.

.

Δός μας,

Τίμιε Πρόδρομε, φωνή συ που υπήρξες η φωνή του Λόγου. Δος μας την αυγή εσύ που είσαι το λυχνάρι του θεϊκού φωτός. Βάλε σήμερα τα λόγια μας σε σωστό δρόμο, εσύ που υπήρξες ο Πρόδρομος του Θεού Λόγου. Δεν θέλουμε να σε εγκωμιάσουμε με τα δικά μας λόγια, επειδή τα λόγια μας δεν έχουν μεγαλοπρέπεια και τιμή. Όσοι θα θελήσουν να σε στεφανώσουν με τα εγκώμιά τους, ασφαλώς θα πετύχουν κάτι πολύ πιό μικρό από την αξία σου. Λοιπόν να σιγήσω και να μη προσπαθήσω να διακηρύξω την ευγνωμοσύνη μου και τον θαυμασμό μου, επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να μη πετύχω ένα εγκώμιο, άξιο του προσώπου σου;

Εκείνος όμως που θα σιωπήσει, πηγαίνει με τη μερίδα των αχαρίστων, γιατί δεν προσπαθεί με όλη του τη δύναμη να εγκωμιάσει τον ευεργέτη του. Γι’ αυτό, όλο και πιό πολύ σου ζητάμε να συμμαχήσεις μαζί μας και σε παρακαλούμε να ελευθερώσεις τη γλώσσα μας από την αδυναμία, που την κρατάει δεμένη, όπως και τότε κατάργησες, με τη σύλληψη και γέννησή σου, τη σιωπή του πατέρα σου του Ζαχαρία.

Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων

Πρωτοπρ. Θεόδωρος Ζήσης, Υβριστικό και βλάσφημο το ελληνικό κοινοβούλιο. Συνένοχη η εκκλησιαστική ηγεσία

Πρωτοπρεσβύτερος Θεόδωρος Ζήσης
Ὁμότιμος Καθηγητής Α.Π.Θ.

ΥΒΡΙΣΤΙΚΟ ΚΑΙ ΒΛΑΣΦΗΜΟ ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ.
ΣΥΝΕΝΟΧΗ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΗΓΕΣΙΑ


1. Νόμος ντροπῆς ἡ νομιμοποίηση τῶν κιναίδων

Συνέβη καὶ αὐτὸ τὸ πρωτοφανὲς καὶ πρωτάκουστο στὴν ἑλληνικὴ ἱστορία, τὴν προχριστιανικὴ καὶ τὴν χριστιανική. Οἱ ἐκπρόσωποι τῶν Ἑλλήνων, οἱ Ἕλληνες Βουλευτές, μέσα στὴν ἐκκλησία τοῦ δήμου, στὸν ναὸ τῆς δημοκρατίας, στὸ κτήριο τῆς Βουλῆς, ὕψωσαν τὸ μικρό, τὸ σπιθαμιαῖο ἀνάστημά τους μπροστὰ στὸ εὐσεβές, τὸ θεοσεβὲς καὶ μεγαλειῶδες παρελθὸν τῆς μακραίωνης ἑλληνικῆς ἱστορίας καὶ τὴν ἐμαγάρισαν.Ἐψήφισαν μὲ μεγάλη πλειοψηφία ἀσεβῆ καὶ θεομίσητο νόμο, τὸ «σύμφωνο συμβίωσης τῶν ὁμοφύλων», δηλαδὴ τῶν ἀρσενοκοιτῶν, τῶν ἀσελγῶν, τῶν Σοδομιτῶν, τῶν «κιναίδων», ὅπως τοὺς ὀνόμαζαν οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες, διότι ὁ σεξουαλικός τους προσανατολισμός, ἡ ὁμοφυλομανία ἐθωρεῖτο ντροπή, «κινοῦσε τὴν αἰδώ», προκαλοῦσε ντροπή.
Νόμο ντροπῆς λοιπόν, καὶ ἀσεβείας ἐψήφισαν στὶς 22 Δεκεμβρίου τοῦ 2015, παραμονὲς Χριστουγέννων, οἱ ἀσεβεῖς καὶ θεομάχοι Ἕλληνες βουλευτές καὶ πρόσφεραν τὸ χειρότερο δῶρο στὸν γεννηθέντα Χριστό, ὁ Ὁποῖος γεννήθηκε ἀπὸ Παρθένο γυναίκα, τὴν Ὑπεραγία, Ἁγνή, Ἄσπιλη καὶ Ἀμόλυντη Θεοτόκο Μαρία, καὶ παρέμεινε ὁ ἴδιος διὰ βίου Παρθένος, Ἀρχιπάρθενος, γιὰ νὰ δείξει ὅτι πρέπει καὶ μποροῦμε νὰ ἀπαλλαγοῦμε ἀπὸ τὶς ἡδονὲς τῆς σάρκας, ἀπὸ τὴν δουλεία στὰ σαρκικὰ πάθη καὶ νὰ ὑψωθοῦμε στὴν ἐλευθερία τοῦ πνεύματος· ὅτι δὲν εἴμαστε ἄλογα ζῶα, ποὺ ἀγόμαστε, χωρὶς ἀντίσταση, ἀπὸ ἔνστικτα καὶ ὁρμέμφυτα, ἀλλὰ ἐλεύθερα λογικὰ ὄντα, αὐτεξούσια· μποροῦμε ὡς εἰκόνες Θεοῦ νά «νεύσουμε», νὰ κλίνουμε πρὸς τὸ ἀρχέτυπο, πρὸς τὸν Θεό, καὶ νὰ θεωθοῦμε, ὅπως θεώθηκαν ἑκατομμύρια ἁγίων, ὁσίων καὶ παρθένων, ἀνδρῶν καὶ γυναικῶν, ὄχι μόνο στὸ παρελθόν, ἀλλὰ καὶ σήμερα στὸν χῶρο τοῦ Μοναχισμοῦ, ἀπ᾽ ὅπου προῆλθαν οἱ σύγχρονοι παρθένοι Ἅγιοι, Νεκτάριος, Παΐσιος, Πορφύριος καὶ πολλοὶ ἄλλοι.
Κατὰ τὴν μεγαλειώδη χριστιανικὴ ἀνθρωπολογία, τὴν μόνη ποὺ ἀνεβάζει τὸν ἄνθρωπο στὸ ὕψος τῆς θεότητος, καὶ ἀφήνει τοὺς ἄθεους ὑλιστὲς καὶ τοὺς ἐξελικτικοὺς νὰ καμαρώνουν καὶ νὰ χαίρονται τὴν φθαρτή, παθητὴ καὶ ὑλώδη σάρκα τους, τὴν καταγωγή τους ἀπὸ τὸν πίθηκο, ὁ ἄνθρωπος δὲν εἶναι οὔτε μόνον ὕλη, οὔτε μόνον πνεῦμα, ἀλλὰ εἶναι μεῖγμα, κράμα ὕλης καὶ πνεύματος, μεικτὴ ὑλικοπνευματικὴ ὕπαρξη· μπορεῖ νὰ περνᾶ ἐδῶ τὴν ζωή του φαινομενικὰ ὡς ἕνα ζῶο, ἀλλὰ ἔχει τὴν δυνατότητα μὲ τὸ πνευματικό του μέρος, τὴν ψυχή του, νὰ «νεύσει», νὰ κλίνει πρὸς τὴν θεότητα καὶ νὰ θεωθεῖ. Ὅπως ἀνεπανάληπτα ἐκθέτει αὐτὴν τὴν μεγαλειώδη ἀνθρωπολογία ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Θεολόγος, ὁ μεγάλος αὐτὸς Καππαδόκης θεολόγος, φιλόσοφος, ρήτωρ καὶ ποιητὴς στὸν Λόγο του «Εἰς τὰ Θεοφάνια, εἴτουν Γενέθλια τοῦ Σωτῆρος», ὁ ἄνθρωπος εἶναι «ζῶον ἐνταῦθα οἰκονομούμενον καὶ ἀλλαχοῦ μεθιστάμενον καὶ πέρας τοῦ μυστηρίου, τῇ πρὸς Θεὸν νεύσει θεούμενον»[1].Ὁ ἴδιος θεόπνευστος θεολόγος στὴν ἀρχὴ τοῦ προαναφερθέντος Λόγου, τὴν ὁποία ἐπὶ λέξει δανείσθηκε καὶ ὁ ἄλλος μεγάλος ὑμνογράφος Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Μαϊουμᾶ στὸν κανόνα τῶν Χριστουγέννων, μᾶς συμβουλεύει ὅτι μὲ τὴν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ πρέπει νὰ ξεκολλήσουμε ἀπὸ τὰ σαρκικά, ἀπὸ τὰ γήϊνα, καὶ νὰ ὑψωθοῦμε πρὸς τὰ οὐράνια πρὸς τὴν θεότητα: «Χριστὸς γεννᾶται, δοξάσατε· Χριστὸς ἐξ οὐρανῶν, ἀπαντήσατε· Χριστὸς ἐπὶ γῆς, ὑψώθητε».

2. Βδέλυγμα καὶ πάθος ἀτιμίας ἡ ὁμοφυλοφιλία κατὰ τὴν Ἁγία Γραφή 
καὶ τοὺς Ἁγίους Πατέρες

Αὐτὴν τὴν ὕψωσή μας ἐπιδιώκει ὁλόκληρη ἡ Ἁγία Γραφή, ποὺ καταδικάζει μὲ αὐστηρότητα τὸ βρωμερὸ πάθος τῆς ὁμοφυλοφιλίας. Ἡ Π. Διαθήκη διηγεῖται παραστατικὰ τὴν καταστροφὴ τῶν Σοδόμων καὶ Γομόρρων μέ «πῦρ καὶ θεῖον» ἐξ οὐρανοῦ, ὅταν ὁ Θεὸς διεπίστωσε ὅτι ἡ διαστροφὴ τῆς ὁμοφυλοφιλίας εἶχε καταλάβει ὅλη τὴν πόλη, ὅπως φάνηκε καὶ ἀπὸ τὸ ὅτι ζητοῦσαν οἱ κάτοικοί της ἀπὸ τὸν Λὼτ νὰ τοὺς δώσει τοὺς δύο ἀγγέλους, τοὺς ὁποίους ὡς δύο ἄνδρες φιλοξενοῦσε στὸ σπίτι του, γιὰ νὰ ἀσελγήσουν ἐπ᾽ αὐτῶν: «Ποῦ εἰσιν οἱ ἄνδρες οἱ εἰσελθόντες πρὸς σὲ τὴν νύκτα; Ἐξάγαγε αὐτοὺς πρὸς ἡμᾶς, ἵνα συγγενώμεθα αὐτοῖς». Δὲν πίστευε ὁ Θεός, ὁ δημιουργὸς τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως καὶ μόνος ἄριστος γνώστης τῆς ὀντολογίας καὶ φυσιολογίας τοῦ ἀνθρώπου, τὸν ὁποῖο ἔπλασε ὡς «ἄρσεν καὶ θῆλυ», ὅτι ἦταν δυνατὸν οἱ ἄνθρωποι νὰ ἀλλάξουν τὸ ἔργο τοῦ Δημιουργοῦ, νὰ μεταβάλουν τὸ «κατὰ φύσιν» τῆς ἑνώσεως ἀνδρὸς καὶ γυναικός, στό «παρὰ φύσιν», στὴν ἀφύσικη καὶ διεστραμμένη ἕνωση ἀνδρὸς καὶ ἀνδρὸς ἢ γυναικὸς καὶ γυναικός. Γι᾽ αὐτὸ μὲ τοὺς δύο ἀγγέλους ὡς ἄνδρες θέλησε νὰ διαπιστώσει ὁ ἴδιος τὴν διαστροφή· «Εἶπε δὲ Κύριος· κραυγὴ Σοδόμων καὶ Γομόρρας πεπλήθυνται πρὸς μέ, καὶ αἱ ἁμαρτίαι αὐτῶν μεγάλαι σφόδρα. Καταβὰς οὖν ὄψομαι, εἰ κατὰ τὴν κραυγὴν αὐτῶν τὴν ἐρχομένην πρός με συντελοῦνται, εἰ δὲ μή, ἵνα γνῶ». Εἶναι μάλιστα χαρακτηριστικὸ τῆς διαστροφῆς τους, ὅτι ἐνῶ ὁ Λὼτ μὲ πόνο ψυχῆς, προσφέρθηκε νὰ τοὺς δώσει τὶς δύο νεαρὲς παρθένες κόρες τους γιὰ συνεύρεση, γιὰ νὰ τοὺς γλυτώσει ἀπὸ τό «παρὰ φύσιν», ἐκεῖνοι ἐπέμειναν στὴν ἀρρενομανία τους· γι᾽ αὐτὸ καὶ ὁ Θεὸς ἀφοῦ ἀπομακρύνθηκε ὁ Λὼτ μὲ τὴν οἰκογένειά του «ἔβρεξεν ἐπὶ Σόδομα καὶ Γόμορρα θεῖον καὶ πῦρ ἐξ οὐρανοῦ καὶ κατέστρεψε τὰς πόλεις ταύτας καὶ πᾶσαν τὴν περίχωρον καὶ πάντας τοὺς κατοικοῦντας ἐν ταῖς πόλεσι καὶ τὰ ἀνατέλλοντα ἐκ τῆς γῆς. Καὶ ἐπέβλεψεν ἡ γυνὴ αὐτοῦ εἰς τὰ ὀπίσω καὶ ἐγένετο στήλη ἁλός». Ἡ γυναίκα τοῦ Λὼτ ἔγινε στήλη ἅλατος, διότι παρήκουσε τὴν ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν Λὼτ νὰ μὴ γυρίσει κανείς τους νὰ κοιτάξει πρὸς τὰ πίσω, ὡς δεῖγμα τῆς τέλειας ἀποκοπῆς κάθε σχέσεως, κάθε ἐνδιαφέροντος πρὸς τὴν ἁμαρτωλὴ πόλη. Ἔδειξε ἡ γυναίκα τοῦ Λὼτ ὅτι δὲν εἶχε ξεκολλήσει ἡ καρδιά της ἀπὸ ὅσα ἄφησε στὰ Σόδομα, περιουσία, φίλους, γνωστούς[2].
Τὴν αὐστηρότητα αὐτὴ πρὸς τὴν πόλη τῶν ὁμοφυλοφίλων καὶ πρὸς τοὺς ὁμοφυλοφίλους ὡς ἀμετανόητους καὶ διεστραμμένους ἁμαρτωλοὺς ἐπιβεβαιώνει καὶ μὲ ἄλλες θέσεις της ἡ Π. Διαθήκη· μνημονεύουμε μόνον δύο διατάξεις τοῦ Λευϊτικοῦ, ἡ μία ἀπὸ τὶς ὁποῖες χαρακτηρίζει ὡς «βδέλυγμα» τὴν ὁμοφυλοφιλία καὶ ἡ ἄλλη, ἐπαναλαμβάνουσα τὸν χαρακτηρισμό «βδέλυγμα», ἐπιβάλλει θανατικὴ ποινὴ εἰς ἀμφοτέρους, καὶ εἰς τὸν ἐνεργοῦντα καὶ εἰς τὸν πάσχοντα[3]. Θεωρεῖ ὁ θεόπνευστος συγγραφεύς, μέσῳ τοῦ ὁποίου ὁμιλεῖ ὁ Θεός, ὅτι πολλὰ ἁμαρτήματα, μεταξὺ τῶν ὁποίων τὸ βδέλυγμα τῆς ὁμοφυλοφιλίας, μολύνουν καὶ μιαίνουν τὴν γῆ, ὅτι ἡ γῆ ἀγανακτεῖ καὶ ἀηδιάζει γιὰ ὅσους τὴν μολύνουν καὶ τὴν μιαίνουν, ἀναλαμβάνει δὲ ὁ Θεὸς νὰ τὴν δικαιώσει καὶ νὰ τὴν ἀπαλλάξει ἀπὸ τὸ μίασμα καὶ τὴν μόλυνση[4]. Στὴν συνάφεια μάλιστα αὐτὴ ταιριάζει νὰ ἀναφέρουμε, λόγῳ καὶ τῆς ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων, στὶς παραμονὲς τῆς ὁποίας νομιμοποίησαν οἱ βουλευτὲς τὸ βδέλυγμα αὐτὸ τῆς ὁμοφυλοφιλίας, ὅτι ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης ἑρμηνεύοντας τὸν κανόνα τῶν Χριστουγέννων τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Μελωδοῦ «Χριστὸς γεννᾶται δοξάσατε» στὰ Προλεγόμενα τῆς ἑρμηνείας καὶ σὲ μία ἐκτενῆ ὑποσημείωση ὁμιλεῖ γιὰ τρία θαύματα ποὺ συνέβησαν κατὰ τὴν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ. Λέγει δὲ τὰ ἑξῆς γιὰ τὸ τρίτο θαῦμα: «Τρίτον δὲ καὶ τελευταῖον θαῦμα ἠκολούθησεν ἐν τῇ Χριστοῦ Γεννήσει· λέγει γὰρ ἕνας Διδάσκαλος, ὅτι τὴν νύκτα ἐκείνην, κατὰ τὴν ὁποίαν ἐγεννήθη ὁ Δεσπότης Χριστός, ἔστειλε πρῶτον ἕνα Ἄγγελον καὶ ἐθανάτωσε ὅλους τοὺς ἀρσενοκοίτας, ὅπου ἦσαν εἰς τὸν κόσμον, καὶ ἔπειτα ἐγεννήθη διὰ νὰ μὴ εὑρεθῇ τότε εἰς τὴν γῆν μία τοιαύτη Θεομίσητος ἁμαρτία (παρὰ Ἱερωνύμῳ)»[5]. Ὁ ἴδιος Ἅγιος στό «Πηδάλιό» του ἑρμηνεύοντας καὶ σχολιάζοντας τὸν 7ο κανόνα τοῦ Μ. Βασιλείου, ὁ ὁποῖος ἐπιβάλλει ἐπὶ τριάντα ἔτη ἀπαγόρευση τῆς Θ. Κοινωνίας στοὺς ὁμοφυλοφίλους, ἄλλοι δὲ κανόνες ἐπιεικέστερα σὲ δεκαπέντε ἢ σὲ τρία ἔτη, παρουσιάζει καὶ πάλιν μαρτυρία τοῦ Ἁγίου Ἱερωνύμου, σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία «διὰ μόνην τὴν ἁμαρτίαν αὐτὴν ἀργοπόρησεν εἰς τόσας χιλιάδας χρόνων νὰ γένη ἄνθρωπος ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ». Προφανῶς, ἐπειδὴ οὔτε οἱ ἄνθρωποι μὲ τὴν νομοθεσία, ἀλλὰ οὔτε καὶ ὁ νόμος τῆς Π. Διαθήκης, κατάφεραν νὰ ἀναστείλουν τὸ βδελυκτὸ πάθος, ἐπενέβη ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς καὶ ἐθανάτωσε διὰ τοῦ Ἀγγέλου ὅλους τοὺς ὁμοφυλοφίλους τὴν νύκτα τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ. «Διὰ τοῦτο», συνεχίζει ὁ Ἅγιος Νικόδημος, «καὶ οἱ εὐσεβεῖς βασιλεῖς, εἰς τὸν θεῖον τοῦτον νόμον ἀκολουθοῦντες ἐθανάτωναν τοὺς ἀρσενοκοίτας». Μνημονεύει δὲ στὴ συνέχεια νόμους βυζαντινῶν βασιλέων, ὅπως τοῦ Ἰουστινιανοῦ, τοῦ Λέοντος Στ´, τοῦ Σοφοῦ, καὶ ἄλλων, οἱ ὁποῖοι ἐπέβαλλαν κατ᾽ ἀρχὴν τὴν δημόσια διαπόμπευση καὶ κατόπιν τὸν θάνατο τῶν ἀρσενοκοιτῶν, καὶ τοῦ ποιοῦντος καὶ τοῦ ὑπομένοντος. Δὲν παραλείπει ὁ Ἅγιος Νικόδημος νὰ παραθέσει καταδικαστικὲς μαρτυρίες τῆς ὁμοφυλοφιλίας ἀπὸ ἀρχαίους Ἕλληνες συγγραφεῖς καὶ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας[6].
Τὴν ἴδια καὶ μεγαλύτερη αὐστηρότητα ἀπέναντι στὸ βδελυκτὸ πάθος τῆς ὁμοφυλοφιλίας ἐπιδεικνύει καὶ ἡ Κ. Διαθήκη διὰ τοῦ Κυρίου καὶ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, στὴ συνέχεια δὲ καὶ ἡ Ἐκκλησία διὰ τῶν Ἁγίων Πατέρων, οἱ πλεῖστοι τῶν ὁποίων καὶ μὲ τὴν ζωὴ καὶ μὲ τὰ συγγράμματά τους ὕμνησαν καὶ ἐτίμησαν τὴν Παρθενία· ἀπέρριψαν καὶ κατεδίκασαν τὸ «παρὰ φύσιν» ἁμάρτημα, δὲν ἔμειναν οὔτε στό «κατὰ φύσιν» τοῦ τιμίου γάμου, ἀλλὰ κατόρθωσαν τὸ «ὑπὲρ φύσιν» τοῦ ἀγγελικοῦ τῶν Μοναχῶν βίου· ἔζησαν ὡς ἄσαρκοι ἄγγελοι ἐπὶ τῆς γῆς: «Τῶν δαιμόνων ὤλεσαν τὰς φάλαγγας, τῶν ἀγγέλων ἔφθασαν τὰ τάγματα, ὧν τὸν βίον ἀμέμπτως ἐζήλωσαν», ὅπως ψάλλει ὁ ἀφιερωμένος στοὺς ὁσίους ἀσκητὰς ὕμνος.
Δὲν πρόκειται βέβαια ἐδῶ νὰ παραθέσουμε τὴν διδασκαλία τῆς Κ. Διαθήκης καὶ τῶν Ἁγίων Πατέρων περὶ τοῦ παρθενικοῦ τῶν Μοναχῶν βίου, ὡς νέου καταλλήλου τρόπου ζωῆς τῶν Χριστιανῶν στὸν νέο αἰῶνα τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, χωρὶς βέβαια νὰ ἀπορρίπτεται ὁ τίμιος γάμος. Τὸ ἐπράξαμε αὐτὸ παλαιότερα σὲ ἐπιστημονικὴ θεολογικὴ μελέτη, τὴν ὁποία ὑποβάλαμε ὡς ἐπὶ ὑφηγεσίᾳ διατριβὴ στὸ Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης[7]. Ἐνδεικτικὰ μόνο θὰ παρουσιάσουμε τὴν ἐπιβεβαίωση τῆς αὐστηρότητος τῆς Π. Διαθήκης ἀπὸ τὸν Θεάνθρωπο Χριστὸ καὶ τοὺς Ἁγίους Ἀποστόλους, καὶ ἐλάχιστες γνῶμες Ἁγίων Πατέρων. Ἤδη, ὅπως εἴπαμε, ὁ παλαιὸς αἰώνας ἔκλεισε μὲ τὴν νέα ἐν Χριστῷ κτίση, στὴν ὁποία, χωρὶς νὰ ἀπορρίπτεται ὁ γάμος, ἐπαινεῖται καὶ προβάλλεται ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Χριστὸ ἡ παρθενία· «οἱ υἱοὶ τοῦ αἰῶνος τούτου γαμοῦσιν καὶ γαμίσκονται, οἱ δὲ καταξιωθέντες τοῦ αἰῶνος ἐκείνου τυχεῖν καὶ τῆς ἀναστάσεως τῆς ἐν νεκρῶν οὔτε γαμοῦσιν οὔτε γαμίζονται»[8]. Ὁ Χριστὸς ἐπαινεῖ καὶ προβάλλει ἐπίσης ὅσους «ηὐνούχισαν ἑαυτοὺς διὰ τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν»[9], παρέμειναν δηλαδὴ διὰ βίου παρθένοι, ὅπως ἄλλωστε καὶ ὁ ἴδιος καὶ μερικοὶ ἀπὸ τοὺς κορυφαίους Ἀποστόλους, ὅπως ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος καὶ εὐαγγελιστής, ποὺ ὀνομάζεται καὶ Παρθένος, καὶ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Ἐπανειλημμένως καὶ ἀπαξιωτικὰ ἀναφέρεται ὁ Χριστὸς στὰ Σόδομα καὶ στὰ Γόμορρα ἐπικυρώνοντας ἔτσι τὴν θεϊκὴ τιμωρία τους: «Καὶ καθὼς ἐγένετο ἐν ταῖς ἡμέραις Νῶε, οὕτως ἔσται καὶ ἐν ταῖς ἡμέραις τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου· ἤσθιον, ἔπινον, ἐγάμουν, ἐξεγαμίζοντο, ἄχρι ἧς ἡμέρας εἰσῆλθε Νῶε εἰς τὴν κιβωτόν, καὶ ἦλθεν ὁ κατακλυσμὸς καὶ ἀπώλεσεν ἅπαντας. Ὁμοίως καὶ ὡς ἐγένετο ἐν ταῖς ἡμέραις Λώτ· ἤσθιον, ἔπινον, ἠγόραζον, ἐπώλουν, ἐφύτευον, ᾠκοδόμουν· ᾗ δὲ ἡμέρᾳ ἐξῆλθε Λὼτ ἀπὸ Σοδόμων, ἔβρεξε πῦρ καὶ θεῖον ἀπ᾽ οὐρανοῦ καὶ ἀπώλεσεν ἅπαντας»[10]. Καὶ σὲ ἄλλη περίπτωση ἀναφερόμενος σὲ πόλεις ποὺ δὲν δέχθηκαν τὸ κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου, καὶ μάλιστα στὴν Καπερναούμ, ὅπου κατοικοῦσε, καὶ τῆς ὁποίας οἱ κάτοικοι εἶδαν νὰ ἐπιτελοῦνται τόσες «δυνάμεις», τόσα θαύματα δηλαδή, λέγει ὅτι ἡ πόλη τῶν Σοδόμων θὰ κριθεῖ ἐπιεικέστερα κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς κρίσεως ἀπὸ τοὺς ἀρνητὰς τοῦ Εὐαγγελίου: «Καὶ σὺ Καπερναούμ, ἡ ἕως τοῦ οὐρανοῦ ὑψωθεῖσα, ἕως ἅδου καταβιβασθήσῃ· ὅτι εἰ ἐν Σοδόμοις ἐγενήθησαν αἱ δυνάμεις αἱ γενόμεναι ἐν σοί, ἔμειναν ἂν μέχρι τῆς σήμερον. Πλὴν λέγω ὑμῖν ὅτι γῆ Σοδόμων ἀνεκτότερον ἔσται ἐν ἡμέρᾳ κρίσεως ἢ σοί»[11].
Ἀπὸ τὴ διδασκαλία τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων θὰ μνημονεύσουμε ὅσα λέγουν ὁ πρωτοκορυφαῖος τῶν Ἀποστόλων Ἅγιος Πέτρος, ὁ Ἀπόστολος Ἰούδας καὶ ὁ συγκορυφαῖος τοῦ Πέτρου Ἀπόστολος Παῦλος. Ὁ Ἀπόστολος Πέτρος λέγει ὅτι ἔκανε στάχτη ὁ Θεὸς τὰ Σόδομα καὶ τὰ Γόμορρα, ὡς παράδειγμα γιὰ τοὺς ἀσεβεῖς τοῦ μέλλοντος, ἐνῶ γλύτωσε τὸν δίκαιο Λώτ, ὁ ὁποῖος ἐστενοχωρεῖτο ἀπὸ τὴν συναναστροφὴ μὲ ἀσελγεῖς καὶ ἀθέσμους: «Καὶ πόλεις Σοδόμων καὶ Γομόρρας τεφρώσας καταστροφῇ κατέκρινεν, ὑπόδειγμα μελλόντων ἀσεβεῖν τεθεικώς, καὶ δίκαιον Λὼτ καταπονούμενον ὑπὸ τῆς τῶν ἀθέσμων ἐν ἀσελγείᾳ ἀναστροφῆς ἐρρύσατο»[12]. Ὡς παράδειγμα τιμωρίας ἀπὸ τὸ αἰώνιο πῦρ τῆς κολάσεως παρουσιάζει καὶ ὁ Ἀπόστολος Ἰούδας τὰ Σόδομα καὶ τὰ Γόμορρα καὶ τὶς γύρω ἀπὸ αὐτὲς πόλεις, ποὺ ἐκπορνεύθηκαν ὄχι μὲ τὸν οἰκεῖο, τὸν κατὰ φύσιν τρόπο, ἀλλὰ μὲ τὸν ξένο, τὸν ἕτερο τρόπο τῆς ὁμοφυλοφιλίας: «Ὡς Σόδομα καὶ Γόμορρα καὶ αἱ περὶ αὐτὰς πόλεις, τὸν ὅμοιον τούτοις τρόπον ἐκπορνεύσασαι, καὶ ἀπελθοῦσαι ὀπίσω σαρκὸς ἑτέρας, πρόκεινται δεῖγμα πυρὸς αἰωνίου δίκην ὑπέχουσαι»[13].
Πολὺ ἐνδιαφέρουσα εἶναι ἡ γνώμη τοῦ Ἀποστόλου Παύλου γιὰ τὴν ὁμοφυλοφιλία, διότι τὴν ἐκλαμβάνει ὡς καρπὸ καὶ ἀποτέλεσμα τῆς ἀθεΐας, τῆς ἀγνοήσεως τοῦ Θεοῦ, ὅπως συμβαίνει καὶ στὶς ἡμέρες μας στὴν ἄθεη Εὐρώπη καὶ τώρα μὲ τὴν ἄθεη κυβέρνηση τῆς Ἑλλάδος, ποὺ ὕψωσε τὴ σημαία τῆς ἀποστασίας ἀπὸ τὸν Θεό. Ἐπεκτείνει ἐπίσης τὸ ἁμάρτημα καὶ στὶς γυναῖκες, διότι συνήθως γίνεται λόγος μόνον γιὰ ἀρσενοκοιτία καὶ ἀρρενομανία. Λέγει λοιπὸν ὅτι οἱ θεωρούμενοι ὡς σοφοὶ ἐμωράνθησαν καὶ ἄλλαξαν τὴν λατρεία τοῦ ἀφθάρτου καὶ ἀθανάτου Θεοῦ μὲ τὴν λατρεία φθαρτῶν καὶ θνητῶν ἀνθρώπων ἀλλὰ καὶ πτηνῶν, τετραπόδων καὶ ἑρπετῶν. Τοὺς ἄφησε, λοιπόν, γι᾽ αὐτὸ ὁ Θεὸς νὰ κυριαρχηθοῦν ἀπὸ ἀκάθαρτες ἐπιθυμίες καὶ νὰ ἀτιμάζουν τὰ σώματά τους μὲ πάθη ἀτιμίας, ἀφοῦ ἀντάλλαξαν τὴν ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ μὲ τὸ ψεῦδος, γιατὶ σεβάστηκαν καὶ ἐλάτρευσαν τὴν κτίση καὶ ὄχι τὸν κτίσαντα. Οἱ γυναῖκες τους, κυριαρχημένες ἀπὸ αὐτὸ τὸ ἄτιμο πάθος, ἀντικατέστησαν τὶς φυσικὲς σχέσεις μὲ ἀφύσικες, τὸ ἴδιο ἐπίσης ἔκαναν καὶ οἱ ἄνδρες· ἄφησαν τὴν φυσιολογικὴ χρήση τῆς γυναίκας καὶ φλογίστηκαν ἀπὸ τὴν ἐπιθυμία τοῦ ἑνὸς γιὰ τὸν ἄλλο, διαπράττοντας αὐτὴν τὴν ἀσχήμια, ἀρσενικοὶ μὲ ἀρσενικούς, πληρώνοντας μὲ τὸ ἴδιο τους τὸ σῶμα, τὸ τίμημα ποὺ ταίριαζε στὴν πλάνη καὶ ἀποστασία τους. Εἶναι πολὺ δυνατὸ τὸ ἴδιο τὸ κείμενο: «Φάσκοντες εἶναι σοφοὶ ἐμωράνθησαν, καὶ ἤλλαξαν τὴν δόξαν τοῦ ἀφθάρτου Θεοῦ ἐν ὁμοιώματι εἰκόνος φθαρτοῦ ἀνθρώπου καὶ πετεινῶν καὶ τετραπόδων καὶ ἑρπετῶν. Διὸ καὶ παρέδωκεν αὐτοὺς ὁ Θεὸς ἐν ταῖς ἐπιθυμίαις τῶν καρδιῶν αὐτῶν εἰς ἀκαθαρσίαν τοῦ ἀτιμάζεσθαι τὰ σώματα αὐτῶν ἐν αὐτοῖς, οἵτινες μετήλλαξαν τὴν ἀλήθειαν τοῦ Θεοῦ ἐν τῷ ψεύδει, καὶ ἐσεβάσθησαν καὶ ἐλάτρευσαν τῇ κτίσει παρὰ τὸν κτίσαντα, ὅς ἐστιν εὐλογητὸς εἰς τοὺς αἰῶνας. Ἀμήν. Διὰ τοῦτο παρέδωκεν αὐτοὺς ὁ Θεὸς εἰς πάθη ἀτιμίας. Αἵ τε γὰρ θήλειαι αὐτῶν μετήλλαξαν τὴν φυσικὴν χρῆσιν εἰς τὴν παρὰ φύσιν, ὁμοίως δὲ καὶ οἱ ἄρσενες ἀφέντες τὴν φυσικὴν χρῆσιν τῆς θηλείας ἐξεκαύθησαν ἐν τῇ ὀρέξει αὐτῶν εἰς ἀλλήλους, ἄρσενες ἐν ἄρσεσι τὴν ἀσχημοσύνην κατεργαζόμενοι καὶ τὴν ἀντιμισθίαν ἣν ἔδει τῆς πλάνης αὐτῶν ἐν ἑαυτοῖς ἀπολαμβάνοντες»[14].
Ἀπὸ τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας θὰ περιορισθοῦμε σὲ δύο. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος ἑρμηνεύοντας τὰ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου εἰς τὴν Πρὸς Ρωμαίους ἐπιστολὴ καὶ ἀναλύοντας ἐν ἐκτάσει τὸ βρωμερὸ αὐτὸ πάθος λέγει ὅτι ὅλα τὰ πάθη εἶναι ἄτιμα, πιὸ ἄτιμο ὅμως ἀπ᾽ ὅλα εἶναι ἡ Ὁμοφυλοφιλία: «Πάντα μὲν οὖν ἄτιμα τὰ πάθη, μάλιστα δὲ ἡ κατὰ τῶν ἀρρένων μανία»[15]. Κανένα πάθος δὲν ἐξισώνεται μὲ αὐτὴν τὴν παρανομία, ἡ ὁποία ἀνατρέπει ὄχι μόνο τοὺς θετοὺς ἀνθρώπινους νόμους, ἀλλὰ καὶ τοὺς νόμους τῆς φύσεως: «Καὶ ὅπερ ἂν εἴποις ἁμάρτημα, οὐδὲν ἴσον ἐρεῖς τῆς παρανομίας ταύτης... Οὐ γὰρ οἱ θετοὶ μόνον, ἀλλὰ καὶ αὐτοὶ οἱ τῆς φύσεως ἀνατρέπονται νόμοι»[16]. Σὲ ἄλλο του ἔργο, ὅπου ὑπάρχει ἐκτενὴς ἐπίσης ἀναφορὰ στὴν Ὁμοφυλοφιλία, τὴν χαρακτηρίζει ὡς «κολοφῶνα τῶν κακῶν καὶ κεφάλαιον τῆς συμφορᾶς»[17]. Ὁ Ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας σὲ ἕνα εἰδικὸ ἔργο του γράφει ὅτι δὲν ὑπάρχει τίποτε πιὸ βρωμερὸ καὶ ἀκάθαρτο ἀπὸ αὐτὴν τὴν ἁμαρτία: «Οὐδὲν γὰρ ἀληθῶς μυσαρώτερον ἢ ἀκαθαρτώτερον τῶν οὕτω πορνευομένων καὶ πορνευόντων»[18].

3. Τὸ θράσος καὶ ἡ οἴηση τοῦ πρωθυπουργοῦ καὶ ἄλλων. Ἑωσφορικὴ κατάσταση.

Παραθέσαμε μὲ ὅση συντομία μπορούσαμε τὴν διδασκαλία τῆς Ἁγίας Γραφῆς καὶ τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, ὥστε νὰ γίνει κατανοητὸ τὸ μέγεθος τοῦ ἀτοπήματος ποὺ διέπραξαν ὁ πρωθυπουργός, ἡ κυβέρνηση καὶ ὅσοι βουλευτὲς συμφώνησαν μὲ τὸ σύμφωνο αὐτὸ τῆς ἀσεβείας καὶ τῆς διαστροφῆς. Δὲν εἶναι ὑπερβολὴ ὁ χαρακτηρισμὸς τῆς Βουλῆς ὡς ὑβριστικῆς καὶ βλάσφημης, ἀφοῦ ἀνατρέπει τὴν θεϊκῆς προέλευσης φυσιολογία τοῦ ἀνθρώπου ὡς ἀρσενικοῦ καὶ θηλυκοῦ ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς δημιουργίας. Στρέφεται ἔτσι εὐθέως ἐναντίον τοῦ Δημιουργοῦ καὶ ἀμφισβητεῖ τὴν σοφία Του, στὴν πλάση τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλὰ καὶ γράφει στὰ παλιά της τὰ παπούτσια τὸν θεῖο νόμο, ὁ ὁποῖος μὲ τόση σαφήνεια, συνέχεια, σταθερότητα, σεβασμὸ τηρήθηκε ἐπὶ αἰῶνες, μέχρι τοῦ σημείου νὰ ὑπάρχουν νόμοι, πολιτειακοὶ καὶ κανόνες ἐκκλησιαστικοὶ ποὺ ἐπιβάλλουν ὄχι ἁπλῶς πνευματικὰ ἐπιτίμια, ἀλλὰ ἀκόμη καὶ τὴν κατ᾽ ἀρχὴν φαινόμενη ὡς ἀπάνθρωπη θανάτωση τῶν ὁμοφυλοφίλων. Ἂν οἱ ἄνθρωποι νομοθέτες διὰ τῶν αἰώνων, μέχρι καὶ σήμερα, σὲ περιπτώεις μεγάλων ἐγκλημάτων ποὺ ἀνατρέπουν τὴν εἰρηνικὴ κοινωνικὴ συμβίωση καὶ ἀπειλοῦν περισσότερες ζωὲς ἀπὸ αὐτὴν τοῦ ἐγκληματίου, δικαιολογοῦν τὴν ἐπιβολὴ τῆς θανατικῆς ποινῆς, θὰ ἀμφισβητήσουμε τὴν σοφία τοῦ Δημιουργοῦ, ποὺ ὡς δημιουργός, κατασκευαστής, τεχνίτης, ἀρχιτέκτων, ἰατρὸς καὶ θεραπευτὴς τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως τιμώρησε αὐστηρὰ τοὺς Σοδομίτες, ὥστε ὡς παράδειγμα ἀσεβείας καὶ ἀνώμαλης φυσικῆς λειτουργίας, ὡς ἡδονοθηρικὴ χρήση ὀργάνων τοῦ σώματος ποὺ κατασκευάσθηκαν γιὰ ἄλλη λειτουργία, νὰ παραδειγματίζουν καὶ νὰ σώζουν ὅλες τὶς γενιὲς τῆς ἀνθρώπινης ἱστορίας; Ὑπάρχει ἄλλος θεσμὸς ἰσχυρότερος τῆς οἰκογενείας ποὺ νὰ συνέχει τὶς ἀνθρώπινες κοινωνίες καὶ νὰ ἀποτελεῖ γιὰ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους θεμέλιο ψυχικῆς ἀνάπαυσης καὶ ἀνάπτυξης; Ὑπῆρξε ποτὲ οἰκογένεια ποὺ νὰ προῆλθε ἀπὸ ἕνωση ἀνδρῶν ἢ ἕνωση γυναικῶν; Μόνον ἐχθροὶ τοῦ ἀνθρώπου καὶ τῶν ἀνθρωπίνων κοινωνιῶν καὶ ὄργανα τοῦ ἀπ᾽ ἀρχῆς ἀνθρωποκτόνου Διαβόλου θὰ ἐπιχειροῦσαν νὰ ἀνατρέψουν αὐτὴν τὴν θεϊκὴ τάξη καὶ σοφὴ διευθέτηση τοῦ Δημιουργοῦ.
Ἡ νέα θεώρηση καὶ ἀντιμετώπιση τῆς Ὁμοφυλοφιλίας ὡς ἀθώας καὶ ἀνένοχης διαφορετικότητας, ποὺ τείνει νὰ κυριαρχήσει καὶ νὰ ἐπιβληθεῖ ἀκόμη καὶ στὰ σχολεῖα, συνιστᾶ νέα πτώση, νέο προπατορικὸ ἁμάρτημα, ποὺ θυμίζει πολὺ τὸ ἁμάρτημα τῶν πρωτοπλάστων. Ὑπῆρχε τότε ἕνας ἀπαγορευμένος καρπός, παράλληλα μὲ πολλοὺς ἄλλους ἐπιτρεπόμενους στὴν ἀπόλαυση καρπούς. Ὑπάρχει τώρα καὶ ἀπ᾽ ἀρχῆς ἀπαγορευμένη ἡ Ὁμοφυλοφιλία, ἐνῶ ἐπιτρέπεται ἡ κατὰ φύσιν ἀπόλαυση, μεταξὺ ἑτεροφύλων, τῆς σαρκικῆς συνάφειας. Καὶ ἔρχεται ὁ νέος ὄφις, ἡ Νέα Ἐποχὴ καὶ ἡ Νέα Τάξη πραγμάτων, μὲ τὰ ἐπιτελεῖα της, τοὺς πολιτικούς, τοὺς διανοουμένους τῆς ἀριστερῆς καὶ ἄθεης κουλτούρας, πολλοὺς δημοσιογράφους, παρουσιαστὲς εἰδήσεων, καναλάρχες, ἠθοποιούς, ἐκδότες, δημάρχους καὶ ὑποψιθυρίζει στὰ αὐτιὰ τῶν ἀνθρώπων: «Μὴν ἀκοῦτε τί λέγουν ἡ Ἁγία Γραφὴ καὶ οἱ Ἅγιοι Πατέρες· δὲν εἶναι ἁμαρτία ἡ ὁμοφυλοφιλία· δοκιμάστε νὰ δῆτε πόσο ὡραία εἶναι· ὁ Θεὸς καὶ ἡ Ἐκκλησία μᾶς φθονοῦν, δὲν θέλουν νὰ καλοπερνᾶμε· ἐμεῖς δοκιμάσαμε, καὶ αὐτὴν τὴν ἀπόλαυση», ὅπως εἶπε σὲ παλαιότερη συνέντευξή του ὁ ἀμετανόητος δήμαρχος τῆς Θεσσαλονίκης Γ. Μπουτάρης, ποὺ δὲν τὸν ἔχουν ἀκόμη ἐξωεκκλησιάσει οὔτε ὁ μητροπολίτης Θεσσαλονίκης, οὔτε τὸ Ἅγιον Ὄρος.
Συγκλονισθήκαμε ἀπὸ τὸ θράσος καὶ τὴν οἴηση τοῦ πρωθυπουργοῦ Ἀλ. Τσίπρα, ὁ ὁποῖος καυχώμενος καὶ ἐπαιρόμενος «ὑπὲρ πάντα Θεὸν καὶ σέβασμα»[19] κατεδάφισε καὶ ἐγκρέμισε τὰ ἱερὰ καὶ τὰ ὅσια ὄχι ἁπλῶς τοῦ Γένους, τοῦ Ἑλληνισμοῦ, ἀλλὰ τῆς ἀνθρωπότητος, ἐμφανιζόμενος ὡς νέος Μεσσίας καὶ ἀναμορφωτὴς τῶν ἠθῶν. Ἰσχυρίσθηκε ὁ ταλαίπωρος ὅτι ἡ ψήφιση τοῦ νόμου γιὰ τὸ σύμφωνο συμβίωσης τῶν ὁμοφυλοφίλων ἀποτελεῖ μεγάλη ἱστορικὴ στιγμή, διότι «κλείνει ἕνας κύκλος ὀπισθοδρόμησης καὶ ντροπῆς»· συνέχισε μάλιστα μὲ τὸν ἱσχυρισμὸ ὅτι θὰ ἔπρεπε νὰ ζητήσουμε καὶ συγγνώμη ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους αὐτοὺς ποὺ μέχρι τώρα τοὺς εἴχαμε ταλαιπωρήσει. Αὐτὰ τὰ ὄντως ὑβριστικά, βλάσφημα καὶ ἑωσφορικά, γιατὶ ἀπὸ τὸν Ἑωσφόρο ἐμπνεύσθηκαν, σημαίνουν ὅτι γιὰ τὸν Ἕλληνα πρωθυπουργό, καὶ γιὰ πρώτη φορὰ ἀπὸ Ἕλληνα πρωθυπουργό, -αὐτὴν τὴν ἀσεβῆ καὶ βλάσφημη πρωτιὰ τοῦ τὴν ἀναγνωρίζουμε- ὁ Ἅγιος Τριαδικὸς Θεὸς ποὺ ἐνέπνευσε τὴν συγγραφὴ τῆς Παλαιᾶς καὶ τῆς Κ. Διαθήκης, ὁ ἴδιος ὁ Θεάνθρωπος Χριστός, εἶναι ὀπισθοδρομικοί· προέβαλαν καὶ ἐδίδαξαν ἤθη ὀπισθοδρομικὰ ποὺ προκαλοῦν ντροπή· εἶναι ὀπισθοδρομικὸ τὸ Εὐαγγέλιο, γι᾽ αὐτὸ καὶ ὁ νέος Μεσσίας, ὁ νέος ἠθικὸς ἀναμορφωτὴς τῆς Ἑλλάδος, τῆς Εὐρώπης καὶ βάλε, κλείνει αὐτὸν τὸν κύκλο τῆς ὀπισθοδρόμησης καὶ τῆς ντροπῆς, καὶ ἀνοίγει νέα περίοδο προόδου καὶ ἀξιοπρέπειας. Εἶναι ὀπισθοδρομικοὶ οἱ Ἅγιοι Πατέρες, «οἱ φωστῆρες τῆς τρισηλίου Θεότητος», ποὺ ἐπύρσευσαν τὴν Οἰκουμένη μὲ τὶς ἀκτῖνες τῶν θείων δογμάτων καὶ συγκαταλέγονται ἀπὸ τὴν παγκόσμια ἱστορικὴ ἔρευνα, στοὺς μεγαλύτερους διανοητὲς καὶ ἠθικοὺς ἀναμορφωτὲς ὅλων τῶν αἰώνων, εἰς τρόπον ἔστω τοὺς Τρεῖς ἐξ αὐτῶν νὰ τοὺς ἔχουμε ὡς προστάτες καὶ πρότυπα τῆς παιδείας, μέχρι νὰ τὸ καταργήσει καὶ αὐτὸ ἡ ἀθεϊστικὴ λαίλαπα τῶν κυβερνώντων τοῦ Τσίπρα.
Ποῦ νὰ γνωρίζει ὁ κακομοίρης ὅτι μᾶς γυρίζει πολὺ πίσω, στὸ σκοτάδι τῆς πρὸ Χριστοῦ ἐποχῆς, ὁ ὁποῖος Χριστὸς μόνος, γιὰ πρώτη, μοναδικὴ καὶ ἀνεπανάληπτη στὴν ἱστορία φορά, ἄνοιξε τὴν καινὴ ἐποχή, τὴν ἀληθινὴ Νέα Ἐποχή, ποὺ δὲν παλιώνει, γιατὶ εἶναι θεϊκή -τὰ ἀνθρώπινα παλιώνουν- καὶ μᾶς παρουσίασε στὸ πρόσωπό του καὶ στὴν διδασκαλία του τὸν καινούργιο ἄνθρωπο, ἀπαλλαγμένο καὶ ἐλεύθερο ἀπὸ τὶς κακίες καὶ τὰ πάθη. Δὲν σκέφτεται ὅτι σὲ λίγο, ὅσο τὸν ἀφήσει ὁ Θεὸς νὰ κυβερνᾶ ἀναξίως ἕναν ἄξιο, ἀλλὰ ζαλισμένο ἀπὸ τὶς κακουχίες, λαό, τὸ δικό του ὄνομα θὰ χαθεῖ ἢ θὰ μείνει γιὰ λίγο στὴν ἱστορία ὡς ὄνομα ἑνὸς βλάσφημου καὶ διαφθορέως πρωθυπουργοῦ, ἐνῶ τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ ἐπὶ δύο τώρα χιλιάδες χρόνια ὑμνεῖται, σαγηνεύει, ἀνανεώνει, σώζει ἀνθρώπους ἀπὸ τὸν βοῦρκο τῆς ἁμαρτίας; Ὑπάρχει ἄλλο βιβλίο στὸν κόσμο, ποὺ μπορεῖ νὰ συναγωνισθεῖ τὸ Εὐαγγέλιο σὲ ἀριθμὸ ἐκδόσεων καὶ γλωσσῶν ποὺ μεταφράσθηκε, σὲ ἀριθμὸ ἀντιτύπων ποὺ κυκλοφόρησε, σὲ ἀριθμὸ ἀνθρώπων ποὺ ἀνακαίνισε καὶ ἀνέπλασε, σὲ ἀριθμὸ ἁγίων ποὺ ἀνέδειξε, σὲ ἔργα πολιτισμοῦ καὶ τέχνης ποὺ ἐνέπνευσε, σὲ ἱστορικὴ τομὴ ποὺ ἐπετέλεσε, ὥστε ὅλη ἡ ἱστορία νὰ χαρακτηρίζεται ὡς ἡ πρὸ Χριστοῦ καὶ μετὰ Χριστὸν ἐποχή; Καὶ αὐτὸ ἀπολύτως δικαιολογημένα, διότι, ὅπως λέγει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης Δαμασκηνός, τὸ μορφωτικὸ ἐπίπεδο τοῦ ὁποίου οὔτε κατὰ διάνοιαν μποροῦν νὰ προσεγγίσουν ὁ πρωθυπουργὸς καὶ οἱ ὑπουργοί του -καὶ ἂς σημειώσουμε ὅτι, πρὶν γίνει μοναχός, ἦταν πρωθυπουργὸς στὸ ἀραβικὸ χαλιφᾶτο τῆς Δαμασκοῦ-, ὅπως λοιπὸν λέγει ὁ Δαμασκηνὸς ἡ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ, ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Θεοῦ στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, ἦταν καὶ εἶναι τὸ μεγαλύτερο ἀνακαινιστικὸ γεγονὸς ὅλης τῆς ἱστορίας: «Καὶ Θεὸς ὤν τέλειος, ἄνθρωπος τέλειος γίνεται, καὶ ἐπιτελεῖται τὸ πάντων καινῶν καινότατον, τὸ μόνον καινὸν ὑπὸ τὸν ἥλιον»[20]. Μήπως νομίζουν ὁ πρωθυπουργὸς καὶ οἱ μετ᾽ αὐτοῦ ὅτι ἀποτελοῦν νέο ὅμιλο, ὅπως ὁ Χριστὸς καὶ οἱ μαθηταί Του, ποὺ θ᾽ ἀλλάξουν τὸν κόσμο καὶ θὰ διαιρέσουν τὴν ἱστορία εἰς τὴν πρὸ Τσίπρα καὶ μετὰ Τσίπραν ἐποχήν;
Στὴν περίπτωση πάντως αὐτῆς τῆς ἄθεης κυβέρνησης, ποὺ κυβερνᾶ τὴν Ὀρθόδοξη Ἑλλάδα -ἐλπίζουμε γιὰ λίγο- ἐφαρμόζεται ἀπόλυτα αὐτὸ ποὺ εἶπε ὁ μεγάλος Ντοστογιέφσκυ, ὅτι «ὅπου δὲν ὑπάρχει Θεὸς τὰ πάντα ἐπιτρέπονται», τὸ ὁποῖο ἐπαναλαμβάνει αὐτὸ ποὺ λέγει ὁ ᾽Απόστολος Παῦλος στὸ πρῶτο κεφάλαιο τῆς Πρὸς Ρωμαίους Ἐπιστολῆς, ὅτι δηλαδὴ ἡ ἠθικὴ κατάπτωση καὶ παρακμὴ τοῦ ἀρχαίου κόσμου ὀφείλεται στὴν ἀθεΐα του, στὴν ἄγνοια τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ: «Καὶ καθὼς οὐκ ἐδοκίμασαν τὸν Θεὸν ἔχειν ἐν ἐπιγνώσει, παρέδωκεν αὐτοὺς ὁ Θεὸς εἰς ἀδόκιμον νοῦν, ποιεῖν τὰ μὴ καθήκοντα»[21].
Ἐλπίζαμε ὅτι ἡ ἀδικαιολόγητη καὶ ἀντιπνευματικὴ ἀνοχὴ ποὺ ἐπέδειξαν πρὸς τὸν ἄθεο καὶ βλάσφημο πρωθυπουργὸ ὑψηλόβαθμοι κληρικοὶ καὶ πνευματικοὶ θὰ ἐβοηθοῦσε στὸ νὰ συνέλθει καὶ νὰ ἀναθεωρήσει κάποιες θέσεις καὶ ἀποφάσεις του. Δυστυχῶς αὐτὲς ἔθρεψαν τὸν ἐγωϊσμό του· τὶς παρερμήνευσε καὶ ἐνόμισε ὅτι τὸν φοβοῦνται, τὸν φοβᾶται ὁ Θεὸς καὶ ἡ Ἐκκλησία Του, καὶ ἔγινε θρασύτερος καὶ χειρότερος. Εἶναι καὶ αὐτὸ καλὸ μάθημα Ποιμαντικῆς πρὸς τοὺς ποιμένες, ποὺ δὲν μποροῦν νὰ διακρίνουν τὴν ἀρρώστια ἀπὸ τὴν ὑγεία, καὶ μὲ τὰ φάρμακα ποὺ δίδουν, τὰ ψευτοαγαπητικὰ καὶ δῆθεν φιλάνθρωπα, ἐπιδεινώνουν τὴν ἀσθένεια. Ἔτσι, ἐνῶ ἔκανε τοῦ κόσμου τὶς κωλοτοῦμπες στοὺς κοσμικοὺς ἄρχοντες ποὺ καταδυναστεύουν τοὺς Ἕλληνες, ὄρθωσε τὸ μικρὸ ἀνάστημά του καὶ κάνει τὸ παλληκάρι μπροστὰ στὸν Θεὸ καὶ στὴν Ἐκκλησία Του. Τὸν πληροφοροῦμε ὅτι πρέπει νὰ ξαναδιαβάσει καὶ νὰ διδαχθεῖ πὼς εἶναι βαθιὰ νυκτωμένος, ἂν νομίζει ὅτι μπορεῖ νὰ συγκρουσθεῖ μὲ τὸν Θεὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία καὶ νὰ βγεῖ νικητής. Ἂς ρωτήσει τοὺς ὁμοϊδεάτες του ἀθέους ἀριστεροὺς τῆς πρώην Σοβιετικῆς Ἕνωσης καὶ τῶν ἄλλων χωρῶν, πῶς κατέρρευσε ὅλο τὸ οἰκοδόμημά τους ὡς χάρτινος πύργος ἐν μιᾷ νυκτί· ἂς ἀφήσει τοὺς Νεοεποχίτες ἄθεους ἄρχοντες τῆς Δύσεως καὶ νὰ μιμηθεῖ τὸν νέο Μεγάλο Κωνσταντῖνο τῆς ἱστορίας, τὸν Ρῶσο πρόεδρο Βλαδ. Πούτιν, ποὺ καθιστᾶ τὴν Ρωσία νέο Βυζάντιο, νέα Ρωμιοσύνη, ἔχοντας στὴν καρδιά του τὸ Χριστό, τὸ Εὐαγγέλιο, τοὺς Ἁγίους Πατέρες, τὴν Ἁγία Ὀρθοδοξία, καὶ νομοθετώντας ἐπὶ τῇ βάσει τῶν θεοπαραδότων νόμων γιὰ πολλὰ ἄλλα, ἀλλὰ καὶ ἐναντίον τῆς ἀγαπητῆς στοὺς Δυτικοὺς ὁμοφυλοφιλίας. Ὁ κύκλος τοῦ σκότους, τῆς ὀπισθοδρόμησης καὶ τῆς ἐντροπῆς ἔκλεισε μὲ τὸν Χριστό, καὶ ὁ πρωθυπουργὸς τῆς Ἑλλάδος τὸν ξανανοίγει συμμαχώντας μὲ τὴν σκοτεινὴ Δύση, ἡ ὁποία μὲ τοὺς ὑπερανθρώπους τοῦ Νίτσε γέννησε τὸν Μάρξ, τὸν Ἔγκελς, τὸν Χίτλερ καὶ τὸν Μουσολίνι, τὸν δαιμονικὸ καὶ ζοχαδιακό ἄθεο Φρόϋντ, ὅπως λέγει ὁ Φ. Κόντογλου, καὶ γέμισε ἀγκάθια καὶ συντρίμμια τὴν ἀνθρωπότητα[22].
Δὲν βρίσκονται βέβαια μόνον στὸ κυβερνητικὸ στρατόπεδο τὸ σκοτάδι, ἡ ὀπισθοδρόμηση καὶ ἡ ντροπή, ἀλλὰ καὶ σὲ πολλὲς πτέρυγες τῆς ἀντιπολίτευσης, ἀλλοῦ σὲ καθολικὴ ἔκταση, ἀλλοῦ περιορισμένα. Εἶχε ὄντως δίκαιο ἡ βουλευτὴς Ντόρα Μπακογιάννη, ποὺ κατηγόρησε γιὰ οἴηση σὲ πολιτικὸ ἐπίπεδο τὸν πρωθυπουργό, ἡ ἴδια ὅμως σὲ πνευματικὸ ἐπίπεδο χαρακτηρίζεται ἀπὸ τὴν ἴδια οἴηση καὶ τὸ ἴδιο θράσος, ὅπως καὶ ὁ ἀδελφός της Κυριάκος Μητσοτάκης καὶ οἱ ἄλλοι τῆς Ν. Δημοκρατίας, ποὺ ὑπερψήφισαν τὸ σύμφωνο συμβίωσης ὁμοφυλοφίλων, ἐλθόντες σὲ ἀντίθεση μὲ τὸν Θεὸ καὶ τὸ θεῖο θέλημα, οἱ μικροὶ καὶ ἐλάχιστοι, μὲ τὸν μεγάλο καὶ παντοδύναμο Θεό. Τί νὰ εἰπεῖ κανεὶς καὶ γιὰ τὸν ἀρχηγὸ τοῦ νεοεισελθόντος κόμματος «Ἕνωση Κεντρώων» στὴ Βουλή, ποὺ διέψευσε τὸ ἐπίθετό του, ἀφοῦ ἡ λεβεντιὰ καὶ ἡ ἀνδρειοσύνη δὲν συμβιβάζονται μὲ τὸν κιναιδισμὸ καὶ τὴν θηλυπρέπεια. Κατηγόρησε τὴν Ἐκκλησία γιὰ μεσαιωνικὴ νοοτροπία καὶ δὲν βλέπει τὸν Μεσαίωνα τῆς Εὐρώπης, ποὺ ἀποχριστιανίσθηκε τελείως καὶ κινδυνεύει νὰ ὑποδουλωθεῖ, ὡς θεϊκὴ τιμωρία, στὸ Ἰσλάμ, μὲ ἀνάξιους ἡγέτες, μερικοὺς μάλιστα καὶ ξεφωνημένους πόρνους, μοιχοὺς καὶ κιναίδους. Καὶ ὅμως βαρέθηκε ὁ κόσμος νὰ τὸν ἀκούει νὰ ἐπαινεῖ τὴν Εὐρώπη τῆς ἀποσύνθεσης καὶ τῆς παρακμῆς, ποὺ ὄχι μόνον τὴν ὁμοφυλοφιλία ἀλλὰ καὶ τὴν κτηνοβασία νομιμοποιεῖ, σιγά-σιγὰ καὶ τὴν παιδεραστία καὶ παιδοφιλία. Λεβέντες καὶ λεβεντιὰ κ. «Λεβέντη» χαρακτηρίζουν τοὺς ἁγίους ποὺ ἐνίκησαν τὰ πάθη τους καὶ δὲν φοβοῦνται ἀκόμη καὶ τὸν θάνατο, ὅπως δὲν τὸν ἐφοβοῦντο καὶ οἱ γενναῖοι καὶ ἀνδροπρεπεῖς στρατιῶτες καὶ ἀκρίτες τῆς Ρωμιοσύνης τοῦ Βυζαντίου, τοῦ μοναδικοῦ χριστιανικοῦ κράτους ποὺ ἔζησε ἐπὶ 1150 χρόνια, ἀμυνόμενο ἐναντίον ποικιλωνύμων βαρβάρων ἐχθρῶν, ἀλλὰ καὶ οἱ ἥρωες τοῦ 21 καὶ τῶν ἄλλων ἡρωϊκῶν περιόδων, οἱ ὁποῖοι ἀγωνίσθηκαν ὄχι μόνο γιὰ τὴν πατρίδα, ποὺ στὴν ἑλληνικὴ ἱστορία ἦταν πάντα θεοσεβής, ἀλλὰ καὶ γιὰ τοῦ Χριστοῦ τὴν πίστη τὴν ἁγία, τὴν ὁποία καταρρακώσατε χωρὶς λεβεντιὰ καὶ φιλότιμο μέσα στὸ Κοινοβούλιο καὶ ἀποδειχθήκατε ἀνάξιοι τῶν Ἑλλήνων. Οἱ Ἕλληνες στὴν ἱστορία τους, ἀκόμη καὶ σὲ δυσμενεῖς ἱστορικὲς περιόδους, ποὺ οἱ στρατιωτικοὶ καὶ πολιτικοὶ συσχετισμοὶ ἦταν ἐναντίον τους, παρέμειναν ἀπροσκύνητοι λεβέντες, ἀκρίτες, ἁρματωλοὶ καὶ κλέφτες, ἄφηναν τὸ βιός τους καὶ τοὺς συγγενεῖς τους καὶ ἔβγαιναν στὰ βουνὰ γιὰ νὰ διώξουν τοὺς κατακτητές, τοὺς ὁποίους τώρα ἐσεῖς προσκυνᾶτε καὶ ὑπογράφετε μαζὶ συμφωνίες ὑποταγῆς καὶ ἐθελοδουλείας. Αὐτὸ δὲν εἶναι λεβεντιά, εἶναι δειλία καὶ ἀναξιοπρέπεια.
Ὅσο γιὰ τὸν Κώστα Ζουράρι τῶν «Ἀνεξαρτήτων Ἑλλήνων», ποὺ διέψευσαν τὴν ἀνεξαρτησία τους, ἐπρόδωσε τὶς ψήφους τῶν Χριστιανῶν, ποὺ τὸν ἔστειλαν στὴν Βουλὴ καὶ ἐπαλήθευσε ὅσους δὲν τὸν ἔπαιρναν στὰ σοβαρά, γιατὶ ποτὲ ὁ λόγος του δὲν ἦταν εὐαγγελικὸς καὶ πατερικός, ἀλλὰ διασκεδαστικὸς μὲ τὶς ἐξυπνάδες καὶ εὐφυολογίες του. Ἄφησε τὸν Χριστὸ καὶ τοὺς Χριστιανοὺς καὶ μετακόμισε σὲ ἄλλους χώρους, ἀπ᾽ ὅπου στὸ ἑξῆς θὰ παίρνει καὶ ἀξιώματα καὶ ψήφους. Δὲν τοῦ ἦταν πάντως ἄγνωστη αὐτὴ ἡ χώρα, γιατί, ὅπως μάθαμε, ὁ ἴδιος τώρα δικαιολογῶν τὴν φυγή του ἀπὸ τὴν Ὀρθοδοξία λέγει ὅτι πάντοτε ἦταν ἀναρχικὸς καὶ ἀριστερός, καὶ ὡς προσήλυτος στὴν πατερικὴ Ὀρθοδοξία προσκολλήθηκε στοὺς Νεορθόδοξους τοῦ Γιανναρᾶ, τῶν φιλοσοφούντων καὶ ἀριστεριζόντων θεολόγων. Ὑπενθυμίζει πάντως ἡ περίπτωσή του τὸν Βαρλαὰμ τὸν Καλαβρό, ὁ ὁποῖος ἐμφανίσθηκε στὴν Θεσσαλονίκη ὡς Ὀρθόδοξος μοναχός, ἐπανῆλθε ὅμως στὸν Παπισμό, ἐκεῖ ποὺ ἀνῆκε, καὶ ὅπως λέγει ὁ διαπρεπὴς καθηγητὴς καὶ μελετητὴς τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ Γρηγόριος Παπαμιχαήλ, «ἀποπτύσας τὴν Ὀρθοδοξίαν, ἠσπάσθη καὶ αὖθις τὰ τῆς ρωμάνας Ἐκκλησίας, ἐπὶ τὸν ἴδιον ἐπανιὼν ἔμετον»[23].
Ὅλοι πάντως οἱ πολιτικοὶ πρέπει νὰ γνωρίζουν ὅτι κάποτε ὅλοι καὶ ὅλα ἀποκαλύπτονται καὶ ὅτι ἡ στάση τους ἀπέναντι στὸ σύμφωνο συμβίωσης ἦταν ἡ λυδία λίθος, ποὺ δοκίμασε τὴν γνησιότητα τῆς χριστιανικῆς τους πίστης καὶ τοὺς περισσοτέρους τοὺς ἀπέδειξε ὑποκριτὲς καὶ ψηφοθῆρες. Ἂς μὴ περιμένουν πλέον χριστιανικὲς ψήφους.

4. Οἱ εὐθύνες τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἡγεσίας

Μπροστὰ σ᾽ αὐτὴν τὴν πρωτοφανῆ ἠθικὴ ἀνατροπὴ καὶ παρακμή, ἡ ἐκκλησιαστική μας ἡγεσία, ἐκτὸς ἀπὸ μερικὲς φωτεινὲς ἐξαιρέσεις ἐπισκόπων, ἀποδείχθηκε κατώτερη τῶν περιστάσεων· δὲν μπόρεσε νὰ βαστάσει τὸ βάρος τῆς ἡμέρας, ὅπως ἔκαναν οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι καὶ οἱ Ἅγιοι Πατέρες, ἀναδειχθέντες, σὲ μάρτυρες καὶ ὁμολογητές. Δὲν φταίει τὸ βάρος, ὁ ὄγκος τῆς πνευματικῆς ἐπίθεσης τοῦ Πονηροῦ, ποὺ δὲν ἦσαν βέβαια, ὅπως πάντοτε, εὐκαταφρόνητα. Ἁπλῶς δὲν δοκίμασε καθόλου νὰ εἰσέλθει στὸν πνευματικὸ πόλεμο, ἄφησε τὸ ποίμνιο ἀνυπεράσπιστο, τοὺς λύκους νὰ μπαίνουν μέσα στὸ μαντρὶ καὶ νὰ κατασπαράσσουν τὰ πρόβατα, δὲν πολέμησε, δὲν χρησιμοποίησε τὰ πνευματικά της ὅπλα δὲν μπαρουτοκαπνίσθηκε, πολλὲς φορὲς μάλιστα συμμάχησε μὲ τοὺς λύκους καὶ τοὺς ἔντυσε ὡς πρόβατα, γιὰ νὰ μὴν ἀντιληφθοῦμε τὴν ἀπειλή. Μετὰ τὰ πρῶτα ἀκροβολίσματα καὶ τὶς πρῶτες τουφεκιὲς γιὰ τὴν τιμὴ τῶν ὅπλων καὶ τὴν δῆθεν ἀμυντικὴ διάθεση, ἀκολούθησε φυγομαχία καὶ πλήρης ὑποχώρηση.
Ἐπὶ σαράντα χρόνια τώρα συνδέσαντες ἀρνητικὰ τὸν πατριωτισμὸ καὶ τὴν χριστιανικὴ πίστη οἱ ἄθεοι καὶ ἀντίθεοι πολιτικοὶ μὲ τὸ «Ἑλλὰς ῾Ελλήνων Χριστιανῶν» τῆς ἑπταετοῦς δικτατορίας, μὲ τὸ πρόσχημα δῆθεν τῆς ἀποχουντοποίησης ὀργάνωσαν καὶ ἐξαπέλυσαν μία πρωτοφανῆ καὶ μεγάλης ἔκτασης ἐπίθεση γιὰ τὴν κατασυκοφάντηση καὶ ἀχρήστευση αἰωνόβιων ὑγιῶν θεσμῶν, ὅπως ἡ πατρίδα, ἡ θρησκεία, ἡ οἰκογένεια, ἡ γλώσσα, ἡ ἱστορία, οἱ παραδόσεις, τὰ ἤθη καὶ τὰ ἔθιμά μας. Κατὰ γενικὴ διαπίστωση ἡ παιδεία καὶ ὁ πολιτισμός, ἀκόμη καὶ ὅταν κυβερνοῦσαν δεξιὰ κόμματα, παραδόθηκαν στὶς μεταρρυθμιστικὲς ἢ καλύτερα ἀπορρυθμιστικὲς ὀρέξεις τῆς ἄθεης διανόησης καὶ κουλτούρας. Ὅσοι, ὡς ἐκπαιδευτικοί, ζήσαμε μέσα στὰ σχολεῖα αὐτὴν τὴν δῆθεν «ἀλλαγή» γνωρίζουμε ἐκ τῶν ἔσω τὸ ἐκθεμελίωμα καὶ ξεχαρβάλωμα τῆς ἐθνικῆς καὶ χριστιανικῆς μας ταυτότητος, καὶ πολλοὶ δώσαμε μάχες γιὰ νὰ ἀποτρέψουμε τὴν νέα αὐτὴ πολὺ χειρότερη ἅλωση, ποὺ γκρέμιζε ὅχι κάστρα καὶ τείχη ἀλλὰ αἰωνόβιες, πολύτιμες ἀδαμάντινες ἀρχὲς καὶ ἀξίες[24].
Δὲν θέλουμε ἐδῶ νὰ ἐπεκταθοῦμε σὲ ὅλα αὐτὰ ποὺ οἱ περισσότεροι τὰ γνωρίζουν. Ἡ οἰκογένεια πάντως, τὸ οἰκογενειακὸ δίκαιο, ὁ τίμιος καὶ εὐλογημέ-νος γάμος δέχθηκαν ἰσχυρότατα πυρά. Προηγήθηκαν ἡ ἀποποινικοποίηση τῆς μοιχείας, ὁ πολιτικὸς γάμος, τὸ σύμφωνο συμβίωσης ἑτεροφύλων, καὶ τώρα ποὺ τὰ πράγματα εἶναι πιὸ εὔκολα μὲ τὴν ἄθεη ριζοσπαστικὴ κυβέρνηση νομιμοποιή-σαμε τὸ πιὸ φρικτό, τὸ πιὸ βρωμερὸ πάθος, τὸ βδέλυγμα τῆς ὁμοφυλοφιλίας, καὶ ὅπως σχεδιάσθηκε στὸ νόμο, ἀλλὰ πρὸς τὸ παρὸν ἀποφεύχθηκε, θὰ ἀκολουθήσει ἡ παροχὴ τῆς δυνατότητας στὰ ὁμοφυλόφιλα ζευγάρια νὰ υἱοθετοῦν παιδιά, γιὰ νὰ ὁλοκληρωθεῖ ἔτσι τὸ ἐγχείρημα τῆς παντελοῦς καταστροφῆς τῆς οἰκογενείας μὲ τὴν παράδοση τῆς νέας γενιᾶς στὶς ἀνώμαλες συνθῆκες ἑνὸς μὴ ὑγιοῦς καὶ φυσικοῦ περιβάλλοντος, ἡ νέα αὐτὴ παιδοκτονία, τὸ νέο παιδομάζωμα.
Στὸ θέμα αὐτὸ οἱ εὐθύνες τῆς Ἐκκλησίας ἐντοπίζονται σὲ δύο σημεῖα. Ἐν πρώτοις ἀπέφυγε νὰ ἀσκήσει τὸ στοιχειῶδες χρέος καὶ καθῆκον της νὰ κατηχήσει νὰ διδάξει τοὺς πιστοὺς γιὰ τὰ θέματα αὐτὰ τῶν σαρκικῶν σχέσεων μὲ βάση τὸ Εὐαγγέλιο καὶ τὴν Πατερικὴ Παράδοση, γιατὶ φοβήθηκε λόγῳ τῆς αὐστηρῆς γραμμῆς τοῦ Εὐαγγελίου μήπως χαρακτηρισθεῖ ὡς ὀπισθοδρομικὴ καὶ μεσαιωνική. Οἱ ἀρετὲς τῆς ἁγνότητος καὶ τῆς παρθενίας, ποὺ πρὶν ἀπὸ μερικὲς δεκαετίες, τηροῦνταν ἀπὸ ὅλους, ἄνδρες καὶ γυναῖκες πρὸ τοῦ γάμου, τώρα ἔχουν δυσφημισθῆ, καὶ σπάνια βρίσκεις κάποιους Χριστιανοὺς νέους καὶ νέες νὰ κοσμοῦνται ἀπὸ αὐτές. Προηγουμένως ἦταν σπάνιες οἱ προγαμιαῖες σχέσεις. Μία ἐπιθετικὴ σεξομανία, ἕνας πανσεξουαλισμός, ἀπολυτοποίησε καὶ ἐμφάνισε τὸ σὲξ ὡς ἀπόλυτο ἀγαθὸ καὶ ἀπαραίτητο γιὰ τὴν ψυχολογικὴ εὐστάθεια τοῦ ἀνθρώπους, ὄχι μόνο μέσα στὸ γάμο, ἀλλὰ καὶ πρὸ τοῦ γάμου καὶ ἔξω ἀπὸ τὸ γάμο. Ἡ Ἐκκλησία ἔλαβε βέβαια θέση, γιὰ τὴν τιμὴ τῶν ὅπλων, καὶ ἐκφράσθηκε ἐναντίον τῶν προγαμιαίων σχέσεων μὲ μισὴ καρδιὰ καὶ σβησμένη φωνή, ἄφησε ὅμως ἀσύδοτους καὶ ἀτιμώρητους ἐπισκόπους, κληρικούς-πνευματικούς, λαϊκοὺς θεολόγους νὰ προπαγανδίζουν τὴν χαρὰ τοῦ ἔρωτα, ποὺ δὲν ἦταν δύσκολο νὰ διολισθήσει καὶ στὸ χῶρο τῶν ὁμοφυλοφιλικῶν σχέσεων. Ἐδῶ καὶ πολλὰ χρόνια ἔχει καταγγελθῆ, ἰδιαίτερα ἀπὸ τὸν ἀείμνηστο Ἁγιορείτη Γέροντα Θεόκλητο Διονυσιάτη ὁ ἀσεβὴς ἐρωτισμὸς καὶ Νεονικολαϊτισμὸς τοῦ καθηγητοῦ Χρήστου Γιανναρᾶ, ποὺ σχημάτισε γύρω του σχολὴ Νεονικολαϊτῶν κληρικῶν καὶ θεολόγων, μερικοὶ ἀπὸ τοὺς ὁποίους αὐτὲς τὶς ἡμέρες τάχθηκαν ὑπὲρ τοῦ συμφώνου συμβίωσης[25]. Καταγγελίες καὶ μηνύσεις ἀκόμη καὶ ἀπὸ ἐπισκόπους, πρὸς τὴν Ἱερὰ Σύνοδο γιὰ τὴν ἀρνητικὴ αὐτή, ἀντιβιβλικὴ καὶ ἀντιπατερικὴ κατήχηση, πετιοῦνται στὸν κάλαθο τῶν ἀχρήστων.
Δύο περιστατικὰ ἀπὸ τὴν πανεπιστημιακή μου ἐμπειρία ἐπιβεβαιώνουν τὰ γραφόμενα. Σὲ περίοδο ποὺ τὸ κίνημα τῶν Νεορθοδόξων τὴ δεκαετία τοῦ 1980 βρισκόταν σὲ ἔξαρση καὶ ἄνθηση στὴν Θεολογικὴ Σχολὴ Θεσσαλονίκης καὶ ἐξεπροσωπεῖτο καὶ ἀπὸ ἰδιαίτερο φοιτητικὸ Σύλλογο, τὴν ΑΘΕΚ[26], λίγο πρὶν μπῶ σὲ αἴθουσα διδασκαλίας καὶ προφανῶς γιὰ νὰ μὲ προκαλέσουν, ἐπειδὴ λίγο ἐνωρίτερα εἶχα καλέσει τὸν π. Θεόκλητο καὶ μίλησε στοὺς φοιτητὲς γιὰ τὸν νοσηρὸ ἐρωτισμὸ τῶν Νεορθοδόξων, κάποιος φοιτητὴς αὐτῆς τῆς ὁμάδος, ποὺ τώρα εἶναι καὶ σύμβουλος τῶν Θεολόγων στὴ Μακεδονία καὶ μέλος τοῦ ἀκαίρου καὶ ἐπικινδύνου «Καιροῦ», ἔγραψε μὲ κιμωλία στὸν μαυροπίνακα τὸ ἑξῆς «ἠθικώτατο» καί «πατερικώτατο» δίστιχο:
«Παράτα τὰ θρανία καὶ τ᾽ ἀμφιθέατρα
κ᾽ ἔλα στὴν παραλία νὰ κάνουμε ἔρωτα»
Κατὰ τὸ δεύτερο περιστατικό: Μεταπτυχιακὸς φοιτητὴς εἶχε διορισθῆ ὡς ἀναπληρωτὴς καθηγητὴς σὲ σχολεῖο τῆς Θεσσαλονίκης. Οἱ μαθητές, φιλοπαίγμο-νες καὶ ἐξεταστικοὶ τοῦ φρονήματος τῶν νέων καθηγητῶν, τὸν ἐρώτησαν ἂν ἡ Ἁγία Γραφὴ καὶ ἡ Ἐκκλησία καταδικάζουν τὴν ὁμοφυλοφιλία. Μολονότι τὸν βρῆκαν ἀπροετοίμαστο, γιὰ νὰ ἀπαντήσει μὲ βάση κείμενα καὶ πηγές, ἐν τούτοις, πιὸ πολὺ ἀπὸ τὴν γενικὴ γνώμη καὶ λιγώτερο ἀπὸ γνώση, ἀπήντησε σωστὰ λέγοντας ὅτι ἡ Ἐκκλησία καταδικάζει τὴν ὁμοφυλοφιλία ὡς ἁμαρτία. Ὁπότε δέχθηκε ἰσχυρὴ τὴν ἀντίδραση τῶν μαθητῶν ποὺ τοῦ εἶπαν ὅτι ἡ προηγουμένη γυναίκα θεολόγος, τὴν ὁποία ἀναπληροῦσε, τοὺς εἶπε ὅτι ἡ ὁμοφυλοφιλία δὲν εἶναι ἁμάρτημα, ἀλλὰ μία φυσιολογικὴ διαφορετικότητα. Καὶ ἦλθε τὴν ἄλλη μέρα στὸ γραφεῖο μου στὸ Πανεπιστήμιο, γιὰ νὰ ἐπιβεβαιώσει ἂν ἀπήντησε σωστὰ καὶ νὰ μοῦ ζητήσει βιβλικὴ καὶ πατερικὴ στήριξη, τὴν ὁποία ἤδη ἐδῶ ἔχω παραθέσει.
Συμπέρασμα ὡς πρὸς τὸ πρῶτο σημεῖο τῆς εὐθύνης τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἡγεσίας· ἄφησε νὰ ὑπονομευθεῖ ὁ ἀκμαῖος θεσμὸς τῶν κατηχητικῶν σχολείων καὶ δὲν ἀνέπτυξε στὴ θέση τους ἀνάλογη κατηχητικὴ δραστηριότητα. Ἀντίθετα ἄφησε ἀσύδοτους, ἀνεπίσκοπους, ἀνεξέλεγκτους καὶ ἀτιμώρητους κληρικοὺς καὶ λαϊκοὺς θεολόγους νὰ νοθεύουν τὴν βιβλικὴ καὶ πατερικὴ παράδοση εἰς τὰ τοῦ γάμου καὶ τῶν σαρκικῶν σχέσεων καὶ νὰ κολακεύουν τὰ ἄγρια πάθη τῆς σάρκας, νὰ ἀπομυθοποιοῦν καὶ νὰ καταργοῦν ὅσα περὶ πολέμου «σαρκὸς καὶ πνεύματος» διδάσκει τὸ Εὐαγγέλιο.
Τὸ δεύτερο σημεῖο τῆς εὐθύνης ἀφορᾶ στὴ στάση καὶ ἀντίδραση τῆς ἐκκλη­σιαστικῆς ἡγεσίας εἰδικῶς ἀπέναντι στὴν σχεδιασμένη προβολὴ τῆς ὁμοφυλο­φιλίας, ἰδιαίτερα μὲ τίς «παρελάσεις ὑπερηφανείας» (Gay Pride) ἐν πρώτοις στὴν Ἀθήνα, ἐδῶ καὶ περισσότερα ἀπὸ δέκα χρόνια, καὶ στὴν Θεσσαλονίκη ἐπὶ τέσσερα ἔτη, πρωτοστατούντων καὶ καυχωμένων τῶν δημάρχων Καμίνη καὶ Μπουτάρη.
Ἀρκετοί, ἐλάχιστοι πάντως, κληρικοί δὲν παραλείψαμε ἐπὶ σειρὰν ἐτῶν, ἀφ᾽ ὅτου ἀφηνίασαν καὶ ἐξεμάνησαν οἱ ἀνὰ τὸν κόσμο ὑποστηρικτὲς τῆς ὁμοφυλο­φιλίας, πρωτοστατούντων τῶν «Μέσων Μαζικῆς Ἐξαχρειώσεως» νὰ στηλιτεύουμε, νὰ διαμαρτυρόμαστε, νὰ γράφουμε, νὰ ὀργανώνουμε ἐκδηλώσεις ἐναντίον τῶν παρελάσεων καυχήσεως, μὲ πρῶτο ἀγωνιστὴ τὸν θαρραλέο καὶ ἀπτόητο μητρο­πολίτη Πειραιῶς κ. Σεραφείμ. Δυστυχῶς ἡ ποιμαίνουσα Ἐκκλησία ὡς θεσμὸς ἀποδείχθηκε κατώτερη τῶν περιστάσεων· ὄχι μόνο δὲν ἄντεξε, δὲν σήκωσε τὸ βάρος τῶν καιρῶν, ἀλλὰ σὲ πολλὲς περιπτώσεις συμμάχησε, στήριξε, ἐπιβράβευσε τοὺς ἐνόχους. Ἤδη τὸ 2014, μετὰ τὴν παρέλαση τῶν ὁμοφυλοφίλων τὸν Ἰούνιο στὴ Θεσσαλονίκη, περιγράψαμε τὴν κατάσταση μὲ ἄρθρο μας ὑπὸ τὸν τίτλο «Ἡ ἐκκλησιαστικὴ ἀντίδραση κατὰ τῆς Ὁμοφυλοφιλίας. Ἀνύπαρκτη στὴν Ἀθήνα, ὑποτονικὴ στὴν Θεσσαλονίκη». Ἐκεῖ, μεταξὺ ἄλλων, γράψαμε: «Ποῦ εἶναι οἱ ἐπίσκοποι, οἱ ποιμένες, νὰ ἐκδιώξουν, νὰ ἀποκόψουν τὰ σεσηπότα, γιὰ νὰ προφυλάξουν τοὺς ὑγιεῖς, νὰ ἀγωνισθοῦν, νὰ συμπλακοῦν πρὸς τοὺς δαίμονας, νὰ λυτρώσουν καὶ τοὺς δαιμονιῶντας ἀκολάστους; Γιατὶ σιωποῦν καὶ ἀπρακτοῦν; Γιατὶ περὶ ἄλλα μεριμνοῦν καὶ τυρβάζουν; Γιὰ ἐπισκοπικοὺς θρόνους καὶ ἐκλογὲς ἡμετέρων, γιὰ καλοπέραση καὶ φιληδονία, μὲ τὸ “κουσούρι” τῆς ὁμοφυλοφιλίας νὰ ἐξαπλώνεται στὶς τάξεις τῶν κληρικῶν καὶ νὰ μᾶς καθιστᾶ ἀναπολογήτους; ... Ἀκόμη καὶ τὸ Ἅγιον Ὄρος ὑποδέχθηκε καὶ ὑποδέχεται μὲ τιμὲς καὶ ἐπαινετικοὺς λόγους καὶ προσφωνήσεις τὸν ἀρχιτέκτονα τοῦ σκανδαλισμοῦ καὶ ὑποστηρικτὴ τῆς βδελυρῆς ἁμαρτίας δήμαρχο Γιάννη Μπουτάρη, εὐτυχῶς μὲ ἀξιέπαινες ἀν­τιδράσεις ὀλίγων μοναχῶν κελλιωτῶν». Καταλήγαμε δὲ ἐπισημαίνοντας τὸ χρέος τοῦ ἀρχιεπισκόπου καὶ τῆς συνόδου, τῶν μητροπολιτῶν καὶ τοῦ Ἁγίου Ὄρους: «Ὅσοι Θεσσαλονικεῖς ἀντιδράσαμε καὶ ἀντιδροῦμε θὰ ἐξακολουθήσουμε μὲ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ τὶς πρεσβεῖες τῶν Ἁγίων, νὰ ἐπιτελοῦμε τὸ μικρὸ αὐτὸ χρέος τῆς ὁμολογίας. Περιμένουμε ὅμως καὶ ἀπὸ τοὺς ἀρχιποιμένες καὶ συμποιμένες νὰ ἐπιτελέσουν τὸ χρέος τους. Ἀπὸ τὸν ἀρχιεπίσκοπο καὶ τὴν σύνοδο νὰ καταδικάσουν τὶς παρελάσεις ὁμοφυλοφίλων καὶ νὰ μὴ παίρνουν μέρος σὲ καμμία ἐκδήλωση ποὺ παρίσταται ὁ προστάτης τους στὴν Ἀθήνα δήμαρχος Γ. Καμίνης, στὸν ὁποῖο νὰ ἀπαγορεύσουν τὴν εἴσοδο στοὺς ναούς, μέχρις ὅτου σταματήσει τὶς σκανδαλώδεις ἀσχημοσύνες τῶν παρελάσεων. Ἀπὸ τὸν μητροπολίτη Θεσσαλονί­κης νὰ πράξει τὸ ἴδιο μὲ τὸν δήμαρχο Γιάννη Μπουτάρη, καὶ τοῦ χρόνου νὰ ἀναλάβει ὁ ἴδιος μὲ τοὺς ἐφημερίους νὰ ὀργανώσει τὶς ἐκδηλώσεις καὶ νὰ καλέσει καὶ ἄλλους ἐπισκόπους σὲ παμμακεδονικὸ συλλαλητήριο. Προτεραιότητα ἔχουν τὰ θέματα τῆς πίστεως καὶ ὕστερα τῆς πατρίδος, ἡ ὁποία ἄλλωστε χωρὶς τὴν πίστη δὲν πρόκειται νὰ σωθεῖ. Τὸ ράσο πρέπει νὰ φανεῖ, νὰ κυματίσει, νὰ ἀνα­παύσει συνειδήσεις καὶ ὄχι φοβισμένο νὰ κρύβεται. Τοὺς δὲ ἀγαπητοὺς Ἁγιορεῖτες Πατέρες παρακαλοῦμε νὰ μὴ δεχθοῦν στὸ ἑξῆς τὸν δήμαρχο Θεσσα­λονίκης στὸ Ἅγιον Ὄρος, πολὺ δὲ περισσότερο νὰ μὴ τὸν τιμήσουν, γιατὶ ἔτσι συμμετέχουν στὸ βλάσφημο ἔργο του ἐναντίον τοῦ Θεοῦ, τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ Ἀειπαρ­θένου Μαρίας καὶ ἐναντίον τῆς ζωῆς τῶν Ὁσίων Ἀθωνιτῶν Πατέρων. Δὲν θὰ χαθεῖ ὁ κόσμος, ἂν ἡ “῾Αγιορειτικὴ Ἑστία” στερηθεῖ τὴ βοήθεια τοῦ Δημάρχου. Θὰ ἔχει τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ, τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ ὅλων τῶν Ἀθωνιτῶν Ὁσίων Πατέρων»[27].
Στὸ ἴδιο πνεῦμα, κινεῖται καὶ ἐπιστολὴ σεβαστῶν καὶ ἐναρέτων Γερόντων καὶ λοιπῶν Μοναχῶν τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ἀπὸ σκῆτες καὶ κελλιά, οἱ ὁποῖοι μὲ ἐνυπόγραφη ἐπιστολή τους πρὸς τὴν Ἱερὰ Κοινότητα τοῦ Ἁγίου Ὄρους, μὲ ἡμερομηνία 5 Ἰουνίου 2014, ζητοῦν τὴν πλήρη διακοπὴ κοινωνίας πρὸς τὸν Δήμαρχο Θεσσαλονίκης, διότι «ἂν ἐκεῖνος δὲν μπορεῖ νὰ ἀρθεῖ στὸ ὕψος τῶν ἀπαιτήσεων τοῦ ρόλου του, διατί νὰ κατάγεται ἡ Ἱερὰ Κοινότης, καὶ στὸ πρόσωπο αὐτῆς καὶ σύμπαν τὸ Ἁγιώνυμον Ὄρος, στὸ ἐπίπεδο τῆς σιωπηλῆς μέν, ἀλλὰ θεσμικῆς καὶ ἐνόχου ἀποδοχῆς τῆς σοδομιτικῆς κιναιδικῆς («κινούσης τὴν αἰδώ») διαστροφῆς καὶ ἁμαρτίας;»[28]. Καὶ ἡ «Σύναξις Ὀρθοδόξων Κληρικῶν καὶ Μοναχῶν» εὐθυγραμμιζόμενη πρὸς τὴν αὐστηρὴ Ἀποστολικὴ καὶ Πατερικὴ γραμμὴ τοῦ ἐλέγχου τῶν βλασφήμων ἀρχόντων ἀπέστειλε καὶ αὐτὴ ἐπιστολὴ πρὸς τὴν Ἱερὰ Κοινότητα τὸ ἑπόμενο ἔτος (2015), γιὰ νὰ μὴν ἐπαναληφθεῖ ἡ παρέλαση τῶν Ὁμοφυλοφίλων στὴν Θεσσαλονίκη, καὶ εὐσεβάστως παρακαλοῦσε νὰ διασκεφθοῦν οἱ τῆς Ἱερᾶς Ἐπιστασίας «ἐπὶ τῶν ἑξῆς, τὰ ὁποῖα θὰ ἐβοήθουν καὶ τὸν δήμαρχον νὰ ἀναθεωρήση τουλάχιστον κάποιας ἐνεργείας του καὶ τὸ ὀρθόδοξον πλήρωμα θὰ ἀνέπαυον: α) Νὰ παρακληθῆ ὁ κ. Γ. Μπουτάρης, σεβόμενος καὶ τὴν ἰδιότητα τοῦ προέδρου τῆς “Ἁγιορειτικῆς Ἑστίας”, νὰ μὴ συμβάλλῃ τοῦ λοιποῦ εἰς τὴν ὀργάνωσιν καὶ προβολὴν τῆς ὁμοφυλοφιλίας ἀρχῆς γινομένης ἀπὸ τοῦ παρόντος ἔτους (Ἰούνιος 2015). β) Νὰ τοῦ δηλωθῆ ἐγγράφως ὅτι, εἰς περίπτωσιν μὴ συμμορφώσεώς του πρὸς τὸ θεῖον θέλημα τῆς καταδίκης τοῦ σοδομισμοῦ ἢ τουλάχιστον τῆς μὴ βλασφήμου ὑποστηρίξεώς του, ἡ Ἱερὰ Κοινότης ἢ θὰ τοῦ ἀπαγορεύση τὴν εἴσοδον εἰς τὸ Ἅγιον Ὄρος, ἂν αὐτὸ εἶναι ἐφικτὸν ἢ θὰ παύση νὰ ἔχη μετ᾽ αὐτοῦ οἱανδήποτε σχέσιν ὡς προέδρου τῆς “Ἁγιορειτικῆς Ἑστίας”, ὅπερ ἀναγκαῖον καὶ εὐχερές»[29].
Δυστυχῶς διαμαρτυρόμασταν εἰς ὦτα μὴ ἀκουόντων. Ἂν ἡ ἡγεσία τῆς Ἐκκλησίας ἀντιλαμβανόταν τὴν σοβαρότητα τοῦ προβλήματος καὶ τὸ μέγεθος τῶν εὐθυνῶν της καὶ ἐπανελάμβανε τὸ τοῦ Προδρόμου καὶ Βαπτιστοῦ πρὸς τὸν πανίσχυρο Ἠρώδη «οὐκ ἔξεστί σοι ἔχειν τὴν γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ σου», γιὰ μικρότερο ἁμάρτημα τοῦ βδελύγματος τῆς ὁμοφυλοφιλίας, καὶ τηροῦσε τὴν στάση πολλῶν Ἁγίων Πατέρων καὶ Ὁμολογητῶν, ποὺ δὲν ἐπέτρεψαν τὴν εἴσοδο στοὺς ναοὺς ἀσεβῶν αὐτοκρατόρων ἢ τοὺς ἤλεγξαν μὲ δριμύτητα καὶ παρρησία, τὰ πράγματα ἴσως νὰ ἦσαν διαφορετικά, ὁπωσδήποτε ὅμως θὰ ἀποφευγόταν ὁ σκανδαλισμὸς τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἡ περιρρέρουσα βλάσφημη ἐκτίμηση ὅτι, ἀφοῦ καὶ ἡ ἐπίσημη Ἐκκλησία δὲν ἀντιδρᾶ, ἔχουν δίκαιο ὅσοι ἀθωώνουν καὶ προβάλλουν τὴν ὁμοφυλοφιλία καὶ ὅτι τὸ πρόβλημα ἔχουν μερικοὶ ζηλωτὲς καὶ ἀκραῖοι κληρικοὶ καὶ λαϊκοὶ καὶ ὄχι ὁ εἰρηνικὸς καὶ φιλικὸς προκαθήμενος καὶ οἱ περὶ αὐτόν.
Ἔτσι ἀφοῦ ὁ Σατανᾶς κατέλαβε τὴν τοπικὴ αὐτοδιοίκηση στὰ πρόσωπα τῶν δημάρχων τῶν δύο μεγαλουπόλεων, Ἀθηνῶν καὶ Θεσσαλονίκης, χωρὶς ἀντίσταση τῶν ἐκκλησιαστικῶν ἡγεσιῶν, προχώρησε καὶ στὴν αἴσχιστη καὶ ἐπονείδιστη κατάληψη τῆς Βουλῆς τῶν Ἑλλήνων μὲ ἐξασφαλισμένη, σίγουρη τὴν μὴ ἀντίδραση τὴν ἀνοχὴ τῆς Ἐκκλησίας. Δὲν ὑπῆρχαν ἄλλα κοινωνικὰ καὶ οἰκονομικὰ προβλή­ματα πρὸς ἐπίλυση· ἔπρεπε νὰ ἐκπληρωθεῖ ὡς προαπαιτούμενο ἡ ἄθεη ἀριστερὴ ἰδεολογία καὶ οἱ ἀπαιτήσεις τῶν ἀνὰ τὸν κόσμο Νεοεποχιτῶν καὶ Νεοταξιτῶν ποὺ θέλουν πρῶτα ἀπ᾽ ὅλα τὴν διάλυση τῶν ἠθικῶν ἀντιστάσεων τῆς ἑλληνικῆς κοινωνίας, ἡ ὁποία στὶς ἐκτιμήσεις τους ἦταν παραδοσιακή, συντηρητικὴ καὶ δὲν θὰ παραδιδόταν εὔκολα. ῎Εγινε μάλιστα αὐτὸ παραμονὲς Χριστουγέννων, ποὺ «ἀνέτειλε τῷ κόσμῳ τὸ φῶς τὸ τῆς γνώσεως», στὸ πρόσωπο καὶ στὸ ἔργο τοῦ γεννηθέντος Θεανθρώπου Χριστοῦ, ὥστε τὸ σκοτάδι τῆς ἠθικῆς κατάπτωσης καὶ παρακμῆς νὰ ἁπλωθεῖ καὶ στὴν Ἑλλάδα τῆς Εὐρώπης, νὰ πάρει τὴν ἐκδίκησή του ἀπὸ τὸ φῶς τῆς Ὀρθοδοξίας, ὁ Χριστὸς νὰ παραμερισθεῖ ἀπὸ τὸν Ἀντίχριστο.
Ὅλοι γνωρίζουμε τὴν ἀνύπαρκτη ἀντίδραση τῆς Ἐκκλησίας μετὰ τὴν ψήφιση τοῦ ἐπαίσχυντου νόμου γιὰ τὸ σύμφωνο συμβίωσης τῶν ὁμοφυλοφίλων. Περιμέ­ναμε μετὰ τὴν κορύφωση αὐτὴ τῆς βλασφημίας καὶ τῆς ὕβρεως ἐναντίον τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ Εὐαγγελίου του νὰ ἀφυπνισθοῦν, νὰ ξυπνήσουν ἀπὸ τὶς κραυγὲς καὶ τὶς διαμαρτυρίες τῶν πιστῶν τέκνων τῆς Ἐκκλησίας ποὺ γέμισαν τὶς χριστιανικὲς ἱστοσελίδες στὸ Διαδίκτυο ἀλλὰ καὶ σὲ δημοσιεύματα τοῦ Τύπου. Ἀντίθετα εἴδαμε ἔκπληκτοι τὸν προκαθήμενο καὶ ἄλλους ἐπισκόπους νὰ δέχονται μὲ χαρὰ τὸν βλάσφημο κυβερνήτη καὶ τοὺς βουλευτάς, νὰ τοὺς μοιράζουν τὴν πρωτοχρονιὰ τὴν βασιλόπιττα, νὰ τοὺς ἀναμένουν καὶ νὰ τοὺς ἀνέχονται στὴν πρωτοχρονιάτικη δοξολογία καὶ στὴν τελετὴ τοῦ ἁγιασμοῦ τῶν ὑδάτων, κάποιος δὲ ἀρχιεπισκοπι­κὸς τιτουλάριος μητροπολίτης, μὲ ἄνωθεν προφανῶς ὁδηγία, νὰ τοὺς ἀναγνωρίζει καὶ ἱερατικὰ καθήκοντα, δίνοντας σὲ τρεῖς ἐξ αὐτῶν, ἐκ τῶν ὁποίων δύο πρωτοστάτορες καὶ προστάτες στὴν ὑποστήριξη τοῦ βδελύγματος τῶν Σοδόμων, τὸν Τίμιο Σταυρὸ γιὰ νὰ τὸν ρίξουν στὰ νερὰ τῆς «Δεξαμενῆς» στὸ Κολωνάκι. Δὲν εἶναι καθόλου βαρὺ νὰ ποῦμε ὅτι ὄντως ἐδόθησαν «τὰ Ἅγια τοῖς κυσί». Καὶ ἐνῶ στὸν Ἰορδάνη «ἡ τῆς Τριάδος ἐφανερώθη προσκύνησις» ὁ ἀνάξιος ἐπίσκοπος μᾶς ἐφανέρωσε ἄλλη «τριάδα» βλάσφημη καὶ ὑβριστικὴ τῆς Ἁγίας, ἀδιαιρέτου, ὁμοουσίου καὶ ζωοποιοῦ Τριάδος. Εἴμαστε βέβαιοι πλέον πὼς ἡ σιωπὴ καὶ ἡ ἀνο­χὴ δὲν προέρχεται ἀπὸ δειλία, ἀλλὰ εἶναι σχεδιασμένη συμμαχία μὲ γεωπολιτικὲς μάλιστα προεκτάσεις ποὺ στοχεύουν στὴν ἀποδυνάμωση τῆς προσπάθειας ποὺ κάνει ὁ μεγάλος ἡγέτης τῆς Ρωσίας Βλαδίμηρος Πούτιν νὰ μὴ ἐπιτρέψει τὴν «δυτι­κὴν ἀμαυρότητα», τὸ δυτικὸ σκοτάδι, νὰ ἐπεκταθεῖ στὴν Ὀρθόδοξη Ἀνατολή. Ἤ­δη ἐμάθαμε ὅτι στὴν Ρωσία, ἐξεπλάγησαν ἀπὸ τὴν ἐκκωφαντικὴ σιωπὴ τῆς Ἐκ­κλησίας γιὰ τὸ σύμφωνο συμβίωσης τῶν ὁμοφυλοφίλων. Ἐκκλησιαστικοὶ κύκλοι ἀπευθυνόμενοι πρὸς τοὺς δικούς μας ἐκκλησιαστικοὺς ἡγέτες ἐκ τοῦ μακρόθεν ἔ­λεγαν: «Μᾶς ξεκουφάνατε μὲ τὴ σιωπή σας». Ἡ Ἑλλάδα εἶναι ἡ πρώτη ὀρθόδοξη χώ­ρα ποὺ νομοθετεῖ ὑπὲρ τῶν ὁμοφυλοφίλων· ἂς ἐλπίσουμε πὼς στὴν ἐπιλογή της αὐτή, ὡς κακὸ παράδειγμα, δὲν θὰ τὴν ἀκολουθήσουν καὶ ἄλλες ὀρθόδοξες χῶρες.
Δὲν εἶναι ἄμοιρος εὐθύνης στὸ θέμα αὐτὸ καὶ ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης. Ἔχει ἐν πρώτοις τεράστια, γιγαντιαία, πρώτιστη εὐθύνη γιὰ τὴν χαλάρωση σὲ θέματα πίστεως μὲ τὸν συγκρητιστικὸ Οἰκουμενισμό, μὲ συνέπεια νὰ ὑπάρχει χαλάρωση καὶ στὰ ἤθη καὶ ἐκκοσμίκευση τῆς Ἐκκλησίας. Εἷναι ἀξιωματικὴ ἡ πατερικὴ διαπίστωση ὅτι πίστη καὶ βίος, δόγμα καὶ ἦθος πηγαίνουν μαζί. Ὅπου ἔχουμε ἐκπτώσεις σὲ θέματα πίστεως, δόγματος, ἔχουμε ἐκπτώσεις καὶ σὲ θέματα ἤθους. Οἱ φίλοι του, οἱ Παπικοὶ καὶ οἱ Προτεστάντες, εἶναι ἐπιρρεπεῖς καὶ καθόλου αὐστηροὶ στὰ σαρκικὰ ἁμαρτήματα. Σείεται τὸ Βατικανὸ ἀπὸ τὴν αὔξηση τῶν κρουσμάτων παιδεραστίας μεταξὺ τῶν παπικῶν κληρικῶν, ἡ δὲ ὁμοφυλοφιλία εἰσῆλθε ἐπισήμως καὶ στό «ἱερὸ θυσιαστήριο» τῶν Προτεσταντῶν μὲ διακηρυγμένους ὁμοφυλόφιλους ἱερεῖς καὶ λεσβίες ἱέρειες, παπαδίνες, ποὺ εὐλογοῦν ἀνενδοίαστα ὄχι «σύμφωνα συμβίωσης», ἀλλὰ γάμους ὁμοφυλοφίλων. Ἀλλοίμονο, ἂν ἐπιμείνει τὸ Φανάρι, ὅπως διαφαίνεται, στὴν ἀναγνώριση ὅλων αὐτῶν ὡς ἐκκλησιῶν μὲ Χάρη καὶ ἔγκυρα μυστήρια κατὰ τὴν μέλλουσα νὰ συνέλθει Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδο. Ἤδη εἶναι προδιαγεγραμμένη ἡ ἀποτυχία καὶ ἡ ἀπόρριψη τῆς Συνόδου, καὶ δὲν εἶναι ἄνευ θεϊκῆς συνεργασίας τὰ παρουσιαζόμενα ἐμπόδια στὴν προετοιμασία της. Εὐχόμαστε νὰ μὴν εἶναι ἀληθινὰ ὅσα ἐκυκλοφορήθησαν γιὰ προσπάθεια νὰ ὑποστηριχθεῖ καὶ στὰ συνοδικὰ κείμενα ἡ ὁμοφυλοφιλία, ὡς ἀνθρώπινο δικαίωμα ὅσων ἔχουν «διαφορετικό» σεξουαλικὸ προσανατολισμό.
Εἰδικῶς ὅμως πικρία καὶ θλίψη προκαλεῖ τὸ γεγονὸς τῆς ἐκ μέρους τοῦ πατριάρχου προσωπικῆς στηρίξεως ὅλων αὐτῶν τῶν «προοδευτικῶν» οἰκουμενιστικῶν κύκλων, τῶν «φωτισμένων» ἱεραρχῶν καὶ λαϊκῶν θεολόγων κατὰ τὸν ὑπουργὸ Παιδείας κ. Φίλη, τὸν χειρότερο καὶ πιὸ ἀκατάλληλο ὑπουργὸ Παιδείας ποὺ ἀνέδειξε ποτὲ ἡ Ἑλλάδα, τὸν ὁποῖο ὁ πατριάρχης μετὰ χαρᾶς ἐδέχθη καὶ εὐλόγησε. Τοῦ εἶπε ἆραγε τίποτε γιὰ τὸ μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν, τὸ ὁποῖο ἐπιμένει νὰ μεταβάλει σὲ θρησκειολογικὸ ὑποτιμώντας καὶ εἰς αὐτὸ τὴν μοναδικότητα καὶ τὴν σωτηριολογικὴ ἀποκλειστικότητα τοῦ Εὐαγγελίου; Δὲν θὰ μακρηγορήσουμε ἐπὶ τοῦ θέματος αὐτοῦ γιὰ νὰ παρουσιάσουμε ὅσα θέματα ἔχει προωθήσει ἡ οἰκουμενιστικὴ ἀντιπατερικὴ «Ἀκαδημία Θεολογικῶν Σπουδῶν» τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Δημητριάδος καὶ οἱ «φωτισμένοι» θεολόγοι τοῦ «Καιροῦ» μὲ τοὺς ὁποίους συνεργάζεται καὶ τοὺς ὁποίους προβάλλει τὸ Φανάρι ἐν συμπνοίᾳ στὸ θέμα αὐτὸ μὲ τὴν Ἀθήνα. Ἀμφότερες οἱ πλευρὲς ἐρίζουν καὶ διαφωνοῦν γιὰ δικαιοδοσίες καὶ θρόνους, συμπλέουν ὅμως καὶ συνοδοιποροῦν στὰ οἰκουμενιστικὰ καὶ μεταπατερικὰ ἐγχειρήματα. Τὴν ὅλη πάντως ἀδιαφορία τοῦ πατριάρχου γιὰ τὸ θέμα τῆς ὁμοφυλοφιλίας μᾶς ἔδειξε ἐνεργῶς ἡ εἰκόνα, περισσότερο καὶ ἀπὸ χίλιες λέξεις, ποὺ τὸν ἔδειχνε σὲ λειτουργία στὴ Σμύρνη νὰ προσφέρει τὴν Θεία Κοινωνία ἰδίαις χερσὶ στὸν ἀμετανότητο ὑποστηρικτὴ τοῦ Σοδομισμοῦ δήμαρχο Θεσσαλονίκης Γιάννη Μπουτάρη. Ἀσφαλῶς γνωρίζει ὁ πατριάρχης ὅτι ὁ Θεὸς ἀπεχθάνεται ἀπείρως περισσότερο τὴν μόλυνση τοῦ πνευματικοῦ περιβάλλοντος ἀπὸ τὴν μόλυνση τοῦ φυσικοῦ περιβάλλοντος· δὲν Τὸν ἐνοχλοῦν τὰ ὑλικὰ σκουπίδια, ὅσο τὰ πνευματικὰ σκουπίδια. Γι᾽ αὐτὸ καὶ ἐμόλυνε μὲ «πῦρ καὶ θεῖον», μὲ θειάφι καὶ φωτιά, ἴχνη τῶν ὁποίων μέχρι σήμερα ὑπάρχουν στὴν Νεκρὰ Θάλασσα τῆς Παλαιστίνης, προκειμένου νὰ καθαρίσει ἀπὸ τὸν Σοδομισμὸ τὰ Σόδομα καὶ τὰ Γόμορρα. Ὁ Γιάννης Μπουτάρης μολύνει ἐπὶ ἔτη τὸ πνευματικὸ περιβάλλον τῆς Θεσσαλονίκης, τῆς βυζαντινῆς συμπρωτεύουσας καὶ πρώτης πόλεως τῶν «Νέων Χωρῶν». Δὲν τὸν ἀπασχολεῖ τὸν πατριάρχη αὐτὴ ἡ μόλυνση; Δὲν ἀκούσαμε λόγο ἐλεγκτικὸ καὶ προφητικό, παρὰ μόνο διεκδικήσεις δικαιοδοσίας καὶ θρόνων.
Εὐτυχῶς ποὺ τὴν κατάσταση καὶ τὸ κῦρος τῆς Ἐκκλησίας διέσωσαν εὐάριθμοι ἀρχιερεῖς, περὶ τοὺς 10-15, οἱ ὁποῖοι ἀντέδρασαν στὴν ψήφιση τοῦ ἁμαρτωλοῦ νόμου, οἱ ὁποῖοι συνεννοούμενοι καὶ αὐξανόμενοι εἰς ἀριθμὸν θὰ μποροῦσαν νὰ ὑποχρεώσουν τὸν ἀρχιεπίσκοπο, σύμφωνα μὲ τὸν Καταστατικὸ Χάρτη τῆς Ἐκκλησίας, νὰ συγκαλέσει ἐκτάκτως τὴν σύνοδο τῆς Ἱεραρχίας, ἡ ὁποία, ἀντιδρῶσα δυναμικῶς μὲ πάνδημες ἐξεγέρσεις καὶ συλλαλητήρια, μπορεῖ νὰ καταστήσει ἀνενεργό τὸν ψηφισθέντα νόμο, ὅπως κατέστησε ἀνενεργό καὶ τὸν περίφημο νόμο τοῦ Τρίτση τὸ 1987 γιὰ τὴν ἐκκλησιαστικὴ περιουσία. Τὶ κρίμα! Πόση πνευματικὴ φτώχεια δείχνει τὸ νὰ ἀγωνιζόμαστε γιὰ τὰ ὑλικὰ καὶ νὰ ἀδιαφοροῦμε γιὰ τὰ πνευματικά!
Τὸ πόση δύναμη ἔχει ὁ λόγος τῆς Ἐκκλησίας, ὅταν οἱ ἡγέτες της δὲν ἔχουν πνεῦμα δειλίας, ἀλλὰ δυνάμεως καὶ παρρησίας, ἔδειξαν ἡ παρουσία καὶ ὁ δυναμι­κός, εὐρὺς καὶ πειστικὸς λόγος τοῦ μητροπολίτου Πειραιῶς κ. Σεραφεὶμ στὴν τηλεοπτικὴ ἐκπομπή «Ἀνατροπή» τοῦ Γιάννη Πρετεντέρη στὸν τηλεοπτικὸ στα­θμὸ Mega. Ἐκεῖ ἐκφράσθηκε ἡ συνείδηση ἡ διαχρονικὴ τῆς Ἐκκλησίας, ἐκεῖ ἦταν ἡ Ἐκκλησία, καὶ ὄχι στὸ Συνοδικὸ Μέγαρο οὔτε στὴν Ἀρχιεπισκοπή. Ὅπως μοῦ εἶπε γυναίκα θεολόγος ἀπὸ τὶς Σέρρες τηλεφωνικῶς οἱ ὑποστηρικτὲς τῆς ὁμοφυ­λοφιλίας «μουγκάθηκαν», δὲν ἤξεραν τί νὰ ἀπαντήσουν, ὁ δὲ λαλίστατος καὶ συνήθως καλὰ προετοιμασμένος ὑπεύθυνος τῆς ἐκπομπῆς τὰ ἔχασε, διότι ἡ ἐκ­πομπὴ πῆρε εὐνοϊκὴ τροπὴ γιὰ τὴν Ἐκκλησία, καὶ τὸ μόνο ποὺ κατάφερε, λόγω ἔλλειψης ἐπιχειρημάτων, ἦταν νὰ ψελλίσει στὸ τέλος κλείνοντας μία εὐχὴ γιὰ νὰ ἐξισώσει τὴν ὁμαλότητα μὲ τὴν ἀνωμαλία, τό «κατὰ φύσιν» μὲ τό «παρὰ φύσιν»· εὐχήθηκε «καλὰ Χριστούγεννα καὶ στὰ ἑτερόφυλα καὶ στὰ ὁμόφυλα ζευγάρια», δείχνοντας πόσο βαθιὰ νυκτωμένος εἶναι στὰ θεολογικὰ καὶ πνευματικὰ θέματα.

[1]. Εἰς τὰ Θεοφάνεια, εἴτουν Γενέθλια τοῦ Σωτῆρος 11, ΕΠΕ 5, 54.
[2]. Τὰ σχετικὰ μὲ τὰ Σόδομα καὶ Γόμορρα εὑρίσκονται στὰ κεφάλαια 18 καὶ 19 τοῦ βιβλίου τῆς Γενέσεως.
[3]. Λευϊτ. 18, 22: «Καὶ μετὰ ἄρσενος οὐ κοιμηθήσῃ κοίτην γυναικείαν· βδέλυγμα γάρ ἐστι». Αὐτόθι 20, 13: «Καὶ ὃς ἂν κοιμηθῇ μετὰ ἄρσενος κοίτην γυναικός, βδέλυγμα ἐποίησαν ἀμφότεροι· θανάτῳ θανατούσθωσαν· ἔνοχοί εἰσιν».
[4]. Λευϊτ. 18, 24-25, 27-29: «Μὴ μιαίνεσθε ἐν πᾶσι τούτοις· ἐν πᾶσι γὰρ τούτοις ἐμιάνθησαν τὰ ἔθνη ἃ ἐγὼ ἐξαποστέλλω πρὸ προσώπου ὑμῶν. Καὶ ἐξεμιάνθη ἡ γῆ, καὶ ἀνταπέδωκα ἀδικίαν αὐτοῖς δι᾽ αὐτὴν καὶ προσώχθισεν ἡ γῆ τοῖς ἐγκαθημένοις ἐπ᾽ αὐτῆς… Πάντα γὰρ τὰ βδελύγματα ταῦτα ἐποίησαν οἱ ἄνθρωποι τῆς γῆς οἱ ὄντες πρότερον ὑμῶν καὶ ἐμιάνθη ἡ γῆ. Καὶ ἵνα μὴ προσοχθίση ὑμῖν ἡ γῆ ἐν τῷ μιαίνειν ὑμᾶς αὐτήν, ὃν τρόπον προσώχθισε τοῖς ἔθνεσι, τοῖς πρὸ ὑμῶν, ὅτι πᾶς ὃς ἐὰν ποιήση ἀπὸ πάντων τῶν βδελυγμάτων τούτων, ἐξολοθρευθήσονται αἱ ψυχαὶ αἱ ποιοῦσαι ἐκ τοῦ λαοῦ αὐτῶν».
[5]. Ἑορτοδρόμιον, ἔκδ. «Ὀρθόδοξος Κυψέλη», Θεσσαλονίκη 2002, τόμ. Α´, σελ. 144-145.
[6]. Πηδάλιον τῆς νοητῆς νηός, ἤτοι τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησίας, ἐκδοτ. οἶκος «Ἀστήρ», Ἀλ. καὶ Ε. Παπαδημητρίου, Ἀθῆναι 1990, σελ. 593-594.
[7]. Πρωτοπρεσβυτέρου Θεοδωρου Ζηση, Τέχνη Παρθενίας. Γάμος καὶ ἀγαμία εἰς τὰ Περὶ Παρθενίας πατερικὰ ἔργα, Θεσσαλονίκη 1997. Τοῦ αὐτοῦ, «Γάμος καὶ ἀγαμία. Ἀξιολόγηση καὶ ἱεράρχηση κατὰ τὸν Ἅγιο Γρηγόριο Νύσσης», εἰς Τοῦ αὐτοῦ, Μοναχισμός. Μορφὲς καὶ θέματα, Θεσσαλονίκη 1998, σελ. 47-68.
[8]. Λουκᾶ 20, 34-35. Μάρκ. 12, 25. Ματθ. 22, 30.
[9]. Ματθ. 19, 11-12.
[10]. Λουκᾶ 17, 26-29.
[11]. Ματθ. 11, 23-24.
[12]. Β´ Πέτρ. 2, 5-7.
[13]. Ἰούδα 7.
[14]. Ρωμ. 1, 23-27.
[15]. Εἰς τὴν Πρὸς Ρωμ. Ὁμ. 4, 1, PG 60, 416-417.
[16]. Αὐτόθι 2, PG 60, 410.
[17]. Πρὸς τοὺς πολεμοῦντας τοῖς ἐπὶ τὸ μονάζειν εἰσάγουσι 3, 8, PG 47, 360-361.
[18]. Λόγος στηλιτευτικὸς κατὰ εὐνούχων, PG 76, 1109.
[19]. Β´ Θεσ. 2, 4.
[20]. Ἔκδοσις ἀκριβὴς τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως Γ´ (1) 45, ΕΠΕ 1, 282.
[21]. Ρωμ. 1, 23.
[22]. Βλ. Φ. Κοντογλου, Μυστικὰ ἄνθη, Ἐκδ. οἶκος «Ἀστήρ», Ἀλ. καὶ Ε. Παπαδημητρίου, Ἀθῆναι, Γ´ ἔκδοση, σελ. 111-112: «῾Η ἀπιστία εἶναι θρονιασμένη στὴν καρδιά μας… Οἱ ψυχὲς τῶν νέων εἶναι ρημαγμένες ἀπὸ τὰ ἄγρια ἔνστικτα, ποὺ τὰ ἀνεβάσανε στὴν ἐπιφάνεια ἀπὸ τὰ σκοτεινὰ τάρταρα τῆς ἀνθρώπινης φύσης, κάποιοι ἐχθροὶ τοῦ ἀνθρώπου, κάποιοι πνευματικοὶ ἀνθρωποφάγοι, ποὺ ἀνάμεσά τους πρωτοστατεῖ ἕνας τρελλὸς λύκος λεγόμενος Νίτσε, μιὰ μούμια σὰν παληόγρια, λεγόμενη Βολταῖρος, κάποιος ζοχαδιακὸς Φρόϋντ κι᾽ ἕνα πλῆθος ἀπὸ τέτοια ὄρνια καὶ κοράκια καὶ νυχτερίδες. Ὅσοι τοὺς θαυμάζανε, ἂς καμαρώσουνε σήμερα τὰ φαρμακερὰ μανιτάρια, ποὺ φυτρώσανε μέσα στὶς καρδιές καὶ στὶς ψυχές τῆς γαγγραινιασμένης ἀνθρωπότητος». Βλ. ἐπίσης Κ. Καβαρνου, Ἑλλὰς καὶ Ὀρθοδοξία, Ἀθῆναι 1987, σελ. 35, 44, 45.
[23]. Γρ. Παπαμιχαηλ, Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, Πετρούπολις 1911, σ. 93. Ὅπως λέγει ὁ πατριάρχης Φιλόθεος Κόκκινος γιά τόν Βαρλαάμ, θέλησε «τοῖς ἡμῶν ἱεροῖς δολερῶς καὶ κακομηχάνως ἐμπαῖξαι μετὰ προσωπείου τε καὶ τοῦ σχήματος». Σὲ λίγο ὅμως «αἰσχρῶς ἐπανῆλθε πρὸς τοὺς ἰδίους παθὼν ἅπερ ἤλπισε δράσειν ἑτέρους». Φιλοθεου Κοκκινου, Δογματικὰ Ἔργα, Λόγος 12, 19-35, ἔκδ. Δ. Καϊμακη, Θεσσαλονίκη 1983, σελ. 480.
[24]. Βλ. σχετικὰ Πρωτοπρεσβυτέρου Θεοδωρου Ζηση, Ὀρθοδοξία καὶ Ἑλληνισμός. Νέα αἰχμαλωσία καὶ ἀντίσταση, Θεσσαλονίκη 1995. Τοῦ αὐτοῦ, Ὁ σημερινὸς Ἑλληνισμὸς καὶ ἡ Κληρονομιὰ τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου, Θεσσαλονίκη 2015.
[25]. Μοναχοῦ Θεοκλητου Διονυσιατου, Ἡ αἵρεσις τῶν Νεορθοδόξων, Ἀθῆναι 1988. Τοῦ αὐτοῦ, Ὁ Νικολαϊτικὸς ἐρωτισμὸς τῶν Νεορθοδόξων, Ἀθήνα 1989. Τοῦ αὐτοῦ, «Κύματα ἄγρια θαλάσσης ἐπαφρίζοντα τὰς ἑαυτῶν αἰσχύνας…», Θεσσαλονίκη 1999. Στό θέμα ἐπανέρχεται ὁ θεολογικώτατος και διακριτικώτατος συγγραφεὺς στὰ προλεγόμενα τοῦ βιβλίου του (ἐπιμέλεια) Χριστοκεντρικὲς ἐμπειρίες ἑνὸς ἐρημίτου, Ἀθήνα 1991.
[26]. ΑΘΕΚ = Ἀνεξάρτητη Θεολογικὴ Κίνηση.
[27]. Βλ. ὁλόκληρο τὸ ἄρθρο εἰς Θεοδρομία 16 (2014) 163-170.
[28]. Βλ. τὸ κείμενο καὶ τὶς ὑπογραφὲς εἰς Θεοδρομία 16 (2014) 195-198.
[29]. Τὸ κείμενο εἰς Θεοδρομία 17 (2015) 42-43.

Η βουλή των "Σοδόμων και Γομόρρας" και ο νόμος της ντροπής

"......Ο πόνος μας έγκειται στο γεγονός ότι η πλειονότης μας, παρακολουθεί άφωνη και ουσιαστικά αδιάφορη τα γεγονότα, λες και έχουν παραλύσει τα ηθικά και πνευματικά αντανακλαστικά μας. 
Ενώ βλέπουμε να ψηφίζονται αντιχριστιανικοί νόμοι, ο ένας μετά τον άλλον, με αποκορύφωμα το «Σύμφωνο Συμβιώσεως ομοφυλοφίλων», σφυρίζουμε αδιάφορα σαν να μην συμβαίνει τίποτε. Παραμένουμε αδρανείς, ενώ θα έπρεπε να απαιτήσουμε την άμεση σύγκληση της Ιεραρχίας, προκειμένου να εξετάσει συνοδικά το φλέγον αυτό θέμα και
στη συνέχεια να λάβει τις αναγκαίες συνοδικές αποφάσεις, να προχωρήσει σε δυναμικές κινητοποιήσεις και συλλαλητήρια, να καταγνώσει συνοδικά το ηθικό έγκλημα, αναθεματίζουσα αυτό, αλλά και σε κάθε άλλο επιβαλλόμενο ποιμαντικό μέτρο....".

Ι. Μ. Πειραιώς - Γραφείο επί των αιρέσεων και των Παραθρησκειών

Η πρόσφατη, (22.12.2015), ψήφιση του επαίσχυντου, υβριστικού και βλάσφημου νόμου περί του «Συμφώνου Συμβιώσεως ομοφύλων ζευγαριών» γέμισε για άλλη μια φορά με πικρία, λύπη, αλλά και κατά Θεόν οργή και αγανάκτηση τον πιστό λαό του Θεού. Ένα αντίθεο και αντίχριστο νομοθέτημα, που στρέφεται με πολλή ιταμότητα και θρασύτητα εναντίον του αιώνιου και ακατάλυτου νόμου του Θεού και του ευαγγελίου, έρχεται να γίνει με τον πιο επίσημο τρόπο νόμος του Κράτους με την μεγάλη πλειοψηφία του Ελληνικού Κοινοβουλίου, για πρώτη φορά στην ιστορία της Ορθόδοξης πατρίδας μας. Η εκτροπή, ο κιναιδισμός, που ακόμη και από τους αρχαίους έλληνες προγόνους μας εθεωρείτο ως ένα πάθος βδελυρό και σιχαμερό, αναγνωρίζεται από τους πολιτικούς μας εθνοπατέρες ως μια φυσιολογική «διαφορετικότητα». Η σεξουαλική αυτή επιλογή, που ανατρέπει εκ θεμελίων την οντολογία της ανθρωπίνης φύσεως, γίνεται πλέον έννομο αγαθό, που προστατεύεται από την Ελληνική Πολιτεία. Και αυτά ακόμη τα επικρατήσαντα δεδομένα της ιατρικής επιστήμης, τα οποία θεωρούν την ομοφυλοφιλία ως ψυχιατρική διαταραχή, ως κοινωνιοπαθητική διαταραχή προσωπικότητας, διαγράφονται με μια μονοκονδυλιά και ρίπτονται στον κάλαθο των αχρήστων από τους έλληνες πολιτικούς μας με πρωτοβουλία την ελληνικής κυβέρνησης!

Πραγματικά δεν βρίσκουμε λόγια να περιγράψουμε το μέγεθος του ατοπήματος, την βαρύτητα του ανοσιουργήματος, το βάθος των κακών στο οποίο φθάσαμε, ως κυβέρνηση, ως ελληνικό κοινοβούλιο, ως διοικούσα Εκκλησία, ως κοινωνία. Θα έπρεπε όλοι μας να θρηνήσουμε όπως κάποτε ο προφήτης Ιερεμίας θρηνούσε για την αποστασία των συμπατριωτών του Εβραίων, γι’ αυτό το πρωτοφανές γεγονός στην ιστορία της Πατρίδα μας, ένα γεγονός που δεν έχει προηγούμενο. Είναι όντως αξιοδάκρυτο το κατάντημά μας, για το οποίο όμως φταίμε όλοι μας, άρχοντες, κλήρος και λαός. Πικραίνεται κανείς όταν αναλογίζεται ότι η πατρίδα αυτή, που δέχθηκε και εγκολπώθηκε το μήνυμα του ευαγγελίου περισσότερο από κάθε άλλο λαό της γης, που δάνεισε την γλώσσα της για να γραφούν στη γλώσσα αυτή για πρώτη φορά τα θεόπνευστα κείμενα της Καινής Διαθήκης, που κάποτε έστησε παρθενώνες, που δίδαξε στους λαούς την φιλοσοφία και την δημοκρατία, που γέννησε Θερμοπύλες και Μαραθώνες, ήρωες και μάρτυρες της πίστεως και της πατρίδος, που έγραψε αθάνατες σελίδες δόξης, τώρα πλέον έφθασε στο έσχατο κατάντημα να μεταβάλλεται σε Σόδομα και Γόμορρα! Ω της διαστροφής! Είναι θαύμα πως δεν έπεσε ακόμη φωτιά να μας κάψει, όπως κάποτε στα Σόδομα και τα Γόμορρα. Πόσο θα μας ανέχεται όμως ακόμη η μακροθυμία του Θεού;

Στην άθλια κατάσταση που φθάσαμε, ταιριάζουν απόλυτα οι λόγοι του αείμνηστου Στρατηγού Μακρυγιάννη στα «Απομνημονεύματά» του: «Πατρίδα, πατρίδα ήσουνε άτυχη από ανθρώπους να σε κυβερνήσουν! Μόνος ο Θεός, μόνος ο αληθινός αυτός και δίκαιος κυβερνήτης σε κυβερνεί και σε διατηρεί ακόμα!». Καθώς πάλι έβλεπε με πόνο ψυχής τους έλληνες της εποχής του, άρχοντες και λαό, να ναυαγούν περί την πίστιν, να πνίγονται στα θολερά νερά των παθών των και της φιληδονίας των, να έχουν απογυμνωθεί από τον φωτεινό χιτώνα της Ορθοδοξίας, να βαδίζουν χωρίς πυξίδα και χωρίς Θεό, έλεγε: «Αν ηξέραμεν ότι θα είχαμεν τέτοιαν λευτερίαν, θα περικαλούσαμεν τον Θεόν να μας αφήση κάτω από τους Τούρκους άλλα τόσα χρόνια να μάθουμε τι θα πη θρησκεία, ηθική, δικαιοσύνη και τιμιότη…».

Και άλλοτε μας δόθηκε η ευκαιρία να γράψουμε για το σιχαμερό αυτό πάθος, καθώς με πόνο ψυχής παρακολουθούσαμε τις διοργανώσεις Gay Pride, τα φεστιβάλ και τις παρελάσεις ομοφυλοφίλων σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη. Φωνάζαμε, παρακαλούσαμε τους υπευθύνους να κινητοποιηθούν και να λάβουν τα αναγκαία μέτρα, κρούαμε τον κώδωνα του κινδύνου για να προλάβουμε τα χειρότερα. Πλην ματαίως! Η φωνή μας, όπως και οι φωνές ορισμένων ακόμη αρχιερέων, κληρικών και λαϊκών, που αποτελούν φωτεινές επαινετές εξαιρέσεις, ήταν «φωνή βοώντος εν της ερήμω». Και να τώρα ήρθαν τα χειρότερα! Και ποιος ξέρει τι θα δούμε ακόμη στο μέλλον, διότι το κατρακύλισμα της χώρας μας δεν έχει τελειωμό. 

Έγραφε τότε ο Σεβ. Μητροπολίτης Πειραιώς κ. Σεραφείμ σε επιστολή του προς τον τότε πρωθυπουργό της χώρας κ. Αντώνη Σαμαρά, με αφορμή το υπό ψήφιση αντιρατσιστικό νομοσχέδιο, (άλλο επαίσχυντο νομικό έκτρωμα αυτό!), τα εξής: «Διαμαρτυρόμεθα διότι αναλάβατε Εσείς μετά του φίλου κ. Ευάγγελου Βενιζέλου και ρόλο ‘Δημιουργού’ αφού με το υπό κρίση Σχέδιο Νόμου καθιερώνεται στην έννομη τάξη της Ορθοδόξου Χριστιανικής Ελλάδος από την δική Σας Κυβέρνηση και έτερος γενετήσιος-σεξουαλικός προσανατολισμός και ετέρα ταυτότητα φύλου εκτός του ανδρός και της γυναικός και ανακηρύσσεται η ψυχοπαθολογική εκτροπή και η αντιαισθητική μίμηση του ετέρου φύλου ως προστατευόμενο έννομο αγαθό από την Ελληνική έννομη τάξη. Βεβαίως γνωρίζετε καλώς ότι αυτό είναι το πρώτο βήμα για την εν συνεχεία προώθηση του Συμφώνου συμβίωσης των λεγομένων ‘ομοφύλων ζευγαριών’». Αλλά και τώρα που επρόκειτο να ψηφισθεί ο εν λόγω νόμος-έκτρωμα «άστραψε και βρόντησε» για μια ακόμη φορά ο ομολογιακός λόγος του. Στην τηλεοπτική εκπομπή «Ανατροπή» του Γιάννη Πρετεντέρη στον τηλεοπτικό σταθμό Mega ομίλησε με παρρησία και θάρρος, χωρίς να υπολογίζει τις συνέπειες. Με το στόμα του ομίλησε η Εκκλησία, η στρατευομένη και η θριαμβεύουσα, ομίλησε η διαχρονική συνείδηση της Εκκλησίας, ομίλησε ο Χριστός! Και όπως πολύ ωραία παρατήρησε ο ομότιμος καθηγητής π. Θεόδωρος Ζήσης: «εκεί ήταν η Εκκλησία, και όχι στο Συνοδικό Μέγαρο ούτε στην Αρχιεπισκοπή». Σάστισαν οι αντίπαλοί του, τους κόπηκε η φωνή, δεν ήξεραν τι να απαντήσουν, μασούσαν τα λόγια τους. Και αυτός ακόμη ο συντονιστής κ. Πρετεντέρης βρέθηκε σε αδιέξοδο. Αλλά και τότε, όπως και τώρα οι πάντες τον εχλεύασαν, όλα τα πληρωμένα κανάλια, όλοι σχεδόν οι δημοσιογράφοι, οι κονδυλοφόροι της ντροπής, έστρεψαν τα πυρά τους εναντίον του. Τον διέσυραν, τον παρουσίασαν ως φονταμενταλιστή, ακραίο και φανατικό. Και τι δεν είπαν, αυτοί οι ταλαίπωροι και αξιολύπητοι. Έριξαν τόνους λάσπη κατά πάνω του, για να παύσει να ακούγεται η φωνή του, η φωνή του ευαγγελίου, η φωνή της αλήθειας!

Αλλά δεν είναι η πρώτη φορά που παρατηρείται αυτό το φαινόμενο, ούτε και η τελευταία. Καθένας που τολμάει να στηλιτεύσει την πλάνη και το σκότος, προκαλεί, εξοργίζει, ερεθίζει, (όπως ακριβώς ερεθίζει το βλαμμένο μάτι η ακτίνα του ήλιου), εκείνους που αγαπούν το σκότος, που δεν θέλουν να έρθουν στο φως της αλήθειας, που δεν θέλουν να αλλάξουν ζωή, να μετανοήσουν. Αυτό είναι ένα διαχρονικό φαινόμενο που πάντοτε θα επαναλαμβάνεται, όπως επιβεβαιώνει άλλωστε και ο λόγος της Γραφής: «αύτη δε εστιν η κρίσις, ότι το φως ελήλυθεν εις τον κόσμον, και ηγάπησαν οι άνθρωποι μάλλον το σκότος η το φως· ην γαρ πονηρά αυτών τα έργα» (Ιω.3,19). Επειδή αδυνατούν να ανατρέψουν τον θεόπνευστο λόγο της Εκκλησίας μας, αδυνατούν να συγκαλύψουν την αλήθεια με το ψεύδος, καταφεύγουν σε ύβρεις, αφρίζουν, κραυγάζουν, ωρύονται. Επιτίθενται, λοιδωρούν, χλευάζουν όσους διαφωνούν με τις ιδεοληψίες τους, όσους τολμούν και επιμένουν να ξεσκεπάζουν και να στηλιτεύουν την αισχρότητα, τις παρά φύσιν ορμές, τις σεξουαλικές διαστροφές, τον σοδομισμό. Έτσι επαληθεύεται ο λόγος της Γραφής που παρομοιάζει τα αξιοθρήνητα αυτά πτώματα της αμαρτίας και του διαβόλου ως «κύματα άγρια θαλάσσης επαφρίζοντα τας εαυτών αισχύνας» (Ιουδ.13), η ως«δένδρα φθινοπωρινά, άκαρπα, δις αποθανόντα, εκριζωθέντα» (Ιουδ.12).

Δεν έχει, πιστεύουμε κανένα νόημα, να παραθέσουμε και πάλι την διδασκαλία της Εκκλησίας μας σχετικά με το πάθος αυτό, διότι το έχουμε πράξει σε παλαιότερα δημοσιεύματά μας. Υπάρχει εξ’ άλλου μια πληθώρα παρομοίων δημοσιευμάτων, παλαιοτέρων και νεωτέρων, από καταξιωμένους κληρικούς και λαϊκούς, στα οποία παραπέμπουμε τον αναγνώστη. Ούτε έχει κανένα νόημα να παρουσιάσουμε την ιατρική και την κοινωνιολογική πλευρά του θέματος, διότι και αυτό το έχουμε πράξει σε παλαιότερο δημοσίευμά μας. Υπάρχει εξ’ άλλου μια πληθώρα δημοσιευμάτων, παλαιοτέρων και νεωτέρων, από καταξιωμένους κληρικούς και λαϊκούς, στα οποία παραπέμπουμε τον αναγνώστη.

Με πολύ πόνο και οδύνη ψυχής θεωρήσαμε χρέος μας να σύρουμε τις παραπάνω γραμμές. Ο πόνος μας δεν έγκειται κυρίως στο γεγονός της μανίας των εκκλησιομάχων κατά της Εκκλησίας μας. Αυτός είναι δεδομένος και πάντοτε θα υπάρχει, σύμφωνα με τον λόγο του Κυρίου μας «ει εμέ εδίωξαν, και υμάς διώξουσιν· ει τον λόγον μου ετήρησαν, και τον υμέτερον τηρήσουσιν» (Ιω.15,20). Ο πόνος μας έγκειται στο γεγονός ότι η πλειονότης μας, παρακολουθεί άφωνη και ουσιαστικά αδιάφορη τα γεγονότα, λες και έχουν παραλύσει τα ηθικά και πνευματικά αντανακλαστικά μας. Ενώ βλέπουμε να ψηφίζονται αντιχριστιανικοί νόμοι, ο ένας μετά τον άλλον, με αποκορύφωμα το «Σύμφωνο Συμβιώσεως ομοφυλοφίλων», σφυρίζουμε αδιάφορα σαν να μην συμβαίνει τίποτε. Παραμένουμε αδρανείς, ενώ θα έπρεπε να απαιτήσουμε την άμεση σύγκληση της Ιεραρχίας, προκειμένου να εξετάσει συνοδικά το φλέγον αυτό θέμα και στη συνέχεια να λάβει τις αναγκαίες συνοδικές αποφάσεις, να προχωρήσει σε δυναμικές κινητοποιήσεις και συλλαλητήρια, να καταγνώσει συνοδικά το ηθικό έγκλημα, αναθεματίζουσα αυτό, αλλά και σε κάθε άλλο επιβαλλόμενο ποιμαντικό μέτρο.

Φαίνεται ότι ζούμε σε χρόνους αποκαλυπτικούς και εσχατολογικούς. Εάν δεν συνέλθουμε από το λήθαργο της αναισθησίας και της πωρώσεως στο οποίο βρισκόμαστε, θα ξεσπάσει αναπόφευκτα η οργή του Θεού «επί τους υιούς της απειθείας» (Κολ.3,5). Τα πάθη αυτά που διασαλπίζονται στις μέρες μας, επισύρουν περισσότερο απ’ οτιδήποτε άλλο τη οργή του Θεού. Η φωτιά του πολέμου στη Συρία, αντί να υποχωρήσει όλο και περισσότερο γιγαντώνεται. Πολλοί ομιλούν, και δικαιολογημένα, ότι βρισκόμαστε στα πρόθυρα ενός Τρίτου Παγκοσμίου πολέμου, την σφοδρότητα του οποίου ούτε καν μπορούμε να συλλάβουμε με την φαντασία μας. Όλα δείχνουν ότι έρχονται «ημέραι εκδικήσεως του πληρωθήναι πάντα τα γεγραμμένα» (Λουκ.21,22). Και τότε αλλοίμονο σ’ αυτούς που τώρα γελούν και χλευάζουν και καταπατούν με θρασύτητα τον νόμο του Θεού! Θα κλαίνε και θα οδύρονται απαρηγόρητα χωρίς να μπορεί κανείς να τους λυτρώσει από τα επερχόμενα κακά…

Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών

ΧΡΙΣΤΙΑΝΕ ΦΥΛΑΞΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΝΕΑ ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ, ΠΟΥ ΘΕΛΕΙ ΝΑ ΣΟΥ ΚΛΕΨΗ ΤΗΝ OΡΘΟΔΟΞΗ ΠΙΣΤΗ

ΧΡΙΣΤΙΑΝΕ ΦΥΛΑΞΟΥ
ΑΠΟ ΤΗΝ ΝΕΑ ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ
ΠΟΥ ΘΕΛΕΙ ΝΑ ΣΟΥ ΚΛΕΨΗ ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΙΣΤΗ

Ἀπὸ τὸ βιβλίο «ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΤΩΝ ΕΣΧΑΤΩΝ ΚΑΙΡΩΝ»
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου

Ὁ Χριστιανισμὸς εἶνε δύναμις ὑπερφυσική. Εἶνε ἀποκάλυψις ἑνὸς ὁλοκλήρου κόσμου ἀληθειῶν, εἰς τὶς ὁποῖες δὲν μπορεῖ νὰ ἀνέλθῃ μόνον του τὸ ἀνθρώπινον πνεῦμα. Εἶνε ἀποκάλυψις Θεοῦ, εἶνε ἄνωθεν φωτισμός, ποὺ σὲ κάνει νὰ βλέπῃς ὅτι δὲν μποροῦν νὰ δοῦν ὅλοι οἱ φιλόσοφοι τοῦ κόσμου. Κράτα λοιπὸν καλὰ τὴν πίστι σου «ἵνα μηδεὶς λάβει τὸν στέφανόν σου» (Ἀπ. 3,11). Κλεῖσε τ᾽ αὐτιά σου στοὺς ἐχθρούς. Μεῖνε πιστὸς στὴν Ἐκκλησία ποὺ βαπτίσθηκες· προτίμησε θάνατο μᾶλλον παρὰ νὰ χάσῃς τὴν Ὀρθόδοξο ὁμολογία. Λέγε σ᾽ ἀνθρώπους καὶ δαίμονες· Ὀρθόδοξος γεννήθηκα – Ὀρθόδοξος θὰ πεθάνω. Ἔχω ῥίξει τὴν ἄγκυρά μου ἐδῶ καὶ κανένα κῦμα δὲν μὲ παρασύρει ἀπὸ τὸ λιμάνι τῆς Ὀρθοδοξίας.

Εἶνε γνωστὸν ὅτι κατὰ τὰ τελευταῖα ἔτη πολλὲς αἰρέσεις, μὲ ὅλα τὰ μέσα ποὺ διαθέτουν προσπαθοῦν νὰ σᾶς ἀποσπάσουν ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη πίστι. Φοβερός εἶνε ἰδίως ὁ κίνδυνος ἐκ μέρους μιᾶς κινήσεως, ποὺ ὀνομάζεται οἰκουμενισμός. Οἱ ὁπαδοὶ τῆς ἀντορθοδόξου αὐτῆς κινήσεως μισοῦν τὴν Ὀρθοδοξία καὶ ἀγωνίζονται νὰ δημιουργήσουν μία νέα θρησκεία. Ὁ οἰκουμενισμός, ὅπως λέγει ὁ ἀείμνηστος Σέρβος κληρικὸς Ἰουστῖνος Πόποβιτς, εἶνε παναίρεσις, ὡς περιθάλπουσα ὅλας τὰς αἰρέσεις.
Ἀλλ’ ἐσεῖς, ἀγαπητοί μου, ὀρθόδοξοι χριστιανοί, ἄνδρες γυναῖκες καὶ παιδιά, μείνετε προσηλωμένοι εἰς τὴν Ὀρθοδοξία…

«Εἴ τις ὑμᾱς εὐαγγελίζεται παρʼ ὅ παρελάβετε, ἀνάθεμα ἔστω». 

Προσέξατε, τί λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος;
Ἐὰν κανεὶς λέει πράγματα τὰ ὁποῖα εἶνε ἀντίθετα ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Παράδοσι τῆς Ἐκκλησίας, τότε αὐτός, «εἴ τις»· ὅποιος νάναι. Μπορεῖ νὰ εἶνε λαϊκός, αὐτὸς ποὺ ζητᾶ, νὰ βάλῃ δυναμίτη καὶ νὰ ἀνατρέψῃ τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ· ἀνάθεμα. Ἢ μπορεῖ νὰ εἶνε γυναῖκα· ἀνάθεμα. Ἢ μπορεῖ νὰ εἶνε παπᾶς· ἀνάθεμα. Μπορεῖ νὰ εἶνε δεσπότης· ἀνάθεμα. Μπορεῖ νὰ εἶνε ἀρχιεπίσκοπος· ἀνάθεμα. Μπορεῖ νὰ εἶνε πατριάρχης· ἀνάθεμα. Μπορεῖ νὰ εἶνε βασιλεύς· ἀνάθεμα. Ἀκόμα προχωρᾶ ὁ ἀπόστολος καὶ λέει· Ἀπόστολος ἐγώ· ἀνάθεμα». Ἀν ἀκόμα ὑποθέσουμε ὅτι ἄγγελος ἔρθῃ ἀπὸ τὰ οὐράνια καὶ διδάξῃ ἐνάντια πρὸς τὰ δόγματα· “ἀνάθεμα”. Αὐτό τὸ ἀνάθεμα ἀκούγεται μέσα στὴν πρὸς Γαλάτας ἐπιστολὴ καὶ σ᾽ ὅλη τὴν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ μας.

Πρωτ. ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΖΗΣΗ: ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΣΤΟΝ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟ Η ΜΕΓΑΛΗ ΑΝΑΤΡΟΠΗ ΤΟΥ 20οῦ ΑΙΩΝΑ


ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΣΤΟΝ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟ
Η ΜΕΓΑΛΗ ΑΝΑΤΡΟΠΗ ΤΟΥ 20οῦ ΑΙΩΝΑ

Τοῦ Πρωτοπρεσβύτερου Θεόδωρου Ζήση
Ὁμότιμου Καθηγητή Α.Π.Θ.

1. Ἐξαπλώνεται ἀνεμπόδιστα ὁ Οἰκουμενισμός
Ἡ παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἡ χειρότερη αἵρεση ὅλων τῶν ἐποχῶν, προελαύνει ἀκάθεκτη· διαβρώνει συνειδήσεις κληρικῶν, μοναχῶν καὶ λαϊκῶν, χωρὶς ἀποτελεσματικὴ ἀντίσταση. Ἐμφανίζεται μὲ ἔνδυμα προβά­του, ὡς δῆθεν ἀγάπη, εἰρήνη, καὶ ἑνότητα πρὸς τοὺς ἀλλοθρήσκους καὶ αἱρετικούς, ἐνῶ πρόκειται γιὰ βαρὺ καὶ ἄγριο λύκο ποὺ κατασπαράσσει τὸ ποίμνιο. Πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ποιμένες ἔχουν ἀσπασθῆ τὴν αἵρεση καὶ ἔχουν μεταβληθῆ σὲ λύκους· οἱ περισσότεροι εἶναι μισθωτοὶ καὶ δὲν θέλουν νὰ διώξουν τοὺς λύκους γιὰ νὰ μὴ χάσουν τὴν καλοπέραση, τὶς τιμὲς καὶ τὶς δόξες, ἄλλοι εἶναι δειλοὶ καὶ φοβοῦνται τοὺς λύκους, καὶ μόνον ὀλίγοι ἀγωνίζονται νὰ τοὺς διώξουν.
Τὸ χειρότερο εἶναι ὅτι τὸ ποίμνιο ἀκατήχητο καὶ ἀκαθοδήγητο, ἀνυπο­ψίαστο, δὲν διακρίνει τοὺς λύκους κάτω ἀπὸ τὸ ἔνδυμα τοῦ προβάτου, καὶ ὄχι μόνο δὲν προφυλάσσεται, ἀλλὰ τοὺς τιμᾶ καὶ τοὺς δοξάζει. Στὶς ἐνορίες οἱ ἱερεῖς διστάζουν νὰ ὁμιλήσουν ἐναντίον τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκου­μενισμοῦ καὶ νὰ ἐνημερώσουν τοὺς πιστούς, διότι οἱ μὲν ἐξ᾽ αὐτῶν ἄγαμοι ἐπιθυμοῦν νὰ φορέσουν ἀρχιερατικὴ μίτρα, ποὺ δίδεται κατὰ κανόνα σὲ οἰκουμενιστὲς ἢ σὲ καλοπερασάκηδες τῶν συμποσίων καὶ τῶν πολυτελῶν ἀμφίων, οἱ δὲ ἔγγαμοι πρεσβύτεροι ὑπολογίζοντες εὐμενεῖς ἢ δυσμενεῖς τοποθετήσεις, μεταθέσεις καὶ ἄλλες συνέπειες γιὰ τὶς οἰκογέ­νειές τους σιωποῦν καὶ δὲν ἐκδηλώνονται, ἐκτὸς ἐξαιρέσεων ἐπαινετῶν. Γι᾽ αὐτὸ καὶ νὺξ βαθεῖα καὶ σκότος γιὰ τὸν εὐλογημένο λαὸ τοῦ Θεοῦ, καὶ ἂς ψάλλουμε σὲ κάθε λειτουργία «Εἴδομεν τὸ φῶς τὸ ἀληθινόν, ἐλάβομεν Πνεῦμα ἐπουράνιον, εὕρομεν πίστιν ἀληθῆ, ἀδιαίρετον Τριάδα προσκυ­νοῦντες». Ἡ ἀληθινὴ πίστη διώκεται, συκοφαντεῖται, κακοποιεῖται, ἀναμει­γνυόμενη μὲ φρικτὲς αἱρέσεις, καὶ ἡ Ἁγία Τριάδα βλασφημεῖται μὲ τὸ εὕρημα ὅτι οἱ τρεῖς μονοθεϊστικὲς θρησκεῖες, Ἰουδαϊσμός, Χριστιανισμὸς καὶ Ἰσλάμ, ἔχουν τὸν ἴδιο Θεὸ καὶ ἄλλες ἀντιτριαδικὲς δοξασίες.
Ἡ ἄτυπη «Σύναξις Ὀρθοδόξων Κληρικῶν καὶ Μοναχῶν» ἐπὶ πολλὰ ἔτη ἀγωνίζεται καὶ φροντίζει μὲ συνέδρια, συνεντεύξεις, δημοσιεύματα, ὁμολογητικὰ καὶ ἀντιρρητικὰ κείμενα, νὰ ρίξει λίγο φῶς στὸ σκοτάδι, νὰ διδάξει, νὰ ἐνημερώσει, νὰ κατηχήσει τὸ ἀκατήχητο ποίμνιο, μέσα σὲ πολλὲς δυσκολίες καὶ πολλὰ ἐμπόδια ποὺ ὑψώνονται ὡς τείχη γιὰ νὰ μὴν ἀκουσθῇ ὁ λόγος τῆς ἀληθείας, ἡ ὁποία βέβαια, ὅσα ἐμπόδια καὶ ἂν προβληθοῦν ἀπὸ τοὺς ἰσχυρούς, δὲν πρόκειται νὰ χαθεῖ καὶ νὰ ἡττηθεῖ, διότι «ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ οὐ δέδεται»[1], ἀλλὰ καὶ διότι τό «ἀσθενὲς τοῦ Θεοῦ ἰσχυρότερον τῶν ἀνθρώπων ἐστί»[2].
Στὰ πλαίσια λοιπὸν αὐτῆς τῆς ἀνάγκης νὰ ἐνημερώσουμε τοὺς πιστοὺς γιὰ τοὺς πρωτεργάτες καὶ ὑποστηρικτὲς τῆς συγκρητιστικῆς αἱρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ἀναλαμβάνουμε νὰ παρουσιάσουμε τά «Λεχθέντα τῶν Οἰκουμενιστῶν» ἀπὸ τὶς ἀρχὲς τοῦ 20οῦ αἰῶνος, τοῦ ἀπατεῶνος, ποὺ θεωρεῖται ὡς ὁ αἰώνας τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἐνδεικτικὰ βέβαια, ὥστε καὶ «ἐξ ὄνυχος» νὰ κατανοήσουν οἱ ἀμφιβάλλοντες τόν «λέοντα» αὐτὸν τῆς προδοσίας καὶ ἀποστασίας ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Πίστη. Κατὰ τὸν πρόχειρο σχεδιασμὸ ποὺ κάναμε θὰ παρουσιάσουμε πρῶτα οἰκουμενιστικὲς θέσεις τῶν πατριαρχῶν Κωνσταντινουπόλεως Ἰωακεὶμ τοῦ Γ´, τοῦ τοποτηρητοῦ Δωροθέου Προύσσης, τοῦ Μελετίου Δ´ Μεταξάκη, τοῦ Ἀθηναγόρα Α´, τοῦ Δημητρίου Β´ καὶ τοῦ Βαρθολομαίου Α´. Θὰ ἀκολουθήσουν οἰκουμενιστικὰ λεχθέντα ἀρχιερέων καὶ κατόπιν οἰκουμενιστικὲς θέσεις ἐπωνύμων καθηγη­τῶν τῶν Θεολογικῶν Σχολῶν, ὅπως καὶ ἀπαράδεκτες οἰκουμενιστι­κὲς ἀποφάσεις σὲ θεολογικοὺς διαλόγους καὶ συνελεύσεις τοῦ «Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν», ἤγουν τοῦ «Παγκοσμίου Συμβουλίου Αἱρέσεων καὶ Πλανῶν». Δὲν θὰ παραλείψουμε νὰ σχολιάζουμε ὀρθοδόξως τὰ λεγόμενα καὶ προβαλλόμενα, διότι πολλοί, λόγῳ ἀγνοίας καί «καλῶν λογισμῶν», δὲν ἐντοπίζουν τὶς πλάνες.

2. Ἡ ἐκκλησιαστικὴ κατάσταση στὴν Ἑλλάδα καὶ στὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο κατὰ τὸν ΙΘ´ αἰώνα. Ὀρθοδοξεῖ τὸ Πατριαρχεῖο, προτεσταντίζει ἡ Ἑλλάδα
Στὸν χῶρο τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου τὸν 19ο αἰώνα τίποτε δὲν προεμήνυε τὴν μεγάλη ἀλλαγὴ καὶ ἀνατροπὴ ποὺ ἐπρόκειτο νὰ συμβεῖ στὶς ἀρχὲς καὶ καθ᾽ ὅλη τὴν διάρκεια τοῦ 20οῦ αἰῶνος. Ἡ πολιτικὰ αἰχμάλωτη στοὺς Ὀθωμανοὺς Μεγάλη Ἐκκλησία τῆς Κωνσταντινουπόλεως μὲ βάση τὰ προνόμια ποὺ τῆς παρεχώρησε κατὰ θεία ρύθμιση ὁ πορθητὴς φάνηκε ἄξια τῶν καιρῶν καὶ τῶν περιστάσεων. Μὲ σύνεση, ταπείνωση, διάκριση σταμάτησε τὸ μεγάλο ρεῦμα τῶν ἐξισλαμισμῶν, ἀνέδειξε νεομάρτυρες, μιμούμενη τὴν Ἐκκλησία τῶν πρώτων αἰώνων, διεφύλαξε καὶ ἐπροστάτευσε τὸν Μοναχισμὸ καὶ τὴν εὐσεβῆ παιδεία, μέσα σὲ κρυφὰ καὶ φανερὰ σχολεῖα, καὶ οὐσιαστικῶς μέσα στὴν ὑπάρχουσα Ὀθωμανικὴ Αὐτοκρατορία ἀνέστησε τὴν ἑλληνορθόδοξη αὐτοκρατορία τοῦ Βυζαντίου, τὴν Ρωμιοσύνη, ὥστε προσφυῶς νὰ χαρακτηρίζεται ἡ περίοδος αὐτὴ ὡς «Βυζάντιο μετὰ τὸ Βυζάντιο».
Τὴν ἴδια στάση ποὺ κράτησε ἀπέναντι στὸν ἐξ Ἀνατολῶν κίνδυνο, τὸ Ἰσλάμ, κράτησε καὶ ἀπέναντι στὸν ἐκ Δύσεως κίνδυνο τῶν δυτικῶν ἱεραποστόλων, Παπικῶν καὶ Προτεσταντῶν, οἱ ὁποῖοι ἐκμεταλλευόμενοι τὴν φτώχεια καὶ τὴν ἀμάθεια τοῦ λαοῦ ἐπιχειροῦσαν μὲ ποικίλους τρόπους νὰ τοὺς ἐκδυτικίσουν, ἀλλὰ στὴν συνέχεια καὶ ἀπέναντι στὸν ἄθεο Δυτικὸ Διαφωτισμό, «στὰ ἄθεα γράμματα», ὅπως ἔλεγε ὁ Χριστοφόρος Παπουλά­κος. Ἀρκεῖ νὰ σκεφθεῖ κανεὶς τὸ ἔργο τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ, ποὺ ἔγινε μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ἀλλὰ καὶ τὴν ἀνα­νέωση τοῦ Ἡσυχασμοῦ στὸ Ἅγιον Ὄρος τὸν 18ο αἰώνα ἀπὸ τοὺς Ἁγίους Κολλυβάδες Πατέρες, κάτω ἀπὸ τὴ στέγη καὶ εὐλογία τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας. Καμμία ἔκπτωση, κανένας συμβιβασμὸς στὰ θέματα τῆς πίστεως, καμμία ἀλλαγὴ στάσεως καὶ συμπεριφορᾶς ἀπέναντι στὶς πα­λαιὲς καὶ στὶς νέες αἱρέσεις, ἀπέναντι στὶς ἄλλες θρησκεῖες. Τῶν Ἀπο­στόλων τὸ κήρυγμα καὶ τῶν Πατέρων τὰ δόγματα, τό «μὴ μεταίρειν ὅρια αἰώνια ἃ ἔθεντο οἱ Πατέρες ἡμῶν» καὶ τό «ἑπόμενοι τοῖς θείοις Πατράσι», ἦσαν ἡ ἀσφαλὴς ὁδὸς πάνω στὴν ὁποία ἐπορεύετο ἡ Ἐκκλησία Κωνσταν­τινουπόλεως, χωρὶς νὰ παρεκκλίνει, μέχρι τὸ τέλος τοῦ 19ου αἰῶνος.
Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, ἀνήκουσα ἐπὶ αἰῶνες στὴν δικαιοδοσία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ἐκινδύνευσε μετὰ τὴν ἐπανάσταση τοῦ 1822 καὶ τὴν δημιουργία τοῦ νεοελληνικοῦ κράτους, μὲ ἐξαίρεση τὸ σύντομο διάστημα τῆς διακυβέρνησης ἀπὸ τὸν Ἰωάννη Καποδίστρια, νὰ ἀποκοπεῖ ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Παράδοση. Ἡ περίοδος τῆς Βαυαροκρατίας τοῦ Ὄθωνος, μὲ πρωτεργάτες τὸν προτεστάντη Γερμανὸ Μάουερ καὶ τὸν συνεργάτη του ἀρχιμανδρίτη Θεόκλητο Φαρμακίδη, συνεργάτη καὶ ὀπαδὸ τοῦ Ἀδαμαντίου Κοραῆ, εἶναι μία ἀπὸ τὶς πιὸ μαῦρες σελίδες τῆς ἑλλαδικῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας. Φοβούμενοι οἱ ξένοι Βαυαροὶ καὶ οἱ ντόπιοι συνεργάτες τους ὅτι τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο μὲ τὴν πεῖρα καὶ τὴν παράδοση τῶν αἰώνων θὰ ἀντιδροῦσε στὰ σχέδια ἐκδυτικισμοῦ καὶ ἐκπροτεσταντισμοῦ τῶν ὑπηκόων τοῦ νέου κράτους ἀπέκοψαν αὐθαίρετα τὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος τὸ 1933 ἀπὸ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο, διακηρύξαντες αὐτογνωμόνως τὴν ἀνεξαρτησία της καὶ προκαλέσαντες ἔτσι σχισματικὴ κατάσταση ἐπὶ δεκαεπτὰ ἔτη μέχρι τὸ 1850, ὅταν μετὰ ἀπὸ ἀμοιβαῖες συζητήσεις ἤρθη τὸ σχίσμα καὶ παραχωρήθηκε μὲ τὸν συνοδικὸ τόμο τοῦ 1850 κανονικὰ τὸ αὐτοκέφαλο ἀπὸ τὸ Πατριαρχεῖο στὴν ᾽Εκκλησία τῆς Ἑλλάδος.
Μάουρερ καὶ Φαρμακίδης ὑπέταξαν ἀπολύτως τὴν Ἐκκλησία στὴν Πολιτεία, ὁ ἀρχηγὸς τῆς ὁποίας, ὁ βασιλεύς, ἦταν καὶ ἀρχογὸς καὶ κεφαλὴ τῆς Ἐκκλησίας, τὰ μέλη τῆς πενταμελοῦς συνόδου διορίζονταν ἀπὸ τὸν βασιλέα, χωρὶς δὲ τὴν παρουσία τοῦ βασιλικοῦ ἐπιτρόπου δὲν μποροῦσε νὰ συνεδριάσει ἡ σύνοδος, οἱ δὲ ἀποφάσεις της χωρὶς τὴν ὑπογραφή του ἦσαν ἄκυρες. Ἀπόλυτη προτεσταντικὴ πολιτειοκρατία, δέσμιοι καὶ αἰχμάλωτοι οἱ συνοδικοί.
Ἀκολούθησε ἡ διάλυση τῶν 412 ἀπὸ τὰ 500 μοναστήρια, καὶ πετάχθη­καν στοὺς δρόμους, οἱ μοναχοὶ καὶ οἱ μοναχές, γιὰ νὰ μὴ μποροῦν καὶ αὐτοὶ νὰ ἀντιδράσουν στὴν κατεδάφιση τῆς Ὀρθοδοξίας· δόθηκε πλήρης ἐλευθερία καὶ ἀσυδοσία στὶς ξένες ἱεραποστολές, παπικὲς καὶ προτεσταν­τικές, νὰ ἱδρύουν σχολεῖα, συλλόγους, φιλανθρωπικὰ καταστήματα κ.τ.λ. καὶ νὰ προσηλυτίζουν τοὺς Ὀρθοδόξους. 
Σὲ ἐκκλησιαστικὸ καὶ θεολογικὸ ἐπίπεδο ἦταν ἀποτελεσματικὴ ἡ ἀντίδραση τοῦ λογίου ἐγγάμου κληρικοῦ Κωνσταντίνου Οἰκονόμου τοῦ ἐξ Οἰκονόμων ἀπέναντι στὶς θεολογικὲς καὶ κανονικὲς ἀκροβασίες τοῦ Θεοκλήτου Φαρμακίδη. Κατὰ τὰ ἄλλα μία ἄφωνη ἱεραρχία ὑποταγμένη κυριολεκτικὰ στὸν Καίσαρα. Καὶ ὅταν οἱ ἁπλοϊκοὶ ἀγωνιστὲς Κοσμᾶς Φλαμιᾶτος καὶ Χριστόφορος Παπουλάκος ἐνημέρωναν καὶ ἀφύπνιζαν τὸν λαό, συλλαμβάνονταν καὶ φυλακίζονταν ὡς βλάσφημοι, ὑβριστὲς καὶ συνωμότες. Ἡ θεολογικὴ παιδεία ἐπίσης ποὺ παρεχόταν στὴν νεοϊδρυθεῖσα Θεολογικὴ Σχολὴ τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν κατὰ τὰ προτεσταντικὰ γερμανικὰ πρότυπα, μὲ ἕναν ἀπὸ τοὺς τρεῖς πρώτους καθηγητὰς τὸν Θεόκλητο Φαρμακίδη, ἐμποτίσθηκε ἀπὸ τὸν ὀρθολογισμὸ καὶ τὸν φιλελευθερισμὸ μὲ ἀνάλογους καρποὺς στὴν μόρφωση τῶν κληρικῶν καὶ τῶν θεολόγων, παραμερισθείσης σχεδὸν καθ᾽ ὁλοκληρίαν τῆς Ὀρθοδόξου Πατερικῆς Θεολογίας, μέχρι τέτοιου σημείου, ὥστε ἀκόμη καὶ μεγάλοι πανεπιστημιακοὶ καθηγηταὶ τοῦ 20οῦ αἰῶνος νὰ περιορίζουν τὴν πατερικὴ παράδοση χρονικὰ μέχρι τὸν 8ο αἰώνα καὶ νὰ ἀπορρίπτουν τὴν ἡσυχαστικὴ θεολογία τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ. Χρειάσθηκε πολὺς καιρὸς καὶ δόθηκαν πολλοὶ ἀγῶνες ἀπὸ τοὺς εἰρωνικὰ χαρακτηριζόμενους ὡς συντηρητικοὺς καὶ παραδοσιακούς, γιὰ νὰ ἀρχίσει νὰ ἐλευθερώνεται ἡ Ἐκκλησία ἀπὸ τὴν προτεσταντικὴ πολιτειοκρατία, νὰ ἐπιστρέφουν οἱ Πατέρες στὴν Θεολογία καὶ στὴν ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας καὶ νὰ ἐνισχύεται καὶ ἀνασυγκροτεῖται ὁ διαλυμένος καὶ δυσφημισμένος Μοναχισμὸς κατὰ τὸ δεύτερο μισὸ τοῦ 20οῦ αἰῶνος.
Τὸ ἀξιοπαρατήρητο εἶναι ὅτι τὴν ἴδια περίοδο ποὺ στὴν Ἑλλάδα κυριαρχοῦσαν οἱ «φωτισμένοι» τοῦ Κοραῆ καὶ οἱ προτεσταντίζοντες τῶν Βαυαρῶν καὶ τοῦ Φαρμακίδη, στὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο καθ᾽ ὅλην τὴν διάρκεια τοῦ 19ου αἰῶνος ἐπικρατοῦσε ἀκραιφνὴς Ὀρθοδοξία καὶ ποιμαντικὴ ἀγρύπνια ἐναντίον τῶν παπικῶν καὶ προτεσταντικῶν διεισδύσεων καὶ ἐπιρροῶν, οἱ ὁποῖες ἐλεύθερα ἁλώνιζαν στὸν ἑλλαδικὸ ἐκκλησιαστικὸ καὶ θεολογικὸ χῶρο. Ἂν αὐτὸ συνεχιζόταν καὶ στὸν 20ὸ αἰώνα, θὰ παρετηρεῖτο μία ἀληθινὴ νεοπατερικὴ ἄνθηση, ἕνα ἰσχυρότατο Ὀρθόδοξο μέτωπο, διότι οἱ ἀναδυόμενες στὴν Ἑλλάδα ὀρθόδοξες φιλοπατερικὲς παραδοσιακὲς δυνάμεις θὰ ἐνίσχυαν σημαντικὰ τὸ μέχρι τῶν ἀρχῶν τοῦ 20οῦ αἰῶνος παραδοσιακὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο.

3. Τὸ Πατριαρχεῖο ἀλλάζει πορεία. Ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὴν ὁδὸ τῶν Ἁγίων Πατέρων
Δυστυχῶς, οἱ ρόλοι ἀντεστράφησαν. Ἀπὸ τὶς ἀρχὲς τοῦ 20οῦ αἰῶνος, τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο προχωρεῖ σὲ πρωτόγνωρη στὴν ἱστορία ἀλλαγὴ πορείας. Ἀνοίγεται στὸν Οἰκουμενισμό, γίνεται φιλοπαπικὸ καὶ φιλοπροτεσταντικό, διακριτικὰ στὴν ἀρχή, ὁλοφάνερα καὶ προκλητικὰ στὴν συνέχεια μέχρι τῶν ἡμερῶν μας· καυχιέται γι᾽ αὐτὴν τὴν ἀλλαγή, γιὰ τὴν ἐγκατάλειψη τῆς Πατερικῆς Παραδόσεως καὶ τὴν περιφρόνηση τῶν Ἱερῶν Κανόνων. Συναντιέται τώρα καὶ συμμαχεῖ μὲ τοὺς ἐν Ἑλλάδι “προοδευτικούς”, τοὺς συνεχιστὰς τῆς γραμμῆς τοῦ Κοραῆ καὶ τοῦ Φαρμακίδη, τοὺς θιασῶτες τῆς Μεταπατερικῆς Θεολογίας τοῦ Βόλου καὶ τοὺς καιροκόπους τοῦ Θεολογικοῦ Συνδέσμου «Καιρός», οἱ ὁποῖοι ἐπὶ ἔτη ἀγωνίζονται νὰ μεταβάλουν τὸ ὁμολογιακὸ ὀρθόδοξο μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν σὲ θρησκειολογία καὶ νὰ εἰσαγάγουν στὶς Θεολογικὲς Σχολὲς τὴν διδασκαλία τοῦ Κορανίου μὲ τὴν ἵδρυση μέσα σ᾽ αὐτές «Τμήματος Ἰσλαμικῶν Σπουδῶν». Ξεπέρασαν καὶ τὸν Κοραῆ καὶ τὸν Θεόκλητο Φαρμακίδη. Τὰ εὐλογοῦν καὶ τὰ προωθοῦν ὅλα αὐτὰ κρυφὰ καὶ φανερὰ καὶ τὸ Φανάρι καὶ ἡ Ἀθήνα, ἀφοῦ τοὺς πρωτεργάτες τοὺς τοποθετοῦν σὲ θέσεις διευθυντῶν, συμβούλων, συνεργατῶν, μελῶν σὲ διάφορες ἐπιτροπές, τοὺς ἐπαινοῦν καὶ τοὺς βραβεύουν. Ἡ Ἱεραρχία τοῦ Φαναρίου παντελῶς κωφὴ καὶ ἄλαλη, ἡ δὲ τῆς Ἑλλάδος ἐπαμφοτερίζουσα, δειλή, διστακτικὴ καὶ ἄπραγη, πλὴν ἐλαχίστων ἐξαιρέσεων.
Ὅλη δὲ αὐτὴ ἡ κατάσταση προδικάζει καὶ προμηνύει τὶς ἀντορθόδο­ξες ἀποφάσεις ποὺ θὰ ληφθοῦν στὴν Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδο τοῦ 2016 στὴν Κωνσταντινούπολη, τῆς ὁποίας κύριος στόχος εἶναι ὄχι ἡ ἐπίλυση ἐπειγόντων ποιμαντικῶν προβλημάτων, ὅπως τὸ σχίσμα ποὺ προκάλεσε ἡ ἀδικαιολόγητη ἀλλαγὴ τοῦ ἡμερολογίου τὸ 1924 καὶ ἡ θεραπεία του, οὔτε ἡ καύση τῶν νεκρῶν, οἱ μεικτοὶ γάμοι, ἡ ἐπέλαση τοῦ Ἰσλάμ, ὁ ἀποχριστιανισμὸς τῆς Εὐρώπης καὶ τῆς Ἑλλάδος, ὁ ἐξοβελισμὸς τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν, ὁ πολιτικὸς γάμος, ἡ ὁμοφυλοφιλία, ἡ ἠθικὴ κατάσταση τοῦ κλήρου, καὶ πολλὰ ἄλλα, ἀλλὰ ἡ σχέση τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρὸς τὸν λοιπὸ χριστιανικὸ κόσμο, δηλαδὴ ὁ Οἰκουμενισμός, ὡσὰν νὰ μὴν εἶναι γνωστή, θεοπαράδοτη, ἀποστολοπαράδοτη καὶ πατροπαράδοτη ἡ σχέση τῆς Ἐκκλησίας πρὸς τοὺς αἱρετικούς.
Γιὰ νὰ φανεῖ αὐτὴ ἡ μεγάλη ἀλλαγὴ καὶ ἀνατροπὴ ποὺ ἔγινε στὴν Κωνσταντινούπολη, διακριτικὰ ἀπὸ τὸν πατριάρχη Ἰωακεὶμ Γ´, στὶς ἀρχὲς τοῦ 20οῦ αἰῶνος, μὲ θρασύτητα καὶ ὁρμὴ ἀπὸ τὸν τοποτηρητὴ τοῦ πατριαρχικοῦ θρόνου μητροπολίτη Προύσσης Δωρόθεο (Ἐγκύκλιος 1920), καὶ προκλητικὰ ἀπὸ τοὺς Μελέτιο Μεταξάκη, Ἀθηναγόρα καὶ Βαρθολομαῖο, θὰ παρουσιάσουμε ἐνδεικτικὰ συνοδικὰ καὶ πατριαρχικὰ κείμενα τοῦ 19ου αἰῶνος, γιὰ τὶς σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρὸς τὸν λοιπὸ χριστιανικὸ κόσμο, κυρίως πρὸς τὸν Παπισμὸ καὶ τὸν Προτεσταντισμό, τοὺς ὁποίους, ἀδίστακτα χαρακτηρίζουν ὡς ἐπικίνδυνες αἱρέσεις, γιὰ νὰ φανεῖ ὅτι ἔχει διακοπῆ ἡ διαδοχὴ στὴν Ὀρθόδοξη Πίστη, ἑπομένως καὶ ἡ διαδοχὴ στοὺς θρόνους, καὶ οἱ ὁποιεσδήποτε ἑπομένως ἀποφάσεις λαμβάνονται ἢ θὰ ληφθοῦν δὲν θὰ προέρχονται ἀπὸ Ὀρθόδοξη Σύνοδο, ἀλλὰ ἀπὸ ψευδοσύνοδο αἱρετικῶν καὶ αἱρετιζόντων.

4. Πατριαρχικὰ καὶ συνοδικὰ κείμενα τοῦ 19ου αἰῶνος γιὰ τὶς αἱρέσεις τοῦ Παπισμοῦ καὶ τοῦ Προτεσταντισμοῦ
α´ Ἐγκύκλιος τῆς ἐν Κωνσταντινουπόλει Συνόδου τοῦ 1836. Κατὰ τῶν Διαμαρτυρομένων ἱεραποστόλων
Ἀφορμὴ γιὰ τὴν ἐξαπόλυση τῆς πατριαρχικῆς καὶ συνοδικῆς ἐγκυκλίου ἦταν ἡ προσηλυτιστικὴ δράση τῶν Προτεσταντῶν ἱεραποστόλων μεταξὺ τῶν Ὀρθοδόξων πιστῶν. Ὅπως μᾶς πληροφορεῖ ὁ καθηγητὴς Ἰω. Καρμίρης «φαίνεται λίαν πιθανὸν ὅτι εἰς τὴν σύνταξιν αὐτῆς συνεργάσθησαν ὑπὸ τὸν Οἰκουμενικὸν Πατριάρχην Ἄνθιμον Ϛ´ κατὰ πρῶτον μὲν καὶ κύριον λόγον ὁ Στέφανος Καραθεοδωρῆς, εἶτα δὲ συμβουλευτικῶς καὶ ὁ Ἠλίας Τανταλίδης, εἰς τοὺς “Παπιστικοὺς ἐλέγχους” τοῦ ὁποίου παραπέμπεται ῥητῶς καὶ ἐπανειλημμένως ἐν τῇ προσθήκῃ τῆς β´ ἐκδόσεως τοῦ 1863, καὶ ἴσως τελευταῖος ἐπίσης συμβουλευτικῶς καὶ ὁ παραλλήλως καὶ ἀνεξαρτήτως συντάσσων τότε τὴν ἰδίαν “Ἀπάντησίν” του Κωνστάντιος Α´ ὁ ἀπὸ Σιναίου πρῴην Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως. Ἡ οὕτω δὲ καταρτισθεῖσα Ἐγκύκλιος πρὸς τοὺς ἁπανταχοῦ Ὀρθοδόξους ὑπεβλήθη ὑπὸ τὴν κρίσιν καὶ τῶν ὑπολοίπων Πατριαρχῶν καὶ τῶν πατριαρχικῶν αὐτῶν Συνόδων, ὑφ᾽ ὧν τελικῶς ἐνεκρίθη, ἴσως μετά τινας τροποποιήσεις, καὶ ὑπεγράφη ὑπ᾽ αὐτῶν.
Ἡ παροῦσα ὀρθόδοξος Ἐγκύκλιος ἐξεδόθη αὐτοτελῶς ὑπὸ τὸν τίτλον: “Ἐγκύκλιος τῆς μιᾶς, ἁγίας, καθολικῆς καὶ ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας ἐπιστολὴ πρὸς τοὺς ἀπανταχοῦ Ὀρθοδόξους, ἐν Κων/πόλει, ἐκ τῆς πατριαρχικῆς τοῦ γένους τυπογραφίας, 1848”».
Γράφει τὸ κείμενο τῆς ἐγκυκλίου: «Διὰ ταῦτα καὶ οἱ σήμερον ἀναφανέντες αἱρετικοὶ εἶναι καὶ οἱ πλέον πολυάριθμοι καὶ οἱ πλέον δόλιοι καὶ οἱ πλέον ἐπιτήδειοι εἰς τὸ νὰ κρύ­πτωσι τὸν φαρμακερὸν αὐτῶν ἰὸν ὑπὸ τὰ πλέον εὔσχημα σεμνολο­γήματα καὶ ἐπωφελῆ δῆθεν εὐεργετήματα, ὥστε νὰ ἐξαπατῶσι πολλούς, μάλιστα τῶν ἁπλουστέρων καὶ ἀκάκων... Οἱ σημερινοὶ αἱρετικοί, οἱ ὁποῖοι καταπο­λεμοῦσι καὶ διαφθείρουσι τὴν ἱερὰν ἡμῶν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν δολερῶς καὶ ὑπούλως, εἶναι μαθηταὶ καὶ ὀπαδοὶ τοῦ Λουθήρου, τοῦ Ζβιγγλίου, τοῦ Καλβίνου, τῶν Σωκίνων καὶ ἄλλων παλαιῶν τοιούτων αἱρετικῶν».
Ἀκολουθοῦν κεφάλαια α) Περὶ τοῦ Λουθήρου καὶ τῶν αὐτοῦ αἱρέσεων β) Περὶ τῶν ὀλεθρίων ἀποτελεσμάτων τῶν αἱρέσεων τοῦ Λουθήρου γ) Περὶ Σβιγγλίου καὶ τῶν αὐτοῦ αἱρέσεων δ) Περὶ τοῦ Καλβίνου καὶ τῶν αὐτοῦ αἱρέσεων ε) Περὶ τῶν Σωκίνων καὶ τῶν αὐτῶν αἱρέσεων στ) Περὶ τῶν σημερινῶν αἱρετικῶν καὶ τῶν ἐπιβουλῶν αὐτῶν ζ) Πρὸς τοὺς ἀποστόλους τῶν σημερινῶν αἱρετικῶν η) Διαταγαὶ πρὸς τοὺς ἀρχιερεῖς τοῦ πατριαρχικοῦ οἰκουμενικοῦ θρόνου θ) Συμβουλαὶ πρὸς τοὺς ἀρχιερεῖς τῶν ἄλλων παροικιῶν ι) Προτροπὴ πρὸς τοὺς ἁπανταχοῦ ὀρθοδόξους ἀρχιερεῖς καὶ ἱερεῖς ια) Νουθεσίαι πρὸς τοὺς ἁπανταχοῦ Ὀρθοδόξου λαοὺς ιβ) Πρὸς τοὺς προσηλύτους αὐτῶν καὶ ἡμῶν ὁμογενεῖς ἢ βοηθοῦντας αὐτοὺς τοὺς νέους αἱρετικούς. Ἀκολουθοῦν οἱ ὑπογραφές:

† Ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Γρηγόριος Ϛ´ ἀποφαίνεται.
† Ὁ Πατριάρχης Ἱεροσολύμων Ἀθανάσιος ἀποφαίνεται.
† Ὁ Ἐφέσου Γεράσιμος
† Ὁ Ἡρακλείας Διονύσιος
† Ὁ Κυζίκου Ἄνθιμος-
† Ὁ Νικομηδείας Πανάρετος
† Ὁ Χαλκηδόνος Ἱερόθεος
† Ὁ Δέρκων Γερμανός
† Ὁ Θεσσαλονίκης Μελέτιος
† Ὁ Προύσης Ἄνθιμος
† Ὁ Ἄρτης ᾽Ιγνάτιος
† Ὁ Φιλαδελφείας Πανάρετος
† Ὁ Μαρωνείας Δανιήλ
† Ὁ Λήμνου Ἱερώνυμος
† Ὁ Δημητριάδος Ἰωσήφ
† Ὁ Νυσσάβας Νεκτάριος
† Ὁ Ἐρσεκίου Προκόπιος
† Ὁ Κενστεντελίου Ἀρτέμιος
† Ὁ Σαμακοβίου Νεόφυτος[3].

β´ Ἐγκύκλιος τῆς ἐν Κωνσταντινουπόλει Συνόδου τοῦ 1838 κατὰ τῶν Λατινικῶν καινοτομιῶν
Κατὰ τὴν πρώτη αὐτοτελῆ ἔκδοσή της ἡ Ἐγκύκλιος ἔφερε τὸν τίτλο «Πατριαρχικὴ καὶ Συνοδικὴ Ἐγκύκλιος ἐπιστολή, παραινετικὴ πρὸς τοὺς ἁπανταχοῦ Ὀρθοδόξους, καὶ πολλῷ πλέον πρὸς τοὺς ἐν Αἰγύπτῳ, Συρίᾳ τε καὶ Παλαιστίνη, πρὸς ἀποφυγὴν τῆς ἐπιπολαζούσης παπικῆς πλάνης. Διακηρυχθεῖσα παρὰ τοῦ παναγιωτάτου οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Γρηγορίου καὶ τῆς περὶ αὐτὸν ἱερᾶς Συνόδου, ἤδη πρῶτον τύποις ἐκδοθεῖσα ἰδίοις ἀναλώμασι τῆς αὐτοῦ σεβασμιωτάτης Παναγιότητος. Ἐν ἧ ἐπισυνάπτεται διὰ τοῦ τύπου καί τις ἐπιστολὴ κατὰ τῶν λατινικῶν καινοτομιῶν,Σύνταγμα τοῦ ἀοιδίμου Εὐγενίου τοῦ Βουλγάρεως, ὡς πολλὰ ἀναγκαία καὶ ὠφέλιμος. Κατὰ τὸ Πατριαρχεῖον, ¸απλθ´».
Ὑπενθυμίζεται κατ᾽ ἀρχὴν στὴν Ἐγκύκλιο ἡ εὐθύνη τῶν ποιμένων ἔναντι τῶν αἱρέσεων καὶ ἡ ἐξαπόλυση πρὸ δύο ἐτῶν ἐγκύκλιας ἐπιστολῆς κατὰ τῆς «ψυχολέθρου λύμης τῶν Λουθηροκαλβινιστῶν», καὶ στὴν συνέχεια ἐκτίθενται οἱ πλάνες τοῦ Παπισμοῦ, τὸν ὁποῖον χαρακτηρίζουν «ἀπάτην καὶ σατανικὴν πλάνην»:
«Ἀλλ᾽ ἤδη πάλιν μὲ ὑπερβάλλουσαν τῆς ψυχῆς μας λύπην ἐνωτισθέν­τες τὰ κατὰ Συρίαν, Αἴγυπτον καὶ Παλαιστίνην ραδιουργήματα καὶ τὰ κα­τὰ τῆς Ὀρθοδοξίας ἐπιβουλεύματα τῶν τῆς πλάνης τοῦ Παπισμοῦ ὀπα­δῶν, καὶ μὴ ἀνεχόμενοι νὰ θεωρῶμεν διαδιδομένην καὶ ἐπὶ πλέον ἐπεκτει­νομένην τὴν τοιαύτην ψυχόλεθρον ἐν τοῖς Ὀρθοδόξοις λύμην, ἀλλ᾽ ἐπιθυ­μοῦντες νὰ στήσωμεν καὶ τὸν ροῦν τῆς ἀπάτης ταύτης καὶ σατανικῆς πλά­νης, ἵνα μὴ τῷ χρόνῳ συμπροϊοῦσα πᾶν τὸ ὀρθόδοξον λυμήνηται πλήρωμα, οὐκ ὠκνήσαμεν κ.τ.λ... στηλιτεύσωμεν δημοσίως, ὁποῖοί εἰσιν οἱ προβατό­σχημοι οὗτοι λύκοι, οἱ δόλιοι καὶ ἀπατεῶνες οἱ νεωστὶ ἤδη ἀπὸ τοῦ Λιβα­νίου ὄρους, ὡς ἄλλοι σκοτεινοὶ ἑωσφόροι ἀναφανέντες καὶ κατασκιάσαντες ὡς νέφος μέλαν τε καὶ ἐπαχθὲς καὶ πνιγηρὸν τὰ μέρη τῆς Συρίας, Αἰγύ­πτου καὶ Παλαιστίνης, λαλοῦντες βλάσφημα, κατὰ τῆς εὐαγγελικῆς ἀλη­θείας, καὶ διδάσκοντες σοφιστικῶς ἐναντίον τῆς ὀρθοδόξου ἡμῶν πίστεως, καὶ οὕτω προφυλάξωμεν τοὺς ἀληθῶς εὐσεβεῖς ἀπὸ τῆς ἑωσφορικῆς πλά­νης αὐτῶν καὶ τὰ γνήσια τέκνα τῆς Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας ἀπὸ τὰς βλα­σφημίας τοῦ Παπισμοῦ. Καθότι ἡ ἀκόρεστος λύσσα τοῦ Παπισμοῦ κ.τ.λ.».
Ἐκθέτει στὴ συνέχεια τὶς πλάνες, καινοτομίες καὶ βλασφημίες τοῦ Παπισμοῦ: α) Τὴν καὶ ἐκ τοῦ Υἱοῦ ἐκπόρευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος (Filioque), β) τὸ Βάπτισμα διὰ ραντίσματος καὶ ὄχι μὲ τριττὴ κατάδυση καὶ ἀνάδυση μέσα στὸ ὕδωρ, γ) τὴν χρήση ἀζύμων στὴν τέλεση τῆς Θ. Εὐχαριστίας, δ) τὴν βρώση πνικτῶν καὶ αἵματος, ε) τὴ νηστεία κατὰ τὸ Σάββατο, στ) τὴν ὑποχρεωτικὴ ἀγαμία τοῦ κλήρου, ζ) τὸ καθαρτήριο πῦρ, η) τὸ πρωτεῖο καὶ ἀλάθητο τοῦ πάπα, θ) τὴν διὰ χρημάτων χορήγηση συγχωροχαρτίων.
Πρὸ τῆς παραθέσεως τῆς ὀρθοδόξου διδασκαλίας ὡς πρὸς τὶς πλάνες τοῦ Παπισμοῦ λέγουν: «Οἱ δὲ τῶν Κατολίκων αὐτῶν ἀνίεροι, φρονοῦντες καὶ δογματίζοντες κατ᾽ ἔκτασιν ὅσα καὶ αὐτὸς ὁ τῶν δογμάτων αὐτῶν κορυφαῖος, πρὸς ὃν ὑπόκεινται τετυφλωμένως ὡς ἀνδράποδα, οὐκ αἰσχύνονται νὰ λέγωσιν, ὅτι εἰσὶν ἱερεῖς καὶ ὅμοιοι καὶ ὁμόφρονες κατὰ πάντα ἡμῖν τοῖς Ὀρθοδόξοις, δελεάζοντες καὶ πλανῶντες διὰ τῆς ἐπιπλάστου ἐξωτερικῆς μόνης ἐξομοιώσεως αὐτῶν[4] τοὺς ἁπλουστέρους τῶν Ὀρθοδόξων, καὶ ἐκτραχηλίζοντες αὐτοὺς εἰς τὰ βάραθρα τῶν αἱρέσεών των καὶ εἰς τοὺς ψυχοφθόρους κρημνοὺς τῆς παπικῆς πλάνης των». 
Ἡ ἐγκύκλιος καταλήγει μὲ τὰ ἑξῆς: «Ταῦτα ἐξεθέμεθα, τέκνα ἡμῶν ἀγαπητά, συντόμως μὲν καὶ κεφαλαιωδῶς, σαφῶς δὲ πρὸς διάκρισιν ὑμετέραν καὶ ἀσφάλειαν εἰς τὰ περὶ τῆς Ὀρθοδοξίας, ἵνα γνωρίσητε ὅσον τὸ διάφορον ἡμῶν τῶν Ὀρθοδόξων ἀπὸ τῶν Κατολίκων, καὶ ἵνα μὴ ἀπα­τᾶσθε τοῦ λοιποῦ ἀπὸ τὰ σοφίσματα καὶ καινοφωνίας τῶν ψυχοφθόρων τούτων αἱρετικῶν, οἵτινες ἀκολουθοῦντες σοφιστικαῖς κακοτεχνίαις καὶ παραλελογισμέναις διδασκαλίαις, ἐκτρεπόμενοι εἰς βεβήλους καινοφωνίας καὶ ἀντιθέσεις ψευδωνύμων γνώσεων, ἠστόχησαν κατὰ τὸν Παῦλον, περὶ τὴν πίστιν, καὶ ἀγωνίζονται ὅλαις δυνάμεσιν καὶ ἑτέρους συνεφελκύσαι εἰς τὸ ἴδιον βάραθρον, καὶ προσηλύτους ποιῆσαι ὑμᾶς τῆς ματαιοφρόνου καὶ σατανικῆς τούτων αἱρέσεως...».Ἀκολουθοῦν οἱ ὑπογραφές:
†Ὁ Κωνσταντινουπόλεως Γρηγόριος, ἔχων καὶ τὰς γνώμας τῶν μακαριωτάτων Πατριαρχῶν,
τοῦ τε Ἀλεξανδρείας κυρίου Ἱεροθέου καὶ τοῦ Ἀντιοχείας κυρίου Μεθοδίου,
ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ ἀποφαίνεται.
† Ὁ Ἱεροσολύμων Ἀθανάσιος ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ συναποφαίνεται.

† Ὁ Ἡρακλείας Διονύσιος
† Ὁ Χαλκηδόνος Ἱερόθεος
† Ὁ Δέρκων Γερμανός
† Ὁ Θεσσαλονίκης Μελέτιος
† Ὁ Σερρῶν Ἀθανάσιος
† Ὁ Ἰωαννίνων Ἰωαννίκιος
† Ὁ ᾽Αγκύρας Νικηφόρος
† Ὁ Φιλαδελφείας Δανιήλ
† Ὁ Κενστεντιλίου Ἀρτέμιος
† Ὁ Λήμνου Ἱερώνυμος
† Ὁ Σκοπίων Γαβριήλ[5].

γ´. Ἀπάντησις τῶν Ὀρθοδόξων πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς πρὸς τὸν πάπαν Πῖον θ´(1848)
Τὸ σπουδαῖο αὐτὸ κείμενο ποὺ ὑπογράφεται ἀπὸ τέσσαρες πατριάρχες (Κωνσταντινουπόλεως, Ἀλεξανδρείας, Ἀντιοχείας, Ἱεοροσολύμων) καὶ ἀπὸ τοὺς συνοδικοὺς μητροπολίτες τῶν πατριαρχείων, ἐν ὅλῳ 29, ἀποτελεῖ ἀπάντηση στὴν ἐγκύκλιο τοῦ πάπα Πίου θ´ «Πρὸς τοὺς Ἀνατολικούς», μὲ τὴν ὁποία καλοῦσε τοὺς Ὀρθοδόξους νὰ ἑνωθοῦν ἀναγνωρίζοντας τὸ πρωτεῖο τοῦ πάπα.
Οἱ Ὀρθόδοξοι πατριάρχες στὴν ἀπάντησή τους ἀναφέρονται στὴν ἀρ­χὴ στὸν κίνδυνο ποὺ πέρασε ἡ Ἐκκλησία ἀπὸ τὶς παλαιὲς αἱρέσεις, πολλὲς ἀπὸ τὶς ὁποῖες χάθηκαν, ἄλλες φθίνουν καὶ ἀπομαραίνονται, ἄλλες ὅμως θάλλουν καὶ πλατύνονται, ὅπως ὁ Παπισμός, ὁ ὁποῖος ὅμως τελικῶς θὰ ἐξαφανισθεῖ:
«Τούτων τῶν πλατυνθεισῶν, κρίμασιν οἷς οἶδεν Κύριος, ἐπὶ μέγα μέρος τῆς οἰκουμένης αἱρέσεων, ἦν ποτε ὁ Ἀρειανισμός, ἔστι δὲ τὴν σήμερον καὶ ὁ Παπισμός· ἀλλὰ καὶ οὗτος (ὥπερ κἀκεῖνος ὁ ἤδη παντάπασιν ἐκλελοιπώς), καίτοι ἀκμαῖος τό γε νῦν, οὐκ ἰσχύσει εἰς τέλος, ἀλλὰ διελεύσεται καὶ καταβληθήσεται, καὶ ἡ οὐράνιος μεγάλη φωνὴ ἠχήσει “ΚΑΤΕΒΛΗΘΗ”».
Στὴν συνέχεια ἀναιρεῖται μὲ ἰσχυρὰ θεολογικὰ ἐπιχειρήματα ἡ πλάνη τῆς ἐκπορεύσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος «καὶ ἐκ τοῦ Υἱοῦ», ἡ ὁποία χαρακτηρίζεται ἐμφανῶς ὡς αἵρεση, ἀπαγορεύεται δὲ ρητῶς κάθε κοινωνία τῶν Ὀρθοδόξων πρὸς τοὺς Παπικοὺς αἱρετικούς:
«Διὰ τοῦτο ἡ μία, ἁγία, καθολικὴ καὶ ἀποστολικὴ Ἐκκλησία, ἑπομένη τοῖς ἴχνεσι τῶν Ἁγίων Πατέρων, ἀνατολικῶν τε καὶ δυτικῶν, ἐκήρυξέ τε πάλαι ἐπὶ τῶν Πατέρων ἡμῶν, καὶ κηρύττει πάλιν σήμερον συνοδικῶς, αὐ­τὴν μὲν τὴν ρηθεῖσαν καινοφανῆ δόξαν, ὅτι τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον ἐκπορεύε­ται ἐκ Πατρὸς καὶ Υἱοῦ, εἶναι οὐσιωδῶς αἵρεσιν, καὶ τοὺς ὀπαδοὺς αὐτῆς, οἱοιδήποτε καὶ ἂν ὦσιν, αἱρετικούς, κατὰ τὴν ρηθεῖσαν συνοδικὴν ἀπόφασιν τοῦ ἁγιωτάτου πάπα Δαμάσου, καὶ τὰς ἐξ αὐτῶν συγκροτουμέ­νας συνάξειςαἱρετικάς, καὶ πᾶσαν κοινωνίαν πνευματικὴν καὶ θρη­σκευτικὴν τῶν Ὀρθοδόξων τέκνων τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας πρὸς τοὺς τοιαύτους ἄθεσμον, μάλιστα τῇ δυνάμει τοῦ ζ´ κανόνος τῆς Γ´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου».
Κατόπιν γίνεται ἱστορικὴ ἀναφορὰ στὴν ἐξάπλωση τῆς αἱρέσεως στὴν Δύση ἐπὶ ἀρκετοὺς αἰῶνες, μέχρις ὅτου κατακυριεύθηκε τὸν 9ο αἰώνα καὶ ἡ πρεσβυτέρα Ρώμη, ἐνῶ δύο πάπες κατὰ τὴν ἐποχὴ τοῦ Μ. Φωτίου τὴν ἀπεκήρυξαν «οἷος Λέων ὁ Γ´ καὶ Ἰωάννης ὁ Η´, ὁ μὲν διὰ τῶν ἀργυρῶν ἐκείνων ἀσπίδων, ὁ δὲ διὰ τῆς εἰς τὴν Η´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδον πρὸς τὸν ἱερὸν Φώτιον ἐπιστολῆς αὐτοῦ». Οἱ προκάτοχοι Πατέρες προσεπάθησαν νὰ θεραπεύσουν τὸ τραῦμα, ἀλλὰ προσέκρουσαν στὴν ὑπερηφάνεια καὶ ἀμετανοησία τῶν Παπικῶν, καὶ ἔτσι «μετὰ πρώτην καὶ δευτέραν νουθεσίαν ἀδελφικήν» παρητήθησαν. «Ἔκτοτε οὐδεμία κοινωνία πνευματικὴ ἡμῖν τε καὶ αὐτοῖς· βαθὺ γὰρ ὤρυξαν τὸ χάσμα ἰδίαις χερσὶ τὸ μεταξὺ αὐτῶν τε καὶ τῆς Ὀρθοδοξίας».
Χαρακτηρίζουν οἱ πατριάρχες τὴν ἐγκύκλιο τοῦ πάπα «Πρὸς τοὺς Ἀ­νατολικούς» ὡς «ἔξωθέν ποθεν ἐρχόμενον μίασμα» καὶ στὴ συνέχεια διὰ πολλῶν ἱστορικῶν καὶ θεολογικῶν ἐπιχειρημάτων κονιορτοποιοῦν τὴν ἀ­ξίωση τοῦ πάπα περί «πρωτείου». Μεταξὺ δὲ τῶν πολλῶν ἄλλων προσθέ­τουν ὅτι στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μεταβολὲς καὶ νοθεύσεις εἰς τὰ τῆς πίστεως δὲν γίνονται οὔτε ἀπὸ πατριάρχες οὔτε ἀπὸ συνόδους, διότι φύ­λακας τῆς πίστεως εἶναι τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ὁ λαός: «Ἔπειτα παρ᾽ ἡμῖν οὔτε Πατριάρχαι οὔτε Σύνοδοι ἐδυνήθησαν ποτὲ εἰσαγαγεῖν νέα, διότι ὁ ὑπερασπιστὴς τῆς θρησκείας ἐστὶν αὐτὸ τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ἤτοι αὐτὸς ὁ λαός, ὅστις ἐθέλει τὸ θρήσκευμα αὐτοῦ αἰωνίως ἀμετάβλητον καὶ ὁμοειδὲς τῷ τῶν Πατέρων αὐτοῦ». Οἱ Ὀρθόδοξοι κρατοῦμε ἄδολη καὶ ἀνό­θευτη τὴν πίστη, ὅπως τὴν παραλάβαμε ἀπὸ τοὺς Πατέρες «ἀποστρεφόμε­νοι πάντα νεωτερισμὸν ὡς ὑπαγόρευμα τοῦ διαβόλου· ὁ δεχόμενος νεωτε­ρισμὸν κατελέγχει ἐλλιπῆ τὴν κεκηρυγμένην ὀρθόδοξον πίστιν. Ἀλλ᾽ αὕτη πεπληρωμένη ἤδη ἐσφράγισται, μὴ ἐπιδεχομένη μήτε μείωσιν, μήτε αὔξη­σιν, μήτε ἀλλοίωσιν ἥντιναοῦν, καὶ ὁ τολμῶν ἢ πρᾶξαι ἢ συμβουλεῦσαι ἢ διανοηθῆναι τοῦτο, ἤδη ἠρνήθη τὴν πίστιν τοῦ Χριστοῦ, ἤδη ἑκουσίως καθυπεβλήθη εἰς τὸ αἰώνιον ἀνάθεμα διὰ τὸ βλασφημεῖν εἰς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, ὡς τάχα μὴ ἀρτίως, λαλῆσαν ἐν ταῖς Γραφαῖς καὶ διὰ τῶν οἰκουμενι­κῶν Συνόδων».
Ἀκολουθοῦν οἱ ὑπογραφές:

† Ἄνθιμος ἐλέῳ Θεοῦ Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, νέας ῾Ρώμης, καὶ οἰκουμενικὸς Πατριάρχης, ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ εὐχέτης.
† Ἱερόθεος ἐλέῳ Θεοῦ Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας καὶ πάσης γῆς Αἰγύπτου, ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ εὐχέτης.
† Μεθόδιος ἐλέῳ Θεοῦ Πατριάρχης τῆς μεγάλης θεουπόλεως Ἀντιοχείας καὶ πάσης Ἀνατολῆς, ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ εὐχέτης.
† Κύριλλος ἐλέῳ Θεοῦ Πατριάρχης Ἱεροσολύμων καὶ πάσης Παλαιστίνης, ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ εὐχέτης.
Ἡ ἐν Κωνσταντινουπόλει ἱερὰ Σύνοδος
† Ὁ Καισαρείας Παΐσιος
† Ὁ Ἐφέσου Ἄνθιμος
Ὁ Ἡρακλείας Διονύσιος
† Ὁ Κιζύκου Ἰωακείμ
† Ὁ Νικομηδείας Διονύσιος
† Ὁ Χαλκηδόνος Ἱερόθεος
† Ὁ Δέρκων Νεόφυτος
† Ὁ Ἀνδριανουπόλεως Γεράσιμος
† Ὁ Νεοκαισαρείας Κύριλλος
† Ὁ Βερροίας Θεόκλητος
† Ὁ Πισσιδείας Μελέτιος
† Ὁ Σμύρνης Ἀθανάσιος
† Ὁ Μελενίκου Διονύσιος
† Ὁ Σόφιας Παΐσιος
† Ὁ Λήμνου Δανιήλ
† Ὁ Δρυϊνουπόλεως Παντελεήμων
† Ὁ Ἐρσεκίου Ἰωσήφ
† Ὁ Βοδενῶν Ἄνθιμος.

Ἡ ἐν Ἀντιοχείᾳ ἱερὰ Σύνοδος

† Ὁ Ἀρκαδίας Ζαχαρίας
† Ὁ Ἐμέσης Μεθόδιος
† Ὁ Τριπόλεως Ἰωαννίκιος
† Ὁ Λαοδικείας Ἀρτέμιος

Ἡ ἐν Ἱερουσαλὴμ ἱερὰ Σύνοδος

† Ὁ Πέτρας Μελέτιος
† Ὁ Βηθλεὲμ Διονύσιος
† Ὁ Γάζης Φιλήμων
† Ὁ Νεαπόλεως Σαμουήλ
† Ὁ Σεβαστείς Θαββαῖος
† Ὁ Φιλαδελφείας Ἰωαννίκιος
† Ὁ Θαβωρίου Ἱερόθεος[6].

δ´. Γρηγορίου Στ´ Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Ἀπόρριψις τῆς Παπικῆς προσκλήσεως εἰς τὴν ἐν Βατικανῷ Σύνοδον (1868)
Ὁ ἴδιος πάπας Πῖος Θ´ ἀπέστειλε πρόσκληση στὶς 8 Σεπτεμβρίου τοῦ 1868 «Πρὸς πάντας τοὺς ἐπισκόπους τῆς Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας, τοὺς μὴ κοινωνοῦντας τῇ Ἀποστολικῆ ἕδρᾳ», ἐπαναλαμβάνων τὶς περὶ πρωτείου ἀξιώσεις του. Τὴν πρόσκληση ἐπεχείρησε νὰ ἐπιδώσει στὶς 6 ᾽Οκτωβρίου τοῦ 1868 τετραμελὴς παπικὴ ἀντιπροσωπεία, ἀλλὰ ὁ πατριάρχης Γρηγόριος Στ´ ἀρνήθηκε νὰ τὴν παραλάβει, ἐφ᾽ ὅσον ἐξακολουθοῦσε ὁ πάπας νὰ μένει στὶς ἴδιες πλάνες τοῦ 1848, τὶς ὁποῖες τότε εἶχαν ἀπορρίψει οἱ πατριάρχες τῆς Ὀρθοδοξίας, ὅπως εἴδαμε στὸ προηγούμενο κείμενο. Σὲ ἐπίσημο ἀνακοινωθὲν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου ἀναφέρονται οἱ λόγοι τοῦ πατριάρχου πρὸς τὴν παπικὴ ἀντιπροσωπεία. Σὲ ἐρώτηση ἐκπροσώπου τοῦ πάπα ποιές εἶναι οἱ πλάνες τοῦ Παπισμοῦ ὁ πατριάρχης ἀπήντησε:
«Ἵνα παραλίπωμεν τὰ καθέκαστα, ἡμεῖς, ἐφόσον ὑπάρξει ἡ Ἐκκλησία τοῦ Σωτῆρος ἐπὶ τῆς γῆς, δὲν δυνάμεθα νὰ παραδεχθῶμεν, ὅτι ἐν τῇ ὅλῃ Ἐκκλησίᾳ τοῦ Χριστοῦ ὑπάρχει ἐπίσκοπός τις ἄρχων καὶ κεφαλὴ ἄλλη καὶ ἄλλος παρὰ τὸν Κύριον· ὅτι Πατριάρχης τις ὑπάρχει ἀλάθητος καὶ ἀναμάρτητος, ὁμιλῶν ἀπὸ καθέδρας καὶ ὑπέρτερος τῶν οἰκουμενικῶν Συνόδων, ἐν αἷς ἔνεστι τὸ ἀλάνθαστον, συμφωνούσαις τῇ Γραφῇ καὶ τῇ ἀποστολικῇ Παραδόσει· ἢ ὅτι οἱ Ἀπόστολοι ὑπῆρξαν ἄνισοι πρὸς ὕβριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τοῦ φωτίσαντος ἐπίσης τοὺς πάντας· ἢ ὅτι οὗτος ἢ ἐκεῖνος ὁ Πατριάρχης καὶ ὁ Πάπας ἔσχον τὰ πρεσβεῖα τῆς ἕδρας οὐκ ἀπὸ συνοδικοῦ καὶ ἀνθρωπίνου, ἀλλ᾽ ἐκ θείου ὡς λέγετε, δικαίου, καὶ τὰ τούτοις ὅμοια».
Σὲ τοποθέτηση ἄλλου παπικοῦ ἀντιπροσώπου ὅτι ἡ ἐν Φλωρεντίᾳ Σύνοδος τὰ ἐξήτασε αὐτὰ καὶ ἕνωσε τὶς δύο Ἐκκλησίες καὶ ὅτι ὁ πάπας καλεῖ τώρα στὴν νέα οἰκουμενικὴ σύνοδο γιὰ νὰ ἑνωθοῦν ὅσοι τότε δὲν ἑνώθηκαν, ὁ πατριάρχης σχεδὸν προσβλητικὰ ἀπήντησε ὅτι μόνον «ἀπαί­δευτος ἄνθρωπος ἐνδέχεται ν᾽ ἀγνοῇ πόσα ἐρρέθησαν καὶ ἐγράφησαν κατὰ τῆς Φλωρεντινῆς συνόδου», καὶ βέβαια δὲν θεωρεῖ ἀπαίδευτο τὸν ὁμιλή­σαντα. Λέγει ὅτι ἡ βεβιασμένη καὶ καταναγκασμένη ἐκείνη ἕνωση «ἀπέθα­νεν εἰς τὰ σπάργανά της». Περὶ τοῦ ποιά σύνοδος μπορεῖ νὰ χαρακτηρι­σθεῖ ὡς οἰκουμενικὴ καὶ πῶς συγκαλεῖται λέγει τὰ ἑξῆς ἐνδιαφέροντα ὁ πατριάρχης, ἐν ὄψει καὶ τῆς ἰδικῆς μας Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου:
«Καθ᾽ ἡμᾶς οἰκουμενικὴ Σύνοδος καὶ οἰκουμενικὴ Ἐκκλησία καὶ ἀληθινὴ καθολικότης ἐστὶ καὶ λέγεται ἐκεῖνο τὸ ἅγιον καὶ ἀκήρατον σῶμα, ἐν ᾧ ἀνεξαρτήτως τοῦ ὑλικοῦ πληθυσμοῦ αὑτοῦ συγκεφαλαιοῦται ἁγνὴ ἡ διδασκαλία τῶν Ἀποστόλων καὶ ἡ πίστις πάσης τοπικῆς Ἐκκλησίας, στηριχθεῖσα καὶ βασανισθεῖσα ἀπὸ τῆς θεμελιώσεως τῆς Ἐκκλησίας μέχρι τῶν ὀκτὼ πρώτων αἰώνων, ἐν οἷς οἱ Πατέρες τῆς Ἀνατολῆς καὶ τῆς Δύσεως καὶ αἱ ἁγιώταται καὶ πνευματοκίνητοι Σύνοδοι καὶ ἐκεῖνοι οἱ σεβάσμιοι Πατέρες, ὧν γνωστὰ τοῖς πᾶσιν εἰσὶ τὰ συγγράμματα, γινέσθωσαν ὁ ἄπταιστος καὶ ἀσφαλὴς ὁδηγὸς παντὸς χριστιανοῦ καὶ ἐπισκόπου τῆς Δύσεως, τοῦ εἰλικρινῶς ποθοῦντος καὶ ζητοῦντος τὴν εὐαγγελικὴν ἀλή­θειαν. ᾽Εκεῖνοί εἰσι τὸ ὑπέρτατον κριτήριον τῆς χριστιανικῆς ἀληθείας· ἐκεῖνοί εἰσιν ἡ ἀσφαλὴς ὁδός, ἐφ᾽ ἧς δυνάμεθα νὰ συναντηθῶμεν ἐν τῷ ἁγίῳ φιλήματι τῆς δογματικῆς ἑνώσεως· πᾶς δὲ ὁ ἐκτὸς τῆς τροχιᾶς ἐκείνης περιπορευόμενος θεωρηθήσεται παρ᾽ ἡμῶν ἔκκεντρος καὶ ἀναρμό­διος εἰς τὸ συγκεντρῶσαι περὶ ἑαυτὸν τὰ μέλη τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας. Εἰ δὲ τυχὸν ἔνιοι τῶν δυτικῶν ἐπισκόπων, ἔχοντες ἀμφιβολίαν περὶ τινων δογμάτων αὑτῶν, θέλουσι νὰ συνέλθωσι, συνερχέσθωσαν καὶ ἀναθεωρείτωσαν αὐτὰ καθ᾽ ἡμέραν, εἰ βούλονται. Ἡμεῖς οὐδεμίαν ἀμφιβολίαν ἔχομεν περὶ τῶν πατροπαραδότων καὶ ἀναλλοιώτν δογμάτων τῆς εὐσεβείας. Καὶ ἄλλως δέ, ὦ σεβάσμιοι ἀββάδες, περὶ οἰκουμενικῆς Συνόδου ὄντος τοῦ λόγου, δὲν διαφεύγει βεβαίως τὴν μνήμην ὑμῶν, ὅτι αἱ οἰκουμενικαὶ Σύνοδοι ἄλλως πως συνεκροτοῦντο, ἢ ὅπως ἤδη διεκήρυξεν ἡ Α. Μακαριότης. Ἐὰν ὁ τῆς ῾Ρώμης μακαριώτατος Πάπας ἠσπάζετο τὴν ἀποστολικὴν ἰσοτιμίαν καὶ ἰσαδελφίαν, ἔπρεπεν, ὡς ἐν ἴσοις τὴν ἀξίαν καὶ πρῶτος τῇ τῆς ἕδρας τάξει, κατὰ τὸ κανονικὸν δίκαιον, ν᾽ ἀπευθύνῃ γράμμα ἰδιαίτερον πρὸς ἕκαστον τῶν Πατριαρχῶν καὶ τῶν Συνόδων τῆς Ἀνατολῆς, οὐχ ἵνα ἐπιβάλῃ ἐγκυκλίως καὶ δημοσιογραφικῶς, ὡς πάντων ἄρχων καὶ δεσπότης, ἀλλ᾽ ἵνα ἐρωτήσῃ ἀδελφοὺς ἀδελφός, ἰσότιμός τε καὶ ἰσοβάθμιος, εἰ συνεγκρίνουσι, ποῦ καὶ πῶς καὶ ὁποίας ἱερᾶς Συνόδουξ τὴν συγκρότησιν. Τούτων οὕτως ἐχόντων, ἢ ἀναδραμεῖσθε καὶ ὑμεῖς εἰς τὴν Ἱστορίαν καὶ εἰς τὰς οἰκουμενικὰς Συνόδους, ἵνα ἱστορικῶς κατωρθωθῇ ἡ παρὰ πάντων ποθουμένη ἀληθὴς καὶ χριστοσύλλεκτος ἕνωσις, ἢ πάλιν ἀρκεσθησόμεθα εἰς τὰς ἡμῶν διηνεκεῖς προσευχὰς καὶ δεήσεις ὑπὲρ τῆς εἰρήνης τοῦ σύμπαντος κόσμου, τῆς εὐσταθείας τῶν ἁγίων τοῦ Θεοῦ Ἐκκλησιῶν καὶ τῆς τῶν πάντων ἑνώσεως. Ἐν δὲ τοιαύτῃ περιπτώσει μετὰ λύπης διαβεβαιοῦμεν ὑμῖν, ὅτι περιττὴν καὶ ἄκαρπον νομίζομεν τήν τε πρόσκλησιν καὶ ὅπερ συνεπιφέρετε ἐπιστολιμαῖον τοῦτο φυλλάδιον»[7].
ε´ Ἀπάντησις τῆς ἐν Κωνσταντινουπόλει Συνόδου τοῦ 1895 πρὸς τὸν πάπα Λέοντα ΙΓ´
Ἀφορμὴ γιὰ τὴν τελευταία αὐτὴ Ὀρθόδοξη πατριαρχικὴ καὶ συνοδικὴ ἀπάντηση τοῦ 19ου αἰῶνος ἔδωσε ἡ ἐγκύκλιος τοῦ πάπα Λέοντος ΙΓ´, τὴν ὁποία ἀπηύθυνε «Πρὸς τοὺς ἡγεμόνας καὶ τοὺς λαοὺς τῆς οἰκουμένης» τὸν Ἰούνιο τοῦ 1894, καλώντας καὶ τοὺς Ὀρθοδόξους νὰ ἑνωθοῦν μὲ τὸν παπι­κὸ θρόνο. Τὸ ἀρχικὸ σχέδιο τῆς ἀπαντήσεως ἑτοίμασε ὁ τότε καθηγητὴς τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Χάλκης καὶ μετέπειτα μητροπολίτης Καστορίας καὶ θρυλικὸς Μακεδονομάχος Γερμανὸς Καραβαγγέλης, τὸ ὁποῖο, ἀφοῦ τὸ ἐξήτασε τριμελὴς συνοδικὴ ἐπιτροπή, ἔγινε δεκτὸ ἀπὸ τὴν Σύνοδο, μεταφράσθηκε σὲ ὅλες τὶς εὐρωπαϊκὲς γλῶσσες καὶ σχολιάσθηκε εὐμενῶς[8].
Τὸ κείμενο ἀρχίζει μὲ ἀναφορὰ στὶς αἱρέσεις ποὺ ὡς ζιζάνια ἐφύτρωσαν στὸν ἀγρὸ τῆς Ἐκκλησίας καὶ ὡς σπέρματα πονηρὰ δικαίως ἀποκόπηκαν ἀπὸ τὸ ὑγιὲς σῶμα τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας. Κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο τῇ ἐπηρείᾳ τοῦ Διαβόλου ἀποκόπηκαν ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ὁλόκληρα ἔθνη τῆς Δύσεως, ἐξ αἰτίας τῆς ἀλαζονείας τῶν ἐπισκόπων τῆς Ρώμης, οἱ ὁποῖοι ἐγέννησαν ἄθεσμες καὶ ἀντιευαγγελικὲς καινοτομίες.
Ὅλοι οἱ Χριστιανοὶ ὀφείλουν νὰ ἐμφοροῦνται ἀπὸ τὸν πόθο τῆς ἑνώσεως. «Συμφώνως δὲ πρὸς τὸν ἱερὸν τοῦτον πόθον ἡ καθ᾽ ἡμᾶς Ὀρθόδοξος τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία πάντοτε ἑτοίμως ἔχει ἀποδέξασθαι πᾶσαν περὶ ἑνώσεως πρότασιν, ἐὰν μόνον ὁ τῆς Ρώμης ἐπίσκοπος ἀποτινάξῃ ἅπαξ διὰ παντὸς τὸν ὁρμαθὸν τῶν εἰς τὴν Ἐκκλησίαν αὐτοῦ παρεισαχθέντων πολλῶν καὶ ποικίλων ἀντευαγγελικῶν νεωτερισμῶν». Ἡ ἕνωση μετὰ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας (ὄχι ἡ ἕνωση τῶν Ἐκκλησιῶν) πρέπει νὰ γίνει «ἐν τῷ ἑνὶ κανόνι τῆς πίστεως». Δὲν εἶναι δυνατὸν μέσα στὴν Ἐκκλησία ἄλλος νὰ πιστεύει ὅτι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἐκπορεύεται ἐκ τοῦ Πατρός, καὶ ἄλλος ἐκ τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ· ἄλλος στὸ Βάπτισμα νὰ ραντίζει, καὶ ἄλλος νὰ βυθίζει τρεῖς φορές· ἄλλος στὴ Θ. Εὐχαριστία νὰ χρησιμοποιεῖ ἔνζυμο ἄρτο, καὶ ἄλλος ἄζυμο· ἄλλος νὰ μεταδίδει στὸ λαὸ καὶ ἀπὸ τὸ ἅγιο ποτήριο, καὶ ἄλλος μόνο ἀπὸ τὸν ἄρτο. Παρουσιάζονται στὴν συνέχεια καὶ ἀναιροῦνται δέκα καινοτομίες τοῦ Παπισμοῦ κατὰ σειράν: ἡ ἐκπόρευση καὶ ἐκ τοῦ Υἱοῦ (Filioque), τὸ ράντισμα στὸ Βάπτι­σμα, τὰ ἄζυμα στὴν Θ. Εὐχαριστία, ὁ καθαγιασμὸς τῶν Τιμίων Δώρων διὰ τῶν λόγων τοῦ Κυρίου καὶ ὄχι διὰ τῆς ἐπικλήσεως, ἡ κοινωνία τῶν λαϊκῶν μόνον ἀπὸ τὸν ἄρτο, τὸ καθαρτήριο πῦρ, ἡ περισσεύουσα ἀξιομισθία τῶν ἁγίων καὶ οἱ ἀφέσεις, ἡ πλήρης μακαριότης τῶν ἁγίων πρὸ τῆς δευτέρας παρουσίας, ἡ ἄσπιλος σύλληψη τῆς Θεοτόκου καὶ τὸ πρωτεῖο τοῦ πάπα. Στὸ πρωτεῖο τοῦ πάπα δίνει ἰδιαίτερη βαρύτητα ἡ ἀπάντηση, διότι οἱ παπικοὶ παραθεωροῦν τὶς ἄλλες σημαντικὲς διαφορὲς καὶ θεωροῦν ὅτι μόνον αὐτὴ εἶναι τὸ ἐμπόδιο, πρέπει ὅμως οἱ Ὀρθόδοξοι νὰ τὸ δεχθοῦν, διότι ἔχει θεία προέλευση, στηρίζεται στὸ πρωτεῖο τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου. Εἶναι σαφέστατη, ἀποστολικὴ καὶ πατερικὴ ἡ θέση τῆς ἐν Κωνσταντινουπόλει Συνόδου τοῦ 1895 καὶ ἀπορεῖ κανεὶς πῶς εὑρίσκονται σήμερα θεολόγοι τοῦ Φαναρίου, γεγηρακότες καὶ νεοσσοί, οἱ τελευταῖοι ὄντως νήπια ἀθεολόγητα, νὰ ὁμιλοῦν περὶ παγκοσμίου πρωτείου τοῦ πάπα καὶ τοῦ πατριάρχου, ὁ ὁποῖος ἄκουσον, ἄκουσον! δὲν εἶναι πρῶτος μεταξὺ ἴσων (primus inter pares), ὅπως ἡ συνοδικὴ καὶ κανονικὴ παράδοση ἐπιτάσσει, ἀλλὰ πρῶτος ἄνευ ἴσων (primus sine paribus), ὅπως ὁ φιλοπαπικὸς καὶ φιλοπατριαρχικὸς ἀνώριμος νοῦς τους καὶ ἡ ἀμάθεια τοὺς ὑπαγορεύει. Ἐκτὸς ὅμως ἀπὸ τὸν Βαρθολομαῖο, ποὺ κατακρημνίζει τὴν Παράδοση, ὅλοι οἱ πρὸ τοῦ 20οῦ αἰῶνος πατριάρχες καὶ σύνοδοι στηρίζουν καὶ ἐνισχύουν τὴν Ἀποστολικὴ καὶ Πατερικὴ Παράδοση. Γράφει σχετικὰ τὸ πατριαρχικὸ καὶ συνοδικὸ κείμενο: «Οἱ θεῖοι Πατέρες, τιμῶντες τὸν ἐπίσκοπον Ρώμης μόνον ὡς ἐπίσκοπον τῆς πρωτευούσης πόλεως τοῦ κράτους, ἀπέδωκαν αὐτῷ προεδρείας πρεσβεῖα τιμητικά, θεωρήσαντες αὐτὸν ἁπλῶς ὡς πρῶτον τῇ τάξει ἐπίσκοπον, τουτ᾽ ἔστι πρῶτον ἐν ἴσοις, ἅπερ πρεσβεῖα καὶ τῷ Κωνσταντινουπόλεως ἀπένειμαν κατόπιν, ὅτε ἡ πόλις αὕτη ἐγένετο πρωτεύουσα τοῦ ρωμαϊκοῦ κράτους, ὡς μαρτυρεῖ περὶ τούτου ὁ κη´ κανὼν τῆς Δ´ ἐν Χαλκηδόνι οἰκουμενικῆς Συνόδου, λέγων πρὸς τοῖς ἄλλοις τάδε:
“Τὰ αὐτὰ καὶ ἡμεῖς ὁρίζομέν τε καὶ ψηφιζόμεθα περὶ τῶν πρεσβείων τῆς ἁγιωτάτης Ἐκκλησίας τῆς αὐτῆς Κωνσταντινουπόλεως, νέας ῾Ρώμης· καὶ γὰρ τῷ θρόνῳ τῆς πρεσβυτέρας ῾Ρώμης διὰ τὸ βασιλεύειν τὴν πόλιν ἐκείνην οἱ πατέρες εἰκότως ἀποδεδώκασι τὰ πρεσβεῖα· καὶ τῷ αὐτῷ σκοπῷ κινούμενοι οἱ ρν´ ἐπίσκοποι τὰ ἴσα πρεσβεῖα ἀπένειμαν τῷ τῆς νέας ῾Ρώμης ἁγιωτάτῳ θρόνῳ”. Ἐκ τοῦ κανόνος τούτου καταφαίνεται, ὅτι ὁ ῾Ρώμης ἐστὶν ἐπίσκοπος ἰσότιμος τῷ ἐπισκόπῳ τῆς Ἐκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως καὶ τοῖς τῶν ἄλλων Ἐκκλησιῶν, ἐν οὐδενὶ δὲ κανόνι καὶ παρ᾽ οὐδενὶ τῶν Πατέρων ὑπαινιγμός τις γίνεται, ὅτι ποτὲ ὁ ῾Ρώμης μόνος ἐστὶν ὁ ἀρχηγὸς τῆς καθόλου Ἐκκλησίας καὶ ὁ ἀλάθητος κριτὴς τῶν ἐπισκόπων τῶν ἄλλων ἀνεξαρτήτων καὶ αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν ἢ διάδοχος τοῦ ἀποστόλου Πέτρου καὶ τοποτηρητὴς τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐπὶ τῆς γῆς.
Ἑκάστη κατὰ μέρος αὐτοκέφαλος Ἐκκλησία ἔν τε τῇ Ἀνατολῇ καὶ τῇ Δύσει ἦν ὅλως ἀνεξάρτητος καὶ αὐτοδιοίκητος κατὰ τοὺς χρόνους τῶν ἑπτὰ οἰκουμενικῶν Συνόδων. Ὅπως δὲ οἱ ἐπίσκοποι τῶν αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν τῆς Ἀνατολῆς, οὕτω καὶ οἱ τῆς Ἀφρικῆς, τῆς Ἱσπανίας, τῶν Γαλλιῶν, τῆς Γερμανίας καὶ τῆς Βρεττανίας ἐκυβέρνων τὰ τῶν Ἐκκλησιῶν αὑτῶν ἕκαστοι διὰ τῶν ἰδίων τοπικῶν Συνόδων, οὐδὲν ἀναμίξεως δικαίωμα ἔχοντος τοῦ ἐπισκόπου ῾Ρώμης, ὅστις καὶ αὐτὸς ἐπίσης ὑπήγετο καὶ ὑπεῖκεν εἰς τὰς συνοδικὰς ἀποφάσεις. Ἐν σπουδαίοις δὲ ζητήμασι, δεομένοις τοῦ κύρους τῆς καθόλου Ἐκκλησίας, ἐγίνετο ἔκκλησις εἰς οἰκουμενικὴ Σύνοδον, ἥτις μόνη ἦν καὶ ἔστι τὸ ἀνώτατον ἐν τῇ καθόλου Ἐκκλησίᾳ κριτήριον. Τοιοῦτον ὑπῆρχε τὸ ἀρχαῖον τῆς Ἐκκλησίας πολίτευμα· οἱ δὲ ἐπίσκοποι ἦσαν ἀνεξάρτητοι ἀπ᾽ ἀλλήλων καὶ ἐλεύθεροι ὅλως ἐν τοῖς ἰδίοις ἕκαστος ὁρίοις, μόνον ταῖς συνοδικαῖς διατάξεσιν ὑπείκοντες, καὶ παρεκάθηντο ἴσοι πρὸς ἀλλήλους ἐν ταῖς συνόδοις· οὐδεὶς δὲ αὐτῶν διεξεδίκει ποτὲ μοναρχικὰ δικαιώματα ἐπὶ τῆς καθόλου Ἐκκλησίας. Εἰ δὲ ποτε φιλοδοξοῦντές τινες ἐπίσκοποι τῆς ῾Ρώμης ἤγειρον ὑπερφιάλους ἀξιώσεις ἀγνώστου ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ ἀπολυταρχίας, οἱ τοιοῦτοι προσηκόντως ἠλέγχθησαν καὶ ἐπετιμήθησαν. Ἀνακριβὲς ἄρα καὶ προφανὴς πλάνη ἐξελέγχεται, ὅπερ διϊσχυρίζεται ὁ Λέων ΙΓ´ λέγων ἐν τῇ ἐγκυκλίῳ αὐτοῦ, ὅτι πρὸ τῆς ἐποχῆς τοῦ μεγάλου Φωτίου τὸ ὄνομα τοῦ ῥωμαϊκοῦ θρόνου ἦν ἅγιον παρὰ πᾶσι τοῖς λαοῖς τοῦ χριστιανικοῦ κόσμου, ἡ δὲ Ἀνατολὴ ὁμοίως τῇ Δύσει ὁμοθυμαδὸν καὶ ἄνευ ἀντιστάσεως ὑπετάσσετο τῷ ῾Ρωμαίῳ ἀρχιερεῖ, ὡς διαδόχῳ δῆθεν νομίμῳ τοῦ ἀποστόλου Πέτρου, καὶ κατὰ συνέπειαν τοποτηρητῇ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐπὶ τῆς γῆς».
Περὶ τὸ τέλος ἡ συνοδικὴ καὶ πατριαρχικὴ ἀπάντηση συμπεραίνει τὰ ἑξῆς συνοψίζουσα ὅσα περὶ τοῦ ἑαυτοῦ της καὶ τοῦ Παπισμοῦ ἐπίστευεν ἡ Ἐκκλησία διὰ τῶν αἰώνων: «Ἡ Ὀρθόδοξος ἄρα Ἀνατολικὴ Ἐκκλησία δικαίως καυχᾶται ἐν Χριστῷ, ὅτι ἐστὶν ἡ Ἐκκλησία τῶν ἑπτὰ οἰκουμενικῶν Συνόδων καὶ τῶν ἐννέα πρώτων αἰώνων τοῦ Χριστιανισμοῦ, ἑπομένως ἡ μία, ἁγία, καθολικὴ καὶ ἀποστολικὴ τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία, “στῦλος καὶ ἑδραίωμα τῆς ἀληθείας” ἡ δὲ νῦν ῾Ρωμαϊκή ἐστιν Ἐκκλησία τῶν καινοτομιῶν, τῆς νοθεύσεως τῶν συγγραμμάτων τῶν ἐκκλησιαστικῶν Πατέρων καὶ τῆς παρερμηνείας τῆς τε ἁγίας Γραφῆς καὶ τῶν ὅρων τῶν ἁγίων Συνόδων· διὸ εὐλόγως καὶ δικαίως ἀπεκηρύχθη καὶ ἀποκηρύσσεται, ἐφ᾽ ὅσον ἂν ἐμμένῃ ἐν τῇ πλάνῃ αὐτῆς. “Κρείσσων γὰρ ἐπαινετὸς πόλεμος, λέγει καὶ ὁ θεῖος Γρηγόριος ὁ Ναζιανζηνός, εἰρήνης χωριζούσης Θεοῦ”».
Ἀκολουθοῦν οἱ ὑπογραφές:

† Ὁ Κωνσταντινουπόλεως Ἄνθιμος ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ εὐχέτης.
† Ὁ Κυζίκου Νικόδημος ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ εὐχέτης.
† Ὁ Νικομηδείας Φιλόθεος ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ εὐχέτης.
† ῾Ο Νικαίας Ἱερώνυμος ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ εὐχέτης.
† Ὁ Προύσης Ναθαναὴλ ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ εὐχέτης.
† Ὁ Σμύρνης Βασίλειος ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ εὐχέτης.
† Ὁ Φιλαδελφείας Στέφανος ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ εὐχέτης. 
† Ὁ Λήμνου Ἀθανάσιος ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ εὐχέτης.
† Ὁ Δυρραχίου Βησσαρίων ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ εὐχέτης.
† Ὁ Βελεγράδων Δωρόθεος ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ εὐχέ­της.
† Ὁ Ἐλασσῶνος Νικόδημος ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ εὐχέ­της.
† Ὁ Καρπάθου καὶ Κάσσου Σωφρόνιος ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ εὐχέτης.
† Ὁ Ἐλευθερουπόλεως Διονύσιος ἐν Χρι­στῷ τῷ Θεῷ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ εὐχέτης[9].

5. Τὰ βασικὰ γνωρίσματα τῶν πατριαρχικῶν καὶ συνοδικῶν κειμένων, τοῦ 19ου αἰῶνος καὶ ἡ σημερινή τους ἀθέτηση.
Ἐπειδὴ ὅσοι ἀγωνιζόμαστε ἐναντίον αὐτῆς τῆς ἀθέσμου καὶ ἀντιπατερικῆς ἀνατροπῆς καὶ ἀλλαγῆς κατηγορούμαστε ἀπὸ κάποιους ὡς παρασυνάγωγοι καὶ ἀνυπάκουοι, ἐνῶ ἀντίθετα ἐμεῖς ἀκολουθοῦμε καὶ ὑπακούουμε στὶς τόσο πυκνὲς πατριαρχικὲς καὶ συνοδικὲς ἀποφάσεις τοῦ 19ου αἰῶνος, ποὺ ἀποτελοῦν σταθερὴ καὶ ἀδιάκοπη συνέχεια καὶ διαδοχὴ ὅλων τῶν αἰώνων, ἐνῶ ἄλλοι εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ φατριάζουν καὶ ἀπειθοῦν, ὅπως προκύπτει σαφέστατα ἀπὸ τὰ κείμενα ποὺ καταθέσαμε, θὰ συνοψίσουμε ἐδῶ γιὰ εὐκολώτερη κατανόηση μερικὲς ἀπὸ τὶς θέσεις τῶν κειμένων, οἱ ὁποῖες σήμερα ἔχουν ἐγκαταλειφθῆ καὶ συκοφαντηθῆ:
α) Οἱ Οἰκουμενισταὶ ἀποκαλοῦν σήμερα τοὺς Παπικούς «ἀδελφὲς ἐκκλησίες», συμμετέχουμε ἰσότιμα, ἐπὶ ἴσοις ὅροις, μὲ τοὺς Προτεστάντες, στό «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν», δεχόμαστε ὅτι ἔχουν ἔγκυρα μυστήρια καὶ χορηγοῦν τὴν Χάρη καὶ τὴν σωτηρία, ἐνῶ στὰ ὀρθοδοξώτατα καὶ πατερικὰ κείμενα τοῦ 19ου αἰῶνος ἀποκαλοῦνται «αἱρέσεις» μὲ βαρεῖς χαρακτηρισμούς. Ἑπομένως βάσει τῶν συνοδικῶν καὶ πατριαρχικῶν κειμέ­νων ἔχουμε δίκαιο ὅσοι ἀποκαλοῦμε τὸ «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν» ὀρθότατα καὶ ὀρθοδοξώτατα ὡς «Παγκόσμιο Συμβούλιο Αἱρέσεων».
β) Ἀπέναντι αὐτῶν τῶν αἱρέσεων δὲν ὑπάρχει σήμερα ἀγωνία καὶ ποι­μαντικὴ μέριμνα, ὥστε νὰ μὴ βλαβεῖ τὸ ποίμνιο καὶ χάσει τὴν σωτηρία του. Οὔτε ἡ Συνοδικὴ Ἐπιτροπὴ ἐπὶ τῶν αἱρέσεων ἀσχολεῖται μὲ αὐτές. Ἀντίθε­τα εἶναι ἔκδηλο τὸ ποιμαντικὸ ἐνδιαφέρον καὶ ἡ ἀγωνία τῶν συνοδικῶν καὶ πατριαρχικῶν κειμένων, ποὺ φθάνει μέχρι τοῦ σημείου νὰ ἀναιροῦνται μία πρὸς μία οἱ αἱρέσεις καὶ οἱ πλάνες. Τὸ ποίμνιο ἀγνοεῖ σήμερα τὸν κίνδυνο ἀπὸ αὐτὲς τὶς αἱρέσεις τοῦ Παπισμοῦ καὶ τοῦ Προτεσταντισμοῦ.
γ) Τοὺς Χριστιανοὺς τοῦ Πάπα δὲν τοὺς ὀνομάζουν τὰ κείμενα οὔτε Καθολικοὺς οὔτε Ρωμαιοκαθολικούς, ἀλλὰ Κατόλικους καὶ Παπιστάς. Χρησιμοποιοῦν τό «Κατόλικοι», γιὰ νὰ δείξουν ὅτι ἔχουν νοθεύσει τό «Καθολικοί», ἀλλὰ καὶ ἀκουόμενο νὰ ὑπενθυμίζει τοὺς λύκους: «Κατόλυ­κοι». Ἀληθινὰ Καθολικοὶ εἴμαστε οἱ Ὀρθόδοξοι, ὡς μέλη τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ καὶ Ρωμαιοκαθολικοί, διότι ἀκολουθοῦμε, τὴν ὀρθόδοξη παλαιὰ Ρώμη (τῆς Ἰταλίας) καὶ τὴν ὀρθόδοξη Νέα Ρώμη (Κωνσταντινούπολη).
δ) Σήμερα ἡ αἱρετίζουσα θρασύτητα τῆς «Ἀκαδημίας Θεολογικῶν Σπουδῶν» τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Δημητριάδος (Βόλος), θέλει, καὶ ἐπιδιώ­κει νὰ παραμερίσει νὰ περιθωριοποιήσει τοὺς Ἁγίους Πατέρες τῆς Ἐκκλη­σίας, μὲ τὴν γνωστὴ «Μεταπατερικὴ Θεολογία» ἤ «Μεταπατερικὴ Αἵρεση», ὅπως τὴν ἀποκάλεσε γνωστὸς ἑλλαδίτης ἐπίσκοπος. Τὴν «Μεταπατερικὴ Αἵρεση» καλύπτουν καὶ τὸ Φανάρι καὶ ἡ Ἀθήνα μὲ ἐπαίνους, ἐγκώμια, βραβεῖα κ.ἄ. πρὸς τοὺς ἐκπροσώπους της, ἀντὶ ποινῶν καὶ ἐπιπλήξεων, δυστυχῶς στὴν πράξη πράττουν τὸ ἴδιο καὶ κάποιοι ἐπίσκοποι ποὺ τὴν ἐπικρίνουν στὴν θεωρία. Στὰ συνοδικὰ καὶ πατριαρχικὰ κείμενα ἀντίθετα εἶναι ἔκδηλος ὁ σεβασμὸς καὶ συχνότατη ἡ ἐπίκληση τῶν Ἁγίων Πατέρων, τῶν ὁποίων ἀκολουθοῦν μὲ πιστότητα τὴν αὐστηρὴ στάση ἔναντι τῶν αἱρετικῶν. Παραμερίζουν τοὺς Ἁγίους Πατέρες, διότι ἀποτελοῦν φραγμὸ καὶ ἐμπόδιο στὴν κακὴ «ἕνωση» ποὺ ἑτοιμάζουν μὲ τοὺς ἑτεροδόξους καὶ ἀλλοθρήσκους. Ἔτσι μόνον δικαιολογεῖται ἡ παντελῶς ἀδικαιολόγητη, ἀπαράδεκτη καὶ βλάσφημη, οἰκουμενιστικὴ ρήση τοῦ πατριάρχου Βαρθολομαίου, ποὺ ξεσήκωσε θύελλα διαμαρτυριῶν στὸ Ἅγιον Ὄρος, οἱ ὁποῖες κατασίγασαν δυστυχῶς μετὰ ἀπὸ ἀστεῖες, γιὰ παιδιὰ καὶ ἀνοήτους, ἐξηγήσεις. Εἶπε ὁ πατριάρχης, γιὰ νὰ θυμόμαστε: «Οἱ κληροδοτήσαντες εἰς ἡμᾶς τὴν διάσπασιν προπάτορες ἡμῶν ὑπῆρξαν ἀτυχῆ θύματα τοῦ ἀρχεκάκου Ὄφεως καὶ εὑρίσκονται ἤδη εἰς χεῖρας τοῦ δικαιοκρίτου Θεοῦ. Αἰτούμεθα ὑπὲρ αὐτῶν τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ»[10]. 
Νὰ λοιπὸν ἡ ἐφαρμογὴ τοῦ «ἐπὶ ἴσοις ὅροις»· σατανοκίνητοι οἱ αἱρετικοί, σατανοκίνητοι καὶ οἱ Ἅγιοι Πατέρες, ὁ Μ. Φώτιος, ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς, ὁ Ἅγιος Μᾶρκος ὁ Εὐγενικός, ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, οἱ Ἅγιοι Κολλυβάδες κ.ἄ. Ὑπάρχει χειρότερη βλασφημία; Μὲ βάση αὐτὴν τὴν δήλωση θὰ πρέπει νὰ κατεβάσουμε τὶς εἰκόνες αὐτῶν τῶν Ἁγίων, ὁμολογητῶν καὶ ἀγωνιστῶν τῆς Ὀρθοδοξίας, νὰ καταργήσουμε τὶς ἑορτὲς καὶ τὶς ἀκολουθίες τους, καὶ ἀντὶ νὰ ζητοῦμε τὶς πρεσβεῖες τους, νὰ κάνουμε μνημόσυνα, γιὰ νὰ τοὺς συγχωρήσει ὁ Θεός. Δὲν ἀποκλείεται καὶ αὐτὸ νὰ συμβεῖ, ἀφοῦ ἀκολουθοῦμε καὶ θαυμάζουμε τὸν πάπα. Λίγους ἁγίους κατήργησε ὁ ἀλάθητος καί «πρῶτος χωρὶς ἴσους» πάπας;
ε) Στὸν Διάλογο Ὀρθοδόξων καὶ Παπικῶν ποὺ διαρκεῖ τριάντα πέντε χρόνια, γιατὶ ἐκτὸς τῶν ἄλλων λόγων συζητούσαμε ἐπὶ ἔτη, κατὰ παγκόσμια ἱστορικὴ πρωτοτυπία ὄχι γιὰ τὰ διαιροῦντα ἀλλὰ γιὰ τὰ ἑνοῦντα, ἀρχίσαμε ἐπὶ τέλους νὰ συζητοῦμε γιὰ τὸ τεράστιο θέμα τοῦ «πρωτείου» τοῦ πάπα. Καὶ στὸ θέμα αὐτὸ γιὰ πρώτη φορὰ Ὀρθόδοξοι θεολόγοι ἀπέκλιναν ἀπὸ τὴν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἐδέχθησαν, παπίζοντες καὶ λατινίζοντες, πρωτοφανῆ κακόδοξη θεωρία ὅτι τό «πρωτεῖο» ὑπάρχει σὲ τρία ἐπίπεδα· σὲ τοπικὸ σὲ περιφερειακὸ καὶ σὲ παγκόσμιο. Σὲ τοπικὸ πρῶτος εἶναι ὁ ἐπίσκοπος σὲ σχέση μὲ τοὺς ἄλλους κληρικούς, σὲ περιφερειακὸ ὁ μητροπολίτης σὲ σχέση μὲ τοὺς ἄλλους ἐπισκόπους, καὶ σὲ παγκόσμιο ἐπίπεδο ὁ πάπας σὲ σχέση μὲ ὅλους τοὺς ἐπισκόπους. Ἡ παπικὴ αὐτὴ θεωρία, ὑποστηρίχθηκε γιὰ πρώτη φορὰ ἀπὸ τοὺς θεολόγους τοῦ Φαναρίου μέσα στὸν Διάλογο, διότι ἂν γινόταν δεκτή -εὐτυχῶς ποὺ δὲν ἔγινε- καὶ δεδομένου ὅτι ὁ πάπας, πρὶν νὰ γίνει ἡ ἕνωση, ἔχει δικαιοδοσία μόνον ἐπὶ τῶν Παπικῶν, ὡς πρῶτος μεταξὺ τῶν Ὀρ­θοδόξων σὲ παγκόσμιο ἐπίπεδο ἀπομένει ὁ πατριάρχης Κωνσταντινουπό­λεως. Μεγάλη θεολογικὴ ἀνακάλυψη γιὰ τὴν στήριξη τοῦ Φαναρίου, ἡ ὁποία συμπληρώθηκε ἀπὸ μικροὺς καὶ ἀνόητους θεολόγους μὲ δύο ἄλλες μεγάλες θεολογικὲς ἀνακαλύψεις! Ὅτι ὁ πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, πολὺ περισσότερο ὁ πάπας, εἶναι πρῶτος ὄχι μεταξὺ ἴσων, ὅπως διαχρονικὰ ἀπὸ τὴν ἀρχὴ δέχεται ἡ Ἐκκλησία (primus inter pares), ἀλλὰ εἶναι πρῶτος χωρὶς ἴσους (primus sine paribus). Καὶ γιὰ νὰ μὴ στηρίζεται τὸ πρωτεῖο μόνο σὲ ἱστορικοὺς λόγους, στὴν πολιτικὴ δηλαδὴ σημασία τῶν θρόνων, στὴν Ρώμη καὶ στὴν Κωνσταντινούπολη ὡς πρωτεύουσα τῆς αὐτοκρατορίας, ὅπως προκύπτει ἀπὸ τοὺς ῾Ιεροὺς Κανόνες, ἀλλὰ γιὰ νὰ ἔχει καὶ θεολογικὴ θεμελίωση, νὰ προέρχεται ὄχι ἐξ ἀνθρωπίνου, ἀλλὰ ἐκ θείου δικαίου, ἐφεῦραν τὴν τριαδολογικὴ θεμελίωση τοῦ πρωτείου μὲ βάση τὸ πρωτεῖο τοῦ Πατρὸς σὲ σχέση μὲ τὸν Υἱὸ καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα μέσα στὴν Ἁγία Τριάδα. Ποιός μπορεῖ νὰ ἰσχυρισθεῖ ὅτι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα δὲν φωτίζει καὶ τοὺς σημερινοὺς θεολόγους στὴν διεκδίκηση πρωτείων, πρωτοκαθεδρίας, ἀξιωμάτων; Δὲν τὰ ἐγνώριζαν αὐτὰ μεγάλοι Ἅγιοι Πατριάρχες, δὲν τοὺς εἶχε φωτίσει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, καὶ μᾶς παρέδωσαν, ὅπως καὶ τὰ συνοδικὰ καὶ πατριαρχικὰ κείμενα τοῦ 19ου αἰῶνος, ὅτι δὲν ὑπάρχουν «πρωτεῖα ἐξουσίας» ἀλλά «πρεσβεῖα τιμῆς»; Ὅτι καὶ ὁ πάπας τῆς Παλαιᾶς Ρώμης καὶ ὁ πατριάρχης τῆς Νέας Ρώμης εἶναι ἴσοι μὲ ὅλους τοὺς ἐπισκόπους; Ἁπλῶς κατὰ τὴν τάξη τῶν θρόνων εἶναι «πρῶτοι μεταξὺ ἴσων» καὶ αὐτὴ ἡ πρωτιά τους, αὐτὴ ἡ πρόταξη, ὀφείλεται στὴν πολιτικὴ σημασία τῶν πόλεων-θρόνων, δὲν προέρχεται ἐκ θείου δικαίου, ποὺ δὲν ἀλλάσσει, ἀλλὰ ἐξ ἀνθρωπίνου δικαίου, ποὺ μπορεῖ νὰ ἀλλάξει.
στ) Προωθοῦν σήμερα οἱ Οἰκουμενισταὶ ὄχι τὴν ἀληθινὴ ἕνωση, ἀλλὰ τὴν κακὴ ἕνωση, ὅπως ἔγινε καὶ στὴν ψευδοσύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας. Ἀληθινὴ εἶναι ἡ ἕνωση, ὅταν ὑπάρχει ἑνότητα στὴν πίστη, ὅταν πιστεύουν ὅλοι στὰ ἴδια δόγματα τῆς πίστεως, καὶ κατ᾽ ἐπέκτασιν ὅταν ὑπάρχει ἑνό­τητα στὴν λατρεία καὶ στὴν διοίκηση· σὲ θέματα μάλιστα πίστεως δὲν δι­καιολογεῖται καμμία ποικιλομορφία· «ἰῶτα ἕν, ἢ μία κεραία» δὲν ἐπι­τρέ­πεται νὰ διαφέρει. Αὐτὸς ποὺ ἀλλάσσει τὴν πίστη στὸ παραμικρό, αὐτὸς καταστρέφει τὸ πᾶν. Ἡ ἕνωση ποὺ προβάλλεται σήμερα εἶναι κακὴ ἕνωση· ἐπιτρέπονται καὶ δικαιολογοῦνται οἱ διαφορὲς στὴν πίστη, ὅπως στὰ συγκρητιστικὰ συστήματα· θὰ κρατήσουμε ὅλοι τὰ πιστεύματά μας, καὶ οἱ αἱρέσεις τὶς πλάνες τους, καὶ θὰ ἑνώσουμε τὴν ἀλήθεια μὲ τὸ ψέμμα· αὐτὸ ποὺ ἐνδιαφέρει τὸν πάπα εἶναι νὰ τὸν ἀναγνωρίσουμε ὡς πρῶτο, τοὺς δὲ Προτεστάντες νὰ πιστεύουν καὶ νὰ διδάσκουν, ὡς ἄλλοι πάπες, ὁ καθένας ὅ,τι θέλει, ὥστε νὰ ὑπάρχει πολλότης καὶ ποικολομορφία. Τὰ κείμενα, συνοδικὰ καὶ πατριαρχικὰ ποὺ παραθέσαμε «ἑπόμενα τοῖς Ἁγίοις Πατράσι», διδάσκουν ὅτι ἀπαραίτητος ὅρος γιὰ τὴν ἕνωση εἶναι ἡ ἀποτίναξη, ἡ ἀπόρριψη ὅλων τῶν αἱρέσεων καὶ κατόπιν ἡ ἕνωση «μετὰ τῆς Ἐκκλησίας»· ὄχι «ἕνωση τῶν ἐκκλησιῶν» ἀλλά «ἕνωση μὲ τὴν Ἐκκλησία».
ζ) Πρὶν νὰ ἐπιτευχθεῖ αὐτὴ ἡ ἀληθινὴ ἕνωση τῶν αἱρετικῶν μὲ τὴν Ἐκκλησία, κάθε ἐπικοινωνία μὲ αὐτοὺς εἶναι ἄθεσμη, ἀντικανονική. Καὶ αὐτὸ δὲν προέρχεται ἀπὸ ἔλλειψη ἀγάπης, ἀλλὰ ἀπὸ ἀληθινὴ ἀγάπη. Γιὰ νὰ διερωτηθοῦν, γιατί δὲν ἐπικοινωνοῦμε μαζί τους, καὶ νὰ μάθουν ὅτι ὅσα πιστεύουν καὶ πράττουν εἶναι ἀντιευαγγελικὰ καὶ ὁδηγοῦν στὴν ἀπώλεια. Ὅποιος ἀγαπᾶ λέγει τὴν ἀλήθεια στὸν ἀγαπώμενο, δὲν τὸν παραπλανᾶ.
η) Οἱ διεξαγόμενοι σήμερα Διάλογοι «ἐπὶ ἴσοις ὅροις» ἀποτελοῦν τέχνασμα τοῦ Διαβόλου, ποὺ ἐπιθυμεῖ νὰ ἐξισώσει τὴν ἀλήθεια μὲ τὸ ψεῦδος, τὴν ᾽Ορθοδοξία μὲ τὴν αἵρεση. Τὸ «ἐπὶ ἴσοις ὅροις» σημαίνει ὅτι ἀποδέχονται οἱ διαλεγόμενοι ὅτι μπορεῖ νὰ ἔχουν τὴν ἀλήθεια καὶ οἱ δύο πλευρές· δὲν ὑπάρχει ἡ ἀλήθεια ἀποκλειστικὰ στὴ μία πλευρά. Καὶ μόνον ἡ ἀποδοχὴ αὐτοῦ τοῦ ὅρου σημαίνει ὅτι ἀμφιβάλλουμε γιὰ τὸ ἂν ὁ Χριστός, ἡ Ἐκκλησία, οἱ Ἀπόστολοι, οἱ Πατέρες ἔχουν καὶ διδάσκουν τὴν ἀλήθεια. Ἂν στὴν «ἐπὶ ἴσοις ὅροις» συζήτηση τῶν ἀληθειῶν τῆς πίστεως, λόγῳ ρητορικῆς δεινότητος τῶν αἱρετικῶν, ὑψηλοτέρου μορφωτικοῦ ἐπιπέδου, διαλεκτικῆς ἱκανότητος ὑπερισχύσουν τῶν ἀσθενεστέρων εἰς αὐτὰ Ὀρθοδόξων ἢ τοὺς ἐξαναγκάσουν μὲ διαφόρους τρόπους, ὅπως ἔγινε στὴν Φερράρα-Φλωρεντία, νὰ δεχθοῦν τὰ τῶν αἱρετικῶν, αὐτὸ σημαίνει ὅτι βρέθηκε ἡ ἀλήθεια; 
Ἡ Ἐκκλησία διὰ τῶν αἰώνων κηρύσσει, διδάσκει, νουθετεῖ, ὁμολογεῖ τὴν ἀλήθεια πρὸς τοὺς ἀντιφρονοῦντες, πιστεύουσα ἀκραδάντως ὅτι ἔχει τὴν ἀλήθεια· δὲν ἐξισώνεται μὲ τὴν αἵρεση «ἐπὶ ἴσοις ὅροις», ἀφήνουσα νὰ ἐννοηθεῖ ὅτι καὶ οἱ αἱρετικοὶ μπορεῖ νὰ ἔχουν τὴν ἀλήθεια καὶ ὅτι αὐτὸ θὰ προκύψει ἀπὸ τὸν διάλογο. Αὐτὸ ἐπίστευε ὁ Κύριος συζητώντας μὲ τὴν Σαμαρείτιδα, οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι καὶ οἱ Ἅγιοι Πατέρες; Διδάσκουμε κηρύττουμε, ὁμολογοῦμε τὴν ἀλήθεια, «μαθητεύουμε πάντα τὰ ἔθνη», καὶ ἂν οἱ διδασκόμενοι καὶ νουθετούμενοι δὲν πείθονται, τοὺς ἀφήνουμε νὰ ἀκολουθήσουν τὸν δρόμο τους. Δὲν συζητοῦμε ἐπὶ πέντε, δέκα, εἴκοσι, σαράντα χρόνια. Εἶναι σαφὴς ὁ λόγος τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: «Αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίανπαραιτοῦ, εἰδὼς ὅτι ἐξέστραπται ὁ τοιοῦτος καὶ ἁμαρτάνει ὢν αὐτοκατά­κριτος»[11]. 
Αὐτὸ ἐτήρησε καὶ ὁ πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ἱερεμίας Β´, ὁ ὀνομαζόμενος Τρανός, στὸν δι᾽ ἀλληλογραφίας διάλογο ποὺ ἔκανε μὲ τοὺς Προτεστάντες θεολόγους τῆς Τυβίγκης. Ὅταν ἀπὸ τὶς ἀπαντήσεις τους κατάλαβε ὅτι ἐμμένουν στὶς πλάνες τους, διέκοψε τὸν διάλογο καὶ τοὺς ἄφησε στὸν δρόμο τῆς πλάνης. Τοὺς ἔγραψε τὸ 1581: «Ἀξιοῦμεν δὲ ὑμᾶς τοῦ λοιποῦ μὴ κόπους παρέχειν ἡμῖν, μηδὲ περὶ τῶν αὐτῶν γράφειν καὶ ἐπιστέλλειν, εἴ γε τοὺς τῆς Ἐκλησίας φωστῆρας καὶ θεολόγους ἄλλοτε ἄλλως μεταχειρίζεσθε, καὶ τοῖς λόγοις τιμῶντες αὐτοὺς καὶ ἐπαίροντες τοῖς ἔργοις ἀθετεῖτε, καὶ τὰ ὅπλα ἡμῶν ἄχρηστα ἀποδεικνύετε, τοὺς λόγους αὐτῶν τοὺς ἁγίους καὶ θείους δι᾽ ὧν ἡμεῖς γράφειν καὶ ἀντιλέγειν ὑμῖν εἴχομεν. Ὥστε τὸ καθ᾽ ὑμᾶς, ἀπαλλάξατε τῶν φροντίδων ἡμᾶς. Τὴν ὑμετέραν οὖν πορευόμενοι, μηκέτι μὲν περὶ δογμάτων, φιλίας δὲ μόνης ἕνεκα, εἰ βουλητόν, γράφετε»[12].
θ) Τέλος, εἶναι ἀπαραίτητο καὶ κρίσιμο νὰ τονισθεῖ ὅτι τελικῶς στὶς συνοδικὲς διεργασίες ἀποφασιστικὸ ρόλο καὶ λόγο ἔχει ὁ πιστὸς λαός, ὁ ὁποῖος διαμορφώνει μὲ τὴν στάση του, θετικὰ ἢ ἀρνητικά, τὴν συνείδηση τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας. Χωρὶς τὴν συγκατάθεση καὶ τὴν ἀποδοχὴ τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας οἱ ἀποφάσεις ὁποιωνδήποτε ἐπισκόπων καὶ ὁποιωνδήποτε συνόδων, ἀκόμη καὶ οἰκουμενικῶν, εἶναι ἄκυρες καὶ ἄ­χρηστες. Αὐτὸ συνέβη πολλὲς φορὲς στὴν ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία, ὅπως π.χ. μὲ τὴν εἰκονομαχικὴ σύνοδο τῆς Ἱερείας τοῦ 754 καὶ μὲ τὴν ψευδο­σύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας (1438-1439), ποὺ μολονότι συγκλήθηκαν ὡς οἰκουμενικές, ἀπορρίφθηκαν ὡς αἱρετικές. Αὐτὸ ὀφείλουν νὰ τὸ λάβουν σοβαρὰ ὑπ᾽ ὄψιν οἱ ὑπεύθυνοι τῆς συγκλήσεως τὸ ἑπόμενο ἔτος (2016) τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖοι ἐπὶ ἔτη κάτω ἀπὸ τὸν οὐδέτερο τίτλο«Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρὸς τὸν λοιπὸ χριστιανικὸ κόσμο» προσπαθοῦν νὰ ἀποχαρακτηρίσουν τὶς αἱρε­τικὲς χριστιανικὲς κοινότητες καὶ νὰ τὶς δεχθοῦν, γιὰ πρώτη φορὰ στοὺς αἰῶνες, ὡς ἐκκλησίες καὶ ὡς ὁδοὺς σωτηρίας. Ἐπαναλαμβάνουμε τὶ ἀπήν­τησαν οἱ Ὀρθόδοξοι Πατριάρχες τὸ 1848 πρὸς τὸν πάπα Πίο Θ´: «Ἔπειτα παρ᾽ ἡμῖν οὔτε Πατριάρχαι οὔτε Σύνοδοι, ἐδυνήθησαν ποτε εἰσαγαγεῖν νέα, διότι ὁ ὑπερασπιστὴς τῆς θρησκείας ἐστὶν αὐτὸ τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ἤτοι αὐτὸς ὁ λαός, ὅστις ἐθέλει τὸ θρήσκευμα αὐτοῦ αἰωνίως ἀμετάβλητον καὶ ὁμοειδὲς τῷ τῶν Πατέρων αὐτοῦ»[13].

[1]. Β´ Τιμ. 2, 9.
[2]. Α´ Κορ. 2, 25.
[3]. Ιωαννου Καρμιρη, Τὰ Δογματικὰ καὶ Συμβολικὰ Μνημεῖα τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας τόμ. ΙΙ, Akademische Druck – u. Verlagsanstalt Graz-Austria 19682, σελ. 951-972.
[4]. Ἐννοοῦν τοὺς Οὐνίτες ἱερεῖς, οἱ ὁποῖοι, ἐνδυόμενοι ἐξωτερικὰ ὅπως οἱ Ὀρθόδοξοι καὶ στὴν λατρεία καὶ ἐκτὸς αὐτῆς, παρασύρουν πολλοὺς ἁπλοὺς πιστοὺς στὴν αἵρεση τοῦ Παπισμοῦ.
[5]. Ιωαννου Καρμιρη, Αὐτόθι, σελ. 973-982.
[6]. Αὐτόθι, σελ. 982-1005.
[7]. Αὐτόθι, σελ. 1006-1010.
[8]. Περὶ αὐτοῦ ὁ Τ. Γριτσοπουλοσ, γράφει εἰς «Θρησκευτικὴ καὶ Ἠθικὴ Ἐγκυκλοπαιδεία», τόμ. 4, στ. 400: «Μεταξὺ 1891 καὶ 1896 ἐδίδαξεν ὡς καθηγητὴς τῆς Σχολῆς Χάλκης. Εὐρέως ἔγινε τότε γνωστὸς ἀπὸ τὴν περίφημον κατ᾽ ἐντολὴν Ἀνθίμου Στ´ ἐγκύκλιον εἰς ἀπάντησιν τοῦ πάπα Λέοντος ΙΓ´, καλοῦντος εἰς ἕνωσιν τὰς ἀνατολικὰς Ἐκκλησίας. Ἡ ἐν λόγῳ πατριαρχικὴ ἐγκύκλιος μετεφράσθη εἰς ὅλας τὰς εὐρωπαϊκὰς γλώσσας καὶ ἐσχολιάσθη εὐμενῶς».
[9]. Ιωαννου Καρμιρη, Αὐτόθι, σελ. 1016-1032.
[10]. Περιοδικό «Ἐπίσκεψις» τοῦ «Ὀρθοδόξου Κέντρου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου» στὸ Σαμπεζὺ τῆς Γενεύης, τεῦχος 563, σελ. Δημοσιεύθηκε ἐπίσης στήν «Ἐκκλησιαστικὴ Ἀλήθεια» τῶν Ἀθηνῶν στὶς 16-2-1998. Ἡ δικαιολογητικὴ ἀπάντηση τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου πρὸς τοὺς Ἁγιορεῖτες δὲν δημοσιεύθηκε ποτέ. Ἂς τὴν δημοσιεύσουν ἐπὶ τέλους εἴτε οἱ ἀποστείλαντες εἴτε οἱ παραλῆπτες.
[11]. Τίτ. 3, 10-11.
[12]. Ιωαννου Καρμιρη, Αὐτόθι, σελ. 569.
[13]. Αὐτόθι, σελ. 1000.