.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

ΧΡΙΣΤΟΣ ΛΥΤΡΩΤΗΣ

Ο Χριστός είναι η αιώνια αγάπη. Πρόσωπο μοναδικό και εξαίρετο στην Ιστορία όλου του κόσμου. Η υπέροχη και απαράμιλλη διδασκαλία Του είναι ηθική επανάστασις. Προκαλεί ηθικές μεταμορφώσεις και θαυμάσιες επιστροφές. Εξημερώνει τους αγρίους και εκπολιτίζει τους λαούς. Καταργεί τη δουλεία και φέρνει την ισότητα και την αδελφότητα στους ανθρώπους. Αλλοιώνει και κλονίζει συστήματα και θεσμούς. Πηγή και ξεκίνημα μιας νέας δημιουργίας. Πέρασαν αιώνες και ο Χριστός παραμένει το αντικείμενο λατρείας σε όλες τις ζώνες της γης. Δεν υπάρχει τομέας της ανθρώπινης ζωής που να μην προτρέπει τον άνθρωπο να κάμει λεπτότερη τη συνείδησή του, καθαρότερη την πρόθεσή του. Δεν υπάρχει πεδίο της ανθρώπινης δραστηριότητας, επιστημονική και φιλοσοφική σκέψη, δίκαιο, οικονομία, πολιτική, γράμματα, μουσική, εικαστικές τέχνες, αρχιτεκτονική, οποιαδήποτε εκδήλωση πολιτιστική που να μην έχει δεχθεί από τη διδασκαλία του Χριστού ιδιαίτερη ώθηση, έμπνευση, νέο ύφος.
Αίτιο της πνευματικής αυτής επανάστασης υπήρξε το πραγματικό και ιστορικό πρόσωπο του Χριστού.
Γεννήθηκε και έζησε σε ορισμένη ιστορική εποχή, σε γνωστό λαό και χώρα. Η ζωή Του συνδέθηκε με γνωστά ιστορικά πρόσωπα που έζησαν σε συγκεκριμέ¬νο και ακριβώς καθορισμένο ιστορικό περιβάλλον. Πραγματικό πρόσωπο, συγκεκριμένο άτομο του ανθρωπίνου γένους. «Γεννιέται, μοχθεί, κουράζεται, διψά, αισθάνεται χαρά και λύπη, κλαίει, πάσχει και πεθαίνει».

Προφητείες - Ιστορία

Η πρώτη αποκάλυψη για το Χριστό ξεκινά από την αρχή του ανθρώπινου γένους. Η πρώτη αγγελία της χαρούμενης είδησης λέγεται «πρώτο ευαγγέλιο» και βρίσκεται στο πρώτο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης. Ολόκληρη η Παλαιά Διαθήκη, οι μεγάλοι ιστορικοί της σταθμοί, η λατρεία της, το πνεύμα των προφητών της, συγκλίνουν στο πρόσωπο του Χριστού για να βρουν σε Αυτόν και το έργο Του το τελικό τους νόημα. Σε χιλιετίες φάνηκαν άνθρωποι φωτισμένοι που προείπαν - προφήτευσαν τον ερχομό του Χριστού. Οι προβλέψεις τους βγήκαν αληθινές. Θα είναι Θεός. Θα κατάγεται από το γένος του Δαβίδ. Θα γεννηθεί στη Βηθλεέμ. Από Παρθένο. Ασύγκριτη θα είναι η υπεροχή της διδασκαλίας Του. Με μία υπέρτατη πράξη θυσίας θα μεταμορφώσει το ανθρώπινο γένος. Θα σταυρωθεί γι' αυτό, θα ταφεί, την Τρίτη ημέρα θα αναστηθεί. Θα αναληφθεί στους ουρανούς. Θα καθίσει στα δεξιά του Θεού. Θα στείλει το Άγιο Πνεύμα. Η βασιλεία Του θα είναι παγκόσμια, οριστική και πνευματική.
Πώς θα ήταν δυνατόν, αν δεν ήταν ο Θεός, σε διάφορους καιρούς και αιώνες, διαφορετικά πρόσωπα οι προφήτες, να συμφωνήσουν οι προφητείες τους στο πρόσωπο ενός και μόνου του Χριστού; Οι προφήτες είναι συνειδητά κήρυκες της αποκάλυψης του Θεού. Ο Χριστός είναι Θεός που στο Πρόσωπό Του πραγματοποιήθηκε το αληθινό και βαθύτερο νόημα όλων των προφητειών της Παλαιάς Διαθήκης.
Πέρα από τα Ιστορικά κείμενα της Παλαιάς Διαθήκης ένα απέραντο ιστορικό υλικό επαληθεύει την ιστορικότητα του προσώπου του Ιησού Χριστού. Οι: Πλίνιος, Τάκιτος, Σουετώνιος, Ιώσηπος, το Ταλμούδ, Φλάβιος Ιωσήφ αναφέρουν για το Χριστό και σχεδόν όλοι οι λαοί της προχριστιανικής εποχής περίμεναν κάποιον Λυτρωτή.
Οι Κινέζοι από τον ΣΤ' προ Χριστού αιώνα περίμεναν τον «Άγιο από τη Δύση».
Οι Βαβυλώνιοι έλεγαν: «Στη Δύση θα φανεί ένας μεγάλος Βασιλέας».
Οι Ινδοί περίμεναν: «Σωτήρα από Παρθένο, μεσίτη μεταξύ Θεού και κόσμου».
Οι Πέρσες περίμεναν: «Θεό εκ Θεού, δημιουργό και Λυτρωτή». Οι Αρχαίοι Έλληνες με τον Αισχύλο - Σωκράτη - Πλάτωνα περίμεναν: «Υιόν Θεού από Παρθένο για τη λύτρωση του ανθρώπινου γένους».
Οι Ρωμαίοι έλεγαν: «Θα κυβερνήσει Ένας Διδάσκαλος και Κυρίαρχος Θεός».
Και ο Χριστός γεννήθηκε από την Παρθένο Μαρία, σε μια σπηλιά της Βηθλεέμ. Αυτοκράτορας της Ρώμης ήταν ο Οκταβιανός, το 753 από το κτίσιμο της Ρώμης. Ο Ευαγγελιστής Λουκάς κατοχυρώνει την Ιστορικότητα του Χριστού με αναφορά στους τοπικούς ηγεμόνες: «Ηγεμονεύοντος Ποντίου Πιλάτου» και στη θρησκευτική ηγεσία του Ισραήλ: «Επί αρχιερέως Άννα και Καϊάφα».
Η ακριβής αυτή χρονολόγηση του Λουκά δικαιώθηκε πολλούς αιώνες μετά, όταν το κύμα του αθεϊσμού στην Ευρώπη θα προσπαθήσει να αποδείξει μυθικό και ανύπαρκτο το πρόσωπο του Χριστού. Οργανώθηκε όργιο άπατης. Σεσημασμένοι ψεύτες περπάτησαν τις πέντε Ηπείρους, ανέκριναν όλες τις φυλές της γης για να βρουν λόγια και σοφίες αρχαίων, που δήθεν πλαστογράφησε και χρησιμοποίησε ο ανύπαρκτος Χριστός. Ερεύνησαν τον Ησίοδο, Αιγυπτιακές επιγραφές, Ινδικά κείμενα, παροιμίες Εσκιμώων, αποφθέγματα Κομφουκίου, Λάο-Τσε, διδασκαλίες Βουδισμού, μάταια όμως. Πέρα από σπέρματα αλήθειας σ' αυτούς αποδείχθηκε ότι ο Χριστός, ο Διδάσκαλος της Τιβεριάδος με τη Γέννησή Του, με όσα είπε και έπραξε κατέσεισε και κατακρήμνισε έναν κόσμο ολόκληρο, φαύλο, με σαθρά θεμέλια, χωρίζοντας την παγκόσμια Ιστορία σε «προ» και «μετά Χριστόν». Η μεγαλειώδης διδασκαλία Του υπήρξε τόσο γόνιμη πραγματικότητα και εκινητοποίησε τόσα εκατομμύρια ανθρώπων, ώστε χρειάζεται αχαλίνωτη φαντασία για να υποστηριχθεί ότι το απαράμιλλο τούτο φαινόμενο θεμελιώνεται σε ένα χονδροειδή μύθο και σε ένα φανταστικό πρόσωπο.

Μυστήριο η γέννηση του Χριστού

Η Εκκλησία μας αναγνωρίζει στο γεγονός της σάρκωσης του Χριστού, Θεού και Λόγου, μια κοινή ενέργεια των προσώπων της Αγίας Τριάδος. Ο άκτιστος Θεός στη σάρκωσή Του από την Παρθένο Μαρία ξεπερνά τον τρόπο του ακτίστου: «Χρονούται ο άχρονος», «χωρείται ο αχώρητος», «νηπιάζει ο προαιώνιος».
Μιλάμε για σάρκωση του Θεού στο πρόσωπο του Χριστού. Ο Θεός γίνεται άνθρωπος. «Θεόν ενανθρωπήσαντα λέγομεν, ουκ άνθρωπον αποθεωθέντα».
Οι Έλληνες είχαν αντίρρηση για τη δυνατότητα να ενωθούν δύο διαφορετικές φύσεις, διαφορετικές ουσίες. Η θεολογία των Πατέρων και των Οικουμενικών Συνόδων απαντά: Μπορεί να γίνει ένωση Θεού και ανθρώπου, γιατί και η θεότητα και η ανθρωπότητα έχουν ίδιο τρόπο ύπαρξης, το πρόσωπο. Με την προσωπική του ύπαρξη ο άνθρωπος μπορεί να φτάσει στην ελευθερία της ζωής που χαρακτηρίζει τον ίδιον το Θεό, δηλαδή στην αιώνια ζωή την ελεύθερη από φυσικούς περιορισμούς.
Παρεμβαίνει λοιπόν με τη Γέννηση Του ο Θεός, γίνεται άνθρωπος, οδηγώντας την προσωπική δυνατότητα της ανθρώπινης φύσης στο ανώτατο, ακραίο, επίτευγμα της υποστατικής ένωσης με τη θεότητα. Η Γέννηση του Χριστού είναι «μυστήριο μέγα και παράδοξο», μόνο οι Χριστιανοί μέσα στη μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας μπορούν να δουν «πού εγεννήθη ο Χριστός», τον τόπο και τον τρόπο της ένωσης του Θεού με τον άνθρωπο.
Τέσσερις ολόκληρους αιώνες, αγωνίσθηκε η Εκκλησία να σώσει την αλήθεια της Σάρκωσης του Θεού από την αλλοίωσή της. Τιτάνιος αγώνας να φανερωθεί η δυνατότητα που έχει το ταπεινό υλικό του κόσμου, η σάρκα της γης και του ανθρώπου, να ενωθεί με τη θεία ζωή, να ενδυθεί το φθαρτό την αφθαρσία.

Ο Χριστός διδάσκει και θαυματουργεί

Ο χαρακτήρας του Μεσσία Χριστού είναι παγκόσμιος, το δε φως της θείας παρουσίας φαίνεται, στη διδασκαλία, τη ζωή και το έργο Του. Μέσα από τα Ευαγγέλια που είναι διηγήσεις γεγονότων, παραβολές, ομιλίες, διακρίνεται η σημασία της θεοφανείας στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού για τη ζωή του κόσμου. Η θεία δύναμή Του, η αγιοσύνη Του, μαρτυρούν ότι είναι το φως και η μόνη ελπίδα του κόσμου. Έφερε, αποκάλυψε όλη την αλήθεια για τον άνθρωπο και τελικός Του σκοπός είναι να μεταμορφώσει τη ζωή του. Θέλει μια νέα κοινωνία «αδελφών» μέσα στην οποία θα έχει νικηθεί ο φόβος του θανάτου και η σκλαβιά σ' αυτόν, γιατί ο ίδιος στη ζωή και στο θάνατο αποκάλυψε τη θεία Του δύναμη, γαλήνη και μεγαλοπρέπεια. Σαν Κριτής και εξουσιαστής ασκεί το δικαίωμα της ζωής και του θανάτου στο όνομα του Πατέρα Του. Με την αγάπη Του για όλο το ανθρώπινο γένος, φωτίζει το σκοτεινό μυστήριο της ύπαρξης των ανθρώπων και του κόσμου και φέρνει την απολύτρωση από τις κοσμοκράτειρες κακές πνευματικές δυνάμεις. Αυτή η αγάπη Του προς τους ανθρώπους είναι η νέα δικαιοσύνη, η θρησκεία της θείας αγάπης και αγιότητας, η ανεξάντλητη πηγή ηθικής ανάπτυξης.
Διδάσκει ότι ο Θεός είναι πνεύμα και αυτοί που Τον προσκυνούν πρέπει πνευματικά και αληθινά να Τον προσκυνούν. Διαβεβαιώνει σε όλους ότι είναι Θεός, μονογενής Υιός του Θεού, που γεννήθηκε από τον Πατέρα προ των αιώνων και από την ουσία Του. Θέλει να κάμει άγιο τον άνθρωπο, να του αναπλάσει την πεσμένη προσωπικότητά του και θεωμένον να τον βάλλει στο κράτος της απέραντης αιωνιότητας, στους κόλπους του Τριαδικού Θεού, στη Βασιλεία Του.
Η ασύγκριτη διδασκαλία Του επιβεβαιώνεται και από τα θαύματα που διασώζουν οι Ευαγγελιστές. Θεραπεύει λεπρούς, παραλυτικούς, κωφάλαλους, τυφλούς από τη γέννησή τους, ασθενείς που ούτε από τη σημερινή επιστήμη δεν θεραπεύονται. Κυβερνά τα στοιχεία της φύσης, πολλαπλασιάζει τους πέντε άρτους, μεταβάλλει το νερό σε κρασί, ηρεμεί τη μανιασμένη θάλασσα, στερεοποιεί το νερό της θάλασσας και περπατά επάνω. Τα θαύματά Του γίνονται με ασύγκριτο τρόπο, σε μια στιγμή, δημόσια, μπροστά σε πλήθη λαού και σε εχθρούς Του. Πειστικά δείχνει ότι αγαπάει τους αμαρτωλούς, τους προτρέπει να ανοίξουν την καρδιά τους σ' όλη την αλήθεια, όσο κουρασμένοι και φορτωμένοι κι αν είναι, να πάνε όλοι κοντά Του και θα τους ξεκουράσει. Τονίζει όμως ότι μόνο όποιος θέλει θα τον ακολουθήσει, χωρίς βία και καταναγκασμό. Όποιος θέλει θα σηκώσει το σταυρό του μόνος του.
Διαβεβαιώνει ότι η βασιλεία Του αρχίζει τώρα από τη ζωή ετούτη, ότι θα ξανάρθει στη γη για να απο¬δώσει δικαιοσύνη στον καθένα στην τελική κρίση αλλάζοντας ολόκληρο τον κόσμο. Σταυρώθηκε. Ανα¬στήθηκε. Ολοκλήρωσε την Εκκλησία Του και Ανα¬λήφθηκε στους Ουρανούς.

Η σταύρωση του Χριστού

Ο Χριστός διδάσκει σε μια εποχή που διοικούν ανίκανοι πολιτικοί άρχοντες, σε μια εποχή δικτατορίας του όχλου. «Δήμος άτακτος υπό των αρχόντων διεφθαρμένος».
Κατηγορήθηκε ότι παρέβαινε το νόμο του Θεού και διασάλευε τη δημόσια τάξη. Δικάσθηκε και καταδικάσθηκε σε θάνατο διά του σταυρού. Η απόφαση αυτή να Σταυρωθεί ο Χριστός ήταν σκληρή και έδειχνε τη μεγάλη αγνωμοσύνη των Εβραίων. Ο καταδικασμένος έπρεπε να σηκώνει το σταυρό μόνος του, στο δρόμο το πλήθος τον βλασφημούσε και τον έφτυνε, δεχόταν χτυπήματα χωρίς λύπη. Στον τόπο που γινόταν η εκτέλεση κάρφωναν τα χέρια πλάγια πάνω στο σταυρό, τα πόδια κάτω. Τρομεροί πόνοι στο σώμα, αιμορραγία, ήταν ο τελευταίος σύντροφος της ζωής και η αρχή του θανάτου.
Ο Κύριος δέχθηκε αγόγγυστα το μαρτύριο αυτό και πάνω από το σταυρό συγχωρεί τους δολοφόνους. Αιώνιο παράδειγμα συγχώρησης. Η Σταύρωσή Του αποτελεί μοναδικό και ανεπανάληπτο γεγονός, πηγή σωτηρίας για τον κάθε άνθρωπο και αρχή της Ανάστασης του Χριστού και του ανθρώπου. Ο Σταυρός είναι το ακρότατο σημείο και το κορύφωμα στο μυστήριο της απόφασης του Θεού να σώσει τον άνθρωπο.
«Ημείς δε κηρύσσομεν Χριστόν εσταυρωμένον».
Σ' αυτά τα λόγια του Αποστόλου Παύλου είναι όλη η αλήθεια του κηρύγματος, όλη η πίστη της Εκκλησίας, όλο το δράμα της ζωής του πιστού.
Με το Σταυρό και το πάθος του Χριστού, του νέου Αδάμ, συσχετίζεται η ιστορία του παλαιού Αδάμ. «Γιατί όπως με την παρακοή του ενός ανθρώπου (Αδάμ) οι πολλοί έγιναν αμαρτωλοί, έτσι και με την υπακοή του ενός (Χριστού) θα δικαιωθούν οι πολλοί».
Με τον τρόπο αυτόν του Θεού εμφανίζεται ένας νέος άνθρωπος, ο άνθρωπος του Χριστού που ανακαινουργώνεται και αναγεννιέται πνευματικά.
Ο νέος άνθρωπος του Χριστού ζει και απολαβαίνει τις δωρεές του Σταυρού. Γιατί με τη Σταύρωση λέγει ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός:
«Καταργήθηκε ο θάνατος, συγχωρήθηκε η προπατορική αμαρτία, απογυμνώθηκε ο Άδης, χαρίσθηκε ως δώρο σε όλους η Ανάσταση, δόθηκε δύναμη να περιφρονούμε τον θάνατο, κατορθώθηκε η επάνοδος στην αρχαία μακαριότητα, ανοίχθηκαν οι πύλες του Παραδείσου, κάθισε η ανθρώπινη φύση στα δεξιά του Θεού, γίναμε παιδιά του Θεού, γίναμε κληρονόμοι του Θεού». Όλες αυτές τις δωρεές και τα χαρίσματα δίνει στον άνθρωπο η μυστική δύναμη που έρχεται από τη θυσία και το πανάγιο Αίμα του Εσταυρωμένου. Σταυρωμένος ο Χριστός για εμάς, σταυρωμένοι εμείς με το Χριστό για τη σωτηρία μας. Αλήθεια, αγώνας και α¬γωνία είναι ο Σταυρός. Πώς να σταυρωθούμε εμείς με το Χριστό; Να πώς συμβουλεύει ο Άγιος Γερμανός Πατριάρχης της Κωνσταντινούπολης:
«Κλείσε το στόμα σου όταν ερεθίζεσαι από το διάβολο να βρίζεις και να καταλαλείς τον διπλανό σου».
«Κλείσε τα μάτια σου όταν η βλαβερή ηδονή τα παρασύρει στην καταστροφή».
«Γίνε κωφός όταν σε καταλαλούν και σε βρίζουν».
«Δέσε τα χέρια σου για να μην αρπάξουν ξένα πράγματα και να μην απλώνουν σε ζημιογόνες πράξεις».
«Δέσε τα πόδια σου που πάνε να περπατήσουν σε βάραθρα».
Χαρά στον καθένα, που καθώς ο Χριστός, σηκώνει κι αυτός το σταυρό του και σταυρός είναι το Χρέος, η ευθύνη, η θλίψη, η θυσία, η αγάπη. Να πεθάνεις για τον κόσμο, για να ζήσεις με το Θεό.


Η Ανάσταση του Χριστού

Μετά τη Σταύρωση αν δεν ακολουθούσε η Ανάσταση, η χριστιανική θρησκεία θα είχε ταφεί μαζί με το Χριστό τη Μεγάλη Παρασκευή το βράδυ στον ίδιο Τάφο. Αυτό φρόντισαν να κάμουν οι Σταυρωτές. Ο φθόνος των θρησκευτικών αρχόντων, η δειλία του Ρωμαίου επιτρόπου και η σύγχυση στη σκέψη του όχλου όπως προείπαμε, οδήγησαν τον Ιησού στο θάνατο που κατά τη θέληση του Θεού, ήταν ουσιαστικά η Ανάσταση και η ζωή του κόσμου. Οι πιστοί όλων των αιώνων θεμελιώνουν την πνευματική τους ζωή στην βεβαιότητα που μας έδωσαν οι Απόστολοι ότι «Αναστήθηκε πραγματικά ο Χριστός».
«Δέστε, λέει ο Χριστός και δείχνει στους Αποστόλους τα σημάδια των καρφιών στα χέρια και στα πόδια, δέστε τα χέρια μου και τα πόδια μου, είμαι εγώ ο ίδιος, ψηλαφήστε και βεβαιωθείτε ότι το φάντασμα δεν έχει σάρκα και οστά όπως βλέπετε να έχω εγώ».
Βεβαιώνει ο ίδιος την Ανάστασή Του επί 40 ημέρες. Εμφανίζεται στην Μαρία την Μαγδαληνή, στις Μυροφόρες γυναίκες, στον Πέτρο, στους δύο Μαθητές που πηγαίνουν προς Εμμαούς, στους δέκα Αποστόλους όταν έλειπε ο Θωμάς, στους επτά μαθητές στη Λίμνη της Τιβεριάδος, στους έντεκα στο όρος της Γαλιλαίας, στους πεντακόσιους αδελφούς, σε όλους τους Αποστόλους στη Βηθανία, την ημέρα της Ανάληψης, στον αδελφόθεο Ιάκωβο και στον Απόστολο Παύλο. Παρουσιάζεται επί σαράντα ήμερες δημόσια, ποτέ την νύχτα, πάντα στο φως της ημέρας.
Η Ανάσταση του Χριστού είναι αδιάσειστο ιστορικό γεγονός που πιστοποιεί την θεότητά Του. Αποτελεί αντάξιο και ένδοξο τέλος της επίγειας ζωής Του και πραγματοποιεί εκείνο για το οποίο ο Υιός του Θεού ήρθε στον κόσμο και έχυσε το Αίμα Του, την επαναφορά του πεσμένου Αδάμ, τη θέωση του ανθρωπίνου γένους. Η σωτηρία μας γίνεται πραγματικότητα, μας ενώνει μαζί Του, μας κάνει μετόχους της νίκης Του εναντίον της αμαρτίας και του θανάτου. Το ανθρώπινο γένος ανασταίνεται μαζί με το Χριστό, (αναστήθηκε από τους νεκρούς πρώτος και θα ακολουθή¬σει του καθενός μας η ανάσταση). Μαζί λοιπόν με το Χριστό, βρίσκει ξανά την αιώνια ζωή και μπαίνει στην κοινωνία του Τριαδικού Θεού. Είναι πια μια νέα ζωή για την ανθρωπότητα. Αρχή αναδημιουργίας και ανακαίνισης των πάντων.
Η Ανάσταση συγκλόνισε τους Αποστόλους και έγινε η κινητήρια δύναμη που άλλαξε τον ψυχικό τους κόσμο, τη σκέψη, τα σχέδια και τις αποφάσεις τους.
Ο Απόστολος Παύλος λέει ότι εάν δεν αναστήθηκε ο Κύριος η πίστη των Χριστιανών είναι άδεια περιεχομένου, αυτοί δε που κήρυξαν την Ανάσταση είναι ψεύτες και ψευδομάρτυρες μπροστά στο Θεό.
Ο Πέτρος τη μια μέρα δειλιάζει και αρνείται το Χριστό σε μια υπηρέτρια. Λίγες μέρες μετά, ατρόμητος διακηρύσσει δημόσια για το Χριστό και την Ανάσταση και πιστεύουν τρεις χιλιάδες άνθρωποι. Δεν δείλιασε μόνο ο Πέτρος μα απελπίστηκαν και πανικοβλήθηκαν όλοι οι Απόστολοι. Όταν όμως είδαν με τα μάτια τους το Χριστό Αναστημένο, γίνονται αμέσως τολμηρότατοι και λεοντόθυμοι άνδρες, αντιμετωπίζοντας ολόκληρο τον κόσμο. Ενδυναμώθηκαν και περιφρόνησαν κάθε δυσκολία, «κινδύνους ποταμών, κινδύνους ληστών, κινδύνους εκ γένους, κινδύνους εθνών, κινδύνους εν πόλει, εν ερημία, εν αγρυπνίαις, εν λιμώ και δίψει, εν νηστείαις πολλάκις, εν ψύχει και γυμνότητι».
Μεταβολή μοναδική στην παγκόσμια Ιστορία. Μεταβολή ψυχολογική που με το αίμα τους υπόγραψαν τη μαρτυρία τους.
Τα ιστορικά κείμενα που διηγούνται την Ανάσταση και τις εμφανίσεις του Κυρίου, η αλλαγή του ήθους των Αποστόλων που μετά την Ανάσταση έζησαν ζωή αυτοθυσίας και αυταπάρνησης, γεμάτοι διωγμούς και κακουχίες, η ατρόμητη διάδοση της πίστης στον Αναστημένο Χριστό μέχρι θυσίας και αυτής της ζωής, τα συγκλονιστικά βιώματα των πρώτων χριστιανών και όλων των αγίων όλων των αιώνων, παρέχουν τρανή απόδειξη και αδιάψευστη μαρτυρία ότι:
«Αληθώς Ανέστη ο Κύριος».

Η Εκκλησία του Θεού

Με τη Σάρκωση, το θάνατο, την Ανάσταση και την αποστολή του Αγίου Πνεύματος την ήμερα της Πεντηκοστής, ολοκληρώθηκε και αποκαλύφθηκε στον κόσμο η Εκκλησία του Θεού. Η Εκκλησία υπήρχε αιώνια αφού ήταν στη θέληση του Θεού και στο σχέδιο Του να δημιουργήσει και να σώσει τον κόσμο, μπήκε με τη δημιουργία του κόσμου στην ιστορία της ανθρωπότητας, ανήκει στο Θεό γιατί είναι δημιούργημά Του και φανέρωση της Βασιλείας Του πάνω στη γη.
Όπως ο Χριστός έτσι και η Εκκλησία, πριν από την επίγεια ύπαρξή της, είχε πνευματική και ουράνια ύπαρξη, φανερώθηκε με τη Σάρκωση του Χριστού για να σωθούμε και θα παραμείνει ενωμένη με το Χριστό «μέχρι της συντέλειας του αιώνος». Με το τίμιο Αίμα και την Ανάσταση του Χριστού έγινε ένα μαζί Του, εξαγνίσθηκε, αγιάσθηκε και έχει ως κεφαλή της το Χριστό αφού αποτελεί το Σώμα Του. Έτσι η Εκκλησία είναι κέντρο και όργανο συνέχισης και διαιώνισης του απολυτρωτικού έργου, έλαβε μορφή θεανθρώπινου οργανισμού, καθίδρυμα σωτηρίας με ιεραρχική οργάνωση, εφοδιάστηκε από το Χριστό με όλα τα μέσα και τις πνευματικές εξουσίες για να συνεχίσει με το «τρισσό» αξίωμα, προφητικό, αρχιερατικό, βασιλικό την ενσωμάτωση των πιστών στη Βασιλεία του Θεού.
Η Εκκλησία είναι Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική. Έχει μία κεφαλή, το Χριστό, ένα Άγιο Πνεύμα, ένα Σώμα, μία Πίστη, ένα Βάπτισμα, μία Αρχή, ένα σκοπό χωρίς τοπικούς και χρονικούς περιορισμούς, να περιλάβει στους κόλπους της όλους χωρίς εξαίρεση τους ανθρώπους, σε όλη την υφήλιο, σε όλα τα πέρατα της Οικουμένης για να γίνει: «Μία Ποίμνη, Ένας Ποιμένας».
Σαν μέλη της υπολογίζονται και οι αμαρτωλοί γιατί με τη Χάρη που υπάρχει στην Εκκλησία - εξομολόγηση, Θεία Κοινωνία - γίνονται άγιοι, αγαθοί. «Δεν ήλθα να καλέσω δικαίους, αλλά αμαρτωλούς να μετανοήσουν» λέγει ο Κύριος. Ο Χριστός εξακολουθεί να ζει, να διδάσκει, να σώζει. Ο Χριστός με το Άγιο Πνεύμα μεταφυτεύει και μεταγράφει τους αγίους διά του θανάτου από την επίγεια «στρατευόμενη», στην ουράνια «θριαμβεύουσα», Εκκλησία.
Δεν μπορεί ο άνθρωπος να σωθεί έξω από την Εκκλησία, από του Αδάμ μέχρι του Χριστού και από του Χριστού μέχρι τη συντέλεια των αιώνων γιατί Αυτή είναι η Κιβωτός, το εργαστήριο της σωτηρίας, ο οικονόμος, ο διαχειριστής της Χάρης που αγιάζει και σώζει. Τα μέλη της Εκκλησίας οι Χριστιανοί με την πίστη στο Χριστό, το Βάπτισμα, τη Θεία Κοινωνία γίνονται το σώμα της Εκκλησίας, το σώμα του Χριστού και αποτελούν μια μυστηριώδη κοινωνία, μυστηριώδη κοινότητα.
Αυτή η πνοή που δίνει ζωή και δύναμη, συνεχίζει και διαιωνίζει το απολυτρωτικό έργο, φέρνει και ερμηνεύει αλάθητα τις αιώνιες αλήθειες και αξίες, είναι ο ίδιος ο Θεός Λόγος και το Άγιο Πνεύμα.
Όπως προαναφέραμε, ο Χριστός εφοδίασε την Εκκλησία με πνευματικές εξουσίες, δωρεές και μέσα για την επικράτηση του Σχεδίου Του. Ο ίδιος όρισε και την Κυβέρνηση της Εκκλησίας, την Εκκλησιαστική Ιεραρχία που την αποτελούν οι Επίσκοποι, οι Ιερείς και οι Διάκονοι. Δεν είναι διάσπαση των μελών - κληρικών και λαϊκών η Εκκλησιακή Ιεραρχία αλλά διάκριση από την ειδική μυστηριακή Ιερωσύνη που έχουν μόνο οι κληρικοί από την Χειροτονία.
Αυτής της Εκκλησίας είμαστε μέλη. Ο Χριστός παραμένει πάντοτε μαζί μας, παρατείνεται στους αιώνες, είμαστε αδιάσπαστα ενωμένοι μαζί Του με το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, της Θείας Κοινωνίας, που είναι το κέντρο της Εκκλησίας Του στη γη.
«Λάβετε, φάγετε, τούτο είναι το Σώμα μου». «Πίετε από αυτό όλοι διότι αυτό είναι το Αίμα
μου, επικύρωση της Νέας Διαθήκης, που χύνεται προς σωτηρία πολλών διά να συγχωρηθούν οι αμαρτίες τους».
«Όποιος τρώγει τη Σάρκα μου και πίνει το Αίμα μου έχει από τώρα αιώνια ζωή και εγώ θα τον αναστήσω την τελευταία ήμερα της κρίσεως». «Η χάρη του Κυρίου Ιησού Χριστού να είναι με όλους τους Χριστιανούς».
Αμήν.

Με ευχές και αγάπη Χριστού 

π. Ιωάννης Βερνέζος Πρωτοπρεσβύτερος

ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΤΕΧΘΗ!



Ὁ Χριστός, ὁ Θεός, γεννήθηκε στὴ γῆ ὡς ἄνθρωπος.
Γιατί;
Γιὰ νὰ μᾶς ἐξηγήσει μὲ τὴ Γέννησή Του τὴ γέννησή μας.
Ὁ Θεὸς ἔγινε ἄνθρωπος, γιὰ νὰ γίνει ὁ ἄνθρωπος Θεός.
Νά, μέσα σʼ αὐτὸ περιλαμβάνεται ὅλο τὸ μυστήριο τῆς θαυμαστῆς Γεννήσεως τοῦ Θεανθρώπου τὴν ἡμέρα τῶν Χριστουγέννων.
Μέσα σʼ αὐτὸ περιέχεται ὁλόκληρο τὸ Εὐαγγέλιό Του καὶ ὅλη ἡ Ἐκκλησία Του καὶ κάθε τί ποὺ βρίσκεται μέσα σʼ Αὐτήν.
Ὅλα τὰ ἅγια Μυστήρια καὶ ὅλες οἱ ἅγιες ἀρετὲς καὶ μέσα σʼ αὐτὲς ὅλες οἱ ἅγιες θεϊκὲς δυνάμεις.
Ἀπὸ τὴ Γέννηση τοῦ Σωτήρα Χριστοῦ στὴ γῆ, ὅλο τὸ πλήρωμα τῆς Θεότητας, ὅλος ὁ Θεὸς βρίσκεται σωματικὰ παρὼν στὸν δικό μας ἀνθρώπινο κόσμο γιὰ νὰ γεμίσουμε ἐμεῖς μὲ αὐτὸ τὸ πλήρωμα τῆς Θεότητας...
Καὶ ἔτσι νὰ πραγματοποιήσουμε τὸν σκοπὸ ποὺ ὁ Ἴδιος ὁ Θεὸς ἔθεσε, γιὰ τὸ ἀνθρώπινο εἶναι μας, γιὰ τὴν ἀνθρώπινη ζωή μας, γιὰ τὴν ἀνθρώπινη ὕπαρξή μας.
Τὸν μόνο ἀληθινὸ καὶ ἀθάνατο σκοπὸ καὶ γιὰ μένα καὶ γιὰ σένα καὶ γιὰ τὸν κάθε ἄνθρωπο.
Ώ, πῶς ἐμεῖς τὰ ἄθλια ἀνθρώπινα ὄντα νὰ φθάσουμε σʼ αὐτὸν τὸν ὕψιστο σκοπό;
Μέσῳ τῶν ἁγίων Μυστηρίων τοῦ Χριστοῦ ποὺ ὑπάρχουν στὴν ἁγία Ἐκκλησία Του, καὶ μέσῳ τῶν ἁγίων ἀρετῶν ποὺ ὑπάρχουν μέσα σʼ Αὐτήν.
Ὅταν ζοῦμε μέσα σʼ αὐτὲς τὶς ἀρετὲς καὶ μέσῳ αὐτῶν ὁ καθένας ἀπὸ μᾶς γεμίζει μὲ ὅλες τὶς θεϊκὲς δυνάμεις, ποὺ εἶναι ἀναγκαῖες γιὰ τὸν ἄνθρωπο, ὥστε νὰ ζήσει ἐν Θεῷ καὶ μαζὶ μὲ τὸν Θεό, τόσο σʼ αὐτὸν ὅσο καὶ στὸν ἄλλο κόσμο.
Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ ὁ καθένας γίνεται «Θεὸς κατὰ χάριν», κι αὐτὸ εἶναι κάτι ποὺ μπορεῖ νὰ πραγματοποιηθεῖ μόνο μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Κυρίου μας, τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ ποὺ ἐλεεῖ ὅλους τούς ἀνθρώπους…
Ἡ ἐπίτευξη τοῦ σκοποῦ αὐτοῦ ἀρχίζει μὲ τὸ ἅγιο Βάπτισμα καὶ ὁλοκληρώνεται μὲ τὴ θέωση.
Στὸ Μυστήριο τοῦ Βαπτίσματος ντύνεσαι τὸν Ἴδιο τὸν Χριστό.
Στὴ Θεία Κοινωνία ὑποδέχεσαι ὁλόκληρο τὸν Θεό.
Νά, εἶσαι Χριστοφόρος χριστιανέ!
Εἶσαι Θεοφόρος!
Νά, ζεῖς, ὅπως ὁ μικρὸς «Θεὸς κατὰ χάριν».
Νά, ζεῖς μὲ τὸν Χριστὸ καὶ γιὰ χάρη τοῦ Χριστοῦ, γιατί Αὐτὸς ὁ Χριστὸς εἶναι τὸ μόνο λογικὸ καὶ χαρμόσυνο νόημα τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης καὶ γιὰ μένα καὶ γιὰ σένα καὶ γιὰ τὸν κάθε ἄνθρωπο.
Γιʼ αὐτό: ὅλα γιὰ τὸν Χριστό, τὸν Χριστὸ νὰ μὴν Τὸν ἀνταλλάξεις μὲ τίποτε!
Ἂς εἶναι Αὐτὸς –ὁ θαυμαστὸς καὶ ἐλεήμονας πρὸς ὅλους τούς ἀνθρώπους – Κύριος καὶ Σωτήρας μας. «Αὐτὸς πρῶτος σὲ ὅλα», μέσα σὲ ὅλη τὴ ζωή μου, σὲ ὅλη τὴ ζωή σου καὶ τὴ ζωὴ τοῦ κάθε ἀνθρώπου, τὴ ζωὴ ποὺ ἀρχίζει ἐδῶ στὴ γῆ, γιὰ νὰ συνεχιστεῖ σὲ ὁλόκληρη τὴν αἰωνιότητα, σὲ ὅλους τοὺς οὐράνιους Θείους κόσμους.
Γιʼ αὐτὸ πάλι καὶ πολλὲς φορὲς ἐπαναλαμβάνω τὴ χαρμόσυνη φωνὴ καὶ τὸν ἀγγελικὸ χαιρετισμό:
ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΤΕΧΘΗ!

Ἁγίου Ἰουστίνου Πόποβιτς

Η κλήση του Χριστού στην ελευθερία Του, μας τρομάζει



- Να κοινωνήσω;
- Αυτά τα λέγαμε όταν ήσουν παιδί, όταν ήσουν νέος. Τώρα, θα το νιώθεις μέσα σου, και θα αποφασίζεις μόνος σου τη σχέση σου με το Χριστό. Δεν μπορεί μέχρι να γεράσεις να ρωτάς εμένα για το πότε θα κοινωνήσεις.

- Δηλαδή, χωρίς εξομολόγηση;
- Μα σε ξέρω, και σου διαβάζω την ευχή τόσες φορές, δεν είναι ότι κοινωνάς ανεξομολόγητος. Με τη λογική αυτή, θα πρέπει να με βλέπεις λίγη ώρα πριν από κάθε θεία Μετάληψη. Διότι, πάντα κάνεις κάποια αμαρτία, κάποιο λάθος. Τι θα γίνει, το φαντάζεσαι; Αν οι εκατοντάδες άνθρωποι που ξέρουμε, μας ρωτούσαν πριν από κάθε θεία Λειτουργία, δεν θα κάναμε άλλη δουλειά.

- Περίεργα μου ακούγονται αυτά.

- Μα είναι. 
Η κλήση του Χριστού στην ελευθερία Του, μας τρομάζει. Γι’ αυτό και θες να μπεις πάλι στο αγαπημένο σου ζεστό καλούπι, για να χουχουλιάσεις και να ηρεμήσεις. Το έχεις ανάγκη ακόμα, φαίνεται. Δεν σε κατηγορώ. Μα δεν μπορώ να το υπηρετώ κι εγώ μια ζωή για χάρη σου. Λυπάμαι. Αν το κουκούλι – καλούπι της πεταλούδας, δεν την κάνει ν’ ανοίξει μια μέρα τα φτερά της και να πετάξει, τότε θα ψοφήσει μέσα στην γνωστή ασφάλειά της. 
Μα δεν είναι πλασμένη γι’ αυτό. Πρέπει μια μέρα να γνωρίσει και τον "άγνωστό" της Ουρανό!!

π. Ανδρέας Κονάνος



Μια ευχή του γέροντος Παισίου για τα Χριστούγεννα...


Εύχομαι η καρδιά σας να γίνει Αγία Φάτνη και το Πανάγιο Βρέφος της Βηθλεέμ να σας δώσει όλες τις ευλογίες Του.”.
-Γέροντα,δώστε μου μια ευχή για τα Χριστούγεννα.
-Εύχομαι ο Χριστός και η Παναγία να σε έχουν κοντά τους σαν το αρνάκι που είναι δίπλα στην φάτνη. Νομίζω, περνάει καλά, όπως και το βοϊδάκι και το γαϊδουράκι που ζεσταίνουν τον Χριστό στην φάτνη…
“΄Εγνω βους τον κτησάμενον και όνος την φάτνην του Κυρίου αυτού”, λέει ο Προφήτης Ησαΐας (Ης. 1,3). Γνώρισε δηλαδή το βοϊδάκι το αφεντικό του και το γαϊδουράκι την φάτνη του Κυρίου του. Γνώρισαν τι ήταν μέσα στη φάτνη και με τα χνώτα τους το ζέσταιναν! Κατάλαβαν τον Δημιουργό τους! Αλλά και το γαϊδουράκι, τι τιμή να πάει τον Χριστό μετά στην Αίγυπτο! Οι άρχοντες είχαν άρματα χρυσοκέντητα και ο Χριστός τι χρησιμοποίησε! Τι καλά να ήμουν αυτό το γαϊδουράκι!

(Γέροντος Παϊσίου 
Λόγοι, τόμος Ε, σ. 231)

Καλά και ευλογημένα Χριστούγεννα!

Παραμονές Χριστουγέννων και εσύ θα λες πάλι, χρόνια πολλά, έτσι, χωρίς λόγο, χωρίς να πιστεύεις οτι έγινε το μέγιστο...



Παραμονές Χριστουγέννων και η Εκκλησία μιλά στα τροπάρια της για φάτνη, ζώα, βρέφος. Οδηγεί σιγά-σιγά τον άνθρωπο στο μυστήριο. Όλα γίνονται γι᾽αυτό το Θείο Βρέφος που γεννάται μέσα σε νεκροκρέββατο. Μέσα στο μοναστήρι η ατμόσφαιρα άκρως κατανυκτική. Ο μοναχός ψάλλει ανεπιτήδευτα. Δεν γνωρίζει την παρασημαντική αλλά μας βοηθά όλους να βρούμε αυτόν που ψάχνουμε νά γεννηθεί μέσα μας. Δεν γνωρίζει τα μουσικά αλλά αυτό τον διαφυλάσσει από τον μεγάλο κίνδυνο της οίησης. Η λειτουργία προχωρά και πλέον δεν γίνεται να μην αφήσεις τα βιοτικά πίσω σου. Αυτή η θεία λειτουργία είναι μια γεύση από τον Παράδεισο. Για φαντάσου, όταν θα πεθάνεις, θα ζεις αυτήν την απίστευτη πληρότητα και γλυκύτητα αιώνια. Θα ζεις την συνέχεια αυτής της θείας λειτουργίας.

Τί πλέον θέλεις; Μου μιλάς για αθεΐα και μου ζητάς να σου αποδείξω την ύπαρξή Του. Μοιάζει αυτό που λες, σαν να θέλεις να χωρέσει ο ωκεανός μέσα σε ένα ποτήρι! Δεν θά σου μιλήσω λοιπόν για αποδείξεις, ούτε καν για ενδείξεις. 
«Έρχου και είδε», μόνο θα σου πω. Και πριν έρθεις, αν μπορείς, πέταξε και ό,τι έχεις φορτώσει τόσα χρόνια επάνω σου και δεν μπορείς να κινηθείς και δεν μπορείς πλέον να ζεις. 
Δεν θα σου μιλήσω για τον αόρατο με εξισώσεις, δεν γίνεται αυτό. Θα σου πω όμως για την ψυχή όταν σκιρτά, αναγνωρίζοντας τον Πλάστη της.Πράγματι, χάνεις! Έτσι απλά στο λέω. Δεν υπάρχει τίποτα ανώτερω «μήτε στην γη μήτε στον ουρανό». Η γη μοιάζει με τα επάνω και ο ουρανός κατεβαίνει κάτω.

Σε εσένα που λες ότι δεν πιστεύεις και αγωνίζεσαι να μην πιστέψεις και προσπαθείς να το πιστέψουν και άλλοι. Όσο και να μην το βλέπεις, ο ήλιος υπάρχει και θα υπάρχει πάντοτε. Όταν βρίσκεσαι μόνος σου, εσύ και ο εαυτός σου, το σκέφτεσαι. Λες: «μήπως…». 
Εάν το νομίζεις, αμφισβήτησέ Τον με την καλή σου την καρδιά όχι με εμπάθεια. Άφησέ τον να σε πλησιάσει. Έχει να σου δώσει και δεν θέλει να του δώσεις. Έχει να σε γεμίσει, να σε πληρώσει έως άνω χωρίς κανένα αντάλλαγμα. Από αγάπη σου μιλώ και από πόνο για τον σύγχρονο άνθρωπο που πνίγεται μέσα στις σκέψεις του.

Παραμονές Χριστουγέννων και εσύ θα λες πάλι, χρόνια πολλά, έτσι, χωρίς λόγο, χωρίς να πιστεύεις οτι έγινε το μέγιστο, οτι «ο Θεός έγινε άνθρωπος και ο άνθρωπος μπορεί να γίνει Θεός». Γιατί αφήνεις μια ακόμα ευκαιρία χαμένη; Προσπάθησε να το ζήσεις τούτη την χρονιά, μην το αφήνεις και πάλι. Μην δοξάζεις το εγώ σου πανηγυρικά ψάχνοντας μάλιστα και οπαδούς. Είναι ο εγωισμός, για σένα, για μένα, για όλους, το καρκίνωμα της ψυχής. Είναι από αυτόν τον αρχαίο όφι, τον εγωισμό, όλα τα άσχημα στον κόσμο, είναι πασιφανές.

Άνοιξε εφέτος την καρδιά και περίμενέ Τον να γεννηθεί. Θά έρθει, κάλεσέ τον και θα έρθει! Εκείνος πάντα, με αγάπη, τρυφερότητα, σεβασμό και διάκριση αναζητά καρδιές για να γεννηθεί…
«Σπήλαιο ευτρεπίζου…»! Έρχεται σιγά-σιγά και ψάχνει χώρους, καρδιές να γεννηθεί, όπως τότε, μέσα στην ήρεμη μοναδική νύχτα, με την δημιουργία όλη να κραυγάζει δοξολογώντας γοερώς, «ευρήκαμεν τον μεσσίαν»!

Του αρχιμ. Ιακώβου Κανάκη

Τὰ ζῶα τῆς φάτνης



Στὴ βυζαντινὴ εἰκόνα τῆς Γεννήσεως τοῦ Σωτῆρος τὸ κεντρικὸ πρόσωπο, τὸθεῖο Βρέφος, ­εἰκονίζεται μέσα σὲ σπήλαιο ἀνάμεσα σὲ ζῶα· ἢ μᾶλλον τὰ ζῶαεἶναι σκυμμένα πάνω Του· εἶναι πάντοτε δύο καὶ εἶναι συγκεκριμένα: ἕνας «βοῦς» (βόδι) καὶ ἕνας «ὄνος» (γαϊδουράκι).
Δηλώνεται ἔτσι ὅτι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ γεννήθηκε ὡς ἄνθρωπος ὄχι σὲ παλάτι βασιλικό, οὔτε κὰν σὲ σπίτι ὅπου μένουν ἄνθρωποι, ἀλλὰ σὲ στάβλο, σὲ σπηλιὰ ποὺ χρησίμευε ὡς κατάλυμα ζώων! 
Ὑπενθυμίζει δηλαδὴ τὶς πολὺ ταπεινὲς συνθῆκες ὑπὸ τὶς ὁποῖες γεννήθηκε ὁ Κύριος, ποὺ ἦταν ἡ ἀρχὴ τῶν ἀλλεπάλληλων ταπεινώσεων ποὺ καταδέχθηκε νὰ ὑπομείνει στὴν ἐπὶ γῆς ζωή Του γιὰ τὴ σωτηρία μας μέχρι τὴν Ἄκρα Ταπείνωση τοῦ σταυρικοῦ Πάθους Του!
Δὲν πρόκειται ὅμως μόνο γι᾿ αὐτό. Ἡ παρουσία τῶν δύο συγκεκριμένων ζώ­ων κοντὰ στὸ νηπιάσαντα Θεὸ ὑπενθυμίζει κυρίως τὴν ἐκπλήρωση δύο προφητειῶν τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, τῶν προφητῶν Ἀμβακοὺμ καὶ Ἡσαΐα.
Ὁ προφήτης Ἀμβακοὺμ μὲ τὸ προφητικό του βλέμμα διακρίνει τὴν ἐνανθρώπηση τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἐπρόκειτο νὰ συμβεῖ μετὰ ἀπὸ αἰῶνες, καὶ λέγει στὸν Υἱὸ μεταξὺ τῶν ἄλλων: «Ἐν μέσῳ δύο ζῴων γνωσθήσῃ» (Ἀμβ. γ´ 2)
Στὸ χωρίο αὐτὸ ἔχουν δοθεῖ πολλὲς ἑρμηνεῖες· αὐτὴ ποὺ μᾶς ἐνδιαφέρει ἐδῶ εἶναι ἡ ἑξῆς: Θὰ γνωρισθεῖς ἀνάμεσα σὲ δύο ζῶα. Ὁ Θεὸς «ἐφανερώθη ἐν σαρκί» (Α´ Τιμ. γ´ 16), ἔγινε γνωστὸς κατ᾿ ἀρχὰς μεταξὺ δύο ζώων. Ἑπομένως ἡ βυζαντινὴ ἁγιογραφία εἶναι σὰν νὰ μᾶς λέει: Κοιτάξτε αὐτὸ τὸ βρέφος! Εἶναι ὁ Μεσσίας ποὺ προφήτευσε ὁ προφήτης Ἀμβακούμ.
Πιὸ σαφὴς εἶναι ἡ προφητεία τοῦ προφήτη Ἡσαΐα: «Ἔγνω βοῦς τὸνκτησάμενον καὶ ὄνος τὴν φάτνην τοῦ κυρίου αὐτοῦ, Ἰσραὴλ δέ με οὐκ ἔγνω καὶ ὁλαός με οὐ συνῆκε» (Ἡσ. α´ 3). Ἐδῶ ὁμιλεῖ ὁ Θεὸς μὲ παράπονο γιὰ τὴν ­ἀχαριστία καὶ ἀπιστία τῶν Ἰσραηλιτῶν καὶ λέει: 
Τὸ βόδι γνωρίζει τὸν ἰδιοκτήτη ποὺ τὸ φρον­τίζει, καὶ τὸ γαϊδουράκι ξέρει τὴ φάτνη τοῦ κυρίου του. Ἀντίθετα, ὁ περιούσιος λαός μου, ὁ Ἰσραήλ, ποὺ τόσο τὸν ἔχω εὐεργετήσει, δὲν μὲ ἀναγνωρίζει εἰλικρινὰ Κύριό του, δὲν μὲ νιώθει.
Ἡ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας ἐφάρμοσε τὸ χωρίο στὴν περίσταση τῆς Γεννήσεως. Τὰ ζῶα τῆς φάτνης ἀναγνώρισαν τὸν Δεσπότη τους, τὸν Κύριο τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς. Τὸν ἀναγνώρισαν καὶ Τὸν προσκύνησαν. Οἱ Ἰουδαῖοι ὅμως δὲν Τὸν ἀντιλήφθηκαν. Δὲν ὑπῆρχε χῶρος στὸ πανδοχεῖο τῆς Βηθλεὲμ γιὰ τὴν Παρθένο καὶ τὸν κυοφορούμενο Μεσσία, οἱ πόρτες τῶν Βηθλεεμιτῶν ἔμειναν κλειστὲς γιὰ τὸν ἐρχόμενο Κύριο, καὶ οἱ καρδιές τους παγωμένες. Ἐλάχιστες ἁγνὲς καρδιὲς βρέθηκαν ἄξιες καὶ πρόθυμες νὰ Τὸν προσκυνήσουν, οἱ ποιμένες.
Τὸ παράπονο τοῦ Θεοῦ στὴ συγκεκρι­μένη προφητεία τονίζεται ἀκόμη περισσότερο ἀπὸ τὸ εἶδος τῶν ζώων ποὺ συγ­κρίνονται μὲ τοὺς ἀνθρώπους - Ἰ­­σ­ραηλίτες. 
Εἶναι δύο ζῶα γνωστὰ γιὰ τὴ χαμηλὴ νοημοσύνη τους· ­μάλιστα, προκειμένου γιὰ τὸν ὄνο, καὶ γιὰ τὸ πεῖσμα του. Δύο ζῶα ποὺ οἱ ὀνομασίες τους χρησιμοποιοῦνται ὑβριστικὰ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους. Αὐτὰ κατάλαβαν τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ στὴ γῆ· ὁ ἄνθρωπος, ἡ κορωνίδα τῆς ὁρατῆς δημιουργίας, δὲν τὴν κατάλαβε – γεγονὸς ποὺ καταδει­κνύει τὸ κατάντημα τοῦ ἀνθρώπου: «ἄνθρωπος ἐν τιμῇ ὢν οὐ συνῆκε, παρα­συνεβλήθη τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις καὶ ὡμοιώθη αὐτοῖς» (Ψαλ. μη´ [48] 13)
Ὁ ἄνθρωπος, ἐνῶ τιμήθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ μὲ τὸ «κατ᾿ εἰκόνα», δὲν τὸ ἀντιλήφθηκε, δὲν τὸ ἐκτίμησε αὐτό. Ἀλλὰ μὲ τὶς ἁμαρτίες του ἔκανε τὸν ἑαυτό του ὅμοιο μὲ τὰ ζῶα, ποὺ δὲν ἔχουν λογικὸ ὅπως αὐτός.
Σύμφωνα μὲ αὐτὴ τὴν προοπτικὴ τὰ δύο ζῶα συμβολίζουν καὶ κάτι ἄλλο: τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἀποκτηνώθηκε ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, τὸν ὁποῖο ἐλεεῖ ὁ Θεὸς καὶ προσφέρεται σ᾿ αὐτὸν ὡς «ὁ ἄρτος ὁ ζῶν ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς» (Ἰω. Ϛ´ 51), ἡ πνευματικὴ τροφὴ ποὺ θὰ τοῦ δώσει τὴν ἀληθινὴ ζωή, τὴ ζωὴ τῆς κοινωνίας μὲ τὸν Θεό, ποὺ θὰ τὸν κάνει ἄνθρωπο ἀληθινό, θεὸ κατὰ χάριν.
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος στὴ χριστουγεννιάτικη ὁμιλία του ­διακρίνει στὰ δύο ζῶα τοὺς δύο «λαούς»: τὸ βό­­δι, νομικῶς καθαρὸ ζῶο (βλ. ­Λευϊτ. ια´ [11]), συμβολίζει τοὺς Ἰουδαίους, οἱ ὁ­ποῖοι «μηρυκάζουν» (ὅπως τὸ βόδι) τὸ Νόμο τοῦ Θεοῦ· ὁ ὄνος, νομικῶς ἀκάθαρτο, συμβολίζει τοὺς εἰδωλολάτρες (βλ. PG 36, 332A).
Τὰ δύο διαφορετικὰ ζῶα συνάζονται κοντὰ στὸ Σωτήρα, ποὺ ἔρχεται νὰ δημιουργήσει τὴ μία οἰκογένεια τῆς Ἐκκλησίας, μέσα στὴν ὁποία «οὐκ ἔνιἸουδαῖος οὐδὲ Ἕλλην…», ἀλλὰ «πάντες» εἶναι «εἷς ἐν Χριστῷ»· ὅλοι οἱ πιστοὶ ἔχουν γίνει ἕνας νέος ἄνθρωπος μὲ τὴν ἕνωσή τους μὲ τὸν Χριστό (Γαλ. γ´ 28). 
Δὲν ἰσχύουν πλέον διαφορὲς ἐθνικότητας, κοινωνικῆς τάξεως καὶ φύλου. Τώρα ὑπάρχει ὁ ἐν Χριστῷ ἄνθρωπος, «ὁ καινὸς ἄνθρωπος» (Ἐφ. β´ 15), ὁ ἀναγεννημένος, ὁ ἁγιασμένος, ὁ ἄνθρωπος τῆς Χάριτος, ποὺ οἱ διαθέσεις, τὰ λόγια, οἱ πράξεις του ἔχουν τὴ σφραγίδα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Δύο ζῶα κοντὰ στὴ φάτνη τοῦ νεογέννητου Χριστοῦ! Πόσα μηνύματα: τὸ μυστήριο τῆς ἀποδοκιμασίας τοῦ Μεσσία, ὁ φοβερὸς ξεπεσμὸς τοῦ ἀνθρώπου, ἡ χαρὰ γιὰ ἕνα καινούργιο ξεκίνημα τῆς ἀνθρωπότητας· ἡ ἐλπίδα τέλος γιὰ μιὰ καινούργια ἀρχὴ καὶ στὴ δική μας προσωπικὴ ζωή!

Ορθόδοξο Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”

Ο Γέροντας Παΐσιος για τα Χριστούγεννα


Η καρδιά σας να γίνη Αγία Φάτνη και το Πανάγιο Βρέφος της Βηθλεέμ να σας δώση όλες τις ευλογίες Του.
Όταν ο νους είναι στα θεία νοήματα, ζει τα γεγονότα ο άνθρωπος, και έτσι αλλοιώνεται».
«Ο Χριστός με τη μεγάλη Του αγάπη και με την μεγάλη Του αγαλλίαση που σκορπάει στις ψυχές των πιστών με όλες τις άγιες γιορτές Του, μας ανασταίνει αληθινά αφού μας ανεβάζει ψηλά πνευματικά. Αρκεί να συμμετέχουμε και να έχουμε όρεξη πνευματική να τις πανηγυρίζουμε πνευματικά· τότε τις γλεντάμε πνευματικά και μεθάμε πνευματικά από το παραδεισένιο κρασί που μας φέρνουν οι Άγιοι και μας κερνούν.
Τις γιορτές για να τις ζήσουμε, πρέπει να έχουμε τον νου μας στις άγιες ημέρες και όχι στις δουλειές που έχουμε να κάνουμε για τις άγιες ημέρες. Να σκεφτόμαστε τα γεγονότα της κάθε αγίας ημέρας και να λέμε την ευχή δοξολογώντας τον Θεό. Έτσι θα γιορτάζουμε με πολύ ευλάβεια κάθε γιορτή».
«Να μελετάει και να ζει τα θεία γεγονότα συνέχεια. Όταν κανείς μελετάει τα γεγονότα της κάθε γιορτής, φυσιολογικά θα συγκινηθεί και με ιδιαίτερη ευλάβεια θα προσευχηθεί. Έπειτα στις Ακολουθίες ο νους να είναι στα γεγονότα που γιορτάζουμε και με ευλάβεια να παρακολουθούμε τα τροπάρια που ψέλνονται. Όταν ο νους είναι στα θεία νοήματα, ζει τα γεγονότα ο άνθρωπος, και έτσι αλλοιώνεται.
-Γέροντα, μετά την Αγρυπνία των Χριστουγέννων δεν κοιμόμαστε;
-Χριστούγεννα και να κοιμηθούμε! Η μητέρα μου έλεγε: «Απόψε μόνον οι Εβραίοι κοιμούνται». Βλέπεις, την νύχτα που γεννήθηκε ο Χριστός οι άρχοντες κοιμόνταν βαθιά, και οι ποιμένες «αγραυλούσαν». Φύλαγαν τα πρόβατα την νύχτα παίζοντας την φλογέρα. Κατάλαβες; Οι ποιμένες πού αγρυπνούσαν είδαν τον Χριστό.
-Πώς ήταν Γέροντα, το σπήλαιο;
-Ήταν μία σπηλιά μέσα σε έναν βράχο και είχε μία φάτνη· τίποτε άλλο δεν είχε. Εκεί πήγαινε κανένας φτωχός και άφηνε τα ζώα του. Η Παναγία με τον Ιωσήφ, επειδή όλα τα χάνια ήταν γεμάτα και δεν είχαν πού να μείνουν, κατέληξαν σε αυτό το σπήλαιο. Εκεί ήταν το γαϊδουράκι και το βοϊδάκι, που με τα χνώτα τους ζέσταναν τον Χριστό! «Ἔγνω βοῦς τον κτησάμενον και όνος την φάτνην του κυρίου αὐτοῦ», δεν λέει ο Προφήτης Ησαΐας;
-Σε ένα τροπάριο, Γέροντα, λέει ότι η Υπεραγία Θεοτόκος βλέποντας τον νεογέννητο Χριστό, «χαίρουσα ὁμοῦ καὶ δακρύουσα» ἀναρωτιόταν:… «Ἐπιδώσω σοι μαζόν, τῷ τὰ σύμπαντα τρέφοντι, ἢ υμνήσω σε, ὡς Υἱὸν καὶ Θεόν μου; ποίαν εὕρω ἐπὶ σοί προσηγορίαν;»
-Αυτά είναι τα μυστήρια του Θεού, η πολύ μεγάλη συγκατάβαση του Θεού, την οποία δεν μπορούμε εμείς να συλλάβουμε!
Γέροντα, πως θα μπορέσουμε να ζήσουμε το γεγονός της Γεννήσεως, ότι δηλαδή ο Χριστός «Σήμερον γεννάται εκ Παρθένου»;
-Για να ζήσουμε αυτά τα θεία γεγονότα, πρέπει ο νους να είναι στα θεία νοήματα. Τότε αλλοιώνεται ὁ άνθρωπος. «Μέγα και παράδοξον θαύμα τετέλεσται σήμερον», ψάλλουμε. Άμα ο νους μας είναι εκεί, στο «παράδοξον», τότε θα ζήσουμε και το μεγάλο μυστήριο της Γεννήσεως του Χριστού.
Εγώ θα εύχομαι η καρδιά σας να γίνη Αγία Φάτνη και το Πανάγιο Βρέφος της Βηθλεέμ να σας δώση όλες τις ευλογίες Του.

Από το βιβλίο: «Περί προσευχής», Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου, Λόγοι ΣΤ”

Έτσι μας έμαθαν να γιορτάζουμε τα Χριστούγεννα οι γονείς μας



Σε μια επαρχιακή πόλη της Μακεδονίας, στη μαύρη και φοβερή Κατοχή του ’41 με ’42, όπου οι εκτελέσεις και οι σφαγές των αθώων ανθρώπων ήσαν ανελέητες και αθρόες, οι φυλακίσεις και οι εξορίες φοβερές, το ξύλο και τα βασανιστήρια τρομακτικά, και η πείνα ως γνωστόν θέριζε τους πάντες. Σε όλα αυτά δυστυχώς έχω και γω προσωπική πείρα διότι πολλά είδαν τότε τα παιδικά μου μάτια.
Η οικογένεια της κυρίας αυτής όταν ήτο παιδούλα, ήτο πολύ ευσεβής και ακόμα ευσεβέστεροι ο παππούς και η γιαγιά. Άνθρωποι της πολλής προσευχής και της πολλής ελεημοσύνης.
Το βράδυ που ξημέρωνε Χριστούγεννα, η πεντάχρονη αδελφή της ξύπνησε και της ζήτησε να βγουν έξω στην αυλή, για να πάει στην τουαλέτα. Δυστυχώς εκείνη την εποχή οι τουαλέτες ήσαν έξω στις αυλές. Έξι παιδιά κοιμόντουσαν όλα κάτω στο πάτωμα, στρωματσάδα, – δεν υπήρχαν κρεβάτια και πούπουλα και παπλώματα σαν τα σημερινά.
Σιγά σιγά βγήκαν έξω στο μικρό διάδρομο. Απέναντί τους ήταν το δωμάτιο του παππού και της γιαγιάς.
Ξαφνιάστηκαν όμως γιατί είδαν, έντονο φως να βγαίνει από τις χαραμάδες και από τα πολλά ανοίγματα της σαραβαλιασμένης πόρτας. Πλησίασαν πιο κοντά και είδαν έντρομοι τη γιαγιά τους τυλιγμένη στις φλόγες. Άρχισαν να τσιρίζουν δυνατά, και η μεγάλη να φωνάζει:
- Φωτιά, φωτιά, η γιαγιά καίγεται!
Ξύπνησαν βέβαια όπως ήταν επόμενο όλοι, και πρώτοι έτρεξαν οι γονείς, οι οποίοι άνοιξαν την πόρτα, κοίταξαν μέσα, και ύστερα την έκλεισαν απαλά και σιγά σιγά. Γύρισαν στα παιδιά και τους είπαν:
- Μη φοβάστε, δεν είναι φωτιά.
Και με σιγανή φωνή είπε ο πατέρας στα παιδιά του:
- Αυτό που είδατε παιδιά μου, δεν είναι φωτιές. Είναι οι φλόγες του Αγίου Πνεύματος που μοιάζουν με φωτιές. Για κοιτάξτε τώρα… Σιγά σιγά σβήνουν. Έτσι γίνεται πάντοτε. Όταν η γιαγιά και ο παππούς προσεύχονται και μάλιστα τις πιο πολλές φορές όλη τη νύχτα. Διότι αν δεν ηπροσηύχονταν τόσο πολύ, ο παππούς και η γιαγιά, όπως και ποιος ξέρει, πόσοι άλλοι άγνωστοι χριστιανοί, δεν θα μας είχαν πετσοκόψει όλους τα Βουλγαρικά τότε στρατεύματα κατοχής. Από τέτοιες προσευχές και αγρυπνίες δεν θα αφήσει να χαθεί ποτέ η Ελλάδα η πατρίδα μας, ούτε και η Ορθοδοξία.
«Αυτά ήσαν τα λόγια του πατέρα μας, την αξέχαστη εκείνη νύχτα των Χριστουγέννων», μου είπε η κυρία και συνέχισε λέγοντας:
«Πολλές φορές από τότε, είδα τον παππού και τη γιαγιά να προσεύχονται όλη την νύχτα. Και όσες φορές επέτρεψε ο Θεός, στην παιδική μου τότε αθωότητα, έβλεπα να καίγονται σαν λαμπάδες από τις φλόγες της Πεντηκοστής. Έτσι μας έμαθαν να γιορτάζουμε τα Χριστούγεννα οι γονείς μας. Με προσευχή και με Δοξολογία. Με εκκλησιασμό και Θεία Κοινωνία»

Ἡ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ, τὸ Μέγα Μυστήριον

Μυστήριο ξένον, λέγει ὁ Ὑμνωδός, τὴ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ, τὸ νὰ γεννηθῆ σὰν ἄνθρωπος, ὄχι κανένας προφήτης, ὄχι κανένας ἄγγελος, ἄλλα ὁ ἴδιος ὁ Θεός! Ὁ ἄνθρωπος, θὰ μποροῦσε νὰ φθάσει σὲ μία τέτοια πίστη; Οἱ φιλόσοφοι καὶ οἱ ἄλλοι τετραπέρατοι σπουδασμένοι ἤτανε δυνατὸ νὰ παραδεχθοῦν ἕνα τέτοιο πράγμα; Ἀπὸ τὴν κρισάρα τῆς λογικῆς τους δὲν μποροῦσε νὰ περάσει ἢ παραμικρὴ ψευτιά, ὄχι ἕνα τέτοιο τερατολόγημα! Ὁ Πυθαγόρας, ὁ Ἐμπεδοκλῆς κι ἄλλοι τέτοιοι θαυματουργοί, ποὺ ἤτανε καὶ σπουδαῖοι φιλόσοφοι, δὲ μπορέσανε νὰ τοὺς κάνουνε νὰ πιστέψουνε κάποια πράγματα πολὺ πιστευτά, καὶ θὰ πιστεύανε ἕνα τέτοιο τερατολόγημα; Γι᾿ αὐτὸ ὁ Χριστὸς γεννήθηκε ἀνάμεσα σὲ ἁπλοὺς ἀνθρώπους, ἀνάμεσα σὲ ἀπονήρευτους τσοπάνηδες, μέσα σε μία σπηλιά, μέσα στὸ παχνί, ποὺ τρώγανε τὰ βόδια.
Κανένας δὲν τὸν πῆρε εἴδηση, μέσα σε ἐκεῖνον τὸν ἀπέραντο κόσμο, ποὺ ἐξουσιάζανε οἱ Ῥωμαῖοι, γιὰ τοῦτο εἶχε πεῖ ὁ προφήτης Γεδεών, πὼς θὰ κατέβαινε ἥσυχα στὸν κόσμο, ὅπως κατεβαίνει ἡ δροσιὰ ἀπάνω στὸ μπουμπούκι τοῦ λουλουδιοῦ, «ὡς ὑετὸς ἐπὶ πόκον». Ἀνάμεσα σὲ τόσες μυριάδες νεογέννητα παιδιά, ποιὸς νὰ πάρει εἴδηση τὸ πιὸ πτωχὸ ἀπὸ τὰ πτωχά, ἐκεῖνο ποῦ γεννήθηκε ὄχι σὲ καλύβι, ὄχι σὲ στρούγκα, ἀλλὰ σὲ μία σπηλιά; Καὶ κείνη ξένη, γιατὶ τὴν εἴχανε οἱ τσομπαναρέοι νὰ σταλιάζουνε τὰ πρόβατά τους.
Τὸ «ὑπερεξαίσιον καὶ φρικτὸν μυστήριο» τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ ἔγινε τὸν καιρὸ ποὺ βασίλευε ἕνας μοναχὰ αὐτοκράτορας ἀπάνω στὴ γῆ, ὁ Αὔγουστος, ὁ ἀνιψιὸς τοῦ Καίσαρα, ὕστερα ἀπὸ μεγάλη ταραχὴ καὶ αἱματοχυσία ἀνάμεσα στὸν Ἀντώνιο ἀπὸ τὴ μία μεριά, καὶ στὸν Βροῦτο καὶ τὸν Κάσσιο ἀπὸ τὴν ἄλλη. Τότε γεννήθηκε κι ὁ ἕνας καὶ μοναχὸς πνευματικὸς βασιλιάς, ὁ Χριστός. Κι᾿ αὐτὸ τὸ λέγει ἡ ποιήτρια Κασσιανὴ στὸ δοξαστικὸ ποὺ σύνθεσε, καὶ ποὺ τὸ ψέλνουνε κατὰ τὸν Ἑσπερινὸ τῶν Χριστουγέννων: «Αὐγούστου μοναρχήσαντος ἐπὶ τῆς γῆς, ἡ πολυαρχία τῶν ἄνθρωπων ἐπαύσατο. Καὶ Σοῦ ἐνανθρωπήσαντος ἐκ τῆς ἁγνῆς ἡ πολυθεΐα τῶν εἰδώλων κατήργηται. Ὑπὸ μίαν βασιλείαν ἐγκόσμιον αἱ πόλεις γεγένηνται. Καὶ εἰς μίαν δεσποτείαν Θεότητος τὰ ἔθνη ἐπίστευσαν...».
Τὴ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ τὴν προφητέψανε οἱ Προφῆτες. Πρῶτος ἀπ᾿ ὅλους τὴν προφήτεψε ὁ πατριάρχης Ἰακώβ, τὴ μέρα ποὺ εὐλόγησε τοὺς δώδεκα υἱούς του, καὶ εἶπε στὸν Ἰούδα «δὲν θὰ λείψει ἄρχοντας ἀπὸ τὸν Ἰούδα μήτε βασιλιὰς ἀπὸ τὸ αἷμά του, ὡς ποὺ νὰ ἔλθει ἐκεῖνος, γιὰ τὸν ὁποῖον εἶναι γραμμένο νὰ βασιλεύει ἀπάν᾿ ἀπ᾿ ὅλους, κι αὐτὸν τὸν περιμένουμε ὅλα τὰ ἔθνη». Ὡς τὸν καιρὸ ποὺ γεννήθηκε ὁ Χριστός, οἱ Ἰουδαῖοι, τὸ γένος τοῦ Ἰούδα, εἴχανε ἄρχοντες, δηλαδὴ κριτὲς καὶ ἀρχιερεῖς, ποὺ ἤτανε κ᾿ οἱ πολιτικοὶ ἄρχοντές τους. Ἀλλὰ τότε γιὰ πρώτη φορὰ ἔγινε ἄρχοντας τῆς Ἰουδαίας ὁ Ἡρώδης, ποὺ ἤτανε ἐθνικὸς καὶ ἔβαλε ἀρχιερέα τὸν Ἀνάνιλον «ἀλλογενῆ», ἐνῶ οἱ ἀρχιερεῖς εἴχανε πάντα μητέρα Ἰουδαία. Τελευταῖος Ἰουδαῖος ἀρχιερεὺς στάθηκε ὁ Ὑρκανός. Καὶ οἱ ἄλλοι προφῆτες προφητέψανε τὴ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ, προπάντων ὁ Ἡσαΐας. Τὴ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ τὴ λένε οἱ ὑμνωδοὶ «τὸ πρὸ αἰώνων ἀπόκρυφον καὶ Ἀγγέλοις ἄγνωστον μυστήριον», κατὰ τὰ λόγια του Παύλου ποὺ γράφει: «Ἐμοὶ τῷ ἐλαχιστοτέρῳ πάντων τῶν ἁγίων ἐδόθη ἡ χάρις αὐτὴ ἐν τοῖς ἔθνεσιν εὐαγγελίσασθαι τὸν ἀνεξιχνίαστον πλοῦτον τοῦ Χριστοῦ καὶ φωτίσαι πάντας τίς ἡ οἰκονομία τοῦ μυστηρίου τὸν ἀποκεκρυμμένου ἀπὸ τῶν αἰώνων ἐν τῷ Θεῷ, τῷ τὰ πάντα κτίσαντι διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἵνα γνωρισθῇ νῦν ταῖς ἀρχαῖς καὶ ταῖς ἐξουσίαις ἐν τοῖς ἐπουρανίοις διὰ τῆς ἐκκλησίας ἡ πολυποίκιλος σοφία τοῦ Θεοῦ» (Ἐφεσ. γ´ 8-10). Ὁ ἀπόστολος Παῦλος λέγει, πὼς αὐτὸ τὸ μυστήριο δὲν τὸ γνωρίζανε καθαρὰ καὶ μὲ σαφήνεια οὔτε οἱ Ἄγγελοι, γι᾿ αὐτὸ ὁ ἀρχάγγελος Γαβριὴλ μὲ τρόμο τὸ εἶπε στὴν Παναγία. Καὶ στοὺς Κολασσαεῖς γράφοντας ὁ θεόγλωσσος Παῦλος, λέγει: «Τὸ μυστήριον τὸ ἀποκεκρυμμένον ἀπὸ τῶν αἰώνων καὶ ἀπὸ τῶν γενεῶν, νυνὶ ἐφανερώθη τοῖς ἁγίοις αὐτοῦ, οἷς ἠθέλησε ὁ Θεὸς γνωρίσαι τὶς ὁ πλοῦτος, τῆς δόξης τοῦ μυστηρίου τούτου ἐν τοῖς ἔθνεσιν, ὃς ἐστὶ Χριστὸς ἐν ἡμῖν ἡ ἐλπὶς τῆς δόξης». Λέγει, πῶς φανερώθηκε αὐτὸ τὸ μυστήριο στοὺς ἁγίους, ποὺ θέλησε ὁ Θεὸς νὰ τὸ μάθουνε, καὶ αὐτοὶ θὰ τὸ διδάσκανε στὰ ἔθνη; στοὺς εἰδωλολάτρες, ποὺ προσκυνούσανε γιὰ θεοὺς πέτρες καὶ ζῶα καὶ διάφορα ἀλλὰ κτίσματα.
Ἑξακόσια χρόνια πρὸ Χριστοῦ ὁ βασιλιὰς Ναβουχοδονόσορ εἶδε στὸ Ὄνειρό του, πὼς βρέθηκε μπροστά του ἕνα θεόρατο φοβερὸ ἄγαλμα, καμωμένο ἀπὸ χρυσάφι, ἀσήμι, χάλκωμα, σίδερο καὶ σεντέφι: Κι ἄξαφνα ἕνας βράχος ξεκόλλησε ἀπὸ ἕνα βουνὸ καὶ χτύπησε τὸ ἄγαλμα καὶ τό ῾κανε σκόνη. Καὶ σηκώθηκε ἕνας δυνατὸς ἄνεμος καὶ σκόρπισε τὴ σκόνη, καὶ δὲν ἀπόμεινε τίποτα. Ὁ βράχος ὅμως ποὺ τσάκισε τὸ ἄγαλμα ἔγινε ἕνα μεγάλο βουνό, καὶ σκέπασε ὅλη τη γῆ. Τότε ὁ βασιλιὰς φώναξε τὸν προφήτη Δανιὴλ καὶ ζήτησε νὰ τοῦ ἐξήγησει τὸ ὄνειρο.
Κι ὁ Δανιὴλ τὸ ἐξήγησε καταλεπτῶς, λέγοντας πὼς τὰ διάφορα μέρη τοῦ ἀγάλματος ἤτανε οἱ διάφορες βασιλεῖες, ποὺ θὰ περνούσανε ἀπὸ τὸν κόσμο ὕστερα ἀπὸ τὸν Ναβουχοδονόσορα καὶ πὼς στὸ τέλος ὁ Θεὸς θὰ ἀναστήσει κάποια βασιλεία ποὺ θὰ καταλύσει ὅλες τὶς βασιλεῖες, ὅπως ὁ βράχος ποὺ εἶχε δεῖ στὸ ἐνύπνιό του ἐξαφάνισε τὸ ἄγαλμα μὲ τὰ πολλὰ συστατικά του: «Καὶ ἐν ταῖς ἡμέραις τῶν βασελέων ἐκείνων, ἀναστήσει ὁ Θεὸς τοῦ οὐρανοῦ βασιλείαν, ἥτις εἰς τοὺς αἰῶνας οὐ διαφθαρήσεται», «κάποιο βασίλειο, λέγει, ποὺ δὲν θὰ καταλυθεῖ ποτὲ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων».
Αὐτὴ ἡ βασιλεία ἡ αἰώνια, ἡ ἄφθαρτη, εἶναι ἡ βασιλεία τοῦ Χριστοῦ, ἡ βασιλεία τῆς ἀγάπης στὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων καὶ ἱδρύθηκε μὲ τὴν ἁγία Γέννηση τοῦ Κυρίου ποὺ γιορτάζουμε σήμερα. Καὶ ἐπειδὴ εἶναι τέτοια βασιλεία, γι᾿ αὐτὸ θὰ εἶναι αἰώνια, γι᾿ αὐτὸ δὲν θὰ χαλάσει ποτέ, ὅπως γίνεται μὲ τὶς ἄλλες ἐπίγειες καὶ ὑλικὲς βασιλεῖες. Ὅπως ὁ βράχος μεγάλωνε κι ἔγινε ὄρος μέγα καὶ σκέπασε τὴ γῆ, ἔτσι καὶ τὸ κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου ξαπλώθηκε σ᾿ ὅλη τὴν οἰκουμένη, μὲ τὸ κήρυγμα τῶν Ἀποστόλων: « Εἰς πᾶσαν τὴν γῆν ἐξῆλθεν ὁ φθόγγος αὐτῶν, καὶ εἰς τὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης τὰ ῥήματα αὐτῶν».
Ὥστε βγῆκε ἀληθινὴ ἡ ἀρχαιότερη προφητεία τοῦ Ἰακώβ, πὼς σὰν πάψει ἡ ἐγκόσμια ἐξουσία τῶν Ἰουδαίων, θὰ ἔρθει στὸν κόσμο ἐκεῖνος ποὺ προορίστηκε, «ἡ προσδοκία τῶν ἐθνῶν».
Σημείωσε πὼς οἱ Ἑβραῖοι πιστεύανε πὼς ἡ φυλή τους μονάχα ἦταν βλογημένη, καὶ πὼς ὁ Θεὸς φρόντιζε μονάχα γι᾿ αὐτή, καὶ πὼς οἱ ἄλλοι λαοί, «τὰ ἔθνη», ἦταν καταραμένα καὶ μολυσμένα κι ἀνάξια νὰ δεχτοῦν τὴ φώτιση τοῦ Θεοῦ. Λοιπὸν εἶναι παράξενο νὰ μιλᾶ ἡ προφητεία τοῦ Ἰακὼβ γιὰ τὰ ἔθνη, γιὰ τοὺς εἰδωλολάτρες θὰ περιμένουν τὸν Μεσσία νὰ τοὺς σώσει καὶ μάλιστα νὰ μὴ λέει κἂν πὼς τὸν ἀναμενόμενο Σωτῆρα τὸν περιμένανε οἱ Ἰουδαῖοι μαζὶ μὲ τὰ ἔθνη, ἀλλὰ νὰ λέει πὼς τὸν περιμένανε μονάχα οἱ ἐθνικοί: «καὶ αὐτὸς προσδοκία ἐθνῶν». Ὅπως κι ἔγινε. Γιατί, τὴ βασιλεία ποὺ ἵδρυσε ὁ Χριστὸς στὸν κόσμο, τὴ θεμελίωσαν μὲν οἱ ἀπόστολοι, ποὺ ἦταν Ἰουδαῖοι, ἀλλὰ τὴν ξαπλώσανε καὶ τὴν στερεώσανε μὲ τοὺς ἀγῶνες τους καὶ μὲ τὸ αἷμα τοὺς οἱ ἄλλες φυλές, «τὰ ἔθνη».
Εἶναι ὁλότελα ἀκατανόητο, γιὰ τὸ πνεῦμα μας, τὸ ὅτι κατέβηκε ὁ Θεὸς ἀνάμεσά μας σὰν ἄνθρωπος συνηθισμένος καὶ μάλιστα σὰν ὁ φτωχότερος ἀπὸ τοὺς φτωχούς. Αὐτὴ τὴ μακροθυμία μονάχα ἅγιες ψυχὲς εἶναι σὲ θέση νὰ τὴ νιώσουνε ἀληθινά, καὶ νὰ κλάψουνε ἀπὸ κατάνυξη.
Κάποιοι, μ᾿ ὅλα αὐτὰ ποὺ εἴπαμε, δὲν θὰ νιώσουμε τίποτα ἀπὸ τὸ Μυστήριο, ποὺ γιορτάζουμε. Σ᾿ αὐτούς, ἐγὼ ὁ τιποτένιος, δὲ μπορῶ νὰ πῶ τίποτα. Μοναχὰ θὰ τοὺς θυμίσω τὰ αὐστηρὰ λόγια ποὺ γράφει στὴν ἐπιστολή του ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Εὐαγγελιστής, ὁ ἀγαπημένος μαθητὴς τοῦ Χριστοῦ, κι᾿ ὁ θερμότατος κήρυκας τῆς ἀγάπης: «Πᾶν πνεῦμα, ὃ ὁμολογεῖ Ἰησοῦν Χριστὸν ἐν σαρκὶ ἐληλυθότα, ἐκ τοῦ Θεοῦ ἐστι. Καὶ πᾶν πνεῦμα, ὃ μὴ ὁμολογεῖ Ἰησοῦν Χριστὸν ἐν σαρκὶ ἐληλυθότα, ἐκ τοῦ Θεοῦ οὐκ ἐστίν. Οὗτος ἐστὶν ἀντίχριστος».

Φώτης Κόντογλου

Μικρή προφητεία γιά τά μελλούμενα



Ἡ Ἐκκλησία, ὁ κόσμος, δέν θά διορθωθῇ ἀπό ἐσένα.
Ἐνῶ ἐσύ θά διορθωθῇς, θά τελειωθῇς, θά φωτισθῇς, διά νά φωτίσῃς τούς θέλοντας. 
Τόν κόσμον μόνον ὁ πόλεμος θά τόν διορθώσῃ ὅπου ἤδη θά ἔλθῃ ἤ καί ἔρχεται μετά καλπασμοῦ.
Ἡ δυστυχία θά φέρῃ πολλούς εἰς συναίσθησιν· οἱ δέ ἀμετανόητοι, ἀναπολόγητοι!


Γέρων Ἰωσήφ ὁ Ἡσυχαστής (Ἐπιστολή ΜΗ΄)

''Εξαιρέτως της Παναγίας, αχράντου, υπερευλογημένης, ενδόξου Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας''



''Εξαιρέτως της Παναγίας, 
άχραντου  υπερευλογημένης, 
ενδόξου Δεσποίνης ημών Θεοτόκου 
και Αειπαρθένου Μαρίας''

Ο ιερέας και ο λαός που μέσω του ιεροψάλτη βροντοφωνάζει με την καρδιά του το Μεγαλυνάριο, λένε πως πάνω απ'όλα και περισσότερο απ'όλασ'ευχαριστούμε για Εκείνη που όχι μόνο έγινε Μητέρα του Κυρίου μας αλλά Μητέρα όλων των ανθρώπων. Βασίλισσα της Ανθρωπότητας. Μια βασίλισσα που ποτέ δεν διάλεξε θρόνο γιατί ήταν η Ίδια ο Θρόνος. Η καθέδρα του Βασιλέα. Η χαρά των Αρχαγγέλων και το αγαλλίαμα των ουρανίων ταγμάτων. Η ίδια η επιλογή του Θεού.
Είναι αληθινά άξιο να σε υμνούμε και να σε μακαρίζουμε, Εσένα, την Θεοτόκο που ξεπερνάς κάθε μακαρισμό γιατί είσαι άξια για πολύ παραπάνω που ανθρώπινη γλώσσα δεν μπορεί να λαλήσει και αγγελική φωνή δεν είναι αρκετή μπροστά στο άφατο μεγαλείο της φιλανθρωπίας Σου και της αγάπης Σου. Γι'αυτό και είσαι Τιμιωτέρα των Χερουβείμ και πιο Ένδοξη από τα Σεραφείμ. Μεγαλύτερη και πιο λαμπερή από κάθε αγγελικό τάγμα τσακίζοντας τα όρια της ανθρώπινης φαντασίας που δεν μπορεί ούτε από μακρυά να αποτυπώσει την ομορφιά Σου και την αγνότητά Σου.Λόγια και πράξεις δεν φθάνουν Μητέρα μας για να εκφράσουμε το ευχαριστώ μας.Δέξου τουλάχιστον τα ανάξια και λιγοστά αυτά λόγια ως στεφάνι στην άχραντη κεφαλή Σου.
Για Εκείνην Κύριε, σ'ευχαριστούμε πάνω απ'όλα και πιο πολύ απ'όλα γιατί έτσι ήταν το σχέδιο της Θείας Οικονομίας ώστε μέχρι το τέλος των αιώνων,μέχρι ο χρόνος να σταματήσει, εμείς, βρήκαμε στο πρόσωπο Της την ελπίδα μας στα δύσκολα, την ευχαριστία μας στα εύκολα, τον στύλο της ψυχής μας σε κάθε στιγμή μας. Εκείνη, την Πανάχραντο Θεοτόκο, την Μητέρα του Χριστού Σου και Μητέρα κάθε ανθρώπου. Εκείνη που υψώνοντας τα χέρια της δεχόμενη τον λόγο του Αρχαγγέλου, έσπασε το φράγμα του χρόνου και έγινε μια αγκαλιά για όλους μας. Μια αγκαλιά γύρω από τον κόσμο μας.
Για Εκείνην Κύριε, πιο πολύ, πιο δυνατά, πάνω απ'όλα, σε ευχαριστούμε. 
Σε ευχαριστούμε. Σε ευχαριστούμε!

«Να διαβάζεις κάθε μέρα το Θεοτοκάριο. Αυτό θα σε βοηθήσει πολύ να αγαπήσεις την Παναγία



Τὸ Θεοτοκάριον εἶναι µοναχικὸ βιβλίο, τὸ ὁποῖο περιέχει κανόνες πρὸς τιµὴν τῆς Θεοτόκου σὲ ὅλους τοὺς ἤχους, διαφόρων ὑµνογράφων, οἱ ὁποῖοι ψάλλονται στὰ µοναστήρια ἀπὸ εὐλάβεια πρὸς τὴν Παναγία. Χρήση τοῦ Θεοτοκαρίου στὸν κόσµο γίνεται κυρίως τὴν περίοδο τῆς µεγάλης Σαρακοστῆς(ἀπὸ τὴν β΄ ἑβδοµάδα τῶν νηστειῶν καὶ ἐντεῦθεν), ὁπότε καὶ χρησιµοποιεῖται στὴν ἀκολουθία τοῦ µεγάλου ἀποδείπνου.

Ο πατήρ Παΐσιος έλεγε σε κάποια Μοναχή: «Να διαβάζεις κάθε μέρα το Θεοτοκάριο. Αυτό θα σε βοηθήσει πολύ να αγαπήσεις την Παναγία. Και να δεις η Παναγία μετά!...Θα σου δώσει μεγάλη παρηγοριά»! 
«Και πότε να διαβάζω το Θεοτοκάριο», τον ρώτησε αυτή η Μοναχή. «Το βράδυ ή το πρωί;». 
«Καλύτερα τις πρωινές ώρες – της απήντησε ο Γέροντας –, ώστε αυτά που διαβάζεις, να τα έχεις στο νου σου όλη την ημέρα. Το Θεοτοκάριο πολύ βοηθάει. Θερμαίνεται η καρδιά και συγκινείται».
Και μνημόνευε ο άγιος Γέροντας Παΐσιος τον Αγιορείτη παπα-Κύριλλο, τον Ηγούμενο της Μονής Κουλτουμουσίου, που δεν μπορούσε να συγκρατηθεί από τους λυγμούς και τα δάκρυα, όταν διάβαζε το Θεοτοκάριο!


Αυτό που κυρίως έκανε γνωστό τον Άγιο Νικόδημο ως θεοτοκόφιλο συγγραφέα είναι το γνωστό συλλεκτικό έργο «Θεοτοκάριο», το οποίο από την εποχή του Αγίου Νικοδήμου έχει εισαχθή προς χρήση στην λατρεία ιδιαίτερα στις μονές του Αγίου Όρους. Στο έργο αυτό ο Άγιος έχει συγκεντρώσει εξηνταδύο κανόνες (62) εικοσιδύο (22) μεγάλων υμνογράφων, στους οποίους μάλιστα, δίδει ωραίους χαρακτηρισμούς: 
«Λέγω δη Ανδρέας ο Κρήτης, ο αρχηγός των μελωδών και κύκνος της Εκκλησίας ο λιγυρόφωνος. Ιωάννης ο Δαμασκηνός, η μουσικωτάτη και γλυκύφωνος του Χριστού αηδών. Θεοφάνης Νικαίας ο Γραπτός, ο ηδύλαλος και ωδικώτατος κόττυφος. Ιωσήφ Υμνογράφος, η πολύφωνος, και τορόφωνος των πιστών χελιδών». Συνεχίζει για τους είκοσι δύο υμνογράφους να βρίσκει παρόμοιους χαρακτηρισμούς. 

Σχετικά με το «Θεοτοκάριο» υπάρχει μία συγκινητική σύσταση προς τον π. Θεόκλητο του γνωστού Γέροντος Αθανασίου του Ιβηρίτου, μεγάλου λάτρη και υμνητή της Παναγίας μας, ο οποίος επί πολλά έτη διετέλεσε βιβλιοθηκάριος της Ι. Μονής των Ιβήρων. Του γράφει τα εξής ο Γέροντας Αθανάσιος: «Να αφήσεις ένα Χαιρετισμόν από τους τρεις και να εισαγάγης το Θεοτοκάριον καθ' ημέραν. Θα ευαρεστήσης τη Δεσποίνη και τω συλλέκτη Αγίω Νικοδήμω. Πρόσεξε την σκέψιν ταύτην, που μου επήλθεν εν στιγμή αναγνώσεως του Θεοτοκαρίου. Οι Χαιρετισμοί και το Θεοτοκάριον, ο ουρανός και η γη να παρέλθουν, αυτά όμως να μη λείψουν καμμίαν ημέραν του έτους».

Ο ἅγιος Νεκτάριος, πού μέ τή Χάρι τοῦ Θεοῦ καί τήν ἁγιότητά του εἵλκυσε στούς καιρούς μας τήν ἀγάπη, τήν τιμή καί τήν εὐλάβεια ὅλων τῶν ᾿Ορθοδόξων, ἦταν καί πολυγραφώτατος συγγραφεύς. Τό ἁγιασμένο πνεῦμα του μᾶς ἄφησε συγγράμματα θεολογικά, δογματικά, λειτουργικά καί οἰκοδομητικά, πού κυκλοφοροῦν καί μελετῶνται ἀπό πολλούς πιστούς.
Συγχρόνως εἶχε καί χάρισμα ποιητικό, ὑμνογραφικό καί ἀνύμνησε μέ αὐτό πρό πάντων τήν ῾Υπεραγία Θεοτόκο, τήν ὁποία ἰδιαιτέρως εὐλαβεῖτο.

Συνέθεσε πολλούς ὕμνους καί ὠδές πρός τήν ᾿Αειπάρθενον, πού ἀπετέλεσαν μιά ὡραία συλλογή μέ τίτλο «Θεοτοκάριον». Στήν εἰσαγωγή αὐτοῦ τοῦ βιβλίου ἀναφέρει ὁ ἴδιος ὅτι οἱ ὕμνοι του αὐτοί εἶναι ἔκφρασι τῆς εὐγνωμοσύνης του πρός τήν Παναγία.
«᾿Εποίησα ᾠδάς τινας καί ὕμνους πρός αἴνεσιν καί ἀνύμνησιν τῆς Παναγίας Μητρός τοῦ Κυρίου, τῆς Γοργοεπηκόου καί ταχείας εἰς ἀντίληψιν, βοήθειαν καί προστασίαν τῶν ἐπικαλουμένων αὐτήν, καί πρός ἔκφρασιν τῆς ᾿Απείρου πρός αὐτήν εὐγνωμοσύνης μου διά τάς πολλάς πρός ἐμέ Αὐτῆς εὐεργεσίας».

Στίς ᾿Ωδές καί στούς ῞Υμνους αὐτούς ἀπευθύνεται ὁ ῞Αγιος μέ θερμό καί προσωπικό τρόπο πρός τήν Θεοτόκο καί καταφεύγει μέ ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη στήν Χάρι της.
«Παναγία μου, Δέσποιν᾿ ἐπάκουσον,
εἰς τήν Σήν παρρησίαν ἐπήλπισα»,
λέγει στήν Α´ ᾿Ωδή. Καί στόν Ζ´ ῞Υμνο προσθέτει·

«Δέσποινά μου Θεοτόκε,
ἡ ἐλπίς μου, ἡ ἰσχύς μου,
ἡ θερμή μου προστασία
σκέπη καί καταφυγή μου…».

Ωρισμένοι ἀπό τούς ὕμνους τοῦ ῾Αγίου, ὅπως ὁ πασίγνωστος καί κοσμαγάπητος «῾Αγνή Παρθένε», μελοποιήθηκαν καί ψάλλονται καί εὐφραίνουν τήν καρδιά μας.

῞Ολοι δέ γενικά οἱ ὕμνοι τοῦ «Θεοτοκαρίου» του βοηθοῦν στίς προσευχές μας καί στήν ἔκφρασι τῆς τιμῆς μας πρός τήν Θεομήτορα.

Ἡ ἐντός τῆς καρδίας κυκλική προσευχή δέν φοβεῖται πλάνην ποτέ



...Διότι ἐκεῖνος πού θά πιασθῇ εἰς τήν πλάνην, ἐπειδή, ἐάν ὑπακούσῃ εἰς ἄλλον, εἶναι κίνδυνος νά ἀπαλλαγῇ ἀπ' αὐτήν, νά τόν χάσῃ ὁ πονηρός· δι' αὐτό τόν συμβουλεύει, τόν καταπείθει νά μήν πιστεύῃ πλέον ἄλλον κανένα, νά μή ὑπακούῃ εἰς ἄλλον ποτέ, ἀλλά στό ἑξῆς νά δέχεται μόνον τούς ἰδίους του λογισμούς, νά πιστεύῃ εἰς μόνην τήν ἰδικήν του διάκρισιν.
Εἰς αὐτό τό ἀταπείνωντον φρόνημα ἐμφωλεύει ὁ πολύς ἐκεῖνος ἐγωϊσμός, ἡ ἑωσφορική ὑπερηφάνεια τῶν αἱρετικῶν, ὅλων τῶν πλανεμένων πού δέν θέλουν νά ἐπιστρέψουν.
Λοιπόν ὁ Χριστός μας, ὅπου εἶναι τό Φῶς τό ἀληθινόν, Αὐτός νά φωτίσῃ καί κατευθύνῃ τοῦ κάθε ἑνός τά διαβήματα, ὅπου θέλουν εἰς Αὐτόν νά προσέλθουν.
Σεῖς δέ, ἐάν ἀγαπᾶτε τήν νοεράν προσευχήν, πενθεῖτε κάι κλαίετε ζητώντας τόν Ἰησοῦν. 
Καί Αὐτός θά ἀποκαλυφθῇ ὡς ἐν ἐμπύρῳ ἀγάπῃ ὅπου καταφλέγει ὅλα τά πάθη. Καί θά γίνετε ὅπως ἕνας πολύ ἐρωτευμένος, ὄπου μόλις ἐνθυμηθῇ τό πρόσωπον πού ἀγαπᾷ, εὐθύς σκιρτᾷ ἡ καρδία του καί τρέχουν δάκρυα οἱ ὀφθαλμοί.Τοιοῦτος ἔρωτας θεῖος καί πῦρ τῆς ἀγάπης πρέπει νά καίῃ εἰς τήν καρδίαν. Ὅπου μόλις θά ἀκούσῃ ἤ θά εἰπῇ· -Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ μου, γλυκεῖα ἀγάπη! ἡ γλυκεῖα μου Μαννούλα, Παναγία Παρθένε! εὐθύς νά τρέχουν τά δάκρυα.
Ὅλοι οἱ Ἅγιοι ἔκαμαν πολλά ἐγκώμια εἰς τήν Παναγία μας. Μά ἐγώ ὁ πτωχός δέν ηὕρα πιό ὡραῖον ἐγκώμιον νά τήν ὀνομάσω καί πλέον γλυκύτερον, ὡς τό νά τήν φωνάζω εἰς κάθε στιγμήν· 
-Μάννα μου! Γλυκειά μου Μαννούλα! εἰς χεῖρας σου ἡ ψυχή μου ἐξερχομένη νά ἔλθῃ καί δι' αὐτῶν νά δοθῇ εἰς τόν Πλάστην της, τόν Μονογενῆ Σου Υἱόν. Ἄλλο δέν ἀγαποῦμε γλυκειά μοας Μαννούλα, εἰμή ἐν καιρῷ πυρπολήσεως ἔρωτος θείου, ἐν τῇ πυριφλεγεῖ ψυχή μας καί σταματᾷ ὁ νοῦς καί πνέῃ εὐώδης πνοή ἐν αὔρᾳ λεπτῇ καί ὑπό τοῦ γνόφου καλύπτεται· ὅπου αἰ αἰσθήσεις παύουν καί βασιλεύει ὁ ποθητός, ὁ ἔρως, ἡ ἀγάπη καί ἡ ζωή, ὁ λγυκύς διαπαντός Ἰησοῦς.
Ὅθεν, τεκνία τοῦ ἐπουρανίου Πατρός καί τῆς Αὐτοῦ Βασιλείας κληρονόμοι, δράμετε, σπεύσατε, κλαύσατε, χαρῆτε, σταλάξατε δάκρυα ἀγάπης. Βυθίσατε τόν νοῦν σας εἰς τόν βυθίσαντα τό σῶμα Αὐτοῦ εἰς τήν γῆν διά νά σώσῃ ἡμᾶς. Ὁ γλυκύς Ἰησοῦς ἐκατέβη διά νά ἀναβῶμεν ἡμεῖς. Ἀπέθανε καί Ἀνέστη διά νάἀναστήσῃ ἡμᾶς. Χαρῆτε, σκιρήσατε, ὅτι ἠξιώθημεν νά γίνωμεν τέκνα του, νά ἀπολαμβάνωμεν τά αἰώνια ἀγαθά του, καί ἐκ τῶν ᾦδε νά συγχαίρωμεν εἰς τήν ἄπειρόν του ἀγάπην.


ΕΚΦΡΑΣΙΣ ΜΟΝΑΧΙΚΗΣ ΕΜΠΕΙΡΙΑΣ Ἀνθολόγιο ἀποσπασμάτων ἐπιστολῶν ἐκ τοῦ βιβλίου Γέρων Ἰωσήφ ὁ Ἡσυχαστής ΕΠΙΣΤΟΛΉ ΛΣΤ΄ 
Ἡ ἐντός τῆς καρδίας κυκλική προσευχή δέν φοβεῖται πλάνην ποτέ.
ΕΚΔΟΣΙΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΦΙΛΟΘΕΟΥ


Η αμαρτία δυσαρεστεί το Θεό



Όταν ο πειρασμός σε παρακινεί για ν’ αμαρτήσεις, να θυμάσαι πως η αμαρτία δυσαρεστεί πάρα πολύ το Θεό. Ο Θεός αποστρέφεται και μισεί την ανομία. «Εμίσησας πάντας τους 
εργαζομένους την ανομίαν», λέει ο ψαλμωδός (Ψαλμ. ε” 6). Και για να το καταλάβεις καλύτερα αυτό, φέρε στο νου σου έναν πατέρα δίκαιο και αυστηρό, ο οποίος αγαπάει την οικογένειά του και προσπαθεί με κάθε μέσο να αναθρέψει τα παιδιά του με αρχές, να τα κάνει τίμια, ώστε να τα επιβραβεύσει αργότερα για την καλή τους συμπεριφορά και να τους χαρίσει τα πλούσια αγαθά που με πολλούς κόπους απόκτησε. Με λύπη του όμως διαπιστώνει πως τα παιδιά του δεν ανταποκρίνονται στην αγάπη του πατέρα τους, δεν τον αγαπούν, δε φροντίζουν για την κληρονομιά που με τόση αγάπη ετοίμασε γι’ αυτά αλλά ζουν απρόσεκτα, τρέχουν ακάθεκτα προς την καταστροφή. Και «αμαρτία αποτελεσθείσα αποκύει θάνατον» (Ιακ. α” 15), σκοτώνει την ψυχή, μας κάνει δούλους του διαβόλου, του ανθρωποκτόνου. Κι όσο περισσότερο μείνουμε στην αμαρτία, τόσο πιο δύσκολη θα ’ναι η επιστροφή μας και τόσο πιο σίγουρη η απώλειά μας. Γι’ αυτό και τ’ αποτελέσματα κάθε αμαρτίας είναι οδυνηρά...
Όταν η καρδιά σου ρέπει προς την αμαρτία κι ο διάβολος αρχίζει να υποδαυλίζει την ψυχή σου, ώστε να την απομακρύνει ολότελα από την πέτρα της πίστης, να λες μέσα σου: «Γνωρίζω πως πνευματικά είμαι φτωχός, πως χωρίς πίστη είμαι ένα τίποτα. Το πνεύμα μου είναι τόσο αδύναμο, ώστε μόνο με το όνομα του Χριστού ζω και ειρηνεύω, ευφραίνομαι και χαίρεται η καρδιά μου. Χωρίς το Χριστό βασανίζομαι, η καρδιά μου θλίβεται, είμαι πνευματικά νεκρός. Χωρίς το σταυρό του Χριστού θα είχα γίνει από καιρό θύμα της πιο άγριας κατάθλιψης κι απόγνωσης. Μόνο ο Χριστός με κρατεί ζωντανό. Κι ο σταυρός είναι η ειρήνη μου, η παρηγοριά μου».

(Αγίου Ιωάννου Κρονστάνδης, «Η εν Χριστώ ζωή μου»)

Ἠγαπημένη μου Μητέρα μετά πάντων τῶν ἀδελφῶν μου, συγγενῶν καί φίλων.

Ὄπου δέ ὀ Χριστός ἐκεῖ καί ὅλα τά ἀγαθά τῆς αἰωνίου ζωῆς καί τῆς παρούσης. Διά τοῦτο εἶπεν Αὐτός, ἠ μόνη Ἀλήθεια· "ζητεῖτε πρῶτον τήν Βασιλείαν μου, καί ὅλα τά πρόσκαιρα μετά προσθήκης θά σᾶς τά δώσω".
Καί πάλιν εἶπε· "τί ὠφελήσει ἄνθρωπον, ἐάν κερδίσῃ τόν κόσμον ὅλον καί μείνῃ ἔξω τοῦ Παραδείσου";
Ποῖος λοιπόν ἀναμένων τοιαῦτα δέν παραβλέπει ὄλας τοῦ κόσμου τάς εἰρωνείας, συκοφαντίας καί ὕβρεις· ὅλας τάς ἀδικίας καί ἀνομίας τῶν πονηρῶν ἀνθρώπων· ἕτι δέ καί τούς πειρασμούς καί τάς θλίψεις τῶν ἀσπλάγχνων δαιμόνων, διά νά γίνῃ ἄξιος τῆς οὐρανίου ἐκείνης χαρᾶς;
Ἄχ, καί ποῖος ἤθελεν εἶναι πλησίον μου νά ἤκουε τάς εὐχάς μου, τούς στεναγμούς τῆς καρδίας μου· νά ἔβλεπε καί τά δάκρυα ὅπου χύνω ὑπέρ τῶν ἐμῶν ἀδελφῶν; Ὅλην τήν νύκτα προσεύχομαι καί φωνάζω· ἤ σῶσε τούς δούλους σου Κύριε, ἤ καί ἐμένα σβῆσε· δέν θέλω Παράδεισον!
Ἐάν δι' ὅλον τόν κόσμον, ὄλην τήν δύναμιν ψυχῆς καί καρδίας ἐκχέωμεν πρός τόν Κύριον τῶν ἁπάντων, πόσον μᾶλλον δι' ὑμᾶς; 
Λοιπόν ἀκούσατέ μου τοῦ ταπεινοῦ καί ἐλαχίστου μοναχοῦ καί μή μέ καταφρονήσετε ὡς ἀμαθῆ καί ἀγράμματον. Ἀνοίξατε τούς ὀφθαλμούς τῆς ψυχῆς σας νά ἰδῆτε τί ὑπάρχει πέραν ἀπό αὐτήν τήν ζωήν. 
Οἱ ἄνθρωποι τοῦ κόσμου ἀγαποῦν τόν κόσμον, ἐπειδή δέν ἐγνώρισαν ἀκόμη τήν πικρία αὐτοῦ. Εἶναι ἀκόμη τυφλοί στήν ψυχήν, καί δέν βλέπουν τί κρύπτεται μέσα εἰς αὐτήν τήν προσωρινήν χαράν. Δέν ἦλθεν ἀκόμη εἰς αὐτούς φῶς νοητόν· δέν ἔφεξεν ἀκόμη ἡμέρα σωτηρίας.
Ὅμως ἐσεῖς, ὅπου τόσα ἔχετε ἰδεῖ καί ἀκούσει, πρέπει νά ἐννοήσετε, ὅτι τῶν προσκαίρων αἱ ἀπολαύσεις παρέρχονται ὡς σκιά. Καί ὁ καιρός τῆς ζωῆς μας φεύγει, περνᾷ, δέν γυρίζει ὀπίσω. Ὁ δέ καιρός τοῦ παρόντος βίου εἶναι καιρός θέρους καί τρυγητοῦ. Καί ὁ καθείς συνάγει τροφήν-ὅσον δύναται καθαράν-καί ταμιεύει εἰς τήν ἄλλην ζωήν.
Δέν κερδίζει ὁ ἔξυπνος, ὁ εὐγενής, ὁ ὁμιλῶν τορνευτά, ἤ ὁ πλούσιος· ἀλλ' ὅστις ὑβρίζεται καί μακροθυμεῖ, ἀδικεῖται κάι συγχωρεῖ, συκοφαντεῖται καί ὑπομένει· ἐκεῖνος πού γίνεται σπόγγος καί καθαρίζει ὅ,τι ἀκούει ὅ,τι τοῦ λέγουν, ὁποίας λογῆς καί ἄν εἶναι. Αὐτός καθαρίζεται καί λαμπρύνεται περισσότερον. Αὐτός φθάνει εἰς μέτρα μεγάλα. Αὐτός ἐντρυφᾷ εἰς θεωρίας μυστηρίων. Καί τέλος αὐτός εἶναι ἀπό ἐδῶ μέσα εἰς τόν Παράδεισον.
Καί ὅταν ἔλθῃ τοῦ θανάτου ἡ ὥρα ἐκείνη, μόλις κλείσουν τά μάτια αὐτά, ἀνοίγουν τά ἐσωτερικά-τῆς ψυχῆς. Καί ἐνόσῳ διανοῆται τά ἐκεῖθεν, εὐρίσκεται αἴφνης εἰς ἐκεῖνα πού ἐπεθύμει, χωρίς ποσῶς νά τό καταλάβῃ. Ἀπό σκότος μεταβαίνει εἰς φῶς, ἀπό θλίψεως εἰς ἀνάπαυσιν, ἀπό ζάλης εἰς λιμένα ἀτάραχον, ἀπό πολέμου εἰς εἰρήνην διηνεκῆ.
Ὅθεν, ἀδελφοί μου καλοί καί ἠγαπημένοι, ὅστις ἀδικεῖται ἐν τῷ κόσμῳ τούτῳ καί θελήσει ζητήσῃ τό δίκαιον, ἄς γνωρίζῃ ὅτι εἶναι αὐτό· νά βαστάζῃ τό βάρος τοῦ ἀδελφοῦ, τοῦ πληρίον του, μέχρις ἐσχάτης πνοῆς· καί νά κάμνῃ ὑπομονήν εἰς ὅλα τά λυπηρά τῆς παρούσης ζωῆς. 
Διότι ἡ κάθε θλῖψις ὅπου μᾶς γίνεται, εἴτε ἐξ ἀνθρώπων, εἴτε ἐκ δαιμόνων, εἴτε ἐξ αὐτῆς τῆς ἰδίας μας φύσεως, πάντοτε ἔχει κλεισμένον ἐντός της τό ἀνάλογον κέρδος. Καί ὅποιος τήν ἀπερνᾷ δι' ὐπομονῆς λαμβάνει τήν πληρωμήν· ἐνταῦθα τόν ἀρραβῶνα κἀκεῖθεν τό τέλειον.

Χρεία λοιπόν τῆς ὑπομονῆς, καθάπες ἅλς ἐν φαγητῷ.

Γέρων Ιωσήφ ο ησυχαστής
ΕΚΔΟΣΙΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΦΙΛΟΘΕΟΥ

ΕΚΦΡΑΣΙΣ ΜΟΝΑΧΙΚΗΣ ΕΜΠΕΙΡΙΑΣ Ἀνθολόγιο ἀποσπασμάτων ἐπιστολῶν ἐκ τοῦ βιβλίου Γέρων Ἰωσήφ ὁ Ἡσυχαστής ΕΠΙΣΤΟΛΉ ΛΗ΄ Ἠγαπημένη μου Μητέρα μετά πάντων τῶν ἀδελφῶν μου, συγγενῶν καί φίλων.