.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ανθρώπινες ιστορίες μετανοίας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ανθρώπινες ιστορίες μετανοίας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Ἀπελπίστηκες; Δόξα σοι ὁ Θεός!


Κ. Γ. Παπαδημητρακόπουλος

Εἶναι πολλοὶ οἱ δρόμοι, καλοί μου φίλοι, ποὺ ὁδηγοῦν στὴ λύτρωση καὶ στὴ σωτηρία. 

Ἕνας ἀπ’ αὐτοὺς εἶναι καὶ ὁ δρόμος τῆς … ἀπελπισίας! 

Ὁ Θεὸς σεβόμενος τὴν ἐλευθερία ποὺ μᾶς ἔδωσε, ἐπιτρέπει κάποτε νὰ βαδίσουμε ἀκόμη κι αὐτὸ τὸν δρόμο, προκειμένου νὰ Τὸν γνωρίσουμε! 

Νὰ τί θέλουμε νὰ ποῦμε …



Κάποιος νέος πῆγε σ’ ἕνα πνευματικό, γιὰ νὰ ἐξομολογηθεῖ. 

Τὸν πνευματικὸ αὐτὸ τὸν σεβόταν πάρα πολὺ καὶ τὸν ἤξερε ἀπὸ παιδί. 

Ὥς τὰ μαθητικά του χρόνια τὸν ἐπισκεπτόταν συχνά, ἄκουγε τί συμβουλές του, ἀκολουθοῦσε τὸ πνευματικὸ πρόγραμμα ποὺ τοῦ εἶχε ὁρίσει.

Ὅταν ὅμως ἔγινε φοιτητής, γοητευμένος ἀπ’ τὶς «χαρὲς» τοῦ κόσμου, παρασυρμένος ἀπ’ τὰ «ἔξυπνα» συνθήματα τοῦ 'στὺλ' «ἔτσι κάνουν ὅλοι», «γιατί ἐγὼ νὰ ἀποτελῶ ἐξαίρεση;», «τί θὰ ποῦν γιὰ μένα τὰ παιδιά;», «τὸ νὰ κάνω αὐτὸ κι ἐκεῖνο ἢ νὰ πάω ἐδῶ κι ἐκεῖ, ἔ δὲν ἔγινε καὶ τίποτα», «ὁ νέος πρέπει νὰ χαίρεται τὰ νιάτα του καὶ νὰ γλεντάει» κ.λπ., θεώρησε ἐχθρό του πλέον τὸν πνευματικὸ καὶ τὸν ἐγκατέλειψε μὲ μιᾶς!

Ἐκεῖνος δὲν ἔπαυσε νὰ ἐπικοινωνεῖ μαζί του, ἀλλὰ καὶ μὲ τοὺς γονεῖς καὶ τὰ ἀδέλφια του καὶ νὰ προσεύχεται γι’ αὐτὸν πολύ. 

Ὅμως τοῦτο τὸ παιδὶ χάραξε ἄλλο δρόμο. 

Αὐτὸν τῶν ἡδονῶν καὶ τῶν διασκεδάσεων! 

Τὰ ’βαλε καὶ μὲ τοὺς γονεῖς του καὶ μὲ ὅποιον προσπαθοῦσε νὰ τὸν συμβουλεύσει τὸ σωστό!

Ἑπόμενο ἦταν νὰ ἐγκαταλείψει καὶ τὶς σπουδές του καὶ νὰ «καταταγεῖ» στοὺς λεγόμενους «αἰώνιους φοιτητές». 

Κοιμόταν τὴν ἡμέρα γιὰ νὰ … γλεντᾶ τὴ νύκτα! 

Ἔνοιωσε καὶ τὴν σκληρὴ δοκιμασία τῆς λεγόμενης «ἐρωτικῆς ἀπογοήτευσης». 

Ἑπόμενο εἶναι! 

Ἔφθασε ὥς τὴν πόρτα τῶν ναρκωτικῶν, κατάντησε σωματικὰ καὶ ψυχικὰ ράκος!

Καὶ τότε ἔβαλε τέλος στὸν δρόμο τῆς … ἀπελπισίας! 

Ἀπὸ ἕνα συγκλονιστικὸ περιστατικὸ ποὺ τοῦ συνέβη, σκέφτηκε τὸν πνευματικὸ ποὺ εἶχε κάποτε. 

Τὸ πῆρε ἀπόφαση καὶ πῆγε νὰ τὸν συν­αντήσει. 

Κι ἐκεῖ μὲ πόνο ψυχῆς τοῦ εἶπε: «Γέροντα, ἀπελπίστηκα ἀπὸ ὅλα…»! Ἐκεῖνος τότε ἔκανε τὸν σταυρό του καὶ εἶπε: «Δόξα σοι ὁ Θεός»!

Τὸ γεγονὸς αὐτὸ θυμίζει βέβαια καὶ τὴν γνωστὴ παραβολὴ τοῦ ἀσώτου. 

Κι ἐκεῖνος ὁ νέος νόμιζε πὼς «δὲν περνοῦσε καλὰ» ἐκεῖ στὸ πατρικὸ σπίτι καὶ τὴν ὅλη θαλπωρὴ τοῦ πατέρα του κι ἤθελε νὰ βρεῖ τὸ καλύτερο, ὅπως νόμιζε, ἐκεῖ στὶς «χαρὲς» τοῦ κόσμου. 

Καὶ ὁ πατέρας του, σεβόμενος ἀπολύτως τὴν ἐλευθερία του, τὸν ἄφησε νὰ βαδίσει αὐτὸ τὸν δρόμο τῆς … ἀπελπισίας! 

Ἕνα σωτήριο δρόμο ποὺ τελικὰ τὸν ἔφερε πάλι στὴν ἀγκαλιά του!!

Ὁ Ἅγιος Ἰσαὰκ ὁ Σύρος λέει τοῦτο:

«Νὰ θυμᾶ­σαι πὼς σὲ κάθε ἡδονὴ ἀκολουθεῖ ἀηδία καὶ πίκρα»! 

Ὁπότε μέσα ἀπ’ αὐτὴν ἀκριβῶς τὴν ἀηδία καὶ τὴν πίκρα, ἀρχίζει ἡ σωτήρια ἀπελπισία! 

Μία ἀπελπισία ποὺ ἀμέσως μᾶς στρέφει στὴν πιὸ μεγάλη ἐλπίδα, τὸν Χριστό!

Εἶναι πάρα πολλὲς οἱ περιπτώσεις τῶν Ἁγίων ποὺ ἔφθασαν στὸν Χριστό, βαδίζοντας αὐτὸ τὸν δρόμο. 

Καὶ τόσο καλὰ τὸν βάδισαν, τόσο πολὺ … ἀπελπίστηκαν ἀπ’ αὐτόν, ποὺ στὸ τέλος ἔγιναν Ἅγιοι καὶ βρίσκονται πλέον αἰώνια μαζί Του.

Ἐνδεικτικὰ θὰ ἀναφέρουμε δύο περιπτώσεις.

Ἡ μία εἶναι τοῦ Ἁγίου Αὐγουστίνου. 

Ἀπὸ μικρὸς διακρινόταν γιὰ τὴν εὐφυΐα του.

Ὁ πατέρας του τὸν προόριζε γιὰ ρήτορα καὶ τὸν ἔστειλε νὰ σπουδάσει στὴν περίφημη Καρχηδόνα (371 μ.Χ.). 

Ἐκεῖ, μακριὰ ἀπ’ τοὺς γονεῖς του, ἰδιαίτερα ἀπ’ τὴν εὐσεβεστάτη μητέρα του, ἐπηρεάστηκε πολὺ ἀπ’ τὸ διεφθαρμένο περιβάλλον τῆς πόλεως, ἔζησε ἔκλυτο βίο καὶ σὲ ἡλικία μόλις 18 ἐτῶν ἀπέκτησε ἐξώγαμο παιδί! 

Ἔφθασε νὰ πέσει ἀκόμη καὶ στὴν αἵρεση (τῶν Μανιχαίων), στὴν ὁποία παρέμεινε μαχητικὸς ὀπαδὸς γιὰ ἑπτὰ χρόνια!!

Ἀπ’ ὅλα ὅμως ἀπογοητεύτηκε καὶ ἀπελπίστηκε, ἀκόμη καὶ ἀπὸ τὴν αἵρεση ποὺ ἀκολούθησε, γιὰ τὴν ὁποία πίστευε ὅτι θὰ τοῦ ἔλυνε ὅλα του τὰ προβλήματα!!!

Σὲ ἡλικία πλέον 32 ἐτῶν, ἄκουσε κάτι σὰν παιδικὴ φωνὴ νὰ τοῦ λέει ἐπίμονα: 

«Πάρε καὶ διάβασε»! 

Τότε ἄνοιξε τὴν Ἁγία Γραφὴ ποὺ ἔτυχε νὰ εἶναι δίπλα του, ἂν καὶ δὲν τὴν εἶχε σὲ καμμιὰ ὑπόληψη, γιατί τὴν θεωροῦσε κατώτερη τῶν φιλοσοφικῶν συγγραμμάτων ποὺ ὥς τότε μελετοῦ­σε καὶ σπούδαζε! 

Ὅπως γράφει ὁ ἴδιος, ἔπεσε σὲ τούτη τὴ φράση τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: 

«Ἡ διαγωγή μας ἂς εἶναι κόσμια, τέτοια ποὺ νὰ ταιριάζει στὸ φῶς. Ἂς πάψουν τὰ φαγοπότια καὶ τὰ μεθύσια, ἡ ἀσύδοτη καὶ ἀκόλαστη ζωή, οἱ φιλονικίες καὶ οἱ φθόνοι. 

Ντυθεῖτε τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ μὴ ἀφήνετε τὸν ἁμαρτωλὸ ἑαυτό σας νὰ σᾶς παρασύρει στὴν ἱκανοποίηση τῶν ἐπιθυμιῶν σας» (Ρωμ.13,13)

Τότε πῆρε σαφῶς τὸ μήνυμα! 

Ὅπως ὁ ἴδιος ἀναφέρει, δὲν ἤθελε νὰ δεῖ κάτι ἄλλο, οὔτε κι ἦταν ἀναγκαῖο. 

Ἔνοιωσε εἰρήνη μεγάλη, φῶς νὰ ξεχύνεται στὴν καρδιά του, καὶ νὰ φεύγει ὅλο τὸ σκοτάδι ποὺ τὸν περιέκλειε.

Ἀμέσως βαπτίστηκε μὲ τὸν 15χρονο γιό του, ἔγινε μοναχός, ἔπειτα ἱερέας καὶ ἀργότερα ἐπίσκοπος. 

Ἔζησε ἀσκητικά, ἀνέπτυξε πολὺ μεγάλο πνευματικὸ καὶ συγγραφικὸ ἔργο καὶ καταπολέμησε ἀποτελεσματικὰ τὶς αἱρέσεις. 

Τὰ κείμενά του εἶναι ὠκεανὸς σοφίας καὶ χάριτος ποὺ τὸν ἀνέδειξαν σὲ Πατέρα τῆς Ἐκκλησίας.

Ἡ ἄλλη περίπτωση εἶναι μὲ τὸν Ἅγιο Ἰουστῖνο, τὸν φιλόσοφο καὶ μάρτυρα. 

Μεγαλωμένος σ’ ἕνα καθαρὰ εἰδωλολατρικὸ περιβάλλον, προσπάθησε μέσα ἀπ’ τὴν μόρφωση καὶ τὴ γνώση νὰ βρεῖ τὴν ἀλήθεια καὶ νὰ λύσει τὰ μεταφυσικά του προβλήματα. 

Πρὸς τὸν σκοπὸ αὐτό, ὅπως ὁ ἴδιος περιγράφει στὸ ἔργο του «Διάλογος πρὸς Τρύφωνα», περιπλανιέται στὶς διάφορες φιλοσοφικὲς σχολὲς τῆς ἐποχῆς του.

Ἀρχικὰ ἀκολουθεῖ ἕνα φημισμένο στωϊκὸ φιλόσοφο. 

Ἂν κι ἔμεινε μαζί του ἀρκετὸ καιρό, μάταια περιμένει νὰ ἀκούσει κάτι οὐσιαστικὸ γιὰ τὸν Θεό. 

Τοῦ ἔλεγε μάλιστα πὼς δὲν εἶναι ἀναγκαία αὐτὴ ἡ γνώση!!

Τότε ἀπογοητευμένος τὸν ἐγκαταλείπει, γιὰ νὰ ἀκολουθήσει ἕνα ἄλλο περιπατητικὸ φιλόσοφο! 

Σ’ αὐτὸν ἡ ἀπογοήτευσή του ἔγινε ἀκόμη μεγαλύτερη, γιατί διαπίστωσε πὼς μέσα ἀπ’ τὴν χρηματικὴ ἀμοιβὴ ποὺ τοῦ ζητοῦσε καὶ τὴν εἶχε ἀναγάγει μάλιστα καὶ σὲ φιλοσοφία, δὲν ἦταν ἀληθινὰ φιλόσοφος!

Τὸν ἐγκαταλείπει κι αὐτόν, γιὰ νὰ ἀκολουθήσει ἕνα Πυθαγόρειο φιλόσοφο.

Ἐκεῖνος τοῦ συνέστησε νὰ μάθει μουσική, ἀστρονομία καὶ γεωμετρία. 

Ὅμως στὴν πορεία διαπίστωσε πὼς αὐτὸ ἀπαιτοῦσε πάρα πολὺ χρόνο καὶ θὰ εἶχε ἀβέβαιο ἀποτέλεσμα.

Ὁπότε κατέφυγε στοὺς φημισμένους Πλατωνικούς! 

Τοὺς ἀκολουθεῖ μὲ πολὺ ἐνθουσιασμό. 

Ἀκούει ἀπ’ αὐτοὺς γιὰ τὸν νοητὸ κόσμο, γιὰ τὴν θεωρία τῶν ἰδεῶν κ.λπ. καὶ πιστεύει πὼς μέσα ἀπ’ ὅλα αὐτὰ θὰ καταλήξει στὴ θέα τοῦ Θεοῦ! 

Οἱ Πλατωνικοὶ ἀρχικὰ τὸν ἱκανοποίησαν, δὲν τοῦ κάλυψαν ὅμως τὰ κενὰ τῶν ἀναζητήσεών του. 

Ὁπότε ἄρχισε καὶ πάλι νὰ ἀναζητᾶ τὸ τελειότερο ποὺ διαπίστωσε πὼς τελικὰ δὲν ὑπῆρχε!

Τὸν Χριστιανισμὸ οἱ φιλόσοφοι τὸν ἀντιμετώπιζαν μὲ σαρκασμὸ καὶ εἰρωνεία, τὸν θεωροῦσαν θρησκεία τῶν ἀγραμμάτων καὶ στοὺς πολλοὺς δὲν ἦταν συμπαθής, λόγῳ τῆς ἠθικῆς του αὐστηρότητας!

Ὡστόσο τὸν Ἰουστῖνο τὸν προβλημάτιζε πολὺ ἡ ἀνώτερη ζωὴ τῶν Χριστιανῶν, ὅπως ἡ καθαρότητα τῆς ζωῆς τους καὶ τὸ θάρρος μὲ τὸ ὁποῖο ἀντιμετώπιζαν τὸν θάνατο. 

Σκέπτεται πὼς κανένα φιλοσοφικὸ σύστημα δὲν μποροῦσε νὰ ἐξασφαλίσει οὔτε τὸ ἕνα οὔτε καὶ τὸ ἄλλο. 

Ἔτσι εἶδε τὸν χριστιανισμὸ ὡς τὴν ὑπέρτατη φιλοσοφία, ποὺ μπορεῖ νὰ ἀλλάξει πραγματικὰ τὸν ἄνθρωπο.

Ἀπὸ τὶς σκέψεις αὐτὲς ὁδηγεῖται στὸ νὰ γίνει Χριστιανὸς κι ὕστερα νὰ ἱδρύσει χριστιανικὴ φιλοσοφικὴ σχολὴ στὴ Ρώμη. 

Εἶχε ἡ σχολὴ αὐτὴ τέτοια ἐπιτυχία, ποὺ ἄδειασαν ὅλες οἱ ἄλλες φιλοσοφικὲς σχολὲς ἐξ αἰτίας της! 

Τότε ἀπὸ φθόνο τὸν κατήγγειλαν ὡς Χριστιανὸ στὸν ἔπαρχο τῆς Ρώμης καὶ ὁδηγήθηκε στὸ μαρτύριο τὸ 165 μ.Χ. μαζὶ μὲ ἕξι ἀπ’ τοὺς μαθητές του.

Ἔτσι στὸν Χριστιανισμὸ ὁ Ἰουστῖνος, πλήρως ἀπογοητευμένος ἀπ’ ὅλα τὰ φιλοσοφικὰ ρεύματα τῆς ἐποχῆς του, βρῆκε τὴν ἀληθινὴ φιλοσοφία καὶ τὴν ἀφοβία στὸν θάνατο. 

Βρῆκε τὸν ἀληθινὸ Θεό, μὲ τὸν Ὁποῖο πλέον ζεῖ αἰώνια.

Εἶναι ἀλήθεια πὼς ὁ Χριστὸς γοητεύει πολὺ τὸν κάθε ἄνθρωπο. 

Φαίνεται δὲ πὼς γοητεύει περισσότερο ἐκεῖνον ποὺ ἔχει ἤδη ἀπογοητευτεῖ καὶ πλήρως ἀπελπιστεῖ ἀπ’ ὅλα τὰ «πράγματα» τοῦ κόσμου. 

Γι’ αὐτὸ καὶ ἐπιτρέπει νὰ ἔλθουν ὅλες τὶς ἀπογοητεύσεις στὴ ζωή μας. 

Ὡστόσο δὲν εἶναι ἀνάγκη νὰ γευτοῦμε ὅλες τοῦτες τὶς ἀπογοητεύσεις. 

Αὐτὲς ποὺ εἶναι κατάμεστες ἀπὸ ἀηδία καὶ πίκρα! 

Ἡ ἐπανάσταση καὶ ἡ ἐξυπνάδα δὲν βρίσκονται στὸ νὰ τρέξουμε πρὸς συνάντησή τους, ἀλλὰ στὸ νὰ μείνουμε πιστοὶ ἐκεῖ στὴν ἀπερίγραπτη θαλπωρὴ τοῦ Πατέρα, μακριά τους…

Εφημερίδα Ορθόδοξος Τύπος

«Νoιώθω μέσα στην ψυχή μου πείνα και δίψα για το Θεό»


Συνομιλία με ένα μουσουλμάνο, που ασπάστηκε τον Χριστιανισμό

Ραλούκα Τενεσεάνου

«Όταν πρωτοήρθα σε μια ορθόδοξη εκκλησία, το έκανα μόνο για να δω μια αλλιώτικη παράδοση. Αλλά, όταν ξαναήλθα στην ορθόδοξη εκκλησία (τη ρωσική, στο Σαν Φρανσίσκο), μου συνέβη κάτι που δεν είχα βιώσει ξανά σε βουδιστικό ή άλλο ανατολικό ναό. Κάτι στην καρδιά μου μού έλεγε, ότι ήμουν στο σπίτι, ότι όλες οι αναζητήσεις μου, είχαν τελειώσει». Αυτά, είναι τα λόγια, ενός από τους μεγάλους πατέρες της εποχής μας, του πατρός της αγίας ζωής – ιερομονάχου Σεραφείμ (Ρόουζ), που έζησε στην Αμερική, στο μοναστήρι του Αγίου Γερμανού στην Πλάτινα της Καλιφόρνια. Ο σημερινός συνομιλητής μας, Αλέξιος, είναι πρώην μουσουλμάνος, ο οποίος, όπως κι ο πατέρας Σεραφείμ, έψαχνε την αλήθεια εδώ και πολύ καιρό. Και από τη στιγμή, που ανακάλυψε τον Χριστό μέσα στον εαυτό του, φθάνοντας μέσω της ορθής πίστης σ' Αυτόν, στην Ορθοδοξία, κατανόησε τα λόγια του Σωτήρα: «η αλήθεια θα σας ελευθερώσει» (Κατά Ιωάννην, Κεφ.8: 32). Αν και ο Αλέξιος έγινε ορθόδοξος μόλις πριν από ένα χρόνο, σε ηλικία μόλις 40 ετών, εντυπωσιάζει με την ΑΘΩΟΤΗΤΑ της ΠΙΣΤΗΣ του, μια ΕΙΛΙΚΡΙΝΗ ΑΓΑΠΗ για τον πλησίον του και για το Σωτήρα Χριστό.

– Γεννήθηκα μουσουλμάνος, ως παιδί έμεινα πεντάρφανος και μεγάλωσα με τα αδέλφια μου. Αυτά, είχαν αντίθετη ιδιοσυγκρασία από τη δική μου. Τους άρεσε να είναι έξω, στην κοινωνία, εγώ ήμουν απόκοσμος και κλειστός στον εαυτό μου. Δεν ήξερα καν για τον Κύριο, τον Χριστό, αλλά όταν άκουσα το λόγο του Θεού, άρχισα να μουδιάζω, να ψάχνομαι. ΤΟΝ ΕΨΑΧΝΑ ΠΑΡΑ ΠΟΛΥ. Όταν ήμουν μικρός, ήθελα να καταλάβω πού ήταν η αλήθεια και έψαχνα την αλήθεια, αλλά δεν ήξερα πού να τη βρω. Έχασα την ηρεμία μου, ανησυχούσα, δεν ήξερα πού να πάω, δεν ήξερα τι να κάνω για να βρω την αλήθεια. Μέσα στην άγνοιά μου, προσευχήθηκα, «Θεέ μου, βοήθησέ με να βρω την αλήθεια!» Σε ηλικία 20 ετών, βιώνοντας μια βαριά θλίψη, βρήκα τον Σωτήρα Χριστό – ή, πιο ορθά, ΑΥΤΟΣ ΜΕ ΒΡΗΚΕ. Τότε, αγόρασα σ’ ένα βιβλιοπωλείο, το βιβλίο «Η πορεία προς τον Χριστό» – ένα βιβλίο που άλλαξε τη ζωή μου. Λίγα χρόνια αργότερα, διάβασα τη Βίβλο. Αν και εντυπωσιάστηκα πολύ με την Καινή Διαθήκη, γιατί ανακάλυψα ξανά τον εαυτό μου σε αυτό το βιβλίο, ωστόσο ακόμα δεν έφτασα άμεσα στην Ορθοδοξία. Ήθελα κάτι, που να επιβεβαιώνει, ότι η αλήθεια βρίσκεται στην Ορθοδοξία. Κι ο Θεός, μου έδειξε πού είναι η αλήθεια, πέρυσι, στην αναταραχή που δημιουργήθηκε στα μέσα ενημέρωσης λόγω του προβλήματος των βιομετρικών εγγράφων. Γνώριζα πολύ καλά την Καινή Διαθήκη, γιατί την είχα διαβάσει πολλές φορές και είδα ότι οι προφητείες της Αποκάλυψης εκπληρώνονται σήμερα. Θεώρησα, ότι αυτό ήταν το σημάδι που περίμενα. Όταν ήμουν νεώτερος, ένας μοναχός μου έδωσε ένα βιβλίο, «Μην απαρνηθείτε τον Χριστό», γραμμένο από έναν μοναχό από το Άγιον Όρος. Αυτό το βιβλίο περιγράφει τα γεγονότα, που όλοι βιώνουμε σήμερα και τα οποία προετοιμάζονται για τον ερχομό του Αντιχρίστου και το σφράγισμα με το σημάδι του θηρίου. Έτσι, μετά την επιβεβαίωσή τους, έγινα ορθόδοξος και βαφτίστηκα.

– Έψαξες την αλήθεια και αλλού;

– Έχω διαβάσει πολλά για τη γιόγκα. Αλλά συνειδητοποίησα, ότι αυτή είναι μια μεγάλη παραπλάνηση, επειδή υπάρχει μια σημαντική διαφορά μεταξύ της γιόγκα και των θεϊκών διδασκαλιών της Αγίας Γραφής. Τη γιόγκα μόνο τη μελέτησα, ο Σωτήρας Χριστός με έσωσε από αυτή την εξάσκηση.

– Πώς συνέβη ο ερχομός σου στην πίστη;

– Όταν συνειδητοποίησα, πού ήταν η αλήθεια, πήγα στον πατέρα Αρσένιο (Παπατσιόκ) στο Τεκιργκιόλ (κοντά στην Κωστάντζα της Ρουμανίας) και μίλησα με αυτόν τον άγιο άνθρωπο εκεί. Μου δίδαξε τι έπρεπε να κάνω. Μου είπε να μιλήσω με τον ιερέα της ενορίας στην οποία ανήκω. Ακολούθησα τη συμβουλή του πατρός Αρσενίου και κατά τη διάρκεια της Σαρακοστής βαφτιστήκαμε εγώ και η κόρη μου. Συνήθιζα να πηγαίνω στην εκκλησία πολύ πριν βαφτιστώ. Άκουγα τις ιερές ακολουθίες, αλλά δεν έκανα τον Σταυρό μου. Πίστευα ότι, ως μουσουλμάνος, δεν έπρεπε να βάλω πάνω μου το σημείο του Σταυρού. Ο σατανάς με παρέσυρε με αυτή τη σκέψη και μόνο μετά το βάπτισμα άρχισα να κάνω τον Σταυρό μου.

– Άλλαξε η πνευματική σου κατάσταση μετά το βάπτισμα;

– Φυσικά, νοιώθω ότι ο Κύριος Χριστός είναι μαζί μου και με βοηθά. Τώρα νηστεύω, προσεύχομαι πρωΐ και βράδυ, και βλέπω ότι, ο,τιδήποτε ζητώ από τον Σωτήρα μου, με ακούει και εκπληρώνει την προσευχή μου. Πρόσφατα, ο Θεός ήθελε να δοκιμάσει την πίστη μου μέσω της συζύγου μου, η οποία υπέφερε από μια ασθένεια. Προσευχήθηκα για την υγεία της και τη θεράπευσε. Κοιτάζοντας πίσω σε αυτά τα 20 χρόνια αναζήτησης, βλέπω ότι ο Θεός δεν με εγκατέλειψε ποτέ. Την εποχή που ήμουν μουσουλμάνος, δεν διάβαζα τις προσευχές που γνωρίζουν όλοι οι χριστιανοί, όπως το «Πάτερ ημών» και το «Πιστεύω», αλλά προσευχόμουν όπως μου υπαγόρευε η καρδιά μου – και κάθε φορά, ο Θεός εκπλήρωνε το αίτημά μου. Σήμερα, πολλοί προσεύχονται στο Θεό για να τους δώσει Αυτός χρήματα, ευημερία ή ζητούν τέτοια πράγματα που είναι απαράδεκτα γι' Αυτόν. Κι εγώ προσεύχομαι να δίνει υγεία, σε μένα και την οικογένειά μου και να μας κρατήσει σταθερούς στην ορθή πίστη, ώστε να μην παρεκκλίνουμε από αυτήν. Στις εποχές που ζούμε, είναι σημαντικό να παραμείνουμε σταθεροί στην αληθινή πίστη.

– Πώς έγινε η βάπτισή σου;

– Ο ιερέας, στην εκκλησία όπου βαφτίστηκα, μου είπε να επιλέξω έναν Άγιο του οποίου η μνήμη γιορτάζεται λίγο πριν από την ημέρα που θα τελεστεί το μυστήριο. Άρχισα να ανησυχώ: ποιον Άγιο να επιλέξω ως προστάτη μου; Στις 17 Μαρτίου, λίγες μέρες πριν από το βάπτισμα, άκουσα κάποιους να μιλούν για τον Άγιο Αλέξιο, έναν άνθρωπο του Θεού, με άγγιξαν η τέλεια ταπεινοφροσύνη και τα κατορθώματά του κι αποφάσισα να πάρω το όνομα Αλέξιος στο βάπτισμα. Το βάπτισμα έγινε σύμφωνα με την ορθόδοξη ιεροτελεστία, φορούσα ένα λευκό πουκάμισο και ο ιερέας με βούτηξε στην κολυμβήθρα τρεις φορές. Δεν συνειδητοποίησα αμέσως τη σημασία αυτού του ιερού μυστηρίου, αλλά με την πάροδο του χρόνου ένοιωσα την επίδραση της χάριτος του Αγίου Πνεύματος. Αλλάζεις σχεδόν τα πάντα, αλλά αυτή η αλλαγή συμβαίνει σταδιακά. Έχω μια τέτοια δίψα και πείνα για τον Θεό αυτή τη στιγμή, ώστε όταν πηγαίνω σε κάποιο ορθόδοξο βιβλιοπωλείο, μου φαίνεται, ότι θα αγόραζα όλα τα βιβλία εκεί. Διαβάζω και ξαναδιαβάζω τη Βίβλο και κάθε φορά την κατανοώ όλο και πιο βαθιά. Υπάρχει κάποιο είδος μαγνήτη στην ψυχή μου που με προσελκύει προς το λόγο του Θεού…

– Μίλησες για το μυστήριο του βαπτίσματος. Πώς επηρέασαν την ψυχή σου τα μυστήρια της εξομολόγησης και της θείας κοινωνίας;

– Χωρίς εξομολόγηση και θεία κοινωνία, δεν μπορείς να φτάσεις στη Βασιλεία του Θεού. Εξαπατώνται, όσοι πιστεύουν, ότι πηγαίνοντας συχνά στην εκκλησία και κάνοντας καλές πράξεις, αυτό αρκεί για να σωθούν. Δεν υπάρχει άνθρωπος χωρίς αμαρτία και μόνο ο Σωτήρας, μας καθαρίζει με το αίμα και το σώμα Του, τα οποία λαμβάνουμε στη Θεία Κοινωνία. Ο Σωτήρας κατέβηκε στους ανθρώπους και μέσω της Ενανθρώπισής Του, η Σταύρωση και η Ανάστασή Του μας απελευθέρωσαν από τα δεσμά της αμαρτίας. Αν Αυτός δεν είχε έρθει, θα είχαμε πεθάνει εν μέσω των αμαρτιών μας και θα ήμασταν σκλάβοι αυτών των αμαρτιών. Επομένως, η συχνή εξομολόγηση και κοινωνία είναι απαραίτητες για να απελευθερωθούμε από τα δεσμά των αμαρτιών, που μας κρατούν μακριά από τον Ύψιστο. Όσο πιο άξια λαμβάνεις τη Θεία Κοινωνία, τόσο καλύτερα καθαρίζεις τον εαυτό σου εσωτερικά. Η ψυχή είναι σαν αμπέλι: όσο καλύτερα την καθαρίζεις, τόσο πιο όμορφη είναι, τόσο καλύτερα μεγαλώνει. Όσο καλύτερα καθαρίζεις την ψυχή σου με την εξομολόγηση και την Θεία Κοινωνία, τόσο περισσότερο αισθάνεσαι, ότι είσαι πιο σταθερός στην πίστη και πιο κοντά στον Χριστό. Μεγαλώνοντας με την πίστη, δεν σκέφτεσαι πλέον τόσο πολύ τα υλικά, αλλά βάζεις τα πνευματικά σε προτεραιότητα.

– Ο Χριστός, μας καλεί όλους στη σωτηρία. Αλλά, υπάρχουν άνθρωποι ανάμεσά μας, που δεν ακούνε το κάλεσμά Του...

– Έχω δει, ότι όταν ένα άτομο βρίσκεται σε στενοχώρια, τότε σκέφτεται περισσότερο για το Θεό. Ένα άτομο αναζητά τον Θεό, όταν επέρχεται η θλίψη πάνω του. Και γνωρίζω πολλούς ανθρώπους, που δεν πιστεύουν και λόγω των θλίψεων τους, έχουν αλλάξει εντελώς και έχουν γίνει καλοί χριστιανοί. Θα ήταν καλό, εάν οι πλημμύρες που έπληξαν τη χώρα μας να κάνουν όλο και περισσότερους ανθρώπους να προβληματιστούν... αν σκέφτονταν τις εντολές του Θεού, θα έβλεπαν τη σχέση μεταξύ αυτών των καταστροφών και των μεγάλων αμαρτιών που συμβαίνουν μεταξύ των ανθρώπων, όπως της μοιχείας, της πορνογραφίας και της ομοφυλοφιλίας, που προκαλούν τη δίκαιη οργή του Θεού. Υπάρχουν πολλά παραδείγματα στη Βίβλο, από τα οποία βλέπουμε, ότι από την αρχή της δημιουργίας του κόσμου, ο Θεός τιμώρησε τους ανθρώπους για ανυπακοή και για μια ζωή που περνούσαν στην ακολασία.

– Ποια παραβολή από την Καινή Διαθήκη σε εντυπωσιάζει περισσότερο;

– Μου αρέσει ιδιαίτερα η παραβολή των Δέκα Παρθένων: οι πέντε μυαλωμένες, που είχαν λάδι στα λυχνάρια τους και οι πέντε άμυαλες, που δεν είχαν λάδι στα λυχνάρια τους. Τα λυχνάρια είναι η πίστη και το λάδι είναι η προσευχή και οι καλές πράξεις. Εάν δεν έχεις λάδι στο λυχνάρι, δεν ανάβει. Δηλαδή, αν δεν κάνεις προσευχή και καλές πράξεις, δεν δίνεις ελεημοσύνη, δεν βοηθάς ένα άτομο που έχει πρόβλημα, η πίστη σου είναι νεκρή. Έτσι, πρέπει να προσευχόμαστε και να βοηθάμε όσους βρίσκονται κοντά μας να ρίξουν λάδι στο λυχνάρι τους. Αυτό το λάδι είναι το φως σου, που σε οδηγεί στον Χριστό. Η πίστη πρέπει να συνδυάζεται με προσευχή και καλές πράξεις. Με χαροποιεί, όταν ένας φτωχός έρχεται σε μένα και μου ζητάει κάτι, γιατί ανακαλύπτω το Χριστό μέσα του. Ο Σωτήρας, μας λέει ξεκάθαρα, τι θα ζητήσει Αυτός από εμάς την ημέρα της κρίσης: «Γιατί πεινούσα και μου δώσατε να φάω, διψούσα και μου δώσατε να πιώ, ήμουν ξένος και με δεχτήκατε, ήμουν γυμνός και με ντύσατε» (Κατά Ματθαίον, κεφ.25:35–36). Που σημαίνει, ότι αν θέλεις να σωθείς, πρέπει να βοηθήσεις πολλούς.

– Πολλοί φοβούνται το τέλος του κόσμου, φοβούνται ότι δεν θα αντέξουν αυτή τη δοκιμασία. Εσύ;

– Δεν φοβάμαι το τέλος του κόσμου. Τουναντίον, τότε θα φανεί ποιος είναι στην ορθή πίστη και ποιος είναι στην Αλήθεια. Νομίζω ότι αν η ψυχή σου είναι αγνή και συμφιλιωμένη με το Θεό, δεν έχεις τίποτα να φοβηθείς. Τι ομολογούμε στο Σύμβολο της Πίστεως; «Ομολογώ ανάσταση νεκρών και ζωήν του μέλλοντος αιώνος». Εκεί, στη Βασιλεία των Ουρανών, θα υπάρξει μια ζωή με τον Χριστό, φωτεινή, καθαρή και εντελώς διαφορετική από αυτή που ζούμε τώρα. Και οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί ελπίζουν σε αυτή τη ζωή. Γνωρίζω, ότι πολύ δύσκολες στιγμές θα έρθουν σύντομα. Θέλω, ο Θεός να μου δώσει τη δύναμη να γίνω ομολογητής όταν Αυτός το θελήσει. Ενόσω εγώ, εμβαθύνω την πίστη μου και μελετώ το Ευαγγέλιο, για να αντλήσω δύναμη και να ομολογήσω. Ξέρω, ότι δεν θα μπορέσω να το κάνω μόνος μου, αλλά μόνο εν μέσω της ενότητας, που δημιουργεί η Εκκλησία.Στην αποκάλυψη αναφέρεται, ότι όταν έρθει ο αντίχριστος, θα υποδυθεί το Σωτήρα και θα παραπλανήσει πολλούς. Αν ζω εκείνη την εποχή, θέλω να μου δοθεί η δύναμη να πω στους ανθρώπους, ότι ο αντίχριστος είναι ψεύτης, να τους πω ποια είναι η Αλήθεια.

– Έχεις ομολογήσει στα αδέλφια σου, ότι έχεις γίνει ορθόδοξος;

– Προετοιμάζομαι γι αυτή τη ώρα. Βλέπουν Σταυρούς και εικόνες στο σπίτι μου και στο αυτοκίνητό μου, αλλά δεν τους έχω πει ακόμα για τη βάπτισή μου. Περιμένω την κατάλληλη στιγμή για να τους πω για την αλλαγή μου, προς όφελός τους.

– Κι αν σε ρωτήσουν, θα το αρνηθείς αυτό;

– Όχι. Θα τους πω την αλήθεια πρόσωπο με πρόσωπο. Μάθετε, ότι θα έρθει η ώρα και ήδη δεν έμεινε πολύς καιρός γι αυτό, που πολλοί μουσουλμάνοι και εβραίοι θα έρθουν στην αλήθεια – στον Χριστό. Υπήρχαν ήδη, μερικοί άνθρωποι, μεταξύ αυτών των λαών, που δέχτηκαν την Ορθοδοξία – δεν είναι πολλοί, είναι αλήθεια, αλλά το βλέπω αυτό μόνο ως την αρχή. Προσεύχομαι στον Θεό να φωτίσει κι άλλους, όπως φώτισε κι εμένα και να τους οδηγήσει από το σκοτάδι στο Φως, από τον θάνατο στην Ζωή.

Ραλούκα Τενεσεάνου
Μετέφρασε από τα ρουμανικά η Ζηναϊδα Πεϊκόβα
Μετάφραση για την πύλη gr.pravoslavie.ru: Κωνσταντίνος Θώδης
Περιοδικό «Familia Ortodox» 2010, № 19


5/23/2023
https://gr.pravoslavie.ru/153783.html


Μαρτυρία Ρωσίδoς. Πήγα στόν άλλο κόσμο καί Είδα Δαίμονες καί Ε Κ Ε Ι Ν Ο Ν, που μου Αποκρίθηκε!


ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΡΩΣΙΔOΣ. 
-ΠΗΓΑ ΣΤΟΝ ΑΛΛΟ ΚΟΣΜΟ ΚΑΙ ΕΙΔΑ ΔΑΙΜΟΝΕΣ ΚΑΙ Ε Κ Ε Ι Ν Ο Ν, ΠΟΥ ΜΟΥ ΑΠΟΚΡΙΘΗΚΕ!

Σπύρος Μακρής

Μερικές ιστορίες μεταθανάτιων εμπειριών είναι τόσο ανατριχιαστικές! 

Αν και επιστημονικά δεν έχει αποδειχθεί πως πράγματι κάποιος ταξιδεύει σε έναν άλλο τόπο, όπως ο Παράδεισος ή η Κόλαση, η αφήγηση κάποιων από όσους τα έζησαν έχουν ένα τεράστιο συναρπαστικό ενδιαφέρον. 

Η μαρτυρία μιας Ρωσίδας, της Oleneva Lyubov Mikhailovna, αποτελεί μία από τις πιο χαρακτηριστικές ιστορίες που μου έχουν ποτέ αφηγηθεί, ανάμεσα σε όσες έχω διαβάσει που πέθαναν και μετά από λίγο επανήλθαν και πάλι στη ζωή. 

Όσα μου είπε για τη μεταθανάτια εμπειρία που ισχυρίζεται ότι βίωσε είναι συγκλονιστικά.

Πήγα στον άλλο κόσμο και γύρισα, μου είπε. Ήμουν εντελώς άθεη και άθρησκη. 

Δεν έβρισκα κάποιο νόημα σε όλα αυτά, ειδικά όταν κάθισα γύρω στα 16 μου και διάβασα την Αγία Γραφή. Όμως, πως να το πω, εκεί που βρέθηκα, νομίζω ότι είδα Εκείνον που με οδήγησε πίσω στο να ζήσω ξανά και πάλι. 

Αλλά ας τα πάρουμε όλα από την αρχή.

Αρρώστησα από καρκίνο. Είχα κάνει ό,τι χρειαζόταν, όλες τις θεραπείες και αγωγές που σύστησαν οι γιατροί. Θεραπευόμουν για ένα διάστημα και μετά το σώμα μου βυθιζόταν ξανά στον καρκίνο. Κάθε φορά πιο επιθετικός από την προηγούμενη. 

Ώσπου μια μέρα, σε μια σοβαρή εγχείρηση, πέθανα. Το έδειξαν τα μηχανήματα, το είπαν οι γιατροί. Όμως εγώ δεν αισθανόμουν νεκρή. 

Έβλεπα τους γιατρούς από πάνω μου που έδιναν διάφορες εντολές για μένα, προκειμένου να με μεταφέρουν κάπου αλλού. Μόνο που ένιωθα κρύο, όσο περνούσε η ώρα κρύωνα όλο και περισσότερο.

Ξαφνικά, σα να βγήκα από το σώμα μου. Σα να αιωρούμουν πάνω από τους γιατρούς, πάνω από το φαινομενικά άψυχο σώμα μου, με το οποίο με συνέδεε κάτι σαν λαμπερός ομφάλιος λώρος. 

Τώρα είχα τρομοκρατηθεί. Έβλεπα με μεγάλο φόβο και τρόμο να λένε οι γιατροί να ειδοποιήσουν την οικογένειά μου και να με οδηγήσουν στα ψυγεία. Αυτή η σκέψη με τρόμαξε περισσότερα από όλα. 

Δεν ξέρω γιατί. Το είχα κάνει εικόνα και δεν μου άρεσε. Τότε συνειδητοποίησα ότι αν και πεθαμένη μπορούσα να σκέφτομαι. Αντέδρασα. Θύμωσα. 

Οργίστηκα που ενώ ήμουν ζωντανή, δεν ήμουν για τους γιατρούς και τα μηχανήματά τους.

Εντελώς απροσδόκητα, από τις προσπάθειές μου να ταρακουνήσω τους γιατρούς, ή για κάποιον άλλο λόγο, κάτι με ρούφηξε. Έτσι αισθάνθηκα. Βρέθηκα ψηλά, έξω και πάνω από το νοσοκομείο. 

Έβλεπα όλη την πόλη. Ένιωθα ότι είχα μία συνοδεία, δεξιά και αριστερά μου, αλλά δεν έβλεπα κανέναν. Με μιας όλα σκοτείνιασαν και μερικές στιγμές αργότερα πλούσιο φως ερχόταν από παντού. 

Πορτοκαλί, μπορντό, ροζ. Όλες οι αποχρώσεις του κόκκινου. Του κόκκινου της φωτιάς, της πυρκαγιάς, της λάβας. Τρομακτικές φιγούρες ανθρώπων παντού. Μου φάνηκε ότι με τριγυρνούσαν απειλητικά. 

Το μυαλό μου ζωντάνευε στα μάτια μου εικόνες που δεν ήξερα αν υπήρχαν πραγματικά. Αλλά αν υπήρχαν ήταν δαίμονες. Αισθανόμουν να βυθίζομαι στην άγρια παρέα τους ενώ μου δημιουργούσαν τον πιο οδυνηρό τρόμο που μπορούσα να φανταστώ.

Είναι από το ταξίδι. Είναι προσωπικοί σου φόβοι από το ταξίδι σου στην άλλη ζωή. Δεν ξέρω πως μου ήρθαν αυτές οι σκέψεις, σαν απαντήσεις για το τι μου συνέβαινε. Σαν κάποιος να τις τοποθέτησε στο μυαλό μου, σα να ήθελε να με καθησυχάσει. 

Πολύ γρήγορα, έφυγαν αυτές οι φρικτές παρουσίες και βρέθηκα σε ένα πολύ γαλήνιο τοπίο. Ήταν σαν λιβάδι, μέσα στο μυαλό μου. Τότε είδα τη φιγούρα ενός άντρα να με πλησιάζει. 

Είχε μακριά μαλλιά και γένια. Δεν θυμάμαι το πρόσωπό του, αλλά ήταν τόσο όμορφο. Νομίζω ότι φορούσε μια κάπα ή λευκά άμφια ιερέα. 

Για κάποιο λόγο μου θύμισε αγιογραφίες που απεικόνιζαν τον Ιησού, αλλά όχι θλιμμένο ή αυστηρό. Μου ήρθαν, επίσης, εικόνες από ηθοποιούς που έπαιξαν το ρόλο του Ιησού. Ήταν σαν το μυαλό μου να μου έπαιζε διάφορα παιχνίδια.

Μου χαμογέλασε. Ένιωσα τεράστια ανακούφιση! Δεν μπορώ να το περιγράψω. Στο βάθος πίσω του, μια άλλη φιγούρα, μου χαμογέλασε και εκείνη. 

Ήταν γυναίκα. Τουλάχιστον έτσι νόμιζα. Αν και ήμουν άθεη και άθρησκη θα ορκιζόμουν πως έβλεπα την Παναγία και τον Ιησού Χριστό να μου γνέφουν να επιστρέψω πίσω στη Γη. 

Με μιας λούστηκα και πάλι στο φως. Ένιωσα κάτι να με ρουφάει, αλλά όχι για να με τραβήξει. Αυτή τη φορά ήταν για να με σπρώξει. 

Σε ελάχιστα δευτερόλεπτα βρέθηκα σε ένα μισοσκότεινο δωμάτιο να αντικρύζω νεκρά σώματα πεθαμένων, όλα σκεπασμένα με ένα σεντόνι. 

Σε ένα από αυτά πρόσεξα τον λαμπερό ομφάλιο λώρο που με συνέδεε μαζί του. Χωρίς να χάσω χρόνο, έσπευσα και βούτηξα στο σώμα μου, λες και θα μου προσέφερε την απόλυτη ασφάλεια που είχα μεγάλη ανάγκη να νιώσω, από το χώρο του νεκροτομείου όπου μάλλον βρισκόμουν.

Αμέσως, μόλις ένιωσα άνετα και πάλι στο σώμα μου, άρχισα να επεξεργάζομαι το κορμί μου για το πως να το κάνω να ξαναζωντανέψει. 

Τότε, τα φώτα άναψαν και μπήκαν μέσα δύο άντρες με άσπρες ιατρικές ποδιές. Το πρώτο πράγμα που πρόσεξαν ήταν πως το σεντόνι που με είχαν αφήσει σκεπασμένη είχε πέσει στο πάτωμα και ότι το γυμνό σώμα μου δεν ήταν ανάσκελα όπως το είχαν τοποθετήσει. 

Ήταν γυρισμένο στο πλάι, σα να προσπαθούσε να σηκωθεί. Έπιασαν το σφυγμό μου και κατάλαβαν πως ήμουν ζωντανή, αλλά εντελώς αδύναμη για να σηκωθώ και να περπατήσω.

Με πήγαν πίσω στο δωμάτιό μου. Ήρθαν γιατροί, με σύνδεσαν με μηχανήματα, οξυγόνα και ορούς. 

Τους άκουσα να λένε πως πέρασα κάποιο είδος νεκροφάνειας, αλλά εκείνο που τους εντυπωσίασε ήταν πως φαινόμουν υγιέστατη. 

Μετά από πολλές εξετάσεις, μερικές ημέρες αργότερα, οι γιατροί με μεγάλη απορία αποφάνθηκαν στην οικογένειά μου ότι στο σώμα μου δεν υπήρχε πια καρκίνος. 

Δεν ξέρω πως έγινε αυτό. 

Ούτε οι γιατροί ήξεραν. 

Από τότε δεν αρρώστησα ποτέ ξανά.



Ήμουν στο Λονδίνο, αισθάνθηκα μιά φωτιά να κατεβαίνη από ψηλά... εισχώρησε μέσα μου όπως ένα δυνατό φως


''Ήμουν στο Λονδίνο κι αισθάνθηκα μιά φωτιά να κατεβαίνη από ψηλά… εισχώρησε μέσα μου όπως ένα δυνατό φως και μιά γλυκιά θερμή πνοή… ολοφώτεινη σαν τον ήλιο του μεσημεριού''

«Ήταν Σάββατο, 19 Οκτωβρίου 1934. Την ημέρα αυτή η Εκκλησία μας εορτάζει τον προφήτη Ιωήλ, ο οποίος προφήτευσε... ότι ο Θεός, όταν έλθη ο Μεσαίας, θα εκχέη το Πνεύμα Του το Άγιο, επί πάσαν σάρκαν, επί τους δούλους Του.

Στην Παλαιά Διαθήκη παρατηρούμε ότι το Άγιο Πνεύμα εδίδετο μόνο σε τρεις τάξεις ανθρώπων: στους Ιερείς, στους Βασιλείς και στους Προφήτες.

Το αντίθετο προκύπτει από την Καινή Διαθήκη. Με το Βάπτισμα και κατόπιν με το Χρίσμα, λαμβάνουμε όλοι το Πνεύμα το Άγιο, σύμφωνα με την εντολή τού Θεού, ”πληρούσθε διά Πνεύματος", πού πρέπει να αγωνιζόμασθε διαρκώς ώστε, με τη βοήθεια του Παντοδυνάμου, να διατηρήται μέσα μας και να αυξάνεται.

Όμως, μέχρι τότε, γιά μένα ήταν άγνωστο και εντελώς αδιάφορο αν συμβαίνη αυτό, γιατί, όπως έχω πει επανειλημμένους, εγώ μεγάλωσα κάτω από την επίδρασι άλλων άσχετων ιδεών. Καθοδηγούμενη από μιά έμφυτη έντονη κλίσι στα μαθηματικά είχα προσανατολίσει το μυαλό μου σε στόχους καθαρά πρακτικούς γι’ αυτό, άλλωστε, σπούδασα θετικές επιστήμες, στην Αθήνα, στο Λονδίνο και τη Βιέννη, με συνέπεια να μη μπορώ να δεχθώ και να πιστέψω, τίποτε αν δεν είχα αποδείξεις.

Ήμουν άθεη, δεν πίστευα σε τίποτε και σε κανένα.Θρησκεία μου ήταν η επιστήμη. 

...αλλά και αυτής, ακόμη, τα πορίσματα δεν τα δεχόμουν θεωρητικά και ατεκμηρίωτα. Τα δεχόμουν μόνο με αποδείξεις στο εργαστήριο, μετά από το πείραμα και το δοκιμαστικό σωλήνα. 

Ακόμη κι όταν κάποτε μου τέθηκε το υπαρξιακό ερώτημα: —Ποιος είναι ο σκοπός της ζωής, ποιος είναι ο προορισμός του ανθρώπου, από που ερχόμασθε, που πηγαίνουμε:

Και πάλι η απάντησί μου ήταν: —Δεν με ενδιαφέρει, ούτε έχω χρόνο να το ψάξω το θέμα, εγώ δεν έχω χρόνο να διαθέσω έξω από τις σπουδές μου, ούτε πιστεύω και γιατί άλλωστε να πιστέψω;

Είχε περάσει αρκετός καιρός από τότε πού εγκαταστάθηκα στο Λονδίνο και εν τω μεταξύ είχα γνωρισθή... με την οικογένεια Πελεκάνου και με άλλους εκλεκτούς χριστιανούς αλλά και ιερωμένους όπως ο πρωθιερέας της Αγίας Σοφίας Μιχαήλ Κωνσταντινίδης και ο πατέρας Ιάκωβος και συμμετείχα κάθε Σάββατο στις συγκεντρώσεις τους.

Σ’ αυτές δεν πήγαινα, βέβαια, επειδή πίστευα αλλά γιατί μέσα εκεί, σε μιά ήρεμη ατμόσφαιρα αισθανόμουν και εγώ ήρεμη. ’Άκουγα, πάντως, με προσοχή τα αναγνώσματα, και τις συζητήσεις τους, παρακολουθούσα τη συμπεριφορά τους και κάθε φορά, όλο και περισσότερο, με εντυπώσιαζε η γαλήνη στα πρόσωπα καθώς και η πραότητα και ταπεινοφροσύνη τους.

Αρκετές φορές, εκεί, σ’ εκείνο το περιβάλλον, ανάμεσα σ’ αυτούς τους ανθρώπους, έκανα τη σκέψι: "αν υπάρχη κάπου η Αλήθεια αυτή μπορεί να είναι στο Χριστιανισμό". Και κάποια άλλη ακόμη: ’Αν το καλοσκεφθή κανείς το λεγόμενο υπαρξιακό πρόβλημα είναι το πρώτο το οποίο πρέπει να λύση ο άνθρωπος".

Αυτό ήταν γιά μένα καθοριστικό: Δηλαδή, το ότι το υπαρξιακό εμφανιζόταν ως "πρόβλημα", ήταν αρκετό να αρχίση κάποτε, να με κεντρίζη. ’Από τη φύσι του μαθηματικός ο νους μου ερεθίσθηκε αμέσως υπό την ιδέα της έρευνας, με αποτέλεσμα να θέλω κατόπιν να διαβάζω πλήθος βιβλίων άλλων υπέρ και άλλων κατά τού χριστιανισμού. Και τούτο γιατί με ενδιέφερε με την αντιπαράθεσι να διαμορφώσω, ανεπηρέαστη, μιά αντικειμενική γνώμη την οποία θα υποδεχόταν η λογική μου.

Αλλά, και η λογική, από τη φύσι της με οδηγούσε ως ένα σημείο παραδοχής: “ότι κάποια αλήθεια υπάρχει προφανώς στο χριστιανισμό", όμως, εκεί σταματούσε, αδύναμη να προχωρήση πιό πέρα. Η εσωτερική επιθυμία μου και, μάλιστα, γιά να γνωρίσω την Αλήθεια, δεν ήταν αρκετή, αφού στην πραγματικότητα η ψυχή μου, διαποτισμένη με την αδιαφορία και την άρνησι, περί άλλα ετυρβάζετο καίτοι ενός είχε χρείαν.

Έτσι, άρχιζε πάντα τα Σάββατα, ο εσωτερικός διχασμός, η σύγκρουσι, η αγωνία. Κάποτε, σε μιά στιγμή έντονης ανάγκης να λυτρωθώ από το επώδυνο συναίσθημα της μοναξιάς και του απύθμενου κενού, βλέποντας τους άλλους να προσεύχωνται, όλοι μαζί, δάκρυσα από το παράπονο και είπα μέσα μου: 

"Θεέ μου, αν υπάρχη σε σένα η Αλήθεια σε παρακαλώ, αποκάλυψέ την, γιατί αλλιώς δεν μπορώ να πιστέψω".

Όπως κάθε Σάββατο, βράδυ, έτσι κι εκείνο της 19ης Οκτωβρίου 1934 βρέθηκα στο σπίτι του Πελεκάνου. Ο οικοδεσπότης με είχε στα δεξιά του. Είχε αρχίσει από αρκετή ώρα να διαβάζη αποσπάσματα από την Αγία Γραφή και στη συνέχεια το Ευαγγέλιο της Κυριακής.

Από την ίδια στιγμή είχε αρχίσει και τούτη τη φορά να με βασανίζη αυτή η ανυπόφορη εσωτερική πάλη των αντιφατικών συλλογισμών και των αλληλοσυγκρουόμενων συναισθημάτων, πού κατέληγε σε ανελέητο ροκάνισμα της ψυχής μου, από αμφισβητήσεις, αμφιβολίες, απορίες. 

Ήταν ένα άγριο κονταροχτύπημα δυνάμεων τις οποίες δεν μπορούσα να πειθαρχήσω. Και αμέσως κατάλαβα οριστικά και χωρίς ενδοιασμό ότι δεν άντεχα άλλο πιά, και είπα στον εαυτό μου. 'Έσύ, τί κάθεσαι και ακούς τόση ώρα, αφού δεν πιστεύεις; Τί βρίσκεις εδώ μέσα; Γιατί δεν σηκώνεσαι να φύγης;".

Και τότε, ξαφνικά...

Εδώ σταμάτησε, η Χρύσω την αφήγησι και πήρε μιά βαθιά ανάσα. Με κύτταξε στα μάτια και με ρώτησε αν με κούρασε. Ύστερα πήρε κι άλλες πολλές από εκείνες τις χαρακτηριστικές αναπνοές, πού συνοδεύονταν από τα γνωστά μικρά βηχάκια όταν ήθελε, πριν μιλήση, να καθαρίση τη φωνή της. 

Όση ώρα αφηγείτο είχα τη βεβαιότητα ότι είχε γυρίσει 60, περίπου, χρόνια πίσω στο Λονδίνο, στο σπίτι του Πελεκάνου και ξαναζούσε την εμπειρία εκείνης τής βραδιάς.

Με παρέσυρε και μένα και την ακολούθησα στην αναδρομή της καθώς μου μετέδιδε σε μιά νοερή οθόνη ότι ένοιωθε, ότι έζησε τότε... Δεν ξέρω τί παρατήρησε στο πρόσωπό μου και μου είπε:
—Ηρεμήσθε...

Δεν θυμάμαι να είχα ξαναδεί αυτή την έκφραση της, αυτό το βλέμμα και το ύφος πού μαρτυρούσαν, τώρα, σε αντίθεσι με το τότε, μιά εσωτερική νηνεμία, γαλήνη, ευδαιμονία. Πάνω από το σοφό μέτωπο, πλαισίωναν το κεφάλι της, σαν στέφανος, τα πάλευκα, όπως το καθαρό χιόνι, μεταξένια μαλλιά της όλα μαζί συνέθεταν την προτομή ενός εξαΰλωμένου πλάσματος πού πλημμύριζε όλο το χώρο με μιά ιερή πνευματικότητα.

Και, τότε, συνέχισε η Χρύσω, μου συνέβη κάτι το εντελώς απροσδόκητο και κάθε φορά που το θυμάμαι, αισθάνομαι ρίγος να διαπερνά το σώμα μου και πιό βαθιά μιά δόνησι να με συνταράζη.

Μέσα σε εκείνο το υποβλητικό περιβάλλον, την αδιατάρακτη σιγή, πού δεν ακουγόταν ούτε ο παραμικρός θόρυβος εκτός από την απαλή, σιγανή φωνή του Πελεκάνου, καθώς ο νους μου αχαλίνωτος ακροβατούσε, ενώ η ψυχή μου αδρανούσε μέσα σε μιά νεκρική παγωνιά, αποκαμωμένη γιατί είχε φθάσει στα ακραία όρια αντοχής, άκουσα μιά δυνατή βουή ανέμου και ευθύς αμέσως, σε ελάχιστα δευτερόλεπτα ένοιωσα να γίνεται ένας ισχυρός σεισμός πού με συγκλόνισε. Φόβος με κυρίεψε.

Έκανα μιά απότομη, ενστικτώδη κίνησι να σηκωθώ αλλά ξανακάθησα, αποσβολωμένη, στο κάθισμά μου όταν κύτταξα γύρω μου και είδα όλους τούς άλλους ακίνητους στις θέσεις τους ν’ ακούν ήρεμα το Ευαγγέλιο. Και η ταραχή μου μεγάλωσε ακόμα πιό πολύ όταν κατάλαβα πώς ο σεισμός αυτός δεν προερχόταν από κάτω, από τα έγκατα της Γης αλλά από ψηλά, ίσως, από τον Ουρανό. Μα πριν καλά-καλά συνέλθω, συνέβη κάτι σπουδαιότερο.

Αισθάνθηκα μιά φωτιά να κατεβαίνη πάλι από ψηλά και να περνάη μέσα από το μέτωπό μου κι ύστερα μέσα από το στήθος μου, βαθιά στο εσωτερικό μου. Και τρόμαξα για δεύτερη φορά και ο φόβος μου έγινε πανικός από τούτη τη φωτιά καθώς ο νους μου πού τα είχα χαμένα δεν μπορούσε να συλλάβη αυτά πού ξαφνικά και τόσο γρήγορα μου συνέβαιναν και, φυσικά, ούτε να δώση ο νους μου εξήγησι μπορούσε...

Όμως, σε λίγο, πολύ λίγο, δεν χρειαζόμουν, πιά, καμιά εξήγησι της λογικής μου σκέψεως γιατί μου ήλθε από άλλη θύρα εκείνη η εξήγησι πού δεν χωρά- αμφιβολία και δεν χρειάζεται ερμηνεία. 

Ήλθε από την Θύρα της ψυχής μου, πού άνοιξε διάπλατη, κι ήταν ολοκάθαρη σαν το κρύσταλλο και ολοφώτεινη σαν τον ήλιο του μεσημεριού, καθώς η πύρινη εκείνη φλόγα πού έπεσε σαν αστραπή, αντί να με κάψη και να μου προκαλέση κακό, εισχώρησε όπως ένα δυνατό φως και μιά γλυκιά θερμή πνοή, έλυωσε τον πάγο και ευθύς αμέσως βεβαιώθηκα την ίδια ακριβώς στιγμή πώς έδιωξε από μέσα μου την παγωνιά του θανάτου. 

Και ενώ, μερικά λεπτά πριν, είχα σχεδόν αποδιοργανωθή εσωτερικά μη μπορώντας να βάλω μιά τάξι μέσα μου κι ήμουν έτοιμη να το βάλω στα πόδια, ένοιωσα να καταλαγιάζη, αυτόματα, όλη η αντάρα, και να κυκλοφορή στις φλέβες μαζί με το αίμα μου μιά απέραντη γαλήνη, μιά ανείπωτη ευτυχία την οποία δεν μπορούν να σου δώσουν όλες μαζί οι χαρές της ζωής.

Η πρώτη σκέψι μου ήταν να κυττάξω και πάλι γύρω μου να δω τί είχαν αντιληφθή οι άλλοι. Όμως, και τούτη τη φορά δεν παρατήρησα απολύτως τίποτα. Κανένα σημάδι στα πρόσωπα ή στην έκφραση τους πού να μαρτυρά πώς και εκείνοι είχαν αισθανθή ό,τι και εγώ ή είχαν καταλάβει αυτά τα οποία συνέβησαν σε μένα.

Όλοι ήταν αδιάφοροι, κανένας δεν με πρόσεχε, όλοι, εκτός από έναν, τον οικοδεσπότη, ο οποίος όση ώρα διάβαζε, δίπλα μου, ένοιωθα ότι με παρακολουθούσε με την άκρη τού ματιού του και τη στιγμή κατά την οποία γύρισα προς αυτόν το βλέμμα μου, έκλεισε το Ευαγγέλιο, έκανε το σταυρό του και ψιθύρισε:

- Σ’ ευχαριστώ Παναγία μου.

Από τη στιγμή εκείνη ήμουν απολύτως βέβαιη ότι ο Θεός ήταν εντός μου και όταν επέστρεψα στο δωμάτιό μου, το ίδιο βράδυ, ένοιωθα τόσο ευτυχισμένη και μ’ ένα πρωτόγνωρο συναίσθημα, κυττάζοντας προς τον Ουρανό, έκανα την προσευχή μου: "Πάτερ ημών ο εν τοις Ουρανοίς...".

Ναι! Ο Θεός ήταν μέσα μου, ήταν αυτή η φωτιά. Γιατί ο Θεός είναι Φωτιά πού θερμαίνει χωρίς να καίη. Κατακαίει μόνο όποιο βλαβερό ζιζάνιο έχει φυτρώσει στην ψυχή γιά ν’ ακολουθήση η καλλιέργεια και η σπορά του Θείου Λόγου κι ύστερα να φυτρώση η γαλήνη και η ευτυχία.

Όταν, το άλλο πρωΐ, στην Εκκλησία, καλημέρησα τον κύριο Πελεκάνο και πριν τελειώσω τη φράσι μου:

Ξέρετε, χθες το βράδυ, στο σπίτι σας... με διέκοψε και μου είπε:

—Ξέρω, ξέρω τί έγινε, γιατί είχα προσευχηθή, πάρα πολύ, στην Παναγία, αλλά μην το πεις αυτό, ποτέ, σε κανέναν...»

Ἀπό τόν Ἀθεϊσμό στό Χριστό, Χρύσως Πέππα-Μακρυκώστα. Η Πορεία μιας ζωής. Εκδόσεις ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΓΩΝΙΑ Αθήνα 1977 Από το βιβλίο: Ἀρχιμ. Ἰωάννου Κωστώφ, Θεός φανερωθεί. 



Η εξομολόγηση ενός κ α τ α θ λ ι π τ ι κ ο ύ, που «τρέλλανε» τούς ιατρούς....


1 Νοεμβρίου 2013- Μια Αληθινή Ιστορία.

Διαβάστε την μοναδική ιστορία του αγαπητού πνευματικού αδελφού Χ, η γνωριμία του οποίου απετέλεσε μια ιδιαίτερα ευχάριστη έκπληξη προσωπικά.

Ελπίζουμε να βοηθήσει κι άλλους ανθρώπους.

Τον ευχαριστούμε ιδιαίτερα για την απεριόριστη εμπιστοσύνη που μας έδειξε από την πρώτη στιγμή.

Είμαι έγγαμος με τρία παιδιά, εγγόνια και ηλικία 63 ετών, συνταξιούχος του Δημοσίου.

Το 1989 γυρνώντας από την δουλειά μου, κουβαλώντας και ψώνια, άφησα τις σακκούλες για να ανοίξω την εξώπορτα. 
Σηκώνοντας τις σακκούλες αισθάνθηκα ένα πόνο οξύ στο στήθος, άρχισα να ιδρώνω και να χάνω τις αισθήσεις μου.

Η πρώτη μου αντίδραση: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με», δεν είναι τίποτε θα περάσει. 

Ξάπλωσα και σε μισή ώρα περίπου άρχιζε ο πόνος να περνά. 

Αισθανόμουν μια συνεχή κούραση και δυσπνοια. 

Πήγα σε γνωστούς γιατρούς οι οποίοι με γνώριζαν και μου είπαν περισσότερο είναι η ιδέα σου. 

Μετά από εξετάσεις (στεφανιογραφία) τα στεφανιαία αγγεία έκαναν έντονους σπασμούς, αρρυθμία, πόνους στο στήθος περιοδικά. 

Μου δώσανε τριών ειδών φάρμακα για την καρδιά. 
Τα συμπτώματα δεν έφυγαν.

1990 – 1991, ένα πρωΐ παίρνω τηλέφωνο τον π. Πορφύριο στο Μήλεσι. 

Μόλις σήκωσε το τηλέφωνο μου λέει: «Μην μου πεις τίποτε, και άρχιζε να μου λέει την ζωή μου που έβλεπα σαν κινηματογραφικό φιλμ. 

Η διάγνωσή του: Παιδί μου έχεις χαμηλό οξυγόνο στο αίμα σου και μία βλάβη στο παρασυμπαθητικό νεύρο της καρδίας σου. 

Δεν γνωρίζω την αιτία, αλλά ο Θεός θα σε προειδοποιεί, θα αισθάνεσαι κάτι πίσω από το κεφάλι και εσύ να έλθεις σε επαφή με οξυγόνο, γιατί θα ειναι και η τελευταία σου αναπνοή μετά.

Οι γιατροί σου δώσανε αυτά τα φάρμακα, που μου τα κατωνόμασε, μην τα πάρεις (!) γιατί η διαγνωσή τους είναι εσφαλμένη. 

Θα πας στην Αγγλία στον κ. Τόνυ Αντωνίου μου έδωσε την διεύθυνση του, το τηλέφωνο του. Κλείνοντας μου λέει: -Εσύ παιδί μου θα τρελλάνεις τους γιατρούς.

Στην ερώτησή μου πως θα βοηθήσω εγώ τον εαυτό μου; Θα μου περάσει;

Η απάντησή του: «Με τακτική εξομολόγηση, προσευχή, και πνευματική ζωή».

Μετά από καιρό πήγα όπως συνήθιζα στον π. Παΐσιο στο Άγιον Όρος.
«Τώρα είσαι καλά» μου είπε, «πρέπει να προσέξεις πολύ τον κρυφό εγωϊσμό, όχι μόνον τον φανερό».

Όταν πήγα να τον ερωτήσω ποιός είναι ο κρυφός εγωϊσμός και πως αντιμετωπίζεται, κάποιος ήρθε και τον πήρε από τη συζήτηση που είχαμε και έμεινε το ερώτημά μου αναπάντητο. Μετά αρρώστησε και δεν ειδωθήκαμε.

Την απάντηση για τον κρυφό εγωϊσμό μου την έδωσε ένας ερημίτης στο Σινά.

«Πρέπει να έχεις ως κέντρο της ζωής σου τον Χριστό, και εσύ να στρέφεται γύρω – γύρω από Αυτόν. 
Να βγεις από το εαυτό σου».

Έστειλα τα χαρτιά μου στο γιατρό στο Λονδίνο και περίμενα.
1992 ο π. Πορφύριος είχε κοιμηθεί. 
Εγώ περίμενα απάντηση από τον γιατρό.

Μετά από πολύ καιρό με πολύ καημό είπα:

«Α! βρε Γέροντα Πορφύριε εσύ αναπαύτηκες εγώ ταλαιπωρούμαι, τι θα γίνει τώρα;

Εκείνη την ώρα κτυπά το τηλέφωνο. Εδώ ο Τόνυ Αντωνίου από το Λονδίνο. Πείτε μου τι σας συνέβη.

Εγώ άρχιζα να ομιλώ γρήγορα γιατί πλήρωνε. Και….σας παρακαλώ ομιλείτε αργά για να σας καταλάβω, εγώ πληρώνω, και μην το σκέφτεσθε καθόλου. 

Μετά μου είπε να πάω να τον επισκεφθώ. 

Πήγα στο Λονδίνο βρήκα τον γιατρό, όταν τον ερώτησα αν γνωρίζει τον π. Πορφύριο, η απάντησή του ήταν αρνητική. 

Μετά από εξετάσεις με έστειλε σε έναν Άγγλο νευρολόγο στον κ. Καπούρ. 

Η διάγνωσή του: «Πάσχετε από το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης».

Από εκεί μετά επισκέφθηκα έξι φορές στη Γερμανία σε Γερμανούς γιατρούς, και τελικά στο Γκέττιγκεν Πανεπιστημιακό νοσοκομείο ήρθε η διάγνωση: «Κατά την κόπωση ανεβάζει πνευμονική υπέρταση».

Πήγα στο νοσοκομείο εδώ, είχα έναν φίλο παθολόγο και καρδιολόγο (έχει δύο ειδικότητες) του είπα το πρόβλημα μου. 

Άρχισε τις εξετάσεις όλων των ειδών και τέλος φθάσαμε στο τέστ κοπώσεως. 

Του είπα για την έλλειψη οξυγόνου, τήν χρόνια κόπωση.

«Μην λες χαζαμάρες», μου λέει, αυτοι που έχουν έλλειψη οξυγόνου έχουν αλλοιωμένα χαρακτηριστικά, μελανό χρώμα, εσύ είσαι μια χαρά. Μην είσαι ο κατά φαντασίαν ασθενής».

Μπροστά στην απόφασή μου, φώναξε έναν πνευμονολόγο μου πήραν αίμα, (αρτηριακό), λίγο πιο κάτω από την παλάμη. 
Ο γιατρός ήρθε με το αποτέλεσμα οξυγόνο 73 και διοξείδιο 32.

«Μπα λάθος έχει το μηχάνημα. Φώναξε τον υπεύθυνο της ΜΕΘ και του είπε πότε έκαναν 'σερβις' στο μηχάνημα.

Χθες Χρήστο. Τον βλέπεις αυτόν έχει υποξαιμία. Κάθισε να σου κάνουμε ακόμη μία;

Ναι του απαντώ.

Το αποτέλεσμα το ίδιο. «Χρήστο μετά την κόπωση θα φθάσω πάνω από 100».

Τελικά δεν το έβγαλα το 'τέστ' κοπώσεως, στο 2ο στάδιο έμεινα. 

Άρχισα τότε να αιθάνομαι κάτι σαν μούδιασμα, με δύσπνοια πίσω στο κεφάλι και λέω στο φίλο μου τον γιατρό κάνε με άλλη μία εξέταση:. 

Αυτό είναι αδύνατον ιατρικώς. Εγώ θα σχίσω τα πτυχία μου.

Σε παρακαλώ κάντο, του είπα.

Μπροστά στην απόφασή μου, κάφθηκε ήρθε άλλος πνευμονολόγος μου πήρε αίμα από το άλλο χέρι και οι εξετάσεις έδειξαν Ο2, 107. 

Τότε συγκέντρωσε όλους τους καρδιολόγους και πνευμονολόγους του νοσοκομείου και προσπαθούσαν να βρουν τι συμβαίνει. 

Μετά από πολύ ώρα συσκεψη το αποτέλεσμα ήταν, ότι δεν βρήκαν την αιτία αυτής της διαταραχής. 

Παράξενο πρόβλημα.

Η κατάστασή μου χειροτέρευε και έψαξα να βρω για ένα κέντρο για την πνευμονική υπέρταση. 
Πήγα στην Αθήνα σε καθηγητές μου κάνανε εξετάσεις χωρίς να μπορέσουν να βρουν την αιτία.

Μου είπαν υπάρχουν τρεις καθηγητές που ασχολούνται με πνευμονική υπέρταση ένας στη Γαλλία, και δύο στην Αμερική. 

Μου δώσανε χαρτί ότι η περίπτωσή μου δεν αντιμετωπίζεται στην Ελλάδα και μέσω του υπουργείου υγείας με έστειλαν στην Αμερική στο μοναδικό Κρατικό ερευνητικό Κέντρο (Ν.Ι.Η) το 1995.

Η είσοδος για τους αλλοδαπούς δύκολη. 

Η περίπτωση του κάθε ενός περνά από 11μελη επιτροπή Αμερικανών καθηγητών γιατρών για ασθένειες που είναι σπάνιες. 

Ένας Έλληνας γιατρός μου έκανε την αίτηση εισαγωγής μου. 

Η κενή θέση μία, η δική μου και του συγγενούς του αντιπροέδρου της Αμερικής Αρ Γκορ.. 

Την ημέρα του αγίου Διονυσίου 17 Δεκεμβρίου 1995, η επιτροπή ενέκρινε την δική μου, η άλλη μετά από δύο μήνες. 

Ερχόταν οι Ελληνες γιατροί και δεν πιστεύανε στο γεγονός. Μου έλεγαν:

«Πες μας ποιός είσαι; Ποιός είναι αυτος που σε υποστηρίζει;» 

Ο Θεός τους απαντούσα, δεν έχω κανένα άλλον γνωστό. 

Και μία άλλη λεπτομέρεια στις 30 Δεκεμβρίου ο πρόεδρος Κλίντον υπέγραψε απόφαση που απαγορεύεται η δωρεάν νοσηλεία σε αλλοδαπούς, εκτός εκείνων που έχουν νοσηλευτεί. 

Μετά από πολλές εξετάσεις η διάγνωση: «σύνδρομο ευαίσθητης καρδίας», και να τους επισκεφθώ σε ένα χρόνο, δίνοντάς μου φάρμακο ημιπραμίνη. 
Αυτό μου δημιουργούσε πολλές συναισθηματικές διαταραχές. Οπότε πήρα την απόφαση και το έκοψα.

Το 1996 που ξαναπήγα με ερώτησαν ποιά είναι η διάγνωση των Ελλήνων γιατρών και τους ειπα:

Οι 99 ότι είμαι κατά φαντασίαν ασθενής και ένας μου είπε για την έλλειψη οξυγόνου και βλαβη στο παρασυμπαθητικό νεύρο της καρδίας.

Μου λένε εμείς μπορούμε να το διαπιστώσουμε με ένα τέστ, αλλά είναι επικίνδυνο πρέπει να υπογράψεις ότι θέλεις νά γίνει. Έκανα τον σταυρό μου και υπέγραψα. 

Μετά από 14 ώρες εξαντλητικών εξετάσεων, την επομένη ήρθε ο καθηγητής και μου λέει: 

«Σε παρακαλώ πες μου το όνομα του Έλληνα γιατρού που σου είπε για την έλλειψη οξυγόνου και την βλάβη στο παρασυμπαθητικό, γιατί πως μπόρεσε και έκανε αυτή την διάγνωση που μόνον εδώ στην Αμερική γίνεται αυτό το τέστ ακετυλχολύνης.

Τι να του πω, αυτός ήταν Ινδός εξειδικευμένος στα νεύρα της καρδιάς. 

Το έμαθαν οι Έλληνες γιατροί του Ν.Ι.Η και με επισκέφθηκαν, σε αυτούς τους είπα ότι είναι ο μακαριστός π. Πορφύριος. 

Όλοι έκαναν τον σταυρό μους, και είπαν η πίστη μας είναι η αληθινή.

1998 Ιανουάριος. 

Η κατάστασή μου χειροτέρευε, δύσπνοια με επιθανάτιο ρόγχο, και διαπίστωσα ότι σε κάθε συναισθηματική αλλαγή έκλαιγα με ένα σκοτεινό αίσθημα λύπης. 

Πήγα στο φίλο μου τον Χρήστο και με έστειλε σε έναν φίλο του ψυχίατρο του νοσοκομείου για να δει. 

Η διαγνωση κατάθλιψη. 

Μου έδωσε δύο ειδών αντικαταθλιπτικά και ηρεμιστικό. 

Μετά από πολλές επισκέψεις – και συζητήσεις, και με αλλαγές στα αντικαταθλιπτικά φάρμα, εγώ έβλεπα ότι κάτι δεν πηγαίνει καλά,. 

Σταμάτησαν τα δάκρυα, αλλά η έντονη λύπη συνεχιζόταν.

Σε μία επίσκεψη του λέω γιατρέ μου μιλάς για συναισθηματικές διαταραχές, άγχος, και αποτέλεσμα τίποτε. 

Αυτά τα αόριστα πράγματα χωρίς συγκεκριμένες αιτίες, δεν βγαίνουν πουθενά. 

Οι Άγιοι Πατέρες μας έχουν μιλήσει και γράψει για την κατάθλιψη γιατί δεν το ψάχνετε; 

Εμείς σπουδάσαμε 6 χρόνια ιατρική, 4-5 χρόνια ψυχιατρική μεταπτυχιακές σπουδές και με διδακτορική διατριβή και με αυτά βαδίζω.

Κοίταξε του λέω μπορείς να μου πεις, του μιλούσα στον ενικό λόγω της φιλίας που αναπτύχθηκε από τις πολλές επισκέψεις μου, πως αντιμετωπίζεται οποιαδήποτε μορφή φόβου;

Μου είπε, λέμε στον ασθενή να περάσει από αυτό που φοβάται και θα του περάσει. 

Αυτό το λέει και ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος στον 20ο λόγο του περί δειλίας... 

«Σε όποιους τόπους συνηθίζεις να φοβήσαι, μη διστάζης να πηγαίνης, όταν ακόμη δεν έχη ξημερώσει. 

Εάν δείξεις κάποια χαλαρότητα στο σημείο αυτό, τότε θα γηράση μαζί σου το νηπιακό και αξιογέλαστο τούτο παθος. 

Ενώ βαδίζεις προς τα εκεί οπλίζου με την προσευχή. 

Μόλις φθάσης σ ἐκείνους τους τοπους, ανύψωσε τα χέρια σου. 

Με το όνομα του Ιησού μάστιζε τους εχθρούς, διότι δεν υπάρχει ούτε στον ουρανό, ούτε στην γη, ισχυρότερο όπλο. 

Αφού απαλλαγής από την αρρώστεια αυτή, ας ανυμνήσης τον Λυτρωτή σου· διότι εάν τον ευγνωμονής, θα σε σκεπάζη παντοτινά». (κεφ. 6).

Μπορείς να μου πεις γιατρέ μου, συγκεκριμένα την αιτία του φόβου;

Θα σου απαντήσω την άλλη φορά που θα έρθεις.

Του λέω: Οι Άγιοι Πατέρες μας το λένε: «Ο δειλός άνθρωπος σημαίνει ότι πάσχει από δύο ασθένειες της ολιγοπιστίας και φιλοσωματίας, όποιος νικά τις δύο ασθένειες, βεβαιώνεται ότι ολοψύχως πιστεύει στο Θεό και περιμένει τα μέλλοντα αγαθά». (Αββά Ισαάκ Ασκητικά, λόγος κστ, κεφ. 16, ΕΠΕ, 8α).

Στην επόμενη επίσκεψη μου είπε ότι πήγε στο Άγιον Όρος στον παπα – Τύχωνα ηγούμενο του Σταυρονικήτα και το συζήτησε και μου είπε αυτά ακριβώς αυτά που μου είπες.

Τι να σου πω; 

Δεν είσαι για μένα, έλα να σου γράφω τα φάρμακα.

Η διαφορά με τους άλλους καταθλιπτικούς είναι ότι εσύ η κατάθλιψη την δημιουργεί ο ίδιος ο εαυτός σου, έτσι αντιδρά, γι’ αυτό και δεν σε πιάνουν τα φάρμακα. 

Σημειωτέον ότι εγώ διαπίστωσα ότι τα τετρακυκλικά φάρμακα, και ηρεμιστικά κάνουν τον άνθρωπο «φυτό», και του «παγώνουν» την όρεξη για προσευχή και εκκλησιασμο. 

Γι’ αυτό τον λόγο τα περιόρισα στην κατώτατη δοσολογία.

Από τον Ιανουάριο του 1998 μέχρι σήμερα Οκτώβριος του 2013 η «κολλητή μου φίλη» δεν με άφησε και πάντα έρχεται άλλοτε πιο δυναμικά άλλοτε πιο ήπια. 

Και μια βραδιά ήρθε πάρα πάρα πολύ δυναμικά με έντονη λύπη, τα έβλεπα όλα μαύρα, με λογισμούς (σκέψεις με εικόνες) ότι δεν υπάρχει τίποτε για σένα, απαγοήτευση και τάση για αυτοκαταστροφή.

Μέσα σ’ αυτή την τραγική, πραγματικά κατάστασή μου, τα μεσάνυκτα πήρα τηλέφωνο τον π. Λουκά στη Ι. Μονή Φιλοθέου και του λέω: «σώσε με έχω φθάσει σε αδιέξοδο έτομος για……».

«Κοίταξε παιδί μου, είναι μία δοκιμασία, ένας σταυρός, που μπορείς να σηκώσεις. 

Έχεις σκεφθει πόσοι καταθλιπτικοί δεν έχουν την ελπίδα αναστάσεως που έχεις εσύ; 

Να σκέπτεσαι και τους άλλους που δεν έχουν την ελπίδα αναστάσεως και να προσεύχεσαι γι’ αυτούς και ο Θεός θελει να γίνεις ένα κανάλι που να διοχετεύει την χάρη Του στους καταθλιπτικούς». 

Πραγματικά μου έφυγε αυτή η λύπη, το σκοτάδι στο μυαλό μου και μπροστά μου και οι άσχημοι λογισμοί.

Μελετώντας τους Αγίους πολλοί Άγιοι πέρασαν από αυτό το καμίνι της καταθλίψεως: ο Άγιος Παΐσιος, (Παναγής Μπασιάς), ο Άγιος Ιωάννης της Κροστάνδης, ο Άγιος Νείλος ο Καλαβρός, η Αγία Ολυμπιάδα η διακόνισσα.

Μαθήτρια του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου ο οποίος της έστειλε 11 επιστολές από το τόπο της εξορίας του. Στην 10η επιστολή της γράφει:

«Πράγματι, η κατάθλιψη είναι φοβερό βασανιστήριο των ψυχών, είναι ένας πόνος ανέκφραστος και ποινή πικρότερη από κάθε άλλη ποινή και τιμωρία. 

Γιατί μιμείται το σκουλήκι, που έχει δηλητήριο και προσβάλλει όχι μόνον το σώμα, αλλά και την ίδια την ψυχή. 

Είναι σαράκι που κατατρώγει όχι μόνον τα κόκκαλα, αλλά και τη σκέψη. Είναι Ένας δήμιος καθημερινός που δεν ξεσχίζει μόνον τα πλευρά, αλλά καταστρέφει και τη δύναμη της ψυχής· είναι και νύχτα παντοτινή, σκοτάδι χωρίς το παραμικρό φως, τρικυμία και ζάλη, πυρετός κρυφός, που καίει περισσότερο από κάθε φλόγα, πολεμος χωρίς ανακωχή, αρρώστια που κάνει σκοτεινά πολλά από αυτά που βλέπουμε. 

Γιατί ο ίδιος ο ήλιος και ο καθαρός αέρας φαίνεται ότι ενοχλούν εκείνους που έχουν αυτή τη διάθεση και μεταβάλλει το μεσημέρι σε μεσάνυκτα.

Γι’ αυτό και ο θαυμάσιος προφήτης δηλώνοντας αυτό έλεγε· «ο ήλιος θα δύσει γι’ αυτούς το μεσημέρι» (Αμώς 8,9),όχι με την έννοια ότι ο ήλιος εξαφανίζεται, ούτε ότι διακόπτει τον συνηθισμένο δρόμο του, αλλά με την έννοια ότι ο λυπημένος άνθρωπος το καταμεσήμερο φαντάζεται όι είναι νύχτα. 

Η σκοτεινή νύχτα δεν είναι τέτοια, όπως είναι η νύχτα της αθυμίας, η οποία δεν προέρχεται από φυσικό νόμο, αλλά από σκοτισμό της διάνοιας. 

Γι’ αυτό και είναι φοβερή και αφόρητη, έχει πρόσωπο άσπλαχνο, είναι σκληρότερη από κάθε τύραννο, δεν υποχωρεί γρήγορα σε κανένα από εκείνους που προσπαθούν να την διαλύσουν, αλλά κρατεί πολλές φορές την ψυχή που έχει κυριεύσει στερεώτερα από διαμάντι, όταν αυτή δεν ακολουθει την κατά Θεόν φιλοσοφία. 

Σήκω επάνω και άπλωσε το χέρι σου στο λόγο μου και προσφερέ μου αυτήν την καλή συμμαχία, για να σε απαλλάξω τελείως από την αιχμαλωσία των πικρών σκέψεων.

Γνωρίζοντας αυτά τα πράγματα, ευσεβεστάτη κυρία μου, να κοπιάζεις και να αγωνίζεσαι και να βιάζεις τον εαυτό σου, έχοντας τη συμμαχία των λόγων μου, ώστε να διώχνεις και να απομακρύνεις με πολλή ορμή τις απαισιόδοξες σκέψεις που σε ταράσσουν και σου προκαλούν θόρυβο και ζάλη» (Ε.Π.Ε. τομ. 37, 452).

Γιατί ο Θεός παραχωρεί αυτή την δοκιμασία;

«Γεννήτρια όλων των κακών είναι η ηδονή και η πονηρία. 

Όποιος τις έχει μέσα του δεν πρόκειται να ιδή τον Κύριον.

Καθόλου δεν θα μας ωφελήση η αποχή από την πρώτη, εάν δεν απομακρύνωμε και την δευτέρα». (Άγιος Ιωάννης της Κλίμακος, λόγος κστ α μέρος, κεφ. 30).

Η απάντηση είναι μία, επειδή εμείς δεν μετανοούμε για τις αμαρτίες μας, (δηλ. ο νους είναι σκοτισμένος από τα πάθη και τους λογισμούς και δεν μπορεί να δει, σαν ο οφθαλμός της ψυχής που είναι ο νους, γι’ αυτό και δεν παίρνουμε σωστές αποφάσεις και αμαρτάνουμε. 

Ενώ θα πρέπει ο νους να στρέφεται συνέχεια στο Θεό, να επιστρέψουμε όπως ο άσωτος της Παραβολής στο Θεό Πατέρα μας). 

Έχομε βάλει κέντρο της ζωής μας τον εαυτό μας, και όχι τον Χριστό. 

Ο εχθρός διαβολος κάθεται απέναντι από τα μάτια μας λέει ο Αββά Ισαάκ, και παρατηρεί ποιά πόρτα (αίσθηση) είναι ανοικτή και μπαίνει και αλωνίζει. 

Είτε το πρόβλημα είναι από σωματική αρρώστια, ή από ψυχολογικούς λόγους. 

Η αγάπη Του παραχωρεί αυτόν τον Σταυρό για να μας ξυπνήσει από το λήθαργο που μας δημιουργούν οι τρεις γίγαντες των παθών η αμέλεια, η ραθυμία και η άγνοια.

Πόσο δίκιο είχε ο Αγιασμένος Γέροντας π. Παΐσιος όταν μου είπε να φυλάγομαι από τον κρυφο εγωϊσμό!

Πως την αντιμετωπίζω.

Με την θεία «ψυχανάλυση» την εξομολόγηση σε πνευματικό ιερέα, Γιατί όμως; Όλες οι αμαρτίες ακολουθούν την ίδια πορεία κατά τους Πατέρες μας. 

Τα στάδια της αμαρτίας.

Έτσι μπορούμε να διακρίνουμε τα στάδια για την πορεία προς τη χώρα της αμαρτίας (αμαρτία σημαίνει ότι φεύγω από το στόχο μου που είναι το καθ’ ομοίωση):

α) την προσβολή,

β) τη συγκατάθεση

γ) την αιχμαλωσία,

δ) την πραγματοποίησή της και

ε) το πάθος, η συχνή επαναλαμβανόμενη αμαρτία καταντά πάθος.

Πως λειτουργεί ο μηχανισμός αυτός; Λειτουργεί ως εξής: Κάποιος πονηρός λογισμός (κενο-δοξίας, φιλαργυρίας, φιληδονίας, κατακρίσεως, κ.λ.π.) εισέρχεται στο νου του ανθρώπου. 

Ο πειρα-σμος εργάζεται με την φαντασία (που μας δόθηκε από το Θεό να φανταζόμαστε τα κάλλη του Παραδείσου). 

Παρουσιάζει την υπόθεση όσο πιο ελκυστική μπορεί. 

Έτσι η προσβολή γίνεται πιο ελκυστική και δυνατή. 

Μέχρι το σημείο αυτό ο άνθρωπος είναι ανεύθυνος. 

Είναι το πρώτο στάδιο, μία προσβολή, μία επίθεση του εχθρού η πιο απλά το κτύπημα της πόρτας. 

Η κατάσταση είναι φυσιολογική. 

Είναι αδύνατον να υπάρξει άνθρωπος, που να μην δεχθεί την προσβολή. 

Ο όσιος Εφραίμ ο Σύρος έλεγε, ότι όπως μέσα στον κήπο κατά φυσιολογικό τρόπο φυτρώνει μαζί με τα φυ-τα και η αγριάδα η όπως τα νησιά κτυπιούνται γύρω – γύρω από τα κύματα, έτσι και ο άνθρωπος οπωσδήποτε θα έλθει σε επαφή με τις προσβολές των λογισμών. 

Γι’ αυτό στην Ακολουθία του Αποδείπνου λέμε: «τους λογισμούς διόρθωσον, τας εννοίας κάθαρον…».

Το εφάμαρτο στάδιο αρχίζει από εδώ και πέρα. Αρχή του αγώνος είναι η προσβολή. 

Αν ο άνθρωπος την απομακρύνει από το νου του χωρίς καθόλου να την περιεργασθεί, τότε σώζεται και απαλλάσσεται από τις άθλιες συνέπειες που ακολουθούν. 

Αν, όμως, δεχθεί τη συζήτηση με τον πονηρό λογισμό, ανοίγει την πόρτα στον πονηρό λογισμό που προηγουμένως απλώς του χτύπησε την πόρτα, δημιουργεί τη φιλία και τότε πια φθάνει στη συγκατάθεση για την αμαρτία, που είναι το δεύτερο στάδιο για την εκτέλεση της αμαρτίας. 

Ο άνθρωπος τώρα με πρωταγωνιστή τον εαυτό του, στα άδυτα της ψυχής του επιτελεί την αμαρτία: κατακρίνει, βλασφημεί, πορνεύει, μοιχεύει, διαπράττει φόνους και αμέτρητα εγκλήματα και κάνει οτιδήποτε μπορεί να φαντασθεί ο ανθρώπινος νους. 

Δεν μένει τίποτε άλλο κατόπιν, παρά το τρίτο στάδιο της αμαρτίας, που είναι η ενεργός διάπραξή της από τον άνθρωπο, που προηγουμένως ο νους του έγινε αιχμάλωτος του λογισμού (δηλ. του διαβόλου), και δεν τον ορίζει πλέον, αλλά ορίζεται. 

Έτσι ο λογισμός, που ξεκί-νησε με ένα απλό κτύπημα της πόρτας, την προσβολή, προχώρησε στο άνοιγμα της πόρτας, τη συγκατάθεση, τελικά δεν μπόρεσε να νικήσει και κατέληξε στην διαπράξει της αμαρτίας. 
Αυτή ειναι η πορεία προς την αμαρτία, που αρχίζει με έναν απλό λογισμό».

(http://www.paterikiorthodoxia.com/2012/06/830.html). Την θεία Κοινωνία, μελέτη Πατερικών κειμένων.

Επίσης αγωνίζομαι να αράξω την βάρκα μου στο γαλήνιο λιμανάκι της Μητέρας όλων μας την Παναγία. Σ’ αυτήν λέω τον πόνο μου, την ανησυχία μου, το πρόβλημά μου και με ακούει.

Προσέχω με την βοήθεια του Θεού τις άσχημες σκέψεις μόλις μου χτυπήσουν την πόρτα, δεν την ανοίγω. 

Δεν συζητώ μαζί με τις σκέψεις γιατί μιλώ με τον διάβολο. 

Στρέφω τον νου μου στην Πα-ναγιά, προσεύχομαι, έρχομαι σε επαφή με ανθρώπους που είναι σχετικοί με την Εκκλησία, με τη φύση. 

Παίρνω τα φάρμακα γιατί πρέπει να βοηθηθεί το άρρωστο σώμα. 

Και κάνω υπομονή. 

Τι σημαίνει υπομονή; 

Υπό και μένω κάθομαι κάτω από τον Εσταυρωμένο Ιησού Χριστό. 

Αυτόν που σταύρωσαν οι αμαρτίες μας, που από Αγάπη πέθανε για να μας ελευθερώσει από τη διαβολική τριάδα: Διάβολο, αμαρτία, θάνατο και με την Ανάστασή Του πήρε την ανθρώπινη σάρκα και την ανέβασε πάνω από τους Αγγέλους στα δεξιά Του Θεού Πατρός.

Ο κάθε άνθρωπος να βρει ενδιαφέροντα πράγματα και δημιουργικά που να του αρέσουν. μουσική, να μάθει όργανο, να ασχολείται με τον κήπο, η μελέτη κ. α.

Δεν πηγαίνω σε ψυχολόγους, αλλά σε ψυχίατρο και μάλιστα να έχει σχέσει με Εκκλησία, όσο αυτό είναι δυνατόν. 

Η πείρα μου με εδίδαξε ότι πολλοί από τους ψυχιάτρους δεν πιστεύουν στον Θεό, αλλά σε μία ανώτερη δύναμη. 

Και διερωτώμαι: Πως ασχολούνται με την «θεραπεία της ψυ-χης» που δεν γνωρίζουν καθόλου, ούτε τον ρόλο της, τις δυνάμεις της, γιατί μας δόθηκε;

Μία μέρα είπα σε έναν φοιτητή της ιατρικής που συζητούσαμε για τη ψυχή και του λέω: 

Τι ειναι η ψυχή; 

Ποιός είναι ο ορισμός της; 

Όχι αόριστες λέξεις αλλά συγκεκριμένες. 

Δεν ξέρω μου λέει. 

Το δυστύχημα είναι όχι ότι εσύ δεν ξέρεις, αλλά και καθηγητές σου στη σχολή δεν ξέρουν. 

Για να σου το αποδείξω, πήγαινε μετά το τέλος του μαθήματος στον καθηγητή ψυχιατρικής και να είστε μόνοι σας και πες του.

«Κύριε καθηγητά μας μιλήσατε για ψυχιατρική και την ψυχή.

Μπορείτε σας παρακαλώ να μου πείτε τον ορισμό της ψυχής που εσείς προσπαθείτε να θεραπεύσετε;» 

Σου λέω να είσθε μόνοι γιατί μπορεί ο καθηγητής να το πάρει διαφορετικά, ότι πας να τον μειώ-σεις, να τον κοροϊδέψεις, και μπορεί να στραφεί εναντίον σου.

Πράγματι πήγε ο φοιτητής και του ζήτησε τον ορισμό της ψυχής. 

Η απάντησή του ήταν δεν υπάρχει ορισμός. 

Πόσο μεσάνυχτα είχε! 

Ήρθε ο φοιτητής και μου το είπε. 

Έλα να σου δώσω τον ορισμό της ψυχής που τον αναφέρουν οι Άγιοι: «Ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης δίνοντας τον ορισμό της ψυχής λέει ότι είναι ουσία κτιστή, ζώσα, νοερά, μεταδίδουσα στο οργανικό και αισθητικό σωμα ζωτική δύναμη και αντιληπτική των αισθητών, έως ότου βέβαια παραμένει το σώμα στην ζωή. 

Η ψυχή εισάγει ζωτική δύναμη στον σωματικό οργανισμό για την ενέργεια των αισθήσεων. (Γρηγ. Νύσσης έργα, 1 ΕΠΕ, σελ. 228, 250) 

Αυτό σημαίνει ότι το σώμα κινείται από τη δύναμη και την ενέργεια της ψυχής. 

Έτσι, η ψυχή είναι κτιστή, γενητή, δημιουργημένη από τον Θεό, είναι νοερά και ζώσα ουσία, που μεταδίδει την ζωή στο σώμα, έως ότου διατηρείται η ενότητα ψυχής και σωματος, με την βοήθεια και ενέργεια του Θεού.

Έναν ολοκληρωμένο ορισμό για την ψυχή μας δίνει ο όσιος Νικήτας Στηθάτος. 

Γράφει: «Ουσία δε ψυχής εστίν, ως και άλλοις πεφιλοσόφηται κάλλιστα, απλή, ασώματος, ζώσα, αθάνατος, αόρα-τος, σωματικοίς οφθαλμοίς μηδαμώς θεωρουμένη, λογική τε και νοερά, ασχημάτιστος, οργανικώ κεχρημένη σώματι και παρεκτική τούτω ζωής κινήσεως, αυξήσεως, αισθήσεως και γεννήσεως, νουν έχουσα μέρος αυτής το καθαρώτατον, πατέρα και προβολέα του λόγου, αυτεξούσιος φύσει, θελητική τε και ενεργητική και τρεπτή ήτοι εθελότρεπτος, ότι και κτιστή». (Νικήτα Στηθάτου: Μυστικά συγγράμματα, εκδ. Παν. Χρήστου, Θεσσαλονίκη 1957, σελ. 98).

Η ψυχή, επίσης, είναι ζώσα ύπαρξη, απλή, ασώματη· η φύση της είναι αόρατη με τα μάτια του σώματος· είναι λογική και νοερή, χωρίς σχήμα· κατοικεί σε οργανικό σώμα και του παρέχει ζωή, ανάπτυξη, αντίληψη και γέννηση· δεν έχει τον νου σαν κάτι διαφορετικό από τον εαυτό της, αλλά σαν το πιο καθαρό στοιχείο της· διότι, όπως είναι το μάτι στο σώμα, έτσι είναι και ο νους για την ψυχή. 

Είναι αυτεξούσια και έχει θέληση και ενέργεια· είναι μεταβλητή, δηλαδή μεταβάλλεται σύμφωνα με τη θέλησή της, διότι είναι κτιστή. 

Όλα αυτά τα έχει λάβει με φυσική τάξη από τη χα-ρη του Δημιουργού της, η οποία της έδωσε και την ύπαρξη και τη φύση». (Άγιος Ιωάννης ο Δα-μασκηνό Έκδοσις ακριβής της ορθοδόξου πίστεως, κεφ 26).

Πως είναι δυνατόν να θεραπεύσουν την ψυχή που δεν την γνωρίζουν που είναι αόρατη, απλησίαστη από τον άνθρωπο;

Γι’ αυτό ο Άγιος Γέροντας Πορφύριος έλεγε:
Αιτία της κατάθλιψης είναι ο εγωϊσμός μας, η υπερηφάνειά μας. Η κατά Θεόν φιλοσοφία που έγραφε ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος στην Ολυμπιάδα είναι η κάθαρση από τα πάθη, για να έρθει ο φωτισμός του νου.

Το φάρμακο το έχει η Εκκλησία, ο Χριστός που είναι ο δημιουργός μας και Αυτός γνωρίζει το «μηχάνημα» (άνθρωπο) που κατασκεύασε και γνωρίζει πως λειτουργεί. 

Γι’ αυτό και στην υμνολογία της Εκκλησίας μας λέμε: «Κύριε ίασε την ψυχήν ότι ήμαρτόν σοι», στίχος της δοξολογίας που λέμε πριν την θεία Λειτουργία. 

Γι’ αυτό εθέσπισε και τα Μυστήρια μετανοίας και Εξομολογήσεως του Ευχελαίου και Θείας Ευχαριστίας.
Ίδρυσε την Εκκλησία που είναι το πνευματικό νοσοκο-μείο, για να θεραπεύσει την άρρωστη ψυχή και το σώμα.

Τελειώνοντας σου λέω ότι: Θα το διαπιστώσεις και μόνο σου. 

Ο Θεός τίποτε δεν παραχωρεί χωρίς λόγο, παρά μόνο για την σωτηρία της ψυχής μας, και ποτέ πάνω από τη δύναμή μας.

Προσπάθησε να καταλάβεις ότι πριν σε επισκεφθεί η «μαύρη φίλη μας», ο Θεός σε προετοιμάζει. 

Πριν σου παραχωρήσει τον πειρασμό, σου στέλνει πρώτα τη Χάρη Του. 

Να σε ενδυναμώσει. 

Γιατί ο διάβολος σαν λιοντάρι που βρυχάται είναι έτοιμος να μας καταπιεί όπως λέγει και ο Απόστολος Πέτρος (Α Πέτρου, ε ).να τον περιφρονούν και αναγκάζεται να φύγει.

Αγαπητέ αναγνώστα σε κούρασα, σου ζητώ συγνώμη. 

Βιώνω αυτή την «αρρώστεια – δοκιμασία» 15 χρόνια και ήθελα να μοιρασθώ μαζί σου τον προβληματισμό μου. 

Σε παρακαλώ μέλέτησε με ταπείνωση όσο μπορείς τους ψαλμούς του Δαβίδ, θα βρεις σίγουρα τον εαυτό σου και το προβλημά σου, αλλά και τη λύση του προβλήματός σου. 

Επίσης συχνή Εξομολόγηση και υπακοή σε πεπειραμένο πνευματικό πατέρα.

Θα βοηθηθείς πολύ από τη Χάρη του Θεού. Μην το αμελήσεις σε παρακαλώ.

Για τη λύπη η Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου Καρέα Αττικής έβγαλε ένα βιβλίο: «Ωδή το εφήμερο, η λύπη στην ευρύτερη σκέψη των Πατέρων της Εκκλησίας». Πολλά έχεις να μάθεις.


Βρῆκα τόν Χριστό, φώναζε κλαίγοντας ὁ χειρουργός...


Κάποιο ἀγοράκι μπῆκε ἐπειγόντως στὶς Πρῶτες Βοήθειες ἑνὸς νοσοκομείου. Ὕστερα ἀπὸ ἐπείγουσες ἐξετάσεις, ὁ γιατρὸς ἀποφάνθηκε τὰ ἑξῆς: «Θὰ ἀνοίξω τὴν καρδιά σου…».

Τὸ ἀγοράκι τὸν διέκοψε ἀπότομα: «Μέσα στὴν καρδιά μου θὰ βρείτε τὸν Χριστό!»

Ὁ χειρουργὸς τὸν κοίταξε περίεργα καὶ καθὼς δὲν πίστευε, σούφρωσε τὰ φρύδια του καὶ τοῦ εἶπε:

«Θὰ ἀνοίξω τὴν καρδούλα σου, γιὰ νὰ διαπιστώσω τὶς βλάβες, ποὺ σοῦ προκάλεσε ἡ αρρώστια σου…»

«Ναί, ἀλλὰ ὅταν ἀνοίξετε τὴν καρδιά μου, θὰ βρείτε τὸ Χριστό.»

Ὁ γιατρὸς ἔρριξε ἕνα βλέμμα περίεργο πρὸς τοὺς γονεῖς του, ποὺ κάθονταν ἤρεμοι πλάϊ του καὶ συνέχισε: «Ὅταν διαπιστώσω τὶς βλάβες, θὰ κλείσω τὴν καρδιὰ καὶ τὸ στῆθος σου καὶ θὰ ἀποφασίσω τί θὰ κάνω.»

«Σύμφωνοι, ἀλλὰ θὰ βρείτε τὸ Χριστὸ μέσα στὴν καρδιά μου. Ἡ Ἁγία Γραφὴ λέει, πὼς ὁ Χριστὸς κατοικεῖ ἐκεῖ μέσα. Ὅλοι οἱ ἐκκλησιαστικοὶ ὕμνοι λένε, πὼς ὁ Χριστὸς κατοικεῖ ἐκεῖ, μέσα στὴν καρδιά μας. Ἐσεῖς θὰ τὸν βρείτε μέσα στὴν δική μου καρδιά.»

Ὁ καρδιοχειρουργὸς ἀπηύδησε: «Θὰ σοῦ πῶ τί ἀκριβῶς θὰ βρῶ μέσα στὴν καρδιά σου.

Θὰ 'βρω ἕνα φθαρμένο καρδιακὸ μῦ, μιὰ μειωμένη κυκλοφορία αἵματος καὶ ἐξασθενημένα αἱμοφόρα ἀγγεῖα. Καὶ τότε θὰ μπορῶ, ἂν ξέρω, ἂν ἔχω τὴ δυνατότητα νὰ σὲ κάνω καλά.»

«Καὶ θὰ βρείτε ἐπίσης καὶ τὸν Χριστό, ποὺ βρίσκεται εκεί…»

Ὁ γιατρὸς βγῆκε ἀπὸ τὴν αἴθουσα ἐξετάσεως ἐνοχλημένος. Καημένο παιδί…!

Ὅπως εἶχε προβλέψει, προέβη στὴ χειρουργικὴ επέμβαση…Οἱ βλάβες ἦσαν σημαντικές, καθὼς εἶχε προβλέψει, σύμφωνα μὲ τὴν εἰκόνα τῶν ἐξετάσεων. Δὲν μποροῦσε νὰ κάνει τίποτα…

Ὅταν τελείωσε τὸ χειρουργεῖο, κάθισε στὸ γραφεῖο του γιὰ νὰ καταγράψει στὸ τετράδιο χειρουργείου τὶς σημειώσεις του σχετικὰ μὲ τὴν ἐπέμβαση: κατεστραμμένη ἀορτή, κατεστραμμένη πνευμονικὴ φλέβα, ἐκτεταμένη μυϊκὴ ἐκφύλιση. Καμμιά ἐλπίδα μεταμόσχευσης. Καμμιά ἐλπίδα ἴασης. Θεραπεία: παυσίπονα καὶ ἀπόλυτη ἀνάπαυση.

Πρόγνωση (σταμάτησε): ὁ θάνατος θὰ ἐπέλθει μέσα στὸ χρόνο…

Ἄφησε τὸν Η/Υ καὶ σηκώθηκε… Ἀπευθύνθηκε στὸν Χριστὸ τοῦ μικροῦ: «Γιατί, ἀναφώνησε, γιατὶ τὸ ἔκανες αὐτό; Τὸ ἔστειλες ἐδῶ. Τὸ ἔστειλες μ΄αυτό τὸ κακό. Τὸ καταδίκασες νὰ πεθάνει μικρὸ ἀπ’ αὐτὸ τὸ κακό. Γιατί; Γιατί;»

Τότε στὸ βάθος τοῦ εἶναι του, ἄκουσε μιὰ φωνὴ νὰ τοῦ ἀπαντᾶ: «Αὐτὸ τὸ παιδὶ δὲν εἶναι προορισμένο νὰ ζήσει μακροπρόθεσμα στὸ δικό σας ποίμνιο. Αὐτὸ τὸ παιδὶ ἀνήκει στὸ δικό μου ποίμνιο καὶ ἔτσι θὰ εἶναι γιὰ πάντα. Ἐδῶ, στὸ δικό μου ποίμνιο, δὲν ὑπάρχει κανένας πόνος. Θὰ ἀνακουφιστεῖ τόσο, ὅσο δὲ φαντάζεσαι. Κάποια μέρα, οἱ γονεῖς του θὰ τὸ συναντήσουν ἐδῶ καὶ θὰ γνωρίσουν τὴν εἰρήνη. Τὸ ποίμνιό μου θὰ συνεχίσει νὰ αὐξάνεται.»

Δάκρυα ἔτρεχαν στὰ μάτια τοῦ καρδιοχειρουργοῦ. Ὅμως τὰ αἰσθήματά του ἐνάντια στὸν Θεό, γεμᾶτα ἐγωϊσμό, ἀντιδροῦσαν μέσα του: «Ἔπλασες αὐτὸ τὸ πλάσμα, ἔπλασες αὐτὴν τὴν καρδιά. Εἶναι καταδικασμένο νὰ πεθάνει μέσα σὲ λίγους μήνες…γιατί;»

Ἡ φωνὴ μέσα του ἀπάντησε: «Τὸ παιδὶ πρέπει νὰ ἐπιστρέψει στὸ δικὸ μου ποίμνιο γιατὶ ἔχει ἐκτελέσει τὸ καθῆκον του. Δὲν ἔπλασα τὸ παιδί μου στὴν γῆ γιὰ νὰ τὸ χάσω, ἀλλὰ γιὰ νὰ ξαναβρεθεί ἕνα ἄλλο χαμένο πρόβατο.»

Ὁ γιατρὸς κατάλαβε πὼς αὐτὸ τὸ παιδὶ δὲν ἦρθε ἐκεῖ τυχαία…ήρθε γι’ αυτόν…Ο ἴδιος εἶχε λάβει μιὰ χριστιανικὴ μόρφωση…Οι ἀναμνήσεις χόρευαν μέσα στὸν νοῦ του. Ἐξ αἰτίας τῶν πολλῶν ἐπαγγελματικῶν τοῦ ἐπιτυχιῶν, ἡ ψυχή του εἶχε γίνει ἡ τελευταία του φροντίδα.

Μπῆκε στὸ θάλαμο τοῦ παιδιοῦ, κάθισε πάνω στὸ κρεβάτι του, ἔχοντας ἀπέναντί του τοὺς γονεῖς του.

Τὸ ἀγοράκι ξύπνησε καὶ ψέλλισε: «Ἀνοίξατε τὴν καρδιά μου;»

«Ναί!», ἀπήντησε συγκινημένος ὁ γιατρός.

«Καὶ τί βρήκατε;», ρώτησε ὁ μικρός.

« Βρῆκα τὸν Χριστό», ἀπήντησε ὁ χειρουργός, κλαίγοντας σὰν τὸ μικρὸ παιδί, ποὺ ἦταν ὁ ἴδιος, πρὶν ἀπὸ πενήντα χρόνια…

Τὸ παιδὶ καὶ ὁ γιατρὸς ἔγιναν οἱ καλύτεροι φίλοι…