.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Ὁ Χριστός εἶναι ἡ μοναδική ἐλπίδα τῆς σωτηρίας μας

Ἄς ἐννοήσουμε τό σύντομο τῆς ζωῆς μας καί ἄς δουλεύσουμε τόν Θεό, μέ ἀγάπη, μέ προθυμία καί μέ ταπείνωσι.

Ποιός μετενόησε καί δέν σώθηκε; ποιός εἶπε τό ἡμάρτησα καί δέν συγχωρήθηκε; ποιός ἔπεσε καί ἐζήτησε βοήθεια καί δέν σηκώθηκε; ποιός ἔκλαυσε καί δέν παρηγορήθηκε ἀπό τόν Θεό;

"Ἡμάρτηκα", εἶπεν ὁ ἄνθρωπος, εὐθύς ὁ Θεός συγχωρεῖ· παραβλέπει ὁ Κύριος τό ἁμαρτημά σου. Μέ τήν μετάνοια ὅλα διορθώνονται. Οὐδέν ὑπάρχει, τό ὁποῖον νά νικᾶ τήν εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ, ἀρκεῖ νά μετανοοῦμε εἰλικρινά.

Ἐν ὄψει τῶν κρισίμων στιγμῶν πού διερχόμεθα, θά πρέπη νά ἑτοιμαζώμεθα ἰδιαίτερα μέ τήν ἐξομολόγησι. Ἡ Ἐκκλησία μας παραδέχεται τρία βαπτίσματα. Τό κανονικό βάπτισμα, τῆς μετανοίας καί τοῦ μαρτυρίου.

Ὁ Θεός δωρεάν μᾶς σώζει. Οἱ κόποι μας δείχνουν τήν προαίρεσί μας.

Τώρα ὁ Θεός φωνάζει διά μέσου τῶν ἁγίωνΓραφῶν, τῶν ἱεροκηρώυκων, τῶν πνευματικῶν πατέρων· "Μετανοεῖτε, ἤγγικε γάρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν" (Ματθ. 3, 2), ἀλλά δυστυχῶς κωφεύουν στά θεῖα Του προστάγματα μέ διάφορες προφάσεις οἱ ἔξυπνοι!

Πρέπει νά πανηγυρίζουμε καί νά εὐχαριστοῦμε τόν Κύριο πού ἄφησε αὐτό τό λουτρό στή γῆ, πού ἄφησε αὐτήν τήν ἐξουσία τοῦ "δεσμεῖν καί λύειν". Ὅσα λύση ὁ πνευματικός, τά λύνει κι ὁ Θεός. Ὅσα συγχωρεῖ ὁ ἐκπρόσωπος τοῦ Θεοῦ, τά συγχωρεῖ καί ὁ Κύριος. Κι ὅταν ἐδῶ κάτω κριθῆ ἄνθρωπος, δέν κρίνεται ἐπάνω στό μεγάλο καί φοβερό δικαστήριο.

Τώρα, ὅσο ἀκόμη εἴμεθα στήν ζωή, μποροῦμε νά κάνουμε τόν Χριστό μας εὐσπλαχνικώτερο, καί νά Τόν συναντήσουμε μέ καθαρό πρόσωπο μέ τήν μετάνοιά μας καί τήν ἐξομολόγησι. Διαφορετικά, διά τῆς ἀμετανοησίας, θά Τόν συναντήσουμε χωρίς ἔλεος καί συγνώμη. 

Ὁ Θεός νά μᾶς δώση διόρθωσι καί προετοιμασία, γιά νά βρεθοῦμε ἕτοιμοι. Ἄς ἐπιμεληθοῦμε, ὅσο μποροῦμε, τήν ἱερά ἐξομολόγησι.

Ὁ καλός Θεός ἄς ρίξη ἔλεος καί φώτισι, νά ξυπνήσουμε, ὅσο εἶναι ἐνωρίς κι ὅσο ἔχουμε πνοή ζωῆς, διά νά μή μετανοήσουμε κατόπιν χωρίς ἔλεος, χωρίς διόρθωσι...Τώρα, ὅ,τι ἠμποροῦμε νά κάνουμε σ' αὐτόν τόν χρόνο πού ἔχουμε στά χέρια μας… 
Εὔχομαι ὅλοι μας νά ξυπνήσουμε κάι νά προσπαθήσουμε, ὅσο γίνεται περισσότερο, περί τοῦ "ἑνός ἐστι χρείαν"· νά ἀγωνισθοῦμε κάι νά προετοιμστοῦμε. Νά τακτοποιήσουμε τίς σελίδες τοῦ βιβλίου τῆς ζωῆς μας, πού γράφουν τά ἁμαρτήματα, νά τίς σβούησουμε καί νά ἀφήσουμε μόνον τίς σελίδες πού γράφουν τίς καλές πράξεις, ὥστε ὅταν ἀνοιχθῇ τό βιβλίο τῆς συνειδήσεως ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, νά μή καταισχυνθοῦμε, νά μή χάσουμε τήν ψυχή μας, ἀλλά νά ζήσουμε αἰώνια μέ τόν Χριστό.

Ὅσο καί ἄν λερωθοῦμε, ὅσο καί ἄν ἁμαρτήσουμε, ὅταν μετανοήσουμε, ὅταν ἐπιστρέψουμε, ὅταν προσπέσουμε στόν Θεό μέ εἰλικρινῆ μετάνοια, μέ ἀληθινή ἐξομολόγηση, μέ καθαρή ἐξαγόρευση, ἀποκλείεται νά μήν τύχουμε τῆς συγνώμης τοῦ Θεοῦ.

Ἡ μετάνοια, ἡ σωστή καί ἀληθινή, ἀποκαθιστᾶ τό πρῶτο βάπτισμα, πού σάν ἁμαρτωλοί τό μολύναμε ὅλοι μας.

Τό καθαρό βιβλιάριο ἑτοιμάζεται ἀπό δῶ, ὅπως τό διαβατήριο...Ὅταν τό διαβατήριο τῆς ψυχῆς μας τακτοποιηθῆ καλῶς ἔναντι τοῦ θείου Νόμου, δέν θά μπορέσουν νά μᾶς σταματήσουν οἱ ἐναέριοι φορολόγοι, οἱ ὁποῖοι ἐμποδίζουν κάθε ψυχή πρός τά πάνω.

Χωρίς τό Εὐαγγέλιο στά χέρια μας, δέν ἔχουμε ὁδηγό, δέν ἔχουμε πυξίδα, δέν ἔχουμε τίποτα, δέν μποροῦμε νά σωθοῦμε...

Γέρων Ἐφραίμ ἐν Ἀριζόνᾳ
(Ἀνθολόγιο σοφῶν ρήσεων ἐπί τοῦ θέματος) 
Ἐκδόσεις: "ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ"

Μακάριος είναι ο άνθρωπος που ελπίζει στον Θεό!



Πόσο ωραία, πόσο ευχάριστη, πόσο χαριτωμένη είναι η εικόνα εκείνου που ελπίζει στον Θεό που σώζει, στον Θεό των οικτιρμών, τον Θεό του ελέους, τον αγαθό και φιλάνθρωπο Θεό.

Αληθινά μακάριος είναι ο άνθρωπος που ελπίζει στον Θεό! Ο Θεός είναι πάντα βοηθός του και δεν φοβάται ό,τι κακό κι αν του προξενήσει άνθρωπος. Ελπίζει στον Κύριο και πράττει τα αγαθά!

Κάθε του ελπίδα την έχει εναποθέσει σ’ Αυτόν, και σ’ Αυτόν εξομολογείται με όλη του την καρδιά. Είναι το καύχημά του, είναι ο Θεός του και Τον επικαλείται μέρα και νύχτα. Το στόμα του ωραίο, αναπέμπει αίνους στον Θεό, τα χείλη του, πιο γλυκά από μέλι και κερί σαν ανοίγουν για να ψάλλουν στον Θεό· η δε γλώσσα του γεμάτη χάρη, κινείται προς δοξολογία Θεού...

Η καρδιά του είναι έτοιμη να Τον επικαλεσθεί, η διάνοια του έτοιμη να ανυψωθεί προς Αυτόν, η ψυχή του είναι προσηλωμένη στον Θεό και «η δεξιά του Κυρίου αντελάβετο αυτού». «Εν τω Κυρίω επαινεθήσεται η ψυχή αυτού». Ζητά και λαμβάνει από τον Θεό αυτό που ζητά η καρδιά του. Ζητά και βρίσκει όσα ποθεί. Κρούει και του ανοίγονται οι θύρες του ελέους.

Αυτός που ελπίζει στον Κύριο επαναπαύεται σε ήσυχα νερά. Ο δε Κύριος του δίνει πλούσια τα ελέη του. Η δεξιά του Κυρίου κατευθύνει την πορεία του και δάκτυλος Κυρίου τον καθοδηγεί στους δρόμους του.

Αυτός που ελπίζει στον Κύριο δεν αστοχεί. Η ελπίδα του δεν πεθαίνει ποτέ. Ο Θεός είναι η προσδοκία του, η ακρότατη επιθυμία της καρδιάς του. Προς Αυτόν στενάζει η καρδιά του όλη την ημέρα: «Κύριε μην αργήσεις, σήκω, κάνε γρήγορα, έλα και απομάκρυνε από την ψυχή μου κάθε ανάγκη, εξάγαγε εκ φυλακής την ψυχή μου! Θα σε δοξολογήσω με όλη μου την καρδιά Κύριε. Σε Σένα θα απευθύνεται κάθε λόγος που θα βγαίνει απ’ το στόμα μου».

Αυτός που ελπίζει στον Κύριο, ευλογεί τον Ύψιστο, τον λυτρωτή του και αγιάζει «το όνομα το άγιον αυτού». Ελπίζει και από τα βάθη της καρδιάς του κραυγάζει προς τον Θεό: «Κύριε πότε ήξω και οφθήσομαι τω προσώπω σου;».

Αυτός που ελπίζει στον Κύριο, θα επικαλεσθεί τον Ύψιστο για να εισέλθει στο αγιαστήριό Του, για να δει και να χαρεί τα θαυμάσια Του· και ο Κύριος θα ακούσει τη φωνή της δέησής του.

Αυτός που ελπίζει στον Κύριο, απολαμβάνει άκρα ειρήνη· γαλήνη επικρατεί στην καρδιά του και στην ψυχή του βασιλεύει πλήρης αταραξία. Όταν έχει βοηθό του τον Θεό, από τί να φοβηθεί; Από τί να δειλιάσει; Αν ξεσηκωθεί εναντίον του πόλεμος, δεν πτοείται, γιατί ελπίζει στον Κύριο. Αν τον καταδιώξουν πονηροί δεν φοβάται, γιατί ξέρει ότι όλα είναι υπό τον έλεγχο του Κυρίου. Δεν ελπίζει στο τόξο του ούτε στη φαρέτρα του· ούτε εξαρτά τη σωτηρία του από τη ρομφαία, αλλά από τον Κύριο και Θεό του, που μπορεί να τον γλιτώσει από τα χέρια αυτών που τον πολεμούν, από την παγίδα του αμαρτωλού και από την καταιγίδα. Είναι πεπεισμένος για τη δύναμη του Κυρίου και «επί τον βραχίονα τον υψηλόν αυτού και ο Κύριος σώσει αυτόν».

Αυτός που ελπίζει στον Κύριο, βαδίζει ήρεμος στον αγώνα της ζωής του και διανύει τον δρόμο αυτό δίχως το άγχος των μερίμνων. Εργάζεται ακατάπαυστα το αγαθό, το ευάρεστο και τέλειο, τα δε έργα του τα ευλογεί ο Θεός. Σπέρνει ευλογημένα και λαμβάνει πλούσιους τους καρπούς των κόπων του. Έχει θάρρος στον Κύριο και δεν παρεκτρέπεται από τους πειρασμούς που τον κυκλώνουν. Στις δοκιμασίες της ζωής δεν παραιτείται, αλλά ελπίζει, διότι εκεί που τα πράγματα φαίνονται αδύνατα, ο Θεός φανερώνει τη διέξοδο. Μέσω της πίστης προσδοκά και την ελπίδα της δικαιοσύνης.

Αυτός που ελπίζει στον Κύριο δεν ελπίζει σε χρήματα, ούτε στο μέγεθος της δύναμής του, αλλά επαναπαύεται στη βοήθεια που θα του παράσχει ο Θεός.

Αυτός που ελπίζει στον Κύριο, είναι γεμάτος πίστη και αγάπη προς τον Θεό, ζει έχοντας θάρρος στην αγαθή του συνείδηση, εμφανίζεται με την παρρησία γιου απέναντι στον ουράνιο Πατέρα του και Τον επικαλείται για να έλθει η βασιλεία Του στη γη και το θέλημά Του να πραγματώνεται στη γη όπως και στον ουρανό.

Αυτός που ελπίζει στον Κύριο, είναι αφοσιωμένος ολοκληρωτικά σ’ Εκείνον και υψώνει την καρδιά του στον αγαθό και αθάνατο Θεό. Ζητά απ’ Αυτόν το ύψιστο αγαθό και την αθανασία στη βασιλεία των Ουρανών, και ο Θεός τον εισακούει.

Μακάριος ο άνθρωπος που ελπίζει στον Κύριο!

Αγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως, «Το γνώθι σαυτόν»

Τί πραγματικά εἶπε ὁ Ἰησοῦς Χριστός;

ΥΠΑΡΧΕΙ ΘΕΟΣ;
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8

Διαβάζοντας με προσοχή τα λόγια που είπε ο Ιησούς, παρατηρούμε αμέσως ένα καταπληκτικό χαρακτηριστικό. Τα πιο βαθιά νοήματα, οι τελειότερες ηθικές διδασκαλίες, είναι διατυπωμένες με πολύ απλά λόγια!
Αυτό δεν είναι αυτονόητο. Οι φιλόσοφοι όλων των εποχών δεν απευθύνονται στον απλό άνθρωπο. Απευθύνονται στους λίγους, τους μορφωμένους, που μπορούν να παρακολουθήσουν τους συλλογισμούς, τα διανοήματά τους. Το ξετύλιγμα των σκέψεων συχνά αναγκάζει και τους πιο μορφωμένους να διαβάζουν ερμηνευτικά σχόλια, παρατηρήσεις άλλων φιλοσόφων και συγγραφέων πάνω στο ίδιο θέμα, να κάνουν σύνθετους συλλογισμούς.
Ο Χριστός όμως απευθύνεται στον απλό άνθρωπο. Λέει όλα αυτά, που κανείς φιλόσοφος δεν προσέγγισε, και τα λέει με απλότητα. Κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι δεν μπορεί να καταλάβει το λόγο του Χριστού.
«Όσα θέλετε να σας κάνουν οι άνθρωποι, αυτά και εσείς να κάνετε σε αυτούς» λέει ο Ιησούς.
«Με όποιο μέτρο κρίνετε, με το ίδιο μέτρο θα κριθείτε. Αν συγχωρείτε τους άλλους, θα σας συγχωρέσει ο ουράνιος πατέρας. Αν δεν συγχωρείτε τους συνανθρώπους σας, ούτε ο ουράνιος πατέρας θα σας συγχωρέσει».
Απλό, εύληπτο, υπέροχο. Διδάσκει την αγάπη, την καλοσύνη. Χτυπάει τον εγωισμό και τη φιλαυτία. Αποτελεί το άριστο θεμέλιο μιας κοινωνίας.
Πάρα πολλοί από τους απλούς λόγους του Ιησού, είναι σήμερα παροιμίες σε ολόκληρο τον κόσμο. Ας δούμε μερικούς λόγους:
«απόδοτε τα του Καίσαρος τω Καίσαρι»,
«ουκ έχει που την κεφαλήν κλίναι»,
«εκ του περισεύματος της καρδίας το στόμα λαλεί»,
«πολλοί εισί οι κλητοί, ολίγοι δε οι εκλεκτοί»,
«τον μεν πνεύμα πρόθυμο, η δε σαρξ ασθενής» και τόσα άλλα.
Οι εκφράσεις, ο λόγος, είναι τόσο χαρακτηριστικά που φαίνεται αμέσως κάτι αν το είπε ή όχι ο Ιησούς. Το ύφος είναι μοναδικό. Ας δούμε παραδείγματα
«Αιτείται και δοθήσεται υμίν, ζητείτε και ευρήσετε, κρούετε και ανοιγήσεται υμίν».
«Δεύτε προς πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι και εγώ αναπαύσω υμάς».
«Οι έσχατοι έσονται πρώτοι, και οι πρώτοι έσχατοι».
ο Ιησούς χρησιμοποίησε αριστοτεχνικά τη λεγόμενη Σωκρατική μέθοδο, με την οποία οδηγούσε τους μαθητές ή τους άλλους ανθρώπους να δώσουν μόνοι τους τη σωστή απάντηση. Χρησιμοποίησε πάρα πολλές εικόνες από την καθημερινή ζωή, και παρομοιώσεις, για να γίνει απόλυτα κατανοητός. Με τις παραβολές έδωσε διαχρονικά μηνύματα, με τρόπο που άμεσα γίνονται αντιληπτά από τους απλούς ανθρώπους όλων των εποχών.
Η σπορά, η συγκομιδή, οι πονηροί και οι αγαθοί εργάτες, ο ποιμένας, το πρόβατο, ο έμπορος των μαργαριταριών, η δραχμή που χάθηκε, πένθος, χαρά, λύπη, δάκρυα, πλούτος, φτώχεια, πείνα, δίψα, υγεία, ασθένεια, όλες οι παραστάσεις που έχουν οι άνθρωποι από τη ζωή τους πάνω στη γη, έγιναν διήγηση, παραβολή, διδασκαλία, από όπου βγήκε το τέλειο ηθικό κήρυγμα, που όμοιό του ποτέ δεν ακούστηκε.
Ας δούμε λίγα σημεία της πρωτοφανούς αυτής διδασκαλίας.
1. Η ύπαρξη του Θεού
Δίπλα στο φρέαρ της Σαμάρειας, ο Ιησούς είπε σε μια γυναίκα: Ο Θεός είναι πνεύμα, που δεν μπορεί να κλειστεί σε τοπικά όρια και εθνικούς φραγμούς. Είναι πανταχού παρών, έτοιμος να ακούσει όποιον του μιλάει. «Πνεύμα ο Θεός και τους προσκυνούντες αυτόν εν πνεύματι και αληθεία δει προσκυνείν».
2. Ο Θεός είναι πατέρας
Ζητάει, στην Κυριακή προσευχή, να αποκαλούμε το Θεό πατέρα. «Πάτερ ημών, ο εν τοις ουρανοίς». Είναι ένας πατέρας που ενδιαφέρεται για τους ανθρώπους. Απαντάει στις προσευχές, αρκεί να φερόμαστε στους ανθρώπους, όπως θέλουμε να μας φερθούν και αυτοί! Θεέ, συγχώρεσέ μας, όπως και εμείς συγχωρούμε τους συνανθρώπους μας, λέει η Κυριακή προσευχή.
3. Η βασιλεία των ουρανών
Η ψυχή είναι αθάνατη. Ο κόσμος αυτός, αποτελεί τόπο κρίσης. Η αμοιβή των δικαίων και των ταπεινών είναι η αιώνια ζωή. «Εάν μη στραφήτε και γένησθε ως τα παιδιά, ου μη εισέλθετε εις την βασιλείαν των ουρανών» είπε ο Ιησούς. Και «ο ταπεινών εαυτόν υψωθήσεται».
Το αναστάσιμο «Χριστός Ανέστη εκ νεκρών, θανάτω θάνατον πατήσας, και τοις εν τοις μνήμασιν ζωήν χαρισάμενος» εκφράζει με τον πιο φανερό τρόπο την πίστη των Χριστιανών στην αιώνια ζωή. Ο «τον Θάνατο καταπατήσας» υποσχέθηκε ότι θα πάρει τους δίκαιους κοντά του, εκεί που είναι ο ουράνιος πατέρας.
4. Η εντολή της αγάπης
Είναι η πιο σημαντική εντολή. Η αγάπη αυτή είναι πρωτόγνωρη, περιλαμβάνει όσους μας μισούν, μας αδικούν. Η αγάπη έχει τη δύναμη να συνετίσει και να διορθώσει πολλούς, τη στιγμή που η αντιπαράθεση και ο θυμός τους κάνουν όλους χειρότερους.
«Αγαπάτε τους εχθρούς υμών, ευλογείτε τους καταρωμένους υμάς, καλώς ποιείτε τους μισούντας υμάς και προσεύχεστε υπέρ των επηρεαζόντων υμας και διοκόντων υμάς».
5. Οι εχθροί της ψυχής
Ο μαμμωνάς. Το χρήμα και τα υλικά αγαθά. Αν αυτά γίνουν πρώτος στόχος του ανθρώπου, αυτός γίνεται άδικος, εγωιστής, φέρνει τη δυστυχία στους άλλους ανθρώπους. Η απληστία, η πλεονεξία, η αγωνία της απώλειας, σημαδεύουν την προσωπικότητα και της δίνουν απάνθρωπα χαρακτηριστικά.
Η μέριμνα. Η αγωνιώδεις φροντίδα, τι θα γίνουμε, τι θα κάνουμε, μήπως γίνει ότι φοβόμαστε. Ο Ιησούς δίδαξε τη φυσιολογική φροντίδα, που βάζει τα υλικά αγαθά στη δεύτερη θέση, αφήνοντας για την πρώτη θέση την προσπάθεια για βελτίωση την αγάπη, την εμπιστοσύνη στο Θεό. Ο άνθρωπος πρέπει να δείχνει εμπιστοσύνη στον ουράνιο πατέρα, να μην φέρεται με το φόβο και την αγωνία που δείχνουν άτομο που δεν πιστεύει ότι μπορεί ο Θεός να το προστατέψει και να το βοηθήσει.
Η φιλαυτία. Ο άνθρωπος που έχει μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του, δεν αγαπάει κανένα. Φέρεται στους άλλους υποτιμητικά, χωρίς ενδιαφέρον και αγάπη. Προσπαθεί να τους χρησιμοποιήσει για να πετύχει ότι πιστεύει ότι δικαιούται. Εκμεταλλεύεται, καταπιέζει, θεωρεί «υπάνθρωπους» πολλούς από τους συνανθρώπους του.
6) Η αλληλοβοήθεια.
Ο Ιησούς τονίζει με έμφαση την ανάγκη να βοηθάμε ο ένας τον άλλο. Φτάνει στο σημείο να θεωρεί τον εαυτό του οφειλέτη, αν προσφέρουμε βοήθεια σε κάποιο συνάνθρωπό μας! «Αφού προσφέρατε σε έναν από τους πτωχούς αδελφούς σας, σε εμένα προσφέρατε» λέει!
Η επί του όρους ομιλία, αποτελεί το καταστατικό της Χριστιανικής πίστης. Αιώνες οι άνθρωποι σκύβουν πάνω από το ευαγγέλιο του Ματθαίου, και μένουν έκπληκτοι από το ηθικό ύψος, στο οποίο ανεβάζει ο Ιησούς τον άνθρωπο.
Ας δούμε ένα τμήμα από την επί του όρους ομιλία του Ιησού Χριστού. Είναι άξιο ιδιαίτερης προσοχής ότι προσπαθεί να κτυπήσει τη ρίζα του κακού. Αντί για το «μη φονεύσεις» ζητάει το «μη οργισθείς κατά του αδελφού σου». πράγματι, η οργή οδηγεί στο μίσος, τον εγωισμό, την κακία, καμιά φορά και το φόνο. Αν κάποιος δεν οργισθεί, δεν φτάνει ποτέ στα επόμενα στάδια.
Αντί για το «μη μοιχεύσεις» ο Ιησούς λέει «μη επιθυμήσεις την γυναίκα του πλησίον σου». Πράγματι, μετά την επιθυμία ακολουθεί μια κατάσταση που περιέχει έλλειψη ικανοποίησης για όσα έχουμε, κακία για τους άλλους, αχαριστία, έλλειψη αγάπης για το σύζυγο της γυναίκας, προσπάθεια ίσως να κερδίσουμε την εύνοια του αντικειμένου του πόθου, και μια κατηφόρα, που κλονίζει οικογένειες, αφήνει παιδιά ορφανά, δημιουργεί θανάσιμο μίσος, συμπλοκές, δίκες, φόνους. Τα χειρότερα εγκλήματα, τα πιο θανάσιμα αμαρτήματα που οδήγησαν μικρά παιδιά στην απόγνωση, ξεκίνησαν από μια απλή επιθυμία, μια έλξη, που αφέθηκε ενεξέλεγκτη, δυνάμωσε, καλλιεργήθηκε, και οδήγησε σε τραγικές συνέπειες όσους φταίνε και όσους δεν φταίνε.
Ας δούμε την υπέροχη αυτή διδασκαλία. Αν ο άνθρωπος την ακολουθήσει, πράγματι, «δεν θα περπατήσει στο σκοτάδι, αλλά θα έχει το φως της ευτυχίας στη ζωή».
«Όταν ποιήσεις ελεημοσύνη, μη σαλπίσεις έμπροσθέν σου, ώσπερ οι υποκριταί ποιούσιν εν τας συναγωγαίς και εν ταις ρύμαις όπως δοξασθώσι υπό των ανθρώπων».
Ο Ιησούς ενδιαφέρεται για τα βαθύτερα κίνητρα της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Θέλει να κάνουμε ελεημοσύνη, αλλά από αγάπη, όχι για επίδειξη. Αξία έχει η ειλικρινής, η άδολη προσφορά.
Αιώνες αργότερα, το marketing έχει ανακαλύψει την αξία της προσφοράς, σαν διαφήμιση. «Αυτή η εκδήλωση έγινε με την ευγενική χορηγία της … εταιρίας» διαβάζουμε. Όμως, αυτό αποτελεί είδος διαφήμισης! Αυτό ακριβώς κάνουν και οι άνθρωποι που υπερηφανεύονται: «Ξέρεις πόσους φτωχούς έχω βοηθήσει;» ή «να βοηθάς τους φτωχούς, όπως εγώ». Σύμφωνα με τον Ιησού «έλαβαν ήδη τον μισθόν αυτών». Η αμοιβή τους δόθηκε από τους ανθρώπους. Όταν όμως κάποιος βοηθάει χωρίς επίδειξη, «ο πατήρ σου ο βλέπων εν τω κρυπτώ, αποδώσει σοι εν τω φανερώ».
Ου δύνασθε Θεώ δουλεύειν και μαμωνά». Δεν μπορούμε να έχουμε στην ίδια θέση το Θεό και το χρήμα. Θα εργαζόμαστε, θα απολαμβάνουμε τα υλικά αγαθά, όμως θα βοηθάμε τους συνανθρώπους μας, και θα κερδίζουμε ότι μπορούμε να κερδίσουμε τίμια. Όχι αδικώντας τους άλλους. Όχι να κερδίζουμε κάνοντας τους άλλους δυστυχισμένους. Όποιος αγαπήσει το χρήμα πάνω από όσο πρέπει, σίγουρα θα αδικήσει, θα σπείρει δυστυχία, θλίψη. Δεν θα έχει αγάπη, κατανόηση, ανθρωπιά. «Ου δύναται δυσί κυρίοις δουλεύειν» λέει ο Ιησούς. Πράγματι, υπάρχει σύγκρουση!
Αν κάποιος θέλει να κερδίσει όσο γίνεται ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΧΡΗΜΑΤΑ, γρήγορα θα καταλάβει ότι αυτό δεν μπορεί να γίνει μένοντας τίμιος και δίκαιος. Ο διπλανός του, που αδικεί και κλέβει, πρόσκαιρα θα έχει περισσότερα. Όμως, μαζί με τα περισσότερα ΧΡΗΜΑΤΑ, η συνείδησή του, που τον πληροφορεί ότι είναι άδικος, του δηλώνει ότι ο Θεός δεν πρόκειται να τον βοηθήσει. Στηρίζει λοιπόν την ελπίδα του στα χρήματα, και προσπαθεί με αυτά να «εξασφαλίσει» όσο γίνεται περισσότερο.
Όμως, κάθε έξυπνος άνθρωπος καταλαβαίνει ότι με τα άδικα χρήματα κανείς δεν αγοράζει τα πάντα.
Ο Έλβις Πρίσλεϋ, η Μαίριλυν Μονρόε, ο Αριστοτέλης Ωνάσης, σίγουρα είχαν πολλά χρήματα. Δεν μπόρεσαν όμως να αγοράσουν την ευτυχία, ούτε να εξασφαλίσουν τη μακροζωία. Πέθαναν νωρίτερα και πιο δυστυχισμένοι, από πολλούς απλούς ανθρώπους που έχουν λίγα υλικά αγαθά, έχουν όμως την εμπιστοσύνη τους στο Θεό.
«Αιτείτε, και δοθήσεται υμίν, ζητείτε, και αυρήσετε, κρούετε, και ανοιγήσετε υμίν. Πας γαρ ο αιτών λαμβάνει και ο ζητών ευρίσκει και τω κρούοντι ανοιγήσεται. Τις έστιν εξ υμών άνθρωπος, ον εάν αιτήσει ο υιός αυτού άρτον, μη λίθω επιδώσει αυτώ; και εάν ιχθύν αιτήσει, μη όφιν επιδώσει αυτώ; είναι ουν υμείς, πονηροί όντες, οίδατε δόματα αγαθά διδόνται τοις τέκνοις υμών, πόσω μάλλον ο πατήρ υμών ο εν τοις ουρανοίς δώσει αγαθά τοις αιτούσιν αυτόν;»
Ο Ιησούς μας προτρέπει να ζητάμε. Να ζητάμε και θα μας δοθεί! Είναι υπόσχεση, και την έχουμε δει πολλές φορές στη ζωή μας να εκπληρώνεται.
Ναι, θα μου πείτε όποιος προσεύχεται, του δίνει ο Θεός αυτό που ζητάει; Έχω ξέρω πολλούς που ζητούν, και ο Θεός δεν τους δίνει τίποτα!
Ο Χριστός μας προτρέπει να ζητάμε, και θα μας δοθεί. Δεν λέει ψέματα. Αν διαβάσουμε προσεκτικά, μας λέει πως πρέπει να ζητάμε ώστε να εισακουστούμε.
α) Ας προσέξουμε το λόγια Του «αν προσεύχεσαι και θυμηθείς ότι ο αδελφός σου έχει κάτι εναντίον σου, σταματά την προσευχή, πήγαινε, συμφιλιώσου με τον αδελφό σου, και μετά έλα και προσευχήσου για να εισακουστείς».
Πριν προσευχηθούμε, πρέπει να αγαπάμε όλους τους ανθρώπους, να μην έχουμε αδικήσει κανένα, ή, αν έχουμε αδικήσει, να επανορθώσουμε! Διαφορετικά, ο Θεός αρνείται και αυτός να μας ακούσει!
Πόσοι από εμάς, που παραπονιόμαστε, ότι δεν μας ακούει ο Θεός, δεν μισούμε, δεν έχουμε εγωισμό, δεν αδικούμε! Ας συμφιλιωθούμε, ας έχουμε αγάπη, τιμιότητα, δικαιοσύνη. Τότε, ας προσευχηθούμε.
Καλώ όποιον διαβάζει αυτές τις γραμμές να το δοκιμάσει. Τότε, ας πετάξει στα σκουπίδια αυτό το βιβλίο. Ο Θεός θα του φανερωθεί, τόσο έντονα, τόσο χαρακτηριστικά στη ζωή του, που «οι αποδείξεις» αυτού του βιβλίου, είναι πλέον άχρηστες. Αν αποκτήσουμε προσωπικά πείρα σε κάτι, δεν χρειαζόμαστε πια αποδείξεις! Το είδαμε, το αισθανθήκαμε, είδαμε απίστευτα πράγματα να συμβαίνουν έξω από κάθε λογική στη ζωή μας, και γνωρίζουμε. «Μακάριοι οι μη ιδόντες και πιστεύσαντες» λέει ο Ιησούς, αλλά όμως στηρίζει την πίστη μας με έργα που, καθένας από εμάς, ας κρίνει αν αποτελούν προϊόν τύχης ή απάντησης του Θεού.
β) Να ζητάμε πράγματα που θα μας ωφελήσουν, στο δρόμο για ευτυχία, υγεία, ηθική βελτίωση. Δεν έχει νόημα να ζητάμε πράγματα με τα οποία θα αδικηθούν άλλοι (Θεέ μου τιμώρησέ τον), θα κάνουμε επίδειξη (Θεέ μου θέλω ένα καινούργιο αυτοκίνητο), θα μας βλάψουν (Θεέ μου, ας κερδίσω το λαχείο, να μην έχω ανάγκη κανένα).
Αλήθεια, αν κερδίσουμε πεντακόσια εκατομμύρια στο λαχείο, θα μας βλάψει; Πολύ πιθανό. Οι ενενήντα στους εκατό από εμάς θα βλαφτούν. Ο άνθρωπος όταν έχει πολλά χρήματα και «δεν έχει ανάγκη κανένα», γίνεται υπερήφανος, εγωιστής, αποκτά αίσθημα ανωτερότητας. Αρχίζει και περιφρονεί τους φτωχούς, απορεί «πως ζούνε» μερικοί άνθρωποι, σιχαίνεται «τους βρωμιάρηδες» (που ίσως δεν έχουν νερό να πλυθούν), ειρωνεύεται τους «μικροαστούς με τις συνήθειές τους».
Ο μεγάλος πλούτος και η μεγάλη δυστυχία, είναι οι δύο δρόμοι που απομακρύνουν με ασφάλεια τον άνθρωπο από το Θεό. Το συμφέρον όμως του ανθρώπου βρίσκεται στην ηθική του τελείωση, όχι στην επίδειξη. Ο άνθρωπος πρέπει να απολαμβάνει τη ζωή, να χαίρεται, όμως να αισθάνεται ότι εξαρτάται από το Θεό. Να μην πιστέψει όπως ο πλούσιος της παραβολής «Ψυχή μου, έχεις πολλά αγαθά, κείμενα εις έτη πολλά». Γιατί, το αύριο, κανείς δεν το γνωρίζει, ούτε το αγοράζει.
γ) Να μοιάζουμε με τα παιδιά. Να έχουμε ψυχή παιδιού. Να ζητάμε κάτι από το Θεό, όπως ένα παιδί από τον πατέρα του. Όχι όπως ο Φαρισαίος «Θεέ μου, σε ευχαριστώ που είμαι καλός, τίμιος, και όχι σαν εκείνο εκεί τον Τελώνη». Γιατί ο Θεός «υπερηφάνοις αντιτάσσεται», και στους ταπεινούς μόνο δίνει χάρη.
δ) «Ου πας ο λέγων μοι Κύριε, Κύριε εισελεύσεται εις την βασιλείαν των ουρανών, αλλά ο ποιών το θέλημα του πατρός μου του εν τοις ουρανοίς».
Δεν έχουν νόημα τα μεγάλα και ωραία λόγια, οι ωραίες εκφράσεις, οι επικλήσεις. Σημασία έχει μόνο να εφαρμόζουμε τη διδασκαλία του Χριστού, που με λίγα λόγια: «Πάντα όσα αν θέλητε ίνα ποιώσιν υμίν οι άνθρωποι ούτω και υμείς ποιείτε αυτοίς. Ούτος γαρ εστίν ο νόμος και οι προφήται».
Δοκιμάστε. Σας βεβαιώνω ότι θα έχετε τις αποδείξεις που θέλετε. Όποιος εφαρμόσει τους απλούς αυτούς κανόνες, θα έχει όλες τις αποδείξεις. Θα ζητήσει και θα λάβει. Θα κρούσει και θα του ανοιχθεί. Η γαλήνη και η ευτυχία που θα κερδίσει, θα είναι τα επιπλέον, αυτά που έλαβε χωρίς να τα ζητήσει. Αυτή είναι η εξήγηση και για τους πρώτους Χριστιανούς. Θα δει τι κατάλαβαν, και άφησαν τα είδωλα και τις υλικές απολαύσεις που έφερνε μαζί η παλιά Θρησκεία.
Παρουσιάζεται σήμερα ο Θεός στη ζωή μας; Γίνονται θαύματα σήμερα; Ο Χριστός είναι ο ίδιος, τότε, τώρα, και στους αιώνες. «Η γη θα παρέλθει, οι λόγοι μου όμως δεν θα παρέλθουν» είπε. Η καλύτερη απόδειξη είναι πάντα η προσωπική εμπειρία.


Μη φοβάσαι τον πόνο...



Γιατί φοβόμαστε τόσο πολύ να πονέσουμε; γιατί φοβόμαστε να πενθήσουμε; Να θρηνήσουμε απώλειες και μικρούς καθημερινούς θανάτους; Το ότι δεν έχουμε κέφι και όρεξη, δεν σημαίνει ότι έχουμε κατάθλιψη. Μπορεί να σημαίνει και υγεία ενός ψυχισμού που θέλει να πενθήσει κάτι που έχασε, κάτι που του λείπει, κάτι που δεν βρίσκει, κάτι που αναζητάει ή κάτι που τον πόνεσε και τον πλήγωσε. 

Το δάκρυ δεν μας πνίγει πάντα, τις περισσότερες φορές μας λυτρώνει. Ούτε ο πόνος είναι κατάρα, μα ευκαιρία για να συναντηθούμε με κάτι πιο δυνατό, όμορφο, υγιές, δημιουργικό και ελπιδοφόρο. Στην εκκλησία λέμε ότι τον θάνατο ακολουθεί η ανάσταση. Στη ψυχολογία αναφέρεται ότι την απώλεια διαδέχεται μια δημιουργία, και εγώ απλά και ταπεινά ως παθών και πολλάκις πεσών στα πατώματα του άδη μου λέω ότι η ζωή είναι όμορφη ακριβώς γιατί έχει εναλλαγές και ποικιλία. Ένα μόνιμο δάκρυ σίγουρα είναι κουραστικό, μα και ένα χαμόγελο «αιώνιο» είναι βαρετό. Γι αυτό ας αφήσουμε να ρέει η ζωή κι ας κυλάμε στο ποτάμι της, που είτε ράθυμα είτε ορμητικά θα μας βγάλει στην θάλασσα.

π. λίβυος

Πώς θεραπεύουμε τον αμαρτωλό



Επειδή η αμαρτία στο βάθος της δεν είναι παρά κακία και υπερηφάνεια, πρέπει να θεραπεύουμε κάθε αμαρτωλό με την αγαθότητα και την αγάπη. Είναι αυτό μια μεγάλη αλήθεια που συχνά την λησμονούμε. Πράγματι συχνά, πολύ συχνά, ενεργούμε αντίθετα προς αυτή την αλήθεια. Προσθέτουμε κακία στην κακία, αντιθέτουμε υπερηφάνεια στην υπερηφάνεια. Έτσι η αρρώστια μεγαλώνει εξαιτίας μας και δεν υποχωρεί. Αντί να τη θεραπεύουμε την επιδεινώνουμε. «Κύριε, ελέησέ μας, απάλυνε την καρδιά μας.

Αγίου Ιωάννη της Κρονστάνδης 

Εύκολο να κατακρίνεις τους άλλους



Μια γυναίκα πήγε σε κάποιον ιερέα να εξομολογηθεί. Αφού, λοιπόν, τελείωσε την εξομολόγησή της και έλαβε συγχώρεση για τις αμαρτίες που εξομολο­γήθηκε, ξεκίνησε για το σπίτι της. Πριν, όμως, φθάσει, θυμήθηκε ότι είχε ξεχάσει μια αμαρτία. Δεν έμεινε πολύ με αυτή τη σκέψη και πήρε το δρόμο της επιστροφής προς τον πνευματικό. Εκείνος, αφού τη ρώτησε το λόγο της επιστροφής της, έβαλε το πετραχήλι και άκουσε με πολλή προσοχή τα όσα ήθελε η γυναίκα εκείνη να προσθέσει στην εξομολό­γησή της. Όταν τελείωσε, της είπε ο ιερέας:
«Πήγαινε στο σπίτι σου, πάρε μια κότα και να επιστρέψεις εδώ με την κότα. Στο δρόμο που θα έρχεσαι να βγάζεις φτερά από την κότα και να τα πετάς».
Εκείνη, λοιπόν, παιδί της υπακοής, εφάρμοσε τα όσα της είπε ο πνευματικός της. Όταν ήρθε στον ιερέα πάλι, της είπε:
«Πήγαινε τώρα να μαζέψεις τα φτερά της κότας που σκόρπισες ερχόμενη προς τα εδώ».
«Πάτερ μου», του είπε εκείνη, «είναι αδύνατο να γίνει αυτό, γιατί ο αέρας πήρε τα φτερά και τα σκόρ­πισε εδώ κι εκεί».
«Έτσι γίνεται, παιδί μου, και με τους λόγους της κατάκρισης», της απάντησε ο πνευματικός. «Τα λό­για που λες τα παίρνει ο διάβολος, τα παίρνουν οι άνθρωποι και τα σκορπούν στις καρδιές των άλλων, με αποτέλεσμα ανδρόγυνα να χωρίζουν, άνθρωποι να μη μιλιούνται μεταξύ τους και να μισούνται με απρόβλεπτες συνέπειες».
Είναι φοβερή αμαρτία η κατάκριση· η κακόβουλη εκείνη κρίση, που δείχνει έλλειψη αγάπης για τον άλ­λο και κρύβει φοβερό εγωισμό για εκείνον που κατα­κρίνει. Είναι τόσο βαριά, που ο Χριστός παρομοιάζει την αμαρτία του άλλου με αγκίδα και την αμαρτία όποιου κατακρίνει με δοκάρι.
Η κρίση ανήκει μόνο στο Θεό. Εκείνος θα υπολογί­σει στον καθένα τα κίνητρα που τον οδήγησαν στην αμαρτία· τις συνθήκες, κάτω από τις οποίες μεγάλωσε· την προαίρεσή του, ακόμα και τα γονίδιά του. Και στην κρίση της Δευτέρας Παρουσίας του Χριστού κινδυνεύει ο κατήγορος σε αυτόν τον κόσμο να μετατραπεί σε κατηγορούμενο εκεί και, αντίθετα, ο κατη­γορούμενος εδώ να γίνει κατήγορος εκεί.
Ένας Άγιος της Εκκλησίας, ο Άγιος Ιωάννης, συγγραφέας της «Κλίμακος», λέει: «Είδα άνθρωπο που φανερά αμάρτησε, ενώ στα κρυφά έκανε μεγά­λα καλά». Γι’ αυτό δεν πρέπει να κατακρίνουμε κανέναν. Η εξωτερική εμφάνιση ξεγελάει και παρασύ­ρει τον άνθρωπο στην κατάκριση, αλλά, όπως λέει ο λαός, «άνθρωπο βλέπεις, καρδιά όμως δεν ξέρεις». Και σίγουρα, ο Θεός θα θεωρήσει ΝΙΚΗ ενός ανθρώπου τον αγώνα και την προσπάθειά του, έστω κι αν αμάρτησε, στο τέλος, όμως, μετανόησε.
Είναι προτιμότερο και θεάρεστο, αντί να ασχο­λούμαστε και να κατακρίνουμε τη συμπεριφορά των άλλων, να προσευχόμαστε με τα λόγια του Αγίου Εφραίμ του Σύρου: «Κύριε, δώσε μου τη δύναμη να βλέπω τις δικές μου αμαρτίες και να μην κατακρίνω τον αδελφό μου».

Αν ο Χριστός σε ρωτούσε…



 ΑΣ ΥΠΟΘΕΣΟΥΜΕ θεωρητικά ότι πέθανες.

Πηγαίνεις στον Παράδεισο και δύο χρυσόμορφοι Άγγελοι παραστέκουν δίπλα σου δείχνοντάς σου τα απερίγραπτα κάλλη του Παραδείσου. Εσύ τότε κατευτυχισμένος φτάνεις στις θύρες και εκεί βλέπεις τον Χριστό να σε περιμένει και να σε ρωτά κατάματα:  -Παιδί μου να! Ο Παράδεισος που κέρδισες! με τα καλά σου έργα, μπορείς να τον απολαύσεις αιωνίως. Όμως πρέπει να ξέρεις ότι από εδώ και στο εξής εγώ θα πορευθώ στην κόλαση να κάνω συντροφιά στους κολασμένους. Λοιπόν τι διαλέγεις; Να έρθεις μαζί μου, δίπλα μου, στην κόλαση, αφού λές ότι με αγαπάς, ή να καθήσεις χωρίς εμένα στον Παράδεισο;
Τι θα του απαντούσαμε άραγε του Χριστού;
Βέβαια τούτο το ερώτημα ουσιαστικά δεν στέκει, διότι και εάν υποθέσουμε ότι ο Κύριος πήγαινε στην κόλαση ευθύς αμέσως αυτή θα μεταμορφωνόταν σε Παράδεισο, αφού ο ίδιος ο Χριστός είναι η Ζωή και ο Παράδεισος.
Όμως το δίλημμα είναι πολύ υπαρκτό:
Αγαπάς Τον Χριστό επειδή σου χαρίζει τον Παράδεισο να περνάς καλά εκεί ή επειδή η καρδιά σου φλέγεται για το Πανάγιο βασανισμένο πρόσωπό Του.
Βλέπετε και τις Μυροφόρες στο μνήμα;
Δεν τους νοιάζει αν ο Χριστός αναστήθηκε ή όχι, δεν τους νοιάζει άν δικαιωθήκανε οι προσδοκίες του ή όχι και παρότι τον έχουνε για πεθαμένο, μία άψυχη νεκρική σωρό, ακόμη τον πιστεύουνε ως Θεό και τον φωνάζουνε Κύριο
Αντιθέτως οι άντρες, οι Μαθητές, όχι μόνο φοβούνται να πλησιάσουν το Μνήμα δια τον φόβο των Ιουδαίων ,αλλά δεν θέλουν επ’ουδενί να έρθουν σε ένα κοιμητήρι, ταπεινωμένοι και αντιμέτωποι με την αποτυχία των ονείρων και των προσδοκιών τους. Γιαυτό και ο Χριστός κατόπιν τους ελέγχει «δια τὴν ἀπιστίαν καὶσκληροκαρδίαν» (Μαρκ ις΄-14)
Ας θυμηθούμε λοιπόν τον Όσιο της Αγάπης, τον Άγιο Πορφύριο τον Ομονοιάτη να λέει ¨
«Παιδί μου, ένα πράγμα μόνο να ζητάς: πώς να αγαπήσεις Τον Χριστό. Και τότε, θα σου δοθούν τα πάντα.»
Ας αγαπήσουμε λοιπόν αυτό το Πάσχα τον Χριστό, όχι για τα καταναλωτικά ουράνια αγαθά που αναμένουνε να λάβουμε, αλλά από φιλότιμο ,κάνοντας την καρδιά μας κατοικητήριό της Αγάπης Του και την Ζωή Του ζωή μας.

π. Διονύσιος Ταμπάκης

synodoiporia.blogspot.gr

Χτυπήματα πέφτουν επάνω σας αδυσώπητα απ’ όλες τις μεριές



Τα βάσανα σας είναι πολλά.
Τα χτυπήματα πέφτουν επάνω σας αδυσώπητα απ’ όλες τις μεριές. Αλλά μην απελπίζεστε.
Δοκιμασίες είναι, που σας βρίσκουν με παραχώρηση του φιλάνθρωπου Θεού, για να καθαριστείτε από τα πάθη και τις αδυναμίες σας.
Παραδώστε, λοιπόν, τον εαυτό σας στα χέρια Του με εμπιστοσύνη, ευψυχία, χαρά και ευγνωμοσύνη.
Μη θυμώνετε, μη δυσφορείτε, μην τα βάζετε με κανέναν άνθρωπο. Αφήστε τους ελεύθερους να επιτελούν επάνω σας και μέσα σας το εργο της πρόνοιας του Κυρίου, που, αποβλέποντας στη σωτηρία σας, πασχίζει να βγάλει από την καρδιά σας κάθε ακαθαρσία...
Όπως η πλύστρα τσαλακώνει, τρίβει και χτυπάει τα ρούχα μέσα στη σκάφη, για να τα λευκάνει, έτσι και ο Θεός τσαλακώνει, τρίβει και χτυπάει εσάς, για να λευκάνει την ψυχή σας και να την ετοιμάσει για την ουράνια βασιλεία Του, όπου κανένας ακάθαρτος δεν θα μπει.
Αυτή είναι η αλήθεια. Προσευχηθείτε να σας φωτίσει το νου ο Κύριος, για να την αντιληφθείτε. Τότε με χαρά θα δέχεστε καθετί το δυσάρεστο σαν φάρμακο που σας δίνει ο επουράνιος Γιατρός. Τότε θα θεωρείτε όσους σας βλάπτουν σαν ευεργετικά όργανα Εκείνου. Και πίσω τους θα βλέπετε πάντα το χέρι του μεγάλου Ευεργέτη σας.
Για όλα να λέτε: «Δόξα σοι, Κύριε!».
Να το λέτε, αλλά και να το αισθάνεστε.
Σας συμβουλεύω να εφαρμόσετε τους παρακάτω κανόνες:

1). Κάθε στιγμή να περιμένετε κάποια δοκιμασία. Και όταν έρχεται, να την υποδέχεστε σαν ευπρόσδεκτο επισκέπτη.

2). Όταν συμβαίνει κάτι αντίθετο στο θέλημα σας, κάτι που σας προκαλεί πίκρα και ταραχή, να συγκεντρώνετε γρήγορα την προσοχή σας στην καρδιά και ν’ αγωνίζεστε μ’ όλη σας τη δύναμη, με βία και προσευχή, ώστε να μη γεννηθεί οποιοδήποτε δυσάρεστο και εμπαθές αίσθημα μέσα σας. Αν δεν επιτρέψετε τη γέννηση τέτοιου αισθήματος, τότε όλα τελειώνουν καλά. Γιατί κάθε κακή αντίδραση ή ενέργεια, με λόγια ή με έργα, είναι συνέπεια και επακόλουθο αυτού του αισθήματος.
Αν, πάλι, γεννηθεί στην καρδιά σας ενα ασθενικό εμπαθές αίσθημα, τότε τουλάχιστον ας αποφασίσετε σταθερά να μην πείτε και να μην κάνετε τίποτα, ώσπου να φύγει αυτό το αίσθημα. Άν, τέλος, είναι αδύνατο να μη μιλήσετε ή να μην ενεργήσετε με κάποιον τρόπο, τότε υπακούστε όχι στα αισθήματα σας, αλλά στον θείο νόμο. Φερθείτε με πραότητα, ηρεμία και φόβο Θεού.

3). Μην περιμένετε και μην επιδιώκετε να σταματήσουν οι δοκιμασίες. Απεναντίας, προετοιμάστε τον εαυτό σας να τις σηκώνει ως το θάνατο. Μην το ξεχνάτε αυτό! Είναι πολύ σημαντικό. Αν δεν τοποθετηθείτε έτσι απέναντι στις δοκιμασίες, η υπομονή δεν θα στερεωθεί στην καρδιά σας.

4). Εκείνους που σας χτυπούν, να τους «εκδικείστε» με την αγάπη σας και την αμνησικακία σας. Με τα λόγια σας, με τη συμπεριφορά σας, ακόμα και με το βλέμμα σας να τους δείχνετε ότι, παρ’ όλα όσα σας κάνουν, εξακολουθείτε να τους αγαπάτε. Και βέβαια, ποτέ μην τους θυμίσετε πόσο σας αδίκησαν.

Όσιος Θεοφάνης ο Έγκλειστος

Η σταύρωση του Ορθοδόξου Χριστιανισμού συνεχίζεται



Πριν 2000 χρόνια περίπου στα Ιεροσόλυμα έγινε ένας αποκρουστικός διάλογος. Ένας μαινόμενος εβραϊκός όχλος παρασυρμένος από τους θρησκευτικούς και πολιτικούς άρχοντες των Ιουδαίων ζητεί από τον ρωμαίο επίτροπο την σταύρωση του Χριστού.
Μόλις πέντε ημέρες έχουν περάσει από τα «Ωσαννά» της Κυριακής των Βαϊων και τη θέση τους πήραν οι ειδεχθείς εγκληματικές απαιτήσεις για την εξόντωση του «Δικαίου»….
Πέρασαν από τότε περίπου 2000 χρόνια.
Οι βλάσφημες αυτές φωνές όχι μόνο αντιλαλούν ακόμη στα αυτιά μας μέσα από τα ιερά κείμενα των Ευαγγελίων, αλλά πολλές φορές μέσα στην Ιστορία του κόσμου έχουν επαναληφθεί.
«Άρον, Άρον, Σταύρωσον Αυτόν»!
Ο αναμάρτητος Κύριος της δόξης του Σταυρού το είχε προείπει στους μαθητές Του: «ει εμέ εδίωξαν και υμάς διώξουσι» (Ματθ. ε΄ 11). 
Και ο απόστολος των Εθνών μέγας Παύλος, το στόμα του Χριστού, κι αυτός το επανέλαβε με τον τρόπο του: «πάντες οι θέλοντες ευσεβώς ζήν διωχθήσονται» (Β΄ Τιμ. γ΄ 12), συμπληρώνοντας επί προσωπικού: «του λοιπού κόπους μοι μηδείς παρεχέτω, εγώ γαρ τα στίγματα του Χριστού εν τω σώματί μου βαστάζω» (Γαλ. στ΄ 17).
Μέσα στους αιώνες ο Χριστός ξανασταυρώνεται.
Η σταύρωση του Χριστού συνεχίζεται και μετά την Ανάσταση, στην Εκκλησία Του, στους Χριστιανούς Του.
Αιώνες τώρα ακούγονται οι κλαγγές των όπλων της ρωμαϊκής φρουράς, τα πλαταγίσματα του μαστιγίου, οι οπλές των αλόγων, τα γιουχαϊσματα του όχλου και τα κλάματα των γυναικών στην πορεία προς τον Γολγοθά του Χριστού και στην «τεθλιμμένη οδό» των μαρτύρων Χριστιανών.
Κύλησε βέβαια από τότε, από την πρώτη εκείνη σταύρωση, πολύ νερό στο ποτάμι του χρόνου…
Ο φωτισμένος όμως υμνογράφος της Μίας Αγίας Καθολικής και Αποστολικής των Ορθοδόξων Εκκλησίας συνεχίζει να ψέλνει λυπητερά και κατανυκτικά κάθε Μ. Πέμπτη:
«Σήμερον κρεμάται επί ξύλου, ο εν ύδασι την γην κρεμάσας…», και,
«Έκαστον μέλος της αγίας Σου σαρκός ατιμίαν δι ημάς υπέμεινεν…»
Τα εμπτύσματα έγιναν στο πέρασμα των καιρών οι λίθοι στον πρωτομάρτυρα Στέφανο,
τα ραπίσματα εμφανίστηκαν ξαφνικά μεταλλαγμένα ως τα φοβερά κολαστήρια των αποστόλων, των μεγαλομαρτύρων, οσιομαρτύρων και μαρτύρων,
τα «ουά» των παραπορευομένων ακούστηκαν ως οι βρυχηθμοί των λεόντων στο Κολοσσαίο της Ρώμης,
το φοβερό μαστίγωμα έδωσε τη θέση του στα πολυβόλα του εκτελεστικού αποσπάσματος,
τα καρφιά έγιναν οι κονδυλοφόροι της αθεϊας,
η χολή και το όξος αντικατεστάθηκαν από τα χημικά των στρατοπέδων συγκέντρωσης στη Σιβηρία,
οι μυκτηρισμοί των θεωρούντων είναι εδώ και δεκαετίες ο χλευασμός του υποκόσμου της έβδομης τέχνης προς το πανυπερτέλειο πρόσωπο του Σωτήρος Χριστού,
η λόγχη του κεντυρίωνος είναι σήμερα το ξίφος των τζιχαντιστών στη Μέση Ανατολή.
Στο θρόνο τέλος των δικαστών και του Πιλάτου κάθεται τώρα η βέβηλη Νέα Εποχή και το αντίχριστο πνεύμα των στοών και των λεσχών, του διεθνούς σιωνισμού και της Νέας Τάξης πραγμάτων.
Τα περιφερειακά στοιχεία του πρώτου εκείνου μαρτυρίου του Αρχιμάρτυρα του Γολγοθά Ιησού του Χριστού και Θεού μας μπορεί να άλλαξαν μέσα στο χρόνο, η σταύρωση όμως παραμένει σταύρωση!
Η διαρκής σταύρωση του Χριστιανισμού πλέον είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός!

Χριστιανική Εστία Λαμίας

'''ΟΠΩΣ ΤΑ ΦΥΛΛΑ ΤΩΝ ΔΕΝΤΡΩΝ ΠΟΥ ΠΕΦΤΟΥΝ ΤΟ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ ΣΤΟΝ ΔΡΟΜΟ,ΕΤΣΙ ΘΑ ΒΛΕΠΕΤΕ ΣΤΟ ΕΔΑΦΟΣ ΤΑ ΔΟΛΑΡΙΑ ΚΑΙ ΔΕΝ ΘΑ ΣΚΥΒΕΤΕ ΝΑ ΤΑ ΠΙΑΣΕΤΕ'''!!!


ΕΔΑΦΙΟ ΑΠΟ ΟΜΙΛΙΑ ΤΟ 2009, ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΑ ΙΩΝΑ ΙΓΝΑΤΕΓΚΟ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΔΗΣΣΟ]...Ο ΙΔΙΟΣ ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΕΙΧΕ ΠΡΟΦΗΤΕΥΣΕΙ..'

'ΠΩΣ ΕΝΑ ΧΡΟΝΟ ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ ΜΟΥ [ΕΚΟΙΜΗΘΗ ΤΟ 2012], ΟΙ ΟΥΝΙΤΕΣ ΘΑ ΕΙΣΒΑΛΛΟΥΝ ΣΤΑ ΜΕΡΗ ΜΑΣ ΚΑΙ ΘΑ ΧΥΘΕΙ ΠΟΛΥ ΑΙΜΑ..
ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΠΑΣΧΑ ΘΑ ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΟ ΤΟΥ ΑΙΜΑΤΟΣ, ΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΤΗΣ ΠΕΙΝΑΣ, ΤΟ ΤΡΙΤΟ ΠΑΣΑ ΘΑ ΚΑΤΑΦΘΑΣΕΙ Ο ΤΣΑΡΟΣ ΤΗΣ ΡΩΣΣΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙ ΔΥΤΙΚΟΙ ΘΑ ΠΑΘΟΥΝ ΜΕΓΑΛΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ''..
Ο ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΣ [ΦΩΤΟ] ΥΠΗΡΞΕ ΕΞΟΜΟΛΟΓΟΣ ΚΑΙ ΕΦΗΜΕΡΙΟΣ ΣΤΟΝ ΙΕΡΟ ΝΑΟ ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΣΤΗΝ ΟΔΗΣΣΟ.


[ΡΩΣΣΙΚΗ ΑΝΟΙΞΗ, ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΣ ΡΟΥΜΑΝΙΑΣ] ΜΑΝΩΛΗΣ ΠΡΑΣΙΝΟΣ

Ἀπάντηση στὸ πρόβλημα: «Γιατί εὐτυχοῦν οἱ ἀσεβεῖς;»



Ὁ 72ος ψαλμὸς διαιρεῖται σὲ δύο μέρη: α) Στοὺς στίχους 1-14 ὁ ψαλμωδὸς ἐξομολογεῖται πῶς σκανδαλίσθηκε παρακολουθώντας τὴν εὐδαιμονία τῶν ἁμαρτωλῶν. Διατυπώνει τοὺς προβληματισμούς του καὶ ὁμολογεῖ ὅτι λίγο ἔλειψε νὰ ἐλεεινολογήσει τὸν ἑαυτό του γιὰ τοὺς μόχθους καὶ τοὺς ἀγῶνες ποὺ κατέβαλε γιὰ τὴν ἀπόκτηση τῆς κατὰ Θεὸν ἀρετῆς. β) Στοὺς στίχους 15-28 διηγεῖται πῶς εἰσῆλθε στὸ Ναὸ καὶ στὸ ἁγιαστήριο τοῦ Θεοῦ, πῶς ἐκεῖ μέσα φωτίστηκε καὶ πῶς εἶδε τὴ ραγδαία ἀνατροπὴ τῆς εὐτυχίας τῶν ἁμαρτωλῶν καὶ τὴν πατρικὴ παρουσία καὶ βοήθεια τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία προσφέρεται στοὺς εὐσεβεῖς.

Ὁ ψαλμωδὸς ἀρχίζει τὸν Ψαλμὸ ἀπότομα. Αἰσθάνεται σὰν νὰ βράζει μέσα του ἡ ἀπορία: Γιατί νὰ εὐτυχοῦν οἱ ἀσεβεῖς; Γιατί; Καὶ ἐνῶ βράζει μέσα του, πρὸς στιγμὴν δαμάζει τὰ συναισθήματά του καὶ ἀναφωνεῖ: Πόσο ἀγαθὸς εἶναι ὁ Θεὸς στοὺς Ἰσραηλίτες καὶ μάλιστα σ’ ὅσους ἀπ’ αὐτοὺς ἔχουν ἄκακη, εἰλικρινή, ἁπλὴ καὶ καθαρὴ καρδιά! (στίχ. 1). Εἶναι σὰν νὰ μᾶς λέει: Μὴν ταραχθεῖτε γιὰ ὅσα πρόκειται νὰ πῶ. Περιμένετε τὸ συμπέρασμα, ἢ ἂν θέλετε, νά τὸ συμπέρασμα: Ὅ,τι κι ἂν πεῖτε, ὁ Θεὸς εἶναι ἀγαθὸς γιὰ τοὺς ἀγαθούς.

Ὁ δίκαιος Ἰὼβ σὲ παρόμοιο προβληματισμὸ προβάλλει τὴν παγγνωσία τοῦ Θεοῦ (βλ. Ἰὼβ κδ΄ [24] 1). Ὁ προφήτης Ἱερεμίας προβάλλει τὴ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ, λέγοντας· ὁμολογῶ καὶ διακηρύσσω ὅτι δίκαιος εἶσαι, Κύριε, γι’ αὐτὸ καὶ τολμῶ νὰ συζητήσω μαζί Σου (Ἱερ. ιβ΄ [12] 1). Ὁ δὲ προφήτης Ἀμβακοὺμ προβάλλει τὴν καθαρότητα τοῦ ὀφθαλμοῦ τοῦ Κυρίου· Κύριε, λέγει, γνωρίζω ὅτι ὁ ὀφθαλμός Σου εἶναι πεντακάθαρος καὶ δὲν μπορεῖ οὔτε ἀνέχεται νὰ βλέπει πονηρὰ ἔργα, οὔτε δέχεται νὰ βλέπει τὶς κακουργίες ποὺ προξενοῦν οἱ κακοὶ καὶ πονηροὶ στοὺς εἰλικρινεῖς, τοὺς ἁπλοὺς καὶ ἀδύναμους (Ἀμβ. α΄ 13). 

Ὥστε οἱ ἀγαθὲς περὶ Θεοῦ σκέψεις μᾶς ἀσφαλίζουν κατὰ τῶν πειρασμῶν, τοὺς ὁποίους μᾶς δημιουργεῖ ὁ ἐχθρὸς τῆς ψυχῆς μας λόγῳ τοῦ ποικίλου κακοῦ ποὺ ὑπάρχει στὸν κόσμο. Ἐφόσον ὁ Θεὸς εἶ­­ναι ἀγαθός, εἶναι πολὺ ­περισσότερο ἀ­­­γαθὸς στοὺς εὐθεῖς, τοὺς καθαροὺς καὶ θεοσεβεῖς καὶ ὄχι σὲ ὅσους «φαυλότατα ἁμαρτάνουσιν», σὲ ὅσους ἁμαρτάνουν ἀ­­­­σεβέστατα(*). Αὐτὸ δὲν πρέπει νὰ τὸ λησμονοῦμε ποτέ, ὁτιδήποτε καὶ ἂν μᾶς συμβεῖ στὴ ζωή.

Ὁ ψαλμωδὸς ὅμως παρόλο ποὺ ἦταν θεοσεβής, ὁμολογεῖ: Σ’ ἐμένα ὅμως κλονίσθηκαν ἀπὸ τὴν ἀμφιβολία οἱ πεποιθήσεις καὶ οἱ ὑγιεῖς λογισμοί μου, οἱ ὁποῖοι σὰν ἄλλα πόδια ὑποστηρίζουν τὴν εὐσέβεια τῆς ψυχῆς μου· παρ’ ὀλίγο νὰ σεισθοῦν τὰ βήματά μου στὴν πορεία τῆς ζωῆς καὶ νὰ ξεγλιστρήσω ἀπὸ τὸν δρόμο τοῦ Κυρίου καὶ ἀπὸ τὴν πίστη μου στὴν ἀγαθὴ πρόνοιά Του (Ψαλ. οβ΄ [72] 2).

Κινδύνευσε, λοιπόν, καὶ ὁ ἴδιος νὰ λησμονήσει τὴν ἀλήθεια ποὺ ­διατύπωσε στὴν ἀρχὴ τοῦ Ψαλμοῦ καὶ νὰ ­κλονισθεῖ στὶς πεποιθήσεις του. Καὶ ὁ ­δίκαιος Ἰὼβ εἶχε κλονισθεῖ βλέποντας τὴν ­εὐημερία τῶν ἁμαρτωλῶν, γι’ αὐτὸ καὶ ­ἀναρωτιόταν: «Διατί ἀσεβεῖς ζῶσι; πεπαλαίωνται δὲ ἐν πλούτῳ;» (Ἰὼβ κα΄ [21] 7)· γιατί οἱ ἀσεβεῖς ζοῦν καὶ φθάνουν σὲ πολὺ βαθιὰ γηρατειὰ καὶ περνοῦν τὴ ζωή τους μέσα στὰ πλούτη; Γιατί οἱ ἀσεβεῖς μακροημερεύουν, φθάνουν τὰ 100 ἔτη, κατὰ τὸν Ἡσαΐα (Ἡσ. ξε΄ [65] 20), καὶ ἀπολαμβάνουν τὴ ζωὴ καὶ τὰ ἀγαθά τους; Ἀλλὰ καὶ ὁ προφήτης Ἱερεμίας, ἐνῶ ὁμολογεῖ καὶ διακηρύσσει ὅτι ὁ Κύριος εἶναι δίκαιος, τολμᾶ νὰ συζητήσει μαζί Του καὶ νὰ Τοῦ θέσει ἐρωτήματα σχετικὰ μὲ τὴ δικαιοσύνη Του, στὰ ὁποῖα ὁ ἴδιος ἀδυνατεῖ νὰ ἀπαντήσει: Κύριε, Τοῦ λέγει, γιατί οἱ ἀσεβεῖς ἐπιτυγχάνουν στὶς ἐπιχειρήσεις καὶ στὰ σχέδιά τους; Γιατί εὐδοκιμοῦν καὶ εὐτυχοῦν ὅλοι ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι παραβαίνουν συνεχῶς καὶ συστηματικῶς τὸν ἅγιο νόμο Σου; (Ἱερ. ιβ΄ [12] 1).

Ὥστε ὑπάρχουν τρικυμίες ποὺ δοκιμάζουν καὶ τὶς πιὸ ἰσχυρὲς ἄγκυρες! Ὑπάρχουν καὶ δίκαιοι ἄνθρωποι ποὺ σκοντάφτουν ὅταν βλέπουν αὐτὴ τὴν κοινωνικὴ ἀνισότητα. Ὅπως δὲ ὁμολογεῖ ὁ ψαλμωδός, κυριεύονται μάλιστα ἀπὸ ζήλεια ἕνεκα τῶν ἀνόμων, ἐπειδὴ βλέπουν τὴν εὐημερία καὶ τὴν εὐεξία τῶν ἁμαρτωλῶν. Διότι, ὅπως παρατηρεῖ, δὲν ἔχουν ἀγωνία, βάσανα καὶ κακοπάθεια κατὰ τὸν θάνατό τους, δὲν στεροῦνται στὴ ζωή τους, καὶ οἱ τυχὸν θλίψεις τους δὲν διαρκοῦν πολύ (Ψαλ. οβ΄ [72] 3-4). Ζήλεια καὶ πικρία κατὰ τοῦ Θεοῦ κυριεύουν τὴν ψυχὴ τοῦ εὐσεβοῦς βλέποντας ὅλα αὐτά, ποὺ τὸν κάνουν νὰ ἀδρανεῖ· νὰ ἀρνηθεῖ τὴν πολύπονο ἀρετὴ καὶ νὰ προτιμήσει τὴν ἄπονο κακία. Βλέπει σωματικὴ ὑγεία, ὑλικὴ εὐημερία· δὲν βλέπει νὰ ἔχουν οἱ ἀσεβεῖς παρατεταμένη ἀγωνία, στέρηση καὶ βασανιστικὸ θάνατο!

Εἶναι πονηροί, ὁ θάνατός τους ὅμως δὲν εἶναι πονηρός, ἀλλὰ ἤρεμος. «Τὰ χέρια τους δὲν δέθηκαν, οὔτε σφίχτηκαν τὰ πόδια τους σὲ δεσμά» (Β΄ Βασ. γ΄ 34). 

Ὅπως δὲ παρατηρεῖ ὁ Ἰώβ, οἱ ἀσεβεῖς πεθαίνουν εὐτυχεῖς, χωρὶς νὰ τοὺς λείπει τίποτε, ἐνῶ οἱ δίκαιοι πικραμένοι καὶ θλιμμένοι, χωρὶς νὰ ἀπολαύσουν τίποτε καλὸ καὶ ἀγαθό (Ἰὼβ κα΄ [21] 23-25). ­Ἐξάλλου γιὰ τοὺς ἀσεβεῖς ἀρρώστιες, χρηματικὲς ζημιὲς κ.τ.ὅ. εἶναι ἀσήμαντα καὶ ἀνεπαίσθητα. Καὶ ἂν κάποτε τοὺς συμβοῦν, περνοῦν γρήγορα. «Δὲν ταῖς τρῶν ­γερές», κα­τὰ τὴν παροιμία.

Βεβαίως δὲν πρέπει νὰ κρίνουμε τοὺς ἀνθρώπους οὔτε ἀπὸ τὸ πῶς πεθαίνουν οὔτε ἀπὸ τὴ διάθεση μὲ τὴν ὁποία φεύγουν ἀπὸ τὴ ζωή. Ἐξάλλου εἶναι χαρακτη­ριστικὸ ὅτι ὁ ψαλμωδὸς καὶ γενικὰ οἱ δίκαιοι ἀποροῦν, θέλουν νὰ μάθουν γιὰ τὴν κατάσταση αὐτή, δὲν ἐγκαλοῦν ὅ­­­μως τὸν Θεό· δὲν Τὸν κατακρίνουν ὅτι ἀδικεῖ. Ὁ Δαβὶδ ὁμολογεῖ: Ἡ ­δικαιοσύνη Σου ὑψώνεται ἄσειστη καὶ ἀσάλευτη καὶ αἰώνια σὰν τὰ θεόκτιστα καὶ πανύψηλα ὄρη· τὰ σχέδια καὶ οἱ κρίσεις Σου, διὰ τῶν ὁποίων κυβερνᾶται ὁ κόσμος, εἶναι ἀνε­ξερεύνητα (Ψαλ. λε΄ [35] 7). Ὁ δὲ Ἰώβ, ἐνῶ ὑπέφερε τόσα πολλά, δὲν βλασφήμησε κατηγορώντας τὸν Θεὸ ὅτι ἐνήργησε μὲ ἀφροσύνη καὶ ἀπερισκεψία (Ἰὼβ α΄ 22). Καὶ ὁ Ἱερεμίας, γιὰ νὰ μὴ δώσει ἔστω καὶ ὑποψία σκανδαλισμοῦ σὲ κάποιον, ἀναφωνεῖ: «Δίκαιος εἶ (εἶσαι), Κύριε» (Ἱερ. ιβ΄ [12] 1). Δίκαια γίνονται ὅλα ἀπὸ Ἐσένα, Κύριε· δὲν γνωρίζουμε ὅμως πῶς ἐνεργεῖ ἡ ἀγαθότητά Σου. Καὶ βέβαια ποτὲ δὲν ἔ­­μαθαν οὔτε οἱ προφῆτες, ἀλλ’ οὔτε καὶ ἐμεῖς θὰ μάθουμε στὴν παροῦσα ζωὴ πλήρως τὰ σχέδια τῆς θείας πανσοφίας καὶ προνοίας.

(*) Μ. Ἀθανασίου, Ἑρμηνεία εἰς Ψαλ. ρβ΄, PG 27, 328Β.

Ορθόδοξο Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”

Η ΠΟΙΝΗ ΤΟΥ ΜΑΣΤΙΓΩΜΑΤΟΣ

Σε μία φυλή ινδιάνων, κάποιος έκλεβε κοτόπουλα. 
Ο αρχηγός διέταξε ότι αν πιαστεί ο παραβάτης να χτυπιόταν με 10 μαστιγιές. 
Όταν η κλοπή συνεχίστηκε το ανέβασε σε 20 μαστιγιές. 
Παρόλο αυτά τα κοτόπουλα εξαφανίζονταν μεθοδικά.
Γεμάτος θυμό, ο αρχηγός ανέβασε την ποινή σε 100 μαστιγιές μία σίγουρη ποινή θανάτου.
Ο κλέφτης τελικά πιάστηκε. 
Αλλά ο αρχηγός βρέθηκε αντιμέτωπος με ένα τρομερό δίλημμα.
Ο κλέφτης ήταν η ίδια του η μητέρα.
Όταν ήρθε η μέρα της εκτέλεσης της ποινής, συγκεντρώθηκε ολόκληρη η φυλή.
Θα υπερίσχυε η αγάπη του αρχηγού της δικαιοσύνης;
Το πλήθος παρακολουθούσε με κομμένη την αν άσα όταν διέταξε να δεθεί η μητέρα του στον πάσαλο των μαστιγώσεων.
Ο αρχηγός έβγαλε το πουκάμισό του,αποκαλύπτοντας το δυνατό του αναστημά του, και πήρε το μαστίγιο στο χέρι.
Αλλά αντί να το σηκώσει και να χτυπήσει την πρώτη μαστιγιά, το έδωσε σε ένα δυνατό νεαρό ινδιάνοπου στεκόνταν στο πλευρό του.
Αργά ο αρχηγός πλησίασε τη μητέρα του και την έσφιξε με τα δυνατά του χέρια μέσα στην αγκαλιά του.
Ύστερα διέταξε τον νεαρό να χτυπήσει με 100 μαστιγιές.

Αυτό ακριβώς έκανε και ο Ιησούς για μας. Γεμάτος αγάπη έγινε ο δικός μας αντικαταστάτης και πέθανε στη δικιά μας θέση. Υπερνίκησε την ανικανότητά μας να σώσουμε τους ευατούς μας πληρώνοντας Αυτός το αντίτιμο για τις αμαρτίες μας.

Η αβάσταχτη ελαφρότητα των εντολών του Θεού

Κάποτε τὰ πουλιὰ περπατοῦσαν στὴ γῆ σὰν ὅλα τὰ ζῶα. Μιὰ μέρα ὅμως ὁ Θεὸς τοὺς εἶπε: 
«Πάρτε αὐτὰ τὰ φορτία καὶ πηγαίνετέ τα παραπέρα». Καὶ ἔβαλε πάνω στοὺς ὤμους τους ἕνα βάρος, ποὺ δὲν ἦταν ἄλλο ἀπὸ τὶς δύο φτεροῦγες.
Στὴν ἀρχὴ τὰ πουλιὰ ἔνοιωθαν τὶς φτεροῦγες πράγματι σὰν βάρος, μά, καθὼς προχωροῦσαν, αὐτὸ ὅλο καὶ λιγόστευε. Ὥσπου στὸ τέλος, τὰ φτερὰ ἀπὸ φορτίο ἔγιναν ἡ δύναμη ποὺ τὰ ἀπογείωσε. Ἀντὶ νὰ σηκώνουν τὰ πουλιὰ τὶς φτεροῦγες, σήκωναν οἱ φτεροῦγες τὰ πουλιά. Τὰ φτερὰ ἀπὸ βάρος ἔγιναν ἡ δύναμη ποὺ χάρισε ἀπεριόριστη ἐλευθερία στὰ πουλιά.
Τί θαυμαστὴ ἀλλαγή!
Τὸ ἴδιο κάνει ὅμως καὶ σὲ μᾶς ὁ Θεός.
– Ἐλᾶτε ἐδῶ, μᾶς λέει. Σκύψτε, γιὰ νὰ βάλω στὸν τράχηλό σας τὸν ζυγό μου. Πάρτε στοὺς ὤμους σας αὐτὸ τὸ βάρος καὶ προχωρῆστε. Μὴν τὸ φοβᾶστε, εἶναι μικρὸ βάρος.
Ὅμως ἐμεῖς; Ἀκοῦμε γιὰ βάρος; Ἀντιδροῦμε ἀμέσως. Ἀδύνατον! Πῶς θὰ ἀντέξουμε νὰ κουβαλᾶμε συνέχεια ἕνα ζυγό; Δὲν μᾶς φτάνουν τὰ βάρη ποὺ μᾶς φορτώνει ἡ ζωή; Πρέπει νὰ μᾶς φορτώνει καὶ ὁ Θεός;
Ποιὰ εἶναι τὰ βάρη τῆς ζωῆς; Τὰ ποικίλα βάσανα καὶ οἱ δυσκολίες της. Καὶ ἐπιπλέον τὰ βάρη ποὺ φορτώνουμε στὸν ἑαυτό μας μὲ τὶς ἁμαρτίες μας.
Ποιὸ εἶναι τὸ βάρος ποὺ μᾶς βάζει ὁ Θεός; Εἶναι ὁ νόμος του, οἱ ἐντολές του. Τὸ φορτίο μὲ τὸ ὁποῖο ὑπόσχεται ὁ Θεὸς νὰ ἐλαφρύνει τὰ ὑπόλοιπα φορτία μας.
– Ἐλᾶτε σὲ μένα, λέει, ὅλοι «οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι» καὶ ἐγὼ θὰ σᾶς ἀναπαύσω. Γιατὶ τὸ δικό μου φορτίο εἶναι ἐλαφρύ. «Ἄρατε τὸν ζυγόν μου ἐφ’ ὑμᾶς» καὶ θὰ βρεῖτε ἀνάπαυση καὶ εἰρήνη στὶς ψυχές σας. Θὰ δεῖτε στὴν πράξη πόσο πράος καὶ ταπεινὸς πατέρας σας εἶμαι. Θὰ γνωρίσετε ἐκ τῶν πραγμάτων ὅτι «ὁ ζυγός μου χρηστός». Εἶναι μαλακὸς στὸν τράχηλο καὶ ὠφέλιμος στὴν ψυχή σας. «Καὶ τὸ φορτίον μου ἐλαφρόν ἐστιν» (Ματθ. 11,29-30). Ὑπόσχεται ὅτι «αἱ ἐντολαὶ αὐτοῦ βαρεῖαι οὐκ εἰσὶν» (Α΄ Ἰω. 5, 3).
Ἐμεῖς νομίζουμε πὼς ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀσήκωτο βάρος. Ἕνας τεράστιος κώδικας μὲ ἀτέλειωτες προσταγὲς καὶ ἀπαγορεύσεις. Ὅμως ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ εἶναι βασικὰ μία καὶ μόνο ἐντολή: «Αὕτη ἐστὶν ἡ ἐντολή… ἣν εἴχομεν ἀπ’ ἀρχῆς, ἵνα ἀγαπῶμεν ἀλλήλους. Καὶ αὕτη ἐστὶν ἡ ἀγάπη, ἵνα περιπατῶμεν κατὰ τὰς ἐντολὰς αὐτοῦ» (Β΄ Ἰω. 5-6). Ὅλες οἱ ἐντολές του συνοψίζονται στὴν ἐντολὴ τῆς ἀγάπης. Καὶ πάλι, ἀγάπη εἶναι τὸ νὰ ζοῦμε σύμφωνα μὲ ὅλες τὶς ἐντολές του. Γιατὶ τότε μόνο ἐνεργοῦμε σωστὰ ἀπέναντι σὲ ὅλους. Καὶ στὸν Θεὸ καὶ στοὺς ἀνθρώπους.
Τὸ βάρος δηλαδὴ ποὺ μᾶς φορτώνει ὁ Θεός, εἶναι ἡ πρόσκληση σὲ ἀγαπητικὴ ἐλεύθερη σχέση πρὸς ὅλους. Οἱ ἐντολές του δὲν εἶναι παρὰ τὰ ἁπλᾶ βήματα στὸ ξεδίπλωμα τῆς σχέσης αὐτῆς. Τὸ ρίσκο μιᾶς σχέσης ἀγάπης εἶναι τὸ βάρος ποὺ βάζει πάνω μας ὁ Θεός. Καὶ στὴν ἀρχὴ φαίνεται ὄντως δύσκολο. Πῶς νὰ τοὺς ἀγαπήσεις ὅλους; Ἀκόμα καὶ τὸν ἐχθρό σου; Μὰ ὅσο προσπαθεῖς, τὸ βάρος ὅλο καὶ λιγοστεύει. «Ὀλίγον ἐκοπίασα καὶ εὗρον ἐμαυτῷ πολλὴν ἀνάπαυσιν» (Σοφ. Σειρὰχ 51, 27). Καὶ στὸ τέλος τὸ βάρος ἐξαφανίζεται ἐντελῶς. Σοῦ γίνεται χαρὰ τὸ ν’ ἀγαπᾶς. Σὲ κάνει νὰ πετᾶς.
Θὰ δέχονταν τώρα τὰ πουλιὰ νὰ τοὺς ἀφαιρέσουμε τὰ φτερά τους; Ποτὲ καὶ μὲ τίποτα. Ἐμεῖς γιατί προτιμᾶμε νὰ σερνόμαστε, ἐνῶ μποροῦμε νὰ πετάξουμε στὰ ὕψη;
Οἱ ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ «βαρεῖαι οὐκ εἰσίν». Ἔτσι λοιπὸν ἂς τὶς βλέπουμε κι ἐμεῖς. Ὄχι σὰν βάρος, μὰ σὰν φτερὰ ἀνάλαφρα, ποὺ μᾶς ἀνεβάζουν στὸν οὐρανό. Στὸ χέρι μας εἶναι νὰ πραγματοποιήσουμε αὐτὴ τὴ θαυμαστὴ ἀλλαγή.

π. Δημητρίου Μπόκου

http://www.synodoiporia.gr

Ἀνακαίνιση, κατεδάφιση

Ὅ,τι ὑλικὸ δημιουργοῦμε σὲ αὐτὴ τὴ ζωὴ εἶναι φθαρτό, εἶναι πρόσκαιρο. Ὅ,τι ἀπολαμβάνουμε σήμερα ἀπὸ τὸν ὑλικό μας κόσμο κτισμένο καὶ στολισμένο μὲ τὶς προσωπικές μας εὐαισθησίες, θὰ εἶναι ὑπὸ ἀνακαίνιση ἢ καὶ ὑπὸ κατεδάφιση μετὰ ἀπὸ μερικὰ χρόνια. Καὶ θὰ εἶναι σύντομα, γιατὶ ἡ ζωή μας κυλάει ὅπως τὸ νερὸ στὸ ρυάκι. Κυλάει δημιουργώντας γύρω μας, σὲ μικρὲς ἀποστάσεις, θόρυβο ἀπὸ τὸ κελάρυσμά του, γιὰ νὰ καταλήξει, ὅμως, στὸ ἄγνωστο καὶ ἀχόρταγο μεγάλο ποτάμι ἢ στὴν ἀπέραντη θάλασσα. Γιατί, λοιπόν, νὰ θέλουμε νὰ δημιουργοῦμε θόρυβο γύρω ἀπὸ τὸ ὄνομά μας, θόρυβο ποὺ κρύβει ἐγωϊσμό, ἀφοῦ εἶναι σίγουρο ὅτι αὐτὸς θὰ παύσει νὰ ἀκούγεται μέσα στὴ δίνη, μέσα στὸν ἀνεμοστρόβιλο τοῦ πανδαμάτορος χρόνου;
Ὁραματιζόμαστε, σχεδιάζουμε, κοπιάζουμε, ξοδεύουμε, τρῶμε πολύτιμο χρόνο, δαπανοῦμε κάθε μας ἰκμάδα στὴν κατασκευὴ σπιτιῶν, στὴν ἐπίπλωσή τους μέχρι λεπτομερείας, στὴ διακόσμησή τους, στὸν ἐμπλουτισμό τους μὲ τὰ καλύτερα ὑλικὰ τῆς ἀγορᾶς, οἱ μὲν ἄγαμοι μόνο γιὰ προσωπική τους ἀγαλλίαση, πολύ προσωρινὴ ὁμολογῶ, οἱ δὲ ἔγγαμοι ἐκτὸς ἀπὸ τὴν προσωπική τους καὶ προσωρινὴ καὶ αὐτῶν τέρψη καὶ μὲ τὴν πρόφαση λέγοντας, ὅτι παιδιὰ μεγαλώνουμε, νὰ βροῦν κάτι ἀπὸ ἐμᾶς. Ὅλοι μας λησμονοῦμε, ὅτι «τοῦ Κυρίου ἡ γῆ καὶ τὸ πλήρωμα αὐτῆς» (Ψαλμ. κγ΄ 1).
Κανείς μας δὲν φιλοσοφεῖ τὴ ζωὴ καὶ δὲν παραδειγματίζεται ἀπὸ αὐτήν. Δὲν ἔχουμε μνήμη θανάτου, δὲν σκεφτόμαστε ὅτι σήμερα εἴμαστε ζωντανοί, αὔριο πεθαίνουμε, καὶ δὲν ἀκοῦμε στὰ αὐτιά μας τὰ λόγια τοῦ Κυρίου μας «ἃ ἡτοίμασας τίνι ἔσται;» (Λουκ. ιβ΄ 20). Δὲν ἠχοῦν στὰ αὐτιά μας οἱ ὕμνοι τῆς ἐξοδίου ἀκολουθίας «πάντα ματαιότης τὰ ἀνθρώπινα, ὅσα οὐχ ὑπάρχει μετὰ θάνατον». Καὶ τοῦτο γιατὶ τὸ μυαλό μας εἶναι σκουριασμένο ἀπὸ τὴν ἔλλειψη τῆς διαπροσωπικῆς ἐπικοινωνίας μας μὲ τὸ Θεό μας, τὰ αὐτιὰ μας εἶναι βουλωμένα ἀπὸ τὸ κερὶ τῆς ἐφάμαρτης καθημερινότητος καὶ τὰ μάτια μας τσιμπλιασμενα ἀπὸ τὸ ρύπο τοῦ μάταιου ἀνταγωνισμοῦ ποὺ προκαλεῖται ἀπὸ ἔλλειψη ἀξιῶν καὶ ἐπιδίωξη ἀξιωμάτων, ὥστε νὰ καταλήγει στὴ βασιλεία τῆς ἀπαξίας.
Ἤμουν μικρὸ παιδὶ μὲ κοντὰ παντελόνια, ὅταν στὴ γειτονιά μας, στοῦ Γκύζη, πέθανε ἕνας μεγάλος μουσικός. Θυμᾶμαι στὴ κηδεία του ἡ ὁδὸς Μομφεράτου εἶχε γεμίσει ἀπὸ πλῆθος κόσμου καὶ οἱ τοῖχοι τοῦ σπιτιοῦ μας ἀπὸ στεφάνια στὴν «αἰώνια μνήμη του». Εἶχα ἐντυπωσιασθεῖ ἀπὸ τὴν ἀπόδοση τιμῶν στὸ πρόσωπο αὐτοῦ τοῦ καλοῦ γείτονα, ποὺ σὰν παιδὶ δὲν γνώριζα νὰ ξεχωρίζω ἀξίες. Μετά, ὅμως, ἀπὸ μία ἑβδομάδα εἶδα ὅλα τὰ ὑπάρχοντά του στὸ δρόμο. Τὰ μουσικά του βιβλία, οἱ σημειώσεις του καὶ ὅλα τὰ προσωπικά του ἀντικείμενα σχημάτιζαν μιὰ πυραμίδα στὴν ἄκρη τοῦ πεζοδρομίου προσφορὰ σὲ κάθε περαστικό, σὲ κάθε ρακοσυλλέκτη, σὲ κάθε ἄσχετο τῆς ἀξίας τῶν ἀντικειμένων καὶ τῶν γραπτῶν στοιχείων τοῦ μακαρίτη. Τὸ σπίτι εἶχε ἀδειάσει. Οἱ ἰδιοκτῆτες του ἤθελαν νὰ τὸ ἀνακαινίσουν καὶ νὰ τὸ ξανανοικιάσουν. Καὶ οἱ συγγενεῖς του δὲν εἶχαν χῶρο νὰ φιλοξενήσουν τὰ κινητά του ἀντικείμενα, τὰ ὁποῖα τοὺς ἦταν ἄχρηστα. Ποὺ γνώριζαν ἐκεῖνοι ἀπὸ μουσική ἢ μουσικὲς ἀνησυχίες; Ὁ κόπος ὅλος μιᾶς ζωῆς ἑνὸς ἀγωνιστῆ ἦταν βάρος γιὰ ὅλους τοὺς ἐπιγενομένους του.
Στὰ χρόνια τῶν σπουδῶν μου στὴ γηραιὰ Ἀλβιώνα ἔβλεπα ὁλόκληρες περιοχές, νὰ τὶς ἔχει δεσμεύσει τὸ κράτος μὲ ταμπέλα «Ὑπὸ κατεδάφιση» καὶ ὁ κόπος καὶ ὁ ἱδρώτας ὅλων τῶν ἐνοίκων τῶν σπιτιῶν τῆς περιοχῆς αὐτῆς νὰ πηγαίνει χαμένος. Ἡ μετοικεσία τους γιὰ ἄλλη γειτονιὰ θὰ σήμαινε βέβαια καὶ καλύτερα σπίτια μὲ σύγχρονες τῆς τεχνολογίας ἀνέσεις, καθὼς τοὺς εἶχαν ὑποσχεθεῖ. Μήπως αὐτὸ δὲν συνέβη καὶ στὴν πατρίδα μας, ὅπου τὰ παραδοσιακά μας σπίτια μὲ τοὺς κήπους, τὶς αὐλὲς καὶ τὴν ἄμεση γειτνίαση καὶ κοινωνικὴ ἐπαφὴ τὰ ἀνταλλάξαμε μὲ διαμερίσματα γιὰ ἀπολαβὴ ἀνέσεων καὶ ἀγαθῶν, ὅπως κεντρικῆς θερμάνσεως, τὰ ὁποῖα δὲν εἴχαμε ἂν καὶ ζούσαμε στὶς μονοκατοικίες μας πιὸ φυσιολογικά, πιὸ ἁπλᾶ, πιὸ κοινωνικά;
Ὤριμος στὴν ἡλικία ἐκτιμοῦσα πολὺ ἕνα λόγιο ἐπιστήμονα, δυστυχῶς ἐργένη, εὐλαβέστατο καὶ φιλάγιο. Ὅλη του τὴν περιουσία εἶχε δαπανήσει στὴν ἀγορὰ βιβλίων καὶ ὅλο του τὸ χρόνο στὸ διάβασμά τους. Ἦταν μελετητὴς καὶ εἶχε φόβο Θεοῦ. Καὶ γι’ αὐτόν, ὅμως, ἦλθε τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου. Ὁ «καιρὸς ἐγγύς» (Ἀποκ. α΄ 3), γιὰ τὸν καθένα μας. Ὅταν ἀποδήμησε πρὸς Κύριον οἱ συγγενεῖς του δὲν εἶχαν κανένα ἐνδιαφέρον γιὰ βιβλία καὶ μάλιστα τοῦ ἐνδιαφέροντος τοῦ ἐκλιπόντος. Ἔτσι τὰ πολύτιμα βιβλία κατέληξαν νὰ πωληθοῦν μὲ τὸ κιλὸ καὶ νὰ ἐκτεθοῦν πρὸς πώληση στὰ παλαιοβιβλιοπωλεῖα τοῦ Μοναστηρακίου ἔναντι ἐξευτελιστικῆς τιμῆς. Ἦθελαν, βλέπετε, οἱ κληρονόμοι νὰ ἀνακαινίσουν καὶ νὰ ἐκμεταλλευθοῦν τὸ σπίτι!
Μήπως, ὅμως, καὶ ὅλοι μας τὰ πεπαλαιωμένα σπίτια μας δὲν τὰ ἀνακαινίζουμε, γιὰ νὰ τὰ καταστήσουμε πιὸ εὔχρηστα, πιὸ λειτουργικά, πιὸ ἄνετα; Καὶ ὅταν παίρνουν πρωτοβουλίες τὰ παιδιά μας, δὲν τὰ ἀνακαινίζουν ἐκεῖνα σύμφωνα μὲ τὰ δικά τους γοῦστα παραβλέποντας τὰ δικά μας σὰν ξεπερασμένα; Τέλος ὅταν βλέπουμε ὅτι τὰ οἰκονομικά μας τὸ ἐπιτρέπουν δὲν παραδίνουμε τὰ σπίτια μας γιὰ κατεδάφιση μὲ στόχο νὰ δημιουργήσουμε κάτι καλύτερο, κατὶ ποὺ νὰ ἀντέχει περισσότερο στὸ χρόνο, ἀλλὰ καὶ νὰ καμαρώνουμε ὅτι εἴμαστε ἄξιοι δημιουργίας κομπάζοντες ἀπέναντι στοὺς ἄλλους ποὺ στεροῦνται αὐτῆς τῆς δυνατότητος; Γιὰ ποιὰ ἀντοχή, ὅμως, χρόνου δὲν τὸ σκεφτόμαστε ὡς ἄφρονες νομίζοντας ὅτι τὸ μέλλον εἶναι στὸ διηνεκὲς δικό μας.
Ποτὲ δὲν σκεφτόμαστε ἢ πολὺ σπάνια σκεφτόμαστε ὅτι εἴμαστε φθαρτοί, ὅτι εἴμαστε «γῆ καὶ σποδός» (Σοφ. Σειρ. ι΄ 9) καὶ δὲν ἤλθαμε σὲ αὐτὴ τὴ ζωὴ γιὰ νὰ τὴν κατακτήσουμε καὶ νὰ μείνουμε αἰώνια ἐδῶ. Ἤλθαμε γιὰ νὰ φύγουμε. Καὶ μὲ αὐτὴ τὴ σκέψη καὶ ἡ ἀνακαίνιση καὶ ἡ κατεδάφιση μᾶς εἶναι ἀπαραίτητες. Ὄχι ὅμως οἱ ὑλικὲς ἀνακαινίσεις καὶ κατεδαφίσεις, ἀλλὰ οἱ πνευματικές, πού, δυστυχῶς, δὲν μᾶς πολυαπασχολοῦν, γιατὶ βρισκόμαστε κάτω ἀπὸ τὴν ἐπήρεια τοῦ πονηροῦ, αὐτοῦ ποὺ θέλει νὰ μᾶς ρίξει στὶς παγίδες του αὐξάνοντάς μας τὸ ὑλιστικὸ φρόνημα.
Χρειάζεται νὰ ἀσχοληθοῦμε μὲ τὴν ἀνακαίνιση τῶν ψυχῶν μας, μὲ τὸ στολισμό τους μὲ ἀρετές, ὅπως, διάκριση, ταπείνωση, ἁπλότητα, εὐγένεια, συμπάθεια, ἐλεημοσύνη. Ἡ ἀνακαίνιση αὐτὴ εἶναι ἀπαραίτητη, γιὰ τὸ στολισμό μας μὲ ἔνδυμα ἀφθαρσίας, μὲ ἔνδυμα γάμου, γιὰ νὰ εἰσέλθουμε στὸν οὐράνιο νυμφώνα. Ἀνακαίνιση πνευματικὴ σημαίνει φρεσκάρισμα, καὶ αὐτὸ προϋποθέτει μεταμέλεια, ἀλλαγὴ πορείας ζωῆς, μετάνοια καὶ ἐξομολόγηση. Ἡ ἀνακαίνιση αὐτὴ γίνεται μὲ τὴ θεία συνέργεια, μὲ τὴ βοήθεια Ἐκείνου ποὺ ἦρθε λέγοντάς μας «ἰδοὺ ἐγὼ καινὰ ποιῶ πάντα» (Ἀποκ. κα΄ 5), Ἐκείνου, δηλαδή, ποὺ ἦρθε, γιὰ νὰ ἀνακαινίσει τοὺς πάντες καὶ τὰ πάντα. Νὰ μᾶς ἀνακαινίσει ὡς ἄτομα καὶ ὡς κοινωνία μὲ τὸ λόγο Του, μὲ τὴ διδασκαλία Του, μὲ τὴ χάρη τῶν μυστηρίων Του, ἀλλὰ πάντοτε μὲ τὴν ἐλεύθερη βούλησή μας ποὺ προϋποθέτει ὠδίνες καὶ κόπους. Ὠδίνες ποὺ ἀπορρέουν ἀπὸ τὴν ἀμετανοησία, τὴ σκληροκαρδία, τοὺς πειρασμούς, ἀλλὰ καὶ τὴν ἄγνοια τοῦ τί εἶναι «τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ τὸ ἀγαθόν, τὸ εὐάρεστον, τὸ τέλειον» (Ῥωμ. ιβ΄ 2)
Στὴν ἀνακαίνιση τῶν ψυχῶν καίριο ρόλο παίζει ἡ κατεδάφιση τοῦ παλαιοῦ μας ἀνθρώπου, τῶν ἐπιθυμιῶν μας, τῶν παθῶν μας, τοῦ ἐγωϊσμοῦ μας, τῶν συνηθειῶν μας, τῶν ἐλλατωμάτων μας, ὅλων αὐτῶν ποὺ μᾶς κρατοῦν σὲ πνευματικὴ παλαίωση, σὲ ἐξαθλίωση, σὲ σήψη ποὺ σίγουρα θὰ μᾶς ὁδηγήσει στὴν κρήμνησή μας στὸ ἔρεβος τῆς πνευματικῆς ἀπωλείας. Καὶ στὴν κατεδάφιση αὐτὴ ἂς γνωρίζουμε ὅτι ὅσο «ὁ ἔξω ἄνθρωπος διαφθείρεται» τόσο «ὁ ἔσωθεν ἀνακαινοῦται ἡμέρᾳ καὶ ἡμέρᾳ» (Β´ Κορ. δ´ 16).
Ἡ ἀκτησία ποὺ μᾶς διδάσκουν οἱ Ἅγιοι Πατέρες εἶναι κορυφαία ἀρετὴ καὶ μᾶς προστατεύει ἀπὸ ὑλικὲς ἀνακαινίσεις καὶ κατεδαφίσεις ὁδηγώντας μας στὴ διαρκῆ ἐκζήτηση τῆς πνευματικῆς ἀνακαινίσεως μέσα ἀπὸ τὴν κατεδάφιση τῶν μεριμνῶν καὶ τῶν παθῶν μας. Ἂν τὴν εἴχαμε ἀγαπήσει στὴ ζωή μας θὰ εἴχαμε ἀποφύγει τὶς οἰκονομικὲς κρίσεις, τὶς ἔριδες μεταξὺ τῶν παιδιῶν μας γιὰ περιουσιακὰ στοιχεῖα, τὴν ἀγανάκτησή μας γιὰ τὰ χαράτσια τοῦ κράτους καὶ τὰ τεράστια ἔξοδα γιὰ τὴ συντήρηση τῶν ὑλικῶν μας ἀγαθῶν, ἀφοῦ κατὰ τὸν Α΄ Ὀλυνθιακὸ λόγο τοῦ Δημοσθένη «τὸ φυλάξαι τἀγαθὰ τοῦ κτήσασθαι χαλεπώτερον εἶναι». Ἂν βιώναμε τὴν ἀκτησία θὰ ζούσαμε σίγουρα ἀπὸ ἐδῶ τὸν Παράδεισο καὶ θὰ ὁμολογούσαμε ὅτι «ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντὸς ἡμῶν ἐστι» (Λουκ. ιζ΄ 21). Ἂς τὴν ἀπολαύσουμε μετὰ ἀπὸ πνευματικὴ ἀνακαίνιση καὶ ἀπὸ κατεδάφιση τῶν ἁμαρτωλῶν ἐπιθυμιῶν μας!

Δρ Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας,
Μέγας Ὑμνογράφος τῆς τῶν Ἀλεξανδρέων Ἐκκλησίας
Ἄρθρο 14-3-15

http://www.enromiosini.gr