.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Άγιος Κασσιανός ο Ρωμαίος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Άγιος Κασσιανός ο Ρωμαίος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Η ΑΓΙΟΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΣΥΖΕΥΞΗ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ ΚΑΙ ΟΜΟΛΟΓΙΑΣ

“Τοις μη μετανοημένοις, ουκ αρμόζει ομολογείν” 
(Αββάς Κασσιανός ο Ρωμαίος)

Αρχή της Ινδίκτου. Μετανοίας αρχή. Δακρύων χρή. Ο Ορθόδοξος Χριστιανός έχει διαρκώς έντονη την συναίσθηση της αναξιότητος και αμαρτωλότητός του. Χαίρεται την χαρά του Χριστού, χαίρεται για το «μέγα έλεος», λυπάται όμως που λύπησε τον Κύριο και Tον λυπεί καθημερινώς με τις αστοχίες του, τις αμαρτίες του και τις παραβλεψίες του.

Ο Ορθόδοξος πιστός βιώνει την Αγιοπατερική χαρμολύπη χωρίς όμως να επιτρέπει στον εαυτό του να προσεγγίζει τα απαγορευμένα όρια της απογνώσεως, χωρίς να «χειμάζεται η ψυχή του από τις επαγωγές των θλιβερών και από τα σκοτεινά νέφη των συμφορών και των θλίψεων» (Μέγας Παρακλητικός Κανών).

Κάθε Εκκλησιαστικό Νέο Έτος το οποίο αθόρυβα και απατήρητα παρελαύνει, προμηνύει πλησιέστερη και πιότερο αισθητή την μεγάλη και επιφανή “Ημερα Κυρίου”.

Η Εκκλησιαστική Πρωτοχρονιά δεν συνιστά μια στείρα αριθμητική της ηλικίας της ανθρωπότητος, ούτε πάλι παρατηρεί τα σημαντικά γεγονότα κατά την διάρκεια της υπερταχείας παρελεύσεως των ετών.

Κάθε Εκκλησιαστική Πρωτοχρονιά παρίσταται ως σταδιακή αναδίπλωση της Ιεράς Αποκαλύψεως και των Χριστοπροβλήτων σημείων των καιρών. Αντιλαλεί την εξαγγελία της ελεύσεως της Δευτέρας του Χριστού Παρουσίας. Σηματοδοτεί το εγερτήριο σάλπισμα και την προειδοποιητική υπόσχεση: «Έρχομαι ταχύ!»

1η Σεπτεμβρίου. Άλλο ένα Εκκλησιαστικό Έτος πιο κοντά στα έσχατα τα δικά μας και στα έσχατα της ιστορίας. Ο καθένας διαγράφει την δική του πορεία στο περισπούδαστο και πολύπαθο ιστορικό γίγνεσθαι.

Ο κάθε Ορθόδοξος ο οποίος ζει μέσα στον κόσμο, αρνείται να γίνει κόσμος, απαρνείται την κοσμικοποίηση και καταπολεμά την παγκοσμιοποίηση.

Πάνω από όλα, ο Ορθόδοξος Χριστιανός παραμένει πιστό μέλος της Διαχρονικής Εκκλησίας του Χριστού, ιδίως όταν η ίδια η Διοικητική, Δικαιοδοσιακή και Δεσποτοκρατική (τρία «δ») «εκκλησία» αποκόπτεται από το Σώμα του Χριστού και δημιουργεί την Νέα «Εκκλησία» της Πανθρησκείας διά της συνοδικής πλέον θεσπίσεως της Παναιρέσεως του Οικουμενισμού.

Είναι πλέον γεγονός, τραγικό και ανατρεπτικό της παρελθούσης Εκκλησιαστικής Πρωτοχρονιάς, του θλιβερού και α-σωτηρίου Έτους 2016. Οι «αιρέσεις απωλείας» (Β’ Πέτρου 2, 1) αναγνωρίστηκαν και επικυρώθηκαν ως «Εκκλησίες του Χριστού», ισότιμες και ισόκυρες με την Ορθόδοξη!

Πρίν από τον Αντίχριστο, άλλη αίρεση δεν θα υπάρξει. Από αυτό και μόνο, ότι επικρατεί παντού η αίρεση του Οικουμενισμού, γνωρίζουμε ότι βρισκόμαστε πλέον στα έσχατα και πρέπει οπωσδήποτε να βάλουμε αρχή μετανοίας, πριν έλθουν τα δικά μας έσχατα…

Μετάνοια σημαίνει μεταστροφή νοός, ριζική αλλαγή τρόπου ζωής, ανακαίνιση και αναζωοποίηση της ψυχής. Αυτή η μεταστροφή δεν είναι μηχανική, ούτε ποτέ επιτελείται κατόπιν ανθρωπίνης μόνο προσπαθείας. Είναι έργο Θεϊκό, έργο θαυματουργικό και Αγιοπνευματικό.

«Αγίω Πνεύματι, πάσα ψυχή ζωούται». Εδώ το «ζωούται» δεν αναφέρεται μόνο στην δωρεά της ζωής αλλά κυρίως στην αναζωοποίηση της πνευματικής ζωής, στην Αγιοπνευματική μας αναγέννηση. Στο Σύμβολο της Πίστεως ομολογούμε: «Και εις το Πνεύμα το Άγιον, το Κύριον, το ζωοποιόν!»

Στο Α’ Αντίφωνο των Αναβαθμών του Γ΄ Ήχου, ψάλλουμε περιχαρώς: «Αγίω Πνεύματι, πάσα αγαθοδωρία, ως Πατρί και Υιώ συναστράπτει, εν ώ τα πάντα ζη και κινείται.» Ζούμε και κινούμαστε εν Αγίω Πνεύματι. Ζούμε και κινούμαστε στον χώρο της μετανοίας και της ομολογίας. Η αναγέννηση εξ’ άνωθεν προϋποθέτει την αληθινή και έμπρακτη μετάνοια. Επιβάλλει την ομολογία.

Όμως και η ομολογία Πίστεως προϋποθέτει πάλι την αληθινή μετάνοια. Σημείον αληθούς μετανοίας είναι τα δάκρυα και ο κλαυθμός. «Και εξελθών έξω, έκλαυσεν πικρώς». Ο Απόστολος Πέτρος ομολόγησε τον Χριστό και την αγάπη του προς Αυτόν με διαβεβαίωση τριπλή, ακριβώς επειδή μετενόησε.

Τα έργα και οι καρποί της μετανοίας συνιστούν τα πρόθυρα της θεώσεως. Η μετάνοια δεν είναι στιγμιαία αλλά διαρκής και ισόβια. Δεν υπάρχει το «μετάνιωσα». Υπάρχει και κυριαρχεί το «βρίσκομαι σε μετάνοια». Ακόμη και στο τέλος της ζωής μας, «βάζουμε αρχή μετανοίας».

Η συνειδητοποίηση της αμαρτωλότητός μας και η ταπεινή παραδοχή της αναγκαιότητος για μετάνοια, είναι αυτή καθ’ εαυτή ιερή και Θεοπρεπή πράξη Ομολογίας. Αυτό το δηλώνει και το ίδιο το μυστήριο της Μετανοίας: «Εξ’ομολόγηση». Ομολογώ προς τα έξω όλα τα έσω μου. Ομολογώ σε άνθρωπο πως είμαι όντως αμαρτωλός άνθρωπος και μάλιστα πολύ μεγάλος αμαρτωλός, πολύ ανάξιος της αγάπης και της μακροθυμίας του Φιλανθρώπου Χριστού.

Αυτό το συνταρακτικό και ανατριχιαστικό που ψάλλουμε σε όλες τις ακολουθίες κατά την Αγία Μεγάλη Εβδομάδα: «Δόξα τη μακροθυμία Σου, Κύριε» δεν απευθύνεται μόνο στους σταυρωτές, αλλά κυρίως σε εμας τους “ανασταυρούντες τον Υιόν του Θεού” με τα πάθη μας και τις βλασφημίες μας, κυρίως με την συμπόρευςή μας με την αίρεση του Οικουμενισμού και τους αιρετικούς επισκόπους οι οποίοι συνεχίζουνε αμετανοήτως να μνημονεύουν τον αιρεσιάρχη πατριάρχη Βαρθολομαίο.

Η απομάκρυνσή μας από αλλότριους αιρετικούς επισκόπους οι οποίοι διδάσκουν αλλότρια, ξένα και αντίθετα από την διδασκαλία των Αποστόλων και των Αγίων Πατέρων, είναι εντολή του Χριστού: “αλλοτρίω δε ου μή ακολουθήσουσιν, αλλά φεύξονται απ’ αυτού, ότι ουκ οίδασι των αλλοτρίων την φωνήν” (Ιωάν. 10, 5 ).

Το “ουκ οίδασι” δεν σημαίνει μόνο πως “δεν αναγνωρίζουν” αλλά τουναντίον δεν δέχονται, δεν ασπάζονται τις αλλότριες αυτές διδασκαλίες αλλά τις απορρίπτουν.

Η απόρριψη αυτή δεν είναι θεωρητική, εσωτερική και διανοητική. Είναι έμπρακτη και εξωτερική. Είναι ομολογιακή. “Φεύξονται!” Την εντολή της ομολογίας ο Χριστός την προσδιορίζει ως εξής:

«Πας ουν όστις ομολογήσει εν εμοί έμπροσθεν των ανθρώπων, ομολογήσω καγώ εν αυτώ έμπροσθεν του Πατρός μου του εν ουρανοίς”.

Ας προσέξουμε κάτι πολύ σπουδαίο και χαρακτηριστικό: λέγει “έμπροσθεν των ανθρώπων”, μπροστά τους, κατά πρόσωπόν τους, στα φανερά και όχι στα κρυφά. Αυτό το “έμπροσθεν των ανθρώπων” συμπεριλαμβάνει όλους τους ανθρώπους, λαϊκούς και ιερείς. “Αιρετικόν άνθρωπον”. Άνθρωπος είναι και ο ιερεύς, ο επίσκοπος και ο πατριάρχης.”

Όσοι φοβούνται και δειλιάζουν να ομολογήσουν, αυτοί αρνούνται τον Χριστό!
“Όστις δ’ αν αρνήσηταί Με έμπροσθεν των ανθρώπων, αρνήσομαι αυτόν καγώ έμπροσθεν του Πατρός Μου του εν ουρανοίς» (Ματθ. ι’ 32-33). Η άρνηση ομολογίας είναι άρνηση Χριστού, άρνηση του Αγίου Πνεύματος και άρνηση του Πατρός.

Η άρνηση ομολογίας και άρνηση απομακρύνσεως από τους αιρετικούς, είναι και άρνηση του Ορθοδόξου Βαπτίσματος. Εκεί ομολογήσαμε “συντάσσομαι τω Χριστώ” ενώ τώρα συντασσόμαστε με τους αιρετικούς οικουμενιστές οι οποίοι διδάσκουν την μεγάλη αίρεση της “Βαπτισματικής θεολογίας” και αναγνωρίζουν ως δήθεν “έγκυρο” το βάπτισμα των αιρετικών.

Η άρνηση ομολογίας δηλώνει έλλειψη μετανοίας. Εάν δεν έχουμε μετάνοια, θα παρακαλούμε και θα ικετεύουμε τον Θεό να μας την χαρίσει. Στα Κατανυκτικά Στιχηρά του πλ. Β’ Ήχου, ψάλλουμε με απόλυτη συναίσθηση και συντριβή:

«Μετάνοιαν οὐ κέκτημαι, ἀλλ’ οὐδὲ πάλιν δάκρυα· διὰ τοῦτο ἱκετεύω σε Σωτήρ, πρὸ τέλους ἐπιστρέψαι, καὶ δοῦναι μοι κατάνυξιν, ὅπως ῥυσθήσωμαι τῆς κολάσεως».

Η μετάνοια και η ομολογία μας σώζουν απο την κολαση. Παρακαλούμε τον Τριαδικό μας Θεό και την Υπεραγία Θεοτόκο να μας χαρίσει μετάνοια ολόκληρη και επίπονη. Να μας χαρίσει επίσης ομολογία Πίστεως προς τους δεινούς εχθρούς της Θεοτόκου και του Υιού αυτής. Το ένα συνεπάγεται το άλλο. Η ομολογία Πίστεως είναι καρπός μετανοίας και «συνθήκη δευτέρου βίου» κατά τον Άγιο Ιωάννη της Κλίμακος.

Υπογράφουμε, με τα δάκρυά μας, τις προσευχές μας, τις γονυκλισίες μας αλλά κυρίως με τις κρυφές μας ελεημοσύνες την αληθινή μας έμπρακτη μετάνοια συνθήκη νέου βίου. Υπογράφουμε, όχι με τα λόγια ή με τα άρθρα, αλλά με την απομάκρυνσή μας – και με το αίμα μας ακόμη – την ομολογία μας πως δεν θα συνθηκολογήσουμε με τους εχθρούς του Θεού και της Παναγίας, τους αιρετικούς οικουμενιστές.

Η Άλωση της Κωνσταντινουπόλεως έλαβε χώρα διότι έπεσαν τα Τείχη και αφέθηκε ανοιχτή κάποια Κερκόπορτα… Εάν εμείς, φυλάξουμε τις κερκόπορτες της Πίστεως και στήσουμε Τείχη γύρω Από την Αλήθεια, τότε δεν θα προδώσουμε ως Ιούδες τον Διδάσκαλο Χριστό. Δεν θα αφήσουμε να πέσει η Πόλις της Ορθοδοξίας, το Κάστρο της Ορθοδοξίας στα χέρια των Οικουμενιστών.

Αυτοί πήδηξαν αυτά τα Τείχη και όπως ομολογεί ο Άγιος Γέροντας Παΐσιος, «τα έφτιαξαν με την προβατίνα μιά άλλης ποίμνης», με τον Αντίχριστο Πάπα, δηλαδή διέπραξαν Συζυγική ΑΠΙΣΤΙΑ με τον Νυμφίο Χριστό.

Εμείς, ας παραμένουμε πιστοί στον Νυμφίο μας, στήνοντας αυτά τα Τείχη-από (Απο-τείχιση), στήνοντας προστατευτικά Τείχη από τους αιρετικούς ψευδεπισκόπους και λυκοποιμένες.

Το στήσιμο προστατευτικών τειχών γύρω από την Αγία Ορθόδοξη Αλήθεια, είναι μια μορφή μαρτυρίου. Το μαρτύριο δεν έγκειται μόνο στην θυσία της ζωής αλλά και στην διά ζώσης πράξη ομολογίας παντοτινής. Αυτό το λέγει ο Ίδιος ο Θεός: “Γίνεσθέ Μοι μάρτυρες, καὶ ἐγὼ Μάρτυς, λέγει Κύριος ὁ Θεός!” (Ησ. 43,10).

Η εντολή αυτή “γίνεσθέ Μοι μάρτυρες” σημαίνει “γίνεσθέ Μοι ομολογητές”. Η εντολή αυτή είναι στην Προστακτική και μάλιστα σε Μέλλοντα Εξακολουθητικό: “να μαρτυρείτε, να ομολογείτε συνεχώς, καθημερινώς και βιωματικώς!”

Προσθέτει έπειτα και το άκρως εντυπωσιακό και βαθύτατα συγκινητικό: “καὶ ἐγὼ Μάρτυς”. Τότε “θα γίνω και Εγώ Μάρτυρας δικός σας, Ομολογητής δικός σας! Θα σας ομολογήσω και Εγώ μπροστά στον Πατέρα Μου!” Ποιός τα λέγει όλα αυτά; “Λέγει Κύριος ὁ Θεός!”

Αυτό θέλει ο Θεός, αυτό έπραξαν οι Άγιοι Απόστολοι, αυτό δίδαξαν οι Άγιοι Πατέρες.

Ἀρχὴ τῆς Ἰνδίκτου – Ἀπολυτίκιον. Ἦχος β΄
Ὁ πάσης Δημιουργός τῆς κτίσεως, ὁ καιροὺς καὶ χρόνους ἐν τῇ ἰδὶᾳ ἐξουσίᾳ θέμενος, εὐλόγησον τὸν στέφανον, τοῦ ἐνιαυτοῦ τῆς χρηστότητός σου, Κύριε, φυλάττων ἐν εἰρήνῃ τοὺς βασιλεῖς καὶ τὴν πόλιν σου, πρεσβείαις τῆς Θεοτόκου, μόνε Φιλάνθρωπε.

Πηγή: http:/www.wallingoff.com

Πῶς προσευχόμεθα;



Ἄν παρακαλούσαμε κάποιον ἄρχοντα - ὄχι γιά νά μᾶς γλιτώσει τήν ζωή μας, ἀλλά ἁπλά γιά νά μᾶς κάμει κάποια μικρή «καλωσύνη», – δέν θά προσηλώναμε σ’ αὐτόν τά μάτια μας καί τήν καρδιά μας; Δέν θά «κρεμόμασταν» κυριολεκτικά ἀπό τήν ὄψη τοῦ προσώπου του, μέ ἔντονη προσοχή, γιά νά εἰσπράξουμε τήν συγκατάθεσή του ἔστω μέ ἕνα νεῦμα του; Δέν θά τρέμαμε, μήπως κάποιος ἀκατάλληλος ἤ ἀδέξιος δικός μας λόγος τόν ἐρεθίσει καί τοῦ κόψει τήν καλή γιά μᾶς διάθεση;

Ἄν βρισκόμαστε σέ κάποιο δικαστήριο καί εἴχαμε ἀπέναντί μας τόν ἀντίδικο, καί ἐμεῖς τήν πιό κρίσιμη ὥρα ἀρχίζαμε νά βήχουμε, νά φτύνουμε, νά γελᾶμε, νά χασμουριόμαστε ἤ νά κοιμόμαστε, τότε, δέν θά ἔσπευδε ἀμέσως ἡ ἄγρυπνη κακή διάθεση τοῦ ἀντιπάλου μας νά ξεσηκώσει ἐναντίον μας τήν αὐστηρή κρίση τοῦ δικαστῆ;

Τώρα λοιπόν, πού παρακαλοῦμε τόν Οὐράνιο Κριτή, τόν ἀλάθητο μάρτυρα ὅλων τῶν μυστικῶν τῆς καρδιᾶς μας, καί Τόν ἱκετεύουμε νά μᾶς λυτρώσει ἀπό τόν αἰώνιο θάνατο – ἐνῶ παράλληλα ἔχουμε ἀπέναντί μας τόν κακόβουλο καί σκληρό κατήγορό μας διάβολο – δέν θά πρέπει νά ἐντείνουμε τήν προσοχή καί νά κάνουμε ὅσο μποροῦμε πιό θερμή τήν προσευχή μας; Δέν θά πρέπει νά παρακαλοῦμε ἐπίμονα τόν Κύριο, νά μᾶς δώσει ἔλεος καί εὐσπλαχνία; 

Τί λέτε; Δέν θά εἴμαστε καί ἐμεῖς ἀσφαλῶς ἔνοχοι – καί μάλιστα ὄχι γιά κάποιο ἐλαφρό ἁμάρτημα, ἀλλά γιά μιά πολύ σοβαρή ἀσέβεια - ἄν, τήν ὥρα πού στεκόμαστε ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, παύουμε νά ἔχουμε τήν αἴσθηση τῆς παρουσίας Του καί νιώθουμε σάν νά ἔχουμε μπροστά μας ἕναν κάποιον, ...τυφλό καί κουφό ἀκροατή;

Διαφορετικά, γιατί δέν χύνουμε οὔτε ἕνα δάκρυ γιά τήν χλιαρότητά μας ἤ γιά τήν ὀκνηρία, πού μᾶς ἀπομακρύνει ἀπό τήν προσευχή;

Διαφορετικά, γιατί δέν τό θεωροῦμε πτώση μας, τό ὅτι κατά τήν διάρκεια τῆς προσευχῆς ἀφήνουμε τόν νοῦ μας νά αἰχμαλωτίζεται - ἔστω καί γιά λίγο - ἀπό λογισμούς ἄσχετους καί ξένους γιά τά λόγια τῆς προσευχῆς μας; 

Γιατί νά μή θρηνοῦμε καί νά μή ζητοῦμε γι’ αὐτή τήν πτώση μας τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ;

Γιατί νά μή καταλαβαίνουμε, τί μεγάλη ζημιά παθαίνει ἡ ψυχή μας, ὅταν ξεφεύγει ὁ νοῦς μας ἀπό τήν μνήμη τοῦ Θεοῦ, καί καταντάει νά σκέφτεται πράγματα ἄλλα; Δέν τό καταλαβαίνουμε ὅτι ἔτσι μᾶς ἐμπαίζουν οἱ δαίμονες;

Αὐτά ἐμεῖς. 

Ἀντίθετα οἱ ἅγιοι, ἔστω κι ἄν γιά μιά στιγμή τούς νικοῦσαν λογισμοί καί τούς ἀποσποῦσαν ἀκούσια ἀπό τήν προσευχή, αὐτό τό θεωροῦσαν σάν ἕνα εἶδος ἱεροσυλίας. Καί παρ’ ὅλο πού μέ ἀστραπιαία ταχύτητα ἐπανάφεραν τούς «ὀφθαλμούς» τῆς καρδιᾶς τους πρός τόν Θεό, κατηγοροῦσαν τούς ἑαυτούς τους ὅτι εἶναι ἀσεβεῖς. Τά σκοτάδια τῶν γήινων λογισμῶν, ἔστω κι ἄν ἦσαν φευγαλέα, τούς ἦσαν κάτι τό ἀνυπόφορο. Καί ἀπεχθάνονταν καθετί, πού ἀπομάκρυνε τόν νοῦ τους ἀπό τό Φῶς τό Ἀληθινό.

Ἅγιος Κασσιανὸς ὁ Ρωμαῖος 

Συνήθως ὁ διάβολος ἐξαπολύει τίς ἐπιθέσεις του μέ πολλή πανουργία



Πλάνες 

Συνήθως ὁ διάβολος ἐξαπολύει τίς ἐπιθέσεις του μέ πολλή πανουργία. Ἀποπειράθηκε, μάλιστα, νά πλανήσει ἀκόμα καί τόν ἴδιο τόν Θεάνθρωπο Χριστό, χρησιμοποιώντας χωρία τῆς Ἁγίας Γραφῆς ἀλλά δίνοντας τους κακόβουλη ἑρμηνεία (βλ. Ματθ. 4:1-10). Διέστρεψε, δηλαδή, τόν τέλειο λόγο τῆς Γραφῆς, δίνοντας του ἔννοια ἐντελῶς ἀντίθετη ἀπό τήν πραγματική...
Ὡς πλαστογράφος, λοιπόν, ὁ διάβολος μᾶς ἀπατᾶ μέ κάλπικα νομίσματα. Μᾶς σπρώχνει, γιά παράδειγμα, σέ ὑπερβολικές νηστεῖες ἤ σέ μακρές ἀγρυπνίες ἤ σέ ὑπέρμετρες προσευχές ἤ σέ ἀκατάλληλη γιά τά μέτρα μας ἀνάγνωση. Ἔτσι, μέ τό ἐξωτερικό σχῆμα τῆς ἀρετῆς μᾶς ὁδηγεῖ στήν κακία. Ὅλα αὐτά τά ἔργα εἶναι κίβδηλα καί ἀντίθετα πρός τό ἔργο τῆς σωτηρίας μας. Κι ἐνῶ στήν ἀρχή μᾶς φαίνονται ὠφέλιμα, στή συνέχεια μᾶς προκαλοῦν τέτοια ζημιά, πού δέν ἀντισταθμίζεται μέ τίποτα. 
Σέ κάποιον μοναχό ἐμφανιζόταν γιά ἀρκετό διάστημα ἕνας δαίμονας σάν ἄγγελος φωτεινός. Σέ κάθε ἐπίσκεψη του τό κελί φωτιζόταν, χωρίς νά ὑπάρχει ἀναμμένο λυχνάρι. Πλανήθηκε, λοιπόν, ὁ μοναχός ἀπό τίς ἀναρίθμητες ἐμφανίσεις τοῦ δαίμονα καί πίστεψε ὅτι αὐτός ἦταν ἅγιος ἄγγελος. Στό τέλος, ὁ διάβολος τόν διέταξε νά προσφέρει ὡς θυσία στόν Θεό τόν γιό του, ὁ ὁποῖος ζοῦσε μαζί του στό μοναστήρι, μέ τήν ὑπόσχεση ὅτι ἔτσι θά ἀποκτοῦσε τήν ἴδια ἀξία μέ τόν Ἀβραάμ. Εἶχε τόσο δελεασθεῖ ὁ μοναχός ἀπό τό ἐπιχείρημα τοῦ διαβόλου, πού, πράγματι, ἦταν ἕτοιμος νά κάνει φόνο. Ὁ γιός του, ὅμως, κατάλαβε ἔγκαιρα τά σχέδια τοῦ πατέρα του καί πρόλαβε νά δραπετεύσει. 

Ἀντιμετώπιση 

Για τήν ἀντιμετώπιση κάθε πειρασμοῦ καί κάθε δαιμονικῆς ἐπιθέσεως ἄς χρησιμοποιοῦμε τήν προσευχή, καταφεύγοντας στήν προστασία τοῦ Θεοῦ. Πολύ δυνατή καί ἀποτελεσματική εἶναι ἡ ἀδιάλειπτη ἐπίκληση: «Ὁ Θεός εἰς τήν βοήθειάν μου πρόσχες· Κύριε, εἰς τό βοηθῆσαί μοι σπεῦσον» (Ψαλμ. 69:2). Αὐτή ἡ σύντομη προσευχή εἶναι ἕνα ἀπόρθητο τεῖχος. Στή μάχη μέ τούς ἀόρατους ἐχθρούς μας ἄς χρησιμοποιοῦμε καί τά πνευματικά ὅπλα, τά ὁποῖα μᾶς προτείνει ὁ ἀπόστολος Παῦλος: τήν πίστη σάν ἀσπίδα, τήν ἀγάπη σάν θώρακα,
τήν ἐλπίδα τῆς σωτηρίας σάν περικεφαλαία καί τόν λόγο τοῦ Θεοῦ σάν ξίφος (βλ. Ἐφ. 6:16-17. Α' Θεσ. 5:8). Επίσης, ἄς μελετᾶμε συνεχῶς τίς Ἅγιες Γραφές· ἄς ταπεινώνουμε μέ τήν ἄσκηση τό σῶμα, κάνοντας μέ προθυμία ἀγρυπνίες καί νηστεῖες, ὥστε ὁ λογισμός μας νά περιφρονεῖ τά γήινα καί νά ἀσχολεῖται μέ τά οὐράνια.

Αγιος Κασσιανός ο Ρωμαίος 

Το ελάττωμα του “ιδίου θελήματος”



Ο διάβολος με κανένα άλλο ελάττωμα δεν οδηγεί τόσο στο βάραθρο της απώλειας τον άνθρωπο, όσο με το να τον πείσει να μην καταδέχεται να ρυθμίζει τη ζωή του σύμφωνα με τη διδασκαλία και τις υποδείξεις των Πατέρων, αλλά ν’ακολουθεῖ το δικό του θέλημα.
Γιατί αυτός που πορεύεται σύμφωνα με τη δική του κρίση και γνώμη, ποτέ δεν θα προχωρήσει με ασφάλεια, αλλά πολλές φορές θα σκοντάψει και θα πλανηθεί, και, βαδίζοντας λες συνεχώς μέσα στο σκοτάδι, θα αντιμετωπίσει κινδύνους πολλούς και φοβερούς.
Πρέπει να μάθουμε και τούτο, παίρνοντας παραδείγματα και από τις ανθρώπινες τέχνες και επιστήμες:
Αν δηλαδή εκείνες, που αφορούν πράγματα χειροπιαστά, δεν μπορούμε μόνοι μας να τις μάθουμε, αλλά έχουμε ανάγκη από κάποιον, που θα μας τις διδάξει σωστά και θα μας αναλύσει κάθε πλευρά τους, δεν είναι αφελές και ανόητο να νομίζουμε ότι την πνευματική τέχνη, που είναι απ’ όλες τις τέχνες και τις επιστήμες η πιο δύσκολη κι η πιο επίμοχθη, θα κατορθώσουμε να τη μάθουμε χωρίς δάσκαλο;
Γιατί δεν πρόκειται για τέχνη σωματική και ορατή, όπως είναι οι υπόλοιπες τέχνες, που ασχολούνται μόνο με σωματικά ζητήματα, πρόκειται για τέχνη κρυμμένη και αόρατη, καθώς αποβλέπει μόνο στην ψυχή και έχει σκοπό να την κάνει θεοειδή.
Η αποτυχία σ’ αυτή την τέχνη δεν προκαλεί πρόσκαιρη βλάβη, αλλά απώλεια της ψυχής και αιώνιο θάνατο και κόλαση.

Αγίου Κασσιανού Ρωμαίου