.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Ἡ γνωριμία μας μέ τόν Θεό.



Ο όσιος Σιλουανός ο Αθωνίτης είναι μία από τις μεγαλύτερες σύγχρονες φυσιογνωμίες του αγιορείτικου και γενικότερα του ορθοδόξου μοναχισμού.
Γεννήθηκε το 1866 στη Ρωσία από γονείς ευσεβείς. Ύστερ’ από διάφορες μεταπτώσεις των πρώτων νεανικών του χρόνων, ένα αποκαλυπτικό όραμα της Υπεραγίας Θεοτόκου τον έκανε να μετανοήσει βαθιά και να ποθήσει την ισάγγελη μοναχική πολιτεία.
Το 1892 ήρθε στο Άγιον Όρος, στη μονή του Αγίου Παντελεήμονος. Μικρόσχημος μοναχός έγινε το 1896 και μεγαλόσχημος το 1911.
Η ζωή του στον Άθωνα, διαποτισμένη από τη διαρκή μνήμη του Θεού, ξεχώριζε για τη συνέπεια και την ακρίβειά της τόσο στους πνευματικούς αγώνες όσο και στις μοναστηριακές διακονίες.
Υπομονετικός και μακρόθυμος, πράος και άκακος, ταπεινός και υπάκουος ο όσιος Σιλουανός, κέρδισε την αγάπη και την εκτίμηση των συμμοναστών του, αλλά και δέχτηκε πολλές επιθέσεις από τους φθονερούς και μισόκαλους δαίμονες.
Έχοντας παραδώσει τον εαυτό του ολοκληρωτικά στο Θεό, πολύ σύντομα αξιώθηκε να λάβει το δώρο της ακατάπαυστης ευχής από την Κυρία Θεοτόκο, αλλά και να δει τον ζώντα Χριστό μέσα στο ναό του προφήτη Ηλία, στο μυλώνα της μονής.
Η θεοφάνεια εκείνη ήταν ο σημαντικότερος σταθμός της ζωής του. Από τότε η οξεία πνευματική αίσθησή του έγινε ακόμα οξύτερη. Αισθανόταν αφόρητο πόνο για την αμαρτία. Λυπόταν και έκλαιγε για τις ψυχές που βρίσκονται μακριά από την αλήθεια. Προσευχόταν αδιάλειπτα για όλο τον κόσμο. 
Αγαπούσε τους ανθρώπους και το Θεό χωρίς όρια. Μολονότι ολιγογράμματος, απέκτησε σπάνια σοφία και πείρα με τους αγώνες και τις μελέτες του. Η επικοινωνία μαζί του ήταν πηγή χαράς. Η παρουσία του χάριζε ειρήνη και ανάπαυση.
Μέσα στην προσευχή και τη δοξολογία του Θεού τελείωσε την επίγεια πορεία του. Κοιμήθηκε στις 11/24 Σεπτεμβρίου 1938 στη μονή της μετανοίας του.
Η διδασκαλία του, που έχει αποτυπωθεί στις γραφές του, είναι βαθιά βιωματική και αναφέρεται σε καίρια ζητήματα της πνευματικής ζωής - προσευχή, χάρη, δοκιμασίες, ταπείνωση, ειρήνη, ελευθερία, μετάνοια, αγάπη, υπακοή, θεογνωσία.
Η βιογραφία του, γραμμένη από το μαθητή του γέροντα Σωφρόνιο του Έσσεξ (+1993), καθώς και οι θεόσοφες διδαχές του σαγήνευσαν πολλούς ανθρώπους, και μάλιστα αλλοδόξους, και τους έκαναν να γνωρίσουν τον αληθινό Θεό και να επιστρέψουν στην Ορθόδοξη Εκκλησία μας. Σ΄ αυτήν ακριβώς τη γνωριμία με το Θεό - γνωριμία που πραγματώνεται όχι με τον ορθό λόγο και το στοχασμό, αλλά με την εν Χριστώ άσκηση και την εν Αγίω Πνεύματι εμπειρία - αναφέρονται τα αποσπάσματα που ανθολογήθηκαν σ΄ αυτό το τεύχος.

(ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΕΚ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ)

Πως θα γνωρίσουμε το Θεό.

Πολύ μας αγαπάει ο Κύριος’ αυτό το έμαθα από το Άγιο Πνεύμα, που μου έδωσε Εκείνος κατά το μέγα Του έλεος. Γέρασα και ετοιμάζομαι για το θάνατο και γράφω την αλήθεια από αγάπη για τους ανθρώπους. Το Άγιο Πνεύμα, που μου έδωσε ο Κύριος, θέλει να σωθούν όλοι, να γνωρίσουν όλοι το Θεό.
Ήμουνα χειρότερος κι από έναν βρωμερό σκύλο, εξαιτίας των αμαρτιών μου’ σαν άρχισα όμως να ζητώ συγχώρηση από το Θεό, Αυτός μου έδωσε όχι μόνο τη συγχώρηση αλλά και το Άγιο Πνεύμα. Έτσι, εν Πνεύματι Αγίω, γνώρισα το Θεό.
Βλέπεις αγάπη που έχει ο Θεός για μας; Ποιος, αλήθεια, θα μπορούσε να περιγράψει την ευσπλαχνία Του;
Αδελφοί μου, πέφτω στα γόνατα και σας παρακαλώ, πιστεύετε στο Θεό, πιστεύετε πως υπάρχει το Άγιο Πνεύμα, που μαρτυρεί για το Θεό σ’ όλες τις εκκλησίες μας, αλλά και στην ψυχή μου. 
Το Άγιο Πνεύμα είναι αγάπη. Και η αγάπη αυτή πλημμυρίζει όλες τις ψυχές των ουρανοπολιτών αγίων. Και το ίδιο Άγιο Πνεύμα είναι στη γη, στις ψυχές όσων αγαπούν το Θεό. Εν Πνεύματι Αγίω οι ουρανοί βλέπουν τη γη, ακούνε τις προσευχές μας και τις προσκομίζουν στο Θεό.

Ζούμε στη γη και δεν βλέπουμε το Θεό, δεν μπορούμε να Τον δούμε. Αλλά σαν έρθει το Άγιο Πνεύμα στην ψυχή, τότε θα δούμε το Θεό, όπως Τον είδε ο άγιος Στέφανος (Πραξ. 7, 55-56). Η ψυχή και ο νους αναγνωρίζουν αμέσως με το Άγιο Πνεύμα ότι Αυτός είναι ο Κύριος. Έτσι ο άγιος Συμεών ο Θεοδόχος, με το Άγιο Πνεύμα, αναγνώρισε στο μικρό βρέφος τον Κύριο (Λουκ. 2, 25-32). Έτσι και ο Άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής, με το Άγιο Πνεύμα επίσης, αναγνώρισε τον Κύριο και Τον υπέδειξε στους ανθρώπους. Και στον ουρανό και στη γη ο Θεός γνωρίζεται μόνο με το Άγιο Πνεύμα, όχι με την επιστήμη. Και τα παιδιά που δεν σπούδασαν καθόλου, γνωρίζουν τον Κύριο με το Άγιο Πνεύμα. Χωρίς το Άγιο Πνεύμα κανείς δεν μπορεί να γνωρίσει το Θεό και πόσο πολύ μας αγαπάει. Ακόμα κι αν διαβάζουμε ότι μας αγάπησε και έπαθε από αγάπη για μας, σκεφτόμαστε γι’ αυτά μόνο με το νου, αλλά δεν καταλαβαίνουμε όπως πρέπει, με την ψυχή, την αγάπη του Χριστού. Όταν όμως μας διδάξει, τότε γνωρίζουμε με ενάργεια και αισθητά την αγάπη’ τότε γινόμαστε όμοιοι με τον Κύριο.

Καθένας μας μπορεί να κρίνει για το Θεό κατά το μέτρο της χάριτος του Αγίου Πνεύματος που γνώρισε. Γιατί πώς είναι δυνατό να σκεφτόμαστε και να κρίνουμε για πράγματα που δεν είδαμε ή δεν ακούσαμε και δεν ξέρουμε; Οι άγιοι λένε πως είδαν το Θεό. Αλλά υπάρχουν και άνθρωποι που λένε ότι δεν υπάρχει Θεός. Είναι φανερό πως μιλούν έτσι, γιατί δεν Τον γνώρισαν΄ αυτό όμως δεν σημαίνει καθόλου πως ο Θεός δεν υπάρχει. 
Οι άγιοι μιλούν για πράγματα που πραγματικά είδαν και γνωρίζουν. Δεν λένε, για παράδειγμα, πως είδαν ένα άλογο μήκους ενός χιλιομέτρου ή ένα πλοίο δέκα χιλιομέτρων, που δεν υπάρχουν. Κι εγώ νομίζω, πως, αν δεν υπήρχε Θεός, δεν θα μιλούσαν καν γι’ Αυτόν στη γη. Οι άνθρωποι όμως θέλουν να ζουν σύμφωνα με το δικό τους θέλημα και γι’ αυτό λένε πως δεν υπάρχει Θεός, βεβαιώνοντας έτσι μάλλον πως υπάρχει. 
Όλων των λαών η ψυχή αισθανόταν πως υπάρχει ο Θεός, αν και δεν ήξεραν να λατρεύουν τον αληθινό Θεό. Το Άγιο Πνεύμα όμως δίδαξε πρώτα τους προφήτες, έπειτα τους αποστόλους, ύστερα τους αγίους πατέρες και επισκόπους μας, κι έτσι έφτασε ως εμάς η αληθινή πίστη. Εμείς γνωρίσαμε τον Κύριο με το Άγιο Πνεύμα. Και όταν Τον γνωρίσαμε, τότε στερεώθηκε σ’ Αυτόν η ψυχή μας.
Γνωρίστε, λαοί, ότι πλαστήκαμε για να δοξάζουμε τον ουράνιο Θεό, και να μην προσκολλάστε στη γη, γιατί ο Θεός είναι Πατέρας μας και μας αγαπάει σαν πολυπόθητα παιδιά Του.
Όποιος δεν γνωρίζει τη χάρη, δεν την επιζητεί. Οι άνθρωποι προσκολλήθηκαν στη γη, γι’ αυτό οι πιο πολλοί δεν ξέρουν πως τίποτα το γήινο δεν μπορεί να συγκριθεί με τη γλυκύτητα του Αγίου Πνεύματος.

Πολλοί φιλονικούν για την πίστη - και δεν υπάρχει τέλος σ’ αυτές τις φιλονικίες-, ενώ, αντί να φιλονικούμε, πρέπει να προσευχόμαστε μόνο στο Θεό και την Παναγία, και ο Κύριος θα μας δώσει το φωτισμό χωρίς φιλονικίες, και μάλιστα γρήγορα. 
Πολλοί μελέτησαν όλες τις θρησκείες, αλλά δεν γνώρισαν την αληθινή πίστη όπως πρέπει. Όποιος όμως προσεύχεται στο Θεό με ταπείνωση να τον φωτίσει, σ’ αυτόν ο Κύριος θα δώσει να μάθει πόσο αγαπάει τον άνθρωπο. Οι υπερόπτες ελπίζουν να μάθουν τα πάντα με τον νου τους, αλλά ο Θεός τους έθεσε όρια. 

Ο Κύριος είπε: «Όπου ειμί εγώ, εκεί και ο διάκονος ο εμός έσται... ίνα θεωρή την δόξαν την εμήν» (πρβλ. Ιω. 12, 26’ 17, 24). Οι άνθρωποι όμως δεν κατανοούν τις Γραφές, τις βρίσκουν σχεδόν ακατανόητες. Μόνο όταν τους διδάξει το Άγιο Πνεύμα, τότε όλα γίνονται κατανοητά και η ψυχή αισθάνεται σαν να είναι στους ουρανούς. Γιατί το ίδιο Άγιο Πνεύμα είναι στους ουρανούς και στη γη και στην Αγία Γραφή και στις ψυχές όσων αγαπούν το Θεό. Χωρίς Πνεύμα Άγιο οι άνθρωποι πλανώνται και αδυνατούν να γνωρίσουν αληθινά το Θεό και την ανάπαυση κοντά Του, έστω κι αν μελετούν συνεχώς. 

Ω αδελφοί, σας παρακαλώ και σας ικετεύω στο όνομα της ευσπλαχνίας του Θεού: Πιστεύετε στο Ευαγγέλιο και στη μαρτυρία της Αγίας Εκκλησίας, και τότε θα γευθείτε, ήδη απ’ αυτή τη γη, τη μακαριότητα του παραδείσου. Αληθινά, η βασιλεία του Θεού είναι μέσα μας: Η αγάπη του Θεού χαρίζει στην ψυχή τον παράδεισο. Πολλοί πρίγκιπες και άρχοντες εγκατέλειψαν τους θρόνους τους, όταν γνώρισαν την αγάπη του Θεού. Κι αυτό είναι ευνόητο, γιατί η αγάπη του Θεού είναι φλογερή. Με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος η χαρά της ψυχής φτάνει ως τα δάκρυα, και τίποτα επίγειο δεν μπορεί να συγκριθεί μαζί της. 
Πόσο ευτυχισμένοι είμαστε εμείς οι ορθόδοξοι χριστιανοί! Τι Θεό έχουμε! Είναι αξιολύπητοι όσοι δεν γνώρισαν το Θεό. Αυτοί δεν βλέπουν το αιώνιο φως, και μετά το θάνατο πορεύονται στο αιώνιο σκοτάδι. Αυτό το ξέρουμε, γιατί το Άγιο Πνεύμα πληροφορεί μέσα στην Εκκλησία τους αγίους για το τι υπάρχει στον ουρανό και τι στον άδη. 
Ω, πόσο αξιολύπητοι είναι οι πλανεμένοι άνθρωποι! Αυτοί δεν μπορούν να ξέρουν τι είναι η αληθινή χαρά. Μερικές φορές διασκεδάζουν και γελούν, αλλά το γέλιο και η απόλαυση, που δοκιμάζουν, θα μεταβληθούν σε θρήνο και θλίψη. Δική μας χαρά είναι ο Χριστός. Με τα πάθη Του μας έγραψε στο βιβλίο της ζωής, και στη βασιλεία των ουρανών θα είμαστε αιώνια με το Θεό και θα βλέπουμε τη δόξα Του και θα ευφραινόμαστε μαζί Του. Η χαρά μας είναι το Άγιο Πνεύμα. Είναι τόσο γλυκό και ευχάριστο! Αυτό μαρτυρεί στην ψυχή για τη σωτηρία. 

Τα επίγεια μαθαίνονται με την επίγεια διάνοια, ενώ ο Θεός και όλα τα επουράνια γνωρίζονται μόνο με το Άγιο Πνεύμα. Γι’ αυτό παραμένουν απρόσιτα στο νου που δεν αναγεννήθηκε. 

Τι μας εμποδίζει να γνωρίσουμε το Θεό

Η απιστία προέρχεται από την υπερηφάνεια. Ο υπερήφανος ισχυρίζεται πως θα γνωρίσει τα πάντα με το νου του και την επιστήμη, αλλά η γνώση του Θεού παραμένει ανέφικτη γι' αυτόν, γιατί ο Θεός γνωρίζεται μόνο με αποκάλυψη του Αγίου Πνεύματος.

Ο Κύριος αποκαλύπτεται στις ταπεινές ψυχές. Σ' αυτές δείχνει τα έργα Του, που είναι ακατάληπτα για το νου μας. Με τον φυσικό μας νου μπορούμε να γνωρίσουμε μόνο τα γήινα πράγματα, κι αυτά μερικώς, ενώ ο Θεός και όλα τα ουράνια γνωρίζονται με το Άγιο Πνεύμα.
Μερικοί μοχθούν σ΄ όλη τους τη ζωή για να μάθουν τι υπάρχει στον ήλιο ή στη σελήνη ή κάτι παρόμοιο, αλλ' αυτά δεν ωφελούν την ψυχή. Αν όμως προσπαθούσαμε να γνωρίσουμε τι υπάρχει μέσα στον άνθρωπο, τότε θα βλέπαμε στην ψυχή του αγίου τη βασιλεία των ουρανών, ενώ στην ψυχή του αμαρτωλού σκοτάδι και κόλαση. Και είναι ωφέλιμο να το ξέρουμε, γιατί θα είμαστε αιώνια είτε στη βασιλεία είτε στην κόλαση.

Ο νωθρός στην προσευχή εξετάζει με περιέργεια τα πάντα, όσα βλέπει στη γη και στον ουρανό, αλλά δεν γνωρίζει ποιος είναι ο Κύριος ούτε προσπαθεί να το μάθει. Κι όταν ακούει διδασκαλία για το Θεό, λέει:
"Μα πώς είναι δυνατό να γνωρίσουμε το Θεό; Κι εσύ από που Τον γνωρίζεις;".
Θα σου πω: Μαρτυρεί το Άγιο Πνεύμα, Αυτό γνωρίζει και μας διδάσκει.
"Άλλα μήπως το Πνεύμα είναι ορατό;".
Οι απόστολοι Το είδαν να κατεβαίνει σε πύρινες γλώσσες, κι εμείς Το αισθανόμαστε μέσα μας. Είναι γλυκύτερο από καθετί γήινο. Αυτό γεύονταν οι προφήτες και μιλούσαν στο λαό, και ο λαός τους πρόσεχε. Οι άγιοι απόστολοι έλαβαν Άγιο Πνεύμα και κήρυξαν σωτηρία στον κόσμο χωρίς να φοβούνται τίποτα, γιατί τους ενίσχυε αυτό το Πνεύμα. Το ίδιο και οι μάρτυρες και οι ασκητές πήγαιναν χαρούμενοι στο μαρτύριο και την κακοπάθεια. Γιατί το Άγιο Πνεύμα, το αγαθό και γλυκύ, έλκει την ψυχή στην αγάπη του Κυρίου. Κι έτσι η ψυχή, χάρη στη γλυκύτητα του Αγίου Πνεύματος, δεν φοβάται τα βασανιστήρια.

Πολλοί άνθρωποι λένε σήμερα πως δεν υπάρχει Θεός. Μιλούν έτσι γιατί στην καρδιά τους ζει υπερήφανο πνεύμα, που τους υποβάλλει ψέματα εναντίον της Αλήθειας και της Εκκλησίας του Θεού. Νομίζουν πως είναι σοφοί, ενώ στην πραγματικότητα δεν αντιλαμβάνονται καν ότι τέτοιοι λογισμοί δεν είναι δικοί τους, αλλά προέρχονται από τον εχθρό. Αν όμως κανείς τους δεχθεί στην καρδιά του και τους αγαπήσει, τότε γίνεται συγγενής με το πονηρό πνεύμα. Και είθε να μη δώσει ο Θεός σε κανένα να πεθάνει σε τέτοια κατάσταση.
Αντίθετα, στην καρδιά των αγίων ζει η χάρη του Αγίου Πνεύματος, που τους κάνει συγγενείς του Θεού. Οι άγιοι νιώθουν ολοκάθαρα πως είναι πνευματικά παιδιά του ουράνιου Πατέρα, και γι' αυτό λένε: "Πάτερ ημών...".

Η υπερηφάνεια εμποδίζει την ψυχή να μπει στο δρόμο της πίστεως. Στον άπιστο δίνω μια συμβουλή. Ας πει: "Κύριε, αν υπάρχεις, φώτισε με, και θα Σε υπηρετήσω μ΄ όλη μου την καρδιά και μ' όλη μου την ψυχή". Και ο Κύριος θα φωτίσει οπωσδήποτε μια τέτοια ταπεινή σκέψη και προθυμία για την υπηρεσία του Θεού. Δεν πρέπει όμως να λέει: "Αν υπάρχεις, παίδεψέ με". Γιατί αν έρθει η τιμωρία, είναι δυνατό να μη βρει τη δύναμη να ευχαριστήσει το Θεό και να μετανοήσει.
Όταν ο Κύριος σε φωτίσει, τότε η ψυχή σου θα Τον αισθανθεί, θα αισθανθεί πως την συγχώρησε και την αγαπάει. Θα το μάθεις με την πείρα σου, και η χάρη του Αγίου Πνεύματος θα μαρτυρεί στην ψυχή τη σωτηρία, και θα θέλεις τότε να διακηρύσσεις σ’ όλο τον κόσμο: "Πόσο πολύ μας αγαπάει ο Κύριος!".
Ο Απόστολος Παύλος, όσο δεν γνώριζε τον Κύριο, Τον καταδίωκε. Όταν όμως Τον γνώρισε, τότε γύρισε σ΄ όλη την οικουμένη κηρύσσοντας το Χριστό.
Για να σωθείς, είναι ανάγκη να ταπεινωθείς. Γιατί τον υπερήφανο, και με τη βία να τον βάλεις στον παράδεισο, κι εκεί δεν θα βρει ανάπαυση. Κι εκεί δεν θα είναι ικανοποιημένος και θα λέει: "Γιατί δεν είμαι εγώ στην πρώτη θέση;". Αντίθετα, η ταπεινή ψυχή είναι γεμάτη αγάπη και δεν επιδιώκει πρωτεία, αλλά επιθυμεί για όλους το καλό και ευχαριστιέται με όλα.

Δείξαμε μεγάλη αμέλεια και δεν καταλαβαίνουμε πια αν υπάρχει η κατά Χριστόν ταπείνωση και αγάπη. Βέβαια, η ταπείνωση αυτή και η αγάπη γίνονται γνωστές μόνο με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος. Εμείς όμως δεν ξέρουμε ότι, για να προσελκύσουμε τη χάρη κοντά μας, πρέπει να την ποθήσουμε μ' όλη μας την ψυχή. Άλλα πώς θα ποθήσουμε κάτι που δεν το γνωρίζουμε καθόλου; Και όμως, όλοι μας τη γνωρίζουμε τη χάρη, έστω και λίγο, γιατί το Άγιο Πνεύμα κινεί κάθε ψυχή στην αναζήτηση του Θεού.
Ω, πώς πρέπει να παρακαλούμε τον Κύριο να δώσει στην ψυχή το ταπεινό Άγιο Πνεύμα! Η ταπεινή ψυχή έχει μεγάλη ανάπαυση, ενώ η υπερήφανη βασανίζει η ίδια τον εαυτό της. Ο υπερήφανος δεν γνωρίζει την αγάπη του Θεού και βρίσκεται μακριά Του. Υπερηφανεύεται πως είναι πλούσιος ή επιστήμων ή ένδοξος, μα δεν ξέρει την τραγικότητα της φτώχειας και της απώλειάς του, αφού δεν γνώρισε το Θεό. Απεναντίας, εκείνον που αγωνίζεται εναντίον της υπερηφάνειας, τον βοηθάει ο Κύριος να νικήσει αυτό το πάθος. 

Είναι αδύνατο ν' αγαπήσουμε και να γνωρίσουμε τον Κύριο, αν δεν ζήσουμε σύμφωνα με τις εντολές Του. Ο άνθρωπος όμως από μόνος του είναι ανίκανος να τηρήσει τις εντολές του Θεού. Γι' αυτό ο Ιησούς είπε: «Αιτείτε, και δοθήσεται υμίν" (Ματθ. 7, 7). Αν δεν ζητάμε, βασανίζουμε μόνοι μας τον εαυτό μας και χάνουμε τη χάρη του Αγίου Πνεύματος.

Στον αγώνα μας πρέπει να είμαστε ανδρείοι. Ο Κύριος αγαπάει την ανδρεία και συνετή ψυχή. Αν δεν έχουμε ανδρεία και σύνεση, τότε πρέπει να τα ζητάμε από το Θεό και να υπακούμε στους πνευματικούς, γιατί σ΄ αυτούς ζει η χάρη του Αγίου Πνεύματος. Ο άνθρωπος μάλιστα, που ο νους του έπαθε βλάβη από δαιμονική ενέργεια, ιδίως αυτός πρέπει να υπακούει στον πνευματικό και να μην εμπιστεύεται καθόλου τον εαυτό του.
Οι ψυχικές συμφορές μας έρχονται από την υπερηφάνεια, ενώ τις σωματικές τις παραχωρεί πολλές φορές ο Θεός από αγάπη για μας, όπως έγινε με τον πολύαθλο Ιώβ.
Είναι πολύ δύσκολο να διαγνώσεις μέσα σου την υπερηφάνεια. Να όμως μερικά συμπτώματα: Αν σε προσβάλλουν δαίμονες ή σε βασανίζουν κακοί λογισμοί, αυτό σημαίνει πως δεν έχεις ταπείνωση. Γι' αυτό, έστω κι αν δεν αντιλήφθηκες την υπερηφάνειά σου, ταπεινώσου. Αν είσαι οξύθυμος ή, όπως λένε, νευρικός, αυτό είναι αληθινή συμφορά. Κι αν πάσχεις από παροξυσμούς και φοβίες, θα γιατρευτείς με τη μετάνοια, με το ταπεινό φρόνημα και με την αγάπη για τον αδελφό σου, ακόμα και για τους εχθρούς. Όποιος δεν αγαπάει τους εχθρούς, σε αυτόν δεν έχει κατοικήσει ακόμα η χάρη του Θεού.

Στην πλάνη πέφτει κανείς είτε από απειρία είτε από υπερηφάνεια. Κι αν είναι από απειρία, ο Κύριος θεραπεύει γρήγορα αυτόν που πλανήθηκε. Αν όμως είναι από υπερηφάνεια, τότε θα υποφέρει για πολύν καιρό η ψυχή, ώσπου να μάθει την ταπείνωση, και τότε θα θεραπευθεί από τον Κύριο.
Στην πλάνη πέφτουμε, όταν νομίζουμε πως είμαστε πιο συνετοί και έμπειροι από τους άλλους, ακόμα κι από τον πνευματικό μας πατέρα. Έτσι σκέφτηκα κι εγώ με την απειρία μου, και γι' αυτό υπέφερα. Ευχαριστώ βαθιά το Θεό, γιατί έτσι με ταπείνωσε, με νουθέτησε και δεν πήρε το έλεός Του από μένα. Και τώρα σκέφτομαι πως χωρίς εξομολόγηση στον πνευματικό δεν είναι δυνατό ν΄ απαλλαγούμε από την πλάνη, γιατί στον πνευματικό έδωσε ο Θεός τη χάρη του "δεσμείν και λύειν".

Η κοινωνία με το Θεό.

Όποιος αγαπάει τον Κύριο, σκέφτεται πάντα Εκείνον. Η θύμηση του Θεού γεννάει την προσευχή. Αν δεν θυμάσαι τον Κύριο, τότε και δεν θα προσεύχεσαι’ και χωρίς την προσευχή, δεν θα παραμείνει η ψυχή στην αγάπη του Θεού, γιατί η χάρη του Αγίου Πνεύματος έρχεται με την προσευχή.
Η προσευχή προφυλάσσει τον άνθρωπο από την αμαρτία, γιατί ο νους, όταν προσεύχεσαι, είναι απασχολημένος με το Θεό και στέκεται με ταπεινό Πνεύμα ενώπιον του Κυρίου, τον Οποίο γνωρίζει η ψυχή του προσευχομένου.
Ο αρχάριος όμως χρειάζεται χειραγωγό, επειδή η ψυχή, πριν έρθει η χάρη του Αγίου Πνεύματος, έχει μεγάλο πόλεμο εναντίον των εχθρών και δεν μπορεί να διακρίνει η ίδια, αν η γλυκύτητα που δοκιμάζει, προέρχεται από τον εχθρό. Αυτό μπορεί να το διακρίνει μόνο εκείνος που γεύθηκε ο ίδιος το Άγιο Πνεύμα. Αυτός αναγνωρίζει τη χάρη κατά τη γεύση.
Όποιος θέλει να ασκεί την προσευχή χωρίς χειραγωγό και, μέσα στην υπερηφάνειά του, φαντάζεται ότι μπορεί να τη διδαχθεί από τα βιβλία, αυτός βρίσκεται κιόλας στην πλάνη. Τον ταπεινό όμως τον προστατεύει ο Κύριος· έτσι, αν πράγματι δεν υπάρχει έμπειρος οδηγός, αυτός καταφεύγει στον υπάρχοντα πνευματικό, και ο Κύριος θα τον σκεπάσει χάρη στην ταπείνωσή του. Σκέψου ότι στον πνευματικό ζει το Άγιο Πνεύμα, και αυτός θα σου πει το ωφέλιμο. Αν όμως σκεφτείς πως ο πνευματικός ζει με αμέλεια και διερωτηθείς, "Πώς είναι δυνατό να έχει το Άγιο Πνεύμα;", θα υποστείς εξαιτίας αυτής της σκέψης σου μεγάλο πειρασμό, και ο Κύριος θα σε ταπεινώσει και θα επιτρέψει να πέσεις σε κάποια πλάνη.
Η προσευχή δίνεται στον προσευχόμενο. Η προσευχή που γίνεται μόνο από συνήθεια, χωρίς καρδιά συντριμμένη για τις αμαρτίες της, δεν είναι αρεστή στο Θεό.

Ω άνθρωπε, μάθε την κατά Χριστόν ταπείνωση, και ο Κύριος θα σου χαρίσει να γευθείς τη γλυκύτητα της προσευχής. Κι αν θέλεις να προσεύχεσαι καθαρά, γίνε ταπεινός, γίνε εγκρατής, εξομολογήσου ειλικρινά και θα σε αγαπήσει η προσευχή. Γίνε υπάκουος, υποτάξου ευσυνείδητα στις αρχές, μείνε ευχαριστημένος με όλα, και τότε ο νους σου θα καθαριστεί από μάταιους λογισμούς. Να θυμάσαι πως σε βλέπει ο Κύριος, γι’ αυτό πρόσεχε, μήπως λυπήσεις με κάτι τον αδελφό· μην τον κατακρίνεις και μη τον στενοχωρήσεις ούτε μ’ ένα βλέμμα, και το Πνεύμα το Άγιο θα σε αγαπήσει και θα σε βοηθήσει σε όλα.

Το Άγιο Πνεύμα μοιάζει πολύ με αγαπημένη, γνήσια μητέρα. Η μητέρα αγαπάει το παιδί της και πονάει γι’ αυτό. Έτσι και το Άγιο Πνεύμα σπλαχνίζεται, συγχωρεί, θεραπεύει, νουθετεί και χαροποιεί. Και αναγνωρίζεται το Άγιο Πνεύμα στην ταπεινή προσευχή.

Όποιος αγαπάει τους εχθρούς, αυτός γρήγορα θα γνωρίσει τον Κύριο με το Άγιο Πνεύμα. Όποιος όμως δεν τους αγαπάει – γι’ αυτόν δεν θέλω ούτε καν να γράψω. Όμως τον λυπάμαι, γιατί βασανίζει τον εαυτό του και τους άλλους και δεν θα γνωρίσει τον Κύριο.

Στις εκκλησίες τελούνται οι ιερές ακολουθίες και το Πνεύμα του Θεού κατοικεί σ’ αυτές. Η ψυχή, ωστόσο, είναι ο καλύτερος ναός του Θεού, και όποιος προσεύχεται εσωτερικά, γι’ αυτόν όλος ο κόσμος έγινε ναός του Θεού. Αυτό όμως δεν είναι για όλους.
Πολλοί προσεύχονται προφορικά ή προτιμούν να προσεύχονται με βιβλία. Και αυτό καλό είναι και ο Κύριος δέχεται την προσευχή τους. Αν όμως κανείς προσεύχεται και σκέφτεται άλλα πράγματα, ο Κύριος δεν εισακούει αυτή την προσευχή.

Η αδιάλειπτη προσευχή προέρχεται από την αγάπη και χάνεται εξαιτίας της κατακρίσεως, της αργολογίας και της ακράτειας. Όποιος αγαπάει το Θεό, αυτός μπορεί να Τον σκέφτεται μέρα και νύχτα, γιατί το ν’ αγαπάς το Θεό καμιά εργασία δεν το παρεμποδίζει.

Η αληθινή ελευθερία.

Όλοι μας ταλαιπωρούμαστε στη γη και ζητάμε ελευθερία, μα λίγοι ξέρουν τι είναι η ελευθερία και που βρίσκεται.
Κι εγώ θέλω επίσης ελευθερία και την αναζητώ μέρα και νύχτα. Έμαθα πως βρίσκεται κοντά στο Θεό και δίνεται απ’ Αυτόν σ’ όσους έχουν ταπεινή καρδιά, σ’ όσους μετανόησαν και έκοψαν το θέλημά τους ενώπιον του Κυρίου. Σ’ όποιον μετανοεί, ο Θεός δίνει την ειρήνη Του και την ελευθερία να Τον αγαπάει. Γιατί δεν υπάρχει τίποτα πολυτιμότερο στον κόσμο από την αγάπη του Θεού και του πλησίον. Σ’ αυτά βρίσκει η ψυχή ανάπαυση και χαρά.

Η καρδιά μου πονάει για όλο τον κόσμο και προσεύχομαι με δάκρυα γι’ αυτόν, να μετανοήσουν όλοι και να γνωρίσουν το Θεό, να ζήσουν με αγάπη και να γευθούν τη γλυκύτητα της ελευθερίας του Θεού.
Ω, όλοι οι άνθρωποι, προσευχηθείτε και κλάψτε για τις αμαρτίες σας, για να σάς συγχωρήσει ο Κύριος. Όπου υπάρχει άφεση αμαρτιών, εκεί βρίσκεται η ελευθερία της συνειδήσεως και η αγάπη, έστω και λίγη.

Ο Κύριος μας έδωσε την εντολή να αγαπάμε ο ένας τον άλλον. Αυτή είναι η αληθινή ελευθερία: η αγάπη για το Θεό και τον πλησίον. Εδώ βρίσκεται και η ελευθερία και η ισότητα. Στην κοσμική τάξη είναι αδύνατο να υπάρξει ισότητα- αυτό όμως δεν έχει σημασία για την ψυχή. Δεν μπορεί να είναι ο καθένας βασιλιάς ή άρχοντας, πατριάρχης ή ηγούμενος ή διοικητής. Μπορεί όμως ο καθένας, σε όποια τάξη κι αν ανήκει, ν’ αγαπάει το Θεό και να είναι ευάρεστος σ’ Εκείνον- κι αυτό είναι το σπουδαίο. Και όσοι αγαπούν περισσότερο το Θεό στη γη, θα έχουν περισσότερη δόξα στη βασιλεία των ουρανών και θα είναι πιο κοντά στον Κύριο. Ο καθένας θα δοξαστεί κατά το μέτρο της αγάπης του.

Η θεία χάρη δεν αφαιρεί την ελευθερία, αλλά συνεργεί μόνο στην εκπλήρωση των εντολών του Θεού. Ο Αδάμ βρισκόταν στην κατάσταση της χάριτος, αλλά δεν του αφαιρέθηκε το αυτεξούσιο. Οι άγγελοι παραμένουν επίσης στο Άγιο Πνεύμα, αλλά δεν τους έχει αφαιρεθεί η ελεύθερη βούληση.

Ο Κύριος έδωσε στη γη το Άγιο Πνεύμα· και όσοι το έλαβαν, αισθάνονται τον παράδεισο μέσα τους.
Ίσως πεις: "Γιατί λοιπόν δεν έχω κι εγώ μια τέτοια χάρη;". Επειδή εσύ δεν παραδόθηκες στο θέλημα του Θεού, αλλά ζεις σύμφωνα με το δικό σου θέλημα.

Παρατηρήστε εκείνον που αγαπάει το θέλημά του: Δεν έχει ποτέ ειρήνη στην ψυχή του και δεν ευχαριστιέται με τίποτα. Γι' αυτόν όλα γίνονται όπως δεν θα έπρεπε. Όποιος όμως δόθηκε ολοκληρωτικά στο θέλημα του Θεού, έχει την καθαρή προσευχή και η ψυχή του αγαπάει τον Κύριο.

Έτσι δόθηκε στο Θεό η Υπεραγία Παρθένος: "Ιδού η δούλη Κυρίου· γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου" (Λουκ. 1, 38).
Αν λέγαμε κι εμείς, "Ιδού ο δούλος Κυρίου· γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου", τότε τα ευαγγελικά λόγια του Κυρίου θα ζούσαν στις ψυχές μας, η αγάπη του Θεού θα βασίλευε σ΄ όλο τον κόσμο και η ζωή στη γη θα ήταν απερίγραπτα ωραία.
Αλλά μολονότι τα λόγια του Κυρίου ακούγονται τόσους αιώνες σ΄ όλη την οικουμένη, οι άνθρωποι δεν τα καταλαβαίνουν και δεν θέλουν να τα παραδεχθούν. Όποιος όμως ζει σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, αυτός θα δοξαστεί και στον ουρανό και στη γη.

Οσίου Σιλουανού του Αθωνίτου

(Από τη σειρά των φυλλαδίων «Η ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ» της Ιεράς Μονής Παρακλήτου Ωρωπού Αττικής.)

http://www.alopsis.gr

Ήμαρτον, Κύριε, δεν τα κατάφερα. Βοήθησέ με.

«Ήμαρτον, Κύριε, δεν τα κατάφερα. 
Βοήθησέ με. 
Παράμεινε μαζί μου. 
Συ είπες: χωρίς εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν». 
Ακριβώς αυτό το έχω καταλάβει. 
Το έκαμα συνείδησι. 
Γι' αυτό επιμένω. 
Κρούω, ζητώ, αιτώ, δεν θα παύσω να ενοχλώ. 
Δεν μπορώ χωρίς Εσένα. 
Δεν πρόκειται να φύγω. 
Εάν δεν βαρύνονται τα ώτα Σου να με ακούουν, δεν θα βαρεθή και το στόμα μου να φωνάζη. 
Επιμένω, ειναι αλάνθαστος η κρίσι Σου στο να με ανακαλέσης σε μετάνοια. 
Τούτο το έκανες Συ, θεία Παναγαθότης, δεν το έκανα εγώ. Ούτε ήξερα τον Θεό, ούτε ήταν δυνατό να τον ανακαλύψω. Συ, Κύριε, Πανάγαθε, ήρθες και με ευρήκες και με εφώναξες να σε ακολουθήσω. 
Αυτό το επήρα, το θέλω, το επιθυμώ. 
Δεν τα καταφέρνω όμως. 
Γι' αυτό επιμένω, θέλω να με βοηθήσης. 
Πρέπει αυτό που εχάρησες να μην το απολέσω».

Γέρων Ιωσήφ ο ησυχαστής

"Aνάκληση εις Mετάνοια"



Μεταπτωτικά ο άνθρωπος ευρίσκεται υπό την επιρροή όχι μόνο του νόμου της αμαρτίας του «εν τοις μέλεσι διεσπαρμένου», αλλά ακόμα και υπό την επίδρασι των αλλοιώσεων και των ποικίλων τροπών, πού υπάρχουν και αυτές σαν κακοί γείτονες. Όλοι αυτοί οι παράγοντες είναι εκείνοι πού συνεχώς μας ωθούν, μας αποπλανούν, μας παρασύρουν στο να μην ημπορούμε να φυλάξωμε αυτό πού θέλομε.
Και εξ αιτίας αυτών λοιπόν, ευρισκόμεθα εις συνεχή μετάνοια.
Όπως ερμηνεύουν οι Πατέρες, έστω και ων είναι μια μόνο ημέρα η ζωή του ανθρώπου, δεν τίθεται θέμα αναμαρτησίας. Αυτό το νόημα της μετανοίας, είναι εκείνο πού βασικά μας απασχολεί. Κατά τους Πατέρες, ο Θεός δεν λυπάται τόσο αν ο άνθρωπος, τρόπον τινά, δεν τα κατάφερε και αμάρτησε. Δεν τον κρίνει γι' αυτό. Εκείνο πού λυπεί την Χάρι, είναι όταν ο άνθρωπος δεν θέλει να μετανοήση. Αυτό είναι ένα είδος απογνώσεως, ένα είδος βλασφημίας προς αυτό το Πανάγιο Πνεύμα.
Γι' αυτό πρέπει να εντείνωμε την προσπάθεια μας.
Καί έφ' όσον θέμα αναμαρτησίας δεν τίθεται, να τίθεται θέμα συνεχούς μετανοίας. Να πείθωμε την ενδημούσα σε μας θεία Χάρι, ότι τα σφάλματα τα οποία συμβαίνουν δεν είναι εκούσια. Ποτέ μας δεν θέλομε να αρνηθούμε και να προδώσωμε την αγάπη του Θεού, αλλά μέσα στην αδυναμία, απειρία και αγνωσία, περικλείονται όλα μας τα λάθη. Και συνεχώς πίπτοντες, φωνάζαμε το «ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ», να επικαλούμεθα νέα μορφή συνεργείας της Χάριτος, ούτως ώστε να ολοκληρώση την γνώσι μας και τις δυνάμεις μας, για να ιδούμε καλά και να ενεργήσωμε σωστά και έτσι να ημπορέσωμε εις αυτές τις δύσκολες ημέρες να ορθοποδήσωμε. Γιατί κατά τον Παύλο «εγγύτερον ημών η σωτηρία» τώρα, «ή ότε επιστεύσαμεν».
Βλέποντες όλοι μας και έχοντες πείρα των γεγονότων, αντιλαμβανόμεθα «εγγίζουσαν την ημέραν». Παρατηρούμε να δυναμώνη περισσότερο του εχθρού μας η δύναμι, αλλά και η ιδική μας έκτασι να περιορίζεται, λόγω του ότι οι άνθρωποι περισσότερο αποφεύγουν, περισσότερο απομακρύνονται και έτσι το κοινωνικό σύνολο γίνεται και αυτό εμπόδιο· διότι οι άνθρωποι οι πνευματικοί εμειώθησαν, έμεινε το «λείμμα», ελάχιστοι.
Πόσο πρέπει να είμεθα προσεκτικοί και ενωμένοι για να τα βγάλωμε πέρα! Το θέμα της επιτυχίας μας δεν είναι θέμα τεχνικό, ώστε να αποδώσωμε το βάρος στην συμμαχία των συνανθρώπων μας. Χρήσιμο είναι εάν είμεθα σύμφωνοι και ομοϊδεάται. Το κέντρο όμως της επιτυχίας, είναι η συμμαχία της Χάριτος. «Χωρίς εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν».
Όλη μας η προσοχή είναι στο πώς να κρατήσωμε μαζί μας την ενέργεια της Χάριτος Του, το «μεθ' υμών ειμί πάσας τάς ημέρας, έως της συντέλειας του αιώνος» (Ματθ. 28, 20). Αυτό το «μεθ' υμών ειμί» πρέπει να το προσέξωμε πάρα πολύ, εάν πράγματι είναι «μεθ' ημών». Διότι «δυνάμει» ο Θεός Λόγος είναι «μεθ' ημών». «Δυνάμει» δεν απουσιάζει από πουθενά. Αλλοίμονο αν συμβή τούτο! Εάν απουσιάση κλάσμα δευτερολέπτου από την κτίσι, αυτή θα εξαφανισθή. Αυτός είναι το Πάν του παντός. «Δυνάμει» είναι μαζί μας. Είναι όμως «ενεργεία» μαζί μας;
Λέγει ένα σοφό λόγο ο Ωριγένης: «Τι μοί όφελος, ει ο Λόγος σεσάρκωται καί εγώ Αυτόν ου κατέχω;» Και λέω και εγώ τώρα. Τι θα μας ωφελήση εάν «δυνάμει» είναι μαζί μας ο Θεός Λόγος, αφού «ενεργεία» δεν τον αισθανόμεθα; 
Και φυσικά δεν πταίει Αυτός. Πταίομε εμείς, μη κάνοντας καλό χειρισμό. Γι' αυτό η προσοχή μας να είναι εις αυτό τον τομέα. Στο πώς ανά πάσαν ώρα να μην χάνωμε τις ευκαιρίες και τα μέσα. πού θέτουν εις ενέργεια την παρουσία της θείας Χάριτος. Μαζί με αυτή, πού «τα ασθενή θεραπεύει και τα ελλείποντα αναπληροί» να αξιωθούμε να ολοκληρώσουμε τον σκοπό μας προς επιτυχία, διότι «αι ημέραι πονηροί είσιν». «Εν σοφία προς τους έξω περιπατείτε».
Κοιτάξετε από που συνιστάμεθα. Από τα έξω, από τα πέριξ, από τα έσω. Πώς επιβουλεύει τον άνθρωπο η αμαρτία; Κεντά από τα έξω, κατ' ευθείαν. Ρίπτει στην οθόνη της διανοίας την εικόνα, οποιανδήποτε εικόνα εφάμαρτη και προκαλεί τον νου. Τον προκαλεί να περιεργαστή την εικόνα. Ο νους πρέπει να προσέξη. Τι είναι αυτή η εικόνα; Χρειάζεται ή όχι; Αν ο νους είναι υγιής, την απορρίπτει αμέσως. «Υπάγε οπίσω μου, σατανά, Κύριον τον Θεόν μου προσκυνήσω και Αυτώ Μόνω λατρεύσω».
Παρά ταύτα η αμαρτία δεν υποχωρεί και δεν φεύγει μολονότι ηττήθη με τον τρόπο πού εκτύπησε. Αφήνει την κατ' ευθεία κίνησι και παίρνει την πλαγία και κτυπά εν ονόματι της προφάσεως, εν ονόματι των φυσικών νόμων, εν ονόματι της χρείας. Και όμως είναι δόλος.
Παραμερίζει την κατ' ευθεία κρούσι και παίρνει την δολία. Εάν και εις αυτή ο νους προσέξη, το εξετάση καλά - διότι η απόφασι του είναι ο αληθής νόμος της χρείας και όχι της επιθυμίας - τότε αφήνει αυτό τον τρόπο και παίρνει την βία. 
Ορμά εν ονόματι του πάθους, με σατανική ενέργεια και πιάνει τον άνθρωπο από τον λαιμό, να τον στραγγαλίση. Εκβιάζει πλέον, όπως έκανε ο Ναβουχοδονόσορ- «ή θα προσκυνήσετε την εικόνα μου, διότι το θέλω εγώ, ή θα σας ρίξω στην κάμινο». 
Και εις αυτές τις φράσεις ευρίσκεται ολόκληρος ο δαίδαλος του σατανικού πάθους, και με αυτό τον τρόπο κτυπά τον άνθρωπο. Γι' αυτό πρέπει ο άνθρωπος να είναι συνεχώς ξύπνιος, να μην παρασυρθή, διότι η αμαρτία δεν υποκύπτει, δεν υποχωρεί, θα μεταχειρισθή όλους τους δόλους και τους τρόπους για να απατήση τον άνθρωπο. Εδώ ακριβώς πρέπει να προσέξωμε, διότι μετά την αμαρτία ακολουθεί απογοήτευσι, όπως μετά το τραύμα ακολουθεί πόνος· δεν είναι φυσικό φαινόμενο, αλλά σύμπτωμα. Έτσι και αυτά πού ακολουθούν την ψυχή, απόγνωσι και αποθάρρυνσι, δεν είναι φυσικά φαινόμενα, αλλά διαβολικότατα, παρόλο πού παρουσιάζονται με μορφή φυσική! Εδώ λοιπόν χρειάζεται πολλή προσοχή, για να μην χάση ο άνθρωπος το θάρρος του, όταν κάνη λάθος, εφ' όσον αλάνθαστη ζωή, ως γνωστό, δεν υπάρχει.
Ακούμε πολλές φορές ανθρώπους να λέγουν: «Μα είμαι αμαρτωλός και ο Θεός δεν μου ακούει», «μα είμαι αμαρτωλός και δεν έχω θάρρος και δεν τα καταφέρνω· είμαι ανάξιος». Όλα αυτά είναι προφάσεις από τα δεξιά, ενώ δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Ο Θεός ήρθε για τους αμαρτωλούς. Δεν τίθεται θέμα αναξιότητος. Όσο πιο ανάξιος είναι ο άνθρωπος, τόσο πιο πολύ ανάγκη έχει να καταφεύγη στον Θεό. Και αυτούς πιο πολύ ο Θεός «προσίεται», γιατί όπως είπε, ήρθε για τους ασθενείς όχι για τους υγιείς.
Επομένως αυτό στην πρακτική μορφή είναι πολύ χρήσιμο, να μένη ο άνθρωπος μετά το λάθος και να μην χάνη το θάρρος του. Και αυτό θέλει ανδρεία και προαίρεσι να το κατορθώση και όμως είναι τόσο απαραίτητο. Όταν όλα αυτά τα προσέχει ο άνθρωπος, τότε ευρίσκεται ο νους του σε μια κατάστασι μαχητικότητος, σε μια κατάστασι εγρηγόρσεως, ούτως ώστε πάντοτε προσέχει και ποτέ δεν απατάται.
Και προσέχοντας έτσι, κατ' ανάγκην ευρίσκεται σε συνεχή μετάνοια, και συνεχής μετάνοια είναι, ανά πάσαν ώρα να ομολογή στον Θεό:

«Ήμαρτον, Κύριε, δεν τα κατάφερα. Βοήθησέ με. Παράμεινε μαζί μου. 
Συ είπες: χωρίς εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν». 
Ακριβώς αυτό το έχω καταλάβει. Το έκαμα συνείδησι. Γι' αυτό επιμένω. Κρούω, ζητώ, αιτώ, δεν θα παύσω να ενοχλώ. Δεν μπορώ χωρίς Εσένα. Δεν πρόκειται να φύγω. Εάν δεν βαρύνονται τα ώτα Σου να με ακούουν, δεν θα βαρεθή και το στόμα μου να φωνάζη. Επιμένω, ειναι αλάνθαστος η κρίσι Σου στο να με ανακαλέσης σε μετάνοια. Τούτο το έκανες Συ, θεία Παναγαθότης, δεν το έκανα εγώ. Ούτε ήξερα τον Θεό, ούτε ήταν δυνατό να τον ανακαλύψω. Συ, Κύριε, Πανάγαθε, ήρθες και με ευρήκες και με εφώναξες να σε ακολουθήσω. Αυτό το επήρα, το θέλω, το επιθυμώ. Δεν τα καταφέρνω όμως. Γι' αυτό επιμένω, θέλω να με βοηθήσης. Πρέπει αυτό που εχάρησες να μην το απολέσω».

Βλέπετε! Σας έκαμα μια εικόνα, πώς είναι ο τρόπος της πραγματικής μετανοίας. Αυτές οι διαθέσεις πρέπει να ευρίσκονται στην ψυχή του ανθρώπου του ευρισκομένου υπό μετάνοια. Εάν αυτό το συνεχίζει ο άνθρωπος πραγματικά, γεννάται μέσα του ένα άλλο είδος θάρρους, το όποιο δεν εγνώριζε πριν. Είναι μια μορφή παρρησίας. Αυτή την παρρησία πού έχουν τα παιδιά προς τον πατέρα τους, την οποία δεν ημπορούν να αποκτήσουν οι υπηρέται και οι υπάλληλοι. Και τούτο γίνεται από το θάρρος αυτό, μέσω του οποίου πολεμά την αμαρτωλότητα και κρατά τον όρο της μετανοίας.
Αυτό στην πρακτική είναι πάρα πολύ απαραίτητο, για όλους μας ανεξαιρέτως, περισσότερο όμως στους αδελφούς μας πού ζουν στην κοινωνία, πού ευρίσκονται πιο εκτεθειμένοι μέσα στα αίτια.
Μετά την πτώσι ο άνθρωπος έχασε την προσωπικότητά του και έγινε επιρρεπής προς τα αίτια πλέον και μάλλον εξαρτάται από αυτά. Εάν, όταν ήταν ολοκληρωμένη προσωπικότης, κατόρθωσαν και τον επλάνησαν, σκεφθήτε τώρα πού δεν έχει προσωπικότητα και ευρίσκεται υπό την επίδρασί των, πόσο ισχυρά είναι αυτά· και επειδή ο άνθρωπος δεν έχει δύναμι, διότι είναι τραυματισμένος από την αμαρτία και με τάς αισθήσεις του καθόλου υγιείς, τότε γίνεται λεία δυστυχώς και θύμα αυτών των παραγόντων. Επομένως έχει ανάγκη να ευρίσκεται υπό συνεχή μετάνοια, η οποία είναι το ταπεινό φρόνημα, διότι η πραγματική μετάνοια είναι η πρακτική ταπεινοφροσύνη.
Η πρακτική ταπεινοφροσύνη και ταπείνωσι, είναι η μόνη θέσι των λογικών όντων, η οποία προκαλεί το θείο έλεος. «Ταπεινοίς δίδωσι χάριν καί υπερηφάνοις αντιτάσεται» ο Θεός.
Εφ' όσον έτσι είναι τα πράγματα, είμεθα υποχρεωμένοι αυτό τον τρόπο να εκμεταλλευθούμε. Το νόημα είναι πλέον σαφές. Χωρίς την συνεργασία της Χάριτος, είναι αδύνατο να τα βγάλωμε πέρα. Πρέπει λοιπόν, να επινοήσωμε τρόπους, να προκαλέσωμε περισσότερο την συμπαράστασι της Χάριτος, ώστε μαζί με αυτή να ημπορέσωμε να επιτύχωμε. Τι λέγει ο Παύλος; «Πάντα Ισχύω εν τω ενδυναμούντι με Χριστώ». Και ο Ιησούς μας λέει: «Χωρίς εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν». Ο Παύλος έχοντας πείρα της παρουσίας της θείας Χάριτος, ομολογεί και λέει: «Πάντα ισχύω εν τω ενδυναμούντι με Χριστώ». Εάν λοιπόν, «πάντα ισχύωμεν» εν τη ενδυναμούση Χάριτι, αρά όλη μας η προσπάθεια είναι πώς να την τραβήξωμε μαζί μας.
Όλες οι αρετές είναι αφετηρία στο να προκαλέσουν και να συγκρατήσουν την Χάρι.
Η κεντρικωτέρα από όλες, κατά τους Πατέρες μας, είναι η ταπεινοφροσύνη. Αυτήν πάρα πολύ αγαπά η Χάρις, και δεν είναι παράδοξο. Εφ' όσο μας απεκάλυψε ο Ιησούς μας, ότι Αυτός ο ίδιος είναι «πράος και ταπεινός τη καρδία» άρα το θέμα της ταπεινοφροσύνης δεν είναι μια απλή προτίμησι της θείας φύσεως, της θείας απαιτήσεως προς τα λογικά όντα, αλλά είναι κάτι το οποίο προσίεται η θεία φύσι, για λόγους πού ξέρει ο Πανάγαθος Θεός· και εφ' όσον είναι στην ιδιότητα Του, στην οντότητά Του ταπεινός, άρα γεννάται διπλή η υποχρέωσι να είμεθα και εμείς πλέον ταπεινοί.
Εφ' όσον η ταπεινοφροσύνη τόσο πολύ βοηθά, ο πρακτικός τρόπος με τον οποίο συντελείται, είναι η ειλικρινής μετάνοια. Ο ειλικρινώς μετανοών, συνεχώς ευρίσκεται προσπίπτων στον Θεό. Επιρρίπτει τον εαυτό του στον Θεό, και συνεχώς φωνάζει· «ιλάσθητί μοι, τω αμαρτωλώ», «ελέησόν με, Πανάγαθε, κατά το μέγα Σου έλεος», «συγχώρα με, Κύριε, δεν τα καταφέρνω». «Έλα, Κύριε, παρέμεινε μαζί μου». Και εφ' όσον όπως λέει ο Δαυίδ, «εταπεινώθην και έσωσέ με ο Κύριος», ιδού ένας απλός τρόπος να έχουμε μαζί μας την συμμαχία της Χάριτος και να επιτύχωμε αρτιώτερα και τελειότερα την σωτηρία μας.
Γι' αυτό κανείς από μας τους πιστούς να μην φεύγη από τα περιθώρια της ταπεινοφροσύνης.
Η σωτηρία μας είναι και λέγεται «δωρεάν σωτηρία». Γιατί είναι γεγονός ότι όλες οι αρετές είναι χρήσιμες, αλλά πάρα πολλές από αυτές έχουν μια αγωνιστικότητα, την οποία δεν διαθέταμε όλοι μας. Διότι η πρακτική αγωνιστικότητα χρειάζεται αυθορμητισμό, πολλή αποφασιστικότητα, πολλή φιλοπονία, συνεχή επαγρύπνησι, πράγματα τα όποια δεν έχομε πάντοτε.
Το να κρατήσωμε την ταπεινοφροσύνη - και αυτό είναι κουραστικό - δεν είναι όμως υπέρ την φύσι μας, πράγμα δηλαδή ακατόρθωτο. Διότι το να σκέπτεται κανείς ταπεινά, είναι το πιο απλό πράγμα. Αλλά μήπως δεν είμεθα και ταπεινοί; 
Δηλαδή, είμεθα κατά κυριολεξία ταπεινοί, εφ' όσον η αμαρτία μας συνέτριψε. Αν φρονούμε ταπεινά, είμεθα αληθεύοντες, διότι ανακαλύψαμε την πραγματική μας προσωπικότητα, πού την συνέτριψε η αμαρτία. Διότι ούτε το «κατ' εικόνα και ομοίωσι» το όποιο μας εχάρισε ο Θεός στην δημιουργία αξιοποιήσαμε, ούτε το θέμα της Χάριτος και της υιοθεσίας, το οποίο μας έδωσε ο Θεός με την παρουσία του, έχομε. Το να σκέπτεται λοιπόν κανείς ταπεινά τι είναι; 
Η ανακάλυψι της αλήθειας, της πραγματικότητος.
Αυτές οι θεωρίες είναι φυσικές και πάρα πολύ βοηθούν. Είναι εύκολο ο καθένας με αυτές να ασχολήται, έως ότου εύρη πράγματι, συν τη Χάριτι, την πνευματική ταπείνωσι, οπότε ολοκληρώνεται εκεί η προσωπικότητα του. Η ειλικρινής μετάνοια απεκάλυψε την ταπεινοφροσύνη, η δε ειλικρινής ταπεινοφροσύνη έδωσε την ολοκληρωμένη μετάνοια. Το ένα γεννά το άλλο.
Όπως είπαμε και πριν, εφ' όσον αναμαρτησία δεν υπάρχει, τίθεται μόνο θέμα ειλικρινούς μετανοίας.
Συνεργούσης της Χάριτος, αρχίζει στον άνθρωπο (εκεί οπού η αμαρτία είχε άλλοτε επίδρασι δυναστική και τον εξεβίαζε είτε κατά διάνοια, είτε από μέρους των αισθήσεων, σαν αιχμάλωτο) μετά από ειλικρινή μετάνοια, να εξασθενή μέσα του η δύναμί της και εκεί πού άλλοτε τον εστραγγάλιζε και τον απασχολούσε, σιγά-σιγά παραμένει μόνο μια ψιλή μνήμη. Και αν αγωνισθή ο άνθρωπος , αυτή η ψιλή μνήμη χάνεται και του έρχεται αηδία προς την αμαρτωλότητα, διότι στην πραγματικότητα η αμαρτωλότης είναι παραφροσύνη, γιατί η αμαρτία δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα άλογο πράγμα, παράλογο, «παρά φύσι». Ούτε φυσικό, ούτε χρειώδες είναι. Είναι παράνοια, ένας παραλογισμός, μια παρερμηνεία. Δεν έχει φύσι, ούτε θέσι. Δημιουργείται ελλείψει του καλού. Όταν κανείς εξυγιανθή, βλέπει αυτό το τέρας και το απεχθάνεται. Τον καιρό όμως της αμετανοησίας του, του επιβάλλεται και τον στραγγαλίζει.
Έχομε την ανάγκη της συμπαραστάσεως της Χάριτος, για να ημπορέσωμε σιγά-σιγά με την βοήθεια της να αποφύγωμε την αμαρτωλή διάθεσι. Να αποφύγωμε πρώτα την «κατ' ενέργεια αμαρτία», μετά την «κατ' ενέργεια επιθυμία και σκέψι», ούτως ώστε να εξαλειφθή τελείως από την διάνοια μας. Τότε καθαρίζει ο νους και γίνεται πλέον ελεύθερος στο να σκέπτεται και να λογίζεται πάντα αυτά τα όποια θέλει ο Θεός.
Συνεχίζοντας - συν τη Χάριτι - γίνεται και «τη καρδία καθαρός», οπότε ολοκληρώνεται πλέον μέσα στα περιθώρια του αγιασμού και επιτυγχάνει τις θειες επαγγελίες, όπως μας παραδίδουν οι Πατέρες μας. Γι' αυτό χρειάζεται προσοχή, ούτως ώστε να αξιολογούνται ο χώρος, ο χρόνος, ο τόπος, τα μέσα, οι δυνάμεις, τα πάντα. Να μην χάνεται τίποτε.
Για να γίνονται όλα αυτά, πρέπει να ευρίσκεται ο νους στην βάσι του. Και ο νους κρατείται στην βάσι του μόνο με την μνήμη του Θεού. Ο πιο αποτελεσματικός τρόπος είναι η «ευχή». Γι' αυτό ο Παύλος επιμένει στο «αδιαλείπτως προσεύχεσθαι». Εάν ο νους ευρίσκεται υπό την επίδρασι της μνήμης του Θεού, όλα τελειώνουν, δεν ημπορεί να παρασυρθή.
Η αμαρτία μη έχοντας πρόσωπο, ούτε φύσι, ούτε θέσι, μόνο δια της απάτης, του δόλου και του εκβιασμού εισέρχεται. Όταν ο νους όμως ευρίσκεται στην θέσι του, είναι αδύνατο να πλανεθή. Δεν μπορεί η αμαρτία τίποτε να κάνη, στέκεται μόνο σε μια ψιλή υπόμνησι και τίποτε άλλο.
Παράδειγμα ο Ιησούς μας. Μετά το βάπτισμα απεσύρθη στην έρημο και ενήστευε. Εκεί εδέχθη την επίθεσι του σατανά, με τους τρεις κορυφαίους πειρασμούς. Υπό απλή υπόμνησι μόνο, τίποτε παραπάνω.
Τον προκαλεί πρώτα στην φιλαυτία. «Αφού επείνασες, δεν τρως;» «Ναι - λέει - θα φάω όποτε θέλω εγώ. Τότε μόνο». Τι νόημα έχει αυτό; Δεν θα υποκύψω στη φιλαυτία της ορέξεως, θα υποκύψω στους όρους της χρείας μόνο. «Θα φάω οπότε θέλω εγώ, όχι όποτε μου πεις εσύ». Είναι η ελευθερία της χρήσεως, όχι της παραχρήσεως. Αποδεικνύει δηλαδή, ότι ο άνθρωπος τρώει για να ζή και δεν ζή για να τρώη.
Έρχεται ο δεύτερος πειρασμός, του εγωισμού. Του λέει: «Αφού είσαι Υιός του Θεού, βάλε σε πειρασμό, εις ενέργεια την Χάρι, να απόδειξης ότι αφού είναι θέλημα του Θεού θα σε σώση». «Ναι - άπαντα - έτσι είναι. Αλλά δεν θα πειράξω τον Θεό. Ξέρω ότι ο Θεός είναι Πατέρας και προνοεί, θα προνοήση Εκείνος, γιατί ξέρει πότε έχω χρεία, δεν θά τον βάλω εγώ σε πειρασμό».
Αυτή ήταν η δύναμι του σατανά. Και έφυγε, «και άγγελοι προσήλθαν και διηκόνουν Αυτώ» (Ματθ. 4,11). Εδώ εννοείται η Χάρις του αγιασμού. Υπό μορφή, λοιπόν, μόνο προσβολής έρχεται η αμαρτία. Όταν όμως ηττηθή ο άνθρωπος κατ' επανάληψι, τότε πηγαίνει δυναστικά και τον δένει και τον σέρνει. Αυτή είναι αιχμαλωσία πλέον.
Είπαμε όμως προηγουμένως πώς γίνονται όλα αυτά.
Για να ημπορέση ο νους μας, με ανοικτά τα μάτια να παρακολουθή πόθεν του έρχονται οι προσβολές και να έχη την δυνατότητα να αμύνεται, πρέπει να τον κρατήσωμε στη μνήμη του Θεού. Ευκολώτερος τρόπος της μνήμης του Θεού από την προσευχή, δεν υπάρχει· γι' αυτό και ενομοθετήθη υπό του Παύλου το «αδιαλείπτως προσεύχεσθαι». Και δεν είναι παράξενο ότι το ευρίσκαμε αυτό και στους αγίους Αγγέλους, όπου εις όλους τους αιώνας της υπάρξεως τους, ένα έχουν να κάνουν συνεχώς να υμνούν τον Θεό. Αλλά και όλα τα λογικά όντα στην αιωνιότητα, στην παλιγγενεσία, μεταφερόμενα στην βασιλεία του Θεού, αυτό θα κάνουν. Και εδώ για να χαρακτηρισθή ένας άνθρωπος ότι είναι αληθινά πνευματικός, πρέπει να έχη μέσα του συνεχή ευχή. Αυτό είναι το τρανό δείγμα ότι πρόκοψε πνευματικά.
Άρα η ζωή του μέλλοντος είναι η συνεχής ευχή, συνεχής ανακύκλησι του θείου Ονόματος μέσα μας. Και αυτό είναι η δόξα μας και η ανάπαυσί μας.
Όλα αυτά τα είπα, για να μην μας φανή παράξενο για την εντολή πού έχομε να είμεθα συνεχώς «ευκτικά όντα», να προσευχώμεθα πάντοτε. «Τις σοφός και συνήσει ταύτα και φυλάξει τα ελέη του Κυρίου;» Ο καθένας από μας, έχομε επιτακτικό καθήκο να εξασκήσωμε την προσευχή μέσα μας, όσο εξαρτάται από μας.
Κρατώντας ο νους την προσευχή, είναι ξύπνιος και βλέπει πόθεν έρχονται οι λογισμοί και τι σκοπό έχουν τα ποικίλα τεχνάσματα της αμαρτίας, πού προσπαθούν να τον απατήσουν.
Η μετάνοια ανακαλεί τον άνθρωπο από την εμπαθή κατάστασι και τον φέρνει στην φυσική. Όταν έλθη ο άνθρωπος στην φυσική κατάστασι, μακράν των παθών και των επιθυμιών, τότε τον τραβά η θεία Χάρις στο «υπέρ φύσιν», πού είναι ο αγιασμός.
Είναι αδύνατο όμως να επιδράση πάνω του η Χάρις και να παραμείνη μαζί του εάν αμαρτάνη, διότι η αμαρτωλότης είναι «παρά φύσιν» και ο Θεός «εν σώματι καταχρέω αμαρτίας ουκ εισελεύσεται». Επομένως πάση δυνάμει, κάθε άνθρωπος, κάθε πιστός, πρέπει να συγκρουστή με την αμαρτία και ό,τι έχει γίνει μέχρι τώρα κατά λάθος, να μην επαναληφθή να φθάση στην κατάστασι να μην αμαρτάνη πρακτικά και να κλαίη για τις περασμένες αμαρτίες.
Μη αμαρτάνοντας πρακτικά, παύει να δανείζεται.
Κλαίοντας για τις περασμένες αμαρτίες, πληρώνει τα παλαιά και τότε ισορροπούν οι σχέσεις του με τον Θεό. Αυτός είναι ο πρακτικός τρόπος της μετανοίας. Αφού ισορροπήσουν οι σχέσεις μας με τον Θεό, τότε επιδρά επάνω μας η θεία Χάρις, διότι «τους δοξάζοντας με δοξάσω και οι εξουθενούντες με ατιμασθήσονται».
Είναι αδύνατο η θεία Χάρις, η όποια είναι μέσα μας, όταν της δοθούν οι προϋποθέσεις, να μην ενεργήση. Γι' αυτό εξ άλλου υπάρχει και η Εκκλησία, η προέκτασι του Ιησού μαζί μας, πού λέει ότι «μεθ' υμών ειμί πάσας τάς ημέρας». Δια της Εκκλησίας και των μυστηρίων προεκτείνεται μαζί μας και συνεχίζει να ευρίσκεται πάντοτε μαζί μας, οποιανδήποτε ώρα επικαλεσθούμε την συμπαράστασί Του.
Είναι τόσο απλό. Αρκεί ο άνθρωπος να αξιολόγηση τις ενέργειες του στην ζωή αυτή και να μην χάνη ούτε χρόνο, ούτε χώρο, ούτε πρόφασι, ούτε δύναμι από όσας διαθέτει η ψυχοσωματική του οντότης και με την βοήθεια της Χάριτος θα επιτυχή την σωτηρία του.
Η σωτήρια δεν είναι φυσικά αποτέλεσμα των έργων μας, αυτή είναι «Ρωμαιοκαθολική» θέσι. Η σωτηρία πηγάζει μόνο από τον Σταυρό, δωρεάν και τα έργα πού κάνομε δεν είναι για να την αγοράσωμε. Αλλοίμονο. Είναι βλάσφημο και να το σκεφθή κανείς.
«Το αίμα του Υιού του Θεού καθαρίζει ημάς από πάσης αμαρτίας» (Α' Ιωάν. 1,7), όχι τα ιδικά μας έργα. Η αντίστασι προς την αμαρτία και αμαρτωλότητα, δεν είναι προς εξαγορά της σωτηρίας, αλλά είναι στο να δείξωμε χαρακτηριστικά την προσωπικότητα μας, ότι είμεθα λογικά όντα και δεν υποκύπταμε στην παρά φύσι ζωή.
Η αρετή είναι φυσικό φαινόμενο, δεν είναι επιβεβλημένο. Και αν απαίτησε ο Θεός να γίνουμε ενάρετοι από αμαρτωλοί, αυτό είναι υποβιβασμός για μας, διότι αυτό το περιέχει η φύσι μας. Η αρετή είναι κατά φύσι μέσα στην προσωπικότητα του ανθρώπου σαν «κατ' εικόνα και ομοίωσιν Θεού». Έξω από την αρετή, δεν είναι κανείς άνθρωπος, είναι υπάνθρωπος. Οι αρετές πού κάναμε, είναι για να ελευθερωθούμε από την παρά φύσι ζωή, πού μας παρέσυρε η αμαρτία και μας έρριξε εκεί μέσα. Τώρα πρέπει να ανασυρθούμε από τον βόθρο της κτηνώδους καταστάσεως και γι' αυτό ακριβώς αγωνιζόμενα και όχι για να αγοράσωμε την σωτηρία.
Αυτή πηγάζει από τα μυστήρια και τον Σταυρό του Χριστού. Αυτή είναι η ορθή θέσι της θεολογίας πού μας παρέδωσαν οι Πατέρες μας, οι όποιοι ερμηνεύουν πολύ καλά και το θέμα, τον τρόπο πού ο σατανάς προβάλλει την αμαρτωλότητα. Δεν είναι για να μετρήση την έκτασι της αμαρτίας, όση και αν είναι. Ξέρει αυτός, ότι αν γυρίση ο πιστός και πη στον Θεό «ήμαρτον», τότε αμέσως τον συγχωρεί. Η δύναμι του σατανά και η επιμονή του στο να ρίξη τον άνθρωπο στην αμαρτία, είναι οτι μετά από αυτή θα έλθη η απόγνωσι, και η απόγνωσι κρατά την κεφαλή, πού είναι η προθυμία και παραδίδεται πλέον ο άνθρωπος άνευ όρων.
Και τώρα καταλήγαμε να πούμε, ότι η απογοήτευσι, μετά την αμαρτία, είναι μεν επακόλουθο φαινόμενο, αλλά «παρά φύσι»! Είναι αναγκαίο κακό. Είναι όπως συμβαίνει στο παράδειγμα του τραύματος και του πόνου. Μετά το τραύμα ακολουθεί πόνος. Πρέπει, πάση σπουδή, ο άνθρωπος να θεραπεύση και το τραύμα και τον πόνο. Αλλοιώς θά φθαρή.
Η μετά την αμαρτία απογοήτευσι, όσο μεγάλη και αν είναι η αμαρτία, είναι διαβολικό φαινόμενο. Διότι θέμα αναμαρτησίας δεν υπάρχει, αφού ήλθε ο Θεός ξέροντας, ότι ο άνθρωπος είναι παναμαρτωλός, απωλεσμένος και υποβιβασμένος στον θάνατο και την καταστροφή. Ήλθε εκουσίως εξ αγάπης, μόνος Του και τον αγκάλιασε και τον εσήκωσε. Τώρα πώς ημπορούμε να πούμε «είμεθα αμαρτωλοί και δεν είμεθα Άγιοι, γι' αυτό και απελπιζόμαστε». Αφού Αυτός για τους αμαρτωλούς ήλθε και όχι για τους δικαίους. Μόνος του το ομολογεί. Απόδειξι ότι έδωσε τα κλειδιά της βασιλείας στον Πέτρο, πού τον αρνήθηκε τρεις φορές και δεν τα έδωσε στον Ιωάννη, τον επιστήθιο και ηγαπημένο.
Όχι γιατί υποβιβάζει ο Θεός την αρετή, αλλά περισσεύει, ξεχειλίζει η πατρική του στοργή στον αδύνατο και τον συντετριμμένο και στο απολωλός. Και υπό το νόημα αυτό πρέπει κανείς να μην φοβάται και να μην παραδέχεται την απογοήτευσι και αποθάρρυνσι σαν επακόλουθο της αμαρτίας, αλλά όπως το ελατήριο να πετάγεται επάνω πάλι και να λέγη; «Ήμαρτον, Θεέ μου, μη μου το γράφης, μετανοώ». Και έτσι με θάρρος να συνεχίζη τον καλό αγώνα του, με ακλόνητη την πίστι στην Παναγάπη και αγαθότητα του Ιησού μας.
Αμήν.

του γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστή

Το έλεος σου Κύριε...


Η ΑΠΟΛΥΤΗ ΑΠΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΜΑΣ.



Ὁ Χριστός ζητᾶ ἀπό μᾶς τά πάντα. 

1) Μᾶς ζητάει νά ἀπαρνηθοῦμε τόν ἑαυτό μας, λεγοντας μας: «Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν καί ἀράτω τόν Σταυρόν αὐτοῦ καί ἀκολουθείτω μοι». 
Δηλ. «Ὅποιος θέλει νά γίνει δικός Μου πρέπει νά ἀπαρνηθεῖ τόν ἁμαρτωλό ἑαυτό του, νά σηκώσει τό Σταυρό του πού σημαίνει νά νεκρωθεῖ ὡς πρός τήν ἁμαρτία, τόν κόσμο (κοσμικό φρόνημα) καί τόν διάβολο καί νά μέ ἀκολουθήσει τηρώντας ὅλα ὅσα λέω». 
Ἄν ἀληθινά θέλουμε νά εἴμαστε μαθητές Ἐκείνου πρέπει νά ξεχάσουμε τελείως τόν ἁμαρτωλό ἑαυτό μας, νά ἀπορρίψουμε καί νά μισήσουμε κάθε ἁμαρτία· ἀκόμη πρέπει νά κάνουμε καί τό καλό· νά τηρήσουμε ὅλες τίς ἐντολές καί νά νεκρωθοῦμε ὡς πρός τό κοσμικό φρόνημα, τήν ἁμαρτία καί κάθε πάθος. Δέν πρέπει νά ἀφήσουμε ἀνεξάλειπτη καμμιά ἁμαρτία ἀκόμη καί ἄν εἶναι πολύ μικρή, διότι μπορεῖ αὐτή νά μᾶς παρασύρει σέ μεγαλύτερο κακό κατόπιν. 
Ἐπιθυμοῦμε τήν αἰώνιο ζωή. Θέλουμε νά κερδίσουμε τόν Παράδεισο. Ὅμως τίποτε δέν κερδίζει κανείς χωρίς κάποιο τίμημα. Θέλουμε νά χτίσουμε τήν οὐράνια κατοικία μας πού θά διαρκέσει αἰώνια. Ἄν γιά νά χτίσουμε τήν ἐπίγεια κατοικία μας τήν προσωρινή καταβάλλουμε τόσους κόπους καί κάνουμε τόσα ἔξοδα πόσο μᾶλλον δέν ἀπαιτεῖται κόπο γιά νά οἰκοδομήσουμε τήν αἰώνια κατοικία μας. Χρειάζεται νά θυσιάσουμε, νά «χάσουμε» κάποια πράγματα τά ὁποῖα βέβαια εἶναι μηδαμινά μπροστά στήν αἰώνια χαρά καί μακαριότητα τοῦ Παραδείσου. Γι' αὐτό λέει καί ἡ Ἀγία Γραφή: «Οὐκ ἄξια τά παθήματα τοῦ νῦν καιροῦ πρός τήν μέλλουσαν δόξαν ἀποκαλυφθῆναι εἰς ἡμᾶς». Δέν εἶναι τίποτα τά παθήματα αὐτῆς τῆς ζωῆς μπροστά στή δόξα πού πρόκειται νά μᾶς ἀποκαλυφθεῖ στήν αἰωνιότητα. 
Ὡστόσο ὁ Χριστιανός φαίνεται ὅ,τι χάνει πολλά πράγματα: 
α) Τήν ἄνεσή του. «Ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν βιάζεται καί βιασταί ἁρπάζουσιν αὐτήν». Χρειάζεται νά πάρουμε διαζύγιο ἀπό τήν ἄνεση καί τήν καλοπέραση, τήν τεμπελιά καί τήν ἀνεμελιά. Ἀπαιτεῖται νά ἀσκήσουμε κάποια πίεση στὀν ἑαυτό μας. «Σκάμμα ἐστίν ὁ παρών βίος» λέει ὁ Ἄγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. Ἡ ἐκκλησία ἔχει δύο Ἑνότητες μελῶν. Εἶναι ἡ ἐπίγεια ἤ στρατευομένη καί ἡ Οὐράνια ἤ Θριαμβεύουσα. Ἐμεῖς ἀνήκουμε στήν ἐπίγεια. Τό ὄνομα στρατευομένη δέν εἶναι τυχαῖο. Ὑποδηλώνει ὅτι βρισκόμαστε σέ κατάσταση ἐκστρατείας, σέ πολεμικές ἐπιχειρήσεις. Διά τοῦτο ἀπαιτεῖται ἐπαγρύπνηση, νήψη, ἀπάρνηση τῆς ἄνεσης. Ἡ μάχη εἶναι διαρκής χωρίς ἐλπίδα ἀνακωχῆς. Οἱ ἐνέδρες τοῦ ἐχθροῦ πολλές. Δέν χωράει τεμπελιά καί ἀμέλεια καί ἀπροσεξία. 

β) Μᾶς ζητάει νά ἀπαρνηθοῦμε τίς ἁμαρτωλές ἀπολαύσεις τῆς ζωῆς. Ὄχι ὅλες τίς ἀπολαύσεις, ἀλλά μόνο τίς ἁμαρτωλές. Αὐτές πού τελικά ἀποδεικνύονται τελικά μάταιες καί μᾶς κάνουν νά βιώνουμε τήν δυστυχία τήν ἀηδία καί τό θάνατο. Γιαυτό λέει χαρακτηριστικά ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος: «Πάντων ἀπόλαυσον, μόνον ἁμαρτίας ἀπόστηθι» 

γ) Μᾶς ζητάει νά ἀπαρνηθοῦμε τό κοσμικό μέλλον μας ἴσως καί τήν καρριέρα του. Παραδείγματα πολλά ἀπό τήν ζωή τῶν ἁγίων, τῶν μαρτύρων ἀλλά καί τῶν συγχρόνων Χριστιανῶν π.χ. Μακρῆς (πόλεμος ἀπό Μασωνία), σύγχρονοι Ρῶσοι χριστιανοί ἐπιστήμονες (ἅγιος Λουκᾶς Κριμαίας ἰατρός) 

δ) Μᾶς ζητάει νά ἀπαρνηθοῦμε τήν ἀναγνώριση τοῦ κόσμου, τῶν συγγενῶν καί τῶν φίλων μας. Γεύεται κάποτε καί τό διωγμό ἀκόμη καί ἀπό τούς λεγόμενους δικούς του ἀνθρώπους. Ὁ Κύριος μᾶς τό εἶπε: «Πάντες οἱ θέλοντες εὐσεβῶς ζεῖν διωχθήσονται». Κάνει ἐντύπωση τό «Πάντες». Θά τολμούσαμε νά ποῦμε ὅτι ἄν δέν ἔχουμε διωγμό πρέπει νά ἀνησυχοῦμε γιά τήν ποιότητα τοῦ χριστιανισμοῦ μας. Πάλι ὁ Κύριος μᾶς εἶπε «Ἀλλοίμονο ἄν σᾶς ποῦν καλά (σᾶς ἀποδεχθοῦν καί σᾶς ἐπαινέσουν) ὅλοι οἱ ἄνθρωποι» Αὐτό σημαίνει ὅτι συμβιβαζόμαστε μέ ὅλους , πᾶμε ὅπως φυσάει ὁ ἄνεμος. Ἀντίθετα εἴμαστε μακάριοι ὅταν μᾶς ὀνειδίσουν, μᾶς διώξουν μᾶς συκοφαντήσουν μᾶς περιφρονήσουν διότι θέλουμε νά εἴμαστε μέ τό Χριστό καί νά τηρήσουμε τό εὐαγγέλιο. Ἡ σύγκρουση μέ τόν κόσμο, τό κοσμικό πνεῦμα εἶναι ἀναπόφευκτη. Ἰδιαίτερα στήν ἐποχή μας ἡ πόλωση εἶναι πολύ ἔντονη. Τεράστια ἀπόσταση χωρίζει τή κατά Χριστόν ζωή ἀπό τήν ζωή τοῦ κόσμου. 

2) Ὁ Χριστός Μας δέν θέλει νά διχαζόμαστε. 
Μᾶς εἶπε: «Κανείς δέν μπορεῖ νά δουλεύει σέ δύο κυρίους. Δέν μπορεῖτε νά δουλεύετε ταυτόχρονα στό Θεό καί στό Μαμωνᾶ. (στό Θεό καί στό Διάβολο)» Ἄν κανείς περπατᾶ ταυτόχρονα σέ δύο δρόμους θά σχιστεῖ στή μέση, τελικά θά αὐτοδιαλυθεῖ. 
Εἶναι σχιζοφρενική συμπεριφορά πού ὑποδηλώνει διπλῆ προσωπικότητα, ἐσωτερική διάσπαση τῶν δυνάμεων τῆς ψυχῆς, ἐπανάλειψη τοῦ προπατορικοῦ λάθους. Εἶναι πνευματικός ἀλλοιθωρισμός. Ἐνῶ ὁ Θεός εἶναι τό Πᾶν ἐμεῖς Τόν ἀφήνουμε καί ἀκολουθοῦμε τόν προαιώνιο ἐχθρό. Προσπαθοῦμε νά φτάσουμε στήν Θέωση ἐμπιστευόμενοι στόν ἑαυτό μας· δέν δινόμαστε ἀπόλυτα στό Χριστό. Διχαζόμαστε ἐσωτερικά μέ ἀποτέλεσμα νά πλησιάζουμε διστακτικά, γεμᾶτοι φοβίες καί ἀναστολές. Ἡ πίστη μας εἶναι ὑποτονική καί τρεμοσβήνει. Ἡ θέρμη τῆς ἀγάπης μας πολύ περιορισμένη, ἡ χλιαρότητα κυριαρχεῖ. Καί ὁ Λόγος φοβερός: «Τούς χλιαρούς θά τούς ἐμέσω» λέει ὁ Κύριος στήν Ἀποκάλυψη. «Ἔπρεπε νά εἶσαι» γράφει ὁ Θεός στόν ἐπίσκοπο τῆς Λαοδικείας «ἤ ψυχρός ἤ θερμός». Δηλ. θά ἔπρεπε νά εἶσαι ἀκέραιος καί ὁλόκληρος, ὄχι διχασμένος καί μεσοβέζικός. Ὁ ψυχρός ἔχει τήν ἐλπίδα κάποτε νά συναισθανθεῖ τήν παγωνιά τῆς ἁμαρτίας καί νά μετανοήσει. Ὁ θερμός εἶναι μακάριος διότι ἀπολαμβάνει τή γλυκειά θαλπωρή τῆς κατά Χριστόν ζωῆς. Ὁ χλιαρός ὅμως κάνει θά λέγαμε τόν Θεό νά ἀηδιάζει. Δέν μετανοεῖ διότι νομίζει ὅτι δέν ἔχει ἀνάγκη μετανοίας. Εἶναι ὑποκριτής καί ἀποκοιμίζει τή συνείδησή του τηρώντας κάποια ἐξωτερικά πράγματα. Ἡ καρδιά του ὅμως εἶναι διχασμένη. Εἶναι κατά ἕνα ποσοστό δοσμένη στό Χριστό καί κατά τό ὑπόλοιπο δοσμένη στόν Ἀντίχριστο. 

3) Ὁ Χριστός ζητάει ὁλόκληρη τήν καρδιά μας, ὁλόκληρο τό ἐσωτερικό μας. 
Μᾶς λέει: «Ἀγαπήσεις Κύριον τόν Θεόν Σου ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου καί ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου καί ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος σου». Μᾶς ζητάει ὅλη τήν καρδιά μας, ὅλο τόν νοῦν μας, ὅλη τήν δύναμή μας. Ὅλα αὐτά νά Τοῦ τά δώσουμε ἀγαπώντας Τον. Ζητάει ὅλη τήν ὕπαρξή μας. Ὄχι γιά τόν ἐαυτό Του ἀλλά γιά μᾶς. Διότι θέλει νά σώσει τήν ἑνότητα τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου, θέλει νά μᾶς ζωοποιήσει καί νά μᾶς ἁγιάσει . Ἀλλά αὐτό δέν μπορεῖ νά γίνει ἄν δέν τοῦ δοθοῦμε ὁλόκληροι. Πρέπει ὅλη τήν ἀγάπη μας νά τήν δίδουμε στόν Χριστό. Ὅλες οἱ σκέψεις μας νά εἶναι γιά τό Θεό, καί ὅλο τό συναίσθημα καί τά πάντα γιά τό Θεό. 
Ἄν δώσουμε ἔστω καί κάτι στόν ἐχθρό αὐτό μπορεῖ νά γίνει αἰτία τῆς ἀπώλειάς μας. Ὅπως ἕνας πολεμιστής πού ἐκθέτει ἕνα τμῆμα τοῦ σώματός του ἀφύλακτο στόν ἐχθρό μπορεῖ σ' ἐκεῖνο τό σημεῖο νά δεχθεῖ καίρια τήν πληγή ἀπό τό ἐχθρικό βέλος καί νά ἀποθάνει. Καί ὅπως μιά πόλη πού ἔχει κενά στήν ἀμυντική της γραμμή κινδυνεύει ἀνά πᾶσα στιγμή νά ἁλωθεῖ ἀπό τούς ἐχθρούς οἱ ὁποῖοι μπορεῖ νά εἰσέλθουν στήν πόλη διά μέσου ἐκείνου τοῦ ἀδυνάτου σημείου. Διά τοῦτο... 

4) Ὁ Κύριος μᾶς ζητάει νά τηροῦμε ὅλες τίς ἐντολές καί καμμία νά μήν καταφρονοῦμε 
Μετά τήν ἀνάσταση εἶπε στούς Ἀποστόλους: «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τά ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτούς εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ, καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος· διδάσκοντες αὐτούς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν».Κάνει ἐντύπωση ἡ λέξη «πάντα» δηλ. ὅλα, ὅλες τίς ἐντολές πρέπει νά τηρήσουμε. Ὁ Κύριος μαζί μέ τήν ὀρθή πίστη γιά τήν Ἁγία Τριάδα συνέζευξε καί τήν τήρηση ὅλων τῶν ἐντολῶν. Εἶναι ἀδύνατον νά σωθεῖ ὁ βαπτισθείς ἄν δέν ἔχει καί τά δύο αὐτά. Διά τοῦτο καί ὁ Δαβίδ ἔλεγε: «Πρός πάσας τάς ἐντολάς σου κατωρθούμην· πᾶσαν ὁδόν ἄδικον ἐμίσησα» διότι ἐναντίον κάθε ἄδικης ὀδοῦ μᾶς ἔχει μιά ἀντίστοιχη θεϊκή ἐντολή. Ἄν παραλειφθῆ ἡ τήρηση κάποιας ἀπό τίς ἐντολές τότε ἀντεισάγεται ἡ ἀντικείμενη σ' αὐτήν ὁδός τῆς κακίας. Ὁ Κύριος μᾶς ἔδωσε καί τήν δύναμη ὥστε νά εἶναι κατορθωτή ἡ τήρηση ὅλων τῶν ἐντολῶν μέ τό νά μᾶς πεῖ: «Ἰδού δέδωκα ὑμῖν τήν ἐξουσίαν πατεῖν ἐπάνω ὄφεων καί σκορπίων, καί ἐπί πᾶσαν τήν δύναμιν τοῦ ἐχθροῦ· καί οὐδέν ὑμᾶς οὐ μή ἀδικήσῃ». Αὐτήν τήν δύναμη καί ἐξουσία ἀφοῦ ἔλαβε καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἔλεγε: «Μιμηταί μου γίνεσθε, καθώς καγώ Χριστοῦ»· καί πάλιν «οἱ δέ τοῦ Χριστοῦ τήν σάρκαν ἐσταύρωσαν σύν τοῖς παθήμασι καί ταῖς ἐπιθυμίαις»· καί πάλιν «οἱ δέ τοῦ Χριστοῦ τήν σάρκα ἐσταύρωσαν σύν τοῖς παθήμασι καί ταῖς ἐπιθυμίαις» καί πάλιν «ἐμοί κόσμος ἐσταύρωται, κᾳγώ τῷ κόσμῳ». Ὅλες δέ οἱ ἐντολές, ἄν καί εἶναι πολλές, ἀνακεφαλαιώνονται σ' ἕνα λόγο, στό νά «ἀγαπήσεις τόν Κύριο καί Θεό σου ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος σου καί τόν πλησίον σου ὡς ἑαυτόν». Ἐκεῖνος ἑπομένως πού ἀγωνίζεται, ἄν τηρεῖ αὐτό τό λόγο, κατορθώνει ὅλες μαζί τίς ἐντολές. 

5) Ὁ Χριστός ζητάει ὅλη τή ζωή μας. 
Γιαυτό μᾶς εἶπε: «Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν καί ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ καί ἀκολουθείτω μοι». Δέν εἶναι κάτι διαφορετικό ὁ Χριστός καί ἡ ζωή μας. Ὁ Χριστός εἶναι ἡ Ζωή μας.Δέν ὑπάρχουν ὧρες τοῦ Χριστοῦ καί ὧρες τοῦ διαβόλου. Αὐτός πού μετανόησε ἀληθινά δέν ἔχει ὧρες πού ὀφείλει νά κάνει τό καλό καί ὦρες πού πρέπει νά ἀσωτεύει, οὔτε ἔχει καιρό εὐσεβείας καί καιρό παρανομίας· οὔτε εἶναι ἄλλοτε δοῦλος τοῦ Θεοῦ καί ἄλλοτε δοῦλος τοῦ διαβόλου, ἀλλά πάντοτε εἶναι ὁ ἴδιος. Διότι ἐκεῖνος πού κάνει τήν ἁμαρτία, ὅπως εἶπε ὁ Κύριος, εἶναι δοῦλος τῆς ἁμαρτίας· καί ἐκεῖνος πού εἶναι δοῦλος τῆς ἁμαρτίας δέν μπορεῖν νά ὑπηρετεῖ ταυτόχρονα καί τό Θεό, ὅπως μᾶς τό ἀποκάλυψε ὁ Ἴδιος: «οὐδείς δύναται δυσί κυρίοις δουλεύειν» Καί ὁ Ἀπόστολος: «Τίς κοινωνία φωτί πρός σκότος; τίς δέ συμφώνησις Χριστῷ πρός βελίαρ; τίς δέ συγκατάθεσις Ναῷ Θεοῦ μετά εἰδώλων;» Γιαυτό καί μᾶς προτρέπει τό Ἅγιο Πνεῦμα: «καθαρίσωμεν ἑαυτούς ἀπό παντός μολυσμοῦ σαρκός καί πνεύματος, καί τότε ἐπιτελοῦμεν ἁγιωσύνην ἐν ἀγάπῃ Χριστοῦ», δηλ. κάθε καλό ἔργο. Διότι ἐκεῖνος πού ἀπέφυγε τά περισσότερα ἀπό τά ἁμαρτήματα, ὅμως κυριεύεται ἔστω καί ἀπό ἕνα, ἔστω καί ἀπό τό πιό ἐλάχιστο καί τυχαῖο, δέν εἶναι ἐλεύθερος· διότι «ᾧ τις ἥττηται, τούτῳ καί δεδούλωται». Εἶναι ἀδύνατον νά νικήσει κανείς τά μεγάλα πάθη ἄν πρῶτα δέν κυριαρχήσει στά μικρά. 

6) Ὅ,τι δίνουμε στό Χριστό ἀξιοποιεῖται στό μέγιστο βαθμό. Ὅ,τιδήποτε προσφέρει ὁ ἄνθρωπος στό Θεό (ἀπό ὅσα τοῦ χάρισε Ἐκεῖνος, π.χ. τάλαντα, χαρίσματα, γνώσεις, χρόνο, δύναμη, ἀγάπη) δέν τό χάνει ἀλλά τό κερδίζει 30 ἤ 60 ἤ 100 φορές παραπάνω. Δέν ἔχουμε τίποτε παρά μόνο ἐκεῖνα πού δίνουμε στό Χριστό. 

Ἐπίλογος 

Ὁ κόσμος σήμερα περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλη φορά ξέρει τί σημαίνει ἄνεση, καλοπέραση ἀλλά καί τί σημαίνει ἐσωτερικό κενό, ἀνασφάλεια ,ἀβεβαιότης, ἄγχος, μοναξιά. Ἡ ἁμαρτία ὁδηγεῖ στό θάνατο ψυχικό καί σωματικό. Ἡ ἁμαρτία δέν δίνει χαρά. Καί πῶς νά δώσει; ἀφοῦ ἡ χαρά εἶναι καρπός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. «Δέν πρόλαβες καρδιά μου νά χαρεῖς» ὁμολογεῖ ἕνας τραγικός σύγχρονος ποιητής πού αὐτοκτόνησε (Λαπαθιώτης) 

Δέν κατάλαβε ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος ὅτι μέσα ἀπό τά ὄχι τοῦ Θεοῦ βγαίνει σ' ἕνα ξέφωτο ἀληθινῆς κατάφασης καί ζωῆς. 

Τό μέλλον διαγράφεται ἀβέβαιο καί ἀμφίβολο ἄν δέν πιστεύουμε στό Χριστό. Ἡ ζωή μας περνάει πολύ γρήγορα. Ἐπιτέλους ἄς μήν χρονοτριβοῦμε. Ἄς μήν μᾶς τρώει τό τί θά πεῖ ὁ κόσμος, τό ἄν θά μᾶς εἰρωνευτεῖ ἤ θά μᾶς ἀπορριψει. Ὁ Κύριος μᾶς τό εἶπε ξεκάθαρα: «Ὅλοι θά σᾶς μισήσουν». «Καί ἔσεσθε μισούμενοι ὑπό πάντων» . Ἀλλά οὐσιαστικά τίποτε δέν θά πάθουμε «Καί θρίξ ἐκ τῆς κεφαλῆς ὑμῶν οὐ μή ἀπόλλυται». Ἄς ἀπορρίψουμε μιά γιά πάντα τό νοῦ τοῦ κόσμου διότι «ἡμεῖς οἱ πιστοί νοῦν Χριστοῦ ἔχομεν» Δέν ζοῦμε πιά ἐμεῖς ἀλλά ζεῖ μέσα μας ὁ Χριστός 

Οἱ σημερινοί ἄνθρωποι θέλουν νά τά συμβιβάσουν ὅλα. Δέν τολμοῦν νά ἀρνηθοῦν τήν ἀλήθεια ἀλλά καί οὔτε ἔχουν διάθεση νά τήν δοῦν κατάματα Δέν εἶναι ἕτοιμοι νά τήν ὑπερασπιστοῦν μέχρι τέλους ὅ,τι καί ἄν τούς κοστίσει. 

Ὅπως ἔλεγε ὁ Καμύ: «Εἴμαστε ἄνθρωποι τοῦ περίπου». Περίπου ἐπιστήμονες, περίπου χριστιανοί, περίπου ἱεραπόστολοι, περίπου γονεῖς, περίπου συγγραφεῖς, περίπου ἱεραπόστολοι. Ἀλλά τό περίπου, τό μισό , τό χλιαρό εἶναι κόλαση. 

Ἀντίθετα ὁ Χριστός εἶναι τό πᾶν καί μᾶς θέλει τελείως δικούς Του καί ὄχι περίπου δικούς Του. «Τά πάντα εἶμαι ἐγώ γιά σένα καί ἐσύ τά πάντα γιά μένα. Τί περισσότερο θέλεις;» λέει ὁ Κύριος μέ τό στόμα τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου. 

Ὁ χριστιανός καλεῖται νά ζήσει μέσα στόν κόσμο ὄχι γιά νά συμβιβαστεῖ μαζί του ἀλλά γιά νά τόν ἀλλάξει, νά τόν μεταποιήσει. Ὁ χριστιανός ἀνατέμνει τήν κοινωνική ζωή καί χτυπᾶ τίς σάπιες δομές ξεκινώντας ἀπό τόν ἴδιο του τόν ἑαυτό. 

Ἐπιτέλους ἄς τό καταλάβουμε: Ὁ ἄνθρωπος μακρυά ἀπό τό Θεό ὑποφέρει πολύ χειρότερα πράγματα καί τελικά δέν ἀπολαμβάνει τίποτα. 

Ὁ Θεός νά δώσει γιά ὅλους μας ἕνα ἀποφασιστικό ξεκίνημα γιά ἕνα ὁλοκληρωτικό δόσιμο. Στό χέρι μας εἶναι ἀρκεῖ νά τό θελήσουμε πραγματικά. 

Συμπερασματικά: 

Η ΑΠΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΜΑΣ είναι ΑΠΟΛΥΤΗ. 

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΜΑΣ, ΜΑΣ ΘΕΛΕΙ ΝΑ ΤΟΥ ΔΟΘΟΥΜΕ 100%. 

ΔΕΝ ΘΕΛΕΙ ΝΑ ΔΙΧΑΖΟΜΑΣΤΕ. 

ΔΕΝ ΜΑΣ ΘΕΛΕΙ ΛΙΓΟ ΚΟΣΜΙΚΟΥΣ ΚΑΙ ΛΙΓΟ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΥΣ. ΔΕΝ ΜΑΣ ΘΕΛΕΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΥΣ ΜΕ... ΜΕΤΡΟ! 

ΟΦΕΙΛΟΥΜΕ ΝΑ ΤΟΝ ΑΓΑΠΗΣΟΥΜΕ ΜΕ ΟΛΗ ΜΑΣ ΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ, ΜΕ ΟΛΗ ΜΑΣ ΤΗΝ ΨΥΧΗ, ΜΕ ΟΛΗ ΜΑΣ ΤΗΝ ΔΙΑΝΟΙΑ (ΑΔΙΑΛΕΙΠΤΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗ) ΜΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΨΥΧΟΣΩΜΑΤΙΚΗ ΜΑΣ ΥΠΑΡΞΗ, ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΗΝ Α΄ ΕΝΤΟΛΗ.

ΤΕΛΟΣ ΚΑΙ ΤΩ ΘΕΩ ΔΟΞΑ! 

Ιερομόναχος Σάββας Αγιορείτης

Ό καθένας εκ των έργων του δικαιωθήσεται ή κριθήσεται.




Ό καθένας εκ των έργων του δικαιωθήσεται η κριθήσεται. Ό,τι έργα θα κάνης, αυτά θα σε κρίνουν η, βοηθήσουν.
Αν κοιμηθώ εγώ, θα λυπηθείς εσύ. Θα πεις την επομένη: Ό καημένος ό Γέρων απ την Μικρά Ασία, αλλά δεν θα μπορείς να κάμεις τίποτα περισσότερο η, εκείνες, η άλλοι για σένα. Ό,τι θα κάνη ό καθένας μόνος του.
Ένας μοναχός απ’ το Άγιο Όρος, έκαμε πολλή νηστεία και έκλαιγε. Εξομολογήθη λοιπόν σε ένα Γέροντα και του είπε γιατί έκλαιγε:
«Γνωρίζω, δεν είμαι καλά. Με εγκατέλειψε ό Κύριος. Πειρασμούς δεν έχω. Θλίψεις δεν έχω, ασθένεια δεν έχω!». Και προσηύχετο να του στείλει ό Κύριος πειρασμό η ασθένεια. Πρέπει να έχουμε κάτι. 
Όλοι οι Άγιοι μας είχον θλίψεις, πειρασμούς, ασθενείας. Ό Άγιος Ιωάννης ό Χρυσόστομος πού τον έστειλαν και εξορία!…
Κατόπιν, στρεφόμενος ό Γέροντας εις την άλλη, την ερωτά:
Τί κάνεις; Μου λέει ένας λογισμός ότι θυμώνεις. Αντιμιλάς στους γονείς σου. Γιατί; Μη τούς φωνάζεις. Μη τους υποδεικνύεις εσύ. Διδασκαλία δίχως θέληση του άλλου έχθρα είναι και γίνεται αμαρτία και σε εκείνον πού ακούει και δεν κάνει και εσύ στενοχωρείσαι και ταράζεσαι. Μη τούς φωνάξεις. Όλοι είμεθα αμαρτωλοί. Δεν βλέπομε την αμαρτωλότητα μας, γιατί δεν πλησιάσαμε πολύ τον Κύριό μας. Έχεις ένα κερί και έχεις μακριά από την φλόγα του το δάκτυλο σου. Αφού είναι μακριά, δεν σε καίει. Όσο πιο κοντά πλησιάζεις, τόσο καταλαβαίνεις τη φωτιά- και όταν θα φθάσης πολύ κοντά, θα δεις ότι καίει! Να πλησιάσουμε πιο κοντά τον Κύριο μας και θα δούμε την αμαρτωλότητα μας. Να πλησιάσουμε περισσότερο.
Απευθύνεται πάλιν εις τον Διάκονο: Είσαι καλός τώρα, αλλά πρόσεχε. Πρόσεχε, γιατί και οι Άγγελοι πέφτουν. Τετάρτη και Παρασκευή μη βγαίνεις έξω, ούτε να βλέπεις γυναίκες. Κλείσου στο δωμάτιο σου και θα νοιώσεις μέσα σου διαφορά. Διάβαζε, προσεύχου, θα δεις. Γι’ αυτό πού μου λες, θα παρακαλέσω και εγώ την Θεία Πρόνοια.Τετάρτη και Παρασκευή να νηστεύετε. Εγώ όλους μέρα νύχτα σας θυμάμαι. Παρακαλώ για σάς. Να σας διαφυλάττει ό Κύριος μας, να σας φωτίζει. Προσπαθήστε. Αγωνίζεσθε. Στον ‘Άγιο Αρσένιο, μια φωνή. του έλεγε: «Φεύγε και σώζου. Φεύγε, Αρσένιε, και σώζου!» Και επειδή ό Βασιλεύς χωρίς τον Άγιο Αρσένιο δεν έκανε, πήγε και κείνος και έγινε βοσκός.

Γέρων Ιερωνύμου της Αίγινας

Ο πραγματικός στόχος...



Από τις κινήσεις τις όποιες ο άνθρωπος κάνει, αρχίζοντας από τα νοήματα του μέχρι την εφαρμογή των πραγμάτων, πρέπει να εξετάζη συνεχώς, τί παίρνει απ’ αυτά ο Θεός. Διότι μόνον αυτά θα μείνουν, τα υπόλοιπα θα καταρηγθούν. Γι’ αυτό πάντοτε το τονίζομε, να είσθε προσεκτικοί, γιατί μέσα στην περιεκτική πονηρία του διαβόλου περιέχεται και τούτο το τρομερό μυστήριο. Δεν πολεμεί ο σατανάς μόνο να ανακόψη τον αγωνιστή και να τον βγάλη έξω της κονίστρας και του σταδίου. Βέβαια εκείνοι πού τον ακούουν και βγαίνουν έξω του σταδίου, φυσικά, τον χαροποιούν αφάνταστα.

Όσοι όμως δεν πείθονται και μπαίνουν μέσα στον κύκλο της δράσεως, αυτούς όχι μόνο δεν τους εμποδίζει, αλλά και τους ενισχύει, με την διαφορά ότι τους αποπροσανατολίζει. Κάνουν την διανοητική και πρακτική εργασία τους, αλλά όχι με φρόνημα ορθό. «Μακάριοι», λέγει ο Ιησούς μας, «οι πενθούντες ότι αυτοί παρακληθήσονται». Αν ερμηνεύσωμε την λέξη κατά γράμμα, θα δούμε ότι το περισσότερο πλήθος των ανθρώπων πού υπάρχουν σήμερα, είναι πενθούντες. Αλλά ποιος από αυτούς τους πενθούντες θα μακαρισθή; Μόνον οι ελάχιστοι εκείνοι οι όποιοι πενθούν για τον Θεό. Όσοι δηλαδή έχουν συναίσθηση της άμαρτωλότητός τους και είναι πληγωμένη η καρδιά τους από την κατά Θεόν λύπη, ότι έλύπησαν το κέντρο της αγάπης τους, τον Θεό και κλαίνε γι’ αυτό τον σκοπό. Αυτοί θα πάρουν τον μακαρισμό. Γι’ αυτό πρέπει να είμεθα προσεκτικοί. Δεν είναι θέμα απλώς να ένεργούμεν, αλλά να ενεργούμε κατά Θεόν. 

Κοιτάζετε με πόση λεπτομέρεια ο μεγάλος αυτός φωστήρας, τον όποιον αναγνώσαμε το πρωί, μας είπε το ωραίον αυτό παράδειγμα! Κάποιος μοναχός αποφασίζει να αφιερωθή στο να υπηρετή έναν ασθενή. Και το ελατήριο το όποιο ξεκίνησε και έβαλε αυτή την απόφαση σε ενέργεια ήταν ότι, άμα το κάνει, θα έχη μισθόν από τον Θεό. Και μέσα από την ακριβέστατη διάκριση, ο μεγάλος αυτός Πατέρας είδατε τί είπε; Αυτός δεν ενεργεί σωστά. Δεν κτύπησε τον στόχο. Βέβαια δεν θα πούμε ότι αμάρτησε γι’ αυτή του την πράξη, αλλά το κέρδος του ήταν πολύ μικρό, εν συγκρίσει με τον κόπο πού έκανε και το μέγεθος της προσφοράς του. Θα ήταν καλύτερα αν ενεργούσε εν ονόματι της συμπαθείας, εν ονόματι της εντολής του Χριστού, εν ονόματι της αγάπης του Κυρίου μας· εάν «διά τους λόγους των χειλέων Του, έφύλαττεν οδούς σκληρός». Ιδού ο αληθινός στόχος. Για ποιό σκοπό κάνομεν ένα διακόνημα; Δεν το κάνομε γιατί φοβούμεθα τον Γέροντα πού έδωσε την εντολή. Όχι γιατί φοβούμεθα ότι θα μας παρεξηγήσουν οι συνάνθρωποι μας, πώς είμεθα τρόπον τινά δύστροποι και αποπροσανατόλιστοι. Ούτε για να γινόμεθα συνεπείς στην ρουτίνα, η για να είμεθα δήθεν πειθαρχικοί και να μην προκαλούμε ανωμαλία. Δεν είναι αυτός ο σκοπός. Ο σκοπός είναι ότι αυτό πού κάνομε, να το κάνομε ενσυνείδητα και αν είναι ανάγκη να μας το υποδείξη κάποιος προγενέστερα, είναι γιατί δεν το γνωρίζαμε καλά και δεχθήκαμε με ταπείνωση την συμβουλή, για να πάρωμε τον πραγματικό στόχο. Αφού το καταλάβαμε, το συνειδητοποιήσαμε, τώρα μόνοι μας, κι αν ακόμη μας εμποδίσουν, δεν θα προβάλομε φυσικά αντίσταση αυθάδη, αλλά θα επιδιώξωμε με ταπείνωση να εύρωμε τρόπο, ούτως ώστε να το έφαρμόσωμε για την αγάπη του Θεού. Θα το κάνωμε ως χρέος, διότι αυτό επιβάλλει η εντολή του Θεού. Ουδέποτε διεκδικώ μισθό. Ουδέποτε φοβούμαι κανένα. Δεν το κάνω γι’ αυτόν πού με απειλεί η με κολακεύει. Το κάνω, διότι συνειδητοποίησα ότι αυτό είναι το θέλημα του Θεού. Αν δεν κινείται ο άνθρωπος με βάση πρώτα την προς τον Θεόν αγάπη και μετά προς τον πλησίον, αυτός δεν βαδίζει εύστοχα, αλλά αποπροσανατολίσθηκε. Τα έμμεσα και πλάγια μέσα πού ο άνθρωπος χρησιμοποιεί, δεν τον βοηθούν να φθάση στον πραγματικό του σκοπό. 

Γι’ αυτό πρέπει να: ερευνούμε συνεχώς την συνείδηση μας, μήπως ύποκλαπήκαμεν από κάποιο πάθος η από κάποια επιθυμία και ενεργούμε με πλάγια μέσα και χάνουμε τον κόπο μας. Μόνο έτσι θα αποκτήσετε υγιή συνείδηση, μόνον έτσι θα αποκτήσετε πραγματική ελευθερία, την εν Χριστώ. Τότε θα καταλάβετε ότι όντως οι εντολές του Κυρίου μας «βαρείαι ούκ εισίν» και ότι ο ζυγός του Χριστού μας και το φορτίο Του «έλαφρόν έστί». Πειθαρχούμε στην κάθε εντολή, γιατί αγαπούμε τον Χριστό μας. Ενεργούμε μόνο γι’ Αυτόν. Όχι για την άφεση των αμαρτιών μας- εκείνη την παρέχει διά του Σταυρού. Όχι για την βασιλεία Του. Είναι προσβολή. Αυτός έδημιούργησε την βασιλεία Του, έφύτευσε κατά ανατολάς Παράδεισον, πριν ακόμα δημιουργήση τον άνθρωπο. Δεν χρειάζεται υποδείξεις. Η απόδειξη πού χρειάζεται είναι μία, να έλθη ο άνθρωπος στα συγκαλά του, να καταλάβη ότι προσβάλλει τον Θεό όταν δεν πειθαρχή στο θέλημα Του. Επομένως, τώρα δεν ζεί για κανέναν άλλο σκοπό, ζει μόνο να πράτει το αγαθό, το τέλειο θέλημα του Θεού. 

Αυτή είναι η πραγματική θεωρία, αυτή είναι η πραγματική γραμμή των Πατέρων μας, για την οποία έθεωρήθησαν πλάνοι στον κόσμο τούτο και εξεδιώχθησαν, και έζησαν έξω στις έρημους, «έν όρεσι και σπηλαίοις και ταις οπαίς της γης». Δεν στέγνωσαν τα μάτια τους από το πένθος, την έγνοια μήπως υποκλαπούν από τον εχθρό, ο όποιος, όπως είπα, δεν πολεμάει μόνον από μια πλευρά στο να μας αποπροσανατολίση από το να ενεργούμε σωστά, αλλά και μας ενισχύει, αρκεί η ενέργεια μας να μην είναι κατά Θεόν. Γι’ αυτό, τουλάχιστον για μας τους μοναχούς, χρειάζεται αυτό το φώς, αυτοί οι οφθαλμοί να είναι ανοικτοί, αυτό το άλας να υπάρχει πάντοτε. Αυτή η λεπτομέρεια του πνευματικού νόμου, πού αναφέραμε, είναι πολύ σπουδαία και πρέπει να ληφθή σοβαρά υπ’ όψιν. Διαπιστώνω όμως από την πείρα μου, ότι για έναν αληθινό υποτακτικό, δεν χρειάζεται η τόση λεπτολογία. Άπλούστατα, αν έφαρμόζη με ακρίβεια την υπακοή, τότε απαλάσσεται από την μέριμνα στο να διακρίνη αυτός μέσα στην νηπιότητα και την παιδική του ακόμα κατάσταση, αν αυτό πού κάνει είναι καλό η όχι. Αυτός είναι ο λόγος πού και η Εκκλησία μας δημιούργησε την κοινοβιακή ζωή, ούτως ώστε οι προγενέστεροι, οι μεγαλύτεροι να αναλαμβάνουν την ευθύνη των νεωτέρων. Έτσι ανέχθηκαν οι Πατέρες μας την ομαδική συμβίωση, οι όποιοι, όπως ξέρετε, στην αρχή ξεκίνησαν κατά μόνας. Μετά όμως επέστρεψαν και δημιούργησαν τις κοινότητες και, έτσι, εφήρμοσαν το «αλλήλων τα βάρη βαστάζετε». Αλλοίμονον, όμως, σε εκείνους οι όποιοι βαστάζονται και δεν «συνιούν». Ουαί τω βασταζομένω και μη συνιέντι», αναφέρει ο Άγιος Εφραίμ στα συγγράμματα του. Γι’ αυτό και οι προγενέστεροι, οι πεπειραμένοι, αναλαμβάνοντες τα βάρη των αδυνάτων, το κάνουν από καθήκον. Αλλά και οι ανώριμοι και οι νεώτεροι, υποτάσσονται με προθυμία και ζήλο, όχι από δουλικότητα, αλλά επειδή αισθάνονται ευγνωμοσύνη στο ότι καταδέχονται οι μεγαλύτεροι και αφήνουν την προς τον εαυτό τους ασχολία και γυρίζουν πίσω γι’ αυτούς, ενεχόμενοι τις αδυναμίες τους, και τούτο για να τους διδάξουν τον πνευματικό νόμο, μήπως, λόγω απειρίας, κοπιάσουν άσκοπα και δεν πετύχουν τον σκοπό τους. Και έτσι εφαρμόζεται ο νόμος της αλληλεγγύης. 

Αυτό ήθελα να σας ενθυμίσω απόψε και να μην επαναπαύεται κανείς διότι ευρίσκεται ενεργών κάτι, εάν αυτό το κάτι, όπως είπα, δεν είναι νόμιμο. Πολλοί μέσα στο στάδιο αγωνίζονται, αλλά ένας λαμβάνει το βραβείον. Εκείνος ο όποιος άθλησε νομίμως. Σ’ αυτόν «απόκειται, και ο της δικαιοσύνης στέφανος, όν απο-δώση Κύριος έν εκείνη τη ήμερα». Αμήν. 

Γέρων Ιωσήφ ο Βατοπεδινός

Δεν χρειάζεται στην προσευχή να λέμε λόγια ατέλειωτα, φτάνουν τα λίγα και απλά!



Αν η γλώσσα μας προφέρει προσευχητικά λόγια και η διάνοιά μας ονειροπολεί, τίποτα δεν έχουμε να ωφεληθούμε. Απεναντίας, θα κατακριθούμε, επειδή ακριβώς με μεγαλύτερη υπομονή και εντατικότερη προσοχή μιλάμε σε ανθρώπους παρά στον Κύριό μας. Στο κάτω-κάτω, κι αν ακόμα δεν πάρουμε τίποτε απ' Αυτόν, το να βρισκόμαστε σε διαρκή επικοινωνία μαζί Του μικρό καλό είναι; Αν ωφελούμαστε πολύ, όταν συζητάμε μ' έναν ενάρετο άνθρωπο, πόσο θα ωφεληθούμε, αλήθεια, συνομιλώντας με τον Πλάστη, τον Ευεργέτη, το Σωτήρα μας, έστω κι αν δεν μας δίνει ό,τι Του ζητάμε;

Γιατί, όμως, δεν μας δίνει; Θα το τονίσω γι' άλλη μια φορά: Γιατί συνήθως Του ζητάμε πράγματα βλαβερά, νομίζοντας πως είναι καλά και ωφέλιμα. Δεν γνωρίζεις, άνθρωπέ μου, το συμφέρον σου. Εκείνος, που το γνωρίζει, δεν εισακούει την παράκλησή σου, γιατί φροντίζει περισσότερο από σένα για τη σωτηρία σου. Αν οι γονείς δεν δίνουν πάντα στα παιδιά τους ό,τι τους ζητούν, όχι βέβαια επειδή τα μισούν, μα επειδή, απεναντίας, υπερβολικά τα αγαπούν, πολύ περισσότερο θα κάνει το ίδιο ο Θεός, ο οποίος και περισσότερο από τους γονείς μας μας αγαπά και καλύτερα απ' όλους γνωρίζει ποιο είναι το καλό μας. Όταν, λοιπόν, αποκάνεις ικετεύοντας τον Κύριο, κι Εκείνος δεν σου δίνει σημασία, μην παραπονιέσαι. Ξεχνάς, άλλωστε, πόσες φορές εσύ άκουσες κάποιον φτωχό να σε παρακαλάει και δεν του έδωσες σημασία; Και αυτό το έκανες από σκληρότητα, ενώ ο Θεός το κάνει από φιλανθρωπία. Ωστόσο, ενώ δεν δέχεσαι να κατηγορήσουν εσένα, που από σκληρότητα δεν άκουσες τον συνάνθρωπό σου, κατηγορείς το Θεό, που από φιλανθρωπία δεν σε ακούει.

Είπα όμως προηγουμένως, ότι κι όταν ακόμα δεν σε ακούει, η ωφέλειά σου από την προσευχή είναι μεγάλη. Γιατί είναι αδύνατο ν' αμαρτήσει ένας άνθρωπος που προσεύχεται πρόθυμα και αδιάλειπτα, ένας άνθρωπος που συντρίβει την καρδιά του, ανεβάζει το νου του στον ουρανό και ομολογεί ταπεινά στον Κύριο τα αμαρτήματά του. Γιατί, ύστερ' από μία τέτοια προσευχή, πετάει μακριά κάθε φροντίδα για τα γήινα, αποκτάει φτερά, γίνεται ανώτερος από τ' ανθρώπινα πάθη. Τα δροσερά νερά δεν δίνουν στα φυτά τόση θολερότητα, όση δίνουν τα δάκρυα στο δέντρο της προσευχής, κάνοντάς το ν' ανεβαίνει ψηλά, ως το θρόνο του Θεού. Έτσι, μάλιστα, Εκείνος εισακούει την προσευχή μας. Και πώς να μην εισακούσει την προσευχή μιας ψυχής, που στέκεται μπροστά Του με αυτοσυγκέντρωση, με κατάνυξη, με ταπείνωση; Μιας ψυχής που έχει μεταφερθεί νοερά από τη γη στον ουρανό; Μιας ψυχής που έχει διώξει κάθε ανθρώπινο λογισμό, κάθε βιοτική μέριμνα, κάθε εμπαθή προσκόλληση, κι έχει αφοσιωθεί ολοκληρωτικά στη μυστική και πανευφρόσυνη κοινωνία με τον Κύριό της;

Ναι, έτσι πρέπει να προσεύχεται ο χριστιανός. Αφού συγκεντρώσει και εντείνει όλη του τη σκέψη, τότε να ικετεύει το Θεό έμπονα. Δεν χρειάζεται να λέει ατέλειωτα λόγια, φτάνουν τα λίγα και απλά.

Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

Κύριε...


Συμβουλὲς Γέροντος σε χριστιανοὺς που ζουν στον κόσμο.



Η παρούσα ζωή μας δόθηκε μόνο και μόνο για να δοξάζουμε το Θεό, να ευεργετούμε τον πλησίον και να αγωνιζόμαστε για την απόκτηση της βασιλείας των ουρανών, βαδίζοντας τη «στενή» και «τεθλιμμένη» οδό που μας υποδεικνύει το Ευαγγέλιο.

Ο αγώνας της ζωής αυτής αποδεικνύεται φορτίο δυσβάστακτο για όσους δεν πιστεύουν στο Θεό. Για εκείνους όμως που εμπιστεύονται την ύπαρξή τους στον Κύριό μας Ιησού Χριστό και ελπίζουν στη δική Του πρόνοια, η παρούσα ζωή γίνεται «ζυγός χρηστός» και «φορτίον ελαφρόν»

Σας παρακαλώ, αδελφοί μου, αν θέλετε να ευαρεστήσετε το Θεό, μην περιφρονείτε καμιάν αρετή. Γιατί μπορούμε με πολλούς τρόπους να γίνουμε ευάρεστοι στο Θεό.

Η ευγενική συμπεριφορά στον πλησίον, ο παρήγορος λόγος μας στον θλιμμένο, η υπεράσπιση του αδικουμένου, η αντίδρασή μας στους κακούς λογισμούς, ο αγώνας μας στην προσευχή, η υπομονή, η ευσπλαγχνία, η δικαιοσύνη και κάθε άλλη αρετή. Αυτά είναι που αναπαύουν το Θεό και προσελκύουν στην ψυχή μας της δική Του χάρη, η οποία μας κάνει ικανούς να ξεπερνάμε και τις πλέον ανυπέρβλητες δυσκολίες της ζωής.

Επιδιώξτε τη σωτηρία σας ευαρεστώντας το Θεό πρωτίστως με την αρετή της αγάπης. Αυτό να είναι το μοναδικό σας μέλημα: το πως θα γίνετε πλούσιοι σε αγάπη• Εκείνος που έχει αγάπη, έχει μέσα του τον ίδιο το Θεό.

Να ζείτε μέσα στην αγάπη του Θεού• αυτή να είναι οδηγός σας, αυτή αναπνοή σας. 
«Ο Θεός, αγάπη εστί, και ο μένων εν τη αγάπη εν τω Θεώ μένει και ο Θεός εν αυτώ. Με την αγάπη του Θεού η πικρή ζωή γίνεται γλυκειά και όμορφη.

Αν ζείτε με άλλους, διακονείστε τους πρόθυμα σαν να υπηρετείτε τον ίδιο το Θεό. Και μην απαιτείτε αγάπη για την αγάπη σας, μήτε την ευγνωμοσύνη για τις θυσίες που κάνετε, μήτε τον έπαινο για την ταπείνωσή σας.

Μην είστε βλοσυροί και απλησίαστοι. Συμπεριφερθείτε σαν τα άκακα παιδιά και, αν χρειαστεί, βοηθείστε πρόσχαρα τον πλησίον σας. Προσοχή, μην τον προσβάλετε έστω και με το βλέμμα σας. Να τον αγαπάτε ολόθερμα, γιατί η αξία του είναι ανεκτίμητη. Είναι μέλος του Χριστού. Γι’ αυτόν έχυσε το αίμα Του ο Κύριος.

Η αγάπη», λέει ο Απόστολος, «καλύψει πλήθος αμαρτιών». Πότε θα συμβεί αυτό; 
Όταν εσείς γίνετε η παρηγοριά των θλιμμένων, η αναψυχή των δυστυχισμένων, ο προστάτης των φτωχών ο κηδεμόνας των ορφανών, η ανακούφιση των ασθενών, ο χειραγωγός των πλανεμένων, ο πρόθυμος βοηθός κάθε χριστιανού. Γι’ αυτή σας την αγάπη προς τους ελάχιστους αδελφούς του Χριστού, προς τα δικά Του τίμια μέλη, ο Κύριός μας θα εξαλείψει τις αμαρτίες σας και θα σας αξιώσει να Τον βλέπετε «πρόσωπον προς πρόσωπο στην αιώνια βασιλεία Του.

Αποφεύγετε τα λόγια και τις πράξεις που μπορούν να σκανδαλίσουν η να προσβάλουν τους αδελφούς σας. Τις προσβολές όμως των άλλων εσείς να τις δέχεστε σαν δώρο Θεού. Είναι το όπλο που σας προσφέρει ο ίδιος ο Κύριος για να νεκρώσετε τα πάθη που φωλιάζουν στην ψυχή σας.

Μην ανταποδίδετε τους όνειδισμούς η τις θλίψεις που τυχόν σας προξενούν. Δείξτε υπομονή και μη θελήσετε ποτέ να πικράνετε κανένα. Να είστε τότε σίγουροι πως και το δικό σας όνομα θα συγκαταριθμηθεί στα ονόματα των αγίων «των γεγραμμένων εν τω βιβλίω της ζωής».

Να μη θυμάστε με λύπη το κακό που σας προξένησε ο αδελφός σας, για να μη θυμηθεί και ο Κύριος τις δικές σας αμαρτίες για τις οποίες σας συγχώρεσε.

Το κακό να το νικάτε με το καλό. Το κακό δεν διορθώνεται ποτέ με το κακό.

Πριν πείτε οτιδήποτε, σκεφθείτε μήπως με τα λόγια σας προσβάλετε το Θεό η τον πλησίον σας.

Προτού επισκεφθείτε τον αδελφό σας, θέστε ως όρο στον εαυτό σας να διατηρήσετε και μετά την επίσκεψή σας την ίδια αγαθή διάθεση και αγάπη που τρέφετε και τώρα απέναντί του, ανεξάρτητα από τον τρόπο με τον οποίο θα σας υποδεχθεί εκείνος.

Σε κάθε προστριβή με τον πλησίον σας εξετάστε πρώτα τον εαυτό σας. Ασκώντας αυστηρή αυτοκριτική, σχεδόν πάντα θα διαπιστώνουμε πως αιτία της δυσαρέσκειας είναι ο ίδιος μας ο εαυτός.

Μην προβάλλετε δικαιολογίες. Αποφεύγετε τις διενέξεις. Συμπεριφερθείτε με συγκατάβαση στον πλησίον σας, ανάλογα με το χαρακτήρα και την ηλικία του. Φανείτε με κάθε τρόπο παρήγοροι σε όλους και στον καθένα χωριστά.

Υπομένετε αγόγγυστα τους κακούς τρόπους του αδελφού σας, την αγανάκτησή του, την οργή του, τις απερισκεψίες του.

Όταν βλέπετε κάποιο αίσθημα αντιπάθειας προς τον πλησίον ν’ αγγίζει την ψυχή σας, αγωνιστείτε να το διώξετε. Υποχρεώστε τον εαυτό σας να εξυπηρετήσει και να διακονήσει με κάθε τρόπο τον συγκεκριμένο αδελφό. Πιέστε τον εαυτό σας στην εξής προσευχή: «Κύριε, σώσε το δούλο Σου (τάδε) και με τις άγιες προσευχές του ειρήνευσε και τη δική μου ψυχή». Βλέποντας ο Κύριος αυτή την καλή σας προαίρεση, όχι μόνο θα ξεριζώσει από μέσα σας την αντιπάθεια, μα και θα σκορπίσει ανάμεσά σας την αγία Του αγάπη.

Οι φιλονικίες ταράζουν την ψυχή και μας αποστερούν την ειρήνη. Σε κάθε φιλόνικο λογισμό αντιπαραθέστε τη γλυκειά ευχή του Ιησού, το «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με».

Μη θίγετε με τα λόγια σας την τιμή του πλησίον. Να χρησιμοποιείτε τη γλώσσα μόνο για να δοξάζετε το Θεό και για να λέτε λόγους ψυχωφελείς στους αδελφούς σας. Αν θελήσετε να κακολογήσετε κάποιον, θυμηθείτε πρώτα τις δικές σας αμαρτίες -όλες εκείνες που κάνατε από τα νεανικά σας χρόνια μέχρι σήμερα-, κατηγορήστε τον εαυτό σας γι’ αυτές και αποφύγετε έτσι την καταλαλιά. Μην ξεχνάτε ποτέ πως η ενασχόληση με τα σφάλματα των άλλων αποτελεί σοβαρό παράπτωμα.

Πολεμήστε με κάθε τρόπο το πάθος του θυμού, και, με τη βοήθεια του Θεού, αυτό θα υποχωρήσει. Αν τυχόν νευριάσετε η οργιστείτε, είναι προτιμότερο να μην πείτε τίποτε. Απομακρυνθείτε η, αν κάτι τέτοιο δεν είναι εύκολο, κλείστε σφιχτά τα χείλη σας για να μην πεταχθεί έξω η οργισμένη φλόγα που καίει στην ψυχή σας και αναστατώσει όλο σας το περιβάλλον. Η σιωπή και προσευχή είναι τα καλύτερο φάρμακο γι’ αυτές τις στιγμές. Όταν η φλόγα του θυμού σβήσει και η καρδιά σας γαληνέψει, τότε μόνο μπορείτε να πείτε με ασφάλεια λόγους ωφέλιμους.

Αν εσείς γίνατε αφορμή να πικραθεί ο αδελφός σας, χρησιμοποιήστε κάθε τρόπο για να απαλλαγεί από τη λύπη που του δημιουργήσατε.

Παρατηρήστε τον εαυτό σας και θα διαπιστώσετε πως μόνο τότε είστε αναπαυμένοι με όλα, όταν υπάρχει μέσα σας η υπομονή, η ταπεινοφροσύνη, η υπακοή, η αγάπη.

Η σωτηρία μας δεν βρίσκεται στην πολυλογία, αλλά στη σιωπή και στην άγρυπνη προσοχή του εαυτού μας.

Μην κρίνετε ποτέ τον πλησίον σας, είτε ζει ενάρετα είτε ζει αμαρτωλά. «Συ τις ει ο κρίνων αλλότριον οικέτην; τω ιδίω Κυρίω στήκει η πίπτει• σταθήσεται δε• δυνατός γαρ έστω ο Θεός στήσαι αυτόν».

Σε κάθε περίσταση παραδοθείτε στο θέλημα του Θεού. Αυτό είναι το πλέον σωτήριο για σας.

Προσέχετε να μη δυσανασχετήσετε μπροστά σε οποιαδήποτε δυσκολία. Οι θλίψεις δεν παρουσιάζονται τυχαία στη ζωή μας, αλλά παραχωρούνται από την πρόνοια του Θεού, με σκοπό τον αγιασμό και τη σωτηρία μας. Γι’ αυτόν σκοπό παραχωρήθηκε και στον Απόστολο Παύλο να βρεθεί μπροστά σε μύριους κινδύνους: «Κινδύνοις ποταμών, κινδύνοις ληστών, κινδύνοις εκ γένους, κινδύνοις εξ εθνών, κινδύνοις εν πόλει, κινδύνοις εν ερημία, κινδύνοις εν θαλάσση, κινδύνοις εν φευδαδέλφοις…».

Γνωρίζοντας αυτή την αλήθεια, μην αχολείστε με το ποιός και γιατί σας αδίκησε. Θυμηθείτε μόνο πως χωρίς παραχώρηση Θεού κανείς δεν θα τολμούσε να σας ακουμπήσει. Καλύτερα, λοιπόν, να ευγνωμονείτε τον Κύριο, γιατί οi δοκιμασίες που Αυτός επιτρέπει αποδεικνύουν πως είστε δικά Του παιδιά. Αυτός φροντίζει για σας και με κάθε τρόπο σας καθοδηγεί στη βασιλεία των ουρανών «Ει παιδείαν υπομένετε, ως υιοίς υμίν προσφέρεται ο Θεός• τις γαρ εστιν υιός ον ου παιδεύει πατήρ;».

Στις στιγμές της απελπισίας να θυμάστε πως δεν σας εγκατέλειψε ο Κύριος, άλλά μάλλον εσείς Τον λησμονήσατε.

Να τι σας συμβουλεύω για τις ώρες της μοναξιάς σας: 
Να επικαλείστε ακατάπαυστα το όνομα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Και βιάζετε σε τούτο το έργο τον εαυτό σας, όσο κι αν αυτός δυσφορεί και αντιδρά.

Η καχυποψία δεν αρμόζει σε χριστιανούς, γι’ αυτό μην την αποδέχεσθε. Διάκριση μάλλον απαιτεί από μας ο Θεός και προσοχή και σύνεση. «Γίνεσθε φρόνιμοι ως oι όφεις και ακέραιοι ως αι περιστεραί.

Να βαδίζετε πάντα τη μέση οδό. Τα άκρα σε καμιά περίπτωση δεν ωφελούν.

«Ουχ υμών εστι γνώναι χρόνους η καιρούς ους ο Πατήρ έθετο εν τη ιδία εξουσία». Αυτό ζήτησε ο Χριστός από τους Αποστόλους. Αυτό θέλει και από κάθε γνήσιο δούλο Του. Να μην πολυπραγμονεί δηλαδή για τα μελλοντικά (συντέλεια του κόσμου κ.α.).

Σε όλη σας τη ζωή μην ξεχνάτε, πριν από κάθε σας ενέργεια, να ρωτάτε τον εαυτό σας: «Αυτό που προτίθεμαι να κάνω μήπως είναι αντίθετο στο θέλημα του Θεού; Μήπως είναι επιζήμιο για την ψυχή μου; Μήπως είναι άδικο για τον αδελφό μου;». Αν μετά από μια τέτοια αυστηρή αυτοεξέταση η συνείδησή σας δεν διαμαρτύρεται, μπορείτε ακίνδυνα να πραγματοποιήσετε την επιθυμία σας. Αν όμως η συνείδηση σας ελέγχει, συγκρατηθείτε και αποφύγετε την εκτέλεσή της.

Να εργάζεστε προσεκτικά και χωρίς βιασύνη. Τότε όλα σας τα έργα θα στέφονται με επιτυχία.

Να θεωρείτε τον εαυτό σας ως τον πλέον αμαρτωλό και «έσχατου πάντων».

Κόσμημα και καλλονή όλων των αρετών είναι η ταπείνωση. Αυτή είναι για την ανθρώπινη ψυχή ο,τι είναι η βροχή για την ξεραμένη γη. Η αληθινή ταπείνωση έχει την αρχή της στον ταπεινό Ιησού Χριστό. «Μάθετε απ’ εμού», μας προτρέπει ο Κύριος, «ότι πράός ειμι και ταπεινός τη καρδία, και ευρήσετε ανάπαυσιν ταις ψυχαίς υμών».

Σ’ αυτή την αρετή αναπαύεται και ευαρεστείται ο Θεός. «Επί τίνα επιβλέψω;», λέει ο Ίδιος, «αλλ’ η επί τον ταπεινόν και ησύχιον και τρέμοντα τους λόγους μου».

Αλλά τι είναι ταπεινοφροσύνη;
Ταπεινοφροσύνη είναι το να λογαριάζεις τον εαυτό σου ως τον μεγαλύτερο αμαρτωλό, το να μην προσβάλλεις, να μην εξουθενώνεις και να μην κατακρίνεις κανέναν, αλλά να βλέπεις μόνο τις δικές σου αμαρτίες. Ταπεινοφροσύνη είναι το να μην επιζητείς επαίνους, πλούτη, δόξες και τιμές, θεωρώντας εντελώς ανάξιο τον εαυτό σου για κάτι τέτοια.

Ο ταπεινός άνθρωπος υπομένει με ανδρεία τις προσβολές, τις ύβρεις, τις κατηγόριες, πιστεύοντας βαθιά πως αυτά του αξίζουν. Σε όλους συμπεριφέρεται χαρούμενα. Είναι πρόθυμος να προσφέρει με αγάπη τις υπηρεσίες του σε οποιονδήποτε. Δεν δίνει καμιά σημασία στα καλά του έργα και πολύ περισσότερο δεν κάνει λόγο γι’ αυτά αν δεν υπάρχει ανάγκη.

Μια τέτοια ταπεινοφροσύνη εύχομαι, παιδιά μου, να σας χαρίσει ο Κύριος, γιατί αυτή θα σας ελευθερώσει από τα δεσμά της αμαρτίας και θα σας οδηγήσει στην αγάπη Εκείνου που «εταπείνωσεν εαυτόν μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού».

Οι πεδιάδες που βρίσκονται χαμηλά είναι σχεδόν πάντα εύφορες και καρπερές, ενώ τα ψηλά βουνά παραμένουν συνήθως άγονα. Και τα στάχυα που στέκονται όρθια είναι άδεια, ενώ όσα γέρνουν χαμηλά είναι γεμάτα από σπόρους. Αποκτήστε λοιπόν κι εσείς καρδιά ταπεινή και θα πλουτίσετε με καρπούς πνευματικούς που θα εξασφαλίσουν τη σωτηρία σας.

Οι γόνιμες πεδιάδες ποτίζονται με τη βροχή που πέφτει από τον ουρανό και με τα νερά που κατεβαίνουν από τα βουνά. Παρόμοια και οι ταπεινοί άνθρωποι δέχονται από τον ουρανό πλουσιοπάροχα τη χάρη του Αγίου Πνεύματος και υψώνονται πνευματικά σαν τα ψηλά βουνά. Αν λοιπόν και η δική σας ύπαρξη παραδοθεί ταπεινά στο θείο θέλημα και αποξενωθεί από την αμαρτία, τότε θα σας επισκεφθεί το Άγιο Πνεύμα, ο Παράκλητος Θεός, και θα εγκατασταθεί μόνιμα στην ψυχή σας.

Ανταλλάξτε την αριστοκρατική σας καταγωγή με την τιμημένη δουλεία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.

Αντισταθείτε στην καλοπέραση και τη χλιδή, και μην υπερηφανεύεστε απέναντι στους αδελφούς σας. Ενώπιον του Θεού είμαστε όλοι ίσοι. Άλλωστε ο Κύριος με τα ίδια λόγια μας καλεί όλους στην πνευματική Του τράπεζα: «Λάβετε φάγετε• τούτό εστι το σώμα μου… Πίετε εξ αυτού πάντες• τούτο γαρ εστι το αίμά μου το της καινής διαθήκης το περί πολλών εκχυνόμενον εις άφεσιν αμαρτιών».

Τον ευρύχωρο δρόμο ξεχάστε τον πλέον!. Ο εύσπλαγχνος Κύριος σας οδηγεί στη βασιλεία των ουρανών μέσα από τη στενή πύλη. Ο εύκολος δρόμος θα σας οδηγήσει στην αιώνια καταστροφή. Δεν είναι, άλλωστε, τώρα καιρός για γλέντια και πανηγύρια. Το Ευαγγέλιο μας λέει πως είναι «μακάριοι οι κλαίοντες νυν», όχι εκείνοι που γλεντούν και ξεφαντώνουν.

Αν ζητάτε από κάποιον κάτι, να το ζητάτε με την υπομονή της Χαναναίας .

Φυλάξτε το στόμα σας από λόγια περιττά και ανώφελα• ασκηθείτε στην προσευχή του Ιησού• εγκρατευθείτε• και ο Κύριος θα σας περιβάλλει με το ανεκτίμητο δώρο της αγάπης Του.

«Απόδοτε τα Καίσαρος Καίσαρι και τα του Θεού τω Θεώ». Καθώς, λοιπόν, το σώμα θα κινείται για τις αναγκαίες εργασίες, η καρδιά θα πρέπει να παραμένει ολόκληρη δοσμένη στο Θεό. Έτσι μόνο θα καταφέρουμε, μέσα σ’ αυτή τη σύγχρονη Βαβυλώνα, να μην ξεχάσουμε τον αληθινό μας προορισμό, την άνω Ιερουσαλήμ.

Να αγαπάτε τον Κύριο και να προσεύχεστε με τη βεβαιότητα ότι Αυτός είναι ο Πατέρας σας.

Ταπεινωθείτε μπροστά σ’ όλους τους αδελφούς σας, και ο Κύριος, ο καλός σας πατέρας, θα χαρεί για την ταπείνωσή σας και θα σας αγκαλιάσει με την αγάπη Του.

Αν τώρα δεν νιώθετε καμιά παρηγοριά από την προσευχή σας, να είστε σίγουροι πως ο Κύριος σας ετοιμάζει θείες παρηγορίες στο μέλλον. Συνεχίστε να προσεύχεστε ακούραστα, και σύντομα θ’ απολαύσετε τη δική Του γλυκύτητα. «Υπομένων υπέμεινα τον Κύριον, και προσέσχε μοι και εισήκουσε της δεήσεώς μου και ανήγαγέ με εκ λάκκου ταλαιπωρίας και από πηλού ιλύος και έστησεν επί πέτραν τους πόδας μου και κατεύθυνε τα διαβήματά μου και ενέβαλεν εις το στόμα μου άσμα καινόν, ύμνον τω Θεώ υμών.

Όταν βλέπετε να σας πολιορκούν η αθυμία, η μελαγχολία, η οκνηρία και η ακηδία, τότε βιάστε την καρδιά και τα χείλη σας στο έργο της προσευχής: «Κύριε, σώσον ημάς, απολλύμεθα». Σκεφθείτε πως αυτές οι στιγμές της οκνηρίας μπορεί να είναι οι τελευταίες της ζωής σας… Σε λίγο ίσως θ’ ακολουθήσει ο θάνατος… Και μετά η Κρίση του Θεού… Αφήστε, λοιπόν, κατά μέρος τη ραθυμία και τη ραστώνη.

Αν δεν απαρνηθεί ο άνθρωπος το δικό του θέλημα, δεν θα μπορέσει να βάλει αρχή στο έργο της σωτηρίας του ούτε, πολύ περισσότερο, να σωθεί. Γι’ αυτό, παιδιά μου, ζητάτε από τον Κύριο να σας βοηθήσει για να κόψετε το θέλημά σας.

Για την ψυχική σας ωφέλεια, υποταχθείτε τελείως στα προστάγματα του ουράνιου Πατέρα μας, αγαπήστε την ησυχία και ασκηθείτε στην αδιάλειπτη προσευχή του Ιησού. Όσο ο Κύριος παραμένει στην καρδιά σας, τόσο θα αυξάνουν μέσα σας η υπομονή, η αγάπη και η ταπείνωση.

Το μόνο που εύχομαι για την παρούσα ζωή σ ἐσᾶς και στον εαυτό μου είναι η κάθαρση από τα πάθη μας. Παρακαλώ τον Κύριο να χρησιμοποιήσει οποιοδήποτε μέσο, προκειμένου να ξεπλυθούν οι ανομίες μας -έστω κι αν αυτό θα είναι περιφρονήσεις του κόσμου, ονειδισμοί και εξουθενώσεις, πράγματα δηλαδή που δύσκολα αποδέχεται η κοινή λογική. Στην πνευματική ζωή πρέπει να βαδίζουμε έχοντας οδηγό τις εντολές του Χριστού και όχι την ανθρώπινη λογική.

Ακόμα κι αν τα καλά μας έργα γίνονται στο όνομα του Θεού, δεν είναι αυτά που πρωτίστως μας σώζουν, αλλά το έλεος του Θεού. Αυτό το θείο έλεος ας σκέπαζει κι εσάς, τους φίλους μου, όλες τις ημέρες της ζωής σας. Όλοι σας, δίκαιοι και αμαρτωλοί, στον φιλεύσπλαχνο Κύριό μας Ιησού Χριστό να καταφεύγετε και σ’ Αυτόν να στηρίζετε την ελπίδα σας, γιατί αυτή «η ελπίς ου καταισχύνει».

Μην περιφρονείτε τους λόγους μου και μην τους νομίζετε δυσκολοεφάρμοστους. Για τον Κύριο και με τον Κύριο, τα δύσκολα γίνονται εύκολα και τα δυσάρεστα ευχάριστα• «Ο γαρ ζυγός αυτού χρηστός και το φορτίον αυτού ελαφρόν εστί».

Νεοελληνική απόδοση από το βιβλίο του Σεργίου Α. Νείλου «Τα ιερά υπό τον μόδιον». Οι συμβουλές αποδίδονται σε ανώνυμο γέροντα της περίφημης μονής της Όπτινα.

ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ