.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Η αποτομή της κεφαλής του Τιμίου Προδρόμου και Βαπτιστή Ιωάννη

“Τον εν προφήταις μείζονα γνωρισθέντα
 καί Αποστόλων πρόκριτον γεγονότα, 
ύμνοις εγκωμίων στεφανώσωμεν, 
τον Πρόδρομον της χάριτος, 
την κεφαλήν γάρ ετιμήθη, 
διά τον νόμον Κυρίου.”

 (εξαποστειλάριο εορτής)


Μνημονεύει σήμερα η Ορθόδοξη Εκκλησία μας, την ≪αποτομή της τιμίας κεφαλής≫, τον αποκεφαλισμό του Ιωάννη του Προδρόμου από τον βασιλέα της Ιουδαίας Ηρώδη. Η Εκκλησία μας κηρύσσει αυτή τη μέρα ως μέρα νηστείας, διότι ο Ιωάννης θανατώθηκε εξαιτίας της οινοποσίας και του ακράτου ηδονισμού ενός βασιλιά σε ένα συμπόσιο, αυτό της εορτής των γενεθλίων του. Πρόκειται για τον τελευταίο προφήτη, τον προφήτη ο οποίος συνδέει την Καινή με την Παλαιά Διαθήκη, του οποίου ο σκοπός της ζωής του υπήρξε η αναγγελία της ενανθρώπισης του Υιού του Θεού. Πρόκειται για τον Ιωάννη τον βαπτιστή στον οποίο θα προσέλθει ο Κύριος να βαπτισθεί και Αυτός και να δοθεί με αυτόν τον τρόπο η ευκαιρία της επιφανείας του Τριαδικού Θεού. Ο Υιός “ταπεινών εαυτόν” βαπτίζεται, το Πνεύμα το Άγιον, ≪Ωσεί περιστερά≫, φανερώνεται σαν ένα περιστέρι και η φωνή του Θεού Πατρός ακούγεται να δηλώνει: ≪ουτός εστιν ο υιός μου ο αγαπητός≫. Αυτός είναι ο αγαπητός Μου Υιός. 
Εδώ λοιπόν βλέπουμε την εξαιρετική τιμή που επιφυλάσσει ο Θεός στο “σκεύος εκλογής του”, τον τελευταίο από την πλειάδα των προφητών Του: η προαναγγελία της σωτηρίας του γένους των ανθρώπων, που έχει υποσχεθεί αιώνες πριν ο ίδιος ο Θεός στους πρωτόπλαστους. Πρόκειται για την μοναδική τιμή, σ’ αυτόν που μέσα στην ταπείνωσή του, λέγει στους ακροατές του ότι ≪ου ουκ ειμί άξιος το υπόδημα των ποδών λύσαι≫. Δηλαδή διαμαρτυρόμενος όταν τον παρομοιάζουν με τον αναμενόμενο Μεσσία λέγει ότι δεν είναι άξιος ούτε τα κορδόνια των υποδημάτων Του να λύσει. Πρόκειται γι’ αυτόν που προς στιγμήν αποτολμά ακόμη και να αρνηθεί να βαπτίσει τον Ιησού, λέγοντας≪εγώ έχω χρείαν υπό σου βαπτισθήναι, και συ έρχη προς με;≫Εγώ έχω ανάγκη να βαπτισθώ από εσένα και έρχεσαι Εσύ σε μένα; Αλλά η μοναδική και εξαιρετική αυτή τιμή δεν υπολείπεται της πράγματι μεγάλης αξίας του.
Ας δούμε, όμως, μερικά στιγμιότυπα από την επίγεια ζωή του Τιμίου Προδρόμου. Τα επίθετα ≪δίκαιος≫ και ≪άγιος≫, δηλαδή δίκαιος και άγιος απέναντι Θεού και ανθρώπων, που σημειώνει ο ευαγγελιστής Μάρκος και τα οποία αποδίδει ως χαρακτηρισμούς του που προέρχονται από τον ίδιο τον Ηρώδη, αποδίδουν ίσως μόνο ένα μέρος της σημαντικής αυτής προσωπικότητας. Ο ευσεβής και ταπεινός, δίκαιος, άγιος και απόγονος θρησκευόμενης οικογένειας, ως τέκνο του ιερέα Ζαχαρία, που συνδέεται με συγγένεια και με την Παρθένο Μαρία, ζει απλά και φτωχικά στην έρημο (ως Ναζιραίος, ασκητής δηλαδή των χρόνων της Π.Διαθήκης) κηρύττοντας τη μετάνοια στο λαό του Ισραήλ και μεταφέροντας το ελπιδοφόρο μήνυμα της έλευσης του Θεανθρώπου. Προετοιμάζει την ≪οδόν του Κυρίου≫, εξ' ου και η προσωνυμία του Πρόδρομος. Βαπτίζει στον Ιορδάνη όσους προσέρχονται σ’ αυτόν εξομολογούμενοι τις αμαρτίες τους. Διδάσκει τον λόγο και τις εντολές του Θεού τονίζοντας τη λύτρωση που θα φέρει ο αναμενόμενος Μεσσίας και καλεί όλους σε μετάνοια. Γι’ αυτό και δεν διστάζει να ελέγχει και τον Ηρώδη που συζούσε με την Ηρωδιάδα, γυναίκα του αδελφού του Φίλιππου: “ Ουκ έξεστί σοι έχειν την γυναίκα του αδελφού σου". Εξαιτίας αυτού του ελέγχου, η Ηρωδιάδα, προσπαθούσε να βρει αφορμή να απαλλαγεί από την ελεγκτική παρουσία του Ιωάννη και τις βαριές αλλά δίκαιες κατηγορίες του. Κατόρθωσε λοιπόν να πείσει τον Ηρώδη να αποφασίσει, να τον συλλάβει και να τον κλείσει σε φυλακή, για να τον φιμώσει, για να μην ακούγεται ο ενοχλητικός έλεγχός του. Ωστόσο, και εκεί που βρισκόταν ο ασυμβίβαστος Ιωάννης δεν έπαυσε να κηρύττει τον λόγο του Θεού, να ελέγχει τον Ηρώδη και την Ηρωδιάδα, ότι ζούσαν μέσα στην αμαρτία. Παρ’ όλα αυτά ο Ηρώδης τον διατηρούσε ζωντανό στη φυλακή, γιατί φοβόταν να τον σκοτώσει. Ήταν ≪δίκαιος≫ και≪άγιος≫. Ο λαός τον αγαπούσε. Ακολουθούσε το κήρυγμά του και σεβόταν τη διδαχή του. Πίστευε στο προφητικό του κήρυγμα για την έλευση του αναμενόμενου Σωτήρα. Γι' αυτό κι ο βασιλιάς της Ιουδαίας δεν τολμούσε να τον θανατώσει. Η Ηρωδιάδα όμως, που ζούσε στην παρανομία και την αμαρτία, δεν μπορούσε να ανεχθεί την κατάσταση αυτή, που την έκανε να νιώθει ταπεινωμένη και προσβεβλημένη, μεταξύ των καθώς πρέπει κυριών των Ιεροσολύμων, και έψαχνε να βρει κάποια ευκαιρία να τον σκοτώσει. Κι όταν ο επιπόλαια φερόμενος βασιλεύς Ηρώδης, στη γιορτή των γενεθλίων του, “γλεύκους μεμεστωμένος” υποσχέθηκε να χαρίσει οτιδήποτε, ≪έως ημίσους της βασιλείας≫ του, στην κόρη της και ανεψιά του, μετά από έναν ωραίο χορό, βρήκε την ευκαιρία να εκδικηθεί και να απαλλαγεί από την φυσική παρουσία του Ιωάννη. Συμβούλεψε την κόρη της να ζητήσει ≪την κεφαλήν Ιωάννου του βαπτιστού≫. Κι ο Ηρώδης που με τόση ευκολία και χωρίς πολλή σκέψη έδωσε μια τόσο σοβαρή και μεγάλη υπόσχεση, δεν κατάφερε τώρα, αν και ≪περίλυπος γενόμενος≫, να αρνηθεί, βοηθώντας μ’ αυτόν τον τρόπο να πετύχει την εκδίκησή της η Ηρωδιάδα. ≪Και ήνεγκε την κεφαλήν αυτού επί πίνακι και έδωκεν αυτήν τω__ κορασίω, και το κοράσιον έδωκεν αυτήν τη μητρί αυτής≫. Σε αντίθεση προς τον δίκαιο και άγιο, ταπεινό αλλά ασυμβίβαστο Ιωάννη που αφιέρωσε την ζωή του προετοιμάζοντας τον λαό του Ισραήλ για την υποδοχή του Μεσσία, παρουσιάζεται ο αμαρτωλός, ο απερίσκεπτος Ηρώδης που με ευκολία και επιπολαιότητα δίνει σοβαρές υποσχέσεις. Και είναι αυτός ο ίδιος που συζεί με την εκδικητική και μαινομένη Ηρωδιάδα, όπως την παρουσιάζει ο υμνωδός, σκανδαλίζοντας τους συμπολίτες του. Και ενώ ο Θεός δια του κηρύγματος και του ελέγχου του Ιωάννη, τού δίνει την ευκαιρία να αλλάξει τρόπο ζωής, αυτός, δούλος των παθών του, κλείνει τα αυτιά του και προβαίνει στον αποκεφαλισμό του Ιωάννη για χάρη της κόρης της παράνομης γυναίκας του.
Δεν έχουμε συνειδητοποιήσει όσο θα έπρεπε την σημασία της αποτομής, του μαρτυρίου δηλαδή του Τιμίου Προδρόμου. Το γεγονός της αποτομής είναι συγκλονιστικό και γι’ αυτό, παρά το ότι το γνωρίζουμε, είναι ανάγκη για ακόμα μία φορά να το μελετήσουμε. Ας εμβαθύνουμε όμως για λίγο στο καθαυτό γεγονός του σφοδρού Προδρομικού ελέγχου, σε σχέση με εμάς τους ίδιους και την εποχή μας.
Οπωσδήποτε η ενέργεια του Προδρόμου, με τα σημερινά κοσμικά δεδομένα και τη λεγόμενη ≪νεοπατερική≫ σκέψη, δεν μπορεί παρά να χαρακτηριστεί ως ακραία, ίσως γραφική, οπωσδήποτε φανατική και τελικά ως προς αποφυγήν παράδειγμα. Ας δούμε το γιατί. Το τι έκανε ο Ηρώδης στην προσωπική του ζωή, αυτό εντάσσεται, σήμερα, στα ≪απόρρητα προσωπικά δεδομένα≫ και ως εκ τούτου, όχι μόνο δεν είχε δικαίωμα ο Βαπτιστής να ελέγξει, αλλά με την πράξη του αυτή, θέτει τον εαυτόν του στην παρανομία και προσκρούει στο νόμο περί της ≪ελεύθερης επιλογής της προσωπικής ζωής≫. Με τον έλεγχό του, συνεχίζει να ομιλεί η “νεοπατερική σκέψη”, ξεπέφτει από το υψηλό του έργο. Αυτός δεν είναι παρά ένας ασκητής ο οποίος αρνήθηκε τον κόσμο και ως εκ τούτου δεν του επιτρέπεται να αφήνει το χώρο άσκησής του και να κατεβαίνει στα κοσμικά και μάλιστα σ’ αυτού του είδους το επίπεδο που μπορεί να χαρακτηριστεί ως ≪κοσμικό κουτσομπολιό≫, έστω και αν φαίνεται ότι στηρίζεται στον Νόμο των Εντολών. Κάνει, κατά την ίδια σκέψη, υπέρβαση καθήκοντος, και μάλιστα με την αδιακρισία του θίγει την ≪Ιερά Σύνοδο≫ των Εβραίων της εποχής εκείνης, ή το≪Μέγα Συνέδριον≫, αφού δεν έχει εξουσιοδοτηθεί από τους Αρχιερείς για μια τέτοια πράξη. Δηλαδή, λειτουργεί αντιδεοντολογικά, απρεπώς και αυθαίρετα.
Επιτέλους, ποιος είναι αυτός ο ασκητής που ελέγχει, την ίδια στιγμή, που ολόκληρο το σώμα των υπευθύνων αρχιερέων και των “δοκούντων ότι είναι τι” προσώπων του Συνεδρίου, έστω και από≪διάκριση≫, ανέχεται αυτήν την κατάσταση, δηλ. την παρανομία του Ηρώδη; Δημιουργεί με τον πύρινο λόγο του ≪κοινωνική αναταραχή≫, ό,τι δηλαδή χειρότερο για μια ≪ευνομούμενη πολιτεία≫ και μάλιστα για έναν τόπο που βρίσκεται κάτω από την εξουσία της κυρίαρχης Ρώμης. Είναι δυνατόν οι ειρηνικοί≪ησυχαστές≫ και ≪ερημίτες≫ να γίνονται αιτία συγχύσεων και ταραχών, και μάλιστα να προσβάλλουν τους ταγούς της πολιτείας, αφού αυτοί έχουν ≪ταχθεί παρά Θεού≫στο έργο τούτο; Λησμονούσε ο Ζηλωτής και Βαπτιστής του Ιορδάνου ότι ο Ηρώδης, παρά τα προσωπικά του πάθη και τις ιδιορρυθμίες, έκανε δημόσια έργα, ανέπτυσσε την ≪πολιτισμική παράδοση≫ και την ≪ιουδαϊκή κουλτούρα≫, κρατούσε τις ≪λεπτές ισορροπίες≫ με την Ρώμη αλλά και το ελληνιστικό υπόβαθρο της κατ' ανάγκην τότε πολυπολιτισμικής Ιουδαίας, και το σημαντικότερο, είχε προσφέρει πολλά χρήματα από τον δημόσιο κορβανά για το κτίριο του Ναού. Κυρίως όμως μετον έλεγχό του, διατάρασσε την ≪αγαστή συνεργασία≫ μεταξύ ≪ιουδαϊκής θρησκείας και πολιτείας≫. Αποδεικνύει τον εαυτόν του ακραίο, μονοκόμματο και αδιάκριτο, αφού με την ενέργειά του αυτή, αφήνει το έργο του βαπτίσματος και του κηρύγματος και εγκαταλείπει όλον αυτόν τον κόσμο που προσέτρεχε στην έρημο για να τονακούσει και να ωφεληθεί. Θα μπορούσαμε βέβαια να σημειώσουμε και άλλα πολλά, τα οποία βγαίνουν ως συμπεράσματα από την σύγχρονη ≪νεοθεολογική- επιστημονική≫ σκέψη.
Όμως, δόξα τω Θεώ, ο Τίμιος του Κυρίου Πρόδρομος, ο μέγιστος των Προφητών, ο Κήρυκας της Χάριτος, ο ασυμβίβαστος, ζούσε για την αγάπη και τη δόξα του Χριστού. Και υπέγραψε αυτήν την αγάπη του με την ίδια του την κεφαλή. Δεν είναι τυχαίο ότι σε όλους τους ορθοδόξους ναούς η μορφή του εικονίζεται δίπλα στο Δεσπότη Κύριο, δεξιά της Ωραίας Πύλης. Ο Πρόδρομος, ως γνήσιος Προφήτης, παραμένει ανυποχώρητος, πιστός στο παράδειγμα των Προφητών πριν απ' αυτόν (Ησαϊας, Ιερεμίας, Ηλίας, Ελισσαίος), αρνείται να καλύψει την οποιαδήποτε δειλία, με ένα διάτρητο≪θεολογικό≫ μανδύα και με επιχειρήματα ≪νεοπατερικής εποχής≫. Αρνείται την διαστροφή της αμαρτίας που αποκτηνώνει τον άνθρωπο και συνάμα επικυρώνει την αλήθεια, του ότι οι πολιτικοί άρχοντες, πόσω δε μάλλον οι εκκλησιαστικοί, με την προσωπική τους ζωή, πρέπει να αποτελούν παράδειγμα προς μίμησιν. Το δε αίμα του, είναι η μεγαλύτερη μαρτυρία της συνέπειας στο πανάγιο και παντοκρατορικό θέλημα του Θεού. Ας πρεσβεύει ο Μάρτυρας της αληθείας και του Ευαγγελικού ήθους, ώστε να δεχθούμε την χάρη και την ευλογία, για μια συνειδητή Ορθόδοξη Χριστιανική ζωή.

“Τον εν προφήταις μείζονα γνωρισθέντα 
καί Αποστόλων πρόκριτον γεγονότα, 
ύμνοις εγκωμίων στεφανώσωμεν, 
τον Πρόδρομον της χάριτος, 
την κεφαλήν γάρ ετιμήθη, 
διά τον νόμον Κυρίου.” 

(εξαποστειλάριο εορτής)

Του Κων. Α. Οικονόμου δασκάλου

Στήν αποτομή της κεφαλής του Τιμίου Προδρόμου



Τόν εἶπαν καί «Ἠλία». «Καί ἄν θέλετε νά τό παραδεχτεῖτε, αὐτός εἶναι ὁ Ἠλίας πού πρόκειται νά ἔρθει» (Ματθ. 11, 14). «Καί αὐτός θά πορευτεῖ πρίν ἀπό τόν Κύριο μέ τή δύναμη καί τό πνεῦμα τοῦ προφήτη Ἠλία» (Λουκ. 1, 17).
Πολλοί τόν ἀποκάλεσαν καί «διδάσκαλο». «Ἦρθαν δέ καί τελῶνες νά βαφτιστοῦν καί τοῦ εἶπαν, δάσκαλε τί νά κάνουμε»; (Λουκ. 3, 12).
Ἀκόμη ὀνομάστηκε «ἑτοιμαστής». «Γιατί θά πορευτεῖς πιό μπροστά ἀπό τόν Κύριο, νά ἑτοιμάσεις στίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων τό δρόμο τοῦ Θεοῦ» (Λουκ. 1, 76).
Καί «κήρυκας» ὀνομάστηκε. «Ὁ Ἰωάννης βάπτιζε στήν ἔρημο καί κήρυττε βάπτισμα μετανοίας γιά τή συγχώρεση τῶν ἁμαρτιῶν καί κήρυττε λέγοντας. Ἔρχεται πίσω ἀπό μένα αὐτός πού εἶναι ἰσχυρότερος ἀπό μένα». (Μάρκ. 1, 4-7).
Ὁ ἴδιος χαρακτήρισε τόν ἑαυτό του σάν φωνή. «Ποιός εἶσαι, πές μας. Ποιός εἶσαι γιά νά δώσουμε καί ἐμεῖς ἀπάντηση σ’ αὐτούς πού μᾶς ἔστειλαν. Πῶς θεωρεῖς ἐσύ τόν ἑαυτό σου; Καί ἐκεῖνος εἶπε. Ἐγώ εἶμαι ἡ φωνή ἐκείνου πού φωνάζει στήν ἔρημο» (Ἰωάν. 1, 22).
Εἶναι καί λέγεται καί «Βαπτιστής». «Φτάνει ὁ Ἰησοῦς στόν Ἰορδάνη ἀπό τή Γαλιλαία γιά νά βαπτιστεῖ ἀπό τόν Ἰωάννη» (Ματθ. 3, 13). «Ὁ δέ Ἰωάννης βρισκόταν ἐκεῖ καί βάπτιζε καί ἔρχονταν ὅλοι νά βαπτιστοῦν» (Μάρκ. 1, 4).
Πῆρε καί τό ὄνομα «ὁμολογητής». «Καί ὁμολόγησε καί δέν ἀρνήθηκε. Καί ὁμολόγησε ἐπίμονα καί εἶπε: Ἐγώ δέν εἶμαι ὁ Χριστός» (Ἰωάν. 1, 20).
Ἀναμφισβήτητα εἶναι καί «Μάρτυς». «Ἐκεῖνος δέν ἦταν τό φῶς, ἀλλά εἶχε σκοπό νά μαρτυρήσει, γιά τό φῶς» (Ἰωάν. 1, 8).
Αὐτός ἀκόμα ἀξιώθηκε νά ὑπογράψει τήν παρουσία τῆς Ἁγίας Τριάδος καί νά ὀνομαστεῖ γι’ αὐτό «ὑπογραφεύς τῆς Τριάδος».«Ἐκεῖνος ὅμως πού μέ ἔστειλε νά βαπτίζω στό νερό, Ἐκεῖνος μου εἶπε: Σ’ ὅποιον θά δεῖς νά κατεβαίνει τό Ἅγιο Πνεῦμα καί νά μένει ἐπάνω του, Αὐτός εἶναι Ἐκεῖνος πού θά βαπτίζει μέ Ἅγιο Πνεῦμα. Καί ἐγώ τόν εἶδα Αὐτόν καί ἔδωσα τή μαρτυρία μου γι’ αὐτόν ὅτι εἶναι Υἱός τοῦ Θεοῦ». (Ἰωάν. 1, 33-34).
Ὀνομάστηκε ἀκόμα «Δίκαιος καί Ἅγιος». «Ὁ Ἡρώδης φοβόταν τόν Ἰωάννη, γιατί γνώριζε πολύ καλά ὅτι ἦταν δίκαιος καί ἅγιος ἄνθρωπος» (Μάρκ. 6, 20).
Τόν ἀποκάλεσαν καί «Ἀπόστολο». «Ἐσεῖς οἱ ἴδιοι τό παραδέχεστε καί τό λέτε πώς σᾶς εἶπα ὅτι ἐγώ δέν εἶμαι ὁ Χριστός καί ὅτι ἐγώ ἔχω σταλεῖ, νά πορευτῶ πρίν ἀπό Ἐκεῖνον» (Ἰωάν. 3, 28).
Ἕνα ἄλλο ὀνομά του εἶναι «Εὐαγγελιστής». «Παρηγοροῦσε τό λαό μέ πολλά καί διάφορα ἄλλα, ἀλλά συγχρόνως τοῦ χάριζε καί τό χαρούμενο μήνυμα, τό Εὐαγγέλιο» (Λουκ. 3, 18).
Ἀκόμα ἔχει καί τό ὄνομα «Νυμφαγωγός». «Αὐτός πού ἔχει τή νύφη εἶναι Νυμφίος. Ἐκεῖνος πού εἶναι φίλος τοῦ Νυμφίου εἶναι αὐτός πού στέκεται στό πλάι του, τόν ἀκούει καί χαίρεται μέ βαθιά χαρά τή φωνή Του. Ἀπ’ αὐτή τή χαρά γέμισε καί ἡ δική μου ψυχή, γιατί ἀξιώθηκα νά σταθῶ πλάι στόν Νυμφίο Χριστό» (Ἰωάν. 3, 29-30).
Λέγεται καί «Λύχνος». «Ἐκεῖνος ἦταν τό λυχνάρι πού ἔκαιγε καί φώτιζε, ἐσεῖς δέ γιά μιά στιγμή θελήσατε νά κάνετε ἱλαρά τά πρόσωπά σας μέ τό δικό Του φῶς». (Ἰωάν. 5, 35).
Πῆρε καί τόν τίτλο «Ἔλεγχος τοῦ Ἡρώδη». «Γιατί ἔλεγε ὁ Ἰωάννης στόν Ἡρώδη. Δέν σοῦ ἐπιτρέπεται νά συζεῖς μέ τή γυναίκα τοῦ ἀδερφοῦ σου τοῦ Φιλίππου» (Μάρκ. 6, 18). «Ὁ Ἡρώδης ἐπειδή ἐλεγχόταν ἀπό τον Ἰωάννη γιά τήν Ἡρωδιάδα τόν ἔκλεισε στή φυλακή». (Λουκ. 3, 19).
Αὐτά τά τόσο μεγάλα καί τόσο σπουδαῖα ὀνόματα πῆρε ὁ Ἰωάννης. Μ’ αὐτά ἔχει τιμηθεῖ, γι’ αὐτό καί οἱ πράξεις του ἦταν σύμφωνες μέ τούς τίτλους του. Ἔτσι ὁ Ἰωάννης ὑπῆρξε ἐκεῖνος«πού δέ γεννήθηκε ἄνθρωπος μεγαλύτερός του στόν κόσμο» (Ματθ. 6, 11). Αὐτός εἶναι ἐκεῖνος γιά τόν ὁποῖο πραγματικά ὁ προφήτης Δαυίδ ψάλλει, σάν νά δανείζεται τό στόμα τοῦ Θεοῦ καί Πατέρα καί λέει: «Ἑτοίμασα λυχνάρι γιά τόν Χριστό μου. Πάνω σ’ αὐτό δέ, θά φανερωθεῖ καί θά λάμψει ἡ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού θά τόν χρίσει Μεσσία καί βασιλιά» (Ψαλμ. 131, 17-18).
Αὐτός εἶναι ἐκεῖνος ὁ μεγάλος Ἠλίας, ὄχι ὁ Θεσβίτης, ἀλλά αὐτός πού στάθηκε ἀνάμεσα στό νόμο καί στή Χάρη καί ἔγινε πρόδρομος τῆς πρώτης παρουσίας τοῦ Χριστοῦ, ἄν καί ἱστορικά, ἔζησε μετά τόν Ἠλία τό Θεσβίτη, ἐκεῖνος πού εἶχε ὅμοια μ’ αὐτόν ἔμπνευση καί δύναμη, ὅπως προεῖπε ὁ ἀρχάγγελος στόν πατέρα του Ζαχαρία (Λουκ. 1, 17).
Καί σέ ποιόν Ζαχαρία τά εἶπε αὐτά ὁ ἄγγελος; Στό Ζαχαρία πού τό αἷμα του φωνάζει πιό δυνατά ἀπό τό αἷμα τοῦ δίκαιου Ἄβελ (Ματθ. 23, 35).
Αὐτός εἶναι ἐκεῖνος πού σκίρτησε στήν κοιλιά τῆς μάνας του, πρίν ἀκόμα δεῖ τό φῶς τῆς ἡμέρας, γιατί πληροφορήθηκε τήν παρουσία τοῦ κυοφορούμενου Δεσπότη του. Αὐτός χρησιμοποίησε τή γλώσσα τῆς μάνας του καί, ἐνῶ βρισκόταν ἀκόμα στήν κοιλιά της, προανάγγειλε τή γέννηση τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ ἀπό τή Θεοτόκο Μαρία, λέγοντας: «Καί πῶς ἔγινε σέ μένα αὐτό τό πράγμα νά ἔρθει στό σπίτι μου ἡ μητέρα τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ μου;» (Λουκ. 1, 43).
Αὐτός εἶναι ἐκεῖνος πού μέ τό κήρυγμα τῆς μετανοίας θά μαλακώσει τίς καρδιές τῶν γονιῶν καί θά τίς ξαναφερει κοντά στά παιδιά τους καί «θά κάνει τούς παραστρατημένους νά ἀποκτήσουν φρόνηση ἁγίων καί δικαίων ἀνθρώπων καί ἔτσι θά προετοιμάσει τούς ἀνθρώπους, ὥστε νά δεχτοῦν τόν Κύριο καί νά γίνουν λαός Του» (Λουκ. 1, 17).
Αὐτός ὑπῆρξε καρπός θεϊκῆς ὑποσχέσεως, τό χαρμόσυνο ἄγγελμα τοῦ Γαβριήλ, τό τρυφερό κλωνάρι πού χαρίστηκε ἀπό τόν Θεό, στό ξεραμένο ἀπό τήν ἡλικία δέντρο. Τό καρπερό λουλούδι τῆς στείρας. Ὁ προφήτης πού εἶναι γιός προφήτη. Ὁ τρόφιμος τῆς ἐρήμου. Αὐτός πού ἑτοίμασε καί ἑτοιμάζει τούς ἀνθρώπους ὅλης τῆς οἰκουμένης στούς πνευματικούς ἀγῶνες καί στό καλοδέξιμο τοῦ Κυρίου. Ὁ λαμπερός δορυφόρος τοῦ Ἡλίου, πού λάμπει παντοτινά. Τό λυχνάρι τοῦ θεϊκοῦ Φωτός. Ὁ στρατιώτης τοῦ αἰώνιου βασιλιᾶ. Ὁ Νυμφαγωγός τοῦ Νυμφίου. Ὁ δοῦλος τοῦ Δεσπότη. Ἡ φωνή τοῦ Λόγου, πού ἱεράτευσε σάν τόν Μελχισεδέκ αἰώνια, ὡς ἀπάτορας, ἀμήτορας καί ἀγεννεαλόγητος. Ὁ ἱερέας πού ἀξιώθηκε νά ἱερουργήσει ἀκόμα καί τή Βάπτιση τοῦ Ἴδιου τοῦ Θεοῦ. Αὐτός πού ἄκουσε μέ τά ἴδια του τ’ ἀφτιά τόν Θεό Πατέρα νά μιλάει. Αὐτός πού βάπτισε τόν Υἱό καί Αὐτός πού εἶδε τόἍγιο Πνεῦμα.
Αὐτός πού ὑπῆρξε τό τέλος τοῦ νόμου· Αὐτός πού μεσολάβησε ἀνάμεσα στή Χάρη τοῦ Θεοῦ καί στούς ἀνθρώπους. Αὐτός πού ὑπῆρξε ὁ μεγαλύτερος ἀπ’ ὅλους τούς προφῆτες καί στοῦ ὁποίου τό πρόσωπο ἐξαντλεῖται κάθε προφητική διακονία. Ὁ κήρυκας τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Ὁ πρόδρομος τοῦ Χριστοῦ πού εἶναι ἡ αὐτοαλήθεια. Ἡ θύρα ἀπό τήν ὁποία μπαίνουμε στό χῶρο τῆς μετάνοιας. Αὐτός πού ὑπῆρξε τό κόσμημα καί ἡ λαμπρότητα τῶν παρθένων, Αὐτός πού ἑτοίμασε τή σωτηρία μας. Αὐτός πού νομοθέτησε τή σωφροσύνη καί ἔγινε χαλινάρι στούς παράνομους καί φαύλους καί ἀκόμη Αὐτός πού χειραγώγησε ὅσους σεβάστηκαν τό θεϊκό νόμο.
Αὐτός εἶναι ὁ μεγάλος Ἰωάννης. Τό ὄνομα πού βγῆκε ἀπό τό στόμα τοῦ Θεοῦ καί μεταφέρθηκε ἀπό τούς οὐρανούς στό Ζαχαρία μέ τήν ἀρχαγγελική φωνή. Αὐτός εἶναι ἡ φωνή πού γεννήθηκε ἀπό τόν κωφάλαλο πατέρα. Αὐτός πού μέ τή σιωπή τοῦ πατέρα του κατάργησε τή στειρότητα τῆς μάνας του. Αὐτός φανέρωσε τόν «Ἀμνό τοῦ Θεοῦ» μέ τό δάχτυλό του, δίνοντας σ’ αὐτό δύναμη πιό μεγάλη καί ἀπό τόν καλύτερο ρήτορα. Αὐτός πού στό πρόσωπό του ἔχει δικαίωμα νά καυχιέται ἡ ἐγκράτεια. Αὐτός πού ἔζησε σάν ἄσαρκος τήν ἐπίγεια ζωή του, πού βρέθηκε σάν πολύτιμος μαργαρίτης μέσα στή λάσπη. Αὐτός πού σάν πολύτιμος θησαυρός βρέθηκε σέ εὔθραυστο καί φτηνό θησαυροφυλάκιο. Αὐτός πού ἀπείλησε τίς ἄκαρπες ψυχές μέ τό ξινάρι τῆς Θείας δικαιοσύνης, ἡ φιλέρημη τρυγόνα τῆς Ἐκκλησίας, τό ἀσταμάτητο στόμα, ἡ φωνή ἐκείνου πού φωνάζει στήν ἔρημο καί ἀντηχεῖ βροντερά στά πέρατα τοῦ κόσμου, λέγοντας «ἑτοιμάστε τό δρόμο τοῦ Κυρίου, κάνετε ἴσια τά μονοπάτια ἀπ’ ὅπου θά περάσει ὁ Κύριος στίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων» (Ματθ. 3, 3 -Ἰωάν. 1, 23).
Αὐτός εἶναι ἡ γλῶσσα πού μέ τά θεϊκά της λόγια καί μέ τήν ἁγνή φωνή της, ἀκόμα καί μετά τό θάνατό του, ἐλέγχει τόν Ἡρώδη καί κηρύττει τόν Χριστό, λέγοντας: «Μετανοεῖτε, γιατί ἔφτασε ἡ βασιλεία τῶν Οὐρανῶν» (Ματθ. 3, 2).
Στόν Θεό ἀνήκει ἡ δόξα καί ἡ μεγαλωσύνη στούς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν

Ἁγίου Ἀνδρέα Κρήτης 

Ἀπό τό βιβλίο: «Θεϊκό Λυχνάρι, ὁ Τίμιος Πρόδρομος»
Ἐκδόσεις ΕΤΟΙΜΑΣΙΑ
Ἱερᾶς Μονῆς Τιμίου Προδρόμου Καρέα

ΜΝΗΜΗ ΤΗΣ ΑΠΟΤΟΜΗΣ ΤΗΣ ΤΙΜΙΑΣ ΚΕΦΑΛΗΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΕΝΔΟΞΟΥ ΠΡΟΦΗΤΟΥ ΚΑΙ ΒΑΠΤΙΣΤΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ



῾Για τον άγιο Ιωάννη έχει μαρτυρηθεί από τον ίδιο τον Κύριο ότι υπήρξε ο μεγαλύτερος από όλους τους ανθρώπους και περισσότερο από προφήτης. Είναι αυτός που σκίρτησε ήδη μέσα από τη γαστέρα της μητέρας του και κήρυξε και στους ανθρώπους εδώ, αλλά και στον Άδη. Ήταν υιός του αρχιερέα Ζαχαρία και της Ελισάβετ, γεννημένος από υπόσχεση του αρχαγγέλου Γαβριήλ. Η αποτομή της τιμίας κεφαλής του έγινε από τον Ηρώδη, λόγω της παράνομης σχέσης που είχε αυτός με την Ηρωδιάδα. 
Ο άγιος Ιωάννης ήταν αυτός που είχε αγιωσύνη ήδη από την κοιλία της μητέρας του, που είχε ως κατοικία του την αγνότητα, που ακολούθησε τη σωφροσύνη, που άσκησε τη νηστεία, που απομακρύνθηκε από κάθε ανθρώπινη συναναστροφή και έκανε πόλη του την έρημο, που ζούσε με τα θηρία, έχοντας ως ένδυμα τρίχες καμήλου και δερμάτινη ζώνη στη μέση του, που έτρωγε σαν πουλάκι του ουρανού, ενώ μελετούσε διαρκώς τον νόμο του Θεού, χάριν του οποίου και φυλακίστηκε, θεωρώντας τη φυλάκισή του ως κάτι δεύτερο και μηδαμινό. Ήταν αυτός που ξεπέρασε τους όρους της φύσεως και βάπτισε τον απόλυτα καθαρό και αμόλυντο και πέραν από κάθε φύση Χριστό. Λοιπόν ο πολύ ακόλαστος Ηρώδης, τετράρχης του Ιουδαϊκού εδάφους, ήθελε να έλθει σε γάμο με τη γυναίκα του αδελφού του Φιλίππου. Από θείο ζήλο λοιπόν κινούμενος ο Προφήτης και με όπλο την αλήθεια, έλεγε προς τον τύραννο: ῾Δεν σου επιτρέπεται να έχεις τη γυναίκα του αδελφού σου Φιλίππου᾽. Γι᾽ αυτόν τον λόγο, η μανιώδης γυναίκα παρέσυρε τον εραστή της, ώστε να φυλακίσει τον άγιο. Λοιπόν: όταν τελούνταν τα γενέθλια του Ηρώδη και το πολύ και παρωθητικό προς φιληδονία κρασί τον είχαν οδηγήσει σε παραφροσύνη, γίνεται χορός ενός πορνιδίου, με τίμημα τον φόνο του Προφήτη. 
Αμέσως λοιπόν έφεραν σε πιάτο την κεφαλή του Δικαίου, η οποία και παραδόθηκε στη μοιχαλίδα γυναίκα, ενώ ακόμη έσταζε το αίμα, και η οποία δεν έπαυε, έστω και έτσι, να κηρύσσει τα ίδια. Αυτά πραγματοποιήθηκαν στη Σεβαστή, μία πόλη που απείχε από τα Ιεροσόλυμα δρόμο μίας ημέρας. Εκεί και ο τετράρχης που ηγεμόνευσε μετά από εκείνον, έφτιαξε τα ανάκτορα, εκεί έγινε και η γιορτή, που οδήγησε στο θάνατο του προφήτη. 
Εκεί αποκρύφθηκε και το άγιο σώμα του προφήτη, το οποίο μάζεψαν οι δικοί του μαθητές᾽.

Αν δεν υπάρχει κάποιος συγκεκριμένος ιστορικός λόγος, τον οποίο αγνοούμε, συνιστά κατά πρώτον παραδοξότητα το γεγονός ότι η σημερινή ημέρα είναι ημέρα αυστηρής νηστείας: δεν επιτρέπεται η κατάλυση ούτε ελαίου ούτε οίνου. Και τούτο διότι το μαρτυρικό τέλος ενός αγίου θεωρείται η δόξα και η τιμή του, αφού τότε εισάγεται θριαμβευτικά στη Βασιλεία του Θεού και τότε, θα λέγαμε, με τη χάρη του Θεού, ῾κατακτά᾽ τον Παράδεισο. 
Πώς λοιπόν η ημέρα της δόξας και του θριάμβου για τον άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο, η οποία προκαλεί ύμνους και πανηγυρισμούς για τους αγγέλους και όλη την Εκκλησία, είναι συνδεδεμένη με κάτι πένθιμο, όπως είναι η νηστεία; Μία εξήγηση ίσως είναι ότι η Εκκλησία μας, ναι μεν τονίζει τον θρίαμβο εισόδου του αγίου Ιωάννου στη Βασιλεία του Θεού, διά του μαρτυρίου του που επιβεβαιώνει την απόλυτη πιστότητά του στον νόμο του Θεού, από την άλλη όμως θέλει να προβάλει την πολλαπλάσια, σε σχέση με τους άλλους αγίους, αγιότητά του, σχετίζοντας το τέλος του με το τέλος του ίδιου του Κυρίου πάνω στο Σταυρό. Θέλουμε να πούμε ότι όπως η σταυρική θυσία του Χριστού, παρόλο ότι τότε ουσιαστικά σωθήκαμε – αφού εκεί ο Κύριος ῾κατήργησε το σώμα της αμαρτίας᾽, οπότε έπειτα ήλθε η Ανάστασή Του ως ανάσταση και των ανθρώπων – δεν παύει να είναι ημέρα πένθους με αυστηρότατη νηστεία, κατά τον ίδιο τρόπο, τηρουμένων βεβαίως των αναλογιών, και με τον Ιωάννη: ναι μεν εισέρχεται μετά δόξης στη Βασιλεία του Θεού, η ημέρα όμως του μαρτυρίου του είναι ημέρα πένθους. Κι ίσως συνηγορεί σ᾽ αυτήν την εξήγηση και αυτό που η Εκκλησία μας εξαγγέλλει για την ημέρα, μέσα ιδίως από το κοντάκιο, ότι δηλαδή ῾η του Προδρόμου ένδοξος αποτομή οικονομία γέγονέ τι θεϊκή, ίνα και τοις εν Άδη του Σωτήρος κηρύξη την έλευσιν᾽. 
Ήταν σχέδιο του Θεού η αποτομή της κεφαλής του, ώστε να προλάβει με το κήρυγμα στον Άδη, την εκεί έλευση του Σωτήρος Χριστού, όταν τέθηκε στον τάφο και μέχρις ότου έλθει η Ανάστασή Του εκ των νεκρών.

Με την αποτομή της κεφαλής του αγίου Ιωάννου η Εκκλησία μας εξαγγέλλει δύο κυρίως πράγματα: 
Πρώτον, όπως συμβαίνει σε κάθε βεβαίως εορτή του αγίου Ιωάννου, τη μεγάλη αγιότητά του. Δεν προσφέρουμε κάτι καινούργιο, αν υπενθυμίσουμε ότι ο άγιος Ιωάννης υπερακοντίζει κατά πολύ τα μέτρα και των μεγάλων αγίων ακόμη της Εκκλησίας μας. Μόνον η Παναγία Μητέρα του Κυρίου θεωρείται από αυτήν, την Εκκλησία, ως μεγαλύτερη ακόμη και από εκείνον. Διότι πρόκειται για ῾την τιμιωτέραν των Χερουβίμ και την ενδοξοτέραν ασυγκρίτως των Σεραφίμ᾽. Και δικαιολογημένα: υπήρξε το καλύτερο άνθος της ανθρωπότητας, αφού δι᾽ αυτής εισήλθε στον κόσμο ως άνθρωπος ο ίδιος ο Θεός. Αλλά τα περί αγιότητας του αγίου Ιωάννου συνιστούν περίσσια λόγων, όταν έχουμε εκφρασμένη, όπως ήδη αναφέραμε, τη γνώμη του ίδιου του Θεού μας, του Κυρίου Ιησού Χριστού. 
Κι αυτό σημαίνει ότι ο άγιος Ιωάννης έχει τεράστια παρρησία ενώπιον του Θεού, ώστε να πρεσβεύει υπέρ ημών, είναι λοιπόν συμφέρον μας να τον επικαλούμαστε συχνά-πυκνά, αλλά και λόγω της μεγάλης χάρης του Θεού που έχει, έχει και τεράστια αγάπη προς τον λαό του Θεού. Άλλωστε ο βαθμός αγιότητας ενός αγίου από αυτό φαίνεται: από το πόσο αγαπά τον άνθρωπο και συμπάσχει στα διάφορα και ποικίλα προβλήματά του.

Δεύτερον, με τη μνήμη της αποτομής του αγίου, η Εκκλησία μας τονίζει το μέγεθος της ανθρώπινης άνοιας και φρενοβλάβειας, καθώς το βλέπουμε στα πρόσωπα του Ηρώδη, κυρίως όμως της Ηρωδιάδας και της κόρης της Σαλώμης. Ο υμνογράφος πράγματι αδυνατεί να κατανοήσει λογικά αυτό που συνέβη: ο πλέον αξιοσέβαστος σε όλον τον Ισραήλ, αυτός τον οποίο φοβούνταν και οι άρχοντες, αυτός στον οποίο έκλιναν ευλαβικό γόνυ και οι άγγελοι, πεθαίνει μαρτυρικά, από το ῾καπρίτσιο᾽ ενός πορνιδίου και του εγωισμού μίας εξίσου πόρνης γυναίκας, η οποία δεν άντεχε τον λόγο της αλήθειας: τον έλεγχό της, με βάση τον νόμο του Θεού, για τις παρανομίες και τις αμαρτίες της. Στις διάφορες μάχες που διεξάγονται, θεωρείται τιμή για έναν μαχητή να πέσει ηρωικά από το όπλο ενός εξίσου σπουδαίου μαχητή. Υπάρχει εκεί πράγματι ένας ηρωισμός και μία δόξα. 
Ο Έκτορας, για παράδειγμα, που φονεύθηκε σε μάχη με τον Αχιλλέα. Και η ήττα εκεί ισοδυναμεί σχεδόν με νίκη, γιατί είναι σπουδαίος ο αντίπαλος. Εδώ όμως στον άγιο Ιωάννη; Ο μεγαλύτερος και αγιότερος άνθρωπος ῾πέφτει᾽ από μία πόρνη, που ῾εκβιάζει᾽ τον θάνατό του. Αλλά ίσως και αυτό αναδεικνύει ακόμη περισσότερο τον άγιο Ιωάννη, λόγω της ταπείνωσης που περικλείει. Σημασία πάντως έχει ότι ο υμνογράφος δεν μπορεί να κατανοήσει τα γενόμενα: ῾ώ, του παραδόξου θαύματος! Την ιεράν κεφαλήν και αγγέλοις αιδέσιμον, ασελγές ακόλαστον περιέφερε κόριον᾽. ῾Ώ, της υπέρ νουν εκπλήξεως! Των προφητών η σφραγίς, ο επίγειος Άγγελος, πορνικής ορχήσεως αναδείκνυται έπαθλον!᾽ Όντως πρόκειται περί ανοίας και φρενοβλαβείας, μάλλον όμως περί δαιμονοπληξίας. 
Όταν ο άνθρωπος έχει χάσει τον Θεό από τη ζωή του, τα πάντα τότε μπορεί να τα επιτελέσει. Γίνεται ένας δεύτερος σατανάς.


Τρία θαυμαστά γεγονότα που συνοδεύουν το γενέθλιο του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου (24 Ιουνίου)


Τα τρία θαυμαστά γεγονότα που συνοδεύουν το γενέθλιο 
του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου (24 Ιουνίου).

Το πρώτο θαυμαστό γεγονός, είναι ότι ο Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος είναι ο μοναδικός άγιος που πρώτα τον γνώρισε ο κόσμος ως Άγιο και έπειτα ως βρέφος. Πρώτα τον γνώρισε ως Προφήτη και έπειτα τον είδε ως άνθρωπο!

Και αυτό γιατί πριν ακόμα βγει από την κοιλιά της μητέρας του, έδειξε την Χάρη που έλαβε από τον Θεό και προφήτευσε προσκυνώντας τον Δεσπότη των απάντων. Σκίρτησε στην κοιλιά της Ελισάβετ όταν η Παναγία την ασπάστηκε. Το σκίρτημα αυτό ήταν ένα προσκύνημα που γέμισε την καρδιά της Ελισάβετ με πνευματική χαρά και ανεφώνησε: ἰδοὺ γὰρ ὡς ἐγένετο ἡ φωνὴ τοῦ ἀσπασμοῦ σου εἰς τὰ ὦτά μου, ἐσκίρτησεν ἐν ἀγαλλιάσει τὸ βρέφος ἐν τῇ κοιλίᾳ μου. (Λκ 1,44)
Αμέσως δηλαδή μεταδόθηκε η χάρη που έλαβε ο Ιωάννης στην Ελισάβετ, η οποία άρχισε να κηρύττει εκείνα που ο Ιωάννης ως αγέννητος δεν μπορούσε να πει: καὶ ἐπλήσθη Πνεύματος Ἁγίου ἡ Ἐλισάβετ καὶ ἀνεφώνησε φωνῇ μεγάλῃ καὶ εἶπεν· εὐλογημένη σὺ ἐν γυναιξὶ καὶ εὐλογημένος ὁ καρπὸς τῆς κοιλίας σου. Καὶ πόθεν μοι τοῦτο ἵνα ἔλθῃ ἡ μήτηρ τοῦ Κυρίου μου πρός με; Ἰδοὺ γὰρ ὡς ἐγένετο ἡ φωνὴ τοῦ ἀσπασμοῦ σου εἰς τὰ ὦτά μου, ἐσκίρτησε τὸ βρέφος ἐν ἀγαλλιάσει ἐν τῇ κοιλίᾳ μου. (Λκ 1,41-42)

Μητέρα του Θεού, ονομάζει την Παρθένο, σαν να ήξερε ποιον κυοφορούσε μέσα στην κοιλιά της. Γίνεται Προφήτης λοιπόν η Ελισάβετ και αυτό βεβαίως είναι δόξα του υιού της, του Ιωάννη.

Είναι πράγματι ασύλληπτη η χάρη που δόθηκε στον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο.
Αρκεί να αναλογιστεί κανείς ότι:
Οι Μάρτυρες, πρώτα βαπτίζονται στο αίμα του Μαρτυρίου τους, οι ασκητές πρώτα πλένονται στον ιδρώτα της άσκησης, οι Απόστολοι πρώτα ευωδίασαν τον εαυτό τους με την οσμή του κηρύγματος, όλοι οι Άγιοι βάφτηκαν πρώτα με τους αγώνες τους και έπειτα έλαβαν την Χάρη του Αγίου Πνεύματος.
Ο κόσμος γενικά, γνώρισε τον κάθε άνθρωπο που αγίασε, από τα κατορθώματα των αρετών του. Όλοι οι Προφήτες, από την πολλή τους αρετή έγιναν σκεύη δεικτικά των χαρισμάτων του Αγίου Πνεύματος και έτσι έλαβαν και το χάρισμα να προφητεύουν.
Τότε ο κόσμος κατάλαβε πως ήταν Προφήτες.

Όμως, τον Άγιο Ιωάννη, τον κατάλαβε ο κόσμος, πριν να γεννηθεί στον κόσμο. Όταν ήταν βρέφος αγέννητο!

Ένα δεύτερο θαυμαστό γεγονός, είναι το γεγονός πως για να καταλάβουν οι άνθρωποι ότι ο Άγιος Ιωάννης είναι Πρόδρομος του Μονογενούς Υιου του Θεού, ο Θεός θέλησε η γέννησή του Προδρόμου, να έχει παρόμοια προτερήματα με εκείνα του Ιησού:

– Στην γέννηση του Ιησού Χριστού ο Γαβριήλ ευαγγελίζει στην Παρθένο το Χαίρε. Στην γέννηση του Ιωάννη ο Άγγελος, λέει στον πατέρα του τον Ζαχαρία «Και έσται χαρά σοι και αγαλλίασις». (Λκ 1,14)

– Ο Άγγελος λέει στην Παρθένο: Εκείνος που θα γεννήσεις, είναι ο Υιός του Υψίστου. (Λκ. 1,32)
Ο Άγγελος προλέγει στον Ζαχαρία, ότι ο υιός σου θα είναι Μεγας ενώπιον του Κυρίου. (Λκ 1,15)

– Στην γέννηση του Χριστού έχουμε παρθενία και τόκο. Στην γέννηση του Ιωάννη έχουμε στείρωση και γηρατειά.

– Εκεί Άγγελοι δοξαζουν, εδώ άνθρωποι θαυμάζουν.

– Εκεί ανοίγουν οι ουρανοί και κατεβάζουν τον αστέρα, εδώ λυνεται η γλώσσα του πατέρα και εκφωνει τις προφητείες.

– Γεννήθηκε ο Ιησούς και έπαψε του διαβόλου η εξουσία. Γεννήθηκε ο Ιωάννης και άρχισε το κήρυγμα της Σωτηρίας.

Μια τρίτη μικρή αλλά πολύ σημαντική λεπτομέρεια: Ο Ζαχαρίας δεν προσευχόταν να του χαρίσει ο Θεός έναν υιό. Αν ζητούσε κάτι τέτοιο, τότε σίγουρα δεν θα απιστούσε τόσο, όταν ο Άγγελος του είπε ότι θα γεννήσει υιό η Ελισάβετ. Αυτός, όταν προσέφερε στον Θεό θυμίαμα παρακαλούσε για την Σωτηρία του λαού και κατά την ώρα που έκανε δέηση για την Σωτηρία του κόσμου, τον επισκέφτηκε ο Άγγελος και του είπε, ότι ακούστηκε η δέησή σου και η γυναίκα σου η Ελισάβετ θα γεννήσει τον υιόν σου. Σαν να του έλεγε ότι η Σωτηρία του κόσμου, θα αρχίσει από την γέννηση του υιού σου. Σαν να του έλεγε ότι ήταν η γέννηση του Ιωάννη η Σωτηρία όλου του κόσμου.

Λέει ο Άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης πως καθένας από τους υπόλοιπους αγίους εγκωμιάσθηκε από κάποιον άλλον, ο υψηλός στην αρετή από κάποιον επίσης υψηλό, και ο μετριώτερος από κάποιον μέτριο.
Γι’ αυτόν, όμως, που τώρα ευφημείται κατ’ εξοχήν, το εγκώμιο προέρχεται από τον ίδιο τον Χριστό τον Θεό, που είναι η αλήθεια. Γιατί αναφέρει: «Κανείς μεταξύ των ανθρώπων δεν έχει αναφανεί ανώτερος από τον Ιωάννη τον Βαπτιστή».

Άπολυτίκιον. Ήχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.

Προφήτα και Πρόδρομε, της παρουσίας Χριστού, άξίως ευφημήσαί σε, ουκ εύπορούμεν ημείς, οι πόθω τιμώντές σε· στείρωσις γαρ τεκούσης, και πατρός αφωνία, λέλυται τη ενδόξω, και σεπτή σου γεννήσει, και σάρκωσις Υιού του Θεού, κόσμω κηρύττεται.
Κοντάκιον Ήχος γ’. Η Παρθένος

Η πριν στείρα σήμερον, Χριστού τον Πρόδρομον τίκτει, και αυτός το πλήρωμα, πάσης της προφητείας, όνπερ γάρ, προανεκήρυξαν οι Προφήται, τούτον δη, εν Ιορδάνη χειροθετήσας, ανεδείχθη Θεού Λόγου, Προφήτης Κήρυξ ομού και Πρόδρομος.

Επεξεργασία: Ορθόδοξες Απαντήσεις, Ιούνιος 2014

Τότε ακούω, αδελφέ μου, τον Τίμιο Πρόδρομο με γλυκιά και ήρεμη φωνή να μου λέει…



Θαυμαστό περιστατικό, το οποίο διηγείται ο μακαριστός Γέρο-Βησσαρίων της Ι.Μ.Οσίου Γρηγορίου!

-Γέρο-Βησσαρίων, αν αγαπάς μου λέγεις και κάποιο άλλο θαύμα που έγινε σ’ αυτή την εκκλησία, και πως είδες τον Τίμιο Πρόδρομο ζωντανό και μίλησες μαζί του;
Ο γερο-Βησσαρίων μειδίασε λίγο, και άρχισε με την συνηθισμένη του απλότητα να λέει: 
-Αυτό που μου λες έγινε ύστερα από δύο χρόνια (1918) και άκουσέ το αφού το θέλεις.
Εσύ μυλωνάς έκανες και ξέρεις ότι πολλές φορές μαζεύονται πολλοί στο μύλο. Μια ημέρα λοιπόν δύο χωρικοί ήλθαν στα παζάρια και ο ένας αγόρασε τη φοράδα του άλλου.
Εκείνος που την αγόρασε, πήγε στην εκκλησία και προσκύνησε (σ. ο γ. Βησσαρίωνας ήταν τότε οικονόμος στο Μετόχι αγιορείτικης μονής στα Μαριανά Χαλκιδικής). Άφησε, μάλιστα, μπροστά στην εικόνα του Τιμίου Προδρόμου και μερικά χρήματα και μου είπε να ανάψω ένα κερί. Εγώ άναψα το κερί, είδα και τα χρήματα που ήταν αρκετά, δεν τα πήρα, τα άφησα μπροστά στην εικόνα. Κατά το βράδυ πήγα να ανάψω τα καντήλια και βλέπω να λείπουν τα χρήματα. Μα δεν το ξέρεις πόση στενοχώρια μου ήλθε. Ο πειρασμός με σκλήρυνε και εμένα και, όπως κουβεντιάζουμε μαζί, πήγα μπροστά στην εικόνα του αγίου και του λέω:
– Άγιε Πρόδρομε, δεν είσαι εδώ; Γιατί αφήνεις και σου παίρνουν τα χρήματα μπροστά από την εικόνα σου;
Ααααα, δεν σου ανάβω καντήλι. Έτσι γερο-Λάζαρε, άναψα μόνο της Παναγίας το καντήλι και έφυγα. Ναι αλλά μέσα μου όμως η καρδιά μου χτυπούσε λιγάκι. Επήγα στον μύλο, ανέβηκα επάνω στο σπίτι, έφαγα λίγο ψωμί, αλλά συγχυσμένος. Θυμόμουνα ότι το καντήλι του αγίου το είχα σβηστό, αλλά ο κοτσονούρης δεν με άφηνε, πολύ με εσκλήρυνε. Έλεγα μέσα μου: «Αϊ να δούμε τι θα γίνει. Δεν το ανάβω το καντήλι απόψε».
Εκοιμήθηκα, λοιπόν, αδελφέ μου, με τη σύγχυση που είχα, όμως επέμεινα στη γνώμη μου. Έτυχε να είναι πανσέληνος, το φεγγάρι σαν ήλιος και από το παράθυρο του κελλιού μου έμπαινε μέσα το φως. Καθώς λοιπόν κοιμόμουνα μόνος μου-διότι άλλον συνοδεία τότε δεν είχα- κατά τα μεσάνυχτα αισθάνομαι μια σκουντιά. Ξυπνώ και βλέπω έναν γίγαντα μπροστά μου, με τα μαλλιά ξέπλεκα. Από τον φόβο μου άρχισα να τρέμω και μόλις μπόρεσα να του πω:
-Πως ήλθες εδώ;
Σε απάντησή μου, μου λέει σε ύφος σοβαρό:
– Το πώς ήρθα μη ρωτάς, αλλά πες μου γιατί δεν ανάβεις το καντήλι;
Και αμέσως με πολύ φόβο, με φωνή που έτρεμε, με δάκρυα στα μάτια, λέω:
-Να με σχωρέσεις , άγιε. Έσφαλα.
Τότε του έβαλα τρεις μετάνοιες κλαίγοντας στα ποδάρια του και τον παρακαλούσα να με συγχωρέσει.
Ενώ μου τα διηγούνταν αυτά ο γερο-Βησσαρίων, άρχισε από την κατάνυξη να κλαίει μπροστά μου. Αφού του πέρασε, εξακολούθησε:
-Τότε ακούω, αδελφέ μου, τον Τίμιο Πρόδρομο με γλυκιά και ήρεμη φωνή να μου λέει:
-Παιδί μου Βησσαρίων, λες ότι δεν είμαι εδώ; Και αν εγώ δεν είμαι εδώ, τότε ποιος σε φυλάγει εδώ τόσα χρόνια, σ’ αυτή την ερημιά από τους ληστές και τα άλλα κακοποιά στοιχεία; (Και πάλι άρχισε να κλαίει ο π.Βησσαρίων από τη συγκίνηση και την ευλάβειά του προς τον Τίμιο Πρόδρομο).
-Άγιέ μου, του λέω, σε παρακαλώ να με συγχωρέσεις, δεν το ξανακάμω.
-Πήγαινε ν’ ανάψεις το καντήλι στην εικόνα μου, και να το κηρύττεις και στους άλλους ότι κάνουν θαύματα οι εικόνες, διότι πολλοί εδώ άρχισαν να λένε ότι δεν θαυματουργούν οι εικόνες.
Αυτά μου είπε και έγινε άφαντος. Εγώ εκείνη την ώρα πήγα στην εκκλησία κα ω του θαύματος! Βλέπω όλα τα χρήματα στον ίδιο τόπο, όπως ήταν, μπροστά στην εικόνα του Αγίου! Ποιος να ξέρει τι λαχτάρα να τράβηξε εκείνος ο κλέπτης και τα έφερε αυτήν την ίδια νύχτα τα χρήματα στην Εικόνα.
Τέλος τον ρώτησα:
-Τι ενδύματα φορούσε ο Τίμιος Πρόδρομος;
-Να, όπως τον βλέπεις στην εικόνα με την προβειά. Αλλά τέτοιο ψηλό άνθρωπο δεν είδα άλλον στη ζωή μου.
Μα τι να σου πω! Άνδρας πελώριος, γίγαντας.
-Σε πιστεύω, του λέω, διότι και ο Χριστός μας λέει στο Ευαγγέλιο «ουκ εγήγερται εν γεννητοίς γυναικών μείζων Ιωάννου του Βαπτιστού», πρωτίστως αυτό το είπε ο Κύριος για το πλήθος των αρετών του και τη μεγάλη αγιοσύνη του. Όμως αυτό ισχύει και για τη σωματική του διάπλαση, γιατί τα λόγια του Κυρίου και τα δύο περιλαμβάνουν.

από το βιβλίο: «ΟΣΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ» – ΕΤΗΣΙΑ ΕΚΔΟΣΙΣ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΚΟΙΝΟΒΙΑΚΗΣ ΜΟΝΗΣ ΟΣΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ.

Παρακλητικὸς Κανὼν εἰς τὸν Τίμιον Πρόδρομον τοῦ Χριστοῦ


῾Ο ἱερεύς:
Εὐλογητὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν πάντοτε, νῦν καὶ ἀεί, καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
῾Ο ᾿Αναγνώστης:
Κύριε, εἰσάκουσον τῆς προσευχῆς μου, ἐνώτισαι τὴν δέησίν μου ἐν τῇ ἀληθείᾳ σου, εἰσάκουσόν μου ἐν τῇ δικαιοσύνῃ σου· καὶ μὴ εἰσέλθῃς εἰς κρίσιν μετὰ τοῦ δούλου σου ὅτι οὐ δικαιωθήσεται ἐνώπιόν σου πᾶς ζῶν. ῞Οτι κατεδίωξεν ὁ ἐχθρὸς τὴν ψυχήν μου ἐταπείνωσεν εἰς γῆν τὴν ζωήν μου. ᾿Εκάθισέ με ἐν σκοτεινοῖς ὡς νεκροὺς αἰῶνος καὶ ἠκηδίασεν ἐπ’ ἐμὲ τὸ πνεῦμά μου, ἐν ἐμοὶ ἐταράχθη ἡ καρδία μου. ᾿Εμνήσθην ἡμερῶν ἀρχαίων, ἐμελέτησα ἐν πᾶσι τοῖς ἔργοις σου, ἐν ποιήμασι τῶν χειρῶν σου ἐμελέτων. Διεπέτασα πρὸς σὲ τὰς χεῖράς μου, ἡ ψυχὴ μου ὡς γῆ ἄνυδρός σοι. Ταχὺ εἰσάκουσόν μου Κύριε, ἐξέλιπε τὸ πνεῦμά μου. Μὴ ἀποστρέψῃς τὸ πρόσωπόν σου ἀπ’ ἐμοῦ καὶ ὁμοιωθήσομαι τοῖς καταβαίνουσιν εἰς λάκκον. ᾿Ακουστὸν ποίησόν μοι τὸ πρωὶ τὸ ἔλεός σου, ὅτι ἐπὶ σοὶ ἤλπισα. Γνώρισόν μοι, Κύριε, ὁδὸν ἐν ᾗ πορεύσομαι ὅτι πρὸς Σὲ ἦρα τὴν ψυχήν μου. ᾿Εξελοῦ με ἐκ τῶν ἐχθρῶν μου, Κύριε, πρὸς σὲ κατέφυγον. Δίδαξόν με τοῦ ποιεῖν τὸ θέλημά σου ὅτι σὺ εἶ ὁ Θεός μου. Τὸ Πνεῦμά σου τὸ ἀγαθὸν ὁδηγήσει με ἐν γῇ εὐθείᾳ. ῞Ενεκεν τοῦ ὀνόματός Σου, Κύριε, ζήσεις με, ἐν τῇ δικαιοσύνῃ σου ἐξάξεις ἐκ θλίψεως τὴν ψυχήν μου· καὶ ἐν τῷ ἐλέει σου ἐξολοθρεύσεις τοὺς ἐχθρούς μου. Καὶ ἀπολεῖς πάντας τοὺς θλίβοντας τὴν ψυχήν μου, ὅτι ἐγὼ δοῦλός σού εἰμι....

Εὐθὺς εἰς ῏Ηχον δ´.
Θεὸς Κύριος καὶ ἐπέφανεν ἡμῖν, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου (τετράκις).

Καὶ τὸ Τροπάριον. ῏Ηχος δ´.
῾Ο ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῶ…
῾Ο τοῦ Κυρίου μεγαλώνυμος Κήρυξ καὶ ᾿Αποστόλων ἡ κρηπὶς ᾿Ιωάννη, θεομιμήτως πάριδε Πανάγιε, ἅπαντα τὰ πταίσματα, τῆς ἀθλίας ψυχῆς μου· ρῦσαι ἐκ παντοίων με καὶ ποικίλων κινδύνων, καὶ τὸν κοινὸν ἱλέωσαι Θεόν, ἵνα ἐν κρίσει παράσχῃ μοι ἄφεσιν.

Δόξα Πατρὶ καὶ Υἱῷ καὶ ῾Αγίῳ Πνεύματι.
Μνήμη δικαίου μετ’ ἐγκωμίων, σοὶ δὲ ἀρκέσει ἡ μαρτυρία τοῦ Κυρίου Πρόδρομε· ἀνεδείχθης γὰρ ὄντως καὶ προφητῶν σεβασμιώτερος, ὅτι καὶ ἐν ρείθροις βαπτίσαι κατηξιώθης τὸν κηρυττόμενον. ῞Οθεν τῆς ἀληθείας ὑπεραθλήσας χαίρων, εὐηγγελίσω καὶ τοῖς ἐν ῞ᾼδῃ, Θεὸν φανερωθέντα ἐν σαρκί, τὸν αἴροντα τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου, καὶ παρέχοντα ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Καὶ νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰώνας τῶν αἰώνων. ᾿Αμήν.
Οὐ σιωπήσωμεν ποτὲ Θεοτόκε τὰς δυναστείας σου λαλεῖν οἱ ἀνάξιοι· εἰ μὴ γὰρ σὺ προΐστασο πρεσβεύουσα, τίς ἡμᾶς ἐρρύσατο ἐκ τοσούτων κινδύνων; τίς δὲ διεφύλαξεν ἕως νῦν ἐλευθέρους; οὐκ ἀποστῶμεν Δέσποινα ἐκ σοῦ· σοὺς γὰρ δούλους σώζεις ἀεὶ ἐκ παντοίων δεινῶν.

Ψαλμὸς Ν´
’Ελέησόν με ὁ Θεός κατὰ τὸ μέγα ἔλεός σου καὶ κατὰ τὸ πλῆθος τῶν οἰκτιρμῶν σου ἐξάλειψον τὸ ἀνόμημά μου. ᾿Επὶ πλεῖον πλῦνόν με ἀπὸ τῆς ἀνομίας μου καὶ ἀπὸ τῆς ἁμαρτίας μου καθάρισόν με, ὅτι τὴν ἀνομίαν μου ἐγὼ γινώσκω καὶ ἡ ἁμαρτία μου ἐνώπιόν μού ἐστι διὰ παντός. Σοὶ μόνῳ ἥμαρτον καὶ τὸ πονηρὸν ἐνώπιόν σου ἐποίησα, ὅπως ἂν δικαιωθῇς ἐν τοῖς λόγοις σου καὶ νικήσῃς ἐν τῷ κρίνεσθαί σε. ᾿Ιδοὺ γὰρ ἐν ἀνομίαις συνελήφθην καὶ ἐν ἁμαρτίαις ἐκίσσησέ με ἡ μήτηρ μου. ᾿Ιδοὺ γὰρ ἀλήθειαν ἠγάπησας, τὰ ἄδηλα καὶ τὰ κρύφια τῆς σοφίας σου ἐδήλωσάς μοι. Ραντιεῖς με ὑσσώπῳ καὶ καθαρισθήσομαι, πλυνεῖς με καὶ ὑπὲρ χιόνα λευκανθήσομαι. ᾿Ακουτιεῖς μοι ἀγαλλίασιν καὶ εὐφροσύνην ἀγαλλιάσονται ὀστέα τεταπεινωμένα. ᾿Απόστρεψον τὸ πρόσωπόν σου ἀπὸ τῶν ἁμαρτιῶν μου καὶ πάσας τὰς ἀνομίας μου ἐξάλειψον. Καρδίαν καθαρὰν κτίσον ἐν ἐμοὶ ὁ Θεὸς καὶ Πνεῦμα εὐθὲς ἐγκαίνισον ἐν τοῖς ἐγκάτοις μου. Μὴ ἀπορρίψῃς με ἀπὸ τοῦ προσώπου σου καὶ τὸ Πνεῦμά σου τὸ ῞Αγιον μὴ ἀντανέλῃς ἀπ’ ἐμοῦ. ᾿Απόδος μοι τὴν ἀγαλλίασιν τοῦ σωτηρίου σου καὶ Πνεύματι ἡγεμονικῷ στήριξόν με. Διδάξω ἀνόμους τὰς ὁδούς σου καὶ ἀσεβεῖς ἐπὶ σὲ ἐπιστρέψουσιν. Ρῦσαί με ἐξ αἱμάτων ὁ Θεός, ὁ Θεὸς τῆς σωτηρίας μου, ἀγαλλιάσεται ἡ γλῶσσά μου τὴν δικαιοσύνην σου. Κύριε τὰ χείλη μου ἀνοίξεις καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου. ῞Οτι εἰ ἠθέλησας θυσίαν ἔδωκα ἄν· ὁλοκαυτώματα οὐκ εὐδοκήσεις. Θυσία τῷ Θεῷ πνεῦμα συντετριμμένον, καρδίαν συντετριμμένην καὶ τεταπεινωμένην ὁ Θεὸς οὐκ ἐξουδενώσει. ᾿Αγάθυνον, Κύριε, ἐν τῇ εὐδοκίᾳ σου τὴν Σιών καὶ οἰκοδομηθήτω τὰ τείχη ῾Ιερουσαλήμ. Τότε εὐδοκήσεις θυσίαν δικαιοσύνης, ἀναφορὰν καὶ ὁλοκαυτώματα. Τότε ἀνοίσουσιν ἐπὶ τὸ θυσιαστήριόν σου μόσχους.

῾Ο Κανών.
῏Ηχος πλ. δ´.
᾿Ωδὴ Α´. ῾Υγρὰν διοδεύσας…
Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν.
Δεινῶν με χειμάζουσι λογισμοί, πρὸς σὲ καταφεύγω, σωτηρίαν ἐπιζητῶν, Προφῆτα καὶ Πρόδρομε, Κυρίου, ἐκ πάσης νόσου καὶ βλάβης με λύτρωσαι.

Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν.
Παθῶν με ταράττουσι προσβολαί, πολλῆς ἀθυμίας ἐμπιμπλῶσαί μου τὴν ψυχήν, εἰρήνευσον, Μάκαρ, ταῖς πρεσβείαις, ταῖς πρὸς Θεόν σου, Προφῆτα καὶ σῶσόν με.

Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν.
Τὸν γῆς καὶ θαλάσσης καὶ οὐρανοῦ, Ποιητὴν ἁπάντων ἀοράτων καὶ ὁρατῶν ὡς Αὐτὸν βαπτίσας ἐκδυσώπει, ἐκ πάσης νόσου καὶ βλάβης ρυσθῆναί με.

῾Υπεραγία Θεοτόκε, σῶσον ἡμᾶς.
Νοσοῦντα τὸ σῶμα καὶ τὴν ψυχήν, ἐπισκοπῆς θείας καὶ προνοίας τῆς παρὰ σοῦ, ἀξίωσον μόνη Θεομῆτορ, ὡς ἀγαθὴ ἀγαθοῦ τε λοχεύτρια.

᾿Ωδὴ Γ´. Οὐρανίας ἁψίδος.
Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν.
Προστασίαν καὶ σκέπην, τὴν σὴν ἀεὶ δίδου μοι, ἐπικαλουμένῳ Προφῆτα, σὺ με κυβέρνησον, ταῖς ἱκεσίαις σου, τὸν ἀσφαλῆ πρὸς λιμένα, καὶ δεσμῶν με λύτρωσαι τοῦ πολεμήτορος.

Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν.
῾Ικετεύω, Προφῆτα, τὸν ψυχικὸν τάραχον, καὶ τὰς προσβολὰς τῶν δεινῶν νόσων πάντοτε ἐπερχομένας μοι, ἐξ ἐμοῦ, Πρόδρομε, τάχει, μακρὰν ἀποδίωξον ταῖς ἱκεσίαις σου.

Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν.
Χαλεπαῖς ἁμαρτίαις, καὶ νοσεροῖς πάθεσι, περικλυζομένῳ, Προφῆτα, σύ μοι βοήθησον, ὑπὸ τὴν σκέπην σου, ὁλοτελῶς προσφυγόντι, καὶ θερμῶς κραυγάζοντι, σῶσόν με Πρόδρομε.

῾Υπεραγία Θεοτόκε, σῶσον ἡμᾶς.
Εὐεργέτην τεκοῦσα, τὸν τῶν καλῶν αἴτιον, τῆς εὐεργεσίας τὸν πλοῦτον, πᾶσιν ἀνάβλυσον· πάντα γὰρ δύνασαι, ὡς δυνατὸν ἐν ἰσχύι τὸν Χριστὸν κυήσασα, Θεομακάριστε.

Διάσωσον ἐκ πάσης νόσου Πρόδρομε τοῦ Σωτῆρος, τοὺς ὑπὸ τὴν σκέπην σου καταφεύγοντας, καὶ λύτρωσαι αἰωνίων βασάνων.

’Επίβλεψον ἐν εὐμενείᾳ πανύμνητε Θεοτόκε, ἐπὶ τὴν ἐμὴν χαλεπὴν τοῦ σώματος κάκωσιν, καὶ ἴασαι τῆς ψυχῆς μου τὸ ἄλγος.

Αἴτησις καὶ τὸ Κάθισμα.
῏Ηχος δ´. Ταχὺ προκατάλαβε.
῾Ως θεῖον θησαύρισμα, ἐγκεκρυμμένον τῇ γῇ, Χριστὸς ἀπεκάλυψε, τὴν κεφαλήν σου ἡμῖν, Προφῆτα καὶ Πρόδρομε. Πάντες οὖν συνελθόντες, ἐν τῇ ταύτης εὑρέσει, ἄσμασι θεηγόροις, τὸν Σωτῆρα ὑμνοῦμεν, τὸν σώζοντα ἡμᾶς ἐκ φθορᾶς, ταῖς ἱκεσίαις σου.

᾿Ωδὴ Δ´. Εἰσακήκοα Κύριε.
Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν.
Τῶν παθῶν μου τὸν τάραχον, ὁ τὸν εἰρηνάρχην βαπτίσας Κύριον, ταῖς πρεσβείαις σου κατεύνασον, καὶ εἰς γῆν πραέων με ἐνόρμισον.

Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν.
Εὐσπλαγχνίας τὸ πέλαγος, ὁ ἀνυποστόλως κηρύξας ἅπασι, καθικέτευε σοῦ δέομαι, τῶν βασάνων ὅπως λυτρωθείημεν.

Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν.
’Απολαύοντες, Πρόδρομε, τῶν σῶν δωρημάτων σοὶ χαριστήριον, ἀναμέλπομεν ἐφύμνιον, οἱ τῆς σῆς τρυφῶντες ἀντιλήψεως.

῾Υπεραγία Θεοτόκε, σῶσον ἡμᾶς.
Οἱ ἐλπίδα καὶ στήριγμα, καὶ τῆς σωτηρίας τεῖχος ἀκράδαντον, κεκτημένοι σε, Πανύμνητε, δυσχερείας πάσης ἐκλυτρούμεθα.

᾿Ωδὴ Ε´. Φώτισον ἡμᾶς.
Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν.
Πλήρωσον ἡμῶν, τὰς αἰτήσεις τῶν τιμώντων σε, ὁ τοῦ ἀδύτου τὴν ὑφήλιον φωτὸς πληρώσας τῷ κηρύγματί σου, Πρόδρομε.

Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν.
Λύτρωσον ἡμᾶς, ἐκ κινδύνων Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ, ὁ αἰωνίαν κηρύξας, λύτρωσιν, καὶ τὴν εἰρήνην τὴν πάντα νοῦν ὑπερέχουσαν.

Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν.
Λῦσον τῶν δεινῶν νοσημάτων τὴν ἀσθένειαν, τῶν πρεσβειῶν τῶν σῶν τῇ θερμότητι, ὁ τὸν Σωτῆρα βαπτίσαι φανεὶς ἐπάξιος.

῾Υπεραγία Θεοτόκε, σῶσον ἡμᾶς.
῎Ιασαι ῾Αγνή, τῶν παθῶν μου τὴν ἀσθένειαν, ἐπισκοπῆς σου ἀξιώσασα, καὶ τὴν ὑγείαν ταῖς πρεσβείαις σου παράσχου μοι.

᾿Ωδὴ Στ´. Τὴν δέησιν ἐκχεῶ.
Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν.
Θανάτου καὶ τῆς φθορᾶς ἐξάρπασον, ἀφθαρσίαν μοι διδοὺς ἀπολαύειν, ἐκ πειρασμῶν καὶ κινδύνων παντοίων, καὶ ἐξ ἐφόδου τῶν νόσων ἐξαίρων με· δεήσεσι σαῖς, Βαπτιστά, ἐν Κυρίῳ καὶ σῶσόν με δέομαι.

Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν.
Προστάτην σε τῆς ζωῆς ἐπίσταμαι, καὶ θερμὸν ἐν περιστάσεσι πρέσβυν, καὶ πειρασμῶν διαλύοντα νέφος, καὶ πᾶσαν νόσον καὶ βλάβην ἐλαύνοντα· καὶ δέομαι ὁ δυσμενής, ἐκ φθορᾶς τῶν παθῶν μου ρυσθῆναι με.

Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν.
’Εν λάκκῳ ἁμαρτιῶν ἐμπέπτωκα, καὶ αὐτοῦ ἀναδραμεῖν οὐκ ἰσχύω· ἀλλ’ ὁ Θεὸν τὸν ἐκ λάκκου λεόντων, βαπτίσας πάλαι προφήτην ῥυσάμενον, λιτάνευε ἵν’ ἐξ αὐτοῦ, ἀναγάγῃ με Τίμιε Πρόδρομε.

῾Υπεραγία Θεοτόκε, σῶσον ἡμᾶς.
῾Ως τεῖχος καταφυγῆς κεκτήμεθα, καὶ ψυχῶν σε παντελῆ σωτηρίαν, καὶ πλατυσμὸν ἐν ταῖς θλίψεσι, Κόρη, καὶ τῷ φωτί σου ἀεὶ ἀγαλλώμεθα· ὦ Δέσποινα καὶ νῦν ἡμᾶς τῶν παθῶν καὶ κινδύνων διάσωσον.

Διάσωσον ἐκ πάσης νόσου, Πρόδρομε τοῦ Σωτῆρος, τοὺς ὑπὸ τὴν σκέπην σου καταφεύγοντας, καὶ λύτρωσαι αἰωνίων βασάνων.

῎Αχραντε ἡ διὰ λόγου τὸν Λόγον ἀνερμηνεύτως, ἐπ’ ἐσχάτων τῶν ἡμερῶν τεκοῦσα δυσώπησον, ὡς ἔχουσα μητρικὴν παρρησίαν.

῾Ο ῾Ιερεὺς μνημονεύει ὡς ἔθος.
Εἶτα τὸ Κοντάκιον.
῏Ηχος β´. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Προφῆτα Θεοῦ καὶ Πρόδρομε τῆς χάριτος, τὴν Κάραν τὴν σήν, ὡς ρόδον ἱερώτατον, ἐκ τῆς γῆς εὑράμενοι, τὰς ἰάσεις πάντοτε λαμβάνομεν· καὶ γὰρ πάλιν ὡς πρότερον, ἐν κόσμῳ κηρύττεις τὴν μετάνοιαν.

Προκείμενον. ῏Ηχος δ´.
Δίκαιος ὡς φοῖνιξ ἀνθήσει καὶ ὡσεὶ κέδρος ἡ ἐν τῷ Λιβάνῳ πληθυνθήσεται.
Στίχος. Πεφυτευμένος ἐν τῷ οἴκῳ Κυρίου, ἐν ταῖς αὐλαῖς τοῦ Θεοῦ ἡμῶν ἐξανθήσει.
Δίκαιος ὡς φοῖνιξ ἀνθήσει καὶ ὡσεὶ κέδρος ἡ ἐν τῷ Λιβάνῳ πληθυνθήσεται.

Εὐαγγέλιον
᾿Εκ τοῦ κατὰ ᾿Ιωάννην (Α´ 29-34).
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ βλέπει ὁ ᾿Ιωάννης τὸν ᾿Ιησοῦν ἐρχόμενον πρὸς αὐτόν, καὶ λέγει· ῎Ιδε ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου. Οὗτός ἐστι περὶ οὗ ἐγὼ εἶπον· ᾿Οπίσω μου ἔρχεται ἀνήρ, ὃς ἔμπροσθέν μου γέγονεν, ὅτι πρῶτός μου ἦν· κἀγὼ οὐκ ᾔδειν αὐτόν· ἀλλ’ ἵνα φανερωθῇ τῷ ᾿Ισραήλ, διὰ τοῦτο ἦλθον ἐγὼ ἐν τῷ ὕδατι βαπτίζων. Καὶ ἐμαρτύρησεν ᾿Ιωάννης λέγων. ῞Οτι τεθέαμαι τὸ Πνεῦμα καταβαῖνον ὡς περιστερὰν ἐξ οὐρανοῦ, καὶ ἔμεινεν ἐπ’ αὐτόν· Κἀγὼ οὐκ ᾔδειν αὐτόν, ἀλλ’ ὁ πέμψας με βαπτίζειν ἐν ὕδατι, ἐκεῖνός μοι εἶπεν· ᾿Εφ’ ὂν ἂν ἴδῃς τὸ Πνεῦμα καταβαῖνον καὶ μένον ἐπ’ αὐτόν, οὗτός ἐστιν ὁ βαπτίζων ἐν Πνεύματι ῾Αγίῳ. Κἀγὼ ἑώρακα καὶ μεμαρτύρηκα, ὅτι οὗτός ἐστιν ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ.

Δόξα Πατρὶ καὶ Υἱῷ καὶ ῾Αγίῳ Πνεύματι.
Ταῖς τοῦ Σοῦ Προδρόμου πρεσβείαις, ᾿Ελεῆμον, ἐξάλειψον τὰ πλήθη τῶν ἐμῶν ἐγκλημάτων.

Καὶ νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰώνας τῶν αἰώνων.᾿Αμήν.
Ταῖς τῆς Θεοτόκου πρεσβείαις, ᾿Ελεῆμον, ἐξάλειψον τὰ πλήθη τῶν ἐμῶν ἐγκλημάτων.

’Ελεῆμον ἐλέησόν με ὁ Θεὸς κατὰ τὸ μέγα ἔλεός Σου καὶ κατὰ τὸ πλῆθος τῶν οἰκτιρμῶν Σου ἐξάλειψον τὸ ἀνόμημά μου.
Προσόμοιον. ῏Ηχος πλ. β´
῞Ολην ἀποθέμενοι.
Προφῆτα καὶ Πρόδρομε, ψυχῆς ἐμῆς θυμηδία, δέξαι Πανακήρατε, τὴν προσφερομένην σοι ἱκεσίαν μου, θλῖψις γὰρ ἔχει με καὶ δεινὰ παντοῖα, ᾿Ιωάννη μεγαλώνυμε, σῶσον τὸν δοῦλόν σου, καὶ χειρὸς τοῦ δράκοντός με ἐξάρπασον, καὶ τούτου τῶν παγίδων νῦν, ὡς εὐσυμπαθὴς ἐλευθέρωσον, πρεσβείαν προσάγων, καθὸ κοινὸς μεσίτης πρὸς Θεόν, καὶ πάσης νόσου ἐκλύτρωσαι τὸν αὐτοκατάκριτον.

῾Ο ἱερεύς·
Σῶσον ὁ Θεὸς τὸν λαόν σου…

᾿Ωδὴ Ζ´ . Οἱ ἐκ τῆς ᾿Ιουδαίας.
Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν.
Τῆς ᾿Αδὰμ ἁμαρτίας τὸ χειρόγραφον, Λόγον τὸν διαῤῥήξαντα, ἐν ρείθροις ᾿Ιορδάνου κραυγάζων ὑπεδέξω, ᾿Ιωάννη Πανεύφημε· ὁ τῶν πατέρων ἡμῶν Θεὸς εὐλογητὸς εἶ.

Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν.
Θελητὴν τοῦ ἐλέους, τὸν φιλάνθρωπον, Μάκαρ, ὑπὲρ τῶν δούλων σου, δυσώπει τῶν πταισμάτων καὶ νόσων ἰοβόλων, λυτρωθῆναι τοὺς ψάλλοντας· ὁ τῶν πατέρων ἡμῶν Θεὸς εὐλογητὸς εἶ.

Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν.
Θησαυρὸν σωτηρίας καὶ γαλήνιον ὅρμον, καὶ ἐν κινδύνοις ταχὺν προστάτην τοῖς καλοῦσιν, εἰδότες σε βοῶμεν, τὸ κλυδώνιον στόρεσον, ἀσθενειῶν, Βαπτιστά, ταῖς ἱκεσίαις σου.

῾Υπεραγία Θεοτόκε, σῶσον ἡμᾶς.
Σωμάτων μαλακίας καὶ ψυχῶν ἀρρωστίας, Θεογενήτρια, τῶν πόθῳ προσιόντων τῇ σκέπῃ σου τῇ θείᾳ, θεραπεύειν ἀξίωσον, ἡ τὸν Σωτῆρα Χριστὸν ἡμῖν ἀποτεκοῦσα.

᾿Ωδὴ Η´. Τὸν Βασιλέα.
Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν.
Τοὺς βοηθείας τῆς παρὰ σοῦ δεομένους, μὴ παρίδῃς, Προφῆτα, βοῶντας καὶ ἐξαιτουμένους τὴν σὴν ἐπιστασίαν.

Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν.
Τῶν ἰαμάτων τὸ δαψιλὲς ἐπιχέεις, τοῖς πιστῶς ὑμνοῦσί σε, Προφῆτα, καὶ ἀνευφημοῦσι, Παμμάκαρ ᾿Ιωάννη.

Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν.
Τῆς σωτηρίας τὸν ἀρχηγὸν ἱκετεύων, τὸν Χριστόν, Προφῆτα, μὴ ἐλλίπῃς ὅπως ἐκ βασάνων ῥυσθῶμεν αἰωνίων.

῾Υπεραγία Θεοτόκε, σῶσον ἡμᾶς.
Τῶν πειρασμῶν σὺ τὰς προσβολὰς ἐκδιώκεις, καὶ παθῶν τὰς ἐφόδους, Παρθένε, ὅθεν σὲ ὑμνοῦμεν εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας.

᾿Ωδὴ Θ´. Κυρίως Θεοτόκον.
Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν.
Ροήν μου τῶν δακρύων μὴ ἀποποιήσῃς, ὁ ἐν ροαῖς ᾿Ιορδάνου τὸν πάντων Θεόν, συγκαταβάντα βαπτίσας, ὃν μεγαλύνομεν.

Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν.
Κακώσεως δαιμόνων, τῆς ἀδιαλείπτως ἐκπιεζούσης Προφῆτά με λύτρωσαι, καὶ ἐπηρείας τῆς τούτων δεῖξον ἀνώτερον.

Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν.
’Ισχὺς καὶ θεραπεία, τῇ ἐξ ἀκρασίας καὶ χαλεπῆς ἁμαρτίας, Προφῆτα γενοῦ, κεκακωμένῃ ψυχῇ μου, ἵνα γεραίρω σε.

῾Υπεραγία Θεοτόκε, σῶσον ἡμᾶς.
Χαρᾶς μου τὴν καρδίαν, πλήρωσον, Παρθένε, ἡ τῆς χαρᾶς δεξαμένη τὸ πλήρωμα, τῆς ἁμαρτίας τὴν λύπην ἐξαφανίσασα.

Καὶ τὰ παρόντα Μεγαλυνάρια.

῎Αξιόν ἐστιν ὡς ἀληθῶς, μακαρίζειν σε τὴν Θεοτόκον, τὴν ἀειμακάριστον καὶ παναμώμητον καὶ μητέρα τοῦ Θεοῦ ἡμῶν. Τὴν τιμιωτέραν τῶν Χερουβεὶμ καὶ ἐνδοξοτέραν ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφείμ, τὴν ἀδιαφθόρως Θεὸν Λόγον τεκοῦσαν, τὴν ὄντως Θεοτόκον σὲ μεγαλύνομεν.

῎Αγονον καὶ ἄκαρπον τὴν ψυχήν, κέκτημαι, Παμμάκαρ, φύλλα μόνον ἄνευ καρπῶν, ἔρημον ἁπάσης ἀγαθῆς ἐργασίας, Προφῆτα, ἀρετῶν με δεῖξον καρπούμενον.

Βαπτιστὰ καὶ Πρόδρομε τοῦ Χριστοῦ, λύχνε φαεσφόρε, ἱκετεύω σε ἐκτενῶς, λύχνον ἄναψόν μου ψυχῆς τῆς ταλαιπώρου· ἐσκοτισμένην οὖσαν σὺ καταλάμπρυνον.

Δέομαι, Προφῆτα καὶ Βαπτιστά, μὴ μὲ ὑπερίδῃς, τὸν ἀνάξιον πρεσβευτήν, καταβαπτισθέντα τοῖς πάθεσι τοῦ βίου, καὶ ἐν βορβόρῳ ὄντα σὺ ἐξανάστησον.

Πρέσβευε Προφῆτα πρὸς τὸν Θεόν, ὑπὲρ τοῦ λαοῦ σου καὶ ἡμῶν τῶν ἁμαρτωλῶν, τῶν καταφευγόντων τῇ σκέπῃ σου τῇ θείᾳ, καὶ ῥῦσαι πάσης νόσου καὶ περιστάσεως.

Δέσποινα καὶ Μήτηρ τοῦ Λυτρωτοῦ, δέξαι παρακλήσεις ἀναξίων σῶν ἱκετῶν, ἵνα μεσιτεύσῃς πρὸς τὸν ἐκ σοῦ τεχθέντα· ὦ Δέσποινα τοῦ κόσμου, γενοῦ μεσίτρια.

῾Ο ᾿Αναγνώστης·
῞Αγιος ὁ Θεός. ῞Αγιος ἰσχυρός. ῞Αγιος ἀθάνατος. ᾿Ελέησον ἡμᾶς.

Δόξα Πατρὶ καὶ Υἱῷ καὶ ῾Αγίῳ Πνεύματι. Καὶ νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. ᾿Αμήν.
Παναγία Τριὰς ἐλέησον ἡμᾶς. Κύριε, ἱλάσθητι ταῖς ἁμαρτίαις ἡμῶν, Δέσποτα συγχώρησον τὰς ἀνομίας ἡμῖν. ῞Αγιε, ἐπίσκεψαι καὶ ἴασαι τὰς ἀσθενείας ἡμῶν, ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός σου.
Κύριε, ἐλέησον. Κύριε, ἐλέησον. Κύριε, ἐλέησον.

Δόξα Πατρὶ καὶ Υἱῷ καὶ ῾Αγίῳ Πνεύματι. Καὶ νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων.᾿Αμήν.
Πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς, ἁγιασθήτω τὸ ὄνομά Σου. ᾿Ελθέτω ἡ Βασιλεία Σου. Γενηθήτω τὸ θέλημά Σου, ὡς ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπὶ τῆς γῆς. Τὸν ἄρτον ἡμῶν τὸν ἐπιούσιον δὸς ἡμῖν σήμερον καὶ ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν. Καὶ μὴ εἰσενέγκῃς ἡμᾶς εἰς πειρασμόν, ἀλλὰ ῥῦσαι ἡμᾶς ἀπὸ τοῦ πονηροῦ.

῾Ο ἱερεύς· ῞Οτι Σοῦ ἐστιν…

῾Ο ῾Ιερεὺς μνημονεύει ὡς ἔθος.

᾿Εν τῇ ᾿Απολύσει, προσκυνοῦντες τὴν ἁγίαν Εἰκόνα,
ψάλλομεν τὸ παρὸν Προσόμοιον
῏Ηχος β´. ῞Οτε ἐκ τοῦ ξύλου σε νεκρόν…
Σπεῦσον ἐξελοῦ με πειρασμῶν, Πρόδρομε Κυρίου Παμμάκαρ, καθικετεύω σε, μάτην γὰρ κεκίνηνται οἱ πολεμοῦντές με, κατ’ ἐμοῦ πικροὶ δαίμονες, ζητοῦντες ἁρπάσαι τὴν ψυχὴν τοῦ δούλου σου, ὥσπερ στρουθίον οἰκτρόν. Μή με καταλίπῃς εἰς τέλος, γνώτωσαν δὲ μᾶλλον, Προφῆτα, ὅτι σύ μου πέλεις καταφύγιον.

Δέσποινα, πρόσδεξαι, τὰς δεήσεις τῶν δούλων σου, καὶ λύτρωσαι ἡμᾶς, ἀπὸ πάσης ἀνάγκης καὶ θλίψεως.

Τὴν πᾶσαν ἐλπίδα μου εἰς Σὲ ἀνατίθημι, Μῆτερ τοῦ Θεοῦ, φύλαξόν με ὑπὸ τὴν σκέπην σου.

῾Ο ἱερεύς:
Δι᾿ εὐχῶν τῶν ῾Αγίων Πατέρων ἡμῶν, Κύριε ᾿Ιησοῦ Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, ἐλέησον καὶ σῶσον ἡμᾶς.

ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΒΑΠΤΙΣΤΗΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ



Ο άγιος Ιωάννης ο πρόδρομος και βαπτιστής του Χριστού είναι λαϊκός άγιος, γι’ αυτό και πολύ διαδεδομένη η ονοματοδοσία, ώστε να υπάρχει και λαϊκή παροιμία, ασφαλώς άστοχη, «σπίτι δίχως Γιάννη προκοπή δεν κάνει»! Ο τρόπος, με τον οποίο προσεγγίζουμε τα προβαλλόμενα από την Εκκλησία μηνύματα, μέσω των ακολουθιών, κατά το δωδεκαήμερο από τα Χριστούγεννα ως τα Θεοφάνεια, δεν μας επιτρέπουν να σταθούμε στο πρόσωπο, το οποίο αποτελεί τον συνδετικό κρίκο μεταξύ Παλαιάς και Καινής Διαθήκης του Θεού προς τους ανθρώπους.

Ο άγιος Ιωάννης υπήρξε καρπός προσευχών επί μακρόν ατέκνου ζεύγους. Όσοι δεν ζήσαμε τη λαχτάρα να αποκτήσουμε τέκνα, δεν είμαστε σε θέση να κατανοήσουμε αυτή. Σήμερα ο άκρατος ατομισμός οδηγεί στη θανάτωση πλήθους εμβρύων! Παράλληλα τα άτεκνα ζεύγη, παρά την επιστημονική πρόοδο που επέτυχε την τεχνητή γονιμοποίηση, αυξάνουν διαρκώς και αντιμετωπίζουν δυσχερέστατα στην επίλυσή τους προβλήματα στην προσπάθεια να υιοθετήσουν τέκνο. Και η κοινωνία, η άκρως υποκριτική, σπεύδει να καυτηριάσει επιδερμικά κάθε σκάνδαλο κυκλώματος παράνομης υιοθεσίας, στο οποίο εμπλέκονται φτωχοί γονείς, συνήθως πολύτεκνοι και περιθωριακοί, γιατροί, νοσηλευτές, νομικοί και συμβολαιογράφοι!
Για τον άγιο προφήτευσε κατά τη γέννησή του ο πατέρας του, ο αρχιερέας Ζαχαρίας, τονίζοντας πως θα διήγε άκρως ασκητικό βίο χωρίς να γευθεί ποτέ οινοπνευματώδη. Στα Ευαγγέλια τον συναντούμε μετά παρέλευση 30 περίπου ετών, στην περιοχή του Ιορδάνη, να διάγει βίο ασκητικότατο. Αν κάποιος απομακρυνθεί λίγο από τις όχθες του εισέρχεται σε αφιλόξενη ερημική περιοχή χωρίς παρηγοριά. Ένδυμά του ήταν τεμάχιο από δέρμα καμήλας, το οποίο συγκρατούσε στο σώμα του δερμάτινη ζώνη. Τροφή του ήταν ακρίδες και μέλι άγριο. Για το πρώτο διίστανται οι ερμηνευτές. Άλλοι δέχονται ότι τροφή του ήταν αποξηραμένα έντομα, ενώ άλλοι τρυφερές άκρες φυτών της περιοχής. Ό,τι από τα δύο δεχθούμε, δεν αποκλίνουμε από την άκρα ασκητικότητα του Προδρόμου.
Ποιο το χαρακτηριστικό του Ιωάννου, που προσήλκυε πλήθος κατοίκων των Ιεροσολύμων αλλά και άλλων οικισμών; Προφανώς η αγνότητα και η αγιότητα του βίου. Ακόμη και σήμερα, που επιχειρείται άνευ προηγουμένου αποϊεροποίηση των πάντων, ο άγιος συγκινεί με τον συνεπέστατο βίο του. Ο απλός λαός, που πίστεψε ότι ο Ιωάννης ήταν απεσταλμένος από τον Θεό προφήτης βαπτίζονταν στα νερά του Ιορδάνη και ζητούσαν συμβουλές για την εναρμόνιση του βίου τους. Στους καλοκάγαθους, που ίσως βίωναν τη βεβαιότητα της σωτηρίας τους, μέσω της εφαρμογής όλων των διατάξεων του μωσαϊκού νόμου, ζητούσε κάτι, που εμείς οι χριστιανοί θέλουμε να αγνοούμε: «Ο έχων δύο χιτώνας μεταδότω τω μη έχοντι και ο έχων βρώματα ομοίως ποιείτω». Αυτό συνιστά σαφώς υπέρβαση του χρέους απόδοσης της δεκάτης, που όριζε ο μωσαϊκός νόμος, τόσο για τις τροφές, όσο και για τα ενδύματα. Σήμερα οι χριστιανοί, πονηρά σκεπτόμενοι, αρκούμαστε στην εφαρμογή του μη ισχύοντος πλέον μωσαϊκού νόμου, αν δεν παραβαίνουμε και εκείνου τις διατάξεις. Στην προσπάθειά μας προς αυτοδικαίωση μουρμουρίζουμε: Πώς είναι δυνατόν να συμβεί αυτό; Ο άγιος Ιωάννης δίνει αποστομωτική απόκριση: Με τη μίμηση του τρόπου βιοτής μου. Τότε εμείς στρέφουμε την πλάτη, όπως και κάποιοι μαθητές την έστρεψαν στον Χριστό, τονίζοντας: Σκληρός ο λόγος, ποιος μπορεί να τον ακούσει (για να τον εφαρμόσει);
Εκκοσμικευόμενοι, με την πάροδο του χρόνου, οι μαθητές του Χριστού άρχισαν να αποδέχονται επιλεκτικά μέρος των ευαγγελικών εντολών, προκειμένου να απολαμβάνουν τα του βίου «αγαθά» και προκάλεσαν την ακραία κοινωνική αδικία (ναι οι «χριστιανοί»!), με συνέπεια τρομακτικό πλήθος συνανθρώπων μας να υποφέρει εξ αιτίας της πλεονεξίας μας. Και είναι τόση η κατάπτωσή μας, ώστε, τώρα πλέον που δοκιμαζόμαστε ως λαός από τους άρπαγες, με τους οποίους συνοδοιπορούσαμε επί δεκαετίες, να έχει το θράσος να μας συμβουλεύει τη λιτότητα κάποιος υπουργός, που στον βίο του δεν τη γεύθηκε στο ελάχιστο! Τον θυμόμαστε; Δεν πέρασε παρά ένα μόνον έτος από τότε! Ο Απόστολος Παύλος είχε προφητεύσει ότι μετά πάροδο καιρού «γόητες προκόψουσιν επί τα χείρω πλανώντες και πλανώμενοι»!
Στον Ιωάννη όμως προσέτρεχαν και άλλοι υπό το βάρος των ενοχών, όπως τελώνες εκμεταλλευτές και στρατιωτικοί καταπιεστές. Ζητούσαν και αυτοί συμβουλές. Και ο άγιος του Θεού χωρίς χρήση σκληρής γλώσσας, και αυτό είναι το άκρως εντυπωσιακό, αφού τους βάπτιζε, τους συμβούλευσε να μην είναι πλεονέκτες και άρπαγες. Θα επισημάνει ειρωνικά κάποιος: Και τον άκουγαν εκείνοι; Ασφαλώς όχι όλοι. Κάποιους όμως καθώς και πόρνες προετοίμασε, ώστε να συντρώγουν με τον Χριστό ακούγοντας και εφαρμόζοντας την απαράμιλλη διδασκαλία του. Ένας από αυτούς, ο Ματθαίος, έγινε στη συνέχεια μαθητής του Χριστού. Κάποιος άλλος, ο Ζακχαίος, ταπεινώθηκε σκαρφαλώνοντας σε δένδρο, για να αντικρίσει τον Χριστό. Και οι δύο έλαβαν σημαντικότατες αποφάσεις. Η μετάνοια, η ακατανόητη με το «πνεύμα» του κόσμου, είναι η πεμπτουσία της διδασκαλίας του Χριστού! 
Επισκέπτονταν και οι Φαρισαίοι τον Ιωάννη. Όχι βέβαια επειδή αισθάνονταν την ανάγκη να ακούσουν λόγο παρηγοριάς και, προπάντων, φώτισης αυτοί που ζούσαν με την καύχηση της γνώσης και τήρησης του νόμου. Τους είλκυε η ζήλεια από τη συρροή του πλήθους, του πλήθους που ποτέ δεν είχαν καταφέρει οι ίδιοι να ελκύσουν παρά την εξουσία τους και τις κατά καιρούς απειλές για τιμωρία του Θεού! Ο άγιος γι’ αυτούς χρησιμοποιούσε εντελώς διαφορετική γλώσσα. Έφθασε να τους αποκαλέσει γεννήματα από οχιές, που ζούσαν με την ψευδαίσθηση ότι αναπαύουν με τα πλήρη υποκρισίας έργα τους τον Θεό. Αν και τους κάλεσε σε μετάνοια αυτοί παρέμειναν αμετανόητοι, ακόμη και όταν ο ίδιος ο Χριστός επανέλαβε τις επικρίσεις εναντίον τους, με συνέπεια το πάθος τους να τους οδηγήσει να τον παραδώσουν στους Ρωμαίους, που τόσο οι ίδιοι μισούσαν, με την κατηγορία της αντιποίησης αρχής!
Επισκέφθηκε τον Ιωάννη και ζήτησε να βαπτιστεί από αυτόν και ό ίδιος ο Λόγος του Θεού! Αυτό το μεγαλειώδες συμβάν ευτελίζεται στην «αναπαράστασή» του κατά τον αγιασμό των υδάτων παρουσία πλήθους αρχόντων, που εκτελούν αγγαρεία και οι οποίοι, αν και ψηφίζουν νόμους ενάντιους προς το θέλημα του Θεού, δεν ακούν το «ουκ εξεστί σοι»!
Ο Ιωάννης δεν δίστασε να στραφεί και κατά της κοσμικής εξουσίας, όταν αυτή προκλητικά παρέβη τον νόμο του Θεού. Το «ουκ εξεστί σοι» από την έρημο του Ιορδάνη έφθανε στα ανάκτορα του Ηρώδη και τάραζε τόσο τον ίδιο, όσο και την Ηρωδιάδα. Παρά την απόλυτη εξουσία, που ασκούσε, ως εντολοδόχος του αυτοκράτορα της Ρώμης, ο Ηρώδης δίσταζε να εκτελέσει τον φυλακισμένο Ιωάννη, που ο λαός θεωρούσε προφήτη. Στην έκβαση του δράματος προχώρησε η Ηρωδιάδα. Γι’ αυτήν η κεφαλή του προφήτη άξιζε περισσότερο από το μισό της επικράτειας του Ηρώδη. Πόσοι από τους ερμηνεύοντες τις ενέργειες των ανθρώπων με βάση τα οικονομικά κίνητρα στάθηκαν στο συμβάν της αποκεφάλισης του, για να συνειδητοποιήσουν ότι τα κίνητρα των ενεργειών των ανθρώπων απορρέουν από τις αρετές ή τα πάθη τους;
Αχ και να γέμιζαν και σήμερα οι φυλακές από εγκλείστους, επειδή ασκούν έλεγχο στην πάσης φύσεως εξουσία, η οποία αντιστρατεύεται το θέλημα του Θεού! Πόσο θα άλλαζε ο κόσμος!

«ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ»

Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος: Ο καλύτερος φίλος του Ηρώδη!


Έχουμε συνηθίσει να φανταζόμαστε τον άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο σαν ένα οργισμένο, φωνακλά προφήτη, μόνιμα δυσαρεστημένο και κατσούφη, που φωνάζει με σκληρότητα στους ανθρώπους να μετανοήσουν για τις αμαρτίες τους για να μην τους θερίσει η οργή του Θεού και να μην καούν στην κόλαση.
Μπορεί να ήταν και έτσι… Βέβαια η «οργή του Θεού» είναι μια εικόνα που συμβολίζει την εχθρότητα του ανθρώπου απέναντι στο Θεό και η κόλαση είναι η θέα του θείου φωτός ως φωτιάς λόγω του ανθρώπινου εγωισμού.
Όμως η αλήθεια είναι πως ο άγιος Ιωάννης, όπως και όλοι οι προφήτες και οι άγιοι όλων των εποχών, εμπνευσμένοι από τη θεία χάρη, είχαν μεγάλη αγάπη για τους ανθρώπους και ακριβώς αυτή η αγάπη (κι όχι κάποιο σκληρό «αίσθημα δικαιοσύνης» ή κάποια δήθεν «προσβολή του Θεού» και τέτοια άσχετα) είναι που τους κάνει να ζητούν απ’ τους ανθρώπους να μετανοήσουν. Η μετάνοια είναι που θα βοηθήσει τους ανθρώπους να σωθούν και η σωτηρία των ανθρώπων είναι η αληθινή έγνοια των προφητών και των αγίων, δηλ. η αληθινή έγνοια του Θεού που τους εμπνέει.

Στην περίπτωση του Ηρώδη, καταλαβαίνουμε πως ο άγ. Ιωάννης δεν ήταν καθόλου εχθρός του, αλλά, αντίθετα, ήταν ο καλύτερος φίλος του – ή μάλλον ο μοναδικός του φίλος, αφού ο Ηρώδης, που ήταν πολύ κακός, μάλλον δε θα ’χε άλλους αληθινούς φίλους…

Είναι γνωστό σε όλους πως ο Πρόδρομος έκανε αυστηρή κριτική στον Ηρώδη, επειδή είχε κλέψει τη γυναίκα του αδερφού του, την Ηρωδιάδα, και την είχε κάνει επίσημη ερωμένη ή ίσως σύζυγό του. Ο Ηρώδης τον έβαλε φυλακή και με τη γνωστή ραδιουργία της Ηρωδιάδας, στο χορό της κόρης της, της Σαλώμης (που γοήτευσε σεξουαλικά, προφανώς, τον Ηρώδη και όλους τους «υψηλούς» καλεσμένους στα γενέθλιά του), η κεφαλή του αγ. Ιωάννη τοποθετήθηκε σ’ ένα πιάτο και προσφέρθηκε στην έφηβη Σαλώμη, η οποία την πρόσφερε στην πανούργα μητέρα της (ο Θεός να τους συγχωρέσει όλους και όλες).

Να πούμε εδώ πως αυτός ο Ηρώδης ήταν ο Ηρώδης ο 2ος (Ηρώδης Αντύπας), γιος του παλιού Ηρώδη που είχε κάνει τη σφαγή των νηπίων, δηλ. του Ηρώδη του Τετράρχη, του λεγόμενου «Μεγάλου» (και καλά) Ηρώδη.

Γιατί όμως ο άγιος έκανε κριτική στον Ηρώδη; Για να του κάνει πολιτική ζημιά; Για να δώσει αφορμή σε επαναστάτες να τον πολεμήσουν; Για κοινωνικούς και πολιτικούς λόγους, τέλος πάντων; Δεν έχουμε λόγους να πιστεύουμε πως ο άγιος είχε τέτοια κίνητρα. Ξέροντας την παράδοση των αγίων, καταλαβαίνουμε κάτι άλλο: ο άγιος Ιωάννης έκανε κριτική στον Ηρώδη για να τον σώσει! Και, μαζί μ’ αυτόν, να σώσει και την Ηρωδιάδα, τη γυναίκα που τελικά τον σκότωσε. Πώς να τον σώσει; Βοηθώντας τον, με την κριτική του, να σταματήσει την αμαρτία διαρκείας που διέπραττε, τη μοιχεία.

Άρα ο Ιωάννης ήταν ο καλύτερος, ή ο μόνος, φίλος του βασιλικού ζεύγους, γιατί ήταν ο μόνος που τολμούσε –με τόσο θετικά γι’ αυτούς κίνητρα– να τους πει ξεκάθαρα πως είναι αμαρτωλοί και να τους καλέσει στη σωτήρια μετάνοια.

Αλλά το ότι ο άγιος αγαπούσε τον Ηρώδη φαίνεται κι από κάτι άλλο. Στο κατά Μάρκον ευαγγέλιο, κεφ. 6, στίχοι 19-20, γράφει για το διάστημα που ο άγιος ήταν στη φυλακή: «η δε Ηρωδιάς ενείχεν αυτω και ήθελεν αυτόν αποκτείναι, και ουκ ηδύνατο· ο γαρ Ηρώδης εφοβείτο τον Ιωάννην, ειδώς αυτόν άνδρα δίκαιον και άγιον, και συνετήρει αυτόν, και ακούσας αυτού πολλά εποίει και ηδέως αυτού ήκουε».

Δηλαδή: «η Ηρωδιάδα κατηγορούσε τον Ιωάννη και ήθελε να τον σκοτώσει, αλλά δε μπορούσε, γιατί ο Ηρώδης σεβόταν τον Ιωάννη, ξέροντας πως είναι άνθρωπος δίκαιος και άγιος, και τον κρατούσε ζωντανό, και έκανε πολλά ακούγοντας τις συμβουλές του και τον άκουγε με ευχαρίστηση» (να μια ακόμη περίπτωση που η λέξη «φοβάμαι» θα πει «σέβομαι», όπως στο γνωστό «η δε γυνή ίνα φοβείται τον άνδρα»).

Το ότι ο Ιωάννης δεχόταν να συζητάει με τον Ηρώδη μέσα στη φυλακή και μάλιστα τον συμβούλευε σε μερικά πράγματα -προφανώς για να είναι σωστός και δίκαιος- φανερώνει πως ο άγιος δεν του κρατούσε κακία, δεν τον μισούσε, αλλά, αντίθετα, τον αγαπούσε!

Η στάση αυτή δίνει ένα πολύ σημαντικό παράδειγμα του πώς ένας άγιος γίνεται επαναστάτης απέναντι στη διεφθαρμένη εξουσία. Την ελέγχει με θάρρος, αλλά όχι με μίσος. Μισεί τη διαφθορά, την κατάχρηση εξουσίας και την αμαρτία, αλλά συνεχίζει ν’ αγαπάει τους ανθρώπους, ακόμη κι όταν είναι διεφθαρμένοι & αμαρτωλοί, και να προσπαθεί για τη σωτηρία τους, αν φυσικά το θέλουν. Τη στάση του αυτή δεν την αλλάζει, δίνοντας γι’ αυτούς ακόμα και τη ζωή του.

Σημ: Η εικόνα στην αρχή του post είναι από το μπλογκ «Η ζωή είναι ωραία» (anatash.pblogs), όπου συνοδεύεται με αυτή την όμορφη προσευχή προς τον άγιο:

ΑΓΙΕ ΜΟΥ ΓΙΑΝΝΗ
Εσύ που υπήρξες τόσο μεγάλος νηστευτής, 
πρότυπο εγκράτειας,
εσύ που είχες βρει το δρόμο
για να τρέφεις το πνεύμα σου,
για να εξυψώνεσαι σε ουράνια μήκη και πλάτη (διαθέσιμα για όλους μας),
βοήθησέ με να κόβω έστω και μια μπουκίτσα
από τα πλούσια εδέσματά μου 
-δείγμα τού λιμού της ψυχής μου!

Από: pemptousia.gr

Η ΦΩΝΗ ΠΟΥ ΚΡΑΖΕΙ ΣΤΗΝ ΕΡΗΜΟ



Δύσκολα, μέσα στο χριστιανικό Αγιολόγιο θα βρούμε μια μορφή τόσο μυστηριακή και θαυμαστή όσο ο Ιωάννης! Είναι Πρόδρομος! Και δεν υπάρχει μεγαλύτερο βάρος από την προδρομική αποστολή. Κείνος που ακολουθά είναι ο δυνατότερος, είναι ο Θεός. Η Πρόνοια όρισε την αποστολή του να ισιώσει και να ομαλύνει τα περάσματα Εκείνου. Έπρεπε να ομαλύνει τους δρόμους, ώστε όλοι οι δρόμοι να συγκλίνουν σ’ έναν και μοναδικό. Σ’ αυτόν που διακηρύττει ο Ίδιος ο Ιησούς όταν λέει: «Εγώ είμαι η Οδός» (Ιωάν. 14, 6).

Κι ο Ιωάννης κράζει στην έρημο. Γιατί δεν υπάρχει έρημο πιο καταθλιπτική από την ακοή των ανθρώπων που δε θέλουν ν’ ακούσουν, κι από τα μάτια του κόσμου που δε θέλει να δει. Όμως αυτός ανοίγει και ισιώνει τους δρόμους σ’ αυτή την έρημο κι αυτήν αρδεύει με τα νερά του Ιορδάνη. Αυτό το βάφτισμα ξαναγεννά την ανθρώπινη έρημο, ξεριζώνοντάς της όλα τα θανατερά στοιχεία της αμαρτίας, καθώς το ποτάμι μεταπλάθει την άκαρπη γη σε καρπερή. Ο μεγάλος πειρασμός που αντικρίζει ο Ιωάννης είναι όταν τον συγχέουν με τον Μεσσία. Κι ο πειρασμός αυτός γίνεται ακόμα πιο επικίνδυνος, όταν οι άσοφοι σοφοί του νόμου τον ρωτούν ποιος είναι. Στις αποκρίσεις που δίνει ο Ιωάννης (Λουκ. 3, 15-16· Ιωάν. 3, 25–28), ακτινοβολεί όλο το μεγαλείο της αγιοσύνης.

–Δεν είμαι ούτε Χριστός (Ιωάν. 3, 28), τους λέει, ούτε ο Ηλίας. Αλλά είμαι η φωνή κείνου που κράζει στην έρημο: «Ισιώσατε τους δρόμους του Κυρίου», καθώς είπε ο Προφήτης Ησαΐας (Ησ. 40, 3–4· Μαλ. 3, 1).

Κι όταν οι βαλτοί των Φαρισαίων τον ρωτούν πώς βαφτίζει, αφού δεν είναι ο Μεσσίας (Ιωάν. 1, 25), κείνος τους αποκρίνεται, πως αυτός, που ζητάνε είναι κοντά κι ανάμεσά τους, και πως ο ίδιος δεν είναι άξιος να σκύψει και να λύσει ούτε τα δεσίματα απ’ τα ποδέματά του (Ματθ. 3, 11· Μάρκ. 1, 7· Λουκ. 3, 16· Ιωάν. 1, 27).

Κι η τροχιά της Αγιότητας συνεχίζει την ανιούσα της, όταν έρχεται ο Ίδιος ο Ιησούς Χριστός, ταπεινότατα, να βαφτιστεί από τον Ιωάννη. Κατάπληξη και δέος ταράζουν τον Ιωάννη. Ποια σχέση είχε η πηγή της ζωής με την έρημο; Αυτός βάφτιζε αμαρτωλούς και καλούσε τους κριματισμένους να μετανοήσουν (Ματθ. 3, 2 και 8· Λουκ. 3, 8· Μάρκ. 1, 4). Και Κείνος που ερχόταν να βαφτιστεί ήταν ο Αμνός του Θεού, ο ακριμάτιστος. Η αντίδραση του Ιωάννη είναι ανθρώπινη, δηλαδή λογική. Ο Ιησούς έπρεπε να βαφτίσει τον Ιωάννη κι όχι ο Ιωάννης τον Ιησού (Ματθ. 3, 14).


Ο Ιησούς όμως επιμένει και ζητά το βάφτισμα (Ματθ. 3, 15), για να ολοκληρωθούν τα σχέδια της Θείας Δικαιοσύνης (Ματθ. 3, 16). Και ποια ήταν αυτά τα σχέδια; Η πραγματική, η ουσιαστική ενανθρώπιση του Θείου. Σ’ αυτό το διάλογο, ανάμεσα Ιησού και Ιωάννη, υπάρχει όλο το μυστήριο της ταπείνωσης.
Κι ο Ιωάννης Τον βαφτίζει.

Αλλά το πιο θαυμαστό μέσα στον πίνακα της βάφτισης είναι αυτό το άνοιγμα του ουρανού και το φανέρωμα του Πνεύματος (βλ. Ματθ. 3, 16· Μάρκ. 1, 10· Λουκ. 3, 21–22). Μέσα σ’ αυτή την ταπείνωση της σάρκας, το πνεύμα στέκεται ψηλά, αδέσμευτο κι ακτινοβόλο. Μπορεί ο Κύριος νά ’γινε υπηρέτης, μπορεί η σάρκα να ταπεινώθηκε, αλλά αυτή η ταπείνωση διάπλατα ανοίγει τα παραπετάσματα του ουρανού για ν’ αχτινοβολήσει η παρουσία του Πνεύματος και να βεβαιώσει την αλήθεια του Λόγου.

ΚΩΣΤΗΣ ΜΠΑΣΤΙΑΣ
(1901–1972)



[Κωστή Μπαστιά:
«Νέον Κυριακοδρόμιον»,
–Κυριακή πριν από τα Φώτα–,
σελ. 26–27,
Εκδοτικός Οίκος «Αστήρ»,
Αθήναι, Φεβρουάριος 1972.]