.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Αδύναμοι...

Αδύναμοι άνθρωποι είμαστε, γεμάτοι σφάλματα και λάθη. 
Όσο μεγαλύτερα τα εμπόδια τόσο μεγαλύτερες και οι ευλογίες αν έχουμε πίστη! 
Έστω και λίγη... Αρκεί η λίγη αλλά... αληθινή. 
Ο Χριστός αναπληρώνει τα υπόλοιπα

Ῥωμανίδης: «Δὲν εἶναι ἡ ὕπαρξις τοῦ ἐπισκόπου ἡ ἐγγύησις ὅτι μία Σύνοδος ἐμφορεῖται ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Οὔτε ἡ Χάρις τῆς Ἀρχιερωσύνης ὁδηγεῖ τὴν Ἐκκλησία «εἰς πάσαν τὴν ἀλήθειαν»


Εἰκόνα τοῦ «Ῥωμαίικου Ὁδοιπορικοῦ»

Πῶς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο καθοδηγεῖ, ποιοὺς καθοδηγεῖ καὶ σὲ τί συνίσταται αὐτὴ ἡ καθοδήγησις; Ἐκεῖνο ποὺ λένε μερικοὶ ὅτι, ὅταν μία Οἰκουμενικὴ Σύνοδος ἀποφασίση κάτι, αὐτὸ εἶναι ἀλάθητο, ἐπειδὴ ἡ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος εἶναι θεόπνευστη κλπ., εἶναι σὰν νὰ μᾶς ὑποχρεώνουν νὰ δεχθοῦμε ὡς ἀλάθητη διδασκαλία ὅ,τι ἀποφασίζει καὶ διακηρύσσει μία Οἰκουμενικὴ Σύνοδος. Αὐτὸ εἶναι καὶ τὸ πνεῦμα περὶ τοῦ ἀλαθήτου τοῦ Πάπα.

Βέβαια εἶναι σωστὸ ὅτι μία Οἰκουμενικὴ Σύνοδος εἶναι ἀλάθητη, ὅτι διδάσκει ἀλαθήτως, ὅτι εἶναι ὠφέλιμη γιὰ τὴν πίστι μας κλπ. Ναί, ἀλλὰ πῶς γίνεται καὶ εἶναι ἀλάθητη; Γιατί εἶναι ἀλάθητη; Γιατί οἱ ἀποφάσεις της εἶναι ἀλάθητες;

Ἡ μοντέρνα Ὀρθόδοξη θεολογία μιλάει πάρα πολὺ γιὰ θεοπνευστία. Ἀπὸ ὅσα ἔχω διαβάσει, βλέπω νὰ μιλᾶνε περὶ θεοπνευστίας, ἀλλὰ δὲν ἔχω βρῆ περιγραφὴ τῆς θεοπνευστίας…

ἐκείνης γιὰ τὴν ὁποία μιλᾶνε. Εἴπαμε ὅτι καὶ οἱ Ὀρθόδοξοι καὶ οἱ Παπικοὶ καὶ οἱ Προτεστάντες συμφωνοῦν στὸ ὅτι ἡ Ἁγία Γραφὴ εἶναι θεόπνευστος. Τί σημαίνει ὅμως θεοπνευστία; Καί, ἐὰν σώζεται κάπου, ποῦ σώζεται; Θὰ πῆ ὅμως κάποιος: Καλά, θεόπνευστοι ἦταν μόνο οἱ Προφῆτες καὶ οἱ Ἀπόστολοι; Μετά τούς Ἀποστόλους δὲν ἔχομε θεοπνεύστους ἀνθρώπους; Δὲν ἔχομε θεόπνευστα συγγράμματα ἐκτός τῆς Ἁγίας Γραφῆς; Καί, ἐὰν ναί, ποιοὶ εἶναι αὐτοὶ οἱ θεόπνευστοι ἄνθρωποι; Καὶ ἂν ὑπάρχουν, πῶς ξέρομε ὅτι εἶναι θεόπνευστοι; Οἱ Προφῆτες ξέρομε ὅτι ἦσαν θεόπνευστοι. Ὁμοίως καὶ οἱ Ἀπόστολοι ἤσαν θεόπνευστοι. Ἐκτὸς ὅμως ἀπὸ αὐτούς, ποιοὶ ἄλλοι ἦσαν ἢ εἶναι θεόπνευστοι; Ἐπίσης ποιὰ εἶναι τὰ διάφορα στάδια αὐτῆς τῆς θεοπνευστίας, καὶ πῶς διακρίνονται; Πῶς ὁ ἄνθρωπος ἐμπνέεται ἀπὸ τὸν Θεὸν καὶ πῶς ξέρομε ὅτι ἕνας εἶναι ἐμπνευσμένος ἀπὸ τὸν Θεὸν καὶ ὄχι ἀπὸ τὸν Διάβολο ἢ ἀπὸ φαντασιοπληξίες;

Ὁ Χριστός, ὅταν εἶπε ὅτι θὰ μᾶς δώση τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο, τὸ ὁποῖο θὰ μᾶς ὁδηγήση εἰς πάσαν τὴν ἀλήθειαν, δὲν μίλησε γιὰ Οἰκουμενικὲς Συνόδους. Δὲν εἶπε δηλαδὴ ὅτι αὐτὸ θὰ γίνεται στὶς Οἰκουμενικὲς Συνόδους τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτὸ δηλαδὴ τὸ καινὸν περὶ τοῦ ἀλαθήτου τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων δὲν περιλαμβάνεται μέσα στὴν Ἁγία Γραφή. Ὁ Χριστὸς εἶπε ἁπλὰ ὅτι τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον θὰ εἶναι Ἐκεῖνο ποὺ θὰ μᾶς ὁδηγήση στὴν πλήρη ἀλήθεια. Προηγουμένως ὅμως, πρὶν δηλαδὴ ἀπὸ αὐτό, εἶπε ὅτι ἐὰν ἔχετε ἀγάπη μεταξύ σας, ἐγὼ καὶ ὁ Πατέρας μου θὰ ἔλθωμε καὶ θὰ κατοικήσωμε μέσα σας, καθὼς ἐπίσης εἶπε ὅτι τώρα, μὲ βλέπετε, ἀλλὰ ἀργότερα δὲν θὰ μὲ βλέπετε. Ἀλλά, ἐὰν ἔχετε ἀγάπη, πάλι θὰ μὲ βλέπετε. Καί, τὸ Πνεῦμα θὰ ἔλθη νὰ κατοικήση μέσα σας καὶ θὰ σᾶς ὁδηγήση εἰς πάσαν τὴν ἀλήθειαν.

Ὅλα αὐτὰ ποὺ λέγει ὁ Χριστὸς καὶ ἀναφέρονται στὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Ἰωάννη καὶ ποὺ τὰ διαβάζουν οἱ παπάδες τὴν Μεγάλη Πέμπτη, εἶναι βασικὰ κεφάλαια. Ἀλλὰ γιατί εἶναι βασικὰ κεφάλαια; Αὐτὴ ἡ προσευχὴ τοῦ Ἰησοῦ, ἡ Ἀρχιερατική, γιατί ἔχει τόσο μεγάλη σημασία; Γιατί προσεύχεται ὁ Χριστὸς γιὰ τὴν ἑνότητα τῶν Ἀποστόλων; Γιὰ ποιὰ ἕνωσι προσεύχεται; Μήπως, τῶν Ἐκκλησιῶν; Ποιὰ ἕνωσις εἶναι αὐτή; Αὐτό, τὸ «ὁδηγήσει ὑμᾶς εἰς πάσαν τὴν ἀλήθειαν», ὅταν τὸ λέγη ὁ Χριστός, τὸ ἐννοεῖ ἀσφαλῶς μέσα σὲ ὠρισμένα πλαίσια. Ποιὰ εἶναι αὐτά;

Τὰ κεφάλαια αὐτά, 14 ἕως 17, τοῦ κατὰ Ἰωάννην Εὐαγγελίου κάνουν ὁλόκληρη ἀνάπτυξη περὶ τῆς πνευματικῆς καταστάσεως τῶν Ἀποστόλων σὲ σχέσι μὲ τὴν ἀγάπη καὶ ἀναφέρουν ποιὰ θὰ εἶναι τὰ ἀποτελέσματα τῆς ἀγάπης. Ἡ πλήρης μορφὴ ὅμως τῆς ἀγάπης ἀποκαλύπτεται στὴν ἐμπειρία τῆς θεώσεως. Ἡ θέωσις εἶναι ἡ πλήρης μορφὴ τῆς ἀγάπης. Δι’ αὐτῆς τῆς ἀγάπης, πού πηγάζει ἀπὸ τὴν ἐμπειρία τῆς θεώσεως, γίνεται ἡ πλήρης θεραπεία τοῦ ἀνθρώπου.

Ἡ ἀγάπη αὐτὴ ἀρχίζη νὰ ἐνεργῆται, ὅταν ἔλθη τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο μέσα στὸν ἄνθρωπο, ὁπότε γίνεται ὁ ἄνθρωπος κατοικητήριο καὶ ναὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καί, ὅταν ἔλθη τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο καὶ κατοικήση μέσα στὸν ἄνθρωπο, φέρνει μαζί Του καὶ τὸν Πατέρα καὶ τὸν Υἱόν. Τότε στὸν ἄνθρωπο κατοικεῖ ὁλόκληρη ἡ Ἁγία Τριάδα. Ἀλλὰ πῶς γνωρίζει ὁ ἄνθρωπος ὅτι ἔγινε ναὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος; Πῶς γίνεται αὐτὴ ἡ διαπίστωσις; Ὁ ἀληθινὸς πνευματικὸς πατέρας γνωρίζει πότε ἕνα πνευματικό του παιδὶ ἔχει λάβει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ ἔχει γίνει ναὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἔχομε συγκεκριμένα Πατερικὰ κριτήρια στὸ θέμα αὐτό. Ποιὰ εἶναι αὐτά;

Ὅταν ὁ Χριστὸς μιλάη γιὰ τὴν ἔκχυσι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὴν Ἐκκλησία καὶ στοὺς πιστούς, δὲν μιλάη ἀφηρημένα, δὲν ἐννοεῖ ὅτι θὰ τὸ στείλη σὲ ὅλην τὴν Ἐκκλησία γενικά. Οὔτε ὅτι, ἐπειδὴ οἱ δεσποτάδες καὶ οἱ παπάδες ἔχουν μία ἀλληλοδιαδοχὴ μὲ τὶς χειροτονίες, θὰ τὸ λάβη γενικὰ ὅλη ἡ Ἐκκλησία. Οὔτε ἐννοεῖ ὅτι ἐξ αἰτίας τῆς χειροτονίας τῶν ἐπισκόπων ὑπάρχει ὁπωσδήποτε ἡ ἐγγύησις ὅτι τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο θὰ κατοικῆ μόνιμα μέσα στὴν Ἱεραρχία. Διότι, δὲν εἶναι ἡ ὕπαρξις τοῦ ἐπισκόπου ἡ ἐγγύησις ὅτι μία Σύνοδος ἐμφορεῖται ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Ἀπόδειξις εἶναι ὅτι ὑπῆρξαν μέσα στὴν Ἐκκλησία πολλοὶ ἐπίσκοποι, ποὺ κατεδικάσθησαν ὡς αἱρετικοί. Ἂν εἶχαν ἐκεῖνοι οἱ ἐπίσκοποι Πνεῦμα Ἅγιο, δὲν θὰ ἔπεφταν σὲ αἵρεσι. Ἄρα, δὲν εἶναι ἡ εἰς ἐπίσκοπον χειροτονία κάποιου ἀπόδειξις οὔτε ἐγγύησις ὅτι στὸν ἐπίσκοπο αὐτὸν κατοικεῖ ὁπωσδήποτε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Ἄρα, δὲν εἶναι ἡ Χάρις τῆς Ἀρχιερωσύνης ἐκείνη ποὺ ὁδηγεῖ τὴν Ἐκκλησία «εἰς πάσαν τὴν ἀλήθειαν».

Ὁ Χριστὸς μιλάει ἐδῶ γιὰ κάτι ἄλλο. Οἱ Πατέρες λένε καθαρὰ ὅτι ἐδῶ ὁ Χριστὸς μιλάει γιὰ δύο καταστάσεις. Ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος μιλάει γιὰ τὴν φώτισι καὶ ἀπὸ τὸ ἄλλο μέρος μιλάει γιὰ τὴν θέωσι. Ὅταν λέγη ὁ Χριστὸς ἴνα πάντες ἓν ὦσι, γιὰ ποιοὺς μιλάει; Γιὰ τοὺς Ἀποστόλους βέβαια. Δηλαδὴ παρακαλεῖ τὸν Πατέρα νὰ γίνουν οἱ Ἀπόστολοι «ἓν, καθὼς ἠμεῖς ἓν ἐσμεν». Δὲν λέγει εἷς, ἀλλὰ ἓν. Πῶς ὅμως ὁ Πατήρ, ὁ Υἱὸς καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι ἓν; Ἀπάντησις: Εἶναι ἑνωμένοι εἰς ἓν, κατὰ τὴν δόξαν (ἐνέργειαν) καὶ κατὰ τὴν οὐσίαν. Κατὰ τὰ Πρόσωπα, τὶς ὑποστάσεις, δὲν εἶναι ἑνωμένοι. Διότι τὰ Πρόσωπα στὴν Ἁγία Τριάδα, λένε οἱ Πατέρες, εἶναι ἀκοινώνητα μεταξύ τους. Τὰ κοινὰ στὴν Ἁγία Τριάδα εἶναι ἡ οὐσία καὶ ἡ φυσικὴ ἐνέργεια τῆς οὐσίας, δηλαδὴ ἡ δόξα. Καὶ κατὰ τί εἶναι ἓν ὁ Πατήρ, ὁ Υἱὸς καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, μὲ τὸ ὁποῖο ἓν καὶ ἐμεῖς θὰ γίνωμε ἓν, δηλαδὴ καὶ μεταξύ μας καὶ μὲ τὴν Ἁγία Τριάδα; Ποιὸ θὰ εἶναι αὐτὸ τὸ κοινὸ γνώρισμα; Ἀπάντησις: Εἶναι τὸ ἓν κατὰ τὴν δόξαν.

Δηλαδή, ὅπως ὁ Πατήρ, ὁ Υἱὸς καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα εἶναι ἕνα κατὰ τὴν δόξαν, διότι ἔχουν κοινὴν τὴν δόξαν, ἔτσι καὶ ἐμεῖς θὰ γίνωμε ἕνα, ὅταν ὅλοι μας μετάσχωμε στὴν δόξα τοῦ Θεοῦ, ὅταν δηλαδὴ ὅλοι μας ἢ ὅσοι ἀπὸ ἐμᾶς γίνουν ἄξιοι, γίνουν μέτοχοι τῆς Χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τοῦ ἀκτίστου Φωτός. Διότι, ὅταν ἕνας ἄνθρωπος δοξάζεται, τότε γίνεται κοινωνὸς τῆς ἀκτίστου δόξης τῆς Ἁγίας Τριάδος, ὁπότε ἑνώνεται καὶ μὲ τὴν Ἁγία Τριάδα, ἀλλὰ καὶ μὲ ὅσους συνανθρώπους του εἶναι ἐκείνην τὴν στιγμὴ ἑνωμένοι καὶ ἐκεῖνοι μὲ τὴν δόξαν τοῦ Θεοῦ.

Ὁπότε ἐκεῖνο, γιὰ τὸ ὁποῖο προσεύχεται ὁ Χριστὸς στὸν Μυστικὸ Δεῖπνο εἶναι, πρῶτα-πρῶτα γιὰ τὴν κάθαρσί τους, μετὰ γιὰ τὴν φώτισί τους καὶ τέλος γιὰ τὴν θέωσί τους. Ἑπομένως τὸ «ὁδηγήσει ὑμᾶς εἰς πάσαν τὴν ἀλήθειαν» ἀναφέρεται ὄχι γενικὰ σὲ ὅλους τούς ἀνθρώπους, ἀλλὰ εἰδικὰ σὲ ὅσους θὰ λάβουν μέρος στὴν ἐμπειρία τῆς θεώσεως. Δηλαδή, ὅταν ὁ ἄνθρωπος φθάση στὴν θέωσι, τότε μόνον ὁδηγεῖται εἰς πάσαν τὴν ἀλήθειαν. Ἑπομένως ἡ πάσαν ἀλήθειαν (ὄχι περὶ τοῦ κτιστοῦ κόσμου, ἀλλὰ περὶ τοῦ Θεοῦ) γίνεται γνωστὴ μόνο στὴν ἐμπειρία τῆς θεώσεως.

Ἐπειδὴ ὅλοι οἱ Πατέρες εἶχαν αὐτὴν τὴν ἐμπειρία ἢ παρόμοια, διότι εἴτε ἤσαν σὲ κατάστασι φωτισμοῦ εἴτε ἤσαν σὲ κατάστασι θεώσεως, γι’ αὐτὸ καὶ ὅλοι τους ἔχουν τὴν ἴδια ἀκριβῶς ἀντίληψι γιὰ τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ κάνουν ὅλοι τους τὴν ἴδια ἑρμηνεία στὴν Ἁγία Γραφὴ στὰ βασικά της σημεῖα καὶ τὴν ἴδια ἑρμηνεία στὰ κείμενα τῶν ἄλλων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας.

Ἀπὸ τὰ παραπάνω τί συνάγεται; Ὅσοι βρίσκονται σὲ κατάστασι φωτισμοῦ ἢ θεώσεως, αὐτοὶ εἶναι θεόπνευστοι ἢ δὲν εἶναι θεόπνευστοι; Ἀπάντησις: Αὐτοὶ φυσικὰ εἶναι θεόπνευστοι. Διότι θεοπνευστία σημαίνει τί; Σημαίνει νὰ εἶναι κάποιος ἐμπνευσμένος ἀπὸ τὸν Θεόν. Ἐν ἀντιδιαστολὴ πρὸς τί; Πρὸς τὸ νὰ εἶναι κανεὶς ἐμπνευσμένος ἀπὸ τὸν διάβολο καὶ τοὺς δαίμονες. Ἐκεῖνος θὰ εἶναι διαβολόπνευστος καὶ δαιμονόπνευστος.

Ἡ ὑψηλοτέρα μορφὴ τῆς Ἀποκαλύψεως ὅσον ἀφορᾶ στὴν θεοπνευστία, ἦταν ἐκείνη ποὺ συνέβη στοὺς Ἀποστόλους κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς. Τὸ κλειδὶ λοιπὸν τῆς Ὀρθοδόξου θεολογίας σχετικὰ μὲ τὴν θεοπνευστία εἶναι ἡ Πεντηκοστή. Ἐὰν κανεὶς μπορέση νὰ κατανοήση τὴν σημασία τῆς Πεντηκοστῆς γιὰ τὴν Πατερικὴ παράδοσι, τότε καὶ θεολόγος νὰ μὴν εἶναι, τουλάχιστον θὰ ξέρη τί εἶναι Θεολογία καὶ τί θεολόγος. Ὅπως δὲν χρειάζεται νὰ εἶναι κανεὶς γιατρὸς γιὰ νὰ ξέρη τί εἶναι ἡ Ἰατρικὴ ἐπιστήμη καὶ τί εἶναι γιατρός, κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο κάποιος μπορεῖ νὰ ξέρη τί εἶναι Θεολογία, ποιὸς εἶναι ὁ θεολόγος καὶ ποιὸς εἶναι ὁ θεολογῶν, χωρὶς νὰ εἶναι ὁ ἴδιος θεολόγος ἢ θεολογῶν.

Ἀπὸ τὸ βιβλίο «Πατερικὴ Θεολογία», τοῦ πατρὸς Ἰωάννου Σ. Ῥωμανίδου (†)

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΕΝ ΑΛΗΘΕΙΑ ΑΓΑΠΗΣ

Η αγάπη Ορθοδόξως νοείται εν αληθεία. Αγάπη και αλήθεια στην Ορθόδοξη εν Χριστώ ζωή αλληλοπεριχωρούνται. Ουδέποτε η αγάπη εργάζεται σε βάρος της αλήθειας και ουδέποτε η αλήθεια σε βάρος της αγάπης. Οποιαδήποτε έκπτωση είτε στην εν Χριστώ αγάπη, είτε στην αλήθεια της Πίστης, αποτελεί στρέβλωση. Εκπτώσεις είτε στην εν Χριστώ αγάπη, είτε στην αλήθεια της Πίστης, δεν συνάδουν με την εν Χριστώ ζωή. Αν κανείς αντιλαμβάνεται την αγάπη ή την αλήθεια εμπαθώς, θα οδηγηθεί σε εκπτώσεις και ως εκ τούτου σε εξωεκκλησιαστικές στρεβλώσεις. Η εν αληθεία αγάπη είναι κανών ακριβείας στην εν Χριστώ ζωή.

Συνήθως η έκπτωση από την εν Χριστώ αγάπη, την εν αληθεία δηλαδή αγάπη, είναι καρπός της εμπαθούς ανθρωπαρέσκειας. «Ο αγαπών τον Θεόν και πιστεύει γνησίως εις τα έργα της πίστεως επιτελεί οσίως· ο δε πιστεύων μόνον και μη ων εν τη αγάπη ουδέ αυτήν την πίστιν ην δοκεί έχειν έχει· ελαφρότητι γαρ τινι πιστεύει νοός ως υπό του βάρους της δόξης της αγάπης μη ενεργούμενος. Πίστις ουν δι’ αγάπης ενεργουμένη το μέγα των αρετών», αναφέρει ο Άγιος Διάδοχος Φωτικής. Το κάλλος της εν αληθεία αγάπης, αποτελεί ασφαλή οδό σωτηρίας.

Θα πρέπει επίσης ο Ορθόδοξος Χριστιανός να βλέπει την αλήθεια της Πίστης μέσα από την Πατερική παράδοση. Δεν είναι λίγοι αυτοί εκλαμβάνουν τους ομολογιακούς αγώνες για την Ορθόδοξη Πίστη μας, ως ένα είδος ιδεολογικών αγώνων. Η ομολογία Πίστεως πρέπει να βρίσκεται πάντοτε σε συνάρτηση με την Ορθόδοξη πνευματική ζωή.

Για να αντιληφθεί κανείς τι εννοούμε, παραθέτομε αυτό που έλεγε ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης για τον αρειανισμό : «Ο αρειανισμός δεν είναι αίρεση εξ απόψεως θεωρητικής επιστήμης και κακών στοχασμών απλώς. Ο αρειανισμός είναι αίρεση, διότι καταστρέφει την διδασκαλία της θεώσεως. Δεν καταλαβαίνει το θέμα της θεώσεως. Δεν καταλαβαίνει το θέμα της θεώσεως, τις σχέσεις μεταξύ κτιστού και ακτίστου κλπ. Και δεν μπορεί ποτέ μια αίρεση να μεταβάλη το δόγμα σε βίωμα, διότι πάντοτε το δόγμα της παραμένει ένα κακό βίωμα και δεν θα είναι βίωμα της θεώσεως. Και αν δήτε όλες τις αιρέσεις, θα δήτε πάντοτε ότι τα κριτήρια των αιρέσεων είναι πνευματικά. Οι αιρέσεις είναι αιρέσεις, γιατί δεν οδηγούν εκεί που πρέπει να οδηγήσουν. Και δεν μπορεί η αίρεση να οδηγήση στην σωστή πνευματική ζωή»*. 

Αν κανείς Ορθοδόξως αντιμετωπίσει τις αιρετικές πλάνες, θα αντιληφθεί αυτό που ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης επισημαίνει στο μεγάλο πρόβλημα των αιρέσεων. «Όταν η Εκκλησία αντιμετωπίζει μια αίρεση, το κριτήριο ότι είναι αίρεση, είναι ότι ανατρέπει την εμπειρία της Πεντηκοστής που απεκαλύφθη η πάσα αλήθεια και ανακόπτει την πορεία των ανθρώπων προς την θέωση»*, αναφέρει ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης. Τοιουτοτρόπως πρέπει να αντιμετωπίζομε τις διάφορες αιρέσεις, καθότι η ομολογία Πίστεως αποτελεί και έκφραση αληθινής αγάπης προς τον ταλαιπωρούμενο από την αίρεση συνάνθρωπό μας.

Του Β. Χαραλάμπους, θεολόγου
✻Από το βιβλίο του Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου «Εμπειρική Δογματική της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας κατά τις προφορικές παραδόσεις του π. Ιωάννου Ρωμανίδη. Τόμος Β΄».

Η ΠΛΗΡΗΣ ΑΛΛΟΙΩΣΗ και ΑΝΤΙΣΤΡΟΦΗ της ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΗΣ ΠΑΡΑΔΟΣΕΩΣ της ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ από τους ΑΝΤΙ-ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΕΣ!

Γιὰ τοὺς ἀντι-Οἰκουμενιστές:

Εὑρίσκονται ἐντὸς Ἐκκλησίας, 
ὅσοι ἐπικοινωνοῦν μὲ τὴν αἵρεση
καὶ ἐκτὸς Ἐκκλησίας, 
ὅσοι δὲν ἐπικοινωνοῦν!!!

Ἀλήθεια: ἐναντίον ποιῶν ἀγωνίζονται; 

H αίρεσις τού Οικουμενισμού
έχει δύο χαρακτηριστικά
που δεν είχαν οι παλαιές αιρέσεις


Πρώτον,
την καθολικήν κατά της Ορθοδόξου Εκκλησίας επίθεσιν και όχι μόνον εναντίον ενός δόγματος και
δεύτερον,
την καθολικήν σχεδόν αποδοχήν της αιρέσεως από τουςκορυφαίους κληρικούςκαι θεολόγους της Ορθοδοξίας, με ελάχιστες εξαιρέσεις στο χώρο των ιερέων καί μοναχών.
Σημειωτέον ότι οι εξαιρέσεις αυτές αναφέρονται μόνο στό θεωρητικό πεδίον, δηλαδή στά λόγια και την πέννα, χωρίς ουδεμίαν πρακτικήν έκφρασιν αντιστάσεως, όπως είναι η διακοπή κοινωνίας με την αίρεσιν κ.λ.π.
Το θλιβερώτερον όμως εν προκειμένω είναι η δικαιολογία που προβάλλουν αυτοί οι ρασοφόροι παντός βαθμού προκειμένου να υποστηρίξουν την θέσιν τους. Λέγουν χαρακτηριστικώς ότι ενεργούν έτσι, διότι επιθυμούν να ευρίσκονται εντός Εκκλησίας, αφού, όπως ισχυρίζονται, μόλις διακόψουν κοινωνίαν με τους αιρετικούς προϊσταμένους των ή τους κοινωνούντας με αυτούς, θα ευρεθούν αμέσως εκτός Εκκλησίας. 
Οποία διαστροφή της Ορθοδόξου διδασκαλίας!

Οἱ «κρατοῦντες» καὶ ἀποστατοῦντες δὲν ἀστειεύονται

Κενοὺς ἀπὸ Χριστὸ καὶ πίστη μᾶς βρῆκαν οἱ σκοτεινὲς δυνάμεις τοῦ κόσμου καὶ οἱ συνεργάτες τους, οἱ ἐχθροί τῆς Ἐκκλησίας, προβαλλόμενοι ὡς «ὀρθόδοξοι χριστιανοὶ» καὶ μάλιστα πολλοὶ ἀπ` αὐτοὺς ποιμένες. Ἀφοῦ μᾶς «βοήθησαν», νὰ καταντήσουμε ἔτσι, ἀμόρφωτοι στὰ πνευματικὰ καὶ ἀδιάφοροι, ἀσχολούμενοι ἐπὶ δεκαετίες μὲ τὸν τύπο μακράν τῆς οὐσίας, ἄλλοι παρακολουθοῦν ἐνεοὶ τὴ φοβερὴ κατρακύλα, μὴν τολμώντας νὰ ἐγείρουν λόγο καὶ ἄλλοι κατεργάζονται μὲ ἀπόλυτη ἐλευθερία τὴν ὁριστικὴ πνευματικὴ ὑποδούλωσή μας καὶ τὴν ὑποταγὴ στὸ θέλημα τοῦ ἀντιχρίστου.
Στὴν Ἐκκλησία, φρόντισαν νὰ καταληφθοῦν οἱ καίριες θέσεις ἀπὸ ἀνθρώπους ποὺ συγχρωτίζονται μὲ τὸ πνεῦμα τοῦ συγκρητισμοῦ καὶ τοῦ οἰκουμενισμοῦ καὶ νὰ ἐπιβάλουν μία μορφὴ σκληρῆς δικτατορίας, ὥστε νὰ φοβοῦνται νὰ κινηθοῦν καὶ νὰ μιλήσουν οἱ ψυχὲς ποὺ παραμένουν στὴν Ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου καὶ τῶν ἁγίων. Στὰ πανεπιστήμια, στὶς θεολογικὲς σχολές, διδάσκουν καθηγητές, ποὺ χωρὶς καθαρὴ καὶ ἀσκητικὴ ζωή, χωρὶς πίστη καὶ ἐμπιστοσύνη στοὺς ἁγίους, προβάλλονται ἀναιδῶς ἁγιότεροι τῶν ἁγίων στὶς παραδόσεις τους, ἐνώπιον τῶν νεαρῶν φοιτητῶν. Συμμετέχουν σὲ συνέδρια, ἐλέω ποιμενούσης Ἐκκλησίας καὶ προωθοῦν μὲ θράσος συνονθυλεύματα «ἀπόψεων» καὶ ὄχι ἁγιοπνευματικῶν ἀποκαλύψεων. 
Καίγονται, ἀγωνιοῦν, πνίγονται κυριολεκτικὰ ψυχὲς ἀπὸ τὴν ἀδικία καὶ τὸ ψέμα, ποὺ ἔχει...
ἁπλωθεῖ παντοῦ, ἀλλὰ δὲν ξέρουν πῶς καὶ σὲ ποιὸν καὶ τί καὶ πότε νὰ τὸ ποῦν. Οἱ ὁμογενεῖς στὸ ἐξωτερικό, ὅπου ὅλα ἔχουν παραδοθεῖ στὸ παζάρι τῆς παγκοσμιοποίησης, ζοῦν πραγματικὴ κόλαση. Τὸ ψέμα, ἡ διγλωσσία, ἡ παρελκυστικὴ μέθοδος, ἐπιστρατεύονται ὅλα μὲ δαιμονικὸ τρόπο, μόνο καὶ μόνο νὰ «περάσει» τὸ παραμύθι, ὅτι ἡ Ἐκκλησία μας δὲν εἶναι ἡ μοναδικὴ ὁδὸς σωτηρίας, δὲν εἶναι ἡ μοναδικὴ κιβωτὸς σωτηρίας καὶ ὅτι ὑπάρχουν καὶ ἄλλες ἰσότιμες, ἰσάξιες, ἰσοδύναμες γιὰ τὸ ἔργο αὐτὸ «ἐκκλησίες» καὶ λοιπὲς θρησκεῖες.
Σχετικοποίησαν, σύμφωνα μὲ τὸ δικό τους σκοτεινὸ νοῦ, τὴν ἀποκαλυφθεῖσα Ἀλήθεια στοὺς ἁγίους μας καὶ τὴν παραδίδουν στοὺς νεότερους παραμορφωμένη καὶ μόνο στὴν ἀκρόασή της ἀηδιαστική, ἀποκρουστική, ὄντες οἱ περισσότεροι ἀκαδημαϊκοὶ καὶ τάχα θεολόγοι, κατ` οὐσία ἀθεολόγητοι. Προτίμησαν τὴ δόξα τοῦ κόσμου καὶ ὄχι τὴν αἰώνια ἀλήθεια, τὴν ἅπαξ παραδοθεῖσα πίστη. Πολλὰ διδακτορικὰ ἀλλὰ ὅλα στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας δικτατορικά.
Τὸ ὀδυνηρότερο ὅλων αὐτῶν εἶναι πὼς καὶ ἱεράρχες τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας εἶναι οἱ ἐπινοητὲς ἢ καὶ αὐτοὶ ποὺ στηρίζουν καὶ προωθοῦν τοὺς πρωτομάστορες τοῦ σχεδίου. Αὐτοὶ ἀνέλαβαν νὰ «καθαρίσουν» τὴν ὑπόθεση γιὰ λογαριασμὸ τῶν ἀντίχριστων δυνάμεων, ποὺ ἑδρεύουν ἀνὰ τὸν κόσμο. Νὰ ἰσοπεδώσουν τὰ πάντα, τσαλαπατώντας μὲ εἰδωλολατρικὴ ἀσέβεια τὴν Ἀλήθεια. Προηγήθηκε βέβαια ἡ συστηματικὴ καὶ μακρόχρονη «ἀδιαφορία»(;) τους, αὐτῶν τῶν ἱεραρχῶν, γιὰ τὴν ἐνημέρωση, τὴν κατήχηση καὶ τὸν ἐπαρκῆ καταρτισμὸ τῶν πιστῶν, βάσει τοῦ: «Ὅσα περισσότερα ξέρει ὁ λαός, τόσο πιὸ δυναμικὰ θὰ ζητήσει τὰ δικαιώματά του, δηλαδὴ τὴν Ἀλήθεια». Εἴμαστε ἄοπλοι καὶ κυρίως ὁ ἕνας μακριὰ ἀπὸ τὸν ἄλλον. Δὲν νιώθουμε δυνατὰ ἑνωμένοι μὲ τὸ Χριστὸ καὶ μεταξύ μας. Ὁ λαὸς εἶναι ἡ δύναμη. Εἶναι ἡ δύναμη, ἀλλὰ ὅταν ἔχει σῶμα καὶ ψυχὴ Χριστοῦ.
Συνεπῶς ἔχουμε εὐθύνη ὅλοι μας, διότι, ἐνῶ συμβαίνουν φοβερὰ πράγματα, πρωτοφανῆ γιὰ τὰ ἐκκλησιαστικὰ δεδομένα, ἐμεῖς «ἀγρὸν ἀγοράζουμε». Ὅταν ὅμως θὰ μπεῖ μία μέρα μέσα στὸν ὀρθόδοξο ναὸ ὁ καρδινάλιος, γιὰ νὰ λειτουργήσει κι ἐμεῖς δὲν θὰ τὸ πάρουμε χαμπάρι, τότε θὰ εἶναι πολὺ ἀργά.
Ἐν τῷ μεταξύ, ἀκόμη καὶ αὐτὴν τὴ στιγμὴ δὲν ἔχουμε καμιὰ δικαιολογία πὼς δὲν γνωρίζουμε. Διότι ἄνθρωποι ποὺ κατέχουν τὰ πράγματα, ἱεράρχες, ἱερεῖς, μοναχοί, καθηγητές, ἀλλὰ καὶ ἁπλοὶ χριστιανοί, ἐνημερώνουν καθημερινὰ ἀντιστεκόμενοι στὴ λαίλαπα αὐτὴ τοῦ οἰκουμενισμοῦ καὶ τῆς ἀλλοίωσης τῆς πίστης τῶν Πατέρων.

Ἔχουμε χρέος νὰ παρακολουθοῦμε, νὰ ἐνημερωνόμαστε καὶ νὰ διαμαρτυρόμαστε, καταθέτοντας μαρτυρία, γιὰ ὅσα συμβαίνουν. Μαθαίνουμε πὼς διώκονται μοναχοὶ στὸ Ἅγιο Ὅρος, ὅπως ὁ π. Σάββας ὁ Λαυρεώτης καὶ οἱ μοναχοὶ στὴν Ἱερὰ Μονὴ Χιλανδαρίου. Αὐτὸ σημαίνει πώς, ἐπικρατεῖ κλίμα τρομοκρατίας στοὺς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας καὶ πὼς τὸ πράγμα δὲν θὰ παραμείνει ἐκεῖ. Ὁ Κύριος νὰ φωτίσει, ἀλλὰ ὅποιος πιστεύει στὴν παράδοση τῆς Μίας, Ἁγίας, Ὀρθόδοξης, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας καὶ θέλει νὰ παραμείνει σ` αὐτήν, νὰ εἶναι ἕτοιμος γιὰ τὸν ἐπερχόμενο διωγμό. Οἱ «τὴν ὁδὸν τὴν ὀλισθηρὰν βαδίζοντες» δὲν ἀστειεύονται. Εἶναι ἀποφασισμένοι, καθὼς εἶναι δεμένοι στὸ ἅρμα τῶν ἰσχυρῶν τοῦ κόσμου, νὰ φτάσουν στὰ ἔσχατα. Ἀλλά: «ζεῖ Κύριος ὁ Θεός»!


Ἠλιάδης Σάββας
ΔάσκαλοςΚιλκίς, 1-8-2016

Η σιωπή της θρησκευτικής ηγεσίας για τις ηλεκτρονικές ταυτότητες

Πάρτυ ἐμφύτευσης τσίπ διοργάνωσε ἡ Γαλλία στίς 13 Ἰουνίου 2015! Τό ξέρατε;...

Εξομολόγησις δια την γεύσιν του ξύλου της παρακοής



Δέσποτα πολυέλεε και πανοικτίρμον, ελέησόν με τον παραπεσόντα και της τρυφής του Παραδείσου αξίωσον.

Συγχώρησόν με, Κυριε, δια την παρακοήν μου και δια την μεγίστην αφροσύνην και πλάνην μου. Παρήκουσα εις τα θεία προστάγματά σου και εγεύθηκα την αμαρτίαν, η οποία εισελθούσα εις την ψυχήν μου και οχυρωμένη εντός αυτής, προξενεί εις εμέ κάθε ημέραν πόλεμον ισχυρόν.

Οποία μεγίστη αφροσύνη από αυτήν; Εσύ είσαι, Κυριε μου, το ακήρατον Ξυλον της ζωής, η όντως αληθινή ευφροσύνη, και εγώ αναζητώ αλλού να κορέσω την επιθυμίαν της ψυχής μου! Εσύ είσαι η άπειρος Σοφία, είσαι το παν. Και απορώ, διατί ο λογισμός μου αφίσταται από την ιδικήν σου πατρικήν προστασίαν, και την φωτεινήν νεφέλην, και πλανάται εις τα σκοτεινά και δαιμονιώδη ινδάλματα της αμαρτίας;

Είναι μεγίστη πλάνη, ψυχή μου, να αναζητής εις άλλην πηγήν την εκπλήρωσιν των προσδοκιών και επιθυμιών σου. Καθε επιθυμία, η οποία είναι αμαρτωλή, αποτελεί δια σε, ψυχή μου, το ξύλον της γνώσεως. Αρα κάθε επιθυμία αμαρτωλή, είναι θάνατος δια σε, διότι η απόλαυσις αυτής, σε χωρίζει από τον Θεόν. Η καθαρά όμως αγάπη του Χριστού σε απαλλάσσει από κάθε μέριμναν και από κάθε αναζήτησι, διότι αυτή είναι η βίωσις κάθε επιθυμίας.

«Κατατρύφησον του Κυρίου, και δώσει σοι τα αιτήματα της καρδίας σου» (Ψαλμ. 36, 4).
Βοήθησόν με, Κυριε, να υπακούω εις τον νόμον σου, διότι «προσοχή νόμων βεβαίωσις αφθαρσίας. Αφθαρσία δε εγγύς είναι ποιεί Θεού» (Σοφία Σολ. στ´ 19).

Δεξαι, Κυριε, την εξομολόγησιν ταύτην και το χειρόγραφον των αμαρτιών μου εξάλειψον, Σεπταίς λιταίς της Υπεραγίας Θεοτόκου και πάντων σου των Αγίων. Αμήν.

χοϊκή χείρ αμαρτωλού μοναχού
Μαρκέλλου Καρακαλλινού
Αγιον Ορος
Από το περιοδικό: «Η Δράσις μας», τεύχος Φεβρουαρίου του 2007.

Προς εκείνους που δυσανασχετούν για τις παντός είδους δυσκολίες που συμβαίνουν

Τονίζει ότι, αν μας βρίσκουν κακά, αυτό οφείλεται στις αμαρτίες μας. Η αμαρτία είναι το φυσικό κακό, και αυτό έχει σημασία, ενώ το αισθητικό κακό είναι δευτερεύον.

1. Το από τη φύση του κακό, δηλαδή η αμαρ­τία, έχει από εμάς τους ίδιους την αρχή, το σχετικό όμως με την αίσθησή μας κακό, δηλαδή το οδυνηρό και επίπονο, θα μπορούσε να γίνει και από τον Θεό που σαν ιατρός συγκρατεί μέσω αυτού και θεραπεύει το αληθινά κακό, και όταν αυτοί που αμάρτησαν είναι θεραπεύσιμοι προσφέρει τις παντός είδους φροντίδες, ενώ όταν είναι αθεράπευτοι, τους παίρνει και από τη ζωή ακόμη για τη σωτηρία των άλλων. Για τις υπόλοιπες όμως συμφορές εμείς είμαστε αίτιοι, καθιστώντας τους εαυτούς μας άξιους για καυτήρες, ενώ εκείνος και έτσι είναι ευεργέτης και σωτήρας ως καθαιρέτης του πραγματικά κακού...
Πολλές φορές μάλιστα προσθέτει στους ανδρείους και αγώνισμα, τις προσβολές των μη από τη φύση τους κακών. Όπως δηλαδή η νόσος δεν έχει δημιουργηθεί από τον Θεό, έστω και αν αυτό που νοσεί είναι το από εκείνον δημιουργημένο ζώο, έτσι ούτε η αμαρτία δεν έχει γίνει από αυτόν, έστω και αν αυτή που εκτρέπεται προς αυτήν είναι η δημιουργημένη από αυτόν λογική ψυχή.
Γιατί αυτή, αφού τιμή­θηκε με αυτεξουσιότητα και ελεύθερη ζωή, γιατί αν δεν είχε αυ­τή την τιμή θα ήταν μάταια λογική, αφού έλαβε τη γνώμη ελεύ­θερη από κάθε ανάγκη, αν παραμένει δίπλα στον Θεό και συνά­πτεται με αυτόν με την αγάπη, τηρεί για τον εαυτό της το αγαθό και την κατά φύση ζωή, αν όμως, χορταίνοντας κατά κάποιο τρόπο εκείνη την ιερή προσήλωση στο αγαθό, κλίνει προς τις κάτω σαρκικές ηδονές, εκτρεπόμενη από το από τη φύση του καλό, νοσεί ως προς το από τη φύση του κακό, δηλαδή την αμαρτία, δημιουργώντας για τον εαυτό της τον θάνατο με την έκπτωσή της από τη ζωή με τη θέλησή της.

2. Επειδή λοιπόν τέτοιοι είμαστε σχεδόν όλοι και χρειαζόμαστε κοινωφελή διδασκαλία και συμβουλή, θα εκθέσομε τώρα τους λόγους προς σας κυρίως από τους λόγους του Θεού, ώστε, αφού αντιληφθείτε ότι αίτιο της παγκόσμιας επιβολής των κακών εί­ναι η αμαρτία, ας εγκαταλείψομε τη γνώμη μας που αγαπά την αμαρτία, και ας μετατρέψομε τους εαυτούς μας προς κάθε τι θεάρεστο, και έτσι, εξιλεώνοντας και λατρεύοντας το Θείο με έργα αρετής, ας μετατρέψομε σε έλεος την εναντίον μας οργή του Κυ­ρίου. Γιατί αυτός είναι που μέσω του Μωϋσή μας διαβεβαίωσε και μας είπε, «εάν ακούσεις με προσοχή τη φωνή του Κυρίου του Θεού σου και πράξεις τα αρεστά σ’ αυτόν και υπακούσεις στις εντολές του, καμμιά νόσο δεν θα σου επιφέρω· γιατί εγώ είμαι ο Κύριος που σε θεραπεύει» (Εξ. 15, 26).

3. «Εάν λοιπόν βαδίζετε σύμφωνα με τα προστάγματά μου (Λευίτ. 26, 3-38 με παραλείψεις) και φυλάξετε τις εντολές μου και τις εφαρμόσετε, θα σας έρθει κάθε αγαθό και θα κατοικήσετε με ασφάλεια και δεν θα έρθει πόλεμος στον τόπο σας· και θα δώσω ειρήνη στον τόπο σας, και θα κοι­μηθείτε και δεν θα υπάρχει κανείς να σας φοβίζει· και θα διώξετε τους εχθρούς σας και θα πέσουν ενώπιόν σας φονευμένοι. Και πε­νήντα από σας θα καταδιώξουν εκατό και εκατό από σας θα κα­ταδιώξουν μυριάδες· και θα πέσουν με μάχαιρα οι εχθροί σας μπροστά σας· και θα είμαι Θεός σας και σεις θα είσθε λαός μου. Και θα φάγετε τα αγαθά της γης παλαιά και νέα, και εγώ δεν θα σας θεωρήσω βδελυρούς, αλλά θα περπατήσω μαζί σας, και θα είμαι Θεός σας εγώ που σας υποσχέθηκα αυτά τα πράγματα.
Εάν όμως δεν με υπακούσετε και δεν εφαρμόσετε όλα τα προ­στάγματά μου, αλλ’ απειθήσετε σ’ αυτά και η ψυχή σας δυσανα­σχετήσει για τις αποφάσεις μου, ώστε να μη εκτελείτε όλες τις εντολές μου, τότε εγώ θα σας συμπεριφερθώ έτσι· θα προκαλέσω σε σας κάθε νόσο και φτώχεια που θα λειώνει την ψυχή σας και τα αγαθά σας θα τα φάγουν οι αντίπαλοί σας. 
Γιατί θα στρέψω το πρόσωπό μου επάνωσας και θα πέσετε μπροστά στους εχθρούς σας, και θα σας υποδουλώσουν αυτοί που σας μισούν, και θα τραπείτε σε φυγή χωρίς να σας καταδιώκει κανείς· και αν ούτε και μετά από αυτά δεν με υπακούσετε» (δηλαδή το να επιστρέψετε), «θα συνεχίσω να σας παιδεύω», λέγει, «επτά φορές. Θα συντρίψω την υπερβολική υπερηφάνεια σας, και η δύναμή σας θα αποδειχθεί ανώφελη, αχρηστευόμενη από την ξηρασία και την αφορία της γης και από την ακαρπία των δένδρων των αγρών. Και αν μετά από αυτά δεν θέλετε να με υπακούσετε, θα σας προσθέσω άλλες επτά πληγές· θα αποστείλω εναντίον σας τα άγρια θηρία και θα σας καταβροχθίσουν και θα σας καταστή­σουν λίγους, και οι δρόμοι σας θα γίνουν έρημοι. 
Και έπειτα από αυτά, αν δεν διορθωθείτε, θα σας πατάξω ακόμη επτά φορές, και θα επιφέρω επάνω σας μάχαιρα που θα τιμωρήσει την καταπά­τηση της διαθήκης μου, και θα καταφύγετε στις πόλεις σας· και θα σας αποστείλω θάνατο και θα παραδοθείτε στα χέρια των εχθρών σας, όταν θα σας θλίψω με την έλλειψη άρτων. Εάν και με όλα αυτά δεν πειθαρχήσετε σ’ έμενα, αλλά βαδίζετε πλάγια από μένα, και εγώ θα πορευθώ προς εσάς πλάγια, και θα σας τιμωρήσω σύμφωνα με τις αμαρτίες σας, και θα φάγετε τις σάρ­κες των υιών και των θυγατέρων σας. Και θα καταστήσω έρημες τις πόλεις σας, θα κατερημώσω τα ιερά σας και δεν θα οσφραίνομαι την οσμή των θυσιών σας. Θα κατερημώσω επίσης τη γη σας και θα μείνουν έκπληκτοι γι’ αυτήν οι εχθροί σας που κα­τοικούν σ’ αυτήν. Και θα σας διασπείρω στα έθνη, και θα σας καταφάγει η επερχόμενη μάχαιρα. Και σε όσους απομείνουν από σας θα προκαλέσω δειλία και θα τους διώξει ο ήχος φύλλου που πέφτει, και θα φύγουν σαν από πόλεμο και θα αφανισθούν μέσα στα έθνη, και θα τους καταφάγει η γη των εχθρών τους».

4. Βλέπεις μέχρι που φθάνει η οργή του Κυρίου; Αν και βέβαια «είναι σπλαχνικός και ελεήμων, μακρόθυμος και πολυέλεος, και παραβλέπει τις κακίες των ανθρώπων», αλλ’ οπωσδήπο­τε εκείνων που μετανοούν και επιστρέφουν από τις κακίες τους. Γιατί «λέγει ο Κύριος· επιστρέψατε, και θα επιστρέψω σε σας». «Και θα επιστρέψεις προς τον Κύριο τον Θεό σου, και θα ακού­σεις τη φωνή του. Γιατί ο Κύριος ο Θεός σου είναι Θεός σπλα­χνικός, και δεν θα σε εγκαταλείψει και δεν θα σε αφανίσει, αλλά θα βρεις βοηθό τον Κύριο τον Θεό σου, και θα τον ζητήσεις με όλη την καρδιά σου και με όλη την ψυχή σου στη θλίψη σου». 
Θα θλιβείς όμως, αν πεισθείς στις γνώμες μου, όχι μόνο γιατί πάσχεις, αλλά και γιατί παρέβλεψες τις εντολές του Κυρίου και δεν φύλαξες τα προστάγματά του, γι’ αυτό και παραδόθηκες στις αθεράπευτες συμφορές· και μέσα στις θλίψεις σου θα ζητή­σεις την απαλλαγή από τα κακά και θα υποσχεθείς τη φύλαξη των εντολών, και θ’ αποδείξεις με έργα πραγματοποιημένη την υπόσχεση, για να επιτύχεις αποτελεσματικά τη θεία βοήθεια. Αλλά ποιές είναι οι εντολές του Κυρίου; Ο σωστός σεβασμός προς αυτόν και η αγάπη προς αυτόν, η αγνεία και σωφροσύνη του σώματός μας, η φιλαλληλία και το να μη επιθυμεί κανείς τίποτε από τα αγαθά του πλησίον του, ούτε να τον κακοποιεί σε τίποτε, αλλά να τον αγαθοποιεί με όλη τη δύναμή του, και γε­νικά ο καθένας να πράττει προς τον πλησίον εκείνα τα οποία επιθυμεί και ο ίδιος να επιτύχει από τον καθένα.

5. Αλλά πρόσεχε και κατά λέξη, αν θέλεις, την απόφαση ενα­ντίον εκείνων που παραβαίνουν κάτι από τα όσα λέχθηκαν «με εξόργισαν», λέγει, «με ανύπαρκτο θεό, και εγώ θα τους κάνω να ζηλοτυπήσουν για μη έθνος»· και πάλι· «είμαι Θεός ζηλωτής, που ανταποδίδω αμαρτίες πατέρων επάνω στα τέκνα και επάνω στα τέκνα τωντέκνων μέχρι την τρίτη και τέταρτη γενεά για εκείνους που με μισούν», και, «επικατάρατος είναι αυτός που δεν τιμά τον πατέρα του ή τη μητέρα του· και θα πει όλος ο λαός, γένοιτο, γένοιτο»· και, «αυτός που κακολογεί πατέρα ή μητέρα, να τιμωρείται με θάνατο, καθώς και υιός που αντιλέγει στον πατέρα για το δίκαιο», και «εάν έχει κανείς ανυπάκουο υιό που δεν υπακούει στα λόγια του πατέρα ή της μητέρας, αφού τον συλλάβουν, να τον οδηγήσουν στη γερουσία και να πουν, ο υιός μας αυτός είναι ανυπάκουος και ερεστικός, και μη υπακούοντας στα λεγόμενά μας γλεντοκοπά και μεθοκοπά. Και θα τον λιθοβολήσουν οι άνδρες της πόλεως με λίθους και θα βγάλετε από ανά­μεσά σας τον κακό».

6. Και ποιές είναι οι τιμωρίες αυτών που παραβαίνουν τα παραγγέλματα της αγνείας; δεν είναι ο θάνατος το επιτίμιο γι’ αυτά; Γιατί λέγει, «δεν θα υπάρξει πόρνη ανάμεσα στις θυγατέ­ρες του Ισραήλ, και δεν θα υπάρξει πόρνος από τους υιούς του Ισραήλ»· και, «βεβηλώθηκε», λέγει, «ο λαός με την εκπόρνευση» και «πέθαναν με την πληγή εικοσιτέσσερις χιλιάδες»· και αν δεν σηκωνόταν ο Φινεές, ο υιός του Ελεάζαρ, από ζήλο να θα­νατώσει επ’ αυτοφώρω εκείνον που διέπραττε την πορνεία μαζί με την πορνευόμενη διαπερνώντας τους με το δόρυ με ένα κτύπη­μα, όλοι θα αφανίζονταν, και θα τιμωρούνταν και οι αθώοι ως ένοχοι, γιατί δεν τιμωρούσαν την παρανομία. Γι’ αυτό και έλεγε προς τον Μωϋση ο Θεός· «ο Φινεές κατέπαυσε τον θυμό μου και δεν αφάνισα από το ζήλο μου τους υιούς Ισραήλ». Εάν η πορ­νεία είναι τόσο πολύ απαγορευμένη και έτσι τιμωρείται, τί θα πάθει αυτός που μοιχεύει; Πραγματικά δεν θα αθωωθεί. Γι’ αυτό και ο θείος νόμος λέγει, «αν βρεθεί άνθρωπος να κοιμάται με γυναίκα συζευμένη με άλλον άνδρα, να θανατώνετε και τους δυο και να βγάζετε από ανάμεσα σας τον κακό».

7. Αλλ’ αυτά, λέγει, είναι του παλαιού νόμου· τί σχέση έχουν με εμάς, τον λαό της Καινής Διαθήκης; Δεν άκουσες όμως τον νομοθέτη και Δεσπότη Χριστό που λέγει, «δεν ήρθα να καταλύ­σω τον νόμο, αλλά να τον συμπληρώσω», και «γιώτα ένα ή μια στιγμή δεν θα καταργηθεί από το νόμο, μέχρι που να γίνουν όλα»; Αν έτσι είναι αυτό, θα θανατωθεί οπωσδήποτε και θα παραδοθεί στους εχθρούς με τρόπο αισχρό νικημένος και θα υποστεί όλα τα δεινά ο υπόδικος σε απόφαση του θανάτου και των άλλων ποινών που έχουν απειληθεί λόγω της αμαρτίας. 
Ένα φάρμακο υπάρχει που έχει βρεθεί από τη σοφία και χάρη του μόνου Θεού και Σωτήρα Χριστού, το να θανατώσομε τους εαυτούς μας ως προς την αμαρτία με τη μετάνοια, και έτσι, αφού αποδώσομε μόνοι μας το χρέος στις αποφάσεις βάσει του νόμου, να ντυθούμε με την αρετή τον στο όνομα του Χριστού νέον άνθρωπο, και με αυτόν τον τρόπο να ελευθερωθούμε από το νόμο, ζώντας σύμφωνα με τον Χριστό που πρόσφερε τον εαυτό του λύτρο για χάρη μας. Αλλωστε, αν δεν απαγόρευε την αμαρτία η Καινή Διαθήκη, καλώς θα την υπολόγιζες θέλοντας να δικαιώ­σεις τον εαυτό σου εσύ που ενέχεσαι σε θανατηφόρα απόφαση, τώρα όμως όχι μόνο το τέλος της αμαρτίας απαγόρευσε, αλλά και αυτό που είναι πολύ ελαφρότερο απ’ αυτήν, τις πρώτες δηλαδή αρχές της αμαρτίας, και καταδικάζει σ’ αιώνιο θάνατο αυτούς που υπέπεσαν σ’ αυτές σα να διέπραξαν ολόκληρη την αμαρτία.
Γιατί λέγει· «λέχθηκε στους παλαιούς, να μη φονεύσεις, και όποιος φονεύσει, θα είναι ένοχος κατά την κρίση. Εγώ όμως σας λέγω, ότι όποιος οργίζεται χωρίς λόγο εναντίον του αδελ­φού του, θα είναι ένοχος κατά την κρίση».

8. Βλέπεις; Την άδικη οργή έκρινε ίση με το φόνο, τοποθετώντας και τα δύο κάτω από όμοια καταδίκη. Όποιος όμως προ­χωρήσει μέχρι του σημείου, ώστε λοιδορώντας τον αδελφό του να τον αποκαλέσει μωρό, «θα είναι ένοχος», λέγει, «στη γέεννα του πυρός»· και πάλι· «ακούσατε ότι λέχθηκε, να μη μοιχεύσεις· εγώ όμως σας λέγω ότι, οποιοσδήποτε βλέπει γυναίκα με διάθε­ση να την επιθυμήσει, ήδη εμοίχευσε αυτήν μέσα στην καρδιά του». Βλέπεις; Και εδώ εξίσωσε την πορνεία με τη μοιχεία· γιατί δεν είναι κάθε γυναίκα συζευγμένη με άνδρα. Μάλλον ούτε την πορνεία, αλλ’ εκείνον που θέλησε να πορνεύσει, και μάλιστα που κίνησε το πάθος μόνο με το λογισμό και με την εμπαθή θέαση, τον ανεκήρυξε ολοκληρωμένο μοιχό· γιατί είναι κριτής σκέψεως και εννοιών της καρδιάς και γνωρίζει τον νου μέσα μας, τον οποίο κατασκεύασε οικειότατο προς τον εαυτό του, σαν κάποια νοητή σελήνη και έσχατο φως, δεκτική της νοερής ακτίνας του θείου και ανώτατου φωτός.

9. Εκείνοι λοιπόν που καθιστούν το δοχείο του θείου φωτός δοχείο αισχρής και πραγματικά σκοτεινής ηδονής και με την εμπαθή συγκατάθεση αποδεικνύουν τον θεόκτιστο ναό του Θε­ού διαμονή δαιμόνων και πραγματικό ειδωλείο, ποιά υπερβολή ατοπημάτων παρέλειψαν, ώστε να επονομασθούν από το αι­σχρότερο των αμαρτημάτων, τη μοιχεία; Αν είμαστε όλοι συζευμένοι μ’ ένα άνδρα, με τον μόνο νυμφίο Χριστό, όπως βροντοφω­νάζει ο Παύλος, και γίναμε μαζί του ένα πνεύμα, προσκολλημέ­νοι στη θεότητα εκείνου με το νοερό της ψυχής, και είμαστε μέλη του αόρατα συμφυτρωμένοι με αυτόν, αυτός που την ένωση αυ­τή την μίανε με τη συγκατάθεση της πορνείας, άραγε δεν σου φαίνεται ότι έχει καταντήσει να είναι και να καλείται ολοκληρω­μένος μοιχός, ή καλύτερα είναι και κάτι περισσότερο και πολύ χειρότερο από μοιχό, επειδή διέλυσε θεία απαθή συνύπαρξη με τον Θεό; Τί πάλι μας διέταξε για τους όρκους; δεν τον απαγό­ρευσε ως επιορκία και δεν τον είπε με σαφήνεια έργο του πονηρού;

10. Αλλά γιατί τα λέγω αυτά με λεπτομέρειες, ενώ είναι δυνατό να συμπεριλάβω το παν σ’ ένα λόγο; Γιατί λέγει· «αν δεν ξεπερά­σει η δικαιοσύνη σας τη δικαιοσύνη των Γραμματέων και Φαρισαίων» (δηλαδή των εκπληρωτών του παλαιού νόμου), «δεν θα εισέλθετε στη βασιλεία των ουρανών» (Ματθ. 5, 20). Εμείς όμως, από τους οποίους ζητείται κάτι περισσότερο από εκείνους, με τα έργα μας δεν είμαστε ούτε σαν εκείνους ή λίγο κάτω από εκεί­νους, αλλά εμείς που έχομε διδαχθεί να εγκρατευόμαστε και από τους συζύγους (γιατί λέγει, «ο καιρός από τώρα και στο εξής είναι περιορισμένος, ώστε και όσοι έχουν γυναίκες, να είναι σαν να μη έχουν γιατί έρχεται και φεύγει το σχήμα του κόσμου αυτού»)· εμείς λοιπόν που ακούσαμε και πιστέψαμε αυτά, όχι μόνο δεν εγκρατευόμαστε από τις δικές μας συζύγους, αλλά και ποθούμε τις ξένες· εμείς που έχομε προσταχθεί να μη ορκιζόμα­στε ούτε σε τρίχα (γιατί λέγει, «να μη ορκισθείς ούτε στην κεφα­λή σου, γιατί δεν είσαι σε θέση να κατασκευάσεις μια τρίχα λευ­κή ή μαύρη»)· εμείς λοιπόν δεν φρίττομε που συχνά επικαλού­μαστε την ανώτατη κεφαλή του παντός, τον ίδιο τον Θεό και τα άγια του Θεού, αλλά τόσο πολύ, αλλοίμονο!, προχώρησε η φο­βερή τόλμη, ώστε και τα ίδια τα απόρρητα σύμβολα του σωτήρι­ου πάθους, το θείο αίμα του Θεού των θεών (Δευτ. 10, 17), που μια φορά στους αιώνες χύθηκε για χάρη της ζωής του κόσμου (αλλοίμονο! πώς δεν μας εγκαταλείπεις, ήλιε, όπως και τότε τους θεοκτόνους;), να τα τοποθετούμε επάνω σε χαρτί σαν μελάνι, επιβεβαι­ώνοντας τους όρκους, τους οποίους ο αληθινός Δεσπότης χαρα­κτήρισε όλους έργο του πονηρού, και έτσι, αλλοίμονο!, καθι­στούμε συνεργό του πονηρού αυτόν που κατέλυσε το κράτος εκείνου.

11. Αλλά ως προς το Θείο τέτοιοι είμαστε, τους συνανθρώπους μας όμως πώς τους μεταχειριζόμαστε; Όχι σχεδόν σαν αλλόφυ­λους και πολέμιους; Αλλοίμονο, τι να κάνω! Πώς να εκτραγωδήσω τη δημόσια και κοινή συμφορά; Σχεδόν σε τίποτε άλλο δεν ευδοκιμούμε, παρά στη φθορά ο ένας εναντίον του άλλου και στην κακομεταχείριση των κατωτέρων· σχεδόν όλος ο κόσμος έγινε, αλλοίμονο!, παρανάλωμα της μεταξύ μας μάχης, και αν για λίγο υποκριθούμε την φαινομενική αναμεταξύ μας ειρήνη, οι δυνάστες αυξάνομε περισσότερο την βία εναντίον των φτω­χών, επιβάλλοντας βαρύτερη φορολογία στους χειρωνακτικά εργαζόμενους. Ποιός στρατιώτης αρκείται τώρα στο μισθό του; Ποιός άρχοντας δεν καμαρώνει για τις αρπαγές; Οι σκυλοτρόφοι και οι χοιροβοσκοί, σαν άγριοι χοίροι και αιμοβόροι σκύλοι, διασπαράσσουν την περιουσία των απροστάτευτων. Γι’ αυτό κραυγάζουν εναντίον όλων σας οι φτωχοί, εναντίον των ηγετών, των έπειτα από αυτούς, των στρατιωτικών, των υπηρετών τους, μη υποφέροντας την ανηλεή και μισάνθρωπη συμπεριφορά των φορολόγων και την συνεχή βία και αδικία από όσους από σας είσθε δυνατώτεροι πάνω στη γη· ήδη έφθασε και μέχρι τους μο­ναχούς το ρεύμα της ξεχυνόμενης ορμητικά αδικίας.

12. Έπειτα θαυμάζομε πως μας εγκατέλειψε ο Θεός, πως γίναμε περίγελως των αντιθέτων, πως κατέστη ισχυρότερο από μας κάθε έθνος και κατατρέχει τη χώρα λεηλατώντας την αλύπητα· ενώ πρέπει να θαυμάζομε την υπερβολή της ανοχής του Θεού, πώς δεν έρριξε από τον ουρανό φωτιά εναντίον μας, όπως στην περί­πτωση του Κορέ και των γύρω από αυτόν, πώς δεν μας έστειλε στον άδη ζωντανούς, σχίζοντας για μας τη γη και ανοίγοντας χάσμα και βάραθρο, όπως στην περίπτωση του Δαθάν και Αβειρών και όλων των υπαρχόντων τους, πώς δεν μας παρέδωσε αμέσως σε πανωλεθρία, όπως πολλά έθνη πολλές φορές, που είχαν διαπράξει ανεπανόρθωτα πράγματα. Πραγματικά λίγα μαστιγώ­ματα δεχθήκαμε για τις όσες αμαρτίες διαπράξαμε.

13. Αρα λοιπόν, επειδή τιμωρεί με ευσπλαγχνία, οπωσδήποτε αναμένοντας την επιστροφή μας, τώρα λοιπόν και εμείς, νουθετούμενοι μετά το πάθημά μας, ας επιστρέψομε προς αυτόν και απορρίπτοντας τα έργα του σκότους όλοι ας γίνομε του φωτός· ας αγαπήσομε ο ένας τον άλλο και με τα έργα ας δείξομε την απαλλαγμένη από υποκρισία αγάπη μας, ώστε και η αγάπη του Θεού να παραμείνει σε μας δοξαζόμενη έμπρακτα απέναντι σε όλα τα έθνη που μας πολεμούν. Ας παύσομε να επιθυμεί ο κα­θένας τα του πλησίον, ώστε έτσι, απέχοντας από κάθε αδικία, να βρούμε βοηθό τη δικαιοσύνη του Θεού, που θα θέσει κάτω από τα πόδια μας τους ασεβείς και θα κάνει δικά μας τα κτήμα­τα εκείνων. Ας σταματήσομε τους φρικωδέστατους όρκους, με τους οποίους, ενώ νομίζομε ότι επιβεβαιώνομε τις πράξεις μας, αθετούμε τον θείο όρο, γι’ αυτό και συνεχώς αποτυγχάνομε, γιατί διώχνομε την από τον Θεό ασφάλειά μας. Ας μετατρέψο­με τον βίο προς το θεοφιλέστερο και σωφρονέστερο, ώστε ο πα­τέρας της αγνείας Θεός να μας αγαπά σαν παιδιά του και να μας φέρει επάνω από κάθε λέπρα και φθορά συμπράττοντας σε όλα με μας και πολεμώντας μαζί μας εκείνους που μας πολε­μούν. Ας ρυθμίσομε κάθε έργο και λόγο και διανόημά μας σύμ­φωνο προς τη θεία αρέσκεια, και αφού έτσι επιστρέψομε ως προς όλα καθαροί, ας πέσομε γονατιστοί και ας κλάψομε μπρο­στά στον Κύριο τον Θεό μας ζητώντας τη συγχώρηση των αμαρ­τημάτων μας.

14. Έτσι και αυτός, αφού επιστρέψει, θα μας καθαρίσει από κά­θε αμαρτία, και, αφού μας λευκάνει σαν το χιόνι και μας κατα­στήσει λαμπρότερους από το χρυσάφι, θα μας δοξάσει μαζί με τον εαυτό του στους ατελείωτους αιώνες. Μας έδειξε με πολλούς τρόπους τη φιλανθρωπία του, με την παραβολή του ασώτου, με τη συμπάθεια προς τον ταπεινωθέντα τελώνη, με τη φροντίδα προς το πλανημένο όπως εμείς πρόβατο. Μας έδειξε έμπρακτα το απερίγραπτο της συμπάθειας με τον ληστή που σταυρώθηκε και βασίλευσε μαζί του, με τον Μανασσή που έζησε παρανομώτατα ανάμεσα στους βασιλείς και έπειτα μετανόησε και έγινε δεκτός· με την ευσπλαγχνία που έδειξε στους Νινευίτες συγχωρώ­ντας πολλών ετών πλήθος αμαρτημάτων για τριήμερη μετά­νοια. Αυτός (πω, πω, τι απερίγραπτο μέγεθος αγαθότητας!), αφού έκλινε τους ουρανούς, κατέβηκε για μας και έκανε τον εαυτό του για μας κήρυκα της μετανοίας, δείχνοντάς μας με έργα και λόγια, πώς να την αποκτήσομε, και υποσχέθηκε σ’ αυ­τούς που αποφασίζουν να τον ακολουθήσουν με υπακοή όχι μόνο απαλλαγή από παντός είδους κακά, αλλά και την ουράνια και αιώνια βασιλεία του.

15. Αυτή τη βασιλεία είθε να επιτύχομε όλοι εμείς, αφού πράξομε έργα μετάνοιας, με τη χάρη αυτού του χορηγού της μετάνοιας Χριστού, στον οποίο πρέπει δόξα στους αιώνες των αιώνων. Γένοιτο.

Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς

Ματαιοδοξία. Μία ἐπικίνδυνη ἀρρώστια



Η ματαιοδοξία είναι μια ψυχική ασθένεια. Κυριεύει τούς ανθρώπους που έχασαν ή δεν απέκτησαν ποτέ ΦΟΒΟ ΘΕΟΥ. Το “βιβλίο της Ζωής” η Αγία Γραφή, γράφει: «ΑΡΧΗ ΣΟΦΙΑΣ ΦΟΒΟΣ ΚΥΡΙΟΥ». Ο σοφός επιθυμεί να ομιλεί για τον δημιουργό του. 
Ο ματαιόδοξος για τον εαυτό του. Ο φίλος σου κολλάει μόνο σ’ εκείνους, που του κάνουν τα κέφια και τον κολακεύουν.

Μιλάει μόνο για τον εαυτό του, και θέλει να μιλάνε οι άλλοι μόνο γι’ αυτόν! Μαζεύει τις φωτογραφίες του που μπήκαν στις εφημερίδες! Και ξεχνάει ότι οι εφημερίδες βάζουν και φωτογραφίες εγκληματιών! Και διαβάζει στους άλλους γράμματα που του στέλνουν και τον εκθειάζουν. Και το αποτέλεσμα; Έγινε ανυπόφορος σ’ όλους! Όλοι τον αποφεύγουν. 
Γιατί θέλει όλοι γύρω του να ασχολούνται μ’ αυτόν.

Είναι αξιολύπητος άνθρωπος! ΕΧΕΙ ΑΝΑΓΚΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ! Γιατί αν χειροτερέψει η ΜΑΤΑΙΟΔΟΞΙΑ του, θα κάμει κακό και στους άλλους αλλά και στον εαυτό του! Θύμισέ του στην κατάλληλη ευκαιρία από το βιβλίο των Παροιμιών τα λόγια του σοφού Σολομώντος: «Ματαιότης ματαιοτήτων, τα πάντα ματαιότης». 
Κάνε μαζί του έναν περίπατο στο νεκροταφείο. Και ειπέ του: «Να κάτω από τα πόδια μας είναι σαπισμένα πια τα στόματα μερικών ανθρώπων, που όσο ζούσαν μας εγκωμίαζαν!».

Θυμηθείτε και την εξής ιστορία της Ανατολής:
Στην άκρη του δρόμου ήταν μία ψηλή φοινικιά. Και από κάτω της είχαν φυτρώσει αγκάθια, πολλά αγκάθια. που έφραζαν τον δρόμο. Περνούσαν από εκεί οι ταξιδιώτες. και τα αγκάθια τους τρυπούσαν και τους έγδερναν. Και αυτοί νευρίαζαν και έβριζαν τα αγκάθια Γιατί δεν βρέθηκε κανείς να τα κόψει, να μη τρυπούν τους ανθρώπους! 
Το επήραν επάνω τους τα αγκάθια! Και σήκωσαν κεφάλι στον φοίνικα! 

Και τον έβριζαν με καταφρόνια:
Κρίμα στο ύψος σου! Τι σε ωφελεί, αφού κανείς δεν μιλάει για σένα! Ακούς πόσο κάθε μέρα οι άνθρωποι μιλάνε για μας. Έχομε τιμή. Συ δεν έχεις τίποτε!

Τότε τους απάντησε ο φοίνικας: Πικρή είναι η δόξα σας, όπως είσθε και σεις πικρά. Καλύτερα να μη λένε τίποτε για μένα, παρά να λένε αυτά που λένε για σας. Οι άνθρωποι μιλάνε για μένα μόνο όταν μαζεύουν τους χουρμάδες μου! Ναι, είναι αλήθεια. Αραιά μιλάνε για μένα, μα πάντοτε γεμάτοι ευχαρίστηση και ευγνωμοσύνη! 
Οι αληθινοί άνθρωποι ενδιαφέρονται, για το πως θα πάρουν καλούς καρπούς για τη ζωή τους. Και όχι πως θα ακούσουν επαίνους.

Η δόξα ακολουθεί πάντοτε τους καλούς ανθρώπους. Μπορεί βέβαια να μην ακούγεται σ’ αυτή τη ζωή. Μα σίγουρα θα φανεί στην άλλη, στην αιώνια! Γι’ αυτό και ο Χριστός, όταν έκανε ένα καλό, συνήθως έλεγε στους ευεργετηθέντες:

Προσέξτε, να μη το ειπείτε σε κανένα!
Το ίδιο και οι άγιοι της Εκκλησίας. Καταλάβαιναν, τι σημασία είχαν τα λόγια αυτά του Χριστού. και απέφευγαν την ανθρώπινη δόξα σαν την φωτιά!

Κάποτε μια ευγενής κυρία επήγε από την Ρώμη στην Αίγυπτο, να ιδεί τον Άγιο Αρσένιο. Και νάτην, μπροστά στον άγιο! Και άρχισε να τον εγκωμιάζει! 
Μα ο άγιος, μόλις άκουσε τα λόγια της, μπήκε στο κελί του γρήγορα και έκλεισε την πόρτα!

‘Ένας άλλος ασκητής, συνεπής στο Ευαγγέλιο, έλεγε:
Κάθε εγκωμιαστική λέξη που λένε για μένα, μου ανοίγει αγιάτρευτη πληγή στην ψυχή μου.

Εκείνον που θα θελήσει να διορθώσει έναν τέτοιον άνθρωπο, θα τον βοηθήσει ο Θεός! Και σένα, πίστεψέ με, θα σε βοηθήσει ο Πανάγαθος Πατέρας μας να θεραπεύσεις τον φίλο σου από την ματαιοδοξία. Μα να το ξέρεις: Δεν θα τον θεραπεύσεις εσύ. Ο Ουράνιος Ιατρός θα τον θεραπεύσει χάρις στη δική σου προσευχή.

Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς

Ἡ ἀγάπη τῶν ἀνθρώπων καὶ τοῦ Χριστοῦ - Ἰωάννου Χρυσοστόμου

Ὅπου εἶναι συγκεντρωμένοι δυὸ ἤ τρεῖς στὸ ὄνομά μου, ἐκεῖ ἀνάμεσά τους εἶμαι καὶ ἐγώ», λέει ὁ Χριστός.
Τὶ λοιπόν, δὲν ὑπάρχουν δυὸ ἤ τρεῖς συγκεντρωμένοι στὸ ὄνομά του; Ὑπάρχουν βέβαια, ἀλλὰ πολὺ σπάνια.
Φυσικὰ δὲν ἐννοεῖ ἁπλῶς μιὰ συγκέντρωση ἀνθρώπων, οὔτε πάλι αὐτὸ μόνο ἐπιζητεῖ, ἀλλὰ ὅπως ἀνέφερα καὶ νωρίτερα, μαζὶ μὲ τὴν τυπικὴ σύναξη θέλει πολύ περισσότερο καὶ τὴν ἀρετὴ τῆς ἀγάπης.
Ἔπειτα καὶ αὐτὴ ἡ ἴδια ἡ συγκέντρωση, ἀπαιτεῖ νὰ γίνεται μὲ κάθε προσοχή.
Γιατὶ αὐτὸ ποὺ λέει, σημαίνει τὸ ἑξῆς. Ἄν κάποιος θέτει ἐμένα σὰν προϋπόθεση τῆς φιλίας του πρὸς τὸν πλησίον του, θὰ βρίσκομαι μαζί του, ἄν καὶ αὐτὸς εἶναι ἐνάρετος καὶ πρὸς τίς ὑπόλοιπες ὑποχρεώσεις ποὺ ἔχει...

Σήμερα ὅμως βλέπουμε, ὅτι οἱ περισσότεροι ἔχουν ἄλλες αἰτίες, ὅταν γίνονται φίλοι.
Ὁ ἕνας ἄνθρωπος ἀγαπᾶ τὸν ἄλλο, γιατὶ γνωρίζει ὅτι τὸν ἀγαπᾶ καὶ ἐκεῖνος· ὁ ἄλλος, γιατὶ κάποτε τιμήθηκε, ἀπόκτησε τιμή· ὁ ἄλλος, γιατὶ κάποιος δικός του μεσολάβησε καὶ τὸν ἐξυπηρέτησε σὲ μιὰ κοσμικὴ ὑπόθεση· ὁ ἄλλος, πάλι γιὰ κάποια παρόμοια αἰτία.
Ἀλλά, γιὰ νὰ βροῦμε κάποιον νὰ ἀγαπᾶ ἕναν ἄλλο ἄνθρωπο ἀληθινὰ καὶ γιὰ χάρη τοῦ Χριστοῦ, ὅπως πρέπει, αὐτὸ εἶναι πολύ δύσκολο.
Εἶναι πολύ δύσκολο, γιατὶ οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι πιάνουν φιλίες μὲ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους, σχεδὸν πάντοτε ἀπὸ κοσμικὲς ἀφορμὲς καὶ αἰτίες.
Ὁ Παῦλος ὅμως δὲν ἀγαποῦσε κοσμικά, ἀλλὰ θεϊκά, γιατὶ ἀγαποῦσε πρῶτα τὸ Χριστό· γι’ αὐτό, ἐνῶ δὲν τὸν ἀγαποῦσαν οἱ ἄλλοι ὅπως καὶ αὐτός, δὲν διέλυσε τὴν ἀγάπη του, γιατὶ ἡ ἀγάπη του εἶχε πολύ βαθύτερη ρίζα, θεϊκὴ αἰτία.
Σήμερα ὅμως δὲν συμβαίνει τὸ ἴδιο πράγμα· ἄν ἐξετάσουμε τὰ πράγματα, θὰ διαπιστώσουμε ὅτι τίς περισσότερες φορὲς οἱ ἄνθρωποι συνδέονται μεταξύ τους μὲ ἀφορμὴ τὴν κοσμικὴ φιλία καὶ ὄχι μὲ τὴν ἀληθινὴ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ.
Ἄν τώρα κάποιος μὲ βοηθοῦσε νὰ κάνω αὐτὸ τὸ πείραμα, νὰ ἐρευνήσω σὲ ἕνα μεγάλο πλῆθος ἀνθρώπων ἤ σὲ ἀνθρώπινες φιλίες, θὰ μποροῦσα νὰ ἀποδείξω μὲ βεβαιότητα τὸ ἑξῆς· σήμερα οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι εἶναι συνδεδεμένοι μεταξύ τους μὲ ἀφορμὴ κάποια κοσμικὴ ὑπόθεση, γιατὶ ὠφελήθηκαν.
Αὐτὸ πάλι ἀποδεικνύεται ἀπὸ τίς αἰτίες πού δημιουργοῦν τὴν ἐχθρότητα, καὶ τὴν ψυχρότητα τῶν σχέσεων. Ἐπειδὴ εἶναι συνδεδεμένοι μεταξύ τους ἀπὸ ἀσήμαντες άφορμές, γι’ αὐτὸ ἡ σύνδεσή τους αὐτὴ δὲν εἶναι οὔτε θερμή, οὔτε καὶ συνεχής.
Μόλις λοιπὸν παρουσιαστεῖ κάποια προσβολή, χρηματικὴ ζημία, φθόνος, ματαιόδοξος ἔρωτας καὶ κάθετί παρόμοιο, διακόπτουν ἀμέσως τὴν ἀγάπη, γιατὶ δὲν ἔχουν μέσα τους πνευματικὴ ρίζα.
Ἄν βέβαια στ’ ἀλήθεια ὑπῆρχε αὐτὴ ἡ πνευματικὴ ἀγάπη γιὰ χάρη τοῦ Χριστοῦ, τότε κανένα ἀπὸ τὰ κοσμικὰ πράγματα, δὲν θὰ εἶχε τὴ δύναμη νὰ διαλύσει τὰ πνευματικά.
Ἡ ἀγάπη ποὺ ἔχει τὴ ρίζα της στὸ Χριστό, εἶναι ἀληθινή, σταθερή, ἀδιάσπαστη καὶ ἀνίκητη· τίποτε στὸν κόσμο δὲν μπορεῖ νὰ τὴν καταλύσει, οὔτε συκοφαντίες, οὔτε κίνδυνοι, οὔτε θάνατος. Ὅποιος ἀγαπᾶ μὲ τέτοιο τρόπο καὶ ἄν ἀκόμη πάθει ἀμέτρητα κακά, δὲν θὰ διαλύσει αὐτὴ τὴν σύνδεση, ἀφοῦ στηρίζεται σ’ αὐτὴ τὴ βασικὴ προϋπόθεση τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ.
Ἐκεῖνος ποὺ ἀγαπᾶ μόνο, ἐπειδὴ ἀγαπιέται μὲ κοσμικὸ συμφέρον, καὶ ἄν ἀκόμη τοῦ συμβεῖ κάτι δυσάρεστο, διαλύει τὴν ἀγάπη· ἐκεῖνος ὅμως πού εἶναι συνδεδεμένος ἐξαιτίας τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ, ποτὲ δὲν θὰ διακόψει τὴν σύνδεσή του. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Παῦλος ἔλεγε· «Ἡ ἀγάπη ποτὲ δὲν χάνει τὴν ἀξία της, ἀλλὰ περνᾶ καὶ στὴν αἰωνιότητα».
Ἐκεῖνα τὰ γεγονότα, ποὺ γίνονται αἰτία νὰ διαλυθεῖ ἡ ἀγάπη γιὰ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους, αὐτὰ τὰ ἴδια γίνονται αἰτία γιὰ τοὺς χριστιανούς, νὰ στερεωθεῖ ἡ ἀγάπη περισσότερο.
Πραγματικὰ ὁ Χριστὸς ἔτσι ἀγάπησε τοὺς ἐχθρούς του, τοὺς ἀγνώμονες, τοὺς βλάσφημους, αὐτοὺς ποὺ τὸν μισοῦσαν, αὐτοὺς ποὺ δὲν ἤθελαν οὔτε νὰ τὸν δοῦν, αὐτοὺς ποὺ ἀντί γι’ αὐτὸν προτιμοῦσαν τὰ ξύλα καὶ τοὺς λίθους.
Ὅλους αὐτοὺς τοὺς ἀγάπησε καὶ μάλιστα μὲ τὸν ὑψηλότερο τρόπο τῆς ἀγάπης, ὥστε νὰ μὴν εἶναι δυνατὸν νὰ βρεθεῖ ποτὲ ἄλλη ἀγάπη ἀνώτερη ἀπὸ αὐτήν. Γιατὶ λέει· «Κανένας δὲν ἔχει μεγαλύτερη ἀγάπη ἀπὸ αὐτήν, ποὺ προσφέρω ἐγώ, ὥστε νὰ θυσιάσει τὴν ψυχή του γιὰ τοὺς φίλους του».
Καὶ αὐτοὺς ἀκόμη ποὺ τὸν σταύρωσαν καὶ διέπραξαν τόσα παράλογα εἰς βάρος του, πρόσεχε πώς ἐξακολουθεῖ νὰ δείχνει τὴ φροντίδα του.
Ὅταν ἐπάνω στὸ σταυρὸ συνομιλοῦσε μὲ τὸν Πατέρα του γιὰ ὅλους αὐτούς, ἔλεγε· «Συγχώρεσέ τους, γιατὶ δὲν γνωρίζουν τὶ κάνουν».
Αὐτὴ τὴν ἀγάπη ἄς ἐπιδιώξουμε καὶ ἐμεῖς καὶ πρὸς αὐτὴν ἄς στρέψουμε τὰ βλέμματά μας. Ἄς γίνουμε μιμητὲς τοῦ Χριστοῦ, γιὰ νὰ ἀπολαύσουμε καὶ τὰ ἐπίγεια καὶ τὰ οὐράνια ἀγαθά. Ἐλπίζουμε ὅλοι νὰ τὰ χαροῦμε μὲ τὴ χάρη καὶ τὴ φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, στὸν ὁποῖο ἀνήκει ἡ δόξα καὶ ἡ δύναμη στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Πηγή: Ι. Ν. ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΠΡΟ∆ΡΟΜΟΥ ΠΤΟΛΕΜΑΪ∆ΟΣ - ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΜΗΝΥΜΑΤΑ


Εσύ δεν έζησες την ζωή μου...

Όχι δεν κρινόμαστε όλοι με τον ίδιο τρόπο. Δεν ζήσαμε όλοι τις ίδιες ζωές. Δεν είχαμε όλοι κοινές ουλές και τραύματα. Τα μάτια μας δεν είδαν κοινές σκηνές. Χαμόγελα δεν άνθισαν παντού και αγκαλιές δεν έκλεισαν σφικτά γύρω από τους κόρφους μας. 
Είναι αρκετοί που έμειναν ορφανοί. Άλλοι δίχως φιλί και πολλοί χωρίς να ακούσουν ένα «σ αγαπώ», «σε χρειάζομαι», «σε θέλω», σε ποθώ», «μπράβο», «μπορείς», «θα τα καταφέρεις». 
Γι αυτό σου λέω δεν μπορείς να με κρίνεις, γιατί εσύ δεν έζησες την ζωή μου. 
Ένα μονάχα σου ζητώ. Αυτό το δάκτυλο που χρόνια τώρα επιδεικτικά κουνάς μπροστά στα μάτια μου, κατέβασε το, και πιάσε μου το χέρι. Είναι η μόνη κίνηση που τρομοκρατεί τον θάνατο.

π. λίβυος

Η άκαιρη λύπη

Όσοι αμαρτήσαμε έχουμε ανάγκη πάλι από τη λύπη και τον πόνο της μετάνοιας για τα αμαρτήματα που έχουμε διαπράξει. Πρέπει να μετανοήσουμε και να πέσουμε στα γόνατα, για να ακούσει καθένας μας μυστικά μέσα στην καρ­διά του, όπως ο Παράλυτος του Ευαγγελίου, «έχε θάρρος, τέκνο». Και έτσι, αφού πληροφορηθεί η καρδιά μας ότι έχουμε λάβει τη συγχώρηση, να με­ταστρέψουμε τη λύπη σε χαρά. Διότι αυτή είναι η λύπη, το μέλι το πνευματικό, που θηλάζουμε εμείς από τη στερεά πέτρα, σύμφωνα με το αποστολικό ρητό: «ΕΘήλασαν μελί από πέτρα» (Δευτ. 32, 13) «η δε πέτρα είναι ο Χριστός» (Α΄ Κορ. 10, 4).

Να μη σας κάνει όμως εντύπωση που απο­κάλεσα τη λύπη «μέλι». Γιατί αυτή είναι η λύπη για την οποία ο απόστολος Παύλος λέει: «Η κατά Θεόν λύπη προκαλεί αμεταμέλητη μετάνοια για τη σωτηρία» (Β' Κορ. 7, 10). Όπως δηλαδή σ’ αυτόν που έχει τραυματισμένη γλώσσα το μέλι θα του φανεί πικρό -αλλά όταν θα θεραπευθεί θα αλλάξει γνώμη,- έτσι και ο φόβος του Θεού προκαλεί λύπη στις ψυχές που είναι δεκτικές του Ευαγγελικού κηρύγματος. Όσο καιρό οι ψυχές αυτές έχουν ανοικτά τα τραύματα των αμαρτιών τους, αισθάνονται λύπη. Όταν όμως ελευθερωθούν απ’ αυτά δια της μετανοίας, νιώθουν εκείνη τη χαρά, την οποία εννοεί ο Κύριος όταν λέει: «η λύπη σας θα μεταβληθεί σε χαρά» (Ιωάν. 16, 20). Ποιά λύπη; Ασφαλώς εκείνη που αισθάνονταν οι Μαθητές στο άκουσμα ότι θα στερούνταν τον Κύριο και Διδά­σκαλό τους. Τη λύπη εκείνη που αισθάνθηκε ο Πέτρος όταν Τον αρνήθηκε. Δηλαδή τη λύπη που αισθάνεται ο κάθε πιστός όταν μετανοεί για τις αμαρτίες, για τις ελλείψεις του στην αρετή, πράγμα που οφείλεται στη ραθυμία του.

Και εμείς λοιπόν, όταν πέφτουμε σε τέτοιου είδους αμαρτίες, να λυπούμαστε και να κατηγορούμε τους εαυτούς μας και όχι κάποιον άλλο. Άλλωστε, ούτε τον Αδάμ, όταν αθέτησε την εντολή του Θεού, τον ωφέλησε η μετάθεση της ευθύνης προς την Εύα, αλλά ούτε και την Εύα τη βοήθησε το ότι επέρριψε την ευθύνη στον αρχέκακο όφι. Κι αυτό, γιατί εμείς έχουμε πλασθεί από τον Θεό ως αυτεξούσιοι· και έχουμε λάβει το ηγεμονικό της ψυχής ως εξουσιαστική δύναμη κατά των παθών. Δεν έχουμε λοιπόν κανέναν που να κυριαρχεί επάνω μας και να μας αναγκάζει σε υποταγή.

Αυτό θεωρείται κατά Θεόν σωτήρια λύπη: Το να κατηγορούμε τους εαυτούς μας, και όχι κάποιον άλλο, για όσα πλημμελήματα διαπράττουμε. Να λυ­πούμαστε για τον εαυτό μας και να ειρηνεύουμε με τον Θεό με την κατάνυξη και την εξομολόγηση. Αυτή την αυτομεμψία και κατάνυξη επέδειξε ο Λάμεχ, ο οποίος εξομολογήθηκε ενώπιον όλων την αμαρ­τία του, κατέκρινε τον εαυτό του και τον θεώρησε περισσότερο ένοχο από τον Κάιν, σύμφωνα με την Αγία Γραφή που λέει: «Για τον Κάιν προβλεπόταν τιμωρία επτά φορές, και για τον Λάμεχ εβδομή­ντα επτά» (Γεν. 4, 24). Έτσι, αφού πένθησε τον εαυτό του ως ένοχο, με την βαθιά του κατάνυξη και την ομο­λογία της αμαρτίας του,διέφυγε από την καταδίκη του Νόμου, όπως είπε αργότερα και ο Προφήτης:«Ομολόγησε εσύ πρώτος τις αμαρτίες σου για να δικαιωθείς» (Ησ. 43, 26). Αυτό επιβεβαίωσε αργότερα και ο Απόστολος, λέγοντας: «Αν εμείς κρίναμε τους εαυτούς μας, δεν θα κρινόμαστε» (Α΄ Κορ. 11, 31). 

Πρώτος λοιπόν ο Λάμεχ αναφέρεται ότι απέ­φυγε την καταδίκη του Νόμου, διότι μετανόησε και λυπήθηκε για την αμαρτία του. Έπειτα από αυτόν, συμπεριφέρθηκαν, κατά τον ίδιο τρόπο, και οι Νινευίτες, λαός πολύς και πόλη μεγάλη. Αυτοί μάλιστα είχαν τη βεβαιότητα ότι θα ξεπεράσουν την καταδίκη τους με τη λύπη και τη μετάνοια, όχι μόνο όταν συνειδητοποίησαν την αμαρτία τους, αλλά και όταν άκουσαν από τον προφήτη Ιωνά την απόφαση του Θεού που έλεγε:«Ακόμα τρεις ημέρες και η Νινευί θα καταστραφεί» (Ιωνά 3, 4). Ακουσαν λοιπόν οι Νινευίτες και πίστευσαν. Δεν έπεσαν στο πονηρό και δαιμο­νικό βάραθρο της απογνώσεως, ούτε φόρτωσαν στις καρδιές τους το λίθο της πωρώσεως. Αλλά είπε ο ένας στον άλλο: «Ποιός ξέρει, μπορεί να αλλάξει απόφαση ο Θεός και να μας ελεήσει, ώστε να μην καταστραφούμε» (Ιωνά 3, 9). Έτσιεγκατέλειψαν την πονηρία και τις αμαρτωλές συνήθειές τους. Κήρυξαν γενική νηστεία, φόρεσαν μικροί και μεγάλοι, ακόμα και ο βασιλιάς τους, σάκκους, έριξαν πάνω τους στάχτη. Έμειναν ακόμα και τα βρέφη χωρίς τροφή, γιατί, όπως φαίνεται, λησμόνησαν από τη λύπη τους οι μητέρες να τα θηλάσουν, σύμφωνα μ’ αυτό που λέει και ο Ψαλμωδός: «Από τη φωνή του στεναγμού μου λησμόνησα να φάω τον άρτο μου» (Ψαλμ. 101,5 και εξ.). Και όχι μόνο οι άνθρωποι, αλλά ακόμα και τα ζώα τα άφησαν, εξαιτίας του πένθους τους, νηστικά και απότιστα, κλεισμένα στα μαντριά τους. Έτσι, ζώντας όλοι στην ατμόσφαιρα τηςσωτήριας λύπης και του πένθους, απέφυγαν τις ολέθριες συνέπειες της αμαρτίας τους και βρήκαν συγχώρηση και έλεος από τον Θεό.

Επειδή λοιπόν, αδελφοί μου, και η δική μας ζωή περνάει σχεδόν ολόκληρη μέσα στην αμαρτία, οφείλουμε κι εμείς να λειτουργήσουμε τη σωτήρια αυτή λύπη που γεννιέται από τη μετάνοια. Γιατί αν δεν κάνουμε αυτό, τότε, καθώς λέει ο Κύριος, «οι Νινευίτες θα μας κατακρίνουν κατά την ημέρα της κοινής αναστάσεως» (Ματθ. 12, 41). Κι αυτό, γιατί εκείνοι μετανόησαν με το κήρυγμα του Ιωνά, ενώ εμείς δεν μετανοούμε με το λόγο του Κυρίου μας Ιησού Χρι­στού, ο Οποίος είναι και ο Θεός του Ιωνά.

Ο Ιωνάς, επίσης, δεν κήρυττε μόνο μετάνοια, αλλά μιλούσε και για τις βαριές συνέπειες της αμαρ­τίας τους, δηλαδή για καταδίκη και για θάνατο. Ο Χριστός όμωςήλθε για να έχουμε ζωή και κάτι περισσότερο ακόμα: Για να απολαύσουμε τηΘεία Υιοθεσία και την Ουράνια Βασιλεία.

Ο Ιωνάς, με το κήρυγμά του, δεν υποσχόταν Βασιλεία Ουρανών. Ο Χριστός όμως, κηρύττοντας μετάνοια, μας υπόσχεται Βασιλεία Ουράνια. Ταυτό­χρονα, μας προλέγει τη μέλλουσα συντέλεια του κόσμου, λέγοντας: «Όπως οι άνθρωποι της εποχής του Νώε απολάμβαναν τα σωματικά αγαθά με άνεση και χωρίς φόβο, και ξαφνικά ήλθε ο κατακλυσμός και τους αφάνισε όλους, έτσι θα συμβεί και στη συντέλεια, γιατί παρέρχεται το σχήμα αυτού του κόσμου» (Α’ Κορ. 7, 31).

Ο Ιωνάς απειλούσε τότε τους Νινευίτες με καταστροφή φθαρτών πραγμάτων, αλλά δεν τους μίλησε για φοβερό βήμα και αδέκαστη Κρίση ούτε βέβαια για τοπυρ το άσβεστο ούτε για ακοίμητο σκώληκα ούτε για σκότος εξώτερο ούτετριγμό των οδόντων ούτε πένθος απαράκλητο. Ο Κύριος όμως, παράλληλα με αυτά, είπε ότι όσοι δεν λυπηθούν για τις αμαρτίες τους εδώ και δεν κλαύσουν, αυτές τις συνέπειες θα τις γευθούν μετά τη συντέλεια του κόσμου, η οποία δεν θα λάβει χώρα σε τρεις ημέρες, όπως κήρυττε τότε ο Ιωνάς, αλλά μετά από πολύ χρόνο. Και αυτό θα γίνει από τηναπέραντη μακροθυμία του Χριστού.

Η μακροθυμία λοιπόν του Θεού σε οδηγεί, αδελφέ μου, σε μετάνοια και λύπη. Πρόσεχε όμως, μήπως, από τη σκληρότητά σου και την ανάλγητη καρδιά σου, «θησαυρίσεις για τον εαυτό σου οργή κατά την ημέρα της συντέλειας και της δικαιοκρισίας του Θεού» (Ρωμ. 2, 5). Διότι ο Κύριος θα αποδώσει στον καθένα κατά τα έργα του.

Σ’ εκείνους που ζητούν, με τη ζωή της μετά­νοιας και της υπομονής, με την οδύνη και συντριβή της καρδιάς, την άφεση των αμαρτιών τους, θα δώ­σει ο Κύριος χαρά και ανάπαυση, ζωή αιώνια και βασιλεία άρρητη. Σε όσους όμως παρέμειναν στην ζωή ανάλγητοι και αμετανόητοι, θα έλθει θλίψη και στενοχώρια αφόρητη και επιπλέον, ατελεύτητη κό­λαση.

Ο προφήτης Δαυίδ επίσης αναδείχθηκε στήλη «της κατά Θεόν λύπης». Και μάλιστα, στήλη που ζει και διακηρύττει την αξία της σωτήριας λύπης και της κατανύξεως. Διότι αυτός κατέγραψε και την αμαρτία που διέπραξε, αλλά και το πένθος προς τον Θεό και τη μετάνοια που ο ίδιος επέδειξε, καθώς και το έλεος που δέχθηκε από τον Θεό. Αυτός λέει στον Ψαλμό: «Είπα, θα εξομολογηθώ ενώπιον του Κυρίου την ανομία μου, και Συ συγχώρεσες την ασέβεια της καρδιάς μου» (Ψαλμ. 31, 5). Εννοούσε βέβαια ως ασέβεια τη ρίζα της κακίας, το ένοικο πάθος και ως ανομία την έμπρακτη αμαρτία. Γι’ αυτήν, αφού την έκανε σε όλους γνωστή, θρήνησε και πένθησε. Έτσι βρήκε όχι μόνο την άφεση, αλλά δέχθηκε στην ψυχή του και τη θεραπεία.

Πώς όμως πενθούσε; Ας ακούσουμε πάλι τον ίδιο να μας λέει: «Με μαστίγωναν οι θλίψεις και οι αδικίες όλη την ημέρα και ήλεγχα τον εαυτό μου συνεχώς μήπως και έχω πέσει σε κάποια αμαρτία» (Ψαλμ. 72, 14) και «όλη την ημέρα πενθούσα και σκυθρώπαζα και ταπείνωνα τον εαυτό μου» (Ψαλμ. 34, 14)…

Εμπρός λοιπόν, αδελφοί μου, ας προσκυνή­σουμε και ας προσπέσουμε και ας κλαύσουμε, -όπως ο ίδιος Προφήτης μας προτρέπει- ενώπιον του Κυ­ρίου που μας έπλασε και μας κάλεσε σε μετάνοια και σ’ αυτή τη σωτήρια λύπη, το πένθος και την κατάνυξη. Κι αυτό, γιατί εκείνος που δεν έχει λύπη, δεν έχει υπακούσει σ’ Εκείνον που έχει κάνει την κλήση, δεν έχει συναριθμηθεί με τους προσκαλεσμέ­νους Αγίους του Θεού, ούτε, ασφαλώς, θα αξιωθεί να λάβει την παρηγοριά εκείνη που έχει υποσχεθεί ο Κύριος στο Ευαγγέλιο. Γιατί Εκείνος λέει: «Είναι μακάριοι εκείνοι που πενθούν, διότι αυτοί θα βρουν παρηγοριά» (Ματθ. 5, 4). 

Υπάρχει κανένας που μπορεί να ισχυρισθεί ότι δεν έχει αμαρτίες και γι’ αυτό δεν χρειάζεται το πένθος; Αλλά και αν ακόμα λέγαμε κάτι τέτοιο -πράγμα σχεδόν αδύνατον, αφού και μόνο το να έχει φθάσει κανείς στη μετριοπάθεια είναι μεγάλο κατόρθωμα- όμως στην αρχή του λόγου μας αναφέ­ραμε και μια ακόμα αιτία πένθους. Οι μαθητές του Χριστού λυπούνταν επειδή δεν θα έβλεπαν πλέον τον Μόνο και Αληθινό Αγαθό, Τον Διδάσκαλο και Σωτήρα τους. Εκείνου και εμείς τώρα τη θέα στερού­μαστε. Και όχι μόνο Εκείνον αλλά και την τρυφή του Παραδείσου. Διότι ξεπέσαμε από αυτή και ανταλ­λάξαμε τον απαθή εκείνο τόπο με τον εμπαθή και επίπονο τούτο χώρο που τώρα ζούμε. Στερηθήκαμε την πρόσωπο με Πρόσωπο συνομιλία μας με τον Θεό, την συναναστροφή με τους Αγγέλους Του και την ατελεύτητη ζωή.

Ποιός λοιπόν, γνωρίζοντας το τι έχουμε στερη­θεί, δεν θα πονέσει και δεν θα πενθήσει γι’ αυτό; Αν υπάρχει κάποιος που το γνωρίζει και δεν το κάνει, τότε, σίγουρα, αυτός δεν είναι πιστός.

Επομένως, εμείς τώρα που γνωρίζουμε, με τη θεόπνευστη διδασκαλία της Αγίας Γραφής, τι έχει συμβεί, ας πενθήσουμε τους εαυτούς μας, αδελφοί, και ας καθαρίσουμε τους μολυσμούς που έχουμε υποστεί από τις αμαρτίες που έχουμε διαπράξει, με το σωτήριο πένθος. Έτσι και το έλεος του Θεού θα βρούμε και τον Παράδεισο θα ανακτήσουμε και την αιώνια παρηγοριά καιανάπαυση θα απολαύσουμε.

Αυτή τη ζωή, μακάρι όλοι να την αποκτήσουμε, με τη Χάρη και φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον Οποίο πρέπει κάθε δόξα, τιμή και προσκύνηση, μαζί με τον Αναρχο Πατέρα και το Πανάγιο και Αγαθό και Ζωοποιό Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.

Αγ. Γρηγορίου Παλαμά
(Πηγή: Απόσπασμα από το βιβλίο «ΩΔΗ ΣΤΟ ΕΦΗΜΕΡΟ: Η Λύπη κατά τους Πατέρες», Εκδόσεις «ΕΤΟΙΜΑΣΙΑ» Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου Καρέα).

Η Παραλυσία ελκύει Τον Θεό

Ο Χριστός, ο καρδιογνώστης, είδε βαθειά πίστη μέσα στον άνθρωπο που ήταν παράλυτος. Μπορεί από τις αμαρτίες του να υπέφερε αλλά φαίνεται πως αυτήν η δοκιμασία του είναι το διαβατήριο για την άλλη ζωή.
Ω! θαύματα που συμβαίνουν αδελφοί μου και δεν τα αντιλαμβανόμαστε! Θαύματα πολλά συμβαίνουν και τα ρίχνουμε στην τύχη. Όμως το θέμα δεν είναι αν γίνονται θαύματα η αν τα καταλαβαίνουμε αλλά αν είμαστε άξιοι να γίνουν τα θαύματα στην ζωή μας. Είμαστε άξιοι αδελφοί μου;
Καταλυτικές καταστάσεις και συγκλονιστικές ασθένειες συμβαίνουν στην καθημερινότητά μας. Είμαστε παράλυτοι μέσα στην ψυχή μας. Αδιαφορούμε για το μέλλον των οικογενειών μας και των παιδιών μας. Ζούμε ως Ευρωπαίοι, μα οι Ευρωπαίοι δεν έχουν τον Χριστό. Αλλά δεν έχουμε τον Χριστό και εμείς;
Στη Γαλλία ψηφίστηκε νόμος που απαγορεύει στο παιδί να αποκαλεί τους γονείς του ως πατέρα η μητέρα. Απαγορεύεται αυτό. Είναι ο γονέας Α και ο γονέας Β, όχι ο πατέρας κι όχι η μητέρα. Με νόμο επιβάλλεται πλέον στα σχολεία της Ευρώπης και παγκοσμίως, το τρίτο φύλλο. Το παιδί μεγαλώνοντας πρέπει να σημειώσει αν ανήκει στα αρσενικά στα θηλυκά η στο τρίτο φύλλο. Επίσημα δηλαδή η κοινωνία δηλώνει στον Θεό ότι έκανε λάθος! Κι αν εδημιούργησε άρσεν και θήλυ που λέγει η Γραφή, έκανε λάθος ο Θεός.
Και δεν έχει σταματημό ο κατήφορος. Στην Γερμανία κάνει φοβερό τζίρο η κυβέρνηση αλλά όχι από ναρκωτικά, ούτε από όπλα, ούτε από δουλεμπόριο; Από τι νομίζετε; Από τους οίκους ανοχής με ζώα! Και πηγαίνουν εκεί οι άντρες η και οι γυναίκες να βρεθούν με τα ζώα. Κτηνοβασία επίσημη με την άδεια της Γερμανικής κυβέρνησης. Αυτή η κυβέρνηση που στέλνει στην Ελλάδα «ειδικούς» για να μας δείξουν πως να πετύχουμε ως χώρα, νομιμοποίησε τη λειτουργία οίκων ανοχής με ζώα. Και αναρωτιέμαι, ο στάβλος είναι εκεί; Τα ζώα είναι μέσα; Η τα ζώα είναι αυτά που πηγαίνουν;
Πως να μας λυπηθεί ο Κύριος; Η παραλυσία έχει κατακλύσει τον άνθρωπο. Αλλά η παραλυσία που μας λέγει το Ευαγγέλιο είλκυσε την Χάρη του Θεού, γιατί αυτός ο άνθρωπος μετάνιωσε. Εμείς δεν ελκύουμε την Χάρη του Θεού γιατί υπερηφανευόμαστε για την αμαρτία και την προμοτάρουμε σαν να είναι το φυσικό και το σπουδαίο.
Αδελφοί μου, είναι πραγματικά μία σπουδαία κατάσταση στην Εκκλησία μας να μπορούμε να ελκύσουμε όπως ο παράλυτος την Χάρη του Θεού. Αλλά πρέπει να συνέλθουμε, πρέπει να συνέλθουμε και όχι να διαφημίζουμε την αμαρτία. Διαφημίζει ο Δήμαρχος της Θεσσαλονίκης και μας καλεί στο «gay pride» που διοργανώνει τα τελευταία χρόνια, να πάμε να παρελάσουμε και να διαφημίσουμε κι εμείς την ομοφυλοφιλία. Έρχονται χιλιάδες τουρίστες από τις γειτονικές χώρες, Αλβανία, Τουρκία, Γιουγκοσλαβία και από αλλού για να παρελάσουν στην Αγιοτόκο πόλη της Θεσσαλονίκης, στην πόλη του Αγίου Δημητρίου. Έρχονται για να προβάλλουν τους κίναιδους και αυτή την αισχρή αμαρτία ως επίσημη και νόμιμη πράξη.

Αδελφοί μου, να μας λυπηθεί ο Θεός αλλά πρέπει εμείς τουλάχιστον οι Χριστιανοί να ματώσουμε τα γόνατά μας προσευχόμενοι για όλο τον κόσμο. Εμείς, γιατί αυτοί είναι αφώτιστοι. Εμείς που γνωρίζουμε τον λόγο του Θεού να παρακαλούμε και για μας, να παρακαλούμε και γι’ αυτούς όλους να έρθει η Χάρις του Θεού, αμήν!

Πρωτοπρ. Νικόλαος Μανώλης,
εφημέριος του Ι.Ν. αγ. Σπυρίδωνος Τριανδρίας Θεσσαλονίκης
Για τον "Στύλο Ορθοδοξίας" (Ιούνιος 2016, αρ.φ. 179)