.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

ΕΜΕΙΣ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΙ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ



Ελήλυθεν ή ώρα, ίνα δοξασθή ό Υιός τού άνθρώπου». Αυτόν τον πολύ τιμητικό για μάς τούς Έλληνες λόγο είπε ό Χρι­στός, όταν, μετά τη θριαμβευτική είσοδό του στα Ιεροσόλυμα, ό Φί­λιππος και ό Ανδρέας τον πληρο­φόρησαν, ότι μερικοί "Έλληνες, πού είχαν έλθει στην πόλη για την εορτή του Πάσχα, ζητούσαν να τον ίδούν. Και πρόσθεσε ό ’Ιη­σούς: «’Αμήν άμήν λέγω ύμίν, εάν μή ό κόκκος του σίτου πεσών εις την γην άποθάνη, αύτός μόνος μένει, έάν δέ άποθάνη, πολύν καρπόν φέρει» (Ίωάν. 12, 20-24). Ό λόγος αυτός του Χριστού ήταν προφητικός και εκπληρώθηκε πα­νηγυρικά, εφόσον στον πολύ καρ­πό, πού έφερε ό θάνατός του, πε­ριλαμβάνονται και οι "Έλληνες, διά των οποίων δοξάσθηκε πρά­γματι ό Υιός του ανθρώπου, πε­ρισσότερο απ’ ό,τι δοξάσθηκε από κάθε άλλο λαό της γης. "

Έλληνες ήσαν εκατομμύρια μάρτυρες και μεγαλομάρτυρες κατά τούς διωγ­μούς των τριών πρώτων αιώνων στην ελληνική γλώσσα γράφτηκε πρωτοτύπως το Ευαγγέλιο και απ” αυτή μεταφράστηκε κατόπιν σε άλλες γλώσσες και διαλέκτους "Έλληνες ήσαν οι πρώτοι Πατέρες της Εκκλησίας και στην ελληνική γλώσσα έγραψαν τα αθάνατα συγγράμματά τους- επί ελληνικού εδάφους συγκροτήθηκαν και οι ε­πτά Οικουμενικές Σύνοδοι και στην ελληνική γλώσσα διατυπώ­θηκαν τα δόγματα της Χριστιανι­κής Πίστεως, οι όροι και οι αποφάσεις των Συνόδων Ελληνικοί κα­τά το πλείστον λαοί και χώρες αποτέλεσαν το ’Ανατολικό Ρωμαϊκό κράτος, τη Βυζαντινή αυτοκρατορία, ή όποια επί μία χιλιετία διατή­ρησε αναμμένη τη φλόγα της ’Ορ­θοδοξίας, της μόνης αυθεντικής και ανόθευτης μορφής του Χρι­στιανισμού, αλλά και τα φώτα του Χριστιανικού πολιτισμού, όταν στη Δύσι επικρατούσε ακόμη ό ζόφος του Μεσσαίωνος- "Έλληνες από τη Θεσσαλονίκη ήσαν τέλος και οι αδελφοί Κύριλλος και Με­θόδιος, ισαπόστολοι και φωτιστές των Σλαύων, λαών καλοπροαίρε­των, οι οποίοι σαγηνεύτηκαν από τη δογματική και ηθική τελειότη­τα της νέας θρησκείας και άσπάσθηκαν τον Χριστιανισμό, δοξά­ζοντας και αυτοί επί αιώνες με τη σειρά τους το Χριστό. Μ’ αυτούς λοιπόν και άλλους τρόπους δόξα σαν κατά το ένδοξο παρελθόν οι 'Έλληνες πρόγονοί μας το Χριστό.

Δοξάζουμε σήμερα το Χριστό;

Τίθεται όμως το ερώτημα: Σή­μερα εμείς οι 'Έλληνες δοξάζου­με όσο οι πρόγονοί μας το Χριστό; Ή απάντηση είναι απογοητευτική και αποκαρδιωτική. Δυστυχώς όχι εκτός ολίγων φωτεινών εξαιρέσε­ων, ή πλειονότης των Ελλήνων ό­χι μόνο δεν δοξάζει με τούς λό­γους και τα έργα της τον Κύριο της δόξης, αλλά τον περιφρονεί, τον ατιμάζει, τον αρνείται, τον προδίδει και κάνει γενικώς το παν για να δείξει, ότι δεν έχει σχέση μαζί του, και ν’ αποδείξει, ότι όσα αναφέραμε προηγουμένως ήσαν «περασμένα μεγαλεία», διά των όποιων έμεγάλυναν κάποτε οι πρόγονοί μας το Χριστό, μεγαλεία «διηγώντας τα να κλαίς», όπως αποδεικνύουν τα σημερινά αντιχριστιανικά μας έργα. ”Ας αναφέρουμε μερικά απ’ αυτά:
• Στην Πατρίδα μας βλασφημείται το όνομα τού Χριστού πε­ρισσότερο απ’ οπουδήποτε άλλου στο χριστιανικό κόσμο. Βλασφη­μίες κατά του Χριστού και της Παναγίας Μητρός του ακούονται σε όλα τα μέρη της Ελλάδος.
Στις ήμερες μας «άνθρωποι του πνεύματος», όπως ονομάζει ό κόσμος τούς συγγραφείς και καλ­λιτέχνες, στην πραγματικότητα ό­μως άνθρωποι, πού τελούν υπό την εξουσία και έπίρροια του πο­νηρού πνεύματος, του Διαβόλου, με θεατρικά και κινηματογραφικά έργα, τηλεοπτικές εκπομπές και βιβλία, υβρίζουν, χλευάζουν και διακωμωδούν το Χριστό.
• Στις ημέρες μας παίχθηκε το χυδαιότερο θεατρικό τερατούρ­γημα των αιώνων, το γνωστό Cor­pus Christi, πού παρουσίασε τον ά­σπιλο και αναμάρτητο Σωτήρα και Λυτρωτή τού κόσμου και τούς ά­γιους ’Αποστόλους του ως ομο­φυλοφίλους!
• Τις τελευταίες δεκαετίες σφαγιάζονται ετησίως διά των εκτρώσεων στην Ελλάδα εκατοντά­δες χιλιάδες αθώες ανθρώπινες υπάρξεις. Ό θηριώδης Ηρώδης σφάγιασε ξένα παιδιά- εμείς φο­νεύουμε τα δικά μας παιδιά μέσα στα σπλάγχνα μας! Τα χέρια μας στάζουν αίμα. Μετά τη Χριστοκτονία των Εβραίων, το μεγαλύ­τερο έγκλημα είναι ή παιδοκτο­νία, και σ’ αυτή, όπως και σε άλλα μεγάλα αμαρτήματα, οι επιδόσεις μας είναι πολύ υψηλές. Γίναμε χειρότεροι και από τα κτήνη. Τα κτήνη δεν φονεύουν τα παιδιά τους. Και για τα εγκλήματα αυτά ουδείς διαμαρτύρεται. Εάν όμως βρεθεί καμμιά ψόφια θαλάσσια χε­λώνα, όλα τα τηλεοπτικά κανάλια θα προβάλουν το γεγονός και θα απαιτήσουν τη λήψη μέτρων για την προστασία των χελωνών!

”Ω τηςάθλιότητος και παρα­φροσύνης μας!

• Οι μισοί και πλέον γάμοι μας διαλύονται, τα διαζύγια σπάζουν ρεκόρ, οι προγαμιαίες και εξωσυζυγικές σχέσεις έγιναν κανόνας, ή δε άγνότης, συζυγική πίστη και εγκράτεια εξαίρεση, ή διαφθορά ανθεί όσο ποτέ άλλοτε, οι γυναίκες πέταξαν τα ρούχα τους και περιφέ­ρονται ημίγυμνες στους δρόμους, ακόμη και μέσα στους ιερούς να­ούς, ή αγάπη προς τον πλησίον έψυχράνθη, ό σεβασμός προς τούς κληρικούς και τούς μεγαλυτέρους έξέλιπε, 'Έλληνες ομοφυλόφιλοι εκδηλώνουν με υπερηφάνεια δη­μοσίως την ομοφυλοφιλία τους και μιμούμενοι τούς ξένους ζητούν να παντρεύωνται στα δημαρχεία και να υιοθετούν παιδιά!
• 'Έλληνες αρχαιολάτρες, δωδεκαθεϊστές και νεοπαγανιστές προσπαθούν ν’ αναβιώσουν την αρχαία ειδωλολατρία.
• Χιλιάδες μέντιουμ και αστρολόγοι έχουν κατακλύσει την Πατρί­δα μας και κάνουν χρυσές δουλει­ές εκμεταλλευόμενοι τούς αφελείς.
Οι πολιτικοί μας με σωρεία αντιχριστιανικών νόμων, με πλέον πρόσφατον αυτόν της καταργήσεως της Κυριακής αργίας, και κατ’ εντολή σκοτεινών δυνάμεων, επι­χειρούν οι άφρονες να άποχριστιανίσουν την Ελλάδα και σταδιακώς το επιτυγχάνουν.
• Το ’Έθνος μας στο παρελθόν ήταν ιεραποστολικό. Πόσοι 'Έλλη­νες σήμερα γίνονται ιεραπόστολοι; Ελάχιστα πρόσωπα έχουν σήμερα το ζήλο να κηρύξουν το Ευαγγέλιο και να γνωρίσουν το Χριστό σε ό­σους δεν τον γνώρισαν.
• Ή 'Αγιοταφική ’Αδελφότης έδώ και χρόνια εκπέμπει S.O.S. μαστιζομένη από τη λειψανδρία. Τα ι­ερά και πανάρχαια προσκυνήματά μας κινδυνεύουν να πέσουν στα χέρια των αιρετικών και ουδείς συγκινείται.
Εκατομμύρια "Έλληνες μετανάστευσαν τον περασμένο αιώνα, μεταναστεύουν και σήμερα λόγω κρίσεως και ανεργίας στο Εξωτε­ρικό. Εκεί στα ξένα, διέδωσαν στους ξένους τον μουσακά και το τζατζίκι, το σαγανάκι και τον Ζορμπά, τον μπακλαβά και το σουβλά­κι, την ’Ορθοδοξία όμως, πού σώζει ψυχές από το θάνατο και τις οδη­γεί στη σωτηρία, την κρατούν σαν επτασφράγιστο μυστικό. Τελευταί­οι, σε σχέση με τούς άλλους ’Ορθο­δόξους, είναι οι ’Απόδημοι "Έλληνες στην ιεραποστολή. ’Αδιαφο­ρούν. ’Αλλά πώς να μεταδώσουν στους άλλους κάτι, πού οι ίδιοι δεν ενδιαφέρθηκαν να γνωρίσουν;

Το Τάματου Έθνους μας

Αφήσαμε τελευταίο κάτι, πού δείχνει την απιστία, αδιαφορία, αχαριστία και αγνωμοσύνη ημών των νεοελλήνων προς το Χριστό σε όλο τους το «μεγαλείο». Ποιό είναι αυτό; Είναι το Τάμα του ’Έ­θνους· είναι ή Ιερή υπόσχεση πού έδωσαν οι ήρωες πρόγονοί μας του 1821, αυτοί πού άγωνίσθηκαν και έχυσαν το αίμα τους «για του Χριστού την Πίστη την αγία και της Πατρίδος την Ελευθερία», για να είμεθα εμείς σήμερα ελεύθεροι να καλοπερνούμε, να ανεγείρουν πε­ρικαλλή και μεγαλοπρεπή ναό έπ’ ονόματι του Σωτήρος Χριστού ως ένδειξη βαθείας ευγνωμοσύνης του ελληνικού λαού για την θαυ­μαστή και ανέλπιστη απελευθέρωσή του, μετά από τέσσερες αιώνες πικρής σκλαβιάς κάτω από τον βάρβαρο ’Οθωμανικό ζυγό. Έπέρασαν δύο σχεδόν αιώνες από τότε, κτίσαμε σύγχρονα και επιβλητικά κτίρια, κατασκευάσαμε γέφυρες,αεροδρόμια, αυτοκινητοδρόμους, μετρό, μουσεία, διοργανώσαμε ’Ο­λυμπιακούς αγώνες, σκορπούμε υ­πέρογκα ποσά για την αγορά ποδοσφαιριστών και καλαθοσφαιρι­στών, το Τάμα όμως δεν το εκπληρώσαμε. Και μόνον αυτό; Στις ημέρες μας έφώτισε ό Θεός ένα ευλογημένο ανδρόγυνο να δωρίσει τη μεγάλη περιουσία του για τον σκο­πό αυτό, το Κράτος όμως κωφεύει και αδιαφορεί, ή δε Ιεραρχία της Εκκλησίας αδρανεί. Είναι όμως πρόθυμο το άπιστο και Χριστομάχο αυτό Κράτος να ανεγείρει Ισλαμικό τέμενος στην ’Αθήνα, δωρίζοντας μάλιστα και το οικόπεδο για τον σκοπόν αυτό! "Ω της αχαριστίας μας προς τον Σωτήρα μας Χριστό! Τρίζουν τα ιερά οστά των ηρώων και μαρτύρων της Φυλής μας μέσα στους τάφους τους· αγανακτούν και διαμαρτύρονται οι ψυχές τους στους ουρανούς και παρακαλούν το Χριστό να μάς συγχωρέσει και να μάς φωτίσει να μετανοήσωμε και ν’ άρχίσωμε εμείς οι 'Έλληνες να δοξάζωμε, αντί να άτιμάζωμε, τον Κύριό μας και Θεό μας. Είθε οι πύρινες προσευχές τους να είσακουσθούν, διότι έδώ, πού έχομε φθάσει, μόνο από τον ουρανό άναμένομε βοήθεια.

Του Χρήστου Κων. Λιβανού
Περιοδικό «Ο ΣΤΑΥΡΟΣ»

ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗ ΘΕΙΑ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑ



Ἕνας ἀπὸ τοὺς μεγαλύτερους προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ὁ Ἡσαΐας, περιγράφει στὸ βιβλίο του μίαν ἐκπληκτικὴ ἐμπειρία του, ἕνα ἀποκαλυπτικὸ ὅραμα. Εἶδε, μᾶς λέει, τὸν Θεὸ νὰ κάθεται σ᾿ ἕνα θρόνο ψηλό, πλημμυρισμένο ἀπὸ δόξα. Γύρω ἀπὸ τὸν θεϊκὸ αὐτὸ θρόνο, στέκονταν ἄγγελοι καὶ ἔψαλλαν τὸν γνωστὸ ὕμνο: «Ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος Κύριος Σαβαώθ, πλήρης πᾶσα ἡ γῆ τῆς δόξης αὐτοῦ»...Ὁ Ἡσαΐας παρακολουθοῦσε μὲ ἔκπληξη καὶ θαυμασμό. Σὲ κάποια στιγμὴ εἶπε: «Ὢ ταλαίπωρος ἐγώ! Ἔχω συγκλονιστεῖ ὁλόκληρος! Γιατὶ ἐνῶ εἶμαι ἄνθρωπος ἁμαρτωλὸς καὶ ἔχω ἀκάθαρτα χείλη καὶ κατοικῶ μέσα σὲ λαὸ ποὺ ἔχει ἐπίσης ἀκάθαρτα χείλη, ἀξιώθηκα νὰ δῶ τὸν βασιλιὰ Κύριο Σαβαώθ». 
Μόλις εἶπε αὐτὰ τὰ λόγια, ἕνας ἄγγελος πῆρε μὲ μιὰ λαβίδα ἕνα ἀναμμένο κάρβουνο, τὸ ἔβαλε στὸ στόμα τοῦ Ἡσαΐα καὶ τοῦ εἶπε: « Νὰ αὐτὸ τὸ ἀναμμένο κάρβουνο ἄγγιξε τὰ χείλη σου καὶ θὰ ἀφαιρέσει τὶς ἀνομίες σου καὶ θὰ καθαρίσει τὶς ἁμαρτίες σου». 
Ὁ Ἡσαΐας πῆρε μεγάλη δύναμη ἀπὸ τὴ φωτιὰ αὐτὴ ποὺ τὸν ἄγγιξε καὶ ξεκίνησε τὴν μεγάλη ἀποστολή του.
Αὐτὸ τὸ ἐκπληκτικὸ γεγονὸς συμβολίζει τὸ μυστήριο τῆς θείας εὐχαριστίας, ποὺ μεταγγίζει στὸν ἄνθρωπο τὸ πῦρ τῆς θεότητος. Εἶναι ὁ ἀνεκτίμητος θησαυρὸς ποὺ κατέχουν οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, ἀλλὰ ποὺ δυστυχῶς τὸν ἀγνοοῦν ἢ τὸν περιφρονοῦν.

Γιατί ἦλθε ὁ Χριστὸς στὴ γῆ;

Ἦλθε μήπως νὰ φέρει μιὰ καινούργια θρησκεία; 
Μιὰ διαφορετικὴ φιλοσοφία; 
Μίαν ἄλλη θεωρία; 
Τίποτα ἀπ᾿ ὅλα αὐτά. Ἦλθε, ὅπως λέει ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης, γιὰ νὰ καταλύσει τὰ ἔργα τοῦ διαβόλου καὶ νὰ ἑνώσει τὰ διασκορπισμένα παιδιά Του, δίνοντάς τους τὴν δυνατότητα νὰ θεωθοῦν. Ὁ Χριστὸς δὲν πέρασε ἀπὸ τὴν γῆ σὰν κομήτης. Ἦλθε καὶ ἔμεινε. Χάρισε καὶ ἄφησε στὸν κόσμο τὸ θεανθρώπινο σῶμα Του. Κι ἔτσι μᾶς ἔδωσε τὴ δυνατότητα ὄχι μόνο νὰ τὸν σκεφτόμαστε, ὄχι μόνο νὰ τὸν θυμόμαστε, ἀλλὰ νὰ τὸν αἰσθανόμαστε, νὰ τὸν ζοῦμε καὶ ἀκόμη περισσότερο νὰ ἑνωνόμαστε μαζί του: «Ὁ τρώγων μου τὴν σάρκα καὶ πίνων μου τὸ αἷμα ἐν ἐμοὶ μένει κἀγὼ ἐν αὐτῷ».

Ἕνωση μὲ τὸν Χριστό

Αὐτὴ τὴ δυνατότητα μᾶς προσφέρει ἡ θεία λειτουργία. Στὴ θεία λειτουργία δὲν πᾶμε μόνον γιὰ νὰ προσευχηθοῦμε. Τὸ κεντρικὸ γεγονὸς καὶ ὁ σκοπὸς τῆς θείας λειτουργίας εἶναι ἡ θεία μετάληψη. Ὅταν μεταλαμβάνουμε, ἑνωνόμαστε μὲ τὸν Χριστό. Τὸ ἀδύναμο, πήλινο, ἁμαρτωλό, ἀνθρώπινο σῶμα μας, ἑνώνεται μὲ τὸ Θεανθρώπινο σῶμα τοῦ Χριστοῦ. 
Τὸ φτωχὸ ἀνθρώπινο αἷμα μας, ποτίζεται μὲ τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Στὶς φλέβες μας κυκλοφορεῖ πλέον τὸ αἷμα τοῦ Θεανθρώπου. Ὄχι συμβολικά, ἀλλὰ πραγματικά. Παράλληλα, ἐφόσον ἑνωνόμαστε μὲ τὸν Χριστό, ἑνωνόμαστε καὶ μὲ τοὺς ἀδελφούς μας. Ὅλοι ἔχουμε πλέον τὸ ἴδιο σῶμα καὶ στὶς φλέβες μας ρέει τὸ ἴδιο αἷμα. Γινόμαστε συγγενεῖς ἐξ αἵματος. Ἀδελφοὶ ἐν Χριστῷ. Ἀποτελοῦμε πλέον ἕναν ὀργανισμό, ἐμποτισμένο μὲ τὸ αἷμα τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸς ὁ ὀργανισμὸς εἶναι ἡ ἐκκλησία, ἢ ὅπως τὸν ὀνομάζουμε, ἡ θεία - θεϊκὴ κοινωνία.

Ἐκκλησία: Σῶμα Χριστοῦ

Ὁ Ἀπ. Παῦλος χρησιμοποιεῖ καὶ ἀναλύει θαυμάσια τὴν εἰκόνα τοῦ σώματος, γιὰ νὰ ἐκφράσει τὸ γεγονὸς τῆς ἐκκλησίας. Μὲ τὸ βάπτισμα, λέει, γίναμε ἕνα μὲ τὸν Κύριο. Εἴμαστε μέλη τοῦ σώματός Του. Ἀνήκουμε στὴν οἰκογένειά του. «Ὑμεῖς δὲ ἐστὲ σῶμα Χριστοῦ καὶ μέλη ἐκ μέρους». Στὸ σῶμα μας τὸ κάθε μέλος εἶναι τόσο στενὰ - ὀργανικὰ ἑνωμένο μὲ τὸ σύνολο, ποὺ δὲν μπορεῖς νὰ τὸ ξεχωρίσεις καὶ νὰ τὸ ἀποσπάσεις. Καὶ πρὸ παντὸς εἶναι ἑνωμένο μὲ τὸ κέντρο, τὴν κεφαλή, ποὺ δίνει σ᾿ ὅλο τὸ σῶμα τὶς ἐντολές.
Στὸ βάπτισμα, λοιπόν, ἐνωθήκαμε μὲ τὸ ἱερὸ σῶμα ποὺ λέγεται ἐκκλησία καὶ μὲ τὴν κεφαλὴ αὐτοῦ του σώματος, ποὺ εἶναι ὁ Χριστός. Τὸν σύνδεσμο καὶ τὴν ἑνότητα ποὺ ἀποκτήσαμε μὲ τὸν Χριστὸ κατὰ τὴν ἡμέρα τοῦ βαπτίσματος, τὴ ζοῦμε καὶ τὴν ἀνανεώνουμε τὴν ὥρα τῆς θείας λειτουργίας. Συγκεντρωνόμαστε ὅλα τα παιδιὰ τοῦ Θεοῦ, ὁλόκληρη ἡ ἐκκλησία, γιὰ νὰ ὁμολογήσουμε καὶ νὰ διακηρύξουμε, πὼς εἴμαστε ἑνωμένοι μαζί Του, συνδεδεμένοι μεταξύ μας.

Κατάργηση διαφορῶν καὶ ἀνισοτήτων

Ὁπωσδήποτε, μέσα σ᾿ αὐτὴ τὴ μοναδικὴ θεανθρώπινη κοινωνία, δὲν μποροῦν νὰ ὑπάρξουν διαφορές. Τὰ πάντα, ὅπως στὸ σῶμα, δουλεύουν ἁρμονικά, μὲ ἀλληλοσεβασμό. 
Δὲν μποροῦμε νὰ ἀδικήσουμε, νὰ ὑπονομεύσουμε, νὰ περιφρονήσουμε τὸν ἀδελφό μας. Γιατὶ ὅ,τι κάνουμε ἔχει ἀντίκτυπο στὸν ἑαυτό μας. Προσβάλλουμε τὸ δικό μας σῶμα. Ἀλλοίμονο ἂν τὰ μέλη τοῦ σώματος μᾶς εἶχαν διαφορὲς καὶ συγκρούσεις.
Ἐπίσης σ᾿ αὐτὴ τὴ θεία κοινωνία δὲν μποροῦν νὰ ὑπάρξουν ἀνισότητες, μικροὶ - μεγάλοι, μορφωμένοι - ἀγράμματοι, πλούσιοι - φτωχοί. Μᾶς τὸ λέει καθαρὰ ὁ Ἀπ. Παῦλος: «Οὐκ ἔνι Ἰουδαῖος, οὐδὲ Ἕλλην, οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδὲ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ. Πάντες γὰρ εἰς ἐσμὲν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ».

Στῶμεν καλῶς, στῶμεν μετὰ φόβου

Καὶ κάτι ἀκόμη πολὺ βασικό. Μέσα στὴν ἐκκλησία δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ ὑπάρξουν ἡ ἀσυνέπεια καὶ ἡ ἀδιαφορία. Εἶναι ἀδιανόητο νὰ ἀπουσιάζει κανεὶς ἀπ᾿ τὴ σύναξη τῆς ἐκκλησίας καὶ νὰ μὴν μετέχει στὴν θεία κοινωνία. Εἶναι σὰ νὰ ἀρνεῖται τὴν οἰκογένειά του. Καὶ τὸ πιὸ φοβερό: Εἶναι σὰ νὰ ἀκρωτηριάζει τὸ ἱερὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Ποιὸς ἀπὸ μᾶς τολμάει νὰ κόψει τὸ χέρι του ἢ νὰ βγάλει τὸ μάτι του καὶ νὰ τὸ πετάξει; Καὶ μόνη αὐτὴ ἡ σκέψη προκαλεῖ φρίκη.
Πῶς ὅμως τολμᾶμε νὰ ἀποκόπτουμε τὸν ἑαυτό μας ἀπὸ τὸ ἱερὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ καὶ νὰ ἀκρωτηριάζουμε τὴν ἐκκλησία; 
Βεβαίως ἔχουμε ἕτοιμες πολλὲς δικαιολογίες καὶ προφάσεις: Οἱ δουλειές, οἱ ἀπασχολήσεις, τὰ μαθήματα, ὁ χρόνος... Τὰ δευτερεύοντα ἔγιναν πρωτεύοντα! Τί θὰ γινόταν ὅμως ἂν ἔλεγαν τὰ χέρια μας ἢ τὰ πόδια μας: «δὲν εὐκαιροῦμε νὰ κρατήσουμε τὴν ἑνότητά μας μὲ τὴν κεφαλὴ καὶ μὲ τὴν καρδιὰ καὶ νὰ πάρουμε τὸ αἷμα ποῦ αὐτὴ μας στέλνει;» 
Κάτι τέτοιο θὰ ἦταν αὐτοκτονία. Πῶς θὰ κάνουμε τὸ ἴδιο ἐδῶ; 
Θὰ ἀποκόψουμε τὸν ἑαυτό μας ἀπὸ τὴν κοινωνία καὶ τὴν ἑνότητα μὲ τὸν Χριστὸ καὶ θὰ ἀρνηθοῦμε τὸ αἷμα ποὺ μᾶς δίνει Ἐκεῖνος;
Γι᾿ αὐτὸ καὶ οἱ κανόνες τῆς ἐκκλησίας ἦσαν ἰδιαίτερα αὐστηροί. «Πάντας τους εἰσιόντας πιστοὺς καὶ τῶν γραφῶν ἀκούοντας, μὴ παραμένοντας δὲ τῇ προσευχῇ καὶ τὴ ἁγία μεταλήψει, ὡς ἀταξίαν ἐμποιοῦντας τῇ ἐκκλησίᾳ, ἀφορίζεσθη χρή». 
Ἦταν αὐτονόητο ὅτι ἂν κάποιος ἀδιαφοροῦσε καὶ δὲν κοινωνοῦσε γιὰ μερικὲς ἑβδομάδες ἀπεκόπτετο ἀπὸ τὸ σῶμα τῆς ἐκκλησίας.

Συχνὴ συμμετοχὴ στὴν θεία Κοινωνία

Στὴν Ἀποκάλυψη τοῦ Ἰωάννη ὁ Χριστὸς παρουσιάζει μιὰ πολὺ ὡραία εἰκόνα: «Ἰδοὺ ἔστηκα ἐπὶ τὴν θύραν καὶ κρούω· ἐάν τις ἀκούσῃ τῆς φωνῆς μου καὶ ἀνοίξῃ τὴν θύραν καὶ εἰσελεύσομαι πρὸς αὐτὸν καὶ δειπνήσω μετ᾿ αὐτοῦ καὶ αὐτὸς μετ᾿ ἐμοῦ». Ὁ Χριστὸς χτυπάει τὴν πόρτα τῆς καρδιᾶς μας μὲ πολὺ σεβασμὸ καὶ διακριτικότητα. Δὲν κραυγάζει, δὲν σπάει τὴν πόρτα, γιατὶ σέβεται τὴν ἐλευθερία μας. Δείχνει μὲ τὴν εἰκόνα αὐτὴ πόσο μᾶς σέβεται, ἀλλὰ καὶ πόσο μᾶς ἀγαπάει. Λαχταράει νὰ τοῦ ἀνοίξουμε, νὰ μπεῖ καὶ νὰ δειπνήσει μαζί μας. «Ἐπιθυμία ἐπεθύμησα τοῦτο τὸ Πάσχα φαγεῖν μεθ᾿ ὑμῶν». Θέλει, ἂν εἶναι δυνατόν, νὰ βρίσκεται κάθε μέρα στὸ σπίτι τοῦ καθενός μας κι ἐμεῖς τὸν περιφρονοῦμε. Μὲ δυσκολία τοῦ ἀνοίγουμε τὴν πόρτα μας, ἐλάχιστες φορὲς τὸν χρόνο, σὰν σὲ ἀδιάφορο ἐπισκέπτη, ἴσως καὶ βαρετό.
Καὶ πόσο βιαζόμαστε νὰ τελειώνουμε μαζί του!
Ἐδῶ αὐθόρμητα προβάλλει τὸ ἐρώτημα: Κάθε πότε πρέπει νὰ κοινωνοῦμε; 
Ἂς ἀφήσουμε νὰ μιλήσει ὁ Ἅγ. Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος: «Πές μου, ρωτάει, ἂν κληθεῖ κάποιος σὲ δεῖπνο καὶ προσέλθει, καὶ ἀφοῦ πλύνει τὰ χέρια του καὶ καθίσει στὸ τραπέζι, χωρὶς κἂν νὰ ἀγγίξει τὰ ἐδέσματα ποὺ ὁ οἰκοδεσπότης προσφέρει, δὲν προσβάλλει αὐτὸν ποὺ τὸν κάλεσε;»
Κάτι παρόμοιο συμβαίνει κι ἐδῶ. Ὅταν προσέρχεσαι σὲ κάποιο τραπέζι, προσέρχεσαι γιὰ νὰ φᾶς. Καὶ ἡ θεία λειτουργία εἶναι τραπέζι, εἶναι τροφή. Κι ἐρχόμαστε σ᾿ αὐτὸ τὸ πνευματικὸ τραπέζι, ὄχι γιὰ νὰ κάτσουμε στὴν ἄκρη, ὄχι γιὰ νὰ παρακολουθήσουμε, ἀλλὰ γιὰ νὰ συμμετάσχουμε. Φέρνουμε τὶς προσφορές μας, τοὺς καρποὺς τοῦ μόχθου μας, τὸ ψωμὶ καὶ τὸ κρασὶ καὶ ἱκετεύουμε τὸν Κύριο νὰ ἁγιάσει τὰ δῶρα μας. Γιὰ ποιὸ λόγο; Μὰ γιὰ νὰ κοινωνήσουμε.
Δυστυχῶς, ὅμως. Αὐτὴ τὴν ἀλήθεια τὴν ξεχνᾶμε. Ὁ διάβολος μᾶς ρίχνει πολλὲς φορὲς στὴν ἁμαρτία. Ἀλλὰ δὲν εἶναι αὐτὴ ἡ μεγαλύτερη νίκη του. Ἡ μεγαλύτερη νίκη καὶ ἐπιτυχία τοῦ εἶναι ποὺ μᾶς ἔχει πείσει νὰ μὴν κοινωνοῦμε συχνά. Γράφει ὁ Ἅγ. Κύριλλος Ἀλεξανδρείας: «Ὅσοι ἀπομακρύνονται ἀπὸ τὴν ἐκκλησία καὶ τὴν θεία κοινωνία, γίνονται ἐχθροί του Θεοῦ καὶ φίλοι των δαιμόνων.

Μιὰ ἔνσταση

Κι ἐδῶ προβάλλουν κάποιες ἐνστάσεις. Πολλοὶ φέρουν ὡς ἐπιχείρημα τὸ λόγο τοῦ Ἀπ. Παύλου: «Ὅποιος τρώει τὸν ἄρτο καὶ πίνει τὸ ποτήριο τοῦ Κυρίου μὲ τρόπο ἀνάξιο, γίνεται ἔνοχος ἁμαρτήματος ἀπέναντι στὸ σῶμα καὶ στὸ αἷμα τοῦ Κυρίου. Γι᾿ αὐτὸ πρέπει νὰ ἐξετάζει κανεὶς προσεκτικὰ τὸν ἑαυτό του, καὶ τότε νὰ τρώει ἀπὸ τὸν ἄρτο καὶ νὰ πίνει ἀπὸ τὸ ποτήριο. Γιατὶ ὅποιος τρώει τὸν ἄρτο καὶ πίνει τὸν οἶνο μὲ τρόπο ἀνάξιο, χωρὶς νὰ ἀναγνωρίζει σ᾿ αὐτὰ τὸ σῶμα τοῦ Κυρίου, αὐτὸ ποὺ τρώει κι αὐτὸ ποὺ πίνει φέρνει πάνω του καταδίκη» (Α´ Κορ. ια´ 27-29). Ἀλλὰ τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ ὅταν δὲν κοινωνοῦμε. Λέει ὁ Χριστός: «Σᾶς βεβαιώνω πὼς ἂν δὲν φᾶτε τὴ σάρκα τοῦ Υἱοῦ τοῦ Ἀνθρώπου καὶ δὲν πιεῖτε τὸ αἷμα του, δὲν ἔχετε μετοχὴ στὴ ζωή». Ἑπομένως ἐὰν τὸ νὰ πλησιάζει κανεὶς ὅπως τύχει εἶναι κίνδυνος, ἔτσι καὶ τὸ νὰ μὴν κοινωνεῖ κανεὶς εἶναι θάνατος. Ὁ Ἀπ. Παῦλος ἐφιστᾶ τὴν προσοχή μας στὸν τρόπο προσέλευσης. Ἀνάξιος σὲ τελευταία ἀνάλυση εἶναι αὐτὸς ποὺ θεωρεῖ τὸν ἑαυτό του ἄξιο νὰ κοινωνήσει. Αὐτὸς ποὺ στηρίζεται στὴν (ἀνύπαρκτη) ἀρετή του καὶ ὄχι στὴ χάρη τοῦ Θεοῦ. Ἀνάξιος εἶναι ὁ ἀμετανόητος. Καὶ σίγουρα ὁ Ἀπ. Παῦλος ὑπονοεῖ τὸν ἀπροετοίμαστο, αὐτὸν ποὺ πλησιάζει χωρὶς κάποια συναίσθηση.
Ρώτησαν ἕναν εὐσεβῆ ἱερέα: Πῶς πρέπει νὰ ζεῖ κανεὶς τὴν χριστιανικὴ ζωὴ στὸν κόσμο; Κι ἐκεῖνος ἀπήντησε: Ἁπλούστατα, ἔχοντας στὸ νοῦ του συνέχεια ὅτι αὔριο, μεθαύριο ἢ ὕστερα ἀπὸ λίγες μέρες θὰ κοινωνήσει.

Ἐξομολόγηση καὶ νηστεία

Οἱ περισσότεροι χριστιανοὶ πιστεύουν πὼς δὲν μπορεῖ νὰ κοινωνήσει κανεὶς ἂν δὲν ἐξομολογηθεῖ πρῶτα καὶ δὲν νηστέψει ἀρκετὲς μέρες. Αὐτὸ εἶναι τραγικὸ λάθος. Οἱ παλαιοὶ χριστιανοί, ὅπως λέει ὁ Μ. Βασίλειος κοινωνοῦσαν τουλάχιστον τέσσερις φορὲς τὴν ἑβδομάδα! Δὲν ἦταν δυνατὸ οὔτε νὰ ἐξομολογοῦνται οὔτε νὰ νηστεύουν κάθε μέρα. Τὸ ἴδιο κι ἐμεῖς. Ἂν θελήσουμε νὰ μεταλαμβάνουμε συχνά, δὲν εἶναι ἀπαραίτητη ἡ ἐξομολόγηση. Στὸν πνευματικὸ θὰ προστρέξουμε ὅταν ὑπάρχει κάτι σοβαρό. Ὅπως καὶ στὸν γιατρὸ δὲν θὰ πᾶμε γιὰ τὰ μικρο-τραύματά μας.
Τὸ θέμα τῆς νηστείας εἶναι γιὰ τοὺς περισσότερους τὸ μεγαλύτερο ἐμπόδιο ἢ πρόφαση. «Ἐγὼ δὲν κοινωνῶ ἂν δὲν νηστέψω μιὰ ἑβδομάδα, 15 μέρες ἢ 40 ἡμέρες!» Ὀφείλουμε ὅμως νὰ τονίσουμε μὲ ἔμφαση, ὅτι πουθενὰ δὲν ἀναφέρεται νηστεία πρὶν τὴν θεία κοινωνία. Ἐμεῖς βάζουμε τὴ νηστεία πάνω ἀπὸ τὴν θεία κοινωνία. Ἔτσι, τὸ μέσο τὸ κάναμε σκοπὸ καὶ βρήκαμε ἕνα ἄλλοθι γιὰ νὰ δικαιολογήσουμε τὴν ἀμέλειά μας καὶ τὴν ἀδιαφορία μας γιὰ τὴ συχνὴ συμμετοχή μας στὴ θεία εὐχαριστία.
Βεβαίως καὶ ὑπάρχουν ἐμπόδια γιὰ τὴν θεία κοινωνία, τὰ ὁποῖα τὰ ξεχνοῦμε. 
Ὁ Χριστὸς ἐπιμένει ἰδιαίτερα στὴν ἔχθρα, στὴ μνησικακία. Καὶ ὁ Ἅγ. Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος τονίζει: «Κανένας, μὰ κανένας, δὲν ἀτιμάζει τόσο τὴν ἱερὴ αὐτὴ πανήγυρι, ὅσο ἐκεῖνος ποὺ τὴν γιορτάζει ἐνῶ ἔχει μέσα του μνησικακία. Ἀκόμη περισσότερο, οὔτε κὰν νὰ μὴν γιορτάσει μπορεῖ, ἔστω κι ἂν μείνει δέκα μέρες τελείως νηστικός... Σᾶς τὸ λέω, λοιπόν, προκαταβολικὰ καὶ διαμαρτύρομαι καὶ τὸ φωνάζω δυνατά. Κανένας ἀπ᾿ αὐτοὺς ποὺ ἔχουν ἐχθρὸ ἂς μὴν πλησιάζει στὴν ἱερὴ τράπεζα καὶ ἂς μὴ δέχεται τὸ Σῶμα τοῦ Κυρίου. Ὅποιος πλησιάζει νὰ μὴν ἔχει ἐχθρό. Ἔχεις ἐχθρό; Νὰ μὴν προσέλθεις. Θέλεις νὰ προσέλθεις; Συμφιλιώσου καὶ τότε νὰ προσέλθεις».

«Προσέλθετε»

Ἂς προσερχόμαστε, λοιπόν, συχνὰ στὴ θεία κοινωνία μὲ τὴν κατάλληλη προετοιμασία, σ᾿ ἕνα κλίμα ἡσυχίας, σιωπῆς, περισυλλογῆς, προσευχῆς, ἐποικοδομητικῆς μελέτης. Μὲ συντριβὴ καὶ εὐλάβεια. Ἔχοντας συμφιλιωθεῖ μὲ ὅλους. Ἂς προσευχηθοῦμε μὲ θέρμη (πολὺ θὰ μᾶς βοηθήσει ἡ ἀκολουθία τῆς θείας μεταλήψεως τὴν ὁποία ἀπαραιτήτως πρέπει νὰ διαβάζουμε). Ἂς ἀναλογιστοῦμε τὴν ἀγάπη καὶ τὴν δωρεὰ τοῦ Θεοῦ. Κι ἂς πλησιάσουμε «μετὰ φόβου Θεοῦ πίστεως καὶ ἀγάπης».

«Καλὀν ἐστιν ἡμᾶς ὧδε εἶναι»

Μὲ τὴν θεία κοινωνία ἀνεβαίνουμε μαζὶ μὲ τὸν Χριστὸ καὶ τοὺς μαθητές Του στὸ Ὄρος Θαβώρ. Ἀπολαμβάνουμε τὸ κάλλος τοῦ προσώπου Του, θεωροῦμε τὴν δόξα Του. Ἂς μὴν βιαστοῦμε νὰ κατέβουμε. «Καλόν ἐστιν ἡμᾶς ὧδε εἶναι». Ἂς μείνουμε στὸ κλίμα τῆς προσευχῆς, περισυλλογῆς, σιωπῆς, μελέτης κι εὐχαριστίας. Ἔτσι, θὰ διατηρήσουμε περισσότερο χρόνο μέσα μας τὴν παρουσία τοῦ Κυρίου καὶ ἡ ζωή μας θὰ εἶναι ἕνα συνεχὲς Πάσχα, ἕνα μόνιμο πανηγύρι.

 ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΣΑΓΜΑΤΑ


Πῶς γίνεται ἐνῶ ἔχουμε γίνει ἕνα μέ τόν Θεό καί τό ἅγιο βάπτισμα, νά διεξάγουμε πόλεμο μαζί Του;



Σέ μιά μεγάλη οικογένεια, αρκεί ακόμα και ένα πρόσωπο να μην είναι ευχαριστημένο... Δεν πρέπει κανείς να το δείχνει. Αρκεί και μόνο να αρχίσει να καλλιεργεί λογισμούς αυτοοικτιρμού, λογισμούς για το πόσο άσχημα του συμπεριφέρονται οι κοντινοί του, και αμέσως η ειρήνη σ᾿ αυτή την οικογένεια διαταράσσεται. Μπορεί ένας άνθρωπος να διαταράξει την ειρήνη ολόκληρης της οικογένειας με τους λογισμούς του. Κατόπιν, είναι όλοι δυστυχείς και κανείς δεν ξέρει γιατί.

Πρέπει να ἔχουμε την ίδια συμπεριφορά προς όλους τους συνανθρώπους μας. Δεν πρέπει να ταξινομούμε τους ανθρώπους λέγοντας: «Αυτός μου αρέσει, αλλά ετούτος κι εκείνος όχι». Κατ᾿ αυτό τόν τρόπο, θα έχεις διακηρύξει πόλεμο προς τον άλλο άνθρωπο κι εκείνος δεν θα δείξει οίκτο απέναντί σου. Ακόμα κι αν δεν έχεις δώσει ίσως κανένα εξωτερικό σημείο της αντιπάθειάς σου, δια λόγου ή έργου, το έχεις κάνει δια του λογισμού σου και αυτό αρκεί.

Εμείς οι χριστιανοί έχουμε ενδυθεί τον Χριστό με το θείο μας Βάπτισμα. Έχουμε ενδυθεί τον Θεό και ο Θεός είναι αγάπη. Πώς γίνεται ενώ έχουμε γίνει ένα με τον Θεό και το άγιο βάπτισμα, να διεξάγουμε πόλεμο μαζί Του; 
Πώς διεξάγουμε πόλεμο; Μέ τους λογισμούς μας! 
Εκπέμπουμε αρνητικούς λογισμούς προς τους συνανθρώπους μας.

Από τη στιγμή που συλλαμβάνουμε ένα λογισμό που δεν είναι θεμελιωμένος στην αγάπη, έχουμε αποδεχθεί τις πονηρές προτάσεις των δαιμόνων. Αποδεχόμενοι έναν αρνητικό λογισμό, αποδεχόμαστε τον ίδιο τον διάβολο. Οι δαίμονες είναι αόρατοι, αλλά εμείς τους δανείζουμε το σώμα μας για να γίνουν ορατοί. 

Βλέπουμετο πνεύμα που έχει καταλάβει την ψυχή ενός ανθρώπου στο κακό που ὁ ἀνθρωπος αυτός φανερώνει. Ο δαίμονας κάνει την εμφάνισή του μέσα από αυτό τον άνθρωπο, φωνάζοντας και βλασφημώντας. Δεν είναι ο άνθρωπος που εκτοξεύει προσβολές προς τον Θεό, διότι η ψυχή είναι χριστιανική, αλλά ο δαίμονας που έχει καταλάβει το σώμα, το ταρακουνάει από δω κι από κει, καταπώς ευαρεστείται.

Αντί να πασχίζουμε να κατανοήσουμε το νόημα της ζωής, εμείς του αντιστεκόμαστε και στέλνουμε μοχθηρούς λογισμούς στους συνανθρώπους μας. Κατ᾿ αυτό τον τρόπο, γινόμαστε οι ίδιοι μοχθηροί. Διότι, από τη στιγμή που συλλαμβάνουμε ένα λογισμό στον νου μας, αποδεχόμαστε τον διάβολο, ο οποίος είναι ένα πνεύμα που μπορεί να εισέλθει στο σώμα μας. Από τη στιγμή που έχουμε συγκατατεθεί σε τέτοιες σκέψεις, είναι εκείνος παρών! 

Πόσες και πόσες φορές δεν έχει εισέλθει και καταλάβει τα σώματα των ευσεβών ανθρώπων! Πόσο μάλλον των ασεβών! 

Πόσες και πόσες φορές δεν έχουμε επιδείξει οργή απέναντι σε εκείνους που μας έχουν προσβάλει ή μας έχουν συμπεριφερθεί άδικα με κάποιο άλλο τρόπο; 

Αν βάζουμε κακούς λογισμούς στον νου μας για έναν τέτοιο άνθρωπο, είναι σαν να τον σκοτώνουμε! Διότι οτιδήποτε στους λογισμούς μας ενώνεται με τα αισθήματα της καρδιάς, προσέρχεται ενώπιον του θρόνου του Κυρίου και Κριτού μας.

Κατά συνέπεια, είναι ανάγκη να αναγνωρίζουμε το κακό με διάκριση και να αποδεχόμαστε το καλό με διάκριση. Πρέπει κάθε ώρα και στιγμή να επαγρυπνούμε, προκειμένου να αποτρέπουμε όσους έχουν μοχθηρές προθέσεις από το να εισέλθουν στα πιο μυστικά μας δώματα. Εγρήγορση και επιφυλακή κάθε ώρα και στιγμή!

Πόσο πιο σπουδαία είναι η εγρήγορση από την ασκητικότητα, τη νηστεία και τον μόχθο!

« Ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε », λέει ο Απόστολος (Α΄ Θεσ. 5:17). Η προσευχή της καρδιάς είναι ο μεγαλύτερος πνευματικός άθλος που μπορεί κανείς να προσφέρει στον Θεό. Κι αυτό διότι τα πεπτωκότα πνεύματα γνωρίζουν ότι δια της προσευχής, η καρδιά ενός ανθρώπου ελκύεται εγγύτερα στον Θεό. Τα πεπτωκότα πνεύματα προσπαθούν συνέχεια να μας κάνουν να προσκολλώμαστε σε ό,τι προέρχεται εκ του κόσμου τούτου.

Όταν προσευχόμαστε, το πρώτο πράγμα που χρειάζεται να κάνουμε είναι να είμαστε προσεκτικοί. Ειδάλλως η προσευχή δεν έχει αξία, αν και η ολοκληρωτική παραμέληση της προσευχής είναι ακόμη χειρότερο πράγμα. Πρέπει να εργάζεστε!

Ωστόσο, η προσοχή μας πάντοτε περισπάται. Οι Άγιοι Πατέρες πάντοτε προσεύχονταν στον Θεό να τους λυτρώσει από τους περισπασμούς κατά τη διάρκεια της προσευχής.
Τέλος καί τῷ Θεῷ δόξα!

Ἀνθολόγιο λόγων τοῦ Γέροντα Θαδδαίου

Ἀπό τό βιβλίο: «Οἱ λογισμοί καθορίζουν τή ζωή μᾶς».
Ἐκδόσεις " Ἐν πλῷ "

Η ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΑ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ



Ὁ ἰδιοκτήτης τοῦ θεάτρου τόν περίμενε βαρύθυμος. Μόλις εἶχε τελειώσει ἡ παράσταση καί γιά μιά ἀκόμη φορά τό θέατρο ἦταν σχεδόν ἄδειο. ῎Ετσι ὅπως πήγαιναν σέ λίγο καιρό θά ἔκλειναν.

῾Γαϊνᾶ᾽, τοῦ εἶπε μόλις βγῆκε ἀπό τό καμαρίνι του, ῾εἶσαι σπουδαῖος ἠθοποιός καί ἔξυπνος ἄνθρωπος, ἀλλά δυστυχῶς ὅπως διαπίστωσες κι ἐσύ δέν πᾶμε καθόλου καλά. ῾Ο κόσμος δέν ἀνταποκρίνεται πιά σ᾽ αὐτά πού ἀνεβάζεις μέ τόν θίασό σου. ῾Η κριτική πού ἀσκεῖς στά πολιτικά καί κοινωνικά πράγματα τῆς πόλης μας, τά εὐφυολογήματα πού ἐπινοεῖς δέν πιάνουν πιά ὅσο παλιά. ῎Αν δέν σκεφτεῖς κάτι ἰδιαίτερο, κάτι…προκλητικό, δέν θά βγάλουμε δυστυχῶς τόν μήνα᾽.

Δέν ἔφερε ἀντίρρηση. ῾Ο ἰδιοκτήτης εἶχε ἀπόλυτο δίκιο. Παρ᾽ ὅλη τήν ἐμπιστοσύνη πού ἔτρεφε στό πρόσωπο τοῦ ἴδιου ὡς ἠθοποιοῦ καί θιασάρχη, τά πράγματα πήγαιναν ἀπό τό κακό στό χειρότερο.

Μπῆκε ἀργά τό βράδυ στό σπίτι του κι ἔπεσε ὅπως ἦταν στό κρεβάτι. Δέν εἶχε διάθεση οὔτε νά φάει οὔτε καί νά μιλήσει στόν μοναδικό πού τόν περίμενε, τόν ὑπηρέτη του. ῾Η στενοχώρια ἦταν ζωγραφισμένη ἔντονα στό πρόσωπό του.
Προσπάθησε νά κοιμηθεῖ, ἀλλά οἱ σκέψεις καί τό ἄγχος γιά τό αὔριο δέν τόν ἄφηναν νά κλείσει μάτι. Τά λόγια τοῦ ἰδιοκτήτη τοῦ θεάτρου εἶχαν καρφωθεῖ σάν ἀγκάθι στό μυαλό του: ῾ἄν δέν σκεφτεῖς κάτι ἰδιαίτερο, κάτι προκλητικό, δέν θά βγάλουμε τόν μήνα!᾽
῾Ποιό νά ᾽ναι αὐτό τό προκλητικό πού θά κεντρίσει τόν κόσμο ἄραγε;᾽ ῾Ο λογισμός του εἶχε σκαλώσει ἐκεῖ.

῏Ηταν πράγματι ἔξυπνος ἄνθρωπος ὁ ἠθοποιός Γαϊνᾶς, μέ μεγάλη ἐμπειρία στούς ἀνθρώπους καί μάλιστα τῆς πόλης του, τῆς ῾Ηλιούπολης τῆς Λιβανησίας Φοινίκης. Κοντά στήν Τρίπολη, τήν Βηρυτό, τήν Τύρο, ἡ ῾Ηλιούπολη διακρινόταν γιά τόν κοσμοπολιτισμό της καί τά χαλαρά της ἤθη καί ἔθιμα. ῾Ο κόσμος γλένταγε τήν ζωή του, γι᾽ αὐτό καί τό θέατρο ἦταν μόνιμη ἀπασχόλησή του. Γρήγορα ὅμως ἐρχόταν ὁ κορεσμός κι ἀναζητοῦσε τό νέο, τό πιό προκλητικό, ὅ,τι θά κεντοῦσε περισσότερο τήν περιέργεια καί τίς αἰσθήσεις του.

῾Κάτι προκλητικό…᾽, ἔλεγε καί ξανάλεγε ὁ Γαϊνᾶς. Σάν νά σκέφτηκε κάτι μιά στιγμή κι ἔλαμψε τό πρόσωπό του. ῾Μά, ναί! Τί πιό προκλητικό ἀπό τό νά διακωμωδήσω λίγο τήν χριστιανική πίστη; Δέν φαίνεται νά ὑπάρχουν καί πολλοί σοβαροί πιστοί στήν πόλη μας. ᾽Από ὅ,τι μαθαίνω πολύ λίγοι εἶναι ἐκεῖνοι πού ἐκκλησιάζονται τακτικά τήν Κυριακή καί τίς ἑορτές, κι ἀπ᾽ αὐτούς οἱ περισσότεροι κινοῦνται μᾶλλον σέ θεωρητικό ἐπίπεδο. ῎Αν κρίνω μάλιστα ἀπό τόν ἑαυτό μου…᾽, σταμάτησε τήν σκέψη του χαμογελώντας.

᾽Από τήν ἑπομένη στρώθηκε στήν ῾δουλειά᾽. Τό πρόσωπο πού ἐπέλεξε κυρίως νά εἰρωνεύεται καί νά διακωμωδεῖ, γιατί αὐτό θά ἦταν τό πιό ῾πιασάρικο᾽, καθώς εἶπε στόν ἰδιοκτήτη, ἦταν τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου. ᾽Εκεῖνος ὄχι μόνο δέν ἔφερε ἀντίρρηση, ἀλλά ὅταν τό ἄκουσε ἐνθουσιάστηκε. Δέν εἶχε κανένα συνειδησιακό πρόβλημα, γιατί ἁπλούστατα ἀπό καιρό εἶχε διαγράψει ὅ,τι δέν γέμιζε τήν τσέπη του. Τό χρῆμα καί ἡ δύναμη πού δίνει στόν κάτοχό του ἀποτελοῦσε τό ὅραμά του καί τήν μοναδική ἀξία τῆς ζωῆς του. ᾽Ακόμη κι ὁ διάβολος πού παρακολουθοῦσε μέ μεγάλο ἐνδιαφέρον τήν ὅλη αὐτή ἐξέλιξη ἀπόρησε καί θαύμασε γιά τήν ἐφευρικότητα τοῦ Γαϊνᾶ. ῾Ο Γαϊνᾶς καί ὁ ἰδιοκτήτης στό προκείμενο θέμα τόν ξεπέρασαν σέ… σατανικότητα.

Δέν ἄργησαν νά δοῦν στήν πράξη πόσο πράγματι καλή καί ἐπιτυχημένη ἦταν ἡ ἐπιλογή τους. ῾Ο κόσμος, χαλαρωμένος ὅπως εἴπαμε στά ἤθη καί τήν πίστη του, ἄρχισε καί πάλι νά γεμίζει καθημερινά τό θέατρο καί σάν μεθυσμένος ξεσποῦσε σέ ἀσυγκράτητα καί τρανταχτά γέλια, καθώς ἄκουγε τόν διασυρμό καί τίς βλαστήμιες γιά τήν Παναγία, πού ἐκπορεύονταν ἀπό τό δαιμονικό πιά στόμα τοῦ Γαϊνᾶ καί τῶν συνεργατῶν του. ῞Ο,τι πιό αἰσχρό καί πονηρό μποροῦσε κανείς νά σκεφτεῖ γιά τό πάντιμο πρόσωπο τῆς ῾Υπεραγίας Θεοτόκου, γινόταν ῾ἀτάκα᾽ πού ἐπαναλαμβανόταν ἔπειτα γιά καιρό ἀπό τούς θαμῶνες τοῦ θεάτρου καί τά ῾πηγαδάκια᾽ πού αὐτοί ἔστηναν γιά νά διασκεδάζουν. Τό χρῆμα πιά ἔρρεε ἄφθονο γιά τόν ἰδιοκτήτη τοῦ θεάτρου καί τόν Γαϊνᾶ.

Ὁ Γαϊνᾶς στριφογύριζε στό κρεβάτι του. Εἶχε ἐπιστρέψει στό σπίτι του μετά ἀπό μία ἀκόμη ῾ἐπιτυχία᾽ του, ἔφαγε κι ἔπεσε νά κοιμηθεῖ κουρασμένος. Κοιμήθηκε ἔχοντας ἀκόμα στά αὐτιά του τόν ἀπόηχο ἀπό τίς βλάσφημες ῾ἀτάκες᾽ του γιά τήν Παναγία.
Μιά μαυροφορεμένη γυναίκα ὅμως τόν ἔκανε νά χάσει τήν ἡσυχία τοῦ ὕπνου του. ῾Γαϊνᾶ᾽, τήν ἄκουσε νά λέει σάν νά ἦταν ξύπνιος. ῾Τί κακό σοῦ ἔκανα, ὥστε νά μέ διασύρεις καί νά μέ βλαστημᾶς μπροστά σέ τόσο κόσμο;᾽ ῾Ο ὕπνος του συνεχίστηκε ἀλλά πολύ ταραγμένος πιά. Ξύπνησε κάποια ὥρα τό πρωΐ, ἀλλά τό ὄνειρο πού εἶδε τόν ἔκανε νά χάσει τό κέφι του.

Πῆρε τό πρωϊνό του καί μέ βαριά καρδιά ξεκίνησε γιά τίς πρόβες στό θέατρο. Πολύ γρήγορα ἀπορροφήθηκε ἀπό τήν δουλειά του καί ὁ βραδινός ῾ἐφιάλτης᾽ ξεχάστηκε. ῾῞Ενα ὄνειρο ἦταν μόνο᾽, εἶπε διασκεδάζοντας τήν βαρυθυμία του. ῾Θά τό ἀντιμετωπίσω ὅμως ὅπως τοῦ πρέπει᾽. Αὔξησε τήν εἰρωνεία καί τήν βλαστήμια γιά τήν Παναγία. Πρόσθεσε κι ἄλλα πού ῾αἰσχρόν ἐστι καί λέγειν᾽. Φούσκωσε ἀπό χαρά, καθώς ἀναλογίστηκε τίς παθιασμένες ἀντιδράσεις τοῦ πλήθους. ῾Ο κόσμος ἀνταποκρινόταν ἔντονα καί ζωηρά σέ κάθε τι πού σκαρφιζόταν καί ἔλεγε.

῾Η μαυροφορεμένη δέν τόν ἄφησε. Τοῦ παρουσιάστηκε πάλι καί πάλι καί ξανά. Τρεῖς φορές μετά τήν πρώτη ἐμφάνισή της τοῦ διατύπωσε τό παράπονό της στόν ὕπνο του νουθετώντας τον νά σταματήσει καί νά μήν τό ξανακάνει. Κι ἐκεῖνος σάν δαιμονισμένος πιά, κυριευμένος ἀπό οἶστρο βλασφημίας, ὄχι μόνο δέν ὑπήκουε στήν νυκτερική ὀπτασία, ἀλλά αὔξανε κάθε φορά τίς βλαστήμιες του. ῾Παιχνίδισμα τοῦ μυαλοῦ μου εἶναι μόνο᾽ καθησύχαζε κάθε φορά τήν συνείδησή του. ῾᾽Επιθετική πολιτική εἶναι ἡ λύση᾽.

Κι ἐκεῖ πού πέρασαν κάποιες ἡμέρες χωρίς ἄλλη ἐμφάνιση τῆς ὀπτασίας πού τόν τάραζε, ὅταν πιά ἄρχισε νά πιστεύει ὅτι νίκησε τά ὄνειρα καί τούς ἐφιάλτες του, τοῦ ἐμφανίστηκε ἡ ἴδια μαυροφορεμένη σ᾽ἕναν μεσημεριανό ὕπνο του.
Τά πράγματα ὅμως αὐτήν τήν φορά ἦταν λίγο διαφορετικά. ῾Η γυναίκα δέν τοῦ εἶπε ἀπολύτως τίποτε. Τήν εἶδε μόνο νά πλησιάζει δίπλα στό κρεβάτι του καί νά χαράζει μ᾽ ἕνα δάχτυλό της μιά γραμμή στά δυό του χέρια καί στά δυό του πόδια. Δέν μποροῦσε νά ἀντιδράσει οὔτε καί νά καταλάβει τί συνέβαινε.

῎Αρχισε μέ τρόμο καί ὀδύνη νά καταλαβαίνει κάτι, ὅταν ἦλθε ἡ ὥρα νά ξυπνήσει. Γιατί προσπαθώντας νά κινηθεῖ καί νά ἀνασηκωθεῖ ἀπό τόν ὕπνο του διαπίστωσε ὅτι ἦταν ἀδύνατο νά κάνει ὁτιδήποτε. Πανικόβλητος καί ξύπνιος πιά, μέ ὅλες τίς αἰσθήσεις του τεντωμένες στόν ἀπόλυτο βαθμό, εἶδε ὅτι κειτόταν στό κρεβάτι ἀνήμπορος, μέ χέρια καί πόδια κομμένα στό σημεῖο πού ἡ γυναίκα τοῦ τά εἶχε χαράξει. ῞Ενα κορμί μοναχό.

Οἱ κραυγές του σήκωσαν στό πόδι ὅλη τήν γειτονιά. Κανείς δέν μποροῦσε νά πιστέψει ὅ,τι συνέβη. ῾Ο Γαϊνᾶς ὁ ἠθοποιός, ὁ ἐπιτυχημένος ἐπιχειρηματίας, αὐτός ἀπό τά χείλη τοῦ ὁποίου κρέμονταν ὅλοι οἱ διεστραμμένοι τῆς πόλης θεατρόφιλοι γιά νά γελοῦν μέ τά ῾ἀστεῖα᾽ του, αὐτός πού ἀπό τά πολλά χρήματα εἶχε τήν δύναμη νά καταφέρει τά πάντα, ἦταν πιά ἕνας ἀνάπηρος.

῾Η ἀναπηρία του λειτούργησε ἀντίστροφα πρός ὅ,τι ἴσως θά περίμενε κανείς. ῾Ο ἠθοποιός συγκλονίστηκε καί κατανύχθηκε. Κατανόησε τήν βλασφημία τῆς ζωῆς του. Μετανόησε καί κάλεσε ἱερέα νά τόν ἐξομολογήσει γιά ὅλα τά ἀνομήματά του. Θεώρησε ὅτι αὐτό πού τοῦ συνέβη ὑπῆρξε ἡ καλύτερη παιδαγωγία γιά νά συνετιστεῖ καί νά βρεῖ τό νόημα τῆς ζωῆς.

῾῎Οχι, δέν ἦταν τιμωρία ἡ ἐπέμβαση τῆς Παναγίας᾽, ἔλεγε καί ξανάλεγε σέ ὅσους τόν ἐπισκέπτονταν γιά νά τοῦ ἐκφράσουν τήν θλίψη καί τήν συμπαράστασή τους καί πού μέ ἔκπληξη ἔβλεπαν ὅτι ἀντί νά τόν παρηγοροῦν τούς παρηγοροῦσε ἐκεῖνος. ῾῾Η ἀγάπη της ἦταν αὐτή πού ἐνήργησε γιά νά καταλάβω τόν λανθασμένο δρόμο τῆς ζωῆς μου. Μοῦ ἔδωσε πολλά μηνύματα ἡ Παναγία μας νά διορθωθῶ, ἀλλ᾽ ἐγώ δέν τά λάβαινα ὑπόψη μου. Τό ἀντίθετο. Τά χρησιμοποιοῦσα γιά νά αὐξάνω τόν δαιμονισμό μου᾽. Καί κάθε φορά ὁλοκλήρωνε. ῾Νιώθω τήν μεγαλύτερη εὐγνωμοσύνη γιά τόν Κύριο καί ᾽Εκείνη. Γιατί εἶναι προτιμότερο νά μπῶ χωρίς χέρια καί πόδια στήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, παρά μέ χέρια καί πόδια ἀλλά ἔξω ἀπό αὐτήν᾽.

῾Ο ἠθοποιός Γαϊνᾶς, ὁ βλάσφημος καί ὑπόδουλος στόν διάβολο, ἔγινε μέ τήν παιδαγωγία πού δέχτηκε ἀπό τήν Κυρία Θεοτόκο γνήσιος δοῦλος καί φίλος τοῦ Κυρίου, ἀναδείχτηκε δέ στόν μεγαλύτερο ἱεραπόστολο τῆς πόλης του. Γιατί γιά πάρα πολλά χρόνια στήν ῾Ηλιούπολη τό συγκλονιστικό γεγονός τῆς ἀναπηρίας του ἀνακυκλωνόταν ἀπό στόμα σέ στόμα, προκαλώντας τόν φόβο ἀλλά καί τόν θαυμασμό τῶν ἀνθρώπων γιά τά ἱερά καί ὅσια τῆς χριστιανικῆς πίστης.

ΠΗΓΗ ”ΑΚΟΛΟΥΘΕΙΝ”

Στερήσαμε οι ίδιοι τον εαυτό μας από την ελπίδα της σωτηρίας



Θεέ μου! Εμάς τους ασήμαντους, τους αδύναμους, τους αμαρτωλούς, μας ονομάζεις φίλους Σου Εσύ, ο μεγάλος, ο παντοδύναμος, ο αναμάρτητος Θεός, ο Δημιουργός και Κύριος του σύμπαντος.

Τι δεν πρέπει, λοιπόν, πρόθυμα να υπομείνουμε για μια τέτοια φιλία, όταν για φιλία ανθρώπινη πολλές φορές διακινδυνεύουμε και τη ζωή μας; 
Και όμως, τίποτα δεν υπομένουμε, καθόλου δεν αγωνιζόμαστε, καμιάν εντολή του Χριστού δεν εκτελούμε...

Πραγματικά, πρέπει να κλαίμε και να πενθούμε για το κατάντημά μας. Στερήσαμε οι ίδιοι τον εαυτό μας από την ελπίδα της σωτηρίας.
Ο Θεός μας κάλεσε στον ουρανό , μα εμείς προτιμήσαμε τον άδη. Αποδειχθήκαμε ανάξιοι της τιμής που μας έκανε. Ύστερ' από τις τόσες ευεργεσίες Του, φανήκαμε αχάριστοι αλλά και ασύνετοι. Αφήσαμε τον διάβολο να μας γυμνώσει από' όλες τις θεϊκές δωρεές.
Κι έτσι, εμείς, που αξιωθήκαμε να είμαστε παιδιά και αδέλφια και κληρονόμοι του Θεού ,δεν ξεχωρίζουμε καθόλου από τους εχθρούς Του, που χλευάζουν τη μεγαλοσύνη Του και καταπατούν τον νόμο Του. «Αλίμονο, ψυχή μου!», αναφωνώ μαζί με τον προφήτη. «Χάθηκε η ευσέβεια από τη γη.

Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου

Κύριε Παντοκράτωρ ἐλέησόν με!



Ιησού, Σύ που δημιούργησες τούς Αγγέλους, καί είσαι Κύριος αυτών των άυλων όντων, 
που σε δοξολογούν ασίγητα, Σε δοξολογώ, Ιησού, πού καλλώπισες όλα τα κτίσματα, Σ΄ευχαριστώ, γιατί με το λογικό που μου έδωσες τα βλέπω και τα χαίρομαι.
Ιησού, που μ΄ένα Σου νεύμα έφτιαξες τον ουρανό, 
εξομολογούμαι ότι με το βάρος των αμαρτιών μου δεν μπορώ να σηκώσω το βλέμμα να τον δω. 
Ιησού, που κατασκεύασες τον ήλιο και τη σελήνη, φώτισε την ψυχή μου.
Ιησού, που διακόσμησες τον ουρανό με τ΄άστρα, κόσμησέ με, με τα χαρίσματά Σου.
Ιησού, που ζωγράφισες τη γη με τα πολύχρωμα κι ευωδιαστά λουλούδια, 
κάνε να βλαστάνει κι η ψυχή μου άνθη των αρετών.
Ιησού, που έκανες να βγάζουν τα δέντρα διάφορους ωραίους καρπούς, πλούτισέ με, 
με τους καρπούς του Αγίου Πνεύματος.


Toυ Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου

http://agiosdimitrioskouvaras.blogspot.gr

Ἐξομολόγησις τῆς προσωπικῆς του ἐξουθενώσεως



ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΛΓ΄


Ποιός Θεός εἶναι ὅμοιος σου, Κύριε; Ποιός;
Μέγας στήν ἁγιότητα, φοβερός καί ὑμνολογημένος,
πού κάνει τέρατα καί σημεῖα!

Ἀργά σέ γνώρισα, φῶς ἀληθινό,
ἀργά σέ γνώρισα ἐγώ.
Μπροστά στά μάτια μου, τοῦ μάταιου,
στεκόταν καί μ᾿ ἐμπόδιζε ἕνα σύγνεφο μεγάλο καί σκοτεινό,
ὥστε νά μήν ἔχω τόν ἥλιο τῆς δικαιοσύνης,
καί νά μή βλέπω τῆς ἀλήθειας τό φως.

Στροβιλιζόμουν μέσα στό σκοτάδι,
τοῦ σκοταδιοῦ ὁ γυιός,
καί ἀγαποῦσα τό σκοτείνιασμα,
ἀγνοῶντας τό φῶς.

Τυφλός ἤμουν καί τήν τύφλωσι ἀγαποῦσα,
κι ἀπό σκοτάδι σέ σκοτάδι πορευόμουν.

Ποιός μ᾿ ἔβγαλε ἀπό ἐκεῖ, ἐμέ τόν τυφλωμένον;
Ἐμένα πού καθόμουν στόν ἴσκιο τοῦ θανάτου;

Ποιός μέ πῆρε ἀπ᾿ τό χέρι καί μ᾿ ἔβγαλε ἀπό κεῖ;
Ποιός εἶναι πού μέ φώτισε;

Δέν τόν ἀναζητοῦσα ἐγώ, αὐτός μ᾿ ἀναζητοῦσε.
Δέν ζητοῦσα ἐγώ τή βοήθεια του,
αὐτός μέ κάλεσε κοντά του.

Ποιός εἶν᾿ αὐτός;

Σύ Κύριε ὁ Θεός μου «ὁ συμπονετικός καί ἐλεήμων.
Ὁ Πατέρας τῆς συμπόνοιας καί Θεός κάθε παρηγοριᾶς».
Σύ ὁ Θεός μου ὁ Ἅγιος,
πού σέ ὁμολογῶ μ᾿ ὅλη μου τήν καρδιά,
κι εὐχαριστῶ τό ὄνομά σου.

Δέν σέ ἀναζητοῦσα ἐγώ, ἐσύ μέ ἀποζήτησες.
Δέν σέ ἐπικαλέστηκα ἐγώ, ἐσύ μέ ἀνακάλεσες.

Μοῦ ἔδωσες τό ὄνομά σου – μέ λένε χριστιανό –
βρόντησες ἀπό ψηλά καί μέ φωνή μεγάλη
στό ἐσωτερικώτερο αὐτί τῆς καρδιᾶς μου – καί εἶπες:
Γεννηθήτω φῶς, καί ἐγένετο φῶς.
Καί ὑπεχώρησε τό μέγα σύγνεφο,
ἔλυωσε καί ἔτρεξε κάτω σάν τό νερό
καί ἔφυγε ἡ σκοτεινή συννεφιά πού σκέπαζε τά μάτια μου.
Καί σήκωσα τά μάτια μου, εἶδα τό φῶς σου,
ἀναγνώρισα τή φωνή σου καί εἶπα:

Ἀληθινά, Κύριε, «Σύ εἶσαι ὁ Θεός μου,
πού μ᾿ ἔβγαλες ἀπ᾿ τό σκοτάδι καί ἀπό τόν ἴσκιο τοῦ θανάτου
καί μέ κάλεσες ἐπάνω, στό φῶς, τό θαυμαστό, τό δικό σου».

Καί νά τώρα βλέπω.

Εύχαριστῶ ἐσένα πού μέ φώτισες.

Καί ἐπέστρεψα,
καί εἶδα καθαρά τό σκότος πού μέ κάλυπτε,
καί τή ζοφερή ἄβυσσο ὅπου κειτόμουν.

Καί τρόμος μέ κρατοῦσε καί ξαφνιάστηκα καί εἶπα:
Ὥ, ὥ, σέ ποιό σκοτάδι μέσα ἔπεσα!
Ἀλλοί, ἀλλοί, τί τύφλωσι ἦταν αὐτή,
ὅπου δέν μποροῦσα τοῦ οὐρανοῦ τό φῶς νά ἰδῶ!
Ἀλλοίμονο ποιά ἄγνοια μέ εἶχε κυριέψει,
ὅταν δέν σέ γνώριζα, Κύριε!

Σ᾿ εὐχαριστῶ, λοιπόν,
τό φωτοδότη μου καί λυτρωτή μου,
διότι ἔλαμψες ἀπάνω μου καί σέ γνώρισα.

Ἀργά βέβαια σέ γνώρισα, ὥ ἄναρχη ἀλήθεια,
ἀργά σέ γνώρισα, ἀλήθεια προαιώνια.

Γιατί ἐνῶ σύ ἤσουν στό φῶς,
ἐγώ ἤμουν στό σκοτάδι,
καί δέν σέ γνώριζα,
οὔτε καί μποροῦσα νά φωτισθῶ χωρίς ἐσένα.

Γιατί δέν ὑπάρχει, βέβαια, χωρίς ἐσε κανένα φῶς.

Τέλος καί τῷ Θεῷ δόξα!




ΑΠΟ ΤΟ ΚΕΚΡΑΓΑΡΙΟΝ
Τοῦ θείου καί Ἱεροῦ Αὐγουστίνου
ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΙΠΠΩΝΟΣ

Ἐκδοτικός οἶκος Βασ. Ρηγοπούλου
Θεσσαλονίκη 1973

http://hristospanagia3.blogspot.gr

Ἡ καλλιέργεια τῆς νοερᾶς προσευχῆς ἀπό τούς ἐνορίτες. Εὐχή ταπεινή



ΤΑ ΑΣΚΗΤΙΚΑ ΤΗΣ ΕΝΟΡΙΑΣ
Δ΄. ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΣΤΟΥΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΥΣ ΠΟΙΜΕΝΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΠΟΙΜΝΙΟἘπί μέρους πρακτικά σημεῖα πού πρέπει νά προσέξουν οἱ ποιμένεςἀλλά καί τό ποίμνιο σχετικά μέ τήν ἀδιάλειπτη προσευχή:

Α) Εὐχήταπεινή:
Θά πρέπει νά τονισθεῖ ἀπό τόν Πνευματικόπροϊστάμενο ὅτι ἡ ἁπλῆ μονολόγιστη ἀδιάλειπτη εὐχήεἶναι γιά ὅλους, ἀκόμη καί γιά τά μικρά παιδιά· ἀλλά θά πρέπει νά λέγεται ταπεινά, ἀκενόδοξα, μέ συντριβή, μέ μετάνοιακαί ὄχι μέ τήν ἰδέα ὅτι «θά κάνω ἀνώτερη προσευχή, θά ἔχω οὐράνιες ἐμπειρίες κ.λ.π». Ὁ ἐγωισμός καί ἡ ἰδιοτέλεια πρέπει νά ἐκλείψουν.
«Ἡ συστηματικὴ ἐνασχόληση μὲ τὴ νοερὰ προσευχὴ προϋποθέτει, κατὰ τὴ διδασκαλία τοῦ Γέροντος Πορφυρίου, πρῶτον, ἔμπειρον Γέροντα ποὺ θὰ παρακολουθεῖ τὸν ἀσκούμενο καὶ δεύτερον, ψυχὴ καθαρὴ ἀπὸ ἐγωισμό, μνησικακία, ἀντιπάθειες, θέλημα, κενοδοξία καὶ τὰ παρόμοια...Μερικούς, ποὺ ἔβλεπε ὁ Γέροντας ὅτι ἀπὸ ἐγωισμό ἤθελαν νὰ “μάθουν” νὰ λένε τὴν εὐχή, γιὰ νὰ καυχῶνται φανερὰ ἢ μυστικὰ ὅτι κάνουν ἀνώτερη προσευχή, τοὺς συμβούλευε νὰ μὴν ἀσχοληθοῦν μὲ τὴ νοερὰ προσευχή. Καὶ εἶχε διηγηθεῖ παραδείγματα ἀνθρώπων ποὺ ἔπαθαν ἐπειδὴ καταπιάστηκαν μὲ τὴν εὐχὴ μὲ “πρόγραμμα”, μὲ “σκοπό”, μὲ “μέθοδο”, ἀντὶ νὰ παρακαλοῦν ταπεινὰ νὰ τοὺς ἐλεήσει ὁ Θεός.

Ἡ προσευχὴ δὲν μετριέται, ξεπηδάει! Δὲν παρατηρεῖται ἀπὸ τὸν προσευχόμενο, ξεχύνεται ὅπως τὰ δάκρυαστὴ συγκίνηση, χωρὶς ἐσκεμμένη προσπάθεια.
Καὶ ὅμως χρειάζεται καὶ γιὰ τὴν προσευχὴ κάποια ἐργασία, ἀλλὰ αὐτὴ δὲν εἶναι βίαιη καὶ καταναγκαστική. Πρέπει νὰ δημιουργήσωμε τὴν ἀτμόσφαιρα. Νὰ διαβάσωμε κάτι πνευματικό, νὰ θυμιάσωμε, νὰ ψάλλωμε, νὰ ἀνάψουμε τὸ καντηλάκι μας, νὰ συγκεντρωθοῦμε, νὰ εὐχαριστήσουμε, νὰ δοξολογήσουμε, νὰ παρακαλέσουμε. Καὶ ὅλα αὐτὰ ἁπλᾶ καὶ ἀβίαστα, “ἐν ἁπλότητι καρδίας’ (Σοφ. Σολ. α΄ 1). Διότι σκολιοὶ λογισμοὶ (ὅτι ἀσκούμεθα σὲ ἀνώτερη προσευχὴ) χωρίζουσιν ἀπὸ Θεοῦ, καὶ ὅταν δοκιμάζεται ὁ Θεὸς ἀπὸ τοὺς ἄφρονες (ποὺ θέλουν νὰ μετρήσουν τὰ μέτρα τῆς προσευχῆςτους) τοὺς ἐλέγχει.[...] Ἂς κρατήσουμε σὰν συμπέρασμα ὅτι ὅλοι μποροῦμε νὰ προσευχώμεθα μὲ τὸ "Κύριε ἸησοῦΧριστέ, ἐλέησόν με", ἐφ’ ὅσον δὲν τὸ σκεπτόμεθα, δὲν τὸ συζητᾶμε, καὶ τὸ λέμε μόνο στὸν Χριστό μας, “ἤρεμα, ταπεινά, ἁπλά, μὲ ἀγάπη, μὲ γλύκα”»17. Ἡ νοερά προσευχήπρέπει νά ἐκπηγάζει ἀπό τήν βαθειά μετάνοιακαί νά στοχεύει σ’ αὐτήν. Γι’ αὐτό καί ὁ τόνος πρέπει νά πέφτει στό «ἐλέησόν με».
Ἀπόσπασμα ἀπό τό βιβλίο:«Τά ἀσκητικά τῆς Ἐνορίας» (Ἱερομονάχου Σάββα Ἁγιορείτου) πού σύν Θεῶ θά ἐκδοθεῖ σύντομα


17 Κ. Γιαννιτσιώτη, Κοντὰ στὸν Γέροντα Πορφύριο. 
(Ἕνα πνευματικοπαίδι του θυμᾶται), http://www.porphyrios.net

Τί είναι αμαρτία; Ποιό νόημα έχει η εξομολόγηση; Τι είναι το ΕΠΙΤΙΜΙΟ; και 7 ακόμα απορίες για το Μυστήριο της Ιεράς Εξομολογήσεως



Ας έχουμε πάντα στο μυαλό μας την πιο ελπιδοφόρα σκέψη, πολύτιμο εφόδιο κατά της θλίψης και της απελπισίας:
στο Θεό αρκεί μόνο ένα δάκρυ… συμπόνοιας , μετάνοιας… ανθρωπιάς… αυτό και μόνο είναι αρκετό για να μας χαρίσει την σωτηρία…

Τί είναι η εξομολόγηση;
Είναι το μυστήριο της μετάνοιας μιας ψυχής, που συναισθάνεται την ευγνωμοσύνη αλλά και την ενοχή της ενώπιον του Χριστού, που σταυρώθηκε για να αναλάβει τις αμαρτίες μας και να μας επιστρέψει στον Παράδεισο. Ομολογεί κατόπιν ο άνθρωπος τις αμαρτίες του και υπόσχεται να αγωνιστεί για να εφαρμόσει το θέλημα του Θεού με ακρίβεια και αγάπη.

Τί είναι αμαρτία;
Αμαρτία είναι η παράβαση του θελήματος του Θεού. Συχνά έρχονται στον εξομολόγο άνθρωποι που ισχυρίζονται ότι δεν έχουν κάνει σοβαρές αμαρτίες. Νομίζουν ότι αμαρτία είναι μόνον ο φόνος, η μοιχεία κλπ. Όμως η μεγαλύτερη αμαρτία είναι η περιφρόνηση του Θεού. Και περιφρονεί κανείς το Θεό όταν δεν ενδιαφέρεται να μάθει το θέλημά Του και να το εφαρμόσει στη ζωή του. Έτσι απομακρύνεται σταδιακά από το Θεό και χάνει την ουράνια βασιλεία και μακαριότητα. Αυτό είναι ο πνευματικός θάνατος.

Ποιός ανακάλυψε την εξομολόγηση;
Κανείς δεν εφεύρε την εξομολόγηση! Μας την παρέδωσε ο ίδιος ο Χριστός, όταν έδωσε στους Αποστόλους εντολή να συγχωρούν αμαρτίες, εν ονόματι του Θεού. Από τότε οι Απόστολοι χειροθέτησαν τους επισκόπους και αυτοί με τη σειρά τους, τους ιερείς και ποιμένες μέχρι σήμερα. Όσο μεγάλος Άγιος και να είναι κανείς, δεν σώζεται χωρίς την εξομολόγηση, γι΄αυτό και ανήκει στα υποχρεωτικά μυστήρια, όπως και το βάπτισμα.

Ποιό νόημα έχει η εξομολόγηση;
Εγώ τα λέω μόνος μου στο Θεό! Άλλο πράγμα να τα λες σε έναν φίλο σου, ή ακόμη και στο Θεό (αλλά δεν ξέρεις φυσικά αν σε ακούει, γιατί και ο Φαρισαίος μιλούσε, αλλά μόνον αυτός τα άκουγε!) και άλλο πράγμα να τα λές στον πνευματικό που είναι πρόσωπο μπροστά στα μάτια σου και εκπρόσωπος του Θεού εκείνη τη στιγμή. Η εξομολόγηση σβήνει τις αμαρτίες όλες (αν φυσικά είναι ειλικρινής η μετάνοια) και ο άνθρωπος ξαναφτάνει στη στιγμή του βαπτίσματος, δηλαδή όπως όταν ο Χριστός τον ξέπλυνε με το αίμα του και τον καθάρισε. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι δεν χρωστάς στο Θεό και δεν πρόκειται να κριθείς, αλλά θα μπείς αυτόματα στη βασιλεία Του. Μάλλον η βασιλεία Του έχει έρθει ήδη από τώρα μέσα στην ψυχή σου.

Εγώ κοινωνάω, αλλά δεν εξομολογούμαι, μπορώ να σωθώ;
Κανείς δεν είναι άξιος να μεταλαμβάνει το Σώμα και το Αίμα του Χριστού και όποιος το κάνει αυτό όχι μόνον δεν ωφελείται αλλά βάζει κρίμα μεγάλο στο λαιμό του. Ο Απόστολος Παύλος λέει ότι για το λόγο ότι πολλοί κοινωνάνε απροετοίμαστοι, αρρωσταίνουν και μερικοί και πεθαίνουν. Γι΄αυτό είναι απαραίτητη η προετοιμασία πριν τη θεία Κοινωνία και μάλιστα με τον καθαρισμό της Εξομολόγησης.

Πώς πρέπει να εξομολογούμαι;
Όταν προετοιμάζεσαι για εξομολόγηση, ζήτα από το Θεό να σου δώσει φώτιση και ταπείνωση, ώστε να μπορέσεις να δεις όλες τις αμαρτίες σου και να ξεριζώσεις τα πάθη από την ψυχή σου. Έπειτα όταν πέφτεις σε μια αμαρτία, μην περιμένεις να πας για εξομολόγηση για να μετανοήσεις, αλλά εκείνη τη στιγμή να ζητάς από το Θεό να σε συγχωρέσει και έτσι πάντοτε θα είσαι καθαρός. Τέλος όταν πας για εξομολόγηση θα πείς όλες τις αμαρτίες σου, ότι θυμάσαι από τη στιγμή που γεννήθηκες μέχρι σήμερα, χωρίς να κρύψεις το παραμικρό, όπως δεν κρύβεις από το γιατρό τις πληγές σου, επειδή ντρέπεσαι!

Και τί γίνεται αν ο πνευματικός φανερώσει μια αμαρτία μου;
Είναι μεγάλη αμαρτία να ξεφύγει κάτι από τον πνευματικό, από τις αμαρτίες των άλλων, γι΄αυτό και η εκκλησία δεν δίνει αυτό το χάρισμα σε όλους τους ιερείς, αλλά μόνον σε εκείνους που είναι ικανοί και έχουν κάποια ηλικία και μόρφωση συνήθως. Πρόσεξε όμως γιατί είναι αμαρτία και εσύ ο ίδιος να λες τι σου είπε ο πνευματικός στην εξομολόγηση για τις αμαρτίες σου και τι κανόνα σου έβαλε να τηρήσεις και να το συγκρίνεις με άλλους ανθρώπους και να κρίνεις.

Ο ΚΑΝΟΝΑΣ τί αντιπροσωπεύει;
ΚΑΝΟΝΑΣ είναι μια οδηγία που θα σου δώσει ο πνευματικός για να εφαρμόσεις και να βοηθηθείς στην πνευματική σου ζωή. Ας πούμε θα σου πει να λες κάθε μέρα τους Χαιρετισμούς στην Παναγία ή το "Πάτερ ημών" κλπ. ή να λες το "Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με" τριάντα φορές την ημέρα.

Τί είναι το ΕΠΙΤΙΜΙΟ;
ΕΠΙΤΙΜΙΟ είναι μια "συνταγή" που θα σου δώσει ο γιατρός της ψυχής (πνευματικός) για να σε βοηθήσει στη μετάνοια. Γιατί η μετάνοια δεν αποκτάται κατά παραγγελία, αλλά χρειάζεται κόπο και προσπάθεια και κάποια μυστικά που θα τα μάθεις από πνευματικά βιβλία και τον πνευματικό σου. Μπορεί να σου πει να νηστέψεις τρείς μέρες ή να επισκεφτείς ένα Ιδρυμα ή να δώσεις ελεημοσύνη για την ψυχή σου κλπ.

Πρέπει να έχω τον δικό μου πνευματικό;
Όπως έχεις τον οικογενειακό γιατρό που ξέρει το ιστορικό σου από παιδί και σε συμβουλεύει για κάθε πρόβλημα υγείας, έτσι πρέπει να έχεις και τον πνευματικό που να σε ξέρει και να τον εμπιστεύεσαι ότι και αν συμβεί. Στην αρχή ίσως χρειαστεί να γνωρίσεις 2-3, μέχρι να διαλέξεις εκείνον που αναπαύει την ψυχή σου και σε βοηθάει περισσότερο να πλησιάσεις το Θεό, αλλά μετά πρέπει να τον βλέπεις σαν πνευματικό πατέρα, αναντικατάτατο.

Στην ζωή μας κάναμε πολλά λάθη. Κάναμε λάθη όταν είμασταν παιδιά, όταν γίναμε έφηβοι και νέοι, αλλά πολύ περισσότερο κάναμε λάθη και αργότερα όταν γίναμε γονείς. Η ζωή μας είναι γεμάτη λάθη. Πολλά απο αυτά ήταν ανώδυνα, αλλά και πολλά από αυτά είχαν μεγάλες συνέπειες στη ζωή μας. Αλλά δεν είναι μόνο αυτά τα λάθη που κάναμε. Κάναμε λάθη απέναντι στο Θεό, οι περισσότεροι αποκοπήκαμε και γυρίσαμε τις πλάτες σε Αυτόν, νομίσαμε πως μακριά Του θα ήμασταν ευτυχισμένοι. Κυνηγήσαμε τη χαρά και την ευτυχία στις ηδονές, στον κόσμο. Χαράξαμε μία ζωή υλιστική, με γλέντια, διασκεδάσεις, τζόγο και εύκολη ζωή, ρουφήξαμε την αμαρτία μέχρι τελευταίας σταγόνας. Δοκιμάσαμε τα πάντα, και όμως η πίκρα είναι απλωμένη στη ζωή μας, το κενό που υπάρχει μέσα μας αυξάνει καθημερινά. Νομίζουμε πως αυτή είναι η μοίρα μας και το τέλος μας. Όμως μέσα σε αυτό το πυκνό σκοτάδι ένα φώς λάμπει, δεν το προσέξαμε, δεν το είδαμε. Είναι ο αστέρας που οδήγησε τους μάγους στο σπήλαιο της Βηθλεέμ. Αυτό το αστέρι εξακολουθεί να οδηγεί τους οδοιπόρους της ζωής σε Εκείνον.....

Ας μην απογοητεύεσαι, μην απελπίζεσαι, υπάρχει σωτηρία, υπάρχει Σωτήρας. Ο Κύριος της αγάπης πέθανε για σένα, στον Σταυρό για να σου χαρίσει σωτηρία, λύτρωσι, ελευθερία από τα δεσμά της αμαρτίας. Ίσως δεν γνώρισες, δεν ενδιαφέρθηκες γι Αυτόν· Αυτός όμως σε αγαπά ...σε αναζητά, θέλει να σε σώσει.

Γνωρίζεις οτι ο Κύριος έβαλε ένα σβηστήρι μέσα στην Εκκλησία Του, που μπορεί να σβήσει όλο το παρελθόν σου, ώστε να μπορέσης να ανοίξεις καινούρια σελίδα στηζωή σου. Το σβηστήρι είναι η μετάνοια, είναι η εξομολόγηση, είναι το λουτρό της ψυχής. Εάν θέλεις να αλλάξει η ζωή σου, να νοιώσεις χαρά και ειρήνη, πάρε την απόφαση να αλλάξεις ζωή και πορεία.
Άνοιξε την καρδιά σου στον Θεό μέσα απο έναν φωτισμένο πνευματικό που αν το θελήσεις Εκείνος θα σου στείλει ...να σαι σίγουρος γι αυτό ...πες τα λάθη της ζωής σου, με συντριβή καρδιάς και αληθινή μετάνοια ψυχής και ο Θεός θα σε αλλάξει ...θα γίνεις νέος άνθρωπος ...καινή κτίσις...πολίτης του Ουρανού. Βάλε λοιπόν νέα αρχή ….σήμερα …τώρα !!!

«Αἰτεῖτε, καὶ δοθήσεται ὑμῖν». Εσύ, έχεις ζητήσει ποτέ σου τα δώρα του Θεού;



Η αθεΐα, η απιστία ταλαιπωρούν, λυπούν, «αγχώνουν», θλίβουν τον σημερινόν άνθρωπον.

Κάποτε ένας εξαίρετος χειρούργος γιατρός κληρονομεί μια μεγάλη κλινική από τον πατέρα του, καλοπαντρεύεται με μια ενάρετη χριστιανή και δημιουργεί μια ωραία οικογένεια. Σύντομα τρία παιδάκια συμπληρώνουν την χαρά του. Όλα τα καλά γύρω του: 
Χρήματα, κλινική, παιδιά, τα πάντα! Η γυναίκα του, αληθινό διαμάντι αρετής, ταπεινή, γλυκομίλητη, ευσεβέστατη. Το σπίτι τους σχεδόν καθημερινά, μυρίζει λιβάνι, γιατί η κυρά Μαρία συχνά θυμιατίζει, όταν ανάβει κάθε βράδυ το καντηλάκι της. Τα τρία παιδιά τους, δυό αγόρια, κι ένα κορίτσι, προοδεύουν καταπληκτικά στα γράμματα, στις ξένες γλώσσες, στη μουσική (όλα μαθαίνουν πιάνο), στην αρετή. 
Η ευσεβέστατη Μαρία, τα οδηγεί στα Κατηχητικά, στην Εκκλησία, στο Χριστό, στις Χ.Μ.Ο. (Χριστιανικές Μαθητικές Ομάδες). 
Ο γιατρός, ο κ. Παναγόπουλος Νικόλαος κολυμπά μέσα σε πλούσια υλικά αγαθά. Όμως πάντα είναι άκεφος, δύσθυμος, παραπονούμενος! Πότε του φταίει το ένα, πότε το άλλο. Πάντα βρίσκει κάτι να δικαιολογήσει τη μεγάλη στενοχώρια του.

Κάποια μέρα φωνάζει έναν παλιό, παιδικό του φίλο, θεολόγο, και του εξομολογείται:
- Βρε Παναγιώτη, όλα τα καλά του Θεού τα ‘χω! Δεν μου λείπει τίποτε! 
Ένα δεν έχω: γαλήνη, χαρά, ευτυχία. Δεν μπορώ να κοιμηθώ ήρεμα τα βράδυα. Βλέπω τρομερά όνειρα, στριφογυρίζω άυπνος στο κρεβάτι μου!
- Με τη χριστιανική πίστη πώς τα πάμε;
- Θα σου μιλήσω «ξεκάθαρα», ντόμπρα! Δεν πιστεύω στο Θεό! Είμαι άθεος! Ίσως φταίει η Γερμανία, όπου σπούδασα, ίσως ο … Καζαντζάκης ! Έχω διαβάσει , Παναγιώτη μου, πολλά έργα του. Μια σκέψη είναι στο μυαλό μου: η θρησκεία είναι ανθρώπινο κατασκεύασμα . Θεός δεν υπάρχει!
- Αγαπητέ Νίκο, μήπως εδώ κρύβεται η αιτία της λύπης σου; 
Μήπως δεν έχεις γερά στηρίγματα στη ζωή σου; 
 Ο Πασκάλ, ο μεγάλος εφευρέτης, τον ξέρεις, λέγει: «Επειδή έχω μελετήσει αρκετά, έχω πίστη χωρικού, αν μελετήσω περισσότερο θα ‘ χω πίστη χωρικής». Αρκετοί επιστήμονες ομολογούν δημόσια την πίστη τους. Η χριστιανική πίστη, η λατρεία, η προσευχή, η συμμετοχή μας στα μυστήρια της Εκκλησίας είναι ουρανόσταλτα δώρα, χαρίζονται από τον Θεό σ’ όλους τους ανθρώπους, για να έχουν χαρά μόνιμη.
- Τότε, αγαπητέ Παναγιώτη, γιατί δεν τα δίνει και σε μένα; 
Γιατί ζω μέσα στο σκοτάδι, στη λύπη;
- Εσύ τα ζήτησες; 
Το Ευαγγέλιο, που δεν διαβάζεις, γράφει: «Αἰτεῖτε, καὶ δοθήσεται ὑμῖν». Εσύ, έχεις ζητήσει ποτέ σου τα δώρα του Θεού;
- Όταν ήμουν στο Δημοτικό, η μακαρίτισσα η μητέρα μου μ’ έστελνε στο Κατηχητικό και τότε πίστευα αρκετά. Τώρα δεν πιστεύω τίποτε. «Δεν υπάρχει Θεός, αλλά ύλη», , λέγει ο Μπύχνερ. Ο Καζαντζάκης δεν πιστεύει σε τίποτε, είναι ελεύθερος! Έτσι και γω, δεν παραδέχομαι ότι υπάρχει κάποια ανώτερη δύναμη!
- Η απιστία, Νίκο, γεννά ό,τι υπάρχει μέσα σου. Θέλεις να φύγει η λύπη σου;
- Αν θέλω λέει; Πάρα πολύ!!!
- Η λύση πανεύκολη. Ονομάζεται Εξομολόγηση!
- Α! Παναγιώτη! Εγώ δεν έχω καμιά σχέση με παπάδες, ούτε θέλω να ‘χω. Όλοι τους είναι «ζήτουλες», «τσαρλατάνοι», εκμεταλλευτές του κόσμου! Ζουν με την αφέλεια των πολλών!
- Τότε μείνε μοναχός σου, για να ροκανίζει η λύπη το εσωτερικό σου!
- Ένα λεπτό, Παναγιώτη! Εσύ πιστεύεις ότι, αν εξομολογηθώ, θα ηρεμήσω;
- Απόλυτα! Εκατό τοις εκατό!
- Είσαι σίγουρος;
- Άκου, προσεκτικά! Όσοι εξομολογούνται ειλικρινά, βρίσκουν λύτρωση, χαρά, γαλήνη. Η εξομολόγηση είναι Μυστήριο μεγάλο, ωφελιμώτατο, γιατί το πανάγιο Πνεύμα απομακρύνει όλες τις ενοχές , δροσίζει απαλά κάθε φλεγόμενη καρδιά!
- Διστάζω, Παναγιώτη. Εγώ δεν πιστεύω. Δεν έχω εξομολογηθεί ποτέ μου. Αλλά και να ‘θελα, πάλι δεν μπορώ.
- Γιατί Νίκο μου;
- Να, εγώ «κοτζάμ γιατρός» κλινικάρχης, ντρέπομαι να πω τ’ αμαρτήματά μου! Ντρέπομαι! Αλλά και να νικήσω τη ντροπή μου, πάλι δεν θα το αποφασίσω! Ξέρεις γιατί;
- Όχι!
- Ποιος με βεβαιώνει ότι ο παπάς δεν θ’ ανοίξει το στόμα του και δεν θα πει παντού τα δικά μου;
- Άκου Νίκο, εγώ εξομολογούμαι σε κάποιο γέροντα πνευματικό, τον π. Κωνσταντίνο, στον άγιο Γεώργιο Καρύτση. Είναι θεολόγος και τάφος. Θέλεις να πάμε;
- Τι να πω Παναγιώτη;
- Ό,τι σε φωτίσει ο Θεός! Αν πεις ό,τι βαραίνει την ψυχή σου, θα φύγει το βάρος, θα κοιμάσαι σαν παιδάκι!
- Καλά, θα το σκεφτώ.

Ο θεολόγος αναχωρεί ήρεμος από την κλινική. Αμέσως αρχίζει διάλογο θερμό με τον ουρανό.
- Ω! Χριστέ μου, φώτισε το πλανεμένο πρόβατό Σου! Λασπόνερα πολλά έχουν σκεπάσει την πίστη, την ευσέβεια. Φώτισέ τον, οδήγησέ τον στη μάντρα Σου, για να δοξάζει το άγιο όνομά Σου.

Η προσευχή για τον άλλο κάνει θαύματα! Σε μερικές μέρες, ο καλός θεολόγος παίρνει ένα χαρούμενο τηλεφώνημα:
- Παναγιώτη, εξωμολογήθηκα! Έχεις απόλυτο δίκιο, φίλε μου! Γαλήνεψα, ηρέμησα, τώρα είμαι χαρούμενος. Τώρα κοιμάμαι , σαν παιδάκι, όπως το είπες! Σ’ ευχαριστώ, Παναγιώτη, γιατί άνοιξες τα μάτια μου!

Ω! ουρανόσταλτη, ατίμητη μάνα! Εσύ έκρυψες στην καρδιά του γιατρού τα πρώτα χριστιανικά σπέρματα. Αυτά βλάστησαν ύστερα από πολλά χρόνια!
Γονείς, γιαγιάδες, παππούδες, σπέρνετε χριστιανικούς σπόρους στις ψυχές των παιδιών , εγγονών σας. Ουδέποτε τα χριστιανικά λόγια πηγαίνουν χαμένα!
Όσοι εξομολογείσθε, όσοι πίνετε ολόδροσα, γάργαρα νερά, οδηγείστε κάποιον γνωστό φίλο σας στη βρυσομάνα, που λέγεται εξομολόγηση!

«ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΩΦΕΛΙΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ
ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
ΘΕΙΑ ΜΕΤΑΛΗΨΗ»
ΤΕΥΧΟΣ 8ΟΝ
ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΒΓΟΝΤΖΑΣ


http://eisdoxantheou-gk.blogspot.gr

«Κι όταν διαβάζετε το Ψαλτήρι, να τα λέτε καθαρά, μία μία τις λέξεις. Ν’ άκουγα άνθρωπο, πού να διάβαζε καλά Ψαλτήρι!»



Πορφύριος ιερομόναχος Καυσοκαλυβίτης (1906-1991),

ως νέος μοναχός στα Καυσοκαλύβια



Με τη μελέτη ή ψυχή σας θα αγαθύνεται και θα γίνεται αγία χωρίς πολύ κόπο.
Θέλετε να βρείτε τη χαρά στη ζωή; Να διαβάζετε Αγία Γραφή. Να εκκλησιάζεσθε. Να πλησιάζετε τον Χριστό, να Τον αγαπήσετε. Να προσέχετε τις ακολουθίες: όρθρο, ώρες, εσπερινό, απόδειπνο κ.λπ., γιατί τα λόγια τους είναι γραμμένα από αγίους. Είναι λόγια άγια, ερωτικά προς τον Χριστό, την Παναγία μας. Εγώ δίνω μεγάλη σημασία σ’ αυτά. Να τα διαβάζετε καθαρά, μία μία λέξη, με νόημα, με λαχτάρα και θείο έρωτα. Ότι σας κάνει εντύπωση, να το ξαναμελετάτε κατ’ ιδίαν. Το βιβλίο το γράφομε μέσα μας- και το ‘χομε, όταν κάθε τόσο στεκόμαστε και εμβαθύνομε. Λίγο να μελετάμε και να το γράφομε μέσα μας. Άμα τ’ άγαπάεις τα γράμματα, σε τραβούνε. Έχουν θησαυρούς μέσα.
Όταν ψάλλετε τούς κανόνες, όχι άπλα να λέτε τα λόγια, αλλά να τα απολαμβάνετε. Έτσι πολύ γρήγορα θα αγιαστείτε, χωρίς να το καταλάβετε. Κι όταν διαβάζετε το Ψαλτήρι, να τα λέτε καθαρά, μία μία τις λέξεις. Ν’ άκουγα άνθρωπο, πού να διάβαζε καλά Ψαλτήρι! Α, θα καθόμουν εκεί, να μη χάσω λέξη. Εγώ έτσι το έμαθα το Ψαλτήρι, ακούγοντας το στην Εκκλησία. Ενώ το Ευαγγέλιο το έμαθα ένα ένα εδάφιο, το αποστήθιζα στίχο στίχο.
Συχνά, όμως, εμείς διαβάζομε επιπόλαια, ενώ χρειάζεται προσοχή στην απαγγελία. Να διαβάζετε με το νι και με το σίγμα και να απαγγέλλετε με νόημα, με χαρά και έρωτα. Να διαβάζετε σαν να μιλάτε με άνθρωπο. Φυσικά, απλά, με νόημα και παρακαλεστικά. Όπως θα λέγαμε π.χ.: «Παναγιώτα, ξέρεις τί έχομε πάθει; Είχαμε κάτι λεπτά, τα ξοδέψαμε και τώρα δεν έχομε. Αν διευκολύνεσαι, σε παρακαλώ, φέρε μας τριάντα χιλιάδες δραχμές, γιατί δεν έχομε να βολευτούμε». Καθόλου πλαστά πράγματα, καθόλου υποκρισίες.
Όταν θα διαβάζετε με νόημα, θα δημιουργείται μέσα σας ευφροσύνη και ενθουσιασμός. Τότε θα μπαίνετε στο κλίμα της προσευχής. Και ή ψυχή σας θα άγαθύνεται, θα οικοδομείται και θα γίνεται αγία αναίμακτα, δηλαδή εύκολα, χωρίς πολύ κόπο. Έτσι σιγά σιγά θα αποκτήσετε αγάπη, θα γίνετε «πράοι, ταπεινοί τη καρδία» . Θα σας χαρίσει ό Θεός την αγία ταπείνωση, δηλαδή την απόλυτη εμπιστοσύνη. Και, ούτως εχόντων των πραγμάτων, που είναι ό κόπος και ή προσπάθεια για να γίνετε καλοί; Σφιξίματα, σπρωξίματα δεν υπάρχουν.
Με προσοχή να διαβάζετε και τούς βίους των αγίων. Ζητήστε τη βοήθεια τους.
Μελετώντας τα βιώματα των αγίων, θα τούς αγαπήσετε πολύ και πολύ θα ωφεληθείτε. Σιγά σιγά θα ευφραίνεστε και, χωρίς να το καταλάβετε, θα θέλετε και θα σκέπτεσθαι όλο και πιο πολύ το καλό. Το καλό θα γίνεται από αγάπη και το κακό δεν θα βρίσκει θέση. Ακούγοντας και μαθαίνοντας έτσι, έρχεται ή εξυπνάδα και ή αόρατος χάρις του Θεού και ό έρωτας στον Χριστό. Ή αγάπη στον Χριστό μεγαλώνει, γεμίζει ή ψυχή, ζητάει το απόλυτο. Τί άλλο πιο ανώτερο; Ή χάρις του Θεού, ό Χριστός μέσα μας. Καταλάβατε; Λαχτάρα, λατρεία! Αυτό είναι. Χωρίς αυτό δεν κάνομε τίποτα. Όλα τ’ άλλα είναι λόγια, είναι μηδέν.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΛΟΓΟΙ ΠΕΡΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΖΩΗΣ. 
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΧΡΥΣΟΠΗΓΗΣ. ΧΑΝΙΑ 2010


http://www.diakonima.gr

Η μηλόπιτα και ο μάγκας



Κάποια φορά, μιά δασκάλα μίλησε στά παιδιά τῆς τάξης της γιά τή βασιλεία τοῦ Θεοῦ. 
Εἶπε, πόσο ὡραῖα θά εἶναι ἐκεῖ. Πώς ἐκεῖ δέν θά ὑπάρχουν οὔτε ἀρρώστιες, οὔτε θάνατος. Οἱ δίκαιοι θά ζοῦν μαζί μέ τό Θεό γιά πάντα.Τά παιδιά παρακολουθοῦσαν μέ πολύ θαυμασμό καί ἐνδιαφέρον. Στό τέλος, ἡ δάσκαλα, τά ἐρωτᾶ:
-Λοιπόν, πέστε μου, ποιό παιδάκι θέλει νά πάει τώρα στόν Παράδεισο;
Ὅλα τά παιδιά ἐνθουσιασμένα σήκωσαν τό χέρι. Ὅλα, ἐκτός ἀπό ἕνα πού καθόταν μέ σκυμμένο τό κεφάλι. Ἡ δασκάλα παραξενεύθηκε. Γυρίζει καί λέει στό μικρό:
-Ἐσύ, Γιαννάκη, γιατί δέν θέλεις νά πᾶς τώρα στόν Παραδεισο;
Ὁ μικρός κοκκίνησε. Μά τελικά κατάφερε νά ἀπαντήσει:
-Ξέρετε κυρία, ὅταν ἔφευγα ἀπό τό σπίτι, ἡ μητέρα ἔβαζε στό φοῦρνο μιά μηλόπιττα. Καί μοῦ ὑποσχέθηκε, ὅτι θά μοῦ δώσει τό πιό μεγάλο κομμάτι, μόλις ἐπιστρέψω ἀπό τό σχολεῖο(!!)

Μπορεῖ νά χαμογελάσουμε μέ τήν παιδική ἀφέλεια. Μά, συγχρόνως, πρέπει καί νά κλάψουμε γιά τή δική μας παρόμοια τακτική στήν πνευματική ζωή. Πόσες φορές ἐμεῖς, δέν «ξεπουλᾶμε» τόν Θεό γιά ἕνα κομμάτι κάποιας «μηλόπιττας»!

Μά ὑπάρχουν γιά μᾶς, τούς «μεγάλους», μηλόπιττες;Ναί. Ὑπάρχουν. Καί μάλιστα δυό εἰδῶν «μηλόπιττες»:
1. Οἱ καλές, πού εἶναι θεμιτές ἐπίγειες ἐπιδιώξεις: σπουδές, ἐπάγγελμα, ἔντιμη παρουσία στήν κοινωνία.
2. Οἱ χαλασμένες, πού εἶναι οἱ κάθε εἴδους ἁμαρτίες. Αὐτές, πού καταστρέφουν καί τήν ἐπίγεια καί τήν αἰώνια ζωή μας.
Ὁμως, ἀκόμη καί οἱ καλές καταντοῦν χαλασμένες. Ὅταν ἐξ αἰτίας τους ξεχνᾶμε τόν Παράδεισο.
Τί ἀπολογία θά δώσουμε τήν ἡμέρα τῆς Κρίσεως; Ὅταν ἰδοῦμε ἄσημους (καί ἁμαρτωλούς!) ἀνθρώπους νά ἔχουν ἀρνηθεῖ, γιά χάρη τοῦ Χριστοῦ, κάποιες, γι᾿ αὐτούς σπουδαῖες καί γλυκιές «μηλόπιττες»;
Μήπως χρειάζονται παραδείγματα;

Τό 1630 ζοῦσε στίς Σέρρες ἕνας μάγκας! Ἦταν τότε 33 χρονῶν. Λεγόταν Ἀλεξανδρής Ταταρχάνης. Ἄνθρωπος, μέ καλή καρδιά. Ἀλλά, τί τά θέλετε; Σάν μάγκας καί αὐτός, ἔκανε παρέα μέ τούς μάγκες! Γύριζαν τίς νύκτες μέ σπαθιά καί μέ μαχαίρια. Καί ἔκαναν μαγκιές!Ἕνα βράδυ, ἔκλεψαν τό σπίτι ἑνός τούρκου. Ἔδειραν μάλιστα καί τόν τοῦρκο. Ἡ πράξη τους δέν ἔμεινε στό σκοτάδι. Τόν ἔπιασαν! Καί ξεσηκώθηκαν ὅλοι οἱ μουσουλμᾶνοι τῶν Σερρῶν! Μέσα στήν ἀγανάκτηση καί στίς φωνές τοῦ τουρκικοῦ ὄχλου, ὁ δικαστής ἔβγαλε τήν ἀπόφαση νά τόν κρεμάσουν!
Τότε, πολλοί τοῦρκοι φώναξαν στόν Ἀλεξανδρή:
-Γίνε, μπρέ, τοῦρκος, νά γλυτώσεις.
Τότε ὅποιος ὀρθόδοξος ρωμηός γινόταν μουσουλμάνος, ἀπαλλασσόταν ἀπό κάθε τιμωρία. Γιά ὁποιοδήποτε ἔγκλημα!
Ὅλοι περίμεναν, ὅτι ὁ Ἀλεξανδρής θά τό εἶχε «εὔκολο». Ἡ πρότασή τους ἦταν μιά γλυκιά μηλόπιττα. Ἤ ὄχι;
Ἀλλά ὁ «μάγκας» δέν τήν κατάπιε! Καί φώναξε σταθερά:
-Τοῦρκος ἐγώ δέν γίνομαι!
Ἔβγαλαν, τότε, τά χαντζάρια τους καί τόν κτυποῦσαν μέ ὀργή! Καί ἐνῶ ἀκόμη ἀνέπνεε, τόν κρέμασαν! Ἦταν 8 Ἰουνίου τοῦ 1630.
Καί ἔγινε μάρτυρας!

Γ. Καφταντζῆ, Ἡ Σερραϊκή Χρονογραφία τοῦ παπα-Συναδινοῦ, 
ἔκδ. Ἱ. Μ. Σερρῶν καί Νιγρίτης, Σέρρες, 1989, σελ. 52-53.

Ἀλήθεια! Πόσοι ἀπό τούς σημερινούς Χριστιανούς θά εἶχαν τό σθένος νά ἀρνηθοῦν τέτοια μηλόπιττα; Νά ὅμως! Ἕνας μάγκας τό κατόρθωσε. Καί τούς τήν πέταξε στά μοῦτρα! Καί ὑπέμεινε διπλό μαρτύριο. Ὅ,τι κι ἄν εἶχε κάνει τοῦ συγχωρήθηκε.
Μιά νίκη, ἕνα ξεπέρασμα μιᾶς λαχτάρας, καί ὁ μάγκας ἔλαβε στέφανο δίκαιης ἀνταμοιβῆς γιά τήν νίκη του.Καί μιά ἐπεξήγηση: Ὁ Ἀλεξανδρής δέν σώθηκε, ἐπειδή ἦταν μάγκας. Ἀλλά, ἐπειδή νίκησε, ἐπειδή ξεπέρασε καί τήν «μαγκιά του». Ἄν δέν τήν ξεπερνοῦσε, θά συνέχιζε νά κάνει τόν μάγκα. Καί θά τόν ἔκανε εἰς βάρος τῆς πίστης μας καί τῆς ψυχῆς του.

Λοιπόν: Ἄς ἀγωνισθοῦμε, καί ἐμεῖς, δυναμικά. Γιατί εἶναι κρίμα νά ἁγιάζουν οἱ «μάγκες»καί οἱ εὐσεβεῖς νά «ξεπαγιάζουν»!

του αρχιμανδρίτου Νίκωνος Κουτσίδη

Ὁ φαρδύς δρόμος ὁδηγεῖ τούς ἀνθρώπους στήν κόλαση

Οι εντολές του Θεού δεν είναι βαριές, είναι πολύ ελαφριές, ανακουφίζουν, δροσίζουν και δημιουργούν και φτιάχνουν μακαριότητα στην ψυχή του ανθρώπου. Γι’ αυτό ο Χριστός μας δεν ζήτησε πολλά πράγματα. Και στη Δευτέρα Παρουσία δεν θα πει “γιατί δεν ασκητεύσατε…”. Όχι. Θα πει “γιατί δεν ελεήσατε, γιατί δεν θρέψατε, γιατί δεν ντύσατε, γιατί δεν ανακουφίσατε το φυλακισμένο”.
Τι είναι αυτά; Έργα αγάπης. Γι’ αυτό είπε ο Χριστός “Ποιος είναι αυτός που με αγαπάει; Αυτός που τηρεί τις εντολές μου. Εκείνος που δε με αγαπάει δεν τηρεί τις εντολές μου”. Με τον έλεγχο που έκανε στους εξ αριστερών, ήθελε να τους πει, ότι “εσείς δεν είχατε αγάπη και εφόσον δεν είχατε αγάπη, δεν μπορείτε να μπείτε στο νυμφώνα της αγάπης”. Ο νυμφώνας της αγάπης κερδίζεται μόνο με την αγάπη και τη θυσία. Γι’ αυτό θα πρέπει, με την αγάπη και την ταπείνωση, να περάσουμε στη Βασιλεία των Ουρανών.

Στενή και τεθλιμμένη η οδός η απάγουσα εις την ζωήν. Ο φαρδύς δρόμος οδηγεί τους ανθρώπους στην κόλαση. Ποιος είναι ο φαρδύς δρόμος; Η ξένοιαστη κοσμική ζωή, και όταν περνούν οι μέρες μας άδειες…
Δεν πρέπει να μας πλανά ο διάβολος· και να προσπαθήσουμε, κατά το Ευαγγέλιο του Χριστού μας, να καθαρίσουμε το έσωθεν του ποτηρίου που είναι η ψυχή μας, η καρδιά μας, ο νους μας. Αν το μέσα του ποτηρίου, λέει, το κάνεις, άνθρωπε, καθαρό και το έξωθεν θα είναι καθαρό. Υποκριτά, μην κάνεις το έξω, και το μέσα το αφήνεις ακάθαρτο. Στα μάτια του Θεού είναι όλα φανερά. Τους ανθρώπους θα τους ξεγελάσουμε, θα δείξουμε άλλο πρόσωπο, αλλά τα μέσα μας είναι γνωστά στο Θεό. Να φροντίσουμε μέσα μας να τακτοποιηθούμε, ν’ αλλάξουμε. Το χρόνο που μας έδωσε ο Θεός να τον γεμίσουμε με καλά έργα, με καλές σκέψεις, με αγνά αισθήματα.
Να μην καθόμαστε και ασχολούμαστε με αργολογίες, να μην ασχολούμαστε με συζητήσεις άκαιρες και βλαβερές. Ν’ απαλλάξουμε τη γλώσσα μας από το να κρίνουμε τους ανθρώπους, τον αδελφό μας, τον πλησίον μας. Όχι, όχι μην το κάνουμε αυτό. Να κρίνουμε τον εαυτό μας, να καταδικάσουμε τον εαυτό μας. Αν τον καταδικάσουμε, θα τον απαλλάξουμε της καταδίκης του Θεού. Αν καταδικάσουμε, θα καταδικαστούμε κι αν κρίνουμε, θα κριθούμε, και με όποια μεζούρα μετρήσουμε θα μας μετρήσει ο Θεός.
Η κάθε στιγμή που περνάει δεν ξαναγυρνάει. Ο διάβολος μάς κερδίζει χρόνο, μάς απασχολεί με πράγματα γήινα και πρόσκαιρα προκειμένου να μας κερδίσει το χρόνο να μην τον έχουμε, ώστε να μην προσφέρουμε περισσότερα στο Θεό και στην ψυχή μας. Ας προσέξουμε όσο μπορούμε να είμαστε εν εγρηγόρσει, να γρηγορούμε στο μυαλό, στην καρδιά, να μην αφήνουμε σκέψεις, να μην αφήνουμε την καρδιά μας να μολύνεται. [...] Πόσες φορές αν θα ελέγξουμε τη συνείδησή μας, θα δούμε ότι δεν προσέχουμε. Επομένως δημιουργούμε σκάνδαλο. Αυτές τις αμαρτίες δεν τις γνωρίζουμε. Να τις εξαγορευθούμε και να σβήσουν.
Γι’ αυτό θα τα προσέχουμε όλα αυτά τα πράγματα, για να είμαστε έτοιμοι. Ο θάνατος είναι φοβερός, δεν είναι παιχνίδι. Εάν κανείς από μας έχει γνωρίσει λίγο περί θανάτου, αν κινδύνεψε από ασθένεια, είδε πόσο φοβερό είναι. Βλέπετε πώς δακρύζει ο άνθρωπος ή και κλαίει και τρέχουν τα μάτια του κατά την ώρα την επιθανάτια; Γιατί κλαίει; Γιατί βλέπει ότι έρχονται οι ενάντιες δυνάμεις, έρχονται τα δαιμόνια ν’ αρπάξουν την ψυχή. Κι η ψυχή τρέμει σαν το φθινοπωρινό φύλλο στον ελάχιστο άνεμο.
Λέει το τροπάριο της νεκρώσιμης ακολουθίας: “οίον αγώνα έχει η ψυχή χωριζομένη του σώματος, πόσα δάκρυα τότε; Προς τους αγγέλους τα όμματα τρέπουσα άπρακτα καθικετεύει, προς τους ανθρώπους τας χείρας εκτείνουσα ουκ έχει τον βοηθούντα“. Λέει, στρέφει τα μάτια στους αγγέλους δεν παίρνει τίποτα. Γιατί οι άγγελοι λένε “κατά τα έργα σου αλληλούια”. Θα σε βοηθήσουμε, αλλά έπρεπε να βοηθήσεις κι εσύ με τα έργα σου. Σηκώνει τα χέρια προς τους ανθρώπους, βοηθήστε με. Κι εκείνοι λένε: τι να σε βοηθήσουμε, τον εαυτό μας δεν μπορούμε να βοηθήσουμε, εσένα θα βοηθήσουμε; Και τότε βάζει μυαλό ο κάθε άνθρωπος. Τι μπορεί όμως να κάνει εκείνη την ώρα, αφού ξεψυχάει;
Αυτή τη μελέτη, αυτή την αλήθεια, αυτή την πραγματικότητα την οποία βλέπουμε να την ζει κάθε δικός μας άνθρωπος που φεύγει από τη ζωή, γιατί δε μας γίνεται μάθημα να τακτοποιήσουμε τον εαυτό μας τώρα, ώστε όταν έρθει αυτή η περίπτωση, η ώρα, να είμαστε έτοιμοι; Ναι μεν θα πικραθούμε, ο θάνατος είναι από φύσεως σκληρός και πικρός, αλλά όταν η συνείδηση δεν μας καταμαρτυρεί, βάλσαμο έρχεται στην ψυχή. Η ψυχή ελπίζει, της γίνεται μια αίσθηση ότι κάτι θα γίνει. Γι’ αυτό λοιπόν, πριν έρθει αυτή η φοβερή ώρα, πριν έρθει αυτή η πρώτη κρίση της ψυχής από τη μεγάλη κρίση της Δευτέρας Παρουσίας, ας ετοιμαστούμε, ας προσέξουμε, ας βιαστούμε τώρα, όχι αύριο και μεθαύριο.
Από σήμερα, απ’ αυτή τη στιγμή, μέσα στην ψυχή μας μετάνοια κι επιστροφή στο Θεό. Κι όταν ο Θεός δει αυτή την καλή διάθεση από μέρους μας, θα μας βοηθήσει. Και αυτή τη μικρή διάθεση θα την κάνει μεγάλη,ώστε να επιτελεστεί αυτή η μεγάλη σωτηρία των ψυχών μας.

Εφραίμ Φιλοθείτης

stomenkalosstomenmetafovoutheou.blogspot.gr

Ἡ ἀληθινή ἀνάπαυσις τῆς ψυχῆς



Πόσο ἀναπαύεται ἡ ψυχή, ὅταν εὑρίσκεται μέσα εἰς τό φῶς σου, Κύριε! 
Εἰκόνα σου εἶναι ή ψυχή μου, Κύριε, καί ή ζωή της εἶναι ή ἰδική σου καταφυγή.
Ἡ χαρά μου εἶναι ὁ Ἰησοῦς.
Ἡ ἀναπνοή μου, ὁ Ἰησοῦς.
Ἡ προσευχή μου, ὁ Ἰησοῦς.
Ἡ ἐλπίδα μου, ὁ Ἰησοῦς.
Ἡ καταφυγή μου, ὁ Ἰησοῦς.
Ἡ ἀπέκδυσις παντός νοήματος κατἀ τήν ὥραν τῆς προσευχῆς δίδει μεγάλη δύναμι καί χαρά ἀνέκφραστη εἰς τήν ψυχῇν.

Αὐτός εἶναι ὁ σαββατισμός τής ψυχῆς. Ἡ κατάπαυσις ἐκ παντός νοήματος. Αὐτή εἶναι ή ἀληθινή ἀνάπαυσις τῆς ψυχῆς. Ὅταν ἀργῇ καί καθαρίζεται ἀπό τῶν αἰσχρῶν καί ρυπαρῶν λογισμῶν τοῦ σατανά καί ἀναπαύεται εἰς τήν αἰωνίαν ἀνάπαυσιν καί χαράν τοῦ Κυρίου. Εἰς αὐτήν τήν ἀνάπαυσιν μάς προσκαλεῖ ὁ Ἰησοῦς Χριστός λέγων: «Δεῦτε πρός με πάντες οἰ κοπιῶντες καί πεφορτισμένοι, κἀγώ ἀναπαύσω ὑμᾶς» (Ματθ. ια΄ 28). 

Καί ὁ ὅσιος Ἰωάννης ὁ Καρπάθιος μάς συμβουλεύει: «Ἐάν θέλωμεν πραγματικά νάεὐαρεστήσωμεν εἰς τόν Θεόν καί νά ἐπιτύχωμεν τήν μακαριωτάτην φιλίαν μαζί του, ἄς παρουσιάσωμεν τόν νοῦν μας γυμνόν είς Αὐτόν, χωρίς νά μεταφέρωμεν μαζί μας κανένα πράγματοῦ παρόντος αἰῶνος, οὔτε τέχνην, οὔτε νόημα, οὔτε τέχνασμα, οὔτε δικαιολογία, ἀκόμη και ἐάν γνωρίζωμεν ὅλην τήν σοφίαν τοῦ κόσμου».

Ἀπεκδυομένη ή ψυχή τά νοήματα τοῦ κόσμου τούτου, δέχεται τόν φωτισμόν τοῦ Θεοῦ. Φωτιζομένη, γίνεται ἁπλῆ καί ὁ νοῦς ἐλέγχει τἁ πάντα. Εἐς τήν ἁπλότητα αὐτήν τῆς ψυχῆς δέν ὑπάρχει λογισμός· δέν λειτουργοῦν τά πάθη· καταπαύει ὁ ψυχόλεθρος μετεωρισμός. Ἡ ψυχή ζῇ ἐν Θεῷ καί ή εὐχή λειτουργεῖ ἔντονα. Ἡ καθαρότης τῆς ψυχῆς πού ὑπάρχει τότε, δίδει μεγάλην ἄνεσιν είς τήν ψυχήν καί αἰσθάνεται τό μέγα δῶρο τῆς Παρθενίας.

Ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος ἦταν πάντοτε ἐνδεδυμένη τό Θεῖον Φῶς καί διά τοῦτο δέν μποροῦσε νά προσβληθῇ ἀπό κανένα λογισμό. Διἀ τοῦτο ή Παναγία μας ἔγινε δοχεῖον τῆς χάριτος καί ἐσκήνωσεν καί ἐσαρκώθη εἰς αὐτήν ὁ Ἥλιος τῆς δικαιοσύνης, ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ἐπειδή ἦτο περιβεβλημένη ὡς ἱμάτιον τό Θεῖον Φῶς.

Ἡ ὑγεία τῆς ψυχῆς εὑρίσκεται μέσα εἰς αὐτό τό βίωμα. Νά ἔχη ή ψυχή μέσα της αὐτό τό ἅγιο φῶς καί νά τό αἰσθάνεται. Ἔτσι ἔπλασε ὁ Θεός τόν ἄνθρωπο. Μέ αὐτόν τόν στολισμόν ἐπροίκισε τήν ψυχήν. Καί ή ψυχή, τότε εἶναι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ὅταν διατηρῇ αὐτό τό φῶς.

Ὅταν λειτουργοῦν τά πάθη, παραχαράσσεται ή εἰκόνα τῆς ψυχῆς καί παραμορφώνεται, διότι τό σκότος καί ή δυσωδία τῶν παθῶν ἐμποδίζουν τήν ψυχή νά δέχεται τόν φωτισμόν τοῦ Θεοῦ. Εὑρισκομένη δέ ή ψυχή κάτω ἀπό μιά συνεχῆ συννεφιά μαραζώνει καί δέν ἀνθοφορεῖ καί δέν καρποφορεῖ. Καί ἔπειτα, μαραμένη ὅπου εἶναι, λυπεῖται καί παραπονεῖται καί καθοδηγεῖται ἀπό τά πο­νηρά πνεύματα.

Ἡ ψυχή ὅμως πού δέχεται τό φῶς τοῦ Θεοῦ ἔχει δύναμι, ἔχει χαρά, ἔχει ἀγάπη καθαρή και συνέχεια δέχεται τούς καρπούς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος· «ὁ δέ καρπός τοῦ Πνεύματός ἐστιν ἀγάπη,χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, ἀγαθωσύνη, πίστις, πραότης, ἐγκράτεια» (Γαλ. ε΄ 22-23).

Εἴσελθε, ψυχή μου, εἰς αὐτήν τήν χαράν καί εἰς αὐτό τό φῶς. Εἴσελθε εἰς τήν ἀληθινήν ζωήν. Ὁμοίαζε πρός τήνὙπεραγίαν Θεοτόκον, ὅπου εἰσῆλθε εἰς τά Ἅγια τῶν Ἁγίων καί ἐτρέφετο ὑπό τοῦ Ἀγγέλου.

Σύναζε, ψυχή μου, τάς δυνάμεις σου ἐντός σου καί ἑόρταζε ἑορτήν μυστικήν καί εὐφρόσυνον· ἑορτήν χαράς καί ἀγαλλιάσεως ἀνεκλαλήτου. Τοῦτο εἶναι τό ἀληθινόν φῶς καί ή ἀληθινή ἀνάπαυσις τῆς ψυχῆς καί θυσία εὐάρεστος εἐς τόν Θεόν: ή λατρεία τοῦ Θεοῦ ἐκ καθαράς καρδίας.

Δώρησαί μοι, Κύριε, τό πῦρ τό νοερόν, τό φωτίζον τάς διανοίας καί φλογίζον τάς ἁμαρτίας, διά νἁφωτίση μέ τάς μυστικάς του ἀκτῖνας τἀ σκότη τῆς ψυχῆς μου· διά νά κατακαύση τά ξύλα, τον χόρτον, τά φρύγανα καί ὅ,τι ἄλλο περιττόν ἐσύναξε ἐν τῇ άμελείᾳ καί ἀγνοίᾳ καί ραθυμίᾳ της ήψυχή μου. «Εἐ δέ τις ἐποικοδομεῖ ἐπί τόν θεμέλιον τούτον χρυσόν, ἄργυρον, λίθους τιμίους, ξύλα, χόρτον, καλάμην, ἑκάστου τό ἔργον φανερόν γενήσεται· ή γάρ ἡμέρα δηλώσει· ὅτι ἐν πυρί ἀποκαλύπτεται· καί ἑκάστου τό ἔργον ὁποῖόν ἐστι τό πῦρ δοκιμάσει» (Ἀ΄ Κορ. γ΄ 12-13).

Ὦ θαῦμα παράδοξον· πῶς ή πηλίνη φύσις, τό σῶμα τό χοϊκόν, δέχεται τήν νοεράν και ἄϋλον χάριν τοὔ Ἁγίου Πνεύματος!

Ὦ πόσον μεγάλην ἀξίαν ἔχει «ὁ κρυπτός τῆς καρδίας ἄνθρωπος», ὅταν ἔχη ὡς κόσμημα τόν ἄφθαρτον στολισμόν τῆς χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος (Ἁ΄ Πέτρ. γ΄ 4).

Ἀνάβαινε, ψυχή μου, είς σκηνώματα ἅγια διά νά δέχεσαι τόν θεῖον φωτισμόν καί ἱματισμένη και σωφρονοῦσα νά δοξάζης τόν Πατέρα καί τόν Υἱόν καί τό Ἅγιον Πνεῦμα, τήν μιαν ἀδιαίρετον Τριάδα είς αἰῶνας αἰώνων. 
Ἀμήν. 

Από το βιβλίο: Αἴσθησις ζωῆς αἰωνίου, 
Μοναχοῦ Μαρκέλλου Καρακαλληνοῦ