.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γέρων Ιωσήφ ο Ησυχαστής. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γέρων Ιωσήφ ο Ησυχαστής. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Ἅγιος Ἰωσὴφ Ἡσυχαστής: "Σὲ καιρὸ πειρασμοῦ μὴν ἀφήνεις τὴ θέση σου"


Καὶ τώρα ποὺ νικήθηκες καὶ ἔπεσες μία φορὰ νὰ εἶσαι ἄγρυπνος στὸ ἑξῆς σὲ αὐτὸ τὸ πάθος. Διότι ὁ πειρασμὸς πάντοτε στέκει πλάϊ σου· καὶ σ’ ὅποιον πόλεμο νικήθηκε μία φορὰ -καὶ ἑκατὸ χρόνια νὰ περάσουν- μόλις ἔλθει ὁ ἄνθρωπος σ’ ἐκεῖνο τὸ πράγμα, ποὺ νικήθηκε τὴν πρώτη φορά, ἀμέσως τὸν ρίχνει καὶ πάλι.

Γι’ αὐτὸ λέω σὲ σένα καὶ σ’ ὅλους τους ἀδελφούς, ὅτι σὲ κάθε πόλεμο τοῦ ἐχθροῦ πρέπει νὰ βγεῖς νικητής. Ἢ νὰ πεθάνεις στὸν ἀγώνα· ἢ μὲ τὸ Θεὸ νὰ νικήσεις. Ἄλλος δρόμος δὲν ὑπάρχει. 

Σὲ καιρὸ πειρασμοῦ μὴ ἀφήνεις τὴ θέση σου· μὴ λιποτακτήσεις· μὴ θελήσεις νὰ δείξεις τοῦ ἄλλου τὸ σφάλμα· μὴ ζητήσεις τὸ δίκαιο· ἀλλὰ σιωπώντας μέχρι θανάτου νὰ περάσεις τὸν πειρασμὸν...καὶ τὴν ταραχή.
Καί, ἀφοῦ περάσει ὁ πειρασμὸς καὶ γίνει τέλεια εἰρήνη – εἴτε Γέροντας εἶσαι, εἴτε ὑποτακτικὸς- τότε δεῖξε χωρὶς πάθος τὴ ζημία καὶ τὴν ὠφέλεια. Καὶ ἔτσι οἰκοδομεῖται ἡ ἀρετή.
Ὅλοι οἱ πειρασμοὶ καὶ οἱ θλίψεις θέλουν ὑπομονή, καὶ αὐτὴ εἶναι ἡ νίκη τους. Σημείωσε τὰ ὀνόματα ὅσων ὑπέμειναν ἕως θανάτου σὲ καιρὸ πειρασμοῦ, ποὺ γίνεται στὸ στόμα τὸ σάλιο τοὺς αἷμα γιὰ νὰ μὴ μιλήσουν. Αὐτοὺς νὰ τοὺς ἔχεις σὲ μεγάλη εὐλάβεια καὶ νὰ τοὺς τιμᾶς ὡς Μάρτυρες, ὡς Ὁμολογητές. Αὐτούς, ἐγὼ ἀγαπῶ, καὶ γι’ αὐτοὺς ὀφείλω νὰ χύνω κάθε ἡμέρα καὶ τὴν τελευταία ρανίδα μου ἓν ἀγάπη Χριστοῦ. Διότι τὸν βλέπεις ὅτι ὑπομένοντας προτιμᾶ μύριους θανάτους, παρὰ νὰ βγάλει ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ λόγο ψυχρό. Καί, ὅταν τὸν πνίγουν οἱ ἄνθρωποι, τὸν πνίγει τὸ δίκαιο, τὸν πνίγει καὶ ὁ ἐσωτερικὸς λογισμός· καὶ αὐτὸς μαχόμενος ἀτονεῖ καὶ πέφτει σὰν νεκρός· καὶ συνεχίζει νὰ μάχεται νοερὰ μὲ τὸν πειρασμὸν καὶ παίρνει ὅλα τὰ βάρη ἐπάνω του πονώντας καὶ στενάζοντας ὡς φταίχτης.

Λοιπὸν τίποτε ἄλλο δὲν ἐπιθυμῶ καὶ τόσο πολὺ ἀγαπῶ, ὅσο νὰ ἀκούω ὅτι κάνετε ὑπομονὴ στοὺς πειρασμούς.

Ἐπειδὴ ὁ Θεός, ὡς Ὂν αὐτοδόξαστο, δὲν χρειάζεται τὴν ἐργασία τοῦ ἀνθρώπου. Χαίρεται ὅμως καὶ ἀγαπᾶ, ὅταν γιὰ τὴν ἀγάπη Τοῦ μαρτυροῦμε καὶ πάσχουμε. Γι’ αὐτὸ καὶ μᾶς στεφανώνει ὡς ἀθλητές, μᾶς χαρίζει πλούσια τὴ χάρη Του.

Ἤθελα νὰ κάνω τρεῖς λόγους, ἢ καὶ βιβλία, ποὺ τὸ ἕνα νὰ περιέχει μόνον αὐτό: Ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι μηδέν· καὶ διαρκῶς νὰ φωνάζω ὅτι εἶμαι μηδέν. Τὸ ἄλλο νὰ γράφει: Ὅτι σὲ ὅλα εἶναι ὁ Θεὸς αὐτοδόξαστος. Καὶ τὸ τρίτο: Νὰ ἔχεις σὲ ὅλα ὑπομονὴ μέχρι θανάτου. Κι ἂν εἶσαι νέος, κι ἂν γέρασες, κι ἂν ἀγωνίσθηκες πολλὰ χρόνια, ἐὰν δὲν κάνεις ὑπομονὴ μέχρι νὰ βγεῖ ἡ ψυχή σου, σὰν κουρέλι θεωροῦνται τὰ ἔργα σου ἐνώπιόν του Θεοῦ,

Λοιπὸν γνώριζε τὸν ἑαυτό σου ὅτι εἶσαι μηδέν. Αὐτὴ εἶναι ἡ ὕπαρξή σου· μηδέν. Ἡ καταγωγή σου εἶναι ὁ πηλός, καὶ ἡ ζωτικὴ δύναμή σου εἶναι ἡ πνοὴ τοῦ Θεοῦ. Ὅλα λοιπὸν εἶναι τοῦ Θεοῦ. Γνώριζε τὸν ἑαυτό σου ὅτι εἶσαι μηδὲν καὶ ἔχε ὑπομονὴ στοὺς πειρασμούς, γιὰ νὰ ἀπαλλαγεῖς ἀπ’ αὐτούς, καὶ νὰ γίνεις θεὸς κατὰ χάριν· γιατί εἶσαι ἡ πνοή, τὸ ἐμφύσημα τοῦ Θεοῦ.


(Γέροντος Ἰωσήφ, «Ἔκφρασις Μοναχικῆς Ἐμπειρίας», ἔκδ. Ι.Μ.Φιλοθέου, Ἄγ. Ὅρος, σ. 119-121- ἀπόσπασμα σὲ νεοελληνικὴ ἀπόδοση.)

Αναρτήθηκε από ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ

𝚻ώ𝛒𝛂 𝛑𝛒ό 𝛑𝛂𝛎𝛕ός 𝛕ή𝛎 𝚳𝛆𝛄ά𝛌𝛈 𝚺𝛂𝛒𝛂𝛋𝛐𝛔𝛕ή𝛎 𝛑𝛐ύ 𝛍𝛂͂ς 𝛆҆́𝛒𝛘𝛆𝛕𝛂𝛊...


𝚶҅ 𝛅έ 𝛅𝛊ά𝛃𝛐𝛌𝛐ς, 𝛐҅́𝛔𝛐𝛎 𝛑𝛆𝛒𝛎𝛂͂ͅ 𝛐҅ 𝛋𝛂𝛊𝛒ός 𝛋ά𝛊 𝛗𝛉ά𝛎𝛆𝛊 𝛕ό 𝛕έ𝛌𝛐ς 𝛕𝛐𝛖, 𝛕ό𝛔𝛐𝛎 𝛑𝛐𝛌𝛆𝛍𝛆𝛊͂ 𝛋𝛂ί 𝛃𝛊ά𝛇𝛆𝛕𝛂𝛊 𝛍έ 𝛂҆́𝛋𝛒𝛂𝛎 𝛍𝛂𝛎ί𝛂𝛎 𝛐҅́𝛌𝛐𝛖ς 𝛎ά 𝛍𝛂͂ς 𝛋𝛐𝛌ά𝛔𝛈ͅ. 

𝚻ώ𝛒𝛂 𝛑𝛒ό 𝛑𝛂𝛎𝛕ός 𝛕ή𝛎 𝚳𝛆𝛄ά𝛌𝛈 𝚺𝛂𝛒𝛂𝛋𝛐𝛔𝛕ή𝛎 𝛑𝛐ύ 𝛍𝛂͂ς 𝛆҆́𝛒𝛘𝛆𝛕𝛂𝛊, 𝛑𝛐𝛌𝛌𝛐ύς 𝛑𝛆𝛊𝛒𝛂𝛔𝛍𝛐ύς 𝛋ά𝛊 𝛑𝛐𝛌𝛌άς 𝛕𝛂𝛒𝛂𝛘άς 𝛋𝛊𝛎𝛐𝛖͂𝛎 𝛋𝛂𝛕❜ 𝛆҆𝛑ά𝛎𝛚 𝛍𝛂ς 𝛐𝛊҅ 𝛑𝛂𝛍𝛍ό𝛘𝛉𝛈𝛒𝛐𝛊 𝛅𝛂ί𝛍𝛐𝛎𝛆ς.

𝚬҆𝛑𝛆𝛊𝛅ή 𝛋𝛂ί 𝛈҅𝛍𝛆𝛊͂ς 𝛋𝛂𝛕❜ 𝛂𝛖҆𝛕ό𝛎 𝛕ό𝛎 𝛋𝛂𝛊𝛒ό𝛎 𝛕𝛐ύς 𝛉𝛌ί𝛃𝛐𝛍𝛆𝛎 𝛑𝛆𝛒𝛊𝛔𝛔𝛚͂ς 𝛍έ 𝛎𝛈𝛔𝛕𝛆ί𝛂𝛎 𝛋𝛂ί 𝛑𝛒𝛐𝛔𝛆𝛖𝛘ή, 𝛄ί𝛎𝛐𝛎𝛕𝛂𝛊 𝛋𝛂ί 𝛂𝛖҆𝛕𝛐ί 𝛋𝛂𝛉❜ 𝛈҆𝛍𝛚͂𝛎 𝛂҆𝛄𝛒𝛊ώ𝛕𝛆𝛒𝛐𝛊. 𝚽𝛒ό𝛎𝛕𝛊𝛔𝛆 𝛌𝛐𝛊𝛑ό𝛎 𝛎ά 𝛋𝛂𝛒𝛅ί𝛔𝛈ͅς 𝛔𝛕𝛆𝛗ά𝛎𝛐𝛖ς 𝛆𝛊҆ς 𝛕ό 𝛔𝛕ά𝛅𝛊𝛐𝛎 𝛂𝛖҆𝛕ό 𝛕𝛈͂ς 𝛂҆𝛉𝛌ή𝛔𝛆𝛚ς. 

𝚷𝛒έ𝛑𝛆𝛊 𝛎ά 𝛄ί𝛎𝛈ͅς 𝛄𝛆𝛎𝛎𝛂𝛊ό𝛕𝛆𝛒𝛐ς. 𝚴ά 𝛑𝛂𝛒𝛂𝛕𝛂𝛘𝛉𝛈͂ͅς 𝛔𝛕𝛈͂𝛉𝛐ς 𝛑𝛒ός 𝛔𝛕𝛈͂𝛉𝛐ς 𝛑𝛒ός 𝛂𝛖҆𝛕𝛐ύς 𝛕𝛐ύς 𝛂҆𝛔ά𝛒𝛋𝛐𝛖ς. 𝚳ή𝛎 𝛕𝛐ύς 𝛗𝛐𝛃𝛈͂𝛔𝛂𝛊.


𝚨҅́𝛄𝛊𝛐ς 𝚰҆𝛚𝛔ή𝛗 𝛐҅ 𝚮҅𝛔𝛖𝛘𝛂𝛔𝛕ής
(Έ𝛋𝛗𝛒𝛂𝛔𝛊ς 𝚳𝛐𝛎𝛂𝛘𝛊𝛋ής 𝛆𝛍𝛑𝛆𝛊𝛒ί𝛂ς 𝚰𝚺𝚻΄)


... με την αγάπη του Ιησού μας να ελαφρύνεις τον θυμό και την αθυμία

Μήν αθυμείς, μή στενοχωρείσαι στίς θλίψεις καί τούς πειρασμούς, αλλά μέ τήν αγάπη του Ιησού μας, νά ελαφρύνεις τόν θυμό καί τήν αθυμία.

Όσιος Ιωσήφ ο Ησυχαστής

Ά ρ π α ξ ε στήν αγκαλιά σου, την Εικόνα της Παναγίας, σάν νά είναι ζ ω ν τ α ν ή...


«Άρπαξε στην αγκαλιά σου την Εικόνα της Παναγίας σαν να είναι ζωντανή η Παναγία, σαν την μανούλα σου όταν ήσουν μικρή.

Λέγε της όλον τον πόνο σου και βρέξε την με τα δάκρυά σου τα καθαρά και θα εξαντλής παράκλησι συνεχή.

Η Παναγία είναι η μεγαλυτέρη ασφάλεια του ανθρώπου… και είναι αδύνατον ένας άνθρωπος να κάνη Ευχή και να μην ανακαλύψει την Παναγία μέσα στη ζωήν του…»

Άγιος Ιωσήφ ο Ησυχαστής

Βάζε μετάνοια συνεχώς όταν σφάλλεις και μη χάνεις καιρό


Ἔλαβα, παιδί μου, τήν ἐπιστολή σου, καί εἶδα σ’ αὐτή τήν ἀνησυχία σου.

Ὅμως μή λυπᾶσαι, παιδί μου. Μήν ἀνησυχεῖς τόσο. Καί ἄν πάλι ἔπεσες, πάλι σήκω. Ὀνομάσθηκες οὐρανοδρόμος. Δέν εἶναι, παράξενο νά σκοντάφτει ἐκεῖνος πού τρέχει. Μόνον χρειάζεται νά ἔχει ὑπομονή καί μετάνοια κάθε στιγμή.

Βάζε λοιπόν μετάνοια συνεχῶς, ὅταν σφάλλεις, καί μή χάνεις καιρό. Γιατί, ὅσον ἀργεῖς νά ζητήσεις συγχώρηση, τόσον δίνεις ἄδεια στόν πονηρό νά ἁπλώνει μέσα σου ρίζες. Μήν τόν ἀφήνεις νά ἀποκτᾶ δικαιώματα εἰς βάρος σου.

Λοιπόν μήν ἀπελπίζεσαι ὅταν πέφτεις, ἀλλά ἀφοῦ σηκωθείς πρόθυμα βάζε μετάνοια λέγοντας· – Συγχώρησέ με, Χριστέ μου, ἄνθρωπος εἶμαι καί ἀσθενής.

Δέν εἶναι ἐγκατάλειψη αὐτό. Ἀλλά, ἐπειδή ἔχεις ἀκόμα μεγάλη ὑπερηφάνεια κοσμική, κενοδοξία πολλή, σέ ἀφήνει ὁ Χριστός μας νά σφάλλεις, νά πέφτεις. Νά μαθαίνεις κάθε μέρα αἰσθητά τήν ἀδυναμία σου καί νά ὑπομένεις τούς φταῖχτες. Νά μήν κατακρίνεις τούς ἀδελφούς, ἐάν σφάλλουν, ἀλλά νά τούς ὑπομένεις.

Ὥστε, ὅσες φορές πέφτεις, πάλι νά σηκώνεσαι, καί ἀμέσως νά ζητᾶς τή συγχώρηση.

Μήν ἀφήνεις λύπη στήν καρδιά σου. Διότι ἡ χαρά τοῦ πονηροῦ εἶναι ἡ λύπη, ἡ ἀθυμία, ἀπό τήν ὁποία γεννιοῦνται πολλά καί μέ τά ὁποῖα γεμίζει πικρία ἡ ψυχή αὐτοῦ πού τά ἔχει. Ἐνῶ ἡ διάθεση τοῦ μετανοοῦντος λέει: «Ἥμαρτον, συγχώρησον, Πάτερ»! καί διώχνει τή λύπη. «Μήπως, λέει, δέν εἶμαι ἄνθρωπος ἀσθενής; Λοιπόν, τί πρέπει νά κάνω»; Πράγματι, παιδί μου, ἔτσι εἶναι. Ἔχε θάρρος.

Μόνον ὅταν ἔλθει ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ, τότε στέκει στά πόδια του ὁ ἄνθρωπος. Ἀλλιῶς, χωρίς χάρη, πάντοτε παρασύρεται καί πάντοτε πέφτει. Νά ἔχεις ἀνδρεία λοιπόν καί μή φοβᾶσαι καθόλου.

Εἶδες πῶς ὑπέμεινε τόν πειρασμόν ὁ ἀδελφός πού γράφεις; Τό ἴδιο κάνε καί σύ. Ἀπόκτησε γενναῖο φρόνημα στούς πειρασμούς πού ἔρχονται ἐναντίον σου. Πάντως θά ἔλθουν. Ἔχεις ἀνάγκη ἀπ’ αὐτούς. Γιατί ἀλλιῶς δέν καθαρίζεσαι. Ἄφησε τί λέει ἡ ἀκηδία καί ἡ ραθυμία σου. Μήν τούς φοβᾶσαι. Καθώς μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ πέρασαν οἱ προηγούμενοι, ἔτσι θά περάσουν καί αὐτοί, ἀφοῦ κάνουν τό ἔργο τους.

Φάρμακα εἶναι οἱ πειρασμοί καί βότανα ἰατρικά, πού θεραπεύουν τά πάθη τά φανερά καί τίς ἀόρατες πληγές μας.

Ἔχε λοιπόν ὑπομονή γιά νά κερδίζεις καθημερινά, νά ἀποταμιεύεις μισθό, ἀνάπαυση καί χαρά στήν οὐράνια Βασιλεία. Γιατί ἔρχεται νύχτα, δηλ. ὁ θάνατος, πού τότε κανείς πλέον δέν μπορεῖ νά ἐργασθεῖ. Γι’ αὐτό τρέξε. Εἶναι λίγος ὁ καιρός.

Γνώριζε δέ καί αὐτό· ὅτι καλλίτερα εἶναι μιά ἡμέρα ζωῆς γεμάτη νῖκες μέ βραβεῖα καί στεφάνια, παρά χρόνια πολλά καί νά ζεῖς μέ ἀμέλεια. Γιατί μιᾶς ἡμέρας ἀγῶνας μέ γνώση καί αἴσθηση ψυχῆς, ἰσχύει γιά πενήντα χρόνια κάποιου ἄλλου, χωρίς γνώση ἀλλά πού ἀγωνίζεται μέ ἀμέλεια.

Χωρίς ἀγῶνα καί χωρίς νά χύσεις αἷμα μήν περιμένεις νά ἐλευθερωθείς ἀπό τά πάθη. Ἀγκάθια καί τριβόλια φυτρώνει ἡ γῆ μας μετά τήν παράβαση. Πήραμε ἐντολή γιά κάθαρση· ἀλλά μέ πόνο πολύ, μέ ματωμένα χέρια, καί μέ πολλούς ἀναστεναγμούς ξεριζώνονται. Κλάψε λοιπόν, χῦσε δάκρυα ποταμούς, καί μαλακώνει ἡ γῆ τῆς καρδιᾶς σου. Καί, ἀφοῦ τό χῶμα βραχεῖ, εὔκολα ξεριζώνεις τά ἀγκάθια.


Όσιος Γέρων Ιωσήφ ο Ησυχαστής
«Ἔκφρασις Μοναχικῆς ἐμπειρίας»

ἐκδ, Ι.Μ.Φιλοθέου, Ἅγ. Ὄρος

σ. 127-129


Η μητέρα της σιωπής


Πόσες φορές έχω σταθεί μπροστά στην εικόνα Της, το κερί, και δεν είχα απολύτως τίποτα να της πω. Άδειο, τίποτα, μόνο μάτια, μόνο δάκρυα...

Δεν βγήκαν λόγια από τα ξεραμένα χείλη μου. Ούτε μια λέξη από το ταραγμένο μυαλό μου.

Όπως όταν σε κλείνει ο πόνος, όταν σε παγώνει στον πιο σκληρό χειμώνα της καρδιάς σου.

Σιωπή, κενό βλέμμα, παράλυτη καρδιά.

Όταν πονάς, δεν μιλάς, σιωπάς και τα κλάματα σου είναι τόσο δυνατά που δεν ακούγονται.

Είδα χείλη που δονούνταν αλλά δεν μιλούσαν. Φωνές βραχνές αλλά χωρίς να πουν λέξη. Όλος ο άνθρωπος γίνεται μόνο μάτια, όλο το σώμα μια κραυγή, μια άφωνη κραυγή.

Σιωπή, το σώμα σε στάση προσευχής, σε κατάσταση προσδοκίας...

Πόσες φορές δεν έχω προσευχηθεί σε αυτή την κατάσταση απόλυτης σιωπής. Αυτές τις κρύες νύχτες της μοναξιάς, σε φαινομενικά ατελείωτες νύχτες.

Η μόνη συντροφιά, η εικόνα της Θεοτόκου, μια αγκαλιά, ένα μητρικό χάδι, μια ζεστή αγκαλιά και ένας ήχος στο αυτί «σσσσσστ, όλα θα πάνε καλά...»

Αυτή είναι η Μητέρα του Θεού που ακούει τις προσευχές των σιωπηλών, που αν και δεν μιλάς, ξέρει τι λες, που χωρίς να εξηγεί ξέρει τι νιώθεις και σε καταλαβαίνει.

Προσευχήθηκα σε αυτή τη μητέρα της σιωπής και σήμερα, προσευχηθήκαμε όλοι, ακόμα και όσοι δεν πάνε στην Εκκλησία.

Άκουσε τις σιωπές μας, ένιωσε τις λαχτάρες και τις ανάγκες μας. Οι λύπες και οι αγωνίες μας, οι φόβοι και οι πανικοί μας, οι ματαιοδοξίες και οι απελπισίες μας.

Και να είσαι σίγουρος για ένα πράγμα, όσο κι αν σε σταυρώνουν οι άνθρωποι, ο Θεός θα σε αναστήσει.

Όσο σε πληγώνουν οι άνθρωποι, ο Χριστός θα είναι κοντά, όσο οι άνθρωποι καταστρέφουν τα όνειρά σου, η Μητέρα του Θεού θα γίνει αυτή που θα γεμίσει την καρδιά σου και στην πλατιά της αγκαλιά θα χωρέσουμε όλοι, προδότες και προδομένοι...

Γέρων Ιωσήφ ο Ησυχαστής


Γι’ αὐτό λέω σέ σένα, καί σ’ ὅλους τους ἀδελφούς...


Σὲ καιρὸ πειρασμοῦ μὴ ἀφήνεις τὴ θέση σου· μὴ λιποτακτήσεις.

Γι’ αὐτὸ λέω σὲ σένα καὶ σ’ ὅλους τους ἀδελφούς, ὅτι σὲ κάθε πόλεμο τοῦ ἐχθροῦ πρέπει νὰ βγεῖς νικητής. 

Ἢ νὰ πεθάνεις στὸν ἀγώνα· ἢ μὲ τὸ Θεὸ νὰ νικήσεις. Ἄλλος δρόμος δὲν ὑπάρχει.


Ἅγιος Ἰωσήφ Ἡσυχαστής
(Γέροντος Ἰωσήφ, «Ἔκφρασις Μοναχικῆς Ἐμπειρίας», ἔκδ. Ι.Μ.Φιλοθέου, 
Ἄγ. Ὅρος, σ. 119-121- ἀπόσπασμα σέ νεοελληνική ἀπόδοση.)

Χωρίς αγώνα και χωρίς να χύσεις αίμα μη περιμένεις να ελευθερωθείς από τα πάθη


''Βάζε μετάνοια όταν σφάλεις καί μή χάνεις καιρό...'' 

Ἔλαβα, παιδί μου, τὴν ἐπιστολή σου, καὶ εἶδα σ’ αὐτὴ τὴν ἀνησυχία σου. Ὅμως μὴ λυπᾶσαι, παιδί μου. Μὴν ἀνησυχεῖς τόσο. Καὶ ἂν πάλι ἔπεσες, πάλι σήκω. Ὀνομάσθηκες οὐρανοδρόμος. Δὲν εἶναι, παράξενο νὰ σκοντάφτει ἐκεῖνος ποὺ τρέχει. Μόνον χρειάζεται νὰ ἔχει ὑπομονὴ καὶ μετάνοια κάθε στιγμή. 

Βάζε λοιπὸν μετάνοια συνεχῶς, ὅταν σφάλεις, καὶ μὴ χάνεις καιρό. Γιατί, ὅσον ἀργεῖς νὰ ζητήσεις συγχώρηση, τόσον δίνεις ἄδεια στὸν πονηρὸ νὰ ἁπλώνει μέσα σου ρίζες. Μὴν τὸν ἀφήνεις νὰ ἀποκτᾶ δικαιώματα εἰς βάρος σου. 

Λοιπὸν μὴν ἀπελπίζεσαι ὅταν πέφτεις, ἀλλὰ ἀφοῦ σηκωθεῖς πρόθυμα βάζε μετάνοια λέγοντας· – Συγχώρησε μέ, Χριστέ μου, ἄνθρωπος εἶμαι καὶ ἀσθενής. 

Δὲν εἶναι ἐγκατάλειψη αὐτό. Ἀλλά, ἐπειδὴ ἔχεις ἀκόμα μεγάλη ὑπερηφάνεια κοσμική, κενοδοξία πολλή, σὲ ἀφήνει ὁ Χριστός μας νὰ σφάλλεις, νὰ πέφτεις. Νὰ μαθαίνεις κάθε μέρα αἰσθητὰ τὴν ἀδυναμία σου καὶ νὰ ὑπομένεις τοὺς φταῖχτες. Νὰ μὴν κατακρίνεις τοὺς ἀδελφούς, ἐὰν σφάλλουν, ἀλλὰ νὰ τοὺς ὑπομένεις. 

Ὥστε, ὅσες φορὲς πέφτεις, πάλι νὰ σηκώνεσαι, καὶ ἀμέσως νὰ ζητᾶς τὴ συγχώρηση. 

Μὴν ἀφήνεις...λύπη στὴν καρδιά σου. Διότι ἡ χαρὰ τοῦ πονηροῦ εἶναι ἡ λύπη, ἡ ἀθυμία, ἀπὸ τὴν ὁποία γεννιοῦνται πολλὰ καὶ μὲ τὰ ὁποία γεμίζει πικρία ἡ ψυχὴ αὐτοῦ ποὺ τὰ ἔχει. Ἐνῶ ἡ διάθεση τοῦ μετανοοῦντος λέει: «Ἥμαρτον, συγχώρησον, Πάτερ»! 

Καὶ διώχνει τὴ λύπη. «Μήπως, λέει, δὲν εἶμαι ἄνθρωπος ἀσθενής; Λοιπόν, τί πρέπει νὰ κάνω»; Πράγματι, παιδί μου, ἔτσι εἶναι. Ἔχε θάρρος... 

Μόνον ὅταν ἔλθει ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ, τότε στέκει στὰ πόδια τοῦ ὁ ἄνθρωπος. Ἀλλιῶς, χωρὶς χάρη, πάντοτε παρασύρεται καὶ πάντοτε πέφτει. Νὰ ἔχεις ἀνδρεία λοιπὸν καὶ μὴ φοβᾶσαι καθόλου. 

Εἶδες πῶς ὑπέμεινε τὸν πειρασμὸν ὁ ἀδελφὸς ποῦ γράφεις; Τὸ ἴδιο κᾶνε καὶ σύ. Ἀπόκτησε γενναῖο φρόνημα στοὺς πειρασμοὺς ποὺ ἔρχονται ἐναντίον σου. Πάντως θὰ ἔλθουν. Ἔχεις ἀνάγκη ἀπ’ αὐτούς. Γιατί ἀλλιῶς δὲν καθαρίζεσαι. 

Ἄφησε τί λέει ἡ ἀκηδία καὶ ἡ ραθυμία σου. Μὴν τοὺς φοβᾶσαι. Καθὼς μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ πέρασαν οἱ προηγούμενοι, ἔτσι θὰ περάσουν καὶ αὐτοί, ἀφοὶ κάνουν τὸ ἔργο τους. 

Φάρμακα εἶναι οἱ πειρασμοὶ καὶ βότανα ἰατρικά, ποὺ θεραπεύουν τὰ πάθη τὰ φανερὰ καὶ τὶς ἀόρατες πληγές μας. 

Ἔχε λοιπὸν ὑπομονὴ γιὰ νὰ κερδίζεις καθημερινά, νὰ ἀποταμιεύεις μισθό, ἀνάπαυση καὶ χαρὰ στὴν οὐράνια Βασιλεία. Γιατί ἔρχεται νύχτα, δήλ. ὁ θάνατος, ποὺ τότε κανεὶς πλέον δὲν μπορεῖ νὰ ἐργασθεῖ. 

Γι’ αὐτό τρέξε. Εἶναι λίγος ὁ καιρός... 

Γνώριζε δὲ καὶ αὐτό· ὅτι καλλίτερα εἶναι μία ἡμέρα ζωῆς γεμάτη νίκες μὲ βραβεῖα καὶ στεφάνια, παρὰ χρόνια πολλὰ καὶ νὰ ζεῖς μὲ ἀμέλεια. Γιατί μίας ἡμέρας ἀγώνας μὲ γνώση καὶ αἴσθηση ψυχῆς, ἰσχύει γιὰ πενήντα χρόνια κάποιου ἄλλου, χωρὶς γνώση ἀλλὰ ποὺ ἀγωνίζεται μὲ ἀμέλεια. 

Χωρὶς ἀγώνα καὶ χωρὶς νὰ χύσεις αἷμα μὴ περιμένεις νὰ ἐλευθερωθεῖς ἀπὸ τὰ πάθη. 

Ἀγκάθια καὶ τριβόλια φυτρώνει ἡ γῆ μας μετὰ τὴν παράβαση. Πήραμε ἐντολὴ γιὰ κάθαρση· ἀλλὰ μὲ πόνο πολύ, μὲ ματωμένα χέρια, καὶ μὲ πολλοὺς ἀναστεναγμοὺς ξεριζώνονται. 

Κλάψε λοιπόν, χύσε δάκρυα ποταμούς, καὶ μαλακώνει ἡ γῆ τῆς καρδιᾶς σου. 

Καί, ἀφοῦ τό χῶμα βραχεῖ, εὔκολα ξεριζώνεις τά ἀγκάθια... 

Γέροντα Ιωσήφ του Ησυχαστού 

«Ἔκφρασις Μοναχικῆς ἐμπειρίας», ἔκδ, Ι.Μ.Φιλοθέου, Ἄγ. Ὅρος,  σ. 127-129. σὲ νεοελληνικὴ ἀπόδοση

Ναί ! «Τρείς ε χ θ ρ ο ί πολεμούν το ανθρώπινο γένος»!

Άγιος Ιωσήφ Ησυχαστής († 1959)

«Γιατί τρεις εχθροί πολεμούν το ανθρώπινο γένος• οι δαίμονες, η ίδια η φύση μας και η συνήθεια. 

Εκτός απ’ αυτά άλλος πόλεμος δεν υπάρχει.

Αν λοιπόν αφαιρέσεις τον δαίμονα, που τυραννεί όλη την ανθρωπότητα, τότε θα είμαστε όλοι καλοί. 

Να σε ποιόν πρέπει να δώσεις το άδικο. 

Αυτόν να μισήσεις, να κατακρίνεις και μέχρι τέλους να τον έχεις εχθρό.

Ο άλλος εχθρός είπαμε ότι είναι η φύση, που, από τη στιγμή που ο άνθρωπος καταλάβει τον κόσμο, αυτή αντιτάσσεται στο νόμο του πνεύματος, και ζητεί ό,τι είναι για την απώλεια της ψυχής. 

Να και ο άλλος εχθρός, που είναι άξιος μίσους εφ’ όρου ζωής. Αυτόν πρέπει να κατακρίνεις, να κατηγορείς.


Έχουμε και τον τρίτο εχθρό, τη συνήθεια· συνηθίζοντας να πράττουμε κάθε είδος κακίας γίνεται σε μας έξη και γίνεται δεύτερη φύση και κατέχει ως νόμο την αμαρτία. 

Και απαιτείται αντίστοιχος αγώνας για να λάβουμε θείαν αλλοίωση και απαλλαγή. 

Να λοιπόν, και ο τρίτος εχθρός, που είναι άξιος μίσους τελείου.

Εάν θέλεις λοιπόν ο πλησίον σου να είναι σε όλα καλός, όπως σου αρέσει, αφαίρεσέ του τους τρεις αυτούς εχθρούς με τη χάρη που έχεις. Αυτό είναι το δίκαιο, αν ζητάς να το βρεις: 

Να κάνεις ευχή στο Θεό να τον απαλλάξει από αυτούς τους εχθρούς. 

Και τότε θα είσαστε σύμφωνοι.

Αν δε και ζητήσεις διαφορετικά να βρεις το δίκαιο, θα είσαι πάντοτε άδικος, και επομένως η χάρη είναι ανάγκη να πηγαίνει – να έρχεται, μέχρις ότου βρει ανάπαυση στη ψυχή σου. 

Διότι, τόση χάρη δικαιούται να έχει ο άνθρωπος, όσο πειρασμό ευχαρίστως υπομένει, όσο βάρος του πλησίον του αγογγύστως βαστάζει.

Λοιπόν τα προηγούμενα γράμματα που σου έστειλα περιείχαν την «πράξη». Αυτό που έγραψα τώρα περιέχει τον «φωτισμό». Από την πράξη λαμβάνει ο άνθρωπος φωτισμό γνώσεως. 

Διότι η πράξη είναι τυφλή και ο φωτισμός είναι οι οφθαλμοί, με τους οποίους βλέπει ο νους εκείνο που δεν το έβλεπε πρώτα.

Τώρα λοιπόν έχει λυχνάρι και μάτια και βλέπει αλλιώς τα πράγματα. Πρώτα ήταν η χάρις της πράξεως, άλλα τώρα έλαβε δεκαπλάσια χάρη. Τώρα έγινε ο νους ουρανός. 

Βλέπει μακριά. Έχει χωρητικότητα περισσότερη από την προηγούμενη. 

Τώρα του λείπει η θεωρία.»

(«Έκφρασις Μοναχικής Εμπειρίας», Εκδ, Ι.Μ.Φιλοθέου, Άγ. Όρος-Αποσπάσματα σε Νεοελληνική Απόδοση)

https://www.pemptousia.gr/

Τον κόσμον, μόνον ο πόλεμος θα τον διορθώσει

Τον κόσμον, μόνον ο πόλεμος θα τον διορθώσει, όπου ήδη θα έλθη η και έρχεται μετά καλπασμού.

Η δυστυχία θα φέρει πολλούς εις συναίσθησιν, οι δε αμετανόητοι, αναπολόγητοι.

Αγίος Ιωσήφ ο Ησυχαστής

Μάθε ποιος είσαι

Πρώτα απ’ όλα χρειάζεται το “γνώθι σαυτόν”. Δηλαδή να γνωρίσεις τον εαυτό σου, ποιος είσαι. Ποιός είσαι στ’ αλήθεια, όχι ποιός νομίζεις εσύ ότι είσαι. Με τη γνώση αυτή γίνεσαι ο σοφότερος των ανθρώπων.
Με τέτοια επίγνωση έρχεσαι σε ταπείνωση και παίρνεις χάρη από τον Κύριο. Διαφορετικά αν δεν αποκτήσεις αυτογνωσία, αλλ’ υπολογίζεις μόνο τον κόπο σου, γνώριζε ότι πάντοτε θα βρίσκεσαι μακριά από το δρόμο. Διότι δεν λέει ο Προφήτης· “ίδε, Κύριε, τον κόπον μου”, αλλά “ίδε, λέγει, την ταπείνωσίν μου και τον κόπον μου”. Ο κόπος είναι για το σώμα, η ταπείνωση για τη ψυχή και πάλι τα δύο μαζί, κόπος και ταπείνωση, για όλον τον άνθρωπο.
Ποιός νίκησε το διάβολο; Αυτός που γνώρισε την ασθένειά του, τα πάθη και τα ελαττώματα, που έχει. Ο φοβούμενος να γνωρίσει τον εαυτό του, αυτός βρίσκεται μακριά από τη γνώση· άλλο τίποτε δεν αγαπά παρά να βλέπει μόνο λάθη στους άλλους και να τους κρίνει. Αυτός δεν βλέπει στους άλλους χαρίσματα, αλλά μόνον ελαττώματα- δεν βλέπει στον εαυτό του ελαττώματα, παρά μόνο χαρίσματα. Και αυτό είναι το χαρακτηριστικό ελάττωμα των ανθρώπων του καιρού μας που δεν αναγνωρίζουμε ο ένας το χάρισμα του άλλου. Ο ένας στερείται πολλά, μα οι πολλοί τα έχουν όλα. Αυτό που έχει ο ένας δεν το έχει ο άλλος. Και, αν αυτό το αναγνωρίζουμε, υπάρχει πολλή ταπείνωση. Γιατί έτσι τιμάται και δοξάζεται ο Θεός, ο οποίος με πολλούς τρόπους στόλισε τους ανθρώπους και έκανε όλα τα δημιουργήματά του άνισα, δηλ. διαφορετικά. Όχι όπως προσπαθούν οι ασεβείς να φέρουν ισότητα ανατρέποντας την θεία Δημιουργία.

Ο Θεός «τα πάντα εν σοφία εποίησεν».

Γι’ αυτό, παιδί μου, τώρα που είναι αρχή φρόντισε να γνωρίσεις καλά τον εαυτό σου, για να βάλεις θεμέλιο στερεό την ταπείνωση. Φρόντισε να μάθεις την υπακοή, να αποκτήσεις την ευχή. Γι’ αυτό πρώτα γνώριζε, παιδί μου, ότι κάθε αγαθό από το Θεό έχει την αρχή. Δεν γίνεται αγαθός λογισμός που να μην έχει αιτία το Θεό, ούτε πονηρός που να μην έχει αιτία το Διάβολο. Ό,τι καλό λοιπόν διανοηθείς, πεις, κάνεις, όλα είναι της δωρεάς του Θεού. “Παν δώρημα τέλειον άνωθεν έστι καταβαίνον”. Όλα είναι της δωρεάς του Θεού· δικό μας δεν έχουμε τίποτε.
Καθένας λοιπόν που επιθυμεί και ζητεί να λάβει τη χάρη, να του δώσει δωρεάν ο Θεός, πρέπει πρώτον να γνωρίσει καλά την ύπαρξή του, το “γνώθι σαυτόν”. Και αυτή είναι η όντως αλήθεια. Γιατί κάθε πράγμα έχει αρχή. Και αν δεν αρχίσεις καλά δεν θα έχεις τέλος καλό.
Και αρχή λοιπόν και αλήθεια είναι να γνωρίσει κανείς ότι είναι μηδέν – 0 – και εκ του μηδενός δημιουργήθηκαν τα πάντα. “Είπε και εγεννήθησαν ενετείλατο και εκτίσθησαν”. Είπε και έγινε γη. Και αφού πήρε πηλό έπλασε άνθρωπο. Άψυχο, άνουν ένα πήλινο άνθρωπο. Αυτή η ιδία σου ύπαρξη. Αυτό είμαστε όλοι μας. Χώμα και λάσπη. Αυτό είναι το πρώτο μάθημα σ’ εκείνον που θέλει να λάβει, αλλά και να μένει διαπαντός η χάρη κοντά του. Απ’ αυτό αποκτά την επίγνωση και απ’ αυτό γεννιέται ταπείνωση. Όχι με λόγια μόνο, να ταπεινολογεί, αλλά στηριζόμενος στην πραγματικότητα λέει την αλήθεια: Είμαι χώμα, είμαι πηλός, είμαι λάσπη. Αυτή είναι η πρώτη μητέρα μας. Λοιπόν το χώμα πατιέται, και συ ως χώμα οφείλεις να πατηθείς. Είσαι λάσπη, δεν έχεις καμίαν αξία.
Σε πετούν εδώ και εκεί, σε κτίζουν από ένα σημείο σε άλλο σε χρησιμοποιούν ως άχρηστη ύλη.
Και λοιπόν σου «ενεφύσησεν» ο Δημιουργός και σου έδωσε πνεύμα ζωής. Και να, αμέσως έγινες ένας άνθρωπος λογικός. Ομιλείς, εργάζεσαι, γράφεις, διδάσκεις· έγινες ένα μηχάνημα του Θεού. Όμως μη λησμονείς ότι η ρίζα σου είναι το χώμα. Και αν λάβει το πνεύμα αυτός που σου το έδωσε, εσύ πάλι θα κτίζεσαι στα ντουβάρια.

Γι’ αυτό “μιμνήσκου τα έσχατά σου και ου μη αμαρτήσης εις τον αιώνα”.

Αυτή είναι η πρώτη αίτια, που όχι μόνον ελκύει τη χάρη, αλλά την πληθύνει και τη συγκρατεί. Αυτή ανεβάζει το νου στην πρώτη θεωρία της φύσεως. Και έξω απ’ αυτή την αρχή βρίσκει μεν κάτι λίγο, αλλά μετά από καιρό θα το χάσει. Γιατί δεν κτίζει σε έδαφος στερεό, αλλά προσπαθεί με τρόπους και τέχνη.
Λες λόγου χάριν είμαι αμαρτωλός! Αλλά εσωτερικά πιστεύεις ότι είσαι δίκαιος. Δεν μπορείς να αποφύγεις την πλάνη. Η χάρη θέλει να μείνει, αλλ’ επειδή ακόμη πρακτικά δεν έχεις βρει την αλήθεια, κατ’ ανάγκη πρέπει να φύγει. Γιατί αναμφίβολα θα πιστέψεις στο λογισμό σου ότι είσαι αυτό το οποίο δεν είσαι, και χωρίς άλλο θα πλανηθείς. Ως εκ τούτου δεν παραμένει η χάρη. Επειδή έχουμε τον αντίπαλο, που είναι τεχνίτης ισχυρός, είναι εφευρέτης κακών, και της κάθε πλάνης δημιουργός. Που αγρυπνεί πλάι μας. Που από φως έγινε σκότος και όλα τα γνωρίζει. Που είναι εχθρός του Θεού και ζητεί όλους να μας κάνει εχθρούς Του. Και εν τέλει είναι πνεύμα πονηρό και εύκολα αναμειγνύεται με το πνεύμα, που μας χάρισε ο Θεός, και παίρνει τη μηχανούλα μας και την κινεί όπως θέλει αυτός. Κοιτάζει, πού ρέπει η όρεξη της ψυχής, και με ποιό τρόπο τη βοηθά ο Θεός, και αμέσως σκέφτεται και εκείνος τα ίδια.

Άγιος Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής
(«Έκφρασις Μοναχικής εμπειρίας», εκδ, Ι.Μ.Φιλοθέου, Άγ. Όρος αποσπάσματα σε νεοελληνική απόδοση.)

Πόλεμος με τον δαίμονα της πορνείας



Δεν σε είπον και άλλην φοράν; Οκτώ έτη εις την αρχήν είχα μάχην φρικτήν μετά των δαιμόνων. Κάθε νύκτα λυσσώδης αγών και την ημέραν οι λογισμοί και τα πάθη. 
Ήρχοντο με σπαθιά, αξίνες, μπαλτάδες και φτυάρια. 

- Όλοι επάνω του! φώναζαν. Μαρτύριον ετραβούσα... 

- Πρόφθασε, Παναγία μου! φώναζα- και άρπαζα ένα- και δος του εκτυπούσα στους άλλους˙ έσπαζα τα χέρια μου στα ντουβάρια. 

Και κατά τύχην ήλθε κάποιος γνωστός μας από τον κόσμον, να μας ιδή. Και την νύκτα τον έβαλα στο μικρό μου καλυβάκι να κοιμηθή. Και έρχονται οι δαίμονες, καθώς είχαν συνήθειαν εις εμένα, και τον πιάνουν στο ξύλο, και βάζει κάτι φωνές! 

Έφριξεν ο άνθρωπος. Κόντευσε να τα χάση. Τρέχω ευθύς... 

- Τι έχεις; τον λέγω. 

- Οι δαίμονες, λέγει, παρ’ ολίγον με έπνιγαν! Με σκότωσαν στο ξύλο! 

- Μη φοβείσαι, τον λέγω, εδικές μου ήταν αυτές και απόψε κατά λάθος τις έφαγες εσύ!

Όμως μην ανησυχής. Τον είπα και άλλα τοιαύτα φαιδρά να τον ηρεμήσω. Άλλ’ εστάθη αδύνατον. Δεν ημπορούσε πλέον να μείνη στον τόπον εκείνον του μαρτυρίου. 

Έντρομος εκύτταζε δεξιά-αριστερά και παρεκάλει να φύγη. Νύχτα-μεσάνυχτα τον ωδήγησα στην Αγία Άννα και επέστρεψα. 

Ήμεθα εις τον Άγιον Βασίλειον τότε... 

Λοιπόν μετά οκτώ έτη τοιαύτα, από το ξύλον, όπου έδινα κάθε ημέραν στο σώμα μου δια τον πόλεμον της σαρκός, από την νηστείαν που έκαμα, αγρυπνίαν και λοιπά αγωνίσματα, έγινα πτώμα. Και έπεσα ασθενής. Καιαπελπίσθηκα πλέον ότι δεν υπάρχει ελπίς να νικήσω τους δαίμονας και τα πάθη. 

Και μίαν νύκτα όπως ήμουν καθήμενος άνοιξεν η θύρα. Εγώ σκυφτός ευχόμην νοερώς και δεν κύτταξα. Είπα ότι ο π. Αρσένιος άνοιξε. Κατόπιν αισθάνο­μαι κάτω μου ένα χέρι να με ερεθίζη προς ηδονήν...

Κυττάζω και βλέπω τον δαίμονα της πορνείας, τον ψωριάρη...

Όρμησα επάνω του ωσάν σκύλος – τέτοια μανία τον είχα – και τον άρπαξα.

Και στην αφήν μου αι τρίχες του ήσαν όπως του χοίρου. Και έγινεν άφαντος. Εγέμισε βρώμα όλος ο τόπος... 

Και απ’ αυτήν την στιγμήν έφυγε μαζί του και ο πόλεμος της σαρκός. 

Και έγινα πλέον ως βρέφος σε μεγάλην απάθειαν... 


Οσίου γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστού

«Έκφραση Μοναχικής Εμπειρίας», μακαριστού γέροντα Ιωσήφ του Ησυχαστή, επιστολές προς τα πνευματικά του παιδιά. (Επιστολή ΚΔ’). 

Χωρίς αγώνα και χωρίς να χύσεις αίμα μη περιμένεις να ελευθερωθείς από τα πάθη



''Βάζε μετάνοια όταν σφάλεις καί μή χάνεις καιρό...'' 

Ἔλαβα, παιδί μου, τὴν ἐπιστολή σου, καὶ εἶδα σ’ αὐτὴ τὴν ἀνησυχία σου. 

Ὅμως μὴ λυπᾶσαι, παιδί μου. Μὴν ἀνησυχεῖς τόσο. Καὶ ἂν πάλι ἔπεσες, πάλι σήκω. Ὀνομάσθηκες οὐρανοδρόμος. Δὲν εἶναι, παράξενο νὰ σκοντάφτει ἐκεῖνος ποὺ τρέχει. Μόνον χρειάζεται νὰ ἔχει ὑπομονὴ καὶ μετάνοια κάθε στιγμή. 

Βάζε λοιπὸν μετάνοια συνεχῶς, ὅταν σφάλεις, καὶ μὴ χάνεις καιρό. Γιατί, ὅσον ἀργεῖς νὰ ζητήσεις συγχώρηση, τόσον δίνεις ἄδεια στὸν πονηρὸ νὰ ἁπλώνει μέσα σου ρίζες. 
Μὴν τὸν ἀφήνεις νὰ ἀποκτᾶ δικαιώματα εἰς βάρος σου. 

Λοιπὸν μὴν ἀπελπίζεσαι ὅταν πέφτεις, ἀλλὰ ἀφοῦ σηκωθεῖς πρόθυμα βάζε μετάνοια λέγοντας· – Συγχώρησε μέ, Χριστέ μου, ἄνθρωπος εἶμαι καὶ ἀσθενής. 

Δὲν εἶναι ἐγκατάλειψη αὐτό. Ἀλλά, ἐπειδὴ ἔχεις ἀκόμα μεγάλη ὑπερηφάνεια κοσμική, κενοδοξία πολλή, σὲ ἀφήνει ὁ Χριστός μας νὰ σφάλλεις, νὰ πέφτεις. Νὰ μαθαίνεις κάθε μέρα αἰσθητὰ τὴν ἀδυναμία σου καὶ νὰ ὑπομένεις τοὺς φταῖχτες. Νὰ μὴν κατακρίνεις τοὺς ἀδελφούς, ἐὰν σφάλλουν, ἀλλὰ νὰ τοὺς ὑπομένεις. 

Ὥστε, ὅσες φορὲς πέφτεις, πάλι νὰ σηκώνεσαι, καὶ ἀμέσως νὰ ζητᾶς τὴ συγχώρηση. 

Μὴν ἀφήνεις...λύπη στὴν καρδιά σου. Διότι ἡ χαρὰ τοῦ πονηροῦ εἶναι ἡ λύπη, ἡ ἀθυμία, ἀπὸ τὴν ὁποία γεννιοῦνται πολλὰ καὶ μὲ τὰ ὁποία γεμίζει πικρία ἡ ψυχὴ αὐτοῦ ποὺ τὰ ἔχει. Ἐνῶ ἡ διάθεση τοῦ μετανοοῦντος λέει: «Ἥμαρτον, συγχώρησον, Πάτερ»! 

Καὶ διώχνει τὴ λύπη. «Μήπως, λέει, δὲν εἶμαι ἄνθρωπος ἀσθενής; Λοιπόν, τί πρέπει νὰ κάνω»; Πράγματι, παιδί μου, ἔτσι εἶναι. Ἔχε θάρρος... 

Μόνον ὅταν ἔλθει ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ, τότε στέκει στὰ πόδια τοῦ ὁ ἄνθρωπος. Ἀλλιῶς, χωρὶς χάρη, πάντοτε παρασύρεται καὶ πάντοτε πέφτει. Νὰ ἔχεις ἀνδρεία λοιπὸν καὶ μὴ φοβᾶσαι καθόλου. 

Εἶδες πῶς ὑπέμεινε τὸν πειρασμὸν ὁ ἀδελφὸς ποῦ γράφεις; Τὸ ἴδιο κᾶνε καὶ σύ. Ἀπόκτησε γενναῖο φρόνημα στοὺς πειρασμοὺς ποὺ ἔρχονται ἐναντίον σου. Πάντως θὰ ἔλθουν. Ἔχεις ἀνάγκη ἀπ’ αὐτούς. Γιατί ἀλλιῶς δὲν καθαρίζεσαι. 

Ἄφησε τί λέει ἡ ἀκηδία καὶ ἡ ραθυμία σου. Μὴν τοὺς φοβᾶσαι. Καθὼς μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ πέρασαν οἱ προηγούμενοι, ἔτσι θὰ περάσουν καὶ αὐτοί, ἀφοὶ κάνουν τὸ ἔργο τους. 

Φάρμακα εἶναι οἱ πειρασμοὶ καὶ βότανα ἰατρικά, ποὺ θεραπεύουν τὰ πάθη τὰ φανερὰ καὶ τὶς ἀόρατες πληγές μας. 

Ἔχε λοιπὸν ὑπομονὴ γιὰ νὰ κερδίζεις καθημερινά, νὰ ἀποταμιεύεις μισθό, ἀνάπαυση καὶ χαρὰ στὴν οὐράνια Βασιλεία. Γιατί ἔρχεται νύχτα, δήλ. ὁ θάνατος, ποὺ τότε κανεὶς πλέον δὲν μπορεῖ νὰ ἐργασθεῖ. 

Γι’ αὐτό τρέξε. Εἶναι λίγος ὁ καιρός... 

Γνώριζε δὲ καὶ αὐτό· ὅτι καλλίτερα εἶναι μία ἡμέρα ζωῆς γεμάτη νίκες μὲ βραβεῖα καὶ στεφάνια, παρὰ χρόνια πολλὰ καὶ νὰ ζεῖς μὲ ἀμέλεια. Γιατί μίας ἡμέρας ἀγώνας μὲ γνώση καὶ αἴσθηση ψυχῆς, ἰσχύει γιὰ πενήντα χρόνια κάποιου ἄλλου, χωρὶς γνώση ἀλλὰ ποὺ ἀγωνίζεται μὲ ἀμέλεια. 

Χωρὶς ἀγώνα καὶ χωρὶς νὰ χύσεις αἷμα μὴ περιμένεις νὰ ἐλευθερωθεῖς ἀπὸ τὰ πάθη. 

Ἀγκάθια καὶ τριβόλια φυτρώνει ἡ γῆ μας μετὰ τὴν παράβαση. Πήραμε ἐντολὴ γιὰ κάθαρση· ἀλλὰ μὲ πόνο πολύ, μὲ ματωμένα χέρια, καὶ μὲ πολλοὺς ἀναστεναγμοὺς ξεριζώνονται. 

Κλάψε λοιπόν, χύσε δάκρυα ποταμούς, καὶ μαλακώνει ἡ γῆ τῆς καρδιᾶς σου. 

Καί, ἀφοῦ τό χῶμα βραχεῖ, εὔκολα ξεριζώνεις τά ἀγκάθια... 

Γέροντα Ιωσήφ του Ησυχαστού 

(«Ἔκφρασις Μοναχικῆς ἐμπειρίας», ἔκδ, Ι.Μ.Φιλοθέου, Ἄγ. Ὅρος, 
σ. 127-129. σὲ νεοελληνικὴ ἀπόδοση.)

''Όποιος από εσάς αδικείται, και θελήσει να ζητήσει το δίκιo του..''

ας γνωρίζει ότι...

Δέν κερδίζει ο έξυπνος, ο ευγενής ή ο πλούσιος, αλλά όποιος υβρίζεται και μακροθυμεί, όποιος αδικείται και συγχωρεί, όποιος συκοφαντείται και υπομένει. 

Εκείνος που γίνεται σπόγγος και καθαρίζει ό,τι του λέ­γουν ό,τι ακούει. Αυτός καθαρίζεται και λαμπρύνεται περισσότερον. Αυτός φθάνει εις μέτρα μεγάλα. Αυτός εντρυφά εις θεωρίας μυστηρίων. 

Και τέλος αυτός είναι απ’ έδώ μέσα εις τόν Παράδεισον.

Όθεν, αδελφοί μου καλοί και ηγαπημένοι, όποιος από εσάς αδικείται εις τον κόσμον αυτόν και θελήσει να ζητήσει το δίκαιον, ας γνωρίζει ότι είναι αυτό. 

Να βαστάζει το βάρος του αδελφού του, του πλησίον του, μέχρις εσχάτης πνοής, και να κάμνει υπομονήν εις όλα τα λυπηρά της παρούσης ζωής. 

Διότι η κάθε θλίψις όπου μας γίνεται, αδελφοί μου, είτε εξ ανθρώπων είτε εκ δαιμόνων, είτε εξ αυτής της ι­δίας μας φύσεως, πάντοτε έχει κλεισμένον εντός αυτής το ανάλογον κέρδος... 

Και όποιος την περνά δι’ υπομο­νής λαμβάνει την πληρωμήν· ενταύθα τον αρραβώνα, εις την άλλην ζωήν το τέλειον.

Οσίου Ιωσήφ του Ησυχαστού
Έκφρασις μοναχικής εμπειρίας

Προσευχή (του Οσίου Ιωσήφ του Ησυχαστή)

Δέσποτα γλυκύτατε Kύριε ημών Iησού Xριστέ,
εξαπόστειλον την αγίαν σου χάριν και λύσον με έκ των
δεσμών της αμαρτίας. Φώτισον μου το σκότος της ψυχής
όπως κατανοήσω το Σόν άπειρον έλεος, και αγαπήσω
και ευχαριστήσω αξίως Σε τον γλυκύτατον Σωτήρα μου,
τον άξιον πάσης αγάπης και ευχαριστίας.

Nαι αγαθέ ευεργέτα μου και πολυεύσπλαχνε Kύριε·
μή απώση αφ’ ημών το σόν έλεος, αλλά σπλαχνίσθητι
το Σον πλάσμα.

Γινώσκω, Kύριε, το βάρος των ημών πλημμελημάτων,
αλλά είδον και τον Σόν ανείκαστον έλεος. Θεωρώ το
σκότος της αναισθήτου μου ψυχής, αλλά πιστεύω με
χρήστας ελπίδας, αναμένων θειόν Σου φωτισμόν και
την απαλλαγήν των πονηρών ου κακών και ολεθρίων
παθών· τη πρεσβεία της γλυκυτάτης Σου Mητρός
Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και Aειπαρθένου Mαρίας
και πάντων των Aγίων. Aμήν

Όποιος από εσάς αδικείται, και θελήσει να ζητήσει το δίκιo του...



ας γνωρίζει ότι...


Δέν κερδίζει ο έξυπνος, ο ευγενής ή ο πλούσιος, αλλά όποιος υβρίζεται και μακροθυμεί, όποιος αδικείται και συγχωρεί, όποιος συκοφαντείται και υπομένει. 

Εκείνος που γίνεται σπόγγος και καθαρίζει ό,τι του λέ­γουν ό,τι ακούει. Αυτός καθαρίζεται και λαμπρύνεται περισσότερον. Αυτός φθάνει εις μέτρα μεγάλα. Αυτός εντρυφά εις θεωρίας μυστηρίων. 

Και τέλος αυτός είναι απ’ έδώ μέσα εις τόν Παράδεισον.

Όθεν, αδελφοί μου καλοί και ηγαπημένοι, όποιος από εσάς αδικείται εις τον κόσμον αυτόν και θελήσει να ζητήσει το δίκαιον, ας γνωρίζει ότι είναι αυτό. 

Να βαστάζει το βάρος του αδελφού του, του πλησίον του, μέχρις εσχάτης πνοής, και να κάμνει υπομονήν εις όλα τα λυπηρά της παρούσης ζωής. 

Διότι η κάθε θλίψις όπου μας γίνεται, αδελφοί μου, είτε εξ ανθρώπων είτε εκ δαιμόνων, είτε εξ αυτής της ι­δίας μας φύσεως, πάντοτε έχει κλεισμένον εντός αυτής το ανάλογον κέρδος... 

Και όποιος την περνά δι’ υπομο­νής λαμβάνει την πληρωμήν· ενταύθα τον αρραβώνα, εις την άλλην ζωήν το τέλειον.

Οσίου Ιωσήφ του Ησυχαστού
Έκφρασις μοναχικής εμπειρίας

''Βάζε μετάνοια όταν σφάλεις καί μή χάνεις καιρό...''



Ἔλαβα, παιδί μου, τὴν ἐπιστολή σου, καὶ εἶδα σ’ αὐτὴ τὴν ἀνησυχία σου.

Ὅμως μὴ λυπᾶσαι, παιδί μου. Μὴν ἀνησυχεῖς τόσο. Καὶ ἂν πάλι ἔπεσες, πάλι σήκω. Ὀνομάσθηκες οὐρανοδρόμος. Δὲν εἶναι, παράξενο νὰ σκοντάφτει ἐκεῖνος ποὺ τρέχει. Μόνον χρειάζεται νὰ ἔχει ὑπομονὴ καὶ μετάνοια κάθε στιγμή.

Βάζε λοιπὸν μετάνοια συνεχῶς, ὅταν σφάλεις, καὶ μὴ χάνεις καιρό. Γιατί, ὅσον ἀργεῖς νὰ ζητήσεις συγχώρηση, τόσον δίνεις ἄδεια στὸν πονηρὸ νὰ ἁπλώνει μέσα σου ρίζες. Μὴν τὸν ἀφήνεις νὰ ἀποκτᾶ δικαιώματα εἰς βάρος σου.

Λοιπὸν μὴν ἀπελπίζεσαι ὅταν πέφτεις, ἀλλὰ ἀφοῦ σηκωθεῖς πρόθυμα βάζε μετάνοια λέγοντας· – Συγχώρησε μέ, Χριστέ μου, ἄνθρωπος εἶμαι καὶ ἀσθενής.

Δὲν εἶναι ἐγκατάλειψη αὐτό. Ἀλλά, ἐπειδὴ ἔχεις ἀκόμα μεγάλη ὑπερηφάνεια κοσμική, κενοδοξία πολλή, σὲ ἀφήνει ὁ Χριστός μας νὰ σφάλλεις, νὰ πέφτεις. Νὰ μαθαίνεις κάθε μέρα αἰσθητὰ τὴν ἀδυναμία σου καὶ νὰ ὑπομένεις τοὺς φταῖχτες. Νὰ μὴν κατακρίνεις τοὺς ἀδελφούς, ἐὰν σφάλλουν, ἀλλὰ νὰ τοὺς ὑπομένεις.

Ὥστε, ὅσες φορὲς πέφτεις, πάλι νὰ σηκώνεσαι, καὶ ἀμέσως νὰ ζητᾶς τὴ συγχώρηση.

Μὴν ἀφήνεις...λύπη στὴν καρδιά σου. Διότι ἡ χαρὰ τοῦ πονηροῦ εἶναι ἡ λύπη, ἡ ἀθυμία, ἀπὸ τὴν ὁποία γεννιοῦνται πολλὰ καὶ μὲ τὰ ὁποία γεμίζει πικρία ἡ ψυχὴ αὐτοῦ ποὺ τὰ ἔχει. Ἐνῶ ἡ διάθεση τοῦ μετανοοῦντος λέει: «Ἥμαρτον, συγχώρησον, Πάτερ»! 

Καὶ διώχνει τὴ λύπη. «Μήπως, λέει, δὲν εἶμαι ἄνθρωπος ἀσθενής; Λοιπόν, τί πρέπει νὰ κάνω»; Πράγματι, παιδί μου, ἔτσι εἶναι. Ἔχε θάρρος...

Μόνον ὅταν ἔλθει ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ, τότε στέκει στὰ πόδια τοῦ ὁ ἄνθρωπος. Ἀλλιῶς, χωρὶς χάρη, πάντοτε παρασύρεται καὶ πάντοτε πέφτει. Νὰ ἔχεις ἀνδρεία λοιπὸν καὶ μὴ φοβᾶσαι καθόλου.

Εἶδες πῶς ὑπέμεινε τὸν πειρασμὸν ὁ ἀδελφὸς ποῦ γράφεις; Τὸ ἴδιο κᾶνε καὶ σύ. Ἀπόκτησε γενναῖο φρόνημα στοὺς πειρασμοὺς ποὺ ἔρχονται ἐναντίον σου. Πάντως θὰ ἔλθουν. Ἔχεις ἀνάγκη ἀπ’ αὐτούς. Γιατί ἀλλιῶς δὲν καθαρίζεσαι.

Ἄφησε τί λέει ἡ ἀκηδία καὶ ἡ ραθυμία σου. Μὴν τοὺς φοβᾶσαι. Καθὼς μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ πέρασαν οἱ προηγούμενοι, ἔτσι θὰ περάσουν καὶ αὐτοί, ἀφοὶ κάνουν τὸ ἔργο τους.

Φάρμακα εἶναι οἱ πειρασμοὶ καὶ βότανα ἰατρικά, ποὺ θεραπεύουν τὰ πάθη τὰ φανερὰ καὶ τὶς ἀόρατες πληγές μας.

Ἔχε λοιπὸν ὑπομονὴ γιὰ νὰ κερδίζεις καθημερινά, νὰ ἀποταμιεύεις μισθό, ἀνάπαυση καὶ χαρὰ στὴν οὐράνια Βασιλεία. Γιατί ἔρχεται νύχτα, δήλ. ὁ θάνατος, ποὺ τότε κανεὶς πλέον δὲν μπορεῖ νὰ ἐργασθεῖ. 

Γι’ αὐτό τρέξε. Εἶναι λίγος ὁ καιρός...

Γνώριζε δὲ καὶ αὐτό· ὅτι καλλίτερα εἶναι μία ἡμέρα ζωῆς γεμάτη νίκες μὲ βραβεῖα καὶ στεφάνια, παρὰ χρόνια πολλὰ καὶ νὰ ζεῖς μὲ ἀμέλεια. Γιατί μίας ἡμέρας ἀγώνας μὲ γνώση καὶ αἴσθηση ψυχῆς, ἰσχύει γιὰ πενήντα χρόνια κάποιου ἄλλου, χωρὶς γνώση ἀλλὰ ποὺ ἀγωνίζεται μὲ ἀμέλεια.

Χωρὶς ἀγώνα καὶ χωρὶς νὰ χύσεις αἷμα μὴ περιμένεις νὰ ἐλευθερωθεῖς ἀπὸ τὰ πάθη.

Ἀγκάθια καὶ τριβόλια φυτρώνει ἡ γῆ μας μετὰ τὴν παράβαση. Πήραμε ἐντολὴ γιὰ κάθαρση· ἀλλὰ μὲ πόνο πολύ, μὲ ματωμένα χέρια, καὶ μὲ πολλοὺς ἀναστεναγμοὺς ξεριζώνονται. 

Κλάψε λοιπόν, χύσε δάκρυα ποταμούς, καὶ μαλακώνει ἡ γῆ τῆς καρδιᾶς σου.

Καί, ἀφοῦ τό χῶμα βραχεῖ, εὔκολα ξεριζώνεις τά ἀγκάθια...


Γέροντα Ιωσήφ του Ησυχαστού
(«Ἔκφρασις Μοναχικῆς ἐμπειρίας», ἔκδ, Ι.Μ.Φιλοθέου, Ἄγ. Ὅρος, 
σ. 127-129. σὲ νεοελληνικὴ ἀπόδοση.)

Τα κάμνετε αυτά; Αν όχι, νοερά προσευχή γιόκ! ~ Γέρων Αρσένιος ο Σπηλαιώτης



Ειδικά για τους ανθρώπους που ζουν στον κόσμο ο Γέρων Αρσένιος συμβουλεύει: 

«Όταν οι επισκέπτες ενδιαφέρονταν να μάθουν για την νοεράν προσευχήν, ερωτούσε:

- Έχετε πνευματικόν; 
Είσαστε εξομολογημένοι; 
Προσεύχεσθε; 
Εκκλησιάζεστε; 
Νηστεύετε Τετάρτην και Παρασκευήν; 
Κοινωνάτε τακτικά;

Αν οι επισκέπτες ήσαν έγγαμοι, πρόσθετε:

- Φυλάγετε εγκράτειαν με την γυναίκα σας κατά τις νηστείες, Κυριακές, γιορτές; 
Κάμνετε παιδιά, όσα δώσει ο Θεός; 
Έχετε αγάπην με εχθρούς και φίλους;

Αν κάμνετε αυτά, 
τότε να μιλήσουμε για την νοεράν προσευχήν.
Αν όχι, νοερά προσευχή γιόκ. 
Να μή χάνουμε και τα λόγια μας».

(Ιωσήφ Μονάχου Διονυσιάτου: «Ο Γέρων Αρσένιος ο Σπηλαιώτης» Β’ Έκδοση, σελ. 91.)

Σε πολλούς από εμάς ίσως φαίνονται δύσκολα τα λόγια αυτά του π. Αρσενίου. 

Είναι όμως αληθινά και εγκυρότατα...

Η ευχή μας εξυψώνει και μας ενώνει με τον Χριστό, τον ιατρό των ψυχών και σωμάτων υμών.

Μας βοηθά αποτελεσματικά στο να ξεπεράσουμε όλα τα προβλήματά μας. Μας ενισχύει να αντέχουμε τους πειρασμούς για να κερδίσουμε μέσα από αυτούς την αιώνια σωτηρία μας. Εμποδίζει τον πονηρό να δημιουργεί δυσκολίες στις σχέσεις με τους συνανθρώπους μας και να διαταράσσει έτσι την γαλήνη της ψυχής μας.

Ασκώντας την νοερά προσευχή και ο ίδιος ο άνθρωπος μένει έκπληκτος από τις αλλαγές που παρατηρεί μέσα του.

Ο φλύαρος γίνεται σιωπηλός και εσωστρεφής, δεν επιθυμεί πιά τις συζητήσεις, έχει μία ιερά ενασχόληση, ο δειλός γίνεται ανδρείος, ο αγχώδης γαλήνιος, ο νωθρός και αμελής βιαστής, και ο απαισιόδοξος αισιόδοξος. Πλημμυρίζει από αγαθούς λογισμούς, βλέπει τους άλλους ανθρώπους καλούς, δικαιολογεί τις πτώσεις τους, γεμίζει από ευσπλαχνία, κατάνυξη και ταπείνωση.

Η νοερά προσευχή είναι ένας λειμώνας όπου σκηνώνει η Χάρις του Θεού, γι’αυτό είναι μακάριοι όσοι ασχολούνται με αυτήν. Ο Όσιος Γέρων Ιωσήφ μας προτρέπει: «όποιος θέλει ας δοκιμάζη αυτό το μέλι και γίνεται μέσα του πηγή χαράς και ευφρόσυνης». 

Έχουμε μία ανεκτίμητη πνευματική κληρονομιά, τα συγγράμματα των Αγίων Νηπτικών Πατέρων και τις Επιστολές του τελευταίου Νηπτικού του καιρού μας, Οσίου Ιωσήφ. Ας την αξιοποιήσουμε...

«Σεις δε, εάν αγαπάτε την νοεράν προσευχήν, πενθείτε και κλαίετε ζητώντας τον Ιησούν. Και Αυτός θα αποκαλυφθή ως εν εμπύρω αγάπη, όπου καταφλέγει όλα τα πάθη».

Πρωτ. Γεωργίου Τριανταφύλλου, Ο Άγιος Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής, Ο Νηπτικός Πατήρ και Διδάσκαλος (Ταπεινή αναφορά στη ζωή και στο έργο του), εκδόσεις Ιερού Ησυχαστηρίου Παναγίας Μυρτιδιωτίσσης Θαψάνων Πάρου.

Οι μακάριοι Γέροντες Αρσένιος (αριστερά), και Ιωσήφ (δεξιά), 
οι Σπηλαιώτες και Ησυχαστές, οι για σαράντα χρόνια αχώριστοι συνασκητές.

Οι άνθρωποι του κόσμου



Οι άνθρωποι του κόσμου αγαπούν τον κόσμον
Επειδή δεν εγνώρισαν ακόμη την πικρίαν αυτού.
Είναι ακόμη τυ­φλοί στην ψυχήν και δεν βλέπουν
Τι κρύπτεται μέσα εις αυ­τήν την προσωρινήν χαράν.

Δεν ήλθεν ακόμη εις αυτούς φως νοητόν
Δεν έφεξεν ακόμη ημέρα σωτηρίας...
Δεν κερ­δίζει ο έξυπνος, ο ευγενής, ο ομιλών τορνευτά
Ή ο πλού­σιος..

Αλλά όποιος υβρίζεται και μακροθυμεί

Αδικείται και συγχωρεί, συκοφαντείται και υπομένει....

Αυτός καθαρίζε­ται και λαμπρύνεται περισσότερον.
Αυτός φθάνει εις μέτρα μεγάλα.
Αυτός εντρυφά εις θεωρίας μυστηρίων.
Και τέλος αυτός είναι από εδώ μέσα εις τον Παράδεισον.

Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής