.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

«Πρέπει να προσευχόμαστε με πίστη!»



«Όταν ο άνθρωπος προσεύχεται με πίστη, υποχρεώνει τον Θεό κατά κάποιο τρόπο για την πίστη του αυτή να του εκπληρώσει το αίτημά του»

- Γέροντα, μένει ψυχρή η καρδιά μου στην προσευχή.

Είναι γιατί ο νους δεν δίνει τηλεγράφημα στην καρδιά. Ύστερα στην προσευχή χρειάζεται να εργασθεί κανείς δεν μπορεί από την μια στιγμή στην άλλη να φθάσει σε κατάσταση, ώστε να μη φεύγει καθόλου ο νους του.Θέλει υπομονή. Βλέπεις, άλλος χτυπάει την πόρτα, ξαναχτυπάει, περιμένει, και μετά ανοίγει η πόρτα. Εσύ θες να χτυπήσεις μια και να μπεις μέσα. Δεν γίνεται έτσι.

Στην προσευχή χρειάζεται επιμονή. «Και παρεβιάσαντο αυτον» (Λουκ. 24, 25), λέει το Ευαγγέλιο για τους δύο Μαθητές που συνάντησαν τον Χριστό στον δρόμο προς Εμμαούς. Έμεινε ο Χριστός μαζί τους, γιατί είχαν μια συγγένεια με τον Χριστό και το δικαιούνταν. Είχαν ταπείνωση, απλότητα, καλοσύνη, θάρρος με την καλή έννοια, όλες τις προϋποθέσεις, γι' αυτό και ο Χριστός έμεινε μαζί τους.

Πρέπει να προσευχόμαστε με πίστη για κάθε ζήτημα και να κάνουμε υπομονή, και ο Θεός θα μιλήσει. Γιατί, όταν ο άνθρωπος προσεύχεται με πίστη, υποχρεώνει τον Θεό κατά κάποιο τρόπο για την πίστη του αυτή να του εκπληρώσει το αίτημά του. Γι' αυτό, όταν ζητούμε κάτι από τον Θεό, να μη «διακρινώμεθα» και θα εισακουσθούμε. «Να έχετε πίστη χωρίς να διακριθείτε» (Ματθ. 21, 21), είπε ο Κύριος. Ο Θεός ξέρει να μας δώσει αυτό που ζητούμε, ώστε να μη βλαφτούμε πνευματικά.

Μερικές φορές ζητούμε κάτι από τον Θεό, αλλά δεν κάνουμε υπομονή και ανησυχούμε. Αν δεν είχαμε δυνατό Θεό, τότε να ανησυχούσαμε. Αλλά αφού έχουμε Θεό Παντοδύναμο και έχει πάρα πολλή αγάπη, τόση που μας τρέφει και με το Αίμα Του, δεν δικαιολογούμαστε να ανησυχούμε.

Μερικές φορές δεν αφήνουμε ένα δύσκολο θέμα μας στα χέρια του Θεού, αλλά ενεργούμε ανθρώπινα. Όταν ζητούμε κάτι από τον Θεό και κλονίζεται η πίστη μας και θέλουμε να ενεργήσουμε ανθρωπίνως στα δυσκολοκατόρθωτα, χωρίς να περιμένουμε την απάντηση στο αίτημά μας από τον Θεό, είναι σαν να κάνουμε αίτηση στον βασιλέα Θεό και την παίρνουμε πίσω, την ώρα που Εκείνος απλώνει το χέρι Του, για να ενεργήσει.

Τον παρακαλούμε πάλι, αλλά και πάλι κλονίζεται η πίστη μας και ανησυχούμε και επαναλαμβάνουμε το ίδιο. Έτσι διαιωνίζεται η ταλαιπωρία μας. Κάνουμε δηλαδή σαν εκείνον που κάνει μια αίτηση στο Υπουργείο και ύστερα από λίγο μετανιώνει και την αποσύρει. Ξαναμετανιώνει, την υποβάλλει μετά από λίγο πάλι την αποσύρει. Η αίτηση όμως πρέπει να μείνει, για να παίρνει την σειρά της...

Γέροντας Παΐσιος

Από το βιβλίο «Περί Προσευχής»


Το μυστικό για να ακουστεί η προσευχή σου!

-Θέλεις ν' ακούει παρευθύς ο Θεός την προσευχή σου, αδερφέ;
Λέγει ο αββάς Ζήνων:
- Σαν σηκώνεις τα χέρια σου στον ουρανό, προσευχήσου πρώτα απ' όλα, με την καρδιά σου για τους εχθρούς σου και ο Θεός θα σου δώσει γρήγορα ό,τι άλλο του ζητήσεις.

http://agiatriadavyrona.gr

«Και καταξίωσον ημάς, Δέσποτα, μετά παρρησίας, ακατακρίτως, τολμάν επικαλείσθαι σε τον επουράνιον Θεόν Πατέρα και λέγειν, Πάτερ ημών …»



Πατέρα! Μια λέξη που σημαίνει σχέση, στοργή, δυναμικότητα, ενδιαφέρον.
Το Θεό, πατέρα! Πώς να το πεις όταν δεν το έχεις νοιώσει; 
Κι αν το ένοιωσες πώς μπορείς να δεχτείς πως είναι τιμωρός, απρόσιτος δικαστής, ξένος και ψυχρός;
Ο π. Παύλος Εγγλεζάκης γράφει: 
«Να γίνεις ξανά παιδί, σημαίνει να μάθεις να λες στον Θεό: «Πατέρα». Κανείς δεν θα μπει στη Βασιλεία του Θεού απ’ όσους δεν ένιωσαν από τα βάθη του είναι τους ν’ ανεβαίνει προς τον Θεό η φωνή, «Πατέρα»! 
Όποιος δεν άκουσε από το Πνεύμα τη μαρτυρία της υιοθεσίας του από τον Πατέρα, ποια θέση θα’ χει στο πατρικό τραπέζι;»
Η Θεία Λειτουργία μάς μαθαίνει να γινόμαστε παιδιά, σ’ όποια ηλικία κι αν είμαστε. Η προσφώνηση «Πατέρα» μάς φέρνει σε κατάσταση αναμονής της βοήθειάς Του, της αγάπης Του, της συνάντησής Του.
Μόνο με την καταδεκτικότητα και τη χάρη Του θα μπορέσουμε να κοινωνήσουμε. Γι’ αυτό το «Πάτερ ημών» είναι η προσευχή που κατά κάποιο τρόπο θα λέγαμε «καλοπιάνει» τον Θεό και μας περιμένει. Είναι η προσευχή που μας δίδαξε να λέμε! Η προσευχή που του αρέσει ν’ ακούει. Η θαυμάσια προσευχή που συμπυκνώνει όλα τα αιτήματα της ψυχής του ανθρώπου.

Από το βιβλίο ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗ ΠΟΡΕΙΑ, 
έκδοση Ιερού Ησυχαστηρίου Αγίας Τριάδος 
Μετόχι Ι. Μονής Μαχαιρά.

ΤΟ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΩΤΗΡΙΑ ΜΑΣ (ΑΛΗΘΙΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ)



Ήταν Χριστούγεννα του 2006. Ο κυρ- Νικόλας δήλωσε ρητά στην σύζυγό του:
- Θα πάμε στην Παναγία – όπως θέλεις- ,αλλά θ' ανάψουμε ένα κερί και θα φύγουμε αμέσως!
(Ψυχρότητα; Αδιαφορία; Ο Θεός γνωρίζει. Η ψυχή του όμως ήταν καλή, και η Παναγία Μητέρα θέλησε να τον βοηθήσει. )
Μόλις λοιπόν βγήκε από την Εκκλησία, αφού άναψε το κερί και κατηφόριζε το καλντερίμι με την σύζυγο για να φύγει, άκουσε μία φωνή να τον φωνάζει :
- Νίκο!
Γύρισε και κοίταξε ξαφνιασμένος. Δεν υπήρχε γύρω κανείς! Προχώρησε πάλι λίγο κι άκουσε πάλι τα' όνομά του:
- Νίκο!
Μια φωνή απαλή αλλά καθαρή. Προβληματίστηκε και σταμάτησε για λίγο. Η γυναίκα του τον κοιτούσε παραξενεμένη. Τελικά ξαναπροχώρησε, αλλά τότε η φωνή ακούστηκε πιο έντονη, κάπως σαν με παράπονο!
- Νίκο, που πας;
Συγκλονίστηκε και δάκρυσε, έπιασε απ' το χέρι τη γυναίκα του και της είπε με κομένη από την συγκίνηση φωνή:
- Γυναίκα, πάμε πίσω στην Εκκλησία. Η Παναγία με φωνάζει! Τρεις φορές την άκουσα! Μου είπε: "Που πας Νίκο;" Έχει δίκιο! Που μπορεί να είναι καλύτερα από την Θεία Λειτουργία;
Και πρόσθεσε:
- Συγχώρεσέ με Παναγία μου! Περιφρόνησα την θυσία του Υιού Σου κ Εσένα. Σου γύρισα την πλάτη. Συγχώρεσέ με, έρχομαι, έρχομαι!
Από τότε έγινε τακτικός στον εκκλησιασμό του. Τα δε Χριστούγεννα σε ανάμνηση του γεγονότος εκκλησιάζεται στο μοναστήρι.
Το γεγονός το αφηγήθηκε το εν λόγω ζευγάρι , τα Χριστούγεννα του 2008.
Μας δίνει δε αφορμές ν' αναλογιστούμε και να θαυμάσουμε την σωτήρια φροντίδα της Θεομήτορος κυρίως για τη σωτηρία των ψυχών μας. Θεραπεύει σώματα και ψυχές σε όσους με πίστη ζητούν το έλεός της! Τα θαύματα Της πύκνωσαν , ίσως γιατί πύκνωσαν και οι ασθένειες. Αλλά «Ὅπου ἐπλεόνασεν ἡ ἁμαρτία, ὑπερεπερίσσευσεν ἡ Xάρις». Αρκεί να υπάρχει ειλικρινής μετάνοια και εκζήτηση του θείου ελέους. Τότε πάντοτε ενεργεί το έλεος του Θεού, αλλά με τα αλάνθαστα κριτήριά Του, προς το συμφέρον των ψυχών...

Για την πίστη, την προσευχή και την άσκηση



Πάρα πολύ δίδασκε ό στάρετς το λαό περί της πίστεως στον Θεό και στη Θεία Πρόνοια. Έλεγε: «Στη βάση της σωτηρίας της ψυχής βρίσκεται ή πίστη. Ή πίστη στην υπόθεση της σωτηρίας μας είναι το θεμέλιο στην οικοδομή. Όπου δεν υπάρχει πίστη, εκεί κυριαρχούν αχαλίνωτα πάθη πού έλκουν τον άνθρωπο στην άβυσσο του κακού. Ή πίστη είναι το μεγαλύτερο αγαθό στην επίγεια ζωή. Ενώνει τον άνθρωπο με τον Θεό. Με την δυνατή πίστη ό άνθρωπος όλα μπορεί να τα κάνει. Όπως λέγει ό άγιος Ιωάννης της Κροστάνδης: «Σε πολεμούν δυνατοί, αόρατοι και ακοίμητοι εχθροί; Θα νικήσεις! Σε πολεμούν εχθροί εξωτερικοί, ορατοί; Θα νικήσεις! Σε τυραννούν τα πάθη; Θα τα υπερνικήσεις! Σε πνίγουν τα πάθη; Θα τα αποτρέψεις! Έχασες το θάρρος σου; Θα λάβεις από τον Θεό ανδρεία! Όλα μπορείς να τα νικήσεις με την πίστη και να κερδίσεις την Βασιλεία των Ουρανών. Πιστεύετε στον Θεό, προσεύχεσθε σ’ Αυτόν, κάμετε έργα αγαθά. Αυτά τα τρία φτερά θα μας ανυψώσουν στον θρόνο του Θεού».

Στην προσευχή ό στάρετς έδινε ιδιαίτερη σημασία. Έλεγε: «Δεν υπάρχει μεγαλύτερο έργο στη γη από την προσευχή. Ή προσευχή γέννα και τις υπόλοιπες αρετές. Οι άγιοι Πατέρες είχαν σαν νόμο να βιάζουν τον εαυτό τους στην προσευχή: στον σπίτι, στην εκκλησία, στις δουλειές, στον περίπατο, κάθε ώρα και στιγμή. Πρέπει να μιλάμε με τον Θεό απλά, όπως το παιδί με τον πατέρα του. Δεν πρέπει να κάμεις το σοφό κατά την προσευχή! Να φοβάσαι να προφέρεις το αγιότατο όνομα Του, χωρίς συμμετοχή του νου και της καρδιάς. Όποιος παρίσταται ενώπιων του Θεού απρόσεκτα, πολύ περισσότερο με αμέλεια, το μόνο πού κάνει είναι να λυπεί τον Θεό και να μη λαμβάνει ευλογία, αλλά κατάκριση. Λέγεται στην αγία Γραφή: «Επικατάρατος πάς ό ποιών το έργον του Κυρίου αμελώς». Αντιθέτως, όποιος, έστω και λίγο, προσεύχεται στον Κύριο αλλά με ειλικρινή, αληθινή πίστη, λαμβάνει ανέκφραστη χαρά.

Ή προσευχή είναι ή ευθυμία της ψυχής. Δεν έχεις χρόνο για προσευχή; Πέσε στα γόνατα και πες σύντομα: «Κύριε, δέξου το ξέσπασμα της ψυχής μου σαν δοξολογία και ευχαριστία μου σε Σένα και άκουσέ με τον ανάξιο», αλλά κάμε το με αίσθημα θέρμης αφοσιώσεως στον Κύριο, με το αίσθημα του άνθρωπου ό όποιος, αν και είναι βιαστικός, επιδιώκει, έστω και για μια στιγμή, να αφιερωθεί ολόκληρος, χωρίς κανένα υπόλοιπο, στον Κύριο. 
Πραγματικά, το έργο της προσευχής δεν έχει σχέση με την διάρκειά της, αλλά με την θερμότητά της. Και ή θερμότητα αυτή δεν μπορεί να διαρκέσει πολύ ακόμη και στους τελειότερους πιστούς. Στάσου στην προσευχή ως κατάκριτος αμαρτωλός και αναχώρησε ελεημένος και δικαιωμένος. Αύτη ή προσευχή ανεβάζει τον άνθρωπο στον ουρανό.

Όταν προσευχόμαστε στον Κύριο, τότε ή Μητέρα του Θεού χαίρεται και ευχαριστεί τον Υιό Της πού προσελκύει τις καρδιές μας στην προσευχή και πάντοτε μας βοηθεί, αν ζητούμε την βοήθειά Του. Μη λησμονείτε να παρακαλείτε την Βοήθεια και Προστασία μας.

Ό π. Σάββας δεν επιβάρυνε το λαό με μεγάλους κανόνες προσευχής, αλλά δίδασκε όπως ό όσιος Σεραφείμ του Σάρωφ: «Είναι καλύτερο να τηρείτε λίγα, αλλά με θερμότητα και ευλάβεια. Ό Θεός δεν χρειάζεται τον τύπο αλλά την ουσία. Εκείνος χρειάζεται την καρδιά μας».

Ό όσιος Σεραφείμ με εντολή της Βασίλισσας των Ουρανών έδωσε νέο, πιο ελαφρύ Τυπικό στα πνευματικά του τέκνα, τις αδελφές της Μονής Ντιβέγιεβο, γνωρίζοντας πόσο δύσκολο είναι να σωθούν οι χριστιανοί των εσχάτων χρόνων. Στους απλούς ανθρώπους ό όσιος Σεραφείμ έδινε αυτόν τον κανόνα:

«Σήκω από τον ύπνο, στάσου μπροστά στις εικόνες και πες τρεις φορές το «Πάτερ ημών» προς τιμήν της Αγίας Τριάδος, υστέρα το «Θεοτόκε Παρθένε» τρεις φορές και μια φορά το «Πιστεύω».

Αυτές οι προσευχές, όπως εξηγούσε ό όσιος Σεραφείμ, είναι ή βάση τού χριστιανισμού. Ή πρώτη, ως προσευχή δοσμένη από τον ίδιο τον Θεό ως πρότυπο όλων των προσευχών. Ή δεύτερη προσφέρθηκε από τον ουρανό διά τού Αρχαγγέλου Γαβριήλ στην Παρθένο Μαρία, την μητέρα τού Θεού.

Το Σύμβολο της Πίστεως ενώπιων συντομία περιέχει όλα τα σωτήρια δόγματα της χριστιανικής πίστεως, όπως διατυπώθηκαν στην Α’ Οικουμενική Σύνοδο (325). Στον κελί του μπορεί καθένας να λέγει ήσυχα την ευχή τού Ιησού κι όταν είναι ανάμεσα στους ανθρώπους το «Κύριε, έλέησον» και έτσι να συνεχίζει μέχρι το γεύμα. Ακριβώς πριν το γεύμα πάλι σύντομος κανόνας. Μετά το γεύμα: «Ύπεραγία Θεοτόκε, σώσόν με τον άμαρτωλόν». Στην ερημιά: «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ τού Θεού, διά της Θεοτόκου, έλέησόν με τον άμαρτωλόν». Πριν τον ύπνο, πάλι σύντομος κανόνας και μετά ύπνος, αφού διαφυλαχθούμε με το σημείο τού σταυρού. Κρατώντας αυτόν τον απλό κανόνα, μπορεί να φθάσει κανείς στον μέτρο της χριστιανικής τελειότητας».

Ό στάρετς Σάββας δίδασκε επίσης να μη καταπονείται κανείς με δυσβάστακτα ασκητικά κατορθώματα.

- Το πρωί, αφού ξυπνήσεις, έλεγε, αμέσως ασπάσου το σταυρό πού φοράς λέγοντας: «Ράνον, Δέσποτα, ρανίδα τού άγιωτάτου Σου Αίματος στην καρδιά μου, για να εξαλείψει τα πάθη, τις αμαρτίες και τις ακαθαρσίες ψυχής και σώματος. Αμήν».

Μετά να πλυθείς, να ντυθείς και αφού σταθείς μπροστά στις εικόνες, με θερμή καρδιακή πίστη πες: «Βασιλεύ Ουράνιε» μια φορά, «Πάτερ ημών», τρεις φορές, «Θεοτόκε Παρθένε» τρεις φορές και το «Πιστεύω» μια φορά.

Αυτός ό κανόνας ονομάζεται «κανόνας τού οσίου Σεραφείμ τού Σάρωφ». Μετά διάβασε τις πρωινές προσευχές από το προσευχητάριο. Μετά διάβασε το Ψαλτήρι, όσο μπορείς, ένα Κάθισμα ή έστω μία Δόξα.*

Σε κάποιους ό Γέροντας έδινε ευλογία να διαβάζουν μόνο μερικές γραμμές, αλλά συμβούλευε όλους να διαβάζουν καθημερινά το Ψαλτήρι υποχρεωτικά, τις Επιστολές των Αποστόλων και το Ευαγγέλιο, έστω μια περικοπή. Σ’ όσους είχαν ζήλο στην προσευχή έδινε ευλογία να διαβάζουν προσευχές πού τις έπαιρνε από τούς ασκητές πατέρες των τελευταίων χρόνων. Στον τέλος της ζωής τού στάρετς όλες οι προσευχές του και όλες οι γραπτές και προφορικές του διδαχές και ποιήματα με πνευματικό περιεχόμενο συγκεντρώθηκαν σε αντίστοιχα βιβλία: «Πνευματικές-ηθικές διδασκαλίες» κ.ά.

Σε όσους ήσαν πολύ απασχολημένοι με δύσκολα καθήκοντα, ό στάρετς επέτρεπε να συντομεύουν τον κανόνα της προσευχής, αλλά με την προϋπόθεση αυτή ή συντομευμένη προσευχή να είναι θερμή και έτσι να θεωρηθεί ως πλήρης κανόνας. Έλεγε:

- Να αποφεύγετε την επιφανειακή ανάγνωση του κανόνα. Να εμβαθύνετε στον πνεύμα της προσευχής, για να δοκιμάσει ή ψυχή χαρά και ευγνωμοσύνη για την Χάρη του θεού και θλίψη για τις αμαρτίες σας, ώστε ή προσευχή να γίνει τροφή και ζωή της ψυχής.
Ας μη τρέφουμε τον εσωτερικό μας φαρισαίο του τυπικού κανόνα προσευχής, αλλά με ζήλο, αδιαλείπτως να κάνουμε τον κανόνα μας, έστω και πιο σύντομο, κάποτε. Τί ευλογημένη πού είναι ή πνευματική κατάσταση κάποιων ανθρώπων, οι όποιοι με αγάπη, αδιάλειπτα τηρούν τον κανόνα τής προσευχής! Αυτοί ήδη από’ αυτή την ζωή θα γνωρίσουν «ότι Χριστός ό Κύριος».

* Όλο το Ψαλτήριο χωρίζεται σε είκοσι Καθίσματα και κάθε Κάθισμα χωρίζεται σε τρία μέρη με την παρεμβολή πριν από κάθε μέρος του «Δόξα Πατρί και Υίω και Άγίω Πνεύματι». Στην λειτουργική πράξη κάθε τμήμα ονομάζεται «Δόξα».

ΣΤΑΡΕΤΣ ΣΑΒΒΑΣ Ο ΠΑΡΗΓΟΡΗΤΗΣ

http://www.diakonima.gr

Πίσω στην ύπαιθρο – πίσω στον Θεό




Α. Η προ-προηγούμενη γενιά, η γενιά των παππούδων μας, ζούσε στην ύπαιθρο. Ασχολούνταν με γεωργικές και κτηνοτροφικές δουλειές όπως ζούσε ο κόσμος για χιλιάδες χρόνια, σαν δωριείς. Η ζωή τους ήταν δίχως καβάντζες και προσανατολισμένη στην απλή επιβίωση. Ζούσαν με πολύ κόπο κι ιδρώτα αλλά χωρίς άγχος. Το τραγούδι και το χαμόγελο ήταν στα χείλη όλων. Την Κυριακή κανείς δεν δούλευε και πήγαιναν στην Εκκλησία.

Σε μια συζήτηση που βρέθηκα με ανθρώπους της γενιάς των γονέων μας, την γενιά της μεγάλης αλλαγής δηλ. ανθρώπους που εγκατέλειψαν την ύπαιθρο και την παραπάνω ζωή, για ένα καλύτερο αύριο, δηλαδή ανθρώπους που ήρθαν στις πόλεις και οι οποίοι ήταν σκληροί με την σημερινή γενιά, προσπάθησα να τους εξηγήσω ότι αυτοί οι ίδιοι καταστρέψανε την Ελλάδα και καλό είναι να είναι πιο επιεικείς απέναντι στην γενιά των παιδιών τους στην οποία παρέδωσαν καμένη γη. Μάταια όμως…

Κι όμως! Ο παλιός τρόπος ζωής στην ύπαιθρο είχε μία σταθερά: απαιτούσε σε κάθε τι, να βάλει το χέρι του ο Θεός για να αποδώσει καρπούς κάθε ενέργειά σου. Έσπερνες τον σπόρο, όμως έπρεπε να κάνει καλό καιρό ο Θεός για να πάρεις καρπό. Είχες τα ζωντανά σου όμως έπρεπε να φυλάξει ο Θεός να μην κολλήσουν καμιά αρρώστια και αποδεκατιστούν. Έριχνες τα δίχτυα σου κι έπρεπε πάλι ο Θεός να βάλει το χέρι Του να έχεις καλή ψαριά. Σε κάθε τι η ανάγκη να βάλει ο Θεός το χέρι Του ήταν επιτακτική…

Ερχόμενοι όλοι αυτοί στις πόλεις και αλλάζοντας η οικονομία της χώρας μας, άρχισε ο καθένας να βγάζει χρήματα είτε από το εμπόριο, είτε από άλλες δουλειές που δεν είχαν καμία σχέση με την προηγούμενη ζωή τους. Το φαγητό υπήρχε στον μπακάλη κι αργότερα στα σούπερ-μάρκετς κι έτσι χάνοντας την άμεση ανάγκη για καλή σοδειά ή για προστασία των κοπαδιών τους, υπό την θεϊκή εύνοια, όλοι αυτοί Τον λησμόνησαν… Έφυγε η συστολή της γνώσης της αδυναμίας τους κι άρχισε να θεριεύει το εγώ.

Ο χωρικός με τον γάιδαρο πλέον κυκλοφορούσε με αυτοκίνητο και καθιστός ταξίδευε όπου ήθελε. Ήρθε το ρεύμα και η τεχνολογία και όλοι πίστεψαν ότι γίνανε μικροί θεοί. 

Φαντάζεστε την έκπληξη της παρέας όταν υποστήριξα ότι μία – έστω αναγκαστική – επιστροφή στην ύπαιθρο θα αναγεννήσει την Ελλάδα… «Μα πώς θα ζήσουμε χωρίς φάρμακα, υγεία, χωρίς παιδεία για τα παιδιά!», αντέτεινε κάποια ηλικιωμένη κυρία που – να είναι καλά! – χαίρει ακόμη άκρας υγείας. «Γιατί έχετε μήπως τώρα φάρμακα, υγεία και παιδεία;» την ρώτησα. Δεν απάντησε… «Ίσα – ίσα που θα έχετε λιγότερες αφορμές για να αρρωστήσετε, σε ένα φυσικό περιβάλλον…»συμπλήρωσα. 

Οπωσδήποτε η επιστροφή στην ύπαιθρο δεν είναι αυτοσκοπός για να επιστρέψουμε στην πίστη των παππούδων μας προς τον Θεό και της απόλυτης δυνατότητας που αυτή παρέχει στον άνθρωπο αλλά όταν ο περισσότερος πληθυσμός ζει πλέον σε ασυνείδητη κατάσταση διαστροφής κι αυτοκαταστροφής αυτό ίσως είναι ο μόνος τρόπος για να επανέλθει εις εαυτόν,επανερχόμενος στην θεϊκή αγκαλιά και να σωθεί..


Β. Η κυρία γύρω στα 60, γνωστή μου.

Πιάσαμε κουβέντα και λόγο στο λόγο, φθάσαμε να συζητάμε για όσα έχουν πει οι γέροντες της Ορθοδοξίας. Της εξήγησα ότι αυτό που ζούμε το έχει αναφέρει με μεγάλη λεπτομέρεια ο γέροντας Παΐσιος και της εκτύπωσα το σχετικό απόσπασμα από το blog - «ανατρίχιασα!» μου είπε… Όντως, σοκαρίστηκε! Όταν δε, της έδειξα και τι λένε οι γέροντες και άγιοί μας, για την συνέχεια έμεινε εμβρόντητη και σιωπηλή για λίγη ώρα…

«Για τα παιδιά σας λυπάμαι…», ψέλισσε θλιμμμένη. «Τα παιδιά μας θα ζήσουν στον παράδεισο που θα γίνει η γη μετά από όλα αυτά που θα συμβούν, αρκεί να περάσουμε τώρα την μπόρα», της είπα αισιόδοξα και χαμογελώντας. Την είδα πάλι δεν βολευόταν… «Και τότε τι τα κάναμε όλα αυτά;» είπε δείχνοντας την επιχείρησή της, το πιο σπουδαίο κομμάτι της περιουσίας της. «Τι σημασία έχει αυτό; Το θέμα είναι ότι τα παιδιά μας και τα εγγόνια σου, θα ζήσουν τόσο άνετα όσο δεν μπορείς να φανταστείς!» της είπα ξανά. «Η ζωή θα γίνει πολύ εύκολη και ο κόσμος θα στραφεί κυρίως προς την ψυχοπνευματική του ανάπτυξη», συμπλήρωσα.

Ένα αίσθημα ματαιότητας την κατέκλεισε… Ήταν εμφανής η αδυναμία της να αποδεχθεί αυτό που της έλεγα. Μέλος μιας γενιάς που έχτισε κυριολεκτικά – ως προς την ύλη – την Ελλάδα αλλά την γκρέμισε σε όλα τα άλλα επίπεδα… Μέλος της γενιάς που πρόδωσε μια παράδοση αιώνων που ήταν βασισμένη στην Πίστη μας! 

Καμία αίσθηση, εσωτερικής ζωής – νεκρή από χρόνια…

«Και τι κάναμε τόσα χρόνια όλα αυτά;» αναρωτήθηκε πάλι απογοητευμένη…

«Έλα ντε;» της είπα.

«Αφού λεφτά υπάρχουν για όλους!» συμπλήρωσα και γελάσαμε και οι δύο.

Αυτή πικρά, εγώ με μια κρυφή αισιοδοξία… 


Προτιμότερη η νυκτερινή προσευχή



Σας το είπα βέβαια νωρίτερα, αλλά θα σας το πω και τώρα∙ Ας σηκωνόμαστε τη νύκτα∙ και αν ακόμη δεν κάνης πολλές προσευχές, κάνε μία με πνευματική καθαρότητα και είναι αρκετό δε ζητώ τίποτε περισσότερο∙ και αν όχι μέσα στα μεσάνυχτα, τουλάχιστον την ώρα του όρθρου. Δείξε ότι η νύχτα δεν είναι μόνο για το σώμα, αλλά και για την ψυχή∙ μην ανεχθής να περάση με απραξία, αλλά άμοιψε τον Κύριο με την αμοιβή αυτή∙ ή καλλίτερα, και αυτή σε σένα επιστρέφει.
Πες μου λοιπόν, αν πραγματικά πέσουμε σε κάποια φοβερή δοκιμασία, ποιόν δεν παρακαλούμε να μας βοηθήση; Και αν πετύχουμε αμέσως εκείνο που ζητάμε, νοιώθουμε ανακούφισι. Ποιος θα σε βοηθήση ώστε να είναι πρόθυμος να σου κάνη τη χάρι εκείνος, προς τον οποίον απευθύνης το αίτημά σου; Ποιος θα σε βοηθήση για να μη γυρίζεις εδώ κι εκεί και να ζητάς σε ποιον να απευθύνης το αίτημά σου; να μην έχης την ανάγκη άλλων, ώστε να ζητήσης αυτό μέσω εκείνων; Τι υπάρχει μεγαλύτερο από αυτό; Διότι Αυτός τότε προ πάντων πραγματοποιεί το αίτημά μας, όταν δεν παρακαλέσουμε άλλους∙ τότε προ πάντων μας κατηγορεί, ως γνήσιος φίλος που είναι, διότι δεν έχουμε εμπιστοσύνη στην φιλία Του, όταν παρακαλέσουμε άλλους για να ζητήσουμε από Αυτόν αυτό που θέλουμε. Έτσι ενεργούμε και εμείς προς εκείνους που μας ζητούν κάτι∙ τότε τους κάνουμε τη χάρι με μεγαλύτερη ευχαρίστηση, όταν έρχωνται και μας το ζητούν αυτοί οι ίδιοι και όχι μέσω άλλων.

Από το βιβλίο: «ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
Χρυσοστομικός Άμβων Ε΄
Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ
Τα νεύρα της ψυχής»
Έκδοσις Συνοδία Σπυρίδωνος Ιερομονάχου
Νέα Σκήτη Αγ. Όρους


Το ψάρι του καπετάνιου...



Σ’ ένα αιγαιοπελαγίτικο νησί ζούσε προ ετών ένας ιερέας ευλαβέστατος. Η ψυχούλα του ήταν γεμάτη στοργή για το ποίμνιό του και ειδικά για τους πονεμένους. Έφτασε όμως η μέρα που δοκιμάστηκε κι εκείνος και πόνεσε πολύ.
Η κόρη του, μια εξαιρετική κοπέλα, είχε παντρευτεί πρόσφατα μ’ ένα νοικοκυρεμένο παληκάρι . Έφτασε , λοιπόν, ο καιρός να φέρει στον κόσμο το πρώτο παιδάκι της. Κατά τον τοκετό όμως, πέθανε! Πήγε Μάρτυρας να συναντήσει τον Πλάστη της, αφήνοντας πολύ πόνο πίσω της.
Ο ιερέας πατέρας της πόνεσε κι αυτός πολύ στο χωρισμό, αλλά με ακλόνητη Πίστη στο Θεό πρόσφερε δοξολογία στο άγιο όνομά Του. Την αγάπη του δε, για την θυγατέρα του εξέφραζε με θερμές προσευχές για την ψυχή της και με κρυφές ελεημοσύνες.
Ο ιερέας είχε έναν αδελφό καπετάνιο που, απόμαχος πια της θάλασσας, είχε γίνει στεριανός για τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής του. Είχε δημιουργήσει περιουσία κι απολάμβανε πλέον τους κόπους του. Δυστυχώς όμως ήταν σχεδόν άπιστος, παρ’ όλο που είχε καλή καρδιά. Τα βραδάκια, όταν μαζεύονταν στο φιλόξενο σπίτι του παπά μαζί με μερικούς φίλους, κάποιους αγαθούς νησιώτες που πρόσφεραν τις υπηρεσίες τους στην εκκλησία , έπιναν το ζεστό τους φασκόμηλο και κουβέντιαζαν. Ο καπετάνιος ένα βράδυ ειρωνεύτηκε τον ιερέα και του είπε:
- Σιγά καημένε παπά, μην υπάρχει άλλη ζωή και σε βλέπει η κόρη σου τι λέμε και τι κάνουμε!
Ο ιερέας με πραότητα προσπάθησε να τον βοηθήσει ν’ αποβάλει την απιστία, γιατί ήξερε πως κατά βάθος υπέφερε η ψυχή του μέσα στη θανατερή παγωνιά της. Εκείνος όμως δε φάνηκε να επηρεάζεται.
Ένα βράδυ, λοιπόν, ο ιερέας βλέπει τη θυγατέρα του στον ύπνο του. Ήταν ολόφωτη. Λευκοντυμένη, χαρούμενη, και του λέει: “Πατέρα, σ’ ευχαριστώ για όλα. Για την αγάπη σου, τις προσευχές σου, και τις ελεημοσύνες που κάνεις για την ψυχή μου. Πες, σε παρακαλώ, και στον θείο μου (τον καπετάνιο) ότι τον ευχαριστώ για το ψάρι που μούστειλε!”.
Αυτά είπε κι ενώ χαμογελούσε αγγελικά, τόνειρο έσβησε…
Ο ιερέας , όταν σηκώθηκε το πρωί, αισθανόταν μεγάλη χαρά και συγκίνηση.
Το βράδυ διηγήθηκε τόνειρο στη συντροφιά. Όλοι συγκινήθηκαν, μόνο ο καπετάνιος κοιτούσε δύσπιστα τον αδελφό του. Όταν όμως του είπε ότι η ανιψιά του τον ευχαριστεί για το ψάρι που της έστειλε, κι ότι δεν μπορεί να εξηγήσει αυτά τα λόγια της, ο καπετάνιος τινάχθηκε όρθιος. Τα μάτια του γέμισαν δάκρυα και τα χέρια του άρχισαν να τρέμουν. Απ’ το στόμα του βγήκε η κρυφή Πίστη της καρδιάς του:
- “Θεέ μου!”, ψιθύρισε και μια κοίταζε τον ένα και μια τον άλλον σαστισμένος.
Όλοι τον ρώτησαν τι συνέβαινε. Γιατί τόση ταραχή, γιατί τόση συγκίνηση; Εκείνος, όταν συνήλθε κάπως, ξανακάθησε στην καρέκλα του και χωρίς να εμποδίζει τα δάκρυά του να τρέχουν στο ηλιοψημένο πρόσωπό του, τους είπε με ταπεινή φωνή: “- Ναι, είναι αλήθεια, ζουν οι ψυχές και μας βλέπουν! Ανήμερα στην κηδεία της ετοιμαζόμουν να κατέβω στην εκκλησία, όπου θα την διαβάζατε. Είχα πολύ πόνο μέσα μου. Το ξέρεις, παπά, πόσο αγαπούσα αυτή τη θυγατέρα σου. Ήταν πάντα άγγελος…
Εκείνη τη στιγμή έφθασε ένας φίλος μου ψαράς κάτω απ’ τον πέρα γιαλό. Τούχα πει πως, όταν έπιανε καλό ψάρι να μου τόφερνε κι εγώ θα το πλήρωνα όσο-όσο. Εκείνη όμως τη στιγμή με νευρίασε η παρουσία του, καθώς κρατούσε το ροφό κρεμασμένο στο πλάι του. Του είπα λοιπόν απότομα:
- Δε θέλω ψάρια σήμερα, δεν θέλω τίποτε. Σήμερα κηδεύω την ανηψιά μου!
Ο άνθρωπος όταν τάκουσε πάγωσε και με κοίταζε αμίλητος. Τον λυπήθηκα και του είπα:
- Όμως, να, στο πληρώνω και συ δώστο σε κανένα φτωχό για την ψυχή της!
Εκείνος πήρε τα χρήματα, με συλλυπήθηκε κι έφυγε γρήγορα. Το περιστατικό αυτό δεν τόπα σε κανέναν και το είχα ξεχάσει. Αλλά η ψυχούλα της δεν το ξέχασε και μούστειλε τις ευχαριστίες της”, είπε και σκούπισε με την ανάστροφη του χεριού του τα δάκρυά του. Μετά χαμογέλασε γλυκά, μα τόσο γλυκά! Μέσα σ’ αυτό το χαριτωμένο χαμόγελο ο ιερέας διέκρινε το γλυκοχάραμα της αναγεννημένης Πίστεώς του. Η νύχτα της απιστίας έφυγε…
- “Δοξασμένο τόνομά Σου Πολυέλεε Κύριε”,
ψιθύρισε ο ιερέας και τον αγκάλιασε με το βλέμμα του…

Από το βιβλίο: «Μηνύματα από τον Ουρανό»
Έκδοσις Ι. Μονής Παναγίας Βαρνάκοβας


Χριστός είναι το παν...



Ο γέροντας Πορφύριος είπε:

«Λοιπόν, ζωή χωρίς Χριστό δεν είναι ζωή. Πάει, τελείωσε.

Αν δε βλέπεις το Χριστό σε όλα σου τα έργα και τις σκέψεις, είσαι χωρίς Χριστό.

Πώς το κατάλαβες; Θυμάμαι κι ένα τραγούδι. «Σύν Χριστώ πανταχού, φόβος ουδαμού».

Το ’χετε ακούσει; Έ; Το λένε τα παιδιά, δε το θυμάμαι.
Λοιπόν, έτσι πράγματι πρέπει να βλέπομε το Χριστό. Είναι φίλος μας, είναι αδελφός μας, είναι ό,τι καλό και ωραίο.

Είναι το Παν. Αλλά είναι φίλος και το φωνάζει: «Σας έχω φίλους, βρέ, δεν το καταλαβαίνετε; Είμαστε αδέλφια.
Βρε εγώ δεν είμαι... δεν βαστάω την κόλαση στο χέρι, δεν σας φοβερίζω, σας αγαπάω.

Σας θέλω να χαίρεσθε μαζί μου τη ζωή». Κατάλαβες;
Έτσι είναι ο Χριστός. Δεν έχει κατήφεια, ούτε μελαγχολία, ούτε ενδοστρέφεια, που ο άνθρωπος σκέπτεται ή βασανίζεται από διάφορους λογισμούς και διάφορες πιέσεις, που κατά καιρούς στη ζωή του τον τραυμάτισαν.

Ο Χριστός είναι νέα ζωή. Πώς το λέω; Ο Χριστός είναι το Παν. Είναι η χαρά, είναι η ζωή, είναι το φως, το φως το αληθινόν, που κάνει τον άνθρωπο να χαίρεται, να πετάει, να βλέπει όλα, να βλέπει όλους, να πονάει για όλους, να θέλει όλους μαζί του, όλους κοντά στο Χριστό.

Όταν εμείς βρίσκουμε κάποιον θησαυρό ή ό,τι άλλο, δεν θέλομε να το λέμε πουθενά.

Ο Χριστιανός όμως, όταν βρει το Χριστό, όταν γνωρίσει τον Χριστό, όταν ο Χριστός εγκύψει μέσα στην ψυχούλα του και τον αισθανθεί, θέλει να φωνάζει και να το λέει παντού, θέλει να λέει για το Χριστό, τι είναι ο Χριστός.

Αγαπήσατε το Χριστόν και μηδέν προτιμήστε της αγάπης Αυτού.
Ο Χριστός είναι το πάν, είναι η πηγή της ζωής, είναι το άκρον των εφετών, είναι το Πάν. Όλα στο Χριστό υπάρχουν τα ωραία. Και μακράν του Χριστού η θλίψις, η μελαγχολία, τα νεύρα, η στεναχώρια, οι αναμνήσεις των τραυμάτων της ζωής, των πιέσεων, των αγωνιωδών, έτσι, ωρών. Όλα, ζούμε εκείνα εκεί της ζωής μας.

Και πάμε εδώ και πάμε εκεί, και τίποτα, και πουθενά δεν στεκόμαστε. Όπου βρούμε το Χριστό, ας είναι μια σπηλιά, καθόμαστε εκεί και φοβούμαστε να φύγουμε, να μη χάσουμε το Χριστό. Διαβάστε να ιδείτε. Ασκηταί, που εγνώρισαν το Χριστό, δεν ήθελαν να φύγουν από τη σπηλιά, ούτε βγαίναν έξω να κάνουνε πιο πέρα« θέλαν να είναι εκεί που αισθανόντουσαν το Χριστό μαζί τους. Ο Χριστός είναι το Πάν.

Ο Χριστός είναι η πηγή της ζωής, της χαράς. Το Πάν.

Γέρων Πορφύριος

Ο φονιάς καλόγερος



Μιά δυνατή γυναικεία κραυγή, στριγγλιά καλύτερα, ἔσχισε τόν ἀέρα καί πάγωσε τό αἷμα ὅλων μέσα στήν τραπεζαρία τοῦ πανδοχείου.
῾Βοήθεια, βοήθεια, τό παιδί μου κινδυνεύει, πεθαίνει. ῎Ας σώσει κάποιος τό παιδί μου᾽!
Πετάχτηκαν ὅλοι ἀλαφιασμένοι. ῎Ετρεξαν ἔξω καί τό θέαμα πού ἀντίκρυσαν τούς ἄφησε ἄφωνους. ῞Ενα ἑξάχρονο περίπου παιδί βρισκόταν στήν ἀγκαλιά τῆς μάνας του, ἡ ὁποία κείτουνταν χάμω στό ἔδαφος, κοντά στήν φάτνη πού ἦταν ἡ τροφή τῶν ζώων, κλαίγοντας σπαρακτικά μέ ἀναφιλητά. ῾Τό παιδί μου, σῶστε τό παιδί μου᾽, ἔλεγε ξανά καί ξανά.Λίγο πιό πέρα, ἕνα μουλάρι δεμένο κοντά στήν φάτνη γυρόφερνε πανικόβλητο καί ἀνήσυχο.
῾Γιατί παιδάκι μου ἔφυγες ἀπό κοντά μου;᾽ ἔλεγε τώρα ἡ γυναίκα πού φαινόταν κυριολεκτικά χαμένη. ῾Γιατί πῆγες στά ζῶα; Γιατί;᾽
῞Ολοι κατάλαβαν περίπου τί εἶχε συμβεῖ. ῾Η γυναίκα μέ τό παιδάκι της ἔφτασε στό πανδοχεῖο μέ τήν ἅμαξα πού μόλις εἶχε καταφτάσει, καί τό παιδάκι ξέφυγε ἀπό τήν μάνα κι ἔτρεξε στό μέρος πού σιτίζονταν τά ζῶα. ῞Ενα μουλάρι ξαφνιάστηκε καί τρόμαξε, ἀνασηκώθηκε στά πόδια του καί πέφτοντας πάτησε τό παιδάκι πού εἶχε βρεθεῖ ἐκεῖ. Προφανῶς οἱ κραυγές τοῦ παιδιοῦ πανικόβαλαν περισσότερο τό ζῶο πού ἀνασηκωνόταν καί ἔπεφτε πρός τά κάτω διαρκῶς.
Τό παιδί, ὅσο ἐπέτρεπε τό φῶς τοῦ σούρουπου, φαινόταν καταπληγωμένο, μέ τσαλακωμένο τό προσωπάκι του, χωρίς νά κινεῖται, χωρίς νά δείχνει κανένα σημάδι ζωῆς.
῾Κάντε πέρα ὅλοι᾽, ἀκούστηκε ἡ φωνή ἑνός ἀπό τούς πελάτες τοῦ πανδοχείου. ῾Εἶμαι γιατρός. Νά δῶ τό παιδί. Μή μαζεύεστε ὅλοι ἀπό πάνω του᾽.
Παραμέρισαν. ῾Ο γιατρός ἐξέτασε τό παιδί, προσπάθησε νά βρεῖ σημάδι ζωῆς, ἀλλ᾽ εἰς μάτην. Τό παιδάκι δέν εἶχε ἀντέξει τά κτυπήματα τοῦ ζώου. Μπροστά τους εἶχαν μόνο τό ἄψυχο κορμάκι του.
῎Επεσε νεκρική σιγή. Τά πρόσωπα ὅλων ἦταν ἀλλοιωμένα ἀπό τό τραγικό συμβάν. Οἱ πιό ψύχραιμοι πῆραν τήν γυναίκα καί τό παιδί καί τούς ἔβαλαν στό πανδοχεῖο, προσπαθώντας ὅσο μποροῦσαν νά διευθετήσουν τά πράγματα. ῎Αλλοι ἔμειναν ἔξω χωρίς νά ἔχουν κατανοήσει ἀκόμη ἐπακριβῶς τό τί διαδραματίστηκε, ἄλλοι ἄρχισαν σιγά σιγά νά συζητοῦν χαμηλόφωνα καί νά σχολιάζουν τό γεγονός.
Κανείς μέσα στήν γενική ἀναταραχή δέν πρόσεξε ἕναν καλόγερο πού ἀπό τήν ὥρα πού πετάχτηκε κι αὐτός ἔξω ἀπό τίς κραυγές τῆς γυναίκας ἔπεσε παράμερα, χωρίς νά ἔχει τήν παραμικρή δύναμη νά σύρει πιά τά πόδια του. Κείτουνταν ἄναυδος κι ἄν μποροῦσε κανείς νά δεῖ μέσα στήν ψυχή του, θά ἔβλεπε ὅτι ἔσερνε πιά ἕνα βάρος, σάν νά τόν εἶχε πλακώσει ὁλάκερη ἡ γῆ.
Τό μουλάρι ἀνῆκε στόν καλόγερο. ᾽Εκεῖνος μετά ἀπό ὧρες πορεία ἀπό τό μοναστήρι του, σταλμένος γιά ἐξωτερικά διακονήματα, βρῆκε τό πανδοχεῖο, ἔδεσε τό μουλάρι στό σημεῖο πού σιτίζονταν τά ζῶα καί μπῆκε νά ξαποστάσει. Ποῦ νά φανταστεῖ τό τί θ᾽ ἀκολουθοῦσε μετά ἀπό λίγο!
῾Γιατί, Θεέ μου;᾽ ἔλεγε καί ξανάλεγε. ῾᾽Εγώ τό σκότωσα. ᾽Εγώ εἶμαι ὁ φονιάς τοῦ παιδιοῦ᾽. Οἱ λογισμοί κατέτρωγαν τόν ἀββᾶ Παῦλο. ῾῏Ηρθα ἀπό τήν Ρώμη στά ἅγια χώματα πού πάτησε ὁ Χριστός μας, ἀφιερώθηκα σ᾽ Αὐτόν, καί νά τώρα ἡ ἐξέλιξή μου. Εἶναι φανερό. ῾Ο Θεός δέν εὐλόγησε τόν ἐρχομό μου στά ῾Ιεροσόλυμα. Μόνο μέ τό αἷμα μου ἴσως ξεπλύνω τόν φόνο πού ἔκανα᾽.
῾Ο ἀββᾶς βρισκόταν σέ μεγάλη σύγχυση. ῾Η ταραχή δέν τόν ἄφηνε νά ἔχει νηφάλιο τόν νοῦ του. Οἱ ἐνοχές τόν εἶχαν καταβάλει. Εἶχε γύρει πιά ἐντελῶς πάνω στό χῶμα, τό πρόσωπό του ἀκουμποῦσε σ᾽ αὐτό. Ξέψυχα ἐπανελάμβανε διαρκῶς: ῾Εἶμαι φονιάς, εἶμαι φονιάς᾽.
Κάποτε, ἕνα χέρι φιλικό ἔνιωσε νά τόν ἀγγίζει στόν ὦμο. ῾Γέροντα, ἐδῶ εἶσαι; ᾽Ανησυχήσαμε. ῞Ολοι εἶναι πιά μέσα, ἐκτός ἀπό σένα. Τί ἔχεις; Τί ἔπαθες;᾽
῾Ο Παῦλος ἐξακολουθοῦσε νά λέει: ῾εἶμαι φονιάς, ἐγώ σκότωσα τό παιδί᾽.
῾Γέροντα, τρελλάθηκες; Μαζί μου μέσα στό πανδοχεῖο δέν ἤσουνα; Τί λές ὅτι ἐσύ τό σκότωσες;᾽
῾Τό ζῶο εἶναι δικό μου. ᾽Από τά κτυπήματά του πέθανε τό παιδί. ᾽Εγώ ἔχω τήν εὐθύνη᾽.
Κοντοστάθηκε ὁ πανδοχέας. ῾Γέροντα, δέν εἶναι ἔτσι᾽ εἶπε. ῾Τό ζῶο ἦταν στήν θέση πού τό βάλαμε. Δεμένο καί ἔτρωγε. Τό παιδάκι ξέφυγε ἀπό τήν μάνα του καί πῆγε πρός τά ἐκεῖ. ῎Αν κάποιος φέρει εὐθύνη, εἶναι ἡ ἴδια ἡ μάνα στό κάτω-κάτω πού δέν τό πρόσεξε ὅσο ἔπρεπε. ᾽Εσύ λοιπόν τί εὐθύνη ἔχεις;᾽
῾Ο ἀββᾶς Παῦλος δέν ἄκουγε. Μπορεῖ ἡ λογική νά συνηγοροῦσε μ᾽ αὐτό πού τοῦ ἔλεγε ὁ πανδοχέας, ἀλλά ἡ καρδιά του ἔλεγε ἄλλα. ᾽Ανασηκώθηκε μέ τήν βοήθεια τοῦ πανδοχέα καί χωρίς νά πεῖ τίποτε ἄλλο, τήν ἴδια νύκτα ἔφυγε γιά τόν ᾽Αρονά, μιά ἐρημική περιοχή, ἀρκετά μακριά ἀπό ἐκεῖ πού βρισκόταν, πού ἤξερε ὅτι τήν ἐπέλεγαν οἱ μοναχοί, ὅταν ἤθελαν νά ἀφιερωθοῦν περισσότερο στόν Θεό ὡς ἀναχωρητές.
῾Δέν μπορῶ νά μένω πιά στό μοναστήρι. Εἶμαι ἀνάξιος νά βρίσκομαι μαζί μέ τούς καλούς ἐκεῖ ἀδελφούς. ῾Η θέση μου εἶναι νά κλαίω γιά τό ἀνόμημά μου στήν ἔρημο καί νά ᾽μαι μαζί μέ τά θηρία᾽, μονολογοῦσε διαρκῶς.
῾Ο θρῆνος του ὅσο περνοῦσε ὁ καιρός γινόταν πιό σπαρακτικός. ῾Η μόνιμη ἐπωδός τῶν ὅποιων προσευχῶν καί τῶν σκέψεών του ἦταν: ῾᾽Εγώ ἔκανα τόν φόνο τοῦ παιδιοῦ καί θά κριθῶ σάν φονιάς στήν μέλλουσα κρίση᾽.
῾Η ἀρχική σκέψη πού εἶχε κάνει ἔξω ἀπό τό πανδοχεῖο, ὅτι μέ τό αἷμα του πρέπει νά ξεπλύνει τόν ῾φόνο᾽, κέρδιζε διαρκῶς ἔδαφος στήν ψυχή του. ῾Τό λιοντάρι, τό λιοντάρι, αὐτό εἶναι ἡ λύση. ῾Ο ἴδιος ὁ Κύριος δέν εἶπε ὅτι ῾μάχαιραν ἔδωκες, μάχαιραν θά λάβεις;᾽ Λοιπόν κι ἐγώ ἀφοῦ σκότωσα τό παιδί, πρέπει νά σκοτωθῶ. Πρέπει νά λειτουργήσει ὁ πνευματικός νόμος᾽.
Ξεκίνησε τήν ἑπόμενη ἀξημέρωτα ἀκόμη. Τό λιοντάρι πού τό θεωροῦσε λύση βρισκόταν πολύ κοντά του. ῎Εμενε σέ μιά σπηλιά καί ἦταν τό φόβητρο ὅλης τῆς περιοχῆς καί ὅλων τῶν ἐρημιτῶν. Καί μοναχά ὁ βρυχηθμός του γέμιζε φόβο καί τρόμο τίς καρδιές.
Δέν ἄργησε νά φτάσει. Τό λιοντάρι ἦταν στήν σπηλιά. Μέ τό θάρρος τοῦ ἀνθρώπου πού ἔχει ἀποφασίσει ἤδη τόν θάνατό του προχώρησε θαρρετά στήν εἴσοδο τῆς σπηλιᾶς. Τό θηρίο τοῦ ἔριξε μιά ματιά καί δέν κουνήθηκε καθόλου. ῾Ο Παῦλος μέ τό ραβδί του τσίγκλισε τό ἄγριο λιοντάρι. Κι αὐτό νά μήν ἤθελε, μέ τίς προκλήσεις του θά τό ἀγρίευε. Τοῦ ἦρθε στήν σκέψη ὁ ἅγιος ᾽Ιγνάτιος ὁ θεοφόρος. Κι ἐκεῖνος ἀπό λιοντάρια ἔφυγε ἀπό τήν ζωή αὐτή. ῾Κι ἄν αὐτά δέν θελήσουν νά μοῦ ἐπιτεθοῦν, ἐγώ θά τά προκαλέσω᾽ εἶχε γράψει στίς ἐπιστολές του στούς χριστιανούς πηγαίνοντας πρός τήν Ρώμη. ῾Τά δόντια τους θά μέ ἀλέσουν, ὥστε σάν καθαρό ψωμί νά βρεθῶ μπροστά στόν Κύριό μου᾽.
῾Μέ τήν διαφορά᾽, σκοτείνιασε πιό πολύ τό βλέμμα τοῦ Παύλου, ῾ἐκεῖνος ἦταν μάρτυρας, ἦταν ἅγιος. Γιά τήν πίστη τοῦ Χριστοῦ κατασπαράχτηκε. ᾽Εγώ ὅμως…!᾽
Τό λιοντάρι καί πάλι δέν τοῦ ἔδωσε σημασία. Τό ἀντίθετο. Μαζεύτηκε σάν ἥσυχο σκυλάκι καί πῆγε παραμέσα στήν σπηλιά.
῾Μά, τί κάνει;᾽ ψιθύρισε ὁ ἀββᾶς. Προχώρησε κι αὐτός πιό μέσα. Καί πάλι μέ τό ραβδί του τό τσίγκλισε. Πῆρε καί μιά πέτρα πού βρῆκε καί τοῦ τό πέταξε.
Καμμιά ἀντίδραση. Τό λιοντάρι σάν νά βαριόταν δέν ἔδειχνε νά ἐνοχλεῖται.
῾Θά ξανάρθω αὔριο᾽, σκέφτησε ὁ ἀναχωρητής. ῎Ισως σήμερα δέν ἔχει ὄρεξη. Μπορεῖ νά εἶναι καί ἄρρωστο.
Τό ἴδιο σκηνικό ἐπαναλήφθηκε πολλές φορές, ἀλλά μέ τό ἴδιο ἀποτέλεσμα. Τό λιοντάρι ὅ,τι καί νά ἔκανε ὁ ἀπελπισμένος καλόγερος δέν ἀντιδροῦσε. Σάν νά τό συγκρατοῦσε μιά δύναμη πολύ μεγαλύτερη ἀπό αὐτό, κάτι πού δέν μποροῦσε νά σκεφτεῖ μέ τόν θολωμένο νοῦ του ὁ ἀββᾶς.
Τό μυαλό του δούλευε πάνω στήν ἀπόφασή του. Νόμισε ὅτι βρῆκε τελικά τήν λύση. ῾Τό λιοντάρι κάθε μέρα κατεβαίνει στό ποτάμι νά πιεῖ νερό. ᾽Εκεῖ λοιπόν στόν δρόμο του ἐπάνω θά ξαπλώσω καί θά κοιμηθῶ, ὁπότε, δέν μπορεῖ, θά μοῦ ἐπιτεθεῖ᾽.
῾Η λύση πού βρῆκε τόν ἀνέπαυσε. ῎Εβαλε ἀμέσως σέ ἐνέργεια τό σχέδιό του. Πῆγε καί ξάπλωσε στό μονοπάτι γιά τό ποτάμι. Δέν χρειάστηκε νά περιμένει γιά πολύ. ῎Ακουσε τά μεγαλόπρεπα βήματα τοῦ βασιλιά τῶν ζώων. ῾Ο βρυχηθμός του χωρίς νά τό θέλει ἔσφιξε τήν καρδιά του.
῾Κύριε, δῶσε μου θάρρος. ῎Ας γίνει ἡ θυσία μου αὐτή τό ξέπλυμα τῆς ἀνομίας μου. Κύριε, σβῆσε τήν ἁμαρτία τοῦ φόνου καί μήν μοῦ τήν καταλογίσεις στήν κρίση Σου᾽. ῎Ακουσε τήν καρδιά του νά χτυπάει δυνατά. ῎Εσφιξε τά δόντια καί περίμενε. ῾Λίγο ἀκόμη καί τό αἷμα μου θά ξεπλύνει τό αἷμα τοῦ ἀδικοχαμένου παιδιοῦ᾽.
῎Ακουσε τώρα τήν ἀνάσα τοῦ λιονταριοῦ πάνω ἀπό τό κεφάλι του. ῾Κύριε, δέξου τό πνεῦμα μου᾽. Καί τότε, ὤ τοῦ θαύματος! Τό λιοντάρι, σάν νά ἦταν ἄνθρωπος ὑπερπήδησε τόν γέροντα ἥσυχα-ἥσυχα καί προχώρησε στήν πορεία του. Καί πάλι τό θηρίο δέν ἀσχολήθηκε καθόλου μέ αὐτόν.
Δάκρυα πλημμύρισαν τά μάτια τοῦ ἀββᾶ Παύλου τοῦ Ρωμαίου. Δάκρυα αὐτήν τήν φορά εὐγνωμοσύνης καί ἀγαλλίασης. Σάν νά ἄστραψε φῶς μέσα στόν νοῦ του καί κατάλαβε ὅτι ὁ Θεός δέν τοῦ κρατάει τίποτε γιά τό συμβάν μέ τό παιδάκι. ῾Ο Θεός τόν εἶχε συγχωρήσει. Τό σημάδι μέ τό λιοντάρι ἦταν παραπάνω ἀπό φανερό. ῎Αρχισε νά καταλαβαίνει αὐτό πού λέει ἡ Γραφή καί ἡ ᾽Εκκλησία ὅτι δέν εἶναι τό αἷμα τό δικό μας πού ξεπλένει τίς ἁμαρτίες, ἀλλά τό χυμένο ἤδη ῾μιά φορά καί γιά πάντα᾽ αἷμα τοῦ ἴδιου τοῦ Κυρίου. ῾Ναί, Κύριε, ᾽Εσύ εἶσαι ὁ αἴρων τήν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου. Κύριε, Σέ εὐχαριστῶ. Κύριε, ἐλέησόν με᾽.
῾Ο ἀναχωρητής πῆρε τόν δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς γιά τό μοναστήρι του. ῾Η πληροφορία στήν καρδιά του ὅτι ὁ Θεός τόν εἶχε συγχωρήσει ἔδινε φτερά στά πόδιά του. ᾽Εξομολογήθηκε στόν ἡγούμενο, ὁ ὁποῖος καί αὐτός ἔκπληκτος ἄκουσε τήν διήγηση τοῦ καλοῦ καί εὐαίσθητου μοναχοῦ του. Τόν συμβούλευσε, τόν κανόνισε, τόν ξανάβαλε στόν εὐλογημένο ρυθμό τοῦ μοναστηριοῦ.
῾Ο ἀββᾶς Παῦλος ὁ Ρωμαῖος πέρασε ἔκτοτε ἐκεῖ τό ὑπόλοιπο τῆς ζωῆς του, μέχρι τήν πρός Θεόν ἀνάπαυσή του, ὠφελώντας καί οἰκοδομώντας τούς πάντες, διηγούμενος συχνά αὐτό πού τοῦ συνέβη καί τό πόσο ὁ Κύριος εἶναι ἵλεως πρός ὅλους, ἀρκεῖ νά δείχνουμε τήν πρέπουσα μετάνοια.

Το πεζοδρόμιο του γείτονα



Ἔρριξα ἕνα περιφρονητικό βλέμμα στό πεζοδρόμιο τοῦ γείτονα. Γεμάτο χῶμα, ξερά φύλλα, πεταμένα χαρτάκια, σβησμένες γόπες. Κι ὕστερα μέ κρυφό καμάρι γύρισα στό δικό μου, καθαρό, φρεσκοσκουπισμένο, νοικοκυρεμένο. Πόση διαφορά!
«Καθένας κάνει τίς ἐπιλογές του», σκέφτηκα. «Δέν μπορῶ νά τόν κάνω μέ τό ζόρι νοικοκύρη». Μάζεψα τήν σκούπα καί τό φαράσι μέ ἱδρωμένο τό μέτωπο ἀλλά μέ τήν συνείδησι ἥσυχη.
Λίγη ὥρα ἀργότερα ἕνα ἐλαφρύ καλοκαιρινό βοριαδάκι ἔφερε τά πάνω κάτω! Ὅλα τά σκουπίδια ἀπό τό διπλανό πεζοδρόμιο, λές καί ὑπάκουσαν σέ ἕνα μυστικό πρόσταγμα, στροβιλίστηκαν λίγο κι ὕστερα στρογγυλοκάθισαν ἀναπαυτικά στό δικό μου πεζοδρόμιο!
Ἄδικα τό καμάρι, ἄδικος ὁ κόπος καί ὁ χρόνος πού ἔχασα. Τί κρίμα!
Προβληματίστηκα. Γιά νά εἶναι καθαρό τό πεζοδρόμιο μπροστά στό σπίτι μου, δέν ἀρκεῖ λοιπόν νά τό σκουπίσω. Δέν εἶναι περιφραγμένο, γιά νά ἐξαρτᾶται ἡ καθαριότητά του ἀποκλειστικά ἀπό μένα.
Ὑπάρχουν κι ἄλλοι παράγοντες πού μπορεῖ νά ἀνατρέψουν ὅ,τι ἐγώ μέ τόση ἐπιμέλεια φρόντισα. Κι αὐτούς εἶναι καλό νά τούς ἔχουμε πάντα ὑπόψιν μας. Νά τούς ἐρευνοῦμε. Νά ἐπιδιώκουμε, κατά τό δυνατόν, νά τούς ἀντιμετωπίζουμε. Διαφορετικά θά βρισκόμαστε συχνά μπροστά σέ δυσάρεστες ἐκπλήξεις.
Κι ἄς ἔχουμε στόν νοῦ μας ὅτι, ὅπως τά πεζοδρόμια δέν εἶναι ἀπομονωμένα, ἀλλά ἡ καθαριότητα τοῦ ἑνός ἐπηρεάζει τήν καθαριότητα τοῦ ἄλλου, ἔτσι συμβαίνει καί στήν ζωή. Ἡ καθαρότητα τοῦ ἑνός ἐπηρεάζει τήν καθαρότητα τοῦ ἄλλου. Κι ἀρκεῖ ἕνα ἐλαφρύ καλοκαιρινό βοριαδάκι γιά νά μεταφέρη τά ξένα σκουπίδια στήν δική μας καρδιά. Καί τότε... ἄδικα τό καμάρι! Κρίμα στόν κόπο μας!
Ἄς διευρύνουμε τούς ὁρίζοντές μας. Κι ἄς συνειδητοποιήσουμε ὅτι δουλεύοντας γιά τήν ἀναβάθμισι τοῦ συνόλου, δουλεύουμε συγχρόνως γιά τήν οἰκογένειά μας. Προσφέροντας στήν κοινωνία, εὐεργετοῦμε συγχρόνως τό σπίτι μας.
Σκορπώντας φῶς κι ἀγάπη στόν κόσμο, ὠφελούμαστε πρῶτοι ἐμεῖς οἱ ἴδιοι. Ἀνεβάζοντας τό ἐπίπεδο τῆς τοπικῆς ἤ εὐρύτερης κοινωνίας, διασφαλίζουμε τά δικά μας παιδιά.
Ἡ κοινωνία κι ἐγώ εἴμαστε συγκοινωνοῦντα δοχεῖα. Δίνουμε καί ταυτόχρονα παίρνουμε. Προσφέρουμε καί ταυτόχρονα εἰσπράττουμε.
Ἄν ὑπό τό πρίσμα αὐτῶν τῶν σκέψεων νοιαστοῦμε τό σπίτι μας, σίγουρα θά ἔχουμε ἀποτελέσματα, καί ἐντυπωσιακότερα, καί μονιμότερα.

Περιοδικό «ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ», τεῦχος 483, Ἰούνιος 2013

Δέησις ἁμαρτωλοῦ



Ἰησοῦ Χριστέ, τὸ καλὸ ὄνομα, ὁ γλυκασμός μου, ἡ ἐπιθυμία μου καὶ ἡ ἐλπίδα μου, σὺ ποὺ ἔγινες ἄνθρωπος γιὰ μᾶς καὶ τακτοποίησες τὰ πάντα μὲ σοφία γιὰ τὴ σωτηρία μας! 
Σὲ δοξάζω, Κύριε Θεέ μου, μὲ ὅλη τὴν καρδιά μου. Γονατίζω μπροστά Σου μὲ τὸ σῶμα καὶ τὴν ψυχή μου καὶ ἐξομολογοῦμαι τὶς ἁμαρτίες μου. Σκῦψε καὶ σὺ καὶ ἄκουσε τὴ δέησή μου καὶ συγχώρησε τὴν ἀσέβειά μου.

Ἁμάρτησα, ἀνόμησα, ἐπλημμέλησα, παρώξυνα καὶ παραπίκρανα Ἐσένα τὸν ἀγαθό μου Κύριο καὶ τροφέα καὶ προστάτη. Δὲν ὑπάρχει εἶδος κακίας ποὺ δὲν ἔκανα μὲ ἔργο καὶ μὲ λόγο, ἐν γνώσει καὶ ἐν ἀγνοίᾳ καὶ μὲ ἐνθυμήσεις καὶ σκέψεις πονηρὲς πολὺ ἁμάρτησα. Καὶ ὅσες φορὲς ὑποσχέθηκα νὰ μετανοήσω ἄλλες τόσες ξανάκανα τὰ ἴδια. Εἶναι πιὸ εὔκολο νὰ μετρηθοῦν οἱ σταγόνες τῆς βροχῆς παρὰ οἱ ἁμαρτίες μου. Ἔφτασαν καὶ πάνω ἀπὸ τὸ κεφάλι μου ἀκόμα! Γιατὶ ἀπὸ τὰ νιάτα μου καὶ μέχρι σήμερα ἄνοιξα τὶς πόρτες τῆς ψυχῆς μου στὶς ἄτοπες ἐπιθυμίες, δούλεψα στὶς ἄτακτες καὶ ἀχαλίνωτες ὁρμές, λέρωσα τὸν λευκὸ χιτῶνα τοῦ βαπτίσματος, μόλυνα τὸν ναὸ τοῦ σώματός μου, καὶ βρώμισα τὴν ψυχή μου μὲ τὰ πάθη τῆς ἀτιμίας ποὺ διέπραξα.

Σὺ τὰ ξέρεις ὅλα – τί νὰ τὰ λέω;

Ἡ καρδιά μου συντρίβεται καὶ ἡ ψυχή μου βουλιάζει μέσα στὴν ἀπορία, γιατὶ ἂν καὶ τόσα ἁμαρτήματα ἔκανα, οὔτε ἕνα μικρὸ ἔργο μετάνοιας δὲν παρουσίασα… Γιὰ αὐτὸ εἶναι ταραγμένη ἡ ψυχή μου, γεμάτη ὀδύνη καὶ κατήφεια...

Παρὰ ταῦτα δὲν μπορῶ παρὰ νὰ ἐλπίζω στὴ σωτηρία μου… ἐλπίζοντας στὴν ἀγάπη σου.

Ἐλέησέ με, Θεέ μου, μὲ τὸ μέγα ἔλεός σου, γιατὶ σὲ Σένα πιστεύω… Συγχώρησέ με τὸν ἀχρεῖο καὶ ταπεινό. Ἄκουσε τὴν προσευχὴ τοῦ ταπεινοῦ δούλου σου … Σὰν ἄνθρωπος ἁμάρτησα. Ὡς Θεὸς συγχώρεσέ με… γιὰ τὴν πολλή σου ἀγαθότητα καὶ τὴν ἀνέκφραστη εὐσπλαχνία καὶ φιλανθρωπία, μὲ τὶς πρεσβεῖες τῆς πανενδόξου, πανυμνήτου, ὑπερευλογημένης καὶ κεχαριτωμένης, ὑπεραγίας Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καὶ ἀειπαρθένου Μαρίας… Ἀμήν.

Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος




Ο ΠΕΡΙΠΤΕΡΑΣ!


Από τα μέσα περίπου της δεκαετίας του '90,είχε γίνει πολύ... της μόδας το κομποσκοίνι σε πολλούς ανθρώπους,πολλοί μάλιστα καν, δεν γνώριζαν την σημασία του. 
Είχε γίνει ένα είδος φετίχ, πολλοί το έβλεπαν σαν...κάτι,για το κακό...το μάτι και άλλα τινά.
Οι περιπτερούχοι,τα πουλούσαν καθημερινά σε πολύ κόσμο και σε...διάφορα χρώματα...Μαζί με τα τσιγάρα τους,έπαιρναν...και ένα κομποσκοίνι...
Ένας περιπτεράς, ευσεβής άνθρωπος καθ'όλα, παρ'όλο που κι αυτός τα πουλούσε,ωστόσο δεν θεωρούσε σωστό να πωλούνται αυτά, από...τα περίπτερα. Στην γυναίκα του, το έλεγε συχνά, πως πρέπει να το σταματήσουν αυτό, πως ο κόσμος έπρεπε να επισκέπτεται τις Μονές, για να αγοράσει ένα μικρό κομποσκοίνι. Εκείνη πάλι διαφωνούσε κάθετα, γιατί έβγαζαν παραπάνω χρήματα,όπως έλεγε.Έτσι μια μέρα ο καλός αυτός περιπτεράς έκανε κάτι που εξέπληξε όλους τους πελάτες του...Σε περίοπτη θέση, ανέβασε ένα χαρτόνι που έγραφε...

ΤΟ ΚΟΜΠΟΣΚΟΙΝΙ ΕΙΝΑΙ ΙΕΡΟ ΣΥΜΒΟΛΟ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ.ΜΗΝ ΤΟ ΑΓΟΡΑΖΕΤΕ ΑΝ ΔΕΝ ΤΟ ΘΕΛΕΤΕ ΓΙΑ ΠΡΟΣΕΥΧΗΝ.
Ο ΠΕΡΙΠΤΕΡΑΣ!

«Ο δικέφαλος αετός θα σηκωθεί στον βορρά»!



Τα τελευταία χρόνια έχουν γραφεί πάρα πολλά για τις προφητικές ρήσεις του Αγιορείτη γέροντα Παϊσίου. Είναι αλήθεια ότι ο άγιος αυτός γέροντας είχε έναν πρωτότυπο και μοναδικό τρόπο να μεταφέρει τα όσα του αποκάλυπτε ο ουρανός στις προσευχές του προκειμένου να γαλουχεί και να οικοδομεί τους πιστούς στο εξαίσιο έργο της εν Χριστώ σωτηρίας.Στα λεγόμενά του εύκολα διακρίνει κανείς την αισιοδοξία και την ελπίδα για μία λαμπρή πορεία της Ορθόδοξης Εκκλησίας! Είναι άλλωστε πολύ φυσικό για τους ανθρώπους που ενώ ζουν στην εφήμερη ζωή αφιερώνονται νυχθημερόν στο πως θα αποκτήσουν την αιώνια ζωή, να είναι φύσει αισιόδοξοι και χαριτωμένοι. Γίνονται έτσι με συνεχή επίπονη άσκηση καρδιάς ουράνιοι αγωγοί από όπου μεταδίδεται φως Χριστού, το οποίο φέγγει και διαλύει τα σκοτάδια της αγνωσίας...
Αφουγκραζόταν λοιπόν ο ταπεινός αυτός γέροντας από πολύ νωρίς τους ψιθύρους των αγγέλων που δοξολογούσαν το Θεό για τα θεμέλια με τα οποία έκτιζε την Ορθοδοξία στα Βαλκάνια και προπαντός στη Ρωσία. Και τα θεμέλια αυτά ήταν γερά γιατί εμπεριείχαν μαρτυρικό αίμα χιλιάδων χριστιανών που διώχθηκαν, βασανίστηκαν και θανατώθηκαν από τα ολοκληρωτικά σιωνοκρατούμενα κατευθυνόμενα κομουνιστικά καθεστώτα της Ανατολικής Ευρώπης! Και από τα θεμέλια τούτα διέκρινε ότι το οικοδόμημα που θα ανεγερθεί σ’ αυτά τα θεμέλια θα ήταν ισχυρό σαν αυτό που ανορθώθηκε κατά την περίοδο του χριστιανικού Βυζαντίου... Είδε μάλιστα πολλές ομοιότητες των δύο οικοδομημάτων. Διέκρινε να υψώνεται η ίδια ακριβώς σημαία, η οποία απεικόνιζε τον δικέφαλο αετό! Κατανοούσε ότι αυτή τη φορά, ο δικέφαλος αετός θα απλώσει τα φτερά της Ορθοδοξίας ταυτόχρονα σε Δύση και Ανατολή. 
Και αυτά που είδε τα μετέφερε με την απλότητα που τον διέκρινε σε έναν νεαρό καθηγητή μαθηματικών που τον επισκέφθηκε τότε στο κελί του το καλοκαίρι του 1979. Σήμερα ο καθηγητής εκείνος είναι μοναχός και δοκιμάζεται και αγωνίζεται στο στίβο της Ορθοδοξίας σε γνωστή αδελφότητα του Αγίου Όρους προκειμένου να λάβει το πολυπόθητο στεφάνι της δόξης στο τέλος της εν Χριστώ εφήμερης διαδρομής του. Παραθέτουμε τη σημαντική μαρτυρία του, όπως μας την μετέφερε σε πρόσφατη επιστολή του. 
«Τον Ιούνιο του 1979, τότε που ο γέροντας Παϊσιος ήταν άγνωστος στους πολλούς τον επισκέφθηκα στο κελί του για να πάρω την ευχή του! Τότε ήμουν λαϊκός. Τον βρήκα πάρα πολύ χαρούμενο και ευδιάθετο. Κάτσαμε σε δύο κούτσουρα αρκετή ώρα και συζητούσαμε. Τότε δεν τον επισκέπτονταν πολλοί προσκυνητές. Μεταξύ άλλων προσωπικών θεμάτων που συζητήσαμε μου είπε και το εξής: «Έπειτα από πολυήμερη νηστεία και προσευχή μου αποκαλύφθηκε ότι «ο δικέφαλος αετός θα σηκωθεί από το βορρά! Πω-πω τι ωραίες ημέρες έρχονται για την Αγία Ορθοδοξία μας. Θα πλημμυρίσει ολάκερη η γη από το φως του Χριστού»! Έπειτα από δέκα χρόνια το 1989 διαλύθηκε η Σοβιετική Ένωση και ανασυγκροτήθηκε εκ βάθρων η Ρωσία, έτσι ώστε σήμερα να έχουμε μία πρωτοφανή πνευματική πρόοδο και η Ορθοδοξία να ανακτά το χαμένο -θα έλεγα- έδαφος. Διαβάζοντας λοιπόν σήμερα ως μοναχός πλέον στο Άγιο Όρος τις σοφές ρήσεις του γέροντα ασκητή του Παγγαίου όρους περί ανασύστασης μίας Ορθόδοξης Κοινοπολιτείας, κάτι που αποτελεί τον μύχιο πόθο όλων μας ανεξαιρέτως ενθυμήθηκα τα όσα μου είχε πει ο γέροντας Παϊσιος. Αξίζει να σημειώσω ότι μέχρι σήμερα πίστευα ακράδαντα ότι τα λόγια του γέροντα είχαν επαληθευτεί και αφορούσαν την εκ βάθρων ανασυγκρότηση της Ορθόδοξης ρωσικής Εκκλησίας μετά την πτώση του κομμουνισμού. Κι γι’ αυτό δεν μ’ απασχολούσαν... Τώρα όμως συνειδητοποιώ ότι μάλλον μιλούσε για την Ορθόδοξη Κοινοπολιτεία... Συμπίπτει άλλωστε με τα όσα υποστήριζε ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός περί του ξανθού γένους αλλά κι μ’ αυτά που καταγράφει στην εφημερίδα σας ο σύγχρονος γέροντας ασκητής του Παγγαίου όρους». Αυτά έγραψε μεταξύ πολλών άλλων σε επιστολή που μας απέστειλε στις 24 Ιουνίου ο ταπεινός Αγιορείτης μοναχός, π. Θεολόγος! 
Εκείνο πάντως που δεν δύναται από κανέναν να αμβισθητηθεί καλοί μου χριστιανοί είναι ότι τα τελευταία δέκα χρόνια ακόμη και επί εποχής που η Ρωσία είχε βυθιστεί σε οικονομική κρίση και σε ύφεση κατά έναν πολύ παράξενο τρόπο ψιθυρίζονταν ευρέως τα σενάρια τούτα μεταξύ των πιστών χριστιανών κυρίως στην Ελλάδα. Κι αυτά ακριβώς τα ακούσματα θορύβησαν τις γνωστές Κασσάνδρες της ανομίας στις ΗΠΑ και στην ΕΕ. Τους θορύβησαν δε τόσο πολύ που έσπευσαν να αναπτύξουν πολιτικές πρωτοβουλίες έτσι ώστε να τα αποτρέψουν και να μην εκπληρωθούν... Λησμόνησαν πως αν ο Θεός θέλει τότε νικάται φύσεως τάξις.
Οι Βρυξέλλες λοιπόν άμεσα προώθησαν την ένταξη της Βουλγαρίας, της Ρουμανίας, της Σλοβακίας και άλλων Ορθοδόξων χωρών της Ανατολικής Ευρώπης στην Ε.Ε. Ταυτόχρονα οι ΗΠΑ ακολούθησαν μία πρωτοφανή επιθετική διπλωματία σε Ουκρανία και Γεωργία! Μάλιστα ήταν σε τέτοιο βαθμό που τις έστρεψαν με έντεχνο τρόπο κατά της Ρωσίας, έτσι ώστε να προκαλέσουν μίση και εχθρότητα και ρήγμα μεταξύ αδελφών!
Ωστόσο, το κοινό ποτήριο φαίνεται να υπερισχύει και οι ορθόδοξοι λαοί να έρχονται με θαυμαστό τρόπο ολοένα και πιο κοντά! Και να που τώρα βρισκόμαστε πολύ κοντά στη διάλυση της Ευρώπης, αφού οι λαοί του νότου και όχι μόνο επ’ ουδενί θέλουν μία ιδιότυπη αιχμαλωσία από την Γερμανία με πρόσχημα δήθεν την οικονομία...
Σήμερα λοιπόν διαπιστώνουμε ότι οι κινήσεις συνεργασίας και ενότητας των ορθοδόξων έχουν αρχίσει και αποκτούν μία δυναμική, η οποία δεν οφείλεται τόσο στην οικονομική κρίση όσο στην προετοιμασία εδώ και δύο αιώνες σχεδόν, των Ορθοδόξων χριστιανών όλης της Ανατολικής Ευρώπης και των Βαλκανίων. Να γιατί οι Ρώσοι Ορθόδοξοι ρουφούν στην κυριολεξία κάθε τι που αφορά τον γέροντα Παϊσιο, τον Άγιο Κοσμά και ότι αφορά εν γένει την πνευματική ζωή του Αγίου Όρους. Να γιατί οι Έλληνες Ορθόδοξοι παρά τη συνεχή, μεθοδευμένη και συστηματική πλύση εγκεφάλου που δέχονται για το δυτικό πολιτισμό αντιστέκονται και βλέπουν τους Ορθοδόξους αδελφούς μας στα Βαλκάνια και τη Ρωσία πολύ πιο κοντά. Διαβάζουν τους αγώνες γνωστών στάρετς, κτίζουν μοναστήρια και εκκλησιές προς τιμήν τους κ.ο.κ. Όλοι άλλωστε ενθυμούμαστε τα καραβάνια ανθρωπιστικής βοήθειας που πήγαιναν στη Σερβία, στο Κόσοβο, στη Βοσνία, στη Ρωσία.
Και εκείνοι έτσι ως αδέλφια μας αντιμετωπίζουν παρά την φανερή προδοσία εγκάθετων δοσίλογων πολιτικών, τυφλών εκτελεστικών οργάνων μασωνικών στοών. Μία προδοσία που συνεχίζεται μέχρι σήμερα αδιάκοπα...
«Στήνονται συνεχώς εμπόδια από τους εκφραστές του μυστηρίου της ανομίας - λέει ο γέροντας ασκητής του Παγγαίου Όρους, συνηγορώντας στα όσα γράφει ο π. Θεολόγος- στην εκ του τριαδικού Θεού σχεδιασμένη συνάντηση, συνεργασία και θαυμαστή κοινή πορεία των ορθοδόξων λαών με βάση το Κοινό Ποτήριο και τη διδασκαλία της Ορθοδοξίας μας. Αλλά ότι ο Θεός αποφασίζει γίνεται. Τα εμπόδια θα εξαλειφθούν γρήγορα τόσο ξαφνικά που κανένας δεν θα το πιστεύει. Θα τρίβουν όλοι τα μάτια τους! Το χωράφι της Ορθόδοξης Εκκλησίας θα αρχίσει και πάλι να αποδίδει προς τον ουρανό τους γλυκούς καρπούς της αγιότητας. Το όργωμα ήδη έχει γίνει και οι πρώτοι σπόροι έπεσαν και έχουν αρχίσει να φυτρώνουν. Έτσι είναι λογικό πως δεν θα αργήσει ο θερισμός και η καρποφορία.
Σύντομα θα γίνουν όλα και θα δοθεί τέλος στο έντονο συναίσθημα της αναμονής πως κάτι σπουδαίο και σημαντικό έρχεται! Κάτι που θα δώσει διέξοδο όπως ο από μηχανής Θεός στο αρχαίο δράμα, στην τραγική πνευματική κατάσταση που βιώνει σήμερα ο ευλογημένος τόπος μας, η οποία ευθύνεται και για την οικονομική κρίση. Και το ωραίο αυτό συναίσθημα το συλλαμβάνουν και το νιώθουν στην καρδιά τους σαν να τους το ψιθυρίζουν και να το σιγοτραγουδούν οι άγγελοι όλοι σχεδόν οι συνειδητοποιημένοι Ορθόδοξοι Χριστιανοί. Αδυνατούν όμως ακόμη να το ερμηνεύσουν και γι’ αυτό αναζητούν μία λύση σε λεγόμενα σοφών αγίων γερόντων, που με το βίο τους δόξασαν και δοξάζουν τον Χριστό μας. Αγίων γερόντων που κατέστησαν δοχεία της Χάριτος του Παρακλήτου. Χρειάζεται όμως υπομονή και προσοχή γιατί ο Αντίδικος διαισθάνεται τι έρχεται και έχει βάλει δικούς του ψευτο-προφήτες να λένε διάφορα ψέματα για να αφαιρούν την ελπίδα των Ορθοδόξων και να τους απογοητεύουν και να τους απελπίζουν. Πολλοί λοιπόν εξ αυτών που νομίζετε ότι είναι πνευματικά ψηλά θα ξαφνιαστείτε όταν τους δείτε να σέρνονται στην κυριολεξία από τα χαλινάρια που τους έβαλε ο Αντίδικος, προκειμένου να πλανέψουν τον οιστό λαό. Και πολλοί που νομίζετε ότι είναι χαμηλά και ασήμαντοι θα τους δείτε σαν τον φτωχό Λάζαρο να ενδύονται βασιλικό ένδυμα! Βρισκόμαστε λοιπόν στο κατώφλι σημαντικών εξελίξεων. Τα γεγονότα που όλοι μας προσμέναμε έχουν αρχίσει.
Εκείνο όμως που με δυσαρεστεί είναι πως βλέπω τον Ορθόδοξο ελληνικό λαό μας να εισέρχεται σ’ αυτά χωρίς να φοράει το απαραίτητο κράνος! Το κράνος που θα τον θωρακίσει για να αντιμετωπίσει τις ίδιες αντιξοότητες και τις ίδιες δυσκολίες σαν αυτές που αντιμετώπισε ο εβραϊκός λαός στην πολύχρονη περιπλάνησή του στην έρημο. Και φοβούμαι πως χωρίς αυτό το κράνος, δηλαδή την ειλικρινή μετάνοια δεν θα αξιωθούμε να φθάσουμε και να δούμε το ποθούμενο! Δεν θα καταφέρουμε να αντικρύσουμε τον ελεήμονα αναστημένο βασιλιά μας..., τον αναστημένο Άγιο Ιωάννη Βατάτζη! Χωρίς την αρετή της ταπείνωσης, που αποτελεί τη βενζίνη κάθε ανθρώπου και προπαντός του ορθοδόξου χριστιανού για να συναντήσει τον Θεό δεν βλέπω καμιά προκοπή.
Γι’ αυτό όποιος λοιπόν Χριστιανός σήμερα επιθυμεί εκ του ασφαλούς να ζήσει τα όσα έλεγαν ο Πατροκοσμάς, ο γέροντας Παϊσιος, ο γέροντας Ιάκωβος, ο γέροντας Πορφύριος, ο γέροντας Αμβρόσιος και άλλοι πολλοί ας φροντίσει να χτίσει εδώ και τώρα την σχέση του με το Θεό με ειλικρινή μετάνοια και ταπείνωση. Και τότε το έλεος που προπορεύεται του Θεού θα τον σκεπάσει ενώ το πυρ της θεότητος θα τον δροσίσει όπως δρόσισε τους τρεις παίδες εν τη καμίνω. Στώμεν καλώς, στώμεν μετά φόβου μας συμβουλεύει αδιαλείπτως ο Αρχάγγελος Μιχαήλ. Ε! τι λέτε; Δεν έφθασε ο καιρός να τον αφουγκραστούμε;»


ΣΤΥΛΟΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ ΙΟΥΝΙΟΣ 2013