐκκλησίαν» καὶ «ἓν Βάπτισμα», ἀποδεχόμενοι πολλὲς Ἐκκλησίες καὶ πολλὰ βαπτίσματα (θεωρία τῶν κλάδων, βαπτισματική θεολογία, ευχαριστιακή εκκλησιολογία, θέση περὶ διηρημένης Ἐκκλησίας...).
β) βλασφημοῦν εἰς τὴν Ἁγία Τριάδα, χωρὶς νὰ ἄρουν τὶς δηλώσεις τους, παρὰ τὴν κριτικὴ ποὺ ἔγινε, ἀφοῦ
i) δηλώνουν ὅτι οἱ Ἅγιοί μας ἀπατήθηκαν ἀπὸ τὸν Διάβολο καὶ συνετέλεσαν στὸ σχίσμα μὲ τοὺς Παπικούς, δηλώνουν ὅτι ἔχουμε τὸν ἴδιο Θεὸ μὲ τοὺς Μουσουλμάνους καὶ ἐπιτρέπουν στὸν Πατριάρχη Βαρθολομαῖο, ποὺ διετύπωσε τὰ παραπάνω, νὰ εἶναι ἀκόμα Πατριάρχης, τὸν ὑποδέχονται δὲ (οἱ Ἐπίσκοποι) στὴν Ἑλλάδα μὲ τὴ φράση ποὺ ἁρμόζει στὸν Κύριο:«Εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος»!
ii) δηλώνουν ἀμετανοήτως ὅτι τὸ filioque δὲν εἶναι αἵρεση καὶ ὑπεστήριξαν αὐτὴ τὴ κακόδοξη θέση χρησιμοποιώντας μιὰ ἄλλη βλάσφημη φράση (Καλαβρύτων Ἀμβρόσιος): δὲν ἤμουν ἐγὼ στὴν Ἁγία Τριάδα γιὰ νὰ δῶ ἀπὸ ποιόν γίνεται ἡ ἐκπόρευση τοῦς Ἁγίου Πνεύματος· μιὰ πραγματικὰ βέβηλη ἔκφραση, ποὺ ἴσως δηλώνει καὶ ἀπιστία, ἀφοῦ θέτει ὡς προϋπόθεση τῆς Πίστεως τὴν προσωπικὴ ἔρευνα τῆς Ἁγίας τριάδος, ὡσὰν νὰ μὴν ὑπάρχει ἡ σχετικὴ διδασκαλία τοῦ Κυρίου ἐπὶ τοῦ θέματος!
γ) Συμπροσεύχονται ΟΧΙ τυχαίως ἢ παρεμπιπτόντως, ἀλλὰ σκοπίμως, πρὸς τὸν σκοπὸ τῆς ἐμπέδωσης τῆς αἱρετικῆς θέσεως ὅτι καὶ οἱ αἱρετικοὶ ἀποτελοῦν Ἐκκλησία.Ὅλα αὐτὰ ἡ Ἱεραρχία τὰ γνωρίζει, ἀλλ’ «ἀγρὸν ἠγόρασε

ΑΛΗΘΕΙΑ, ΣΕ ΤΙ ΑΚΡΙΒΩΣ ΩΦΕΛΗΘΗΚΕ Η ΟΡΘΟΞΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΜΑΣ ΑΠΟ ΤΟ ΦΙΑΣΚΟ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ ΠΟΥ ΕΥΤΕΛΙΣΕ ΤΕΛΙΚΑ ΤΗΝ ΠΙΣΤΗ ΜΑΣ;;;

«…τα δε πάντα ελεγχόμενα υπό του φωτός φανερούνται. Παν γαρ το φανερούμενον φως εστί… Βλέπετε ουν πώς ακριβώς περιπατείτε, μη ως άσοφοι, αλλ’ ως σοφοί, εξαγοραζόμενοι τον καιρόν, ότι αι ημέραι πονηραί εισί»

(Εφεσ. 5, 10-16)

Με άρθρο μου προς τα Μ.Μ.Ε., εκφράζοντας και την μεγάλη αγωνία των πιστών, ζητήθηκε από τους Επισκόπους, που συμμετείχαν στο ΦΙΑΣΚΟ, εκεί στο Κολυμπάρι της αδιάφορης Εκκλησίας της Κρήτης, να απολογηθούν, ο καθένας ξεχωριστά στην επαρχία του, προς τον εντολοδότη υπερασπιστή και φρουρό της Ορθοδόξου Πίστεως, πιστό λαό του Θεού. Τους ζητήθηκε να απολογηθούν, για το τι ακριβώς έπραξαν και ποία θέση πήραν τελικά στην απαράδεκτη από Ορθοδόξου πλευράς και Εκκλησιολογίας Ψευδοσύνοδο.

Τους ζητήθηκε να αναφέρουν στους πιστούς, αν τους εξέφρασαν σωστά και ορθοτόμησαν πράγματι τον λόγο της αληθείας, στις όλως αντορθόδοξες αποφάσεις που πάρθηκαν εκεί στη Ληστρική αυτή Ψευδοσύνοδο του Κολυμπαρίου της Κρήτης, ή συμβιβάστηκαν και συμφώνησαν τελικά και σε ΦΑΝΑΡΙΩΤΙΚΗ διάλεκτο απάντησαν, με εμφανή αυθαιρεσία – αδιαφορία… «άλλα λόγια ν’ αγαπιόμαστε».

Απάντησαν, δηλαδή, χωρίς δισταγμό, έναντι της μόνης σώζουσας Ορθοδόξου Πίστέως μας, ότι «η Ορθόδοξη Εκκλησία βγήκε κερδισμένη από την τελική έκβαση της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου». Και προσέτι «έβαλαν και το κερασάκι στην τούρτα», χρησιμοποίησαν και το Δεσποτικό τους προσωπείον, τον άκρατο Δεσποτισμό τους που είναι ο θάνατος της Ορθοδοξίας. Απαίτησαν, δηλαδή, ότι «οι πιστοί πρέπει να έχουν εμπιστοσύνη στους Επισκόπους τους, που επαξίως τους εκπροσώπησαν στην Μεγάλη Σύνοδο».

Δηλαδή, ούτε λίγο ούτε πολύ, με τα λεγόμενά τους αυτά, δηλώνουν απερίφραστα ότι έχουν συμφωνήσει με τα όσα αντορθόδοξα εισηγήθηκε και τα πέρασε ο αυτομολήσας προς τον Αιρεσιάρχη αβάπτιστο Πάπα της Ρώμης, Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως κ. Βαρθολομαίος Αρχοντώνης και ο πιστός λαός, εντελώς αποσβολωμένος από όλα αυτά τα απαράδεκτα από Ορθοδόξου πλευράς, ερωτά τους αδίστακτους αυτούς τολμητίες Επισκόπους:

1) Δηλαδή, είναι κέρδος, άγιοι πατέρες της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας, όταν αναγνωρίστηκαν όλοι οι ετερόδοξοι ως Εκκλησίες; (Άπαγε της Βλασφημίας!!).

2) Κέρδισε πράγματι, άγιοι πατέρες, η ΜΙΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑ του Ιησού Χριστού, όταν ενσυνείδητα υπογράψατε, όλες αυτές τις εφάρματες θεολογικές ασάφειες που έχουν καταγραφεί στην ύπουλη Εγκύκλιο της ψευδοσυνόδου της Κρήτης σε βάρος της Ορθοδόξου πίστέως μας; Αποδεχθήκατε όλες αυτές τις ύπουλες, θεολογικά, ασάφειες οι οποίες ουσιαστικά κατοχυρώνουν θεσμικά τον Οικουμενισμό και δημιουργούν σύγχυση στη συνείδηση των πιστών (άπαγε της βλασφημίας!!).

3) Αλήθεια, άγιοι πατέρες, πραγματικά πιστεύετε ότι βγήκε κερδισμένη η Ορθόδοξη Εκκλησία μας, όταν αποδεχθήκατε, ότι οι ετερόδοξοι γενικώς, έχουν ως αποστολή και συμβάλλουν θετικά στην προώθηση της ενότητας του χριστιανικού κόσμου, ενώ ουσιαστικά αποβλέπουν στην εξαφάνιση της Ορθοδόξου πίστεως και την ίδρυση του οικουμενισμού που είναι η μεγαλύτερη εκκλησιαστική αίρεση (άπαγε της βλασφημίας)!!

4) Αλήθεια, άγιοι πατέρες, πιστεύετε με τα καλά σας, ότι βγήκε κερδισμένη πράγματι η Ορθόδοξη Εκκλησίας του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, εκεί στη Ληστρική Σύνοδο στο Κολυμπάρι της Κρήτης, όταν αποδεχτήκατε ότι αυτή η Σατανοκίνητη Ψευδοσύνοδος, αυτό το κακό συναπάντημα του παγκόσμιου ΣιωνοΜασονικοΟικουμενισμού κι εκείθεν, «αποτελεί αυθεντικήν μαρτυρίαν της πίστεως εις τον Θεάνθρωπον Ιησούν Χριστόν; (άπαγε της βλασφημίας)!

5) Αλήθεια, επιμένετε, άγιοι πατέρες, ότι βγήκε κερδισμένη η Ορθόδοξη Εκκλησία μας, όταν με το έτσι θέλω αναγνωρίσατε τους Νεστοριανούς, τους αντιχαλκηδονίους, τους Μονοθελητές, τον Παπισμό, τους Μονοφυσίτες και όλες τις αιρέσεις ως Εκκλησίες, τη στιγμή κατά την οποίαν, όλοι αυτοί είναι καταδικασμένοι από Οικουμενικές Συνόδους των Θεοφόρων αγίων Πατέρων της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας; (άπαγε της βλασφημίας)!

Λοιπόν, άγιοι πατέρες, όταν όλα αυτά και πολλά άλλα αντορθόδοξα, τα έχετε αποδεχθεί ανεπιφύλακτα, τα ψηφίσατε και τα υποστηρίζετε εισέτι, τότε το Ορθόδοξο σώμα της Εκκλησίας του Ιησού Χριστού, αυτός ο φρουρός της Ορθοδόξου Πίστεως, ο πιστός λαός, δικαίως σας καταγγέλλει δημόσια ως προδότες της Ορθοδόξου Πίστεώς μας, και αναφωνεί με στεντόρεια φωνή, ΕΣΤΩ ΑΝΑΘΕΜΑ (Καν. Α’ και Β’ ΣΤ’ Οικ. Συν.).

Γιατί, άγιοι πατέρες, «εθρηνήσαμε υμίν (για όσα τεκταίνονται σε βάρος της Ορθοδοξίας μας) και ουκ εκόψασθε (δεν εκτυπήσατε τα στήθη σας, και δεν ριχτήκατε σε αγώνα προστασίας της, αλλά τουναντίον, συμβιβαστήκατε με τους εχθρούς της). Λοιπόν, Γεννηθήτω η τράπεζα υμών ενώπιον υμών εις παγίδα και εις σκάνδαλον… Και την επισκοπήν υμών λάβοι έτερος) (Ματθ. 11, 17 πρβλ. Ψαλμ. 68, 23 & 108, 8).

Πρεσβύτερος ΕΥΣΤΑΘΙΟΣ ΚΟΛΛΑΣ
Ορθόδοξος Θεολόγος
Εκκλησιαστικός Συνήγορος
Επ/μος Πρ/δρος Συνδέσμου Κληρικών Ελλάδος

Ο ΠΡΩΤΟΣ ΙΕΡΕΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΠΟΥ ΑΡΝΕΙΤΑΙ ΝΑ ΜΝΗΜΟΝΕΥΣΕΙ ΤΟΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ...

ΓΡΑΦΕΙ ΙΣΤΟΡΙΑ!!

Δόξα τω Τριαδικώ Θεώ που επιτρέπει αυτές τις καταστάσεις για να ξέρουμε και ΄μεις στο εξής ποιους να εμπιστευθούμε και να καταθέσουμε την ψυχή μας.
Προτιμούν τον ονειδισμόν του Χριστού παρά να λέγονται υιοί του Φαραώ Οικουμενισμού (Εβρ. ια΄24-26). ΟΜΑΔΑ ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΩΝ ΑΡΓΟΛΙΔΟΣ

Ο ΠΡΩΤΟΣ ΙΕΡΕΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΠΟΥ ΑΡΝΕΙΤΑΙ ΝΑ ΜΝΗΜΟΝΕΥΣΕΙ ΤΟΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΕΣ


Ο π. Παϊσιος Παπαδόπουλος από την ηρωική Φλώρινα αρνείται πλέον να μνημονεύει τον αιρεσιάρχη Πατριάρχη Βαρθολομαίο και τους συνεργάτες του στην πλάνη Μητροπολίτες επισκόπους και άλλους, (ἐδῶ) εγχώριους ή μη, που συμβιβάζονται με την παρασυνοδικώς εγκριθείσα πολυαίρεση του Οικουμενισμού και της Πανθρησκείας. (μίας «συνόδου» που συντελέστηκε με 10 μονάχα υπογραφές, λιγότερες και από ένα 15μελές ενός επαρχιακού Γυμνασίου).

Αυτό που δεν έκαναν τόσα μεγάλα ονόματα Αγιότητος και αυθεντίας στον Ελληνικό Εκκλησιαστικό χώρο:
Αγιονορείτες Γεροντάδες με νοερές προσευχές και προοράσεις, Μοναστήρια ξακουστά, πανελλήνιοι συλλόγοι, Καθηγητάδες και προφέσορες και περι πολλού θεματοφύλακες των σύγχρονων Αγίων: Οσίου Παϊσίου, Πορφυρίου κ.α. που κατακρατούν μεν τα λείψανα τους αλλά έχουν απωλέσει προ πολλού το ομολογιακό τους πνεύμα, καθώς και άλλοι που τόσα χρόνια μονοπωλούν την Ορθοδοξία και την γνησιότητα της πίστης,
ήρθε να ξαφνιάσει, να κάνει την διαφορά και να αντιπαραταχθεί μαζί με κάποιους μεμονωμένους ηρωικούς Μοναχούς και κελλιώτες του Αγίου Όρους, ένας απλός Ιερομόναχος από την ακριτική Φλώρινα, ο π. Παϊσιος.


Δόξα τω Τριαδικώ Θεώ που επιτρέπει αυτές τις καταστάσεις για να ξέρουμε και ΄μεις στο εξής ποιους να εμπιστευθούμε και να καταθέσουμε την ψυχή μας.
Προτιμούν τον ονειδισμόν του Χριστού παρά να λέγονται υιοί του Φαραώ Οικουμενισμού (Εβρ. ια΄24-26).
Ευχόμαστε η τίμια και ειλικρινή τους αυτή στάση να αποτελέσει τις πρώτες σταγόνες για την γέννηση ενός ευλογημένου καταρράκτη που θα παρασύρει την αίρεση και την πλάνη και παράλληλα θα δροσίσει και ζωογονήσει τις ψυχές όσων διψάνε για Τον Χριστό και την αλήθεια Του.

Ευτυχώς υπάρχουν και σήμερα παλικάρια που πάνω από μιά θεσούλα στο Δημόσιο και από τα παλαμάκια του κοινωνικού περίγυρου βάζουνε Τον Χριστό και το θέλημά Του!



Η αποτομή της κεφαλής του Τιμίου Προδρόμου και Βαπτιστή Ιωάννη

“Τον εν προφήταις μείζονα γνωρισθέντα
 καί Αποστόλων πρόκριτον γεγονότα, 
ύμνοις εγκωμίων στεφανώσωμεν, 
τον Πρόδρομον της χάριτος, 
την κεφαλήν γάρ ετιμήθη, 
διά τον νόμον Κυρίου.”

 (εξαποστειλάριο εορτής)


Μνημονεύει σήμερα η Ορθόδοξη Εκκλησία μας, την ≪αποτομή της τιμίας κεφαλής≫, τον αποκεφαλισμό του Ιωάννη του Προδρόμου από τον βασιλέα της Ιουδαίας Ηρώδη. Η Εκκλησία μας κηρύσσει αυτή τη μέρα ως μέρα νηστείας, διότι ο Ιωάννης θανατώθηκε εξαιτίας της οινοποσίας και του ακράτου ηδονισμού ενός βασιλιά σε ένα συμπόσιο, αυτό της εορτής των γενεθλίων του. Πρόκειται για τον τελευταίο προφήτη, τον προφήτη ο οποίος συνδέει την Καινή με την Παλαιά Διαθήκη, του οποίου ο σκοπός της ζωής του υπήρξε η αναγγελία της ενανθρώπισης του Υιού του Θεού. Πρόκειται για τον Ιωάννη τον βαπτιστή στον οποίο θα προσέλθει ο Κύριος να βαπτισθεί και Αυτός και να δοθεί με αυτόν τον τρόπο η ευκαιρία της επιφανείας του Τριαδικού Θεού. Ο Υιός “ταπεινών εαυτόν” βαπτίζεται, το Πνεύμα το Άγιον, ≪Ωσεί περιστερά≫, φανερώνεται σαν ένα περιστέρι και η φωνή του Θεού Πατρός ακούγεται να δηλώνει: ≪ουτός εστιν ο υιός μου ο αγαπητός≫. Αυτός είναι ο αγαπητός Μου Υιός. 
Εδώ λοιπόν βλέπουμε την εξαιρετική τιμή που επιφυλάσσει ο Θεός στο “σκεύος εκλογής του”, τον τελευταίο από την πλειάδα των προφητών Του: η προαναγγελία της σωτηρίας του γένους των ανθρώπων, που έχει υποσχεθεί αιώνες πριν ο ίδιος ο Θεός στους πρωτόπλαστους. Πρόκειται για την μοναδική τιμή, σ’ αυτόν που μέσα στην ταπείνωσή του, λέγει στους ακροατές του ότι ≪ου ουκ ειμί άξιος το υπόδημα των ποδών λύσαι≫. Δηλαδή διαμαρτυρόμενος όταν τον παρομοιάζουν με τον αναμενόμενο Μεσσία λέγει ότι δεν είναι άξιος ούτε τα κορδόνια των υποδημάτων Του να λύσει. Πρόκειται γι’ αυτόν που προς στιγμήν αποτολμά ακόμη και να αρνηθεί να βαπτίσει τον Ιησού, λέγοντας≪εγώ έχω χρείαν υπό σου βαπτισθήναι, και συ έρχη προς με;≫Εγώ έχω ανάγκη να βαπτισθώ από εσένα και έρχεσαι Εσύ σε μένα; Αλλά η μοναδική και εξαιρετική αυτή τιμή δεν υπολείπεται της πράγματι μεγάλης αξίας του.
Ας δούμε, όμως, μερικά στιγμιότυπα από την επίγεια ζωή του Τιμίου Προδρόμου. Τα επίθετα ≪δίκαιος≫ και ≪άγιος≫, δηλαδή δίκαιος και άγιος απέναντι Θεού και ανθρώπων, που σημειώνει ο ευαγγελιστής Μάρκος και τα οποία αποδίδει ως χαρακτηρισμούς του που προέρχονται από τον ίδιο τον Ηρώδη, αποδίδουν ίσως μόνο ένα μέρος της σημαντικής αυτής προσωπικότητας. Ο ευσεβής και ταπεινός, δίκαιος, άγιος και απόγονος θρησκευόμενης οικογένειας, ως τέκνο του ιερέα Ζαχαρία, που συνδέεται με συγγένεια και με την Παρθένο Μαρία, ζει απλά και φτωχικά στην έρημο (ως Ναζιραίος, ασκητής δηλαδή των χρόνων της Π.Διαθήκης) κηρύττοντας τη μετάνοια στο λαό του Ισραήλ και μεταφέροντας το ελπιδοφόρο μήνυμα της έλευσης του Θεανθρώπου. Προετοιμάζει την ≪οδόν του Κυρίου≫, εξ' ου και η προσωνυμία του Πρόδρομος. Βαπτίζει στον Ιορδάνη όσους προσέρχονται σ’ αυτόν εξομολογούμενοι τις αμαρτίες τους. Διδάσκει τον λόγο και τις εντολές του Θεού τονίζοντας τη λύτρωση που θα φέρει ο αναμενόμενος Μεσσίας και καλεί όλους σε μετάνοια. Γι’ αυτό και δεν διστάζει να ελέγχει και τον Ηρώδη που συζούσε με την Ηρωδιάδα, γυναίκα του αδελφού του Φίλιππου: “ Ουκ έξεστί σοι έχειν την γυναίκα του αδελφού σου". Εξαιτίας αυτού του ελέγχου, η Ηρωδιάδα, προσπαθούσε να βρει αφορμή να απαλλαγεί από την ελεγκτική παρουσία του Ιωάννη και τις βαριές αλλά δίκαιες κατηγορίες του. Κατόρθωσε λοιπόν να πείσει τον Ηρώδη να αποφασίσει, να τον συλλάβει και να τον κλείσει σε φυλακή, για να τον φιμώσει, για να μην ακούγεται ο ενοχλητικός έλεγχός του. Ωστόσο, και εκεί που βρισκόταν ο ασυμβίβαστος Ιωάννης δεν έπαυσε να κηρύττει τον λόγο του Θεού, να ελέγχει τον Ηρώδη και την Ηρωδιάδα, ότι ζούσαν μέσα στην αμαρτία. Παρ’ όλα αυτά ο Ηρώδης τον διατηρούσε ζωντανό στη φυλακή, γιατί φοβόταν να τον σκοτώσει. Ήταν ≪δίκαιος≫ και≪άγιος≫. Ο λαός τον αγαπούσε. Ακολουθούσε το κήρυγμά του και σεβόταν τη διδαχή του. Πίστευε στο προφητικό του κήρυγμα για την έλευση του αναμενόμενου Σωτήρα. Γι' αυτό κι ο βασιλιάς της Ιουδαίας δεν τολμούσε να τον θανατώσει. Η Ηρωδιάδα όμως, που ζούσε στην παρανομία και την αμαρτία, δεν μπορούσε να ανεχθεί την κατάσταση αυτή, που την έκανε να νιώθει ταπεινωμένη και προσβεβλημένη, μεταξύ των καθώς πρέπει κυριών των Ιεροσολύμων, και έψαχνε να βρει κάποια ευκαιρία να τον σκοτώσει. Κι όταν ο επιπόλαια φερόμενος βασιλεύς Ηρώδης, στη γιορτή των γενεθλίων του, “γλεύκους μεμεστωμένος” υποσχέθηκε να χαρίσει οτιδήποτε, ≪έως ημίσους της βασιλείας≫ του, στην κόρη της και ανεψιά του, μετά από έναν ωραίο χορό, βρήκε την ευκαιρία να εκδικηθεί και να απαλλαγεί από την φυσική παρουσία του Ιωάννη. Συμβούλεψε την κόρη της να ζητήσει ≪την κεφαλήν Ιωάννου του βαπτιστού≫. Κι ο Ηρώδης που με τόση ευκολία και χωρίς πολλή σκέψη έδωσε μια τόσο σοβαρή και μεγάλη υπόσχεση, δεν κατάφερε τώρα, αν και ≪περίλυπος γενόμενος≫, να αρνηθεί, βοηθώντας μ’ αυτόν τον τρόπο να πετύχει την εκδίκησή της η Ηρωδιάδα. ≪Και ήνεγκε την κεφαλήν αυτού επί πίνακι και έδωκεν αυτήν τω__ κορασίω, και το κοράσιον έδωκεν αυτήν τη μητρί αυτής≫. Σε αντίθεση προς τον δίκαιο και άγιο, ταπεινό αλλά ασυμβίβαστο Ιωάννη που αφιέρωσε την ζωή του προετοιμάζοντας τον λαό του Ισραήλ για την υποδοχή του Μεσσία, παρουσιάζεται ο αμαρτωλός, ο απερίσκεπτος Ηρώδης που με ευκολία και επιπολαιότητα δίνει σοβαρές υποσχέσεις. Και είναι αυτός ο ίδιος που συζεί με την εκδικητική και μαινομένη Ηρωδιάδα, όπως την παρουσιάζει ο υμνωδός, σκανδαλίζοντας τους συμπολίτες του. Και ενώ ο Θεός δια του κηρύγματος και του ελέγχου του Ιωάννη, τού δίνει την ευκαιρία να αλλάξει τρόπο ζωής, αυτός, δούλος των παθών του, κλείνει τα αυτιά του και προβαίνει στον αποκεφαλισμό του Ιωάννη για χάρη της κόρης της παράνομης γυναίκας του.
Δεν έχουμε συνειδητοποιήσει όσο θα έπρεπε την σημασία της αποτομής, του μαρτυρίου δηλαδή του Τιμίου Προδρόμου. Το γεγονός της αποτομής είναι συγκλονιστικό και γι’ αυτό, παρά το ότι το γνωρίζουμε, είναι ανάγκη για ακόμα μία φορά να το μελετήσουμε. Ας εμβαθύνουμε όμως για λίγο στο καθαυτό γεγονός του σφοδρού Προδρομικού ελέγχου, σε σχέση με εμάς τους ίδιους και την εποχή μας.
Οπωσδήποτε η ενέργεια του Προδρόμου, με τα σημερινά κοσμικά δεδομένα και τη λεγόμενη ≪νεοπατερική≫ σκέψη, δεν μπορεί παρά να χαρακτηριστεί ως ακραία, ίσως γραφική, οπωσδήποτε φανατική και τελικά ως προς αποφυγήν παράδειγμα. Ας δούμε το γιατί. Το τι έκανε ο Ηρώδης στην προσωπική του ζωή, αυτό εντάσσεται, σήμερα, στα ≪απόρρητα προσωπικά δεδομένα≫ και ως εκ τούτου, όχι μόνο δεν είχε δικαίωμα ο Βαπτιστής να ελέγξει, αλλά με την πράξη του αυτή, θέτει τον εαυτόν του στην παρανομία και προσκρούει στο νόμο περί της ≪ελεύθερης επιλογής της προσωπικής ζωής≫. Με τον έλεγχό του, συνεχίζει να ομιλεί η “νεοπατερική σκέψη”, ξεπέφτει από το υψηλό του έργο. Αυτός δεν είναι παρά ένας ασκητής ο οποίος αρνήθηκε τον κόσμο και ως εκ τούτου δεν του επιτρέπεται να αφήνει το χώρο άσκησής του και να κατεβαίνει στα κοσμικά και μάλιστα σ’ αυτού του είδους το επίπεδο που μπορεί να χαρακτηριστεί ως ≪κοσμικό κουτσομπολιό≫, έστω και αν φαίνεται ότι στηρίζεται στον Νόμο των Εντολών. Κάνει, κατά την ίδια σκέψη, υπέρβαση καθήκοντος, και μάλιστα με την αδιακρισία του θίγει την ≪Ιερά Σύνοδο≫ των Εβραίων της εποχής εκείνης, ή το≪Μέγα Συνέδριον≫, αφού δεν έχει εξουσιοδοτηθεί από τους Αρχιερείς για μια τέτοια πράξη. Δηλαδή, λειτουργεί αντιδεοντολογικά, απρεπώς και αυθαίρετα.
Επιτέλους, ποιος είναι αυτός ο ασκητής που ελέγχει, την ίδια στιγμή, που ολόκληρο το σώμα των υπευθύνων αρχιερέων και των “δοκούντων ότι είναι τι” προσώπων του Συνεδρίου, έστω και από≪διάκριση≫, ανέχεται αυτήν την κατάσταση, δηλ. την παρανομία του Ηρώδη; Δημιουργεί με τον πύρινο λόγο του ≪κοινωνική αναταραχή≫, ό,τι δηλαδή χειρότερο για μια ≪ευνομούμενη πολιτεία≫ και μάλιστα για έναν τόπο που βρίσκεται κάτω από την εξουσία της κυρίαρχης Ρώμης. Είναι δυνατόν οι ειρηνικοί≪ησυχαστές≫ και ≪ερημίτες≫ να γίνονται αιτία συγχύσεων και ταραχών, και μάλιστα να προσβάλλουν τους ταγούς της πολιτείας, αφού αυτοί έχουν ≪ταχθεί παρά Θεού≫στο έργο τούτο; Λησμονούσε ο Ζηλωτής και Βαπτιστής του Ιορδάνου ότι ο Ηρώδης, παρά τα προσωπικά του πάθη και τις ιδιορρυθμίες, έκανε δημόσια έργα, ανέπτυσσε την ≪πολιτισμική παράδοση≫ και την ≪ιουδαϊκή κουλτούρα≫, κρατούσε τις ≪λεπτές ισορροπίες≫ με την Ρώμη αλλά και το ελληνιστικό υπόβαθρο της κατ' ανάγκην τότε πολυπολιτισμικής Ιουδαίας, και το σημαντικότερο, είχε προσφέρει πολλά χρήματα από τον δημόσιο κορβανά για το κτίριο του Ναού. Κυρίως όμως μετον έλεγχό του, διατάρασσε την ≪αγαστή συνεργασία≫ μεταξύ ≪ιουδαϊκής θρησκείας και πολιτείας≫. Αποδεικνύει τον εαυτόν του ακραίο, μονοκόμματο και αδιάκριτο, αφού με την ενέργειά του αυτή, αφήνει το έργο του βαπτίσματος και του κηρύγματος και εγκαταλείπει όλον αυτόν τον κόσμο που προσέτρεχε στην έρημο για να τονακούσει και να ωφεληθεί. Θα μπορούσαμε βέβαια να σημειώσουμε και άλλα πολλά, τα οποία βγαίνουν ως συμπεράσματα από την σύγχρονη ≪νεοθεολογική- επιστημονική≫ σκέψη.
Όμως, δόξα τω Θεώ, ο Τίμιος του Κυρίου Πρόδρομος, ο μέγιστος των Προφητών, ο Κήρυκας της Χάριτος, ο ασυμβίβαστος, ζούσε για την αγάπη και τη δόξα του Χριστού. Και υπέγραψε αυτήν την αγάπη του με την ίδια του την κεφαλή. Δεν είναι τυχαίο ότι σε όλους τους ορθοδόξους ναούς η μορφή του εικονίζεται δίπλα στο Δεσπότη Κύριο, δεξιά της Ωραίας Πύλης. Ο Πρόδρομος, ως γνήσιος Προφήτης, παραμένει ανυποχώρητος, πιστός στο παράδειγμα των Προφητών πριν απ' αυτόν (Ησαϊας, Ιερεμίας, Ηλίας, Ελισσαίος), αρνείται να καλύψει την οποιαδήποτε δειλία, με ένα διάτρητο≪θεολογικό≫ μανδύα και με επιχειρήματα ≪νεοπατερικής εποχής≫. Αρνείται την διαστροφή της αμαρτίας που αποκτηνώνει τον άνθρωπο και συνάμα επικυρώνει την αλήθεια, του ότι οι πολιτικοί άρχοντες, πόσω δε μάλλον οι εκκλησιαστικοί, με την προσωπική τους ζωή, πρέπει να αποτελούν παράδειγμα προς μίμησιν. Το δε αίμα του, είναι η μεγαλύτερη μαρτυρία της συνέπειας στο πανάγιο και παντοκρατορικό θέλημα του Θεού. Ας πρεσβεύει ο Μάρτυρας της αληθείας και του Ευαγγελικού ήθους, ώστε να δεχθούμε την χάρη και την ευλογία, για μια συνειδητή Ορθόδοξη Χριστιανική ζωή.

“Τον εν προφήταις μείζονα γνωρισθέντα 
καί Αποστόλων πρόκριτον γεγονότα, 
ύμνοις εγκωμίων στεφανώσωμεν, 
τον Πρόδρομον της χάριτος, 
την κεφαλήν γάρ ετιμήθη, 
διά τον νόμον Κυρίου.” 

(εξαποστειλάριο εορτής)

Του Κων. Α. Οικονόμου δασκάλου

Στήν αποτομή της κεφαλής του Τιμίου Προδρόμου



Τόν εἶπαν καί «Ἠλία». «Καί ἄν θέλετε νά τό παραδεχτεῖτε, αὐτός εἶναι ὁ Ἠλίας πού πρόκειται νά ἔρθει» (Ματθ. 11, 14). «Καί αὐτός θά πορευτεῖ πρίν ἀπό τόν Κύριο μέ τή δύναμη καί τό πνεῦμα τοῦ προφήτη Ἠλία» (Λουκ. 1, 17).
Πολλοί τόν ἀποκάλεσαν καί «διδάσκαλο». «Ἦρθαν δέ καί τελῶνες νά βαφτιστοῦν καί τοῦ εἶπαν, δάσκαλε τί νά κάνουμε»; (Λουκ. 3, 12).
Ἀκόμη ὀνομάστηκε «ἑτοιμαστής». «Γιατί θά πορευτεῖς πιό μπροστά ἀπό τόν Κύριο, νά ἑτοιμάσεις στίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων τό δρόμο τοῦ Θεοῦ» (Λουκ. 1, 76).
Καί «κήρυκας» ὀνομάστηκε. «Ὁ Ἰωάννης βάπτιζε στήν ἔρημο καί κήρυττε βάπτισμα μετανοίας γιά τή συγχώρεση τῶν ἁμαρτιῶν καί κήρυττε λέγοντας. Ἔρχεται πίσω ἀπό μένα αὐτός πού εἶναι ἰσχυρότερος ἀπό μένα». (Μάρκ. 1, 4-7).
Ὁ ἴδιος χαρακτήρισε τόν ἑαυτό του σάν φωνή. «Ποιός εἶσαι, πές μας. Ποιός εἶσαι γιά νά δώσουμε καί ἐμεῖς ἀπάντηση σ’ αὐτούς πού μᾶς ἔστειλαν. Πῶς θεωρεῖς ἐσύ τόν ἑαυτό σου; Καί ἐκεῖνος εἶπε. Ἐγώ εἶμαι ἡ φωνή ἐκείνου πού φωνάζει στήν ἔρημο» (Ἰωάν. 1, 22).
Εἶναι καί λέγεται καί «Βαπτιστής». «Φτάνει ὁ Ἰησοῦς στόν Ἰορδάνη ἀπό τή Γαλιλαία γιά νά βαπτιστεῖ ἀπό τόν Ἰωάννη» (Ματθ. 3, 13). «Ὁ δέ Ἰωάννης βρισκόταν ἐκεῖ καί βάπτιζε καί ἔρχονταν ὅλοι νά βαπτιστοῦν» (Μάρκ. 1, 4).
Πῆρε καί τό ὄνομα «ὁμολογητής». «Καί ὁμολόγησε καί δέν ἀρνήθηκε. Καί ὁμολόγησε ἐπίμονα καί εἶπε: Ἐγώ δέν εἶμαι ὁ Χριστός» (Ἰωάν. 1, 20).
Ἀναμφισβήτητα εἶναι καί «Μάρτυς». «Ἐκεῖνος δέν ἦταν τό φῶς, ἀλλά εἶχε σκοπό νά μαρτυρήσει, γιά τό φῶς» (Ἰωάν. 1, 8).
Αὐτός ἀκόμα ἀξιώθηκε νά ὑπογράψει τήν παρουσία τῆς Ἁγίας Τριάδος καί νά ὀνομαστεῖ γι’ αὐτό «ὑπογραφεύς τῆς Τριάδος».«Ἐκεῖνος ὅμως πού μέ ἔστειλε νά βαπτίζω στό νερό, Ἐκεῖνος μου εἶπε: Σ’ ὅποιον θά δεῖς νά κατεβαίνει τό Ἅγιο Πνεῦμα καί νά μένει ἐπάνω του, Αὐτός εἶναι Ἐκεῖνος πού θά βαπτίζει μέ Ἅγιο Πνεῦμα. Καί ἐγώ τόν εἶδα Αὐτόν καί ἔδωσα τή μαρτυρία μου γι’ αὐτόν ὅτι εἶναι Υἱός τοῦ Θεοῦ». (Ἰωάν. 1, 33-34).
Ὀνομάστηκε ἀκόμα «Δίκαιος καί Ἅγιος». «Ὁ Ἡρώδης φοβόταν τόν Ἰωάννη, γιατί γνώριζε πολύ καλά ὅτι ἦταν δίκαιος καί ἅγιος ἄνθρωπος» (Μάρκ. 6, 20).
Τόν ἀποκάλεσαν καί «Ἀπόστολο». «Ἐσεῖς οἱ ἴδιοι τό παραδέχεστε καί τό λέτε πώς σᾶς εἶπα ὅτι ἐγώ δέν εἶμαι ὁ Χριστός καί ὅτι ἐγώ ἔχω σταλεῖ, νά πορευτῶ πρίν ἀπό Ἐκεῖνον» (Ἰωάν. 3, 28).
Ἕνα ἄλλο ὀνομά του εἶναι «Εὐαγγελιστής». «Παρηγοροῦσε τό λαό μέ πολλά καί διάφορα ἄλλα, ἀλλά συγχρόνως τοῦ χάριζε καί τό χαρούμενο μήνυμα, τό Εὐαγγέλιο» (Λουκ. 3, 18).
Ἀκόμα ἔχει καί τό ὄνομα «Νυμφαγωγός». «Αὐτός πού ἔχει τή νύφη εἶναι Νυμφίος. Ἐκεῖνος πού εἶναι φίλος τοῦ Νυμφίου εἶναι αὐτός πού στέκεται στό πλάι του, τόν ἀκούει καί χαίρεται μέ βαθιά χαρά τή φωνή Του. Ἀπ’ αὐτή τή χαρά γέμισε καί ἡ δική μου ψυχή, γιατί ἀξιώθηκα νά σταθῶ πλάι στόν Νυμφίο Χριστό» (Ἰωάν. 3, 29-30).
Λέγεται καί «Λύχνος». «Ἐκεῖνος ἦταν τό λυχνάρι πού ἔκαιγε καί φώτιζε, ἐσεῖς δέ γιά μιά στιγμή θελήσατε νά κάνετε ἱλαρά τά πρόσωπά σας μέ τό δικό Του φῶς». (Ἰωάν. 5, 35).
Πῆρε καί τόν τίτλο «Ἔλεγχος τοῦ Ἡρώδη». «Γιατί ἔλεγε ὁ Ἰωάννης στόν Ἡρώδη. Δέν σοῦ ἐπιτρέπεται νά συζεῖς μέ τή γυναίκα τοῦ ἀδερφοῦ σου τοῦ Φιλίππου» (Μάρκ. 6, 18). «Ὁ Ἡρώδης ἐπειδή ἐλεγχόταν ἀπό τον Ἰωάννη γιά τήν Ἡρωδιάδα τόν ἔκλεισε στή φυλακή». (Λουκ. 3, 19).
Αὐτά τά τόσο μεγάλα καί τόσο σπουδαῖα ὀνόματα πῆρε ὁ Ἰωάννης. Μ’ αὐτά ἔχει τιμηθεῖ, γι’ αὐτό καί οἱ πράξεις του ἦταν σύμφωνες μέ τούς τίτλους του. Ἔτσι ὁ Ἰωάννης ὑπῆρξε ἐκεῖνος«πού δέ γεννήθηκε ἄνθρωπος μεγαλύτερός του στόν κόσμο» (Ματθ. 6, 11). Αὐτός εἶναι ἐκεῖνος γιά τόν ὁποῖο πραγματικά ὁ προφήτης Δαυίδ ψάλλει, σάν νά δανείζεται τό στόμα τοῦ Θεοῦ καί Πατέρα καί λέει: «Ἑτοίμασα λυχνάρι γιά τόν Χριστό μου. Πάνω σ’ αὐτό δέ, θά φανερωθεῖ καί θά λάμψει ἡ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού θά τόν χρίσει Μεσσία καί βασιλιά» (Ψαλμ. 131, 17-18).
Αὐτός εἶναι ἐκεῖνος ὁ μεγάλος Ἠλίας, ὄχι ὁ Θεσβίτης, ἀλλά αὐτός πού στάθηκε ἀνάμεσα στό νόμο καί στή Χάρη καί ἔγινε πρόδρομος τῆς πρώτης παρουσίας τοῦ Χριστοῦ, ἄν καί ἱστορικά, ἔζησε μετά τόν Ἠλία τό Θεσβίτη, ἐκεῖνος πού εἶχε ὅμοια μ’ αὐτόν ἔμπνευση καί δύναμη, ὅπως προεῖπε ὁ ἀρχάγγελος στόν πατέρα του Ζαχαρία (Λουκ. 1, 17).
Καί σέ ποιόν Ζαχαρία τά εἶπε αὐτά ὁ ἄγγελος; Στό Ζαχαρία πού τό αἷμα του φωνάζει πιό δυνατά ἀπό τό αἷμα τοῦ δίκαιου Ἄβελ (Ματθ. 23, 35).
Αὐτός εἶναι ἐκεῖνος πού σκίρτησε στήν κοιλιά τῆς μάνας του, πρίν ἀκόμα δεῖ τό φῶς τῆς ἡμέρας, γιατί πληροφορήθηκε τήν παρουσία τοῦ κυοφορούμενου Δεσπότη του. Αὐτός χρησιμοποίησε τή γλώσσα τῆς μάνας του καί, ἐνῶ βρισκόταν ἀκόμα στήν κοιλιά της, προανάγγειλε τή γέννηση τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ ἀπό τή Θεοτόκο Μαρία, λέγοντας: «Καί πῶς ἔγινε σέ μένα αὐτό τό πράγμα νά ἔρθει στό σπίτι μου ἡ μητέρα τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ μου;» (Λουκ. 1, 43).
Αὐτός εἶναι ἐκεῖνος πού μέ τό κήρυγμα τῆς μετανοίας θά μαλακώσει τίς καρδιές τῶν γονιῶν καί θά τίς ξαναφερει κοντά στά παιδιά τους καί «θά κάνει τούς παραστρατημένους νά ἀποκτήσουν φρόνηση ἁγίων καί δικαίων ἀνθρώπων καί ἔτσι θά προετοιμάσει τούς ἀνθρώπους, ὥστε νά δεχτοῦν τόν Κύριο καί νά γίνουν λαός Του» (Λουκ. 1, 17).
Αὐτός ὑπῆρξε καρπός θεϊκῆς ὑποσχέσεως, τό χαρμόσυνο ἄγγελμα τοῦ Γαβριήλ, τό τρυφερό κλωνάρι πού χαρίστηκε ἀπό τόν Θεό, στό ξεραμένο ἀπό τήν ἡλικία δέντρο. Τό καρπερό λουλούδι τῆς στείρας. Ὁ προφήτης πού εἶναι γιός προφήτη. Ὁ τρόφιμος τῆς ἐρήμου. Αὐτός πού ἑτοίμασε καί ἑτοιμάζει τούς ἀνθρώπους ὅλης τῆς οἰκουμένης στούς πνευματικούς ἀγῶνες καί στό καλοδέξιμο τοῦ Κυρίου. Ὁ λαμπερός δορυφόρος τοῦ Ἡλίου, πού λάμπει παντοτινά. Τό λυχνάρι τοῦ θεϊκοῦ Φωτός. Ὁ στρατιώτης τοῦ αἰώνιου βασιλιᾶ. Ὁ Νυμφαγωγός τοῦ Νυμφίου. Ὁ δοῦλος τοῦ Δεσπότη. Ἡ φωνή τοῦ Λόγου, πού ἱεράτευσε σάν τόν Μελχισεδέκ αἰώνια, ὡς ἀπάτορας, ἀμήτορας καί ἀγεννεαλόγητος. Ὁ ἱερέας πού ἀξιώθηκε νά ἱερουργήσει ἀκόμα καί τή Βάπτιση τοῦ Ἴδιου τοῦ Θεοῦ. Αὐτός πού ἄκουσε μέ τά ἴδια του τ’ ἀφτιά τόν Θεό Πατέρα νά μιλάει. Αὐτός πού βάπτισε τόν Υἱό καί Αὐτός πού εἶδε τόἍγιο Πνεῦμα.
Αὐτός πού ὑπῆρξε τό τέλος τοῦ νόμου· Αὐτός πού μεσολάβησε ἀνάμεσα στή Χάρη τοῦ Θεοῦ καί στούς ἀνθρώπους. Αὐτός πού ὑπῆρξε ὁ μεγαλύτερος ἀπ’ ὅλους τούς προφῆτες καί στοῦ ὁποίου τό πρόσωπο ἐξαντλεῖται κάθε προφητική διακονία. Ὁ κήρυκας τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Ὁ πρόδρομος τοῦ Χριστοῦ πού εἶναι ἡ αὐτοαλήθεια. Ἡ θύρα ἀπό τήν ὁποία μπαίνουμε στό χῶρο τῆς μετάνοιας. Αὐτός πού ὑπῆρξε τό κόσμημα καί ἡ λαμπρότητα τῶν παρθένων, Αὐτός πού ἑτοίμασε τή σωτηρία μας. Αὐτός πού νομοθέτησε τή σωφροσύνη καί ἔγινε χαλινάρι στούς παράνομους καί φαύλους καί ἀκόμη Αὐτός πού χειραγώγησε ὅσους σεβάστηκαν τό θεϊκό νόμο.
Αὐτός εἶναι ὁ μεγάλος Ἰωάννης. Τό ὄνομα πού βγῆκε ἀπό τό στόμα τοῦ Θεοῦ καί μεταφέρθηκε ἀπό τούς οὐρανούς στό Ζαχαρία μέ τήν ἀρχαγγελική φωνή. Αὐτός εἶναι ἡ φωνή πού γεννήθηκε ἀπό τόν κωφάλαλο πατέρα. Αὐτός πού μέ τή σιωπή τοῦ πατέρα του κατάργησε τή στειρότητα τῆς μάνας του. Αὐτός φανέρωσε τόν «Ἀμνό τοῦ Θεοῦ» μέ τό δάχτυλό του, δίνοντας σ’ αὐτό δύναμη πιό μεγάλη καί ἀπό τόν καλύτερο ρήτορα. Αὐτός πού στό πρόσωπό του ἔχει δικαίωμα νά καυχιέται ἡ ἐγκράτεια. Αὐτός πού ἔζησε σάν ἄσαρκος τήν ἐπίγεια ζωή του, πού βρέθηκε σάν πολύτιμος μαργαρίτης μέσα στή λάσπη. Αὐτός πού σάν πολύτιμος θησαυρός βρέθηκε σέ εὔθραυστο καί φτηνό θησαυροφυλάκιο. Αὐτός πού ἀπείλησε τίς ἄκαρπες ψυχές μέ τό ξινάρι τῆς Θείας δικαιοσύνης, ἡ φιλέρημη τρυγόνα τῆς Ἐκκλησίας, τό ἀσταμάτητο στόμα, ἡ φωνή ἐκείνου πού φωνάζει στήν ἔρημο καί ἀντηχεῖ βροντερά στά πέρατα τοῦ κόσμου, λέγοντας «ἑτοιμάστε τό δρόμο τοῦ Κυρίου, κάνετε ἴσια τά μονοπάτια ἀπ’ ὅπου θά περάσει ὁ Κύριος στίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων» (Ματθ. 3, 3 -Ἰωάν. 1, 23).
Αὐτός εἶναι ἡ γλῶσσα πού μέ τά θεϊκά της λόγια καί μέ τήν ἁγνή φωνή της, ἀκόμα καί μετά τό θάνατό του, ἐλέγχει τόν Ἡρώδη καί κηρύττει τόν Χριστό, λέγοντας: «Μετανοεῖτε, γιατί ἔφτασε ἡ βασιλεία τῶν Οὐρανῶν» (Ματθ. 3, 2).
Στόν Θεό ἀνήκει ἡ δόξα καί ἡ μεγαλωσύνη στούς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν

Ἁγίου Ἀνδρέα Κρήτης 

Ἀπό τό βιβλίο: «Θεϊκό Λυχνάρι, ὁ Τίμιος Πρόδρομος»
Ἐκδόσεις ΕΤΟΙΜΑΣΙΑ
Ἱερᾶς Μονῆς Τιμίου Προδρόμου Καρέα

ΜΝΗΜΗ ΤΗΣ ΑΠΟΤΟΜΗΣ ΤΗΣ ΤΙΜΙΑΣ ΚΕΦΑΛΗΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΕΝΔΟΞΟΥ ΠΡΟΦΗΤΟΥ ΚΑΙ ΒΑΠΤΙΣΤΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ



῾Για τον άγιο Ιωάννη έχει μαρτυρηθεί από τον ίδιο τον Κύριο ότι υπήρξε ο μεγαλύτερος από όλους τους ανθρώπους και περισσότερο από προφήτης. Είναι αυτός που σκίρτησε ήδη μέσα από τη γαστέρα της μητέρας του και κήρυξε και στους ανθρώπους εδώ, αλλά και στον Άδη. Ήταν υιός του αρχιερέα Ζαχαρία και της Ελισάβετ, γεννημένος από υπόσχεση του αρχαγγέλου Γαβριήλ. Η αποτομή της τιμίας κεφαλής του έγινε από τον Ηρώδη, λόγω της παράνομης σχέσης που είχε αυτός με την Ηρωδιάδα. 
Ο άγιος Ιωάννης ήταν αυτός που είχε αγιωσύνη ήδη από την κοιλία της μητέρας του, που είχε ως κατοικία του την αγνότητα, που ακολούθησε τη σωφροσύνη, που άσκησε τη νηστεία, που απομακρύνθηκε από κάθε ανθρώπινη συναναστροφή και έκανε πόλη του την έρημο, που ζούσε με τα θηρία, έχοντας ως ένδυμα τρίχες καμήλου και δερμάτινη ζώνη στη μέση του, που έτρωγε σαν πουλάκι του ουρανού, ενώ μελετούσε διαρκώς τον νόμο του Θεού, χάριν του οποίου και φυλακίστηκε, θεωρώντας τη φυλάκισή του ως κάτι δεύτερο και μηδαμινό. Ήταν αυτός που ξεπέρασε τους όρους της φύσεως και βάπτισε τον απόλυτα καθαρό και αμόλυντο και πέραν από κάθε φύση Χριστό. Λοιπόν ο πολύ ακόλαστος Ηρώδης, τετράρχης του Ιουδαϊκού εδάφους, ήθελε να έλθει σε γάμο με τη γυναίκα του αδελφού του Φιλίππου. Από θείο ζήλο λοιπόν κινούμενος ο Προφήτης και με όπλο την αλήθεια, έλεγε προς τον τύραννο: ῾Δεν σου επιτρέπεται να έχεις τη γυναίκα του αδελφού σου Φιλίππου᾽. Γι᾽ αυτόν τον λόγο, η μανιώδης γυναίκα παρέσυρε τον εραστή της, ώστε να φυλακίσει τον άγιο. Λοιπόν: όταν τελούνταν τα γενέθλια του Ηρώδη και το πολύ και παρωθητικό προς φιληδονία κρασί τον είχαν οδηγήσει σε παραφροσύνη, γίνεται χορός ενός πορνιδίου, με τίμημα τον φόνο του Προφήτη. 
Αμέσως λοιπόν έφεραν σε πιάτο την κεφαλή του Δικαίου, η οποία και παραδόθηκε στη μοιχαλίδα γυναίκα, ενώ ακόμη έσταζε το αίμα, και η οποία δεν έπαυε, έστω και έτσι, να κηρύσσει τα ίδια. Αυτά πραγματοποιήθηκαν στη Σεβαστή, μία πόλη που απείχε από τα Ιεροσόλυμα δρόμο μίας ημέρας. Εκεί και ο τετράρχης που ηγεμόνευσε μετά από εκείνον, έφτιαξε τα ανάκτορα, εκεί έγινε και η γιορτή, που οδήγησε στο θάνατο του προφήτη. 
Εκεί αποκρύφθηκε και το άγιο σώμα του προφήτη, το οποίο μάζεψαν οι δικοί του μαθητές᾽.

Αν δεν υπάρχει κάποιος συγκεκριμένος ιστορικός λόγος, τον οποίο αγνοούμε, συνιστά κατά πρώτον παραδοξότητα το γεγονός ότι η σημερινή ημέρα είναι ημέρα αυστηρής νηστείας: δεν επιτρέπεται η κατάλυση ούτε ελαίου ούτε οίνου. Και τούτο διότι το μαρτυρικό τέλος ενός αγίου θεωρείται η δόξα και η τιμή του, αφού τότε εισάγεται θριαμβευτικά στη Βασιλεία του Θεού και τότε, θα λέγαμε, με τη χάρη του Θεού, ῾κατακτά᾽ τον Παράδεισο. 
Πώς λοιπόν η ημέρα της δόξας και του θριάμβου για τον άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο, η οποία προκαλεί ύμνους και πανηγυρισμούς για τους αγγέλους και όλη την Εκκλησία, είναι συνδεδεμένη με κάτι πένθιμο, όπως είναι η νηστεία; Μία εξήγηση ίσως είναι ότι η Εκκλησία μας, ναι μεν τονίζει τον θρίαμβο εισόδου του αγίου Ιωάννου στη Βασιλεία του Θεού, διά του μαρτυρίου του που επιβεβαιώνει την απόλυτη πιστότητά του στον νόμο του Θεού, από την άλλη όμως θέλει να προβάλει την πολλαπλάσια, σε σχέση με τους άλλους αγίους, αγιότητά του, σχετίζοντας το τέλος του με το τέλος του ίδιου του Κυρίου πάνω στο Σταυρό. Θέλουμε να πούμε ότι όπως η σταυρική θυσία του Χριστού, παρόλο ότι τότε ουσιαστικά σωθήκαμε – αφού εκεί ο Κύριος ῾κατήργησε το σώμα της αμαρτίας᾽, οπότε έπειτα ήλθε η Ανάστασή Του ως ανάσταση και των ανθρώπων – δεν παύει να είναι ημέρα πένθους με αυστηρότατη νηστεία, κατά τον ίδιο τρόπο, τηρουμένων βεβαίως των αναλογιών, και με τον Ιωάννη: ναι μεν εισέρχεται μετά δόξης στη Βασιλεία του Θεού, η ημέρα όμως του μαρτυρίου του είναι ημέρα πένθους. Κι ίσως συνηγορεί σ᾽ αυτήν την εξήγηση και αυτό που η Εκκλησία μας εξαγγέλλει για την ημέρα, μέσα ιδίως από το κοντάκιο, ότι δηλαδή ῾η του Προδρόμου ένδοξος αποτομή οικονομία γέγονέ τι θεϊκή, ίνα και τοις εν Άδη του Σωτήρος κηρύξη την έλευσιν᾽. 
Ήταν σχέδιο του Θεού η αποτομή της κεφαλής του, ώστε να προλάβει με το κήρυγμα στον Άδη, την εκεί έλευση του Σωτήρος Χριστού, όταν τέθηκε στον τάφο και μέχρις ότου έλθει η Ανάστασή Του εκ των νεκρών.

Με την αποτομή της κεφαλής του αγίου Ιωάννου η Εκκλησία μας εξαγγέλλει δύο κυρίως πράγματα: 
Πρώτον, όπως συμβαίνει σε κάθε βεβαίως εορτή του αγίου Ιωάννου, τη μεγάλη αγιότητά του. Δεν προσφέρουμε κάτι καινούργιο, αν υπενθυμίσουμε ότι ο άγιος Ιωάννης υπερακοντίζει κατά πολύ τα μέτρα και των μεγάλων αγίων ακόμη της Εκκλησίας μας. Μόνον η Παναγία Μητέρα του Κυρίου θεωρείται από αυτήν, την Εκκλησία, ως μεγαλύτερη ακόμη και από εκείνον. Διότι πρόκειται για ῾την τιμιωτέραν των Χερουβίμ και την ενδοξοτέραν ασυγκρίτως των Σεραφίμ᾽. Και δικαιολογημένα: υπήρξε το καλύτερο άνθος της ανθρωπότητας, αφού δι᾽ αυτής εισήλθε στον κόσμο ως άνθρωπος ο ίδιος ο Θεός. Αλλά τα περί αγιότητας του αγίου Ιωάννου συνιστούν περίσσια λόγων, όταν έχουμε εκφρασμένη, όπως ήδη αναφέραμε, τη γνώμη του ίδιου του Θεού μας, του Κυρίου Ιησού Χριστού. 
Κι αυτό σημαίνει ότι ο άγιος Ιωάννης έχει τεράστια παρρησία ενώπιον του Θεού, ώστε να πρεσβεύει υπέρ ημών, είναι λοιπόν συμφέρον μας να τον επικαλούμαστε συχνά-πυκνά, αλλά και λόγω της μεγάλης χάρης του Θεού που έχει, έχει και τεράστια αγάπη προς τον λαό του Θεού. Άλλωστε ο βαθμός αγιότητας ενός αγίου από αυτό φαίνεται: από το πόσο αγαπά τον άνθρωπο και συμπάσχει στα διάφορα και ποικίλα προβλήματά του.

Δεύτερον, με τη μνήμη της αποτομής του αγίου, η Εκκλησία μας τονίζει το μέγεθος της ανθρώπινης άνοιας και φρενοβλάβειας, καθώς το βλέπουμε στα πρόσωπα του Ηρώδη, κυρίως όμως της Ηρωδιάδας και της κόρης της Σαλώμης. Ο υμνογράφος πράγματι αδυνατεί να κατανοήσει λογικά αυτό που συνέβη: ο πλέον αξιοσέβαστος σε όλον τον Ισραήλ, αυτός τον οποίο φοβούνταν και οι άρχοντες, αυτός στον οποίο έκλιναν ευλαβικό γόνυ και οι άγγελοι, πεθαίνει μαρτυρικά, από το ῾καπρίτσιο᾽ ενός πορνιδίου και του εγωισμού μίας εξίσου πόρνης γυναίκας, η οποία δεν άντεχε τον λόγο της αλήθειας: τον έλεγχό της, με βάση τον νόμο του Θεού, για τις παρανομίες και τις αμαρτίες της. Στις διάφορες μάχες που διεξάγονται, θεωρείται τιμή για έναν μαχητή να πέσει ηρωικά από το όπλο ενός εξίσου σπουδαίου μαχητή. Υπάρχει εκεί πράγματι ένας ηρωισμός και μία δόξα. 
Ο Έκτορας, για παράδειγμα, που φονεύθηκε σε μάχη με τον Αχιλλέα. Και η ήττα εκεί ισοδυναμεί σχεδόν με νίκη, γιατί είναι σπουδαίος ο αντίπαλος. Εδώ όμως στον άγιο Ιωάννη; Ο μεγαλύτερος και αγιότερος άνθρωπος ῾πέφτει᾽ από μία πόρνη, που ῾εκβιάζει᾽ τον θάνατό του. Αλλά ίσως και αυτό αναδεικνύει ακόμη περισσότερο τον άγιο Ιωάννη, λόγω της ταπείνωσης που περικλείει. Σημασία πάντως έχει ότι ο υμνογράφος δεν μπορεί να κατανοήσει τα γενόμενα: ῾ώ, του παραδόξου θαύματος! Την ιεράν κεφαλήν και αγγέλοις αιδέσιμον, ασελγές ακόλαστον περιέφερε κόριον᾽. ῾Ώ, της υπέρ νουν εκπλήξεως! Των προφητών η σφραγίς, ο επίγειος Άγγελος, πορνικής ορχήσεως αναδείκνυται έπαθλον!᾽ Όντως πρόκειται περί ανοίας και φρενοβλαβείας, μάλλον όμως περί δαιμονοπληξίας. 
Όταν ο άνθρωπος έχει χάσει τον Θεό από τη ζωή του, τα πάντα τότε μπορεί να τα επιτελέσει. Γίνεται ένας δεύτερος σατανάς.


Ἡ δύναμις τῆς μετανοίας εἶναι θεμελιωμένη στὴν δύναμη τοῦ Θεοῦ



Ἡ δύναμις τῆς μετανοίας εἶναι θεμελιωμένη στὴν δύναμη τοῦ Θεοῦ. Ὁ Ἰατρὸς εἶναι πανίσχυρος, καὶ ἡ ἴασις ποὺ Ἐκεῖνος χαρίζει εἶναι παντοδύναμος. Τὴν ἐποχὴν ἐκείνη, ὅταν ἐκήρυσσεν ἐδῶ στὴν γῆ ὁ Κύριος, καλοῦσε σὲ θεραπείαν ὅλους ὅσοι ἦσαν ἄρρωστοι ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, καὶ δὲν θεωροῦσε καμμίαν ἁμαρτίαν ὡς ἀθεράπευτον. 
Καὶ τώρα, ἐπίσης, συνεχίζει νὰ καλῆ ὅλους, καὶ ὑπόσχεται, καὶ χαρίζει πράγματι τὴν ἄφεση γιὰ κάθε ἁμαρτία καὶ τὴν ἴαση γιὰ κάθε ἁμαρτωλὴ ἀσθένεια.

Ἅγιος Ἰγνάτιος Brianchaninov

Η χάρη του Θεού… “ανάβει και σβήνει, καθαίρει, ανακαινίζει…”



Ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ τότε κατοικεῖ μέσα μουὅταν ταπεινώνομαι σὲ ἔσχατο βαθμό ὅταν παραδέχομαι πὼς εἶμαι ἕνας ἄθλιος καὶ τιποτένιος ἄνθρωπος. Ὅπου ἀρχίζει ἡ ἀθλιότητά μας, ἐκεῖ ἀρχίζει καὶ ἡ μεγαλοπρέπεια τοῦ Θεοῦ μέσα μας.

Ἀνάβει καὶ σβήνει

Μιὰ φορὰ ἄναψα τὸ καντήλι μου καὶ παρατήρησα πώς, ὅταν τελείωσε τὸ λάδι, τὸ φυτίλι πρὶν σβήσει ρούφηξε καὶ λίγο νερὸ ποὺ ὑπῆρχε μέσα. Ὅταν ἔβαλα ξανὰ λάδι καὶ ἄναψα τὸ καντήλι, σὲ λίγο πάλι ἔσβησε, γιατί τὸ φυτίλι εἶχε μέσα νερό. Βούτηξα τὴν ἄκρη τοῦ φυτιλιοῦ μέσα στὸ λάδι καὶ τὸ ἄναψα πάλι. Τὸ νερὸ δὲν ἐπέτρεπε νὰ ἀνάψει καλὰ τὸ καντήλι καὶ ἄναψε κανονικὰ μόνο τότε, ὅταν ἐξαφανίστηκε τὸ νερό.

Τότε εἶδα σ’ αὐτὸ τὸ καντήλι τὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου, τὴ δική μου καὶ πολλῶν ἄλλων ἀνθρώπων. Μὲ τὸν ἴδιο τρόπο ἡ φλόγα τῆς θείας χάρης προσπαθεῖ νὰ ἀνάψει τὴ δική μας καρδιά, ἡ ὁποία ὅμως δὲν ἀνάβει γιατί δὲν τὸ ἐπιτρέπουν τὰ πάθη, ἡ λαιμαργία, ἡ μέθη καὶ ἄλλα.

Δὲν μπορεῖ γρήγορα νὰ ἀνάψει ἡ φλόγα τῆς θείας χάρης, ἂν καὶ τὸ θέλουμε πολύ. Κάποιες φορὲς ἀνάβει στὴν καρδιά μας, ὅταν τὴ βρίσκει κατάλληλη, καὶ μετὰ σβήνει σχεδὸν ἐντελῶς, μετὰ πάλι ἀνάβει καὶ ἐλαττώνεται πάλι, μέχρι ποὺ ὁ Θεὸς, βλέποντας τὸ ζῆλο μας, ἀνάψει μέσα μας μὶα μεγάλη φλόγα. Ἔβλεπα τὴ δική μου καρδιὰ σ’ αὐτὸ τὸ καντήλι… καὶ μέσα μου προσευχόμουν: Nὰ μὴ νικήσει ἡ κακία μου τὸ δικό Σου ἀνέκφραστο ἔλεος, ἀλλὰ νὰ νικήσει ἡ φλόγα τῆς θείας σου χάρης, τὶς ἁμαρτίες μου, ποὺ εἶναι σὰν νερὸ στὸ φυτίλι. Ἀδελφοί! Ἡ καρδιά μας εἶναι σὰν ἕνα ὑγρὸ ξύλο ποὺ εἶναι διαποτισμένο μὲ ἁμαρτία σὰν μὲ νερό. Γι’ αὐτὸ ἡ φλόγα τῆς θείας χάρης δὲ καίει σταθερά στὴν καρδιά μας. 27 Ἀπριλίου…

Καθαίρει

Ἐπισκέφτηκα ἕνα χυτήριο. Ἐκεῖ εἶδα πῶς ὁ γκρίζος χυτοσίδηρος, ὅταν τὸν ἔριχναν μέσα στὸ καμίνι, ἔλιωνε καὶ γινόταν μὶα πυρακτωμένη κόκκινη μάζα. Ἂν ἡ ὑλικὴ φλόγα κάνει τὸ σίδηρο, ποὺ εἶναι τόσο σκληρός, νὰ ρέει σὰν ποτάμι καὶ τὸ γκρίζο μέταλλο νὰ γίνεται φωτιά, τότε πῶς ἡ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος νὰ μὴ μαλακώσει ἀκόμη καὶ τὴν πιὸ σκληρὴ καρδιά, ἂν αὐτὴ ἡ καρδιὰ Τοῦ παραδίδεται ὅπως ὁ σίδηρος παραδίδεται στὴ φωτιά; Νὰ μὴν τὴν κάνει ἀπὸ ψυχρή, σκοτεινὴ καὶ ἀκάθαρτη, θερμή, φωτεινὴ καὶ καθαρή; Ἔχουμε δεῖ πολλὰ τέτοια παραδείγματα…

Νὰ τὸ ἀντιλαμβάνεσαι ἐγκαίρως: ὁ διάβολος προσπαθεῖ νὰ σοῦ στερήσει τὴν ἀγάπη.
Τὸ ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι μαζί μας καί μᾶς βλέπει ὅταν ἐμεῖς προσευχόμαστε, ἰδίως ὅταν προσευχόμαστε μὲ συντετριμμένη καρδιά, τὸ ἀποδεικνύουν τὰ δάκρυα. Ἡ πηγὴ τῶν δακρύων προέρχεται ἀπὸ τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἡ ὁποία μᾶς ἐπισκέπτεται καὶ ἐνεργεῖ ἐκείνη τὴ στιγμὴ στὴν καρδιά μας. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα μὲ τὴ φλόγα τῆς χάρης Του ἀγγίζει τότε τὴν καρδιά μας καὶ ὅλες οἱ ἁμαρτίες καὶ ὅλες οἱ ἀκαθαρσίες ποὺ ὑπάρχουν μέσα της βγαίνουν μὲ τὰ δάκρυα. Ὁ προφήτης καὶ βασιλιᾶς Δαβὶδ ὀνομάζει τὶς ἁμαρτίες ὕδατα τῆς κακίας: «Εἰσήλθοσαν ὕδατα ἕως ψυχῆς μου» (Ψάλ. 68, 2). Τὰ ὕδατα αὐτὰ τῆς κακίας φεύγουν μὲ τὰ δάκρυα.

Ἀνακαινίζει

Ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ μοῦ φέρνει εἰρήνη καὶ ἡσυχία, ἐλεύθερα κινεῖ τὴν καρδιὰ καὶ τὴ θέλησή μου πρὸς τὸ καλό. Ὅπως εἶναι φανερὸ ὅτι ὅλα αὐτὰ εἶναι ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τῆς χάρης Του, τὸ ἴδιο φανερὸ εἶναι ὅτι τὰ ἀντίθετα προέρχονται ἀπὸ τὴν ἐνέργεια τοῦ ἀντιπάλου. Γι’ αὐτὸ δὲν ὑπάρχει καμμία ἀμφιβολία. Σ’ ὅλα τὰ ἔργα του τὸ πονηρὸ πνεῦμα φανερώνει τὸν ἔσχατο βαθμὸ τῆς κακίας του: εἶναι ἐπίμονος καὶ ἐνοχλητικός, μέχρι ποὺ γίνεται θρασύς· πάντα προσπαθεῖ νὰ χτυπήσει καὶ νά πληγώσει, προσπαθεῖ νὰ κερδίσει πάσῃ θυσίᾳ.

Στὴ φύση τὰ φυτὰ καὶ τὸ χῶμα εἶναι γεμᾶτα νερό, καὶ ἡ ζεστασιὰ τοῦ ἡλίου βοηθάει τὰ φυτὰ νὰ τὸ ἀφομοιώνουν. Ἔτσι καὶ ἡ χάρη τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ γεμίζει τὶς καρδιὲς τῶν χριστιανῶν σὰν τὸ νερό· «ποταμοὶ ἐκ τῆς κοιλίας αὐτοῦ ῥεύσουσιν ὕδατος ζῶντος» (Ἰω. 7, 38). Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, σὰν τὴ ζωηφόρο ζεστασιὰ τοῦ ἡλίου, βοηθάει τὴν καρδιὰ νὰ τὴν ἀφομοιώνει.

Δοξολογία γιὰ χάρη τοῦ Θεοῦ

«Μεγαλύνει ἡ ψυχή μου τὸν Κύριον» (Λκ. 1, 46). Ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἀξιώθηκε νὰ λάβει μέσα του τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, εἶναι σὰν νὰ μὴ ζεῖ ὁ ἴδιος· βλέπει στὸν ἑαυτό του τὴ μεγαλοσύνη τοῦ Θεοῦ. Πὼς νὰ μὴ βλέπουμε καὶ νὰ μὴ δοξάζουμε τὸ Θεό, ὁ ὁποῖος ζεῖ καὶ ἐνεργεῖ μέσα μας, ἀποκαλύπτοντάς μας τὴ δική Του ἄπειρη μεγαλειότητα; Νὰ δοξάζεις, ψυχή μου, τὸν Κύριο καὶ νὰ ὑμνεῖς τὸ ὄνομά Του!

Ἀπὸ τὸ βιβλίο: Ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κρονστάνδη, 
 «ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΕΣ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ ΚΑΙ ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ». Ὀρθόδοξος Κυψέλη, 2004.