.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Η δύναμις της Πίστεως και της Προσευχής

Θα παρακαλούσα να μου δώσετε την ευχή σας, για να φωτίση ο Θεός το σκότος μου και να μπορέσω να σας μιλήσω δυο λόγια.

Θα σας διαβάσω μια μικρή περικοπή του Ευαγγελίου μας: «Καὶ ἐξελθὼν ἐκεῖθεν ὁ Ἰησοῦς ἀνεχώρησεν εἰς τὰ μέρη Τύρου καὶ Σιδῶνος. καὶ ἰδοὺ γυνὴ Χαναναία ἀπὸ τῶν ὁρίων ἐκείνων ἐξελθοῦσα ἐκραύγασεν αὐτῷ λέγουσα· ἐλέησόν με, Κύριε, υἱὲ Δαυΐδ· ἡ θυγάτηρ μου κακῶς δαιμονίζεται. ὁ δὲ οὐκ ἀπεκρίθη αὐτῇ λόγον. καὶ προσελθόντες οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἠρώτων αὐτὸν λέγοντες· ἀπόλυσον αὐτήν, ὅτι κράζει ὄπισθεν ἡμῶν. ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· οὐκ ἀπεστάλην εἰ μὴ εἰς τὰ πρόβατα τὰ ἀπολωλότα οἴκου Ἰσραήλ. ἡ δὲ ἐλθοῦσα προσεκύνησεν αὐτῷ λέγουσα· Κύριε, βοήθει μοι. ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· οὐκ ἔστι καλὸν λαβεῖν τὸν ἄρτον τῶν τέκνων καὶ βαλεῖν τοῖς κυναρίοις. ἡ δὲ εἶπε· ναί, Κύριε· καὶ γὰρ τὰ κυνάρια ἐσθίει ἀπὸ τῶν ψυχίων τῶν πιπτόντων ἀπὸ τῆς τραπέζης τῶν κυρίων αὐτῶν. τότε ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῇ· ὦ γύναι, μεγάλη σου ἡ πίστις! γενηθήτω σοι ὡς θέλεις. καὶ ἰάθη ἡ θυγάτηρ αὐτῆς ἀπὸ τῆς ὥρας ἐκείνης» (Ματθ. ιε’, 21-28). 
Εδώ βλέπουμε μία γυναίκα Χαναναία, εννοείται ειδωλολάτρισσα, η οποία είχε μία κόρη, που ήταν δαιμονισμένη. και πάρα πολύ φυσικό ήταν να υποφέ­ρη αυτή η μητέρα μαζί με την κόρη. Εκείνη σαν δαιμονισμένη βέβαια δεν καταλάβαινε, όταν το δαιμόνιο την τυραννούσε και την έθλιβε. αλλά η μητέρα βλέπουσα το παιδί της σ’ αυτήν την κατάστασι -άρρωστη για πολλά χρόνια- είχε πληγή μέσα της πολύ μεγάλη και φλεγόταν. Οπωσδήποτε θα την πήγε σε γιατρούς, θα έτρεξε εδώ κι εκεί. θεραπεία μηδεμία. Άκουσε ότι στο Ισραήλ υπάρχει ένας άνθρωπος, ένας προφήτης, ο οποίος κάνει θαύματα. Δαιμόνια βγάζει, ασθένειες θεραπεύει, αμαρτωλούς συγχωρεί, τους πάντας δέχεται, κανένα δεν διώχνει. Έτσι πήρε το θάρρος. Σκέφθηκε: «Αυτός θα είναι ο Σωτήρας μου, σ’ Αυτόν θα τρέξω. το βλέπω στην πράξι, ότι κάνει τόσες θεραπείες και τόσα καλά στους ανθρώπους». 
Και ήρθε. ήρθε με πολλή πίστι και Τον προσκύνησε τον Χριστό μας και του είπε: «Κύριε, η θυγάτηρ μου κακώς, δηλαδή πολύ άσχημα, δαιμονίζεται και υποφέρει τρομερά και θεραπεία από πουθενά. Παρακαλώ, Σε ικετεύω, Σε προσκυνώ, Σε λατρεύω, κάνε τη θεραπεία, κάνε το θαύμα Σου και στο δικό μου κορίτσι». Φαίνεται ότι Τον πίεζε τον Χριστό με τις κραυγές και τις παρακλήσεις της ακολουθώντας από πίσω Του, Τον έθλιβε, Τον κούραζε. Αλλά ο Κύριος δεν κουράζεται. Οι μαθηταί βλέποντας τη Χαναναία να ακολου­θή με τόση επιμονή και νομίζοντας ότι τον Κύριο τον στενοχωρεί, Τον παρεκάλεσαν να την απολύση, να τη διώξη, να τελείωση το θέμα της. Αυτή όμως ήρθε με περισσότερη επιμονή και Τον παρακαλούσε, κι έπεφτε στα πόδια Του λέγοντας: «Κύριε, κάνε έλεος». Τότε ο Κύριος στράφηκε στους αποστόλους Του και είπε: «Δεν ήρθα εγώ εδώ κάτω στη γη να θεραπεύσω αλλοτρίους, παρά μόνον τα χαμένα, τα απολωλότα πρόβατα του Ισραήλ». 
Επειδή ο Ισραήλ ήταν ο εκλεκτός λαός του Θεού, οι Ισραηλίται πίστευαν ότι αυτοί ήταν αποκλειστικά τα παιδιά του Θεού κι όλους τους άλλους ανθρώπους τους θεωρούσαν για τίποτα. Βέβαια ο Κύριος είχε το σκοπό Του, που το είπε αυτό. Το έκανε για να προκαλέση τη γυναίκα να πέση με περισσότερη θερμότητα, να αναπτύξη περισσότερο τη μεγάλη της πίστι, ώστε να θεατρίση τους Γραμματείς και Φαρισαίους, τους νομοδιδασκάλους, που ενομίζοντο ότι ήταν σπουδαίοι, ότι ήταν τα κατ’ εξοχήν παιδιά του Θεού, οι ευπειθείς και υπάκουοι στο νόμο του Θεού. Και στη συνέχεια είπε ο Κύριος: «Ουκ έστι καλόν λαβείν τον άρτον των τέκνων και βαλείν τοις κυναρίοις», δηλαδή δεν είναι δυνατόν, δεν είναι καλό να στερήσω τη θεραπεία, την οποία έχω να δώσω στα παιδιά του Ισραήλ και να τη δώσω στα κυνάρια, στα σκυλάκια, όπως ελογίζοντο οι αλλότριοι, οι έξω από την πίστι στο Θεό, οι ειδωλολάτρες. 
Όταν αυτή ήκουσε τον Κύριο να λέγη αυτό το πράγμα, φαίνεται ότι πόνεσε πολύ και με το φόβο μήπως αποτύχη αυτής της μεγάλης θεραπείας, αυτού του μεγάλου καλού, αυτής της λυτρώσεως, που προσδοκούσε από τον Κύριο, έπεσε κάτω στα πόδια Του και είπε: «Ναι, Κύριε, πράγματι εμείς είμαστε κυνάρια, ενώ τα παιδιά του Ισραήλ είναι τα παιδιά του Θεού. Αλλά και τα κυνάρια πολλές φορές τρώγουν τα ψιχία, τα ψίχουλα, αυτά που πέφτουν από το τραπέζι των παιδιών!» Σαν να έλεγε: «Ψίχουλα δώσε και σε μένα, μια και λογίζομαι κυνάριο και όχι ένα από τα παιδιά του Ισραήλ τα διαλεχτά». Κι όταν είδε ο Κύριος την τόσο μεγάλη της πίστι, αμέσως της είπε: «Γυναίκα μεγάλη είναι η πίστις σου! Να γίνη ό,τι επιθυμείς!» Κι από την στιγμή εκείνη το κορίτσι της έγινε καλά. Εθριάμβευσε η πίστις! 
Έχουμε επίσης και την αιμορροούσα γυνή. Κι αυτή όπως βλέπουμε στο Ιερό Ευαγγέλιο έπασχε επί δώδεκα έτη από χρόνια αιμορραγία. δεν έβρισκε πουθενά θεραπεία. Ξόδεψε πάρα πολλά χρήματα σε γιατρούς και φάρμακα και θεραπεία μηδεμία. Με την πί­στι της στο Χριστό μας Τον πλησίασε. Πίστευε ακράδαντα ότι αν Τον ακουμπήση τον Ιησού, θα γίνη καλά. Και δεν απέτυχε του αιτήματος της καρδιάς της. Ο Χριστός για να δείξη τη μεγάλη της πίστι και τη θεραπεία συγχρόνως, είπε στους μαθητάς Του: «Κάποιος με ακούμπησε, ποιος είναι;» Απάντησαν οι απόστολοι: «Μα, Κύριε, τόσος κόσμος είναι εδώ και οι όχλοι Σε συνθλίβουν και λες τώρα, ποιος Σε ακούμπησε ιδιαίτερα;» «Ναι, κάποιος με ακούμπησε. Εγώ γνώρισα ότι από μένα βγήκε κάποια δύναμι. ποιος είναι αυτός ο άνθρωπος;» Βλέποντας η γυναίκα ότι δεν λανθάνει του Χριστού αυτό που έκανε, Τον πλησίασε και τρέμοντας έπεσε στα πόδια Του κι ομολόγησε ενώπιον όλου του λαού το θαύμα, ότι δηλαδή από τη στιγμή εκείνη που Τον άγγιξε, σταμάτησε η αιμορραγία και εθεραπεύθη αμέσως. Τότε της είπε ο Ιησούς: «Έχε θάρρος, κόρη μου, η πίστις σου σε έσωσε. 
Πορεύου εις ειρήνην» (Λουκ. η’, 43-48). 
Και σε μία άλλη παραβολή του Ευαγγελίου βλέπουμε κάποια χήρα να ενοχλή φορτικά, να «υποπιάζη» έναν κριτή, ο οποίος δεν είχε φόβο Θεού και εντροπή ανθρώπων, να την «εκδικήση», δηλαδή να την προστατεύση και να την απαλλάξη από κάτι, που ηδικείτο από κάποιον αντίδικο. Και είδατε τί έκανε ο κριτής της αδικίας; Μετά από την πολλή πίεσι και ενόχλησι, που του δημιούργησε αυτή η γυναίκα, για να την ξεφορτωθή, της έκανε το αίτημα (Λουκ. ιη’, 1-8). Εάν αυτός ο κριτής ο αθεόφοβος κατέληξε να κά­νη το αίτημα της χήρας, γιατί τον ενοχλούσε και τον πίεζε, πολλώ μάλλον ο Ουράνιος Πατέρας θα κάνη τα αιτήματα των τέκνων του! Αυτό πρέπει να κάνουμε κι εμείς. Να αιτούμεθα, να παρακαλούμε, να κρούωμε την θύρα του ελέους του Κυρίου και θα τύχουμε απαντήσεως. Γι’ αυτό να πάρουμε το θάρρος, να εγκολπωθούμε την πίστι και να μη σταματήσουμε ποτέ να αιτούμεθα δια της προσευχής τα όσα μας απασχολούν, τόσο σαν αμαρτήματα, όσο και σαν πάθη ή και ακόμη σαν υποθέσεις ζωής. Έχουμε την προσευχή, η οποία τόσα πολλά καλά επιφέρει στον προσευχόμενο, όταν πιστεύη ακράδαντα ότι θα τύχη της απαντήσεως. 
Όταν κατέβηκε ο Κύριος από το Όρος Θαβώρ μετά την Μεταμόρφωσι, ήρθε ένας πατέρας ο οποίος είχε κι αυτός παιδί σεληνιαζόμενο και προσέπεσε στα πόδια του Χριστού μας και του είπε: «Κύριε, δέομαί σου, Σε παρακαλώ, ελέησε το παιδί μου, γιατί σεληνιάζεται και κακώς πάσχει. Το ωδήγησα στους μαθητάς σου, αλλά δεν μπόρεσαν να το θεραπεύσουν. Λυπήσου μας και όσο δύνασαι βοήθησέ μας». Και ο Κύριος του είπε: «Εάν μπορής να πιστεύσης ότι δύναμαι να κάνω καλά το παιδί σου, τα πάντα είναι δυνατά σ’ αυτόν που πιστεύει». Φοβούμενος δε ο φτωχός μήπως τυχόν δεν πιστεύει, όπως χρειάζεται και όσο χρειάζεται, για να θεραπευθή το παιδί του, λέγει με δάκρυα στον Κύριο: «Πιστεύω, Κύριε, βοήθησέ μου την απιστία, ενίσχυσέ μου την απιστία, για να γίνη η πίστις μου δυνατή, ώστε το παιδί μου να γίνη καλά». Και τότε ο Κύριος επετίμησε το ακάθαρτο πνεύμα κι αφού εσπάραξε πολύ το παιδί βγήκε από μέσα του, αφήνοντάς το κάτω στη γη σαν νεκρό. Τότε ο Χριστός μας το έπιασε από το χέρι, το σήκωσε και το παρέδωσε στον πατέρα του θεραπευμένο (Ματθ. ιζ’, 14-20, Μάρκ. θ’, 17-27, και Λουκ. θ’, 37-43). 
Κι εμείς όταν έχουμε τα αιτήματά μας, όταν έχουμε τις ανάγκες μας, όταν μας προσβάλλη η αμαρτία, μας προσβάλλουν, μας στριμώχνουν, μας πρεσσάρουν τα πάθη, να γονατίζουμε με όλη μας την καρδιά και να φωνάζουμε -ει δυνατόν οι προσευχές μας να συνοδεύωνται από δάκρυα- και τα αιτήματά μας θα γίνουν εισακουστά από τον Θεό. Βλέπουμε και τον Δαυίδ στον ρμ’ (140) Ψαλμό του, στον Εσπερινό να λέγη: «Κύριε, εκέκραξα προς Σε, εισάκουσόν μου, εισάκουσόν μου Κύριε». Κύριε κράζω προς Σε, φωνάζω σε Σένα με όλη την καρδιά μου, με όλη την ψυχή μου. ας εισακουσθούν τα λόγια της προσευχής μου, ας έρθουν στα αυτιά Σου και εκπλήρωσε τα αιτήματά μου. «Κατευθυνθήτω η προσευχή μου ως θυμίαμα ενώπιόν Σου». Πράγματι μια τέτοια προσευχή είναι αδύνατον να μην εισακουσθή. Αλλά οι προσευχές μας και ιδιαίτερα οι δικές μου, είναι αυτές που δεν παίρνουν απάντησι. Γιατί; Γιατί όταν προσευχόμαστε ο νους μας δεν είναι εκεί. 
Κάποιος ειδωλολάτρης ιερεύς είπε σε κάποιους μοναχούς: 
- Όταν εσείς προσεύχεσθε στο Θεό σας, σας απαντά ο Θεός σας; 
- Όχι, είπαν οι μοναχοί. 
- Εμένα μου απαντά ο θεός μου. Για να μη σας απαντά, λέει, ο Θεός σας, σημαίνει ότι έχετε κακούς λογισμούς. Και είπαν οι πατέρες: 
- Όντως έτσι έχει η αλήθεια. 
Βέβαια σ’ αυτόν απαντούσε ο διάβολος, αλλά οι πατέρες είδαν ότι είπε την αλήθεια. Όταν προσευχώμεθα, ο νους μας, η διάνοιά μας σκορπάει εδώ κι εκεί και δεν ξέρουμε τι λέμε. Κι αφού εμείς δεν καταλαβαίνουμε τι λέμε, πώς θα καταλάβη ο Θεός την προσευχή μας; Γι’ αυτό χρειάζεται, όταν προσευχώμεθα, προηγουμένως να συλλάβουμε την αμαρτωλότητά μας, να την κάνουμε αίσθησι και να τοποθετούμεθα με ταπείνωσι και με συντριβή καρδίας. Και όταν γίνη αίσθησις η αμαρτωλότητα μέσα στην καρδιά μας, τότε γίνεται καταστολή του μετεωρισμού. Η δε καταστολή του μετεωρισμού θα δημιουργήση τη διάθεσι και το αμετεώριστο της προσευχής. Τότε τα λόγια μας θα έχουν απήχησι. 
Όπως βλέπουμε τον Τελώνη και τον Φαρισαίο. Ο Φαρισαίος έκανε προσευχή πολύ περισσότερη από τον τελώνη κι έλεγε: «Νηστεύω, αποδεκατώ… κ.λπ. και δεν είμαι σαν και τούτον εδώ τον τελώνη τον άδικο, ο οποίος κάνει καταχρήσεις και τόσα άλλα» (Λουκ. ιη’ 9-14). Ο μεν Φαρισαίος ήταν δίκαιος, διότι είχε τη δικαιοσύνη, έκανε πράξεις εξωτερικά βέβαια καλές, νήστευε, αγρυπνούσε, έκανε για το «θεαθήναι» ελεημοσύνη, έκανε προσευχές στα σταυροδρόμια όπου σήκωνε ψηλά τα χέρια του, ένιπτε τα χέρια του προτού να φάγη κι όλα τα άλλα τα τυπικά του Νόμου και ενόμιζε κατά τη συνείδησί του ότι ήταν πολύ εντάξει. 
Ο τελώνης δεν έκανε πολλή προσευχή. Τί έλεγε; «Ιλάσθητί μοι, Κύριε, τω αμαρτωλώ». Δεν είπε πολλά πράγματα, αλλά τί είχε η προσευχή του; Είχε κάτι το ιδιαίτερο. Ποιο ήταν αυτό; Η αναγνώρισις ότι πράγματι ήταν τελώνης. και οι τελώνες τότε εθεωρούντο άδικοι, είχαν εις βάρος τους την κατηγορία του αμαρτωλού, του τελευταίου ανθρώπου, γιατί έκλεβαν. Κι επομένως ο καημένος ο τελώνης αισθανόταν τις αδικίες του. Πώς θα μπορούσε να σηκώση ο φτωχός κεφάλι και να πη: «Αποδεκατώ όσα κτώμαι και νηστεύω δις του Σαββάτου, ότι κάνω καλές πράξεις και τόσα άλλα;» Αυτός βλέποντας τη μαυρίλα της αδικίας και της αμαρτίας του, έπεσε χάμω και δεν σήκωνε τα μάτια του να κοιτάξη ψηλά, διότι θεωρούσε τον εαυτό του σαν τον πιο τελευταίο άνθρωπο, τον πιο υπεύθυνο αμαρτωλό. Κι όμως αυτό το σκύψιμο, αυτό το ότι δεν τολμούσε να κοιτάξη ψηλά, όλα αυτά ήταν προσευχή, όλα αυτά συγκλόνιζαν τον θρόνο του θείου ελέους. Και κατέβηκε, λέει, ο τελώνης δεδικαιωμένος, ο δε Φαρισαίος καταδικασμένος. Η ταπείνωσις αυτή, το σκύψιμο κάτω με τα μάτια χαμηλά, η εντροπή που ένοιωθε, ο έλεγχος της συνειδήσεως που τον συνείχε, όλα αυτά συνετέλεσαν και κατέβηκε δεδικαιωμένος, δηλαδή συγχωρημένος από τον Θεό. 
Το παράδειγμα ιδιαίτερα αυτού του τελώνου μας δίνει το δίδαγμα, μας φωτίζει το δρόμο, μας δίνει την ευκαιρία να σκεφθούμε, να δούμε πως ακούγεται η προσευχή του προσευχομένου. Ας ελέγξουμε λίγο τον εαυτό μας κι ας κάνουμε μία παρατήρησι, μία αυτοεξέτασι. Όταν προσευχηθήκαμε και το μυαλό μας, ο νους μας γύρισε όλο τον κόσμο και δεν καταλάβαμε καν τι είπαμε, νοιώσαμε καμμία αλλοίωσι μέσα μας; Νοιώσαμε ξηρασία σαν να μη κάναμε προσευχή. Αυτή είναι η απάντησις που πήραμε. Το γνωρίσαμε κι αυτό από την πράξι. Όταν όμως σαν τον τελώνη έτσι κι εμείς προσευχώμεθα, γονατισμένοι, με δάκρυα, με ταπείνωσι, με αυτογνωσία, να πιστεύουμε ότι οι προσευχές μας θα τύχουν απαντήσεως. 
Η Άννα η Προφήτις, η μητέρα του Σαμουήλ του Προφήτου, ήταν στείρα, όπως γνωρίζουμε από τη Γραφή και δεν είχε παιδιά καθόλου. Η άλλη γυναίκα του ανδρός της είχε πολλά παιδιά. Σαν στείρα πονούσε κι επιθυμούσε κι αυτή να αποκτήση ένα παιδάκι. Ο πόνος αυτός της ψυχής την ωδήγησε στο ναό του Θεού να προσευχηθή. Γονατισμένη μέσα στο ναό γοερώς έκλαιγε και παρακαλούσε το Θεό. Από την πολλή της προσευχή κι από το πολύ δόσιμο στο Θεό, δεν καταλάβαινε τίποτα, τι γινόταν γύρω της, γιατί ήταν εξ ολοκλήρου δοσμένη ψυχή τε και σώματι στο αίτημα. τα δάκρυα έτρεχαν ποτάμι, η καρδιά της φλεγόταν και η φωνή της ανέκραζε γοερώς. Ο Ηλί ο ιερεύς ήταν μέσα στο ιερό, στα Άγια των Αγίων, καθώς και ο υπηρέτης. Λέγει ο υπηρέτης στον ιερέα του Θεού: 
- Τί γίνεται μ’ αυτή τη μεθυσμένη έξω; Να τη βγάλουμε απ’ το ναό. 
- Όχι, δεν θα τη βγάλουμε, διότι η ψυχή της είναι κατώδυνος, πονάει πάρα πολύ. Άφησέ την εκεί να εκ­χύση τον πόνο της ενώπιον του Θεού. Και γνωρίζουμε ότι αυτή η προσευχή της έφερε τον καρπό τον άγιο μέσα στην κοιλία της και εγέννησε τον μεγάλο Προφήτη Σαμουήλ. 
Βλέπετε, τί προσευχές χρειάζονται για να πάρουμε απάντησι στα αιτήματά μας από τον Θεό και ιδιαίτερα, όταν αυτά είναι σοβαρά και δυσεπίλυτα; Πόσα προβλήματα μας απασχολούν, οικογενειακά, οικονομικά, προβλήματα σχετικά με τα παιδιά, για τα οποία όλοι οι γονείς έχουν τρομερή αγωνία σήμερα, εντός του δικαίου βέβαια. Διότι έξω από το σπίτι καιροφυλακτούν λύκοι και λέοντες να τα καταβροχθίσουν. Επομένως η αγωνία αυτών των ανθρώπων είναι πολύ μεγάλη, γιατί βλέπουμε πως ακριβώς ο σατανάς περιπλέκει τα παιδιά με το δίχτυ του, τα αγκιστρώνει και τα τραβάει έξω από τη θάλασσα και έτσι δημιουργείται όλη αυτή η σήψις και ο ψυχικός θάνατος των παιδιών. Όλα αυτά τα παιδιά θέλουν πολλή προσευχή. 
Έχουμε βέβαια πολλά παραδείγματα μητέρων, που η προσευχή τους έσωσε τα παιδιά τους, όπως την Αγία Μόνικα. Όπως γνωρίζετε η Αγία Μόνικα ήταν η μητέρα του Ιερού Αυγουστίνου. Ο Ιερός Αυγουστίνος πριν γίνη «Ιερός», ήταν ο άσωτος Αυγουστίνος, ένας από τους πολύ μεγάλους αμαρτωλούς. Αλλά η αγία αυτή μητέρα δεν γονάτισε προ του μεγίστου κινδύνου, προ της μεγάλης απώλειας του παιδιού της. Δεν δειλίασε, που το έβλεπε στην ασωτεία να καταρρέη συνέχεια, αλλά το θάρρος της ήταν μεγάλο και η πίστις της μεγάλη. Αγωνιζόταν στην προσευχή. ανάλογα και τα δάκρυά της. Και ο πόνος της τον έφερε εις μετάνοιαν. Μετανόησε ο Ιερός Αυγουστίνος. Αλλά και όταν αργότερα έπεσε σε αίρεσι, έκανε άλλον αγώνα μεγάλο η μητέρα, για να τον επαναφέρη στην Ορθόδοξη πίστι. Έφτασε στα Μεδιόλανα και συνάντησε τον Άγιο Αμβρόσιο και έκλαιγε και θρηνούσε μπροστά του εκθέτοντας τα όσα το παιδί της είχε κάνει στη ζωή του. Βλέποντας ο άγιος τα δάκρυα, βλέποντας τον πόνο και την πίστι της, της είπε: 
- Γύναι, αυτά τα δάκρυα που χύνεις, δεν θα μείνουν έτσι, θα φέρουν καρπό. Πίστευε ότι το παιδί σου θα αλλάξη. Και άλλαξε και έγινε ο Ιερός Αυγουστίνος, που εορτάζεται μεταξύ των Αγίων από την Εκκλησία μας. 
Βλέπετε των μεγάλων μητέρων τα κατορθώματα! Δεν εδειλίασαν, δεν απελπίστηκαν, όταν έβλεπαν τα παιδιά τους να καταστρέφωνται. Ποτέ απελπισία. Η απελπισία είναι πάρα πολύ μεγάλο κακό. Γι’ αυτό πρέπει να ενισχύουμε τα παιδιά, να τους σπέρνουμε τον σπόρο της ευσεβείας και να μη χάνουμε το θάρρος μας, διότι ό,τι σπέρνουμε, δεν χάνεται. Εισέρχεται ο σπόρος στην ψυχή τους κι ας φαίνεται ότι τώρα, που είναι στη νεανική τους ηλικία, δεν δέχονται τίποτα, αντιλογούν, βγαίνουν προς τα έξω, δεν έρχονται στην εκκλησία και κάνουν ωρισμένα λάθη. Στο βάθος έχουν πίστι, στο βάθος έχουν ένα πάρα πολύ όμορφο άνθρωπο. Να ξέρετε ότι ο σπόρος αυτός θα βλαστή­ση. Θα έρθη καιρός που ο Θεός θα δώση ούριο άνεμο, θα βρέξη, θα ανατείλη ο ήλιος της δικαιοσύνης και τα παιδιά αυτά θα καρποφορήσουν καρπόν εκατονταπλασίονα. Αν ο Θεός το καλέση, όπως περιμένουμε να γίνη, και αξιωθούν του μαρτυρίου, τότε θα δήτε ότι τίποτα δεν χάθηκε. Διότι ο Χριστός μας σταυρώθηκε για όλον τον κόσμο και ιδιαίτερα για τα παιδιά, τα οποία στη σημερινή εποχή κινδυνεύουν άμεσα. 
Και οι γονείς και η εκκλησία ολόκληρη και ιδιαίτερα εμείς οι πνευματικοί που βλέπουμε τα βαθύτερα του κάθε παιδιού και γνωρίζουμε το τι συμβαίνει, πρέπει να προσευχώμεθα. Να παρακαλούμε νύχτα μέρα και ιδιαίτερα για εκείνα τα παιδιά, που είναι γεννημένα στις αιρέσεις και για εκείνα, που τα έχουν καταστρέψει τα ναρκωτικά και γυρίζουν έρημα μέσα στους δρόμους, χωρίς καμμία σχετική προστασία, χωρίς κανένας να λαβαίνη πρόνοια γι’ αυτά. Όλοι έχουν ανάγκη από μια ανακούφισι κι από τον πόνο κι από την ασθένεια κι από τα προβλήματα τα ψυχολογικά, τα οποία είναι μία μόνιμη κατάστασι πλέον στο νεανικό κόσμο. 
Εμείς οι χριστιανοί οι οποίοι γνωρίζουμε την αγάπη του Θεού, θα πρέπη να προσευχώμεθα για κάθε πλάσμα επάνω στη γη, για κάθε χαμένο, για κάθε πονεμένο άνθρωπο, για κάθε πονεμένη ψυχή, διότι τότε θα εκπληρώσουμε το χρέος μας απέναντι στον Θεό και τότε θα είμεθα πραγματικά παιδιά του Θεού. Και ο Θεός έτσι κάνει. Είναι απλωμένος σε όλον τον κόσμο, άσχετα αν οι άνθρωποι Τον βλασφημούν, αν ασεβούν, αν Τον έχουν ξεχάσει ή κι αν δεν Τον γνωρίζουν καθόλου. Η αγάπη μας πρέπει να απλωθή, να μην περιορίζεται μόνο στη δική μας οικογένεια ή στη διπλανή μας, αλλά σε όλον τον κόσμο. Οι άγιοι Πατέρες και για τα κτήνη ακόμη είχαν ευσπλαχνία και οικτιρμούς. Τα ελυπούντο και τα αγαπούσαν από την αγιότητα της ψυχής των. 
Τα δεινά χρόνια πλησιάζουν. Όταν δούμε πολέμους και σεισμούς και διάφορα γεγονότα, εγγύς το τέλος. Περιμένουμε πολλά να μας συμβούν σύμφωνα με τις προφητείες των αγίων, εις τους εσχάτους χρόνους θα συμβούν μεγάλα γεγονότα. Και ο λόγος του Θεού και των αγίων είναι αλήθεια. Το άθλημα, το οποίον περιμένουμε να δώσουμε είναι για την πίστι στην Θεανθρωπία του Ιησού, αφού βέβαια πιστεύουμε ότι ο Χριστός ήτο Θεός κι έγινε άνθρωπος κι ότι κατέβηκε στη γη, να δώση τη λύτρωσι και να διώξη το σκοτάδι της απιστίας και της αθεΐας. Κι εμείς σαν στρατιώτες του Χριστού μας, αφού αποτελούμε το στράτευμα του Χριστού, οφείλουμε να προετοιμαστούμε, να οπλισθούμε. Ένα κράτος, όταν αντιληφθή ότι κάποιο άλλο κράτος ετοιμάζει επίθεσι αρχίζει την προετοιμασία της άμυνας και της αντεπιθέσεως. Ούτω πως και εμείς. Και η προετοιμασία είναι γνωστή. 
Να πιστεύουμε κατά πρώτον, ότι εάν έχουμε πίστι και ταπείνωσι θα ελκύσουμε την Χάρι κι αυτή τη μεγάλη δύναμι του Χριστού, για να μαρτυρήσουμε. Ποτέ να μη πιστέψουμε και να τολμήσουμε να σκεφθού­με, ότι εμείς μόνοι μας έχουμε αυτή τη δύναμι. Θα λέμε: «Εγώ είμαι αδύναμος, είμαι ανίκανος, είμαι αμαρτωλός, είμαι τίποτα, είμαι μηδέν, είμαι ο πιο άχρηστος άνθρωπος». Μόνον η ταπείνωσις θα ελκύση τη δύναμι του Χριστού και θα νικήση. Διότι όπου ο Χριστός επιφοιτά με την υπερφυσική Του δύναμι, υπέρ φύσιν ποιεί πράγματα. Μη νομίσετε ότι με τις προσωπικές και τις ανθρώπινες δυνάμεις θα αντιμετωπίσουμε οιανδήποτε ενέργεια και επέμβασι του διαβόλου και των συνεργατών του. Ποτέ. Ο άνθρωπος είναι ασθενικός, δεν έχει καμμία δύναμι να αντιμετωπίση ό­λα αυτά τα δεινά, παρά μόνο με τη δύναμι του Θεού. Να πιστέψουμε ότι, όταν ο Θεός μας καλέση σ’ αυτό το μαρτύριο, θα δώση «συν τω πειρασμώ και την έκβασιν» (Α’ Κορινθ. ι’ 13) κι ότι όταν εν ταπεινώσει δε­χθούμε να δώσουμε αυτή τη μαρτυρία, θα πάρουμε τη Χάρι του Θεού, για να νικήσουμε τον πονηρό και να στεφανωθούμε. 
Εν συνεχεία πρέπει να διορθώσουμε τη ζωή μας, να την κάνουμε ορθόδοξη από απόψεως αρετών και αγωνισμάτων, για να αισθανθούμε, να γευθούμε και να πιστέψουμε πραγματικά στον Θεό. Όταν πιστέψουμε ότι ο Χριστός εις τον καιρό των μαρτυρίων έκανε θαύματα στους αγίους και τους ενίσχυε στον αγώνα, θα νοιώσουμε την ύπαρξί Του μέσα μας ζωντανή, όπως την ένοιωσαν οι Μάρτυρες. Βλέπουμε στα μαρτύρια των αγίων, ότι και οι Μάρτυρες και οι Ασκηταί εδέχοντο επίσκεψι θεϊκή, μαρτυρική, οράματα θεία και επεμβάσεις Χάριτος, χωρίς οι γύρω τους να το αντιλαμβάνωνται, κι έτσι έπαιρναν δύναμι. Κι όλα αυτά τους βοηθούσαν και ξεπερνούσαν τη μαρτυρική δυσκολία και έτσι ετελειώνοντο εν Κυρίω. Ο Απόστολος Παύλος σε μία από τις Επιστολές του λέγει: «Δια πίστεως οι άγιοι πάντες κατηγωνίσαντο βασιλείας, ….επέτυχον επαγγελιών, έφραξαν στόματα λεόντων, έσβεσαν δύναμιν πυρός, ενεδυναμώθησαν από ασθενείας, …» (Εβρ. ια’, 33-40) και τόσα άλλα έπαθον. Δια της πίστεως οι Μάρτυρες κατώρθωσαν όλα αυτά τα μεγάλα. αγωνίσθηκαν εναντίον βασιλέων, εναντίον τυράννων, εναντίον βασάνων, εναντίον του πυρός και τόσων άλλων δεινών και εθριάμβευσαν και εστεφανώθησαν και ηγίασαν. 
Αλλά λέμε: Αφού τώρα δεν βλέπουμε αρετή, έχουμε βαθύ σκότος αμαρτίας και απιστίας και ιδιαίτερα στις χώρες αυτές, που μας κατακλύζουν όλες οι θρησκείες, όλες οι φυλές, όλα τα χρώματα, οι σατανιστές, που έχουν μεγάλη ισχύ, και τόσες άλλες δοξασίες και βλασφημίες και αιρέσεις, πώς θα αναδει­χθούν σήμερα οι Άγιοι; Αφού έχει εκλείψει κάθε αρετή, αφού ασκητάς δεν έχουμε τώρα, όπως τα παληά χρόνια, που ηγίαζαν στας ερήμους, αφού η πίστις θα κλονισθή μέχρι τα θεμέλια, ποιοι θα είναι οι Άγιοι των τελευταίων χρόνων; 
Και όμως οι Άγιοι δεν θα εκλείψουν μέχρι της συντελείας των αιώνων. Μέχρι τη Δευτέρα Παρουσία η Εκκλησία θα καρποφορή Αγίους. Και επειδή τα χρόνια αυτά θα είναι πολύ κοντινά και περιμένουμε να δώσουμε αυτή τη μεγάλη μαρτυρία, οφείλουμε όλοι να προετοιμαζώμεθα και να ενισχύουμε συνεχώς και τα παιδιά μας, έστω και με τα λίγα, που γνωρίζουμε, και να τα τονώνουμε την Ορθόδοξη πίστι και στο μαρτύριο. Όποιος θα αξιωθή να δώση αυτή τη μαρτυρία της πίστεως τα επόμενα χρόνια, τα οποία θα είναι τα τελευταία και τα ένδοξα, αυτός ο Μάρτυς θα είναι δέκα φορές λαμπρότερος εις την Βασιλείαν των Ουρανών από τους προηγουμένους Μάρτυρας, που εορτάζει η Εκκλησία μας. Ας ελπίσουμε κι εμείς, με τη Χάρι του Κυρίου, ότι θα αξιωθούμε αυτής της μεγάλης τιμής του μαρτυρίου στους εσχάτους χρόνους. Αμήν. Γένοιτο. 

ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΕΣ ΟΜΙΛΙΕΣ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΕΦΡΑΙΜ ΦΙΛΟΘΕΪΤΟΥ 
ΕΚΔΟΣΕΙΣ  «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»

ΠΑΝΑΓΙΑ ΜΟΥ ΣΕ ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ ΑΠΟ ΤΑ ΒΑΘΗ ΤΗΣ ΚΑΡΔΙΑΣ ΜΟΥ!

Πόσοι άνθρωποι Σε κοιτούν αυτή την ώρα Παναγιά μου;
Πόσοι άνθρωποι Σε παρακαλούν με μάτια γεμάτα ικεσία και ελπίδα;
Ελπίδα για την εκπλήρωση αυτού του προσωπικού και πολυπόθητου Θαύματος...
Μέρα, νύχτα, άνθρωποι όλων των ηλικιών, Προσεύχονται σε Σένα, κι Εσύ, ώς Μάνα Στοργική και γεμάτη αγάπη, παίρνεις στην αγκαλιά Σου, τις Προσευχές και Παρακλήσεις των πιστών, ως άλλα μαργαριτάρια, και τις μεταφέρεις στον Υιό Σου, στον Δημιουργό όλου του κόσμου.
Παρακαλείς τον Υιό Σου και Σωτήρα μας με δάκρυα στα μάτια να Εισακούσει τις Προσευχές και να Δώσει χαρά και λύση στα προβλήματα του κόσμου.
Είσαι Μεσίτρια όλου του κόσμου, Εσύ Μεσιτεύεις στον Χριστό προς όφελός μας. Εσύ Είσαι η Ελπίδα και το στήριγμά μας, το αποκούμπι στις φουρτούνες που έχει η ζωή.
Ό, τι δύσκολο κι αν έρθει στη ζωή μας, ασυναίσθητα φωνάζουμε "Παναγιά μου".
Εσύ, μας Ακούς, ειδικά σε εμένα τον πιο αμαρτωλό όλων, ποτέ δεν Στέρησες την Παρουσία Σου από δίπλα μου, ΠΑΝΤΑ ήσουν μαζί μου, ό, τι κι αν Σου έχω ζητήσει Εσύ ως Γλυκιά Μάνα δεν μου χάλασες ΠΟΤΕ το "χατίρι" πάντα με Άκουγες, πάντα μου Έδινες αυτό που Σου ζητούσα.
Σε Παρακαλώ Παναγιά μου, να Βρίσκεσαι και τώρα κοντά μου, και τώρα και πάντα, και ως Μάνα να με Πιάνεις από το χέρι και να με Οδηγείς στο σωστό και στο ευάρεστο στο Θεό.
Σε ευχαριστώ από τα βάθη της καρδιάς μου!
Για μένα Είσαι η Μάνα μου, η Φίλη μου, η Παρέα μου, Εσύ γνωρίζεις τα μυστικά μου, τα προβλήματά μου, τις έννοιες μου.
Σε Εσένα εκμυστηρεύομαι τα πάντα!
Μόνο Εσύ μπορείς να μου δώσεις αυτό που ζητώ, μόνο Εσύ ξέρω ότι θα με ακούσεις, μόνο Εσύ θα μου δώσεις τη λύση του προβλήματος που με απασχολεί!
Σε ευχαριστώ Παναγιά μου!!!
«Καί σε μεσίτριαν έχω, προς τον φιλάνθρωπον Θεόν, μη μου ελέγξη τας πράξεις, ενώπιον των Αγγέλων, παρακαλώ σε, Παρθένε, βοήθησόν μοι εν τάχει»


"Η ΕΛΛΑΔΑ ΘΑ ΛΥΤΡΩΘΕΙ ΣΥΝΤΟΜΑ"

ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΠΡΟΛΕΓΕΙ:
"ΠΛΗΣΙΑΖΕΙ Η ΣΤΙΓΜΗ ΤΗΣ ΛΥΤΡΩΣΗΣ"


Η ΑΓΙΑ ΓΗ, Η ΙΕΡΗ ΘΑΛΑΣΣΑ ΚΑΙ Ο ΚΑΤΑΓΑΛΑΝΟΣ ΟΥΡΑΝΟΣ ΠΑΝΤΡΕΥΟΝΤΑΙ ΚΑΙ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΕΛΕΤΗ ΑΥΤΗ ΞΕΠΗΔΟΥΝ ΣΑΝ ΕΥΛΟΓΙΑ, ΑΙΘΕΡΙΕΣ ΔΟΝΗΣΕΙΣ ΠΟΥ ΣΥΝΤΟΝΙΖΟΥΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΟΥΝ ΤΙΣ ΙΔΕΕΣ, ΤΟΥΣ ΣΚΟΠΟΥΣ ΚΑΙ ΤΙΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΕΣ ΑΞΙΕΣ ΠΟΥ ΖΟΥΝ ΜΕΣΑ ΤΟΥΣ, ΣΤΟΥΣ ΑΙΩΝΕΣ ΤΩΝ ΑΙΩΝΩΝ ...
ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ Η ΕΛΛΑΔΑ ΜΑΣ ...
ΠΟΙΟΙ ΕΙΝΑΙ ΟΜΩΣ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ;
ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΔΕΝ ΣΚΟΤΩΣΑΝ ΚΑΝΕΝΑ ΑΠΟΣΤΟΛΟ ...
ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΣΤΟ ΑΙΜΑ ΤΟΥΣ ΕΧΟΥΝ ΓΡΑΨΕΙ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ...
ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΕΓΓΥΗΘΗΚΑΝ ΚΑΙ ΘΑ ΕΓΓΥΗΘΟΥΝ ΑΛΛΗ ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΤΗΝ ΕΛΠΙΔΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ ...
ΕΙΝΑΙ ΕΝΑΣ ΛΑΟΣ, ΜΙΑ ΑΝΤΙΛΗΨΗ, ΕΝΑ ΕΘΝΟΣ ΑΛΛΙΩΤΙΚΟ ΚΑΙ ΑΝΑΛΛΙΩΤΟ ΠΟΥ Ο ΧΡΟΝΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΕΧΘΡΟΙ ΔΕΝ ΑΓΓΙΞΑΝ ΚΑΙ ΣΤΕΚΕΙ ΕΚΕΙ, ΑΛΛΟΤΕ ΓΕΛΑΣΤΟ ΚΑΙ ΑΛΛΟΤΕ ΜΟΥΔΙΑΣΜΕΝΟ, ΜΑ ΟΧΙ ΓΕΡΙΚΟ ...
ΒΡΟΝΤΑΕΙ ΟΤΑΝ ΠΡΕΠΕΙ ΚΕΡΔΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΔΕΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΔΙΚΑΙΟ ΜΕ ΑΓΩΝΕΣ, ΘΥΣΙΕΣ, ΠΟΝΟ ΚΑΙ ΑΠΩΛΕΙΕΣ, ΠΑΝΤΑ ΤΙΜΩΝΤΑΣ ΤΟ ΘΕΟ ΠΟΥ ΖΕΙ ΜΕΣΑ ΤΟΥ ΚΑΙ ΑΝΥΨΩΝΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΝΟΗ ΤΟΥ ...
ΑΥΤΟΙ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ...
ΤΑ ΔΑΚΡΥΑ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΠΟΤΙΖΟΥΝ ΣΑΝ ΑΓΙΑΣΜΟΣ ΤΗ ΓΗ ΤΟΥΣ, ΚΑΘΑΡΙΖΟΥΝ ΑΥΤΟΝ ΤΟΝ ΟΥΡΑΝΟ ΑΠΟΜΑΚΡΥΝΟΝΤΑΣ ΤΑ ΜΑΥΡΑ ΣΥΝΝΕΦΑ ΤΗΣ ΛΗΘΗΣ ΚΑΙ ΛΗΣΜΟΝΙΑΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ...
ΑΥΤΗ ΤΗ ΘΑΛΑΣΣΑ, ΣΤΑ ΒΑΘΗ ΤΗΣ ΟΠΟΙΑΣ ΣΤΕΛΝΕΙ ΤΟΥΣ ΠΟΝΟΥΣ ΚΑΙ ΤΑ ΒΑΣΑΝΑ, ΑΝΑΝΕΩΝΟΝΤΑΣ ΤΙΣ ΕΛΠΙΔΕΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΙΣΤΗ ... 
ΕΛΛΗΝΕΣ ΜΗ ΑΠΟΓΟΗΤΕΥΕΣΤΕ ...
ΑΝΑΘΑΡΡΗΣΤΕ ΚΑΙ ΜΗ ΣΤΕΝΑΧΩΡΙΕΣΤΕ ..
Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΔΕΝ ΘΑ ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΕΙ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ...
ΔΩΣΤΕ ΤΗΣ ΟΜΩΣ ΕΝΑ ΛΟΓΟ ΝΑ ΧΑΡΕΙ ...
ΔΩΣΤΕ ΣΤΟ ΓΙΟ ΤΗΣ ΤΑ ΒΑΣΑΝΑ ΣΑΣ, ΤΙΣ ΑΜΑΡΤΙΕΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΤΟΠΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΣΑΣ ΒΑΡΑΙΝΟΥΝ ...
ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ Η ΧΑΡΑ ΤΗΣ ...
ΔΩΣΤΕ ΤΟΝ ΠΑΡΗΓΟΡΟ ΛΟΓΟ, ΒΟΗΘΕΙΣΤΕ ΤΟΝ ΣΥΝΑΝΘΡΩΠΟ ΣΑΣ, ΑΝΟΙΞΤΕ ΤΟΥ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ, ΕΙΔΙΚΑ ΤΩΡΑ ΠΟΥ ΣΑΣ ΕΧΕΙ ΑΝΑΓΚΗ ...
ΑΥΤΟ ΤΗΣ ΑΡΕΣΕΙ ...
ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΟΙΑ ΤΗΝ ΕΝΘΟΥΣΙΑΖΟΥΝ ΚΑΙ ΑΥΤΟΣ Ο ΕΝΘΟΥΣΙΑΣΜΟΣ ΘΑ ΓΙΝΕΙ ΚΑΜΠΑΝΑ ΠΟΥ ΚΤΥΠΑ ΧΑΡΜΟΣΥΝΑ, ΧΑΜΟΓΕΛΟ ΚΑΙ ΠΙΣΤΗ, ΕΛΠΙΔΑ ΚΑΙ ΑΙΣΙΟΔΟΞΙΑ ΜΟΝΙΜΗ ...
ΤΑ ΔΩΡΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΔΕΝ ΣΤΑΜΑΤΗΣΑΝ, ΠΟΛΥ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΤΩΡΑ, ΛΙΓΟ ΠΡΙΝ ΤΙΣ ΜΕΓΑΛΕΣ ΣΤΙΓΜΕΣ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΤΗΤΑΣ, ΟΠΟΥ Ο ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ ΘΑ ΕΥΛΟΓΗΘΕΙ ΚΑΙ Η ΓΗ ΘΑ ΑΡΧΙΣΕΙ ΝΑ ΚΑΡΠΟΦΟΡΕΙ ΑΣΥΣΤΟΛΑ ... 
Η ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ (ΟΡΑΤΗ ΚΑΙ ΑΟΡΑΤΗ), ΟΠΩΣ ΚΑΙ Η ΔΡΑΣΗ ΤΟΥΣ, ΘΑ ΓΙΝΕΙ Η ΕΓΓΥΗΣΗ ...
ΤΑ ΦΟΥΣΑΤΑ ΤΟΥΣ ΘΑ ΟΡΓΩΝΟΥΝ ΤΙΣ ΨΥΧΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΙ ΣΠΟΡΟΙ ΘΑ ΑΠΟΔΙΔΟΥΝ ΑΜΕΣΑ ΚΑΡΠΟΥΣ, ΑΜΕΤΡΗΤΟΥΣ, ΚΑΘΑΡΟΥΣ, ΔΩΡΑ ΤΟΥ ΠΛΑΣΤΗ ΙΗΣΟΥ ...
ΔΩΡΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ ΤΩΡΑ ΠΟΥ Η ΔΡΑΣΗ ΤΩΝ ΣΤΡΑΤΙΩΤΩΝ ΤΟΥ ΘΑ ΓΙΝΕΙ ΑΙΣΘΗΤΗ ΚΑΙ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΗ ΓΙΑ ΝΑ ΑΡΘΕΙ ΤΟ ΑΔΙΕΞΟΔΟ ΣΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΦΤΑΣΕ Η ΑΝΘΡΩΠΟΤΗΤΑ !!!

Συγκινητική προσευχή Ἁγιορείτου γέροντος πρός τόν Ἰησοῦν


"Σάν παιδί θέλω νά μπῶ στή συνοδεία πού πορεύεται πρός τό δεῖπνο Σου. 
Δέν θέλω ἐκεῖ παρά μία ταπεινή, φτωχή, πολύ μικρή θέση. 
Κύριε, ἄσε με νά μπῶ, ἐμένα τόν ἀνάξιο, ἐμένα πού τόσες φορές, παρά τίς θλίψεις καί τίς δοκιμασίες πού μοῦ ἔστειλες, δέν ἀπάντησα στό κάλεσμά Σου. 
Συγχώρεσέ με γιά τήν ἀδιαφορία μου στήν κλήση τοῦ Οὐρανοῦ. 
Μή μ' ἀφήνεις μόνο μου στό δύσκολο ταξίδι τῶν θλίψεων καί τῶν δοκιμασιῶν. 
Γίνε Ἐσύ κυβερνήτης. 
Ἔτσι θά εἶναι βέβαιο ὅτι, παρ' ὅλες τίς τρικυμίες τῆς ζωῆς, τό πλοῖο θά φθάσει στή Βασιλεία Σου".




ΑΝΤΩΝΙΑ ΓΡΑΜΜΕΝΟΥ
(Ἀπόσπασμα ἀπό τό κείμενο: "Οἱ θλίψεις...Τό εἰσιτήριο γιά τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ")
Ο ΚΟΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΔΟΣ τ. Ἱουλίου-Αὐγούστου 2014

Τὰ θαύματα τοῦ Χριστοῦ γίνονται καὶ σήμερα;

Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Διαβάζουμε συνεχῶς γιὰ τὰ θαύματα τοῦ Χριστοῦ στὰ Εὐαγγέλια καὶ ἀναρωτιόμαστε: «Γιατί ἦταν τότε δυνατὰ. Γιατί γίνονταν τέτοια πράγματα ἐκεῖνες τὶς ἡμέρες, ἐνῶ ἐμεῖς σήμερα βλέπουμε τόσα λίγα θαύματα. Νομίζω ὅτι ὑπάρχουν τρεῖς πιθανὲς ἀπαντήσεις.

Πρῶτον ὅτι ἐμεῖς δὲν βλέπουμε τὰ θαύματα ποὺ συμβαίνουν γύρω μας, θεωροῦμε τὰ πάντα δεδομένα, σὰν ἀπόλυτα φυσικά. Δεχόμαστε ὅλα τὰ ἀγαθὰ ἀπὸ τὰ χέρια τοῦ Θεοῦ σὰν νὰ ἦταν φυσιολογικὰ καὶ δὲν βλέπουμε πιὰ ὅτι ἡ ζωὴ εἶναι ἕνα θαυμάσιο θαῦμα, ὅτι δηλαδὴ ὁ Θεὸς ἤθελε νὰ μᾶς δημιουργήσει, ὅτι μᾶς κάλεσε ἀπὸ τὴν ἀνυπαρξία στὴν ὕπαρξη ἐναποθέτοντας μπροστὰ μας ὁλόκληρο τὸ θαῦμα τῆς ὕπαρξης. 

Οὔτε περιόρισε τὸν ἑαυτό Του σ’ αὐτό. Μᾶς κάλεσε γιὰ νὰ εἴμαστε παντοτινὰ φίλοι Του καὶ νὰ βιώσουμε ἀτελεύτητα τὴν αἰώνια θεία ζωή. Ἀποκάλυψε σ’ ἐμᾶς τὸν Ἑαυτό Του. Γνωρίζουμε ὅτι Αὐτὸς εἶναι ὁ Θεὸς καὶ τὸν ἀναγνωρίζουμε στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ ὡς Θεό, τοῦ ὁποίου ἡ ἀγάπη δὲν ταλαντεύεται μπροστὰ στὸ δικό του θάνατο ποὺ ἦταν νὰ σώσει αὐτοὺς ποὺ ἀγαποῦσε. 

Καὶ τί γίνεται μ’ ἐκεῖνα τὰ θαύματα ποὺ εἶναι λιγότερο φανερὰ σ’ ἐμᾶς, ὅπως ἡ ὑγεία, ἡ εἰρήνη, ἡ φιλία, ἡ ἀγάπη; Εἶναι ὅλα θαύματα- δὲν μπορεῖς νὰ τὰ ἐξαγοράσεις, δὲν μπορεῖς ν’ ἀναγκάσεις κανένα νὰ σοῦ δώσει τὴν καρδιά του. Καὶ παρ’ ὅλα αὐτὰ γύρω μας ὑπάρχουν τόσες πολλὲς καρδιὲς ἀνοιχτὲς ἡ μία ἀπέναντι στὴν ἄλλη, τόση πολλὴ φιλία, τόση πολλὴ ἀγάπη. Καὶ ἡ φυσική μας ὕπαρξη, τὴν ὁποία θεωροῦμε τόσο δεδομένη, δὲν εἶναι ἕνα θαῦμα;

Αὐτὸ εἶναι τὸ πρῶτο σημεῖο ποὺ ἤθελα ν’ ἀναφέρω, ὅτι δηλαδὴ ὁλόκληρη ἡ ζωὴ εἶναι ἕνα θαῦμα. Ξέρω, φυσικά, ὅτι ὑπάρχει πολύς, πάρα πολὺς πόνος καὶ τρόμος σ’ αὐτό, ἀλλὰ τὴν ἴδια στιγμὴ ἕνα τόσο σιωπηλό, σταθερὸ φῶς λάμπει στὸ σκοτάδι: Μακάρι νὰ μπορούσαμε νὰ πιστέψουμε στὸ φῶς καὶ νὰ γίνουμε παιδιὰ τοῦ φωτός, ὅπως λέει ὁ Κύριος. Νά γίνουμε οἱ κομιστὲς τοῦ φωτός;

Θὰ ἤθελα νὰ κάνω ἀκόμη δύο σχόλια. Σήμερα διαβάζουμε ὅτι οἱ ἄνθρωπο εἶχαν ἀνάγκη, ὅτι οἱ ἀπόστολοι πρόσεξαν αὐτὴ τὴν ἀνάγκη καὶ μίλησαν στὸν Κύριο γι’ αὐτή. Καὶ ὁ Θεὸς εἶπε: «Ἀπὸ σᾶς ἐξαρτᾶται ἂν θ’ ἀνακουφιστεῖ αὐτὴ ἡ ἀνάγκη, νὰ ταΐσετε αὐτοὺς τοὺς πεινασμένους ἀνθρώπους», ὅταν αὐτοὶ Τοῦ εἶπαν, «μόνο δύο ψάρια καὶ πέντε ψωμιά μπορεῖ νὰ φτάσουν γιὰ τόσο πλῆθος;» Καὶ ὁ Χριστὸς εὐλόγησε ἐκεῖνα τὰ ψάρια καὶ τὰ ψωμιὰ καὶ ἦταν ἀρκετὰ γιὰ τὸ πλῆθος.

Λοιπὸν τί περιμένει ὁ Θεὸς ἀπὸ μᾶς γιὰ νὰ κάνει θαύματα ἐλεύθερα μὲ τὴν θεϊκή του δύναμη στὴ γῆ; Πρῶτα, ὅτι πρέπει νὰ προσέξουμε τὴν ἀνάγκη τοῦ ἄλλου. Περνᾶμε τόσο συχνὰ κοντὰ ἀπ’ αὐτὴ καὶ δὲν ἀνοίγουμε τὴν πόρτα στὸ Θεὸ γιὰ νὰ τοῦ ἐπιτρέψουμε νὰ μπεῖ καὶ νὰ κάνει ἐκεῖνο ποὺ εἶναι ἀδύνατο νὰ κάνουμε ἐμεῖς. Ἂς ἀνοίξουμε τὰ μάτια μας γιὰ νὰ δοῦμε τὶς ἀνάγκες τῶν ἀνθρώπων γύρω μας- ὑλικές, ψυχολογικές, πνευματικές, τὴ μοναξιὰ καὶ τοὺς πόθους του καὶ ἀμέτρητες ἄλλες ἀνάγκες.

Ὑπάρχει ἀκόμη ἕνα πράγμα στὸ ὁποῖο ὁ Κύριος παροτρύνει τοὺς μαθητές Του. «Δῶστε ὅ,τι ἔχετε καὶ θὰ μπορέσουμε νὰ τοὺς ταΐσουμε ὅλους». Οἱ Ἀπόστολοι δὲν ἄφησαν στὴν ἄκρη μερικὰ ψάρια καὶ ψωμιὰ γιὰ τοὺς ἑαυτούς τους, τὰ ἔδωσαν ὅλα στὸν Κύριο. Κι ἐπειδὴ αὐτοὶ ἔδωσαν τὰ πάντα, ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, τὸ βασίλειο τῆς ἀγάπης, τὸ βασίλειο, ὅπου ὁ Θεὸς μποροῦσε νὰ δράσει ἐλεύθερα καὶ ἀπερίσπαστα, ἐγκαθιδρύθηκε καὶ ὅλοι ἦταν ἱκανοποιημένοι. 

Αὐτὴ ἡ κλήση ἀπευθύνεται καὶ σέ μᾶς: ὅταν βλέπουμε ἀνάγκη, ἂς δώσουμε τὰ πάντα καὶ τὰ πάντα θὰ εἶναι καλά.

Τώρα ἕνα τελευταῖο σχόλιο: Ὅταν ὁ παραλυτικός, γιὰ τὸν ὁποῖο διαβάσαμε μερικὲς ἑβδομάδες πρίν, πῆγε στὸν Χριστό, ὁ Κύριος εἶδε τὴν πίστη τῶν ἀνθρώπων καὶ θεράπευσε τὸν ἄρρωστο ἄνδρα. Μποροῦμε νὰ παράσχουμε τὴν πίστη ποὺ στερεύει σὲ κείνους ποὺ μᾶς περιτριγυρίζουν, μποροῦμε νὰ τοὺς κουβαλήσουμε μὲ τὴν πίστη μας πάνω σ’ ἕνα φορεῖο. Ἀλλὰ ἡ πίστη δὲν εἶναι ἀρκετή. Στὴν περίπτωση τοῦ παραλυτικοῦ δὲν ἦταν μόνο ἡ πίστη ποὺ ἔκανε τὸ Θεὸ νὰ τὸν θεραπεύσει, ἀλλὰ ἦταν καὶ ἡ ἀγάπη γιὰ τὸν ἄρρωστο ἄνδρα. Ἂν ὑπῆρχε μόνο τόση ἀγάπη μεταξὺ μας, τότε ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ θὰ ἐγκαθιδρυόταν στὴν ἐποχή μας καὶ ὁ Θεὸς θὰ δροῦσε ἐλεύθερα. 

Ἂς σκεφτοῦμε αὐτό, ὅτι δηλαδὴ ὁ Θεὸς ἔκανε τὰ θαύματά Του, μὲ τὴ συμμετοχὴ τοῦ ἀνθρώπου. Ἀπὸ μᾶς ἐξαρτᾶται, ἂν ἡ Βασιλεία γιὰ τὴν ὁποία προσευχόμαστε καὶ τὴν ὁποία περιμένουμε, θὰ ἐγκαθιδρυθεῖ στὴ γῆ, ἐκείνη ἡ Βασιλεία τὴν ὁποία καλούμαστε νὰ ἐγκαθιδρύσουμε μαζὶ μὲ τὸ Θεὸ καὶ στὸ ὄνομα Αὐτοῦ. Ἀμήν.

 Anthony Bloom

Όταν, αγαπητέ μου...

… η Χριστιανική σου ζωή αρχίζει να γίνεται δύσκολη και να σου φαίνεται ασήκωτος σταυρός, εκεί στάσου ακλόνητος, γίνε μάρτυρας. Πες στον εαυτό σου ''στώμεν καλώς''∙ στάσου ακλόνητος. Πες, όπως ο Προφήτης, ''ιδού εγώ, Κύριε, στέκομαι εδώ να εκτελέσω το θέλημά Σου''∙ ή όπως η Παναγία, ''ιδού η δούλη Κυρίου∙ γένοιτό μοι κατά το ρήμα Σου''. Εάν επιμείνεις, μετά από την καταιγίδα θα έρθει η γαλήνη, θα ξαναγίνει γιορτινή η ζωή σου. Θα έχεις τώρα επιπλέον και την πείρα του πνευματικού αγώνος, θα έχεις εμπειρία. Μετά από την δοκιμασία αυτή, μετά από το σήκωμα του σταυρού σου, θα ανάψουν πια μέσα σου οι φλόγες του Θείου έρωτος∙ θα αποκτήσεις την ωραιότερη, την δυνατότερη, την αγνότερη, την αγγελικότερη αγάπη, την αγάπη του Θεού.

Αρχιμανδρίτης Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης


Πραγματικά είμαστε «σεσωσμένοι διά της Χάριτος»

Μόνο η παμμεγίστη αγάπη του Θεού είναι η αιτία της «διαβιώσεως» μας με τον Χριστό, της αναστάσεώς μας «εκ των νεκρών» με τον Χριστό, της αναλήψεώς μας στον ουρανό με τον Χριστό, της βιώσεώς μας «εν Χριστώ», της υψώσεώς μας με τον Χριστό υπεράνω όλων των Χερουβείμ και των Σεραφείμ. Εδώ καθαρά φαίνεται ότι δεν υπάρχει καμιά δική μας αξία. Πραγματικά είμαστε «σεσωσμένοι διά της Χάριτος».
Νεκροί εμείς στις αμαρτίες (και από τις αμαρτίες), ποτέ δεν θα μπορούσαμε μόνοι μας ούτε να αναζωογονηθούμε, ούτε να αναστηθούμε, ούτε να υψωθούμε στον ουρανό, ούτε να γίνουμε αιώνιοι και να ζήσουμε αιώνια στην παν-χερουβική Θεϊκή δόξα. Όλο αυτό είναι έργο της απεριόριστης, της χωρίς σύνορα αγάπης του Θεού, απέναντι σε μας «εν Χριστώ Ιησού», είναι έργο της άπειρης, της χωρίς όρια φιλανθρωπίας του Θεού. Ο Θεοφόρος Απόστολος «καταδεικνύει» ότι η σωτηρία μας βρίσκεται στην Χριστοποίησή μας και την εν-Χριστοποίησή μας δηλαδή στην ανάστασή μας από τους αμαρτωλούς θανάτους, με τη δύναμη του «αναστάντος» και «αναληφθέντος» Κυρίου Ιησού Χριστού. Η σωτηρία δεν είναι τίποτε άλλο από τη ζωή στον Σωτήρα, δεν είναι τίποτε άλλο από τη ζωή με το Σωτήρα.
Αυτό είναι το επίτευγμα, στο οποίο ο άνθρωπος, όλη τη ζωή του Σωτήρα «εν Αγίω πνεύματι» τη βιώνει σαν δική του ζωή, διαμέσου των ιερών μυστηρίων και των αγίων αρετών, όλη του τη ζωή τη ζει «εν Χριστώ» από την ψυχική γέννηση μέχρι την ανάληψή του στον ουρανό (με τον Χριστό). Εδώ ο άνθρωπος «μονίμως και διαρκώς» ζει στον και με τον αναστημένο και αναληφθέντα Σωτήρα, γιατί η πατρίδα μας, η πολιτεία μας, το πολίτευμά μας είναι στους ουρανούς (Φιλ. 3,20) και αν ακόμη ζούμε μεταξύ των ανθρώπων η ζωή μας είναι κρυμμένη μαζί με τον Χριστό «εν τω Θεώ» (Κολ. 3,3) και εμείς σκεπτόμαστε αυτά που είναι ψηλά στον ουρανό και όχι αυτά που είναι χαμηλά δηλαδή στην γη (Κολ. 3,2). Εμείς είμαστε χριστιανοί, επειδή είμαστε του Χριστού. Γιατί εμείς, είμαστε ένα με τον Χριστό «ως προς» το θάνατο, την ανάσταση και τη ζωή Του (Ρωμ. 6, 4-14). Έτσι, κάθε Χριστιανός βιώνει σε μικρογραφία το Θεανθρώπινο πλήρωμα, την Θεανθρώπινη παν-ενότητα, που ο Κύριος Ιησούς Χριστός πραγματοποίησε στο σώμα Του, δηλαδή στην εκκλησία Του. Και αυτός (ο χριστιανός) γίνεται εκκλησία «εν σμικρώ». Γιατί η σωτηρία δεν είναι τίποτε άλλο από την εκκλησιοποίηση και εν-εκκλησιοποίηση και αυτό σημαίνει αδιάκοπη εν-διαβίωση στο Θεανθρώπινο σώμα της εκκλησίας, διαμέσου των Θείων μυστηρίων και των αγίων αρετών.
«Είδες, λέει ο Ιερός Χρυσόστομος, το άπειρο μέγεθος της δυνάμεώς Του σε μας που πιστεύουμε; Τους νεκρούς, τους υιούς της οργής, τους ζωοποίησε. Είδες πόσο μεγάλη είναι η ελπίδα της κλήσεως (προσκλήσεως); «και μας ανέστησε μαζί και μας εκάθισε μαζί» (Εφ. 2,6). Είδες τον πλούτο της ένδοξης κληρονομιάς του; Το ότι μας «ανέστησε μαζί», είναι γνωστό· αλλά το «μας εκάθισε μαζί εις τα επουράνια εν Χριστώ Ιησού», πώς είναι βέβαιο; Όπως και το «μας ανέστησε μαζί». Διότι κανείς δεν αναστήθηκε ποτέ, παρά μόνον αφού αναστήθηκε η κεφαλή, αναστηθήκαμε και εμείς… Λοιπόν, έτσι και εκάθισε μαζί. Όταν κάθεται η κεφαλή, κάθεται και το σώμα. Γι’ αυτό, λοιπόν, πρόσθεσε «μαζί με τον Χριστό». Ή, εάν όχι γι’ αυτό, τότε μας ανέστησε μαζί του με το λουτρό (του βαπτίσματος). Πώς λοιπόν μας εκάθισε μαζί Του; «Εάν υπομένουμε», λέγει, «θα βασιλεύσουμε επίσης μαζί του· εάν έχουμε αποθάνει μαζί του, θα ζήσουμε επίσης μαζί Του» (Β’ Τιμ. 2,12). 
(Ιερού Χρυσοστόμου Λόγος Δ΄ προς Εφεσίους).


Αγίου Ιουστίνου Πόποβιτς
«Προς Εφεσίους Επιστολή Απ. Παύλου»

xristianos.gr

Μάθε να γίνεσαι αόρατος… ώστε να σε βλέπει και να σε ευλογεί ο Θεός



Θα στο ξαναπώ άλλη μια φορά. Μάθε να σιωπάς. Μην αφήνεις να βλέπουν οι άλλοι τι κρατάς στα χέρια σου.
Δουλεύεις για τον Αόρατο. Ας είναι και το έργο σου αόρατο. Όταν σκορπίζει κανείς γύρω του ψίχουλα, μαζεύονται τα πουλιά που στέλνει ο διάβολος, λένε οι άγιοι. Πρόσεξε την αυτοϊκανοποίηση.

Γι’αυτό οι άγιοι δίνουν την συμβουλή:

Να ενεργείς με διάκριση. Βρίσκεσαι κάπου και σου προσφέρουν κάτι. Διάλεξε το μικρότερο κομμάτι.
Αν, όμως, κάποιος ή κάποιοι βλέπουν τι θα κάνεις, τότε προτίμησε ν’ακολουθήσεις τη μέση οδό που θα προκαλούσε την πιο μικρή αίσθηση στους άλλους.
Προσπάθησε, δηλαδή, με κάθε τρόπο να μένεις αφανής. Να περνάς όσο πιο πολύ μπορείς απαρατήρητος. Να το έχεις αυτό σαν ένα κανόνα πάντοτε. Μη μιλάς για τον εαυτό σου, πώς κοιμήθηκες, τι ονειρεύτηκες, τι σου συνέβη.
Μη λες τη γνώμη σου ευκαίρως ακαίρως χωρίς να ρωτηθείς.
Μην κάνεις λόγο για τις ανάγκες σου και τις υποθέσεις σου.
Όταν διαρκώς μιλάς γι’αυτά, τρέφεις απλούστατα τον ναρκισσισμό σου με την αυτοαπασχόλησή σου.»

Μάθε να γίνεσαι αόρατος… ώστε να σε βλέπει και να σε ευλογεί ο Θεός.


Απόσπασμα απ΄το βιβλίο του 
Τ. Κολλιάντερ "Ο δρόμος των ασκητών"

Ο ΔΙΑΒΟΛΟΣ ΑΓΩΝΙΖΕΤΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΕΛΙΚΗ ΜΑΣ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ



Εκείνος που αγωνίζεται, δε γνωρίζει αν θα νικήση. Αρκετό όμως είναι το να μην πέσουμε στον αγώνα. Η νίκη τότε είναι πιο ένδοξη, όταν τελειώση ο αγώνας. Για παράδειγμα˙ ας υποτεθή ότι υπάρχει μία πονηρή επιθυμία. Το παράξενο είναι όχι το να τη δεχθούμε, αλλά να την εξαλείψουμε. Αν όμως αυτό δεν μπορή να γίνη, ας αγωνιζώμαστε και ας τη δαμάζουμε˙ αν εξέλθουμε από την πάλη αυτή, μένοντας πάνω στον αγώνα, έχουμε νικήσει. Διότι εδώ δε συμβαίνει ό,τι και στην περίπτωσι των αθλητών. Διότι εκεί, αν δεν καταβάλης τον αντίπαλο, δε νίκησες˙ εδώ όμως, αν δε σε καταβάλη ο αντίπαλος, νίκησες. Αν δεν καταβληθής, νίκησες.
Και είναι εύλογο. Διότι και οι δύο εκεί αγωνίζονται για τη νίκη˙ και αν ο ένας νικηθή, ο άλλος στεφανώνεται. Εδώ όμως δε γίνεται αυτό˙ αλλά ο διάβολος φροντίζει πάρα πολύ να μας νικήση. Όταν, λοιπόν, του στερήσω εκείνο για το οποίο αγωνίζεται, νίκησα˙ διότι ο διάβολος δεν αγωνίζεται απλώς για να νικήση, αλλά για να μας καταβάλλη εντελώς. Ήδη λοιπόν έχει νικηθή˙ έχει καταβληθή και βρίσκεται στην απώλεια. Η νίκη του όμως δε βρίσκεται στο να στεφανωθή αυτός, αλλά στο να καταστρέψη εμένα. Επομένως, αν δεν τον νικήσω, αλλά και αν δεν νικηθώ, έχω νικήσει.
Ποια, λοιπόν, είναι η ένδοξη νίκη; Να τον κατανικήσουμε με το παραπάνω, όπως έκαμνε ο Παύλος, νομίζοντας ότι τα πράγματα της ζωής αυτής δεν έχουν καμμία αξία. Αυτόν και μεις ας μιμούμαστε, κι ας φροντίζουμε να γίνουμε ανώτεροι άνθρωποι και ας μη δίνουμε από πουθενά αφορμή σ’ αυτόν.


ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
«Ο ΔΙΑΒΟΛΟΣ ΚΑΙ Η ΜΑΓΕΙΑ» 
ΥΠΟ ΒΕΝΕΔΙΚΤΟΥ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
Έκδοσις: Συνοδία Σπυρίδωνος Ιερομονάχου
Νέα Σκήτη Αγίου Όρους
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ, Η ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΙΣ ΤΟΥ.

Ποῦ εἶναι στραμμένα τά μάτια καί ἡ καρδιά τοῦ σύγχρονου ἀνθρώπου;





Ὁ σημερινός λεγόμενος χριστιανικός λαός εἶναι πεσμένος, κατά μεγάλα τμήματα, σέ πραγματική εἰδωλολατρεία. Τόν πρῶτο λόγο ἔχουν ἡ ἐγωπάθεια, ἠ φιλοδοξία, οἱ κοσμικές ψυχαγωγίες, τό φαγοπότι, τό χρῆμα,
οἱ σαρκικές ἀπολαύσεις. Τά μάτια καί οἱ καρδιές ἔχουν στραφῆ μακριά ἀπό τόν Θεό καί τήν οὐράνια πατρίδα, εἶναι καρφωμένα στή γῆ. 

Ἔτσι, ἡ ἀγάπη τοῦ ἀδελφοῦ πρός τόν ἀδελφό ἔχει φυγαδευθῆ καί ὁ ἔνας προσπαθεῖ νά βγάλη τό μάτι τοῦ ἄλλου. 
Ἀλλοίμονο, ἀλλοίμονο σ' ἐμᾶς!


Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κροστάνδης
Ἡ ἐν Χριστῷ ζωή μου
Ἐκδόσεις: ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ


Γιά τό πνεῦμα τῆς λύπης



Τί κακό προξενεί η λύπη στην ψυχή μας.

Ο πέμπτος αγώνας μας εστιάζεται στην αντίστα­ση που πρέπει να προβάλλουμε εναντίον του πάθους της λύπης. Γιατί, αν αφήσουμε τη λύπη να κυριεύει λίγο-λίγο την ψυχή μας, αυτή αμέσως, μόλις θα δίδεται κάποια αφορμή, θα μας αποσπά από τη Θεία Θεωρία και θα καταθλίβει το πνεύμα μας. Όταν η λύπη καταλάβει την ψυχή του ανθρώπου, δεν του επιτρέπει να προσεύχεται με την ίδια χαρά, ούτε να καταφεύγει στη μελέτη της Αγίας Γραφής, ώστε να βρει σ' αυτή φάρμακο και να θεραπευθεί.
Η λύπη μας εμποδίζει επίσης από το να είμα­στε ειρηνικοί και πράοι προς τους αδελφούς μας. Μας κάνει ανυπόμονους και σκληρούς, μας δυσκο­λεύει και δρα ανασταλτικά στην προσπάθειά μας για την εκτέλεση των πνευματικών καθηκόντων και υποχρεώσεών μας.
Αν αφήσει ο μοναχός (και ο οποιοσδήποτε) την ψυχή του να παρα­δοθεί στη λύπη, αυτή τον κάνει σιγά-σιγά ανίκανο να αντιδρά πνευματικά και να αντιστέκεται στις επιθέσεις της. Γιατί αυτός θα έχει πλέον στερηθεί την ειρήνη της καρδιάς του και θα καταντήσει σαν τον τρελλό ή σαν τον μεθυσμένο. Και τελικά, αυτή θα τον συνθλίψει και θα τον ρίξει σε οδυνηρή απελπισία.

Πώς θα θεραπεύσουμε την αρρώστια της λύπης και της αθυμίας.

Γι’ αυτό, αν θέλουμε να διεξάγουμε τον πνευ­ματικό αγώνα, όπως μας υποδεικνύει ο Απόστολος, δηλαδή «σύμφωνα με τους κανόνες της αθλήσε­ως» (Β' Τιμ. 2, 5),πρέπει να φροντίσουμε να θεραπεύσουμε αυτή την αρρώστια με την ίδια προσοχή και επιμέλεια που καταβάλλουμε για να νικήσουμε και τα άλλα πάθη. Πράγματι,«σαν το σκόρο που τρυπάει το ρούχο και το σαράκι που κατατρώει το ξύλο, έτσι και η λύπη βλάπτει την καρδιά του ανθρώπου» (Παροιμ. 25, 20α). Μ' αυτόν το λόγο το Αγιο Πνεύμα εκφράζει, ξεκάθαρα και με πολλή ακρίβεια, τη βιαιότητα αυτού του τόσο επικίνδυνου πάθους.

Με τί μπορούμε να συγκρίνουμε την ψυχή που είναι θύμα των επιθέσεων της λύπης.

Ένα ρούχο που έχει φαγωθεί από το σκόρο, έχει χάσει την αξία του και δεν χρησιμεύει πια για να ντυθούμε με ευπρέπεια. Ένα ξύλο επίσης που έχει φαγωθεί από σαράκι, δεν είναι κατάλληλο για να διακοσμήσει ένα απλό έστω κτίριο, ούτε αξίζει πλέον για άλλη χρήση, παρά μόνο για να γίνει καυσόξυλο. Έτσι είναι και η ψυχή που έχει καταφαγωθεί από το σαράκι της λύπης. Θα είναι πια τελείως άχρηστη για να γίνει αυτό το αρχιερατικό ένδυμα, το οποίο, όπως λέει ο Προφήτης, δέχεται το μύρο του Αγίου Πνεύματος που κατεβαίνει από τον ουρανό και χύνε­ται πρώτα στο πηγούνι του Ααρών και κατόπιν φθάνει μέχρι το κρόσσι του ενδύματός του:«Σαν το μύρο», λέει, «που χύθηκε στην κεφαλή του Ααρών και κατεβαίνει στον πώγωνά του και ακόμη πιο κάτω, μέχρι τα κρόσσια του αρχιερατικού του σάκκου» (Ψαλμ. 132, 2). Αυτή η ψυχή δεν θα μπορέσει να λάβει μέρος στην οικοδόμηση και το στολισμό αυτού του πνευματικού ναού, τα θεμέλια του οποίου έθεσε, σαν ένας σοφός αρχιτέκτονας, ο απόστολος Παύλος· «είσθε ναός του Θεού»,λέει, «και το Αγιο Πνεύμα κατοικεί μέσα σας» (Α' Κορ. 3, 16). Στο Ασμα Ασμάτων επίσης «η Νύμφη» περιγράφει ποια είναι τα ξύλα, με τα οποία έχει οικοδομηθεί αυτός ο ναός: «Τα δοκάρια του σπιτιού μας», λέει, «είναι από ξύλα κέδρου και τα κουφώματά του από κυπαρίσσι» (Ασμα Ασμ. 1, 16). Επομένως, για το ναό του Θεού επιλέγουμε είδη ξύλων που να είναι ευωδιαστά και πολύ ανθεκτικά, αυτά να μη φθείρονται με το χρόνο, ούτε να κινδυνεύουν να φαγωθούν από το σαράκι.

Πού οφείλεται η λύπη και πώς εμφανίζεται στην ψυχή μας.

Η λύπη πολλές φορές προέρχεται από την οργή που αισθάνεται κανείς, εξαιτίας της απώλειας κάποιας απόλαυσης ή κάποιας ελπίδας απολαβής.Μερικές φορές όμως δεν υπάρχει κανένας εμφανής λόγος, ο οποίος μπορεί να δικαιολογήσει αυτή την πτώση.
Σ’ αυτές τις περιπτώσεις ευθύνεται αποκλει­στικά η κακία του Εχθρού, η οποία ξαφνικά μας φορτώνει με ένα τέτοιο βάρος. Πολλές φορές μάλι­στα, φθάνουμε στο σημείο, ώστε δεν μπορούμε να συναναστραφούμε, με τη συνηθισμένη μας προσήνεια, ούτε τα αγαπημένα μας πρόσωπα ή τους φίλους και συνεργάτες μας. Τότε, όσο ευχάριστη και φυσι­ολογική κι αν είναι η συζήτηση μαζί τους, εμείς τη θεωρούμε φορτική και περιττή και ανταποκρινόμαστε σ’ αυτή με απρέπεια ή με αχαριστία. Κι αυτό, γιατί το βάρος της λύπης έχει κατακλύσει κάθε πτυχή της καρδιάς μας.

Η λύπη μας δεν οφείλεται στα σφάλματα των άλλων, αλλά στα δικά μας πάθη.

Αυτό αποδεικνύει ξεκάθαρα ότι τα πάθη μας δεν διεγείρονται πάντα ως αντίδραση στα σφάλματα των άλλων, αλλά πιο συχνά οφείλονται σε δικό μας φταίξιμο. Γιατί μέσα μας κρύβουμε την αιτία και τα σπέρματα των παθών, τα οποία, μόλις μας κτυπήσει η καταιγίδα των πειρασμών, αμέσως φυτρώνουν και βγάζουν τους καρπούς τους. Στη λύπη δεν φθάνουμε μετά από μια ξαφνική πτώση, αλλά η καταστροφή μας προκαλείται από σφάλματα που, από απροσεξία μας, έχουν χρονίσει μέσα μας.
Ποτέ λοιπόν δεν είναι κανείς αναγκασμένος να αμαρτήσει, όταν τον προκαλεί το σφάλμα του συ­νανθρώπου του, αν δεν έχει ο ίδιος μέσα στην καρδιά του τη ρίζα της αμαρτίας. Δεν θα πρέπει συνεπώς να πιστεύουμε ότι κάποιος πλανήθηκε ξαφνικά και έπεσε στο βάραθρο της αισχρής επιθυμίας, εξαιτίας της θέας ενός εξαισίου ετερόφυλου προσώπου. Θα πρέπει μάλλον να γνωρίζουμε ότι αυτή η θέα ήταν η ευκαιρία, για να βγει στην επιφάνεια μια αρρώστια που επωαζόταν για καιρό μυστικά μέσα του.
Δεν πρέπει να διακόπτουμε τη συναναστροφή με τους αδελφούς μας, νομίζοντας ότι έτσι θα γίνουμε τέλειοι, αλλά μάλλον πρέπει να καλλιεργούμε την αρετή της υπομονής.
Γι’ αυτό ο Θεός, ο Δημιουργός των πάντων, γνωρίζοντας καλύτερα από τον καθένα πως να γιατρεύσει το πλάσμα Του και ότι οι αιτίες και οι ρίζες των παθών μας δεν βρίσκονται στους άλλους, αλλά μέσα στον ίδιο τον εαυτό μας, δεν μας είπε να μη συναναστρεφόμαστε τους αδελφούς μας, ούτε μας έδωσε εντολή να αποφεύγουμε εκείνους που νομίζουμε ότι μας προκαλούν ή ότι εμείς γινόμαστε αιτία της πτώσης τους. Αλλά θέλει να αγωνιζόμαστε να υπερβαίνουμε κάθε δυσκολία.
Πρέπει να γνωρίζουμε καλά ότι η καθαρότητα της καρδιάς δεν αποκτάται τόσο με την απομάκρυνση από τους ανθρώπους, όσο με την αρετή της υπομονής. Όπως ακριβώς, όταν έχουμε υπομονή μπορούμε να παραμείνουμε ειρηνικοί, ακόμα και μ' αυτούς που μισούν την ειρήνη, έτσι και όταν μας λείπει η υπομονή, βρισκόμαστε σε συνεχή ασυμφωνία και διαμάχη, ακόμα και μ' αυτούς που είναι φθασμένοι στην αρετή και πολύ καλύτεροι από εμάς. Γιατί οι ευκαιρίες για ταραχές και οι αφορμές που μας ωθούν, για να απομακρυνθούμε από τους ανθρώπους με τους οποίους συναναστρεφόμαστε, δεν είναι ποτέ δυνατόν να λείψουν από τη ζωή μας. Έτσι, αλλάζο­ντας τόπο, δεν ξεφεύγουμε συγχρόνως και από τις αιτίες της λύπης, η οποία μας οδηγεί στο χωρισμό από τους αδελφούς μας.
Εάν βελτιώσουμε το χαρακτήρα μας, μπορούμε να συναναστρεφόμαστε με όλους, χωρίς δυσκολία.
Ας φροντίσουμε λοιπόν να εξαλείψουμε τα πάθη μας και να διορθώσουμε το λογισμό μας. Και αν το πετύχουμε αυτό, τότε θα ζήσουμε ευκολότερα, όχι μόνο με τους ανθρώπους, αλλά, όπως λέει η Αγία Γραφή, και με τα άγρια θηρία: «Θα έχεις ειρήνη», λέει, «ακόμα και με τα άγρια θηρία» (Ιώβ 5, 2). Πράγματι, «ειρήνη πολλή κυριαρχεί στην ψυχή αυτών που σε αγαπούν. Κύριε, και δεν σκοντάφτουν σε πα­γίδα» (Ψαλμ. 118, 165).

Για ένα άλλο είδος λύπης που μας οδηγεί στην απελπισία για τη σωτηρία μας.

Υπάρχει επίσης ένα άλλο, πιο αποτρόπαιο είδος λύπης. Αυτό δεν σπρώχνει τον ένοχο να αλλάξει τρόπο σκέψης και ζωής ή να διορθώσει τα λάθη του, αλλά τον σπρώχνει προς μια θανάσιμη απελπισία. Αυτή η απελπισία εμπόδισε τον Κάιν, μετά το φόνο του αδελφού του, να μετανοήσει (Γεν. 4, 9-16). Αυτή επίσης παρέσυρε τον Ιούδα, μετά την προδοσία, αντί να επανορθώσει το λάθος του με τη μετάνοια, να δώσει τέλος στη ζωή του (Ματθ. 27, 5).

Η λύπη μας ωφελεί σε μια μόνο περίπτωση.

Δεν θα πρέπει να θεωρούμε τη λύπη επιτρεπτή και χρήσιμη, παρά μόνο σε μία περίπτωση: Όταν δηλαδή λυπούμαστε για τις αμαρτίες μας, επειδή αυτές αναστέλλουν την πρόοδό μας προς την πνευματική τελείωση και τη μέλλουσα μακαριότητα. Γι’ αυτήν ο Απόστολος λέει: «Η κατά Θεόν λύπη έχει σαν αποτέλεσμα τη μετάνοια που καταλήγει στη σωτηρία, για την οποία κανείς δεν θα μεταμεληθεί. Ενώ η «κατά κόσμον» λύπη οδηγεί στο θάνατο» (Β' Κορ. 7, 10).

Πώς θα ξεχωρίσουμε την «κατά Θεόν» λύπη από τη λύπη 
που προκαλεί ο διάβολος και η οποία μας οδηγεί στο θάνατο;

Η «κατά Θεόν» λύπη κάνει τον άνθρωπο υπάκουο, ευγενή, ταπεινό, πράο, γεμάτο γλυκύτητα και υπομονή. Γιατί αυτή η λύπη γεννιέται από την αγάπη του ανθρώπου για τον Θεό και εκφράζεται αβίαστα -εξαιτίας του πόθου που τρέφει ο άνθρωπος για την πνευματική του ολοκλήρωση- με την όλη σωματική άσκηση και τη συντριβή του πνεύματος. Ο άνθρωπος που τρέφει αυτή τη λύπη είναι ιλαρός και ευπροσήγορος. Και επειδή ελπίζει στην πνευματική του τελείωση και στην απολαβή των μελλοντικών αγαθών, διατηρεί πάντοτε την ευγένειά του και τη μακροθυμία του, μετέχοντας έτσι σε όλους τους καρπούς του Αγίου Πνεύματος, όπως τους απαριθμεί ο Απόστολος που λέει: «Ο καρπός του Πνεύματος είναι η αγάπη, η χαρά, η ειρήνη, η μακροθυμία, η καλοσύνη, η αγαθότητα της καρδιάς, η πίστη, η πραότητα και η εγκράτεια»(Γαλ. 5. 22-23).
Αντίθετα, αυτός που έχει κυριευθεί από την άλλη, την «κατά κόσμον» λύπη είναι ευερέθιστος, ανυπόμονος, αμετάπειστος, γεμάτος μνησικακία, άκαρπο πένθος και οδυνηρή απελπισία. Η λύπη πα­ραλύει την ενεργητικότητα εκείνου τον οποίο καταλαμβάνει και τον εκτρέπει από τη σωτήρια οδύνη που γεννά η μετάνοια. Γιατί αυτή η λύπη κάνει τον άνθρωπο παράλογο. Αυτή καταστρέφει, όχι μόνο τους καρπούς της προσευχής, αλλά αποστερεί τον άνθρωπο από όλους τους καρπούς του Αγίου Πνεύματος, τους οποίους χαρίζει πλούσια η «κατά Θεόν» λύπη.
Πρέπει να διώχνουμε από μέσα μας, εκτός από την ωφέλιμη, κάθε άλλη επιζήμια λύπη. Η επιζήμια λύπη έχει τρεις αιτίες.
Γι’ αυτό, αν εξαιρέσουμε αυτή τη λύπη, η οποία γεννιέται από τη σωτήρια μετάνοια και από την αναζήτηση της τελειότητας ή από την επιθυμία της απόκτησης των μελλοντικών αγαθών, κάθε άλλου είδους λύπη πρέπει να θεωρείται επιζήμια και να κα­ταπολεμείται. Γιατί αυτή είναι λύπη που προέρχεται από τις υποθέσεις της εφήμερης αυτής ζωής και γεννά το θάνατο. Συνεπώς, οφείλουμε να τη διώχνουμε από την καρδιά μας, και μάλιστα με τόση επιμέλεια και προσοχή, όση καταβάλλουμε προκειμένου να αντισταθούμε και να θανατώσουμε το πνεύμα της πορνείας, της φιλαργυρίας ή της οργής.

Πώς θα ξεριζώσουμε τη λύπη από την καρδιά μας.

Θα αξιωθούμε να απαλλαγούμε από αυτό το ολέθριο πάθος, με τη συνεχή πνευματική μελέτη, με το να ανυψώνουμε και να διατηρούμε το νου μας προσηλωμένο στην ελπίδα και στην προσδοκία των μελλοντικών αγαθών και στη θεωρία της μακαριότητας, η οποία μας περιμένει. Μ' αυτό τον τρόπο θα μπορέσουμε ασφαλώς να νικήσουμε όλα τα είδη της λύπης, είτε αυτή προέρχεται από θυμό, είτε από την απώλεια κάποιου κέρδους, είτε από κάποια ζημιά ή από μια προσβολή που δεχθήκαμε.
Θα πρέπει επίσης να υπερβαίνουμε την εμπαθή αυτή κατάσταση, όταν νιώθουμε πως μας φορτώνει με αναιτιολόγητα ενοχικά συναισθήματα ή όταν αυτή μας παρασύρει σε θανάσιμη απελπισία. Η ελπίδα των αιωνίων αγαθών θα μας κρατά διαρκώς μέσα στη χαρά και θα παραμένουμε σταθεροί στα βιώματά μας, χωρίς να απελπιζόμαστε από τις συμφορές που μας βρίσκουν, αλλά και χωρίς να επαναπαυόμαστε στην ευημερία. Θα πρέπει να θεωρούμε και την ευη­μερία και τις θλίψεις ως καταστάσεις μάταιες και προσωρινές, οι οποίες σύντομα θα παρέλθουν.







(Πηγή: Αββά Κασσιανού: «Συνομιλίες με τους Πατέρες της ερήμου» τ. Β', 
Εκδ. «ΕΤΟΙΜΑΣΙΑ», Ιερά Μονή Τίμιου Προδρόμου, Καρέας 2006, σελ. 485)


www.alopsis.gr

Όταν σου λέει κάποιος...

... να προσευχηθείς γι' αυτόν, να το κάνεις αμέσως, εκεί που βρίσκεσαι. Θα κάνεις το σταυρό σου και θα λες: ''Κύριέ μου ή Παναγία μου, δείξε, σε παρακαλώ, το έλεός σου στο δούλο σου τάδε και δώσε του την υγεία του ή ό,τι άλλο''. 
Αυτό θα λες. Δυό λέξεις και με αγάπη.

Γέροντας Σίμων Αρβανίτης 

Πνευματικοί άνθρωποι σκέφτονται μπακαλίστικα...

...φθάνουν νά ζουν μία ζωή δήθεν πνευματική. Κοιτάνε νά απολαύσουν ό,τι θέλουν, μέχρι εκεί πού δέν κολάζονται.
Λογαριάζουν: Αυτό κολάζει; δέν κολάζει. Άρα μπορώ νά τό απολαύσω. Στο θέμα τής νηστείας π.χ. λένε: Αύριο είναι Παρασκευή. Έ, απόψε μπορώ νά φάω κρέας μέχρι δώδεκα παρά πέντε τήν νύχτα φέρε λοιπόν νά φάμε. Μετά τις δώδεκα όμως δέν κάνει αλλάζει ή μέρα είναι αμαρτία. Δηλαδή, θέλουν καί τόν Παράδεισο νά μή χάσουν, άλλα καί αυτήν τήν ζωή νά τήν απολαύσουν. 
Έτσι αντιμετωπίζουν καί τήν αμαρτία καί τήν κόλαση μέ τρόπο μπακαλίστικο. Άν όμως σκέφτονταν φιλότιμα, θά έλεγαν: Ό Χριστός σταυρώθηκε καί υπέφερε τόσα γιά μένα κι έγώ πώς νά Τόν πληγώσω μέ μιά αμαρτωλή πράξη μου; 
Δέν θέλω νά πάω στην κόλαση, όχι γιά τίποτε άλλο, άλλα γιατί δεν θά αντέξω νά στενοχωριέται ό Χριστός, πού θά είμαι στην κόλαση.

Γέρων Παΐσιος Αγιορείτης.

Σε κατηγορώ, γιατί δεν εξομολογείσαι



Δεν σε κατηγορώ ότι έκανες αμαρτίες πολλές και σοβαρές, όχι, άνθρωπος είσαι.

Σε κατηγορώ, γιατί δεν εξομολογείσαι.

Αυτό σε κατηγορώ.

Έπεσες; Στον πνευματικό.

Έπεσες; 
Στον πνευματικό, όλα στον πνευματικό.
Και η όσια Μαρία, πρώτα εξομολογήθηκε. 


Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης, 
Έκδοση. Ι. Hσυχαστηρίου Hσυχαστηρίου 
 «Άγιος Εφραίμ» Κατουνάκια Αγίου Όρους, 
Α’ έκδοση 2000.


ΜΟΥ ΤΟ ‘ΠΕ ΕΝΑ ΠΟΥΛΑΚΙ

Δόξα Σοι, ο Θεός.
Δόξα Σοι, ο Θεός.
Δόξα Σοι, ο Θεός.

Αν μπορείς 
ακόμα 
να το λες, 
– με επίγνωση - 
τότε, 
κάτι καλό 
θα γίνει 
στη ζωή σου 
σύντομα.
Σίγουρα.
Μου το ‘πε ένα πουλάκι 
του Παράδεισου, 
μια μέρα σκοτεινή 
που πήγα 
να λυγίσω.


Πατήρ Ανδρέας Κονάνος