.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

«Πας ο λέγων παρά τὰ διατεταγμένα...»

Ἡ ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου καὶ ὁ ὑποχρεωτικὸς καὶ μὴ δυνητικὸς χαρακτῆρας τοῦ 15ου Κανόνα

Οἱ Ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας θεσπίζοντας τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες, εἶχαν ὡς σκοπὸ τὴν ὁριοθέτηση τοῦ χριστιανικοῦ βίου μὲ βάση τὰ δόγματα τῆς Ἐκκλησίας ὡς ὁλοκλήρωση ἀληθινῆς καὶ ἐλεύθερης ἐν Χριστῷ ζωῆς. Οἱ Ἱεροὶ Κανόνες «δὲν εἶναι νομικοὶ κανονισμοί, ἀλλὰ ἐφαρμογὲς τῶν δογμάτων τῆς Εκκλησίας» (V. Lossky, Ἡ μυστικὴ θεολογία τῆς Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας, σελ. 206), τῶν ὁποίων ἡ ἐφαρμογὴ καὶ ὑπεράσπιση, ἐφ’ ὅσον στοχεύει στὴν θεραπεία τοῦ ἀνθρώπου, εἶναι γιὰ κάθε συνειδητὸ Χριστιανὸ ὑποχρεωτική. «Σὲ κανέναν δὲν ἐπιτρέπεται νὰ παραχαράξει ἢ νὰ ἀθετήσει τοὺς Κανόνες, ποὺ ἔχουν προδηλωθεῖ. Ἐὰν κάποιος καταργήσει κάποιον Κανόνα, ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ ἔχουν εἰπωθεῖ, μὲ τὸν σκοπὸ νὰ καινοτομήσει ἢ νὰ ἀνατρέψει, αὐτὸς εἶναι ὑπεύθυνος σχετικὰ μὲ αὐτὸν τὸν Κανόνα, ὁ ὁποῖος ἐπιβάλλει καὶ δέχεται τὸ ἐπιτίμιο καὶ μέσω αὐτοῦ θεραπεύει τὸν καθένα, ποὺ πέφτει σὲ σφάλμα» (2ος Κανόνας τῆς 6ης Οἰκουμενικῆς Συνόδου).

Ἡ ὑποχρεωτικὴ τήρηση τῶν Ἱερῶν Κανόνων δὲν ἔχει νὰ κάνει μὲ μία τήρηση συμβατικῶν Κανόνων συμπεριφορᾶς ποὺ θεσπίστηκαν ἀπρόσωπα καὶ λειτουργοῦν γενικὰ ὡς Κανόνες συμβίωσης καὶ διαπροσωπικῆς γαλήνης καὶ εἰρήνης, ὥστε νὰ προσαρμόζονται στὴν θέληση καὶ δυνατότητα τοῦ κάθε πιστοῦ. Ἔχει νὰ κάνει μὲ τὴν προστασία καὶ τὸ ὀρθό βίωμα κοινωνίας καὶ σχέσης μεταξὺ τῶν Χριστιανῶν καὶ μεταξὺ τῶν Χριστιανῶν μὲ τὸν Θεό, «στὴν κατὰ περίπτωση ἀνόθευτη διαφύλαξη τῆς ἀναγκαίας γιὰ τὴν ζωὴ τῶν πιστῶν πληρότητος τοῦ περιεχομένου τῆς ἀληθείας τῆς ἀποκαλύψεως ἀπὸ κάθε παρανόηση ἢ παρέκκλιση, ἤτοι στὴν ὀρθὴ βίωση τῆς οὐσίας τοῦ Μυστηρίου τῆς Ἐκκλησίας σὲ κάθε στιγμὴ τῆς ἱστορίας» (Βλ. Φειδά, Ἱεροὶ Κανόνες καὶ Καταστατικὴ Νομοθεσία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, σελ. 42). 

Ἡ ὑποχρεωτικὴ τήρηση τῶν Ἱ. Κανόνων δὲν εἶναι ἔργο προσωπικῆς δυνατότητας ἀλλὰ ὑπέρβαση τοῦ Ἐγώ μας. Ἡ ὑποχρεωτικὴ δηλ. τήρηση τῶν Ἱ. Κανόνων δὲν ἔχει σχέση μὲ τὸ τί ἐμεῖς προσωπικὰ μποροῦμε νὰ κάνουμε, ἀλλὰ μὲ τὴν βοήθεια ποὺ παίρνουμε ἀπὸ τὴ Θ. Χάρη, ὥστε νὰ ὑπερβοῦμε τὸ Ἐγώ μας καὶ νὰ γίνουμε μέτοχοι, ὡς μέλη τῆς Ἐκκλησίας στὸ σωτηριολογικὸ ἔργο Της. 
Καὶ οἱ δύο σχέσεις, μεταξὺ τῶν Χριστιανῶν καὶ μεταξὺ τῶν Χριστιανῶν μὲ τὸν Θεό, διακατέχονται ἀπὸ τὸ αὐτὸ τὸ στοιχεῖο τῆς ὑπέρβασης, ὑπέρβαση τῶν παθῶν καὶ τῶν ἀδυναμιῶν μας.. 
Ἐὰν δὲν ἰσχύουν αὐτὰ οἱ Ἱ. Κανόνες γίνονται τότε μέσα, ποὺ ἐγκλωβίζουν τὸν ἄνθρωπο στὴν μεσότητα καὶ στὸν συμβιβασμό, στὴν αὐτοδικαίωση καὶ στὴν ὑποδούλωση στὸ προσωπικό του θέλημα «Οὐδεὶς δύναται δυσὶν κυρίους δουλεύειν· ἤ γὰρ τὸν ἕνα μισήσει καὶ τὸν ἕτερον ἀγαπήσει, ἤ ἑνὸς ἀνθέξεται καὶ τοῦ ἑτέρου καταφρονήσει. οὐ δύνασθε Θεῷ δουλεύειν καὶ μαμωνᾷ» (Ματθ. 6, 24).

Τηρώντας τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες καὶ ὑπερασπίζοντας τὰ δόγματα τῆς Ἐκκλησίας σύμφωνα μὲ τὴν διδασκαλία καὶ τὸ παράδειγμα τῆς βιωτῆς τῶν Ἁγίων Πατέρων, βιώνουμε τὴν ἐλευθερία μας ὡς πραγματικὰ τέκνα τοῦ Θεοῦ, διότι ὡς ἐλεύθεροι, ἐλευθέρως ἀναγνωρίζουμε τὴν ὑποχρέωση, τὴν τηροῦμε καὶ γι' αὐτὸ νιώθουμε ἐλευθερία εἰρήνη καὶ χαρά, τὴν εἰρήνη καὶ τὴν χαρὰ τοῦ Χριστιανοῦ. «Ὅσοι συνταχθοῦν μὲ αὐτὸν τὸν Κανόνα, νὰ ἔχουν εἰρήνη καὶ ἔλεος» (Γαλ. 6, 16).

Αὐτὴ ἡ ἐλευθερία καὶ ἡ χαρὰ μᾶς ξεχωρίζει ἀπὸ τοὺς δούλους. «Τῇ ἐλευθερίᾳ οὖν ᾗ Χριστός ἡμᾶς ἐλευθέρωσε στήκετε, καί μή πάλιν ζυγῷ δουλείας ἐνέχεσθε» (Γαλ. ε´, 1). 
Δουλεία προκαλοῦν τὰ πάθη, δουλεία καὶ κατάργηση τῆς ἐν Χριστῷ ἐλευθερίας προκαλεῖ ἡ αἵρεση, τὴν ὁποία πολεμοῦμε σθεναρὰ ἐφαρμόζοντας καὶ θεωρώντας ὑποχρεωτικοὺς τοὺς Ἱ. Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας μας. 
Γι’ αὐτὸ καὶ οἱ Ἅγιοι Πατέρες δὲν δίστασαν νὰ ἀναθεματίζουν, ὅποιος τοὺς ἀθετήσει (φανερὴ ἀποφατικὴ ἀπόδειξη τοῦ ὑποχρεωτικοῦ χαρακτῆρα): «Βλέπε φοβερὸν λόγον ἀγαπητέ. Σὲ ὅσους καταφρονοῦν τοὺς θείους καὶ Ἱεροὺς Κανόνες τῶν ἱερῶν Πατέρων μας, οἱ ὁποῖοι στηρίζουν τὴν ἁγία Ἐκκλησία, κοσμοῦν ὅλη τὴν χριστιανικὴ πολιτεία καὶ ὁδηγοῦν πρὸς τὴν θεία εὐλάβεια, ἀνάθεμα» (Σύνοδος τῆς Κωνσταντινουπόλεως, σελ. 977 τοῦ 2ου τόμου τῶν συνοδικῶν).

Θεωρώντας τὸν κάθε Ἱ. Κανόνα ὡς ὑποχρεωτικὸ καὶ μὴ δυνητικὸ ἀπαρνούμαστε τὴν δουλεία τῶν παθῶν καὶ τῶν αἱρέσεων καὶ καλούμαστε οἰκειοθελῶς στὴν ἄλλη δουλεία, στὴν «ἐν Χριστῷ» δουλεία. Παράδοξος τρόπος νὰ εἴμαστε ἐλεύθεροι ἀλλὰ ἀληθινός. Καλούμαστε νά ὑπομείνουμε μέσω τῆς μετανοίας καὶ τῆς τήρησης τῶν Κανόνων τὴν ἐξόντωση τῶν ἀδυναμιῶν μας, τήν ὑπαρξιακή μας, ὅσον εἶναι γιὰ τὸν καθένα δυνατόν, ἐξόντωση χάριν τοῦ Χριστοῦ καί τοῦ Εὐαγγελίου Του, ὡς τήν μοναδικὴ προϋπόθεση τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων. «Ἄκουσα καὶ δὲν τήρησα... δὲν τήρησες; Καταδίκασες τὸν ἑαυτό σου κατὰ τὸ ἥμισυ˙ [δηλ. ἐπειδὴ νιώθεις ὅτι δὲν τήρησες τὸν νόμο]. Διότι αὐτὸς ποὺ καταδικάζει τὸν ἑαυτό του ὅτι δὲν τηρεῖ, προσπαθεῖ νὰ τηρήσει». (Χρυσοστόμου, λόγος 4ος περὶ μετανοίας).

Ἡ ἐλευθερία μας καί ἡ «ἐν Χριστῷ» δουλεία μας θεωροῦνται ἀλληλένδετες καὶ ὑποχρεωτικές, μὴ δυνητικές, προϋποθέσεις τῆς σωτηρίας μας. Ἀκολούθως καὶ ἡ προάσπιση τῶν δογμάτων τῆς Ἐκκλησίας ἀποτελεῖ αὐτομάτως καὶ ὑπεράσπιση τῆς ἐλευθερία μας καί τῆς «ἐν Χριστῷ» δουλείας μας. Πόσῳ μάλλον, ὅταν ἡ ἡ μὴ ἐφαρμογὴ τῶν Ἱ. Κανόνων καὶ ἡ ἐπαφὴ μὲ τοὺς αἱρετικοὺς ἐπιφέρει καὶ μόλυνση, ὅπως τονίζουν οἱ Πατέρες: «Ἐκδιώξατε τὸν πονηρόν καὶ σκολιὸν ἐξ ὑμῶν, ἤ φύγετε ἀπ’ αὐτοῦ· ἐπειδὴ πᾶσα κακία μολύνει τὸν ἄνθρωπον. Διά τοῦτο καὶ ὁ Δαβίδ, φεύγων τοὺς πονηρούς, ἔλεγεν· “Οὐκ ἐκάθισα μετὰ συνεδρίου ματαιότητος, καὶ μετὰ παρανομούντων οὐ μή εἰσέλθω. Ἐμίσησα ἐκκλησίαν πονηρευομένων”. Διὰ τί δέ ταῦτα ἐποίει; Ἐπειδὴ πάλιν λέγει ἀλλαχοῦ· “Μετὰ ὁσίου ὅσιος ἔσῃ, καὶ μετὰ ἐκλεκτοῦ ἐκλεκτός ἔσῃ, καὶ μετὰ στρεβλοῦ διαστρέψῃς”. Καὶ γάρ οἷός ἐστιν ὁ συνοικῶν μετὰ σοῦ, τοιοῦτον ἀπεργάσεται εἶναί σε» (Μ. Ἀθανασίου, Ρήσεις καὶ ἑρμηνεῖαι Παραβολῶν τοῦ Ἁγίου Εὐαγγελίου, Ἐξ Ἐπιστολῶν Παύλου).

Τὸ ἐρώτημα λοιπόν, ποὺ γεννιέται, δὲν εἶναι, ἂν εἶμαι ὑποχρεωμένος νὰ τηρήσω τὸν Κανόνα, ἀλλὰ ἂν θέλω νὰ εἶμαι Χριστιανός, μὲ ὅτι αὐτὸ συνεπάγεται. Καὶ αὐτὸ ἀποτελεῖ πραγματικὴ ἐλευθερία: Δικαίωμα ἐπιλογῆς ἀλλὰ καὶ ὑποχρέωση ἐφαρμογῆς καὶ ὑπεράσπισης αὐτοῦ ποὺ ἐπέλεξα. Ἐχθές, τὴν Κυριακὴ τῆς Σταυροπροσκυνήσεως ἀκούσαμε τὸν Χριστὸ νὰ μᾶς λέει:

«Εἴ τις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθείτω μοι. Ὃς γὰρ ἂν θέλῃ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ σῶσαι, ἀπολέσει αὐτήν· ὃς δ’ ἂν ἀπολέσῃ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ἕνεκεν ἐμοῦ, εὑρήσει αὐτήν. Τί γὰρ ὠφελεῖται ἄνθρωπος, ἐὰν τὸν κόσμον ὅλον κερδήσῃ, τὴν δὲ ψυχὴν αὐτοῦ ζημιωθῇ; Ἢ τί δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ;» (Ματθ. ιστ´, 24).

Τὸ μόνο ποὺ ἔχει δυνητικὸ ἢ ἀκόμα, ἂν θέλει κανείς, καὶ προτρεπτικὸ χαρακτῆρα σὲ αὐτὰ τὰ λόγια εἶναι τὸ «Εἴ τις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν». Ὁ Χριστὸς σεβόμενος τὴν ἐλευθερία μας μᾶς ἀφήνει τὸ αὐτεξούσιο καὶ τὸ δυνητικὸ ποὺ τὸ συνοδεύει. Μετὰ ὅμως τὴν ἀπόφαση μας εἶναι ξεκάθαρος: Θέλεις νὰ σώσεις τὴν ψυχή σου, σήκωσε τὸν σταυρό σου καὶ ἀκολούθησέ με. Δὲν λέει, ἂν μπορεῖς, δὲν λέει ἂν θέλεις, ἀλλὰ σήκωσε, προστακτική· καὶ τὴ στιγμὴ ἀκριβῶς ποὺ θὰ προσπαθήσεις μὲ κόπο νὰ σηκώσεις τὸ σταυρό σου, θὰ ἔλθει καὶ θὰ στὸν κάνει «ἐλαφρὸ» ἡ Θ. Χάρη. 
Κάθε ἀντικατάσταση τῆς προστακτικῆς μὲ δυνητικοῦ χαρακτῆρα ἑρμηνείες ἀποτελεῖ συμβιβασμό, ἐπικάλυψη τῶν ἀδυναμιῶν καὶ παθῶν μας. Μήπως δὲ ξέρει μόνο Αὐτὸς ὅλα μας τὰ πάθη καὶ ὅλες μας τὶς ἀδυναμίες; Θέλει ὅμως νὰ τὰ ἀφήσουμε ὅλα σὲ αὐτὸν καὶ ὄχι στὶς ὑποτιθέμενες δυνάμεις μας. Ὀρθά κοφτά, ξεκάθαρα ἀπαιτεῖ τήν πλήρη ἔνταξη τῆς ζωῆς μας στή ζωή Του, στή δόξα Του, τὴν ὁποία συμβολίζει ὁ Σταυρός Του. Ὁ Σταυρὸς ποὺ σηκώνει καὶ ὁ κάθε πιστὸς ἐφαρμόζοντας ἐλευθέρως καὶ πιστὰ τοὺς Ἱ. Κανόνες καὶ τὶς ἐντολὲς τοῦ Κυρίου. 

Δὲν τηροῦμε ἕναν Κανόνα, διότι ἐπιφέρει ἢ δὲν ἐπιφέρει ἐπιτίμιο, πράγμα ποὺ δείχνει τὸν δοῦλο, ἀλλὰ ἐπειδὴ ἡ τήρηση αὐτὴ μᾶς φέρνει σὲ συμφωνία-κοινωνία μὲ τὸν Κύριο καὶ Θεό μας, πράγμα ποὺ δείχνει ἀγάπη, ἀγάπη ἐλευθερίας: «᾿Εὰν ἀγαπᾶτέ με, τὰς ἐντολὰς τὰς ἐμὰς τηρήσατε» (Ἰωαν. ιδ’,15). 
Αὐτὸς εἶναι ὁ χαρακτήρας τῶν Ἱ. Κανόνων. Ἡ μὴ τήρηση τῶν Ἱ. Κανόνων ἐπιφέρει στὸν ἐλεύθερο ἄνθρωπο τύψεις, στὸν συμβιβασμένο ἀνάπαυση. «Πολλοὶ εἴμαστε αὺτοὶ ποὺ μιλοῦν, λίγοι ὅμως αὐτοὶ ποὺ πράττουν. Καὶ ὅμως κανεὶς δὲν ἔπρεπε νὰ νοθεύει τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ λόγω τῆς δικῆς του ἀμέλειας, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν μία νὰ ὁμολογεῖ τὴν δική του ἀσθένεια καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη νὰ μὴν ἀποκρύπτει τὴν ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ μὴν γίνουμε ὑπόδικοι λόγω τῆς παράβασης τῶν ἐντολῶν Του καὶ τῆς τοῦ λόγου «τοῦ Θεοῦ παρεξηγήσεως» (Ἁγ. Μαξίμου, κεφ. 85 τῆς 4ης ἑκατοντ. τῶν περὶ ἀγάπης, σελ. 329 τῆς Φιλοκαλίας). 

Ὁλόκληρη ἡ ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία μᾶς διδάσκει, ὅτι ὁ Χριστὸς εὐλόγησε τὴν ὁλοκληρωτικὴ ἀσυμβίβαστη μαρτυρία καὶ ὁμολογία, τὴν ὑποχρεωτικὴ ὑπακοὴ στὸ θέλημά Του καὶ ὄχι τὸν συμβιβασμὸ καὶ τὴν μεσότητα. «Ἐξέλθετε ἐκ μέσου αὐτῶν καὶ ἀφορίσθητε καὶ ἀκαθάρτου μὴ ἅπτεσθε, καγώ εἰσδέξομαι ὑμᾶς καὶ ἔσομαι ὑμῖν εἰς Πατέρα καὶ ὑμεῖς ἔσεσθέ μοι εἰς υἱοὺς καὶ θυγατέρας, λέγει Κύριος Παντοκράτωρ» (Β' Κορ. 6, 17-18). 
Γι’αὐτὸν τὸν λόγο εἶναι ὑποχρεωτικὸς καὶ ὁ 15ος Κανόνας. Διότι δείχνει, τὴν ἐλεύθερη βούληση μας να συνταχθοῦμε, πιστοὶ στὴν ὁμολογία τῆς Βαπτίσεώς μας, μὲ τὸν Χριστό, ὡς πραγματικὰ τέκνα Του, μὴ φοβούμενοι ἐπιτίμια, ἀλλὰ ἀπὸ ἀγάπη καὶ ἀκλόνητη πεποίθηση, ὅτι Αὐτὸς εἶναι ἡ μόνη Ἀλήθεια, ἡ Μία Πίστη. 
Ἐφαρμόζοντας τον Ἱ. Κανόνα ζητοῦμε ἀπὸ τὸν Χριστὸ νὰ μᾶς ἀξιώσει στὸ τέλος τοῦ συντόμου βίου μας, νὰ ποῦμε ὡς ἐλεύθερα τέκνα Του τὰ περίφημα Παύλεια λόγια, λόγια μίας ἐλεύθερης ἐπιλογῆς: 

«Τὸν ἀγῶνα τὸν καλὸν ἠγώνισμαι, τὸν δρόμον τετέλεκα, τὴν πίστιν τετήρηκα» 
(πρὸς Τιμ. Β΄, 4).

Ἀδαμάντιος Τσακίρογλου



Αδιάφοροι απέναντι στην δίωξη των Αγιορειτών Πατέρων;

Το άγιο όρος θα έπρεπε με την προσευχή των πατέρων να στηρίζει τον κόσμο. 
Το άγιο όρος θα έπρεπε να φλέγεται από την πίστη ώστε ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός να μας λυπηθεί και να μας δώσει χρόνο για μετάνοια.
Θα έπρεπε να φωτίζεται από την καθαρότητα των ψυχών των ασκητών του και να φωτίζει και μας τους σκοτισμένους.
Τώρα όμως διώκει τα ίδια του τα παιδιά.
Πατέρες διώκουν πατέρες.
Πατέρες που “εκτιμούν και σέβονται τον αγώνα του πατριάρχουΚωνσταντινουπόλεως να κρατήσει ζωντανό το πατριαρχείο κάτω από δυσμενείς συνθήκες" διώκουν πατέρες πουαμφισβητούν το ορθόδοξο φρόνημα του, κρίνοντας απ' τα λόγια και τα έργα του. 
Διώκουν πατέρες που θεωρούν ληστρική την σύνοδο της Κρήτης που έγινε στο Κολυμπάρι το 2016.
Διώκουν πατέρες που ομολογούν πίστη (βλ. ομολογία ορθοδόξου πίστεως αγιορειτών πατέρων), που πιστεύουν μόνο στον τριαδικό Θεό, που δεν θέλουν την άλωση της ορθοδοξίας μας, την μίξη της με ομολογίες-αιρέσεις οι οποίες καταδικάστηκαν απ' τις συνόδους.
Διώκουν τους φάρους της ορθοδοξίας, αυτούς που προσπαθούν να διατηρήσουν το ορθόδοξο φρόνημα καθαρό, διακόπτοντας το πατριαρχικό μνημόσυνο σύμφωνα με την ιεροκανονική παράδοση.
Εμείς, εδώ στον κόσμο, τί στάση κρατούμε;
Έχει αρχίσει ήδη ο διωγμός και δεν ανησυχούμε;
Θα δεχθούμε να μείνει το περιβόλι της Παναγίας μας χωρίς τους υπερασπιστές της πίστεώς μας;
Θ' αφήσουμε τον κόσμο χωρίς την προσευχή τους;
Δεν φοβόμαστε;
Έχουμε εμεις προσευχή για να κρατηθούμε;
Δεν καταλαβαίνουμε πως με την αδιαφορία μας γινόμαστε συμμέτοχοι στην εξάπλωση του οικουμενισμού;
Οι άγιοι μάρτυρες και ομολογητές υπερασπίσθηκαν την πίστη μας με την ζωή τους. 
Θα γίνουμε μιμητές τους;
Ας μας φωτίσει ο Θεός να αισθανθούμε, ο καθένας ξεχωριστά, την ευθύνη που έχουμε προς τα θέματα της πίστεως.

Ο ΣΤΑΥΡΟΣ ΜΑΣ καὶ Ο ΣΤΑΥΡΟΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

Ὁ Κύριος εἶπε στοὺς μαθητές Του: «Ὅποιος θέλει νὰ μὲ ἀκολουθήσει, ἂς ἀπαρνηθεῖ τὸν ἑαυτό του, ἂς σηκώσει τὸν σταυρό του κι ἂς μὲ ἀκολουθεῖ». Γιατὶ εἶπε, «τὸν σταυρό του»; Ἐπειδὴ εἶναι σταυρὸς προσωπικός. Κάθε ἄνθρωπος, δηλαδή, ἔχει νὰ σηκώσει τὸν δικό του σταυρό, ὁ ὁποῖος, ὅμως, ὁνομάζεται συνάμα καὶ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ.

Γιὰ κάθε ἄνθρωπο «ὁ σταυρός του» εἶναι οἱ θλίψεις καὶ οἱ ὀδύνες τῆς ἐπίγειας ζωῆς, θλίψεις καὶ ὀδύνες προσωπικές.

Γιὰ κάθε ἄνθρωπο «ὁ σταυρός του» εἶναι ἡ νηστεία, ἡ ἀγρυπνία καὶ οἱ ἄλλες ἀσκήσεις τῆς εὐσεβείας, μὲ τὶς ὁποῖες ταπεινώνεται ἡ σάρκα καὶ ὑποτάσσεται τὸ πνεῦμα. Εἶναι κι αὐτὲς προσωπικές, καθώς πρέπει νὰ ἀναλογοῦν στὶς δυνάμεις τοῦ καθενός. Γιὰ κάθε ἄνθρωπο «ὁ σταυρός του» εἶναι οἱ ἁμαρτωλὲς ἀδυναμίες καὶ τὰ πάθη, προσωπικά ἐπίσης. 
Μὲ ὁρισμένα ἀπ᾽ αὐτὰ γεννιέται, ἐνῶ ἄλλα τὰ ἀποκτᾶ στὴν πορεία τῆς ἐπίγειας ζωῆς του.

Ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ.

Μάταιος καὶ ἀτελέσφορος ὁ σταυρός -ὅσο βαρὺς κι ἂν εἶναι- ποὺ σηκώνουμε, ἀκολουθώντας τὸν Χριστό, ἂν δὲν μεταβληθεῖ σὲ Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ.

Γιὰ τὸν μαθητὴ τοῦ Χριστοῦ «ὁ σταυρός του» γίνεται Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ. Γιατὶ ὁ μαθητής τοῦ Χριστοῦ ἔχει τὴν ἀκλόνητη πεποίθηση ὅτι Ἐκεῖνος πάντοτε ἀγρυπνεῖ γι’ αὐτόν, ὅτι Ἐκεῖνος εἶναι ποὺ παραχωρεῖ ὅλες τὶς θλίψεις, ὡς ἀπαραίτητο καὶ ἀναπόφευκτο ὅρο τῆς χριστιανικῆς ἰδιότητας, καὶ ὅτι μ’ αὐτὲς μιμεῖται καὶ οἰκειώνεται τὸν Χριστό, γίνεται μέτοχος τῶν παθημάτων Του στὴ γῆ, γιὰ νὰ γίνει μέτοχος καὶ τῆς δόξας Του στὸν οὐρανό.

Γιὰ τὸν μαθητὴ τοῦ Χριστοῦ «ὁ σταυρός του» γίνεται Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ. Γιατὶ ὁ ἀληθινὸς μαθητής τοῦ Χριστοῦ μοναδικό σκοπό τῆς ζωῆς του ἔχει τὴν ἐκπλήρωση τῶν ἐντολῶν Ἐκείνου. Οἱ πανάγιες ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ γίνονται γιὰ τὸν μαθητή Του σταυρός, ποὺ πάνω του διαρκῶς σταυρώνει τὸν παλαιὸ ἁμαρτωλὸ ἑαυτό του «μαζὶ μὲ τὰ πάθη καὶ τὶς ἐπιθυμίες του».

Ἔτσι γίνεται φανερό ὅτι, γιὰ νὰ σηκώσει κανεὶς τὸν σταυρό του καὶ ν᾽ ἀκολουθήσει τὸν Χριστό, πρέπει ν᾽ ἀπαρνηθεῖ τὸν ἑαυτό του νὰ τὸν ἀπαρνηθεῖ ὡς τὸν ἀφανισμὸ τῆς ψυχῆς του! Ναί, γιατὶ τόσο βαθιά, τόσο πληθωρικὰ διαπότισε ἡ ἁμαρτία τὴ φθαρμένη φύση μας, ὥστε ἡ ψυχή μας πρέπει ν᾽ ἀφανιστεῖ καὶ νὰ γεννηθεῖ πάλι ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα.

Γιὰ νὰ σηκώσεις τὸν σταυρό σου, πρέπει, πρῶτον, νὰ ἀρνηθεῖς στὸ σῶμα τὴν ἱκανοποίηση τῶν ἰδιότροπων ἐπιθυμιῶν του, προσφέροντας του μόνο τὰ ἀπαραίτητα γιὰ τὴ συντήρηση του· δεύτερον, νὰ παραδεχθεῖς ὅτι τὸ δίκαιό σου εἶναι ἀπάνθρωπη ἀδικία καὶ ἡ λογική σου τέλειος παραλογισμὸς ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καί, τρίτον, νὰ παραδοθεῖς στὸν Κύριο μὲ ἀκλόνητη πίστη καὶ νὰ ἐπιδοθεῖς στὴν ἐπιμελῆ σπουδὴ τοῦ Εὐαγγελίου, ἀποστέργοντας τὸ θέλημά σου.

Ὅποιος μ᾽ αὐτὸν τὸν τρόπο ἀπαρνεῖται τὸν ἑαυτό του, εἶναι ἱκανὸς νὰ σηκώσει τὸν σταυρό του. Μὲ πνεῦμα ὑποταγῆς στὸν Θεό καὶ μὲ τὴν ἐπίκληση τῆς βοήθειας Του, ἡ ὁποία ἔρχεται νὰ τὸν ἐνισχύσει, κοιτάζει ἄφοβα καὶ ἀτάραχα τὴ θλίψη νὰ τὸν πλησιάζει καὶ ἑτοιμάζεται μεγαλόψυχα νὰ τὴν ὑπομείνει. Ἐλπίζει ὅτι ἔτσι θὰ γίνει μέτοχος τῶν παθημάτων τοῦ Χριστοῦ καὶ θὰ φτάσει στὴν ὁμολογία Του, ὁμολογία μυστική, μὲ τὸν νοῦ καὶ τὴν καρδιά, ἀλλὰ καὶ φανερή, μὲ τὶς πράξεις καὶ ὁλόκληρη τὴ ζωή.

Ὅσο ὁ σταυρὸς παραμένει μόνο δικός μας, εἶναι πολύ βαρύς. Ὅταν μεταβληθεῖ σὲ Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ, γίνεται ἐξαιρετικὰ ἐλαφρός. «Γιατὶ ὁ ζυγός μου εἶναι χρηστὸς καὶ τὸ φορτίο μου ἐλαφρό», εἶπε ὁ Κύριος.

Ὁ σταυρὸς τοποθετεῖται στοὺς ὥμους τοῦ μαθητῆ τοῦ Χριστοῦ, ὅταν αὐτὸς ἀναγνωρίσει πὼς εἶναι ἄξιος τῶν θλίψεων ποὺ τοῦ ἔστειλε ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ.

Ὁ μαθητὴς τοῦ Χριστοῦ σηκώνει ὀρθὰ τὸν σταυρό του, ὅταν παραδέχεται ὅτι οἱ θλίψεις εἶναι ἀπαραίτητες γιὰ τὴ μεταμόρφωση του, τὴν ὁμοίωση του μὲ τὸν Χριστὸ καὶ τὴ σωτηρία του.

Ἡ καρτερική ἄρση τοῦ σταυροῦ σου εἶναι ἡ καθαρή θέαση καὶ ἐπίγνωση τῆς ἁμαρτωλότητάς σου. Σ’ αὐτὴ τὴν ἐπίγνωση δὲν ὑπάρχει αὐταπάτη. Ἀπεναντίας, ἂν ὁμολογεῖς πὼς εἶσαι ἁμαρτωλὸς ἀλλὰ βαρυγκωμᾶς γιὰ τὸν σταυρό σου, ἀποδεικνύεις πὼς ἔχεις ἐπιφανειακὴ γνώση τῆς ἀμαρτωλότητάς σου καὶ βρίσκεσαι μέσα στὴν αὐταπάτη. 
Ἡ καρτερική ἄρση τοῦ σταυροῦ σου εἶναι ἡ πραγματικὴ μετάνοια.

Καρφωμένος στὸν σταυρό, ὁμολόγησε μπροστὰ στὸν Κύριο πὼς οἱ ἀποφάσεις Του εἶναι ἀλάθητες. Κατηγόρησε τὸν ἑαυτό σου, δικαίωσε τὴν κρίση τοῦ Θεοῦ, καὶ θὰ λάβεις τὴν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν σου.

Καρφωμένος στὸν σταυρό, γνώρισε τὸν Χριστό, καὶ θ’ ἀνοιχθοῦν γιὰ σένα οἱ πύλες τοῦ παραδείσου.

Καρφωμένος στὸν σταυρό σου, δόξασε τὸν Κύριο, ἀποδιώχνοντας ὡς ἄνομο καὶ βλάσφημο κάθε λογισμὸ παραπόνου καὶ γογγυσμοῦ. Καρφωμένος στὸν σταυρό σου, εὐχαρίστησε τὸν Κύριο γι’ αὐτὸ τὸ ἀνεκτίμητο δῶρο Του τὴ δυνατότητα, δηλαδή, ποὺ σοῦ δίνει νὰ Τὸν μιμηθεῖς μὲ τὶς ὀδύνες σου.

Καρφωμένος στὸν σταυρό σου, νὰ θεολογεῖς- γιατὶ ὁ σταυρὸς εἶναι τὸ ἀληθινό σχολεῖο, τὸ μοναδικό θησαυροφυλάκιο καὶ ὁ ὕψιστος θρόνος τῆς αὐθεντικῆς θεολογίας. Δίχως σταυρὸ δὲν ὑπάρχει ζωντανὴ γνώση τοῦ Θεοῦ. «Μὴ ζητᾶς τὴν τελειότητα τοῦ νόμου τῆς ἐλευθερίας (δηλ. τοῦ Εὐαγγελίου) σὲ ἀνθρώπινες ἀρετές, γιατὶ τέλειος ἄνθρωπος μ’ αὐτὲς τὶς ἀρετὲς δὲν ὑπάρχει, ἡ τελειότητα του εἶναι κρυμμένη στὸν Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ».

Σὲ Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ μεταβάλλεται ὁ σταυρὸς τοῦ μαθητῆ τοῦ Χριστοῦ, ὅταν αὐτὸς τὸν σηκώνει μὲ εἰλικρινὴ συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητα του εὐχαριστώντας καὶ δοξολογώντας τὸν Κύριο. Ἀπὸ τὴν εὐχαριστία καὶ τὴ δοξολογία ἔρχεται ἡ πνευματικὴ παρηγοριά. 
Ἡ εὐχαριστία καὶ ἡ δοξολογία γίνονται πλούσιες πηγὲς ἀσύλληπτης καὶ ἄφθαρτης χαρᾶς, ποὺ κοχλάζει εὐεργετικά μέσα στὴν καρδιά, ξεχύνεται στὴν ψυχή, ἀπλώνεται στὸ σῶμα, κυριεύει ὅλη τὴν ὕπαρξη τοῦ ἀνθρώπου.

Ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ εἶναι γιὰ τοὺς σαρκικοὺς ἀνθρώπους ἀσήκωτος. Γιὰ τὸν μαθητὴ καὶ ἀκόλουθο τοῦ Χριστοῦ, ὅμως, εἶναι ἀστείρευτη πηγὴ ἀνέκφραστης πνευματικῆς εὐφροσύνης. Τόσο μεγάλη εἶναι αὐτὴ ἡ εὐφροσύνη, ποὺ ἐξουδετερώνει ἐντελῶς τὴ θλίψη καὶ τὸν πόνο. Ἡ νεαρὴ Μαύρα εἶπε στὸν σύζυγό της Τιμόθεο, ὅταν ἐκεῖνος, ὑπομένοντας μὲ καρτερία φοβερὰ βασανιστήρια γιὰ τὴν πίστη του στὸν Χριστό, τὴν καλοῦσε στὸ μαρτύριο: «Φοβᾶμαι, ἀδελφέ μου, νὰ μὴ δειλιάσω, ὅταν δῶ τὰ βασανιστικὰ ὅργανα καὶ τὸν ὀργισμένο ἡγεμόνα φοβᾶμαι μήπως λυγίσω, ἐπειδὴ εἶμαι νέα». 
Καὶ ὁ Τιμόθεος τῆς ἀπάντησε: «Νὰ στηρίξεις τὴν ἐλπίδα σου στὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό, καὶ τὰ βασανιστήρια θὰ γίνουν λάδι, ποὺ θὰ χυθεῖ πάνω στὸ σῶμα σου, θὰ γίνουν πνοὴ δροσιᾶς, ποὺ θὰ σὲ ἀνακουφίσει ἀπὸ τοὺς πόνους σου».

Ὁ Σταυρὸς εἶναι ἡ δύναμη καὶ ἡ δόξα τῶν Ἁγίων ὅλων τῶν αἰώνων.

Ὁ Σταυρὸς εἶναι ὁ θεραπευτὴς τῶν παθῶν καὶ ὁ ἐξολοθρευτὴς τῶν δαιμόνων. Θανατηφόρος εἶναι ὁ σταυρός τους γιὰ ὅσους δὲν φρόντισαν νὰ τὸν μεταβάλουν σὲ Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ, γιὰ ὅσους βαρυγκωμοῦν ἐνάντια στὴ θεία πρόνοια, γιὰ ὅσους παραδίνονται στὴν ἀπελπισία καὶ τὴν ἀπόγνωση. Οἱ ἁμαρτωλοὶ ποὺ δὲν ἔχουν ἐπίγνωση τῆς ἁμαρτωλότητάς τους, ἑπομένως οὔτε καὶ μετάνοια, πεθαίνουν γιὰ πάντα πάνω στὸν σταυρό τους καὶ στεροῦνται, ἀπὸ ἔλλειψη αὐτογνωσίας καὶ καρτερίας, τὴν ἀληθινὴ ζωή, τὴ ζωή μαζὶ μὲ τὸν Θεό. Οἱ ψυχές τους κατεβαίνουν ἀπὸ τὸν σταυρὸ τῶν θλίψεων μόνο νεκρές, γιὰ νὰ ριχθοῦν στὸν αἰώνιο τάφο, στὴ φυλακὴ τοῦ ἄδη.

Ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ ἀνυψώνει πάνω ἀπὸ τὴ γῆ τὸν σταυρωμένο σ᾽ αὐτὸν μαθητὴ τοῦ Χριστοῦ. Ὁ μαθητὴς τοῦ Χριστοῦ, καρφωμένος στὸν σταυρό του καὶ Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ, ἔχει τὶς σκέψεις του στραμμένες στὰ αἰώνια καὶ ἄφθαρτα ἀγαθά, μὲ τὸν νοῦ καὶ τὴν καρδιά του ζεῖ στὸν οὐρανὸ καὶ θεωρεῖ τὰ μυστήρια τοῦ Πνεύματος.

«Ὅποιος θέλει νὰ μὲ ἀκολουθήσει», εἶπε ὁ Κύριος, «ἂς ἀπαρνηθεῖ τὸν ἑαυτό του, ἂς σηκώσει τὸν σταυρό του καὶ ἂς μὲ ἀκολουθήσει». Ἀμήν.

Ὁ σταυρός μας καὶ ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ
ἀπὸ τὸ βιβλίο
Ἁγίου Ἰγνατίου Μπριαντσανίνωφ
«Ἀσκητικὲς ἐμπειρίες B´»
ἐκδ. Ἱ. Μονῆς Παρακλήτου, 
Ὠρωπός Ἀττ. 2009, σελ. 95-100

Γιατί συνιστούν οι Άγιοι Πατέρες να λέμε "Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με" και όχι "ελέησον ημάς";



«Γιατί συνιστούν οί Άγιοι Πατέρες να λέμε "Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με" και όχι "ελέησον ημάς", όπου το "ημάς" συμπεριλαμβάνει και τους άλλους; Δεν είναι εγωιστικό να νοιαζόμαστε μόνο για τον εαυτό μας, αδιαφορώντας για τους συνανθρώπους μας;»

Οί άγιοι Πατέρες προτιμούν να λέμε στον ενικό την ευχή, επειδή με τον λόγο "ελέησον με" (συχνά προσθέτουμε και "τον αμαρτωλών") δηλώνουμε συναίσθηση της αμαρτωλότητας μας, όπως και ό Δαβίδ στους ψαλμούς πολλές φορές βοά "ελέησον με", ενώ προσθέτει «ότι την άνομίαν μου εγώ γινώσκω» (Ψαλμ. ν' 5) και «την άνομίαν μου έγνώρισα και την άμαρτίαν μου ουκ έκάλυψα» (Ψαλμ. λα' 5). Το "ελέησον με" σημαίνει εξομολόγηση, αυτοέλεγχο, αύτομεμψία, αύτοσυναίσθηση της άμαρτωλότητας του προσευχομένου. 
Από τη συναίσθηση αυτή γεννιέται ή μετάνοια, ή συντριβή, οί στεναγμοί και τα δάκρυα, καθώς και πάλι μαρτυρεί ό προφητάναξ λέγοντας: «λούσω καθ' έκάστην νύκτα την κλίνην μου, εν δάκρυσί μου την στρωμνήν μου βρέξω» (Ψαλμ. στ'7).
Λέγοντας, αδελφέ, τη μικρή αυτή ευχή ("Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με"), εάν επιθυμείς να γνωρίσεις καρποφορία, οφείλεις να στέκεσαι και συ ως άλλος Δαβίδ και ως άλλος Τελώνης. Ό τελευταίος από την πολλή συναίσθηση και το στήθος ακόμη χτυπούσε, φωνάζοντας: «ό Θεός, ίλάσθητί μοι τω Αμαρτωλώ!» Κατέβηκε δε αυτός δικαιωμένος παρά ό "δίκαιος" Φαρισαίος, κατά τη μαρτυρία του Κυρίου (Λουκ. ιη'14).
Και δεν αδιαφορούμε για τους άλλους. Ίσα-ίσα, επειδή νοιαζόμαστε για τους άλλους, φροντίζουμε τόσο πολύ για τον εαυτό μας. Άκουσε πάλι παράδειγμα: 
Ας υποθέσουμε ότι είσαι άσημος και μόνος. Ξαφνικά, έρχεται κάποιος φίλος σου το ίδιο άσημος και μόνος, όπως εσύ. Πέφτει στα πόδια και σε παρακαλεί: «Φίλε μου, σε παρακαλώ, τρέξε στους ισχυρούς να παρακαλέσεις για μένα. Έχω μεγάλη ανάγκη». Τι θα κάνεις; Όσο συνδέεται ό φίλος σου με τους ισχυρούς, άλλο τόσο τους ξέρεις και συ. 
Τι βοήθεια να προσφέρεις; Ασφαλώς τίποτε.
Αν όμως αγαπάς πραγματικά τον φίλο σου, αλλά και κάθε άλλο συνάνθρωπο, θα προβληματιστείς σοβαρά. Θα σκεφθείς: «Είναι ανάγκη να συνδεθώ οπωσδήποτέ με τους αρμοδίους. Πρέπει να βοηθήσω. Θα τρέξω λοιπόν στην πόλη• θα σπουδάσω• θα μορφωθώ• θα αποκτήσω θέσεις, φήμη και καλό όνομα. Σιγά-σιγά θα συνδεθώ με τους ισχυρούς και τότε θα μπορώ άνετα να πετύχω αυτά πού θέλω».
Τώρα, νομίζω, κατάλαβες Τι εννοώ. Αν θέλεις λοιπόν και συ να βοηθήσεις πνευματικά τους συνανθρώπους σου, φρόντισε πρώτα να συμφιλιωθείς ό ίδιος με τον παντοδύναμο Σωτήρα Χριστό με μετάνοια, με εξομολόγηση και να λες μαζί με τον Δαβίδ "ελέησον με!"
«Ωραία», θα μου πεις. «Να κάνω έτσι. Ας υποθέσουμε ότι συμφιλιώθηκα και εγώ με τον Κύριο Ιησού Χριστό. "Ε, τότε, από δω και πέρα δεν είναι εγωισμός να συνεχίσω να προσεύχομαι για τον εαυτό μου λέγοντας "ελέησον με" και όχι "ελέησον ημάς";
Σωστή ή παρατήρηση σου, άκουσε όμως και την εξήγηση. Ό Απόστολος Παύλος γράφει: «Καθάπερ γαρ το σώμα εν εστίν και μέλη έχει πολλά... ύμεΐς δε έστε σώμα Χριστού και μέλη εκ μέρους» (Α' Κορ. ιβ' 12,27). "Ώστε, κατά τον "Απόστολο, «όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθημεν» αποτελούμε μέλη ενός σώματος, του οποίου κεφαλή είναι ό Χριστός. Λέει πάλι ό μέγας Παύλος: «είτε πάσχει εν μέλος, συμπάσχει πάντα τα μέλη, είτε δοξάζεται εν μέλος, συγχαίρει πάντα τα μέλη» (Α' Κορ. ιβ'26).
Για παράδειγμα, αν ό Κώστας νίκησε στα 100 ή στα 400 μέτρα και βραβεύτηκε, δεν θα δώσουμε συγχαρητήρια στα πόδια του Κώστα, αλλά στον ίδιο τον άνθρωπο. Αν πάλι τυχόν χτύπησε στον αγώνα το πόδι του, τότε δεν πονάει μόνο το πόδι, αλλά πονάει ολόκληρος.
Το ίδιο και στα πνευματικά. Αν ένα μέλος της Εκκλησίας αγιάζεται με τους πνευματικούς του αγώνες, ή ωφέλεια είναι άμεση για όλα τα μέλη της Εκκλησίας μας, εφόσον αποτελούμε ένα σώμα. Ό αγιασμός αντανακλά σε όλο το σώμα της Εκκλησίας.
Όποιος γεμίσει μέσα του με την ευχή του Ιησού μοιάζει με τα ουράνια σώματα. Ό ήλιος, για παράδειγμα, είναι αυτόφωτος, αλλά ή σελήνη είναι ετερόφωτη. Καθώς λοιπόν ή σελήνη παίρνει το φως του ήλιου, το διοχετεύει και φωτίζει τη ζοφερή νύχτα, έτσι γεμίζει και ό προσευχόμενος με το άδυτο φως του Ήλιου της Δικαιοσύνης Χριστού και το μεταδίδει και στους «εν σκότει και σκιά θανάτου καθεύδοντας αδελφούς του». 
Άλλα, όπως ή σελήνη απλώνεται σε όλη τη γη, όμως τα πυκνά νέφη αναχαιτίζουν το φως της, έτσι και ό άνθρωπος πού ζει ή επιμένει στην αμαρτία καλύπτεται από ένα σύννεφο, το όποιο σκοτίζει τον νου του και δεν μπορεί να δεχθεί μέσα του το φως της νοητής σελήνης.
Αν και συ, αδελφέ, δεν βλέπεις μέσα σου το φως του νοητού ήλιου και της σελήνης, δεν φταίει ό ήλιος ούτε ή σελήνη. Φρόντισε με τη μετάνοια να διαλύσεις τα ζοφερά νέφη και τότε θα δεχθείς άπλετο το φως των προσευχών των Αγίων μέσα σου. Και αυτές είναι εμπειρίες, πού μόνος σου θα διαπιστώσεις. Πρόκειται για τα θαύματα πού βλέπει μέσα του ό κάθε αγωνιζόμενος πιστός.
Ό Άγιος Σιλουανός του Άθω γράφει ότι, όσο στη γη υπάρχουν Άγιοι, ό κόσμος θα στέκει. Εάν ή γη σταματήσει να παράγει Αγίους, τότε έφθασε στο τέλος της.
Όταν ένας Άγιος λέει με ταπείνωση και με αίσθημα άμαρτωλότητας το "ελέησον με", αυξάνει μεν σε αγιασμό, αυξάνει όμως και ή παρρησία του ενώπιον του Θεού. Άλλα έχοντας συνείδηση ότι αποτελεί μέλος ενός σώματος και βλέποντας ότι τα περισσότερα μέλη του σώματος, δηλαδή οί περισσότεροι αδελφοί του Χριστιανοί, λόγω της αμαρτίας ασθενούν βαριά, τότε αναλαμβάνει στον εαυτό του τα βάρη των αδελφών και στενάζει σαν να είναι δικά του τα αμαρτήματα των άλλων. "Αν μάλιστα πάσχουν και άλλα μέλη από σωματική ή ψυχική ασθένεια, τότε συμπάσχει.
Ή ευχή "Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με" είναι το ρεύμα πού φορτίζει την μπαταρία. 
Πηγή είναι ό Χριστός, μπαταρία είναι ή καρδιά του ανθρώπου. Με τη μικρή αύτη ευχή ή καρδιά φορτίζεται με Χριστό, φορτίζεται συνεπώς με χριστιανικές αρετές, φορτίζεται με ζήλο, με πόθο, με ερωτά Χριστού. Πολύ φορτίζεται; Πολύ γεμίζει, πολύ χριστοποιείται. Μάλιστα σε τέτοιο βαθμό, πού να αποκτά, κατά τον όρο των αγίων Πατέρων, τον "μανικόν ένθεον έρωτα".
Όμως ό θείος αυτός έρωτας, κατά τους Πατέρες, έχει διπλή ιδιότητα: όσο περισσότερο αγαπάμε τον Θεό, τόσο περισσότερο αγαπάμε και την εικόνα Του, δηλαδή τον άνθρωπο• και όσο περισσότερο συμφιλιωθούμε με τον Δημιουργό μας, τόσο περισσότερο βοηθούμε και το δημιούργημα Του, τον συνάνθρωπο.
Λέγοντας ένας Άγιος την ευχή, στο "ελέησον με" περιλαμβάνει πολλά. "ελέησον με", εννοεί: «Στήριξέ με στην οδό του αγιασμού, όπου Εσύ με οδήγησες, μην τυχόν και πέσω», κατά τον Απόστολο. "ελέησον με", εννοεί: «Φώτισε με, οδήγησε με». "ελέησον με", εννοεί: «Βλέπεις την αγάπη μου, τη συμπόνια μου υπέρ των αδελφών μου. Ώ Κύριε, παρακαλώ, μνήσθητι πεινώντων και διψώντων, μνήσθητι όσων πάσχουν ψυχικά και σωματικά, από καρκίνο, από εγκεφαλικά, από καρδιοπάθειες, από ψυχασθένειες, από διάφορες δαιμονικές επιδράσεις. Μνήσθητι όσων κινδυνεύουν από όλα αυτά και από κάθε ενέδρα του εχθρού. 
Φύλαξε τους οικείους, τους συγγενείς, τους ομοπίστους, τους ομογενείς και όλο τον κόσμο Σου από κάθε επιβουλή του αντικειμένου». "ελέησον με", εννοεί: «Μνήσθητι πάσης επισκοπής Χριστιανών Ορθοδόξων και παντός του ιερού κλήρου και φώτισε να ορθοτομούν τον λόγον της αληθείας». Ακόμη, «μνήσθητι πάντων των έντειλαμένων εύχεσθε υπέρ αυτών και ιδιαιτέρως όσων έχουν ειδική ανάγκην».
Αν θέλεις, θα σου πω και κάτι άλλο, καθώς το έμαθα από τον αείμνηστο Γέροντα μου. «Πολλές φορές», έλεγε, «ή μπαταρία γεμίζει και ξεχειλάει». Τότε παύει αυτή ή ευχούλα και ως άλλος οδηγός φωτίζει τον νου Ή ψυχή αισθάνεται έντονα τη Θεία Παρουσία, τα μέλη παραλύουν και, πέφτοντας στα πόδια του γλυκύτατου Ιησού, αναλύεται σε έναν ποταμό δακρύων. Άλλοτε πάλι, σιωπά από δέος και θαυμασμό ή ψελλίζει ερωτικά ό,τι τη στιγμή εκείνη τη διδάσκει ό ένθεος έρωτας, δηλαδή το Πανάγιο Πνεύμα.
Και αφού κορεσθεί ή ψυχή από θεία αγάπη, τότε αυτή ή ίδια αγάπη, με τη διπλή της ιδιότητα, στρέφει το βλέμμα προς τους αδελφούς της. Τι ευκαιρία! Είναι μοναδική ή ευκαιρία τώρα πού κρατά στα χέρια τον Ποθούμενο και Παντοδύναμο. 
Και λέει: «Ω γλυκύτατε Ιησού, φως της ψυχής μου, ό μόνος πραγματικός έρως! Εγώ μεν αισθάνομαι αυτή τη στιγμή ελεημένος και πανευτυχής, όμως ένα κέντρο με κεντά. Μαζί με την αγάπη, έχω μέσα μου έναν άλλο τόσο πόνο. Βλέπω τους αδελφούς μου, βλέπω την Εκκλησία μας, βλέπω τους ανθρώπους πού πάσχουν, και δεν αντέχω. Συμπονώ και συμπάσχω. Γι' αυτό σε ικετεύω, ως Πανάγαθος και Παντοδύναμος, βοήθησε τους. Φταίνε; Το παραδέχομαι. Και ζητώ συγγνώμη. Ομολογώ το "ήμαρτον". Μέλη του σώματος μου είναι. Συνυπεύθυνος είμαι. 'Αλλά κρούω το έλεος και την άπειρη φιλανθρωπία σου. Βοήθησε! Βοήθησε!» 
Να, αγαπητέ μου, πώς ή αγάπη μας ενώνει εν Χριστώ με όλα τα μέλη της Εκκλησίας μας και πώς, με τίς προσευχές των Αγίων και όσων αγωνίζονται τον καλό αγώνα, βοήθα ό Κύριος και τα υπόλοιπα ασθενή μέλη, για τα όποια ανέχεται, μακροθυμεί και αναμένει όλων τη μετάνοια για τη σωτηρία.
Είδες, αυτές μόνο οι πέντε λέξεις της ευχούλας, που μπορούν να ανεβάσουν τον άνθρωπο; Ευχήσου και για μένα τον ράθυμο, αλλά και για όλους τους εν Χριστώ αδελφούς μας, να χτυπάμε ασταμάτητα την πόρτα του ελέους του Κυρίου μας, σίγουροι ότι θα τηρήσει την υπόσχεση Του, όταν είπε: «κρούετε, και ανοιγήσεται ύμίν» (Λουκ. ια' 9) και «ό πιστεύων έπ' αύτω ου μη καταισχυνθη» (Α' Πέτρ. β' 6). Αμήν.

Γέροντος Ιωσήφ Διονυσιάτου

ΜΙΑ ΚΟΛΑΣΜΕΝΗ ΜΙΛΑΕΙ ΑΠΟ ΤΗ ΚΟΛΑΣΗ !!

ΕΓΓΡΑΦΟ ΚΑΤΑΠΕΛΤΗΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡΟ, ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΤΕΡΟΔΙΔΑΣΚΑΛΙΕΣ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ



ΚΑΤΑΓΝΩΣΙΣ ΕΤΕΡΟΔΙΔΑΣΚΑΛΙΩΝ
Διατυπωθεισῶν ὑπὸ τῆς αὐτοῦ Θειοτάτης Παναγιότητος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου, ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΗΣ Ι. ΣΥΝΟΔΟΥ ΤΗΣ ΙΕΡΑΡΧΙΑΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ὅπως λαβοῦσα γνῶσιν διαπιστώσῃ, ἀποκηρύξῃ καὶ καταδικάσῃ αὐτὰς ὡς ἀντικειμένας τῇ ὀρθῇ διδασκαλίᾳ τῆς κατὰ Ἀνατολὰς Ὀρθοδόξου Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας.

Κατατεθεῖσα ὑπὸ τοῦ ἀρχιμ. Χρυσοστόμου Ν. Πήχου, Ἡγουμένου τῆς Ἱερᾶς Κοινοβιακῆς Μονῆς «Ἡ Ζω­ο­δόχος Πηγὴ» Λογγοβάρδας Πάρου.

Μακαριώτατε Ἀρχιεπίσκοπε Ἀθηνῶν καὶ πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερώνυμε, Πρόεδρε τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, καὶ Σεβασμιώτατοι Ἀρχιερεῖς μέλη τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς καθ᾽ ἡμᾶς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ὅπως αὐτὴ λειτουργεῖ δυνάμει τοῦ Συνοδικοῦ τόμου τοῦ 1850 καὶ τῆς Πατριαρχικῆς Πράξεως τοῦ 1928 ἐκδοθέντων ἀμφοτέρων ὑπὸ τοῦ σεπτοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου τῆς Κωνσταντινουπόλεως, Εὐλογεῖτε.

Διὰ τῆς παρούσης καταθέτω ἐνώπιόν σας, ἐνώπιον τοῦ σεπτοῦ Σώματος τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος τὸν σκανδαλισμὸν ἐμοῦ προσωπικῶς, τῆς συνοδείας μου, κληρικῶν, μοναχῶν καὶ πλήθους κόσμου, ὁ ὁποῖος κλυδωνίζεται ταρασσόμενος ὡς ὑπὸ κυμάτων πολλῶν λόγῳ τῶν ἀλλεπαλλήλων ἑτεροδιδασκαλιῶν, αἱ ὁποῖαι διετυπώθησαν κατὰ καιροὺς ὑπὸ τοῦ Παναγιωτάτου Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου μὲ ἀποκορύφωμα τὴν Ἁγίαν καὶ Μεγάλην Σύνοδον (ΑκΜΣ) τοῦ Κολυμπαρίου τῆς Κρήτης.

Ἐκ προοιμίου σᾶς ἀναφέρω, ὅτι τὰ ὅσα θὰ ἀναγνώσετε καταγγελλόμενα κατωτέρω δὲν εἶναι καρπὸς ἀντιπαθείας ἢ ἀπαρεσκείας εἰς τὸ πρόσωπον τοῦ Παναγιωτάτου οὔτε κἂν πνεῦμα ἀντιλογίας ἢ ἄλλης τινὸς κακοθυμίας ἔναντι αὐτοῦ, ἡ νόμιμος δὲ προσφυγή μου εἰς Ὑμᾶς γίνεται καθηκόντως, μὲ πρόδηλον πνευματικὴν ἀνησυχίαν, μὲ πεποίθησιν ἀληθείας καὶ ἀπὸ ἔντονον καὶ δικαιολογημένον ἐνδιαφέρον. 
Κατανοῶ ἀπολύτως ὅτι τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον τελεῖ ὑπὸ αἰχμαλωσίαν. Ἡ σῴζουσα ἀλήθεια εἰς τὴν ἡνωμένην «Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικὴν καὶ Ἀποστολικὴν Ἐκκλησίαν» εἶναι τὸ ζητούμενον, καὶ αὐτὸ ἐπιθυμοῦμε νὰ καταφανῇ χωρὶς φόβον καὶ πάθος. Ἐκ παραλλήλου ἡ ἀναίρεσις ὑφ᾽ Ὑμῶν τῶν διατυπωθεισῶν ἑτεροδιδασκαλιῶν θὰ προλάβῃ τὸ ἐπαπειλούμενον νέον σχίσμα εἰς τοὺς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας.
Ἀνασκοποῦντες λοιπὸν τὴν μέχρι σήμερον πορείαν τοῦ παναγιωτάτου Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου εἰς τὸν χῶρον τῆς Ἐκκλησίας θὰ παρουσιάσωμεν μερικὰ σημεῖα, διὰ τῶν ὁποίων στοιχειοθετοῦνται αἱ ἑτεροδιδασκαλίαι αὐτοῦ.

1.α΄) Ὁ Παναγιώτατος, ἀπὸ τὰ χρόνια διευρύνσεως τῶν σπουδῶν του, εἰς τὴν διδακτορική του διατριβὴν μὲ τίτλον «Περὶ τὴν κωδικοποίησιν τῶν Ἱ. Κανόνων καὶ τῶν κανονικῶν διατάξεων ἐν τῇ Ὀρθοδόξῳ Ἐκκλησίᾳ» ἐκθέτει τὰς ἀπόψεις του διὰ τοὺς ἱεροὺς Κανόνας ποὺ ῥυθμίζουν τὰς σχέσεις τῶν ὀρθοδόξων μὲ τοὺς ἑτεροδόξους διὰ τῶν ἑξῆς: 
«Δὲν δύναν­ται», γράφει, «νὰ ἐφαρμοσθοῦν σήμερον καὶ πρέπει νὰ τροποποιηθοῦν αἱ δι­α­τάξεις αἱ κανονίζουσαι τὰς σχέσεις τῶν Ὀρθοδόξων Χρι­στιανῶν πρὸς τοὺς ἑτεροδόξους καὶ ἑτεροθρήσκους. Δὲν δύναται ἡ Ἐκ­κλησία νὰ ἔχῃ διατάξεις ἀπαγορευούσας τὴν εἴσοδον εἰς τοὺς ναοὺς τῶν ἑτεροδόξων καὶ τὴν μετ᾽ αὐ­τῶν συμπροσευχήν, καθ᾽ ἣν στιγμὴν αὕτη διὰ τῶν ἐκ­προσώπων αὐτῆς προσ­εύχεται ἀπὸ κοινοῦ μετ᾽ αὐτῶν διὰ τὴν τελικὴν ἕνωσιν ἐν τῇ πίστει, τῇ ἀ­γάπῃ, τῇ ἐλπίδι. 
Περισσοτέρα ἀγάπη πρέπει νὰ “ἀρ­δεύσῃ” πολλὰς κανονικὰς διατάξεις πρὸς “ζωογονίαν”. Ἐπιβάλλεται τροποποίησις ὁ­ρισμένων διατάξεων ἐπὶ τὸ φιλανθρωπότερον καὶ ρεαλιστικώτερον. Ἡ Ἐκκλησία δὲν δύναται καὶ δὲν πρέπει νὰ ζῇ ἐκτὸς τόπου καὶ χρόνου».
Οἱ ἱ. Κανόνες, διὰ τοὺς ὁποίους γίνεται λόγος ἀνωτέρω, διὰ τῆς συνεχοῦς παραβάσεώς των ἔχουν καταργηθῆ ἐν τῇ πράξει. Ἡ ἑτεροδιδασκαλία ἔγινε πρᾶξις. 
Ἁπλῶς μὲ τὴν ΑκΜΣ ἔγινε προσπάθεια νὰ περιβληθῇ σιωπηλῶς μὲ συνοδικὸν κῦρος. 
Αἱ θέσεις αὐταὶ τοῦ Παναγιωτάτου δὲν ἀποτελοῦν ἑτεροδιδασκαλία, καὶ αἱ παραβάσεις ἱεροκανονικὰ παραπτώματα; Ἀσφαλῶς.

β΄) Εἰς τὸ ἀνωτέρω ἀπόσπασμα οἱ ἱ. Κανόνες χαρακτηρίζονται ὡς μὴ ἔχοντες στοιχεῖα φιλανθρωπίας καὶ ρεαλισμοῦ. Ὅτι πάσχουν ἀπὸ ξηρασίαν, καὶ θὰ ἀναζωογονηθοῦν ἐὰν ποτισθοῦν μὲ νάματα ἀγάπης. Δηλαδή, τὸ Ἅγιον Πνεῦμα παρήγαγε, τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, καρποὺς (τοὺς ἱ. Κανόνας) ἐστερημένους ζωογόνου ἀγάπης; 
Ὅμως αἱ ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν καὶ τοπικῶν Συνόδων ξεκινοῦν μὲ τὸ «Ἔδοξε τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι καὶ ἡμῖν»· πῶς εἶναι δυνατὸν αἱ ἐκφάνσεις αὐταὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος νὰ μὴ ἔχουν στοιχεῖα φιλανθρωπίας καὶ ρεαλισμοῦ, νὰ πάσχουν ἀπὸ ξηρασίαν καὶ νὰ ἔχουν ἀνάγκην ἀπὸ τὴν ζωογόνον ἀγάπην τοῦ οἰκουμενισμοῦ; 
Δὲν εἶναι αὐτὸ ἑτεροδιδασκαλία;

2.α΄) Κατὰ τὴν θρονικὴν ἑορτὴν τοῦ Φαναρίου 30-11-1998 ὁ Παναγιώτατος προσ­φωνῶν τὴν Παπικὴν ἀντιπροσωπείαν λέγει μεταξὺ ἄλλων καὶ τὰ ἑξῆς· «Σεβασμιώτατε Καρδινάλιε κύριε William Η. Keeler καὶ λοιποὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοὶ οἱ ἀποτελοῦντες τὴν Ἀντιπροσωπείαν τῆς Ἐκκλησίας Ρώμης, …
Δὲν πρέπει νὰ σπαταλήσωμεν τὸν χρόνον εἰς ἀναζητήσεις εὐθυνῶν. Οἱ κληροδοτήσαντες εἰς ἡμᾶς τὴν διάσπασιν προπάτορες ἡμῶν ὑπῆρξαν ἀτυχῆ θύματα τοῦ ἀρχεκάκου ὄφεως καὶ εὑρίσκονται ἤδη εἰς χεῖρας τοῦ δικαιοκρίτου Θεοῦ. Αἰτούμεθα ὑπὲρ αὐτῶν τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, ἀλλ’ ὀφείλομεν ἐνώπιον Αὐτοῦ ὅπως ἐπανορθώσωμεν τὰ σφάλματα ἐκείνων...
Εἴθε νὰ ἀξιώσῃ ἡμᾶς ὁ Κύριος νὰ ἴδωμεν καὶ τὴν ἀνάστασιν τῆς ἑνότητος τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας Αὐτοῦ. Ἀμήν» (περ. «Ἐπίσκεψις» τ. 563/1998, σελ. 22-29).
Παρατηροῦμεν εἰς τὸ ἀπόσπασμα αὐτό, ὅτι ἡ τοποθέτησις τοῦ Παναγιωτάτου ἔναντι τῶν ἱ. Κανόνων δὲν παραμένει ἁπλῶς ἡ ἰδία ἀλλὰ ἐπεκτείνεται ἀκόμη καὶ εἰς τὰ πρόσωπα τῶν θεοφόρων πατέρων, οἱ ὁποῖοι χαρακτηρίζονται «θύματα τοῦ ἀρχεκάκου ὄφεως». 
Οἱ ἅγιοι Πατέρες, οἱ ὁποῖοι ὡς πύργοι ἄσειστοι καὶ ὡς ἀστέρες πολύφωτοι τοῦ νοητοῦ στερεώματος, κατὰ τὸν ὑμνῳδόν, φωτίζουν τὸν δρόμον ποὺ πρέπει νὰ ἀκολουθῶμεν ὡς Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, εἶναι «θύματα τοῦ ἀρχεκάκου ὄφεως». 
Νὰ εἴπωμεν, ὅτι ὁ χαρακτηρισμὸς αὐτὸς ἐπεκτείνεται καὶ εἰς τοὺς ἀναριθμήτους μάρτυρας καὶ ὁσιομάρτυρας, οἱ ὁποῖοι μὲ τὸ τίμιον αἷμά τους ἐπότισαν καὶ ποτίζουν τὸ ἀειθαλὲς δένδρον τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως; 
Εἶναι ἢ δὲν εἶναι ἡ θέσις αὐτὴ ἑτεροδιδασκαλία;

β΄) Εἰς τὸ ἀνωτέρω ἀπόσπασμα διαβάζουμε, ὅτι ὁ Παναγιώτατος διατυπώνει ἐνώπιον τῆς Παπικῆς ἀντιπροσωπείας τὴν εὐχὴν «νὰ ἀξιώσῃ ἡμᾶς ὁ Κύριος νὰ ἴδωμεν καὶ τὴν ἀνάστασιν τῆς ἑνότητος τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας Αὐτοῦ. Ἀμήν». Δηλαδή, ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία πάσχει κατὰ τὴν ἑνότητά της καὶ δὲν εἶναι ἡ Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία, ὅπως μέχρι τώρα πιστεύομεν; 
Ἡ ἑνότης τῆς Μιᾶς Ἁγίας Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησιας εἶναι νεκρὰ καὶ περιμένει τὴν ἀνάστασίν της;

γ΄) Ὁ Παναγιώτατος τὸ 1991, ὡς μητροπολίτης Φιλαδελφείας, μιλώντας σὲ παπικούς, εἶχε διατυπώσει μίαν διαφοροποιημένην ἀπὸ τὰ Ὀρθόδοξα δεδομένα Ἐκκλησιολογίαν· «Δὲν εἶναι δυνατό», εἶπε, «νὰ θεωρήσουμε ὅτι, εἴτε ἐμεῖς οἱ Ὀρ­θόδοξοι, εἴτε ἐσεῖς οἱ Ρωμαιοκαθολικοί, ἔχουμε ἀποκλειστικὴ ἰδιοκτησία τὴν διαδοχὴ τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας» (περιοδικὸν «Ἐπίσκεψις» τ. 464/1-7-1991, σ. 9). 
Ὥστε ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, ἡ ὄντως Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία, ἀπώλεσε τὴν αὐτοσυνειδησίαν της, εἶναι νεκρὰ καὶ περιμένει διὰ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ νὰ δῇ τὴν ἀνάστασίν της; 
Εἶναι ἢ δὲν εἶναι αὐτὸ ἑτεροδιδασκαλία;

3. α΄) Ὁ Παναγιώτατος πραγματοποιῶν ἐπίσημον ἐπίσκεψιν εἰς τὸ Βατικανὸν τὴν 27-6-1995 καὶ ὁμιλῶν σὲ νεαροὺς παπικοὺς εἶπε μεταξὺ ἄλλων καὶ τὰ ἑξῆς· «Τέκνα τῆς Ἐκκλησίας ἐν Κυρίῳ εὐλογημένα καὶ ἀγαπητά..., συνεορτάζομεν ἡ Ἀνατολὴ καὶ ἡ Δύσις (ἐννοεῖ τὴν θρονικὴν ἑορτὴν τῆς ῾Ρώμης). Θεοῦ τὸ δῶρον… 
Ἑορτάζομεν, διότι εἴμεθα ἡ ἐπὶ γῆς πορευομένη κοινωνία τῶν Ἁγίων..., εἶναι δὲ ἡ ἑορτὴ τῆς Ἐκκλησίας πεπληρωμένη ὅταν εἶναι παροῦσα καὶ συνεορτάζουσα ἡ νεολαία... Ἐλάβατε διὰ τοῦ Ἁγίου Βαπτίσματος καὶ τοῦ Χρίσματος τὰ χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Φέρετε ἐν τῇ ψυχῇ καὶ τῷ μετώπῳ ὑμῶν τὰ σημεῖα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ» (περιοδικὸν «Ἐπίσκεψις» τ. 520/31-7-1995, σσ. 19, 20, 5 καὶ 6).
Δηλαδή, δὲν μᾶς χωρίζει τίποτε; Ἀπὸ πότε ἀπέκτησαν Χάριν τὰ μυστήρια τῶν Παπικῶν; Αὐτὴν τὴν παρακαταθήκην παρελάβομεν ἀπὸ τοὺς ἁγίους Ἀποστόλους καὶ τοὺς ἁγίους Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας μας; 
Δὲν εἶναι αὐτὸ ἑτεροδιδασκαλία;

4. α΄) Ὁ Παναγιώτατος κατὰ τὴν ὁμιλίαν του τὴν 4-11-1994, σὲ διαθρησκειακὴν συνάντησιν εἰς τὴν ἰταλικὴν πόλιν Riva del Garda, ὅπου ὡμίλησε σὲ παρισταμένους ἡγέτας διαφόρων θρησκειῶν, εἶπε· «Πρέπει νὰ συμβάλωμεν ὥστε νὰ φέρωμεν εἰς τὸ προσκήνιον τὰς πνευματικὰς ἀρχὰς τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, τῆς ἀδελφωσύνης καὶ τῆς εἰρήνης. 
Πράγματι, διὰ τὸν λόγον αὐτὸν συνεκεντρώθημεν ἐδῶ! Αὐτὸς εἶναι ἕνας τρόπος, διὰ τοῦ ὁποίου ἡμεῖς οἱ κληρικοὶ δυνάμεθα νὰ βοηθήσωμεν αὐτοὺς οἱ ὁποῖοι κυβερνοῦν. Ἡ βαθεῖα καὶ σταθερὰ πνευματικότης μας ἔρχεται εἰς ὀξεῖαν ἀντίθεσιν μὲ τὸν ἐγκόσμιον χαρακτῆρα τῆς συγχρόνου πολιτικῆς. …
Αὐταὶ αἱ δυνατότητες ἀνακύπτουν ἀπὸ τὴν ἰδίαν τὴν φύσιν τῆς ἰδιότητος ποὺ φέρομεν, ἄνδρες καὶ γυναῖκες, ὡς κλητοὶ τοῦ Θεοῦ. Ὡς μία κοινότης πίστεως δυνάμεθα νὰ ἀντιμετωπίσωμεν τὸν κοσμικὸν οὐμανισμὸν καὶ τὸν ἐθνικισμὸν μὲ ἀγάπην, μὲ πνεῦμα Οἰκουμενισμοῦ καὶ μὲ τὸν ὑγιῆ σεβασμόν μας πρὸς τὴν παράδοσιν. Ἀλλὰ τοῦτο δυνάμεθα νὰ ἐπιτύχωμεν μόνον ἐὰν εἴμεθα ἡνωμένοι ἐν τῷ πνεύματι τοῦ ἑνὸς Θεοῦ, “Δημιουργοῦ τῶν πάντων, ὁρατῶν τε καὶ ἀοράτων”, Ρωμαιοκαθολικοὶ καὶ Ὀρθόδοξοι, Προτεστάνται καὶ Ἑβραῖοι, Μουσουλμᾶνοι καὶ Ἰνδουϊσταί, Βουδδισταὶ καὶ Κομφουκιανισταί…» (περιοδικὸν «Ὀρθοδοξία» τοῦ Πατριαρχείου, τ. Ὀκτωβρ.-Δεκεμβρίου 1994, κατὰ μετάφρασιν). Ἀγαστὴ συνεργασία τῶν κληρικῶν μὲ τοὺς κυβερνήτας τῶν λαῶν ὑπὸ τὸ προπέτασμα τῆς ἀγάπης!
Δηλαδή, ὁ Ἥλιος τῆς δικαιοσύνης Χριστὸς ἔχασε τὸ φῶς του, τὰς πνευματικάς του ἀξίας, ἔγινε φανάρι ποὺ τρεμοσβήνει, καὶ αὐτὸ ποὺ μᾶς ἀπέμεινεν εἶναι «νὰ φέρωμεν εἰς τὸ προσκήνιον τὰς πνευματικὰς ἀρχὰς τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, τῆς ἀδελφωσύνης καὶ τῆς εἰρήνης»; 
Εἰς τὸ ἀνωτέρω ἀπόσπασμα καλεῖ νὰ ἑνωθοῦν «ἐν τῷ πνεύματι τοῦ ἑνὸς Θεοῦ, “Δημιουργοῦ τῶν πάντων, ὁρατῶν τε καὶ ἀοράτων”, Ρωμαιοκαθολικοὶ καὶ Ὀρθόδοξοι, Προτεστάνται καὶ Ἑβραῖοι, Μουσουλμᾶνοι καὶ Ἰνδουϊσταί, Βουδδισταὶ καὶ Κομφουκιανισταί…». Κύριε, ἐλέησον!... Δηλαδὴ εἰς τὸν ἴδιον Θεὸν πιστεύουν Χριστιανοί, Μουσουλμᾶνοι, Ἰνδουϊσταί, Βουδισταὶ καὶ Κομφουκιανισταί…; 
Δὲν εἶναι αὐτὸ ἑτεροδιδασκαλία;
Δυστυχῶς ἡ Ἐκκλησιολογία τοῦ Παναγιωτάτου πάσχει· δὲν εἶναι Ὀρθόδοξος, εἶναι Οἰκουμενιστική.

β΄) Ὁμιλῶν ὁ Παναγιώτατος τὴν 20-12-2001 εἰς τὴν Α΄ Διαθρησκειακὴν Συνάντησιν τῶν Βρυξελλῶν καὶ ἀπευθυνόμενος σὲ ἐκπροσώπους τῶν τριῶν μονοθεϊστικῶν θρησκειῶν χρησιμοποίησε ὁμοειδῆ Θεολογία καὶ διὰ τοὺς ἀλλοθρήσκους (Ἰουδαϊσμοῦ, Μουσουλμανισμοῦ, Χριστιανισμοῦ) καὶ εἶπε· «Παρακαλοῦμεν θερμῶς ἑαυτοὺς καὶ ἀλλήλους νὰ δώσωμεν εἰς τοὺς πιστούς μας καὶ τὸν κόσμον ὅλον ἀνόθευτον τὸ εἰρηνοποιὸν μήνυμα τοῦ ἑνὸς καί μόνου ἀληθινοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος μᾶς συνεκέν­τρωσεν ἐν τῇ ἀγάπῃ Του ἐνταῦθα. …
Ἡμεῖς οἱ πιστεύοντες εἰς ἕνα προ­σω­πι­κὸν Θεὸν ἔχομεν τὴν ἐμπειρίαν τῆς ἀγάπης Αὐτοῦ καὶ τῆς εἰρήνης, ἡ ὁποία ἐγκαθίσταται εἰς τὴν ψυχήν μας καὶ πληροῖ καὶ ἀναπαύει αὐτήν, ὅταν ἀποκαθίσταται ἡ κοινωνία τῶν προσωπικῶν ὑπάρξεων τοῦ ταπεινοῦ ἀνθρώπου καὶ τοῦ μεγάλου Θεοῦ… 
Ἐὰν σταθῶμεν μὲ τὸ προσῆκον δέος ἀπέναντι τῶν προσωπικῶν ἀναζητήσεων ἑκάστης ψυχῆς, ἡ ὁποία, γεννηθεῖσα εἰς ὡρισμένην θρησκευτικὴν παράδοσιν, ἀνοίγει τὰς πτέρυγάς της διὰ νὰ πετάξῃ εἰς ἀναζήτησιν τοῦ Ἠγαπημένου, ἀντιλαμβανόμεθα ὅτι ἔχομεν ἀνθρώπινον χρέος νὰ σεβασθῶμεν ἀπολύτως τὴν προσωπικὴν πορείαν ἑκάστου πρὸς τὴν ὑπερτάτην ἀγάπην. Τότε ἐναγκαλιζόμεθα ἐν εἰρήνῃ τὴν ψυχὴν αὐτὴν καὶ παρακολουθοῦμεν ἐν ἄκρᾳ σιωπῇ καὶ προσευχῇ τὴν πορείαν της, εἴτε συμβαδίζει μὲ ἡμᾶς (τοὺς Χριστιανοὺς) εἴτε ἀκολουθεῖ ἄλλον δρόμον (λ.χ. τὸν Ἰουδαϊσμὸν ἢ τὸ Ἰσλάμ), διότι ὁ Ἠγαπημένος Θεός, ὁ Κύριός της, τὴν ἀναμένει καὶ θὰ τῆς δείξῃ τὸν δρόμον. 
Δὲν χρειάζεται ἀπὸ μέρους ἡμῶν οὐδεμία βία, οὐδεμία πίεσις, μόνον στοργὴ καὶ εἰρήνη» (περιοδικὸν «Ἐπίσκεψις» τ. 603/31-12-2001).
Ἔχουν λοιπὸν καὶ οἱ Ἑβραῖοι καὶ οἱ Μουσουλμᾶνοι τὴν ἐμπειρίαν τοῦ ἑνὸς προσωπικοῦ Θεοῦ, τοῦ πλήρους ἀγάπης ἀληθινοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ; Ἔτσι κατανοεῖ ὁ Παναγιώτατος τὸ «Τζιχάντ» τῶν μουσουλμάνων ἢ τὰς ἐκκαθαριστικὰς ἐπιχειρήσεις τῶν Ἰσραηλιτῶν; 
Ἡ θεολογία τοῦ Παναγιωτάτου δὲν εἶναι Ὀρθόδοξος. Εἶναι ἐπηρεασμένη ἀπὸ τὴν βλάσφημον θεωρίαν τῶν Ἀβρααμικῶν θρησκειῶν, τὴν ὁποίαν διετύπωσεν ὁ Γάλλος Ἰσλαμολόγος Louis Massignon (1883-1962), δι᾽ αὐτὸ καὶ ἡ θεολογία του παρεκκλίνει ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξον τοιαύτην. 
Δὲν εἶναι αὐτὸ ἑτεροδιδασκαλία;

5. α΄) Συνεπὴς πρὸς τὴν καινοφανῆ ἐκκλησιολογίαν του, ὁ Παναγιώτατος ἔχει παραιτηθῆ ἀπὸ τὴν θεόθεν καθωρισμένην ἀποστολὴν τῆς Ἐκκλησίας «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτούς…» (Ματθ. 28,19). Δὲν ἐπιδιώκει νὰ ὁδηγήσῃ ἑ­τεροδόξους καὶ ἑτεροθρήσκους εἰς τὴν ἀλήθειαν τοῦ Εὐαγγελίου. 
Τὸ διεκήρυξε «γυμνῇ τῇ κεφαλῇ» εἰς τὸ Durban τῆς Ν. Ἀφρικῆς τὴν 17-3-2001 σὲ μήνυμά του μὲ τὴν εὐκαιρίαν Παγκοσμίου Διασκέψεως λέγοντας· 
«Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία δὲν ἐπιδιώκει νὰ πείσῃ τοὺς ἄλλους περὶ συγκεκριμένης τινὸς ἀντιλήψεως τῆς ἀληθείας ἢ τῆς ἀποκαλύψεως, οὔτε ἐπιδιώκει νὰ τοὺς μεταστρέψῃ εἰς συγκεκριμένον τινὰ τρόπον σκέψεως» (ἱστοσελίδα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἐσθονίας· www.orthodoxa.org/GB/patriarchate/speech/­statement.htm). 
Εἰς τὴν θείαν ὅμως λειτουργίαν τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, εἰς τὴν εὐχὴν ποὺ ἀκολουθεῖ ἀμέσως μετὰ τὸν καθαγιασμόν, παρακαλοῦμεν τὸν Κύριον λέγοντες· «τοὺς ἐσκοτισμένους ἐπισυνάγαγε· τοὺς πεπλανημένους ἐπανάγαγε καὶ σύναψον τῇ ἁγίᾳ σου καθολικὴ καὶ ἀποστολική Ἐκκλησία». Πῶς θὰ γίνῃ αὐτό; διὰ τῆς σιωπῆς καὶ ὄχι διὰ τῆς μαθητείας καὶ τοῦ κηρύγματος; Διὰ τῆς σιωπῆς θὰ γίνῃ ἡ εἰσδοχὴ τῶν ἑτεροδόξων καὶ τῶν ἑτεροθρήσκων εἰς τὴν Ἐκκλησίαν Του; Ἀσφαλῶς ὄχι. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος γράφει «ἡ πίστις ἐξ ἀκοῆς, ἡ δὲ ἀκοὴ διὰ ρήματος Θεοῦ» (Ρωμ. 10, 17). Εἰς τὴν Κόρινθον ὁ ἴδιος Ἀπόστολος λαμβάνει συγκλονιστικὸν μήνυμα ἀπὸ τὸν Κύριον· «... μὴ φοβοῦ, ἀλλὰ λάλει καὶ μὴ σιωπήσῃς» (Πραξ. 18, 9). Δὲν εἶναι ἡ θέσις αὐτὴ τοῦ Παναγιωτάτου καταστρατήγησις Κυριακῆς ἐντολῆς; 
Δὲν εἶναι αὐτὸ ἑτεροδιδασκαλία;

β΄) Ὁ Παναγιώτατος προσφέρει ὡς δῶρον τὸ Κοράνιον καὶ τὸ ὀνομάζει ἱερὸν καὶ ἅγιον. Τὴν 29-10-2009 μετέβη εἰς τὴν Ἀτλάντα τῶν Η.Π.Α., ἐπισκέφθηκε τὸν πρόεδρον τῆς Coca-Cola κ. Muhtar Kent καὶ τοῦ προσέφερεν ἕνα Κοράνιον λέγοντας· «Ἔχω ἕνα μικρὸ ἀναμνηστικό. Μικρὸ καὶ σπουδαῖο. Ἀναμνηστικὸ (γιὰ) τὸν Muhtar. Αὐτὸ εἶναι τὸ Ἅγιο Κοράνιο, τὸ ἱερὸ βιβλίο τῶν μουσουλμάνων ἀδελφῶν μας» (www.youtube.com/watch?v=­5p7DqpeTJM8). 
Δυστυχῶς τὴν χειρονομίαν αὐτὴν τὴν ἐμιμήθησαν καὶ ἄλλοι Ἀρχιερεῖς ἐπὶ μεγάλῳ σκανδαλισμῷ τῶν ὀρθοδόξων πιστῶν.

γ΄) Τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον προωθεῖ τὸν κοινὸν ἑορτασμὸν τοῦ Πάσχα μεταξὺ Ὀρθοδόξων καὶ Παπικῶν. Τὸν κοινὸν ἑορτασμὸν προωθοῦσε ἀρχικὰ τὸ Βατικανὸν ἀπὸ τὸ 1960, τὸν στόχον του ὅ­μως αὐτὸν τὸν ἐπισημοποίησε κατὰ τὴν Β´ Βατικανὴν Σύνοδον (1965) καὶ τὸν ἀπεδέ­χθη ὁ μακαριστὸς πατριάρχης Ἀ­θηναγόρας, ὁ ὁποῖος ἔγινεν ἔνθερμος ὑποστηρικτὴς τῆς ἰδέας αὐτῆς. Τὸ Οἰκουμενικὸν Πατρι­αρχεῖον μὲ τὴν ὑπ᾽ ἀριθμ. 150 πρωτ. 420/26-5-1995 ἐγκύκλιόν του ἔκανε λόγον διὰ «τὸν καθορισμὸν κοινῆς ἡμερομηνίας ἑορτασμοῦ ὑφ᾽ ἁπάντων τῶν χριστιανῶν τῆς Μεγάλης ἑορτῆς τοῦ Ἁγίου Πάσχα». Ἀγνοεῖ ὁ Παναγιώτατος ἢ περιφρονεῖ τὰ περὶ τούτου διακελευόμενα ὑπὸ τῶν Ἁγίων Πατέρων καὶ τῶν Ἱερῶν Κανόνων;
6. ῾Ο Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης Βαρθολομαῖος σὲ παλαιότερον δημοσίευμά του εἰς τὸ Ρωμαιοκαθολικὸν περιοδικὸν «The National Catholic Reporter» (in the January 21, 1977) ἔγραψε τὰ ἑξῆς ἀποκαλυπτικὰ τῶν προθέσεών του διὰ τὴν μέλλουσαν νὰ συνέλθῃ Πανορθόδοξον Σύνοδον: «Οἱ δικοί μας στόχοι εἶναι ἴδιοι μὲ αὐτοὺς τοῦ πάπα Ἰωάννου 23ου νὰ ἐκσυγχρονίσωμεν τὴν Ἐκκλησίαν καὶ νὰ προωθήσωμεν τὴν ἑνότητα τῶν Χριστιανῶν. Ἐπίσης, ἡ Σύνοδος θὰ σημάνῃ τὸ ἄνοιγμα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησί́ας εἰς τὰς μὴ Χριστιανικὰ́ς θρησκείας καὶ εἰς ὁλό́κληρον τὴν ἀνθρωπό́τητα. Αὐτὸ́ σημαί́νει μί́αν νέ́αν στάσιν ἔ́ναντι τοῦ Ἰσλά́μ, τοῦ Βουδισμοῦ́, τοῦ σύγχρόνου πολιτισμοῦ́ καὶ ὅ́σον ἀφορᾷ́ τὰς ἐπιδιώ́ξεις διὰ ἀδελφό́τητα χωρὶ́ς ρατσιστικὰ́ς διακρί́σεις ... μὲ ἄ́λλα λό́για θὰ σημά́νῃ τὸ τέ́λος δώ́δεκα αἰώ́νων ἀπομονώσεως τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησί́ας». 
Συνεπῶς «ὅπερ ἔδει δεῖξαι»!
Tὸ Ἀγγλικὸ κείμενο ἔχει ὡς ἑξῆς· In an article dating back from when Ecumenical Patriarch Bartholomew was still a Metropolitan, in the journal The National Catholic Reporter, the Patriarch said the following, revealing his intentions for the Pan-Orthodox Council: “Our aims are the same an John's (Pope John XXIII): to update the Church and promote Christian unity... The Council will also signify the opening of the Orthodox Church to non-Christian religions, to humanity as a whole. This means a new attitude toward Islam, toward Buddhism, toward contemporary culture, toward aspirations for brotherhood free from racial discrimination...in other words, it will mark the end of twelve centuries of isolation of the Orthodox Church.”[4]
[4] “Council Coming for Orthodox", interview by Desmond O'Grady, The National Catholic Reporter, in the January 21, 1977 edition. See also: http://orthodoxinfo.com/ecumenism/towards.aspx.

Μακαριώτατε, Ἅγιοι Συνοδικοί.
Ἐκ τῶν παρατεθέντων ἀνωτέρω σταχυολογημάτων ἀποδεικνύεται, ὅτι ὁ Παναγιώτατος Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαῖος εἶχε τὴν ἀτυχῆ ἔμπνευσιν νὰ διατυπώσῃ ἑτεροδιδασκαλίας καὶ νὰ ὑποπέσῃ οὕτως εἰς σωρείαν ἱεροκανονικῶν παραβάσεων, αἱ ὁποῖαι καταδικάζονται ὑπὸ τῶν κατωτέρω παρατιθεμένων ἱερῶν Κανόνων.

στ΄ Κανὼν τῆς Β΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου: «Αἱρετικοὺς δὲ λέγομεν, τούς τε πάλαι τῆς Ἐκκλησίας ἀποκηρυχθέντας, καὶ τοὺς μετὰ ταῦτα ὑφ᾽ ἡμῶν ἀναθεματισθέντας· πρὸς δὲ τούτοις, καὶ τοὺς τὴν πίστιν μὲν τὴν ὑγιῆ προσποιουμένους ὁμολογεῖν, ἀποσχίσαντας δὲ καὶ ἀντισυνάγοντας τοῖς κανονικοῖς ἡμῶν ἐπισκόποις».

ι΄ Ἀποστολικός· «Συμπροσευχὴ μεθ᾽ αἱρετικοῦ ἢ ἀφωρισμένου δι᾽ ἀφορισμοῦ τιμωρεῖται».
με΄ Ἀποστολικός· «Συμπροσευχὴ μεθ᾽ αἱρετικῶν συνεπάγεται ἀφορισμὸν διὰ κληρικούς, ἀλλ᾽ οὗτοι ἐπὶ πλέον καθαιροῦνται ἐὰν δεχθῶσι τοὺς αἱρετικοὺς ὡς κληρικούς».
ξδ΄ Ἀποστόλων· «Συμπροσευχὴ μεθ᾽ αἱρετικῶν συνεπάγεται ἀφορισμὸν οἴκοι. 
Ἐὰν γίνῃ εἰς συναγωγὴν Ἑβραίων ἢ αἱρετικῶν, συνεπάγεται καθαίρεσιν διὰ κληρικὸν καὶ ἀφορισμὸν διὰ λαϊκόν».

στ΄ Λαοδικείας· «Αἱρετικοὶ μὴ ἀπαρνούμενοι τὴς αἵρεσιν ἑαυτῶν ἐμποδίζονται εἰσελθεῖν εἰς Ναὸν Ὀρθόδοξον».

ξη΄ Ἀποστόλων· «Χειροτονία, βάπτισμα κ.λπ. μυστήρια αἱρετικῶν ἄκυρά εἰσι».

ιδ΄ Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου· «Γάμος μεθ᾽ αἱρετικῶν ἢ ἀλλοθρήσκων ἀπαγορεύεται».
ρλα΄, ρλβ΄, ρλγ΄ τῆς ἐν Καρθαγένῃ Τοπικῆς Συνόδου (418 ἤ 419 μ.Χ.)· κανόνες οἱ ὁποῖοι ὑπενθυμίζουν τὸ ἱερὸν χρέος τῶν Ἐπισκόπων τῆς ἐπαναφορᾶς τῶν αἱρετικῶν (τῶν πεπλανημένων) εἰς τοὺς κόλπους τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.

ζ΄ Ἀποστόλων· «Εἴτις Ἐπίσκοπος ἢ Πρεσβύτερος ἢ Διάκονος τὴν ἁγίαν τοῦ Πάσχα ἡμέραν πρὸ τῆς ἐαρινῆς ἰσημερίας μετὰ Ἰουδαίων ἐπιτελέσῃ, καθαιρείσθω».

Ἐπειδὴ πιστεύομεν ὅτι τὸ Πανάγιον Πνεῦμα δὲν συνηγορεῖ εἰς τὴν καταπάτησιν τῶν ἱερῶν Κανόνων, οἱ ὁποῖοι ὑπὸ τὴν ἐπίπνοιάν Του διετυπώθησαν ἀπὸ τοὺς ἁγίους καὶ θεοφόρους Πατέρας, οἱ ὁποῖοι οὐδέποτε ὑπῆρξαν θύματα τοῦ ἀρχεκάκου ὄφεως.
Ἐπειδὴ πιστεύομεν ὅτι οἱ Κανόνες τῶν Ἱερῶν Σύνόδων εἶναι Ἁγιοπνευματικοὶ καὶ διατυπώθηκαν ἀπὸ τοὺς ἁγίους Πατέρας μὲ φιλανθρωπίαν, ἀγάπην καὶ ρεαλισμόν, αἰσθανόμεθα δὲ τὴν ζωογόνον δρόσον καὶ τὴν διαχρονικότητά των ὅταν καλούμεθα νὰ τοὺς ἐφαρμόσωμεν, χωρὶς νὰ χρειάζωνται ἀναζωογόνησι ἀπὸ τὴν παναίρεσιν τοῦ Οἰκουμενισμοῦ.
Ἐπειδὴ φρονοῦμεν ὅτι διὰ τῶν ἀνωτέρω ἑτεροδιδασκαλιῶν καὶ τῶν ἱεροκανονικῶν παραπτωμάτων τοῦ Παναγιωτάτου ἐπέρχεται μεγάλος σκανδαλισμὸς τῶν πιστῶν, Κληρικῶν καὶ λαϊκῶν, μὲ ὁρατὸν πλέον τὸν κίνδυνον σχίσματος εἰς τὴν Ἐκκλησίαν τῆς Ἑλλάδος.
Ἐπειδὴ πιστεύομεν ὅτι, ἀκολουθοῦν καὶ μερικοὶ ἄλλοι κληρικοὶ τὸν Παναγιώτατον εἰς τὰς ἱεροκανονικὰς του παραβάσεις καὶ ὑπάρχῃ κίνδυνος αὐτὸ νὰ γενικευθῇ καὶ νὰ γίνͺῃ θεσμὸς εἰς τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν.
Ἐπειδὴ διὰ τῆς συγκλήσεως τῆς ΑκΜΣ, τῆς ὑπὸ ἐξωεκκλησιαστικῶν παραγόντων –ὅπως ἀπεδείχθη– ἐπιβληθείσης, ἔγινε προσπάθεια νὰ περιβληθοῦν μὲ Συν­οδικὸν κῦρος ὅλα τὰ μέχρι σήμερα ἀντικανονικῶς λεχθέντα καὶ πραχθέντα ὑπὸ τοῦ Παναγιωτάτου Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου, διὰ νὰ μένουν ἀναντίρρητα εἰς διηνεκές.

ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ
Παρακαλοῦμεν τὴν Ἁγίαν καὶ Ἱ. Σύνοδον τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ὅπως συσκεφθεῖσα καθ᾽ ἑαυτὴν διαπιστώσῃ καὶ κάνῃ δεκτὴν τὴν κατάγνωσιν τῶν ἀνωτέρω ἑτεροδιδασκαλιῶν, ἀποκηρύξῃ δὲ καὶ καταδικάσῃ αὐτὰς ὡς ἀντικειμένας τῇ ὀρθῇ διδασκαλίᾳ τῆς κατὰ Ἀνατολὰς Ὀρθοδόξου Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας καὶ ἐφαρμοσθῶσι τὰ ὑπὸ τῶν ἱερῶν Κανόνων προβλεπόμενα, μὲ ἀπώτερον σκοπὸν νὰ κοπάσῃ ὁ κλυδωνισμὸς ὄχι μόνον τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἀλλὰ καὶ ὅλης τῆς ἀνὰ τὴν οἰκουμένην Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.
Πλείονα στοιχεῖα θὰ καταθέσω διὰ λεπτομεροῦς Ὑπομνήματός μου, ὅταν κληθῶ ὑπὸ τοῦ Ἀνακριτοῦ. Μάρτυρας προτείνω τοὺς κατωτέρω:

ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΑΣ: 
Σεβ. Μητροπολίτην Κονίτσης κ. Ἀνδρέαν, ΚΟΝΙΤΣΑΝ,
Σεβ. Μονεμβασίας καὶ Σπάρτης κ. Εὐστάθιον ΣΠΑΡΤΗΝ,
Σεβ. Μητροπολίτην Ἠλείας κ. Γερμανόν, ΠΥΡΓΟΝ,
Σεβ. Ναυπάκτου κ. Ἱερόθεον, ΝΑΥΠΑΚΤΟΝ,
Σεβ. Μητροπολίτην Πειραιῶς κ. Σεραφείμ, ΠΕΙΡΑΙΑ,
Σεβ. Μητροπολίτην Ν. Σμύρνης κ. Συμεών, Ν. ΣΜΥΡΝΗΝ,
Σεβ. Μητροπολίτην Γλυφάδας κ. Παῦλον, ΓΛΥΦΑΔΑ,
Σεβ. Μητροπολίτην Κυθήρων κ. Σεραφείμ, ΚΥΘΗΡΑ,
Σεβ. Μητροπολίτην Αἰτωλίας κ. Κοσμᾶν, ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΟΝ,
Σεβ. Μητροπολίτην Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως κ. Ἰερεμίαν, ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΙΝ,
Σεβ. Μητροπολίτην Μόρφου κ. Νεόφυτον - ΜΟΡΦΟΥ Κύπρου,
Σεβ. Μητροπολίτην Λεμεσοῦ κ. Ἀθανάσιον - ΛΕΜΕΣΟΝ Κύπρου,
Σεβ.Μητροπολίτην Ἀντινόης Παντελεήμονα Λαμπαδάριον ΚΑΛΥΜΝΟΝ <metropolitanantinoes@gmail.com>.

ΚΑΘΗΓΗΤΑΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ:
Πρωτοπρεσβύτερον π. Γεώργιον Μεταλληνόν, Ὁμ. Καθηγητὴν τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν,
Πρωτοπρεσβύτερον π. Θεόδωρον Ζήσην, Ὁμ. Καθηγητὴν τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Α.Π.Θ.,
κ. Δημήτριον Τσελεγγίδην, Ὁμ. Καθηγητὴν Δογματικῆς τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Α.Π.Θ.,
ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥΣ - ΙΕΡΕΙΣ - ΜΟΝΑΧΟΥΣ:
Ἀρχιμ. π. Ἀθανάσιον Ἀναστασίου, Προηγούμενον τῆς Ἱ. Μονῆς τοῦ Μεγάλου Μετεώρου, Καλαμπάκαν,
Ἀρχιμ. π. Μάξιμον Καραβᾶν, Ἡγούμενον Ἱ. Μονῆς Ἁγ. Παρασκευῆς Μηλοχωρίου Ἑορδαίας, Πτολεμαΐδα
Ἀρχιμ. π. Γρηγόριον Χατζηνικολάου, Ἡγούμενον Ἱ. Μονῆς Ἁγ. Τριάδος Γατζέας Βόλου,
Ἀρχιμ. π. Σαράντην Σαράντον, Διδάκτορα τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, Ἀμαρούσιον
Ἀρχιμ. π. Νικόδημον Πετρόπουλον, Προϊστάμενον ἱ. Ν. Ἁγίου Παύλου Πατρῶν - Πάτρας,
Ἀρχιμ. π. Παῦλον Δημητρακόπουλον, Θεολόγον (Mr Θεολογίας), Διευθυντὴν τοῦ Γραφείου Αἱρέσεων τῆς Ἱ. Μητροπόλεως Πειραιῶς, Πειραιᾶ
Ἀρχιμ. π. Ἰωὴλ Κωνστάνταρον, Ἱεροκήρυκα, Ἱ. Μητροπόλεως Κονίτσης, Κόνιτσαν,
Ἀρχιμ. π. Κύριλλον Κωστόπουλον, (Dr. Θεολογίας) Ἱεροκήρυκα Ἱ. Μητροπόλεως Πατρῶν, Ἀσημάκη Φωτήλα 14-16 - τ.κ. 262 24 Πάτρας,
Πρωτ/ρον π. Πέτρον Heers, διδάκτορα τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Α.Π.Θ, e-mail: info@ uncutmountain.com,
Πρωτ/ρον π. Ἀναστάσιον Γκοτσόπουλον, Θεολόγον, (Μr. Θεολογίας), ἐφημέριον Ἱεροῦ Ναοῦ Ἁγίου Νικολάου Πατρῶν, Πάτρας,
Πρωτ/ρον π. Ἄγγελον Ἀγγελακόπουλον, Θεολόγον, κληρικὸν τῆς Ἱ. Μητροπόλεως Πειραιῶς, Πειραιᾶ
ὁσ. Μοναχὸν Ἀρσένιον Βλιαγκόφτην, Ἱ. Μονὴν Ἁγ. Ἀρσενίου Καπαδόκου, Βατοπέδι Χαλκιδικῆς.
ὁσ. Μοναχὸν Ἐπιφάνιον Καψαλιώτην, Καψάλαν Ἁγίου Ὄρους, Καρυὰς
ὁσ. Μοναχὸν Δαμασκηνόν, Κελλίον Φιλαδέλφου Ἁγίου Ὄρους, Καρυὰς
ΘΕΟΛΟΓΟΥΣ:
κ. Σταῦρον Μποζοβίτην, Θεολόγον – Συγγραφέα, μέλος τῆς Ἀδελφότητος Θεολόγων «Ὁ Σωτήρ», - Ἰσαύρων 42, Ἀθήνας
κ. Νικόλαον Σαββόπουλον, Θεολόγον, Ἐπιδαύρου 1, Ἁλμυρὴ Γαλατακίου, 201 00 Κόρινθον
κ. Δημήτριον Ρίζον, τηλ. 23850-28940, Φλώριναν,
κ. Ἰωάννην Τάτσην, Καρτάλη 12Α, 453 32 Ἰωάννινα, thriskeftika.­blogspot.­com/. τηλ. 26510-68589
ΘΕΟΛΟΓΟΥΝΤΑΣ:
κ. Δημήτριον Νατσιόν, Διδάσκαλον, Μεσημβρίας 20, 611 00 Κιλκὶς
κ. Βασίλειον Κερμενιώτην, Ἐκπαιδευτικόν, Κ. Ἀδαμοπούλου 11, 502 00 Πτολεμαΐδα

Λογγοβάρδᾳ τῇ 25 Φεβρουαρίου 2017
Μνήμη τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρὸς ἡμῶν Τα-
ρασίου, Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως

Μετὰ σεβασμοῦ
† Ἀρχιμ. Χρυσόστομος Ν. Πῆχος
Ἡγούμενος Ἱερᾶς Κοινοβιακῆς Μονῆς
«Ἡ Ζωοδόχος Πηγὴ» Λογγοβάρδας
Πάρου

Επιστολή πιστών στο Μητροπολίτη Ηλείας Γερμανό για τη Σύνοδο της Κρήτης



Σεβασμιώτατε 'Αγιε Ηλείας

Αποστέλλουμε προς την πατρική σας αγάπη την παρούσα επιστολή,με την παράκληση όπως ευαρεστηθείτε να μελετήσετε το θέμα της παναιρέσεως του Οικουμενισμού και ειδικότερα τις αποφάσεις της λεγομένης Αγίας και Μεγάλης Συνόδου η οποία συνήλθε στο Κολυμπάρι της Κρήτης (26/06/6016). 
Η εν λόγω Σύνοδος δια των δεσμευτικών αποφάσεών της έχει αμέσους σωτηριολογικές επιπτώσεις επί του όλου σώματος της Εκκλησίας και της σωτηρίας των ψυχών, υπέρ ών Χριστός απέθανε.
Παρακαλούμε και πάλι,με αγάπη Χριστού,όπως συντόμως λάβετε ξεκάθαρη θέση επί 
των αποφάσεων της Συνόδου. Εαν δηλαδή είναι Ορθόδοξες ή αιρετικές, εαν συμφωνούν με τα Δόγματα και την Θεολογία των Αγίων Πατέρων της Εκκλησίας και εαν ο Πάπας και οι λοιποί αιρετικοί αποτελούν Εκκλησίες.

Το Χριστεπώνυμο πλήρωμα της Εκκλησίας των ευσεβών και Ορθοδόξων Χριστιανών της Μητροπόλεως Ηλείας αναμένει με ιδιαίτερη αγωνία να ακούσει την φωνή σας.
Σας υπενθυμίζουμε την απάντηση της Συνόδου των Ορθοδόξων Πατριαρχών εν έτει 1848 προς τον Πάπα Πίο ότι: <<υπερασπιστής της Θρησκείας είναι το σώμα Εκκλησίας,ήτοι αυτός ο λαός,ο οποίος θέλει το Θρήσκευμα αυτού αιωνίως αμετάβλητον και όμοιον με αυτό το των Αγίων Πατέρων αυτού>> 

Μετά τιμής
Χριστεπώνυμο πλήρωμα της Μητροπόλεως Ηλείας
Ακολουθούν ονόματα και υπογραφές

Η συλλογή υπογραφών συνεχίζετε.

Χριστιανός καί Σταυρός

Χριστιανός σημαίνει μικρός Χριστός κι ὁ Χριστός εἶναι ὁ Ἐσταυρωμένος, ἄρα χριστιανός εἶναι ὁ ἄνθρωπος τοῦ σταυροῦ.
Γι᾿ αὐτό εἶναι ἀνάρμοστο καί ξένο στόν χριστιανό νά ἀναζητᾶ τίς εὐκολίες καί τήν ἀνάπαυση.
Ὁ Κύριός σου καρφώθηκε στό σταυρό κι ἐσύ ἐπιζητᾶς τήν ἄνεση καί ζῆς μέ πολυτέλεια;
Ἄν ἀγαπᾶς τόν Κύριό σου, πέθανε ὅπως Ἐκεῖνος.
Σταύρωνε τόν ἑαυτό σου, ἔστω κι ἄν δέν σέ σταυρώνει κανείς.
Καί σταυρός εἶναι ὁ ἀγώνας ἐναντίον τῆς κακίας καί τῆς ζήλειας σου.
Σταυρώνεις τό «ἐγώ» σου, ὅταν ἀρνεῖσαι νά ἱκανοποιήσεις τίς κακές ἐπιθυμίες σου.
Κρεμᾶς τόν ἑαυτό σου στό σταυρό, ὅταν ἀφήνεις τόν Θεό νά κατευθύνει τή ζωή σου χωρίς τίς δικές σου λογικές παρεμβάσεις.
Πεθαίνεις σάν τόν Κύριό σου, ὅταν ὑποτάσσεσαι στό θέλημά του χωρίς τά ἀτέλειωτα «γιατί».
Ὁ Κύριος ζήτησε καί ζητᾶ νά τόν ἀκολουθήσουν ὅσοι εἶναι ἀποφασισμένοι νά σηκώσουν τό σταυρό τους, ὅσοι εἶναι ἕτοιμοι νά πεθάνουν, νά ἀρνηθοῦν τίς ἀπολαύσεις καί τήν τρυφή.
Ὅποιος ἀγαπᾶ τήν ἀσφάλεια καί τίς ἡδονές τῆς παρούσης ζωῆς εἶναι ἐχθρός τοῦ σταυροῦ, τοῦ σταυροῦ πού ὁ χριστιανός ἀγαπᾶ καί σηκώνει μέ ὑπομονή γιά χάρη τοῦ Ἐσταυρωμένου του Κυρίου!…

Ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Πρός Φιλιππησίους 13· ΕΠΕ 22, 8-10

"Φρίξον ήλιε"!!!



Ἡ τρίτη Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν ὀνομάζεται Κυριακὴ τῆς Σταυροπροσκυνήσεως. Τὴν Κυριακὴ αὐτὴ τιμοῦμε τὸν Σταυρὸ τοῦ Κυρίου καὶ ὁμολογοῦμε τὴν σταύρωση τοῦ ἑαυτοῦ μας, ἀκολουθώντας τὴν ἐντολὴ τοῦ Χριστοῦ ποὺ ἀκούγεται στὸ εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα αὐτῆς τῆς Κυριακῆς: «ὅποιος θέλει νὰ μὲ ἀκολουθήσει, ἂς ἀπαρνηθεῖ τὸν ἐαυτό του, ἂς σηκώσει τὸ σταυρό του, καὶ ἂς μὲ ἀκολουθήσει (Μαρκ. 8,34).

Αὐτὴν τὴν Κυριακὴ οἱ Οἰκουμενιστὲς θὰ τιμήσουν τὸν Σταυρὸ μὲ τὸ στόμα τους· μὲ τὶς καρδιές τους ὅμως θὰ ἀσεβοῦν ἀπέναντί του, ἀφοῦ συμμετέχουν σὲ συμπροσευχὲς σὲ ναοὺς αἱρετικῶν! Πρόσφατο παράδειγμα αὐτὸ στὴν Γερμανία, ὅπου Οἰκουμενιστὲς συμπροσεύχονται καὶ προσκυνοῦν ἕνα ἔκτρωμα σταυροῦ, μία προσβολὴ γιὰ τὰ μάτια καὶ τὴν εὐσέβεια τοῦ κάθε ἀληθινοῦ ὀρθοδόξου, τὸν «Νέο Σταυρό» τῆς «Νέας Ἐκκλησίας»!



Αὐτὸ τὸ ἑωσφορικὸ κατασκεύασμα, τὸ ὁποῖο ὀνομάζουν τέχνη, ἀποδέχθηκε ὀρθόδοξος ἱερέας, ὁ Πρωτοπρεσβύτερος τοῦ Οἰκουμενικοῦ θρόνου καὶ ὑπεύθυνος γιὰ τοὺς οἰκουμενιστικοὺςδιαλόγους καὶ σύμβουλος τοῦ Πατριάρχη Βαρθολομαίου, Κωνσταντίνος Μύρων, ὁ ὁποῖος παραβρέθηκε καὶ συμπροσευχήθηκε –μπροστά από αὐτὸ τὸ αἶσχος– σὲπροτεσταντικὸ ναό τῆς Γερμανίας, μὲ προτεστάντες καὶ παπικοὺς γιὰ τὴν ἡμέρα τῆς συγχώρεσης καὶ τῆς εἰρήνης.


Δεῖτε καὶ στὸ βίντεο, ἀπὸ τὸ 23:56 τὸν κληρικὸ αὐτὸν νὰ κάνει κήρυγμα ἀπὸ κατὰ Ματθαῖο 18: «Ὅπου δύο καὶ τρεῖς καὶ ἐγὼ ἀνάμεσά τους».


Τί σχέση ἔχει αὐτὸ τὸ κατασκεύασμα μὲ τὸν Σταυρὸ τῶν ὠδῶν τῆς Κυριακῆς: «Ἐπιφάνηθι ὁ μέγας, τοῦ Κυρίου Σταυρός, δεῖξόν μοι ὄψιν θείαν, τῆς ὡραιότητός σου νῦν ἄξιον προσκυνητήν, αἰνέσεώς σου, καὶ γὰρ ὡς ἐμψύχῳ σοι, καὶ φωνῶ, καὶ προσπτύσσομαι».

Οι Κρήτες Αρχιερείς-ψευδεπίσκοποι, δεν είδαν, δεν άκουσαν τις αιρετικές ενέργειες και λόγους του αρχηγού της Παναιρέσεως κ. Βαρθολομαίου!

Κρήτη:
Επισκοπικό δικαστήριο και καθαίρεση για τους 4 ιερείς;


Άκρως θορυβημένη και δυσαρεστημένη εμφανίζεται η Ιεραρχία της Κρήτης μετά την αποκάλυψη του θέματος με τους τέσσερις ιερείς του νησιού, σε Ρέθυμνο και Χανιά, οι οποίοι και δηλώνουν επισήμως ότι σταματούν να μνημονεύουν τους Επισκόπους τους.

Η επίσημη επιστολή που στάλθηκε στις Μητροπόλεις Κυδωνίας και Αποκορώνου, Λάμπης και Σφακίων, Ρεθύμνου και Αυλοποτάμου, στο δυναμικό των οποίων ανήκουν οι συγκεκριμένοι ιερείς ήταν η αιτία για να συζητηθεί το θέμα στη διάρκεια της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Κρήτης, την Πέμπτη.
Σε ένα ιδιαιτέρως βαρύ κλίμα και με έντονη τη δυσαρέσκεια των Μητροπολιτών και δη του Αρχιεπισκόπου Κρήτης, η Σύνοδος θέλησε να περάσει το μήνυμα στους ιερείς να ξανασκεφτούν τις πράξεις τους, ειδάλλως θα ακολουθηθούν πιστά οι Ιεροί Κανόνες της Εκκλησίας, όπως αναφέρεται άλλωστε και στην ανακοίνωση που εξεδόθη αργά το απόγευμα της Πέμπτης και οι οποίοι κάνουν λόγο ακόμη και για την εσχάτη των εκκλησιαστικών ποινών που είναι η καθαίρεση από το αξίωμα της Ιεροσύνης.

Τι αναφέρουν πηγές από την Αρχιεπισκοπή
«Τους καλούμε σε διάλογο και συζήτηση, να συνετιστούν πριν να είναι αργά, αλλιώς θα υπάρξουν βαριές κυρώσεις, με την αρχή να γίνεται από τη σύγκληση επισκοπικού δικαστηρίου μέχρι τη σύγκληση της Συνόδου, και τέλος την καθαίρεση, όπως πάντα προβλέπεται μέσα από την εκκλησιαστική νομοθεσία», αναφέρει στο neakriti.gr πηγή πολύ κοντά στο περιβάλλον του Αρχιεπισκόπου Κρήτης, ο οποίος και δεν κρύβει την έντονη ενόχλησή του.
Στις επιστολές έχουν χρησιμοποιήσει σκληρές εκφράσεις, χαρακτηρίζουν τον Οικουμενικό Πατριάρχη αιρετικό, και τη Σύνοδο του Κολυμπαρίου ψευδοσύνοδο. «Θέλουμε να ελπίζουμε ότι όλα όσα έχουν γραφτεί έγιναν εν βρασμώ ψυχής και υπό την καθοδήγηση ενδεχομένως άλλων ατόμων. Για το λόγο αυτό δίνουμε μία ακόμη ευκαιρία στους τέσσερις ιερείς να ξανασκεφτούν τις πράξεις τους και να πράξουν τα δέοντα», αναφέρει η πηγή, και αυτό που υπογραμμίζει προς πάσα κατεύθυνση είναι ότι «οι ιεράρχες της Κρήτης προσδοκούν ο διάλογος που θα υπάρξει με την τριμελή επιτροπή να δώσει αποτελέσματα και οι συγκεκριμένοι ιερείς να ξεκινήσουν και πάλι να ασκούν το καθήκον τους όπως προβλέπουν οι Ιερείς Κανόνες της Εκκλησίας».

Πώς ξεκίνησε η υπόθεση
Την άμεση αντίδραση της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Κρήτης προκάλεσε η αποκάλυψη σε σχόλιο της εφημερίδας "Νέα Κρήτη" χθες, ότι τέσσερεις ιερείς Μητροπόλεων σε Χανιά και Ρέθυμνο με αναρτήσεις τους σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης γνωστοποιούσαν πως διακόπτουν τη μνημόνευση των τοπικών τους επισκόπων, κατηγορώντας τους μάλιστα για «οικουμενισμό». Η μη μνημόνευση των επισκόπων πρακτικά σημαίνει ότι οι εν λόγω ιερείς αμφισβητούν την πνευματική και διοικητική κυριαρχία του Δεσπότη τους, δηλώνοντας με αυτόν τον τρόπο τη δυσαρέσκειά τους για κάποιο γεγονός.
Όλα ξεκίνησαν από ιερέα στα Χανιά, που με ανάρτησή του στο fb γνωστοποιούσε ότι δε θα μνημονεύει το Μητροπολίτη Κυδωνίας κατά τις λειτουργίες στην ενορία του, αποδίδοντάς του την κατηγορία ότι είναι «οικουμενιστής».
Ανάλογη κίνηση ακολούθησαν με πανομοιότυπο τρόπο τουλάχιστον τρεις ακόμη ιερείς στις Μητροπόλεις Κυδωνίας, Λάμπης και Ρεθύμνου. Οι τελευταίοι κατηγορούσαν αντιστοίχως τους Μητροπολίτες Λάμπης και Σφακίων Ειρηναίο, Ρεθύμνης Ευγένιο, και Κυδωνίας Δαμασκηνό για «οικουμενισμό».
Η αιχμή είναι βαρύτατη για τους κόλπους της Ορθοδόξου Εκκλησίας, αφού υπονοούν ευθέως κίνηση εκτός συνοδικού πνεύματος και διαλόγου των χριστιανικών Εκκλησιών, με σκοπό την ένωση χωρίς προαπαιτούμενα όλων των δογμάτων του Χριστιανισμού.
Η κατηγορία αυτή διατυπώθηκε και πέρυσι το καλοκαίρι από μερίδα ορθόδοξων ιεραρχών, θεολόγων και κληρικών, με αφορμή και τη μεγάλη σύνοδο των ορθόδοξων εκκλησιών που συγκάλεσε το Οικουμενικό Πατριαρχείο στο Κολυμπάρι Χανίων.
Με αυτό το δεδομένο, οι ιεράρχες της Εκκλησίας της Κρήτης θεώρησαν ότι η μομφή δεν εκτοξεύεται μόνο κατά των προσώπων των τριών Μητροπολιτών, αλλά ότι ενδεχομένως βρισκόμαστε μπροστά σε μια εν δυνάμει εξέλιξη αμφισβήτησης μέσων των τριών ιεραρχών και του προσώπου του Οικουμενικού Πατριάρχη.
Έτσι, κατά τη διάρκεια της χθεσινής Τακτικής Συνόδου των ιεραρχών της τοπικής μας Εκκλησίας, το θέμα που προέκυψε συζητήθηκε διεξοδικά, και αποφασίστηκε η Σύνοδος να απευθυνθεί σε όσους κινούνται στο ίδιο μήκος κύματος με τους τέσσερεις ιερείς καλώντας τους να μην προχωρήσουν στην άρνηση μνημόνευσης των Μητροπολιτών και να έρθουν σε διάλογο με επιτροπή που συγκρότησε η Ιερά Σύνοδος, προκειμένου να άρουν, όπως αναφέρεται, την παρεξήγηση ή πλάνη στην οποία έχουν περιέλθει.
Σε διαφορετική περίπτωση, η Ιερά Επαρχιακή Σύνοδος της Εκκλησίας της Κρήτης αφήνει να εννοηθεί ότι θα υπάρξει λήψη πειθαρχικών, διοικητικών και εκκλησιαστικών μέτρων.
Το κείμενο της ανακοίνωσης της Ιεράς Συνόδου έχει ως εξής:
«Ἡ Ἱερά Ἐπαρχιακή Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας Κρήτης συνῆλθε σήμερα, 16 Μαρτίου 2017, στο Ἡράκλειο σε συνεδρία καί ἀσχολήθηκε με θέματα τῆς ζωῆς τῆς Τοπικῆς Ἐκκλησίας καί τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαίδευσης.
Ἡ Ἱερά Σύνοδος, μεταξύ ἄλλων, ἐξέτασε καί το θέμα πού προέκυψε τελευταῖα, τῆς διακοπῆς τοῦ μνημόσυνου τῶν Κανονικῶν Ἐπισκόπων τους, ἀπό ὁρισμένους κληρικούς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κρήτης, κατά τη Θεία Λειτουργία, τα Ἱερά Μυστήρια καί τις Ἱερές Ἀκολουθίες.
Οἱ Σεβασμιώτατοι Ἀρχιερεῖς τῆς Ἐκκλησίας μας, με ποιμαντική ἀγάπη καί στοργικό ἐνδιαφέρον, προσκαλοῦν τούς κληρικούς αὐτούς να σταματήσουν την παραπάνω λανθασμένη συμπεριφορά. Μάλιστα, ὁρίσθηκε, με ὁμόφωνη Συνοδική Ἀπόφαση, τριμελής Ἐπιτροπή, ἀποτελούμενη ἀπό τον Σεβ. Μητροπολίτη Πέτρας καί Χερρονήσου κ. Γεράσιμο, τον Πανοσ. Ἀρχιμ. Φιλόθεο Σπανουδάκη, Ἡγούμενο, καί τον Αἰδεσιμολ. Πρωτ. Ζαχαρία Ἀδαμάκη, πρόεδρο τῆς Ἑνώσεως Συνδέσμων Κληρικῶν Ἐκκλησίας Κρήτης, προκειμένου να συναντηθοῦν καί να διαλεχθοῦν μαζί τους, τις ἑπόμενες ἡμέρες.
Ἡ Ἱερά Σύνοδος ἀναμένει με ἀγαθές ἐλπίδες τα καλά ἀποτελέσματα τῆς συνάντησης αὐτῆς, ἐπιφυλάσσεται δε για τα προβλεπόμενα ἀπό τούς Θείους καί Ἱερούς Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας καί την ἰσχύουσα νομοθεσία.

Η ΕΠΙΜΑΧΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ
Διαβάστε εδώ την επιστολή των 4 ιερέων της Κρήτης που έκαναν γνωστό πως διακόπτουν το μνημόσυνο των Μητροπολιτών τους, κάνοντας λόγο για οικουμενιστικές κινήσεις που έρχονται σε αντίθεση με τα λόγια των Πατέρων της Εκκλησίας μας.
Η επιστολή τους αναφέρει:
Θέμα: Δήλωση Διακοπής Μνηµμοσύνου
Σεβασμιώτατοι,
Μετά λύπης, αλλά καί πολλής πνευματικής χαράς και ευφροσύνης, επιθυµούμε διά του παρόντος να σας γνωστοποιήσουμε ότι, ακολουθώντας την Αποστολική και Πατερική Παράδοση στο θέμα της κοινωνίας με τους αιρετικούς, διακόπτουμε τη µνημόνευση του ονόματός σας στις ιερές ακολουθίες, γιατί σείς και πολλοί άλλοι συνεπίσκοποί σας εγκαταλείψατε αυτήν την θεία Παράδοση και ευρίσκεσθε εκτός της οδού των Αγίων Πατέρων.
Η θεάρεστη και από τούς Ιερούς Κανόνες επαινούμενη αυτή ενέργεια συμβολικά θα γίνει την Κυριακή της Ορθοδοξίας (05.03.2017), οπότε εορτάζουμε την αναστήλωση των ιερών εικόνων και διαβάζουµε το«Συνοδικόν της Ορθοδοξίας» µε τα αναθέματα εναντίον όλων των αιρετικών, ώστε να δηλώσουµε και µέσα στον ιερό χώρο της Θείας Λατρείας ότι καταδικάζουμε την παναίρεση του Οικουμενισμού και απορρίπτουμε την ψευδοσύνοδο του Κολυμπαρίου, η οποία αναγνώρισε τις αιρέσεις ως εκκλησίες καί αποδέχθηκε τον συγκρητιστικό καί καταστροφικό Οικουμενισµό.

Εικονομαχία και Οικουμενισµός
Μετά από εκατό περίπου χρόνια που επιτρέψαμε τό νέφος των αιρέσεων να θολώνει καί νά σκοτεινιάζει τον καταγάλανο ουρανό τής Ορθοδόξου Πίστεως, νά διαιρεί και να σχίζει το ορθόδοξο πλήρωµμα, να διασπά την αδιάσπαστη ακολουθία και διαδοχή των ορθοδόξων δογµάτων, τώρα µε τη Χάρη και συνέργεια του Θεού και τις πρεσβείες της Υπεραγίας Θεοτόκου καί των θεοδιδάκτων και θεοφωτίστων Αγίων Πατέρων θα συντελέσουµε μέ τήν θερμή ορθόδοξη Ομολογία µας, ώστε να πνεύσει η Χάρη τού Αγίου Πνεύματος ισχυρότερα καί νά σκορπίσει το νέφος τού παναιρετικού Οικουµενισµου, όπως εσκόρπισε το νέφος της Εικονοµαχίας, η οποία ταλαιπώρησε καί τότε την Εκκλησία περισσότερο από ένα αιώνα. Εμείς κάνουμε την αρχή μαζί μέ άλλους Πατέρες, μερικοί από τους οποίους δεν άντεξαν την σκοτεινιά και βγήκαν ήδη στο ξέφωτο, όπως έκαναν για την Εικονομαχία καί οι µοναχοί του Ολύµπου της Βιθυνίας, και ελπίζουμε ότι θα αναστήσει και θα αναδείξει ο Θεός, όπως και τότε, πατριάρχας και επισκόπους, για να ολοκληρώσουν τον νέον θρίαµβο της Ορθοδοξίας εναντίον των νέων κρυφών και επικίνδυνων δυνάμεων του σκότους.
Και για νά μή θεωρηθεί άστοχη η σύγκριση Εικονομαχίας και Οικουµενισµου προλαβαίνουμε εδώ νά πούμε ότι ο Οικουμενισμός είναι χειρότερος κατά πολύ της Εικονομαχίας, διότι, εκτός των άλλων σοβαρών δογματικών παρεκλίσεων, απορρίπτει την προσκύνηση των Αγίων Εικόνων στον χώρο του Προτεσταντισμού καί προσβάλλει και υποτιµά τό υπέρτιµο καί μοναδικό πρόσωπο της Υπεραγίας Θεοτόκου καί τήν τιμή τών λοιπών Αγίων. Μέ αυτούς τους εικονοµάχους και αγιοµάχους, τους εχθρούς της Παναγίας και των Αγίων, συναγελαζόμαστε και συνυπάρχουμε μέσα στο λεγόμενο «Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών», εξευτελίζοντες την Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία καί μεταβάλοντάς την από «στύλο καί εδραίωµα της Αληθείας»[1],από Νύμφη Χριστού και Σώμα Χριστού[2],σε ισάξια και ισότιμη μέ τήν πιο μικρή και άθλια προτεσταντική αίρεση[3]. Και µόνο αυτό αρκεί για να απορρίψουμε τήν ψευδοσύνοδο της Κρήτης, η οποία επαινεί το προτεσταντικό αυτό συνονθύλευµμα των αιρέσεων και συνιστά να εξακολουθήσουμε την συμετοχή μας σ᾽αυτό καί τον εξευτελισμό της Εκκλησίας.

Επί δεκαετίες αποδοκιµάζεται ο Οικουμενισµος
Δεν πρόκειται εδώ νά παρουσιάσουμε όσα αντικανονικά, αντορθόδοξα, αντιπατερικά, αντισυνοδικά συνέβησαν και συμβαίνουν στις σχέσεις μας μέ τίς παλαιές και τις νέες αιρέσεις, τα οποία έπρεπε νά είχαν οδηγήσει σε καθαιρέσεις τους παραβάτες των Ιερών Κανόνων και Παραδόσεων και σε συνοδική καταδίκη τους. Επί πολλές δεκαετίες Άγιοι Γέροντες, οµολογητές, αρχιερείς και λοιποί κληρικοί και µοναχοί, σοφοίκαίνουνεχείς καθηγηταί και μεγάλο μέρος τούυγιούς εκκλησιαστικού πληρώματος, ιδιαίτερα το Άγιον Όρος, ζητούσαν καί ζητούν νά αποχωρήσουµε από τό λεγόμενο «Παγκόσμιο Συµβούλιο Εκκλησιών», δηλαδή αιρέσεων, και να καταδικάσουμε την παναίρεση του Οικουμενισμού, όπως αξιεπαίνως το έπραξαν οι εκκλησίες Βουλγαρίας και Γεωργίας. Ακόμη και πρόσφατα το θέμα αυτό ταράσσει τις συνειδήσεις όσων γνωρίζουν το μέγεθος αυτής της εκκλησιολογικής εκτροπής.
Γιά τόν λόγο αυτό η «Σύναξη Ορθοδόξων Κληρικών καί Μοναχών» εκφράζοντας αυτή την μακροχρόνια ανησυχία καί αγωνία, συνέταξε καί εκυκλοφόρησε το 2009 την «Ομολογία Πίστεως κατά του Οικουμενισμού»,ένα ιστορικό όντως κείµενο, πού τό υπέγραψαν ευάριθμοι αρχιερείς, εκατοντάδες κληρικών καί μοναχών και χιλιάδες πιστών, στό οποίο οι τίτλοι των σχετικών ενοτήτων λέγουν τά εξής:
1) Φυλάττουµε αμετακίνητα και απαραχάρακτα όσα οι Σύνοδοι και οι Πατέρες θέσπισαν.
2) Διακηρύσσουμε ότι ο Παπισµός είναι μήτρα αιρέσεων και πλανών.
3) Τά ίδια ισχύουν, σε μεγαλύτερο βαθµό, γιά τόν Προτεσταντισµο, ο οποίος ως τέκνο του Παπισµού κληρονόμησε πολλές αιρέσεις, προσέθεσε δε πολύ περισσότερες.
4) Ο µόνος τρόπος για να αποκατασταθεί η κοινωνία μας μέ τούς αιρετικούς είναι η εκ μέρους τους αποκήρυξη της πλάνης καί η µετάνοια, ώστε να υπάρξει αληθινή ένωση καί ειρήνη· ένωση μέ τήν αλήθεια και όχι μέ τήν πλάνη καί τήν αίρεση.
5) Εφ᾽όσον οι αιρετικοί εξακολουθούν να παραµένουν στην πλάνη, αποφεύγουµε την µετ᾽αυτών κοινωνία, ιδιαίτερα τις συμπροσευχές.
6) Μέχρι των αρχών του 20ου αιώνος η Εκκλησία είχε σταθερά καί αμετάβλητα απορριπτική και καταδικαστική στάση έναντι όλων των αιρέσεων.
7) Ο διαχριστιανικός συγκρητισµος που υιοθέτησε και ενεθάρρυνε το Οικουμενικό Πατριαρχείο πρώτο, διευρύνθηκε τώρα καί σέ διαθρησκειακό συγκρητισµο, ο οποίος εξισώνει όλες τις θρησκείες με τη μοναδική θεόθεν αποκαλυφθείσα από τον Χριστό θεοσέβεια καί ζωή.
8) Εμείς πιστεύουµε και οµολογούμε ότι μόνον εν τω Χριστώ υπάρχει η δυνατότης σωτηρίας. Οι θρησκείες του κόσµου καί οι αιρέσεις οδηγούν στην απώλεια.
9) Υπάρχουν βέβαια και συλλογικές ευθύνες, και κυρίως των οικουμενιστικών φρονηµάτων Ιεραρχών και Θεολόγων μας, απέναντι στο ορθόδοξο πλήρωµμα και στο ποίμνιό τους[4].
Οικουμενισµος νομιμοποιείται και εισάγεται στην Εκκλησία.
Ο πολεµούμενος προηγουµένως Οικουµενισμός και καταδικαζόμενος από την αγρυπνούσα ορθόδοξη συνείδηση, έχει αποκτήσει για πρώτη φορά συνοδική κατοχύρωση, η οποία βέβαια αλλάζει ολοκληρωτικά το εκκλησιολογικό τοπίο και θέτει όλους πρό τών ευθυνών μας. Δεν είναι ίδια η κατάσταση πριν από την «Σύνοδο» καί μετά από αυτήν. «Δεν είναι ο περσινός καιρός οφετεινός χειµώνας», όπως έλεγαν οι αγωνιστές του 1821 µπροστά στήν επικίνδυνη στρατιά του Δράμαλη. Με νύχια καί μέ δόντια προσπαθούν οι υποστηρικτές της «Συνόδου» να δικαιολογήσουν τά αδικαιολόγητα. Καί επειδή δέν διαθέτουν θεολογικά επιχειρήματα, για νά καλύψουν τα θεολογικά και κανονικά ατοπήματα, υβρίζουν, συκοφαντούν και διώκουν όσους αντιδρούμε, εξωτερικεύοντας την εσωτερική τους σύγχυση και εμπάθεια.
Η αποδοχή της «Συνόδου» μεταφέρει τον Οικουμενισµο μέσα στην Εκκλησία και δεν αρκεί η αποσιώπηση η απόκρυψη των αποφάσεών της, αλλά απαιτείται η συνοδική καταδίκη τους. Ας σημειωθεί επίσης ότι η µνημόνευση των επισκόπων «επ᾽ εκκλησίαις» δεν είναι απροϋπόθετη, αλλά συναρτάται προς την ορθόδοξη πίστη τους και δείχνει ότι ο μνηµονευόμενος και οι μνημονεύοντες έχουν την ίδια πίστη[5].
Τι δέον γενέσθαι; Διακοπή Μνημοσύνου.
Και τώρα που βρισκόμαστε; Τι δέον γενέσθαι; Θα αφήσουµε την ασθένεια του Οικουμενισμού νά λυµμαίνεται το σώμα της Εκκλησίας; Ήδη έχει προσβάλει από καιρό µεγάλο µέρος της εκκλησιαστικής ιεραρχίας και της θεολογικής επιστήμης με πρωταγωνιστή στη διάδοση της νόσου το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Δικαιολογηµμένα οι Αγιορείτες και κάποιοι αρχιερείς των λεγοµένων «Νέων Χωρών» διέκοψαν το µνηµόσυνο του ονόματος του Αθηναγόρα κατά τά έτη 1969-1972, τό οποίο καλή τη πίστει επανέλαβαν το 1973 με την άνοδο στο θρόνο του σεμνού και ταπεινού Δημητρίου, διαψευσθέντες οµως, διότι και αυτός ακολούθησε τα βήματα του προκατόχου του. Ο σημερινός οικουµενικός πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος ξεπέρασε τους προκατόχους του σε αιρετικά καί αντορθόδοξα τολµηµατα. Φρίττει και ιλιγγιά κανείς, όταν αναγινώσκει αιρετικές δηλώσεις του ή στήν πράξη ιεροκανονικές παραβάσεις με συµπροσευχές και άλλα.
Ο,τι όμως μέχρι τώρα και αν έλεγαν και έπρατταν ο πατριάρχης και οι συν αυτώ ήσαν προσωπικές τους γνώμες, δεν είχαν εκκλησιαστική επικύρωση. Αδυνατούσαν να τις παρουσιάσουν ως διδασκαλία της Εκκλησίας. Μέ τήν ψευδοσύνοδο της Κρήτης αυτό έχει ανατραπή. Στο υψηλότερο επίπεδο αυθεντίας και περιφανείας, επ᾽όρους υψηλού καί επηρμένου, στο συνοδικό επίπεδο, οι αιρέσεις γαυριούν και καυχώνται ότι είναι εκκλησίες, ο διαχριστιανικός και διαθρησκειακός Οικουμενισµος του Αντιχρίστου, το µυστήριο της ανοµίας θρονιάστηκε στον ναό του Θεού, τα κελεύσµατα της συνόδου διαβάστηκαν μέσα στους ναούς και διανεµήθηκαν από χέρια επισκόπων και ιερέων.
Αγιορείτες μοναχοί σε Μοναστήρια, σκήτες καί σέ κελλιά, αφού είδαν ότι η επίσημη Αγιορειτική Κοινότητα σιωπά και συμπορεύεται, διέκοψαν ήδη το μνηµόσυνο του πατριάρχου Βαρθολομαίου, ακολουθούντες την σταθερή παράδοση της Εκκλησίας στην αντιμετώπιση των αιρέσεων. Δεν άντεχε η συνείδησή τους να μνημονεύουν το όνομα του Βαρθολοµαίου ως αρχιεπισκόπου στις ιερές ακολουθίες και να δηλώνουν μέ αυτό ότι έχουν την ίδια πίστη, ότι συµμφωνούν με τα αιρετικά του φρονήματα καί μέ την ψευδοσύνοδο της Κρήτης.
Απαραίτητη προϋπόθεση για την μνημόνευση του ονόματος του επισκόπου είναι να ορθοδοξεί, να ορθοτομεί τον λόγο τής αληθείας.
Ασφαλώς είναι σηµαντική και επιφανής η θέση του επισκόπου στην Εκκλησία, και όλοι την σεβόμεθα και την αναγνωρίζουμε, καί δέν χρειάζεται νά μάς αραδιάζουν οι οικουμενιστές γνωστά κείμενα από τους Αγίους Πατέρες και τους Ιερούς Κανόνες. Όλα αυτά ισχύουν υπό την απαραίτητη προϋπόθεση ότι ο επίσκοπος ορθοδοξεί, ότι ορθοτομεί τον λόγο της αληθείας, ότι δεν κηρύσσει αίρεση. Όταν κηρύσσει αίρεση, διακόπτουμε κάθε σχέση μαζί του και κοινωνία και δεν τον μνημονεύουμε στις ιερές ακολουθίες. 
Ας ξεκολλήσουν κάποιοι από την καινοτοµια του επισκοποκεντρισμού· τα μυστήρια τελούνται στο όνομα του Χριστού και της Αγίας Τριάδος, καί όχι στο όνομα του επισκόπου, κατά την αµάρτυρη και βλάσφηµη ζηζιούλια εκκλησιολογία. Δεν υπάρχει υποχρέωση και καθήκον υπακοής στον αιρετικό επίσκοπο· υπάρχει κακή υπακοή και αγία ανυπακοή. Αν συνέβαινε το αντίθετο, δεν θά υπήρχε σήμερα η Εκκλησία, διότι οι κατά καιρούς αιρετικοί πατριάρχες, επίσκοποι και λοιποί κληρικοί θα είχαν επιβάλει με τόσες αιρετικές συνόδους που συνεκάλεσαν, με την βοήθεια μάλιστα αιρετικών αυτοκρατόρων, την αίρεση, και θά εθριάμβευε το σκότος της πλάνης και της αγνωσίας του Θεού. Αυτό επιθυμούν όσοι και σήμερα διώκουν, αλλά και όσοι επικρίνουν τους δήθεν ανυπάκουους καί απείθαρχους κληρικούς. 
Ας ξαναδιαβάσουν προσεκτικά τους Κανόνες, τον 31ο και 33ο Αποστολικό, τον 2ο της εν Αντιοχείας συνόδου, τον 33ο της εν Λαοδικείας συνόδουκαίτόν 15ο της Πρωτοδευτέρας Συνόδου του Μ. Φωτίου, καί άς μη επικαλούνται άσχετους κανόνες, αποδεικνύοντες και την θεολογική τους αµάθεια. Η ψευδοσύνοδος της Κρήτης και όσοι την υποστηρίζουν φανερά και απροκάλυπτα, «γυμνή τη κεφαλή», εμπίπτουν στον 15ο Κανόνα της Πρωτοδευτέρας. Σε αυτόν αντί νά τιμωρούνται, επαινούνταν και τιµώνται οι ιερείς που διακόπτουν το µνηµόσυνο του αιρετικού επισκόπου[6].

Δεν πρέπει να λέμε ψεµματα μπροστά στήν Αγία Τράπεζα
Ως προς τον πατριάρχη Βαρθολοµαίο και προ της «Συνόδου» ήταν δικαιολογηµένη η διακοπή μνημοσύνου, πολύ περισσότερο μετά από αυτήν, διότι αυτός ήταν ο πρωτουργός και πρωτεργάτης. Είναι συγκλονιστικό καί ακαταµάχητο το επιχείρημα των Αγιορειτών Πατέρων στην επιστολή πού έστειλαν προς τον αυτοκράτορα Μιχαήλ Η´ Παλαιολόγο, ο οποίος μετά την ψευδοένωση της Λυών (1273) τους επίεζε να μνηµονεύουν στην Θ. Λειτουργία το όνομα του πάπα. Αποκρούοντες αυτήν την απαίτηση αντιτείνουν: 
Πως είναι δυνατόν, ενώ η Αγία Γραφή μάς συνιστά ούτε στον δροµο να χαιρετούμε τους αιρετικούς, ούτε να τους δεχόμαστε σε κοινές οικίες, εμείς να τους εισάγουμε μέσα στους ναούς, όταν στην φρικτή και μυστική τράπεζα θύεται και σφαγιάζεται αθύτως ο Υιός του Θεού; Μόνον από τον Άδη θα µπορούσε να εκπορεύεται φωνή πού μνηµονεύει τον εχθρό του Θεού, τον πάπα. Αν ο απλός χαιρετισμός των αιρετικών μας κάνει κοινωνούς της αιρέσεως, πόσο περισσότερο ισχύει αυτό γιά τήν φωνητικά ισχυρή μνηµόνευσή του, όταν τελούνται τα θεία και φρικτά μυστήρια; Καί άν ο Χριστός, ο επί της Αγίας Τραπέζης κείµενος, είναι η αυτοαλήθεια, πως θα δεχθεί το μεγάλο ψεύδος, το να συµμπαραθέτουμε τον πάπα ως ορθόδοξο πατριάρχη με τους λοιπούς ορθοδόξους πατριάρχες; Την ώρα των φρικτών μυστηρίων θα παίζουµμε θέατρο και θα παρουσιάζουμε τό ανύπαρκτο ως υπαρκτό, την αίρεση ως Ορθοδοξία; Πως θά τά ανεχθεί αυτά η ορθόδοξη ψυχή και δεν θα διακόψει την κοινωνία προς αυτούς που μνημονεύουν και δεν θά τούς θεωρήσει ως καπήλους και εκμεταλευτές των θείων;[7]
Καί στό σηµείο αυτό οι Αγιορείτες Πατέρες εξηγούν για ποιο λόγο μνημονεύουμε τόόνοµα του αρχιερέως κατά τήν Θεία Λειτουργία. Αυτό γίνεται, όχι γιατί χωρίς την μνηµόνευση τού ονόµατος του αρχιερέως δεν επιτελείται το μυστήριο, κατά την σφαλερή γνώμη μερικών συγχρόνων, αλλά γιά να φανεί η «τέλεια συγκοινωνία», η ταυτότητα πίστεως του μνημονεύοντος και του μνημονευομένου. Αναφέρουν μάλιστα καί τήν εξήγηση της Θείας Λειτουργίας του Θεοδώρου Αν δίδων, σύμφωνα με την οποία ο ιερουργός αναφέρει το όνομα του αρχιερέως για να δείξει ότι κάνει υπακοή στον προιστάμενό του, ότι έχει την ίδια πίστη μέ αυτόν καί ότι είναι διάδοχος των θείων μυστηρίων[8].
Ορθώς, λοιπόν, και συµφωνα με τους Ιερούς Κανόνες και την Παράδοση της Εκκλησίας οι Αγιορείτες διέκοψαν παλαιά το µνηµόσυνο τού επισκόπου τους, του Αθηναγόρα, και οι σημερινοί κελλιώτες το μνηµόσυνο του Βαρθολοµαίου. Ορθώς επίσης έπραξαν το 1970 οι τρεις αρχιερείς των«Νέων Χωρών», δηλαδή οι μητροπολίτες Ελευθερουπόλεως Αµβρόσιος, Φλωρίνης Αυγουστίνος και Παραµυθίας Παύλος, που διέκοψαν επίσης το μνηµόσυνο του Αθηναγόρα, χωρίς να ελεγχθούν ή νά επιτιμηθούν από την Ιερά Σύνοδο τότε. 
Τώρα τρέμουν και δειλιούν και δεν θέλουν ούτε να ακούσουν την λέξη Διακοπή Μνηµοσύνου η Αποτείχιση, την ώρα που ο Βαρθολομαίος υπερέβη όλα τα εκκλησιολογικά όρια καί εισήγαγε μέ τήν ψευδοσύνοδο της Κρήτης την παναίρεση του Οικουµενισμού μέσα στον ιερό χώρο της Εκκλησίας, όπως εισήγαγε τον πάπα και άλλους αιρετικούς μέσα στο θυσιαστήριο την ώρα της Επιτελέσεως της Θείας Μυσταγωγίας.
Στην κατηγορία αυτή τών οικουµενιστών επισκόπων ανήκετε ολοφάνερα καί σείς, Σεβασμιώτατε κ. Δαμασκηνέ. Όση προσπάθεια και αν καταβάλλετε, σείς και οι άλλοι επίσκοποι, να εξωραίσετε την ψευδοσύνοδο, δεν πρόκειται νά τό επιτύχετε, διότι αυτή δεν είναι ούτε αγία, ούτε μεγάλη, ούτε σύνοδος, όπως προκύπτει από την αληθή μαρτυρία του πληρώματος της Εκκλησίας.
Επειδή λοιπόν εµπίπτετε σε όσα περί επισκόπων που κηρύσσουν αίρεση διαλαµβάνει ο 15ος Κανών της Πρωτοδευτέρας Συνόδου του Μ.Φωτίου(861), συνοψίζοντας την Αποστολική και Πατερική Παράδοση, γι᾽ αυτό διακόπτουμε την μνηµόνευση του ονόματός σας κατά τις ιερές ακολουθίες συμβολικά από σήμερα Κυριακή της Ορθοδοξίας. Δεν ανέχεται η ιερατική μας συνείδηση η µεν Εκκλησία διά των Αγίων Πατέρων και των Αγίων Συνόδων να καταδικάζει σήμερα όλες τις αιρέσεις και τους εικονομάχους, σείς όμως να αναγνωρίζετε τις αιρέσεις ως εκκλησίες καί νά συναποτελείτε μέ τούς εικονοµάχους Προτεστάντες το«Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών». Μνηµονεύοντας το όνοµα σας δηλώνουμε ότι ειµαστε και εμείς οικουμενιστές, ότι έχουμε την ίδια πίστη με σας και ψευδόμαστε ενώπιον της Αληθείας, του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, του θύοντος και θυοµένου επί της Αγίας Τραπέζης, όπως ψεύδονται τώρα και όλοι οι επίσκοποι παλαιάς και νέας Ελλάδος ισχυριζόμενοι εκφώνως ότι ο πατριάρχης Βαρθολομαίος ορθοτοµεί τον λόγο της αληθείας.
Θα χαρούμε πολύ, αν, εφαρµόζοντας και σείς τους Ιερούς Κανόνες, ιδιαίτερα τον 15ο της Πρωτοδευτέρας, μας επαινέσετε για τους αγώνες υπέρ της ευσεβείας η τουλάχιστον µας αφήσετε να επιτελούμετό λειτουργικό έργο στις ενορίες μας. Έτσι έπραξε ο πατριάρχης Αθηναγόρας, όταν οι Αγιορείτες του έκοψαν το µνηµόσυνο. Δεν έλαβε κανένα µέτρο εναντίον τους και έτσι αποφεύχθηκαν τα σχίσματα, τά οποία θα είχαν αποφευχθεί και αν, μετά την μεταρύθμιση τού Ηµερολογίου, η Εκκλησία άφηνε όσους ήθελαν να ακολουθούν το παλαιό Ημερολόγιο µέσα στούς κόλπους της, όπως άφησε καί πολλές τοπικές εκκλησίες και το Άγιον Όρος. Αν αρχίσετε τις διώξεις, σείς θα είσθε παραβάτης των Ιερών Κανόνων και δηµιουργός σχισματικών καταστάσεων. Εμείς δέν θα προκαλέσουμε σχισµα, διότι δεν θα προσχωρήσουμε σε σχισματική οµάδα, ούτε θα µνημονεύουμε άλλον επίσκοπο. 
Θα αναµμένουμε µετά καλών ελπίδων να επαναλάβουμε το μνηµόσυνό σας, όταν δημοσίως και «επ᾽ εκκλησίαις» καταδικάσετε τις αιρέσεις του Μονοφυσιτισμού, του Παπισμού, του Προτεσταντισμού, την παναίρεση του Οικουμενι-σμού καί απορρίψετε την σύνοδο της Κρήτης. Αν παραµείνετε στα οικουμενιστικά σας φρονήματα, δεν θέλουμε του λοιπού να έχουμε καµμία κοινωνία μαζί σας, ακολουθώντας τον άτλαντα της Ορθοδοξίας, τον Άγιο Μάρκο τον Ευγενικό, ο οποίος συνοψίζοντας την συνοδική καί πατερική παράδοση της Εκκλησίας έλεγε ότι «όλοι οι διδάσκαλοι της εκκλησίας, όλες οι σύνοδοι και όλη η Αγία Γραφή μάς παρακινούν να αποφεύγουμε τους ετεροδόξους και νά μήν έχουμε κοινωνία μαζί τους»[9]. Συνιστούσε να αποφεύγουμε τους λατινόφρονες, αντίστοιχους των σηµερινών οικουµενιστών, όπως φεύγει κανείς από τα φίδια[10]. Είχε την πεποίθηση ότι όσο αποµακρύνεται από τόν λατινόφρονα πατριάρχη και τους οµοίους του τόσο προσεγγίζει προς τον Θεό και τους Αγίους, καί όταν χωρίζεται από αυτούς, ενώνεται μέ τήν αλήθεια και τους Αγίους Πατέρες και Θεολόγους της Εκκλησίας[11].
Εμείς ως µικροί ποιμένες πράξαμε το καθήκον μας. 
Ευχόμαστε και σείς ως μεγαλοποιµένας να πράξετε ο,τι σας φωτίσει ο Θεός.
Με σεβασµο στην αρχιερωσύνη σας.
Πρωτοπρεσβύτερος Γαβριήλ Μαζανάκης
Πρεσβύτερος Εμμανουήλ Σαρρής
Πρεσβύτερος Σπυρίδων Δαμανάκης
Πρεσβύτερος Παύλος Μαζανάκης
(η επιστολή δόθηκε στους επισκόπους όπου υπάγονται οι πατέρες, δηλαδή στον Σεβ. Κυδωνίας και Αποκορώνου κ. Δαμασκηνό, στον Σεβ. Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου κ. Ευγένιο, και στον Σεβ. Λάμπης και Σφακίων κ. Ειρηναίο.)