.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Εγεννήθη φωνή τοῦ Λόγου καί φωτός Πρόδρομος



Ἡ ἑορτή τῆς γεννήσεως τοῦ ἁγίου ᾽Ιωάννου Προδρόμου συνιστᾶ ἰδιαίτερα χαρμόσυνο γεγονός γιά ὅλη τή Δημιουργία:

Χαίρουν οἱ ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ, ὅλος ὁ πιστός στόν Χριστό κόσμος, ἀλλά ἀκόμη καί ἡ ἴδια ἡ ἄλογη φύση: ῾Γήθεται ἅπασα κτίσις τῷ σῷ τόκῳ θεϊκῶς᾽. Αἰτία γι᾽ αὐτό εἶναι ὄχι μόνον ὅτι γεννήθηκε ἕνας ἀκόμη ἄνθρωπος – καί αὐτό κατά τόν Κύριο εἶναι γεγονός χαρᾶς: ῾διά τήν χαράν ὅτι ἐγεννήθη ἄνθρωπος ἐν τῷ κόσμῳ᾽ εἶπε κάπου - ἀλλά ὅτι γεννήθηκε ἐκεῖνος πού προετοίμασε τό ἔδαφος γιά τόν ἐρχομό τοῦ Σωτήρα Χριστοῦ, δηλαδή φάνηκε τό λυχνάρι πρίν ἔρθει τό φῶς, ἦρθε ἡ αὐγή πρίν ἀνατείλει ὁ Ἥλιος, ἀκούστηκε ἡ φωνή πού φανέρωσε τόν ἴδιο τόν Λόγο.

Οἱ ὕμνοι τῆς ᾽Εκκλησίας μας δέν φείδονται ἐπαίνων καί ἐγκωμίων γιά νά δηλώσουν τή χαρμόσυνη αὐτή πραγματικότητα, ὅπως π.χ.῾ἐγεννήθη φωνή τοῦ Λόγου καί φωτός Πρόδρομος᾽, ῾ὁ λύχνος τοῦ φωτός προέρχεται, ἡ αὐγή τοῦ ἡλίου τῆς δικαιοσύνης μηνύει τήν ἔλευσιν, εἰς ἀνάπλασιν πάντων καί σωτηρίαν τῶν ψυχῶν ἡμῶν᾽. 

῎Ετσι ἡ γέννηση τοῦ ᾽Ιωάννου τοῦ Προδρόμου ἀφενός ἀποτελεῖ χαρά πού ἀντανακλᾶ τήν ὑπέρμετρη καί ἄφατη χαρά γιά τόν ἐρχομό στόν κόσμο τοῦ Χριστοῦ, τοῦ ἐνσαρκωθέντος Θεοῦ μας, ἀφετέρου προβάλλει τό μέγεθος τῆς προσωπικότητας τοῦ ἁγίου ᾽Ιωάννη, ἀφοῦ εἶναι ὁ μόνος μάλιστα πού δέχτηκε ἀργότερα τόσους ἐπαίνους ἀπό τόν Κύριο καί συνεπῶς δηλώθηκε μέ τόν πιό πανηγυρικό τρόπο τό ὕψος τῆς ἁγιότητάς του: ῾Οὐδείς ἐν γεννητοῖς γυναικῶν μείζων τοῦ ᾽Ιωάννου᾽, ῾ὁ μείζων πάντων τῶν προφητῶν προφήτης, οὗ ἕτερος οὐκ ἔστιν, οὐδέ ἐγήγερται᾽.

Γι᾽ αὐτό καί ἡ ᾽Εκκλησία μας, στοιχώντας στόν ἴδιο τόν ἀρχηγό της, τόν τοποθέτησε δεύτερο μετά τήν Παναγία Μητέρα τοῦ Κυρίου, μέ ἰδιαίτερη καθημερινή μνημόνευσή του μετά ἀπό Αὐτήν καί μέ τή θέση του στό τέμπλο κάθε ναοῦ στά ἀριστερά τοῦ Κυρίου.


Τό προφητικό καί προδρομικό του στοιχεῖο δηλώθηκε ἀπό τήν ἀρχή τῆς δράσης του στήν ἔρημο τοῦ ᾽Ιορδάνου, πρῶτον μέ τό κήρυγμα τῆς μετανοίας καί τό βάπτισμα τῆς μετανοίας καί δεύτερον μέ τή διαρκή ἀναφορά του στόν ἐρχόμενο Μεσσία. Κι αὐτά τά δύο ἦταν ἄμεσα συνδεδεμένα μεταξύ τους, διότι κανείς δέν μποροῦσε καί δέν μπορεῖ νά πιστέψει στόν Χριστό, ἀποδεχόμενος Αὐτόν ὡς προσωπικό του λυτρωτή, ἄν δέν μετανοήσει γιά τίς ἁμαρτίες του, μέ ἀλλαγή τοῦ τρόπου τῆς ζωῆς του καί μέ προσανατολισμό του στό θέλημα τοῦ Θεοῦ.

Ἡ γνησιότητα τῆς δράσης του ἀπό τήν ἄλλη, δηλαδή ὅτι βρίσκεται στό ἔργο αὐτό σταλμένος ἀπό τόν Θεό, ἐπιβεβαιώθηκε καί ἀπό τό μαρτυρικό τέλος τῆς ζωῆς του, πού ἐπιστέγασε οὐσιαστικά τήν ὅλη μαρτυρική πορεία του, καί κυρίως ἀπό τά λόγια, ὅπως εἴπαμε, τοῦ ἴδιου τοῦ Κυρίου, γιά τόν Ὁποῖο πάντοτε τόνιζε ὅτι ῾ἐκεῖνον δεῖ αὐξάνειν, ἐμέ δέ ἐλαττοῦσθαι᾽. Ἡ μεγαλωσύνη του ἀπό τήν ἄποψη αὐτή φάνηκε καί ἀπό τό μέγεθος τῆς ταπείνωσής του. 

Ἡ ὑπέρμετρη ἁγιότητά του καί τό καταλυτικό γιά τήν προετοιμασία τοῦ ἐρχομοῦ τοῦ Χριστοῦ ἔργο του δέν ὀφείλονται μόνο στή χάρη καί τή δύναμη τοῦ Θεοῦ. ῾Ο ᾽Ιωάννης ἦταν ὁ ἐνεργούμενος ἀπό τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ προφήτης, ἀλλά πού συνήργησε σ᾽ αὐτό καί ὁ ἴδιος τά μέγιστα, γιά νά ἀναδειχθεῖ στό σημεῖο πού ἔφτασε. Καί ἡ συνέργειά του ἔγκειτο στήν κατάθεση τῆς θέλησής του στήν ὑπακοή τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ. 

᾽Αδιάκοπα ὁ ᾽Ιωάννης , ἤδη ἐκ βρέφους κοιλίας, ἔθετε τόν ἑαυτό του στήν ὑπηρεσία τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, γεγονός πού σημαίνει ὅτι αὐτά πού τοῦ ἔδωσε ὁ Θεός – τά χαρίσματα τοῦ κατά φύσιν – τά ἐργάστηκε μέ τέτοιον τρόπο διά τῆς ἁγνότητάς του καί τῆς σωφροσύνης του, ὥστε νά ἀποφύγει ὅ,τι ὁδηγοῦσε στήν ἁμαρτία – τό λεγόμενο παρά φύσιν – καί νά φτάσει μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ στό μεγαλεῖο τῆς ἐν Θεῷ παραμονῆς του – σ᾽ αὐτό πού ὀνομάζεται ὑπέρ φύσιν.

Κατά τά λόγια μάλιστα τοῦ δοξαστικοῦ τῶν ἀποστίχων τοῦ ἑσπερινοῦ, ποιήματος τῆς ἁγίας Κασσιανῆς, ῾ἁγνείαν γάρ παντελῆ καί σωφροσύνην ἀσπασάμενος, εἶχε μέν τό κατά φύσιν, ἔφυγε δέ τό παρά φύσιν, ὑπέρ φύσιν ἀγωνισάμενος᾽. 

Αὐτόν λοιπόν ὅλοι οἱ πιστοί, μιμούμενοι κατά τίς ἀρετές του, ἄς τόν παρακαλοῦμε νά πρεσβεύει γιά ἐμᾶς, γιά νά σωθοῦν οἱ ψυχές μας. 

«Προφητείες Αββά Ισχυρίωνα περί έσχατης γενεάς»

Κάποτε, τον 4ο αιώνα, όταν ρωτήθηκαν κάποιοι μοναχοί για το πως θα ζουν και θα είναι οι Μοναχοί και Κληρικοί τις επόμενες γενεές, και τα έσχατα χρόνια, οΑββάς Ισχυρίων είπε τα εξής σημαντικά:
«Οι Άγιοι Πατέρες της σκήτεως προφήτευσαν περί της εσχάτης γενεάς: «Πως ζούμε και τι πνευματική εργασία κάνουμε άραγε εμείς σήμερα», λέγει κάποιος από τους πατέρες της σκήτης. Και απαντάει ένας από αυτούς που λεγόταν Αββάς Ισχυρίων και ήταν πολύ ενάρετος και μεγάλος πνευματικά σε σχέση με όλους τους άλλους.

«Εμείς προσπαθήσαμε, αγωνιστήκαμε και τηρήσαμε τις εντολές του Θεού».
Και λένε κάποιοι. «Αλήθεια μετά από εμάς τι θα πράξουν και πως θα ζουν οι επόμενοι;»
Και απήντησε ο Αββάς Ισχυρίων:
«Αυτοί πρόκειται να εργασθούν και να φθάσουν στα μισά απ’ ότι μπορέσαμε και φθάσαμε εμείς».
Και ερώτησαν πάλι. «Και μετά απ’ αυτούς οι μετέπειτα τι θα κάνουν;»
Και απήντησε:
«Εκείνοι δεν πρόκειται να έχουν κανένα πνευματικό έργο και καμία ουσιαστική αρετή. Πρόκειται δε να τους έλθει πολύ μεγάλος πειρασμός και όσοι μπορέσουν να αντέξουν και να τον υπομείνουν μέχρι τέλους, θα φανούν ανώτεροι από όλους ημάς και τους αγίους μας».

(Αββάς Ισχυρίων, Γεροντικών)


Ακολουθεί η πολύ καλή ανάλυση του Π. Αθανασίου Μυτιληναίου για αυτά που είχε πει ο Αββάς Ισχυρίων.




Ο ΕΣΤΑΥΡΩΜΕΝΟΣ ΣΥΝΟΜΙΛΕΙ ΜΕ ΤΗΝ…ΕΥΡΩΠΑΙΚΗ ΕΝΩΣΗ

Στο βιβλίο του Σέρβου αρχιμανδρίτη, Οσίου Ιουστίνου Πόποβιτς, (1894-1979), «Η ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ», σελ. 250-252), υπάρχει ένας συγκινητικός αλλά και συνάμα προφητικός οραματικός διάλογος για την σημερινή κρίση της Ελλάδας με την Ευρωπαϊκή Ένωση, με αυτή την τοκογλυφική και ανθελληνική Ευρωπαϊκή Ένωση

Τον διάλογο αυτό μπορεί κάποιοι να τον ειρωνευτούν, ή να τον κρίνουν συναισθηματικό και άσχετο, αλλά ο διάλογος αυτός γράφτηκε πολλά χρόνια πριν έρθουμε σε αυτή την σημερινή κατάσταση, στο σημερινό μας χάλι, γιατί πιστέψαμε στην Ευρώπη των ψευδαισθήσεων μας και απαρνηθήκαμε την ίδια μας την ταυτότητα. 
Ο φανταστικός αυτός διάλογος περιγράφει με λίγα λόγια το πώς έφτασε η Ευρώπη στην σημερινή της μορφή και ποια είναι η βαθύτερη αιτία της όλης κρίσης και είναι ένα απλό, αλλά θεόπνευστο μάθημα για όλους εμάς τους Νεοέλληνες.

«Ο Χριστός ρωτά με λύπη:
Πώς μπορείτε εσείς οι άνθρωποι να ζείτε μόνο με τα ιμπεριαλιστικά, υλικά συμφέροντα, δηλαδή με την ζωώδη μονό επιθυμία για την σωματική τροφή;
Εγώ ήθελα να σας κάμω Θεούς και υιούς Θεού και σεις φεύγετε και επιδιώκετε να εξισωθείτε με τα υποζύγια.
Σ” αυτό απαντά ή Ευρώπη:
Εσύ είσαι καθυστερημένος.
Στην θέση του Ευαγγελίου σου βρήκαμε την βιολογία και την ζωολογία.
Τώρα γνωρίζουμε ότι δεν είμαστε δικοί σου απόγονοι και του ουρανίου πατέρα σου, αλλά απόγονοι των ουραγκοτάγκων και των γοριλών, δηλαδή του πιθήκου.
Εμείς τώρα τελειοποιούμαστε για να γίνουμε θεοί.
Γιατί δεν παραδεχόμαστε άλλους θεούς εκτός από εμάς.
Σ” αυτό ο Χριστός λέγει:
Εσείς είσθε περισσότερο σκληροτράχηλοι από τους αρχαίους Εβραίους.
Εγώ σας σήκωσα από το σκοτάδι της βαρβαρότητας στο ουράνιο φως και σεις πηγαίνετε πάλι πίσω στο σκοτάδι, όπως το βουβάλι στή λάσπη.
Εγώ έχυσα το αίμα μου για χάρη σας.
Εγώ σας έδειξα την αγάπη μου, όταν όλοι οι Άγγελοι μου απέστρεφαν τα πρόσωπα τους μη μπορώντας να υποφέρουν την δυσωδία σας, δυσωδία του Άδη.
Όταν λοιπόν εσείς ήσασταν σκοτάδι και δυσωδία, ήμουν ό μόνος πού στάθηκα να σας καθαρίσω και να σας φωτίσω.
Να μην είσθε λοιπόν τώρα άπιστοι, γιατί θα επιστρέψετε πάλι σ” εκείνον τον ανυπόφορο ζόφο και τη δυσωδία.
Σ” αυτό ή Ευρώπη φωνάζει περιπαικτικά:
Φύγε από μας. Δεν σε αναγνωρίζουμε.
Εμείς ακολουθούμε την ειδωλολατρική φιλοσοφία και τον ευρωπαϊκό πολιτισμό και την κουλτούρα, θέλουμε ελευθερία.
Εμείς έχουμε τα πανεπιστήμια.
Ή επιστήμη είναι το οδηγητικό μας αστέρι.
Το σύνθημα μας ειναι: ελευθερία, αδελφοσύνη, ισότητα.
Ο νους μας είναι ό θεός των θεών.
Εσύ είσαι Ασιάτης.
Εμείς σε αρνούμαστε.
Εσύ είσαι μονό ένας παλαιός μύθος των γιαγιάδων και των παππούδων μας.
Τότε ο Χριστός με δάκρυα στα ματιά Τους λέγει: Ιδού εγώ φεύγω, αλλά εσείς θα δείτε.
Αφήσατε την οδό του Θεού και ακολουθήσατε την σατανική οδό.
Ή ευλογία και ή ευτυχία αφαιρέθηκαν από σας.
Στο χέρι μου βρίσκεται η ζωή σας, γιατί εγώ σταυρώθηκα για σας.
Παρά ταύτα δεν θα σας τιμωρήσω εγώ, αλλά οι αμαρτίες σας και ή αποστασία σας από έμενα τον Σωτήρα σας.
Εγώ φανέρωσα την αγάπη του Πατέρα μου προς όλους τους ανθρώπους και ήθελα με αγάπη να σας σώσω όλους.»

ΝΙΚΟΣ ΧΕΙΛΑΔΑΚΗΣ
Δημοσιογράφος-Συγγραφέας-Τουρκολόγος

Πότε και σε ποιούς έρχεται ο Θείος Φωτισμός

Βυθό βαθύ ονομάζει ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος τα μυστήρια και τη σοφία του Θεού. Γι’ αυτό, ενώ η ανθρώπινη σοφία διδάσκεται από τους ανθρώπους, η θεία σοφία διδάσκεται μόνο από τον Θεό και μόνο σε λίγους, όσους έχουν ζωντανή πίστη και καλή προαίρεση.

Εκείνος πού δεν διδάχθηκε από τους ανθρώπους τη σοφία τους, δεν θα μπόρεσει ποτέ να την κατανοήσει και να την οικειοποιηθεί. Εκείνος πού διδάχθηκε από τον Θεό τη θεία σοφία, είναι σε θέση να κατανοεί τα πάντα, και θεία και ανθρώπινα.

Το Πνεύμα το Άγιον είναι πηγή κάθε σοφίας. «Το γαρ Πνεύμα πάντα έρευνα και τα βάθη του Θεού. Ημείς δε ου το πνεύμα του κόσμου ελάβομεν, αλλά το Πνεύμα το εκ του Θεού, ίνα ειδώμεν τα υπό του Θεού χαρισθέντα ημίν. Α και λαλούμεν ουκ εν διδακτοίς ανθρωπινής σοφίας λόγοις, άλλ’ εν διδακτοίς Πνεύματος Αγίου» (Α’ Κορ. 2. 10, 12-13).

Οι απόστολοι δεν μαθήτευσαν κοντά σε ανθρώπους, αλλά ξαφνικά «επλήσθησαν άπαντες Πνεύματος Αγίου, και ήρξαντο λαλείν ετέραις γλώσσαις καθώς το Πνεύμα εδίδου αυτοίς αποφθέγγεσθαι» (Πραξ. 2. 4). Και ο Κύριος δεν άνοιξε κανένα βιβλίο για να διδάξει τους μαθητές του, αλλά «διήνοιξεν αυτών τον νουν του συνιέναι τάς γραφάς» (Λουκ. 24. 45). Γι΄ αυτό από μας απαιτείται μόνο δεκτικότητα της χάριτος του Θεού, δηλαδή καλή προαίρεσις, πνευματικός αγώνας και συνεχής εκζήτησις του ελέους και του φωτισμού του Θεού.

Κατά το μέτρο της προαιρέσεως και του πνευματικού αγώνος του ανθρώπου έρχεται σταδιακά ο φωτισμός του νου. Και κατά το μέτρο του φωτισμού του νου δίδεται η χάρις του Κυρίου. Και κατά το μέτρο της αποδοχής και της πληρώσεως της ψυχής με τη θεία χάρη, πραγματοποιείται η ένωσις με τον Κύριο. Εκείνος πού ενώθηκε νοερά με τον Κύριο είναι πεπεισμένος για τη σωτηρία του και αναστημένος πριν από την κοινή ανάσταση.

Όσο κανείς ασκείται, τόσο αναγνωρίζει την αδυναμία του. Και όσο αναγνωρίζει την αδυναμία του, τόσο πλουτίζει σε ταπείνωση και κατάνυξη. Και όσο αποκτά ταπείνωση και κατάνυξη, τόσο φωτίζεται η διάνοια του και διαπιστώνει ότι χωρίς τον Κύριο δεν είναι τίποτα και δεν έχει τίποτα.

Μέχρι να γνωρίσεις τελείως τον εαυτό σου, μέχρι να διαποτιστεί η ψυχή σου με τη χάρη του Θεού, μέχρι να φωτισθεί ο νους σου, μέχρι να καθαρθείς από τα πάθη, μέχρι να συμφιλιωθείς με τον Θεό, μέχρι να ενωθείς οριστικά μαζί Του, μέχρι τότε είναι αδύνατο να ζεις χωρίς τη θλίψη, χωρίς τον φόβο και χωρίς την οδύνη. Όταν όμως ενωθείς με τον Θεό, ο φόβος και η οδύνη θα μεταβληθούν σε χαρά και ευφροσύνη από του νυν και έως του αιώνος. Αμήν.

από το βιβλίο: “Πνευματικό Αλφάβητο” Αγίου Δημητρίου του Ρόστο 
(Ιερά Μονή Παρακλήτου – ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗΣ 1996)

Το θέμα είναι εσύ τι αποφασίζεις!

Σε παρακαλώ κάνε μια προσπάθεια να γνωρίσεις το Χριστό. Δε ξέρεις τι χάνεις!

Και μου λες δε τα γουστάρω αυτά. Οι παπάδες και το σινάφι τους με απωθούν. 

Και σου λέω πιάσε το Χριστό. Κάνε μια προσπάθεια να τον συναντήσεις εκείνον τον ίδιο. Στην καρδιά σου να τον νιώσεις, να επικοινωνήσεις. Όχι απλά ν'ανάψεις ένα κεράκι και να ξαναπάς το Πάσχα. Είναι σα να μου λες: είμαι τρελά ερωτευμένος με μια γυναίκα, αλλά δε βαριέσαι, θα βγούμε μια φορά και ξανά θα τη δω του χρόνου!! 
Όλοι χωράνε μέσα στην εκκλησία, φίλε! 
Και οι καλοί παπάδες και οι αγιογδύτες. Και οι καλοί απλοί άνθρωποι και τα λαμόγια. 
Ο Χριστός, φίλε μου, δεν έκανε διακρίσεις. Ποτέ του. Και τον Ιούδα μέσα στους μαθητές του τον είχε. Αλλά και με τον τελώνη έφαγε στο ίδιο σπίτι και με την πόρνη μίλησε. Και είδες πόσο υπέροχες έγιναν οι ψυχές των τελευταίων μετά! 
Μόνο που εδώ στην εκκλησία παίρνεις ό,τι ζητήσεις! Ουρανό θα ζητήσεις; Ουρανό θα νιώσεις. Σκάνδαλα θα ψάξεις; Σκάνδαλα θα βρεις. 
Να σου πω και κάτι που έλεγε ο γέρ.Παΐσιος: "Εδώ στο άγιο Όρος, στον κήπο της Παναγιάς όλα θα τα βρεις! Και υπέροχα λουλούδια και αγκάθια και τριβόλια". 
Σκέψου πως ο Ιούδας έμεινε Ιούδας, ενώ άλλοι (Ζακχαίος, πόρνη, ληστής) έγιναν από σκιές του εαυτού τους σπουδαίοι!!! 
Άρα, φίλε, το θέμα δεν είναι πόσοι εκμεταλλευτές ρασοφόροι υπάρχουν, αλλά το τι κάνεις υπεύθυνα εσύ και η καρδιά σου. Ελευθερία. Αυτό δίδαξε ο Χριστός. Σε βαθμό άπειρο, ακατανόητο... Και μη ξεχνάς ότι εσύ κι εγώ δεν είμαστε οι κριτές του καθενός. Μονάχα του εαυτού μας. Και ξέρουμε καλά το τι βόθρο έχουμε ακόμη μέσα μας. 
Γονάτισες; Προσευχήθηκες; Όχι από συνήθεια! Ούτε από περιέργεια για να δεις αν ο Χριστός θα πραγματοποιήσει σαν μαγικό τζίνι αυτό που θα του ζητήσεις! (Τi φτηνή αγοραπωλησία!) 
Γιατί να μένουμε τόσο μονοδιάστατοι ώρες-ώρες;;; Τρελαίνομαι! Απορώ. Και με τον εαυτό μου. 
Ένιωσες ποτέ σου το χάδι της Χάρης του μετά από μια ειλικρινή εξομολόγηση; 
Κοινώνησες; Πήρες το Χριστό τον ίδιο στο σώμα και στη ψυχή σου;;; 
Όχι;; 
Ε, τι περιμένεις, λοιπόν; Πώς περιμένεις να βρεις αλήθεια όταν το μόνο που επιδιώκεις στη ζωή σου είναι ένα γρήγορο, φτηνό υποκατάστατο σχέσεων; Έρωτα ψεύτικου; Χρήματος παράνομου, κλπ κλπ; 
Κάνε την κίνηση την έξυπνη, τη σωστή και άσ'τα τ'άλλα. Κάνε νέο ξεκίνημα, αληθινό βρε αδερφέ! Το ξεκατίνιασμα υπήρχε, υπάρχει. Σκάνδαλα υπήρχαν, υπάρχουν. Και άγιοι επίσης υπήρχαν και υπάρχουν. 
Το θέμα είναι απλό: Εσύ τι αποφασίζεις; 
Όχι με το μυαλό/ τη λογική. Αλλά δυναμικά και ήρεμα με όλο σου το είναι!!

Πειρασμοί υπάρχουν και θα υπάρχουν πάντοτε στη ζωή μας!

Εδώ δεν έχομε πατρίδα αληθινή, είμεθα ξένοι! Η πατρίδα μας είναι στους ουρανούς. Γνωρίζω καλά πόσο μεγάλη ωφέλεια προξενεί η πρόσκαιρη ασθένεια σε εκείνους που έχουν υπομονή στις θλίψεις, δεν γογγύζουν αλλά λέγουν σαν τον Ιώβ δόξα σοι ο Θεός.
Όλοι οι Άγιοι και οι δίκαιοι στον κόσμο αυτό είχαν ασθένειες, θλίψεις, στερήσεις, διωγμούς, εξορίες, βασάνους, τιμωρίες, εάν, όμως, δεν είχαν υπομονή, δεν θα άγιαζαν· γι’ αυτό ο Κύριος είπε· όποιος έχει υπομονή μέχρι τέλους, εκείνος θα σωθεί. Με την υπομονή τους οι Άγιοι άγιασαν και έλαβον μεγάλη χάρη και εδώ στη γη και στους Ουρανούς….
Οι Άγιοι πάντες Προφήτες, Απόστολοι, Μάρτυρες, Όσιοι και δίκαιοι και ο ίδιος ο αναμάρτητος Κύριός μας, είχαν θλίψεις. Πώς εμείς θέλουμε, χωρίς θλίψεις και πειρασμούς, να σωθούμε;
Οι ασθένειες είναι δώρο Θεού, είναι σημείο της αγάπης του Θεού. Μας παιδεύει εδώ στην πρόσκαιρη ζωή ολίγον για να μας αναπαύσει στην αιώνια, και «ολίγα παιδευθέντες μεγάλα ευεργετηθήσονται», λέγει το Άγιο Πνεύμα.
Όλοι οι Άγιοι είχαν ασθένειες, θλίψεις, πειρασμούς στην πρόσκαιρη ζωή, αλλά τώρα χαίρουν και θα χαίρουν αιώνια.
Εμείς οι αμαρτωλοί οφείλουμε να πιστεύουμε και να παραδεχόμαστε, ότι όσα κάμνει ο Κύριος είναι καλά, είναι δίκαια και ωφέλιμα.
Θεωρώ αναγκαίον να σου υπομνήσω ό,τι και εγώ και συ και όλοι οι Χριστιανοί οφείλουμε να έχουμε υπομονή στις θλίψεις. Χωρίς θλίψεις, ασθένειες και πειρασμούς είναι δύσκολο να σωθούμε,
Έχεις δίκαιο να παραπονιέσαι για την αστοργία στις θλίψεις και συμφορές σου των θεωρουμένων φίλων και πνευματικών αδελφών, που αν ήθελαν, θα μπορούσαν να σε βοηθήσουν… Εάν εγνώριζες τί καλό σου προξενούν οι φίλοι με την καταφρόνησή τους θα έχαιρες. Πρέπει να γνωρίζεις ότι έχεις χιλιάδες και σε παρακολουθούν, συμπονούν και βοηθούν, που δεν τους βλέπεις. Είναι οι Άγιοι Πάντες, οι Άγιοι Άγγελοι, η Κυρία Θεοτόκος, Αυτός ο ίδιος ο Χριστός. Λοιπόν μη φοβάσαι, μη στενοχωριέσαι, μη δειλιάζεις, αλλά να ευχαριστείς το Θεό….
Στους πειρασμούς, τις θλίψεις, τους κινδύνους, τις στενοχώριες, να καταφεύγεις, διά της προσευχής, προς τον Θεό ζητώντας βοήθεια. Μπορείς όμως να βάζεις και μεσίτες για τα αιτήματά σου την Κυρία Θεοτόκο και όλους τους Αγίους, οι οποίοι, επειδή έχουν λάβει χάρη, μπορούν να σε βοηθήσουν.
Οι πειρασμοί υπάρχουν και θα υπάρχουν πάντοτε στη ζωή μας και πρέπει να φυλαγό­μαστε από τις αμέτρητες παγίδες που στήνει εναντίον μας ο παμπόνηρος Διάβολος. Μόνο με την ταπεινοφροσύνη και την προσευχή μπορούμε να τις αποφύγουμε και ασφαλιστούμε…Όποιος προσέχει και είναι συνετός, ωφελείται πολύ από τις θλίψεις και τους πειρασμούς.
Όπως ο Θεός σε υπομένει, σε ανέχεται, να υπομένεις και συ το παιδί σου. Έχεις καθήκον να το συμβουλεύεις, όχι όμως με ταραχή και με θυμό, αλλά με τρόπο ήρεμο και γαλήνιο. Εάν δεν σε ακούει, εκείνο έχει όλη την ευθύνη. Συ τότε να παρακαλείς το Θεό να το φωτίσει και οδηγήσει στην οδό των εντολών του.
Ή έγγαμο ή άγαμο βίον ακολουθήσεις, φρόντισε να αγαπάς το Θεό και να τηρείς τις εντολές Του και θα σωθείς ευκολότερα από πολλούς κληρικούς, που έγιναν και γίνονται αναξίως ιερείς. Να προτιμήσεις να σώσεις τη ψυχή σου.
Σε συμβουλεύω να έχεις υπομονή, να έχεις την αδιάλειπτη νοερά προσευχή και να μην αφήνεις να φεύγει ο Θεός από κοντά σου. Ο πάγκαλος Ιωσήφ ήταν στην Αίγυπτο, στο τόπο της αμαρτίας και δεν αμάρτησε διότι είχε την ενθύμηση του Θεού. Ο Αδάμ ήταν στο παράδεισο, που δεν υπήρχε αμαρτία, επειδή λησμόνησε το Θεό, τον παράκουσε, έχασε τον παράδεισο. Λοιπόν, όχι ο τόπος, αλλά ο τρόπος σώζει τον άνθρωπο, λέγει ο θείος Χρυσόστομος.
Για τις αμαρτίες μας έρχεται η οργή του Θεού
Σε χάος μεγάλο βρίσκεται ολόκληρη η ανθρωπότητα. Βαδίζει κατά κρημνών και βαράθρων. Βαδίζει στο σκοτάδι και χωρίς πυξίδα. Πού άραγε θα καταντήσει; Εκεί που κατάντησαν όλοι οι αμαρτωλοί και παραβάτες των εντολών του Θεού… Η τωρινή γενεά είναι πονηρή και προς τους πονηρούς ο Κύριος στέλνει ανάλογες τιμωρίες για να μετανοήσουν…
Ο Σατανάς κάνει την τελευταία έφοδο, και στα χρόνια μας μεγάλη θλίψη και μεγάλη οργή θα έρθει στον κόσμο… Τώρα μόνον ο Θεός να μας σκεπάσει από τους πονηρούς και κακούς εχθρούς, αόρατους και ορατούς.
Μακρυά από τα έργα, την λατρεία και την πομπή του Σατανά
Έργα του Σατανά είναι:
Η υπερηφάνεια, ο φθόνος, ο φόνος, η φιλαργυρία, η πλεονεξία, η αρπαγή, η κλοπή, το ψεύδος, η συκοφαντία, η επιορκία, η καταλαλιά, η κατάκριση, η ακρασία, η κραιπάλη, η μέθη, η ασωτία και γενικά όλα όσα είναι ενάντια στο θέλημα του Θεού.
Λατρεία του Σατανά είναι:
Οι μαγείες, οι γοητείες, ο πνευματισμός, ο υπνωτισμός και τα παραπλήσια με αυτά. Επίσης και όσοι στις ανάγκες ή τις ασθένειές τους καταφεύγουν στους μάγους, τους πνευματιστές και ζητούν βοήθεια, και όσες γυναίκες παρατηρούν στα φλιτζάνια και μαντεύουν. Όλες αυτές είναι λατρευτές των δαιμόνων, δηλαδή απονέμουν λατρεία στους δαίμονες.
Πομπή δε του Σατανά είναι:
Οι άσεμνοι χοροί, τα άσεμνα και ερωτικά άσματα, τα άσεμνα θέατρα και θεάματα, οι άνθρωποι που γίνονται μασκαράδες και ντύνονται στις απόκρεω, οι άνδρες με ρούχα γυναικεία και οι γυναίκες ανδρικά. Πρόσθεσε και τα βαψίματα και φκιασίδια των γυναικών που μεταχειρίζονται για να φανούν δήθεν ανώτερες από τον Πλάστη και Δημιουργό Θεό μας, να δώσουν ανώτερη μορφή από εκείνη που τους έδωσε ο Θεός. Όσοι και όσες είναι υποκείμενοι στα παραπάνω, εάν δεν έλθουν σε αίσθηση, να μετανοήσουν και εξομολογηθούν, είναι παραβάτες των υποσχέσεων που ομολόγησαν στο Άγιο Βάπτισμα, ότι αποστρέφονται, μισούν και δεν θα πράξουν και ακολουθήσουν τα έργα, την λατρεία και την πομπή του Σατανά, όσοι και όσες μάλιστα δεν αρκούνται στη δική τους κακία, αλλά προτρέπουν και άλλους στην αμαρτία, ιδίως στο φθόνο, την ασέλγεια και τις μαγείες· αυτοί ή αυτές είναι τέκνα του διαβόλου και όχι του Θεού….
Ας είμαστε, λοιπόν, πάντοτε ντυμένοι το Χριστό· ας σκεπτόμαστε πάντοτε το χάρισμα της υιοθεσίας που πήραμε με το άγιο Βάπτισμα, τις υποσχέσεις που δώσαμε, και να αγαπάμε Αυτόν με όλη μας τη ψυχή και τη καρδιά, για να είμαστε και εδώ στην πρόσκαιρη ζωή μαζί με το Χριστό ενωμένοι και στην αιωνιότητα.
Μη πλανώμεθα, αγαπητοί, τα έργα μας δείχνουν τί έχουμε στο νου μας. Εμείς οι άνθρωποι της σημερινής γενεάς στο νου μας κάθε μέρα έχουμε τί θα φάμε και τί θα πιούμε!…. Τί δε να πω και για τις γυναίκες; δεν έχουν άλλο στο νου τους παρά πώς να στολιστούν. Συναγωνίζονται ποιά θα ξεπεράσει την άλλη στο στολισμό. Τί πάλι να πω και για την άσεμνη ενδυμασία, την οποία ο εφευρέτης της κακίας Διάβολος δίδαξε τις γυναίκες να ντύνονται με γυμνά χέρια, στήθη και πόδια; Αλίμονο, αλίμονο για την άθλια κατάσταση των Χριστιανών! Κρύψε με, Θεέ μου, ή πάρε με, για να μη βλέπω τέτοιες αισχρότητες και αθλιότητες! Πώς δεν αισχύνονται οι γυναίκες των Ελλήνων Χριστιανών; Οι γυναίκες των Τούρκων να ντύνονται κόσμια και να καλύπτουν και το πρόσωπο, για να μη δίδουν σκάνδαλο στους άνδρες, και οι ελληνίδες και οι γυναίκες των χριστιανών, οι οποίες έχουν παράδοση από τον Χριστό, τους Αποστόλους και τους Αγίους Πατέρας να ντύνονται σεμνά, έφθασαν σε σημείο τέλειας παραφροσύνης, με τον τρόπο που ντύνονται

Γέροντος Φιλόθεου Ζερβάκου

“Εδώ στη Γη, όλα τα καλά και τα κακά κάποτε τελειώνουν”

Κοίτα, πόσα κάστρα και παλάτια βασιλιάδων, ηγεμόνων και αρχόντων είναι σωριασμένα σε ερείπια! Σκέψου, πόση δύναμη και πόσο πλούτο είχαν κάποτε! Τώρα έχουν ξεχαστεί και τα ονόματά τους. Λέει η Γραφή: «Πολλοί άρχοντες έχασαν την εξουσία τους και κάθισαν στο χώμα" κι ένας άσημος, που κανείς δεν φανταζόταν ότι θα γίνει βασιλιάς, φόρεσε στέμμα» .

Δεν σου φτάνουν αυτά; Συλλογίσου τότε, ποιά είναι η αξία σου όταν κοιμάσαι; Μήπως δεν μπορεί κι ένα ζωύφιο να σε θανατώσει; Ναι, πολλοί πέθαναν έτσι στον ύπνο τους. Αλήθεια, από μια κλωστή κρέμεται η ζωή μας! Κόβεται η κλωστή και τελειώνουν όλα. Έτσι να φιλοσοφείς και να μη σαγηνεύεσαι από την ομορφιά, τα πλούτη, τη δόξα, τις απολαύσεις.
Ένα μόνο να σε απασχολεί: Που τελειώνουν όλα αυτά. Θαυμάζεις όσα βλέπεις εδώ στη γη; Πιο αξιοθαύμαστα, όμως, είναι εκείνα που αναφέρονται στις άγιες Γραφές.
Δείξε μου έναν αγέρωχο άρχοντα ή έναν λαμπροντυμένο πλούσιο, όταν ψήνεται από τον πυρετό, όταν ψυχομαχεί, και τότε θα σε ρωτήσω: "Πού είναι εκείνος, που περνούσε από την αγορά καμαρωτός και περήφανος με ακολούθους και σωματοφύλακες; Πού είναι εκείνος, που φορούσε πανάκριβα ρούχα; Πού είναι η χλιδή της ζωής του, η πολυτέλεια των συμποσίων του, οι υπηρέτες, οι παρατρεχάμενοι, τα γέλια, οι ανέσεις, οι σπατάλες;

Όλα έφυγαν και πέταξαν. Τί απέγινε το σώμα, που απολάμβανε τόση ηδονή; Πλησίασε στον τάφο και κοίτα τη σκόνη, τη σαπίλα, τα σκουλήκια. Κοίτα και στέναξε πικρά. Και μακάρι το κακό να περιοριζόταν σε τούτη τη σκόνη, που βλέπεις. Από τον τάφο και τα σκουλήκια φέρε τη σκέψη σου στο ακοίμητο σκουλήκι της άλλης ζωής, στο τρίξιμο των δοντιών, στο αιώνιο σκοτάδι, στην άσβεστη φωτιά, στις πικρές και αφόρητες εκείνες τιμωρίες, που δεν θα έχουν τέλος.

Εδώ, στη γη, και τα καλά και τα κακά κάποτε, αργά ή γρήγορα, τελειώνουν εκεί, όμως, και τα δύο διαρκούν αιώνια. Και διαφέρουν ως προς την ποιότητα από τα καλά και τα κακά του κόσμου τούτου τόσο, που δεν είναι δυνατό να εκφράσει κανείς με λόγια.
Τί έγιναν, λοιπόν, όλα εκείνα τα μεγαλεία; Τί έγιναν τα χρήματα και τα κτήματα; Ποιός άνεμος φύσηξε και τα πήρε και τα σκόρπισε; Τί θέλει, πάλι, κι αυτή η ανώφελη δαπάνη για την κηδεία, που και τον νεκρό δεν ωφελεί και τους οικείους του ζημιώνει; Ο Χριστός αναστήθηκε γυμνός από τον τάφο.

Ας μη γίνεται, λοιπόν, η κηδεία αφορμή ικανοποιήσεως της μανίας μας για επίδειξη. Ο Κύριος είπε: «Πείνασα και μου δώσατε να φάω" δίψασα και μου δώσατε να πιω" ήμουνα γυμνός και με ντύσατε» . Όμως δεν είπε: «Ήμουνα νεκρός και με θάψατε». Γιατί, αν μας παραγγέλλει να μην έχουμε τίποτα περισσότερο από ένα σκέπασμα, όταν ζούμε, πολύ περισσότερο όταν πεθάνουμε. Ποιάν απολογία θα δώσουμε στο Θεό, λοιπόν, όταν ξοδεύουμε τεράστια ποσά για να κηδέψουμε ένα νεκρό σώμα, τη στιγμή που ο Χριστός, με τη μορφή των φτωχών συνανθρώπων μας, τριγυρνάει πεινασμένος και γυμνός, κι εμείς αδιαφορούμε γι'αυτό;

Όλα όσα σας λέω, βέβαια, είναι ανώφελα για κείνους που έχουν ήδη πεθάνει. Ας τ'ακούσουν, όμως, οι ζωντανοί και ας συνέλθουν, ας λογικευτούν, ας διορθωθούν. Όπου νά'ναι θα έρθει και η δική τους ώρα. Δεν θ' αργήσουν να βρεθούν κι αυτοί, δεν θ' αργήσουμε να βρεθούμε όλοι μας, μπροστά στο φοβερό Κριτήριο, όπου θα δώσουμε λόγο για τις πράξεις μας.Ας αγωνιστούμε, λοιπόν, να γίνουμε καλύτεροι, εγκαταλείποντας την αμαρτία και ακολουθώντας την αρετή, για να μη χάσουμε τη βασιλεία των ουρανών, για ν' αποκτήσουμε τα άφθαρτα αγαθά, που έχει ετοιμάσει για μας ο φιλάνθρωπος Κύριος.

Αγ. Ιωάννου Χρυσοστόμου

Ὁ λέγων αὐτήν τὴν Εὐχήν κάθε ἑσπέρας, μετὰ κατανύξεως, ἐὰν ἐπέλθη ἐπ' αὐτὸν ἡ φοβερά ὥρα τοῦ θανάτου ἐν τῇ νυκτί ταύτη, λυτροῦται τῆς κολάσεως, ἐλέει Θεοῦ



Εὔσπλαγχνε καὶ πολυέλεε Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ὁ Θεός μου, ὁ ἐλθὼν εἰς τὸν κόσμον ἁμαρτωλούς σῶσαι, ὧν πρῶτός εἰμι ἐγώ, ἐλέησόν με πρὸ τῆς ἐμῆς τελευτῆς.

Οἶδα γὰρ ὅτι φρικτὸν καὶ φοβερὸν ἀναμένει με δικαστήριον ἐνώπιον πάσης τῆς κτίσεως, ὅτε καὶ τῶν ἐναγῶν καὶ παμβεβήλων μου πράξεων ἁπασῶν φανέρωσις γίνεται· ἀσύγγνωστα γὰρ ὡς ἀληθῶς καὶ ἀνάξια ὑπάρχουσι συγχωρήσεως, ὡς ὑπερβαίνοντα τῷ πλήθει ψάμμον θαλάσσιον.

Διὰ τοῦτο καὶ οὐ τολμῶ τὴν αἴτησιν τῆς ἀφέσεως τούτων ποιήσασθαι, Δέσποτα, ὅτι πλεῖον πάντων ἀνθρώπων εἰς Σέ ἐπλημμέλησα.

Ὅτι ὑπὲρ τὸν ἄσωτον ἀσώτως ἐβίωσα,

ὅτι ὑπὲρ τὸν μυρία τάλαντα χρεωφειλέτης Σου γέγονα,

ὅτι ὑπὲρ τὸν Τελώνην κακῶς ἐτελώνησα,

ὅτι ὑπὲρ τὸν Ληστήν ἐμαυτόν ἐθανάτωσα,

ὅτι ὑπὲρ τὴν Πόρνην ἐγώ ὁ φιλόπορνος ἔπραξα,

ὅτι ὑπὲρ τοὺς Νινευΐτας ἀμετανόητα ἐπλημμέλησα,

ὅτι ὑπὲρ τὸν Μανασσῆν «ὑπερῆραν τὴν κεφαλήν μου αἱ ἀνομίαι μου καὶ ὡσεὶ φορτίον βαρὺ ἐβαρύνθησαν ἐπ' ἐμέ καὶ ἐταλαιπώρησα καὶ κατεκάμφθην ἕως τέλους»·

ὅτι τὸ Πνεῦμα Σου τὸ ἅγιον ἐλύπησα,

ὅτι τῶν ἐντολῶν Σου παρήκουσα,

ὅτι τὸν πλοῦτόν Σου διεσκόρπισα,

ὅτι τὴν χάριν Σου ἐβεβήλωσα,

ὅτι τὸν ἀρραβῶνα, ὅν μοι δέδωκας, ἐν ἀνομίαις ἀνήλωσα,

ὅτι τὸ τίμιον κατ' εἰκόνα Σου, τὴν ψυχήν μου, ἐμόλυνα,

ὅτι τὸν χρόνον, ὅν μοι δέδωκας εἰς μετάνοιαν, μετὰ τῶν ἐχθρῶν Σου ἐβίωσα,

ὅτι οὐδεμίαν ἐντολήν Σου ἐφύλαξα,

ὅτι τὸν χιτῶνά μου κατερρύπωσα, ὅν με ἐνέδυσας,

ὅτι τοῦ ὀρθοῦ λόγου τὴν λαμπάδα ἀπέσβεσα,

ὅτι τὸ πρόσωπόν μου, ὅ ἐφαίδρυνας, ἐν ἁμαρτίαις ἠχρείωσα,

ὅτι τοὺς ὀφθαλμούς μου, οὕς ἐφώτισας, ἑκουσίως ἐτύφλωσα,

ὅτι τὰ χείλη μου, ἅπερ πολλάκις τοῖς θείοις Σου μυστηρίοις ἡγίασας, αἰσχύναις ἐμόλυνα.

Καί οἶδα ὅτι πάντως τῷ φοβερῷ Σου βήματι παραστήσομαι ὡς κατάδικος ὁ παμμίαρος.

Οἶδα ὅτι πάντα τότε τὰ πεπραγμένα μοι ἐλεγχθήσονται καὶ οὐκ ἀποκρυβήσεται οὐδὲν παρὰ Σοί.

Ἀλλά δέομαί Σου, εὐσυμπάθητε, πολυέλεε, φιλανθρωπότατε Κύριε,
«μὴ τῷ θυμῷ Σου ἐλέγξῃς με, οὐ λέγω, μὴ παιδεύσῃς με, ἀδύνατον γὰρ τοῦτο ἀπὸ τῶν ἔργων μου, ἀλλὰ μὴ τῷ θυμῷ Σου ἐλέγξῃς με».

Κερδήσω τοῦτο παρὰ Σοί, ἐὰν μὴ τῷ θυμῷ Σου καὶ τῇ ὀργῇ Σου παιδεύσῃς με, μηδὲ φανερώσῃς αὐτὰ Ἀγγέλων καὶ ἀνθρώπων ἐνώπιον εἰς αἰσχύνην μου καὶ ὄνειδος.

«Κύριε, μὴ τῷ θυμῷ Σου ἐλέγξῃς με»·
εἰ φθαρτοῦ βασιλέως θυμὸν οὐδεὶς ἐνεγκεῖν δύναται, πόσῳ μάλλον Σοῦ τοῦ Κυρίου τὸν θυμὸν ὁ ἄθλιος ὑποστήσομαι;

«Κύριε, μὴ τῷ θυμῷ Σου ἐλέγξῃς με μηδὲ τῇ ὀργῇ Σου παιδεύσῃς με».

Οἶδα Λῃστήν αἰτήσαντα καὶ παρευθὺς συγχώρησιν ἐκ Σοῦ κομισάμενον.

Οἶδα Πόρνην ὁλοψύχως προσελθοῦσαν καὶ συγχωρηθεῖσαν.

Οἶδα Τελώνην ἐκ βάθους στενάξαντα καὶ δικαιωθέντα.

Έγώ δὲ ὁ πανάθλιος πάντας ὑπερβαίνων ταῖς ἁμαρτίαις, τῇ μετανοίᾳ τούτους οὐ θέλω μιμήσασθαι, οὐδὲ γὰρ ἔχω δάκρυον χτένες.

Οὐκ ἔχω ἐξομολόγησιν καθαρὰν καὶ ἀληθινήν,

οὐκ ἔχω στεναγμὸν ἐκ βάθους καρδίας,

οὐκ ἔχω καθαρὰν τὴν ψυχήν,

οὐκ ἔχω ἀγάπην κατά Θεόν,

οὐκ ἔχω πτωχείαν πνευματικήν,

οὐκ ἔχω προσευχὴν διηνεκή,

οὐκ ἔχω σωφροσύνην ἐν τῇ σαρκί,

οὐκ ἔχω καθαρότητα λογισμῶν,

οὐκ ἔχω προαίρεσιν θεοτερπῆ.

Ποίῳ οὖν προσώπῳ ἤ ἐν ποίᾳ παρρησίᾳ ζητήσω συγχώρησιν;

«Κύριε, μὴ τῷ θυμῷ Σου ἐλέγξῃς με»·
Πολλάκις, Δέσποτα, μετανοεῖν συνεταξάμην.

Πολλάκις ἐν Ἐκκλησίᾳ κατανυγεὶς προσπίπτω Σοι, ἐξερχόμενος δὲ ταίς ἁμαρτίαις εὐθύς περιπίπτω.

Ποσάκις με ἠλέησας, ἐγὼ δὲ Σε παρώργισα!

Ποσάκις ἐμακροθύμησας, ἐγὼ δὲ οὐκ ἐπέστρεψα!

Ποσάκις με ἀνέστησας, ἐγὼ δὲ πάλιν ὀλισθήσας κατέπεσον!

Ποσάκις μου εἰσήκουσας, ἐγὼ δὲ Σου παρήκουσα!

Ποσάκις με ἐπόθησας, ἐγὼ δὲ ούδαμοῦ Σοι ἐδούλευσα!

Ποσάκις μέ ἐτίμησας, ἐγὼ δὲ οὐκ ηὐχαρίστησα!

Ποσάκις ἁμαρτήσαντα, ὡς ἀγαθός Πατήρ παρεκάλεσας καὶ ὡς υἱόν κατεφίλησας καὶ τὰς ἀγκάλας ὑφαπλώσας μοι ἐβόησας·
ἔγειρε, μὴ φοβοῦ, στήθι· πάλιν δεύρο,

οὐκ ὀνειδίζω σε,

οὐ βδελύσσομαι,

οὐκ ἀποῤῥίπτω,

οὐδὲ σκληρύνω τὸ ἐμὸν πλάσμα,

τὸ ἐμὸν τέκνον,

τὴν ἐμὴν εικόνα,

ὅν οἰκείαις χερσί διέπλασα ἄνθρωπον καὶ ἐφόρεσα,

ὑπὲρ οὗ τὸ αἷμα ἐξέχεα,

οὐκ ἀποστρέφομαι πρός με ἐρχόμενον τὸ λογικόν μου πρόβατον, τὸ ἀπολωλός,

οὐ δύναμαι μὴ ἀποδοῦναι τὴν προτέραν εὐγένειαν,

οὐ δύναμαι μὴ συναριθμῆσαι τοῖς ἐνενήκοντα ἐννέα προβάτοις·

διά γὰρ τοῦτο καὶ μόνον ἐπί τῆς γῆς κατελήλυθα καὶ τὸν λύχνον ἀνῆψα,

τὴν σάρκα μου τὴν οἰκείαν καὶ τὴν οἰκίαν ἐσάρωσα καὶ τὰς φίλας Δυνάμεις τὰς οὐρανίους συνεκαλεσάμην ἐπευφρανθῆναι τῇ τούτου εὑρέσει.

Πάντα οὖν τὰ τοιαῦτα ὡς ἀγαθός καὶ φιλάνθρωπος ἐχαρίσω μοι, Δέσποτα,
ἐγὼ δὲ πάντων καταφρονήσας ὁ ἄθλιος,
εἰς ἀλλοτρίαν καὶ μακράν χώραν τῆς ἀπωλείας ἀπέδρασα.

Ἀλλ' αὐτὸς με, πανάγαθε,
πάλιν ἐπανάγαγε καὶ μὴ ὀργισθῇς μοι τῷ τάλανι,

Κύριε, μηδὲ τῷ θυμῷ Σου ἐλέγξῃς με, εὔσπλαγχνε,
ἀλλὰ μακροθύμησον καὶ ἔτι ἐπ' ἐμοὶ.

Μὴ σπεύσῃς ἐκκόψαι με ὡς τὴν συκῆν τὴν ἄκαρπον,
μηδὲ κελεύσῃς ἄωρον ἐκ τοῦ βίου θερίσαι με,
ἀλλὰ δός μοι ζωῆς προθεσμίαν καὶ ὁδήγησόν με εἰς μετάνοιαν, Κύριε,
καὶ «μή τῷ θυμῷ Σου ἐλέγξῃς με, Δέσποτα, μηδὲ τῇ ὀργῇ Σου παιδεύσης με».

«Ἐλέησόν με, Κύριε, ὅτι ἀσθενής εἰμι τῇ ψυχῇ»,
ἀσθενής εἰμι τῷ λογισμῷ,

ἀσθενής τῇ γνώμη,

ἀσθενής τῇ προαιρέσει.

Ἐξέλιπε γὰρ μου ἡ ἰσχύς, ἐξέλιπέ μου ὁ χρόνος,
ἐξέλιπον ἐν ματαιότητι ἡμέραι μου πᾶσαι καὶ τὸ τέλος ἐφέστηκεν.

Ἀλλ' ἄνοιξον, ἄνοιξον, ἄνοιξόν μοι, Κύριε, ἀναξίως κρούοντι καὶ μὴ ἀποκλείσῃς μοι τὴν θύραν τῆς εὐσπλαγχνίας Σου.

Ἐάν γὰρ Σὺ κλείσης, τίς μοι ἀνοίξει;

Ἐάν Σὺ μὴ με ἐλεήσης, τίς μοι βοηθήσει;

Οὐδείς ἄλλος, οὐδείς, εἰ μὴ Σὺ ὁ φύσει ἐλεήμων καὶ εὔσπλαγχνος.

«Ἐλέησόν με, Κύριε, ὅτι ἀσθενὴς εἰμι»·

Ἐξενεύρισε γάρ με ὁ ἐχθρὸς καὶ ἀσθενῆ καὶ συντετριμμένον ἐποίησεν,

ὁ ἀσθενής δὲ καὶ συντετριμμένος οὐ δύναται ἀναστῆσαι αυτόν,

οὐ δύναται ἰάσασθαι ἑαυτόν,

ὁ συντετριμμένος οὐ δύναται βοηθήσαι ἑαυτῷ,

λοιπόν ἐλέησόν με, Κύριε, ὅτι ἀσθενής εἰμι...

«Ἴασαί με, Κύριε, ὅτι ἐταράχθη τὰ ὀστᾶ μου καὶ ἡ ψυχή μου ἐταράχθη σφόδρα»·

Σωματικὸς καὶ ψυχικός με κατέλαβε τάραχος, Δέσποτα,

ὅτι σαρκικοῖς περιέπεσα πάθεσιν,

ὅτι καὶ τὴν σάρκα καὶ τὴν ψυχήν τοῖς δαίμοσιν ἐποίησα παίγνιον.

Ἴασαί με, Κύριε, ὅτι ἐταράχθη τὰ ὀστᾶ μου τὰ συνδεσμοῦντα τὸν ἔσω ἄνθρωπον.

Ποῖα ταῦτα;
Ἡ πίστις, ἡ φρόνησις, ἡ ἐλπίς, ἡ δικαιοσύνη, ἡ ἐγκράτεια, ἡ εὐσέβεια, ἡ πραότης, ἡ ταπεινοφροσύνη καὶ ἡ ἐλεημοσύνη.

Ταύτα τὰ ὀστᾶ συνετρίβησαν, Δέσποτα,

«ἀλλ' ἴασαί με, Κύριε, ὅτι ἐταράχθη τὰ ὀστᾶ μου

καὶ ἡ ψυχή μου ἐταράχθη σφόδρα».

Ὁρῶ γὰρ λοιπόν τὴν ὥραν τῆς ζωῆς μου προφθάσασαν,
καὶ ἡ ψυχή μου ἐταράχθη σφόδρα.

Ὁρῶ τὴν πρός τὰ ἐκεῖσε χαλεπήν ὁδὸν καὶ μακράν,

κἀμέ πρός τὰ ἐκεῖσε ἐμαυτόν ἑτοίμως μὴ ἔχοντα,

καὶ ἡ ψυχή μου ἐταράχθη σφόδρα.

Ὁρῶ τὸν δανειστήν ἀπαιτοῦντά με καὶ μὴ ἀποδοῦναι ἰσχύοντα, καὶ ἡ ψυχή μου ἐταράχθη σφόδρα.

Ὁρῶ τὸν λογοθέτην μου τὸ χειρόγραφον ἐπισείοντα καὶ τοὺς δημίους βρύχοντας κατ' ἐμοῦ, καὶ ἡ ψυχή μου ἐταράχθη σφόδρα.

Ὁρῶ πολλούς κατηγοροῦντάς με καὶ οὐδὲνα συνήγορον, καὶ ἡ ψυχή μου ἐταράχθη σφόδρα.

Ὅλος δι' ὅλου ταραχῆς καὶ σκοτοδίνης πεπλήρωμαι καὶ ἀγωνιῶ καὶ τρέμω καὶ φρίττω καὶ τὰ σπλάγχνα σπαράττομαι καὶ τί πράξω οὐκ ἐπίσταμαι ἤ ποίῳ προσώπῳ τὸν Κριτήν μου θεάσωμαι!

Ἰλιγγιῶ, ταράττομαι, συνέχομαι καὶ ἀμηχανῶ, καὶ λοιπόν ἡ ψυχή μου ἐταράχθη σφόδρα.

«Ἐλέησόν με, Κύριε, ὅτι ἐταράχθη τὰ ὀστᾶ μου καὶ ἡ ψυχή μου ἐταράχθη σφόδρα».

Ὁ πονηρὸς διενοχλεῖν οὐ παύεται, οἱ ἐχθροὶ μου τοῦ πολεμεῖν οὐκ ἀφίστανται, ὁ ἐμφύλιος τῆς σαρκός πόλεμος καταφλέγει με πάντοτε, οἱ πονηροί λογισμοί οὐδαμῶς ἡσυχάζουσι.

«Καί Σύ Κύριε, ἕως πότε;».
Ἰδοὺ ὁρᾷς, Κύριε, πάντα τὰ κατ' ἐμέ, ὅτι ἄπορα καὶ ἐλεεινὰ.

Ἰδοὺ βλέπεις τὴν κατ' ἐμοῦ ἔνστασιν καὶ τὸν πόλεμον τοῦ σώματος καὶ τὴν κάμινον τῶν παθῶν καὶ τὴν ἀτονίαν τῆς ψυχικῆς μου δυνάμεως.

Λοιπόν, Κύριε, ἕως πότε οὐ συμπαθεῖς;

Ἕως πότε οὐκ ἐκδικεῖς; Ἕως πότε οὐ σπεύδεις; Ἕως πότε οὐ βλέπεις; Ἕως πότε παρορᾷς;

Κύριε, ἐν τῷ ἐλέει Σου σῶσόν με.

Μὴ παρίδῃς με, Κύριε, τὸν ἀνάξιον, ἕνεκεν τοῦ ἐλέους Σου.

Ἡ γὰρ Σὴ παρόρασις ἐμὴ κατάπτωσις γίνεται, Δέσποτα.

«Δι'ὅ ἐπίστρεψον, Κύριε, ρῦσαι τὴν ψυχήν μου καὶ σῶσόν με ἕνεκεν τοῦ ἐλέους Σου».

Ὡς συμπαθὴς ἐλέησον, ὡς ἐλεήμων συμπάθησον, ὡς φιλάνθρωπος σῶσόν με, ἕνεκεν τοῦ ἐλέους Σου καὶ οὐχ ἕνεκεν τῶν ἔργων μου, πονηρὰ γὰρ εἰσιν.

Οὐχ ἕνεκεν τῶν πόνων μου, ἀσθενὴς γάρ εἰμι.

Οὐχ ἕνεκεν τῶν λογισμῶν ἤ τῶν λόγων μου, ρυπαροὶ γάρ εἰσι καὶ ἀκάθαρτοι, ἀλλ' ἕνεκεν τοῦ ἐλέους Σου, πολυέλεε Κύριε, σῶσόν με.

Εἰ δὲ δικάσασθαι πρός με βούλει, Δέσποτα, ἐγὼ πρῶτος ἐκφέρω κατ' ἐμαυτοῦ τὴν ψῆφον.

Ἐγώ καταδιαμαρτύρομαι ὅτι ἄξιος θανάτου εἰμί.

Λοιπόν σῶσόν με ἕνεκεν τοῦ ἐλέους Σου, εἰς τὴν φιλανθρωπίαν Σου καταφεύγω, Πανάγαθε.

Οὐκ ἔχω τί Σοι προσαγαγεῖν ἄξιον, ἐλεημοσύνην ζητῶ,
μὴ ἀπαιτήσῃς με τὴν ταύτης τιμήν.

«Μνήσθητι τῶν λόγων Σου, Κύριε, ὅτι ἐπιμελῶς ἔγκειται ἡ διάνοια τοῦ ἀνθρώπου ἐπὶ τὰ πονηρά ἐκ νεότητος αὐτοῦ». Καὶ «ἄνθρωπος ματαιότητι ὡμοιώθη καὶ αἱ ἡμέραι αὐτοῦ ὡσεὶ σκιά παράγουσι». Καί «ούδείς καθαρός ἀπὸ ῥύπου». Καὶ ὅτι «ἐν ἀνομίαις συνελήφθην καὶ ἐν ἁμαρτίαις ἐκίσσησέ με ἡ μήτηρ μου». Ἐάν γὰρ ἀνομίας παρατηρήσῃς ἡμῶν, οὐδεὶς ὑποστήσεται, Κύριε, δι' ὅ σῶσόν με τὸν ἀνάξιον δούλόν Σου ἕνεκεν τοῦ ἐλέους Σου καὶ οὐκ ἕνεκεν τῶν ἔργων μου.

Ἐάν γὰρ τὸν ἄξιον ἐλεήσῃς, οὐδὲν θαυμαστόν. Ἐάν τὸν δίκαιον σώσῃς, οὐδὲν ξένον. «Σῶσόν με ἕνεκεν τοῦ ἐλέους Σου», ἐπ' ἐμοὶ τὸ ἔλεός Σου θαυμάστωσον, Κύριε, εἰς ἐμὲ τὴν εὐσπλαγχνίαν Σου ἐμφάνισον, Δέσποτα, εἰς ἐμὲ τὴν φιλανθρωπίαν Σου μεγάλυνον, Ἅγιε.

Δεῖξον ἐπ' ἐμοί, Κύριε, τὰ ἀρχαῖα ἐλέη Σου, ὅτι τοὺς μέν δικαίους σῲζεις καὶ τοὺς ἁμαρτωλούς ἐλεεῖς.

Μὴ νικήσῃ ἡ ἐμὴ κακία τὴν Σήν ἀγαθότητα, Κύριε,
μηδὲ εἰσέλθῃς εἰς κρίσιν μετὰ τοῦ δούλου Σου.

Ἐάν γὰρ θελήσῃς μετ' ἐμοῦ δικάσασθαι,
φραγήσεταί μου τὸ στόμα, μὴ ἔχον τὶ φθέγξασθαι ἤ τὶ ἀπολογήσασθαι.

Δι' ὅ μὴ εἰσέλθῃς εἰς κρίσιν μετὰ τοῦ δούλου Σου, μηδὲ ἐπισταθμήσῃς τὰς ἐμὰς ἁμαρτίας τῇ Σῇ ἀπειλῇ. «Ἀλλ' ἀπόστρεψον τὸ πρόσωπόν Σου ἀπὸ τῶν ἁμαρτιῶν μου καὶ πάσας τὰς ἀνομίας μου ἐξάλειψον». Καί «σῶσόν με ἕνεκεν τοῦ ἐλέους Σου, Κύριε, καὶ τὸ ἔλεός Σου καταδιώξῃ με πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς μου».

Καταδιωξάτω με τὸ ἔλεός Σου, Κύριε, τὸν κακῶς ἀπὸ Σοῦ φεύγοντα, τὸν ἀεί ἀπὸ Σοῦ δραπετεύοντα καὶ πρός τὴν ἁμαρτία ἀεί κακῶς ἀποτρέχοντα.

Τοῦτο μόνον ἐπικαλοῦμαι καὶ ἱκετεύω καὶ δέομαι, «σῶσόν με ἕνεκεν τοῦ ἐλέους Σου».

Σῶσόν με πρὸ τοῦ με ἀπελθεῖν εἰς τὰ ἐκεῖσε δικαστήρια, ἤ μᾶλλον τἀληθές εἰπεῖν, εἰς τὰ ἐκεῖσε κολαστήρια, ἔνθα οὐκ ἔστι μετάνοια οὔτε ἐξομολόγησις. «Ἐν γὰρ τῷ ἃδῃ φησί, τίς ἐξομολογήσεταί Σοι;

Δι' ὅ σῶσόν με ἕνεκεν τοῦ ἐλέους Σου, ὅτι οὐκ έστιν ἐν τῷ θανάτω ὁ μνημονεύων Σου», οὐδὲ ἐν τῷ ἃδῃ ὁ ἐξομολογούμενος. Ἐκεῖ γὰρ οὐκ ἔστι μετάνοια, οὐκ ἔστιν ἄφεσις τοῖς ὧδε μὴ μετανοοῦσι μηδὲ ἐξομολογουμένοις.

«Δι' ὅ σῶσόν με μετανοοῦντά Σοι καὶ ἐξομολογούμενον τὸν ἀνάξιον δοῦλόν Σου, ἕνεκεν τοῦ ἐλέους Σου, Κύριε, καὶ οὐχ ἕνεκεν τῶν ἔργων μου». Σὺ γὰρ εἶπας, Κύριε, «ζητεῖτε καὶ εὑρήσετε, κρούετε καὶ ἀνοιγήσεται ὑμῖν» καὶ «ὅσα ἄν αἰτήσητε πιστεύοντες, λήψεσθε».

Δι' ὅ σῶσόν με ἕνεκεν τοῦ ἐλέους Σου, φιλάνθρωπε Δέσποτα, ἵνα καὶ ἐπ' ἐμοὶ δοξασθῇ τὸ πανάγιον καὶ ὑπερδεδοξασμένον ὄνομά Σου, Κύριε ὁ Θεός μου, ὁ δι' ἐμὲ κατ' ἐμὲ γεγονώς, ὡς ἄν κἀγὼ μετὰ πάντων τῶν ἁγίων συναριθμηθεὶς δοξάζω Σε τὸν ὑπεράγαθον καὶ φιλάνθρωπον Θεόν μου Ἰησοῦν Χριστὸν σὺν τῷ ἀνάρχῳ Σου Πατρὶ καὶ τῷ παναγίῳ καὶ ἀγαθῷ καὶ ζωοποιῷ Σου Πνεῦματι, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.


Εὐχὴ Γ' (τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ, ἄλλοι λέγουν Ἀναστασίου τοῦ Σιναΐτη)


Ὁ Χριστὸς καὶ τὸ κοινωνικὸ πρόβλημα

Ὅσο καθαρίζεται ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ τὰ πάθη, τόσο ἀποκτᾶ τὴ δυνατότητα τῆς ἀληθινῆς κοινωνίας μὲ τὸ Θεὸ καὶ τὰ ἄλλα ἀνθρώπινα πρόσωπα.

Ὅσοι βλέπουν τὸν ἄνθρωπο ρομαντικὰ καὶ ἐξωτερικὰ μεταθέτουν τὸ κακὸ ἀπὸ τὰ πρόσωπα στὴν κοινωνία, γι’ αὐτὸ καὶ πρεσβεύουν ὅτι ἡ βελτίωση τῆς κοινωνίας θὰ φέρει καὶ βελτίωση τῶν προσώπων. Ἀλλὰ οἱ Ὀρθόδοξοι χωρὶς νὰ ἀρνούμεθα τὴ σημασία τῆς κοινωνικῆς ἐπιδράσεως στὰ πρόσωπα, δίνουμε τὴν προτεραιότητα στὴ μεταμόρφωση τοῦ προσώπου διὰ τῆς μετανοίας καὶ τῆς Θ. Χάριτος...

Εἶναι μεγάλη πλάνη νὰ θέλουμε νὰ ἀλλάξουμε τὴν κοινωνία χωρὶς νὰ ἀγωνισθοῦμε, νὰ ἀλλάξουμε τὸν ἑαυτό μας. Εἶναι τουλάχιστον ἀφελὲς νὰ πιστεύουμε ὅτι ἡ ἀλλαγὴ μερικῶν κοινωνικῶν θεσμῶν θὰ φέρει καὶ τὴν ἀλλαγὴ τῶν ἀνθρώπων χωρὶς μετάνοια.

Ὁ ἄρρωστος ἄνθρωπος κάνει ἄρρωστες κοινωνίες καὶ οἱ ρέστες κοινωνίες ἀρρωσταίνουν χειρότερα τοὺς ἀνθρώπους. Τὸ νὰ θεραπεύουμε τὶς κοινωνικὲς ἀρρώστιες χωρὶς νὰ θεραπεύσουμε τὴν προσωπικὴ ἀρρώστια, ἀποτελεῖ μετάθεση τοῦ προβλήματος, ἄρνηση τῆς ἀποδοχῆς τῆς προσωπικῆς μας ευθύνης, ὑπεκφυγὴ ἀπὸ τὴ μετάνοια, κατάφαση στὸν ἐγωισμό μας, ἀπροθυμία νὰ δοῦμε τὸν πραγματικό μας ἑαυτό. Εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅτι ὁ Κύριος ἔθεσε τὴν προσωπικὴ μετάνοια σὰν προϋπόθεση γιὰ τὴ συμμετοχὴ στὴ Βασιλεία Του.

Δὲν πρέπει ἐπίσης νὰ παραγνωρίζεται τὸ ἔργο τοῦ διαβόλου στὴ διάλυση τῶν προσώπων καὶ τῶν κοινωνιῶν καὶ στὴν ἐπικράτηση τοῦ κάκου. Ἡ ἀνθρωπιστικὴ ἁπλούστευση τῶν κοινωνικῶν προβλημάτων ἀρνεῖται τὴν ὕπαρξη τοῦ διαβόλου. Ἀντίθετα, στὸ Εὐαγγέλιο καὶ στὴ χριστιανικὴ ἐμπειρία φανερώνεται ἡ ἔκταση τῶν διαβολικῶν ἐνεργειῶν σὲ πρόσωπα καὶ κοινωνικὲς καταστάσεις καὶ ἡ ἀνάγκη ἀγῶνος κατὰ τοῦ διαβόλου, ἀποταγῆς καὶ ἐξορκισμοῦ τῶν πονηρῶν πνευμάτων. Ἔργο τῶν χαρισματούχων ἱερωμένων μοναχῶν καὶ λαϊκῶν εἶναι ἡ διάκριση τῶν πνευμάτων, γιὰ νὰ μὴ πέφτει ὁ Χριστιανὸς στὶς παγίδες ποὺ τοῦ στήνει ὁ πονηρός, ὅταν ἐμφανίζεται μὲ τὸ προσωπεῖο τοῦ καλοῦ.

Τονίσαμε τὴ δύναμη τῶν ἀντιθέτων ἀντιευχαριστιακῶν καὶ ἀντικοινωνικῶν δυνάμεων ὄχι γιὰ νὰ δείξουμε τὴν ἀδυναμία ὑπερνικήσεώς τους, ἀλλὰ τὴν ἀνάγκη νὰ λαμβάνονται ὑπ’ ὄψιν ἀπὸ τὸν ἀγωνιζόμενο Χριστιανό. Ὁ Χριστὸς ἐνίκησε τὶς δυνάμεις αὐτὲς καὶ ὁ Χριστιανὸς μπορεῖ μὲ τὴ δύναμη τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴ συνεργασία τῆς Θείας Χάριτος νὰ συμμετάσχει στὴ νίκη αὐτὴ τοῦΧριστοῦ.

Στὸ σημεῖο αὐτὸ διαφοροποιεῖται ριζικὰ ὁ χριστιανικὸς κοινωνικὸς αγώνας ἀπὸ κάθε ἄλλο ἀγώνα. Ἡ κοινωνία ποὺ θέλουν νὰ δημιουργήσουν τὰ οὑμανιστικὰ συστήματα (ἰδεαλιστικὰ καὶ ὑλιστικὰ) εἶναι ἀνθρωποκεντρική. 
Ἡ κοινωνία τῶν χριστιανῶν εἶναι Θεανθρωποκεντρική. Ἀλλὰ καὶ τὰ μέσα τῶν οὑμανιστῶν αίνε ἀνθρώπινα. Τῶν χριστιανῶν Θεανθρώπινα. Στὴ βάση δηλαδὴ τοῦ χριστιανικοῦ κοινωνισμοῦ βρίσκεται ἡ ταπείνωση. Ἐνῶ στὴν βάση τοῦ οὑμανιστικοῦ κοινωνισμοῦ ἡ ὑπερηφάνεια, ἡ αὐτάρκεια, τὸ κλείσιμο ἀπὸ τὸ Θεό. Πρόκειται γιὰτὴν ἐπανάληψη τῆς ἴδιας τῆς ἁμαρτίας τοῦ Ἀδάμ: Ἡ ἐπιδίωξη τῆς θεώσεως χωρὶς τὸ Θεό.

Ἴσως νὰ μὴν εἶναι τυχαῖο ὅτι καὶ τὰ δύο αὐτὰ οὑμανιστικὰ συστήματα μὲ τὶς ἐφαρμογές τους στὴν οἰκονομία (καπιταλισμός, κομμουνισμὸς) γεννήθηκαν στὴν αἱρετικὴ δύση, στὴν ὁποία προηγήθηκε ὁ θρησκευτικὸς ἀνθρωποκεντρισμὸς τοῦ «ἀλάθητου» Πάπα καὶ τοῦ Filioque. Ἂς σκεφθοῦν στὸ θέμα αὐτὸ οἱ Ὀρθόδοξοι ἤ πρώην Ὀρθόδοξοι ποὺ ἀβασάνιστα ἀρνοῦνται τὴν ὀρθόδοξη παράδοσή μας, συνήθως ἀπὸ ἄγνοια, γιὰ νὰ προσκολληθοῦν στὰ δυτικὰ συστήματα.

Ὁ ἀνθρώπινος μόνο χαρακτήρας τοῦ μὴ χριστιανικοῦ κοινωνισμοῦ, τοῦ ἀφαιρεῖ τὴ δυνατότητα νὰ δώσει εἰρήνη στὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου, γιατί τὸν ἀφήνει ἀσυμφιλίωτο μὲ τὸν Οὐράνιο Πατέρα του, καὶ γι’ αὐτὸ ἀνέστιο. Ἂς θυμηθοῦμε τὸ λόγο τοῦ Ἁγίου Αὐγουστίνου, ποὺ ἐκφράζει ἀνθρωπολογικὴ ἐμπειρία: «Μᾶς ἔπλασες Κύριε γιὰ Σένα καὶ ἡ καρδιὰ μας εἶναι ἀνήσυχη ὡσότου ἀναπαυθεῖ κοντά Σου».

Τὰ ἄθεα κοινωνικὰ συστήματα βοηθοῦν νὰ λύσουμε μερικὰ κοινωνικὰ καὶ οἰκονομικὰ προβλήματα, ἀλλὰ ὄχι νὰ συναντήσουμε ἀληθινὰ καὶ οὐσιαστικὰ τὸΘεὸ καὶ τὸν ἄνθρωπο. Δὲν ἀπαντοῦν ἱκανοποιητικὰ στὰ ὑπαρξιακά μας ἐρωτήματα καὶ ἰδίως στὸ κεντρικὸ πρόβλημα τοῦ θανάτου. Ὁ κόσμος τακτοποιεῖται ὡραῖα γιὰ νὰ πεθάνει. Ἂν καὶ τὰ συστήματα αὐτά, καὶ ἰδίως ὁ μαρξισμός, χαρακτηρίζονται ἀπὸ ἕνα ἔντονο ἐγκόσμιο μεσσιανισμό, στὴν πραγματικότητα δὲν «μετάγουν ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τὴν ζωήν», καὶ γι’ αὐτὸ δημιουργοῦν ἀνθρώπους τραγικούς, χωρὶς ἐλπίδα. Ἡ ἔντονη μάλιστα ἀνθρωπιστικὴ ἤ καὶ ἐπιχειρηματικὴ δράση κάποτε εἶναι τὸ ἀποτέλεσμα τῆς προσπάθειας νὰ ξεχάσουμε τὸ βασικό μας πρόβλημα, τὸ πρόβλημα τοῦ θανάτου, καὶ νὰ λυτρωθοῦμε ἀπὸ τὸ ἄγχος, τὸ κενὸ καὶ τὴν πλήξη ποὺ σημαδεύει τὴ ζωὴτὴ χωρισμένη ἀπὸ τὴν πηγή της, τὸν Τριαδικὸ Θεό.

Γι’ αὐτὸ καὶ τὰ συστήματα αὐτά, παρὰ τὶς καλὲς καὶ ἁγνὲς προθέσεις πολλῶν εὐγενῶν ἀνθρώπων ποὺ ἀγωνίζονται καὶ θυσιάζονται γιὰ τὰ ἰδεώδη τους, στὸ βάθος εἶναι κατὰ τοῦ ἀνθρώπου. Ἐν ὀνόματι μιᾶς καλύτερης καὶ δικαιότερης κοινωνίας ἐμποδίζουν τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὴν πλήρη θεανθρωπινη κοινωνία, ποὺ μόνη τελικὰ ἀναπαύει καὶ ὁλοκληρώνει τὴ φύση του, τὸν ἐγκλωβίζουν στὶς περιορισμένες διαστάσεις ἑνὸς κλειστοῦ μηχανοκρατούμενου ἀπρόσωπου ὑλιστικοῦ σύμπαντος, τοῦ στεροῦν τὴ θέα τοῦ Οὐρανοῦ. 
Τί νόημα μπορεῖ ἀλήθεια νὰ ἔχει ἡ ζωή μας, ἂν εἴμαστε ἐξελιγμένα ζῶα καὶ ὄχι εἰκόνες τοῦ Θεοῦ;
Ἂν εἴμαστε καταδικασμένοι μελλοθάνατοι, χωρὶς δυνατότητα μεθέξεως στὴν αἰώνια ζωὴ τοῦ Θεοῦ;

Γέρων Γεώργιος Καψάνης
(ἔκδοση Ἱ. Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου Ἁγίου Ὅρους)

http://www.alopsis.gr

Όταν θέλετε να πείτε κάτι στα παιδιά σας, πέστε το στην Παναγία κι αυτή θα ενεργήσει

«Αυτά πού θέλετε να πείτε στα παιδιά σας, να τα λέτε με την προσευχή σας. Τα παιδιά δεν ακούν με τα αυτιά. μόνο όταν έρχεται η Θεία Χάρις πού τα φωτίζει, τότε ακούνε αυτά πού θέλουμε να τους πούμε. Όταν θέλετε να πείτε κάτι στα παιδιά σας, πέστε το στην Παναγία κι αυτή θα ενεργήσει. Η προσευχή σας αυτή θα γίνει ζωογόνος πνοή, πνευματικό χάδι, πού χαϊδεύει, αγκαλιάζει, έλκει τα παιδιά».
Ο π. Πορφύριος πίστευε στην αξία πού έχει η προσευχή για την πνευματική ζωή του ανθρώπου και συμβούλευε τα πνευματικά του παιδιά πώς να προσεύχονται:
«Να εύχεσαι έτσι απλά, απλά και ταπεινά, με πίστη απλή, χωρίς να περιμένεις να σου απαντήσει ο Θεός. Χωρίς να δεις το χέρι Του ή το πρόσωπό Του ή το φωτισμό Του. Τίποτα! Να πιστεύεις! Εφ' όσον μιλάς με το Θεό, μιλάς πραγματικά με το Θεό».

Άγιος Πορφύριος

''Και συ Κύριε εως πότε;''

Ο λόγος είναι άπό τόν 6ο Ψαλμό του βασιλέως καί προφήτου Δαβίδ. Τί σημαίνει αύτός ό λόγος; 
Καί Σύ, Κύριε, μέχρι πότε θά είσαι οργισμένος έναντίον μου, μέ αποτέλεσμα νά στερούμαι τό έλεος σου;
Αλήθεια τί είναι αύτή ή κραυγή τού Δαβίδ; Έως πότε, Κύριε! Είναι κραυγή απελπισίας; Έλλειψη έλπίδας; ’Εγκατάλειψη τού Θεού; Θάνατος; Όχι! Είναι κάτι άνάλογο μέ αύτό πού συμβαίνει συχνά μέσα στήν οικογένεια. Ή μάννα τιμωρεί τό παιδί της καί αύτό κλαίει. Ποιόν όμως έπικαλεΐται μέσα στό κλάμα του, άπό ποιόν ζητάει βοήθεια; Τί λέει; «Μαννούλα μου!» Αύτό κάνει καί ό Δαβίδ. Ζητάει άπό τόν Θεό νά έπισπεύσει τή βοήθειά του, νά τόν περιβάλει μέ τό έλεος του.
Όλη ή ζωή τού Δαβίδ ήταν διαρκής έκζήτηση τού έλέους τού Θεού. Ό λόγος «καί σύ, Κύριε, έως πότε;» βγήκε άναρίθμητες φορές άπό τά χείλη του. Διότι ό Θεός αύτόν τόν έκλεκτό δούλο του τόν πέρασε άπό φοβερό καμίνι θλίψεων, άδικιών, διωγμών, συκοφαντιών, κινδύνων. Ας ρίξουμε μιά σύντομη ματιά σ’ όλα αύτά:
Βρισκόμαστε περίπου στό 1020 π.Χ.
Βασιλιάς τών ’Ιουδαίων είναι ό Σαούλ. Ό Θεός όμως τόν Σαούλ τόν άποδοκιμάζει καί άναθέτει στόν προφήτη Σαμουήλ νά χρίσει νέο βασιλιά πού θά διαδεχθεί τόν Σαούλ. 
Ό Σαμουήλ έπισκέπτεται τή Βηθλεέμ κρυφά άπό τόν Σαούλ, πηγαίνει μέ έμπνευση Θεού στό σπίτι τού Ίεσσαί καί ζητάει νά δει τά παιδιά του, άφοΰ ένα άπό αύτά θά τού ύποδείξει ό Θεός νά χρίσει βασιλιά. Ό Ίεσσαί τού παρουσιάζει τά έπτά μεγαλύτερα, διότι τό μικρότερο βόσκει τά πρόβατα. Ό προφήτης ρωτάει τόν Ίεσσαί: «Δέν έχεις άλλο παιδί;». «Ναί», άπαντάει ό Ίεσσαί. Ό Σαμουήλ ζητάει νά τό δει. Τό παιδί αύτό είναι ό Δαβίδ. Έχει σεμνό καί έπιβλητικό ήθος. Ή ομορφιά του είναι άπαύγασμα τού έσωτερικοϋ του κάλλους. Λένε ότι έμοιαζε μέ τόν ’Ιωσήφ τόν πάγκαλο καί τόν Μωυσή. Ό Σαμουήλ τόν χρίει βασιλιά. Αλλά έως ότου πάρει τήν έξουσία, θά περάσουν χρόνια πολλά καί κίνδυνοι άναρίθμητοι θά τόν άπειλήσουν. Σ’ όλο αύτό τό διάστημα πόσες φορές δέν θά φωνάξει: «Καί σύ, Κύριε, έως πότε;»!
Ό πρώτος μεγάλος πειρασμός δημιουργεΐται, όταν ξεσπάει πόλεμος τών 'Εβραίων μέ τούς Φιλισταίους. Ό γίγαντας Γολιάθ προκαλεΐ καί ζητάει νά άντιμετωπίσει σέ μονομαχία έναν Εβραίο. Προσφέρεται ό Δαβίδ. Ό Σαούλ τοΰ λέει: «Είσαι παιδί». Ό Δαβίδ τού άπαντάει: «Θά τόν άντιμετωπίσω όπως τά λιοντάρια καί τις άρκοΰδες πού όρμοΰσαν στό κοπάδι μου καί τά έπνιγα μέ τά χέρια μου» (Α' Βασ. ιζ' 32-37). Θά άγωνισθώ έν όνόματι Κυρίου τοΰ Θεοϋ μου. Ό Δαβίδ μέ τή σφεντόνα του φονεύει τόν Γολιάθ. Φόβος καταλαμβάνει τούς Φιλισταίους καί φεύγουν. Ό λαός επευφημεί τόν Δαβίδ, καί αύτό γίνεται αιτία νά τόν φθονήσει ό Σαούλ καί νά έπιδιώξει πολλές φορές νά τόν φονεύσει. Κυνηγημένος ό Δαβίδ τριγυρίζει στά βουνά καί πολλές φορές άφήνει νά βγει άπό τά χείλη του ή κραυγή: «Καί σύ, Κύριε, έως πότε;»!
Σέ κάποια μάχη μέ τούς Φιλισταίους ό Σαούλ φονεύεται. Τώρα άνοίγεται ό δρόμος καί ό Δαβίδ γίνεται βασιλιάς. Έμεινε βασιλιάς 40 χρόνια. Στό διάστημα τής βασιλείας του άντιμετωπίζει άναρίθμητες δοκιμασίες: πολέμους, προδοσίες, άδικίες, συκοφαντίες, έπαναστάσεις... Πάλι σ’ όλες αύτές τις περιστάσεις φωνάζει μέ πόνο ψυχής: «Καί σύ, Κύριε, έως πότε;»! Έως πότε, Κύριε, οί πόλεμοι θά ταράζουν τή ζωή μου; Ακόμη πολεμάει μέ τούς Φιλισταίους, τούς Αμαληκίτες, τούςΆμμωνίτες, τούς Σύριους. Έως πότε, Κύριε; Πότε θά σταματήσουν οί έπαναστάσεις;
Κάποτε πέφτει σέ βαρύ διπλό άμάρτημα. Τόν έπισκέπτεται ό προφήτης Νάθαν, τοΰ ξυπνάει τήν κοιμισμένη συνείδηση καί τόν παρακινεί σέ μετάνοια. Μέ τήν άφορμή αύτή συνέταξε τόν 50ό Ψαλμό, πού όλοι έχουμε στά χείλη καί στήν ψυχή μας. Καί πάλι οδυνηρά θά φωνάξει: «Καί σύ, Κύριε, έως πότε;»! Ναι, σέ όλη του τή ζωή άναζητάει τό έλεος τοΰ Θεού του.
Ό Δαβίδ τις ώρες τοΰ πόνου, τής άπελπισίας, τής άναζητήσεως έγραφε Ψαλμούς καί τούς έψαλλε μέ τή φωνή καί τά μουσικά όργανά του. Τώρα βρίσκεται στά γηρατειά του. Αναπολεί τά περασμένα. Τώρα έχει κατανοήσει τόν τρόπο πού ό Θεός κυβέρνησε τή ζωή του. Γι’ αύτό στον τελευταίο, στον 150ό Ψαλμό, ψάλλει δοξολογικά πλέον: «Αινείτε αύτόν (τόν Θεόν) έν κυμβάλοις εύήχοις, αινείτε αύτόν έν κυμβάλοις άλαλαγμοΰ» (Ψαλ. ρν’ 5)!
Αύτό τό «έως πότε, Κύριε;» δέν άφορά μόνο τόν Δαβίδ άλλά καί καθένα άπό μάς. Έως πότε, Κύριε, θά μάς άφήσεις νά ζοΰμε μέσα σ’ αύτόν τόν κόσμο τής άποστασίας καί τής ύβρεως κι έμεΐς άπρόσεκτα θά άναμειγνυόμαστε μαζί του; Έως πότε, Κύριε, θά μάς άφήνεις νά μένουμε στις ’ίδιες άδυναμίες, νά έξομολογούμαστε τις άμαρτίες μας καί νά έπαναλαμβάνουμε τις ίδιες; Έως πότε θά μάς άνέχεσαι νά μεταλαμβάνουμε τό Σώμα σου καί τό Αίμα σου, καί τό μυαλό μας καί ή ψυχή μας νά είναι μακριά σου; Έως πότε, Κύριε, θά μάς βλέπεις νά άφήνουμε άπροστάτευτες τις πέντε αισθήσεις μας νά ύπηρετοΰν τήν άμαρτία; Έως πότε θά παρακολουθείς τά βήματα τής ψυχής καί τοΰ σώματός μας νά μάς οδηγούν σέ τόπους μακριά άπό Σένα τόν Θεό μας; Έως πότε, Κύριε, θά έπιτρέπεις νά συνεχίζονται τά βάσανά μας καί οί δοκιμασίες μας; Έως πότε;...
Ένας δρόμος ύπάρχει γιά τόν καθένα μας: Αύτός τοΰ Δαβίδ. Αύτός πρέπει νά είναι ό δρόμος μας: Σέ περιμένω, Κύριε, νά μέ οδηγήσεις κοντά σου, γιατί είμαι δικό σου παιδί. Νά μέ οδηγήσεις μέ ειρήνη, μέ άλαλαγμούς χαράς καί έλπίδας.
Ας καταλήξουμε καί έμεΐς μαζί μέ τόν Δαβίδ: Στις θλίψεις μου θά έπικαλοϋμαι τόν Θεό μέ πόνο, θά φωνάζω μέ πίστη, καί τό έλεος τοΰ Θεοϋ θά μέ σώσει. Καί άς ομολογήσουμε στό τέλος ολόψυχα: «Αινείτε αύτόν έν κυμβάλοις εύήχοις, αινείτε αύτόν έν κυμβάλοις άλαλαγμοΰ»!

Η απελπισία και η αναισθησία είναι μεγάλες παγίδες για τη ζωή μας!

Πολλές είναι οι παγίδες τού εχθρού μας, αλλά δύο είναι αυτές που χρησιμοποιεί περισσότερο ο διάβολος για να παρασύρει τον άνθρωπο στον όλεθρο. Η πρώτη ονομάζεται απελπισία και η δεύτερη αναισθησία. Με την απελπισία εισηγείται ότι λόγω των αμαρτιών του ο άνθρωπος είναι πλέον χαμένος. Ότι δεν υπάρχει σωτηρία. 
Με την πνευματική αναισθησία αφήνει τον άνθρωπο να ζει μέσα στην πλάνη και στην αίρεση και να πιστεύει ότι από εκεί που βρίσκεται θα σωθεί. Αν και εντελώς αντίθετη η μία κατάσταση της άλλης, έχουν όμως κοινή βάση και κοινά τα αποτελέσματα, αφού και οι δύο απορρίπτουν την σώζουσα μετάνοια και την εκζήτηση της σωτηρίας που απέρρευσε από τον Σταυρικό θάνατο του Υιού τού Θεού.

Αλλά όσοι αποτελούμε συνειδητά μέλη τής Ορθοδόξου Εκκλησίας μας δεν θα πρέπει ούτε να απελπιζόμαστε, αλλά ούτε και να εφησυχάζουμε, αφού η σωτηρία μας είναι ασφαλής και εγγυημένη. Και είναι εγγυημένη διότι την εγγυώνται ο θάνατος και η ζωή τού Χριστού.

Ουδέποτε ο άνθρωπος θα μπορούσε να συλλάβει με την πεπερασμένη του διάνοια το μοναδικό αυτό γεγονός, τον σταυρικό δηλαδή θάνατο του Ιησού Χριστού. Το δε συγκλονιστικό είναι ότι την σταύρωση την ενεργεί ο αμαρτωλός και ένοχος άνθρωπος, χάριν τού οποίου και αντί τού οποίου αποθνήσκει ο Χριστός. Τώρα πλέον ο ταλαίπωρος άνθρωπος σώζεται από τον πόνο, την θλίψη και τον αιώνιον θάνατον που φέρει ως αποτέλεσμα η αμαρτία.

Δεν είναι καθόλου απλή υπόθεσις η αμαρτία όπως νομίζουν αρκετοί και παίζουν μαζί της. Πρόκειται περί επαναστάσεως και έχθρας εναντίον τού Δημιουργού, γι' αυτό και πρέπει ευκαίρως ακαίρως να τονίζεται το γεγονός ότι η κατάρα αυτή αποτελεί χωρισμό τού ανθρώπου από τον Τριαδικό Θεό.

Αλλά σ' αυτό ακριβώς το σημείο τής αποστασίας φανερώνεται η ανέκφραστη αγάπη τού Θεού και εκδηλώνεται το προαιώνιο σχέδιο της σωτηρίας.

Και όπως θεοπνεύστως τονίζει στο Απ. Ανάγνωσμα ο Απ. Παύλος “Εχθροί όντες κατηλλάγημεν τω Θεώ διά του θανάτου τού Υιού αυτού”. Ο θάνατος αυτός του Χριστού, όχι μόνο σταμάτησε το κακό αλλά εξιλέωσε τον άνθρωπο ενώπιον του Θεού και επήλθε συμφιλίωσις τελεία και ολοκληρωτική. Αυτό σημαίνει πως ο άνθρωπος έχει την δυνατότητα εάν όντως θελήσει να ανέλθει και πάλιν στο “αρχαίον κάλλος”!

Αλλά ενώ έτσι έχει η κατάστασις· ενώ η αγάπη τού Θεού Πατρός διά της Θυσίας τού Υιού Του και της επελεύσεως του Αγίου Πνεύματος άνοιξε τον δρόμο για την σωτηρία και τον εξαγιασμό τού ανθρώπου, βλέπουμε ότι εμείς οι ίδιοι γινόμαστε το εμπόδιο στην ευλογημένη αυτή πορεία προς τον φωτισμό και την θέωση. Αισθανόμαστε όχι λίγες φορές την αμαρτητική ροπή μέσα μας ως μαγνήτη τού διαβόλου να μας αποσπά από τα ύψη τής Χάριτος και να μας προσκολλά στην ύλη τής φθοράς και στον πνευματικό θάνατο μέσω των αισθήσεων και των ποικίλων παθών και αδυναμιών.

Και το αποτέλεσμα αυτής τής καταστάσεως είναι η ενοχή, οι τύψεις και η συναίσθηση ότι ελυπήσαμε την σταυρωμένη αγάπη και αθετήσαμε τις ιερές υποσχέσεις τού βαπτίσματος. Τότε όμως είναι που δεν πρέπει να παραιτούμαστε από τον αγώνα μας. Όσο κι αν τα κύματα μας κτυπούν, τόσο και περισσότερο θα ελπίζουμε. Και τούτο, διότι ο Χριστός παρεμβαίνει μεταξύ ημών και του Θεού Πατρός ως αιώνιος Λυτρωτής μας.

Ο θάνατός Του μας συμφιλίωσε με τον Θεό και η ζωή Του μας εξασφαλίζει και εγγυάται την σωτηρία μας. Αυτό ακριβώς τονίζει και η αποστολική φράσις “σωθησόμεθα εν τη ζωή αυτού”.

Και αυτά μεν για ό,τι έκαμε ο Θεός για τον άνθρωπο. Εάν όμως εμείς οι ίδιοι δεν πιστεύσουμε και δεν εργασθούμε την σωτηρία μας διά της μετανοίας και της εν γένει Ορθόδοξης Εκκλησιαστικής ζωής, η θυσία τού Χριστού από μόνη της δεν είναι δυνατόν να μας σώσει. Απαιτείται και η εκ μέρους τού ανθρώπου πίστις και αποδοχή τού σωτηριώδους έργου τής Αγίας Τριάδος. Αυτό όμως το σχέδιον της σωτηρίας δεν ενεργοποιείται ούτε εάν ο άνθρωπος δεν το θέλει, ούτε εάν βρίσκεται εκτός τού Σώματος του Χριστού. Εκτός τής Αγίας μας Ορθοδοξίας. Έτσι λοιπόν καταλήγουμε στο ότι όχι μόνο όσοι ζούνε μέσα σ' ένα πνεύμα αναισθησίας δεν σώζονται, αλλά εγκληματούν και όσοι ορθόδοξοι και μάλιστα “ποιμένες” Ορθόδοξοι διακηρύσσουν ότι υφίστανται και άλλες σώζουσες “Εκκλησίες” εκτός αυτής τής Ορθοδόξου. Πρόκειται δηλαδή είτε περί αφελών και αγραμμάτων περί τα Θεολογικά και την Δογματική – Πατερική διδασκαλία, είτε περί συνειδητών προδοτών που ως άλλοι λύκοι εν δορά προβάτου κατεργάζονται την φθοράν τού ποιμνίου.

Όσοι μάλιστα εκ των πιστών παρακολουθούν τα οικουμενιστικά τεκταινόμενα, διαπιστώνουν ότι ολονέν και περισσότερο η λαίλαπα αυτή ισοπεδώνει την ορθόδοξον συνείδησιν, ενώ από την άλλην προσφέρει τα μαξιλαράκια τού διαβόλου σε όσους εκτός Εκκλησίας θα ήθελαν να ενταχθούν στο Σώμα τού Χριστού. Με δυο λόγια οι Οικουμενιστές παίζοντας ρόλον διαβόλου, επί της ουσίας καταστρατηγούν το σχέδιον της σωτηρίας. Και επειδή φθάσαμε στο σημείο να αθετείται η πίστις υπό των υπευθύνων ταγών και να προδίδεται η παρακαταθήκη, κρίνεται αναγκαίον όσοι πιστοί, να απαιτούν και να ελέγχουν τα πιστεύω όσων αυθαιρέτως μάς “εκπροσωπούν” στις οικουμενιστικές συνάξεις και υπογράφουν αντί ημών κείμενα τα οποία είναι όλως απαράδεκτα από δογματικής, νομοκανονικής και Ορθοδόξου βιωματικής απόψεως.

Αυτό το αίμα τού Χριστού, μας εξαγνίζει, μας φωτίζει, μας ενδυναμώνει, μας εξαγιάζει και μας καθοδηγεί, δια των Αγίων τής Εκκλησίας μας, στο να αρνηθούμε την τακτική των ριψάσπιδων οικουμενιστών και εντός και μόνο εντός τής Εκκλησίας μας (ουδέποτε στα σχίσματα και στις ποικίλες αντικανονικές καταστάσεις) να ακολουθούμε την Αποστολική και Πατερική Παράδοση που αυτή και μόνο αυτή οδηγεί στη σωτηρία. 

Του π. Ιωήλ Κωνστάνταρου


Ο Μητροπολίτης Πειραιώς Σεραφείμ για την γιόγκα


Ἐν Πειραιεῖ τῇ 19ῃ Ἰουνίου 2015
Α Ν Α Κ Ο Ι Ν Ω Θ Ε Ν

Ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Πειραιῶς ἀπέστειλε τήν ἀκόλουθη ἀνακοίνωση περί τῆς ἀποκρυφιστικῆς ἰνδουϊστικῆς γιόγκα διά νά ἀναγνωσθῆ τήν Κυριακή 21 Ἰουνίου στούς Ἱ. Ναούς τῆς Μητροπολιτικῆς Περιφερείας Πειραιῶς.
Α Ν Α Κ Ο Ι Ν Ω Σ Η
Ἀδελφοί προσφιλέστατοι καί τέκνα ἐν Κυρίῳ ἠγαπημένα,
Στό πλαίσιο τοῦ σεβασμοῦ τῆς θρησκευτικῆς ἐλευθερίας, ἡ ὁποία στήν Ἑλλάδα εἶναι συνταγματικῶς κατοχυρωμένη καί σεβαστή, ἀλλά καί τῆς ποιμαντικῆς εὐθύνης γιά τήν ἀποφυγή δημιουργίας κλίματος θρησκευτικοῦ συγκρητισμοῦ, μέ ἀφορμή τήν πρόσφατη καθιέρωση ἀπό τόν ΟΗΕ τῆς 21ης Ἰουνίου ὡς «Παγκόσμιας Ἡμέρας Γιόγκα» καί τῆς σχετικῆς ἀνακοινώσεως τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος πού ὑπενθυμίζει πρός τό χριστεπώνυμο Πλήρωμα ὅτι: ἡ «Γιόγκα ἀποτελεῖ θεμελιῶδες κεφάλαιο τῆς θρησκείας τοῦ Ἰνδουϊσμοῦ, ἔχει ποικιλομορφία σχολῶν, κλάδων, ἐφαρμογῶν καί τάσεων, καί ΔΕΝ ΑΠΟΤΕΛΕΙ «εἶδος γυμναστικῆς» καί ὡς ἐκ τούτου ἡ «Γιόγκα» τυγχάνει ἀπολύτως ἀσυμβίβαστη μέ τήν Ὀρθόδοξη Χριστιανική Πίστη μας καί δέν ἔχει καμία θέση στή ζωή τῶν Χριστιανῶν», ἡ Ἱερά Μητρόπολις Πειραιῶς μέ ἀφορμή τήν ὓπαρξη Κέντρων Γιόγκα στά γεωγραφικά ὅριά της ἀναφέρει ἐπιπροσθέτως ὅτι:
Ι. Ἡ Γιόγκα ἐτυμολογικά προέρχεται ἀπό τό σανσκριτικό yuj (γιού) πού σημαίνει «σύζευξη» καί «ἓνωση» τοῦ ἀνθρώπου μέ τό ἀπρόσωπο Ἀπόλυτο Ἓνα τοῦ Ἰνδουϊσμοῦ καί τῶν Ἀνατολικῶν θρησκειῶν. Ἑπομένως ἡ Γιόγκα δέν εἶναι ἁπλή καί ἀθώα μέθοδος χαλάρωσης, δέν εἶναι τρόπος ἀποβολῆς τοῦ ἂγχους, δέν εἶναι μέθοδος σωματικῆς εὐεξίας, ὅπως διαφημίζεται, ἀλλά στάδιο τοῦ ἰνδουϊστικοῦ διαλογισμοῦ πού συνδέεται μέ τήν ἀντιχριστιανική θεωρία τῆς μετεμψύχωσης καί τίς διαμονικές θεότητες Βισνοῦ, Κρίσνα καί Σίβα. Προσφάτως ἡ ἀνθρωπότης πληροφορήθηκε ἀπό τά διεθνῆ εἰδησεογραφικά πρακτορεῖα ὅτι στίς Ἰνδίες ἔγινε ἀνθρωποθυσία μέ ἀποκεφαλισμό ἑνός πεντάχρονου παιδιοῦ στή δαιμονική ψευδοθεά Κάλι τοῦ Ἰνδουϊστικοῦ πανθέου. Στό πολύπαθο Ἰνδουϊστικό Νεπάλ λίγες μέρες πρό τοῦ καταστροφικοῦ σεισμοῦ τῶν 7,8 ρίχτερ εἶχε συμβεῖ ἕνα ἀνείπωτο θρησκευτικό ἔγκλημα, εἶχαν σφαγιαστεῖ σάν θυσίες στούς ἰνδουϊστικούς ψευδοθεούς πού εἶναι δαιμόνια 250.000 ζῶα.
Στίς διάφορες σχολές Γιόγκα διαπιστώνουμε τήν ἂμεση ἐξάρτηση τῶν ἀσκουμένων ἀπό ἰνδουϊστή δάσκαλο (γκουρού ἤ γιόγκι) πού τούς καθοδηγεῖ καί τούς ἀλλάζει τό ὀρθόδοξο χριστιανικό τους ὂνομα. Οἱ διάφορες τεχνικές τῆς Γιόγκα δέν ἔχουν σχέση μέ τήν ἐπιστήμη, ἀντίθετα ἔχουν τά χαρακτηριστικά τῆς μαγείας. Ἡ ἐνασχόληση μέ τήν Γιόγκα κρύβει ψυχικούς καί σωματικούς κινδύνους. 
ΙΙ. Ἡ «Νέα Ἐποχή τοῦ Ὑδροχόου», πού πολεμᾶ τήν Mίαν, Ἁγίαν, Kαθολικήν καί Ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν, τήν Ὀρθοδοξία μας, κατακλύζει τήν χώρα μας μέ τήν προβολή τῆς Γιόγκα γιά νά παραπλανήσει μέ τό δαιμονικό δόγμα πώς ὅλες οἱ θρησκεῖες εἶναι ἴδιοι δρόμοι πού ὁδηγοῦν στόν ἴδιο σκοπό.
ΙΙΙ. Στά στάδια τῆς Γιόγκα ὁ ἀσκούμενος ἐγκαταλείπει κάθε πράξη, ἐπιθυμία καί κίνηση μέ συγκεκριμένες δαιμονικές πρακτικές. Ἔτσι ἀπομονώνεται ἀπό τόν ἐξωτερικό κόσμο, νομίζει ὅτι στρέφεται στό ἐσωτερικό του κόσμο καί προσπαθεῖ νά ἀποκλείσει κάθε ἄλλη αἴσθηση. Ἐνῶ στά πρῶτα στάδια ὁ ἀσκούμενος στή δαιμονική γιόγκα διατηρεῖ ὁρισμένα στοιχεῖα συνειδητότητας, στά τελευταῖα στάδια χάνει τήν αὐτοσυνειδησία του, δέν ἀντιλαμβάνεται οὔτε χρῶμα, οὔτε ὀσμή, οὔτε ἦχο, οὔτε ἀφή, οὔτε τόν ἑαυτό του, οὔτε κανέναν ἄλλον. Αὐτή τήν ἀνυπαρξία καί ἀφασία θεωρεῖ ἡ Γιόγκα «λύτρωση». Κατά τήν διάρκεια τῶν ἀσκήσεων μπορεῖ νά ἐμφανισθοῦν στόν ἀσκούμενο παραφυσικά φαινόμενα μέ δαιμονική προέλευση ὅπως "τηλεπάθεια", μετεωρισμός, ἐπικοινωνία μέ πονηρά πνεύματα κ.λ.π. Ὅλα αὐτά ἐπιβεβαιώνουν ὅτι οἱ χῶροι τῆς Παραψυχολογίας, τῆς Γιόγκα καί γενικότερα τῶν ποικίλων μορφῶν διαλογισμοῦ πού ἀλληλοϋποστηρίζονται ἔχουν τίς βάσεις τους στόν ἀποκρυφισμό δηλαδή στόν δαιμονισμό.
Καλοῦμε τούς Ὀρθοδόξους Χριστιανούς καί κυρίως τούς νέους ν’ ἀντισταθοῦν στά ἰδεολογικά προστάγματα τῆς Νέας Τάξης Πραγμάτων, νά συνδεθοῦν μέ τήν Ἐνορία τους καί τούς Ἱερεῖς τους γιά νά γνωρίσουν τήν ὀρθόδοξη ἂσκηση καί πνευματικότητα.
Ἡ ἐνασχόληση μέ τήν Γιόγκα εἶναι γιά τούς Ὀρθοδόξους Χριστιανούς ἀσυμβίβαστη μέ τήν διδασκαλία καί τά δόγματα τῆς Πίστεώς μας ἀφοῦ ἀποτελεῖ ἂρνηση τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως, βλασφημία κατά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί ὁδηγεῖ στό δαιμονισμό.

Μέ θερμές Πατρικές εὐχές
Ο Μ Η Τ Ρ Ο Π Ο Λ Ι Τ Η Σ
+ ὁ Πειραιῶς ΣΕΡΑΦΕΙΜ