Είναι φανερό πως δεν χρειάζεται να είναι κανείς προφήτης ή μάντης, για να κατανοήσει πως τα πράγματα έχουν φτάσει πλέον στην τελική φάση και πως η μεγάλη «θύελλα», παραμονές της ιστορικής, όπως χαρακτηρίστηκε, επίσκεψης του Πάπα στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, επέρχεται με όλες τις συνέπειες που θα έχει σε ολόκληρο το ελληνορθόδοξο ποίμνιο αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο. Ήδη οι τελευταίες δηλώσεις του Πατριάρχη έχουν ξεκαθαρίσει την κατάσταση και οι προθέσεις του έχουν πλέον εκδηλωθεί χωρίς κανένα πρόσχημα και χωρίς κανένα δισταγμό. Ακόμα και αν σε αυτή την συνάντηση, (και αυτό είναι εκτός απροόπτου το πιο πιθανό), δεν τεθεί επίσημα ο στόχος της ένωσης, είναι φανερό πως τα θεμέλια έχουν τεθεί και δεν παραμένει παρά ο χρόνος υλοποίησης του «οικοδομήματος» που κάποιοι επιδιώκουν να ολοκληρωθεί με την αναγγελθείσα πανορθόδοξη σύνοδο για το 2016.
Είναι αλήθεια πως ζούμε όλοι μας, είτε το έχουμε αντιληφθεί είτε όχι, πολύ ιστορικές στιγμές. Το ζήτημα πια δεν είναι να κατανοήσει κανείς τι επέρχεται και τι εξελίξεις δρομολογούνται από αυτή την συνάντηση στο Φανάρι, αλλά το τι θα επακολουθήσει, το πώς θα εξελιχτεί η οικουμενιστική κίνηση και κυρίως τι συνέπειες θα έχει σε ένα ποίμνιο ουσιαστικά έρμαιο των περιστάσεων. Η αλήθεια είναι πως το τι θα γίνει δεν εξαρτάται από όλους όσους παρακολουθούν τις εξελίξεις, αφού αυτές έχουν προκαθοριστεί, αλλά το ποιες είναι οι θέσεις και οι ευθύνες όλων μας και το πώς θα δεχτούμε αυτό το «ιστορικό γεγονός», δηλαδή την προτιθέμενη ένωση των «εκκλησιών», μια εξέλιξη που ανατρέπει εκ θεμελίων όλα τα μέχρι σήμερα σταθερά και δογματικά δεδομένα που καθόριζαν την ελληνορθόδοξη πίστη και την ελληνορθόδοξη λατρεία στην ιστορία και στο σήμερα.
Όσοι νομίζουν και το υποστηρίζουν δημόσια πως αυτά δεν πρέπει να μας ενδιαφέρουν, μάλλον έχουν λανθασμένη άποψη από το τι είναι η εκκλησία και κυρίως ποιες είναι οι ευθύνες όλων μας.
Αντί να παραθέτουν διάφορα θεολογικά επιχειρήματα αποπροσανατολισμού, θα ήταν καλύτερα να διαβάσουν ξανά και μόνο αυτό που αναφέρει ο Vladimir Lossky στο εξαίρετο έργο του, «Η Μυστική Θεολογία της Ανατολικής Εκκλησίας» : «Η Εκκλησία είναι καθολική εις πάντα τα μέρη αυτής. Έκαστον των μελών της, όχι μόνον ο κληρικός αλλά και πας λαϊκός, καλείται να ομολογεί και να υπερασπίζει την αλήθειαν της παραδόσεως και να αντιτάσσεται και προς αυτούς ακόμη τους Επισκόπους εάν ούτοι πίπτουν εις αίρεσιν».
Κανείς σήμερα δεν μπορεί να είναι ούτε τυφλός ούτε κωφάλαλος. Πνευματικοί πατέρες που καθοδηγούν εκατοντάδες πιστούς, έχουν την μεγίστη ευθύνη για όσα συμβαίνουν χωρίς να προβάλλουν, όντας οι ίδιοι φυγόδικοι, καμία αντίδραση. Ποιμένες, (ευτυχώς όχι όλοι), που ποιμαίνουν μεγάλα ποίμνια, έχουν τεράστια ευθύνη γιατί δεν ενημερώνουν το ποίμνιο στα όσα επέρχονται και το χειρότερο, δίνουν την εικόνα πως όλα βαίνουν καλώς. Ελληνορθόδοξα ιδρύματα που έχουν ιδρυθεί για τη προστασία της Ορθοδοξίας, αδιαφορούν, (ευτυχώς όχι όλα), για την λεηλασία της από αυτούς ακριβώς που τάχτηκαν να την εκπροσωπήσουν και ασχολούνται με αποπροσανατολιστικές ανθρωπιστικές δραστηριότητες. Ο μη συνειδητοποιημένος Χριστιανός προτιμά την «κάλυψιν», την «απόκρυψιν» και την «παραλαγήν». Έτσι τον λόγο λαμβάνουν τα «παραπετάσματα καπνού», που μεταφράζονται επί της θεωρίας και κυρίως επί της «πράξεως», ως «εμείς είναι αδύνατον να κάνουμε κάτι», ή, «θα μιλήσει ο Θεός» και επίσης το εντελώς εξοργιστικό, «οι εποχές είναι πάντοτε οι ίδιες και αυτά συνέβαιναν πάντοτε» και άλλα συναφή. Μάλιστα υπάρχουν και ορισμένοι οι οποίοι θεωρούν τον επιβεβλημένο έλεγχο σαν κατηγορία, κατάκριση, κλπ.
Δυστυχώς ή ευτυχώς για όλους αυτούς, τα γεγονότα έρχονται σαν «χείμαρρος». Κανείς μας δεν θα μπορέσει να συνεχίσει να κρύβεται και να καλύπτεται από θελογίζουσες υπεκφυγές . Στο Βυζάντιο, όπως μας τονίζει με έμφαση ο κορυφαίος βυζαντινολόγος, Στήβεν Ράνστιμαν, στο μνημειώδες έργο του, «Η Βυζαντινή Θεοκρατία»: « Ο σεβασμός για την θεϊκή εξουσία του Αυτοκράτορα ή του Πατριάρχη δεν εμπόδιζε τους Βυζαντινούς να ξεσηκώνονται σε επανάσταση εναντίον ενός ανθρώπου που τον θεωρούσαν ανάξιο για μια τέτοια θέση».
Ο δε Πάτερ Παΐσιος μας άφησε παρακαταθήκη ότι, «Το ορθόδοξο πνεύμα είναι να λέει και να καταχωρεί ο καθένας την γνώμη του όχι να μην μιλεί γιατί φοβάται, ή να κολακεύει για να τα έχει καλά με τον αρχιεπίσκοπο ή με τον ηγούμενο», (από Πάτερ Παΐσιος ο αγιορείτης, Τόμος Α). Τέλος ο Άγιος Σεραφείμ Ρόουζ μας αναφέρει μέσα από το εξαιρετικά προφητικό, (1975), βιβλίο του «Η Ορθοδοξία και η θρησκεία του μέλλοντος», πως, «Ορθόδοξοι θεολόγοι και άλλα επίσημα Ορθόδοξα σωματεία διεξάγουν διαλόγους με Ρωμαιοκαθολικούς και Προτεστάντες και εκδίδουν κοινά ανακοινωθέντα με θέματα όπως η Θεία Ευχαριστία, η πνευματικότητα και τα παρόμοια, χωρίς καν να πληροφορούν τους ετεροδόξους ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι η Εκκλησία του Χριστού στην οποία όλοι είναι προσκεκλημένοι, ότι μόνο τα δικά Της Μυστήρια είναι χορηγοί χάριτος, ότι η Ορθόδοξη πνευματικότητα μπορεί να γίνει κατανοητή μόνο από αυτούς που την ξέρουν εμπειρικά μέσα στην Ορθόδοξη Εκκλησιά ότι όλοι αυτοί οι διάλογοι και τα κοινά ανακοινωθέντα είναι μια ακαδημαϊκή, συμβατική καρικατούρα της γνήσιας συνομιλίας, μιας συνομιλίας που έχει σκοπό την σωτηρία των ψυχών. Δεν υπάρχει όριο στην προδοσία, την νόθευση και την αυτοκαταστροφή της Ορθοδοξίας ;;;».
Και να κλείσουμε χωρίς να είμαστε ούτε πανεπιστημιακοί θεολόγοι, ούτε θεολογίζοντες εκ του ασφαλούς, (δυστυχώς στους δύσκολους καιρούς μας έχουμε «πλημμυρήσει» από δαύτους που συνεχώς ομιλούν χωρίς να λένε τίποτα), παρά μονάχα όντας ανάξιοι, αγωνιούντες για όλες αυτές τις εξελίξεις, την «Β΄ Κορινθ. 6:14-17», που αναφέρει : «Να μη συνδέεστε με του απίστους γιατί τι σχέση έχει η δικαιοσύνη με την ανομία ; ή τι επικοινωνία μπορεί να έχει το φως με το σκοτάδι ; Μπορεί να υπάρχει συμφωνία μεταξύ του Χριστού και του Βελιάλ ; Ή τι κοινό έχει ο πιστός με τον άπιστο ;…Γι αυτό φύγετε από μέσα από αυτούς και χωριστείτε λέγει ο Κύριος».
Αλήθεια τι δέον γενέσθαι ;
Γράφει ο Νίκος Χειλαδάκης, Δημοσιογράφος-Συγγραφέας-Τουρκολόγος