.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Ξεχνάς, άλλωστε, πόσες φορές εσύ άκουσες κάποιον φτωχό να σε παρακαλάει και δεν του έδωσες σημασία



Αν η γλώσσα μας προφέρει προσευχητικά λόγια και η διάνοιά μας ονειροπολεί, τίποτα δεν έχουμε να ωφεληθούμε.Απεναντίας, θα κατακριθούμε, επειδή ακριβώς με μεγαλύτερη υπομονή και εντατικότερη προσοχή μιλάμε σε ανθρώπους παρά στον Κύριό μας. Στο κάτω-κάτω, κι αν ακόμα δεν πάρουμε τίποτε απ’ Αυτόν, το να βρισκόμαστε σε διαρκή επικοινωνία μαζί Του μικρό καλό είναι; Αν ωφελούμαστε πολύ, όταν συζητάμε μ’ έναν ενάρετο άνθρωπο, πόσο θα ωφεληθούμε, αλήθεια, συνομιλώντας με τον Πλάστη, τον Ευεργέτη, το Σωτήρα μας, έστω κι αν δεν μας δίνει ό,τι Του ζητάμε;

Γιατί, όμως, δεν μας δίνει; Θα το τονίσω γι’ άλλη μια φορά: Γιατί συνήθως Του ζητάμε πράγματα βλαβερά, νομίζοντας πως είναι καλά και ωφέλιμα. Δεν γνωρίζεις, άνθρωπέ μου, το συμφέρον σου. Εκείνος, που το γνωρίζει, δεν εισακούει την παράκλησή σου, γιατί φροντίζει περισσότερο από σένα για τη σωτηρία σου.

Aν οι γονείς δεν δίνουν πάντα στα παιδιά τους ό,τι τους ζητούν, όχι βέβαια επειδή τα μισούν, μα επειδή, απεναντίας, υπερβολικά τα αγαπούν, πολύ περισσότερο θα κάνει το ίδιο ο Θεός, ο οποίος και περισσότερο από τους γονείς μας μας αγαπά και καλύτερα απ’ όλους γνωρίζει ποιο είναι το καλό μας. Όταν, λοιπόν, αποκάνεις ικετεύοντας τον Κύριο, κι Εκείνος δεν σου δίνει σημασία, μην παραπονιέσαι. Ξεχνάς, άλλωστε, πόσες φορές εσύ άκουσες κάποιον φτωχό να σε παρακαλάει και δεν του έδωσες σημασία; Και αυτό το έκανες από σκληρότητα, ενώ ο Θεός το κάνει από φιλανθρωπία. Ωστόσο, ενώ δεν δέχεσαι να κατηγορήσουν εσένα, που από σκληρότητα δεν άκουσες τον συνάνθρωπό σου, κατηγορείς το Θεό, που από φιλανθρωπία δεν σε ακούει.

Είπα όμως προηγουμένως, ότι κι όταν ακόμα δεν σε ακούει, η ωφέλειά σου από την προσευχή είναι μεγάλη. Γιατί είναι αδύνατο ν’ αμαρτήσει ένας άνθρωπος που προσεύχεται πρόθυμα και αδιάλειπτα, ένας άνθρωπος που συντρίβει την καρδιά του, ανεβάζει το νου του στον ουρανό και ομολογεί ταπεινά στον Κύριο τα αμαρτήματά του. Γιατί, ύστερ’ από μία τέτοια προσευχή, πετάει μακριά κάθε φροντίδα για τα γήινα, αποκτάει φτερά, γίνεται ανώτερος από τ’ ανθρώπινα πάθη. Τα δροσερά νερά δεν δίνουν στα φυτά τόση θολερότητα, όση δίνουν τα δάκρυα στο δέντρο της προσευχής, κάνοντάς το ν’ ανεβαίνει ψηλά, ως το θρόνο του Θεού. Έτσι, μάλιστα, Εκείνος εισακούει την προσευχή μας. Και πώς να μην εισακούσει την προσευχή μιας ψυχής, που στέκεται μπροστά Του με αυτοσυγκέντρωση, με κατάνυξη, με ταπείνωση; Μιας ψυχής που έχει μεταφερθεί νοερά από τη γη στον ουρανό; Μιας ψυχής που έχει διώξει κάθε ανθρώπινο λογισμό, κάθε βιοτική μέριμνα, κάθε εμπαθή προσκόλληση, κι έχει αφοσιωθεί ολοκληρωτικά στη μυστική και πανευφρόσυνη κοινωνία με τον Κύριό της;

Ναι, έτσι πρέπει να προσεύχεται ο χριστιανός. Αφού συγκεντρώσει και εντείνει όλη του τη σκέψη, τότε να ικετεύει το Θεό έμπονα. Δεν χρειάζεται να λέει ατέλειωτα λόγια, φτάνουν τα λίγα και απλά.

Αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου

Άγιοι αμαρτωλοί



Εάν δεν ζεις μέσα στο φως της αγάπης, αν πέσεις στην παγίδα να θεωρείς σημαντικά τα ασήμαντα, τότε γεύεσαι από τώρα τον χρόνο, σαν τον δυνάστη που σε οδηγεί σε ένα άχαρο τέλος.
Η χριστιανική ζωή, είναι μία ζωή χαράς και ελπίδος. Είναι μία ζωή θεμελιωμένη στην αγάπη. Διότι χωρίς αγάπη, δεν νοείται χριστιανική ζωή. Μόνο η αγάπη κατατρώει την φθορά του χρόνου και μας εισάγει στον κήπο της αφθαρσίας.
Αυτοί που χάθηκαν μέσα στην ησυχία της θυσίας, αυτοί που ναυάγησαν εκούσια σε λιμάνια επίγειας επιτυχίας, αυτοί που ένιωσαν το άγγιγμα της ελπίδος, έζησαν. Έζησαν και ζουν ακόμα, κι ας πέθαναν. Έζησαν μέσα σε νύχτες μετανοίας, μέσα από τροφές άυλες και απόκοσμες, μέσα σε δωμάτια πόνου και προσευχής, μέσα στα μάτια των συνανθρώπων τους.
Ο κόσμος δύσκολα αντιλαμβάνεται την Αλήθεια. Διότι η Αλήθεια σου αποκαλύπτεται την στιγμή που κενώνεσαι από τον εγωισμό σου. Και αν συμβεί αυτό, και πάλι μπορεί να την χάσεις καθώς σκοντάφτεις απρόσεκτα στην χλιαρότητα της καθημερινότητάς σου.
Η κοινωνία της μόδας και της τεχνολογίας έχει αποτύχει να μεταδώσει στον άνθρωπο την ευτυχία και την ειρήνη. Έχει αποτύχει να δει την Αλήθεια κατάματα και να την αναγνωρίσει, διότι είναι ανάπηρη πνευματικά, είναι τυφλή, κουφή, ανόητη, ανυποψίαστη για την απλότητα της ζωής.
Ο μεγαλύτερος φόβος του ανθρώπου είναι ο θάνατος. Και όμως, για τον χριστιανό η μελέτη του θανάτου είναι μελέτη ζωής. Ο κόσμος αποφεύγει να ομιλεί για τον θάνατο, γιατί δεν βλέπει κάτι μετά απ’αυτόν ή εάν βλέπει, τρομάζει μ’ αυτό που αντικρίζει.
Ο θάνατος είναι ζωή για τον άνθρωπο που βαπτίζεται καθημερινώς στην ταπείνωση και στην προσευχή. Ο θάνατος παραμένει εχθρός, όμως όχι αιώνιος, όχι ανίκητος, όχι φοβερός και τρομακτικός.
Κάθομαι και παρατηρώ τους ανθρώπους. Οικογενειάρχες, επαγγελματίες, φοιτητές, μαθητές, συνταξιούχοι, επιτυχημένοι οικονομικά ή όχι, καταξιωμένοι κοινωνικά ή περιθωριακοί τύποι-αποτυχημένοι…σε όλους αυτόματα προσδίδω μία ιδιότητα, μία ιδιότητα σύμφωνα με την κοινωνικο-οικονομική τους κατάσταση, σύμφωνα με τον τραπεζικό τους λογαριασμό, με το αυτοκίνητο που οδηγούν, με το κύρος που εκπέμπουν και όχι σύμφωνα με την πνευματική τους εγρήγορση, όχι σύμφωνα με τις πνευματικές τους αναζητήσεις.
Γιατί γίνεται αυτό; Διότι δυστυχώς και για εμένα αυτά είναι τα κριτήρια ζωής. Το πόσο σπουδαγμένος είσαι, τι δουλειά έχεις, πόσα χρήματα παίρνεις, ποια είναι η θέση σου στην κοινωνία. Με αυτά τα κριτήρια τιμούμε ή όχι του ανθρώπους.
Αυτά όμως δεν είναι τα κριτήρια του Θεού.
Και περνά η ζωή μας, και τα πτυχία και τα χρήματα και οι ανθρώπινοι έρωτες και ερχόμαστε αντιμέτωποι με την στιγμή του επιγείου τέλους μας. Στιγμή που μας αιφνιδιάζει, διότι ποτέ ο άνθρωπος δεν είναι έτοιμος γι’αυτήν, όσο κι αν έχει ετοιμαστεί, όσο κι αν την περιμένει. Στιγμή που όλα παίρνουν ένα νόημα βαθύ, μία στιγμή που συνειδητοποιείς την ουσία-τον σκοπό της ζωής…όμως δεν προλαβαίνεις να κάνεις τίποτα άλλο, μένεις εκεί που σε βρήκε εκείνη η τελευταία στιγμή.
Θέλεις να προλάβεις να ζήσεις λίγο ακόμη, να ζητήσεις συγχώρηση από τον άγνωστο που μόλις έβρισες, από τον ξενιτεμένο που προσπέρασες, από το παιδί σου που αδίκησες, από τον συνεργάτη σου που έκλεψες, από την σύζυγο που απάτησες…όμως δεν μπορείς. Σου δόθηκε χρόνος, αλλά εσύ τότε δεν ήθελες να αλλάξεις. Σου δόθηκε χρόνος αλλά εσύ επέμενες στα ίδια και στα ίδια. Τώρα όμως… θέλεις να προφτάσεις την τελευταία σου ανάσα με ένα δάκρυ μετανοίας…με την ελπίδα της συγχωρήσεως, με την ελπίδα ότι ο Φιλάνθρωπος θα σε δεχθεί έστω και την «ενδεκάτη».
Πριν έρθει λοιπόν αυτή η στιγμή, καλό θα ήταν όλοι μας να ζήσουμε την Αλήθεια για να ελπίζουμε με τόλμη. Τώρα είναι η στιγμή που όλα μπορούν να πάρουν το πραγματικό νόημα στη ζωή μας. Τώρα είναι η στιγμή που θα θανατώσουμε το τέλος και θα καλωσορίσουμε την αρχή. Διότι τώρα ζούμε στην περίοδο της Χάριτος. Διότι τώρα ζούμε την στιγμή μιας ανεπάντεχης ευκαιρίας λύτρωσης. Διότι τώρα είναι η στιγμή που μας δόθηκε προσωπικά στον καθένα να κάνει την προσμονή, βεβαιότητα. Το παρόν, αιωνιότητα. Το πάθος του, αρετή. Την πνιγερή ατμόσφαιρα της φθοράς, σε αείζωο οξυγόνο Χάριτος.
Όχι, δεν είναι θεωρίες, δεν είναι λόγια του αέρα. Κάποιοι τα έζησαν, κάποιοι τα ζουν, κάποιοι υπάρχουν για να μας μεταδίδουν την ηρεμία του Ουρανού και να μας αποδεικνύουν ότι όλα αυτά μπορούν να επιτευχθούν.
Ο κόσμος τρέχει να προλάβει το αύριο, τρέχει να προλάβει τις κακές επιλογές που έχει προγραμματίσει να πράξει. Ποιο το νόημα όλων αυτών; Ποιο το νόημα ενός σπίρτου μέσα στο ψύχος μιας ερήμου; Καθώς πνίγεσαι και φωνάζεις βοήθεια, ο κόσμος σου πετά μία ράβδο «χρυσών» υποσχέσεων, και εσύ αναπαύεσαι και χαίρεσαι χωρίς να συνειδητοποιείς ότι η ράβδος αυτή, αντί να σε σώσει, θα σε βυθίσει πιο γρήγορα στην άβυσσο της λήθης.
Όλοι οι άνθρωποι είναι αμαρτωλοί, αλλά κάποιοι απ’ αυτούς είναι και άγιοι. Όλοι αμαρτάνουμε. Είναι δύσκολο να αποφύγεις την αμαρτία, όμως όχι ακατόρθωτο. Είναι όμως ανόητο, ενώ έχεις αμαρτήσεις, να μην μετανοήσεις. Ο αμετανόητος άνθρωπος αδικεί τον εαυτό του κρατώντας τον στην πτώση. Κρατώντας τον μακριά από την ελπίδα που φέρνει η Ανάσταση.
Όλοι είμαστε αμαρτωλοί, όμως κάποιοι είναι και άγιοι. Άγιοι αμαρτωλοί, άνθρωποι που πέσανε και σηκώθηκαν, που αστόχησαν αλλά δεν απελπίστηκαν, που χάθηκαν αλλά βρέθηκαν, που λερώθηκαν αλλά και καθαρίστηκαν.
Είμαι πολύ λίγος για να μιλήσω γι’ αυτούς. Γι’ αυτό, σταματώ εδώ. Σταματώ να πληκτρολογώ με ένα αίσθημα χαρμολύπης, μιας και τα δάκτυλά μου κτυπούν λέξεις γεμάτες βιώματα τα οποία δεν έχω ζήσει.
Σταματώ εδώ, ελπίζοντας να αρχίσω να ζήσω και εγώ εν Χριστώ, ελπίζοντας να με αγγίξει λίγη απ’την Αγάπη Του, λίγη απ’ την παρουσία Του.
Εγώ σταματώ εδώ… Σ’ Αυτόν. Με την ελπίδα να ελευθερωθώ, απ’ τον δυνάστη εαυτό.
Εγώ σταματώ εδώ… σ’ αυτήν την στιγμή που το φως μου αγωνιά απ’ την θαμπάδα της νοσταλγίας, σ’ αυτήν την στιγμή που ο ήλιος και η βροχή γίνονται μία αιώνια ανεμελιά…

αρχιμ. Παύλος Παπαδόπουλος

Σταθεροί και αποφασιστικοί



ΠΟΛΛΟΙ χριστιανοί διαπιστώνουν ὅτι παρά τίς καλές τους προθέσεις καί τόν ἀγώνα τους δέν ἔχουν πνευματική πρόοδο στή ζωή τους. Μένουν πάντα ἴδιοι καί ἀμετάβλητοι. Δέν ἐγκαταλείπουν τίς «ἀθῶες» συνήθειες καί δέν ἀποκτοῦν ἀρετές. Κατά τά ἄλλα εἶναι οἱ τακτικοί καί σταθεροί ἄνθρωποι, πού δέν παραλείπουν τόν ἐκκλησιασμό τους, πού ἀρέσκονται νά ἀκοῦν κηρύγματα καί ὁμιλίες καί θέλουν νά ἐπικοινωνοῦν μέ ἀδελφούς, οἱ ὁποῖοι ἔχουν χριστιανικά ἐνδιαφέροντα καί εἶναι «δικοί τους». Ἐνδεχομένως νά ἔχουν καί τόν ἴδιο πνευματικό. Γιατί ὅμως δέν ἔχουν πρόοδο; Γιατί δέν ἀλλάζει τίποτε στή ζωή τους;
Δέν εἶναι εὔκολη ἡ ἀπάντηση, οὔτε καί μπορεῖ νά εἶναι γιά ὅλους ἡ ἴδια. Ὁ καθένας ἔχει τίς δικές του προτιμήσεις καί ἐπιλογές καί φυσικά τίς δικές τους μικρές ἤ μεγάλες ἁμαρτίες. Ἐξωτερικά φαίνονται ἴδιοι, ἀλλά ἐσωτερικά ὑπάρχουν διαφορές. Ὑπάρχει ὡστόσο ἡ κοινή ἀδυναμία τους: δέν εἶναι ἀποφασιστικοί σέ θέματα, πού ἔχουν σχέση μέ τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ καί εἰδικότερα δέν ἀπαρνοῦνται τό κοσμικό φρόνημα, τή φιλοχρηματία, τήν καλοπέραση, τήν τάση πρός τήν ἀριστοκρατία καί ἄλλα «ἀθῶα».

Ὅταν ἡ σκέψη τους εἶναι κοσμική, ὅταν οἱ ἐπιθυμίες τους εἶναι ἐπίσης κοσμικές, δέν εἶναι δυνατό νά δεχτοῦμε ὅτι οἱ ἄνθρωποι αὐτοί εἶναι συνειδητοί χριστιανοί, μέ ἐγρήγορση, ἱερό ζῆλο καί ταπείνωση. Ἁπλά βρίσκουν στό χῶρο τῆς Ἐκκλησίας τό κατάλληλο περιβάλλον, ὅπου μποροῦν νά προστατευθοῦν ἀπό διάφορους κινδύνους, πολλοί ἀπό τούς ὁποίους εἶναι φανταστικοί.
Οἱ ἄνθρωποι αὐτοί χρειάζονται οὐσιαστικότερη πνευματική καθοδήγηση, γιά νά καταπολεμήσουν τή ραθυμία καί τό συμβιβασμό μέ τόν κόσμο καί νά ἀνοιχτοῦν σέ νέο τρόπο ζωῆς, φωτεινότερο, πνευματικότερο καί ριζοσπαστικότερο. Μόνο τότε θά γευθοῦν εὐώδεις καρπούς καί θά διαπιστώσουν ὅτι ἡ γλυκύτητα τῆς πνευματικῆς ζωῆς δέν ἔχει καμία σχέση μέ τή γλυκόπικρη ἐμπειρία τῆς συμβιβασμένης τους ζωῆς.
Ὁ ἅγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς ἔλεγε γιά τό θέμα τῆς μή προόδου πολλῶν χριστιανῶν, τά ἑξῆς ἐνδιαφέροντα: «Ἐάν τήν ἡμέρα ὑφαίνεις, ἐνῶ τή νύχτα ξηλώνεις, ποτέ δέν θά τελειώσεις τήν ὕφανση. Ἐάν τήν ἡμέρα χτίζεις, ἐνῶ τή νύχτα γκρεμίζεις, ποτέ δέν θά τελειώσεις τό χτίσιμο. Ἐάν, λοιπόν, προσεύχεσαι στόν Θεό, ἐνῶ πράττεις ἐκεῖνο πού εἶναι κακό ἀπέναντι στόν Θεό, πο- τέ δέν θά μπορέσει ἡ ψυχή σου νά τελειώσει οὔτε τήν ὕφανση οὔτε τό χτίσιμο».
Στή χριστιανική ζωή δέν πρέπει νά εἴμαστε χαλαροί καί νά ἐπιδιώκουμε καί τά πνευματικά καί τά σαρκικά. Τά δεύτερα πρέπει νά τά ἀπαρνηθοῦμε, κάνοντας σκληρό ἀγώνα. Δέν εἶναι κάτι τό εὔκολο. Οἱ πτώσεις θά εἶναι στήν ἀρχή πολλές. Δέν πρέπει ὅμως νά ξεχνᾶμε ὅτι ἡ μετάνοια ἀνορθώνει καί ἰσχυροποιεῖ τόν ἄνθρω- πο. Δηλαδή δέν ὑπάρχει ἀνυπέρβλητη ἀδυναμία. Ἡ ἀποφασιστικότητα λείπει.

Τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου π. Διονυσίου Τάτση

Ορθόδοξος Τύπος, 1/11/2013

ΠΡΟΣΕΥΧΗ




Ἰησοῦ Χριστέ, τὸ καλὸ ὄνομα, ὁ γλυκασμός μου, ἡ ἐπιθυμία μου καὶ ἡ ἐλπίδα μου, σὺ ποὺ ἔγινες ἄνθρωπος γιὰ μᾶς καὶ τακτοποίησες τὰ πάντα μὲ σοφία γιὰ τὴ σωτηρία μας! Σὲ δοξάζω, Κύριε Θεέ μου, μὲ ὅλη τὴν καρδιά μου. Γονατίζω μπροστά Σου μὲ τὸ σῶμα καὶ τὴν ψυχή μου καὶ ἐξομολογοῦμαι τὶς ἁμαρτίες μου. Σκῦψε καὶ σὺ καὶ ἄκουσε τὴ δέησή μου καὶ συγχώρησε τὴν ἀσέβειά μου.
Ἁμάρτησα, ἀνόμησα, ἐπλημμέλησα, παρώξυνα καὶ παραπίκρανα Ἐσένα τὸν ἀγαθό μου Κύριο καὶ τροφέα καὶ προστάτη. Δὲν ὑπάρχει εἶδος κακίας ποὺ δὲν ἔκανα μὲ ἔργο καὶ μὲ λόγο, ἐν γνώσει καὶ ἐν ἀγνοίᾳ καὶ μὲ ἐνθυμήσεις καὶ σκέψεις πονηρὲς πολὺ ἁμάρτησα. Καὶ ὅσες φορὲς ὑποσχέθηκα νὰ μετανοήσω ἄλλες τόσες ξανάκανα τὰ ἴδια. Εἶναι πιὸ εὔκολο νὰ μετρηθοῦν οἱ σταγόνες τῆς βροχῆς παρὰ οἱ ἁμαρτίες μου. Ἔφτασαν καὶ πάνω ἀπὸ τὸ κεφάλι μου ἀκόμα! Γιατὶ ἀπὸ τὰ νιάτα μου καὶ μέχρι σήμερα ἄνοιξα τὶς πόρτες τῆς ψυχῆς μου στὶς ἄτοπες ἐπιθυμίες, δούλεψα στὶς ἄτακτες καὶ ἀχαλίνωτες ὁρμές, λέρωσα τὸν λευκὸ χιτῶνα τοῦ βαπτίσματος, μόλυνα τὸν ναὸ τοῦ σώματός μου, καὶ βρώμισα τὴν ψυχή μου μὲ τὰ πάθη τῆς ἀτιμίας ποὺ διέπραξα.
Σὺ τὰ ξέρεις ὅλα – τί νὰ τὰ λέω;
Ἡ καρδιά μου συντρίβεται καὶ ἡ ψυχή μου βουλιάζει μέσα στὴν ἀπορία, γιατὶ ἂν καὶ τόσα ἁμαρτήματα ἔκανα, οὔτε ἕνα μικρὸ ἔργο μετάνοιας δὲν παρουσίασα… Γιὰ αὐτὸ εἶναι ταραγμένη ἡ ψυχή μου, γεμάτη ὀδύνη καὶ κατήφεια...
Παρὰ ταῦτα δὲν μπορῶ παρὰ νὰ ἐλπίζω στὴ σωτηρία μου… ἐλπίζοντας στὴν ἀγάπη σου.
Ἐλέησέ με, Θεέ μου, μὲ τὸ μέγα ἔλεός σου, γιατὶ σὲ Σένα πιστεύω… Συγχώρησέ με τὸν ἀχρεῖο καὶ ταπεινό. Ἄκουσε τὴν προσευχὴ τοῦ ταπεινοῦ δούλου σου … Σὰν ἄνθρωπος ἁμάρτησα. Ὡς Θεὸς συγχώρεσέ με… γιὰ τὴν πολλή σου ἀγαθότητα καὶ τὴν ἀνέκφραστη εὐσπλαχνία καὶ φιλανθρωπία, μὲ τὶς πρεσβεῖες τῆς πανενδόξου, πανυμνήτου, ὑπερευλογημένης καὶ κεχαριτωμένης, ὑπεραγίας Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καὶ ἀειπαρθένου Μαρίας… Ἀμήν.

ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ

Τον Χριστό πότε θα υποδεχθούμε;



Δεν με έστειλε ο Θεός να βαπτίζω. Με έστειλε να ευαγγελίζομαι! Λέει ο απόστολος Παύλος (Α΄ Κορ. α΄17). Έλεγε δε αυτό για τρεις λόγους:

· Πρώτον, γιατί μερικοί καυχόνταν για τις πολλές τελετουργίες.
· Δεύτερον, γιατί η τέλεση βαπτίσεως είναι εύκολη. Το δύσκολο είναι να οδηγήσεις ψυχές στη πίστη και στο συνειδητό βάπτισμα. Αυτό το δύσκολο είναι το κήρυγμα, ο ευαγγελισμόςτης ψυχής. Και αυτό το δύσκολο, ιερουργό είχε τον Παύλο και τους λοιπούς Αποστόλους.
· Τρίτον, γιατί το βάπτισμα χωρίς κατήχηση καταντά μαγική πράξη.
Να συγκρίνουμε το βάπτισμα, τη μετάνοια, τη θεία Κοινωνία με προσκυνηματικές πράξεις; Αφέλεια θα ήταν, να ισχυριστούμε, ότι η απλή προσκύνηση εικόνας ή λειψανοθήκης, ή η προσκυνηματική εκδρομή αντέχουν σε σύγκριση με τα σωτηριώδη μυστήρια της Εκκλησίας.
Αν, λοιπόν, ο Παύλος, έλεγε, «Δεν με έστειλε ο Θεός να βαπτίζω, αλλά να ευαγγελίζομαι», πολύ περισσότερο σε όσους τον καλούσαν σε υποδοχή εικόνων ή λειψάνων, θα έλεγε: «Δεν με έστειλε ο Θεός να περιφέρω στους δρόμους άγιες εικόνες ή ιερά λείψανα. Με έστειλε να κηρύττω Ιησούν, και τούτον Εσταυρωμένον».
Για τον Παύλο ανάγκη επείγουσα είναι ο λόγος του Θεού, η μεταφορά όχι λειψανοθήκης, αλλ’ η μεταφορά του λυτρωτικού μηνύματος. «Οὐαί, μοί ἐστιν, ἐάν μή εὐαγγελίζωμαι» (Α΄ Κορ. θ΄10).
Του Παύλου μιμητές είναι οι λειτουργοί της Εκκλησίας. Λόγο ζωής, ζητεί ο λαός. Όταν ο πεινασμένος τρέχει σε φούρνο, ο φούρναρης δεν του κρύβει το ψωμί, δείχνοντας του μια χρυσοθήκη με μικρό τεμάχιο λειψάνου! Ψωμί του δίνει. Ύστερα; Ας ασπασθεί και το λείψανο.
Τώρα δείχνουμε μόνο εικόνες και λείψανα (κάποτε χωρίς αυθεντικότητα!). Δεν φταίνε οι άγιοι, που εικονίζονται, ούτε τα αίματα των μαρτύρων. Ποιος φταίει; Η κατάχρηση, η κακή ιεράρχηση, η φτηνή θρησκευτικότητα, η ποικίλη εκμετάλλευση. Ρωτάνε μερικοί: Κάνουν κακό οι εικόνες και τα λείψανα; Άπαγε της βλασφημίας! Το κακό έγκειται στα εξής:
Πρώτον: Πώς μερικοί επίσκοποι και πρεσβύτεροι ανακαλύπτουν καθημερινά νέα λείψανα και γιατίαποκλειστικάκαι μόνο ασχολούνται με υποδοχές λειψάνων και εικόνων; Τον Χριστό πότε θα Τον υποδεχτεί ο λαός μας; Ως άλλοι Γαδαρηνοί συνεχώς Τον διώχνουμε.
Δεύτερον: Η λειψανομανία και η εικονομανία όχι μόνο δεν έχουν σχέση με τη λατρευτική προσκύνηση της εικόνας του Θεού ενανθρωπήσαντος και την τιμητική των εικόνων των αγίων λειψάνων, αλλά και κρύπτουν δύο κινδύνους:
Ο ένας λέγεται αποπροσανατολισμός. Η προσοχή πρέπει να είναι καθηλωμένη στο Πρόσωπο του Χριστού. Θρησκευτικά πράγματα, όταν κρύβουν το Πρόσωπό Του, μεριάζονται. Αλλοίμονο αν ο άρρωστος δεν προσέχει τον περίφημο γιατρό και προσέχει κομματάκι από τη στολή κάποιου καλού γιατρού προηγούμενων χρόνων!
Ο άλλος λέγεται ψευδαίσθηση. Δημιουργείται η εντύπωση, ότι αγιάζεται ο χριστιανός που προσκυνεί εικόνα ή λειψανοθήκη. Ο χριστιανός έχει ανάγκη αγιασμού, που χαρίζεται με τημετάνοια.
Τρίτον. Η Σύνοδος της Εκκλησίας ξέρει, ότι αγύρτες πάντοτε υπήρχαν. Παντός αγίου λείψανο κατέχουν! Κάποιοι μέχρι χτες είχαν του αγίου τους, σήμερα βρήκαν και της μητέρας του, αύριο γιατί να μην βρουν και της… θείας του! Ανεξέλεγκτη θα μείνει η κατάσταση; Ή θα δεχόμαστε ανεξέλεγκτα όσα οι Παπικοί από τα υπόγειά τους μας δίνουν;
Ο λαός θέλει σωτηρία εν Χριστώ Ιησού. Θέλει την Παρθένο Μαρία, ως όργανο της σαρκώσεως του Θεού Λόγου. Δεν θέλει ένα ρομαντικό πρόσωπο. Ένας είναι ο Χριστός. Μία είναι η Παναγία. Ένα το Ευαγγέλιο. Μία η Εκκλησία.

Αρχιμ. Δανιήλ Γ. Αεράκη, ιεροκήρυκος

Δεν φτάνει να λες: "Κύριε σώσε με..."



Δεν φτάνει να λες "Κύριε σώσε με"...πρέπει να κάνεις την υπέρβαση και να πεις: 
"Κύριε σώσε με, με κάθε κόστος, όσο κι αν μου στοιχίσει".

Να είσαι έτοιμος να χάσεις, να πονέσεις, να ζήσεις στο περιθώριο, να αναπνεύεις αφάνεια και εξευτιλισμούς, και όμως εσύ να αναπαύεσαι...όχι γιατί είσαι τρελός, αλλά γιατί είσαι θεό-τρελος.

Είσαι τρελαμένος, ερωτευμένος, με τον Θεό, με την Αγάπη Του, με την Θυσία Του, με την Απουσία και Παρουσία Του.
Ζεις γι' Αυτόν, δι' Αυτού μέσα στον κόσμο, για τον κόσμο όχι όμως με τον κόσμο.

αρχιμ. Παύλος Παπαδόπουλος

Ἐχθρικές προσβολές



Ὅσες φορές σᾶς προσβάλλει ὁ ἐχθρὸς (διάβολος) εἴτε μὲ κάποιο πάθος εἴτε μὲ μελαγχολία, μὲ τὴν ἀμέλεια, τὴν ἀπελπισία, ἁρπάξτε ἀμέσως τὸ ὅπλο τῆς προσευχῆς, καὶ θὰ δεῖτε πόσο γρήγορα ἐξαφανίζεται καὶ δὲ μένει οὔτε ἴχνος τῆς παρουσίας του. Ὅταν σᾶς πολεμάει ὁ ἐχθρὸς νὰ ζητᾶτε τὴ βοήθεια τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, τοῦ φύλακα Ἄγγελου τῆς ψυχῆς σας καὶ ὅλων τῶν Ἀγγέλων καὶ τῶν Ἁγίων. 
Μαζὶ μὲ τὴν προσευχή σας νὰ λέτε τὴ δυσκολία σας σὲ πνευματικὸ Ἱερέα, ἀλλὰ νὰ ζητᾶτε καὶ τὶς προσευχὲς καὶ συμβουλὲς τῶν ἄλλων ἀδελφῶν σας, διότι ἕνας ἀδελφὸς ποὺ βοηθιέται ἀπὸ ἄλλον ἀδελφό, γίνεται δυνατὸς σὰν τὴν ὀχυρωμένη πόλη. Γιὰ ὅλα αὐτὰ χρειάζεται νὰ ἀσκεῖται βὶα στὸν ἑαυτό σας, νὰ ἐνεργεῖτε γρήγορα καὶ μὲ γεναιότητα. 

Νὰ μεταχειρισθεῖς τέσσερα ὅπλα, ἀκαταμάχητα, κατὰ τῶν πειρασμῶν

Ὁ σατανᾶς εἶναι ὁ μισόκαλος ἐχθρός, ὁ παμπόνηρος καὶ παγκάκιστος, ποὺ μέρα καὶ νύχτα, κάθε ὥρα καὶ στιγμή, μᾶς πολεμάει, μᾶς στεναχωρεῖ καί μᾶς πειράζει. Καὶ ἄλλοτε σὰν πνευματικός σου πατέρας σὲ εἶχα συμβουλέψει πὼς νὰ ἀποφεύγεις τὶς πολύπλοκες παγίδες του καὶ νὰ φυλάγεσαι ἀπὸ τὰ πυρωμένα βέλη του. 

Τώρα σὲ συμβουλεύω νὰ μεταχειρισθεῖς τέσσερα ὅπλα ἀκαταμάχητα. Μὲ αὐτὰ τὰ ὅπλα, ἂν βέβαια τὰ χρησιμοποιήσεις μὲ μεγάλη προσοχή, δεξιοτεχνία, προθυμία καὶ ἀνδρεία, ὄχι μόνο θὰ μείνεις ἄτρωτος καὶ ἀβλαβὴς ἀπὸ τὰ βέλη καὶ τὶς παγίδες τοῦ διαβόλου, ἀλλὰ καὶ θὰ τὸν νικήσεις καὶ θὰ τὸν ἀφανίσεις.

Πρῶτο ὅπλο κατὰ τοῦ ἐχθροῦ εἶναι ἡ αἴσθηση τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ. «Τὸν Κύριο ἔβλεπα συνέχεια μπροστά μου, γιὰ νὰ μὴ μὲ σαλέψει ὁ πειρασμὸς» (Ψάλμ. 15, 8· Πράξ. 2, 25). Ἐκεῖνος ποὺ σκέφτεται καὶ στοχάζεται καλὰ πὼς ὁ Θεὸς εἶναι πανταχοῦ παρών, καὶ πάντοτε εἶναι μπροστά του, μέρα καὶ νύχτα σὲ κάθε περίσταση, δὲν μπορεῖ νὰ ἁμαρτήσει. Διότι, ἀφοῦ φοβᾶται νὰ ἁμαρτήσει μπροστὰ σὲ ἕνα τιποτένιο ἄντρα ἢ γυναίκα, ἀκόμη καὶ μπροστὰ σὲ ἕνα μικρὸ παιδί, πὼς θὰ τολμήσει νὰ ἁμαρτήσει μπροστὰ στὸν Παντοδύναμο Θεό, ποὺ Τὸν τρέμουν τὰ Χερουβεὶμ καὶ τὰ Σεραφείμ, ὅλα τὰ κτίσματα ποὺ ἀναπνέουν, καὶ ποὺ μὲ ἕνα νεῦμα Τοῦ σαλεύει ὅλη ἡ γῆ;

Δεύτερο ὅπλο εἶναι νὰ συνηθίσεις νὰ λὲς ἀκατάπαυστα τὴν εὐχή: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησον μέ». Αὐτὴ τὴν εὐχὴ νὰ ἀρχίζεις νὰ τὴ λές, μόλις σηκωθεῖς τὸ πρωὶ ἀπὸ τὸ κρεβάτι σου. 
Νὰ τὴ λὲς καὶ ὅταν περπατᾶς στὸ δρόμο καὶ ὅταν μπαίνεις στὸ αὐτοκίνητο, στὸ τρένο, στὸ πλοῖο, στὸ ἀεροπλάνο· καὶ ἐνῶ ἐργάζεσαι, τρῶς, πίνεις, καὶ σὲ κάθε ὥρα καί περίσταση. Ἀλλὰ νὰ τὴ λὲς μὲ τὴν καρδιά σου, μὲ πίστη εὐλάβεια, ἀγάπη, πόθο καὶ βία. Ὄχι τὸ στόμα νὰ λέει: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ» καὶ ὁ νοῦς καὶ ἡ καρδιὰ νὰ λένε ἄλλα, καὶ μάλιστα πονηρὰ καὶ ἀντίθετα.

Τρίτο ὅπλο κατὰ τοῦ διαβόλου εἶναι ἡ ταπείνωση δηλ. νὰ μὴν ὑψηλοφρονεῖς, ἀλλὰ τὸ φρόνημά σου νὰ εἶναι ταπεινό. Νὰ ἔχεις τὴν αἴσθηση πὼς ὅ,τι ἔχεις δὲν εἶναι δικό σου, ἀλλὰ τοῦ Θεοῦ. Δηλ. τὸ σῶμα σου καὶ ἡ ψυχή, ἡ ὑγεία καὶ ἡ δύναμη, ἡ σοφία, ὁ πλοῦτος καὶ ὅτι ἄλλο ἔχεις, ἀκόμη καὶ οἱ ἀρετές, οἱ ἀγαθοεργίες, οἱ προσευχές, οἱ νηστεῖες, οἱ ἐλεημοσύνες, ὅλα, ὅλα εἶναι χαρίσματα τῆς Χάρης τοῦ Θεοῦ, χωρὶς τὸν ὁποῖο δὲν μποροῦμε νὰ κάνουμε κανένα καλό. 
Ὅταν λοιπὸν ἔχεις ταπεινὸ φρόνημα, θὰ σὲ σκεπάζει καὶ θὰ σὲ φυλάει ὁ Θεός. Γιατί ὁ Θεὸς συγκινεῖται μὲ τὸν ταπεινὸ καὶ τὸν προσέχει, ὅπως λέει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα στὸ βιβλίο τῶν Παροιμιῶν. Ὅταν στὶς καρδιὲς τῶν ταπεινῶν ἀνθρώπων ἀναπαύεται τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο, πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ πλησιάσει ὁ διάβολος;

Τέλος, τέταρτο ὅπλο κατὰ τῶν παγίδων καὶ τῶν πειρασμῶν τοῦ διαβόλου, εἶναι ἡ ἀγάπη, ἡ καθαρή, ἡ ἀληθινή, ἡ ὁλόψυχη. Ὅποιος ἔχει αὐτὴ τὴν ἀγάπη ἔχει μαζί του τὸ Θεό, ποὺ εἶναι ἀγάπη: «Ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστί, καὶ ὁ μένων ἐν τῇ ἀγάπῃ ἐν τῷ Θεῷ μένει καὶ ὁ Θεὸς ἐν αὐτῷ» (Α΄ Ἰω. 4, 16). Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἔχει μαζί του τὸ Θεὸ προστάτη καὶ βοηθό, τότε ποιὸν θὰ φοβηθεῖ; Ὅπου φῶς, φεύγει τὸ σκοτάδι· ὅπου ἀλήθεια, φυγαδεύεται τὸ ψεῦδος· ὅπου ὁ Θεός, φεύγει σὰν ἀστραπὴ ὁ διάβολος.
Αὐτὰ τὰ τέσσερα ὅπλα λοιπὸν νὰ μεταχειρίζεσαι καὶ νὰ παρακαλᾶς τὸ Θεὸ νὰ σὲ βοηθάει καὶ νὰ σὲ στηρίζει. Καί, ἂν σὰν ἄνθρωπος τραυματιστεῖς ἀπὸ τὸ διάβολο, νὰ τρέχεις ἀμέσως στὸ γιατρό, στὸν πνευματικό, στὴ μετάνοια καὶ ἐξομολόγηση. Νὰ ζητήσεις θεραπεία καὶ θὰ τὴν ἔχεις.

Ἡ τέλεια ἀγάπη καὶ ἡ ταπείνωση κατακαίει τὸ σαρκικὸ πειρασμὸ

Ἡ ὄραση μολύνεται, ὅταν βλέπει σώματα γυναικῶν καὶ ἀνδρῶν - περισσότερο γυναικῶν - ποὺ ντύνονται ἄσεμνα. Γι’ αὐτὸ καλὰ κάνεις ποὺ συμμαζεύεις τὰ μάτια σου καὶ τὸ νοῦ σου, ὥστε νὰ μὴ δεῖς ματαιότητες καὶ βρομερότητες ἀναίσχυντων γυναικῶν καὶ ἀκάθαρτων, ποὺ κατευθύνονται ἀπὸ τοὺς δαίμονες. Ὅμως πιὸ ἀσφαλὲς καὶ σίγουρο ἀπό ὅλα εἶναι νὰ ἀποκτήσεις τὴν τέλεια ἀγάπη, ποὺ ἐλευθερώνει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὸ φόβο καὶ ποὺ ποτὲ δὲν ξεπέφτει.
Γιατί ἡ τέλεια ἀγάπη σὰν φλόγα δυνατὴ κατακαίει κάθε αἰσχρὴ καὶ κακὴ ἐπιθυμία. Νὰ ἀποκτήσεις ἀκόμη καὶ τὴν ἀληθινὴ ταπείνωση, ποὺ ὁ σατανάς φοβᾶται καὶ δὲν πλησιάζει. Γι’ αὐτὸ ἂς ζητοῦμε πάντοτε, μὲ θερμὴ πίστη καὶ δάκρυα, νὰ μᾶς δώσει ὁ Κύριος ταπείνωση καὶ ἀγάπη, γιὰ νὰ ἀποφύγουμε τὶς παγίδες τοῦ παγκάκιστου ἐχθροῦ καὶ νὰ φθάσουμε μὲ ἀσφάλεια στὸ ἀκύμαντο καὶ γαλήνιο λιμάνι τῆς αἰώνιας ζωῆς καὶ ἀνάπαυσης.

πατρός Φιλόθεου Ζερβάκου
Ἀπό τό βιβλίο :
ΔΙΔΑΧΕC ΠΑΤΡΙΚΕC ΚΑΙ ΘΑΥΜΑCΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ
(CΕ ΘΕΜΑΤΙΚΕC ΕΝΟΤΗΤΕC) »,
Ἰανουάριος 2006.
Ἐκδόσεις: Ὀρθόδοξος Κυψέλη.


agiostherapon.blogspot.gr

Πέλαγος η ψυχή του ταπεινού


Η ψυχή του ταπεινού μοιάζει με πέλαγος. 
Ρίξε μια πέτρα στο πέλαγος. 
Θα ταράξει για λίγο την επιφάνεια και
 μετά καταδύεται αμέσως στα βάθη. 
Έτσι καταβυθίζονται στην καρδιά του ταπεινού οι θλίψεις, 
γιατί η δύναμη του Κυρίου είναι μαζί του.


ΟΣΙΟΣ ΣΙΛΟΥΑΝΟΣ Ο ΑΘΩΝΙΤΗΣ

Στραφείτε στον Χριστό. Αγαπήστε τον απλά, ταπεινά, χωρίς...απαίτηση!



Δεν γίνεσθε άγιοι κυνηγώντας το κακό. Αφήστε το κακό. Να κοιτάζετε προς τον Χριστό κι Αυτός θα σάς σώσει. Αντί να στέκεσθε έξω από την πόρτα και να διώχνετε τον εχθρό, περιφρονήστε τον.

Έρχεται από δώ το κακό; Δοθείτε μά τρόπο απαλό από εκεί. Δηλαδή έρχεται να σάς προσβάλει το κακό, δώστε εσείς την εσωτερική σας δύναμη στο καλό, στον Χριστό. Παρακαλέστε: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με». Ξέρει εκείνος πως να σάς ελεήσει, με τι τρόπο.

Κι όταν γεμίζετε απ' το καλό, δεν στρέφεσθε πια προς το κακό. Γίνεσθε μόνοι σας, με τη χάρη του Θεού, καλοί. Που να βρει τόπο τότε το κακό; Εξαφανίζεται! Σάς πιάνει φοβία κι απογοήτευση; Στραφείτε στον Χριστό. Αγαπήστε τον απλά, ταπεινά, χωρίς απαίτηση και θα σάς απαλλάξει ο Ίδιος. Να μη διαλέγετε αρνητικούς τρόπους για τη διόρθωσή σας. Δεν χρειάζεται ούτε τον διάβολο να φοβάσθε, ούτε την κόλαση, ούτε τίποτα.

Δημιουργούν αντίδραση. Έχω κι εγώ μία μικρή πείρα σ' αυτά. Ο σκοπός δεν είναι να κάθεσθε, να πλήττετε και να σφίγγεσθε, για να βελτιωθείτε. Ο σκοπός είναι να ζείτε, να μελετάτε, να προσεύχεσθε, να προχωράτε στην αγάπη, στην αγάπη του Χριστού, στην αγάπη της Εκκλησίας.

γέροντας Πορφύριος

Το τσάι,το καρότο και το αυγό




«Σου έχω πει την ιστορία την παλιά με το τσάι, το καρότο και τ’ αυγό;»
Η Έλλη γνέφει «όχι».
«Άκου, λοιπόν!» αρχίζει ο παππούς. 

«Κάποτε παραπονιόταν ένας άνθρωπος πως είχε βάσανα πολλά. Τον κάλεσε, που λες, στο σπίτι της κάποια σοφή γερόντισσα, έβαλε ένα τσουκάλι με νερό να βράσει κι έριξε μέσα ένα καρότο κι ένα αυγό. Όταν έβρασαν καλά, έφτιαξε λίγο τσάι του βουνού και ρώτησε τον άνθρωπο τι βλέπει. 
“Ένα καρότο που έχει μαλακώσει από το βράσιμο κι ένα σφιχτό αυγό”, της είπε κείνος. 
“Και τι μυρίζει;” ρώτησε η γερόντισσα. 
“Μοσχοβολάει τσάι του βουνού!” της απαντάει.
“Ε, λοιπόν, οι λύπες και οι στενοχώριες μοιάζουνε με νερό που βράζει” λέει η γερόντισσα. 
“Υπάρχουν άνθρωποι που νιώθουν δυνατοί, μα σαν τους βρουν αναποδιές, θαρρείς και πέφτουν στο βραστό νερό σαν το καρότο, που μαλακώνει και διόλου δύναμη δεν έχει πια.
Άλλοι πάλι μοιάζουνε με το αυγό. Μέσα τους είναι αδύναμοι και μόνο ένα τσόφλι έχουν απ’ έξω να τους προστατεύει. Όταν έρθουν δύσκολοι καιροί, θαρρείς και πέφτουν στο βραστό νερό σαν το αυγό και, σαν αυτό, γίνονται κι από μέσα τους σκληροί. 
Μα είναι κι άλλοι που θυμίζουνε το τσάι. Όταν τους βρίσκουν βάσανα, είναι κι εκείνοι σαν να πέφτουν σε βραστό νερό, μα ούτε σκληραίνουν, ούτε μαλακώνουν. Μεταλλάζουν μόνο το νερό σε τσάι του βουνού που ευωδιάζει. Κι ευφραίνονται με τη μοσχοβολιά του όσοι βρίσκονται κοντά. Τις λύπες και τις στενοχώριες, πάει να πει, τις κάνουν γνώση, καλοσύνη και χαρά. Πήγαινε στο καλό λοιπόν” του λέει η γερόντισσα “και φρόντισε να είσαι σαν το τσάι.”»

Απόσπασμα από το βιβλίο «Στη σκιά της πράσινης βασίλισσας»

Ευλάβεια προς την Παναγία


 

'Ο π. Κλεόπας εἶχε μεγάλη εὐλάβεια στήν Μητέρα τοῦ Κυρίου μας, τήν «Βασίλισσα τῶν Χερουβείμ καί Σεραφείμ καί Δέσποινά μας. . . » 
Γι'αὐτό δέν ὑπῆρχε ἡμέρα πού νά μή διαβάση τούς Χαιρετισμούς της καί τό Θεοτοκάριο. 

῎Ελεγε ὁ π. Κλεόπας: «Γνωρίζετε ἐσεῖς ποιά εἶναι ἡ Κυρία Θεοτόκος; Αὐτή εἶναι ἡ Βασίλισσα τῶν Χερουβείμ, ἡ Βασίλισσα ὅλης τῆς Δημιουργίας, ὁ Οἶκος τῆς σαρκώσεως τοῦ Θεοῦ Λόγου, ἡ θύρα τοῦ Φωτός, διότι τό ἄπειρο καί νοερόν Φῶς δι' Αὐτῆς ἦλθε στόν κόσμο.
Αὐτή εἶναι ἡ Πύλη τῆς ζωῆς, διότι ἡ Ζωή ὁ Χριστός δι' Αὐτῆς ἦλθε στόν κόσμο. Αὐτή εἶναι ἡ κεκλεισμένη Πύλη διά τῆς ὁποίας δέν εἰσῆλθε κανείς μέσα ἐκτός ἀπό τόν Κύριο, ὅπως μᾶς λέγει ὁ Προφήτης 'Ιεζεκιήλ». 

'Ακόμη ἔλεγε: «'Η Κυρία Θεοτόκος εἶναι ἡ οὐράνια κλῖμαξ καί ἡ γέφυρα πού μᾶς ἑνώνει μέ τόν οὐρανό. Εἶναι ἡ Περιστερά ἡ ὁποία ἐξήρανε τόν κατακλυσμό τῶν ἁμαρτιῶν μας, καθώς καί ἐκείνη ἡ περιστερά τοῦ Νῶε ἐπεβεβαίωσε τήν ξηρασία, μετά τόν κατακλυσμό. Αὐτή εἶναι ἡ θεία Λαμπάδα, διότι δέχθηκε τό θεῖο φῶς. 'Η Μητέρα τοῦ Κυρίου μας εἶναι ἡ Νύμφη τοῦ Πατρός, ἡ Μητέρα τοῦ Λόγου καί ἡ 'Εκκλησία τοῦ 'Αγίου Πνεύματος». 

῎Ελεγε πάλι: ῞Οταν βλέπης τήν Εἰκόνα τῆς Θεοτόκου μέ τό Θεῖον Βρέφος στίς ἀγκάλες της, γνωρίζεις τί βλέπεις ἐκεῖ; Εἶναι ὁ οὐρανός καί ἡ γῆ! 'Ο οὐρανός εἶναι ὁ Χριστός, πού εἶναι πολύ ἀνώτερος τῶν οὐρανῶν&ὁ Δημιουργός τοῦ οὐρανοῦ καί τῆς γῆς. 'Ενῶ ἡ Θεοτόκος ἀντιπροσωπεύει τήν γῆ, δηλαδή ὅλους τούς λαούς πού κατοικοῦν ἐπάνω στήν γῆ, διότι αὐτή προέρχεται ἀπό τό ἰδικό μας γένος. Προέρχεται ἀπό βασιλική καί ἀρχιερατική γενεά.

῎Ελεγε ὁ Γέροντας: «Οἱ βραχίονες τῆς Κυρίας Θεοτόκου εἶναι πολύ δυνατοί, ἀπό ὅ, τι εἶναι οἱ ὦμοι τῶν Χερουβείμ καί τῶν μακαρίων Θρόνων. Λοιπόν ποιός κρατεῖ τήν Κυρία Θεοτόκο στήν ἀγκαλιά του; Θά γνωρίζετε ποιός τήν κρατεῖ. Αὐτός ὁ ὁποῖος ἔκανε τόν οὐρανό καί τήν γῆ καί ὅλα τά ὁρατά καί ἀόρατα».

Πάλιν ἔλεγε: «Γνωρίζετε ἐσεῖς ποιά εἶναι ἡ Μητέρα του Κυρίου μας καί πόσο ἀγαπᾶ καί πόση ἡ δύναμίς της καί πόσο τό ἔλεός της; Εἶναι ἡ Μητέρα μας, ἡ ὁποία ἔχει ἔλεος γιά τούς πτωχούς καί τίς χῆρες καί τούς λοιπούς Χριστιανούς. Πάντοτε προσεύχεται στόν Σωτῆρα Χριστό γιά ὅλους μας».

Σχεδόν σέ κάθε κήρυγμά του ὁ π. Κλεόπας ἐρωτοῦσε τούς Χριστιανούς: «῎Εχετε τήν Εἰκόνα τῆς Παναγίας μας στό σπίτι σας; Καντήλι μπροστά στήν εἰκόνα της ἔχετε;»
Κατόπιν τούς συμβούλευε: «Νά πάρετε τήν Προστάτιδα καί Βοηθό μας τήν Μητέρα μας πού εἶναι στούς οὐρανούς καί στήν γῆ νά τήν βάλετε στά σπίτια σας! Αὐτή εἶναι ἡ Βασίλισσα τοῦ οὐρανοῦ καί τῆς γῆς!

'Εάν θά πάρετε Αὐτή τήν Προστάτιδα στά σπίτια σας καί τῆς διαβάζετε κάθε πρωῒ μέ τό καντήλι της ἀναμμένο τούς Χαιρετισμούς της καί τό βράδυ τήν Παράκλησίν της, θά τήν ἔχετε βοηθό σ' ὅλη τήν ζωή σας καί τήν στιγμή τοῦ θανάτου σας καί τήν ἡμέρα τῆς Κρίσεως. Γνωρίζετε πόσο δύναται νά βοηθήση ὁ Θεοτόκος Μητέρα μας μπροστά στό Θρόνο τῆς Παναγίας Τριάδος; 'Εάν δέν ὑπῆρχε Αὐτή, πιστεύω ὅτι αὐτός ὁ κόσμος θά ἐχάνετο ἀπό πολύ παλαιότερα!»

Σ' αὐτούς πού ἤρχοντο στίς 'Ακολουθίες τῆς ἐκκλησίας τούς ἔλεγε: «'Εδῶ κάνουμε μεγάλες 'Ακολουθίες, ἀλλά, ἐάν ὁ ἄνθρωπος δέν κάνει τίποτε, ἐκπληρώνεται αὐτό πού λέγει ἡ 'Αγία Γραφή: «῞Οταν ὁ ἕνας προσεύχεται καί ὁ ἄλλος δέν προσεύχεται, ὁ ἕνας κτίζει καί ὁ ἄλλος γκρεμίζει! Λοιπόν, αὐτή τήν συμβουλή σᾶς δίνω: »«Μετά τήν πρωϊνή προσευχή νά διαβάζετε τόν 'Ακάθιστο ῞Υμνο τῆς Θεοτόκου μέ τό καντήλι της ἤ τό κερί ἀναμμένο. Καί θά ἰδῆτε ὅτι ἡ Θεοτόκος θά εἶναι στήν ζωή σας πρόθυμος βοηθός». 

π.Ἰωαννίκιου Μπάλαν

 Μετάφρασις-ἐπιμέλεια ὑπό Μοναχοῦ Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου

Ἱερά Μονή Ὁσίου Γρηγορίου
Ἅγιον Ὅρος Ἄθω
1999

«Ἐν ᾧ εἰσι πάντες οἱ θησαυροί τῆς σοφίας καί τῆς γνώσεως ἀπόκρυφοι»



«ἐν ᾧ εἰσι πάντες οἱ θησαυροί τῆς σοφίας καί τῆς γνώσεως ἀπόκρυφοι».
«Στόν Χριστό εἶναι κρυμμένοι ὅλοι οἱ θησαυροί τῆς γνώσεως καί τῆς σοφίας».
(Κολ. β΄, 3).


«Ἡ θεία αὐτή προσευχή, ἡ ἐπίκληση τοῦ Σωτήρα μας, τό
"Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱέ τοῦ Θεοῦ ἐλέησόν με",
εἶναι ἀκόμη πηγή πνευματικῶν ἐννοιῶν καί λογισμῶν.
Διότι ὁ Χριστός εἶναι ὁ θησαυρός κάθε σοφίας καί γνώσεως,
καί σέ ὅποιους ἐνοικεῖ, χορηγεῖ αὐτούς τούς θησαυρούς».


(Ἁγίου Συμεών Θεσσαλονίκης,
Περί τῆς ἱεράς καί θεοποιοῦ προσευχῆς,
Φιλοκαλία Ε΄, 60-61).
 

Φλογερός πόθος ψυχῆς, πού ἐπιθυμεῖ ν'ἀγαπᾶ τόν Θεό




ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΘ΄

Σέ ἀγαπῶ, Κύριε ὁ Θεός μου,
κι ἐπιθυμῶ νά σ᾿ ἀγαπῶ πάντα καί πιό πολύ.
Γιατί ἐσυ ᾿σαι πράγματι
ἀπ᾿ τό καλλίτερο μέλι γλυκύτερος,
ἀπό τό ἐκλεκτότερο γάλα θρεπτικώτερος,
κι ἀπ᾿ ὅλο τό φῶς ἀστραφτερώτερος.
Γι᾿ αὐτό εἶσαι γιά μένα
κι ἀπ᾿ τό χρυσάφι κι ἀπό τ᾿ ἀσῆμι
κι ἀπ᾿ τά πολύτιμα πετράδια πολυτιμότερος.

Ἔτσι μοῦ ἔγινε ἀνούσιο – χωρίς τέρψι καί ἀηδιαστικό –
τό κάθετι πού διέπραξα σέ τούτη τή ζωή,
συγκρίνοντάς το μέ τή γλύκα πού ἔρχετ᾿ ἀπό σένα,
καί μέ τήν εὐπρέπεια τοῦ οἴκου τοῦ δικοῦ σου,
πού τόν ἀγάπησα.

Ὥ πῦρ πού καῖς αἰώνια καί δέν ἀποσβένεσαι ποτέ!
Ὥ ἀγάπη πού πάντα εἶσαι παραπάνω ἀπό ὁλόθερμη,
καί δέν καταπέφτεις ποτέ σέ χλιαρότητα!
Περίφλεξέ με!

Ὥ καί ν᾿ ἄναβα ὁλόκληρος ἀπό σένα!
Ὁλόκληρος, τό εἶπα, νά ἄναβα καί πάλιν,
γιά νά σ᾿ ἀγαποῦσα καί ὁλόκληρος!
Γιατί σέ ἀγαπᾶ λιγότερο,
ὅποιος ἀγαπάει κάτι ἄλλο,
ὄχι ἀπό ἀγάπη πρός ἐσένα.
Θά σ᾿ ἀγαπήσω, Κύριε,
γιατί σύ πρῶτος μ᾿ ἀγάπησες.

Καί ποῦ νἄβρω λόγια ἀρκετά, ὥστε νά περιγράψω
ὅλα τά δείγματα τῆς μέγιστης ἀγάπης σου γιά μένα,
καί τ᾿ ἀναρίθμητα εὐεργετήματα,
μέ τά ὁποῖα ἐξαρχῆς μέ ἔφερες στόν κόσμο;

Γιατί, μετά ἀπό τήν εὐεργεσία νά μέ κτίσης,
ὅταν ἀρχικά μ᾿ ἔπλασες κατά τήν εἰκόνα σου,
μ᾿ ἐτίμησες καί μ᾿ ἀνύψωσες,
πάνω ἀπ᾿ ὅλα σου τά δημιουργήματα.

Ἔπειτα, γιά νά διαφέρω ἐξαιρετικά,
μέ καταλάμπρυνες προσέτι καί μέ τοῦ προσώπου σου τό φῶς,
πού τὄβαλες ἐπιγραφή πάνω στό ἀνῶφλι τῆς καρδιᾶς μου.

Μ᾿ αὐτό τό φῶς,
ὄχι μονάχα μέ ἀνύψωσες ψηλότερα ἀπ᾿ τ᾿ ἀναίσθητα,
κι ἀπό τά ζῶα μέ αἰσθήσεις,
ἀλλά καί ἀπό τούς ἀγγέλους, τόσο λίγο πιό κάτω μέ ἐλάττωσες.

Ἀλλά κι αὐτό φάνηκε λίγο
στά μάτια τῆς ἀγαθωσύνης σου,
γιατί μέ τά μεγαλύτερα κι ἐπισημότερα δῶρα τῆς καλωσύνης σου,
μ᾿ ἔθρεψες ἀδιάκοπα καί καθημερινά
καί σάν τέκνο σου μωρό, νήπιο κι ἁπαλό,
μέ γαλούχησες ἀπό τίς ἄφθονες πηγές τῆς παρηγόριας σου
καί μέ δυνάμωσες.
Τέλος, γιά νά δοθῶ ὁλόκληρος ἐγώ στό θέλημά σου
ὅλα ὅσα ἔπλασες, τά ὑπέταξες νά δουλεύουνε σέ μένα.

Τέλος καί τῷ Θεῷ δόξα!


ΑΠΟ ΤΟ ΚΕΚΡΑΓΑΡΙΟΝ
Τοῦ θείου καί Ἱεροῦ Αὐγουστίνου
ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΙΠΠΩΝΟΣ


Ἐκδοτικός οἵκος Βασ. Ρηγόπουλου, Θεσσαλονίκη 1973

Γιὰ τὰ ἐλαφρὰ ἁμαρτήματα



Ο ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης στὸ πνευματικότατο βιβλίο του Πνευματικὰ Γυμνάσματα (Μελέτη ΙΔ΄) ἀναπτύσσει μὲ πολλὰ ἐπιχειρήματα πόσο μεγάλη ζημιὰ προξενοῦν τὰ λεγόμενα ἐλαφρὰ ἢ μικρὰ ἢ συγγνωστὰ ἁμαρτήματα. Δυστυχῶς πολλοὶ ἄνθρωποι, ἐπισημαίνει ὁ Ἅγιος, μὲ ἐλαφρὰ συνείδηση δικαιολογοῦν πολλὲς παρεκκλίσεις τους ἀπὸ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, λέγοντας, δὲν εἶναι τίποτε ποὺ εἶπα ἕνα μικρὸ ψεματάκι, δὲν εἶναι τίποτε..., ποὺ ἀστειεύθηκα, ποὺ κάπνισα, ποὺ θύμωσα, ποὺ εἶπα πειρακτικοὺς λόγους εἰς βάρος τοῦ ἀδελφοῦ μου, ποὺ ἔφαγα περισσότερο ἀπ’ ὅσο χρειαζόταν καὶ παραγέμισα τὸ στομάχι μου.
Ἡ Ἁγία Γραφὴ μᾶς βεβαιώνει ρητῶς ὅτι καὶ γιὰ τοὺς ἀργοὺς λόγους θὰ δώσουμε λόγο στὸ Θεό (βλ. Ματθ. ιβ΄ 36)· καὶ γιὰ τὴν ἐμπεπλησμένη γαστέρα καὶ γιὰ τοὺς γέλωτες θὰ δώσουμε λόγο στὸ Θεό (βλ. Λουκ. ς΄ 25).Ἂν ποῦμε λόγου ψέματα, μεγάλα, ἁμαρτάνουμε ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Μικρὰ ὀνομάζονται χάριν διακρίσεως, γιὰ νὰ ξεχωρίζουν ἀπὸ τὰ θανάσιμα. Μιὰ λίμνη ὀνομάζεται μικρή, ὅταν συγκρίνεται μὲ τὸν ὠκεανό. Ἀλλὰ αὐτὴ καθ’ ἑαυτὴν δὲν εἶναι μικρή.
Ἔχει χιλιάδες καὶ ἑκατομμύρια κυβικὰ νεροῦ. Ἄρα ὅλα τὰ ἁμαρτήματα ἔχουν τὸ βάρος τους, εἴτε μικρὰ ὀνομάζονται εἴτε μεγάλα. Μᾶς ζημιώνουν λοιπὸν καὶ τὰ λεγόμενα ἐλαφρὰ ἢ μικρὰ ἁμαρτήματα. Πρωτίστως διότι ἀσχημίζουν τὴν ψυχή, τὴ στεροῦν ἀπὸ τὴν ἀφθονία τῆς θείας Χάριτος, ψυχραίνουν τὴ θερμότητα τῆς ἀγάπης της πρὸς τὸν Θεό, ἐξασθενίζουν τὶς νοερὲς δυνάμεις της, ἀδυνατίζουν τὶς καλὲς συνήθειές της, μειώνουν χάριν ψέματα εἴτε μικρὰ εἶναι εἴτε τὸν ἐνθουσιασμὸ γιὰ τοὺς ἀγῶνες τῆς εὐσεβείας, συνηθίζουν τὴ θέληση νὰ κλίνει μὲ εὐκολία πρὸς τὸ κακό, ξηραίνουν τὰ δάκρυα ἀπὸ τοὺς ὀφθαλμούς.
Οἱ περισσότερες σωματικὲς ἀσθένειες δὲν ὁδηγοῦν ἀκαριαίως στὸν βιολογικὸ θάνατο. Στὴν ἀρχὴ προξενοῦν πονοκέφαλο, πυρετό, ἐξάντληση· σιγά- σιγὰ ὅμως φθείρουν τὴν ὑγεία μας. Ἔτσι καὶ τὰ ἐλαφρὰ ἁμαρτήματα δὲν ὁδηγοῦν ἀστραπιαίως στὸν πνευματικὸ θάνατο.
Στὴν ἀρχὴ προξενοῦν ὅλες τὶς παρενέργειες ποὺ προαναφέραμε, ἀλλὰ σιγά-σιγὰ ἐπι βαρύνουν τὴν ἀσθένεια τῆς ψυχῆς μας. Ἐπίσης μᾶς ζημιώνουν τὰ ἐλαφρὰ ἁμαρτήματα, διότι ἀνοίγουν τὸν δρόμο πρὸς τὰ θανάσιμα ἁμαρτήματα. Ἐφόσον μᾶς σπρώχνουν συνεχῶς στὸν γκρεμό, κάποια στιγμή, χωρὶς κὰν νὰ τὸ ἀντιληφθοῦμε, μᾶς ρίχνουν στὰ βάραθρά του.
Θεωροῦμε μικρὸ ἁμάρτημα, γράφει ὁ ἅγιος Νικόδημος, τὸ νὰ ἐπιθυμήσουμε «τὸ μάταιον κάλλος», ἀλλὰ ἂς μετρήσουμε πόσα κακὰ προέρχονται ἀπὸ αὐτό: Ὁλόκληρη ἁλυσίδα ἁμαρτημάτων ποὺ ἀκολουθοῦν τὸ ἕνα κατόπιν τοῦ ἄλλου, ὥσπου στὸ τέλος μᾶς ρίχνουν στὰ βάραθρα τῆς κολάσεως. Ὁ κατήφορος δὲν ἔχει σταματημό.
Βρισκόμαστε χαλαροὶ καὶ δὲν ἀντικρούουμε τὴν πρώτη προσβολή. Ἀλλὰ ἡ ὑποχώρηση αὐτὴ φέρνει καὶ δεύτερη καὶ τρίτη καὶ τέταρτη, ὥσπου στὸ τέλος μᾶς ὁδηγεῖ στὴ θανάσιμη ἁμαρτία. Ὁ κλέφτης ἀρχίζει νὰ κλέβει μικροποσὰ καὶ καταλήγει μεγαλοαπατεώνας.
Ἔτσι κι ἐμεῖς ἀρχίζουμε νὰ πέφτουμε στὰ ἐλαφρὰ καὶ καταλήγουμε νὰ πέφτουμε καὶ σὲ θανάσιμα ἁμαρτήματα. «Ὁ ἐξουθενῶν τὰ ὀλίγα κατὰ μικρὸν πεσεῖται» (Σοφ. Σειρ. ιθ΄ 1). Αὐτὸς ποὺ καταφρονεῖ τὰ μικρὰ ἁμαρτήματα πέφτει καὶ στὰ μεγάλα.
Μὴν ὑποτιμοῦμε τὴ ζημιὰ ποὺ προξενοῦν τὰ ἐλαφρὰ ἁμαρτήματα. Ὅπως μία ἀλεπού, ἂν μπεῖ στὸ ἀμπέλι τὸν καιρὸ ποὺ εἶναι ὥριμα τὰ σταφύλια, κάνει μεγάλη ζημιά, ἔτσι καὶ τὰ μικρὰ ἀλεπουδάκια της, ἂν μποῦν στὸ ἀμπέλι τὴν ἴδια ἐποχή, κάνουν ἐξίσου μεγάλη ζημιά. Ἀφανίζουν ἀμπελῶνες (βλ. ᾎσμ. β΄ 15).
Ἐπιπλέον μᾶς ζημιώνουν τὰ ἐλαφρὰ ἁμαρτήματα, διότι μᾶς αἰχμαλωτίζουν στὸν μισάνθρωπο διάβολο, ὅπως μᾶς αἰχμαλωτίζουν καὶ τὰ θανάσιμα ἁμαρτήματα. Ἂς ὑποθέσουμε, προσθέτει ὁ ἅγιος Νικόδημος, ὅτι ἕνα λιοντάρι πιάνεται στὴν παγίδα ἀπὸ τὸ ἕνα πόδι του, καὶ ἄλλο λιοντάρι πιάνεται ἀπὸ τὰ τέσσερα.
Ἐφόσον καὶ τὰ δυὸ πιάνονται στὶς παγίδες, εἶναι ἐξίσου αἰχμάλωτα. Ἂς ὑποθέσουμε ὅτι μιὰ βάρκα βυθίζεται, ὅταν τὴ φορτώσουμε μὲ ἕναν πολὺ μεγάλο καὶ βαρὺ βράχο ποὺ δὲν ἀντέχει νὰ τὸν σηκώσει. Ἐξίσου βυθίζεται, ἂν τὴ φορτώσουμε καὶ μὲ ἀμέτρητους κόκκους ἄμμου. Καὶ οἱ μικροσκοπικοὶ κόκκοι τῆς ἄμμου καὶ ὁ γιγαντιαῖος βράχος τὴν ἴδια ζημιὰ κάνουν. Ἀπὸ τὶς θεοφώτιστες ἐπισημάνσεις τοῦ ἁγίου Νικοδήμου φαίνεται πολὺ καθαρὰ ὅτι καὶ τὰ ἐλαφρὰ ἁμαρτήματα προξενοῦν μεγάλη ζημιά, ὅπως καὶ τὰ θανάσιμα. Καὶ τὰ ἐλαφρὰ ἁμαρτήματα ὁδηγοῦν στὸν πνευματικὸ θάνατο, ὅπως καὶ τὰ θανάσιμα.
Νὰ μὴν ὑποχωροῦμε λοιπὸν στὸ κακό. Νὰ παρακαλοῦμε τὸν ἅγιο Θεὸ νὰ μᾶς δίνει τὴ χάρη Του νὰ μὴν κυριευθοῦμε ἀπὸ καμιὰ ἁμαρτία. «Μὴ κατακυριευσάτω μου πᾶσα ἀνομία» (Ψαλμ. ριη΄ 133). Νὰ μὴ γλιστροῦμε οὔτε στὰ ἐλαφρὰ οὔτε στὰ θανάσιμα ἁμαρτήματα, ἀλλὰ νὰ βαδίζουμε σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ «τὸ ἀγαθὸν καὶ εὐάρεστον καὶ τέλειον» (Ρωμ. ιβ΄2).

Ἁγ. Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου
Περιοδικό "Ο ΣΩΤΗΡ", Τεῦχος 2075

Δόξα τῷ Θεῷ!




Ἀνύμφευτε Παρθένε, ἡ τόν Θεόν ἀφράστως συλλαβοῦσα σαρκί, Μήτηρ Θεοῦ τοῦ Ὑψίστου, σῶν οἰκετῶν παρακλήσεις δέχου, Πανάμωμε, ἡ πᾶσι χορηγοῦσα καθαρισμόν τῶν πταισμάτων· νῦν τάς ἡμῶν ἱκεσίας προσδεχομένη, δυσώπει σωθῆναι πάντας ἡμᾶς.

Δόξα τῷ Θεῷ! Δόξα τῷ Θεῷ! Δόξα τῷ Θεῷ!

Γιά ὅλα ὅσα βλέπω μέσα μου, γιά ὅλα ὅσα βλέπω σέ ὅλους, γιά ὅλα ὅσα βλέπω σέ ὅλα, δόξα τῷ Θεῷ!
Τί βλέπω μέσα μου; Βλέπω τήν ἁμαρτία, τήν Ἑδραιωμένη ἁμαρτία. Βλέπω τή συνεχή ἀθέτηση τῶν ἁγίων ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, τοῦ Πλάστη καί Λυτρωτῆ μου. Ἀλλά καί ὁ Θεός βλέπει τό ἀναρίθμητο πλῆθος τῶν ἁμαρτημάτων μου. Φρίκη μοῦ προκαλοῦν μέ τήν ποσότητα καί τή βαρύτητά τους αὐτά τά ἁμαρτήματα, ὅταν τά ἀναλογιστῶ ἐγώ, ἕνας ἄνθρωπος ἀσήμαντος, μιά ὕπαρξη ἀδύναμη καί ἐφήμερη σάν τό χορτάρι καί τό ἀγριολούλουδο. Τί ἐντύπωση νά προκαλοῦν, ἄραγε, στόν μεγάλο, τόν πανάγιο, τόν ὑπερτέλειο Θεό;

Σέ δοξάζομεν, Κύριε, τόν ἑκουσίως δι᾿ ἡμᾶς Σταυρόν ὑπομείναντα, καί σέ προσκυνοῦμεν,
παντοδύναμε Σωτήρ. Μή ἀπορρίψῃς ἡμᾶς ἀπό τοῦ προσώποῦ Σου, ἀλλ᾿ ἐπάκουσον καί
σῶσον ἡμᾶς διά τῆς Ἀναστάσεώς σου, φιλάνθρωπε.

Μακρόθυμα ἀντιμετωπίζει ὥς τώρα ὁ Θεός τίς πτώσεις μου! Δέν μέ παραδίνει στήν ἀπώλεια, ὅπως μοῦ ἀξίζει! Ἡ γῆ δέν ἀνοίγει, γιά νά καταπιεῖ τόν ἁμαρτωλό, πού ἄσκοπα τή βαραίνει! Ὁ οὐρανός δέν ρίχνει κεραυνό, γιά νά κάψει τόν παραβάτη τῶν οὐράνιων ἐντολῶν! Τά ὁρμητικά ποτάμια δέν πέφτουν ἐπάνω σ᾿ ἐκεῖνον πού ἁμάρτησε μπροστά σ᾿ ὅλη τήν κτίση, γιά νά τόν πνίξουν καί νά τόν ἀφανίσουν σέ σκοτεινά βάραθρα! Ὁ ἅδης ἐμποδίζεται ἀπό τόν Κύριο ν᾿ ἁρπάξει τό θύμα του, τό θύμα πού ἀναμφίβολα δικαιοῦται καί δίκαια ἀπαιτεῖ!

Ἐπί τόν Κύριον ὁ ἐσχηκώς ἐλπίδα οὐ δείσει τότε, ὅτε πυρί τά πάντα κρινεῖ καί κολάσει. 
Μέ εὐλάβεια καί φόβο στρέφω τά μάτια τῆς ψυχῆς μου στόν Θεό, πού βλέπει τά ἁμαρτήματά μου πιό καθαρά ἀπ᾿ ὅσο τά βλέπει ἡ συνείδησή μου. Ἡ θαυμαστή μακροθυμία Του μέ γεμίζει ἔκπληξη καί ἀπορία. Εὐγνωμονῶ καί δοξαλογῶ τήν ἀκατάληπτη ἀγαθότητά Του. Κάθε σκέψη χάνεται ἀπό μέσα μου. Ἡ εὐγνωμοσύνη καί ἡ δοξολογία μέ κυριεύουν ὁλοκληρωτηκά, ἐπιβάλλοντας εὐλαβική σιωπή στόν νοῦ καί τήν καρδιά μου. Τοῦτο μόνο σκέφτομαι, τοῦτο μόνο αἰσθάνομαι, τοῦτο μόνο μπορῶ νά πῶ: “Δόξα τῷ Θεῷ!”.

Ὑπό τήν σήν, Δέσποινα, σκέπην πάντες οἱ γηγενεῖς προσπεφευγότες, βοῶμέν σοι· Θεοτόκε, ἡ ἐλπίς ἡμῶν, ρῦσαι ἡμᾶς ἐξ ἀμέτρων πταισμάτων καί σῶσον τάς ψυχάς ἡμῶν. Πού γυρίζεις ἀκόμα, λογισμέ μου; Κοίταξε ἀμετακίνητα τίς ἁμαρτίες μου καί κίνησε μέσα μου τό πένθος γι᾿ αὐτές. Μοῦ χρειάζεται κάθαρση μέ πικρό κλάμα, μοῦ χρειάζεται λούσιμο μέ ἀκατάπαυστα δάκρυα...

Ἐκέκραξά σοι, Κύριε, πρόσχες, κλῖνόν μοι τό οὕς σου βοῶντι καί κάθαρον πρίν ἄρῃς με ἀπό τῶν ἐνθένδε. Δέν μέ ἀκούει ὁ λογισμός. Πετάει. Πετάει ἀσυγκράτητος. Φτάνει στά ἄκρα τ᾿ οὐρανοῦ! Τό πέταγμά του εἶναι γρήγορο σάν τή λάμψη τῆς ἀστραπῆς, πού ἀγγίζει μέσα σέ μιά στιγμή τόν ὁρίζοντα ἀπ᾿ ἄκρη σ᾿ ἄκρη.

Ψάλμοῖς καί ὕνοις δοξολογοῦμεν, Χριστέ, τήν ἐκ νεκρῶν σου Ἀνάστασιν, δι᾿ ἥς ἡμᾶς ἠλευθέρωσας τῆς τυραννίδος τοῦ ᾅδου καί ὡς Θεός ἐδωρήσω ζωήν αἰώνιον καί τό μέγα ἔλεος. Καί νά! Στάθηκε στά ὕψη τῆς πνευματικῆς θεωρίας. Τό θέαμα ἀπό κεῖ εἶναι μοναδικό μιά ζωγραφιά ἀπέραντη καί ὑπέροχη. Μπροστά του ἔχει ὁ λογισμός μου ὅλον τόν κόσμο, ὅλους τούς αἰῶνες, ἀπό τή δημιουργία ὥς τή συντέλεια, ὅλα τά γεγονότα, τά περασμένα, τά τωρινά καί τά μελλοντικά. Μπροστά του ἔχει καί τή ζωή κάθε ἀνθρώπου, μ᾿ ὅλες τίς ἰδιαιτερότητές της. Πάνω ἀπό τούς καιρούς, πάνω ἀπό τά γεγονότα, πάνω ἀπό τούς ἀνθρώπους βρίσκεται ὁ Θεός, ὁ Δημιουργός τοῦ σύμπαντος καί ἄπειρος Ἐξουσιαστής του, πού ὅλα τά βλέπει, ὅλα τά κατευθύνει, ὅλα τά ὁρίζει καί γιά ὅλα προνοεῖ.

Ἁγίῳ Πνεύματι πᾶς τις θεῖος βλέπει καί προλέγει, τερατουργεῖ ὕψιστα, ἐν τρισίν ἕνα Θεόν μέλπων· εἰ γάρ καί τριλαμπεῖ, μοναρχεῖ τό θεῖον. Ὁ Θεός ἐπιτρέπει στόν ἄνθρωπο νά γίνει θεατής τοῦ τρόπου μέ τόν ὁποῖο κυβερνᾶ τόν κόσμο. Οἱ αἰτίες, ὡστόσο, τῶν γεγονότων, οἱ ἀφετηρίες τῶν θείων προσταγμάτων, εἶναι μόνο στόν Θεό γνωστές: «Ποιός γνώρισε τή σκέψη τοῦ Κυρίου; Καί ποιός μπόρεσε νά γίνει σύμβουλός Του;»1. Καί μόνο τό ὅτι μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος ν᾿ ἀντικρίσει τόν Θεό μέσα στίς ποικίλες ἐκφάνσεις τῆς πρόνοιάς Του γιά τήν κτίση Του, μέσα στά ἱστορικά γεγονότα, μέσα στήν ἴδια του τή ζωή, ἀποτελεῖ γι᾿ αὐτόν τό πιό πολύτιμο ἀγαθό, ἀπό τό ὁποῖο ἀποκομίζει πλούσια ψυχική ὠφέλεια.

Δόξα σοι, Χριστέ Σωτήρ, Υἱέ Θεοῦ μονογενές, ὁ προσπαγείς ἐν τῷ Σταυρῷ καί ἀναστάς ἐκ τάφου τριήμερος.Ὑπερφυσική δύναμη ἀποκτᾶ ἐκεῖνος πού βλέπει στήν κτίση τόν Κτίστη της, τόν Δημιουργό καί Κύριο ὅλων τῶν ὄντων, ὁρατῶν καί ἀοράτων, καί πού, βλέποντάς Τον, Τόν ἀναγνωρίζει ὡς παντοδύναμο Βασιλιά τοῦ σύμπαντος μέ ἀπεριόριστη ἀξουσία πάνω σ᾿ αὐτό. Τίς τρίχες τῶν κεφαλιῶν μας, τίς τόσο μηδαμινές γιά τήν περιορισμένη σκέψη μας, κι αὐτές τίς ἔχει μετρημένες, κι αὐτές τίς ἐξουσιάζει ἡ ἄπειρη καί «πανταχοῦ παροῦσα» Σοφία2 . Ἄν οὔτε μιά τρίχα μας δέν μπορεῖ νά χαθεῖ δίχως τό δικό Τηςνεῦμα3, πολύ περισσότερο τίποτε ἄλλο σημαντικότερο δέν μπορεῖ ν᾿ ἀλλάξει στή ζωή μας, ἄν δέν τό θέλήσει ἤ δέν τό παραχωρήσει Ἐκείνη. Γι᾿ αὐτό ὁ χριστιανός, προσβλέποντας σταθερά στήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ, ἀκόμα κι ὅταν βρίσκεται μέσα στίς πιό μεγάλες συμφορές, διατηρεῖ ἀδιάπτωτη ἀνδρεία καί ἀπαρασάλευτη πίστη, λέγοντας μαζί μέ τόν ἅγιο προφήτη καί ψαλμωδό: «Βλέπω τόν Κύριο παντοτινά μπροστά μου· στά δεξιά μου βρίσκετα, γιά νά μήν κλονιστῶ»4. Ὁ Κύριος εἶναι βοηθός μου5. Δέν θά φοβηθῶ καμιά συμφορά, δέν θά παραδοθῶ στήν ἀκηδία, δέν θά βυθιστῶ στή βαθιά θάλασσα τῆς λύπης. Γιά ὅλα, δόξα τῷ Θεῷ!

Ἐκ νεότητός μου ὁ ἐχθρός μέ πειράζει, ταῖς ἡδοναῖς φλέγει με· ἐγώ δέ πεποιθώς ἐν σοί, Κύριε, τροποῦμαι τοῦτον. Ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, γνωρίζοντας τήν πρόνοιά Του, ὑποτάσσεται ἀπόλυτα στό θέλημα Του. Καί νά πῶς παρηγορεῖ τήν πονεμένη καρδία του, ὅταν τόν χτυποῦν ἀπό παντοῦ οἱ θλίψεις: “Ὄλα τά βλέπει ὁ Θεός. Ἄν Αὐτός, ὁ πάνσοφος, γνώριζε πώς οἱ θλίψεις δέν θά μέ ὠφελοῦσαν, θά τίς ἔδιωχνε μακριά μέ τήν παντοδύναμη βουλή Του. Ἀφοῦ δέν τίς διώχνει, τό πανάγιο θέλημα Του εἶναι νά δοκιμαστῶ. Πολύτιμο, πιό πολύτιμο κι ἀπό τήν ἴδια τή ζωή εἶναι γιά μένα τό θέλημα τοῦ Θεοῦ! Καλύτερα εἶναι νά πεθάνει τό πλάσμα, παρά ν᾿ ἀρνηθεῖ τό θέλημα τοῦ Πλάστη του· γιατί σ᾿ αὐτό ὑπάρχει ἡ ἀληθινή ζωή! 
Ὅποιος πεθαίνει γιά τήν ἐκπλήρωση τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ, μεταβαίνει στήν ἀνώτερη, τήν αἰώνια ζωή”. Γιά ὅλα, δόξα τῷ Θεῷ!

Ἕνεκεν τοῦ ὀμόματος σου ὑπέμεινά σε, Κύριε· ὑπέμεινεν ἡ ψυχή μου εἰς τόν λόγον σου, ἤλπισεν ἡ ψυχή μου ἐπί τόν Κύριον.
Βλέποντας τήν πρόνια τοῦ Θεοῦ, ἡ ψυχή κυριεύεται ἀπό ἀπόλυτη γαλήνη καί ἀκλόνητη ἀγάπη πρός τόν πλησίον, αἰσθήματα πού κανένας ἄνεμος δέν μπορεῖ νά ταράξει ἤ νά θολώσει. Γι᾿ αὐτή τήν ψυχή δέν ὑπάρχουν προσβολές, καθώς κατανοεῖ πώς ὅλη ἡ κτίση ὑπακούει τυφλά στόν Κτίστη της καί ἐνεργεῖ μέ δική Του ἐντολή ἤ δική Του παραχώρηση. Μέσα σ᾿ αὐτή τήν ψυχή ἀντηχεῖ ἡ φωνή τῆς ταπεινοφροσύνης, πού τήν καταδικάζει γιά ἀναρίθμητα ἁμαρτήματα, ἐνῶ, ἀπεναντίας, δικαιώνει τούς ἄλλους ὡς ὄργανα τῆς δίκαιης θείας πρόνοιας. Παρηγορητική εἶναι ἡ φωνή τῆς ταπεινοφροσύνης μέσα στίς ὀδύνες. Ἠρεμεῖ, ἀνακουφίζει. Ἁπαλά μονολογεῖ: “Θά ὑπομείνω ὅλα ὅσα μοῦ ἀξίζουν γιά τίς ἄνομες πράξεις μου. Καλύτερα νά ὑποφέρω στή σύνομη τούτη ζωή, παρά νά βασανίζομαι αἰώνια στόν ἅδη. Δέν μποροῦν νά μείνουν ἀτιμώρητα τά Ἁμαρτήματά μου· τόν κολασμό τους ἀπαίτεῖ ἡ δικαιοκρισία τοῦ Θεοῦ. Ἀνέκφραστη, λοιπόν, εἶναι ἡ εὐσπλαχνία Του, ἀφοῦ στέλνει τίς δίκαιες τιμωρίες στήν πρόσκαιρη ἐπίγεια ζωή!”. Γιά ὅλα, δόξα τῷ Θεῷ!

Οἱ μισοῦντες Σιών γενηθήτωσαν δη πρίν ἐκσπασθῆναι ὡς χόρτος· συγκόψει γάρ Χριστός αὐχένας αὐτῶν τομῇ βασάνων.
Βλέποντας τήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ, κάθε ἄνθρωπος αἰσθάνεται τήν πίστη του σ᾿ Ἐκεῖνον νά στερεώνεται καί νά αὐξάνεται. Διακρίνοντας πίσω ἀπ᾿ ὅλα τά γεγονότα τό ἀόρατο χέρι τοῦ Κυρίου νά κυβερνᾶ τόν κόσμο, μένει ἀτάραχος μπροστά στίς φοβερές φουρτοῦνες τῆς θάλασσας τοῦ βίου. Τά ἄγρια κύματα, οἱ τρομερές θύελλες, τά μαῦρα σύννεφα δέν τόν τρομάζουν. Πιστεύει πώς τό νά γίνει κανείς πολίτης τῆς θείας πολιτείας τῆς Ἐκκλησίας καθώς καί οἱ τύχες ὅλων τῶν ἀνθρώπων ὁρίζονται ἀπό τόν παντοδύναμο καί πάνσοφο Θεό. Αὐτή ἡ πεποίθηση τόν γεμίζει ἱκανοποίηση καί εἰρήνη. Στό ἀδύναμο πλάσμα, τόν ἄνθρωπο, ταιριάζουν ἡ ταπεινή ὑποταγή καί ἡ εὐλαβική ἀποδοχή τῶν κρίσεων τοῦ δυνατοῦ Πλάστη. Μακάρι πάντοτε στή ζωή του νά ἀκολουθεῖ τήν πορεία πού Ἐκεῖνος ἔχει χαράξει καί νά ἐκπληρώνει τούς σκοπούς πού Ἐκεῖνος ἔχει καθορίσει! Γιά ὅλα, δόξα τῷ Θεῷ!

Ἡ καρδία μου τῷ φόβῳ σου σκεπέσθω ταπεινοφρονοῦσα· μή ὑψωθεῖσα ἀποπέσῃ ἐκ Σοῦ, Πανοικτίρμον. Βλέποντας τήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ, ὁ ἄνθρωπος στέκεται μέ πνεῦμα ταπεινῆς ὑποταγῆς ὄχι μόνο μπροστά στίς πρόσκαιρες θλίψεις, ἀλλά –τολμηρό νά τό πῶ– μπροστά καί σ᾿ ἐκεῖνες πού τόν περιμένουν πέρα ἀπό τόν τάφο, στήν αἰωνιότητα! Γιατί ἀκόμα καί τίς αἰώνιες θλίψεις τίς ἐπισκιάζει, τίς ἐξουδετερώνει ἡ εὐλογημένη παρηγοριά πού πλημμυρίζει τήν ψυχή, ὅταν αὐτή ἀπαρνηθεῖ τόν ἑαυτό της καί ὑποταχθεῖ στόν Κύριο. 
Ἡ αὐταπάρνηση, ἡ ἐγκατάλειψη στή θεία βούληση, διώχνει τόν φόβο τοῦ θανάτου! 
Ὁ πιστός μαθητής τοῦ Χριστοῦ παραδίνει τήν ψυχή του καί τήν αἰώνια προοπτική του στά χέρια Ἐκείνου, μέ ἀκλόνητη ἐμπιστοσύνη καί ἀταλάντευτη ἐλπίδα στήν ἀγαθότητα καί τή δύναμή Του. Ὅταν ἡ ψυχή χωριστεῖ ἀπό τό σῶμα, μέ ἀναίδεια καί θρασύτητα θά τή ζυγώσουν οἱ δαίμονες. Τότε ἐκείνη μέ τήν αὐταπάρνησή της θά τρέψει σέ φυγή τούς μοχθηρούς ἀγγέλους τοῦ σκοτεινοῦ κόσμου. “Πάρτε με! Πάρτε με!”, θά τούς πεῖ μέ ἀνδρεία. “Ρίξτε με στήν ἄβυσσο τοῦ ἅδη, ἄν αὐτό εἶναι τό θέλημα τοῦ Θεοῦ μου, ἄν ἔτσι ἀποφάσισε Ἐκεῖνος. Καλύτερα νά στερηθῶ τή γλυκύτητα τοῦ παραδείσου, καλύτερα νά καίγομαι στίς φλόγες τοῦ ἅδη, παρά νά ἐναντιωθῶ στό θέλημα καί τήν ἀπόφαση τοῦ μεγάλου Θεοῦ. 
Σ᾿ Αὐτόν παραδόθηκα καί παραδίνομαι! Αὐτός εἶναι, ὄχι ἐσεῖς, ὁ Κριτής τῶν παθῶν καί τῶν ἁμαρτιῶν μου! Ἐσεῖς εἵστε μόνο ἐκτελεστές τῶν ἀποφάσεών Του, παρ᾿ ὅλη τήν ἄλογη ἀποστασία σας”. Θά φρίξουν καί θά σαστίσουν οἱ ὑπηρέτες τοῦ κοσμοκράτορα διαβόλου μπροστά σέ τέτοια γενναία αὐταπάρνηση, μπροστά σέ τέτοια ταπεινή παράδοση στό θείο θέλημα! Γιατί ἐκεῖνοι, ἀποστέργοντας αὐτή τή μακάρια ὑποταγή, ἀπό ἄγγελοι ἅγριοι καί ἀγαθοί ἔγιναν δαίμονες ζοφεροί καί κακόβουλοι. Θά φύγουν, λοιπόν, ντροπιασμένοι, καί ἡ ψυχή ἀνεμπόδιστα θά κινήσει γιά τόν Θεό, πού εἶναι ὁ θησαυρός της6. Ἔτσι Αὐτόν, πού τώρα Τόν βλέπει μέ τήν πίστη μέσα στήν πρόνοιά Του, θά Τόν βλέπει τότε ὅπως πραγματικά εἶναι, καί αἰώνια θά ἀναφωνεῖ: «Δόξα τῷ Θεῷ!”.

Ἁγίῳ Πνεύματι, τό ζῆν τά πάντα, φῶς ἐκ φωτός, Θεός μέγας· συν Πατρί ὑμνοῦμεν αὐτό καί τῷ Λόγῳ.
Δόξα τῷ Θεῷ! –τί πανίσχυρες λέξεις! Στίς λυπηρές περιστάσεις, ὅταν λογισμοί ἀμφιβολίας, δειλίας, δυσφορίας καί πικρίας τριγυρίζουν τήν καρδιά, αὐτή, ἀσκώντας βία στόν ἑαυτό της, πρέπει νά ἐπαναλαμβάνει συχνά καί μέ αὐτοσυγκέντρωση τή φράση: Δόξα τῷ Θεῷ! Ὅποιος μέ ἁπλότητα δεχθεῖ αὐτήν ἐδῶ τή συμβουλή μου καί μέ θέρμη τήν ἐφαρμόσει, ὅταν παρουσιαστεῖ ἀνάγκη, θά ἀντιληφθεῖ τή θαυμαστή δύναμη τῆς δοξολογίας τοῦ Θεοῦ. Καί τότε θά χαρεῖ ἀπερίγραπτα γιά τήν ἀπόκτηση αὐτῆς τῆς νέας καί τόσο ὠφέλιμης ἐμπειρίας, γιά τήν ἀνακάλυψη αὐτοῦ τοῦ εὔχρηστου καί τόσο δυνατοῦ ὅπλου κατά τῶν νοερῶν ἐχθρῶν. Καί μόνο στό ἄκουσμα αὐτῶν τῶν λέξεων, πού προφέρονται μέσα σ᾿ ἕνα πλῆθος σκοτεινῶν λογισμῶν λύπης καί ἀκηδίας, μόνο στό ἄκουσμα αὐτῶν τῶν λέξεων, πού προφέρονται ἀπό ἀνάγκη, ἔστω, καί μηχανικά, τά πονηρά πνεύματα κυριεύονται ἀπό τρόμο καί τρέπονται σέ φυγή. Τότε ὅλες οἱ ζοφερές σκέψεις διασκορπίζονται ὅπως ἡ στάχτη ἀπό τόν δυνατό ἄνεμο. Τότε τό βάρος καί ἡ ἀθυμία φεύγουν ἀπό τήν ψυχή, καί τή θέση τους παίρνουν ἡ ἀνακούφιση, ἡ ἠρεμία, ἡ εἰρήνη, ἡ παρηγοριά, ἡ χαρά. Δόξα τῷ Θεῷ!

Κύριε, ὅπλον κατά τοῦ διαβόλου τόν Σταυρόν σου ἡμῖν δέδωκας· φρίττι γάρ καί τρέμει, μή φέρων καθορᾶν αὐτοῦ τήν δύναμιν·
Δόξα τῷ Θεῷ! Λόγια θριαμβικά! Λόγια νικητήρια! Λόγια χαρμόσυνα γιά ὅλους τούς πιστούς μαθητές τοῦ Χριστοῦ! Λόγια φοβερά γιά ὅλους τούς ἐχθρούς Του, καθώς συντρίβουν τά ὅπλα τους καί τραυματίζουν τούς ἴδιους! Ποιά εἶναι τά ὅπλα τους; εἶναι ἡ ἁμαρτία. εἶναι ἡ σκέψη τοῦ σαρκικοῦ ἀνθρώπου7. εἶναι ἡ σοφία τοῦ μεταπτωτικοῦ ἀνθρώπου. Ἡ σοφία αὐτή, πού προῆλθε ἀπό τήν προπατορική πτώση, ἔχει πρωταρχική αἰτία της τήν ἁμαρτία. Γι᾿ αὐτό, καθώς ἐναντιώνεται πάντοτε στόν Θεό, Ἐκεῖνος τήν ἀποστρέφεται καί τήν ἀπορρίπτει. 

Ὥ Δέσποτα τῶν ἁπάντων, ἀκατάληπτε ποιητά οὐρανοῦ και γῆς διά σταυροῦ παθῶν, ἐμοί ἀπάθειαν ἐπήγασας·
Μάταια θά συγκεντρωθοῦν ὅλοι οἱ σοφοί τῆς γῆς γύρω ἀπό τόν ἄνθρωπο πού ἔχει πληγωθεῖ ἀπό τή θλίψη. Μάταια θά προσπαθήσουν νά τόν γιατρέψουν μέ τά φάρμακα τῆς ὡραιολογίας καί τῆς φιλοσοφίας. Μάταια θά ἐπιχειρήσει καί ὁ ἴδιος ὁ πληγωμένος νά ξεμπλεχθεῖ ἀπό τό μπέρδεμένο δίχτυ τῆς θλίψεως μέ τούς δικούς του συλλογισμούς. Πολύ συχνά, ἤ μᾶλλον σχεδόν πάντοτε, ἡ λογική χάνεται μέσα σ᾿ αὐτό τό δίχτυ! Ὁ ἄνθρωπος βλέπει τόν ἑαυτό του μπλεγμένο καί ἐντελῶς ἀκινητοποιημένο! Ἡ λύτρωση φαίνεται πιά ἀκατόρθωτη –καί παρηγοριά καμιά! Πολλοί συντρίβονται κάτω ἀπό τό ἀσήκωτο βάρος μιᾶς ἄγριας συμφορᾶς. Πολλοί χάνονται ἀπό τή θανάσιμη πληγή μιᾶς θλίψεως, ἡ ἐπούλωση τῆς ὁποίας δέν κατορθώνεται μέ κανένα ἐπίγειο θεραπευτικό μέσο. Ἡ ἀνθρώπινη σοφία ἐξάντλησε τίς δυνατότητες της. Ὅ,τι κι ἄν ἔκανε, ἀποδείχθηκε ἀνίσχυρο, ἀναποτελεσματικό.

Προσκυνῶ καί δοξάζω καί ἀνυμνῶ, Χριστέ, τήν σήν ἐκ τάφου Ἀνάστασιν, δι᾿ ἥς ἠλευθέρωσας ἡμᾶς ἐκ τῶν τοῦ ᾅδου ἀλύτων δεσμῶν καί ἐδωρήσω τῷ κόσμῳ ὡς Θεός ζωήν αἰώνιων καί τό μέγα ἔλεος.

Ἀγαπημένε μου ἀδελφέ, περιφρόνησε ὅ,τι ἀποστρέφεται ὁ Θεός! Πάρε τό ὅπλο πού σοῦ δίνει ὁ Χριστός μέ τό κήρυγμά Του! 
Ἡ ἀνθρώπινη σοφία, βέβαια, θά χαμογελάσει χλευαστικά, βλέποντας τό ὅπλο αὐτό τῆς πίστεως. Ἡ μεταπτωτική λογική, πού ἐναντιώνεται στόν Θεό, δέν θ᾿ ἀργήσει νά σοῦ ἀπαριθμήσει φαινομενικά πανέξυπνες ἀντιρρήσεις, ἀντιρρήσεις γεμάτες σκεπτικισμό καί εἰρωνεία. Μήν τούς δώσεις καμιά σημασία, γιατί ἔχουν ἀποδοκιμαστεῖ ἀπό τόν Θεό. 
Μέσα στή θλίψη σου, ἄρχισε νά ξεχύνεις ἀπό τά βάθη τῆς ψυχῆς σου, ἄρχισε νά ἐπαναλαμβάνεις, χωρίς νά σκέφτεσαι τίποτε, τά λόγια: Δόξα τῷ Θεῷ! Θά δεῖς σημεῖα. Θά δεῖς θαύματα. Τά λόγια τοῦτα θά φέρουν στήν καρδιά σου παρηγοριά, διώχνοντας τή λύπη. Θά κατορθώσουν, δηλαδή, ὅ,τι δέν κατόρθωσαν ἡ λογική τῶν λογικῶν καί ἡ σοφία τῶν σοφῶν τῆς γῆς. Αὐτή ἡ λογική κι αὐτή ἡ σοφία θά ντροπιαστοῦν, ναί, θά ντροπιαστοῦν. Κι ἐσύ λυτρωμένος, γιατρεμένος, γεμάτος πίστη ζωντανή καί χειροπιαστή, θά ἀναφωνεῖς: “Δόξα τῷ Θεῷ!”.

«Δόξα τῷ Θεῷ πάντων ἕνεκεν οὐ γάρ παύσομαι τοῦτο ἐπιλέγων ἀεί ἐπί πᾶσι μοι τοῖς συμβαίνουσιν». 
Ἁγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος

Δόξα τῷ Θεῷ! Πολλοί ἅγιοι τοῦ Θεοῦ ἀγαποῦσαν νά ἐπαναλαμβάνουν αὐτή τή φράση καί γεύονταν τή μυστική της δύναμη. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ὅταν συζητοῦσε μέ πνευματικούς ἀδελφούς καί φίλους του γιά διάφορα θέματα, προπάντων ὅμως γιά τίς θλίψεις, ὡς θεμέλιο, ὡς βασική ἀρχή τῆς συζητήσεως ἔθετε πάντοτε τά λόγια: “Δόξα τῷ Θεῷ πάντων ἕνεκεν!”(Δόξα τῷ Θεῷ γιά ὅλα!). Σύμφωνα μέ τήν παράδοση, μάλιστα τήν ὁποία διαφύλαξε ἡ ἐκκλησιαστική μας ἱστορία, ἄρχιζε πάντοτε τίς ὁμιλίες του χτυπώντας μέ τό δεύτερο δάχτυλο τοῦ δεξιοῦ του χεριοῦ τήν ἀνοιχτή παλάμη τοῦ ἀριστεροῦ καί λέγοντας: “Δόξα τ«Θεῷ πάντων ἕνεκεν!”.

Κατευθυνθήτω ἡ προσευχή μου, ὡς θυμίαμα ἐνώπιόν Σου· ἔπαρσις τῶν χειρῶν μου,θυσία ἑσπερινή, εἰσάκουσόν μου, Κύριε.
Ἀδελφοί! Ἄς ἐπιθυμοῦμε κι ἐμεῖς στήν ἀκατάπαυστη δοξολογία τοῦ Θεοῦ. Στίς θλίψεις μας, ἄς χρησιμοποιοῦμε αὐτό τό ὅπλο. Μέ τή δοξολογία τοῦ Θεοῦ ἄς διώχνουμε μακριά τούς ἀόρατους ἐχθρούς μας, καί ἰδιαίτερα ἐκείνους πού προσπαθοῦν νά μᾶς λυγίσουν μέ τή λύπη, τήν ὀλιγοψυχία, τήν ἀγανάκτηση, τήν ἀπελπισία. Ἄς καθαριζόμαστε ψυχικά μέ τά δάκρυα, μέ τήν προσευχή, μέ τή μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τῶν Πατερικῶν κειμένων. Ἔτσι θά βλέπουμε ὁλοκάθαρα τήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος ὅλα τά κατευθύνει, σύμφωνα μέ τίς ἀναξιχνίαστες βουλές καί κρίσεις Του, πρός σκοπούς γνωστούς μόνο σ᾿ Ἐκεῖνον. Καί βλέποντας τή θεία πρόνοια, μέ βαθιά εὐλάβεια καί ἀδιατάρακτη εἰρήνη στήν καρδιά, μέ πλήρη ὑποταγή καί σταθερή πίστη, θά θαυμάζουμε τό μεγαλεῖο τοῦ ἀκατάληπτου Θεοῦ καί θά Τόν δοξολογοῦμε παντοτινά.

Δεῦτε ἀγαλλιασώμεθα τῷ Κυρίῳ, τῷ συντρίψαντι θανάτου το κράτος καί φωτίσαντι ἀνθρώπων τό γένος, μετά τῶν Ἀσωμάτων κραυγάζοντες· Δημιουργέ καί Σωτήρ ἡμῶν, δόξα Σόι.

Ἄξιο καί δίκαιο εἶναι, Κύριε, νά δοξολογοῦμε ἐμεῖς, τά πλάσματά Σου, Ἐσένα, τόν δημιουργό Θεό. Ἐσύ μᾶς ἔφερες ἀπό τήν ἀνυπαρξία στήν ὕπαρξη, φανερώνοντας τήν ἄπειρη καί ἀσύλληπτη ἀγαθότητά Σου. Ἐσύ μᾶς στόλισες μέ τήν ὡραιότητα τῆς ἔνδοξης εἰκόνας Σου. Ἐσύ μᾶς χάρισες τήν ἀπόλαυση τῆς παραδείσιας μακαριότητας, πού δέν ἔχει τέλος.

Τήν αἰχμαλωσίαν Σιών ἐκ πλάνης ἐπιστρέψας κἀμέ, Σωτήρ, ζώωσον ἐξαίρων δουλοπαθείας. Κι ἐμεῖς τί ἀνταποδώσαμε στόν Εὐεργέτη μας; Τί προσφέραμε ἀπό εὐγνωμοσύνη στόν Πλάστη μας ἐμεῖς, τό χῶμα τό ζωοποιημένο ἀπό τά χέρια Του καί τήν πνοή Του;

Ἐμεῖς συμφωνήσαμε μέ τόν ἐχθρό Του, μέ τόν ἄγγελο πού ἐπαναστάτησε ἐναντίον Του, μέ τόν ἀρχηγό τοῦ κακοῦ. Πιστέψαμε στά συκοφαντικά του λόγια γιά τόν Πλάστη καί Εὐεργέτη μας καί φτάσαμε νά καταλογίσουμε ζηλοφθονία στήν ὑπερτέλεια Ἀγαθότητα.

Ἀλίμονο, τί σκοτισμός! Ἀλίμονο, τί ξεπεσμός τοῦ νοῦ! Ἀπό τό ὕψος τῆς θεοπτίας καί τῆς θεολογίας, μέσα σέ μιά στιγμή τό γένος μας, διά τοῦ προπάτορά μας, γκρεμίζεται στό βάραθρο τοῦ αἰώνιου θανάτου...
Πρῶτα ἔπεσε ὁ σατανάς· ὁ φωτεινός ἄγγελος ἔγινε σκοτεινός διάβολος. Μήν ἔχοντας σῶμα, ἁμάρτησε μέ τόν νοῦ καί τόν λόγο. Καί ἀπό τήν ἁγνή χαρά τῆς δοξολογίας τοῦ Θεοῦ μαζί μέ τούς ἄλλους ἁγίους ἀγγέλους προτίμησε τή βλασφημία. Μόλις συνέλαβε τή σκοτεινή ἀπόφαση τῆς ἀποστασίας ἀπό τόν Εὐεργέτη του, μόλις μέ τόν λόγο του τόν ὀλέθριο, τόν θανατηφόρο σάν τό δραστικότερο φαρμάκι, πραγματοποίησε τήν ἀπόφασή του, ἀλλιώθηκε ἀμετάκλητα. Ἡ φύση του διαστράφηκε, περιβλήθηκε τόν ζόφο τῆς κακίας, ταυτίστηκε μέ τήν ἁμαρτία. Καί ἀμέσως, χάνοντας τή θεόσδοτη πνευματική του ἰσοροπία, ἔπεσε ἀπό τόν οὐρανό μέ ἀσύλληπτη ταχύτητα, ταχύτητα ἀστραπῆς, ὅπως μαρτυρεῖ ὁ προαιώνιος Λόγος: «Ἔβλεπα τόν σατανά νά πέφτει ἀπό τόν οὐρανό σάν ἀστραπή»8.

Ἔτσι γρήγορη ἦταν καί τοῦ ἀνθρώπου ἡ πτώση πού ἀκολούθησε ἐκείνην τοῦ ἀγγέλου. Ἀρχή καί αὐτῆς τῆς πτώσεως ἦταν ἡ ἀποδοχή μιᾶς σκοτεινῆς, βλάσφημης σκέψεως, πού ὁδήγησε στήν παράβαση τῆς ἐντολῆς τοῦ Θεοῦ. Τῆς παραβάσεως, δηλαδή, εἶχε προηγηθεῖ ἡ καταφρόνηση, ἡ ἀπόρριψη τοῦ Θεοῦ.Ἀλίμονο, τί τύφλωση! Ἀλίμονο, τί φοβερή ἁμαρτία, τί φοβερή πτώση! Μπροστά σέ τέτοια ἁμαρτία, μπροστά σέ τέτοια πτώση, οἱ συνέπειες ἦταν μηδαμινές: ἡ ἔξωση ἀπό τόν παράδεισο, ἡ ἐξασφάλιση τῆς καθημερινῆς τροφῆς μέ μόχθο, οἱ ὠδίνες τοῦ τοκετοῦ, ἡ ἐπιστροφή τοῦ ἀνθρώπου στή γῆ ἀπό τήν ὁποία προῆλθε9.


Τί ἀνταποδώσωμεν τῷ Κυρίῳ περί πάντων, ὥν ἀνταπέδωκεν ἡμῖν;
Δι᾿ ἡμᾶς Θεός ἐν ἀνθρώποις· διά τήν καταφθαρεῖσαν φύσιν ὁ Λόγος σάρξ ἐγάνετο καί ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν· πρός τούς ἀχαρίστους ὁ Εὐεργέτης· πρός τούς αἰχμαλώτους ὁ Ἐλευθερωτής· πρός τούς ἐν σκότει καθημένους ὁ Ἥλιος τῆς δικαιοσύνης· ἐπί τόν Σταυρόν ὁ ἀπαθής· ἐπί τόν ᾅδην τό φῶς· ἐπί τόν θάνατον ἡ ζωή· ἡ ἀνάστασις διά τούς πεσόντας. Πρός ὅν βοήσωμεν· Ὁ Θεός ἡμῶν, δόξα Σόι.

Ἀλλά Ἐσύ, ἄπειρη Καλοσύνη, τί κάνεις; Τί μᾶς ἀνταποδίδεις σέ ὅ,τι Σοῦ ἀνταποδώσαμε γιά τίς εὐεργεσίες Σου; Τί ἀνταποδίδεις στήν ἀπιστία πού δείξαμε σ᾿Ἐσένα καί στή φοβερή βλασφημία πού παραδεχθήκαμε γιά Σένα, τήν Αὐτοαγαθότητα καί τήν Αὐτοτελειότητα; Ἀνταποδίδεις νέες εὐεργεσίες, μεγαλύτερες ἀπό τίς προηγούμενες. Μ᾿ἕνα ἀπό τά Θεῖα Πρόσωπά Σου παίρνεις τήν ἀνθρώπινη φύση. Παίρνεις, ἐκτός ἀπό τήν ἁμαρτία, ὅλες τίς ἀδυναμίες τοῦ μεταπτωτικοῦ ἀνθρώπου. 
Ἐμφανίζεσαι μπροστά στά μάτια μας, καλύπτοντας τή συντριπτική γιά μᾶς δόξα τῆς Θεότητας μέ τήν ἀνθρώπινη σάρκα. Ὄντας πράγματι Λόγος τοῦ Θεοῦ, μᾶς ἀναγγέλλεις τόν λόγο τοῦ Θεοῦ μέ λόγο ἀνθρώπινο. Ἡ δύναμή Σου εἶναι δύναμη Θεοῦ. Ἡ πραότητά Σου εἶναι πραότητα ἀμνοῦ. Καί τό ὄνομα Σου εἶναι ὄνομα ἀνθρώπου. Αὐτό τό πανάγιο ὄνομα κινεῖ τόν οὐρανό καί τή γῆ. Πόσο παρήγορα ἀλλά καί πόσο μεγαλόπρεπα ἀκούγεται τό ὄνομά Σου! Μπαίνει στ᾿ αὐτιά καί βγαίνει ἀπό τά χείλη σάν ἀνεκτίμητος θησαυρός, σάν πολύτιμο μαργαριτάρι! Ἰησοῦ Χριστέ! 

Ἁγίῳ Πνεύματι θεολογία, μονάς τρισαγία· ὁ Πατήρ γάρ ἄναρχος, ἐξ οὕ ἔφυ ὁ Υἱός ἀχρόνως
καί τό Πνεῦμα σύμμορφον, σύνθρονον, ἐκ Πατρός συνεκλάμψαν.

Ἐσύ εἶσαι καί Κύριος τῶν ἀνθρώπων καί ἄνθρωπος. Πόσο θαυμαστά, πόσο ὡραῖα ἕνωσες τή θεία φύση μέ τήν ἀνθρώπινη! Πόσο θεσπέσια ἐνεργεῖς!
Εἵσαι καί Θεός καί ἄνθρωπος! Εἶσαι καί ἐξουσιαστής καί δοῦλος!10


Εἶσαι καί θύτης καί θύμα!
Εἶσαι καί Σωτήρας καί Κριτής, ὁ μελλοντικός ἀμερόληπτος Κριτής τῆς οἰκουμένης!
Καί θεραπεύεις ὅλες τίς ἀσθένειες!
Καί ἐπισκέπτεσαι καί δέχεσαι τούς ἁμαρτωλούς!
Καί ἀνασταίνεις τούς νεκρούς!
Καί διατάζεις τά νερά τῆς θάλασσας καί τούς ἀνέμους τ᾿ οὐρανοῦ!

Καί πολλαπλασιάζεις θαυματουργικά τα ψωμιά, μέσα σέ μιά στιγμή γίνεται, θαρρρεῖς, σπορά, φύτρωμα, ὡρίμανση, θερισμός, ἁλώνισμα, ἄλεση, ζύμωμα, ψήσιμο, κομμάτιασμα καί μοίρασμα!
Καί πεινᾶς γιά νά μᾶς γλιτώσεις ἀπό τήν πείνα!
Καί διψᾶς γιά νά διώξεις τή διψά μας!
Καί κουράζεσαι ἀπό τήν πεζοπορία σ᾿ ἐτούτη τή χώρα τῆς ἐξορίας μας, γιά νά μᾶς φέρεις πίσω στή χαμένη, τή γαλήνια, τή γλυκύτατη οὐράνια πατρίδα μας!

Καί χύνεις ἱδρώτα σάν αἷμα, ὅταν προσεύχεσαι στή Γεσθημανή, γιά νά μάθουμε κι ἐμεῖς νά χύνουμε τόν ἱδρώτα μας ὄχι τόσο ὅταν μοχθοῦμε σωματικά γιά τήν ἐξασφάλιση τοῦ ἐπίγειου ἄρτου, πού χορταίνει τήν κοιλιά, ὅσο ὅταν προσευχόμαστε γιά τήν ἐπάξια μετάληψη τοῦ οὐράνιου Ἄρτου, πού χορταίνει τήν ψυχή!

Καί δέχεσαι στό πανάγιο κεφάλι Σου στεφάνι ἀπό ἀγκάθια, τά ἀγκάθια πού φύτρωσαν στή γῆ γιά μᾶς σάν κατάρα, λόγω τῆς παρακοῆς τῶν προπατόρων μας!

Στερηθήκαμε τό παραδείσιο «ξύλο», τό δέντρο τῆς ζωῆς καί τόν καρπό του, πού ὑποσχόταν τήν ἀθανασία, κι Ἐσύ, κρεμασμένος στό ξύλο τοῦ Σταυροῦ, ἔγινες γιά μᾶς Καρπός πού ὑπόσχεται τήν αἰώνια ζωή! Τό δέντρο τῆς αἰώνιας ζωῆς –ὁ Σταυρός– καί ὁ Καρπός τῆς αἰώνιας ζωῆς –Ἐσύ–, πού ἐμφανίστστηκαν στή γῆ, τή χώρα τῆς ἐξορίας μας, ὑπερέχουν ἀσύγκριτα τοῦ δέντρου καί τοῦ καρποῦ τοῦ παραδείσου. Ἐκεῖνα ὑπόσχονταν μόνο τήν ἀθανασία, ἐνῶ αὐτά ὑπόσχονται καί τήν ἀθανασία καί τήν κατά χάρη θέωση. Μέ τά παθήματά Σου γλύκανες τά δικά μας παθήματα. Προτιμᾶμε τά παθήματα ἀπό τίς ἀπολαύσεις τῆς γῆς, φτάνει μόνο νά γευθοῦμε τή δική Σου ἀπόλαυση καί γλυκύτητα! 
Αὐτή, ὡς πρόγευση τῆς αἰώνιας ζωῆς, εἶναι πιό γλυκιά καί πιό πολύτιμη ἀπό τήν πρόσκαιρη ζωή! 
Κοιμήθηκες τόν ὕπνο τοῦ θανάτου, πού δέν μπόρεσε νά κρατήσει αἰώνια Ἐσένα, τόν Θεό! Ἀναστήθηκες καί μᾶς χάρισες τήν ἔγερση ἀπ᾿ αὐτόν τόν ὕπνο. Ἀπό τόν πικρό ὕπνο τοῦ θανάτου, ἔφερες τή μακάρια καί ἔνδοξη ἀνάσταση!

Ἀνάστηθι, Κύριε ὁ Θεός μου, ὑψωθήτω ἡ χείρ σου, μή ἐπιλάθῃ τῶν πενήτων σου εἰς τέλος. Ἀνέβασες τήν ἀνακαινισμένη φύση μας στόν οὐρανό καί τήν κάθισες στά δεξιά τοῦ προαιώνιου καί συναιώνιου μ᾿ Ἐσένα Πατέρα! Μᾶς ἄνοιξες τόν δρόμο γιά τόν οὐρανό! Μᾶς ἑτοίμασες ἐκεῖ τόπους, γιά νά μείνουμε! Σ᾿ αὐτούς τούς τόπους χειραγωγεῖς καί δέχεσαι καί ἀναπαύεις καί παρηγορεῖς ὅλους τούς ἀποκαμωμένους στρατοκόπους τῆς γῆς πού πιστεύουν σ᾿ Ἐσένα, πού ἐπικαλοῦνται τό ἅγιο ὄνομά Σου, πού τηροῦν τίς θεῖες ἐντολές Σου, πού Σέ ὑπηρετοῦν ὀρθόδοξα καί εὐλαβικά, πού σηκώνουν τόν Σταυρό Σου καί πίνουν ἀνδρεῖα τό ποτήρι τῶν παθημάτων Σου, εὐγνωμονώντας Σε, εὐχαριστώντας Σε καί δοξολογώντας Σε!

Ἁγίῳ Πνεύματι, ἑνοειδεῖ αἰτίᾳ, πάντα ἔχεται εἰρηνοβραβεύτως. Θεός τοῦτο γαρ ἐστι Πατρί τε καί Υἱῷ ὁμοούσιον κυρίως.

Δόξα σ᾿ Ἐσένα, Δημιουργέ ἐκείνων πού δέν ὑπῆρχαν!
Δόξα σ᾿ Ἐσένα, Λυτρωτή καί Σωτήρα ἐκείνων πού ἔπεσαν καί ὁδηγήθηκαν στήν ἀπώλεια!
Δόξα σ᾿ Ἐσένα, Θεέ καί Κύριε μας!
Ἀξίωσέ μας καί στή γῆ καί στόν οὐρανό νά δοξάζουμε, νά εὐλογοῦμε καί νά ὑμνοῦμε τήν ἀγαθότητά Σου!
Ἀξίωσέ μας νά βλέπουμε τή φοβερή, τήν ἀπρόσιτη, τή μεγαλειώδη δόξα Σου μέ ξέσκεπα τά πρόσωπα τῶν ψυχῶν μας11, νά τή βλέπουμε αἰώνια, νά τήν προσκυνοῦμε αἰώνια καί νά ἀπολαύσουμε τή μακαριότητά της αἰώνια. 
Ἀμήν.

Ἔρημος Ἁγίου Σεργίου
1846
Τέλος καί τῷ Θεῷ δόξα!
Βασιλεύσει Κύριος εἰς τόν αἰῶνα,
ὁ Θεός σου Σιών, εἰς γενεάν καί γενεάν.
Ἀπό τό βιβλίο: “ΑΣΚΗΤΙΚΕΣ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ”
Τόμος β΄
Ἱερά Μονή Παρακλήτου, Ὠρωπός Ἀττική.

« Εἰς χείρας σου, Κύριε,
παρατίθημι τήν ψυχήν
καίτό σῶμά μου.
Αὐτός μέ εὐλόγησον,
Αὐτός με ἐλέησον
καί ζωήν τήν αἰώνιον
χάρισαί μοι.
Ἀμήν ».
* Ἀναστάσιμοι ὕμνοι, Ἀκολουθίας Ἑσπερινοῦ Κυριακῆς (Ἑσπέρας Σαββάτου) 
καί Ἀκολουθία Ὄρθρου Κυριακῆς

1Ρωμ. 11:34.
2Βλ. Ματθ. 10:30.
3Βλ. Λουκ. 21:18.
4Ψαλμ. 15:8.
5Ψαλμ. 117:6,7.
6Πρβλ. Ὁσίου Ἰωάννου τοῦ Καρπαθίου, Πρός τούς ἐν τῇ Ἰνδίᾳ μοναχούς, γράψαντας αὐτῷ, παραμυθητικά κεφάλαια Ρ΄, κε΄.
7Σ.τ.Μ.: Βλ. Ἁγίου Ἰγνατίου Μπριαντσανίνωφ, Ἔργα 1 – ἀσκητικές ἐμπειρίες Α΄,
ἔκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Παρακλήτου, Ὠρωπός Ἀττικῆς 2009, σελ. 324, σημ. 53.
8Λουκ. 10:18.
9Βλ. Γεν. 3:16-19.
10Πρβλ. Θεοφυλάκτου Βουλγαρίας, Ἑρμηνεία εἰς τό κατά Λουκᾶν Εὐαγγέλιον, κεφ. ΙΔ΄, στ. 16-20.
11Πρβλ. Β΄ Κορ. 3:18.

Ἁγίου Ἰγνατίου Μπριαντσανίνωφ

http://hristospanagia3.blogspot.gr