.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Ὁ Θεὸς σὲ ἀγαπᾶ



Μία ἀπὸ τὶς ἰδιότητες τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ ἀγάπη. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης γράφει: «ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστίν» (Ἰω. 4,16). 
Πολλοὶ ἀπὸ μᾶς ζητοῦμε τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ στὰ ὑλικὰ πράγματα. Ἄν μᾶς δίνει τὴν ὑγεία μας, ἄν προστατεύει τὴ ζωή μας, τὰ παιδιά μας, ἄν μᾶς δίνει ἄφθονα ὑλικὰ ἀγαθά, τότε λέμε ὅτι ὁ Θεός μᾶς ἀγαπᾶ. Κάνουμε λάθος.
Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ φαίνεται ἀπὸ κάτι πολύ μεγαλύτερο. Φαίνεται ἀπὸ τὸ ὅτι ὁ Θεός ἀπὸ ἄπειρη ἀγάπη θυσίασε τὸν Υἱόν Του πάνω στὸ Σταυρὸ γιὰ μᾶς. 
Ὁ ἀπ. Παῦλος γράφει: «Χριστὸς ἀπέθανεν ὑπὲρ τῶν ἁμαρτιῶν ἡμῶν» (Κορ. 15,3). 
Ὁ Χριστός δὲν πέθανε ἐπειδὴ Τὸν φθόνησαν οἱ Γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι, οὕτε ἐπειδὴ Τὸν πρόδωσε ὁ Ἰούδας ἤ Τὸν καταδίκασε ὁ Πιλᾶτος. Ὁ Χριστὸς πέθανε θεληματικά. Ὁ ἴδιος εἶπε: Κανεὶς δὲν ἔχει τὴ δύναμη νὰ μοῦ ἀφαιρέσει τὴ ζωή. Ἀλλά ἐγὼ ἀπὸ τὸν ἑαυτό μου καὶ μὲ τὴ θέληση μου θυσιάζω αὐτήν. Ἔχω ἐξουσία νὰ δώσω τὴν ζωή μου, καὶ ἔχω ἐξουσία νὰ τὴν πάρω πάλι. (Ἰω. 10,18)...
Ὁ Χριστὸς πέθανε γιὰ μένα, πέθανε γιὰ σένα: «οὕτω γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται ἀλλ’ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον» (Ἰω. 3,16). 
Μὴν ξεχνοῦμε πώς ὅλοι μας εἴμαστε χρεώστες, δοῦλοι ἀπέναντι στό Θεό, ἄλλος περισσότερο καὶ ἄλλος λιγότερο. Ὅλοι μας ἔχουμε παραβεῖ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Τὸ χρέος τῶν ἁμαρτιῶν μας δὲν ἐξοφλεῖται μὲ τίποτε, ἀλλά χαρίζεται μὲ τὴ μετάνοια καὶ ἐξομολόγηση τοῦ ἀνθρώπου. Πολλοὶ ἀπὸ μᾶς ζήσαμε χωρίς Θεό, ἀποκομμένοι ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ἀδιαφορήσαμε στὴ φωνὴ τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Ζήσαμε σύμφωνα μὲ τὰ θελήματα τῆς σαρκός καὶ τοῦ κόσμου, χωρὶς χαρά, χωρὶς εἰρήνη, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ γευθοῦμε τὸ πικρό ποτήρι τῆς ἁμαρτίας.
Ὅσο κι' ἄν ἁμαρτήσαμε ὅμως, ὅσο μεγάλο καὶ ἄν εἶναι τὸ χρέος τῶν ἁμαρτιῶν μας ὁ Κύριος τὸ πλήρωσε, τὸ ἐξόφλησε πάνω στὸ Σταυρό. 
Ὁ ἀπ. Ἰωάννης γράφει: «τὸ αἷμα Ἰησοῦ Χριστοῦ καθαρίζει ἡμᾶς ἀπὸ πάσης ἁμαρτίας» (Ἰω. Α' 1,7).
Δύο παράγοντες συντελοῦν στὴν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου: ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ ποὺ πηγάζει ἀπὸ τὸ Σταυρό καὶ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, ἡ μετάνοια καὶ ἡ ἐξομολόγηση τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ μετάνοια εἶναι τὸ ἄπλωμα τοῦ χεριοῦ γιὰ νὰ δεχθοῦμε τὴ χάρη καὶ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ.
Πολλοὶ χριστιανοί νομίζουν πὼς δὲν ἔχουν ἀνάγκη μετανοίας καὶ ἐξομολογήσεως. Ἰσχυρίζονται ὅτι εἶναι καλοὶ ἄνθρωποι, καλοὶ οἰκογενειάρχες, ἔντιμοι πολίτες. 
Ὅλα αὐτὰ μπορεῖ νά εἶναι σωστά, ἀλλὰ αὐτὰ δὲν τοὺς σώζουν. Ὁ ἄνθρωπος δὲν σώζεται γιατὶ εἶναι καλὸς ἄνθρωπος, ἀλλὰ γιατὶ μετανόησε καὶ ἐξομολογήθηκε ἐνώπιον τοῦ πνευματικοῦ του. Οὕτε πάλι καταδικάζεται ὁ ἄνθρωπος γιατὶ εἶναι ἁμαρτωλός, ἀλλὰ γιατὶ δὲν μετανόησε, γιατὶ δὲν ἄλλαξε ζωή. Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ περιμένει τὴν μετάνοια τοῦ ἀνθρώπου.

Π.Π. - Ἀπολύτρωσις - Ὀρθόδοξα Μηνύματα

Αυτοκυριαρχία



Οι άνθρωποι, που δεν μπορούν να κυριαρχούν στην καρδιά τους, ακόμα λιγότερο μπορούν να κυριαρχούν στη γλώσσα τους.

Οι άνθρωποι, που δεν μπορούν να βάλουν τάξη στην ζωή τους, ακόμα λιγότερο μπορούν να βάλουν τάξη στο κράτος.

Οι άνθρωποι, που δεν μπορούν αν δουν κόσμο μέσα τους, ακόμα λιγότερο μπορούν να δουν τον εαυτό τους στον κόσμο.

Οι άνθρωποι, που δεν μπορούν να συμμετέχουν στον πόνο του άλλου, ακόμα λιγότερο μπορούν να συμμετέχουν στη χαρά του άλλου.

Κράτα όλα τα πράγματα στην κατάλληλη απόσταση, μόνο την ψυχή σου πλησίασε όσο περισσότερο στον Θεό.

Εάν χύσεις νερό στην φωτιά, δεν θα έχεις ούτε νερό ούτε φωτιά.

Εάν επιθυμήσεις το ξένο, θα μισήσεις το δικό σου και θα χάσεις και τα δυο.

Εάν πλησιάσεις την υπηρέτρια όσο και την γυναίκα σου, δεν θα έχεις ούτε υπηρέτρια ούτε γυναίκα.

Εάν πίνεις συχνά στην υγεία του άλλου, θα χάσεις τη δική σου.

Εάν ασταμάτητα μετράς χρήματα του άλλου, όλο και λιγότερο θα έχεις δικά σου.

Εάν ασταμάτητα μετράς τις αμαρτίας του άλλου, οι δικές σου θα αυξάνονται!

Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς

«Ο Χριστός είναι ο Μοναδικός Δάσκαλος»



Ευλογημένος είναι εκείνος ο άνθρωπος που δεν θέλει να κάνει το δάσκαλο ούτε τον αρχηγό.
Τρία ουράνια χαρίσματα συνοδεύουν ένα τέτοιο άνθρωπο: το πρώτο ονομάζεται ειρήνη, το δεύτερο ονομάζεται σοφία, και το τρίτο ονομάζεται ευδοξία.

Ο Κύριος είπε στους μαθητές Του: «Μηδέ κληθήσετε καθηγηταί εις γαρ υμών έστιν ο καθηγητής, ο Χριστός» (Ματθ. 23, 10).
Εσείς που ανελλιπώς μελετάτε την Αγία Γραφή ίσως θα βρεθείτε σε αμηχανία, προκειμένου να φέρετε σε συμφωνία την παραπάνω σαφή εντολή με την επόμενη: «Πηγαίνετε να κηρύξετε και να διδάξετε όλους τους λαούς». (Ματθ. 28, 19-20).
Ο Κύριος στέλνει τους μαθητές Του να διδάσκουν, αλλά τους απαγορεύει να ονομάζονται δάσκαλοι. Πώς μπορεί να γίνει αυτό; Πράγματι θα ήταν δύσκολο να το κατανοήσουμε, αν δεν έλεγε στο τέλος: «Εις γαρ υμών έστιν ο καθηγητής, ο Χριστός». Αυτό σημαίνει: Εγώ είμαι ο Δάσκαλος και η διδασκαλία είναι δική μου. Εγώ είμαι ο μοναδικός αληθινός Δάσκαλος και εσείς είστε μόνο φορείς της διδασκαλίας Μου. Έφερα τη διδασκαλία Μου από τον ουρανό και την αποκάλυψα σε σας. Δεν την ανακαλύψατε εσείς, αλλά την ακούσατε από Μένα και την δεχτήκατε.
Εγώ είμαι ο Δάσκαλος. Το έργο σας είναι να διδάξετε τα λόγια μου στους ανθρώπους όπως προσφέρατε εκείνους τους πέντε άρτους, τους οποίους Εγώ ευλόγησα και πολλαπλασίασα. Τότε Εγώ ήμουν ο Οικοδεσπότης και εσείς οι υπηρέτες γύρω από το τραπέζι μου. Τώρα σας λέγω ότι Εγώ είμαι ο Δάσκαλος και εσείς είστε υπηρέτες του θεϊκού λόγου.
Με αυτά τα λόγια ο Κύριος ήθελε πρώτο, να επιστήσει την προσοχή στους μαθητές Του, πως μόνον Αυτός είναι ο Δάσκαλος της σωτήριας και ουράνιας διδασκαλίας. Δεύτερο, να προστατέψει τους μαθητές Του από την υπερηφάνεια, γιατί από αυτήν δεν μπορούν να προστατευθούν οι αυτοαποκαλούμενοι δάσκαλοι, επειδή πιστεύουν ότι έχουν δική τους πρωτότυπη διδασκαλία.
Τρίτο, οι μαθητές Του, συνειδητοποιώντας πως ήταν μόνο φορείς της διδασκαλίας Του καταλάβαιναν πως έπρεπε να είναι πολύ προσεκτικοί. Έπρεπε να παραδίδουν την διδασκαλία Του ακριβώς όπως τη διδάχτηκαν, χωρίς να συμπληρώνουν και χωρίς να αφαιρούν κάτι.
Οι Άγιοι Απόστολοι είχαν πλήρη συναίσθηση της διδασκαλικής τους αποστολής. Γι’ αυτό το λόγο ο απόστολος Ιάκωβος προειδοποιεί τους βαπτισμένους χριστιανούς: «Αδελφοί μου μη κάνετε όλοι σας το δάσκαλο, γιατί πρέπει να ξέρετε ότι οι δάσκαλοι θα κριθούμε πιο αυστηρά. Όλοι μας κάνουμε πολλά σφάλματα. Αν κάποιος δεν κάνει σφάλματα με τα λόγια, αυτός είναι τέλειος άνθρωπος και ικανός να χαλιναγωγήσει όλο τον εαυτό του» (Ιάκ. 3, 1-2). Τα ψέματα των ψευδοδιδασκάλων προκάλεσαν μεγάλες αιματοχυσίες στον κόσμο. Γι’ αυτό το λόγο ο Άγιος Παύλος προειδοποιεί όλους τους χριστιανούς με τα εξής:
«Προσέχετε καλά, μη σας εξαπατήσει κανείς με τους απατηλούς και κούφιους συλλογισμούς της ανθρώπινης σοφίας, που στηρίζονται σε ανθρώπινες παραδόσεις και σε μία λανθασμένη πίστη προς τα στοιχεία του κόσμου και όχι στη διδασκαλία του Χριστού (Κολ. 2, 8). β. που συνεχώς μαθαίνουν και ποτέ δεν μπορούν να φτάσουν στην τέλεια γνώση της αλήθειας (Τιμ. Β’, 3, 7). γ. Γιατί θα ‘ρθει καιρός που οι άνθρωποι δε θα ανέχονται τη σωστή διδασκαλία, αλλά θα συγκεντρώνουν γύρω τους πλήθος από δασκάλους, που να ταιριάζουν με τις επιθυμίες τους, για ν’ ακούν αυτά που τους αρέσουν (Τιμ. Β’ 4, 3-4).
Αυτά τα λόγια θα μπορούσε να επαναλάβει και σήμερα ο Απόστολος Παύλος στην Ευρώπη. Με τα ίδια λόγια θα περιέγραφε σήμερα την αρρώστια της λευκής φυλής. Είναι η ίδια ακριβώς αρρώστια που υπήρχε και πριν από δύο χιλιάδες χρόνια: Ίδια αρρώστια, ίδια περιγραφή, ίδια συνταγή και ίδιο φάρμακο.
Υπάρχει κάποιος άλλος στον κόσμο, εκτός από τον Απόστολο Παύλο, που θα μπορούσε να σας εξηγήσει ποια είναι η αιτία του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου; Κανένας, πραγματικά κανένας.
Αμέτρητοι τέτοιοι δάσκαλοι εμφανίστηκαν στους λεγομένους «πολιτισμένους» λαούς στον εικοστό αιώνα. Αυτοί έδιωξαν τον αληθινό δάσκαλο, το Χριστό.
Καθημερινά μιλούσαν από το πρωί μέχρι το βράδυ, από το βράδυ μέχρι το πρωί, και κάθε λόγος τους ήταν ένα ψέμα, ένα δόλωμα, για να παρασύρει τον άνθρωπο στον όλεθρο.
Διάβαζαν ασταμάτητα, αλλά δεν μπορούσαν να φτάσουν στην αλήθεια με κανένα τρόπο. Δίδασκαν ασταμάτητα στους άλλους, αλλά κανείς από τους μαθητές τους δεν μπορούσε να φτάσει στην αλήθεια.
Στην ουσία, όμως, οι χριστιανικοί λαοί, από την μια πλευρά πολέμησαν την μοναδική και σωτήρια αλήθεια του Χριστού, και από την άλλη έψαξαν επανειλημμένα την αλήθεια. Η αλήθεια όμως δεν βρισκόταν στη διδασκαλία των ψευδοδιδασκάλων, αλλά στα απλά σπίτια των ψαράδων και στις χωριάτικες καλύβες. Η αλήθεια κρύφτηκε στους τόπους που ζούσαν οι ασκητές, στα κελιά των θεοσεβών ανθρώπων και στις ερήμους που ζούσαν οι μοναχοί. Ολόκληρη η αλήθεια ήταν κρυμμένη μέσα σε μια μόνο λέξη, στο Χριστό.
Η δυσωδία από τις πλανεμένες φιλοσοφίες και τις ψευδοδιδασκαλίες δηλητηρίασαν τον αέρα στην Δύση. Άρχισαν να δηλητηριάζουν και τον αέρα της Ανατολής. Οι λαοί της Ανατολής, που δεν γνώριζαν το Θεό, φοβήθηκαν από τους βαπτισμένους λαούς. Οι δίκαιοι άνθρωποι άρχισαν να θρηνούν, και οι άγγελοι του ουρανού οργίστηκαν πολύ, που ολόκληρη η γη σείστηκε, και όλοι οι λαοί χτυπήθηκαν από την πύρινη καταιγίδα, προς εξαγνισμό τους.
Ας ελπίσουμε, ότι μέσα από την πύρινη αυτή καταιγίδα, να μετανοήσουν οι άνθρωποι, να καθαρισθεί η βρώμα και ο ουρανός να ενωθεί με τη γη. Αμήν.

Από το βιβλίο του Αγίου Νικολάου Επισκόπου Αχρίδος,
«Μέσα από το παράθυρο της φυλακής, μηνύματα στο λαό»,
Εκδόσεις «Ορθόδοξος Κυψέλη».

Ἀπὸ τὸ χέρι...




Ἡ θεία ἀπόφαση εἶχε πλέον παρθεῖ. Τὰ Σόδομα καὶ τὰ Γόμορρα θὰ γίνονταν παρανάλωμα πυρός...
«Θὰ πάω νὰ διαπιστώσω τὸ μέγεθος καὶ τὸ πλῆθος τῶν ἁμαρτιῶν τους», εἶχε δηλώσει ὁ ἅγιος τριαδικὸς Θεὸς στὸν δίκαιο Ἀβραάμ, ὅταν τοῦ εἶχε ἐμφανισθεῖ μὲ τὴ μορφὴ τριῶν ἀγγέλων στὴ δρῦ τοῦ Μαμβρῆ, ἐκεῖ ποὺ ὁ δίκαιος ἐκεῖνος ἄνδρας ἀξιώθηκε νὰ Τὸν φιλοξενήσει στὸ σπίτι του.
Τότε ἦταν ποὺ οἱ δύο ἀπὸ τοὺς τρεῖς ἀγγέλους ξεκίνησαν γιὰ τὰ ­Σόδομα, ἐ­­­νῶ ὁ πρῶτος παρέμεινε γιὰ λίγο ἀκόμη κοντὰ στὸν Ἀβραάμ, μετὰ ἀπὸ παράκληση τοῦ ἴδιου τοῦ Ἀβραάμ, προκειμένου νὰ Τὸν ἱκετεύσει νὰ μὴν κατα­στρέψει τὶς πόλεις αὐτές, ἂν βρίσκον­ταν ἔστω καὶ λίγοι θεοσεβεῖς ἄνθρωποι ἐκεῖ. Ὁ Κύριος ἔκανε δεκτὸ τὸ αἴτημα τοῦ ­πι­στοῦ δούλου του. Καὶ δέκα ἄνθρωποι ἂν βρίσκονταν μέσα ἐκεῖ ποὺ νὰ ­σέβονται τὸν ἀληθινὸ Θεὸ καὶ νὰ ζοῦ­νε σύμφωνα μὲ τὸ ἅγιο θέλημά Του, ἡ καταστροφὴ θὰ ἀποτρεπόταν. Δυσ­τυ­χῶς ὅμως οὔτε δέκα δὲν ὑπῆρχαν!...
Παρ’ ὅλ’ αὐτὰ ὑπῆρχαν κάποιοι: ὁ Λὼτ ἐκεῖνος, ὁ ἀνεψιὸς τοῦ ­Ἀβραάμ, ποὺ κατοικοῦσε μέσα στὴν πόλη τῶν Σο­­­­­δόμων μαζὶ μὲ τὴ γυναίκα του καὶ τὶς δύο κόρες του. Οἱ δύο ­ἄγγελοι, ὅταν ἔ­­­φθασαν στὴν πόλη, ­φιλοξενήθηκαν στὸ σπίτι του. Καὶ ἀπὸ ἐκεῖ ­διεπίστωσαν τὴν ἔκταση τῆς ἁμαρτίας τῶν Σοδομιτῶν, τὴ διάχυση τοῦ ἐκφυλισμοῦ καὶ τῆς ­διαφθορᾶς τῶν ἀνθρώπων ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι θέλησαν νὰ ἀσελγήσουν μὲ τὸν χειρότερο τρόπο ἐπάνω στοὺς δύο θείους ἐπισκέπτες τοῦ Λώτ.
Ὅλα αὐτὰ εἶχαν ἤδη προηγηθεῖ, ὅ­­­ταν οἱ δύο ἄγγελοι ἀνακοίνωσαν ­πλέον στὸν Λὼτ τὴ θεϊκή τους ἀπόφαση: «Ἡ­­­μεῖς ἀπόλλυμεν τὸν τόπον τοῦτον, ὅτι ὑψώθη ἡ κραυγὴ αὐτῶν ἔναντι Κυρίου» (Γεν. ιθ΄ [19] 13). Ἐμεῖς τώρα θὰ καταστρέψουμε τὴν περιοχὴ αὐτή, διότι ἡ ἁμαρτία τῶν ἀνθρώπων αὐτῶν εἶναι μεγάλη καὶ ἀνυπόφορη, κραυγαλέα ἐνώπιον τοῦ Κυρίου. Ἔτσι μίλησαν ἀποβραδίς· καὶ τὴν ἄλλη μέρα, πρωί - πρωί, «ἐσπούδαζον... τὸν Λώτ», τὸν πίεζαν νὰ βιαστεῖ λέγοντάς του: «Πάρε τὴ γυναίκα καὶ τὶς δύο θυγατέρες σου καὶ φύγε γρήγορα ἀπ’ τὴν πόλη, γιὰ νὰ μὴ χαθεῖς κι ἐσὺ μαζὶ μὲ τοὺς κατοίκους της» (στίχ. 15).
Στὸ ἄκουσμα τῶν λόγων αὐτῶν ὁ Λὼτ καὶ οἱ οἰκιακοί του τά ’χασαν. Δὲν περίμεναν τόσο ἄμεσα νὰ ἐπέλθει ἡ τιμωρητικὴ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ κατὰ τῆς πόλεως. Ἀποσβολώθηκαν. Ὁ τρόπος μὲ τὸν ὁποῖο τοὺς μιλοῦσαν οἱ δύο ἄγγελοι, ἡ βιασύνη στὴν ὁποία τοὺς ὠθοῦσαν, τοὺς ἔκανε νὰ σαστίσουν. Τρόμος τοὺς κατέλαβε καὶ ἀγωνία, καὶ ἔμειναν ἀκίνητοι· ταραγμένοι· ἀναποφάσιστοι.
Τότε λοιπὸν οἱ δύο ἄγγελοι, τὰ δύο εὐ­λογητὰ Πρόσωπα τῆς ἁγίας ­Τριάδος, ἔκαναν κάτι. Κάτι τόσο στοργικό, τόσο ζεστό... «Καὶ ἐκράτησαν οἱ ἄγγελοι τῆς χειρὸς αὐτοῦ καὶ τῆς χειρὸς τῆς γυ­­ναικὸς αὐτοῦ καὶ τῶν χειρῶν τῶν δύο θυγατέρων αὐτοῦ... καί... ­ἐξήγαγον αὐ­τοὺς ἔξω» (στίχ. 16-17). Τοὺς πῆραν ἀπὸ τὸ χέρι· τὸ χέρι τοῦ Λώτ, τὸ χέρι τῆς γυναίκας του, τὸ χέρι τῶν ­θυγατέρων του. Τοὺς πῆραν ἀπὸ τὸ χέρι καὶ τοὺς ἔβγαλαν ἔξω. Ὄχι ἔξω ἀπὸ τὸ σπίτι τους. Ἔξω ἀπὸ τὰ Σόδομα!
Τὸ πρωινὸ τῆς ἡμέρας ἐκείνης, ἂν τύχαινε κανεὶς νὰ περπατᾶ στοὺς δρόμους τῆς ἀπαίσιας ἐκείνης πόλεως, θὰ ἀντίκριζε τὸ συγκινητικότατο τοῦτο θέαμα: Δύο ἀγγέλους (ἔτσι ἐμφανιζόταν ὁ ἅγιος Θεός) νὰ κρατοῦν ἀπὸ τὸ χέρι τέσσερις ἀνθρώπους, ἕναν ἄνδρα καὶ τρεῖς γυναῖκες, καὶ νὰ περπατοῦν μαζί τους πρὸς τὶς πύλες τῆς πόλεως· πιασμένοι χέρι - χέρι. Ὁ Θεὸς μὲ τοὺς ἀνθρώπους!...
Λέει ἀκόμα μιὰ λέξη ἡ Ἁγία Γραφή: «ἐν τῷ φείσασθαι Κύριον αὐτοῦ» (στίχ. 16). Αὐτὸ ἔγινε, ἐπειδὴ ὁ Κύριος λυπήθηκε τὸν Λὼτ καὶ δὲν θέλησε νὰ τὸν καταστρέψει, αὐτὸν καὶ τὴν οἰκογένειά του, μαζὶ μὲ τοὺς ὑπόλοιπους ­Σοδομίτες. «Ἐν τῷ φείσασθαι Κύριον», ἐπειδὴ τοὺς σπλαχνίσθηκε ὁ Θεός, τοὺς ­ἔπιασε ἀπὸ τὸ χέρι, ὅπως ὁ στοργικὸς πατέρας, ἡ στοργικὴ μητέρα πιάνουν τὰ παιδιά τους, καὶ τοὺς ἔβγαλε ἔξω, στὸ δρόμο τῆς σωτηρίας τους.
Τί εἰκόνα, ἀλήθεια! Καὶ τί ἀλήθεια αὐ­τὴ γιὰ τὴ φροντίδα ποὺ λαμβάνει γιὰ μᾶς ὁ πολυεύσπλαχνος Κύριος καὶ Θεός μας! Νὰ μᾶς βαστάζει ἀπὸ τὸ χέρι, ναί, ἀπὸ τὸ χέρι, καὶ νὰ μᾶς ὁδηγεῖ στὸ δρόμο τῆς σωτηρίας μας. Τέτοια στοργή!
Τί φοβᾶσαι, λοιπόν, ἀδελφέ μου; Λὲς ὅτι εἶσαι νέος, νέα, καὶ πῶς θὰ πορευθεῖς μέσα σ’ αὐτὸν τὸν καταιγισμὸ τοῦ κακοῦ, τῆς ἁμαρτίας... Εἶσαι οἰκογενειάρχης, ἐπιστήμων, ὑπάλληλος, ἐργα­ζόμενος, καὶ δειλιάζεις μπροστὰ στὴ λαί­λαπα τῆς ἀνομίας καὶ ἀποστασίας ποὺ σαρώνει τὰ πάντα. Καὶ μένεις ἐ­­νε­ός, τρομαγμένος, ἀποσβολωμένος, σὰν τὸν Λὼτ καὶ τοὺς οἰκογενεῖς του...
Κοίτα τί κάνει ὁ Θεὸς γιὰ σένα! Ὁ Ἴδιος κατέρχεται γιὰ νὰ σὲ πιάσει ἀπὸ τὸ χέρι, μὲ σιγουριά, μὲ ἀσφάλεια, γιὰ νὰ περάσεις μέσα ἀπὸ τὶς συμπληγάδες τοῦ κακοῦ... Καὶ σὺ φοβᾶσαι καὶ τὰ χάνεις καὶ δειλιᾶς;
«Ἐκράτησας τῆς χειρὸς τῆς ­δεξιᾶς μου», νὰ ἐπαναλαμβάνεις μαζὶ μὲ τὸν Ψαλ­μωδό. Ἐσύ, Κύριε, μὲ ­κράτησες ἀ­­­πὸ τὸ χέρι μου «καὶ μετὰ δόξης προσελάβου με»· μὲ τράβηξες κοντά σου μέ­-σα σὲ δόξα (Ψαλ. οβ΄ [72] 23-24).
Αὐτὸ νὰ λὲς γεμάτος πίστη, καὶ σὰν μικρὸ παιδὶ νὰ ἁπλώνεις τὸ χέρι σου, ἔ­­­τσι, μπροστά, ψηλά· γιὰ νὰ σοῦ τὸ πιάνει ἡ παντοδύναμη δεξιά Του.
Καὶ τότε, ποιὸς μπορεῖ νὰ σὲ ἀποσπά­σει ἀπὸ αὐτή; (πρβλ. Ἰω. ι΄ 28-30).

Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”


Ο εξαγνισμός της καρδιάς

– Γέροντα, ο Χριστός χωράει σε όλες τις καρδιές;

– O Χριστός χωράει, οι άνθρωποι δεν Τον χωράνε, γιατί δεν προσπαθούν να διορθωθούν.

Για να χωρέσει ο Χριστός μέσα μας, πρέπει να καθαρίσει η καρδιά. «Καρδίαν καθαράν κτίσον εν εμοί, ο Θεός…» (Ψαλμ. Ν” [50]12)

– Γέροντα, γιατί τα άγρια ζώα δεν πειράζουν τους Αγίους;

– Αφού ημερεύουν οι άνθρωποι, ημερεύουν και τα άγρια ζώα και αναγνωρίζουν ότι ο άνθρωπος είναι αφεντικό τους. Στον Παράδεισο, πριν από την πτώση, τα άγρια θηρία έγλειφαν τους Πρωτοπλάστους με ευλάβεια, αλλά μετά την πτώση πήγαιναν να τους ξεσκίσουν.

Όταν ένας άνθρωπος επανέρχεται στην προπτωτική κατάσταση, τα ζώα τον αναγνωρίζουν πάλι για αφεντικό.

Σήμερα όμως βλέπεις ανθρώπους που είναι χειρότεροι από τα άγρια θηρία, χειρότεροι από τα φίδια.

Εκμεταλλεύονται απροστάτευτα παιδιά, τους παίρνουν τα χρήματα και, όταν έρχονται σε δύσκολη θέση, τα ενοχοποιούν, καλούν την αστυνομία, τα πηγαίνουν και στο ψυχιατρείο.

Γι” αυτό τον 147ο Ψαλμό που διάβαζε ο Άγιος Αρσένιος ο Καππαδόκης, για να ημερέψουν τα άγρια ζώα και να μην κάνουν κακό στους ανθρώπους, τον διαβάζω, για να ημερέψουν οι άνθρωποι και να μην κάνουν κακό στους συνανθρώπους τους και στα ζώα.

– Πώς επανέρχεται, Γέροντα, ο άνθρωπος στην προπτωτική κατάσταση;

– Πρέπει να εξαγνισθεί η καρδιά.

Να απόκτησει την ψυχική αγνότητα, δηλαδή ειλικρίνεια, τιμιότητα, ανιδιοτέλεια, ταπείνωση, καλοσύνη, ανεξικακία, θυσία. Έτσι συγγενεύει ο άνθρωπος με τον Θεό και αναπαύεται μέσα του η Θεία Χάρις.

Όταν κάποιος έχει την σωματική αγνότητα, άλλα δεν έχει την ψυχική αγνότητα, δεν αναπαύεται ο Θεός σ’ αυτόν, γιατί υπάρχει μέσα του πονηρία, υπερηφάνεια, κακία κ.λπ.

Τότε η ζωή του είναι μια κοροϊδία.

Από “δώ να ξεκινήσετε τον αγώνα σας: Να προσπαθήσετε να αποκτήσετε την ψυχική αγνότητα.

– Γέροντα, μια κακή συνήθεια μπορεί να κοπεί αμέσως;

– Κατ” αρχάς πρέπει να καταλάβει ο άνθρωπος ότι αυτή η συνήθεια τον βλάπτει και να θελήσει να αγωνισθεί, για να την κόψει. Χρειάζεται να έχει κανείς πολλή θέληση, για να μπορέσει να την κόψει αμέσως. Όπως λ.χ. το σχοινί κάνει σιγά-σιγά μια μικρή αυλακιά στο χείλος του πηγαδιού και δεν γλιστρά πια, έτσι και κάθε συνήθεια λίγο-λίγο χαράζει μια αυλακιά στην καρδιά και δύσκολα βγαίνει από αυτήν. Γι” αυτό πρέπει πολύ να προσέξει κανείς, να μην αποκτήσει κακές συνήθειες, γιατί μετά χρειάζεται πολλή ταπείνωση και πολλή θέληση, για να μπορέσει να τις αποβάλει.

Έλεγε ο παπα-Τύχων: Καλή συνήθεια, παιδί μου, αρετή· κακή συνήθεια, πάθη.

Πάντως διαπίστωσα ότι, όταν ο άνθρωπος, ενώ αγωνίζεται, συνεχίζει να σφάλλει και δεν αλλάζει, αιτία είναι ο εγωισμός, η φιλαυτία και η ιδιοτέλεια. Λείπει η ταπείνωση και η αγάπη, και έτσι εμποδίζεται η Θεία επέμβαση. Δεν βοηθάει ο ίδιος ο άνθρωπος τον Θεό, για να τον βοηθήσει.

Αν π.χ. τον βοηθήσει ο Θεός να ξεπεράσει ένα πάθος του, θα το πάρει επάνω του, θα υπερηφανευθεί, γιατί θα νομίζει ότι μόνος του το ξεπέρασε, χωρίς την βοήθεια του Θεού.


Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου, 
Λόγοι Γ’: Πνευματικός αγώνας, 
έκδ. Ι. Ησυχ. «Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος», 
Σουρωτή Θεσσαλονίκης: 2001, σ. 113-115.

Τί πρέπει να κάνει ο χριστιανός για να κληρονομήσει την αιώνια ζωή;


Ο Χριστιανός, για 
να κληρονομήσει 
την αιώνια ζωή, πρέπει:

Μ’ όλη του την ψυχή ν’ αγαπάει το Θεό και να τηρεί τις εντολές Του. Ν’ αγαπάει, επίσης, το συνάνθρωπό του όπως και τον εαυτό του. Γιατί ο Κύριος είπε: «Θα μείνετε πιστοί στη αγάπη μου, αν τηρήσετε όλες τις εντολές μου» (Ιω. 15:10 ). Και: «Έτσι, θα σας ξεχωρίζουν όλοι πως είστε μαθητές μου, αν έχετε αγάπη ο ένας για τον άλλο» (Ιω. 13:35).
Να ταπεινώνει την ψυχή του μπροστά στον Θεό και ποτέ να μην ταπεινώνει τον πλησίον του. Γιατί «καρδιά συντετριμμένη και ταπεινωμένη ο Θεός δεν θα την καταφρονήσει» (Ψαλμ. 50:19). Να πενθεί για τις αμαρτίες του. Να θλίβεται πικρά για τις αμαρτίες του πλησίον του. Να χαίρεται, όταν ο πλησίον του είναι ευτυχισμένος, και να μην τον φθονεί για την ευτυχία του. Να δέχεται με υπομονή και να συμβουλεύει με καλοσύνη όσους του εναντιώνονται. Να επιδιώκει πάντα τη εκτέλεση δικαίων και θεάρεστων έργων, που συντελούν στη διατήρηση της καθαρότητος της ψυχής.

Να αισθάνεται ευσπλαχνία για τους δυστυχισμένους. Να εργάζεται μ’ όλες του τις δυνάμεις για την ειρήνη, όπως τη θέλει ο Κύριος∙ γιατί έτσι θα ονομαστεί παιδί του Θεού (Ματθ. 5:9). Να μη δειλιάζει όταν βρίζεται, όταν κατηγορείται, όταν κατατρέχεται, ακόμα και όταν θανατώνεται για τη δικαιοσύνη του Θεού και την ομολογία της πίστεως στο Χριστό.

Να πολεμάει κάθε αιρετική διδασκαλία και να δέχεται την ορθή πίστη της αγίας Εκκλησίας μας για τον Τριαδικό Θεό.

Ν’ αγαπάει την αλήθεια και να μη μολύνει ποτέ τη γλώσσα του με το ψέμα. Να μην κάνει ποτέ κακό στον πλησίον του.

Να μην κατηγορεί. Να μην κοροϊδεύει. Να μην κάνει τίποτε απ’ όσα απαγορεύει ο νόμος του Θεού.

Να δίνει ελεημοσύνη έστω από το υστέρημά του, χωρίς να ζητάει από τους άλλους ενίσχυση για την καλή αυτή πράξη.

Να δίνει ευχές, όταν του δίνουν κατάρες. Αν κάποιος τον πάρει αγγαρεία για ένα μίλι, να πάει μαζί του δύο (Ματθ. 5:41), δίχως να βαρυγγωμήσει ή να ξεστομίσει κακό λόγο. Να μην ορκίζεται ποτέ, αλλά να εφαρμόζει την παραγγελία του Κυρίου: «Το «ναι» σας να είναι ναι και το «όχι» σας να είναι όχι» (Ματθ. 5:37).

Να υμνολογεί το Θεό και να προσεύχεται σ’ Αυτόν με κατάνυξη.

Να συλλογίζεται πάντα το θάνατό του, τη μέλλουσα κρίση και την απολογία που θα δώσει για τα έργα του. Να συλλογίζεταιπάντα τις αμαρτίες του, παρακαλώντας το Θεό να του τις συγχωρήσει.

Να κάνει με ζήλο καλές πράξεις, χωρίς όμως να καυχιέται γι’ αυτές, όπως ο Φαρισαίος.

Να αποφεύγει τη λαιμαργία, τη μέθη, την επιορκία, την άσκοπη φλυαρία, το φθόνο, τις διαμάχες, την κακεντρέχεια, την πλεονεξία, την αισχροκέρδεια, την οργή, την πορνεία, τη μοιχεία και, γενικά, την ασέλγεια.

Να μην έχει καμιά σχέση με τη μαγεία, να μη χρησιμοποιεί μαγικά και να μην καταφεύγει ποτέ σε μάγους, μάντεις και γητευτές. Να διατηρεί τον εαυτό του αγνό, ώστε να μεταλαμβάνει άξια το Σώμα και το Αίμα του Χριστού.

Να συντρέχει τα ορφανά, τις χήρες και τους ξένους. Να μην αρνείται τη βοήθειά του σ’ εκείνον που την χρειάζεται. Να δίνει δανεικά δίχως τόκο σ’ εκείνον που του ζητάει, γιατί, όσα έχει, από το Θεό τα έχει και σ’ Αυτόν ανήκουν.

Να λυπάται ως ψυχικά τυφλούς τους εχθρούς της πίστεως και ν’ αγωνίζεται μ’ όλες του τις δυνάμεις για το φωτισμό τους, να φεύγει μακριά όμως, από κείνους που εμμένουν στην τύφλωσή τους.

Να παραμένει σταθερά αγαθός, ευσεβής, αγνός κι αφοσιωμένος στο Θεό. Να κατευθύνεται σε κάθε ενέργειά του από την ενθύμηση και το θέλημα του Κυρίου, σύμφωνα με το ψαλμικό: «Βλέπω τον Κύριο πάντοτε μπροστά μου» (Ψαλμ. 15:8).

Να μη διατηρεί μνησικακία στην ψυχή του, αλλά να συγχωρεί αμέσως εκείνον που του φταίει. Γιατί ο Κύριος είπε: «Αν συγχωρήσετε τους ανθρώπους για τα παραπτώματά τους, θα σας συγχωρήσει κι εσάς ο ουράνιος Πατέρας σας» (Ματθ. 6:14).

Να κρίνει με δικαιοσύνη και φόβο Θεού. Να μην κατακρίνει, να μην περιφρονεί και να μην εξευτελίζει τον πλησίον για τ’ αμαρτήματά του. Γιατί ο Κύριος είπε: «Μην κρίνετε τους συνανθρώπους σας, για να μη σας κρίνει κι εσάς ο Θεός» (Ματθ. 7:1).
Να σωφρονίζει τον πλησίον με αγάπη. Να υπερασπίζει τον αδικημένο. Να προστατεύει τον αδύνατο. Να βοηθάει τον ανάπηρο. Να νουθετεί τον παραστρατημένο.
Να αγαπά την ανάγνωση πνευματικών βιβλίων, την ακρόαση του θείου λόγου και τις ψυχωφελείς συζητήσεις.
Να τιμά τους γονείς του και να μην τους κακολογεί ποτέ.
Να συχνάζει στις ιερές ακολουθίες, που τελούνται στο ναό. Να μην αμφιβάλλει για τα θαύματα, που γίνονται από το Θεό σε κάθε εποχή.

Όταν ο άνθρωπος ζει μ’ αυτόν τον τρόπο, έχοντας παντοτινά το Θεό στην καρδιά του με επίγνωση, θα κληρονομήσει τη βασιλεία των ουρανών, που έχει ετοιμαστεί για τους αγίους από την αρχή του κόσμου και που εύχομαι να κληρονομήσουμε όλοι μας, με τη χάρη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Σ’ Αυτόν ανήκει η δόξα και η δύναμη στους ατελεύτητους αιώνες. Αμήν.

Αγ. Ιωάννης ο Χρυσόστομος
(Από το βιβλίο «Θέματα ζωής Β’» 
Από τις ομιλίες του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, 
Ιερά Μονή Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής)

Η αγάπη προς την ανθρωπότητα είναι ρητορική απάτη



Η αγάπη προς την ανθρωπότητα είναι ρητορική απάτη, η αγάπη προς τον άνθρωπο τον συγκεκριμένο, που έχει δοθεί από τον Θεό στον δρόμο της ζωής μας, είναι έργο πρακτικό, που απαιτεί κόπο, προσπάθειες, πάλη με τον εαυτό μας, με την οκνηρία μας.




π. Ιωάννης Κρεστιάνκιν, της Μονής των Σπηλαίων (Πσκώφ)

Η τέχνη της προσευχής



Όλη η τέχνη είναι αυτή ακριβώς. Είτε περπατάς είτε κάθεσαι, είτε στέκεσαι, είτε εργάζεσαι, είτε βρίσκεσαι στην εκκλησία, άσε τη προσευχή αυτή να γλιστρήσει από τα χείλη σου "Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με" με τη προσευχή αυτή στην καρδιά σου θα βρεις εσωτερική ειρήνη και γαλήνη σώματος και ψυχής.

Άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ

Πνευματική ευωδία



Το τριαντάφυλλο δεν μιλάει αλλά μοσχοβολάει δυνατά. 
Το ίδιο και εμείς πρέπει να μοσχοβολάμε, 
να εκπέμπουμε την πνευματική ευωδία, την ευωδία του Χριστού. 
Να ακούγεται από μακριά το άρωμα των πράξεών μας - καλών, 
καθαρών, δίκαιων και γεμάτων αγάπη.
Μόνο έτσι μπορεί να φανερωθεί η Βασιλεία του Θεού 
η οποία υπάρχει μέσα στην καρδιά μας, 
να φανερωθεί όχι εν λόγω αλλά εν δυνάμει. Αμήν.

Άγιος Λουκάς Κριμαίας

Τα εμπόδια της Προσευχής και η κατανίκησή τους



Το να προσεύχεται κανείς και να αφοσιώνεται στο έργο της προσευχής είναι αγώνισμα. Πρόκειται για έναν κοπιώδη αγώνα. Όπως αναφέρει και ο γέροντας Σωφρόνιος…
…“ενίοτε η προσευχή ρέει μέσα μας σαν ισχυρός ποταμός και άλλοτε ή καρδιά μας αποβαίνει αποξηραμένη”. Ό αγωνιζόμενος στο άθλημα της προσευχής χριστιανός έχει να αντιμετωπίσει ένα πλήθος εμποδίων, τα όποια ορθώνονται εμπρός του εξαιτίας του αόρατου πολέμου του διαβόλου, αλλά κι εξαιτίας της αμαρτωλότητάς του. Τα εμπόδια αυτά θα μπορούσαμε να τα αναφέρουμε ως εξής:

Η φυσική οκνηρία:
Πρόκειται για την κούραση και τον κόπο της καθημερινής μας ζωής. Συντετριμμένος ο άνθρωπος από την καθημερινή βιοπάλη, αδυνατεί να αφιερώσει χρόνο προς συγκέντρωση και προσευχή, γιατί, λέγει στον εαυτό του, η κούραση δεν του επιτρέπει την συγκέντρωση του νοός στο ταμείον του. Ο όσιος Παλάμων, ο γέροντας του οσίου Παχωμίου, όταν έβλεπε πώς ο νεαρός υποτακτικός του νύσταζε τη νύκτα πού προσευχόταν, τον έπαιρνε κι ανέβαιναν πάνω στο γειτονικό αμμόλοφο. Κρατούσε ο καθένας τους ένα ζεμπίλι και κουβαλούσαν άμμο από το ένα μέρος στο άλλο. Τον συνήθιζε έτσι ν’ αντιστέκεται στον ύπνο και να γίνεται πιο πρόθυμος στην προσευχή.

Η έλλειψη συγκέντρωσης:
Ο νους περισπάται κατά την ώρα της προσευχής σε βιοτικές μέριμνες, σε συμβάντα της ημέρας πού πέρασε ή ταξιδεύει στο μέλλον σχεδιάζοντάς το. Έτσι, ή ώρα της προσευχής είναι μία τυπική επανάληψη κάποιων αναγνωσμάτων, χωρίς νόημα και αξία. Το πρόβλημα στην περίπτωση αυτή είναι πώς το τέλος της προσευχής συνοδεύεται με αισθήματα κενού.

Η προσευχή ως τυπική συνήθεια:
Πολλοί προσεύχονται για να προσεύχονται, ίσα ίσα για να “βγουν από τη σειρά”, δίχως συνείδηση, δίχως περίσκεψη, δίχως να αντιλαμβάνονται το γιατί και πώς προσεύχονται.
Η εγωιστική προσευχή που περιορίζεται στο “εγώ”:
Πολλοί συνηθίζουν να προσεύχονται εντελώς ατομικιστικά, ζητώντας από το Θεό να τούς προφυλάσσει από κάθε κακό, υπονοώντας ότι το κακό ας βρει τούς άλλους. Άλλοι πάλι ζητούν από το Θεό χρήματα, περιουσίες, επαγγελματική καταξίωση, έχοντας την εντύπωση πως ο Θεός δεν γνωρίζει το τι είναι καλό για την ψυχή τους, ή αντιλαμβανόμενοι την προσευχή σαν μία ανταποδοτική σχέση: “εγώ Θεέ μου σού δίνω τον χρόνο μου, εσύ να μου δώσεις όλα τα αγαθά που σου ζητάω, γιατί εγώ είμαι οπαδός σου. Κι αν μου τα δώσεις εγώ θα (συνεχίσω να σε προσκυνάω. Αν όχι πρόσεξε Θεέ μου, μπορεί και να μη … σου δίδω σημασία”). Ας θυμηθούμε την προσευχή τού Κολοκοτρώνη ή του Μακρυγιάννη πού είχε ως περιεχόμενο την ελευθερία του Γένους. Αγνοώντας τον εαυτό τους οι αγωνιστές προσεύχονταν για το καλό ολάκερης της πατρίδας. Αν ο Θεός έκρινε καλό ας έχαναν εκείνοι τη ζωή τους.

Η αντίληψη της προσευχής ως υποχρέωση:
Σε καμία περίπτωση δε θα πρέπει να θεωρούμε την προσευχή υποχρέωση. Αντιθέτως, πρόκειται για δώρο του Θεού προς τον άνθρωπο και συνεπώς είναι δικαίωμα του ανθρώπου. Αν κανείς θέλει το αποδέχεται το δικαίωμα αυτό, αν πάλι δεν το επιθυμεί ποιός είναι ο λόγος να προσευχόμαστε έχοντας μία στρεβλή αντίληψη για την προσευχή; Βέβαια, δε θα πρέπει να αποτρέπεται ο άνθρωπος από το να προσεύχεται, όπως αυτός νομίζει. Η παραπάνω περίπτωση αφορά σε όσους ενσυνείδητα θεωρούν την προσευχή υποχρέωση. Είναι ένα θέμα προς συζήτηση με τον πνευματικό τους.
Η οίηση και η υπερηφάνεια κατά την προσευχή:
Πρόκειται για τον φαρισαϊκό τρόπο προσευχής με μεγαλαυχίες και ηχηρές κουβέντες προς εντυπωσιασμό και ημών των ιδίων αλλά και όλων των άλλων που μας ακούν και μας βλέπουν. Αλήθεια, την θέλει μια τέτοιου είδους προσευχή ο Θεός;

Οι άσεμνες σκέψεις κατά την προσευχή και οι λογισμοί:
Εδώ πρόκειται καθαρά για μεθοδεύσεις και διαβολικούς μηχανισμούς. Την ώρα της προσευχής στο μυαλό μας περνούν υβρεολόγια, ακάθαρτοι λογισμοί για εμάς, το συνάνθρωπο, τούς Αγίους μας, την Παναγία, το Θεό. Είναι ο αόρατος πόλεμος. Εδώ χρειάζεται προσοχή. Μόλις η μολυσμένη σκέψη γίνει αντιληπτή από τη συνείδηση μας, εκεί χρειάζεται να μη δοθεί έδαφος για να αναπτυχτεί. Ο τρόπος είναι η απόλυτη συγκέντρωση στην προσευχή, η επίκληση του ονόματος του Χριστού. Εκεί θα δοθεί η μάχη. Βέβαια, για όλα τούτα οι πνευματικοί μας πατέρες και ο πνευματικός του καθενός μπορούν να μεθοδεύσουν τον αγώνα του προσευχομένου χριστιανού σε προσωπικό επίπεδο. “Εκείνος που έχει συμμαζεμένο το νου του, όταν προσεύχεται και προσέχει σ’ αυτά πού λέγει, απομακρύνει με τη φλόγα της προσευχής του τους δαίμονες”, λέγει ο Όσιος Εφραίμ ο Σύρος. Εκείνος όμως που μετεωρίζεται, που σκορπίζει το νου σε ανώφελες σκέψεις, περιπαίζεται από αυτούς”. Όλα τα παραπάνω εμπόδια μπορούν να ξεπεραστούν.
Με μία μόνο λέξη. ΤΑΠΕΙΝΩΣΗ. Αυτό είναι το κλειδί της προσευχής. Ο γέρων Σωφρόνιος του Έσσεξ το λέγει ξεκάθαρα: “Προσευχή σημαίνει πολλές φορές να ομολογούμε στο Θεό την άθλια μας κατάσταση: αδυναμία, φόβο, ακηδία, αμφιβολία, φόβο, απόγνωση, με ένα λόγο οτιδήποτε συνδέεται με την ύπαρξή μας. Να τα ομολογούμε όλα τούτα, δίχως να επιζητούμε καλλιεπείς εκφράσεις, ούτε ακόμη κι ένα λογικό ειρμό…”.

Επιλογικά: 
Η προσευχή στις προκλήσεις του σύγχρονου κόσμου.
Ο σύγχρονος κόσμος μας έχει ανάγκη την προσευχή όσο τίποτε άλλο. Δε χρειάζονται διασκέψεις ηγετών για να λυθούν τα προβλήματα του κόσμου, δε χρειάζονται διεθνείς οργανισμοί για να παγιωθεί η ειρήνη, δε χρειάζονται ακόμη και κυβερνήσεις για να λυθούν τα κρατικά προβλήματα. Αυτό πού χρειάζεται πάνω από όλα είναι προσευχή προς το Θεό κι όλα τα άλλα ο Θεός θα βρει τρόπο να τα οικονομήσει προς συμφέρον της ανθρώπινης ψυχής, του δημιουργήματός του που τόσο αγαπάει. Κι όσο κι αν απογοητευόμαστε από τις προκλήσεις των καιρών, όσο κι αν η πείνα θερίζει τον τρίτο κόσμο, όσο κι αν πεθαίνουν συνάνθρωποι μας από ασθένειες, όσο κι αν αθώοι άνθρωποι σκοτώνονται από τρομοκρατικά χτυπήματα, όσο κι αν νέες εστίες πολέμου αναφύονται καθημερινά, μία αλήθεια δεν πρέπει να ξεχνάμε: ο Θεός μπορεί να λύσει όλα τα προβλήματα, αρκεί να του το ζητήσουμε από βάθους καρδίας και δίχως ίχνη ιδιοτέλειας.
Στα παλαιότερα χρόνια, όταν οι αγρότες αντιμετώπιζαν προβλήματα ξηρασίας έπεφταν στα γόνατα και μέχρι να τελειώσει η προσευχή τους άνοιγαν οι ουρανοί. Ο Θεός άκουγε άμεσα την προσευχή τους. Σήμερα όμως οι «πολιτισμένοι» άνθρωποι του κόσμου τούτου δε στρέφουν το βλέμμα τους προς τον ουρανό, για να ζητήσουν με ειλικρίνεια βοήθεια. Αντίθετα, πέφτουν στην παγίδα και νομίζουν πώς μόνοι τους μπορούν να λύσουν τα προβλήματα. Το αποτέλεσμα; οι πόλεμοι συνεχίζονται, η αδικία διευρύνεται, η δυστυχία κυριαρχεί, η αλαζονεία θριαμβεύει και ο κόσμος μας ζει την παραζάλη της ασυναρτησίας, όσες αποφάσεις κι αν λαμβάνονται από τούς ισχυρούς. Για όλους τούτους τούς λόγους οι χριστιανοί πρέπει να προσεύχονται με πνεύμα αγάπης. Και η προσευχή τους να αναπληρώνει την προσευχή των συνανθρώπων μας που ξεχασμένοι στην ευτέλεια της καθημερινότητας παραμέρισαν από τη ζωή τους το Θεό.
Η προσευχή η δική μας πρέπει να είναι διπλή, τριπλή, δεκαπλή, προσευχή καρδιάς, αγάπης προς το συνάνθρωπο. Πρέπει τελικώς να είναι προσευχή αδιάλειπτη, όπως αυτή του Δαβίδ, που το πρωί βασίλευε και πολεμούσε και όλο το βράδυ το αφιέρωνε στο Θεό. Στην καρδιακή αδιάλειπτη προσευχή πρέπει να ασκηθούμε ώστε αυτή να ασκήσουμε. Και όλη ή ζωή μας θα αλλάξει για έναν και μόνο λόγο. Ο Θεός θα δει τον αγώνα μας, θα μας αγκαλιάσει και το Πανάγιο Πνεύμα θα μας συντροφεύει. Μπορούμε και στον κόσμο να γίνουμε σκεύη χάριτος, αγιασμένες προσωπικότητες που θα δίνουμε με το παράδειγμά μας το μαρτύριο της χριστιανικής ορθοπραξίας. Κι όλα τούτα επιτυγχάνονται με τη δύναμη της προσευχής. Έλεγε κάποιος γέροντας: “τούτα τα τέσσερα έχει ανάγκη πιότερο η ψυχή του ανθρώπου, να φοβάται την κρίση του Θεού, να μισεί την αμαρτία, να αγαπά την αρετή και να προσεύχεται αδιαλείπτως”. Άλλωστε, ο χριστιανός που θυμάται να συνομιλήσει με το Θεό μόνο όταν φτάσει μια καθορισμένη ώρα της προσευχής δεν έχει ακόμη μάθει να προσεύχεται.

(απόσπασμα από “Ασκητική λαικών”)

Η σωτηρία διά της απώλειας



«Ος γαρ αν θέλει την ψυχήν αυτού σώσαι, αποτελέσει αυτήν• ος δ’ αν απολέση την εαυτού ψυχήν ένεκεν εμού και του ευαγγελίου, ούτος σώσει αυτήν».
Ω, Κύριέ μου! Είναι πολύ σημαντικός αυτός ο λόγος σου και έχει μεγάλο βάθος. Είναι πολύ σημαντικό για μας να καταλάβουμε το βάθος του λόγου αυτού!
Τα λόγια Σου σε πολλούς δημιουργούν σύγχυση και προκαλούν απορία. Τι σημαίνει αυτό που λέει ο Κύριος Ιησούς Χριστός, ότι πρέπει να χάσουμε τη ψυχή μας. Εμείς θέλουμε να την σώσουμε και Αυτός μας λέει να την χάσουμε. Και μάλιστα να χάσουμε την ψυχή μας είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να την σώσουμε, αυτό ακριβώς λέει ο λόγος Του. Και πως να το καταλάβουμε; Αυτό πρέπει να σας εξηγήσω για να διαλύσω τις απορίες σας.
Τι είναι η ανθρώπινη ψυχή; Η ψυχή μας είναι το σύνολο των αισθήσεων, των επιδιώξεων και των επιθυμιών μας, των αντιλήψεων και προσλήψεων από τον εξωτερικό και τον εσωτερικό κόσμο. Το περιεχόμενο της ψυχής του κάθε ανθρώπου είναι διαφορετικό. Όλοι σας γνωρίζετε πόσο διαφορετικές είναι οι σκέψεις, οι επιθυμίες και οι επιδιώξεις της κάθε ανθρώπινης ψυχής.
Πολύ συχνά αυτές οι επιδιώξεις και οι επιθυμίες είναι ακάθαρτες και ανώμαλες. Η ψυχή ενός ανθρώπου που μπορεί να είναι γεμάτη από ψέμα, υπερηφάνεια, εγωισμό, αυτοέπαινο, λαιμαργία, πορνεία ή ακόμα και να έχει τάση να κλέβει και να φονεύει τον πλησίον. Μία τέτοια ψυχή είναι βδέλυγμα ενώπιον του Θεού. Αυτή μοιάζει με τον τόπο που πετάνε τις ακαθαρσίες, ο οποίος είναι γεμάτος απαίσια σκουλήκια. Μια τέτοια ψυχή είναι σαπρή και δεν είναι άξια του ελέους του Θεού.
Οι ψυχές των ανθρώπων είναι καθαρές και γεμάτες καλές επιθυμίες. Αλλά και σε τέτοιες ψυχές, αν αυτές δεν έχουν την χάρη του Θεού, μπορεί να υπάρχει βρωμιά. Γι’ αυτό ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός λέει, ο,τι αυτός που θέλει να τον ακολουθήσει πρέπει να απαρνηθεί τον εαυτό του. Τι σημαίνει να απαρνηθούμε τον εαυτό μας; Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να απαρνηθούμε τα δικά μας σχέδια και την δική μας κατανόηση των οδών της ζωής, να παρατήσουμε τις επιθυμίες και τις επιδιώξεις μας και να απαρνηθούμε την βούλησή μας. Πρέπει την ψυχή μας αυτή, την ρυπαρή και αμαρτωλή, να την χάσουμε και να την απαρνηθούμε ολοσχερώς. Αν δεν θα χάσει ο άνθρωπος αυτή την ακάθαρτη ψυχή του, τότε είναι αδύνατον γι’ αυτόν να αποκτήσει την Βασιλεία των Ουρανών.
Αν θα την χάσει, αν θα απαρνηθεί μία τέτοια ψυχή, τότε θα την σώσει. Διότι μόνο τότε, όταν η ψυχή θα ελευθερωθεί από τις αμαρτωλές επιθυμίες και γίνει φωτεινή, μπορεί να κατοικήσει μέσα της το Άγιο Πνεύμα. Μόνο τότε ο Χριστός θα σώσει αυτή την ψυχή. Γιατί ο Χριστός δεν σώζει κανέναν δια της βίας. Περιμένει να μισήσει ο άνθρωπος τον εαυτό του και με μετάνοια να στραφεί προς τον Θεό και να τον ικετέψει για την σωτηρία του, να επιθυμεί το άγιο Πνεύμα να κατοικήσει στην ψυχή του.

Αγίου Λουκά Ιατρού Αρχιεπ. Κριμαίας

Ὅταν οἱ Ἐπίσκοποι δέν εἶναι λέοντες



ΟΙ ΥΠΟΨΗΦΙΟΙ ἀρχιερεῖς (δηλαδή οἱ φιλόδοξοι ἀρχιμανδρίτες) συνήθως δέν ἐκδηλώνονται σχετικά μέ τήν πορεία τῶν ἐκκλησιαστικῶν μας πραγμάτων. Δέν διατυπώνουν δημοσίως τήν ἀντίθετη γνώμη τους πρός τήν τακτική τῶν κρατούντων, δέν ἐλέγχουν συγκεκριμένες πράξεις ἀναξίων κληρικῶν καί ἐπισκόπων καί προπαντός οἰκουμενιστικές ἐκδηλώσεις τῶν μεγαλοσχήμων τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου.
Καί συμβαίνει αὐτό, γιατί περιμένουν τήν ἡμέρα καί τήν ὥρα πού θάἀνέλθουν στό ὑψηλό βάθρο τῆς ἀρχιερωσύνης, χωρίς νά ἔχουν τήσυναίσθηση τῶν μεγάλων εὐθυνῶν, πού θά ἀναλάβουν, ἀλλά καί χωρίς τόνπνευματικό ἐξοπλισμό πού ἀπαιτεῖ τό ἀξίωμα. Ἀπό αὐτή τή ζύμη τῶν πρός ἀρχιερατείαν κληρικῶν δέν πρέπει νά περιμένουμε σπουδαῖα πράγματα. Θά διαιωνίζεται ἡ κακοδαιμονία στήν Ἐκκλησία καί θά ἐκλείψει κάθε ἐλπίδα βελτιώσεως. Ἐκτός καί ἄν ὁ Θεός βάλει τό χέρι του καί ἀνατρέψει τά ὅσα ἀπαράδεκτα συμβαίνουν στήν Ἐκκλησία.
Τήν ἴδια τακτική τηροῦν καί οἱ Μητροπολίτες, παρόλο πού ἡ μεγάλη τους ἐπιθυμία ἔχει ἐκπληρωθεῖ. Τό ὄνειρό τους νά γίνουν δεσποτάδες πραγματοποιήθηκε καί τό ἀπολαμβάνουν καθημερινά μέσα στίς πολυτελέστατες ἀρχιερατικές τους στολές, κάτω ἀπό τίς χρυσίζουσες μίτρες καί τή λάμψη τῶν ποιμαντορικῶν ράβδων καί τῶν βαρύτιμων σταυρῶν καί ἐγκολπίων. Αὐτή εἶναι ἡ ἀρχιερωσύνη γι᾿ αὐτούς. Τίποτα ἄλλο. Ὅλα ὅσα περιμένει ὁ λαός ἀπό αὐτούς, δέν τούς ἀφοροῦν. Δέν εὐκαιροῦν γιά δευτερεύοντα καί ἐπουσιώδη πράγματα. Δικαιολογημένα κιόλας, γιατί τρέχουν ἀπό μητρόπολη σέ μητρόπολη γιά γιορτές καί πανηγύρια, γιά ἐκδηλώσεις κενές πνευματικοῦ περιεχομένου καί γιά ἀπόλαυση ἀβραμιαίων τραπεζῶν. Αὐτό θά πεῖ ἀρχιερωσύνη! Αὐτό θά πεῖ ποιμαντική! Αὐτή εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία! Καί ἄν τούς ζητήσεις νά ποῦν τή γνώμη τους γιά τόν οἰκουμενισμό καί τήν προδοσία τῆς Ὀρθοδοξίας, τήν ὁποία διαπράττουν οἱ μεγαλόσχημοι τοῦ Φαναρίου καί ὄχι μόνο, θά σηκώσουν τή ράβδο! Δέν πρέπει νά εἴμαστε ἀσεβεῖς, θά μᾶς συμβουλέψουν. Δέν πρέπει νά λέμε τίποτα γιά τό σεπτό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, δέν πρέπει νά ἐπικρίνουμε τίς συμπροσευχές μέ τούς αἱρετικούς καί ἀλλόθρησκους κ.λ.π. Ὁ φόβος καί ἡ δειλία τῶν Μητροπολιτῶν δέν ἔχουν ἐξήγηση. Γιατί φοβοῦνται; Ποιός μπορεῖ νά τούς κάνει τό παρα- μικρό; Τί θά στερηθοῦν, ἄν ἀποκτήσουν φωνή; Γιατί δέν ἔχουν ἀνάλογο φόβο καί ἀπέναντι στό Θεό, καθώς δέν ὁμολογοῦν τήν πίστη τους καί δέν ἐλέγχουν ἐκείνους πού τήν περιφρονοῦν; Γιατί εἶναι ψοφοδεεῖς, παρόλο πού στίς βάσεις τῶν ἀρχιερατικῶν τους θρόνων ὑπάρχουν λέοντες, οἱ ὁποῖοι συμβολίζουν τό θάρρος καί τή γενναιότητα πού πρέπει νά τούς διακρίνουν;
Ὅμως ὑπάρχουν καί οἱ γενναῖοι Μητροπολίτες, στούς ὁποίους στηρίζεται ὁ λαός. Μπορεῖ νά ἀποτελοῦν ἐξαίρεση, ἀλλά τροφοδοτοῦν τήν ἐλπίδα ὅτι δέν χάθηκε τό πᾶν. Ἔχουμε ἀκόμα καί τούς Γέροντες, μέ τήν ἁγιότητα τοῦ βίου καί τό ὁμολογιακό τους φρόνημα. Αὐτή διδάσκουν καί καθοδηγοῦν καί διώχνουν τούς λύκους ἀπό τήν ποίμνη τοῦ Χριστοῦ. Τούς Γέροντες αὐτούς τούς θυμοῦνται συχνά οἱ δειλοί Μητροπολίτες, γιά νά παίρνουν καί οἱ ἴδιοι λίγο ἀπό τή δόξα. Ἀναφέρονται στά ξέψυχα κηρύγματά τους στήν ἁγιότητά τους, χωρίς ποτέ νά τούς ἔχουν μιμηθεῖ στό παραμικρό. Αὐτό βέβαια εἶναι ὑποκρισία πού εὔκολα ἀποκαλύπτεται.
Δέν ἐλπίζω ὅτι κάτι θά γίνει στά ἑπόμενα χρόνια. Εὔχομαι ὅμως νά παρέμβει δυναμικά ὁ Θεός, γιά νά μᾶς παρηγορήσει. Μέχρι τότε ἄς στηριζόμαστε στούς λίγους καί ἐκλεκτούς.

Πρωτοπρ. Διονύσιος Τάτσης
Ορθόδοξος Τύπος,21/11/2014

Η επερχόμενη θύελλα και οι … «αγρόν ηγόραζον»



Είναι φανερό πως δεν χρειάζεται να είναι κανείς προφήτης ή μάντης, για να κατανοήσει πως τα πράγματα έχουν φτάσει πλέον στην τελική φάση και πως η μεγάλη «θύελλα», παραμονές της ιστορικής, όπως χαρακτηρίστηκε, επίσκεψης του Πάπα στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, επέρχεται με όλες τις συνέπειες που θα έχει σε ολόκληρο το ελληνορθόδοξο ποίμνιο αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο. Ήδη οι τελευταίες δηλώσεις του Πατριάρχη έχουν ξεκαθαρίσει την κατάσταση και οι προθέσεις του έχουν πλέον εκδηλωθεί χωρίς κανένα πρόσχημα και χωρίς κανένα δισταγμό. Ακόμα και αν σε αυτή την συνάντηση, (και αυτό είναι εκτός απροόπτου το πιο πιθανό), δεν τεθεί επίσημα ο στόχος της ένωσης, είναι φανερό πως τα θεμέλια έχουν τεθεί και δεν παραμένει παρά ο χρόνος υλοποίησης του «οικοδομήματος» που κάποιοι επιδιώκουν να ολοκληρωθεί με την αναγγελθείσα πανορθόδοξη σύνοδο για το 2016.
Είναι αλήθεια πως ζούμε όλοι μας, είτε το έχουμε αντιληφθεί είτε όχι, πολύ ιστορικές στιγμές. Το ζήτημα πια δεν είναι να κατανοήσει κανείς τι επέρχεται και τι εξελίξεις δρομολογούνται από αυτή την συνάντηση στο Φανάρι, αλλά το τι θα επακολουθήσει, το πώς θα εξελιχτεί η οικουμενιστική κίνηση και κυρίως τι συνέπειες θα έχει σε ένα ποίμνιο ουσιαστικά έρμαιο των περιστάσεων. Η αλήθεια είναι πως το τι θα γίνει δεν εξαρτάται από όλους όσους παρακολουθούν τις εξελίξεις, αφού αυτές έχουν προκαθοριστεί, αλλά το ποιες είναι οι θέσεις και οι ευθύνες όλων μας και το πώς θα δεχτούμε αυτό το «ιστορικό γεγονός», δηλαδή την προτιθέμενη ένωση των «εκκλησιών», μια εξέλιξη που ανατρέπει εκ θεμελίων όλα τα μέχρι σήμερα σταθερά και δογματικά δεδομένα που καθόριζαν την ελληνορθόδοξη πίστη και την ελληνορθόδοξη λατρεία στην ιστορία και στο σήμερα.
Όσοι νομίζουν και το υποστηρίζουν δημόσια πως αυτά δεν πρέπει να μας ενδιαφέρουν, μάλλον έχουν λανθασμένη άποψη από το τι είναι η εκκλησία και κυρίως ποιες είναι οι ευθύνες όλων μας. 
Αντί να παραθέτουν διάφορα θεολογικά επιχειρήματα αποπροσανατολισμού, θα ήταν καλύτερα να διαβάσουν ξανά και μόνο αυτό που αναφέρει ο Vladimir Lossky στο εξαίρετο έργο του, «Η Μυστική Θεολογία της Ανατολικής Εκκλησίας» : «Η Εκκλησία είναι καθολική εις πάντα τα μέρη αυτής. Έκαστον των μελών της, όχι μόνον ο κληρικός αλλά και πας λαϊκός, καλείται να ομολογεί και να υπερασπίζει την αλήθειαν της παραδόσεως και να αντιτάσσεται και προς αυτούς ακόμη τους Επισκόπους εάν ούτοι πίπτουν εις αίρεσιν».
Κανείς σήμερα δεν μπορεί να είναι ούτε τυφλός ούτε κωφάλαλος. Πνευματικοί πατέρες που καθοδηγούν εκατοντάδες πιστούς, έχουν την μεγίστη ευθύνη για όσα συμβαίνουν χωρίς να προβάλλουν, όντας οι ίδιοι φυγόδικοι, καμία αντίδραση. Ποιμένες, (ευτυχώς όχι όλοι), που ποιμαίνουν μεγάλα ποίμνια, έχουν τεράστια ευθύνη γιατί δεν ενημερώνουν το ποίμνιο στα όσα επέρχονται και το χειρότερο, δίνουν την εικόνα πως όλα βαίνουν καλώς. Ελληνορθόδοξα ιδρύματα που έχουν ιδρυθεί για τη προστασία της Ορθοδοξίας, αδιαφορούν, (ευτυχώς όχι όλα), για την λεηλασία της από αυτούς ακριβώς που τάχτηκαν να την εκπροσωπήσουν και ασχολούνται με αποπροσανατολιστικές ανθρωπιστικές δραστηριότητες. Ο μη συνειδητοποιημένος Χριστιανός προτιμά την «κάλυψιν», την «απόκρυψιν» και την «παραλαγήν». Έτσι τον λόγο λαμβάνουν τα «παραπετάσματα καπνού», που μεταφράζονται επί της θεωρίας και κυρίως επί της «πράξεως», ως «εμείς είναι αδύνατον να κάνουμε κάτι», ή, «θα μιλήσει ο Θεός» και επίσης το εντελώς εξοργιστικό, «οι εποχές είναι πάντοτε οι ίδιες και αυτά συνέβαιναν πάντοτε» και άλλα συναφή. Μάλιστα υπάρχουν και ορισμένοι οι οποίοι θεωρούν τον επιβεβλημένο έλεγχο σαν κατηγορία, κατάκριση, κλπ.
Δυστυχώς ή ευτυχώς για όλους αυτούς, τα γεγονότα έρχονται σαν «χείμαρρος». Κανείς μας δεν θα μπορέσει να συνεχίσει να κρύβεται και να καλύπτεται από θελογίζουσες υπεκφυγές . Στο Βυζάντιο, όπως μας τονίζει με έμφαση ο κορυφαίος βυζαντινολόγος, Στήβεν Ράνστιμαν, στο μνημειώδες έργο του, «Η Βυζαντινή Θεοκρατία»: « Ο σεβασμός για την θεϊκή εξουσία του Αυτοκράτορα ή του Πατριάρχη δεν εμπόδιζε τους Βυζαντινούς να ξεσηκώνονται σε επανάσταση εναντίον ενός ανθρώπου που τον θεωρούσαν ανάξιο για μια τέτοια θέση»
Ο δε Πάτερ Παΐσιος μας άφησε παρακαταθήκη ότι, «Το ορθόδοξο πνεύμα είναι να λέει και να καταχωρεί ο καθένας την γνώμη του όχι να μην μιλεί γιατί φοβάται, ή να κολακεύει για να τα έχει καλά με τον αρχιεπίσκοπο ή με τον ηγούμενο», (από Πάτερ Παΐσιος ο αγιορείτης, Τόμος Α). Τέλος ο Άγιος Σεραφείμ Ρόουζ μας αναφέρει μέσα από το εξαιρετικά προφητικό, (1975), βιβλίο του «Η Ορθοδοξία και η θρησκεία του μέλλοντος», πως, «Ορθόδοξοι θεολόγοι και άλλα επίσημα Ορθόδοξα σωματεία διεξάγουν διαλόγους με Ρωμαιοκαθολικούς και Προτεστάντες και εκδίδουν κοινά ανακοινωθέντα με θέματα όπως η Θεία Ευχαριστία, η πνευματικότητα και τα παρόμοια, χωρίς καν να πληροφορούν τους ετεροδόξους ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι η Εκκλησία του Χριστού στην οποία όλοι είναι προσκεκλημένοι, ότι μόνο τα δικά Της Μυστήρια είναι χορηγοί χάριτος, ότι η Ορθόδοξη πνευματικότητα μπορεί να γίνει κατανοητή μόνο από αυτούς που την ξέρουν εμπειρικά μέσα στην Ορθόδοξη Εκκλησιά ότι όλοι αυτοί οι διάλογοι και τα κοινά ανακοινωθέντα είναι μια ακαδημαϊκή, συμβατική καρικατούρα της γνήσιας συνομιλίας, μιας συνομιλίας που έχει σκοπό την σωτηρία των ψυχών. Δεν υπάρχει όριο στην προδοσία, την νόθευση και την αυτοκαταστροφή της Ορθοδοξίας ;;;».
Και να κλείσουμε χωρίς να είμαστε ούτε πανεπιστημιακοί θεολόγοι, ούτε θεολογίζοντες εκ του ασφαλούς, (δυστυχώς στους δύσκολους καιρούς μας έχουμε «πλημμυρήσει» από δαύτους που συνεχώς ομιλούν χωρίς να λένε τίποτα), παρά μονάχα όντας ανάξιοι, αγωνιούντες για όλες αυτές τις εξελίξεις, την «Β΄ Κορινθ. 6:14-17», που αναφέρει : «Να μη συνδέεστε με του απίστους γιατί τι σχέση έχει η δικαιοσύνη με την ανομία ; ή τι επικοινωνία μπορεί να έχει το φως με το σκοτάδι ; Μπορεί να υπάρχει συμφωνία μεταξύ του Χριστού και του Βελιάλ ; Ή τι κοινό έχει ο πιστός με τον άπιστο ;…Γι αυτό φύγετε από μέσα από αυτούς και χωριστείτε λέγει ο Κύριος».

Αλήθεια τι δέον γενέσθαι ;

Γράφει ο Νίκος Χειλαδάκης, Δημοσιογράφος-Συγγραφέας-Τουρκολόγος

Γράφει ο ιερός Ιωσήφ Βρυέννιος:

«Ορισμένοι τόλμησαν να αναγγείλουν ότι… η ένωσις (των εκκλησιών) θα γίνη χωρίς να μετατραπή κανένα από τα έθιμα και τα δόγματα… 
Εισηγήθηκαν μάλιστα, ότι δεν είναι καθόλου άτοπο να μνημονεύουμετονπάπα ως άγιο…
Αυτή είναι λοιπόν η ένωση;… 
Με αυτόν τον τρόπο σκέπτεσθε δήθεν να ενωθήτε μαζί μας, την στιγμή που η μεν προσθήκη μένει αδιόρθωτη, όλα δε όσα προξένησε το μακροχρόνιο και επάρατο σχίσμα μένουν αμετακίνητα;
Άνθρωποι, αυτό δεν είναι διόρθωσις ούτε ένωσις των Εκκλησιών. 
Αντιθέτως, είναι χειρότερο σχίσμα από το προηγούμενο… 
Διότι πως θα γίνη η ένωσις, εφόσον υφίστανται μεταξύ μας μύρια διαφορετικά φρονήματα...
Αυτό το πράγμα δεν είναι ένωσις της Εκκλησίας της Ρώμης με μας… 
Αντιθέτως είναι παράλογη υποταγή στον πάπα της Ρώμης…».

Ἐφικτὴ ἡ ἕνωση μετὰ τῶν Παπικῶν;



Ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης Βαρθολομαῖος καὶ ὁ ἄμεσος συνεργάτης αὐτοῦ Μητροπολίτης Περγάμου Ἰωάννης Ζηζιούλας κατὰ καιροὺς ὁμιλοῦν γιὰ τὴν ἐπερχομένη ἑνότητα Ὀρθοδοξίας καὶ Παπισμοῦ μὲ στόχο τὴν ἐπίτευξη ὁλοκληρωμένης Μυστηριακῆς κοινωνίας.
Ἡ Ἐκκλησία, ὅπως γνωρίζουμε, εἶναι Μία, γιὰ τὸν λόγο ὅτι εἶναι τὸ Μυστικὸ Σῶμα τοῦ Θεανθρώπου Κυρίου: «Ὑπὲρ τοῦ σώματος αὐτοῦ (τοῦ Χριστοῦ), ὅ ἐστιν ἡ ἐκκλησία...» (Κολ. 1, 25). Ἐφόσον, ὅμως, ἡ Ἐκκλησία εἶναι τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ καὶ ἄρα εἶναι Μία - «μεμέρισται ὁ Χριστός;» (Α´ Κορ. 1, 13) - ἡ αἵρεση δὲν διασπᾶ τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ ἀποσπᾶ μέλη ἀπὸ αὐτὸ καὶ ἐκτρέπεται ἀπὸ τὴν διαχρονικότητα καὶ τοιουτοτρόπως χάνει τὴν καθολικότητα.
Ὁ Παπισμὸς ἔχει καταδικασθεῖ ἀπὸ τὴν Σύνοδο τῆς Κωνσταντινουπόλεως τοῦ 879 καὶ ἀπὸ τὴν Σύνοδο τοῦ 1341, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὶς πρῶτες Οἰκουμενικὲς Συνόδους, γιὰ τὸν λόγο ὅτι οἱ κακοδοξίες του συμπίπτουν μὲ ἐκεῖνες τῶν πρώτων αἰώνων.
Ἀναφέρω τὶς σπουδαιότερες ἀπὸ αὐτές: α) τὸ πρωτεῖο, β) τὸ ἀλάθητο τοῦ Πάπα, γ) τὸ Filioque, (ἡ ἐκπόρευση τοῦ Ἁγ. Πνεύματος καὶ ἐκ τοῦ Υἱοῦ), δ) ἡ ἄσπιλος σύλληψη τῆς Θεοτόκου, ε) οἱ κτιστὲς ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ, στ) τὸ καθαρτήριο πῦρ, ζ) ἡ περισσεύουσα ἀξιομισθία τῶν Ἁγίων, η) τὸ βάπτισμα διὰ ραντισμοῦ, θ) τὸ μυστήριο τοῦ Ἁγίου Χρίσματος (ἀπὸ τὸ 1563 μὲ τὴν ἐν Τριδέντῳ Σύνοδο τὸ μυστήριο αὐτὸ τελεῖται στὸ ἕβδομο ἔτος τῆς ἡλικίας τοῦ βαπτισθέντος), ι) ὁ ἄζυμος ἄρτος στὴν Θεία Κοινωνία (ἀπὸ τὸ 1200 περίπου ἔπαυσαν νὰ κοινωνοῦν τοὺς πιστούς τους καὶ μὲ τὸ Αἷμα, ἀλλὰ προσφέρουν μόνον τὸν Ἄρτο), ια) τὸ μυστήριο τοῦ εὐχελαίου (τὸ τελοῦν μόνον πρὸ τοῦ θανάτου), ιβ) ἡ ὑποχρεωτικὴ ἀγαμία τοῦ κλήρου, ιγ) ἡ ἐπιτέλεση τοῦ σημείου τοῦ σταυροῦ μὲ ὅλα τὰ δάκτυλα τῆς χειρὸς καὶ ἀπὸ ἀριστερὰ πρὸς τὰ δεξιά, ιδ) ἡ τέλεση πολλῶν Λειτουργιῶν ὑπὸ τοῦ ἰδίου ἱερέως τὴν αὐτὴν ἡμέρα, ιε) ἡ τροποποίηση τοῦ θεσμοῦ τῆς νηστείας κατὰ παράβασιν τῶν ἱερῶν κανόνων καὶ πολλὲς ἄλλες.
Οἱ ἀνωτέρω αἱρέσεις συνιστοῦν τὴν ἀναβίωση τῶν παλαιῶν αἱρετικῶν δοξασιῶν τῶν αἱρεσιαρχῶν Ἀρείου, Μακεδονίου, Νεστορίου κ.ἄλ. Τοιουτοτρόπως τὸ consensus Patrum καταδικάζει τὸν Παπισμὸ ὡς αἵρεση, καταγγέλοντας τὶς αἱρετικὲς δοξασίες του, ὅσο κι ἂν ἐπιμένουν οἱ προαναφερθέντες ἐκκλησιαστικοὶ ταγοί, ὅτι ὁ Παπισμὸς δὲν εἶναι αἵρεση καὶ ὅτι εἶναι ἁπλῶς σχίσμα. Ὁ Μ. Βασίλειος στὴν Α´ κανονική του ἐπιστολὴ πρὸς τὸν Ἀμφιλόχιο Ἰκονίου γράφει ὡς πρὸς τὸ θέμα αὐτό: «Αἱρέσεις μὲν τοὺς παντελῶς ἀπεῤῥηγμένους καὶ κατ᾽ αὐτὴν τὴν πίστιν ἀπηλλοτριωμένους, σχίσματα δὲ τοὺς δι᾽ αἰτίας τινὰς ἐκκλησιαστικὰς καὶ ζητήματα ἰάσιμα πρὸς ἀλλήλους διενεχθέντας...» (PG 32, 665).
Πῶς, λοιπόν, εἶναι δυνατὸν νὰ ὑπάρξη ἕνωση καὶ κοινωνία τῆς ἀληθείας μετὰ τοῦ ψεύδους, τοῦ σκότους μετὰ τοῦ φωτός;
Οἱ Ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας προέβαιναν στὴν ἀποκοπὴ τῶν αἱρετικῶν ἀπὸ τὸ Σῶμα τῆς Μίας, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας. Μὲ τὸ ἐγχείρημα αὐτὸ διεφύλασσαν τὴν ὑγεία τοῦ ὅλου Σώματός της.
Πῶς Σεῖς, Ἅγιοι Πατέρες, πιστεύετε καὶ κηρύσσετε ὅτι ὑπάρχει δυνατότητα ἑνώσεως μετὰ τοῦ Παπισμοῦ; Ὁ Παπισμὸς δὲν εἶναι πλέον Ἐκκλησία, γιὰ τὸν λόγο ὅτι ἀπεκόπη ἀπὸ τὴν μια, αγια, καθολικη καὶ αποστολικη εκκλησιαποὺ εἶναι ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καὶ ὡς ἐκ τούτου στερεῖται τῆς ἁγιαστικῆς χάριτος τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία ὁδηγεῖ στὴν λύτρωση καὶ τὴν σωτηρία.
Μήπως πρέπει νὰ κατανοήση καὶ ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης ὅτι εἶναι μεγίστη πλάνη νὰ ἀποδέχεται τοὺς Παπικοὺς ὡς ἐκκλησία, ἀποδεχόμενος τὴν θεωρία τῶν κλάδων;
Ὅλους αὐτοὺς τοὺς αἰῶνες ὁ Παπισμὸς κινεῖται στὸν χῶρο τοῦ ψεύδους καὶ τῆς ἀπάτης. Ἐμμένει ἀμετανόητα στὶς αἱρετικὲς δοξασίες καὶ πλάνες, χρησιμοποιώντας τελευταίως τὸν θεολογικὸ διάλογο γιὰ τὴν πλήρη ὑποταγὴ τῆς Ὀρθοδοξίας σ᾽αὐτόν. Ἐκεῖνο, ὅμως, ποὺ πρέπει νὰ τοῦ πῆ ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μέσῳ τῶν ἐκπροσώπων της εἶναι τὸ τοῦ Ἀποστόλου τῶν Ἐθνῶν Παύλου: «Αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ, εἰδὼς ὅτι ἐξέστραπται ὁ τοιοῦτος καὶ ἁμαρτάνει, ὢν αὐτοκατάκριτος» (Τίτ. 3, 10-11).
Μερικοὶ ἴσως διερωτηθοῦν: Καὶ ἡ ἀγάπη; Ποῦ εἶναι ἡ ἀγάπη; Ἡ ἀγάπη εἶναι ὀντολογική, ὅταν συναντᾶται μὲ τὴν ἀλήθεια. Ὅταν προσφέρης τὴν ἀγάπη στὸ ψεῦδος καὶ τὴν αἵρεση, παραβλέποντας τὴν ἀλήθεια, τότε τὸ μόνο ποὺ κατορθώνεις εἶναι νὰ βοηθᾶς τὸν αἱρετικὸ νὰ παραμείνη στὶς αἱρετικὲς θέσεις του καὶ ἄρα δὲν τὸν ἀγαπᾶς.
Ἡ οἰκουμενικὴ κίνηση διατείνεται ὅτι εἶναι μία προσπάθεια ὑπερβάσεως τῆς χριστιανικῆς διαιρέσεως, μὲ ἀπώτερο σκοπὸ τὴν intercommunio. Πρέπει, ὅμως, νὰ κατανοήσουν οἱ πάντες ὅτι προηγεῖται ἡ κοινωνία πίστεως καὶ ἕπεται ἡ κοινωνία ἐν τῷ Ἁγίῳ Ποτηρίῳ. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ἐμμένουμε στὴν ἀπάντηση, τὴν ὁποία ἔδωσε ἡ ἐν Κωνσταντινουπόλει Σύνοδος τοῦ 1895 πρὸς τὸν Πάπα Λέοντα ΙΓ´: «Ἡ φυσικωτέρα ὁδὸς πρὸς τὴν ἕνωσιν ἐστιν ἡ ἐπάνοδος τῆς Δυτικῆς Ἐκκλησίας εἰς τὸ ἀρχαῖον δογματικὸν καὶ διοικητικὸν καθεστώς».
Ὁ καταδικασμένος Παπισμὸς ἀπὸ τὶς δύο προαναφερθεῖσες Συνόδους (879 καὶ 1341) [σημειωτέον ὅτι καὶ οἱ δύο πρέπει νὰ ὀνομασθοῦν Οἰκουμενικὲς Σύνοδοι], ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὶς ἑπτὰ Οἰκουμενικὲς Συνόδους τῶν πρώτων αἰώνων, βάσει τῶν αἱρετικῶν δοξασιῶν του, εἶναι αἵρεση καὶ μάλιστα «παναίρεση», ὅπως ἔχει λεχθῆ. Ὡς ἐκ τούτου οἱ ἀτέρμονες συζητήσεις καὶ οἱ ἄκαρποι διάλογοι εἶναι περιττοί. Ὁ Μ. Βασίλειος γράφει σὲ μιά του ἐπιστολή: «Ἐὰν μὲν οὖν πεισθῶσί σοι, ταῦτα ἄριστα. Εἰ δὲ μή, γνωρίσατε τοὺς πολεμοποιοὺς καὶ παύσασθε ἡμῖν τοῦ λοιποῦ περὶ διαλλαγῶν ἐπιστέλλοντες» (PG 32, 557).
Πρέπει, λοιπόν, νὰ συνειδητοποιήση καὶ ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης καὶ ὅλοι ὅσοι συμπορεύονται μετ᾽ αὐτοῦ ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία εἶναι ἡ μια, αγια, καθολικη καὶ αποστολικη εκκλησια καὶ ὁ Παπισμὸς εἶναι αἱρετικὸ κομμάτι ποὺ ἀπεσπάσθη ἀπ᾽ αὐτήν. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ εἶναι καιρὸς νὰ ἀκούσωμε τὰ λόγια τοῦ G. Florofsky: «Ἡ ἕνωση τῶν Χριστιανῶν, γιὰ μένα, σημαίνει ἀκριβῶς τὴν παγκόσμια ἐπιστροφὴ στὴν Ὀρθοδοξία».

Τοῦ Ἀρχιμ. Κυρίλλου Κωστοπούλου, 
εροκήρυκος Ἱ. Μ. Πατρῶν Δρος Κανονικοῦ Δικαίου