.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

«ΟΠΟΥ ΠΟΛΙΤΕΥΕΤΑΙ ΤΟ ΝΕΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΚΑΤΑ ΜΙΜΗΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΙΚΟΥ… Η ΔΙΑΦΘΟΡΑ ΓΕΝΙΚΕΥΕΤΑΙ..»



«Εάν αι νηστείαι, αι προσευχαί, αι αγρυπνίαι και αι διορισθείσαι της Εκκλησίας ακολουθίαι και λοιπαί ιεραί τελεταί ήσαν μόνο τύποι απλοί και νομοθεσίαι ασήμαντοι και ουχί συστατικά της στενής και τεθλιμμένης οδού, διατί άπασα η χορεία των της Εκκλησίας Αγίων Πατέρων αυτά ταύτα ενστερνίσθη και άχρι τέλους εφύλαξεν;
Όπου πολιτεύεται δυστυχώς το νέον κήρυγμα κατά μίμησιν του Ευρωπαϊκού συρμού και αποδοκιμάζονται αι διατάξεις της Εκκλησίας και αποκαλούνται ως απλοί τύποι οι θεσμοί της νηστείας και των λοιπών εκκλησιαστικών τελετών, βλέπομεν μετά βαθείας λύπης ότι εγενικεύθη η διαφθορά, οι νέοι και αι νεάνιδες εξευρωπαίσθησαν, η αιδώς και το σέβας προς τους γονείς εξέλιπεν, η αθεοφοβία αδιάντροπη οδεύει, τα πάθη της σαρκός ακατάσχετα και διατί όχι; αφού η αναιδής γύμνωσις του γυναικείου φύλου, προκαλεί επισήμως τον οίστρον και την ακολασίαν…..».

ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ π. ΔΑΝΙΗΛ ΚΑΤΟΥΝΑΚΙΩΤΗ (+1929)

ΦΩΝΗ ΕΞ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ, 
«ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΜΑΡΤΥΡΙΑ», 
τευχ. 65-67, ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 1996, σ. 179.

ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ - ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΕΩΣ

Ἡ ἁμαρτία

Εἶναι γεγονὸς ἀναμφισβήτητο, ὅτι ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἁμαρτάνομε, «ὅτι οὐκ ἔστιν ἄνθρωπος, ὃς ζήσεται, καὶ οὐχ ἁμαρτήσει». Ἐκεῖνο, ἑπομένως, τὸ ὁποῖο διακρίνει τὸν Χριστιανὸ ἀπὸ τὸν μὴ Χριστιανὸ δὲν εἶναι ἡ ἀναμαρτησία, ἀλλὰ ἡ μετάνοια.
Μετὰ τὴν ἀποστασία τῶν πρωτοπλάστων μὲ τὴν διάπραξη τῆς προπατορικῆς ἁμαρτίας, ἡ ἀρρώστια τῆς ἁμαρτίας μπῆκε γιὰ τὰ καλὰ στὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ ἁμαρτία, ποὺ εἶναι ἡ ἀθέτηση τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ καὶ συνεπάγεται τὸν χωρισμὸ τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ Αὐτόν, ὁδηγεῖ τὸν ἄνθρωπο σὲ παρὰ φύσιν κατάσταση, ἐφ᾿ ὅσον αὐτὸς εἶναι πλασμένος γιὰ νὰ ζεῖ σὲ κοινωνία μὲ τὸν ἐν Τριάδι Θεό.
Ἔτσι ὁ ἄνθρωπος πρὶν ἀπὸ τὴν ἔλευση τοῦ Χριστοῦ πορευόταν «ἐν χώρᾳ καὶ σκιᾷ θανάτου» (Ἡσ. 9,1), μακριὰ ἀπὸ τὸν Θεό, ὑποχείριος τῆς ἁμαρτίας, τοῦ διαβόλου καὶ τοῦ θανάτου. Ἡ κατάσταση αὐτὴ ἦταν μοιραία γιὰ τὸν ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος ἦταν ἀδύνατο νὰ σωθεῖ μὲ τὶς δικές του μόνο δυνάμεις· Ὁ «Προμηθεὺς Δεσμώτης» τοῦ Αἰσχύλου εἰκονίζει ἀκριβῶς τὴν τραγικὴ καὶ ἀδιέξοδη ἀνθρωπίνως αὐτὴ κατάσταση.

Ἡ ἐν Χριστῷ ἀπολύτρωση

Ἀλλ᾿ «ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστί» (Α´ Ἰω. 4,16). Ἀπὸ ἀγάπη ἔφερε στὴν ὕπαρξη τὸν ἄνθρωπο, τὸν ὁποῖο οὐδέποτε ἔπαυσε νὰ ἀγαπάει, ἀκόμη καὶ μετὰ τὴν ἀποστασία του. Καρπὸς τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ εἶναι καὶ τὸ σχέδιο τῆς θείας οἰκονομίας, τὸ ὁποῖο ἔθεσε σὲ ἐφαρμογὴ μετὰ τὴ διάπραξη τῆς προπατορικῆς ἁμαρτίας, γιὰ νὰ προπαρασκευάσει τὸ ἔδαφος καὶ νὰ δώσει στὸν ἄνθρωπο τὴν εὐκαιρία ἐλευθέρως νὰ θελήσει ἐν Χριστῷ νὰ ἐπιστρέψει στὴν φυσική του κατάσταση, κοινωνία καὶ σχέση μὲ τὸν ἐν Τριάδι Θεό.
Γιὰ τὸν σκοπὸ αὐτὸ «πολυμερῶς καὶ πολυτρόπως ἐλάλησεν» (Ἑβρ. 1,1) ὁ Θεὸς στοὺς ἀνθρώπους μέσῳ τῶν δικαίων, τῶν πατριαρχῶν, τῶν προφητῶν. Προπαρεσκεύασε ἔτσι τὸ ἔδαφος τῶν καρδιῶν τῶν ἀνθρώπων καὶ προανήγγειλε τὴν ἔλευση τοῦ Μεσσίου γιὰ νὰ σώσει τὸν ἄνθρωπο. Καὶ «ὅτε ἦλθε τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου, ἐξαπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸν Υἱὸν Αὐτοῦ» (Γαλ. 4,4), ὁ ὁποῖος ἐγεννήθη «ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καὶ Μαρίας τῆς Παρθένου». Αὐτὸς κατὰ τὴν ἐπὶ γῆς παρουσία του ἐφανέρωσε τὴν ἀλήθεια στοὺς ἀνθρώπους μὲ τὴν διδασκαλία, τὴν ζωὴ καὶ τὰ θαύματά Του. Ἐν τέλει ὁ «Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ καὶ Θεός», ὁ ὁποῖος «ἐκένωσεν ἑαυτὸν μορφὴν δούλου λαβών» (Φιλιπ. 2,7), γιὰ νὰ σώσει τὸν ἄνθρωπο καὶ νὰ ἀποκαταστήσει τὴν ἀμαυρωθεῖσα εἰκόνα εἰς τὸ «ἀρχαῖον κάλλος», ὑπέμεινε κατὰ τὴν ἀνθρωπίνη φύση ἑκουσίως πολλὰ ἀτιμωτικὰ πάθη, τὸν ἐπονείδιστο ἐπὶ τοῦ σταυροῦ θάνατο καὶ τὴν τριήμερο ταφή. Γιὰ νὰ ἀναστηθεῖ τὴν τρίτη ἡμέρα, νὰ ἀναληφθεῖ τὴν τεσσαρακοστὴ καὶ νὰ καθίσει ὡς Θεάνθρωπος πλέον «ἐν δεξιᾷ τοῦ Πατρός». Γιὰ νὰ «πέμψῃ τὸν Παράκλητον τῷ κόσμῳ» κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, ὅταν φανερώθηκε δημοσίως ἐπὶ γῆς ἡ Ἐκκλησία ὡς Σῶμα Χριστοῦ, στὸ ὁποῖο ἐγκεντριζόμενος ὁ ἄνθρωπος σώζεται.
Μὲ τὴν πραγματοποίηση τοῦ σχεδίου τῆς θείας οἰκονομίας, ὁ Χριστὸς συνέτριψε τὸ διάβολο, τὴν ἁμαρτία, τὸν θάνατο καὶ ἔσωσε τόν ἄνθρωπο, ἐλευθερώνοντάς τον ἀπὸ τὴν δουλεία στοὺς παράγοντες αὐτοὺς καὶ δίνοντάς του τὴν δυνατότητα ἐλευθέρως νὰ ἀνταποκριθεῖ στὴν κλήση τοῦ Θεοῦ, νὰ ἐπιστρέψει στὴ φυσική του κατάσταση, στὴν κοινωνία μὲ τὸν Θεό, γιὰ νὰ πετύχει τὸν σκοπὸ τῆς ὑπάρξεώς του, τὸν ἁγιασμό, τὴν κατὰ χάριν θέωση.

Ἡ σύσταση τοῦ Μυστηρίου

Ἀλλ᾿ ἐπειδὴ «ἔγκειται ἡ διάνοια τοῦ ἀνθρώπου ἐπιμελῶς ἐπὶ τὰ πονηρὰ ἐκ νεότητος» (Γεν. 8,21) καὶ οἱ τρεῖς ἐχθροὶ τοῦ ἀνθρώπου, ὁ διάβολος, ὁ παλαιὸς ἄνθρωπος καὶ ὁ κόσμος ὁ ἐν τῷ πονηρῷ κείμενος, παρεμβαίνουν στὴν πορεία τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὴν σωτηρία καὶ προκαλοῦν πτώσεις καὶ τραύματα, ὁ Χριστὸς ἤδη μετὰ τὴν Ἀνάσταση, ὅταν ἐνεφανίσθη στοὺς Μαθητές, παρέδωσε τὸ μυστήριο τῆς Μετανοίας - Ἐξομολογήσεως μὲ τὰ ἀθάνατα λόγια Του «ἄν τινων ἀφῆτε τὰς ἁμαρτίας, ἀφίενται αὐτοῖς· ἄν τινων κρατῆτε, κεκράτηνται» (Ἰω. 20,2).
Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο χάρισε στὸν ἄνθρωπο τὸ ἰατρεῖο γιὰ νὰ θεραπεύεται ἀπὸ τὴν ἀσθένεια τῆς ἁμαρτίας μὲ τὴν χάρη τὴν ἀπορρέουσα ἀπὸ τὴν θυσία τοῦ Χριστοῦ, ἐφ᾿ ὅσον, βεβαίως, αὐτὸς συναισθάνεται τὴν κατάστασή του, συντρίβεται, μετανοεῖ καὶ καταφεύγει ἐλευθέρως σ᾿ αὐτό, τὸ μυστήριο τῆς ἀγάπης καὶ τῆς φιλανθρωπίας τοῦ Θεοῦ, ποὺ οἱ Ἅγιοι Πατέρες τὸ χαρακτηρίζουν ὡς «δεύτερον βάπτισμα».

Οἱ ὅροι τελέσεως τοῦ Μυστηρίου

Τὸ ἰατρεῖο εἶναι πάντα ἀνοικτὸ καὶ ἐπισκέψιμο. Ὁ ἄνθρωπος ἔχει τὴν δυνατότητα, ὅσες φορὲς ἀγωνιζόμενος τραυματίζεται καὶ ἁμαρτάνει, νὰ προσέρχεται ἐν μετανοίᾳ σ᾿ αὐτὸ καὶ νὰ θεραπεύεται ριζικῶς, λαμβάνοντας τὴν χάρη τῆς ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν, ποὺ πηγάζει ἀδιάκοπα ἀπὸ τὴν θυσία τοῦ Χριστοῦ. Τοῦτο ἐπιτυγχάνεται διὰ τῆς ἀναγνώσεως τῆς συγχωρητικῆς εὐχῆς ἀπὸ τὸν πνευματικὸ πατέρα, φέροντα ἐπιτραχήλιον, ὅπως ὁρίζει ἡ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας.
Γιὰ νὰ γίνουν ὅλα αὐτὰ εἶναι ἀπαραίτητο ὁ ἄνθρωπος νὰ προσέρχεται στὸ Μυστήριο μὲ πίστη σ᾿ ὅλα ὅσα εἴπαμε, μὲ ἐπίγνωση τῆς καταστάσεώς του, μὲ προσωπικὴ ἀνάληψη τῆς εὐθύνης, μὲ συντριβὴ καὶ μετάνοια. Νὰ προσέρχεται ἐλευθέρως καὶ ὄχι ὑπὸ πίεση, ἀνάγκη ἢ σκοπιμότητα. Νὰ εἶναι ἀπολύτως εἰλικρινής, χωρὶς τὴ διάθεση νὰ ἀποκρύψει κάποιες ἢ κάποια ἔστω ἁμαρτία, ἀπὸ φόβο ἢ ντροπή.
Ἂν αὐτὸ συμβεῖ, ὄχι μόνο δὲν θὰ συγχωρεθεῖ καμμία ἁμαρτία, ἀλλὰ στὶς προηγούμενες θὰ προστεθεῖ καὶ ἡ ἁμαρτία τῆς προσπαθείας ἐξαπατήσεως τοῦ πνευματικοῦ πατρός. Ἀλλ᾿ «ὁ Θεὸς οὐ μυκτηρίζεται» (Γαλ. 6,7).
Τέλος, εἶναι ἀπαραίτητο νὰ προσέρχεται στὸ Μυστήριο μὲ τὴν βεβαιότητα στὴν ἀλήθεια, ὅτι δὲν ὑπάρχει ἁμαρτία ποὺ νὰ ὑπερβαίνει τὸ ἔλεος, τὴν ἀγάπη καὶ τὴν φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ. Δὲν ὑπάρχει, λοιπόν, ἁμαρτία ἀσυγχώρητος, πλὴν μιᾶς, τῆς ἀμετανοησίας, ὅπου ὁ ἄνθρωπος, ἐμμένοντας ἐγωιστικὰ στὴν ἁμαρτία του, ἀρνεῖται τὴν χάρη τῆς ἀφέσεως καὶ τὴν σωτηρία, διότι ὁ Θεὸς «θέλει μὲν πάντας ἀνθρώπους σωθῆναι καὶ εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν» (Α´ Τιμ. 2,4), ἀλλ᾿ «οὐδένα ἀναγκάζει σωθῆναι».
Ἐμπόδια γιὰ τὴν προσέλευση στὸ Μυστήριο. Γνωρίζουμε βεβαίως, ὅτι οὔτε ὁ διάβολος, οὔτε ὁ κακὸς ἑαυτός μας, οὔτε ὁ κόσμος, ποὺ ζεῖ χωρὶς Χριστό, καὶ «ὅλος ἐν τῷ πονηρῷ κεῖται» (Α´ Ἰω. 5,19), θέλουν νὰ προσερχόμαστε στὸ μυστήριο τῆς Μετανοίας - Ἐξομολογήσεως. Ἐπειδὴ αὐτὴ ἡ ἀνίερη συμμαχία σκοπὸ ἔχει τὴν καταστροφὴ καὶ ἀπώλεια τοῦ ἀνθρώπου, πολεμάει μὲ λύσσα τὴ συμμετοχή του στὸ Μυστήριο, ναρκοθετώντας καὶ παγιδεύοντας μὲ διαφόρους τρόπους καὶ μέσα τὸ δρόμο, ποὺ ὁδηγεῖ σ᾿ αὐτό. Ἂς ἀναφερθοῦμε σὲ μερικά, τὰ πιὸ συνηθισμένα.
Κατ᾿ ἀρχάς, οἱ ἐχθροὶ αὐτοὶ τοῦ ἀνθρώπου τὸν παρακινοῦν στὴν διάπραξη τῆς ἁμαρτίας, τὴν ὁποία ἐξωραΐζουν καὶ προβάλλουν ὡς κάτι τὸ φυσικὸ καὶ ἀκίνδυνο. Ὅταν ὅμως παρασύρουν τὸν ἄνθρωπο στὴν διάπραξη τῆς ἁμαρτίας, τότε μεγαλοποιοῦν τὰ πράγματα, προσπαθώντας νὰ τὸν κρατήσουν δέσμιο στὴν κατάσταση αὐτή. Τοῦ λέγουν, ὅτι ἡ κατάσταση εἶναι μὴ ἀναστρέψιμη καὶ δὲν ὑπάρχει σωτηρία γι᾿ αὐτόν.
Ἂν δὲν πετύχουν τίποτα μ᾿ αὐτὸν τὸν τρόπο, ἐπιστρατεύουν τὸν φόβο καὶ τὴν ντροπή, ποὺ αἰσθάνεται ὁ ἄνθρωπος μετὰ τὴ διάπραξη τῆς ἁμαρτίας, γιὰ νὰ τὸν ἀποτρέψουν ἀπὸ τὴν συμμετοχὴ στὸ Μυστήριο. Ἂν κι ἐδῶ ἀποτύχουν, τεχνηέντως προσπαθοῦν νὰ πλήξουν τὴν ἀξιοπιστία καὶ τὴν ἐχεμύθεια τοῦ πνευματικοῦ πατρός.
Ἀκόμη προσπαθοῦν νὰ τὸν ἀποτρέψουν ἀπὸ τὴν συμμετοχὴ στὸ Μυστήριο, ὑποδεικνύοντας ὡς ἐναλλακτικὴ λύση τὸ νὰ ἐξομολογηθεῖ ὁ ἄνθρωπος τὰ ἁμαρτήματά του στὶς εἰκόνες ἢ ἀπ᾿ εὐθείας στὸν Θεό. Ἀλλ᾿ ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς ἔδωσε στοὺς Ἀποστόλους καὶ τοὺς διαδόχους αὐτῶν, ἐπισκόπους καὶ κατ᾿ ἐντολὴν αὐτῶν εἰς τοὺς πρεσβυτέρους, τὴν ἐξουσίαν τοῦ «δεσμεῖν καὶ λύειν» τὶς ἁμαρτίες τῶν ἀνθρώπων καὶ ἡ Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία, ἀπὸ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα ὁδηγουμένη, καθώρισε τὸν συγκεκριμένο τρόπο τελέσεως τοῦ Μυστηρίου, μὲ τὸν ὁποῖο καὶ μόνο χορηγεῖται ἡ χάρη τῆς ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν στὸν ἄνθρωπο.
Ἂν σ᾿ ὅλα αὐτὰ προσθέσουμε τὴν παρακίνηση ἀναβολῆς τῆς ἐξομολογήσεως γιὰ ἀργότερα ἢ καὶ γιὰ τὰ γεράματα ἀκόμη, ἢ τὴν πολὺ δόλια παγίδα, στὴν ὁποία πέφτει ὁ ἄνθρωπος ὅταν λέγει, γιατί νὰ πάω νὰ ἐξομολογηθῶ, ἀφοῦ θὰ ἁμαρτήσω καὶ πάλι, μὲ κίνδυνο νὰ φανῶ ὅτι ἐμπαίζω τὸ Μυστήριο, καταλαβαίνουμε, ὅτι ὁ Χριστιανὸς «διαβαίνει ἐν μέσῳ παγίδων πολλῶν» (Σοφ. Σειρὰχ 9,13) κατὰ τὴν πορεία του πρὸς τὸ μυστήριο τῆς Μετανοίας - Ἐξομολογήσεως.
Ἀλλ᾿ ὅλα αὐτὰ τὰ ἐμπόδια καὶ οἱ παγίδες τῶν «ἐχθρῶν τοῦ ἀνθρώπου», ποὺ σκοπὸ ἔχουν νὰ τὸν ἀποτρέψουν ἀπὸ τὸ νὰ μετάσχει στὸ Μυστήριο, μᾶς βοηθοῦν νὰ κατανοήσουμε τὴν σημασία τῆς συμμετοχῆς μας σ᾿ αὐτό, ποὺ εἶναι ὅρος «ἐκ τῶν ὧν οὐκ ἄνευ» γιὰ τὴν σωτηρία μας, καθὼς καὶ τὴν προσοχὴ καὶ τὸν σεβασμὸ ποὺ πρέπει νὰ μᾶς διακρίνουν, γιὰ νὰ γίνονται ὅλα «εὐσχημόνως καὶ κατὰ τάξιν» (Α´ Κορ. 14,40).

Ἐπιλογὴ πνευματικοῦ καὶ συνεργασία μαζί του

Κατ᾿ ἀρχάς, εἶναι ἀπαραίτητο μὲ πολλὴ προσευχὴ καὶ πολλὴ προσοχὴ νὰ ἐπιλέξουμε τὸν πνευματικό μας πατέρα, ποιμένα «καλόν, γραμματισμένον, σοφόν, ἐνάρετον, εὐλαβῆ» (ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός), γιὰ νὰ κάνουμε ὑπακοὴ καὶ νὰ συνεργασθοῦμε ἐλευθέρως, μὲ χαρὰ καὶ ὑπομονὴ μαζί του γιὰ τὴν πνευματική μας προκοπή. Κατόπιν, εἶναι ἀπαραίτητο ἐκτὸς ἀπὸ τὴ συναίσθηση τῆς καταστάσεώς μας καὶ τὴν εἰλικρίνεια τῆς ἐξομολογήσεως νὰ ἀναλαμβάνουμε πλήρως τὴν εὐθύνη γιὰ τὴν διάπραξη τῶν «λόγῳ ἢ ἔργῳ ἢ διανοίᾳ» ἁμαρτιῶν καὶ νὰ ἀποφεύγουμε νὰ ἐπιρρίπτουμε αὐτὴν στοὺς ἄλλους.
Ἐπίσης, ἀπολύτως ἀπαραίτητο εἶναι νὰ ἀπορρίπτουμε κάθε συμβιβασμὸ πρὸς τὴν ἁμαρτία καὶ νὰ εἴμαστε ἀποφασισμένοι νὰ ἀγωνιζόμαστε ἀκατάπαυστα, μὲ ὑπομονὴ καὶ πνεῦμα συνεργασίας μὲ τὸν πνευματικό, γιὰ τὴν ὁριστικὴ νίκη κατὰ τῆς ἁμαρτίας. Γιὰ τὴν ἐπίτευξη τοῦ σκοποῦ αὐτοῦ, εἶναι αὐτονόητο, ὅτι θὰ δεχόμαστε μὲ χαρὰ τὶς συμβουλές, τὶς παρατηρήσεις καὶ τὰ φάρμακα, μὲ τὰ ὁποῖα θὰ μᾶς ἐπιτιμᾶ ὁ πνευματικός, ὅταν τὸ κρίνει ἀπαραίτητο.
Πρὶν κλείσουμε τὴν σύντομη αὐτὴ ἀναφορὰ στὸ μυστήριο τῆς Μετανοίας - Ἐξομολογήσεως, ἐπιθυμοῦμε νὰ θίξουμε μερικὲς ἀκόμη πτυχὲς αὐτοῦ, ποὺ ἀπασχολοῦν τοὺς ἀνθρώπους, γιατί ὑπάρχει σύγχυση γύρω ἀπὸ αὐτές.

Ἡλικία συμμετοχῆς στὸ Μυστήριο

Σχετικὰ μὲ τὴν ἡλικία, ποὺ ἀρχίζει κανεὶς νὰ ἐξομολογεῖται, πιστεύουμε ὅτι καλὸν εἶναι ὁ ἄνθρωπος νὰ ἀρχίζει τὴν ἐξομολόγηση ἀπὸ τὴν παιδικὴ ἡλικία. Ἀπὸ τότε ποὺ τὸ παιδὶ ἀρχίζει νὰ διακρίνει τὸ καλὸ ἀπὸ τὸ κακὸ καὶ καταλαβαίνει ὅτι μὲ τὰ λόγια ἢ τὰ ἔργα του ἐνεργεῖ ἀντίθετα πρὸς τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Βεβαίως δὲν ὑπάρχει ὁ ἴδιος βαθμὸς συνειδητότητας ἢ καταλογισμοῦ τῆς ἁμαρτίας μὲ τοὺς ἐνήλικες, πλὴν ὅμως ἔτσι τὸ παιδὶ συνηθίζει νὰ ἀναλαμβάνει τὶς εὐθύνες του καὶ νὰ ζητεῖ συγγνώμη γι᾿ αὐτὲς ἀπὸ τὸν Θεό, κάτι ποὺ ἀποτελεῖ τὴν ἀρίστη προπαρασκευὴ γιὰ τὴν ἀναμέτρηση μὲ τὴν ἁμαρτία, μέσα ἀπὸ τὴν συνειδητὴ συμμετοχὴ στὸ Μυστήριο, ὅταν μεγαλώσει.

Συχνότητα προσελεύσεως στὸ Μυστήριο

Ὡς πρὸς τὴν συχνότητα προσελεύσεως τοῦ ἀνθρώπου στὸ Μυστήριο τοῦτο ὑπάρχουν διάφορες ἀπόψεις. Ἐμεῖς πιστεύουμε, ὅτι ἡ συχνότητα δὲν πρέπει νὰ προσδιορίζεται ἀπὸ τὴν περιδεῆ συνείδηση τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὴν ἀνάγκη πνευματικῆς ἐξαρτήσεως αὐτοῦ ἀπὸ τὸν πνευματικό, ποὺ τὸν ὁδηγεῖ χωρὶς πραγματικὸ λόγο κάθε τρεῖς καὶ λίγο στὸ ἐξομολογητήριο, ὅπως τὸν κατὰ φαντασίαν ἀσθενῆ στὸν γιατρό.
Ἐπίσης, δὲν πρέπει νὰ καθορίζεται βάσει τῆς χαλαρῆς συνειδήσεως τοῦ ἀνθρώπου καὶ τῆς τυπικῆς, κατ᾿ ἔθος ἢ μαγικῆς προσεγγίσεως τοῦ Μυστηρίου, διότι καὶ αὐτὸ πόρρω ἀπέχει ἀπὸ τὴν συνειδητὴ προσέλευση στὸ μυστήριο μὲ συντετριμμένη καρδία.
Οὔτε πάλι πρέπει νὰ συνδέεται ἀποκλειστικῶς μὲ τὴν συμμετοχὴ στὸ μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, γιατί ἔτσι μπορεῖ νὰ ἐκφυλισθεῖ σὲ μιὰ τυπικὴ διαδικασία λήψεως τῆς ἀδείας τοῦ πνευματικοῦ γιὰ νὰ κοινωνήσει ὁ ἄνθρωπος. Ἡ συχνότητα συμμετοχῆς στὸ Μυστήριο δὲν εἶναι αὐστηρὰ καθορισμένη.
Ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὴν πνευματικὴ κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου, τὶς ἀνάγκες καὶ τὶς πτώσεις του στὴν διεξαγωγὴ τοῦ πολέμου κατὰ τῶν ὁρατῶν καὶ ἀοράτων ἐχθρῶν τῆς σωτηρίας του. Δηλαδή, ὁ Χριστιανὸς προσέρχεται στὸ Μυστήριο, ὁσάκις συντρέχει λόγος, ὅπως καὶ ὁ ἄνθρωπος πηγαίνει στὸν γιατρό, ὅταν εἶναι ἄρρωστος.

Ἐπιτίμια

Δυὸ λόγια γιὰ τὰ ἐπιτίμια. Κι ἐδῶ ὑπάρχει πολλὴ σύγχυση. Ἀκούγονται καὶ γράφονται σχετικῶς τὰ πλέον ἀντιφατικὰ πράγματα ὑπὸ τὴν ἐπίδραση ἑτεροδόξων διδασκαλιῶν.
Κατὰ τὴν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, τὰ ἐπιτίμια δὲν εἶναι ποινές, ποὺ πρέπει νὰ ἐκτίσει ὁ ἁμαρτωλὸς γιὰ νὰ ἐξιλεώσει τήν θεία δικαιοσύνη, ὅπως ὑποστηρίζουν οἱ αἱρετικοί. Τὰ ἐπιτίμια εἶναι φάρμακα πνευματικά, τὰ ὁποῖα χορηγοῦνται μὲ πολλὴ προσοχὴ καὶ διάκριση ἀπὸ τὸν πνευματικό, ὅταν κρίνει ὅτι χρειάζεται νὰ ἐνισχυθεῖ ὁ πιστὸς στὸν ἀγώνα γιὰ τὴν καταστολὴ τῶν παθῶν καὶ τὴν παγίωση τῆς μετανοίας του. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἡ ἐπιβολὴ τῶν ἐπιτιμίων δὲν εἶναι ἀναγκαῖος ὅρος γιὰ τὴν χορήγηση τῆς ἀφέσεως.
Τὰ ἐπιτίμια χορηγοῦνται ἀπὸ τὸν πνευματικὸ ἀπαθῶς, μὲ ἀγάπη καὶ πρέπει νὰ εἶναι ἀνάλογα μὲ τὴν σοβαρότητα τῆς ἁμαρτίας καὶ τοῦ πάθους, ποὺ καλοῦνται νὰ θεραπεύσουν, καθὼς καὶ μὲ τὴν ἑτοιμότητα καὶ διάθεση τοῦ πιστοῦ γιὰ μετάνοια.
Εἴδη δὲ ἐπιτιμίων εἶναι ἡ πρὸς καιρὸν ἀποχὴ ἀπὸ τὸ μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, ἡ ἐπὶ πλέον νηστεία, προσευχή, ἐλεημοσύνη, οἱ γονυκλισίες κ.ἄ.
Ἐπιθυμοῦμε νὰ κατακλείσουμε τὴν ἐργασία μὲ σύντομη ἀναφορὰ σὲ δύο παραμέτρους τοῦ θέματος ἐξόχως ἐνδιαφέρουσες καὶ ἐπίκαιρες, γύρω ἀπὸ τὶς ὁποῖες ὅμως ὑπάρχει πλήρης σύγχυση, ποὺ ἐγκυμονεῖ μεγάλους κινδύνους.
Πρόκειται γιὰ τὴ σχέση τοῦ μυστηρίου τῆς Μετανοίας - Ἐξομολογήσεως μὲ τὴν «ἐξομολόγηση» τῶν αἱρετικῶν καὶ γιὰ τὴν σχέση τοῦ Μυστηρίου τούτου τῆς Ἐκκλησίας μὲ τὴν ψυχοθεραπεία ἢ τὴν ψυχανάλυση.

Διαφορὲς μυστηρίου Ἐξομολογήσεως καὶ «ἐξομολογήσεως» αἱρετικῶν

Ὡς πρὸς τὸ πρῶτο θέμα, ἐκ προοιμίου λέγομε, ὅτι ἡ ὅποια ὁμοιότης εἶναι ἐξωτερική. Ἡ Ἐκκλησία ὡς Σῶμα Χριστοῦ, ὑπὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐμπνεομένη καὶ καθοδηγουμένη, μὲ τὸ μυστήριο τῆς Μετανοίας - Ἐξομολογήσεως χορηγεῖ στὸν εἰλικρινῶς μετανοοῦντα καὶ ἐξομολογούμενον ἐνώπιον τοῦ πνευματικοῦ, τὴν σωστικὴ χάρη τῆς ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν. Οἱ αἱρετικοὶ καὶ ὅλοι οἱ ἀποκόψαντες ἑαυτοὺς ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, δὲν ἔχουν τὴν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἑπομένως τὰ «μυστήριά» τους εἶναι ἁπλὲς ἀπομιμήσεις τῶν Μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας καὶ φυσικὰ δὲν χορηγοῦν τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἡ ὁποία δὲν ὑπάρχει στὴν αἵρεση. Αὐτὸ ποὺ εἴπαμε γενικῶς γιὰ τὰ «μυστήρια» τῶν αἱρετικῶν ἰσχύει βεβαίως καὶ γιὰ τὴν «ἐξομολόγηση» τῶν αἱρετικῶν. Κατόπιν ὅλων αὐτῶν καθίσταται προφανές, ὅτι ἀποτελεῖ βαρυτάτη ἁμαρτία ἡ τυχὸν συμμετοχὴ Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν στὰ «μυστήρια» τῶν αἱρετικῶν, ὅπως καὶ ἡ παροχὴ τῶν Μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας στοὺς ἐμμένοντας στὴν αἵρεση.

Διαφορὲς Ἐξομολογήσεως καὶ ψυχοθεραπείας / ψυχαναλύσεως

Καὶ ὡς πρὸς τὸ δεύτερο καὶ τελευταῖο θέμα, θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε ὅτι ἡ ὅποια ὁμοιότης μεταξὺ ἐξομολογήσεως καὶ ψυχοθεραπείας ἢ ψυχαναλύσεως εἶναι ἐξωτερική.
Στὸ μυστήριο τῆς Μετανοίας - Ἐξομολογήσεως οἱ πρωταγωνιστὲς εἶναι τρεῖς· ὁ Χριστός, ποὺ χορηγεῖ τὴν χάρη τῆς ἀφέσεως, ὁ πνευματικός, ὁ ὁποῖος κατὰ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὡς διάκονος τῆς καταλλαγῆς, ὑπηρετεῖ στὴν τέλεση τοῦ μυστηρίου καὶ ὁ ἐν συντριβῇ καὶ μετανοίᾳ ἐξομολογούμενος, ὁ ὁποῖος ζητεῖ καὶ λαμβάνει ἀπὸ τὸν Χριστὸ διὰ τοῦ πνευματικοῦ πατρὸς τὴν χάρη τῆς ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν, τὴν συνακόλουθο ψυχικὴ ἰσορροπία καὶ τὴν ἐν γένει πνευματικὴ ὑγεία. Κυρίαρχα στοιχεῖα ἐδῶ εἶναι, ἀφ᾿ ἑνὸς ἡ ἐλεύθερη βούληση τοῦ ἀνθρώπου νὰ λυτρωθεῖ ἀπὸ τὰ δεσμὰ τῶν παθῶν, ἀπὸ τὴν ὑπαρξιακὴ σύγχυση καὶ τὸ κενό, καὶ νὰ μεταστεῖ ἀπὸ τὴν παρὰ φύση ζωὴ τῆς ἁμαρτίας στὴν κατὰ φύση ζωὴ τοῦ Χριστοῦ, καὶ ἀφ᾿ ἑτέρου ἡ παντοδύναμος χάρη τοῦ Θεοῦ ἡ «τὰ ἀσθενῆ θεραπεύουσα καὶ τὰ ἐλλείποντα ἀναπληροῦσα».
Στὴν ψυχοθεραπεία καὶ τὴν ψυχανάλυση, αὐτονόμως ἐνεργοῦσες, οἱ πρωταγωνιστὲς εἶναι δύο· ὁ ψυχοθεραπευτὴς ἢ ὁ ψυχαναλυτὴς καὶ ὁ ἀσθενής, ὁ ὁποῖος βιώνει τὰ πάσης φύσεως ὑπαρξιακὰ ἀδιέξοδα. Ἐδῶ ὁ ψυχοθεραπευτὴς προσπαθεῖ αὐτονόμως, μὲ μόνη τὴν ἐπικουρία τῆς ἐπιστήμης, χωρὶς τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ, νὰ προσεγγίσει τὸν ἄνθρωπο καὶ μὲ διαφόρους μεθόδους καὶ ἀγωγές, φαρμακευτικὲς ἢ μή, νὰ τὸν βοηθήσει κατασταλτικὰ ἢ ἐξισορροπητικὰ σὲ κάποιο ἐπίπεδο, πάντως ποτὲ θεραπευτικά, ἐφ᾿ ὅσον δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ προσεγγίσει τὸ ταραγμένο ὀντολογικὸ βάθος τοῦ ἀνθρώπου, τὸ ὁποῖο εἶναι ἀπροσπέλαστο στὴν ἀνθρώπινη παρατήρηση καὶ τὸ πείραμα. Ἑπομένως ἀντιλαμβανόμεθα, ὅτι ἐξομολόγηση καὶ ψυχοθεραπεία εἶναι διαφορετικὰ μεγέθη, μὴ συγκρίσιμα, τὸ μὲν θεανθρώπινο, τὸ δὲ ἀνθρώπινο.

Πρωτοπρ. Γεωργίου Χρ. Εὐθυμίου, 
Ἐπικ. Καθηγητοῦ τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Ε.Κ.Π.Α.

http://users.uoa.gr/

Το χτύπημα της πόρτας



Μια σκοτεινή νύχτα, έπιασε μια καταιγίδα κάποιον στον δρόμο.

- Ανοίξτε μου σας παρακαλώ να γλυτώσω από τούτο το κακό.

- Α, δεν μπορώ, λέει μια αυστηρή φωνή από μέσα, εγώ είμαι η «Δικαιοσύνη». Είσαι άξιος της τιμωρίας αυτής. Δικαίως έρχεται στο κεφάλι σου. Εγώ την έστειλα!

Χτυπάει κι άλλη πόρτα παρακεί…

- Άνοιξε μου, λέει, να προφυλαχτώ.

- Εδώ μένει η «Αλήθεια», λέει μια φωνή από μέσα! Ποτέ δεν σου άρεσε η συντροφιά μου. Πώς με θυμήθηκες τώρα;

Κι ο ταλαίπωρος άνθρωπος προχώρησε απελπισμένος.

Χτυπάει τρίτη πόρτα τώρα.

- Άνοιξε μου σε παρακαλώ. Ποιος κάθεται εδώ;

- Το «Έλεος», απαντά μια πρόθυμη φωνή από μέσα και την ίδια στιγμή η πόρτα ανοίγει. Πέρασε μέσα φίλε μου, του λέει, τόσο καιρό σε περίμενα! Φόρεσε αυτά τα καθαρά, καινούργια ρούχα, για σένα τα έχω, ξεκουράσου τώρα!

ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ Η ΥΠΟΔΟΧΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ 
ΣΤΟ ΚΑΘΕ ΜΕΤΑΝΟΗΜΕΝΟ ΠΑΙΔΙ ΤΟΥ!!!

Αλήθεια όμως, εμείς έχουμε μετάνοια, ταπείνωση, εξομολογούμαστε τα λάθη μας, πλησιάζουμε την Θεία Κοινωνία, τον ίδιο τον Θεό για να ζητήσουμε συγχώρεση και προστασία και να ξεκουραστούμε κοντά Του, στην στοργική αγκαλιά Του;

ΠΟΘΟΥΜΕ ΝΑ ΜΠΟΥΜΕ ΣΤΗΝ ΕΥΣΠΛΑΧΝΙΚΗ ΚΑΡΔΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ, 
ΝΑ ΓΙΝΟΥΜΕ ΕΝΑ ΜΑΖΙ ΤΟΥ;

Ας ρωτήσουμε τους εαυτούς μας. Εκείνος μας περιμένει…

Τα τρία πιο σοβαρά λάθη που γίνονται κατά την εξομολόγηση



Για τη συγχώρηση των παραπτωμάτων μας απαραίτητη προϋπόθεση είναι η αλήθεια και η ει­λικρινής εξαγόρευση.
Αλλά ποιοί είναι εκείνοι, πού, ενώ ξεκινούν με διάθεση εξαγορεύσεως των παραπτωμάτων τους, στο δρόμο σκοντάφτουν και δεν είναι ειλικρινείς στην ό­μορφη αυτήν ευκαιρία, όπου έχουν δυνατότητα απαλλαγής από τα αμαρτήματα και τα πλημμελήματα τους;

Πρώτον: Αυτοί που κρύβουν τις αμαρτίες τους, γιατί ντρέπονται να τις εξαγορεύσουν. Ο Σατανάς πάν­τα ενθαρρύνει τον άνθρωπο, όταν πρόκειται να αμαρτήσει. Όταν όμως έλθει η ώρα της μετάνοιας τον αποθαρρύνει με την ντροπή. Ντρέπομαι λέγει. Πώς να παρουσιάσω στο φώς αυτά που έκανα στο σκοτάδι; ο Ιερός Χρυσόστομος λέγει: συ να μη πεισθείς σ αυτήν την προτροπή του Σατανά. Και ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης προτρέπει τους χριστιανους λέγοντας: Με πολύ θάρρος αποκαλύψατε τα μεγάλα σας αμαρτήματα αποκαλύψτε αυτά, που είναι φωλιασμένα στο βάθος της ψυχής σας αποκαλύψτε, όπως αποκαλύπτει ο ασθενής στο γιατρό τα κρυμμένα του τραύματα. Έτσι και μόνο θα πετύχετε τη θεραπεία.

Δεύτερον: Αυτοί που ομολογούν ότι αμάρτησαν, Αλλά το βάρος της αμαρτίας το ρίχνουν σε τρίτους. η διάθεση αυτή, της επιρρίψεως της αμαρτίας στους άλ­λους, φαίνεται καθαρά και στο πρώτο βιβλίο της Π. Διαθήκης, τη Γένεση. εκεί παρατίθεται από τον ιερό συγγραφέα, τον προφήτη Μωυσή, ένας διάλογος, που είναι ιδιαίτερα κατατοπιστικός. Λέγει ο Θεός στον Α­δάμ, που παρέβη την εντολή και έφαγε από το δένδρο της γνώσεως του καλού και του κακού Ποιός σου ανήγγειλε ότι είσαι γυμνός, εκτός αν έφαγες από το δένδρο, από το όποιο και μόνο σου απαγόρευσα να φάγεις; και ο Αδάμ άπαντά: ή γυνή, ην έδωκας μετ εμού, αύτη μοι έδωκεν από του ξύλου, και έφαγον. Και είπε Κύριος ο Θεός τη γυναικί τι τούτο εποίησας; και είπεν η γυνή· ο όφις ηπάτησε με και έφαγον. στο διάλογο αυτόν, παρατηρούμε ότι ο Αδάμ ρίχνει την ευθύνη για την πτώση του στη γυναίκα, Αλλά και στον ίδιο το Θεό. δε φταίω εγώ, Αλλά η γυναίκα που Εσύ μου έδωσες. Και η Εύα ρίχνει την ευθύνη στον όφη. Αυτός με ηπάτησε λέγει.

Τρίτον: Αυτοί που αμαρτάνουν και θλίβονται όχι γιατί έσφαλαν ενώπιον του Θεού, Αλλά γιατί φοβούνται ότι με την κοινολόγηση των πραγμάτων θα θιγεί η αξιοπρέπεια τους.


Ίερ. Βασίλειος Ακριβόπουλος Πρωτοπρεσβύτερος

«ΜΗΝ ΑΚΟΥΤΕ ΑΥΤΟΥΣ ΠΟΥ ΣΑΣ ΛΕΝΕ ΟΤΙ ΟΛΟΙ ΘΑ ΣΩΘΟΥΜΕ»



Ο Θεός μας δίδει πολλές ευκαιρίες για να κερδίσουμε τον Παράδεισο, αλλ΄ εμείς αυτές τις ευκαιρίες δεν τις δεχόμαστε, τις διώχνουμε. Εάν όσα οφείλει ο άνθρωπος τα ξεπληρώσει σ΄ αυτήν την ζωή, σώζεται. Γι΄ αυτό να δεχόμαστε τις όλες δοκιμασίες με υπομονή και ταπείνωση, ευχαριστούντες και δοξάζοντες το Θεό. Να προσπαθούμε να είμαστε πάντοτε κοντά στον Θεό και να μην απομακρυνόμαστε απ΄ Αυτόν, γιατί μακριά από το Θεό σωτηρία δεν υπάρχει.
Να αγωνιζόμαστε με όλες μας τις δυνάμεις για να κερδίσουμε τον Παράδεισο.
Γιατί χωρίς αγώνα, κανείς δεν μπορεί να εισέλθει σ΄ αυτόν. Είναι πολύ στενή η πύλη και μην ακούτε αυτούς που σας λένε ότι όλοι θα σωθούμε. Αυτό είναι παγίδα του σατανά για να μην αγωνιζόμαστε. Αυτό τον συμφέρει. Εκείνος που αγωνίζεται πολύ καιρό και δεν βλέπει πνευματική πρόοδο, έχει υπερηφάνεια και εγωϊσμό. Πνευματική πρόοδος υπάρχει εκεί που υπάρχει και πολλή ταπείνωση. Αυτή τα αναπληρώνει όλα. Πνευματική πρόοδος υπάρχει εκεί που υπάρχει αίσθηση, ότι μέσα του όλα είναι σε άθλια κατάσταση, όλα είναι χάλια. Διότι αυτό σημαίνει πως υπάρχει στον άνθρωπο αυτό, τηλεσκόπιο. Αγώνας με προσπάθεια και φιλότιμο, αίσθηση ελεεινότητος και ελπίδα, είναι οξυγόνο πνευματικό. Αυτά μας δίνουν την ασφαλή πορεία.

Γέρων Παίσιος

ΣΤΥΛ. Ν. ΚΕΜΕΝΤΖΕΤΖΙΔΗ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ, 
ΕΝΑ ΘΗΣΑΥΡΙΣΜΑ ΑΠΟ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΕΣ ΔΙΔΑΧΕΣ ΑΓΙΩΝ ΚΑΙ ΣΟΦΩΝ ΑΝΔΡΩΝ, 
ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ, 
«ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΜΑΡΤΥΡΙΑ», 
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, σ. 170.

Συχνά ο Θεός δεν απαντά στις προσευχές μας. Σιωπά.



Πολλοί εκλαμβάνουν τη σιωπή Του ως ένδειξη τού ότι ο Θεός «δεν υπάρχει», «πέθανε». 
Αν όμως σκεφτόμαστε σε ποιά θέση φέρνουμε το Θεό με τα πάθη μας, τότε θα βλέπαμε ότι Αυτός δεν έχει άλλη επιλογή, παρά μόνο να σιωπήσει. 

Ζητάμε από Αυτόν να μας υποστηρίξει στις αδικίες μας. Δεν μας ενοχοποιεί φανερά. Μας αφήνει να πορευτούμε στους πονηρούς δρόμους μας και να θερίσουμε τους καρπούς των προσωπικών μας αμαρτιών. Αν όμως στραφούμε προς Αυτόν με μετάνοια, τότε έρχεται γρήγορα, γρηγορότερα από όσο περιμέναμε.

Γνωρίζοντας τις ανάγκες μας, πολύ συχνά τις προλαμβάνει. 
Μόλις προφέρουμε στην προσευχή τα αιτήματά μας, που δικαιολογούνται με την πραγματικότητα της ζωής μας μέσα στον κόσμο, Αυτός ήδη τα έχει εκπληρώσει.

Συνεπώς, η σιωπή του Θεού είναι απάντηση στις αδικίες μας η πιο εύγλωττη, η πιο ευγενική.

Διώξαμε από τη ζωή μας το Θεό - Λόγο, τον λόγο του Θεού. 
Παραμελήσαμε το λόγο αυτό, και να! Θερίζουμε τις συνέπειες του έργου μας.

xristianos.gr

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΔΕΝ ΘΑ ΑΦΗΣΕΙ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΝ ΤΟΥ



Σεβάσμιος Ιερομόναχος ηλικίας 97 ετών (ο μακαριστός π. Φιλόθεος Ζερβάκος), είχε μάθει ότι... θα ελάμβανε εις Αθήνας Σύνοδος των Αρχιερέων και παρακαλούσε τον Θεόν από την κλίνην της ασθενείας του να τους δώσει φώτισιν να ειρηνεύσωσιν. Να γίνει μία η Εκκλησία όπως ήταν. Εζητούσε δε από τον Θεόν πληροφορίαν ότι θα ειρηνεύσει η Εκκλησία δια να αποθάνει ευχαριστημένος. ‘Ηταν παραμονή της Κυριακής της Ορθοδοξίας του 1980. 
Την νύκτα εκείνη ελπίζοντας ότι κάτι θα εγίνετο με την μεσιτεία των Αγίων, είδε ότι ευρέθη εις μίαν εκκλησίαν διαφορετικήν όμως από αυτές που έχουμε. Και ενώ προσηύχετο θερμώς, ιστάμενος τις την θύραν, είδε και εξήλθε από το ιερόν ένα πουλάρι – γαϊδουράκι εστολισμένον και εκάθισεν εις τα πρόθυρα της Ωραίας Πύλης. Ελυπήθη πολύ και είπε. κάποιο κακό θα γίνει στην Εκκλησία. 
Ήκουσε δε φωνή που έλεγε, ότι αυτοί δεν είναι Εκκλησία του Θεού, αλλά του σατανά. Η Εκκλησία του Θεού γεννά ανθρώπους του Θεού, υιούς και παιδιά του Θεού, και η εκκλησία του σατανά γεννά παιδιά του σατανά, σατανάδες.
Ο Θεός, ετόνισε, ο σεβάσμιος αυτός της Εκκλησίας του Χριστού άξιος κληρικός, δεν εγκαταλείπει την Εκκλησίαν Του. εκείνους δε που τον πολεμούν θα τους συντρίψει ως σκεύη κεραμέως. Εμακάρισε τους χριστιανούς εκείνους που μέχρι θανάτου θα μείνουν πιστοί εις την Ορθόδοξον πίστιν και ομολογίαν.
Κατόπιν εζήτησε να γίνει από τους ιερείς και μοναχούς μια παράκλησις δια την ειρήνην της Εκκλησίας…


ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΦΙΛΟΘΕΟΥ ΖΕΡΒΑΚΟΥ, 
«ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΜΑΡΤΥΡΙΑ», 
τευχ. 55-56, ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 1994, σ. 178 κ.ε.


Η ΑΛΗΘΙΝΗ ΜΕΤΑΝΟΙΑ

Συμβαίνει, αγαπητοί μου, λέγει ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, συχνά ο άνθρωπος στον κόσμο να φοβάται πολύ. Φοβάται μη αρρωστήσει, μη πάθει κάτι άσχημο, μη του κάνουν κακό, μη δεν επιτύχει, μη δεν προοδεύσει, μη εκτεθεί, μη δεν τιμηθεί, μη δεν αναγνωρισθεί. Για τη σωτηρία της αθάνατης ψυχής του δεν πολυνοιάζεται, δεν φοβάται, δεν αγωνιά, μόνο ελπίζει στον Πολυεύσπλαχνο Θεό, αν βέβαια πάλι νοιάζεται και ενδιαφέρεται. Δεν αγαπά πολύ τη σωτηρία του φαίνεται σήμερα ο άνθρωπος. Γιατί άραγε; Τί είναι αυτό που τον κάνει ν' αμαρτάνει εύκολα και να μετανοεί δύσκολα; Είναι τόσο δύσκολο ν' αλλάξει ο άνθρωπος; Είναι υποτιμητικό να ζητήσει συγχώρεση; Είναι αναξιοπρεπές να ταπεινωθεί; Τον ομιλητή παρακαλώ καλείσθε ν' ακούσετε ως αδελφό σας, ως συναγωνιστή και όχι σαν αυστηρό δάσκαλο. Θα προσπαθήσει ν' απαντήσει στα βασικά και καίρια παραπάνω ερωτήματα. Θα χρησιμοποιήσει προς τούτο την απαράμιλλη Αγία Γραφή, τη θεοκίνητη Πατρολογία και τον μυροβόλο Συναξαριστή.

Το κήρυγμα της Εκκλησίας είναι, θα πρέπει πάντα να είναι, περί μετανοίας. Αυτό ήταν το κήρυγμα όλων των προφητών της Π. Διαθήκης έως του Τιμίου Προδρόμου, αυτό ήταν και του Χριστού. Η μετάνοια δημιουργεί το κατανυκτικό κλίμα της ελεύσεως της βασιλείας του Θεού, της θεωρίας του Θεού, της συναντήσεως με Αυτόν.
Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς ο Αγιορείτης, ο διαπρύσιος κήρυκας της χάριτος και του φωτός, λέγει χαρακτηριστικά πως η αληθινή μετάνοια είναι αρχή, μέση και τέλος της εν Χριστώ πνευματικής ζωής. Όλοι μα όλοι έχουμε ανάγκη μετανοίας, γιατί ουδείς αναμάρτητος. Η πνευματική ζωή αρχίζει οπωσδήποτε με τη μετάνοια. Το έργο της δεν παύει ποτέ. Ο Μ. Βασίλειος λέγει πως όλος ο ανθρώπινος βίος είναι προς μετάνοια. Ο ατελής άνθρωπος θέλει συνεχή αγώνα για να πλησιάσει τον Παντέλειο Θεό. Ατέλεστος η τελειότητα θα πει ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης. Δεν υπάρχουν νιρβάνα στην Ορθοδοξία, όπου παύεις τον αγώνα και επαναπαύεσαι μακάρια. Ο αγώνας είναι έως του τάφου, ασταμάτητος, αδιάκοπος.
Ο μεγάλος δογματικός πατήρ της Εκκλησίας μας άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός λέγει πως μετάνοια σημαίνει επάνοδο από το παρά φύση στο κατά φύση και όδευση προς το υπέρ φύση. Είναι πορεία από το κατ' εικόνα στο καθ' ομοίωση.
Ο Αδάμ πλάσθηκε από τον Πανάγαθο Θεό κατ' εικόνα και καθ' ομοίωσή Του. Το κατ' εικόνα του δόθηκε αμέσως. Το καθ' ομοίωση θάπρεπε όμως να το καλλιεργήσει ελεύθερα και φιλότιμα ο ίδιος με τη συνεργία βέβαια της Θείας Χάριτος. Η κατάκτηση του καθ' ομοίωση αποτελεί τον αγιασμό, τη χαρίτωση, την τελείωση, τη θέωση. Ο Αδάμ πριν την πτώση είχε την άνεση να συνομιλεί με τον Θεό συνέχεια. Είχε καθαρότητα, φωτεινότητα, απλότητα, ταπεινότητα. Μετά την πτώση διαταράχθηκε αυτή η σχέση η ωραία. Σκοτείνιασε ο νους του, θόλωσε, αμαυρώθηκε. Ο ακάθαρτος νους δεν μπορεί να είναι δεκτικός της θείας Χάριτος.
Η αμαρτία αποτελεί παρά φύση κίνηση, που δεν επιφέρει απλά στον Αδάμ τη στέρηση της κοινωνίας του με τον Θεό, αλλά δεν μπορεί τώρα πλέον η θεία ενέργεια νάναι καθαρτική, φωτιστική και θεοπτική. Ο παρασυρμός του Αδάμ από την Εύα και της Εύας από τον δαίμονα επέφερε τη στέρηση της θείας Χάριτος. Πώς θα επανέλθουν στο πρωτόκτιστο κάλλος; Μόνο διά της μετανοίας. Η μετάνοια η αληθινή είναι δυνατή να θεραπεύσει, να καθαρίσει, να επαναφέρει στην προπτωτική κατάσταση. Η θεόσδοτη και θεοδώρητη μετάνοια είναι ικανή να ξεσκοτεινιάσει τον νου, να καθαρίσει την καρδιά και την πνευματική όραση. Ο όσιος Ιωάννης της Κλίμακος τονίζει πως η μετάνοια δύναται να επαναφέρει τον μετανοούντα σε μεγαλύτερη καθαρότητα και από την πριν της αμαρτίας κατάσταση.
Κατά τον άγιο Μακάριο τον Αιγύπτιο ο Αδάμ με το να υπακούσει στον δαίμονα, αποδυναμώθηκε αλλά δεν καταστράφηκε τελείως. Κέντρο του τώρα γίνεται ο εαυτός του κι όχι ο Θεός του. Η βάση της αμαρτίας κατά τον μακαριστό Γέροντα Ιουστίνο Πόποβιτς είναι να γίνουμε θεοί δίχως Θεό, μόνοι μας. Η αυτοθέωση αυτή είναι αντίθεη, αντίχριστη, δαιμονιώδης. Πουλήθηκε στον δαίμονα ο Αδάμ, κάνοντας κακή χρήση της ελευθερίας του, και ο δαίμονας τώρα τον κάνει ότι θέλει. Τάχασε ο Θεός με τον άνθρωπο, λέγει κάπου ο Μ. Αθανάσιος, δεν περίμενε ότι θα βγούμε τόσο σκάρτοι.
Ο άγιος Μακάριος συνεχίζει: Τη μέρα που ο Αδάμ έπεσε, ήλθε ο Θεός στον Παράδεισο και έκλαψε για το κατάντημά του. Προτίμησε το κακό αντί του αγαθού, τη ντροπή από τη δόξα, το σκοτάδι από το φως. Ο Αδάμ παρέσυρε όλο το ανθρώπινο γένος στην κακία.
Η συνάντηση της ψυχής με την αμαρτία γεννά τα πάθη. Η τροπή αυτή δεν έχει επιβληθεί, είναι εντελώς εκούσια, αποτέλεσμα της πλήρους ελευθερίας. Η κακία είναι ξένη στη φύση της ψυχής. Η αμαρτία διάβρωσε την ψυχή, την αποδυνάμωσε. Η συνήθεια της αμαρτίας είναι ως πορνεία με τον δαίμονα κατά τον έξοχο όσιο Μακάριο. Τα πάθη κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά είναι δαιμονοκίνητα. Η παραμονή της αμαρτίας τυφλώνει την ψυχή, τη σκοτεινιάζει, την αρρωσταίνει, την τραυματίζει, τη θανατώνει. Στην κατάσταση αυτή εμπαίζεται από τους μισάνθρωπους δαίμονες. Ο αμαρτωλός, κατά τον άγιο Γρηγό­ριο τον Παλαμά, είναι κατά ένα τρόπο δαιμονισμένος. Η ψυχή δεν ταυτίζεται με την αμαρτία και ποτέ δεν γίνεται ένα με αυτή. Η παράβαση του Αδάμ έδωσε δικαίωμα στον δαίμονα να κτυπήσει και να σκοτίσει το νου του ανθρώπου, που είναι το βασιλικό μέρος της ψυχής, ο ηγεμόνας νους που ορά τον Θεό κατά τους αγίους πατέρες.
Έτσι ο ηγεμόνας νους γίνεται δούλος της αμαρτίας. Τον κυριεύουν τότε άτοποι, ακάθαρτοι, πονηροί λογισμοί. Ασχολείται μόνο με τα κοσμικά, τα γήινα, τα φθαρτά. Λησμονά να προσεύχεται. Δεν αισθάνεται την ανάγκη. Ενίοτε τον ελέγχει η μνήμη ή η παρου­σία του Θεού τον αμαρτωλό άνθρωπο. Σκανδαλίζεται με την Εκκλησία, αγαπά πιο πολύ τον κόσμο. Τον αιχμαλωτίζει το κακό. Τότε νομίζει πως ζει. Κυκλοφορεί νεκρός, νεκρός ψυχικά.
Το κακό είναι ηθελημένο, επιλεγμένο και πραγματούμενο εκούσια από τον άνθρωπο. Η βούληση του ανθρώπου είναι κύρια υπεύθυνη για κάθε αμαρτία. Αναίτιος του κακού η θεία αυτοαγαθότητα λέγει ο Μ. Βασίλειος.
Κανένα κακό έξω από την προαίρεση του ανθρώπου δεν υπάρχει, λέγει ο αββάς Ισαάκ. Ο Αδάμ είναι ο κύριος υπεύθυνος για την παράβαση ως αυτεξούσιος και τέλεια ελεύθερος. Η πτώση μόλυνε τον Αδάμ. Ο Χριστός λέγει ν' αρνηθούμε το θέλημά μας, να το υποτάξουμε, να το νεκρώσουμε και έτσι αυξάνουμε στην αρετή.
Η αμαρτία είναι παράλογη, αφύσικη, αντίθεη και δημιουργεί αποσύνθεση της ανθρώπινης προσωπικότητος και αποσύνδεση από τον Θεό. Η αμαρτία είναι θα λέγαμε η λογική του δαίμονα, που είναι ιδιαίτερα ύποπτος, ύπουλος, πονηρός, πανούργος, τεχνίτης, πλάνος, ευφυής, έμπειρος και μεγάλος απατεώνας. Με την πτώση του ο Αδάμ παρέλαβε τη φθαρτότητα και τη θνητότητα.
Η Ενανθρώπηση του Χριστού θέωσε την ανθρώπινη φύση. Με τον Σταυρό και την Ανάσταση νίκησε τον θάνατο. Τ' άγια Μυστήρια και ιδιαίτερα η θεία Ευχαριστία μας αθανατίζει. Από τα παραπάνω νομίζουμε πως διαφάνηκε πως η μετάνοια δεν είναι απόφαση στιγμής, προσωρινή αλλαγή δοκιμαστική, ψυχολογική ανανέωση, απλή νομική πράξη, ηθικιστική διόρθωση και επιπόλαιο πείραμα, αλλά πράξη γενναία ζωής, ακολούθηση ορθού βίου, ήθους και ύφους, εκκλησιολογικής, υγιούς, γνήσιας, ανόθευτης, ιερής και ωραίας νοηματισμένης βιοτής. Η αποτυχία του Αδάμ είναι διδακτική. Η ακραιφνής οδός της μετανοίας στηρίζεται στ' απαραίτητα στάδια: κάθαρσης, φωτισμού και θέωσης.
Μετάνοια αληθινή σημαίνει όχι απλά απομάκρυνση της αμαρτίας αλλά μίσος της αμαρτίας και τρυφερή αγάπηση των ένθεων αρετών. Μόνος ο άνθρωπος είναι αδύναμος να το καταφέρει. Έτσι συνδράμει ουσιαστικά ο ίδιος ο Χριστός, ο Θεάνθρωπος. Όσο αγαπάμε τον Χριστό τόσο βοηθούμεθα να μισούμε την αμαρτία. Η σύνδεση του ανθρώπου με τον Χριστό δημιουργεί προσωπική αναγέννηση, απαλλαγή από τη ρίζα του κάκου, την εωσφορική υπερηφάνεια, και στολισμό της ψυχής από την υψοποιό ταπείνωση. Ο μετανοημένος πιστεύει, αγαπά και ελπίζει.
Η μετάνοια είναι βασική και μεγάλη αρετή, πάνω στην οποία οικοδομείται η πνευματική ζωή του πιστού. Ο μετανοημένος μόνο μπορεί να επικοινωνεί με τον Θεό. Πρόκειται για μεγάλο δώρο του Θεού στον άνθρωπο. Του Θεού που δεν παύει ποτέ ν' αγαπά, να εμπνέει, να μη ξεσυνερίζεται τον αγνώμονα αμαρτωλό. Είναι μια τρανή ακόμη απόδειξη της άφατης και φιλόστοργης φιλανθρωπίας του Παναγάθου Θεού Πατέρα και Πλάστη. Δεν απομένει από το ν' αποδεχθεί αυτόβουλα την πρόκληση και πρόσκληση προς απόλαυση των πολλών αγαθών της μετάνοιας. Η αντίδραση, η αντίθεση και η απόδραση του ανθρώπου από το ευγενές αυτό προσκλητήριο τον καταταλαιπωρεί.
Καρποί άξιοι της μετανοίας κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά είναι η εξομολόγηση, η ελεημοσύνη, η δικαιοσύνη, η αγάπη, η ταπείνωση. Οι αρετές αποτελούν αναμφισβήτητα σημαντικό έργο της εν Χριστώ ζωής και συνδράμουν στη σωτηρία του ανθρώπου.
Δίχως μετάνοια κανείς δεν μπορεί να σωθεί. Ο καταπληκτικός όσιος Ιωάννης της Κλίμακος λέγει πως αρχή μετάνοιας είναι η αποχή του κακού και η αρχή της μετάνοιας είναι αρχή της σωτηρίας μας. Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς πάλι λέγει πως η μετάνοια αρχίζει με την αυτομεμψία, την εξομολόγηση, την απομάκρυνση από τις κακίες. Δεν μπορεί ποτέ κανείς, λέγει, να προχωρήσει και προοδεύσει πνευματικά στα υψηλά και τέλεια αν δεν αγγίξει την αρχή των αρετών. τη μετάνοια.
Μετά τη Σάρκωση του Υιού και Λόγου του Θεού και το Θείο βάπτισμα ο πιστός είναι υπεύθυνος ο ίδιος αν θ' ακολουθήσει τον Χριστό ή τον δαίμονα. Ο Αδάμ προσκλήθηκε και παρακλήθηκε από τον Θεό επίμονα να μετανοήσει και να παραμείνει οικήτορας του έξοχου κήπου της Εδέμ. Δεν θέλησε όμως να πει το «ήμαρτον» καθόλου, λέγει ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος. Ο ειλικρινά μετανοών παρουσιάζει λοιπόν διάθεση και στάση εντελώς αντίθετη από αυτή του αμετανόητου και τελικά δυστυχισμένου Αδάμ. Ο μετανοών θα πρέπει να πιστεύει στον Θεό, να έχει φόβο Θεού, ν' απαρνηθεί ότι τον χωρίζει από τον Θεό εκούσια και να λυπηθεί για την πρότερη κατάσταση που λύπησε και τον Θεό. Λυπάται λοιπόν ο μετανοημένος ειλικρινά. Δεν άγχεται, δεν φοβάται, δεν είναι τρομοκρατημένος, θυμωμένος με τον εαυτό του, δεν είναι ταραγμένος, δεν έχει ενοχές, δεν τον κυνηγούν Ερινύες. Αν είναι έτσι δεν είναι σωστή η μετάνοιά του. Παρουσιάζεται να είναι θιγμένος ο εγωισμός του, να έχει εκτεθεί, ρεζιλευθεί και ντροπιασθεί ανεπανόρθωτα. Δεν αισθάνεται διόλου έτσι ο πραγματικά μετανοημέ­νος.
Η μετάνοια είναι βάπτισμα μετά το βάπτισμα, χάρη μετά τη χάρη. Η μετάνοια συνυφαίνεται με την εξομολόγηση και απαλλάσσεται ο εξομολογούμενος από το βάρος το κουραστικό των αμαρτιών. Η εμμονή στη μετάνοια θερμαίνει την πίστη και αυξάνει την ταπείνωση, κατά τον άγιο Συμεών τον Νέο Θεολόγο. Τότε, λέγει, αληθινά ευτυχούμε γινόμενοι θεοχαρίτωτοι, αγιοπνευματικοί. Είμασθε με τον Θεό, όπως ήταν ο Αδάμ στον παράδεισο της τρυφής, προγευόμαστε την ανεκλάλητη χαρά της βασιλείας των ουρανών, διατηρώντας γνήσιο ταπεινό φρόνημα, κατάνυξη, κατά Θεόν πένθος, καρδία καθαρή, πράττοντας πρόθυμα έργα μετανοίας, ευάρεστα στον Θεό.
Είπαμε πως η μετάνοια είναι διαρκής. Ο άγιος Συμεών μάλιστα λέγει πως και αν χίλια χρόνια ζήσουμε στη γη, ποτέ δεν θα μπορέσουμε τέλεια να κατανοήσουμε τη μετάνοια, αλλά καθημερινά να βάζουμε αρχή σε αυτή και ν' αγωνιζόμεθα. Ο όσιος Ιωάννης της Κλίμακος τη θεωρεί αναβαπτισμό, νέα συνθήκη με τον Θεό, ενδυνάμωση κατά της απελπισίας, λογισμός αυτοκριτικής και αυτοκατάκρισης, εμπιστοσύνη στον Θεό και απόλυτη ελπίδα, συνδιαλλαγή και αγαθοεργία, καθαρή συνείδηση, υπομονή στις θλίψεις, αντοχή στη νηστεία, νέκρωση του παλαιού εαυτού. Η μετάνοια κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά δεν εξαντλείται στο μίσος της αμαρτίας αλλά και στην αγάπη της αρετής.
Πώς θα μετανοήσει κανείς; Πώς θ' αρχίσει; Χρειάζεται να ξαποστάσει κατ' αρχάς, να ξελαχανιάσει από το καθημερινό τρεχαλητό, το κυνηγητό της ηδονής, να στραφεί προς τα μέσα του, να κινηθεί από τη συνεχή ετεροπαρατήρηση στην αυτοπαρατήρηση, από το κουτσομπολιό των πάντων στη συνομιλία με τον άγνωστο εαυτό του. Να σκύψει λίγο μέσα του, να σκάψει εντός του, να δει τις δυνάμεις, τις δυνατότητες, τα όρια, τις αντοχές, τα δοθέντα τάλαντα. Χρειάζεται περισυλλογή, αυστηρός αυτοέλεγχος, επιείκεια και κατανόηση των άλλων. Να βρούμε τα ποσοστά της προσωπικής μας ευθύνης. Να μη τα ρίχνουμε εύκολα και γρήγορα πάντα μόνο στους άλλους. Απλά και ειλικρινά, τίμια και δίκαια πρέπει και αξίζει να οδηγηθεί ο εαυτός μας, που συνηθίζει να ξεγλυστράει σαν χέλι, να παραδεχθεί την αμαρτωλότητά του. Να θελήσει γενναία, ηρωικά και παλληκαρίσια ν' αναχωρήσει ανεπίστροφα από την αμαρτία. Να μη επωάζει πια μνήμες και φιλεπίστροφους λογισμούς στα πρότερα, τ' άχαρα, τ' αμαρτωλά, τ' ανέντιμα της προηγούμενης ζωής.
Όλ' αυτά φυσικά γίνονται ελεύθερα και αυτοπροαίρετα και δεν υπάρχει κανένα νόημα σε κανενός είδους εξαναγκασμό. Ποτέ δεν επιτρέπεται να εκβιάσουμε κάποιον να εξομολογηθεί. Η εξομολόγηση εμπνέεται και είναι ιερό μυστήριο και πράξη ελευθερίας. Προηγείται της μετάνοιας η επίγνωση της αμαρτίας, η συνειδητοποίηση της αμαρτωλότητος. Ακο­λουθεί η λύπη για την αμαρτία. Έπεται η εξομολόγηση, με καρδιά συντετριμμένη και πνεύμα τεταπεινωμένο, δέηση για συγχώρεση και άφεση και απόφαση υποσχετική για μόνιμη αποχή από το κακό. Ελεύθερα και αυτόβουλα επιλέγει ο αμαρτωλός τη μετάνοια και πλουτίζει από τ' αγαθά της ειρήνης. Πάντα ιδιαίτερα με προβληματίζει ο λόγος ενός σύγχρονου, σοφού κι ενάρετου Αγιορείτου: Πολλοί εξομολογούνται, λίγοι μετανοούν!
Η μετάνοια έχει οπωσδήποτε καθαρά προσωπικό χαρακτήρα. Ο καθένας μετανοεί για τον εαυτό του. Στην εξομολόγηση ο εξομολογούμενος καταθέτει την προσωπική του ευθύνη. Δεν αναλύει πόσο κακοί είναι οι άλλοι που δεν τον καταλαβαίνουν και πόσο άστατος ο κόσμος που τον κουράζει. Η μετάνοια δεν έχει σχέση με την επιφάνεια αλλά με το βάθος. Δεν στηρίζεται τόσο στα λόγια αλλά στις πράξεις. Η ευσέβειά μας, λέγει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, δεν μένει στα λόγια αλλά στα πράγματα. Η μετάνοια ελευθερώνει και δεν υποδουλώνει τον άνθρωπο. Όσο ο πιστός βαθαίνει στη μετάνοια τόσο περισσότερο αισθάνεται την αγάπη του Θεού και βιώνει την ελευθερία.
Μετανοεί ο χριστιανός γιατί ελπίζει ότι θα λάβει από τον Θεό τη συγχώρηση κι έτσι είναι στην πραγματικότητα. Παραδεχόμενος ειλικρινά την αμαρτωλότητά του ο άνθρωπος αναγνωρίζει και ομολογεί την αδυναμία του. Η γνώση της αδυναμίας είναι δύναμη. Η παραδοχή της ήττας είναι νίκη. Η δίχως δικαιολογίες συναίσθηση της παραβατικότητος, ανυπακοής και καταχρήσεως της ελευθερίας οδηγεί στη μετάνοια. Η έξοδος του Αδάμ από τον παράδεισο επήλθε λόγω της αμετανοησίας του. Φθάνουν μάλιστα οι άγιοι πατέρες να λέγουν ότι ο Αδάμ έχασε τον παράδεισο όχι λόγω της συγκεκριμένης αμαρτίας του αλλά λόγω των δικαιολογιών του. Αν απροφάσιστα και ντόμπρα παραδεχόταν το σφάλμα του θα τον συγχωρούσε ο Θεός και θα παρέμενε στον παράδεισο. Έτσι φθάνει ο μακαριστός Γέροντας Παΐσιος ο Αγιορείτης να λέγει τον φοβερό λόγο: Όποιος συνέχεια δικαιολογείται έχει Γέροντά του τον δαίμονα!
Ελπίζοντας στην αγάπη του Θεού ο πιστός και πιστεύοντας στη συγχώρεση αναγνωρίζει ότι ο Παντοδύναμος Θεός μπορεί να τον ελεήσει και να τον δε­χθεί ως τον άσωτο της παραβολής. Η μετάνοια όμως θα πρέπει να υπάρξει σε αυτή τη ζωή. «Ιδού νυν καιρός ευπρόσδεκτος, ιδού νυν ημέρα σωτηρίας». Η αναβλητικότητα είναι ένα από τα πιο πονηρά παιχνίδια του δαίμονα. Ο Γέροντας Τύχων ο Ρώσος, ο Αγιορείτης, έλεγε πολύ χαριτωμένα: Η κόλαση είναι καλά στρωμένη από «θα»! Κατοικείται από ανθρώπους καλών προθέσεων και ωραίων, μακρυνών σχεδίων. Η μετάνοια επαναφέρει, επανορθώνει, ανορθώνει. Αν επιτρέπεται, όλα επιτρέπονται εκτός από την απελπισία. Ο δαίμονας επισταμένως εργάζεται να μας οδηγήσει στην απόγνωση. Αφού συνέχεια πέφτουμε στα ίδια και τα ίδια, ποιος ο λόγος να συνεχίσουμε ν' αγωνιζόμαστε; Ο θεοφόρος άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής λέει: Η αμαρτία μαυρίζει, η μετάνοια ασπρίζει. Καμιά αμαρτία δεν είναι μεγαλύτερη της αγάπης του Θεού. Όλα συγχωρούνται αρκεί ο άνθρωπος έγκαιρα και έγκυρα να μετανοήσει. Ο μετανοών αμαρτωλός είναι πάντοτε συμπαθής, ο αμετανόητος πεισματάρης και θεληματάρης απομακρύνει τη θεία χάρη και βρίσκεται σε δύσκολη θέση.
Οι νηπτικοί πατέρες συνδυάζουν πάντοτε με τη μετάνοια την κατάνυξη, την οποία θεωρούν απαραίτητη όσο τ' οξυγόνο. Ο άγιος Συμεών συνδυάζει την κατάνυξη με τα θερμά δάκρυα και την αγαθοεργία, διά των οποίων καθαίρεται ο άνθρωπος. Η κατανυκτική προσευχή έχει δάκρυα, αυτά όμως είναι άκοπα, θερμά και γλυκά. Δεν είναι αποτέλεσμα συναισθηματικών καταστάσεων και νοσηρών φαντασιών ενός στραπατσαρισμένου εγωισμού και μιας κακομοίρικης ψευδοαμαρτωλότητος και νόθας μηδαμινότητος. Όσο ο άνθρωπος αμαρτάνει σκληραίνει, πωρώνεται, δεν δακρύζει εύκολα. Όσο ο άνθρωπος μετανοεί, χύνει δάκρυα, σπάει ο πάγος, φανερώνεται η επίσκεψη της θείας χάριτος. Τέλος, δακρύζει ενθυμούμενος την αγάπη του Θεού, τις πρεσβείες των αγίων, ιδιαίτερα της Θεοτόκου. Τα δάκρυα της χάριτος καμιά σχέση δεν έχουν με τα φυσικά δάκρυα λέγει ο πάντοτε ευκατάνυκτος όσιος Εφραίμ ο Σύρος. Ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος λέγει η σκληροκαρδία θα μαλαχθεί με δάκρυα, η καρδιά θα ταπεινωθεί με δάκρυα, η ένωση με τον Θεό θα γίνει με δάκρυα, η γνώση του Θεού είναι αδύνατον να επιτευχθεί δίχως δάκρυα.
Ο πρώτος Αδάμ, κατά τον αββά Δωρόθεο, απογύμνωσε τον άνθρωπο από τις πνευματικές δυνατότητες της «κατ' εικόνα» Θεού υπάρξεώς του, γιατί επέλεξε την υπερηφάνεια και όχι τη μετάνοια. Ο τέλειος άνθρωπος και τέλειος Θεός Χριστός, ο δεύτερος Αδάμ, κάλυψε τη γύμνωσή του, τούδωσε τη δύναμη ν' ανθίσταται στην αμαρτία και ν' αγαπά την αρετή. Η μετάνοια συνδράμει σημαντικά να γνωρίσουμε τον πραγματικό εαυτό μας με την όλη νηπτική εργασία και όχι να θεωρούμε, να νομίζουμε ή να φανταζόμαστε κάτι άλλο από αυτό που είμαστε στην πραγματικότητα. Η βίωση της μετάνοιας διασφαλίζει την αυθεντικότητα των αρετών του ανθρώπου, τις οποίες αρμολογεί, συνέχει και συντηρεί η πάντα απαραίτητη, γνήσια ταπείνωση.
Οι κατά το μυστήριο της εξομολογήσεως κανόνες - επιτίμια, όταν τίθενται από τον πνευματικό, δεν έχουν ποτέ τον νομικό χαρακτήρα, εκδικήσεως του παραβάτη, τιμωρίας του αμαρτωλού, εξιλεώσεώς του προς ικανοποίηση του προσβληθέντος Θεού, όπως θεωρούν οι Λατίνοι. Τα επιτίμια είναι φάρμακα προς θεραπεία. Χρειάζεται μεγάλη διάκριση, γνώση, σοφία, τέχνη, προσοχή, προσευχή. Χρειάζεται ανάλογα η αυστηρότητα ή η επιείκεια και η κατάλληλη οικονομία. Όχι πάντα αυστηρότητα, όχι πάντα οικονομία. Ο κύριος θεραπευτής είναι ο Χριστός. Ο ιερεύς είναι διάκονος των μυστηρίων του Χριστού. Η άφεση όμως των αμαρτιών γίνεται διά του πετραχηλιού του έγκυρου, κανονικού ιερέως, που θα πρέπει να στολίζεται από εμπειρία, προς διάκριση των πνευμάτων. Θα πρέπει νάχει ο πνευματικός κοινωνία με τον Θεό ο ίδιος, για να οδηγήσει και αυτούς που τον πλησιάζουν σε Αυτόν.
Είναι σημαντική οπωσδήποτε η συνδρομή του πνευματικού πατέρα στην ανόρθωση του πνευματικού τέκνου. Η μεγάλη μάχη όμως πρέπει να πούμε δίνεται εντός του ίδιου του ανθρώπου. Θα πρέπει ν' απομακρυνθεί από τη δουλεία των παθών, να ενισχυθεί από τις ευχές της Εκκλησίας και ν' αγωνισθεί υπομονετικά και επίμονα για την απαλλαγή από τις αμαρτωλές ενθυμήσεις, μνήμες και προσβολές, αγαπώντας όλο και πιο πολύ τον Χριστό. Θα πρέπει να φτιάξουμε, κατά τον Γέροντα Παΐσιο, ένα εργοστάσιο καλών λογισμών. Ο πνευματικός συνδέει το τέκνο του πιο πολύ με τον Χριστό και λιγώτερο με τον εαυτό του. Προσεύχεται γι' αυτό, ακόμη και όταν παρακούει, ίσως τότε πιο πολύ. Η υπακοή εμπνέεται, δεν επιβάλλεται. Η υπακοή δεν έχει σχέση με τη στρατιωτική πειθαρχία. Η υπακοή βοηθά στην ταπείνωση, στην εκκοπή του νοσηρού ιδίου θελήματος.
Ο ανυπάκουος, ο αυθαιρετών, αυτός που πράττει ό,τι νομίζει, ό,τι τον συμφέρει, ό,τι τον αναπαύει, έχει πρόβλημα, πρέπει να προσεχθεί ιδιαίτερα. Έχει αρχίσει να χάνει τον προσανατολισμό του, νάχει μια μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του, νάναι ένας μικρός ή μεγάλος Φαρισαίος. Η υπακοή στον πνευματικό πρέπει νά­ναι αβίαστη, ελεύθερη, πρόθυμη, φιλότιμη, ευχάριστη. Χρειάζεται αγώνας για νάναι έτσι. Η υπακοή από μόνη της δεν λέει πολλά πράγματα. Θα πρέπει να συνδυάζεται με την καθαρή προσευχή και τη συνειδητή και εμπροϋπόθετη συμμετοχή στ' άγια μυστήρια και ιδιαίτερα της θείας Ευχαριστίας. Η υπομονή στους πειρασμούς ενδυναμώνει τον αγώνα, ωριμάζει πνευματικά και καλλιεργεί ψυχικά τον ταπεινό αγωνιστή.
Ο άνθρωπος της μετανοίας αγαπά την άσκηση, αντιμετωπίζει μ' εγρήγορση και γνώση τις παραχωρούμενες για καλό δοκιμασίες. Ο ειλικρινά μετανοημένος δεν έχει ψυχολογικά προβλήματα μειονεξιών, διχασμών, ανικανοποίητων και ανολοκλήρωτων καταστάσεων, συναισθηματικών ασταθειών, φοβιών, καχυποψιών και λοιπών κουραστικών παρόμοιων πραγμάτων. Ο μετανοημένος άνθρωπος του Θεού αγαπά τον Θεό και τον συνάνθρωπο, ταπεινώνεται, χαίρεται μυστικά, δοξολογεί, ευχαριστεί και ευγνωμονεί τον Θεό.
Ο πνευματικός πατέρας μπορεί να μη είναι άγιος και τέλειος και κάπου να σφάλλει κιόλας, όμως πρέπει να γνωρίζει τις θεραπευτικές μεθόδους των παθών καλά, ώστε να μη ταλαιπωρεί τους προσερχόμενους με λαθεμένες διαγνώσεις και οδηγίες. Συντείνει βεβαίως ιδιαίτερα στη βοήθειά του η ειλικρίνεια και η μετάνοια του εξομολογούμενου. Έτσι πνευματικός κανείς καθίσταται κυρίως όταν τον διακρίνει αυτή η εμπειρία, που πάντοτε δεν υπάρχει με τη μεγάλη ηλικία. Ο επίσκοπος θα πρέπει να γνωρίζει επίσης πολύ καλά ποιους τοποθετεί σε αυτή τη διακονία και να είναι βαθύς γνώστης των διαχρονικής αξίας Ιερών Κανόνων της Εκκλησίας μας.
Ο επιφανής π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος, κάτοχος άριστος του Πηδαλίου, έλεγε: Οι Ιεροί Κανόνες δεν είναι κανόνια! Και ο σοφός π. Ιωάννης Ρωμανίδης, έλεγε: Μαχαίρι κρατά και ο ιατρός και ο κρεοπώλης... Ο σκοπός των Ιερών Κανόνων, κατά τον μητροπολίτη Ναυπάκτου Ιερόθεο, είναι η βίωση της αποκαλυπτικής αλήθειας της πίστεως και η πνευματική αναγέννηση των ανθρώπων. Πνευματική αναγέννηση δεν σημαίνει απλά προσωπική πρόοδο του χαρακτήρα μας, αλλά εκκλησιοποίηση του ανθρώπου.
Οι Ιεροί Κανόνες συνδράμουν στην επαναφορά του μετανοούντος αμαρτωλού στην ευθεία, τη μεσότητα, την Ορθόδοξη πλεύση.
Το Πηδάλιο στα χέρια ενός αδιάκριτου πνευματικού πατέρα θα μπορεί να δημιουργήσει και συντρίμια. Ο προσευχόμενος, δηλαδή θεολόγος, και με διάκριση πνευματικός είναι απαραίτητο να μπορεί να διακρίνει το θεϊκό από το δαιμονικό, το αγγελικό από το ανθρώπινο, το πνευματικό από το υλικό, το ψυχικό από το σωματικό, το ψυχολογικό από το νευρολογικό, το ψυχιατρικό από το νευρικό, το αγχωτικό από το ανυπόμονο και πολλά άλλα παρόμοια. Η αδιακρισία θα δημιουργήσει σύγχυση και αυτή σοβαρή πνευματική ζημιά, που μπορεί πολύ να ταλαιπωρήσει και τον εξομολόγο και τον εξομολογούμενο.
Ο πνευματικός πρέπει να γνωρίζει τον εαυτό του, τις δυνατότητές του, τις αρμοδιότητές του και το μέτρο των καθηκόντων του. Να μη θέτει δυσβάστακτα φορτία στους ανθρώπους και λυγίσουν και αποθαρρυνθούν και απογοητευθούν. Δεν είναι για όλους πάντοτε όλα. Ιδιαίτερα εδώ χρειάζεται μία εξατομικευμένη ποιμαντική. Ακόμη σ' ένα αρχάριο δεν πρέπει να παρουσιάζονται υψηλές καταστάσεις, που αδυνατεί τώρα ν' ανέλθει. Η σύγχυση της ακριβούς διαγνώσεως, π.χ. ένα πρόβλημα ψυχολογικό να θεωρηθεί ως δαιμονισμός, μπορεί όπως είπαμε να δημιουργήσει μεγαλύτερες περιπλοκές, καθυστερήσεις και ταλαιπωρίες. Καλό θα ήταν ο κάθε εξομολόγος να ήταν και Γέροντας, δηλαδή πνευματικός καθοδηγητής. Όμως αυτό δεν σημαίνει ότι στον κόσμο μπορούν απόλυτα να μεταφερθούν τα μοναχικά πράγματα και οι νέοι ή οι οικογενειάρχες ν' ακολουθούν ένα απαράβατο κανόνα υπακοής και στις λεπτομέρειες κατά τις προτιμήσεις του πνευματικού.
Ή να χρησιμοποιεί και εκμεταλλεύεται κατά διάφορους γνωστούς τρόπους ο πνευματικός τα πρόσωπα που η χάρη του Θεού φέρνει στο άγιο πετραχήλι του. Ο πνευματικός οπωσδήποτε και ποτέ δεν είναι παντογνώστης και αλάθητος. Γι' αυτό δεν θα πρέπει νάχει γνώμη επί παντός επιστητού. Θα πρέπει να περιορίζεται στο καθαρά πνευματικό του έργο. να μορφώσει Χριστό στις καρδιές των τέκνων του. Ο πνευματικός ο καλός σέβεται πάντοτε την ελευθερία του τέκνου του, ακόμη και όταν ελεύθερα του την προσφέρει εκείνο. Με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος αγωνίζεται να θεραπεύσει τον μετανοημένο και όχι να τον κάνει οπαδό, που θα τον φοβάται, θα τον κολακεύει, θα τον χειροκροτεί, θα τον ακολουθεί παντού και πάντοτε.
Αντιλαμβάνεσθε πόσο σπουδαία είναι η εξεύρεση ενός διακριτικού πνευματικού προς ορθή καθοδήγηση μακρυά από υπερβολές, ακρότητες, συναισθηματισμούς και νοσηρότητες.
Η αγωγή που δίδει ο πνευματικός συνδράμει στο ξεκαθάρισμα πολλών πραγμάτων, στην είσοδο στην ουσία της πνευματικής ζωής, στη γνώση ότι η Εκκλησία μας δεν είναι ένας ωραίος και ιερός έστω θρησκευτικός οργανισμός, ένα σωματείο κοινωνικής αλληλεγγύης, ένας χώρος όπου περνάμε ευχάριστα, αποδεχόμενοι, συζητώντας και χαμογελώντας συνέχεια, όπου ικανοποιούνται συναισθήματα και καταξιωνόμαστε. Η Εκκλησία είναι το σώμα του ζώντος Χριστού, η κοινωνία των αγίων, η μόνη οδός θεώσεως των μετανοούντων.
Οπωσδήποτε η Εκκλησία είναι και πνευματικό θεραπευτήριο και πνευματική οικογένεια και ο σημερινός κυνηγημένος και ανέραστος άνθρωπος μέσα στις δύσκολες και μαζοποιημένες κοινωνίες έχει ανάγκη από την ανεύρεση της μοναδικότητος του ιερού προσώπου του και την αληθινή επικοινωνία. Ο πνευματικός πατέρας είναι απαραίτητος. Την ανάγκη του κόσμου θα εκπληρώσουμε όταν είμεθα καθαροί, τίμιοι, αγαθοί και ταπεινοί. Δεν μπορεί ένας να είναι πνευματικός και να μη έχει πνευματικό.
Το θαυματουργό και ιαματικό μυστήριο της μετανοίας πολλοί άνθρωποι, ακόμη και πιστοί εξομολογούμενοι, συχνά δεν το μεταχειρίζονται σωστά, ώστε τελικά να μένουν αθεράπευτοι. Η κάθε αμαρτία είναι μία μικρή επανάσταση του ανθρώπου κατά του Θεού, διαχωρίζεται από Αυτόν, απομακρύνεται, φεύγει από τη χάρη της Εκκλησίας, αποξενώνεται, τελικά νεκρώνεται. Η αμαρτία αυτοκαταστρέφει, απομονώνει και στενοχωρεί τον άνθρωπο. Η μετάνοια, όπως είπαμε, είναι μία διορθωτική πράξη, επαναφέρει, αποκαθιστά στην αρχαία ωραιότητα. Μερικοί δεν γνωρίζουν, λένε, γιατί να μετανοήσουν. Το πρόβλημα είναι σοβαρό. Έχουν αμβλυνθεί φοβερά τα κριτήρια.
Η θεωρούμενη ελευθερία έχει εξασθενήσει ηθικά, τρομερά τον σύγχρονο άνθρωπο.
Η μετάνοια δεν μπορεί να εξαντλείται σε μία εντελώς τυπική εξομολόγηση πριν τις μεγάλες εορτές, με το ξεμπέρδεμα των θρησκευτικών μας καθηκόντων και την κατάθεση του βάρους μας για να ξαλαφρώσουμε ψυχικά. Η μετάνοια είναι ριζική αλλαγή όλης της ζωής, αναποδογύρισμα, επανατοποθέτηση, επαναπροσανατολισμός, άρνηση και μίσος του κακού, πλήρης αλλαγή νοοτροπίας, αγάπη ολοκάρδια του αγαθού και πιστή και υπομονετική ακολούθησή του.
Η μετάνοια δεν τελειώνει σε μία εξομολόγηση με λίγα έστω δάκρυα. Η μετάνοια δεν είναι αστραπή ή φωτοβολίδα, αλλά συνεχές, επίπονο έργο ζωής. Η εξομολόγηση δεν είναι πάλι απλή διαλογική συζήτηση, λύση αποριών, τυπική εξαγόρευση δυσκολιών που έχουμε με τους άλλους, που δεν μας καταλαβαίνουν και δεν μας αγαπούν τόσο. Η εξομολόγηση δεν γίνεται από καλή συνήθεια, για το καλό, για το έθιμο, από φόβο μη μας τιμωρήσει ο Θεός και λοιπά. Η εξομολόγηση είναι βαθειά ανάγκη της μετανοημένης ψυχής, ταπεινή κατάθεση του βάρους των πλημμελημάτων.
Δεν είναι σωστό ν' αλλάζει κανείς συνέχεια πνευματικούς. Να έχει συγχρόνως δύο πνευματικούς. Να λέγει λίγα εδώ και λίγα εκεί. Τούτο φανερώνει μεγάλη πνευματική ανωριμότητα, επιπολαιότητα και αστάθεια. Θέλει μια κάποια προετοιμασία η εξομολόγηση. Μη ζητώντας τον τέλειο και άγιο πνευματικό δεν πάμε καθόλου. Η αγιότητα δεν είναι μεταδοτική. Ο πιο άγιος πνευματικός δεν μπορεί να μας κάνει τίποτε αν δεν αγωνισθούμε. Μη νομίζουμε ότι ανεβαίνουν οι πνευματικές μετοχές μας με το να έχουμε ονομαστούς πνευματικούς, μάλλον αυξάνονται οι υποχρεώσεις μας και θα πρέπει να ελεγχόμεθα. Καλό είναι να ζητάμε το καλό και το τέλειο, όχι όμως να πάσχουμε ως ατελείς και δεινοί ευσεβιστές. Μη φοβόμαστε να παραδεχθούμε την ήττα μας, την αδυναμία μας, την αμέλειά μας.
Δεν θα κατακριθούμε γιατί πέσαμε, αλλά γιατί δεν σηκωθήκαμε. Μόνο ο δαίμονας έπεσε και δεν σηκώθηκε ποτέ. Δεν θα κολασθούμε, αδελφοί μου, γιατί αμαρτήσαμε, αλλά γιατί δεν μετανοήσαμε. Η υγιής παραδοχή της αμαρτωλότητός μας είναι πολύ σημαντική.
Όλοι οι άγιοι της Εκκλησίας αυτή την παραδοχή είχαν μόνιμα. Αυτό το συντετριμμένο πνεύμα πρέπει πάντοτε να υπάρχει στην καρδιά του μετανοούντος χριστιανού, πολύ περισσότερο κατά την ώρα της εξομολογήσεως. Μη αναμένουμε ανακριτικές ερωτήσεις, μη φοβόμαστε, μη δειλιάζουμε, μη ντρεπόμαστε, μη αναβάλλουμε, μη θεωρούμε αμαρτίες μόνο τον φόνο και την κλοπή. Ούτε αδιάφοροι ούτε σχολαστικοί, ούτε φοβισμένοι ούτε ξεθαρρεμένοι. Θα μπορούσε κανείς πολλά να πει επί του σοβαρού αυτού θέματος.
Ας παρακαλέσουμε τον Θεό να μας φωτίζει ν' αναχωρούμε από το εξομολογητήριο όχι με πρόσθετες αμαρτίες. Παρουσιάζοντας ακόμη και εκεί προφάσεις και δικαιολογίες για τον καλό εαυτό μας και τον κακό κόσμο....
Ο άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης στον ωραιότατο λόγο του περί μετανοίας μεταξύ άλλων γράφει χαρακτηριστικά, εμπνευσμένα και θεοχαρίτωτα: Γνωρίζω ότι εις όσους παλαίουν κατά της αμαρτίας, ο Κύριος χαρίζει όχι μόνον την άφεσιν αλλά και την χάριν του Αγίου Πνεύματος, η οποία χαροποιεί και πληροί την ψυχήν με βαθείαν και γλυκείαν ειρήνην... Δεν υπάρχει μεγαλύτερον θαύμα από το να αγαπά τις τον αμαρτωλόν εις την πτώσιν του. Τον άγιον είναι εύκολον να αγαπάς - είναι άξιος... Χαίρει ο Κύριος επί τη μετανοία των ανθρώπων. Και όλαι αι ουράνιαι δυνάμεις αναμένουν, όπως και ημείς απολαύσωμεν της γλυκύτητος της αγάπης του Θεού και ίδωμεν το κάλλος του προσώπου Αυτού... Δόξα τω Κυρίω, ότι έδωκεν εις ημάς την μετάνοιαν, και διά της μετανοίας σωζόμεθα πάντες ημείς, άνευ εξαιρέσεως. Δεν θα σωθούν μόνο οι μη μετανοούντες... Σημείον της αφέσεως των αμαρτιών είναι ότι εμίσησαν την αμαρτίαν... Ας ταπεινωθώμεν, ίνα διά της μετανοίας αποκτήσωμεν ελεητικήν καρδίαν και τότε θα ίδωμεν την δόξαν του Κυρίου... Όστις μετανοεί αληθώς, ούτος είναι έτοιμος να υπομένη κάθε θλίψιν... Εις τον ελεήμονα ο Κύριος παρευθύς συγχωρεί τα αμαρτήματα... Θα ηυχόμην να μάθω μόνον την ταπείνωσιν και την αγάπην του Χριστού, ώστε ουδένα να προσβάλλω, αλλά να προσεύχωμαι δι' όλους, ως δι' εμαυτόν....
Ταπεινώς φρονώ ότι οι λόγοι αυτοί του αγίου Σιλουανού είναι συμπύκνωση όλων των προηγουμένων. Λησμονήστε, λοιπόν, αν θέλετε τα παραπάνω. Να θυμάσθε πάντα όμως ότι όποιος παλεύει κατά της αμαρτίας χαριτώνεται και ευλογείται από τον Θεό. Ν' αγαπάμε τον αμαρτωλό και να μισούμε την αμαρτία, όπως λέγει και ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Χαρά λαμβάνει ο Θεός από τη μετάνοιά μας, χαρά αληθινή αισθανόμεθα τότε κι εμείς. Απόδειξη ότι μας συγχώρεσε ο Θεός είναι το μίσος κατά της αμαρτίας. Η συγχωρητικότητα είναι χαρακτηριστικό του αληθινά μετανοημένου.
Εύχεσθε να συνεχίζουμε ελπιδοφόρα το ωραίο ταξείδι στα βαθειά νερά της μετανοίας, οδηγούμενοι στον εύδιο λιμένα της σωτηρίας μας από τον Σωτήρα και Λυτρωτή Κύριο, διά πρεσβειών πάντων των αγίων και της Θεοτόκου.


«ΜΕΤΑΝΟΙΑ ΚΑΙ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ» 
ΜΟΝΑΧΟΥ ΜΩΥΣΕΩΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΕΚΔΟΣΕΙΣ 
«ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ» ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

http://www.impantokratoros.gr

ΤΑ ΨΥΧΙΑΤΡΕΙΑ ΘΑ ΗΤΑΝ ΑΔΕΙΑ ΑΝ ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΕΞΟΜΟΛΟΓΟΥΝΤΟ ΟΡΘΟΔΟΞΑ



Ακούστε. Τα ψυχιατρεία θα ήταν άδεια, αν οι χριστιανοί εξομολογούντο ορθόδοξα, καθαρά, με ειλικρίνεια, ταπείνωση και υπακοή, σε διακριτικό Πνευματικό, ας είναι και λίγο αυστηρός. Και μετά να κοινωνούν αξίως. Τότε κανείς δεν θα είχε άγχος, προβλήματα και μεγάλους πειρασμούς. Πρέπει να ξέρετε, ότι, όλα ξεκινούν από τον εγωϊσμό, την ανυπακοή και τους κακούς λογισμούς. Υπακοή είναι Ζωή, Παρακοή είναι Θάνατος.

ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΣ ΓΕΡΩΝ ΠΑΪΣΙΟΣ

ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ ΜΑΡΓΑΡΙΤΑΡΙΑ,
 «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΜΑΡΤΥΡΙΑ», 
τευχ. 62-63, ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 1995, σ. 38.

ΔΙΗΓΗΣΙΣ ΜΙΑΣ ΓΥΝΑΙΚΟΣ ΠΟΥ ΕΠΕΣΤΡΕΨΕ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΛΛΗ ΖΩΗ



Ήμουν άθεη και έβριζα πολύ και φοβερά τον Θεό. Ζούσα μέσα στην ντροπή και την πορνεία και ήμουν νεκρή στην γη. Όμως ο ελεήμων Θεός δεν άφησε να χαθώ, αλλά με οδήγησε στην μετάνοια.

Στα 1962 αρρώστησα από καρκίνο και ήμουν άρρωστη τρία χρόνια. Δεν έμεινα ξαπλωμένη, παρά εργαζόμουνα κι έκανα θεραπεία σε γιατρούς ελπίζοντας να βρω γιατρειά. 
Τους τελευταίους έξι μήνες είχα τελείως αδυνατήσει, τόσο που ούτε νερό δεν μπορούσα να πιω. Μόλις το έπινα, αμέσως το έκανα εμετό. Τότε με πήγαν στο νοσοκομείο και επειδή ήμουν πολύ ενεργητική, κάλεσαν έναν καθηγητή από τη Μόσχα και αποφάσισαν να με χειρουργήσουν. Μόλις μου άνοιξαν την κοιλιά αμέσως πέθανα. Η ψυχή μου βγήκε από το σώμα και στέκονταν ανάμεσα σε δυο γιατρούς και εγώ με μεγάλο φόβο και τρόμο εκοίταζα την αρρώστια μου. Ολόκληρο το στομάχι μου και τα έντερά μου ήταν προσβεβλημένα από καρκίνο. Στεκόμουν και εσκεπτόμουν, γιατί είμαστε δύο; 
Δεν είχα ιδέα ότι υπάρχει ψυχή. Οι κομμουνιστές, μας φούσκωναν τα μυαλά και μας εδίδασκαν ότι ψυχή και Θεός δεν υπάρχουν, ότι αυτό είναι μόνο επινόησις των παπάδων για να ξεγελάσουν το λαό και να τον κρατούν σε φόβο για κάτι που δεν υπάρχει. Βλέπω τον εαυτό μου που στέκεται και τον βλέπω πάλι επάνω στο χειρουργείο. Μου έβγαλαν έξω όλα τα εντόσθια και αναζητούσαν τον δωδεκαδάκτυλο. Αλλά εκεί υπήρχε μόνο πύον, τα πάντα ήταν κατεστραμμένα και χαλασμένα, τίποτε δεν ήταν υγιές. Οι γιατροί τότε είπαν: «αυτή δεν έχει με τί να ζήσει». Όλα τα έβλεπα με μεγάλο φόβο και τρόμο και πάλι σκεπτόμουν: 
«Πώς και πού είμαστε δύο; Στέκομαι και ταυτόχρονα είμαι ξαπλωμένη;»
Οι γιατροί τότε επέστρεψαν τα εντόσθια μου όπως – όπως και είπαν ότι το σώμα μου πρέπει να δοθεί στους νέους ειδικευμένους ιατρούς για διδασκαλία και το μετέφεραν στο ανατομείο και εγώ πήγαινα κοντά τους και όλο και παραξενευόμουν και σκεφτόμουν πώς και από πού είμαστε δύο; 
Εκεί με άφησαν ξαπλωμένη, γυμνή, καλυμμένη ως το ύψος του στήθους με ένα σεντόνι. Μετά απ΄ αυτό βλέπω ότι ήλθε ο αδελφός μου και έφερε το μικρό μου γιο. Ήταν έξι χρονών και ονομαζόταν Αντρούσκα (Ανδρέας). Ο γιος μου πλησίασε το σώμα μου και με φίλησε στο κεφάλι. Άρχισε να κλαίει και να λέει: «Μαμά, μαμά, γιατί πέθανες; Είμαι ακόμη μικρός, πώς θα ζήσω χωρίς εσένα; Πατέρα δεν έχω και εσύ πέθανες ;»
Εγώ, τότε, τον αγκάλιασα και τον φίλησα, αλλά αυτό δεν το αισθάνθηκε ούτε το είδε, ούτε με πρόσεξε, αλλά εκοίταζε το νεκρό μου σώμα. Έβλεπα επίσης πως έκλαιγε ο αδερφός μου. Μετά απ΄ αυτό, εγώ με μιας βρέθηκα στο σπίτι μου. Ήλθε η πεθερά μου από τον πρώτο μου γάμο, η μητέρα μου και η αδελφή μου. Τον πρώτο μου σύζυγο τον εγκατέλειψα επειδή πίστευε στον Θεό. Τότε άρχισε η διανομή των πραγμάτων μου. Εγώ ζούσα πλούσια και με πολυτέλεια και όλα αυτά τα απέκτησα με αδικία και την πορνεία. Η αδερφή μου άρχισε να αφαιρεί τα πιο ωραία από τα πράγματά μου, ενώ η πεθερά ζητούσε να αφήσει και κάτι στον γιο μου. Η αδελφή μου δεν έδινε τίποτα, αλλά επί πλέον άρχισε να εμπαίζει την πεθερά λέγοντας: «αυτό το παιδί δεν είναι από τον γιο σου και συ δεν είσαι τίποτα». Μετά απ΄ αυτό, αυτές βγήκαν και έκλεισαν το σπίτι. Η αδελφή μου επήρε μαζί της και ένα μεγάλο μπόγο με πράγματα. Ενώ αυτές μάλωναν για τα πράγματά μου, είδα γύρω μας να χορεύουν και να χαίρονται διάβολοι.
Ξαφνικά βρέθηκα στον αέρα και βλέπω σαν να πετώ με αεροπλάνο. Αισθάνομαι ότι κάποιος με συγκρατεί και ότι υψώνομαι όλο και πιο πολύ. Βρέθηκα πάνω από την πόλη Μπάρναουλ. Μετά βλέπω ότι η πόλις χάθηκε. Έγινε σκοτάδι. Μετά απ΄ αυτό άρχισε και πάλι να έρχεται φως και στο τέλος φώτισε τελείως, το φως ήταν πάρα πολύ ισχυρό που δεν μπορούσα να το δω. Με τοποθέτησαν σε μαύρη πλάκα μεγέθους ενάμιση μέτρου.
Έβλεπα δένδρα με πολύ χοντρούς κορμούς και πανέμορφο ποικιλόχρωμο φύλλωμα. Ανάμεσα στα δέντρα υπήρχαν σπίτια και μάλιστα όλα καινούργια, αλλά δεν είδα ποιοι ζούσαν σ΄ αυτά. Στην κοιλάδα αυτή είδα πλούσιο πράσινο χορτάρι και σκέφθηκα: 
πού βρίσκομαι εγώ τώρα; 
Αν βρίσκομαι στη γη, τότε γιατί δεν υπάρχουν εδώ επιχειρήσεις, εργοστάσια ούτε άλλα κτίρια, γιατί δεν υπάρχουν δρόμου ούτε συγκοινωνία; 
Τί μέρος είναι τούτο εδώ χωρίς ανθρώπους και ποιός τέλος πάντων ζει εδώ; 
Λίγο πιο πέρα είδα να περπατάει μια ωραία ψιλή γυναίκα με βασιλικά φορέματα κάτω από τα οποία εφαίνοντο τα δάκτυλα των ποδιών. Περπατούσε τόσο ανάλαφρα που από τα πόδια δεν λύγιζε ούτε το χορτάρι. Κοντά της πήγαινε ένας νεαρός που είχε ύψος ως τους ώμους της. Είχε κρυμμένο το πρόσωπό του με τα χέρια του και για κάτι έκλαιγε πολύ και πικρά παρακαλούσε, αλλά για πιο λόγο δεν μπορούσα να ακούσω. Σκέφθηκα ότι είναι ο γιος της και μέσα μου διαμαρτυρήθηκα γιατί δεν τον λυπάται και δεν του εκπληρώνει το αίτημα. 
(Σημείωσις: Από όλα φαίνεται ότι αυτός ο νεαρός ήταν άγγελος φύλακας αυτής της νεκρής γυναίκας. Φαίνεται επίσης πόσο ενδιαφέρονται οι άγιοι άγγελοι για εμάς και τις ψυχές μας, αλλά εμείς δεν το βλέπουμε. Παραπέρα φαίνεται και αυτών το αίτημα είναι ανεκπλήρωτο, αν ο θάνατος μας βρει αμαρτωλούς και αμετανόητους).
Όταν αυτοί με πλησίασαν, ο νεαρός έπεσε μπροστά στα πόδια της και άρχισε να την παρακαλεί εντονότερα και να οδύρεται και να της ζητεί κάτι. Εκείνη κάτι του απάντησε, αλλά δεν μπόρεσα να καταλάβω τι. 
(Σημείωσις: Είχα την ευκαιρία και από άλλες πηγές να γνωρίσω πώς και πόσο πικρά κλαίει ο Άγιος Άγγελος φύλακας, όταν αυτός που του δόθηκε για φύλαξη δεν υπακούει στην αγία Εκκλησία και στην αγία πίστη χάνοντας την ψυχή του για πάντα). 
Όταν αυτοί με πλησίασαν ήθελα να την ρωτήσω: «Πού βρίσκομαι;» 
Την στιγμή εκείνη η γυναίκα αυτή εσταύρωσε τα χέρια στο στήθος, ύψωσε τα μάτια προς τον ουρανό και είπε: «Κύριε, πού θα πάει αυτή έτσι;» Εγώ τότε έτρεμα και μόλις τώρα κατάλαβα ότι είχα πεθάνει, ότι η ψυχή μου βρισκόταν στον ουρανό και το σώμα μου έμεινε στη γη. Τότε άρχισα να κλαίω και να οδύρομαι και ακούω φωνή που λέει:
«επιστρέψτε την στην γη, για τις αγαθοεργίες του πατέρα της». 
Άλλη φωνή απάντησε: «βαρέθηκα την αμαρτωλή και διεφθαρμένη ζωή της. Εγώ ήθελα να την εξαφανίσω από προσώπου της γης χωρίς μετάνοια, αλλά με παρεκάλεσε γι΄ αυτήν ο πατέρας της. Δείξτε της το μέρος για το οποίο άξιζε».
Αμέσως βρέθηκα στον άδη. Τότε άρχισαν να έρπουν μέχρι εμένα φοβερά πυρακτωμένα φίδια με μακριές γλώσσες που ξερνούσαν φωτιά και άλλες αποκρουστικές βρωμιές. Η βρώμα ήταν αβάστακτη. Αυτά τα φίδια τυλίχτηκαν γύρω μου και ταυτόχρονα από κάπου παρουσιάστηκαν σκουλήκια χοντρά ίσαμε το δάκτυλο με ουρές που κατέληγαν σε βελόνες και άγκιστρα. Αυτά έμπαιναν σε όλα τα ανοικτά μου μέρη, στα αυτιά, στα μάτια, στη μύτη κλπ. και έτσι με βασάνιζαν και εγώ εκραύγαζα όχι με την φωνή μου. Αλλά εκεί δεν υπήρχε από πουθενά ούτε βοήθεια, ούτε έλεος από κανέναν. Εκεί είδα πώς παρουσιάσθηκε η γυναίκα που πέθανε από άμβλωση και άρχισε να παρακαλεί τον Κύριο για έλεος. Αυτός της απάντησε: «Εσύ στην γη δεν με αναγνώριζες, σκότωνες τα παιδιά στην κοιλιά σου και επί πλέον έλεγες στους ανθρώπους: Δεν πρέπει να γεννάται παιδιά, τα παιδιά είναι περιττά. Σε μένα δεν υπάρχουν, δεν υπάρχουν περιττά. Σε μένα υπάρχουν τα πάντα και για όλους αρκετά».
Σε μένα ο Κύριος είπε: «Εγώ σου έδωσα την αρρώστια για να μετανοήσεις, αλλά συ με έβριζες ως το τέλος της ζωής και δεν με αναγνώριζες και για τον λόγο αυτό και εγώ δεν σε αναγνωρίζω. Όπως στην γη έζησες χωρίς Θεό, έτσι και εδώ θα ζήσεις!».
Ξαφνικά όλα μεταστράφηκαν και εγώ κάπου πέταξα. Η βρώμα χάθηκε, χάθηκε και ο δυνατός οδυρμός και εγώ ξαφνικά είδα την εκκλησία μου που έπαιζα. Άνοιξε η πύλη και από αυτήν βγήκε ο ιερέας ντυμένος στα άσπρα. Αυτός στεκόταν με σκυμμένο κεφάλι και κάποια φωνή με ερωτά: «Ποιος είναι αυτός;». Εγώ απάντησα: «Ο ιερέας μας».
«Συ έλεγες ότι είναι χαραμοφάης, αυτός δεν είναι χαραμοφάης αλλά πραγματικός ποιμένας. δεν είναι μισθοφόρος. Γνώριζε πως αν και είναι κατά τον βαθμό μικρός, συνηθισμένος ιερέας, υπηρετεί εμένα. μάθε ακόμη και τούτο: 
Αν δεν σου διαβάσει αυτός την ευχή της εξομολογήσεως, εγώ δεν θα σε συγχωρέσω».
Τότε άρχισα να παρακαλάω: «Κύριε, γύρισέ με στη γη, έχω ένα μικρό γιο».
Ο Κύριος είπε: «Ξέρω ότι έχεις μικρό γιο, είναι κρίμα γι΄ αυτόν».
«Κρίμα», απάντησα εγώ.
Τότε εκείνος αποκρίθηκε: «Εγώ σας λυπούμαι όλους και τρεις φορές σας λυπούμαι. Όλους σας περιμένω πότε θα ξυπνήσετε από το αμαρτωλό όνειρο, να μετανοήσετε και να έλθετε στον εαυτό σας».
Εδώ πέρα εμφανίσθηκε εκ νέου η Μητέρα του Θεού, η Θεοτόκος, που ενωρίτερα την αποκαλούσα γυναίκα και πήρα το θάρρος να την ρωτήσω: 
«Υπάρχει εδώ σε σας Παράδεισος;». Αντί για απάντηση μετά απ΄ αυτές τις λέξεις, ξαναβρέθηκα στην κόλαση, στον Άδη. Τώρα ήταν χειρότερα απ΄ ό,τι την προηγούμενη φορά. Έτρεξαν ολόγυρά μου οι δαίμονες με καταλόγους και μου έδειχναν τα αμαρτήματα μου και εφώναζαν: 
«Εσύ μας υπηρέτησες, όταν ήσουν στη γη». Άρχισαν να διαβάζουν τα αμαρτήματα μου. όλα τα έργα μου ήταν γραμμένα με μεγάλα γράμματα και ένιωσα φοβερό φόβο. Από τα στόματά τους έβγαινε φωτιά. Οι δαίμονες με χτυπούσαν στο κεφάλι. Πάνω μου έπεφταν και κολλούσαν πυρακτωμένες σπίθες από φωτιά και με έκαιγαν. Γύρω μου ακούονταν φοβερός θρήνος και κοπετός πολλών ανθρώπων.
Όταν το πυρ εδυνάμωνε έβλεπα τα πάντα γύρω μου. Οι ψυχές είχαν φοβερή όψη, ήταν σακατεμένες, με τεντωμένους λαιμούς και πρησμένα μάτια. μου έλεγαν ότι «είσαι συντρόφισσα» (φαίνεται ότι ήταν κομμουνίστριες) και είσαι υποχρεωμένη να ζήσεις μαζί μας. Όπως εσύ, έτσι και εμείς, όταν ήμασταν στη γη, δεν αναγνωρίζαμε τον Θεό, τον βρίζαμε και κάναμε κάθε κακό, την πορνεία, την υπερηφάνεια και άλλα και ποτέ δεν μετανοήσαμε. Όσοι αμάρτησαν, αλλά μετανόησαν, πήγαιναν στην εκκλησία, προσεύχονταν στον Θεό, ελεούσαν τους πτωχούς και βοηθούσαν όσους βρίσκονταν σε ανάγκη και κακοτυχία, αυτοί εκεί πάνω». 
(Σημείωσις: δηλαδή στον παράδεισο, τον οποίον αυτοί εδώ δεν ήθελαν ούτε να μνημονεύσουν».
Εγώ φοβήθηκα φοβερά από αυτά τα λόγια, μου φαινόταν ότι ήδη βρισκόμουνα εδώ στον άδη ολόκληρη ζωή και αυτοί μου λένε ότι θα ζήσω μαζί τους αιώνια.
Μετά από αυτό εμφανίσθηκε εκ νέου η Θεοτόκος Μαρία και έγινε φως, οι δαίμονες τράπηκαν σε φυγή και οι ψυχές που εβασανίζοντο στην κόλαση, άρχισαν να φωνάζουν και να την ικετεύουν για έλεος: «Ουράνια Βασίλισσα, μη μας αφήνεις εδώ» ή φώναζαν. «Καιγόμαστε Κυρία Θεοτόκε και δεν υπάρχει σταγόνα νερό».
Εκείνη έκλαιγε και μέσα από το κλάμα έλεγε: 
«Όσο ζούσατε στην γη δεν με αναγνωρίζατε και δεν μετανοούσατε για τις αμαρτίες στον Υιό μου και Θεό σας και εγώ τώρα δεν μπορώ να σας βοηθήσω, δεν μπορώ να παραβώ την επιθυμία του Υιού μου και Εκείνος δεν μπορεί την επιθυμία του Πατέρα Του. Βοηθώ μόνο αυτούς για τους οποίους παρακαλούσαν οι συγγενείς και για τους οποίους προσεύχεται η αγία Εκκλησία».
Μετά απ΄ αυτό, εμείς αρχίσαμε να υψωνόμαστε και από κάτω αναδίδονταν δυνατές κραυγές φωνών: «Κυρία Θεοτόκε, μη μας αφήνεις».
Ξανά υπήρχε σκοτάδι και εγώ βρέθηκα στην ίδια πλάκα. Σταυρώνοντας τα χέρια στο στήθος η Θεοτόκος ύψωσε τα μάτια στον ουρανό και άρχισε να προσεύχεται λέγοντας :«Τι να κάνω με αυτήν, που να την βάλω;». 
Μια φωνή απάντησε : «Άφησέ της από τα μαλλιά».
Τότε η Θεοτόκος έφυγε ήσυχα, η πόρτα της μισάνοιξε έτσι που πίσω απ΄ αυτήν δεν έβλεπα τίποτα. Κατόπιν επέστρεψε κρατώντας τα μαλλιά μου στα χέρια της και από κάπου εμφανίστηκαν δώδεκα άμαξες χωρίς τροχούς, εκινούντο σιγά και εγώ τις ακολουθούσα. Η Θεοτόκος μου έδωσε τα μαλλιά, αλλά δεν αντιλήφθηκα εγώ ότι με άγγιξε. Άκουσα μόνο, όταν είπε ότι η δωδέκατη άμαξα δεν έχει πάτο. Φοβόμουν να καθίσω σ΄ αυτήν, αλλά η Θεοτόκος με έσπρωξε στην γη απ΄ αυτήν».
Μετά απ΄ αυτό συνήλθα και ενσυνείδητα καθόμουν και εκοίταζα. Ήταν μιάμιση η ώρα το απόγευμα. Μετά από εκείνο το φως που είδα εκεί, όλα στην γη μου εφαίνοντο άσχημα και δεν μου άρεσε που ήμουν στη γη, αλλά τι να κάνω. Τώρα, είπα μόνη μου στην ψυχή μου: «Πήγαινε στο σώμα». Τότε βρέθηκα πάλι στο νοσοκομείο και επήγαμε στο ψυγείο που εφύλαγαν τα πτώματα. Αυτό ήταν κλειστό, αλλά εγώ μπήκα μέσα, χωρίς εμπόδιο και είδα το νεκρό μου σώμα. Το κεφάλι μου ήταν γυρισμένο λίγο προς τα πλάγια, ενώ η μέση μου πιεζόταν από άλλους νεκρούς. Μόλις η ψυχή μου μπήκε στο σώμα, αμέσως αισθάνθηκα ισχυρό ψύχος. Κάπως απελευθέρωσα την πιεσμένη μέση μου, διπλώθηκα και έσφιξα τα γόνατά μου με τα χέρια. Την στιγμή εκείνη, έβαλαν μέσα το νεκρό σώμα κάποιου ανθρώπου και όταν άναψαν το φως, με είδαν σκυμμένη, ενώ εκείνοι συνήθως βάζουν όλους τους νεκρούς με πρόσωπο προς τα πάνω. Βλέποντας με έτσι οι νοσοκόμοι φοβήθηκαν και από τον φόβο τους σκορπίσθηκαν. Επέστρεψαν με δύο γιατρούς, που αμέσως διέταξαν να ζεσταθεί το μυαλό μου με λάμπες. Στο σώμα μου υπήρχαν οκτώ τομές (μάθαιναν πάν σ΄ αυτό) τρεις στο στήθος και οι υπόλοιπες στην κοιλιά. Δύο ώρες μετά το ζέσταμα του κεφαλιού, άνοιξαν τα μάτια και μόλις μετά από δώδεκα ημέρες εμίλησα.
Το πρωί μου έφεραν πρωϊνό, τηγανίτες με βούτυρο και καφέ (ήταν ημέρα νηστείας) αλλά δεν ήθελα να φάω και τους είπα ότι δεν θα φάω. Οι νοσοκόμοι έφυγαν πάλι και όλοι στο νοσοκομείο άρχισαν να με προσέχουν. Ήλθαν οι γιατροί και με ρώτησαν γιατί δεν θέλω να φάω. Τους απάντησα: «Καθίστε και θα σας διηγηθώ τί είδε η ψυχή μου. Όποιος δεν νηστεύει τις ημέρες της νηστείας, αυτός θα φάγει βρωμερά και σιχαμερά πράγματα. Γι΄ αυτό δεν θα φάω σήμερα, όπως και σ΄ όλες τις νηστείες δεν θα αρτυθώ».
Οι γιατροί από την έκπληξη, τη μια κοκκίνιζαν, την άλλη κιτρίνιζαν και οι ασθενείς με άκουγαν προσεκτικά. Κατόπιν συγκεντρώθηκαν πολλοί γιατροί και εγώ τους είπα ότι τίποτε πλέον δεν με πονάει. Τότε άρχισε να έρχεται σε μένα κόσμος και μάλιστα πολύς και εγώ σε όλους διηγόμουν και έδειχνα τις πληγές. Η αστυνομία άρχισε να διώχνει τον κόσμο και με μετέφεραν σε άλλο νοσοκομείο. Εκεί ανάρρωσα τελείως και παρεκάλεσα τους γιατρούς να μου γιατρέψουν, όσο το δυνατόν ενωρίτερα τις τομές που μου έκαμαν μαθαίνοντας επάνω μου. Τότε με έβαλαν πάλι στο χειρουργικό τραπέζι και, όταν οι γιατροί άνοιξαν την κοιλιά, μου είπαν: «Γιατί χειρούργησαν τελείως υγιή άνθρωπο;».
Εγώ τότε τους ρώτησα: «Ποιά είναι η αρρώστια μου;».
Αυτοί μου απάντησαν: «Τα εντόσθια σας είναι υγιή και καθαρά, όπως του παιδιού».
…. Τους απάντησα: «Ο Κύριος ο Θεός φανέρωσε το έλεός του επάνω σε μένα την αμαρτωλή, για να ζήσω ακόμη και να μαρτυρήσω στους άλλους ό,τι είδα και ό,τι μου συνέβη. Εκείνος ο Κύριος ο Θεός επήρε ό,τι κατεστραμμένο ήταν μέσα μου και μου τα έδωσε υγιή. σε όλους θα το διηγούμαι, ώσπου να πεθάνω».
Κατόπιν είπα στον γιατρό: «Βλέπεις πως γελαστήκατε;».
Και εκείνος απάντησε: «τίποτε δεν ήταν υγιές μέσα σου».
«Τι νομίζετε τώρα;» τον ρώτησα εγώ.
Απάντησε: «Σε αναγέννησε ο Υπέρτατος».
Τότε του απάντησα: «Αν πιστεύετε σ΄ Αυτόν, κάντε τον σταυρό σας και παντρευθήτε στην εκκλησία».
Ο γιατρός κοκκίνησε γιατί ήταν εβραίος. Πρόσθεσα ακόμη: «Γίνου αρεστός στον Κύριο και Θεό».
Κατόπιν άφησα στο νοσοκομείο, κάλεσα τον ιερέα, που ενωρίτερα ενέπαιζα και του έκανα επιθέσεις, αποκαλώντας τον χαραμοφάη. 
Του διηγήθηκα όλα, όσα μου συνέβησαν, εξομολογήθηκα και μετέλαβα των Αγίων του Χριστού Μυστηρίων. Τον κάλεσα και ευλόγησε το σπίτι μου, γιατί ως τώρα σ΄ αυτό βασίλευε η αμαρτία, η μικρότητα, το μεθύσι, ο εμπαιγμός και η μάχη.
Τώρα εγώ η αμαρτωλή Κλαυδία που είμαι 40 χρονών, με την βοήθεια του Θεού και της Ουράνιας Βασίλισσας, ζω χριστιανικά. Πηγαίνω τακτικά στην Εκκλησία… 
Απ΄ όλες τις μεριές του κόσμου με επισκέπτονται άνθρωποι και διηγούμαι σε όλους όσα μου συνέβησαν, είδα και άκουσα…

Ας είναι δοξασμένος ο Κύριος ο Θεός μας !...


ΑΠΙΣΤΕΥΤΑ ΚΑΙ ΟΜΩΣ ΑΛΗΘΙΝΑ, 
εκδ. «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ», 
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, σσ. 87 – 98. 

Οι εντολές του Θεού είναι ανώτερες από όλους τους θησαυρούς του κόσμου



Σταχυολογούμε κάποιες από τις σκέψεις του Αββά Ισαάκ του Σύρου, που καλό θα είναι να μας προβληματίσουν όλους και να γίνουν αιτία να δούμε πιο πνευματικά τα πράγματα της ζωής μας.
– Οι εντολές του Θεού είναι ανώτερες από όλους τους θησαυρούς του κόσμου και όποιος τις φυλάττει, ευρίσκει μέσα τους τον Θεό.
– Στους ανθρώπους είναι βδελυκτή η πτωχεία, στον Θεό όμως είναι πολύ περισσότερο βδελυκτή η υπερήφανη ψυχή και ο υψηλόφρων και επηρμένος νους. Στους ανθρώπους τιμάται ο πλούτος, από τον Θεό όμως τιμάται η ταπεινωμένη ψυχή!
– Απόκτησε την γλυκύτητα των χειλέων κατά τους λόγους σου και όλους τους ανθρώπους θα τους έχεις φίλους.
– Αγάπησε τους αμαρτωλούς, μίσησε όμως τα έργα τους και μην τους καταφρονήσεις για τα ελαττώματα τους, μη τυχόν και εσύ πειρασθείς με παρόμοια κακά.
– Η συνεχής μελέτη των Αγίων Γραφών γεμίζει την ψυχή με τον ακατάληπτο θαυμασμό και την θεία ευφροσύνη.
– Καθώς η σκιά ακολουθεί το σώμα έτσι και το έλεος ακολουθεί την ταπεινοφροσύνη.
– Αν θέλεις να δώσεις στους πτωχούς δώσε από τα δικά σου, αν όμως θελήσεις να δώσεις από τα ξένα γνώριζε ότι αυτή η ελεημοσύνη είναι πικρότερη από τα ζιζάνια.
– Να μην ξεχωρίζεις τον πλούσιο από τον φτωχό και να μην θέλεις να μάθεις τον άξιο από τον ανάξιο, αλλά να είναι για σένα όλοι οι άνθρωποι ίσοι στο αγαθό.
– Δεν υπάρχει αμαρτία ασυγχώρητη παρά μόνο η αμετανόητη.
– Οι Άγιοι δεν έχουν καιρό αργίας διότι είναι απασχολημένοι με τα πνευματικά.
– Ο ελεήμων είναι ιατρός της ψυχής του, διότι διώχνει από μέσα του το σκοτάδι των παθών όπως συμβαίνει με τον δυνατό άνεμο.
– Ο επαινούμενος δικαίως, δεν ζημιώνεται αλλά αν του φανεί γλυκύς ο έπαινος, είναι εργάτης άμισθος.
– Τα πάθη ξερριζώνονται και φυγαδεύονται με την αδιάλειπτη μελέτη του Θεού, και αυτό είναι το ξίφος που τα φονεύει.
– Δίψασε για τον Χριστό για να σε μεθύσει με την αγάπη Του.
– Η προσευχή του ταπεινού πάει κατευθείαν από το στόμα στα αυτιά του Θεού.
– Ο ασθενής στη ψυχή που διορθώνει τους άλλους είναι σαν τον τυφλό που δείχνει τον δρόμο σε άλλους.
– Η μετάνοια είναι το πλοίο, ο φόβος του Θεού ο κυβερνήτης και η αγάπη Του το θείο λιμάνι.
– Η αγία οδός του Θεού και ο θεμέλιος κάθε αρετής είναι η νηστεία και η αγρυπνία μαζί με την εγρήγορση στην προσευχή.
– Η ησυχία νεκρώνει τις εξωτερικές αισθήσεις και διεγείρει τις εσωτερικές κινήσεις, ενώ η συναναστροφή με τα εξωτερικά, ενεργεί τα αντίθετα τούτων, δηλαδή διεγείρει τις εξωτερικές αισθήσεις και νεκρώνει τις εσωτερικές κινήσεις.
– Μη φοβηθείς τους πειρασμούς διότι δι΄αυτών βρίσκεις τα πολύτιμα αγαθά. Προσευχήσου να μην εισέλθεις στους ψυχικούς πειρασμούς αλλά για σωματικούς να ετοιμάζεσαι με όλη την δύναμη σου, διότι χωρίς αυτούς δεν μπορείς να πλησιάσεις τον Θεό, μέσα τους είναι αποτεθειμένη η θεία ανάπαυση. Όποιος αποφεύγει τους πειρασμούς των θλίψεων και όχι των επιθυμιών, αποφεύγει την αρετή.
– Από την πολυλογία συγχύζεται και ο πιο λογικός νους.
Τελικά σήμερα που όλοι οι άνθρωποι είναι πολυάσχολοι και δεν έχουν χρόνο για να μελετήσουν και να διαβάσουν πνευματικά βιβλία,αντίθετα έχουν χρόνο να περνούν ατέλειωτες ώρες στην Τηλεόραση σε ανούσιες συζητήσεις και κουραστικές φλυαρίες σκέφτομαι και ερωτώ τον καθένα από εσάς; Μήπως είναι καιρός να περνάμε λίγο πιο πνευματικά τον χρόνο μας;

Αββά Ισαάκ του Σύρου


www.agioritikovima.gr