.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Άγιος Γρηγόριος ο Σιναίτης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Άγιος Γρηγόριος ο Σιναίτης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δέν ὠφελεῖ τὸν ἄνθρωπο ἡ γρήγορη μετάβαση ἀπό τήν κατάσταση τοῦ πνευματικοῦ πολέμου στήν κατάσταση τῆς πνευματικῆς ἐλευθερίας


Λέει ὁ ὅσιος Γρηγόριος ὁ Σιναΐτης: «Ἄν ὁ ἄνθρωπος δέν ἐγκαταλειφθεῖ καί δέν νικηθεῖ καί δέν ὑποδουλωθεῖ καί δέν κυριευθεῖ νικημένος ἀπὸ κάθε πάθος καί λογισμό καί πνεῦμα, χωρίς νά βρίσκει βοήθεια μήτε ἀπό ἔργα μήτε ἀπὸ τὸν Θεό μήτε ἀπ᾿ ὁτιδήποτε, γενικά, ἔτσι πού νά φτάσει πιά στήν ἀπελπισία καί νά ταπεινωθεῖ σέ ὅλα, δέν μπορεῖ νά συντριβεῖ καί νά ἔχει τὸν ἑαυτό του κάτω ἀπ’ ὅλους καί τελευταῖο καί δοῦλο ὅλων καί χειρότερο ἀκόμα κι ἀπὸ τούς δαίμονες, ἀφοῦ νικιέται καί ἐξουσιάζεται ἀπ᾽ αὐτούς. Αὐτή, λοιπόν, εἶναι ἡ οἰκονομική ταπείνωση πού παραχωρεῖ ἡ θεία πρόνοια, καί μέσω αὐτῆς δίνεται ἀπό τόν Θεό ἡ δεύτερη, ἡ ὑψηλή ταπείνωση, ἡ ὁποία εἶναι Θεία δύναμη πού ἐνεργεῖ καί κάνει τά πάντα. Αὐτή κάνει τὸν ἄνθρωπο νά βλέπει τὸν ἑαυτό του πάντοτε ὄργανο τῆς θείας δυνάμεως καί νά ἐργάζεται μ᾽ αὐτήν τά θαυμάσια τοῦ Θεοῦ»[1]. 

Ἔτσι ἐξηγεῖται τό θαυμαστὸ φαινόμενο πού παρατηρεῖται στούς ἁγίους τοῦ Θεοῦ: Ἐνῶ εἶναι σκεύη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, συγχρόνως ἀναγνωρίζουν καί ὁμολογοῦν πῶς εἶναι οἱ πιό μεγάλοι ἁμαρτωλοί, ἄξιοι πρόσκαιρων καί αἰώνιων τιμωριῶν. Κι αὐτό, γιατί οἱ ἅγιοι οὐσιαστικά γνώρισαν καί κατανόησαν τήν πτώση τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, γνώρισαν καί κατανόησαν ὅτι στήν πεσμένη φύση τους δὲν ὑπάρχει τίποτε τό ἀμόλυντο, καί γι᾿ αὐτό ὅ,τι καλό κάνουν, ὀφείλεται στή θεία χάρη πού κατοικεῖ στήν ψυχή τους. Μέ ἀκράδαντη πεποίθηση ἀποδίδουν τά πάντα σ᾽ αὐτήν, τρέμοντας διαρκῶς μήν τυχόν ἐμφανιστεῖ μέσα τους, ἀπό τήν πεσμένη φύση, κάποιος λογισμός ἤ κάποιο αἴσθημα πού θά προσβάλει τό Ἅγιο Πνεῦμα.[2]

Δέν ὠφελεῖ τὸν ἄνθρωπο ἡ γρήγορη μετάβαση ἀπό τήν κατάσταση τοῦ πνευματικοῦ πολέμου στήν κατάσταση τῆς πνευματικῆς ἐλευθερίας. 

Ὁ ὅσιος Μακάριος παρατηρεῖ σχετικά: 

«Ὑπάρχουν πολλές ψυχές, οἱ ὁποῖες, μολονότι γιά τή νηπιότητα τους ἀπέκτησαν μέ τή χρηστότητα τοῦ Κυρίου τή θεία χάρη -καί μάλιστα μέ σχετική ἐσωτερική πληροφορία ἀπό τή γλυκύτητα καί τήν ἀνάπαυση πού τούς χάριζε τό Πνεῦμα-, παραμένουν ἀκόμα στή νηπιακή κατάσταση. Αὐτές οἱ ψυχές δέν εἶναι ἕτοιμες -ἄς τό πῶ ἔτσι νά μποῦν στή βασιλεία τῶν οὐρανῶν, ἐπειδή δέν δοκιμάστηκαν, δέν πειράστηκαν μέ θλίψεις ἀπό τά πονηρά πνεύματα. “Ἄν δέν πήρατε τή διαπαιδαγώγηση πού ἔχουν πάρει ὅλοι, τότε εἶστε νόθα παιδιά καί ὄχι γνήσια”[3], λέει ὁ ἅγιος ἀπόστολος. Ὥστε καί οἱ πειρασμοί καί οἱ θλίψεις στέλνονται στόν ἄνθρωπο γιά τήν ὠφέλεια του, γιά νά κατεργαστοῦν τήν ψυχή του κι ἔτσι νά τήν κάνουν πιό δυνατή καί πιό ἄξια. Κι ἂν ἡ ψυχή ὑπομένει ὥς τό τέλος (τούς πειρασμούς καί τίς θλίψεις) μέ ἐλπίδα πρός τόν Κύριο, εἶναι ἀδύνατο νά μή λάβει τά ἀγαθά πού ἔχει ὑποσχεθεῖ τό Ἅγιο Πνεῦμα καί τή λύτρωση ἀπό τά πάθη τῆς κακία »[4]. 


1. Ὁσίου Γρηγορίου τοῦ Σιναΐτου, Κεφάλαια πάνυ ὠφέλιμα ΡΛΖ΄, ριζ΄.

2. Πρβλ. Ὁσίου Μακαρίου τοῦ Μεγάλου, Ὁμιλίαι Πνευματικαί, ΚΖ', 4, 5, 18. 

3. Ἑβρ. 12:8. 

4. Ὁσίου Μακαρίου τοῦ Μεγάλου, Περὶ ἐλευθερίας νοὸς λόγος, 14.

~ Από τα Έργα Αγίου Ιγνάτιου Μριαντσιανίνωφ, ΑΣΚΗΤΙΚΕΣ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ


http://hristospanagia3.blogspot.com

Πώς πρέπει να κάθεται ο ησυχαστής στην προσευχή και να μη σηκώνεται γρήγορα



Άλλοτε σε σκαμνί, το πιο πολύ, επειδή είναι κουραστικό· άλλοτε πάλι, πιο σπάνια, σε στρωσίδι προσωρινά, για κάποια άνεση. Πρέπει το κάθισμά σου αυτό να γίνεται με υπομονή, όπως λέει ο Απόστολος: «Να επιμένετε καρτερικά στην προσευχή»(Κολ. 4, 2), και να μην αδημονείς και σηκώνεσαι γρήγορα από τον οδυνηρό κόπο και τη νοερή φωνή και το αδιάκοπο σφίξιμο του νου. Γιατί λέει ο Προφήτης: «Με έπιασαν πόνοι σαν τη γυναίκα που γεννάει»(Ησ. 21, 3). 

Αλλά σκύβοντας κατω και μαζεύοντας το νου μεσα στην καρδιά, αν βέβαια αυτή έχει ανοιχθεί, να επικαλείσαι τον Κύριο Ιησού να έρθει να σε βοηθήσει. Αν και θα κουραστούν οι ώμοι σου και συχνά θα πονά το κεφάλι σου, εσύ να έχεις καρτερία σ' αυτά με φιλοπονία και έρωτα, ζητώντας μέσα στην καρδιά σου τον Κύριο. «Η βασιλεία του Θεού ανήκει σ' όσους βιάζουν τον εαυτό τους, και αυτοί την αρπάζουν»(Ματθ. 11, 12). 

Με αυτά τα λόγια ο Κύριος υπέδειξε αληθινά να επιμένομε σ' αυτά και σ' αυτούς τους κόπους. Γιατί η υπομονή και η καρτερία σε όλα είναι που γεννούν τους κόπους και του σώματος και της ψυχής.

Άγιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης

Τό πένθος περιφρουρεῖ τήν προσευχή

Ὅταν λοιπόν δεῖ ὁ διάβολος κάποιον νά ζεῖ μέσα στό πένθος, δέν μένει ἐκεῖ, γιατί δειλιάζει τήν ταπείνωση πού προξενεῖται ἀπό τό πένθος. Ἄν ὅμως δεῖ κάποιον νά φαντάζεται μέ ὑπερηφάνεια ὅτι θά φθάσει τά ὑψηλά, ἔχοντας πόθο σατανικό καί ὄχι ἀληθινό, τότε εὔκολα τόν πιάνει στά δίχτυα του σάν ὑπηρέτη του.Γι’ αὐτό εἶναι πολύ μεγάλο ὅπλο νά κρατᾶ κανείς τήν προσευχή καί τό πένθος, γιά νά μήν πέφτει ἀπό τή χαρά τῆς προσευχῆς στήν ὑπερηφάνεια, ἀλλά νά προτιμᾶ τή χαρμολύπη κι ἔτσι νά μένει ἀβλαβής.Γιατί ἡ ἀπλανής προσευχή τοῦ Ἰησοῦ, ὁ Ὁποῖος ἔβαλε φωτιά στή γῆ τῆς καρδιᾶς μας, εἶναι πού κατακαίει τά πάθη σάν ἀγκάθια καί προκαλεῖ στήν ψυχή εὐφροσύνη καί ἱλαρότητα·
καί αὐτή δέν ἔρχεται οὔτε ἀπό δεξιά, οὔτε ἀπό ἀριστερά,οὔτε ἀπό πάνω, ἀλλά ἀναβλύζει στην καρδιάσάν πηγή νεροῦἀπό τό Ζωοποιό Πνεῦμα. Αὐτή μονάχα πόθησε νά βρεῖς καί νά ἀποκτήσεις μέσα στήν καρδιά σου, κρατώντας πάντοτε τό νοῦ σου χωρίς φαντασίες καί γυμνό ἀπό νοήματα καί λογισμούς· καί μή φοβᾶσαι. 

Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Σιναΐτης

Ο Αγ. Γρηγόριος ο Σιναίτης και περί της Νοεράς Προσευχής

Ο Αγ. Γρηγόριος ο Σιναίτης κατέχει από της λαμπρότερες θέσεις του ησυχαστικού και ασκητικού βίου της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Έμαθε και τελειοποίησε την μέθοδο της ησυχαστικής προσευχής όπου αυτή μεταφέρθηκε σε άλλους ασκητές και έγινε ο τρόπος ζωής όλων των μοναχών.

Τι ακριβώς είναι ο «Ησυχασμός»; Ο Ησυχασμός είναι ο τρόπος που οι 
μοναχοί, μέσω της ησυχίας και της αδιάλειπτης προσευχής, λέγοντας την ευχή«Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με.»[1]φτάνουν στην θέωση όπου όταν και αν το επιτρέψει ο Θεός, να δουν το Άκτιστο Φώς. Το ευαγγέλιο δίνει την πρώτη μαρτυρία για τον ησυχαστικό τρόπο προσευχής με τον έκτο μακαρισμό «μακάριοι οι καθαροί τη καρδία, ότι αυτοί τον Θεόν όψονται.»[2]. Αλλά και πολλοί Πατέρες μίλησαν περί του ησυχαστικού τρόπου ζωής όπως οι Καππαδόκες, Αγ. Μάξιμος Ομολογητής, Αγ. Συμεών ο Νέος Θεολόγος, Αγ. Γρηγόρος ο Σιναίτης κ.α. Αυτό που άλλαξε από την εποχή των Καππαδοκών μέχρι και την εποχή του Αγ. Γρηγορίου του Σιναίτου είναι ο τρόπος προσευχής που σκοπό είχε την θεοπτία, παρόμοια όπως αυτή που είδαν οι μαθητές στο όρος Θαβώρ «και μετεμορφώθη έμπροσθεν αυτών, και έλαψε το πρόσωπον αυτού ως ο ήλιος, τα ιμάτια αυτού εγένετο λευκά ως το φώς.»[3].

Ο Αγ. Γρηγόριος ο Σιναίτης υπήρξε από τα λαμπρότερα παραδείγματα του ησυχαστικού τρόπου ζωής. Γεννήθηκε στο Κούκουλο των Κλαζομενών της Μικράς Ασίας.[4]
Έμαθε τα ιερά γράμματα από τους ευσεβείς γονείς και από τους διδασκάλους του.

Κατά τη βασιλεία του Ανδρονίκου Παλαιολόγου του Β’, τα μέρη των Κλαζομενών λεηλατήθηκαν και αιχμαλωτίστηκαν οι κάτοικοι αυτής της περιοχής, μαζί με αυτούς και ο Αγ. Γρηγόριος ο Σιναίτης. Ως αιχμάλωτοι, είχε λάβει άδεια από τους Τούρκους να μπορεί να πηγαίνει στην εκκλησία όπου προσευχόταν και έψελνε. Εκεί ο κόσμος θαύμασε την πραότητα και ωραιότητα της ψαλμωδίας του όπου πήγαν μερικοί χριστιανοί και πλήρωσαν πολλά χρήματα στους Τούρκους για την ελευθερία του, όπως και έγινε.[5]

Μετά από αυτό, πήγε στη Κύπρο όπου εκπλήρωσε τον πόθο του για τον μοναχισμό και έγινε δόκιμος κοντά σε έναν ενάρετο ασκητή. Από τη Κύπρο πήγε στην Ιερά Μονή της Αγίας Αικατερίνης του Σινά όπου εκάρη μοναχός και έμαθε την μέθοδο του ησυχαστικού βίου. Εδώ, ασκήτευε με αυστηρή νηστεία, αγρυπνία, ψαλμωδία και προσευχή. Αυτό το έβλεπαν οι περισσότεροι μοναχοί και τον θαύμαζαν για την ασκητική του ζωή. Δυστυχώς όμως, μερικοί τον φθόνησαν και μη θέλοντας να στενοχωρήσει κανέναν, έφυγε με τον μαθητή του Γεράσιμο. Πήγαν στο Ιεροσόλυμα για να προσκυνήσουν τον Πανάγιο Τάφο. Από εκεί πήγαν στην Κρήτη και συγκεκριμένα στους «Καλούς Λιμένες» όπου γνώρισε τον ασκητή Αρσένιο και τελειοποίησε την ησυχαστική μέθοδο προσευχής. Του έμαθε ο μοναχός Αρσένιος τη θεωρία του ησυχασμού που είναι η θεωρία και άσκηση της νοεράς προσευχής. Τα βασικά στοιχεία ήταν η φύλαξη του νού, η νήψη (καθαρισμού) της καρδιάς και η νοερά προσευχή που θα συνοδευόταν με άσκηση. Ο μοναχός Αρσένιος θεωρούσε πολύ σημαντικό να υπάρχει τελείωση στο πρακτικά αλλά και θεωρητικό βίο.

Με αυτές τις αρχές που έμαθε από την Μονή της Αγ. Αικατερίνης Σινά και από τον μοναχό Αρσένιο, πήγε στο Άγιον Όρος όπου μετέφερε αυτόν τον τρόπο ζωής και προσευχής στους αγιορείτες μοναχούς. Εκεί δέχτηκαν αυτόν τον τρόπο με πολύ ενθουσιασμό και έτσι εξαπλώθηκε γρήγορα σε όλο το Αγ. Όρος, μεγάλα μοναστικά κέντρα της Ανατολής και στους Σλαβικούς λαούς.

Ο Γρηγόριος Σιναίτης έφυγε από το Αγ. Όρος και πήγε Κωνσταντινούπολη μετά για μικρό χρονικό διάστημα ασκήτεψε στο όρος Κατακεκρυωμένου στην περιοχή Μεσομίλιον και γύρισε πάλι στο Αγ. Όρος για να συνεχίσει την διδασκαλία στους αγιορείτες μοναχούς. Ξαναέφυγε για τα Παρόρια όπου συνέχισε την άσκηση. Εκεί πήγαν πολλοί ασκητές και ιδρύθηκαν μοναστήρια που ακολούθησαν την τακτική του Ησυχασμού.

Μεταξύ των μαθητών του που ήταν Βούλγαροι, Σέρβοι και άλλοι, σημαντικότεροι από τους Σλάβους ήταν οι βούλγαροι μοναχοί Θεοδόσιος και Ευθύμιος.[6]
Ο Θεοδόσιος (+1363) ίδρυσε μοναστήρι στο όρος Κελιφάρεβο κοντά του Τυρνόβου και εισήγαγε τον Ησυχασμό στην Βουλγαρία. Ο Ευθύμιος ήξερε καλά Ελληνικά και μετέφρασε πολλά θεολογικά έργα και έγραψε εγκωμιαστικούς λόγους για μερικούς αγίους. Στη Ρωσία, μεταφέρθηκε από τον Κυπριανό Τσάμπλακ, μητροπολίτου Κιέβου και πάσης Ρωσίας. Μαθητής σημαντικός ήταν και ο Κάλλιστος Α’ (1350-1354, 1355-1363) που έγραψε και το βίο του Αγ. Γρηγορίου του Σιναίτου αλλά και τον υποστήριξε έναντι των αντιησυχαστών και ιδιαιτέρως κατά του Γρηγορίου Ακινδύνου.[7]

Ο Γρηγόριος ο Σιναίτης, έχοντας φθάσει σε μεγάλη ηλικία, μετά από λίγες μέρες ασθένειας, παρέδωσε το πνεύμα του στον Θεό.

Ο Γρηγόριος ο Σιναίτης εργάστηκε πάνω στη θεωρία και πράξη της Νοεράς προσευχής όπου είδε το Άκτιστο Φώς. Αναφέρει συγκεκριμένα στο «Περί ησυχίας και περί των δύο τρόπων της προσευχής»[8]ότι υπάρχουν δύο τρόποι ή είσοδοι που ο άνθρωπος μπορεί να φτάσει στη θέωση. Οι τρόποι είναι η νοερά προσευχή και η διαφύλαξη του νου, «εκατέρωθεν της νοεράς προσευχής, της δια του Πνεύματος εν καρδία ενεργουμένης, δι’ων ο νούς η προλαμβάνει αυτήν εκείσε τω Κυρίω κολλώμενος κατά την Γραφήν, η κινουμένης της ενεργείας κατά πρόοδον εν πυρί ευφροσύνης έλκει τον νούν, ή δεσμεύει αυτόν προς την του Κυρίου Ιησού επίκλησιν τε και ένωσιν.»[9]
Με την επίκληση του ονόματος του Κυρίου Ιησού Χριστού, η ενέργεια του Αγίου Πνεύματος βοηθά τον ασκούμενο να μειωθούν τα πάθη και να φτάσει στη θέωση. Με την πράξη (άσκηση) καθαρίζεται από τα πάθη ο άνθρωπος και με τη θεωρία βλέπει το Άκτιστο Φώς, εφόσον το επιτρέψει και ο Θεός για να το δει.

Η πρακτική τακτική που συμβουλεύει ο Γρηγόριος ο Σιναίτης για το πώς μπορεί ο άνθρωπος να φτασει στη θέωση είναι «Και από μεν πρωίας καθεζόμενος εν σπιθαμιαία καθέδρα, άγξον τν νούν εκ του ηγεμονικού εν καρδία και κράττει αυτόν εν αυτή. Κύπτων δε εμπόνως, και τα στέρνα, ώμους τε και τον τράχηλον σφοδρώς περαλγών, επιμόνως κράζε νοερώς ή ψυχικώς το, ‘Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με’.»[10]
Αυτή τη ευχή θα πρέπει ο ασκητής να λέει συνέχεια για να νικήσει τα πάθη του. Ο άγιος δίνει και και μια άλλη ευχή που θα μπορεί να λέει ο ασκητής αν κουραστεί. Αναφέρει «Είτα, δια το στενόν και επίπονον, ίσως και αηδώς δια το συνεχές έχων όπερ ουκ εστί δια το εν βρώμα του τριωνύμου συνεχώς εσθιόμενον, ‘οι γαρ εσθίοντες με’, φησίν, ‘έτι πεινάσουσι’ μεταλλάτων τον νούν εις το έτερον ήμισυ, λέγε ‘Υιέ του Θεού, ελέησον με.’ Και πολλαχώς λέγων το ήμισυ, συνεχώς ουκ οφείλεις εκ ραθυμίας μεταλλάττειν αυτά, ου ριζούνται γαρ τα φυτά συνεχώς μεταφυτευόμενα.»[11]
Και έναν τρόπο που δίνει ο Γρηγόριος για να μην ατονίσει ο νούς του ασκητή, είναι «ίσως δε εστίν ότε τη νοερά και συνεχεί βοή και τη εμμόνω πήξει ο νούς αθυμών, μικράς αναπαύσεως μεταλαμβάνει εν τω απολύσαι αυτόν εις το πλάτος της ψαλμωδίας από του απεστενωμένου της ησυχίας.»[12]
Με αυτόν τον τρόπο, δεν βαριέται ο άνθρωπος συνέχεια λέγοντας τη νοερά προσευχή αλλά αναπαύεται με το ψάλσιμο. Αυτή η πρακτική είναι «τάξις αρίστη και διδαχή σοφωτάτων ανδρων»[13].

Με αυτόν τον πρακτικό τρόπο, με τη βοήθεια του Αγίου Πνεύματος, θα μπορέσει ο ασκητής να φτάσει στο στάδιο της θεώσεως. Αλλά προειδοποιεί τον νέο ασκητή για τους κινδύνους που μπορεί να εμφανιστούν στον δρόμο προς την θέωση. Αναφέρει «Εάν δε ιδής τας ακαθαρσίας των πονηρών πνευμάτων, ήτοι λογισμών, αναδιδόμενας ή μεταμορφουμένας εν τω νοί σου, μη θαμβηθής, καν αγαθά νοήματα πραγμάτων αναφαίνωνταί σοι, μη πρόσχης αυτοίς, αλλά κρατών την εκπνοήν, ως δυνατόν, και τον κατακαίεις και συστέλλεις αυτά, μαστίζων αυτούς αοράτως δια του θείου ονόματος.»[14]
Αλλού αναφέρει, «Πρόσεχε ουν ακριβώς, Θεού εραστά, εν γνώσει επάν εργαζόμενος το έργον, ίδης φώς ή πύρ έξωθεν ή έσωθεν, ή σχήμα δήθεν Χριστού ή αγγέλου ή ετέρου τινός, μη παραδέξη αυτό, ίνα μη βλάβην υποστής μηδε συ αφ’εαυτού, εικονικώς προσέχων, εάσης τον νούν εκτυπούν τοιαύτα. Πάντα γαρ ταύτα έξωθεν ακαίρως μετασχηματιζόμενα, προς το πλανήσαι την ψυχήν γίνονται.»[15]
Είναι επικίνδυνο να αφεθεί ο νούς σε αυτές τις «ελάμψεις» γιατί μπορεί να προέρχονται από τον διάβολο και μπορούν να σε οδηγήσουν σε πλάνη και απομάκρυνση από τον Θεό. Ακολουθεί ο Γρηγόριος Σιναίτης να δώσει την απάντηση στον ασκούμενο, οπώς να καταλάβει αν είναι κάτι από τον Θεό ή από τον Διάβολο. Λέει, «Η γαρ αρχή της προσευχής η αληθινή, η καρδιακή θερμή εστίν, η φλογίζουσα τα πάθη και ιλαρότητα η χαράν τη ψυχή εμποιούσα, αδιστάκτω πόθω και ανενδοσιάστω πληροφορία την καρδίαν βεβαιούσα. Παν γαρ το ερχόμενον εις την ψυχήν, φασίν οι Πατέρες, καν αισθητόν, καν νοερόν, και διστάζει εν τούτω η καρδία, μη παραδεχομένη αυτό, ουκ έστιν εκ του Θεού, αλλ’εκ του εναντίου επέφθη.»[16]
Για αυτό είναι βασικό, ο ασκούμενος να συνεχίζει την επίκληση του ονόματος του Ιησού Χριστού και να μην αποσπάται μέχρι να φτάσει στη πραγματική (εκ Θεού) φανέρωση του Ακτίστου Φωτός. Επίσης για τη προσοχή του νέου στην άσκηση, λέει «Ησυχία γαρ εστιν απόθεσις νοημάτων των ουκ εκ του Πνεύματος θειοτέρων, εως καιρού, ίνα μη, προσέχων τούτοις ως καλοίς, το μείζον απολέσης.»[17]
Εάν με μεγάλη προσοχή ασκήσει τον Ησυχαστικό βίο, θα μπορέσει να φτάσει στο επίπεδο της θεώσεως.

Ο Γρηγόριος ο Σιναίτης υπήρξε και υπάρχει από τα λαμπρότερα παραδείγματα ασκητικού, ενάρετου και ησυχαστικού βίου. Αυτός έμαθε και τελειοποίησε τον ησυχαστικό τρόπο προσευχής, με τη νοερά (καρδιακή) προσευχή «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με.»[18]που θα βοηθούσε τους ασκητές να φτάσουν στην θεωρία, στο να μπορέσουν να δούνε το Άκτιστο Φώς.

Αυτό που μπορούμε να συμπεράνουμε από το βίο και έργο «Περί Ησυχίας και Περί των Δύο Τρόπων της Προσευχής»[19], συγκεκριμένα περί της «Νοεράς Προσευχής» είναι ότι ο άνθρωπος δεν μπορεί να επιτύχει την θέωση και σωτηρία του από μόνος του. Ο Γρηγόριος ο Σιναίτης μιλά για τον ασκητικό βίο και τον τρόπο που θα πρέπει να ζούνε και να προσεύχονται οι ασκητές. Αλλά δεν είναι κάτι που περιορίζεται μόνο στους ασκητές. Ο Ησυχασμός είναι η μέθοδος προσευχής που όλοι μπορούν να χρησιμοποιήσουν για να φτάσουν στην θέωση. Από τη διδασκαλία του Γρηγορίου του Σιναίτου, παραλαμβάνουμε τη θεωρία και πράξη, τους δύο τρόπους που μας οδηγούν στον τελικό σκοπό μας, τη καθ’ομοίωσιν με το Θεό.

Νικόλαος Γεωργαντώνης
θεολόγος

[1] Γρηγορίου Σιναίτου, Περί ησυχίας και περί των δύο τρόπων της προσευχής,PG50, 1316 ABC
[2] Ματθ. 5,8
[3] Ματθ. 14, 2
[4] Φειδάς, Βλ, Εκκλησιαστική Ιστορία Β’, σελ. 486
[5] Μον. Βίκτωρος Ματθαίου, Μέγας Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Μην Απρίλιος σελ. 116
[6] Φειδάς, Βλ, Εκκλησιαστική Ιστορία Β’, σελ. 489
[7] Φειδάς, Βλ, Εκκλησιαστική Ιστορία Β’, σελ. 490
[8] Γρηγορίου Σιναίτου, Περί ησυχίας και περί των δύο τρόπων της προσευχής,PG150, 1313 Α – 1324 Β
[9] Γρηγορίου Σιναίτου, Περί ησυχίας και περί των δύο τρόπων της προσευχής,PG150, 1313 A
[10] Γρηγορίου Σιναίτου, Περί ησυχίας και περί των δύο τρόπων της προσευχής,PG150, 1316 A
[11] Γρηγορίου Σιναίτου, Περί ησυχίας και περί των δύο τρόπων της προσευχής,PG150, 1316 AB
[12] Γρηγορίου Σιναίτου, Περί ησυχίας και περί των δύο τρόπων της προσευχής,PG150, 1320 D
[13] Γρηγορίου Σιναίτου, Περί ησυχίας και περί των δύο τρόπων της προσευχής,PG150, 1320 D
[14] Γρηγορίου Σιναίτου, Περί ησυχίας και περί των δύο τρόπων της προσευχής,PG150, 1316 BC
[15] Γρηγορίου Σιναίτου, Περί ησυχίας και περί των δύο τρόπων της προσευχής,PG50, 1324 A
[16] Γρηγορίου Σιναίτου, Περί ησυχίας και περί των δύο τρόπων της προσευχής,PG150, 1324 B
[17] Γρηγορίου Σιναίτου, Περί ησυχίας και περί των δύο τρόπων της προσευχής,PG150, 1324 A
[18] Γρηγορίου Σιναίτου, Περί ησυχίας και περί των δύο τρόπων της προσευχής,PG150, 1316 A
[19] Γρηγορίου Σιναίτου, Περί ησυχίας και περί των δύο τρόπων της προσευχής,PG150, 1313 A– 1324 B


http://themata-orthodoxias.blogspot.gr

Πῶς πρέπει νά ἐνεργοῦμε τήν προσευχή



Σπεῖρε, λέει ὁ Σολομών, τό πρωί τόν σπόρο σου ( τῆς προσευχῆς ) καί τό βράδυ ἄς μή παύει τό χέρι σου, γιά νά μήν ὑπάρξει διακοπή στή συνέχεια τῆς προσευχῆς καί χάσεις ἴσως τήν ὥρα πού θά εἰσακουστεῖς. Γιατί δέ γνωρίζεις ποιό θά εὐδοκιμήσει, αὐτό ἤ ἐκεῖνο.

(Ἐκκλ. 11,6: «ἐν τῷπρωί σπεῖρον τὸσπέρμα σου, καὶεἰςἑσπέραν μὴἀφέτω ἡχείρ σου, ὅτι οὐγινώσκεις ποῖον στοιχήσει, ἢτοῦτο ἢ τοῦτο, καὶἐὰν τὰδύο ἐπὶ τὸαὐτὸἀγαθά»).

 Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Σιναΐτης