.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Περί Προσευχής



Οι Άγιοι Πατέρες μας επενόησαν διαφόρους πρακτικούς τρόπους αυτοσυγκεντρώσεως και ασκήσεως της μονολογίστου ευχής και επικλήσεως. Η εργασία αυτή ονομάζεται νήψις και καρδιακή ή νοερά προσευχή και ένας είναι ο κύριος σκοπός της, η τήρησι και φυλακή του νοός. Αν «η παράχρησις των νοημάτων γεννά την κατάχρησιν των πραγμάτων», που είναι και η κατ’ ενέργειαν αμαρτία, τότε επιβάλλεται η τήρησι του νοός, ώστε απ’ αυτή την πρώτη σκέψι, την «προσβολή», και εκ προοιμίων να αποκόπτεται η παντοειδής κακία και έτσι να επιτυγχάνεται ακόπως η σωτηρία. «Εις τας πρωΐας απέκτεινον πάντας τους αμαρτωλούς της γής» (Ψλ. 100, 8), λέγει ο Δαυίδ, και «θυγάτηρ Βαβυλώνος η ταλαίπωρος… μακάριος ος κρατήσει και εδαφιεί τα νήπιά σου προς την πέτραν» (Ψλ. 136, 8-9). Η αναφορά «εις τας πρωίας» και «τα νήπια» υπονοεί την προσβολή και την αρχή κάθε νοήματος.
Ως φραγμόν, λοιπόν, στον ακράτητο και ταχύρροπο νουν οι Πατέρες μας δεν βρήκαν άλλο μέσο ικανώτερο από την μνήμη του Θεού και με κατάλληλους όρους μας διδάσκουν τούτο. «Μνημονευτέον του Θεού ή αναπνευστέον» λέγει ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος. «Ιησού μνήμη ενωθείτω τη πνοή σου» λέγει ο Ιωάννης της Κλίμακος. «Παράμενε τη διανοία και ου κοπιάσεις εν πειρασμοίς» λέγει Ησύχιος ο Πρεσβύτερος. Και Θεόδωρος ο Σιναΐτης λέγει επίσης «της μνήμης του Θεού εκλιπούσης ο των παθών τάραχος εν ημίν χώραν λαμβάνει».
Η συνεχής και ακριβής μνήμη του Θεού τηρουμένη είναι και λέγεται νήψις και οδηγεί εις πάσαν οδόν αρετής και εντολής του Θεού, καθώς λέγει και ο Δαυίδ «προορώμην τον Κύριον ενώπιόν μου διά παντός, ότι εκ δεξιών μου εστίν ίνα μη σαλευθώ» και «εμνήσθην του Θεού και ευφράνθην».
Οι Πατέρες μας διαιρούν σε διαφόρους τρόπους τα είδη της νήψεως, όσοι αναφέρονται ιδιαίτερα σε αυτήν. Ένας τρόπος είναι η προσοχή της διανοίας, όπου η φαντασία απεικονίζει την προσβολή, διότι είναι αδύνατον χωρίς φανταστικήν εικόνα να προκύψουν λογισμοί. Άλλος τρόπος είναι η διά της ευχής ησυχάζουσα καρδία και μη δεχομένη καμμία κίνησι λογισμών αυτό επιτυγχάνεται από όσους έφθασαν με προσπάθειαν και χάριν Θεού στην καρδιακήν ευχή. Άλλος πάλι τρόπος είναι η συνεχής και αδιάλειπτη επίκλησι του Κυρίου μας Ιησού Χριστού προς βοήθειαν μετά πολλής ταπεινώσεως. Και άλλος τρόπος, τέλος, είναι η συνεχής και αδιάλειπτη μνήμη του θανάτου. Στην ουσία και οι τέσσαρες αυτοί τρόποι τον ίδιο σκοπό έχουν, την συνεχή θεία μνήμη και επίκλησι που οι πάντες χρεωστούμε, εφόσον λάβαμε την εντολή «αδιαλείπτως προσεύχεσθε».
Στην τάξι των εισαγωγικών στα πνευματικά η επίμονη επίκλησι του Κυριακού ονόματος πρέπει να συνδυάζεται με την κατά το δυνατόν βία, έστω και αν ο νους δεν παραμένη στους λόγους της ευχής. Και τούτο, διότι είναι αδύνατο να κρατηθή ο νους στην αρχή της προσπαθείας αυτής, και μάλιστα ενώ είμεθα αμαρτωλοί με τόσα πάθη και στερούμεθα της μονίμου ενεργείας της θείας χάριτος. Σ’ αυτή την κατάστασι επιβάλλεται η επίμονη επίκλησι της ευχής του Κυρίου Ιησού, έως ότου η καλή συνήθεια επικρατήση και μειώση τον πολύ κόπο της προσπαθείας. Όταν, χάριτι Θεού, επιτευχθή η καλή συνήθεια, τότε ο νούς συστέλλεται από τον πρώτον σκορπισμό και «μετεωρισμό», διότι όσον εμείς επικαλούμεθα τον Κύριό μας τόσον Εκείνος λίγο-λίγο μας αποκαλύπτει τις ακτίνες της χάριτός Του και βλέπων ο νούς την γλυκύτητα της χάριτος ευκολώτερα παραμένει στους λόγους της ευχής.
Αν ο πιστός στην καλή συνέχεια της ευχής συνάψη και την κατά τα άλλα υποταγή και υπακοή στο θέλημα του Θεού, τότε συντομώτατα και αισθητά η χάρις πλησιάζει το νού και του δείχνει την γεύσι και άλλων αρετών και πραγματοποιείται το ψαλμικό «ως εκ στέατος και πιότητος εμπλησθείη η ψυχή μου και χείλη αγαλλιάσεως αινέσει το στόμα μου» (Ψλ. 62, 6). Όπως κάθε προσπάθεια για ένα σκοπό χρειάζεται και τα προς τούτο συναφή μέσα, το ίδιο και στην μεγάλη αυτήν επιστήμη της ευχής. Διότι δι’ αυτής αξιούμεθα «υποτάσσειν παν νόημα εις την υπακοήν του Χριστού» και χάριτι Αυτού δυνάμεθα ν’ αποκτήσωμε «νούν Χριστού», κατά τους λόγους του Αποστόλου Παύλου.
Απαραίτητος όρος και καθήκον παντός θέλοντος να ασχοληθή με το αγγελικόν αυτό έργο και επάγγελμα είναι η σωστή και ειλικρινής μετάνοια, διότι «εν σώματι καταχρέω αμαρτίας Θεός ουκ εισελεύσεται». Η θεία χάρις δεν είναι μαγεία, ούτε γιόγκα, ούτε άλλος τρόπος αισθησιασμού ή φανταστικού θεάματος, αλλά θεία αποκάλυψι και ενοίκησι και συνάντησι προσωπική του Θεού με τον άνθρωπο. Ο Θεός παρέχει και ο άνθρωπος λαμβάνει, εάν πιστεύση ολοκληρωτικά και υποταχθή στο θείον θέλημα και, κατά συνέπειαν, αρνηθή και αποστραφή κάθε κακίαν. Οι βουλόμενοι, λοιπόν, με τον ανωτέρω τρόπον να εισέλθουν εις το αγιαστήριον αυτό της χάριτος και να ιδούν εν αισθήσει την εντός ημών κειμένην βασιλείαν του Πατρός αυτών πιστοί, ας προσέλθουν στο λογιστήριον της μετανοίας εν ευθύτητι καρδίας και ας έχουν κατά νουν τον λόγο του Δαυίδ «εισάκουσον μου, Κύριε, ότι χρηστόν το έλεός σου· κατά το πλήθος των οικτιρμών σου επίβλεψον επ’ εμέ» (Ψλ. 68, 17) και ας κρατούν αδιάκοπα την επίκλησι της ευχής του Κυρίου μας Ιησού.
Αν από την ευχήν αυτή αφαιρεθή το «Υιέ του Θεού» και παραμείνη μόνο το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με», νομίζω ότι τούτο πολύ θα βοηθήση όσους αδυνατούν να επιτύχουν το απερίσπαστον, διότι ο νους παραμένει ευκολώτερα προσηλωμένος σε λίγες λέξεις. Ο σκοπός είναι να παραμένη ο νούς προσηλωμένος στον Θεό, από όπου επιτυγχάνονται δύο καλά, το ένα καλύτερο από το άλλο. Το πρώτον είναι ότι ο νούς διά της παραμονής του στην θεία μνήμη αργεί από κάθε πονηρία, και το δεύτερον ότι διά της εκεί παραμονής του αγιάζεται, φωτίζεται και θεούται.
Ας είναι γνωστό στους καλούς πύκτας και ήρωας αυτής της αθλήσεως πως δεν είναι, όπως θα το νομίζουν, απλό και εύκολο το να κρατούν τον ακράτητο νου. Και τούτο διά ποικίλους λόγους. Πρώτον, διά την φύσι του νου, διότι είναι λεπτότατος και πετάει πάντοτε σχεδόν αδιάκριτα. Είναι εκ φύσεως περίεργος, συνήθισε στον σκορπισμό της προτέρας ράθυμης ζωής μας και δεν πείθεται στον διά της ευχής εγκλεισμό που του επιβάλλομε. Μετά, είναι και η πονηρία των δαιμόνων, που εικονίζουν συνεχώς την πολύμορφην απάτη, όπου και ρεμβάζει ο φιλοπερίεργος νούς. Είναι και το άλλο, ότι τα σημεία της χάριτος είναι έμμεσα και διά πίστεως αναμενόμενα, ενώ τα της πλάνης είναι άμεσα και παραστατικά ενισχυόμενα και από την μακρά συνήθεια. Πάνω δε απ’ όλα είναι και οι αλλοιώσεις, που διακόπτουν την καλή συνήθεια και την ευχάριστη αντίληψι της χάριτος που παρηγορεί συνήθως.
Την θεραπεία όλων αυτών επιτυγχάνομε διά του Παυλείου παραγγέλματος «τη προσευχή προσκαρτερείτε». Έχοντες την πείρα των Γραφών και των Πατέρων μας, γνωρίζομε ότι είναι απαραίτητη η επιμονή και υπομονή, αρετές που η μεγάλη αυτή αρετή απαιτεί. Γι’ αυτό και δεν «εκκακούμε», αλλά επιμένομε «αιτούντες, ζητούντες και κρούοντες», και πιστεύομε ότι θα μας ανοίξη ο επακούων των επικαλουμένων αυτόν Θεός, όστις «δίδει ευχήν τοις ευχομένοις και παρέχει ανθρώποις γνώσιν».
Εις όλες τις μορφές των αλλοιώσεων που αισθάνεται κανείς, όπως ξηρασία, ραθυμία, σβυσμός και τα όμοια, ας μη φεύγη από το καλό στάδιο της επιμονής και δεν θ’ αργήση το σκοτεινό νέφος να παραμερίση και να επιλάμψη και πάλι λαμπρότερος ο ήλιος, ο Ιησούς μας, να δροσίση την κακωθείσαν εκ της προτέρας ξηρασίας καρδία μας. Η πολυλογία, η κατάκρισι, ο θυμός και γενικά κάθε τι που είναι αντίθετο στην αγάπη εμποδίζουν την ενέργεια της χάριτος. Γι’ αυτό, όσοι θέλουν να ευχωνται, ας απέχουν κατά το δυνατόν ή ας διορθώνουν το σφάλμα το συντομότερο δυνατόν με την μετάνοια. Κάνεις ας μην αποθαρρύνεται στην καλήν αυτήν προσπάθεια της μονολογίστου ευχής του Κυρίου μας Ιησού, όπου και όπως αν ευρίσκεται, ανεξαρτήτως ηλικίας ή φύλου, και να είναι βέβαιος ότι πολύ έχει να ωφεληθή από αυτό. Πλάνη εσχάτη είναι να νομίζη κάνεις ότι το έργο της ευχής είναι αποκλειστικά καθήκον των Μοναχών μόνον και όχι κοινόν χρέος παντός πιστού.
Αν «πάσα κεφαλή εις πόνον και πάσα καρδία εις λύπην», τότε δεν υπάρχει κάνεις χωρίς περιπέτεια και ανάγκη. Πέραν των όσων η σωτηρία μας επιβάλλει, άλλος τρόπος σωτηρίας από την προσευχή δεν ευρίσκεται. «Επικάλεσαί με εν ημέρα θλίψεώς σου και εξελούμαί σε και δοξάσεις με», λέγει ο Κύριος. Ο δε Δαυίδ επιβεβαιώνει την εκ τούτου σωτηρία λέγων «προς Κύριον εν τω θλίβεσθαί με εκέκραξα και εισήκουσέ μου» (Ψλ. 119,1) και «ήκουσε Κύριος της δεήσεώς μου· Κύριος την προσευχήν μου προσεδέξατο» (Ψλ. 6, 10).
Ο άσπονδος εχθρός της φύσεώς μας, η αμαρτία, που είναι το κέντρον του θανάτου και πάσης συμφοράς παραίτιος, πως θα προληφθή και παραμερισθή από τον δρόμο της ζωής μας χωρίς την προσευχή; «Εξεγέρθητι, Κύριε, και πρόσχες τη κρίσει μου, ο Θεός μου εις την δίκην μου» (Ψλ. 34, 23). Πως θα επιτύχωμε την επίγνωσι του θείου θελήματος, που είναι ο πρώτος και ο κύριος στόχος του καθολικού μας σκοπού, αλλά και αυτού ακόμη του απλού μας συμφέροντος στον καθημερινό πρακτικό βίο μας; Εξ αρχής ο Θεός επικαλούμενος και παρακαλούμενος διά προσευχής παρέχει, χαρίζει και μεταδίδει τα πάντα στα ποιήματά του. Έτσι, η προσευχή μένει να είναι το στοιχείο της ζωής και παρατάσεως των λογικών όντων διαπαντός.
Ο αείμνηστος Γέρων Ιωσήφ ωνόμασε την προσευχή «γλώσσα του μέλλοντος αιώνος» επί τη βάσει της εμπειρίας και της διδασκαλίας των Πατέρων, ότι το πλήρωμα της χάριτος σε κάθε θεωθείσα ψυχή είναι η αδιάκοπη προσευχή. Άλλωστε και το έργο των Αγγέλων στους απεράντους αιώνας της προς τον Θεό λατρείας των τι άλλο είναι παρά αίνος και δοξολογία, δηλαδή προσευχή;
Το συμπέρασμα, λοιπόν, της μικρής αυτής πραγματείας μας είναι ότι η ευχή είναι απαραίτητη όχι μόνο σε κάθε άνθρωπο αλλά και σε κάθε χρόνο, χώρο ή τρόπο, όπου η πολυκύμαντος ζωή μας αναγκάζει να ευρισκόμεθα. «Εν παντί τη προσευχή και τη δεήσει μετά ευχαριστίας τα αιτήματα υμών γνωριζέσθω προς τον Θεόν» (Φιλ. 4, 6), λέγει ο Παύλος, και ο Κύριος «και πάντα όσα εάν αιτήσητε εν τη προσευχή πιστεύοντες λήψεσθε» 
(Μθ. 21, 22).
Κρούετε, αιτείτε και ζητείτε διά παντός, διά της μονολογίστου και μικρής αυτής ευχούλας, το θείον έλεος εν παντί καιρώ και τόπω και πράγματι και δεν θα λείψη αφορμή σκέπης και σωτηρίας από μέρους της πανσωστικής του Θεού ημών προνοίας να σας παρηγορή. Αυτό μας παραδίδουν οι παλαιοί και οι σύγχρονοι Πατέρες μας και ας μη μετράη κανείς το τέρμα της υψηλοτάτης θεωρίας, που είναι το υπέρτατον αξίωμα, όπου οδηγεί η τελειότης της προσευχής. Η κατόρθωσι του τελείου είναι σπάνια και μόνον από τους ειδικούς και λίγους αγωνιστάς και ησυχαστάς είναι δυνατόν με την χάρι του Θεού να επιτευχθή. Όμως οι καρποί της προσευχής, από αυτό το ξεκίνημά της και σε όλη την έκτασι της ενεργείας της, είναι τόσο γλυκείς, τόσο πλούσιοι, τόσον επωφελείς, που συμπληρώνουν κάθε κενό, κάθε απορία και κάθε ανάγκην όπου ευρίσκει ο καθένας.
Στην αρχή να λέγεται με επιμονή και, αν είναι τρόπος και επιτρέπει το περιβάλλον, λίγο ψιθυριστά, γιατί ο ήχος των λόγων της ευχής βοηθάει τον νου να συγκρατήται ευκολώτερα. Μετά, η βία της επιμονής, είτε μένει ο νους είτε φεύγει, προκαλεί την έξι και συνήθεια και αυτό συν τω χρόνω μειώνει την έντασι της προσπαθείας. Έπειτα, και ο Κύριός μας Ιησούς, αφού τον επικαλούμεθα τόσον επίμονα, δεν θ’ αργήση να δείξη την παρουσία του με μια κατάλληλη ενέργεια της χάριτός του και αυτό γίνεται πλέον «πείρα θείας αντιλήψεως», η οποία πείθει τον νου να παραμένη στην ευχή με βεβαία πλέον ελπίδα.
Ο τεχνητός τρόπος της καταβάσεως και συγκρατήσεως του νου στην καρδιά διά της εισπνοής και εκπνοής δεν συνιστάται στον καθένα, και ιδίως στους εισαγωγικούς, και ας αποφεύγεται μάλλον, έως ότου η καλή έξι της ευχής επικρατήση και δείξη η χάρις την παρουσία της, οπότε η πρόοδος της χάριτος θα διδάξη μόνη της τους άξιους αυτής της καταστάσεως. «Το γάρ τι προσευξόμεθα καθ’ ο δει ουκ οίδαμεν, αλλ’ αυτό το Πνεύμα υπερεντυγχάνει υπέρ ημών στεναγμοίς αλαλήτοις» (Ρωμ. 8, 26).
Εκείνο που μετ’ επιμονής συνιστούμε εις πάντας τους πιστούς είναι η επίμονη προσπάθεια της ευχής και, αν τούτο έχη συνδρομή και την κατά Θεόν μετάνοια, δεν έχω πως να περιγράψω την ακολουθούσαν ωφέλεια και μάλιστα σήμερα, που η ζωή μας είναι σοβαρά προβληματική. Το γλυκύ όνομα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού συχνότατα περιστρεφόμενον εντός μας μαστίζει τις αντικείμενες δυνάμεις, που μέσω των μελών του παλαιού ανθρώπου μας βιάζουν προς την αμαρτία. Έπειτα, το θείον αυτό όνομα μεταδίδει εις όλο τον ψυχικό μας κόσμο εκ της χάριτος και δυνάμεως του Σωτήρος ημών, ίνα και ημείς —κατά τον Παύλο— πάντα ισχύωμεν υπ’ Αυτού κρατούμενοι. Αυτός γάρ εστίν η ειρήνη ημών και Αυτώ μέλει περί ημών, νύν και εις τους αιώνας, αμήν.

Γέροντος Ιωσήφ Βατοπαιδινού, 
«Λόγοι Παρακλήσεως», σσ. 35-42

ΔΕΝ ΘΑ ΣΩΘΕΙΤΕ ...

Aπο το βιβλίο του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου
«ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΣΤΟΥΣ ΕΣΧΑΤΟΥΣ ΚΑΙΡΟΥΣ», 
εκδοση Β΄, 2008, σελ. 113-114

Δεν θα σωθείτε!


Ας κοινωνάτε, ας εξομολογείστε, δε θα σωθείτε εάν δεν ανοίγετε και το στόμα σας για το Χριστό. Ο χριστιανισμός έφθασε μέχρι σε εμάς δια της διαδόσεως του Ευαγγελίου, η οποία είναι ιερά υποχρέωσις παντός Χριστιανού. Και είναι ψευτοχριστιανός αυτός ο οποίος δεν ανοίγει το στόμα του να μιλήσει για το Χριστό.

Φωτίζει ο Θεός τους πιστούς

Φωτίζει ο Θεός κα τον πιο αγράμματο άνθρωπο να αποστομώσει τον πιο αυθάδη επιστήμονα. Εγώ δεν θα ξεχάσω στο χωριό μου έναν παπά αγράμματο, που έβαλε στη θέση του έναν αυθάδη φοιτητή.
Ήρθε ένας τελειόφοιτος φοιτητής της ιατρικής στο χωριό μου, άθεος και οπαδός του Δαρβίνου. Ο φοιτητής εκείνο τον καιρό ήταν πολύ σπάνιο πράγμα, κομήτης ήτο.
Αααα! Κάνανε και τον κοιτάζανε, λέει σπουδαία πράγματα! Και αυτός έλεγε, Δεν υπάρχει Θεός και το ένα και το άλλο. Να λοιπόν και έρχεται ο παπάς κα τους ρωτά
- Τι συζητάτε αυτού;
- Μας λέει ότι δεν υπάρχει Θεός, απήντησαν.
- Και εσείς δεν τον βάζετε στη θέση του;
- Μα αυτός έχει επιχειρήματα, του είπαν.
- Ποιο επιχείρημα έχεις, του λέει ο παπάς.
- Πως σε λένε; Τον ρωτάει ο παπάς
- Γιώργο, απήντησε.
- Έλα δω βρε Γιώργο, ανέβα πάνω στο πεζούλι (ήταν καλοκαίρι κι ο ήλιος έκαιγε). Σήκωσε το κεφάλι σου και κοίταξε κατάματα τον ήλιο.
- Α, αστειεύεσαι ρε παππούλη; Να τυφλωθώ; Απαντά ο άθεος φοιτητής. Δε μπορώ να κοιτάξω τον ήλιο.
- Βρε ηλίθιε, του λέει τότε ο παπάς, τον ήλιο δεν μπορείς να κοιτάξεις και το Θεό θέλεις να δεις;
Απλοϊκός άνθρωπος ήταν ο παπάς και έβαλε στη θέση του τον άθεο φοιτητή. Τι θεολογία, τι φιλοσοφία κ.λ.π.; Και μόνο αυτός; Τόσοι και τόσοι άλλοι είναι, που τους φωτίζει ο Θεός. Φωτίζει ο Θεός τους πιστούς. «… Γέγραπται γάρ Απολώ την σοφίαν των σοφών και την σύνεσιν των συνετών αθετήσω. Πόσο σοφός; Που γραμματεύς; Που συζητητής του αιώνος τούτου; Ουχί εμώρανεν ο Θεός την σοφίαν του κόσμου τούτου;»

Στη παλάμη... και στην άμμο...



Τι ντροπή μου στ’ αλήθεια, ο Χριστός μου, να ‘χει χαράξει τ’ όνομά μου στο χέρι Του κι εγώ να ‘χω χαράξει το δικό Του στην άμμο.
Τον ακούω να μου λέει:
"Να! στις παλάμες μου επάνω σε ζωγράφισα".
Τι ντροπή που το ίδιο δεν μπορώ να πω…
Η ζωή μου σα μια θάλασσα πολυτάραχη, κυματώδη, με πολλή αμμουδιά.
Το όνομα του Κυρίου μου δεν το χάραξα σ’ έναν βράχο επάνω να μη σβήνει, μα, στην άμμο.
Και ως το κύμα σηκώνει, του Χριστού μου το όνομα σβήνει.
Η αμαρτία μου, κύμα, δεν αφήνει ούτε ίχνος από το όνομα εκείνο.
Κι αρχίζω και πάλι δειλά τ’ όνομά Του να χαράζω στην άμμο.
Αγωνιώ μη και πάλι θα σβήσει.
Κι όμως σβήνει. Γιατί πάλι ο άνεμος, γιατί πάλι το κύμα καταλήγουν κι αφρίζουν στ’ όνομά Του επάνω.
Μια ζωή που δεν έχει τίποτε άλλο από αγώνα, εγώ να γράφω και να σβήνει η αμαρτία.
Εγώ να γράφω και πάντα να ρωτώ
"Πότε μέσα μου ο Χριστός θα μορφωθεί;"
"Πότε πια δεν θα σβήσει;»"
Αγωνία!
Πώς να ζήσω χωρίς το Χριστό μου;
Πώς να σβήσω τη ΖΩΗ όλου του κόσμου, να ‘χω μέσα μου ΖΩΗ;
Αγωνία!...
Κύριέ μου, έλα, το όνομά Σου να χαράξεις μέσα μου μα κι ολόκληρος να κατοικήσεις και ποτέ να μη φύγεις, ποτέ,
Κύριε, το φως του κόσμου…
Το φως της ψυχής μου…

Ο ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ

Ἀγώνας κατά τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου


Ἡ ἄρση τοῦ σταυροῦ ἐκ µέρους τοῦ ἀνθρώπου, ὁὁποῖος θέλει νά ἀπελευθερωθεῖ ἀπό τήν ἁµαρτία, συµπίπτει µέ τόν πνευµατικό ἀγῶνα ἐναντίον τοῦκακοῦ.

Ὁ πνευµατικός ἀγῶνας, ὁ ὁποῖος ἀποδεσµεύει τήν ψυχή ἀπό τήν ἁµαρτία, παρουσιάζει τρία µέτωπα. Καί κατά πρῶτο καί κύριο λόγο ὁ ἀγῶνας αὐτός διεξάγεται ἐναντίον τῶν ἀδυναµιῶν καί παθῶν, τῶνἐµφύτων πονηρῶν καταβολῶν, τίς ὁποῖες µέ τή γέννησή του φέρει ὁ ἄνθρωπος. Πολύ παραστατικά καί µέ ἐπιγραµµατική βραχυλογία, τόν περιγράφει ὁΚύριος:

«Ἀπό µέσα ἀπό τήν καρδιά τῶν ἀνθρώπωνἐξέρχονται οἱ κακές σκέψεις καί ἀποφάσεις, µοιχεῖες, πορνεῖες, φόνοι, κλοπές, κάθε εἴδουςἀδικίες, πού προέρχονται ἀπό τήν πλεονεξία, µοχθηρίες καί κακίες, ἀπάτη, ἠθική παραλυσία καίἀκράτεια, ὀφθαλµός φθονερός καί κακός, βλασφηµία, ὑπερηφάνεια, τρέλλα καί ἀµυαλωσύνη, πού τήν γεννᾶ ὁ σκοτισµός τῆς ἁµαρτίας. Ὅλα αὐτά τά κακά ἐξέρχονται ἀπό µέσα, διότι στήν καρδιάἀρχικά φυτρώνουν ὡς λογισµοί καί ἐπιθυµίες καίἀποφάσεις, καί αὐτά κάνουν ἀκάθαρτο τόνἄνθρωπο».1

Ἐάν ὁ ἄνθρωπος ὑποχωρήσει στίς παρορµήσεις αὐτές, οἱ ὁποῖες ἐκπορεύονται ἀπό τόν ἐσωτερικό του κόσµο, τότε διατρέχει τόν κίνδυνο νά τίς µεταβάλει σέ κυρίαρχα πάθη. Συνεχής δέ καί µακροχρόνια ὑποχώρηση δηµιουργεῖ κατάσταση δουλείας.

Καί ὁ Μ. Βασίλειος ἀναγνωρίζοντας τή δυσκολία τῆς πάλης, αὐτόν τόν πνευµατικό ἀγῶνα ἐναντίον τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου περιγράφει, ὅταν σηµειώνει: «Νά µάθεις, νά διδαχθεῖς τήν εὐαγγελική πολιτεία, τήν εὐθύτητα τῶν µατιῶν, τήν ἐγκράτεια τῆς γλώσσας, τή δουλαγώγηση τοῦ σώµατος, τήν ταπεινοφροσύνη, τήν καθαρότητα τοῦ νοῦ, τήνἐξαφάνιση τῆς ὀργῆς.Ὅταν ἀγγαρεύεσαι, νά προσθέτεις (Ματθ. ε΄ 41).Ὅταν σέ ἀδικοῦν, νά µή πᾶς σέ δικαστήρια (Ματθ. ε΄ 25). Ὅταν µισεῖσαι, νάἀγαπᾶς (Ματθ. ε΄ 44). Ὅταν διώκεσαι, νά ὑποµένεις (Ματθ. ε΄ 44). Ὅταν βλασφηµεῖσαι, νά παρακαλεῖς (Α΄ Κορ. δ΄ 12-13). Νά νεκρωθεῖς γιά τήν ἁµαρτία (Ρωµ. Στ΄ 2), νά σταυρωθεῖς µέ τόν Χριστό.Ὁλόκληρη τήν ἀγάπη δῶσε την στόν Κύριο. Ἀλλά αὐτά εἶναι δύσκολα».2

Εὐθύς ἀµέσως ὁ Φωστήρ τῆς Καισαρείας µᾶς πείθει γιά τό δίκαιο τῆς δυσκολίας τοῦ πνευµατικοῦἀγώνα, ὅταν ὑποστηρίζει: «Καί ποιό ἀπό τά καλά εἶναι εὔκολο; Ποιός ἔστησε τρόπαιο νίκης µέ τό νά κοιµᾶται; Ποιός στεφανώθηκε µέ τά στεφάνια τῆς καρτερίας, ζῶντας πολυτελῆ ζωή καί διασκεδάζοντας; Κανένας δέν πῆρε βραβεῖο χωρίς νά τρέξει. Οἱ κόποι γεννοῦν δόξα, οἱ µόχθοι φέρνουν τά στεφάνια. Πρέπει, λέω καί ἐγώ, ἐµεῖς διά µέσου πολλῶν θλίψεων θά εἰσέλθουµε στήν οὐράνιο βασιλεία» (Πράξ. Ιδ΄ 22)! Ἀλλά τίς θλίψεις αὐτές, τίς διαδέχεται ἡ µακαριότητα στήν οὐράνιο βασιλεία”.3

Ἀγώνας κατά τοῦ διαβόλου

Ἀλλά δέν εἶναι αὐτό τό µοναδικό µέτωπο, τό ὁποῖοἔχει νά ἀντιµετωπίσει ὁ ἀνασφαλής ψυχικάἄνθρωπος. Ἔχει νά διεξαγάγει ἀγῶνα καί «πρόςἐχθρούς πνευµατικούς, οἱ ὁποῖοι ἔχουν ὀργάνωση στρατιωτική. Βαδίζουν µέ σχέδιο, τό ὁποῖο εἶναι καλά µελετηµένο. Τά πονηρά αὐτά τάγµατα ἔχουνἐξουσία πάνω στό πλῆθος τῶν ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι µέ τήν ἀµέλειά τους γίνονται δοῦλοι καί ὑπήκοοί τους. Καί ἐπειδή τό πλῆθος τῶν δυστυχισµένωνὀπαδῶν τους εἶναι µεγάλο, οἱ δαίµονες φαίνονταιὡσάν νά εἶναι κοσµοκράτορες».4

Καί ὁ ἱερός Χρυσόστοµος, ἀναφερόµενος σ’ αὐτό τό µέτωπο τοῦ πνευµατικοῦ ἀγῶνα, ὡς ἔµπειρος πολεµιστής διακρίνει τά πανοῦργα τεχνάσµατα καί τίς παραπλανητικές µεθοδεῖες τοῦ ἐχθροῦ, µέ τίςὁποῖες προσπαθεῖ νά ὑποσκελίσει ὕπουλα τόν πιστό καί καθοδηγεῖ γράφοντας: «Ἐπειδή λοιπόν παρήγγειλε πολλά πού ἔπρεπε νά γίνουν, µή φοβεῖσθε, λέει, στηρίξατε τήν ἐλπίδα σας στόν Κύριο καί ὅλα θά τά ἀνακουφίσει. «Καί ντυθεῖτε ὁλόκληρο τόνὁπλισµό, µέ τόν ὁποῖο ὁ Θεός ὁπλίζει τούς στρατιῶτες Του, γιά νά µπορεῖτε νά ἀντιστέκεσθε στά πανοῦργα τεχνάσµατα τοῦ διαβόλου». Δέν εἶπε, στίς µάχες, οὔτε στούς πολέµους, ἄλλα «στά τεχνάσµατα». Διότι ὁ ἐχθρός δέν πολεµάει οὔτεἁπλᾶ, οὔτε φανερά, ἄλλα µέ τεχνάσµατα. Τί σηµαίνει µεθοδεία; Μεταχειρίζοµαι τέχνασµα, σηµαίνει παραπλανῶ καί µέ τίς ἐπινοήσεις καταβάλλω κάποιον, πρᾶγµα πού γίνεται καί στήν περίπτωση τῶν τεχνασµάτων, καί µέ λόγια, καί µέἔργα, καί µέ παλαιστικά τεχνάσµατα, σ’ ἐκείνους οἱὁποῖοι µᾶς παραπλανοῦν! Ἐπεξηγῶ τί ἐννοῶ: ποτέ (ὁδιάβολος) δέν παρουσιάζει φανερά τά ἁµαρτήµατα, τήν εἰδωλολατρεία δέν τήν λέει, ἀλλά διαφορετικά παριστάνει τοῦτο µεταχειριζόµενος τεχνάσµατα, δηλαδή, παριστάνει πιθανόν τόν λόγο καί χρησιµοποιεῖ ἐπικαλύµµατα”.5

Στή συνέχεια ὁ ἱερός Χρυσόστοµος καθιστᾶπροσεκτικούς τούς χριστιανούς, ὅταν ὑπογραµµίζει τό ἄνισο τοῦ ἀγῶνα, ἐφ’ ὅσον οἱ σαρκικοί ἄνθρωποιἀντιµετωπίζουν ὄχι µόνο τήν ἀνθρωποκτόνο πονηρία τῶν δαιµόνων, ἀλλά καί ἀντιπαλαίουν µέἰσχυρότερά τους –ὡς πρός τήν φύση– ὄντα· καί τοῦτο, διότι οἱ δαίµονες εἶναι ἀσώµατοι (...). «Διότι δέν ἔχοµε νά παλαίψουµε, λέει, πρός ἀντιπάλουςὁµοίους µέ µᾶς, µέ αἷµα καί σάρκα, σάν τή δική µας.Ἀλλά πρός τίς ἀρχές, πρός τίς ἐξουσίες, πρός τά διαβολικά αὐτά τάγµατα, πρός τούς κοσµοκράτορες, πού ἄρχουν ἐπάνω στό πλῆθος τῶν ἀνθρώπων, πού εἶναι βυθισµένοι στό ἠθικό σκοτάδι, τό ὁποῖοἐπικρατεῖ στόν αἰῶνα αὐτόν. Καλούµαστε νά παλαίψουµε πρός τά πνευµατικά ὄντα, τά ὁποῖα εἶναι γεµᾶτα πονηρία καί τά ὁποῖα κατοικοῦν στούςὁρίζοντες, πού εἶναι πάνω ἀπό τόν ἀέρα».6

Ἀρχιµ. Καλλίστρατος Ν. Λυράκης
Ἱεροκήρυκας Ἱ. Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀθηνῶν

«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Αρ. Τεύχους 140
Ἀπρίλιος 2014
Ὑποσηµειώσεις:
1. «Ἔσωθεν ἐκ τῆς καρδίας τῶν ἀνθρώπων οἱδιαλογισµοί οἱ κακοί ἐκπορεύονται, µοιχεῖαι, πορνεῖαι, φόνοι, κλοπαί, πλεονεξίαι, πονηρίαι, δόλος,ἀσέλγεια, ὀφθαλµός πονηρός, βλασφηµίαι,ὑπερηφάνεια, ἀφροσύνη· πάντα ταῦτα τά πονηράἔσωθεν ἐκπορεύεται καί κοινοῖ τόν ἄνθρωπον” (Μάρκ. Ζ΄ 21-13).
2. «Μάθε, διδάχθητι εὐαγγελικήν πολιτείαν,ὀφθαλµῶν ἀκρίβειαν, γλώσσης ἐγκράτειαν, σώµατος δουλαγωγίαν, φρόνηµα ταπεινόν, ἐννοίας καθαρότητα, ὀργῆς ἀφανισµόν. Ἀγγαρευόµενος προστίθει, ἀποστερούµενος µή δικάζου, µισούµενοςἀγάπα, διωκόµενος ἀνέχου, βλασφηµούµενος παρακάλει. Νεκρώθητι τῇ ἁµαρτίᾳ, συσταυρώθητι τῷ Χριστῷ, ὅλην τήν ἀγάπην µετάθες ἐπί τόν Κύριον.Ἀλλά χαλεπά αὐτά”.
3. «Τί δέ τῶν ἀγαθῶν εὔκολον; Τίς καθεύδων τρόπαιον ἔστησε; Τίς τρυφῶν καί καταυλούµενος, τοῖς τῆς καρτερίας στεφάνοις κατεκοσµήθη; Οὐδείς µή δραµών ἀνείλετο τό βραβεῖον. Πόνοι γεννῶσι δόξαν, κάµατοι προξενοῦσι στεφάνους. “Διά πολλῶν θλίψεων δεῖ ἡµᾶς εἰσελθεῖν εἰς τήν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν” φησί κἀγώ· ἀλλά ταύτας µέν τάς θλίψειςἡ ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν µακαριότηςἐκδέχεται” (P.G. 31,440β).
4. «Πρός τάς ἀρχάς, πρός τάς ἐξουσίας, πρός τούς κοσµοκράτορας τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου, πρός τά πνευµατικά τῆς πονηρίας ἐν τοῖςἐπουρανίοις» (Ἐφεσ. ΣΤ’ 12).
5. «Ἐπειδή γάρ πολλά ἐπέταξεν ἅπερ ἔδει γενέσθαι, µή δείσητε, φησίν, ἐπιρρίψατε τήν ἐλπίδα ἐπί τόν Κύριον, καί πάντα ἐξευµαρίσει. “Καί ἐνδύσασθε τήν πανοπλίαν τοῦ Θεοῦ, πρός τό δύνασθαι ὑµεῖς στῆναι πρός τάς µεθοδείας τοῦ διαβόλου” (Ἐφεσ. ΣΤ’ 11). Οὐκ εἶπε, πρός τάς µάχας, οὐδέ πρός τούς πολέµους,ἀλλά “πρός τάς µεθοδείας”. Οὐδέ γάρ ἁπλῶς, οὐδέ φανερῶς ἡµῖν ὁ ἐχθρός πολεµεῖ, ἀλλά µεθοδείᾳ. Τίἐστι µεθοδεία; Μεθοδεῦσαι ἐστι τό ἀπατῆσαι, καί διά µηχανῆς ἑλεῖν, ὅπερ καί ἐπί τῶν τεχνῶν γίνεται, καί ἐν λόγοις, καί ἐν ἔργοις, καί ἐν παλαίσµασιν, ἐπί τῶν παραγόντων ἡµᾶς. Οἷον τι λέγω· οὐδέποτε φανερά προτίθησι τά ἁµαρτήµατα, εἰδωλατρείαν οὐλέγει, ἀλλ’ ἑτέρως ἀποκατασκευάζει µεθοδεύων, τοὐτέστιν, πιθανόν κατασκευάζων τόν λόγον,ἐπικαλύµµασι κεχρηµένος» (Ε.Π.Ε. 21, 282-286).
6. «Ὅτι οὐκ ἔστι ἡµῖν, φησίν, ἡ πάλη πρός αἷµα καί σάρκα, ἀλλά πρός τάς ἀρχάς, πρός τάς ἐξουσίας, πρός τούς κοσµοκράτορας τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου, πρός τά πνευµατικά τῆς πονηρίας ἐν τοῖςἐπουρανίοις» (Ἐφεσ. ΣΤ’ 12) (Ε.Π.Ε. 21,282-286).

Ας βοηθήσω μερικές ψυχές να εξομολογηθούν που δειλιάζουν να εξομολογηθούν






Πρωτοπρεσβύτερος Νικόλαος Μανώλης
"* Ας βοηθήσω μερικές ψυχές που δειλιάζουν
να εξομολογηθούν *" [ΒΙΝΤΕΟ 2014]

Αγιορείτικη Διήγηση για τον Παράδεισο



Ακούραστος ο γέρο - Πέτρος καθάριζε κρεμμύδια στην πάνυγυρη της Παναγίας για την εσπερινή τράπεζα. Θα έρχονταν πατέρες και ψαλτάδες απο την έρημο να στολίσουν την αγρυπνία.
Και πως έκανε ο γέρο -Πέτρος αμα ξεκινούσε τα μέγιστα ανοιξαντάρια του Κουκουζέλη και το Θεοτόκε Παρθένε του Μπερεκέτη! Και όλο σκούνταγε τον Δανιηλ τον Εκκλησιαστικό να κουνήσει ακόμα πιο δυνατά τον χορό και τον πολυέλαιο.
-Ω Θεε μου, και πως θα είναι στον παράδεισο, ακούγονταν η φωνή του γέρο-καλόγερου...


Παρότι το στασίδι του ήταν μπροστά στα γεροντικα, εκείνος με ευλογία του ηγουμένου στεκόταν σε εκείνα των αρχαρίων, στο στασίδι που στάθηκε όταν πρωτόρθε στο μοναστήρι. Ώρες ορθος στην Εκκλησία, ομοιοπύρφορο Χερουβειμ που λάτρευε με σεβασμό τον Θεό Του.
-Και δεν μου λες, παππού, τι είναι η Παναγιά για τον κόμσο; ρώτησε ο Πατηρ Υπάτιος τον γέροντα.

Ο γέρο - Πέτρος άφησε τα κρεμμύδια και το μαχαίρι μεμιάς και πήρε ύφος σοβαρό σαν να έβγαζε λόγο.

- Εγω πατέρες γραμματα δεν ξέρω να τα πώ ομορφα και δουλεμένα. Μα αυτή η ιστορία είναι πέρα ως πέρα αληθινή.

Σε μένα την είπαν ταπεινοί μοναχοί του Ορους που ποτέ δεν φιλιώθηκαν με το ψέμα.

«Το λοιπόν κάποτε στον Παράδεισο μπροστά στην όμορφη πόρτα του καθόταν ο Άγιος Πέτρος και καλοδεχόταν τα παιδιά του Θεού που είχαν κερδίσει τη Βασιλεία.

Σαν νύχτωσε, ο Άγιος έκλεινε τα θυρόφυλλα και μετρούσε στα τεφτέρια του πόσοι είχανε μπει στον Παράδεισο. Ύστερα έβαζε τα ονοματά τους πλαι σε εκείνους που ηδη ήταν μέσα απο καιρό και έβρισκε τον αριθμό.

Το άλλο πρωι μετρούσε πάλι τους παραδεισένιους ανθρώπους και πήγαινε να ανοίξει την πόρτα. Μα για καιρό έβλεπε τούτο το παράδοξο. Ενω αποβραδις είχε μετρήσει πως αυτοί που είχαν μπει στον Παράδεισο ήταν δέκα, την άλλη μέρα μετρούσε άλλους 3 παραπάνω.

Μα πως γίνεται αυτό σκεφτόταν.

-Μια και δυο πηγαίνει στον αφέντη τον Χριστό και του λέει αυτο που τον απασχολεί.
-Να φυλάξεις βάρδια είπε ο Χριστός και ο Άγιος έσκυψε το κεφάλι και γύρισε στο διακονημά του.

Το ίδιο βράδυ ο απόστολος του Θεού φύλαξε κατα την προσταγή του Χριστού και σαν ξημέρωσε είχε έτοιμη απάντηση

- Λοιπόν, είπε ο Κύριος

Το βράδυ... Κύριε.... που κλείνει ο Παράδεισος ανεβαίνει η Μάνα Σου στα τείχη και βάζει τους ανθρώπους απο εκεί.

Αμα τελείωσε την διηγησή του ο γέρο Πέτρος έκανε τον σταυρό του και είπε: Αυτή είναι αδελφοί... η Παναγία μας και ο ρόλος της για τον κόσμο...


xristianos.gr

Να αποφεύγεις, όσο μπορείς, τις ταραχές και τα σκάνδαλα

Φρόντισε, ὅπως λέχθηκε, νὰ μὴ συγχυσθῆ ποτὲ ἡ καρδιά σου, οὔτε νὰ ἀναμιχθῇ σὲ κάποια ὑπόθεσι ποὺ τὴν ἐνοχλεῖ, ἀλλὰ νὰ ἀγωνίζεσαι πάντοτε καὶ νὰ τὴν κρατᾷς εἰρηνικὴ καὶ ἀναπαυμένη. Καὶ ὁ Θεὸς ποὺ σὲ βλέπει νὰ ἐνεργῇς ἔτσι καὶ νὰ ἀγωνίζεσαι, θὰ οἰκοδομήσῃ μὲ τὴν χάρι του στὴν ψυχή σου μία πόλις εἰρήνης. Καὶ ἡ καρδιά σου θὰ εἶναι ἕνας οἶκος τρυφῆς (χαρᾶς), ὅπως, κατὰ κάποιον τρόπο, ἐννοεῖται ἐκεῖνο τὸ ψαλμικό: «Ἱερουσαλὴμ ποὺ οἰκοδομεῖσαι ὡς πόλις» (Ψαλμ. 121, 2).

Αὐτὸ μόνο θέλει ἀπὸ σένα ὁ Θεός· κάθε φορὰ ποὺ θὰ τύχη νὰ ταραχθῇς, ἀμέσως νὰ ἀλλάξης καὶ νὰ προσπαθήσῃς νὰ ἡσυχάζῃς καὶ νὰ εἰρηνεύῃς σὲ ὅλα σου τὰ ἔργα καὶ τοὺς λογισμούς. Καὶ ὅπως δὲν οἰκοδομεῖται μία πόλις σὲ μία ἡμέρα, ἔτσι νὰ σκεφθῇς καὶ σύ, ὅτι, δηλαδή, σὲ μιὰ μέρα δὲν μπορεῖς νὰ ἀποκτήσῃς αὐτὴ τὴν ἐσωτερικὴ εἰρήνη. Γιατὶ αὐτὸ δὲν σημαίνει τίποτε ἄλλο παρὰ νὰ οἰκοδομήσῃς γιὰ τὸν Θεὸ τῆς εἰρήνης ἕναν οἶκο καὶ ἕνα σκήνωμα στὸν ὕψιστο καὶ νὰ γίνῃς ναός του. Καὶ νὰ γνωρίζῃς ὅτι ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς εἶναι ἐκεῖνος ποὺ θὰ οἰκοδομήσῃ τὸν οἶκον αὐτόν. Διότι ὁ κόπος σου διαφορετικὰ θὰ ἦταν μάταιος, ὅπως λέγει καὶ τὸ γραφικό: «ἐὰν ὁ Κύριος δὲν οἰκοδομήσῃ τὸν οἶκο, ἄδικα κοπίασαν ἐκεῖνοι ποὺ οἰκοδομοῦν» (Ψαλμ. 126, 1).

Ἐκτὸς ἀπὸ αὐτὰ νὰ γνωρίζῃς ὅτι τὸ βασικὸ θεμέλιο αὐτῆς τῆς καρδιακῆς εἰρήνης εἶναι ἡ ταπείνωσις καὶ τὸ νὰ ἀποφεύγῃς, ὅσο μπορεῖς, τὶς ταραχὲς καὶ τὰ σκάνδαλα. Γιατὶ καὶ στὴ Γραφὴ βλέπουμε ὅτι ὁ Θεὸς δὲν θέλησε νὰ τοῦ κτίσῃ ναὸ καὶ κατοικία ὁ Δαβίδ, ποὺ εἶχε πολέμους καὶ ταραχὲς σχεδὸν σὲ ὅλη τὴν διάρκεια τῆς ζωῆς του, ἀλλὰ ὁ υἱός του ὁ Σολομώντας, διότι, σύμφωνα μὲ τὸ ὄνομά του, παρέμενε εἰρηνικὸς βασιλιᾶς καὶ μὲ κανένα δὲν ἔκανε πόλεμο.


Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου
«Αόρτατος Πόλεμος»

Να μάθεις καλά το «Πάτερ ημών»!



- Να μάθεις καλά το «Πάτερ ημών». Ακούς;
- Το «Πάτερ ημών» το ξέρω, δέσποτά μου, απ' έξω από τότε που ήμουν παιδί.

- Απ' έξω το ξέρεις, αλλά δεν το ξέρεις από μέσα.
- Τι εννοείτε;

- Δεν ξέρεις το νόημά του. Μηχανικά το απαγγέλλεις. Αν το ήξερες από μέσα, θα συγχωρούσες προθυμότατα τον πλησίον σου, διότι αλλιώς δεν υπάρχει περίπτωση να συγχωρηθείς και εσύ από Τον Θεό για τις αμαρτίες σου. Το «άφες ημίν τα οφειλήματα ημών ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών» αυτό σημαίνει.
Λοιπόν να μάθεις το «Πάτερ ημών» από μέσα. Σύμφωνοι;

π. Ιωήλ Γιαννακόπουλος

Ο σεβασμός της ελευθερίας του άλλου...



- Γέροντα, είναι δυνατόν κανείς συνειδητά να κρύβη μια πτώση του από τον πνευματικό του;
- Ναι, αλλά, και αν ξέρη ο πνευματικός την πτώση του ή κάτι καταλαβαίνη, δεν συμφέρει, ούτε θα τον ωφελήση, να του το πη. Πολλές φορές βλέπω στον αγώνα του αλλού κάτι, καταλαβαίνω ή ξέρω τι έχει κάνει, όμως, από σεβασμό, δεν του λέω τίποτε, αν δεν μου το πη ο ίδιος. Το θεωρώ εκβιασμό, ατιμία, να του το πω, την στιγμή που εκείνος δεν θέλει μόνος του να το φανερώση. Είναι λεπτό το θέμα, γιατί θα τον ρεζιλέψης. Πώς να βιάσης τον άλλον; Υπάρχει ελευθερία. Εκτός αν δω ότι κινδυνεύει και δεν πρόκειται να βοηθηθή από αλλού ή ότι έχει άγνοια και θα σπάση τα μούτρα του, θα καταστραφή, τότε θα κοιτάξω με τρόπο να του πω κάτι.
Είναι καλύτερα να δίνης στον άλλον να καταλαβαίνη πού φταίει, εφόσον το ζητήση και να χτυπά μόνος του τον παλαιό του άνθρωπο, γιατί έτσι πονά λιγώτερο. Βλέπεις, κι ένα παιδάκι, όταν πέση μόνο του και χτυπήση, κλαίει λιγώτερο απ’ ότι κλαίει, αν πέση, γιατί το έσπρωξε ένα άλλο παιδί. Για να πη κανείς στον άλλον να κάνη κάτι, πρέπει αυτός που θα το ακούση να είναι ταπεινός και αυτός που θα το πη να είναι δέκα φορές πιο ταπεινός και να προσπαθή να το εφαρμόζη αυτό που θα πη. Θα κάνω ενάμιση εγώ, για να πω στον άλλον να κάνη ένα, και πάλι θα σκεφθώ αν το πω.
Βέβαια, ο έλεγχος γίνεται πάντοτε σε άνθρωπο που είναι δικός σου ή γνωστός. Ο πνευματικός θα δη τι δικαιώματα του έδωσε ο άλλος και τι ευθύνη έχει γι’ αυτόν και ανάλογα θα φερθή. Όταν έχη αναλάβει την ευθύνη της ψυχής, τότε επιβάλλεται ο έλεγχος, φυσικά με διάκριση. Δεν βοηθάει όμως να κάνης στον άλλον τον δάσκαλο και να τον ελέγχης για τις συνήθειές του, αν εκείνος δεν σου δώση το δικαίωμα. Είναι σαν να μπη κάποιος στο κελλί μου και μου αλλάξη τα πράγματα, να μου βάλη το κανδήλι εδώ, το κρεββάτι εκεί, να κρεμάση το κομποσχοίνι αλλού, χωρίς να με ρωτήση.

Γέρων Παίσιος

agiosmgefiras.blogspot.gr

Εκκλησία: Ο Χριστός παρατεινόμενος εις τους αιώνας



Η λέξη Εκκλησία προέρχεται από το ρήμα εκκαλέω – ω (=προσκαλώ, συναθροίζω). Είναι, λοιπόν, η Εκκλησία μια συνάθροιση ανθρώπων, μια σύναξη.
Με την ίδια έννοια βρίσκουμε τη λέξη και στην αρχαία Ελλάδα. Η εκκλησία του δήμου ήταν μια συγκέντρωση των πολιτών με σκοπό τη συζήτηση διαφόρων πολιτικών και κοινωνικών θεμάτων.
Βέβαια στην Καινή Διαθήκη έχουμε χρησιμοποίηση της λέξης μ’ ένα πολύ βαθύτερο περιεχόμενο, αφού με την ενανθρώπηση του Χριστού η Εκκλησία δεν είναι απλώς μια συνάθροιση ανθρώπων, αλλά το ίδιο το Σώμα του Χριστού.
Ο Χριστός είπε στον Απόστολο Πέτρο, ο οποίος ομολόγησε τη θεότητά του: «εσύ είσαι ο Πέτρος και πάνω σ’ αυτή την πέτρα θα οικοδομήσω την Εκκλησία μου, και δεν θα την κατανικήσουν οι δυνάμεις του άδη». (Ματθ. 16, 18). Η πέτρα, δηλαδή, πάνω στην οποία στερεώνεται η Εκκλησία είναι η ομολογία ότι ο Χριστός είναι ο Υιός του Θεού.
Εκκλησία είναι η ενότητα κληρικών, μοναχών και λαϊκών και αυτή η ενότητα υπάρχει εν Χριστώ. Μέλη της Εκκλησίας είναι όσοι είναι ενωμένοι με το Χριστό μέσο του βαπτίσματος και της συμμετοχής στη μυστηριακή ζωή. Η Εκκλησία, λοιπόν, δεν είναι «τοίχος και οροφή», όπως αναφέρει ο Αγ. Ιω. Χρυσόστομος, «αλλά βίος και ζωή».
Η Εκκλησία είναι το σώμα του Χριστού, η Εκκλησία είναι ο Χριστός παρατεινόμενος στους αιώνες
Η Εκκλησία είναι η παγκόσμια κοινότητα των ανθρώπων, το σύνολο των πιστών του Θεού που:

• ΠΙΣΤΕΥΟΥΝ τον Χριστό ως Σωτήρα.

• Τον ΛΑΤΡΕΥΟΥΝ μέσω της λειτουργίας των μυστηρίων και της Αγίας Γραφής.

• ΔΙΑΚΟΝΟΥΝ ΚΑΙ ΑΓΑΠΟΥΝ μέσω των καλών πράξεων και προσευχών, όπως ο Χριστός θέλει.

Ξεκινάει ιστορικά με την ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗ όταν το Άγιο Πνεύμα κατέβηκε στους Αποστόλους. Συνεχίζει το έργο της στις μέρες μας και θα συνεχίζει στους αιώνες των αιώνων.
Η Εκκλησία είναι:

• ΜΙΑ, γιατί στηρίζεται στην ενότητα του Ενός Θεού. (Πατέρα, Υιού και Αγίου Πνεύματος).

• ΑΓΙΑ, επειδή είναι χωρισμένη από κάθε αμαρτία, γιατί και ο Θεός είναι Άγιος.

• ΚΑΘΟΛΙΚΗ γιατί ζει την πληρότητα της Θείας Αλήθειας και περιλαμβάνει όλους τους πιστούς Χριστιανούς, όλων των εποχών και από όλα τα μέρη του κόσμου.

• ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ γιατί διατηρεί ανόθευτη και απαραχάρακτη την Αποστολική διδασκαλία και Παράδοση και επειδή οι επίσκοποι που την ποιμαίνουν είναι διάδοχοι των αγίων Αποστόλων.

Στην Εκκλησία οι άνθρωποι μοιράζονται με τους άλλους τον εαυτό τους, το βίο τους, το χρόνο τους, τις ανησυχίες τους, τη δημιουργικότητά τους, τη χαρά τους, τη λύπη τους, την πίκρα τους, την απόγνωσή τους, την ελπίδα τους, την πίστη τους. Δεν υπάρχει Εκκλησία εκεί που οι άνθρωποι φροντίζουν ο καθένας τον εαυτό του, εκεί που ο καθένας κρατάει τα αγαθά του, τη χαρά του, τη δύναμή του, την ελπίδα του, την πίστη του, την αρετή του για τον εαυτό και δεν τη μοιράζεται με τους άλλους.
Κεφαλή της Εκκλησίας είναι ο Χριστός και μέλη Της όλοι όσοι δέχονται το Βάπτισμα στο όνομα της Αγίας Τριάδος.
«Έξω από την Εκκλησία δεν υπάρχει σωτηρία» (Τερτυλιανός)
Το βάπτισμα στο όνομα της Αγ. Τριάδος είναι απαραίτητη προϋπόθεση για μια καινούρια ζωή μέσα στο Σώμα του Χριστού, την Εκκλησία. Με το ένα και μοναδικό βάπτισμα συγχωρείται ο άνθρωπος από το προπατορικό αμάρτημα και από τις αμαρτίες που έκανε μέχρι να βαπτισθεί.
Η Εκκλησία είναι το Σώμα του Χριστού. Κεφαλή Της είναι ο ίδιος ο Χριστός και μέλη Της όλοι οι άνθρωποι, κληρικοί και λαϊκοί. Ο καθένας έχει τη δική του θέση μέσα στα Σώμα της Εκκλησίας, τα δικά του χαρίσματα –όπως ακριβώς ένα σώμα συνίσταται από διαφορετικά όργανα και μέλη. Όπως όταν πάσχει ένα μέλος, υποφέρει όλο το σώμα, έτσι και μέσα στην Εκκλησία: όταν χαίρεται ένα μέλος της Εκκλησίας, μοιράζεται τη χαρά του με όλους τους αδελφούς. Το ίδιο συμβαίνει κι όταν λυπάται ένα μέλος.
Η Εκκλησία συγκεντρώνεται όλη (και όχι ένα μόνο μέρος) σε κάθε Θεία Λειτουργία. Πάνω στο Άγιο Δισκάριο υπάρχει ο Αμνός (το Σώμα του Χριστού), οι μερίδες της Παναγίας και όλων των Αγίων, οι μερίδες των ζωντανών και των κεκοιμημένων. Έτσι, όταν τελείται η Θ. Λειτουργία, κοινωνούν όλα τα μέλη της Εκκλησίας με τον Θεό και μεταξύ τους και αγιάζονται επειδή ο Χριστός βρίσκεται ανάμεσά τους και είναι η Κεφαλή τους.
Τα ζωντανά μέλη της Εκκλησίας αποτελούν την «στρατευομένη» Εκκλησία. Όσοι Χριστιανοί έχουν ήδη κοιμηθεί αποτελούν την «θριαμβεύουσα» (στους ουρανούς) Εκκλησία.
Εκκλησία δεν είναι μόνο οι κληρικοί. Ούτε μόνο οι λαϊκοί. Όλοι μαζί συναποτελούν το Σώμα του Χριστού. Ορατός τύπος του Χριστού («εις τύπον και τόπον Χριστού») σε κάθε τοπική Εκκλησία είναι ο επίσκοπος. Οι λοιποί κληρικοί και οι λαϊκοί έχουν ο καθένας, ανάλογα με τα χαρίσματά του, το δικό του διακόνημα μέσα στην Εκκλησία.
«Σας παρακαλώ, λοιπόν, εγώ που είμαι φυλακισμένος για τον Κύριο, να ζείτε με τρόπο αντάξιο εκείνου που σας κάλεσε στη νέα ζωή. Να ζείτε με ταπείνωση, πραότητα και υπομονή. Να ανέχεστε με αγάπη ο ένας τον άλλο και να προσπαθείτε να διατηρείτε, με την ειρήνη που σας συνδέει μεταξύ σας, την ενότητα που δίνει το Πνεύμα του Θεού. Ένα σώμα αποτελείτε όλοι κι ένα πνεύμα σας ενώνει, όπως μία είναι η ελπίδα για την οποία σας κάλεσε ο Θεός. Ένας Κύριος υπάρχει, μία πίστη, ένα βάπτισμα. Ένας Θεός και Πατέρας όλων, που κυριαρχεί σ’ όλους, ενεργεί μέσα απ’ όλους και κατοικεί σε όλους σας». (απόστολος Παύλος, προς Εφεσίους δ΄ 1-6).
Ο Θεός έδωσε οδηγίες στον Νώε για να κατασκευάσει την κιβωτό, ώστε να σωθούν τα ζώα από τον κατακλυσμό. Ο Χριστός έστειλε το Άγιο Πνεύμα για να δημιουργήσει την Εκκλησία, ώστε να μπορούν όλοι οι άνθρωποι από την αμαρτία. Μέσα στην κιβωτό του Νώε συνυπήρχαν διαφόρων ειδών ζώα, αρσενικά και θηλυκά. Μέσα στην Εκκλησία του Χριστού δεν (πρέπει να) υπάρχουν διακρίσεις των μελών Της ανάλογα με το φύλο ή την καταγωγή τους.
Η αρχή της Εκκλησίας
Υπάρχουν τρεις φάσεις εμφανίσεως της Εκκλησίας. Η πρώτη είναι η δημιουργία των αγγέλων και των ανθρώπων, η δεύτερη είναι η ζωή του Αδάμ στον παράδεισο και η περίοδος της Π.Δ. και η τρίτη φάση της Εκκλησίας είναι η ενανθρώπηση του Χριστού.
Με τη δημιουργία τω αγγέλων και των ανθρώπων έχουμε την εμφάνιση της πρώτης Εκκλησίας. Άγγελοι και άνθρωποι ανήκουμε στην ίδια Ποίμνη.
Η πρώτη Εκκλησία ολοκληρώθηκε με τη δημιουργία του ανθρώπου. Ο Αδάμ και η Εύα ζούσαν στον Παράδεισο αγγελική ζωή και ήταν σε συνεχή επικοινωνία με το Θεό. Με την πτώση του Αδάμ έγινε διάσπαση της κοινωνίας του ανθρώπου με το Θεό, του ανθρώπου με τον εαυτό του και του ανθρώπου με όλη τη δημιουργία.
Παρά την πτώση όμως αυτή δεν αφανίζεται τελείως η Εκκλησία. Η Εκκλησία υφίσταται και στην περίοδο της Π.Δ. Ο άνθρωπος αγωνίζεται να αποκαταστήσει την κοινωνία με το Θεό και το επιχειρεί με τις διάφορες μορφές θρησκείας, αφού έχασε την αληθινή μνήμη και πραγματική γνώση του Θεού. Στην Π.Δ. υπήρχαν δίκαιοι άνθρωποι, όπως οι Κριτές, οι Προφήτες και οι άγιοι, οι οποίοι αξιώθηκαν θείας αποκαλύψεως (Αβραάμ, Μωϋσής κ.α.). Κι επειδή η όραση του Θεού, σύμφωνα με τους πατέρες της Εκκλησίας, ταυτίζεται με τη θέωση και την κοινωνία του ανθρώπου με το Θεό, γι’ αυτό λέμε ότι στην Π.Δ. διατηρείται το μικρό λήμμα, υπάρχει η Εκκλησία.
Αυτό βεβαιώνεται και από τη μυστηριακή τάξη της Εκκλησίας. Όλα τα μυστήρια της Χριστιανικής Εκκλησίας έχουν αναφορά στις τελετές της Π.Δ., π.χ. στο μυστήριο του γάμου παρακαλούμε το Θεό να ευλογήσει το ανδρόγυνο, όπως ευλόγησε τον Αβραάμ και τη Σάρα, τον Ιακώβ και τη Ρεβέκκα κ.λ.π.
Η Εκκλησία στην Καινή Διαθήκη
Με την ενανθρώπηση του Χριστού έχουμε τη φανέρωση της Εκκλησίας. Η Εκκλησία γίνεται Σώμα Χριστού και αποκτά την Κεφαλή της, που είναι ο ίδιος ο Χριστός. Παράλληλα θεώθηκε η ανθρώπινη φύση την οποία προσέλαβε ο Χριστός. Έτσι οι Χριστιανοί, τα μέλη της Εκκλησίας, είναι πλέον μέλη του Σώματος του Χριστού. Η ανθρώπινη φύση ενώθηκε με τη θεία φύση. Γι’ αυτό δε χωρίζουν ποτέ και παραμένουν αιώνια ενωμένες.
Έτσι η Εκκλησία θα υπάρχει και μετά τη Δευτέρα Παρουσία του Χριστού και θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για τέλεια φανέρωση της Εκκλησίας. Βέβαια τα έσχατα στην Εκκλησία δεν είναι απομονωμένα από τα αρχικά και τα ενδιάμεσα. Οι άγιοι από τώρα γεύονται τα έσχατα και απολαμβάνουν τη δόξα του Θεού.
Η αιωνιότητα της Εκκλησίας
Η Βασιλεία του Θεού δεν είναι κάτι στατικό. Θα υπάρχει διαρκής τελείωση της μέθεξης της δόξας του Θεού. Αυτό είναι πολύ σημαντικό, γιατί αν η μέλλουσα ζωή είναι μια στάσιμη κατάσταση, τότε δεν θα έχει πληρότητα.
Ο Αγ. Γρηγόριος ο Παλαμάς κάνει λόγο για τη διαρκή εξέλιξη στη θέωση και τελείωση του ανθρώπου αλλά και των αγγέλων.
Όμως, για τους ανθρώπους που δεν μετείχαν στην καθαρτική Χάρη του Θεού, δηλ. δεν εισήλθαν στο στάδιο της μετάνοιας, δεν θα ισχύει αυτή η αγαθή εξέλιξη.
Μετά τη Δευτέρα Παρουσία του Χριστού θα έχουμε τελειότερη φανέρωση της δόξας του Θεού. Σύμφωνα με τους Πατέρες τώρα γευόμαστε των αγαθών της Βασιλείας του Θεού «εν αρραβώνι».
Η Εκκλησία δεν είναι ανθρώπινη οργάνωση, αλλά Θεανθρώπινος οργανισμός. Δεν είναι ένα ανθρώπινο σωματείο, αλλά το Θεανθρώπινο Σώμα του Χριστού. Η αρχή της Εκκλησίας είναι Αυτός ο Ίδιος Ο Θεός. Δεν είναι εφεύρεση ανθρώπων, δεν είναι καρπός και αποτέλεσμα της κοινωνικής ανάγκης των ανθρώπων, αλλά είναι ο μοναδικός χώρος της σωτηρίας του ανθρώπου. Δημιουργείται, δηλ., η εντύπωση ότι την Εκκλησία την έκαναν οι άνθρωποι για να μπορούν να επιβιώνουν μέσα στις τόσες δύσκολες και τραγικές κοινωνικές συνθήκες ζωής.

Ο ΛΟΓΙΣΜΟΣ ΜΕ ΒΑΣΑΝΙΖΕΙ ΓΕΡΟΝΤΑ ΝΑ ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΩ ΤΟΝ ΑΓΩΝΑ



Ένας νέος πήγε με βαριά καρδιά στον Πνευματικό του κι εξομολογήθηκε :
- Ο λογισμός με βασανίζει, Γέροντα, να εγκαταλείψω τον αγώνα, αφού και ύστερα από την επιστροφή μου στον Χριστό και την μετάνοιά μου, δεν μπορώ ακόμα να βγάλω από πάνω μου όλες τις αδυναμίες.
- Μου θυμίζεις με αυτό που λες, κάτι που συνέβη πριν αρκετό καιρό σ΄ ένα φίλο αγρότη, είπε ο Πνευματικός. Έλα, κάθισε εδώ κοντά, να σου διηγηθώ τη μικρή μου ιστορία.
Ο νέος άκουγε πάντοτε μ΄ ενδιαφέρον τις χαριτωμένες διηγήσεις του αγαθού Γέροντα.
- Ο φίλος μου, που λες, είχε ένα χωράφι στην άκρη του χωριού, που είχε μείνει χρόνια ακαλλιέργητο και ήταν πια γεμάτο αγκάθια και τριβόλια. Μια καλή χρονιά όμως, σκέφτηκε να το σπείρει. Αλλά έπρεπε πρώτα να καθαριστεί. Έστειλε λοιπόν το μεγάλο του για να κάνει τη δουλειά αυτή. Μα σαν είδε το παλικάρι τα πελώρια αγκάθια και τ΄ αγριοβότανα, έπεσε σε απελπισία.
- Δεν γίνεται να φτιάξει ποτέ τούτο το χωράφι, έλεγε και ξανάλεγε στον εαυτό του. Πώς να ξεριζώσω τόσα αγριόχορτα ;
Έτσι έπεισε για τα καλά τον εαυτό του πως ήταν αδύνατο να γίνει η δουλειά. Ξάπλωσε κάτω από ένα θάμνο και κοιμήθηκε. Σαν ξύπνησε ήταν πια μεσημέρι. Έριξε το νυσταγμένο βλέμμα του στην αγριάδα και τρόμαξε. Έμεινε καρφωμένος στη θέση του ως το βράδυ χωρίς να κάνει τίποτε. Το ίδιο και την άλλη μέρα, και την τρίτη……… Χασμουριόταν, στριφογύριζε τεμπέλικα, έπεφτε στον ύπνο, ξύπναγε. Μόνο δουλειά δεν αποφάσιζε να κάνει.
- Τίποτα δεν έκανες τόσες μέρες, του είπε θυμωμένος ο πατέρας του, σαν πήγε και είδε πως ο γιός του δεν έβγαλε ούτε ένα αγκάθι.
- Βαραίνει η ψυχή μου, πατέρα ομολόγησε ο νέος, σαν γυρίζω και βλέπω πόση δουλειά με περιμένει και δεν μπορώ να πάρω απόφαση ν΄ αρχίσω.
- Αν κάθε μέρα, παιδί μου, καθάριζες τόση γη, όση πιάνεις με το μπόϊ σου, σαν ξαπλώνεις και κοιμάσαι, θα κόντευες τώρα να τελειώσεις.
Ντροπιασμένος για την τεμπελιά του ο γιός, έβαλε αμέσως σε πράξη τη συμβουλή του πατέρα του. Σε λίγο είδε με τα μάτια του, πως δεν ήταν ακατόρθωτο να καθαρίσει το χέρσο χωράφι.
Μιμήσου τον κι εσύ, παιδί μου, κι όταν ξανάρθεις, θα μου πεις αν στ΄ αλήθεια είναι τόσο δύσκολο να ξεριζώσεις με υπομονή τα πάθη της ψυχής σου.
Ο νέος έφυγε με καινούργια δύναμη από την εξομολόγηση, αποφασισμένος να συνεχίσει τον καλό αγώνα !


ΑΡΧΙΜ. ΕΛΠΙΔΙΟΥ ΒΑΓΙΑΝΑΚΗ, 
ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ, εκδ. «Φως Χριστού», Ρόδος 2007, σσ. 13-14.

Η ζωή μας: Δρόμος πτώσεων και αναστάσεων



Όλοι οι άνθρωποι, άλλοι λιγότερο και άλλοι περισσότερο, διακατεχόμαστε από πάθη. Μερικά πάθη είναι φανερά και άλλα κρυφά. Συνήθως κατακρίνονται πολύ αυστηρά οι άνθρωποι που πέφτουν σε κάποιο φανερό πάθος ενώ μπορεί το κρυφό πάθος των κατηγόρων τους να είναι μεγαλύτερο.
Γι’ αυτό «μη κρίνουμε κατ’ όψιν», μην κρίνουμε δηλαδή τους άλλους απ’ αυτό που φαίνονται. Διότι μπορεί κάποιος να πράττει κάποια αμαρτία φανερά αλλά να έχει μετάνοια κρυφή, αλλά και το αντίθετο, μπορεί κάποιος να φαίνεται ευσεβής και ηθικός ενώ στα κρυφά να πέφτει σε μεγάλα αμαρτήματα.
Δεν πρέπει να ντρεπόμαστε να ομολογήσουμε το πάθος, διότι δεν ντρεπόμασταν όταν το κάναμε.Ο διάβολος έχει διαστρέψει μέσα μας ακόμα και την ντροπή. Δηλαδή, ντρεπόμαστε να ομολογήσουμε την αμαρτία μας αλλά δεν ντρεπόμαστε να την κάνουμε και να την ξανακάνουμε.
Καλύτερα λοιπόν να χρησιμοποιούμε την ντροπή ώστε να αποφεύγουμε κάποια αμαρτία και όχι να ντρεπόμαστε αφού πέσουμε στην αμαρτία.
Το να ζητήσεις βοήθεια όχι μόνο δεν είναι κακό αλλά αντιθέτως είναι και θεάρεστο. Γι’ αυτό λέγει και η Εκκλησία «Ουαί το ενί…» δηλαδή αλλοίμονο σε αυτόν που μένει μόνος του, κλεισμένος στον εαυτό του και δεν συμβουλεύεται κανέναν. 
Σε μερικά πάθη οι άνθρωποι χρειάζονται βοήθεια για να απεξαρτοποιηθούν, όπως π.χ. ο αλκοολισμός ή ο εθισμός σε ναρκωτικές ουσίες. Όμως σε όλες αυτές τις καταστάσεις εκτός από την επιστημονική-ιατρική βοήθεια που καλό θα ήταν να επιζητούν τα συγκεκριμένα πάσχοντα άτομα χρειάζεται και πολύ προσευχή. 
Η βοήθεια που μπορούν να μας παρέχουν οι άνθρωποι είναι επιθυμητή όμως η βοήθεια μας παρέχει η Χάρις του Θεού είναι σωτηριώδης.
Τα πάθη, είτε μικρά είτε μεγάλα, είτε φανερά, είτε κρυφά, είναι πληγές στην ψυχοσωματική ύπαρξη του κάθε ανθρώπου. Η Εκκλησία είναι το πνευματικό νοσοκομείο που θα διαγνώσει, θα περιποιηθεί και θα γιατρέψει αυτές τις πληγές που αρρωσταίνουν όχι μόνο την ψυχή αλλά και το σώμα.
Η συνειδητοποίηση του προβλήματος, του πάθους, της κακιάς συνήθειας, της εγωκεντρικής στάσης μας, είναι η αρχή του αγώνος μας για την θεραπεία μας. Και επειδή "η αρχή είναι το ήμισυ του παντός" θα πρέπει όλοι μας να έχουμε την διάθεση για διόρθωση, να έχουμε διάθεση να δούμε ειλικρινά την ζωή μας και τα λάθη μας και να προσπαθήσουμε με φιλότιμο και αυταπάρνηση να τα μεταμορφώσουμε από πάθη σε αρετές.
Όλα τα πάθη είναι βλαβερά, όμως ειδικά τα πάθη που επηρεάζουν και τους γύρω μας θα πρέπει να αντιμετωπίζονται άμεσα και αποτελεσματικά, διότι όχι μόνο κάνουν κακό στον εαυτό μας αλλά έχουν και βλαβερό αντίκτυπο και στους συνανθρώπους μας.
Ο άνθρωπος ναι μεν έχει κληρονομήσει (λόγω την πτώσης των πρωτοπλάστων) την ροπή προς την αμαρτία από την άλλη όμως η ψυχή μας έχει «σημαινομένας πνευματικάς διαθέσεις» δηλαδή η ψυχή μας έχει την τάση προς τα πνευματικά.
Και αυτό το λέγω διότι δεν μπορούμε από την μια να δικαιολογούμε την πτώση μας στην αμαρτία λέγοντας «είναι ανθρώπινο να πέσεις…» διότι το ίδιο θα πρέπει να λέμε και για την προκοπή στην αρετή. Ο άνθρωπος δεν δημιουργήθηκε για να πέφτει στην αμαρτία αλλά για να οδηγηθεί δια των ελεύθερων επιλογών του (κατ’ εικόνα) στην Σωτηρία, δηλαδή στην ολοκλήρωσή του (καθ’ ομοίωσιν).
Η επίγεια ζωή μας δεν είναι μόνο ήλιος ή βροχή, δεν είναι μόνο άσπρο ή μαύρο, αλλά ένας διαρκείς αγώνας μέσα σε χειμώνες και καλοκαίρια μέσα σε πτώσεις και αναστάσεις.
Η χριστιανική ζωή δεν είναι εύκολη. Η ζωή προς την εν Χριστώ τελείωση δεν είναι εύκολη. Όμως εάν συνειδητοποιήσεις ότι στο τέλος θα σου χαριστεί το δώρο της Αιωνιότητος, τότε καταλαβαίνεις ότι όλα τα «δύσκολα» που σου ζητήθηκαν ήταν μηδαμινά μπροστά σε αυτά που θα πάρεις…συνειδητοποιείς ότι θυσίες που κάνεις είναι για το συμφέρον σου αλλά συγχρόνως και τα ελάχιστα που μπορείς να προσφέρεις στον Κύριο σαν αντίδωρο, στο δώρο της Βασιλείας Του.
Καθώς μία ημέρα φεύγει και ο ήλιος δύει και χάνεται, κανείς μας δεν θεωρεί ότι ο ήλιος χάθηκε για πάντα, έχουμε στο μυαλό μας ότι θα ξανάρθει σε λίγε ώρες. Έτσι λοιπόν θα πρέπει να αντιλαμβανόμαστε και τις κακές μας στιγμές σ' αυτήν την ζωή.
Πάντοτε να ελπίζουμε και ποτέ να μην θεωρούμε ότι χάθηκαν τα πάντα από μία πτώση μας ή γενικότερα από κάτι "κακό" που συνέβει στην ζωή μας. 
Να έχουμε το νού μας ότι σε λίγο θα ανατείλει το ζωογόνο φώς της προσωπικής μας ανάστασης...αρκεί να κοιτούμε προς την ανατολή της ζωής μας, αρκεί να επιζητούμε το Φως.

αρχιμ.  Παύλος Παπαδόπουλος

Ελεήμον, ελέησόν με τον παραπεσόντα...



Εκάθισεν Αδάμ τότε, και έκλαυσε απέναντι
της τρυφής του Παραδείσου,
χερσί τύπτων τας όψεις, και έλεγεν:

Ελεήμον, ελέησόν με τον παραπεσόντα...

Ιδών Αδάμ τον Άγγελον ωθήσαντα
και κλείσαντα
την του θείου κήπου θύραν,
αναστέναξε μέγα, και έλεγεν

Ελεήμον ελέησόν με τον παραπεσόντα.

Συνάλγησον Παράδεισε,
τω κτήτορι πτωχεύσαντι,
και τω ήχω των ιδίων φύλλων
Ίκέτευσον τον Πλάστην
μη κλείση με.

Ελεήμον ελέησόν με τον παραπεσόντα.

Παράδεισε πανάρετε, πανάγιε, πανόλβιε
ο δι Αδάμ πεφυτευμένος, και δια την Εύαν κεκλεισμένος,
ικέτευσον Θεόν δια τον παραπεσόντα.

Ελεήμον ελέησόν με τον παραπεσόντα.

Στα πνευματικά του παιδιά ό στάρετς Ζωσιμάς δίδασκε να σέβονται και να αγαπούν την Αγία Τριάδα

Στα πνευματικά του παιδιά ό στάρετς Ζωσιμάς δίδασκε να σέβονται και να αγαπούν την Αγία Τριάδα. Ό Θεός είναι Ένας, αλλά και Τριάς, και αυτό το μυστήριο της Αγίας Τριάδος είναι ή υψίστη Αγάπη και Σοφία και Αλήθεια. Δεν είναι δυνατόν να σκεφτεί ή να αισθανθεί κανείς τον Θεό, ει μη εν Τριάδι. Ό Θεός είναι ή Τριάς. Ό πατήρ Ζωσιμάς παρατηρούσε και έβαζε ευλαβώς στην καρδιά του κάθε τι πού τού ενθύμιζε την Αγία Τριάδα. Εάν τύχαινε τρεις μαζί άνθρωποι απλώς να συναντηθούν, αμέσως σκεφτόταν για την Αγία Τριάδα και έλεγε: «Μα πόσο ωραίο είναι για τρεις ανθρώπους να καθίσουν, να φάνε μαζί, να μιλήσουν για τα Θεία, εις τιμήν της Αγίας Τριάδος!».


Εάν έκαιγε ένα κανδήλι, ό Στάρετς θα έλεγε: «Να, καίει ή φλόγα- μπορεί να καίει επειδή έχει φυτίλι, λάδι και φωτιά. Τα τρία πράγματα αυτά κάνουν ένα – το κάψιμο τού κανδηλιού».

Ό Στάρετς έδωσε σέβονται μια από τις πνευματικές κόρες του την ευλογία να ζωγραφίσει την παλαιοδιαθηκική εικόνα της Αγίας Τριάδος, ή οποία είκονογραφίζεται ως έξης: ό Αβραάμ δέχεται τρεις προσκυνητές σέβονται μορφή αγγέλων και τούς εξυπηρετεί.

Ό Στάρετς ουδέποτε αποχωρίστηκε την εικόνα της Αγίας Τριάδος και την είχε πάντοτε στο κελί του. Μετά από τον θάνατο του, ή εικόνα αυτή τον συνόδευσε και στην εκκλησία και στον τάφο.

«Κάθε χριστιανός πρέπει να γνωρίσει και να αγαπήσει την Αγία Τριάδα», προέτρεπε ό Στάρετς τα πνευματικά παιδιά του. «Έτσι να προσεύχεσθε: Ή ελπίς μου ό Πατήρ, καταφυγή μου ό Υιός, σκέπη μου το Πνεύμα το Αγιον, Τριάς Αγία, δόξα Σοι”, και “Παναγία Τριάς, ελέησον ημάς, Κύριε, ίλάσθητι ταις αμαρτίαις ημών, Δέσποτα, συγχώρησον τας ανομίας ημίν, Άγιε, έπίσκεψαι και ίασαι τας ασθενείας ημών, ένεκεν τού ονόματος Σου”, και το “Κύριε, ελέησον” τρεις φορές. Μετάβαλε και μεταμόρφωσέ με από κάθε είδος κακίας στην αρετή. Ας με φωτίσει ή αδιαίρετη και ανέκφραστη Τριάς με το φώς Σου».

-«Κάθε χριστιανός είναι ανάγκη να ξεύρη τις ακολουθίες για την Αγία Τριάδα. Πρέπει να μελετά κανείς τις εκκλησιαστικές ακολουθίες και τα τυπικά τής Εκκλησίας, επειδή το κάλλος και το βάθος τής χριστιανικής λατρείας είναι ανώτερα από αυτή των Αγγέλων, είναι ό σύνδεσμος μεταξύ γης και ουρανού. Είναι ή λατρεία ένας χορός αγγέλων και ανθρώπων πού αγωνίζεται για την ένωση των καρδιών τους με τον Θεό και των θελημάτων τους με το θέλημα τού Θεού».

-«Πρέπει να φροντίσει κανείς ή ψυχή του να είναι καθαρή, δηλαδή εντελώς δοσμένη στον Θεό. Δεν πρέπει να ψεύδεται κανείς, ή να πονηρεύεται, ή να απελπίζεται. Πρέπει να κάνουμε ακριβή διάκριση μεταξύ των διαφόρων ειδών των ψεμάτων πού είναι με την σκέψη, με την γλώσσα, με τα λόγια, με τα έργα μας, ή με την ζωή μας• όποιος δε ψεύδεται, κάνει τον διάβολο πατέρα του».

Στάρετς Ζωσιμάς

Θα συγκεντρώνετε το νου σας στην καρδιά, τους λέει, εκεί που φυλάτε την αγάπη σας για το Θεό …



Θα συγκεντρώνετε το νου σας στην καρδιά, τους λέει, εκεί που φυλάτε την αγάπη σας για το Θεό, στην πιο βαθιά γωνίτσα της, και δε θα τον αφήνετε να σκορ­πά κατά δω και κατά κει, στα πράματα του κόσμου, κι εντέλει να παρασέρνεται από τα πράματα του κόσμου. Όταν το καταφέρετε αυτό, ο νους σας θα φέρει και τη θέληση σας στη γωνίτσα που φυλάτε την αγάπη σας για το Θεό. Και τότε δε θα θέλετε τίποτε άλλο. Γιατί η θέληση σας κι η αγάπη σας για το Θεό θα ενωθούν, θα γίνουν ένα. Και καμιά χαρά, από αυτές που μας δίνουν τα πράγματα του κόσμου δε θα σας ενδιαφέρει πια. Κανένα από τα πράγματα του κόσμου δε θα σας δίνει χαρά. Μόνο η αγάπη σας για το Θεό. Κι έτσι ο νους σας μόνο στο Θεό θα κατευθύνεται. Γιατί μόνο αυτή η κίνηση θα γεμίζει την καρδιά σας με χαρά.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
«Όταν ο νους αναχωρήσει από τα πράγματα του κόσμου, που μας περιτριγυρίζουν, και υψωθεί πάνω από τα καθημερινά, που τον απασχολούν, σκύψει κατόπι μέσα στον κόσμο της καρδιάς, τότε θα δει, σαν μέσα σε καθρέφτη, όλη την ασκήμια της ψυχής, εξαι­τίας της περιπλάνησης της στον κόσμο της αμαρτίας, και θα κλάψει. Θα κλάψει για τούτη την ασκήμια. Μα ακριβώς αυτά τα δάκρυα θα λούσουν την ψυχή και θα την καθαρίσουν. Λουσμένη και πεντακάθαρη η ψυχή δε θ’ ασχολείται πια με τα πράγματα του κόσμου. Τα πράγματα του κόσμου δε θα την αγγίζουν, κι ο νους μπορεί να μπει μες στο ναό της και να προσεύχεται στον Πατέρα μυστικά. Ο Θεός που τον ακούει, του αντιγυρίζει ως δώρο την ειρήνη, δώρο πολύτιμο, γιατί τη διώχνουνε συνήθως οι πονηροί λογισμοί. Αυτή η ειρήνη αποτελεί την προϋπόθεση για τις θεολογικότερες αρετές, που θα κατακλύσουν στη συνέχεια την ψυχή. Κι αυτές είναι η πίστη, είναι η ελπίδα, είναι η αγάπη. Τέλος ο νους, με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος, που θα γεμίσει και αυτό την ψυχή μένα τρόπο άρρητο, όπου η συμμετοχή του μονάχου παύει πια να είναι αναγνωρίσιμη, ανέρχεται προς το Θεό κι ακούει άρρητα ρήματα, βλέπει τα αθέατα και κατέχε­ται από θαυμασμό, ο οποίος αποκτά απίστευτη διάρ­κεια. Ο άνθρωπος γίνεται τότε άγγελος του Θεού στη γη. Εντός του ανακαλύπτει άλλον ουρανό και άλλον ήλιο. Ανακαλύπτει τη νοητή σιγή».

απόσπασμα από το βιβλίο της ΖΩΗΣ ΚΑΝΑΒΑ
Με την προσευχή και το κοντύλι
Γρηγόριος ο Παλαμάς : Μυθιστορηματική βιογραφία
Εκδόσεις: ΑΣΤΗΡ

www.diakonima.gr