.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ανθρώπινες ιστορίες μετανοίας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ανθρώπινες ιστορίες μετανοίας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Η Χάρις του Θεού δίνεται πολλές φορές εκεί που δεν το υπολογίζουμε...


''Βλέπουμε, λοιπόν, αδελφοί μου, ότι η Χάρις του Θεού δίνεται πολλές φορές εκεί που δεν το υπολογίζουμε, η Χάρις του Θεού περιέρχεται και πόλεις και χωριά και τα σπίτια μας και τις ερημιές μας και τα μοναστήρια μας και πολλές φορές και τα καταγώγια της αμαρτίας και ενοικεί και σε ανθρώπους που δεν υποψιαζόμαστε ότι έχουν τέτοια αρετή και τέτοια αγιότητα.''

Μακαριστός Μητρoπολίτης π. Γεράσιμος Φωκάς

-Αυτό που θα σας διηγηθώ προέρχεται από εξομολόγηση και το κάνω για κοινή ωφέλεια. Ήρθαν δυο κοπέλες να εξομολογηθούν. Ήταν την προηγούμενη Κυριακή της Σαμαρείτιδος που λέει το Ευαγγέλιο “ουκ έχω άνδρα …”

Πήγαν στην εκκλησιά, άκουσαν το Ευαγγέλιο και συγκλονίστηκαν.

Ήρθαν, λοιπόν, να εξομολογηθούν. Ήταν πολύ μοντέρνα ντυμένες ή μάλλον έξαλλα ντυμένες. Μπήκε η πρώτη και την ρώτησα αν έχει παιδιά. Μου είπε ότι έχει δύο.
Την ρώτησα:
– Τι δουλειά κάνει ο άντρας σου;
Και μου απάντησε:
– Δεν έχω άντρα.

Θυμάστε τη Σαμαρείτιδα. Ανδρα ουκ έχω, που και ο Κύριος της είπε: “Καλώς είπας ότι άνδρα ουκ έχω, πέντε γαρ άνδρας έσχες, και νυν ον έχεις ουκ έστι σου.” Την ρώτησα:
-Μήπως σκοτώθηκε, απέθανε ο άντρας σου; Και μου απάντησε:
-Οχι, το ένα παιδί το έκανα με έναν άντρα και το άλλο με άλλο άντρα.

Με συγκλόνισε αυτή η κοπέλα, είχα μπροστά μου το Ευαγγέλιο. Καλά, κόρη μου, που δεν σκέφτηκες να κάνεις έκτρωση, της είπα. Χωρίς σύζυγο ήσουνα , χωρίς στήριξη, με δουλειά της νύκτας, σε μια κοινωνία που δεν δέχεται εύκολα τις άγαμες μητέρες.

Μου λέει: -Δεσπότη μου, ξέρεις τι σκέφτηκα τότε που ήρθαν τα παιδιά; Αφού ο Θεός επέτρεψε να έλθουν, να μην τα σκοτώσω, γιατί έχω που έχω τόσες αμαρτίες, και συνεχίζω να κάνω αμαρτίες κάθε μέρα λόγω της δουλειάς μου, τουλάχιστον, αφού μου έστειλε ο Θεός αυτά τα δύο παιδιά, να τα σώσω, μήπως, εις ανταπόδοση ο Θεός, επειδή έσωσα αυτά τα παιδιά, σώσει κι εμένα.

Όλα αυτά ο π. Γεράσιμος μας τα διάβαζε κλαίγοντας, και κλαίγαμε και όλοι εμείς.

Μετά ακολούθησε η φίλη της, επίσης μοντέρνα, έξαλλη κοπέλα.
-Ξέρετε, μου λέει, απόψε θα είναι η τελευταία νύχτα που θα εργαστώ.
– Γιατί; την ρωτάω.
-Θα παντρευτώ. Και ο άντρας μου θέλει να σταματήσω. Και είπα, αφού θα αλλάξω τρόπο ζωής, θα πάω να εξομολογηθώ, μήπως αλλάξω και την ψυχή μου.

Της λέω:
-Έχεις και συ κανένα εξώγαμο παιδί, όπως η φίλη σου;
Μου λέει:
– Έχω ένα στην κοιλιά μου, δυόμισυ μηνών.
Της λέω:
-Είναι αυτού που θα σε παντρευτεί ή άλλου;
– Είναι άλλου.
-Καλά, της λέω, γιατί δεν παίρνεις αυτόν που είναι κι ο πατέρας του παιδιού σου; Για να μην δημιουργηθούν αργότερα προβλήματα.
– Ούτε τον θέλω, ούτε με θέλει. Αυτός που θα παντρευτώ είναι οικοδόμος και θα παρουσιάσουμε στον κόσμο, αν δεν είναι αμαρτία αυτό, Δεσπότη μου, ότι είναι αυτός ο πατέρας του παιδιού.
Και θέλει να αναλάβει το μεγάλωμα του παιδιού, κι αν τον δέχεστε κι εσείς, να έρθει να εξομολογηθεί.
-Αν τον δέχομαι; Πες του ότι τον παρακαλώ να έρθει να τον δω, να πάρω την ευχή του.

Αφού είναι τέτοιος άνθρωπος που θα αναλάβει τέτοιο πνευματικό βάρος, να βγάλει μια κοπέλα από την αμαρτία και να προστατεύσει ένα εξώγαμο παιδί, να πάρω την ευχή του!

Ο π. Γεράσιμος άφησε το κείμενο, μας κοίταξε και συνέχισε:

Βλέπουμε, λοιπόν, αδελφοί μου, ότι η Χάρις του Θεού δίνεται πολλές φορές εκεί που δεν το υπολογίζουμε, η Χάρις του Θεού περιέρχεται και πόλεις και χωριά και τα σπίτια μας και τις ερημιές μας και τα μοναστήρια μας και πολλές φορές και τα καταγώγια της αμαρτίας και ενοικεί και σε ανθρώπους που δεν υποψιαζόμαστε ότι έχουν τέτοια αρετή και τέτοια αγιότητα.

Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῆς ἁγίας μάρτυρος Φωτεινῆς τῆς Σαμαρείτιδος, ᾗ ὡμίλησεν ὁ Χριστὸς ἐν τῷ φρέατι, καὶ τῶν σὺν αὐτῇ.




Πηγή: iconandlight.wordpress.com

ΤΟ Θ Α Υ Μ Α ΤΩΝ 11 ΜΟΝΑΧΩΝ ΣΤΟΝ ΚΑΥΚΑΣΟ, ΠΡΙΝ 65 ΧΡΟΝΙΑ !!!!...


Το 1960, επί Γενικού Γραμματέως του ΚΚΣΕ Νικήτα Χρουστσόφ, τα όργανα της 'KGB' με τήν βοήθεια του στρατού χτενίζανε συστηματικά τα βουνά του Καυκάσου - και πιάστηκαν όλοι εκείνοι που κρύβονταν εκεί, κυρίως μοναχοί και ερημίτες...και αποστέλλονταν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. 


ΗΤΑΝ ΑΠΟ ΝΕΟΣ ΕΝΑΣ ΛΑΚΕΣ ΤΟΥ
ΑΙΜΟΣΤΑΓΟΥΣ ΣΤΑΛΙΝ ΚΑΙ ΠΑΝΤΑ
ΚΑΛΕΣΜΕΝΟΣ ΣΤΑ ΦΑΓΟΠΟΤΙΑ ΤΟΥ...
ΑΠΛΩΣ ΤΟΤΕ ΔΕΝ ΞΥΡΙΖΕ
ΤΑ ΜΑΛΛΙΑ ΤΟΥ ΟΠΩΣ ΜΕΤΑ....

Στήν δεκαετία του εξήντα ήμουν αξιωματικός του στρατού, είχα εισιτήριο για το κόμμα και ήμουν επικεφαλής ενός μεγάλου συγκροτήματος ελικοπτέρων,επειδή είχα μεγάλη εμπειρία να πετάω στα βουνά, όπου απαιτείται ειδική ικανότητα από πιλότους.

Στη συνέχεια, στον Καύκασο μού δόθηκε διαταγή να ακολουθήσω με μια ομάδα ελικοπτέρων τους μοναχούς. 

Στο θάλαμο διακυβέρνησης του ελικοπτέρου ήμασταν έτοιμοι για όλα.

Παρακολουθούσαμε έντεκα μοναχούς με μαύρη ενδυμασία να ανεβαίνουν στο βουνό. Λίγο πιο κάτω πίσω από αυτούς ένα πράσινο στρατιωτικό όχημα με αυτοπεποίθηση μετέφερε τους στρατιώτες.

Αξιολογώντας την κατάσταση είπα στον ασύρματο: 

- Γη! Εδώ αέρας. Οι μοναχοί κινούνται προς την κορυφή του βουνού.

Στερέωσα αργά το χέρι μου στον μοχλό και πίεσα προς τα κάτω. Η κορυφή του βουνού ήταν απότομη.

Έχοντας φτάσει εκεί πάνω, δεν θα είχαν πουθενά να πάνε.

Εκεί θα τους παγιδεύαμε.

Για δύο ημέρες προσπαθούσαμε να εντοπίσουμε αυτούς τους μοναχούς.

Και η προσπάθειά μας είχε φτάσει στο τέλος της.

Δεν ήξερα τι θα συνέβαινε με τους μοναχούς όταν θα τους πιάναμε.

Ναι, τότε δεν με ενδιέφερε.

Ακολουθούσα διαταγές. 

Εν τω μεταξύ, οι μοναχοί ανέβηκαν στην κορυφή του βουνού.

Πίσω από αυτούς οι στρατιώτες και τα σκυλιά τούς κυνηγούσαν, και μπροστά τους ένας απύθμενος, τεράστιος γκρεμός.

Η κατάσταση ήταν απελπιστικά κρίσιμη. 

Πήγα από την άλλη μεριά και στάθηκα ακριβώς πάνω από τους μοναχούς.

Ο άνεμος σαν λεπίδα ξύριζε τα ρούχα και τα μαλλιά τους.

Είδα την απελπισία στα πρόσωπά τους. Μοιάζαν με αγέλη κυνηγημένων λύκων. Αναβοσβήνοντας τα φώτα έκανα σαφές στους μοναχούς ότι ήμασταν παντού.

Οι στρατιώτες, εν τω μεταξύ, πλησίαζαν...

Ξαφνικά κάτι το ασυνήθιστο άρχισε να συμβαίνει από κάτω.

Οι μοναχοί έκαναν έναν κύκλο, κράτησαν τα χέρια, γονάτισαν και άρχισαν να προσεύχονται.

Τότε όλοι σηκώθηκαν και περπάτησαν προς την άκρη της χαράδρας.

"Θα πηδήξουν πραγματικά;

Αυτό είναι σίγουρος θάνατος!

Τι, αποφάσισαν, να αυτοκτονήσουν;", σκέφτηκα με ενόχληση και άρπαξα το 'walkie-talkie' φωνάζοντας:

- Γη! Γη! Μην έρχεστε πιο κοντά, θέλουν να πηδήξουν!

Βρίσκονται στην άκρη του γκρεμού!

- Αέρα, εδώ γη. Περιμένουμε πέντε λεπτά και συνεχίζουμε να κινούμαστε. Δεν έχουμε χρόνο - σύντομα θα σκοτεινιάσει! Αρνητικό.

- Ελήφθη. Τέλος επικοινωνίας.

Κοίταζα τους μοναχούς που στέκονταν στην άκρη της χαράδρας.

Και τότε ένας από αυτούς στάθηκε στη μέση, πήρε δύο ακόμη μαζί του, αγκάλιασε έναν σταυρό, έκανε αργά τρεις φορές τον Σταυρό του και ευλόγησε την άβυσσο.

Στη συνέχεια πήδηξε πρώτος κατ' ευθείαν στην άβυσσο!

Αλλά για κάποιο λόγο δεν έπεσε, και σαν από θαύμα παρέμεινε κρεμασμένος στον αέρα.

Τα μαλλιά μου σηκώθηκαν στο κεφάλι μου. Από πάνω, έβλεπα σαφώς ότι ο μοναχός δεν στέκεται στο έδαφος, αλλά κρέμεται στον αέρα!

Στη συνέχεια άρχισε να κάνει αργά βήματα και περπάτησε κατά μήκος του γκρεμού.

Δεν έπεσε στην άβυσσο!

Πώς;

Ακολούθησαν και όλοι οι άλλοι μοναχοί και περπατούσαν στον αέρα Με τη σειρά, σαν αλυσίδα. 

Περπατούσαν ήσυχα ο ένας μετά τον άλλο, ανεβαίνοντας, μέχρι όλοι να εξαφανιστούν στο σύννεφο. 

Από αυτά που έβλεπα, μπερδεύτηκα, και έχασα τον έλεγχο της διαχείρισης του ελικοπτέρου.

Έχοντας ανάμεικτα συναισθήματα, κατέβασα το ελικόπτερο, το προσγείωσα σε ένα ξέφωτο και άρχισα να κλαίω.

Είκοσι λεπτά αργότερα οι στρατιώτες από το πεζικό έτρεξαν σε μένα.

Συνέχισα να κάθομαι στο πιλοτήριο του ελικοπτέρου, προσπαθώντας να δώσω μια λογική εξήγηση για αυτό που είδα.

Οι στρατιώτες κύκλωσαν το ελικόπτερο και ο παλαιότερος με ρώτησε: 

- Σύντροφε κυβερνήτη, πού είναι οι μοναχοί; Σκαρφαλώσαμε στην κορυφή, αλλά δεν ήταν εκεί. Πήγανε στον ουρανό!... 

Το δυνατό γέλιο του στρατιώτη με μια παρατεταμένη ηχώ ακούστηκε στα βουνά.

Ο συνταγματάρχης με ρωτούσε συνεχώς: 

- Εξήγησέ μου, πού εξαφανίστηκαν οι μοναχοί που εντοπίσαμε πριν δύο ημέρες;

Και πώς οδήγησες το στρατό σε λάθος διαδρομή;! 

- Εξακολουθείτε να μην πιστεύετε στις εξηγήσεις μου, σύντροφε, είπα στον συνταγματάρχη.

Με βγάλανε από το κόμμα και με μετέφεραν σε υπηρεσία ξηράς.

Αφού έφυγα από το στρατό, βαφτίστηκα και έγινα πιστός. 

Τα έργα Σου είναι υπέροχα, ω Κύριε! 

Miroslav Manyuk. 12/17/15
(Ρωμηός)
(αντιγραφή από Ηλίας Χαμηλός)


Πῶς ἐ σ ώ θ η ἕνας (μακαρίτης καί γνωστός) ὁμοφυλόφιλος! [ Πατερικές ΔΙΔΑΧΕΣ! ]


«Ἢ οὐκ οἴδατε ὅτι ἄδικοι βασιλείαν Θεοῦ οὐ κληρονοµήσουσι; 
Μὴ πλανᾶσθε· οὔτε πόρνοι οὔτε εἰδωλολάτραι οὔτε µοιχοὶ οὔτε µαλακοὶ οὔτε ἀρσενοκοῖται» (Α΄ Κορ. 6, 9). 

(Δηλ.: Αὐτὸ ποὺ κάνετε, τὸ κάνετε λοιπὸν ἀπὸ ἄγνοιαν; Δὲν γνωρίζετε, ὅτι οἱ ἄδικοι δὲν θὰ κληρονοµήσουν τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ; Μὴ πλανᾶσθε· οὔτε οἱ πόρνοι, οὔτε οἱ εἰδωλολάτραι, οὔτε οἱ µοιχοί, οὔτε οἱ ἐκθηλυµένοι καὶ γυναικώδεις, οὔτε οἱ ἀρσενοκοῖται).

Θεομίσητο τὸ ἁμάρτημα τῆς ἀρσενοκοιτίας (ὁμοφυλοφιλίας) Μᾶς διδάσκει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος στὴν Ε΄ Ὁμιλία του «ΕΙΣ ΤΗΝ ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ»:

«Μὴ νομίσεις λοιπόν, λέγει (γιὰ τὰ Σόδομα καὶ Γόμμορα), ἐπειδὴ ἄκουσες πώς κάηκαν, ὅτι ἡ ἀρρώστια ὀφείλεται μόνο στήν ἐπιθυμία. 

Γιατί πραγματικά τό περισσότερο μέρος ὀφείλεται στήν ἀδιαφορία τους, πού ἄναψε καί τήν ἐπιθυμία. 

Γι’ αὐτό δέν εἶπε, παρασυρόμενοι ἤ κυριευόμενοι, πρᾶγμα πού λέγει ἀλλοῦ, ἀλλά τί; «Κάνοντας». 

Θεώρησαν δέ, ἔργο τήν ἁμαρτία, καί ὄχι ἁπλά ἔργο, ἀλλά καί φροντισμένο» (Ὁμιλία Ε’, σ. 413). 

Σχολιάζει ἀκόμη τήν λέξη «ἀσχημοσύνη», λέγοντας: «Καί δέν εἶπε (= ὁ Παῦ­λος) ἐπιθυμία, ἀλλ’ “ἀσχημοσύνη”, μέ κυριολεκτική σημασία. 

Γιατί πραγματικά καί τήν φύση ντρόπιασαν καί τούς νόμους καταπάτησαν. 

Μέ ἔμφαση λέγει: “Καί τήν φύσιν ᾔσχυναν καί τούς νόμους ἐπάτησαν”».

Ὅλες οἱ ἁμαρτίες εἶναι θέμα μετανοίας. 

Νὰ καταλάβουμε τὴν ἁμαρτία, ποὺ κάνουμε καὶ νὰ ἐπιστρέψουμε, ὅπως ὁ ἄσωτος υἱὸς καὶ νὰ ζητήσουμε συγχώρεση ἀπὸ τὸν Κύριο.

Σὲ ἀπομαγνητοφωνημένο ἀπόσπασμα ὁμιλίας τοῦ π. Γεωργίου Σχοινᾶ περιγράφεται πῶς σώθηκε ὁ γνωστότερος Ἕλληνας ὁμοφυλόφιλος τῆς δεκαετίας τοῦ ’80.

Ἴσως κάποιοι παλαιότεροι νὰ θυμᾶστε ἕνα πρόσωπο, ἕνα ὡραῖο παλληκάρι. 

Ἦταν ὁμοφυλόφιλος, σχεδιαστὴς μόδας, ὁ πασίγνωστος κάποτε Billy Bo. 

Ἔτυχε νὰ ἀκούσουμε ἀπὸ τὰ χείλη τοῦ πνευματικοῦ του ποιὰ ἦταν ἡ πορεία του, ποὺ δὲν τὴν λένε πολλοί, οὔτε γράφτηκε ἰδιαιτέρως στὰ βιβλία, ποὺ ἐκδόθηκαν γιὰ αὐτόν. 

Γράψανε ὅλοι γιὰ τὶς βόλτες, ποὺ ἔκανε στὴ Μύκονο μὲ διασημότητες, τὶς περιπέτειες ποὺ εἶχε ὡς ἄνθρωπος. 

Δίψαγε γιὰ τὴ ζωή, δίψαγε γιὰ τὴν ἀγάπη. 

Μὰ δὲν ἤξερε ποῦ νὰ τὴν βρεῖ καὶ τὴν ἔψαχνε σὲ λάθος μονοπάτια.

Κάποια στιγμὴ τὸν ἐπισκέφτηκε ἡ ἀσθένεια (σ.σ. ὁ Billy Bo ἦταν τὸ πρῶτο διάσημο θῦμα τοῦ AIDS στὴν Ἑλλάδα). 

“Κακό πρᾶγμα ἡ ἀσθένεια”, λένε οἱ περισσότεροι. 

Κοίτα ὅμως ποὺ καμιὰ φορὰ εἶναι γιὰ καλό… 

Καὶ ὅταν ἦλθε ἡ ἀσθένεια καὶ κτύπησε ἕνα πνευματικὸ καμπανάκι, αὐτὸς ἄκουσε τὸ καμπανάκι, ποὺ σημαίνει ὅτι εἶχε καλὰ στοιχεῖα μέσα του.

Καὶ διηγεῖται ὁ πνευματικός: “Βλέπω ἕνα παιδί, ἕνα παλληκάρι, σὰν ἄγγελος ἦταν, μὲ τὰ ὡραῖα τὰ δερμάτινα πάνω-κάτω. 

Μπαίνει στὴν ἐκκλησιὰ καὶ λέει “πάτερ, θέλω νὰ ἐξομολογηθῶ”. Καὶ κατέβαλα προσπάθεια νὰ δῶ ἂν ἦταν ἀγόρι ἢ κορίτσι. 

Ἦταν ψηλός, ἀλλὰ εἶχε καὶ μία ἄλλη ὀμορφιά, ποὺ ἔμοιαζε μὲ τὴ γυναικεία…”.

Ξεκίνησε λοιπὸν καὶ ἐξομολογήθηκε μὲ μετάνοια. Ἄρχισε νὰ ἔρχεται, μετὰ ἀπὸ ἕνα κανόνα ποὺ τοῦ ἔβαλε ὁ πνευματικός, νὰ κοινωνάη, νὰ ἐκκλησιάζεται, νὰ προσεύχεται, ὥσπου σιγὰ-σιγὰ κατέπεσε καὶ ἀναγκαζόταν ὁ ἱερέας νὰ πηγαίνη νὰ τὸν ἐξομολογῆ καὶ νὰ τὸν κοινωνῆ στὸ σπίτι του, στὸ Κολωνάκι.

Ὅταν ὁ ἱερέας πρωτοπῆγε στὸ σπίτι, νόμιζε ὅτι μπῆκε σὲ κανένα μουσεῖο! 

Ἦταν ἕνας χῶρος διακοσμημένος μόνο μὲ μοντέλα, μὲ φωτογραφίες ἀπὸ ἐπιδείξεις μόδας κ.λπ. 

Κάθε φορὰ ποὺ ἐρχόταν μετά, ἔφευγε καμιὰ φωτογραφία καὶ ἔμπαινε μία εἰκόνα στὴ θέση τους… 

Στὸ τέλος νόμιζες ὅτι ἔμπαινες σὲ μοναστήρι.

Ὅταν ἔφυγε στὴν Ἀμερικὴ γιὰ νὰ πάη γιὰ θεραπεῖες, παρήγγειλε ἕνα σιδερένιο σταυρό, μεγάλο, σπαστὸ γιὰ νὰ χωράη στὴν βαλίτσα, γιὰ νὰ τὸν βάλη πίσω ἀπὸ τὴν πόρτα τοῦ δωματίου του στὸ νοσοκομεῖο, γιὰ νὰ βλέπη τὸν Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ καὶ νὰ προσεύχεται.

Δὲν πέτυχαν οἱ θεραπεῖες, γύρισε πίσω, καὶ ἄρχισε ἡ μεγάλη κατηφόρα, ἡ φθορά, ὁ δρόμος πρὸς τὸν θάνατο. Τὸν εὐλογημένο θάνατο, θὰ λέγαμε. 

Γιατί ἂν δὲν πεθαίναμε, παιδιά, θὰ ταλαιπωριόμασταν γιὰ πάρα πολλὰ χρονιά! 
Καὶ τί γίνεται;

Καὶ διηγεῖται ὁ πνευματικός: “Κάποια στιγμή, πῆγα Σάββατο πρωὶ καὶ τὸν κοινώνησα. 

Ἔρχεται ἡ ὥρα ποὺ εἶναι νὰ φύγω καὶ μοῦ λέει ὁ Βασιλάκης:

Πάτερ, κάνε μου μία χάρη, ἔλα καὶ μετὰ τὰ μεσάνυκτα σήμερα νὰ μὲ κοινωνήσης. 

Γιατί θὰ φύγω πρὶν ξημερώση, μὲ εἰδοποίησε ἡ Παναγία!

Εἶπα νὰ τὸν πιστέψω, νὰ μὴ τὸν πιστέψω; 

Ἂς τοῦ κάνω τὸ χατίρι, ἀφοῦ ὁ ἄνθρωπος νὰ κοινωνήση ζητάει”.

Πῆγε, λοιπόν, ὁ ἱερέας κατὰ τὴ 1-2 μεσ’ τὴ μαύρη νύκτα καὶ τὸν κοινώνησε τὸν Βασιλάκη. Καὶ ὄντως ὁ Θεὸς τὸν πῆρε πρὶν ξημερώση, ξημερώνοντας Κυριακή, ὅπως τὸν εἶχε πληροφορήσει ἡ Παναγία! 

Μᾶς διηγεῖτο αὐτὰ ὁ ἱερέας καὶ μᾶς λέει: “Εὐχηθεῖτε, παιδιά μου, νὰ ἔχω τὰ τέλη τοῦ Βασιλάκη”.

Νὰ ποιὸς εἶναι ὁ Χριστός! Νὰ ποιὰ εἶναι ἡ Ἐκκλησία, ποὺ δὲν μπερδεύει τοὺς ἀνθρώπους. Δὲν τοὺς λέει “καλὰ πᾶς”, ἐνῷ πηγαίνουν στὸν γκρεμό. 

Αὐτὸ δὲν πρέπει νὰ συμβαίνη. 

Ἀλλὰ ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρὰ ἡ Ἐκκλησία δὲν ἀπογοητεύει καὶ κανένα. 

Καὶ προβάλλει μπροστὰ στοὺς ἀνθρώπους τὸν δρόμο γιὰ τὴν θέωση.

Ἔτσι καὶ ὁ Billy Bo. 

Δὲν σώθηκε ἁπλῶς, ἀλλὰ γιὰ νὰ πάη καὶ ἡ Παναγία νὰ τοῦ πῆ “ἑτοιμάσου, ἔρχεσαι”, αὐτὸ σημαίνει ὅτι ὁ Βασίλης πῆγε καὶ σὲ καλὴ θέση! 
Καὶ ἔχουμε ἄπειρα τέτοια παραδείγματα, ἀπὸ τὰ ἀρχαῖα χριστιανικὰ χρόνια μέχρι καὶ σήμερα…».

Συμπέρασμα: 

Ἡ μὲν ἁμαρτία μᾶς ὁδηγεῖ στὴν Κόλαση, ἡ δὲ μετάνοια καὶ ἐξομολόγηση στὸν Παράδεισο.

π. Σάββας Αχιλλέως και η μετάνοια της αστρολόγου


Στο περιοδικό “Ρομάντζο” κάποτε διαφημιζόταν μιά αστρολόγος ξακουστή στον Πειραιά. Για να έχει επιτυχία έδωσε όρκο στον αρχηγό της κολάσεως να μην κάνει στον σταυρό της, να μην εκκλησιάζεται και να μουτζώνει όταν συναντά ιερέα.
Ο μακρόθυμος Κύριος επέτρεψε να σκοντάψει ο ηλικιωμένος πατέρας της και να σπάσει το χέρι του. Αυτή μόλις το έμαθε, ασυναίσθητα έκανε τον σταυρό της κι επικαλέστηκε την Παναγία.
Εκείνη τη στιγμή ξεράθηκε το χέρι της κι άρχισε να τραυλίζει. Ο “αρχηγός” δεν μπόρεσε να της προσφέρει τίποτα – ο δικός της αρχηγός. Οι φυσιοθεραπείες δεν απέδωσαν κι όπως της είχαν πει οι γιατροί θα έμενε ανάπηρο το χέρι της.

Κάποτε διαβάζοντας ένα δημοσίευμα εφημερίδας για τον Άγ. Γεώργιο Καρέα, ότι γίνονται θαύματα, ήρθε στον π. Σάββα, ο οποίος, αφού την εξομολόγησε, την προέτρεψε να φέρει τα εργαλεία της μαγείας προκειμένου να τα καταστρέψουμε και με τις πρεσβείες της Παναγίας και του Αγ. Γεωργίου να γινόταν καλά. 

Την άλλη μέρα έφερε τα εργαλεία αυτά και τα καταστρέψαμε. Αυτά τα εργαλεία “πριν τα κάψω” μου είπε ο π. Σάββας “θα τα φωτογραφίσω προκειμένου να συμπεριληφθούν σε βιβλίο”, το οποίο έγραφε κατά της μαγείας (βλ. Αρχίμ. Σάββα Αχιλλέως, “Μαγεία, Δαιμονισμός και Απολύτρωσις”, Αθήναι 1994). 
Σημειωτέον η ίδια έλεγε ότι, αν ένας άνθρωπος στον οποίο ήθελε να κάνει μάγια ήταν της Εκκλησίας, τότε το πνεύμα γύριζε πίσω και της έλεγε: “Γιατί μ’ έστειλες σ’ αυτόν;”.
Ο π. Σάββας σε κηρύγματά του μας έλεγε: “Όταν εξομολογούμαστε και κοινωνούμε, δεν μπορεί να μας κάνει κακό κι όταν μαζευτεί ολόκληρη η κόλαση”. Αυτή η πρώην αστρολόγος έγινε καλά κι ένα απ’ τα πλέον πιστά παιδιά του Χριστού.

(Μαρτυρία Νικολάου Τσιατσιάνη)

“Γέρων Σάββας Αχιλλέως ο διώκτης των δαιμόνων”, Βίος – Θαύματα – Ακολουθία – Παράκληση, Αθανασίου Δ. Κυπραίου, φιλολόγου, εκδ. Αγαθός Λόγος, Αθήνα 2023, σελ. 28-29


- Βγάλε τον ΣΤΑΥΡΟ σου ... -«Γιατί»; Ἀπάντησε ὁ γκουρού: - «Δέν μπορῶ νά σοῦ μεταδώσω γνώση. Λοιπόν, θά τόν βγάλεις;»


- ΒΓΑΛΕ ΤΟΝ ΣΤΑΥΡΟ ΣΟΥ!
- ΓΙΑΤΙ;
Στά τέλη τῆς δεκαετίας τοῦ ‘60 ἕνας δεκαεννιάχρονος Έλληνοαυστραλός, 
ὁ Θεμιστοκλῆς Ἀδαμόπουλος μαζί μέ μερικούς φίλους του ἔφτιαξαν ἕνα συγκρότημα 
ρόκ μουσικῆς, τούς Φλάϊς (Flies).
Τό συγκρότημα ταχύτατα ἔγινε διάσημο 
ἀνά τόν κόσμο. 
Διηγεῖται ὁ Θεμιστοκλῆς:
-‘’Τότε ἦταν πολύ τῆς μόδας τά διάσημα μέλη τῶν ρόκ συγκροτημάτων νά ἐπισκέπτονται στήν Ἰνδία κάποιον γκουρού (=διδάσκαλο γιά μύηση στόν Βουδδισμό) γιά συμβουλές καί πνευματική καθοδήγηση!
Ἄρχισα, λοιπόν, νά πηγαίνω καί ἐγώ.
Σέ ἕνα τέτοιο ταξίδι μου, ὁ γκουρού ἀκουμποῦσε τό χέρι του στό κεφάλι τοῦ κάθε ἐπισκέπτη λέγοντας: 
-«Σοῦ μεταδίδω γνώση». 
Ὅταν ἦρθε ἡ σειρά μου, σταμάτησε καί μοῦ εἶπε: - «Βγάλε τόν σταυρό σου» (!)
Ἦταν ἐπίσης τῆς μόδας, τότε, 
γιά μᾶς, νά φορᾶμε σταυρό.
Ὄχι πώς πιστεύαμε, ἀλλά τόν φορούσαμε 
ὡς διακοσμητικό, μᾶλλον, στοιχεῖο. 
Ἐξεπλάγην ἀπό τήν προτροπή τοῦ γκουρού 
καί τοῦ εἶπα: 
-«Γιατί»; 
Ἀπάντησε ὁ γκουρού:
- «Δέν μπορῶ νά σοῦ μεταδώσω γνώση. 
Λοιπόν, θά τόν βγάλεις;» 
Ἀπάντησα:
- «Ὄχι». 
Καί ἔφυγα, συγκλονισμένος ἀπό τό γεγονός. 
Γιατί δέν μποροῦσε νά δράσει ὁ γκουρού (εἰδωλολάτρης!) ἐνώπιον τοῦ Σταυροῦ ; 
Τί εἶναι, ἐπιτέλους, ὁ Σταυρός; 
Ἄρχισα νά διαβάζω μέ πάθος τό Εὐαγγέλιο.
Ἔτσι ἀνακάλυψα τήν πίστη στόν Χριστό. 
Τά παράτησα ὅλα.
Ἔγινα ὀρθόδοξος χριστιανός.
Ἔκανα θεολογικές σπουδές καί ἀφιέρωσα τήν ζωή μου στόν Χριστό, γενόμενος μοναχός’’.
Ὁ ἄλλοτε μουσικός τῆς ρόκ εἶναι σήμερα 
ὁ επίσκοπος π. Θεμιστοκλῆς.


Ἐπί εἴκοσι χρόνια ἱεραπόστολος 
στή Σιέρρα Λεόνε τῆς Ἀφρικῆς.
Ἐκεῖ, μέ ἀπόλυτη αὐταπάρνηση καί κάτω ἀπό τρομακτικά δύσκολες συνθῆκες, μεταδίδει τήν πίστη στούς ἀφρικανούς ἀδελφούς μας φροντίζοντας, ὅσο μπορεῖ 
καί τίς τεράστιες ὑλικές τους ἀνάγκες. 
Διεθνῶς εἶναι γνωστός 
ὡς ὁ «ἅγιος των φτωχών» !
Ὅταν, λοιπόν φορᾶμε τόν Σταυρό μας 
ἤ κάνουμε τόν Σταυρό μας μέ ἀκλόνητη πίστη 
καί ἐμπιστοσύνη στό Χριστό, εἶναι σάν νά ἀκουμπᾶ πάνω μας ὁ ἴδιος ὁ Τίμιος Σταυρός του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. 
«Σταυρός, ο φύλαξ πάσης της οικουμένης.
Σταυρός, η ωραιότης της Εκκλησίας.
Σταυρός, βασιλέων το κραταίωμα.
Σταυρός, πιστών το στήριγμα.
Σταυρός, αγγέλων η δόξα
και των δαιμόνων το τραύμα».

Πηγή:
π. Νίκων Κουτσίδης, 
Λυχνία Νικοπόλεως
Κατερινα Μωραϊτη
πηγή 



Θαυμαστά -ΛΟΓΟΙ και ΣΗΜΕΙΑ


Ένας Σέρβος σπουδαστής, ονόματι Πέτρος Ρέστοβιτς από το Βελιγράδι, άθεος και αβάπτιστος μέχρι τα 19 του χρόνια, βρήκε την πίστη και ζήτησε να βαπτιστεί στο Μοναστήρι του Χιλανδαρίου.
Καθώς γινόταν το Μυστήριο του Βαπτίσματος, κάποιος φίλος του τράβηξε μια φωτογραφία.
Την ώρα που φωτογράφιζε, επέτρεψε ο Θεός να φανεί κάτι από την αόρατη Χάρη του Μυστηρίου του Βαπτίσματος.
Αυτό φάνηκε όταν εκτυπώθηκαν οι φωτογραφίες.
Όλοι παρατήρησαν με κατάπληξη και ιερό δέος ότι στο κεφάλι του νεοφώτιστου καθόταν ένα λευκό περιστέρι!!!
Η συγκίνηση του ίδιου μόλις είδε τη φωτογραφία ήταν απερίγραπτη.
Το γεγονός αυτό συνέβη το 1980 στην Ιερά Μονή Χιλανδαρίου, του Αγίου Όρους.


Κάποτε, ο γέροντας Ευμένιος Σαριδάκης μνημόνευσε στην Πρόθεση τον Ευρωπαίο γνωστό ανθρωπιστή Ραούφ Φολερώ, παπικό στο δόγμα, επειδή είχε ευεργετήσει το Λεπροκομείο και ήταν πολύ καλός άνθρωπος. Τότε, άγγελος Κυρίου του πέταξε τη μερίδα από το άγιο Δισκάριο τρεις φορές.
Την τρίτη φορά, του εμφανίστηκε λέγοντάς του ότι εκεί (στην Πρόθεση) έχουν θέση μόνο τα μέλη της Εκκλησίας.
Του εξήγησε ότι στο κομποσχοίνι του μπορεί να βάλει τους πάντες,
αιρετικούς, ετεροθρήσκους, φονιάδες, εγκληματίες, ασελγείς, ζώντες και κεκοιμημένους, το πλήρωμα όλης της οικουμένης.
Στην ευχαριστιακή Αναφορά όμως, μόνο τους Ορθόδοξους, γιατί αυτοί αποτελούν τα μέλη της μίας, αγίας, καθολικής και αποστολικής Εκκλησίας.

Ιερόθεος μοναχός

Κάποτε ένας Τούρκος δικαστής κάλεσε τον π. Βασίλειο (μετέπειτα γέροντας Ιερώνυμος της Αίγινας) στο αρχοντικό του. Όταν έφθασε στο αρχοντικό του δικαστή του είπε:
- Αφέντη παπά, εγώ είμαι Τούρκος, μωαμεθανός. Όμως απ'το μισθό που παίρνω, κρατάω τα απαραίτητα για την οικογένεια μου και τα υπόλοιπα τα ξοδεύω σε ελεημοσύνες.
Βοηθάω χήρες, ορφανά, φτωχούς, προικίζω άπορα κορίτσια που παντρεύονται, βοηθάω αρρώστους. Κρατάω με ακρίβεια τις νηστείες, προσεύχομαι και γενικά προσπαθώ να είμαι συνεπής στην πίστη μου.
Επίσης όταν δικάζω, προσπαθώ να είμαι δίκαιος, δε χαρίζομαι σε κανέναν, όσο μεγάλη θέση κι αν έχει. Τι λες, όλα αυτά που κάνω δεν είναι αρκετά για να κερδίσω τον παράδεισο, που λέτε σεις οι χριστιανοί;
Ο π. Βασίλειος εντυπωσιάστηκε από όσα του είπε ο Τούρκος δικαστής κι ο νους του πήγε αμέσως στον εκατόνταρχο Κορνήλιο (Πράξ. ι΄). Διέκρινε μεταξύ τους δύο βίους παράλληλους.
Κατάλαβε πως πρόκειται για δίκαιο και καλοπροαίρετο άνθρωπο και ίσως η δική του αποστολή να ήταν ίδια με εκείνην του Απόστολου Πέτρου προς τον εκατόνταρχο. Αποφάσισε λοιπόν να δώσει τη μαρτυρία της πίστης του.
-Δεν μου λες, αφέντη, έχεις παιδιά;
-Ναι, έχω.
-Δούλους, έχεις;
-Έχω και δούλους.
-Ποιος εκτελεί καλύτερα τις εντολές σου, τα παιδιά ή οι δούλοι σου;
-Σίγουρα οι δούλοι μου, γιατί τα παιδιά, με το θάρρος που έχουν, πολλές φορές παρακούν και κάνουν ό,τι θέλουν, ενώ οι δούλοι μου κάνουν πάντα ό,τι τους λέω εγώ.
-Δε μου λες αφέντη, όταν εσύ πεθάνεις ποιος θα σε κληρονομήσει: οι δούλοι σου, που εκτελούν τις εντολές σου πιστά, ή τα παιδιά σου που σε παρακούν;
-Μα τα παιδιά μου βέβαια. Μόνο αυτά έχουν κληρονομικά δικαιώματα, όχι οι δούλοι.
-Ε, λοιπόν, όσα κάνεις αφέντη είναι καλά, αλλά το μόνο που μπορούν να σου κάνουν, είναι να σε κατατάξουν στην κατηγορία των καλών δούλων.
Αν όμως θέλεις να κληρονομήσεις τον παράδεισο, τη βασιλεία των ουρανών, πρέπει να γίνεις υιός.
Κι αυτό γίνεται μόνο με το βάπτισμα.

ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ ΔΟΞΑ ΣΟΙ!!
Πηγή Πολυξένη Ρέρρα

Ιστορία Ελπίδας και Σωτηρίας ,,,

Ήταν έξι το απόγευμα.. Είχε ήδη βραδιάσει, όταν μια άγνωστη για μένα κοπέλα χτύπησε την πόρτα του σπιτιού μου επίμονα για να την ανοίξω. Τη δέχθηκα και ρώτησα τι θα ήθελε.

– «Πάτερ, θέλω να μου διαβάσετε μια ευχή». Το πρόσωπό της ήταν ταραγμένο, μιλούσε απότομα. Δε μου είπε πολλά πράγματα, απλά μου ζήτησε να προσευχηθώ γι’ αυτήν. Πήγαμε στην Εκκλησία και της διάβασα μια ευχή. Έφυγε αμίλητη χωρίς να μου δώσει περαιτέρω πληροφορίες για τη ζωή της, ούτε και να μοιραστεί τον λόγο που ήθελε να της διαβάσω την ευχή. Μετά από τρεις μέρες, ξαναήρθε. Ζητούσε και πάλι να προσευχηθώ γι’ αυτήν. Μπήκαμε στον Ναό, της διάβασα μια ευχή και, όταν τελείωσα, με ρώτησε: «Πάτερ, με φοβάστε;». «Όχι», της απάντησα. Το πρόσωπό της ήταν πιο ήρεμο από την προηγούμενη φορά. Έφυγε και πάλι αμίλητη με σκυμμένο το κεφάλι.

Πέρασαν τρεις μέρες και ξαναήρθε αργά την νύχτα. Όταν της διάβασα την ευχή, την παρακάλεσα να μην έρχεται τόσο αργά. Με κοίταξε και είδα τα μάτια της γεμάτα δάκρυα. 

Μου είπε: «Πάτερ, είμαι ιερόδουλη, αυτή είναι η δουλειά μου. Δεν κυκλοφορώ τη μέρα, γιατί όλος ο κόσμος γνωρίζει ποια είμαι και ντρέπομαι να κυκλοφορώ. Γι’ αυτό ήρθα και ξαναήρθα βράδυ. Έρχομαι σε εσάς, γιατί νιώθω καλά όταν μπαίνω στην Εκκλησία. Θέλω να σας πω ότι την πρώτη φορά που ήρθα ένιωσα μια ανεξήγητη δύναμη μέσα μου και εκείνο το βράδυ δεν έκανα την αμαρτία. Δεν έχω σχέση με την Εκκλησία, ούτε είμαι Ορθόδοξη.»

Από τότε έφυγε και δεν την ξαναείδα. Κάποιες φορές ρωτούσα τον φύλακα αν βλέπει την κοπέλα αυτή να κυκλοφορεί στην πόλη μας και μου απαντούσε αρνητικά. Πέρασαν έξι μήνες και ένα απόγευμα ξαναήρθε, υποβασταζόμενη από μια φίλη της. Χαμογέλασε όταν με είδε. Την αναγνώρισα αμέσως. Την έφερα και την έβαλα να ξαπλώσει σε έναν πάγκο που είχαμε μέσα στην Εκκλησία. Όπως μου εξήγησε η φίλη της, ζήτησε την βοήθειά της και της είπε: «Θέλω να με πας στην Ορθόδοξη Εκκλησία, που χτυπούν πολλές καμπάνες. Σήμερα θέλω να με πας, όχι αύριο!». 

Την κοίταξα και μου είπε: «Την ευχή σου, πάτερ, την ευχή σου.» Σκέφτηκα αμέσως και την ρώτησα: «Μήπως θέλεις να σε βαπτίσω, να γίνεις Χριστιανή;» Μου απάντησε: «Ναι, πάτερ, θα μου δώσεις πολλή χαρά αν με βαπτίσεις. Θα με βοηθήσει ο Θεός.»

Ξεκίνησα την προετοιμασία για τη βάπτιση. Της έδωσα και φόρεσε έναν χιτώνα. Αφού διάβασα τον Κατηχητικό Λόγο, τη βάπτισα «Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρός καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος» και της έδωσα το όνομα Γεωργία. 

Της φόρεσα και έναν Σταυρό και, στη συνέχεια, έβγαλα τη Θεία Κοινωνία που έχουμε στο Αρτοφόριο και την κοινώνησα. Το πρόσωπό της ήταν ήρεμο και χαρούμενο. «Πάτερ, μου είπε, σε ευχαριστώ πάρα πολύ. Δοξάζω τον Θεό για αυτή την ώρα, που με αξίωσε να βαπτιστώ. Οι γιατροί κουράστηκαν με την αρρώστια μου και μου είπαν να πάω στο σπίτι. Παρακαλώ τον Θεό να με συγχωρέσει για όλα αυτά που έκανα στη ζωή μου. Σε παρακαλώ, πάτερ, θέλω τον χιτώνα αυτό να τον πάρω μαζί μου για να μου τον φορέσουν όταν πεθάνω. Δε θέλω τίποτα άλλο!» 

Θαύμασα ακούγοντας αυτά τα λόγια και της έδωσα τον χιτώνα. Η φίλη της με ευχαρίστησε, πήρε τη Γεωργία και φύγανε. Καθώς φεύγανε, είδα την ώρα. Ήταν 6:30 το απόγευμα. Πέρασαν δύο ώρες και ήρθαν να με ενημερώσουν ότι κοιμήθηκε η Γεωργία η ιερόδουλη. Την κάλεσε ο Θεός στη Βασιλεία των Ουρανών! Ο Θεός μας είναι δίκαιος, την προετοίμαζε με τρόπο που το μυαλό μας δεν μπορεί να συλλάβει. Ο κόσμος την έβριζε, όλοι την είχαν για σκουπίδι. Όχι όμως ο Δημιουργός της.Τη θάψαμε με τον χιτώνα της βάπτισης και με τον σταυρό της. Τι ωραία που ήταν η Γεωργία μας!

Άλλη η δικαιοσύνη του Θεού και άλλη των ανθρώπων. Ο Θεός δε θέλει να χαθεί ούτε μια ψυχή αρκεί να τον αναγνωρίσει ως Σωτήρα και Λυτρωτή»!

* Από τον π. Δημήτριο Γεωργαντώνη

Ἀπελπίστηκες; Δόξα σοι ὁ Θεός!


Κ. Γ. Παπαδημητρακόπουλος

Εἶναι πολλοὶ οἱ δρόμοι, καλοί μου φίλοι, ποὺ ὁδηγοῦν στὴ λύτρωση καὶ στὴ σωτηρία. 

Ἕνας ἀπ’ αὐτοὺς εἶναι καὶ ὁ δρόμος τῆς … ἀπελπισίας! 

Ὁ Θεὸς σεβόμενος τὴν ἐλευθερία ποὺ μᾶς ἔδωσε, ἐπιτρέπει κάποτε νὰ βαδίσουμε ἀκόμη κι αὐτὸ τὸν δρόμο, προκειμένου νὰ Τὸν γνωρίσουμε! 

Νὰ τί θέλουμε νὰ ποῦμε …



Κάποιος νέος πῆγε σ’ ἕνα πνευματικό, γιὰ νὰ ἐξομολογηθεῖ. 

Τὸν πνευματικὸ αὐτὸ τὸν σεβόταν πάρα πολὺ καὶ τὸν ἤξερε ἀπὸ παιδί. 

Ὥς τὰ μαθητικά του χρόνια τὸν ἐπισκεπτόταν συχνά, ἄκουγε τί συμβουλές του, ἀκολουθοῦσε τὸ πνευματικὸ πρόγραμμα ποὺ τοῦ εἶχε ὁρίσει.

Ὅταν ὅμως ἔγινε φοιτητής, γοητευμένος ἀπ’ τὶς «χαρὲς» τοῦ κόσμου, παρασυρμένος ἀπ’ τὰ «ἔξυπνα» συνθήματα τοῦ 'στὺλ' «ἔτσι κάνουν ὅλοι», «γιατί ἐγὼ νὰ ἀποτελῶ ἐξαίρεση;», «τί θὰ ποῦν γιὰ μένα τὰ παιδιά;», «τὸ νὰ κάνω αὐτὸ κι ἐκεῖνο ἢ νὰ πάω ἐδῶ κι ἐκεῖ, ἔ δὲν ἔγινε καὶ τίποτα», «ὁ νέος πρέπει νὰ χαίρεται τὰ νιάτα του καὶ νὰ γλεντάει» κ.λπ., θεώρησε ἐχθρό του πλέον τὸν πνευματικὸ καὶ τὸν ἐγκατέλειψε μὲ μιᾶς!

Ἐκεῖνος δὲν ἔπαυσε νὰ ἐπικοινωνεῖ μαζί του, ἀλλὰ καὶ μὲ τοὺς γονεῖς καὶ τὰ ἀδέλφια του καὶ νὰ προσεύχεται γι’ αὐτὸν πολύ. 

Ὅμως τοῦτο τὸ παιδὶ χάραξε ἄλλο δρόμο. 

Αὐτὸν τῶν ἡδονῶν καὶ τῶν διασκεδάσεων! 

Τὰ ’βαλε καὶ μὲ τοὺς γονεῖς του καὶ μὲ ὅποιον προσπαθοῦσε νὰ τὸν συμβουλεύσει τὸ σωστό!

Ἑπόμενο ἦταν νὰ ἐγκαταλείψει καὶ τὶς σπουδές του καὶ νὰ «καταταγεῖ» στοὺς λεγόμενους «αἰώνιους φοιτητές». 

Κοιμόταν τὴν ἡμέρα γιὰ νὰ … γλεντᾶ τὴ νύκτα! 

Ἔνοιωσε καὶ τὴν σκληρὴ δοκιμασία τῆς λεγόμενης «ἐρωτικῆς ἀπογοήτευσης». 

Ἑπόμενο εἶναι! 

Ἔφθασε ὥς τὴν πόρτα τῶν ναρκωτικῶν, κατάντησε σωματικὰ καὶ ψυχικὰ ράκος!

Καὶ τότε ἔβαλε τέλος στὸν δρόμο τῆς … ἀπελπισίας! 

Ἀπὸ ἕνα συγκλονιστικὸ περιστατικὸ ποὺ τοῦ συνέβη, σκέφτηκε τὸν πνευματικὸ ποὺ εἶχε κάποτε. 

Τὸ πῆρε ἀπόφαση καὶ πῆγε νὰ τὸν συν­αντήσει. 

Κι ἐκεῖ μὲ πόνο ψυχῆς τοῦ εἶπε: «Γέροντα, ἀπελπίστηκα ἀπὸ ὅλα…»! Ἐκεῖνος τότε ἔκανε τὸν σταυρό του καὶ εἶπε: «Δόξα σοι ὁ Θεός»!

Τὸ γεγονὸς αὐτὸ θυμίζει βέβαια καὶ τὴν γνωστὴ παραβολὴ τοῦ ἀσώτου. 

Κι ἐκεῖνος ὁ νέος νόμιζε πὼς «δὲν περνοῦσε καλὰ» ἐκεῖ στὸ πατρικὸ σπίτι καὶ τὴν ὅλη θαλπωρὴ τοῦ πατέρα του κι ἤθελε νὰ βρεῖ τὸ καλύτερο, ὅπως νόμιζε, ἐκεῖ στὶς «χαρὲς» τοῦ κόσμου. 

Καὶ ὁ πατέρας του, σεβόμενος ἀπολύτως τὴν ἐλευθερία του, τὸν ἄφησε νὰ βαδίσει αὐτὸ τὸν δρόμο τῆς … ἀπελπισίας! 

Ἕνα σωτήριο δρόμο ποὺ τελικὰ τὸν ἔφερε πάλι στὴν ἀγκαλιά του!!

Ὁ Ἅγιος Ἰσαὰκ ὁ Σύρος λέει τοῦτο:

«Νὰ θυμᾶ­σαι πὼς σὲ κάθε ἡδονὴ ἀκολουθεῖ ἀηδία καὶ πίκρα»! 

Ὁπότε μέσα ἀπ’ αὐτὴν ἀκριβῶς τὴν ἀηδία καὶ τὴν πίκρα, ἀρχίζει ἡ σωτήρια ἀπελπισία! 

Μία ἀπελπισία ποὺ ἀμέσως μᾶς στρέφει στὴν πιὸ μεγάλη ἐλπίδα, τὸν Χριστό!

Εἶναι πάρα πολλὲς οἱ περιπτώσεις τῶν Ἁγίων ποὺ ἔφθασαν στὸν Χριστό, βαδίζοντας αὐτὸ τὸν δρόμο. 

Καὶ τόσο καλὰ τὸν βάδισαν, τόσο πολὺ … ἀπελπίστηκαν ἀπ’ αὐτόν, ποὺ στὸ τέλος ἔγιναν Ἅγιοι καὶ βρίσκονται πλέον αἰώνια μαζί Του.

Ἐνδεικτικὰ θὰ ἀναφέρουμε δύο περιπτώσεις.

Ἡ μία εἶναι τοῦ Ἁγίου Αὐγουστίνου. 

Ἀπὸ μικρὸς διακρινόταν γιὰ τὴν εὐφυΐα του.

Ὁ πατέρας του τὸν προόριζε γιὰ ρήτορα καὶ τὸν ἔστειλε νὰ σπουδάσει στὴν περίφημη Καρχηδόνα (371 μ.Χ.). 

Ἐκεῖ, μακριὰ ἀπ’ τοὺς γονεῖς του, ἰδιαίτερα ἀπ’ τὴν εὐσεβεστάτη μητέρα του, ἐπηρεάστηκε πολὺ ἀπ’ τὸ διεφθαρμένο περιβάλλον τῆς πόλεως, ἔζησε ἔκλυτο βίο καὶ σὲ ἡλικία μόλις 18 ἐτῶν ἀπέκτησε ἐξώγαμο παιδί! 

Ἔφθασε νὰ πέσει ἀκόμη καὶ στὴν αἵρεση (τῶν Μανιχαίων), στὴν ὁποία παρέμεινε μαχητικὸς ὀπαδὸς γιὰ ἑπτὰ χρόνια!!

Ἀπ’ ὅλα ὅμως ἀπογοητεύτηκε καὶ ἀπελπίστηκε, ἀκόμη καὶ ἀπὸ τὴν αἵρεση ποὺ ἀκολούθησε, γιὰ τὴν ὁποία πίστευε ὅτι θὰ τοῦ ἔλυνε ὅλα του τὰ προβλήματα!!!

Σὲ ἡλικία πλέον 32 ἐτῶν, ἄκουσε κάτι σὰν παιδικὴ φωνὴ νὰ τοῦ λέει ἐπίμονα: 

«Πάρε καὶ διάβασε»! 

Τότε ἄνοιξε τὴν Ἁγία Γραφὴ ποὺ ἔτυχε νὰ εἶναι δίπλα του, ἂν καὶ δὲν τὴν εἶχε σὲ καμμιὰ ὑπόληψη, γιατί τὴν θεωροῦσε κατώτερη τῶν φιλοσοφικῶν συγγραμμάτων ποὺ ὥς τότε μελετοῦ­σε καὶ σπούδαζε! 

Ὅπως γράφει ὁ ἴδιος, ἔπεσε σὲ τούτη τὴ φράση τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: 

«Ἡ διαγωγή μας ἂς εἶναι κόσμια, τέτοια ποὺ νὰ ταιριάζει στὸ φῶς. Ἂς πάψουν τὰ φαγοπότια καὶ τὰ μεθύσια, ἡ ἀσύδοτη καὶ ἀκόλαστη ζωή, οἱ φιλονικίες καὶ οἱ φθόνοι. 

Ντυθεῖτε τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ μὴ ἀφήνετε τὸν ἁμαρτωλὸ ἑαυτό σας νὰ σᾶς παρασύρει στὴν ἱκανοποίηση τῶν ἐπιθυμιῶν σας» (Ρωμ.13,13)

Τότε πῆρε σαφῶς τὸ μήνυμα! 

Ὅπως ὁ ἴδιος ἀναφέρει, δὲν ἤθελε νὰ δεῖ κάτι ἄλλο, οὔτε κι ἦταν ἀναγκαῖο. 

Ἔνοιωσε εἰρήνη μεγάλη, φῶς νὰ ξεχύνεται στὴν καρδιά του, καὶ νὰ φεύγει ὅλο τὸ σκοτάδι ποὺ τὸν περιέκλειε.

Ἀμέσως βαπτίστηκε μὲ τὸν 15χρονο γιό του, ἔγινε μοναχός, ἔπειτα ἱερέας καὶ ἀργότερα ἐπίσκοπος. 

Ἔζησε ἀσκητικά, ἀνέπτυξε πολὺ μεγάλο πνευματικὸ καὶ συγγραφικὸ ἔργο καὶ καταπολέμησε ἀποτελεσματικὰ τὶς αἱρέσεις. 

Τὰ κείμενά του εἶναι ὠκεανὸς σοφίας καὶ χάριτος ποὺ τὸν ἀνέδειξαν σὲ Πατέρα τῆς Ἐκκλησίας.

Ἡ ἄλλη περίπτωση εἶναι μὲ τὸν Ἅγιο Ἰουστῖνο, τὸν φιλόσοφο καὶ μάρτυρα. 

Μεγαλωμένος σ’ ἕνα καθαρὰ εἰδωλολατρικὸ περιβάλλον, προσπάθησε μέσα ἀπ’ τὴν μόρφωση καὶ τὴ γνώση νὰ βρεῖ τὴν ἀλήθεια καὶ νὰ λύσει τὰ μεταφυσικά του προβλήματα. 

Πρὸς τὸν σκοπὸ αὐτό, ὅπως ὁ ἴδιος περιγράφει στὸ ἔργο του «Διάλογος πρὸς Τρύφωνα», περιπλανιέται στὶς διάφορες φιλοσοφικὲς σχολὲς τῆς ἐποχῆς του.

Ἀρχικὰ ἀκολουθεῖ ἕνα φημισμένο στωϊκὸ φιλόσοφο. 

Ἂν κι ἔμεινε μαζί του ἀρκετὸ καιρό, μάταια περιμένει νὰ ἀκούσει κάτι οὐσιαστικὸ γιὰ τὸν Θεό. 

Τοῦ ἔλεγε μάλιστα πὼς δὲν εἶναι ἀναγκαία αὐτὴ ἡ γνώση!!

Τότε ἀπογοητευμένος τὸν ἐγκαταλείπει, γιὰ νὰ ἀκολουθήσει ἕνα ἄλλο περιπατητικὸ φιλόσοφο! 

Σ’ αὐτὸν ἡ ἀπογοήτευσή του ἔγινε ἀκόμη μεγαλύτερη, γιατί διαπίστωσε πὼς μέσα ἀπ’ τὴν χρηματικὴ ἀμοιβὴ ποὺ τοῦ ζητοῦσε καὶ τὴν εἶχε ἀναγάγει μάλιστα καὶ σὲ φιλοσοφία, δὲν ἦταν ἀληθινὰ φιλόσοφος!

Τὸν ἐγκαταλείπει κι αὐτόν, γιὰ νὰ ἀκολουθήσει ἕνα Πυθαγόρειο φιλόσοφο.

Ἐκεῖνος τοῦ συνέστησε νὰ μάθει μουσική, ἀστρονομία καὶ γεωμετρία. 

Ὅμως στὴν πορεία διαπίστωσε πὼς αὐτὸ ἀπαιτοῦσε πάρα πολὺ χρόνο καὶ θὰ εἶχε ἀβέβαιο ἀποτέλεσμα.

Ὁπότε κατέφυγε στοὺς φημισμένους Πλατωνικούς! 

Τοὺς ἀκολουθεῖ μὲ πολὺ ἐνθουσιασμό. 

Ἀκούει ἀπ’ αὐτοὺς γιὰ τὸν νοητὸ κόσμο, γιὰ τὴν θεωρία τῶν ἰδεῶν κ.λπ. καὶ πιστεύει πὼς μέσα ἀπ’ ὅλα αὐτὰ θὰ καταλήξει στὴ θέα τοῦ Θεοῦ! 

Οἱ Πλατωνικοὶ ἀρχικὰ τὸν ἱκανοποίησαν, δὲν τοῦ κάλυψαν ὅμως τὰ κενὰ τῶν ἀναζητήσεών του. 

Ὁπότε ἄρχισε καὶ πάλι νὰ ἀναζητᾶ τὸ τελειότερο ποὺ διαπίστωσε πὼς τελικὰ δὲν ὑπῆρχε!

Τὸν Χριστιανισμὸ οἱ φιλόσοφοι τὸν ἀντιμετώπιζαν μὲ σαρκασμὸ καὶ εἰρωνεία, τὸν θεωροῦσαν θρησκεία τῶν ἀγραμμάτων καὶ στοὺς πολλοὺς δὲν ἦταν συμπαθής, λόγῳ τῆς ἠθικῆς του αὐστηρότητας!

Ὡστόσο τὸν Ἰουστῖνο τὸν προβλημάτιζε πολὺ ἡ ἀνώτερη ζωὴ τῶν Χριστιανῶν, ὅπως ἡ καθαρότητα τῆς ζωῆς τους καὶ τὸ θάρρος μὲ τὸ ὁποῖο ἀντιμετώπιζαν τὸν θάνατο. 

Σκέπτεται πὼς κανένα φιλοσοφικὸ σύστημα δὲν μποροῦσε νὰ ἐξασφαλίσει οὔτε τὸ ἕνα οὔτε καὶ τὸ ἄλλο. 

Ἔτσι εἶδε τὸν χριστιανισμὸ ὡς τὴν ὑπέρτατη φιλοσοφία, ποὺ μπορεῖ νὰ ἀλλάξει πραγματικὰ τὸν ἄνθρωπο.

Ἀπὸ τὶς σκέψεις αὐτὲς ὁδηγεῖται στὸ νὰ γίνει Χριστιανὸς κι ὕστερα νὰ ἱδρύσει χριστιανικὴ φιλοσοφικὴ σχολὴ στὴ Ρώμη. 

Εἶχε ἡ σχολὴ αὐτὴ τέτοια ἐπιτυχία, ποὺ ἄδειασαν ὅλες οἱ ἄλλες φιλοσοφικὲς σχολὲς ἐξ αἰτίας της! 

Τότε ἀπὸ φθόνο τὸν κατήγγειλαν ὡς Χριστιανὸ στὸν ἔπαρχο τῆς Ρώμης καὶ ὁδηγήθηκε στὸ μαρτύριο τὸ 165 μ.Χ. μαζὶ μὲ ἕξι ἀπ’ τοὺς μαθητές του.

Ἔτσι στὸν Χριστιανισμὸ ὁ Ἰουστῖνος, πλήρως ἀπογοητευμένος ἀπ’ ὅλα τὰ φιλοσοφικὰ ρεύματα τῆς ἐποχῆς του, βρῆκε τὴν ἀληθινὴ φιλοσοφία καὶ τὴν ἀφοβία στὸν θάνατο. 

Βρῆκε τὸν ἀληθινὸ Θεό, μὲ τὸν Ὁποῖο πλέον ζεῖ αἰώνια.

Εἶναι ἀλήθεια πὼς ὁ Χριστὸς γοητεύει πολὺ τὸν κάθε ἄνθρωπο. 

Φαίνεται δὲ πὼς γοητεύει περισσότερο ἐκεῖνον ποὺ ἔχει ἤδη ἀπογοητευτεῖ καὶ πλήρως ἀπελπιστεῖ ἀπ’ ὅλα τὰ «πράγματα» τοῦ κόσμου. 

Γι’ αὐτὸ καὶ ἐπιτρέπει νὰ ἔλθουν ὅλες τὶς ἀπογοητεύσεις στὴ ζωή μας. 

Ὡστόσο δὲν εἶναι ἀνάγκη νὰ γευτοῦμε ὅλες τοῦτες τὶς ἀπογοητεύσεις. 

Αὐτὲς ποὺ εἶναι κατάμεστες ἀπὸ ἀηδία καὶ πίκρα! 

Ἡ ἐπανάσταση καὶ ἡ ἐξυπνάδα δὲν βρίσκονται στὸ νὰ τρέξουμε πρὸς συνάντησή τους, ἀλλὰ στὸ νὰ μείνουμε πιστοὶ ἐκεῖ στὴν ἀπερίγραπτη θαλπωρὴ τοῦ Πατέρα, μακριά τους…

Εφημερίδα Ορθόδοξος Τύπος

«Νoιώθω μέσα στην ψυχή μου πείνα και δίψα για το Θεό»


Συνομιλία με ένα μουσουλμάνο, που ασπάστηκε τον Χριστιανισμό

Ραλούκα Τενεσεάνου

«Όταν πρωτοήρθα σε μια ορθόδοξη εκκλησία, το έκανα μόνο για να δω μια αλλιώτικη παράδοση. Αλλά, όταν ξαναήλθα στην ορθόδοξη εκκλησία (τη ρωσική, στο Σαν Φρανσίσκο), μου συνέβη κάτι που δεν είχα βιώσει ξανά σε βουδιστικό ή άλλο ανατολικό ναό. Κάτι στην καρδιά μου μού έλεγε, ότι ήμουν στο σπίτι, ότι όλες οι αναζητήσεις μου, είχαν τελειώσει». Αυτά, είναι τα λόγια, ενός από τους μεγάλους πατέρες της εποχής μας, του πατρός της αγίας ζωής – ιερομονάχου Σεραφείμ (Ρόουζ), που έζησε στην Αμερική, στο μοναστήρι του Αγίου Γερμανού στην Πλάτινα της Καλιφόρνια. Ο σημερινός συνομιλητής μας, Αλέξιος, είναι πρώην μουσουλμάνος, ο οποίος, όπως κι ο πατέρας Σεραφείμ, έψαχνε την αλήθεια εδώ και πολύ καιρό. Και από τη στιγμή, που ανακάλυψε τον Χριστό μέσα στον εαυτό του, φθάνοντας μέσω της ορθής πίστης σ' Αυτόν, στην Ορθοδοξία, κατανόησε τα λόγια του Σωτήρα: «η αλήθεια θα σας ελευθερώσει» (Κατά Ιωάννην, Κεφ.8: 32). Αν και ο Αλέξιος έγινε ορθόδοξος μόλις πριν από ένα χρόνο, σε ηλικία μόλις 40 ετών, εντυπωσιάζει με την ΑΘΩΟΤΗΤΑ της ΠΙΣΤΗΣ του, μια ΕΙΛΙΚΡΙΝΗ ΑΓΑΠΗ για τον πλησίον του και για το Σωτήρα Χριστό.

– Γεννήθηκα μουσουλμάνος, ως παιδί έμεινα πεντάρφανος και μεγάλωσα με τα αδέλφια μου. Αυτά, είχαν αντίθετη ιδιοσυγκρασία από τη δική μου. Τους άρεσε να είναι έξω, στην κοινωνία, εγώ ήμουν απόκοσμος και κλειστός στον εαυτό μου. Δεν ήξερα καν για τον Κύριο, τον Χριστό, αλλά όταν άκουσα το λόγο του Θεού, άρχισα να μουδιάζω, να ψάχνομαι. ΤΟΝ ΕΨΑΧΝΑ ΠΑΡΑ ΠΟΛΥ. Όταν ήμουν μικρός, ήθελα να καταλάβω πού ήταν η αλήθεια και έψαχνα την αλήθεια, αλλά δεν ήξερα πού να τη βρω. Έχασα την ηρεμία μου, ανησυχούσα, δεν ήξερα πού να πάω, δεν ήξερα τι να κάνω για να βρω την αλήθεια. Μέσα στην άγνοιά μου, προσευχήθηκα, «Θεέ μου, βοήθησέ με να βρω την αλήθεια!» Σε ηλικία 20 ετών, βιώνοντας μια βαριά θλίψη, βρήκα τον Σωτήρα Χριστό – ή, πιο ορθά, ΑΥΤΟΣ ΜΕ ΒΡΗΚΕ. Τότε, αγόρασα σ’ ένα βιβλιοπωλείο, το βιβλίο «Η πορεία προς τον Χριστό» – ένα βιβλίο που άλλαξε τη ζωή μου. Λίγα χρόνια αργότερα, διάβασα τη Βίβλο. Αν και εντυπωσιάστηκα πολύ με την Καινή Διαθήκη, γιατί ανακάλυψα ξανά τον εαυτό μου σε αυτό το βιβλίο, ωστόσο ακόμα δεν έφτασα άμεσα στην Ορθοδοξία. Ήθελα κάτι, που να επιβεβαιώνει, ότι η αλήθεια βρίσκεται στην Ορθοδοξία. Κι ο Θεός, μου έδειξε πού είναι η αλήθεια, πέρυσι, στην αναταραχή που δημιουργήθηκε στα μέσα ενημέρωσης λόγω του προβλήματος των βιομετρικών εγγράφων. Γνώριζα πολύ καλά την Καινή Διαθήκη, γιατί την είχα διαβάσει πολλές φορές και είδα ότι οι προφητείες της Αποκάλυψης εκπληρώνονται σήμερα. Θεώρησα, ότι αυτό ήταν το σημάδι που περίμενα. Όταν ήμουν νεώτερος, ένας μοναχός μου έδωσε ένα βιβλίο, «Μην απαρνηθείτε τον Χριστό», γραμμένο από έναν μοναχό από το Άγιον Όρος. Αυτό το βιβλίο περιγράφει τα γεγονότα, που όλοι βιώνουμε σήμερα και τα οποία προετοιμάζονται για τον ερχομό του Αντιχρίστου και το σφράγισμα με το σημάδι του θηρίου. Έτσι, μετά την επιβεβαίωσή τους, έγινα ορθόδοξος και βαφτίστηκα.

– Έψαξες την αλήθεια και αλλού;

– Έχω διαβάσει πολλά για τη γιόγκα. Αλλά συνειδητοποίησα, ότι αυτή είναι μια μεγάλη παραπλάνηση, επειδή υπάρχει μια σημαντική διαφορά μεταξύ της γιόγκα και των θεϊκών διδασκαλιών της Αγίας Γραφής. Τη γιόγκα μόνο τη μελέτησα, ο Σωτήρας Χριστός με έσωσε από αυτή την εξάσκηση.

– Πώς συνέβη ο ερχομός σου στην πίστη;

– Όταν συνειδητοποίησα, πού ήταν η αλήθεια, πήγα στον πατέρα Αρσένιο (Παπατσιόκ) στο Τεκιργκιόλ (κοντά στην Κωστάντζα της Ρουμανίας) και μίλησα με αυτόν τον άγιο άνθρωπο εκεί. Μου δίδαξε τι έπρεπε να κάνω. Μου είπε να μιλήσω με τον ιερέα της ενορίας στην οποία ανήκω. Ακολούθησα τη συμβουλή του πατρός Αρσενίου και κατά τη διάρκεια της Σαρακοστής βαφτιστήκαμε εγώ και η κόρη μου. Συνήθιζα να πηγαίνω στην εκκλησία πολύ πριν βαφτιστώ. Άκουγα τις ιερές ακολουθίες, αλλά δεν έκανα τον Σταυρό μου. Πίστευα ότι, ως μουσουλμάνος, δεν έπρεπε να βάλω πάνω μου το σημείο του Σταυρού. Ο σατανάς με παρέσυρε με αυτή τη σκέψη και μόνο μετά το βάπτισμα άρχισα να κάνω τον Σταυρό μου.

– Άλλαξε η πνευματική σου κατάσταση μετά το βάπτισμα;

– Φυσικά, νοιώθω ότι ο Κύριος Χριστός είναι μαζί μου και με βοηθά. Τώρα νηστεύω, προσεύχομαι πρωΐ και βράδυ, και βλέπω ότι, ο,τιδήποτε ζητώ από τον Σωτήρα μου, με ακούει και εκπληρώνει την προσευχή μου. Πρόσφατα, ο Θεός ήθελε να δοκιμάσει την πίστη μου μέσω της συζύγου μου, η οποία υπέφερε από μια ασθένεια. Προσευχήθηκα για την υγεία της και τη θεράπευσε. Κοιτάζοντας πίσω σε αυτά τα 20 χρόνια αναζήτησης, βλέπω ότι ο Θεός δεν με εγκατέλειψε ποτέ. Την εποχή που ήμουν μουσουλμάνος, δεν διάβαζα τις προσευχές που γνωρίζουν όλοι οι χριστιανοί, όπως το «Πάτερ ημών» και το «Πιστεύω», αλλά προσευχόμουν όπως μου υπαγόρευε η καρδιά μου – και κάθε φορά, ο Θεός εκπλήρωνε το αίτημά μου. Σήμερα, πολλοί προσεύχονται στο Θεό για να τους δώσει Αυτός χρήματα, ευημερία ή ζητούν τέτοια πράγματα που είναι απαράδεκτα γι' Αυτόν. Κι εγώ προσεύχομαι να δίνει υγεία, σε μένα και την οικογένειά μου και να μας κρατήσει σταθερούς στην ορθή πίστη, ώστε να μην παρεκκλίνουμε από αυτήν. Στις εποχές που ζούμε, είναι σημαντικό να παραμείνουμε σταθεροί στην αληθινή πίστη.

– Πώς έγινε η βάπτισή σου;

– Ο ιερέας, στην εκκλησία όπου βαφτίστηκα, μου είπε να επιλέξω έναν Άγιο του οποίου η μνήμη γιορτάζεται λίγο πριν από την ημέρα που θα τελεστεί το μυστήριο. Άρχισα να ανησυχώ: ποιον Άγιο να επιλέξω ως προστάτη μου; Στις 17 Μαρτίου, λίγες μέρες πριν από το βάπτισμα, άκουσα κάποιους να μιλούν για τον Άγιο Αλέξιο, έναν άνθρωπο του Θεού, με άγγιξαν η τέλεια ταπεινοφροσύνη και τα κατορθώματά του κι αποφάσισα να πάρω το όνομα Αλέξιος στο βάπτισμα. Το βάπτισμα έγινε σύμφωνα με την ορθόδοξη ιεροτελεστία, φορούσα ένα λευκό πουκάμισο και ο ιερέας με βούτηξε στην κολυμβήθρα τρεις φορές. Δεν συνειδητοποίησα αμέσως τη σημασία αυτού του ιερού μυστηρίου, αλλά με την πάροδο του χρόνου ένοιωσα την επίδραση της χάριτος του Αγίου Πνεύματος. Αλλάζεις σχεδόν τα πάντα, αλλά αυτή η αλλαγή συμβαίνει σταδιακά. Έχω μια τέτοια δίψα και πείνα για τον Θεό αυτή τη στιγμή, ώστε όταν πηγαίνω σε κάποιο ορθόδοξο βιβλιοπωλείο, μου φαίνεται, ότι θα αγόραζα όλα τα βιβλία εκεί. Διαβάζω και ξαναδιαβάζω τη Βίβλο και κάθε φορά την κατανοώ όλο και πιο βαθιά. Υπάρχει κάποιο είδος μαγνήτη στην ψυχή μου που με προσελκύει προς το λόγο του Θεού…

– Μίλησες για το μυστήριο του βαπτίσματος. Πώς επηρέασαν την ψυχή σου τα μυστήρια της εξομολόγησης και της θείας κοινωνίας;

– Χωρίς εξομολόγηση και θεία κοινωνία, δεν μπορείς να φτάσεις στη Βασιλεία του Θεού. Εξαπατώνται, όσοι πιστεύουν, ότι πηγαίνοντας συχνά στην εκκλησία και κάνοντας καλές πράξεις, αυτό αρκεί για να σωθούν. Δεν υπάρχει άνθρωπος χωρίς αμαρτία και μόνο ο Σωτήρας, μας καθαρίζει με το αίμα και το σώμα Του, τα οποία λαμβάνουμε στη Θεία Κοινωνία. Ο Σωτήρας κατέβηκε στους ανθρώπους και μέσω της Ενανθρώπισής Του, η Σταύρωση και η Ανάστασή Του μας απελευθέρωσαν από τα δεσμά της αμαρτίας. Αν Αυτός δεν είχε έρθει, θα είχαμε πεθάνει εν μέσω των αμαρτιών μας και θα ήμασταν σκλάβοι αυτών των αμαρτιών. Επομένως, η συχνή εξομολόγηση και κοινωνία είναι απαραίτητες για να απελευθερωθούμε από τα δεσμά των αμαρτιών, που μας κρατούν μακριά από τον Ύψιστο. Όσο πιο άξια λαμβάνεις τη Θεία Κοινωνία, τόσο καλύτερα καθαρίζεις τον εαυτό σου εσωτερικά. Η ψυχή είναι σαν αμπέλι: όσο καλύτερα την καθαρίζεις, τόσο πιο όμορφη είναι, τόσο καλύτερα μεγαλώνει. Όσο καλύτερα καθαρίζεις την ψυχή σου με την εξομολόγηση και την Θεία Κοινωνία, τόσο περισσότερο αισθάνεσαι, ότι είσαι πιο σταθερός στην πίστη και πιο κοντά στον Χριστό. Μεγαλώνοντας με την πίστη, δεν σκέφτεσαι πλέον τόσο πολύ τα υλικά, αλλά βάζεις τα πνευματικά σε προτεραιότητα.

– Ο Χριστός, μας καλεί όλους στη σωτηρία. Αλλά, υπάρχουν άνθρωποι ανάμεσά μας, που δεν ακούνε το κάλεσμά Του...

– Έχω δει, ότι όταν ένα άτομο βρίσκεται σε στενοχώρια, τότε σκέφτεται περισσότερο για το Θεό. Ένα άτομο αναζητά τον Θεό, όταν επέρχεται η θλίψη πάνω του. Και γνωρίζω πολλούς ανθρώπους, που δεν πιστεύουν και λόγω των θλίψεων τους, έχουν αλλάξει εντελώς και έχουν γίνει καλοί χριστιανοί. Θα ήταν καλό, εάν οι πλημμύρες που έπληξαν τη χώρα μας να κάνουν όλο και περισσότερους ανθρώπους να προβληματιστούν... αν σκέφτονταν τις εντολές του Θεού, θα έβλεπαν τη σχέση μεταξύ αυτών των καταστροφών και των μεγάλων αμαρτιών που συμβαίνουν μεταξύ των ανθρώπων, όπως της μοιχείας, της πορνογραφίας και της ομοφυλοφιλίας, που προκαλούν τη δίκαιη οργή του Θεού. Υπάρχουν πολλά παραδείγματα στη Βίβλο, από τα οποία βλέπουμε, ότι από την αρχή της δημιουργίας του κόσμου, ο Θεός τιμώρησε τους ανθρώπους για ανυπακοή και για μια ζωή που περνούσαν στην ακολασία.

– Ποια παραβολή από την Καινή Διαθήκη σε εντυπωσιάζει περισσότερο;

– Μου αρέσει ιδιαίτερα η παραβολή των Δέκα Παρθένων: οι πέντε μυαλωμένες, που είχαν λάδι στα λυχνάρια τους και οι πέντε άμυαλες, που δεν είχαν λάδι στα λυχνάρια τους. Τα λυχνάρια είναι η πίστη και το λάδι είναι η προσευχή και οι καλές πράξεις. Εάν δεν έχεις λάδι στο λυχνάρι, δεν ανάβει. Δηλαδή, αν δεν κάνεις προσευχή και καλές πράξεις, δεν δίνεις ελεημοσύνη, δεν βοηθάς ένα άτομο που έχει πρόβλημα, η πίστη σου είναι νεκρή. Έτσι, πρέπει να προσευχόμαστε και να βοηθάμε όσους βρίσκονται κοντά μας να ρίξουν λάδι στο λυχνάρι τους. Αυτό το λάδι είναι το φως σου, που σε οδηγεί στον Χριστό. Η πίστη πρέπει να συνδυάζεται με προσευχή και καλές πράξεις. Με χαροποιεί, όταν ένας φτωχός έρχεται σε μένα και μου ζητάει κάτι, γιατί ανακαλύπτω το Χριστό μέσα του. Ο Σωτήρας, μας λέει ξεκάθαρα, τι θα ζητήσει Αυτός από εμάς την ημέρα της κρίσης: «Γιατί πεινούσα και μου δώσατε να φάω, διψούσα και μου δώσατε να πιώ, ήμουν ξένος και με δεχτήκατε, ήμουν γυμνός και με ντύσατε» (Κατά Ματθαίον, κεφ.25:35–36). Που σημαίνει, ότι αν θέλεις να σωθείς, πρέπει να βοηθήσεις πολλούς.

– Πολλοί φοβούνται το τέλος του κόσμου, φοβούνται ότι δεν θα αντέξουν αυτή τη δοκιμασία. Εσύ;

– Δεν φοβάμαι το τέλος του κόσμου. Τουναντίον, τότε θα φανεί ποιος είναι στην ορθή πίστη και ποιος είναι στην Αλήθεια. Νομίζω ότι αν η ψυχή σου είναι αγνή και συμφιλιωμένη με το Θεό, δεν έχεις τίποτα να φοβηθείς. Τι ομολογούμε στο Σύμβολο της Πίστεως; «Ομολογώ ανάσταση νεκρών και ζωήν του μέλλοντος αιώνος». Εκεί, στη Βασιλεία των Ουρανών, θα υπάρξει μια ζωή με τον Χριστό, φωτεινή, καθαρή και εντελώς διαφορετική από αυτή που ζούμε τώρα. Και οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί ελπίζουν σε αυτή τη ζωή. Γνωρίζω, ότι πολύ δύσκολες στιγμές θα έρθουν σύντομα. Θέλω, ο Θεός να μου δώσει τη δύναμη να γίνω ομολογητής όταν Αυτός το θελήσει. Ενόσω εγώ, εμβαθύνω την πίστη μου και μελετώ το Ευαγγέλιο, για να αντλήσω δύναμη και να ομολογήσω. Ξέρω, ότι δεν θα μπορέσω να το κάνω μόνος μου, αλλά μόνο εν μέσω της ενότητας, που δημιουργεί η Εκκλησία.Στην αποκάλυψη αναφέρεται, ότι όταν έρθει ο αντίχριστος, θα υποδυθεί το Σωτήρα και θα παραπλανήσει πολλούς. Αν ζω εκείνη την εποχή, θέλω να μου δοθεί η δύναμη να πω στους ανθρώπους, ότι ο αντίχριστος είναι ψεύτης, να τους πω ποια είναι η Αλήθεια.

– Έχεις ομολογήσει στα αδέλφια σου, ότι έχεις γίνει ορθόδοξος;

– Προετοιμάζομαι γι αυτή τη ώρα. Βλέπουν Σταυρούς και εικόνες στο σπίτι μου και στο αυτοκίνητό μου, αλλά δεν τους έχω πει ακόμα για τη βάπτισή μου. Περιμένω την κατάλληλη στιγμή για να τους πω για την αλλαγή μου, προς όφελός τους.

– Κι αν σε ρωτήσουν, θα το αρνηθείς αυτό;

– Όχι. Θα τους πω την αλήθεια πρόσωπο με πρόσωπο. Μάθετε, ότι θα έρθει η ώρα και ήδη δεν έμεινε πολύς καιρός γι αυτό, που πολλοί μουσουλμάνοι και εβραίοι θα έρθουν στην αλήθεια – στον Χριστό. Υπήρχαν ήδη, μερικοί άνθρωποι, μεταξύ αυτών των λαών, που δέχτηκαν την Ορθοδοξία – δεν είναι πολλοί, είναι αλήθεια, αλλά το βλέπω αυτό μόνο ως την αρχή. Προσεύχομαι στον Θεό να φωτίσει κι άλλους, όπως φώτισε κι εμένα και να τους οδηγήσει από το σκοτάδι στο Φως, από τον θάνατο στην Ζωή.

Ραλούκα Τενεσεάνου
Μετέφρασε από τα ρουμανικά η Ζηναϊδα Πεϊκόβα
Μετάφραση για την πύλη gr.pravoslavie.ru: Κωνσταντίνος Θώδης
Περιοδικό «Familia Ortodox» 2010, № 19


5/23/2023
https://gr.pravoslavie.ru/153783.html


Μαρτυρία Ρωσίδoς. Πήγα στόν άλλο κόσμο καί Είδα Δαίμονες καί Ε Κ Ε Ι Ν Ο Ν, που μου Αποκρίθηκε!


ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΡΩΣΙΔOΣ. 
-ΠΗΓΑ ΣΤΟΝ ΑΛΛΟ ΚΟΣΜΟ ΚΑΙ ΕΙΔΑ ΔΑΙΜΟΝΕΣ ΚΑΙ Ε Κ Ε Ι Ν Ο Ν, ΠΟΥ ΜΟΥ ΑΠΟΚΡΙΘΗΚΕ!

Σπύρος Μακρής

Μερικές ιστορίες μεταθανάτιων εμπειριών είναι τόσο ανατριχιαστικές! 

Αν και επιστημονικά δεν έχει αποδειχθεί πως πράγματι κάποιος ταξιδεύει σε έναν άλλο τόπο, όπως ο Παράδεισος ή η Κόλαση, η αφήγηση κάποιων από όσους τα έζησαν έχουν ένα τεράστιο συναρπαστικό ενδιαφέρον. 

Η μαρτυρία μιας Ρωσίδας, της Oleneva Lyubov Mikhailovna, αποτελεί μία από τις πιο χαρακτηριστικές ιστορίες που μου έχουν ποτέ αφηγηθεί, ανάμεσα σε όσες έχω διαβάσει που πέθαναν και μετά από λίγο επανήλθαν και πάλι στη ζωή. 

Όσα μου είπε για τη μεταθανάτια εμπειρία που ισχυρίζεται ότι βίωσε είναι συγκλονιστικά.

Πήγα στον άλλο κόσμο και γύρισα, μου είπε. Ήμουν εντελώς άθεη και άθρησκη. 

Δεν έβρισκα κάποιο νόημα σε όλα αυτά, ειδικά όταν κάθισα γύρω στα 16 μου και διάβασα την Αγία Γραφή. Όμως, πως να το πω, εκεί που βρέθηκα, νομίζω ότι είδα Εκείνον που με οδήγησε πίσω στο να ζήσω ξανά και πάλι. 

Αλλά ας τα πάρουμε όλα από την αρχή.

Αρρώστησα από καρκίνο. Είχα κάνει ό,τι χρειαζόταν, όλες τις θεραπείες και αγωγές που σύστησαν οι γιατροί. Θεραπευόμουν για ένα διάστημα και μετά το σώμα μου βυθιζόταν ξανά στον καρκίνο. Κάθε φορά πιο επιθετικός από την προηγούμενη. 

Ώσπου μια μέρα, σε μια σοβαρή εγχείρηση, πέθανα. Το έδειξαν τα μηχανήματα, το είπαν οι γιατροί. Όμως εγώ δεν αισθανόμουν νεκρή. 

Έβλεπα τους γιατρούς από πάνω μου που έδιναν διάφορες εντολές για μένα, προκειμένου να με μεταφέρουν κάπου αλλού. Μόνο που ένιωθα κρύο, όσο περνούσε η ώρα κρύωνα όλο και περισσότερο.

Ξαφνικά, σα να βγήκα από το σώμα μου. Σα να αιωρούμουν πάνω από τους γιατρούς, πάνω από το φαινομενικά άψυχο σώμα μου, με το οποίο με συνέδεε κάτι σαν λαμπερός ομφάλιος λώρος. 

Τώρα είχα τρομοκρατηθεί. Έβλεπα με μεγάλο φόβο και τρόμο να λένε οι γιατροί να ειδοποιήσουν την οικογένειά μου και να με οδηγήσουν στα ψυγεία. Αυτή η σκέψη με τρόμαξε περισσότερα από όλα. 

Δεν ξέρω γιατί. Το είχα κάνει εικόνα και δεν μου άρεσε. Τότε συνειδητοποίησα ότι αν και πεθαμένη μπορούσα να σκέφτομαι. Αντέδρασα. Θύμωσα. 

Οργίστηκα που ενώ ήμουν ζωντανή, δεν ήμουν για τους γιατρούς και τα μηχανήματά τους.

Εντελώς απροσδόκητα, από τις προσπάθειές μου να ταρακουνήσω τους γιατρούς, ή για κάποιον άλλο λόγο, κάτι με ρούφηξε. Έτσι αισθάνθηκα. Βρέθηκα ψηλά, έξω και πάνω από το νοσοκομείο. 

Έβλεπα όλη την πόλη. Ένιωθα ότι είχα μία συνοδεία, δεξιά και αριστερά μου, αλλά δεν έβλεπα κανέναν. Με μιας όλα σκοτείνιασαν και μερικές στιγμές αργότερα πλούσιο φως ερχόταν από παντού. 

Πορτοκαλί, μπορντό, ροζ. Όλες οι αποχρώσεις του κόκκινου. Του κόκκινου της φωτιάς, της πυρκαγιάς, της λάβας. Τρομακτικές φιγούρες ανθρώπων παντού. Μου φάνηκε ότι με τριγυρνούσαν απειλητικά. 

Το μυαλό μου ζωντάνευε στα μάτια μου εικόνες που δεν ήξερα αν υπήρχαν πραγματικά. Αλλά αν υπήρχαν ήταν δαίμονες. Αισθανόμουν να βυθίζομαι στην άγρια παρέα τους ενώ μου δημιουργούσαν τον πιο οδυνηρό τρόμο που μπορούσα να φανταστώ.

Είναι από το ταξίδι. Είναι προσωπικοί σου φόβοι από το ταξίδι σου στην άλλη ζωή. Δεν ξέρω πως μου ήρθαν αυτές οι σκέψεις, σαν απαντήσεις για το τι μου συνέβαινε. Σαν κάποιος να τις τοποθέτησε στο μυαλό μου, σα να ήθελε να με καθησυχάσει. 

Πολύ γρήγορα, έφυγαν αυτές οι φρικτές παρουσίες και βρέθηκα σε ένα πολύ γαλήνιο τοπίο. Ήταν σαν λιβάδι, μέσα στο μυαλό μου. Τότε είδα τη φιγούρα ενός άντρα να με πλησιάζει. 

Είχε μακριά μαλλιά και γένια. Δεν θυμάμαι το πρόσωπό του, αλλά ήταν τόσο όμορφο. Νομίζω ότι φορούσε μια κάπα ή λευκά άμφια ιερέα. 

Για κάποιο λόγο μου θύμισε αγιογραφίες που απεικόνιζαν τον Ιησού, αλλά όχι θλιμμένο ή αυστηρό. Μου ήρθαν, επίσης, εικόνες από ηθοποιούς που έπαιξαν το ρόλο του Ιησού. Ήταν σαν το μυαλό μου να μου έπαιζε διάφορα παιχνίδια.

Μου χαμογέλασε. Ένιωσα τεράστια ανακούφιση! Δεν μπορώ να το περιγράψω. Στο βάθος πίσω του, μια άλλη φιγούρα, μου χαμογέλασε και εκείνη. 

Ήταν γυναίκα. Τουλάχιστον έτσι νόμιζα. Αν και ήμουν άθεη και άθρησκη θα ορκιζόμουν πως έβλεπα την Παναγία και τον Ιησού Χριστό να μου γνέφουν να επιστρέψω πίσω στη Γη. 

Με μιας λούστηκα και πάλι στο φως. Ένιωσα κάτι να με ρουφάει, αλλά όχι για να με τραβήξει. Αυτή τη φορά ήταν για να με σπρώξει. 

Σε ελάχιστα δευτερόλεπτα βρέθηκα σε ένα μισοσκότεινο δωμάτιο να αντικρύζω νεκρά σώματα πεθαμένων, όλα σκεπασμένα με ένα σεντόνι. 

Σε ένα από αυτά πρόσεξα τον λαμπερό ομφάλιο λώρο που με συνέδεε μαζί του. Χωρίς να χάσω χρόνο, έσπευσα και βούτηξα στο σώμα μου, λες και θα μου προσέφερε την απόλυτη ασφάλεια που είχα μεγάλη ανάγκη να νιώσω, από το χώρο του νεκροτομείου όπου μάλλον βρισκόμουν.

Αμέσως, μόλις ένιωσα άνετα και πάλι στο σώμα μου, άρχισα να επεξεργάζομαι το κορμί μου για το πως να το κάνω να ξαναζωντανέψει. 

Τότε, τα φώτα άναψαν και μπήκαν μέσα δύο άντρες με άσπρες ιατρικές ποδιές. Το πρώτο πράγμα που πρόσεξαν ήταν πως το σεντόνι που με είχαν αφήσει σκεπασμένη είχε πέσει στο πάτωμα και ότι το γυμνό σώμα μου δεν ήταν ανάσκελα όπως το είχαν τοποθετήσει. 

Ήταν γυρισμένο στο πλάι, σα να προσπαθούσε να σηκωθεί. Έπιασαν το σφυγμό μου και κατάλαβαν πως ήμουν ζωντανή, αλλά εντελώς αδύναμη για να σηκωθώ και να περπατήσω.

Με πήγαν πίσω στο δωμάτιό μου. Ήρθαν γιατροί, με σύνδεσαν με μηχανήματα, οξυγόνα και ορούς. 

Τους άκουσα να λένε πως πέρασα κάποιο είδος νεκροφάνειας, αλλά εκείνο που τους εντυπωσίασε ήταν πως φαινόμουν υγιέστατη. 

Μετά από πολλές εξετάσεις, μερικές ημέρες αργότερα, οι γιατροί με μεγάλη απορία αποφάνθηκαν στην οικογένειά μου ότι στο σώμα μου δεν υπήρχε πια καρκίνος. 

Δεν ξέρω πως έγινε αυτό. 

Ούτε οι γιατροί ήξεραν. 

Από τότε δεν αρρώστησα ποτέ ξανά.



Ήμουν στο Λονδίνο, αισθάνθηκα μιά φωτιά να κατεβαίνη από ψηλά... εισχώρησε μέσα μου όπως ένα δυνατό φως


''Ήμουν στο Λονδίνο κι αισθάνθηκα μιά φωτιά να κατεβαίνη από ψηλά… εισχώρησε μέσα μου όπως ένα δυνατό φως και μιά γλυκιά θερμή πνοή… ολοφώτεινη σαν τον ήλιο του μεσημεριού''

«Ήταν Σάββατο, 19 Οκτωβρίου 1934. Την ημέρα αυτή η Εκκλησία μας εορτάζει τον προφήτη Ιωήλ, ο οποίος προφήτευσε... ότι ο Θεός, όταν έλθη ο Μεσαίας, θα εκχέη το Πνεύμα Του το Άγιο, επί πάσαν σάρκαν, επί τους δούλους Του.

Στην Παλαιά Διαθήκη παρατηρούμε ότι το Άγιο Πνεύμα εδίδετο μόνο σε τρεις τάξεις ανθρώπων: στους Ιερείς, στους Βασιλείς και στους Προφήτες.

Το αντίθετο προκύπτει από την Καινή Διαθήκη. Με το Βάπτισμα και κατόπιν με το Χρίσμα, λαμβάνουμε όλοι το Πνεύμα το Άγιο, σύμφωνα με την εντολή τού Θεού, ”πληρούσθε διά Πνεύματος", πού πρέπει να αγωνιζόμασθε διαρκώς ώστε, με τη βοήθεια του Παντοδυνάμου, να διατηρήται μέσα μας και να αυξάνεται.

Όμως, μέχρι τότε, γιά μένα ήταν άγνωστο και εντελώς αδιάφορο αν συμβαίνη αυτό, γιατί, όπως έχω πει επανειλημμένους, εγώ μεγάλωσα κάτω από την επίδρασι άλλων άσχετων ιδεών. Καθοδηγούμενη από μιά έμφυτη έντονη κλίσι στα μαθηματικά είχα προσανατολίσει το μυαλό μου σε στόχους καθαρά πρακτικούς γι’ αυτό, άλλωστε, σπούδασα θετικές επιστήμες, στην Αθήνα, στο Λονδίνο και τη Βιέννη, με συνέπεια να μη μπορώ να δεχθώ και να πιστέψω, τίποτε αν δεν είχα αποδείξεις.

Ήμουν άθεη, δεν πίστευα σε τίποτε και σε κανένα.Θρησκεία μου ήταν η επιστήμη. 

...αλλά και αυτής, ακόμη, τα πορίσματα δεν τα δεχόμουν θεωρητικά και ατεκμηρίωτα. Τα δεχόμουν μόνο με αποδείξεις στο εργαστήριο, μετά από το πείραμα και το δοκιμαστικό σωλήνα. 

Ακόμη κι όταν κάποτε μου τέθηκε το υπαρξιακό ερώτημα: —Ποιος είναι ο σκοπός της ζωής, ποιος είναι ο προορισμός του ανθρώπου, από που ερχόμασθε, που πηγαίνουμε:

Και πάλι η απάντησί μου ήταν: —Δεν με ενδιαφέρει, ούτε έχω χρόνο να το ψάξω το θέμα, εγώ δεν έχω χρόνο να διαθέσω έξω από τις σπουδές μου, ούτε πιστεύω και γιατί άλλωστε να πιστέψω;

Είχε περάσει αρκετός καιρός από τότε πού εγκαταστάθηκα στο Λονδίνο και εν τω μεταξύ είχα γνωρισθή... με την οικογένεια Πελεκάνου και με άλλους εκλεκτούς χριστιανούς αλλά και ιερωμένους όπως ο πρωθιερέας της Αγίας Σοφίας Μιχαήλ Κωνσταντινίδης και ο πατέρας Ιάκωβος και συμμετείχα κάθε Σάββατο στις συγκεντρώσεις τους.

Σ’ αυτές δεν πήγαινα, βέβαια, επειδή πίστευα αλλά γιατί μέσα εκεί, σε μιά ήρεμη ατμόσφαιρα αισθανόμουν και εγώ ήρεμη. ’Άκουγα, πάντως, με προσοχή τα αναγνώσματα, και τις συζητήσεις τους, παρακολουθούσα τη συμπεριφορά τους και κάθε φορά, όλο και περισσότερο, με εντυπώσιαζε η γαλήνη στα πρόσωπα καθώς και η πραότητα και ταπεινοφροσύνη τους.

Αρκετές φορές, εκεί, σ’ εκείνο το περιβάλλον, ανάμεσα σ’ αυτούς τους ανθρώπους, έκανα τη σκέψι: "αν υπάρχη κάπου η Αλήθεια αυτή μπορεί να είναι στο Χριστιανισμό". Και κάποια άλλη ακόμη: ’Αν το καλοσκεφθή κανείς το λεγόμενο υπαρξιακό πρόβλημα είναι το πρώτο το οποίο πρέπει να λύση ο άνθρωπος".

Αυτό ήταν γιά μένα καθοριστικό: Δηλαδή, το ότι το υπαρξιακό εμφανιζόταν ως "πρόβλημα", ήταν αρκετό να αρχίση κάποτε, να με κεντρίζη. ’Από τη φύσι του μαθηματικός ο νους μου ερεθίσθηκε αμέσως υπό την ιδέα της έρευνας, με αποτέλεσμα να θέλω κατόπιν να διαβάζω πλήθος βιβλίων άλλων υπέρ και άλλων κατά τού χριστιανισμού. Και τούτο γιατί με ενδιέφερε με την αντιπαράθεσι να διαμορφώσω, ανεπηρέαστη, μιά αντικειμενική γνώμη την οποία θα υποδεχόταν η λογική μου.

Αλλά, και η λογική, από τη φύσι της με οδηγούσε ως ένα σημείο παραδοχής: “ότι κάποια αλήθεια υπάρχει προφανώς στο χριστιανισμό", όμως, εκεί σταματούσε, αδύναμη να προχωρήση πιό πέρα. Η εσωτερική επιθυμία μου και, μάλιστα, γιά να γνωρίσω την Αλήθεια, δεν ήταν αρκετή, αφού στην πραγματικότητα η ψυχή μου, διαποτισμένη με την αδιαφορία και την άρνησι, περί άλλα ετυρβάζετο καίτοι ενός είχε χρείαν.

Έτσι, άρχιζε πάντα τα Σάββατα, ο εσωτερικός διχασμός, η σύγκρουσι, η αγωνία. Κάποτε, σε μιά στιγμή έντονης ανάγκης να λυτρωθώ από το επώδυνο συναίσθημα της μοναξιάς και του απύθμενου κενού, βλέποντας τους άλλους να προσεύχωνται, όλοι μαζί, δάκρυσα από το παράπονο και είπα μέσα μου: 

"Θεέ μου, αν υπάρχη σε σένα η Αλήθεια σε παρακαλώ, αποκάλυψέ την, γιατί αλλιώς δεν μπορώ να πιστέψω".

Όπως κάθε Σάββατο, βράδυ, έτσι κι εκείνο της 19ης Οκτωβρίου 1934 βρέθηκα στο σπίτι του Πελεκάνου. Ο οικοδεσπότης με είχε στα δεξιά του. Είχε αρχίσει από αρκετή ώρα να διαβάζη αποσπάσματα από την Αγία Γραφή και στη συνέχεια το Ευαγγέλιο της Κυριακής.

Από την ίδια στιγμή είχε αρχίσει και τούτη τη φορά να με βασανίζη αυτή η ανυπόφορη εσωτερική πάλη των αντιφατικών συλλογισμών και των αλληλοσυγκρουόμενων συναισθημάτων, πού κατέληγε σε ανελέητο ροκάνισμα της ψυχής μου, από αμφισβητήσεις, αμφιβολίες, απορίες. 

Ήταν ένα άγριο κονταροχτύπημα δυνάμεων τις οποίες δεν μπορούσα να πειθαρχήσω. Και αμέσως κατάλαβα οριστικά και χωρίς ενδοιασμό ότι δεν άντεχα άλλο πιά, και είπα στον εαυτό μου. 'Έσύ, τί κάθεσαι και ακούς τόση ώρα, αφού δεν πιστεύεις; Τί βρίσκεις εδώ μέσα; Γιατί δεν σηκώνεσαι να φύγης;".

Και τότε, ξαφνικά...

Εδώ σταμάτησε, η Χρύσω την αφήγησι και πήρε μιά βαθιά ανάσα. Με κύτταξε στα μάτια και με ρώτησε αν με κούρασε. Ύστερα πήρε κι άλλες πολλές από εκείνες τις χαρακτηριστικές αναπνοές, πού συνοδεύονταν από τα γνωστά μικρά βηχάκια όταν ήθελε, πριν μιλήση, να καθαρίση τη φωνή της. 

Όση ώρα αφηγείτο είχα τη βεβαιότητα ότι είχε γυρίσει 60, περίπου, χρόνια πίσω στο Λονδίνο, στο σπίτι του Πελεκάνου και ξαναζούσε την εμπειρία εκείνης τής βραδιάς.

Με παρέσυρε και μένα και την ακολούθησα στην αναδρομή της καθώς μου μετέδιδε σε μιά νοερή οθόνη ότι ένοιωθε, ότι έζησε τότε... Δεν ξέρω τί παρατήρησε στο πρόσωπό μου και μου είπε:
—Ηρεμήσθε...

Δεν θυμάμαι να είχα ξαναδεί αυτή την έκφραση της, αυτό το βλέμμα και το ύφος πού μαρτυρούσαν, τώρα, σε αντίθεσι με το τότε, μιά εσωτερική νηνεμία, γαλήνη, ευδαιμονία. Πάνω από το σοφό μέτωπο, πλαισίωναν το κεφάλι της, σαν στέφανος, τα πάλευκα, όπως το καθαρό χιόνι, μεταξένια μαλλιά της όλα μαζί συνέθεταν την προτομή ενός εξαΰλωμένου πλάσματος πού πλημμύριζε όλο το χώρο με μιά ιερή πνευματικότητα.

Και, τότε, συνέχισε η Χρύσω, μου συνέβη κάτι το εντελώς απροσδόκητο και κάθε φορά που το θυμάμαι, αισθάνομαι ρίγος να διαπερνά το σώμα μου και πιό βαθιά μιά δόνησι να με συνταράζη.

Μέσα σε εκείνο το υποβλητικό περιβάλλον, την αδιατάρακτη σιγή, πού δεν ακουγόταν ούτε ο παραμικρός θόρυβος εκτός από την απαλή, σιγανή φωνή του Πελεκάνου, καθώς ο νους μου αχαλίνωτος ακροβατούσε, ενώ η ψυχή μου αδρανούσε μέσα σε μιά νεκρική παγωνιά, αποκαμωμένη γιατί είχε φθάσει στα ακραία όρια αντοχής, άκουσα μιά δυνατή βουή ανέμου και ευθύς αμέσως, σε ελάχιστα δευτερόλεπτα ένοιωσα να γίνεται ένας ισχυρός σεισμός πού με συγκλόνισε. Φόβος με κυρίεψε.

Έκανα μιά απότομη, ενστικτώδη κίνησι να σηκωθώ αλλά ξανακάθησα, αποσβολωμένη, στο κάθισμά μου όταν κύτταξα γύρω μου και είδα όλους τούς άλλους ακίνητους στις θέσεις τους ν’ ακούν ήρεμα το Ευαγγέλιο. Και η ταραχή μου μεγάλωσε ακόμα πιό πολύ όταν κατάλαβα πώς ο σεισμός αυτός δεν προερχόταν από κάτω, από τα έγκατα της Γης αλλά από ψηλά, ίσως, από τον Ουρανό. Μα πριν καλά-καλά συνέλθω, συνέβη κάτι σπουδαιότερο.

Αισθάνθηκα μιά φωτιά να κατεβαίνη πάλι από ψηλά και να περνάη μέσα από το μέτωπό μου κι ύστερα μέσα από το στήθος μου, βαθιά στο εσωτερικό μου. Και τρόμαξα για δεύτερη φορά και ο φόβος μου έγινε πανικός από τούτη τη φωτιά καθώς ο νους μου πού τα είχα χαμένα δεν μπορούσε να συλλάβη αυτά πού ξαφνικά και τόσο γρήγορα μου συνέβαιναν και, φυσικά, ούτε να δώση ο νους μου εξήγησι μπορούσε...

Όμως, σε λίγο, πολύ λίγο, δεν χρειαζόμουν, πιά, καμιά εξήγησι της λογικής μου σκέψεως γιατί μου ήλθε από άλλη θύρα εκείνη η εξήγησι πού δεν χωρά- αμφιβολία και δεν χρειάζεται ερμηνεία. 

Ήλθε από την Θύρα της ψυχής μου, πού άνοιξε διάπλατη, κι ήταν ολοκάθαρη σαν το κρύσταλλο και ολοφώτεινη σαν τον ήλιο του μεσημεριού, καθώς η πύρινη εκείνη φλόγα πού έπεσε σαν αστραπή, αντί να με κάψη και να μου προκαλέση κακό, εισχώρησε όπως ένα δυνατό φως και μιά γλυκιά θερμή πνοή, έλυωσε τον πάγο και ευθύς αμέσως βεβαιώθηκα την ίδια ακριβώς στιγμή πώς έδιωξε από μέσα μου την παγωνιά του θανάτου. 

Και ενώ, μερικά λεπτά πριν, είχα σχεδόν αποδιοργανωθή εσωτερικά μη μπορώντας να βάλω μιά τάξι μέσα μου κι ήμουν έτοιμη να το βάλω στα πόδια, ένοιωσα να καταλαγιάζη, αυτόματα, όλη η αντάρα, και να κυκλοφορή στις φλέβες μαζί με το αίμα μου μιά απέραντη γαλήνη, μιά ανείπωτη ευτυχία την οποία δεν μπορούν να σου δώσουν όλες μαζί οι χαρές της ζωής.

Η πρώτη σκέψι μου ήταν να κυττάξω και πάλι γύρω μου να δω τί είχαν αντιληφθή οι άλλοι. Όμως, και τούτη τη φορά δεν παρατήρησα απολύτως τίποτα. Κανένα σημάδι στα πρόσωπα ή στην έκφραση τους πού να μαρτυρά πώς και εκείνοι είχαν αισθανθή ό,τι και εγώ ή είχαν καταλάβει αυτά τα οποία συνέβησαν σε μένα.

Όλοι ήταν αδιάφοροι, κανένας δεν με πρόσεχε, όλοι, εκτός από έναν, τον οικοδεσπότη, ο οποίος όση ώρα διάβαζε, δίπλα μου, ένοιωθα ότι με παρακολουθούσε με την άκρη τού ματιού του και τη στιγμή κατά την οποία γύρισα προς αυτόν το βλέμμα μου, έκλεισε το Ευαγγέλιο, έκανε το σταυρό του και ψιθύρισε:

- Σ’ ευχαριστώ Παναγία μου.

Από τη στιγμή εκείνη ήμουν απολύτως βέβαιη ότι ο Θεός ήταν εντός μου και όταν επέστρεψα στο δωμάτιό μου, το ίδιο βράδυ, ένοιωθα τόσο ευτυχισμένη και μ’ ένα πρωτόγνωρο συναίσθημα, κυττάζοντας προς τον Ουρανό, έκανα την προσευχή μου: "Πάτερ ημών ο εν τοις Ουρανοίς...".

Ναι! Ο Θεός ήταν μέσα μου, ήταν αυτή η φωτιά. Γιατί ο Θεός είναι Φωτιά πού θερμαίνει χωρίς να καίη. Κατακαίει μόνο όποιο βλαβερό ζιζάνιο έχει φυτρώσει στην ψυχή γιά ν’ ακολουθήση η καλλιέργεια και η σπορά του Θείου Λόγου κι ύστερα να φυτρώση η γαλήνη και η ευτυχία.

Όταν, το άλλο πρωΐ, στην Εκκλησία, καλημέρησα τον κύριο Πελεκάνο και πριν τελειώσω τη φράσι μου:

Ξέρετε, χθες το βράδυ, στο σπίτι σας... με διέκοψε και μου είπε:

—Ξέρω, ξέρω τί έγινε, γιατί είχα προσευχηθή, πάρα πολύ, στην Παναγία, αλλά μην το πεις αυτό, ποτέ, σε κανέναν...»

Ἀπό τόν Ἀθεϊσμό στό Χριστό, Χρύσως Πέππα-Μακρυκώστα. Η Πορεία μιας ζωής. Εκδόσεις ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΓΩΝΙΑ Αθήνα 1977 Από το βιβλίο: Ἀρχιμ. Ἰωάννου Κωστώφ, Θεός φανερωθεί.