.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Άγιος Ανδρέας Κρήτης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Άγιος Ανδρέας Κρήτης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κλάψε, Παναγιά μου για να με λυπηθεί Εκείνος!



«Κλάψε, Παναγιά μου!...»

Γράφω την φράση και τρέμει το χέρι μου. Γράφω τις τρεις αυτές λέξεις και μούρχεται να κλάψω σαν μικρό παιδί έρημο κι εγκαταλειμμένο μέσα στην σκοτεινή και άγρια νύχτα. Δεν είναι δικιά μου η φράση αυτή. Την βρήκα τώρα, που έχω μπροστά μου το ''Ευχολόγιον'' …και είναι από το τελευταίο «Θεοτοκίον» του Κανόνος, που το αντιγράφω εδώ, κατά λέξιν, ολόκληρο:

«Θεού Μήτηρ βλέψον εις άβυσσον, ίδε ψυχήν βασάνοις εκδοθείσαν κολάζεσθαι, και τα γόνατα κλίνασα, δάκρυσον˙ ίνα επικαμφθείς σου ταις παρακλήσεσιν, ο το αίμα δους υπέρ εμού, ανακαλέση με».

Και σε μία πρόχειρη μετάφραση στον καθημερινό μας λόγο, λέγει τα εξής:

«Ω, Μητέρα του Θεού, κοίταξε την άβυσσον όπου βρίσκομαι και δες την ψυχήν μου, που έχει παραδοθεί στα βάσανα για να τιμωρηθή, και αφού γονατίσεις, κλάψε Παναγιά μου! 
Για να καμφθή από τις παρακλήσεις σου, εκείνος, που έδωσε το αίμα του για μένα, και να με ανακαλέση κοντά του».

Άκου μέχρι που έφτασε αυτός ο ευλογημένος και κατανυκτικός αυτός υμνογράφος, ο Άγιος Ανδρέας Κρήτης, να παρακαλή την Υπεραγία Θεοτόκον να γονατίσει και να κλάψει, για να σωθεί την ώρα εκείνη του αμαρτωλού η ψυχή.


Από το βιβλίο του Π. Μ. Σωτήρχου «Μέγα Θεοτοκίον -Η Παράκλησις της Θεοτόκου» Εκδ. ''Αστήρ'', σελ. 63.

Αγίου Ανδρέα Κρήτης: "Ο Λώτ, αν και κατοικούσε στα Σόδομα, κανέναν δὲν κατέκρινε"!



Δύο πράγματα ἀπαιτοῦνται ἀπὸ ὅλους τούς ἀνθρώπους, νὰ κατακρίνουμε τὰ ἰδικὰ μας ἁμαρτήματα καὶ νὰ συγχωροῦμε τὰ ἁμαρτήματα τῶν ἄλλων. Διότι ἐκεῖνος πού βλέπει τὰ ἰδικὰ του ἁμαρτήματα, συγχωρεῖ πιὸ εὔκολα τούς ἄλλους· ἐνῶ ἐκεῖνος πού κατακρίνει τοὺς ἄλλους, τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό του κατακρίνει καὶ καταδικάζει, ἔστω καὶ ἂν ἔχη πολλὲς ἀρετές. Ἀληθῶς μεγάλο πράγμα εἶναι τὸ νὰ μὴ κατακρίνουμε τοὺς ἄλλους, ἀλλά τούς ἑαυτούς μας, ἀδελφοί. Ἐμεῖς ὅμως, ἀφήνοντας τὶς δικὲς μας ἁμαρτίες, τοὺς ἄλλους ἰδίως κατακρίνουμε, τοὺς ἄλλους ἐξετάζουμε, μὴ γνωρίζοντας ὅτι ἀκόμη καὶ ἂν εἴμεθα δικαιότεροι ἀπὸ ὅλους, ἐὰν κατακρίνουμε τοὺς ἄλλους, γινόμεθα ἔνοχοι καὶ εἴμεθα ἄξιοι τῆς ἰδίας τιμωρίας καὶ τῶν ἰδίων βασάνων τῶν ὁποίων εἶναι ἄξιος καὶ αὐτός τὸν ὁποῖον κρίνουμε·«Ὧ γὰρ κρίματι κρίνετε» λέγει «τούτῳ καὶ κριθήσεσθε». Διότι αὐτός πού πορνεύει, παραβαίνει ἐντολή, ὅπως καὶ ἐκεῖνος πού τὸν κρίνει. Ὥστε καὶ οἱ δύο παραβαίνουν θείαν ἐντολή, καὶ αὐτός πού πορνεύει καὶ ἐκεῖνος πού κρίνει.
Ἀλλὰ ἂς μεταφέρουμε μᾶλλον τὴν ἐξέτασι τῶν ἄλλων καὶ τὴνλεπτομερῆ ἐνασχόλησι στοὺς ἑαυτούς μας, ἀγαπητοί. Καὶ ἐὰν δοῦμε κάποιους νὰ ἁμαρτάνουν, ἐμεῖς ἂς ἔχουμε τὶς δικὲς μας ἁμαρτίες ἐνώπιον τῶν ὀφθαλμῶν μας καὶ ἂς θεωροῦμε τὰ δικὰ μας χειρότερα ἀπὸ τῶν ἄλλων. Διότι ἐκεῖνος πού ἁμάρτησε, ἴσως καὶ τὴν ὥρα τῆς ἁμαρτίας νὰ μετενόησε, ἐνῶ ἐμεῖς μένουμε πάντοτε ἀδιόρθωτοι κατακρίνοντας καὶ ἐξετάζοντας ἄλλους. Ἐκεῖνος ὁ Λώτ, ἂν καὶ κατοικοῦσε στὰ Σόδομα, κανέναν δὲν κατέκρινε, κανέναν δὲν κατηγόρησε. Γιʼ αὐτό ἐδικαιώθη καὶ διεσώθη ἀπὸ τὴν φωτιὰ καὶ τὴν πανωλεθρία, στὰ ὁποῖα κατεδικάστησαν οἱ Σοδομίτες. Ἂς ταπεινωθοῦμε λοιπὸν καὶ ἐμεῖς κατακρίνοντας τοὺς ἑαυτούς μας, τοὺς ἑαυτούς μας νὰ ὀνειδίζωμε γιὰ νὰ ὑψωθοῦμε, νὰ γίνουμε ἀκατάκριτοι.

Ἂς ἀγαπήσουμε τὴν ταπεινοφροσύνη. Μὲ αὐτή ἐδικαιώθη ὁ Τελώνης καὶ ἀπέβαλε τὸ φορτίον τῶν ἁμαρτημάτων του. Ἂς μισήσουμε τὴν ὑψηλοφροσύνη, ἐπειδὴ ὁ Φαρισαῖος ἀπὸ αὐτή κατεκρίθη καὶ ἔχασε τὶς ἀρετές πού εἶχε. Ὁ Φαρισαῖος, ἐπειδὴ διέπραξε τὰ καλὰ μὲ ὄχι καλὸ τρόπο, κατεκρίθη. Ὁ Τελώνης ἀπορρίπτοντας μὲ καλὸ τρόπο τὰ μὴ καλὰ ἔργα, ἐδικαιώθη. Διότι ὁ Θεὸς εἶδε μὲ συμπάθεια τὸν στεναγμὸ τοῦ Τελώνου καὶ τὴν συντριβή του καὶ τὰ κτυπήματα τοῦ στήθους του καὶ ἀφοῦ ἐδέχθη τὸ «ἱλάσθητι» τὸν δικαίωσε μαζὶ μὲ τὸν Ἄβελ. Τὶς δὲ θυσίες καὶ τὶς ἀρετές καὶ τὰ κατορθώματα τοῦ καυχησιολόγου καὶ ὑπερήφανου Φαρισαίου τὶς ἐσιχάθη καὶ τὶς ἀπεστράφη καὶ τὸν κατεδίκασε, ὅπως τὸν ἀδελφοκτόνο Κάϊν, γιὰ τὴν ἴδια αἰτία. Νὰ μάθουμε, ἀδελφοί, καὶ νὰ διδαχθοῦμε νὰ κάνουμε μεγάλα κατορθώματα. Νὰ μὴν ὑψηλοφρονοῦμε ὅμως γιʼ αὐτά καὶ ἂν γίνουμε καλοί, δίκαιοι καὶ ἐπιεικεῖς καὶ πονόψυχοι καὶ ἐλεήμονες, καὶ ἔτσι νὰ εἶναι, ἐμεῖς νὰ ταπεινωνώμεθα καὶ νὰ μὴν ἔχουμε ὑπεροψία καὶ ἀλαζονεία, μήπως χάσουμε τοὺς κόπους καὶ τοὺς πόνους μας. Διότι λέγει ὁ Κύριος «ὅταν ταῦτα πάντα ποιήσητε, λέγετε ὅτι ἀχρεῖοι δοῦλοι ἐσμεν, ὅτι ὅ ὠφείλομεν ποιῆσαι, πεποιήκαμεν».

Εἶναι ἀναγκαῖο καὶ ἀπαραίτητο χρέος νὰ προσφέρουμε στὸν Θεὸ τῶν ὅλων τὴν δουλικὴ ταπείνωσι, τὴν ὑπομονή, τὴν ὑποταγή, τὴν ὑπακοή, τὴν εὐγνωμοσύνη, τὴν εὐχαριστία, καὶ νὰ μεγαλύνουμε καὶ νὰ προσκυνοῦμε τὸ πανάγιο θέλημά του, καὶ νὰ μὴν αἰσθανώμεθα σὰν δαγκώματα τοὺς ἐλέγχους καὶ τὶς ὕβρεις τῶν ἄλλων, οὔτε νὰ καταβαλλώμεθα στοὺς πειρασμούς, οὔτε νὰ δυσανασχετοῦμε, ὅταν μᾶς κατηγοροῦν, διότι καὶ ἀπὸ αὐτά καρπωνόμεθα πολλὴ ὠφέλεια.

Ἂς μάθουμε καὶ ἂς γνωρίσουμε, ἀδελφοί μου, τὴν δύναμι καὶ τὴν ἐνίσχυσι καὶ τὴν βοήθεια τῆς ταπεινώσεως. Ἂς μὰθουμε τὴν καταδίκη καὶ τὴν ζημία καὶ τὴν ἀπώλεια πού προξενεῖ ἡ ὑψηλοφροσύνη: ἡ σκιὰ τοῦ Βεεμώθ, κατὰ τὸν Ἰώβ, στοὺς ὑγρούς τόπους καὶ στὶς καλαμιὲς καὶ ἡ ἐκτροπή ἀπὸ τὴν ὁδὸ τῆς ἀλήθειας καὶ τοῦ φωτὸς τῆς δικαιοσύνης.

Καὶ ἐπειδὴ εἶναι μεγάλο ἀγαθό ἡ μετάνοια καὶ ἡ ἐξομολόγησις καὶ ἡ συντριβὴ καὶ τὰ δάκρυα καὶ οἱ ἀπὸ τὸ βάθος τῆς καρδίας μας στεναγμοὶ καὶ ἡ κατάνυξι, γιʼ αὐτό παρακαλῶ νὰ ἐξομολογῆσθε στὸν Θεὸ συνεχῶς καὶ νὰ τοῦ φανερώνετε τὰ ἁμαρτήματά σας. Διότι ἐὰν τοῦ παρουσιάζουμε γυμνὴ τὴν συνείδησί μας καὶ τοῦ δείχνουμε τὰ τραύματα τῶν ψυχῶν μας καὶ δὲν κρίνουμε τοὺς ἄλλους, οὔτε ἀποθηριωνόμεθα μὲ τὶς ὕβρεις τῶν συνανθρώπων μας, οὔτε λυπούμεθα γιὰ τὶς κατηγορίες καὶ τὶς ἀδικίες τους, θὰ μᾶς λυπηθῆ ὁ φιλάνθρωπος Κύριος καὶ θὰ μᾶς κεράση τὰ φάρμακα τῆς συμπαθείας καὶ τῆς εὐσπλαγχνίας του· θὰ τὰ βάλη στὰ τραύματά μας καὶ θὰ μᾶς θεραπεύση. Ἂς δείξουμε τὰ ἁμαρτήματά μας στὸν Κύριο πού δὲν ντροπιάζει, ἀλλά θεραπεύει· διότι καὶ ἂν ἐμεῖς σιωπήσουμε, ἐκεῖνος τὰ γνωρίζει ὅλα.

Ἂς εἰποῦμε λοιπὸν τὰ ἁμαρτήματά μας, ἀδελφοί, καὶ ἂς ἐξομολογοηθοῦμε καθαρὰ στὸν Κύριο, γιὰ νὰ κερδίσουμε τὴν συμπάθειά του. Ἂς ἀφησουμε τὶς ἁμαρτίες μας ἐδῶ γιὰ νὰ πᾶμε ἐκεῖ καθαροὶ καὶ ἕτοιμοι καὶ νὰ εἰσαχθοῦμε ἀπὸ τὸν δίκαιο Κριτὴ στὴν Βασιλεία του τὴν ἀτελεύτητο καὶ αἰωνία καὶ νὰ κληρονομήσουμε τὶς μελλοντικὲς ἐκεῖνες καὶ ἀγέραστες διαμονὲς καὶ τὴν ἀπέραντη χαρὰ καὶ ἀπόλαυσι…

Ἅγιος Ἀνδρέας Κρήτης

Πηγή: http://www.imaik.gr/

Στήν αποτομή της κεφαλής του Τιμίου Προδρόμου



Τόν εἶπαν καί «Ἠλία». «Καί ἄν θέλετε νά τό παραδεχτεῖτε, αὐτός εἶναι ὁ Ἠλίας πού πρόκειται νά ἔρθει» (Ματθ. 11, 14). «Καί αὐτός θά πορευτεῖ πρίν ἀπό τόν Κύριο μέ τή δύναμη καί τό πνεῦμα τοῦ προφήτη Ἠλία» (Λουκ. 1, 17).
Πολλοί τόν ἀποκάλεσαν καί «διδάσκαλο». «Ἦρθαν δέ καί τελῶνες νά βαφτιστοῦν καί τοῦ εἶπαν, δάσκαλε τί νά κάνουμε»; (Λουκ. 3, 12).
Ἀκόμη ὀνομάστηκε «ἑτοιμαστής». «Γιατί θά πορευτεῖς πιό μπροστά ἀπό τόν Κύριο, νά ἑτοιμάσεις στίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων τό δρόμο τοῦ Θεοῦ» (Λουκ. 1, 76).
Καί «κήρυκας» ὀνομάστηκε. «Ὁ Ἰωάννης βάπτιζε στήν ἔρημο καί κήρυττε βάπτισμα μετανοίας γιά τή συγχώρεση τῶν ἁμαρτιῶν καί κήρυττε λέγοντας. Ἔρχεται πίσω ἀπό μένα αὐτός πού εἶναι ἰσχυρότερος ἀπό μένα». (Μάρκ. 1, 4-7).
Ὁ ἴδιος χαρακτήρισε τόν ἑαυτό του σάν φωνή. «Ποιός εἶσαι, πές μας. Ποιός εἶσαι γιά νά δώσουμε καί ἐμεῖς ἀπάντηση σ’ αὐτούς πού μᾶς ἔστειλαν. Πῶς θεωρεῖς ἐσύ τόν ἑαυτό σου; Καί ἐκεῖνος εἶπε. Ἐγώ εἶμαι ἡ φωνή ἐκείνου πού φωνάζει στήν ἔρημο» (Ἰωάν. 1, 22).
Εἶναι καί λέγεται καί «Βαπτιστής». «Φτάνει ὁ Ἰησοῦς στόν Ἰορδάνη ἀπό τή Γαλιλαία γιά νά βαπτιστεῖ ἀπό τόν Ἰωάννη» (Ματθ. 3, 13). «Ὁ δέ Ἰωάννης βρισκόταν ἐκεῖ καί βάπτιζε καί ἔρχονταν ὅλοι νά βαπτιστοῦν» (Μάρκ. 1, 4).
Πῆρε καί τό ὄνομα «ὁμολογητής». «Καί ὁμολόγησε καί δέν ἀρνήθηκε. Καί ὁμολόγησε ἐπίμονα καί εἶπε: Ἐγώ δέν εἶμαι ὁ Χριστός» (Ἰωάν. 1, 20).
Ἀναμφισβήτητα εἶναι καί «Μάρτυς». «Ἐκεῖνος δέν ἦταν τό φῶς, ἀλλά εἶχε σκοπό νά μαρτυρήσει, γιά τό φῶς» (Ἰωάν. 1, 8).
Αὐτός ἀκόμα ἀξιώθηκε νά ὑπογράψει τήν παρουσία τῆς Ἁγίας Τριάδος καί νά ὀνομαστεῖ γι’ αὐτό «ὑπογραφεύς τῆς Τριάδος».«Ἐκεῖνος ὅμως πού μέ ἔστειλε νά βαπτίζω στό νερό, Ἐκεῖνος μου εἶπε: Σ’ ὅποιον θά δεῖς νά κατεβαίνει τό Ἅγιο Πνεῦμα καί νά μένει ἐπάνω του, Αὐτός εἶναι Ἐκεῖνος πού θά βαπτίζει μέ Ἅγιο Πνεῦμα. Καί ἐγώ τόν εἶδα Αὐτόν καί ἔδωσα τή μαρτυρία μου γι’ αὐτόν ὅτι εἶναι Υἱός τοῦ Θεοῦ». (Ἰωάν. 1, 33-34).
Ὀνομάστηκε ἀκόμα «Δίκαιος καί Ἅγιος». «Ὁ Ἡρώδης φοβόταν τόν Ἰωάννη, γιατί γνώριζε πολύ καλά ὅτι ἦταν δίκαιος καί ἅγιος ἄνθρωπος» (Μάρκ. 6, 20).
Τόν ἀποκάλεσαν καί «Ἀπόστολο». «Ἐσεῖς οἱ ἴδιοι τό παραδέχεστε καί τό λέτε πώς σᾶς εἶπα ὅτι ἐγώ δέν εἶμαι ὁ Χριστός καί ὅτι ἐγώ ἔχω σταλεῖ, νά πορευτῶ πρίν ἀπό Ἐκεῖνον» (Ἰωάν. 3, 28).
Ἕνα ἄλλο ὀνομά του εἶναι «Εὐαγγελιστής». «Παρηγοροῦσε τό λαό μέ πολλά καί διάφορα ἄλλα, ἀλλά συγχρόνως τοῦ χάριζε καί τό χαρούμενο μήνυμα, τό Εὐαγγέλιο» (Λουκ. 3, 18).
Ἀκόμα ἔχει καί τό ὄνομα «Νυμφαγωγός». «Αὐτός πού ἔχει τή νύφη εἶναι Νυμφίος. Ἐκεῖνος πού εἶναι φίλος τοῦ Νυμφίου εἶναι αὐτός πού στέκεται στό πλάι του, τόν ἀκούει καί χαίρεται μέ βαθιά χαρά τή φωνή Του. Ἀπ’ αὐτή τή χαρά γέμισε καί ἡ δική μου ψυχή, γιατί ἀξιώθηκα νά σταθῶ πλάι στόν Νυμφίο Χριστό» (Ἰωάν. 3, 29-30).
Λέγεται καί «Λύχνος». «Ἐκεῖνος ἦταν τό λυχνάρι πού ἔκαιγε καί φώτιζε, ἐσεῖς δέ γιά μιά στιγμή θελήσατε νά κάνετε ἱλαρά τά πρόσωπά σας μέ τό δικό Του φῶς». (Ἰωάν. 5, 35).
Πῆρε καί τόν τίτλο «Ἔλεγχος τοῦ Ἡρώδη». «Γιατί ἔλεγε ὁ Ἰωάννης στόν Ἡρώδη. Δέν σοῦ ἐπιτρέπεται νά συζεῖς μέ τή γυναίκα τοῦ ἀδερφοῦ σου τοῦ Φιλίππου» (Μάρκ. 6, 18). «Ὁ Ἡρώδης ἐπειδή ἐλεγχόταν ἀπό τον Ἰωάννη γιά τήν Ἡρωδιάδα τόν ἔκλεισε στή φυλακή». (Λουκ. 3, 19).
Αὐτά τά τόσο μεγάλα καί τόσο σπουδαῖα ὀνόματα πῆρε ὁ Ἰωάννης. Μ’ αὐτά ἔχει τιμηθεῖ, γι’ αὐτό καί οἱ πράξεις του ἦταν σύμφωνες μέ τούς τίτλους του. Ἔτσι ὁ Ἰωάννης ὑπῆρξε ἐκεῖνος«πού δέ γεννήθηκε ἄνθρωπος μεγαλύτερός του στόν κόσμο» (Ματθ. 6, 11). Αὐτός εἶναι ἐκεῖνος γιά τόν ὁποῖο πραγματικά ὁ προφήτης Δαυίδ ψάλλει, σάν νά δανείζεται τό στόμα τοῦ Θεοῦ καί Πατέρα καί λέει: «Ἑτοίμασα λυχνάρι γιά τόν Χριστό μου. Πάνω σ’ αὐτό δέ, θά φανερωθεῖ καί θά λάμψει ἡ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού θά τόν χρίσει Μεσσία καί βασιλιά» (Ψαλμ. 131, 17-18).
Αὐτός εἶναι ἐκεῖνος ὁ μεγάλος Ἠλίας, ὄχι ὁ Θεσβίτης, ἀλλά αὐτός πού στάθηκε ἀνάμεσα στό νόμο καί στή Χάρη καί ἔγινε πρόδρομος τῆς πρώτης παρουσίας τοῦ Χριστοῦ, ἄν καί ἱστορικά, ἔζησε μετά τόν Ἠλία τό Θεσβίτη, ἐκεῖνος πού εἶχε ὅμοια μ’ αὐτόν ἔμπνευση καί δύναμη, ὅπως προεῖπε ὁ ἀρχάγγελος στόν πατέρα του Ζαχαρία (Λουκ. 1, 17).
Καί σέ ποιόν Ζαχαρία τά εἶπε αὐτά ὁ ἄγγελος; Στό Ζαχαρία πού τό αἷμα του φωνάζει πιό δυνατά ἀπό τό αἷμα τοῦ δίκαιου Ἄβελ (Ματθ. 23, 35).
Αὐτός εἶναι ἐκεῖνος πού σκίρτησε στήν κοιλιά τῆς μάνας του, πρίν ἀκόμα δεῖ τό φῶς τῆς ἡμέρας, γιατί πληροφορήθηκε τήν παρουσία τοῦ κυοφορούμενου Δεσπότη του. Αὐτός χρησιμοποίησε τή γλώσσα τῆς μάνας του καί, ἐνῶ βρισκόταν ἀκόμα στήν κοιλιά της, προανάγγειλε τή γέννηση τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ ἀπό τή Θεοτόκο Μαρία, λέγοντας: «Καί πῶς ἔγινε σέ μένα αὐτό τό πράγμα νά ἔρθει στό σπίτι μου ἡ μητέρα τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ μου;» (Λουκ. 1, 43).
Αὐτός εἶναι ἐκεῖνος πού μέ τό κήρυγμα τῆς μετανοίας θά μαλακώσει τίς καρδιές τῶν γονιῶν καί θά τίς ξαναφερει κοντά στά παιδιά τους καί «θά κάνει τούς παραστρατημένους νά ἀποκτήσουν φρόνηση ἁγίων καί δικαίων ἀνθρώπων καί ἔτσι θά προετοιμάσει τούς ἀνθρώπους, ὥστε νά δεχτοῦν τόν Κύριο καί νά γίνουν λαός Του» (Λουκ. 1, 17).
Αὐτός ὑπῆρξε καρπός θεϊκῆς ὑποσχέσεως, τό χαρμόσυνο ἄγγελμα τοῦ Γαβριήλ, τό τρυφερό κλωνάρι πού χαρίστηκε ἀπό τόν Θεό, στό ξεραμένο ἀπό τήν ἡλικία δέντρο. Τό καρπερό λουλούδι τῆς στείρας. Ὁ προφήτης πού εἶναι γιός προφήτη. Ὁ τρόφιμος τῆς ἐρήμου. Αὐτός πού ἑτοίμασε καί ἑτοιμάζει τούς ἀνθρώπους ὅλης τῆς οἰκουμένης στούς πνευματικούς ἀγῶνες καί στό καλοδέξιμο τοῦ Κυρίου. Ὁ λαμπερός δορυφόρος τοῦ Ἡλίου, πού λάμπει παντοτινά. Τό λυχνάρι τοῦ θεϊκοῦ Φωτός. Ὁ στρατιώτης τοῦ αἰώνιου βασιλιᾶ. Ὁ Νυμφαγωγός τοῦ Νυμφίου. Ὁ δοῦλος τοῦ Δεσπότη. Ἡ φωνή τοῦ Λόγου, πού ἱεράτευσε σάν τόν Μελχισεδέκ αἰώνια, ὡς ἀπάτορας, ἀμήτορας καί ἀγεννεαλόγητος. Ὁ ἱερέας πού ἀξιώθηκε νά ἱερουργήσει ἀκόμα καί τή Βάπτιση τοῦ Ἴδιου τοῦ Θεοῦ. Αὐτός πού ἄκουσε μέ τά ἴδια του τ’ ἀφτιά τόν Θεό Πατέρα νά μιλάει. Αὐτός πού βάπτισε τόν Υἱό καί Αὐτός πού εἶδε τόἍγιο Πνεῦμα.
Αὐτός πού ὑπῆρξε τό τέλος τοῦ νόμου· Αὐτός πού μεσολάβησε ἀνάμεσα στή Χάρη τοῦ Θεοῦ καί στούς ἀνθρώπους. Αὐτός πού ὑπῆρξε ὁ μεγαλύτερος ἀπ’ ὅλους τούς προφῆτες καί στοῦ ὁποίου τό πρόσωπο ἐξαντλεῖται κάθε προφητική διακονία. Ὁ κήρυκας τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Ὁ πρόδρομος τοῦ Χριστοῦ πού εἶναι ἡ αὐτοαλήθεια. Ἡ θύρα ἀπό τήν ὁποία μπαίνουμε στό χῶρο τῆς μετάνοιας. Αὐτός πού ὑπῆρξε τό κόσμημα καί ἡ λαμπρότητα τῶν παρθένων, Αὐτός πού ἑτοίμασε τή σωτηρία μας. Αὐτός πού νομοθέτησε τή σωφροσύνη καί ἔγινε χαλινάρι στούς παράνομους καί φαύλους καί ἀκόμη Αὐτός πού χειραγώγησε ὅσους σεβάστηκαν τό θεϊκό νόμο.
Αὐτός εἶναι ὁ μεγάλος Ἰωάννης. Τό ὄνομα πού βγῆκε ἀπό τό στόμα τοῦ Θεοῦ καί μεταφέρθηκε ἀπό τούς οὐρανούς στό Ζαχαρία μέ τήν ἀρχαγγελική φωνή. Αὐτός εἶναι ἡ φωνή πού γεννήθηκε ἀπό τόν κωφάλαλο πατέρα. Αὐτός πού μέ τή σιωπή τοῦ πατέρα του κατάργησε τή στειρότητα τῆς μάνας του. Αὐτός φανέρωσε τόν «Ἀμνό τοῦ Θεοῦ» μέ τό δάχτυλό του, δίνοντας σ’ αὐτό δύναμη πιό μεγάλη καί ἀπό τόν καλύτερο ρήτορα. Αὐτός πού στό πρόσωπό του ἔχει δικαίωμα νά καυχιέται ἡ ἐγκράτεια. Αὐτός πού ἔζησε σάν ἄσαρκος τήν ἐπίγεια ζωή του, πού βρέθηκε σάν πολύτιμος μαργαρίτης μέσα στή λάσπη. Αὐτός πού σάν πολύτιμος θησαυρός βρέθηκε σέ εὔθραυστο καί φτηνό θησαυροφυλάκιο. Αὐτός πού ἀπείλησε τίς ἄκαρπες ψυχές μέ τό ξινάρι τῆς Θείας δικαιοσύνης, ἡ φιλέρημη τρυγόνα τῆς Ἐκκλησίας, τό ἀσταμάτητο στόμα, ἡ φωνή ἐκείνου πού φωνάζει στήν ἔρημο καί ἀντηχεῖ βροντερά στά πέρατα τοῦ κόσμου, λέγοντας «ἑτοιμάστε τό δρόμο τοῦ Κυρίου, κάνετε ἴσια τά μονοπάτια ἀπ’ ὅπου θά περάσει ὁ Κύριος στίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων» (Ματθ. 3, 3 -Ἰωάν. 1, 23).
Αὐτός εἶναι ἡ γλῶσσα πού μέ τά θεϊκά της λόγια καί μέ τήν ἁγνή φωνή της, ἀκόμα καί μετά τό θάνατό του, ἐλέγχει τόν Ἡρώδη καί κηρύττει τόν Χριστό, λέγοντας: «Μετανοεῖτε, γιατί ἔφτασε ἡ βασιλεία τῶν Οὐρανῶν» (Ματθ. 3, 2).
Στόν Θεό ἀνήκει ἡ δόξα καί ἡ μεγαλωσύνη στούς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν

Ἁγίου Ἀνδρέα Κρήτης 

Ἀπό τό βιβλίο: «Θεϊκό Λυχνάρι, ὁ Τίμιος Πρόδρομος»
Ἐκδόσεις ΕΤΟΙΜΑΣΙΑ
Ἱερᾶς Μονῆς Τιμίου Προδρόμου Καρέα