.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Προφητάναξ Δαβίδ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Προφητάναξ Δαβίδ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Μή ἀποστρέψῃς τό πρόσωπόν σου ἀπό τοῦ παιδός σου...


«Μή ἀποστρέψῃς τὸ πρόσωπόν σου ἀπό τοῦ παιδός σου, ὅτι θλίβομαι, ταχύ ἐπάκουσόν μου, πρόσχες τῇ ψυχῇ μου καί λύτρωσαι αὐτήν»

Ψαλμ. 68, 18-19.


Μέγας Αθανάσιος. Ποιόν ψαλμό του Δαβίδ πρέπει νά λέμε σέ κάθε διαφορετική περίπτωση

Μέγας Αθανάσιος
Προς Μαρκελλίνον εις την ερμηνείαν 
των Ψαλμών (ιε΄ – κς’)


ιε’. 
Οι Ψαλμοί λοιπόν έχουν διαταχθεί κατ’ αυτή την τάξη, που είναι δυνατόν για τους αναγνώστες, όπως είπα προηγουμένως, να βρει ο καθένας σε κάθε ψαλμό, τα πάθη και την διάθεση της ψυχής του, ομοίως δε και το υπόδειγμα και την διδασκαλία για κάθε πράγμα.

Τι λόγια λέγοντας μπορεί να είναι αρεστός στον Κύριο, με ποια λόγια μπορεί να διορθωθεί και να ευχαριστεί τον Κύριο, ώστε να μη ολισθήσει σε ασέβεια αυτός που προφέρει τους λόγους αυτούς. Διότι θα αποδώσουμε λόγο στον Κριτή, όχι μόνο για τις πράξεις, αλλά και για κάθε ανώφελο λόγο.

Αν λοιπόν θέλεις να μακαρίσεις κάποιον, έχεις (ως υπόδειγμα), για το πως πρέπει και γιατί και τι πρέπει να λες, τους ψαλμούς 1 και 31, και τους 40, 111, 118 και 127.

Αν πάλι θέλεις να κατακρίνεις την επιβουλή των Ιουδαίων κατά του Σωτήρος, έχεις τον 2ο ψαλμό.

Αν δε καταδιώκεσαι από τους δικούς σου και έχεις πολλούς που στρέφονται εναντίον σου, λέγε τον 3ο ψαλμό.

Εάν βρίσκεσαι σε παρόμοια κατάσταση θλιβόμενος, και αφού επικαλέστηκες τον Κύριο θέλεις να τον ευχαριστήσεις, επειδή σε εισάκουσε, ψάλλε τον 4ο, τον 74ο, και τον 114ο.

Αν ακόμα βλέπεις ότι οι πονηροί θέλουν να σου στήσουν ενέδρα, και θέλεις να εισακουσθεί η προσευχή σου, σήκω νωρίς το πρωί και ψάλλε τον 5ο.

Αν αισθάνεσαι απειλή από μέρους του Κυρίου και βλέπεις ότι ταράζεσαι γι’ αυτό τον λόγο, μπορείς να λες τον 6ο και τον 37ο.

Αν κάποιοι σε επιβουλεύονται, όπως ο Αχιτόφελ τον Δαβίδ, και κάποιος σου το αναγγείλει, ψάλλε τον 7ο και έχε εμπιστοσύνη στον Θεό, ο οποίος θα σε σώσει.

ις΄. Αν θέλεις δε να προσφωνήσεις τον Κύριο, όταν βλέπεις την εξαπλωμένη παντού χάρη του Σωτήρος και τη σωτηρία του ανθρωπίνου γένους, ψάλλε τον 8ο.

Αν πάλι θέλεις να ευχαριστήσεις με άσμα τον Κύριο για τον τρυγητό, έχεις και πάλι για την περίσταση τον 8ο και τον 83ο.

Για την κατάργηση του εχθρού και την σωτηρία της κτίσεως, μην καυχάσαι για σένα, αλλά γνωρίζοντας ότι αυτό είναι κατόρθωμα του Υιού του Θεού, λέγε τον αναφερόμενο σ΄ αυτόν 9ο ψαλμό.

Αν πάλι κάποιος θέλει να σε συνταράξει, εσύ έχε την εμπιστοσύνη στον Κύριο και ψάλλε τον 10ο.

Όταν δε δεις να πλεονάζει η υπερηφάνεια των πολλών και η κακία, ώστε να μη υπάρχει ευσέβεια στους ανθρώπους, να καταφύγεις στον Κύριο και να λες τον 11ο.

Αν δε διαρκεί επί πολύ χρόνο η εναντίον σου επιβουλή των εχθρών, μη λιποψυχείς σαν να σε λησμόνησε ο Θεός, αλλά παρακάλεσε τον Κύριο ψάλλοντας το 12ο.

Όταν δε ακούσεις να βλασφημούν μερικοί την πρόνοια του Θεού, μη μετέχεις στην ασέβεια τους, αλλά δεόμενος στον Θεό, λέγε τον 13ο και τον 52ο.

Αν πάλι θέλεις να μάθεις, τι είδους είναι ο πολίτης της βασιλείας των ουρανών, ψάλλε τον 14ο.

ιζ’. Αν έχεις ανάγκη προσευχής εξ αιτίας των εχθρών σου, οι οποίοι περικυκλώνουν την ψυχή σου, ψάλλε τον 16ο, τον 85ο, τον 87ο και τον 140ο.

Αν θέλεις να μάθεις, πως προσευχήθηκε ο Μωυσής, έχεις τον 89ο.

Αν σώθηκες από τους εχθρούς σου και διέφυγες από τους διώκτες σου, ψάλλε και συ τον 17ο ψαλμό.

Θαυμάζεις την τάξη της κτίσεως και την φροντίδα της Πρόνοιας γι’ αυτήν και τα ιερά προστάγματα του νόμου; Ψάλλε τον 18ο και τον 23ο.

Αν δε συναντήσεις θλιβόμενους, να τους παρηγορείς, να προσεύχεσαι γι’ αυτούς και να τους λες τους λόγους του 19ου ψαλμού.

Όταν αντιλαμβάνεσαι ότι ο Κύριος σε ποιμαίνει και σε οδηγεί στην προκοπή, χαίροντας γι’ αυτό ψάλλε τον 22ο.

Οι εχθροί σε περιτριγυρίζουν, αλλά συ υψώνοντας την ψυχή προς τον Θεό, λέγε τον 24ο και θα τους δεις να αμαρτάνουν άσκοπα.

Αν επιμένουν οι εχθροί σου, που δεν έχουν άλλο παρά τα χέρια τους γεμάτα αίματα και ζητούν να σε κακοποιήσουν και να σε φονεύσουν, μην δώσεις σε άνθρωπο το κρίμα (διότι όλα τα ανθρώπινα είναι ύποπτα), αλλά λογαριάζοντας μόνο τον Θεό σαν Κριτή (διότι μόνος αυτός είναι δίκαιος) λέγε τους λόγους των ψαλμών 25, 34 και 42.

Αν δε επιτεθούν με μεγαλύτερη σφοδρότητα και γίνουν τόσον πολλοί σαν να ήταν στρατός οι εχθροί και σε καταφρονούν, διότι δεν έχεις ακόμη χρισθεί, και θέλουν να σε πολεμήσουν ακριβώς γι’ αυτό, μη φοβηθείς, αλλά ψάλλε τον 26ο ψαλμό.

Επειδή δε είναι ασθενής η ανθρώπινη φύση, αν πάλι επιμείνουν αναίσχυντα όσοι σε επιβουλεύονται, μην προσέχεις σ’ αυτούς, αλλά κράζε προς τον Θεό, λέγοντας τους λόγους του 27ου.

Και αν θέλεις να μάθεις πως πρέπει να προσφέρεται η ευχαριστία προς τον Κύριο, σκεπτόμενος πνευματικά ψάλλε τον 28ο.

Και όταν κάνεις τα εγκαίνια του οίκου σου, και την ψυχή, η οποία υποδέχεται τον Κύριο, και τον σωματικό οίκο, στον οποίο κατοικείς σωματικά, να ευχαριστείς και να λες τον 29ο και τον 126ο των αναβαθμών.

ιη’. Όταν δε βλέπεις ότι μισείσαι και καταδιώκεσαι χάρη της αληθείας, από όλους τους φίλους και συγγενείς, μην ολιγοψυχήσεις στρέφοντας την προσοχή σου, είτε σ’ αυτούς είτε στον εαυτό σου, ούτε να τρομάξεις, όταν βλέπεις να σε αποστρέφονται οι γνωστοί σου, αλλά αφού απαγκιστρωθείς από αυτούς, να στρέψεις το βλέμμα στα μέλλοντα και να ψάλλεις τον 30ο.

Βλέποντας δε τους βαπτισμένους, οι οποίοι λυτρώθηκαν από την φθαρτή γέννηση, και θαυμάζοντας την φιλανθρωπία του Θεού, ψάλλε σ’ αυτούς τον 31ο.

Και όταν μεν θέλεις να ψάλλεις μαζί με πολλούς, αφού συγκεντρώσεις ανθρώπους δίκαιους και ενάρετους στη ζωή τους, λέγε και συ (μαζί τους) τον 32ο ψαλμό.

Αν δε εμπέσεις στους εχθρούς και διαφύγεις απ’ αυτούς με τη φρόνηση, αφού σωθείς από τις επιβουλές τους, αν θέλεις να ευχαριστήσεις (τον Θεό), αφού συγκεντρώσεις τους πράους ανθρώπους, ψάλλε μαζί τους τον 33ο.

Αν δε παρατηρήσεις στους παρανομούντες, την φιλονικία πάνω στο κακό, μην πιστέψεις ότι μέσα τους κατά φύσιν υπάρχει η κακία, όπως ισχυρίζονται οι αιρετικοί, αλλά ψάλλε τον 35ο ψαλμό, και θα αντιληφθείς ότι αυτοί είναι αίτιοι που αμαρτάνουν (και όχι η φύση τους).

Αν δε βλέπεις τους πονηρούς να διαπράττουν πλήθος ανομίες και να αλαζονεύονται κατά των αδύνατων, θέλεις δε να προτρέψεις μερικούς, να μην τους προσέχουν, ούτε να τους ζηλεύουν, διότι οι ασεβείς εξαφανίζονται ταχύτατα, λέγε και στον εαυτό σου και στους άλλους τον 36ο.

ιθ’. Αλλά και συ ο ίδιος, όταν προετοιμάζεις μετά προσοχής τον εαυτό σου, βλέποντας να επιτίθεται ο εχθρός (διότι τότε επιτίθεται με μεγαλύτερη οξύτητα εναντίον τους) και θέλεις να προετοιμαστείς εναντίον του, ψάλλε τον 38ο ψαλμό.

Και εάν, όταν επιτίθενται οι εχθροί, υπομένεις τις θλίψεις και θέλεις δε να μάθεις την ωφέλεια που προέρχεται από την υπομονή, ψάλλε τον 39ο ψαλμό.

Βλέποντας δε το πλήθος των πενήτων και των πτωχών, και θέλοντας να ελεούνται, μπορείς να επαινείς όσους έχουν ήδη δώσει ελεημοσύνη, τους δε άλλους να προτρέπεις να ελεούν, ψάλλοντας τον 40ο.

Έπειτα, όταν έχεις στρέψει τον πόθο σου τελείως στον Θεό, αν ακούσεις να σε κοροϊδεύουν οι εχθροί, μην ταράζεσαι· αλλά σκεπτόμενος τον αθάνατο καρπό, από αυτό τον πόθο, να παρηγορείς την ψυχή σου, με την ελπίδα στον Θεό. Ανακουφίζοντας δε και καταπραΰνοντας τις βιοτικές στενοχώριες της, μ’ αυτό τον τρόπο, λέγε τον 41ο ψαλμό.

Αν θέλεις δε να ξαναθυμάσαι συνεχώς, τις ευεργεσίες του Θεού, που έγιναν προς τους πατέρες, καθώς και την έξοδο από την Αίγυπτο και τα συμβάντα στην έρημο, πώς μεν ο Θεός είναι αγαθός, οι δε άνθρωποι αχάριστοι, έχεις τους ψαλμούς 43, 77, 88, 104, 105, 106 και 113.

Όταν δε καταφύγεις στον Θεό και διασωθείς από τις θλίψεις που σε περιβάλλουν, αν θέλεις να ευχαριστήσεις τον Θεό και να διηγηθείς την φιλανθρωπία που σου έγινε, έχεις τον 45ο.

κ’. Αν όμως αμάρτησες και αφού ντράπηκες μετανοείς και θέλεις να τύχεις του θείου ελέους, έχεις τους λόγους της εξομολογήσεως και της μετανοίας στον 50ο.

Αν δε σε συκοφάντησε κάποιος πονηρός βασιλιάς και βλέπεις ότι ο συκοφάντης καυχάται αλαζονικά, φύγε και λέγε και συ τους λόγους του 51ου.

Όταν δε σε καταδιώκουν, μερικοί δε σε διαβάλλουν θέλοντας να σε παραδώσουν, όπως οι Ζιφαίοι και οι αλλόφυλοι τον Δαβίδ, μην παραδοθείς στην λύπη, αλλά έχοντας εμπιστοσύνη στον Κύριο και υμνώντας τον, λέγε τα λόγια από τους ψαλμούς 53 και 55.

Αν δε σε ακολουθήσει ο διώκτης και, χωρίς να το γνωρίζει, εισέλθει στο σπήλαιο, μέσα στο οποίο και συ κρύβεσαι, ούτε τότε να ταραχθείς· διότι και σ’ αυτή την ανάγκη έχεις παρηγορητικούς λόγους και επίσημες ρήσεις, τους ψαλμούς 56 και 141.

Αν δε ο διώκτης διατάξει να φρουρηθεί ή οικία σου και (παρά ταύτα) διαφύγεις, ευχαρίστησε τον Κύριο, γράφοντας στην ψυχή σου, σαν σε στήλες, την ενθύμηση του ότι δεν φονεύθηκες, και λέγε τα λόγια του 58ου ψαλμού.

Αν δε προξενούν θλίψεις με τις κατηγορίες τους οι εχθροί και οι νομιζόμενοι φίλοι σε συκοφαντούν με τις φλυαρίες τους, και λυπηθείς για την δοκιμασία σου για λίγο χρόνο, μπορείς να παρηγορηθείς υμνώντας τον Θεό και λέγοντας τους λόγους του 54ου ψαλμού.

Σε υποκριτές και καυχόμενους για την εμφάνιση τους, λέγε για να τους κάνεις να ντραπούν τον 57ο ψαλμό.

Σε όσους δε ορμούν με άγριες διαθέσεις εναντίον σου και θέλουν να σου πάρουν την ψυχή, αντιπαράθεσε την υποταγή σου στον Θεό και έχε θάρρος. Όσο δε μανιάζουν εκείνοι, τόσο περισσότερον να υποτάσσεσαι εσύ στον Κύριο, και να λες τα λόγια του 61ου.

Αν δε καταδιωκόμενος καταφύγεις σε έρημο τόπο, μη φοβηθείς ως μόνος εκεί, αλλά έχοντας εκεί τον Θεό, ψάλλε σ’ αυτόν κατά τον όρθρο, τον 62ον.

Όταν δε σε φοβερίζουν οι εχθροί και δεν παύουν να σου στήνουν ενέδρες και μηχανεύονται το παν εναντίον σου, και αν ακόμη είναι πλήθος, μην υποχωρήσεις· διότι τα πλήγματα τους θα είναι σαν βέλη νηπίων, αν ψάλλεις τον 63ον, τον 64ον, τον 69ον και τον 70όν.

κα’. Όταν θέλεις να υμνήσεις τον Κύριο, ψάλλε τα λόγια του 64ου.

Αν δε θέλεις να κατηχήσεις κάποιους περί της αναστάσεως, ψάλλε τα λόγια του 65ου.

Όταν επιζητείς το έλεος του Θεού, ύμνησε τον ψάλλοντας τον 66ο.

Όταν δε βλέπεις ότι οι μεν ασεβείς, ευτυχούν εν ειρήνη και ζουν ευχαριστημένοι, ενώ οι δίκαιοι υφίστανται θλίψεις, για να μην σκανδαλιστείς και κλονιστείς, λέγε και συ τα λόγια του 72ου ψαλμού.

Όταν πάλι οργιστεί ο Θεός κατά του λαού, μπορείς να τον παρηγορήσεις, με τους συνετούς λόγους του 73ου ψαλμού.

Όταν έχεις ανάγκη να εξομολογηθείς, ψάλλε τους ψαλμούς 9, 74, 91, 104, 105, 106, 107, 110, 115, 135 και 137.

Αν πάλιν θέλεις να αποδείξεις ότι οι Έλληνες και οι αιρετικοί δεν έχουν θεογνωσία, αλλά μόνο η Ορθόδοξη Εκκλησία, μπορείς αφού σκεφτείς να ψάλλεις τα λόγια του 75ου ψαλμού.

Αν οι εχθροί καταλάβουν πριν από σένα τις διεξόδους, και βρίσκεσαι σε μεγάλη στεναχώρια, και αν ταραχτείς, μην απελπιστείς, αλλά προσευχήσου. Αν δε εισακουστείς στις κραυγές σου, να ευχαριστήσεις τον Θεό, λέγοντας τα λόγια του 76ου.

Αν δε οι εχθροί επιμείνουν και ορμήσουν μέσα στο ναό και βεβηλώσουν τον οίκο του Θεού και φονεύσουν τους αγίους και ρίξουν τα σώματα τους στα πτηνά του ουρανού, για να μην πτοηθείς και υποκύψεις στην ωμότητα τους, σύμπασχε μεν με τους πάσχοντες, προσευχήσου δε στον Θεό, λέγοντας τον 78ο ψαλμό.

κβ’. Αν θέλεις δε να υμνήσεις τον Κύριο σε εορτάσιμη ημέρα, αφού συγκαλέσεις τους δούλους του Θεού, ψάλλε τα λόγια του 80ου και 94ου.

Αν δε μαζευτούν και πάλι όλοι οι εχθροί από παντού και απειλούν τον οίκο του Θεού, κάνοντας συμμαχίες κατά της ευσέβειας, για να μη λιποψυχήσεις εξ αιτίας του πλήθους και της δύναμης τους, έχεις σαν άγκυρα ελπίδας, τους λόγους του 82ου.

Και εάν βλέποντας τον οίκο του Θεού και τα αιώνια σκηνώματα του, γεμίζεις με πόθο γι’ αυτά, όπως συνέβαινε και με τον Απόστολο, λέγε και συ τον 83ον ψαλμό.

Όταν δε κάποτε πάψει η οργή και λυθεί ή αιχμαλωσία, εάν θέλεις να ευχαριστήσεις, μπορείς να λες τα λόγια του 84ου και του 125ου.

Αν θέλεις δε να γνωρίσεις την διαφορά της Ορθόδοξης ‘Εκκλησίας, από τα σχίσματα και να τους ντροπιάσεις (τους σχισματικούς), μπορείς να λες όσα γράφονται στον 86ο.

Αν θέλεις δε να ενθαρρύνεις τον εαυτό σου και τους άλλους στην προς τον Θεό ευσέβεια και (να τους πείσεις) ότι η ελπίδα στον Θεό δεν ντροπιάζει, αλλά καθιστά άφοβη την ψυχή, ύμνησε τον Θεό, λέγοντας τα λόγια του 90ου.

Θέλεις να ψάλεις κατά το Σάββατο; έχεις τον 91ο.

κγ’. Θέλεις να ευχαριστήσεις κατά την Κυριακή; έχεις τον 23ο.

Θέλεις να υμνήσεις κατά την Δευτέρα; λέγε τον 47ο.

Θέλεις να αινέσεις κατά την Παρασκευή; έχεις τον αίνο στον 92ο. Διότι τότε, όταν έγινε η σταύρωση, οικοδομήθηκε ο οίκος του Θεού, παρά την προσπάθεια των εχθρών να τον εμποδίσουν, γι΄αυτό πρέπει να ψάλλονται τότε στον Θεό σαν επινίκιος ύμνος, τα λεγόμενα στον 92ο.

Αν τύχει δε αιχμαλωσία και καταστραφεί ο οίκος (του Θεού) και εν συνεχεία επανοικοδομηθεί, ψάλλε τα λόγια του 95ου.

Αν δε η χώρα ησυχάσει από τους πολέμους και διάγει εν ηρεμία και βασιλεύει ο Κύριος, θέλεις δε να υμνήσεις γι’ αυτό, έχεις τον 96ο.

Θέλεις να ψάλλεις κατά την Τετάρτη, έχεις τον 93ο. Διότι ο Κύριος τότε παραδόθηκε και άρχισε την εκδίκηση κατά του θανάτου και να θριαμβεύει πάνω του με γενναιότητα. Όταν, λοιπόν, διαβάζοντας το Ευαγγέλιο δεις, ότι οι Ιουδαίοι έκαναν την Τετάρτη συμβούλιο κατά του Κυρίου, βλέποντας τον Κύριο τότε να έχει παρρησία, στην εκδίκηση κατά του διαβόλου για χάρη μας, ψάλλε τα λόγια του 93ου.

Βλέποντας πάλι, την πρόνοια του Κυρίου για τα πάντα και την εξουσία του και θέλοντας να κατηχήσεις μερικούς στην πίστη και την υπακοή σ’ αυτόν, πείθοντας τους να εξομολογηθούν πρώτα, ψάλλε τον 99ον.

Και εάν, αφού γνωρίσεις την εξουσία του ως κριτού και ότι ο Κύριος κρίνει αναμιγνύοντας την κρίση με την ευσπλαγχνία, θελήσεις να προσέλθεις σ’ αυτόν, έχεις γι’ αυτό τους λόγους του 100ου.

κδ’. Επειδή δε η φύση μας είναι ασθενής, αν ποτέ οι δυσκολίες της ζωής σε κάνουν φτωχό και χάσεις το κουράγιο σου, και θέλεις να βρεις παρηγοριά, έχεις τον 101 ψαλμό.

Και επειδή πρέπει πάντοτε να ευχαριστούμε τον Θεό για όλα, όταν θέλεις να τον ευλογείς, η ψυχή σου μπορεί να παρακινηθεί σ’ αυτό, να λες τους ψαλμούς 102 και 103.

Θέλεις να υμνήσεις τον Θεό και να μάθεις πως και για ποια πράγματα πρέπει να τον υμνείς, καθώς και ποιοι πρέπει να λένε τον ύμνο; Έχεις τους ψαλμούς 104, 106, 134, 145, 146, 147, 148 και 150.

Έχεις πίστη, όπως είπε ο Κύριος και πιστεύεις σε όσα λες κατά την προσευχή σου; Λέγε τον 115ον.

Αισθάνεσαι ότι με τις πράξεις σου ανεβαίνεις, ώστε να λες: «Λησμονώ μεν τα παλιά, προχωρώ δε προς εκείνα που είναι εμπρός». Μπορείς να λες σε κάθε πρόοδο τις 15 ωδές των αναβαθμών.

κε’. Αν αιχμαλωτίστηκες από ανοίκειες σκέψεις, και αντιλήφθηκες ότι σε παρέσυραν και (μετά όμως) μετανόησες, πάψε του λοιπού και παραμένοντας στο σημείο, όπου συνέλαβες τον εαυτό σου να αμαρτάνει, κάθισε και κλάψε και συ, όπως έκανε τότε ο λαός, λέγοντας τα λόγια του 136ου.

Θεωρώντας τους πειρασμούς σαν δοκιμασία, μετά την παρέλευση των πειρασμών, αν θέλεις να ευχαριστήσεις (τον Θεό), έχεις τον 138ο ψαλμό.

Σε ενοχλούν πάλι οι εχθροί και θέλεις να απαλλαγείς; Λέγε τα λόγια του 139ου.

Θέλεις να δεηθείς και να προσευχηθείς; Ψάλλε τον 5ο και τον 142ο.

Αν εχθρός τύραννος επιτέθηκε στον λαό και σε σένα, όπως ο Γολιάθ κατά του Δαβίδ, μη φοβηθείς, αλλά πίστευε και συ, όπως ο Δαβίδ, και λέγε τα λόγια του 143ου.

‘Έπειτα, θαυμάζοντας τις ευεργεσίες του Θεού προς όλους και ενθυμούμενος την γενόμενη αγαθότητα του, προς εσένα και προς όλους, εάν θέλεις γι’ αυτά να ευλογείς τον Θεό, λέγε τους λόγους του Δαβίδ, τους οποίους είπε και αυτός στον 144ο ψαλμό.

Θέλεις να υμνήσεις τον Κύριο; Μπορείς να πεις τον 92ο και 97ο.

Αν, παρ’ ότι είσαι μικρός, προτιμηθείς σε κάποια εξουσία από τους αδελφούς σου, μην υπερηφανεύεσαι έναντι τους, αλλά δίνοντας δόξα στον Κύριο, ο οποίος σε εξέλεξε, ψάλλε και συ τον 151ον ψαλμό, τον οποίο συνέθεσε ο Δαβίδ.

Αν όμως θέλεις να ψάλλεις ψαλμούς, στους οποίους να απαντά (ο λαός) δια της επωδού «Αλληλούια», έχεις τους ψαλμούς 104, 105, 106, 111, 112, 113, 114, 115, 116, 117, 118, 134, 135, 145, 146, 147, 148, 149 και 150.

κς’. Όταν δε θέλεις να ψάλεις κατ’ ιδίαν, τα σχετιζόμενα προς τον Σωτήρα, βρίσκεις τέτοια (κείμενα) σχεδόν σε κάθε ψαλμό, έχεις κυρίως όμως τον μεν 44ο και τον 109ο, που υποδηλώνουν την γνήσια γέννηση του εκ του Πατρός και την ένσαρκη του Παρουσία.

Οι δε 21ος και 68ος προλέγουν την θεία σταύρωση και τις επιβουλές τις οποίες δέχθηκε για χάρη μας και όσα έπαθε.

Και ο μεν 2ος και ο 108ος αναφέρονται στην επιβουλή και την κακία των Ιουδαίων και στην προδοσία του Ιούδα του Ισκαριώτη.

Οι δε ψαλμοί 20, 49 και 71 αναφέρονται, τόσο στην βασιλεία του και την εξουσία του ως Κριτού, όσο και στην ένσαρκη Παρουσία του μαζί μας και στην κλήση των εθνών.

Επίσης ο μεν 15ος διακηρύσσει την εκ νεκρών Ανάσταση του.

Οι δε 23ος και 46ος αναγγέλλουν την άνοδο του στους ουρανούς.

Αναγινώσκοντας δε τους ψαλμούς 92, 95, 97 και 98, μπορείς να κατανοήσεις τις ευεργεσίες του Σωτήρος σε μας, οι οποίες προήλθαν από τα πάθη του.


Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας (ΕΠΕ). Αθανασίου Αλεξανδρείας. Άπαντα τα έργα. 5. Ερμηνευτικά Α΄. εκδ. Γρηγόριος ο Παλαμάς, 1975. σελ. 40 – 59.

Παρηγορητικός Λόγος του Προφητάνακτος Δαυίδ

Πανεπίκαιρα πολύτιμα διαμάντια ἀπό τόν θησαυρό τοῦ Ψαλτηρίου


(Κάθισμα ὄγδοον)

Ἐλέησόν με, ὁ Θεός, ὅτι κατεπάτησέ με ἄνθρωπος, ὅλην τήν ἡμέραν πολεμῶν ἔθλιψέ με. Κατεπάτησάν με οἱ ἐχθροί μου ὅλην τήν ἡμέραν, ὅτι πολλοί οἱ πολεμοῦντες με ἀπό ὕψους. Ἡμέρας οὐ φοβηθήσομαι, ἐγώ δέ ἐλπιῶ ἐπί σέ. ἐν τῷ Θεῷ ἐπαινέσω τούς λόγους μου, ἐπί τῷ Θεῷ ἤλπισα, οὐ φοβηθήσομαι τί ποιήσει μοι σάρξ».

Ἐλέησέ με καί σπλαχνίσου με, Θεέ μου, διότι ἄνθρωπος θνητός σάν κι ἐμένα μέ κατεπάτησε, λές καί δέν ἤμουν ἄνθρωπος, ἀλλά ἀσθενικό καί περιφρονημένο σκουλήκι. Ὅλη τήν ἡμέρα μέ πολενοῦσε ἀσταμάτητα καί μέ συνέθλιψε.

Μέ καταπάτησαν οἱ ἐχθροί μου ὅλη τήν ἡμέρα, διότι εἶναι πολλοί αὐτοί πού μέ πολεμοῦν μέ δύναμη ἀπό ψηλά, ὀχυρωμένοι σέ ἀσφαλές καί ἀπρόσβλητο φρούριο.

Ἀλλά ὅσο κι ἄν παραταθεῖ ὅλη τήν ἡμέρα ὁ πόλεμός τους, ἐγώ δέν θά φοβηθῶ, ἀλλά θά ἔχω τήν ἐλπίδα μου σέ σένα.

Τά λόγια μου αὐτά, ὅτι στόν Θεό ἔχω τήν ἐλπίδα μου, δέν θά ἀποβοῦν κενή καύχηση, ἀλλά, μέ τήν βοήθεια τοῦ Θεοῦ, θά γίνουν πραγματικός ἔπαινός μου. Διότι ἐγώ στόν Θεό στήριξα τίς ἐλπίδες μου, κι ἔτσι δέν ἔχω νά φοβηθῶ ὅ, τι κι ἄν κάνει ἐναντίον μου ἡ φθαρτή καί ἐφήμερη σάρκα ὀποιουδήποτε ἐχθροῦ μου.

«Ἐπί τῷ Θεῷ ἤλπισα, οὐ φοβηθήσομαι τί ποιήσει μοι ἄνθρωπος»

Στόν Θεό στήριξα τίς ἐλπίδες μου. Γι’ αὐτό δέν ἔχω νά φοβηθῶ ὅ, τι κακό κι ἄν θελήσει νά μοῦ κάνει ὁποισδήποτε ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος εἶναι πάντοτε ἀδύναμος καί φθαρτός.

«Ἐλέησόν με, ὁ Θεός, ἐλέησόν με, ὅτι ἐπί σοί πέποιθεν ἡ ψυχή μου καί ἐν τῇ σκιᾷ τῶν πτερύγων σου ἐλπιῶ, ἕως οὗ παρἐλθῃ ἡ ἀνομία»

Ἐλέησέ με, Θεέ μου, ἐλέησέ με, διότι πάνω σου στήριξε ἡ ψυχή μου ὅλες τίς ἐλπίδες της. Καί στή δύσκολη αὐτή περίσταση πού μέ βρῆκε, ἐλπίζω ὅτι θά μέ διαφυλάξεις κάτω ἀπό τήν παντοδύναμη σκέπη καί προστασία σου μέχρι νά περάσει ὁ κίνδυνος πού διατρέχω ἀπό τούς ἐχθρούς μου, οἱ ὁποῖοι ἀθέμιτα μέ καταδιώκουν. Στήν προστασία σου καταφεύγω μέ ἐλπίδα, ὅπως τά μικρά κλωσσόπουλα κάτω ἀπό τίς μητρικές φτεροῦγες.


Γέροντα, μου κάνει εντύπωση πώς τα παιδιά καταλαβαίνουν το Ψαλτήρι και θέλουν να το διαβάζουν

- Το Ψαλτήρι αναπαύει όλες τις ηλικίες. Τα παιδιά μάλιστα μπορεί να τα αναπαύη περισσότερο από ό,τι αναπαύει εσένα κι εμένα. Το Ψαλτήρι είναι θεόπνευστο , είναι γραμμένο με θείο φωτισμό , γι’ αυτό έχει τόσο δυνατά, τόσο βαθιά νοήματα. 

Όλους του θεολόγους και τους φιλολόγους να μαζέψης, έναν Ψαλμό με τέτοια νοήματα δεν μπορούν να φτιάξουν. 
Κι αν φτιάξουν κάτι, θα είναι σαν ένα χάρτινο λουλούδι. 

Αγράμματος ήταν ο Δαβίδ, αλλά με τι βάθος έγραφε! Φαίνεται καθαρά ότι τον οδηγούσε το πνεύμα του Θεού.

- Γέροντα, δεν προλαβαίνω να διαβάσω το Ψαλτήρι.

- Καλά είναι να εξοικονομής λίγη ώρα , για να το διαβάζης μέσα στην ημέρα. 

Κι αν δεν έχης πολύ χρόνο, καλύτερα είναι να διαβάσης μισό Κάθισμα και να προσέχης τα νοήματα, παρά ολόκληρο και να βιάζεσαι. 

Αυτά τα νοήματα να τα έχης μετά συνέχεια στον νου σου. Το Ψαλτήρι είναι προσευχή.

Μερικοί παρεξηγούν τον προφήτη Δαβίδ και λένε ότι σε κάποιους Ψαλμούς καταριέται. Όταν όμως ο Δαβίδ λέη: «Ἐκλείποιεν ἁμαρτωλοὶ ἀπὸτῆς γῆς, καὶ ἄνομοι, ὥστε μὴ ὑπάρχειν αὐτούς», δεν εννοεί να εξολοθρευθούν οι αμαρτωλοί, αλλά να μετανοήσουν και να μην υπάρχουν αμαρτωλοί πάνω στην γη.

Εγώ, με το Ψαλτήρι νιώθω μια αγαλλίαση, είναι όλο προφητεία , όλο παρηγοριά. Σε μια δύσκολη κατάσταση, αν διαβάσης Ψαλτήρι, νιώθεις ανακούφιση, λύτρωση, σιγουριά ότι θα βοηθήση ο Θεός. 
«Σωτηρία, λέει, τῶν δικαίων παρὰ κυρίου, καὶ ὑπερασπιστὴς αὐτῶν ἐστιν ἐν καιρῷ θλίψεως».


Από το βιβλίο: « ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ

«ΠΟΡΕΥΟΜΕΝΟΙ…»

Ὁ ἄνθρωπος πορεύεται. Αὐτὴ εἶναι ἡ ζωή του. Πορεία. «Ἐξ ὠδίνων μέχρι ταφῆς» (Θεοδωρήτου, Ἑρμηνεία τοῦ ριη´ Ψαλμοῦ, PG 80, 1824)· ἀπὸ τὸν ἐπώδυνο τοκετὸ μέχρι τὸν ἐνταφιασμό του. Ποῦ πορεύεται; Μυστήριο. Πῶς πορεύεται; Τὸ μεγάλο πρόβλημα.

Στὸ πρῶτο ἐρώτημα, στὸ «ποῦ πορεύεται;», ἡ σύγχυση εἶναι ἀμέτρητη. Στὸ δεύτερο, τὸ «πῶς πορεύεται;», ἡ ἀπάντηση εἶναι ἐπώδυνη.
Ποῦ πορεύεται;

Γιὰ τὸν ἐκτὸς Χριστοῦ κόσμο οἱ ἀπαν­τήσεις εἶναι ἀναρίθμητες. Ἀπὸ τὸν σκοτεινὸ κάτω κόσμο τῆς ἀρχαιοελληνικῆς μυθολογίας, τὸ βουδιστικὸ «νιρβάνα», τὴν ἰνδουιστικὴ μετενσάρκωση καὶ τὸν σαρκολατρικὸ μωαμεθανικὸ παράδεισο, μέχρι τὸ μηδέν, ἢ ἄλλως πως ὀνομαζόμενο ὑπὸ τῶν ἄθεων φιλοσόφων «ὁλικὴ συνείδηση τοῦ εἶναι». Τὴν ἀντίληψη αὐτὴ ὁ ὑπερβαλλόντως προβαλλόμενος συγγραφέας Νίκος Καζαντζάκης τὴ συνοψίζει στὴν ἑξῆς πασίγνωστη φράση του: «Ἐρχόμαστε ἀπὸ μιὰ σκοτεινὴ ἄβυσσο· καταλήγουμε σὲ μιὰ σκοτεινὴ ἄβυσσο· τὸ μεταξὺ φωτεινὸ διάστημα τὸ λέμε Ζωή» (Νικ. Καζαντζάκη, Ἀσκητική). Καὶ ὅλη αὐτὴ τὴν αὐτοκτονικὴ ἀντίληψη πῶς τὴ λέμε; Ἀπελπισία; Ἢ μήπως σωστότερα: Μαύρη, κατάμαυρη ἀπελπισία;

Ἔξω ἀπὸ τὸ φῶς τοῦ Εὐαγγελίου ἡ ζωὴ εἶναι πράγματι ἀπελπισία, πορεία χωρὶς ἐλπίδα. Ἀπὸ τὸ πουθενὰ στὸ τίποτα. Καὶ γίνεται τραγικὴ ἡ προσπάθεια τοῦ ἀνθρώπου νὰ δώσει νόημα σὲ μιὰ ζωὴ ἀνόητη· νὰ βρεῖ σκοπὸ σὲ μιὰ πορεία πρὸς τὸ τίποτα, τὸ μηδέν, τὴν «ἄβυσσο».

Μέσα στὸ φῶς ὅμως τοῦ Εὐαγγελίου ὅλα ἀλλάζουν. Τώρα ὁ ἄνθρωπος γνωρίζει ἀπὸ ποῦ ἔρχεται καὶ ποῦ πηγαίνει. Ἔρχεται πράγματι ἀπὸ μία «ἄβυσσο», τὴν ἄβυσσο τῆς θείας ἀγάπης. Καὶ πορεύεται πρὸς μία ἄλλη «ἄβυσσο», τὴν ἄβυσσο τῆς αἰώνιας θείας Ζωῆς. Ἔρχεται ἀπὸ τὸ μηδὲν μὲ μόνη τὴν ἀγαπητικὴ θέληση τοῦ ἐν Τριάδι Θεοῦ. Καὶ κατευθύνεται πρὸς τὸ ἄπειρο, πρὸς τὴν αἰώνια δόξα τῆς Βασιλείας τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Αὐτὸς εἶναι ὁ δρόμος του. Θεοποιός!

Εἶναι ὅμως δρόμος σταυρικός. Πορεύεται ὁ ἄνθρωπος πρὸς τὴ Βασιλεία μέσα ἀπὸ θλίψεις, δοκιμασίες, προβλήματα καὶ τόσους κινδύνους τῆς ζωῆς. Ἀλλὰ θὰ φτάσει στὸ ἔνδοξο τέλος αὐτοῦ τοῦ σταυρικοῦ δρόμου. Θὰ φτάσει! Ἀρκεῖ νὰ τὸν βαδίζει σωστά. Λοιπόν;
Πῶς πορεύεται;

Πῶς μπορεῖ νὰ πορεύεται σωστὰ ὁ ἄνθρωπος στὸ δρόμο τῆς ζωῆς του;
Ἀπάντηση στὸ καίριο αὐτὸ ἐρώτημα ἔδωσε τρεῖς χιλιάδες χρόνια πρὶν ὁ θεόπνευστος συγγραφέας τοῦ 118ου Ψαλμοῦ, ποὺ εἶναι ὁ μεγαλύτερος ἀπ᾿ ὅλους τοὺς Ψαλμοὺς καὶ εἶναι γνωστὸς μὲ τὴν ὀνομασία «Ἄμωμος». Ὁ πρῶτος στίχος αὐτοῦ τοῦ ἐκπληκτικοῦ Ψαλμοῦ, ποὺ μὲ τοὺς 176 στίχους του ἀποτελεῖ ἐξαίσιο ὕμνο τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, δίνει τὴν ἀπάν­τηση ποὺ ἀναζητοῦμε. Λέει: «Μακάριοι οἱ ἄμωμοι ἐν ὀδῷ οἱ πορευόμενοι ἐν νόμῳ Κυρίου»· εἶναι τρισευτυχισμένοι αὐτοὶ ποὺ βαδίζουν ἄμεμπτοι τὸν δρόμο τους, ὅσοι πορεύονται σύμφωνα μὲ τὸ νόμο τοῦ Κυρίου. «Ὁδὸν καὶ στράταν ὀνομάζει ὁ Δαβὶδ τὴν παροδικὴν καὶ περαστικὴν ταύτην ζωήν», σημειώνει ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης. Ὁ δρόμος, ποὺ ὅσοι τὸν βαδίζουν ἄμεμπτοι εἶναι τρισευτυχισμένοι, εἶναι ἡ παροδικὴ καὶ περαστικὴ τούτη ζωή.

Ὅμως ἐδῶ ἀκριβῶς βρίσκεται καὶ τὸ πρόβλημα, ἡ μεγάλη δυσκολία. Ποῦ; Στὴ μία αὐτὴ λέξη, τὴ λέξη «ἄμωμοι». Λέξη ἐπώδυνη. Διότι «ἄμωμος» σημαίνει ἀψεγάδιαστος, ἀκατηγόρητος. Κι ἐμεῖς γνωρίζουμε ἀπὸ τὴ Γραφὴ ἀλλὰ καὶ τὴν ἴδια τὴν πείρα μας ὅτι κανένας δὲν μπορεῖ αὐτὸ νὰ τὸ πετύχει. «Τίς γὰρ καθαρὸς ἔσται ἀπὸ ρύπου; ἀλλ᾿ οὐθείς. ἐὰν καὶ μία ἡμέρα ὁ βίος αὐτοῦ ἐπὶ τῆς γῆς» (Ἰὼβ ιδ´ [14] 4, 5)· ποιός εἶναι καθαρὸς ἀπὸ τὸν μολυσμὸ τῆς ἁμαρτίας; Κανένας! Ἀκόμα κι ἂν ὅλη ἡ ζωή του πάνω στὴ γῆ εἶναι μόνο μία μέρα.

Ὡστόσο ὁ Ψαλμωδὸς δὲν μᾶς ἀφήνει ἀβοήθητους. Δείχνει καὶ τὸν τρόπο, μὲ τὸν ὁποῖο μποροῦμε νὰ βαδίσουμε τὸν δρόμο τῆς ζωῆς μας «ἄμωμοι». Θὰ τὸ κατορθώσουμε, μᾶς λέει, ἂν εἴμαστε «οἱ πορευόμενοι ἐν νόμῳ Κυρίου», ἂν πορευόμαστε στὴ ζωή μας σύμφωνα μὲ τὸ νόμο τοῦ Θεοῦ. Διότι ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ δὲν μᾶς δείχνει μόνο ποιὸ εἶναι τὸ σωστό, ἀλλὰ καὶ τὸ πῶς μποροῦμε νὰ διορθώσουμε τὰ λάθη ποὺ τυχὸν κάναμε.

Μᾶς λέει, λοιπόν, ὅτι μποροῦμε νὰ εἴμαστε «ἄμωμοι», ἀκόμη κι ἂν ἁμαρτάνουμε! Πῶς; Μὲ τὴ μετάνοια! Αὐτὴ εἶναι ἡ πορεία τῆς ζωῆς «ἐν νόμῳ Κυρίου». Πορεία μετανοίας. Ἄμωμη πορεία. Ἀρκεῖ νὰ εἶναι «ἐν νόμῳ Κυρίου».

Τότε καμία δύναμη δὲν θὰ μπορέσει νὰ νικήσει τὸν ἄνθρωπο. Κανένας πειρασμὸς δὲν θὰ κατορθώσει νὰ τὸν λυγίσει. Διότι πορεύεται «ἄμωμος… ἐν νόμῳ Κυρίου». Καὶ γνωρίζει ὅτι ἀκόμη κι ἂν πέσει, ὅσο χαμηλὰ κι ἂν πέσει, εἶναι «ἄμωμος», ἐφόσον μετανοεῖ.

Μακάριοι λοιπὸν «οἱ ἄμωμοι ἐν ὁδῷ».

Μακάριοι καὶ τρισευτυχισμένοι «οἱ πορευόμενοι ἐν νόμῳ Κυρίου».

«Πορευόμενοι…»
τοῦ περιοδ. «Ο ΣΩΤΗΡ»

Η ΘΑΥΜΑΣΤΗ ΠΡΟΝΟΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

Στὸν 11ο Ψαλμὸ ὁ προφητάναξ Δα­βὶδ διαπιστώνει μὲ πόνο ὅτι κυριαρχοῦν γύρω του ἡ ὑποκρισία, τὸ ψεῦδος, ἡ αὐθαιρεσία τῶν ἀλαζόνων ἀν­θρώπων, ἀπὸ τὰ ὁποῖα καὶ ὁ ἴδιος ταλαιπωρεῖται. Καταφεύγει στὸ Θεὸ καὶ Τὸν ἱκετεύει νὰ τὸν γλυτώσει ἀπὸ τοὺς πονηροὺς ἀνθρώπους. Ὁ Θεὸς διαβεβαιώνει ὅτι θὰ προστατεύσει ὅσους ἀδικοῦνται καὶ θὰ φανερώσει μὲ τρόπο ἀδιαμφισβήτητο τὴ δικαιοσύνη καὶ τὴ δύναμή Του. Ποιὸς μπορεῖ ν᾿ ἀμφιβάλει γιὰ τὴν ἀλήθεια τῶν λόγων Του; Τὰ λόγια τοῦ Κυρίου εἶναι καθαρὰ ἀπὸ κάθε ψεῦ­δος. Μακάρι Ἐσύ, Κύριε, γράφει ὁ Δαβίδ, νὰ μᾶς φυλάξεις καὶ νὰ μᾶς διατηρήσεις ἀβλαβεῖς ἀπὸ αὐτὴ τὴν πονηρὴ γενιὰ καὶ τώρα καὶ αἰωνίως. «Κύκλῳ οἱ ἀσεβεῖς περιπατοῦσι». Περπατοῦν γύρω μας οἱ ἀσεβεῖς καὶ μᾶς ἔχουν κυκλώσει ἀπὸ ὅλα τὰ μέρη. Ὅμως γεμάτος πίστη ὁμολογῶ: «Κατὰ τὸ ὕψος σου ἐπολυ­ώρησας τοὺς υἱοὺς τῶν ἀν­θρώπων» (Ψαλ. ια´ [11] 9). Ὅσο εἶναι τὸ ὕψος Σου, Κύριε, τόση εἶναι καὶ ἡ φροντίδα Σου γιὰ τοὺς ἀνθρώπους. «Ἐπολυώρησας»: Ἔδειξες δηλαδὴ μεγάλη φρον­τίδα, φρόντισες μὲ κάθε ἐπιμέλεια.

Ἀλλὰ ποιό εἶναι τὸ ὕψος τοῦ Θεοῦ; Ἡ κτίση δίνει τὴ δική της μαρτυρία: Ἡ γῆ μὲ τὶς ὑπέροχες ἐναλλαγὲς τοπίων, τὴν ποικιλία ζωῆς ποὺ φιλοξενεῖ, τὰ χερσαῖα ζῶα καὶ τὰ πτηνά, τὰ ποικίλα φυτὰ καὶ λουλούδια, τὶς ἐρήμους, τὰ πανύψηλα ὄρη, ὁ ἀέρας καὶ τὰ σύννεφα, οἱ ἀχανεῖς ὠκεανοὶ μὲ τοὺς ἀναρίθμητους ὀργανισμοὺς ποὺ κρύβουν μέσα τους, ὅλα μιλοῦν γιὰ τὸ μεγαλεῖο τοῦ Θεοῦ. Τὸ σύμπαν, τὰ δισεκατομμύρια τῶν γαλαξιῶν, τὰ συστήματα τῶν ἀστέρων καὶ τῶν πλανητῶν μὲ τὶς ἀκριβεῖς τροχιές τους, τὶς ἰλιγγιώδεις ταχύτητες, τὶς τεράστιες μεταξύ τους ἀποστάσεις, ποὺ ὁ ἄν­­­­θρωπος μπορεῖ πλέον νὰ ὑπολογίσει, ἀλλὰ πάντοτε θὰ ἀδυνατεῖ νὰ συνειδητοποιήσει· τὸ μεγαλειῶδες σύμπαν μαρτυρεῖ γιὰ τὸ ὕψος τοῦ Θεοῦ.

Τὰ ἑξαπτέρυγα Σεραφείμ, τὸ πλησιέστερο πρὸς τὸν Θεὸ ἀγγελικὸ τάγμα, φλογισμένα ἀπὸ τὴ θεία ἀγάπη, ἀναπέμ­πουν ἀέναη δοξολογία πρὸς τὴν Ἁγία Τριάδα. Μὲ ἔκπληξη ποὺ διαρκῶς ἀνανεώνεται, μὲ ἱερὸ εὐφρόσυνο τρόμο καλύπτουν τὰ πρόσωπα καὶ τὰ πόδια τους μπροστὰ στὸ ὑπερβάλλον μεγαλεῖο τῆς θείας δόξας καὶ κράζουν ἀδιάλειπτα τὸ ἕνα πρὸς τὸ ἄλλο: «Ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος Κύριος σαβαώθ, πλήρης πᾶσα ἡ γῆ τῆς δόξης αὐτοῦ» (Ἡσ. Ϛ´ 1-4)… «Τῆς μεγαλωσύνης αὐτοῦ οὐκ ἔστι πέρας» (Ψαλ. ρμδ´ [144] 3). Δὲν ὑπάρχει ὅριο στὴ μεγαλοσύνη Του, στὸ ὕψος Του. Ἑπομένως καὶ ἡ πρόνοιά Του, κατὰ τὸν Ψαλμωδό, εἶναι καὶ αὐτὴ ἀσύλληπτη, ἄπειρη. Δὲν μπορεῖ οὔτε ἄνθρωπος οὔτε ἄγγελος νὰ κατανοήσει τὴ φροντίδα τοῦ Δημιουργοῦ γιὰ τὸ πλάσμα Του. Διότι αὐτὴ εἶναι μυστήριο.

Εἶναι μυστήριο τὸ κέντρο τῆς θείας Προνοίας, ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου, μὲ κορυφαῖο γεγονὸς τὴ Σταύρωσή Του. Μυστήριο θαυμαστὸ καὶ ἀνεξάντλητο στὴ μελέτη του. Ἀλλὰ εἶναι ἐπίσης μυστήριο καὶ ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸ κάθε πλάσμα Του – καὶ σ᾿ αὐτὸ κυρίως ἀναφέρεται ὁ Ψαλμωδὸς στὸ συγκεκριμένο Ψαλμὸ ὅταν λέει, «κατὰ τὸ ὕψος σου ἐπολυώρησας τοὺς υἱοὺς τῶν ἀνθρώπων».

Ὁ Θεὸς προαιωνίως θέλησε νὰ φέρει στὴν ὕπαρξη τὸν κάθε ἄνθρωπο· τὸ θέλησε ἐλεύθερα καὶ ἀπὸ ἀγαθότητα ἀνεξιχνίαστη· μὲ προορισμό, ἂν ἀνταποκριθεῖ, νὰ τὸν καταστήσει κοινωνὸ τῆς Βασιλείας Του, νὰ τὸν ἀναδείξει θεὸ κατὰ χάριν. Στὸ σύντομο πέρασμα τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὴ γῆ ὅλα ὑπηρετοῦν αὐτὸ τὸν μεγαλειώδη σκοπό.

Ὡστόσο δὲν φροντίζει μόνο γιὰ τὴ σωτηρία μας ἀλλὰ καὶ γιὰ ὅλα τὰ ἄλ­­­λα. «Πολυωρεῖ», δείχνει δηλαδὴ μεγάλο ἐν­­διαφέρον· μὲ πόση ἀγάπη, μὲ πόση στοργή, μὲ πόση σοφία! «Ὑμῶν καὶ αἱ τρίχες τῆς κεφαλῆς πᾶσαι ἠριθμημέναι εἰσί», μᾶς διαβεβαίωσε (Ματθ. ι´ [10] 30). Δηλαδὴ προνοεῖ καὶ γιὰ τὰ πιὸ ἀσήμαντα ζητήματα, στὰ ὁποῖα ἐμεῖς δὲν δίνουμε ἰδιαίτερη σημασία. Οἰκονομεῖ τὰ ἀναγκαῖα γιὰ τὴ συντήρησή μας. Διαμορφώνει στὴ ζωή μας περιστάσεις, ὥστε νὰ Τὸν γνωρίσουμε καὶ νὰ Τὸν πλησιάσουμε περισσότερο. Μᾶς προστατεύει ἀπὸ κινδύνους τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος, ἀπὸ διεφθαρμένους ἀνθρώπους, ἀπὸ θανατηφόρα δυστυχήματα, ἀπὸ θανάσιμα ἁμαρτήματα. Σὲ κρίσιμα διλήμματα μᾶς χαρίζει τὸν φωτισμό Του. Δὲν ἐπιτρέπει νὰ ἀντιμετωπίσουμε πειρασμοὺς μεγαλύτερους ἀπὸ τὶς δυνάμεις μας, ἀλ­λὰ μᾶς δίνει πλούσια τὴ Χάρη Του γιὰ νὰ τοὺς ὑπερβοῦμε καὶ νὰ τοὺς νικήσουμε. Φιλάνθρωπα ἐπιτρέπει θλίψεις, ποὺ μᾶς ἐξαγιάζουν. Ὅλα τὰ παρακολουθεῖ, γιὰ ὅλα φροντίζει ἡ ἀνύστακτη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ: γιὰ τὰ αἰώνια καὶ τὰ προσωρινά, γιὰ τὰ προσωπικά, τὰ οἰκογενειακά, τὰ ἐπαγγελματικά, τὰ ἐθνικά, τὰ παγκόσμια…

Εἶναι θαυμαστὴ στὸ βάθος της ἡ θεία Πρόνοια: Οἰκονομεῖ ὥστε ἀκόμη καὶ ὁ διάβολος καὶ τὰ ὄργανά του, χωρὶς νὰ τὸ θέλουν, νὰ ὑπηρετοῦν τὸ σχέδιο τῆς σωτηρίας μας.

Ἕνα πρέπει νὰ ἔχουμε πάντοτε στὸ νοῦ μας, γράφει ὁ Μέγας Βασίλειος, ὅτι, ἐφ᾽ ὅσον εἴμαστε δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ καὶ Ἐκεῖνος μᾶς φροντίζει, δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ πάθουμε κάτι χωρὶς νὰ τὸ θέλει ὁ Θεός (PG 31, 332C).

Ἂν μάλιστα ἐμεῖς ζοῦμε κατὰ τὸ θέλημά Του, τότε ὅλα θὰ μᾶς ὠφελοῦν· διότι «τοῖς ἀγαπῶσι τὸν Θεὸν πάντα συνεργεῖ εἰς ἀγαθόν» (Ρωμ. η´ 28), «καὶ τὰ δοκοῦντα εἶναι (=καὶ ὅσα φαίνονται) λυπηρά».

Ἂς παρακαλοῦμε τὸν Θεὸ νὰ μᾶς ἀξιώνει νὰ βλέπουμε τὴν πατρική Του φρον­τίδα γιὰ μᾶς καὶ νὰ Τὸν εὐχαριστοῦμε μέσα ἀπὸ τὴν καρδιά μας πάν­τοτε γιὰ ὅλα.

τοῦ περιοδ. «Ο ΣΩΤΗΡ»

«ΜΕΓΑΛΗ Η ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΚΑΚΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ» (Μετὰ τῶν σκηνωμάτων Κηδάρ, ποὺ ἐχθρεύονται τὴν εἰρήνη)

ΩΔΗ ΤΩΝ ΑΝΑΒΑΘΜΩΝ, 3. 
Ψαλμὸς ΡΙΘ´ (119), στίχ. 3-6

Ὁ εὐσεβὴς Ἰσραηλίτης διαμαρτυρόμενος τρόπον τινὰ πρὸς τὸν δόλιο καὶ ἄδικο συκοφάντη τὸν ἐρωτᾶ: «Τί δοθείη σοι καὶ τί προστεθείη σοι πρὸς γλῶσσαν δολίαν;» (στίχ. 3). Τί μπορεῖ νὰ σοῦ δοθεῖ καὶ ποιά τιμωρία νὰ σοῦ προστεθεῖ, ὅταν ἔχεις μιὰ γλῶσσα δόλια καὶ συκοφαντική; Ὤ! ἡ δόλια γλώσσα! δύσκολα νικᾶται λόγῳ τῆς μεγάλης πονηρίας της. Ὁ στίχος αὐτός, γράφει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, τονίζει ὅτι ἡ πονηρία αὐτὴ εἶναι μεγάλη καὶ φοβερὴ μορφὴ κακίας. Γι’ αὐτὸ ὁ Ψαλμωδὸς θυμώνει, ὀργίζεται καὶ λέγει: Τί θὰ μποροῦσε νὰ δοθεῖ καὶ νὰ προστεθεῖ σὲ σένα ἐναντίον τῆς δολοπλόκου γλώσσας σου; Ποιά τιμωρία ἀντάξια τῆς κακίας αὐτῆς θὰ μποροῦσε νὰ βρεθεῖ1;

Ἀλλ’ ὁ Ψαλμωδὸς λέει πρὸς ἐκεῖνον ποὺ παρακαλεῖ νὰ λυτρωθεῖ ἀπὸ τὴ δόλια γλῶσσα: Μὴ λυπᾶσαι, διότι τὰ ἀκονισμένα βέλη τοῦ δυνατοῦ Θεοῦ εἶναι μαζὶ μὲ ἀναμμένα κάρβουνα ἀπὸ τὰ ἄγρια ξύλα τῆς ἐρήμου, ἀπὸ τὰ ὁποῖα δημιουργοῦνται οἱ ἰσχυρότερες καὶ διαρκέστερες πυρκαϊές (στίχ. 4). Αἰχμάλωτε Ἰσραηλίτη, λέγει ὁ Μέγας Ἀθανάσιος, θὰ ριφθοῦν βέλη γεμάτα φωτιά· τέτοια θὰ εἶναι ἡ τιμωρία τῶν Βαβυλωνίων, ἡ ὁποία δὲν θὰ ἀργήσει νὰ δοθεῖ ἀπὸ τὸν Θεό.

Μὴν ἀθυμεῖς λοιπόν, ἄνθρωπε, ὅταν ἔχεις νὰ ἀντιμετωπίσεις δόλια γλώσσα. Διότι τὰ ἀκονισμένα βέλη τοῦ δυνατοῦ Θεοῦ θὰ ἐκτοξευθοῦν κατὰ τῶν παρανόμων καὶ δολίων μαζὶ μὲ κάρβουνα, ποὺ καίουν καὶ ἐρημώνουν, ὥστε νὰ κτυποῦν καίρια, νὰ κατακαίουν καὶ νὰ ἀφανίζουν τοὺς δόλιους ἀνθρώπους. Ὀνόμασε δὲ βέλη καὶ κάρβουνα τὶς διάφορες τιμωρίες τοῦ Θεοῦ κατὰ τῶν ἀνθρώπων αὐτῶν2.

Πόσο ἀγαθὸς εἶναι ὁ Θεός! Ζήτησε βοήθεια ὁ δίκαιος ἄνθρωπος καὶ ὁ Κύριος τὸν παρηγόρησε. Ὁ δόλιος ἄνθρωπος νομίζει ὅτι μπορεῖ νὰ διαβάλλει τὸν δίκαιο καὶ ἀπροστάτευτο, ἀλλὰ ἔχει νὰ ἀντιμετωπίσει τὰ βέλη τοῦ δυνατοῦ Θεοῦ, τοῦ Θεοῦ τῆς ἀληθείας, ὁ Ὁποῖος προστατεύει τοὺς δικούς Του ἀνθρώπους. Αὐτὴ εἶναι ἡ τιμωρία τῶν ψευδολόγων καὶ δόλιων ἀνθρώπων. «Ἄνθρακες ἀναμμένοι πυρὸς ἀσβέστου καὶ καταστρεπτικοῦ θὰ ἐξαπολυθοῦν ἀπὸ τὰ βέλη τοῦ Κυρίου. Αὐτὸ θὰ εἶναι τὸ κέρδος, τὸ ὁποῖον θὰ ἀποκομίσῃ εἰς τὸ τέλος ὁ δολιευόμενος τὸν ἀδελφόν του»3. Ἂς καταφεύγουμε, λοιπόν, μὲ θερμὴ προσευχὴ στὸν ἅγιο Θεό, ὅταν ἀδικούμαστε ἀπὸ δόλιους ἀνθρώπους, καὶ ἂς ἀφήνουμε Ἐκεῖνον νὰ μᾶς προστατεύσει καὶ νὰ διεκδικήσει μὲ τὸ παντοδύναμο χέρι Του τὸ δίκαιό μας.

Ὁ Ψαλμωδὸς παραπονεῖται στὴ συνέχεια γιὰ τὸ ὅτι στὴν ἐξορία καὶ στὴν αἰχμαλωσία ποὺ ζεῖ, ἀναγκάζεται νὰ συγκατοικεῖ μὲ ἀνθρώπους κακούς. Ἀλίμονο! ἀναφωνεῖ, διότι τόσο πολὺ παρατάθηκε ἡ παραμονή μου στὴν ξενιτειά, μακριὰ ἀπὸ τὴν πολυπόθητή μου καὶ φιλειρηνικὴ Σιών. Κατασκήνωσα καὶ ἔστησα τὴν ἄθλια σκηνὴ τοῦ αἰχμάλωτου μετανάστη μαζὶ μὲ τὶς σκηνὲς τῶν βαρβάρων Κηδαριτῶν, ποὺ περιφέρονται στὴν ἔρημο τῆς Ἀραβίας καὶ ἐχθρεύονται τὴν εἰρήνη (στίχ. 5). Κατὰ τὸν Μέγα Ἀθανάσιο, ἡ Κηδὰρ εἶναι ἐρημικὴ περιοχὴ ποὺ βρίσκεται πρὸς ἀνατολὰς καὶ ἐκτείνεται μέχρι τὴν Περσία, τὴν ὁποία κατοικεῖ τὸ ἔθνος τῶν Σαρακηνῶν4. Οἱ Κηδαρίτες κατήγοντο ἀπὸ τὸν δεύτερο γιὸ τοῦ Ἰσμαήλ, τὸν Κηδάρ (βλ. Γεν. κε´ [25] 13). Ἦσαν λαὸς βάρβαρος καὶ φανατικὸς ἐχθρὸς τοῦ Ἰσραήλ. Μεταξὺ τοῦ λαοῦ αὐτοῦ ἔβαλαν οἱ Βαβυλώνιοι τοὺς αἰχμάλωτους Ἰουδαίους νὰ κατοικοῦν. Καὶ ἐπειδή, κατὰ τὸν Ὠριγένη, «Κηδὰρ ἑρμηνεύεται σκοτασμός», ἄρα τὸ παράπονο τοῦ εὐσεβοῦς Ἰσραηλίτη σημαίνει «κατεσκήνωσα μετὰ τῶν σκηνωμάτων τοῦ σκοτασμοῦ, ὅπερ ἐστὶ τοῦ σώματος τοῦ θανάτου»5. «Σκηνώματα δὲ σκοτασμοῦ, ἡ ἐν τοῖς πάθεσι διατριβή», τὰ ὁποῖα πάθη «σκοτίζουσι τὸν νοῦν»6.

Γιὰ ἕναν εὐσεβῆ ἄνθρωπο εἶναι πολὺ βαρὺ νὰ τὸν βάλουν καὶ νὰ τὸν ἀναγκάσουν νὰ συζεῖ σ’ ἕνα ἁμαρτωλὸ περιβάλλον καὶ μάλιστα ἐπὶ μακρὸ χρονικὸ διάστημα. Νὰ ζεῖ σ’ αὐτὸ τὸ περιβάλλον ὅπως ἄλλοτε ὁ εὐσεβὴς Λώτ, ποὺ ζοῦσε στὰ Σόδομα καὶ τὰ Γόμορρα καὶ ἄκουε κάθε μέρα τὶς αἰσχρότητές τους καὶ ἔβλεπε τὰ ἀνήθικα ἔργα τους (βλ. Β´ Πέτρ. β´ 8). Γι’ αὐτὸ γεμάτος πόνο καὶ θλίψη ἀναφωνεῖ ὁ Ψαλμωδός: «Πολλὰ παρῴκησεν ἡ ψυχή μου» (στίχ. 6). Πολὺ καιρὸ ἔμεινε ξενιτεμένη ἡ ψυχή μου μεταξὺ τῶν ἀνόμων Κηδαριτῶν. Φθάνουν πιὰ τὰ βάσανα τῆς ξενιτειᾶς μου!…

Διδάσκει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος: Ἡ ζωὴ στὸν παρόντα κόσμο εἶναι δύσκολη ὄχι μόνο διότι ἔχει πολλὴ ματαιότητα καὶ ἀμέτρητες φροντίδες, ἀλλὰ καὶ διότι εἶναι μεγάλη ἡ παρουσία κακῶν ἀνθρώπων. Καὶ τίποτε ἄλλο δὲν εἶναι πιὸ φορτικὸ καὶ πιὸ δύσκολο ἀπὸ τὴ συναναστροφὴ μὲ τέτοιους ἀνθρώπους. Διότι δὲν συνηθίζει νὰ πειράζει τὰ μάτια τόσο πολὺ ὁ καπνὸς καὶ ἡ ξηρασία, ὅσο στενοχωρεῖ τὶς ψυχὲς ἡ συναναστροφὴ μὲ κακούς. Δὲν βλέπεις, προσθέτει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, καὶ τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, ὁ Ὁποῖος φανερώνει τὴ δυσαρέσκειά Του ἀπὸ τὴ συμπεριφορὰ τῶν ἀνθρώπων αὐτῶν; Διότι, ὅταν λέει· «ἕως πότε θὰ εἶμαι μαζί σας; ἕως πότε θὰ σᾶς ἀνέχομαι;» (Ματθ. ιζ´ [17] 17), ὑπαινίσσεται τὸ ψαλμικό· «κατεσκήνωσα μετὰ τῶν σκηνωμάτων Κηδάρ»7.

Μᾶς προσφέρει ὅμως καὶ ἕνα ἄλλο δίδαγμα ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος: Τὸ νὰ συναισθανόμαστε ὅτι εἴμαστε ξένοι καὶ περαστικοὶ ἀπὸ αὐτὴ τὴ ζωή, εἶναι ἡ ρίζα καὶ τὸ θεμέλιο ὅλων τῶν ἀρετῶν. Διότι ἐκεῖνος ποὺ αἰσθάνεται πάροικος στὴν παρούσα ζωή, θὰ εἶναι μόνιμος κάτοικος τοῦ οὐρανοῦ. Ἐκεῖνος ποὺ ἐπιθυμεῖ τὴν ἄνω Ἱερουσαλήμ, δὲν θὰ ταπεινωθεῖ ἀπὸ ὅσα τὸν λυποῦν στὴν παρούσα ζωή, οὔτε θὰ ὑπερηφανεύεται ἀπὸ τὰ καλὰ τοῦ κόσμου τούτου, ἀλλὰ θὰ τὰ ἀψηφήσει ὅλα αὐτὰ ὅπως ὁ περαστικὸς ἀπὸ κάποιο δρόμο. Γι’ αὐτό, προσθέτει ὁ Ἅγιος, ὁ Κύριος μᾶς προτρέπει νὰ λέμε: «Ἐλθέτω ἡ βασιλεία σου», ὥστε νὰ στρεφόμαστε πρὸς τὴν πατρίδα ἐκείνη καὶ νὰ μὴ βλέπουμε οὔτε νὰ ὑπολογίζουμε τὰ παρόντα.

ΠΗΓΗ: osotir.org


ΙΩ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ, Εἰς Ψαλ. ριθ´ [119] 2, PG 55, 340.
ΕΥΘ. ΖΙΓΑΒΗΝΟΥ, Ἐξήγησις εἰς Ψαλ. ριθ΄ [119], PG 128, 1185Β.
Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ, Ἡ Παλαιὰ Διαθήκη μετὰ συντόμουἑρμηνείας, τόμ. 10ος: Ψαλμοί, ἐκδ. «Ὁ Σωτήρ», ἔκδ. 5η,Ἀθῆναι 2002, σελ. 511.
Μ. ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ, Εἰς Ψαλ. ριθ΄ [119] 5, PG 27, 509C.
ΩΡΙΓΕΝΟΥΣ, Εἰς Ψαλ. ριθ΄ [119], PG 12, 1632Α.
ΕΥΘ. ΖΙΓΑΒΗΝΟΥ, Εἰς Ψαλ. ριθ´ [119], PG 128, 1185D.
ΙΩ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ, ὅ.π., PG 55, 342.

Προσευχή Υμνολογίας και Δοξολογίας για το μεγαλείο του Θεού Δημιουργού

[Ψαλμοί 8,64,76 (στ. 12-21), 92,94, 96 (στ.1-6 ) 99, 103, 112, 135, 
(στ. 1-9), 135 (στ.25-26), 148,150]

Κύριε ὁ Κύριος ἡμῶν, ὡς θαυμαστὸν τὸ ὄνομά σου ἐν πάσῃ τῇ γῇ· ὅτι ἐπήρθη ἡ μεγαλοπρέπειά σου ὑπεράνω τῶν οὐρανῶν. ἐκ στόματος νηπίων καὶ θηλαζόντων κατηρτίσω αἶνον ἕνεκα τῶν ἐχθρῶν σου τοῦ 
καταλῦσαι ἐχθρὸν καὶ ἐκδικητήν. ὅτι ὄψομαι τοὺς οὐρανούς, ἔργα τῶν δακτύλων σου, σελήνην καὶ ἀστέρας, ἃ σὺ ἐθεμελίωσας· τί ἐστιν ἄνθρωπος, ὅτι μιμνῄσκῃ αὐτοῦ; ἢ υἱὸς ἀνθρώπου, ὅτι ἐπισκέπτῃ αὐτόν; ἠλάττωσας αὐτὸν βραχύ τι παρ᾿ ἀγγέλους, δόξῃ καὶ τιμῇ ἐστεφάνωσας
αὐτόν, καὶ κατέστησας αὐτὸν ἐπὶ τὰ ἔργα τῶν χειρῶν σου· πάντα ὑπέταξας ὑποκάτω τῶν ποδῶν αὐτοῦ, πρόβατα, καὶ βόας ἁπάσας, ἔτι δὲ καὶ τὰ κτήνη τοῦ πεδίου, τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ καὶ τοὺς ἰχθύας τῆς θαλάσσης, τὰ διαπορευόμενα τρίβους θαλασσῶν. 1 Κύριε ὁ Κύριος ἡμῶν, ὡς θαυμαστὸν τὸ ὄνομά σου ἐν πάσῃ τῇ γῇ».
«Σοί πρέπει ὕμνος, ὁ Θεός, ἐν Σιών, καὶ σοὶ ἀποδοθήσεται εὐχὴ ἐν ῾Ιερουσαλήμ. εἰσάκουσον προσευχῆς μου· πρὸς σὲ πᾶσα σὰρξ ἥξει. λόγοι ἀνόμων ὑπερεδυνάμωσαν ἡμᾶς, καὶ ταῖς ἀσεβείαις ἡμῶν σὺ ἱλάσῃ. μακάριος ὃν ἐξελέξω καὶ προσελάβου· κατασκηνώσει ἐν ταῖς αὐλαῖς σου. πλησθησόμεθα ἐν τοῖς ἀγαθοῖς τοῦ οἴκου σου· ἅγιος ὁ ναός σου, θαυμαστὸς ἐν δικαιοσύνῃ. ἐπάκουσον ἡμῶν, ὁ Θεός, ὁ σωτὴρ ἡμῶν, ἡ ἐλπὶς πάντων τῶν περάτων τῆς γῆς καὶ τῶν ἐν θαλάσσῃ μακράν, ἑτοιμάζων ὄρη ἐν τῇ ἰσχύϊ αὐτοῦ, περιεζωσμένος ἐν δυναστείᾳ, ὁ συνταράσσων τὸ κῦτος τῆς θαλάσσης, ἤχους κυμάτων αὐτῆς. ταραχθήσονται τὰ ἔθνη, καὶ φοβηθήσονται οἱ κατοικοῦντες τὰ πέρατα ἀπὸ τῶν σημείων σου· ἐξόδους πρωΐας καὶ ἑσπέρας τέρψεις. ἐπεσκέψω τὴν γῆν καὶ ἐμέθυσας αὐτήν, ἐπλήθυνας τοῦ πλουτίσαι αὐτήν· ὁ ποταμὸς τοῦ Θεοῦ ἐπληρώθη ὑδάτων· ἡτοίμασας τὴν τροφὴν αὐτῶν, ὅτι οὕτως ἡ ἑτοιμασία. τοὺς αὔλακας αὐτῆς μέθυσον, πλήθυνον τὰ γεννήματα αὐτῆς, ἐν ταῖς σταγόσιν αὐτῆς εὐφρανθήσεται ἀνατέλλουσα. εὐλογήσεις τὸν στέφανον τοῦ ἐνιαυτοῦ τῆς χρηστότητός σου, καὶ τὰ πεδία σου πλησθήσονται πιότητος· πιανθήσεται τὰ ὄρη τῆς ἐρήμου, καὶ ἀγαλλίασιν οἱ βουνοὶ περιζώσονται. ἐνεδύσαντο οἱ κριοὶ τῶν προβάτων, καὶ αἱ κοιλάδες πληθυνοῦσι σῖτον· κεκράξονται, καὶ γὰρ ὑμνήσουσιν»
«ἐμνήσθην τῶν ἔργων Κυρίου, ὅτι μνησθήσομαι ἀπὸ τῆς ἀρχῆς τῶν θαυμασίων σου καὶ μελετήσω ἐν πᾶσι τοῖς ἔργοις σου καὶ ἐν τοῖς ἐπιτηδεύμασί σου ἀδολεσχήσω. ὁ Θεός, ἐν τῷ ἁγίῳ ἡ ὁδός σου· τίς Θεὸς μέγας ὡς ὁ Θεὸς ἡμῶν; σὺ εἶ ὁ Θεὸς ὁ ποιῶν θαυμάσια, ἐγνώρισας ἐν τοῖς λαοῖς τὴν δύναμίν σου· ἐλυτρώσω ἐν τῷ βραχίονί σου τὸν λαόν σου, τοὺς υἱοὺς ᾿Ιακὼβ καὶ ᾿Ιωσήφ. (διάψαλμα). εἴδοσάν σε ὕδατα, ὁ Θεός, εἴδοσάν σε ὕδατα καὶ ἐφοβήθησαν, ἐταράχθησαν ἄβυσσοι, πλῆθος ἤχους ὑδάτων, φωνὴν ἔδωκαν αἱ νεφέλαι, καὶ γὰρ τὰ βέλη σου διαπορεύονται· φωνὴ τῆς βροντῆς σου ἐν τῷ τροχῷ, ἔφαναν αἱ ἀστραπαί σου τῇ οἰκουμένῃ, ἐσαλεύθη καὶ ἔντρομος ἐγενήθη ἡ γῆ. ἐν τῇ θαλάσσῃ αἱ ὁδοί σου, καὶ αἱ τρίβοι σου ἐν ὕδασι πολλοῖς, καὶ τὰ ἴχνη σου οὐ γνωσθήσονται. ὡδήγησας ὡς πρόβατα τὸν λαόν σου ἐν χειρὶ Μωϋσῆ καὶ ᾿Ααρών»». 
«Ο Κύριος ἐβασίλευσεν, εὐπρέπειαν ἐνεδύσατο, ἐνεδύσατο Κύριος δύναμιν καὶ περιεζώσατο· καὶ γὰρ ἐστερέωσε τὴν οἰκουμένην, ἥτις οὐ σαλευθήσεται. ἕτοιμος ὁ θρόνος σου ἀπὸ τότε, ἀπὸ τοῦ αἰῶνος σὺ εἶ. ἐπῆραν οἱ ποταμοί, Κύριε, ἐπῆραν οἱ ποταμοὶ φωνὰς αὐτῶν· ἀροῦσιν οἱ ποταμοὶ ἐπιτρίψεις αὐτῶν. ἀπὸ φωνῶν ὑδάτων πολλῶν θαυμαστοὶ οἱ μετεωρισμοὶ τῆς θαλάσσης, θαυμαστὸς ἐν ὑψηλοῖς ὁ Κύριος. τὰ μαρτύριά σου ἐπιστώθησαν σφόδρα· τῷ οἴκῳ σου πρέπει ἁγίασμα, Κύριε, εἰς μακρότητα ἡμερῶν».
«Δεὐτε ἀγαλλιασώμεθα τῷ Κυρίῳ, ἀλαλάξωμεν τῷ Θεῷ τῷ Σωτῆρι ἡμῶν· προφθάσωμεν τὸ πρόσωπον αὐτοῦ ἐν ἐξομολογήσει καὶ ἐν ψαλμοῖς ἀλαλάξωμεν αὐτῷ. ὅτι Θεὸς μέγας Κύριος καὶ Βασιλεὺς μέγας ἐπὶ πᾶσαν τὴν γῆν· ὅτι ἐν τῇ χειρὶ αὐτοῦ τὰ πέρατα τῆς γῆς, καὶ τὰ ὕψη τῶν ὀρέων αὐτοῦ εἰσιν· ὅτι αὐτοῦ ἐστιν ἡ θάλασσα, καὶ αὐτὸς ἐποίησεν αὐτήν, καὶ τὴν ξηρὰν αἱ χεῖρες αὐτοῦ ἔπλασαν. δεῦτε προσκυνήσωμεν καὶ προσπέσωμεν αὐτῷ καὶ κλαύσωμεν ἐναντίον Κυρίου, τοῦ ποιήσαντος ἡμᾶς· ὅτι αὐτός ἐστιν ὁ Θεὸς ἡμῶν, καὶ ἡμεῖς λαὸς νομῆς αὐτοῦ καὶ πρόβατα χειρὸς αὐτοῦ. σήμερον, ἐὰν τῆς φωνῆς αὐτοῦ ἀκούσητε, μὴ σκληρύνητε τὰς καρδίας ὑμῶν, ὡς ἐν τῷ παραπικρασμῷ κατὰ τὴν ἡμέραν τοῦ πειρασμοῦ ἐν τῇ ἐρήμῳ, οὗ ἐπείρασάν με οἱ πατέρες ὑμῶν, ἐδοκίμασάν με καὶ εἶδον τὰ ἔργα μου. τεσσαράκοντα ἔτη προσώχθισα τῇ γενεᾷ ἐκείνῃ καὶ εἶπα· ἀεὶ πλανῶνται τῇ καρδίᾳ, αὐτοὶ δὲ οὐκ ἔγνωσαν τὰς ὁδούς μου, ὡς ὤμοσα ἐν τῇ ὀργῇ μου· εἰ εἰσελεύσονται εἰς τὴν κατάπαυσίν μου».
«Ο Κύριος ἐβασίλευσεν, ἀγαλλιάσθω ἡ γῆ, εὐφρανθήτωσαν νῆσοι πολλαί. νέφη καὶ γνόφος κύκλῳ αὐτοῦ, δικαιοσύνη καὶ κρίμα κατόρθωσις τοῦ θρόνου αὐτοῦ. πῦρ ἐναντίον αὐτοῦ προπορεύσεται καὶ φλογιεῖ κύκλῳ τοὺς ἐχθροὺς αὐτοῦ· ἔφαναν αἱ ἀστραπαὶ αὐτοῦ τῇ οἰκουμένῃ, εἶδε καὶ ἐσαλεύθη ἡ γῆ. τὰ ὄρη ὡσεὶ κηρὸς ἐτάκησαν ἀπὸ προσώπου Κυρίου, ἀπὸ προσώπου Κυρίου πάσης τῆς γῆς. ἀνήγγειλαν οἱ οὐρανοὶ τὴν δικαιοσύνην αὐτοῦ, καὶ εἴδοσαν πάντες οἱ λαοὶ τὴν δόξαν αὐτοῦ».
«Αλαλάξατε τῷ Κυρίῳ, πᾶσα ἡ γῆ, δουλεύσατε τῷ Κυρίῳ ἐν εὐφροσύνῃ, εἰσέλθετε ἐνώπιον αὐτοῦ ἐν ἀγαλλιάσει. γνῶτε ὅτι Κύριος, αὐτός ἐστιν ὁ Θεὸς ἡμῶν, αὐτὸς ἐποίησεν ἡμᾶς καὶ οὐχ ἡμεῖς· ἡμεῖς δὲ λαὸς αὐτοῦ καὶ πρόβατα τῆς νομῆς αὐτοῦ. εἰσέλθετε εἰς τὰς πύλας αὐτοῦ ἐν ἐξομολογήσει, εἰς τὰς αὐλὰς αὐτοῦ ἐν ὕμνοις. ἐξομολογεῖσθε αὐτῷ, αἰνεῖτε τὸ ὄνομα αὐτοῦ, ὅτι χρηστὸς Κύριος, εἰς τὸν αἰῶνα τὸ ἔλεος αὐτοῦ, καὶ ἕως γενεᾶς καὶ γενεᾶς ἡ ἀλήθεια αὐτοῦ».
«Ευλόγει, ἡ ψυχή μου, τὸν Κύριον. Κύριε ὁ Θεός μου, ἐμεγαλύνθης σφόδρα, ἐξομολόγησιν καὶ μεγαλοπρέπειαν ἐνεδύσω ἀναβαλλόμενος φῶς ὡς ἱμάτιον, ἐκτείνων τὸν οὐρανὸν ὡσεὶ δέρριν· ὁ στεγάζων ἐν ὕδασι τὰ ὑπερῷα αὐτοῦ, ὁ τιθεὶς νέφη τὴν ἐπίβασιν αὐτοῦ, ὁ περιπατῶν ἐπὶ πτερύγων ἀνέμων· ὁ ποιῶν τοὺς ἀγγέλους αὐτοῦ πνεύματα καὶ τοὺς λειτουργοὺς αὐτοῦ πυρὸς φλόγα. ὁ θεμελιῶν τὴν γῆν ἐπὶ τὴν ἀσφάλειαν αὐτῆς, οὐ κλιθήσεται εἰς τὸν αἰῶνα τοῦ αἰῶνος. ἄβυσσος ὡς ἱμάτιον τὸ περιβόλαιον αὐτοῦ, ἐπὶ τῶν ὀρέων στήσονται ὕδατα· ἀπὸ ἐπιτιμήσεώς σου φεύξονται, ἀπὸ φωνῆς βροντῆς σου δειλιάσουσιν. ἀναβαίνουσιν ὄρη καὶ καταβαίνουσι πεδία εἰς τὸν τόπον ὃν ἐθεμελίωσας αὐτά· ὅριον ἔθου, ὃ οὐ παρελεύσονται, οὐδὲ ἐπιστρέψουσι καλύψαι τὴν γῆν. ὁ ἐξαποστέλλων πηγὰς ἐν φάραγξιν, ἀνὰ μέσον τῶν ὀρέων διελεύσονται ὕδατα· ποτιοῦσι πάντα τὰ θηρία τοῦ ἀγροῦ, προσδέξονται ὄναγροι εἰς δίψαν αὐτῶν· ἐπ᾿ αὐτὰ τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ κατασκηνώσει, ἐκ μέσου τῶν πετρῶν δώσουσι φωνήν. ποτίζων ὄρη ἐκ τῶν ὑπερῴων αὐτοῦ, ἀπὸ καρποῦ τῶν ἔργων σου χορτασθήσεται ἡ γῆ. ὁ ἐξανατέλλων χόρτον τοῖς κτήνεσι καὶ χλόην τῇ δουλείᾳ τῶν ἀνθρώπων τοῦ ἐξαγαγεῖν ἄρτον ἐκ τῆς γῆς· καὶ οἶνος εὐφραίνει καρδίαν ἀνθρώπου τοῦ ἱλαρῦναι πρόσωπον ἐν ἐλαίῳ, καὶ ἄρτος καρδίαν ἀνθρώπου στηρίζει. χορτασθήσονται τὰ ξύλα τοῦ πεδίου, αἱ κέδροι τοῦ Λιβάνου, ἃς ἐφύτευσας. ἐκεῖ στρουθία ἐννοσσεύσουσι, τοῦ ἐρωδιοῦ ἡ οἰκία ἡγεῖται αὐτῶν. ὄρη τὰ ὑψηλὰ ταῖς ἐλάφοις, πέτρα καταφυγὴ τοῖς λαγωοῖς. ἐποίησε σελήνην εἰς καιρούς, ὁ ἥλιος ἔγνω τὴν δύσιν αὐτοῦ. ἔθου σκότος, καὶ ἐγένετο νύξ· ἐν αὐτῇ διελεύσονται πάντα τὰ θηρία τοῦ δρυμοῦ. σκύμνοι ὠρυόμενοι τοῦ ἁρπάσαι καὶ ζητῆσαι παρὰ τῷ Θεῷ βρῶσιν αὐτοῖς. ἀνέτειλεν ὁ ἥλιος, καὶ συνήχθησαν καὶ εἰς τὰς μάνδρας αὐτῶν κοιτασθήσονται. ἐξελεύσεται ἄνθρωπος ἐπὶ τὸ ἔργον αὐτοῦ καὶ ἐπὶ τὴν ἐργασίαν αὐτοῦ ἕως ἑσπέρας. ὡς ἐμεγαλύνθη τὰ ἔργα σου, Κύριε· πάντα ἐν σοφίᾳ ἐποίησας, ἐπληρώθη ἡ γῆ τῆς κτίσεώς σου. αὕτη ἡ θάλασσα ἡ μεγάλη καὶ εὐρύχωρος, ἐκεῖ ἑρπετά, ὧν οὐκ ἔστιν ἀριθμός, ζῷα μικρὰ μετὰ μεγάλων· ἐκεῖ πλοῖα διαπορεύονται, δράκων οὗτος, ὃν ἔπλασας ἐμπαίζειν αὐτῇ. πάντα πρὸς σὲ προσδοκῶσι, δοῦναι τὴν τροφὴν αὐτῶν εἰς εὔκαιρον. δόντος σου αὐτοῖς συλλέξουσιν, ἀνοίξαντός σου τὴν χεῖρα, τὰ σύμπαντα πλησθήσονται χρηστότητος. ἀποστρέψαντος δέ σου τὸ πρόσωπον ταραχθήσονται· ἀντανελεῖς τὸ πνεῦμα αὐτῶν, καὶ ἐκλείψουσι καὶ εἰς τὸν χοῦν αὐτῶν ἐπιστρέψουσιν. ἐξαποστελεῖς τὸ πνεῦμά σου, καὶ κτισθήσονται, καὶ ἀνακαινιεῖς τὸ πρόσωπον τῆς γῆς. ἤτω ἡ δόξα Κυρίου εἰς τοὺς αἰῶνας, εὐφρανθήσεται Κύριος ἐπὶ τοῖς ἔργοις αὐτοῦ· ὁ ἐπιβλέπων ἐπὶ τὴν γῆν καὶ ποιῶν αὐτὴν τρέμειν, ὁ ἁπτόμενος τῶν ὀρέων καὶ καπνίζονται. ᾄσω τῷ Κυρίῳ ἐν τῇ ζωῇ μου, ψαλῶ τῷ Θεῷ μου ἕως ὑπάρχω· ἡδυνθείη αὐτῷ ἡ διαλογή μου, ἐγὼ δὲ εὐφρανθήσομαι ἐπὶ τῷ Κυρίῳ. ἐκλείποιεν ἁμαρτωλοὶ ἀπὸ τῆς γῆς καὶ ἄνομοι, ὥστε μὴ ὑπάρχειν αὐτούς. εὐλόγει, ἡ ψυχή μου, τὸν Κύριον».
«Αἰνεῖτε, παῖδες, Κύριον, αἰνεῖτε τὸ ὄνομα Κυρίου· εἴη τὸ ὄνομα Κυρίου εὐλογημένον ἀπὸ τοῦ νῦν καὶ ἕως τοῦ αἰῶνος. ἀπὸ ἀνατολῶν ἡλίου μέχρι δυσμῶν αἰνετὸν τὸ ὄνομα Κυρίου. ὑψηλὸς ἐπὶ πάντα τὰ ἔθνη ὁ Κύριος, ἐπὶ τοὺς οὐρανοὺς ἡ δόξα αὐτοῦ. τίς ὡς Κύριος ὁ Θεὸς ἡμῶν; ὁ ἐν ὑψηλοῖς κατοικῶν καὶ τὰ ταπεινὰ ἐφορῶν ἐν τῷ οὐρανῷ καὶ ἐν τῇ γῇ, ὁ ἐγείρων ἀπὸ γῆς πτωχὸν καὶ ἀπὸ κοπρίας ἀνυψῶν πένητα τοῦ καθίσαι αὐτὸν μετὰ ἀρχόντων, μετὰ ἀρχόντων λαοῦ αὐτοῦ· ὁ κατοικίζων στεῖραν ἐν οἴκῳ, μητέρα ἐπὶ τέκνοις εὐφραινομένην».
«Εξομολογεῖσθε τῷ Κυρίῳ, ὅτι ἀγαθός, ὅτι εἰς τὸν αἰῶνα τὸ ἔλεος αὐτοῦ· ἐξομολογεῖσθε τῷ Θεῷ τῶν θεῶν, ὅτι εἰς τὸν αἰῶνα τὸ ἔλεος αὐτοῦ· ἐξομολογεῖσθε τῷ Κυρίῳ τῶν κυρίων, ὅτι εἰς τὸν αἰῶνα τὸ ἔλεος αὐτοῦ· τῷ ποιήσαντι θαυμάσια μεγάλα μόνῳ, ὅτι εἰς τὸν αἰῶνα τὸ ἔλεος αὐτοῦ· τῷ ποιήσαντι τοὺς οὐρανοὺς ἐν συνέσει, ὅτι εἰς τὸν αἰῶνα τὸ ἔλεος αὐτοῦ· τῷ στερεώσαντι τὴν γῆν ἐπὶ τῶν ὑδάτων, ὅτι εἰς τὸν αἰῶνα τὸ ἔλεος αὐτοῦ· τῷ ποιήσαντι φῶτα μεγάλα μόνῳ, ὅτι εἰς τὸν αἰῶνα τὸ ἔλεος αὐτοῦ· τὸν ἥλιον εἰς ἐξουσίαν τῆς ἡμέρας, ὅτι εἰς τὸν αἰῶνα τὸ ἔλεος αὐτοῦ· τὴν σελήνην καὶ τοὺς ἀστέρας εἰς ἐξουσίαν τῆς νυκτός, ὅτι εἰς τὸν αἰῶνα τὸ ἔλεος αὐτοῦ».
«Ο διδοὺς τροφὴν πάσῃ σαρκί, ὅτι εἰς τὸν αἰῶνα τὸ ἔλεος αὐτοῦ. ἐξομολογεῖσθε τῷ Θεῷ τοῦ οὐρανοῦ, ὅτι εἰς τὸν αἰῶνα τὸ ἔλεος αὐτοῦ».
«Αἰνεῖτε τὸν Κύριον ἐκ τῶν οὐρανῶν· αἰνεῖτε αὐτὸν ἐν τοῖς ὑψίστοις. αἰνεῖτε αὐτόν, πάντες οἱ ἄγγελοι αὐτοῦ· αἰνεῖτε αὐτόν, πᾶσαι αἱ δυνάμεις αὐτοῦ. αἰνεῖτε αὐτὸν ἥλιος καὶ σελήνη, αἰνεῖτε αὐτὸν πάντα τὰ ἄστρα καὶ τὸ φῶς. αἰνεῖτε αὐτὸν οἱ οὐρανοὶ τῶν οὐρανῶν καὶ τὸ ὕδωρ τὸ ὑπεράνω τῶν οὐρανῶν. αἰνεσάτωσαν τὸ ὄνομα Κυρίου, ὅτι αὐτὸς εἶπε, καὶ ἐγενήθησαν, αὐτὸς ἐνετείλατο, καὶ ἐκτίσθησαν. ἔστησεν αὐτὰ εἰς τὸν αἰῶνα καὶ εἰς τὸν αἰῶνα τοῦ αἰῶνος· πρόσταγμα ἔθετο, καὶ οὐ παρελεύσεται. αἰνεῖτε τὸν Κύριον ἐκ τῆς γῆς, δράκοντες καὶ πᾶσαι ἄβυσσοι· πῦρ, χάλαζα, χιών, κρύσταλλος, πνεῦμα καταιγίδος, τὰ ποιοῦντα τὸν λόγον αὐτοῦ· τὰ ὄρη καὶ πάντες οἱ βουνοί, ξύλα καρποφόρα καὶ πᾶσαι κέδροι· τὰ θηρία καὶ πάντα τὰ κτήνη, ἑρπετὰ καὶ πετεινὰ πτερωτά· βασιλεῖς τῆς γῆς καὶ πάντες λαοί, ἄρχοντες καὶ πάντες κριταὶ γῆς· νεανίσκοι καὶ παρθένοι, πρεσβύτεροι μετὰ νεωτέρων· αἰνεσάτωσαν τὸ ὄνομα Κυρίου, ὅτι ὑψώθη τὸ ὄνομα αὐτοῦ μόνου· ἡ ἐξομολόγησις αὐτοῦ ἐπὶ γῆς καὶ οὐρανοῦ. καὶ ὑψώσει κέρας λαοῦ αὐτοῦ· ὕμνος πᾶσι τοῖς ὁσίοις αὐτοῦ, τοῖς υἱοῖς ᾿Ισραήλ, λαῷ ἐγγίζοντι αὐτῷ».
«Αἰνεῖτε τὸν Θεὸν ἐν τοῖς ἁγίοις αὐτοῦ, αἰνεῖτε αὐτὸν ἐν στερεώματι τῆς δυνάμεως αὐτοῦ· αἰνεῖτε αὐτὸν ἐπὶ ταῖς δυναστείαις αὐτοῦ, αἰνεῖτε αὐτὸν κατὰ τὸ πλῆθος τῆς μεγαλωσύνης αὐτοῦ. αἰνεῖτε αὐτὸν ἐν ἤχῳ σάλπιγγος, αἰνεῖτε αὐτὸν ἐν ψαλτηρίῳ καὶ κιθάρᾳ· αἰνεῖτε αὐτὸν ἐν τυμπάνῳ καὶ χορῷ, αἰνεῖτε αὐτὸν ἐν χορδαῖς καὶ ὀργάνῳ· αἰνεῖτε αὐτὸν ἐν κυμβάλοις εὐήχοις, αἰνεῖτε αὐτὸν ἐν κυμβάλοις ἀλαλαγμοῦ. πᾶσα πνοὴ αἰνεσάτω τὸν Κύριον. ἀλληλούϊα».

Από το βιβλίο: «ΟΙ ΨΑΛΜΟΙ για κάθε περίσταση»
Γ ΄ έκδοση

«Ετοίμη η καρδία μου, ο Θεός, ετοίμη η καρδία μου»



«Ετοίμη η καρδία μου, ο Θεός, ετοίμη η καρδία μου (Ψαλμ. 56, 8)
Αδελφοί μου, είναι μακάριος όποιος μπο­ρεί να πει αυτά τα λόγια στον Κύριό Του! Μακάριος, εκείνος που η καρδιά του είναι εντελώς έτοιμη, να ακολουθήσει το θέλημα του Θεού!

Τί σημαίνει η ετοιμότητα της καρδιάς του ανθρώπου; Ν’ ακολουθεί με χαρά το θέλημα του Θεού και να μην έχει εσωτερική σύγκρουση σε σχέση με δικές του σκέψεις και επιθυμίες.

Ο μετανοημένος βασιλιάς Δαβίδ, αρχικώς, είχε ακολουθήσει τις δικές του αμαρτωλές επιθυμίες και σκέψεις· γι’ αυτό ήταν σαν καράβι ακυβέρνητο μέσα σε φουρτουνιασμένη θάλασσα. Όταν όμως συνειδητοποίησε ότι η θύελλα θα τον έπνιγε στο τέλος, στράφηκε με μεγάλη μετάνοια και θερμά δάκρυα προς τον Θεό και, ακριβώς τότε, έστρεψε το καράβι της ζωής του ολοκληρωτικά προς το θέλημα του Θεού.
«Ετοίμη η καρδία μου, ο Θεός, ετοίμη ή καρδία μου!» αναφώνησε με απέραντη ειρήνη στην ψυχή του, διότι γνώριζε ότι είχε παραδώσει το καράβι του στα χέρια του τέλειου Κυβερνήτη. Η θύελλα μαινόταν ακόμη, οι άνε­μοι και τα κύματα τον έδερναν με μανία· εκείνος όμως δεν φοβόταν, πεπεισμένος ότι τίποτα δεν μπορούσε να του συντρίψει το καράβι της ζωής του και ότι το καράβι του θα έπλεε σύντομα με ασφάλεια σε λιμάνι εύδιο.

«Έτοιμη καρδία» σημαίνει: καρδιά καθαρή από την υπερηφάνεια, ταπεινωμένη μπροστά στη μεγαλειώδη δύναμη και σοφία του Θεού.

«Έτοιμη καρδία» σημαίνει καρδιά που έχει αδειάσει απ’ όλες τις κοσμικές επιθυμίες και αυταπάτες και είναι στραμμένη μόνο προς τον Θεό και στην αγάπη προς Αυτόν.

«Έτοιμη καρδία» σημαίνει καρδιά θεραπευμένη από κάθε ανησυχία, φόβο και βιο­τική μέριμνα, καθησυχασμένη και ενδυναμωμένη από την παρουσία της χάριτος του Θεού.

«Θα σε δοξολογήσω ψάλλοντάς σου ύμνους με όλη μου την ψυχή»(Ψαλμ. 56, 8), συνεχίζει ο ψαλμωδός. Εδώ φαίνεται ότι η καρδιά του είναι αληθινά έτοιμη, διότι δεν καυχιέται για τη βασιλική δόξα του, αλλά την αποδίδει στον Θεό. Ταπεινώθηκε, ενώπιον του Θεού σαν να ήταν ένα τίποτα και τώρα μοναδική του απόλαυση είναι να μεγαλύνει και να δοξάζει ακατάπαυστα τον Θεό.


(Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, Ο Πρόλογος της Αχρίδος, Οκτώβριος, εκδ. Άθως, σ. 304-305)

ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ: ΔΩΣΤΕ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΣΑΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΜΟΡΦΩΣΗ!

Όπως δεν θα μπορέσουμε να δικαιολογηθούμε για τα προσωπικά μας αμαρτήματα, το ίδιο και γι’ αυτά των παιδιών μας.

Και είναι λογικό. Γιατί αν η κακία ήταν έμφυτη, θα υπήρχε δικαιολογία. Είναι γνωστό, όμως, ότι με τη θέληση μας ακολουθούμε είτε το δρό­μο της αμαρτίας είτε το δρόμο της αρετής. Πώς θα δι­καιολογηθεί επομένως ο γονιός, που άφησε το πιο αγαπημένο του πλάσμα, το παιδί του, να παραστρατίσει;

Αν τα παιδιά ανατραφούν με καλές συνήθειες, δύ­σκολα αλλάζουν συμπεριφορά όταν μεγαλώσουν. Για­τί η παιδική ψυχή είναι σαν το κάτασπρο, το ολοκά­θαρο πανί, που, αν το βάψουμε με κάποιο χρώμα, βά­φεται τόσο καλά, ώστε, όσες φορές κι αν θελήσουμε να το ξαναβάψουμε, πάντα φαίνεται η αρχική βαφή. Έτσι, λοιπόν, είναι και τα μικρά παιδιά. Όταν συ­νηθίσουν στο καλό, δύσκολα αλλάζουν.

Ο απόστολος Παύλος αναφέρει μια παροιμία, που την έχει δανειστεί από τον ποιητή Μένανδρο: «Φθείρουσιν ήθη χρηστά ομιλίαι κακαί». Δηλαδή: Οι κακές συναναστροφές χαλάνε τον καλό χαρακτήρα (Α’ Κορ. 15:33). Ας μην απορούμε, πώς μερικοί γίνονται κλέ­φτες ή ακόλαστοι ή βλάσφημοι. Τα παιδιά από μικρά στερούνται τη χριστιανική αγωγή, συνηθίζουν στο κακό και με την πρώτη αφορμή ξεστρατίζουν. Γι’ αυτό ο απόστολος συμβουλεύει: «Παιδιά, να υπακούτε στους γονείς σας, σύμφωνα με το θέλημα του Κυρίου· αυτό άλλωστε είναι το σωστό. Τίμα τον πατέρα σου και τη μητέρα σου (αυτή είναι η μόνη εντολή που πε­ριέχει υπόσχεση), για να ευτυχήσεις και να ζήσεις πολλά χρόνια πάνω στη γη. Κι εσείς, πατέρες, μη φέρ­νεστε στα παιδιά σας έτσι που να τα εξοργίζετε, αλλά να τα ανατρέφετε δίνοντάς τους αγωγή και συμβουλές που εμπνέονται από την πίστη στον Κύριο» (Εφ. 6:1-4). Και ο σοφός Σολομών λέει: «Το παιδί, που έχει παιδαγωγηθεί, θα είναι σοφό» (Παροιμ. 10:4α). Και «ο γονιός που δεν χρησιμοποιεί το ξύλο για να παιδαγωγήσει το γιο του, είναι σαν να τον μισεί· οποίος όμως τον αγαπάει, τον ανατρέφει με επιμέλεια (:μέ στοργή αλλά και αυστηρότητα)» (Παροιμ. 13:24).

Με αρετή, λοιπόν, να πλουτίζετε τα παιδιά σας και όχι με αγαθά πρόσκαιρα.

Μην τους αφήνετε, λοιπόν, πλούτη, αλλά παίδευση και αρετή. Έτσι δεν θα στηρίζονται στην κληρονομιά υλικών αγαθών, και θα επιδοθούν στη μόρφωση του νου και στην καλλιέργεια της ψυχής. Αυτός είναι ο καλύτερος τρόπος για την υπέρβαση της φτώχειας και όλων των προβλημάτων της ζωής. Και αν ο καθένας μας φροντίσει να καλλιεργήσει έτσι τα παιδιά του, τε­λικά όλοι, από γενιά σε γενιά, θα βρεθούμε έτοιμοι κατά την παρουσία του Χριστού και θα αμειφθούμε από τον δίκαιο Κύριό μας. Έτσι είναι. Αν αναθρέ­ψεις καλά το παιδί σου και το κάνεις να έχει ευσέβεια και αγάπη, αν κι εκείνο κάνει το ίδιο στα δικά του παιδιά κ.ο.κ, θα σχηματιστεί μια αλυσίδα ευλογημένη χάρη σ’ εσένα, που έγινες η ρίζα όλου του καλού.

Οι γονείς που παραμελούν την καλή ανατροφή των παιδιών τους, είναι χειρότεροι κι από τους παιδοκτό­νους· γιατί οι πρώτοι θανατώνουν την αθάνατη ψυχή, ενώ οι δεύτεροι μόνο το θνητό σώμα.

Γονιός δεν είναι εκείνος που απλά γέννησε ένα παι­δί, μα εκείνος που και μετά τη γέννησή του το αγα­πάει. Κι αν η αγάπη είναι αναγκαία εκεί όπου υπάρ­χει από τη φύση, πολύ περισσότερο χρειάζεται εκεί όπου υπάρχει χάρη Θεού. Αν δηλαδή πρέπει ν’ αγα­πάει κανείς τα φυσικά του παιδιά για να λέγεται σω­στός γονιός, πόσο μάλλον τα χαρισματικά παιδιά, τα πνευματικά, τα βαπτισμένα, φροντίζοντας να μην κο­λαστούν.

Αλλά κι εσύ, παιδί μου, να υπακούς τους γονείς που σε γέννησαν. Για όσα σου πρόσφεραν, τίποτα δεν μπορείς να τους ανταποδώσεις, ούτε να τους γεννή­σεις ούτε να μοχθήσεις γι’ αυτούς, όσο εκείνοι για σέ­να. Και όταν ο πατέρας σου μαλώνει κάποιο από τ’ αδέλφια σου, πρέπει να συμμερίζεσαι το γονιό σου. Γιατί αν παίρνεις το μέρος του αδελφού σου, μολονό­τι έσφαλε, θα γίνει χειρότερος. Έτσι βάζεις σε κίνδυ­νο και την ψυχική σου σωτηρία, αφού όποιος δεν αφήνει να γιατρευτεί μια πληγή, έχει μεγαλύτερη ευθύνη από κείνον που την προκάλεσε, γι’ αυτό και τι­μωρείται. Ένας τραυματισμός, βλέπεις, ίσως να μην είναι άμεσα θανατηφόρος, ενώ η παρεμπόδιση της θε­ραπείας μπορεί να προκαλέσει το θάνατο.

Ο προφήτης Δαβίδ λέει: «Αποκτήστε την παιδεία (του Θεού), για να μην οργιστεί εναντίον σας ο Κύρι­ος» (Ψαλμ. 2:12). Δώστε στα παιδιά σας χριστιανική μόρφωση. Αυτή είναι η υποχρέωσή σας. Αν αδιαφορήσετε, θα κολαστείτε, έστω κι αν έχετε άλλες αρετές. Να τους μάθετε τα μυστήρια της Εκκλησίας, τη δι­καιοσύνη, τη σωφροσύνη, την ανδρεία της ψυχής. Να τα βοηθήσετε να γνωρίσουν τον εαυτό τους, γιατί μέσ’ από την αυτογνωσία θα οδηγηθούν και στη θεογνω­σία. Αν δεν γνωρίσουν το Θεό, τί θα τους ωφελήσουν όλα τ’ άλλα; Δεν ακούτε τον Κύριο, που λέει στο ιερό Ευαγγέλιο, πως, αν ο άνθρωπος κερδίσει ολόκληρο τον κόσμο, χάσει όμως την ψυχή του, δεν ωφελείται σε τίποτα;

Καλλιεργήστε, λοιπόν, πνευματικά τα παιδιά σας. Καλλιεργήστε και τον εαυτό σας. Έτσι θα σωθείτε και θα μπείτε στη βασιλεία των ουρανών, με τη χάρη του Χριστού μας.

από το βιβλίο: Θέματα Ζωής τόμος Α’ 
Κεφάλαιο: Η ανατροφή των παιδιών
Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου
εκδ. Ι.Μ.Παρακλήτου

Ι.Μ. Βέροιας

«Ὀφθαλμοὶ Κυρίου ἐπὶ δικαίους...»

Στὸν 33ο Ψαλμὸ ὁ προφήτης καὶ βασιλιὰς Δαβὶδ δοξολογεῖ τὸν ἅγιο Θεὸ γιὰ τὶς πλούσιες δωρεὲς ποὺ ἀπολάμβανε στὴ ζωή του. Ἂν καὶ βρίσκεται ἐμπερίστατος, διωκόμενος ἀπὸ τὸν Σαούλ, δὲν λησμονεῖ τὶς εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ. Συνεχῶς φέρνει στὸ νοῦ του τὸ παρελθὸν τῆς ζωῆς του, γι’ αὐτὸ καὶ ἡ εὐγνωμοσύνη του εἶναι διαρκής. 
Αἰσθάνεται τὸ ἀνύστακτο, ἄγρυπνο βλέμμα τοῦ Κυρίου νὰ παρακολουθεῖ τὴ ζωή του, ἀλλὰ καὶ τὴ ζωὴ ὅλων τῶν ἀνθρώπων ποὺ Τὸν ἐμπιστεύονται. Γι’ αὐτὸ λέει χαρακτηριστικὰ στὸ στίχο 16: «ὀφθαλμοὶ Κυρίου ἐπὶ ­δικαίους». Οἱ ὀφθαλμοὶ τοῦ Κυρίου μὲ πολλὴ στορ­γὴ καὶ ἐνδιαφέρον εἶναι ­στραμμένοι στοὺς δικαίους.
Ἀνθρωποπαθὴς εἶναι αὐτὴ ἡ ἔκφραση. Ὁ Θεὸς δὲν ἔχει μάτια· χρησιμοποιεῖ ὅμως ὁ Δαβὶδ αὐτὴ τὴν ἔκφραση γιὰ νὰ δείξει πὼς ὁ Θεὸς τὰ βλέπει ὅλα, εἶναι παντεπόπτης. Μᾶς λέει ὅτι βρίσκεται πάντοτε στὸ πλευρὸ τῶν δικαίων, τοὺς προστατεύει ἀπὸ κάθε ἐπιβουλὴ καὶ ἀδικία ποὺ γίνεται εἰς βάρος τους· λαμβάνει ἰδιαίτερη πρόνοια ὑπὲρ τοῦ λαοῦ Του καὶ δείχνει ἔτσι τὴν πατρικὴ στοργή Του.
Δὲν μποροῦμε νὰ συλλάβουμε μὲ τὸν φτωχὸ νοῦ μας τὴ σπουδαία αὐτὴ πραγματικότητα: τὰ μάτια τοῦ Θεοῦ παρακολουθοῦν κάθε βῆμα τῆς ζωῆς μας, κάθε στιγμὴ τοῦ ἀγώνα μας μὲ ἀγάπη, μὲ ἐνδιαφέρον. Μᾶς τὸ λέει καὶ ἀλλοῦ ὁ Ψαλμωδός: «τὰ βλέφαρα αὐ­τοῦ ἐξετάζει τοὺς υἱοὺς τῶν ἀνθρώπων» (Ψαλ. ι΄ [10] 4)
Ἐξετάζουν τὰ πάντα. Μᾶς ­βλέπουν ὅταν ἀδικούμαστε, ἀλλὰ καὶ ὅταν ἀδικοῦμε· ὅταν πράττουμε τὸ ­ἀγαθό, ἀλλὰ καὶ ὅταν ἁμαρτάνουμε. Μᾶς παρακολουθεῖ τὸ ἄγρυπνο μάτι τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμὴ τῆς ­γεννήσεώς μας μέχρι τὴν τελευταία. Μᾶς ­προστατεύει, μᾶς σώζει ἀπὸ κάθε κίνδυνο ­σωματικὸ ἢ ψυχικό, μᾶς ­παρηγορεῖ στὶς ὧρες τῶν θλίψεων. Μᾶς ἔχει στὴν ἔγνοια Του συνεχῶς. Ἀκόμη κι ὅταν τὰ δικά μας μάτια κλείνουν γιὰ νὰ ­ξεκουραστοῦν, οἱ δικοί Του ὀφθαλμοὶ εἶναι ἄγρυπνοι ἀπὸ πάνω μας καὶ μᾶς προστατεύουν, σὰν τοῦ στοργικοῦ πατέρα ποὺ παρακολουθεῖ τὰ βήματα τοῦ παιδιοῦ του σὲ κάθε ἡλικία διακριτικὰ καὶ μὲ σεβασμὸ στὴν ἐλευθερία του. 
Ὅσοι θέλουμε νὰ ἀνήκου­με στοὺς δικαίους, στοὺς ­ἀνθρώπους ποὺ ἀγαποῦντὸν Κύριο, ­ποὺ ἀγωνίζονται καὶ θέλουν νὰ ζοῦν σύμφωνα μὲ τὸ ἅγιο θέλημάΤου, αἰσθανόμαστε ἀ­σφά­λεια γνωρίζοντας πὼς τὸ ἀνύστακτο βλέμμα τοῦΘεοῦ εἶναι στραμμένο ἐπάνω μας. ­Ἐμπι­στευόμαστε περισσότερο τὴ ζωή μας σ’ Αὐ­τὸν ποὺ μᾶς ἔπλασε. Τὰ μικρὰ καὶ τὰ μεγάλα θέματα τοῦ βίου μας, τὶς ­εὐχάριστες καὶ τὶς ­δύσκολες στιγμὲς τῆς ­καθημερινότητάς μας τὰ ­ἐνα­ποθέτουμε ὅλα σ’ Ἐ­­­κεῖνον. Ἐκεῖνος γνω­ρίζει καὶ τὰ κατευθύνει ὅλα πρὸς τὸ συμφέρον τῆς ψυ­χῆς μας.
Ἔτσι ἡ ψυχή μας γεμίζει μὲ εἰρήνη, μὲ χαρὰ ἀληθινή, ἰδιαίτερα στὶς δύσκολεςὧρες τῶν πειρασμῶν καὶ τῶν θλίψεων, ὅπου τότε πολὺ περισσότερο μᾶςπαρακολουθεῖ. Καὶ στὴ δύσκολη ἐποχὴ ποὺ ζοῦμε, οἱ ὀφθαλμοί Του εἶναι στραμμένοι πάνω μας καὶ παρακολουθοῦν τὸν ἀγώνα μας μέσα στὴν οἰκογένεια, στὴν ἐργασία, στὴν πνευματικὴ ζωή.
Τὸ παντοκρατορικὸ βλέμμα τοῦ Κυρίου μᾶς συγκρατεῖ ἀπὸ ἀπρόσεχτες κινήσεις, πιθανὲς ἐκτροπὲς καὶ πτώσεις, ἀλλὰ καὶ ὅταν αὐτὲς συμβοῦν μᾶς παρακινεῖ καὶ μᾶς δίνει τὴ δύναμη νὰ ἀνορθωθοῦμε, νὰ ἐπιστρέψουμε στὸ πατρικὸ σπίτι, τὴν ἁγία μας Ἐκ­κλησία· καὶ ἐκεῖ ἐνώπιον τοῦ Πνευματικοῦ νὰ καθαρίσουμε τὴν καρδιά μας, ὥστε μὲ καθαρὰ τὰ μάτια τῆς ψυχῆς μας ν’ ἀτενίζουμε τὸ πανάγιο πρόσωπό Του. 
Αἰσθήματα εὐγνωμοσύνης, χαρᾶς καὶ ἀγαλλιάσεως κατακλύζουν τὴν ­­ψυχήμας, καθὼς σκεπτόμαστε πὼς οἱ ὀφθαλμοὶ τοῦ Κυρίου εἶναι διαρκῶςστραμ­μένοι ἐπάνω μας μὲ ἀγάπη καὶ στοργή, καὶ μέσα σ’ αὐτὸ τὸ ­βλέμμα τοῦΘεοῦ συναντιόμαστε ὅλοι οἱ ­δί­καιοι, οἱ ἀγωνιζόμενοι πιστοί.
Στὴ μεγάλη αὐτὴ δωρεὰ τοῦ Θεοῦ καὶ Πατέρα μας δὲν ἔχουμε παρὰ νὰ Τοῦ προσφέρουμε καὶ μεῖς τὰ δικά μας μάτια· τὰ μάτια μας νὰ εἶναι στραμμένασταθερὰ ἐπάνω Του, ὅπως λέει ὁ Ψαλμωδός: «Οἱ ὀφθαλμοί μου διαπαντὸς πρὸςτὸν Κύριον» (Ψαλ. κδ΄ [24] 15), γιὰ νὰ μπορεῖ καὶ ὁ ἴδιος ὁ ἅγιος Θεὸς νὰ πεῖ πρὸς ἐμᾶς: «ἐπιστηριῶ ἐπὶ σὲ τοὺς ὀφθαλμούς μου» (Ψαλ. λα΄ [31] 8).

Ορθόδοξο Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”

''Και συ Κύριε εως πότε;''

Ο λόγος είναι άπό τόν 6ο Ψαλμό του βασιλέως καί προφήτου Δαβίδ. Τί σημαίνει αύτός ό λόγος; 
Καί Σύ, Κύριε, μέχρι πότε θά είσαι οργισμένος έναντίον μου, μέ αποτέλεσμα νά στερούμαι τό έλεος σου;
Αλήθεια τί είναι αύτή ή κραυγή τού Δαβίδ; Έως πότε, Κύριε! Είναι κραυγή απελπισίας; Έλλειψη έλπίδας; ’Εγκατάλειψη τού Θεού; Θάνατος; Όχι! Είναι κάτι άνάλογο μέ αύτό πού συμβαίνει συχνά μέσα στήν οικογένεια. Ή μάννα τιμωρεί τό παιδί της καί αύτό κλαίει. Ποιόν όμως έπικαλεΐται μέσα στό κλάμα του, άπό ποιόν ζητάει βοήθεια; Τί λέει; «Μαννούλα μου!» Αύτό κάνει καί ό Δαβίδ. Ζητάει άπό τόν Θεό νά έπισπεύσει τή βοήθειά του, νά τόν περιβάλει μέ τό έλεος του.
Όλη ή ζωή τού Δαβίδ ήταν διαρκής έκζήτηση τού έλέους τού Θεού. Ό λόγος «καί σύ, Κύριε, έως πότε;» βγήκε άναρίθμητες φορές άπό τά χείλη του. Διότι ό Θεός αύτόν τόν έκλεκτό δούλο του τόν πέρασε άπό φοβερό καμίνι θλίψεων, άδικιών, διωγμών, συκοφαντιών, κινδύνων. Ας ρίξουμε μιά σύντομη ματιά σ’ όλα αύτά:
Βρισκόμαστε περίπου στό 1020 π.Χ.
Βασιλιάς τών ’Ιουδαίων είναι ό Σαούλ. Ό Θεός όμως τόν Σαούλ τόν άποδοκιμάζει καί άναθέτει στόν προφήτη Σαμουήλ νά χρίσει νέο βασιλιά πού θά διαδεχθεί τόν Σαούλ. 
Ό Σαμουήλ έπισκέπτεται τή Βηθλεέμ κρυφά άπό τόν Σαούλ, πηγαίνει μέ έμπνευση Θεού στό σπίτι τού Ίεσσαί καί ζητάει νά δει τά παιδιά του, άφοΰ ένα άπό αύτά θά τού ύποδείξει ό Θεός νά χρίσει βασιλιά. Ό Ίεσσαί τού παρουσιάζει τά έπτά μεγαλύτερα, διότι τό μικρότερο βόσκει τά πρόβατα. Ό προφήτης ρωτάει τόν Ίεσσαί: «Δέν έχεις άλλο παιδί;». «Ναί», άπαντάει ό Ίεσσαί. Ό Σαμουήλ ζητάει νά τό δει. Τό παιδί αύτό είναι ό Δαβίδ. Έχει σεμνό καί έπιβλητικό ήθος. Ή ομορφιά του είναι άπαύγασμα τού έσωτερικοϋ του κάλλους. Λένε ότι έμοιαζε μέ τόν ’Ιωσήφ τόν πάγκαλο καί τόν Μωυσή. Ό Σαμουήλ τόν χρίει βασιλιά. Αλλά έως ότου πάρει τήν έξουσία, θά περάσουν χρόνια πολλά καί κίνδυνοι άναρίθμητοι θά τόν άπειλήσουν. Σ’ όλο αύτό τό διάστημα πόσες φορές δέν θά φωνάξει: «Καί σύ, Κύριε, έως πότε;»!
Ό πρώτος μεγάλος πειρασμός δημιουργεΐται, όταν ξεσπάει πόλεμος τών 'Εβραίων μέ τούς Φιλισταίους. Ό γίγαντας Γολιάθ προκαλεΐ καί ζητάει νά άντιμετωπίσει σέ μονομαχία έναν Εβραίο. Προσφέρεται ό Δαβίδ. Ό Σαούλ τοΰ λέει: «Είσαι παιδί». Ό Δαβίδ τού άπαντάει: «Θά τόν άντιμετωπίσω όπως τά λιοντάρια καί τις άρκοΰδες πού όρμοΰσαν στό κοπάδι μου καί τά έπνιγα μέ τά χέρια μου» (Α' Βασ. ιζ' 32-37). Θά άγωνισθώ έν όνόματι Κυρίου τοΰ Θεοϋ μου. Ό Δαβίδ μέ τή σφεντόνα του φονεύει τόν Γολιάθ. Φόβος καταλαμβάνει τούς Φιλισταίους καί φεύγουν. Ό λαός επευφημεί τόν Δαβίδ, καί αύτό γίνεται αιτία νά τόν φθονήσει ό Σαούλ καί νά έπιδιώξει πολλές φορές νά τόν φονεύσει. Κυνηγημένος ό Δαβίδ τριγυρίζει στά βουνά καί πολλές φορές άφήνει νά βγει άπό τά χείλη του ή κραυγή: «Καί σύ, Κύριε, έως πότε;»!
Σέ κάποια μάχη μέ τούς Φιλισταίους ό Σαούλ φονεύεται. Τώρα άνοίγεται ό δρόμος καί ό Δαβίδ γίνεται βασιλιάς. Έμεινε βασιλιάς 40 χρόνια. Στό διάστημα τής βασιλείας του άντιμετωπίζει άναρίθμητες δοκιμασίες: πολέμους, προδοσίες, άδικίες, συκοφαντίες, έπαναστάσεις... Πάλι σ’ όλες αύτές τις περιστάσεις φωνάζει μέ πόνο ψυχής: «Καί σύ, Κύριε, έως πότε;»! Έως πότε, Κύριε, οί πόλεμοι θά ταράζουν τή ζωή μου; Ακόμη πολεμάει μέ τούς Φιλισταίους, τούς Αμαληκίτες, τούςΆμμωνίτες, τούς Σύριους. Έως πότε, Κύριε; Πότε θά σταματήσουν οί έπαναστάσεις;
Κάποτε πέφτει σέ βαρύ διπλό άμάρτημα. Τόν έπισκέπτεται ό προφήτης Νάθαν, τοΰ ξυπνάει τήν κοιμισμένη συνείδηση καί τόν παρακινεί σέ μετάνοια. Μέ τήν άφορμή αύτή συνέταξε τόν 50ό Ψαλμό, πού όλοι έχουμε στά χείλη καί στήν ψυχή μας. Καί πάλι οδυνηρά θά φωνάξει: «Καί σύ, Κύριε, έως πότε;»! Ναι, σέ όλη του τή ζωή άναζητάει τό έλεος τοΰ Θεού του.
Ό Δαβίδ τις ώρες τοΰ πόνου, τής άπελπισίας, τής άναζητήσεως έγραφε Ψαλμούς καί τούς έψαλλε μέ τή φωνή καί τά μουσικά όργανά του. Τώρα βρίσκεται στά γηρατειά του. Αναπολεί τά περασμένα. Τώρα έχει κατανοήσει τόν τρόπο πού ό Θεός κυβέρνησε τή ζωή του. Γι’ αύτό στον τελευταίο, στον 150ό Ψαλμό, ψάλλει δοξολογικά πλέον: «Αινείτε αύτόν (τόν Θεόν) έν κυμβάλοις εύήχοις, αινείτε αύτόν έν κυμβάλοις άλαλαγμοΰ» (Ψαλ. ρν’ 5)!
Αύτό τό «έως πότε, Κύριε;» δέν άφορά μόνο τόν Δαβίδ άλλά καί καθένα άπό μάς. Έως πότε, Κύριε, θά μάς άφήσεις νά ζοΰμε μέσα σ’ αύτόν τόν κόσμο τής άποστασίας καί τής ύβρεως κι έμεΐς άπρόσεκτα θά άναμειγνυόμαστε μαζί του; Έως πότε, Κύριε, θά μάς άφήνεις νά μένουμε στις ’ίδιες άδυναμίες, νά έξομολογούμαστε τις άμαρτίες μας καί νά έπαναλαμβάνουμε τις ίδιες; Έως πότε θά μάς άνέχεσαι νά μεταλαμβάνουμε τό Σώμα σου καί τό Αίμα σου, καί τό μυαλό μας καί ή ψυχή μας νά είναι μακριά σου; Έως πότε, Κύριε, θά μάς βλέπεις νά άφήνουμε άπροστάτευτες τις πέντε αισθήσεις μας νά ύπηρετοΰν τήν άμαρτία; Έως πότε θά παρακολουθείς τά βήματα τής ψυχής καί τοΰ σώματός μας νά μάς οδηγούν σέ τόπους μακριά άπό Σένα τόν Θεό μας; Έως πότε, Κύριε, θά έπιτρέπεις νά συνεχίζονται τά βάσανά μας καί οί δοκιμασίες μας; Έως πότε;...
Ένας δρόμος ύπάρχει γιά τόν καθένα μας: Αύτός τοΰ Δαβίδ. Αύτός πρέπει νά είναι ό δρόμος μας: Σέ περιμένω, Κύριε, νά μέ οδηγήσεις κοντά σου, γιατί είμαι δικό σου παιδί. Νά μέ οδηγήσεις μέ ειρήνη, μέ άλαλαγμούς χαράς καί έλπίδας.
Ας καταλήξουμε καί έμεΐς μαζί μέ τόν Δαβίδ: Στις θλίψεις μου θά έπικαλοϋμαι τόν Θεό μέ πόνο, θά φωνάζω μέ πίστη, καί τό έλεος τοΰ Θεοϋ θά μέ σώσει. Καί άς ομολογήσουμε στό τέλος ολόψυχα: «Αινείτε αύτόν έν κυμβάλοις εύήχοις, αινείτε αύτόν έν κυμβάλοις άλαλαγμοΰ»!

ΓΙΑ ΤΑ ΔΥΣΚΟΛΑ (Ψαλμός 32 και σχόλιο του Νικολάου Τζιώγα)



Κύριος διασκεδάζει βουλὰς ἐθνῶν, 
ἀθετεῖ δὲ λογισμοὺς λαών 
καὶ ἀθετεῖ βουλὰς ἀρχόντων·



Ψαλμὸς λα΄ (32ος)

1 ΑΓΑΛΛΙΑΣΘΕ, δίκαιοι, ἐν Κυρίῳ· τοῖς εὐθέσι πρέπει αἴνεσις. 2 ἐξομολογεῖσθε τῷ Κυρίῳ ἐν κιθάρᾳ, ἐν ψαλτηρίῳ δεκαχόρδῳ ψάλατε αὐτῷ. 3 ᾄσατε αὐτῷ ᾆσμα καινόν, καλῶς ψάλατε αὐτῷ ἐν ἀλαλαγμῷ. 4 ὅτι εὐθὴς ὁ λόγος τοῦ Κυρίου, καὶ πάντα τὰ ἔργα αὐτοῦ ἐν πίστει· 5 ἀγαπᾷ ἐλεημοσύνην καὶ κρίσιν, τοῦ ἐλέους Κυρίου πλήρης ἡ γῆ. 6 τῷ λόγῳ τοῦ Κυρίου οἱ οὐρανοὶ ἐστερεώθησαν καὶ τῷ πνεύματι τοῦ στόματος αὐτοῦ πᾶσα ἡ δύναμις αὐτῶν· 7 συνάγων ὡσεὶ ἀσκὸν ὕδατα θαλάσσης, τιθεὶς ἐν θησαυροῖς ἀβύσσους. 8 φοβηθήτω τὸν Κύριον πᾶσα ἡ γῆ, ἀπ᾿ αὐτοῦ δὲ σαλευθήτωσαν πάντες οἱ κατοικοῦντες τὴν οἰκουμένην· 9 ὅτι αὐτὸς εἶπε καὶ ἐγενήθησαν, αὐτὸς ἐνετείλατο καὶ ἐκτίσθησαν. 10 Κύριος διασκεδάζει βουλὰς ἐθνῶν, ἀθετεῖ δὲ λογισμοὺς λαῶν καὶ ἀθετεῖ βουλὰς ἀρχόντων· 11 ἡ δὲ βουλὴ τοῦ Κυρίου εἰς τὸν αἰῶνα μένει, λογισμοὶ τῆς καρδίας αὐτοῦ εἰς γενεὰν καὶ γενεάν. 12 μακάριον τὸ ἔθνος, οὗ ἐστι Κύριος ὁ Θεὸς αὐτοῦ, λαός, ὃν ἐξελέξατο εἰς κληρονομίαν ἐαυτῷ. 13 ἐξ οὐρανοῦ ἐπέβλεψεν ὁ Κύριος, εἶδε πάντας τοὺς υἱοὺς τῶν ἀνθρώπων· 14 ἐξ ἑτοίμου κατοικητηρίου αὐτοῦ ἐπέβλεψεν ἐπὶ πάντας τοὺς κατοικοῦντας τὴν γῆν, 15 ὁ πλάσας κατὰ μόνας τὰς καρδίας αὐτῶν, ὁ συνιεὶς πάντα τὰ ἔργα αὐτῶν. 16 οὐ σῴζεται βασιλεὺς διὰ πολλὴν δύναμιν, καὶ γίγας οὐ σωθήσεται ἐν πλήθει ἰσχύος αὐτοῦ. 17 ψευδὴς ἵππος εἰς σωτηρίαν, ἐν δὲ πλήθει δυνάμεως αὐτοῦ οὐ σωθήσεται. 18 ἰδοὺ οἱ ὀφθαλμοὶ Κυρίου ἐπὶ τοὺς φοβουμένους αὐτὸν τοὺς ἐλπίζοντας ἐπὶ τὸ ἔλεος αὐτοῦ, 19 ρύσασθαι ἐκ θανάτου τὰς ψυχὰς αὐτῶν καὶ διαθρέψαι αὐτοὺς ἐν λιμῷ. 20 ἡ ψυχὴ ἡμῶν ὑπομενεῖ τῷ Κυρίῳ, ὅτι βοηθὸς καὶ ὑπερασπιστὴς ἡμῶν ἐστιν· 21 ὅτι ἐν αὐτῷ εὐφρανθήσεται ἡ καρδία ἡμῶν, καὶ ἐν τῷ ὀνόματι τῷ ἁγίῳ αὐτοῦ ἠλπίσαμεν. 22 γένοιτο, Κύριε, τὸ ἔλεός σου ἐφ᾿ ἡμᾶς, καθάπερ ἠλπίσαμεν ἐπὶ σέ.

Σχόλιο:
Ὁ Μ. Βασίλειος λέγει, ὅτι ἡ Βίβλος τῶν Ψαλμῶν ἔχει περιλάβει ὅ,τι ὠφέλιμο ἀπὸ τὰ ἄλλα θεόπνευστα βιβλία τῆς Π. Διαθήκης. «Προφητεύει τὰ μέλλοντα· ἱστορίας ὑπομημνήσκει· νομοθετεῖ τῷ βίῳ· ὑποτίθεται (=θέτει ἐνώπιόν μας) τὰ πρακτέα καὶ ἁπαξαπλῶς ταμεῖόν ἐστιν ἀγαθῶν διδαγμάτων, τῷ ἑκάστῳ πρόσφορον κατὰ τὴν ἐπιμέλειαν ἐξευρίσκουσα».
Τὸ πνευματικὸ αὐτὸ θυμίαμα θὰ ἔπρεπε εἰδικῶς ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες νὰ τὸ εἰσπνέουμε σὲ καθημερινὴ βάση. Σήμερα ἡ πατρίδα μας κινδυνεύει, τὰ θηρία τῶν Βρυξελλῶν ὠρύονται, ὁ κόσμος ὅλος βρίσκεται σὲ μεγάλη ἀναστάτωση, πόλεμοι, σφαγὲς καὶ καταστροφὲς κυριαρχοῦν στὴν καθημερινότητά μας, ἀπειλὲς ἐκτοξεύονται πανταχόθεν καὶ μεγάλη ἀνησυχία γιὰ τὸ αὔριο ἐπικρατεῖ παντοῦ.
Τὸ μεγάλο ἐρώτημα εἶναι: μποροῦμε νὰ τὰ καταφέρουμε μόνοι μας, χωρίς τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ; Κοιτᾶξτε πῶς καταντήσαμε μακρυά Του καὶ ἄς δώσῃ ὁ καθένας μας τὴν ἀπάντηση. 
Γιὰ νὰ βοηθηθοῦμε ὅλοι μας, ἐπέλεξα τὸν 32ο Ψαλμὸ καὶ ὑπογράμμισα μερικοὺς στίχους. Σᾶς τὸν στέλνω μὲ τὴν ἐλπίδα νὰ σᾶς γίνῃ χρήσιμος βοηθὸς στὰ δύσκολα.
Γιὰ νὰ συμπληρωθῇ δὲ καλῶς τὸ ταπεινό μου πόνημα, σᾶς στέλνω ἕνα χρησιμότατο βοήθημα γιὰ τὶς ὦρες τῆς μεγάλης ἀνάγκης (βλ. κάτωθι ἠλεκτρ. δ/νση). 

Τὶ νὰ διαβάζῃς σὲ ὦρες μεγάλης ἀνάγκης:


Σᾶς προτείνω ἀκόμη ν’ ἀγοράσετε τὸ «ΠΡΟΣEΥΧΗΤΑΡΙΟΝ ΕΙΔΙΚΩΝ ΠΕΡΙΣΤΑΣΕΩΝ», ἀπὸ τὶς ἐκδόσεις «ΑΘΩΣ», ὅπου θὰ βρεῖτε ἐναλλαγὴ Ψαλμῶν, Ἀποστολικῶν ἀναγνωσμάτων, περικοπῶν Εὐαγγελίου καὶ τροπαρίων Ἁγίων γιὰ κάθε περίσταση. Σᾶς τὸ συστήνω ἀνεπιφυλάκτως.

Πιστεύω ἀγαπητοὶ φίλοι ὅτι πνευματικὸ εἶναι τὸ ἔλλειμμά μας καὶ ἐκ τοῦ λόγου αὐτοῦ πνευματικὰ πρέπει νὰ τὸ ἀντιμετωπίσουμε. Σᾶς εὔχομαι καλὴ δύναμη, καλὴ φώτιση καὶ καλὸ κουράγιο.

 21 Ιουνίου 2015
Τζιώγας Νικόλαος (ΝΑΘΑΝΑΗΛ)

Η δύναμη του Ψαλτηρίου, αληθινό περιστατικό...



Σχόλιο ιστολογίου "Ελληνική Ναυς": Το απόσπασμα είναι από το βιβλίο του Διονύση Μακρή με τίτλο "Ο Τρελογιάννης" (β΄ τόμος) που κυκλοφορεί σε δυο μικρούς τόμους. Διαβάζεται πολύ ευχάριστα και είναι σύντομο (περίπου 150 σελίδες ο κάθε τόμος), αλλά και φθηνό. Είναι θησαυρός αυτό το βιβλίο (πρόσφατα αξιώθηκα να διαβάσω τον α΄ τόμο και τυχαίνει αυτές τις μέρες να διαβάζω τον β΄ τόμο). Αναφέρεται στην θαυμαστή ζωή ενός σύγχρονου Αγίου που ανήκει στην ιδιαίτερη κατηγορία των δια Χριστόν σαλών! Φροντίστε να το διαβάσετε. Πληροφοριακά τυχαίνει ο α΄ τόμος να κυκλοφορεί δωρεάν με τον Στύλο Ορθοδοξίας (τεύχος Μαρ. 2015 που κυκλοφορεί τώρα, δηλ. τον Απρίλιο). 

Διαβάστε το εκπληκτικό περιστατικό:

Ο Κυρ-Παντελής ταξίδευε με το τρένο προς Θεσσαλονίκη και διάβαζε το Ψαλτήριο. Ένα παράξενο γεγονός όμως σημάδεψε το ταξίδι του. Καθώς διάβαζε, μία κοπέλα που καθόταν τρία-τέσσερα καθίσματα πιο μπροστά άρχισε να διαμαρτύρεται και να φωνάζει. Στην αρχή δεν έδωσε σημασία και πίστεψε πώς κάποια παρεξήγηση έγινε με το διπλανό της. Όταν όμως ο κυρ-Παντελής είδε πώς ο ελεγκτής-εισπράκτορας ερχόταν προς το μέρος του απόρησε.
- Αγαπητέ κύριε, μπορείτε να σταματήσετε να διαβάζετε αυτό το βιβλίο γιατί ενοχλείτε;
- Μα το διαβάζω από μέσα μου! απάντησε εκείνος φανερά απορημένος. Πώς είναι δυνατόν να ενοχλείται η κοπέλα; 
Έκπληκτοι και απορημένοι μαζί με τον κυρ-Παντελή ήταν και οι άλλοι επιβάτες. Ένας μάλιστα έξ αυτών φώναξε. <<Αν ενοχλείται η κοπέλα, να αλλάξει βαγόνι…>>. Πράγματι, η άγνωστη κοπέλα μεταφέρθηκε στα πίσω βαγόνια μήν αντέχοντας το Ψαλτήριο. Και λέει ο κυρ-Παντελής στους συνεπιβάτες του.
- Μέχρι προχθές και εγώ μαζί με εσάς αγνοούσα τη δύναμη των Ψαλμών του προφήτη Δαυϊδ. Τώρα, και ιδιαίτερα μετά το περιστατικό τούτο, ένα σας λέγω: Το Ψαλτήρι λειτουργεί ως κόπανος που διώχνει τα κακούδια (δαιμόνια) από πάνω μας και από το περιβάλλον μας. Έτσι έλεγε ένας άγιος που έζησε στη γειτονιά μας (ο τρελο-Γιάννης).

από το βιβλίο: Ο τρελο-Γιάννης (τόμος Β')


Τὰ ζῶα τῆς φάτνης



Στὴ βυζαντινὴ εἰκόνα τῆς Γεννήσεως τοῦ Σωτῆρος τὸ κεντρικὸ πρόσωπο, τὸθεῖο Βρέφος, ­εἰκονίζεται μέσα σὲ σπήλαιο ἀνάμεσα σὲ ζῶα· ἢ μᾶλλον τὰ ζῶαεἶναι σκυμμένα πάνω Του· εἶναι πάντοτε δύο καὶ εἶναι συγκεκριμένα: ἕνας «βοῦς» (βόδι) καὶ ἕνας «ὄνος» (γαϊδουράκι).
Δηλώνεται ἔτσι ὅτι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ γεννήθηκε ὡς ἄνθρωπος ὄχι σὲ παλάτι βασιλικό, οὔτε κὰν σὲ σπίτι ὅπου μένουν ἄνθρωποι, ἀλλὰ σὲ στάβλο, σὲ σπηλιὰ ποὺ χρησίμευε ὡς κατάλυμα ζώων! 
Ὑπενθυμίζει δηλαδὴ τὶς πολὺ ταπεινὲς συνθῆκες ὑπὸ τὶς ὁποῖες γεννήθηκε ὁ Κύριος, ποὺ ἦταν ἡ ἀρχὴ τῶν ἀλλεπάλληλων ταπεινώσεων ποὺ καταδέχθηκε νὰ ὑπομείνει στὴν ἐπὶ γῆς ζωή Του γιὰ τὴ σωτηρία μας μέχρι τὴν Ἄκρα Ταπείνωση τοῦ σταυρικοῦ Πάθους Του!
Δὲν πρόκειται ὅμως μόνο γι᾿ αὐτό. Ἡ παρουσία τῶν δύο συγκεκριμένων ζώ­ων κοντὰ στὸ νηπιάσαντα Θεὸ ὑπενθυμίζει κυρίως τὴν ἐκπλήρωση δύο προφητειῶν τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, τῶν προφητῶν Ἀμβακοὺμ καὶ Ἡσαΐα.
Ὁ προφήτης Ἀμβακοὺμ μὲ τὸ προφητικό του βλέμμα διακρίνει τὴν ἐνανθρώπηση τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἐπρόκειτο νὰ συμβεῖ μετὰ ἀπὸ αἰῶνες, καὶ λέγει στὸν Υἱὸ μεταξὺ τῶν ἄλλων: «Ἐν μέσῳ δύο ζῴων γνωσθήσῃ» (Ἀμβ. γ´ 2)
Στὸ χωρίο αὐτὸ ἔχουν δοθεῖ πολλὲς ἑρμηνεῖες· αὐτὴ ποὺ μᾶς ἐνδιαφέρει ἐδῶ εἶναι ἡ ἑξῆς: Θὰ γνωρισθεῖς ἀνάμεσα σὲ δύο ζῶα. Ὁ Θεὸς «ἐφανερώθη ἐν σαρκί» (Α´ Τιμ. γ´ 16), ἔγινε γνωστὸς κατ᾿ ἀρχὰς μεταξὺ δύο ζώων. Ἑπομένως ἡ βυζαντινὴ ἁγιογραφία εἶναι σὰν νὰ μᾶς λέει: Κοιτάξτε αὐτὸ τὸ βρέφος! Εἶναι ὁ Μεσσίας ποὺ προφήτευσε ὁ προφήτης Ἀμβακούμ.
Πιὸ σαφὴς εἶναι ἡ προφητεία τοῦ προφήτη Ἡσαΐα: «Ἔγνω βοῦς τὸνκτησάμενον καὶ ὄνος τὴν φάτνην τοῦ κυρίου αὐτοῦ, Ἰσραὴλ δέ με οὐκ ἔγνω καὶ ὁλαός με οὐ συνῆκε» (Ἡσ. α´ 3). Ἐδῶ ὁμιλεῖ ὁ Θεὸς μὲ παράπονο γιὰ τὴν ­ἀχαριστία καὶ ἀπιστία τῶν Ἰσραηλιτῶν καὶ λέει: 
Τὸ βόδι γνωρίζει τὸν ἰδιοκτήτη ποὺ τὸ φρον­τίζει, καὶ τὸ γαϊδουράκι ξέρει τὴ φάτνη τοῦ κυρίου του. Ἀντίθετα, ὁ περιούσιος λαός μου, ὁ Ἰσραήλ, ποὺ τόσο τὸν ἔχω εὐεργετήσει, δὲν μὲ ἀναγνωρίζει εἰλικρινὰ Κύριό του, δὲν μὲ νιώθει.
Ἡ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας ἐφάρμοσε τὸ χωρίο στὴν περίσταση τῆς Γεννήσεως. Τὰ ζῶα τῆς φάτνης ἀναγνώρισαν τὸν Δεσπότη τους, τὸν Κύριο τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς. Τὸν ἀναγνώρισαν καὶ Τὸν προσκύνησαν. Οἱ Ἰουδαῖοι ὅμως δὲν Τὸν ἀντιλήφθηκαν. Δὲν ὑπῆρχε χῶρος στὸ πανδοχεῖο τῆς Βηθλεὲμ γιὰ τὴν Παρθένο καὶ τὸν κυοφορούμενο Μεσσία, οἱ πόρτες τῶν Βηθλεεμιτῶν ἔμειναν κλειστὲς γιὰ τὸν ἐρχόμενο Κύριο, καὶ οἱ καρδιές τους παγωμένες. Ἐλάχιστες ἁγνὲς καρδιὲς βρέθηκαν ἄξιες καὶ πρόθυμες νὰ Τὸν προσκυνήσουν, οἱ ποιμένες.
Τὸ παράπονο τοῦ Θεοῦ στὴ συγκεκρι­μένη προφητεία τονίζεται ἀκόμη περισσότερο ἀπὸ τὸ εἶδος τῶν ζώων ποὺ συγ­κρίνονται μὲ τοὺς ἀνθρώπους - Ἰ­­σ­ραηλίτες. 
Εἶναι δύο ζῶα γνωστὰ γιὰ τὴ χαμηλὴ νοημοσύνη τους· ­μάλιστα, προκειμένου γιὰ τὸν ὄνο, καὶ γιὰ τὸ πεῖσμα του. Δύο ζῶα ποὺ οἱ ὀνομασίες τους χρησιμοποιοῦνται ὑβριστικὰ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους. Αὐτὰ κατάλαβαν τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ στὴ γῆ· ὁ ἄνθρωπος, ἡ κορωνίδα τῆς ὁρατῆς δημιουργίας, δὲν τὴν κατάλαβε – γεγονὸς ποὺ καταδει­κνύει τὸ κατάντημα τοῦ ἀνθρώπου: «ἄνθρωπος ἐν τιμῇ ὢν οὐ συνῆκε, παρα­συνεβλήθη τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις καὶ ὡμοιώθη αὐτοῖς» (Ψαλ. μη´ [48] 13)
Ὁ ἄνθρωπος, ἐνῶ τιμήθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ μὲ τὸ «κατ᾿ εἰκόνα», δὲν τὸ ἀντιλήφθηκε, δὲν τὸ ἐκτίμησε αὐτό. Ἀλλὰ μὲ τὶς ἁμαρτίες του ἔκανε τὸν ἑαυτό του ὅμοιο μὲ τὰ ζῶα, ποὺ δὲν ἔχουν λογικὸ ὅπως αὐτός.
Σύμφωνα μὲ αὐτὴ τὴν προοπτικὴ τὰ δύο ζῶα συμβολίζουν καὶ κάτι ἄλλο: τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἀποκτηνώθηκε ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, τὸν ὁποῖο ἐλεεῖ ὁ Θεὸς καὶ προσφέρεται σ᾿ αὐτὸν ὡς «ὁ ἄρτος ὁ ζῶν ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς» (Ἰω. Ϛ´ 51), ἡ πνευματικὴ τροφὴ ποὺ θὰ τοῦ δώσει τὴν ἀληθινὴ ζωή, τὴ ζωὴ τῆς κοινωνίας μὲ τὸν Θεό, ποὺ θὰ τὸν κάνει ἄνθρωπο ἀληθινό, θεὸ κατὰ χάριν.
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος στὴ χριστουγεννιάτικη ὁμιλία του ­διακρίνει στὰ δύο ζῶα τοὺς δύο «λαούς»: τὸ βό­­δι, νομικῶς καθαρὸ ζῶο (βλ. ­Λευϊτ. ια´ [11]), συμβολίζει τοὺς Ἰουδαίους, οἱ ὁ­ποῖοι «μηρυκάζουν» (ὅπως τὸ βόδι) τὸ Νόμο τοῦ Θεοῦ· ὁ ὄνος, νομικῶς ἀκάθαρτο, συμβολίζει τοὺς εἰδωλολάτρες (βλ. PG 36, 332A).
Τὰ δύο διαφορετικὰ ζῶα συνάζονται κοντὰ στὸ Σωτήρα, ποὺ ἔρχεται νὰ δημιουργήσει τὴ μία οἰκογένεια τῆς Ἐκκλησίας, μέσα στὴν ὁποία «οὐκ ἔνιἸουδαῖος οὐδὲ Ἕλλην…», ἀλλὰ «πάντες» εἶναι «εἷς ἐν Χριστῷ»· ὅλοι οἱ πιστοὶ ἔχουν γίνει ἕνας νέος ἄνθρωπος μὲ τὴν ἕνωσή τους μὲ τὸν Χριστό (Γαλ. γ´ 28). 
Δὲν ἰσχύουν πλέον διαφορὲς ἐθνικότητας, κοινωνικῆς τάξεως καὶ φύλου. Τώρα ὑπάρχει ὁ ἐν Χριστῷ ἄνθρωπος, «ὁ καινὸς ἄνθρωπος» (Ἐφ. β´ 15), ὁ ἀναγεννημένος, ὁ ἁγιασμένος, ὁ ἄνθρωπος τῆς Χάριτος, ποὺ οἱ διαθέσεις, τὰ λόγια, οἱ πράξεις του ἔχουν τὴ σφραγίδα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Δύο ζῶα κοντὰ στὴ φάτνη τοῦ νεογέννητου Χριστοῦ! Πόσα μηνύματα: τὸ μυστήριο τῆς ἀποδοκιμασίας τοῦ Μεσσία, ὁ φοβερὸς ξεπεσμὸς τοῦ ἀνθρώπου, ἡ χαρὰ γιὰ ἕνα καινούργιο ξεκίνημα τῆς ἀνθρωπότητας· ἡ ἐλπίδα τέλος γιὰ μιὰ καινούργια ἀρχὴ καὶ στὴ δική μας προσωπικὴ ζωή!

Ορθόδοξο Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”