.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Γέροντα, γιατί η Παναγία άλλοτε µου δίνει αµέσως αυτό που της ζητώ και άλλοτε όχι;



Γέροντα, γιατί η Παναγία άλλοτε µου δίνει αµέσως αυτό που της ζητώ και άλλοτε όχι;
– Η Παναγία, όποτε έχουµε ανάγκη, απαντά αµέσως στην προσευχή µας• όποτε δεν έχουµε, µας αφήνει, για να αποκτήσουµε λίγη παλληκαριά.

Όταν ήµουν στην Μονή Φιλοθέου, µια φορά, αµέσως µετά την αγρυπνία της Παναγίας µε έστειλε ένας Προιστάµενος να πάω ένα γραµµα στην Μονή Ιβήρων. Ύστερα έπρεπε να πάω κάτω στον αρσανά της µονής και να περιµένω ένα γεροντάκι που θα ερχόταν µε το καραβάκι, για να το συνοδεύσω στο µοναστήρι µας – απόσταση µιαµιση ώρα µε τα πόδια.
Ήµουν από νηστεία και από αγρυπνία. Τότε την νηστεία του Δεκαπενταυγούστου την χώριζα στα δύο• µέχρι της Μεταµορφώσεως δεν έτρωγα τίποτε, την ηµέρα της Μεταµορφώσεως έτρωγα, και µετά µέχρι της Παναγίας πάλι δεν έτρωγα τίποτε.
Έφυγα λοιπόν αµέσως µετά την αγρυπνία και ούτε σκέφθηκα να πάρω µαζί µου λίγο παξιµάδι. Έφθασα στην Μονή Ιβήρων, έδωσα το γραµµα και κατέβηκα στον αρσανά, για να περιµένω το καραβάκι. Θα ερχόταν κατά τις τέσσερις το απόγευµα, αλλά αργούσε να έρθη.
Άρχισα εν τω µεταξύ να ζαλίζοµαι. Πιό πέρα είχε µια στοίβα από κορµούς δένδρων, σαν τηλεγραφόξυλα, και είπα µε τον λογισµο µου: «Ας πάω να καθήσω εκεί που είναι λίγο απόµερα, για να µη µε δη κανείς και αρχίση να µε ρωτάη τι έπαθα». Όταν κάθησα, µου πέρασε ο λογισµος να κάνω κοµποσχοίνι στην Παναγία να µου οικονοµήση κάτι.
Αλλά αµέσως αντέδρασα στον λογισµο και είπα: «Ταλαίπωρε, για τέτοια τιποτένια πραγµατα θα ενοχλής την Παναγία;». Τότε βλέπω µπροστά µου έναν Μοναχό. Κρατούσε ένα στρογγυλό ψωµι, δύο σύκα και ένα µεγάλο τσαµπι σταφύλι. «Πάρε αυτά, µου είπε, εις δόξαν της Κυρίας Θεοτόκου», και χάθηκε. Ε, τότε διαλύθηκα• µε έπιασαν τα κλαµατα, ούτε ήθελα να φάω πιά … Πα, πα! Τι Μάνα είναι Αυτή! Να φροντίζη και για τις µικρότερες λεπτοµέρειες! Ξέρεις τι θα πη αυτό!


Γέροντος Παισίου«ΛΟΓΟΙ, τόμ. Ϛ´, Περί Προσευχής»
έκδ. Ι. Ησυχαστηρίου «Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος», 

Σουρωτή Θεσσαλονίκης, 2012, σελ. 90-91

ΑΜΦΙΕΣΙΣ - ΕΞΑΧΡΕΙΩΣIΣ - ΕΚΦΥΛΙΣΜΟΣ…

Ὅσο περισσότερο ὁ ἄνθρωπος ἀπεκδύεται τόν παλαιό του ἑαυτό ἐνώπιον τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, τόσο καί περισσότερο καλύπτει διά τοῦ ἐνδύματος τό σῶμα του, 
δηλαδή τόν ἔμψυχον ναόν τοῦ Θεοῦ.

Ὑπάρχουν κάποια πράγματα εἰς τήν ζωή καί εἰς τήν κοινωνία τῶν ἀνθρώπων, τά ὁποῖα ἀποτελοῦν δικλεῖδες ἀσφαλείας γιά τήν συνοχή, τήν ὀρθή πορεία καί τήν ἀνάπτυξι τῆς ἴδιας τῆς κοινωνίας. Σέ περίπτωσι πού ἕνας ἤ περισσότεροι ἤ καί ὁμάδες ὁλόκληρες ἀνθρώπων περιφρονοῦν τούς κανόνες αὐτούς καί ἐφαρμόζουν τά ἀντίθετα, τότε νομοτελειακῶς ἐπέρχεται ἡ κοινωνική ἀλλοίωσις καί αὐτός ὁ ὄλεθρος.
Ἄνευ ἀντιρρήσεως, μία τέτοια «βαλβίδα ἀτομικῆς καί βεβαίως κοινωνικῆς ἀσφαλείας», πού εἰς τάς ἡμέρας μας ἔχει σχεδόν ἀχρηστευθῆ, εἶναι ἡ ἐνδυμασία. Ἡ ἐνδυμασία καί ἡ ἐμφάνισις, ὄχι μόνον τῶν γυναικῶν, ἀλλά καί τῶν ἀνδρῶν οὐ μήν ἀλλά καί αὐτῶν τῶν ἐφήβωνἀκόμη καί τῶν μικρῶν παιδιῶν. Τό θέμα αὐτό εἶναι ἄκρως σοβαρό καί στήν οὐσία του πνευματικό. Διά τοῦτο μέ συνοχή καρδίας καί πόνο γιά τό σημερινό κατάντημα τοῦ ἀνθρώπου πού ὡδήγησε στόν ἐκφυλισμό πού ὅλοι βιώνομε, θά ἐγγίξωμε τό θέμα τῆς σεμνότητος, τῆς σωστῆς ἐνδυμασίας καί τῆς ἐν γένει ἀξιοπρεποῦς ἐμφανίσεως καί συμπεριφορᾶς.
Δυστυχῶς, ὄχι μόνον οἱ μακράν τοῦ Θεοῦ ἄνθρωποι, ἀλλά καί αὐτοί πού λέγουν ὅτι πιστεύουν καί ὅτι ἀγαποῦν τήν Ἐκκλησίαν, παρουσιάζουν ἐπί τοῦ θέματος τέτοιαν σύγχυσιν πού ἀκούονται νά ὑποστηρίζουν ὅτι τό θέμα τῆς ἀμφιέσεως δέν ἔχει σχέσι μέ τήν Εὐαγγελική διδασκαλία. Βεβαίως, μέ τήν θέσι τους αὐτή ἀποδεικνύουν ὅτι δέν ἔχουν κἄν γεῦσι ἀπό Ὀρθόδοξη πνευματικότητα.
Ἀλλά πρίν περάσωμε εἰς τό Ἱερό Εὐαγγέλιο καί εἰς τό τί διδάσκει ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, ἄς ρίξωμε μία σύντομη ματιά εἰς τό τί διδάσκουν οἱ σοφοί πρόγονοί μας. Ἐδῶ πλέον δέν μᾶς ἐλέγχουν οἱ Ἅγιοι, ἀλλά οἱ ἀρχαῖοι μας πρόγονοι πού δέν ἐγνώριζαν τήν Χάρι τοῦ Χριστοῦ καί τήν εὐλογία τῆς Ἐκκλησίας.
Ὁ Πλάτων γράφει: «Θεωρῶ χαμένον, ἐκεῖνον πού ἔχασε τήν αἰδῶ», δηλαδή τήν ἐντροπήν. Ὁ δέ Ἡρόδοτος ὑποστηρίζει ὅτι: «Ὅταν ἡ γυναῖκα ἀποβάλῃ τόν χιτῶνα, ἀποβάλει καί τήν αἰδῶ». Καί ὁ Πλούταρχος θά τονίσῃ: «Ἡ μυαλωμένη γυναῖκα οὔτε τόν πῆχυ τοῦ χεριοῦ της δέν ἀφήνει ἐλεύθερο γιά νά τόν βλέπουν δημοσίᾳ». Ὁμολογουμένως, θά ἀρκοῦσαν αὐτές οἱ φράσεις πού ἐσημειώσαμε ἐκ τῆς ἀρχαίας Ἑλληνικῆς γραμματείας, ὥστε νά λήξῃ κάθε περαιτέρω συζήτησις «τοῖς νοῦν ἔχουσι» περί τοῦ θέματος. 
Ὅμως γιά νά θαυμάσωμε τούς «Χριστιανούς» πρό Χριστοῦ, ἄς κλείσωμε τήν παράγραφο τῶν προγόνων μας μέ τούς σοφούς γίγαντες τοῦ πνεύματος, Σωκράτη καί Ἀριστοτέλη. «Ὅποιος δέν σέβεται τήν αἰδῶ, πρέπει νά τιμωρῆται μέ τήν μεγαλυτέρα τῶν ποινῶν, διότι τοῦτο θεωρεῖται ἀσθένεια τῆς Πόλεως», διδάσκει ὁ ἁπάντων ἀνδρῶν σοφώτερος Σωκράτης. Ὁ δέ Ἀριστοτέλης ἐδίδασκε στόν μαθητή του Μέγα Ἀλέξανδρο: «Τό χρῶμα τῆς ἐντροπῆς (κόκκινον) εἶναι τό ὡραιότερον».
Ἀλλά ἐάν αὐτά ἐδίδασκαν οἱ σοφοί καί οἱ φιλόσοφοι, ἐμπνεόμενοι ἐκ τοῦ «σπερματικοῦ λόγου» καί γνωρίζοντες ἄριστα τήν δομήν τῆς κοινωνίας καί τούς κανόνες τῆς εὐπρεποῦς συμπεριφορᾶς πού διέπουν μία πολιτισμένη κοινωνία, ἄς σκεφθοῦμε τό κατάντημα τῶν σημερινῶν λεγομένων Χριστιανῶν, τῶν ὁποίων ἡ συμπεριφορά τους διαφέρει παρασάγγας ἀπό τήν συμπεριφορά ἐκείνων πού ἐλάτρευαν «τῷ ἀγνώστῳ Θεῷ»! 
Καί μιᾶς καί ἀναφερθήκαμε εἰς τόν Ἀριστοτέλη καί εἰς τόν Μέγα Ἀλέξανδρο, γιά ὅσους ἰσχύει ὁ Εὐρυπίδειος μακαρισμός «ὄλβιός ἐστιν ὅστις ἱστορίας ἔσχε μάθησιν», θά γνωρίζουν καί τό περιστατικό μέ τόν βασιλέα Φίλιππο καί πῶς ἡ διακριτική παρατηρητικότης ἑνός αἰχμαλώτου σέ μία ἄκρως προσωπική λεπτομέρεια τῆς ἐμφανίσεως τοῦ Ἄνακτος τῆς Μακεδονίας τοῦ ἔσωσε τήν ζωήν.
Ἀναφερόμεθα εἰς τό περιστατικόν κατά τό ὁποῖον ὅταν κάποτε εἶχαν συλληφθῆ πολλοί αἰχμάλωτοι καί ἐνῷ ὁ Φίλιππος ἐκάθητο σέ μία ὄχι εὐπρεπῆ στάσι ἔχοντας ἀνασηκώσει τήν χλαμύδα του, ἕνας ἀπό τούς αἰχμαλώτους ἐφώναξε: «Λυπήσου με Φίλιππε, εἶμαι φίλος σου ἀπό τόν πατέρα σου». Ὅταν ὁ Φίλιππος τόν ἐρώτησε «πότε ἔγινες ἐσύ φίλος καί πῶς;», ἐκεῖνος ἀπήντησε: «Θέλω νά σοῦ τό πῶ ἀπό κοντά». Καί ὅταν τόν ἔφεραν κοντά, τοῦ εἶπε: «Κατέβασε λίγο τήν χλαμύδα, διότι ἔτσι ὅπως κάθεσαι ἐκθέτεις τόν ἑαυτόν σου». Καί ὁ Φίλιππος εἶπε: «Ἀφῆστε τον. Πράγματι, δέν ἤξερα πώς σκέπτεται σωστά γιά μένα καί εἶναι φίλος».
Ἐπιπροσθέτως δέ, θά πρέπῃ νά γνωρίζωμε καί νά ἀπαντοῦμε πρός ὅσους ἀνερυθριάστως προβάλλουν τά γυμνά ἀγάλματα γιά νά στηρίξουν τήν δική τους ἀδιαντροπιά, μέ ἐκεῖνο πού εἶναι ἱστορικῶς ἀποδεδειγμένο: Ὅτι ἡ γυμνότης τῶν ἀγαλμάτων ἐπεκράτησε εἰς τήν Ἑλλάδα μετά τήν πτῶσι τῆς ποιότητος τοῦ πολιτισμοῦ μέ ὅλα τά ἐθνικά, πνευματικά καί κοινωνικά ἐπακόλουθα. Ἄλλωστε, ἡ ἴδια ἡ κοινωνιολογική πραγματικότης ἀποδεικνύει πώς μέ γυμνά σώματα οἱ ἄνθρωποι ἐμφανίζονται σέ λαούς ἀπολιτίστους.
Φυσικά, τήν ἀναίδεια ἀκολουθεῖ ἡ ἀχαλίνωτος γενετήσιος ἀκολασία. Ὅσοι δέ ἀρνοῦνται αὐτήν τήν πραγματικότητα φαίνεται πώς ἔχουν παύσει νά ζοῦν ἐντός τῶν πραγματικῶν διαστάσεων τῆς ζωῆς καί ἔχουν περάσει εἰς τόν χῶρον τῆς ψυχοσωματικῆς ἀνεπαρκείας μεταλασσόμενοι, προϊόντος τοῦ χρόνου, εἰς βοσκηματώδη ὄντα τοῦ κοινωνικοῦ ἀμοραλισμοῦ. Ὄχι, δέν ὑβρίζομε, ἀλλά ἀφοῦ ἐπιζητοῦν «τόν πραγματισμόν», ὅπως λέγουν, διά τῆς ἀδιαντροπίας ἄνευ καλυμμάτων, ἔ λοιπόν, ἄς ποῦμε τά πράγματα μέ τό ὄνομά τους.
Ἡ διαστροφή τῆς λογικῆς καί ἡ φαιδρότης τοῦ θεάματος ἔφθασαν σέ τέτοιο ἀπίστευτο βαθμό, ὥστε βλέπει κανείς, ἰδίως στίς μεγάλες πόλεις, κάποιες «γυναῖκες» πού ὑπερμαχοῦν τοῦ γυμνισμοῦ, αὐτές μέν νά ἀπεκδύωνται τῶν ἐνδυμάτων τους τά δέ ταλαίπωρα σκυλάκια πού σύρουν κοντά τους νά τά ἔχουν «ἐνδεδυμένα» μέ περιποιημένες κομμώσεις, κλπ. Ἔτσι, τώρα, ἐμπρός εἰς ἕνα τοιοῦτον θέαμα γεννῶνται δύο ἀπορίες: Πρῶτον, ποιός ἐκ τῶν δύο εἶναι ὁ ἀφέντης, ὁ ἄνθρωπος ἤ τό κτῆνος, τό κτῆνος ἤ ὁ ἄνθρωπος καί, δεύτερον, ποιός σέρνει ποιόν καί ποιός προστατεύει ποιόν; Δέν γνωρίζει κανείς, ἐάν πρέπῃ νά κλαύσῃ ἤ νά γελάσῃ... Ἀλλά, πρός τί οἱ ἀπορίες; Εὑρισκόμεθα εἰς τόν χῶρον ὅπου ἐγεννήθη ἡ ἱλαροτραγωδία..., δηλαδή καί μή χειρότερα.
Ἐπίσης εἶναι ἐντελῶς ἀπαράδεκτο ἀπό Ὀρθοδόξου ἀπόψεως καί κοσμίας συμπεριφορᾶς ἡ ἐμφάνισις ἀνδρῶν μέ γυναικεία κόμμωσι καί γυναικῶν μέ ἀνδρική. Ἀπαράδεκτο ἀκόμη εἶναι καί ἡ ὁμοία ἐνδυμασία τῶν δύο φύλων, ἡ ὁποία ἀλλοιώνει τά χαρακτηριστικά των μέ τά ὁποῖα ὁ Θεός ἐκόσμησε τόν ἄνθρωπο κατά τήν Δημιουργία. Ἐπιπροσθέτως, καί ἡ παραλλαγή τῶν σωμάτων μέ σατανικά τατουάζ, ὅπως καί μέ περίεργα σκουλαρίκια-χαλκάδες, κλπ., σέ διάφορα μέρη τοῦ σώματος, ὁδηγεῖ εἰς τόν ἐκφυλισμόν τῶν ἀνθρώπων.
Ὅλα αὐτά ἀλλοιώνουν τήν εἰκόνα τήν ὁποία ὁ Θεός ἔδωσε στόν ἄνθρωπο καί τόν παρουσιάζουν ὡς ἕνα ὄν πού ἔχασε τόν προσανατολισμό του καί σύρεται ὡς ἕρμαιον ὑπό τοῦ Διαβόλου.
Καί μετά ἀπό αὐτήν τήν νότα τῆς τοῦ συρμοῦ ἐξαχρειώσεως, ἄς περάσωμε νά δοῦμε σοβαρά τήν κατάστασιν καί τί ἀκριβῶς διδάσκει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ.
Εἶναι τόσο σημαντικό τό θέμα τῆς ἐνδυμασίας καί τῆς ἐν γένει εὐπρεποῦς συμπεριφορᾶς, διότι αὐτές ἐκπηγάζουν ἀπό τό ἐσωτερικό περιεχόμενο τοῦ κάθε ἀνθρώπου, τό ὁποῖο ἐκφράζουν καί ἀποκαλύπτουν, πρᾶγμα πού καί ὁ ἴδιος ὁ Χριστός τονίζει λέγοντας «ἐκ γάρ τῆς καρδίας ἐξέρχονται διαλογισμοί πονηροί, φόνοι, μοιχεῖαι, πορνεῖαι, κλοπαί, ψευδομαρτυρίαι, βλασφημίαι» (Ματθ. ιε´, 19).
Σέ ἄλλο δέ σημεῖο ὁ Χριστός ἀποκαλύπτει σέ τί πνευματικό ἐπίπεδο θά πρέπῃ νά εὑρίσκεται ὁ ἄνθρωπος καί πόση προσοχή καί ἐγρήγορσι χρειάζεται νά ἔχῃ ἀφοῦ «...πᾶς ὁ βλέπων γυναῖκα πρός τό ἐπιθυμῆσαι αὐτήν ἤδη ἐμοίχευσεν αὐτήν ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ» (Ματθ. ε´, 28).
Ἐπίσης, λέγει τό Πνεῦμα τό Ἅγιον διά τοῦ Ἀποστόλου Παύλου:«Ὡσαύτως καί τάς γυναῖκας ἐν καταστολῇ κοσμίῳ, μετά αἰδοῦς καί σωφροσύνης κοσμεῖν ἑαυτάς, μή ἐν πλέγμασιν ἤ χρυσῷ ἤ μαργαρίταις ἤ ἱματισμῷ πολυτελεῖ, ἀλλ᾽ ὅ πρέπει γυναιξίν ἐπαγγελλομέναις θεοσέβειαν, δι᾽ ἔργων ἀγαθῶν» (Α´ Τιμόθ. β´, 9-10). Δηλαδή, οἱ γυναῖκες νά στολίζουν τούς ἑαυτούς τους μέ ἐνδυμασία σεμνή, μέ συστολή καί σοβαρότητα, ὄχι μέ ἐπιτηδευμένη κόμμωσι ἤ χρυσά κοσμήματα ἤ μαγαριτάρια ἤ πολυτελῆ ἐνδύματα, ἀλλά μέ ὅ,τι ἁρμόζει σέ γυναῖκες πού σέβονται τόν Θεόν, δηλαδή σέ ἐκεῖνες πού στολίζονται μέ καλά ἔργα.
Ἔτσι λοιπόν ἡ ἐνδυμασία ἀποτελεῖ κριτήριον πνευματικοῦ καί ἠθικοῦ ἐπιπέδου, τόσον γι᾽ αὐτούς πού ἐμφανίζονται ἄσεμνα καί ἡμίγυμνοι, ὅσο καί γι᾽ αὐτούς πού ἀποδέχονται τόν ἀπαράδεκτον αὐτόν τρόπον συμπεριφορᾶς. Καί τοῦτο διότι οἱ μέν καί μόνον διά τῆς παρουσίας των ἀποτελοῦν σκάνδαλο γιά τίς ψυχές καί κατά τόν λόγον τοῦ Κυρίου «οὐαί τῷ ἀνθρώπῳ ἐκείνῳ δι᾽ οὗ τό σκάνδαλον ἔρχεται» (Ματθ. ιη´, 7), οἱ δέ διά τῆς ἀνοχῆς των ἀποδεικνύουν τήν ἠθική τους ρηχότητα καί τήν πνευματική τους ἀναλγησία.
Τό Πνεῦμα τό Ἅγιον μᾶς ἀποκαλύπτει ἀκόμη διά τοῦ Προφήτου Δαυΐδ εἰς τόν Ψαλμόν του, ὅτι «αὕτη ἡ ὁδός αὐτῶν σκάνδαλον αὐτοῖς, καί μετά ταῦτα ἐν τῷ στόματι αὐτῶν εὐδοκήσουσι» (Ψαλμ. μη´, 14). Δηλαδή, αὐτός ὁ τρόπος τῆς ζωῆς τῶν ἀσεβῶν τούς γίνεται πρόσκομμα καί ἐμπόδιο γιά τήν ἀρετή. Παρά ταῦτα ὅμως, μετά τόν θάνατόν των εὑρίσκονται ἄνθρωποι τόσον ἀνόητοι, ὥστε νά ἐπαινοῦν μέ τά λόγια τους τήν διαγωγή τῆς ζωῆς τῶν ἀσεβῶν.
Ὅπως ὁ βίος τοῦ συνειδητοῦ πιστοῦ ὁδηγεῖ στόν ἀγῶνα καί στήν οὐσιαστική ζωή τῆς Χάριτος, ἔτσι ἀπό τῆς ἀντιθέτου τώρα πλευρᾶς τό ἀπρόσεκτο ντύσιμο καί ἡ προσκόλλησις στίς ἐπιταγές τῆς προκλητικῆς ἐμφανίσεως ἐπιφέρει τόν θάνατον, ὅπως ἀκριβῶς στήν περίπτωσι τοῦ Ὀλοφέρνους, πού δραματικά μᾶς περιγράφει τό βιβλίον τῆς Ἰουδίθ: «Τό σανδάλιον αὐτῆς ἥρπασεν ὀφθαλμόν αὐτοῦ, καί τό κάλλος αὐτῆς ἠχμαλώτισε ψυχήν αὐτοῦ, διῆλθεν ὁ ἀκινάκης τόν τράχηλον αὐτοῦ». (Ἰουδίθ, ιστ´, 9). Δηλαδή, τό σανδάλιόν της εἵλκυσε τόν ὀφθαλμόν του, τό κάλλος της ἠχμαλώτισε τήν ψυχήν του, ἀλλά τελικῶς τό ξίφος διεπέρασε τόν τράχηλόν του. Βλέπομε τά «ἄδηλα καί κρύφια» τῶν αἰσχρῶν καί ἀπροσέκτων ἀνθρώπων τί ἀποτελέσματα ἐπιφέρουν. Ἄς μή διαφεύγῃ δέ ποτέ ἀπό τόν νοῦν μας ἡ προσευχητική ἐπίκλησις «φύλαξόν με ἀπό παγίδος ἧς συνεστήσαντό μοι καί ἀπό σκανδάλων τῶν εργαζομένων τήν ἀνομίαν» (Ψαλμ. ρμα´, 9).
Τοῦ λόγου δέ τούτου τό ἀληθές, τό ἐπιβεβαιώνουν τόσον οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες, ὅσον καί οἱ Ὅσιοι Ἀσκηταί πού προσέφεραν τό αἷμα τους καί τό λευκό μαρτύριο τῆς συνειδήσεως, ὥστε νά ἐφαρμόσουν τόν Εὐαγγελικόν λόγον. Ἐπίσης καί αὐτοί οἱ ἔγγαμοι Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας, πού ἀπέδειξαν ὅτι γιά τήν ζωή τῶν πιστῶν δέν ὑπάρχει τό ''δέν μπορῶ'' ἀλλά τό ''δέν θέλω''. Καί οἱ νοοῦντες νοήτωσαν.
Ἑπομένως, μετά ἀπό αὐτήν τήν ζωντανή πραγματικότητα, τί ἔτι χρείαν ἔχομεν μαρτύρων περί τοῦ ἀπολύτου, τοὐτέστιν τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, καί εἰς τό θέμα αὐτό;
Προσθέτομε δέ ἐδῶ, ὅτι ἡ πραγματικότης αὐτή ἀποτελεῖ ἀμετάθετο νόμο τῆς ψυχοσωματικῆς φύσεως τοῦ ἀνθρώπου καί ὅτι εἶναι πολύ καλά γνωστός αὐτός ὁ νόμος στούς διαστροφεῖς καί σαρκολάτρες, οἱ ὁποῖοι πασχίζουν συνειδητά νά διαβρώσουν τόν πληθυσμό τῆς γῆς καί μάλιστα τήν νεολαία. Κυρίως αὐτό συμβαίνει στήν πατρίδα μας τήν Ἑλλάδα, πού τόσο ἔχει εὐλογηθῆ ἀπό τόν Θεόν καί προορισμόν ἔχει νά διαδίδῃ τήν Ὀρθοδοξία καί ὅ,τι ὑψηλόν εἰς πάντα τά Ἔθνη. Πρᾶγμα τό ὁποῖο γνωρίζουν καλῶς οἱ μισέλληνες, Ἑλληνομάχοι καί Χριστιανομάχοι, διά τοῦτο καί προσπαθοῦν παντί τρόπῳ, μέσῳ καί τοῦ δαιμονίου τῆς μόδας καί μέσῳ τῶν Μ.Μ.Ε. (Μέσων Μαζικοῦ Ἐξανδραποδισμοῦ) ἀλλά καί ἄλλων παραγόντων, νά ἐκφυλίσουν καί νά σκλαβώσουν τήν νέαν γενεάν.
Τό πνευματικό αὐτό σκλάβωμα, πού ὡς ἐπακόλουθο ἔχει νά ἐπιφέρῃκαί τό Ἐθνικό σκλάβωμα εἰς τούς λαούς οἱ ὁποῖοι ὑποκύπτουν εἰς τά «πάθη τῆς ἀτιμίας», ἀναμφιβόλως ξεκινᾶ ἀπό τήν στιγμήν κατά τήν ὁποίαν ὁ ἄνθρωπος χάνει τόν αὐτοσεβασμό καί τήν ἀξιοπρέπειά του καί καταλήγει νά ἀπεκδύεται τήν ἐνδυμασία πού σκοπόν ἔχει νά καλύπτῃ τά μέλη τοῦ σώματος.
Ἔτσι λοιπόν, ἀφ᾽ ἧς στιγμῆς δέν εἴμεθα πλέον ἱκανοί νά ἐρυθριάσωμε, θά πρέπῃ νά παραδεχθοῦμε ὅτι πέσαμε εἰς τό βάραθρο καί ὅτι τά πάντα πλέον εἶναι πιθανά νά συμβοῦν… Ἀλλά καί ἐδῶ νά σταματούσαμε, στήν ἀδιαντροπιά δηλαδή καί στό ξεγύμνωμα, δέν εἶναι καθόλου μικρό τό κακό, ἀφοῦ διά τῆς ἀσέμνου ἐνδυμασίας οἱ ἄνθρωποι ἁμαρτάνουν, σκανδαλίζουν, κλπ., μέ ἀποτέλεσμα νά χάνωνται ψυχές.
Ὅμως, ἔχομε καί ἀκόμη μεγαλύτερα βάραθρα εἰς τόν κατρακυλισμόν αὐτόν, διά τόν ὁποῖον ὁ ᾅδης «ἐπλάτυνε τό στόμα του» μέ αὐτές τίς πτώσεις πού ἐπιφέρει ὁ «κατακλυσμός τῆς ἁμαρτίας». Πρόκειται γι᾽ αὐτό πού βλέπομε σέ ὅλα τά κοινωνικά πλέον στρώματα νά αὐξάνῃ καί πού ὀνομάζεται ''κοινωνία καταργήσεως τῆς ἑτερότητος τῶν δύο φύλων'' (unisex). Ἐάν εἰς τήν προηγουμένη περίπτωσι εἰς τήν ὁποία ἀναφερθήκαμε κυριαρχῇ ἡ προκλητικότης τοῦ φύλου, ἐδῶ, εἰς τήν περίπτωσι τῆς καταργήσεως τῆς ἑτερότητος τῶν δύο φύλων, ἔχομε τό ἐντελῶς ἀφύσικο, τήν κατάργησι δηλαδή τῶν δύο φύλων πού ἐδημιούργησε ὁ Θεός ἐξ ἀρχῆς κατά τήν δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου. Παρουσιάζεται δηλαδή, ὄχι ἁπλῶς ἀνερυθριάστως, ἀλλά ἐντελῶς προκλητικῶς καί δίχως ἴχνος φόβου Θεοῦ μία ἰσοπέδωσις πού τελικά οὐδείς γνωρίζει ποιός εἶναι ποιά καί ποιά εἶναι ποιός.
Ἔτσι ἔχομε ἕναν ἀνδρογυνισμόν καί μίαν γυνανδρίαν πού καταργοῦν τά δύο φῦλα καί παρουσιάζουν τό τερατούργημα τῆς συνθέσεως ἤ ἀπορροφήσεως τῶν δύο φύλων εἰς ἕνα, πού μπορεῖ καί νά λάβῃ τήν ἀπαισία καί ἀηδιαστική ὀνομασία «τρίτο φῦλο».
Χρειάζεται ἄραγε νά περιγράψωμε τά ἰδιαίτερα ἐξωτερικά χαρακτηριστικά τοῦ ἀφύσικου αὐτοῦ τρόπου ζωῆς πού ξεκινᾶ καί αὐτός ἀπό τήν ἐνδυμασία καί καθορίζει τόν τρόπο αὐτῆς τῆς μή φυσιολογικῆς συμπεριφορᾶς; Ἄν καί κινδυνεύωμε νά κατηγορηθοῦμε ὅτι κάνομε διαφήμισι σέ αὐτοῦ τοῦ εἴδους τήν συμπεριφορά, ὅμως, ὅπως οἱ ἰατροί περιγράφουν τίς ἀσθένειες ὄχι γιά νά πολλαπλασιασθοῦν τά μικρόβια ἀλλά γιά νά ἐξαλειφθοῦν, ἔτσι καί ἐμεῖς ἐγγίζομε τήν μολυσμένη αὐτή ψυχική καί κοινωνική πληγή γιά νά τονίσωμε τήν ἔξαρσι τῆς ἀσθενείας καί νά ἐπισημάνωμε τήν ἀνάγκη τῆς θεραπεία της.
Τό περισσότερο ἐπικίνδυνο εἶναι ὅτι τό συνονθύλευμα αὐτό τῶν δύο φύλων δέν ἀποτελεῖ μία περιθωριοποίησι καί ἕνα ἀκραῖο φαινόμενο, ἀλλά γενικεύεται παρουσιάζοντας ὁλονέν καί περισσότερο ἕνα αὐξανόμενο κῦμα ἀποδοχῆς καί προσαρμογῆς τῶν ἀνθρώπων εἰς τόν ἀφύσικον αὐτόντρόπον συμπεριφορᾶς καί ἐνδυμασίας. Ἰδίως ἡ νοοτροπία αὐτή ἐπιπολάζει εἰς τούς νέους ἀνθρώπους.
Ἐάν ὅμως αὐτά ἰσχύουν γιά ὅλην τήν κοινωνία, ἄς δοῦμε ἐάν καί κατά πόσον τό μικρόβιον τῆς ἀδιαντροπιᾶς καί γενικῶς τοῦ ἀσέμνου ἔχει περάσει καί εἰς τόν χῶρον τῆς Ἐκκλησίας. Τῆς Ἐκκλησίας, ὅσον ἀφορᾶ εἰς τήν συμπεριφοράν τῶν ἀνθρώπων ἐντός τῶν ἱερῶν ναῶν.
Τό κακόν ἔχει τόσον πολύ προχωρήσει ἐντός τῶν ἱερῶν ναῶν, ὥστε σέ ἀρκετές τῶν περιπτώσεων μέ τό θέαμα πού ἀντικρύζει κανείς νομίζει ὅτι εὑρίσκεται ὄχι ἐντός ἱεροῦ ναοῦ, ἀλλά σέ ''πασαρέλα'' καί σέ ἐπίδειξι ἀκραίας κοσμικῆς μόδας. (Τό ὅτι ὑπάρχουν καί ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι ἐνδύονται ὑποκριτικῶς, σεμνά ἐντός καί ἄσεμνα ἐκτός τῶν ἱερῶν ναῶν, εἶναι καί αὐτό ἕνα ἄλλο πολύ σοβαρό θέμα, τό ὁποῖο ἔχομε ἤδη σχολιάσει σέ ἄλλο κείμενό μας).
Ὅμως, μέσα εἰς αὐτήν τήν ἀλλοπρόσαλλη καί ἀπαράδεκτη κατάστασι, ἄς περάσωμε νά δοῦμε ποιός εἶναι ὁ κυρίως ὑπεύθυνος γι᾽ αὐτό κι ἔτσι ἀπό τό κεφάλαιο τῆς διαγνώσεως νά προχωρήσωμε εἰς τόν τρόπον τῆς θεραπείας.
Ἄς τό παραδεχθοῦμε καί ἄς τό ὁμολογήσωμε εὐθαρσῶς. Κυρίως ὑπεύθυνοι γιά τό κατάντημα αὐτό τῶν ἱερῶν Ναῶν, τῶν ἱερῶν Μονῶν καί Προσκυνημάτων εἶναι ἐξ ὁλοκλήρου οἱ ὑπεύθυνοι κληρικοί, μοναχοί καί μοναχές πού ἀνέχονται αὐτόν τόν ἐξευτελισμόν τῶν προσώπων καί δή τῶν Χριστιανῶν, εἴτε ἀπό ἀνοικονόμητη οἰκονομία, εἴτε γιά νά γεμίζουν οἱ ἐκκλησίες, εἴτε γιά νά γεμίζουν τά παγκάρια, εἴτε γιά διαφόρους ἄλλους λόγους, μέ ἀποτέλεσμα νά ἐπικρατῇ αὐτό τό χάος καί ἀντί οἱ ψυχές νά οἰκοδομοῦνται, νά ἀδειάζουν ἀπό Χάρι Θεοῦ. Ἔτσι, ἄλλοι μέν μετατρέπουν τόν οἶκον τοῦ Κυρίου εἰς «οἶκον ἐμπορίου», ἄλλοι δέ ἐμπαίζονται ὑπό τοῦ Διαβόλου νομίζοντες ὅτι ἔτσι «οἰκονομοῦν», προσεγγίζουν, προσελκύουν, κλπ., ἀνθρώπους εἰς τήν Ἐκκλησία.
Καί ἄς μή εὑρεθοῦν τώρα κάποιοι «μόρφωσιν ἔχοντες εὐσεβείας» νά ὑποστηρίξουν ὅτι ἐδῶ κυριαρχεῖ ἡ ἁπλότης καί ἡ πνευματικότης, διότι μόνον αὐτά δέν ὑφίστανται. Διότι, ὅσο περισσότερο γνωρίζει ὁ ἄνθρωπος τόν Χριστόν, τόσο περισσότερο προσέχει τήν ἐξωτερική του ἐμφάνισι καί τήν ἐν γένει συμπεριφορά πού ἀποκαλύπτουν καί ἐκφράζουν τήν ποιότητα τοῦ ἐσωτερικοῦ του περιεχομένου.
Καί τοῦτο φαίνεται σέ πλεῖστες ὅσες τῶν περιπτώσεων μέσα εἰς τήν Ἱερά Παράδοσι, κυρίως ὅμως τό βλέπομε εἰς τόν πρωτοκορυφαῖο τῶν Ἀποστόλων, τόν Πέτρο, γιά τόν ὁποῖον τό Ἱερόν Εὐαγγέλιον ἀναφέρει πώς ὅταν ἤκουσε ἀπό τόν Ἰωάννην ὅτι «ὁ Κύριός ἐστι», τότε ἀμέσως «...τόν ἐπενδύτην διεζώσατο· ἦν γάρ γυμνός» (Ἰωάν. κα´, 7 ).
Μέ τόση λοιπόν ἀπερισκεψία βαρύνονται καί μέ ποιμαντική ἀδιαφορία χρεώνονται στίς χαλεπές ἡμέρες πού ζοῦμε οἱ κληρικοί μας; Εἶναι καί αὐτά σημεῖα τῶν ἡμερῶν μας, τά ὁποῖα ὁδηγοῦν τήν κοινωνία μας σέ καταστροφή. (Βεβαίως, ὑπάρχουν καί κάποιοι λίγοι ναοί καί μοναστήρια πού οἱ ὑπεύθυνοι δέν ἐπιτρέπουν τέτοιες καταστάσεις, καί εὖγε τους!!!)
Καί ἐφθάσαμε εἰς τό σημεῖον, ὄχι ἁπλῶς νά μήν ἀκούεται πλέον λόγος γι᾽ αὐτά τά θέματα ἀπό τούς ὑπευθύνους, ἀλλά νά κινδυνεύῃ νά χαρακτηρισθῇ κάποιος ὡς «ἠθικιστής», «σκοταδιστής», διώκτης, κλπ., ἐάν τολμήσῃ νά κάνῃ λόγο γιά τό αἶσχος αὐτό πού ἐπικρατεῖ κατά τήν ὥρα τῆς Θείας Λατρείας εἰς τούς Ἱερούς Ναούς, καί ὄχι μόνον.
Εἶναι δέ ἡ ὅλη κατάστασις τόσο τραγική, ὥστε κάποια φορά ἕνας πιστός, ὅταν ἠρωτήθη ὑπό τοῦ ἐφημερίου τῆς ἐνορίας του γιατί δέν τόν ἔβλεπε τελευταίως εἰς τόν ναό (ὁ πιστός ἐκκλησιαζόταν σέ ἄλλον ναό ὅπου ἐπρόσεχαν τά στοιχειώδη), ἀπήντησε: «Πάτερ μου, στόν ναό ὅταν πηγαίνω θέλω νά προσεύχωμαι καί ὄχι νά κολάζωμαι, διότι δέν εἶμαι ἄσαρκος ἄγγελος, ἀλλά ἄνθρωπος σάρκα φέρων καί ἐν τῷ κόσμῳ οἰκῶν».
Ἀπορεῖ δέ κανείς καί διερωτᾶται γιατί ὑπάρχει αὐτή ἡ γενική παγερή ἀδιαφορία καί αὐτός ὁ συμβιβασμός τῶν ποιμένων, τῶν πιστῶν, τῶν ἐκπαιδευτικῶν, τῶν γονέων, τῶν ἐνηλίκων, τῶν νέων καί γενικῶς τῶν καθ᾽ ὕλην ἁρμοδίων ἔναντι αὐτῆς τῆς φοβερᾶς ἁμαρτίας, πού ξεκινᾶ ἀπό τήν ἄσεμνη ἐνδυμασία καί φθάνει ἕως τά διαζύγια, τίς πορνεῖες, μοιχεῖες, προγαμιαῖες σχέσεις, ἐξωγαμιαῖες σχέσεις, διαστροφές, ὁμοφυλοφιλίες, ναρκωτικά... ἕως καί τίς ἐγκληματικές ἀμβλώσεις.
Ἀλήθεια, ποῦ θά φθάσῃ πλέον αὐτή ἡ κατάστασις πού γενικεύεται καί κατακλύζει ὁλόκληρη τήν ἀνθρωπότητα; Δυστυχῶς, ἡ ἐξαίρεσις τείνει νά καταστῇ κανόνας καί σπάνια σήμερα βλέπεις ἄνθρωπο νά σκέπτεται, νά ὁμιλῇ καί νά συμπεριφέρεται ὅπως ἐπιτάσσουν τό Εὐαγγέλιο καί οἱ Ἱεροί Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας μας. Φυσικά, ἡ ἄσεμνος ἐνδυμασία μέ ὅλα τά παρεπόμενα οὐδέ καί ὡς ἐξαίρεσις πρέπει νά ὑφίσταται.
Ἐάν τώρα προσθέσωμε ὅτι ἐξέλιπε δυστυχῶς ἀπό τήν ποιμένουσα Ἐκκλησία, ἀπό τήν ἐκπαίδευσι, ἀπό τήν οἰκογένεια καί γενικῶς ἀπό ὁποιονδήποτε θεσμό ὁ σωτήριος ἔλεγχος, ἡ κατάστασις θά βαίνῃ ἀπό τό κακόν εἰς τό χειρότερον. Ναί, ὁ ἅγιος αὐτός καί σωτήριος ἔλεγχος, διά τόν ὁποῖον ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος μᾶς διδάσκει ὅτι «ἐάν ἐκ τῆς Ἐκκλησίας καί τῆς κοινωνίας λείψῃ τό ἅλας τοῦ ἐλέγχου, τά πάντα σήπονται καί καταστρέφονται».
Καί καλόν εἶναι εἰς τό σημεῖον αὐτό νά μνησθοῦμε τῶν πατρικῶν συμβουλῶν καί νουθεσιῶν τοῦ ὁσίου Γέροντος Φιλοθέου Ζερβάκου, ὁ ὁποῖος, ἴσως περισσότερο ὅλων τῶν ἄλλων πατέρων τῆς γενεᾶς του, ἐκήρυττε γιά τό θέμα τῆς Ὀρθοδόξου χριστιανικῆς, σωστῆς καί εὐπρεποῦς ἐνδυμασίας ἀνδρῶν καί γυναικῶν.
Μεταξύ τῶν ἄλλων, ὁ ὅσιος Γέρων ἔλεγε: «Ἐάν οἱ γυναῖκες δέν διορθώσουν τό τοιοῦτον (τήν ἐνδυμασία τους) συντόμως θά ἔλθῃ ἡ ὀργή τοῦ Θεοῦ. Μέ τέτοια ἐνδυμασία πού ντύνονται πολλές γυναῖκες, ἐάν δέν διορθωθοῦν νά ντύνωνται σεμνά, ὡς πρέπει σέ Χριστιανές γυναῖκες, ἄς γνωρίζουν ὅτι εἶναι βδελυκτές εἰς τόν Θεόν καί δέν πρέπει νά μπαίνουν εἰς τόν ναόν τοῦ Θεοῦ, οὔτε εἰς τήν αὐλήν τοῦ ναοῦ»(1).
Ἄν αὐτά ἔλεγε ὁ Γέροντας Φιλόθεος Ζερβάκος εἰς τήν ἐποχή του, θά εἴμαστε ἄραγε ἐμεῖς ὑπερβολικοί, μέ τά ὅσα συμβαίνουν σήμερα, ἄν θά λέγαμε ὅτι δέν θά ἔπρεπε νά περνοῦν οὔτε ἔξω ἀπό τήν αὐλή τῆς ἐκκλησίας, γιά νά μή ποῦμε οὔτε ἀπό τόν δρόμο πού ὁδηγεῖ πρός τήν ἐκκλησία; (Φυσικά, μέ αὐτό δέν ἐννοοῦμε σέ καμμία τῶν περιπτώσεων ὅτι ἐπιθυμοῦμε οἱ ἄνθρωποι νά ἀποκοποῦν ἐκ τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλοίμονο, ἀλλά ὅτι πρέπει νά διορθώσουν τήν συμπεριφορά τους).
Καί εἶναι ἐπίσης ἀλήθεια ὅτι ὅσον ὑψηλότερος εἶναι ὁ πνευματικός δείκτης μιᾶς κοινωνίας, τόσον σεμνότερη εἶναι καί ἡ ἐνδυμασία τῶν ἀνθρώπων, καί δή τῶν γυναικῶν, ὅπως ἤδη ἐτονίσαμε.
Ἔτσι καί εἰς τόν χῶρο τῆς Ἐκκλησίας, ὅσον περισσότερον οἱ πιστοί, κλῆρος καί λαός, ὁδεύουν πρός τήν ἀρετή, τήν κάθαρσι καί τήν ἁγιότητα, τόσον καί περισσότερον προσέχουν τήν ἀμφίεσί τους, τήν στάσι τους εἰς τήν κοινωνία καί μάλιστα τήν ὅλη τους προσευχητική στάσι ἐντός τῶν Ναῶν καί τῶν Ἁγίων Προσκυνημάτων.
Ἐξ αἰτίας δέ αὐτῆς τῆς ἀγρύπνου προσοχῆς καί τοῦ ἀγῶνος τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν, ὁ Ἑλληνορθόδοξος πολιτισμός καθώρισε ἔθιμα τά ὁποῖα βοηθοῦν σημαντικῶς εἰς τήν διατήρησιν τῶν εὐπρεπῶν καί χρηστῶν ἠθῶν, ὅπως ἐπίσης κανόνα καί μέτρον τῆς γυναικείας ἐνδυμασίας. Κατ᾽ αὐτά, ἡ ἐμφάνισις καί ἡ συμπεριφορά τῶν γυναικῶν πρέπει νά εἶναι τέτοια, ὥστε νά μή προκαλῇ ἁμαρτωλούς λογισμούς καί ἡ ὅλη τους παρουσία νά ἀποπνέῃ εὐωδία Χριστοῦ καί νά φανερώνῃ τούς καρπούς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Γιά ὅσους ἀγωνίζονται νά βιώσουν τήν ὀμορφιά καί τήν Χάρι τῆς Ὀρθοδόξου πνευματικότητος εἶναι ἀπολύτως γνωστόν ὅτι ἡ αἰδώς καί ἡ θυγάτηρ αὐτῆς, ἡ σεμνότης, ἀποτελοῦν τήν πρώτην γραμμήν ἀμύνης. Ἔσπασε αὐτή ἡ γραμμή; Ἤ, τό ἀκόμη χειρότερον, ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος ἀπορρίπτει καί ἀχρηστεύει αὐτήν τήν γραμμήν; Τότε ἰσχύει τό γνωμικόν: «Ὅταν ἀπό μόνος σου γίνεσαι σκώληκας, μή διαμαρτύρεσαι ὅταν οἱ ἄλλοι σέ ποδοπατοῦν».
Ὅσον ἀφορᾶ τώρα εἰς τά ἐπιχειρήματα πού χρησιμοποιοῦν ὡρισμένοι, ἕνα ἐκ τῶν ὁποίων εἶναι ὅτι λόγῳ θερμῶν καιρικῶν συνθηκῶν ἀπεκδύονται τῆς ἐνδυμασίας των, ἤ πάλιν ἰσχυρίζονται ὅτι λόγῳ ψυχρῶν καιρικῶν συνθηκῶν ἡ ἀνδρική ἐνδυμασία εἶναι πιό πρακτική γιά τίς γυναῖκες, κλπ., ὅλα αὐτά δέν εἶναι παρά «προφάσεις ἐν ἁμαρτίαις». Καί τό μόνο πού μπορεῖ νά πῇ κανείς εἶναι ὅτι «ἡ ἀπολογία χεῖρον ἐστί τῆς κατηγορίας». Ἐξ ἄλλου, εἶναι τοῖς πᾶσι γνωστόν καί ἐπιβεβαιώνεται ἀπό ἰατρικῆς ἀπόψεως ὅτι τό κάλυμμα τοῦ δέρματος διά τοῦ ἐνδύματος, ὄχι μόνον προστατεύει ἀπό τίς καυστικές ἡλιακές ἀκτῖνες, ἀλλά καί τό ὅτι καλυμμένος ὁ ἄνθρωπος αἰσθάνεται ὀλιγώτερον τήν ἄνοδον τοῦ ὑδραργύρου. Ὅλοι αὐτοί ὅμως φαίνεται ὅτι μᾶλλον καθοδηγοῦνται ἀπό οἴκους μόδας, κλπ., καί ὅτι ἀναπαύονται εἰς τήν κοινῶς λεγομένη ''ξετσιπωσιά''.
Ἀλλά, ἄς λεχθῆ καί τοῦτο. Ἀποτελεῖ μέγα σφάλμα τό ὅτι τείνει νά καθιερωθῇ σέ ναούς, ἀκόμη καί σέ ὡρισμένα μοναστήρια, ὁ «μικτός ἐκκλησιασμός». Καί εἶναι σφάλμα αὐτό, διότι ἡ παράδοσις θέλει τόν διαχωρισμό τῶν θέσεων μεταξύ ἀνδρῶν καί γυναικῶν ἐν ὥρᾳ Θείας Λατρείας καί προσευχῆς.
Τώρα, ἄς δοῦμε καί τήν στάσι τῶν Ἁγίων μας ὅσον ἀφορᾶ τήν σεμνότητα.
Μέ συγκίνησι ἄς ρίξωμε τήν ματιά μας σέ μία μάρτυρα τῶν πρώτων μαρτυρικῶν αἰώνων τῆς Ἐκκλησίας μας, ἡ ὁποία σέ αὐτήν τήν ζωή ἀπέφυγε τόν καύσωνα τῆς ἁμαρτίας, γεύθηκε τά κάλλη τοῦ Παραδείσου καί ἀπήλαυσε τήν δρόσον τοῦ Πνεύματος. Πρόκειται γιά τήν Ἁγία Μάρτυρα Περπέτουα.
Τό μαρτυρολόγιον τῆς Ἁγίας ἀναφέρει πώς ὅταν τήν καλλιπάρθενο Μάρτυρα τήν ἔρριψαν εἰς τά πεινασμένα θηρία, αὐτά τήν ἐτραυμάτισαν καί τῆς ἔσχισαν τόν χιτῶνα μέ ἀποτέλεσμα νά φανῇ ὁ μηρός της. Τότε ἐκείνη ἀμέσως ἔσπευσε νά καλύψῃ τόν γυμνόν της μηρό ὑπολογίζοντας περισσότερο εἰς τήν σεμνότητα παρά εἰς τούς φρικτούς της πόνους.
Καί τώρα προβάλλει τό ἐρώτημα, πού ὄντως μᾶς καυτηριάζει: Μπορεῖ νά ὑπάρξῃ σύγκρισις, μεταξύ τῆς δῆθεν καλοκαιρινῆς θερμότητος πού ἰσχυρίζονται ἤ φέρουν ὡς πρόφασιν κάποιες γυναῖκες, μέ τά φρικτά μαρτύρια καί τό μαρτύριον τῆς συνειδήσεως πού καλύπτει ἀκόμη καί τά ἄκρα τοῦ σώματος; Ὑπάρχουν λοιπόν κάποιοι ἄνθρωποι οἱ ὁποῖοι ἁγιάζουν τήν ἀτμόσφαιρα καί ἄλλοι, πού, λόγῳ τοῦ διασυρμοῦ των, κολλάζουν ψυχές.
Ἐδῶ ἐπιβάλλεται νά παρουσιάσωμε καί ἄλλο ἕνα διαμάντι πού ἁλλιεύσαμε ἐπί τοῦ θέματος μέσα ἀπό τόν ὠκεανό τῶν Συναξαρίων. Πρόκειται γιά τήν Μάρτυρα Καικιλία, ἡ ὁποία μᾶς μεταφέρει στήν ἐποχή τῶν διωγμῶν καί τοῦ Κολοσσαίου τῆς Ρώμης. Τότε δηλαδή πού ἡ Ἐκκλησία δέν εἶχε καλωπισμένους ναούς, διέθετε ὅμως χρυσούς Χριστιανούς!
Ἡ Καικιλία ἦταν τυφλή καί εὑρίσκετο ἐμπρός εἰς τά ἐπικείμεναμαρτύρια νομίζουσα ὅτι ἦταν μόνη μέ τόν δικαστή της. Ὅλοι οἱ παρόντες, κατά διαταγήν τοῦ δικαστοῦ, παρέμεναν σιωπηλοί, κρατοῦσαν ἀκόμη καί τήν ἀναπνοή τους γιά νά μή γίνουν ἀντιληπτοί. Ὅταν μετά τήν ἀνάκρισι διεπιστώθη πώς ἦταν ἀδύνατον νά ἀρνηθῇ τόν Χριστόν, ἐδόθη ἡ ἐντολή τοῦ μαρτυρίου. Τότε ψίθυρος ἀγανακτήσεως κατά τοῦ δικαστοῦ ἠκούσθη ἀπό ὅλα τά μέρη. Ἄς ἀφήσωμε ὅμως τόν ἱερό Συναξαριστή νά μᾶς διηγηθῇ ἐπακριβῶς τήν συγκλονιστική ἐκείνη στιγμή:
«Ἡ Καικιλία μόλις τότε ἐννόησεν ὅτι περιεστοιχίζετο ἀπό ὁλόκληρον πλῆθος. Ὁλόκληρον τό πρόσωπόν της, ὁ τράχηλός της, τό μέτωπόν της, ἐκοκκίνισαν ἀμέσως ἐξ ἐντροπῆς. Ὁ δικαστής μέ ἄγριον βλέμμα ἐπέβαλε σιγήν εἰς τά πλήθη καί ὅλοι τότε ἤκουσαν τήν Καικιλίαν, τῆς ὁποίας ἡ φωνή ὑψοῦτο θερμοτέρα ἀπό κάθε ἄλλην φοράν:
- Κύριέ μου, ἠγαπημένε μου Νυμφίε, ἐπάκουσόν μου! Ἐζήτησα πάντοτε νά εἶμαι πιστή εἰς Σέ. Ἐπίτρεψον οἱαδήποτε δεινά νά ὑποφέρω. Ἕν μόνον μή ἐπιτρέψῃς! Τήν σύγχυσιν καί τήν ἐντροπήν τήν ὁποίαν θά ὑπομείνω ὅταν μέ ἴδουν γυμνήν τόσοι ὀφθαλμοί. Πάρε με κοντά Σου ἀπό τῆς στιγμῆς αὐτῆς. Μή ἐπιτρέψῃς ποτέ νά μέ ἀτιμάσουν καί νά μολύνουν τόν ναόν τοῦ σώματός μου, τόν ὁποῖον πάντοτε προσεπάθησα νά διατηρήσω καθαρόν.
Νέος ψίθυρος συμπαθείας ἠκούσθη.
- «Στρατιῶτα!», ἐφώναξε ὀρυόμενος ὁ δικαστής. «Τί κάθεσαι; Κάμε τό καθῆκον σου».
Ὁ δήμιος ἐπροχώρησε. Ἔτεινε τήν χεῖρα γιά νά ἀποσπάσῃ τά ἐνδύματα τῆς μάρτυρος. Παρευθύς ὅμως ἀπεμακρύνθη καί στραφείς πρός τόν δικαστήν εἶπε:
- «Εἶναι πλέον πολύ ἀργά. Ἀπέθανεν!»
- «Ἀπέθανεν;», ἀνέκραξεν ὁ δικαστής. «Τόσον γρήγορα; Εἶναι ἀδύνατον!»
Ὅταν ζοῦσε ἦτο τυφλή ἐκ γενετῆς. Δέν εἶχε δεῖ ἄλλα σώματα, οὔτε καί τό δικό της. Ὅμως τό Πνεῦμα τό Ἅγιον τήν καθωδηγοῦσε εἰς τό τί εἶναι ἀρεστόν καί φέρει χαράν καί εὐλογίαν καί εἰς τό τί εἶναι ἁμαρτία καί φέρει ἐντροπήν.
Καί μετά ἀπό αὐτά, ἄς κύψωμε τήν κεφαλήν καί ἄς ἀναθεωρήσωμε πολλές παραμέτρους, τόσον εἰς τήν καθημερινή μας ζωή, ὅσο καί εἰς τήν συμπεριφορά μας εἰς τούς ἱερούς ναούς.
Ἀλλά ἐάν ἡ Ἁγία Καικιλία ἦτο τυφλή, τώρα, ὦ θαύματος καινοῦ, ἕνας ἤδη νεκρός μάρτυς προστατεύει τό μαρτυρικόν του σῶμα. Πρόκειται γιά τόν Ἅγιον Γεώργιον τόν Χιοπολίτην (1785-1807). Ἀρκεῖ μία ἁπλῆ ἀνάγνωσις ἀπό τήν περιγραφή πού κάνει ὁ ἀείμνηστος Φώτης Κόντογλου γιά νά συγκλονισθῇ ὁ πιστός ἐφ᾽ ὅρου ζωῆς. Εἰς τό μαρτυρολόγιον αὐτό μεταξύ τῶν ἄλλων ἀναφέρεται πώς ὅταν τόν ἀπεκεφάλισαν ἦτο μόλις 22 ἐτῶν. Ὅταν ὁ δήμιος ἐσήκωσε τό ἄψυχο κορμί, ὁ Ἅγιος γιά νά μή φανῇ ἡ γυμνότης, καίτοι ἀποκεφαλισμένος, ἔπιασε τά ροῦχα του μέ τά ἴδια του τά χέρια, ἀκριβῶς γιά νά δείξῃ τήν σεμνότητα πού πρέπει νά ἔχουν οἱ Χριστιανοί! Χρειάζεται σχόλιο;
Τοῦτο μόνο σημειώνομε. Ζωντανοί καί νεκροί, νέοι ἄνδρες καί ἁγνές θυγατέρες προτιμοῦσαν νά δώσουν τό αἷμα τους παρά νά σπιλώσουν τήν ἁγνότητά τους, ἔστω καί μέ τό βλέμμα τῶν ἀνθρώπων.
Διερωτώμεθα, σήμερα εἰς τήν ἐποχή μας σέ ποιό ἐκ τῶν δύο φύλων προσάπτεται τελικά ὁ προσδιορισμός τοῦ «ἀσθενοῦς», ὅπως ἐπίσης εἶναι ἀπορίας ἄξιον μέ τό «συνονθύλευμα» καί τήν «συγχώνευσι» τῶν δύο φύλων πού ἐπιδιώκουν, οἱ «μεγάλοι γλωσσοπλάστες» τί ὅρο θά ἐφεύρουν... Ἄς κατανοήσῃ ἐπί τέλους τό ''ἀμφιλεγόμενον'' «ἀσθενές φύλον» ὅτι αὐτό τό ὁποῖο ἀποτελεῖ ἰδίωμα τῶν γυναικῶν ἐκείνων οἱ ὁποῖες κατά τήν ἐνάσκησι τοῦ ἐπαισχύντου ἐπαγγέλματός των ἀποκαλύπτουν τήν αἰσχρότητα τῶν μελῶν των, δέν μπορεῖ νά ἀποτελῇ κανόνα ἐνδυμασίας γιά καμμία σοβαρή γυναῖκα, ἄγαμη καί ἔγγαμη, μικρή καί μεγάλη, πόσῳ μᾶλλον γιά Ὀρθόδοξη Χριστιανή. Γιά γυναῖκα πού πρέπει νά ἀποτελῇ πρότυπο καί, πάνω ἀπ᾽ ὅλα, συνειδητό μέλος τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ.
Ἄς προβληματισθοῦμε λοιπόν, πρίν ἐπέλθῃ γενική συνειδησιακή πώρωσις καί παύσουν νά ὑπάρχουν ζωντανά πνευματικά κύτταρα εἰς τήν κοινωνία, καί ἄς ὁλοκληρώσωμε τό θέμα μας, τό ὁποῖο ἔχει περισσότερον βάθος ἀπ᾽ ὅσο παρουσιάσαμε καί ἀπ᾽ ὅσο ἐκ πρώτης ὄψεως μπορεῖ κανείς νά φαντασθῇ.
Ἄς στρέψωμε τό βλέμμα μας εἰς τήν προσωπικότητα τῆς Κυρίας Θεοτόκου. Εἰς τήν Μητέρα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀλλά καί εἰς τήν ἰδική μας Μητέρα, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ τήν Σκέπην, τήν Προστασίαν, ἀλλά καί τό τρισευλογημένο Πρότυπο ὅλων τῶν γυναικῶν πού ἀθλοῦνται μέσα σέ ἀλλοπρόσαλλες συνθῆκες ζωῆς καί ζοῦν μέσα σέ μία τρισάθλια κοινωνία, ἡ ὁποία κοινωνία ὁδηγεῖ μέσα ἀπό ὅλα αὐτά πού προανεφέραμε στόν ἐκφυλισμό τῶν ἀνθρώπων.
Τό μοναδικό παράδειγμα τῆς Κυρίας Θεοτόκου, τό ὁποῖον - παρά τό ὅτι ἔζησε σέ ἁμαρτωλό περιβάλλον ἐκείνην τήν ἐποχή - ἔλαμψε ὡς φωτεινόν μετέωρον, πρέπει νά ἐμπνέῃ κάθε Χριστιανή γυναῖκα πού ἀγωνίζεται νά ἐφαρμόσῃ τήν Χριστοποίησι εἰς τήν ζωή της. Καί μόνον ἡ Θεομητορική Της μορφή ἐμπνέει καί παραδειγματίζει γιά τήν ἐξωτερική ἐμφάνισι, τήν παρουσία, τήν συμπεριφορά καί τό ἦθος μας.
Ἐρώτησαν κάποτε μία νεαρή πῶς διατηρεῖ τήν ἁγνή καί γεμάτη χάρι ἐμφάνισί της. Καί ἀπήντησε: «Κάθε ἡμέρα συμβουλεύομαι τόν ''καθρέφτη'' μου». «Τί τό ἰδιαίτερο ἔχει αὐτός ὁ καθρέφτης;», τήν ἐρώτησαν. Τότε ἐκείνη ἔβγαλε ἀπό τήν τσάντα της, μέ προσοχή καί εὐλάβεια, τήν εἰκόνα τῆς Παναγίας μας, τήν ἀσπάσθηκε καί εἶπε: «Αὐτός εἶναι ὁ δικός μου καθρέφτης»!
Ἔτσι, καταλήγομε εἰς τό ὅτι ἀπό τόν καθένα μας ἐξαρτᾶται, ὡς πρόσωπα, κοινωνία καί ἔθνος, νά καταστοῦμε εἰκόνες Χάριτος καί σεμνότητος.
Ὡσαύτως, εἰς τήν προαίρεσί μας ἐπαφίεται καί ἡ ἐφαρμογή τοῦ ὕμνου «Μέσῳ πυρός ἱστάμενοι καί μή φλεγόμενοι» (Δανιήλ Γ´ καί Ἀκάθιστος Ὕμνος, η´ ᾠδή), πού ἀναφέρεται μέν εἰς τούς Τρεῖς Παίδας ἐν τῇ καμίνῳ, προσαρμόζεται δέ ἀπολύτως εἰς τόν καύσωνα τῶν πειρασμῶν καί εἰς τά σκάνδαλα τῆς χωρίς Θεόν σκολιᾶς, διεφθαρμένης καί διεστραμμένης κοινωνίας ἐν μέσῳ τῆς ὁποίας ζοῦμε καί ἀγωνιζόμεθα, ἀλλά καί ἐπαγγέλλεται τήν δρόσον τοῦ Πνεύματος πού θά ἐπισκιάσῃ κάθε ἀγωνιζομένη κατά Θεόν ψυχή.
Ἀμήν.

(1) «Γιά τά ἄτοπα στούς Ναούς καί στίς περιόδους τῶν ἑορτῶν», «Λόγοι καί Παραινέσεις», Γέροντος Φιλοθέου Ζερβάκου, «ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»

ΧΡΙΣΤΟΫΦΑΝΤΟΣ

ΓΙΑΤΙ ΕΠΙΤΡΕΠΕΙ Ο ΘΕΟΣ ΤΩΝ ΔΙΩΓΜΟ ΤΩΝ ΠΙΣΤΩΝ; – ΘΑ ΔΩΣΕΤΕ ΜΑΧΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ – NA ΕΙΣΤΕ ΠΡΟΤΥΠΑ


 

Να γιατί είναι αναγκαίος ο διωγμός. Για να καταξιωθούμε της βασιλείας του Θεού. Κάνουν κακό στους χριστιανούς οι άθεοι και οι αντίχριστοι. Όχι όμως διότι είναι δυνατοί, αλλά διότι ο Θεός το επιτρέπει, για να εξευτελισθούν οι δήθεν δυνατοί από τους αδυνάτους και να καταξιωθούν οι αδύνατοι της βασιλείας του Θεού. 
Μπορούσε ο Θεός να στείλη αστροπελέκια και να τους κάψη όλους, και δε θα μπορούσαν να κάνουν κακό· αλλά ήταν αναγκαίοι οι χριστιανοί να περάσουν απ” αυτή την οδό. 
Διότι μία είναι η οδός η άγουσα εις τους ουρανούς, ένα όνομα έχει· είναι η οδός των θλίψεων. «Δια πολλών θλίψεων δει υμάς εισελθείν εις την βασιλείαν του Θεού»(Πραξ. 14-22). 
Αυτή την οδό εβάδισε ο Χριστός, την οδό του Γολγοθά. Αυτήν πρέπει να βαδίσουν και οι χριστιανοί. Και απόδειξις ότι είναι ένας πιστός χριστιανός είναι όταν έχει θλίψεις. Όταν ζή καλά και δεν έχη θλίψεις, σημαίνει ότι κάτι δεν πάει καλά.
-Να είστε πρότυπα
Θα δώσετε τη μάχη. Θα δώσετε κραταιάν μάχη μέσα στην κοινωνία. Και θα γίνετε πρότυπα. Γιατί έχουμε ανάγκη προτύπων… Είχε η Ελλάς παλαιά πρότυπα, πρότυπα ιερέων, πρότυπα αρχιερέων, πρότυπα στρατηγών, πρότυπα πολιτικών ήταν γεμάτη από πρότυπα. Και είναι ανάγκη η νεότης μας να έχει πρότυπα. Αν τώρα πάσχει η νεότης μας, είναι γιατί δεν έχει τέτοια πρότυπα.
Ευχόμεθα καθεμία από σας να γίνει πρότυπο. Πρότυπο μέσα στην κοινωνία αυτή. Και όσες από σας εκλέξετε την έγγαμον ζωήν, να είστε πρότυπα μητέρων και γιαγιάδων, όπως στην απέραντη Ρωσία, που αυτές κράτησαν υπό διωγμόν 75 χρόνια την ορθόδοξο πίστι.
Να είστε πρότυπα. Να είστε φώτα, και να αντλήτε πνευματικόν φως από το ακήρατον φως. Το δε ακήρατον φως, ο άδυτος ήλιος, είναι ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός όν, νεάνιδες, υμνείτε και υπερυψούτε εις πάντας τους αιώνας αμήν.

Aπο το βιβλίο του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου
«ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΣΤΟΥΣ ΕΣΧΑΤΟΥΣ ΚΑΙΡΟΥΣ», 
εκδοση Β΄, 2008, σελ. 125-126
NA ΓΙΑΤΙ ΕΙΝΑΙ ΑΝΑΓΚΑΙΟΣ Ο ΔΙΩΓΜΟΣ
«Εις το καταξιωθήναι υμάς της βασιλείας του Θεού».

Ποια είναι η μόνη λύση στο αδιέξοδό μας;



Διανύουμε μία ἰδιαίτερα δύσκολη περίοδο. Πολλοί ἀνησυχοῦν γιά τήν οἰκονομική ὕφεση καί κρίσι. Θεωροῦμε ὅμως ὅτι πιό ἀνησυχητική εἶναι ἡ πνευματική κρίσι καί ἡ προσπάθεια κάποιων παραγόντων νά ἀποχριστιανίσουν καί ἀποορθοδοξοποιήσουν τόν λαό μας. Ἡ Εὐρ. Ἕνωσις φαίνεται ὅτι συμβάλλει μέ τίς ὁδηγίες της πρός τήν κατεύθυνσι αὐτή. Οἱ δομές, πού προετοιμάζουν τόν ἐρχομό τῆς «Νέας Ἐποχῆς», εἶναι ἐπίσης ἐπικίνδυνες, γιατί ἀποπροσωποποιοῦν τά ἀνθρώπινα πρόσωπα καί μεταβάλλουν τήν κοινωνία σέ μάζα. Θεσμοί ὅπως τό ἠλεκτρονικό φακέλωμα, ἡ κατάργησις τοῦ θρησκεύματος ἀπό τίς ταυτότητες τῶν Ἑλλήνων, ὁ σταδιακός περιορισμός τῆς διδασκαλίας τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν στά σχολεῖα, ἡ σχεδιαζόμενη ἐπαχθὴς καί ἀσφυκτική γιά τήν λειτουργία της φορολόγησις τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ἐνορχηστρωμένη πολεμική τῶν Μ.Μ.Ε. κατά τῆς Ἐκκλησίας, ἡ συστηματική προσπάθεια νά διαλυθῆ ἡ Ὀρθόδοξος ἑλληνική οἰκογένεια, συνιστοῦν μέτρα ἀποδομήσεως τῶν ἑλληνορθόδοξων θεμελίων του Ἔθνους μας.
Προσβλέπομε στόν Σταυρό τοῦ Κυρίου ὡς τήν λύση τοῦ ἀδιεξόδου μας. Ὅσο ἀπομακρυνόμεθα ἀπό τόν Χριστό, αἰχμαλωτιζόμεθα ἀπό τήν φιλαυτία, πού κατά τούς Ἁγίους Πατέρας εἶναι ἡ ρίζα ὅλων τῶν κακῶν. Τά προφητικά λόγια του Ἀποστόλου Παύλου μᾶς συγκλονίζουν: «ἐν ταῖς ἐσχάταις ἡμέραις ἐνστήσονται καιροί χαλεποί· ἔσονται γάρ οἱ ἄνθρωποι φίλαυτοι, φιλάργυροι, ἀλαζόνες, ὑπερήφανοι, βλάσφημοι, γονεῦσιν ἀπειθεῖς, ἀχάριστοι, ἀνόσιοι, ἄστοργοι, ἄσπονδοι, διάβολοι, ἀκρατεῖς, ἀνήμεροι, ἀφιλάγαθοι, προδόται, προπετεῖς, τετυφωμένοι, φιλήδονοι μᾶλλον ἤ φιλόθεοι, ἔχοντες μόρφωσιν εὐσέβειας, τήν δέ δύναμιν αὐτῆς ἠρνημένοι» (Β΄ Τιμ. γ΄ 2–5).
Ὁ Κύριος, ὅπως γράφει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, «ἀντί τῆς προκειμένης αὐτῷ χαρᾶς ὑπέμεινε Σταυρόν, αἰσχύνης καταφρονήσας» (Ἑβρ. ιβ΄ 2) καί ἔγινε «ὑπέρ ἡμῶν κατάρα» (Γαλ. γ΄ 13), γιά νά μᾶς ἐλευθερώση ἀπό τήν κατάρα τοῦ νόμου, δηλαδή ἀπό κάθε μορφή αὐτοδικαιώσεως, καί ἀπό τήν φιλαυτία.
Ἀτενίζομε στόν Σταυρό πάσχοντα τόν ἀναμάρτητο Κύριο καί διδασκόμεθα τήν χριστοήθεια, τήν ἀντικατάστασι τῆς φιλαυτίας ἀπό τό θυσιαστικό καί ἀγαπητικό ἦθος.
Πόσο πιό ὡραία θά ἦταν ἡ κοινωνία μας καί ἡ ζωή μας, ἐάν μέ πνεῦμα μετανοίας ἀγωνιζώμεθα κατά τοῦ ἐγωκεντρισμοῦ καί τῆς φιλαυτίας;
Στό πρόσωπο τοῦ εὐγνώμονος ληστοῦ βλέπομε πῶς μέ τήν πίστι καί τήν μετάνοια σώζεται ὁ ἄνθρωπος. Στόν ἐξ ἀριστερῶν ληστή βλέπομε τόν ἄνθρωπο, πού, λόγω τῆς ἀπιστίας του, στερεῖται τήν σωτηρία, πού προσφέρει ὁ Σταυρωθεὶς Ἰησοῦς.
Ὁ Σεβασμιώτατος πρ. Ἐρζεγοβίνης Ἀθανάσιος Γιέφτιτς, παραλληλίζει τούς δύο ληστὰς μέ δύο συγχρόνους φιλοσόφους, τόν Ντοστογιέφσκυ καί τόν Σάρτρ: «Διὰ τήν ἄρνησιν τοῦ Θεοῦ ὁ Ντοστογιέφσκυ ἤξερε ὄχι ὀλιγώτερον τοῦ Σάρτρ, ἐκεῖνα ὅμως, πού ἤξερε ὁ Ντοστογιέφσκυ ὁ Σάρτρ δέν ἤθελε νά τά γνωρίση. Εἰς τήν ἑωσφορικήν ὑπερηφάνειάν του καί τόν ἐγωκεντρισμόν του (τοῦτο λέγεται δαιμονική “φιλαυτία” κατά τούς Πατέρας) ὁ Σάρτρ δέν ἤθελε νά ἀναζητήση τήν σωτηρίαν του ὡς ἀνθρώπου εἰς τόν Θεάνθρωπον Χριστόν! Καί ἐδῶ πάλιν ἰσχύει δι’ αὐτόν ἡ προσωπική μαρτυρία καί ὁμολογία τοῦ Ντοστογιέφσκυ: Ὅσοι ἀρνοῦνται τόν Χριστόν, μέ αὐτό βεβαιώνουν μόνον ὅτι δέν τόν ἐγνώρισαν κἄν» («Οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ καί ὁ μηδενισμός τῶν συγχρόνων ὑπαρξιστῶν», περιοδ. «Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς», τ. 617,σ. 208–209).
Ὁ Ἐσταυρωμένος ἀναμένει πάντοτε, καί μάλιστα ἐφέτος, πού περνᾶμε αὐτήν τήν πνευματική κρίσι καί τήν λαίλαπα τοῦ ἀθεϊσμοῦ, τήν μετάνοιά μας. Ἀρχόντων καί ἀρχομένων, κλήρου, λαοῦ καί μοναχῶν.
Δέν ἐξέλιπαν βέβαια ἀπό τόν λαό μας οἱ ταπεινές ψυχές, πού μετανοοῦν, πού προσεύχονται, πού ἀγαπητικά προσφέρονται στόν συνάνθρωπο. Αὐτοί εἶναι οἱ γνήσιοι μαθηταί τοῦ Ἐσταυρωμένου Κυρίου.
Φωτίζει καί παρηγορεῖ τήν ζωή μας ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι ὁ ἀνεξάντλητος ποταμός, πού ἀρδεύει καί ζωογονεῖ «τήν πόλιν τοῦ Θεοῦ» (πρβλ. Ψαλμ. με΄ 5), δηλ. τήν Ἐκκλησία. Ὅπως ψάλλομε:
«Ἡ ζωηφόρος Σου πλευρά, ὡς ἐξ’ Ἐδέμ πηγή ἀναβλύζουσα, τήν Ἐκκλησίαν Σου, Χριστέ, ὡς λογικόν ποτίζει Παράδεισον, ἐντεῦθεν μερίζουσα,ὡς εἰς ἀρχάς εἰς τέσσαρα Εὐαγγέλια τόν κόσμον ἀρδεύουσα, τήν κτίσιν εὐφραίνουσα καί τά Ἔθνη πιστῶς διδάσκουσα, προσκυνεῖν τήν βασιλείαν Σου».(Μακαρισμοί Μεγάλης Παρασκευῆς)
Τήν Σταύρωσι τοῦ Κυρίου καί τήν τριήμερο Ταφή Του ἀκολουθεῖ ἡ ζωηφόρος Ἀνάστασίς Του.
Ὅσο κι ἄν εἶναι σκοτεινός ὁ κόσμος μας, πού ἐσταύρωσε τόν Θεόν, σ’ αὐτόν τόν κόσμο μποροῦμε νά χαροῦμε, γιατί ὁ Σταυρωθεὶς καί Ταφεὶς Κύριος ἐνίκησε τόν θάνατο καί ἀνεστήθη τριήμερος ἐκ τῶν νεκρῶν «συναναστήσας παγγενῆ τόν Ἀδάμ» (Ἀναστάσιμος κανών, ὠδή στ΄).
«Δεῦτε λάβετε», λοιπόν, «φῶς ἐκ τοῦ ἀνεσπέρου φωτός καί δοξάσατε Χριστόν, τόν Ἀναστάντα ἐκ νεκρῶν» (Ὄρθρος Πάσχα).
Τόν τελικό λόγο στόν κόσμο μας δέν ἔχει ἡ ἁμαρτία,ἡ ἀπιστία, ὁ θάνατος, ὁ διάβολος, ἀλλά ὁ νικητής ὅλων αὐτῶν, Ἰησοῦς Χριστός, ὁ «Κύριος της δόξης» (Α΄ Κοριν. β΄ 8).
Ἔτσι οἱ Χριστιανοί προσπαθοῦμε νά συσταυρωθοῦμε μέ τόν Χριστό, γιά νά συναναστηθοῦμε μαζί Του καί νά περιπατήσουμε «ἐν καινότητι ζωῆς» (Ρωμ. στ΄ 4).
Μποροῦμε νά ἔχωμε χαρά, γιατί στόν κόσμο δέν ἐνίκησε ἡ ἁμαρτία καί ἡ φιλαυτία, ἀλλά ἡ ἀγάπη τοῦ ταπεινοῦ Ἰησοῦ. Καί ἀκόμη, γιατί καί σήμερα μπορεῖ ἡ ζωή μας νά πληρωθῆ μέ τό Φῶς καί τήν Χαρά τῆς Ἁγίας Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου, παρά τίς δυσκολίες καί τούς πειρασμούς, πού ἀντιμετωπίζομε. Γι’ αὐτό καί ἐμεῖς θέλομε ἡ ζωή μας νά κινῆται μεταξύ του Σταυροῦ καί τῆς Ἀναστάσεώς Του.
Μέ τήν πίστι αὐτή σᾶς χαιρετοῦμε ἐν Χριστῷ Σταυρωθέντι καί Ἀναστάντι καί ἐπαναλαμβάνομε μαζί σας τόν ὕμνο τῆς Ἐκκλησίας:
«Τόν Σταυρόν Σου προσκυνοῦμεν Δέσποτα, καί τήν Ἁγίαν Σου Ἀνάστασιν δοξάζομεν»
(Κυριακή τῆς Σταυροπροσκυνήσεως).
Χριστός Ἀνέστη! Ἀληθῶς Ἀνέστη!

Αρχιμ. Γεώργιος Καψάνης †8/6/2014

Όταν ο νους είναι στον Θεό, τότε ο κόσμος λησμονείται εντελώς!



Ὁ Κύριος εἶναι ἐλεήμων, αὐτὸ τὸ γνωρίζει ἡ ψυχή μου, ἀλλὰ δὲν μπορῶ νὰ τὸ περιγράψω. Εἶναι ὑπερβολικὰ πράος καὶ ταπεινός, καὶ ὅταν Τὸν δεῖ ἡ ψυχή, τότε ἀλλάζει καὶ γεμίζει ἀπὸ ἀγάπη γιὰ τὸν Θεὸ καὶ τὸν πλησίον καὶ γίνεται καὶ ἡ ἴδια πραεία καὶ ταπεινή.

Ὅταν ὁ νοῦς εἶναι ὅλος στόν Θεό, τότε ὁ κόσμος λησμονεῖται ἐντελῶς.
Όποιος αγαπάει τον Κύριο, σκέφτεται πάντα Εκείνον. Η θύμηση του Θεού γεννάει την προσευχή. Αν δεν θυμάσαι τον Κύριο, τότε και δεν θα προσεύχεσαι και χωρίς την προσευχή, δεν θα παραμείνει η ψυχή στην αγάπη του Θεού, γιατί η χάρη του Αγίου Πνεύματος έρχεται με την προσευχή.

Η προσευχή προφυλάσσει τον άνθρωπο από την αμαρτία, γιατί ο νους, όταν προσεύχεσαι, είναι απασχολημένος με το Θεό και στέκεται με ταπεινό πνεύμα ενώπιον του Κυρίου, τον Οποίο γνωρίζει η ψυχή του προσευχομένου.

Ἅγιος Σιλουανός

hellas-orthodoxy.blogspot.gr

Ας ετοιμαστούμε για την ημέρα της Κρίσεως



Ας αρχίσουμε κι εμείς να ετοιμαζόμαστε για τη μεγάλη ημέρα της δευτέρας παρουσίας του Κυρίου. Θα δώσουμε «εξετάσεις» τότε. Ας κοιτάξουμε, λοιπόν, το «πρόγραμμα» των «μαθημάτων» και ας μελετήσουμε όσα παραμελήσαμε, ας συμπληρώσουμε όσα δεν καλοξέρουμε, ας ξαναδιαβάσουμε όσα ξεχάσαμε.
Πρέπει να βιαστούμε, γιατί η ώρα του θανάτου μας είναι άγνωστη. 
Ίσως αύριο, ίσω σήμερα κιόλας να κληθούμε: 
«Θεοφάνης Βισένσκυ… Ν. Ταμπόβσκαγια… βγές!...». 
Και τότε ούτε τετράδια ούτε βιβλία θα έχουμε, για να συμβουλευτούμε… ούτε υποβολέας θα υπάρχει… ο καθένας θα εξεταστεί μόνος του και θα βαθμολογηθεί από τον μεγάλο Κριτή με κριτήριο τα επίγεια έργα του.

Από το βιβλίο «Χειραγωγία στην πνευματική ζωή», Οσίου Θεοφάνους του Εγκλείστου, εκδ. Ιερά Μονή Παρακλήτου, σελ. 162

ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΚΑΙ ΝΗΣΤΕΙΑ



Είδες πόσο μεγάλη είναι η δύναμις των ύμνων; Πόσα κατορθώνει η δοξολογία του Θεού; πόσα κατορθώνει η προσευχή; Πάντοτε βέβαια η δύναμις της προσευχής είναι μεγάλη, όταν όμως συνοδεύεται και από νηστεία, τότε κάνει την ψυχή ακόμη πιο δυνατή. Τώρα έχουμε μεγάλη σωφροσύνη των λογισμών˙ τώρα υπάρχει πνευματικό ενδιαφέρον και η ψυχή προσέχει όλα τα ουράνια. Γι’ αυτό η Γραφή πάντοτε συνδύασε την προσευχή με τη νηστεία. Πώς και πότε; «Μη στερήτε», λέγει, «ο ένας τον άλλον, εκτός και αν γίνη κοινή συμφωνία για να αφιερωθήτε στην προσευχή και τη νηστεία» (Α΄Κορ. 7,5). Και πάλι αλλού λέγει˙ «Το γένος αυτό δε βγαίνει, παρά μόνον με προσευχή και νηστεία» (Ματθ. 17,21). Καθώς και αλλού πάλι˙ «Αφού προσευχήθηκαν», λέγει, «και νήστεψαν, τοποθέτησαν πάνω τους τα χέρια τους» (Πράξ. 13,3).

Βλέπεις ότι παντού η προσευχή είναι ενωμένη με τη νηστεία; Διότι τότε αναπέμπεται από τη λύρα πιο ευχάριστη και πιο αξιόλογη μελωδία. Δεν είναι χαλαρωμένες οι χορδές, διαλυμένες από την μέθη της πλεονεξίας, αλλά ο λογισμός είναι ισχυρός, ο νους διεγερμένος, η ψυχή γεμάτη από νηφαλιότητα. Έτσι πρέπει να πλησιάζουμε στο Θεό και να συνομιλούμε μαζί Του, έχοντας δηλαδή την προσοχή μας συγκεντρωμένη μόνο σ’ Αυτόν. Διότι, αν όταν έχουμε να πούμε κάτι το σπουδαίο στους φίλους μας, τους παίρνουμε σε ένα μέρος απόμερο μόνους και έτσι συνομιλούμε, πολύ περισσότερο αυτό πρέπει να γίνεται στην περίπτωσι του Θεού. Να κλεινώμαστε δηλαδή στο πιο απομονωμένο δωμάτιό μας και να προσευχώμαστε, ενώ θα επικρατή μεγάλη ησυχία˙ τότε, αν απευθύνουμε την παράκλησί μας για το συμφέρον της ψυχής μας, οπωσδήποτε όλα θα τα επιτύχουμε. Διότι είναι μεγάλο αγαθό η προσευχή, όταν γίνεται με καρδιά γεμάτη από ευχαρίστησι και με πνευματική καθαρότητα.

Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου
Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ Τα νεύρα της ψυχής.
Χρυσοστομικός Άμβων Ε΄
ΕΚΔΟΣΙΣ: Συνοδία Σπυρίδωνος Ιερομονάχου.
Νέα Σκήτη Αγ. Όρους
ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΤΑΝΥΞΙΣ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ


Πολλές φορές έρχεται ο Χριστός και σου χτυπάει...



Πολλές φορές έρχεται ο Χριστός σου χτυπάει, τον βάζεις να καθίσει στο σαλόνι της ψυχής σου και εσύ απορροφημένος με τις ασχολίες σου ξεχνάς τον μεγάλο επισκέπτη. 
Εκείνος περιμένει να εμφανιστείς, περιμένει και όταν πλέον αργήσεις πολύ σηκώνεται και φεύγει. Άλλη φορά πάλι είσαι τόσο απασχολημένος που του απαντάς από το παράθυρο. 
Δεν έχεις καιρό ούτε ν’ ανοίξεις. 

Αρχιμανδρίτης Αμφιλόχιος Μακρής

Αἱρέσεις - Οἰκουμενισμός. Οἱ διαθρησκειακὲς ἐκδηλώσεις καὶ ἡ παράδοσις τῆς Ἐκκλησίας



Ἡ ἁγία μας Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία εἶναι ἡ Ἐκκλησία τῶν Προφητῶν, τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Πατέρων. Γι᾿ αὐτὸ στὴν Ἐκκλησία μας δὲν αὐτοσχεδιάζουμε οὔτε ἀκολουθοῦμε τὸν λογισμό μας, ἀλλὰ «ἐπόμεθα τοῖς θείοις Πατράσιν» (Δ´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος), ὅπως καὶ ἐκεῖνοι ἤποντο τοῖς ἁγίοις Ἀποστόλοις καὶ Προφήταις.
Θὰ πρέπη λοιπὸν καὶ στὸ θέμα τῶν διαθρησκειακῶν σχέσεων καὶ ἐκδηλώσεων νὰ ἀκολουθοῦμε τοὺς Προφήτας, τοὺς Ἀποστόλους καὶ τοὺς Πατέρας. Ὅπως διδάσκει καὶ ὁ ἱερὸς Ἰωσὴφ Βρυέννιος: « Ἀμήχανον ἄλλως τὴν ἀλήθειαν γνῶναι ἢ θεολογίας ἅπτεσθαι μὴ τοῖς ἁγίοις ἑπόμενον».
Εἶναι γνωστὸν ὅτι τὸ κήρυγμα τῶν Προφητῶν ἦταν κήρυγμα ἀνενδότου καὶ ἀνυποχωρήτου ἀγῶνος κατὰ κάθε μορφῆς ἀναμίξεως ἢ θρησκευτικοῦ συγχρωτισμοῦ μὲ τοὺς περιβάλλοντας τότε τὸν Ἰσραὴλ εἰδωλολατρικοὺς λαούς. Καὶ μόνον τὸ παράδειγμα τοῦ προφήτου Ἠλία, τοῦ ὁποίου κατ᾿ αὐτὰς ἑορτάζουμε τὴν μνήμη, φθάνει νὰ μᾶς πείση γιὰ τὴν ἀλήθεια αὐτή.
Ἀνένδοτοι ἐπίσης ἦσαν καὶ οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι, ὄχι μόνον κατὰ τῶν εἰδωλολατρικῶν θρησκειῶν ἀλλὰ καὶ κατὰ τοῦ ἀρνουμένου τὸν Χριστὸν ὡς Θεὸν ἐνανθρωπήσαντα καὶ μοναδικὸν Σωτῆρα τῶν ἀνθρώπων Ἰουδαϊσμοῦ. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος κηρύττει: «Πᾶν πνεῦμα ὃ ὁμολογεῖ Ἰησοῦν Χριστὸν ἐν σαρκὶ ἐληλυθότα ἐκ τοῦ Θεοῦ ἐστι· καὶ πᾶν πνεῦμα ὃ μὴ ὁμολογεῖ τὸν Ἰησοῦν Χριστὸν ἐν σαρκὶ ἐληλυθότα, ἐκ τοῦ Θεοῦ οὐκ ἔστι· καὶ τοῦτο ἐστὶ τὸ τοῦ ἀντιχρίστου ὃ ἀκηκόατε ὅτι ἔρχεται, καὶ ἐν τῷ κόσμῳ ἐστὶν ἤδη» (Α´ Ἰωάν. 4, 2-3).
Οἱ ἅγιοι Πατέρες ἐπίστευαν ὡς γνωστὸν ἀκραδάντως ὅτι μόνον ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς σώζει τὸν ἄνθρωπο, ὅτι κάθε παραχώρησις πρὸς τὶς ἄλλες θρησκεῖες ἢ αἱρέσεις ἀποτελεῖ ἄρνησι καὶ προδοσία τοῦ Χριστοῦ καὶ γι᾿ αὐτὸ ἀκυρώνει τὴν σωτηρία τῶν ἀνθρώπων.
Λόγῳ τῆς πίστεως αὐτῆς οἱ ἅγιοι Πατέρες ἐτέλεσαν μεγάλους ἀγώνας κατὰ τῆς εἰδωλολατρίας καὶ κατὰ τῶν λεγομένων μονοθεϊστικῶν θρησκειῶν, τὶς ὁποῖες θεωροῦσαν ἐξίσου ἐπικίνδυνες μὲ τὴν εἰδωλολατρία καὶ ὡς «μία κεκαλυμμένη ἀσέβεια ποὺ εὐκόλως δύναται νὰ ἀπατήση τὸν νοῦν» (Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης).
Ἐτέλεσαν ἐπίσης μεγάλους ἀγώνας κατὰ τῶν αἱρετικῶν παραχαράξεων τῆς ὀρθῆς Πίστεως καὶ ὑπέστησαν χάριν τῆς Ἀληθείας διωγμούς, φυλακίσεις, ἐξορίες, βασανιστήρια καὶ πικροὺς θανάτους. Ὅλοι αὐτοὶ οἱ ἅγιοι Πατέρες μακαρίζονται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία ὡς Ὁμολογηταὶ τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως καὶ ἰσοστάσιοι μὲ τοὺς ἁγίους Μάρτυρας, παλαιοὺς καὶ νέους.
Μελετώντας τοὺς βίους τῶν Ἁγίων ποὺ ἦρθαν σὲ ἐπαφὴ καὶ συζητήσεις μὲ τοὺς Μουσουλμάνους, ὅπως ὁ ἅγιος Φώτιος καὶ ὁ μαθητής του Κωνσταντῖνος (μετέπειτα ἅγιος Κύριλλος, ἀπόστολος τῶν Σλάβων), ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ὁ ἱερὸς Γεννάδιος ὁ Σχολάριος, διαπιστώνουμε ὅτι ἐνῶ ἡ μουσουλμανικὴ πλημμυρίδα ἀπειλοῦσε τὸ Βυζάντιο, οἱ θεοφόροι αὐτοὶ ἄνδρες στὶς συζητήσεις τους μὲ τοὺς μουσουλμάνους ἐτόνιζαν ὅτι ἀληθὴς Θεὸς εἶναι ὁ Τριαδικὸς Θεός, ὅτι μόνος Σωτήρας τῶν ἀνθρώπων εἶναι ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς καὶ ὅτι ὁ Μωάμεθ εἶναι ψευδοπροφήτης.
Τὶς ἀλήθειες αὐτὲς ὑπεστήριξαν γιὰ νὰ μὴν ἀθετήσουν τὴν ὁμολογία τοῦ Χριστοῦ καὶ φανοῦν ἔνοχοι ἀρνήσεώς Του, ἀλλὰ καὶ ἐξ ἀγάπης πρὸς τοὺς μουσουλμάνους μήπως τυχὸν πιστεύσουν στὸν Χριστὸ καὶ σωθοῦν.
Στοὺς συγχρόνους διαλόγους δίδεται δυστυχῶς ἡ ἐντύπωσις ὅτι τὸ θέμα τῆς Πίστεως εἶναι δευτερεῦον ἢ καὶ μπορεῖ τελείως νὰ παρασιωπᾶται, προκειμένου νὰ ἐπιτύχουμε πρακτικοὺς σκοπούς, ὅπως εἶναι ἡ συνεργασία γιὰ τὴν εἰρήνη ἢ τὴν οἰκολογία.
Οἱ ἅγιοι Πατέρες τονίζουν ὅτι ὅπου ὑπάρχει ἀληθινὴ καὶ ζῶσα πίστις, δὲν μπορεῖ νὰ μὴν ὁμολογῆται ὁ Τριαδικὸς Θεὸς καὶ ὁ Θεάνθρωπος Χριστός. «Θρησκείαν οἶδα καὶ τῶν δαιμόνων σέβας. Ἡ δ´ εὐσέβεια, προσκύνησις τῆς Τριάδος», γράφει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος (ποίημα ΛΔ´). 
Μάλιστα ὁ ἅγιος Συμεὼν Θεσσαλονίκης στὴν « Ἐπιστολὴν στηρικτικήν» γράφει πρὸς τοὺς ὑποδουλωθέντας Χριστιανοὺς τὶς παραμονὲς τῆς πτώσεως τῆς Θεσσαλονίκης, ὅτι ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἀνάγκη τηρήσεως τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ «πρὸ πάντων ἀναγκαιότερον φυλάσσειν αὐτοῦ καθαρὰν καὶ ἀκλινῆ τὴν ὁμολογίαν. 
Χωρὶς γὰρ τούτου τὰ πάντα εἰσὶ νεκρά... Οὕτω χωρὶς τῆς ὁμολογίας τῆς πίστεως οὐδὲν ὄφελος ἔσται...» καὶ «ὃ δοκεῖ ἐνεργεῖν (χωρὶς τὴν ὁμολογία τοῦ Χριστοῦ) τοῦ πονηροῦ ἐστι ἐξαπάτη καὶ τῆς πλάνης ὑπάρχει καρπός». Καὶ ἀκόμη «οὐδὲ ἀγαθὰ εἰσὶν ἃ δοκεῖ ποιεῖν ὁ ἄπιστος ἀγαθά, πονηρία δὲ μᾶλλον καὶ εἰς Θεοῦ παραλύπησιν» (Ἅγ. Συμεών, ἀρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης, Ἔργα Θεολογικά, Ἀνάλεκτα Βλατάδων, 1981, σελ. 113).
Ἡ πίστις καὶ ὁμολογία τῶν ἁγίων Πατέρων περὶ τῆς μοναδικότητος τῆς σωτηρίας διὰ τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ ἑνὸς τῆς Ἁγίας Τριάδος, ἀπηχεῖ τὴν διδασκαλία τοῦ ἰδίου τοῦ Κυρίου: « Ἐγὼ εἰμὶ ἡ ὁδὸς καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή· οὐδεὶς ἔρχεται πρὸς τὸν πατέρα εἰ μὴ δι᾿ ἐμοῦ» (Ἰω. ιδ´, 6) καὶ «ὁ μὴ ὢν μετ᾿ ἐμοῦ σκορπίζει» (Λουκ. ια´, 23).
Θὰ πρέπη νὰ ληφθῆ σοβαρὰ ὑπ᾿ ὄψιν ποιοὶ καὶ γιὰ ποιοὺς λόγους προωθοῦν τὶς πανθρησκειακὲς ἐκδηλώσεις:
α) Ἡ Ὑπερδύναμις ποὺ στοχεύει στὴν κατάκτησι τοῦ κόσμου καὶ ἐπιθυμεῖ νὰ κρατᾶ τοὺς λαοὺς ὑποτεταγμένους καὶ χωρὶς θρησκευτικοὺς καὶ ἄλλους ἀνταγωνισμούς.
β) Τὸ Βατικανὸ ποὺ δι᾿ αὐτῶν προβάλλει τὸν Πάπα ὡς κορυφὴ ὄχι μόνον ὅλων τῶν Χριστιανῶν ἀλλὰ καὶ ὅλων τῶν θρησκειῶν. Αὐτὸ φάνηκε καὶ στὴν τελευταία ἐκδήλωσι τῆς Ἀσσίζης.
γ) Ἡ Νέα Ἐποχὴ ποὺ στοχεύει στὴν πανθρησκεία καὶ στὴν παγκοσμιοποίησι.
Στὴν προώθησι πανθρησκειακῶν ἐκδηλώσεων συντελεῖ καὶ ὁ πλουραλισμὸς ποὺ χαρακτηρίζει τὸν ἐκκοσμικευμένο σύγχρονο ἄνθρωπο. Ὁ πλουραλισμὸς ἀπαγορεύει σὲ κάθε πίστι νὰ διεκδικήση τὸ πλήρωμα τῆς Ἀληθείας καὶ νὰ ἰσχυρισθῆ ὅτι εἶναι ἡ μόνη ὁδὸς σωτηρίας. Σωστὰ παρατηρήθηκε ὅτι μόνο γιὰ τὴ δική του ἰδεολογία δὲν ἐπιτρέπει ὁ πλουραλισμὸς κάποια ἀμφισβήτησι ἢ σχετικοποίησι.
Τὸ πνεῦμα τοῦ θρησκευτικοῦ πλουραλισμοῦ ἐξέφραζε ὁ Πρόεδρος τῶν Η.Π.Α. Ἀϊζενχάουερ: «εἶναι χρήσιμο νὰ πιστεύης σὲ κάποια θρησκεία, δὲν ἔχει σημασία σὲ ποιὰ θρησκεία».
Ἡ πρόκλησις γιὰ τοὺς ἐκκλησιαστικοὺς ἄνδρες νὰ ἀποδείξουν τὸν Χριστιανισμὸ χρήσιμο καὶ ἀποτελεσματικὸ γιὰ τὸν ἐκκοσμικευμένο σύγχρονο ἄνθρωπο εἶναι προφανής. Ἔτσι κινδυνεύουμε νὰ συμβιβασθοῦμε μὲ τὸ πνεῦμα τοῦ κόσμου τούτου καὶ νὰ θυσιάσουμε τὴν πιστότητά μας πρὸς τὸ Εὐαγγέλιο καὶ τὴν ἁγία πατερική μας παράδοσι, ὁπότε καὶ ὁ κατήφορός μας θὰ εἶναι συνεχής.
Αὐτὸ ἔπαθαν οἱ ρωμαιοκαθολικοὶ καὶ οἱ προτεστάντες.
Ὁ εὐσεβὴς ἀλλὰ δοκιμασμένος λαός μας ἔχει ἀνάγκη νὰ τὸν στηρίξουμε στὴν πατροπαράδοτο εὐσέβεια. Πολλὰ γύρω του τὸν ἐπηρεάζουν ἀρνητικά. Οἱ Χριστιανοί μας κινδυνεύουν ἀπὸ τὸ διαδιδόμενο γενικότερα συγκρητιστικὸ πνεῦμα. 
Ἂς μὴν τοὺς προκαλοῦμε σύγχυσι καὶ ἂς μὴ συντελοῦμε στὴν ἄμβλυνσι τῆς δογματικῆς τους εὐαισθησίας μὲ τὶς διαθρησκειακὲς ἐκδηλώσεις, ἀλλὰ ἂς τοὺς βοηθήσουμε νὰ πιστεύουν ἀκράδαντα ὅτι: «Οὗτος (ὁ Χριστός) ἐστὶν ὁ λίθος ὁ ἐξουθενωθεὶς ὑφ᾿ ὑμῶν τῶν οἰκοδομούντων (τῶν ἀρχόντων τοῦ Ἰσραήλ) ὁ γενόμενος εἰς κεφαλὴν γωνίας καὶ οὐκ ἔστιν ἐν ἄλλῳ οὐδενὶ ἡ σωτηρία· οὐδὲ γὰρ ὄνομα ἐστὶν ἕτερον ὑπὸ τὸν οὐρανὸν τὸ δεδομένον ἐν ἀνθρώποις, ἐν ᾧ δεῖ σωθῆναι ἡμᾶς» (Πράξ. δ´, 12).
Ἀντὶ ἐπιλόγου καὶ συμπεράσματος θὰ παραθέσω τοὺς λόγους τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου ποὺ πρέπει νὰ χαρακτηρίζουν κάθε Ὀρθόδοξο Ποιμένα: «Τὰ πρόβατα τὰ ἐμὰ τῆς φωνῆς μου ἀκούει, ἧς ἤκουσα παρὰ τῶν θείων λογίων, ἣν ἐδιδάχθην παρὰ τῶν ἁγίων πατέρων, ἣν ἐδίδαξα κατὰ πάντα καιρὸν ὁμοίως, οὐ συμμορφούμενος τοῖς καιροῖς, καὶ διδάσκων οὐ παύσομαι, μεθ᾿ ἧς ἐγεννήθην καὶ ᾗ συναπέρχομαι» (Λόγος ΛΓ´, Πρὸς Ἀρειανοὺς καὶ εἰς ἑαυτόν).

Αρχιμ. Γεώργιος Καψάνης †8/6/2014
Περιοδικὸ «Παρακαταθήκη», τ.28

Να τα δέχεστε και να τα υπομένετε όλα σαν σταυρό



Υπάρχουν διάφοροι σταυροί. Υπάρχουν σταυροί, που έχουν εξαιρετικά μεγάλο βάρος, όπως οι σταυροί των Αγίων μαρτύρων, των Οσίων και των μεγάλων
Ιεραρχών. Τέτοιοι σταυροί προορίζονται από τον Θεό για τους λίγους και εκλεκτούς Του, για τους οποίους γνωρίζει ότι είναι αρκετά ισχυροί και μπορούν να σηκώσουν και τον πιο βαρύ σταυρό.
Για μας όμως, τους αδύναμους Χριστιανούς, που δίνουμε λίγη προσοχή στην πνευματική ζωή και είμαστε γεμάτοι πάθη και επιθυμίες της σάρκας, ο Θεός προετοίμασε πολύ πιο ελαφρούς σταυρούς. 
Μας στέλνει στην οδό της ζωής μας παρά πολλές θλίψεις και μας δίνει την εντολή να υπομένουμε ταπεινά τις συκοφαντίες, τις προσβολές και τις ύβρεις από τους ανθρώπους.
Να υπομένουμε, λοιπόν, τις θλίψεις που μπορεί να προκύψουν από την αποτυχημένη οικογενειακή ζωή ή από έναν αταίριαστο γάμο. Να υπομένουμε τη ζηλοτυπία στο γάμο. Μας δίνει την εντολή να υπομένουμε τις προσβολές και να μην αποδίδουμε προσβολή αντί προσβολής, να δείχνουμε εδώ υπομονή, επειδή αυτός είναι ο σταυρός μας.
Να τα δέχεστε και να τα υπομένετε όλα σαν σταυρό. Να σηκώσουμε τον σταυρό σημαίνει ήρεμα και με ευχαριστία να υπομένουμε όλα αυτά που μας στέλνει ο Θεός, τον πόνο και τις θλίψεις, τις ασθένειες και τις αδικίες.
Αυτό σημαίνει να βαδίζουμε αγόγγυστα την θλιμμένη οδό, με τη στενή πύλη, που οδηγεί στη Βασιλεία των Ουρανών. Σ’ αυτήν ακριβώς την οδό, πρέπει να ακολουθήσουμε τον Χριστό μας.Πρέπει να θυσιάσουμε τα πάθη, τις επιθυμίες και τα θελήματά μας στον Θεό και στους ανθρώπους.Και όπως ο Κύριος ανέβηκε στον φοβερό Σταυρό του Γολγοθά, έτσι και εμείς όταν σηκώνουμε τον σταυρό μας, πρέπει να θυμόμαστε ότι ακολουθούμε την οδό της διακονίας του Θεού και των ανθρώπων και αυτή η οδός είναι η μόνη, που μας οδηγεί μέσω του Γολγοθά στην Ανάσταση.

Άγιος Λουκάς Αρχιεπίσκοπος Συμφερουπόλεως και Κριμαίας

Μη αποκρύψης το Φώς του προσώπου Σου



Ελέησέ με, μόνε Κύριε, ελέησέ με, συ που με εσκέπασες από της νεαράς μου ηλικίας, συ που από την αγαθότητά σου μού εσυμπάθησες τα πάμπολλά μου πταίσματα που γνωρίζω πως σου έπταισα. Συ που με ελευθέρωσες από τον πλάνον και μάταιον κόσμον και από συγγενείς και φίλους και ατόπους ηδονάς και με αξίωσες να κάθωμαι εδώ ωσάν εις όρος [1] και μου έδειξες την θαυμαστήν σου, Θεέ μου, δόξαν και με εχαρίτωσες γεμίζοντας με όλον από θείον σου Πνεύμα και από Πνευματικόν φωτισμόν.
Συ πάλιν Θεέ μου, δος μου του δούλου σου τελείαν και ολόκληρον την Χάριν σου, χωρίς να μετανοήσης εις τούτο. Μην την αφαίρεσης, Δέσποτα, μηδέ αποστραφής με παραβλέποντάς με, συ που εξ αρχής με έστησες έμπροσθεν εις το πρόσωπόν σου και με εσυναρίθμησες εις τους δούλους σου και, σφραγίζοντάς με με την σφραγίδα [2] της Χάριτός σου, με επωνόμασες εδικόν σου.
Μη με πάλιν απορρίψης, μηδέ αποκρύψης το φως του προσώπου σου και με καλύψη σκότος· και με καταπίη η άβυσσος και συγκλείση ο ουρανός εμένα, τον οποίον με ανεβίβασες ανώτερα από αυτόν, καταξιώνοντάς με να συνευρίσκωμαι με τους αγγέλους σου, ή, να ειπώ καλύτερα, με εσένα τον των όλων ποιητήν και να συνευφραίνωμαι μαζί με εσένα και να θεωρώ την απαραμοίαστον δόξαν του προσώπου σου, απολαμβάνοντας χορταστικά και από το απλησίαστον φως· και να χαίρω ευφραινόμενος χαράν ανεκλάλητον, με την παρουσίαν της ανερμήνευ­του σου ελλάμψεως.
Οπόταν και κατατρυφώντας εγώ από εκείνο το ανερμήνευτον φως, εσκιρτούσα και έχαιρον ομού με εσένα τον ποιήτην και πλάστην μου, θεωρώντας το απαρομοίαστον κάλλος του προσώπου σου. Τόσον που και καταβιβάζοντας πά­λιν τον νουν μου εις την γην τότε, δεν έβλεπα μήτε τον κόσμον, με το να ήμουν πεφωτισμένος από εσένα, μήτε τα του κόσμου πράγματα, αλλά ήμουν ανώτερος και από τα πάθη και από τας φροντίδας.
Και συστρεφόμενος εις πράγματα και τα κακά ελέγχοντας, δεν συμμετείχα κατ' αρχάς εις τας κακίας των ανθρώπων. Αφ' ου δε, εγχρονίζοντας μέσα εις αυτά, επροτίμησα τα των άλλων και συνεσύρθηκα εις φιλονείκους ανθρώπους [3] με την ελπίδα της διορθώσεως των, εμέθεξα από την κακίαν. Και τώρα κυριευ­θείς από άγρια θηρία, κινδυνεύω. Διότι θέλοντας να αποσπάσω άλλους από την βλάβην εκείνων των θηρίων, εγώ πρώτος έγινα ξέσχισμα θηρίων.
Αλλά συ, φιλάνθρωπε, πρόφθασε σπλαγχνισθείς, τάχυνε και ελευθέρωσε εμέ, που διά εσένα έπεσα μέσα εις αυτά. Διότι καθώς ορίζει η εντολή σου[4], ελεήμον, έθεσα την αθλίαν μου ψυχήν διά την σωτηρίαν των αδελφών μου.
Αλλά αν και επληγώθηκα, συ όμως δύνασαι να με ιατρεύσης. Αν και εκρατήθηκα από τους εχθρούς αιχμάλωτος ο ταλαίπωρος, αλλά συ, ωσάν που είσαι δυ­νατός και ισχυρός κατά πάντα, δύνασαι να με λύτρωσης με το θέλημα σου μόνον. Αν και επιάσθηκα εις τα στόματα και τας χείρας των θηρίων, αλλά συ να φανής μόνον και ευθύς αυτά μεν θέλουσιν αποθάνη, να ζήσω δε εγώ.
Ναι, πανοικτίρμον και πολυέλεε, ελέησε και σπλαγχνίσου εμένα τον περιπεσόντα. Διότι κατέβηκα εις το πηγάδι, διά να ανασπάσω τον πλησίον μου και συγκατέπεσα και εγώ με αυτόν. Μη με αφήσης να κάθωμαι έως τέλους εις τον λάκκον, μη παρακαλώ.
Ηξεύρω που επρόσταξες, φιλάνθρωπε Θεέ μου, ότι χωρίς άλλο χρεωστούμεν να ελευθερώνωμεν τον αδελφόν από τον θάνατον και το δάγκαμα της αμαρτίας, μα όχι διά την αμαρτίαν να συναπολεσθώμεν με αυτόν (το οποίον το έπαθα ο ταλαίπωρος και αμελήσας έπεσα, θαρρώντας εις τον εαυτόν μου [5]), αλλά να ελευ­θερώνωμεν και εκείνον και ομοίως και τον εαυτόν μας· είδε μη, τουλάχιστον να μένωμεν επάνωθεν και να θρηνώμεν τον πεσόντα [6] και να φεύγωμεν όσον δυνάμε­θα το να μη πέσωμεν ωσάν εκείνον.
Αλλά και τώρα ανάστησέ με, ανάσυρέ με από το χάσμα και στήσε με επάνω εις την στερεάν πέτραν των εντολών σου [7]. Και δείξε μου πάλιν το φως, το οποίον δεν το χωρεί ο κόσμος, άλλα κάμνει εκείνον που το θεωρεί έξω από τον κόσμον και από το αισθητόν φως και από τον αισθητόν αέρα και από τον ουρανόν και από όλα τα αισθητά, και δεν ηξεύρει κατ' εκείνην την ώραν είτε χωρίς του σώματος είναι είτε τελείως με το σώμα[8].
Μου φαίνεται δε τότε να είναι ένας φωστήρας άυλος, ο οποίος λαμπόμενος από το κάλλος του νοητού ηλίου δεν δύναται να θεώρηση με αίσθησιν το εδικόν του φως, μόνον δε εκείνον θεωρεί τον άδυτον φωστήρα, κατανοώντας το υπερβολικόν και ασύγκριτον κάλλος της δόξης του. Και από την πολλήν του έκπληξιν δεν δύναται να κατανόηση μηδέ να καταλάβη τον τρόπον της θεωρίας, που δη­λαδή ευρίσκεται εκείνος ανερμηνεύτως ή πώς θέλει και οράται και περικλείεται μέσα εις τους άγιους [9].
Τούτο δε και μόνον ηξεύρομεν όλοι οι μαθηταί και δοκιμασταί των τοιούτων, ότι τότε γινόμεθα και μένομεν κατά αλήθειαν έξω από τον κόσμον, εν όσω βλέπομεν αυτό- και πάλιν έπειτα ευρισκόμεθα μέσα εις το σώμα και τον κόσμον. Ενθυμούμενοι δε την χαράν και το φως εκείνο και την γλυκυτάτην ηδονήν, θρηνούμεν και πενθούμεν καθώς το νήπιον παιδίον όταν βλέπη την μητέρα του και ενθυμούμενον τον γλυκασμόν του γάλακτος κλαυθηρίζει, έως οπού να το δράξη και να θηλάση χορταστικά.
Τούτο, Σωτήρ, ζητούμεν και τώρα, τούτο σε παρακαλούμεν προσπίπτοντες να το λάβωμεν αναπόσπαστον, διά να τρεφώμεθα, εύσπλαγχνε, και τώρα από αυτό· από τον άρτο λέγω τον νοητόν που καταβαίνει εξ ουρανού και μεταδίδει ζωήν εις όλους όσοι μετέχουσιν από αυτόν[10].
Και όταν αναχωρούντες των εντεύθεν, ερχώμεθα εις εσένα, Δέσποτα, να το έχωμεν συνοδοιπόρον, βοηθόν και φύ­λακα, και ομού με αυτό και διά μέσου αυτού να σου προσφερθώμεν. Και εις την φοβεράν κρίσιν αυτό να σκεπάση τας αμαρτίας μας διά να μην αποκαλυφθώσι μηδέ να φανώσι εις όλους, αγγέλους τε και ανθρώπους, αλλά και λαμπρόν να μας γίνη ένδυμα[11] και δόξα ως στέφανος εις αιώνας αιώνων. 
Αμήν.

[1] Εδώ ο Ιερός συγγραφεύς παρομοιάζει τη μονή του και το κελλί του με το όρος της Μετα­μορφώσεως, διότι εκεί βλέπει το φως της δόξης του Χριστού και ακούει την φωνή του Θεού.
[2] Ας προσέξουμε εδώ ότι ο Άγιος θεωρεί την είσοδό του στον χώρο της μυστικής ζωής των θείων εμφανειών ως δεύτερο Βάπτισμα (βάπτισμα φωτός) και γι' αυτό ομιλεί περί σφραγίδος.
[3] Προφανώς ο υπαινιγμός εδώ αναφέρεται σε ορισμένους ανυπότακτους μοναχούς της μονής
του (του αγ. Μάμαντος).
[4] βλ. Α' Ιωάν. γ' 16: «και ημείς οφείλομεν υπέρ των αδελφών τας ψυχάς τιθέναι».
[5] Ας προσέξουμε ότι ο Άγιος δεν τα βάζει με τον Θεό, παραπονούμενος ότι έπεσε ψυχικώς χάριν τηρήσεως των εντολών Του, αλλά μέμφεται τον εαυτό του, λέγοντας ότι φταίει το ότι "εθάρρησε εις τον εαυτόν του", δηλ. περιέπεσε σε έπαρσι, ενώ αλλιώς δεν επρόκειτο να του συνέ­βαινε κανένα κακό. Βλέπουμε λοιπόν έμπρακτη εφαρμογή της βασικής μοναχικής αρετής της αυτομεμψίας και μπορούμε να θαυμάσουμε πόσο βαθειά ποτισμένος με το γνήσιο μοναχικό πνεύμα ήταν ο Άγιος.
[6] Με αυτή την φράσι υπαινίσσεται ο Άγιος την μετά δακρύων προσευχή για τον "πεσόντα αδελφόν", η οποία συχνά αποτελεί ουσιωδέστερη εφαρμογή του πνεύματος της διδασκαλίας του Κυρίου, παρά η απροϋπόθετη κηρυκτική ("ιεραποστολική") δράσις.
[7] πρβλ. Ματθ. ζ' 24.
[8] πρβλ. τις ανάλογες εμπειρίες του Αποστόλου Παύλου (Β' Κορ. ιβ' 3).
[9] Τούτο συμβαίνει, καθ' ότι ο Θεός καταξιώνει να έλθη και να κατοίκηση μυστικώς μέσα
στους Αγίους («και μονήν παρ' αυτώ ποιήσσομεν» Ιωάν. ιδ' 23).
[10] Με όσα λέγει εδώ ο Άγιος υπονοεί ασφαλώς την θείαν Ευχαριστίαν. Σε όλο το έργο του αγίου Πατρός δεσπόζει αυτή η πολλαπλή συνάφεια ανάμεσα στην (νοερά και μυστική) "μέθεξιν Θεού" και την επαξία «μετάληψιν του Σώματος και Αίματος του Κυρίου» και πολλές φορές ε­σκεμμένα ποιητικώ τω τρόπω δεν διαχωρίζει σαφώς τα όριά τους, δεικνύοντας πόσο στην πράξι συχνά συμπλέκονται μεταξύ τους.
[11] Σύμφωνα με όσα είπαμε στην προηγούμενη σημείωσι, εδώ ο Άγιος συμπλέκει, κατά την ενέργειαν και τα αποτελέσματα, τον ουράνιο Άρτο και το θείον Φως· αυτό το τελευταίο είναι που θα σκεπάσει ως ιμάτιο τους Αγίους κατά την μέλλουσα κρίσι.

Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου
ΜΗ ΑΠΟΚΡΥΨΗΣ ΤΟ ΦΩΣ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ ΣΟΥ
Παράφρασις Νεοφύτου Καυσοκαλυβίτου

ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑ
Τριμηνιαία έκδοσις Ιεράς Μονής Ξηροποτάμου
Τεύχος 6


Η ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΖΩΗ ΚΑΙ ΤΟ ΜΥΣΤΙΚΟ ΤΗΣ («Τὰ ψυχολογικὰ λεγόμενα προβλήματα σχετίζονται μὲ λανθασμένους τρόπους ἀντιμετώπισης τῶν λογισμῶν»).

Στὸν χριστιανισμό, ἡ πνευματικὴ ζωὴ δὲν κατανοεῖται κατὰ τὴν συνήθη ἀντίληψη τοῦ κόσμου. Ὁ κόσμος θεωρεῖ πνευματικὴ ζωὴ συνήθως τὴν ζωὴ ποὺ σχετίζεται μὲ τὰ γράμματα, μὲ τὶς τέχνες, μὲ τὶς ἐπιστῆμες. 
Γι’ αὐτὸ καὶ χαρακτηρίζει ἀντιστοίχως πνευματικὸ ἄνθρωπο τὸν μορφωμένο ἄνθρωπο, τὸν καλλιτέχνη, τὸν ἐπιστήμονα, αὐτὸν δηλαδὴ ποὺ ἀσχολεῖται μὲ τὶς ἐκδηλώσεις τοῦ ἀνθρωπίνου πνεύματος. Πνευματικὴ ζωὴ ὅμως κατὰ τὴν χριστιανικὴ πίστη εἶναι ἡ ζωὴ πρωτίστως ποὺ σχετίζεται μὲ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα καὶ τὴν χάρη τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. Πνευματικὴ ζωὴ εἶναι ἡ ζωὴ ἐν ἁγίῳ Πνεύματι. Ὅποιος ἔχει τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ μέσα του, αὐτὸς καὶ μόνο χαρακτηρίζεται πνευματικὸς ἄνθρωπος. «Ὅσοι Πνεύματι Θεοῦ ἄγονται οὗτοι εἰσιν υἱοὶ Θεοῦ» (ἀπόστολος Παῦλος).
Αὐτὴ ἡ ἐν ἁγίῳ Πνεύματι ζωὴ συνιστᾶ καὶ τὸν σκοπὸ ὅλης τῆς χριστιανικῆς πίστεως καὶ ζωῆς. Ἀφήνοντας τοὺς μεγάλους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, σημειώνουμε αὐτὸ ποὺὁ νεώτερος ἅγιος τῆς Ρωσικῆς ἀλλὰ καὶ τῆς καθ’ ὅλου Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας Σεραφεὶμ τοῦ Σάρωφ εἶχε πεῖ: «Ὁ σκοπὸς τῆς χριστιανικῆς ζωῆς εἶναι ἡ ἀπόκτηση ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο τοῦ ἁγίου Πνεύματος»
Ὄχι ἁπλῶς νὰ γίνει ὁ ἄνθρωπος ἕνας καλὸς ἄνθρωπος, ἕνας κοινωνικὸς ἐργάτης, ἕνας ἀλτρουϊστής, μὲ ἄλλα λόγια νὰ βρίσκεται στὸν κόσμο τοῦτο σ’ ἕνα καλὸ ὁριζόντιο ἐπίπεδο, ἀλλὰ νὰ μπορέσει νὰ ζήσει μέσα του τὸν ἴδιο τὸν Θεό. Δὲν αὐθαιρετεῖ ὁ ἅγιος οὔτε ἐκφράζει κάτι ποὺ ἀνάγεται στὸν χῶρο τῆς φαντασίας. Ὁ ἰσχυρισμός του εἶναι ὅ,τι ἀποτελεῖ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας, ὅ,τι μὲ ἄλλα λόγια ἔφερε ὁ ἴδιος ὁ ἐνανθρωπήσας Θεός, Ἰησοῦς Χριστός. Διότι ὁ Χριστὸς ἦλθε, προκειμένου νὰ κάνει τὸν ἄνθρωπο Θεό, ἐντάσσοντας τὸν μέσα στὸν ἑαυτό Του καὶ κάνοντας τον ἑπομένως προέκταση τοῦ ἴδιου τοῦ ἑαυτοῦ Του. «Ἐγώ εἰμι ἡ ἄμπελος, ὑμεῖς τὰ κλήματα». «Μέλη Χριστοῦ ἐσμεν». Κι αὐτὸ πραγματοποιεῖται διὰ τοῦ ἁγίου βαπτίσματος, διὰ τοῦ ἁγίου χρίσματος, διὰ τῆς μετοχῆς στὴ Θεία Εὐχαριστία, κι ὅλα αὐτὰ μέσα στὸ κλίμα τῆς μετάνοιας.
Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἡ πνευματικὴ ζωὴ οὐσιαστικὰ ξεκινᾶ ἀπὸ τὴν ὥρα ποὺ ὁ ἄνθρωπος θὰ ἐνταχθεῖ στὴν Ἐκκλησία, καὶ παραπέμπει πάντοτε σ’ αὐτὸ ποὺ ὀνομάζεται χριστιανικὴ ζωή. Πνευματικὴ ζωὴ καὶ χριστιανικὴ ζωὴ βρίσκονται σὲ σχέση ταύτισης. Κάθε ἄλλη συνεπῶς πνευματικότητα, ἔξω ἀπὸ τὸν Χριστὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία Του, δὲν θεωρεῖται ὀρθή, δηλαδὴ σωτήρια γιὰ τὸν ἄνθρωπο, πνευματικότητα, μᾶλλον παραπέμπει σὲ κάτι ἐπικίνδυνο, γιατί λαμβάνουν μέρος καὶ «ἄλλα πνεύματα», ξένα πρὸς τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ. 
Ἀπὸ τὴν ἄποψη αὐτή, ὁ σκοπὸς τῆς χριστιανικῆς ζωῆς ὡς ἀπόκτησης τοῦ ἁγίου Πνεύματος ταυτίζεται μὲ τὴ φανέρωση τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ στὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου, χάρης τὴν ὁποία ἤδη ἔχει λάβει μὲ τὸ βάπτισμα καὶ μὲ τὸ χρίσμα. Ὁ ἄνθρωπος δηλαδὴ καλεῖται νὰ γίνει αὐτὸ ποὺ εἶναι, αὐτὸ ποὺ τοῦ ἔχει ἤδη δοθεῖ.
Ἡ φανέρωση αὐτή, τὸ νὰ γίνεται ὁ ἄνθρωπος αὐτὸ ποὺ εἶναι, νὰ ἐπιβεβαιώνει μὲ ἄλλα λόγια ὅτι εἶναι μέλος Χριστοῦ, δὲν πραγματοποιεῖται εὔκολα καὶ μονομιᾶς. Ἀφ᾽ ὅτου ὁ ἄνθρωπος ἁμάρτησε καὶ ἡ ἁμαρτία ὡς τάση ἐξακολουθεῖ νὰ τὸν τυραννᾶ, παρ’ ὅλη τὴν υἱοθεσία του ἀπὸ τὸν Χριστό, ἡ πνευματικὴ ζωὴ δὲν εἶναι εὔκολη. Ἀπαιτεῖται ἡ ἀδιάκοπη συνεργασία τῆς ἀνθρώπινης θέλησης μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ, γι’ αὐτὸ καὶ οἱ ἅγιοί μας σημειώνουν ὅτι ἡ πνευματικὴ ζωὴ ἔχει δυναμικὸ καὶ ἐνεργητικὸ χαρακτήρα. 
Περιλαμβάνει δὲ τρία στάδια, ποὺ τὰ κατονομάζουν, χωρὶς πάντοτε νὰ δένονται μὲ τοὺς ἴδιους ὅρους: τὴν κάθαρση, τὸν φωτισμὸ καὶ τὴ θέωση.
Τὸ κρισιμότερο στάδιο ἀπὸ τὰ τρία γιὰ τὸν ἄνθρωπο εἶναι τὸ πρῶτο, τῆς κάθαρσης. Γιατί σ’ αὐτὸ κατ᾽ ἐξοχὴν φανερώνεται ἡ θέληση τοῦ ἀνθρώπου νὰ συνεργαστεῖ μὲ τὸν Θεό. Σ’ αὐτὸ τὸ στάδιο ὁ ἄνθρωπος καθαρίζεται ἀπὸ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, ὥστε ἡ καρδιά του νὰ γίνει κάτοπτρο ποὺ ἀντανακλᾶ τὶς ἀκτίνες τοῦ φωτὸς τοῦ Θεοῦ. «Μακάριοι οἱ καθαροὶ τῇ καρδίᾳ ὅτι αὐτοὶ τὸν Θεὸν ὄψονται». Κατὰ ἀναλογία τῆς κάθαρσης τῆς καρδιᾶς του ἔρχεται ὁ φωτισμὸς καὶ ἡ θέωση, ὁπότε ὁ πιστὸς ἀρχίζει νὰ φανερώνει τὴ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ, σὰν νὰ ἔχει πάρει μορφὴ μέσα του ὁ Χριστός. Ἔτσι πνευματικὸς ἄνθρωπος, ἅγιος ἄνθρωπος εἶναι ἐκεῖνος ποὺ πραγματοποιεῖ μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ αὐτὸ ποὺ λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «μέχρις καταντήσωμεν οἱ πάντες εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ». «Ἄχρις οὐ μορφωθῇ Χριστὸς ἐν ἡμῖν».
Στὴν κρισιμότητα τοῦ πρώτου σταδίου τῆς πνευματικῆς ζωῆς, τῆς κάθαρσης, καίρια θέση ἔχουν οἱ λογισμοὶ τοῦ ἀνθρώπου. Σκέψεις ἢ εἰκόνες ποὺ προερχόμενοι ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον ἀπὸ τὸν πονηρὸ διάβολο ἀποπροσανατολίζουν τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὴ φυσιολογία τῆς ζωῆς, νὰ φανερώνει τὸν Χριστό. Ἂν ὁ πιστὸς δὲν ἔχει μάθει νὰ ἀντιμετωπίζει τοὺς λογισμοὺς αὐτοὺς καὶ νὰ τοὺς διακρίνει ἔναντι τῶν ἄλλων ποὺ ὑπάρχουν – ἀπὸ τὸν Θεὸ ἢ καὶ ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό του – τότε τὸ πιθανότερο δυστυχῶς εἶναι νὰ ἐπέλθει σὲ αὐτὸν σύγχυση καὶ νὰ ἀρχίζει νὰ ζεῖ σὲ ἕνα χάος ἀπὸ πλευρᾶς πνευματικῆς. Οἱ ἅγιοί μας εἶναι ἀρκετὰ ἀποκαλυπτικοὶ στὸ θέμα αὐτὸ τῆς σύγχυσης τῶν λογισμῶν, γι’ αὐτὸ καὶ ἀπὸ τὴν ἐμπειρία τους ἔχουν καταγράψει τὰ σχετικὰ μὲ τὴν ἀντιμετώπιση τῆς κακῆς αὐτῆς καταστάσεως, ὁπότε ἂν κανεὶς ἀκολουθήσει τὴν ἐμπειρία τους, σχετικὰ εὔκολα θὰ μπορέσει νὰ ὑπερβεῖ τὴ σύγχυση καὶ νὰ ὀρθοποδήσει πνευματικά. Αὐτὴ ἡ ἀκολουθία τους πρὸς ἔλεγχο καὶ ὑπέρβαση τῶν λογισμῶν, καὶ μάλιστα τῶν κακῶν καὶ πονηρῶν λεγομένων, συνιστᾶ καὶ τὸ μυστικό τῆς πνευματικῆς ζωῆς.
Τὴ σημασία ἀποκτήσεως αὐτοῦ τοῦ μυστικοῦ καταλαβαίνει κανείς, ἂν σκεφτεῖ ὅτι κατὰ τὸ πλεῖστον τὰ ψυχολογικὰ λεγόμενα προβλήματα σχετίζονται μὲ λανθασμένους τρόπους ἀντιμετώπισης τῶν λογισμῶν. Οἱ περισσότεροι δὲν ξέρουμε νὰ ἀντιμετωπίζουμε τοὺς λογισμούς, οἱ ὁποῖοι μὲ τὴν κακὴ διαχείρισή τους καὶ μὲ τὸ δεδομένο τῆς ὑποκίνησής τους ἀπὸ τὸν πονηρό, δυστυχῶς αὐξάνονται καὶ καθίστανται «τύραννοι» τοῦ ἀνθρώπου, κάνοντάς τον νὰ ζεῖ ἀπὸ τὴ ζωὴ αὐτὴ ἤδη μία κόλαση.
Τί μᾶς διδάσκουν λοιπὸν σὲ γενικὲς γραμμὲς οἱ ἅγιοί μας στὸ θέμα αὐτό; Πρῶτα ἀπὸ ὅλα νὰ μὴν ἔχουμε ἐμπιστοσύνη στοὺς λογισμούς. Δηλαδή, ὅταν κάποιος λογισμὸς μᾶς ταλαιπωρεῖ καὶ βλέπουμε ὅτι ἐρχόμενος μᾶς καταβάλλει, τὸ καλύτερο εἶναι νὰ τὸν θέσουμε ὑπ᾽ ὄψη διακριτικοῦ πνευματικοῦ πατέρα. Ἀλλὰ τὸ σημαντικότερο, πέραν αὐτοῦ, εἶναι νὰ μάθουμε νὰ περιφρονοῦμε τοὺς λογισμούς, τοὺς προερχομένους ἐκ τοῦ πονηροῦ. Πῶς θὰ ξέρουμε ποιός λογισμὸς εἶναι ἐκ τοῦ πονηροῦ; Ἀπὸ τὸ τί διάθεση προκαλεῖ στὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ πονηρὸς λογισμὸς συνήθως προκαλεῖ φόβο, ταραχή, κακὴ διάθεση στὸν ἄνθρωπο, ἐνῶ ὁ ἐκ Θεοῦ τὸ ἀντίθετο: ἀγάπη πρὸς τὸν ἄλλον, εἰρήνη, καλὴ ψυχικὴ διάθεση. Τὸ κριτήριο μᾶς τὸ δίδαξε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος: «τὸ δένδρον ἐκ τοῦ καρποῦ γινώσκεται». 
Ὅ,τι λοιπὸν μᾶς προκαλεῖ ταραχὴ ξέρουμε τὴν προέλευσή του. Τὸ σημειώνουν καὶ οἱ ὅσιοι Βαρσανούφιος καὶἸωάννης: «Εἴ τι βλέπῃς εἴ τι ἀκούῃς εἴ τι λογίζῃ, κἂν μικρὸν ταραχθῆς, τῶν δαιμόνων ἐστὶ τοῦτο». Βλέπεις κάτι, ἀκοῦς κάτι, λογίζεσαι κάτι, καὶ βλέπεις ὅτι ταράζεσαι; Ἀπὸ πίσω μᾶλλον κρύβεται ὁ διάβολος.