.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων


Ότι έθαψες θα φανερωθεί....



Ότι έθαψες θα φανερωθεί. Ότι σώπασες θα κραυγάσει. Κι αν δεν ξέρει να μιλά θα κυλήσει πάνω στο σώμα σου ως ασθένεια. Είναι το σώμα που μιλάει την γλώσσα που εσύ αρνήθηκες να συλλαβίσεις. Η ζωή που διηγείται την ιστορία που εσύ δεν αφηγήθηκες ποτέ.....

π. λίβυος

«Ὀφθαλμοὶ Κυρίου ἐπὶ δικαίους...»

Στὸν 33ο Ψαλμὸ ὁ προφήτης καὶ βασιλιὰς Δαβὶδ δοξολογεῖ τὸν ἅγιο Θεὸ γιὰ τὶς πλούσιες δωρεὲς ποὺ ἀπολάμβανε στὴ ζωή του. Ἂν καὶ βρίσκεται ἐμπερίστατος, διωκόμενος ἀπὸ τὸν Σαούλ, δὲν λησμονεῖ τὶς εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ. Συνεχῶς φέρνει στὸ νοῦ του τὸ παρελθὸν τῆς ζωῆς του, γι’ αὐτὸ καὶ ἡ εὐγνωμοσύνη του εἶναι διαρκής. 
Αἰσθάνεται τὸ ἀνύστακτο, ἄγρυπνο βλέμμα τοῦ Κυρίου νὰ παρακολουθεῖ τὴ ζωή του, ἀλλὰ καὶ τὴ ζωὴ ὅλων τῶν ἀνθρώπων ποὺ Τὸν ἐμπιστεύονται. Γι’ αὐτὸ λέει χαρακτηριστικὰ στὸ στίχο 16: «ὀφθαλμοὶ Κυρίου ἐπὶ ­δικαίους». Οἱ ὀφθαλμοὶ τοῦ Κυρίου μὲ πολλὴ στορ­γὴ καὶ ἐνδιαφέρον εἶναι ­στραμμένοι στοὺς δικαίους.
Ἀνθρωποπαθὴς εἶναι αὐτὴ ἡ ἔκφραση. Ὁ Θεὸς δὲν ἔχει μάτια· χρησιμοποιεῖ ὅμως ὁ Δαβὶδ αὐτὴ τὴν ἔκφραση γιὰ νὰ δείξει πὼς ὁ Θεὸς τὰ βλέπει ὅλα, εἶναι παντεπόπτης. Μᾶς λέει ὅτι βρίσκεται πάντοτε στὸ πλευρὸ τῶν δικαίων, τοὺς προστατεύει ἀπὸ κάθε ἐπιβουλὴ καὶ ἀδικία ποὺ γίνεται εἰς βάρος τους· λαμβάνει ἰδιαίτερη πρόνοια ὑπὲρ τοῦ λαοῦ Του καὶ δείχνει ἔτσι τὴν πατρικὴ στοργή Του.
Δὲν μποροῦμε νὰ συλλάβουμε μὲ τὸν φτωχὸ νοῦ μας τὴ σπουδαία αὐτὴ πραγματικότητα: τὰ μάτια τοῦ Θεοῦ παρακολουθοῦν κάθε βῆμα τῆς ζωῆς μας, κάθε στιγμὴ τοῦ ἀγώνα μας μὲ ἀγάπη, μὲ ἐνδιαφέρον. Μᾶς τὸ λέει καὶ ἀλλοῦ ὁ Ψαλμωδός: «τὰ βλέφαρα αὐ­τοῦ ἐξετάζει τοὺς υἱοὺς τῶν ἀνθρώπων» (Ψαλ. ι΄ [10] 4)
Ἐξετάζουν τὰ πάντα. Μᾶς ­βλέπουν ὅταν ἀδικούμαστε, ἀλλὰ καὶ ὅταν ἀδικοῦμε· ὅταν πράττουμε τὸ ­ἀγαθό, ἀλλὰ καὶ ὅταν ἁμαρτάνουμε. Μᾶς παρακολουθεῖ τὸ ἄγρυπνο μάτι τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμὴ τῆς ­γεννήσεώς μας μέχρι τὴν τελευταία. Μᾶς ­προστατεύει, μᾶς σώζει ἀπὸ κάθε κίνδυνο ­σωματικὸ ἢ ψυχικό, μᾶς ­παρηγορεῖ στὶς ὧρες τῶν θλίψεων. Μᾶς ἔχει στὴν ἔγνοια Του συνεχῶς. Ἀκόμη κι ὅταν τὰ δικά μας μάτια κλείνουν γιὰ νὰ ­ξεκουραστοῦν, οἱ δικοί Του ὀφθαλμοὶ εἶναι ἄγρυπνοι ἀπὸ πάνω μας καὶ μᾶς προστατεύουν, σὰν τοῦ στοργικοῦ πατέρα ποὺ παρακολουθεῖ τὰ βήματα τοῦ παιδιοῦ του σὲ κάθε ἡλικία διακριτικὰ καὶ μὲ σεβασμὸ στὴν ἐλευθερία του. 
Ὅσοι θέλουμε νὰ ἀνήκου­με στοὺς δικαίους, στοὺς ­ἀνθρώπους ποὺ ἀγαποῦντὸν Κύριο, ­ποὺ ἀγωνίζονται καὶ θέλουν νὰ ζοῦν σύμφωνα μὲ τὸ ἅγιο θέλημάΤου, αἰσθανόμαστε ἀ­σφά­λεια γνωρίζοντας πὼς τὸ ἀνύστακτο βλέμμα τοῦΘεοῦ εἶναι στραμμένο ἐπάνω μας. ­Ἐμπι­στευόμαστε περισσότερο τὴ ζωή μας σ’ Αὐ­τὸν ποὺ μᾶς ἔπλασε. Τὰ μικρὰ καὶ τὰ μεγάλα θέματα τοῦ βίου μας, τὶς ­εὐχάριστες καὶ τὶς ­δύσκολες στιγμὲς τῆς ­καθημερινότητάς μας τὰ ­ἐνα­ποθέτουμε ὅλα σ’ Ἐ­­­κεῖνον. Ἐκεῖνος γνω­ρίζει καὶ τὰ κατευθύνει ὅλα πρὸς τὸ συμφέρον τῆς ψυ­χῆς μας.
Ἔτσι ἡ ψυχή μας γεμίζει μὲ εἰρήνη, μὲ χαρὰ ἀληθινή, ἰδιαίτερα στὶς δύσκολεςὧρες τῶν πειρασμῶν καὶ τῶν θλίψεων, ὅπου τότε πολὺ περισσότερο μᾶςπαρακολουθεῖ. Καὶ στὴ δύσκολη ἐποχὴ ποὺ ζοῦμε, οἱ ὀφθαλμοί Του εἶναι στραμμένοι πάνω μας καὶ παρακολουθοῦν τὸν ἀγώνα μας μέσα στὴν οἰκογένεια, στὴν ἐργασία, στὴν πνευματικὴ ζωή.
Τὸ παντοκρατορικὸ βλέμμα τοῦ Κυρίου μᾶς συγκρατεῖ ἀπὸ ἀπρόσεχτες κινήσεις, πιθανὲς ἐκτροπὲς καὶ πτώσεις, ἀλλὰ καὶ ὅταν αὐτὲς συμβοῦν μᾶς παρακινεῖ καὶ μᾶς δίνει τὴ δύναμη νὰ ἀνορθωθοῦμε, νὰ ἐπιστρέψουμε στὸ πατρικὸ σπίτι, τὴν ἁγία μας Ἐκ­κλησία· καὶ ἐκεῖ ἐνώπιον τοῦ Πνευματικοῦ νὰ καθαρίσουμε τὴν καρδιά μας, ὥστε μὲ καθαρὰ τὰ μάτια τῆς ψυχῆς μας ν’ ἀτενίζουμε τὸ πανάγιο πρόσωπό Του. 
Αἰσθήματα εὐγνωμοσύνης, χαρᾶς καὶ ἀγαλλιάσεως κατακλύζουν τὴν ­­ψυχήμας, καθὼς σκεπτόμαστε πὼς οἱ ὀφθαλμοὶ τοῦ Κυρίου εἶναι διαρκῶςστραμ­μένοι ἐπάνω μας μὲ ἀγάπη καὶ στοργή, καὶ μέσα σ’ αὐτὸ τὸ ­βλέμμα τοῦΘεοῦ συναντιόμαστε ὅλοι οἱ ­δί­καιοι, οἱ ἀγωνιζόμενοι πιστοί.
Στὴ μεγάλη αὐτὴ δωρεὰ τοῦ Θεοῦ καὶ Πατέρα μας δὲν ἔχουμε παρὰ νὰ Τοῦ προσφέρουμε καὶ μεῖς τὰ δικά μας μάτια· τὰ μάτια μας νὰ εἶναι στραμμένασταθερὰ ἐπάνω Του, ὅπως λέει ὁ Ψαλμωδός: «Οἱ ὀφθαλμοί μου διαπαντὸς πρὸςτὸν Κύριον» (Ψαλ. κδ΄ [24] 15), γιὰ νὰ μπορεῖ καὶ ὁ ἴδιος ὁ ἅγιος Θεὸς νὰ πεῖ πρὸς ἐμᾶς: «ἐπιστηριῶ ἐπὶ σὲ τοὺς ὀφθαλμούς μου» (Ψαλ. λα΄ [31] 8).

Ορθόδοξο Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”

Ἡ παρουσία τῶν ἁγίων

Καί ὁ Γρηγόριος συνέχισε:
-Σέ παρακαλῶ λοιπόν, πές μου καί κάτι ἀκόμα: Γιατί στήν ἐποχή μας φανερώθηκαν τόσοι ἅγιοι σ’ ὅλο τόν κόσμο; Πολλοί λάμπουνε σήμερα σάν τόν ἥλιο καί τά ὀνόματά τους διαλαλοῦνται παντοῦ. Καί πρῶτα-πρῶτα ὁ Ἀντώνιος, ὁ Ἱλαρίων, ὁ Συμεών, ὁ Παῦλος ὁ ἁπλούστατος καί τόσοι ἄλλοι, πού τούς ξέρει ὁ Κύριος...
-Πρέπει νά ξέρεις, ἀδελφέ μου, ὅτι μέχρι τή συντέλεια τοῦ κόσμου δέν θά λείψουν οἱ ἅγιοι τοῦ Θεοῦ, ὅπως δέν θά λείψουν, βέβαια, καί οἱ ἐργάτες τοῦ σατανᾶ. Στίς ἔσχατες ἡμέρες, ὡστόσο, ὅσοι θά εἶναι ἀληθινά εὐάρεστοι στόν Κύριο, θά κρύβονται ἔξυπνα ἀπό τούς ἀνθρώπους Δέν θά κάνουν σημεῖα καί τέρατα, ὅπως οἱ σημερινοί, ἀλλά θά βαδίζουν στό δρόμο τῶν πρακτικῶνἀρετῶν μέ πολλή ταπείνωση. Ἔ, λοιπόν, αὐτοί θά δοξαστοῦν στή βασιλεία τῶν οὐρανῶν πιό πολύ κι ἀπ’ τούς θαυματουργούς ἁγίους! Καί ξέρεις γιατί; Ἐπειδή τότε δέν θά ὑπάρχει κανείς πού νά κάνει θαύματα μπροστά στά μάτια τους, ὅπως γίνεται σήμερα, κι ἔτσι νά θερμαίνεται ἡ πίστη τους καί νά τονώνεται τό ἀγωνιστικό τους φρόνημα. Ἀκόμα καί ἐκεῖνοι πού θά ἔχουν τό ἀξίωμα τῆς ἱερωσύνης, θά εἶναι ἄνθρωποι ἀσήμαντοι, οἱ περισσότεροι, ἀνίδεοι ἀπό ἀρετή. Μά καί τῶν μοναχῶν οἱ πρόκριτοι δέν θά εἶναι καλύτεροι. Κενόδοξοι καί γαστρίμαργοι, θ’ ἀποτελοῦν ὄχι ὑπόδειγμα ἀλλά μᾶλλον σκάνδαλο γιά τούς ἀνθρώπους. Γι’ αὐτό καί θά παραμεληθεῖ γενικά ἡ ἀρετή. Θά βασιλεύει παντοῦ ἡ φιλαργυρία καί ἡ πλεονεξία. Μοναχοί καί λαϊκοί θά συνάζουν χρήματα καί θά τά τοκίζουν. Δέν θά τά προσφέρουν στό Θεό, δίνοντάς τα ἐλεημοσύνη στούς φτωχούς. Καί οἱ περισσότεροι, ἀπό ἄγνοια, θά πλανηθοῦν μέσας στό χάος τοῦ ἄνετου δρόμου τῆς ἀπώλειας... Ἀλλά εἶπα κιόλας πολλά, παιδί μου, σάν φλύαρος πού εἶμαι. Συγχώρεσέ με, τόν ἁμαρτωλό, καί μήν ξεχνᾶς νά προσεύχεσαι γιά μένα, τόν ἄθλιο, πού σπατάλησα μέσα στίς ἀνομίες καί τά νιάτα καί τά γηρατειά μου...

Θαυμάζοντας τήν ταπείνωση τοῦ γέροντα ὁ Γρηγόριος, ἔπεσε στά πόδια του, ζητώντας αὐτός μᾶλλον τίς προσευχές του.
Πρέπει νά πῶ, πώς κι ὁ Γρηγόριος ἦταν ἄνθρωπος θεοφοβούμενος, ἐνάρετος, σπλαχνικός, καί φιλομόναχος. Εἶχε μεγάλη ἀγάπη καί ἀφοσίωση στό γέροντα. Ἀγωνιζόταν νά τοῦ μοιάσει στήν ἐγκράτεια, στήν προσευχή, στήν πραότητα, στήν ταπείνωση, στή φιλοξενία, σέ ὅλα. Μέ τή συνετή καί θεάρεστη πολιτεία του καί μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ, ἔκανε μεγάλη προκοπή στήν πενυματική ζωή.

Ἕνας Ἀσκητής Ἐπίσκοπος
Ὅσιος Νήφων Ἐπίσκοπος Κωνσταντιανῆς

(σελ.251-253)
Ἱερὰ Μονή Παρακλήτου
Ὠρωπος Ἀττικῆς 2004

Έργα διαβόλου και έργα Θεού

Πριν από την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού, που ο Χριστιανισμός, η πνευματική μόρφωση και η κρίση θα αμβλυνθούν, και θα χαλαρώσουν σε φοβερό βαθμό, θα παρουσιασθούν ψευδόχριστοι και ψευδοπροφήται, που θα κάνουν σημεία μεγάλα και τέρατα, με αποτέλεσμα να πλανούν ακόμη και (αν αυτό είναι δυνατόν) εκλεκτούς.

Ιδίως δε, ο ίδιος ο αντίχριστος, όταν θα έλθη, θα γεμίση τον κόσμο θαύματα, που θα καταπλήττουν και θα χορταίνουν τους ανθρώπους με σαρκικό φρόνημα και άγνοια. Αυτός τότε θα δώση και «σημείον εκ του ουρανού», που οι άνθρωποι τόσο το ποθούν και το διψούν. Η παρουσία του, λέγει ο άγιος Απόστολος Παύλος, θα είναι κατ’ ενέργειαν του σατανά• εν πάση δύναμει και σημείοις και τέρασι ψεύδους• και εν πάση απάτη της αδικίας, μεταξύ των απολλυμένων, που δεν φρόντισαν να αγαπήσουν την αλήθειαν για να σωθούν.

Οι άνθρωποι με άγνοια και σαρκικό φρόνημα, βλέποντας τα θαύματα αυτά, δεν θα σταθούν καθόλου να σκεφθούν. Θα τα δεχθούν αμέσως. Γιατί τον πνεύμα τους θα έχη με αυτά συγγένεια. Και από την τύφλωσή τους θα τα παραδεχθούν. Και θα ονομάζουν την ενέργεια του σατανά σαν την πιο μεγάλη φανέρωση της δύναμης του Θεού. Ο αντίχριστος θα γίνη δεκτός στα πεταχτά, χωρίς καθόλου σκέψη. Ούτε καν θα κάτσουν να σκεφθούν οι άνθρωποι, ότι τα θαύματά του δεν θα έχουν κανένα καλό και λογικό σκοπό, καμμιά σαφή σημασία• ότι δεν θα έχουν καμμιά σχέση με την αλήθεια και θα είναι γεμάτα ψέμα• ότι θα είναι ένας τερατώδης και γεμάτος μοχθηρία, χωρίς κανένα νόημα θεατρινισμός, που θα κάνη το παν για να καταπλήξη και να οδηγήση σε μια αποχαύνωση και σ’ ένα ολοκληρωτικό δόσιμο, να τους γοητέψη, «να τους τυλίξη» και να τους παρασύρη• με τη γοητεία μιας πληθωρικής αλλά κενής και ανόητης εντύπωσης, ενός εφφέ!

Δεν είναι φοβερό, ότι τα θαύματα του αντιχρίστου, οι αποστάτες, οι εχθροί της αλήθειας και του Θεού, θα τα δεχθούν με ενθουσιασμό;
Γιατί; Γιατί έχουν προετοιμάσει τον εαυτό τους, να δεχθούν ανοιχτά και φανερά τον απεσταλμένο του σατανά, το όργανό του, την διδασκαλία του και τις πράξεις του, και να έλθουν σε πνευματική επικοινωνία μαζί του στην κατάλληλη ώρα.

*από το βιβλίο: “ΘΑΥΜΑΤΑ ΚΑΙ ΣΗΜΕΙΑ” – ΑΓΙΟΥ ΙΓΝΑΤΙΟΥ ΜΠΡΙΑΝΤΣΙΑΝΙΝΩΦ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥΠΟΛΕΩΣ 

Μετάφραση : Ο Μητροπολίτης Νικοπόλεως Μελέτιος 
(Έκδοση Ιεράς Μητροπόλεως Νικοπόλεως – Πρέβεζα 2000)

“Αλλοίμονον εις τον κόσμον, που καταντήσαμε!”

…Αλλοίμονον! Αλλοίμονον εις τον κόσμον, ποία θλίψις πρόκειται να έλθει εις τους κατοίκους της γης, όταν πολλοί από τους άρχοντας της γης, και της πολιτείας και της εκκλησίας, είναι υπηρέται και δούλοι του Αντιχρίστου!…

Οι άρχοντες της εκκλησίας και της πολιτείας εις τας πονηράς ημέρας μας κοιμώνται τον βαρύτατον ύπνο της αμελείας και της ραθυμίας. Εάν δεν ξυπνήσουν και δεν ξυπνήσουν τον κλήρο και τον λαό εις μετάνοιαν, εις εργασίαν των εντολών του Θεού, των αρετών και των καλών έργων, θα δώσουν λόγο κατά την ημέρα της κρίσεως, και θα τιμωρηθούν.

…Ο σημερινός συγχρονισμός και ψευδοπολιτισμός τείνει να μεταβάλει την οικουμένη και αυτή την πατρίδα μας Ελλάδα εις Σόδομα και Γόμορρα. Οι Χριστιανοί Έλληνες των πρώτων αιώνων μετέδωσαν εις τα αλλόφυλα έθνη τον Χριστιανισμόν, τα λαμπρά και σεμνά ήθη, την αρετήν.

Οι σημερινοί Έλληνες λαμβάνουν παρά των εθνών το σκότος, την πλάνην, την ασέβειαν, την απιστίαν, την βλασφημίαν, την διαφθοράν και ακολασίαν, την ξετσιπωσύνην, την ακαθαρσίαν και δυσωδίαν, και το λυπηρόν ότι οι περισσότεροι των Ελλήνων, ανδρών και γυναικών μετά χαράς τα δέχονται, τα εφαρμόζουν και νομίζουν ότι ευρήκαν θησαυρούς, ότι πριν ήσαν εις το σκότος και τώρα άνοιξαν τα μάτια τους και εγνώρισαν πως πρέπει να ζουν!

Αλλοίμονον που καταντήσαμε!…

*Από το βιβλίο: «ΠΑΤΡΙΚΕΣ ΝΟΥΘΕΣΙΕΣ» Γέροντος Φιλόθεου Ζερβάκου (εκδόσεις Ορθόδοξος Κυψέλη).

«Να προσεύχεσαι όπως μπορείς, για να φτάσεις να προσεύχεσαι όπως πρέπει»

-Πως να προσευχόμαστε;
-Ο γέροντας Θεόφιλος από την μονή Σίμπατα έλεγε στους χριστιανούς: «Να προσεύχεσαι όπως μπορείς, για να φτάσεις να προσεύχεσαι όπως πρέπει».
Ο καλύτερος δάσκαλος της προσευχής είναι η ίδια η προσευχή.Σου λέει πως να προσεύχεσαι.Εσύ προσευχήσου και θα σου πει εκείνη πως να προσευχηθείς.Μόνο να την υπακούς.
Λέγει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος:
«Εσύ ο ίδιος δεν ακούς την προσευχή σου, και θέλεις να την ακούσει ο Θεός»;
Εαν εμείς δεν ακούμε τις ίδιες μας τις προσευχές,εαν δεν είμαστε παρόντες,εαν τις λέμε τυπικά και το μυαλό μας και οι αισθήσεις μας βρίσκονται αλλού,τότε πώς θ’ακούσει ο Θεός αυτό που του ζητάς; Πρέπει να την ζεις με το σώμα και με την ψυχή. Η προσευχή πρέπει να περάσει από εσένα για να φτάσει στο Θεό. Η αναρρίχηση προς τον Θεό γίνεται ξεκινώντας από μέσα μας. Αυτός είναι ο δρομος για να φτάσει η προσευχή στον Θεό.
….η προσευχή είναι ένας διάλογος με τον Θεό.Ανοίγεις την καρδιά σου μπροστά Του. Γίνεστε φίλοι και συνοδοιπόροι. Δεν πρέπει με το που αρχίζει η προσευχή να ζητάς. Πρώτα πρέπει να ευχαριστείς το Θεό. Αν το σκέφτεις υπάρχουν πολλοί λόγοι να το κάνεις.Ένας άλλος κανόνας είναι πως πρέπει να αναγνωρίσεις το λάθος σου. Δεν μπορείς να φορτώσεις τον Θεό με τα προβλήματά σου,με τις ανάγκες σου, εαν δεν αναλάβεις τις ευθύνες σου. Για να γίνει αυτό πρέπει να αναγνωρίσεις τα λάθη σου. Καθημερινά φορτώνομαστε με πράγματα καλά και άσχημα.’Οταν φορτώνουμε πολύ και δεν αντέχουμε πια το βάρος, τότε με την προσευχή παίρνουμε αυτό το βάρος και το εναποθέτουμε στα χέρια του Θεού. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι εσύ μένεις αδιάφορος, πως δεν σ’ενδιαφέρει πια-αντιθέτως-η σχέση σου μαζί Του γίνεται πιο ουσιώδης και πιο σωστή.

Εγεννήθη φωνή τοῦ Λόγου καί φωτός Πρόδρομος



Ἡ ἑορτή τῆς γεννήσεως τοῦ ἁγίου ᾽Ιωάννου Προδρόμου συνιστᾶ ἰδιαίτερα χαρμόσυνο γεγονός γιά ὅλη τή Δημιουργία:

Χαίρουν οἱ ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ, ὅλος ὁ πιστός στόν Χριστό κόσμος, ἀλλά ἀκόμη καί ἡ ἴδια ἡ ἄλογη φύση: ῾Γήθεται ἅπασα κτίσις τῷ σῷ τόκῳ θεϊκῶς᾽. Αἰτία γι᾽ αὐτό εἶναι ὄχι μόνον ὅτι γεννήθηκε ἕνας ἀκόμη ἄνθρωπος – καί αὐτό κατά τόν Κύριο εἶναι γεγονός χαρᾶς: ῾διά τήν χαράν ὅτι ἐγεννήθη ἄνθρωπος ἐν τῷ κόσμῳ᾽ εἶπε κάπου - ἀλλά ὅτι γεννήθηκε ἐκεῖνος πού προετοίμασε τό ἔδαφος γιά τόν ἐρχομό τοῦ Σωτήρα Χριστοῦ, δηλαδή φάνηκε τό λυχνάρι πρίν ἔρθει τό φῶς, ἦρθε ἡ αὐγή πρίν ἀνατείλει ὁ Ἥλιος, ἀκούστηκε ἡ φωνή πού φανέρωσε τόν ἴδιο τόν Λόγο.

Οἱ ὕμνοι τῆς ᾽Εκκλησίας μας δέν φείδονται ἐπαίνων καί ἐγκωμίων γιά νά δηλώσουν τή χαρμόσυνη αὐτή πραγματικότητα, ὅπως π.χ.῾ἐγεννήθη φωνή τοῦ Λόγου καί φωτός Πρόδρομος᾽, ῾ὁ λύχνος τοῦ φωτός προέρχεται, ἡ αὐγή τοῦ ἡλίου τῆς δικαιοσύνης μηνύει τήν ἔλευσιν, εἰς ἀνάπλασιν πάντων καί σωτηρίαν τῶν ψυχῶν ἡμῶν᾽. 

῎Ετσι ἡ γέννηση τοῦ ᾽Ιωάννου τοῦ Προδρόμου ἀφενός ἀποτελεῖ χαρά πού ἀντανακλᾶ τήν ὑπέρμετρη καί ἄφατη χαρά γιά τόν ἐρχομό στόν κόσμο τοῦ Χριστοῦ, τοῦ ἐνσαρκωθέντος Θεοῦ μας, ἀφετέρου προβάλλει τό μέγεθος τῆς προσωπικότητας τοῦ ἁγίου ᾽Ιωάννη, ἀφοῦ εἶναι ὁ μόνος μάλιστα πού δέχτηκε ἀργότερα τόσους ἐπαίνους ἀπό τόν Κύριο καί συνεπῶς δηλώθηκε μέ τόν πιό πανηγυρικό τρόπο τό ὕψος τῆς ἁγιότητάς του: ῾Οὐδείς ἐν γεννητοῖς γυναικῶν μείζων τοῦ ᾽Ιωάννου᾽, ῾ὁ μείζων πάντων τῶν προφητῶν προφήτης, οὗ ἕτερος οὐκ ἔστιν, οὐδέ ἐγήγερται᾽.

Γι᾽ αὐτό καί ἡ ᾽Εκκλησία μας, στοιχώντας στόν ἴδιο τόν ἀρχηγό της, τόν τοποθέτησε δεύτερο μετά τήν Παναγία Μητέρα τοῦ Κυρίου, μέ ἰδιαίτερη καθημερινή μνημόνευσή του μετά ἀπό Αὐτήν καί μέ τή θέση του στό τέμπλο κάθε ναοῦ στά ἀριστερά τοῦ Κυρίου.


Τό προφητικό καί προδρομικό του στοιχεῖο δηλώθηκε ἀπό τήν ἀρχή τῆς δράσης του στήν ἔρημο τοῦ ᾽Ιορδάνου, πρῶτον μέ τό κήρυγμα τῆς μετανοίας καί τό βάπτισμα τῆς μετανοίας καί δεύτερον μέ τή διαρκή ἀναφορά του στόν ἐρχόμενο Μεσσία. Κι αὐτά τά δύο ἦταν ἄμεσα συνδεδεμένα μεταξύ τους, διότι κανείς δέν μποροῦσε καί δέν μπορεῖ νά πιστέψει στόν Χριστό, ἀποδεχόμενος Αὐτόν ὡς προσωπικό του λυτρωτή, ἄν δέν μετανοήσει γιά τίς ἁμαρτίες του, μέ ἀλλαγή τοῦ τρόπου τῆς ζωῆς του καί μέ προσανατολισμό του στό θέλημα τοῦ Θεοῦ.

Ἡ γνησιότητα τῆς δράσης του ἀπό τήν ἄλλη, δηλαδή ὅτι βρίσκεται στό ἔργο αὐτό σταλμένος ἀπό τόν Θεό, ἐπιβεβαιώθηκε καί ἀπό τό μαρτυρικό τέλος τῆς ζωῆς του, πού ἐπιστέγασε οὐσιαστικά τήν ὅλη μαρτυρική πορεία του, καί κυρίως ἀπό τά λόγια, ὅπως εἴπαμε, τοῦ ἴδιου τοῦ Κυρίου, γιά τόν Ὁποῖο πάντοτε τόνιζε ὅτι ῾ἐκεῖνον δεῖ αὐξάνειν, ἐμέ δέ ἐλαττοῦσθαι᾽. Ἡ μεγαλωσύνη του ἀπό τήν ἄποψη αὐτή φάνηκε καί ἀπό τό μέγεθος τῆς ταπείνωσής του. 

Ἡ ὑπέρμετρη ἁγιότητά του καί τό καταλυτικό γιά τήν προετοιμασία τοῦ ἐρχομοῦ τοῦ Χριστοῦ ἔργο του δέν ὀφείλονται μόνο στή χάρη καί τή δύναμη τοῦ Θεοῦ. ῾Ο ᾽Ιωάννης ἦταν ὁ ἐνεργούμενος ἀπό τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ προφήτης, ἀλλά πού συνήργησε σ᾽ αὐτό καί ὁ ἴδιος τά μέγιστα, γιά νά ἀναδειχθεῖ στό σημεῖο πού ἔφτασε. Καί ἡ συνέργειά του ἔγκειτο στήν κατάθεση τῆς θέλησής του στήν ὑπακοή τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ. 

᾽Αδιάκοπα ὁ ᾽Ιωάννης , ἤδη ἐκ βρέφους κοιλίας, ἔθετε τόν ἑαυτό του στήν ὑπηρεσία τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, γεγονός πού σημαίνει ὅτι αὐτά πού τοῦ ἔδωσε ὁ Θεός – τά χαρίσματα τοῦ κατά φύσιν – τά ἐργάστηκε μέ τέτοιον τρόπο διά τῆς ἁγνότητάς του καί τῆς σωφροσύνης του, ὥστε νά ἀποφύγει ὅ,τι ὁδηγοῦσε στήν ἁμαρτία – τό λεγόμενο παρά φύσιν – καί νά φτάσει μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ στό μεγαλεῖο τῆς ἐν Θεῷ παραμονῆς του – σ᾽ αὐτό πού ὀνομάζεται ὑπέρ φύσιν.

Κατά τά λόγια μάλιστα τοῦ δοξαστικοῦ τῶν ἀποστίχων τοῦ ἑσπερινοῦ, ποιήματος τῆς ἁγίας Κασσιανῆς, ῾ἁγνείαν γάρ παντελῆ καί σωφροσύνην ἀσπασάμενος, εἶχε μέν τό κατά φύσιν, ἔφυγε δέ τό παρά φύσιν, ὑπέρ φύσιν ἀγωνισάμενος᾽. 

Αὐτόν λοιπόν ὅλοι οἱ πιστοί, μιμούμενοι κατά τίς ἀρετές του, ἄς τόν παρακαλοῦμε νά πρεσβεύει γιά ἐμᾶς, γιά νά σωθοῦν οἱ ψυχές μας. 

«Προφητείες Αββά Ισχυρίωνα περί έσχατης γενεάς»

Κάποτε, τον 4ο αιώνα, όταν ρωτήθηκαν κάποιοι μοναχοί για το πως θα ζουν και θα είναι οι Μοναχοί και Κληρικοί τις επόμενες γενεές, και τα έσχατα χρόνια, οΑββάς Ισχυρίων είπε τα εξής σημαντικά:
«Οι Άγιοι Πατέρες της σκήτεως προφήτευσαν περί της εσχάτης γενεάς: «Πως ζούμε και τι πνευματική εργασία κάνουμε άραγε εμείς σήμερα», λέγει κάποιος από τους πατέρες της σκήτης. Και απαντάει ένας από αυτούς που λεγόταν Αββάς Ισχυρίων και ήταν πολύ ενάρετος και μεγάλος πνευματικά σε σχέση με όλους τους άλλους.

«Εμείς προσπαθήσαμε, αγωνιστήκαμε και τηρήσαμε τις εντολές του Θεού».
Και λένε κάποιοι. «Αλήθεια μετά από εμάς τι θα πράξουν και πως θα ζουν οι επόμενοι;»
Και απήντησε ο Αββάς Ισχυρίων:
«Αυτοί πρόκειται να εργασθούν και να φθάσουν στα μισά απ’ ότι μπορέσαμε και φθάσαμε εμείς».
Και ερώτησαν πάλι. «Και μετά απ’ αυτούς οι μετέπειτα τι θα κάνουν;»
Και απήντησε:
«Εκείνοι δεν πρόκειται να έχουν κανένα πνευματικό έργο και καμία ουσιαστική αρετή. Πρόκειται δε να τους έλθει πολύ μεγάλος πειρασμός και όσοι μπορέσουν να αντέξουν και να τον υπομείνουν μέχρι τέλους, θα φανούν ανώτεροι από όλους ημάς και τους αγίους μας».

(Αββάς Ισχυρίων, Γεροντικών)


Ακολουθεί η πολύ καλή ανάλυση του Π. Αθανασίου Μυτιληναίου για αυτά που είχε πει ο Αββάς Ισχυρίων.




Ο ΕΣΤΑΥΡΩΜΕΝΟΣ ΣΥΝΟΜΙΛΕΙ ΜΕ ΤΗΝ…ΕΥΡΩΠΑΙΚΗ ΕΝΩΣΗ

Στο βιβλίο του Σέρβου αρχιμανδρίτη, Οσίου Ιουστίνου Πόποβιτς, (1894-1979), «Η ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ», σελ. 250-252), υπάρχει ένας συγκινητικός αλλά και συνάμα προφητικός οραματικός διάλογος για την σημερινή κρίση της Ελλάδας με την Ευρωπαϊκή Ένωση, με αυτή την τοκογλυφική και ανθελληνική Ευρωπαϊκή Ένωση

Τον διάλογο αυτό μπορεί κάποιοι να τον ειρωνευτούν, ή να τον κρίνουν συναισθηματικό και άσχετο, αλλά ο διάλογος αυτός γράφτηκε πολλά χρόνια πριν έρθουμε σε αυτή την σημερινή κατάσταση, στο σημερινό μας χάλι, γιατί πιστέψαμε στην Ευρώπη των ψευδαισθήσεων μας και απαρνηθήκαμε την ίδια μας την ταυτότητα. 
Ο φανταστικός αυτός διάλογος περιγράφει με λίγα λόγια το πώς έφτασε η Ευρώπη στην σημερινή της μορφή και ποια είναι η βαθύτερη αιτία της όλης κρίσης και είναι ένα απλό, αλλά θεόπνευστο μάθημα για όλους εμάς τους Νεοέλληνες.

«Ο Χριστός ρωτά με λύπη:
Πώς μπορείτε εσείς οι άνθρωποι να ζείτε μόνο με τα ιμπεριαλιστικά, υλικά συμφέροντα, δηλαδή με την ζωώδη μονό επιθυμία για την σωματική τροφή;
Εγώ ήθελα να σας κάμω Θεούς και υιούς Θεού και σεις φεύγετε και επιδιώκετε να εξισωθείτε με τα υποζύγια.
Σ” αυτό απαντά ή Ευρώπη:
Εσύ είσαι καθυστερημένος.
Στην θέση του Ευαγγελίου σου βρήκαμε την βιολογία και την ζωολογία.
Τώρα γνωρίζουμε ότι δεν είμαστε δικοί σου απόγονοι και του ουρανίου πατέρα σου, αλλά απόγονοι των ουραγκοτάγκων και των γοριλών, δηλαδή του πιθήκου.
Εμείς τώρα τελειοποιούμαστε για να γίνουμε θεοί.
Γιατί δεν παραδεχόμαστε άλλους θεούς εκτός από εμάς.
Σ” αυτό ο Χριστός λέγει:
Εσείς είσθε περισσότερο σκληροτράχηλοι από τους αρχαίους Εβραίους.
Εγώ σας σήκωσα από το σκοτάδι της βαρβαρότητας στο ουράνιο φως και σεις πηγαίνετε πάλι πίσω στο σκοτάδι, όπως το βουβάλι στή λάσπη.
Εγώ έχυσα το αίμα μου για χάρη σας.
Εγώ σας έδειξα την αγάπη μου, όταν όλοι οι Άγγελοι μου απέστρεφαν τα πρόσωπα τους μη μπορώντας να υποφέρουν την δυσωδία σας, δυσωδία του Άδη.
Όταν λοιπόν εσείς ήσασταν σκοτάδι και δυσωδία, ήμουν ό μόνος πού στάθηκα να σας καθαρίσω και να σας φωτίσω.
Να μην είσθε λοιπόν τώρα άπιστοι, γιατί θα επιστρέψετε πάλι σ” εκείνον τον ανυπόφορο ζόφο και τη δυσωδία.
Σ” αυτό ή Ευρώπη φωνάζει περιπαικτικά:
Φύγε από μας. Δεν σε αναγνωρίζουμε.
Εμείς ακολουθούμε την ειδωλολατρική φιλοσοφία και τον ευρωπαϊκό πολιτισμό και την κουλτούρα, θέλουμε ελευθερία.
Εμείς έχουμε τα πανεπιστήμια.
Ή επιστήμη είναι το οδηγητικό μας αστέρι.
Το σύνθημα μας ειναι: ελευθερία, αδελφοσύνη, ισότητα.
Ο νους μας είναι ό θεός των θεών.
Εσύ είσαι Ασιάτης.
Εμείς σε αρνούμαστε.
Εσύ είσαι μονό ένας παλαιός μύθος των γιαγιάδων και των παππούδων μας.
Τότε ο Χριστός με δάκρυα στα ματιά Τους λέγει: Ιδού εγώ φεύγω, αλλά εσείς θα δείτε.
Αφήσατε την οδό του Θεού και ακολουθήσατε την σατανική οδό.
Ή ευλογία και ή ευτυχία αφαιρέθηκαν από σας.
Στο χέρι μου βρίσκεται η ζωή σας, γιατί εγώ σταυρώθηκα για σας.
Παρά ταύτα δεν θα σας τιμωρήσω εγώ, αλλά οι αμαρτίες σας και ή αποστασία σας από έμενα τον Σωτήρα σας.
Εγώ φανέρωσα την αγάπη του Πατέρα μου προς όλους τους ανθρώπους και ήθελα με αγάπη να σας σώσω όλους.»

ΝΙΚΟΣ ΧΕΙΛΑΔΑΚΗΣ
Δημοσιογράφος-Συγγραφέας-Τουρκολόγος

Πότε και σε ποιούς έρχεται ο Θείος Φωτισμός

Βυθό βαθύ ονομάζει ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος τα μυστήρια και τη σοφία του Θεού. Γι’ αυτό, ενώ η ανθρώπινη σοφία διδάσκεται από τους ανθρώπους, η θεία σοφία διδάσκεται μόνο από τον Θεό και μόνο σε λίγους, όσους έχουν ζωντανή πίστη και καλή προαίρεση.

Εκείνος πού δεν διδάχθηκε από τους ανθρώπους τη σοφία τους, δεν θα μπόρεσει ποτέ να την κατανοήσει και να την οικειοποιηθεί. Εκείνος πού διδάχθηκε από τον Θεό τη θεία σοφία, είναι σε θέση να κατανοεί τα πάντα, και θεία και ανθρώπινα.

Το Πνεύμα το Άγιον είναι πηγή κάθε σοφίας. «Το γαρ Πνεύμα πάντα έρευνα και τα βάθη του Θεού. Ημείς δε ου το πνεύμα του κόσμου ελάβομεν, αλλά το Πνεύμα το εκ του Θεού, ίνα ειδώμεν τα υπό του Θεού χαρισθέντα ημίν. Α και λαλούμεν ουκ εν διδακτοίς ανθρωπινής σοφίας λόγοις, άλλ’ εν διδακτοίς Πνεύματος Αγίου» (Α’ Κορ. 2. 10, 12-13).

Οι απόστολοι δεν μαθήτευσαν κοντά σε ανθρώπους, αλλά ξαφνικά «επλήσθησαν άπαντες Πνεύματος Αγίου, και ήρξαντο λαλείν ετέραις γλώσσαις καθώς το Πνεύμα εδίδου αυτοίς αποφθέγγεσθαι» (Πραξ. 2. 4). Και ο Κύριος δεν άνοιξε κανένα βιβλίο για να διδάξει τους μαθητές του, αλλά «διήνοιξεν αυτών τον νουν του συνιέναι τάς γραφάς» (Λουκ. 24. 45). Γι΄ αυτό από μας απαιτείται μόνο δεκτικότητα της χάριτος του Θεού, δηλαδή καλή προαίρεσις, πνευματικός αγώνας και συνεχής εκζήτησις του ελέους και του φωτισμού του Θεού.

Κατά το μέτρο της προαιρέσεως και του πνευματικού αγώνος του ανθρώπου έρχεται σταδιακά ο φωτισμός του νου. Και κατά το μέτρο του φωτισμού του νου δίδεται η χάρις του Κυρίου. Και κατά το μέτρο της αποδοχής και της πληρώσεως της ψυχής με τη θεία χάρη, πραγματοποιείται η ένωσις με τον Κύριο. Εκείνος πού ενώθηκε νοερά με τον Κύριο είναι πεπεισμένος για τη σωτηρία του και αναστημένος πριν από την κοινή ανάσταση.

Όσο κανείς ασκείται, τόσο αναγνωρίζει την αδυναμία του. Και όσο αναγνωρίζει την αδυναμία του, τόσο πλουτίζει σε ταπείνωση και κατάνυξη. Και όσο αποκτά ταπείνωση και κατάνυξη, τόσο φωτίζεται η διάνοια του και διαπιστώνει ότι χωρίς τον Κύριο δεν είναι τίποτα και δεν έχει τίποτα.

Μέχρι να γνωρίσεις τελείως τον εαυτό σου, μέχρι να διαποτιστεί η ψυχή σου με τη χάρη του Θεού, μέχρι να φωτισθεί ο νους σου, μέχρι να καθαρθείς από τα πάθη, μέχρι να συμφιλιωθείς με τον Θεό, μέχρι να ενωθείς οριστικά μαζί Του, μέχρι τότε είναι αδύνατο να ζεις χωρίς τη θλίψη, χωρίς τον φόβο και χωρίς την οδύνη. Όταν όμως ενωθείς με τον Θεό, ο φόβος και η οδύνη θα μεταβληθούν σε χαρά και ευφροσύνη από του νυν και έως του αιώνος. Αμήν.

από το βιβλίο: “Πνευματικό Αλφάβητο” Αγίου Δημητρίου του Ρόστο 
(Ιερά Μονή Παρακλήτου – ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗΣ 1996)

Το θέμα είναι εσύ τι αποφασίζεις!

Σε παρακαλώ κάνε μια προσπάθεια να γνωρίσεις το Χριστό. Δε ξέρεις τι χάνεις!

Και μου λες δε τα γουστάρω αυτά. Οι παπάδες και το σινάφι τους με απωθούν. 

Και σου λέω πιάσε το Χριστό. Κάνε μια προσπάθεια να τον συναντήσεις εκείνον τον ίδιο. Στην καρδιά σου να τον νιώσεις, να επικοινωνήσεις. Όχι απλά ν'ανάψεις ένα κεράκι και να ξαναπάς το Πάσχα. Είναι σα να μου λες: είμαι τρελά ερωτευμένος με μια γυναίκα, αλλά δε βαριέσαι, θα βγούμε μια φορά και ξανά θα τη δω του χρόνου!! 
Όλοι χωράνε μέσα στην εκκλησία, φίλε! 
Και οι καλοί παπάδες και οι αγιογδύτες. Και οι καλοί απλοί άνθρωποι και τα λαμόγια. 
Ο Χριστός, φίλε μου, δεν έκανε διακρίσεις. Ποτέ του. Και τον Ιούδα μέσα στους μαθητές του τον είχε. Αλλά και με τον τελώνη έφαγε στο ίδιο σπίτι και με την πόρνη μίλησε. Και είδες πόσο υπέροχες έγιναν οι ψυχές των τελευταίων μετά! 
Μόνο που εδώ στην εκκλησία παίρνεις ό,τι ζητήσεις! Ουρανό θα ζητήσεις; Ουρανό θα νιώσεις. Σκάνδαλα θα ψάξεις; Σκάνδαλα θα βρεις. 
Να σου πω και κάτι που έλεγε ο γέρ.Παΐσιος: "Εδώ στο άγιο Όρος, στον κήπο της Παναγιάς όλα θα τα βρεις! Και υπέροχα λουλούδια και αγκάθια και τριβόλια". 
Σκέψου πως ο Ιούδας έμεινε Ιούδας, ενώ άλλοι (Ζακχαίος, πόρνη, ληστής) έγιναν από σκιές του εαυτού τους σπουδαίοι!!! 
Άρα, φίλε, το θέμα δεν είναι πόσοι εκμεταλλευτές ρασοφόροι υπάρχουν, αλλά το τι κάνεις υπεύθυνα εσύ και η καρδιά σου. Ελευθερία. Αυτό δίδαξε ο Χριστός. Σε βαθμό άπειρο, ακατανόητο... Και μη ξεχνάς ότι εσύ κι εγώ δεν είμαστε οι κριτές του καθενός. Μονάχα του εαυτού μας. Και ξέρουμε καλά το τι βόθρο έχουμε ακόμη μέσα μας. 
Γονάτισες; Προσευχήθηκες; Όχι από συνήθεια! Ούτε από περιέργεια για να δεις αν ο Χριστός θα πραγματοποιήσει σαν μαγικό τζίνι αυτό που θα του ζητήσεις! (Τi φτηνή αγοραπωλησία!) 
Γιατί να μένουμε τόσο μονοδιάστατοι ώρες-ώρες;;; Τρελαίνομαι! Απορώ. Και με τον εαυτό μου. 
Ένιωσες ποτέ σου το χάδι της Χάρης του μετά από μια ειλικρινή εξομολόγηση; 
Κοινώνησες; Πήρες το Χριστό τον ίδιο στο σώμα και στη ψυχή σου;;; 
Όχι;; 
Ε, τι περιμένεις, λοιπόν; Πώς περιμένεις να βρεις αλήθεια όταν το μόνο που επιδιώκεις στη ζωή σου είναι ένα γρήγορο, φτηνό υποκατάστατο σχέσεων; Έρωτα ψεύτικου; Χρήματος παράνομου, κλπ κλπ; 
Κάνε την κίνηση την έξυπνη, τη σωστή και άσ'τα τ'άλλα. Κάνε νέο ξεκίνημα, αληθινό βρε αδερφέ! Το ξεκατίνιασμα υπήρχε, υπάρχει. Σκάνδαλα υπήρχαν, υπάρχουν. Και άγιοι επίσης υπήρχαν και υπάρχουν. 
Το θέμα είναι απλό: Εσύ τι αποφασίζεις; 
Όχι με το μυαλό/ τη λογική. Αλλά δυναμικά και ήρεμα με όλο σου το είναι!!

Πειρασμοί υπάρχουν και θα υπάρχουν πάντοτε στη ζωή μας!

Εδώ δεν έχομε πατρίδα αληθινή, είμεθα ξένοι! Η πατρίδα μας είναι στους ουρανούς. Γνωρίζω καλά πόσο μεγάλη ωφέλεια προξενεί η πρόσκαιρη ασθένεια σε εκείνους που έχουν υπομονή στις θλίψεις, δεν γογγύζουν αλλά λέγουν σαν τον Ιώβ δόξα σοι ο Θεός.
Όλοι οι Άγιοι και οι δίκαιοι στον κόσμο αυτό είχαν ασθένειες, θλίψεις, στερήσεις, διωγμούς, εξορίες, βασάνους, τιμωρίες, εάν, όμως, δεν είχαν υπομονή, δεν θα άγιαζαν· γι’ αυτό ο Κύριος είπε· όποιος έχει υπομονή μέχρι τέλους, εκείνος θα σωθεί. Με την υπομονή τους οι Άγιοι άγιασαν και έλαβον μεγάλη χάρη και εδώ στη γη και στους Ουρανούς….
Οι Άγιοι πάντες Προφήτες, Απόστολοι, Μάρτυρες, Όσιοι και δίκαιοι και ο ίδιος ο αναμάρτητος Κύριός μας, είχαν θλίψεις. Πώς εμείς θέλουμε, χωρίς θλίψεις και πειρασμούς, να σωθούμε;
Οι ασθένειες είναι δώρο Θεού, είναι σημείο της αγάπης του Θεού. Μας παιδεύει εδώ στην πρόσκαιρη ζωή ολίγον για να μας αναπαύσει στην αιώνια, και «ολίγα παιδευθέντες μεγάλα ευεργετηθήσονται», λέγει το Άγιο Πνεύμα.
Όλοι οι Άγιοι είχαν ασθένειες, θλίψεις, πειρασμούς στην πρόσκαιρη ζωή, αλλά τώρα χαίρουν και θα χαίρουν αιώνια.
Εμείς οι αμαρτωλοί οφείλουμε να πιστεύουμε και να παραδεχόμαστε, ότι όσα κάμνει ο Κύριος είναι καλά, είναι δίκαια και ωφέλιμα.
Θεωρώ αναγκαίον να σου υπομνήσω ό,τι και εγώ και συ και όλοι οι Χριστιανοί οφείλουμε να έχουμε υπομονή στις θλίψεις. Χωρίς θλίψεις, ασθένειες και πειρασμούς είναι δύσκολο να σωθούμε,
Έχεις δίκαιο να παραπονιέσαι για την αστοργία στις θλίψεις και συμφορές σου των θεωρουμένων φίλων και πνευματικών αδελφών, που αν ήθελαν, θα μπορούσαν να σε βοηθήσουν… Εάν εγνώριζες τί καλό σου προξενούν οι φίλοι με την καταφρόνησή τους θα έχαιρες. Πρέπει να γνωρίζεις ότι έχεις χιλιάδες και σε παρακολουθούν, συμπονούν και βοηθούν, που δεν τους βλέπεις. Είναι οι Άγιοι Πάντες, οι Άγιοι Άγγελοι, η Κυρία Θεοτόκος, Αυτός ο ίδιος ο Χριστός. Λοιπόν μη φοβάσαι, μη στενοχωριέσαι, μη δειλιάζεις, αλλά να ευχαριστείς το Θεό….
Στους πειρασμούς, τις θλίψεις, τους κινδύνους, τις στενοχώριες, να καταφεύγεις, διά της προσευχής, προς τον Θεό ζητώντας βοήθεια. Μπορείς όμως να βάζεις και μεσίτες για τα αιτήματά σου την Κυρία Θεοτόκο και όλους τους Αγίους, οι οποίοι, επειδή έχουν λάβει χάρη, μπορούν να σε βοηθήσουν.
Οι πειρασμοί υπάρχουν και θα υπάρχουν πάντοτε στη ζωή μας και πρέπει να φυλαγό­μαστε από τις αμέτρητες παγίδες που στήνει εναντίον μας ο παμπόνηρος Διάβολος. Μόνο με την ταπεινοφροσύνη και την προσευχή μπορούμε να τις αποφύγουμε και ασφαλιστούμε…Όποιος προσέχει και είναι συνετός, ωφελείται πολύ από τις θλίψεις και τους πειρασμούς.
Όπως ο Θεός σε υπομένει, σε ανέχεται, να υπομένεις και συ το παιδί σου. Έχεις καθήκον να το συμβουλεύεις, όχι όμως με ταραχή και με θυμό, αλλά με τρόπο ήρεμο και γαλήνιο. Εάν δεν σε ακούει, εκείνο έχει όλη την ευθύνη. Συ τότε να παρακαλείς το Θεό να το φωτίσει και οδηγήσει στην οδό των εντολών του.
Ή έγγαμο ή άγαμο βίον ακολουθήσεις, φρόντισε να αγαπάς το Θεό και να τηρείς τις εντολές Του και θα σωθείς ευκολότερα από πολλούς κληρικούς, που έγιναν και γίνονται αναξίως ιερείς. Να προτιμήσεις να σώσεις τη ψυχή σου.
Σε συμβουλεύω να έχεις υπομονή, να έχεις την αδιάλειπτη νοερά προσευχή και να μην αφήνεις να φεύγει ο Θεός από κοντά σου. Ο πάγκαλος Ιωσήφ ήταν στην Αίγυπτο, στο τόπο της αμαρτίας και δεν αμάρτησε διότι είχε την ενθύμηση του Θεού. Ο Αδάμ ήταν στο παράδεισο, που δεν υπήρχε αμαρτία, επειδή λησμόνησε το Θεό, τον παράκουσε, έχασε τον παράδεισο. Λοιπόν, όχι ο τόπος, αλλά ο τρόπος σώζει τον άνθρωπο, λέγει ο θείος Χρυσόστομος.
Για τις αμαρτίες μας έρχεται η οργή του Θεού
Σε χάος μεγάλο βρίσκεται ολόκληρη η ανθρωπότητα. Βαδίζει κατά κρημνών και βαράθρων. Βαδίζει στο σκοτάδι και χωρίς πυξίδα. Πού άραγε θα καταντήσει; Εκεί που κατάντησαν όλοι οι αμαρτωλοί και παραβάτες των εντολών του Θεού… Η τωρινή γενεά είναι πονηρή και προς τους πονηρούς ο Κύριος στέλνει ανάλογες τιμωρίες για να μετανοήσουν…
Ο Σατανάς κάνει την τελευταία έφοδο, και στα χρόνια μας μεγάλη θλίψη και μεγάλη οργή θα έρθει στον κόσμο… Τώρα μόνον ο Θεός να μας σκεπάσει από τους πονηρούς και κακούς εχθρούς, αόρατους και ορατούς.
Μακρυά από τα έργα, την λατρεία και την πομπή του Σατανά
Έργα του Σατανά είναι:
Η υπερηφάνεια, ο φθόνος, ο φόνος, η φιλαργυρία, η πλεονεξία, η αρπαγή, η κλοπή, το ψεύδος, η συκοφαντία, η επιορκία, η καταλαλιά, η κατάκριση, η ακρασία, η κραιπάλη, η μέθη, η ασωτία και γενικά όλα όσα είναι ενάντια στο θέλημα του Θεού.
Λατρεία του Σατανά είναι:
Οι μαγείες, οι γοητείες, ο πνευματισμός, ο υπνωτισμός και τα παραπλήσια με αυτά. Επίσης και όσοι στις ανάγκες ή τις ασθένειές τους καταφεύγουν στους μάγους, τους πνευματιστές και ζητούν βοήθεια, και όσες γυναίκες παρατηρούν στα φλιτζάνια και μαντεύουν. Όλες αυτές είναι λατρευτές των δαιμόνων, δηλαδή απονέμουν λατρεία στους δαίμονες.
Πομπή δε του Σατανά είναι:
Οι άσεμνοι χοροί, τα άσεμνα και ερωτικά άσματα, τα άσεμνα θέατρα και θεάματα, οι άνθρωποι που γίνονται μασκαράδες και ντύνονται στις απόκρεω, οι άνδρες με ρούχα γυναικεία και οι γυναίκες ανδρικά. Πρόσθεσε και τα βαψίματα και φκιασίδια των γυναικών που μεταχειρίζονται για να φανούν δήθεν ανώτερες από τον Πλάστη και Δημιουργό Θεό μας, να δώσουν ανώτερη μορφή από εκείνη που τους έδωσε ο Θεός. Όσοι και όσες είναι υποκείμενοι στα παραπάνω, εάν δεν έλθουν σε αίσθηση, να μετανοήσουν και εξομολογηθούν, είναι παραβάτες των υποσχέσεων που ομολόγησαν στο Άγιο Βάπτισμα, ότι αποστρέφονται, μισούν και δεν θα πράξουν και ακολουθήσουν τα έργα, την λατρεία και την πομπή του Σατανά, όσοι και όσες μάλιστα δεν αρκούνται στη δική τους κακία, αλλά προτρέπουν και άλλους στην αμαρτία, ιδίως στο φθόνο, την ασέλγεια και τις μαγείες· αυτοί ή αυτές είναι τέκνα του διαβόλου και όχι του Θεού….
Ας είμαστε, λοιπόν, πάντοτε ντυμένοι το Χριστό· ας σκεπτόμαστε πάντοτε το χάρισμα της υιοθεσίας που πήραμε με το άγιο Βάπτισμα, τις υποσχέσεις που δώσαμε, και να αγαπάμε Αυτόν με όλη μας τη ψυχή και τη καρδιά, για να είμαστε και εδώ στην πρόσκαιρη ζωή μαζί με το Χριστό ενωμένοι και στην αιωνιότητα.
Μη πλανώμεθα, αγαπητοί, τα έργα μας δείχνουν τί έχουμε στο νου μας. Εμείς οι άνθρωποι της σημερινής γενεάς στο νου μας κάθε μέρα έχουμε τί θα φάμε και τί θα πιούμε!…. Τί δε να πω και για τις γυναίκες; δεν έχουν άλλο στο νου τους παρά πώς να στολιστούν. Συναγωνίζονται ποιά θα ξεπεράσει την άλλη στο στολισμό. Τί πάλι να πω και για την άσεμνη ενδυμασία, την οποία ο εφευρέτης της κακίας Διάβολος δίδαξε τις γυναίκες να ντύνονται με γυμνά χέρια, στήθη και πόδια; Αλίμονο, αλίμονο για την άθλια κατάσταση των Χριστιανών! Κρύψε με, Θεέ μου, ή πάρε με, για να μη βλέπω τέτοιες αισχρότητες και αθλιότητες! Πώς δεν αισχύνονται οι γυναίκες των Ελλήνων Χριστιανών; Οι γυναίκες των Τούρκων να ντύνονται κόσμια και να καλύπτουν και το πρόσωπο, για να μη δίδουν σκάνδαλο στους άνδρες, και οι ελληνίδες και οι γυναίκες των χριστιανών, οι οποίες έχουν παράδοση από τον Χριστό, τους Αποστόλους και τους Αγίους Πατέρας να ντύνονται σεμνά, έφθασαν σε σημείο τέλειας παραφροσύνης, με τον τρόπο που ντύνονται

Γέροντος Φιλόθεου Ζερβάκου

“Εδώ στη Γη, όλα τα καλά και τα κακά κάποτε τελειώνουν”

Κοίτα, πόσα κάστρα και παλάτια βασιλιάδων, ηγεμόνων και αρχόντων είναι σωριασμένα σε ερείπια! Σκέψου, πόση δύναμη και πόσο πλούτο είχαν κάποτε! Τώρα έχουν ξεχαστεί και τα ονόματά τους. Λέει η Γραφή: «Πολλοί άρχοντες έχασαν την εξουσία τους και κάθισαν στο χώμα" κι ένας άσημος, που κανείς δεν φανταζόταν ότι θα γίνει βασιλιάς, φόρεσε στέμμα» .

Δεν σου φτάνουν αυτά; Συλλογίσου τότε, ποιά είναι η αξία σου όταν κοιμάσαι; Μήπως δεν μπορεί κι ένα ζωύφιο να σε θανατώσει; Ναι, πολλοί πέθαναν έτσι στον ύπνο τους. Αλήθεια, από μια κλωστή κρέμεται η ζωή μας! Κόβεται η κλωστή και τελειώνουν όλα. Έτσι να φιλοσοφείς και να μη σαγηνεύεσαι από την ομορφιά, τα πλούτη, τη δόξα, τις απολαύσεις.
Ένα μόνο να σε απασχολεί: Που τελειώνουν όλα αυτά. Θαυμάζεις όσα βλέπεις εδώ στη γη; Πιο αξιοθαύμαστα, όμως, είναι εκείνα που αναφέρονται στις άγιες Γραφές.
Δείξε μου έναν αγέρωχο άρχοντα ή έναν λαμπροντυμένο πλούσιο, όταν ψήνεται από τον πυρετό, όταν ψυχομαχεί, και τότε θα σε ρωτήσω: "Πού είναι εκείνος, που περνούσε από την αγορά καμαρωτός και περήφανος με ακολούθους και σωματοφύλακες; Πού είναι εκείνος, που φορούσε πανάκριβα ρούχα; Πού είναι η χλιδή της ζωής του, η πολυτέλεια των συμποσίων του, οι υπηρέτες, οι παρατρεχάμενοι, τα γέλια, οι ανέσεις, οι σπατάλες;

Όλα έφυγαν και πέταξαν. Τί απέγινε το σώμα, που απολάμβανε τόση ηδονή; Πλησίασε στον τάφο και κοίτα τη σκόνη, τη σαπίλα, τα σκουλήκια. Κοίτα και στέναξε πικρά. Και μακάρι το κακό να περιοριζόταν σε τούτη τη σκόνη, που βλέπεις. Από τον τάφο και τα σκουλήκια φέρε τη σκέψη σου στο ακοίμητο σκουλήκι της άλλης ζωής, στο τρίξιμο των δοντιών, στο αιώνιο σκοτάδι, στην άσβεστη φωτιά, στις πικρές και αφόρητες εκείνες τιμωρίες, που δεν θα έχουν τέλος.

Εδώ, στη γη, και τα καλά και τα κακά κάποτε, αργά ή γρήγορα, τελειώνουν εκεί, όμως, και τα δύο διαρκούν αιώνια. Και διαφέρουν ως προς την ποιότητα από τα καλά και τα κακά του κόσμου τούτου τόσο, που δεν είναι δυνατό να εκφράσει κανείς με λόγια.
Τί έγιναν, λοιπόν, όλα εκείνα τα μεγαλεία; Τί έγιναν τα χρήματα και τα κτήματα; Ποιός άνεμος φύσηξε και τα πήρε και τα σκόρπισε; Τί θέλει, πάλι, κι αυτή η ανώφελη δαπάνη για την κηδεία, που και τον νεκρό δεν ωφελεί και τους οικείους του ζημιώνει; Ο Χριστός αναστήθηκε γυμνός από τον τάφο.

Ας μη γίνεται, λοιπόν, η κηδεία αφορμή ικανοποιήσεως της μανίας μας για επίδειξη. Ο Κύριος είπε: «Πείνασα και μου δώσατε να φάω" δίψασα και μου δώσατε να πιω" ήμουνα γυμνός και με ντύσατε» . Όμως δεν είπε: «Ήμουνα νεκρός και με θάψατε». Γιατί, αν μας παραγγέλλει να μην έχουμε τίποτα περισσότερο από ένα σκέπασμα, όταν ζούμε, πολύ περισσότερο όταν πεθάνουμε. Ποιάν απολογία θα δώσουμε στο Θεό, λοιπόν, όταν ξοδεύουμε τεράστια ποσά για να κηδέψουμε ένα νεκρό σώμα, τη στιγμή που ο Χριστός, με τη μορφή των φτωχών συνανθρώπων μας, τριγυρνάει πεινασμένος και γυμνός, κι εμείς αδιαφορούμε γι'αυτό;

Όλα όσα σας λέω, βέβαια, είναι ανώφελα για κείνους που έχουν ήδη πεθάνει. Ας τ'ακούσουν, όμως, οι ζωντανοί και ας συνέλθουν, ας λογικευτούν, ας διορθωθούν. Όπου νά'ναι θα έρθει και η δική τους ώρα. Δεν θ' αργήσουν να βρεθούν κι αυτοί, δεν θ' αργήσουμε να βρεθούμε όλοι μας, μπροστά στο φοβερό Κριτήριο, όπου θα δώσουμε λόγο για τις πράξεις μας.Ας αγωνιστούμε, λοιπόν, να γίνουμε καλύτεροι, εγκαταλείποντας την αμαρτία και ακολουθώντας την αρετή, για να μη χάσουμε τη βασιλεία των ουρανών, για ν' αποκτήσουμε τα άφθαρτα αγαθά, που έχει ετοιμάσει για μας ο φιλάνθρωπος Κύριος.

Αγ. Ιωάννου Χρυσοστόμου

Ὁ λέγων αὐτήν τὴν Εὐχήν κάθε ἑσπέρας, μετὰ κατανύξεως, ἐὰν ἐπέλθη ἐπ' αὐτὸν ἡ φοβερά ὥρα τοῦ θανάτου ἐν τῇ νυκτί ταύτη, λυτροῦται τῆς κολάσεως, ἐλέει Θεοῦ



Εὔσπλαγχνε καὶ πολυέλεε Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ὁ Θεός μου, ὁ ἐλθὼν εἰς τὸν κόσμον ἁμαρτωλούς σῶσαι, ὧν πρῶτός εἰμι ἐγώ, ἐλέησόν με πρὸ τῆς ἐμῆς τελευτῆς.

Οἶδα γὰρ ὅτι φρικτὸν καὶ φοβερὸν ἀναμένει με δικαστήριον ἐνώπιον πάσης τῆς κτίσεως, ὅτε καὶ τῶν ἐναγῶν καὶ παμβεβήλων μου πράξεων ἁπασῶν φανέρωσις γίνεται· ἀσύγγνωστα γὰρ ὡς ἀληθῶς καὶ ἀνάξια ὑπάρχουσι συγχωρήσεως, ὡς ὑπερβαίνοντα τῷ πλήθει ψάμμον θαλάσσιον.

Διὰ τοῦτο καὶ οὐ τολμῶ τὴν αἴτησιν τῆς ἀφέσεως τούτων ποιήσασθαι, Δέσποτα, ὅτι πλεῖον πάντων ἀνθρώπων εἰς Σέ ἐπλημμέλησα.

Ὅτι ὑπὲρ τὸν ἄσωτον ἀσώτως ἐβίωσα,

ὅτι ὑπὲρ τὸν μυρία τάλαντα χρεωφειλέτης Σου γέγονα,

ὅτι ὑπὲρ τὸν Τελώνην κακῶς ἐτελώνησα,

ὅτι ὑπὲρ τὸν Ληστήν ἐμαυτόν ἐθανάτωσα,

ὅτι ὑπὲρ τὴν Πόρνην ἐγώ ὁ φιλόπορνος ἔπραξα,

ὅτι ὑπὲρ τοὺς Νινευΐτας ἀμετανόητα ἐπλημμέλησα,

ὅτι ὑπὲρ τὸν Μανασσῆν «ὑπερῆραν τὴν κεφαλήν μου αἱ ἀνομίαι μου καὶ ὡσεὶ φορτίον βαρὺ ἐβαρύνθησαν ἐπ' ἐμέ καὶ ἐταλαιπώρησα καὶ κατεκάμφθην ἕως τέλους»·

ὅτι τὸ Πνεῦμα Σου τὸ ἅγιον ἐλύπησα,

ὅτι τῶν ἐντολῶν Σου παρήκουσα,

ὅτι τὸν πλοῦτόν Σου διεσκόρπισα,

ὅτι τὴν χάριν Σου ἐβεβήλωσα,

ὅτι τὸν ἀρραβῶνα, ὅν μοι δέδωκας, ἐν ἀνομίαις ἀνήλωσα,

ὅτι τὸ τίμιον κατ' εἰκόνα Σου, τὴν ψυχήν μου, ἐμόλυνα,

ὅτι τὸν χρόνον, ὅν μοι δέδωκας εἰς μετάνοιαν, μετὰ τῶν ἐχθρῶν Σου ἐβίωσα,

ὅτι οὐδεμίαν ἐντολήν Σου ἐφύλαξα,

ὅτι τὸν χιτῶνά μου κατερρύπωσα, ὅν με ἐνέδυσας,

ὅτι τοῦ ὀρθοῦ λόγου τὴν λαμπάδα ἀπέσβεσα,

ὅτι τὸ πρόσωπόν μου, ὅ ἐφαίδρυνας, ἐν ἁμαρτίαις ἠχρείωσα,

ὅτι τοὺς ὀφθαλμούς μου, οὕς ἐφώτισας, ἑκουσίως ἐτύφλωσα,

ὅτι τὰ χείλη μου, ἅπερ πολλάκις τοῖς θείοις Σου μυστηρίοις ἡγίασας, αἰσχύναις ἐμόλυνα.

Καί οἶδα ὅτι πάντως τῷ φοβερῷ Σου βήματι παραστήσομαι ὡς κατάδικος ὁ παμμίαρος.

Οἶδα ὅτι πάντα τότε τὰ πεπραγμένα μοι ἐλεγχθήσονται καὶ οὐκ ἀποκρυβήσεται οὐδὲν παρὰ Σοί.

Ἀλλά δέομαί Σου, εὐσυμπάθητε, πολυέλεε, φιλανθρωπότατε Κύριε,
«μὴ τῷ θυμῷ Σου ἐλέγξῃς με, οὐ λέγω, μὴ παιδεύσῃς με, ἀδύνατον γὰρ τοῦτο ἀπὸ τῶν ἔργων μου, ἀλλὰ μὴ τῷ θυμῷ Σου ἐλέγξῃς με».

Κερδήσω τοῦτο παρὰ Σοί, ἐὰν μὴ τῷ θυμῷ Σου καὶ τῇ ὀργῇ Σου παιδεύσῃς με, μηδὲ φανερώσῃς αὐτὰ Ἀγγέλων καὶ ἀνθρώπων ἐνώπιον εἰς αἰσχύνην μου καὶ ὄνειδος.

«Κύριε, μὴ τῷ θυμῷ Σου ἐλέγξῃς με»·
εἰ φθαρτοῦ βασιλέως θυμὸν οὐδεὶς ἐνεγκεῖν δύναται, πόσῳ μάλλον Σοῦ τοῦ Κυρίου τὸν θυμὸν ὁ ἄθλιος ὑποστήσομαι;

«Κύριε, μὴ τῷ θυμῷ Σου ἐλέγξῃς με μηδὲ τῇ ὀργῇ Σου παιδεύσῃς με».

Οἶδα Λῃστήν αἰτήσαντα καὶ παρευθὺς συγχώρησιν ἐκ Σοῦ κομισάμενον.

Οἶδα Πόρνην ὁλοψύχως προσελθοῦσαν καὶ συγχωρηθεῖσαν.

Οἶδα Τελώνην ἐκ βάθους στενάξαντα καὶ δικαιωθέντα.

Έγώ δὲ ὁ πανάθλιος πάντας ὑπερβαίνων ταῖς ἁμαρτίαις, τῇ μετανοίᾳ τούτους οὐ θέλω μιμήσασθαι, οὐδὲ γὰρ ἔχω δάκρυον χτένες.

Οὐκ ἔχω ἐξομολόγησιν καθαρὰν καὶ ἀληθινήν,

οὐκ ἔχω στεναγμὸν ἐκ βάθους καρδίας,

οὐκ ἔχω καθαρὰν τὴν ψυχήν,

οὐκ ἔχω ἀγάπην κατά Θεόν,

οὐκ ἔχω πτωχείαν πνευματικήν,

οὐκ ἔχω προσευχὴν διηνεκή,

οὐκ ἔχω σωφροσύνην ἐν τῇ σαρκί,

οὐκ ἔχω καθαρότητα λογισμῶν,

οὐκ ἔχω προαίρεσιν θεοτερπῆ.

Ποίῳ οὖν προσώπῳ ἤ ἐν ποίᾳ παρρησίᾳ ζητήσω συγχώρησιν;

«Κύριε, μὴ τῷ θυμῷ Σου ἐλέγξῃς με»·
Πολλάκις, Δέσποτα, μετανοεῖν συνεταξάμην.

Πολλάκις ἐν Ἐκκλησίᾳ κατανυγεὶς προσπίπτω Σοι, ἐξερχόμενος δὲ ταίς ἁμαρτίαις εὐθύς περιπίπτω.

Ποσάκις με ἠλέησας, ἐγὼ δὲ Σε παρώργισα!

Ποσάκις ἐμακροθύμησας, ἐγὼ δὲ οὐκ ἐπέστρεψα!

Ποσάκις με ἀνέστησας, ἐγὼ δὲ πάλιν ὀλισθήσας κατέπεσον!

Ποσάκις μου εἰσήκουσας, ἐγὼ δὲ Σου παρήκουσα!

Ποσάκις με ἐπόθησας, ἐγὼ δὲ ούδαμοῦ Σοι ἐδούλευσα!

Ποσάκις μέ ἐτίμησας, ἐγὼ δὲ οὐκ ηὐχαρίστησα!

Ποσάκις ἁμαρτήσαντα, ὡς ἀγαθός Πατήρ παρεκάλεσας καὶ ὡς υἱόν κατεφίλησας καὶ τὰς ἀγκάλας ὑφαπλώσας μοι ἐβόησας·
ἔγειρε, μὴ φοβοῦ, στήθι· πάλιν δεύρο,

οὐκ ὀνειδίζω σε,

οὐ βδελύσσομαι,

οὐκ ἀποῤῥίπτω,

οὐδὲ σκληρύνω τὸ ἐμὸν πλάσμα,

τὸ ἐμὸν τέκνον,

τὴν ἐμὴν εικόνα,

ὅν οἰκείαις χερσί διέπλασα ἄνθρωπον καὶ ἐφόρεσα,

ὑπὲρ οὗ τὸ αἷμα ἐξέχεα,

οὐκ ἀποστρέφομαι πρός με ἐρχόμενον τὸ λογικόν μου πρόβατον, τὸ ἀπολωλός,

οὐ δύναμαι μὴ ἀποδοῦναι τὴν προτέραν εὐγένειαν,

οὐ δύναμαι μὴ συναριθμῆσαι τοῖς ἐνενήκοντα ἐννέα προβάτοις·

διά γὰρ τοῦτο καὶ μόνον ἐπί τῆς γῆς κατελήλυθα καὶ τὸν λύχνον ἀνῆψα,

τὴν σάρκα μου τὴν οἰκείαν καὶ τὴν οἰκίαν ἐσάρωσα καὶ τὰς φίλας Δυνάμεις τὰς οὐρανίους συνεκαλεσάμην ἐπευφρανθῆναι τῇ τούτου εὑρέσει.

Πάντα οὖν τὰ τοιαῦτα ὡς ἀγαθός καὶ φιλάνθρωπος ἐχαρίσω μοι, Δέσποτα,
ἐγὼ δὲ πάντων καταφρονήσας ὁ ἄθλιος,
εἰς ἀλλοτρίαν καὶ μακράν χώραν τῆς ἀπωλείας ἀπέδρασα.

Ἀλλ' αὐτὸς με, πανάγαθε,
πάλιν ἐπανάγαγε καὶ μὴ ὀργισθῇς μοι τῷ τάλανι,

Κύριε, μηδὲ τῷ θυμῷ Σου ἐλέγξῃς με, εὔσπλαγχνε,
ἀλλὰ μακροθύμησον καὶ ἔτι ἐπ' ἐμοὶ.

Μὴ σπεύσῃς ἐκκόψαι με ὡς τὴν συκῆν τὴν ἄκαρπον,
μηδὲ κελεύσῃς ἄωρον ἐκ τοῦ βίου θερίσαι με,
ἀλλὰ δός μοι ζωῆς προθεσμίαν καὶ ὁδήγησόν με εἰς μετάνοιαν, Κύριε,
καὶ «μή τῷ θυμῷ Σου ἐλέγξῃς με, Δέσποτα, μηδὲ τῇ ὀργῇ Σου παιδεύσης με».

«Ἐλέησόν με, Κύριε, ὅτι ἀσθενής εἰμι τῇ ψυχῇ»,
ἀσθενής εἰμι τῷ λογισμῷ,

ἀσθενής τῇ γνώμη,

ἀσθενής τῇ προαιρέσει.

Ἐξέλιπε γὰρ μου ἡ ἰσχύς, ἐξέλιπέ μου ὁ χρόνος,
ἐξέλιπον ἐν ματαιότητι ἡμέραι μου πᾶσαι καὶ τὸ τέλος ἐφέστηκεν.

Ἀλλ' ἄνοιξον, ἄνοιξον, ἄνοιξόν μοι, Κύριε, ἀναξίως κρούοντι καὶ μὴ ἀποκλείσῃς μοι τὴν θύραν τῆς εὐσπλαγχνίας Σου.

Ἐάν γὰρ Σὺ κλείσης, τίς μοι ἀνοίξει;

Ἐάν Σὺ μὴ με ἐλεήσης, τίς μοι βοηθήσει;

Οὐδείς ἄλλος, οὐδείς, εἰ μὴ Σὺ ὁ φύσει ἐλεήμων καὶ εὔσπλαγχνος.

«Ἐλέησόν με, Κύριε, ὅτι ἀσθενὴς εἰμι»·

Ἐξενεύρισε γάρ με ὁ ἐχθρὸς καὶ ἀσθενῆ καὶ συντετριμμένον ἐποίησεν,

ὁ ἀσθενής δὲ καὶ συντετριμμένος οὐ δύναται ἀναστῆσαι αυτόν,

οὐ δύναται ἰάσασθαι ἑαυτόν,

ὁ συντετριμμένος οὐ δύναται βοηθήσαι ἑαυτῷ,

λοιπόν ἐλέησόν με, Κύριε, ὅτι ἀσθενής εἰμι...

«Ἴασαί με, Κύριε, ὅτι ἐταράχθη τὰ ὀστᾶ μου καὶ ἡ ψυχή μου ἐταράχθη σφόδρα»·

Σωματικὸς καὶ ψυχικός με κατέλαβε τάραχος, Δέσποτα,

ὅτι σαρκικοῖς περιέπεσα πάθεσιν,

ὅτι καὶ τὴν σάρκα καὶ τὴν ψυχήν τοῖς δαίμοσιν ἐποίησα παίγνιον.

Ἴασαί με, Κύριε, ὅτι ἐταράχθη τὰ ὀστᾶ μου τὰ συνδεσμοῦντα τὸν ἔσω ἄνθρωπον.

Ποῖα ταῦτα;
Ἡ πίστις, ἡ φρόνησις, ἡ ἐλπίς, ἡ δικαιοσύνη, ἡ ἐγκράτεια, ἡ εὐσέβεια, ἡ πραότης, ἡ ταπεινοφροσύνη καὶ ἡ ἐλεημοσύνη.

Ταύτα τὰ ὀστᾶ συνετρίβησαν, Δέσποτα,

«ἀλλ' ἴασαί με, Κύριε, ὅτι ἐταράχθη τὰ ὀστᾶ μου

καὶ ἡ ψυχή μου ἐταράχθη σφόδρα».

Ὁρῶ γὰρ λοιπόν τὴν ὥραν τῆς ζωῆς μου προφθάσασαν,
καὶ ἡ ψυχή μου ἐταράχθη σφόδρα.

Ὁρῶ τὴν πρός τὰ ἐκεῖσε χαλεπήν ὁδὸν καὶ μακράν,

κἀμέ πρός τὰ ἐκεῖσε ἐμαυτόν ἑτοίμως μὴ ἔχοντα,

καὶ ἡ ψυχή μου ἐταράχθη σφόδρα.

Ὁρῶ τὸν δανειστήν ἀπαιτοῦντά με καὶ μὴ ἀποδοῦναι ἰσχύοντα, καὶ ἡ ψυχή μου ἐταράχθη σφόδρα.

Ὁρῶ τὸν λογοθέτην μου τὸ χειρόγραφον ἐπισείοντα καὶ τοὺς δημίους βρύχοντας κατ' ἐμοῦ, καὶ ἡ ψυχή μου ἐταράχθη σφόδρα.

Ὁρῶ πολλούς κατηγοροῦντάς με καὶ οὐδὲνα συνήγορον, καὶ ἡ ψυχή μου ἐταράχθη σφόδρα.

Ὅλος δι' ὅλου ταραχῆς καὶ σκοτοδίνης πεπλήρωμαι καὶ ἀγωνιῶ καὶ τρέμω καὶ φρίττω καὶ τὰ σπλάγχνα σπαράττομαι καὶ τί πράξω οὐκ ἐπίσταμαι ἤ ποίῳ προσώπῳ τὸν Κριτήν μου θεάσωμαι!

Ἰλιγγιῶ, ταράττομαι, συνέχομαι καὶ ἀμηχανῶ, καὶ λοιπόν ἡ ψυχή μου ἐταράχθη σφόδρα.

«Ἐλέησόν με, Κύριε, ὅτι ἐταράχθη τὰ ὀστᾶ μου καὶ ἡ ψυχή μου ἐταράχθη σφόδρα».

Ὁ πονηρὸς διενοχλεῖν οὐ παύεται, οἱ ἐχθροὶ μου τοῦ πολεμεῖν οὐκ ἀφίστανται, ὁ ἐμφύλιος τῆς σαρκός πόλεμος καταφλέγει με πάντοτε, οἱ πονηροί λογισμοί οὐδαμῶς ἡσυχάζουσι.

«Καί Σύ Κύριε, ἕως πότε;».
Ἰδοὺ ὁρᾷς, Κύριε, πάντα τὰ κατ' ἐμέ, ὅτι ἄπορα καὶ ἐλεεινὰ.

Ἰδοὺ βλέπεις τὴν κατ' ἐμοῦ ἔνστασιν καὶ τὸν πόλεμον τοῦ σώματος καὶ τὴν κάμινον τῶν παθῶν καὶ τὴν ἀτονίαν τῆς ψυχικῆς μου δυνάμεως.

Λοιπόν, Κύριε, ἕως πότε οὐ συμπαθεῖς;

Ἕως πότε οὐκ ἐκδικεῖς; Ἕως πότε οὐ σπεύδεις; Ἕως πότε οὐ βλέπεις; Ἕως πότε παρορᾷς;

Κύριε, ἐν τῷ ἐλέει Σου σῶσόν με.

Μὴ παρίδῃς με, Κύριε, τὸν ἀνάξιον, ἕνεκεν τοῦ ἐλέους Σου.

Ἡ γὰρ Σὴ παρόρασις ἐμὴ κατάπτωσις γίνεται, Δέσποτα.

«Δι'ὅ ἐπίστρεψον, Κύριε, ρῦσαι τὴν ψυχήν μου καὶ σῶσόν με ἕνεκεν τοῦ ἐλέους Σου».

Ὡς συμπαθὴς ἐλέησον, ὡς ἐλεήμων συμπάθησον, ὡς φιλάνθρωπος σῶσόν με, ἕνεκεν τοῦ ἐλέους Σου καὶ οὐχ ἕνεκεν τῶν ἔργων μου, πονηρὰ γὰρ εἰσιν.

Οὐχ ἕνεκεν τῶν πόνων μου, ἀσθενὴς γάρ εἰμι.

Οὐχ ἕνεκεν τῶν λογισμῶν ἤ τῶν λόγων μου, ρυπαροὶ γάρ εἰσι καὶ ἀκάθαρτοι, ἀλλ' ἕνεκεν τοῦ ἐλέους Σου, πολυέλεε Κύριε, σῶσόν με.

Εἰ δὲ δικάσασθαι πρός με βούλει, Δέσποτα, ἐγὼ πρῶτος ἐκφέρω κατ' ἐμαυτοῦ τὴν ψῆφον.

Ἐγώ καταδιαμαρτύρομαι ὅτι ἄξιος θανάτου εἰμί.

Λοιπόν σῶσόν με ἕνεκεν τοῦ ἐλέους Σου, εἰς τὴν φιλανθρωπίαν Σου καταφεύγω, Πανάγαθε.

Οὐκ ἔχω τί Σοι προσαγαγεῖν ἄξιον, ἐλεημοσύνην ζητῶ,
μὴ ἀπαιτήσῃς με τὴν ταύτης τιμήν.

«Μνήσθητι τῶν λόγων Σου, Κύριε, ὅτι ἐπιμελῶς ἔγκειται ἡ διάνοια τοῦ ἀνθρώπου ἐπὶ τὰ πονηρά ἐκ νεότητος αὐτοῦ». Καὶ «ἄνθρωπος ματαιότητι ὡμοιώθη καὶ αἱ ἡμέραι αὐτοῦ ὡσεὶ σκιά παράγουσι». Καί «ούδείς καθαρός ἀπὸ ῥύπου». Καὶ ὅτι «ἐν ἀνομίαις συνελήφθην καὶ ἐν ἁμαρτίαις ἐκίσσησέ με ἡ μήτηρ μου». Ἐάν γὰρ ἀνομίας παρατηρήσῃς ἡμῶν, οὐδεὶς ὑποστήσεται, Κύριε, δι' ὅ σῶσόν με τὸν ἀνάξιον δούλόν Σου ἕνεκεν τοῦ ἐλέους Σου καὶ οὐκ ἕνεκεν τῶν ἔργων μου.

Ἐάν γὰρ τὸν ἄξιον ἐλεήσῃς, οὐδὲν θαυμαστόν. Ἐάν τὸν δίκαιον σώσῃς, οὐδὲν ξένον. «Σῶσόν με ἕνεκεν τοῦ ἐλέους Σου», ἐπ' ἐμοὶ τὸ ἔλεός Σου θαυμάστωσον, Κύριε, εἰς ἐμὲ τὴν εὐσπλαγχνίαν Σου ἐμφάνισον, Δέσποτα, εἰς ἐμὲ τὴν φιλανθρωπίαν Σου μεγάλυνον, Ἅγιε.

Δεῖξον ἐπ' ἐμοί, Κύριε, τὰ ἀρχαῖα ἐλέη Σου, ὅτι τοὺς μέν δικαίους σῲζεις καὶ τοὺς ἁμαρτωλούς ἐλεεῖς.

Μὴ νικήσῃ ἡ ἐμὴ κακία τὴν Σήν ἀγαθότητα, Κύριε,
μηδὲ εἰσέλθῃς εἰς κρίσιν μετὰ τοῦ δούλου Σου.

Ἐάν γὰρ θελήσῃς μετ' ἐμοῦ δικάσασθαι,
φραγήσεταί μου τὸ στόμα, μὴ ἔχον τὶ φθέγξασθαι ἤ τὶ ἀπολογήσασθαι.

Δι' ὅ μὴ εἰσέλθῃς εἰς κρίσιν μετὰ τοῦ δούλου Σου, μηδὲ ἐπισταθμήσῃς τὰς ἐμὰς ἁμαρτίας τῇ Σῇ ἀπειλῇ. «Ἀλλ' ἀπόστρεψον τὸ πρόσωπόν Σου ἀπὸ τῶν ἁμαρτιῶν μου καὶ πάσας τὰς ἀνομίας μου ἐξάλειψον». Καί «σῶσόν με ἕνεκεν τοῦ ἐλέους Σου, Κύριε, καὶ τὸ ἔλεός Σου καταδιώξῃ με πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς μου».

Καταδιωξάτω με τὸ ἔλεός Σου, Κύριε, τὸν κακῶς ἀπὸ Σοῦ φεύγοντα, τὸν ἀεί ἀπὸ Σοῦ δραπετεύοντα καὶ πρός τὴν ἁμαρτία ἀεί κακῶς ἀποτρέχοντα.

Τοῦτο μόνον ἐπικαλοῦμαι καὶ ἱκετεύω καὶ δέομαι, «σῶσόν με ἕνεκεν τοῦ ἐλέους Σου».

Σῶσόν με πρὸ τοῦ με ἀπελθεῖν εἰς τὰ ἐκεῖσε δικαστήρια, ἤ μᾶλλον τἀληθές εἰπεῖν, εἰς τὰ ἐκεῖσε κολαστήρια, ἔνθα οὐκ ἔστι μετάνοια οὔτε ἐξομολόγησις. «Ἐν γὰρ τῷ ἃδῃ φησί, τίς ἐξομολογήσεταί Σοι;

Δι' ὅ σῶσόν με ἕνεκεν τοῦ ἐλέους Σου, ὅτι οὐκ έστιν ἐν τῷ θανάτω ὁ μνημονεύων Σου», οὐδὲ ἐν τῷ ἃδῃ ὁ ἐξομολογούμενος. Ἐκεῖ γὰρ οὐκ ἔστι μετάνοια, οὐκ ἔστιν ἄφεσις τοῖς ὧδε μὴ μετανοοῦσι μηδὲ ἐξομολογουμένοις.

«Δι' ὅ σῶσόν με μετανοοῦντά Σοι καὶ ἐξομολογούμενον τὸν ἀνάξιον δοῦλόν Σου, ἕνεκεν τοῦ ἐλέους Σου, Κύριε, καὶ οὐχ ἕνεκεν τῶν ἔργων μου». Σὺ γὰρ εἶπας, Κύριε, «ζητεῖτε καὶ εὑρήσετε, κρούετε καὶ ἀνοιγήσεται ὑμῖν» καὶ «ὅσα ἄν αἰτήσητε πιστεύοντες, λήψεσθε».

Δι' ὅ σῶσόν με ἕνεκεν τοῦ ἐλέους Σου, φιλάνθρωπε Δέσποτα, ἵνα καὶ ἐπ' ἐμοὶ δοξασθῇ τὸ πανάγιον καὶ ὑπερδεδοξασμένον ὄνομά Σου, Κύριε ὁ Θεός μου, ὁ δι' ἐμὲ κατ' ἐμὲ γεγονώς, ὡς ἄν κἀγὼ μετὰ πάντων τῶν ἁγίων συναριθμηθεὶς δοξάζω Σε τὸν ὑπεράγαθον καὶ φιλάνθρωπον Θεόν μου Ἰησοῦν Χριστὸν σὺν τῷ ἀνάρχῳ Σου Πατρὶ καὶ τῷ παναγίῳ καὶ ἀγαθῷ καὶ ζωοποιῷ Σου Πνεῦματι, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.


Εὐχὴ Γ' (τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ, ἄλλοι λέγουν Ἀναστασίου τοῦ Σιναΐτη)