Πρωτοπρεσβυτέρου Δημητρίου Αθανασίου (χημικού)
Δεν είναι τώρα ο κατάλληλος καιρός να αναλύσουμε πού συμφωνούμε και πού διαφωνούμε με πρακτικές της Μονής Εσφιγμένου. Αυτό που επιβάλλεται τώρα είναι να ΑΠΟΦΕΥΧΘΕΙ με κάθε τρόπο κάθε προσπάθεια απομάκρυνσης των μοναχών από τη συγκεκριμένη Μονή, επειδή τον ΠΡΩΤΟ και τον ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΛΟΓΟ σε όλα τα αγιορείτικα θέματα τον έχει η Θεοτόκος. Το Άγιο Όρος είναι το περιβόλι της δηλ. τόπος δικός της και οι Εσφιγμενίτες ως Αγιορείτες είναι παιδιά της.
Δεν είναι καταληψίες, γιατί η μοναχική κουρά τους έγινε στη συγκεκριμένη Αγιορείτικη Μονή.
Ως εκ τούτου ΚΑΝΕΝΑ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ή ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟ ΠΡΟΣΩΠΟ δεν δικαιούται να ασεβεί προς την Κυρία του Αγίου Όρους και να αποφασίζει ερήμην της με νόμους που φτιάχνονται στα μέτρα που βολεύουν. Στο περιβόλι της Παναγίας, η παρουσία της Παναγίας μας είναι έντονη. Άλλωστε είναι η προστάτις του Μοναχισμού και η μητέρα όλων των Μοναχών.
Η διήγηση που ακολουθεί και διασώζει η Αγιορείτικη Παράδοση, αν και δεν έχει σχέση με τα θέματα της Εσφιγμένου, όμως αποδεικνύει τη μέριμνα και το ενδιαφέρον της Θεοτόκου για τους Αγιορείτες μοναχούς, που αθέτησαν τις μοναχικές υποσχέσεις και κάποιοι αποφάσισαν να τους διώξουν από το Άγιο Όρος.
-------------------------------------------------------------
Κάποτε, λοιπόν, λέει η διήγηση, ζούσαν σ’ ένα μοναστήρι δυο υποτακτικοί, οι οποίοι είχαν κυριευθεί από το πάθος της «μέθης». Και ήταν καθημερινά μεθυσμένοι. Ο Γέροντας και οι υπόλοιποι αδελφοί προσπαθούσαν με αγάπη να τους νουθετήσουν και να τους συμβουλέψουν. Εκείνοι όμως δεν εθεραπεύοντο και παρέμεναν κυριευμένοι στο πάθος τους. Επειδή όμως αποτελούσαν σκάνδαλο με την αμετανοησία τους και με τη συνεχιζόμενη απαράδεκτη συμπεριφορά τους λόγω της «μέθης» τους, γι’ αυτό και η Αδελφότητα και η Ιερά Επιστασία απεφάσισε να τους εκδιώξει από τη Μονή, προς γνώση και συμμόρφωση. Ένα χειμωνιάτικο όμως βράδυ, που ο καιρός είχε αγριέψει πολύ και το χιόνι είχε σκεπάσει τα πάντα και συνέχιζε να πέφτει πυκνό, ο Ηγούμενος βλέπει στον ύπνο του την Παναγία να τον σκουντά και να του λέει: «Σήκω γρήγορα, γιατί τα γουρουνάκια μου κινδυνεύουν». Ο ηγούμενος νόμιζε ότι η ενέργεια ήταν εκ του πονηρού και δεν υπήκουσε. Οπότε η Θεοτόκος ξαναήλθε για δεύτερη φορά και του επανέλαβε τα ίδια λόγια: «Σήκω γρήγορα, γιατί τα γουρουνάκια μου κινδυνεύουν». Και όταν ο ηγούμενος και πάλι δεν υπήκουσε, ήλθε πιο αυστηρή αυτή τη φορά και σε τόνο που δεν σήκωνε πλέον ανυπακοή του λέει «Τρέξε τώρα, γιατί σου είπα ότι τα γουρουνάκια μου κινδυνεύουν». Οπότε αυτή τη φορά σηκώθηκε και μαζί με άλλους πατέρες βγήκε έξω από τη μάνδρα της Μονής, ψάχνοντας τα γουρουνάκια της Παναγίας.
Σε μια στιγμή ακούνε στα δεξιά τους και από το βάθος ενός γκρεμού βογγητά και άρχισαν να κατεβαίνουν την απόκρημνη πλαγιά και φτάνουν κοντά σε δυο μοναχούς που ήταν χτυπημένοι από το πέσιμο και κυριολεκτικά θαμμένοι μέσα στο χιόνι. Τους σηκώνουν και, ω του θαύματος! Aναγνωρίζουν στα πρόσωπά τους τους δύο μοναχούς που μεθούσαν και ήθελαν ως εκ τούτου να εκδιώξουν από το Μοναστήρι. Με πολύ κόπο, τους σήκωσαν και τους πήγαν στο Μοναστήρι, αλλά όμως δεν τους έδιωξαν, όπως είχαν αποφασίσει, διότι πώς ήταν δυνατόν αυτούς που η Παναγία τους έσωσε τόσο θαυματουργικά και νοιάστηκε η ίδια για να σωθούν τα γουρουνάκια της, αυτοί να τους διώξουν; Γι’ αυτό αποφάσισαν, αφού έτσι το θέλει η Παναγία, να κρατήσουν «τα γουρουνάκια» στο μοναστήρι. Αλλά, ω του θαύματος! Η θαυματουργική επέμβαση της Θεοτόκου σωφρόνισε τους δυο μοναχούς και από τότε που σώθηκαν με τη θαυματουργική της επέμβαση δεν ξαναέπεσαν στο πάθος της «μέθης», αλλά έζησαν πλέον εν μετανοία.
Λέγεται δε, ότι ίσως, το Άγιο Όρος να ονομάζεται «περιβόλι της Παναγίας», διότι περιέχει όλων των ειδών τα «λουλούδια», αγίους και αμαρτωλούς. Κανέναν όμως μοναχό δεν απομακρύνουν, όσο αμαρτωλός κι αν είναι, ενθυμούμενοι πάντοτε το περιστατικό με τα «γουρουνάκια»…