.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Ταπεινός υπεράνω σκανδαλισμού

Κάποτε ο άρχοντας του τόπου επισκέφθηκε τον αββά Παλλάδιο, γιατί ήθελε να τον δει.
Είχε ακούσει βέβαια τα σχετικά μ' αυτόν. και είχε πάρει μαζί του και έναν στενογράφο, στον οποίο έδωσε την εξής εντολή: «Εγώ τώρα μπαίνω να δω τον αββά, εσύ λοιπόν όσα θα μου πει, να τα γράψεις με ακρίβεια».
Μπαίνει μέσα ο άρχοντας και λέει στον Γέροντα: «Προσευχήσου για μένα, αββά, γιατί έχω πολλές αμαρτίες». «Μόνο ο Ιησούς Χριστός είναι αναμάρτητος» αποκρίνεται ο Γέροντας. Τον ρωτά ο άρχοντας: «Άραγε, αββά, θα τιμωρηθούμε για κάθε αμαρτία;» Κι απαντά ο Γέροντας: «Γράφει στην αγία Γραφή: Εσύ θα ανταποδώσεις στον καθένα σύμφωνα με τα έργα του».
«Εξήγησέ μου τον λόγο αυτόν» παρακαλεί ο άρχοντας. «Το νόημά του είναι ολοφάνερο» αποκρίνεται ο Γέροντας, «αλλ' όμως άκουσε και λεπτομερώς. Στενοχώρησες τον πλησίον; Περίμενε από κάποιον να πάθεις το ίδιο.
Άρπαξες από τους κατωτέρους σου, γρονθοκόπησες φτωχό, ήσουν προσωπολήπτης σε δικαστήριο, ντρόπιασες, κακολόγησες, συκοφάντησες, είπες ψέματα εναντίον κάποιου, επιβουλεύθηκες την οικογενειακή τιμή των άλλων, ορκίστηκες ψευδόμενος, μετέθεσες όρια πατρικών χωραφιών, πρόσβαλες κτήματα ορφανών, καταστενοχώρησες χήρες, προτίμησες την εδώ πρόσκαιρη ηδονή από τα μελλοντικά αγαθά; Περίμενε την ανταπόδοση αυτών. Γιατί ό,τι λογής έργα σπείρει ο άνθρωπος, τέτοια και θα θερίσει. Και βέβαια εάν έχεις κάνει και κάποια καλά έργα, να περιμένεις να σου ανταποδοθούν κι αυτά πολλαπλάσια, γιατί "Εσύ (ο Θεός) θα ανταποδώσεις στον καθένα σύμφωνα με τα έργα του". Έχοντας στον νου σου, σ' όλη τη διάρκεια της ζωής σου, αυτή την τελική απόφαση, θα μπορέσεις να αποφύγεις τα περισσότερα αμαρτήματα».
«Και τί πρέπει να κάνω, αββά;» ρωτάει ο άρχοντας. «Να συλλογιέσαι -του απαντά ο Γέροντας- τα αιώνια, τα ατελεύτητα, τα συνεχόμενα.... Εκεί είναι χώρα ζώντων που δεν κινδυνεύουν να πεθάνουν εξαιτίας της αμαρτίας, αλλά ζουν την αληθινή ζωή ενωμένοι με τον Χριστό».
Στέναξε τότε ο άρχοντας και είπε: «Πράγματι, αββά, έτσι είναι όπως τα είπες». και ξεκίνησε να επιστρέψει στο σπίτι του ευχαριστώντας τον Θεό για τη μεγάλη ωφέλεια που πήρε.

Ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος θα μας πει: «Με τη μετάνοια γίνεται το πλύσιμο του μολυσμού των αισχρών πράξεων. Μετά δε από αυτήν, ακολουθεί η μετοχή του Αγίου Πνεύματος, όχι απλά, αλλά ανάλογα με την πίστη και την διάθεση και την ταπείνωση εκείνων που μετανοούν από όλη τους την ψυχή...».

«Γι' αυτό ο Θεός, επειδή είναι φιλάνθρωπος και οικτίρμων και επειδή θέλει τη σωτηρία μας, τοποθέτησε ανάμεσα σε μας και σ' Εκείνον την εξομολόγηση και τη μετάνοια και έδωσε την εξουσία σε καθένα που θέλει, να ανακαλέσει τον εαυτόν του από την πτώση του και με αυτήν να ξαναμπεί στην προ της πτώσεως κατάσταση και να αποκτήσει οικειότητα με τον Θεό και να βρεθεί μέσα στη δόξα του και στην παρρησία προς αυτόν. Και όχι μόνον αυτό, αλλά και να γίνει πάλι κληρονόμος όλων των αγαθών που μας υποσχέθηκε ή και μεγαλυτέρων ακόμα, εάν θελήσει να επιδείξει θερμή μετάνοια. Γιατί, ανάλογα με τη μετάνοια, θα βρει και την ανάλογη παρρησία και οικειότητα προς τον Θεό κάθε άνθρωπος...».

"Για την ΜΕΤΑΝΟΙΑ,
την μοναδική λύση στα αδιέξοδά μας"
ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»

Νά στρέφετε τήν κάθε θλίψη στή γνώση τοῦ Χριστοῦ, στήν ἀγάπη Του, στή λατρεία Του



Η ψυχή σας να δίδεται στην ευχή, «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με», για όλες σας τις έγνοιες, για όλα και για όλους.
Η ευαισθησία δεν έχει διόρθωση.
Μπορεί μόνο να μετασχηματισθεί, να μεταποιηθεί, να μετατραπεί, να μεταμορφωθεί, να μεταστοιχειωθεί, να γίνει αγάπη, χαρά, θεία λατρεία.
Πώς; Με τη στροφή προς τα άνω. Να στρέφετε την κάθε θλίψη στη γνώση του Χριστού, στην αγάπη Του, στη λατρεία Του.
Κι ο Χριστός που συνεχώς περιμένει με λαχτάρα να μας βοηθήσει, θα σας δώσει την χάρη Του και τη δύναμή Του και θα μεταστρέφει τη θλίψη σε χαρά, σε αγάπη για τούς αδελφούς, σε λατρεία προς τον ίδιο.
Έτσι θα φύγει το σκοτάδι..
Να θυμάστε τον Απόστολο Παύλο. Τί έλεγε; «Νυν χαίρω εν τοις παθήμασί μου»
Η ψυχή σας να δίδεται στην ευχή, «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με», για όλες σας τις έγνοιες, για όλα και για όλους.
Μην κοιτάζετε αυτό πού σας συμβαίνει, αλλά να κοιτάζετε το φως, τον Χριστό, όπως το παιδί κοιτάζει την μητέρα του, όταν κάτι του συμβεί. Όλα να τα βλέπετε χωρίς άγχος, χωρίς στενοχώρια, χωρίς πίεση, χωρίς σφίξιμο. Δεν είναι ανάγκη να προσπαθείτε και να σφίγγεστε.
Όλη σας ή προσπάθεια να είναι ν’ ατενίσετε προς το φως, να κατακτήσετε το φως. Έτσι, αντί να δίδεσθε στη στενοχώρια, που δεν είναι του Πνεύματος του Θεού, θα δίδεσθε στη δοξολογία του Θεού.

Ἅγιος Πορφύριος

Ἐξομολόγηση μέ λεπτομέρειες ἤ ἐξομολόγηση συνοπτικῶς;




Θά πρέπη νά γνωρίζουμε ὅτι ἡ ἐξομολόγησις εἶναι ἀνάγκη νά γίνεται ὅσο παίρνει λεπτομερειακῶς, καί ὄχι συνοπτικῶς ὅπως λένε ὁρισμένοι: "Πάτερ μου, ὅ,τι ἁμαρτία ὑπάρχει τήν ἔχω κάνει".
Ὄχι, αὐτή δέν εἶναι ἐξομολόγησις, εἶναι κοροϊδία.
Ὁ Ἱερός Χρυσόστομος ἐπ' αὐτοῦ λέγει τό ἑξῆς:
"Οὐ γάρ ἀρκεῖ τό εἰπεῖν, ὅτι ἁμαρτωλός εἰμι, ἀλλά δεῖ καί κατ' εἶδος αὐτῶν μεμνῆσθαι".
Δέν ἀρχεῖ νά ὁμολογήσης, λέει, τήν ἁμαρτωλότητά σου, ἀλλά καί τό κάθε ἁμάρτημα χωριστά.


Ἡ ἐξομολόγησις πρέπει νά γίνεται ὅπως ἐξετάζει ὁ γιατρός τόν ἀσθενῆ. Δέν λέει, φερ' εἰπεῖν, ὁ ἄρρωστος στόν γιατρόν, γιατρέ ἔχω ὅλες τίς ἀρρώστειες ἐπάνω μου ἀλλά θά τοῦ πῆ μέ λεπτομέρεια τί ἀσθένεια ἔχει, καί θά τοῦ ἐπιδείξη μάλιστα τά ἀσθενῆ μέλη ὅσο ἀπόκρυφα καί ἄν εἶναι. 

Ἔτσι νά γίνεται καί ἡ ἐξομολόγησις, θά τά λέμε μέ λεπτομέρειες καί τά μικρά καί τά μεγάλα, τά βαρειά καί τά ἐλαφρά, καί τά αἰσχρά καί τά σιχαμένα, ὅ,τι εἶναι θά τά ποῦμε χωρίς ντροπή, χωρίς δειλία, ἀλλοιῶς ὁ Θεός θά τά ἀπαιτήση.


ΛΟΓΟΙ ΨΥΧΙΚΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΜΟΝΑΧΟΥ ΘΩΜΑ ΤΣΟΝΑΚΑ
Ἐκδόσεις: "ΜΟΥΣΙΚΗ ΚΙΒΩΤΟΣ"
Ι.Μ. ΕΙΣΟΔΙΩΝ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΟΣΣΗΣ ΛΑΚΑΓΑΔΑ 2013

"Η Μετάνοια κατά τον Άγιον Γρηγόριον τον Παλαμάν"



Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς είναι, όπως γνωρίζουμε όλοι, ένας μεγάλος φωστήρ της Ορθοδόξου Εκκλησίας, ο οποίος επέτυχε με την όλην θεολογίαν του, που είναι καρπός της εν Χριστώ βιοτής του, να αναβιώσει στην εποχήν του η Ορθόδοξος θεολογία εις όλον το βάθος της. Λέγεται εις το Άγιον Όρος ότι η θεολογία του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά εκάλυψε όλα τα κενά και του παρελθόντος και του μέλλοντος. Ο Αγιορείτης Άγιος αρχίζει την αθωνική βιοτή του από την μονή της μετανοίας μας, την Μεγίστην Μονή του Βατοπαιδίου, διδαχθείς την νοερά εργασία και ασκητική ζωή από τον Βατοπαιδινό Άγιο Νικόδημο τον Ησυχαστή. Πεφωτισμένος ο Άγιος Γρηγόριος από τις άκτιστες ενέργειες του Αγίου Πνεύματος, απέκτησε πνευματικήν σοφία και έγινε τέλειος διδάσκαλος των αρετών και της κατά Θεόν ζωής.

Ακολουθώντας την γνησίαν πατερική παράδοσι δεν αποδέχτηκε την ηθικιστική θεώρηση της πνευματικής ζωής, που προσπάθησαν μερικοί να φέρουν από την Δύση και να προβάλουν στον χώρο των Ορθοδόξων.

Σε ολόκληρη την πατερική παράδοση τονίζεται ότι η μετάνοια δεν εξαντλείται σε ορισμένες αντικειμενικές βελτιώσεις της συμπεριφοράς ούτε σε τύπους και σχήματα εξωτερικά, αλλά αναφέρεται σε μια βαθύτερη και καθολικότερη αλλαγή του ανθρώπου. Δεν είναι μία παροδική συντριβή από την συναίσθησι διαπράξεως κάποιας αμαρτίας, αλλά μία μόνιμη πνευματική κατάστασι, που σημαίνει σταθερή κατεύθυνσι του ανθρώπου προς τον Θεό, και συνεχή διάθεσι για ανόρθωσι, θεραπεία και ανάληψι του πνευματικού αγώνα. Μετάνοια είναι το νέο φρόνημα, η νέα σωστή πνευματική κατεύθυνση, πού πρέπει να συνοδεύει τον άνθρωπο μέχρι την στιγμή του θανάτου. Μετάνοια είναι η δυναμική μετάβασι από την παρά φύσι κατάστασι των παθών και της αμαρτίας στην περιοχή της αρετής και του κατά φύση, είναι η τελεία αποστροφή της αμαρτίας και η πορεία επιστροφής στον Θεό.

Την αλήθεια αυτή επισημαίνει κατ΄ επανάληψι ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς. «Μετάνοια, λέγει, εστί το μισήσαι την αμαρτίαν και αγαπήσαι την αρετήν και εκκλίναι από του κακού και ποιήσαι το αγαθόν». Από τον ορισμό αυτό φαίνεται σαφώς ότι ο Ιερός πατήρ δεν μπορεί να δη την μετάνοια ως τυπική και μηχανική αλλαγή, αφού την προσδιορίζει η οντολογική ανακαίνισι του ανθρώπου. Γι΄ αυτόν ακριβώς τον λόγο, το γεγονός της μετανοίας δεν είναι δυνατό να αντικειμενοποιήται στις διαστάσεις μιας απρόσωπης συνταγής η τακτικής, αλλά παραμένει πάντοτε ενδεχόμενο προσωπικής αποκαλύψεως. «Ο μετανοών άνθρωπος εκ ψυχής τη μεν αγαθή προθέσει και τω της αμαρτίας εκστήναι φθάνει προς τον Θεόν» (Ομιλία 3η P.G. 151, 44Β).

Αυτός ο προσωπικός χαρακτήρας της μετανοίας αποκλείει για τον Παλαμά και γενικώς για όλους τους Αγίους Πατέρες κάθε ευσεβιστική χροιά, πού θέλησε να δώση στην μετάνοια, και κατά συνέπεια, στην όλη πνευματική ζωή, η Δύση. «Ου γαρ εν ρήμασιν ημών, αλλ’ εν πράγμασιν η ευσέβεια», τονίζει ο ιερός Ησυχαστής (Προς Φιλόθεον 6, Συγγράμματα Β’, σελ. 521).

Αλλά αφού η μετάνοια είναι αρχή και τέλος τής κατά Χριστόν πολιτείας, και αφού είναι σκοπός αυτής της ζωής, είναι επόμενο όλα να θεωρούνται από αυτήν και να παίρνουν αξία ή απαξία σε σχέσι με αυτήν. Και αυτή ακόμη «η πίστις ωφελεί, εάν κατά συνείδησιν πολιτεύηταί τις και ανακαθαίρει εαυτόν δι΄εξομολογήσεως και μετανοίας» (Ομιλία 30, P.G. 151,185Α). Αυτό άλλωστε δίνεται ως υπόσχεσι και συμφωνία κατά την στιγμή του Αγίου Βαπτίσματος.

Ένα βασικό στάδιο, πού προηγείται από την μετάνοια, είναι η επίγνωσι και η συναίσθησι των αμαρτημάτων, «ήτις μεγάλη εστίν προς ιλασμόν αφορμή» αναφέρει ο Άγιος Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης (Ομιλία 28, P.G. 151, 361C). Ο άνθρωπος, κατά τον Παλαμάν, για να έλθη σε μετάνοια, φθάνει προηγουμένως σε επίγνωσι «τών οικείων πλημμελημάτων» και μεταμελείται μπροστά στο Θεό, στον οποίον καταφεύγει «έν συντετριμμένη καρδία». Αφήνει τον εαυτό του στο πέλαγος της ευσπλαχνίας Εκείνου και πιστεύει, όπως ο άσωτος, ότι είναι ανάξιος να ελεηθή από τον Θεό και να ονομάζεται υιός του. Και όταν με την επίγνωσι και την συναίσθησι της αμαρτωλότητος ελκύσει επάνω του το έλεος του Θεού, παίρνει τελείαν την άφεσιν με την αυτομεμψία και την εξομολόγησι.

Θέλοντας ο Θεόσοφος Πατήρ να προσδιορίσει όλα τα στάδια της μετανοίας, λέγει χαρακτηριστικά τα εξής: «Τη γαρ επιγνώσει των οικείων αμαρτημάτων έπεται η οικεία κατάγνωσις· ταύτη δε η επί τοις αμαρτήμασι λύπη, ην ο Παύλος κατά Θεόν προσηγόρευσε. Τη δε κατά Θεόν λύπη ταύτη πέφυκεν ακολουθείν η μετά συντετριμμένης καρδίας προς τον Θεόν εξαγόρευσίς τε και δέησις, και η υπόσχεσις της εις το εξής των κακών αποχής και τούτό εστιν η μετάνοια».

Η μετάνοια ως νέα κατάστασις στη ζωή του ανθρώπου, συνοδεύεται από ορισμένες συνέπειες που η βιβλική και πατερική γλώσσα τις ονομάζει «καρπούς μετανοίας». Ως πρώτον καρπόν μετανοίας ο ιερός πατήρ προβάλλει την εξομολόγηση, αφού με αυτή κερδίζεται η θεραπεία και η κάθαρσι της ψυχής του πιστού και εγκαινιάζεται η καινούργια ζωή: «Η των αμαρτιών ουν εξομολόγησις αρχή εστι της καλλιέργειας ταύτης, ταυτόν ο’ ειπείν της μετανοίας και της ετοιμασίας του δέξασθαί τινα εν εαυτώ τον σωτήριον σπόρον, τον λόγον του Θεού» (Σοφοκλέους Οικονόμου, Ομιλία ΝΣΤ’, σελ. 201-202).

Η εξομολόγηση όμως δεν είναι ο μόνος καρπός της μετανοίας. Ο Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος καλώντας με το κήρυγμά του τους ανθρώπους σε μετάνοια, εκτός από την εξομολόγηση τους παρακινούσε σε ελεημοσύνη, δικαιοσύνη, μετριοφροσύνη, αγάπη και αλήθεια, που είναι γνωρίσματα της ανακαινιστικής δυνάμεως της αληθείας.

Ο Ιερός Αγιορείτης Ιεράρχης εις την 23η ομιλία του τονίζει ότι «η μετάνοια, είπερ αληθώς εκ καρδίας εστίν, αναπείθει τον κεκτημένον μηκέτι προσκεχηκέναι τοις φθειρομένοις, μηκέτι προσκεχηκέναι ταις ου καλαίς ηδοναίς, αλλά καταφρονείν των παρόντων, αντέχεσθαι των μελλόντων, αγωνίζεσθαι κατά παθών, αντιποιείσθαι των αρετών, εγκρατεύεσθαι πάντα, επαγρυπνείν ταις προς Θεόν δεήσεσιν, απέχεσθαι του εξ αδικίας κέρδους, ίλεων είναι τοις αυτώ πταίουσι, τοις ικετεύουσιν ευμενή, τοις δεομένοις της παρ’ αυτού βοηθείας, οις έχει λόγους έργοις, αναλώμασιν ετοιμότατον» (Ομιλία 23, P.G. 151,364 BC). Δηλαδή ο άνθρωπος που ζει αληθινά την μετάνοια δεν ξαναγυρίζει στις πρώτες αμαρτίες, ούτε προσκολλάται σε πρόσωπα και πράγματα της φθοράς, ούτε προσχωρεί στις αμφίβολες ηδονές, αλλά καταφρονεί τα παρόντα, προσβλέπει στα μέλλοντα, αγωνίζεται κατά των παθών, επιδιώκει τις αρετές, αγρυπνεί στην προσευχή, απέχει από άδικα κέρδη, είναι επιεικής σε όσους πταίουν εναντίον του, εύσπλαχνος σε αυτούς που τον προκαλούν και έτοιμος να βοηθήσει με λόγους, με έργα και με θυσίες ακόμη αυτούς που έχουν την ανάγκη του. Και όταν προτρέπει ο οσιώτατος πατήρ τους χριστιανούς να αποκτήσουν έργα μετανοίας, υπογραμμίζει κυρίως το ταπεινό φρόνημα, την κατάνυξι και το πνευματικό πένθος. Ανακεφαλαιώνοντας όλα τα γνωρίσματα του χριστιανού εκείνου που ζει την μετάνοια, λέει ότι είναι γαλήνιος και ήρεμος, γεμάτος έλεος και συμπάθεια προς τους άλλους, ποθεί την δικαιοσύνη, επιζητεί την καθαρότητα, έχει ειρήνη αλλά και φέρνει την ειρήνη, υπομένει καρτερικά τους πόνους και τις ταλαιπωρίες και νιώθει χαρά και ευχαρίστηση στους διωγμούς, τις ύβρεις, τις συκοφαντίες, τις απώλειες και όσα άλλα πάσχει για την αλήθεια και την δικαιοσύνη (Ομιλία 31, P.G. 151, 392C, Φυσικά Θεολογικά).

Η πορεία της ανορθώσεως με την μετάνοια, της απομακρύνσεως από την δουλεία των παθών και της ασκήσεως για την εργασία των θείων εντολών είναι πορεία των αγίων και θεουμένων υπάρξεων. Και από αυτήν την αλήθεια ξεκινώντας ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς τονίζει τα εξής: «Εάν κάθε χριστιανός δεν ημπορεί να φθάση τους Αγίους και τα μεγάλα και θαυμαστά επιτεύγματα που χαρακτηρίζουν την ζωή τους και είναι εξ ολοκλήρου αμίμητα, μπορεί όμως και πρέπει να μοιάσει και να τους ακολουθήσει στην πορεία της ζωής τους προς την μετάνοια. Και αυτό, γιατί καθημερινά «πολλά πταίομεν άκοντες» και μοναδική ελπίδα σωτηρίας για όλους μας παραμένει η ανάνηψη και η βίωση, κατά τον Άγιον Γρηγόριον, της «διηνεκούς μετανοίας» (Ομιλία 28, RG. 151.361C).

Το πένθος ως ασκητική προϋπόθεση

Βασική προϋπόθεση εξόδου από τα δεσμά των παθών, αλλά και ταυτοχρόνως αρχή και πηγή μετανοίας είναι το κατά Θεόν πένθος. Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς μέσα στα κείμενά του πολύ συχνά αναφέρεται στο κατά Θεόν πένθος και στην οδυνηρή αλλά και ευφρόσυνη κατάσταση, από την οποία χρειάζεται να περάσει ο χριστιανός, που επιθυμεί να ζήσει την αληθινή ζωή. Γι΄ αυτό και δεν διστάζει να χαρακτηρίσει την περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής ως κατ’ εξοχήν περίοδο πένθους και αγώνα πνευματικού, ως σύμβουλο του παρόντος αιώνος και ως προϋπόθεση αναστάσεως για την ζωή του κάθε πιστού.

Ο Άγιος Παλαμάς που βιώνοντας το κατά Θεόν πένθος άφηνε τους εκ βάθους στεναγμούς «φώτισόν μου το σκότος», πολύ δικαιολογημένα δεν μπορεί να δει το πέρασμα του ανθρώπου από τη ζωή της αμαρτίας στην «όντως ζωή» χωρίς το πένθος και την μετάνοια. Όταν ο νους, λέει, απελευθερωμένος από κάθε αισθητό πράγμα, ανεβεί πάνω από τον κατακλυσμό της τύρβης για τα γήινα πράγματα και μπορέσει να δει τον έσω άνθρωπο, αφού συνειδητοποιήσει κατά την δική του έκφραση «το ειδεχθές προσωπείον», που απέκτησε η ψυχή από την περιπλάνησή της στα γήινα, τότε σπεύδει να αποπλύνει τον ρύπο της με δάκρυα πένθους (Λόγος εις Πέτρον Αθωνίτην, P.G. 150). Όσο απομακρύνεται ο άνθρωπος από τις βιοτικές μέριμνες και επιστρέφει στον εαυτό του, τόσο περισσότερο γίνεται δεκτικός του θείου ελέους. Ο Χριστός μας εμακάρισε αυτούς που πενθούν για τις αμαρτίες τους και για την απώλεια της σωτηρίας τους που έχει ως αιτία την αμαρτία. Αυτός άλλωστε είναι ο λόγος για τον οποίον το πένθος αυτό ονομάζεται μακάριο.

Το πένθος, ενώ αποτελεί σύμφωνα με την πατερική και ασκητική παράδοση, καρπό του Θεού, προϋποθέτει όμως και την συνεργία του ανθρώπου, που χρειάζεται την ταπείνωση, την αυτομεμψία, την κακοπάθεια, την νηστεία, την αγρυπνία, και κυρίως την προσευχή. Και αυτή η αμέλεια του ανθρώπου, στο να εργάζεται τις αρετές και να αγωνίζεται να επιτύχει το κατά Θεόν πένθος, ενισχύεται από την εμπειρία του ησυχασμού, που μαρτυρεί ότι το πένθος αυτό δεν προξενεί νοσηρότητα και απελπισία, αλλά δημιουργεί στον άνθρωπο τις προϋποθέσεις για να νιώσει πνευματική θυμηδία, παράκληση και κατά τον Παλαμά «παροχή γλυκείας ιλαρότητος» (Προς Ξένην, P.G. 150). Και όταν βοηθήσει τον νου να σηκώση το κάλυμμα των παθών, τον εισάγει αθόρυβα στα αληθινά ταμεία της ψυχής και τον εθίζει στην «εν κρύπτω» προς τον Πατέρα προσευχή.

Υπάρχουν πολλές αιτίες για τις οποίες πρέπει να πενθεί ο πιστός. Όπως οι μαθηταί του Κυρίου ελυπούντο για την στέρησι του «όντως αγαθού διδασκάλου Χριστού», έτσι και σε μας που δοκιμάζομε την ίδια στέρηση και απουσία του Χριστού από την ζωή μας, πρέπει να ενυπάρχει και να καλλιεργήται η ίδια λύπη (Ομιλία 29, P.G. 151). Υπάρχει όμως και άλλη αιτία για πένθος· είναι η έκπτωση από τον χώρο της αληθείας του παραδείσου, στον χώρο του πόνου και των παθών. Είναι τόση η οδύνη αυτής της πτώσεως, διότι κρύβει όλο το δράμα της απομακρύνσεως από τον Θεό, την στέρησι τής «πρόσωπον προς πρόσωπον» συνομιλίας με Εκείνον, της αϊδίου ζωής και συνδοξολογίας με τους αγγέλους. Ποιος είναι αυτός πού έχει συνειδητοποιήσει την στέρηση όλων αυτών και δεν πενθεί; ερωτά ο Ιερός πατήρ. Και προτρέπει όλους τους πιστούς που ζουν εν «ειδήσει της τοιαύτης στερήσεως» να πενθήσουν και να αποπλύνουν με το κατά Θεόν πένθος «τους εξ αμαρτίας μολυσμούς» (Ομιλία 29, P.G. 151). Η προτροπή αύτη του Αγίου Γρηγορίου είναι απολύτως εναρμονισμένη με την προτροπή και το βίωμα της εκκλησίας, που με την υμνολογία τής Κυριακής της Τυροφάγου καλεί τους χριστιανούς την παραμονή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής να θυμηθούν την απομάκρυνσι από τον χαμένο παράδεισο και να πενθήσουν για την απώλεια αυτή.

Το πένθος είναι κατά τον ασκητικώτατον της Θεσσαλονίκης Ιεράρχην η πιο φυσική και αυθόρμητη εκδήλωσι της τραυματισμένης από την αμαρτία ψυχής, που έρχεται σε μετάνοια. Ο Άγιος χρησιμοποιεί μία θαυμάσια παρομοίωση για να καταδείξει ότι τα τραύματα του ανθρώπου είναι εκείνα πού προκαλούν τον πόνο και όχι αυτό καθεαυτό το γεγονός της μετανοίας που μόνο χαρά και παράκληση δίνει στην ψυχή. Όπως σε κάποιον, λέει, που είναι τραυματισμένη η γλώσσα του, φαίνεται δηκτικό το μέλι και για να νιώσει την γλυκύτητά του χρειάζεται να θεραπευθούν τα τραύματα, το ίδιο συμβαίνει και με τον φόβο του Θεού· στις ψυχές που γεννιέται μόλις νιώσουν το ευαγγελικό κήρυγμα, προξενεί λύπη, επειδή περιβάλλονται ακόμη από τα τραύματα των αμαρτιών μόλις όμως τα αποβάλουν με την μετάνοια, νιώθουν την ευαγγελική χαρά (Ομιλία 29, P.G. 151, 369Β). Γι΄ αυτό άλλωστε και το κατά Θεόν πένθος ονομάζεται και «χαροποιό».

Εμβαθύνοντας ο Παλαμάς στον δεύτερο κυριακό μακαρισμό, που αναφέρεται στο πένθος, αιτιολογεί το ότι ο Χριστός τοποθετεί τον μακαρισμό αυτόν ακριβώς μετά από εκείνο της πνευματικής πτώχειας, από το γεγονός ότι το πένθος συνυπάρχει με την πνευματική πτωχεία.

Χαρακτηριστικό γνώρισμα του ανθρώπου που πενθεί κατά Θεόν είναι η άρνηση να μεταθέσει ή να επιρρίψει σε άλλους την οποιαδήποτε ευθύνη για τις αμαρτίες του. Είναι βασική αρχή που προβάλλει ο Παλαμάς, όταν μιλά για το κατά Θεόν πένθος, το να τύπτωμε τον ίδιο τον εαυτό μας για τις αμαρτίες μας και να αποφεύγωμε την μετάθεση της ευθύνης στους άλλους (Ομιλία 29, P.G. 151,369C). Αυτή άλλωστε η μετάθεσι της ευθύνης για την αθέτηση της εντολής του Θεού από τον Αδάμ και την Εύα εστέρησε από αυτούς το σωτήριο πένθος της μετανοίας (Γεν. 3,12-13). Διότι αφού ο άνθρωπος επλάσθηκε από τον Θεό αυτεξούσιος και έλαβε κατά τον Παλαμά «αυτοκρατορικόν αξίωμα κατά των παθών ένδον το ηγεμονικόν της ψυχής» και «ουκ έχει όλως τον κατακρατούντα και βιαζόμενον» (Ομιλία 29, P.G. 151, 369C), με την αυτομεμψίαν και την κατά Θεόν λύπην θα μπορούσε να είχε κερδίσει αυτό που έχασε με την άρνηση αναλήψεως της ευθύνης για το αμάρτημά του. Γι΄ αυτόν τον λόγο ο θείος Γρηγόριος, προσπαθώντας να δώσει έναν ορισμόν του πένθους λέει «τούτο τοίνυν εστίν η κατά Θεόν και σωτήριος λύπη, το ημάς αυτούς αιτιάσθαι, και μηδένα των απάντων έτερον, εφ΄ οις αυτοί πράττομεν πλημμελώς, και λυπείσθαι καθ’ εαυτών και δι΄ εξομολογήσεως των ημών ημαρτημένων και της επί τούτοις λυπηράς κατανύξεως τον Θεόν εξιλάσκεσθαι» (Ομιλία 29, P.G. 151, 369C).

Η αυτομεμψία είναι κατάσταση αναπόσπαστη για την ψυχή, στην οποία υπάρχει ταπείνωση. Αρχικά την οδηγεί στον φόβο της κολάσεως. Φέρει στην φαντασία τις φρικτές τιμωρίες, όπως ο Κύριος τις περιγράφει στο Ευαγγέλιο, που γίνονται φρικωδέστερες από την αιώνια διάσταση που αποκτούν. Έτσι, ο άνθρωπος που πενθεί εδώ τις αμαρτίες του και μέμφεται γι΄ αυτές τον εαυτόν του, αποφεύγει το ανωφελές, απαράκλητο και χωρίς τέλος πένθος, το οποίο γεννάται σε όσους τιμωρημένους έρχονται σε επίγνωση των αμαρτιών τους. Εκεί, χωρίς καμμιά ελπίδα απαλλαγής και σωτηρίας, αυξάνεται η οδύνη του πένθους από τον αθέλητο έλεγχο της συνειδήσεως. Και αυτό το μόνιμο και διαρκές πένθος, επειδή δεν γνωρίζει τέλος, γίνεται αιτία άλλου πένθους και φοβερού σκότους και καύσωνα χωρίς δροσισμό, που οδηγεί σε ανέκφραστο βυθό αθυμίας (Προς Ξένην, P.G. 150,1076D-1077A). Σε αντίθεση με τον Αδάμ και την Εύα αναφέρει ο Παλαμάς τον Λάμεχ ως παράδειγμα ανθρώπου, που ήλθε σε αυτομεμψία και κατάνυξη για τις αμαρτίες του (Ομιλία 29, P.G. 151, 369D).

Ιδιαιτέρως δε πρέπει να τονισθή ότι η άσκηση μέσα στην ορθόδοξη χριστιανική παράδοσι είναι απόλυτα συνυφασμένη με το πένθος. Την οδύνη της πτώσεως και την χαρά της αναστάσεως τις ζει ο μοναχός με το χαροποιόν πένθος. Με την σωματική πτωχεία και ταπείνωσι, που είναι η πείνα, η δίψα, η κακουχία και η κακοπάθεια του σώματος, μέσα με τα οποία έλλογα συστέλλονται οι αισθήσεις του σώματος, όχι μόνο γεννιέται το πένθος αλλά αναβλύζουν και δάκρυα. Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς δίδει σαφή εξήγηση γι΄ αυτή την πνευματική κατάσταση στην επιστολή του προς την μοναχή Ξένη. Όπως, λέγει, από την σωματική άνεση, την ανάπαυσι και την τρυφή, γεννώνται η αναλγησία, η πώρωση και η σκληροκαρδία, έτσι από την ανήδονη, την λιτή και με εγκράτεια λαμβανόμενη τροφή, προκαλούνται η συντριβή της καρδιάς και η κατάνυξι. Με αυτά αποτρέπονται οι ενέργειες της κακίας και παρέχεται στην ψυχή άφατη και γλυκύτατη ιλαρότητα. Χωρίς την συντριβή της καρδιάς είναι αδύνατο να απαλλαγεί κανείς από τα πάθη. Η δε καρδιά δεν έρχεται σε συντριβή παρά μόνο με την εγκράτεια του ύπνου, της τροφής και των σωματικών ανέσεων. Όταν με την συντριβή απαλλαγεί η ψυχή από τα πάθη και την πικρότητα της αμαρτίας, τότε δέχεται την πνευματική θυμηδία (Προς Ξένην, P.G. 151,1076BC). Αυτή άλλωστε είναι και η παράκληση για την οποία ο Κύριος μακαρίζει τους πενθούντας. Έτσι μόνο εξηγείται το ότι η μεταβολή της λύπης σε χαρά, για την οποία μίλησε ο Χριστός στους μαθητές του, γίνεται βίωμα από το οποίο ο μοναχός αποκτά καθημερινή εμπειρία. Το πένθος γίνεται χαροποιό και μακάριο, διότι κυρίως καρποφορεί μέσα στον άνθρωπο τον αρραβώνα της αιωνίας χαράς.

Η αυτομεμψία και η συναίσθηση της αμαρτωλότητος είναι οι καταστάσεις που προετοιμάζουν στην ψυχή το πένθος. Για πολύ καιρό, λέγει ο ιερός πατήρ, σαν ένα νοητό βάρος πάνω από το λογιστικό μέρος της ψυχής, το πιέζουν και το συνθλίβουν κατά τέτοιο τρόπο ώστε να αποστάξει ο σωτήριος οίνος που «ευφραίνει καρδίαν άνθρωπου». Ο οίνος αυτός είναι η κατάνυξι, η οποία χάρη στο πένθος, μαζί με το ενεργητικό μέρος της ψυχής συνθλίβει και το παθητικό· και αφού την απαλλάξει από το σκοτεινό βάρος των παθών, την γεμίζει με την μακάρια χαρά (Προς Ξένην, P.G. 150, 1077Β).

Όσο οδυνηρό όμως είναι το πένθος στα πρώτα του στάδια, διότι συνυπάρχει με τον φόβο του Θεού, τόσο αργότερα με την πάροδο του χρόνου και την πνευματική προκοπή της ψυχής γίνεται χαροποιό, διότι βλέπει κανείς αληθινά μακάριους και γλυκούς καρπούς. Όσο χρονίζει το πένθος στην ψυχή, τόσο η αγάπη για τον Θεό αυξάνεται και με ακατάληπτο τρόπο ενώνεται μαζί της. Όταν δε η ψυχή βιώνει βαθιά το πένθος, γεύεται την παρηγοριά της χρηστότητος του Παρακλήτου. Αυτή είναι για την ψυχή τόσο ιερά, γλυκιά και μυστική εμπειρία, ώστε εκείνοι που δεν απόκτησαν προσωπική γεύση από αυτή, να μη την υποψιάζωνται καθόλου (Προς Ξένην, P.G. 150, 1077Β).

Μία θεμελιακή άποψη στην θεολογία του πένθους είναι ότι δεν συμμετέχει σ’ αυτό μόνο η ψυχή, αλλά και το σώμα. Και η «παράκλησις» για την οποία εμακάρισε ο Κύριος τους πενθούντας, είναι καρπός, τον οποίον δέχεται όχι μόνον η ψυχή, αλλά όπως τονίζει ο Παλαμάς «και το σώμα μεταλαμβάνει πολυτρόπως» (Υπέρ ησυχαζόντων 1, 3, 33). Εναργέστατη απόδειξη γι΄ αυτήν την πραγματικότητα αναφέρει «το κατώδυνον εφ΄ αμαρτήμασι πενθούσι δάκρυον» (Υπέρ ησυχαζόντων).

Καρπός ακόμη του κατά Θεόν πένθους, είναι και η σταθεροποίηση του ανθρώπου στην αρετή, μια και, όπως λέγει ο Απόστολος Παύλος, «η κατά Θεόν λύπη μετάνοιαν αμεταμέλητον απεργάζεται εις την ψυχήν προς σωτηρίαν» (Β’ Κορ. 7.10), διότι κατά τον Παλαμά μπορεί ο άνθρωπος να πτωχεύσει κατά Θεόν και να ταπεινωθεί πνευματικά, αν όμως δεν προσλάβει και το πένθος, εύκολα μεταβάλλεται η διάθεσή του· μπορεί να ξαναγυρίσει στις άτοπες και αμαρτωλές πράξεις, που άφησε, και να ξαναγίνει παραβάτης των εντολών του Θεού, αφού πάλι θα φούντωσει μέσα του η επιθυμία και ο πόθος για την αμαρτωλή ζωή. Αν όμως παραμείνη στην πτώχεια, που εμακάρισε ο Κύριος, και καλλιεργήσει μέσα του το πνευματικό πένθος, τότε σταθεροποιείται και ασφαλίζεται στην πνευματική ζωή, διώχνοντας έτσι τον κίνδυνο να επιστρέψει εκεί, από όπου ξεκίνησε (Προς Ξένην, P.G. 150, 1085C).

Η ωφέλεια όμως από το πένθος δεν περιορίζεται μόνο στο ότι ο άνθρωπος γίνεται σχεδόν ακίνητος προς το κακό, αλλά κατά τον Άγιον Γρηγόριον, εξαλείφει εντελώς και τις προηγούμενες αμαρτίες του, όταν βέβαια έχει ως κατάληξη το μυστήριο της μετανοίας. Διότι αφού ο άνθρωπος πενθεί κυρίως γι΄ αυτές, ο Θεός τις καταλογίζει ως ακούσιες· ο Άγιος χαρακτηριστικά λέγει ότι «τα ακούσια ουχ υπεύθυνα» (Προς Ξένην, P.G. 150, 1085C).

Έτσι το κατά Θεόν πένθος δεν εφελκύει μόνο την παράκληση και την παρά Θεού συγχώρηση προσφέροντας τον αρραβώνα της αιωνίου ευφροσύνης, αλλά ταυτόχρονα προφυλάσσει τις αρετές που έχει η ψυχή, αφού κατά τον Άγιον Γρηγόριον η ψυχή πού έμαθε να πενθεί γίνεται δυσκίνητη προς το κακό (Προς Ξένην, P.G. 150,1085D).

Τέλος ο αγιορείτης Ησυχαστής και των Θεσσαλονικέων Ιεράρχης, στην περί παθών και αρετών πραγματεία του, που στη μεγαλύτερή της έκταση είναι αφιερωμένη στο πένθος, χρησιμοποιεί ένα πολύ εκφραστικό παράδειγμα για να καταδείξει την πορεία του ανθρώπου στο πένθος. Παρομοιάζει την αρχή του πένθους με την επιστροφή του άσωτου υιού· γι΄ αυτό και γεμίζει κατήφεια τον πενθούντα και τον οδηγεί στην επανάληψη των λόγων εκείνου: «πάτερ, ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιόν σου». Αλλά και το τέλος του, πάλι, το εικονίζει με την προϋπόθεση και το άνοιγμα της αγκάλης του Θεού Πατρός «εν η τω πλούτω της ανεικάστου πτωχείας εντυχών, και πολλής χαράς και παρρησίας δι΄ αυτήν ο υϊός επιτυχών, εφιλείτο τε και αντεφίλει, και συνεισελθών, συνεστιάτο τω Πατρί, της ουρανίου συναπολαύων ευφροσύνης» (Προς Ξένην, P.G. 150, 1085C). Γι΄ αυτό και ο όρος «χαρμολύπη» που χρησιμοποιούν συνήθως οι ασκητές για να εκφράσουν το βίωμα της εσχατολογικής υπερβάσεως του πόνου, είναι ίσως το πιο εκφραστικό σύμβολο ολόκληρης της ασκητικής ζωής τους, ζωής κυρίως δακρύων και πένθους (Βλέπε Γ. Μαντζαρίδου «Η περί θεώσεως διδασκαλία» στα Παλαμικά 1973, σελ. 215).

Σ΄ αυτήν την συνοπτική και μπορεί να πει κανείς πρόχειρη παρουσίαση των θέσεων του Παλαμά περί μετανοίας βλέπουμε ότι ο Άγιος Γρηγόριος ως κατ΄ εξοχήν άνθρωπος της εσωτερικής ζωής ενδιεφέρετο όχι απλώς να διορθώνουμε εξωτερικά τα κακώς κείμενα, αλλά να μετανοούμεν εσωτερικά, πενθούντες και κλαίοντες. Ο Άγιος Γρηγόριος ήταν ο ίδιος άνθρωπος της μετανοίας, αλλά και αληθινός κήρυκας της μετανοίας.

Ευχόμεθα ταπεινώς, τώρα που εγγίζει η αγία περίοδος της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, της κατ’ εξοχήν περιόδου της μετανοίας κατά τον Άγιον Γρηγόριον, να «προσπέσωμεν και να κλαύσωμεν εναντίον του Θεού ημών» για να γευθούμε την μακαριότητα της βασιλείας του. Μη λησμονούμε ότι η διόρθωση του εαυτού μας αλλά και του κοινωνικού συνόλου αρχίζει και θεμελιώνεται στην προσωπική μετάνοια του κάθε ανθρώπου. Αυτό άλλωστε είναι το πνεύμα του αγιορείτικου μοναχισμού, όπως το τονίζει ο Άγιος Παλαμάς, «η διηνεκής μετάνοια». Αμήν.

(Γέροντας Εφραίμ, Καθηγούμενος Ιεράς Μεγίστης Μονής Βατοπαιδίου) 

Ο Χριστός δεν μαλώνει… να γονατίσεις μπροστά Του και να Του πεις…



Ο Χριστός δεν μαλώνει…

Να γονατίσεις μπροστά στον Χριστό και να πεις:
Κύριέ μου, εγώ κρύβομαι από τους ανθρώπους.

Αλλά θέλω εσύ να με δεις όπως είμαι!
Αυτός που είμαι!
Να μ’ αγαπάς όπως είμαι.

Να μη με μαλώσεις.
Γιατί δεν αντέχω να με μαλώνεις.
Γιατί απογοητεύομαι εύκολα αν με τσακίζεις…

Και θα πει ο Χριστός:
Πού είσαι παιδί μου;
Σε περίμενα!

Όχι! Εγώ καλάμι συντετριμμένο δεν θα το τσακίσω.
Ούτε φλόγα που τρεμοσβήνει θα τη σβήσω, όχι.

Όταν δει ο Χριστός ότι το κεράκι της ψυχής σου, είναι σα να το φυσάνε οι άνεμοι, θα βάλει το χέρι Του μπροστά και τη φλόγα αυτή θα τη μεγαλώσει!

Δεν θα σε τρομάξει… 
Δεν θα σε μαλώσει… 
Αλλά να γονατίσεις… 
Να ταπεινωθείς 

Τό συμφέρον τῆς ψυχῆς μας



Χρειάζεται μεγάλος ἀγώνας, γιατί τά πάθη ἔχουν μεγάλη δύναμη. Μέ τή χάρη ὅμως τοῦ Θεοῦ θά νικήσει ὁ γενναῖος ἀθλητής πού ἀγωνίζεται μ’ ὅλες τίς δυνάμεις του.
Ὁ σωματικός κόπος καί ἡ μελέτη τῶν θείων Γραφῶν φυλᾶνε τήν καθαρότητα τοῦ νοῦ. Ἀκόμη χρειάζεται καί πολλή προσευχή, ὥστε νά ἐπισκιάσῃ τόν ἀγωνιστή ἡ Θεία Χάρη. 
Γιά ν’ ἀποκτήσῃ κανείς τή Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος χρειάζεται μεγάλος πνευματικός ἀγώνας, γιατί εὔκολα παρασύρεται ὁ ἄνθρωπος στό κακό καί χάνει σέ μιά στιγμή αὐτό πού ἀπέκτησε ὕστερα ἀπό μεγάλους ἀγῶνες...
Στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου ὑπάρχει τό καλό καί τό κακό. Ἀπό τόν ἀγῶνα τό δικό μας θά ἐξαρτηθεῖ πιό ἀπό τά δύο θά ἐπικρατήσει. Ἄν ἀφήσουμε τόν ἑαυτό μας ἐλεύθερο, χωρίς νά τόν βιάσουμε, θά ἐπικρατήσει τό κακό. Ἀντίθετα ὅταν ἀγωνισθοῦμε, θά νικήσει τό καλό καί ἡ ἀρετή.
Ὁ ἀγώνας αὐτός εἶναι σκληρός. Θά πέσεις καί θά ξανασηκωθεῖς καί πάλι θά πέσεις καί πάλι θά σηκωθεῖς. Εἶναι ἀγώνας ἰσόβιος. Γιατί ὁ σατανᾶς δέν μᾶς ἀφήνει ἀνενόχλητους οὔτε μία στιγμή. Μία στιγμή ἀμελείας περιμένει, γιά νά τήν ἐκμεταλλευθῇ καί νά κάνει ζημιά στήν ψυχή μας.
Ὅπως εἴπαμε καί πιό πάνω, στόν πνευματικό ἀγῶνα χρειάζεται ταπείνωση. Γιατί μόνο τήν προσευχή τῶν ταπεινῶν ἀκούει ὁ Κύριος. Ἡ προσεύχή τοῦ ταπεινοῦ “εἰσέρχεται εἰς τά ὦτα τοῦ Κυρίου. Οἱ ὀφθαλμοί τοῦ Κυρίου εἰσίν ἐπί τούς ταπεινούς κατά τήν καρδίαν”. Μέ ταπεινό φρόνημα φώναξε δυνατά πρός τόν Κύριο καί πές Του:

“Κύριε ὁ Θεός μου, Σύ, ἐάν θέλῃς, μπορεῖς νά φωτίσῃς τό σκότος τῆς ψυχῆς μου”.

Ὅταν ἡ ψυχή θερμανθεῖ ἀπό ἀγάπη πρός τόν Θεό, τά πάντα τά θεωρεῖ σκουπίδια καί τιποτένια. Νύχτα καί μέρα δέν σκέφτεται τίποτε ἄλλο ἐκτός ἀπό τόν Ἰησοῦ Χριστό. 
Ἡ ἐπαφή τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό εἶναι πιό γλυκειά κι ἀπό τό πιό ὡραῖο καί εὔγευστο φαγητό. Ὅταν ἡ ψυχή ἑνωθεῖ μέ τόν Θεό, τότε ἔρχονται καί τά δάκρυα τῆς πνευματικῆς ἀγαλλιάσεως. Καί τά δάκρυα αὐτά σέ συνοδεύουν εἴτε τρῶς, εἴτε πίνεις, εἴτε μελετᾶς, εἴτε πρσεύχεσαι, σάν καρπός τοῦ ἀγῶνα τῆς ψυχῆς. Αὐτή εἶναι ἡ ἀμοιβή πού δίνει ὁ Θεός στούς ἐργάτες τῶν ἐντολῶν Του, πού σάν σκοπό τῆς ζωῆς τους ἔβαλαν τό συμφέρον τῆς ψυχῆς τους.
Ὅταν λοιπόν σ’ ἐπισκεφθοῦν τά δάκρυα αὐτά, πάρε θάρρος καί προχώρα μέ μεγαλύτερη δύναμη, γιά νά περάσῃς τή θάλασσα τῶν παθῶν. Ἀλλά πρόσεξε μήπως χάσεις τόν πνευματικό θησαυρό τοῦ ἀγῶνα σου εἴτε ἀπό ἐγωϊσμό εἴτε ἀπό ἀμέλεια.
Ἄν δέν ἔχεις κοπιάσει στά καλά ἔργα δέν πρέπει νά μιλᾶς γιά τίς ἀρετές. Γιατί κάθε ἀρετή πού γίνεται χωρίς κόπο, λογίζεται σάν “ἔκτρωμα” μπροστά στά μάτια τοῦ Θεοῦ. 
Οἱ στεναγμοί τῆς καρδιᾶς σου, οἱ προσευχές καί οἱ ἀγρυπνίες θά σέ βοηθήσουν ν’ ἀποκτήσεις ἀρετή. Ὅσο ὅμως κι ἄν φωνάζεις μέ προσευχές πρός τόν Κύριο, δέν σέ ἀκούει, ἄν δέν συνοδεύονται ἀπό ταπεινοφροσύνη. Ἡ ἐργασία τῶν ἐντολῶν καί πρό παντός ἡ ταπεινοφροσύνη κάνουν τόν ἄνθρωπο θεό ἐπί τῆς γῆς. Ἡ πίστη καί ἡ ἐλεημοσύνη τόν φέρνουν πιό γρήγορα στήν καθαρότητα.
Ὅσοι ἔχουν θερμή ἀγάπη πρός τόν Θεό ἑλκύονται ἀπό τά μέλλοντα ἀγαθά. Ὅσοι θερμαίνονται μέ τήν ἐλπίδα τῶν αἰωνίων ἀγαθῶν ἀπαλλάσσονται ἀπό τά κοσμικά πράγματα. Ἀλλά γιά νά φτάσῃ κανείς σ’ αὐτή τήν ὑψηλή κατάσταση χρειάζεται μεγάλος ἀγώνας. Καί θά πρέπει ν’ ἀρχίσῃ κανείς ἀπό τά ἁπλᾶ καί εὔκολα γιά νά φτάσῃ στά δύσκολα. Θά πατήσει κανείς πρῶτα τά πρῶτο σκαλοπάτι τῆς ἀρετῆς, μετά τό δεύτερο κι ἔτσι σιγά-σιγά θά προοδεύσει στήν πνευματική ζωή.
Μ’ ἕνα ἅλμα δέν φτάνει κανείς στά ὕψη.
Ἄς μάθουμε νά ἐφαρμόζουμε πρῶτα τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, καί ὕστερα ἀπό ἀγῶνες πολλούς καί μεγάλους θά μᾶς στείλει ὁ Θεός τή χάρη Του.
Εἶναι εὐτυχισμένοι ἐκεῖνοι πού ἀποφάσισαν νά βαδίσουν τόν δρόμο τῶν θλίψεων γιά τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί δέν γύρισαν πίσω. Αὐτοί θά φτάσουν γρήγορα στό λιμάνι τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν. Μετά ἀπό τόν κόπο καί τίς ταλαιπωρίες θ’ ἀπολαύσουν ἀνάπαυση καί ξεκούραση. Καί θά εὐφραίνονται αἰώνια μέ τήν ἀπόλαυση τῶν μελλόντων ἀγαθῶν.
Ὅσοι τρέχουν στόν δύσκολο δρόμο τῆς ἀρετῆς δέν γυρίζουν πίσω οὔτε σκέφτονται τίς δυσκολίες πού θά συναντήσουν, ἀλλά μ’ ἐνθουσιασμό προχωροῦν στόν στενό καί τραχύ δρόμο, εὐχαριστώντας τόν Θεό πού τούς ἀξίωσε νά τόν περάσουν. Ὅσοι ὅμως φοβοῦνται καί προχωροῦν μέ δειλία καί φόβο, αὐτοί ποτέ δέν θά φτάσουν στό τέρμα, καί δέν θά πάρουν τό στεφάνι τῆς νίκης, πού χαρίζει ὁ Κύριος στούς ἀγωνιστές τῆς πίστεως.
Ὁ ὀκνηρός δέν βάζει ποτέ ἀρχή μετανοίας καί συνεχῶς ἀναβάλλει. Κι ἔτσι φτάνει στήν ὥρα τοῦ θανάτου του ἀπροετοίμαστος. Ἄν θέλῃς νά προκόψῃς στήν ἀρετή, μήν ὑπολογίζῃς τίς ἀπαιτήσεις τοῦ σώματος, γιατί τό σῶμα εἶναι ἐχθρός τῆς ψυχῆς. Ἔχε τήν ἐλπίδα σου στόν Θεό καί μέ ταπεινοφροσύνη προχώρα στόν δρόμο τῆς ἀρετῆς. Γνώριζε ὅτι χωρίς τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ θά εἶσαι φτωχός καί γυμνός, στερημένος ἀπό κάθε πνευματικό ἀγαθό. Μή σέ πιάνῃ δειλία καί φόβος στόν ἀγῶνα. Ὁ γεωργός πού περιμένει νά σταματήσουν οἱ ἄνεμοι γιά νά σπείρῃ, αὐτός ποτέ δέν θά σπείρει. Καλύτερα νά πεθάνῃς γιά τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, παρά νά ζῇς μέ ντροπή καί ὀκνηρία.
Ὅταν θέλεις νά βάλῃς ἀρχή στό ἔργο τοῦ Θεοῦ πρῶτα πρέπει ν’ ἀφήσῃς κάθε ἐλπίδα καί στήριγμα τῆς ζωῆς αὐτῆς. Ὅπως ἐκεῖνος πού ἑτοιμάζεται γιά τόν θάνατο δέν σκέφτεται τίποτε ἄλλο παρά τό φοβερό αὐτό γεγονός, ἔτσι κι ἐκεῖνος πού θέλει νά ἑνωθῇ μέ τόν Θεό, πρέπει νά πεθάνῃ γιά κάθε κοσμικό πρᾶγμα. Σοῦ θυμίζω καί πάλι ὅτι θά βρεῖς ἐμπόδια, ἀλλά μή χάσῃς τήν ἐλπίδα σου. 
Νά δυναμώνῃς μέ τήν πίστη στόν Θεό καί μέ τή σκέψη ὅτι τά πράγματα τοῦ κόσμου αὐτοῦ εἶναι πρόσκαιρα καί μάταια καί ὅτι ὁ μεγαλύτερος θησαυρός εἶναι ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Αὐτή τήν ἔχει ἑτοιμάσει ὁ Θεός γιά τούς ἀγωνιστές κι ὄχι γιά τούς ράθυμους καί ὀκνηρούς. Ν’ ἀρχίζῃς τόν ἀγώνα σου μ’ἐνθουσιασμό καί ὄχι μέ δειλία, γιατί καί τό ὡραιότερο ἔργο εἶναι ἄχρηστο ὅταν γίνεται ἀπό ἄνδρα δίψυχο, πού τό ἕνα μέρος τῆς ψυχῆς του εἶναι μέ τόν Θεό καί τό ἄλλο μέ τόν κόσμο. Ὁ Θεός θέλει ὁλόκληρο τόν ἑαυτό μας.
Νά ἔχῃς τήν ἐλπίδα σου βέβαιη στόν Χριστό, γιά νά μήν πάῃ ὁ κόπος σου χαμένος.
Ὁ Κύριος εἶναι σπλαχνικός καί δίνει τή χάρη Του σ’ αὐτούς πού τή ζητᾶνε μ’ ἐπιμονή. Τόν μισθό τόν δίνει ὄχι ἀνάλογα μέ τή δουλειά πού κάναμε, ἀλλά μέ τήν προθυμία πού δείξαμε. Κάνε ὅ,τι μπορεῖς γιά τή σωτηρία τῆς ψυχῆς σου. Προσευχήσου μέ δάκρυα, διάβαζε τίς θεῖες Γραφές, κάνε ἐλεημοσύνες. Ἀρκεῖ νά θερμαίνῃς τήν καρδιά σου μέ ἀγάπη πρός τόν Θεό.
Μήν ὑπολογίσῃς τή φυσική ἀδυναμία τοῦ σώματος καί δειλιάσῃς. Διῶξε μακρυά τή φιλαυτία, τήν πλεονεξία καί τόν ἐγωϊσμό. Μίσησε τά ἔργα τῆς ἁμαρτωλῆς σάρκας καί ἀγωνίσου μέ ἀνδρεῖο φρόνημα γιά τήν κατάκτηση τῆς ἀρετῆς. Καί ἄν σάν ἄνθρωπος πέσῃς, πάλι νά σηκωθῇς καί ποτέ μή γυρίσῃς στήν προηγούμενη ἁμαρτωλή ζωή σου. Πάντα μπροστά προχώρα μέ χαρά καί προθυμία στά ἔργα τοῦ Θεοῦ, κι Αὐτός θά σ’ ἀνεβάσει στήν κορυφή τῶν ἀρετῶν.

Τέλος καί τῷ Θεῷ δόξα!

Ἀββᾶ Ἰσαάκ τοῦ Σύρου

ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ
ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗ
Εὐχαριστοῦμε θερμά τόν Ἡγούμενο τῆς Ἱ.Μ. Παρακλήτου γιά τήν ἄδεια δημοσίευσης ἀποσπασμάτων ἀπό τά βιβλία πού ἐκδίδει ἡ Ἱερά Μονή.
Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης

hristospanagia3.blogspot.com

Ας ληστέψουμε και εμείς τον Παράδεισο...



Οφείλουμε κι εμείς με ταπείνωση, με ευγνωμοσύνη, με φόβο και δέος να ζούμε το μαρτύριό μας, ενθυμούμενοι πάντοτε τον ληστή. Ο οποίος ληστής την έσχατη στιγμή της ζωής του είδε τα πράγματα αλλιώς...
Τον αξίωσε ο Θεός να συμπάσχει και αυτός εκεί με τον Χριστό. 

Αν βέβαια θέλεις να μην χάσεις την ζωή σου, αλλιώς είναι τα πράγματα. Αν όμως θέλεις να είσαι του Χριστού, θα μαρτυρήσεις, θα έρθουν πειρασμοί και πόνοι που θα σε δοκιμάσουν, καθαρίζοντας την ψυχή σου από τους ρύπους της εμπάθειας. 

Με τη χάρη του θεού θα μαρτυρήσει κανείς, με τη χάρη του Θεού θα αγωνιστεί. 

Η χάρη φώτισε τον ληστή να δει τα πράγματα όπως τα είδε, να τα καταλάβει όπως τα κατάλαβε, να πάρει τη στάση που πήρε και να μην επηρεαστεί καθόλου από τον άλλο ληστή. Όμως προηγήθηκε του φωτισμού η μετάνοια, προηγήθηκε η αποδοχή της αμαρτωλότητάς του. 

Πέρασε σε άλλο πνεύμα ο ληστής, και ήξερε τί να πει. Δύο λόγια είπε στον Χριστό, αλλά είπε αυτά που χρειάζονταν: «Μνήσθητί μου, Κύριε, όταν έλθης εν τη βασιλεία σου». 

Δύο λόγια άκουσε από τον Χριστό: «Αμήν λέγω σοι, σήμερον μετ’ εμού έση εν τω παραδείσων». 

Χρειάζεται, αδελφοί μου, να γίνουμε γενναίοι. Να έχουμε μια πνευματική γενναιότητα, η οποία πηγάζει από την αγάπη μας στον Χριστό. 

Τελικά εκείνο που θέλει ο Θεός είναι να ανταποκριθείς, να Τον εμπιστευθείς. 
Εκείνο, που θέλει ο Θεός, είναι να πάρεις τέτοια στάση στην ζωή σου, ώστε το Πανάγιο Πνεύμα να μπορεί να έρθει και να σε οδηγήσει «εις πάσαν την αλήθειαν». 

Μπορεί να περάσεις μέσα από πόνο, μαρτύρια, μέσα από φωτιές όπως λέγει ο ψαλμωδός: «Διήλθον δια πυρός και ύδατος και εξήγαγες ημάς εις αναψυχή». 

Κάθε δοκιμασία, κάθε πειρασμός, εάν τον εκμεταλλευτούμε, θα μας οδηγήσει τελικά εις αναψυχήν. 

Ο ληστής λυτρώθηκε, ελευθερώθηκε, γιατί αποδέχτηκε την κατάστασή του και αφέθηκε με εμπιστοσύνη στον Χριστό. 

Ας τον μιμηθούμε. Ας ληστέψουμε και εμείς τον Παράδεισο.

Ἡ ζωὴ τοῦ κόσμου

Διάσημος ἀμερικανός ἠθοποιός - ἄν καί, ὄχι καί τόσο γνωστός γιά τήν ... εὐσέβειά του - δήλωσε πρόσφατα μέ περισσή εἰλικρίνεια:

«Ἔχω ταξιδέψει σχεδόν παντοῦ στήν γῆ. Καί ποτέ, πουθενά, δέν συνάντησα τόσο δυστυχισμένους ἀνθρώπους, ὅσο στήν Ἀμερική. Ἔχουμε τά πάντα, καί οὐσιαστικά δέν ἔχουμε τίποτα. Καί ζητᾶμε ὅλο καί περισσότερα, ἔχοντας ἐγκαταλείψει κάθε τι πού μᾶς ἀνεβάζει πραγματικά. Σκοπός πλέον τῆς ζωῆς ἔγινε ἡ παραγωγή τέλειων ἀγαθῶν καί ἡ μέ κάθε μέσο ἀπόκτησή τους».

Εἶναι ἐντυπωσιακό, ἕνας κοσμικός ἄνθρωπος νά παραδέχεται, ὅτι τό μυστικό τῆς ἀληθινῆς ζωῆς δέν εἶναι τό «νά ἔχεις τά πάντα»! Ὅτι σκοπός τῆς ζωῆς, δέν μπορεῖ νά εἶναι ἡ ἀπόκτηση ὅλο καί περισσότερων ὑλικῶν ἀγαθῶν.

* * *

Ὁ Χριστός μᾶς ἀποκάλυψε, ὅτι Αὐτός εἶναι ἡ Ζωή τοῦ κόσμου. Χωρίς Αὐτόν δέν ὑπάρχει ζωή. Μπορεῖ νά ὑπάρξει μόνο, ἤ μία πίκρα πού μένει σάν κατακάθι μετά ἀπό μιά ἐπιφανειακή «καλοπέραση»· ἤ κάποια ἐπιδερμική «χαρά». Ἀλλά Ζωή ἀληθινή, δέν μπορεῖ νά ὑπάρξει. «Μή ψάχνετε μάταια» λέει ὁ Χριστός. «Μήν κουράζεσθε ἄδικα. Ἐγώ εἶμαι ἡ ἀληθινή ζωή. Ἐγώ ἦλθα γιά νά ἔχετε ὄχι ἁπλῶς ζωή, ἀλλά περίσσεια ζωῆς».

Αὐτήν τήν πληρότητα τῆς ζωῆς μᾶς τήν χάρισε μέσῳ τῆς θυσίας Του πάνω στόν Σταυρό. Ἐνῶ ἦταν καρφωμένος πάνω στόν Σταυρό, ἡ ἄχραντη πλευρά Του ἔρρευσε κρουνούς ζωῆς καί ἀφθαρσίας.

Καί μᾶς ἔδωσε τήν δυνατότητα νά γευόμαστε, ἐδῶ καί τώρα, αὐτήν τήν Ζωή, μετέχοντας στό Μυστικό Δεῖπνο τῆς Θείας Λειτουργίας. Ὁ Ἴδιος παρομοίασε τήν Βασιλεία Του μέ Δεῖπνον Μέγα (Λουκ. 14, 16-24). Σ' αὐτό τό πανάκριβο Τραπέζι, πού τόσα Τοῦ κόστισε, εἴμαστε καλεσμένοι ὅλοι. Καί ὁ Χριστός δέν δέχεται νά δικαιολογήσει καμμιά ἀπουσία μας· ὅσο εὐλογοφανής κι ἄν εἶναι. Οὔτε ἐπαγγελματική, οὔτε οἰκογενειακή ἀπασχόληση, οὔτε - πολύ περισσότερο - διασκέδαση καί «ψυχαγωγία», ἐπιτρέπεται νά μᾶς κρατήσουν μακριά ἀπό τήν Θεία Λειτουργία.

* * *

Ἄν ὁ ἄνθρωπος τό ἔχει εὔκολο νά δικαιολογεῖ τήν ἀπουσία του, ἀπό τό Δεῖπνο τοῦ Χριστοῦ:

• πῶς εἶναι δυνατόν νά ἰσχυρίζεται ὅτι ἀγαπάει τόν Χριστό;

• πῶς μπορεῖ νά λέει ὄτι πιστεύει στόν Χριστό; Ὑπάρχει ἄραγε ἄλλος τρόπος πίστης; μπορεῖ νά λέει κανείς: «ἐγώ πιστεύω μέ τόν τρόπο μου!»;

• πῶς νά μή ξεθαρρέψει ὁ διάβολος καί νά μή τοῦ ἀναστατώνει τό σπίτι;

• πῶς μπορεῖ νά περιμένει νά ἔχει ἀληθινή εἰρήνη καί γνήσια χαρά;

• πῶς θά γευθῆ τήν Ὄντως Ζωή, πού νίκησε τήν φθορά καί τόν θάνατο; καί πῶς θά μπορέσει νά πιστέψει στήν Ἀνάσταση τῶν νεκρῶν;

• ποῦ ἀλλοῦ θά βρῆ τήν δύναμη νά συγχωρήσει τούς ἐχθρούς του, ἄν δέν ζήσει, στήν λειτουργία, τήν Σταυρική ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, πού συγχώρησε τούς σταυρωτές Του;

• πῶς ἀλλιῶς θά μάθει ὅτι ἡ σχέση μας μέ τόν Χριστό δέν εἶναι ζήτημα ἀτομικῆς κατάνυξης καί εὐλάβειας, ἀλλά ἡ αἴσθηση ὅτι ἀνήκουμε σέ μιά Μεγάλη Οἰκογένεια, πού εἶναι ἡ Ἐκκλησία Του; Πῶς ἀλλιῶς θά μπορέσωμε νά αἰσθανθοῦμε ἀδελφούς μας ὅλους αὐτούς, πού εὔκολα τούς κατηγοροῦμε ὡς ὑποκριτές καί θρησκόληπτους; Καί πῶς θά πάψωμε νά θεωροῦμε τούς ἑαυτούς μας σάν τούς μόνους εἰλικρινεῖς δούλους τοῦ Θεοῦ;

* * *

Τό Μέγα Δεῖπνο τῆς Θείας Λειτουργίας δέν τελειώνει στήν λατρεία τῆς Κυριακῆς. Ὅποιος ἀνταποκριθῆ στήν τιμητική πρόσκληση τοῦ Χριστοῦ τώρα - στήν ἐπίγεια ζωή - θά ἔχει τήν χαρά νά ἀπολαμβάνει πιό ζωντανά («ἐκτυπώτερον») αὐτό τό τραπέζι, μετά θάνατον, στήν αἰωνιότητα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.

Ὁ Χριστός προειδοποίησε, ὅτι ὅποιος περιφρονήσει τήν πρόσκλησή Του στό Μυστικό Του Δεῖπνο, ἐδῶ καί τώρα, δέν πρόκειται νά γευθῆ τήν χαρά τῆς Ἀληθινῆς Ζωῆς, οὔτε ἐδῶ, οὔτε - πολύ περισσότερο - στήν αἰώνια δόξα τῆς Βασιλείας Του.

«Καί δός ἡμῖν Δέσποτα πρός ὕπνον ἀπιοῦσιν…»



Τό σύνορο τῆς ζωῆς καί τοῦ θανάτου τό προγεύεσαι καθημερινά τήν ὥρα ἐκείνη, ὅπου μετά τή βραδυνή σου ἐπιστροφή ἀναζητᾶς τήν εὐλογημένη ἡσυχία, ἀλλά περισσότερο τό σφάλισμα τῶν κουρασμένων ὀφθαλμῶν σου: κουρασμένων ἀπό ἔνα πλῆθος εἰκόνων πού ἀποθηκεύουν μέ τήν, ἐν εὐθέτω καιρῶ, προοπτική τῆς ἐπεξεργασίας. (Μέ τά χρόνια ἀρχίζεις νά κατανοεῖς πώς οἱ εἰκόνες πού ξαποσταίνουν τήν ψυχή σου ὅλο καί λιγοστεύουν, καθώς τό Ὡραῖο καί Κόσμιο ὅλο καί χάνονται ἀπό τήν κοινωνία τῶν ἀνθρώπων. Δυστυχῶς.)
Οἱ στιγμές λοιπόν ἐκεῖνες μεταξύ τοῦ ξύπνιου καί τοῦὕπνου ἔχουν μιά ἰδιαίτερη καί πολύ σημαντική δύναμη:δύναμη λυτρωτική πού ἀσφαλῶς σέ φέρνει μέχρι τό βάθοςτῆς ψυχῆς σου, καθώς μέ τρόπο ἁπλό, ἀλλά ἀμέτρηταἐπώδυνο ἐξετάζεις τή συνειδησή σου. Εἶναι ἔνα ἔσχατο κοίταγμα στόν καθρέφτη της, ὅπου φαίνεται ὄχι τό εἴδωλό σου, ἀλλά ἡ πολιτεία σου. Μιά πολιτεία, πού μονάχα ἐσύ κι ὀ Θεός γνωρίζετε.
Γι᾿ αὐτό καί τήν ὤρα ἐκείνη, πού στά μάτια κατεβαίνει ὁ νυσταγμός πασχίζεις νά κάμεις κάποια δειλά βήματα μετανοίας. Νά ξαναδέσεις τό νῆμα τῆς συνάντησής σου μέ Ἐκεῖνον, γιατί τό θεωρεῖς ἀπαραίτητο, καθώς ὁ λόγος τοῦ Νηπτικοῦ Πατρός, πού συμβουλεύει ὄτι ἡ κλίνη μπορεῖ νά εἶναι ὁ τάφος μας, ἀφοῦ ὀ ὕπνος εἶναι «εἰκών θανατου» (Ἅγ. Ἰωάννης τῆς Κλίμακος), ἀνακαλεῖται στό νοῦ.
Συναντᾶς ξανά λοιπόν πρόσωπα πού ἀντάμωσες ὅλη τήν ἡμέρα, ἤ σέ κάποιους ἄλλους καιρούς καί διαπιστώνεις μέσα στήν ψυχή σου ἕνα νυγμό, καθώς προβάλλεται στήν ὀθόνη τοῦ νοῦ ἡ συμπεριφορά σου, ὁ ἀργός σου λόγος, ἡ βιαστική – ἀπορριπτική φυγή σου καί κάποια ἄλλα ἀτοπήματά σου. Πασχίζεις νά ταχτοποιήσεις τά ὅσα ἄτακτα συσσώρευσες μέσα σου καί παρατηρᾶς, πώς δέν ἔχεις τή δυνατότητα τῆς ἐπιλογῆς, γιατί μιά ἐσωτερική σύγχυση ἐπικρατεῖ ἀκόμα μέσα σου, λές καί ταράχτηκε ἡ ἥρεμη ἡ δεξαμενή καί θόλωσε τό νερό.
Ἔτσι, παρακαλεῖς Ἐκεῖνον, πού εἶναι «ἡ ὄντως Εἰρήνη», ὅπως σοῦ χαρίσει ἀνάπαυση, γιατί μόνον ἔτσι θά ἔχεις ὕπνο «πάσης σατανικῆς φαντασίας ἀπηλλαγμένον». Γιατί ὁ ὔπνος ἄν καί εἶναι τό μυστηριῶδες τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς στοιχεῖο, ἐν τούτοις ἀναπαύει καί ἀναζωογονεῖ τόν ἄνθρωπο. Τόν καθιστᾶ κάθε πρωΐ καινούριο, ἀνανεωμένο, δημιουργικό καί ἐλπιδοφόρο, καθώς διαπιστώνει πώς τοῦ ἔχει δώσει ὁ Θεός καιρό μετανοίας. Μιάν ἄλλη δηλαδή εὐκαιρία, ὥστε νά ζωντανέψει μέσα του ἡ λαχτάρα γιά ἐπιστροφή καί ἀληθινή μετάνοια. Ἄλλωστε, τό αἴτημα ὅπως, «Τόν ὑπόλοιπον χρόνον τῆς ζωῆς ἡμῶν ἐν εἰρήνῃ καί μετανοίᾳ ἐκτελέσαι…» ἔχει ἀναμφίβολα τή σημασία του καί ὁπωσδήποτε τόν συμβουλευτικό – σωτηριολογικό χαρακτῆρα του.
Λίγο πρίν τά βλέφαρα σφαλίσουν, πρίν ἀρχίσει τόσῶμα νά δέχεται τήν παραμυθία τοῦ ὕπνου, διαπιστώνειςγι᾿ ἄλλη μιά φορά τήν ἀνάγκή νά παραδοθεῖς στά χέριατοῦ Θεοῦ, γιατί τό θεωρεῖς καί ἀπαραίτητο, ἀλλά καίφυσικό. Συντονίζεις λοιπόν τό εἶναι σου μέ τήν παρακάτω εὐχή κι ἀρχίζεις νά περνᾶς τό μεσότοιχο, ἀπό τό νυσταγμό στόν ὕπνο, πού ἀναμφίβολα εἶνα «ἀργία τῶν αἰσθήσεων» (Ἁγ. Ἰωάννης Σιναΐτης).
«Ἡ ἐλπίς μου ὁ Πατήρ, καταφυγή μου ὁ Υἱός, σκέπη μου τό Πνεῦμα τό Ἅγιον· Τριάς Ἁγία δόξα σοι». Ἀμήν.

π. Κων. Ν. Καλλιανός

Γρηγορείτε ουν και προσεύχεσθε

Ο Κύριος μας έχει προαναγγείλει την θλίψη, που θα προηγηθή της Δευτέρας Παρουσίας. Και έδωκε εντολή στους μαθητές Του να έχουν τα μάτια τους ανοιχτά. Και να προσεύχωνται. Τους είπε: «Βλέπετε. Αγρυπνείτε. Προσεύχεσθε. Ουκ οίδατε γαρ πότε ο καιρός εστιν»[112]
Η προσευχή χρειάζεται πάντοτε. Και είναι πάντοτε στον άνθρωπο ωφέλιμη. Γιατί αυτή τον κρατεί σε κοινωνία με τον Θεό και υπό την σκέπη Του. Αυτή τον φυλάει από τη φιλαυτία και την αυτοπεποίθηση και από το παραστράτημα της ματαιοδοξίας και της υπερηφάνειας. Και μην ξεχνάμε, πως όλους αυτούς τους λογισμούς, επακόλουθα, κακές συνέπειες της πτώσεως, του ενσπείρουν στο νου μας τα εκπεσόντα πνεύματα της πονηρίας.
Σε περίοδο θλίψης και κινδύνων, ορατών και αοράτων, η προσευχή χρειάζεται ακόμη πιο πολύ. Γιατί είναι η έκφραση της απάρνησης της αυτοπεποίθησης και έκφραση της ελπίδας στο Θεό. Γιατί εφέλκει σε μας την θεία βοήθεια. Και ο παντοδύναμος Θεός έρχεται συνεργός μας. Και με ενέργειές Του θαυμαστές μας βγάζει από τις δύσκολες περιστάσεις, που βρισκόμαστε.
Είναι λάθος να ζητή κανείς να ιδή σημεία εν τω ουρανώ, για να αποκτήση γνώση Θεού. Τέτοια σημεία ζητούν μόνο εκείνοι που έχουν σαρκικό φρόνημα.
Και να μη το ξεχνάμε ποτέ, ότι: 
Η θεογνωσία, η ζώσα πίστις, η ευλογημένη ταπεινοφροσύνη, η καθαρή προσευχή, συναποτελούν την πνευματική λογική. Είναι τα επί μέρους τμήματά της.
Και αντίθετα, η αγνωσία του Θεού, η απιστία, η τύφλωση του πνεύματος, η υπερηφάνεια, η αυτοπεποίθηση, η φιλαυτία, συναποτελούν το σαρκικό φρόνημα.
Το σαρκικό φρόνημα δεν γνωρίζει τον Θεό. Δεν τα δέχεται (αλλά ούτε και καταλαβαίνει!) τα μέσα, με τα οποία ο Θεός θέλει να οδηγήση τον άνθρωπο στην θεογνωσία. Είναι ένας τρόπος αναζήτησης της γνώσης του Θεού πέρα για πέρα λαθεμένος και ψυχώλεθρος.

Βιβλιογραφία 
[112] Μάρκ. 13, 33. 

«Θα “μαι δίπλα σου συνέχεια»

Δεν έχουμε νιώσει αγαπημένοι του Θεού.

Αν νιώθαμε διαρκώς το χάδι, το άγγιγμα του Χριστού στην δική μας την καρδιά ...;

Φαντάσου τώρα νοερά την καρδιά σου, σαν ένα σχήμα, να την κρατάει ο Χριστός μέσα στα χέρια του, ή να 'χει ο Χριστός τα χέρια Του μέσα σου και να αγγίζει την καρδιά σου, συνέχεια..

Και να τη χαϊδεύει, και να τη χαϊδεύει απαλά, και να σου λέει:

"Εγώ είμαι εδώ, εγώ είμαι εδώ, εγώ σ' αγαπάω, εγώ σε δέχομαι, εγώ σου λέω ότι έχεις αξία γιατί εγώ σου δίνω αξία, γιατί εγώ σε έχω πλάσει, γιατί εγώ σε φροντίζω, διότι εγώ τώρα έχω την καλύτερη διάθεση να σε κρατάω στη ζωή, να σου δίνω τα καλυτέρα δώρα που σου δίνω, και είμαι δίπλα σου, συνέχεια, συνέχεια, συνέχεια, συνέχεια".

Όταν αυτό το νιώθεις απ' το Χριστό, και νιώθεις ότι είσαι αγαπημένος άνθρωπος, αγαπημένο πλάσμα του Χριστού, είσαι τόσο πολύ χορτάτος, τόσο πολύ γεμάτη είναι η ψυχή σου με το δοχείο αυτό της καρδιά σου ξεχειλίζει, και μετά δε σε ενδιαφέρει να σου δώσουν άλλη για να γεμίσει η καρδιά σου από αγάπη.

Είναι ήδη γεμάτη!

Οπότε, όταν σου δίνουν, λες ευχαριστώ πάρα πολύ και χαίρεσαι την αδελφική αγάπη, την κοινότητα με τους άλλους, την κοινή ζωή, το κοινό βλέμμα της ζεστασιάς, το φιλί του άλλου, την αγκαλιά, τα χαίρεσαι όλα αυτά, γιατί είσαι άνθρωπος.

Αλλά, έχεις την καταπληκτική δυνατότητα, το προνόμιο να μη σε πειράζει κι όταν δε στα δώσουν..

Γιατί έχεις προσηλωμένη την καρδιά σου και το νου σου στη μοναδική αξία που σου δίνει ο Χριστός.

Κι ακούς μέσα σου αυτή τη φωνή του Χριστού που σου λέει:

"Εγώ σ' αγαπώ ...; Σε αγαπώ εγώ, ο πλάστης σου, ο δημιουργός σου".

Ο Θεός που είναι απόλυτα ανιδιοτελής, ο Χριστός που 'χει καθαρή αγάπη, ειλικρίνεια στη σχέση του μαζί μας, που μπορεί να μας σώσει, που μπορεί να μας αναζωογονήσει. Εσύ θες να σε αγαπήσουν άνθρωποι, γιατί είσαι άνθρωπος και δικαίως το θέλεις.

Αλλά μην περιμένεις και πάρα πολλά απ τη δική τους αγάπη, γιατί κάποια στιγμή θα σταματήσει, κάποια στιγμή ο άλλος θα κουραστεί...

Απόσπασμα από ομιλία του π. Ανδρέα Κονάνου

atheataperasmata.com

Η αδιάλειπτη προσευχή

Ποιες είναι οι σπουδαιότερες προϋποθέσεις για να μεταλάβει κάποιος επαξίως του Σώματος και τον Αίματος του Κυρίου;



Η ετοιμασία για την Θεία Κοινωνία είναι δύο ειδών: Σωματική και πνευματική. 
Αυτή αποτελείται γενικά από τα επόμενα μέρη:

α. Εξομολόγησης (εξαγόρευση των αμαρτιών), άνευ της οποίας κανείς δεν μπορεί να κοινωνήσει, ούτε ακόμη κληρικός, μόνο τα παιδιά μέχρι των επτά ετών είναι απαλλαγμένα της εξομολογήσεως.

β. Συμφιλίωσης με όλους τους ανθρώπους. Κανείς δεν μπορεί να κοινωνήσει όταν με κάποιον είναι ασυμφιλίωτος η έχει κακία, μίσος και σκέψεις εκδικήσεως. Ο Θεός, επειδή είναι αγάπη, δέχεται στα Άγια Δώρα μόνο αυτούς που συγχωρούν και ζουν με αγάπη.

γ. Εγκράτεια από ηδονικά φαγητά και από οποιεσδήποτε φίλαυτες σωματικές ορέξεις. Οι σύζυγοι έχουν υποχρέωση να κρατούν πριν της Θείας Κοινωνίας το λιγότερο τρεις ήμερες τελεία σωματική αγνότητα και άλλες τρεις μετά την Θεία Κοινωνία. Οι πιστοί έχουν καθήκον να ζουν με αγνότητα, να νηστεύουν Τετάρτη και Παρασκευή και στις τέσσαρες μεγάλες νηστείες, όταν πρόκειται να κοινωνήσουν. Σε περίπτωση βαρείας ασθενείας, ο ιερεύς να κανονίζει λιγότερη νηστεία, αναλόγως της περιπτώσεως. Αυτοί που κοινωνούν στις μεγάλες νηστείες υποχρεούνται να νηστεύουν το λιγότερο τρεις μέχρι επτά ημέρες, πριν από την Θεία Κοινωνία. Οι χριστιανοί έχουν καθήκον να εγκρατεύονται, πριν μεταλάβουν τα Άγια, από ποτά, από το κάπνισμα, από διασκεδάσεις, από αστεία, από φθόνο, από κακολογίες κ.λ.π.

δ. Προσευχή. Οι πιστοί πρέπει να προσεύχονται πριν από την μετάληψη της Αγίας Κοινωνίας με ιδιαίτερο πόθο. Να διαβάζουν τις κατάλληλες προσευχές από το Ωρολόγιο, το Ψαλτήρι και να λέγουν τους Χαιρετισμούς της Παναγίας, να κάνουν όσες μετάνοιες μπορούν, ελεημοσύνη στους πτωχούς και αλλά αγαθά έργα. Ιδιαίτερα έχουν καθήκον να διαβάζουν: Τους Χαιρετισμούς του Χριστού, την παράκληση της Θεοτόκου, τον κανόνα της μετανοίας, τον κανόνα του φύλακος αγγέλου και τον κανόνα της Θείας Μεταλήψεως, ενώ το πρωί τις υπόλοιπες δώδεκα προσευχές που ακολουθούν. Μετά την μετάληψη των Θείων Δώρων, οι πιστοί πρέπει να διαβάζουν τις ευχές της ευχαριστίας.

ε. Την εκτέλεση του επιβληθέντος κανόνος από τον Πνευματικό. Οι πιστοί δεν μπορούν να κοινωνήσουν χωρίς την άδεια του Πνευματικού των και χωρίς την εκτέλεση του διορισμένου κανόνος των, που επήραν στην εξομολόγηση, εκτός από λόγους ασθενείας η άλλες παρόμοιες δυσκολίες, που απαγορεύουν την μετάληψη των Θείων και σ' οποιαδήποτε κατάσταση ήθελαν ευρέθη στενοχώριας. 

Πατήρ Κλεόπας


Ένιωσες αποτυχημένος...



Όταν στην αποτυχία σου πεθαίνεις και χάνεις τον κόσμο από τα μάτια σου, στάσου λίγο στην καρδιά σου και ρώτα με βλέμμα απαιτητικό για απαντήσεις, «Είμαι εγώ που απέτυχα; Σε τι απέτυχα; Αυτό που θέλησα ήταν το δικό μου θέλω ή κάποιου άλλου; Γιατί νιώθω τόσο χάλια;»
Τότε με έκπληξη θα καταλάβεις, σαν μέρα γιορτινή, ότι ο θρήνος και τα δάκρυα σου δεν έχουν αντικείμενο. Εσύ ποτέ δεν πόθησες αυτό που «θέλησες». Το στόχο που δεν πέτυχες ποτέ εσύ δεν τον έθεσες. Δεν είσαι εσύ καλέ μου που θρηνείς μα εκείνος ο «άλλος» που από μικρός έμαθες να υπηρετείς και πάντα χαρούμενο να κάνεις. Ένιωσες «αποτυχημένος» γιατί την επιτυχία την έχεις συνδέσει μέσα σου με την ευχαρίστηση κάποιου «άλλου»(πατέρα, μάνας, αδελφού, σχολείου, θρησκείας….). Έτσι σε έμαθαν. Να είσαι «ευτυχισμένος» μονάχα όταν ικανοποιείς τα θέλω κάποιου «άλλου».

π. λίβυος