...ΣΤΗΝ ΙΘΑΚΗ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΜΟΥ.
Από τη στιγμή που άνοιξα τα μάτια μου και αντίκρυσα τον κόσμο, Εσένα έψαχνα Κύριε... Δε Σε γνώριζα κι όμως Σε αναζητούσα..
Ανικανοποίητη η ψυχή μου, ελλιπές το πνεύμα μου, νεκρωμένη η καρδιά μου, επιζητούσαν τη ζωοποιό πνοή Σου.
Νόμιζα πως θα Σε βρω στο χάδι της μητέρας μου, στο χαμόγελο του πατέρα μου, στο αίσθημα ασφάλειας και θαλπωρής που μου χάριζε η οικογένειά μου. Όλα αυτά ήταν ένα κομμάτι Σου αλλά δεν ήσουν Εσύ..
Η ζωή και οι επιλογές μου με απομάκρυναν διαρκώς από Σένα...
Κλεινόμουν στον μικρόκοσμο της ματαιοδοξίας και του εγωισμού μου.. μακριά και πέρα από το Φως Σου.. βυθίζοντας αργά την ψυχή μου στο κρύο σκοτάδι που δημιουργούσε η έλλειψη της παρουσίας Σου...
Και τα χρόνια περνούσαν... κι εγώ περιέφερα το κενό μου σαρκίο νομίζοντας ότι οι στόχοι, οι φιλοδοξίες, η επιτυχία θα γέμιζαν το εσωτερικό μου κενό. Κόπος, μόχθος, προσπάθεια (υπεράνθρωπη πολλές φορές), επίτευξη στόχου, επιτυχία και ύστερα;
Τίποτα... πρόσκαιρη ικανοποίηση, σε αντίφαση με την προσδοκία της απόλυτης ευτυχίας... πικρή αίσθηση του φευγαλέου...
Κάθε φορά που νόμιζα ότι έφτανα στο τέλος του δρόμου, ένιωθα ότι είχα χάσει τον προσανατολισμό μου και ένα νέο μονοπάτι ανοιγόταν μπροστά μου, μια νέα πρόκληση, που νόμιζα ότι θα μου χαρίσει ο, τι αναζητούσα...
Τι έψαχνα; Τι ήθελα; Τι αναζητούσα τελικά;
Προσπαθούσα να καλύψω τα Πάντα με το κάτι, νόμιζα πως θα χωρέσει το Όλο στο λίγο, ήθελα η σταγόνα να αγκαλιάσει τη θάλασσα... πόσο γελασμένη ήμουν...
Σε έψαχνα, Σε αναζητούσα κι ας μην το ήξερα... κι ας μην Σε ήξερα...
Εσένα έψαχνα όταν η ψυχή μου γονατισμένη από τον πόνο της έλλειψής Σου, κραύγαζε απελπισμένα την ανυπαρξία Σου...
Εσένα αναζητούσα όταν η καρδιά μου στάλαζε αίμα από τις δυσκολίες της ζωής...
Εσένα αναζητούσα όταν τα δάκρυα της μοναξιάς έπνιγαν την ψυχή μου...
Κι Εσύ εκεί... πάντα δίπλα μου... σεβόμενος την ελευθερία μου ακόμα και του να Σε αρνηθώ. Πάντα κοντά μου... σιωπηλός και μακρόθυμος... κι ας Σε πονούσα με τις επιλογές και τις αμαρτίες μου... κι ας Σε σταύρωνα ξανά και ξανά με τις πράξεις μου... κι ας σου έκλεινα ερμητικά την πόρτα της καρδιάς μου…
Πώς να Σε ευχαριστήσω για την ευσπλαχνία Σου, για την αγάπη Σου, για τη μακροθυμία Σου, για το έλεός Σου;
Ο λόγος Σου βάλσαμο στην ταλαίπωρη ψυχή μου... Η μακροθυμία Σου βακτηρία στην απιστία μου… Ο Σταυρός Σου έλεγχος στην μικροψυχία και την ανυπομονησία μου...
Η κακοπάθειά Σου ελπίδα στις δυσκολίες μου... Η Αγάπη Σου στήριγμα στις πτώσεις μου...
Η Ανάστασή Σου ελπίδα, φως και ζωή...
Το πλοίο της ζωής μου πάντα θα συναντά τρικυμίες, θα προσκρούει σε σκοπέλους και θα αποπροσανατολίζεται μέσα στο ψηλαφητό σκοτάδι των πειρασμών και των πτώσεων...
Τώρα όμως δε φοβάμαι! Έχω Εσένα πλάι μου! Τώρα πια δε μου φτάνει να Σε γνωρίσω... θέλω να Σε ζήσω, Κύριε, και να αναφωνήσω όπως και ο Απ. Παύλος «ζω δε ουκέτι εγώ, ζη εν εμοί Χριστός»...
Άπλωσε το Χέρι Σου και οδήγησε τη ζωή μου στη Βασιλεία Σου, στη δική Σου «Ιθάκη», στην «Ιθάκη της ψυχής μου...»
Αμήν, γένοιτο!