.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Δίκαιος Ιώβ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Δίκαιος Ιώβ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

ΦΡΙΚΤΗ Η ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ! ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΗΣ ΠΛΑΝΗΣ ΕΞΑΠΛΩΝΕΤΑΙ ΜΕ ΚΑΤΑΠΛΗΚΤΙΚΟ ΡΥΘΜΟ. ΚΑΝΟΥΝ ΤΑ ΑΙΣΧΗ ΚΑΙ ΤΑ ΘΕΩΡΟΥΝ ΑΘΩΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ, ΤΟ ΠΡΟΦΗΤΕΥΣΕ Ο ΙΩΒ (15,16). Για μας Ορθοδοξους, το να πεθανουμε εινε φυσικο πραγμα, το να προδωσουμε την πιστι εινε απαισιο & αποτροπαιο

«ἐβδελυγμένος καὶ ἀκάθαρτος ἀνήρ, πίνων ἀδικίας ἴσα ποτῷ» 
Ἰὼβ 15,16

«…Φρικτὴ εἶνε ἡ κατάστασι. Τὸ πνεῦμα πλάνης ἐξαπλώνεται μὲ καταπληκτικὸ ῥυθμό. 
Δὲν εἶνε τίποτε, σοῦ λέει, ἡ μοιχεία· δὲν εἶνε τίποτε ἡ πορνεία, δὲν εἶνε τίποτα…, δὲν εἶνε κακὰ πράγματα αὐτά. Τί κάθεσαι καὶ μοῦ λὲς ἐσύ;…
Τὸ προφήτευσε αὐτὸ ἡ ἁγία Γραφή. Λέει, ὅτι θὰ ἔρθῃ ἡμέρα, ποὺ οἱ ἄνθρωποι, ἐνῷ θὰ πορνεύωνται καὶ θὰ κάνουν τὰ αἴσχη, θὰ τὸ θεωροῦν κάτι ἀθῷο, σὰν νὰ πίνουν ἕνα ποτήρι νερό, ἕνα γλυκὸ πιοτό («ἐβδελυγμένος καὶ ἀκάθαρτος ἀνήρ, πίνων ἀδικίας ἴσα ποτῷ» Ἰὼβ 15,16). Αὐτὸ εἶνε τὸ πνεῦμα τῆς πλάνης ποὺ θὰ ἔχῃ τεραστία διάδοσι. 
Καὶ αὐτὰ μὲν θὰ συμβαίνουν στὸν κόσμο, ποὺ θὰ πέφτῃ στὰ δίχτυα, ποὺ ἁπλώνει ἡ ἁμαρτία.
Φοβερώτερο ἀπὸ τὸν θάνατο
Ἐσεῖς ποὺ πιστεύετε στὸ Xριστό; Θὰ ἦτο φοβερώτερο ἀπὸ τὸ θάνατο, ἂν σᾶς ἔλεγαν ὅτι κάποιος ἀπὸ σᾶς θὰ προδώσῃ τὴν πίστι του. Τὸ νὰ πεθάνουμε εἶνε φυσικὸ πρᾶγμα, τὸ νὰ προδώσουμε τὴν πίστι εἶνε ἀπαίσιο καὶ ἀποτρόπαιο. «Kάποιος ἀπὸ σᾶς», εἶπε ὁ Xριστὸς στοὺς μαθητάς, «θὰ μὲ προδώσῃ», καὶ ἐγένετο διαταραχὴ μεταξὺ τῶν μαθητῶν (Ματθ. 26,21 κ.ἑ.).
Πῶς θ’ ἀντιμετωπίσουμε τὶς δυνάμεις τοῦ σκότους;

Tί λέει ἡ Ἀποκάλυψις; Πουλῆστε τὸ πουκάμισό σας καὶ ἀγοράστε τὴν Ἀποκάλυψι. Aὐτὰ ποὺ εἶνε γραμμένα, ὅλα θὰ γίνουν. Ὁ οὐρανὸς καὶ τὰ ἄστρα θὰ πέσουν, τὰ ποτάμια θὰ ξηρανθοῦν, θὰ λειώσῃ ἡ γῆ σὰν τὸ μολύβι, θὰ πέσουν θρόνοι καὶ καθεστῶτα· ἀλλὰ ὅ,τι λέει ἡ Ἀποκάλυψις, ὅλα θὰ γίνουν. «Ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ παρελεύσονται, οἱ δὲ λόγοι μου οὐ μὴ παρέλθωσι», εἶπε ὁ Χριστός (Ματθ. 24,35).
Aὐτὰ ποὺ λέγει ἡ Ἀποκάλυψις, αὐτὰ ποὺ εἶπε ὁ ἀπόστολος, αὐτὰ ποὺ εἶπε ὁ ἅγιος Kοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, γίνονται στὶς ἡμέρας μας. K᾿ ἐμεῖς τί κάνουμε, ἀδελφοί μου;

Ἀπο το βιβλίο τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου
«ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΣΤΟΥΣ ΕΣΧΑΤΟΥΣ ΚΑΙΡΟΥΣ», ἐκδοση Γ ἐπηυξημένη, 2015, σελ. 135
ΠΡΟΦΗΤΕΙΑ ΤΟΥ ΙΩΒ

ΠΩΣ ΝΑ ΠΑΡΗΓΟΡΟΥΜΕ;

Πῶς νὰ παρηγοροῦμε;
τοῦ περιοδ. «Ο ΣΩΤΗΡ»

Σὰν κεραυνοὶ ξέσπασαν οἱ θλιβερὲς εἰδήσεις γιὰ τὴν καταστροφὴ τῆς περιουσίας καὶ τὸν αἰφνίδιο θάνατο τῶν παιδιῶν τοῦ Ἰώβ. Ὅλα χάθηκαν τόσο ξαφνικὰ καὶ ἀπρόσ­μενα! Καὶ τώρα καθισμένος ἔξω ἀπὸ τὸ σπιτικό του ὁ θεοσεβὴς καὶ πιστὸς Ἰώβ, μὲ ἕνα κομμάτι ἀπὸ πήλινο δοχεῖο στὰ χέρια του προσπαθεῖ νὰ ἀνακουφίσει τὸν πόνο ποὺ τοῦ προκαλοῦν οἱ πληγὲς τῆς ἀσθένειάς του.

Ὅλα τὰ ἐπιτρέπει ὁ Θεός, καὶ τὰ καλὰ καὶ τὰ ἄσχημα ποὺ μᾶς συμβαίνουν, σκέφτηκε ὁ Ἰώβ. Καὶ ὁ δίκαιος ἄνδρας τὰ δέχεται ὅλα μὲ πίστη καὶ ὑπομονή. «Ὁ Κύριος ἔδωκεν, ὁ Κύριος ἀφείλατο· ὡς τῷ Κυρίῳ ἔδοξεν, οὕτω καὶ ἐγένετο· εἴη τὸ ὄνομα Κυρίου εὐλογημένον» (Ἰὼβ α´ 21)· αὐτὴ ἦταν ἡ ἀπάντηση τοῦ ἀν­θρώπου τοῦ Θεοῦ μπροστὰ στὰ τόσα δεινά.

Κι ἐνῶ αὐτὸς δοξάζει τὸν Θεὸ μέσα στὴ θλίψη του, ἡ σύντροφος τῆς ζωῆς του τὸν κακίζει γι’ αὐτὴ τὴ στάση του. Θὰ περίμενε κανεὶς νὰ σταθεῖ δίπλα του καὶ νὰ τὸν παρηγορεῖ στὶς δύσκολες αὐτὲς ὧρες, μὰ ἐκείνη μιλᾶ σὰν ἄφρων, ἀνόητη γυναίκα. Τὸν παροτρύνει νὰ βλα­­σφημήσει τὸ ὄνομα τοῦ ἁγίου Θεοῦ καὶ σ’ Αὐτὸν νὰ ρίξει τὸ φταίξιμο ὅλης τῆς συμφορᾶς ποὺ τοὺς βρῆκε, προσ­θέτοντάς του ἀκόμη μεγαλύτερο πόνο. Ἐκείνη ἀπὸ τὴν ὁποία περίμενε νὰ τοῦ συμπαρασταθεῖ, νὰ σηκώσει μαζί του τὸν σταυρὸ τῶν θλίψεων, ἐκείνη γίνεται τώ­ρα νέος πειρασμός.

Ἀκόμη καὶ οἱ φίλοι του Ἐλιφάζ, Βαλ­δὰδ καὶ Σωφὰρ ποὺ τὸν ἐπισκέφθηκαν, τὸν πλήγωσαν καὶ τὸν ἀπογοήτευσαν. «Παρακλήτορας κακῶν» (Ἰὼβ ιϛ´ [16] 2) τοὺς χαρακτήρισε ὁ ἴδιος ὁ Ἰώβ. Διότι κάθισαν κοντά του ἑπτὰ μερόνυχτα καὶ δὲν μπόρεσαν νὰ τὸν παρηγορήσουν καὶ τὸν ἐγκατέλειψαν «σὰν τὸν ὁρμητικὸ χείμαρρο ποὺ φεύγει καὶ ρίχνεται στὴ θάλασσα χωρὶς νὰ ποτίζει τὴν πεδιάδα, ἢ σὰν τὸ κύμα, ποὺ μόλις φανεῖ ἐξαφανίζεται», ὅπως γράφεται στὸ βιβλίο τοῦ Ἰὼβ (ς´ 15).

Μόνος καὶ ἀπαρηγόρητος μένει ὁ πολύαθλος Ἰώβ. Ἐπαληθεύονται οἱ στίχοι τοῦ Ψαλμωδοῦ στοὺς ὁποίους τονίζεται ἡ ἀνάγκη αὐτὴ τῆς συμπαραστάσεως μὲ τὰ ἑξῆς λόγια: «καὶ ὑπέμεινα συλλυπούμενον, καὶ οὐχ ὑπῆρξε, καὶ παρακαλοῦντας, καὶ οὐχ εὗρον». Περίμενα κάποιον νὰ μὲ συμπονέσει, καὶ δὲν φάνηκε κανείς· καὶ ἀναζήτησα κάποιους νὰ μὲ παρηγορήσουν καὶ δὲν βρῆκα κανένα (Ψαλ. Ξη´ [68] 21).

Δύσκολες οἱ ὧρες τοῦ πόνου, τῶν θλίψεων, τῶν ἀπροσδόκητων ἀσθενειῶν, τοῦ αἰφνίδιου θανάτου προσ­φιλῶν προσώπων. Ὧρες ποὺ ζητοῦν οἱ ἄνθρωποι βοήθεια, συμπαράσταση, παρηγοριά.

Ἡ παρηγορία εἶναι χάρισμα. Μὲ πληρότητα μόνο ὁ Θεὸς μπορεῖ νὰ τὴ χαρίσει σ’ ὅσους πονοῦν. Αὐτὴ ἡ θεία παρηγοριά, ἡ οὐράνια παράκληση, εἶναι τὸ φάρμακο τὴν ὥρα τοῦ πόνου καὶ ὅσο πιὸ γρήγορα ἔλθει, τόσο πιὸ εὔκολα μαλακώνει ἡ ψυχὴ καὶ στηρίζεται. Ὡς ἄνθρωποι ὅμως ἔχουμε ἀνάγκη καὶ τῆς ἀνθρώπινης συμπαραστάσεως, τῆς παρηγοριᾶς καὶ βοήθειας τῶν συν­ανθρώπων μας.

Ὅλοι μας τὴ θέλουμε καὶ ὅλοι ὀφείλουμε νὰ προσφέρουμε τὴν παρηγοριά μας στοὺς ἐμπερίστατους ἀδελφούς μας. Πῶς ὅμως; Κάποιες φορὲς προσπαθήσαμε, κάναμε ὅ,τι μπορούσαμε, μὰ ἀποτέλεσμα δὲν εἶχε ἡ προσπάθειά μας. Δὲν καταφέραμε νὰ διασκεδάσουμε τὸν πόνο τοῦ ἄλλου, ἢ καὶ προσθέσαμε ἴσως πό­νο ἐπιπλέον μὲ τὶς φλυαρίες μας, μὲ τὰ πολλά μας λόγια, μὲ τὰ παραδείγματα ἀ­πὸ παρόμοιους δικούς μας πόνους. Ἄλ­λοτε σιωπήσαμε, ἐνῶ περίμεναν λόγια στηριγμοῦ οἱ ἄλλοι ἀπὸ μᾶς. Καταλάβαμε τότε πὼς τὸ νὰ πα­ρη­γο­ρεῖς τὸν ἄλλον δὲν εἶναι εὔκολο πρά­γμα. Εἶναι χάρισμα ἀπὸ τὸν Θεό. Τὸν ἀπόστολο Βαρνάβα τὸν ὀνομάζει ἡ Ἁ­γία Γραφὴ «υἱὸν παρακλήσεως» (Πράξ. δ΄ 36), δηλαδὴ ἄνθρωπο ποὺ εἶχε τὸ χάρισμα νὰ παρηγορεῖ καὶ νὰ ἐνισχύει τοὺς ἄλλους.

Θέλει καρδιά, θέλει ἀγάπη ἡ παρηγοριά!

Πρωτίστως νὰ προσπαθήσουμε νὰ καταλάβουμε τὴ δυσκολία τοῦ ἄλλου. Νὰ βάλουμε τὸν ἑαυτό μας στὴ δική του θέση. Νὰ καταλάβουμε τὴν ἀγωνία του, τὴν ψυχολογία του τὴν ὥρα ἐκείνη. Πῶς θὰ θέλαμε νὰ μᾶς συμπεριφερθοῦν σὲ ἀνάλογη στιγμή; Μὴ τὰ θεωροῦμε εὔκολα ὁρισμένα πράγματα καὶ πιέζουμε ἢ μὲ ὕφος εἰδικοῦ ἐπιτιμοῦμε ἢ ἀναζητοῦ­με τὶς εὐθύνες καὶ τὶς αἰτίες τῆς δοκιμασίας.

Σὰν τὸ καλάμι ποὺ τὸ σαλεύουν οἱ ἄ­­νεμοι εἶναι ὁ ἄνθρωπος τὴν ὥρα τῆς δοκιμασίας. Θέλει στηριγμό, ὄχι ἔλεγχο καὶ ἐπιτιμήσεις. Ἂς τὸ κατανοήσουμε. Τὰ λό­­­­για μας νὰ εἶναι λίγα καὶ οὐσιαστικά. Λόγια παρακλητικά, παρηγορητικά, λόγια ἐνθαρρυντικά, λόγια ἁπλὰ καὶ ἁπαλά, ποὺ θὰ ἁπαλύνουν τὸν πόνο καὶ θὰ ἐπουλώνουν τὶς πληγές.

Ὑπάρχουν καὶ στιγμὲς ποὺ συμπαραστεκόμαστε στὸν πάσχοντα ἀδελφό μας μὲ τὴ διακριτικὴ καὶ σιωπηλὴ παρουσία μας. Στὸν πόνο του ὁ ἄλλος μπορεῖ νὰ θέλει νὰ μείνει καὶ μόνος, νὰ βρεῖ τὸν ἑαυτό του, νὰ μιλήσει μὲ τὸν Θεὸ καὶ νὰ ἐκζητήσει τὸ ἔλεός Του. Ἡ σιωπηλή μας παρουσία λέει πολλά, δείχνει τὴν ἀγάπη μας, κι ἂς μὴ μιλᾶμε.

Οὐσιαστική, ἀληθινὴ παρηγοριὰ προσ­­­φέρει καὶ ἡ προσευχή μας. Ὅταν γίνεται μὲ πίστη, μὲ ἀγάπη, μὲ θέρμη ψυχῆς, ἔχει θαυμαστὰ ἀποτελέσματα. Ἀποροῦν πολλοὶ πῶς ἄντεξαν τὴν ὥρα τῆς σκληρῆς δοκιμασίας, πῶς σήκωσαν αὐτὸ τὸν σταυρό. Καταλαβαίνουν πὼς ἡ ἀπάντηση βρίσκεται στὴν προσευχὴ ποὺ οἱ ἄλλοι ἔκαναν γι’ αὐτούς. Αἰσθάνθηκαν τὴ δύναμή της καὶ κατόπιν εὐχαριστοῦν.

Ἂς παρακαλοῦμε τὸν Θεὸ νὰ μᾶς φωτίζει γιὰ τὸ πῶς νὰ συμπαραστεκόμαστε στὶς ὧρες ποὺ πονοῦν οἱ ἀδελφοί μας καὶ ἂς ἐκδηλώνουμε πρόθυμα καὶ σω­στὰ τὴν ἀγάπη μας.

ΔΙΚΑΙΟΣ ΙΩΒ


Κάποια μέρα λοιπόν που τα παιδιά διασκέδαζαν στο σπίτι του μεγαλύτερου αδελφού τους φθάνει ένας αγγελιαφόρος στον Ιώβ και του αναφέρει ότι κάποιοι ληστές αφού έσφαξαν τους δούλους βοσκούς του άρπαξαν τα ζεύγη των βοδιών και τους θηλυκούς όνους και μόνο αυτός σώθηκε της καταστροφής, Πριν τελειώσει όμως το λόγο του φθάνει άλλος αγγελιαφόρος που ανήγγειλε στον Ιώβ ότι φωτιά έπεσε από τον ουρανό και κατέκαψε όλα τα πρόβατα και τους βοσκούς αυτών και μόνο αυτός σώθηκε. Πριν και αυτός ολοκληρώσει φθάνει έτερος που ανήγγειλε ότι έφιπποι ληστές κατά ομάδες περικύκλωσαν τα κοπάδια των καμήλων τις οποίες και άρπαξαν φονεύοντας όλους τους δούλους και βοσκούς που τις φύλαγαν στο σημείο αυτό φθάνει τέταρτος που ανήγγειλε το τραγικότερο. Σφοδρός άνεμος άρπαξε τη στέγη της οικίας στην οποία διασκέδαζαν τα παιδιά του Ιώβ με συνέπεια να ταφούν όλα κάτω από τα ερείπια.
Τότε ο Ιώβ σηκώθηκε και σκίζοντας τα ιμάτιά του και κουρεύοντας τα μαλλιά του έπεσε στο έδαφος κραυγάζοντας «γυμνός εξήλθα από την κοιλιά της μάνας μου και γυμνός θα απέλθω από τον κόσμο αυτό. Ο Κύριος έδωσε τα δώρα του και ο ίδιος τα αφαίρεσε. 
Ας είναι δοξασμένο το όνομά του στους αιώνες» (είη το όνομα Κυρίου ευλογημένον εις τους αιώνας).